Σ.Τ.Ε. 90/2005

Συμφωνητικά επιτηδευματιών μη θεωρημένα από τη Δ.Ο.Υ.
Αρείου Πάγου

Αριθ. απόφασης: 90/2005

Πρόεδρος: Δ. Σουλτανιάς, Αρεοπαγίτης,

Εισηγητής: Χ. Γεωργαντόπουλος, Αρεοπαγίτης

Δικηγόροι: Κ. Δογάνης, Κ. Γραμμένος

Μέτρα για την περιστολή της φοροδιαφυγής

(Ν. 1882/1990, άρθρο 8, παρ. 16).

Συμφωνητικά επιτηδευματιών μη θεωρημένα από τη Δ.Ο.Υ. Έκταση ισχύος της σχετικής διάταξης: Η διάταξη του άρθρου 8, παρ. 16 του Ν. 1882/1990 που υποχρεώνει τους επιτηδευματίες που συναλλάσσονται μεταξύ τους ή με τρίτους να υποβάλουν στην αρμόδια Δ.O.Υ. για θεώρηση τα συμφωνητικά που αφορούν τέτοιες συναλλαγές, από τις οποίες πηγάζουν φορολογητέα εισοδήματα αυτών, άλλως τα συμφωνητικά αυτά είναι ανίσχυρα, ισχύει μόνο έναντι της φορολογικής αρχής, χωρίς η ακυρότητα να επεκτείνεται μεταξύ των συμβαλλομένων.

[…] Με τη διάταξη του άρθρου 8, παρ. 16 του Ν. 1882/1990 “Μέτρα για την περιστολή της φοροδιαφυγής κλπ.” ορίζεται ότι συμφωνητικά, που καταρτίζονται μεταξύ των επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιαδήποτε συναλλαγή, θεωρούνται, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία κατάρτισης και υπογραφής, από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., αλλιώς είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα. Στην εν λόγω παρ. 16, με την παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 2386/1996, προστέθηκε δεύτερο εδάφιο, το οποίο ορίζει ότι κατ΄ εξαίρεση δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο κλπ. Η ως άνω διάταξη, στα πλαίσια των μέτρων για την περιστολή της φοροδιαφυγής, υποχρεώνει τους επιτηδευματίες, που συναλλάσσονται μεταξύ τους ή με τρίτους, να υποβάλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για θεώρηση τα συμφωνητικά που αφορούν τέτοιες συναλλαγές, προκειμένου τα προερχόμενα απ΄ αυτές εισοδήματα, στον προσδιορισμό των οποίων αποβλέπει, να μη διαφεύγουν από τη φορολογία που προβλέπεται γι΄ αυτά. Τούτο προκύπτει, όχι μόνο από τη γραμματική διατύπωση της εν λόγω διάταξης, αλλά και από τον υπότιτλο του άρθρου, στο οποίο αυτή είναι ενταγμένη (“Διαδικασία υποβολής στοιχείων για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των επιτηδευματιών”). Έτσι, εν όψει του επιδιωκόμενου με τη διάταξη σκοπού, η θεσπιζόμενη για την παράβασή της κύρωση πρέπει παρά τη γενικότητα με την οποία διατυπώνεται, να περιοριστεί σε μόνα τα συμφωνητικά που αφορούν συναλλαγές ανάμεσα σε επιτηδευματίες ή ανάμεσα σε αυτούς και τρίτους, από τις οποίες πηγάζουν φορολογητέα εισοδήματα των επιτηδευματιών τούτων και μόνο έναντι της φορολογικής αρχής, χωρίς η ακυρότητα να επεκτείνεται μεταξύ των συμβαλλομένων. Συνεπώς, το Εφετείο, με το να απορρίψει με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, ως αβάσιμο τον ισχυρισμό των αναιρεσειουσών ότι σύμφωνα με το άρθρο 8, παρ. 16 του Ν. 1882/1990 δεν γεννάται απαίτηση από τα από 28.1.1995 και 29.12.1995 ιδιωτικά συμφωνητικά λόγω ακυρότητας αυτών, διότι δεν θεωρήθηκαν εντός 10 ημερών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., δεν παραβίασε την ως άνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 8, παρ. 16 του Ν. 1882/1990. Συνακόλουθα, ο αντίθετος από το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ, πρώτος λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος.