Σ.Τ.Ε. 797/2005

Ι. Ανάκληση απόφασης που απέρριψε αίτηση αναστολής εκτέλεσης διοικητικής πράξης του ΠΕΚ Πειραιώς
Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς

Αριθ. απόφασης: 797/2005

Πρόεδρος: Λουκία Σκουρολιάκου, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ.,

Εισηγήτρια: Ειρήνη Δάσκα, Πρωτοδίκης Δ.Δ.

Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης [Ν. 2717/1999 (Κ.Δ.Δ.) άρθρα 69, 200-202]

Ι. Ανάκληση απόφασης που απέρριψε αίτηση αναστολής εκτέλεσης διοικητικής πράξης του ΠΕΚ Πειραιώς: Οι αποφάσεις που εκδίδονται για την αίτηση αναστολής μπορούν να ανακληθούν εν όλω ή εν μέρει ύστερα από αίτηση διαδίκου ή τρίτου που έχει έννομο συμφέρον, εάν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία.

ΙΙ. Νέα στοιχεία: Απόφαση του ΣτΕ που όρισε το Διοικ. Πρωτοδικείο Πειραιώς ως αρμόδιο για την εκδίκαση ενδίκων βοηθημάτων κατά πράξεων του ΠΕΚ Πειραιώς: Κατά την κρίση του Δικαστηρίου εκτιμάται ως νέο στοιχείο η 3036/2004 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία δημοσιεύθηκε μετά την έκδοση της υπό ανάκληση απόφασης του Δικαστηρίου τούτου και ήρε υπέρ του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς την αμφισβήτηση περί της κατά τόπον αρμοδιότητας του Δικαστηρίου τούτου για την επίλυση της ένδικης διαφοράς που αφορά στην αίτηση αναστολής εκτέλεσης διοικητικής πράξης, εκδοθείσης από τον Προϊστάμενο του ΠΕΚ Πειραιώς.

ΙΙΙ. Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης του ΠΕΚ Πειραιώς: Χορηγείται αναστολή, διότι από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλομένης πράξης η αιτούσα εταιρία θα υποστεί δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη, εάν ευδοκιμήσει η ασκηθείσα κατά της εν λόγω πράξης προσφυγή της (Ισχυρισμοί και αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία εκτίμησε το Δικαστήριο για να καταλήξει στις ως άνω κρίσεις του).

Όμοιες και οι 793-800/2005 αποφάσεις του Δ.Π. Πειραιώς (Τμημ. του Τριμ.) και οι 935-937/2005 αποφάσεις του Δ.Π. Πειραιώς (Τμημ. του Μονομ).

Δεκτή αίτηση φορολογουμένου περί ανάκλησης δικαστικής απόφασης

[…] Με την υπό κρίση αίτηση, κατά την κατάθεση της οποίας καταβλήθηκε το προβλεπόμενο εκ του νόμου παράβολο (βλ. σχετικά έντυπα σειρά 825107, 1725395/16.11.04), επιδιώκεται παραδεκτώς η ανάκληση της 1463/29.6.2004 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η από 9.3.2004 αίτηση της αιτούσας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης περί αναστολής εκτέλεσης της 5011/24.12.2003 πράξης επιβολής προστίμου του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν. 1642/86 – ΦΠΑ του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Πειραιά, καθ΄ ό μέρος αυτή εκτελείται, λόγω άσκησης της από 24.2.2004 προσφυγής της αιτούσας κατά της ανωτέρω πράξης της εν λόγω φορολογικής αρχής. Με την τελευταία καταλογίστηκε σε βάρος της αιτούσας σχετικό πρόστιμο 8.919 ευρώ, για τη διαχειριστική περίοδο από 1.7.94 έως 30.6.95.

Το άρθρο 69 παρ. 2 Κ.Δ.Δ. ορίζει ότι: “Κατ΄ εξαίρεση, αν με την πράξη καταλογίζονται χρηματικά ποσά που αναφέρονται σε φορολογικές εν γένει απαιτήσεις του Δημοσίου ή αυτοτελείς χρηματικές κυρώσεις για παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας, η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής, καθώς και η άσκησή της αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξης. Ειδικές διατάξεις, οι οποίες αποκλείουν την αναστολή ή θεσπίζουν την κατά ορισμένο μόνο ποσοστό αναστολή των πράξεων τούτων διατηρούνται σε ισχύ”. Επίσης, κατά την παρ.3 του ίδιου άρθρου, “Κατά τα λοιπά, σε κάθε περίπτωση, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 200 έως και 205”. Στη συνέχεια, το άρθρο 200 ΚΔΔ επιτάσσει ότι: “Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής”. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 202 παρ. 2 Κ.Δ.Δ., “1. Λόγο αναστολής μπορεί να θεμελιώσει η από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης απειλούμενη, οποιασδήποτε φύσης, υλική ή ηθική βλάβη του αιτούντος εφόσον η επανόρθωσή της θα είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής σε περίπτωση ευδοκίμησης της αντίστοιχης προσφυγής. 2. Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται: α) αν η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή β) κατά το μέρος που η προσβαλλομένη πράξη έχει ήδη εκτελεστεί, ή γ) αν η αντίστοιχη προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη”. Στη συνέχεια, το άρθρο 205 παρ.1 ΚΔΔ προβλέπει ότι “Αν γίνει εν όλω ή εν μέρει δεκτή η αίτηση, διατάσσεται η ολική ή μερική αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης, με την αντίστοιχη προσφυγή πράξης”, ενώ, σύμφωνα με την παρ. 6 του ίδιου άρθρου “Οι αποφάσεις που εκδίδονται για την αίτηση αναστολής μπορούν να ανακληθούν εν όλω ή εν μέρει ύστερα από αίτηση διαδίκου ή τρίτου που έχει έννομο συμφέρον, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία. Κατά την εκδίκαση της αίτησης αυτής εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 200 έως 205”. Τέλος, κατ΄ άρθρο 43 παρ. 4 του Ν. 1642/86 – ΦΠΑ -, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 17 του Ν. 2386/96 “Αν δεν επιτεύχθηκε διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκήθηκε από τον υπόχρεο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον οικονομικό Έφορο ποσοστό 30% του αμφισβητουμένου κυρίου και του προσθέτου φόρου. Οι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου εφαρμόζονται και για τα πρόστιμα του άρθρου 47 παρ. 4 και 4β”.

Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εδρεύει ήδη επί της οδού Γορ…… 5 στην Αργυρούπολη και δραστηριοποιείται στην εισαγωγή και εμπορία οίνων και πoτών. Κατόπιν σχετικών ελέγχων ο Προϊστάμενος του ΠΕΚ Πειραιά εξέδωσε σε βάρος της δύο πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων των οικονομικών ετών 1994 και 1995 (αρ. 5225 και 5226/2003), δύο πράξεις προσδιορισμού φόρου προστιθέμενης αξίας για τα ίδια οικον. έτη (1787 και 1788/2003) και δύο πράξεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ (αρ. 1046, 1047/2003), καθώς και δύο πράξεις επιβολής προστίμου ΦΠΑ (αρ. 5010 και 5011/2003), που ανάγονται στις ίδιες ως άνω διαχειριστικές περιόδους. Με τις πράξεις αυτές καταλόγισε σε βάρος της εταιρείας αυτής συνολικό ποσοστό ύψος των 409.524 ευρώ. Ειδικότερα, με την 5011/2003 πράξη της ανωτέρω φορολογικής αρχής, που ανάγεται στη διαχειριστική περίοδο από 1.7.94 έως 30.6.95 καταλογίστηκε σε βάρος της συνολικώς ποσό 3.039.228 δραχμών (8.919 ευρώ). Κατά της πράξης αυτής η αιτούσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στις 24.2.2004 και, ενόψει αυτής, στις 9.3.2004 αίτηση αναστολής εκτέλεσής της, η οποία όμως απορρίφθηκε με την 1463/2004 εν συμβουλίω απόφασή του, ελλείψει κατά τόπο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου να εκδικάσει το κύριο ένδικο βοήθημα της προσφυγής, κατ΄ άρθρο 201 ΚΔΔ.

Ήδη, με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα εταιρεία προτείνει ως νέο στοιχείο για τη βασιμότητά της την 3036/2004 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την oπoία, όρισε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά, ως κατά τόπο αρμόδιο για να εκδικάσει τα ένδικα βοηθήματα κατά των αποφάσεων του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Πειραιά. Περαιτέρω, η αιτούσα διατείνεται ότι συντρέχει λόγος χορήγησης της αιτηθείσας, με την από 9.3.2004 αίτησή της, αναστολής εκτέλεσης της 5011/2003 πράξης επιβολής προστίμου ΦΠΑ κατά το άμεσα εισπραττόμενο ποσοστό του 30% επί του συνολικώς καταλογισθέντος ποσού (8.919 ευρώ), ήτοι κατά το ποσό των 2.675 ευρώ, λαμβανομένου υπόψη ότι το άμεσα εισπραττόμενο ποσό ενόψει των από 24.2.04 προσφυγών της κατά των προμνημονευομένων πράξεων του Προϊσταμένου ΠΕΚ Πειραιά ανέρχεται στο ύψος των 115.192 ευρώ. Και τούτο, γιατί η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης, εν προκειμένω, πράξης θα της προκαλέσει ανεπανόρθωτη υλική και ηθική βλάβη, σε περίπτωση ευδοκίμησης της οικείας προσφυγής, διότι, ως μικρομεσαίου μεγέθους επιχείρηση, ευρίσκεται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, αφού α) κατά τις τελευταίες πέντε xρήσεις των οικ. ετών 1999, 2000, 2001, 2002 και 2003 πραγματοποίησε καθαρά κέρδη 12.830.234 δραχμών κατά μέσο όρο ανά xρήση β) κατά το προσωρινό ισοζύγιο του μηνός Ιανουαρίου 2004 τα χρηματικά διαθέσιμα ανέρχονται στις 16.059.162 δραχμές (47.128,87 ευρώ), γ) απασχολεί εξαμελές προσωπικό και δ) έχει σοβαρότατες βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις και λειτουργικές δαπάνες, που την ανάγκασαν να δανεισθεί εντός του έτους 2004 το ποσό των 116.415,39 ευρώ. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της η αιτούσα επικαλείται και προσκομίζει στους δημοσιευθέντες ισολογισμούς α) της 30.6.2000 (διαχειριστική χρήση 1.7.1999 έως 30.6.2000 β) της 30.6.2001 (διαχ. χρήση από 1.7.2000 έως 30.6.2001) γ) της 30.6.2002 (διαχ. χρήση 1.7.2001 – 30.6.2002 και δ) της 30.6.2003 (διαχ. χρήση 1.7.2002 έως 30.6.2003) εκ των οποίων προκύπτει ότι τα καθαρά κέρδη προ φόρων της αιτούσας ανά χρήση ανέρχονται αντιστοίχως ως εξής: 8.340.406 δρχ. (24.476,61 ευρώ), 20.703.340 δρχ. (60.758,15 ευρώ), 5.548.016 δρχ. (16.281,78 ευρώ) και 16.264.740 δρχ. (47.732,18 ευρώ), β) τους από 6.10.2003 και 14.11.2003 πίνακες προσωπικού της εταιρείας, που έχουν θεωρηθεί αρμοδίως από το Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης Γλυφάδας και ισχύουν μέχρι 15.11.2004, σύμφωνα με τους οποίους κατά το χρονικό αυτό διάστημα απασχολούσε προσωπικό έξι ατόμων γ) την από 5.2.2004 βεβαίωση της AS… ΒΑ… περί χορήγησης δανείου τακτής λήξης στην αιτούσα, σύμφωνα με την οποία η τελευταία έλαβε δάνειο 30.000 ευρώ με ημερομηνία λήξης την 5.5.2004 και δ) την από 16.1.2004 επιστολή της αιτούσας προς την τραπεζική εταιρεία “ΤΡΑ…. ΠΕΙ….. ΑΕ”, σύμφωνα με την οποία στα πλαίσια της 1395962/2002 σύμβασης μεταξύ τους περί πίστωσης μέσω αλληλόχρεου λογαριασμού, η αιτούσα χρηματοδοτήθηκε τελικώς με 90.000 ευρώ, με διάρκεια της πίστωσης αυτης από 12.1.04 έως 29.3.04. Επίσης προσκομίζεται στο Δικαστήριο α) ο νόμιμα δημοσιευμένος ισολογισμός της αιτούσας για τη διαχειριστική χρήση από 1.7.2003 έως 30.6.2004, στον οποίο εμφανίζονται για τη χρήση αυτή καθαρά κέρδη προ φόρων 45.527,10 ευρώ με χρηματικά διαθέσιμα κατά τη λήξη της 15.405,02 ευρώ.

Με τα δεδομένα αυτά εκτιμάται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ως νέο στοιχείο η προμνημονευόμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία δημοσιεύτηκε μετά την έκδοση της υπό ανάκληση απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου και ήρε υπέρ του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά την αμφισβήτηση περί της κατά τόπο αρμοδιότητας του οικείου δικαστικού σχηματισμού για την επίλυση της ένδικης διαφοράς. Περαιτέρω, δεν συντρέχει λόγος αποκλεισμού χορήγησης της υπό κρίση αναστολής, κατ΄ άρθρο 202 παρ.2 ΚΔΔ, λαμβανομένου υπόψη ότι η χορήγησή της ούτε προσκόμματα στην προγραμματισμένη δράση της διοίκησης επιφέρει, καθ΄ όσον δεν αποδεικνύεται ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού ανατρέπεται από την μη άμεση καταβολή του επίμαχου ποσού, ούτε πλήττεται, εν προκειμένω, το δημόσιο συμφέρον, αφού δεν αποτρέπεται η πληρωμή των οικείων χρεών προς το Δημόσιο, όταν αυτά καταστούν οριστικά με την έκδοση της απόφασης επί της προσφυγής, απορριπτομένων ως αβασίμων των αντιθέτων ισχυρισμών του καθ΄ ου. Ακολούθως δεδομένης της ενεστώσας οικονομικής επιφάνειας της αιτούσας, όπως τα αναγκαία γι΄ αυτό στοιχεία απεικονίζονται στους προμνημονευόμενους ισολογισμούς της, που διαγράφουν τα οικονομικά αποτελέσματα της κατά τις πέντε τελευταίες διαχειριστικές χρήσεις, το προβεβαιούμενο συνολικώς ποσό, δυνάμει των ως άνω προσφυγών κατά των συγκεκριμένων πράξεων του Προϊσταμένου του ΠΕΚ Πειραιά εκ 115.192 ευρώ υπερβαίνει τα συμποσούμενα καθαρά προ φόρων κέρδη των τριών τελευταίων διαχειριστικών χρήσεων (45.527,10 ευρώ + 47.732,18 ευρώ + 16.281,78 ευρώ = 109.541,06 ευρώ). Λαμβανομένων δε υπόψη των άμεσων λειτουργικών εξόδων και των βραχυπροθέσμων οικονομικών υποχρεώσεων της εταιρείας και αντιπαραβάλλοντας τα ταμειακά της διαθέσιμα κατά την 30.6.2004 εκ 15.405,02 ευρώ με το άμεσα εισπραττόμενο ποσό των 2.675 ευρώ ενόψει της από 24.2.2004 προσφυγής της κατά της προσβαλλόμενης πράξης, το Δικαστήριο κρίνει ότι από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης η αιτούσα εταιρεία θα υποστεί δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη, αν ευδοκιμήσει η ως άνω προσφυγή της. Και τούτο γιατί, εν προκειμένω κάμπτεται το καταρχήν επανορθώσιμο της χρηματικής ζημίας, που πρόκειται να υποστεί, διότι η ζημία αυτή επάγεται υπέρμετρη της οικονομικής δυνατότητάς της, επιβάρυνση, δυναμένη να της επιφέρει ισχυρό οικονομικό κλονισμό και αμφισβήτηση της φερεγγυότητάς της στον εμπορικό τομέα, όπου ασκεί τις δραστηριότητές της, κατ΄ αποδοχή των σχετικών ισχυρισμών της και απορριπτομένων όλων των αντιθέτων ως αβασίμων. Κατά συνέπεια συντρέχει λόγος χορήγησης της αιτουμένης αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της αντίστοιχης προσφυγής της αιτούσας κατ΄ αυτής.

Κατ΄ ακολουθίαν όλων αυτών πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση να ανακληθεί η προσβαλλόμενη δικαστική απόφαση, να γίνει δεκτή η από 9.3.2004 αίτηση αναστολής εκτέλεσης της 5011/2003 πράξης επιβολής προστίμου του άρθρου 48 παρ.3 του Ν. 1642/86 – ΦΠΑ του Προϊσταμένου του ΠΕΚ Πειραιά και να ανασταλεί η εκτέλεση της πράξης αυτής, καθ΄ ο μέρος εκτελείται, μέχρι να δημοσιευτεί οριστική απόφαση επί της από 24.2.2004 προσφυγής κατ΄ αυτής. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στην αιτούσα το καταβληθέν, υπ΄ αυτής παράβολο, κατ΄ άρθρο 277 παρ.9 εδ. α΄ Κ.Δ.Δ.