Σ.Τ.Ε. 725/2005
Κοινοπραξία βρετανικής και ημεδαπής εταιρίας για την εκτέλεση τεχνικού έργου στην Ελλάδα. Μόνιμη εγκατάσταση
Συμβουλίου της Επικρατείας (Β΄ τμήματος)
Αριθ. απόφασης: 725/2005
Προεδρεύων: Ηλ. Παπαγεωργίου, Σύμβουλος ΣτΕ,
Εισηγήτρια: Ελ. Αναγνωστοπούλου, Σύμβουλος ΣτΕ
Φορολογία εισοδήματος – διμερείς συμβάσεις
(Σύμβαση Ελλάδος και Βρετανίας, άρθρα ΙΙΙ παρ. 1, ΙΙ παρ. 1 και Ν.Δ. 2732/1953)
Κοινοπραξία βρετανικής και ημεδαπής εταιρίας για την εκτέλεση τεχνικού έργου στην Ελλάδα. Μόνιμη εγκατάσταση: Επί εκτέλεσης τεχνικού έργου στην Ελλάδα από κοινοπραξία, αποτελούμενη από βρετανική και ημεδαπή εταιρία, η βρετανική εταιρία, η κοινοπρακτικώς δρώσα, θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και δη τουλάχιστον την εγκατάσταση της ημεδαπής εταιρίας με την οποία δρα σε κοινοπραξία, τούτο δε ανεξαρτήτως του είδους των ειδικοτέρων εργασιών τεχνικού έργου στις οποίες μετέχει η βρετανική εταιρία. Για το λόγο αυτό, το εισόδημά της από την εγκατάστασή της αυτή, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα.
Δεκτή αίτηση αναίρεσης του Δημοσίου
[…] 4. Επειδή, κατά το άρθρο ΙΙΙ, παρ. 1 της συμβάσεως μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας περί αποφυγής της διπλής φορολογίας, που κυρώθηκε με το Ν.Δ/γμα 2732/1953 (ΦΕΚ Α΄ 329), στο αντικείμενο της οποίας (κατά το άρθρο 1 αυτής) περιλαμβάνεται και ο ελληνικός φόρος επί του εισοδήματος, “τα βιομηχανικά ή εμπορικά κέρδη επιχειρήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα υπόκεινται εις τον ελληνικόν φόρον εκτός αν η επιχείρησις διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν εν Ελλάδι δια μονίμου εν αυτή εγκαταστάσεως. Αν διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν ως προελέχθη, δύναται να επιβληθή υπό της Ελλάδος φόρος επί των κερδών τούτων αλλά μόνον δια το μέρος αυτών το οποίο θεωρείται ότι ανήκει εις την μόνιμον αυτή εγκατάσταση”, ενώ, κατά το άρθρο ΙΙ, παρ. 1, περ. λ΄ της ίδιας συμβάσεως, “δια του όρου μόνιμος εγκατάστασις … νοείται το υποκατάστημα, έδρα, εργοστάσιον ή άλλος μόνιμος τόπος εργασίας … ουχί όμως η αντιπροσωπεία .. Το γεγονός ότι κάποια εταιρεία η οποία εδρεύει εντός ενός των εδαφών έχει υπό τον έλεγχον αυτής εταιρείαν, η οποία εδρεύει εν των ετέρω εδάφει η οποία διεξάγει εμπόριον ή εργασίαν εις το έτερον έδαφος (είτε δια μονίμου εγκαταστάσεως ή άλλως), η ελεγχόμενη εταιρεία δεν θα θεωρήται εκ μόνου του γεγονότος τούτο ως αποτελούσα μόνιμον εγκατάστασιν της μητρός επιχειρήσεως”. Τέλος, στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου ΙΙ της συμβάσεως αυτής ορίζεται ότι “Ο όρος “Εταιρεία” υποδηλοί οιανδήποτε ομάδα αποτελούσαν νομικόν πρόσωπον”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι επί εκτελέσεως τεχνικού έργου στην Ελλάδα από κοινοπραξία, αποτελούμενη από βρετανική και ημεδαπή εταιρεία, η βρετανική εταιρεία, η κοινοπρακτικώς δρώσα, θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και δη τουλάχιστον την εγκατάσταση της ημεδαπής εταιρείας με την οποία δρα σε κοινοπραξία, τούτο δε ανεξαρτήτως του είδους των ειδικοτέρων εργασιών τεχνικού έργου στις οποίες μετέχει η βρετανική εταιρεία. Για το λόγο αυτό, το εισόδημά της από την εγκατάστασή της αυτή, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα (ΣτΕ 541/2001, 7 μελ.).
5. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα εκτιθέμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση σε συνδυασμό με την υπ΄ αριθ. 4014/1993 προδικαστική απόφαση του ίδιου δικαστηρίου, η εδρεύουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο αναιρεσίβλητη εταιρεία συμμετείχε βάσει του από 28.1.1985 συμφωνητικού συστάσεως κοινοπραξίας με την ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία “ΤΕΧ… ΕΝ….” σε κοινοπραξία του ελληνικού δικαίου (“Κοιν…. ΜL ENG….. (PLUM….) LTD – ΤΕΧ… ΕΝ…. Α.Ε.), η οποία, δυνάμει συμβάσεως με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος, ανέλαβε την εκτέλεση του έργου “Σηματοδότηση των Σιδηροδρομικών Γραμμών Οινόης – Τιθορέας και Δομοκού – Λάρισας”. Κατά τη σχετική από 29.1.1985 σύμβαση υπεργολαβίας μεταξύ της κοινοπραξίας και της ήδη αναιρεσιβλήτου, η συμμετοχή της τελευταίας στην κοινοπραξία συνίστατο στα εξής: “1) Μελέτη, σχεδίαση και προμήθεια όλων των απαραίτητων σχεδίων για την εκτέλεση του έργου, προμήθεια του εξοπλισμού και γενικώς προσφορά τεχνογνωσίας, διαχείριση και συντονισμός του έργου. 2) Ανάληψη όλων των κινδύνων και ενδεχομένων ποινών, χορήγηση κεφαλαίων κινήσεως για την εκτέλεση του αναλογούντος σε αυτήν συμβατικού τμήματος και ανάληψη των δαπανών, εκτός άλλων, για τους μισθούς, πρόσθετες παροχές και έξοδα μεταφοράς του διοικητικού της προσωπικού και γενικώς όλων των εξόδων, φόρων και επιβαρύνσεων των δυναμένων να επιβληθούν από την ελληνική νομοθεσία”. Τα κέρδη της από την συμμετοχή της στην ως άνω κοινοπραξία (45.097.142 δρχ.) περιέλαβε η αναιρεσίβλητη στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1989 υπό την επιφύλαξη ότι, κατά τις διατάξεις της ελληνοβρετανικής συμβάσεως περί αποφυγής διπλής φορολογίας, δεν υπόκεινται στον ελληνικό φόρο διότι η ίδια δεν έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Στη διατυπωθείσα επιφύλαξη δεν απάντησε η φορολογική αρχή. Το διοικητικό εφετείο εδέχθη ότι η ήδη αναιρεσίβλητη αλλοδαπή εταιρεία δεν διέθεσε στην Ελλάδα χώρο για την εκπόνηση των μελετών και σχεδίων που αφορούν το έργο για το οποίο πρόκειται, αλλά όλες οι σχετικές μελέτες και τα σχέδια έγιναν στην Αγγλία, ότι τα υλικά και εν γένει ο εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση του έργου, κατασκευάστηκαν στην Αγγλία και πωλήθηκαν από την αναιρεσίβλητη στην κοινοπραξία, ότι οι δαπάνες που προβλέπονταν από τη σύμβαση υπεργολαβίας έγιναν από την αναιρεσίβλητη και ότι για την εκτέλεση του έργου της κοινοπραξίας δεν απασχολήθηκε αλλοδαπό προσωπικό και αφού έλαβε υπόψη και το ότι το Υπουργείο Οικονομικών με την ΕΔΥΟ Α3519/ΠΟΛ. 132/4.1.1988 αποδέχθηκε ότι η συμμετοχή αλλοδαπής εταιρείας (βρετανικής) και μόνη σε κοινοπραξία στην Ελλάδα δεν δημιουργεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα της εταιρείας αυτής, έκρινε ότι δεν προέκυψε ούτε από τις ως άνω αναληφθείσες υποχρεώσεις της αναιρεσίβλητης εταιρείας ούτε από τη σύμβαση της κοινοπραξίας με τον Ο.Σ.Ε. ότι η εταιρεία αυτή είχε κατά τον ένδικο χρόνο μόνιμη (πραγματική) εγκατάσταση στην Ελλάδα και επομένως το εισόδημά της από την συμμετοχή της στην κοινοπραξία δεν υπέκειτο σε φορολογία στην Ελλάδα. Η κρίση όμως αυτή του Διοικητικού Εφετείου δεν είναι, κατά τα ήδη εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη, διότι, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση, μόνη η εκτέλεση από την αναιρεσίβλητη βρετανική εταιρεία του ως άνω τεχνικού έργου στην Ελλάδα σε κοινοπραξία με ελληνική εταιρεία συνιστά, κατά την έννοια της σύμβασης, μόνιμη εγκατάσταση αυτής στην Ελλάδα και, ως εκ τούτου, το εισόδημά της από την πηγή αυτή υπόκειται σε φόρο εισοδήματος. Συνεπώς, για τον λόγο αυτό που βάσιμα προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, η δε υπόθεση η οποία χρήζει διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.