Αριθμός 3258/2010

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Οκτωβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ν. Μαρκουλάκης, Φ. Ντζίμας, Σύμβουλοι, Μ. Παπαδοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Πάρεδροι.

Γραμματέας η Α. Τριάδη, Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 15 Δεκεμβρίου 2007 αίτηση:

της ……… …………………., κατοίκου …  ………… Αττικής (…………….. ….), η οποία παρέστη με το δικηγόρο XXXXXXXX που τον διόρισε με πληρεξούσιο,  κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος παρέστη με τον XXXXX Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η σιωπηρή απόρριψη από τον Υπουργό Δικαιοσύνης της από 17.7.2007 αίτησης χορήγησης αδείας άνευ αποδοχών τριετούς διάρκειας δυνάμει του άρθρου 51 παρ. 3 του ν. 3528/2007 και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ν. Μαρκουλάκη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο  Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου Α΄ 1856442, 1466200/2007).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 7.4.2008 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της σιωπηρής απορρίψεως από τον Υπουργό Δικαιοσύνης του από 17.7.2007 αιτήματος της και ήδη αιτούσας, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, περί χορηγήσεως σ’ αυτήν αδείας χωρίς αποδοχές, τριετούς διάρκειας, κατά το άρθρο 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), προκειμένου να μεταβεί και να μείνει στις Βρυξέλλες μαζί με το τρίχρονο τέκνο της και το σύζυγό της, αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας, ο οποίος έχει ήδη τοποθετηθεί στην πόλη αυτή για τρία έτη, από 5.8.2007, σε θέση εθνικού αντιπροσώπου στο ΝΑΤΟ.

3. Επειδή, ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), ορίζει στην παρ. 2 του άρθρου 50, όπως η παρ. αυτή αναριθμήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 2172/1993 (Α΄ 207), τα εξής: «Δημόσιος υπάλληλος και υπάλληλος νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου σύζυγος δικαστικού λειτουργού μετατίθεται ύστερα από αίτησή του στην περιφέρεια όπου υπηρετεί ο σύζυγός του, εφ’ όσον υπάρχει κενή θέση σε αντίστοιχη υπηρεσία. Η αποδοχή της αίτησης δεν είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση αν δεν έχει παρέλθει έτος από την προηγούμενη μετάθεση …». Εξ άλλου, ο Υπαλληλικός Κώδικας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), ορίζει στην παρ. 3 του άρθρου 51 ότι: «Υπάλληλος του οποίου σύζυγος υπηρετεί στο εξωτερικό σε ελληνική υπηρεσία του Δημοσίου, νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή άλλου φορέα του δημόσιου τομέα ή σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο μετέχει και η Ελλάδα, δικαιούται να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι έξι (6) έτη συνεχώς ή και τμηματικά, εφόσον έχει συμπληρώσει διετή πραγματική υπηρεσία».

4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η αιτούσα, Πρωτοδίκης Διοικητικών Δικαστηρίων, υπηρετεί από το έτος 2002. Με την από 17.72007 αίτησή της προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης ζήτησε α) να της χορηγηθεί άδεια χωρίς αποδοχές, διάρκειας δύο ετών, κατά τα άρθρα 51 παρ. 2 και 53 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/25007), προκειμένου να μεταβεί μαζί με την οικογένειά της στις Βρυξέλλες, όπου ο σύζυγός της, αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, έχει ήδη τοποθετηθεί για τρία έτη, από 5.8.2007, σε θέση εθνικού αντιπροσώπου στο ΝΑΤΟ, και να ασχοληθεί με την ανατροφή του τρίχρονου τέκνου τους, ή β) επικουρικά να της χορηγηθεί άδεια χωρίς αποδοχές, διάρκειας τριών ετών, κατά το άρθρο 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα, για τους προαναφερόμενους λόγους. Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της εκδηλωθείσης με την άπρακτη πάροδο τριμήνου σιωπηρής απορρίψεως της ως άνω αιτήσεως καθ’ ο μέρος η απόρριψη αυτή αφορά το ανωτέρω δεύτερο (επικουρικό)αίτημα.

5. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η αιτούσα, δικαστική λειτουργός, εδικαιούτο να λάβει άδεια βάσει της προεκτεθείσης διατάξεως του άρθρου 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα, η οποία προβλέπει τη χορήγηση αδείας χωρίς αποδοχές σε δημόσιο υπάλληλο προκειμένου να συμβιώσει με τον υπηρετούντα στο εξωτερικό σύζυγό του, δεδομένου ότι, όπως υποστηρίζει η αιτούσα, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αναλόγως και για τη χορήγηση αδείας σε δικαστικό λειτουργό ενόψει του ότι υπάρχει σχετικό κενό στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.). Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο νομοθέτης, με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 50 παρ. 2 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ., αποδίδοντας μείζονα βαρύτητα στην απρόσκοπτη άσκηση του δικαστικού λειτουργήματος, εξασφαλίζει την οικογενειακή συμβίωση διά της μεταθέσεως του δημοσίου υπαλλήλου στην περιφέρεια όπου υπηρετεί ο σύζυγός του δικαστικός λειτουργός. Ενόψει δε της ειδικής αυτής ρυθμίσεως δεν καταλείπεται εν προκειμένω πεδίο ανάλογης εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως του Υπαλληλικού Κώδικα.

6. Επειδή, η μη ανάλογη εφαρμογή της ως άνω διατάξεως του άρθρου 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα και επί δικαστικών λειτουργών δεν συνιστά παράβαση της αρχής της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος), δεδομένου ότι οι δικαστικοί λειτουργοί, ενόψει και της φύσεως των καθηκόντων τους, τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τους δημοσίους υπαλλήλους.

Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως.

Ομοίως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η μη ανάλογη εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως του Υπαλληλικού Κώδικα και επί δικαστικών λειτουργών συνιστά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγματος. Και τούτο διότι η κατοχυρούμενη από την εν λόγω συνταγματική διάταξη προστασία της οικογενείας εξυπηρετείται εν προκειμένω με την προαναφερθείσα ειδική ρύθμιση του άρθρου 50 παρ. 2 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.

7. Επειδή, αβασίμως επικαλείται η αιτούσα την Οδηγία 96/34/ΕΚ του Συμβουλίου (L 145 της 19.6.1996), η οποία αφορά τη γονική άδεια, δεδομένου ότι η άδεια που ζήτησε να της χορηγηθεί βάσει του άρθρου 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα δεν είναι γονική ούτε έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη τέκνου.

8. Επειδή, όπως έγινε δεκτό στην πέμπτη σκέψη, η διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα, η οποία προβλέπει τη χορήγηση αδείας χωρίς αποδοχές σε δημόσιο υπάλληλο για να συμβιώσει με τον υπηρετούντα στο εξωτερικό σύζυγό του, δεν εφαρμόζεται αναλόγως και για τη χορήγηση αδείας σε δικαστικό λειτουργό. Συνεπώς, δεν υπάρχει σχετικό δικαίωμα λήψεως αδείας από τον δικαστικό λειτουργό, είναι δε απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη νομική εκδοχή ο λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο ο περιορισμός του «δικαιώματος» αυτού αντίκειται στην κατοχυρούμενη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας.

9. Επειδή, δεν έχουν εφαρμογή εν προκειμένω οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 1680/1987 (Α΄7), οι οποίες προβλέπουν τη χορήγηση αδείας σε δημοσίους υπαλλήλους, συζύγους μονίμων αξιωματικών και υπαξιωματικών υπηρετούντων στο εξωτερικό, αλλά ούτε και οι διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 2946/2001 (Α΄ 224), που προβλέπουν τη δυνατότητα αποσπάσεως δημοσίων υπαλλήλων σε υπηρεσίες του δημόσιου τομέα στην περιοχή που υπηρετεί ο σύζυγός τους στρατιωτικός κ.λπ. Κατά συνέπεια, αβασίμως επικαλείται τις διατάξεις αυτές η αιτούσα, ανεξαρτήτως του ότι δεν τις είχε επικαλεσθεί με την προαναφερθείσα αίτησή της ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης.

10. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Δ ι ά  τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2008

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος                                    Η Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος

Σωτ. Ρίζος                                                                         Α. Τριάδη

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2010.

Ο Πρόεδρος του Γ` Τμήματος                                               Η Γραμματέας

Γ. Σταυρόπουλος                                                              Δ. Τετράδη