Σ.Τ.Ε. 16107/2005

Ταμειακή βεβαίωση χρεών. Απαιτείται νόμιμος προσδιορισμός των χρεών που προϋποθέτει νόμιμη επίδοση στον υπόχρεο της οικείας καταλογιστικής πράξης
Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Μονομ.)

Αριθ. απόφασης: 16107/2005

Δικαστής: Έλλη – Γλυκερία Καλλιντέρη, Πρωτοδίκης Δ.Δ.

Δικηγόροι: Κρ. Δικαιάκου, Ελ. Λευθεριώτου, Δικαστ. Αντιπρ. Ν.Σ.Κ.

Κώδικας είσπραξης δημοσίων εσόδων (Π.Δ. 356/1974, άρθρα 2, 51, 52, 53) και Κώδικας διοικητικής δικονομίας (Ν. 2717/1999, άρθρα 217, 224, 63).

Ταμειακή βεβαίωση χρεών. Απαιτείται νόμιμος προσδιορισμός των χρεών που προϋποθέτει νόμιμη επίδοση στον υπόχρεο της οικείας καταλογιστικής πράξης: Για να βεβαιωθεί ταμειακά οφειλόμενο ποσό χρεών (φόρου, προστίμου, τέλους, εισφοράς, κλπ.), πρέπει να υφίσταται οριστικός προσδιορισμός της φορολογικής ενοχής, στηριζόμενος, είτε σε πράξη διοικητικής επίλυσης της διαφοράς είτε σε οριστική απόφαση διοικητικού πρωτοδικείου, είτε σε πράξη προσδιορισμού φόρου, που έχει καταστεί οριστική, διότι παρείλθε άπρακτη η 60νθήμερη προθεσμία άσκησης προσφυγής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει προηγηθεί νόμιμη επίδοση της καταλογιστικής πράξης. Εάν δεν επιδόθηκε στον υπόχρεο (ή εάν επιδόθηκε μη νόμιμα σ΄ αυτόν) η σχετική καταλογιστική πράξη, δεν υφίσταται νόμιμος τίτλος προς είσπραξη δημοσίων εσόδων και η επισπευδόμενη είσπραξη δυνάμει τέτοιου τίτλου είναι άκυρη.

Δεκτή ανακοπή φορολογούμενου

[…] 1. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την οποία έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. τα 783392 και 1625669 σειράς Α ειδικά έντυπα παραβόλου), ζητείται, καθ΄ ερμηνεία του δικογράφου,η ακύρωση της υπ΄ αριθ. (…) ταμειακής βεβαίωσης, με την οποία βεβαιώθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος σωματείου λόγω οφειλών ΦΠΑ, για τις χρήσεις 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1993 και 1994 (γραμμές 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 αντίστοιχα του … χρηματικού καταλόγου ΦΠΑ του 7ου ΤΕΚ Αττικής), ποσό συνολικού ύψους 395.431,19 ευρώ, η εν λόγω, δε, ταμειακή βεβαίωση γνωστοποιήθηκε στο ανακόπτον σωματείο με την υπ΄ αριθ…. ατομική ειδοποίηση χρεών της ΔΟΥ ΙΒ Αθηνών. Με το περιεχόμενο αυτό η κρινόμενη ανακοπή ασκείται παραδεκτώς, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του ισχυρισμού του καθού, σύμφωνα με τον οποίο η κρινόμενη ανακοπή απαραδέκτως στρέφεται κατά μη εκτελεστής πράξης, και, συνεπώς, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της (ΣτΕ 1357/1993, 1639/2003).

Επειδή, στο άρθρο 216 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄), ορίζεται ότι: “Στις υπό τον πρώτο τίτλο ρυθμίσεις του τμήματος τούτου υπάγονται οι διαφορές που αναφύονται κατά τη σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), είσπραξη των δημοσίων εσόδων, εκτός αν τα έσοδα αυτά αναφέρονται σε απαιτήσεις ιδιωτικού δικαίου”. Ακολούθως, στο επόμενο άρθρο 217 (παρ. 1) του ιδίου Κώδικα ορίζεται ότι: “1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και ιδίως κατά: α) της πράξης ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) (…), γ) ( …)”. Επίσης, στον ίδιο Κώδικα ορίζεται στο άρθρο 224, ότι: “1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. Κατ΄εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης πράξης χωρεί και αυτεπαγγέλτως, εκτεινόμενος στο σύνολό της, προκειμένου να διακριβωθεί: α) αν η πράξη έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο, ή β) αν υπάρχει παράβαση δεδικασμένου. 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ΄ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχο του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5. (…)” και στο άρθρο 225, ότι: “Το Δικαστήριο αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής”.

Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 2 του Ν.Δ. 356/1974 “περί ΚΕΔΕ” (ΦΕΚ Α 90) ορίζεται ότι: “Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα δημόσια ταμεία (…), ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου (…) 2. Νόμιμος τίτλος είναι: α) Η κατά τους κείμενους νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά νόμον αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αξίας δι΄ ην οφείλεται (…)”. Περαιτέρω, στο άρθρο 51 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2859/2000 (ΦΕΚ Α 248), ορίζεται ότι οι πράξεις προσδιορισμού του φόρου κοινοποιούνται στον υπόχρεο μαζί με τη σχετική έκθεση ελέγχου κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ενώ στο άρθρο 52 του ίδιου Κώδικα ότι: “1. Ο υπόχρεος, σε βάρος του οποίου εκδόθηκε η πράξη που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 49 και 50 μπορεί, αν αμφισβητεί την ορθότητά της, να προτείνει στον αρμόδιο Προϊστάμενο ΔΟΥ τη διοικητική επίλυση της διαφοράς. 2. Η πρόταση υποβάλλεται με το δικόγραφο της προσφυγής ή με ιδιαίτερη αίτηση που κατατίθεται μέσα στη νόμιμη προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής. (…)” και στο άρθρο 53 αυτού ότι: “1. Ο φόρος βεβαιώνεται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο ΔΟΥ στο όνομα του υπόχρεου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 35. Για τη βεβαίωση του φόρου, ο Προϊστάμενος ΔΟΥ συντάσσει χρηματικό κατάλογο μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη λήξη του μήνα που αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης και οπωσδήποτε όχι αργότερα από τρία έτη από το τέλος του έτους κατά το οποίο αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης (…)”.

Επειδή, από το συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων, ερμηνευόμενων ενόψει της διάταξης του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, συνάγεται ότι για να βεβαιωθεί ταμειακά οφειλόμενο ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας, πρέπει να υφίσταται οριστικός προσδιορισμός της φορολογικής ενοχής, στηριζόμενος, είτε σε πράξη διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, είτε σε οριστική απόφαση διοικητικού πρωτοδικείου, είτε σε πράξη προσδιορισμού φόρου, που έχει καταστεί οριστική, διότι παρήλθε άπρακτη η προβλεπόμενη στο άρθρο 66 του ΚΔΔ 60νθήμερη προθεσμία άσκησης προσφυγής κατ΄ αυτής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει προηγηθεί νόμιμη επίδοση της καταλογιστικής πράξης. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. προβαίνει νόμιμα στη σύνταξη χρηματικού καταλόγου, με βάση τον οποίο διενεργείται η ταμειακή βεβαίωση του χρέους. Συνεπώς, εάν δεν επιδόθηκε στον υπόχρεο (ή επιδόθηκε μη νόμιμα σ΄ αυτόν) η σχετική καταλογιστική πράξη, δεν υφίσταται νόμιμος τίτλος προς είσπραξη δημοσίων εσόδων και η επισπευδόμενη είσπραξη δυνάμει τέτοιου τίτλου είναι άκυρη. Διαφορετική ερμηνευτική εκδοχή θα στερούσε τον υπόχρεο από την δυνατότητα άσκησης προσφυγής ουσίας ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου και της προβολής λόγων αναφερομένων στη νομιμότητα του νόμιμου τίτλου, ενώ επί ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης ο υπόχρεος δεν θα μπορούσε παραδεκτώς να προβάλλει σχετικούς λόγους, καθώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω κατά το στάδιο αυτό δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση.

Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 25 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ορίζεται ότι: “1. (…) 2. Τα νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου εκπροσωπούνται από τους νόμιμους εκπροσώπους τους (…). 3. (…) 4. (…)”, στο άρθρο 50 παρ. 1 ότι: “Οι επιδόσεις προς τους ιδιώτες διενεργούνται στην κατοικία ή στο χώρο εργασίας, κατά περίπτωση, προσωπικώς στους ίδιους ή στους νόμιμους αντιπροσώπους ή στους εκπροσώπους ή στους δικαστικούς πληρεξουσίους ή στους αντικλήτους τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ειδικότερες αντίστοιχες διατάξεις” και στο άρθρο 55 ότι: “1. Η επίδοση γίνεται με θυροκόλληση: α) αν τα πρόσωπα, προς τα οποία προβλέπεται ότι διενεργείται η παράδοση του εγγράφου, δεν βρίσκονται ούτε στην κατοικία ούτε στον χώρο της εργασίας τους ή αρνούνται την παραλαβή του ή την υπογραφή της έκθεσης ή δεν μπορούν να υπογράψουν την έκθεση, ή β) (…). 2. Η θυροκόλληση συνίσταται στην επικόλληση από μέρους του οργάνου της επίδοσης, με την παρουσία ενός μάρτυρα, του επιδοτέου εγγράφου στη θύρα της κατοικίας ή του χώρου εργασίας ή του υπηρεσιακού καταστήματος όπου κατοικεί ή εργάζεται, κατά περίπτωση, το πρόσωπο προς το οποίο έπρεπε να διενεργηθεί η παράδοση του εγγράφου” και στο άρθρο 56 ότι: “1. Για κάθε επίδοση, το όργανο που τη διενεργεί συντάσσει έκθεση. 2. Η έκθεση, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 44, πρέπει να μνημονεύει: α) την παραγγελία προς επίδοση, β) σαφή προσδιορισμό του επιδοτέου εγγράφου και των προσώπων τα οποία αφορά, γ) την ημέρα και την ώρα επίδοσης, δ) το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και την ιδιότητα με την οποία το παρέλαβε (…) 3. Η έκθεση υπογράφεται από το όργανο της επίδοσης, καθώς και από το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο (…)”, ενώ στο άρθρο 44, παρ. 3 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι η έκθεση που συντάσσεται για κάθε πράξη της διαδικασίας πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, τον τόπο και το χρόνο που διενεργήθηκε η πράξη.

Επειδή, εξάλλου στο Ν. 1712/1987 (ΦΕΚ Α΄ 115), ο οποίος εφαρμόζεται επί επαγγελματικών σωματείων ορίζει στο άρθρο 6 ότι: “1. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκλέγονται από τη γενική συνέλευση. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα, όπως ορίζει το καταστατικό. (…). Το διοικητικό συμβούλιο και το προεδρείο βρίσκεται σε απαρτία, όταν είναι παρόντα τα μισά μέλη συν ένα μέλη τους και οι αποφάσεις τους λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών (…). 2. Η εκπροσώπηση των επαγγελματικών οργανώσεων, δικαστικώς και εξωδίκως, γίνεται όπως ορίζει το καταστατικό (…). Τέλος, στο άρθρο 69 του ΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται και επί σωματείων ορίζεται ότι: “Έλλειψη προσώπων διοίκησης. Αν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκηση του νομικού προσώπου, ή, αν τα συμφέροντά τους συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου, ο πρόεδρος των πρωτοδικών διορίζει προσωρινή διοίκηση ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον” και στο άρθρο 786 του ΚΠολΔ ορίζεται ότι: “1. Όταν ζητείται κατά το νόμο να διοριστούν προσωρινή διοίκηση νομικού προσώπου ή εκκαθαριστές νομικού προσώπου ή εταιρίας που δεν έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα, αρμόδιο είναι το δικαστήριο της περιφέρειας όπου έχει την έδρα του το νομικό πρόσωπο ή η εταιρία (…)”. Κατά την έννοια όλων των παραπάνω διατάξεων το σωματείο, που συστήθηκε και λειτουργεί με τη μορφή επαγγελματικού σωματείου στο πλαίσιο του προαναφερόμενου Ν. 1712/1987, διοικείται από πολυμελές όργανο και συγκεκριμένα από το διοικητικό συμβούλιο, το οποίο εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως το σωματείο στις σχέσεις του με τους τρίτους, εκτός αν άλλως ορίζει το καταστατικό του. Κατά συνέπεια, όταν ελλείπουν τα πρόσωπα διοίκησης του σωματείου (λόγω παραίτησης, θανάτου, λήξης θητείας κ.λπ.) δεν υπάρχει νόμιμη εκπροσώπηση αυτού, καθόλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο δεν έχει εκλεγεί νομίμως (ή επανεκλεγεί) νέο διοικητικό συμβούλιο ή δεν έχει εκλεγεί νόμιμος εκπρόσωπος αυτού. Εξάλλου, από τις ίδιες διατάξεις δεν προβλέπεται η παράτάση της εξουσίας της προηγούμενης διοίκησης του σωματείου προς εκπροσώπηση αυτού, ενώ στην περίπτωση αυτή, ήτοι της έλλειψης διοίκησης, η διοίκηση και η εκπροσώπηση του σωματείου εξασφαλίζεται με προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 69 του Α.Κ και το διορισμό προσωρινής διοίκησης από το αρμόδιο δικαστήριο, την οποία μπορεί να ζητήσει όποιος έχει έννομο συμφέρον. Συνακόλουθα, δεν επιτρέπεται επίδοση σε σωματείο (και εν γένει σε νομικό πρόσωπο), όταν δεν υπάρχει νόμιμος εκπρόσωπος αυτού (πρβλ. ΣΕ 515/1999, 1630/1988, ΑΠ 5/2004).

Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Σε βάρος του ανακόπτοντος σωματείου, το οποίο λειτουργεί ως επαγγελματικό σωματείο, βεβαιώθηκε δυνάμει της υπ΄ αριθ…. ταμειακής βεβαίωσης ποσό συνολικού ύψους 395.431,19 ευρώ. Οι παραπάνω οφειλές προέρχονται από φόρους προστιθέμενης αξίας, οι οποίοι επιβλήθηκαν στο ανακόπτον σωματείο με τις υπ΄ αριθ…. πράξεις προσδιορισμού ΦΠΑ του Προϊσταμένου του 7ου ΤΕΚ Αττικής, χρήσεων 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1993 και 1994, αντίστοιχα. Οι εν λόγω καταλογιστικές πράξεις, επιδόθηκαν αρχικώς στον … στις 26/2/2004, ως νόμιμο εκπρόσωπο του ανακόπτοντος σωματείου. Ακολούθως, στις 27/2/2004 οι ανωτέρω καταλογιστικές πράξεις θυροκολλήθηκαν στην έδρα του ανακόπτοντος σωματείου, η οποία σύμφωνα με την σχετική έκθεση επίδοσης βρίσκεται επί του 3ου ορόφου πολυκατοικίας κειμένης επί της Λεωφόρου Μεσογείων… (βλ. την προσαγόμενη υπ΄ αριθ…. έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας… Ήδη, το ανακόπτον σωματείο με την κρινόμενη ανακοπή και το νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι οι παραπάνω καταλογιστικές πράξεις δεν επιδόθηκαν νομίμως, καθότι ο μεν φερόμενος, ως εκπρόσωπος της εταιρίας,… είχε παραιτηθεί από τη θέση του Προέδρου του σωματείου ήδη από τις 12/1/2004 και συνεπώς δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος αυτής, ενώ από 20/1/2004 συνεπεία παραίτησης των λοιπών μελών του Δ.Σ. το ανακόπτον στερούνταν διοίκησης και συνεπώς νόμιμης εκπροσώπησης, περαιτέρω δε ότι η προαναφερόμενη θυροκόλληση δεν είναι νόμιμη, διότι δεν έγινε στην έδρα του σωματείου, η οποία βρίσκεται στον 2ο όροφο της ανωτέρω πολυκατοικίας, αλλά στον 3ο όροφο αυτής. Κατά συνέπεια κατά τον ισχυρισμό του ανακόπτοντος σωματείου η προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση, η οποία στηρίζεται στις ανωτέρω καταλογιστικές πράξεις είναι μη νόμιμη λόγω μη οριστικοποίησης των νομίμων τίτλων (ήτοι εν προκειμένω των καταλογιστικών πράξεων ΦΠΑ). Προς απόδειξη του ισχυρισμού του αυτού το ανακόπτον επικαλείται και προσάγει: α) το κωδικοποιημένο καταστατικό αυτού νομίμως εγκριθέν με την υπ΄ αριθ. … απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και νομίμως εγγραφέν στο βιβλίο σωματείων με α.α…. από το οποίο προκύπτει ότι το ανακόπτον εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Πρόεδρό του ή τον νόμιμο αντιπρόσωπο του ή τον αντικαταστάτη αυτού, σε περίπτωση δε απουσίας ή κωλύματος αυτού αναπληρούται από τους Αντιπροέδρους και σε περίπτωση απουσίας και αυτών από κάποιον από τους συμβούλους (άρθρο 12) και ότι το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση επί τριετή θητεία, εκλέγει τον Πρόεδρο, τους Αντιπροέδρους, τον Γενικό Γραμματέα και τον Ταμία αυτού (άρθρο 8), β) την υπ΄ αριθ. … απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών εκδοθείσα κατά την εκουσία δικαιοδοσία επί αίτησης του … μέλους του ανακόπτοντος σωματείου, με την οποία ορίστηκε προσωρινή διοίκηση αυτού, με το αιτιολογικό ότι, λόγω παραιτήσεων των μελών του Δ.Σ. αυτού, το σωματείο στερείται νόμιμης διοίκησης και συνεπώς συντρέχει νόμιμη περίπτωση διορισμού προσωρινής διοίκησης, γ) το υπ΄ αριθ…. πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με το οποίο έγιναν δεκτές οι παραιτήσεις του Πρόεδρου …. και του Γενικού Γραμματέα (…) και κλήθηκε το αναπληρωματικό μέλος… προς αναπλήρωση των κενών θέσεων, δ) το υπ΄ αριθ. (…) πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με το οποίο έγινε αποδεκτή η παραίτηση του προαναφερόμενου αναπληρωματικού μέλους (…) καθώς και των … Αντιπροέδρου και του (…) μετά δε την αποδοχή των εν λόγω παραιτήσεων παραιτήθηκαν και τα υπόλοιπα μέλη, ε) την από 26/2/2004 εξώδικη δήλωση – διαμαρτυρία του … που επιδόθηκε στο καθού Ελληνικό Δημόσιο με την υπ΄ αριθ…. έκθεση επίδοσης του οικ. επιμελητή … με την οποία ο δηλών εξέθετε ότι ο δικαστικός επιμελητής Π.Τ. προσήλθε στο κατάστημά του και του δήλωσε ότι θέλει να του επιδώσει κάποια έγγραφα ως νόμιμο εκπρόσωπο του σωματείου, τα οποία εν τέλει παράτησε στον πάγκο και το έδαφος του καταστήματός του, παρά την άρνηση του ιδίου να τα παραλάβει, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι έχει ήδη παραιτηθεί από το Δ.Σ του σωματείου, η δε παραίτησή του έγινε δεκτή από 12/1/2004 και ότι ελλείψει διοίκησης του εν λόγω σωματείου έχει υποβληθεί η υπ΄ αριθ. … αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών για διορισμό προσωρινής διοίκησης, στ) την υπ΄ αριθ. … έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Α.Κ.

Επειδή, το καθού με το από 20/10/2004 υπόμνημα του ισχυρίζεται ότι νομίμως οι καταλογιστικές πράξεις επιδόθηκαν στον …, καθώς και στην έδρα του ανακόπτοντος σωματείου, καθότι θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι το παραιτηθέν Δ.Σ. διατηρεί την εξουσία εκπροσώπησης μέχρι την ανάληψη καθηκόντων από την διορισθείσα προσωρινή διοίκηση, περαιτέρω, δε, ότι τυχόν πλημμέλειες της κοινοποίησης των καταλογιστικών πράξεων δεν επηρεάζουν το κύρος αυτών και συνεπώς νομίμως εχώρησε βάσει αυτών η προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του επικαλείται και προσκομίζει μεταξύ άλλων την υπ΄ αριθ…. έγγραφη παραγγελία επίδοσης του Διευθυντή του 7ου ΤΕΚ Αττικής, η οποία περιέχει την από … πράξη επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Π.Τ. στον … και την υπ΄ αριθ…. έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Α.Κ. των αναφερομένων σε αυτήν εγγράφων, η οποία έλαβε χώρα διά θυροκολλήσεως στην έδρα της εταιρίας.

Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι η επίδοση των καταλογιστικών πράξεων στον … με την από 26/2/2004 πράξη επίδοσης του δικ. επιμελητή Π.Τ., κατόπιν της με αριθ. πρωτ…. έγγραφης παραγγελίας του Διευθυντή του 7ου ΤΕΚ Αττικής, την οποία επικαλείται ως αποδεικτικό επίδοσης το καθού, είναι άκυρη, διότι δεν περιέχει τα αναγκαία για την εγκυρότητά της στοιχεία κατ΄ άρθρο 56 του ΚΔΔ, ήτοι σαφή προσδιορισμό του επιδοτέου εγγράφου και των προσώπων τα οποία αφορά το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και την ιδιότητα με την οποία το παρέλαβε, υπογραφή του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο, καθώς και τον τόπο της επίδοσης, β) ότι, σε κάθε περίπτωση, η προαναφερθείσα επίδοση στον … δεν είναι νόμιμη, διότι αυτός κατά το χρόνο επίδοσης των καταλογιστικών πράξεων δεν ήταν Πρόεδρος του Δ.Σ του ανακόποντος και συνεπώς δεν το εκπροσωπούσε, γ) ότι η επίδοση των καταλογιστικών πράξεων δια θυροκολλήσεως στην έδρα της εταιρίας είναι άκυρη, διότι πραγματοποιήθηκε στις 27/2/2004, ήτοι σε χρόνο κατά τον οποίο το ανακόπτον στερείτο νόμιμης διοίκησης και εκπροσώπησης, γεγονός το οποίο αποδεικνύεται τόσο από τα προσαγόμενα πρακτικά του Δ.Σ. του ανακόπτοντος, όσο και από την … απόφαση εκούσιας δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία αναγνωρίστηκε η έλλειψη νόμιμης διοίκησης και διορίστηκε προσωρινή, με την εξουσιοδότηση να συγκαλέσει γενική συνέλευση των μελών του σωματείου και να επιμεληθεί των επειγόντων υποθέσεων του, και δ) ότι το καθού, αν και γνώριζε ότι εκκρεμούσε αίτηση για διορισμό προσωρινής διοίκησης του ανακόπτοντος σωματείου, όπως προκύπτει από την εξώδικη δήλωση – διαμαρτυρία του … προέβη στην επίδοση των καταλογιστικών πράξεων, κρίνει ότι η προσβαλλόμενη ταμειακή βεβαίωση του πιο πάνω ποσού δεν είναι νόμιμη ως ερειδόμενη επί των παραπάνω μη οριστικών καταλογιστικών πράξεων ΦΠΑ, λόγω μη νόμιμης κοινοποίησης αυτών στο υπόχρεο σωματείο, απορριπτόμενων ως αβάσιμων των αντίθετων ισχυρισμών του καθού. Επειδή, κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη … ταμειακή βεβαίωση (γραμμές 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, αντίστοιχα, του … χρηματικού καταλόγου ΦΠΑ του 7ου ΤΕΚ Αττικής), να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στο ανακόπτον σωματείο, συνεκτιμωμένων δε των περιστάσεων να απαλλαγεί το καθού από τη δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος.