ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Φ.Π.Α. ΑΠΟ ΛΟΓΙΣΤΗ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟ

«Οδηγίες σχετικά με την υποχρέωση υπογραφής δηλώσεων Φορολογίας Εισοδήματος και Φ.Π.Α. από λογιστή φοροτεχνικό»

(Α.Υ.Ο. 1090523/4468/567/0014/ΠΟΛ. 1263/20.11.2001)Σχετικά με το παραπάνω θέμα και προκειμένου για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της 1003510/ 102/38/ΠΟΛ.1070/0014/15.3.2001 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες :

Με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν.2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) ορίζεται η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ από λογιστή φοροτεχνικό κάτοχο σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.

Η χορήγηση της ανωτέρω άδειας γίνεται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας (Ο.Ε.Ε.), με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο π.δ. 340/1998 (ΦΕΚ 228Α΄).

Α. ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ – ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ

1. Στις διατάξεις της απόφασης αυτής υπάγονται όλα τα πρόσωπα των παραγρ.1 και 2 του άρθρου 2 του ΚΒΣ. Στα πρόσωπα αυτά συμπεριλαμβάνονται όλοι οι επιτηδευματίες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οι κοινοπραξίες, οι κοινωνίες και οι αστικές εταιρείες κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα.

Αντίθετα, δεν υπάγονται τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ΚΒΣ όπως, το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ.. οι Δήμοι, οι Κοινότητες και γενικά τα Νομικά Πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, εκτός των Αστικών Εταιρειών π.χ. ιδρύματα, σωματεία, σύλλογοι κλπ.

ΙΙ. Την υποχρέωση της υποβολής των δηλώσεων Φόρου Εισοδήματος και Φ.Π.Α. με υπογραφή από λογιστή φοροτεχνικό έχουν τα προαναφερόμενα πρόσωπα εφόσον τηρούν:

α) βιβλία Γ΄ κατηγορίας του ΚΒΣ υποχρεωτικά ή προαιρετικά ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθάριστων εσόδων.

β) βιβλία Β΄ κατηγορίας και κατά την προηγούμενη ετήσια διαχειριστική περίοδο πραγματοποίησαν ακαθάριστα έσοδα:

β1) άνω των 100.000.000 δρχ. από την πώληση αγαθών ή και την παροχή υπηρεσιών β2) άνω των 50.000.000 δρχ. από την παροχή υπηρεσιών

β3) μέχρι του ποσού των 100.000.000 δραχμών από την πώληση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών υπερβαίνουν τα 50.000.000 δρχ..

Εξυπακούεται ότι, η παραπάνω υποχρέωση δεν υπάρχει στην περίπτωση που είτε δεν τηρούνται βιβλία του Κ.Β.Σ., είτε τηρούνται Α΄ κατηγορίας βιβλία του ΚΒΣ.

Σχετικά με τα ανωτέρω διευκρινίζονται τα ακόλουθα :

1. Στην περίπτωση που η προηγούμενη διαχειριστική περίοδος επιχείρησης, με Β΄ κατηγορίας βιβλία, ήταν μικρότερη του έτους (πχ λόγω έναρξης εργασιών την 1/4/2001), για να προσδιορισθούν τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης αυτής, προκειμένου να κριθεί η υπαγωγή της ή μη στις διατάξεις της απόφασης, γίνεται αναγωγή των εσόδων των μηνών λειτουργίας της επιχείρησης σε ετήσια.

Π.χ. έσοδα από πώληση εμπορευμάτων : 80.000.000 χρονικό διάστημα 1/4 μέχρι 31/12/2001 = 9 μήνες κατά συνέπεια στους 9 μήνες έσοδα 80.000.000

στους 12 μήνες έσοδα Χ ;

Χ = 80.000.000 Χ 12/9 = 106.666.667

Άρα η επιχείρηση αυτή πρέπει, μετά την 1η Ιανουαρίου 2002, να επιδίδει τις δηλώσεις της με υπογραφή από λογιστή φοροτεχνικό.
2. Στην περίπτωση που η επιχείρηση του παραδείγματός μας τηρούσε βιβλία Γ΄ κατηγορίας, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, δεν εξετάζεται το ύψος των ακαθάριστων εσόδων, άρα δεν ασκεί επίδραση η μικρότερη ή η μεγαλύτερη, για την περίπτωση αυτή, διαχειριστική περίοδος. Για την επιχείρηση αυτή υπάρχει η υποχρέωση της υποβολής των δηλώσεων αυτών με υπογραφή από λογιστή φοροτεχνικό από την έναρξη των εργασιών.

3. Στην περίπτωση που επιχείρηση τηρούσε βιβλία Αγορών και Εσόδων Εξόδων την προηγούμενη χρήση (π.χ. πρατήριο υγρών καυσίμων), για να προσδιορισθούν τα ακαθάριστα έσοδα για την εφαρμογή ή μη της απόφασης, θα ληφθούν υπόψη μόνον τα έσοδα των δραστηριοτήτων για τις οποίες τηρείται βιβλίο Εσόδων – Εξόδων και δεν θα λαμβάνονται υπόψη τα έσοδα των δραστηριοτήτων για τις οποίες τηρείται βιβλίων Αγορών.

4. Εάν επιχείρηση για τη χρήση 2001, με ακαθάριστα έσοδα προηγούμενης χρήσης π.χ. 40.000.000 δρχ., τηρεί βιβλία Β΄ κατηγορίας και από το έτος 2002 τηρήσει προαιρετικά βιβλία Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ, εξυπακούεται ότι η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων δημιουργείται από την 1/1/2002, ανεξαρτήτως του ύψους των ακαθάριστων εσόδων της προηγούμενης χρήσης.

Αντίθετα, εάν η επιχείρηση για τη χρήση 2001 τηρεί βιβλία Γ’ κατηγορίας και από το έτος 2002 τηρήσει βιβλία Β΄ κατηγορίας του ΚΒΣ, τότε η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό υπάρχει, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ακαθάριστων εσόδων.

5. Δεδομένου ότι, για την εφαρμογή της απόφασης λαμβάνονται υπόψη τα ακαθάριστα έσοδα όπως αυτά ορίζονται από τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος, στην περίπτωση που επιχείρηση ασκεί δραστηριότητα, η οποία για τις διατάξεις του ΦΠΑ λογίζεται ως παροχή υπηρεσιών (π.χ. εστιατόρια κλπ), τα ακαθάριστα έσοδα της δραστηριότητας αυτής θα θεωρηθούν ως έσοδα από πώληση αγαθών .

6. Στην περίπτωση που τα ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία ΦΠΑ είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία εισοδήματος (π.χ. διαφορά από Δημοτικό φόρο, ποσοστά σερβιτόρων κλπ), προκειμένου να κριθεί η εφαρμογή ή μη της απόφασης, λαμβάνονται υπόψη εκείνα της φορολογίας εισοδήματος.

7. Για τις αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες έχουν εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/67 (ΦΕΚ 132Α), ή του α.ν.378/68(ΦΕΚ 82Α) ή του ν. 27/75 (ΦΕΚ 77 Α΄), δεν υπάρχει η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό.

8. Τέλος, στην περίπτωση που επιχείρηση έχει τεθεί σε εκκαθάριση ή σε πτώχευση κλπ., η υπαγωγή της ή μη στις διατάξεις της απόφασης κρίνεται με τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν. Δηλαδή, υπάγονται υποχρεωτικά όσοι τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας, ενώ όσοι τηρούν βιβλία Β- κατηγορίας, υπάγονται μόνο εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται για τα ακαθάριστα έσοδα.

Κατ’ εξαίρεση, γίνεται δεκτό να επιδίδονται οι δηλώσεις χωρίς να απαιτείται υπογραφή λογιστή – φοροτεχνικού, στην περίπτωση που επιχείρηση έχει τεθεί σε αδράνεια, εφόσον βεβαίως έχει υποβληθεί ανάλογη δήλωση μεταβολών.

Β. ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ

Οι δηλώσεις που προβλέπεται να υπογράφονται από λογιστή φοροτεχνικό, εφόσον συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, είναι οι δηλώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος και από τις διατάξεις του φόρου προστιθέμενης αξίας.

Αναλυτικά κατά φορολογικό αντικείμενο οι δηλώσεις είναι οι εξής:

Ι. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

α) Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των φυσικών προσώπων (άρθρο 62), των ομόρρυθμων και ετερόρρυθμων εταιριών, κοινωνιών αστικού δικαίου που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, αστικών κερδοσκοπικών ή μη εταιριών, συμμετοχικών ή αφανών και κοινοπραξιών της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (άρθρο 64), των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών, δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, συνεταιρισμών που έχουν συσταθεί νόμιμα και των ενώσεών τους, αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών και ημεδαπών εταιριών περιορισμένης ευθύνης (άρθρο 107). Δηλώσεις για την απόδοση του φόρου που οφείλεται σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών ή αποθεματικών που έχουν σχηματισθεί από εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και δηλώσεις φόρου εισοδήματος για τα πέραν των τεκμαρτών πραγματικά κέρδη των τεχνικών ΑΕ, ΕΠΕ και συνεταιρισμών (άρθρο 106). Δηλώσεις απόδοσης φόρου επί διανομής ή κεφαλαιοποίησης αδιανέμητων κερδών φορολογηθέντων πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 2065/1992 (άρθρο 117).

β) Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, των Ανωνύμων Εταιριών Διαχειρίσεων Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ν. 1969/1991) και των Εταιριών Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (ν. 2778/1999).

γ) Δηλώσεις απόδοσης φόρου σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης αφορολόγητου ως παροχή υπηρεσιών (π.χ. εστιατόρια κλπ), τα ακαθάριστα έσοδα της δραστηριότητας αυτής θα θεωρηθούν ως έσοδα από πώληση αγαθών .

6. Στην περίπτωση που τα ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία ΦΠΑ είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα για τη φορολογία εισοδήματος (π.χ. διαφορά από Δημοτικό φόρο, ποσοστά σερβιτόρων κλπ), προκειμένου να κριθεί η εφαρμογή ή μη της απόφασης, λαμβάνονται υπόψη εκείνα της φορολογίας εισοδήματος.

7. Για τις αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες έχουν εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/67 (ΦΕΚ 132Α), ή του α.ν.378/68(ΦΕΚ 82Α) ή του ν. 27/75 (ΦΕΚ 77 Α΄), δεν υπάρχει η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό.

8. Τέλος, στην περίπτωση που επιχείρηση έχει τεθεί σε εκκαθάριση ή σε πτώχευση κλπ., η υπαγωγή της ή μη στις διατάξεις της απόφασης κρίνεται με τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν. Δηλαδή, υπάγονται υποχρεωτικά όσοι τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας, ενώ όσοι τηρούν βιβλία Β- κατηγορίας, υπάγονται μόνο εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται για τα ακαθάριστα έσοδα.

Κατ’ εξαίρεση, γίνεται δεκτό να επιδίδονται οι δηλώσεις χωρίς να απαιτείται υπογραφή λογιστή – φοροτεχνικού, στην περίπτωση που επιχείρηση έχει τεθεί σε αδράνεια, εφόσον βεβαίως έχει υποβληθεί ανάλογη δήλωση μεταβολών.

Β. ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ

Οι δηλώσεις που προβλέπεται να υπογράφονται από λογιστή φοροτεχνικό, εφόσον συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, είναι οι δηλώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος και από τις διατάξεις του φόρου προστιθέμενης αξίας.

Αναλυτικά κατά φορολογικό αντικείμενο οι δηλώσεις είναι οι εξής:

Ι. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

α) Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των φυσικών προσώπων (άρθρο 62), των ομόρρυθμων και ετερόρρυθμων εταιριών, κοινωνιών αστικού δικαίου που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, αστικών κερδοσκοπικών ή μη εταιριών, συμμετοχικών ή αφανών και κοινοπραξιών της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (άρθρο 64), των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών, δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, συνεταιρισμών που έχουν συσταθεί νόμιμα και των ενώσεών τους, αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών και ημεδαπών εταιριών περιορισμένης ευθύνης (άρθρο 107). Δηλώσεις για την απόδοση του φόρου που οφείλεται σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών ή αποθεματικών που έχουν σχηματισθεί από εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και δηλώσεις φόρου εισοδήματος για τα πέραν των τεκμαρτών πραγματικά κέρδη των τεχνικών ΑΕ, ΕΠΕ και συνεταιρισμών (άρθρο 106). Δηλώσεις απόδοσης φόρου επί διανομής ή κεφαλαιοποίησης αδιανέμητων κερδών φορολογηθέντων πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 2065/1992 (άρθρο 117).

β) Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, των Ανωνύμων Εταιριών Διαχειρίσεων Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ν.1969/1991) και των Εταιριών Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (ν. 2778/1999).

γ) Δηλώσεις απόδοσης φόρου σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών αναπτυξιακών νόμων (άρθρο 101 του ν.1892/1990 και άρθρο 13 του ν.1473/1984).

δ) Δηλώσεις φόρου υπεραξίας αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων των επιχειρήσεων (άρθρο 25 του ν. 2065/1992).

ε) Δηλώσεις απόδοσης- φόρων στα εισοδήματα από τόκους καταθέσεων, ομολόγων κτλ (άρθρο 12), στο κέρδος ή την ωφέλεια από μεταβίβαση επιχείρησης, εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, μετοχών μη εισηγμένων στο Χ.Α.Α., στις αποζημιώσεις ή δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις, στα καθαρά κέρδη των αλλοδαπών εταιριών που αναλαμβάνουν την κατασκευή τεχνικών έργων στην Ελλάδα, στις πάσης φύσεως παροχές που χορηγούνται στα πρόσωπα που εκλέγονται για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης κτλ. (άρθρο 13), στα ποσά των δωρεών και χορηγιών (άρθρο 31), στις αμοιβές των αρχιτεκτόνων και μηχανικών (άρθρο 52), στα εισοδήματα από εμπορικές, γεωργικές επιχειρήσεις, ελευθέρια επαγγέλματα και μισθωτές υπηρεσίες (άρθρο 59), στα εισοδήματα από κινητές αξίες και αποζημιώσεις απολυομένων (άρθρο 60), στις μεταβιβάσεις αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης (άρθρο 10 του ν. 2579/1998) και αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης (άρθρο 5 του ν.δ.1146/1972)

στ) Δηλώσεις απόδοσης φόρου 3% στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε αλλοδαπά χρηματιστήρια (άρθρο 9 του ν. 2579/1998 και άρθρο 27 του ν. 2703/ 1999).

Εκτός από τις παραπάνω δηλώσεις υπογράφονται υποχρεωτικά από το λογιστή φοροτεχνικό τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τις συνοδεύουν , όπως καθορίζονται κάθε φορά με τις οικείες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που έχουν σχέση με την ευθύνη του λογιστή φοροτέχνη όπως καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 2873/2000.

ΙΙ. Φ.Π.Α.

α) περιοδικές δηλώσεις

β) εκκαθαριστική δήλωση

γ) δήλωση αποθεμάτων μετάταξης

δ) οποιαδήποτε κατάσταση έχει καθορισθεί να συνυποβάλλεται με τις προαναφερόμενες δηλώσεις (π.χ. οι καταστάσεις που προβλέπονται από την ΑΥΟ ΠΟΛ.1262/93, δηλαδή, η κατάσταση απαλλαγής αγορών ή λήψης υπηρεσιών ή εισαγωγών και η ειδική συγκεντρωτική ετήσια κατάσταση πελατών).

Διευκρινίζεται ότι, για οποιαδήποτε άλλη δήλωση, πίνακα, κατάσταση κ.λ.π., που υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί ΦΠΑ (π.χ. ανακεφαλαιωτικός πίνακας ενδοκοινοτικών παραδόσεων, ανακεφαλαιωτικός πίνακας ενδοκοινοτικών αποκτήσεων, δηλώσεις intrastat κ.α.), δεν προβλέπεται η ανωτέρω υποχρέωση.

Επισημαίνεται ότι, η υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων αφορά όλες τις δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1/7/2001, ανεξάρτητα εάν πρόκειται για αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις έστω και εάν αφορούν περιόδους πριν την ανωτέρω ημερομηνία.

Γ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ ΛΟΓΙΣΤΗ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΥ

1. Οι δηλώσεις που αναλυτικά αναφέρθηκαν παραπάνω, στο κεφάλαιο Β΄ της παρούσας εγκυκλίου, υπογράφονται υποχρεωτικά από λογιστή-φοροτεχνικό ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ που ενεργεί, είτε ατομικά, είτε ως εκπρόσωπος γραφείου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών.

Προκειμένου το φυσικό πρόσωπο λογιστής-φοροτεχνικός να έχει δικαίωμα υπογραφής, πρέπει να είναι κάτοχος σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος από το Ο.Ε.Ε..

Ανάλογη άδεια απαιτείται και στην περίπτωση του γραφείου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών.

2. Επιπλέον, εκτός από την υπογραφή, απαιτείται η αναγραφή του ονοματεπωνύμου ή της επωνυμίας, της διεύθυνσης κατοικίας ή της έδρας κατά περίπτωση, του ΑΦΜ, της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., του αριθμού μητρώου της άδειας (άσκησης επαγγέλματος ή λειτουργίας) και της κατηγορίας της άδειας.

Τονίζεται ότι, στην περίπτωση που η δήλωση υπογράφεται από γραφείο παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών, θα πρέπει να αναγράφονται τόσο τα στοιχεία του γραφείου, όσο και τα στοιχεία του φυσικού προσώπου λογιστή φοροτεχνικού που εκπροσωπεί το γραφείο.

Στην περίπτωση που η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά (μέσω TAXIS-net), απαιτείται η πληκτρολόγηση των στοιχείων πιστοποίησης του φυσικού προσώπου ή του γραφείου και του εκπροσώπου του.

3. Το φυσικό πρόσωπο λογιστής – φοροτεχνικός, που ενεργεί ατομικά ή ως εκπρόσωπος γραφείου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών και υπογράφει τις προαναφερόμενες δηλώσεις, είναι αποκλειστικά υπεύθυνο για την ακρίβεια των δεδομένων των δηλώσεων, όσον αφορά τη συμφωνία τους με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προέκυψαν από τη μεταφορά τους από τα στοιχεία στα βιβλία και από τα βιβλία στις αντίστοιχες δηλώσεις.

Παραθέτουμε στη συνέχεια τα ακόλουθα χαρακτηριστικά παραδείγματα :

1.Τιμολόγιο που εκδόθηκε με αξία 3. 000.000, καταχωρείται στα βιβλία 300.000δρχ. με ισόποση μείωση του Φ.Π.Α.

2.Τιμολόγιο που λήφθηκε με αξία 5.000.000 και ΦΠΑ 900.000, με ημερομηνία έκδοσης την 1/9 καταχωρείται σωστά ως προς τα ποσά, αλλά με ημερομηνία καταχώρησης την 31/8.

3.Από τα βιβλία προκύπτει ποσό ΦΠΑ προς απόδοση 500.000. Με τεχνική εμφάνιση των ποσών στη δήλωση προκύπτει ποσό για καταβολή 100. 000.

Επίσης διευκρινίζεται ότι, δεν υπάρχει τέτοια ευθύνη στις λογιστικές διαφορές που προκύπτουν μετά από έλεγχο.

Δ. ΚΥΡΩΣΕΙΣ

1.Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000, στην περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και της ΠΟΛ. 1070/ 2001 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (υποχρέωση υπογραφής από λογιστή φοροτεχνικό και της ακρίβειας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ), προβλέπονται κυρώσεις για τον υπόχρεο επιτηδευματία, καθώς και για το φυσικό πρόσωπο λογιστή-φοροτεχνικό που είναι υπεύθυνο για την ακρίβεια της σύνταξης και την υπογραφή της δήλωσης.

Οι κυρώσεις που προβλέπονται είναι

α) Για τον υπόχρεο επιτηδευματία, το αυτοτελές κατά δήλωση πρόστιμο που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, δηλαδή ποσό από 40.000 μέχρι 400.000 δρχ., το οποίο κατά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς μειώνεται στο 1/3.

Εάν ο υπόχρεος μέσα στην ίδια χρήση, στην οποία του έχει κοινοποιηθεί πράξη επιβολής προστίμου για τέτοιου είδους παράβαση, υποπέσει σε όμοια, το προβλεπόμενο ανώτατο όριο προστίμου μπορεί να διπλασιασθεί, δηλαδή, γίνεται από 40.000 μέχρι 800.000 δρχ..

β) Για το φυσικό πρόσωπο λογιστή φοροτεχνικό που ενεργεί είτε ατομικά, είτε ως εντεταλμένος γραφείου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών, το αυτοτελές κατά δήλωση πρόστιμο των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου (δηλαδή από 40.000 μέχρι 800.000 δρχ.), εάν υπάρχει ανακρίβεια μεταξύ των δηλώσεων και των δεδομένων που προκύπτουν από τα βιβλία και στοιχεία και συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, ο υπόχρεος δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού, εφόσον το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο από 5% του φόρου που προκύπτει και ο φόρος σε κάθε περίπτωση είναι μεγαλύτερος από 200.000 δρχ..

Σημειώνεται ότι, στις περιπτώσεις υποβολής ανακριβών δηλώσεων, για τις οποίες στη συνέχεια και πριν από τον ημερομηνία έκδοσης εντολής οποιουδήποτε φορολογικού ελέγχου, υποβάλλεται τροποποιητική ή συμπληρωματική δήλωση και καθίστανται οι δηλώσεις αυτές ακριβείς, δεν θα επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του φυσικού προσώπου λογιστή φοροτεχνικού, που υπέγραψε την αρχικώς υποβληθείσα ανακριβή δήλωση.

2. Kατ’ εξαίρεση, λόγω των πρακτικών δυσχερειών που παρουσιάστηκαν κατά το πρώτο διάστημα εφαρμογής της απόφασης αυτής καθώς και για λόγους χρηστής διοίκησης, γίνεται δεκτό να μην επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις στον υπόχρεο επιτηδευματία και στο φυσικό πρόσωπο λογιστή φοροτεχνικό για τις υποβληθείσες δηλώσεις μέχρι και 30/9/2001.

3. Τέλος, επισημαίνεται ότι, οι δηλώσεις θα παραλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση, ακόμα και στην περίπτωση που για την υπηρεσία είναι γνωστό ότι έπρεπε να έχουν υπογραφή από λογιστή φοροτεχνικό, σύμφωνα με τα όσα προηγούμενα αναφέρθηκαν.

Στη περίπτωση όμως αυτή και σε κάθε περίπτωση, που κατόπιν έρευνας, είτε από τα στοιχεία που διαθέτει η υπηρεσία, είτε κατά τον προληπτικό, προσωρινό ή τακτικό έλεγχο διαπιστωθεί ότι, οι δηλώσεις π.χ. ετήσιες, διμηνιαίες απόδοσης Φ.Μ.Υ., Φ.Π.Α. κλπ, δεν έχουν υπογραφή, ενώ υπήρχε η υποχρέωση ή έχουν υπογραφεί από φυσικό πρόσωπο που δεν έχει το δικαίωμα αυτό, θα καταλογίζονται στον υπόχρεο επιτηδευματία οι κυρώσεις όπως αυτές προαναφέρθηκαν και ορίζονται στο άρθρο 38, παρ. 5 του ν. 2873/2000 και της ΠΟΛ.1070/15.3. 2001 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

Ε. ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ

Για την επιβολή των προστίμων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, αρμόδιος είναι κατά περίπτωση ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου επιτηδευματία ή του φυσικού προσώπου λογιστή-φοροτεχνικού ή του εντεταλμένου φυσικού προσώπου από γραφείο παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών.

ΣΤ. ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

Ως χρόνος εφαρμογής της απόφασης για την υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ από λογιστή-φοροτεχνικό ορίσθηκε η 1η Ιουλίου 2001.

Συνεπώς, από την ημερομηνία αυτή και μετά όλες οι δηλώσεις και καταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις της απόφασης, ανεξάρτητα το χρονικό διάστημα που αφορούν, θα πρέπει να υποβάλλονται υπογεγραμμένες από φυσικό πρόσωπο λογιστή φοροτεχνικό.

Κατ’ εξαίρεση, με την 1061075/ 104 91/ΠΟΛ.1161/26.6.2001 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, για τις ημεδαπές τραπεζικές εταιρείες και για τα εγκαταστημένα στη χώρα μας υποκαταστήματα αλλοδαπών τραπεζών ως χρόνος εφαρμογής ορίσθηκε η 1η Ιανουαρίου 2002.