ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΛΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Εφαρμογή των διατάξεων του ν.δ. 1297/1972 και ν. 2166/1993 στις ξενοδοχειακές και λατομικές επιχειρήσεις

(Α.Υ.Ο. 1027240/10223/Β0012/ΠΟΛ. 1106/21.3.2002)Σχετικά με το πιο πάνω θέμα σας γνωρίζουμε ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με την αριθ. 117/2002 γνωμοδότησή του που έγινε δεκτή από τη Διοίκηση, γνωμοδότησε τα ακόλουθα:

α) Οι διατάξεις του ν. 2160/1993 περί τουριστικών επιχειρήσεων δε είναι αναγκαίως προσδιοριστικές για την ερμηνεία των κρισίμων διατάξεων του άρθρου 12 του ν.δ. 1297/1972.

Ως ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 12 του ν.δ. 1297/1972, νοούνται οι οργανωμένες επιχειρήσεις κεφαλαίου και εργασίας οι σκοπούσες την παροχή καταλύματος στο ευρύ κοινό μετά ή άνευ παροχής προσθέτων υπηρεσιών ανεξαρτήτως της ειδικότερης ονομασίας των (Hotel, motel κλπ).

β) Το αντικείμενο εργασιών των λατομικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων δεν αφορά αμέσως και κατά κύρο λόγο στην κατασκευή και εκμετάλλευση ακινήτων, υπό την έννοια της κτισμένης (οικοδομημένης) επιφάνειάς τους, ως προς τα οποία και μόνο (αντικείμενα) ισχύει η εξαίρεση των αντιστοίχων επιχειρήσεων από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ν. 1297/1972.
2. Συνημμένα, σας κοινοποιούμε την αριθ, 117/2002 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. για πληρέστερη ενημέρωσή σας.

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Συνεδρίαση της 24.1.2002

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 117/02

Αριθ. Ερωτήματος: 1070867/ 10601/Β0012/19.7.2001 του Υπουργείου Οικονομικών – Γενική Διεύθυνση Φορολογίας – Δ/νση Φορολογίας Τμ. Β΄.

Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται: α) Ποιες επιχειρήσεις από εκείνες που εκμεταλλεύονται τα τουριστικά καταλύματα του ν. 2160/93 (κύρια ή μη κύρια), δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.δ.1297/1972. (β) Αν στις διατάξεις του ανωτέρω ν.δ/τος υπάγονται (και) οι μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται ιδιόκτητα ή μισθωμένα μεταλλεία και λατομεία (ακίνητα), αντιστοίχως.

Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Kράτoυς εγνωμοδότησεν ως εξής:

Ι. Ως προς το υπό στοιχ. α΄ ερώτnμα

Α. Στα άρθρα 1 και 12 ν.δ. 1297/72 (ΦΕΚ 217 Α΄) ορίζονται τα εξής: ΄Άρθρο 1.

“Αι διατάξεις του παρόvτος εφαρμόζονται επί συγχωvεύσεως ή μετατροπής επιχειρήσεωv, οιασδήποτε μορφής, εις αvώνυμον εταιρείαν ή προς τον σκοπόv ιδρύσεως αvωvύμου εταιρείας, ως και επί συγχωvεύσεως ή μειατροπής επιχειρήσεωv, οιασδήποτε μορφής, εφ’ όσοv εv αυταίς δεv περιλαμβάνεται αvώνυμος εταιρεία, εις εταρεία περιωρισμέvης ευθύvnς ή προς τον σκοπόν ιδρύσεως εταιρείας περιωρισμέvης ευθύνης, υπό την προϋπόθεσιν ότι, η συγχώνευσις ή μετατροπή θα τελειωθεί μέxρι και της 31ης Δεκεμβρίου 1975” (ήδη, με την παρ.11 του άρθρου 6 ν. 2873/2000, κατόπιν προηγουμένων διαδοχικών παρατάσεων, ορίστηκε ότι «Η προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 1 του ν.δ. 1297/ 1972 (ΦΕΚ 217 Α΄), όπως ισχύει, παρατείνεται μέxρι και την 31η Δεκεμβρίου 2002”) ‘Άρθρο 12. “Αι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται επί επιχειρήσεωv ων τo αντικείμενον των εργασιών είναι κατά κύριου λόγο η κατασκευή ή εκμετάλλευσις πάσης φύσεως ακινήτων πλην των ξενοδοχειακών τοιούτωv”.

Β. Εξάλλου με το άρθρο 2 παρ. 1 και 7 ν. 2160/ 1993 (ΦΕΚ 118 Α΄), υπό τον τίτλο “Τουριστικές επιχειρήσεις”, όπως η παρ. Β΄ της παραγράφου 1 τούτου αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 21 ν. 2741/99 (ΦΕΚ 199 Α΄), ορίστηκε ότι: “1. Τουριστικά καταλύματα. Τουριστικά καταλύματα είναι οι τουριστικές επιχειρήσεις που υποδέχονται τουρίστες και παρέχουν σε αυτούς διαμονή και άλλες συναφείς προς τη διαμονή υπηρεσίες, όπως εστίαση, ψυχαγωγία, αναψυχή, άθληση και διακρίνονται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση 530992/ 1987 του Γενικού Γραμματέα ΕΟΤ, με θέμα τεχνικές προδιαγραφές τουριστικών εγκαταστάσεων (ΦΕΚ 557 Β΄), ως εξής: Α. Κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα: α. Ξενοδοχεία κλασικού τύπου, β. Ξενοδοχεία τύπου ΜΟΤΕΛ. γ. Ξενοδοχεία τύπου επιπλωμένων διαμερισμάτων. Β. Μη κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα: α. Τουριστικές επιπλωμένες επαύλεις ή κατοικίες. β. Ενοικιαζόμενα δωμάτια σε συγκρότημα μέχρι 10 δωματίων. γ. Ενοικιαζόμενα επιπλωμένα διαμερίσματα. Γ. Χώροι οργανωμένης κατασκήνωσης με ή χωρίς οικίσκους (όπως η παρ. Γ΄ προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 21 ν. 2741/1999). Ξενοδοχεία που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην κατηγορία του ξενώνα, κατατάσσονται σε αντίστοιχες κατηγορίες των ξενοδοχείων κλασικού τύπου… 7. Δεν θεωρούνται τουριστικά καταλύματα τα ακίνητα, τα οποία αποδεδειγμένα εκμισθώνονται εν όλω ή εν μέρει για προσωρινή διαμονή του ίδιου του μισθωτή με μίσθωμα που ορίζεται κατά μήνα, είτε συνολικά για όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, εφόσον η μίσθωση υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες…”.

Γ. Από τις προεκτεθείσες διατάξεις του ν. δ/τος 1297/1972 σαφώς προκύπτει ότι ο νομοθέτης στα πλαίσια ενθαρρύνσεως των συγχωνεύσεων κ.λ.π. μεταξύ ελληνικών επιχειρήσεων (πρβλ. και άρθρο 1 παρ. 1 περ. α.ν. 2166/93 για τις εγκατεστημέvες στηv Ελλάδα επιχειρήσεις, ως και άρθρο 7 ν. 2386/ 96 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις), θέσπισε διάφορα φορολογικά κίνητρα. Ειδικότερα, από το άρθρο 12 του ν. δ/τος 1297/1972, συνάγεται ότι οι φορολογικές απαλλαγές του άρθρου 3 του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος δεν ισχύουν στην περίπτωση συγχωνεύσεως επιχειρήσεων, των οποίων το κύριο αντικείμενο εργασιών, είναι η κατασκευή η εκμετάλλευση πάσης φύσεως ακινήτων, πλην των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. (βλ. και από 13-11-1972 αιτιολογική έκθεση επί του σχεδίου του άνω νομοθετικού διατάγματος, ΣΤΕ 317/2000).

Στην ερωτώσα υπηρεσία εδημιουργήθησαν ερμηνευτικές αμφιβολίες ως προς την έννοια των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και τούτο ενόψει των μεταγενεστέρων διατάξεων του ν. 2160/ 93 περί τουριστικών επιχειρήσεων διαλαμβανουσών περί κυρίων και μη κυρίων ξενοδοχειακών καταλυμάτων, χώρων οργανωμένης κατασκήνωσης με ή χωρίς οικίσκους κλπ.

Οι διατάξεις όμως αυτές του ν. 2160/ 93 (ΦΕΚ 118 Α΄) περί τουριστικών επιχειρήσεων δεν είναι αναγκαίως προσδιοριστικές για την ερμηνεία της κρισίμου διατάξεως του ν.δ. 1297/72, καθόσον εθεσπίσθησαν για τους σκοπούς της περί τουρισμού νομοθεσίας και επομένως εναπόκειται στη διοίκηση να κρίνει κατά πόσον στην συγκεκριμένη περίπτωση, η δεδομένη τουριστική επιχείρηση πληροί τις προϋποθέσεις της κατά τον άνω αναπτυξιακό νόμο ξενοδοχειακής επιχειρήσεως.

Περαιτέρω ως ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κατά την έννοιαν του άρθρου 12 του ν.δ. 1297/72 και ενόψει του αναπτυξιακού σκοπού στον οποίον απέβλεψε ο νομοθέτης της άνω διατάξεως, νοούνται οι οργανωμένες επιχειρήσεις κεφαλαίου και εργασίας οι σκοπούσες την παροχή καταλύματος στο ευρύ κοινό μετά ή άνευ παροχής προσθέτων υπηρεσιών ανεξαρτήτως της ειδικότερης ονομασίας των (Hotel, motel κλπ).

II.- Ως προς το υπό στοιχ. β’ ερώτημα

Σε ό, τι αφορά το πιο πάνω β’ ερώτημα, δηλ. περί του αν στις διατάξεις του ανωτέρω ν.δ/τος (1297/72) υπάγονται (και) οι μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται ιδιόκτητα ή μισθωμένα μεταλλεία και λατομεία (ακίνητα), αντιστοίχως, λεκτέα είναι τα εξής:

Οι συγκεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες, παρόλο που, κατ’ αρχήν, φέρονται συνυφασμένες με την εκμετάλλευση αντιστοίχων χώρων (πρβλ. ν. δ. 210/73 περί μεταλλευτικού κώδικος”, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 274/ 76, ως και ν. 669/77 περί εκμεταλλεύσεως λατομείων), εν τούτοις, ανεξαρτήτως του αν εξ αυτών μόνο το λατομικό δικαίωμα ταυτίζεται προς την εδαφοκτησία, ενώ το αντίστοιχο μεταλλευτικό είναι διάφορο αυτής (πρβλ. Ευαγ. Δωρή “Τα Δημόσια Κτήματα” εκδ. 1980 σελ. 404 επ.), στο μέτρο που το αντικείμενο των εργασιών τους (λατομικές και μεταλλευτικές επιχειρήσεις) δεν αφορά αμέσως και κατά κύριο λόγο στην κατασκευή και εκμετάλλευση ακινήτων, υπό την έννοια της κτισμένης (οικοδομημένης) επιφάνειάς τους, προς τα οποία και μόνο (αντικείμενα) ισχύει η εξαίρεση των αντιστοίχων επιχειρήσεων από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ν. 1297/ 72, κατά τα προεκτεθέντα, είναι πρόδηλο ότι είναι επιτρεπτή η υπαγωγή τούτων (δηλαδή των λατομικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων) στις ευνοϊκές αυτές ρυθμίσεις (πρβλ. και ΣτΕ 335/94, όπου εμμέσως προκύπτει υπαγωγή λατομικής επιχείρησης στις ανωτέρω ευνοϊκές ρυθμίσεις.

ΙΙΙ. Κατόπιν τούτων και κατά την ομόφωνη γνώμη του τμήματος, επί των ως άνω τεθέντων ερωτημάτων η άνω προσήκει αναλυτική απάντηση.