ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΠΟ ΑΜΟΙΒΕΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΒΛΗΘΗΚΑΝ ΣΕ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ

(Α.Υ.Ο. 1020082/346/Α0012/ΠΟΛ. 1077/28.2.2002)Α. ΤΡΟΠΟΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΟΡΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 59 του ν. 2238/1994, ορίζεται ότι εκτός από τις προσωρινές δηλώσεις απόδοσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών, εκείνοι που έχουν υποχρέωση να παρακρατούν φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ίδιου νόμου, οφείλουν να επιδίδουν μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του Μαρτίου κάθε έτους, στον Προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της έδρας τους, οριστική δήλωση που περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση κατοικίας κάθε δικαιούχου, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του, το ποσό του φόρου που οφείλεται μετά την έκπτωση από τον αναλογούντα φόρο του ποσοστού που ορίζεται με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 57, το φόρο που παρακρατήθηκε για κάθε μισθωτό ή ημερομίσθιο ή συνταξιούχο, κατά περίπτωση, καθώς και το υπόλοιπο για καταβολή ποσό φόρου, το οποίο θα καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή της οριστικής δήλωσης.

2. Διευκρινίζεται ότι, τα αναγραφόμενα στην οριστική δήλωση (‘ Έντυπα Ε7 και Ε12) ποσά θα εμφανιστούν σε δραχμές, εκτός από τις περιπτώσεις που στο έντυπο Ε7 υπάρχουν αντίστοιχες ενδείξεις για την αναγραφή των ποσών σε δραχμές και ευρώ ή μόνο σε ευρώ.

3. Κατά τη σύνταξη της οριστικής δήλωσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών (Έντυπο Ε7) οι εκκαθαριστές μισθοδοσίας πρέπει να διενεργούν εκκαθάριση του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2238/ 1994, για το συνολικό ποσό των αμοιβών, ανεξάρτητα από τον τρόπο υπολογισμού του φόρου που παρακράτησαν και να υπολογίσουν πάλι το φόρο που αναλογεί στο σύνολο των αποδοχών, δηλαδή στο ποσό των μισθών, ημερομισθίων, πρόσθετων αμοιβών, επιδομάτων κτλ.

Διευκρινίζεται ότι, ο υπολογισμός του φόρου που αναλογεί, με βάση την κλίμακα του άρθρου 9 του ν. 2238/ 1994, στο ετήσιο εισόδημα, ενεργείται τόσο για τους μισθωτούς οι οποίοι εργάσθηκαν στον ίδιο εργοδότη ολόκληρη τη μισθολογική περίοδο του προηγούμενου της φορολογίας οικονομικού έτους, όσο και για εκείνους οι οποίοι εργάσθηκαν στον ίδιο εργοδότη κατά ένα τμήμα μόνο της ανωτέρω περιόδου, αλλά αποδεικνύεται πλήρως ότι κατά το υπόλοιπο τμήμα αυτής της περιόδου δεν απασχολήθηκαν σε άλλο εργοδότη (λόγω στράτευσης ή θανάτου του μισθωτού) γιατί και στην περίπτωση αυτή οι αποδοχές που καταβλήθηκαν αποτελούν και το ετήσιο εισόδημα του μισθωτού.

Το ίδιο ισχύει και όταν υπάρχει πολλαπλή απασχόληση εργαζόμενου από διάφορους εργοδότες. Στην περίπτωση αυτή θα γίνει υπολογισμός του φόρου με βάση την ετήσια εκκαθάριση των αποδοχών από τον εργοδότη της κύριας απασχόλησης του εργαζομένου για τις αποδοχές που καταβάλλει αυτός. Ειδικότερα στις περιπτώσεις α) των εργαζομένων που δεν εργάσθηκαν ολόκληρη τη μισθολογική περίοδο, β) των αμειβομένων με ημερομίσθιο (περίπτ. β’ παραγράφου 1 άρθρου 57 ν. 2238/1994), γ) όσων εργαζόμενων που λύθηκε η σχέση εργασίας τους με τον εργοδότη έστω και 31.12.2001, δ) των ποσών συντάξεων που καταβάλλονται από ταμεία επικουρικά, μετοχικά, αρωγής ή αλληλοβοηθείας (περίπτ. ε’ παραγράφου 1 άρθρου 57 ν. 2238/1994) και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ν. 2238/1994, ε) των αναδρομικών που αναφέρονται στο άρθρο 46 του ν. 2238/1994, δεν θα γίνει εκκαθάριση του φόρου σύμφωνα με τα παραπάνω αλλά θα δηλωθεί και θα αποδοθεί το ποσό του φόρου που υπολογίστηκε και παρακρατήθηκε.

4. Σημειώνεται ότι στη στήλη (6) του εντύπου Ε7 και αντίστοιχα στη στήλη (5) του εντύπου Ε12 προκειμένου για ναυτικούς και συγκεκριμένα στην ένδειξη “Από Μέχρι” της δεύτερης σελίδας της οριστικής δήλωσης, θα αναγράφεται το χρονικό διάστημα κατά το οποίο απασχολήθηκε ο δικαιούχος.

Στη στήλη (7) του εντύπου Ε7 και στη στήλη (6) του εντύπου Ε12 και συγκεκριμένα στην ένδειξη “σύνολο ημερών” θα αναγράφονται οι ημέρες που εργάσθηκε κάθε εργαζόμενος συνολικά, για το χρονικό διάστημα της στήλης (6) ή (5), κατά περίπτωση, όπως αυτές εμφανίζονται για τον κάθε δικαιούχο στο βιβλίο μισθολογίου, που πρέπει να τηρούν κατά υποκαταστήματα οι εργοδότες, σύμφωνα με τις ειδικότερες ισχύουσες διατάξεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας. Δηλαδή ως σύνολο ημερών θεωρούνται οι αναγνωριζόμενες ασφαλιστικά ημέρες εργασίας. Η στήλη αυτή δεν θα συμπληρωθεί προκειμένου για συνταξιούχους κτλ. δικαιούχους χωρίς απασχόληση.

Στη στήλη (11) του εντύπου Ε7 θα αναγράφονται τα ποσά φόρου που αναλογούν με βάση την κλίμακα του άρθρου 9, στο σύνολο των αποδοχών (μισθών, ημερομισθίων, πρόσθετων αποδοχών κτλ.).

Στη στήλη (12) του εντύπου Ε7 θα αναγραφούν τα ποσά της μείωσης φόρου για τα τέκνα με βάση τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2238/1994.

Στη στήλη (13) του εντύπου Ε7 θα αναγράφονται τα ποσά φόρου που αναλογούν μετά την αφαίρεση από το φόρο της κλίμακας, των μειώσεων για τα τέκνα.

Στη στήλη (14) του εντύπου Ε7 θα αναγράφονται τα ποσά του φόρου που οφείλονται και πρέπει να αποδοθούν στο Δημόσιο μετά την έκπτωση ποσοστού 2,5% (εδάφιο δεύτερο περίπτ. στ’ παραγράφου 1 άρθρου 57 ν. 2238/ 1994).

5. Σημειώνεται ότι κατά τη σύνταξη της οριστικής δήλωσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών προκειμένου για ναυτικούς (έντυπο Ε12) δεν θα διενεργnθεί εκκαθάριση φόρου, για το συνολικό ποσό των αμοιβών (κύριων και πρόσθετων) που καταβλήθηκαν στο ναυτικό κατά τη διάρκεια του έτους 2001, αλλά απλώς θα εμφανισθούν σε αυτή α) τα ποσά του φόρου που υπολογίστηκαν για φόρο εισοδήματος στις καθαρές αποδοχές που καταβλήθηκαν (ποσά που αναλογούν) και β) τα ποσά που παρακρατήθηκαν και αποδόθηκαν στο Δημόσιο (παρακρατηθέντα ποσά).

6. Αν τυχόν, έχουν καταβληθεί, κατά τη διάρκεια του έτους 2001, αναδρομικά ποσά αποδοχών ή συντάξεων, με βάση νόμο ή δικαστική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, τότε αυτά θα αναγραφούν, αναλυτικά για κάθε δικαιούχο, σε ξεχωριστή σειρά της οριστικής δήλωσης της δεύτερης σελίδας αυτής, κάτω από τις τακτικές αποδοχές ανεξάρτητα από το χρόνο στον οποίο ανάγονται, χωρίς να γίνει εκκαθάριση φόρου για τα ποσά αυτά.

Διευκρινίζεται ότι στις στήλες “Ακαθάριστες αποδοχές” και “Καθαρές αποδοχές” της οριστικής δήλωσης θα γραφτεί το ποσό των αναδρομικών αυτών μειωμένο με ποσοστό 20%, στη στήλη 13 (Ε7) θα αναγραφούν τα ποσά του φόρου που παρακρατήθηκαν, στη στήλη 14 (Ε7) τα ποσά φόρου που αποδόθηκαν μετά την έκπτωση ποσοστού 2,5% στο Δημόσιο και αντίστοιχα στις στήλες 11 και 12 του εντύπου Ε12. Οι στήλες 11 και 12 του εντύπου Ε7 δεν θα συμπληρωθούν.

7. Τέλος, τονίζεται ότι, πρέπει να συμπληρώνονται με ιδιαίτερη προσοχή τα στοιχεία της επιχείρησης (οικονομική δραστηριότητα, Α.Φ.Μ. κτλ.).

Β. ΑΡΜΟΔΙΑ Δ.Ο.Υ. ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΟΡΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 59 του ν. 2238/1994 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, οι υπόχρεοι παρακράτησης φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ίδιου νόμου οφείλουν να επιδίδουν οριστική δήλωση μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του Μαρτίου κάθε έτους, στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της έδρας τους.

2. Ειδικά, οι υπόχρεοι παρακράτησης φόρου για αμοιβές αξιωματικών και ημεδαπού κατώτερου πληρώματος του εμπορικού ναυτικού οφείλουν να επιδίδουν οριστική δήλωση μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, αλλά στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην περιφέρεια της οποίας υπάγεται ο λιμένας νηολόγησης του πλοίου, κατά περίπτωση (άρθρο 20 ν. 27/1975).

3. Επίσης, διευκρινίζεται κατά ρητή διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 59 του ν. 2238/1994 ότι, η οριστική δήλωση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και το υπόλοιπο για καταβολή ποσό φόρου, το οποίο θα καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή της δήλωσης.

Επομένως, σε περίπτωση που παρακρατήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 2238/1994 και αποδόθηκε με τις προσωρινές δηλώσεις φόρος μικρότερος εκείνου που αναλογεί στο συνολικό εισόδημα του μισθωτού, με βάση την κλίμακα του άρθρου 9 μειωμένου κατά 2,5% το υπόλοιπο για καταβολή ποσό φόρου καταβάλλεται με την υποβολή της οριστικής δήλωσης.

Διευκρινίζεται ότι η διαφορά φόρου που θα προκύψει κατά την εκκαθάριση του συνολικού εισοδήματος, επειδή σε τμήμα των αποδοχών (πρόσθετες αμοιβές, υπερωρίες κτλ.) η παρακράτηση φόρου υπολογίστηκε με συντελεστή 20% θα αποδοθεί με την οριστική δήλωση χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου.

Εξάλλου σε περίπτωση που παρακρατήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 2238/1994 και αποδόθηκε με τις προσωρινές δηλώσεις φόρος μεγαλύτερος εκείνου που αναλογεί στο συνολικό εισόδημα του μισθωτού, σύμφωνα με την κλίμακα του άρθρου 9 μειωμένου κατά 2,5%, το επί πλέον ποσό φόρου επιστρέφεται στον εργοδότη με Τ.Α.Φ.Ε. μέχρι την προθεσμία απόδοσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών του δεύτερου διμήνου και σύμφωνα με όσα περιγράφουμε στην 11202274/10556/Β’ 0012/ ΠΟΛ.1308/21-9-1993 διαταγή μας.

4. Επιπλέον τονίζεται ότι στην περίπτωση που στην οριστική δήλωση δεν αναγράφεται ο αριθμός φορολογικού μητρώου δικαιούχου, η δήλωση αυτή πρέπει να παραλαμβάνεται και να επιβάλλονται λόγω ανακρίβειας οι κυρώσεις που προβλέπει ο ν. 2523/1997.

5. Οι Δ.Ο.Υ. αφού ελέγξουν αν για όλους τους δικαιούχους που αναγράφονται στην οικεία δήλωση υπάρχουν βεβαιώσεις ή μαγνητικά μέσα, κατά περίπτωση, θα διαβιβάσουν τις οριστικές δηλώσεις με τις βεβαιώσεις ή τα μαγνητικά μέσα, κατά περίπτωση, στη Διεύθυνση Εφαρμογών Η/Υ (χανδρή 1 και Θεσ/νίκης – 183 46 ΜΟΣΧΑΤΟ) το αργότερο μέχρι 31.5.2002, για επεξεργασία.

Γ. ΥΠOXPEΩΣEΙΣ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΕΝΕΡΓΟΥΝ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 83 του ν. 2238/1994 όσοι παρακρατούν Φ.Μ.Υ., έχουν υποχρέωση να χορηγούν, σ’ αυτούς από τους οποίους έγινε η παρακράτηση, μία μόνο βεβαίωση στην οποία αναγράφουν τις κάθε είδους αμοιβές, τόσο από τακτικές, όσο και από πρόσθετες αμοιβές, φορολογούμενες ή απαλλασσόμενες και το φόρο που παρακρατήθηκε.

Ίδια υποχρέωση υπάρχει και στις περιπτώσεις που δεν προκύπτει φόρος για παρακράτηση. Η βεβαίωση αυτή εκδίδεται σε δύο αντίτυπα. Το δεύτερο αντίτυπο υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μαζί με την ετήσια οριστική δήλωση Φ.Μ.Υ.

2. Με την 1106013/2016/Α0012/ ΠΟΛ.1272/21-11-2000 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται ότι όσοι έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν οριστική δήλωση φόρου μισθωτών υπηρεσιών, εφόσον απασχολούν περισσότερους από είκοσι (20) μισθωτούς ή χορηγούν συντάξεις, μερίσματα, βοηθήματα ή άλλες παροχές σε περισσότερους από είκοσι (20) συνταξιούχους και χρησιμοποιούν μηχανογραφικά μέσα για τη μισθοδοσία όσων εργάζονται σε αυτούς ή τη χορήγηση των προηγούμενων παροχών στους συνταξιούχους, υποχρεούνται να υποβάλλουν σε μαγνητικά μέσα το σύνολο των στοιχείων που προβλέπεται να περιλαμβάνονται στις εκδιδόμενες βεβαιώσεις για τις αποδοχές των μισθωτών ή τις συντάξεις και λοιπές παροχές που κατέβαλαν στους συνταξιούχους, καθώς και το φόρο που παρακράτησαν από αυτούς. Στην περίπτωση αυτή δεν υποβάλλεται το δεύτερο αντίτυπο της οικείας βεβαίωσης, με την οριστική δήλωση.

3. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ότι όσοι έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν οριστική δήλωση φόρου μισθωτών υπηρεσιών και απασχολούν ολιγότερους από είκοσι (20) μισθωτούς ή χορηγούν συντάξεις, μερίσματα, βοηθήματα ή άλλες παροχές σε ολιγότερους από είκοσι (20) συνταξιούχους, μπορούν αν το επιθυμούν να υποβάλλουν σε μαγνητικά μέσα το σύνολο των στοιχείων που προβλέπεται να περιλαμβάνονται στις εκδιδόμενες βεβαιώσεις για τις αποδοχές των μισθωτών ή τις συντάξεις και λοιπές παροχές που κατέβαλαν στους συνταξιούχους, καθώς και το φόρο που παρακράτησαν από αυτούς, ανεξάρτητα αν χρησιμοποιούν μηχανογραφικά μέσα για τη μισθοδοσία όσων εργάζονται σε αυτούς ή τη χορήγηση των προηγούμενων παροχών στους συνταξιούχους.

Η υποβολή οριστικής δήλωσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών με διαφορετικό τρόπο από τον οριζόμενο με αυτήν την απόφαση δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.

Τα ανωτέρω θα εφαρμόζονται ανάλογα και από τις δημόσιες υπηρεσίες και τα Ν.Π.Δ.Δ. την ταμιακή υπηρεσία των οποίων ασκεί το δημόσιο και δεν υποβάλλουν οριστική δήλωση φόρου μισθωτών υπηρεσιών.

4. Τα χαρακτηριστικά των αποδεκτών μέσων που χρησιμοποιούνται για την υποβολή, σε ψηφιακή μορφή, του δεύτερου αντιτύπου βεβαίωσης για τις αποδοχές ή τις συντάξεις που κατέβαλαν στους δικαιούχους, καθώς και το φόρο που παρακράτησαν από αυτούς, πρέπει να έχουν όπως περιγράφονται στο “ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ” το συνημμένο στη 1106013/ 2016/ Α0012/ΠΟΛ.1272/21-11-2000 διαταγή Υπουργείου Οικονομικών.

5. Επίσης, σε περίπτωση που ορισμένοι φορείς για τη μισθοδοσία ορισμένων εργαζομένων τους, χρησιμοποιούν χειρόγραφο σύστημα, μολονότι έχουν υποχρέωση σύμφωνα με τα προαναφερόμενα να χρησιμοποιούν μηχανογραφικά μέσα μισθοδοσίας για όλους τους εργαζομένους τους, πρέπει και τα στοιχεία της μισθοδοσίας που έγινε με χειρόγραφο σύστημα να συμπεριληφθούν στα μαγνητικά μέσα.

6. Τέλος, ποσά που καταβλήθηκαν αναδρομικά σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται, για λόγους εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 46 του ν. 2238/1994 (νόμος, δικαστική απόφαση κτλ.), δεν πρέπει να συμπεριληφθούν στα μαγνητικά μέσα και ειδικότερα στον “Κωδικό 24”, που θα συνυποβάλλετε με την οριστική δήλωση για τις αποδοχές και συντάξεις του έτους 2001. Τα ποσά αυτά πρέπει να εμφανιστούν στις συμπληρωματικές οριστικές δηλώσεις μαζί με τις σχετικές βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων που θα υποβληθούν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για το έτος ή έτη που θα θεωρούνται ότι αποκτήθηκαν αυτά.