ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 78 ΦΕΚ Α’ 187/30.8.2011

Οργάνωση αρμοδιότητες Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τo άρθρο 1 παρ. 15 του ν. 3938/2011 «Σύσταση Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις (Α΄ 61).

2. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κωδικοποιήθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).

3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

4. Την υπ΄ αριθμ. 169/2011 Γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Διάρθρωση – Αρμοδιότητες
Το Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 διαρθρώνεται βάσει των λειτουργικών και επιχειρησιακών του δραστηριοτήτων στα ακόλουθα Κλιμάκια:

α. Υποδοχής και Ενημέρωσης Πολιτών, το οποίο είναι αρμόδιο για:

αα. Την υποδοχή των πολιτών οι οποίοι προσέρχονται για την υποβολή καταγγελιών ή παραπόνων σε βάρος ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος για πράξεις που εκδηλώθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του και αφορούν αδικήματα και συμπεριφορές που περιλαμβάνονται στην αποστολή του Γραφείου, καθώς και την ενημέρωσή τους αναφορικά με τα δικαιώματά τους και την προβλεπόμενη διαδικασία εξέτασης των εν λόγω καταγγελιών και παραπόνων.

ββ. Την παρακολούθηση των εξελίξεων και του αποτελέσματος σε ό,τι αφορά στη διερεύνηση των καταγγελιών και την παροχή σχετικής ενημέρωσης στους καταγγέλλοντες, κατόπιν εγγράφου αιτήσεώς τους.

γγ. Την ενημέρωση των πολιτών επί ερωτημάτων αρμοδιότητας του Γραφείου που υποβάλλονται εγγράφως, τηλεφωνικώς, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεoμοιότυπου.

δδ. Την καταγραφή ανώνυμων καταγγελιών και πληροφοριών που περιέχουν συγκεκριμένα στοιχεία και αφορούν σε πράξεις και συμπεριφορές που ανάγονται στην αποστολή του Γραφείου και την προώθησή τους στην Τριμελή Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 για αξιολόγηση και περαιτέρω χειρισμό.

εε. Τη μέριμνα για τη λειτουργία ειδικής τηλεφωνικής γραμμής για την υποβολή καταγγελιών και της ηλεκτρονικής διεύθυνσης του Γραφείου.

β. Υποβολής και Τεκμηρίωσης Καταγγελιών, το οποίο είναι αρμόδιο για:

αα. Την παραλαβή των επώνυμων και γραπτών καταγγελιών που υποβάλλονται στο Γραφείο αυτοπροσώπως από τους πολίτες ή μέσω πληρεξούσιου δικηγόρου ή μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.).

ββ. Την καταγραφή προφορικών καταγγελιών σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011.

γγ. Την επικοινωνία με τους καταγγέλλοντες για περαιτέρω διευκρινίσεις, σε περιπτώσεις μη αυτοπρόσωπης υποβολής των καταγγελιών και εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για την αντικειμενικότερη εκτίμηση των καταγγελλομένων και την πρόοδο της διαδικασίας.

δδ. Την αναζήτηση, καταγραφή και συσχέτιση των εγγράφων και λοιπών στοιχείων που είναι αναγκαία για την εκτίμηση της σοβαρότητας κάθε υπόθεσης, αρμοδιότητας του Γραφείου, προκειμένου να αποφασιστεί από την Επιτροπή ο περαιτέρω χειρισμός της.

εε. Την υποβολή στην Επιτροπή, για αξιολόγηση και περαιτέρω χειρισμό, των καταγγελιών των προηγουμένων υποπεριπτώσεων.

γ. Διοικητικής Υποστήριξης και Στατιστικής, το οποίο είναι αρμόδιο για:

αα. Την εξασφάλιση της γραμματειακής υποστήριξης και τη μέριμνα για τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό του Γραφείου.

ββ. Την τήρηση αρχείων των υποθέσεων που χειρίστηκε το Γραφείο και προσωπικών δεδομένων και τη διασφάλιση του απορρήτου τους, εφαρμοζομένων, κατά περίπτωση, των διατάξεων του ν. 2472/1997 (Α΄ 50).

γγ. Την καταγραφή και τήρηση στατιστικών στοιχείων για τις υποθέσεις που επελήφθη η Επιτροπή και τηνανάρτηση, κατ’ έτος, των στοιχείων αυτών στον ιστότοπο του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

δδ. Την καθημερινή ενημέρωση επί δημοσιευμάτων ή εκπομπών των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) που αφορούν σε ποινικά ή πειθαρχικά αδικήματα του ένστολου προσωπικού των Σωμάτων Ασφαλείας, συνεργαζόμενο προς τούτο με το Γραφείο Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, και τη γνωστοποίησή τους στην Τριμελή Επιτροπή και στις αρμόδιες για τη διερεύνηση και την επιβολή των προβλεπομένων κυρώσεων υπηρεσίες.

εε. Την παροχή υποστήριξης στον πρόεδρο και στα μέλη της Επιτροπής, στο πλαίσιο εκπλήρωσης των καθηκόντων τους.

Άρθρο 2
Αρμοδιότητες Επιτροπής και Καθήκοντα Οργάνων

1. Η Τριμελής Επιτροπή του Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας έχει τις εξής αρμοδιότητες:

α. Αξιολογεί τις καταγγελίες που υποβάλλονται στο Γραφείο ή παραλαμβάνονται από αυτό και αποφασίζει με πράξη της για τον περαιτέρω χειρισμό τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011.

β. Επιλαμβάνεται περιστατικών αρμοδιότητας του Γραφείου, κατόπιν εντολής του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ή και αυτεπαγγέλτως παραγγέλλοντας σχετική έρευνα, ύστερα από πληροφορίες με συγκεκριμένα στοιχεία για πράξεις ή συμπεριφορές που τελέστηκαν ή εκδηλώθηκαν από ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος και ανάγονται στην αποστολή του Γραφείου.

γ. Εξετάζει τους πειθαρχικούς φακέλους που διαβιβάζονται σ’ αυτήν από τις Διευθύνσεις Προσωπικού των οικείων Αρχηγείων των Σωμάτων του Υπουργείου και αφορούν σε υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε βάρος της Ελλάδας για παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και διαπιστώνονται σ’ αυτήν ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης. Ακολούθως, λαμβάνοντας υπόψη της ιδίως όσα έκανε δεκτά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αποφασίζει:

αα. είτε την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011, διαβιβάζοντας προς τούτο την απόφασή της με όλα τα στοιχεία του φακέλου στον Αρχηγό του οικείου Σώματος,

ββ. είτε την επιστροφή του φακέλου στη Διεύθυνση Προσωπικού του οικείου Αρχηγείου, προκειμένου να τεθεί στο αρχείο, εφόσον κρίνει ότι δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης.

δ. Προτείνει στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη τη διερεύνηση από μέλος της Επιτροπής σοβαρής καταγγελίας ή περιστατικού αρμοδιότητας του Γραφείου.

ε. Ενημερώνει, με σχετική αναφορά, τακτικά κάθε δύο (2) μήνες και έκτακτα σε κάθε σοβαρή περίπτωση, τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για θέματα συμπεριφοράς του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος προς τους πολίτες, με βάση καταγγελίες ή παράπονα που έχουν υποβληθεί στο Γραφείο και, ειδικότερα, για τα αποτελέσματα της διερεύνησής τους από τις αρμόδιες Υπηρεσίες των Σωμάτων και για τις ποινές που έχουν επιβληθεί στους παραβάτες.

στ. Αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2690/1999 (Α΄ 45) και του ν. 2472/1997, επί των αιτημάτων που υποβάλλονται στο Γραφείο και αφορούν στην πρόσβαση επί των στοιχείων φακέλων που καταρτίστηκαν στο πλαίσιο της πειθαρχικής διερεύνησης υποθέσεων από μέλη της Επιτροπής ή κατόπιν αποφάσεώς της από αρμόδιες Υπηρεσίες των Σωμάτων.

ζ. Εκτιμά τον τρόπο χειρισμού και παρακολουθεί το χρόνο ολοκλήρωσης της έρευνας των πειθαρχικών υποθέσεων που αναθέτει στις καθ΄ ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, διατυπώνοντας, σε συντρέχουσα περίπτωση, σχετικές παρατηρήσεις και επισημάνσεις στις οποίες τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα υποχρεούνται να συμμορφώνονται.

η. Καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, κατά το μήνα Ιανουάριο κάθε έτους, έκθεση για τις δραστηριότητες του Γραφείου κατά το προηγούμενο έτος. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζει, αναλύει και αξιολογεί συνολικά την παραβατική συμπεριφορά του ένστολου προσωπικού των Σωμάτων Ασφαλείας προς τους πολίτες και καταγράφει τις διαπιστώσεις της αναφορικά με τα αίτια εκδήλωσης της συμπεριφοράς αυτής. Επίσης, αξιολογεί τα πορίσματα των αρμόδιων πειθαρχικών οργάνων των Σωμάτων και προτείνει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, μέτρα αντιμετώπισης της παραβατικής συμπεριφοράς του εν λόγω προσωπικού, βελτίωσης του πειθαρχικού ελέγχου και αναβάθμισης της λειτουργίας του Γραφείου.

θ. Μεριμνά για την υλοποίηση των εντολών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.

2. Ο πρόεδρος της Επιτροπής ασκεί τη διοίκηση του Γραφείου και ευθύνεται για την ομαλή λειτουργία και την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής του. Στο πλαίσιο αυτό:

α. Κατανέμει το προσωπικό του Γραφείου στα επιμέρους Κλιμάκια ανάλογα με τις ανάγκες τους.

β. Ορίζει τους προϊσταμένους των Κλιμακίων, βάσει των ειδικότερων προσόντων τους και των ισχυουσών διατάξεων.

γ. Καθορίζει τις προτεραιότητες του Γραφείου, οργανώνει τον τρόπο εκτέλεσης των εργασιών και παρέχει στο προσωπικό τις αναγκαίες οδηγίες και κατευθύνσεις για την ακριβή εκτέλεση των καθηκόντων του.

δ. Προεδρεύει της Επιτροπής και καθορίζει τα προς συζήτηση θέματα.

ε. Ενημερώνει άμεσα τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για κάθε σοβαρό, έκτακτο ή ιδιαίτερο γεγονός αρμοδιότητας του Γραφείου.

στ. Επικοινωνεί και συνεργάζεται με τους Αρχηγούς της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, τον Συνήγορο του Πολίτη, τους εισαγγελικούς λειτουργούς που εποπτεύουν τις Υπηρεσίες Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και με τους προϊσταμένους των Υπηρεσιών αυτών και γενικά με οποιαδήποτε Αρχή, Φορέα και δημόσια υπηρεσία ή υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα κρίνει σκόπιμο για την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής του Γραφείου.

ζ. Ενημερώνει τον Αρχηγό του οικείου Σώματος για καταγγελίες ή περιστατικά που περιέρχονται στο Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας και αφορούν τις Υπηρεσίες Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

3. Τα μέλη της Επιτροπής, παρέχουν συνδρομή στον Πρόεδρο αυτής στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του και έχουν τα εξής, ειδικότερα καθήκοντα:

α. Διερευνούν περιπτώσεις σοβαρών καταγγελιών ή περιστατικών της παραγράφου 1 του ν. 3938/2011 κατόπιν εντολής του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μεριμνώντας στην περίπτωση αυτή για την ενημέρωση του Αρχηγού του οικείου Σώματος, ώστε να ανασταλεί η τυχόν ασκηθείσα πειθαρχική δίωξη και να διαβιβαστούν άμεσα στο Γραφείο για συσχέτιση όλα τα συναφή με την υπόθεση, συλλεχθέντα στοιχεία.

β. Υποβάλλουν στον Αρχηγό του οικείου Σώματος το πόρισμα της πειθαρχικής έρευνας που ενήργησαν κατόπιν εντολής του Υπουργού μαζί με το φάκελο της σχετικής πειθαρχικής δικογραφίας, για την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου.

γ. Συμμετέχουν στις εργασίες της Επιτροπής και εκτελούν κάθε πρόσθετο έργο που τους αναθέτει ο Πρόεδρος, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής του Γραφείου.

4. Οι προϊστάμενοι των Κλιμακίων διευθύνουν, εποπτεύουν, ελέγχουν και συντονίζουν τις εργασίες του Κλιμακίου τους και παρέχουν τις αναγκαίες προς τούτο εντολές και οδηγίες στο προσωπικό. Επίσης, κάθε δύο μήνες υποβάλλουν στην τριμελή Επιτροπή έκθεση αναφορικά με τη δραστηριότητα των Κλιμακίων τους, προτείνουν τρόπους βελτίωσης των εφαρμοζόμενων διαδικασιών και μεθόδων και μεριμνούν για την ασφαλή καταχώριση και προστασία του πληροφοριακού υλικού και των στοιχείων που διαχειρίζεται το Γραφείο στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής του.

5. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής αναπληρώνονται από τους αναπληρωτές τους και οι προϊστάμενοι των Κλιμακίων από τον κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο παρόντα υφιστάμενό τους.

Άρθρο 3
Στελέχωση Γραφείου – Προσωπικό

1. Στο Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας αποσπώνται μέχρι είκοσι πέντε ένστολοι και μέχρι δέκα μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου πολιτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος οι οποίοι συγκεντρώνουν σε επαρκή βαθμό τα οριζόμενα στην παράγραφο 13 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 ειδικότερα προσόντα. Ο ακριβής κατά Σώμα, βαθμό, κατηγορία και ειδικότητα αριθμός του προσωπικού που αποσπάται καθορίζεται αναλογικά, βάσει της συνολικής οργανικής δύναμης κάθε Σώματος, στο πλαίσιο της προβλεπόμενης στην ίδια διάταξη απόφασης του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

2. Ως προϊστάμενοι των Κλιμακίων ορίζονται ανώτεροι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.

3. Οι εκθέσεις αξιολόγησης του αποσπασμένου στο Γραφείο Αντιμετώπισης Αυθαιρεσίας ένστολου προσωπικού συντάσσονται από τον ανώτερο ή αρχαιότερο του αξιολογούμενου αξιωματικό του οικείου Σώματος και υπόκεινται σε γνωματεύσεις από τους αξιωματικούς που είναι αρμόδιοι προς τούτο για τις εκθέσεις αξιολόγησης του λοιπού προσωπικού, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Οι εκθέσεις αξιολόγησης των προϊσταμένων των κλιμακίων συντάσσονται από τους διευθυντές των Διευθύνσεων Προσωπικού των Αρχηγείων των οικείων Σωμάτων και γνωματεύουν επ’ αυτών οι αρμόδιοι, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, αξιωματικοί. Στην τελευταία περίπτωση, οι συντάκτες ζητούν πληροφορίες για τα ουσιαστικά προσόντα των αξιολογούμενων από τον πρόεδρο της τριμελούς Επιτροπής του Γραφείου προς έκφραση γνώμης.

4. Ο πειθαρχικός έλεγχος του ένστολου προσωπικού των κλιμακίων ασκείται από τους προερχόμενους από το ίδιο Σώμα ιεραρχικά προϊσταμένους του, σύμφωνα με το ισχύον στο Σώμα αυτό πειθαρχικό δίκαιο.

5. Για την αξιολόγηση, τον πειθαρχικό έλεγχο και άλλα συναφή με την υπηρεσιακή κατάσταση του πολιτικού προσωπικού ζητήματα εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.3528/2007 (Α΄ 26), όπως ισχύουν κάθε φορά.

6. Το προσωπικό του Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας έχει καθήκον εχεμύθειας για πληροφορίες ή στοιχεία των οποίων λαμβάνει γνώση στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του. Η παράβαση του καθήκοντος αυτού, πέραν των προβλεπομένων από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις κυρώσεων, αποτελεί και λόγο άμεσης απομάκρυνσης των παραβατών από το Γραφείο.

Άρθρο 4
Τρόπος άσκησης αρμοδιοτήτων –Συνεργασία και υποχρεώσεις Υπηρεσιών

1. Για την εκπλήρωση της αποστολής του το Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας συνεργάζεται με τα Αρχηγεία, τις Υπηρεσίες Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, την Υπηρεσία Οικονομικής Αστυνομίας και Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, καθώς και με άλλες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, με τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, τον Συνήγορο του Πολίτη, καθώς και με άλλες αρμόδιες κρατικές ή ανεξάρτητες Αρχές, Υπηρεσίες Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οργανώσεις, Σωματεία, εκπροσώπους ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων και γενικά με οποιονδήποτε νόμιμο φορέα ή ιδιώτη που εκδηλώνει ενδιαφέρον ή μπορεί να συμβάλλει στη διερεύνηση υποθέσεων αρμοδιότητας του Γραφείου.

2. Οι αρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος και του Πυροσβεστικού Σώματος οφείλουν να ενημερώνουν άμεσα το Γραφείο σε κάθε περίπτωση που διεξάγουν έρευνα ή ενεργούν διοικητική εξέταση, κατόπιν καταγγελίας που περιέχει συγκεκριμένα στοιχεία ή σαφείς ενδείξεις τέλεσης των αναφερομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 πράξεων του ένστολου προσωπικού τους και να παρέχουν σ’ αυτό, μετά την ολοκλήρωση διερεύνησης της υπόθεσης, τα αιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες. Ομοίως, οι δημόσιες υπηρεσίες και οι υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα υποχρεούνται να ανταποκρίνονται στα αιτήματα του Γραφείου και να παρέχουν σ’ αυτό έγγραφα και στοιχεία σχετικά με τις διερευνούμενες υποθέσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του ιδίου άρθρου. Σε κάθε περίπτωση, τόσο οι Υπηρεσίες των υπαγομένων στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη Σωμάτων Ασφαλείας όσο και οι λοιπές δημόσιες Υπηρεσίες και οι Υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα υποχρεούνται να παρέχουν άμεση και ουσιαστική συνδρομή στο προσωπικό του Γραφείου προς το σκοπό εκπλήρωσης της αποστολής του.

3. Οι Αρχηγοί των υπαγόμενων στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη Σωμάτων Ασφαλείας οφείλουν να διαβιβάζουν στο Γραφείο τους φακέλους και τα στοιχεία που αφορούν υποθέσεις σοβαρών καταγγελιών ή περιστατικών των οποίων η διερεύνηση έχει ανατεθεί σε μέλος της Τριμελούς Επιτροπής, να αναστέλλουν στην περίπτωση αυτή, την τυχόν ασκηθείσα πειθαρχική δίωξη και να μεριμνούν για την άσκηση του προβλεπόμενου πειθαρχικού ελέγχου στους παραβάτες μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας πειθαρχικής διερεύνησης της υπόθεσης και την παραλαβή του σχετικού πορίσματος. Επίσης, οφείλουν να διατάσσουν νέα έρευνα κατόπιν σχετικής απόφασης του Γραφείου που διαβιβάζεται σ’ αυτούς, για τις υποθέσεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος.

4. Τα αρμόδια για τη διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος υποχρεούνται να εξετάζουν κατά προτεραιότητα κάθε πειθαρχική υπόθεση που αφορά σε πράξειςτης παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 και τους ανατίθεται από την Επιτροπή, να συμμορφώνονται προς τις τυχόν παρατηρήσεις αυτής που αφορούν στη διερεύνηση της υπόθεσης και να γνωστοποιούν στο Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας το αποτέλεσμα της πειθαρχικής έρευνας που τους ανατέθηκε.

5. Η πειθαρχική έρευνα, η οποία διενεργείται είτε από μέλος της Επιτροπής είτε από τα αρμόδια προς τούτο όργανα των Σωμάτων, κατόπιν σχετικής απόφασης της Επιτροπής, διέπεται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου, του οικείου Σώματος, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 που αναφέρεται στον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής των αδικημάτων, τα οποία διερευνήθηκαν εκ νέου κατόπιν σχετικής απόφασης της Επιτροπής και ενόψει προηγούμενης καταδικαστικής απόφασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν.δ. 53/1974, ΦΕΚ Α΄ 256), με την οποία διαπιστώθηκαν ελλείψεις ή δεν αξιολογήθηκαν στοιχεία στο πλαίσιο της αρχικής πειθαρχικής διαδικασίας και έρευνας.

Άρθρο 5
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.

Αθήνα, 29 Αυγούστου 2011

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ