ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4420/2016
ΦΕΚ 175/Α/20-9-2016

Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας περί Διασυνοριακής Αστυνομικής Συνεργασίας και άλλες διατάξεις.

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας περί Διασυνοριακής Αστυνομικής Συνεργασίας που υπογράφηκε στη Σόφια, στις 9 Ιουνίου 2010, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΜΕΤΑΞΥ
ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
ΠΕΡΙ
ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η “Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, εφεξής καλούμενες «τα Μέρη»,
Επιθυμώντας την περαιτέρω ανάπτυξη διμερών σχέσεων και την ενδυνάμωση της αστυνομικής συνεργασίας,
Επιθυμώντας την αποτελεσματική καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, της εμπορίας ανθρώπων, καθώς και άλλων μορφών διασυνοριακής εγκληματικότητας,
Έχοντας υπόψη:
-τη σπουδαιότητα της αστυνομικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις για την προάσπιση της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης,
-την εθνική νομοθεσία των Μερών
-τις διατάξεις της Σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας Σέ\γκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των Κυβερνήσεων των Κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, η οποία υπεγράφη στο Σένγκεν την 19η Ιουνίου 1990, εφεξής καλούμενη «Σύμβαση Σένγκεν»,
-την ΑπόφασηΠλαίσιο 2008/977/ΔΗ3Γ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Μέρος I
Στόχος και Ορισμοί

Άρθρο 1
Στόχος της Συμφωνίας
Στόχος της παρούσας Συμφωνίας είναι η ενδυνάμωση της αστυνομικής συνεργασίας μεταξύ των Μερών με σκοπό την πρόληψη τυχόν απειλών για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια και την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος.

Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας:
(1)Ως «Αρχές» νοούνται:
Για την Ελληνική Πλευρά:
-Η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, η Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας, η Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας, η Διεύθυνση Αλλοδαπών, η Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης και οι Περιφερειακές Διευθύνσεις και Υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

Για τη Βουλγαρική Πλευρά:
– Η Κεντρική Διεύθυνση Δίωξης του Οργανωμένου Εγκλήματος, η Κεντρική Διεύθυνση Δίωξης του Εγκλήματος, η Κεντρική Διεύθυνση Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας, η Κεντρική Διεύθυνση Συνοριακής Αστυνομίας, η Κεντρική Ανακριτική Διεύθυνση, η Ειδική Διεύθυνση Επιχειρησιακών και Τεχνικών Διαδικασιών, η Διεύθυνση Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών και οι Περιφερειακές Υπηρεσίες ταυ Υπουργείου Εσωτερικών.
(2)Ως κεντρικές αρχές διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας (εφεξής καλούμενες «Κεντρικές αρχές») νοούνται:
Για την Ελληνική Πλευρά:
Η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας ίου Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

Για τη Βουλγαρική Πλευρά:
Η Διεύθυνση Διεθνούς Επιχειρησιακής Αστυνομικής Συνεργασίας του Υπουργείου Εσωτερικών.,
(3)Ως «Παραμεθόριες περιοχές» νοούνται:
Στην επικράτεια της Ελληνικής Δημοκρατίας;
Η περιοχή εντός της εθνικής επικράτειας σε απόσταση έως 30 χιλιομέτρων από τα κρατικά σύνορα.
Στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας:
-Η περιοχή εντός της εθνικής επικράτειας σε απόσταση έως 30 χιλιομέτρων από τα κρατικά σύνορα.
Ως παραμεθόρια περιοχή λογίζεται επίσης:
-η αμαξοστοιχία που κινείται στη σιδηροδρομική γραμμή μεταξύ των κρατικών συνόρων και του πρώτου σιδηροδρομικού σταθμού, σύμφωνα με τον οδηγό σιδηροδρόμων, στην περίπτωση που αυτός ο πρώτος σταθμός βρίσκεται πέραν της παραμεθόριας περιοχής των 30 χιλιομέτρων.

Μέρος II
Πεδίο Εφαρμογής και Διαδικασία Παροχής Συνδρομής

Άρθρο 3
Μέσα Συνεργασίας
Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, οι αρχές των Μερών παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, με σκοπό την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, κυρίως μέσω:
1,Της ανταλλαγής πληροφοριών για συγκεκριμένες υποθέσεις διασυνοριακού εγκλήματος·
2.Της δημιουργίας και της χρήσης ραδιοσύνδεσης με την ανταλλαγή συσκευών ραδιοεπικοινωνίας, έως ότου καθιερωθεί η χρήση ενός ενιαίου συστήματος ραδιοεπικοινωνίας συμβατού προς τα Ευρωπαϊκά πρότυπα και τις Ευρωπαϊκές συχνότητες, προκειμένου να βελτιωθούν οι τρόποι επικοινωνίας, και ειδικότερα όι ασύρματες ραδιοεπικοινωνίες κατά μήκος των συνόρων. Οι απαραίτητες για τη βελτίωση και τη διευκόλυνση της διασυνοριακής συνεργασίας τεχνικός λύσεις στον τομέα των επικοινωνιών, θα συμφωνούνται ξεχωριστά μεταξύ των αρμόδιων αρχών
3.Του από κοινού σχεδιασμσύ των δράσεων του προσωπικού στις παραμεθόριες περιοχές
4.Της σύστασης Κοινών Ομάδων Έρευνας, σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης Πλαίσιο 2002/465/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εγκρίθηκε την 13 η Ιουνίου 2002
5.Της διενέργειας ελεγχόμενων παραδόσεων
6.Της αποστολής ειδικών ή συμβούλων και της παροχής του κατάλληλου εξοπλισμού, εφόσον κρίνεται αναγκαίο
7.Του σχεδιασμού και της διεξαγωγής κοινών προγραμμάτων για την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματος
8.Της παροχής συνδρομής σε σχέση με μαζικές συγκεντρώσεις, σημαντικά γεγονότα και σοβαρά ατυχήματα με διασυνοριακό αντίκτυπο,
9.Της διοργάνωσης τακτικών συναντήσεων για τον έλεγχο της ποιότητας της συνεργασίας, τη διεξαγωγή διαλόγου σχετικά με νέες στρατηγικές, την οργάνωση κοινών δράσεων και την κατάρτιση σχεδίων καταδίωξης και περιπολιών, την ανταλλαγή στατιστικώνστοιχείων και το συντονισμό προγραμμάτων εργασίας
10.Του ορισμού σημείων επαφής, του προγραμματισμού και της πραγματοποίησης κοινών συναντήσεων με σκοπό τον καθορισμό κοινών δράσεων
11.Της ανάπτυξης συνεργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης των οργάνων των αρχών
12.Της πρόσκλησης εκπροσώπων των αρχών του άλλου Μέρους να συμμετάσχσυν ως παρατηρητές σε επιχειρήσεις μεγάλης σημασίας
13.Της τακτικής ανταλλαγής ενημερωτικών δελτίων, στατιστικών στοιχείων και αναλύσεων των εγκληματικών φαινομένων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των Μερών.

Άρθρο 4
Συνεργασία κατόπιν Αιτήματος
(1)Οι αρχές των Μερών παρέχουν αμοιβαία συνδρομή εντός των ορίων της αρμοδιότητας τους κατόπιν αιτήματος διατυπωμένου σε τυποποιημένο έντυπο το οποίο βασίζεται στην Απόφαση-Πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ τσυ Συμβουλίου.
(2) Οι αρχές των Μερών παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, εφόσον η εθνική νομοθεσία δεν ορίζει ότι το σχετικό αίτημα πρέπει να υποβάλλεται και να διαβιβάζεται μέσω των δικαστικών αρχών και υπό την προϋπόθεση ότι το αίτημα ή η διεκπεραίωσή του δεν συνεπάγεται την επιβολή περιοριστικών μέτρων από το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, κυρίως μέσω:
1.Του προσδιορισμού της ταυτότητας κατόχων και χειριστών οχημάτων
2.Του προσδιορισμού του τόπου κατοικίας ή/και της παρούσας διεύθυνσης
3.Του ελέγχου των αδειών διαμονής
4.Του ελέγχου των απαιτούμενων για τη διέλευση των συνόρων εγγράφων, των εγγράφων ταυτότητας, των αδειών οδήγησης, των αδειών κυκλοφορίας, των εγγράφων μεταφοράς και των πράξεων που αφορούν στο νομικό καθεστώς
5.Της επιβεβαίωσης της ταυτότητας συνδρομητών τηλεφωνίας, καθώς και συνδρομητών άλλων υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι προσβάσιμες στο κοινό·
6.Της εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπων·
7.Της παροχής δεδομένων από τις βάσεις δεδομένων της αστυνομίας, καθώς και πληροφοριών από τα υπηρεσιακά αρχεία στα οποία υπάρχει δημόσια πρόσβαση·
8.Της παροχής πληροφοριών για ναρκωτικά, όπλα και εκρηκτικά, οχήματα, αρχαιότητες, συμπεριλαμβανοαένων των αιτημάτων για τον εντοπισμό των δικτύων πώλησης, καθώς και πληροφοριών σχετικά με την απάτη στα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής και την παραχάραξη χαρτονομισμάτων και άλλων αξιόγραφων
9.Της παροχής πληροφοριών σχετικά με την πρακτική εφαρμογή μέτρων τα οποία αφορούν τη διασυνοριακή παρακολούθηση, τη διασυνοριακή καταδίωξη και τις ελεγχόμενες παραδόσεις
10.Της σύγκρισης ιχνών τα οποία σχετίζονται με διαπραχθείσες αξιόποινες πράξεις·
11.Του συντονισμού των πρώτων μέτρων καταδίωξης και της λήψης των σχετικών αποφάσεων
12.Της παροχής πληροφοριών σχετικά με την παράνομη μετανάστευση και την εμπορία ανθρώπων.
(3)Εάν η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα δεν είναι αρμόδια για τη διεκπεραίωσή του, το διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα ενημερώνει την αιτούσα αρχή ότι έχει διαβιβάσει το αίτημα στην αρμόδια αρχή και η αρμόδια αρχή διεκπεραιώνει το αίτημα και διαβιβάζει το αποτέλεσμα στην αιτούσα αρχή.
<4) Τα αιτήματα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 διαβιβάζονται μέσω των κεντρικών αρχών των Μερών. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1, τα αιτήματα, με εξαίρεση αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο 2, μπορούν να υποβληθούν και να διεκπεραιωθούν απευθείας από τις αρμόδιες αρχές, εφόσον:
1.Η ανταλλαγή πληροφοριών αφορά αξιόποινες πράξεις διασυνοριακού χαρακτήρα που έχουν διαπραχθεί ή διερευνώνται στις παραμεθόριες περιοχές ή
2.Η απευθείας συνεργασία είναι απαραίτητη, εάν έχει συμφωνηθεί μεταξύ των κεντρικών αρχών των Μερών και επιβάλλεται από τις συνθήκες υπό τις οποίες διαπράχθηκε η πράξη ή από τις σχέσεις των προσώπων που εμπλέκονται σε αυτήν.

Μέρος ΙΙΙ
Ειδικές Μορφές Αστυνομικής Συνεργασίας

Άρθρο 5
Διασυνοριακή Παρακολούθηση
(1)Τα όργανα των αρχών ενός εκ των Μερών, τα οποία στο πλαίσιο δικαστικής έρευνας, και σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, παρακολουθούν στη επικράτεια τους πρόσωπο φερόμενο με αποχρώσεις ενδείξεις να έχει συμμετάσχει σε αξιόποινη πράξη που επισύρει έκδοση ή πρόσωπο το οποίο πιστεύεται ότι θα οδηγήσει στον προσδιορισμό ή τον εντοπισμό του προαναφερθέντος προσώπου, εξουσιοδοτούνται να συνεχίσουν την παρακολούθηση στο έδαφος του άλλοι
Μέρους, εάν το τελευταίο έχει συναινέσει στη διασυνοριακή παρακολούθηση βάσει αιτήματος δικαστικής συνδρομής το οποίο έχει υποβληθεί προηγουμένως.
(2)Το αίτημα συνδρομής, συνοδευόμενο από σχετική αιτιολόγηση, διατυπώνεται σε τυποποιημένο έντυπο που συμφωνείται από τις αρμόδιες αρχές και υποβάλλεται μέσω των κεντρικών αρχών.
(3)Το αίτημά συνδρομής υποβάλλεται στην Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Δημοκρατίας και στην Εισαγγελία του Ανώτατου Δικαστηρίου της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, Το αίτημα περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση. Η συναίνεση μπορεί να συνοδεύεται από προϋποθέσεις.
(4)Κατά τη διάρκεια της διασυνοριακής παρακολούθησης, τα όργανα ενός εκ των Μερών στα οποία έχει χορηγηθεί συναίνεση να διεξαγάγουν την παρακολούθηση στο έδαφος του άλλου Μέρους, δύνανται να διέρχονται τα κοινά σύνορα στα σημεία συνοριακής διέλευσης πέραν των ωρών λειτουργίας των εν λόγω σημείων. Εάν κριθεί αναγκαίο, δύνανται επίσης να διέρχονται τα σύνορα από οποιοδήποτε άλλο σημείο.
(5)Κατόπιν αιτήματος, η παρακολούθηση δύναται να ανατεθεί σε όργανα των αρχών του Μέρους στο έδαφος του οποίου διεξάγεται αυτή.
(6)Υπό την επιφύλαξη των προηγούμενων παραγράφων, όταν, για λόγους ιδιαιτέρως επείγοντες, δεν μπορεί να ζητηθεί η προηγούμενη συναίνεση του άλλου Μέρους, τα όργανα ενός εκ των Μερών δύνανται νά διεξάγουν χωρίς συναίνεση επείγουσα διασυνοριακή παρακολούθηση σε σχέση με κάποια από τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 40, παράγραφος 7, της Σύμβασης Σένγκεν, τη συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στην Κοινή Δράση 98/733/ΔΕΥ της 21ης Δεκεμβρίου 1998, που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή αξιόποινος τρομοκρατικές πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στην Απόφαση-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
(7)Σε περίπτωση επείγουσας διασυνοριακής παρακολούθησης προσώπου που τεκμαίρεται ότι έχει τελέσει τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, πρέπει να πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:
1.Η διέλευση των συνόρων κατά την παρακολούθηση πρέπει να ανακοινώνεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στην Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Δημοκρατίας και στην Εισαγγελία του Ανώτατου Δικαστηρίου της
Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, καθώς και στις αναφερόμενες στον σχετικό κατάλογο αρμόδιες αρχές του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16, παράγραφος 3, της παρούσας Συμφωνίας.
2.Κατατίθεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αίτημα δικαστικής συνδρομής, το οποίο έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 και εκθέτει τους λόγους που αιτιολογούν τη διέλευση των συνόρων χωρίς προηγούμενη συναίνεση.
Η παρακολούθηση παύει ευθύς μόλις το ζητήσει το Μέρος στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται αυτή, σε συνέχεια της ανακοινώσεως που προβλέπεται στο στοιχείο 1 ή του αιτήματος που προβλέπεται στο στοιχείο 2 ή αν δεν έχει χορηγηθεί συναίνεση πέντε (5) ώρες μετά τη διέλευση τοον συνόρων.
(8)Η παρακολούθηση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και ό ασκείται μόνο υπό τις ακόλουθες γενικές προϋποθέσεις:
1.Τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση πρέπει να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και με τη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενεργούν. Πρέπει ακόμη να υπακούουν στις εντολές των αρμόδιων αρχών του Μέρους στο έδαφος τόυ οποίου διενεργείται η παρακολούθηση.
2.Mε την επιφύλαξη των περιπτώσεων της παραγράφου 6, τα όργανα είναι εφοδιασμένα κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης με έγγραφο το οποίο πιστοποιεί ότι χορηγήθηκε συναίνεση.
3.Τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι σε θέση να αποδείξουν την υπηρεσιακή τους ιδιότητα. Οι αρχές του Μέρους ενημερώνουν η μία την άλλη σχετικά με τον τύπο των σχετικών εγγράφων.
4.Τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση μπορούν κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης να φέρουν το υπηρεσιακό τους όπλο, εκτός ρητής αντίθετης απόφασης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 3 αρχής προς την οποία απευθύνεται to αίτημα. Η χρήση όπλων επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις νόμιμης άμυνας σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.
5.Η είσοδος σε κατοικίες και σε χώρους μη επιτρεπόμενους στο κοινό απαγορεύεται,
6.Εάν, για τη διεξαγωγή της διασυνοριακής παρακολούθησης, απαιτείται η χρήση τεχνικών μέσων, αυτή είναι δυνατή μόνον εφόσον επιτρέπεται από τη νομοθεσία του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Τα τεχνικά μέσα που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να αναφέρονται στο προβλεπόμενο στην παράγραφο 3 υποβαλλόμενο αίτημα.
7.Τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση δεν μπορούν να προβαίνουν ούτε σε σύλληψη ούτε σε ανάκριση του υπό παρακολούθηση προσώπου.
8; Για κάθε επιχείρηση γίνεται αναφορά στις αρχές του Μέρους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιήθηκε η παρακολούθηση. Μπορεί να ζητηθεί από τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση να εκθέσουν αυτοπροσώπως τις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η παρακολούθηση.
9.Οι αρχές του Μέρους από το οποίο προέρχονται τα όργανα που διενεργούν την παρακολούθηση συνδράμουν, κατόπιν αιτήματος των αρχών του Μέρους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιήθηκε η παρακολούθηση, στην έρευνα που ακολουθεί την παρακολούθηση στην οποία έλαβαν μέρος, συμπεριλαμβανομένων και TIIC δικαστικών διαδικασιών.

Άρθρο 6
Διασυνοριακή Καταδίωξη
(1) Τα όργανα των αρχών ενός εκ των Μερών που καταδιώκουν στη χώρα τους πρόσωπο, που καταλήφθηκε να διαπράττει επ’ αυτοφώρω ή να συμμετέχει σε αξιόποινη, πράξη για την οποία χωρεί έκδοση Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης εξουσιοδοτούνται να συνεχίσουν την καταδίωξη, στο έδαφος του άλλου Μέρους χωρίς προηγούμενη συναίνεση του τελευταίου, όταν οι αρμόδιες αρχές του άλλου Μέρους, λά/ω του κατεπείγοντος χαρακτήρα της υπόθεσης, είτε δεν μπόρεσαν εκ των προτέρων να ειδοποιηθούν σχετικά με την είσοδο στο έδαφος τους με ένα από τα μέσα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 είτε δεν μπόρεσαν να μεταβούν εγκαίρως επιτόπου για να αναλάβουν την καταδίωξη. Το ίδιο ισχύει όταν το καταδιωκόμενο πρόσωπο, που τελεί υπό προσωρινή κράτηση ή εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας, αποδράσει.
(2)Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 ειδοποίηση των αρμόδιων αρχών του άλλου Μέρους πραγματοποιείται με ασφαλή τρόπο, χρησιμοποιώντας ένα από τα ακόλουθα μέσα:
1.Συνδέσεις τηλεφώνου, ασυρμάτου και τέλεξ, καθώς και άλλους απευθείας διαύλους επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται στις παραμεθόριες περιοχές
2.Αστυνομικούς Συνδέσμους εφοδιασμένους με κατάλληλο ραδιοεξοπλισμό·
3.Κοινούς διαύλους επικοινωνίας για τις Αστυνομικές Υπηρεσίες που δρουν στις περιοχές αυτές
4.Τυποποιημένα και συμβατά συστήματα επικοινωνίας.
(3) Το αργότερο μέχρι τη στιγμή διελεύσεως των συνόρων, τα διωκτικά όργανα επικοινωνούν με τις αρμόδιες αρχές του Μέρου^ στο έδαφος του οποίου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η διασυνοριακή καταδίωξη. Η διασυνοριακή καταδίωξη παύει μόλις το ζητήσει το Μέρος στο έδαφος του οποίου λαμβάνει χώρα αυτή..
(4)Κατόπιν αιτήματος των οργάνων καταδίωξης» οι κατά τόπον αρμόδιες αρχές προβαίνουν στην προσαγωγή του καταδιωκόμενου προσώπου προκειμένου να εξακριβώσουν την ταυτότητά του ή να προβούν στην σύλληψή τσυ, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου λαμβάνει χώρα η καταδίωξη.
(5) Εάν δεν υποβληθεί αίτημα διακοπής της διασυνοριακής καταδίωξης και οι κατά τόπον αρμόδιες αρχές αδυνατούν να παρέμβουν εγκαίρως, τα καταδιωκτικά όργανα μπορούν να προβούν στην κράτηση του καταδιωκόμενου προσώπου μέχρις ότου τα όργανα του Μέρους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται η καταδίωξη, τα οποία πρέπει να ειδοποιηθούν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, μπορέσουν να εξακριβώσουν την ταυτότητά του ή να προβούν στη σύλληψή του.
(6) Το πρόσωπο το οποίο, σε συνέχεια της προβλεπόμενης στην παράγραφο 5 δράσεως, έχει συλληφθεί από τις αρμόδιες κατά τόπον αρχές, μπορεί ανεξαρτήτως της ιθαγενείας του να κρατηθεί για προανάκριση. Οι αντίστοιχοι κανόνες της εθνικής νομοθεσίας εφαρμόζονται κατ’ αναλογία Αν το πρόσωπο αυτό δεν έχει την ιθαγένεια του Μέρους στο έδαφος του οποίου έχει συλληφθεί, αφήνεται ελεύθερο το αργότερο έξι ώρες μετά τη σύλληψή του, χωρίς να υπολογίζονται οι ώρες μεταξύ μεσονυκτίου και ενάτης πρωινής, εκτός και αν οι αρμόδιες κατά τόπον αρχές λάβουν προηγουμένως αίτημα προσωρινής κράτησης με σκοπό την εκτέλεση Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης.
(7)Τα διωκτικά όργανα πρέπει να συμμορφώνονται με τις διατάξεις ταυ παρόντος άρθρου και με τη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενεργούν. Πρέπει ακόμη να υπακούουν στις εντολές των αρμόδιων αρχών του Μέρους στο έδαφος του οποίου διενεργείται η καταδίωξη.
(8)Η διασυνοριακή καταδίωξη λαμβάνει χώρα αποκλειστικώς μέσω των χερσαίων συνόρων.
(9)Η είσοδος σε κατοικίες και σε χώρους μη επιτρεπόμενους στο κοινό απαγορεύεται.
(10) Τα διωκτικά όργανα αναγνωρίζονται ευχερώς είτε από τη στολή τους, είτε από περιβραχιόνιο, είτε από πρόσθετες ενδείξεις επί του οχήματος τους. Η πολιτική περιβολή με τη χρήση συμβατικού οχήματος χωρίς τις προαναφερόμενες διακρίσεις δεν επιτρέπεται. Τα ως άνω όργανα πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι σε θέση να αποδείξουν την υπηρεσιακή τους ιδιότητα.
(11)Τα διωκτικά όργανα μπορούν να φέρουν το υπηρεσιακό τους όπλο. Η χρήση του επιτρέπεται μόνόν σε περίπτωση νόμιμης άμυνας, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου λαμβάνει χώρα η διασυνοριακή καταδίωξη..
(12)Μόλις το καταδιωκόμενο πρόσωπο τεθεί υπό κράτηση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5, μπορεί να υποβληθεί μόνο σε έρευνα ασφαλείας, προκειμένου να οδηγηθεί ενώπιον των αρμόδιων αρχών. Κατά τή μεταγωγή του, μπορούν να χρησιμοποιηθούν χειροπέδες και να κατασχεθούν τα αντικείμενα που βρίσκονται στην κατοχή του.
(13)Τα διωκτικά όργανα εμφανίζονται ενώπιον των αρμόδιων αρχών του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενήργησαν και προβαίνουν σε αναφορά σχετικά με τα γεγονότα και τις συνθήκες της υπόθεσης. Κατόπιν αιτήματος των αρχών αυτών, παραμένουν στη διάθεσή τους μέχρι την πλήρη διευκρίνιση των περιστάσεων δράσης τους. Η ίδια προϋπόθεση ισχύει ακόμη και όταν η διασυνοριακή καταδίωξη δεν οδήγησε στη σύλληψη του καταδικασμένου προσώπου.
(14)Οι αρχές του Μέρους από το οποίο προέρχονται τα διωκτικά όργανα συνδράμουν, κατόπιν αιτήματος των αρχών του Μέρους στο έδαφος του οποίου έλαβε χώρα η διασυνοριακή καταδίωξη, στην έρευνα πόυ ακολουθεί την επιχείρηση στην οποία συμμετείχαν, συμπεριλαμβανομένων και της δικαστικών διαδικασιών.

Άρθρο 7
Κοινές Επιχειρήσεις
(1)Οι αρχές των Μερών μπορούν, κατά την τήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, να οργανώνουν κοινές περιπολίας και άλλες κοινές επιχειρήσεις κατά τις οποίες τα όργανα των αρχών καθενός εκ των δύο Μερών επιχειρούν στην επικράτεια του άλλου Μέρους.
(2)Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κάθε Μέρος μπορεί, ως Μέρος υποδοχής, σύμφωνα μέ την εθνική του νομοθεσία και με τη συγκατάθεση του απόστέλλοντος Μέρους, να αναθέτει εκτελεστικές «ξουσίες σε όργανα του αποστέλλοντος Μέρους που συμμετέχουν σε κοινές επιχειρήσεις. Αυτές οι εκτελεστικές εξουσίες μπορούν να ασκούνται μόνο υπό την καθοδήγηση και, κατά κανόνα, παρουσία οργάνων τσυ Μέρους υποδοχής. Τα όργανα του αποστέλλοντος Μέρους υπόκεινται στην εθνική νομοθεσία του Μέρους υποδοχής. Το Μέρος υποδοχής αναλαμβάνει, στις περιπτώσεις αυτές, την ευθύνη για τις πράξεις τους.

Μέρος IV .
Ειδικές Μορφές Αστυνομικής Συνεργασίας για Λόγους Πρόληψης

Άρθρο 8
Ανταλλαγή Πληροφοριών για την Πρόληψη Απειλών κατά της Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας
Οι αρμοδίως αρχές των Μερών δύνανται να ανταλλάσσουν αυθόρμητα πληροφορίες και στοιχεία σε αμοιβαία βάση και χωρίς σχετικό αίτημα, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, εάν από τις περιστάσεις προκύπτουν εύλογες υπόνοιες ότι οι εν λόγω πληροφορίες και στοιχεία θα μπορούσαν να αποτρέψουν συγκεκριμένες απειλές κατά της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

Άρθρο 9
Συνδρομή σε Σχέση με Μαζικές Συγκεντρώσεις, Καταστροφές και Σοβαρά Ατυχήματα
Οι αρμόδιες αρχές των Μερών παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, σε περίπτωση μαζικών συγκεντρώσεων και ανάλογων σημαντικών γεγονότων και σοβαρών ατυχημάτων, με σκοπό την πρόληψη αξιόποινων πράξεων και την τήρηση της δημόσιας τάξης, ως εξής:
1.Με την αμοιβαία κοινοποίηση, το συντομότερο δυνατόν, των καταστάσεων αυτών όταν έχουν διασυνοριακό αντίκτυπο και την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών
2.Με τη λήψη και το συντονισμό των αναγκαίων μέτρων αστυνόμευσης στο έδαφος τους όταν πρόκειται για καταστάσεις με διασυνοριακό αντίκτυπο
3.Με την αποστολή, στο μέτρο του δυνατού, οργάνων, εμπειρογνωμόνων και συμβούλων και με την παροχή εξοπλισμού, κατ’ αίτηση του Μέρους στο έδαφος του οποίου έχει προκύψει η κατάσταση.

Μέρος V
Γενικές Διατάξεις σχετικά με τη Συνεργασία

Άρθρο 10
Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
(1) Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να συλλέγονται από τις αρμόδιες αρχές μόνο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς στα πλαίσια των καθηκόντων τους και να υφίστανται επεξεργασία μόνο για το σκοπό για τον οποίο συλλέχθηκαν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία των Μερών. Η επεξεργασία των δεδομένων πρέπει να είναι νόμιμη και κατάλληλη, συναφής προς το θέμα και όχι υπερβολική σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν.
(2) Η περαιτέρω επεξεργασία για άλλον σκοπό επιτρέπεται εφόσον:
(α) Η επεξεργασία αυτή δεν είναι ασύμβατη προς το σκοπό για τον οποίο έχουν συλλεγεί τα δεδομένα· (β) Οι αρμόδιες αρχές είναι εξουσιοδοτημένες να επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν για αυτόν τον άλλο σκοπό και
(γ) Η εν λόγω επεξεργασία είναι απαραίτητη και ανάλογη προς το σκοπό αυτό.
Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να επεξεργασθούν περαιτέρω τα διαβιβασθέντα προσωπικά δεδομένα για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι τα Μέρη προβλέπουν τις αναγκαίες διασφαλίσεις, όπως, π.χ., την ανωνυμοποίηση των δεδομένων.
(3)Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διορθώνονται εφόσον είναι ανακριβή και, εφόσον υπάρχει δυνατότητα και ανάγκη, συμπληρώνονται και επικαιροποιούνται αναλόγφς.
(4)Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται ή ανωνυμοποιούνται όταν δεν απαιτούνται πλέον για τους σκοπούς για τους οποίους έγινε η σύννομη συλλογή τους ή η σύννομη περαιτέρω επεξεργασία τους.
Η αρχειοθέτηση αυτών των δεδομένων σε ξεχωριστή συλλογή δεδομένων για ενδεδειγμένη περίοδο βάσει της εθνικής νομοθεσίας δεν θίγεται από την παρούσα διάταξη.
(5)Εάν συντρέχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι η διαγραφή τους θα μπορούσε να παραβλάψει τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν διαγράφονται αλλά απλώς «κλειδώνονται». Τα «κλειδωμένα» δεδομένα υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο για το σκοπό για τον οποίο παρεμποδίσθηκε η διαγραφή τους.
(6)Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιέχονται σε δικαστική απόφαση ή ποινικό μητρώο σχετικό με την έκδοση δικαστικής απόφασης, η διόρθωση, η διαγραφή ή το κλείδωμα πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες.
(7)Κατόπιν αιτήματος της διαβιβάζουσας αρμόδιας αρχής, η παραλήπτρια αρμόδια αρχή μπορεί να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων και το αποτέλεσμα αυτής.
(8)Η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να προβλεφθεί όπ τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή, ελλιπή ή δεν είναι πλέον ενημερωμένα δεν διαβιβάζονται ή διατίθενται. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι έχουν παρασχεθεί ανακριβή δεδομένα, ή ότι τα δεδομένα παρασχέθηκαν παρανόμως, πρέπει να ενημερώνεται πάραυτα η
διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή προκειμένου να προβεί στη διόρθωση, τη διαγραφή ή το κλείδωμα των εν λόγω δεδομένων, σύμφωνα με τις παραγράφους 3,4 ή 5.
(9) Η παραλήπτρια αρμόδια αρχή έχει την υποχρέωση να προστατεύει αποτελεσματικά τα παρασχεθέντα δεδομένα από απαγορευμένη πρόσβαση, τροποποιήσεις ή διακίνησή τους.
(10)Κάθε πράξη παροχής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καταχωρίζεται ή τεκμηριώνεται,
(11)Τα δεδομένα μπορούν επίσης να παρέχονται σε τρίτο Μέρος μόνον εφόσον υπάρχει γραπτή συγκατάθεση της διαβιβάζουσας αρμόδιας αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής της νομοθεσίας.
(12)Κατά τη διαβίβαση ή τη διάθεση των δεδομένων, η διαβιβάζουσα αρχή μπορεί να ορίσει, στο πλαίσιο της εθνικής της νομοθεσίας και σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τις προθεσμίες για τη φύλαξη των δεδομένων, μετά την παρέλευση των οποίων ο παραλήπτης τους οφείλει να τα διαγράψει ή να τα κλειδώσει, ή να ελέγξει εάν εξακολουθούν να χρειάζονται. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει αν, κατά το χρόνο παρέλευσης αυτών των προθεσμιών, τα δεδομένα ζητούνται για τρέχουσα έρευνα, δίωξη αξιόποινων πράξεων ή επιβολή ποινικών κυρώσεων.
(13)Σε περίπτωση πού η διαβιβάζουσα αρχή παρέλειψε να ορίσει προθεσμία σύμφωνα με την παράγραφο 12, ισχύουν οι προθεσμίες για τη φύλαξη των δεδομένων οι οποίες προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία του παραλαμβάνοντος Μέρους.

Άρθρο 11
Νομικό Καθεστώς των Οργάνων
(I) Τα όργανα του ενός Μέρους που ενεργούν στο έδαφος του άλλου Μέρους ως αποτέλεσμα της συνεργασίας δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας δεν έχουν αρμοδιότητα άσκησης κρατικών καθηκόντων, πέραν των προβλεπομένων στην παρούσα Συμφωνία. Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στις οποίες συμμετέχουν, πρέπει να συμμορφώνονται προς την εθνική νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενεργούν.
(2)Τα όργανα του ενός Μέρους που ενεργούν στο έδαφος του άλλου Μέρους ως αποτέλεσμα της συνεργασίας δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας μπορούν να φέρουν υπηρεσιακή στολή, καθώς επίσης όπλα και βοηθητικές συσκευές που δεν απαγορεύονται από τη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενεργούν. Τα υπηρεσιακά όπλα και οι βοηθητικές συσκευές μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο σε περιπτώσεις νόμιμης άμυνας, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος του οποίου ενεργούν τα όργανα. Οι αρχές των Μερών ενημερώνονται αμοιβαία σχετικά με τον τύπο και τον αριθμό των υπηρεσιακών όπλων και των βοηθητικών συσκευών που χρησιμοποιούνται σε κάθε επιχείρηση δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας.
(3)Τα όργανα του ενός Μέρους που χρησιμοποιούν μηχανοκίνητα οχήματα στο έδαφος του άλλου Μέρους κατά τη διάρκεια επιχείρησης η οποία πραγματοποιείται δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας υπόκεινται στους αυτούς κανόνες οδικής κυκλοφορίας με τα όργανα του Μέρους στο έδαφος του οποίου λαμβάνει χώρα η επιχείρηση. Ομοίως ισχύει για το δικαίωμα προτεραιότητας και τυχόν ειδικά προνόμια. Τα Μέρη ενημερώνονται αμοιβαία για τις ισχύουσες σε αυτόν τον τομέα διατάξεις.

Άρθρο 12
Ποινική Ευθύνη
Τα όργανα που δρουν στο έδαφος του άλλου Μέρους δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας έχουν την ίδια μεταχείριση με τα όργανα του Μέρους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται η επιχείρηση όσον αφορά αξιόποινες πράξεις τις οποίες τυχόν διαπράττουν ή υφίστανται, εκτός εάν προβλέπεται άλλως σε άλλη συμφωνία η οποία είναι δεσμευτική για τα ενδιαφερόμενο Μέρη.

Άρθρο 13
Αστική Ευθύνη
(1)Οταν τα όργανα τού ενός Λάβρους δρουν στο έδαφος του άλλου Μέρους, δυνάμει των άρθρων 5, 6 και 7, το Μέρος στο οποίο υπάγονται, ευθύνεται για οποιοδήποτε ζημία την οποία προκαλούν κατά τις επιχειρήσεις τους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Μέρους στο έδαφος τσυ οποίου δρουν,
(2) Το Μέρος στο έδαφος του οποίου συνέβη η ζημία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επανορθώνει τη ζημία αυτή υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες τις οποίες προκαλούν τα δικά του όργανα.
(3)Στην περίπτωση της παραγράφου I, το Μέρος του οποίου τα όργανα προκάλεσαν ζημία σε οποιονδήποτε στο έδαφος του άλλου Μέρους αποζημιώνει πλήρως το εν λόγω Μέρος για τα ποσά τα οποία κατέβαλε στους παθόντες ή στους εξ αυτών έλκοντες δικαιώματα.
(4)Οταν τα όργανα του ενός Μέρους δρουν στο έδαφος του άλλου Μέρους δυνάμει του άρθρου 9, το τελευταίο ευθύνεται, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, για οποιοδήποτε ζημία την οποία προκαλούν κατά τις επιχειρήσεις τους.
(5)Όταν η ζημία που αναφέρεται στην παράγραφο 4 οφείλεται σε βαριά αμέλεια ή δόλο, το Μέρος υποδοχής μπορεί νά απευθυνθεί στο αποστέλλον Μέρος προκειμένου να του επιστραφούντα ποσά που κατέβαλε στους παθόντες ή στους εξ αυτών έλκοντες δικαιώματα.
(6)Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων τους έναντι τρίτων και εξαιρούμενης της παραγράφου 3 του παρόντος, τα Μέρη παραιτούνται της δυνατότητας να ζητήσουν αποζημίωση από το άλλο Μέρος για ζημία την οποία έχουν υποστεί, στην περίπτωση της παραγράφου 1,

Άρθρο 14
Παροχή Συνδρομής κατά τη διάρκεια των Επιχειρήσεων
(1)Κάθε Μέοος παρέχει στα όργανα των αρχών του άλλου Μέρους, κατά την πραγματοποίηση των επιχειρήσεων στις οποίες συμμετέχουν σύμφωνα με την παρούσα Συμφωνία, την ίδιά συνδρομή και προστασία που παρέχει στα δικά του όργανα.
(2)Όσον αφορά πειθαρχικά θέματα, τα όργανα υπόκεινται: στην εθνική τους νομοθεσία.

Άρθρο 15
Άρνηση Παροχής Συνδρομής
Εάν Οι αρχές ενός Μέρους θεωρούν ότι η διεκπεραίωση ενός αιτήματος, η εκτέλεση ή η καθυστέρηση ενός μέτρου βάσει της παρούσας Συμφωνίας επηρεάζει ή θέτει σε κίνδυνο τα κυριαρχικά δικαιώματα, την εθνική ασφάλεια ή άλλα θεμελιώδη συμφέροντα του, ή παραβιάζει την εσωτερική έννομη τάξη του Μέρους αυτού,
δύνανται να αρνηθούν, εν μέρει ή πλήρως, τη συνεργασία ή να θέσουν όρους σχετικά
με αυτήν.

Μέρος VI
Τελικές Διατάξεις

Άρθρο 16
Διατάξεις σχετικά με την Εφαρμογή της Συμφωνίας
(1)Κατόπιν αιτήματος ενός εκ των Μερών, κοινή ομάδα εργασίας αποτελούμενη από τους εκπροσώπους των Μερών ελέγχει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας,
(2)Βάσει της παρούσας Συμφωνίας, στο πλαίσιο αυτής και με σκοπό αυστηρά την εφαρμογή της, είναι δυνατή η θέσπιση πρωτοκόλλων ή άλλου εγγράφων.
(3)Οι κεντρικές αρχές διαβιβάζουν κατάλογο με τις αρμόδιες κεντρικές και περιφερειακές αρχές και τις αρμοδιότητες τους σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, καθώς και τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας. Ο κατάλογος επικαιροποιείται εγκαίρως σε περίπτωση αλλαγής των τίτλων, των αρμοδιοτήτων και των στοιχείων επικοινωνίας των αρχών των Μερών.

Άρθρο 17
Γλώσσες
(1)Στο πλαίσιό τής εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας, οι αρχές των Μερών χρησιμοποιούν την Ελληνική, τη Βουλγαρική και την Αγγλική γλώσσα.
(2)Τα αιτήματα που αποστέλλονται δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας συντάσσονται στη γλώσσα του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Στην περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, συντάσσονται στην Αγγλική γλώσσα.

Άρθρο 18
Δαπάνες
Κάθε Μέρος αναλαμβάνει τις δαπάνες που απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, εκτός από ειδικές περιπτώσεις στις οποίες τα Μέρη συμφωνούν κάτι διαφορετικό.

Άρθρο 19
Σχέση με Άλλες Διεθνείς Συμφωνίες
Η παρούσα Συμφωνία δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Μερών που απορρέουν από άλλες διεθνείς συμφωνίες στις οποίες είναι Μέρη. Ειδικότερα, η υποχρέωση ενημέρωσης της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με τη διαδικασία που χρησιμοποιείται στη διεθνή αστυνομική συνεργασία δεν επηρεάζεται από τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.

Άρθρο 20
Έναρξη Ισχύος, Τροποποίηση και Καταγγελία
(1)Η παρούσα Συμφωνία συνάπτεται για αόριστο χρονικό διάστημα και θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία παραλαβής της τελευταίας ειδοποίησης με την οποία τα Μέρη ενημερώνονται αμοιβαία, μέσω της διπλωματικής οδού, σχετικά με την ολοκλήρωση των εσωτερικών νομικών διαδικασιών που απαιτούνται προκειμένου να τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία.
(2)Παρά τα όσα αναφέρονται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου σχετικά με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, η εφαρμογή των άρθρων 5 και 6 θά καταστεί δυνατή μόνο μετά την ημερομηνία που θα οριστεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα στο πλαίσιο της απόφασής του σχετικά με την πλήρη εφαρμογή του κεκτημένσυ Σένγκεν στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας.
(3)Οποιοδήποτε τροποποίηση ή συμπλήρωση της παρούσας Συμφωνίας τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο I του παρόντος.
(4)Η παρούσα Συμφωνία δύναται να καταγγελθεί οποτεδήποτε από οποιοδήποτε Μέρος με γραπτή ειδοποίηση που θα διαβιβαστεί δια της διπλωματικής οδού. Η καταγγελία τίθεται σε ισχύ έξι (6) μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης από το άλλο Μέρος.
Υπεγράφη στη Σόφια, την 9η Ιουνίου 2010, σε δύο πρωτότυπα αντίτυπα, έκαστο στην Ελληνική, τη Βουλγαρική και την Αγγλική γλώσσα, με όλα τα κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά. Σε περίπτωση διαφορών στην ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας, θα υπερισχύει το Αγγλικό κείμενο.

(Ακολουθούν υπογραφές και το κείμενο της Συμφωνίας στην Αγγλική γλώσσα για τα οποία βλέπε στο οικείο ΦΕΚ)

Άρθρο δεύτερο
Πρωτόκολλα ή άλλα έγγραφα που υιοθετούνται κατά το άρθρο 16 παράγραφος 2 της κυρούμενης Συμφωνίας, εγκρίνονται με Κοινή Πράξη των αρμοδίων κατά περίπτωση Υπουργών.

Άρθρο τρίτο
Στην παρ. 21 του άρθρου ενάτου του Ν. 4057/2012 (Α’54) μετά το τελευταίο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, επιτυχόντες του γραπτού διαγωνισμού Α.Σ.Ε.Π. έτους 1998, που διενεργήθηκε σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 8/1997 προκήρυξη (ΦΕΚ τεύχος προκηρύξεων Α.Σ.Ε.Π. 45) και οι οποίοι διορίστηκαν κατόπιν της 1ΕΓ/2016 προκήρυξης (ΦΕΚ τεύχος προκηρύξεων Α.Σ.Ε.Π. 3, όπως διορθώθηκε με το ΦΕΚ τεύχος Προκηρύξεων Α.Σ.Ε.Π. 4), με βάση τους πίνακες διοριστέων Α.Σ.Ε.Π. (Γ’650/11.7.2016 και Γ’683/18.7.2016) και διατέθηκαν προς διορισμό με την υπ’ αριθμ. ΔΙΠΑΑΔ/Φ.Κ./73/ οικ.20325/27.7.2016 (Β’ 2357) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, είναι δυνατόν να ανακατανεμηθούν σε άλλη υπηρεσία ή εποπτευόμενο φορέα του ίδιου Υπουργείου με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κατόπιν αιτήματος του οικείου Υπουργείου.»

Άρθρο τέταρτο
Αποσπάσεις υπαλλήλων σε υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των κρατών-μελών αυτής ή άλλων χωρών
Το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 1104/1980 (Α’298), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του Ν. 3320/ 2005 (Α’48), αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται μέχρι δύο (2) έτη, με δυνατότητα παράτασης μέχρι τέσσερα (4) έτη ακόμη.»

Άρθρο πέμπτο
1.Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 25 του Π.δ. 319/1995 (Α’174), όπως προστέθηκαν με το άρθρο 4 παρ. 1 του Π.δ. 80/2011 (Α’196) και αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 1 του Π.δ. 108/2012 (Α’191), ισχύουν από την 25η Ιουλίου 2012 χωρίς να παρέχεται δικαίωμα αναδρομικών αποδοχών ή οποιωνδήποτε άλλων συνταξιοδοτικών ή αποκαταστατικών συνεπειών.
2.Στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 3 του άρθρου 25 του Π.δ. 319/1995 και της παρ. 3 του άρθρου 44 του Π.δ. 352/1995 (Α’ 187), όπως ισχύουν, υπάγονται αντίστοιχα και όσοι κατετάγησαν στη Σχολή Αξιωματικών και στη Σχολή Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας κατά τα ακαδημαϊκά έτη 2005 2006 έως και 2010 – 2011, χωρίς να παρέχεται δικαίωμα αναδρομικών αποδοχών ή οποιωνδήποτε άλλων συνταξιοδοτικών ή αποκαταστατικών συνεπειών. Οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται να υποβάλλουν σχετική αίτηση στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, παραπέμπονται ως ιδιώτες στις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές της Ελληνικής Αστυνομίας και επανακατατάσσονται στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, εφόσον κριθούν ικανοί για υπηρεσία γραφείου.
3.Οι διατάξεις του άρθρου 20 παρ. 5 του Ν. 4058/2012 (Α’63) καταργούνται.

Άρθρο έκτο
Η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 20 παράγραφοι 1 και 2 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Σεπτεμβρίου 2016