Νόμος 955 ΦΕΚ Α΄189/21.8.1979
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:

Άρθρον 1

1. Εις την περίπτωσιν αύ της παρ. 1 του άρθρου 1 του Α.Ν. 1854/1951 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” ως ετροποποιήθη διά του άρθρου 5 του Ν.Δ. 3768/1957 “περί τροποποιήσεως των “περί ορίου ηλικίας των πολιτικών υπαλλήλων διατάξεων και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων” προστίθεται πέμπτον εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
” Επί υπαλλήλων παντελώς τυφλών αρκεί δεκαπενταετής πλήρης πραγματική συντάξιμος υπηρεσία”.

2. Το τρίτον εδάφιον της περιπτ. στ’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του Α.Ν. 1854/1951 αντικαθίσταται ως ακολούθως : “Εν ουδεμία περιπτώσει δύνανται να θεωρηθούν ως προελθόντα εξ αιτίας της υπηρεσίας χρόνια νοσήματα, άτινα εξεδηλώθησαν εντός τριών ετών από του διορισμού του υπαλλήλου ως τακτικού, συνυπολογιζομένης και της ως συνταξίμου αναγνωριζομένης προϋπηρεσίας εις θέσιν εκτάκτου ή επί συμβάσει, εφ’ όσον αύτη είναι συνεχής και αμέσως προηγουμένη της του τακτικού”.

Άρθρον 2

1. Το δεύτερον εδάφιον της περιπτώσεως αύ της παραγράφου 1 των άρθρων 5 και 31 του Α.Ν. 1854/1951 αντικαθίσταται ως ακολούθως : “Η χήρα δικαιούται εις σύνταξιν, αν από του γάμου συμπληρωθή ενός έτους πραγματική συντάξιμος υπηρεσία του συζύγου της, ή αν ο γάμος ετελέσθη δύο τουλάχιστον πλήρη έτη προ του θανάτου τον συζύγου της. Εάν όμως εγεννήθη τέκνον, η χήρα δικαιούται εις σύνταξιν και μη συντρεχόντων των όρων τούτων”.

2. Ο επιζών σύζυγος θήλεος δημοσίου υπαλλήλου, ή γυναικός ανηκούσης εις το προσωπικόν του στρατεύματος και των προς αυτάς εξομοιουμένων ή των εκ τούτων συνταξιούχων, δικαιούται συντάξεως εκ του Δημοσίου Ταμείου υπό τους όρους και τας προϋποθέσεις της παρ. 1 των άρθρων 5 και 31 του Α.Ν. 1854/1951 και εφύόσον κατά τον χρόνον του θανάτου της συζύγου του ήτο άπορος και ανίκανος προς άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος, κατά ποσοστόν άνω του 65 ο/ο της τοιαύτης ανικανότητος αποδεικνυομένης διά γνωματεύσεως της Α.Σ.Υ. Επιτροπής. `Οπου εν τω Α.Ν. 1854/1951, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, αναγράφεται διά την απόκτησιν ή απώλειαν ή αναστολήν του δικαιώματος συντάξεως ή διά τον υπολογισμόν ταύτης η λέξις “χήρα”, εφεξής νοείται και ο εν τω προηγουμένω εδαφίω χήρος.

Άρθρον 3

1. Εις το τέλος της περιπτ. β` της παρ. 1 των άρθρων 5 και 31 του Α.Ν. 1854/1951, προστίθεται εδάφιον δεύτερον έχον ως ακολούθως :
“Τα φοιτώντα εις ανωτάτας ή ανωτέρας Σχολάς της ημεδαπής ή ισοτίμους τοιαύτας της αλλοδαπής άρρενα τέκνα, δικαιούνται συντάξεως μέχρι πέρατος των σπουδών των και πάντως ουχί πέραν της συμπληρώσεως του 25ου έτους της ηλικίας των, εφ’ όσον είναι άγαμα. Η κατά τα ανωτέρω σύνταξις, καταβάλλεται επί τη προσκομίσει κατ` έτος πιστοποιητικού φοιτήσεωςπροόδου εκδοθησομένου υπό της οικείας Σχολής, εξ ου να αποδεικνύεται η κανονική φοίτησις του σπουδαστού”.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται και επί των φοιτώντων τέκνων των εν γένει πολεμικών συνταξιούχων του Δημοσίου.

Άρθρον 4

1. Εις το άρθρον 3 του Ν.Δ. 149/1973 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινων του Α.Ν. 1854/1951 κλπ.” προστίθενται παράγραφοι 2 και 3 έχουσαι ως ακολούθως :
“2. Ο εν τη παρ. 1 περιορισμός δεν ισχύει προκειμένου περί τέκνων στρατιωτικών οι οποίοι εφονεύθησαν ή απέθανον εκ πολεμικών γεγονότων, λαβόντων χώραν κατά την εν τη ημεδαπή ή αλλοδαπή εκτέλεσιν της υπηρεσίας των, άτινα υιοθετήθησαν μετά τον θάνατον του πατρός των :
α) Εάν είναι θήλεα, εφύ όσον κατά τον χρόνον της υιοθεσίας των ήσαν άγαμα.
β) Εάν είναι αρρένα, εφύ όσον κατά τον χρόνον της υιοθεσίας ήσαν άγαμα και ανήλικα, εφαρμοζομένων, όσον αφορά την ενηλικίωσιν, της διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 53 του Α.Ν. 1854/1951. 3. Εάν τα κατά τα προηγούμενα άρθρα θετά τέκνα κατέστησαν ανίκανα προς άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος, δικαιούνται συντάξεως, ασχέτως ηλικίας, καθ` ην έλαβε χώραν η υιοθεσία των”.

2. Το άρθρον 5 του Ν.Δ. 149/1971, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 5.
1. Υπό τους όρους των προηγουμένων άρθρων δικαιούνται συντάξεως τα θετά και τα ανίκανα τέκνα των εν γένει πολεμικών συνταξιούχων του Δημοσίου. Η σύνταξις των ανικάνων τέκνων, συνίσταται εις το ήμισυ της συντάξεως ην δικαιούται κατά τας εκάστοτε ισχυούσας περί πολεμικών συντάξεως διατάξεις η οικογένεια εγγάμου φονευθέντος ή θανόντος εν πολέμω στρατιωτικού ή αποβιώσαντος αναπήρου πολέμου, εάν φέρουν ανικανότητα 50/100 και άνω, εις το σύνολον δε της συντάξεως ταύτης, εάν η ανικανότης αυτών είναι ανωτέρα των 8Ο/100. `Εαν τα τέκνα ταύτα ” “λλων δικαιούχων συντάξεως προσώπων δικαιούνται της υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένης προσαυξήσεως.
2. Η διάταξις του άρθρου 6 του Α.Ν. 2650/1940 “περί απονομής συντάξεως εις τους τραυματιζομένους στρατιωτικούς κλπ.”, ως συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, εξακολουθεί ισχύουσα”.

Άρθρον 5
Η παρ. 4 του άρθρου 11 του Α.Ν. 1854/1951, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“4. Κατ’ εξαίρεσιν θεωρείται ως συντάξιμος χρόνος πραγματικής υπηρεσίας, ο χρόνος πάσης αδείας κανονικής ή αναρρωτικής, ο χρόνος εκαιδευτικής αδείας μέχρι μιας τριετίας, ως και ο χρόνος της διαθεσιμότητος, εφ` όσον αύτη δεν οφείλεται εις αξιόποινον πράξιν ή πειθαρχικόν παράπτωμα, διύ α επηκολούθησεν οριστική αιτόλυσις εκ της υπηρεσίας”.

Άρθρον 6

1. Απασα η προγενεστέρα υπηρεσία δημοσίου υπαλλήλου, ως τακτικού ή εκτάκτου ή δοκίμου ή επί συμβάσει υπαλλήλου, εις Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) επί μηνιαίω μισθώ ή μηνιαία ή ημερησία αποζημιώσει, λογίζεται ως συντάξιμος εκ του Δημοσίου και προσμετρείται εις την λοιπήν συντάξιμον υπηρεσίαν αυτού.
Απασα η προγενεστέρα υπηρεσία υπαλλήλου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), ως τακτικού ή εκτάκτου ή δοκίμου ή επί συμβάσει υπαλλήλου εις το Δημόσιον, επί μηνιαίω μισθώ ή μηνιαία αποζημίωσει, λογίζεται ως συντάξιμος εκ του Ν.Π.Δ.Δ. ή του οικείου Ασφαλιστίκου Οργανισμού κυρίας ασφαλίσεως, όστις βαρύνεταί κατά νόμον με την συνταξιοδότησιν του υπαλλήλου και προσμετρείται εις την λοιπήν συντάξιμον υπηρεσίαν αυτού.

2. Αι εις την προηγουμένην παράγραφον υπηρεσίαι δεν δύνανται να λογισθούν ως συντάξιμοι προ της συμπληρώσεως πλήρους πενταετούς πραγματικής υπηρεσίας τακτικού υπαλλήλου εν τη τελευταία υπηρεσία, εκτός των περιπτώσεων θανάτου ή απολύσεως λόγω καταργήσεως θέσεως ή αναστολής των περί ισοβιότητος και μονιμότητος των υπαλλήλων συνταγματικών διατάξεων. Οπου η κειμένη συνταξιοδοτική νομοθεσία προβλέπει, διά την προσμέτρησιν προϋπηρεσίας εις το Δημόσιον ή Ν.Π.Δ.Δ., χρόνον υπηρεσίας τακτικού υπαλλήλου εν τη τελευταία υπηρεσία ελάσσονα της πενταετίας, αι ως άνω υπηρεσίαι δύνανται να λογισθούν ως συντάξιμοι άμα τη συμπληρώσει του ελάσσονος τούτου χρόνου.

3. Ωσαύτως, αι εις την προηγουμένην παράγραφον υπηρεσίαι δεν δύνανται να λογισθούν ως συντάξιμοι,εφύόσον παρεσχέθησαν ουχί κατά κύριον βιοποριστικόν επάγγελμα και κατά το πλήρες εν εκάστη περιπτώσει υπό του νόμου οριζόμενον ωράριον εργασίας.

4. Ειδικαί προϋποθέσεις και περιορισμοί, προβλεπόμενοι υπό της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του φέροντος το βάρος της συντάξεως Δημοσίου ή ΝΠΔΔ ή Ασφαλιστικού Οργανισμού κυρίας ασφαλίσεως και αναφερόμενοι εις την αναγνώρισιν προϋπηρεσιών εξακολουθούν ισχύοντες, εφύ όσον δεν τυγχάνουν αντίθετοι προς τας διατάξεις του παρόντος.

5. Η κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου αναγνωριζομένη ως συντάξιμος προϋπηρεσία βαρύνει το Δημόσιον μεν, εάν ο υπάλληλος εξήλθεν οριστικώς της ενεργού υπηρεσίας εκ θέσεως παρεχούσης δικαίωμα συντάξεως εκ του Δημοσίου, τον οικείον δε ασφαλιστικόν φορέα, εάν ο υπάλληλος εξήλθεν οριστικώς, της ενεργού υπηρεσίας, εκ θέσεως υπαλλήλου ΝΠΔΔ.

6. Διά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου εν τω όρω ΝΠΔΔ περιλαμβάνονται και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, εν δε τη εννοία του όρου “δημόσιος υπάλληλος” περιλαμβάνεται και ο στρατιωτικός.

7. Πάσα γενική ή ειδική διάταξις, αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος άρθρου καταργείται, διατηρουμένων των διατάξεων του Ν.Δ. 164/1973 “περί αναγνωρίσεως διαδοχικών προϋπηρεσιών δημοσίων υπαλλήλων και υπαλλήλων ΝΠΔΔ κλπ.”, καθύ ο μέρος αύται αφορούν την αναγνώρισιν προϋπηρεσιών υπαλλήλων ΝΠΔΔ εις έτερα ΝΠΔΔ και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 και της παρ. 4 του παρόντος άρθρου. Δικαιώματα συντάξεως αναγνωρισθέντα υπέρ των ήδη συνταξιούχων βάσει των καταργουμένων διατάξεων, δεν θίγονται. Υφιστάμεναι οικονομικαί εκρεμότητες εκ της εφαρμογής του Ν.Δ. 164/1973 είτε μεταξύ των ασφαλιστικών φορέων και του Δημοσίου, είτε μεταξύ τούτων και των εις τας διατάξεις Ν.Δ. 164/1973 και του παρόντος άρθρου υπαγομένων υπαλλήλων, καταργούνται, των μεν καταβληθέντων χρηματικών ποσών μη επιστρεφομένων, των δε οφειλομένων μη αναζητουμένων.

Άρθρον 7

1. Εις την περίπτωσιν β` της παρ. 1 του άρθρου 12 του Α.Ν. 1854/1951 ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, προστίθεται τρίτον εδάφιον έχον ως ακολούθως :
“Το αυτό ισχύει και επί μισθοδοτουμένων εξ ειδικών λογαριασμών των Υπουργείων ή εκτάκτων πόρων αυτών ή ειδικών πόρων των επί μέρους υπηρεσιών των Υπουργείων ή εκ πόρων ΝΠΔΔ ή τόκων εκ πόρων ΝΠΔΔ ή τόκων εκ κεφαλαίων αποζημιώσεων καταβληθεισών μέσω του Ελληνικού Δημοσίου υπό ξένων Κυβερνήσεων, εφύ όσον συντρέχουν σωρευτικώς αι εξής προϋποθέσεις : α) νομική διάταξις ή τουλάχιστον διοικητική πράξις προβλέπουσα την πρόσληψιν, β) πρόσληψις υπό του αρμοδίου κατά νόμον οργάνου και γ) απασχόλησις κατά το προσιδιάζον προς την φύσιν της Υπηρεσίας ωράριον”.

2. Εις την παρ. 1 του άρθρου 12 του Α.Ν. 1854/ 1951, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, προστίθενται περιπτώσεις λγύ_ μζ`, έχουσαι ως ακολούθως :
“λγ) Η προγενεστέρα υπηρεσία η παρασχεθείσα εν καιρώ πολέμου επί επιτάκτων εμπορικών πλοίων.
λδ) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις τας καταργηθείσας διά του Ν.Δ. 3422/1955 “περί ιδρύσεως Πολυτεχνικής Σχολής εις το Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης και καταργήσεως των Σχολών Υπομηχανικών” Σχολάς Υπομηχανικών.
λε) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις την Αγγλικήν Στρατιωτικήν Διοίκησιν Δωδεκανήσου, υπό τον όρον ότι οι εις αυτήν υπηρετούντες υπάλληλοι διετηρήθησαν εις τας θέσεις των και μετά την ενσωμάτωσιν.
λστ) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις Επιτροπάς Ελέγχου Τιμολογίων.
λζ) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις την Προνομιούχον Ανώνυμον Εταιρείαν Γενικών Αποθηκών Ελλάδος (Π.Α.Ε.Γ.Α.Ε. ).
λη ) Η προγενεστέρα, μέχρι δύο ετών, δικηγορική υπηρεσία των διύ απευθείας διορισμού διορισθέντων εις την Φορολογικήν Δικαιοσύνην δικαστών κατύ εφαρμογήν του Ν.Δ. 3845/1958 “περί κώδικος οργανισμού των φορολογικών δικαστηρίων”, εφύ όσον ούτοι εξέρχονται της Υπηρεσίας λόγω ορίου ηλικίας και δεν λαμβάνουν πλήρη σύνταξιν.
Αι διατάξεις της περ. γύ της παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν.Δ. 3768/1957 εφαρμόζονται παραλλήλως προς τας διατάξεις του παρόντος.
λθ) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις νοσοκομείον του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού αδελφών νοσοκόμων προσληφοεισών μέχρι τέλους του έτους 1960 εις Νοσηλευτικά Ιδρύματα Α.Ν. 965/1937 και Ν.Δ. 2592/1953.
μ) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις την Αγροτικήν Τράπεζαν της Ελλάδος των ασχολουμένων με την έκδοσιν παραχωρητηρίων, οίτινες μετά την έκδοσιν του Ν.Δ. 1189/1972 “περί εκδόσεως οριστικών τίτλων κυριότητος κλπ.” διωρίσθησαν εις το Υπουργείον Γεωργίας.
μα) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις τα σιδηροδρομικά δίκτυα των τέως ΣΠΑΠ και Θεσσαλίας.
μβ) Η προγενεστέρα μέχρι πέντε ετών ιατρική υπηρεσία των προ του Β.Δ. 665/1962 “περι της Υγειονομικής Περιθάλψεως των τακτικών δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων κλπ.”, διορισθέντων παρύ Υπουργείοις ιατρών εφύόσον,παραλλήλως προς τα λοιπά καθήκοντα αυτών, ήσκησαν και καθήκοντα ελεγκτού – ιατρού επί πενταετίαν συνεχώς και μέχρι της αποχωρήσεώς των.
μγ) Η προγενεστέρα υπηρεσία ως ιατρών και νοσοκόμων η παρασχεθείσα εις Νοσηλευτικά Ιδρύματα της Αιγύπτου συντηρούμενα υπό των Ελληνικών Κοινοτήτων ή κληροδοτημάτων και της Κύπρου κρατικά ή δημοτικά μέχρι της ανεξαρτησίας της. Η υπηρεσία αύτη λογίζεται συντάξιμος εφύ όσον παρεσχέθη κατά πλήρες ωράριον. Εάν διά την αυτήν υπηρεσίαν ελήφθη σύνταξις ή άλλον βοήθημα, ή αποζημίωσις αντί συντάξεως αύτη δεν υπολογίζεται ως συντάξιμος.
μδ) Η προγενεστέρα υπηρεσία ως κοινωνικών λειτουργών και επιμελητών ανηλίκων εις τα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Κοινωνικών Υπηρεσιών των ενταγέντων εις αντιστοίχους θέσεις, δυνάμει των Ν.Δ. 1375/ 1973 “περί συστάσεως και λειτουργίας Κοινωνικής Υπηρεσίας εις τας Φυλακάς κλπ.”, 272/1974 “περί συστάσεως τακτικών θέσεων Κοινωνικών Λειτουργών παρά τω Υπουργείω Κοινωνικών Υπηρεσιών” και Ν. 378/1976 “περί συστάσεως Κλάδου και τακτικών θέσεων Επιμελητών Ανηλίκων παρά Δικαστηρίοις Ανηλίκων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων”, οίτινες προ της κατά τ` ανωτέρω εντάξεώς των υπηρέτουν κατ` απόφασιν εις τας θέσεις ταύτας εκ του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας.
με) Η προγενεστέρα δικηγορική υπηρεσία των εκ Βορείου Ηπείρου Ελλήνων το γένος, η παρασχεθείσα παρά τοις Αλβανικοίς Δικαστηρίοις, προ του διορισμού των εις την Δημοσίαν Υπηρεσίαν.
Η διάρκεια της προϋπηρεσίας ταύτης εν αδυναμία εγγράφου αποδείξεως εξ επισήμων στοιχείων, προσδιορίζεται διά πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 4 του Α.Ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου”.
μστ) Η προγενεστέρα υπηρεσία του μονίμου προσωπικού της Ανωτέρας Κρατικής Σχολής Αδελφών Νοσοκόμων Θεσσαλονίκης, η διανυθείσα παρά τη Σχολή ταύτη, προ της διά του άρθρου 13 του Ν.Δ.781/1970 “περί συμπληρώσεως της κειμένης νομοθεσίας “περί της εκπαιδεύσεως και ασκήσεως επαγγέλματος αδελφής νοσοκόμου κλπ.” εξομοιώσεώς του προς τους δημοσίους υπαλλήλους. μζ) Η προγενεστέρα επί ποσοστοίς υπηρεσία, η παρασχεθείσα εις το Δημόσιον ή ΝΠΔΔ ή την Αγροφυλακήν κατά πλήρες ωράριον εργασίας και καθ` όλας τας εργασίμους ημέρας του μηνός”.

3. Η παρ. 4 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3768/1967 “περί τροποποιήσεως των “περί ορίου ηλικίας των πολιτικών υπαλλήλων διατάξεων και τροποποιή- σεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
4. Η προγενεστέρα υπηρεσία ως προσωρινών η εκτάκτων Καθηγητών, διδασκάλων, νηπιαγωγών και επιστατών σχολείων, ων αι αποδοχαί κατεβάλλοντο παρά των κοινοτήτων, των σχολικών εφοριών ή ταμείων ή εξ ειδικών κονδυλίων ή των Συλλόγων γονέων και κηδεμόνων”.

4. Η περ. β` της παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν.Δ. 3768/1957, αντικαθίσταται ως εξής: “β) Η προγενεστέρα υπηρεσία εις θέσιν αρχιφύλακος ή αγροφύλακος της Αγροτiκής Ασφαλείας”.

5. Η παρ. 2 του άρθρου 13 του Α.Ν. 1854/1951, ως τούτο ετροποποιήθη μεταγενεστέρως, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“2. Εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να προσμετρηθή κατά το προηγούμενον άρθρον χρόνος ανώτερος της δεκαετίας, εξαιρέσει : α) των περιπτώσεων α, β`, γ`, στ`, ζ`, ιβ`, ιε, μδ` και μστύ της παρ. 1, ως και των προϋπηρεσιών εις Νομικά Πρόχωπα Δημοσίου Δικαίου και την Αγροφυλακήν, ο εκ των οποίων χρόνος προσμετρείται απεριορίστως”.

6. Το τρίτον εδάφιον του άρθρου 17 του Ν.Δ. 3768/ 1957, αντικαθίσταται ως εξής :
” Ο χρόνος της κατά τα ανωτέρω υπηρεσίας θεωρείται ως πραγματική δημοσία υπηρεσία διά πάσαν περίπτωσιν και ως συντάξιμος τοιούτος, τηρουμένων των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 11 του Α.Ν. 1854/1951.

7. Εις την παρ. 1 του άρθρου 37 Α.Ν. 1854/1951, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, προστίθεται περίπτ. ιδ`, έχουσα ως ακολούθως : “ιδ) Η προγενεστέρα υπηρεσία η παρασχεθείσα εν καιρώ πολέμου επί επιτάκτων εμπορικών πλοίων”.

Άρθρον 8

1. Λογίζεται ηυξημένος εις το διπλάσιον ο χρόνος της πραγματικής υπηρεσίας των μονίμων ή ισοβίων ή των περί ων το άρθρον 12 παρ. 1 περ. β` του Α.Ν. 1854/1951 εκτάκτων, αναπληρωτών και δοκίμων πολιτικών υπαλλήλων ο διανυθείς:
α) Εν Ηπείρω και Νήσοις από 5 Οκτωβρίου 1912 μέχρι 1 Δεκεμβρίου 1913. β) Εν Δυτική Θράκη από 2 Μαίου 1920 μέχρι τέλους 1922. γ) Εν Ανατολική Θράκη από 8 Ιουλίου 1920 μέχρι τέλους 1922. δ) Εν Μικρά Ασία από 2 Μαίου 1919 μέχρι τέλους 1922. ε) Εν Μακεδονία από 5 Οκτωβρίου 1912 μέχρι 1 Δεκεμβρίου 1913 και από 1 Σεπτεμβρίου 1916 μέχρι τέλους 1922.

2. Ωσαύτως υπολογίζεται διπλάσιος ο μέχρι της 31 Οκτωβρίου 1950 διανυθείς εν Μακεδονία, Δυτική Θράκη και Ηπείρω χρόνος υπό των εν τη προηγουμένη παραγράφω πολιτικών υπαλλήλων και των στρατιωτικών εν γένει, υπό τας προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4 της από 25 Φεβρουαρίου 1926 Συντακτικής Αποφάσεως “περί υποχρεωτικής υπηρεσίας εν Μακεδονία κλπ.” και μη συμπίπτων προς τας εις τας προηγουμένας περιπτώσεις αναφερομένας χρονικάς περιόδους ή προς πολεμικήν περίοδον προκειμένου περί των στρατιωτικών.

3. Εάν ο, κατά την προηγουμένην παράγραφον, χρόνος διηνύθη από 1ης Ιουλίου 1935 και εφύ εξής προσμετρείται μετά την συμπλήρωσιν 25ετούς συνταξίμου υπηρεσίας. Εν πάση περιπτώσει ο, κατά το παρόν άρθρον, εν προσαυξήσει υπολογιζόμενος χρόνος δεν δύναται να υπερβή την διετίαν και λαμβάνεται υπύ όψιν μόνον διά τους τυχόντας της εν λόγω προσαυξήσεως μέχρι της καταργήσεώς της διά του Α.Ν. 1854/ 1951 και τας οικογενείας των εκ τούτων θανόντων.

Άρθρον 9

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 15 του Α.Ν. 1854/ 1951 αντικαθίσταται, ως ακολούθως : “3. Η κατά τας κειμένας διατάξεις παρεχομένη σύνταξις : 1) εις το τεχνικόν προσωπικόν του Εθνικού Τυπογραφείου, και του παρά τούτω Τμήματος Στατιστικής του Υπουργείου Συντονισμού, 2) εις το προσωπικόν φυλάξεως φυλακών, 3) εις τους άνδρας της Τελωνοφυλακής, 4) εις τους μη διαβαθμισμένους προς ωρισμένους βαθμούς της διοικητικής ιεραρχίας πολιτικούς νοσοκόμους, 5) εις τους παιδονόμους Αναμορφωτικών Καταστημάτων, 6) εις το προσωπικόν των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων και της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας το ασχολούμενον εν τη ασκήσει των καθηκόντων της επαγγελματικής του ειδικότητος με ραδιενεργούς πηγάς ή ιοντιζούσας ακτινοβολίας. 7) Εις το τεχνικόν πολιτικόν προσωπικόν των στρατιωτικών τυπογραφείων των Ενόπλων Δυνάμεων και της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού το ασχολούμενον με τυπογραφικάς εν γένει εργασίας, και 8) εις το προσωπικόν του κλάδου ραδιοτηλεγραφητών της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, προσαυξάνεται κατά 10/ 50 του χυνταξίμου μισθού των, εφ` όσον έχουν συμπληρώσει 20 ετών πραγματικήν υπηρεσίαν εις τινα των ανωτέρω ειδικών υπηρεσιών”.

2. Εις το άρθρον 15 του Α.Ν. 1854/1951 προστίθεται παράγραφος 5, έχουσα ως ακολούθως :
“5. Η κατά τας κειμένας διατάξεις παρεχομένη σύνταξις εις τους πολιτικούς υπαλλήλους, τους ανήκοντας οργανικώς εις δημοσίας πολιτικάς υπηρεσίας, πραγματοποιούσας τακτικώς, εν τη ασκήσει των αρμοδιοτήτων των, αεροπορικάς πτήσεις, συμπληρώσαντας δε εις τας υπηρεσίας ταύτας δεκαπενταετή τουλάχιστον πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν, προσαυξάνεται κατά πέντε πεντηκοστά (5/50) του συνταξίμου μισθού, των, εφύ όσον κατά την διάρκειαν της τοιαύτης υπηρεσίας των επραγματοποίησαν τετρακοσίας πεντήκοντα τουλάχιστον ώρας πτήσεως επί πολιτικών αεροσκαφών προς εκτέλεσιν των καθηκόντων της επαγγελματικής των ειδικότητος. Διά τας πέραν του αριθμού τούτου και υπό τας αυτάς προϋποθέσεις πραγματοποιηθείσας ώρας πτήσεως προστίθεται εις την κατά το προηγούμενον εδαφίον προσαύξησιν εν πεντηκοστόν (1/50) του συνταξίμου μισθού ανά εξήκοντα ώρας πτήσεως και μέχρι συμπληρώσεως δέκα, κατύ ανώτατον όριον πεντηκοστών. Διά τους δικαιουμένους της κατά το εδάφιον πρώτον της παρούσης παραγράφου προσαυξήσεως και μόνον προς βελτίωσιν ταύτης, λαμβάνονται υπύ όψιν, υπολογιζόμεναι κατά τα εν εδαφίω δευτέρω της αυτής παραγράφου οριζόμενα και αι ώραι πτήσεως, ας ούτοι επραγματοποίησαν ως ιπτάμενοι των Ενόπλων Δυνάμεων. Αι κατά την παρούσαν παράγραφον υπηρεσίαι, ως και τα του τρόπου βεβαιώσεως των πραγματοποιουμένων ωρών πτήσεως ορίζονται διά κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών και Συγκοινωνιών και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως”.

3. Εις την συντάξιμον υπηρεσίαν των κατά την έναρξιν της ισχύος του Συντάγματος υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών από του βαθμού του Προέ- δρου ή Εισαγγελέως Εφετών και ανωτέρων των απομακρυνθέντων ή απομακρυνομένων λόγω ορίου ηλικίας, κατύ εφαρμογήν της παρ. 5 του άρθρου 88 του Συντάγματος προστίθενται διά την παρά του Δημοσίου συνταξιοδότησίν των, εφ` όσον δεν συμπληρούν 35ετή συντάξιμον υπηρεσίαν, τόσα έτη, όσα τα απομένοντα μέχρι συμπληρώσεως της υπηρεσίας ταύτης και πάντως ουχί πλέον των τριών, λογιζόμενα διά πάσαν περίπτωσιν ως πραγματική δημοσία υπηρεσία. Η μετά την προσμέτρησιν και του κατά το προηγούμενον εδάφιον χρόνου υπηρεσίας σύνταξις δεν δύναται να υπερβή το ποσόν το οποίον θα ελάμβανεν ο συνταξιοδοτούμενος, ότε θα απεχώρει της υπηρεσίας, λόγω συμπληρώσεως του 70ού έτους της ηλικίας του.

Άρθρον 10

1. Εις το τέλος της περιπτ. εύ της παρ. 2 του άρθρου 40 του Α.Ν. 1854/1951, ως αντικατεστάθη διά της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4448/1964 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”, προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
“Προκειμένου περί των υπηρετησάντων εις την ΙΙΙ Ελληνικήν Ορεινήν Ταξιαρχίαν Ρίμινι και τον Ιερόν Λόχον, ο χρόνος ούτος λογίζεται ηυξημένος εις το διπλάσιον διά τα μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1944 και 9 Μαίου 1945, αντιστοίχως, χρονικά διαστήματα, υπό τον όρον ότι εκ των μετασχόντων εις τον Ιερόν Λόχον, του ευεργετήματος τούτου απολαμβάνουν μόνον όσοι υπηρέτησαν εις την Διοίκησιν και τα τμήματα αυτού και μόνον καθ` ον χρόνον έκαστον τούτων μετέσχε πολεμικών επιχειρήσεων”.

2. Εις το τέλος της περιπτ. ζ` της παρ. 2 του άρθρου 40 του Α.Ν. 1854/1951, ως αντικατεστάθη διά του Ν άρθρου 1 του Ν.4448/1964, προστίθεται δεύτερον εδάφιον έχον ως ακολούθως :
“Εις την περίπτωσιν ταύτην περιλαμβάνονται και οι τακτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, εφ` όσον κατά τον χρόνον της φυλακίσεως ή ο μηρίας των είχον την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και η σύλληψίς των ωφείλετο εις την εθνικήν των δράσιν”.

Άρθρον 11

1. Το άρθρον 85 του Α.Ν. 1854/1951, ως τούτο συνεπληρώθη διά της παρ. 4 του άρθρου μόνου του Ν.Δ. 3691/1957 “περί συμπληρώσεως συνταξιοδοτι- κών διατάξεων αφορωσών εις προσωπικόν Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Δ. 2592/1953 κλπ.”, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
” Άρθρον 85.
1. Δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι και στρατιωτικοί, αποχωρήσαντες ή αποχωρούντες οπωσδήποτε της υπηρεσίας χωρίς να δικαιούνται συντάξεως εκ του Δημοσίου, δύνανται να αναγνωρίσουν τον χρόνον της δημοσίας υπηρεσίας των ως χρόνον ασφαλίσεως παρά τω ΙΚΑ επί τη καταβολή των κεκανονισμένων κρατήσεων, εφ` όσον ετύγχανον ησφαλισμένοι, παρ’ αυτώ προ της εισόδου των εις το Δημόσιον ή ησφαλίσθησαν μετά την λύσιν της δημοσιοϋπαλληλικής σχέσεως.
2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται και διά τους προ της αποκτήσεως της ιδιότητος του τακτικού δημοσίου υπαλλήλου δικαιουμένους συντάξεως εις βάρος οιουδήποτε νομικού προσώπου ή οργανισμού δημοσίου δικαίου.
3. Αι εις το παρόν άρθρον αναφερόμεναι κρατήσεις, καθ` όσον μεν βαρύνουν τον εργοδότην καταβάλλονται παρά του Δημοσίου, καθ` όσον δε βαρύνουν τον ησφαλισμένον καταβάλλονται παρά τούτου κατά τα διύ αποφάσεως της Διοικήσεως του ΙΚΑ ή του οικείου νομικού προσώπου ή οργανισμού ορισθησόμενα. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί των περί ων η παρ. 3 του άρθρου του Ν.Δ. 4202/1961 “περί διατηρήσεως των εκ της κοινωνικής Ασφαλίσεως δικαιωμάτων εις περιπτώσεις μεταβολής ασφαλιστικού φορέως μετακλητών υπαλλήλων”.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν εφαρμογήν καθ` ο μέρος δεν τυγχάνουν αντίθετοι προς τας διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.

Άρθρον 12
Η σύνταξις των υπαξιωματικών και οπλιτών του στρατεύματος, μονίμων και εφέδρων και των τούτοις αντιστοιχούντων, των εξερχομένων της υπηρεσίας συνεπεία τραύματος ή νοσήματος, προελθόντος προδήλως και αναμφισβητήτως εξ αιτίας της υπηρεσίας των, και των οικογενειών των εκ τούτων φονευθέντων ή θανόντων, κανονιζομένη κατά τας διατάξεις του άρθρου 45 του Α.Ν. 1854/1951 δεν δύναται να είναι, συνυπολογιζομένων και των επιδομάτων ανικανότητος του άρθρου 54 του αυτού αναγκαστικού νόμου, κατωτέρα των 75 ο/ο :
α) Προκειμένου περί παθόντων, της εκάστοτε μηνιαίας συντάξεως μετά των επί ταύτης επιδομάτων ανικανότητος, της ανηκούσης εις ομοιόβαθμον στρατιωτικόν υποστάντα την αυτήν ανικανότητα εξ αιτίας της εν πολέμω υπηρεσίας του.
β) Προκειμένου περί των οικογενειών, της εκάστοτε μηνιαίας συντάξεως, της ανηκούσης αναλόγως της περιπτώσεως εις οικογένειαν ομοιοβάθμου στρατιωτικού φονευθέντος εν πολέμω ή θανόντος μετά την επισυμβάσαν ανικανοτητά του.

Άρθρον 13
Αι διατάξεις του Ν. 143/1975 “περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως των διατάξεων περί απονομής συντάξεως εις κατηγορίας τινάς οικογενειών στρατιωτικών εν γένει των Ενόπλων Δυνάμεων”, έχουν εφαρμογήν και επί των οικογενειών των οργάνων των Σωμάτων Ασφαλείας, Λιμενικού και Πυροσβεστικού Σώματος, των φονευθέντων ή θανόντων υπό τας εν τω νόμω τούτω αναφερομένας συνθήκας.

Άρθρον 14

1. Η σύνταξις των, δυνάμει του καταργηθέντος Α.Ν. 129/1967 “περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως και άλλων τινών διατάξεων”, υποβιβασθέντων Λυκειαρχών εις Γυμνασιάρχας και Γυμνασιαρχών εις βοηθούς, Γυμνασιάρχας των συνταξιοδοτηθέντων, βάσει του βαθμού εις ον υπεβιβάσθησαν, κανονίζεται βάσει των αποδοχών ενεργείας των 9ου και 8ου μισθολογικών κλιμακίων του άρθρου 49 του Ν. 309/1976 “περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως” αντιστοίχως.

2. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου δεν έχει εφαρμογήν διά τους εκ των ανωτέρω, οίτινες εκρίθησαν εκ νέου προς προαγωγήν και δεν προήχθησαν ή κριθέντες προς προαγωγήν δεν περιελήφθησαν εις τους συνταγέντας μεταγενεστέρως πίνακας προακτέων.

3. Το αυτό ισχύει και διά τους Λυκειάρχας του άρθρου 20 του Ν. 4484/1965 “περί τροποποιήσεως διαταξεών τινων του Υπαλληλικού Κώδικος” τους συνταξιοδοτηθέντας βάσει του βαθμού τούτου και υποβιβασθέντας εν συντάξει, ως και διά τους προ τον Α.Ν. 129/1967 Λυκειάρχας τους υποβιβασθέντας διά του αναγκαστικού τούτου νόμου εις Γυμνασιάρχας και συνταξιοδοτηθέντας βάσει βαθμού Επιθεωρητού Μέσης Εκπαιδεύσεως.
Η σύνταξις των προ της ενάρξεως της ισχύος του Ν. 309)1976 εξελθόντων της υπηρεσίας Επιθεωρητών Δημοτικής Εκπαιδεύσεως επί βαθμώ 3ω ή 2ω κανονίζεται βάσει του εκάστοτε συνταξίμου μισθού ενεργείας του αντιστοιχούντος εις το μισθολογικόν κλιμάκιον 8 του άρθρου 49 του νόμου τούτον, εφ` όσον κατά την εξοδόν των εκ της υπηρεσίας έφερον τον 3ον βαθμόν της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας, και του αντιστοιχούντος εις το μισθολογικόν κλιμάκιον 9, εφύ όσον έφερον τον 2ον βαθμόν.

Άρθρον 15

1. Η κατά τας κειμένας περί πολεμικών συντάξεων διατάξεις παρεχομένη προσαύξησις του επιδόματος ανικανότητος των συνταξιοδοτουμένων ως πασχόντων εκ σπαστικής ή υστερικής παραπληγίας, αχρηστίας των δύο άνω άκρων, τραύματος του κρανίου επαγομένου ανικανότητα 1ΟΟ% ή εκ πολλαπλών αναπηριών, επαγομένων ανικανότητα της μιας μεν 1ΟΟ% των δε λοιπών 1Ο% έως 1ΟΟ%, ορίζεται ίση προς το ήμισυ της προβλεπομένης υπό της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 171/1975 “περί ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών τινων θεμάτων” προσαυξήσεως, αναπροσαρμοζομένη κατά τας εκάστοτε χορηγουμένας αυξήσεις επί των πολεμικών συντάξεων.

2. Εις τους συνταξιοδοτουμένους κατά τας περί πολεμικών συντάξεων διατάξεις λόγω ακρωτηριασμού αμφοτέρων των κάτω άκρων από του ύψους της κνήμης, παρέχεται προσαύξησις του εις αυτούς καταβαλλομένου επιδόματος ανικανότητος, ίση προς την κατά την προηγουμένην παράγραφον οριζομένην τοιαύτην.

3. Η κατύ αμφοτέρας τας ανωτέρω παραγράφους προσαύξησις των επιδομάτων αντιστοίχου παθήματος των αναπήρων πολέμου Ελλήνων πολιτών εκ του αμάχου πληθυσμού ορίζεται μειωμένη κατά 25%.

Άρθρον 16

1. Το άρθρον 5 του Ν. 148/1975 “περί επεκτάσεως των Νόμων 2588/1921, 4506/1930, 4667/1930 και 5202/1931, ως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν εις ειδικάς κατηγορίας στρατιωτικών και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 5.
1. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογήν και επί των προ της ενάρξεως της ισχύος αυτού εξελθόντων της υπηρεσίας. Η αναγνώρισις όμως των διανυθέντων παρύ αυτών εξαμήνων γίνεται υπό τον όρον πληρώσεως των προϋποθέσεων αι οποίαι απητούντο υπό της, κατά τον χρόνον της πραγματοποιήσεώς των, κειμένης νομοθεσίας διά την συμπλήρωσιν αυτών.
2. Υπό τας αυτάς προϋποθέσεις γίνεται και η αναγνώρισις των μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου πραγματοποιηθέντων εξαμήνων υπό των εν ενεργεία στρατιωτικών.
3. Ο υπολογισμός των κατά τας προηγουμένας παραγράφους εξαμήνων ενεργείται βάσει των τηρουμένων επισήμων στοιχείων”.

2. Οι εν ειρηνική περιόδω κατά την εκτέλεσιν διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκεν ταύτης καθιστάμενοι ανίκανοι συνεπεία τραύματος ληφθέντος κατά την εκκαθάρισιν ναρκοπεδίων ξηράς ή εξουδετέρωσιν εκρηκτικών μηχανημάτων στρατιωτικοί των Ενόπλων Δυνάμεων, υπάγονται εις τας διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν. 148/1975.

3. Ο χρόνος υπηρεσίας των υπηρετούντων ως τεχνικών, εις Μονάδας εκκαθαρίσεως ναρκοπεδίων ξηράς ή εις ναρκαλιευτικά συνεργεία στρατιωτικών, κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1033/1971 “περί οργανώσεως και λειτουργίας του Τάγματος Εκκαθαρίσεως Ναρκοπεδίων Ξηράς” και του προϊσχύσαντος Ν.Δ. 2646/1953 “περί συστάσεως Υπηρεσίας εκκαθαρίσεως Ναρκοπεδίων Ξηράς”, λογίζεται ηυξημένος εις το διπλάσιον ως προς την σύνταξιν αυτών, εφύ όσον καθ` έκαστον εξάμηνον συμπληρούν τριάκοντα (3Ο) ώρας εργασίας εντός ναρκοπεδίων ή υπόπτων χώρων.

4. Ο διπλασιασμός του συνταξίμου χρόνου, των εν τη προηγουμένη παραγράφω στρατιωτικών, χωρεί μονον εφύ όσον ούτοι συνεπλήρωσαν εικοσαετή πραγματικήν στρατιωτικήν υπηρεσίαν επιφυλλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του Ν. 148/1975.

5. Ο κατά τα ανωτέρω εν διπλασιασμώ υπολογιζόμενος χρόνος βεβαιούται βάσει των τηρουμένων επισήμων στοιχείων υπό της αρμοδίας υπηρεσίας και θεωρείται ως χρόνος πραγματικής συνταξίμον υπηρεσίας.

6. Η αληθής έννοια της διατάξεως της παρ. 7 του άρθρου 14 του Ν.Δ. 3768/1957 “περί τροποποιήσεως των περί ορίου ηλικίας των πολιτικών υπαλλήλων διατάξεων κ.λ.π” είναι ότι υπό τον όρον “Υπαξιωματικοί” νοούνται και οι υπαξιωματικοί της Χωροφυλακής.

Άρθρον 17
Η διάταξις της παρ. 2 του Άρθρου 9 του Ν. 193/ 1975 “περί επαναφοράς εις την υπηρεσίαν απολυθέντων εκτάκτων κλπ.” εχεί εφαρμογήν και επί του μεταφερθέντος εις τα ΕΛ-ΤΑ προσωπικού της τέως Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, το οποίον εξήλθε της υπηρεσίας μεχρί 31 Δεκεμβρίου 1974.

Άρθρον 18

1. Ο χρόνος εκτός υπηρεσίας, καθ` ον το βοηθητικόν διδακτικόν προσωπικόν των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων απεχώρησε της Υπηρεσίας κατύ εφαρμογήν του Α.Ν. 553/1968 “περί του βοηθητικού διδακτικού προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων” και των επύ αυτού επενεχθεισών τροποποιήσεων, μέχρι της επαναφοράς του διά του Ν.Δ. 1264/1972 “περί διατάξεων τινων αφορωσών εις το ανώτερον και βοηθητικόν διδακτικόν προσωπικόν των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων”, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας εφύ όσον το προσωπικόν τούτο εξηκολούθησε παρέχον τας υπηρεσίας του και ημείφθη δι` αυτάς.

2. Εις το τέλος της παραγράφου 1 του Άρθρου 3 του Ν.Δ. 424Ο/1961 “περί συνταξιοδοτήσεως των ύπαλλήλων του ΟΛΠ”, ως συνεπληρώθη αύτη δια της παρ. 2 του Άρθρου 1 του Ν.Δ. 4602/Ι966 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν.Δ. 421Ο/1961, προστίθεται εδάφιον ιβ` ως ακολούθως : “ιβ`) Ο εκτός υπηρεσίας χρόνος των απολυθέντων διά του Ν.Δ. 91/1941 υπαλλήλων του ΟΛΠ, δι ενεργείας αυτών στρεφομένας κατά της κατοχικής Κυβερνήσεως και επαναδιορισθέντων κατά την κατοχήν εις την εξ ης απελύθησαν θέσιν”.

Άρθρον 19

1. Αι διατάξεις του Α.Ν. 1854/1951, ως αύται ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν μεταγενεστέρως, εξακολουθούν ισχύουσαι διά το τακτικόν προσωπικόν των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ν.Δ. 2592/53 “περί οργανώσεως της ιατρικής αντιλήψεως” συγχωνευθέντων ή μετατραπέντων κατ` εφαρμογήν του Ν.Δ. 928/1971 “περί καταργήσεως, συγχωνεύσεως μετατροπής ή υπαγωγής Ιδρυμάτων αρμοδιότητος Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών”, εφύ όσον κατά τον χρόνον ισχύος των σχετικών διατάξεων περί συγχωνεύσεως ή μετατροπής εις τα Ιδρύματα ταύτα, είχε συμπληρώσει δεκαπενταετή πλήρη πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν, πάσης εφεξής υπηρεσίας αυτού θεωρουμένης ως, διανυθείσης εις τα Νοσηλευτικά Ιδρύματα Ν.Δ. 2592/1953. Το επίδομα χρόνου υπηρεσίας όπερ λαμβάνεται υπύ όψιν διά τον καθορισμόν του συνταξίμου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων, υπολογίζεται διά τον κανονισμόν της συντάξεως, του κατά την παράγραφον 1 προσωπικού.

2. Διά Δ/τος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Κοιν. Υπηρεσιών θέλει καθορισθή η εκ των αποδοχών του προσωπικού των ανωτέρω Ιδρυμάτων παρακράτησις και απόδοσις των εις τα οικεία ασφαλιστικά ταμεία προβλεπομένων εισφορών.

3. Το τακτικόν προσωπικόν των περί ων ή παρ. 1 του παρόντος άρθρου Ιδρυμάτων, μη συμπληρώσαν μέχρι του εν αυτώ προβλεπομένου χρόνου 15ετή πλήρη πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν, ως και το , μετά ταύτα η εφύ εξής προσλαμβανόμενον τακτικόν προσωπικόν των Ιδρυμάτων τούτων, υπάγεται εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 4277 του 1962 “περί συνταξιοδοτήσεως των ιατρών του ΙΚΑ και ετέρων τινών κατηγοριών εργαζομένων”.

4. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της ισχύος του Ν.Δ. 928/1971.

Άρθρον 20

1. Το δεύτερον εδάφιον της περίπτ. αύ της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 3395/1955 “περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού των εν Ελλάδι Ατμηλάτων σιδηροδρόμων”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
” Η χήρα δικαιούται εις σύνταξιν αν από του γάμου συμπληρωθή ενός έτους συντάξιμος υπηρεσία του συζύγου της, ή αν ο γάμος ετελέσθη δύο τουλάχιστον πλήρη έτη προ του θανάτου του συζύγου της. Εάν όμως εγεννήθη τέκνον ή αν ο γάμος ετελέσθη προ του κατά τύ ανωτέρω εργατικού ατυχήματος, εξ ου επήλθεν ο θάνατος του συζύγου, η χήρα δικαιούται εις σύνταξιν και μη συντρεχόντων των όρων τούτων”.

2. Ο επιζών σύζυγος θήλεος σιδηροδρομικού υπαλλήλου δικαιούται συντάξεως υπό τους όρους και τας προϋποθέσεις της περιπτ. α` της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3395/1955 εφύ όσον κατά τον χρόνον του θανάτου της συζύγου του ήτο άπορος και ανίκανος προς άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστόν άνω του 65% της τοιαύτης ανικανότητος βεβαιουμένης διά γνωματεύσεως της Α.Σ.Υ. Επιτροπής. ύΟπου εν τω Ν.Δ. 3395/1955 και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, αναγράφεται διά την απόκτησιν ή απώλειαν ή αναστολήν του δικαιώματος συντάξεως ή διά τον υπολογισμόν ταύτης ή λέξις “χήρα”, εφεξής νοείται και ο εν τη προηγουμένη παραγράφω χήρος.

Άρθρον 21

1. Το πρώτον εδάφιον της περιπτ. β` της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 3395/1955, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“β`) Τα νόμιμα ή νομιμοποιηθέντα ή θετά τέκνα του υπό θανόντος ή τα φυσικά τέκνα μητρός υπαλλήλου ή συνταξιούχου εξ ιδίας υπηρεσίας, εάν τα μεν θήλεα είναι άγαμα, τα δε άρρενα ανήλικα και άγαμα ή ενήλικα μεν, αλλά ανίκανα της προς εργασίαν ικανότητος, κατά ποσοστόν 50% και άνω, βεβαιουμένης διά γνωματεύσεως της Α.Σ.Υ. Επιτροπής.

2. Προκειμένου περί των ανικάνων τέκνων η βεβαίωσις περί του βαθμού της ανικανότητος, δύναται να χωρήση και ζώντος του εξ ου έλκουν το δικαίωμα, τη αιτήσει τούτου προς την Α.Σ.Υ. Επιτροπήν, ή γνωμάτευσις της οποίας λαμβάνεται υπύ όψιν παρά του δικαιοδοτούντος επί των συντάξεων οργάνου κατά την κρίσιν του εις σύνταξιν δικαιώματος των ενηλίκων τέκνων.

3. Η σύνταξις τούτων συνίσταται, εάν μεν εις ταύτην συντρέχουν μετύ άλλων προσώπων, εις τα ποσοστά τα καθοριζόμενα εν παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 του Ν.Δ. 3395/1955, άλλως εις το ήμισυ των 7/1Ο της εις τον εξ ου έλκουν το δικαίωμα ανηκούσης συντάξεως, εάν φέρουν ανικανότητα 50% και άνω εις τα 2/3 του αυτού ως άνω ποσοστού επί ανικανότητος ανωτέρας των 6Ο% και εις το σύνολον του ποσοστού τούτου, εάν ή ανικανότης είναι ανωτέρα των 8Ο%.

4. Εάν τα ανίκανα τέκνα δικαιούνται συντάξεως ή βοηθήματος εξ οιουδήποτε Ασφαλιστικού Οργανισμού κυρίας ασφαλίσεως, ή σύνταξις ή αναγνωριζομένη, βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν καταβάλλεται. Εάν η σύνταξις ή το βοήθημα εκ του Ασφαλιστικού Οργανισμού υπολείπεται της ανωτέρω συντάξεως, καταβάλλεται η προκύπτουσα διαφορά εις τον δικαιούχον εκ του Δημοσίου Ταμείου.

5. Τα θετά τέκνα δικαιούνται συντάξεως, εφύ όσον κατά τον χρόνον της δημοσιεύσεως της περί υιοθεσίας αποφάσεως δεν είχον υπερβή το δωδέκατον έτος της ηλικίας των, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.

Άρθρον 22
Μεταξύ του δευτέρου και τρίτου εδαφίου της περιπτ. β` της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 3395/1955 προστίθεται εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
“Τα φοιτώντα εις ανωτάτας ή ανωτέρας Σχολάς της ημεδαπής ή ισοτίμους τοιαύτας της αλλοδαπής άρρενα τέκνα, δικαιούνται συντάξεως μέχρι πέρατος των σπουδών των και πάντως ουχί πέραν της συμπληρώσεως του 25ου έτους της ηλικίας των, εφ` όσον είναι άγαμα. Η κατά τα ανωτέρω σύνταξις καταβάλλεται επί τη προσκομίσει κατ` έτος πιστοποιητικού φοιτήσεως προόδου εκδοθησομένον υπό της οικείας Σχολής, εξ ου να αποδεικνύεται ή κανονική φοίτησις του σπουδαστού”.

Άρθρον 23
Η περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ, 3395/1955, ως αντικατεστάθη διά του άρθρου 1 του Ν.Δ. 326/1974 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτιχών τινων διατάξεων, αφορωσών εις το εις σύνταξιν δικαίωμα των εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένων υπαλλήλων του ΟΣΕ”, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“γ`) Η παρά τω Δημοσίω υπηρεσία ή προκειμένου περί υπαλλήλων των ασφαλιστικών ταμείων ή παρύ ετέρω ασφαλιστικώ οργανισμώ υπηρεσία, ή παρά τη Υπηρεσία Εκμεταλλεύσεως Κρατικών Αυτοκινήτων (Υ.Ε.Κ.Α.) υπηρεσία, ως και η παρά τω Οργανισμώ Διαχειρίσεως Συμμαχικού Υλικού (ΟΔΙΣΥ) ή Οργανισμού Διαχειρίσεως Δημοσίου Υλικού (ΟΔΔΥ) τοιαύτη, ή παρασχεθείσα επί μηνιαίω μισθώ ή μηνιαία ή ημερησία αποζημιώσει, αλλά επί χρονικόν διάστημα μείζον του εξαμήνου, εφύ όσον άπασαι αι υπηρεσίαι αύται δεν υπελογίσθησαν διά την απονομήν ή αύξησιν της συντάξεως παρά του Δημοσίου, ή ετέρου ασφαλιστικού οργανισμού, ως και ο προ της αναλήψεως υπηρεσίας χρόνος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος των ιατρών των εν Ελλάδι σιδηροδρομικών δικτύων”.

Άρθρον 24

1. Η παρ. 5 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 1342/1973, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“5. Ο κανονισμός της συντάξεως του προσωπικού της Διεθνούς Εταιρείας Κλιναμαξών (ΔΕΚ) ενεργείται επί τη βάσει της κάτωθι αντιστοιχίας προς τους βαθμούς των υπαλλήλων των σιδηροδρομικών δικτύων, εφαρμοζομένης κατά τα λοιπά της διατάξεως της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ως ετροποποιήθη διά της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 479/1976 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων αφορωσών εις το εις σύνταξιν δικαίωμα των υπαλλήλων του ΟΣΕ”.
α. Ο Διευθυντής του εν Ελλάδι τμήματος της ΔΕΚ εξομοιούται προς τεχνικόν Διευθυντήν των δικτύων.
β. Ο Προϊστάμενος Ελληνικών Πρακτορείων προς Προϊστάμενον Υπηρεσίας.
γ. Επιθεωρητής και Προϊστάμενος Πρακτορείου Α.Α. προς Υποπροϊστάμενον Υπηρεσίας.
δ. Ο Υποεπιθεωρητής, Προϊστάμενος Πρακτορείου Α.Β., Υποπροϊστάμενος Πρακτορείου Α.Α., και Προϊστάμενος Λογιστηρίου Πρακτορείου προς Αρχιεπιθεωρητήν.
ε. Ο Κεντρικός Ελεγκτής, Εργοδηγός Υποπροϊστάμενος Πρακτορείου και Προϊστάμενος Γραφείου Τουρισμού προς Επιθεωρητήν.
στ. Ο Ελεγκτής και Λογιστής αύ προς Σταθμάρχην αύ τάξεως.
ζ. Ο Αρχιπωλητής Α.Α. και Αποθηκάριος προς Σταθμάρχην β` τάξεως.
η. Ο Αρχιπωλητής Α.Β. προς Σταθμάρχην γύ τάξεως.
θ. Ο Μάγειρος εστιατορίων και Προϊστάμενος κυλικείου προς οδηγόν αμαξοστοιχιών.
ι. Ο οδηγός κλιναμάξης Συνοδός κλινοθεσίου και Προϊστάμενος οχήματος εστιατορίου (σερβιτόρος) προς Προϊστάμενον αμαξοστοιχιών.
ια. Ο Βοηθός Μαγείρου κυλικείου και ο Βοηθός μαγειρείου εστιατορίου (λατζέρης) προς τροχοπεδητήν.
ιβ. Δακτυλογράφος Α.Α., Γραφεύς Α.Α., Λογιστής Β`. Βοηθός πωλητού και Διερμηνέας προς Γραμματέα β`.
ιγ. Δακτυλογράφος ΑΒ, Γραφεύς ΑΒ και Βοηθός Λογιστού προς Γραφέα.
ιδ. Αρχικλητήρας και Βοηθός σερβιτόρος προς Αρχικλητήρα.
ιε. Κλητήρας προς Κλητήρα.
ιστ. Τεχνίτης συντηρήσεως προς Τεχνίτην β` τάξεως.
ιζ. Καθαριστής οχημάτων Α` και Β` προς Εργάτην.
Εάν ο υπάλληλος δεν έχη συμπληρώσει κατά την εξοδόν του εκ της υπηρεσίας τριετή τουλάχιστον υπηρεσίαν εις τον τελευταίον βαθμόν, η σύνταξίς του κανονίζεται βάσει του αμέσως προηγουμένου βαθμού”.

2. Τα ποσοστά δευτερευουσών απολαυών του προσωπικού της ΔΕΚ ορίζονται ως κάτωθι :
α) Διά το προσωπικόν Γραφείων 12%.
β) Διά τους εργοδηγούς, τεχνίτας συντηρήσεως οχημάτων, εργάτας αποθήκης και οχημάτων εις 15%.
γ) Δια τον Προϊστάμενον οχήματος εστιατορίου (Σερβιτόρον), Προϊστάμενον οδηγόν Κλιναμάξης, Προϊστάμενον συνοδόν κλινοθεσίου, Σερβιτόρον κυλικείου, Μάγειρον εστιατορίου, βοηθόν μαγείρου κυλικείου αυ/ξών, Βοηθόν Σερβιτόρου, Βοηθόν μαγείρου εις 4Ο%.
δ) Διά τους Επιθεωρητάς, Υποεπιθεωρητάς, Κεντρικόν ελεγκτήν, Ελεγκτήν, Βοηθόν ελεγκτήν 22,5%.

3. Εν ουδεμιά περιπτώσει ή κατά τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων κανονιζομένη σύνταξις, δύναται να είναι κατωτέρα της συντάξεως, ην ελάμβανεν ο συνταξιούχος κατά την προς της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος διατάξεις, το επί πλέον όμως άρθρον συντάξεως ποσόν, αριθμητικώς καθοριζόμενον εν τη σχετική πράξει ή αποφάσει, θεωρείται προσωρινόν επίδομα μη μεταβιβαζόμενον.

Άρθρον 25
Εις την παρ. 1 του άρθρου 34 του Ν.Δ. 3395/1955, μεταξύ του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της, παρεμβάλλεται νέον εδάφιον ως ακολούθως :
“Διά την καταβολήν των ανωτέρω συμπληρωματικών παροχών, αρκεί η υποβολή υπό των ενδιαφερομένων υπευθύνου δηλώσεως του Ν.Δ. 105/1969 “περί ατομικής ευθύνης του δηλούντος ή βεραιούντος”.

Άρθρον 26
Η προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 479/1976 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων, αφορωσών εις το εις σύνταξιν δικαίωμα των υπαλλήλων του ΟΣΕ” η αφορώσα εις την διύ αιτήσεως διαγραφήν των οφειλομένων εις το Δημόσιον ποσών, λόγω αναγνωρίσεως ως συνταξίμων υπηρεσιών, ως και εις την επιστροφήν των τυχόν παρακρατηθέντων, παρατείνεται επί εν εξάμηνον από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου.

Άρθρον 27

1. Το άρθρον 8 του Α.Ν. 1119/1946 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας” αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 8.
Τα τραύματα ή ο θάνατος συνεπεία εκρήξεως βλημάτων ή εκρηκτικών μηχανημάτων παντός είδους τοποθετηθέντων ένεκα του πολέμου ή εγκαταλειφθέντων υπό των αρχών κατοχής, και μη περισυλλεγέντων, θεμελιούν δικαίωμα πολεμικής συντάξεως, κατά τας κειμένας διατάξεις και αν έτι ο τραυματισμός ή ο θάνατος επήλθε μετά την λήξιν της εμπολέμου καταστάσεως”.

2. Η παρ. 4 του άρθρου 1 του Α.Ν. 1512/1950, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“4. εις τας διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και οι εκ δυστυχημάτων προελθόντων εξ αυτοκινήτων του εχθρού τραυματισθέντες κατά την πολεμικήν περίοδον, εφ όσον υπέστησαν την αυτήν εξ 25% μείωσιν της ικανότητος προς εργασίαν”.

Άρθρον 28

1. Η παρ. 2 του άρθρου 4 του Α.Ν. 835/1948 “περί συνταξιοδοτήσεως των θυμάτων του αγώνος κατά του συμμοριτισμού και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“2. Η σύνταξις των Δημάρχων και Ιερέων κανονίζεται επί τη βάσει βαθμού ανθ/γού, των δε Δημοτικών Συμβούλων, Δημαρχιακών Παρέδρων, Προέδρων Κοινοτήτων και Κοινοτικών Συμβούλων επί τη βάσει βαθμού ανθυπασπιστού, βαρύνει δε το Δημόσιον, πλην των ιερέων, των οποίων η σύνταξις βαρύνει το Ταμείον Ασφαλίσεως Κλήρου Ελλάδος”.

2. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του Α.Ν. 835/1948 καταργείται.

Άρθρον 29
Εις το τέλος της παρ. 1 του άρθρου 1 του Α.Ν. 530/1968 “περί αντικαταστάσεως του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4432/1964, περί συνταξιοδοτήσεως Γενικών Επιθεωρητών Διοικήσεως Νομαρχιών κλπ.” προστίθεται εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
” Επί αποχωρήσεως εκ της υπηρεσίας λόγω ορίου ηλικίας αρκεί δεκαετής τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία εις τας θέσεις ταύτας”.

Άρθρον 30

1. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 99/1974 “περί συνταξιοδοτήσεως των Προέδρων ή Αντιπροέδρων Κυβερνήσεως, των Βουλευτών κλπ. αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“2. Η υπό των διατάξεων του παρόντος νομοθετικού διατάγματος προβλεπομένη σύνταξις καταβάλλεται, ανεξαρτήτως εάν οι δικαιούχοι ταύτης δικαιούνται και ετέρας συντάξεως ή βοηθήματος εκ του Δημοσίου ή Ασφαλιστικού τινος Οργανισμού κυρίας ή επικουρικής ασφαλίσεως. Η διάταξις της παρ. 4 του άρθρου 58 του Α.Ν. 1854/1951, ως ηρμηνεύθη αυθεντικώς υπό του άρθρου 4 του Ν.Δ. 2704/1951 “περί συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών διατάξεων”, δεν έχει εφαρμογήν εν προκειμένω”.

2. Αι παρ. 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 99/1974 καταργούνται, η δε παρ. 7 λαμβάνει αριθμόν 3.

Άρθρον 31

1. Ιατροί, υπηρετήσαντες επί θητεία εις το Δημόσιον ή Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ή έτερα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και απολυθέντες κατά το από 21.4.1967 μέχρι 23.7.1974 χρονικόν διάστημα, επανελθόντες δε εις την υπηρεσίαν δυνάμει του Ν. 193/1975 “περί επαναφοράς εις την υπηρεσίαν εκτάκτων, επί θητεία ή επί σχέσει εργασίας δημοσίου ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών του Δημοσίου. Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων”, διατηρούν τα συνταξιοδοτικά των δικαιώματα, κυρίας και επικουρικής ασφαλίσεως, βάσει της επί τη δημοσίου δικαίου, σχέσει εργασίας των,την οποίαν είχον προ της απολύσεώς των.

2. Επαναφορά και βαθμολογική αποκατάστασις εις την υπηρεσίαν σιδηροδρομικών υπαλλήλων του Ο.Σ.Ε., εξελθόντων διά λόγους υγείας, κατά το από 21.4.1967 μέχρι 23.7.1974 χρονικόν διάστημα, γενόμεναι κατά την διαδικασίαν των άρθρων 4 και 5 του Ν.Δ. 76/1974 “περί επαναφοράς απολυθέντων ή εξαναγκασθέντων εις παραίτησιν υπαλλήλων, αποκαταστάσεως υποβιβασθέντων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων” θεωρούνται έγκυροι και ισχυροί ως προς το εις σύνταξιν δικαίωμα, εάν ούτοι : α) προ της εξόδου των εκ της υπηρεσίας ανέπτυξαν κατά του καθεστώτος της 21.4.1967 οιανδήποτε δράσιν, βεβαιωθείσαν υπό της Επιτροπής του άρθρου 4 του Ν.Δ. 76/1974. β) Κατά τον χρόνον εξόδου των εκ της υπηρεσίας δεν εκέκτηντο το, παρά της περιπτώσεως αύ της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3395/1955, οριζόμενον όριον ηλικίας διά να υποβάλουν παραίτησιν και να δικαιωθούν συντάξεως, και γ) μετά την 23.7.1974, παραπεμφθέντες υπό της Επιτροπής του άρθρου 4 του Ν.Δ. 76/1974 προς εξέτασιν και γνωμάτευσιν περί της ικανότητός των εις το, παρά του άρθρου 207 του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού του Ο.Σ.Ε., οριζόμενον Ιατρικόν Συμβούλιον εκρίθησαν παρύ αυτού απολύτως υγιείς και ικανοί να εκτελούν τα κύρια καθήκοντά των εν τω Ο.Σ.Ε.

Άρθρον 32
Αι διατάξεις του Ν.Δ. 200/1974 “περί ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων των δυνάμει του υπ` αριθ. 198/1974 Ν. Δ/τος αποκατασταθέντων Αξιωματίκών Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος και του Ν. 239/1975 “περί εφαρμογής των διατάξεων του Ν.Δ. 119/1974 και 200/1974 και επί των δυνάμει των Νόμων 14/1975 και 81/1975 αποκαθιστωμένων οργάνων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού Σώματος”, εφαρμόζονται αναλόγως και επί των κατά τας διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 488/1976 “περί τροποποιήσεως διατάξεων του Ν.Δ. 974/1971 και άλλων συναφών διατάξεων”, αποκατασταθέντων Αξιωματικών και Ανθυπασπιστών των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού.

Άρθρον 33

1. Αι διατάξεις του Ν. 787/1978 “περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων, κατόπιν του νέου μισθολογίου”, εφαρμόζονται, από 1ης Ιανουαρίου 1978, προκειμένου περί συντάξεων μη καταβαλλομένων εκ του Δημοσίου Ταμείου, αλλά διεπομένων υπό των αυτών διατάξεων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επί των συντάξεων του Δημοσίου, είτε δι’ ιδίων νομοθετημάτων επαναλαμβανόντων τας σχετικάς διατάξεις.

2. Προκειμένου περί συντάξεως των υπαλλήλων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, συμπεριλαμβανομένων και των αδιαβαθμίστων, ή εφαρμογή της προηγουμένης παραγράφου θα χωρήση από 1ης Ιουίου 1978.

3. Η κατ’ εφαρμογήν των Νόμων 754/1976, 787/1978 και του παρόντος άρθρου, αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, των Δημοτικών Ιδρυμάτων και Νομικών Προσώπων, ως και Συνδέσμων Δήμων και Κοινοτήτων, η σύνταξις του προσωπικού των οποίων κανονίζεται, κατά τας κειμένας διατάξεις, υπό της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ενεργείται υπό του βαρυνομένου διά την καταβολήν της συντάξεως Ο.Τ.Α., βάσει φύλλου μεταβολής, το οποίον υπόκειται εις τα υπό του άρθρου 2 του Α.Ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” προβλεπόμενα ένδικα μέσα.

Άρθρον 34

1. Ο βασικός μισθός, βάσει του οποίου εκανονίσθη η σύνταξις των μέχρι της χρονολογίας ενάρξεως της ισχύος του Ν. 828/1979 “περί μονιμοποιήσεως προσωπικού Αγροτικών Ιατρείων κλπ.” εξελθόντων της υπηρεσίας ιατρών των Αγροτικών Ιατρείων, Υγειονομικών Σταθμών και Κινητών Υγειονομικών Μονάδων, ως ούτος διεμορφώθη διά των μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1977 χορηγηθεισών αυξήσεων, αυξάνεται κατά είκοσιν τοις εκατόν (2Ο%) από 1 Ιανουαρίου 1978 και κατά έτερον είκοσι τοις εκατόν (2Ο%) από 1 Ιανουαρίου 1979. Κατά τα αυτά ως άνω ποσοστά και από των αυτών ως άνω χρονολογιών αυξάνονται και τα πάσης φύσεως προσωπικά και αμεταβίβαστα επιδόματα ανικανότητος.

2. Αι διατάξεις του άρθρου 3, της παρ. 1 και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 4 και της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 787/1978, καθώς και η υπ αριθ. 63231/1444/Μ13/1-66/3Ο.6.1978 απόφασις του Υπουργού οικονομικών, δημοσιευθείσα εις το ΦΕΚ 616/13.7.1978 (τεύχος Β`) ως αύτη κυρούται διά του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται και εν προκειμένω.

3. Η μετά την αναπροσαρμογήν κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου ανήκουσα εις τους δικαιούχους σύνταξις από 1 Ιανουαρίου 1978, εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να είναι κατωτέρα της συντάξεως, ην ελάμβανον ούτοι από της αυτής χρονολογίας προσηυξημένης κατά τα εν τη παρ. 1 οριζόμενα. Εν εφαρμογή της διατάξεως ταύτης η επί πλέον διαφορά, αριθμητικώς καθοριζομένη εν τη πράξει η αποφάσει αναπροσαρμογής, διατηρείται ως προσωρινόν επίδομα μέχρι της καθ` οιονδήποτε τρόπον καλύψεώς της.

4. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της 1ης Ιανουαρίου 1978.

Άρθρον 35

1. Αι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 146/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς κειμένων διατάξεων” και της παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 411/1976 “περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις το προσωπικόν του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς και άλλων τινών διατάξεων” εξακολουθούν ισχύουσαι και μετά την 31 Δεκεμβρίου 1977, εφαρμοζόμεναι και επί των προ της ενάρξεως της ισχύος τούτων συνταξιούχων ως και επί των οικογενειών των εκ τούτων αποβιωσάντων.

2. Η αναπροσαρμογή της συντάξεως των ήδη συνταξιοδοτηθέντων ενεργείται συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρων 4 παράγραφος 6, 5 και 7 του Ν. 787/1978.

Άρθρον 36

1. Αι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου λήξασαι προθεσμίαι της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας προς άσκησιν εις βάρος του Δημοσίου δικαιώματος συντάξεως ή βοηθήματος ή αυξήσεως τούτων, ως και αι προθεσμίαι ασκήσεως ενδίκων μέσων επί συνταξιοδοτικών εν γένει υποθέσεων του Δημοσίου, παρατείνεται επί εν (1) έτος από της δημοσιεύσεως του νόμου τούτου διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

2. Εις την διάταξιν της προηγουμένης παραγράφου περιλαμβάνονται και αι προθεσμίαι του άρθρου 2 του Ν. 2125/1952 “περί παρατάσεως προθεσμιών τινων της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας” και των άρθρων 2 παρ. 4 και 4 του Α.Ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” και των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 3 του Ν. 787/1978.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογήν και διά τας ληγούσας εντός του ανωτέρω έτους προθεσμίας, περί ων αι ανωτέρω παρ. 1 και 2.

Άρθρον 37

1. Η προθεσμία προς επιλογήν συνταξιοδοτικού φορέως, περί ης το άρθρον 5 του Ν. 765/1978 “περί μονιμοποιήσεως των εκτάκτων υπαλλήλων των επανελθόντων εις την υπηρεσίαν κατ` εφαρμογήν του Ν. 193/1975 κλπ.”, παρατείνεται επί εξάμηνον από της δημοσιεύσεως του παρόντος διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

2. Αι διατάξεις του άρθρου 5 τον Ν. 765/1978 εφαρμόζονται αναλόγως και επί των επί συμβάσει υπαλλήλων του Δημοσίου, οίτινες προ της υπαγωγής των εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 874/1971, ετύγχανον ησφαλισμένοι ετέρων, εκτός του ΙΚΑ, Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως. Η προθεσμία διά την υποβολήν της σχετικής δηλώσεως ορίζεται εξάμηνος από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου.

Άρθρον 38
Οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος νόμου υπηρετούντες, επί συμβάσει υπάλληλοι του Δημοσίου, οι μη έχοντες υπαχθή μέχρι της 5 Απριλίου 1978 εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 874/1971, δύνανται, άμα τη συμπληρώσει των προϋποθέσεων υπαγωγής εις τας διατάξεις του νομοθετικού τούτου διατάγματος και πάντως ουχί πέραν διμήνου από της συμπληρώσεως, να δηλώσουν εγγράφως εις την παρ` η υπηρετούν υπηρεσίαν ότι δεν επιθυμούν την συνταξιοδότησίν των εκ του Δημοσίου. Εν τη περιπτώσει ταύτη, συνεχίζεται η ασφάλισίς των εις τον ασφαλιστικόν φορέα, εις ον ετύγχανον ησφαλισμένοι κατά τον χρόνον υποβολής της δηλώσεως.

Άρθρον 39
Αι οικογένειαι, των, κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας των, εξαφανισθέντων ή εξαφανιζομένων εν πολέμω ή εν πολεμικαίς επιχειρήσεσι εις την ημεδαπήν ή αλλοδαπήν, εφύ όσον έτυχον ή τύχουν πολεμικής συντάξεως, δύναται να υπαχθούν εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 3618/1956 “περί συνταξιοδοτήσεως των εν υπηρεσία θανόντων και των οικογενειών αυτών” δικαιούμενοι μόνο μιας των αναγνωριζομένων συντάξεων κατύ επιλογήν.

Άρθρον 40

1. Ο χρόνος υπηρεσίας συνταξιούχων του Δημοσίου εξ ιδίας υπηρεσίας ή εξ ιδίου παθήματος ή εκ μεταβιβάσεως εις θέσεις περί ων το Ν.Δ. 641/197Ο “περί συγχρόνου καταβολής συντάξεως και αποδοχών εις συνταξιούχους του Δημοσίου”, δι` ον μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος κατεβάλλοντο σύνταξις και αποδοχαί συγχρόνως, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος, εφ’ όσον ούτοι επιστρέψουν την ληφθείσαν σύνταξιν.

2. Διά την επιστροφήν του ανωτέρω ποσού, επί σκοπώ αναγνωρίσεως του περί ου η προηγουμένη παράγραφος χρόνου ως συνταξίμου, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται, όπως δηλώση τούτο εντός εξαμήνου όπως από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εις την Υπηρεσίαν Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών ήτις και προβαίνει εις τον καταλογισμόν του ποσού τούτου.
Το ούτω καταλογισθέν ποσόν εισπράττεται διά μηνιαίων δόσεων συνισταμένων εις το 1/1ΟΟ αυτού και παρακρατείται εκ του Δημοσίου καταβαλλομένου μισθού ή συντάξεως. Το παρακρατούμενον ποσόν δεν δύναται να είναι μείζον του 1/4 και έλασσον του 1/1Ο του καταβαλλομένου μισθού ή συντάξεως.
Εν η περιπτώσει δεν καταβάλλεται πλέον εκ του Δημοσίου μισθός η σύνταξις, το επιστρεπτέον, ως άνω, ποσόν βεβαιούται ως δημόσιον έσοδον, και εισπράττεται κατά τας διατάξεις του Κώδικος περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 1 του Ν. 285/1975 “περί μη επιστροφής εις το Δημόσιον ληφθέντος χρηματικού βοηθήματος ή αποζημιώσεως εν περιπτώσει διακοπής του μισθού ή της συντάξεως κλπ.” διά τας περιπτώσεις τας ρυθμιζομένας δι` αυτών.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν ανάλογον εφαρμογήν και επί των συντάξεων των μη καταβαλλομένων υπό του Δημοσίου, διεπομένων όμως υπό των αυτών διατάξεων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επί πολιτικών συντάξεων, είτε διύ ιδίων νομοθετημάτων περιλαμβανόντων παρομοίας διατάξεις.

Άρθρον 41

1. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί δικαιωμάτων αναγομένων εις θέματα ρυθμιζόμενα υπό τούτου και γεννηθέντα προ της ενάρξεως της ισχύος αυτού. Η αναγνώρισις των δικαιωμάτων τούτων ενεργείται τη αιτήσει των δικαιούχων, υποβαλλομένη εντός έτους από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, εκτός αν άλλως ορίζεται εις αυτόν.

2. Η σύνταξις ή αύξησις της συντάξεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον υπαγομένων εις τας διατάξεις του παρόντος νόμου ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 42

1. Υποθέσεις συντάξεων, κριθείσαι αμετακλήτως, επαναφέρονται προς νέαν εξέτασιν ενώπιον του οικείου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αιτήσει των ενδιαφερομένων ιδιωτών, εφύ όσον εκ προσαχθέντων ή προσαχθησομένων εντός εξαμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου νεωτέρων επισήμων εγγράφων, εκδοθέντων παρά των αρμοδίων κατά περίπτωσιν Αρχών, προκύπτουν πραγματικά περιστατικά αντίθετα των δεκτών γενομένων διά των αποφάσεων του Ελεκτικού Συνεδρίου.

2. Η αίτησις υποβάλλεται εντός εξαμήνου αποκλειστικής προθεσμίας απύ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής αποφάσεως.

Άρθρον 43

1. Η περιπτ. γύ της παρ. 5 του άρθρου 1 του Α.Ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“γ) ενεφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα”.

2. Εις την παρ. 6 του άρθρου 1 του Α.Ν. 599/1968 προστίθεται δεύτερον εδάφιον έχον ως ακολούθως :
“Το αυτό όργανον δύναται, τη αιτήσει του ενδιαφερομένου ή και αυτεπαγγέλτως, να προβή εις την διόρθωσιν της πράξεως ή αποφάσεώς του, εάν κατά την σύνταξιν αυτών παρεισέφρυσαν λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικόν της πράξεως ή αποφάσεως διετυπώθη ελλιπώς ή ανακριβώς”.

Άρθρον 44

1. Διά Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού των οικονομικών, δύναται να κωδικοποιηθούν εις ενιαίον κείμενον αι διατάξεις, ως αύται ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν, του Α.Ν. 1854/1951 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων”, του Ν.Δ. 3395/1955 “περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού των εν Ελλάδι ατμηλάτων σιδηροδρόμων”, των περί πολεμικών συντάξεων και συντάξεων των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων νόμων ή αναγκαστικών νόμων ή νομοθετικών διαταγμάτων.

2. Κατά την κωδικοποίησιν ταύτην επιτρέπεται νέα διάρθρωσις του νομοθετικού υλικού, ως διάσπασις ή συγχώνευσις, ή προσθήκη νέων άρθρων, ή απάλειψις των ρητώς καταργηθεισών διατάξεων, ως και η συνεπεία των ανωτέρω μεταβολών διόρθωσις φράσεων, προς προσαρμογήν του κειμένου άνευ αλλοιώσεως της εννοίας των ισχυουσών συνταξιοδοτικών διατάξεων.

3. Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών δύναται η κωδικοποίησις αύτη να ανατεθή εις την παρά τη Υπηρεσία Συντάξεων λειτουργούσαν Ειδικήν Επιτροπήν Μελέτης Συνταξιοδοτικών Θεμάτων.

Άρθρον 45
Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου, αφ’ ης εξεδόθησαν, αι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών :
α) 63231/1444/Μ13/1-86/3Ο.6.1978 “περί του τρόπου αναπροσαρμογής των συντάξεων κατόπιν του νέου μισθολογίου, κοινοποιήσεως των αντιγράφων των σχετικών πράξεων και του τρόπου πληρωμής των αναπροσαρμοζομένων συντάξεων, δημοσιευθείσα εις το υπύ αρίθ. 616/13.7.1978 ΦΕΚ (τεύχος Β`), και
β) 118913/4890/24.8.1978 “περί ρυθμίσεως μισθολογικών θεμάτων”, δημοσιευθείσα εις το υπύ αριθ. 749/31.8.1978 ΦΕΚ (Τεύχος Β`).

Άρθρον 46
1. Κυρούται, και έχει ισχύν νόμου, αφύ ης εξεδόθη, η υπύ αρίθμ. 31389/4084/12.5.1978 απόφασις του Υπουργού Εσωτερικών “περί χορηγήσεως προκαταβολής έναντι αυξήσεως συντάξεων δημοτικών συνταξιούχων”, έχουσα ούτω:
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Εχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις :
α. του άρθρου 11 του Νόμου 4505/1966 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί συντάξεων των υπαλλήλων των ΟΤΑ” και “περί χορηγίας Δημάρχων και άλλων τινών διατάξεων”.
β. Του Ν. 754/1978 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ως και άλλων τινών συναφών διατάξεων”.
2. Την αριθ. 25639/3Ο.3.1978 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, με την οποία οι σχετικές με τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις του ανωτέρω Νόμου, επεκτάθησαν, και στους υπαλλήλους των ΟΤΑ.
3. Το γεγονός ότι, για τη βάσει του ανωτέρω νέου μισθολογίου, αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων υπαλλήλων των Δήμων, Δημοτικών Ιδρυμάτων και Νομικών Προσώπων, ως και συνδέσμων δήμων ή δήμων και κοινοτήτων, θα απαιτηθή αρκετό χρονικό διάστημα λόγω του, σχετικά μεγάλου, αριθμού αυτών.
4. Το γεγονός, ότι καταρτίσθηκε ήδη και κατατέθηκε στη Βουλή προς ψήφιση νομοσχέδιο “περί αυξήσεως των συντάξεων ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων, κατόπιν του νέου μισθολογίου το οποίο να έχη εφαρμογή και για τις αντίστοιχες συντάξεις των υπαλλήλων των ΟΤΑ.
5. Το γεγονός ότι, για την, από μέρους των ανωτέρω συνταξιούχων, αντιμετώπιση των αναγκών τους κατά το μέχρι της ανωτέρω αναπροσαρμογής της συνταξεώς τους χρονικό διάστημα, παρίσταται ανάγκη χορηγήσεως σύ αυτούς, κατά το εν λόγω διάστημα, μηνιαίας προκαταβολής, συμψηφιστέας στην οριστική αύξηση που θα προκύψη από την εν λόγω αναπροσαρμογή.
6. Το ότι η ανωτέρω οριστική αύξηση υπολογίζεται ότι θα υπερβαίνη το 15 % της συντάξεως που τώρα καταβάλλεται.
Αποφασίζουμε
Χορηγούμε, από 1ης Ιανουαρίου 1978, μηνιαίως, προκαταβολή, έναντι της ανωτέρω αυξήσεως των συντάξεων των συνταξιούχων υπαλλήλων των Δήμων, των Δημοτικών Ιδρυμάτων και Νομικών Προσώπων, ως και Συνδέσμων Δήμων ή Δήμων και Κοινοτήτων, ίση προς ποσοστό δέκα πέντε (15%) στα εκατό επί του ποσού της συντάξεως της 31ης Δεκεμβρίου 1977. Εάν ο χρόνος ενάρξεως της αναπροσαρμογής των ως άνω συντάξεων ορισθή άλλως, ή καταβληθείσα προκαταβολή από 1.1.1978 μέχρι του χρόνου ενάρξεως θα παρακρατηθή σε δύο μηνιαίας δόσεις, ή μετά δε τον χρόνον τούτον προκαταβολή θα συμψηφισθή στην οριστική αύξηση που θα προκύψη από την ανωτέρω αναπροσαρμογή. 2. Κυρούται και έχει ισχύν νόμου, αφ` ης εξεδόθη, ή υπύ αρίθ. 43078/5539/3.6.78 απόφασις των Υπουργών Εσωτερικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών “περί χορηγήσεως προκαταβολής έναντι αυξήσεως συντάξεων κοινοτικών συνταξιούχων και συνταξιούχων υπαλλήλων του ΤΑΔΚΥ, ΚΣΚΥ και ΚΑΔΚΥ”, έχουσα ούτω:
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Εχοντας υπόψη : 1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 11 του Νόμου 4505/1966 “περι τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των “περί συντάξεων των υπαλλήλων των ΟΤΑ” και “περί χορηγίας Δημάρχων και άλλων τινών διατάξεων”.
β. Τον Ν. 754/1978 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων ΝΠΔΔ, ως και άλλων τινών συναφών διατάξεων”.
2. Την υπ αριθ. 25639/3Ο.3.78 κοινή απόφαση Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών με την οποία οι σχετικές με τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις του ανωτέρω Νόμου επεκτάθησαν και στους υπαλλήλους των ΟΤΑ.
3. Το γεγονός ότι, για τη, βάσει του ανωτέρω νέου μισθολογίου, αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων υπαλλήλων των ΟΤΑ, θα απαιτηθή αρκετό χρονικό διάστημα λόγω του σχετικά μεγάλου αριθμού αυτών.
4. Το γεγονός ότι καταρτίστηκε ήδη και κατατέθηκε στη Βουλή προς ψήφιση νομοσχέδιο “περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων, επί τη βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων, κατόπιν του νέου μισθολογίου” το οποίο θα έχει εφαρμογή και για τις αντίστοιχες συντάξεις των υπαλλήλων των ΟΤΑ.
5. Το γεγονός ότι, για την, από μέρους των ανωτέρω συνταξιούχων, αντιμετώπιση των αναγκών τους κατά το, μέχρι της ανωτέρω αναπροσαρμογής της συνταξεώς τους, χρονικό διάστημα παρίσταται ανάγκη χορηγήσεως σύ αυτούς, κατά το εν λόγω διάστημα, μηνιαίας προκαταβολής, συμψηφιστέας στην οριστική αύξηση που θα προκύψη από την εν λόγω αναπροσαρμογή.
6. Το ότι ή ανωτέρω οριστική αύξηση υπολογίζεται ότι θα υπερβαίνη το 15% της συντάξεως που τώρα καταβάλλεται.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Χορηγούμε, από 1ης Ιανουαρίου 1978, μηνιαίως, προκαταβολή έναντι της ανωτέρω αυξήσεως των συντάξεων των κοινοτικών συνταξιούχων, και των συνταξιούχων υπαλλήλων του ΤΑΔΚΥ, ΚΣΚΥ και ΚΑΔΚΥ, ως και των συνταξιούχων του Α.Ν. 835/1948, ίση με ποσοστό δέκα πέντε (15%) στα εκατό επί του ποσού της συντάξεώς των της 31ης Δεκεμβρίου 1977. Αν ο χρόνος ενάρξεως της αναπροσαρμογής των ανωτέρω συντάξεων, ορισθή άλλως, ή καταβληθείσα προκαταβολή από 1978 μέχρι του χρόνου ενάρξεως θα παρακρατηθή σε δύο μηνιαίες δόσεις, η δε μετά τον χρόνον τούτον προκαταβολή θα συμψηφισθή στην οριστική αύξηση που θα προκύψη από την ανωτέρω αναπροσαρμογή.

Άρθρον 47
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται εις αυτόν.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 14 Αυγούστου 1979

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ

Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς