Νόμος 909 ΦΕΚ Α΄96/2.5.1979
Περί κυρώσεως της μεταξύ της Κυβερνήσεως του Βασιλείου του Μαρόκου και της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας Συμφωνίας της 20ης Απριλίου 1977 αφορώσης εις τον διακανονισμόν των οικονομικών συνεπειών αι οποίαι προέκυψαν εκ της εφαρμογής των Διαταγμάτων (DAHIRS) αριθ. 1 63.289 και 1.73.213 επί των Ελλήνων υπηκόων και διανομής της καταβληθείσης υπό της Μαροκινής Κυβερνήσεως αποζημιώσεως μεταξύ των δικαιούχων ως και άλλων τινών διατάξεων “περί αποζημιώσεων”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:

Άρθρον πρώτον
Κυρούται καί έχει ισχύν νόμου η υπογραφείσα είς Ραμπάτ τήν 20ήν Απριλίου 1977 Συμφωνία μεταξύ τής Κυβερνήσεως τού Βασιλείου τού Μαρόκου καί τής Κυβερνήσεως τής Ελληνικής Δημοκρατίας, αφορώσα είς τόν διακανονισμόν τών οικονομικών συνεπειών, αί οποίαι προέκυψαν έκ τής εφαρμογής τών Διαταγμάτων (DAHIRS) άριθ. 1.63.289 καί 1.73.213 επί τών Ελλήνων υπηκόων τής οποίας τό κείμενον είς τό πρωτότυπον είς τήν γαλλικήν καί είς μετάφρασιν είς τήν Ελληνικήν γλώσσαν, έχει ως ακολούθως: ΣΥΜΦΩΝΙΑ Μεταξύ τής Κυβερνήσεως τού Βασιλείου τού Μαρόκου καί τής Κυβερνήσεως τής Ελληνικής Δημοκρατίας, αφορώσα είς τόν διακανονισμόν τών οικονομικών συνεπειών αί οποιαί προκύπτουν έκ τής εφαρμογής τών Διαταγμάτων (DAHIRS) άριθ. 1.63.289 καί 1.73.213 επί τών Ελλήνων υπηκόων. Η Κυβέρνησις τού Βασιλείου τού Μαρόκου καί η Κυβέρνησις τής Ελληνικής Δημοκρατίας, επιθυμούσαι, άφ ενός μέν νά συσφίγξουν τούς δεσμούς των φιλίας καί συνεργασίας ιδία είς τόν τομέα τών σχέσεων οικονομικού χαραχτήρος καί συνειδητοποιούσαι έξ άλλου ότι θά πρέπει πρός τόν σκοπόν αυτόν νά αναζητήσουν μίαν οριστικήν λύσιν είς ωρισμένα εκκρεμή μεταξύ τών δύο χωρών ζητήματα οικονομικής φύσεως, συνεφώνησαν τά ακόλουθα :
Άρθρον πρώτον
Η Μαροκινή Κυβέρνησις θά καταβάλη είς τήν Ελληνικήν Κυβέρνησιν μίαν συνολικήν καί κατ` αποκοπήν αποζημίωσιν, ή δέ τελευταία αύτη αναλαμβάνει τήν υποχρέωσιν νά εξασφαλίση τήν διανομήν τής αποζημιώσεως αυτής μεταξύ τών δικαιούχων τής παρούσης συμφωνίας. Οί δικαιούχοι αυτοί είναι τά ελληνικής ιθαγενείας φυσικά πρόσωπα τά οποία είναι ιδιοκτήται ατομικώς, ή έξ αδιαιρέτου καί έχουν θιγή υπό τών διατάξεων τών διαταγμάτων (DAHIRS) άριθ. 1. 63.289 καί 1.73.213 από 26 Σεπτεμβρίου 1963 (7 jOYMADA) 1.1383) καί 2 Μαρτίου 1973 (26 ΜΟΗΑRRΕΜ 1393).
Άρθρον 2
Τό ύψος τής συνολικής καί κατ αποκοπήν αποζημιώσεως ανέρχεται είς 400.000 διράμ. Τό είς δολλάδια ισότιμον τού ποσού τούτου, ήτοι ογδοήκοντα εννέα χιλιάδες διακοσία είκοσι δολλάρια Η.Π.Α. θά καταβληθή τό βραδύτερον εντός προθεσμίας τριών μηνών από τής ημερομηνίας τής υπογραφής τής παρούσης συμφωνίας, είς τήν Τράπεζαν τής Ελλάδος, έπ` ονόματι τής Α.Ε. τού Υπουργού Εξωτερικών τής Ελλάδος.
Άρθρον 3
Η Ελληνική Κυβέρνησις επιφορτίζεται μέ τήν διανομήν τής οριζομένης είς τήν παρούσαν συμφωνίαν αποζημιώσεως. Πρός τόν σκοπόν αυτόν αί αρμόδιαι Μαροκιναί Αρχαί θ` ανακοινώσουν είς τάς υπηρεσίας τής έν Ραμπάτ πρεσβείας τής Ελλάδος όλα τά διαθέσιμα στοιχεία τά οποία δύνανται νά διευκολύνουν τήν διανομήν αυτήν.
Άρθρον 4
Από τής υπογραφής τής παρούσης συμφωνίας εκάστη τών δύο Κυβερνήσεων αναλαμβάνει τήν υποχρέωσιν, υπό τήν επιφύλαξιν τής εκτελέσεως υπό της ετέρας Κυβερνήσεως, τών υποχρεώσεων αί οποίαι τήν βαρύνουν νά μή προβάλη ούτε νά υποστηρίξη έναντι της άλλης Κυβερνήσεως ή ενώπιον διαιτητικής ή δικαστικής δικαιοδοσίας, τάς ενδεχομένας διεκδικήσεις τών υπηκόων της σχετικώς μέ τά αναφερόμενα εις το άρθρον πρώτον τής παρούσης συμφωνίας περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα καί συμφέροντα.
“Άρθρον 5
Οί Ελληνες υπήκοοι, τούς οποίους αφορά η παρούσα συμφωνία, απαλλάσσονται παντός χρέους ή φορολογικής υποχρεώσεως έναντι τού Μαροκινού Κράτους καί παντός Μαροκινού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
“Άρθρον 6
Η παρούσα συμφωνία τίθεται έν ισχύι τήν ημέραν τής υπογραφής της. Εγένετο έν Ραμπάτ τήν 20ην Απριλίου 1977, είς δύο πρωτότυπα εις γαλλικήν γλώσσαν.

Άρθρον δεύτερον
Τό είς δραχμάς ισότιμον τού υπό τής Μαροκινής Κυρερνήσεως συμφώνως πρός τήν κυρουμένην συμφωνίαν, καταβληθέντος ποσού τών δολλαρίων Η.Π.Α. ογδοήκοντα εννέα χιλιάδων διακοσίων είκοσι (89.220), κατατεθέν είς ειδικόν έντοκον τρέχοντα λογαριασμόν είς τήν Τράπεζαν τής Ελλάδος διατίθεται διά τήν πληρωμήν τών δικαιούχων, περί τών οποίων προβλέπει το επόμενον άρθρον τού παρόντος Νόμου.

Άρθρον τρίτον
1. Τό κατά τό προηγούμενον άρθρον ποσόν διατίθεται είς φυσικά πρόσωπα ελληνικής ιθαγενείας, τών οποίων τά είς Μαρόκον, δικαιώματα ιδιοκτησίας εθίγησαν υπό τών διατάξεων τών είς τό άρθρον πρώτον τής διά τού παρόντος κυρουμένης Συμφωνίας αναφερομένων Διαταγμάτων.
2. Η ελληνική ιθαγένεια τών κατά τόν παρόντα νόμον δικαιούχων δέον νά υφίστατο τόσον κατά τόν χρόνον κατά τόν οποίον συνέβη τό ζημιογόνον γεγονός όσον καί κατά τήν 20ήν Απριλίου 1977.
3. Διά τόν καθορισμόν τού ύψους τής ζημίας τών δικαιούχων λαμβάνεται ύπ` όψιν η αξία τήν οποίαν είχον είς Μαρόκον τά δικαιώματα ιδιοκτησίας κατά τόν χρόνον κατά τό οποίον εθίγησαν.
4. Κατά τήν αποτίμησιν τών ζημιών του παρόντος νόμου λαμβάνονται υπ όψιν μόνον αί θετικαί ζημιαί.

Άρθρον τέταρτον
1. Η διανομή μεταξύ τών δικαιούχων τού κατά τό άρθρον δεύτερον τού παρόντος νόμου ποσού, ανατίθεται είς τήν Επιτροπήν τήν συσταθείσαν δυνάμει τού άρθρου 3 παράγραφος 1 τού Α.Ν. 567/1968 “περί κατανομής μεταξύ των δικαιούχων τού καταβληθησομένου υπό τής ρουμανικής Κυβερνήσεως, βάσει τής κυρωθείσης διά τού Α.Ν. 55/1967 Συμφωνίας, ποσού αποζημιώσεως καί άλλων τινών διατάξεων”, ώς τούτο ετροποποιήθη διά τον άρθρου 7 παρ. 1 του Ν.Δ. 858/1971 “περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως κ.λπ. τού Α.Ν. ύπ άριθ. 567/1968”.
2. Εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 3 μηνών από τής ενάρξεως ισχύος τού παρόντος νόμου, οί έχοντες απαιτήσεις βάσει τού άρθρου τρίτου τού παρόντος δέον όπως υποβάλλουν είς τό Υπουργείον Οικονομικών (Γενικόν Λ/ριον του Κράτους, Δ/νσιν 7ην), αίτησιν αποζημιώσεως, μετά τών αποδεικτικών τής ζημίας στοιχείων καί λοιπών εγγράφων νομιμοποιήσεώς των ώς δικαιούχων. Διά κοινής αποφάσεως τών Υπουργών Εξωτερικών καί οικονομικών, δημοσιευομένης είς τήν Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως, ή ώς άνω προθεσμία δύναται νά παραταθή επί έν εισέτι τρίμηνον.

3. Η Επιτροπή τής παραγράφου 1 τού παρόντος άρθρου κρίνει τάς αιτήσεις τών ενδιαφερομένων επί τή βάσει τών υποβαλλομένων ύπ αυτών αποδεικτικών στοιχείων ώς καί παντός άλλου κατά τήν κρίσιν της προσφόρου μέσου. Η χρησιμοποίησις μαρτύρων διά τήν απόδειξιν τών απαιτήσεων επιτρέπεται μόνον έφ όσον υφίσταται αρχή εγγράφου αποδείξεως. Η αποδειχτική αξία τών προσαγομένων εγγράφων καί λοιπών στοιχείων ώς καί τό αξιόπιστον τών μαρτύρων εκτιμάται ελευθέρως υπό τής Επιτροπής. Αί αποφάσεις τής Επιτροπής δέον νά είναι πλήρως ητιολογημέναι, είναι δέ οριστικαί μή υποκείμεναι εις αναθεώρησιν ή προσφυγήν διά τής διοικητικής οδού. Ερμηνεία, διορθώσεις ελλείψεων ή ανακριβειών τού διατακτικού ή γραφικών ή λογιστικών λαθών παρεισφρησάντων κατά τήν σύνταξιν τών αποφάσεων γίνονται υπό τής Επιτροπής κατόπιν αιτήσεως τού ενδιαφερομένου. Επί ακυρώσεως αποφάσεως τής Επιτροπής υπό τού Συμβουλίου τής Επικρατείας αύτη επιλαμβάνεται τής εκδικάσεως τής υποθέσεως εντός μηνός από τής κοινοποιήσεως τής αποφάσεως τού Συμβουλίου τής Επικρατείας υπό τού ενδιαφερομένου είς τό Υπουργείον οικονομικών (Γενικόν Λογιστήριον τού Κράτους, Δ/νσιν 7ην).
4. Κατά τήν διάρκειαν τής προθεσμίας υποβολής αιτήσεων ακυρώσεως τών αποφάσεων τής Επιτροπής ενώπιον τού Συμβουλίου Επικρατείας, αναστέλλεται η καταβολή τής αποζημιώσεως είς τόν δικαιούχον εκτός άν ούτος αποδεχθή ρητώς τήν απόφασιν τής Επιτροπής.
5. Αί επιδικαζόμεναι αποζημιώσεις καταβάλλονται μετά τήν εκδίκασιν υπό τής Επιτροπής τής παραγρ. 1 τού παρόντος άρθρου πασών τών υποβληθησομένων είς αυτήν αιτήσεων αποζημιώσεως. Δι αποφάσεως τών Υπουργών εξωτερικών καί Οικονομικών, δύναται νά καταβάλλεται είς τούς δικαιούχους ποσοστόν τής επιδικασθησομένης είς αυτούς αποζημιώσεως πρό τής εκδικάσεως υπό τής Επιτροπής τού συνόλου τών υποβληθεισών αιτήσεων αποζημιώσεως.
6. Εάν τό διατιθέμενον πρός αποζημίωσιν τών δικαιούχων ποσόν δέν επαρκέση διά τήν είς τό ακέραιον ικανοποίησίν των, ούτοι θά ικανοποιηθούν συμμέτρως.
7. Η εκτέλεσις τών αποφάσεων τής Επιτροπής ανατίθεται είς τόν Υπουργόν Οικονομικών, ο οποίος, μετά τήν κοινοποίησιν τής αποφάσεως τής Επιτροπής είς τό Γενικόν Λογιστήριον τού Κράτους, εκδίδει εντολήν πληρωμής είς τούς αναγνωρισθησομένους δικαιούχους.

Άρθρον πέμπτον
Πάν θέμει αφορών τήν εκπλήρωσιν τού ανατιθεμένου είς τήν Επιτροπήν τού άρθρου τετάρτου έργου ώς καί πάσα λεπτομέρεια αφορώσα τήν εκτέλεσιν του παρόντος νόμου ρυθμίζονται διά κοινών αποφάσεων τών Υπουργών Εξωτερικών καί Οικονομικών, δημοσιευομένων διά τής Εφημερίδος τής Κυβερνήσεως.

Άρθρον έκτον
Είς τόν Πρόεδρον, τά μέλη καί τον Γραμματέα τής είς τό άρθρον τέταρτον Επιτροπής καταβάλλεται, διά τήν ανατιθεμένην είς αυτήν διά τού παρόντος νόμου πρόσθετον εργασίαν αμοιβή κατά τάς διατάξεις τής παρ. 2 τού άρθρου 8 τού Ν. 754/1978 “Περί ρυθμίσεως τών αποδοχών τών δημοσίων υπαλλήλων Πολιτικών καί Στρατιωτικών, τών υπαλλήλων τών Ν.Π.Δ.Δ. ώς καί άλλων τινών συναφών διατάξεων”. Η αμοιβή αύτη βαρύνει τους τόκους του αναφερομένου είς το άρθρον δεύτερον τού παρόντος κεφαλαίου. Η πρόσθετος αύτη εργασία πρέπει νά περατωθή υπό τής Επιτροπής εντός τετραμήνου από τής ημερομηνίας ενάρξεως εκδικάσεως τών υποβληθησομένων αιτήσεων αποζημιώσεως.

Άρθρον έβδομον
1. Η διαδικασία τού άρθρου τετάρτου τού παρόντος νόμου διεξάγεται ατελώς.
2. Πάσαι αί κατά τόν παρόντα νόμον υποβαλλόμεναι αιτήσεις αποζημιώσεως, ώς καί τά είς απόδειξιν αυτών αναγκαία πιστοποιητικά, βεβαιώσεις, ένορκοι καταθέσεις, πληρεξούσια καί λοιπά έγγραφα απαλλάσονται τού τέλους χαρτοσήμου καί παντός ετέρου υπέρ τού Δημοσίου Ενσήμου, Προξενικών Τελών, ώς καί εισφορών καί ενσήμων υπέρ παντός ταμείου κυρίας καί επικουρικής ασφαλίσεως. Τό ποσόν τή αποζημιώσεως καί αί αποδείξεις εξοφλήσεως παρά τών δικαιούχων τών καταβαλλομένων αποζημιώσεων απαλλάσσονται πάσης κρατήσεως, τελών χαρτοσήμου καί παντός φόρου συμπεριλαμβανομένου του φόρου κληρονομίας ώς καί τής έκ 30ο/ο εισφοράς τού Α.Ν. 1023/1946 “Περί επιβολής ειδικής εισφοράς είς βάρος τών δικαιούχων δεσμευμένου συναλλάγματος καί “περί ρυθμίσεως άλλων τινών συναλλαγματικών θεμάτων”.

Άρθρον όγδοον
1. Η δικηγορική αμοιβή διά παρασχεθείσας υπηρεσίας επί υποθέσεων τού παρόντος νόμου καθ` όλα τά στάδια από τής αναλήψεώς των μέχρι τής οριστικής επιδικάσεως τής αποζημιώσεως υπό τής Επιτροπής δέν δύναται νά υπερβαίνη ποσοστόν 7ο/ο τής τελικώς καταβαλλομένης είς έκαστον δικαιούχον αποζημιώσεως. Εν περιπτώσει χρησιμοποιήσεως πλειόνων δικηγόρων επιμερίζεται μεταξύ τούτων ή ώς άνω αμοιβή κατά λόγον τής σπουδαιότητες τών παρ εκάστου παρασχεθεισών υπηρεσιών.
2. Συμφωνίαι διά τών οποίων συνομολογείται αμοιβή μεγαλυτέρα τής κατά τήν προηγουμένην παράγραφον επιτρεπομένης είναι άκυροι ώς πρός τό επί πλέον καί ουδεμίαν επάγονται νομικήν συνέπειαν.

Άρθρον ένατον
Οί μετά τήν καταβολήν τών κατ άρθρον έκτον δαπανών, τυχόν εναπομείναντες τόκοι προστίθενται είς τό κεφάλαιον καί διατίθενται υπέρ τών κατά τόν παρόντα νόμον δικαιούχων.

Άρθρον δέκατον
Αί υπό τής παραγράφου 1 τού άρθρου έκτου τού ν. 496/1976 “Περί κυρώσεως τής μεταξύ τής Κυβερνήσεως τής Ελληνικής Δημοκρατίας καί τής Κυβερνήσεως τής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τής Γερμανίας συμφωνίας τής 13ης Ιουνίου 1974, αφορώσης είς τόν διακανονισμόν αποζημιώσεως Ελλήνων υπηκόων υποστάντων ζημίας κατά τόν πρώτον παγκόσμιον πόλεμον, καθ` ήν περίοδον η Ελλάς ήτο ουδετέρα καί διανομής τής καταβληθείσης αποζημιώσεως μεταξύ τών δικαιούχων”, προβλεπόμεναι θέσεις βοηθητικού προσωπικού επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου τής υπό τού άρθρου πέμπτου τού αυτού νόμου προβλεπομένης Επιτροπής αυξάνονται είς πέντε (5) καί θά καλυφθούν υπό τού βοηθητικού προσωπικού τού ήδη υπηρετούντος είς τήν Επιτροπήν τήν προβλεπομένην υπό του άρθρου 3 παράγραφος 1 τού Α.Ν. 567/1968, ώς τούτο ετροποποιήθη διά τού Άρθρου 7 τού Ν.Δ. 858/ 1971.

Άρθρον ενδέκατον
Τό άρθρον έβδομον τού ν. 496/1976 αντικαθίσταται ώς ακολούθως :
Άρθρον έβδομον
Αί απαιτηθησόμεναι δαπάναι διά τήν λειτουργίαν τής προβλεπομένης υπό του άρθρου πέμπτου τού παρόντος Επιτροπής τήν αμοιβήν τών μελών, τού Γραμματέως καί τού βοηθητικού προσωπικού αυτής, τήν δι υπερωριακήν εργασίαν αμοιβήν τού βοηθητικού προσωπικού καί τών υπαλλήλων τού συνεργείου υπερωριακής εργασίας διά τήν εκτέλεσιν τών εκδιδομένων υπό τής Επιτροπής αποφάσεων καί τήν έν γένει εκτέλεσιν τού παρόντος νόμου καταβάλλονται έκ τών τόκων τού έν άρθρω δευτέρου τού παρόντος λογαριασμού, δέν δύνανται δέ αύται νά υπερβούν έν συνόλω τό ποσοστόν 10ο/ο τών τόκων τού κεφαλαίου τών 42.300.000 μάρκων. Ως πρός τήν αμοιβήν τών μετεχόντων τής Επιτροπής υπαλλήλων, τήν αντιμισθίαν τού βοηθητικού προσωπικού επί σχέσει εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου καί τήν αποζημίωσιν τών υπαλλήλων έν γένει τών απασχοληθησομένων είς τό συνεργείον υπερωριακής εργασιας, εφαρμόζονται αναλόγως αί διατάξεις τών άρθρων 7 καί 8 τού Ν. 754/1978 καί τά οριζόμενα υπό τής κειμένης εργατικής νομοθεσίας”.

Άρθρον δωδέκατον
Η παράγραφος 1 τού άρθρου 2 τού Α.Ν. 567/1968 αντικαθίσταται άφ ής ίσχυσεν ώς ακολούθως :

“1. Τό υπό τής Ρουμανικής Κυβερνήσεως καταβληθησόμενον, είς εκτέλεσιν τού άρθρου 1 τής ώς άνω Συμφωνίας ποσόν έκ δολλαρίων Η.Π.Α. τριών καί ημίσεος εκατομμυρίων (3.500.000) διατίθετα είς τούς κατωτέρω:

α) Φυσικά ή νομικά πρόσωπα ελληνικής ιθαγενείας, τών οποίων τά έν Ρουμανία ακίνητα ή εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων εθίγησαν έξ ενός ή πλειόνων έκ τών αναφερομένων είς τό άρθρον 1 παράγρ. α τής προμνησθείσης Συμφωνίας μέτρων κατά τήν χρονικήν περίοδον από 12ης Σεπτεμβρίου 1944 μέχρι τής 2ας Σεπτεμβρίου 1966, η εγκατελείφθησαν υπό τών κυρίων των κατά τήν χρονικήν περίοδον από 1ης Σεπτεμβρίου 1939 μέχρι τής 25ης Αυγούστου 1956.

β) Φυσικά ή νομικά πρόσωπα ελληνικής ιθαγενείας, έχοντα απαιτήσεις αποζημιώσεως απορρεούσας έκ τής προμνησθείσης συμφωνίας, καί μή υπαγομένας είς τάς ανωτέρω υπο στοιχεια α περιπτώσεις εφ οσον αυταί εγεννήθησαν κατά τήν χρονικήν περίοδον από 12ης Σεπτεμβρίου 1944 μέχρι 2ας Σεπτεμβρίου 1966”.

Άρθρον δέκατον τρίτον
Τό τελευταίον εδάφιον τής παραγράφου 5 τού άρθρου 4 τού Α.Ν. 567 τού 1968, ώς καί η προστεθείσα διά τού άρθρου 4 παραγρ. 2 τού Ν.Δ. 858/ 1971 παράγραφος 7 τού ιδίου άρθρου καταργούνται.

Άρθρον δέκατον τέταρτον
Η υπό τής πραγράφου 1 τού άρθρου πέμπτου τού ν. 496/1976 προρλεπομένη προθεσμία υποβολής αιτήσεων αποζημιώσεως παρατείνεται επί εξάμηνον αρχόμενον από τής ενάρξεως ισχύος τού παρόντος νόμου. Αιτήσεις υποβληθείσαι βάσει τού ν. 496/1976 μέχρι τής ενάρξεως τής ισχύος τού παρόντος θεωρούνται εμπρόθεσμοι.

Άρθρον δέκατον πέμπτον
Εάν μετά τήν οριστικήν κρίσιν απασών τών υποβληθεισών, βάσει τού άρθρου 3 παραγρ. 1 τού Α.Ν. 408/1968 “περί διανομής της αποζημιώσεως ήν προβλέπει η Ελληνοβουλγαρική Συμφωνία τής 9ης Ιουλίου 1964, κυρωθείσα διά τού Ν.Δ. 4393/1964” αιτήσεων αποζημιώσεως καί τήν καταβολήν είς άπαντας τούς αναγνωρισθέντας δικαιούχους ολοκλήρου τού επιδικασθέντος είς αύτούς ποσού αποζημιώσεως ήθελεν απομείνει υπόλοιπον έκ τού προβλεπομένου υπό τού άρθρου 1 παραγρ. 1 περίπτ. α τού Α.Ν. 408/1968 κεφαλαίου τών 5 εκατομμυρίων δολλαρίων Η.Π.Α. καί τών έκ τούτου γεννηθέντων τόκων, τούτο προστίθεται είς τό υπό τού άρθρου 1 παραγρ. 1 περιπτ. β τού Α.Ν. 408/1968 προβλεπόμενον κονδύλιον τών δύο εκατομμυρίων δολλαρίων καί διατίθεται πρός αποζημίωσιν τών υποστάντων υλικάς ζημίας, έν Βουλγαρία δικαιούχων κατά τά ειδικώτερον έν τω νόμω τούτω οριζόμενα.

Άρθρον δέκατον έκτον
Η ισχύς τού παρόντος άρχεται από τής δημοσιεύσεώς του διά τής Εφημερίδος τής Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 02 Μαΐου 1979

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ

Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς