Νόμος 830 ΦΕΚ Α΄ 204/29.11.1978
Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Ρωμή την 13ην Ιουνίου 1976 Συμφωνίας Συστάσεως του Διεθνούς Ταμείου Αγροτικής Αναπτύξεως.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:

Άρθρον πρώτον
Κυρούται και έχει ισχύν νόμου, η υπογραφείσα εις Ρώμην την 13ην Ιουνίου 1976 Συμφωνία Συστάσεως του Διεθνούς Ταμείου Αγροτικής Αναπτύξεως (INTERNATIONAL FYND FOR AGRIGULTURAL DEVELOPMENT – I.F.A.D.), της οποίας το κείμενον εν πρωτοτύπω εις την Αγγλικήν και εν μεταφράσει εις την Ελληνικήν έχει ως ακολούθως:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Αναγνωρίζοντες ότι το παγκόσμιον πρόβλημα επάρκεια ειδών διατροφής απασχολεί σοβαρά ένα μεγάλο τμήμα των λαών των αναπτυσσομένων χωρών και θέτει εις κίνδυνον τάς πλέον θεμελιώδεις αρχάς και αξίας, όσον αφορά τα δικαιώματα επιβιώσεως και ανθρωπίνης αξιπρεπείας.
Λαμβάνοντες υπ` όψιν την ανάγκην βελτιώσεως των βιοτικών συνθηκών εις τάς αναπτυσσομένας χώρας ως και της κοινωνικοοικονομικής αναπτύξεως εντός του πλαισίου των προτραιοτήτων και των αντικειμενικών σκοπών των αναπτυσσομένων χωρών, δίδοντες την δέουσαν προσοχήν εις αμφότερα τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη.
Εχοντες υπ` όψει την ευθύνην του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών βάσει του υφισταμένου συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, όπως συμβάλλη εις τάς προσπαθείας των αναπτυσσομένων χώρων διά την αύξησιν της παραγωγής τροφίμων και της γεωργικής παραγωγής, ως επίσης και την τεχνικήν αρμοδιότητα και πείραν του εν λόγω Οργανισμού εις τον τομέα αυτόν.
Εχοντες συνείδησσιν των στόχων και των αντικειμενικών σκοπών της Στρατηγικής της Διεθνούς Αναπτύξεως διά την Δευτέραν Αναπτυξιακήν Δεκαετίαν των Ηνωμένων των ευεργετημάτων βοηθείας εις πάντας.
Εχοντες επίσης υπ` όψει την παράγρ. (F) του μέρους 2 (“Τρόφιμα”) του Τμήματος Ι της αποφάσεως 3202 (S-VI) της Γενικής Συνελεύσεως περί του Προγράμματος Δραστηριότητος διά την εφαρμογήν ενός Νέου Διεθνούς Οικονομικού Προγράμματος.
Εχοντες υπ` όψει την ανάγκην παροχής τεχνολογίας διά την ανάπτυξιν του τομέως ειδών διατροφής και γεωργίας και το Τμήμα Υ “είδη διατροφής και Γεωργίας”) της αποφάσεως 3362 (S_VII) της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών περί αναπτύξεως και διεθνούς οικονομικής συνεργασίας, και κυρίως την παράγραφου 6 της Αποφάσεως ταύτης, περί ιδρύσεως Διεθνούς Ταμείου Γεωργικής Αναπτύξεως.
Επικαλούμενοι την παράγραφου 13 της Αποφάσεως 3348 (ΧΧΙΧ) της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, και των Αποφάσεων Ι και ΙΙ της Παγκοσμίου Διασκέψεως Τροφίμων περί των αντικειμενικών σκοπών και της εφαρμοστέας πολιτικής διά την παραγωγήν τροφίμων και των προτεραιοτήτων διά την γεωργικήν και αγροτικήν ανάπτυξιν. Επικαλούμενοι την Απόφασιν ΧΙΙΙ της Παγκοσμίου Διασκέψεως Τροφίμων, η οποία ανεγνώρισε (Ι) την ανάγκην σημαντικής αυξήσεως των επενδύσεως εις τον τομέα της γεωργίας διά την αύξησιν της παραγωγής τροφίμων και γεωργικών προϊόντων εις τάς αναπτυσσομένας χώρας, (ΙΙ) ότι η παροχή επαρκών ποσοτήτων και η κατάλληλος χρήσις των τροφίμων αποτελούν κοινήν ευθύνην απάντων των μελών της διεθνούς κοινότητος, και (ΙΙΙ) ότι αι προοπτικαί της παγκοσμίου καταστάσεως εις τον τομέα τροφίμων καθιστούν αναγκαίαν την λήψιν επειγόντων και συντονισμένων μέτρων υπό πάντων των κρατών, και η οποία απεφάσισεν:
Οτι θα πρέπει να συσταθή αμέσως Διεθνές Ταμείον Γεωργικής Αναπτύξεως διά την χρηματοδότησιν Προγραμμάτων Γεωργικής Αναπτύξεως και κυρίως διά την ανάπτυξιν της παραγωγής ειδών διατροφής εις τάς αναπτυσσομένας χώρας.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συνεφώνησαν όπως ιδρύσουν το Διεθνές Ταμείον Γεωργικής Αναπτύξεως, το οποίον θα διέπηται υπό των κάτωθι διατάξεων:
Άρθρον 1.
Ορισμός.
Πρός εφαρμογήν της παρούσης Συμφωνίας οι κατωτέρω αναγραφόμενοι όροι θα έχουν τα εξής σημασίας, εκτός αν άλλως πως απαιτή το κείμενο.
(α) (Ταμείον) νοείται το Διεθνές Ταμείον Αναπτύξεως.
(β) “Παραγωγή ειδών διατροφής” νοείται η παραγωγή ειδών διατροφής περιλαμβανομένης της αναπτύξεως ειδών αλιείας και κτηνοτροφίας.
(γ) “Κράτος” νοείται οιοδήποτε Κράτους ή οιαδήποτε ομάς Κρατών δυναμένων να καταστούν μέλη του Ταμείου, συμφώνως πρός την παράγραφον Ι (β) του Άρθρου 3.
(δ) “Ελευθέρως μετατρέψιμον συνάλλαγμα” νοείται.
(Ι) Το συνάλλαγμα Μέλους το οριζόμενον υπό του Ταμείου, κατόπιν διαβουλεύσεων μετά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είναι αρκούντως μετατρέψιμον εις συναλλάγματα ετέρων Μελών πρός εξυπηρέτησιν των δραστηριοτήτων του Ταμείου, η
(ΙΙ) Το συνάλλαγμα ενός Μέλους το οποίον εν λόγω Μέλος συμφωνεί να ανταλλάξη, υπό όρους οι οποίοι θα ικανοποιούν το Ταμείον, αντί συναλλαγμάτων ετέρων Μελών πρός εξυπηρέτησιν των δραστηριοτήτων του Ταμείου, “συνάλλαγμα ενός Μέλους” νοείται, όσον αφορά Μέλος το οποίον συνιστά ομάδα Κρατών, το συνάλλαγμα οιουδήποτε μέλους της ομάδος ταύτης.
(ε) “Κυβερνήτης” νοείται το πρόσωπον το οποίον ορίζει εν Μέλος αντιπρόσωπον αυτού δι` εκάστην συνεδρίασιν του Διοικητικού Συμβουλίου.
(στ) “ψηφοφορία νοείται καταφατική η αρνητική ψήφος.
Άρθρον 2.
Αντικειμενικοί σκοποί και Λειτουργίαι.
Αντικειμενικός σκοπός του Ταμείου θα είναι η συγκέντρωσις επιπροσθέτων πόρων και η διάθεσις των, υπό προνομιακούς όρους εις τα αναπτυσσόμενα Κράτη Μέλη διά την γεωργικήν ανάπτυξιν. Πρός επίτευξιν του αντικειμενικού τούτου σκοπού το Ταμείον θα χρηματοδοτή πρωτίστως μελέτας και προγράμματα ειδικώς εκπονουμένας διά την έναρξιν, επέκτασιν η την βελτίωσιν των συστημάτων παραγωγής, και διά την ενίσχυσιν της σχετικής πολιτικής και των θεσμών εντός του πλαισίου των εθνικών προτεραιοτήτων και της ακολουθουμένης πολιτικής, έχοντες υπ` όψει: Την ανάγκην αυξήσεως της παραγωγής ειδών διατροφής εις τάς χώρας αι οποίαι παρουσιάζουν την μεγαλυτέραν έλλειψιν ειδών διατροφής.
Την δυνατότητα αυξήσεως της παραγωγής ειδών διατροφής εις έτερας αναπτυσσομένας χώρας, ως επίσης την σημασίαν βελτιώσεως του επιπέδου διατροφής των πτωχοτέρων πληθυσμών εις τάς αναπτυσσομένας χώρας και των συνθηκών διαβιώσεώς των.
Άρθρον 3.
Μέλη.
1. Προϋποθέσεις διά την απόκτησιν της ιδιότητος του μέλος.
(α) Μέλος του Ταμείου επιτρέπεται να καταστή πάν Κράτος του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών η οιουδήποτε των ειδικών Οργανισμών αυτού, η του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενεργείας.
(β) Μέλος επιτρέπεται επίσης να καταστή πάσα ομάς Κρατών, τα μέλη της οποίας έχουν εξουσιοδοτήσει ταύτην διά τομείς οι οποίοι εμπίπτουν εις την αρμοδιότητα του Ταμείου και η οποία δύναται να τηρήση απάσας τάς υποχρεώσεις ως Μέλος του Ταμείου.
Παράγραφος 2 – Αρχικά και μη αρχικά Μέλη.
(α) Αρχικά Μέλη του Ταμείου είναι τα Κράτη τα αναγραφόμενα εις τον πίνακα Ι, όστις αποτελεί αναπόσπαστον τμήμα της παρούσης Συμβάσεως και τα οποία συμφώνως πρός την παράγραφον Ι (β) του Άρθρου 13, καθίστανται μέλη της παρούσης Συμβάσεως.
(β) Μη αρχικά Μέλη του Ταμείου είναι παν Κράτος το οποίον κατόπιν της αποδοχής του υπό του Διοικητικού Συβμουλίου ως Μέλους καθίσταται συμβαλλόμενον μέρος της παρούσης Συμβάσεως πρός την παράγραφον Ι (γ) του Άρθρου 13.
Παράγραφος 3 – Κατάταξις Μελών.
(α) Τα αρχικά Μέλη κατατάσσονται εις μίαν εκ των τριών κατηγορίων:
Εφεξής Ι, ΙΙ ή ΙΙΙ ως αναγράφεται εις τον Πίνακα Ι της παρούσης Συμβάσεως.
Τα αρχικά Μέλη θα κατατάσσωνται εις κατηγορίας υπό του Διοικητικού Συμβουλίου διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων, μετά σύμφωνον γνώμην των εν λόγω Μελών κατά τον χρόνον της αποδοχής των ως μελών.
(β) Η κατάταξις Μέλους δύναται να τροποποιηθή υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, διά της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνόλου των ψήφων, εμτά την σύμφωνον γνώμην του εν λόγω Μέλους.
Παράγραφος 4 – Περιορισμός ευθυνών.
Ουδέν Μέλος θα φέρη ευθύνην, ένεκεν της ιδιότητός του ως μέλους, διά πράξεις η υποχρεώσεις αναληφθείσας υπό του Ταμείου.
Άρθρον 4.
Πόροι.
Παράγραφος Ι – Πόροι του Ταμείου: Οι πόροι του Ταμείου θα συνίστανται:
(Ι) εις τάς αρχικάς εισφοράς, (ΙΙ) εις τάς συμπληρωματικάς εισφοράς. (ΙΙΙ) εις ειδικάς εισφοράς Κρατών μη μελών και εξ ετέρων πηγών.
(ΙΥ) Τα εισερχόμενα ποσά εις το Ταμείον από εργασίας ή άλλως πως.
Παράγραφος 2 – Αρχικαί εισφοραί.
(α) Εκαστον των αρχικών Μελών της κατηγορίας Ι ήΙΙ και παν Μέλος της κατηγορίας ΙΙΙ θα δύναται να συνεισφέρη εις το αρχικόν κεφάλαιον του Ταμείου το εις συνάλλαγμα εκπεφρασμένον ποσόν, ως τούτο καθορίζεται εις το έγγραφον επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως, το κατατιθέμενον υπό του Κράτους τούτου κατά το εν Παραγράφω Ι (β) του Άρθρου 13.
(β) Εκαστον μη αρχικόν Μέλος της κατηγορίας Ι ή ΙΙ ως και παν μη αρχικόν Μέλος της κατηγορίας ΙΙΙ θα δύναται να συνεισφέρη εις το αρχικόν κεφάλαιον του Ταμείου, το μεταξύ τούτου και του Διοικητικού Συμβουλίου συμφωνηθέν ποσόν κατά τον χρόνον της αποδοχής αυτού ως μέλους.
(γ) Η αρχική εισφορά εκάστου Μέλους θα οφείλεται και θα καταβάλλεται συμφώνως πρός την Παράγραφος 5 στοιχεία (β) και (γ) του Άρθρου είτε εις μίαν δόσιν είτε κατ` εκλογήν του Μέλους εις τρείς ισοπόσους ετησίας δόσεις. Η πληρωμή εις μίαν δόσιν ή η πρώτη ετησία δόσις δέον όπως καταβάλλεται την τριακοστήν ημέραν από της ενάρξεως ισχύος της παρούσης Συμβάσεως μετά του Μέλους τούτου. Η δευτέρα και η τρίτη δόσις δέον όπως καταβάλλωνται κατά την αυτήν ημερομηνίαν κατά την οποίαν κατεβλήθη η πρώτη δόσις, του επομένου και του μεθεπομένου έτους.
Παράγραφος 3 – Συμπληρωματικαί εισφοραί.
Διά να καταστή δυνατή η συνέχισις της λειτουργίας του Ταμείου, το Διοικητικόν Συμβούλιον περιοδικώς και κατά διαστάματα τα οποία ήθελον κριθή πρόσφαρα, θα προβαίνη εις την επανεξέτασιν της επαρκείας των διατιθεμένων εις το Ταμείον πόρων. Η πρώτη τοιαύτη επανεξέτασις θα λάβη χώραν ουχί αργότερον των τριών ετών από της ενάρξεως λειτουργίας του Ταμείου. Εάν το Διοικητικόν Συμβούλιον κατόπιν μιάς τοιαύτης επανεξετάσεως, κρίνη αναγκαίον η επιθυμητόν, δύναται να ζητήση από τα Μέλη να προβούν εις Συμπληρωματικάς εισφοράς εις τους πόρους του Ταμείου συμφώνως πρός της παραγράφου 5 του Παρόντος άρθρου. Αι αποφάσεις δυνάμει της παρούσης παραγράφου θα λαμβάνωνται κατά πλειοψηφίαν των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων.
Παράγραφου 4 – Αύξησις του ποσού των εισφορών.
Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να επιτρέψη εις εν Μέλος, οποτεδήποτε, όπως προβή εις την αύξησιν του ποσού οιασδήποτε των εισφορίων του.
Παράγραφος 5 – Οροι διέποντες τάς εισφοράς.
(α) Αι εισφοραί δέον όπως καταβάλλωνται άνευ περιορισμού όσαν αφορά την χρήσιν των και θα επιστρέφωνται εις τα συνεισφέροντα Μέλη μόνον συμφώνως πρός τάς διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 9.
(β) Αι εισφοραί θα παρέχωνται εις ελευθέρως μετατρέψιμα συναλλάγματα, πλήν των Μελών της κατηγορίας ΙΙΙ, άτινα δύνανται να καταβάλλουν τάς εισφοράς των εις τα ίδια αυτών συναλλάγματα (νομίσματα είτε ταύτα είναι ελευθέρως μετατρέψιμα είτε όχι). Αι εισφοραί εις το Ταμείον θα καταβάλλωνται τοις μετρητοίς η εις περίπτωσιν κατά την οποίαν μέρος των ανωτέρω εισφορών δεν είναι αμέσως αναγκαίον διά την διεξαγωγήν των εργασιών του Ταμείου, το εν λόγω ποσόν δύναται να καταβάλλεται υπό μορφήν μη μεταβιβασίμων, αμετακλήτων ατόκων γραμματίων ή ομολόγων, πληρωτέων επί τη εμφανίσει. Το Ταμείον διά την χρηματοδότησιν των εργασίων του θα χρησιμοποιή όλας τάς εισφοράς (ανεξαρτήτως της μορφής υπό την οποίαν εγένοντο) ως εξής:
(Ι) Αι εισφοραί θα χρησιμοποιούνται επί ποσοστιαίας βάσεως και κατά λογικά χρονικά διαστήματα, ως ήθελεν ορισθή υπό Εκτελεστικού Συμβουλίου.
(ΙΙ) Μέρος της εισφοράς καταβάλλεται τοις μετρητοίς, το κατά τον τρόπον τούτον καταβαλλόμενον μέρος της εισφοράς θα χρησιμοποιήται συμφώνως πρός την παράγραφον (Ι), πρό του υπολοίπου της εισφοράς εκτός της περιπτώσεις κατά την οποίαν το καταβληθέν τοις μετρητοίς μέρος χρησιμοποιείται κατά τον τρόπον τούτον, δύναται τούτο να κατατίθεται ή να επενδύεται υπό του Ταμείου διά την απόκτησιν εσόδων πρός αντιμετώπισιν των διοικητικών και άλλων δαπανών του.
(ΙΙΙ) Πάσα αρχική εισφορά, ως και πάσα αύξησις ταύτης, θα χρησιμοποιήται πρό της χρησιμοποιήσεως οιασδήποτε συμπληρωματικής τοιαύτης. Ο αυτός κανών θα ισχύη και διά πάσαν περαιτέρω συμπληρωατικήν εισφοράν.
Άρθρον 5.
Νομίσματα.
Παράγραφος 1η – Χρήσις των νομισμάτων.
(α) Τα Μέλη δεν θα διατηρήσουν ή επιβάλλουν ουδένα περιορισμόν εις την επένδυσιν ή χρήσιν υπό του Ταμείου των ελευθέρως μετατρεψίμων νομισμάτων.
(β) Το νόμισμα μέλους της κατηγορίας ΙΙΙ το καταβαλλόεμον εις το Ταμείον έναντι των αρχικών ή συμπληρωματικών εισφορών του Μέλους τούτου δύναται να χρησιμοποιήται υπό του Ταμείου, εν συνεννοήσει μετά του ενδιαφερομένου Μέλους, διά την πληρωμήν διοικητικών ή άλλων δαπανών του Ταμείου εις την επικράτειαν του εν λόγω Μέλους, ή κατόπιν συγκαταθέσεως του Μέλους, διά την πληρωμήν εμπορευμάτων ή υπηρεσιών παρεχομένων εντός της επικρατείας τούτου απαιτουμένων διά δραστηριότητας χρηματοδοτουμένας υπό του Ταμείου εις έτερα Κράτη.
Παράγραφος 2α. Εκτίμησις των νομισμάτων.
(α) Η λογιστική μονάς του Ταμείου θα είναι το Ειδικόν Δικαίωμα Πληρωμής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
(β) Πρός εφαρμογήν της παρούσης Συμφωνίας, η αξία ενός νομίσματος κατά την έννοιαν του Ειδικού Δικαίωματος Πληρωμής θα υπολογίζεται συμφώνως πρός την μέθοδον εκτιμήσεως την εφαρμοζομένην υπό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, υπό τον όρον ότι:
(1) εις την περίπτωσιν νομίσματος ενός μέλους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, διά το οποίον δεν υπάρχει τοιαύτη αξία επί τρεχούσης βάσεως, η αξία θα υπολογίζεται κατόπιν διαβουλεύσεως μετά του Διεθυνούς Νομισματικού Ταμείου,
(2) εις την περίπτωσιν νομίσματος ενός μη μέλους του Διεθνούς Νομισταμτικού Ταμείου, η αξία του νομίσματος κατά την την εννοιαν του Ειδικού Τραβηκτικού Δικαιώματος θα υπολογίζεται υπό του Ταμείου βάσει της αναλόγου σχέσεως τιμής συναλλάγαματος μεταξύ του νομίσματος τούτου και του νομίσματος ενός μέλους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου διά το οποίον η αξία υπολογίζεται ως ανωτέρω.
Άρθρον 6.
Οργάνωσις και Διοίκησις.
Παράγραφος 1η – Δομή του Ταμείου.
Το Ταμείου θα έχη:
(α) Διοικητικόν Συμβούλιον (β) Εκτελεστικήν Επιτροπήν (γ) Πρόεδρον και ανάλογον προσωπικόν πρός κάλυψιν των λειτουργίων του Ταμείου.
Παράγραφος 2 – Διοικητικόν Συμβούλιον.
(α) Εκαστον Μέλος θα αντιπροσωπεύεται εις το Διοικητικόν Συμβούλιον και θα διορίζη Διοικητήν και αναπληρωτήν. Ο αναπληρωτής θα ψιφίζη μόνον εις περίπτωσιν απουσίας του ατόμου το οποίον αναπληροί.
(β) Πάσα εξουσία του Ταμείου θα ανήκει εις το Διοικητικόν Συμβούλιον.
(γ) Το Διοικητικόν Συμβούλιον θα δύναται να μεταβιβάζη εξουσίας ιες την Εκτελεστικήν Επιτροπήν, εκτός των κάτωθι εξουσιών:
(1) την θέσπισιν τροποποιήσεων της παρούσης συμβάσεως, (2) την αποδοχήν μέλους και τον καθορισμόν της κατατάξεως και ανακτατάξεως Μελών, (3) την διαγράφην Μέλους, (4) την λήξιν εργασιών του Ταμείου και την διανομήν των στοιχείων του ενεργητικού αυτού,
(5) την προσφυγήν κατά των αποφάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής σχετικώς με την ερμηνείαν ή εφαρμογήν της παρούσης Συμφωνίας.
(6) τον καθορισμόν της αμοιβής του προέδρου.
(δ) Το Διοικητικόν Συμβούλιον θα συνέρχεται άπαξ του έτους και εκτάκτως κατόπιν αποφάσεως αυτού η κατόπιν αποφάσεως των Μελών εχόντων τουλάχιστον το εν τέταρτον του συνολικού αριθμού των ψήφων εις το Διοικητικόν Συμβούλιον ή κατόπιν αιτήσεως της Εκτελεστικής Επιτροπής με πλειοψηφίαν των δύο τρίτων των ψήφων.
(ε) Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται διά κανονισμού να θεσπίζη διαδικασίαν διά της οποίας η Εκτελεστική Επιτροπή θα δύναται να επιτυγχάνη την ψήφον του Συμβουλίου επί ειδικού θέματος άνευ της συγκλήσεως του Συμβουλίου.
(στ) Το Διοικητικόν Συμβουλίον δύναται, κατόπιν πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων, να θεσπίζη κανονισμούς και εσωτερικάς διατάξεις συμφώνως πρός την παρούσαν Συμφωνίαν απαιτουμένους διά την διεξαγωγήν των εργασιών του Ταμείου.
(ζ) Η Απαρτία συνελεύσεως του Διοικητικού Συμβουλίου Συμβουλίου αντιπροσωπευόντων τα δύο τρίτα του συνόλου των ψήφων όλων των μελών, υπό τον όρον ότι τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου θα έχουν το ήμισυ των ψήφων των παρευρισκομένων Μελών των κατηγοριών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ.
Παράγραφος 3. Η ψηφοφορία εις το Διοικητικόν Συμβούλιον.
(α) Ο συνολικός αριθμός ψηφών εις το Διοικητικόν Συμβούλιον θα είναι 1.800 κατανεμημένοι μεταξύ των κατηγοριών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Αι ψήφοι εκάστης κατηγορίας θα κατανέμωνται μεταξύ των μελών της ως διατυπούται διά την κατηγορίαν ταύτην, εις τον Πίνακα ΙΙ ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστον τμήμα της παρούσης Συμβάσεως.
(β) Εκτός εάν άλλως ορίζεται εις την παρούσαν Σύμβασιν, αι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα λαμβάνωνται δι` απλής πλειοψηφίας του συνολικού αριθμού των ψηφών.
Παράγραφος 4. – Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το Διοικητικόν Συμβούλιον θα εκλέγη Πρόεδρου εκ των Μελών και η θητεία του Προέδρου θα είναι διετής.
Παράγραφος 5 – Εκτελεστική Επιτροπή.
(α) Η Εκτελεστική Επιτροπή θα αποτελήται εκ 18 μελών του Ταμείου, εκλογομένων κατά την ετησίαν συνέλευσιν του Διοικητικού Συμβουλίου. Τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εκ των Μελών εκτάστης κατηγορίας, συμφώνως πρός τάς διαδικασίας καθοριζομένας ή θεσπιζομένας ως προβλέπεται υπό του Πίνακος ΙΙ διά την κατηγορίαν ταύτην, θα εκλέγου εξ μέλη διά την Εκτελεστικήν Επιτροπήν μεταξύ των Μελών της κατηγορίας ταύτης και δύνανται δε επίσης να εκλέγουν όσον αφορά εις την κατηγορίαν Ι, να ορίζουν έως εξ αναπληρωτάς, οίτινες δύνανται να ψηφίζουν μόνον εις περίπτωσιν απουσίας ενός μέλους.
(β) Τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής θα υπηρετούν διά χρονικόν διάστημα τριών ετών. Εν τούτοις, εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις τον Πίνακα ΙΙ η συμφώνως πρός τον Πίνακα ΙΙ, κατά την πρώτην εκλογήν δύο μέλη εκάστης κατηγορίας θα ορίζωνται διά να υπηρετήσουν δι` εν ος και δύο , διά δύο έτη,
(γ) Η Εκτελεστικής Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη διά την διεξαγωγήν των γενικών εργασιών του Ταμείου και πρός τον σκοπόν αυτόν θα ασκή τάς εξουσίας αι οποίαι ανατίθενται εις ταύτην είτε διά της παρούσης Συμβάσεως είτε υπό του Δοικητικού Συμβουλίου.
(δ) Η Εκτελεστική Επιτροπή θα συγκαλήται αναλόγως των αναγκών του Ταμείου.
(ε) Οι αντιπρόσωποι ενός μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής θα υπηρετούν άνευ αμοιβής εκ του Ταμείου. Εν τούτοις το Διοικητικόν Συμβούλιον θα αποφασίζη την βάσιν επί της οποίας θα χορηγήται λογική αμοιβή εις τους αντιπροσώπους εκάστου Μέλους και εις τους αναπληρωτάς των πρός αντιμετώπιισν δαπανών μετακινήσεως και συντηρήσεως.
(στ) Η Απαρτία διά πάσαν συνέλευσιν της Εκτελεστικής Επιτροπής θα συνίσταται εκ μελών καταχόντων τα δύο τρίτα του συνόλου των ψήφων όλων των μελών αυτής, υπό τον όρον ότι το ήμισυ του συνόλου των μελών τα οποία έχουν δικαίωμα ψήφου εκάστης των κατηγοριών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ θα πρέπει να είναι παρόντα.
Παράγραφος 6 – Ψηφοφορίας εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
(α) Ο συνολικός αριθμός ψήφων εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν θα ανέρχεται εις 1.800 κατανεμημένους εξ ίσου μεταξύ των κατηγοριών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Οι ψήφοι εκάστης κατηγορίας θα διανέμωνται μεταξύ των μελών αυτής ως διατυπούται διά την κατηγορίαν ταύτην εις τον Πίνακα ΙΙ.
(β) Εκτός εάν άλλως ορίζεται εις την παρούσαν Σύμβασιν, αι αποφάσεις την Εκτελεστικής Επιτροπής θα λαμβάνωνται διά πλειοψηφίας των τριών πέμπτων των ψηφών, υπό τον όρον ότι η πλειοψηφία αύτη θα είναι μεγαλυτέρα του ημίσεως του συνολικού αριθμού των ψήφων όλων των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Παράγραφος 7 – Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής θα είναι ο Προέδρος του Ταμείου και θα συμμετέχη εις απάσας τάς συνεδριάσεις άνευ δικαιώματος ψήφου.
Παράγραφος 8 – Πρόεδρος και Προσωπικόν.
(α) Το Διοικητικόν Συμβούλιον θα ορίζη τον Πρόεδρον διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων. Ούτος θα ορίζεται διά χρονικόν διάστημα τριών ετών θα εκλέγεται μόνον διά μίνα εισέτι φοράν διά το αυτό χρονικόν διάστημα. Το Διοικητικό Συμβούλιον δύναται να αποφασίζη διά την λήξιν της θητείας του Πρόεδρου διά της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων.
(β) Ο Πρόεδρος δύναται να ορίζη Αντιπρέδρον, όστις θα εκτελή τα εις αυτόν υπό του Προέδρου ανατιθέμενα καθήκοντα.
(γ) Ο Πρόεδρος θα διευθύνη το προσωπικόν και υπό τον έλεγχον και την διεύθυνσιν του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής θα είναι υπεύθυνος διά την διεξαγωγήν των εργασιών του Ταμείου. Ο Πρόεδρος θα οργανώνη το προσωπικόν και θα διορίζη και θα απολύη τα μέλη εκ του προσωπικού συμφώνως πρός τους κανονισμούς τους θεσπιζομένους υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής.
(δ) Εις την απασχολήσιν του προσωπικού και εις τον καθορισμόν των όρων υπηρεσίας θα λαμβάνωνται υπ` όψει η ανάγκη εξασφαλίσεως των ανωτάτων επιπέδων αποδοτικότητος ικανότητος και ακεραιότητος, ως και η σημασία τηρήσεως του όρου μιάς δικαίας γεωγραφικής κατανομής.
(ε) Ο Πρόεδρος και το Προσωπικόν, κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων των οφείλουν να υπηρετούν αποκλειστικώς το Ταμείον και δεν θα ζητούν ούτε θα δέχωνται οδηγίας σχετικώς με την ενάσκησιν των καθηκόντων των εξ οιασδήποτε αρχής εκτός του Ταμείου. Εκαστον Μέλος του Ταμείου θα σέβεται τον διεθνή χαρακτήρα του καθήκοντος τούτου και δεν θα επιδιώξη να επηρεάση τούτους εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των.
(στ) Ο Πρόεδρος και το Προσωπικόν δεν θα επεμβαίνουν εις τάς πολιτικάς υποθέσεις οιουδήποτε Μέλους. Μόνον σκοποί αναπτυξιακής πολιτικής θα σχετίζωνται αμερολήπτως διά να επιτευχθή ο αντικειμενικός σκοπός διά τον οποίον συνεστήθη το Ταμείον.
(ζ) Ο Πρέδρος, η αντιπρόσωπος διοριζόμενοι υπό τούτου, δύναται ναν συμμετέχη, άνευ δικαιώματος ψήφου, εις απάσας τάς συνελεύσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
Παράγραφος 9 – Εδρα του Ταμείου.
Το Διοικητικόν Συμβούλιον θα προσδιορίζη την μόνιμον έδραν του Ταμείου διά της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων. Η προσωρινή έδρα του Ταμείου θα είναι εις την Ρώμην.
Παράγραφος 10 – Διοικητικός Προϋπολογισμός.
Ο Πρόεδρος θα προετοιμάζη τον ετήσιον διοικητικόν προϋπολογισμόν τον οποίον θα υποβάλλη εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν διά να τον μεταβιβάση εις το Διοικητικόν Συμβούλιον πρός έγκρισιν υπό της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων.
παράγραφος 11 _ Δημοσίευσις των εκθέσεων και ενημέρωση.
Το Ταμείον θα δημοσιεύη ετησίαν έκθεσιν περιέχουσαν κατάστασιν των λογαριασμών αυτού και εις κατάλληλα χρονικά διαστήματα περίληψιν της οικονομικής κατάστασεως και των αποτελεσμάτων των εργασιών τούτου. Αντίγραφα δημοσιεύσεων θα διανέμωναι εις άπαντα τα Μέλη.
Άρθρον 7.
Εργασίαι.
Παράγραφος Μέρος 1 – Χρήσις των πόρων πηγών και όροι χρηματοδοτήσεως.
(α) Οι πόροι του Ταμείου θα χρησιμοποιούνται πρός επίτευσιν των αντικειμενικών σκοπών του Άρθρού 2.
(β) Το ταμείον θα χρηματοδοτή μόνον τα αναπτυσσόμενα Κράτη τα οποία είναι Μέλη του Ταμείου ή εις ενδοκυβερνητικούς Οργανισμούς εις τους οποίους συμμετέχουν τα Μέλη. Εις την περίπτωσιν δανείου πρός ενδοκυβερνητικόν Οργανισμόν, το Ταμείον δύναται να απαιτή αναλόγους κυβερνητικάς ή ετέρας εγγυήσεις.
(γ) Το Ταμείον θα φροντίζη ώστε το προϊόν πάσης χρηματοδοτήσεως να χρησιμοποιήται διά τους σκοπούς διά τους οποίους παρέχεται η χρηματοδότησις και θα λαμβάνη ιδιαιτέραν μέρινμα διά την οικονομίαν, την αποδοτικότητα και την κοινωνικήν ισότητα.
(δ) Διά την διάθεσιν των πόρων του Ταμείου τούτο θα δίδη την κατωτέρω σειράν προτεραιότητος:
1. την ανάγκην αυξήσεως της παραγωγής ειδών διατροφής και την βελτίωσιν του επιπέδου διατροφής των πτωχοτέρων πληθυσμών εις τάς πτωχοτέρας χώρας αι οποίαι παρουσιάζουν έλλειψιν ειδών διατροφής.
2. Το δυναμικόν διά την αύξησιν της παραγωγής ειδών διατροφής εις ετέρας αναπτυσσομένας χώρας. Επίσης έμφασις θα δίδεται εις την βελτίωσιν του επιπέδου διατροφής των πτωχοτέρων πληθυσμών εις τάς χώρας ταύτας και εις τάς συνθήκας διαβιώσεως των.
Εντός του πλαισίου της ανωτέρω σειράς προτεραιότητος, η αναγκαιότης βοηθείας θα κρίνεται βάσει των αντικειμενικών οικονομικών και κοινωνικών κριτηρίων με ειδικήν έμφασιν επί των αναγκών των χωρών χαμηλού εισοδήματος και της δυνατότητος αυτών διά την αύξησιν της παραγωγής ειδών διατροφής, ως και της καταλλήλου γεωγραφικής κατανομής διά την χρησιμοποίησιν των ανωτέρω πηγών.
(ε) Βάσει των διατάξεων της παρούσης Συμφωνίας, η χρηματοδότησις υπό του Ταμείου θα διέπεται υπό ευρείας πολιτικής, κριτηρίων και κανονισμών, οι οποίοι θα καθορίζωνται από καιρού εις καιρόν υπό του Διοικητικού Συμβουλίου διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των ψήφων.
Παράγραφος 2 – Μορφαί και Οροι Χρηματοδοτήσεως.
(α) Η Χρηματοδότησις υπό του Ταμείου θα έχη την μορφήν δανείων και επιχορηγήσεων, αι οποίαι θα παρέχωνται βάσει των όρων τους οποίους το Ταμείον θα κρίνη καταλλήλους λαμβανομένης υπ` όψει της οικονομικής καταστάσεως και των προοπτικών εκάστου Μέλους και της φύσεως και των απαιτήσων της εν λόγω δραστηριότητος.
(β) Η αναλογία των πόρων του Ταμείου οι οποίοι θα διατίθενται κατά οικονομικκόν έτος διά την χρηματοδότησιν εργασιών εις οιανδήποτε των αναφερομένων εις την υποπαράγραφου (α) μορφήν θα αποφασίζεται εκάστοτε υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής αναλόγως πρός την μακροπρόθεσμον βιωσιμότητα του Ταμείου και την ανάγκην συνεχίσεως των εργασιών τούτου. Η αναλογία των χορηγήσεων συνήθως δεν θα υπερβαίνη το εν όγδοον των πόρων οι οποίοι διατίθενται δι` έκαστον έτος.
Μεγάλη αναλογία δανείων θα χορηγήται με λίαν ευνοϊκούς όρους.
(γ) Ο Πρόεδρος θα υποβάλλη σχέδια και προγράμματα εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν πρός μελέτην και έγκρισιν.
(δ) Αι αποφάσεις σχετικώς με την επιλογήν και την έγκρισιν σχεδίων και προγραμμάτων θα λαμβάνωνται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής. Αι εν λόγω αποφάσεις θα λαμβάνωνται βάσει της ευρείας πολιτικής, κριτηρίων και κανονισμών του Διοικητικού Συμβουλίου.
(ε) Διά την εκτίμησιν των σχεδίων και προγραμμάτων των υποβαλλομένων εις το Ταμείονν προς χρηματοδότησιν τούτου, κατά γενικόν κανόνα, θα χρησιμοποιή τάς υπηρεσίας διεθνών οργανισμών και θα δύναται, όταν χρειάζεται, να χρησιμοποιή τάς υπηρεσίας ετέρων αρμοδίων Οργανισμών ειδικευμένων εις τον τομέα τούτον. Οι εν λόγω Οργανιμοί θα επιλέγψνται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής εν συνεννοήσει μετά του ενδιαφερομένου δέκτου και θα είναι υπεύθυνος έναντι του Ταμείου διά την πραγματοποίησιν της εκτιμήσεως ταύτης.
(στ) Το συμφωνητικόν δανείου θα συνάπτεται εις εκάστην περίπτωσιν υπό του Ταμείου και του λαμβόντος, όστις θα είναι υπεύθυνος διά την εκτέλεσιν του σχεδίου ή του προγράμματος.
(ζ) Το Ταμείον θα αναθέτη την διαχείρισιν των δανείων, προκειμένου διά την διάθεσιν του προϊόντος του δανείου και την επίβλεψιν της εφαρμογής του σχεδίου ή προγράμματος, εις αρμοδίους Διεθνείς Οργανισμούς. Οι εν λόγω Οργανιμοί θα είναι παγκασμίου ή τοπικού χαρακτήρος και θα επιλέγωνται εις εκάστην περίπτωσιν με την έγκρισιν του λαβόντος. Πρό της υποβολής του δανείου εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν δι` έγκρισιν, το Ταμείονν θα διαπστώνη ότι ο Οργανισμός εις τον οποίον θα ανατίθεται το άνω αναφερομένον έργον της επιβλέψεως, συμφωνεί με τα αποτελέσματα της εκτιμήσεως του σχεδίου ή προγράμματος.
Του τα συμφωνήται μεταξύ του Ταμείου ή του Οργανισμού ο οποίος αναλαμβάνει την εκτίμησιν καθώς και του Οργανισμού ο οποίος αναλαμβάνει την επίβλεψιν.
(η) Πρός εφαρμογήν των ανωτέρω υποπαραγράφων (στ) και (ζ) ο όρος “δάνεια” θα θεωρήται ότι περιλαμβάνει και την έννοιαν “χορηγήσεις”.
(θ) Το Ταμείον δύναται να επικείνη τάς πιστώσεις εις ένα Οργανισμόν Εθνικής Αναπτύξεως διά την χορήγησιν υποδανείων διά την χρηματοδότησινν των σχεδίων και προγραμμάτων συμφώνως πρός τους όρους του συμφωνητικού δανειοδοτήσεως και του πλαισίου του συμφωνηθέντος υπό του Ταμείου. Πρός της εγκρίσεως υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής της επεκτάσεως τοιούτων πιστώσεων, ο εν λόγω Οργανισμός Εθνικής Αναπτύξεως και το πρόγραμμα του θα εγκρίνωνται συμφώνως πρός τάς διατάξεις της υποπαραγράφου (ε). Η ενεργοποίησις του εν λόγω προγράμματος θα υπόκειται εις την επίβλεψιν των Οργανισμών, επιλεγομένων συμφώνως πρός τάς διατάξεις της υποπαραγράφου (ζ).
(ι) Η Εκτελεστική Επιτροπή θα θεσπίζη τους καταλλήλους κανονισμούς διά την προμήθειαν προϊόντων και την παροχήν υπηρεσιών οι οποίοι θα χρηματοδοτούνται εκ των πόρων του Ταμείου. Οι εν λόγω κανονισμοί κατά γενικόν κανόνα, θα είναι σύμφωνοι πρός τάς αρχάς των διεθνών διαγωνισμών και αι προμήθειαι θα προέρχωνται εκ των ανεπτυγμένων χωρών.
Παράγραφος 3 – Διάφοροι εργασίαι.
Εκτός των λοιπών εργασιών των αναφερομένων εις την παρούσαν Συμφωνίαν το Ταμείον δύναται να αναλαμβάνη και δευτερευούσας δραστηριότητος και να ασκή τοιαύτης εξουσίας παραλλήλως πρός τάς εργασίας τούτου διά την εξουσίας παραλλήλως πρός τάς εργασίας τούτου διά την εξυπηρέτησιν των αντικειμενικών σκοπών τούτου.
Άρθρον 8.
Σχέσεις με τα Ηνωμένα Εθνη και με λοιπούς Οργανισμούς, Ιδρύματα και Αντιπροσωπείας.
Παράγραφος 1 – Σχέσεις με τα Ηνωμένα Εθνη.
Το Ταμείον θα προβή εις διαπραγματεύσεις μετά των Ηνωμένων Εθνών προκειμένου να συνάψη συμφωνίαν διά της οποίας θα αποκτά την αυτήν σχέσιν μετά των Ηνωμένων Εθνών την οποίαν έχουν οι ειδικοί Οργανισμοί οι αναφερόμενοι εις το Άρθρον 57 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών. Πάσα σύμβασις συναφθείσα συμφώνως πρός το Άρθρον 63 του Καταστατικού Χάρτου θα απαιτή την έγκρισιν του Διοικητικού Συμβουλίου, διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων των ψήφων τη συστάσει της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Παράγραφος 2 – Σχέσεις με λοιπούς Οργανισμούς, Ιδρύματα, Αντιπροσωπείας.
Το Ταμείον θα συνεργάζεται στενώς μετά του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ην. Εθνών και με λοιπούς Οργανισμού του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών. Επίσης θα συνεργάζεται στενώς με λοιπούς ενδοκυβερνητικούς Οργανισμούς, διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, μη κυβερνητικούς οργανισμούς και Κυβερνητικάς αντιπροσωπείας σχετικώς με την γεωργικήν ανάπτυξιν. πρός τούτο, το Ταμείον θα ζητήση την συνεργασίαν διά τάς δραστηριότητας αυτού του Οργανισμού Τροφών και Γεωργίας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των λοιπών αναφερομένων ανωτέρω φορέων και θα δύναται να συνάπτη συμβάσεις ή να θεσπίζη συμβάσεις εργασίας μετά τοιούτων φορέων, κατ` απόφασιν Εκτελεστικής Επιτροπής.
Άρθρον 9.
Αποχώρησις αναστολή ιδιότητος ως μέλους, λήξις των εργασιών.
Παράγραφος 1 – Αποχώρησις.
(α) Εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις την παράγρ.4 (α) του παρόντος Άρθρου, Μέλος δύναται να αποχωρή εκ του Ταμείου υποβάλλων έγγραφον καταγγελία της παρούσης Συμβάσεως εις τον αρμόδιον διά την τήρησιν του μητρώου.
(β) Η αποχώρησις του Μέλους θα λαμβάνη χώραν κατά την ημερομηνίαν την οριζομένην εις το έγγραφον καταγγελίας της συμβάσεως αλλά πάντως ουχί ενωρίτερον των έξι μηνών από της καταθέσεως του εγγράφου τούτου.
Παράγραφος 2 – Αναστολή Ιδιότητος ως Μέλους.
(α) Εάν εν Μέλος δεν πληροί τάς υποχρεώσεις του έναντι του Ταμείου, το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται, διά πλειψηφίας των τριών τετάρτων του συνολικού αριθμού των ψήφων, να αναστείλη την ιδιότητα του εν λόγω μέλους. Το ούτως ανασταλέν μέλος θα χάνη αυτομάτως την ιδιότητα του Μέλους μετά παρέλευσιν ενός έτους από της ημερομηνίας της διαγραφής αυτού, εκτός εάν το Συμβούλιον αποφασίση διά της αυτής πλειοψηφίας την αποκατάστασιν του Μέλους.
(β) Ενώ το Μέλος ευρίσκεται υπό αναστολή δεν δικαιούται να ασκή οιοδήποτε δικαίωμα βάσει της παρούσης Συμβάσες εκτός του δικαιώματος της αποχωρήσεως υποχρεούνται όμως να τηρή απάσας τάς υποχρεώσεις τάς απορρεούσας εκ της Συμβάσεως.
Παράγραφος 3. – Δικαιώματα και καθήκοντα Κρατών τα οποία δεν φέρουν πλέον την ιδιότητα του Μέλους.
Οταν εν Κράτος δεν φέρη πλέον την ιδιότητα του Μέλους, ανεξαρτήτως εάν τούτο συμβή δι` αποχωρήσεως η διά της διαδικασίας της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου, δεν θα έχη δικαιώματα συμφώνως πρός την παρούσαν Σύμβασιν εκτός των διατάξεων της παρούσης παραγράφου ή της παραγράφου 2 του άρθρου ΙΙ, αλλά θα υποχρεούται να τηρή απάσας τάς οικονομικάς υποχρεώσεις τάς αναληφθείσας έναντι του Ταμείου, είτε ως Μέλος, είτε ως δανειοδοτηθεί ή άλλως πως.
Παράγραφος 4 – Λήξις των εργασιών και διανομή των περιουσιακών στοιχείων.
(α) Το Διοικητικόν Συμβούλιον δύνυνται να κηρύξη την λήξιν των εργασίων του Ταμείου διά πλειοψηφίας τριών τετάρτων των ψήφων του συνολικού αριθμού ψήφων. Μετά την λήξιν των εργασιών, το Ταμείον θα παύση, πάραυτα πάσαν δραστηριότητα, εκτός εκείνων αι οποίαι σχετίζονται με την ομαλήν πραγματοποίησιν και διατήρησιν των περιουσιακών αυτού. Μέχρι του τελικού διακανονισμού των εν λόγω υποχρεώσεων και της διανομής των εν λόγω στοιχείων, το Ταμείον θα παραμείνη υφιστάμενον και παν δικαίωμα την παρούσαν Σύμβασιν θα παραμένη ως έχει, εκτός του ότι ουδέν Μέλος δύναται να αποχωρήση ή να διαγραφή.
(β) Δεν θα πραγματοποιηθή διανομή των περιουσιακών στοιχείων εις τα Μέλη έως ότου πάσα υποχρέωσις πρός τους πιστωτάς τακτοποιηθή ή προβλεφθή. Το Ταμείον θα διανέμη τα περιουσιακά στοιχεία αυτού εις τα συνεισφέροντα Μέλη αναλόγως των συεισφορών εκάστου μέλους πρός το Ταμείον. η τοιαύτη διανομή θα αποφασίζεται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου διά πλειοψηφίας τριών τετάρτων επί του συνολικού αριθμού των ψήφων και θα πραγματοποιηθή όταν και εις χρήματα ή λοιπά περιουσιακά στοιχεία κατά τον χρόνον και εις τα νομίσματα ή λοιπά περιουσιακά στοιχεία συμφώνως πρός την απόλυτον κρίσιν του Διοικητικού Συμβουλίου.
Άρθρον 10.
Νομικόν καθεστώς, Προνόμια και Ασυλίες.
Παράγραφος 1 – Νομικόν καθεστώς.
Το Ταμείον θα κατέχη διεθνή νομικήν θέσιν.
Παράγραφος 2 – Προνόμια και Ασυλίες.
(α) Το Ταμείον θα τυγχάνη εντός της επικρατείας εκάστου των Μελών αυτού τα προνόμια και τάς ασυλίας τάς απαιτουμένας διά την ενάσκησιν των καθηκόντων του αυτού και διά την εκπλήρωσιν των αντικειμενικών σκοπών αυτού. Οι αντιπρόσωποι Μελών, ο Πρόεδρος και το προσωπικόν του Ταμείου θα τυγχάνουν των προνομίων και ασυλιών των απαιτουμένων διά την ανεξάρτητον ενάσκησιν των καθηκόντων αυτών των σχετιζομένων με το Ταμείον.
(β) Τα προνόμια και αι ασυλίαι αι αναφερόμεναι εις την παράγραφον (α):
1. εντός της επικρατείας παντός Μέλους, το οποίον έχει προσχωρήσει εις την Συμφωνίαν Προνομίων και Απαλλαγών των Ειδικών Αντιπροσωπειών όσον της Συμφωνίας ταύτης ως ετροπποιήθη διά παραρτήματος ταύτης εγκριθέντος υπό του Διοικητικού Συμβουλίου.
2. εντός της επικρατείας πάντος Μέλους το οποίον έχει προσχωρήσει εις την Συμφωνίαν Προνομίων και Ασυλιών των Ειδικών Επιτροπών μόνον όσον αφορά εις αντιπροσωπείας πλήν του Ταμείου, θα είναι αι καθοριζόμεναι εις τους (Παγίους) όρους της Συμφωνίας ταύτης, εκτός εάν το Μέλος γνωστοποιήση εις τον Θεματοφύλακα ότι τοιούτοι όροι δεν θα εφαρμόζωνται εις το Ταμείον ή ότι θα εφαρμόζωνται βάσει των τροποποιήσεων αι οποίαι θα ορίζωνται εις την ανακοίνωσιν,
3. θα είναι αι οριζόμεναι εις ετέρας συμφωνίας συναφθείσας υπό του Ταμείου.
(γ) Οσον αφορά εις εν μέλος το οποίον είναι ομάς Κρατών, τούτου βεβαιαί ότι τα προνόμια και αι ασυλίαι αι αναφερόμεναι εις το παρόν Άρθρον εφαρμόζονται εις τάς επικρατείας όλων των μελών της ομάδος.
Άρθρον 11.
Ερμηνεία και Διαιτησία.
Παράγραφος 1 – Ερμηνεία.
(α) Οιοδήποτε θέμα ερμηνείας η εφαρμογής των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως προκύπτου μεταξύ οιουδήποτε Μέλους και του Ταμείου ή μεταξύ Μελών του Ταμείου, θα υπόκειται εις την κρίσιν της Εκτελεστικής Επιτροπής. Εάν το θέμα τούτο αφορά ειδικώς εν Μέλος του Ταμείου μη αντιπροσωπευόμενον εις την Εκτελλεστικήν Επιτροπήν, το Μέλος τούτο δικαιούται να αντιπροσωπεύεται συμφώνως πρός του κανονισμούς οι οποίοι θα θεσπίζωνται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου.
(β) Εις τάς περιπτώσεις κατά τάς οποίας η Εκτελεστική Επιτροπή εξέδωσεν απόφασιν συμφώνως πρός την υποπαράγραφου (α), πάν μέλος δύναται να ζητήση να παραπεφθή το θέμα εις το Διοικητικόν Συμβούλιον, η απόφασις του οποίου θα είναι τελεσίδικος. Εν αναμονή της αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου το Ταμείον δύναται, εφ` όσον κρίνει τούτο αναγκαίον, να ενεργή βάσει της αποφάσεως της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Παράγραφος 2 – Διαιτησία.
Εις την περίπτωσιν διαφωνίας μεταξύ του Ταμείου και ενός Κράτους το οποίον έπαυσε να είναι Μέλος, ή μεταξύ του Ταμείου και οιουδήποτε Μέλους κατά την λήξιν των εργασιών του Ταμείου, η εν λόγω διαφωνία θα υποβάλλεται εις την διατησίαν υπό δικαστηρίου αποτελουμένου εκ τριών διαιτητών.
Εις εκ των διατητών θα ορίζεται υπό του Ταμείου, έτερος υπό του ενδιαφερομένου Μέλους ή πρώην Μέλους και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη θα ορίζουν τον τρίτου διαιτητήν, όστις θα είναι ο Πρόεδρος. Εάν εντός 45 ημερών από της λήψεως της αιτήσεως διά διαιτησίαν εις εκ των μερών δεν έχη ορίσει διαιτητήν, ή εάν εντός 30 ημερών εκ του ορισμού των δύο διαιτητών ο τρίτος διαιτητής δεν έχη ορισθή, οιονδήποτε μέρος δύναται να ζητήση από τον Πρόεδρον του Διεθνούς Δικαστηρίου ή από άλλην παρομοίαν Αρχήν, ως δύναται να ορίζεται υπό των κανονισμών του Διοικητικού Συμβουλίου, τον διορισμόν διαιτητού. Η διαδικασία της διαιτησίας θα καθορίζεται υπό των διαιτητών, αλλά ο Πρόεδρος θα έχη απόλυτον δικαιοδοσίαν να λύη παν πρόβλημα εις περίπτωσιν διαφωνίας επί του θέματος τούτου.
H πλειοψηφία των διατητών θα είναι επαρκής διά την λήψιν αποφάσεως, ήτις θα είναι τελεσίδικος και δεσμευτική δι` αμφότερα τα μέρη.
Άρθρον 12.
Τροποποιήσεις.
(α) Εξαιρουμένου του Πίνακος Σχεδίου ΙΙ:
1. Πάσα πρότασις πρός τροποποίησιν της παρούσης Συμβάσεως γενομένη υπό Μέλους ή υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής, θα κοινοποιήται εις τον Πρόεδρον όστις θα γνωστοποιή τούτο εις άπαντας τα Μέλη. Ο Πρόεδρος θα παραπέμπη τάς προτάσεις τροποποιήσεως της παρούσης συμβάσεως τάς γενομένας υπό ενός Μέλους εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν, ήτις θα υποβάλλη τάς εισηγήσεις αυτής επί του θέματος τούτου εις το Διοικητικόν Συμβούλιον.
2. Αι τροποποιήσεις θα θεσπίζωνται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου διά πλειοψηφίας των 4/5/ του συνολικού αριθμού των ψήφων.
Αι τροποποιήσεις θα τίθενται εν ισχύι τρεις μήνας μετά την θέσπισιν αυτών εκτός εάν άλλως ορίζεται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, εκτός εάν υπάρχη ετέρα τροποποίησις όσον αφορά εις:
(Α) το δικαίωμα αποχωρήσεως εκ του Ταμείου, (Β) την απαιτουμένην πλειοψηφίαν την προβλεπομένην εις την παρούσαν Σύμβασιν,
(Γ) τον περιορισμόν της ευθύνης τον προβλεπόμενον εις την παράγραφον 4 του άρθρου 3,
(Δ) την διαδικασίαν τροποποιήσεως της παρούσης Σύμβασεως θα ισχύουν μόνον από της ημερομηνίας κατά την οποίαν ο Πρόεδρος θα λάβη έγγραφον δήλωσιν απάντων των Μελών ότι αποδέχονται την τροποποίησιν.
(β) Οσον αφορά τις τα διάφορα μέρη του Πίνακος ΙΙ, αι τροποποιήσεις θα προτείνωνται και θα θεσπίζωνται ως προβλέπεται εις τα εν λόγω μέρη.
(γ) Ο Πρόεδρος θα κοινοποιή πάραυτα εις άπαντα τα Μέλη και εις τον Θεματοφύλακα πάσαν θεσπισθείσαν τροποποίησιν ως και την ημερομηνίαν ενέρξεως ισχύος πάσης τοιαύτης τροποποιήσεως.
Άρθρον 13.
Τελικαί διατάξεις.
Παράγραφος 1 – Υπογραφή, επικύρωσις, αποδοχή, έγκρισις και εισδοχή.
(α) Η παρούσα σύμβασις δύναται να μονογραφηθή εκ μέρους των Κρατών των περιλαμβανομένων εις τον Πίνακα Ι της Παρούσης Συμβάσεως κατά την Διάσκεψιν των Ηνωμένων Εθνών διά την ίδρυσιν του Ταμείου και θα δύναται να υπογραφή εις την έδραν των Ηνωμένων Εθνών εις την Νέαν Υόρκην υπό των Κρατών των περιλαμβανομένων εις τον Πίνακα τούτον, ευθύς ως αι αρχικαί εισφοραί αι αναγραφόμεναι εις ταύτην, αι οποίαι θα πραγματοποιούνται εις ελευθέρως μετατρέψιμον συνάλλαγμα ανέλθουν τουλάχιστον εις το ισόποσον των 1.000 εκατομ. Δολλαρίων ΗΠΑ με την τιμήν της 10ης Ιουνίου (1976). Εάν η ανωτέρω απαίτησις δεν έχη πραγματοποιηθή έως την 30ην Σεπτεμβρίου 1976, η Προπαρασκευαστική Επιτροπή η συσταθείσα υπό της Διασκέψεως ταύτης θα συγκαλέση έως την 31ην Ιανουαρίου 1977, συνέλευσιν των Κρατών των περιλαμβανομένων εις τον Πίνακα 1, ήτις δύναται διά πλειοψηφίας των δύο τρίων εκάστης κατηγορίας να μειώση το ανώτερον καθοριζόμενον ποσόν καθώς επίσης να καθορίση ετέρους όρους διά την έναρξιν της υπογραφής της παρούσης Συμβάσεως.
(β) Τα υπογράφοντα Κράτη δύνανται να γίνουν ή εγκρίσεως. Τα μη υπογράφοντα Κράτη, τα περιλαμβανόμενα εις τον Πίνακα Ι δύνανται να γίνουν μέλη διά της καταθέσεως εγγράφου εισδοχής, διά των εγγράφων επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως και εισδοχής των Κρατών της Κατηγορίας Ι ή ΙΙ, θα καθορίζεται το ποσόν της αρχικής εισφοράς την οποίαν υποχρεούται να καταθέση το Κράτος. Η υπογραφή και η υποβολή των εγγράφων επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή εισδοχής δύνανται να πραγματοποιηθή υπό των ανωτέρω Κρατών εντός έτους από της θέσεως εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως.
(γ) Τα Κράτη τα περιλαμβανόμενα εις τον Πίνακα Ι τα οποία δενν έχουν γίνει μέλη της της παρούσης Συμβάσεως εντός έτους από της θέσεως τούτου εν ισχύι και τα Κράτη, τα οποία δεν περιλαμβάνονται εις τον εν λόγω πίνακα δύνανται, μετά την έγκρισιν της ιδιότητος των ως μελών υπό του Διοικητικού Συμβουλίου να καταστούν μέλη διά της καταθέσεως ενός εγγράφου εισδοχής.
Παράγραφος 2.
(α) Ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών θα είναι ο Θεματοφύλαξ της παρούσης Συμβάσεως.
(β) Ο Θεμτοφύλαξ θα αποστείλη κοινοποιήσεις αφορώσεις εις την παρούσαν Σύμβασιν:
1. Εντός ενός έτους από της θέσεως του εν ισχύι, εις τα Κράτη τα περιλαμβάνομενα εις τον πίνακα Ι της παρούσης Συμβάσεως, και μετά την τοιαύτην θέσιν εν ισχύι, εις άπαντα τα Κράτη μέλη της παρούσης Σύμβασης ως και εις τα Κράτη τα οποία ενεκρίθησαν ως μέλη υπό του Διοικητικού Συμβουλίου.
2. Εις την Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν την συσταθείσαν υπό της Διασκέψεως των Ηνωμένων Εθνών διά την Ιδρυσιν του Ταμείου δι` όσον χρονικόν διάστημα υφίσταται και μετά ταύτα εις τον Πρόεδρον.
Παράγραφος 3 – Θέσις εν ισχύι.
(α) Η παρούσα Σύμβαση θα τεθή εν ισχύι από της λήψεως του θεματοφύλαξ των εγγράφων επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως η εισδοχής εκ τουλάχιστον 6 Κρατών της κατηγορίας 1,6 κρατών των κατηγοριών 11 και 24 Κρατών της κατηγορίας ΙΙΙ, υπό τον όρον ότι τα εν λόγω έγγραφα θα έχουν κατατεθή υπό των κρατών των κατηγοριών Ι και ΙΙ των οποίων το άθροισμα των εισφορών το καθοριζόμενον εις τα έγγραφα ταύτα ανέρχεται τις τουλάχιστον το ισόποσον των 750 εκατ. δολλαρίων ΗΠΑ (με την τιμήν της 10ης Ιουνίου 1976) και υπό τον όρον επίσης ότι αι ανωτέρω προϋποθέσεις εξεπληρώθησαν εντός 18 μηνών από την ημερομηνίαν καθ` ην η παρούσα Σύμβασις ήτο ετοίμη πρός υπογραφήν ή από της μεταγενεστέρας ημερομηνίας κατά την οποίαν δύνανται να καθορίσουν τα Κράτη τα καταθέσανται τα εν λόγω έγγραφα μέχρι τέλους της περιόδου ταύτης διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων εκάστης κατηγορίας και να κοινοποιήσουν εις τον Θεματοφύλακα.
(β) Διά τα Κράτη τα οποία καταθέτουν έγγραφον επικυρώσεως, αποδοχής η εισδοχής μετά την θέσιν εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεις, θα τεθή εν ισχύι από την ημερομηνίαν τηςη καταθέσεως.
Παράγραφος 4 – Επιφυλάξεις.
Επιφύλαξεις δύνανται να υπάρξουν μόνον ως πρός την παράγραφον 2 του Άρθρου 11 της παρούσης Συμβάσεως.
Παράγραφος 5 – Επίσημα έγγραφα.
Η απόδοσις εις την Αραβικήν, την Αγγλικήν, την Γαλλικήν και την Ισπανικήν της παρούσης Συμβάσεως θεωρούνται επίσημοι μεταφράσεις.
ΕΙς ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι δεόντως εξουσιοδοτημένοι πρός τούτο υπέγραψαν το παρόν Συμφωνητικόν εις εν μόνον πρωτότυπον εις την Αραβικήν, την Αγγλικήν, την Γαλλικήν και την Ισπανικήν γλώσσσαν.
Μέλος θα ψηφίζη δι` έναν υποψήφιον όλας τάς ψήφους, τάς οποίας δικαιούται το Μέλος το οποίον διώρισε το εν λόγω Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.
3. Οταν εις οιανδήποτε μυστικήν ψηφοφορίαν ο αριθμός των υποψηφίων είναι ίσος με τον αριθμόν των πρός εκλογήν μελών, έκαστος υποψήφιος θα θεωρήται ότι εξελέγη διά του αριθμού των ψηφών τάς οποίας έλαβε κατά την ψηφοφορίαν ταύτην.
4. (α) Οταν εις οιανδήποτε μυστικήν ψηφοφορίαν ο αριθμός των υποψηφίων υπερβαίνη τον αριθμόν των πρός εκλογήν μελών θα εκλέγωνται οι εξ υποψήφιοι λαμβάνοντες τον μεγαλύτερον αριθμόν ψήφων, ουδείς όμως υποψήφιος ο οποίος λαμβάνει κάτω του 9 τοις εκατόν του συνολικού αριθμού των ψηφών της κατηγορίας Ι θα θεωρήται ως εκλεγείς.
(β) Εάν εξ μέλη εκλεγούν κατά την πρώτην μυστικήν ψηφοφορίαν, αι ψήφοι υπέρ των μη εκλεγέντων υποψηφίων θα θεωρηθούν ότι κατεμετρήθησαν διά την εκλογήν οιουδήποτε εκ των 6 μελών, ως θα ορίση έκαστον Μέλος του διοικητικού συμβουλίου έχον τάς εν λόγω ψήφους.
5. Οταν 6 μέληη δεν εκλεγούν κατά την πρώτην μυστικήν ψηφοφορίαν, θα διεξαχθή δευτέρα τοιαύτη κατά την οποίαν το Μέλος, το οποίον έλαβε τον μικρότερον αριθμόν ψήφων κατά την προηγουμένην ψηφοφορίαν δεν θα εκλέγεται. Κατ` αυτήν θα ψηφίζουν μόνον:
(α) Τα Μέλη εκείνα να του Διοικητικού Συμβουλίου τα οποία εψήφισαν κατά την προηγουμένην ψηφοφορίαν υπέρ ενός υποψηφίου μη εκλεγέντος και
(β) τα Μέλη εκείνα του Διοικητικού Συμβουλίου αι ψήφοι των οποίων δι` εκλεγέν μέλος θεωρούνται συμφώνως πρός την παράγραφον 6 ότι ηύξησαν τον αριθμόν των ψήφων υπέρ του μέλους τούτου άνω του 15 τοις εκάτον των ψήφων εκλογής.
6. (α) Κατά τον υπολογισμόν εάν αι ψήφοι ενός Μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου θεωρούνται ότι ηύξησαν το σύνολον δι` οιονδήποτε μέλος άνω του 15 τοις εκατόν των ψήφων εκλογής, το 15 τοις εκατόν θα θεωρήται ότι περιλαμβάνει πρώτον τάς ψήφους του Μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου το οποίον έδωσε τον μεγαλύτερον αριθμόν ψήφων υπέρ του Μέλους τούτου, ακολούθως δε τάς ψήφους του Μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου το οποίον έδωσε τον επόμενον μεγαλύτερον αριθμόν και ούτω εξής έως ότου συμπληρωθή το 15 τοις εκατόν.
(β) Εάν, καθ` οιανδήποτε μυστικήν ψηφοφορίαν δύο η περισσότερα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου έχοντα ίσον αριθμόν ψήφων έχουν ψηφίσει υπέρ του συτού υποψηφίου αι δε ψήφοι ενός η περισσοτέρων, αλλ` ουχί απάντων των τοιούτων Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου θα δύνανται να θεωρηθούν ότι ηύξησαν το σύνολον των ψήφων άνω του 15 τοις εκατόν των ψήων εκλογής οίτινες θα δικαιούνται να ψηφίσουν κατά την επομένην ψηφοφορίαν θα ορίζωνται διά κλήρου.
7. Πάν Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, μέρος των ψήφων του οποίου πρέπει να υπολογισθή διά να συγκεντρωθή το σύνολον δι` οιονδήποτε μέλος αυτού υπέρ του μέλους τούτου ακόμη και όταν το σύνολον των ψήφων διά το μέλος τούτο υπερβαίνη το 15 τοις εκατόν.
8. Εάν, μετά την δευτέραν μυστικήν ψηφοφορίαν, δεν έχουν εκλεγή εξ μέλη, νέα μυστική ψηφοφορία θα λάβη χώραν επί των ιδίων βάσεων, έως ότου εκλεγούν εξ μέλη υπό τον όρον ότι μετά την εκλογήν πέντε μελών, το έκτον μέλος δύνανται να εκλεγή δι` απλής πλειοψηφίας των υπολοίπων ψήφων το δε υπόλοιποτων ψήφων θα θεωρήται ότι υπελογίσθη διά την εκλογήν αυτού.
9. Εκαστον μέλος εκλεγόμενον διά την Εκτελεστικήν Επιτροπήν δύναται να ορίζη αναπληρωτήν εκ των Μελών αι ψήφοι των οποίων θεωρούνται ότι έχουν εκλέξει τούτο.
Γ. Κατανομή των ψήφων εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
1. Εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν, μέλος εκλεγέν υπό Μέλους ή Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου αντιπροσωπευόντων εν Μέλος ή Μέλη εις την κατηγορίαν Ι θα δικαιούται να ψηφίζη διά το Μέλος ή τα Μέλη ταύτα. Οταν το Μέλος αντιπροσωπεύη Μέλη πλέον του ενός δύναται να ψήφιση κεχωρισμένως διά τα Μέλη τα οποία αντιπροσωπεύει.
2. Εάν τα δικαιώματα ψήφου ενός Μέλους της κατηγορίας Ι μεταβληθούν ως πρός τον χρόνον τον προβλεπόμενον διά την εκλογήν μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής:
(α) Δεν θα υπάρξη αλλαγή εις τα μέλη συνεπεία τούτου.
(β) Τα δικαίωματα ψήφου εκάστου μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής θα προσαρμόζωνται ως πρός την ημερομηνίαν ισχύος της αλλαγής των δικαιωμάτων ψήφου του Μέλους ή των Μελών, τα οποία αντιπροσωπεύει.
(γ) Το Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ενός νέου Μέλους της κατηγορίας Ι δύναται να ορίση εν υπάρχον Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής διά να αντιπροσωπεύη τούτο και να ψήφιζη αντ` αυτού μέχρι της επομένης εκλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Κατά το εν λόγω διάστημα, το ούτως ορισθέν μέλος θα θεωρήται ως εκλεγέν υπό Μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίον διώρισε τούτο.
Δ. Τροποποιήσεις.
1. Τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου τα αντιπροσωπεύοντα Μέλη της κατηγορίας Ι δύνανται δι` ομοφώνου αποφάσεως να τροποποιήσουν τάς διατάξεις των υποπαραγράφων Α και Β. Εκτός ετέρας αποφάσεως, αι τροποποιήσεις θα έχουν άμεσον ισχύν. Ο Πρόεδρος θα ενημερώνεται διά πάσαν τροποποίησιν των υποπαραγράφων Α και Β.
2. Τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου τα αντιπροσωπεύοντα Μέλη της κατηγορίας Ι δύνανται να τροποποιήσουν τάς διάταξεις της υποπαραγράφου Γ δι` αποφάσεως λαμβανομένης διά πλειοψηφίας 75 τοις εκατόν της συνολικής ισχύος των ψήφων των εν λόγω Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Εκτός ετέρας αποφάσεως, η τροποποίησις θα έχη έμεσον ισχύν. Ο Προέδρος θα ενημερώνεται διά πάσαν τροποποίησιν της υποπαραγράφου Γ.
Μέρος ΙΙ : Κατηγορίας ΙΙ.
Α. Κατανομή ψήφων εις το Διοικητικόν Συμβούλιον.
1. 25 τοις εκατόν των ψήφων της κατηγορίας ΙΙ θα κατανέμεται εξ ίσου μεταξύ των Μελών της κατηγορίας ταύτης.
2. Το υπόλοιπον 75 τοις εκατόν των ψήφων θα κατανέμεται μεταξύ των Μελών της κατηγορίας ΙΙ με την αναλογίαν την οποίαν έχει η εισφορά εκάστου μέλους (γενομένη συμφώνως πρός την παράγραφον 5 (γ) του Άρθρου (4) εις το σύνολον των εισφορών των Μελών της Κατηγορίας ΙΙ.
3. Εις το Διοικητικόν Συμβούλιον έκαστον Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου αντιπροσωπεύον Μέλος εις την Κατηγορίαν ΙΙ θα δικαιούται να ψηφίζη διά το Μέλος τούτο.
Β. Εκλογή των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και των αναπληρωτών αυτών.
1. Απαντα τα μέλη και οι αναπληρωταί αυτών εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν από την κατηγορίαν ΙΙ θα υπηρετήσουν διά χρονικόν διάστημα τριών ετών, συμπεριλαμβανομένων των εκλεγέντων κατά την πρώτην μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής
2. Εκαστος υποψήφιος διά την Εκτελεστικήν Επιτροπήν δύναται, κατόπιν διαβουλεύσεων μετά των άλλων Μελών της κατηγορίας ΙΙ, να συμφωνήση με έτερον Μέλος εις την αύτην κατηγορίαν ότι το έτερον τούτο Μέλος θα είναι υποψήφιος ως αναπληρωθής τούτο. Η ψήφος διά τον υποψήφιον διά Μέλος θα υπολογίζεται και ως ψήφος διά τον αναπληρωτήν τούτου.
3. Κατά την μυστικήν ψηφοφορίαν διά τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής, έκαστον Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου θα δίδη διά τους υποψηφίους αυτούς όλας τάς ψήφους τάς οποίας δικαιούται το Μέλος το οποίον ώρισε το εν λόγω Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.
4. Οταν, καθ` οιανδήποτε μυστικήν ψηφοφορίαν ο αριθμός υποψηφίων λαμβανόντων ψήφους:
(α) Είναι μικρότερος του αριθμού των πληρωθησομένων θέσεων, άπαντες οι υποψήφιοι θα θεωρούνται ως εκλεγέντες.
(β) Είναι μικρότερος του αριθμού των πληρωθησομένων θέσεων, άπαντες οι υποψήφιοι θα θεωρούνται ως εκλεγέντες, θα διεξάγωνται δε συμπληρωματικαί ψηφοφορίαι διά την πλήρωσιν των υπολοίπων θέσεων,
(γ) Υπερβαίνη τον αριθμόν των πρός πλήρωσιν θέσεων ο υποψήφιος (η οι υποψήφιοι λαμβάνοντες τον ίδιον αριθμόν ψήφων) ο οποίος λαμβάνει τας ολιγωτέρας ψήφους θα αποκλείεται και εάν οι αναπομένοντες υποψήφιοι οι έχοντες λάβει ψήφους:
(1) Είναι ίσοι πρός τον αριθμόν των πρός πλήρωσιν θέσεων, όλοι οι υποψήφιοι θα θεωρούνται ως εκλεγέντες.
(2) Είναι ολιγώτεροι του αριθμού των πρός πλήρωσιν θέσεν, όλοι οι υποψήφιοι θα θεωρούνται εκλεγέντες , θα διεξάγεται δε συμπληρωματική ψηφοφορία διά την πλήρωσιν των υπολοίπων θέσεων εις την οποίαν θα συμμετέχουν μόνον τα Μέλη του Δ.Σ. αι ψήφοι των οποίων δεν κατεμετρήθησαν κατά την εκλογήν οιουδήποτε μέλους ήδη εκλεγέντος.
(3) υπερβαίνουν τον αριθμό των πλήρωσιν θέσεων θα διεξάγεται συμπληρωματική ψηφοφορία εις την οποίαν θα συμμετέχουν μόνον τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αι ψήφοι των οποίων δεν κατεμετρήθησαν διά την εκλογήν μέλους ήδη εκλεγέντος.
Γ. Κατανομή των ψήφων εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
1. Εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν μέλος εκλέγεται υπό Μέλους ή Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου αντιπροσωπεύοντος η αντιπροσωπευόντων εν Μέλος ή Μέλη εις την κατηγορίαν ΙΙ θα δικαιούται να ρίψη τάς ψήφους του εν λόγω Μέλους ή Μελών. Εν Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου το οποίον αντιπρωσωπεύει Μέλη πλέον του ενός δύναται να ψηφίζη κεχωρισμένως διά τα Μέλη τα οποία αντιπρωσωπεύει.
2. Εάν τα δικαίωματα ψήφου ενός Μέλους της κατηγορίας ΙΙ αλλάξουν μεταξύ των χρονικών διαστημάτων των προβλεπομένων διά την εκλογήν μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής:
(α) δεν θα προκύψη συνεπεία τούτου αλλαγή διά τα εν λόγω μέλη,
(β) τα δικαιώματα ψήφου ενός μέους της Εκτελεστικής Επιτροπής θα προσαρμόζωνται από της ημερομηνίας ισχύος της αλλαγής εις τα δικαιώματα ψήφου του Μέλους ή των Μελών τα οποία αντιπροσωπεύει τούτο,
(γ) το Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ενός νέου Μέλους της κατηγορίας ΙΙ δύναται να ορίζη εν υφιστάμενον μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής, το οποίον θα το αντιπροσωπεύη και θα ψηφίζη αντ` αυτού μέχρι της νέας εκλογής των μελών της Επιτροπής.
Κατά την περίοδον ταύτην το ούτως ορισθέν Μέλος θα θεωρήται ως εκλεγέν υπό του GOUVERNOR το οποίον το ώρισεν.
Δ. Τροποποιήσεις.
Αι διατάξεις των υποπαραγράφου Α-Δ δύναται να τροποποιηθούν διά ψήφου των Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου των αντιπροσωπευόντων τα δύο τρίτα των Μελών της κατηγορίας ΙΙ αι εισφοραί των οποίων (γενόμεναι συμφώνως πρός την παράγραφον 5 (γ) του Άρθρου 4 ανέρχονται εις 70 τοις εκατόν των εισφορών όλων των Μελών της κατηγορίας
ΙΙ. Ο Πρόεδρος θα ενημερώνεται διά πάσαν τροποποίησιν.
Μέρος ΙΙΙ : Κατηγορία ΙΙΙ.
Α. Κατανομή των ψήφων εις το Διοικητικόν Συμβούλιον.
Αι 600 ψήφοι της κατηγορίας ΙΙΙ θα κατανέμωνται εξίσου μεταξύ των Μελών της κατηγορίας ταύτης.
Β. Εκλογή των Μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και των αναπληρωτών τούτων.
1. Εκ των 6 Μελών και 6 αναπληρωματικών μελών της Εκτελετικής Επιτροπής, των εκλεγομένων μεταξύ των Μελών της κατηγορίας ΙΙ, δύο μέλη και δύο αναπληρωταί θα προέρχωνται εξ εκάστης των κάτωθι περιοχών: Αφρικής, Ασίας και Λατινικής Αμερικής αι οποίαι έχουν γίνει αποδεκταί κατά την διαδικασίαν την τηρουμένην εις την Διάσκεψιν των Ηνωμένων Εθνών εις τον τομέα του Εμπορίου και της Αναπτύξεως.
2. Αι διαδικασίαι διά την εκλογήν Μελών και αναπληρωματικών Μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής εκ της Κατηγορίας ΙΙΙ συμφώνως πρός την παράγραφον 5 (α) του άρθρου 6 της Συμβάσεως και συμφώνως πρός την παράγραφον 5 (β) του παρόντος Άρθρου ο χρόνος υπηρεσίας των τοιούτων Μελών και των αναπληρωματικών Μελών των εκλεγομένων κατά την πρώτην εκλογήν, θα θεσπίζεται είτε πρό της θέσεως εν ισχύι της Συμβάσεως δι` απλής πλειοψηφίας των Κρατών των περιλαμβανομένων εις το Μέρος Ι του Πίνακος Ι ως μελλοντικά Μέλη εις την κατηγορίαν ΙΙ η μέτα την θέσιν εν ισχύι της Συμβάσεως δι` απλής πλειοψηφίας των Μελών της κατηγορίας ΙΙΙ.
Γ. Κατανομή των ψήφων εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
Εκαστον μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής εκ της κατηγορίας ΙΙΙ θα έχη 100 ψήφους.
Η υποπαράγραφος Β δύναται να τροποποιήται από καιρού εις καιρόν διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων των μελών εις την κατηγορίαν ΙΙΙ.
Ο Πρόεδρος θα ενημερώνεται διά πάσαν τροποποίησιν.

Άρθρον δεύτερον
Η, κατά το άρθρον 4 παρ.2 της Συμφωνίας, εισφορά της Ελλάδος πρός το I.F.A.D. εξ εκατόν πεντήκοντα χιλιάδων (15.000) δολλ. Η.Π.Α., ως και πάσα ετέρα δαπάνη εκ της εφαρμογής της Συμφωνίας βαρύνει σχετικήν πίστωσιν του προϋπολογισμού δαπανών του Υπουργείου Γεωργίας.

Άρθρον τρίτον
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 29 Νοεμβρίου 1978

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ