Νόμος 739 ΦΕΚ Α΄314/14.10.1977
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων του Τελωνειακού και του Ποινικού Κώδικος.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1
Εις το Κεφάλαιον ΙΣΤ` του Ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικος”, καθ` α ούτος τροποποιηθείς και συμπληρωθείς ισχύει, προστίθεται άρθρον λαμβάνον τον αριθμόν 126Α και έχον ως ακολούθως:
“Άρθρον 126Α.
1. Εάν ως αντικείμενον λαθρεμπορίας ή ως μεταγωγικόν μέσον των αποτελούντων το αντικείμενον αυτής λαθρεμπορευμάτων κατεσχέθη αυτοκίνητον, ο κατασχών, ή η παρ` η ούτος τελεί υπηρεσία, παραδίδει τούτο μετ` αντιγράφου της εκθέσεως κατασχέσεως εις την τελωνειακήν αρχήν, εν τη περιφερεία της οποίας διεπράχθη η λαθρεμπορία, συντασσομένης εκθέσεως παραδόσεως και παραλαβής, επισυνάπτει, δε, εις την προς τον Εισαγγελέα υποβαλλομένηνπροανάκρισιν εν πρωτοτύπω την έκθεσιν κατασχέσεως και την τοιαύτην παραδόσεως και παραλαβής και κοινοποιεί εις την Τελωνειακήν Αρχήν και την εν τη περιφερεία αυτής υπηρεσίαν του Οργανισμού Διαχειρίσεως Δημοσίου Υλικού (ΟΔΔΥ) αντίγραφον του διαβιβαστικού εγγράφου της προανακρίσεως.
2. Η Τελωνειακή αρχή, εις την οποίαν παρεδόθη το αυτοκίνητον, εφ` όσον συντρέχει περίπτωσις, συντάσσει έκθεσιν επαληθεύσεως, δια της οποίας προσδιορίζει τους διά την εισαγωγήν του αυτοκινήτου αναλογούντας δασμούς, φόρους, τέλη, εισφοράς και λοιπά δικαιώματα, αντίγραφον δε της εκθέσεως ταύτης αποστέλλει και εις τον Εισαγγελέα.
3. Το κατασχεθέν αυτοκίνητον μετ` αντιγράφου της εκθέσεως κατασχέσεως τούτου, αντιγράφου της εκθέσεως παραλαβής και παραδόσεως αυτού, ως και αντιγράφου της αφορώσης εις την εισαγωγήν τούτου εκθέσεως επαληθεύσεως, παραδίδεται υπό της τελωνειακής αρχής εις την εν τη περιφερεία αυτής υπηρεσίαν του ΟΔΔΥ προς φύλαξιν, συντασσομένου πρωτοκόλλου παραδόσεως και παραλαβής, αντίγραφον του οποίου αποστέλλεται υπό της Τελωνειακής αρχής εις τον Εισαγγελέα.
4. Ο ΟΔΔΥ, άμα τη υπ` αυτού παραλαβή του αυτοκινήτου του, συντάσσει περί της εν των εσωτερικώ αξίας τούτου έκθεσιν κοστολογήσεως, εις την οποίαν γίνεται λεπτομερής μνεία των στοιχείων της ταυτότητοςαυτου, ως και της καταστάσεως , εις την οποίαν τούτο ευρισκεται, αποστέλλει δε αντίγραφον της εκθέσεως ταύτης εις την Τελωνειακήν αρχήν και τον Εισαγγελέα.
5. Το Συμβούλιον των Πλημμελειοδικών, εάν κατά την κρίσιν αυτού συντρέχη η εν παραγράφω 4 του άρθρου 107 περίπτωσις μη δημεύσεως του κατασχεθέντος αυτοκινήτου, δύναται, τη αιτήσει του ιδιοκτήτου, επί της οποίας αποφαίνεται αμετακλήτως, να διατάξη την άρσιν της κατασχέσεως του αυτοκινήτου, και την απόδοσιν αυτού εις τον ιδιοκτήτην. Η προς τούτο δικαιοδοσία του συμβολαίου υφίσταται μόνον εφ` όσον η μεν υπόθεσις δεν εισήχθη εις το ακροατήριον του εις πρώτον βαθμόν αρμοδίου δικαστηρίου, το δε αυτοκίνητον δεν εξεποιήθη ουδέ διετέθη κατά την παράγραφον 8 του παρόντος άρθρου.
Το δικαστήριον, μη δεσμευόμενον εκ του βουλέματος, αποφαίνεται δια της τελειωτικής του αποφάσεως κατά περίπτωσιν συμφώνως προς τα εν παραγράφοις 1-3 του άρθρου 107 ή τα εν τέλει της παραγράφου 4 του αυτού άρθρου οριζόμενα.
6. Το Συμβούλιον Πλημμελειοδικών, δύναται, επίσης, τη αιτήσει του ιδιοκτήτου, επί της οποίας αποφαίνεται αμετακλήτως, να διατάξη εν πάση περιπτώσει, εντός του κατά την προηγουμένηνπαράγραφον χρόνου, την άρσιν της κατασχέσεως του αυτοκινήτου και της εις τον ιδιοκτήτηναπόδοσιν αυτού, επί τη καταθέσει χρηματικής εγγυήσεως, ισοπόσου προς την εν τω εσωτερικώ αξίαν τούτου.
Η εγγύησις αύτη επέχει θέσιν τιμήματος πωλήσεως του κατασχεθέντος αυτοκινήτου και υπόκειται εις την κατά το άρθρον 107 δήμευσιν, εφαρμοζομένης αναλόγως και της δευτέρας περιόδου της παραγράφου 6 του αυτού άρθρου.
7. Παν βούλευμα ή απόφασις περί άρσεως της κατασχέσεως του αυτοκινήτου και αποδόσεως αυτού εις τον ιδιοκτήτην, ως και πάσα απόφασις περί δημεύσεως τούτου, κοινοποιείται υπό του εισαγγελέως εις την τελωνειακήν αρχήν και τον ΟΔΔΥ, γνωστοποιουμένης αυτοίς και της ημερομηνίας του αμετακλήτου. Εάν εντός έτους από της κατασχέσεως δεν εξεδόθη ή δεν κατέστη αμετάκλητον τοιούτον βούλευμα ή απόφασις, ο εισαγγελεύς προβαίνει εις σχειτκήνανακοίνωσιν προς τας αυτάς υπηρεσίας.
8. Ο ΟΔΔΥ μετά παρέλευσιν προθεσμίας τριών μηνών από του αμετακλήτου της αποφάσεως ή του βουλεύματος περί άρσεως της κατασχέσεως του αυτοκινήτου και αποδόσεως αυτού εις τον ιδιοκτήτην, εφ` όσον εντός της προθεσμίας ταύτης δεν παρελήφθη τούτο υπό του ιδιοκτήτου, προβαίνει εις την εκποίησιν αυτού ή εις την διάθεσιν τούτου εις δημοσίανυπηρεσίαν.
Ομοίαεκποίησις ή διάθεσις ενεργείται υπό του ΟΔΔΥ μετά παρέλευσιν έτους από της κατασχέσεως του αυτοκινήτου, εφ` όσον εν τω μεταξύ δεν εξεδόθη, ή δεν κατέστη αμετάκλητον, βούλευμα ή απόφασις περί άρσεως της κατασχέσεως αυτού και αποδόσεως τούτου εις τον ιδιοκτήτην ή δεν εξεδόθη, ή δεν κατέστη απόφασις αμετάκλητος περί δημεύσεως του αυτοκινήτου.
9. Η κατά την προηγουμένηνπαράγραφονεκποίησις ή διάθεσις γίνεται κατά τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις περί της υπό του ΟΔΔΥ εκποιήσεως ή διαθέσεως αυτοκινήτων ανηκόντων εις την κυριότητα του Δημοσίου, εφαρμοζομένας και εν προκειμών αναλόγως.
10. Εάν μετά την εκποίησιν ή διάθεσιν του κατασχεθέντος αυτοκινήτου διετάχθη διά βουλεύματος ή αποφάσεως, αμετακλήτου, η απόδοσις αυτούς εις τον ιδιοκτήτην καταβάλλεται εις τούτον δια του ΟΔΔΥ ως αποζημίωσις, ποσόν ίσον προς την εν τη εκθέσει κοστολογήσεως οριζομένην αξίαν του αυτοκινήτου, ή το εκ της εκποιήσεως αυτού τίμημα, εάν τούτο είναι ανώτερον, εξαντλουμένης ούτω της ευθύνης του Δημοσίου.
11. Δύναται δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, να ρυθμίζωνταιειδικώτεραιλεπτομέρειαι της κατά τας παραγράφους 9 και 10 του παρόντος άρθρου εκποιήσεως ή διαθέσεως.
12. Επί των κατά το παρόν άρθρον αυτοκινήτων εφαρμόζονται κατά τα λοιπά αι διατάξεςι του παρόντος κώδικος.
13. Κατασχεθέντα αυτοκίνητα, των οποίων διετάχθη η απόδοσις προς της ισχύος του παρόντος νόμου, κατ` άρθρον 107 παρ. 4 ή 116 παρ. 2, ή των οποίων διετάχθη η οριστική απόδοσις διά βουλεύματος ή αποφάσεως εκδοθέντων επί της κατ` ουσίαν κατηγορίας, μη παραληφθέντα υπό του ιδιοκτήτου εντός προθεσμίας τριών μηνών, αφ` ης κατέστη αμετακλήτον το περί αποδόσεως βούλευμα ή απόφασις, εκποιούνται ή διατίθενται κατά τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων. Ομοίαεκποίησις ή διάθεσις αυτοκινήτων, κατασχεθέντων προ της ισχύος του παρόντος, ενεργείται και εάν παρήλθεν έτος από της κατασχέσεως χωρίς εν τω μεταξύ να εκδοθή ή καταστήαμετάκλητον βούλευμα ή απόφασις περί αποδόσεως. Εις τας ανωτέρω περιπτώσεις, εάν δεν συνετάγησαν εκθέσεις επαληθεύσεως ή κοστολογήσεως, αύται συντάσσονται εντός μηνός από της ισχύος του παρόντος”.

Άρθρον 2
Η παράγραφος 4 του άρθρου 120 του Ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικος”, ως αύτη προσετέθη δι` άρθρου 5 του Ν. 332/1976, καταργείται.

Άρθρον 3
Το εδάφιον στ` της παραγράφου 2 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικος, ως τούτο αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“στ) του άρθρου 102 του Ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικος” ως τούτο εκάστοτε ισχύει”.

Άρθρον 4
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται μετά ένα μήνα από της δημοσιεύσεως αυτού διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 11 Οκτωβρίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ