Νόμος 551 ΦΕΚ Α΄68/8.3.1977
Περί συμπληρώσεως του Ν.Δ. της 17 Ιουλίου / 16 Αυγούστου 1923 ” περί σχεδίων πόλεων κ.λπ.” και άλλων τινών διατάξεων”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1
Εις το τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Ν.Δ. της 17 Ιουλίου/16 Αυγούστου 1923 “περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π. προστίθεται παράγραφος 2 έχουσα ως κάτωθι:
“2. Διά τους αυτούς ως εις την προηγουμένην παράγραφον λόγους δύναται, δι` αποφάσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων εκδιδομένης άνευ των εν τη αυτή παραγράφω διατυπώσεων και δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, να επιβάλλεται αναστολή των οικοδομικών εργασιών διά τρίμηνον το πολύ χρονικόν διάστημα, του χρόνου τούτου συνυπολογιζομένου εντός του κατά την προηγουμένην παράγραφον συνολικού χρόνου των τριών ετών”.

Άρθρον 2
Μετά την παράγραφον 3 του άρθρου 9 του Ν. Διατάγματος της 17 Ιουλίου/16 Αυγούστου 1923 “περί σχεδίων πόλεων κ.λπ”, ως τούτο τροποποιηθένισχΈι, προστίθενται αι ακόλουθοι παράγραφοι υπ` αριθ. 4, 5 και 6 της ήδη παραγράφου 4 αυτού αριθμουμένης ως 7.
“4. Επιτρέπεται επίσης διά λόγους πολεοδομικούς, κυκλοφοριακούς, αισθητικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς, όπως διά Π. Διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Δημοσίων Έργων μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων, επιβάλλεται, επί οικισμών εχόντων εγκεκριμένονρυμοτομικόνσχέδιον ή μη ή επί τμημάτων αυτών ή επί συγκεκριμένων οδών και πλατειών ή επί κτιρίων ειδικής χρήσεως εις το σύνολον ή κατά τμήματα ή επί οικοδομών ανεγειρομένων εκτός ρυμοτομικών σχεδίων και εκτός νομίμως υφισταμένων οικισμών, η κατασκευή των οικοδομών μετά των απαραιτήτων χώρων σταθμεύσεως αυτοκινήτων. Διά των αυτών Διαταγμάτων καθορίζονται η ελάχιστη επιφάνεια του χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων, αναλόγως της χρήσεως, της θέσεως και των εν γένει πολεοδομικών συνθηκών της οικοδομής ην ο χώρος ούτος εξυπηρετεί τα εξαιρούμενα της επιβολής κατασκευής χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων οικόπεδα, λόγω χρήσεως, εμβαδού και διαστάσεων και ρυθμίζεται πάσα λεπτομέρεια διά την εφαρμογήν του παρόντος.
5. Εις περιοχάς του συνεχούς συστήματος δομήσεως και εφ` όσον κατασκευάζεται εις το ισόγειον είσοδος χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων επιτρέπεται, ανεξαρτήτως ποσοστού καλύψεως, προώθησις της εισόδου ταύτης μέχρι βάθους 10 μέτρων από των γραμμών δομήσεως τηρουμένης εν πάση περιπτώσει αποστάσεως 1,00 μέτρου μεταξύ της οπισθίας όψεως του κτιρίου και του έναντι αυτής ορίου του οικοπέδου, έστω και εάν διά της προωθήσεως ταύτης καταλαμβάνεται μέρος του υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου, η επί πλέον όμως κάλυψις αύτη περιλαμβάνεται εις τον συντελεστήν δομήσεως. Εις τας αυτάς περιοχάς του συνεχούς συστήματος δομήσεως όταν εις το ισόγειονκατασκευάζωνται καταστήματα, ο ύπερθεν της εισόδου του χώρου σταθμεύσεως, αυτοκινήτων χώρος του ισογείου, δύναται να χρησιμοποιηθή δι` οιονδήποτε σκοπόν, εφ` όσον έχει ελεύθερον ύψος, τουλάχιστον το υπό του Γ.Ο.Κ. προβλεπόμενον τοιούτον και δεν περιλαμβάνεται εις τον συντελεστήν δομήσεως.
6. Υπόγειοι χώροι προς στάθμευσιν αυτοκινήτων δύναται, κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Δημοσίων Έργων μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημοσίων Εργων, να επεκτείνωνται και υπό το τυχόν ισχύον προκήπιον, ανεξαρτήτως οικοδομικού συστήματος, υπό την προϋπόθεσιν ότι οι χώροι ούτοι θα απέχουν τουλάχιστον τέσσαρα (4) μέτρα από της ρυμοτομικής γραμμής και η ανωτάτη στάθμη επικαλύψεως αυτών θα ευρίσκεται τρία (3) μέτρα κάτωθεν της στάθμης του πεζοδρομίου και τούτο μόνον προκειμένου περί κτιρίων απαιτούντων, ως εκ της φύσεως αυτών, την ύπαρξιναναλόγων χώρων σταθμεύσεως αυτοκινήτων”.

Άρθρον 3
Υπόγειοι σταθμοί αυτοκινήτων μικρού και μέσου μεγέθους ως ορίζονται κατά τας διατάξεις του Π.Δ/τος 455/1976 “περί όρων και προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας σταθμών αυτοκινήτων κ.λπ.” κατασκευασθέντες προς εξυπηρέτησιν των αναγκών του κτιρίου ένθα στεγάζονται, κατά παράβασιν των διατάξεων του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού και μη αντικείμενοι εις τας διατάξεις του παρόντος, χαρακτηρίζονται ως μη κατεδαφιστέοι δι` αποφάσεως του οικείου Νομάρχου κατά τας διατάξεις του Α.Ν. 410/1968, εφ` όσον δεν θέτουν εν κινδύνω την ασφάλειαν της κατασκευής.
Εις τας περιπτώσεις ταύτας η εξάμηνος προσθεσμία της παρ. 4 του άρθρου 2 του Α.Ν. 410/1968 άρχεται από της ισχύος του παρόντος.

Άρθρον 4
Κατά των αποφάσεων των Επιθεωρήσεων Δημοσίων Εργων επί αιτήσεων προς έγκρισιν παρεκκλίσεων κατά τας διατάξεις του άρθρου 102 του Ν.Δ. 8/1973 “περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού” δύναται να ασκηθήένστασις τόσον υπό του αιτούντος την παρέκκλισιν όσον και υπό του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Πολεοδομικών Εφαρμογών της Υπηρεσίας Οικισμού εις ον κοινοποιείται υποχρεωτικώς η σχετική απόφασις. Η ένστασις ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως εις τον ασκούντα ταύτην, απευθυνομένη δε εις τον Υπουργόν Δημοσίων Έργων κατατίθεται εις την Υπηρεσίαν Οικισμού του Υπουργείου Δημοσίων Έργων. Η ασκηθείσαένστασις κοινοποιείται και εις την εκδούσαν την, καθ` ης αύτη απόφασινΕπιθεωρήσιν Δημοσίων Έργων. Ο Υπουργός Δημοσίων Έργων, μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων, αποφαίνεται επί της ενστάσεως εντός προθεσμίας τριών μηνών από της ασκήσεως της ενστάσεως. Εκ της απράκτου παρελεύσεως της προθεσμίας ταύτης τεκμαίρεται η απόρριψις της ενστάσεως.
Αι προθεσμίαι προς άσκησιν της ενστάσεως και προς έκδοσιν της επί ταύτης αποφάσεως αναστέλλουν την εκτέλεσιν της σχετικής αποφάσεως της Επιθεωρήσεως.

Άρθρον 5

1. Εις το τέλος του άρθρου 73 του Ν.Δ. 8/1973 “περί Γ.Ο.Κ.”, προστίθεται παράγραφος 8 έχουσα ούτω:
“8. Κατά την γενικήναναθεώρησιν των όρων δομήσεως περιοχής τινος και εφ` όσον διά ταύτης καθορίζονται ελάχιστα όρια αρτιότητος οικοπέδων μεγαλύτερα των υπό ειδικών διατάξεων διά την υπ` όψινπεριοχήν καθοριζομένων τοιούτων επιτρέπεται όπως τα τελευταία θεσπισθούν ως παρέκκλισις.

2. Η διά της προηγουμένης παραγράφου προστιθεμένη παράγρ. 8 του άρθρου 73 του Ν.Δ. 8/1973 εφαρμόζεται και επί γενομένων ήδη κατά την ισχύν του παρόντος αναθεωρήσεων όρων δομήσεως.

Άρθρον 6
Επί εξάμηνον από της ισχύος του παρόντος Νόμου διά Π. Διαταγμάτων εκδιδομένων κατά την παρ. 2 του άρθρου 9 του από 17.7/16.8.23 Ν. Δ/τος ως αύτη αντικατεστάθη υπό του άρθρου 1 παρ. 2 του Α.Ν. 625/1968 δύνανται να τροποποιούνται και συμπληρούνται αι διατάξεις του, εις εκτέλεσιν του άρθρου 9 του Ν. 3275/1955 “περί απαγορεύσεως επεκτάσεως σχεδίου ρυμοτομίας λεκανοπεδίου Αθηνών και περί όρων δομήσεως εν αυτώ” εκδοθέντος από 30.8/9.9.1955 Β. Δ/τος “περί όρων δομήσεως εν Αθήναις”, περιοριστικώς και μόνον διά την ρύθμισιν των υψών και την επιβολήν κανόνων αποσκοπούντων εις την αισθητικήν της πόλεως κατά μήκος της Λεωφ. Αρδηττού.

Άρθρον 7
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 02 Μαρτίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ