Νόμος 550 ΦΕΚ Α΄ 57/24.2.1977
Περί αυξήσεως του μισθού των δικαστικών λειτουργών, των δημοσίων υπαλλήλων, πολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των συντάξεων του Δημοσίου και ρυθμίσεως συναφών τινων θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1

1. Ο κατά την 31ην Δεκεμβρίου 1976 προβλεπόμενος βασικός μηνιαίος μισθός των δικαστικών λειτουργών, των τακτικών δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων, των τακτικών υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των αξιωματικών, των ανθυπασπιστών, των μονίμων, ανακατεταγμένων και εθελοντών οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος, των προς τους ανωτέρω εξομοιουμένων κατά βαθμόν ή αποδοχάς, των μη μονίμων θεραπευτών ιατρών του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, των ιατρών των Αγροτικών Ιατρείων, Υγειονομικών Σταθμών και Κινητών Υγειονομικών Μονάδων, των θεραπαινίδων των αναπήρων και των οργάνων της Αγροφυλακής, αυξάνεται ως ακολούθως: α) Κατά επτά και ήμισυ τοις εκατόν (7,5 % ) από 1ης Ιανουαρίου 1977 και κατά έτερον επτά και ήμισυ τοις εκατόν (7,5 % ) από 1ης Μαϊου 1977 διά τους από του 12ου μέχρι και του 6ου βαθμού τακτικούς υπαλλήλους, τους υπαλλήλους ων ο βασικός μηνιαίος μισθός δεν υπερβαίνει τον μισθόν του 6ου βαθμού, ως και τους μέχρι και του βαθμού ανθυπασπιστού στρατιωτικους εν γένει. β) Κατά εξ τοις εκατόν (6 % ) από 1ης Ιανουαρίου 1977 κατά κατά έτερον εξ τοις εκατόν (6 % ) από 1ης Μαϊου 1977 δια τους επί βαθμοίς 5ω και 4ω τακτικούς υπαλλήλους, τους υπαλλήλους ων ο βασικός μηνιαίος μισθός είναι ανώτερος του μισθού του 6ου βαθμού και δεν υπερβαίνει τον μισθόν του 4ου βαθμού, ως και τους από του βαθμού Ανθυπολοχαγού έως και Λοχαγού στρατιωτικούς εν γένει. γ) Κατά πέντε τοις εκατόν (5 % ) από 1ης Ιανουρίου 1977 και κατά έτερον πέντε τοις εκατόν (5 % ) από 1ης Μαϊου 1977 δια τους από του 3ου βαθμού και άνω τακτικούς υπαλλήλους, τους υπαλλήλους ων ο βασικός μηνιαίος μισθός είναι ανώτερος του μισθού του 4ου βαθμού, τους από του βαθμού του Ταγματάρχου και άνω στρατιωτικούς εν γένει, τους λειτουργούς της τακτικής διοικητικής και φορολογικής δικαιοσύνης το κύριονπροσωπικόν του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τους Ιατροδικαστάς, τους Καθηγητάς και Υφυγητάς των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και τους Καθηγητάς Σχολών Υπομηχανικών Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί των περί ων το άρθρον 4 του Ν.Δ. 169/69 “περί τακτοποιήσεως εκτάκτων υπαλλήλων των Δημοσίων Υπηρεσιών και Ν.Π.Δ.Δ.”, ως τούτο ετροποποιήθη δια του Ν.Δ. 238/1969 “περί τροποποιήσεως του Ν.Δ. 169/1969 κ.λπ.” εκτάκτων υπαλλήλων, εξαιρέσει των υπαχθέντων εις τας διατάξεις του Ν.Δ. 1198/1972 “περί του τρόπου ρυθμίσεως των όρων αμοιβής και εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ.”.

3. Εις τας διατάξεις του παρόντος δεν υπάγονται οι περί ων αι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 131 του Ν. 419/1976 “περί Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών” υπάλληλοι και οι τούτοις βαθμολογικώς ή μισθολογικώς εξομοιούμενοι.

Άρθρον 2

1. Δι` αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών δύναται να επεκτείνωνται αι διατάξεις του άρθρου 1 του παρόντος νόμου και επί του προσωπικού των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.

2. Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών δύναται να χορηγήται η υπό του άρθρου 1 του παρόντος νόμου αύξησις και εις μονίμους και μη μονίμους ιατρούς υπηρετούντας επί παγία αντιμισθία εις Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφαλίσεως.

Άρθρον 3

1. Αι εκ του Δημοσίου Ταμείου καταβαλλόμεναι πάσης φύσεως συντάξεις και βοηθήματα αι μη καθοριζόμενα επί τη βάσει μισθού ενεργείας αυξάνονται ως ακολούθως:
α) Κατά τα εν τη παρ. 1 περιπτ. α` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα, αι συντάξεις και τα βοηθήματα τα μη υπερβαίνοντα το ποσόν των δραχμών 7.690 μηνιαίως.
β) Κατά τη εν τη παρ. 1 περιπτ. β` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα και τα βοηθήματα από του ποσού των δραχμών 7.691 εώς 9.850 μηνίαιως.
γ) Κατά τα εν τη παρ. 1 περιπτ. γ` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα, αι συντάξεις και τα βοηθήματα από του ποσού των δραχμών 9.851 και άνω.

2. Τα πάσης φύσεως προσωρινά και αμεταβίβαστα επιδόματα ανικανότητος και αι προσαυξήσεις αυτών, περιλαμβανομένων και των εν άρθρω 54 του Α.Ν. 1854/51 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” επιδομάτων, αυξάνονται κατά ποσοστόν εξ τοις εκατόν (6 % ) από 1ης Ιανουαρίου 1977 και κατά έτερον εξ τοις εκατόν (6 % ) από 1ης Μαϊου 1977 επί του ποσού αυτών του διαμορφωθέντος δια των μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1976 χορηγηθεισών αυξήσεων.

3. Αι κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1342/1973 “περί συνταξιοδοτήσεως του μεταφερομένου εις τον Ο.Σ.Ε. προσωπικού των Σ.Ε.Κ.” καταβαλλόμεναι συντάξεις αυξάντονται ως ακολούθως:
α) Κατά τα εν τη παρ. 1 περίπτ. α` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα αι συντάξεις αι κανονιζόμεναι βάσει συνταξίμου μισθού βαθμού αντιστοίχου μέχρι και του 6ου της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας.
β) Κατά τα εν τη παρ. 1 περίπτ. β` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα αι συντάξεις αι κανονιζόμεναι βάσει συνταξίμου μισθού προσεγγίζοντος εις τον μισθόν βαθμού 5ου ή 4ου της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας.
γ) Κατά τα εν τη παρ. 1 περίπτ. γ` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα αι συντάξεις αι κανονιζόμεναι βάσει συνταξίμου μισθού προσεγγίζοντος εις τον 3ον βαθμόν και άνω δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας.

4. Αι συντάξεις των υπαλλήλων της Βουλής, περί ων η παρ. 1 του άρθρου 3 του Α.Ν. 377/1968 “περί ρυθμίσεως των συντάξεων κατόπιν του Α.Ν. 274/1968 κ.λπ” αυξάνονται κατά ποσοστά αντίστοιχα των αυξήσεων των συντάξεων των πολιτικών συνταξιούχων του Δημοσίου και από των αυτών ως άνω χρονολογιών. Το αυτό ισχύει και δια τους εκ του Δημοσίου Ταμείου συνταξιοδοτουμένους από 1.1.1977 αγροφύλακας και Αρχιφύλακας Αγροφυλακής περί ων η παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 340/1976 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί της Αγροφυλακής και των Σωμάτων Ασφαλείας ισχυουσών διατάξεων και συνταξιοδοτήσεως υπό του Δημοσίου των οργάνων της Αγροφυλακής”.

5. Το δια του Ν.Δ. 1371/1973 “περί καθορισμού κατωτάτου μηνιαίου ποσού των υπό του Δημοσίου καταβαλλομένων συντάξεων ή βοηθημάτων” καθορισθέν κατώτατονμηνιαίον ποσόν συντάξεως ή βοηθήματος ως τούτο ηυξήθημεταγενεστέρως, συνυπολογιζομένου και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος ανικανότητος, ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 1977 εις δραχμάςχιλίαςτετρακοσίας (1.400) και από 1ης Μαϊου 1977 εις δραχμάςχιλίαςπεντακοσίας (1.500). Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου περί κατωτάτου μηνιαίου ποσού συντάξεως ή βοηθήματος έχουν εφαρμογήν και επί των εκ του Δημοσίου κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1342/1973 συνταξιοδοτουμένων υπαλλήλων των σιδηροδρόμων και από των αυτών ως άνω χρονολογιών.

6. Κατά τα εν παραγράφω 1 περιπτ. α` του άρθρου 1 του παρόντος νόμου οριζόμενα αυξάνονται τα ποσά συνταξίμου μισθού των οπλιτών περί ων η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Α.Ν. 377/1968.

7. Ο τρόπος αναγνωρίσεως και πληρωμής του νέου ποσού της συντάξεως ή βοηθήματος ή επιδόματος των ήδη συνταξιούχων εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου καθορίζεται δι` αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών.

8. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν και επί συντάξεων μη καταβαλλομένων εκ του Δημοσίου Ταμείου, αλλά διεπομένων υπό των αυτών διατάξεων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επί συντάξεων του Δημοσίου, είτε δι` ιδίων νομοθετημάτων επαναλαμβανόντων τας σχετικάς διατάξεις συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων των αδιαβαθμίστων υπαλλήλων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.

Άρθρον 4
Τα εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου προκύπτοντα ποσά μισθού ή συντάξεως στρογγυλοποιούνται εις την επομένην δεκάδα.

Άρθρον 5
Αι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 329/1976 “περί αντικαταστάσεως και καταργήσεως διατάξεών τινων του Α.Ν. 1854/51 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” έχουν εφαρμογήν και επί των προ της ενάρξεως της ισχύος αυτού εξελθόντων της υπηρεσίας και των οικογενειών των. Η σχετική προς τούτο αίτησις δέον να υποβληθή εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, η δε αναγνωριζομένη σύνταξις ή αύξησις της συντάξεως αυτών ορίζεται πληρωτέα από 1ης Ιανουαρίου 1977.

Άρθρον 6

1. `Εμμισθοι εν γένει υπάλληλοι ή συνταξιούχοι ή βοηθηματούχοι του Δημοσίου, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ταμείων, επί συρροής αξιώσεώς των προς λήψιν των κατά τας κειμένας διατάξεις επιδομάτων αδείας, προσθέτου ημισείας συντάξεως ως και δώρων επί ταις εορταίς Πάσχα και Χριστουγέννων, εκ πλειόνων πηγών, δικαιούνται αυτών εξ όλων των πηγών.

2. Το αυτό ισχύει και δια τους λαμβάνοντας και δεύτερον μισθόν ή σύνταξιν ή μισθόν και σύνταξιν εκ του Δημοσίου Ταμείου ή ετέρου Ταμείου εις τας υπό της κειμένης νομοθεσίας επιτρεπομένας περιπτώσεις.

3. Ως χρόνος πληρωμής του κατά τας διατάξεις του υπ` αριθ. 551/1963 Β. Δ/τος “περί θέσεως εν ισχύι και τροποποιήσεως των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 74 του Ν. 1811/1951 “περί Κώδικος Καταστάσεως των Δημοσίων Διοικητικών Υπαλλήλων”, επιδόματος κανονικής αδείας, ως και της κατά τας διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 4340/1964 “περί επανακτήσεως παροχών ων απηγγέλθηστέρησις κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 617/1948 και του ΝΑ` του 1948 Ψηφίσματος της Βουλής και άλλων τινών διατάξεων” προσθέτου ημισείας συντάξεως ή βοηθήματος, ορίζεται η 1η Ιουλίου εκάστου έτους.

4. Σημ.: όπως η παρ.4 καταργήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 4 του Ν.1282/1982 (ΦΕΚ Α 110)

Άρθρον 7

1. Το υπό του άρθρου 6 του Ν. 283/1976 “περί αυξήσεως του μισθού των δικαστικών λειτουργών, των δημοσίων υπαλλήλων κ.λπ” παρεχόμενον επίδομα, λόγω οικογενειακών βαρών, εις τους δικαστικούς λειτουργούς, τους τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους πολιτικούς και στρατιωτικούς και τους τακτικούς υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ., παρέχονται και εις τους εξ αυτών καθισταμένους ή καταστάντας ήδη συνταξιούχους.

2. Εν περιπτώσει θανάτου εν ενεργεία υπαλλήλου ή συνταξιούχου, εκ των περί ων η προηγουμένη παράγραφος, το εν λόγω επίδομα παρέχεται εις την τυγχάνουσαν ή καθισταμένηνσυνταξιούχον του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. χήρανσύζυγον αυτού, καταβαλλόμενον αυτή εκ του φορέως εξ ου και η σύνταξίς της.

3. Το κατά τα ανωτέρω επιδοματά παρέχεται υπό τας δια τους εν ενεργεία υπαλλήλους οριζομένας προϋποθέσεις. Κατ` εξαίρεσιν η διάταξις της παρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 283/1976 δεν έχει εφαρμογήν, ως προς το εν αυτή εισόδημα των τέκνων, εις ας περιπτώσεις τούτο προέρχεται εκ συντάξεως, κυρίας και επικουρικής,καταβαλλομένης εις αυτά και την μητέραν των, λόγω θανάτου του πατρός των, όστιςετύγχανεν υπάλληλος ή συνταξιούχος του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ.

4. Η ανικανότης των σωματικώς ή πνευματικώς ανικάνων τέκνων, περί ων η παρ. 2 του άρθρου 6 του Ν. 283/1976, διαπιστούται δια γνωματεύσεως του υπό της οικείας συνταξιοδοτικής νομοθεσίας προβλεπομένου αρμοδίου υγειονομικού οργάνου. Εις περίπτωσιν καθ` ην η ανικανότης αύτη έχει διαπιστωθή κατά την διάρκειαν της ενεργού υπηρεσίας του υπαλλήλου, χορηγηθέντος εις αυτόν του εν λόγω, επιδόματος, δεν απαιτείται νέα γνωμοδότησις.

5. Το περί ου το παρόν άρθρον επίδομα χορηγείται υπό του κατά περίπτωσινυποχρέου φορέως, αιτήσει του δικαιούχου συνοδευομένη υπό των απαιτουμένων δικαιολογητικών, βάσει φύλλου μεταβολής μη απαιτουμένης εκδόσεως πράξεως των δικαιοδοτούντων επί των συντάξεων οργάνων. Η αίτησις εκ μέρους των εξελθόντων ήδη της υπηρεσίας δέον να υποβληθή εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος.

6. Κατά της αρνήσεως της Υπηρεσίας προς χορήγησιν του εν λόγω επιδόματος ασκούνται, προκειμένου μεν περί συνταξιούχων των οποίων η σύνταξις κανονίζεται παρά της Υπηρεσίας Συντάξεων Γ.Λ.Κ., τα υπό του άρθρου 5 του Ν.4448/1964 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας” προβλεπόμενα ένδικα μέσα, προκειμένου δε περί των λοιπών τα υπό των οικείων διατάξεων προβλεπόμενα τοιαύτα.

7. Τα προς απόδειξιν του δικαιώματος δικαιολογητικά καθορίζονται δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

8. Πάσα μεταβολή των προϋποθέσεων, είτε δια την χορήγησιν είτε δια την διακοπήν του επιδόματος δέον να ανακοινούται εις τον χορηγούντα το επίδομα φορέα εντός εξ μηνών από της μεταβολής. Ο αχρεωστήτωςεισπράττων το επίδομα συνταξιούχος υποχρεούται εις απόδοσιν αυτού, υποκείμενος παραλλήλως εις πρόστιμον μέχρι του ποσού της συντάξεως τριών μηνών τούτων εισπραττομένων κατά τας διατάξεις του Κώδικος Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων.

9. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογήν και επί των συνταξιοδοτουμένων κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 874/71 “περί συμπληρώσεως διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” ως και επί των πολεμικών συνταξιούχων, συμπεριλαμβανομένων και των τοιούτων του αμάχου πληθυσμού και της ειρηνικής περιόδου αποκλειομένης εις πάσαν περίπτωσιν της καταβολής εις το αυτό πρόσωπον δύο επιδομάτων.

Άρθρον 8
Καθήκοντα εισηγητού παρά ταις Επιτροπαίς 1 και 4 του Α.Ν. 599/1968 “περί διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” ασκούν υπάλληλοι της Υπηρεσίας Συνταξεων του Γ.Λ.Κ. επί βαθμοίς 6ω – 4ω του Κλάδου ΑΤ, οριζόμενοι υπό του Προέδρου αυτών.

Άρθρον 9
Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) Το Ν.Δ. 493/1974 “περί ρυθμίσεως του δικαιώματος των εν ενεργεία υπαλλήλων, συνταξιούχων και βοηθηματούχων του Δημοσίου, Νομικών Προσώπων και Ταμείων, επί συρροής αξιώσεώς των προς λήψιν επιδόματος αδείας, προσθέτου ημισείας συντάξεως ως δώρων επί ταις εορταίς Πάσχα και Χριστουγέννων εκ πλειόνων πηγών”.
β) Το Ν.Δ. 156/1974 “περί καταργήσεως των άρθρων 2 και 4 του Ν.Δ. 493/1974”.
γ) Πάσα άλλη διάταξις αναγομένη εις θέματα ρυθμιζόμενα υπό του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.

Άρθρον 10
Η ισχύς του παρόντος, άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1977, πλην του άρθρου 8 ισχύοντος από 1ης Ιουλίου 1976.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 23 Φεβρουαρίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ