NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4912 ΦΕΚ Α 59/17.3.2022

Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων και άλλες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΜΕΡΟΣ Α΄: ΕΝΙΑΙΑ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 1 Σκοπός

Άρθρο 2 Αντικείμενο

Άρθρο 3 Μετονομασία της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών Αντικατάσταση των τίτλων του Τίτλου 2 και των Τμημάτων Ι και II του Τίτλου 2 του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016

Άρθρο 4 Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων Αντικατάσταση άρθρου 347 ν. 4412/2016

Άρθρο 5 Συγκρότηση της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 348 ν. 4412/2016

Άρθρο 6 Λειτουργική ανεξαρτησία Αντικατάσταση άρθρου 349 ν. 4412/2016

Άρθρο 7 Οικονομική αυτοτέλεια Αντικατάσταση άρθρου 350 ν. 4412/2016

Άρθρο 8 Πειθαρχικός έλεγχος Αντικατάσταση άρθρου 351 ν. 4412/2016

Άρθρο 9 Πειθαρχική διαδικασία Αντικατάσταση άρθρου 352 ν. 4412/2016

Άρθρο 10 Λειτουργία της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 353 ν. 4412/2016

Άρθρο 11 Οργάνωση της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 354 ν. 4412/2016

Άρθρο 12 Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 355 ν. 4412/2016

Άρθρο 13 Αρμοδιότητες Προέδρου και Συμβούλων της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 356 ν. 4412/2016

Άρθρο 14 Προσωπικό Οργανισμός της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 357 ν. 4412/2016

Άρθρο 15 Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Νομική Υπηρεσία Αντικατάσταση άρθρου 358 ν. 4412/2016

Άρθρο 16 Έκθεση πεπραγμένων Αντικατάσταση άρθρου 359 ν. 4412/2016

Άρθρο 17 Μεταβατικές διατάξεις Μεταφορά αρμοδιοτήτων από την Αρχή του ν. 4013/2011 στην Αρχή του ν. 4412/2016

Άρθρο 18 Μεταβατικές διατάξεις για τις Αρχές του ν. 4013/2011 και του ν. 4412/2016 και το προσωπικό τους

Άρθρο 19 Καταργούμενες διατάξεις

ΜΕΡΟΣ Β΄: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Άρθρο 20 Προβλέψεις για την ομαλή διεξαγωγή της δικονομικής διαδικασίας Τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Άρθρο 21 Μεταβατικές διατάξεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας Τροποποίηση άρθρου 116 ν. 4842/2021

Άρθρο 22 Ερμηνευτική διάταξη για τους αρμόδιους συμβολαιογράφους για τη διενέργεια του πλειστηριασμού

Άρθρο 23 Έργο του δικηγόρου Υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφείαΑντικατάσταση περ. στ΄ παρ. 2 άρθρου 36 ν. 4194/2013

Άρθρο 24 Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών

Άρθρο 25 Κατανομή υποθέσεων του ν. 3869/2010 μεταξύ των Ειρηνοδικών και Πταισματοδικών της ίδιας Εφετειακής Περιφέρειας Προσθήκη άρθρου 3Α στον ν. 3869/2010

Άρθρο 26 Εύρεση δελτίου ταυτότητας Ψευδής υπεύθυνη δήλωση -Τροποποίηση παρ. 3 και 6 άρθρου 22 ν. 1599/1986

Άρθρο 27 Διαδικασία καταλογισμού και είσπραξης της χρηματικής ποινής λόγω μη προσέλευσης στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 7 ν. 4640/2019

Άρθρο 28 Διεξαγωγή διαγωνισμού υποψήφιων δικηγόρων Α΄ και Β΄ εξεταστικής περιόδου 2022

Άρθρο 29 Συμβάσεις υπηρεσιών φύλαξης των κτιρίων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης

ΜΕΡΟΣ Γ΄: ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

Άρθρο 30 Έναρξη ισχύος

ΜΕΡΟΣ Α΄
ΕΝΙΑΙΑ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η δημιουργία μιας ενιαίας ανεξάρτητης αρχής για το σύνολο των δημοσίων συμβάσεων, που θα προκύψει από τη συγχώνευση της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) και της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), αξιοποιώντας με τον βέλτιστο τρόπο το δυναμικό, την εμπειρία και την τεχνογνωσία των δύο αρχών, καθώς και η αποτελεσματικότερη άσκηση του ελέγχου της ορθής εφαρμογής του εθνικού και ενωσιακού δικαίου των δημοσίων συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των προσφυγών που ασκούνται πριν από τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων.

Άρθρο 2
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η συγκρότηση της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ), η διασφάλιση της λειτουργικής και οικονομικής ανεξαρτησίας της, η ρύθμιση της λειτουργίας και της οργάνωσής της, καθώς και η ρύθμιση όλων των παρεμπιπτόντων ζητημάτων που προκύπτουν από τη συγχώνευση των δύο ανεξάρτητων διοικητικών αρχών με αρμοδιότητες στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, δηλαδή της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) και της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ).

Άρθρο 3
Μετονομασία της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών Αντικατάσταση των τίτλων του Τίτλου 2 και των Τμημάτων Ι και ΙΙ του Τίτλου 2 του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016

1. Η «Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ)» του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) μετονομάζεται σε «Ενιαία Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ)».

2. α) Στο Βιβλίο IV του ν. 4412/2016 ο Τίτλος 2 αντικαθίσταται ως εξής: «ΤΙΤΛΟΣ 2 ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ».

β) Ο Τίτλος του Τμήματος Ι του Τίτλου 2 του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016 αντικαθίσταται ως εξής: «ΤΜΗΜΑ Ι ΕΝΙΑΙΑ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ».

γ) Ο Τίτλος του Τμήματος ΙΙ του Τίτλου 2 του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016 αντικαθίσταται ως εξής: «ΤΜΗΜΑ ΙΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ».

3. α) Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά σε «Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών» ή «ΑΕΠΠ», νοείται η «Ενιαία Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων» ή «ΕΑΔΗΣΥ» του άρθρου 347 του ν. 4412/2016.

β) Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά σε «Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» ή «ΕΑΑΔΗΣΥ», νοείται η «Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» ή «ΕΑΔΗΣΥ» του άρθρου 347 του ν. 4412/2016.

Άρθρο 4
Ενιαία Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων Αντικατάσταση άρθρου 347 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 347 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 347 Σύσταση, αρμοδιότητες, έδρα, και νομική φύση της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων

1. Συστήνεται Ενιαία Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων [(ΕΑΔΗΣΥ) (εφεξής «η Αρχή»)], με αντικείμενο:

α) την ανάπτυξη και προαγωγή της εθνικής στρατηγικής, πολιτικής και δράσης στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, τη διασφάλιση της διαφάνειας, αποτελεσματικότητας, συνοχής και εναρμόνισης των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης των δημόσιων συμβάσεων προς το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, τη διαρκή βελτίωση του νομικού πλαισίου των δημόσιων συμβάσεων και την τήρησή του από τα δημόσια όργανα και τις αναθέτουσες αρχές και

β) την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ύστερα από την άσκηση προδικαστικής προσφυγής, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Τμήμα ΙΙ του παρόντος Τίτλου.

Για την εφαρμογή της περ. α΄, καθώς και των περ. α΄ έως και ιγ΄ της παρ. 2 του παρόντος, ως δημόσιες συμβάσεις νοούνται οι δημόσιες συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια αυτών στην ισχύουσα νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις, όπως ορίζεται στον ν. 4412/2016 (Α΄147) και στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/17 (L 94/65), ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων αυτών. Στις ανωτέρω περιπτώσεις υπάγονται και οι συμφωνίες πλαίσιο, τα δυναμικά συστήματα αγορών, καθώς και οι συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων και υπηρεσιών κατά την έννοια της ισχύουσας νομοθεσίας και ιδίως κατά την έννοια του ν. 4413/2016 (Α΄ 148) και της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (L 94/1). Οι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3978/2011 (Α΄ 137), σε όσες εξαιρούνται από αυτόν σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 24, καθώς και στις συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 346 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Ειδικότερα, η Αρχή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) Εποπτεύει και συντονίζει τη δράση των φορέων της κεντρικής διοίκησης του ν. 4270/2014 (A΄ 143) στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και μπορεί να συμμετέχει σε συλλογικά κυβερνητικά όργανα με αρμοδιότητα επί των δημοσίων συμβάσεων. Mε σκοπό την ενοποίηση και ομοιόμορφη ανάπτυξη και εφαρμογή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, η Αρχή μπορεί να συγκαλεί συσκέψεις συντονισμού με εκπροσώπους των φορέων της κεντρικής διοίκησης και να συγκροτεί ομάδες εργασίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων. Με την απόφαση συγκρότησης των ομάδων εργασίας καθορίζονται το έργο κάθε ομάδας, ο χρόνος και ο τρόπος λειτουργίας τους. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης προγραμματίζουν τις ανάγκες τους σχετικά με την εκτέλεση έργων, τη μίσθωση υπηρεσιών και την προμήθεια αγαθών για το επόμενο έτος και διαβιβάζουν σχετικό πίνακα στην Αρχή για ενημέρωσή της.

β) Προάγει την εθνική στρατηγική στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και μεριμνά για την τήρηση των κανόνων και αρχών της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων.

Ειδικότερα, εισηγείται ρυθμίσεις προς τα αρμόδια εθνικά όργανα για την προσήκουσα εναρμόνιση της εθνικής έννομης τάξης προς το ευρωπαϊκό δίκαιο, την απλούστευση, συμπλήρωση, αναμόρφωση, κωδικοποίηση και ενοποίηση των σχετικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων του εθνικού δικαίου, καθώς και τον εξορθολογισμό των διοικητικών πρακτικών με σκοπό την ομοιόμορφη, ταχεία και προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος εφαρμογή αυτών και τη διασφάλιση της τήρησης προσηκουσών διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων.

γ) Γνωμοδοτεί για τη νομιμότητα κάθε διάταξης σχεδίου νόμου ή κανονιστικής πράξης που αφορά στις δημόσιες συμβάσεις. Τα αρμόδια όργανα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής.

Ειδικότερα: γα) Η Αρχή συμμετέχει στις οικείες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, σύμφωνα με τον ν. 4622/2019 (Α΄ 133) και γνωμοδοτεί επί των διατάξεων σχεδίων νόμων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις πριν από την κατάθεσή τους στη Βουλή. Η γνώμη της Αρχής επισυνάπτεται στην οικεία Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης και αναρτάται, με επιμέλεια της Αρχής, στην ιστοσελίδα της.

γβ) Η Αρχή γνωμοδοτεί επί των προεδρικών διαταγμάτων, κατά το μέρος που ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων. Η γνώμη της Αρχής συνοδεύει τα σχέδια προεδρικών διαταγμάτων κατά την αποστολή τους προς επεξεργασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αναρτάται, με επιμέλεια της Αρχής, στην ιστοσελίδα της.

γγ) Οι λοιπές κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, εξαιρουμένων των προκηρύξεων, καθώς και οι κανονισμοί άλλων δημοσίων οργάνων και αναθετουσών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας των κατά περίπτωση αρμόδιων ελεγκτικών διοικητικών οργάνων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, κατά το μέρος που οι εν λόγω πράξεις και κανονισμοί ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής.

Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της παρούσας υποπερίπτωσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση των ανωτέρω σχεδίων διατάξεων στην Αρχή, με μέριμνα του οικείου οργάνου. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας οι σχετικές πράξεις μπορούν να εκδοθούν και χωρίς τη γνώμη της Αρχής.

γδ) Οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών, που αφορούν στην προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων, σύμφωνα με την περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 26 και τα άρθρα 32 και 269 του παρόντος, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής, εφόσον οι συμβάσεις αυτές εμπίπτουν, λόγω της εκτιμώμενης αξίας τους, στο πεδίο εφαρμογής των Οδηγιών 2014/24/ΕΚ και 2014/25/ΕΚ, οι οποίες ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη με τον παρόντα νόμο. Η εν λόγω αρμοδιότητα ασκείται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την περιέλευση του σχεδίου απόφασης στην Αρχή, συνοδευόμενου από όλα τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνεται, κατά περίπτωση, η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, με μέριμνα της αναθέτουσας αρχής. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας οι σχετικές αποφάσεις μπορούν να εκδοθούν και χωρίς τη γνώμη της Αρχής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας της υπό ανάθεση σύμβασης, η Αρχή δύναται με απόφασή της, η οποία κοινοποιείται στην αιτούσα αναθέτουσα αρχή, να παρατείνει άπαξ την ως άνω προθεσμία για δεκαπέντε (15) επιπλέον εργάσιμες ημέρες. Οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών που αφορούν προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 59/2007 (Α΄ 63) και τα άρθρα 24 και 25 του π.δ. 60/2007 (Α΄ 64) οι οποίες, από την έναρξη ισχύος του ν. 4013/2011 (Α΄ 204) και μέχρι την 31η.12.2012 εκδόθηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί ή πριν να υποβληθούν στην Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων για παροχή σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με την υποπερ. δδ΄ της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 δεν πάσχουν ακυρότητας εξ αυτού του λόγου και παράγουν όλα τα έννομα αποτελέσματά τους.

δ) Εκδίδει και αναρτά στην ιστοσελίδα της κανονισμούς για ειδικότερα τεχνικά ή λεπτομερειακά θέματα σχετικά με ζητήματα δημοσίων συμβάσεων που αφορούν ιδίως στην ερμηνεία της σχετικής εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, λαμβανομένης υπόψη της εθνικής νομολογίας και της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέχει κατευθυντήριες οδηγίες προς τους αρμόδιους δημόσιους φορείς και τις αναθέτουσες αρχές με το ανωτέρω περιεχόμενο και εισηγείται στους αρμόδιους Υπουργούς την έκδοση σχετικών εγκυκλίων. Οι κατευθυντήριες οδηγίες αφορούν ιδίως θέματα ενοποίησης των διαδικασιών ελέγχου στο στάδιο που προηγείται της σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Οι αρμόδιοι δημόσιοι φορείς υποχρεούνται να διαβουλεύονται εγγράφως ή προφορικά με την Αρχή πριν την έκδοση οποιασδήποτε εγκυκλίου ή κατευθυντήριας οδηγίας. Σε περίπτωση διαφωνίας, οι εν λόγω φορείς λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής και αιτιολογούν εγγράφως τις θέσεις τους.

ε) Εκδίδει πρότυπα τεύχη δημοπράτησης και σχέδια συμβάσεων μετά από διαβούλευση με τους κατά περίπτωση αρμόδιους δημόσιους φορείς. Η Αρχή διαμορφώνει, επίσης, κανόνες για την τυποποίηση των τεχνικών προδιαγραφών σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και ελέγχει την εναρμόνιση αυτών με τις γενικές αρχές του εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου.

στ) Παρακολουθεί και αξιολογεί την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των δράσεων των δημοσίων φορέων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων των συναρμόδιων Υπουργείων, των αρμόδιων διοικητικών οργάνων άσκησης ελέγχου και εποπτείας, καθώς και των αναθετουσών αρχών, στο πλαίσιο του ισχύοντος εθνικού και ευρωπαϊκού νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου περί ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και γνώμη της Αρχής, μπορούν να προσδιορίζονται τα όργανα και η διαδικασία παρακολούθησης και αξιολόγησης των ανωτέρω δράσεων.

ζ) Ασκεί δειγματοληπτικούς ελέγχους, αναζητώντας αυτεπαγγέλτως πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με τις εν εξελίξει διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές και τους εμπλεκόμενους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και καλεί σε ακρόαση τους εκπροσώπους τους για την παροχή πληροφοριών και στοιχείων. Τα αρμόδια δημόσια όργανα και οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να συνεργάζονται με την Αρχή, να παρέχουν σε αυτή κάθε αναγκαία σχετική πληροφορία και να συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις της. Η Αρχή, εφαρμόζοντας μεθόδους αποτίμησης κινδύνων, εξετάζει, ιδίως, διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή συγχρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά προγράμματα. Εξετάζει, επίσης, όλες τις διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων που αποτελούν αντικείμενο διερεύνησης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για φερόμενες παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Τα πορίσματα της έρευνας της Αρχής επί των κατά τα ανωτέρω ελεγχόμενων διαδικασιών προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων κοινοποιούνται στην οικεία αναθέτουσα αρχή. Αν διαπιστωθεί από την Αρχή παραβίαση του εθνικού ή του ευρωπαϊκού δικαίου επί των δημοσίων συμβάσεων, με σχετική απόφασή της, η οποία λαμβάνεται κατ’ εκτίμηση της σοβαρότητας της διαπιστωθείσας παραβίασης, απευθύνει τις προσήκουσες συστάσεις ή διακόπτει την πρόοδο των διαδικασιών προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας από την Αρχή. Σε περίπτωση διακοπής, οι διαδικασίες δεν μπορούν να συνεχισθούν χωρίς απόφαση της Αρχής, που παρέχει την έγγραφη συναίνεσή της για την πρόοδό τους. Τα εν λόγω πορίσματα μπορεί περαιτέρω να διαβιβάζονται στα αρμόδια δικαστήρια, ύστερα από αίτημά τους, και να παρέχονται, με μέριμνα της αναθέτουσας αρχής, σε

κάθε ενδιαφερόμενο που αποδεικνύει έννομο συμφέρον για την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων του. Επίσης, η Αρχή ενημερώνει άμεσα τα αρμόδια όργανα εποπτείας και ελέγχου, προκειμένου αυτά να επιληφθούν για την άσκηση των κατά τον νόμο αρμοδιοτήτων τους και, σε περίπτωση παραβίασης του εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου, συντάσσει και αναρτά στην ιστοσελίδα της ειδική έκθεση, η οποία διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της Βουλής και κοινοποιείται στα ως άνω αρμόδια όργανα. Στο πλαίσιο της εν λόγω αρμοδιότητας η Αρχή δύναται να παραγγέλλει στα αρμόδια ελεγκτικά διοικητικά όργανα τη συλλογή στοιχείων και την υποβολή πορισμάτων σε θέματα δημοσίων συμβάσεων.

η) Εποπτεύει και αξιολογεί τα, κατά περίπτωση, αρμόδια ελεγκτικά διοικητικά όργανα στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το ισχύον εθνικό και ευρωπαϊκό νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο και τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αρχής. Τα εν λόγω όργανα οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις οδηγίες της Αρχής. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και γνώμη της Αρχής, μπορούν να προσδιορίζονται τα όργανα και η διαδικασία εποπτείας και αξιολόγησης των ως άνω ελεγκτικών οργάνων.

θ) Μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις για θέματα δημοσίων συμβάσεων, ιδίως δε για την ερμηνεία του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, είτε γραπτά είτε προφορικά με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από αίτημα των αρμόδιων δικαστηρίων σε δίκες που διεξάγονται ενώπιόν τους. Στην περίπτωση προφορικής διατύπωσης γνώμης την Αρχή εκπροσωπεί ο Πρόεδρος ή κατόπιν εξουσιοδότησης του Προέδρου, Σύμβουλος της Αρχής. Η Αρχή μπορεί να ζητεί, από το κατά περίπτωση αρμόδιο δικαστήριο, κάθε έγγραφο που κρίνεται αναγκαίο για τη διατύπωση της γνώμης της κατά τα προηγούμενα εδάφια.

ι) Επικουρεί το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας του επί διαφορών προσυμβατικού ελέγχου, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 333 του ν. 4700/2020 (Α΄ 127).

ια) Τηρεί Εθνική Βάση Δεδομένων Δημοσίων Συμβάσεων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της. Ιδίως:

ιαα) Συλλέγει και δημοσιεύει πληροφορίες σχετικά με το νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων και τη συναφή νομολογία των εθνικών και ευρωπαϊκών δικαστηρίων,

ιαβ) παρακολουθεί και αξιολογεί τη συλλογή, επεξεργασία και δημοσίευση στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων δεδομένων στοιχείων από τις αναθέτουσες αρχές και τους αρμόδιους δημόσιους φορείς, σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204).

ιβ) Παρέχει συμβουλές στις αναθέτουσες αρχές, με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από αιτήματα των τελευταίων, σχετικά με τη νόμιμη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων.

ιγ) Συμμετέχει στα αρμόδια ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, ως πρωτεύουσα εθνική αρχή επικοινωνίας σχετικά με την ανταλλαγή απόψεων, πληροφοριών και στοιχείων που αφορούν την εθνική στρατηγική, το νομικό πλαίσιο και τις διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων. Επίσης, συμμετέχει στην εκπροσώπηση της Χώρας σε διεθνείς οργανισμούς και σε συναντήσεις στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. Στο πλαίσιο των παραπάνω αρμοδιοτήτων της αποτελεί το κεντρικό σημείο επικοινωνίας και συντονισμού των ελληνικών αρχών με τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά με φερόμενες παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας επί των δημοσίων συμβάσεων, με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών περί παραβιάσεων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και δικαστικής εκπροσώπησης της χώρας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην απάντηση των ελληνικών αρχών προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχετικά με φερόμενες παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας επί των δημοσίων συμβάσεων, προσαρτώνται υποχρεωτικά τα αποτελέσματα έρευνας της Αρχής, σχετικά με την προσήκουσα ερμηνεία, τήρηση και εφαρμογή των εν λόγω κανόνων στο πλαίσιο της προβλεπόμενης στην υπόπερ. ζ) αρμοδιότητά της.

ιδ) Εξετάζει τις προδικαστικές προσφυγές που ασκούνται κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των συμβάσεων δημόσιων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Τμήμα ΙΙ του Τίτλου 2 του παρόντος.

3. Η έδρα της Αρχής ορίζεται με τον Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 355.

4. Η Αρχή είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή, απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές και υποστηρίζεται διοικητικά από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η Αρχή υπόκειται μόνο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με το άρθρο 138Α του Κανονισμού της Βουλής (Α΄ 106) και στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.».

Άρθρο 5
Συγκρότηση της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 348 ν. 4412/2016
Το άρθρο 348 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 348 Συγκρότηση της Αρχής

1. Η Αρχή αποτελείται από: α) τον Πρόεδρο, β) δέκα (10) Συμβούλους και γ) τριάντα (30) μέλη.

2. Στις θέσεις του Προέδρου και των Συμβούλων της Αρχής επιλέγονται: α) συνταξιούχοι Πρόεδροι, Αντιπρόεδροι ή Σύμβουλοι του Συμβουλίου της Επικρατείας,

β) συνταξιούχοι Πρόεδροι, Αντιπρόεδροι ή Σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

γ) συνταξιούχοι Πρόεδροι Εφετών ή Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων με εμπειρία στο δίκαιο των δημόσιων συμβάσεων ή

δ) συνταξιούχοι Πρόεδροι, Αντιπρόεδροι ή νομικοί σύμβουλοι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με εμπειρία στο δίκαιο των δημόσιων συμβάσεων,

ε) ομότιμοι Καθηγητές Νομικών Σχολών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της Χώρας, με γνωστικό αντικείμενο συναφές προς το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων.

3. Ως μέλη της Αρχής επιλέγονται πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής κατάρτισης. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει να διαθέτουν αποδεδειγμένη ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων και να πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 του π.δ. 50/2001 (Α΄ 39).

4. Για την επιλογή του Προέδρου και των Συμβούλων δημοσιεύεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, δημόσια πρόσκληση υποβολής αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος (υποψηφιότητας) από τους ενδιαφερόμενους. Η πρόσκληση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, εντός δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση της πρόσκλησης, μαζί με τα δικαιολογητικά που ορίζονται σε αυτή. Κατάλογος των υποψηφίων υποβάλλεται στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας εκδήλωσης ενδιαφέροντος, με μέριμνα του Υπουργού Δικαιοσύνης. Μαζί με τον κατάλογο υποβάλλεται εισήγηση ως προς τα καταλληλότερα κατά σειρά πρόσωπα, μεταξύ των υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής, ως εξής: (α) εισήγηση για την επιλογή του Προέδρου και έξι (6) Συμβούλων από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, (β) εισήγηση για την επιλογή δύο (2) Συμβούλων από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων και (γ) εισήγηση για την επιλογή δύο (2) Συμβούλων από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών. Ο Πρόεδρος και οι Σύμβουλοι διορίζονται με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής που παρέχεται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον Κανονισμό της Βουλής.

5. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσης ή με άλλο τρόπο αποχώρησης του Προέδρου ή Συμβούλου πριν από τη λήξη της θητείας του, εκδίδεται νέα δημόσια πρόσκληση υποβολής αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος και ακολουθείται η διαδικασία επιλογής της παρ. 4, η οποία γίνεται για νέα, πλήρη θητεία. Στην περίπτωση εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου, και μέχρι τον διορισμό του νέου Προέδρου, καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο προτασσόμενος κατά τη σειρά διορισμού Σύμβουλος.

6. Τον Πρόεδρο, όταν κωλύεται ή απουσιάζει, αναπληρώνει ο προτασσόμενος κατά τη σειρά διορισμού Σύμβουλος και, σε περίπτωση κωλύματος αυτού, ο επόμενος Σύμβουλος.

7. Η επιλογή υποψηφίων για τις θέσεις των μελών διενεργείται από τα Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), σύμφωνα με τη διαδικασία του ν. 4765/2021 (Α΄ 6). Ο διορισμός των μελών γίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.

8. Η διαδικασία της παρ. 4 για την επιλογή και τον διορισμό σε θέσεις Προέδρου ή Συμβούλου αρχίζει με πρωτοβουλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, τρεις (3) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας τους. Η διαδικασία της παρ. 7 για την επιλογή και τον διορισμό σε θέσεις μελών αρχίζει με πρωτοβουλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, δώδεκα (12) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας τους. Η διαδικασία επιλογής σε θέση που παραμένει κενή ή κενώθηκε πρόωρα, αρχίζει με πρωτοβουλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, οποτεδήποτε, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 9.

9. Η θητεία του Προέδρου, των Συμβούλων και των μελών είναι πενταετής. Μετά από τη λήξη της θητείας τους δικαιούνται να συμμετάσχουν άπαξ σε επόμενη διαδικασία επιλογής, εφόσον πληρούν τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα κριτήρια.

10. Η θητεία του Προέδρου, των Συμβούλων και των μελών παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι τον διορισμό νέων. Η Αρχή μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί, εάν κάποια από τα μέλη της εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο και θεωρείται ως νόμιμα συγκροτημένη αν έχουν διορισθεί τα μισά τουλάχιστον από τα μέλη της.

11. Στον Πρόεδρο, τους Συμβούλους και τα μέλη της Αρχής εφαρμόζονται αναλόγως, ως προς τα κωλύματα διορισμού, την έκπτωση και την παραίτηση, οι παρ. 4 και 6 του άρθρου 3 του ν. 3051/2002 (Α΄ 220), με την επιφύλαξη του άρθρου 349 του παρόντος. Στον Πρόεδρο της Αρχής εφαρμόζεται, επίσης, το Κεφάλαιο Α΄ του Μέρους Δ΄ του ν. 4622/2019 (Α΄ 133).

12. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής μπορεί να τίθενται σε προσωρινή αναστολή άσκησης καθηκόντων, εφόσον τούτο επιβάλλεται από σοβαρούς λόγους επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος και μόνον εάν: (α) έχει ασκηθεί εις βάρος τους ποινική ή πειθαρχική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωσή τους και (β) υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις τέλεσης ιδιαιτέρως σοβαρών πειθαρχικών ή ποινικών αδικημάτων, οι οποίες κλονίζουν σοβαρά το κύρος της Αρχής και απειλούν την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία της.

Η προσωρινή αναστολή άσκησης καθηκόντων επιβάλλεται με απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης και προηγούμενη ακρόαση, σύμφωνα με τις παρ. 6 και 7 του άρθρου 352. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και η διάρκεια του επιβαλλόμενου μέτρου.».

Άρθρο 6
Λειτουργική ανεξαρτησία Αντικατάσταση άρθρου 349 ν. 4412/2016
Το άρθρο 349 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 349 Λειτουργική ανεξαρτησία

1. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεσμεύονται μόνο από τον νόμο και τη συνείδησή τους και υποχρεούνται να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας.

2. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, τελούν δε, για τον λόγο αυτόν, σε αναστολή άσκησης οποιουδήποτε άμισθου ή έμμισθου δημόσιου ή δικηγορικού λειτουργήματος, συμπεριλαμβανομένης της ιδιότητας του εταίρου δικηγορικής εταιρείας, ή οποιασδήποτε άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής, αν κατέχουν, με οποιαδήποτε ιδιότητα, έμμισθη θέση στον δημόσιο τομέα κατά την έννοια της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), απαλλάσσονται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, από την υποχρέωση άσκησης των καθηκόντων της θέσης τους.

3. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής απαγορεύεται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να ασκούν οποιουδήποτε είδους εμπορική δραστηριότητα ή να είναι μέτοχοι ή να εμπλέκονται με οποιονδήποτε τρόπο σε οικονομικό φορέα που αναπτύσσει δραστηριότητα στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων.

4. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής απαγορεύεται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να είναι μέλη πολιτικού κόμματος.

5. Δεν διορίζεται σε θέση Προέδρου, Συμβούλου ή μέλους της Αρχής εκείνος ο οποίος έχει ο ίδιος ή ο σύζυγός του ή πρόσωπο με το οποίο έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή συγγενής του μέχρι β΄ βαθμού ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, με το οποίο συνδέεται στενά, άμεσο προσωπικό, οικονομικό ή άλλου είδους συμφέρον, το οποίο να επηρεάζει ή να φαίνεται να επηρεάζει την αμερόληπτη και αντικειμενική κρίση του κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

6. Η διαπίστωση των κωλυμάτων και των ασυμβίβαστων των παρ. 2 έως 5 συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση από τη θέση του Προέδρου, του Συμβούλου ή του μέλους, αντίστοιχα, για την οποία εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Δικαιοσύνης.

7. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται για δύο (2) έτη μετά από τη λήξη της θητείας τους ή τη για οποιονδήποτε λόγο αποχώρησή τους από την Αρχή, να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση ή να αποκτήσουν μετοχές σε εταιρία ή επιχείρηση, υποθέσεις των οποίων οι ίδιοι χειρίστηκαν ή έλαβαν μέρος στη λήψη σχετικής απόφασης της Αρχής κατά τη διάρκεια της θητείας τους, καθώς και να παρίστανται με οποιαδήποτε ιδιότητα ενώπιον της Αρχής. Σε όσους παραβαίνουν το πρώτο εδάφιο επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, πρόστιμο ίσο με το τετραπλάσιο έως και το δωδεκαπλάσιο των μηνιαίων αποδοχών που λάμβανε ο παραβάτης κατά τη λήξη της θητείας του ή κατά τον χρόνο αποχώρησής του.

8. Για τον Πρόεδρο, τους Συμβούλους και τα μέλη της Αρχής εφαρμόζεται, ως προς τις αποδοχές, η παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176).

Η παρ. 13 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 (Α΄ 72) έχει εφαρμογή για τον Πρόεδρο και τους Συμβούλους της Αρχής.

9. Η θητεία των μελών της Αρχής λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες και κατά τη διάρκειά της δεν διακόπτεται η βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη. Μετά από τη λήξη της θητείας τους επανέρχονται αυτοδικαίως στη θέση που κατείχαν πριν από τον διορισμό τους. Αν η θέση που κατείχαν ή στην οποία έχουν εξελιχθεί δεν είναι κενή ή έχει καταργηθεί, επανέρχονται σε ομοιόβαθμη προσωρινή θέση του κλάδου τους, η οποία συνιστάται αυτοδικαίως και καταργείται με την αποχώρησή τους από την υπηρεσία.

10. Ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής υποβάλλουν, κατ’ έτος, τις προβλεπόμενες στον ν. 3213/2003 (Α΄ 309), δήλωση περιουσιακής κατάστασης και δήλωση οικονομικών συμφερόντων.».

Άρθρο 7
Οικονομική αυτοτέλεια Αντικατάσταση άρθρου 350 ν. 4412/2016
Το άρθρο 350 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 350 Οικονομική αυτοτέλεια

1. Η οικονομική αυτοτέλεια της Αρχής εξασφαλίζεται με τη δυνατότητα να καλύπτει, με ίδια μέσα, τις δαπάνες λειτουργίας της και αμοιβής του Προέδρου, των Συμβούλων και των μελών της, του πάσης φύσεως προσωπικού και των έμμισθων δικηγόρων της, καθώς και του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 351. Προς τούτο, έχει ίδια έσοδα και ίδιο προϋπολογισμό, ο οποίος τροφοδοτείται από την καταβολή της κράτησης της παρ. 3.

2. Τα θέματα οικονομικής διαχείρισης ρυθμίζονται με τον ειδικό Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης που εκδίδεται με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.

3. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της Αρχής, επιβάλλεται κράτηση ύψους 0,1% επί όλων των συμβάσεων που υπάγονται στον παρόντα νόμο και στον ν. 4413/2016 (Α΄ 148), αξίας άνω των χιλίων (1.000) ευρώ, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσης της χρηματοδότησης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην κοινή υπουργική απόφαση του πέμπτου εδαφίου. Η κράτηση αυτή υπολογίζεται επί της αξίας κάθε πληρωμής προ φόρων και κρατήσεων της αρχικής, καθώς και κάθε συμπληρωματικής ή τροποποιητικής σύμβασης. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος της κράτησης. Το ποσό της κράτησης παρακρατείται από την αναθέτουσα αρχή στο όνομα και για λογαριασμό της Αρχής και κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, η διαχείριση του οποίου γίνεται από την Αρχή, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον ειδικό Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τον χρόνο, τον τρόπο και τη διαδικασία κράτησης των ως άνω χρηματικών ποσών, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της κράτησης.

4. Αν από την οικονομική διαχείριση της Αρχής, προκύπτει στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, θετικό καθαρό αποτέλεσμα χρήσης, ποσοστό του οικονομικού αυτού αποτελέσματος έως ογδόντα τοις εκατό (80%) διατίθεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού.».

Άρθρο 8
Πειθαρχικός έλεγχος Αντικατάσταση άρθρου 351 ν. 4412/2016
Το άρθρο 351 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 351 Πειθαρχικός έλεγχος

1. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών τους, που απορρέουν από τον παρόντα και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του και πέραν των οριζόμενων στο άρθρο 75 του ν. 4622/2019 (Α΄133), ο Πρόεδρος, οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία για τον Πρόεδρο και τους Συμβούλους της Αρχής, ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου της παρ. 2 κινεί με πράξη του το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Την πειθαρχική διαδικασία για τα μέλη της Αρχής κινεί ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ύστερα από εισήγηση του Προέδρου της Αρχής.

2. Συστήνεται Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από έναν (1) Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν (1) Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου και έναν (1) Αντιπρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με διετή θητεία. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Χρέη γραμματέα του πειθαρχικού συμβουλίου εκτελεί ο Προϊστάμενος της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

3. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές, με απόφαση του Προέδρου του οικείου Δικαστηρίου, μετά από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης, το οποίο υποβάλλεται τρεις (3) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας τους, καθώς και σε κάθε περίπτωση αποχώρησης του Προέδρου ή μέλους. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

4. Για τη λειτουργία του Πειθαρχικού Συμβουλίου εφαρμόζεται η παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176).».

Άρθρο 9
Πειθαρχική διαδικασία Αντικατάσταση άρθρου 352 ν. 4412/2016
Το άρθρο 352 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 352 Πειθαρχική διαδικασία

1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει νομίμως και αποφασίζει με την παρουσία όλων των μελών του. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.

2. Ως πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται:

α) η παράβαση διατάξεων του παρόντος και εν γένει της ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων,

β) η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων,

γ) η παράνομη απόκτηση, κατά την άσκηση των καθηκόντων του εγκαλουμένου ή εξ αφορμής αυτών, οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος του ιδίου ή τρίτου προσώπου και

δ) η υπαίτια πρόκληση ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Αρχής.

3. Οι επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) έγγραφη επίπληξη, β) πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και γ) οριστική παύση.

4. Σε περίπτωση επιβολής εντός διετίας δύο (2) πειθαρχικών ποινών επίπληξης και προστίμου στον Πρόεδρο, σε Σύμβουλο ή σε μέλος της Αρχής για το ίδιο ή διαφορετικό πειθαρχικό παράπτωμα, ο Πρόεδρος, ο Σύμβουλος ή το μέλος εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους, με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Δικαιοσύνης.

5. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο στις εξής περιπτώσεις:

α) αν το πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά ταυτόχρονα και αξιόποινη πράξη,

β) αν ο εγκαλούμενος, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών, απέκτησε ή επιδίωξε να αποκτήσει οικονομικό όφελος ή αντάλλαγμα υπέρ του ιδίου ή τρίτου προσώπου,

γ) αν παραβιάστηκε η υποχρέωση εμπιστευτικότητας και εχεμύθειας,

δ) αν παραβιάστηκαν οι παρ. 2 έως 5 του άρθρου 349, ε) αν προκλήθηκε υπαιτίως ζημία σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Αρχής.

6. Μετά από την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παρ. 1 του άρθρου 351, ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει τον εγκαλούμενο σε προηγούμενη ακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων με κλήση, η οποία αναφέρει το αποδιδόμενο παράπτωμα και επιδίδεται στον εγκαλούμενο με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο. Στην κλήση αναφέρεται η ημερομηνία ακρόασης του εγκαλουμένου ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία δεν μπορεί να απέχει λιγότερο των δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης. Πριν από την ακρόαση και την παροχή έγγραφων εξηγήσεων, ο εγκαλούμενος δικαιούται να λάβει γνώση του φακέλου της υπόθεσης.

7. Κατά την ακρόαση, ο εγκαλούμενος υποβάλλει ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου τις έγγραφες εξηγήσεις του, παρέχει τις απαιτούμενες διευκρινίσεις, απαντά σε ερωτήσεις και εν γένει διευκολύνει το έργο του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη διακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Μετά από την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, το Πειθαρχικό Συμβούλιο διασκέπτεται αυθημερόν και εκδίδει απόφαση, η οποία:

α) είτε κρίνει ικανοποιητικές και επαρκείς τις εξηγήσεις του εγκαλούμενου και παύει την πειθαρχική διαδικασία,

β) είτε δίδει εντολή στον Πρόεδρο του Συμβουλίου να συντάξει έκθεση πειθαρχικού παραπτώματος στην οποία περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά, το κατά την παρ. 2 πειθαρχικό παράπτωμα και ορίζεται ημέρα και ώρα συνεδρίασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη συζήτηση της υπόθεσης, στην οποία καλείται να παραστεί ο εγκαλούμενος, εφόσον το επιθυμεί και με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω απόφαση και στις δύο περιπτώσεις επιδίδεται στον εγκαλούμενο με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο.

8. Κατά την εφαρμογή της περ. β) του δεύτερου εδαφίου της παρ. 6, κατά την ορισθείσα ημέρα συνεδρίασης, το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί, κατά την κρίση του, να εξετάσει μάρτυρες, μετά δε από την προφορική ενώπιόν του απολογία του εγκαλούμενου ή, σε περίπτωση μη εμφανίσεώς του, μετά από τη διαπίστωση της νόμιμης κλήτευσής του, εκδίδει αμέσως την απόφασή του. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να διατάξει τη συμπλήρωση της έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος και την επανάληψη της συζήτησης. Στην περίπτωση αυτή καλείται ο εγκαλούμενος με νέα κλήση, στην οποία ορίζεται νέα ημέρα και ώρα συζήτησης, η οποία επιδίδεται, σύμφωνα με την παρ. 6. Η επίδοση αυτή μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον ο εγκαλούμενος κατά την πρώτη συζήτηση ήταν παρών και του γνωστοποιήθηκε η νέα ημερομηνία συζήτησης. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί επίσης να αναβάλει άπαξ τη λήψη απόφασης, προκειμένου να εξετάσει ή να επανεξετάσει μάρτυρες, ορίζοντας για τον λόγο αυτόν νέα ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή, κλήση του εγκαλουμένου απαιτείται μόνο εάν αυτός ήταν απών. Οι μάρτυρες προσέρχονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μη προσέλευση των μαρτύρων δεν κωλύει τη λήψη απόφασης.

9. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ειδικώς αιτιολογημένη, συντάσσεται εγγράφως και τηρούνται συνοπτικά πρακτικά των συνεδριάσεων.

Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από εκκρεμή ποινική δίωξη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει αυτοδίκαια την πειθαρχική διαδικασία, το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί όμως να διατάξει την αναστολή της μέχρι την περάτωση της ποινικής δίκης. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος.

10. Σε περίπτωση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για αδίκημα σχετιζόμενο με παραβάσεις του παρόντος ή για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26), εκδίδεται απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία διαπιστώνεται η οριστική παύση του καταδικασθέντος.

11. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παρ. 2 παραγράφονται μετά πενταετία από την τέλεσή τους. Πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται πριν παραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Η κατά την παρ. 5 κλήση για ακρόαση και για έγγραφες εξηγήσεις διακόπτει την ως άνω παραγραφή. Στην περίπτωση αυτή, ο συνολικός χρόνος παραγραφής δεν μπορεί να υπερβεί τα επτά (7) έτη, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου και της περίπτωσης της αναστολής της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παρ. 8, οπότε και ο χρόνος παραγραφής του πειθαρχικού παραπτώματος δεν συμπληρώνεται πριν από την παρέλευση έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης της αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου.

12. Οι διατάξεις του Μέρους Ε΄ («Πειθαρχικό Δίκαιο») του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) εφαρμόζονται αναλόγως.».

Άρθρο 10
Λειτουργία της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 353 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 353 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 353 Όργανα διοίκησης και λειτουργία της Αρχής

1. Όργανα διοίκησης της Αρχής είναι ο Πρόεδρος και το Εκτελεστικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από τον Πρόεδρο και τους Συμβούλους. Οι αποφάσεις της Αρχής λαμβάνονται από το Εκτελεστικό Συμβούλιο, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες ρητώς προβλέπεται η λήψη αποφάσεων από τον Πρόεδρο, την Επιτροπή της παρ. 5 ή από κλιμάκιο.

2. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο αποφασίζει για όλα τα θέματα της εσωτερικής λειτουργίας της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 354.

3. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, η οποία περιλαμβάνει και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία, κατόπιν φανερής ψηφοφορίας και είναι αιτιολογημένες.

4. Για την εξέταση των προδικαστικών προσφυγών του άρθρου 360, η Αρχή συνεδριάζει και λαμβάνει αποφάσεις σε τριμελή κλιμάκια, που αποτελούνται από έναν (1) Σύμβουλο, ως Πρόεδρο, και δύο (2) μέλη της Αρχής, τουλάχιστον ένα από τα οποία πρέπει να έχει την ιδιότητα του νομικού. Κάθε κλιμάκιο συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου του. Στην πρόσκληση περιλαμβάνονται η ημερομηνία, η ώρα και οι προς συζήτηση προδικαστικές προσφυγές που έχουν ανατεθεί στο κλιμάκιο κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 355 και τον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών του άρθρου 365.

Κατ’ εξαίρεση, όταν πρόκειται για υπόθεση μείζονος σπουδαιότητας ή προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, ο Πρόεδρος της Αρχής μπορεί, με πράξη του, να ορίσει την εξέταση προδικαστικής προσφυγής από το Εκτελεστικό Συμβούλιο, με εισηγητή έναν (1) εκ των Συμβούλων, επικουρούμενο από μέλος της Αρχής.

5. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων των περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 347, και στις περιπτώσεις που απαιτείται απόφαση της Αρχής, συνεδριάζει και αποφασίζει επταμελής Επιτροπή. Η Επιτροπή αυτή αποτελείται από δύο (2) Συμβούλους, οι οποίοι επελέγησαν μετά από εισήγηση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων ή του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 348 και τέσσερα (4) μέλη της Αρχής. Στην Επιτροπή προεδρεύει ο Πρόεδρος της Αρχής ή ένας (1) από τους Συμβούλους, που ορίζεται από τον Πρόεδρο της Αρχής. Η Επιτροπή συγκροτείται στην πρώτη συνεδρίαση του εκάστοτε Εκτελεστικού Συμβουλίου. Στον Κανονισμό Λειτουργίας μπορεί να προβλεφθεί η συνεδρίαση και λήψη αποφάσεων για τις προαναφερόμενες αρμοδιότητες σε σχηματισμό κλιμακίου. Οι Σύμβουλοι και τα μέλη της Αρχής, κατά τον χρόνο που συμμετέχουν στην Επιτροπή, δεν συμμετέχουν στα κλιμάκια εξέτασης προσφυγών της παρ. 4.

6. Κάθε άλλο θέμα που αφορά στις συνεδριάσεις της Αρχής ρυθμίζεται με τον Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 355 και τον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών του άρθρου 365. Τα άρθρα 13 έως 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45) εφαρμόζονται συμπληρωματικά.

Άρθρο 11
Οργάνωση της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 354 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 354 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 354 Οργάνωση της Αρχής

1. Η Αρχή μεριμνά για την εκπλήρωση του σκοπού της και, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 356, αποφασίζει, με πράξη του Εκτελεστικού Συμβουλίου, για κάθε θέμα οργάνωσης που εμπίπτει στις αρμοδιότητές της και ιδίως:

α) Διατυπώνει γνώμη για τους Κανονισμούς Οικονομικής Διαχείρισης της παρ. 2 του άρθρου 350, Λειτουργίας του άρθρου 355 και Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 του άρθρου 365, και την κοινή υπουργική απόφαση σχετικά με τη διαχείριση της κράτησης της παρ. 3 του άρθρου 350,

β) μεριμνά για την πρόσληψη του πάσης φύσεως προσωπικού της, συμπεριλαμβανομένου του Γενικού Διευθυντή και των έμμισθων δικηγόρων, σύμφωνα με τα άρθρα 357 και 358,

γ) εγκρίνει τη σύναψη, για τις ανάγκες της Αρχής, των πάσης φύσεως συμβάσεων με τρίτους, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία και με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης της παρ. 2 του άρθρου 349,

δ) εγκρίνει τον προϋπολογισμό, τον απολογισμό και τον ισολογισμό της Αρχής και τις λοιπές ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τον Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης της παρ. 2 του άρθρου 349, καθώς και το ετήσιο Πρόγραμμα Προμηθειών της Αρχής,

ε) μεριμνά για την εναρμόνιση των αποφάσεων της Αρχής προς τη νομολογία των δικαστηρίων σε θέματα δημοσίων συμβάσεων.

2. Για την επιστημονική υποστήριξη της άσκησης των αρμοδιοτήτων της, η Αρχή έχει πρόσβαση στην εφαρμογή της νομολογίας του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Διοικητικής Δικαιοσύνης (Ο.Σ.Δ.Δ.Υ.Δ.Δ.) και στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατόπιν εγκρίσεως σχετικού αιτήματος της Αρχής από τα αντίστοιχα δικαστήρια και σύμφωνα με τους όρους που τίθενται από αυτά.».

Άρθρο 12
Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 355 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 355 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 355 Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής

1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών, μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής, εγκρίνεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της.

2. Στον Κανονισμό της παρ. 1 ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας της Αρχής και ορίζονται ιδίως τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία άσκησης των αρμοδιοτήτων της, οι συνεδριάσεις, ο μηχανισμός της εκ περιτροπής κατανομής των υποθέσεων, ο τρόπος λήψης των αποφάσεων, τα κωλύματα συμμετοχής, η συνδρομή δημόσιων αρχών και οικονομικών φορέων, ο πειθαρχικός έλεγχος του προσωπικού και κάθε άλλο θέμα λειτουργίας της.».

Άρθρο 13
Αρμοδιότητες Προέδρου και Συμβούλων της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 356 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 356 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 356 Αρμοδιότητες Προέδρου και Συμβούλων της Αρχής

1. Ο Πρόεδρος της Αρχής έχει την ευθύνη της λειτουργίας της και ασκεί όλες τις προς τούτο αρμοδιότητες. Ενδεικτικά:

α) Εκπροσωπεί την Αρχή δικαστικώς και εξωδίκως, ενώπιον των δικαστηρίων, κάθε άλλης δημόσιας αρχής και τρίτων,

β) συντονίζει και κατευθύνει τη συνολική λειτουργία της Αρχής και των οργανικών μονάδων αυτής και ασκεί την πειθαρχική εξουσία επί του προσωπικού της Αρχής ως πειθαρχικός προϊστάμενος αυτού,

γ) μεριμνά για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, του απολογισμού και του ισολογισμού της Αρχής, τη διαχείριση των οικονομικών της και τη διάθεση των πιστώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών Λειτουργίας και Οικονομικής Διαχείρισης και της κείμενης νομοθεσίας,

δ) ορίζει τα θέματα των συνεδριάσεων του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Αρχής,

ε) κατανέμει τους Συμβούλους και τα μέλη της Αρχής για τη συγκρότηση των Κλιμακίων,

στ) μεριμνά για τη διαρκή επιμόρφωση και κατάρτιση των μελών και του επιστημονικού προσωπικού της Αρχής σε θέματα δημόσιων συμβάσεων.

2. Ο Πρόεδρος μπορεί να αναθέσει κατά περίπτωση την άσκηση αρμοδιοτήτων της παρ. 1 σε Σύμβουλο της Αρχής. Ο Πρόεδρος μπορεί επίσης να αναθέσει κατά περίπτωση τη δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση της Αρχής σε Σύμβουλο της Αρχής ή στον προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβουλίου του Κράτους του άρθρου 358.

3. Οι Σύμβουλοι ασκούν τις αρμοδιότητες που τους ανατίθενται και μεριμνούν για την εύρυθμη λειτουργία των οργανικών μονάδων και των Κλιμακίων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους. Ειδικότερα, συντονίζουν και κατευθύνουν τα μέλη και το επιστημονικό προσωπικό της Αρχής που υπάγεται στον τομέα αρμοδιότητάς τους και προΐστανται των Κλιμακίων σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 355.

Άρθρο 14
Προσωπικό Οργανισμός της Αρχής Αντικατάσταση άρθρου 357 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 357 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 357 Προσωπικό Οργανισμός της Αρχής Εξουσιοδοτική διάταξη

1. Οι θέσεις μόνιμου προσωπικού όλων των κατηγοριών πληρώνονται με:

α) πρόσληψη, σύμφωνα με τον ν. 4765/2021 (Α΄ 6), ύστερα από προκήρυξη της Αρχής, στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα,

β) μετάταξη ή απόσπαση υπαλλήλων σύμφωνα με τον ν. 4440/2016 (Α΄ 224).

2. Οι θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού του άρθρου 2 του π.δ. 50/2001 (Α΄ 39) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή μόνιμου υπαλλήλου πληρώνονται με:

α) πρόσληψη σύμφωνα με τον ν. 4765/2021, ύστερα από προκήρυξη της Αρχής, στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα σύμφωνα με το άρθρο 2 του π.δ. 50/2001,

β) μετάταξη ή απόσπαση υπαλλήλων σύμφωνα με τον ν. 4440/2016.

Τις θέσεις της παρούσας παραγράφου καταλαμβάνουν επιστήμονες με τριετή, τουλάχιστον, εμπειρία στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων.

3. Οι ειδικότητες και ο αριθμός των θέσεων ανά ειδικότητα του ειδικού επιστημονικού προσωπικού καθορίζονται με τον Οργανισμό της Αρχής.

Η άσκηση καθηκόντων ειδικού επιστήμονα ή υπαλλήλου της Αρχής είναι ασυμβίβαστη προς την κατοχή κάθε άλλης θέσης σε φορέα του δημόσιου τομέα κατά την έννοια της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Είναι επίσης ασυμβίβαστη και συνεπάγεται αναστολή της άσκησης ελευθέριου επαγγέλματος ή λειτουργήματος. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά σπουδαίο λόγο καταγγελίας της σχέσης εργασίας εκ μέρους της Αρχής. Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση στους ειδικούς επιστήμονες η άσκηση διδακτικού ή ερευνητικού έργου, μετά από άδεια που χορηγείται από τον Πρόεδρο της Αρχής.

4. Οι μετατασσόμενοι και αποσπώμενοι οφείλουν να συγκεντρώνουν τα προσόντα διοριζομένου προσλαμβανομένου για την αντίστοιχη θέση. Το μετατασσόμενο προσωπικό διατηρεί την ίδια σχέση εργασίας, εντάσσεται σε αντίστοιχες κενές θέσεις και εξακολουθεί να ασφαλίζεται στους ίδιους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης.

Για τη διακοπή της απόσπασης απαιτείται η γνώμη της Αρχής. Η απόσπαση του πάσης φύσεως προσωπικού μπορεί επίσης να διακοπεί, ύστερα από εισήγηση της Αρχής, αν οι ανάγκες για τις οποίες έγινε η συγκεκριμένη απόσπαση, μπορεί να καλυφθούν από μόνιμο ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό της. Για τις αποδοχές του πάσης φύσεως προσωπικού που αποσπάται εφαρμόζεται το άρθρο 23 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176).

5. Οι παρ. 2, 3, 5 και 6 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002 (Α΄ 220) περί προσωπικού των ανεξάρτητων αρχών, εφαρμόζονται και στο πάσης φύσεως προσωπικό της Αρχής.

6. Συστήνεται στην Αρχή μία (1) θέση Γενικού Διευθυντή, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, με πενταετή θητεία. Η πλήρωση της θέσης του Γενικού Διευθυντή γίνεται σύμφωνα με την παρ. 1. Η θητεία του Γενικού Διευθυντή μπορεί να διακόπτεται πριν από τη λήξη της για λόγους που ανάγονται σε αδυναμία ή σε πλημμελή εκπλήρωση των καθηκόντων του, με πράξη του Προέδρου, που εκδίδεται ύστερα από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Αρχής. Με τον Οργανισμό της

Αρχής εξειδικεύονται τα καθήκοντα, τα προσόντα του Γενικού Διευθυντή, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω.

7. Με απόφαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Αρχής καταρτίζεται, αντικαθίσταται και τροποποιείται ο Οργανισμός της Αρχής, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133).».

Άρθρο 15
Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Νομική Υπηρεσία Αντικατάσταση άρθρου 358 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 358 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 358 Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Νομική Υπηρεσία Εξουσιοδοτική διάταξη

1. Στην Αρχή συστήνεται Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ), με αρμοδιότητα τη δικαστική και γενικότερα τη νομική υποστήριξη της Αρχής, καθώς και την παροχή νομικών γνωμοδοτήσεων. Το Γραφείο Νομικού Συμβουλίου λειτουργεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί Ν.Σ.Κ. και στελεχώνεται από μέλη του κύριου προσωπικού του, με βαθμούς Νομικού Συμβούλου, Παρέδρου και Δικαστικού Πληρεξουσίου του Ν.Σ.Κ.

2. Η Αρχή, με απόφαση του Προέδρου της, παρέχει στο Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Ν.Σ.Κ. την απαραίτητη για τη στέγαση και λειτουργία του υλικοτεχνική υποδομή και διαθέτει για τη γραμματειακή του υποστήριξη, έναν τουλάχιστον (1) διοικητικό υπάλληλο της Αρχής.

3. Ο Πρόεδρος της Αρχής υπογράφει τα ερωτήματα προς το Ν.Σ.Κ. για θέματα αρμοδιότητας της Αρχής, αποδέχεται τις σχετικές γνωμοδοτήσεις και εγκρίνει τα πρακτικά γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ. σε δικαστικές και εξώδικες υποθέσεις της Αρχής.

4. Το Γραφείο Νομικού Συμβουλίου δεν γνωμοδοτεί επί ζητημάτων που τίθενται με εκκρεμείς ενώπιον της Αρχής προσφυγές του άρθρου 360, ούτε η Αρχή απευθύνει ερωτήματα προς το Ν.Σ.Κ. με αντικείμενο τέτοια ζητήματα.

5. Στην Αρχή συστήνεται Νομική Υπηρεσία η οποία τελεί υπό την εποπτεία του Γραφείου Νομικού Συμβουλίου του Ν.Σ.Κ. και έχει ως προϊστάμενο τον εκάστοτε προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του Ν.Σ.Κ.

Στη Νομική Υπηρεσία συστήνονται επτά (7) θέσεις έμμισθων δικηγόρων, στις οποίες προσλαμβάνονται με πάγια αντιμισθία δικηγόροι παρ’ Αρείω Πάγω, οι οποίοι διαθέτουν πενταετή τουλάχιστον εμπειρία και εξειδίκευση στο αντικείμενο του δικαίου των δημόσιων συμβάσεων, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 43 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208), κατόπιν προκήρυξης, που εκδίδει η Αρχή και στην οποία προσδιορίζονται τα ειδικότερα προσόντα και ο τρόπος απόδειξής τους για την κατάληψη της συγκεκριμένης θέσης.

Για τον καθορισμό των αποδοχών των έμμισθων δικηγόρων εφαρμόζεται η περ. γ΄ της παρ. 10 του άρθρου 9 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176). Η κατοχή θέσης έμμισθου δικηγόρου της Αρχής είναι ασυμβίβαστη προς την κατοχή κάθε άλλης θέσης σε φορέα του δημοσίου τομέα κατά την έννοια της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Οι έμμισθοι δικηγόροι δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνουν υποθέσεις από οποιονδήποτε άλλον εντολέα, πλην της Αρχής. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά λόγο καταγγελίας της έμμισθης εντολής τους εκ μέρους της Αρχής.».

Άρθρο 16
Έκθεση πεπραγμένων Αντικατάσταση άρθρου 359 ν. 4412/2016
Ο τίτλος και το περιεχόμενο του άρθρου 353 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 359 Έκθεση πεπραγμένων

Η Αρχή συντάσσει το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους έκθεση πεπραγμένων. Η έκθεση πεπραγμένων υποβάλλεται προς τον Πρόεδρο της Βουλής και περιλαμβάνει αποτίμηση των πεπραγμένων της Αρχής, σύμφωνα με τον σκοπό και τις αρμοδιότητές της, προτάσεις βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων, των διαδικασιών προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιων συμβάσεων και της διαδικασίας εξέτασης των προδικαστικών προσφυγών, καθώς και αναφορά σχετικά με τη συμμόρφωση των αρμόδιων φορέων και οργάνων με τις εν λόγω προτάσεις. Στην έκθεση πεπραγμένων επισυνάπτεται αναλυτικός πίνακας με τις αναθέτουσες αρχές που δεν συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της. Η έκθεση πεπραγμένων αναρτάται στην ιστοσελίδα της Αρχής.».

Άρθρο 17
Μεταβατικές διατάξεις Μεταφορά αρμοδιοτήτων από την Αρχή του ν. 4013/2011 στην Αρχή του ν. 4412/2016

1. Από την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων του άρθρου 347 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147), όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με το άρθρο 2 του παρόντος νόμου:

(α) η Αρχή του ν. 4013/2011 (Α΄ 204) καταργείται και το σύνολο των δικαιωμάτων, υποχρεώσεων και εννόμων σχέσεών της, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης του ειδικού τραπεζικού λογαριασμού της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4013/2011, περιέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση στην Αρχή του ν. 4412/2016,

(β) δίκες της Αρχής του ν. 4013/2011 συνεχίζονται χωρίς διακοπή από την Αρχή του ν. 4412/2016, η οποία λογίζεται ως καθολικός διάδοχος της Αρχής του ν. 4013/2011,

(γ) όλα τα υφιστάμενα ταμειακά υπόλοιπα της Αρχής του ν. 4013/2011 μεταφέρονται στην Αρχή του ν. 4412/2016, η οποία συνεχίζει την εκτέλεση του τρέχοντος προϋπολογισμού.

2. Το σύνολο των εκκρεμών υποθέσεων και διαδικασιών ενώπιον της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011 περιέρχεται αυτοδικαίως στην Αρχή του ν. 4412/2016.

3. Μέχρι την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων του άρθρου 347 του ν. 4412/2016, η Αρχή εξακολουθεί να λειτουργεί με τα όργανα διοίκησης της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Μέχρι την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων του άρθρου 347 του ν. 4412/ 2016 και τη συγκρότηση Κλιμακίων σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 353 και την περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 356 του ν. 4412/2016, οι εκκρεμείς ενώπιον της Αρχής διαδικασίες εξέτασης προδικαστικών προσφυγών συνεχίζονται και ολοκληρώνονται από τα Κλιμάκια με τη σύνθεση που έχουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

4. Μέχρι την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ) του άρθρου 347 του ν. 4412/2016, η καταργούμενη Αρχή του ν. 4013/2011 εξακολουθεί να λειτουργεί με τα όργανα διοίκησης της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

5. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, μετά από γνώμη της Αρχής του ν. 4412/2016, τροποποιείται ο ειδικός Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του άρθρου 350 του ν. 4412/2016, για τη ρύθμιση θεμάτων σχετικών με τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011 στην Αρχή του ν. 4412/2016. Έως την έκδοση του διατάγματος του πρώτου εδαφίου, ο ειδικός Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης, ο οποίος θεσπίστηκε με το π.δ. 43/2013 (Α΄ 80) διατηρείται σε ισχύ, κατά το μέρος που δεν αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος και του ν. 4412/2016.

6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Υποδομών και Μεταφορών και Εσωτερικών, μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής του άρθρου 347 του ν. 4412/2016, τροποποιείται ο Κανονισμός Λειτουργίας του άρθρου 355 του ν. 4412/2016, για τη ρύθμιση θεμάτων σχετικών με την μεταφορά αρμοδιοτήτων, οργανικών μονάδων, θέσεων και προσωπικού της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011 στην Αρχή του ν. 4412/2016. Με το διάταγμα του πρώτου εδαφίου μπορεί, ιδίως, να καταργούνται μεταφερόμενες οργανικές μονάδες, όταν υφίστανται αντίστοιχες μονάδες στην Αρχή του ν. 4412/2016, να συγχωνεύονται, να καταργούνται ή να μεταφέρονται σε άλλη μονάδα θέσεις ευθύνης και θέσεις προσωπικού και να τροποποιούνται οι σχετικές αρμοδιότητες, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε ζήτημα που αφορά στην ομαλή ένταξη στον Οργανισμό του άρθρου 12 του παρόντος των οργανικών μονάδων και του προσωπικού της καταργούμενης Αρχής, που μεταφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 16. Έως την έκδοση του διατάγματος αυτού και της απόφασης του Εκτελεστικού Συμβουλίου για την κατάρτιση του Οργανισμού της Αρχής, που προβλέπεται στο άρθρο 12 του παρόντος, ο Οργανισμός και Κανονισμός Λειτουργίας, που θεσπίστηκε με το άρθρο 53 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52) διατηρείται σε ισχύ, κατά το μέρος που δεν αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος και του ν. 4412/2016.

7. Για τις δημόσιες συμβάσεις και τις παραχωρήσεις που έχουν συναφθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, η κράτηση του άρθρου 350 του ν. 4412/2016 εξακολουθεί να υπολογίζεται σε ύψος 0,06%, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσης της χρηματοδότησης, και η κράτηση του έβδομου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4013/2011 εξακολουθεί να υπολογίζεται σε ύψος 0,07%.

Άρθρο 18
Μεταβατικές διατάξεις για τις Αρχές του ν. 4013/2011 και του ν. 4412/2016 και το προσωπικό τους

1. Τα υπηρετούντα κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Αρχής του ν. 4013/2011 (Α΄ 204), η οποία καταργείται με τις διατάξεις του παρόντος, των οποίων η θητεία δεν έχει λήξει, καταλαμβάνουν αυτοδικαίως θέση μέλους της Αρχής του ν. 4412/2016 (Α΄ 147), μέχρι την ολοκλήρωση της θητείας τους. Μετά από τη λήξη της θητείας τους αποχωρούν και δικαιούνται να συμμετάσχουν σε επόμενη διαδικασία πλήρωσης θέσης μέλους της Αρχής του ν. 4412/2016, όπως και τα υπηρετούντα κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος μέλη της Αρχής του ν. 4412/2016, εφόσον πληρούν τα κριτήρια επιλογής της παρ. 3 του άρθρου 348 του ν. 4412/2016.

2. Από την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Αρχής του άρθρου 347 του ν. 4412/2016, οι οργανικές μονάδες και θέσεις προσωπικού με σχέση μόνιμου υπαλλήλου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011, μεταφέρονται αυτοδικαίως στην Αρχή του ν. 4412/2016, πλην των οργανικών μονάδων ή θέσεων προσωπικού που καταργούνται με το παρόν άρθρο. Το πάσης φύσεως προσωπικό που υπηρετεί στις ανωτέρω θέσεις κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, μεταφέρεται αυτοδικαίως και εντάσσεται στην Αρχή του ν. 4412/2016, με το ίδιο καθεστώς και την ίδια σχέση εργασίας και αποτελεί στο εξής προσωπικό της Αρχής αυτής, διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σχέση εργασίας του κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

3. Αποσπάσεις και μετατάξεις προσωπικού της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011 προς τρίτους φορείς, που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, διατηρούνται σε ισχύ υπό το ίδιο καθεστώς και προϋποθέσεις. Αποσπάσεις και μετατάξεις προσωπικού από τρίτους φορείς προς την καταργούμενη Αρχή του ν. 4013/2011, που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, διατηρούνται σε ισχύ υπό το ίδιο καθεστώς και προϋποθέσεις, στην νέα Αρχή του ν. 4412/2016. Για τις περιπτώσεις των δύο πρώτων εδαφίων, εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις περί της συνέχισης των αποσπάσεων ή των μετατάξεων και της μεταβολής του φορέα προέλευσης ή υποδοχής, από τα κατά περίπτωση αρμόδια όργανα.

4. Από την έκδοση της πράξης διορισμού Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων της Αρχής του άρθρου 347 του ν. 4412/2016, καταργούνται:

(α) Οι θέσεις των παρ. 4, 6 και 8 του άρθρου 9 του ν. 4013/2011. Προσωπικό, που υπηρετεί στις καταργούμενες θέσεις των παρ. 4 και 8 του άρθρου 9 του ν. 4013/2011, αποχωρεί αυτοδικαίως σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο παρόν άρθρο και την παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 3297/2004 (Α΄ 259). Προσωπικό που υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος στην καταργούμενη θέση της παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 4013/2011, του οποίου η θητεία δεν έχει λήξει, καταλαμβάνει αυτοδικαίως τη θέση της παρ. 6 του άρθρου 357 στην Αρχή του ν. 4412/2016, έως την ολοκλήρωση της θητείας της θέσης για την οποία είχε επιλεγεί.

(β) Το Γραφείο Νομικού Συμβούλου της καταργούμενης Αρχής του ν. 4013/2011, που προβλέπεται στον Οργανισμό και Κανονισμό Λειτουργίας, ο οποίος θεσπίστηκε με το άρθρο 53 του ν. 4605/2019 (Α΄ 52), καθώς και η θέση Νομικού Συμβούλου του άρθρου 10 του ν. 4013/2011. Ο δικηγόρος που έχει προσληφθεί με πάγια αντιμισθία στη θέση αυτή κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταλαμβάνει αυτοδικαίως θέση μέλους της Νομικής Υπηρεσίας της παρ. 2 του άρθρου 358 του ν. 4412/2016.

(γ) Οι θέσεις Νομικών Συμβούλων της παρ. 1 του άρθρου 358 του ν. 4412/2016. Οι δικηγόροι που έχουν προσληφθεί με πάγια αντιμισθία στις θέσεις αυτές κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταλαμβάνουν αυτοδικαίως θέση μέλους της Νομικής Υπηρεσίας της παρ. 2 του άρθρου 358 του ν. 4412/2016.

5. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 348 του ν. 4412/2016, η διαδικασία επιλογής και ο διορισμός του Προέδρου και τουλάχιστον έξι (6) Συμβούλων ολοκληρώνονται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

6. Η απόφαση συγκρότησης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 351 του ν. 4412/2016 εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

7. Η τοποθέτηση λειτουργού του Ν.Σ.Κ. ως Προϊσταμένου του Γραφείου Ν.Σ.Κ. της Αρχής σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 358 του ν. 4412/2016 διενεργείται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 19
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έκδοση Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία διορίζονται ο Πρόεδρος και τουλάχιστον έξι (6) Σύμβουλοι της Αρχής, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 348 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147), καταργούνται:

(α) τα άρθρα 1 έως 10 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204) για την «Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» («Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.» ή «Αρχή») και

(β) το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 365 του ν. 4412/2016.

ΜΕΡΟΣ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Άρθρο 20
Προβλέψεις για την ομαλή διεξαγωγή της δικονομικής διαδικασίας Τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 524 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α΄182) ως προς τη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης τροποποιείται με την προσθήκη επιφύλαξης της ισχύος του άρθρου 591 του Κώδικα για τις ειδικές διαδικασίες και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 227, 233 έως 236, των παρ. 8 και 10 έως 13 του άρθρου 237, 240 έως 312, περ. α΄ έως γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 591 και παρ. 4 του άρθρου 591, με την επιφύλαξη της ισχύος του άρθρου 591 για τις ειδικές διαδικασίες. Η κατάθεση των προτάσεων γίνεται έως την έναρξη της συζήτησης και η κατάθεση της προσθήκης σε αυτές έως τη δωδέκατη ώρα της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση.».

2. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 548 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ως προς τη διαδικασία της κατ’ αναψηλάφηση δίκης τροποποιείται με την προσθήκη επιφύλαξης της ισχύος του άρθρου 591 του Κώδικα για τις ειδικές διαδικασίες και το άρθρο 548 διαμορφώνεται ως εξής:

«Στη διαδικασία της κατ’ αναψηλάφηση δίκης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 227, 233 έως 236, των παρ. 10 έως 13 του άρθρου 237, 240 έως 312, εδάφια πρώτο έως τρίτο της παρ. 1 του άρθρου 591 και της παρ. 4 του άρθρου 591, με την επιφύλαξη της ισχύος του άρθρου 591 για τις ειδικές διαδικασίες. Η κατάθεση των προτάσεων γίνεται έως την έναρξη της συζήτησης και η κατάθεση της προσθήκης σε αυτές έως τη δωδέκατη ώρα της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση.».

3. Η παρ. 6 του άρθρου 998 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ως ίσχυε πριν την κατάργησή της δυνάμει της περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 119 του ν. 4842/2021 (Α΄ 190), επανέρχεται σε ισχύ έως την 30ή.6.2022. Η κατάργηση της παρ. 6, κατά την ως άνω ημεροχρονολογία, δεν θίγει το κύρος εκκρεμών, κατά τον χρόνο της κατάργησής της, διαδικασιών.

Άρθρο 21
Μεταβατικές διατάξεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας Τροποποίηση άρθρου 116 ν. 4842/2021

1. Το πρώτο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 116 του ν. 4842/2021 (Α΄ 190) τροποποιείται με την αναφορά στην περ. στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 591, προκειμένου να καταλαμβάνει η πενθήμερη προθεσμία για την κατάθεση προσθήκης-αντίκρουσης στις ειδικές διαδικασίες και τις εκκρεμείς υποθέσεις, και η περ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 116 διαμορφώνεται ως εξής:

«3.α) H περ. στ΄ της παρ. 1, το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2, η παρ. 4, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 και η παρ. 8 του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 633, καθώς και το άρθρο 636Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις.».

2. Στην περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 116 του ν. 4842/ 2021, προστίθεται αναφορά στην παρ. 2 του άρθρου 569 και η παρ. 2 του άρθρου 116 διαμορφώνεται ως εξής:

«2.β) Η παρ. 2 του άρθρου 509, το πρώτο εδάφιο των παρ. 1 και 3 του άρθρου 524, η περ. 7 του άρθρου 544, η παρ. 3 του άρθρου 546, το άρθρο 548, η περ. γ΄ της παρ. 2 και το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 562, η παρ. 2 του άρθρου 569 και οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 570 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών ένδικων μέσων.».

Άρθρο 22
Ερμηνευτική διάταξη για τους αρμόδιους συμβολαιογράφους για τη διενέργεια του πλειστηριασμού
Κατά την αληθή έννοια της παρ. 1 του άρθρου 959 και της παρ. 1 του άρθρου 998 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α΄ 182)], για τα ακίνητα που βρίσκονται εντός της Περιφέρειας Αττικής αρμόδιοι συμβολαιογράφοι είναι οι συμβολαιογράφοι των εφετειακών περιφερειών Αθηνών και Πειραιώς.

Άρθρο 23
Έργο του δικηγόρου Υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία Αντικατάσταση περ. στ΄ παρ. 2 άρθρου 36 ν. 4194/2013
Η περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) αντικαθίσταται ως εξής:

«στ) Ο έλεγχος νομιμότητας κάθε αίτησης και των συνυποβαλλόμενων δικαιολογητικών για την καταχώριση στα κτηματολογικά φύλλα πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του ν. 2664/1998 (Α΄275), και η νομική υποστήριξη συναλλασσομένων κατά τις συναλλαγές με όλα τα υποθηκοφυλακεία (άμισθα, έμμισθα, εμμισθοποιημένα) και τα κτηματολογικά γραφεία που υπάγονται στην αρμοδιότητα του φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» ή στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης μέχρι τη συγκρότηση των νομικών τμημάτων που προβλέπονται για τα Κτηματολογικά Γραφεία. Οι υπηρεσίες παρέχονται στον φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» και, μέσω αυτού, και στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης του φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» και του οικείου δικηγορικού συλλόγου, στην οποία καθορίζονται, μεταξύ άλλων, ο τρόπος ανάθεσης και εκτέλεσης των εργασιών και ο τρόπος επιλογής των δικηγόρων και καθορισμού της αμοιβής τους από τον φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ». Μεταξύ του φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» και του Υπουργείου Δικαιοσύνης υπογράφεται προγραμματική σύμβαση που καθορίζει τις λεπτομέρειες και τους όρους της μεταξύ τους συνεργασίας. Προγραμματικές συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος μεταξύ του φορέα «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» και των οικείων δικηγορικών συλλόγων συνεχίζουν να ισχύουν και το πεδίο εφαρμογής τους επεκτείνεται σε όλες τις υπηρεσίες και για όλα τα υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.».

Άρθρο 24
Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών
Στο άρθρο 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών ν. 1756/1988 (Α΄ 35) προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Η Ολομέλεια των δικαστικών λειτουργών της Γενικής Επικρατείας καταρτίζει κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες. Με τον Κανονισμό ορίζεται οποιοδήποτε ζήτημα ανάγεται στην εσωτερική οργάνωση των υπηρεσιών της και στην εύρυθμη διεξαγωγή των εργασιών της, ενόψει των αρμοδιοτήτων που ασκεί και του επιτελικού της ρόλου στη λειτουργία της διοικητικής δικαιοσύνης. Ο κανονισμός και οι τροποποιήσεις του, όπως διαμορφώνονται από την Ολομέλεια των δικαστικών λειτουργών της Γενικής Επιτροπείας, διαβιβάζονται άμεσα στον Υπουργό Δικαιοσύνης, με επιμέλεια του οποίου δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.».

Άρθρο 25
Κατανομή υποθέσεων του ν. 3869/2010 μεταξύ των Ειρηνοδικών και Πταισματοδικών της ίδιας Εφετειακής Περιφέρειας Προσθήκη άρθρου 3Α στον ν. 3869/2010
Στον ν. 3869/2010 (Α΄ 130) προστίθεται νέο άρθρο 3Α ως εξής:

«Άρθρο 3Α Κατανομή υποθέσεων μεταξύ των Ειρηνοδικών και Πταισματοδικών της ίδιας Εφετειακής Περιφέρειας

1. Κατά παρέκκλιση κάθε διάταξης, ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης ή ο Δικαστής που διευθύνει τον μεγαλύτερο κατά αριθμό υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών Ειρηνοδικείο ή Πταισματοδικείο κάθε Εφετειακής Περιφέρειας, κατανέμει με πράξεις του, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, τις υπηρεσίες όλων των Ειρηνοδικών και Πταισματοδικών για την εκδίκαση ποσοστού των αιτήσεων ρύθμισης οφειλών του παρόντος νόμου που εκκρεμούν στην ιδία εφετειακή περιφέρεια, ανάλογου (ποσοστού) με τον αριθμό των εν λόγω αιτήσεων που εκκρεμούν. Για την εφαρμογή του παρόντος, οι εφετειακές περιφέρειες Αθηνών και Πειραιά θεωρούνται μια ενιαία εφετειακή περιφέρεια.

2. Οι πράξεις της παρ. 1 αναρτώνται στον πίνακα ανακοινώσεων και στην οικεία ιστοσελίδα του Ειρηνοδικείου όπου υπάρχει, και κοινοποιούνται στους ενδιαφερόμενους Ειρηνοδίκες ή Πταισματοδίκες τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από την ημέρα της υπηρεσίας.

3. Κατά παρέκκλιση των παρ. 2 και 3 του άρθρου 77Β του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών [ν. 1756/1988 (Α΄ 35)], οι ογδόντα πέντε (85) επιτυχόντες του διαγωνισμού πρόσληψης δόκιμων Ειρηνοδικών Δ΄ τάξης, που προκηρύχθηκε με την υπ’ αριθμ. 104572/24.12.2014 (Γ΄ 1756) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ.

104586/31.12.2014 (Γ΄ 1819) όμοια απόφαση, οι οποίοι πρόκειται να διοριστούν εντός του 2022, από τον διορισμό τους υποβάλλονται για δύο (2) μήνες σε ειδική άσκηση στο Ειρηνοδικείο Αθηνών και απασχολούνται αποκλειστικά για την εκδίκαση των ως άνω εκκρεμουσών υποθέσεων.».

Άρθρο 26
Εύρεση δελτίου ταυτότητας Ψευδής υπεύθυνη δήλωση -Τροποποίηση παρ. 3 και 6 άρθρου 22 ν. 1599/1986

1. Η παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) τροποποιείται με τη διαγραφή των λέξεων «ή στη διεύθυνση Εσωτερικών της αρμόδιας νομαρχίας» και διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Όποιος βρει δελτίο ταυτότητας και δεν το παραδώσει μέσα σε δέκα (10) ημέρες στον κάτοχό του ή στην πλησιέστερη αστυνομική αρχή τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών.».

2. Στην παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986 επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται με τη νομισματική μετατροπή του ποσού του οφέλους ή της βλάβης προς εναρμόνιση της διάταξης με το χρηματικό όριο που τίθεται στο αδίκημα της κακουργηματικής απάτης σε ευρώ, β) το τρίτο εδάφιο τροποποιείται ως προς την παραπομπή στην οικεία διάταξη του Ποινικού Κώδικα και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:

«6. Όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Εάν ο υπαίτιος των πράξεων αυτών σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών, εάν το όφελος ή η βλάβη υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.

Σε περίπτωση ανάκλησης της υπεύθυνης δήλωσής του εφαρμόζεται το άρθρο 227 του Ποινικού Κώδικα.».

Άρθρο 27
Διαδικασία καταλογισμού και είσπραξης της χρηματικής ποινής λόγω μη προσέλευσης στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 7 ν. 4640/2019
Στην παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4640/2019 (Α΄ 190) προστίθενται εδάφια τέταρτο και πέμπτο και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:

«6. Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς δύναται να επιβάλει στο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χρηματική ποινή η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατό (100) ευρώ και μεγαλύτερη από πεντακόσια (500) ευρώ, συνεκτιμώμενης της εν γένει συμπεριφοράς του και των λόγων μη προσέλευσης. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης και δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Προσβολή της απόφασης με ένδικα μέσα, ως προς τη χρηματική ποινή,δεν επιτρέπεται αν δεν περιλαμβάνει και την ουσία της υπόθεσης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία καταλογισμού και είσπραξης της χρηματικής ποινής και ρυθμίζεται κάθε σχετικό ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας. Η ως άνω διαδικασία αφορά και ήδη επιβληθείσες ποινές.».

Άρθρο 28
Διεξαγωγή διαγωνισμού υποψήφιων δικηγόρων Α΄ και Β΄ εξεταστικής περιόδου 2022
Ο διαγωνισμός υποψήφιων δικηγόρων Α΄ και Β΄ εξεταστικής περιόδου 2022 δύναται, κατ’ εξαίρεση, να διενεργηθεί είτε προφορικά είτε γραπτά, τηρουμένων πάντως των εκάστοτε ισχυόντων υγειονομικών μέτρων και περιορισμών. Ο ως άνω διαγωνισμός δύναται να διενεργηθεί και εξ αποστάσεως μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ή άλλης διαδικτυακής εφαρμογής, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζονται η ταυτοποίηση ή πιστοποίηση των υποψηφίων και η δυνατότητα επιτήρησής τους.

Με απόφαση της Συντονιστικής Επιτροπής της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας, καθορίζονται ο ακριβής χρόνος διενέργειας του διαγωνισμού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, τεχνικού ή διαδικαστικού χαρακτήρα, για τη διενέργεια του διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση των άρθρων 18 επ. του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α΄ 208).

Άρθρο 29
Συμβάσεις υπηρεσιών φύλαξης των κτιρίων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης
Συμβάσεις υπηρεσιών φύλαξης των κτιρίων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι οποίες έχουν συναφθεί στο πλαίσιο του άρθρου εικοστού έκτου της από 14.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 64), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4682/2020 (Α΄ 76), δύνανται να παρατείνονται από τη λήξη τους έως και την 30ή.6.2022. Για το ίδιο χρονικό διάστημα δύναται να συνάπτονται και νέες συμβάσεις υπηρεσιών φύλαξης των κτιρίων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

ΜΕΡΟΣ Γ΄
ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

Άρθρο 30
Έναρξη ισχύος
Οι διατάξεις του παρόντος νόμου ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 17 Μαρτίου 2022

Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΙΚΡΑΜΜΕΝΟΣ

Οι Υπουργοί

Οικονομικών ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ

Ανάπτυξης και Επενδύσεων ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

Υγείας ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΛΕΥΡΗΣ

Προστασίας του Πολίτη ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕOΔΩΡΙΚΑΚΟΣ

Δικαιοσύνης ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΑΡΑΣ

Εσωτερικών ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΤΣΑΣ

Υποδομών και Μεταφορών ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

Επικρατείας ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΙΕΡΡΑΚΑΚΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 17 Μαρτίου 2022

Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΑΡΑΣ