Νόμος 435 ΦΕΚ Α΄251/20.9.1976
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων εργατικών τινων νόμων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1

1. Μισθωτοί απασχολούμενοι νομίμως, πέραν των δι` εκάστην κατηγορίαν επιτρεπομένων ανωτάτων χρονικών ορίων διαρκείας της ημερησίας εργασίας, δικαιούνται αμοιβής δι` εκάστην ώραν τοιαύτης απασχολήσεως ίσης προς το καταβαλλόμενον ωρομίσθιον ηυξημένον τουλάχιστον:
α) κατά 25% δια τας μέχρι 60 ωρών.
β) κατά 50% δια τας πέραν των 60 και μέχρι των 120 ωρών και
γ) κατά 75% δια τας πέραν των 120 ωρών ετησίως.

2. Εις πάσαν περίπτωσιν μη νομίμου υπερωριακής απασχολήσεως ο μισθωτός δικαιούται από της πρώτης ώρας, πέραν των εκ των αρχών του αδικαιολογήτου πλουτισμού απαιτήσεών του και ίσης, προς 100% του καταβαλλομένου ωρομισθίου του προσθέτου αποζημίωσιν.

3. Τυχόν ευνοϊκώτεροι δια τους μισθωτούς όροι, περιεχόμενοι εις άλλας διατάξεις, συλλογικάς συμβάσεις εργασίας, κανονισμούς ή ατομικάς συμβάσεις εργασίας, δεν θίγονται υπό του παρόντος.

4. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος αι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περιπτ. 4 του άρθρου 9 του Π. Δ/τος της 27.6/4.7.1932 “περί Κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων” και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 8 του Ν. Δ/τος 4020/1959 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων εργατικών τινων νόμων”, καταργούνται.

Άρθρον 2

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του Ν. Δ/τος 3755/1957 “περί αυξήσεως αναδρομικώς των αποδοχών των μισθωτών, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του νόμου 3239/1955 και άλλων διατάξεων της Εργατικής Νομοθεσίας κλπ.”, ως τούτο ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Μισθωτοί απασχολούμενοι κατά τας Κυριακάς και τας κατωτέρω αναφερομένας εορτάς, δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, της υπό της υπ` αριθ. 8900/1946 Κοινής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ως αυθεντικώςηρμηνεύθη δια της υπ` αριθ. 25825/1951 τοιαύτης, προβλεπομένης προσαυξήσεως εξ 75% κατά τα υπό των εν λόγω αποφάσεων, ως αύται ισχύουν σήμερον, οριζόμενα”.

2. Κυρούται η υπ` αριθ. 34542/1738/4.8.1976 απόφασις του Υπουργού Εργασίας “περί μεταθέσεως της αργίας της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου” δημοσιευθείσα εις το υπ` αριθ. 1012 (τεύχος Β`) της 5.8.1976 ΦΕΚ.

Άρθρον 3

1. Επιτρέπεται, μετ` άδειαν της κατά τόποναρμοδίας Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και συναινούντος του μισθωτού, όπως μισθωτοί Δημοσίων Επιχειρήσεων, η εργασία των οποίων παρέχεται εκτός κατωκημένων περιοχών, λαμβάνουν αντί της κατά τας διατάξεις του Β. Δ/τος 748/1966 “περί κωδικοποιήσεως, καταργήσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας περί εβδομαδιαίας και Κυριακής αναπαύσεως και ημερών αργίας”, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως, ανά περίοδον τεσσάρων (4) εβδομάδων τόσας συνεχείς εργασίμους ημέρας απουσίας (συμψηφιστικαίάδειαι) όσαι αι Κυριακαί καθ` ας ούτοι απησχολήθησαν.

2. Κατά την ημέραν της Μ. Παρασκευής απαγορεύεται η λειτουργία των καταστημάτων ως και η απασχόλησις των μισθωτών αυτών μέχρι της 13.00 ώρας. Δι` αποφάσεων του αρμοδίου Νομάρχου, μετά γνώμην των οικείων επαγγελματικών οργανώσεων εργοδοτών και μισθωτών, εφ` όσον υφίστανται τοιαύται, δύνανται να ορίζωνται άλλως τα της λειτουργίας των καταστημάτων κατά την ανωτέρω ημέραν, εφ` όσον τοπικαίσυνθήκαι επιβάλλουν τούτο.

Άρθρον 4
Επιφυλασσομένης της ισχύος των διατάξεων, της παρ. 1 του άρθρου 5 του Νόμου 2112/1920 “περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων” και της παρ. 2 του άρθρου 6 του Β. Δ/τος της 16/18.7.1920 “περί επεκτάσεως του Ν. 2112/1920 “περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων”, και επί των εργατών, τεχνιτών και υπηρετών”, ως αύται συνεπληρώθησαν δια του άρθρου 7 του Νόμου 3198/1955 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί καταγγελίας της σχέσεως εργασίας διατάξεων”, το προσωπικόν του ΕΚΤΕΛ και των ΚΤΕΛ απολύεται μόνον δια τους εν τω οικείωΚανονισμώπεριοριστικώς αναφερομένους λόγους, εφ` όσον ούτοι δεν αντίκεινται εις τον νόμον, δικαιουμένου της, υπό των ανωτέρω διατάξεων και υπό τας εν αυταίς προϋποθέσεις, προβλεπομένης αποζημιώσεως”.

Άρθρον 5
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  ΑΠΟ 1/1/2013 ΜΕ ΤΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ ΙΑ ΥΠΟΠ.ΙΑ.1 ΠΕΡ.ΙΙ1. ΤΟΥ Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12-11-2012).

1. Το δεύτερον εδάφιον του άρθρου 8 του Ν. 3198/1955 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί καταγγελίας της σχέσεως εργασίας διατάξεων”, το προστεθέν δια της παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3789/1957 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων της Εργατικής Νομοθεσίας”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Μισθωτοί εν γένει υπαγόμενοι εις την ασφάλισιν οιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού, δια την χορήγησιν συντάξεως συμπληρώσαντες ή συμπληρούντες τας προς λήψιν πλήρους συντάξεως γήρατος προϋποθέσεις, δύνανται εάν μεν έχουν την ιδιότητα του εργατοτεχνίτου ν` αποχωρώσι της εργασίας, εάν δε έχουν την ιδιότητα του υπαλλήλου, είτε ν` αποχωρώσιν είτε ν` απομακρύνωνται της εργασίας των παρά του εργοδότου των, λαμβάνοντες εις απάσας τας περιπτώσεις ταύτας οι μεν επικουρικώς ησφαλισμένοι, τα 40%, οι δε μη ησφαλισμένοι επικουρικώς τα 50% της αποζημιώσεως της οποίας δικαιούνται κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις, δια την περίπτωσιναπροειδοποιήτου καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, εκ μέρους του εργοδότου. Δια την κατά τ` ανωτέρω χορηγουμένην, εις τους αποχωρούντας ή απομακρυνομένους μισθωτούς αποζημίωσιν εφαρμόζονται κατά τα λοιπά πάντα τα οριζόμενα υπό των άρθρων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του Ν.Δ. 3198/1955 ως και των διατάξεων του Ν. 2112/1920 “περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων” ως ούτος ετροποποιήθη και συνεπληρώθημεταγενεστέρως, και του Β. Δ/τος της 16/18 Ιουλίου 1920 “περί επεκτάσεως του Ν. 2112 “περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων” και επί των εργατών, τεχνιτών και υπηρετών, πλην των διατάξεων των αφορωσών την προειδοποίησιν”.

2. Προκειμένου περί μισθωτών ησφαλισμένων εις έτερον πλην του ΙΚΑ, Οργανισμόν κυρίας ασφαλίσεως, ως προϋποθέσεις δια την εφαρμογήν της παρ. 1 του παρόντος νοούνται, αι δια τους ησφαλισμένους εις το ΙΚΑ προβλεπόμεναιτοιαύται.

3. Τυχόν ευνοϊκώτεροι δια τους μισθωτούς όροι περιεχόμενοι εις άλλας διατάξεις, συλλογικάς συμβάσεις εργασίας, κανονισμούς ή ατομικάς συμβάσεις εργασίας, κατισχύουν των διατάξεων της παρ. 1 του παρόντος.
Ειδικώς προκειμένου περί μισθωτών υπαγομένων εις κανονισμούς, οίτινες, ως προς το ύψος της αποζημιώσεως, παραπέμπουν εις την προ του παρόντος νόμου κειμένηννομοθεσίαν, περί καταγγελίας συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικών υπαλλήλων εξακολουθεί να καταβάλλεται η υπό της τοιαύτης μέχρι τούδε κειμένης νομοθεσίας προβλεπομένηαποζημίωσις.

4. Υπάλληλοι ανωνύμων εταιρειών, διατελέσαντες ιδρυτικά μέλη και μέτοχοι αυτών εργαζόμενοι δε παρ` αυταίς ως υπάλληλοι από της ιδρύσεως των εταιρειών τούτων, απολυθέντες από 23.7.74 μέχρι σήμερον ή απολυόμενοι εφεξής, δικαιούνται της πλήρους αποζημιώσεως του Ν. 2112, ως ούτος τροποποιηθείς και συμπληρωθείς ισχύει νυν.
Η παραγραφή της αξιώσεως των εχόντων ήδη απολυθήάρχεται από της ισχύος του παρόντος.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 του Ν.549/1977.

Άρθρον 6

1. Προκειμένου περί μισθωτού επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων συγχωνευομένων, συνενουμένων εν όλω ή εν μέρει καθ` οιονδήποτε τρόπον ή μεταφερομένων, εξαιρέσει των μεταφερομένων προς εγκατάστασιν εις την περιοχήν της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, η διάρκεια της, κατά τας κειμένας διατάξεις, επιδοτήσεως εκ του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) λόγω ανεργίας παρατείνεται εφ` όσον η καταγγελία της σχέσεως εργασίας εγένετο εντός έτους από της κατά τα ανωτέρω συγχωνεύσεως, συνενώσεως ή μεταφοράς τούτων, μέχρι συμπληρώσεως δώδεκα (12) εν συνόλω μηνών και κατ` αναλογίαν ενός (1) μηνιαίου επιδόματος ανά τριάκοντα (30) ημέρας εργασίας, πραγματοποιηθείσας πέραν των εκατόνογδοήκοντα (180) ημερών εργασίας.

2. Κατ` εξαίρεσιν, προκειμένου περί επιδοτουμένων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, το βασικόν επίδομα ανεργίας ορίζεται εις 70% του μισθού ή του ημερομισθίου άνευ περιορισμού καθ` όσον αφορά εις το ύψος αυτού.

3. Ο εργοδότης βαρύνεται κατά το ήμισυ με το, υπέρ τους πέντε (5) μήνας καταβληθέν επίδομα, το οποίον αποδίδει εις τον Ο.Α.Ε.Δ. εις εξήκοντα (60) ατόκους μηνιαίας δόσεις, της πρώτης εξ αυτών καταβαλλομένης εντός του επομένου μηνός από της εις αυτόν γνωστοποιήσεως της καθ` οιονδήποτε τρόπον λήξεως της επιδοτήσεως.

Άρθρον 7
Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, διαγράφονται αι προς τον Οργανισμόν Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) οφειλαί των Δήμων και Κοινοτήτων, προερχόμεναι εκ της μη υπ` αυτών πλήρους εκτελέσεως των κατά τα έτη 1959 και 1967 συναφθεισών συμβάσεων χρηματοδοτήσεως εκ των κεφαλαίων του Ο.Α.Ε.Δ. δια την εκτέλεσιν κοινωφελών και λοιπών έργων προς απασχόλησιν ανέργων.

Άρθρον 8

1. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος άπασαι αι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας έχουν εφαρμογήν και επί του προσωπικού:
α) του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας (Ε.Ο.Π.)
β) του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (Ε.Ε.Σ.) και
γ) των περί ων αι διατάξεις του Ν.Δ. 1286/1949 “περί φορολογικών και άλλων διευκολύνσεων του Αμερικανικού Συμβουλίου Εθελοντικών Οργανώσεων (Α.Σ.Ε.Ο.)”, Οργανώσεων – μελών του Α.Σ.Ε.).

2. Πάσα γενική ή ειδική διάταξιςαντικείμενη εις τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου καταργείται.

Άρθρον 9
Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, καταργούνται αι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Α.Ν. 430/1968 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του Οργανισμού της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος και της περί ταύτης νομοθεσίας”.

Άρθρον 10
Σημ.: όπως το άρθρο 10 καταργήθηκε με το άρθρο 23 παρ. 1 εδ. ζ` του Ν. 1876/1990 (Α` 27).

Άρθρον 11

1. Αι άδειαι υπερωριακής απασχολήσεως των επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου μισθωτών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ., λόγω επειγούσης ανάγκης, συσσωρεύσεως εργασίας ή προς εκτέλεσιν επιβεβλημένων εργασιών, εντός των δι` εκάστην κατηγορίαν μισθωτών επιτρεπομένων ανωτάτων ορίων υπερωριακής απασχολήσεως, χορηγούνται υπό των οικείων παρά ταις Νομαρχίαις Υπηρεσιών, Τμημάτων ή Γραφείων Εργασίας, μετά γνώμην της κατά το άρθρον 3 του Β.Δ. 246/1971 “περί των παρά ταις ΠεριφερειακαίςυπηρεσίαιςαρμοδιότητοςΥπουργείου Εργασίας Συμβουλίων και Επιτροπών και περί καταργήσεως αρμοδιοτήτων ετέρων Συμβουλίων και Επιτροπών”, τριμελούς νομαρχιακού επιπέδου επιτροπής.

2. Κατά την συζήτησιν της σχετικής αιτήσεως, το εργοδοτικόν μέλος της ανωτέρω επιτροπής αντικαθίσταται δι` ενός υπαλλήλου του Υπουργείου Εσωτερικών ή Οικονομικών εκ των παρά τη έδρα της οικείας Νομαρχίας υπηρετούντων, διοριζομένου μετά του αναπληρωτού του δι` αποφάσεως του Νομάρχου κατά τα εν τω Β.Δ. 246/1971 οριζόμενα.

3. Κατά τον αυτόν τρόπον παρέχεται η άδεια υπεργασίας των επί σχέσει ιδιωτικού δικαίου καθαριστριών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ., δια τας πέραν των πέντε (5) και μέχρις οκτώ (8) ώρας ημερησίας απασχολήσεως.

Άρθρον 12
Ο παρεμποδίζων την είσοδο των οργάνων του Υπουργείου Εργασίας στους τόπους εργασίας κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους, ως και ο υπόχρεος προς παροχή στοιχείων ή πληροφοριών εργοδότης, διευθυντής της επιχείρησης ή εκπρόσωπος που αρνείται την παροχή αυτών των στοιχείων και πληροφοριών ή παρέχει ψευδείς πληροφορίες ή στοιχεία τιμωρείται κατά το άρθρο 458 του Ποινικού Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 35 του Ν.1568/1985 (ΦΕΚ Α 177),που καταργήθηκε από το άρθρο 27 του Ν. 2224/1994 (Α 112)

Άρθρον 13

1. Το ύψος των χορηγουμένων υπό του Αυτονόμου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) δανείων αυτοστεγάσεως, κατ` εφαρμογήν του άρθρου 13 του Ν. Δ/τος 2963/1954 “περί ιδρύσεως Αυτονόμου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας” ή του άρθρου 7 του Ν. Δ/τος 3873/1958 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας των Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής και υπαγωγής του προσωπικού αυτών εις την αρμοδιότητα της Δ/νσεως Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας” ή του άρθρου 8 του Ν.Δ. 1138/1972 “περί αναπροσαρμογής και βελτιώσεως των στεγαστικών προγραμμάτων του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας”, προσδιορίζεται εκάστοτε δι` αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας μετά πρότασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Κ.

2. Εις τους ους παραχωρείται παρά του Ο.Ε.Κ. κατοικία, τους καταβάλλοντας εφ` άπαξ το, κατά τας κειμένας διατάξεις, προσδιοριζόμενον τίμημα, εντός έτους από της χορηγήσεως του οριστικού τίτλου κυριότητος ή εφ` όσον ο τίτλος έχει χορηγηθή προ της δημοσιεύσεως του παρόντος, εντός έτους από της ενάρξεως ισχύος τούτου, παρέχεται έκπτωσις εκ τεσσαράκοντα επί τοις εκατόν (40%) επί του τιμήματος.
Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.2736/1999 ΦΕΚ Α 172/26.8.1999.

Άρθρον 14
Δια Π. Δ/τος εφ` άπαξ εκδοθησομένουπροτάσει του Υπουργού Εργασίας, μετά γνώμην της Διοικούσης Επιτροπής του Οργανισμού Διαχειρίσεως Ειδικών Πόρων Εργατικών Σωματείων (ΟΔΕΠΕΣ) δύναται να τροποποιούνται, συμπληρούνται ή καταργούνται αι διατάξεις του Π.Δ. 189/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί δικαιούχων και του ποσού της παρά του Οργανισμού Διαχειρίσεως Ειδικών Πόρων Εργατικών Σωματείων (ΟΔΕΠΕΣ), χορηγουμένης οικονομικής ενισχύσεως των εργατοϋπαλληλικών επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων τούτων κλπ”, ως και να καθορίζωνται οι όροι και αι προϋποθέσεις της, παρά του ΟΔΕΠΕΣ, οικονομικής ενισχύσεως των, κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του Νόμου 89/ 1975 “περί επαναλειτουργίας διαλυθέντων εργατοϋπαλληλικών και συνταξιούχων επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων, επιστροφής της περιοσίας των και άλλων τινών διατάξεων”, ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών σωματείων και ενώσεων.

Άρθρον 15

1. Τα Διοικητικά Συμβούλια των υπό την εποπτείαν του Υπουργείου Εργασίας τελούντων:
α) Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ),
β) Αυτονόμου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και γ) Οργανισμού Εργατικής Εστίας περιλαμβάνουν ως μέλη, εν οις ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος ανά τρεις (τακτικούς και αναπληρωματικούς) εκπροσώπους του Κράτους (δημοσίους υπαλλήλους ή ειδικά πρόσωπα), των μισθωτών και των εργοδοτών.

2. Δια Π. Δ/τος, εφ` άπαξ εκδοθησομένουπροτάσει του Υπουργού Εργασίας, θέλουν ορισθή τα της συνθέσεως, συγκροτήσεως και λειτουργίας εν γένει (θητεία, προσόντα και τρόπος υποδείξεως των μελών, ορισμός Αντιπροέδρου μεταξύ των μελών, απαρτία, τρόπος λήψεως αποφάσεων), των Διοικητικών Συμβουλίων των περί ων η προηγουμένη παράγραφος Οργανισμών. Κείμεναι διατάξεις, αφορώσαι εις τα προσόντα των Προέδρων των Διοικητικών Συμβουλίων ή εις την συμμετοχήν εις τας συνεδριάσεις αυτών Κυβερνητικών Επιτροπών και Γραμματέων, ως και τον καθορισμόν της αποζημιώσεως των μετεχόντων εις ταύτα εξακολουθούν ισχύουσαι.

3. Η θητεία των Προέδρων και των μελών των ήδη υφισταμένων Διοικητικών Συμβουλίων λήγει άμα τη συγκροτήσει, επί τη βάσει του παρόντος των νέων Διοικητικών Συμβουλίων.

Άρθρον 16

1. Κυρούται η παρ. 2 της υπ` αριθ. 10/1976 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Διοικητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου Αθηνών, κηρυχθείσης εκτελεστής δια της υπ` αριθ. 21378/4372 από 17 Μαϊου 1976 αποφάσεως του Υπουργού Απασχολήσεως (δημοσιευθείσης εις το υπ` αριθ. 671, τεύχος Β` της 20.5.1976 ΦΕΚ), αφ` ης η απόφασις αύτη ετέθη εν ισχύι ήτοι από 13ης Φεβρουαρίου 1976, το κείμενον της οποίας έχει ως ακολούθως:
“2. Επίδομα γάμου:
α) Εις τους μισθωτούς, ανεξαρτήτως φύλου, συνεστώτος του γάμου χορηγείται επίδομα γάμου εκ 5%, υπό την προϋπόθεσιν ότι ο έτερος των συζύγων δεν ασκεί βιοποριστικόν επάγγελμα ή δεν συνταξιοδοτείται.
β) Το επίδομα γάμου υπολογίζεται επί του κατωτάτου ορίου του βασικού μισθού ή βασικού ημερομισθίου, του οριζομένου υπό της εκάστοτε εν ισχύι οικείας συλλογικής συμβάσεως, αποφάσεως διαιτησίας ή άλλης διατάξεως και δεν συμψηφίζεται προς τας τυχόν υπερτέρας των κατωτάτων ορίων πράγματι καταβαλλομένας αποδοχάς. Συμψηφίζεται όμως εις τούτο το τυχόν καταβαλλόμενον επίδομα γάμου ή συζύγου.
γ) Ο γάμος, ως και η συνδρομή της κατά την υποπαράγραφον α` προϋποθέσεως, αποδεικνύεται δια δηλώσεως του μισθωτού κατά τον τύπον του Ν.Δ. 105/69 κατατιθεμένης εις τον εργοδότην, κατά την πρόσληψιν ή συνεστώτος του γάμου. Ο εργοδότης δικαιούται προς επιβεβαίωσιν της διαρκούς συνδρομής της προϋποθέσεως της υποπαραγράφου α` να αξιοί καθ` έκαστον ημερολογιακόν έτος την υποβολήν της κατά τα ανωτέρω δηλώσεως.
δ) Συλλογικαί συμβάσεις εργασίας, αποφάσεις διαιτησίας ή άλλαι διατάξεις προβλέπουσαι την χορήγησιν επιδόματος γάμου, εις ποσοστόν ή πάγιον ποσόν, δεν θίγονται δια της παρούσης εξακολουθούσαι να ισχύουν και να διέπουν τα της παροχής του επιδόματος τούτου, εφ` όσον:
αα) προβλέπουν την παροχήν τούτου εις τους μισθωτούς αμφοτέρων των φύλων και
ββ) το βάσει αυτών οφειλόμενον ποσόν επιδόματος γάμου είναι υπέρτερον του βάσει της παρούσης διαμορφουμένου”.

2. Η δια της προηγουμένης παραγράφου κυρουμένηδιάταξις δύναται να τροποποιήται και συμπληρούται ή να καταργήται δια συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αποφάσεων διαιτησίας και υπουργικών αποφάσεων, κατά την διαδικασίαν του Νόμου 3239/1955 “περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων ενίων εργατικών νόμων” και των συμπληρωσάντων και τροποποιησάντων τούτων νόμων.

Άρθρον 17
Εις το μόνιμον και επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικόν του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού, δύναται κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού να χορηγήταιαπλούνέντοκονδάνειον μέχρι του ύψους των πέντε (5) μηνιαίων αποδοχών κατ` ανώτατον όριον.
Αι προϋποθέσεις, ο χρόνος και ο τρόπος εξοφλήσεως του δανείου ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια, καθορίζονται δι` αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, εγκρινομένης υπό του Υπουργού Εργασίας.

Άρθρον 18
Δια την κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 110/1974 “περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις το προσωπικόν των Τραπεζών” επαναφοράν ή αποκατάστασιν εξαναγκασθέντων εις παραίτησιν υπαλλήλων, τάσσεται νέα προθεσμία τριάκοντα (30) ημερών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, εφ` όσον ούτοι υπέβαλον αιτήσεις επαναφοράς ή αποκαταστάσεως εντός μηνός από της λήξεως της υπό του άρθρου 1 παρ. 2 του ως άνω Ν. Δ/τος 110/74 ταχθείσης προθεσμίας.

Άρθρον 19
Εν τέλει της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 3198/1955 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί καταγγελίας της σχέσεως εργασίας διατάξεων”, προστίθεται εδάφιον έχον ούτω:
“Η διάταξις της παρούσης εφαρμόζεται μόνον επί καταγγελίας σχέσεων εξηρτημένης εργασίας”.

Άρθρον 20
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, πλην των διατάξεων του άρθρου 5 αυτού, του οποίου η ισχύς, προκειμένου περί των μισθωτών του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1977.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 14 Σεπτεμβρίου 1976

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ