ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 4205 ΦΕΚ Α΄242/6.11.2013

Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα

Α. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 110Α προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«`Αρθρο 110Β
Απόλυση καταδίκων υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση

1. Όσοι καταδικάσθηκαν σε ποινή στερητική της ελευθερίας, μπορούν, κατόπιν αιτήσεώς τους, να απολυθούν υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 283Α Κ.Π.Δ., εφόσον έχουν εκτίσει:

α) προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη, τα 2/5 της ποινής τους,

β) προκειμένου για ισόβια κάθειρξη, τουλάχιστον 14 έτη.

Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο κατάδικος πρέπει να έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών που προβλέπονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄. Σε κάθε περίπτωση ο κατάδικος μπορεί να απολυθεί, εάν έχει εκτίσει 17 έτη, ακόμη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό. Ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά κατά το Ν. 2058/1952. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε καταδίκους για τα κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του Ν. 4139/2013 , των άρθρων 134, 187, 187Α, 336, 338, 339 παράγραφος 1, περιπτώσεις α΄ και β΄, 342 παράγραφοι 1 και 2, 348Α παράγραφος 4, 351Α παράγραφοι 1, περιπτώσεις α΄ και β΄ και 3, 380 παράγραφοι 1, εδάφιο δεύτερο και 2 και 299 παράγραφος 1, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη.

2. Στην περίπτωση της πρόσκαιρης κάθειρξης ο κατάδικος θα πρέπει να έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής που του επιβλήθηκε, στη δε περίπτωση της ισόβιας κάθειρξης για χρονικό διάστημα ίσο με δώδεκα (12) έτη. Το χρονικό διάστημα του ενός πέμπτου (1/5) ή, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης των δώδεκα (12) ετών, προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο των λοιπών ποινών, που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο κατάδικος μπορεί να απολυθεί, εάν έχει εκτίσει πραγματικά στο σωφρονιστικό κατάστημα δεκατέσσερα (14) έτη. Για την απόλυση του κρατουμένου κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαιτείται να έχει καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε καταδίκους για το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας, για τους οποίους εξακολουθεί να ισχύει το άρθρο 5 του Ν. 2058/1952 ή για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας με πρόθεση της παραγράφου 1 του άρθρου 299 Π.Κ., εφόσον η πράξη αυτή τελέσθηκε εναντίον υπαλλήλου κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του.

3. Ο απολυθείς σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου επιτρέπεται να ευρίσκεται προκαθορισμένες ώρες της ημέρας εκτός του τόπου του κατ΄ οίκον περιορισμού του αποκλειστικά για λόγους εργασίας, εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης, συμμετοχής του σε εγκεκριμένο πρόγραμμα συντήρησης ή απεξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες ή αλκοόλ ή και εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που του έχουν επιβληθεί. Οι ώρες απουσίας του καταδίκου από τον τόπο του κατ΄ οίκον περιορισμού του και το σύνολο των υποχρεώσεών του καθορίζονται είτε με το βούλευμα που διέταξε την απόλυσή του είτε μετά τη χορηγηθείσα απόλυση, με διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Με διάταξή του, ο ίδιος Εισαγγελέας είτε κατόπιν αίτησης του καταδίκου είτε αυτεπάγγελτα, αποφασίζει για την αλλαγή του τόπου του κατ΄ οίκον περιορισμού, την τροποποίηση του προγράμματος των ωρών απουσίας του καταδίκου από αυτόν και την επιβολή ή τροποποίηση των υποχρεώσεων του τελευταίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 106 παράγραφος 2.

4. Η απόλυση του καταδίκου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου μπορεί να ανακληθεί, όταν ο κατάδικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν και πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεών του, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέστηκε, δεν παρέχει την προσδοκία ότι θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του στο μέλλον. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο κατάδικος διατηρεί, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 105.

5. Η απόλυση του καταδίκου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αίρεται, όταν ο κατάδικος, κατά το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στην παράγραφο 6, τελέσει: α) κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών, για το οποίο καταδικάστηκε αμετακλήτως ή β) το αδίκημα του άρθρου 173Α. Σε περίπτωση άρσης της απόλυσης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο κατάδικος στην περίπτωση αυτή δικαιούται να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 105, αφού παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 105 παράγραφος 1 περιπτώσεις β΄ και γ΄. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, εάν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί στον κατάδικο η απόλυση υπό όρο κατ΄ άρθρο 105, χωρίς να έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα η ποινή για την οποία χορηγήθηκε η απόλυση να θεωρείται ότι έχει ήδη εκτιθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 109. Εάν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση κατ΄ άρθρο 105, χωρίς όμως να έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο 109, τότε αίρεται η χορηγηθείσα απόλυση του άρθρου 105 και ο κατάδικος αποκτά το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 105, αφού παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 105 παράγραφος 1 περιπτώσεις β΄ και γ΄.

6. Η με το παρόν άρθρο χορηγούμενη απόλυση εκτείνεται μέχρι του χρονικού σημείου της χορήγησης στον κατάδικο της απόλυσης υπό όρο κατ΄ άρθρο 105.

7. Οι υποθέσεις οι οποίες αφορούν την τέλεση αδικημάτων των απολυθέντων υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση εκδικάζονται κατά απόλυτη προτεραιότητα.

`Αρθρο 110 Γ
Προϋποθέσεις και διαδικασία για την απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση καταδίκων και την ανάκληση αυτής

1. Για την απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αποφασίζει κατόπιν αιτήσεως του καταδίκου, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Ο κατάδικος δεν κλητεύεται ούτε εμφανίζεται ενώπιον του Συμβουλίου, μπορεί όμως να υποβάλει έγγραφο υπόμνημα. Εάν το Συμβούλιο κρίνει ότι τούτο είναι αναγκαίο, μπορεί να διατάξει την ενώπιόν του εμφάνιση του καταδίκου. Η απόλυση χορηγείται οπωσδήποτε, εκτός εάν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδίκου, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά απολύτως αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων. Η αίτηση του καταδίκου συνοδεύεται από αναφορά της διεύθυνσης του καταστήματος κράτησης και έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος, οι οποίες εισάγονται στο συμβούλιο από τον Εισαγγελέα των Πλημμελειοδικών. Στην έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας γίνεται ειδική μνεία στο οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του καταδίκου, με ιδιαίτερη αναφορά στις σχέσεις του με τα πρόσωπα με τα οποία ενδέχεται να συνοικήσει εάν του χορηγηθεί η απόλυση αυτή.

2. Αν η αίτηση για απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν γίνει δεκτή, νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί τέσσερις (4) μήνες μετά από την απόρριψη.

3. Για την ανάκληση αποφασίζει το ίδιο Δικαστικό Συμβούλιο, ύστερα από αίτηση του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Ο κατάδικος κλητεύεται υποχρεωτικά δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του Δικαστικού Συμβουλίου. Η απόλυση κατ΄ άρθρο 110Β ανακαλείται οποτεδήποτε με διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής κατόπιν αιτήσεως του καταδίκου.

4. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, για να προληφθεί κίνδυνος της δημόσιας τάξης, ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών του τόπου διαμονής εκείνου που απολύθηκε, μπορεί να διατάξει την προσωρινή σύλληψή του, ύστερα από την οποία προκαλείται αμέσως, με τη νόμιμη διαδικασία, η απόφαση για την ανάκληση. Σε περίπτωση οριστικής ανάκλησης, θεωρείται ότι αυτή επήλθε από την ημέρα της σύλληψης.»

Β. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 129 προστίθεται άρθρο 129Α ως εξής:

«`Αρθρο 129Α
Απόλυση ανηλίκων υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση

1. Ανήλικοι οι οποίοι καταδικάσθηκαν σε ποινή περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, μπορούν, κατόπιν αιτήσεώς τους, να απολυθούν υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 283Α Κ.Π.Δ., εφόσον έχουν εκτίσει το 1/3 της ποινής τους. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται με έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας του καταστήματος κράτησης και έκθεση της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων. Στις εκθέσεις αυτές γίνεται ειδική μνεία στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του καταδίκου, με ιδιαίτερη αναφορά στις σχέσεις του με τα πρόσωπα με τα οποία ενδέχεται να συνοικήσει εάν του χορηγηθεί η απόλυση αυτή. Ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

2. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να χορηγηθεί, αν ο ανήλικος δεν έχει παραμείνει σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής του.

3. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση μπορεί να ανακληθεί, όταν ο ανήλικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν και πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεών του, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει την προσδοκία ότι στο μέλλον θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 129.

4. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται, όταν ο ανήλικος, κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εν λόγω απόλυση, τελέσει από δόλο πράξη -που αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν πλημμέλημα- για την οποία καταδικάστηκε οποτεδήποτε αμετακλήτως. Σε περίπτωση άρσης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 129.

5. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται, όταν ο ανήλικος, κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εν λόγω απόλυση τελέσει πράξη -που αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα- για την οποία καταδικάστηκε οποτεδήποτε αμετακλήτως. Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή και ο ανήλικος αποκτά το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 129, αφού παραμείνει στο ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παράγραφοι 1 και 4. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, εάν κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ΄ άρθρο 129 χωρίς να έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα να θεωρείται η ποινή για την οποία χορηγήθηκε η απόλυση ήδη εκτιθείσα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παράγραφος 7. Εάν κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ΄ άρθρο 129, χωρίς όμως να έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 7, τότε αίρεται η χορηγηθείσα απόλυση κατ΄ άρθρο 129 και ο κατάδικος αποκτά το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ΄ άρθρο 129, αφού παραμείνει στο ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παράγραφοι 1 και 4.

6. Αντίστοιχα ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 110Β παράγραφοι 3 και 7, 110Γ παράγραφος 1 εδάφιο τρίτο και παράγραφος 3 εδάφιο τρίτο, 129 παράγραφος 2 εδάφιο πρώτο και τρίτο, παράγραφος 4 εδάφιο πρώτο, παράγραφος 5 εδάφιο πρώτο, παράγραφοι 8 και 10.»

Γ. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 173 προστίθεται άρθρο 173Α ως εξής:

«`Αρθρο 173Α
Παραβίαση περιορισμού κατ΄ οίκον με ηλεκτρονική επιτήρηση

1. Όποιος, κατά το χρόνο που τελεί υπό ηλεκτρονική επιτήρηση, με πρόθεση: α) αφαιρεί, καταστρέφει, φθείρει ή με οποιονδήποτε τρόπο επεμβαίνει στη συσκευή ή στο σύστημα ηλεκτρονικής επιτήρησης ή β) με οποιονδήποτε τρόπο αλλοιώνει τα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, κατά το χρόνο που τελεί υπό ηλεκτρονική επιτήρηση, εκμεταλλευόμενος βλάβη ή μη ορθή λειτουργία της συσκευής ή του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, διαφεύγει από την επιτήρηση των αρμοδίων αρχών.

Η ποινή των παραπάνω αδικημάτων εκτελείται ολόκληρη μετά την έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε ή θα επιβληθεί για την πράξη για την οποία ο ηλεκτρονικά επιτηρούμενος ήταν κρατούμενος.

2. Οποιοσδήποτε συμμετέχει στις παραπάνω πράξεις τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Αν ο συμμετέχων έχει την ιδιότητα του σωφρονιστικού ή αστυνομικού υπαλλήλου ή του αρμόδιου για την ηλεκτρονική επιτήρηση υπαλλήλου, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι οκτώ ετών.»

Δ. Στο άρθρο 182 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 3 με το εξής περιεχόμενο:

«3. Με την ποινή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τιμωρείται όποιος, κατόπιν υποβολής του σε κατ΄ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, παραβιάζει περιορισμούς που του έχουν επιβληθεί νόμιμα στην ελευθερία της διαμονής του και τις σχετικές υποχρεώσεις του.»
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Α. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται η φράση «και ο κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση».

Β. Στο άρθρο 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά την παράγραφο 2 προστίθεται νέα παράγραφος με αριθμό 3 ως εξής, αναριθμουμένων των λοιπών πα­ραγράφων σε 4, 5 και 6 αντιστοίχως:

«3. α) Κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 283Α, επιβάλλεται μόνον εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και κρίνεται αιτιολογημένα ότι οι άλλοι περιοριστικοί όροι δεν επαρκούν για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 296, υπό την προϋπόθεση ότι ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα, έχει γνωστή διαμονή στη χώρα και:

αα) έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδρα­ση κρατουμένου ή για παραβίαση περιορισμών διαμονής και από την συνδρομή ενός εκ των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής του, ή

ββ) κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από προηγούμενη αμετάκλητη καταδίκη του για ομοειδή αξιόποινη πράξη, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα.

β) Εάν η αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο πράξη απειλείται στο νόμο με ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη ή εάν το έγκλημα τελέσθηκε κατ΄ εξακολούθηση ή υπάρχει μεγάλος αριθμός παθόντων από αυτό, μπορεί να διαταχθεί ο κατ΄ οίκον περιορισμός του με ηλεκτρονική επιτήρηση και όταν, με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης και την εν γένει προσωπικότητα του κατηγορουμένου, κρίνεται αιτιολογημένα, ότι το μέτρο αυτό παρέχει βάσιμα την προσδοκία ότι ο τελευταίος δεν θα διαπράξει άλλα εγκλήματα. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε υπόδικους για τα κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του Ν. 4139/2013 , των άρθρων 134, 187, 187Α, 336, 338, 339 παράγραφος 1, περιπτώσεις α΄ και β΄, 342 παράγραφοι 1 και 2, 348Α παράγραφος 4, 351Α παράγραφος 1, περιπτώσεις α΄ και β΄ και 3, 380 παράγραφοι 1 εδάφιο δεύτερο και 2 και 299 παράγραφος 1.

γ) Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθεί κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση του κατηγορουμένου και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, αν προκύπτει σκοπός φυγής του με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην περίπτωση α΄ και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο διάρκειας του περιοριστικού όρου είναι έξι μήνες.

δ) Μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση. Κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν διατάσσεται χωρίς να προηγηθεί σχετικό αίτημα του κατηγορουμένου. Μόνο το γεγονός της μη υποβολής τέτοιου αιτήματος από τον τελευταίο δεν τον καθιστά δίχως άλλο ύποπτο φυγής ή διάπραξης νέων εγκλημάτων και αυτό δεν αρκεί για την επιβολή της προσωρινής κράτησης.

ε) Εάν ο κατηγορούμενος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν σχετικά με τον κατ΄ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, είναι δυνατή η αντικατάστασή τους με προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 298. Σε περίπτωση όμως τέλεσης από τον κατηγορούμενο του εγκλήματος του άρθρου 173Α, ο κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση αντικαθίσταται με προσωρινή κράτηση.

στ) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται, όταν τελείται από ενήλικο, απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών. Στην περίπτωση αυτή ο κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες και μπορεί να παρατείνεται μόνο για τρεις μήνες από το δικαστήριο, στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 291. Το αίτημα για κατ΄ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση υποβάλλεται σωρευτικά από τον ανήλικο κατηγορούμενο και από εκείνον που έχει την επιμέλειά του. Εάν ο ανήλικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν σχετικά με τον κατ΄ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση ή τελέσει το έγκλημα του άρθρου 173Α, είναι δυνατή η αντικατάστασή του με προσωρινή κράτηση.»

Γ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί: α) για κατ΄ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, όταν το μέτρο αυτό δεν επαρκεί ή δεν μπορεί να επιβληθεί λόγω έλλειψης γνωστής διαμονής του κατηγορουμένου στη χώρα ή λόγω μη υποβολής από τον τελευταίο σχετικού αιτήματος να υποβληθεί σε αυτό και β) για περιοριστικούς όρους – εάν αιτιολογημένα κριθεί ότι τα υπό στοιχεία α΄ και β΄ μέτρα δεν επαρκούν – εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου αυτού, μόνον αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή για παραβίαση περιορισμών διαμονής και από τη συνδρομή των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής του ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανόν, όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες του για ομοειδείς αξιόποινες πράξεις, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Δ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών».

Ε.1. Ο τίτλος του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται με τον τίτλο:

«Διαδικασία μετά την απολογία».

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 282 ο ανακριτής, αμέσως μετά την απολογία του κατηγορουμένου, μπορεί να τον αφήσει ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη που να του θέτει περιοριστικούς όρους ή, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου, να εκδώσει διάταξη επιβολής κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση ή, αν τα ανωτέρω μέτρα δεν επαρκούν, να εκδώσει ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα προσωρινής κράτησης, αφού προηγουμένως και σε κάθε περίπτωση λάβει τη γραπτή σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα.»

ΣΤ. Μετά το άρθρο 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 283Α ως εξής:

«`Αρθρο 283Α
Κατ΄ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση

1. Ως «κατ΄ οίκον περιορισμός» νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά ορισμένο στη διάταξη του ανακριτή κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων, που αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του. Για το σκοπό αυτόν ο κατηγορούμενος επιτηρείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων. Ο κατηγορούμενος υποχρεούται να μην επεμβαίνει ή επιδρά καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Αρμόδια υπηρεσία παρακολουθεί και καταγράφει μέσω συστήματος γεωεντοπισμού μόνο τη γεωγραφική θέση του κατηγορούμενου και τηρεί σχετικό αρχείο.

2. Ως προς τη διάρκεια ισχύος του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και τη διαδικασία άρσης, εξακολούθησης ή παράτασής της εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στα άρθρα 287 και 288 Κ.Π.Δ.

3. Το κόστος των ηλεκτρονικών μέσων επιτήρησης φέρει ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4. Για το σκοπό αυτόν με τη διάταξη του ανακριτή επιβάλλεται η υποχρέωση προκαταβολής των εξόδων επιτήρησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες. Σε περίπτωση παράτασης της διάρκειας του μέτρου κατά το άρθρο 287, επιβάλλεται με το σχετικό βούλευμα η προκαταβολή των επιπλέον εξόδων. Αν για οποιονδήποτε λόγο αρθεί ή αντικατασταθεί το μέτρο πριν από τη συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχουν προκαταβληθεί τα έξοδα, τότε με τη σχετική απόφαση, διάταξη

ή βούλευμα διατάσσεται η απόδοση της διαφοράς σε εκείνον που τα προκατέβαλε. Αν ο κατηγορούμενος αθωωθεί, καταδικασθεί ή παύσει η εναντίον του ποινική δίωξη, εφαρμόζεται ως προς τη διαφορά αντίστοιχα το άρθρο 303.

4. Σε περίπτωση μη προκαταβολής των εξόδων εντός της χορηγηθείσας από τον ανακριτή προθεσμίας, ο τελευταίος, μετά από πρόταση του εισαγγελέα, επιβάλλει προσωρινή κράτηση, εκτός εάν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι ο κατηγορούμενος στερείται την οικονομική δυνατότητα να τα καταβάλει, οπότε τα έξοδα επιβάλλονται στο Δημόσιο.

5. Εκείνος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το μέτρο του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση κρατείται μέχρι να προκαταβληθούν τα σχετικά έξοδα που του επιβλήθηκαν. Αφού καταβληθούν αυτά, οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή. Εάν στη δικαστική περιφέρεια, στην οποία επιβλήθηκε το μέτρο, δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται χωρίς αναβολή στην πλησιέστερη δικαστική περιφέρεια, στην οποία λειτουργεί αρμόδιο όργανο. Αφού προσαρμοσθεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στο προκαθορισμένο κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων και συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στη δικογραφία. Η διάρκεια του κατ΄ οίκον περιορισμού αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της διάταξης επιβολής του.»

Ζ. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο τελευταίο ως εξής:

«Εάν στον κατηγορούμενο επιβληθεί ο περιοριστικός όρος του κατ΄ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, εφαρμόζονται αντίστοιχα και τα οριζόμενα στο άρθρο 283Α, με την εξαίρεση της παραγράφου 2 του εν λόγω άρθρου.»
Άρθρο 3
Τροποποιήσεις του Σωφρονιστικού Κώδικα

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 54 του Σωφρονιστικού Κώδικα (Ν. 2776/1999, Α΄ 291) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Μόνη η ιδιότητα του αλλοδαπού, του αστέγου ή του στερουμένου οικογενείας δεν αποκλείει τη χορήγηση αδείας. Ειδικοί περιοριστικοί όροι μπορεί να τεθούν στις παραπάνω κατηγορίες από το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση των κινήσεών τους από τις Υπηρεσίες Επιμελητών Ανηλίκων ή Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, η παρακολούθηση του καταδίκου μπορεί να γίνεται με καταγραφή της γεωγραφικής θέσης του, μέσω συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης από την αρμόδια αρχή με τήρηση σχετικού αρχείου. Για την εφαρμογή του όρου αυτού απαιτείται η συναίνεση του καταδίκου.»

2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Στον κατάδικο στον οποίο χορηγείται άδεια μπορεί να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, ιδίως ως προς τον τόπο διαμονής του και τον τρόπο διαβίωσής του. Τέτοιοι περιοριστικοί όροι μπορεί να είναι οι προβλεπόμενοι στις περιπτώσεις β΄, δ΄, στ΄ και η΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 100 Π.Κ., διαζευκτικά ή σωρευτικά. Αν πρόκειται για έφηβο, η άδεια μπορεί να εξαρτηθεί και από τον όρο, ότι κατά την έξοδό του από το κατάστημα και την επιστροφή του θα συνοδεύεται από τον γονέα ή το άτομο που ασκεί την επιμέλειά του ή από το πλησιέστερο συγγενικό του πρόσωπο. Ο κατάδικος που βρίσκεται σε άδεια υποχρεούται να παρουσιαστεί χωρίς καθυστέρηση στο αστυνομικό τμήμα του τόπου διαμονής του. Όταν ο κατάδικος εκτίει ποινή ισόβιας ή εικοσιπενταετούς κάθειρξης, η άδεια μπορεί να χορηγείται με τον όρο του κατ΄ οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση. Για την εφαρμογή του όρου αυτού απαιτείται η συναίνεση του καταδίκου.»

3. Μετά την παράγραφο 5 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:

«6. Ως προς την έννοια και τις ειδικές ρυθμίσεις εφαρμογής του κατ΄ οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση εφαρμόζονται αντίστοιχα οι ρυθμίσεις της παραγράφου 1, των εδαφίων πρώτου και τρίτου της παραγράφου 3 και των εδαφίων πρώτου και πέμπτου της παραγράφου 5 του άρθρου 283Α Κ.Π.Δ. Ο κατάδικος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε ο όρος του κατ΄ οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση, αφού καταβληθούν τα έξοδα που ορίστηκαν από το αρμόδιο συμβούλιο οδηγείται στο όργανο που έχει οριστεί για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, με τη σχετική απόφαση του συμβουλίου. Εάν στο κατάστημα κράτησης στο οποίο επιβλήθηκε ο όρος δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατάδικος μετάγεται χωρίς αναβολή, με απόφαση του ίδιου συμβουλίου στο πλησιέστερο κατάστημα κράτησης στο οποίο λειτουργεί το όργανο αυτό. Αφού προσαρμοσθεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στον προκαθορισμένο χώρο, ενώ συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στον ατομικό φάκελο (μητρώο) του καταδίκου.»
Άρθρο 4

1. Η επιλογή, προσαρμογή και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων για την ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια και του αναγκαίου για το σκοπό αυτόν εξοπλισμού διενεργείται με κριτήριο την αποτελεσματική επιτήρηση των προσώπων αυτών, κατά τρόπο ώστε να γίνεται σεβαστή η προσωπικότητά τους και να συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αναγκαία και πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης, οι οποίοι συνίστανται στην ανάγκη διασφάλισης της συμμόρφωσης των επιτηρουμένων προσώπων προς τις εκ του νόμου υποχρεώσεις τους και την προστασία του κοινωνικού συνόλου δια της αποτροπής, πρόληψης και καταστολής νέων εγκλημάτων.

2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, προσδιορίζονται το είδος, οι προδιαγραφές και η διαδικασία προμήθειας των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και συστημάτων επιτήρησης, η εγκατάσταση, η λειτουργία και η συντήρηση αυτών, η ενδεχόμενη πιλοτική περίοδος λειτουργίας του συστήματος, ο τρόπος παρακολούθησης και καταγραφής της γεωγραφικής θέσης των επιτηρουμένων προσώπων, η δαπάνη που θα βαρύνει κάθε επιτηρούμενο πρόσωπο και ο τρόπος καταβολής της, η έναρξη εφαρμογής του μέτρου και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την τεχνική και επιχειρησιακή υλοποίησή του.

Με το ίδιο διάταγμα ορίζονται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, στα οποία μπορεί να ανατεθεί η υλοποίηση και η λειτουργία του συστήματος της ηλεκτρονικής επιτήρησης των υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, καθώς και η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εποπτεύει, ελέγχει και παρακολουθεί τη διαχείριση του συστήματος από τα ανωτέρω πρόσωπα.

Με το ίδιο ή όμοιο διάταγμα και μετά από γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα προσδιορίζεται κάθε θέμα σχετικό με το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας, τη συλλογή, την αποθήκευση, τη χρήση και τους αποδέκτες των δεδομένων αυτών, το χρονικό διάστημα τήρησης αυτών, τα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας τους, τη διαδικασία καταστροφής των δεδομένων αυτών μετά το πέρας των σκοπών επεξεργασίας τους, τα δικαιώματα των φυσικών προσώπων στα οποία αφορούν τα δεδομένα, τη γνωστοποίηση της επεξεργασίας και τον έλεγχο από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τα δεδομένα αυτά, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του Ν. 2472/1997.
Άρθρο 5
Άρθρο 6

1. Υπερωριακή απασχόληση υπαλλήλων Καταστημάτων Κράτησης.

α) Ο αριθμός των ωρών νυχτερινής απασχόλησης εργάσιμων ημερών, ημερήσιας και νυχτερινής απασχόλησης κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, προς συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας και καθ΄ υπέρβαση της εβδομαδιαίας υποχρεωτικής εργασίας για το προσωπικό που υπηρετεί εντός των Καταστημάτων Κράτησης και της υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης αυτών, καθώς και της κατανομής αυτών, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 21.2.2013 και από 1.4.2013 έως 8.4.2013, δύναται να καθορισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

β) ο αριθμός των ωρών απογευματινής υπερωριακής εργασίας στο προσωπικό που υπηρετεί εντός των Καταστημάτων Κράτησης και στην Υπηρεσία Εξωτερικής Φρούρησης αυτών, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 7.2.2013, δύναται να καθορισθεί με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

2. Εργασία υπαλλήλων Καταστημάτων Κράτησης πέραν του πενθημέρου.

Ο αριθμός των ωρών για εργασία πέραν του πενθημέρου του προσωπικού φρούρησης που υπηρετεί εντός των Καταστημάτων Κράτησης και της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 3.9.2013 δύναται να καθορισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

3. Αποζημίωση υπαλλήλων Καταστημάτων Κράτησης.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζεται η αποζημίωση των υπαλλήλων Φύλαξης και Εξωτερικής Φρούρησης των Καταστημάτων Κράτησης, οι οποίοι, λόγω εκτάκτων μέτρων ασφαλείας, ήταν σε επιφυλακή, από 23.3.2013 έως 1.4.2013 και από 9.5.2013 έως 24.5.2013, εκτός των υπαλλήλων των Καταστημάτων Κράτησης Τρικάλων και Μαλανδρίνου, οι οποίοι ήταν σε επιφυλακή από 23.3.2013 έως 22.4.2013 και από 9.5.2013 έως 24.5.2013.

4. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 45 του Ν. 3772/2009 , που παρατάθηκε με το άρθρο 36 του Ν. 3858/2010 και το άρθρο 6 του Ν. 4038/2012 , παρατείνεται έως την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 7
Άρθρο 8

1.α. Μετά την παρ. 3 του άρθρου 2 του Ν. 4022/2011 (Α΄ 219) προστίθεται παράγραφος 3Α που έχει ως ακολούθως:

«Ειδικά για την υποστήριξη του έργου του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς και των Εισαγγελέων που τον συνεπικουρούν, λειτουργεί αυτοτελές Γραφείο Ειδικών Εμπειρογνωμόνων (εφεξής «Γραφείο»), το οποίο διευθύνεται από τον Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από γνώμη του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, συστήνονται οι αναγκαίες θέσεις επιστημονικού, διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, οι οποίες καλύπτονται με μετάθεση, μετακίνηση ή απόσπαση υπαλλήλων από τον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, ιδίως από το Δημόσιο σε στενή έννοια, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τις ΑΔΑ. Τα προσόντα επιλογής του ανωτέρω προσωπικού είναι τα προβλεπόμενα από το Π.Δ. 50/2001 για τις αντίστοιχες ειδικότητες, καθώς και τα καθοριζόμενα στην απόφαση σύστασης των θέσεων. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του καθ΄ ύλην αρμόδιου Υπουργού, για δύο έτη, μετά από πρόταση του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, χωρίς να απαιτείται γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων και μπορεί να ανανεώνεται με όμοια απόφαση, για ίσο χρονικό διάστημα. Καθήκοντα προϊσταμένου του Γραφείου, καθώς και του αναπληρωτή αυτού, ασκούν υπάλληλοι του επιστημονικού προσωπικού, που ορίζονται με απόφαση του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς.

Η θέση του προϊσταμένου αντιστοιχεί σε θέση προϊσταμένου τμήματος για όλες τις συνέπειες και η θητεία του σε αυτήν λαμβάνεται υπόψη για την περαιτέρω βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη. Η δαπάνη μισθοδοσίας των υπαλλήλων του Γραφείου βαρύνει την υπηρεσία στην οποία ανήκουν, σε κάθε δε, περίπτωση, οι αποδοχές τους δεν υπολείπονται του συνόλου των τακτικών αποδοχών που τους καταβάλλονταν από την οργανική τους θέση, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καταβολής τους.

Η θητεία του ειδικού επιστημονικού προσωπικού του Γραφείου στην περίπτωση κατά την οποία είναι μό­νιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, συνεκτιμάται ως επιπλέον προσόν κατά τις κρίσεις για την κατάληψη θέσεων ανώτερης ιεραρχικής βαθμίδας στις υπηρεσίες που ανήκουν οργανικά. Το επιστημονικό προσωπικό, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, έχει δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου. Ο Εισαγγελέας Εγκλημάτων Διαφθοράς συντάσσει εντός του πρώτου διμήνου κάθε έτους ιδιαίτερη έκθεση για το ανωτέρω επιστημονικό προσωπικό σχετικά με την ικανότητα και απόδοσή τους κατά το προηγούμενο έτος. Οι εκθέσεις αυτές συντάσσονται με βάση τα κριτήρια και κατά τον τύπο που ισχύουν στην υπηρεσία του αξιολογούμενου. Αντίγραφο κάθε εκθέσεως υποβάλλεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στον κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό, επιδίδεται δε και στον αξιολογούμενο με επιμέλεια της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου, στο οποίο ανήκει οργανικά. Ο αξιολογούμενος εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από της επιδόσεως σε αυτόν της έκθεσης, έχει δικαίωμα να προσφύγει και να ζητήσει τη διόρθωσή της ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών, εφαρμοζόμενων αναλόγως κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 87 του «Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών». Το μη αποσπασμένο προσωπικό του Γραφείου υπάγεται ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυτού στον Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης από τα πρόσωπα που ορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3213/2003 (Α΄ 309), εφαρμόζονται και για το επιστημονικό προσωπικό.»

β. Η παράγραφος «5» του άρθρου 2 του Ν. 4022/2011 αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Ο Ανακριτής και ο Εισαγγελέας Εγκλημάτων Διαφθοράς έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για την άσκηση του έργου τους, μη υποκείμενοι στους περιορισμούς της νομοθεσίας περί φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου απορρήτου, καθώς και σε κάθε μορφής αρχείο Δημόσιας Αρχής ή Οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Ομοίως, μπορούν να διατάξουν με αιτιολογημένη διάταξή τους την άρση του φορολογικού, τραπεζικού και χρηματιστηριακού απορρήτου. Η διάταξη πρέπει να αναφέρει το πρόσωπο που έχει σχέση με την ερευνώμενη υπόθεση και να περιέχει το ακριβές χρονικό διάστημα για το οποίο ισχύει η άρση, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα. Όταν κρίνεται ότι η άρση πρέπει να διαρκέσει περισσότερο, υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα στο οικείο Δικαστικό Συμβούλιο, διαφορετικά η ισχύς της διάταξης παύει αυτοδικαίως με τη λήξη του μήνα.»

γ. Στην παράγραφο 9 του άρθρου 17Α του Ν. 2523/1997 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

«Το επιστημονικό προσωπικό κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, έχει δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου».

δ. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του Ν. 4022/2011 , όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 76 Ν. 4139/2013 , προστίθεται εδάφιο τρίτο ως εξής:

«Για τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 κακουργήματα, εφόσον, πριν τη δημοσίευση του παρόντος έχει παραγγελθεί από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, η οποία εκκρεμεί, μπορεί ο τελευταίος να ολοκληρώσει την προκαταρκτική εξέταση κατά τα οριζόμενα ανωτέρω.»

2. Στο άρθρο 2 περίπτωση β΄ του Ν.2472/1997 , όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Κατ΄ εξαίρεση στα κακουργήματα των άρθρων 187, 187 Α και του 19ου Κεφαλαίου του Π.Κ. «εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής» η εισαγγελική διάταξη εκτελείται αμέσως, επικυρώνεται δε από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών εντός είκοσι τεσσάρων ωρών, εφόσον αυτή έχει εκδοθεί από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Διαφορετικά η ισχύς της σχετικής διάταξης παύει αυτοδικαίως με τη λήξη της προθεσμίας των είκοσι τεσσάρων ωρών.»

3. Μετά το άρθρο 458 Π.Κ. προστίθεται άρθρο 458Α Π.Κ. με τίτλο «Παραβάσεις κανονισμών της Ε.Ε.», που έχει ως ακολούθως: «Όποιος με πρόθεση παραβιάζει κυρώσεις ή περιοριστικά μέτρα, που έχουν επιβληθεί σε βάρος κρατών ή οντοτήτων ή οργανισμών ή φυσικών ή νομικών προσώπων, με κανονισμούς της Ε.Ε. τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών εκτός αν από άλλη διάταξη προβλέπεται βαρύτερη ποινή. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και όταν οι προβλεπόμενες σε αυτό πράξεις δεν είναι αξιόποινες, κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέστηκαν.»

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Π.Δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 26 του Ν. 3719/2008 (Α΄ 241), αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την ύπαρξη απαρτίας απαιτείται πάντως να παρίστανται δέκα επτά (17) μέλη με αποφασιστική ψήφο».

5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 14 του Π.Δ. 18/1989 , όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 3900/2010 , αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η Ολομέλεια είναι αρμόδια:

α) Για ζήτημα ή υπόθεση που παραπέμπεται ενώπιον της με απόφαση Τμήματος, πενταμελούς ή επταμελούς συνθέσεως, λόγω μεγαλύτερης σπουδαιότητας, ιδίως όταν πρόκειται για θέματα γενικότερης σημασίας. Η παραπεμπτική απόφαση επέχει θέση εκθέσεως του Συμβούλου που ορίζεται εισηγητής με την ίδια απόφαση.

β) Για ζήτημα ή υπόθεση, που παραπέμπεται υποχρεωτικώς ενώπιον της με απόφαση Τμήματος, όταν αυτό άγεται σε κρίση αντισυνταγματικότητας τυπικού νόμου (άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος). Η διάταξη του δευτέρου υποεδαφίου του προηγουμένου εδαφίου ισχύει και εν προκειμένω.

γ) Για κάθε υπόθεση, την οποία ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εισάγει ενώπιον της για το λόγο του εδαφίου α΄, ακόμη και αν η υπόθεση έχει εισαχθεί σε Τμήμα. Ο Πρόεδρος, όταν κρίνει ότι η υπόθεση έχει όλως εξαιρετική σπουδαιότητα την εισάγει στην Ολομέλεια με μείζονα σύνθεση, για την απαρτία της οποίας απαιτείται πάντως να παρίστανται είκοσι πέντε (25) μέλη με αποφασιστική ψήφο. Εισηγητής στην Ολομέλεια ορίζεται Σύμβουλος».

6. Η παρ. 1 του άρθρου 50 του Ν. 1756/1988 , όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 94 παρ. 1 του Ν. 4055/2012 , αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο για τις προαγωγές και μεταθέσεις δικαστικών λειτουργών συνεδριάζει κατά το χρονικό διάστημα από 10 Μαΐου έως 10 Ιουνίου. Οι προαγόμενοι και μετατιθέμενοι δικαστικοί λειτουργοί είναι υποχρεωμένοι να εμφανισθούν στις θέσεις τους έως τις 15 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Κατ΄ εξαίρεση, για την πλήρωση κενών οργανικών θέσεων, που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συνεδριάζει για προαγωγές και μεταθέσεις δικαστικών λειτουργών και κατά τους μήνες Οκτώβριο και Ιανουάριο. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο προαγόμενοι και μετατιθέμενοι δικαστικοί λειτουργοί είναι υποχρεωμένοι να εμφανισθούν στις θέσεις τους εντός ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του Προεδρικού Διατάγματος περί προαγωγής ή μετάθεσης. Αν εμφανισθεί απρόβλεπτη υπηρεσιακή ανάγκη ή σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, επιτρέπεται απόσπαση δικαστικού λειτουργού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 51.»

7. Ειδικώς, για την πλήρωση των υφισταμένων κενών οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών ή όσων τυχόν προκύψουν εντός του τρέχοντος έτους, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης δύναται να συνεδριάσει έως την 20ή Δεκεμβρίου 2013.»

8. Στο άρθρο 2 του Ν. 2318/1995 (Α΄ 126) προστίθεται παράγραφος 2, ως εξής:

«2. Πτυχιούχοι νομικού τμήματος ημεδαπού ή ισότιμου αλλοδαπού πανεπιστημίου μπορούν να διοριστούν δικαστικοί επιμελητές χωρίς διαγωνισμό, εφόσον έχουν εγγραφεί ασκούμενοι μέχρι την 8η Μαΐου 2012. Ο διορισμός γίνεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την οποία αυτός ορίζει το πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου επιθυμεί να διοριστεί, υποβάλλει δε ταυτόχρονα και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά όπως ορίζονται με τη με αρίθ. 18334/14.3.1996 (Β΄ 192) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οι αιτήσεις υποβάλλονται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013 και ισχύουν αποκλειστικά και μόνο για τους διορισμούς του επόμενου Ιανουαρίου 2014. Οι διοριζόμενοι με αυτόν τον τρόπο καταλαμβάνουν κενές οργανικές θέσεις, που όμως δεν μπορεί να είναι περισσότερες από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού αυτών. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται χωριστά για την περιφέρεια κάθε πρωτοδικείου. Σε περίπτωση κλάσματος ο αριθμός αυτός ακεραιοποιείται προς τα πάνω. Αν υπάρχουν αιτήσεις περισσότερες από τον αριθμό αυτόν, λαμβάνεται υπόψη προτεραιότητα υποβολής τους. Οι διοριζόμενοι με την προηγούμενη διαδικασία δεν μπορούν να μετατεθούν για οποιονδήποτε λόγο, αν δεν συμπληρώσουν δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσία στην περιφέρεια του πρωτοδικείου, που έχουν διοριστεί.»

9. Παραμένει σε ισχύ το υφιστάμενο ειδικό σύστημα αξιολόγησης των δικαστικών υπαλλήλων και το σύστημα επιλογής προϊσταμένων Τμήματος, Επιτρόπων και Γενικών Συντονιστών Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 62 παράγραφοι 1 έως και 12 , 70 , 71 , 72 και 73 του Ν. 2812/2000 (Α΄ 67), καθώς και με τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 2721/1999 (Α΄ 112), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 3060/2002 (Α΄ 242), την παρ. 2 του άρθρου 55 του Ν. 3659/2008 (Α΄ 77) και την παρ. 7 του άρθρου 40 του Ν. 3772/2009 .

10. A. 1. Εγκρίνεται τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο στην εκτός σχεδίου περιοχή του Δήμου Παρανεστίου, της Περιφερειακής Ενότητας Δράμας, Δημοτικό Διαμέρισμα Νικηφόρου, για τον καθορισμό χώρου ανέγερσης του Γενικού Καταστήματος Κράτησης Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης, όπως ο χώρος φαίνεται περικλεισμένος με πράσινη γραμμή και με στοιχεία ΑΒΓΔΕΑ στο σχετικό πρωτότυπο διάγραμμα σε κλίμακα 1:1000 που θεωρήθηκε από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και που αντίτυπό του σε φωτοσμίκρυνση δημοσιεύεται με τον παρόντα νόμο.

2. Οι όροι και περιορισμοί δόμησης του παραπάνω χώρου ορίζονται ως εξής:

α) Μέγιστο ποσοστό κάλυψης: είκοσι τοις εκατό (20%) της επιφάνειας του χώρου.

β) Συντελεστής δόμησης: είκοσι εκατοστά (0,20).

γ) Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των ανεγερθησομένων κτηρίων: δώδεκα (12) μέτρα, το οποίο προσαυξάνεται κατά δύο (2) μέτρα σε περίπτωση κατασκευής στέγης.

δ) Τα κτήρια ανεγείρονται εντός του κόκκινου περιγράμματος, όπως φαίνεται στο παραπάνω διάγραμμα.

Β. 1.Εγκρίνεται τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο στην εκτός σχεδίου περιοχή Αγυιάς, του Δημοτικού Διαμερίσματος Νέας Κυδωνιάς, του Δήμου Χανίων, της Περιφερειακής Ενότητας Χανίων, για τον καθορισμό χώρου ανέγερσης του Γενικού Καταστήματος Κράτησης «Κρήτη I», όπως ο χώρος φαίνεται περικλεισμένος με πράσινη γραμμή και με στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΑ στο σχετικό πρωτότυπο διάγραμμα σε κλίμακα 1:1000 που θεωρήθηκε από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και που αντίτυπό του σε φωτοσμίκρυνση δημοσιεύεται με τον παρόντα νόμο.

2. Οι όροι και περιορισμοί δόμησης του παραπάνω χώρου ορίζονται ως εξής:

α) Μέγιστο ποσοστό κάλυψης: είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της επιφάνειας του χώρου,

β) Συντελεστής δόμησης: σαράντα εκατοστά (0,40),

γ) Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των ανεγερθησομένων κτηρίων: δώδεκα (12) μέτρα, το οποίο προσαυξάνεται κατά δύο (2) μέτρα σε περίπτωση κατασκευής στέγης,

δ) Τα κτήρια ανεγείρονται εντός του κόκκινου περιγράμματος, όπως φαίνεται στο παραπάνω διάγραμμα.

Γ. 1. Τροποποιείται το ισχύον Τοπικό Ρυμοτομικό Σχέδιο στην περιοχή «Σχολής Ευελπίδων» του Δήμου Αθηναίων με:

α) την μετατόπιση πεζόδρομου μεταξύ του ΟΤ 131 -«Χώρος κοινωφελών λειτουργικών» (Δικαστήρια) και του ΟΤ 131° (Σχολεία) και β) τον καθορισμό νέου κόκκινου περιγράμματος (υπό στοιχεία 8, 9, 10, 11, 8) για ανέγερση δικαστικού κτιρίου, όπως οι παραπάνω ρυθμίσεις απεικονίζονται στο από 7.9.2012 διάγραμμα κλίμακας 1:500, που θεωρήθηκε από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και που αντίτυπό του σε φωτοσμίκρυνση δημοσιεύεται με τον παρόντα νόμο.

2. Οι όροι δόμησης και περιορισμοί τροποποιούνται ως εξής: α) Χώρος κοινωφελών λειτουργιών (για κοινωφελείς λειτουργίες):

– Συντελεστής Δόμησης 1,2 (ένα και είκοσι εκατοστά)

– Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος για το νέο κτίριο (αριθμός 17) 16,50μ.

Σε περίπτωση κατασκευής στέγης το ύψος μπορεί να προσαυξηθεί κατά δύο μέτρα.

11. Το άρθρο 3 του ν.δ/τος 811/1971 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενιαίων διατάξεων του α.ν.153/1967 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 19/23 Ιουλίου 1941 Κανονιστικού Διατάγματος «περί Οργανισμού Υποθηκοφυλακείων»»», όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:

«Σε περίπτωση θανάτου ή για οποιονδήποτε λόγο οριστικής αποχώρησης από την υπηρεσία ειδικού άμισθου Υποθηκοφύλακα, το άμισθο υποθηκοφυλακείο δύναται να συγχωνευθεί με όμορο έμμισθο ή άμισθο υποθηκοφυλακείο της ίδιας ειρηνοδικειακής περιφέρειας, ή να μετατραπεί σε έμμισθο, με την έκδοση προεδρικού διατάγματος, έπειτα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και μετά από γνωμοδότηση της Ολομέλειας του οικείου Πρωτοδικείου. Με την ανωτέρω διαδικασία δύναται να συγχωνευθεί έμμισθο υποθηκοφυλακείο με όμορο έμμισθο υποθηκοφυλακείο, καθώς και μη ειδικό υποθηκοφυλακείο με όμορο έμμισθο ή άμισθο υποθηκοφυλακείο.»
Άρθρο 9

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του Ν. 2362/1995 , όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Πίστωση για κάθε έργο/μελέτη χωριστά είναι το ποσό που έχει εγκριθεί με τη Συλλογική Απόφαση, καθώς και τυχόν τροποποίηση αυτής, συμπεριλαμβανομένης της προδέσμευσης των πιστώσεων του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους, η οποία διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, το περιεχόμενο της οποίας ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 21 του παρόντος νόμου. Σε κάθε περίπτωση για τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων ανώτατο όριο δαπάνης είναι το συνολικό άθροισμα των ποσών του προϋπολογισμού ανά Φορέα όπως ψηφίζονται από τη Βουλή.»

2. Τα εδάφια 5 και επόμενα της παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν. 2362/1995 αντικαθίστανται ως εξής:

«Οι διατάξεις των ανωτέρω εδαφίων δεν έχουν εφαρμογή για τις δαπάνες του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων για τις οποίες ισχύει η ακόλουθη διαδικασία:

Κάθε έτος ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, που είναι αρμόδιος για την εκτέλεση του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων, εκδίδει απόφαση συνολικά για όλα τα έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για την ανάληψη ετήσιας υποχρέωσης, καθώς και προέγκριση για την ανάληψη υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επόμενου έτους. Αναλυτικότερα καθορίζονται μεταξύ άλλων:

α) το ποσό της υπολειπόμενης συνολικής δαπάνης για την ολοκλήρωση των συνεχιζόμενων, από τα προηγούμενα έτη, έργων,

β) τις εγκεκριμένες πιστώσεις του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων για το τρέχον έτος,

γ) το όριο προέγκρισης ανάληψης υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επόμενου έτους, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει συνολικά το 30% των εγκεκριμένων πιστώσεων για το τρέχον έτος.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, που εκδίδεται εντός του πρώτου μήνα κάθε οικονομικού έτους, καθορίζεται κατά φορέα και συλλογική απόφαση το συνολικό ύψος των πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων, που θα διατεθεί κατά τη διάρκειά του για την εκτέλεση συνεχιζόμενων, από τα προηγούμενα έτη, έργων.

Κάθε τροποποίηση του αρχικού σχεδιασμού για τα συνεχιζόμενα έργα και η ένταξη νέων έργων στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) γίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εφόσον οι συνολικές πιστώσεις των έργων, δεν υπερβαίνουν το σύνολο των εγκεκριμένων πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων και του ορίου προέγκρισης ανάληψης υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων του επόμενου έτους, όπως αυτό έχει καθοριστεί.

Με όμοια απόφαση μπορεί να γίνεται ανακατανομή εγκεκριμένων ετήσιων πιστώσεων σε Συλλογικές Αποφάσεις μεταξύ διαφορετικών φορέων, ανάλογα με την πορεία υλοποίησης και απορρόφησης των έργων.

Οι συνολικές ετήσιες δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων δεν δύνανται να υπερβαίνουν το σύνολο των εγκεκριμένων πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

Για το οικονομικό έτος 2013 η απόφαση που θα εκδοθεί κατ΄ εφαρμογή του εδαφίου 6 της παρούσας παραγράφου ισχύει από 20.9.2013.»

3. Από 1.1.2013 το προσωπικό της ΜΟΔ ΑΕ εξομοιώνεται με τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Επενδύσεων – ΕΣΠΑ του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας του αντίστοιχου κλάδου, ειδικότητας, βαθμού και κλιμακίου ως προς το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών και επιδομάτων που καταβάλλονται στους τελευταίους, συμπεριλαμβανομένης της υπερβάλλουσας μείωσης της παρ. 2 του άρθρου 29 του Ν. 4024/2011 (Α΄ 226)

4. α. Το εδάφιο δεύτερο της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 4013/2011 (Α΄ 204) αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο Πρόεδρος και τα τακτικά μέλη της Αρχής είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, τελούν δε για το λόγο αυτόν σε αναστολή άσκησης οποιουδήποτε άμισθου ή έμμισθου δημόσιου ή δικηγορικού λειτουργήματος ή οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας, με εξαίρεση την άσκηση διδακτικών καθηκόντων μελών Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην περίπτωση του Προέδρου.»

β. Η παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν. 4155/2013 (Α΄ 120) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η έναρξη ισχύος του άρθρου 3 όσον αφορά την Κεντρική Διοίκηση, όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 1Β του Ν. 2362/1995 , όπως ισχύει, είναι την 1.1.2014. Ειδικά για τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου ως προς τις προμήθειες που εντάσσονται στο Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών η έναρξη ισχύος του ιδίου άρθρου είναι την 1.7.2013.»
Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 6 Νοεμβρίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 6 Νοεμβρίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ