ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4078 ΦΕΚ Α’ 179/20.09.2012

Κύρωση της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, η οποία υιοθετήθηκε στη Γενεύη την 23η Φεβρουαρίου 2006 από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας κατά την 94η συνοδό της, με τα συνημμένα σε αυτή Παραρτήματα, των οποίων το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, έχει ως εξής:

ΣΥΜΒΑΣΗ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, 2006

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, Μετά τη σύγκληση της στη Γενεύη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και αφού πραγματοποίησε την Ενενηκοστή τέταρτη Σύνοδο της στις 7 Φεβρουαρίου 2006, και Επιθυμώντας να δημιουργήσει ένα ενιαίο, συνεκτικό όργανο που να ενσωματώνει, όσο το δυνατόν περισσότερο, όλα τα σύγχρονα πρότυπα των υφιστάμενων διεθνών Συμβάσεων και Συστάσεων ναυτικής εργασίας, καθώς και τις θεμελιώδεις αρχές που υπάρχουν σε άλλες διεθνείς Συμβάσεις εργασίας και συγκεκριμένα:

– στη Σύμβαση για την Αναγκαστική ή Υποχρεωτική Εργασία, 1930 (No. 29),

– στη Σύμβαση για την Συνδικαλιστική Ελευθερία και την Προστασία του Συνδικαλιστικού Δικαιώματος, 1948 (No. 87),

– στη Σύμβαση για την Εφαρμογή των Αρχών του Δικαιώματος Οργάνωσης και Συλλογικής Διαπραγμάτευσης, 1949 (No. 98),

– στη Σύμβαση για την Ισότητα της Αμοιβής, 1951 (No. 100), – στη Σύμβαση για την Κατάργηση της Αναγκαστικής Εργασίας, 1957 (No. 105),

– στη Σύμβαση για την Διάκριση στην Απασχόληση και στο Επάγγελμα, 1958 (No. 111),

– στη Σύμβαση για το Κατώτατο Όριο Ηλικίας Εισόδου στην Απασχόληση, 1973 (No. 138),

– στη Σύμβαση για τις Χειρότερες Μορφές Παιδικής Εργασίας, 1999 (No. 182), και Έχοντας επίγνωση της βασικής αποστολής της Οργάνωσης, που είναι η προαγωγή αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας, και

Μνημονεύοντας τη Διακήρυξη της Δ.Ο.Ε. για τις Θεμελιώδεις Αρχές και Δικαιώματα στην Εργασία, 1998, και

Έχοντας επίσης επίγνωση ότι οι ναυτικοί καλύπτονται από τις διατάξεις άλλων οργάνων της Δ.Ο.Ε. και έχουν άλλα δικαιώματα που θεσπίστηκαν ως θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες που ισχύουν για όλα τα πρόσωπα, και

Λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένης της παγκόσμιας φύσης της ναυτιλιακής βιομηχανίας, οι ναυτικοί χρειάζονται ιδιαίτερη προστασία, και

Έχοντας επίγνωση των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την ασφάλεια των ανθρώπων από έκνομες ενέργειες και την ποιοτική διαχείριση πλοίων, που περιέχονται στη Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ζωής στη θάλασσα, 1974, όπως τροποποιήθηκε, τη Σύμβαση για τους Διεθνείς Κανονισμούς προς Αποφυγή Συγκρούσεων (πη θάλασσα, 1972, όπως τροποποιήθηκε, και τις απαιτήσεις εκπαίδευσης και ικανότητας των ναυτικών που περιλαμβάνονται στη Διεθνή Σύμβαση για τα Πρότυπα Εκπαίδευσης, Έκδοσης Πιστοποιητικών και Τήρησης φυλακών των Ναυτικών, 1978, όπως τροποποιήθηκε, και

Μνημονεύοντας ότι η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, 1982, παραθέτει ένα γενικό νομικό πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να διενεργούνται όλες οί δραστηριότητες στους ωκεανούς και τις θάλασσες και είναι στρατηγικής σημασίας ως βάση για εθνική, περιφερειακή και παγκόσμια δράση και συνεργασία στο θαλάσσιο τομέα και ότι η ακεραιότητα της είναι αναγκαίο να διατηρηθεί, και

Μνημονεύοντας ότι το Άρθρο 94 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της θάλασσας, 1982, θεσπίζει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του Κράτους σημαίας, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, στις συνθήκες εργασίας, τη στελέχωση και τα κοινωνικά θέματα επί των πλοίων που φέρουν τη σημαία του, και Μνημονεύοντας την παράγραφο 8 του Άρθρου 19 του Καταστατικού της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που προβλέπει ότι σε καμία περίπτωση η υιοθέτηση οποιασδήποτε Σύμβασης ή Σύστασης από τη Συνδιάσκεψη ή η επικύρωση οποιασδήποτε Σύμβασης από οποιοδήποτε Μέλος δεν θεωρείται ότι επηρεάζει οποιονδήποτε νόμο, απόφαση, έθιμο ή συμφωνία, που διασφαλίζει ευνοϊκότερες συνθήκες στους εργαζομένους που αφορά σε σχέση με αυτές που προβλέπονται στη Σύμβαση ή τη Σύσταση, και Αποφασισμένη ότι το παρόν νέο όργανο θα πρέπει να σχεδιαστεί με τρόπο ώστε να εξασφαλίζει την ευρύτερη δυνατή αποδοχή μεταξύ των κυβερνήσεων, των πλοιοκτητών και των ναυτικών, που δεσμευόμενοι από τις αρχές της αξιοπρεπούς εργασίας, ότι θα πρέπει να επικαιροποιε`παι άμεσα και να επιδέχεται αποτελεσματικής υλοποίησης και επιβολής, και

Έχοντας αποφασίσει την υιοθέτηση ορισμένων προτάσεων για την υλοποίηση ενός τέτοιου οργάνου, το οποίο αποτελεί το μοναδικό θέμα στην ημερήσια διάταξη της συνόδου, και Έχοντας καθορίσει ότι οι εν λόγω προτάσεις θα λάβουν τη μορφή Διεθνούς Σύμβασης, Υιοθετεί αυτήν την εικοστή τρίτη ημέρα του Φεβρουαρίου του έτους δύο χιλιάδες έξι την ακόλουθη Σύμβαση, η οποία μπορεί να μνημονεύεται ως η Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, 2006.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Άρθρο 1
ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

1. Κάθε Μέλος που επικυρώνει την παρούσα Σύμβαση αναλαμβάνει να εφαρμόσει πλήρως τις διατάξεις της, κατά τον τρόπο που ορίζεται στο Άρθρο VI, ώστε να διασφαλίζει το δικαίωμα όλων των ναυτικών στην αξιοπρεπή απασχόληση.

2. Τα Μέλη πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους με σκοπό να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική υλοποίηση και εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 2
ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

1. Για τον σκοπό της παρούσας Σύμβασης και εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε συγκεκριμένες διατάξεις, ο όρος:

(α) αρμόδια αρχή σημαίνει τον υπουργό, την κυβερνητική υπηρεσία ή άλλη αρχή που έχει αρμοδιότητα να εκδίδει και να επιβάλει κανονισμούς, εντολές ή άλλες οδηγίες που έχουν την ισχύ νόμου σε σχέση με το αντικείμενο του θέματος της αντίστοιχης διάταξης,

(β) δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας σημαίνει τη δήλωση που αναφέρεται στον Κανονισμό 5.1.3,

(γ) ολική χωρητικότητα σημαίνει την ολική χωρητικότητα που υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανονισμούς περί καταμέτρησης χωρητικότητας που περιέχονται στο Παράρτημα Ι της Διεθνούς Σύμβασης για τη Καταμέτρηση της Χωρητικότητας των Πλοίων, 1969, ή οποιασδήποτε άλλης διαδοχικής Σύμβασης για πλοία που καλύπτονται από το προσωρινό πρόγραμμα καταμέτρησης της χωρητικότητας που υιοθετήθηκε από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό, η ολική χωρητικότητα είναι αυτή που περιλαμβάνεται στη στήλη ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ του Διεθνούς Πιστοποιητικού Χωρητικότητας (1969),

(δ) πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας σημαίνει το πιστοποιητικό που αναφέρεται στον Κανονισμό 5.1.3,

(ε) απαιτήσεις της Σύμβασης αναφέρεται στις απαιτήσεις των παρόντων Άρθρων και Κανονισμών και του Μέρους Α του Κώδικα της παρούσας Σύμβασης,

(στ) ναυτικός σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει προσληφθεί ή απασχολείται ή εργάζεται, με οποιαδήποτε ειδικότητα επί πλοίου στο οποίο έχει εφαρμογή η παρούσα Σύμβαση,

(ζ) σύμβαση εργασίας ναυτικών περιλαμβάνει τόσο την ατομική σύμβαση εργασίας όσο και τους όρους συμφωνίας,

(η) υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο, εταιρεία, ίδρυμα, πρακτορείο ή άλλο οργανισμό, του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, που ασχολείται με τη ναυτολόγηση ναυτικών εκ μέρους των πλοιοκτητών ή με την εύρεση εργασίας ναυτικών σε πλοιοκτήτες,

(θ) πλοίο σημαίνει οποιοδήποτε πλοίο εκτός αυτού που πλέει αποκλειστικά σε εσωτερικά ύδατα ή ύδατα εντός ή πλησίον προασπισμένων υδάτων ή περιοχών, όπου εφαρμόζονται κανονισμοί λιμένα,

(ι) πλοιοκτήτης σημαίνει ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής γυμνού πλοίου, ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος, αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη, αποδέχθηκε να αναλάβει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους πλοιοκτήτες σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, ανεξάρτητα με το εάν κάποιος άλλος οργανισμός ή πρόσωπα εκπληρώνουν ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις για λογαριασμό του πλοιοκτήτη,

2. Εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά, η παρούσα Σύμβαση έχει εφαρμογή σε όλους τους ναυτικούς.

3. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν οποιεσδήποτε κατηγορίες προσώπων πρέπει να θεωρούνται ως ναυτικοί για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, το θέμα ρυθμίζεται από την αρμόδια αρχή σε κάθε Μέλος, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών.

4. Εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά, η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε όλα τα πλοία, ανεξάρτητα εάν είναι δημόσιας ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας, τα οποία απασχολούνται τακτικώς σε εμπορικές δραστηριότητες, εκτός από τα πλοία που απασχολούνται με την αλιεία ή παρόμοιες εργασίες και από τα πλοία παραδοσιακής κατασκευής, όπως τα «dhow» και τα «junks». Η παρούσα Σύμβαση δεν εφαρμόζεται σε πολεμικά πλοία ή βοηθητικά του πολεμικού ναυτικού.

5. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν η παρούσα Σύμβαση ισχύει για ένα πλοίο ή για συγκεκριμένη κατηγορία πλοίων, το θέμα ρυθμίζεται από την αρμόδια αρχή σε κάθε Μέλος, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών.

6. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή αποφασίσει ότι δεν είναι λογικό ή πρακτικό, κατά τον παρόντα χρόνο, να εφαρμόσει ορισμένες λεπτομέρειες του Κώδικα που αναφέρονται στο Αρθρο VI, παράγραφος 1, σε ένα πλοίο ή σε ορισμένες κατηγορίες πλοίων που φέρουν τη σημαία του Μέλους, οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα δεν εφαρμόζονται στο βαθμό που το θέμα αντιμετωπίζεται διαφορετικά με εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή άλλα μέτρα. Μια τέτοια απόφαση, μπορεί να γίνει μόνο σε διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών και μπορεί να γίνει μόνο για πλοία με ολική χωρητικότητα κάτω των 200 που δεν εκτελούν διεθνείς πλόες.

7. Οποιεσδήποτε αποφάσεις λαμβάνονται από ένα Μέλος υπό των παραγράφων 3 ή 5 ή 6 του παρόντος Άρθρου πρέπει να κοινοποιούνται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, ο οποίος πρέπει να ενημερώσει τα Μέλη της Οργάνωσης.

8. Εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά, αναφορά στη Σύμβαση αποτελεί παράλληλα αναφορά στους Κανονισμούς και στον Κώδικα.
Άρθρο 3
ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ

Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει το ίδιο ότι οι διατάξεις των νόμων και των κανονισμών του σέβονται, στο πλαίσιο της παρούσας Σύμβασης, τα θεμελιώδη δικαιώματα για:

(α) ελευθερία του συνέρχεσθαι και αποτελεσματική αναγνώριση του δικαιώματος συλλογικής διαπραγμάτευσης

(β) εξάλειψη όλων των μορφών αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας,

(γ) αποτελεσματική κατάργηση της παιδικής εργασίας, και

(δ) εξάλειψη των διακρίσεων σε σχέση με την απασχόληση και την εργασία.
Άρθρο 4
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ

1. Κάθε ναυτικός έχει δικαίωμα σε έναν ασφαλή και προστατευμένο από έκνομες ενέργειες χώρο εργασίας που να συμμορφώνεται με πρότυπα ασφαλείας.

2. Κάθε ναυτικός έχει δικαίωμα σε δίκαιους όρους απασχόλησης.

3. Κάθε ναυτικός έχει δικαίωμα σε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου.

4. Κάθε ναυτικός έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας, στην ιατρική περίθαλψη, σε μέτρα ευημερίας και σε άλλες μορφές κοινωνικής προστασίας.

5. Κάθε Μέλος πρέπει να διασφαλίζει, εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του, ότι τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα των ναυτικών, που παρατίθενται στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος Άρθρου, πραγματώνονται πλήρως σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης.

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στη Σύμβαση, η εν λόγω πραγμάτωση μπορεί να επιτευχθεί μέσω εθνικών νόμων ή κανονισμών, μέσω συλλογικών συμβάσεων που εφαρμόζονται ή άλλων μέτρων ή κατά την πρακτική.
Άρθρο 5
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗΣ

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εφαρμόσει και να επιβάλλει νόμους ή κανονισμούς ή άλλα μέτρα που έχει υιοθετήσει για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση όσον αφορά στα πλοία και στους ναυτικούς υπό τη δικαιοδοσία του.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να ασκεί αποτελεσματικά τη δικαιοδοσία και τον έλεγχο του στα πλοία που φέρουν τη σημαία του μέσω της θέσπισης ενός συστήματος που να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, συμπεριλαμβάνοντας τακτικές επιθεωρήσεις, αναφορές, παρακολούθηση και νομικές διαδικασίες υπό την ισχύουσα νομοθεσία.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα πλοία που υψώνουν τη σημαία του φέρουν πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας, όπως απαιτείται από την παρούσα Σύμβαση.

4. Πλοίο στο οποίο εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση μπορεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να επιθεωρηθεί από Μέλος άλλο από το Κράτος σημαίας όταν το πλοίο βρίσκεται σε κάποιον από τους λιμένες του, για να προσδιορίσει εάν το πλοίο συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης.

5. Κάθε Μέλος πρέπει να ασκεί αποτελεσματικά τη δικαιοδοσία και τον έλεγχο του επί των υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών, εάν αυτές είναι εγκατεστημένες στην επικράτεια του.

6. Κάθε Μέλος πρέπει να απαγορεύει παραβιάσεις των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης και πρέπει, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να θεσπίσει κυρώσεις ή να απαιτήσει την υιοθέτηση διορθωτικών μέτρων με τη νομοθεσία του, που να είναι κατάλληλα ώστε να αποθαρρύνουν τέτοιες παραβιάσεις.

7. Κάθε Μέλος πρέπει να εφαρμόσει τις υποχρεώσεις του υπό την παρούσα Σύμβασης με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζει ότι τα πλοία που φέρουν τη σημαία οποιουδήποτε Κράτους που δεν έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση δεν λαμβάνουν ευνοϊκότερη μεταχείριση από τα πλοία που φέρουν σημαία οποιουδήποτε Κράτους που την έχει επικυρώσει.
Άρθρο 6
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΜΕΡΗ Α ΚΑΙ Β ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ

1. Οι Κανονισμοί και οι διατάξεις του Μέρους Α του Κώδικα είναι υποχρεωτικοί. Οι διατάξεις του Μέρους Β του Κώδικα δεν είναι υποχρεωτικές.

2. Κάθε Μέλος αναλαμβάνει να σέβεται τα δικαιώματα και τις αρχές που παρατίθενται στους Κανονισμούς και να εφαρμόζει κάθε Κανονισμό με τον τρόπο που παρατίθεται στις αντίστοιχες διατάξεις του Μέρους Α του Κώδικα. Επίσης, τα Μέλη πρέπει να εξετάσουν δεόντως την εφαρμογή των υποχρεώσεων τους κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Μέρος Β του Κώδικα.

3. Μέλος που δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει τα δικαιώματα και τις αρχές κατά τον τρόπο που παρατίθεται στο Μέρος Α του Κώδικα μπορεί, εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα Σύμβαση, να εφαρμόσει το Μέρος Α μέσω διατάξεων στους νόμους και τους κανονισμούς του ή μέσω άλλων μέτρων που είναι ουσιωδώς ισοδύναμες με τις διατάξεις του Μέρους Α.

4. Για τον αποκλειστικό σκοπό της παραγράφου 3 του παρόντος Άρθρου, οποιοσδήποτε νόμος, κανονισμός, συλλογική σύμβαση ή άλλο μέτρο εφαρμογής πρέπει να θεωρείται ουσιωδώς ισοδύναμο, στο πλαίσιο της παρούσας Σύμβασης, εάν το Μέλος βεβαιώνεται ότι:

(α) αυτό συντελεί στην πλήρη επίτευξη του γενικού αντικειμένου και σκοπού της εν λόγω διάταξης ή διατάξεων του Μέρους Α του Κώδικα, και

(β) αυτό επιτελεί τη εν λόγω διάταξη ή τις διατάξεις του Μέρους Α του Κώδικα.
Άρθρο 7
ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΜΕ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΚΩΝ
Άρθρο 8
ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥ

1. Οι επίσημες επικυρώσεις της παρούσας Σύμβασης πρέπει να κοινοποιούνται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώρηση.

2. Η παρούσα Σύμβαση είναι δεσμευτική μόνο για εκείνα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των οποίων οι επικυρώσεις έχουν καταχωρηθεί από τον Γενικό Διευθυντή.

3. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα έχουν καταχωρηθεί επικυρώσεις από τουλάχιστον 30 Μέλη με συνολικό μερίδιο στην παγκόσμια ολική χωρητικότητα πλοίων τουλάχιστον 33 τοις εκατό.

4. Έπειτα, η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ για οποιοδήποτε Μέλος 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έχει καταχωρηθεί η επικύρωση του.
Άρθρο 9
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

1. Μέλος που έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση μπορεί να την καταγγείλει μετά την πάροδο δέκα ετών από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε για πρώτη φορά σε ισχύ η Σύμβαση, με πράξη που κοινοποιείται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώρηση. Εν λόγω καταγγελία θα τεθεί σε ισχύ ένα έτος μετά την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκε.

2. Κάθε Μέλος που, εντός ενός έτους μετά την πάροδο της περιόδου των δέκα ετών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου, δεν ασκήσει το δικαίωμα καταγγελίας που προβλέπεται στο παρόν Άρθρο, δεσμεύεται για μία ακόμη περίοδο δέκα ετών και, έπειτα μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση κατά την λήξη κάθε νέας περιόδου δέκα ετών υπό τους όρους που προβλέπονται στο παρόν Άρθρο.
Άρθρο 10
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΣΕ ΙΣΧΥ

Η παρούσα Σύμβαση αναθεωρεί τις ακόλουθες Συμβάσεις:

Σύμβαση για Ελάχιστο Όριο Ηλικίας (Θάλασσα), 1920 (Νο.7),

Σύμβαση για Αποζημίωση λόγω Ανεργίας (Ναυάγιο), 1920 (Νο.8),

Σύμβαση για Εύρεση Εργασίας σε Ναυτικούς, 1920 (Νο.9),

Σύμβαση για Ιατρική Εξέταση των Νέων (θάλασσα), 1921 (No. 16), Σύμβαση για Σύμβαση Ναυτολόγησης Ναυτικών, 1926 (Νο.22),

Σύμβαση για Παλιννόστηση Ναυτικών, 1926 (Νο.23),

Σύμβαση για Πιστοποιητικά Ικανότητος Αξιωματικών, 1936 (Νο.53),

Σύμβαση για Άδεια μετ` Αποδοχών (θάλασσα), 1936 (Νο.54),

Σύμβαση για Υποχρεώσεις Πλοιοκτητών (Ασθένεια – Τραυματισμός Ναυτικών), 1936 (Νο.55),

Σύμβαση για Ασφάλιση Ασθενείας (θάλασσα), 1936 (Νο.56), Σύμβαση για Ώρες Εργασίας και Στελέχωση (θάλασσα), 1936 (Νο.57),

Σύμβαση για Ελάχιστο Όριο Ηλικίας (θάλασσα) (Αναθεωρημένη), 1936 (Νο.58),

Σύμβαση για Διατροφή και Τροφοδοσία Πληρωμάτων, 1946 (Νο.68),

Σύμβαση για Πιστοποιητικό Ικανότητος Ναυτομαγείρων, 1946 (Νο.69),

Σύμβαση για Κοινωνική Ασφάλεια (Ναυτικοί), 1946 (Νο.70),

Σύμβαση για Αδεια μετ` αποδοχών (Ναυτικοί), 1946 (Νο.72),

Σύμβαση για Ιατρική Εξέταση (Ναυτικοί), 1946 (Νο.73),

Σύμβαση για Πιστοποιητικά Ικανότητος Ναυτικών, 1946 (Νο.74),

Σύμβαση για Ενδιαίτηση Πληρωμάτων, 1946 (Νο.75),

Σύμβαση για Μισθούς Ώρες Εργασίας και Στελέχωση (θάλασσα), 1946 (Νο.76),

Σύμβαση για Άδεια μετ` αποδοχών (Ναυτικοί) (Αναθεωρημένη), 1949 (Νο.91),

Σύμβαση για Ενδιαίτηση Πληρωμάτων (Αναθεωρημένη), 1949 (Νο.92),

Σύμβαση για Μισθούς Ώρες Εργασίας και Στελέχωση (θάλασσα) (Αναθεωρημένη), 1949 (Νο.93),

Σύμβαση για Μισθούς Ώρες Εργασίας και Στελέχωση (θάλασσα) (Αναθεωρημένη), 1958 (Νο.109),

Σύμβαση για Ενδιαίτηση Πληρωμάτων (Συμπληρωματικές Διατάξεις), 1970 (Νο.133),

Σύμβαση για Πρόληψη Ατυχημάτων (Ναυτικοί), 1970 (No. 134),

Σύμβαση για Συνεχή Απασχόληση (Ναυτικοί), 1976 (Νο.145),

Σύμβαση για Ετήσια Άδεια μετ` αποδοχών των Ναυτικών, 1976 (Νο.146),

Σύμβαση για Εμπορική Ναυτιλία (Ελάχιστα Πρότυπα), 1976 (Νο.147),

Πρωτόκολλο του 1996 της Σύμβασης για Εμπορική Ναυτιλία (Ελάχιστα Πρότυπα), 1976 (Νο.147),

Σύμβαση για Ευημερία των Ναυτικών, 1987 (Νο.163),

Σύμβαση για Προστασία της Υγείας και Ιατρική Περίθαλψη (Ναυτικοί), 1987 (Νο.164),

Σύμβαση για Κοινωνική Ασφάλεια (Ναυτικοί) (Αναθεωρημένη), 1987 (Νο.165),

Σύμβαση για Παλιννόστηση Ναυτικών (Αναθεωρημένη), 1987 (Νο.166), Σύμβαση για Επιθεώρηση Εργασίας (Ναυτικοί), 1996 (No. 178),

Σύμβαση για Ναυτολόγηση και Εύρεση Εργασίας Ναυτικών, 1996 (Νο.179),

Σύμβαση για Ώρες Εργασίας Ναυτικών και Στελέχωση Πλοίων, 1996 (Νο.180).
Άρθρο 11
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑ

1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας πρέπει να γνωστοποιεί σε όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την καταχώρηση όλων των επικυρώσεων, αποδοχών και καταγγελιών υπό την παρούσα Σύμβαση.

2. Οταν εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις που προβλέπει η παράγραφος 3 του Αρθρου VIII, ο Γενικός Διευθυντής πρέπει να εφιστήσει την προσοχή των Μελών της Οργάνωσης στην ημερομηνία που η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ.
Άρθρο 12

Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας πρέπει να διαβιβάσει στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για καταχώρηση, σύμφωνα με το Άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών πλήρη στοιχεία όλων των επικυρώσεων, αποδοχών και καταγγελιών που καταχωρήθηκαν υπό την παρούσα Σύμβαση.
Άρθρο 13
ΕΙΔΙΚΗ ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας πρέπει να διατηρεί τη λειτουργία της παρούσας Σύμβασης υπό συνεχή επανεξέταση μέσω μιας επιτροπής θεσπισμένης από αυτό με ειδική αρμοδιότητα στον τομέα των προτύπων ναυτικής εργασίας.

2. Για θέματα που αντιμετωπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, η Επιτροπή θα αποτελείται από δυο εκπροσώπους που ορίζονται από τη Κυβέρνηση κάθε Μέλους που έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση, και τους εκπροσώπους των Πλοιοκτητών και των Ναυτικών που ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο ύστερα από διαβούλευση με τη Μικτή Ναυτιλιακή Επιτροπή.

3. Οι εκπρόσωποι των Κυβερνήσεων των Μελών που δεν έχουν επικυρώσει ακόμα την παρούσα Σύμβαση μπορούν να συμμετέχουν στην Εππροπή, αλλά δεν θα έχουν κανένα δικαίωμα ψήφου για οποιοδήποτε θέμα ανπμετωπίζεται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να καλεί άλλους οργανισμούς ή οντότητες που θα εκπροσωπούνται στην Επιτροπή από παρατηρητές.

4. Οι ψήφοι κάθε εκπροσώπου Πλοιοκτητών και Ναυτικών στην Επιτροπή θα σταθμίζονται ώστε να εξασφαλιστεί ότι τόσο η ομάδα των Πλοιοκτητών όσο και η ομάδα των Ναυτικών θα έχουν τη μισή δύναμη ψήφου από το συνολικό αριθμό Κυβερνήσεων που εκπροσωπούνται στην εν λόγω συνάντηση και έχουν δικαίωμα ψήφου.
Άρθρο 14
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

1. Τροποποιήσεις οποιασδήποτε από τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης μπορεί να υιοθετηθούν από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, στο πλαίσιο του Αρθρου 19 του Καταστατικού της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και των κανόνων και διαδικασιών της Οργάνωσης για την υιοθέτηση Συμβάσεων. Τροποποιήσεις στον Κώδικα μπορεί επίσης να υιοθετούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες του Άρθρου XV.

2. Στην περίπτωση Μελών των οποίων οι επικυρώσεις της παρούσας Σύμβασης καταχωρήθηκαν πριν από την υιοθέτηση της τροποποίησης, το κείμενο της τροποποίησης θα τους διαβιβάζεται για επικύρωση.

3. Στην περίπτωση άλλων Μελών της Οργάνωσης, το κείμενο της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε θα τους διαβιβάζεται για επικύρωση σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Καταστατικού.

4. Μια τροποποίηση θα θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή κατά την ημερομηνία που θα έχουν καταχωρηθεί επικυρώσεις της τροποποίησης ή της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε, ανάλογα με την περίπτωση, από τουλάχιστον 30 Μέλη με συνολκό μερίδιο στην παγκόσμια ολική χωρητικότητα πλοίων τουλάχιστον 33 τοις εκατό.

5. Τροποποίηση που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του Άρθρου 19 του Καταστατικού είναι δεσμευτική μόνο για εκείνα τα Μέλη της Οργάνωσης των οποίων οι επικυρώσεις έχουν κατοχυρωθεί από τον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

6. Για οποιοδήποτε Μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος Αρθρου, η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ 12 μήνες μετά την ημερομηνία αποδοχής που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου ή 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκε η επικύρωση της τροποποίησης, όποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη της άλλης.

7. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του παρόντος Άρθρου, για τα Μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου, η Σύμβαση όπως τροποποιήθηκε θα τίθεται σε ισχύ 12 μήνες μετά την ημερομηνία αποδοχής που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου ή 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκαν οι επικυρώσεις της Σύμβασης, όποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη της άλλης.

8. Για τα Μέλη εκείνα των οποίων η επικύρωση της παρούσας Σύμβασης καταχωρήθηκε πριν από την υιοθέτηση της τροποποίησης αλλά που δεν έχουν κυρώσει τη τροποποίηση, η παρούσα Σύμβαση θα παραμένει σε ισχύ χωρίς την εν λόγω τροποποίηση.

9. Οποιοδήποτε Μέλος του οποίου η επικύρωση της παρούσας Σύμβασης καταχωρείται μετά την υιοθέτηση της τροποποίησης αλλά πριν την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου μπορεί, σε δήλωση που θα συνοδεύει το όργανο της επικύρωσης, να προσδιορίσει ότι η επικύρωση του αναφέρεται στη Σύμβαση χωρίς την εν λόγω τροποποίηση.

Σε περίπτωση επικύρωσης με τέτοια δήλωση, η Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ για το ενδιαφερόμενο Μέλος 12 μήνες μετά την ημερομηνία που η επικύρωση καταχωρήθηκε.

Όταν το όργανο της επικύρωσης δεν συνοδεύεται από μια τέτοια δήλωση ή όταν η επικύρωση καταχωρείται κατά ή μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ για το ενδιαφερόμενο Μέλος 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκε η επικύρωση και, από τη θέση της σε ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος Άρθρου, η τροποποίηση θα είναι δεσμευτική για το εν λόγω Μέλος εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από την τροποποίηση.
Άρθρο 15
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ

1. Ο Κώδικας μπορεί να τροποποιείται είτε με τη διαδικασία που ορίζεται στο Άρθρο XIV ή, εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το παρόν Άρθρο.

2. Τροποποίηση του Κώδικα μπορεί να προταθεί στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας από την κυβέρνηση οποιουδήποτε Μέλους της Οργάνωσης ή από την ομάδα εκπροσώπων των Πλοιοκτητών ή από την ομάδα εκπροσώπων των Ναυτικών που έχουν οριστεί στην Επιτροπή που αναφέρεται στο Άρθρο XIII. Τροποποίηση που προτείνεται από κυβέρνηση πρέπει να έχει προταθεί από ή να έχει υποστηριχθεί από τουλάχιστον πέντε κυβερνήσεις Μελών που έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση ή από την ομάδα εκπροσώπων των Πλοιοκτητών ή των Ναυτικών που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.

3. Έχοντας επιβεβαιώσει όπ η πρόταση τροποποίησης πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου, ο Γενικός Διευθυντής πρέπει αμελλητί να διαβιβάσει την πρόταση συνοδευόμενη από οποιαδήποτε σχόλια ή προτάσεις που θεωρούνται κατάλληλες, σε όλα τα Μέλη της Οργάνωσης, προσκαλώντας τα να διαβιβάσουν τις παρατηρήσεις ή τις προτάσεις τους σχετικά με την πρόταση εντός περιόδου έξι μηνών ή εντός άλλης περιόδου (που δεν θα είναι μικρότερη από τρεις μήνες ή μεγαλύτερη από εννέα μήνες) καθοριζομένης από το Διοικητικό Συμβούλιο.

4. Κατά το τέλος της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου, η πρόταση, συνοδευόμενη από περίληψη οποιωνδήποτε παρατηρήσεων ή προτάσεων που έγιναν υπό την εν λόγω παράγραφο, θα διαβιβάζεται στην Επιτροπή για εξέταση σε συνάντηση. Μια τροποποίηση πρέπει να θεωρείται ότι υιοθετήθηκε από την Επιτροπή εάν:

(α) τουλάχιστον οι μισές κυβερνήσεις των Μελών που έχουν επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση εκπροσωπούνται στη συνάντηση στην οποία εξετάζεται η πρόταση, και

(β) πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων των μελών της Επιτροπής ψηφίσουν υπέρ της τροποποίησης, και

(γ) η εν λόγω πλειοψηφία περιλαμβάνει τις θεπκές ψήφους τουλάχιστον της μισής δύναμης ψήφου των κυβερνήσεων, της μισής δύναμης ψήφου των Πλοιοκτητών και της μισής δύναμης ψήφου των Ναυτικών των μελών της Επιτροπής που έχουν εγγραφεί στη συνάντηση όταν η πρόταση τίθεται σε ψηφοφορία.

5. Οι τροποποιήσεις που υιοθετούνται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου θα πρέπει να υποβάλλονται στην επόμενη σύνοδο της Συνδιάσκεψης για έγκριση. Η εν λόγω έγκριση απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων που δόθηκαν από τους παρόντες αντιπροσώπους. Εάν μία τέτοια πλειοψηφία δεν αποκτηθεί, η προτεινόμενη τροποποίηση θα παραπέμπεται πίσω στην Επιτροπή για επανεξέταση, εάν η Εππροπή το επιθυμεί.

6. Τροποποιήσεις που εγκρίνονται από τη Συνδιάσκεψη, θα γνωστοποιούνται από το Γενικό Διευθυντή σε κάθε ένα από τα Μέλη των οποίων οι επικυρώσεις της παρούσας Σύμβασης έχουν καταχωρηθεί πριν από την ημερομηνία της εν λόγω έγκρισης από τη Συνδιάσκεψη. Αυτά τα Μέλη αναφέρονται παρακάτω ως «Μέλη που επικύρωσαν». Η γνωστοποίηση πρέπει να περιέχει αναφορά στο παρόν Άρθρο και να ορίζει την περίοδο για την ανακοίνωση τυχόν επίσημης διαφωνίας.

Η εν λόγω περίοδος πρέπει να είναι δύο έτη από την ημερομηνία της γνωστοποίησης, εκτός εάν, κατά το χρόνο της έγκρισης, η Συνδιάσκεψη έχει ορίσει διαφορετική περίοδο, η οποία πρέπει να είναι περίοδος τουλάχιστον ενός έτους. Αντίγραφο της γνωστοποίησης θα πρέπει να διαβιβάζεται στα άλλα Μέλη της Οργάνωσης για ενημέρωση τους.

7. Τροποποίηση που εγκρίθηκε από τη Συνδιάσκεψη πρέπει να θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή, εκτός εάν, μέχρι το τέλος της ορισθείσας περιόδου, έχουν ληφθεί από τον Γενικό Διευθυντή επίσημες δηλώσεις διαφωνίας από περισσότερα από το 40 τοις εκατό των Μελών που έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση και που αντιπροσωπεύουν όχι λιγότερο από το 40 τοις εκατό της ολικής χωρητικότητας πλοίων των Μελών που έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση.

8. Τροποποίηση που θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή θα τίθεται σε ισχύ έξι μήνες μετά το πέρας της ορισθείσας περιόδου για όλα τα «Μέλη που επικύρωσαν», εκτός από αυτά που είχαν εκφράσει επίσημα τη διαφωνία τους σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος Αρθρου και δεν έχουν αποσύρει την εν λόγω διαφωνία σύμφωνα με την παράγραφο 11. Εντούτοις:

(α) πριν από το πέρας της ορισθείσας περιόδου, οποιοδήποτε «Μέλος που επικύρωσε» μπορεί να ενημερώσει τον Γενικό Διευθυντή ότι θα δεσμεύεται από την τροποποίηση μόνο μετά την επακόλουθη ρητή γνωστοποίηση της αποδοχής του, και

(β) πριν από την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ της τροποποίησης, οποιοδήποτε «Μέλος που επικύρωσε» μπορεί να ενημερώσει τον Γενικό Διευθυντή ότι δεν θα εφαρμόσει την εν λόγω τροποποίηση για συγκεκριμένη περίοδο.

9. Τροποποίηση που υπόκειται στη γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 8(α) του παρόντος Άρθρου τίθεται σε ισχύ για το Μέλος που προέβη στην εν λόγω γνωστοποίηση έξι μήνες αφότου το Μέλος έχει ενημερώσει τον Γενικό Διευθυντή για την αποδοχή της τροποποίησης ή την ημερομηνία κατά την οποία η τροποποίηση τίθεται για πρώτη φορά σε ισχύ, όποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη της άλλης.

10. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 8(β) του παρόντος Άρθρου δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα έτος από την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ η τροποποίηση ή την οποιαδήποτε μεγαλύτερης διάρκειας περίοδο που καθορίσθηκε από τη Συνδιάσκεψη κατά το χρόνο έγκρισης της τροποποίησης.

11. Μέλος που έχει εκφράσει επίσημα όπ διαφωνεί με μια τροποποίηση μπορεί να αποσύρει τη διαφωνία του ανά πάσα στιγμή. Εάν η γνωστοποίηση της εν λόγω απόσυρσης παραληφθεί από τον Γενικό Διευθυντή μετά τη θέση σε ισχύ της τροποποίησης η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ για το Μέλος έξι μήνες μετά την ημερομηνία καταχώρησης της γνωστοποίησης.

12. Μετά τη θέση σε ισχύ μιας τροποποίησης, η Σύμβαση μπορεί να επικυρωθεί μόνο στην τροποποιημένη μορφή της.

13. Στο βαθμό που ένα πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας σχετίζεται με θέματα που καλύπτονται από τροποποίηση της Σύμβασης η οποία τέθηκε σε ισχύ:

(α) Μέλος που έχει αποδεχθεί πιν εν λόγω τροποποίηση δεν υποχρεούται να επεκτείνει το όφελος της Σύμβασης σε σχέση με τα πιστοποιητικά ναυτικής εργασίας που εκδίδονται για πλοία που φέρουν τη σημαία άλλου Μέλους, το οποίο: (αα) σύμφωνα με πιν παράγραφο 7 του παρόντος Άρθρου, έχει εκφράσει επίσημα ότι διαφωνεί με την τροποποίηση και δεν έχει αποσύρει την εν λόγω διαφωνία, ή (ββ) σύμφωνα με την παράγραφο 8(α) του παρόντος Άρθρου, έχει ενημερώσει ότι η αποδοχή του υπόκειται στη μεταγενέστερη ρητή γνωστοποίησή του και δεν έχει αποδεχθεί την τροποποίηση, και

(β) Μέλος που έχει αποδεχθεί την τροποποίηση πρέπει να επεκτείνει το όφελος της Σύμβασης σε σχέση με τα πιστοποιητκά ναυτικής εργασίας που εκδίδονται για πλοία που φέρουν τη σημαία άλλου Μέλους, το οποίο έχει γνωστοποιήσει, σύμφωνα με την παράγραφο 8(β) του παρόντος Άρθρου, ότι δεν θα εφαρμόσει την εν λόγω τροποποίηση για την περίοδο που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 10 του παρόντος Άρθρου.
Άρθρο 16
ΑΥΘΕΝΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

Η αγγλική και η γαλλική έκδοση του κειμένου της παρούσας Σύμβασης είναι εξίσου αυθεντικές.
ΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΙ Ο ΚΩΔΙΚΑΣ
ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΕΠΙ ΠΛΟΙΟΥ

Κανονισμός 1.1 – Ελάχιστο όριο ηλικίας

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι κανένα ανήλικο πρόσωπο δεν θα εργάζεται επί πλοίου.

1. Κανένα πρόσωπο κάτω του ελαχίστου ορίου ηλικίας δεν πρέπει να προσλαμβάνεται ή να απασχολείται ή να εργάζεται σε πλοίο.

2. Το ελάχιστο όριο ηλικίας κατά το χρόνο της αρχικής θέσης σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης είναι τα 16 έτη.

3. Υψηλότερο όριο ελάχιστης ηλικίας πρέπει να απαιτείται στις περιστάσεις που παρατίθενται στον Κώδικα.

Πρότυπο Α1.1 – Ελάχιστο όριο ηλικίας

1. Η πρόσληψη, απασχόληση ή εργασία επί πλοίου οποιουδήποτε προσώπου ηλικίας μικρότερης των 16 ετών απαγορεύεται.

2. Νυχτερινή εργασία ναυτικών κάτω της ηλικίας των 18 ετών απαγορεύεται. Για τους σκοπούς του παρόντος Πρότυπου, η «νύχτα» πρέπει να ορίζεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική. Πρέπει να καλύπτει μια περίοδο τουλάχιστον εννέα ωρών που αρχίζει όχι αργότερα από τα μεσάνυχτα και τελειώνει όχι νωρίτερα από τις 5 π.μ.

3. Εξαίρεση από την αυστηρή συμμόρφωση με τον περιορισμό περί νυχτερινής εργασίας μπορεί να γίνει από την αρμόδια αρχή όταν:

(α) παρεμποδίζεται η αποτελεσματική εκπαίδευση των ναυτικών που αφορά, σύμφωνα με τα θεσπισμένα προγράμματα και χρονοδιαγράμματα, ή

(β) η ειδική φύση του καθήκοντος ή ένα αναγνωρισμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης απαιτεί από τους ναυτικούς που καλύπτονται από την εξαίρεση να εκτελούν καθήκοντα τη νύχτα και η αρχή καθορίζει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, ότι η εργασία δεν θα είναι επιβλαβής για την υγεία ή την ευημερία τους.

4. Η πρόσληψη, απασχόληση ή εργασία των ναυτικών ηλικίας μικρότερης των 18 ετών απαγορεύεται όταν η εργασία ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την υγεία ή την ασφάλεια τους.Οι τύποι της εργασίας αυτής πρέπει να καθορίζονται από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ήαπό την αρμόδια αρχή, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις τωνπλοιοκτητών και των ναυτικών, σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή πρότυπα. Οδηγία Β1.1 – Ελάχιστο όριο ηλικίας 1. Οταν ρυθμίζουν τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, τα Μέλη θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των νέων προσώπων ηλικίας μικρότερης των 18 ετών.

Κανονισμός 1.2- Ιατρικό πιστοποιητικό

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι ναυτικοί είναι ιατρικώς κατάλληλοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους στη θάλασσα

1. Οι ναυτικοί δεν πρέπει να εργάζονται επί πλοίου, εκτός εάν είναι πιστοποιημένοι ως ιατρικώς κατάλληλοι να εκτελούν τα καθήκοντα τους.

2. Εξαιρέσεις μπορεί να επιτρέπονται μόνο όπως καθορίζεται στον Κώδικα. Πρότυπο Α1.2 – Ιατρικό πιστοποιητικό

1. Η αρμόδια αρχή πρέπει να απαιτεί ότι, πριν από την έναρξη εργασίας επί πλοίου, οι ναυτικοί κατέχουν έγκυρο ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι είναι ιατρικώς κατάλληλοι να εκτελούν τα καθήκοντα που θα τους ανατεθούν στη θάλασσα.

2. Με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι τα ιατρικά πιστοποιητικά αντανακλούν γνησίως την κατάσταση της υγείας των ναυτικών, υπό το φως των καθηκόντων που πρόκειται να εκτελέσουν, η αρμόδια αρχή πρέπει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ισχύουσες διεθνείς Οδηγίες που αναφέρονται στο Μέρος Β του παρόντος Κώδικα, να καθορίσει τη φύση της ιατρικής εξέτασης και του πιστοποιητικού.

3. Το παρόν Πρότυπο ισχύει υπό την επιφύλαξη της Διεθνούς Σύμβασης για τα Πρότυπα Εκπαίδευσης, Έκδοσης Πιστοποιητικών και Τήρησης φυλακών των Ναυτικών, 1978, όπως τροποποιήθηκε (“STCW”). Ιατρικό τπστοποιητικό που εκδόθηκε σύμφωνα με τις απαπήσεις της STCW πρέπει να γίνεται αποδεκτό από την αρμόδια αρχή, για το σκοπό του Κανονισμού 1.2. Ιατρικό πιστοποιητικό που πληροί την ουσία των απαιτήσεων αυτών, στην περίπτωση ναυτικών που δεν καλύπτονται από την STCW, πρέπει ομοίως να γίνεται αποδεκτό.

4. Το ιατρικό πιστοποιητικό πρέπει να εκδίδεται από δεόντως προσοντούχο επαγγελματία ιατρό ή, σε περίπτωση πιστοποιητικού που αφορά αποκλειστικά στην όραση, από πρόσωπο αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή ως προσοντούχο για την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού. Οι ιατροί πρέπει να απολαμβάνουν πλήρη επαγγελματική ανεξαρτησία κατά την άσκηση της ιατρικής τους κρίσης όταν αναλαμβάνουν να διενεργήσουν διαδικασίες ιατρικής εξέτασης.

5. Σε ναυτικούς στους οποίους αρνήθηκε η έκδοση πιστοποιητικού ή στους οποίους επιβλήθηκε περιορισμός στην ικανότητά τους να εργάζονται, ιδιαίτερα σε σχέση με τον χρόνο, τον τομέα εργασίας ή την περιοχή πλόων, πρέπει να δίνεται η ευκαιρία για περαιτέρω εξέταση από άλλον ανεξάρτητο επαγγελματία ιατρό ή από ανεξάρτητο ιατρικό διαιτητή. 6. Κάθε ιατρικό πιστοποιητικό πρέπει να αναφέρει συγκεκριμένα ότι:

(α) η ακοή και η όραση του εν λόγω ναυτικού και η αντίληψη χρωμάτων σε περίπτωση ναυτικού που θα απασχοληθεί σε ειδικότητες όπου η καταλληλότητα για την εργασία που θα εκτελεστεί ενδέχεται να επηρεαστεί από ελλιπή αντίληψη χρωμάτων, είναι ικανοποιητικές, και

(β) ο εν λόγω ναυτικός δεν πάσχει από οποιαδήποτε ιατρική πάθηση που ενδέχεται να επιδεινωθεί λόγω της υπηρεσίας στη θάλασσα ή να καταστήσει τον ναυτικό ακατάλληλο για αυτήν την υπηρεσία ή να θέσει σε κίνδυνο την υγεία άλλων ατόμων επί του πλοίου.

7. Εκτός εάν απαιτείται μικρότερη περίοδος λόγω των συγκεκριμένων καθηκόντων που θα εκτελεστούν από τον εν λόγω ναυτικό ή εάν απαιτείται από την STCW:

(α) ιατρικό πιστοποιητικό πρέπει να ισχύει για μέγιστη περίοδο δύο ετών, εκτός εάν ο ναυτικός είναι ηλικίας μικρότερης των 18 ετών, οπότε η μέγιστη περίοδος ισχύος πρέπει να είναι ένα έτος,

(β) η πιστοποίηση της αντίληψης χρωμάτων πρέπει να ισχύει για μέγιστη περίοδο έξι ετών.

8. Σε επείγουσες περιπτώσεις, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει σε ναυτικό να εργάζεται χωρίς ιατρικό πιστοποιητικό σε ισχύ έως τον επόμενα λιμένα κατάπλου όπου ο ναυτικός μπορεί να αποκτήσει ιατρικό πιστοποιητικό από διπλωματούχο επαγγελματία ιατρό, υπό την προϋπόθεση ότι: (α) η περίοδος της άδειας αυτής δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, και

(β) ο εν λόγω ναυτικός κατέχει ιατρικό πιστοποιητικό που έχει λήξει προσφάτως.

9. Εάν η περίοδος ισχύος του πιοτοποιητκού λήγει κατά τη διάρκεια του πλου, το πιστοποιητικό εξακολουθεί να ισχύει έως τον επόμενο λιμένα κατάπλου, όπου ο ναυτικός μπορεί να αποκτήσει ιατρικό πιστοποιητικό από προσοντούχο επαγγελματία ιατρό, υπό την προϋπόθεση ότι η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες. 10. Τα ιατρικά πιστοποιητικά για ναυτικούς που εργάζονται επί πλοίων που απασχολούνται τακτικώς σε διεθνείς πλόες πρέπει τουλάχιστον να παρέχονται στην Αγγλική γλώσσα.

Οδηγία Β1.2 – Ιατρικό πιστοποιηπκό Οδηγία Β1.2.1 – Διεθνείς οδηγίες

1. Η αρμόδια αρχή, οι επαγγελματίες ιατροί, οι εξεταστές, οι πλοιοκτήτες, οι εκπρόσωποι των ναυτικών και κάθε άλλο πρόσωπο που ασχολείται με τη διενέργεια εξετάσεων ιατρικής καταλληλότητας υποψήφιων ναυτικών και υπηρετούντων ναυτικών θα πρέπει να ακολουθούν της Οδηγίες των Δ.O.E/Π.Ο.Υ. για τη Διενέργεια Αρχικής (Πριν τη Θαλάσσια Υπηρεσία) και Περιοδικών Εξετάσεων Ιατρικής Καταλληλότητας Ναυτικών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μεταγενέστερων εκδόσεων και όποιες άλλες διεθνείς οδηγίες που εφαρμόζονται και έχουν δημοσιευθεί από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό ή τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Κανονισμός 1.3 – Εκπαίδευση και προσόντα Σκοπός:

Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί είναι εκπαιδευμένοι ή έχουν τα προσόντα για να εκτελέσουν τα καθήκοντα τους επί του πλοίου

1. Οι ναυτικοί δεν πρέπει να εργάζονται σε πλοίο, εκτός εάν είναι εκπαιδευμένοι ή πιστοποιημένοι ως ικανοί ή ως άλλως έχοντες τα προσόντα να εκτελέσουν τα καθήκοντα τους.

2. Οι ναυτικοί δεν επιτρέπεται να εργάζονται σε πλοίο, εκτός εάν έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία εκπαίδευση για την προσωπική ασφάλεια επί του πλοίου.

3. Εκπαίδευση και πιστοποίηση σύμφωνα με τα υποχρεωτικά όργανα που υιοθέτησε ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός πρέπει να θεωρείται ότι πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος Κανονισμού.

4. Κάθε Μέλος το οποίο, κατά το χρόνο που επικύρωσε την παρούσα Σύμβαση, δεσμευόταν από τη Σύμβαση για Πιστοποίηση Ικανών Ναυτικών, 1946 (Νο.74), θα συνεχίσει να εκτελεί τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την εν λόγω Σύμβαση, εκτός εάν και έως ότου υποχρεωτικές διατάξεις που καλύπτουν το σχετικό αντικείμενο θέματος υιοθετηθούν από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό και τεθούν σε ισχύ ή έως ότου περάσουν πέντε έτη από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου VIII, όποια ημερομηνία είναι προγενέστερη της άλλης.

Κανονισμός 1.4 – Ναυτολόγηση και Εύρεση Εργασίας

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί έχουν πρόσβαση σε ένα αποτελεσματικό και ορθώς ρυθμισμένο σύστημα ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών 1. Όλοι οι ναυτικοί πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ένα αποτελεσματικό, κατάλληλο και υπεύθυνο σύστημα για την εύρεση εργασίας επί πλοίου χωρίς χρέωση για τους ναυτικούς.

2. Οι υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που λειτουργούν στην επικράτεια ενός Μέλους πρέπει να συμμορφώνονται με τα πρότυπα που παρατίθενται στον Κώδικα.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί, σε σχέση με ναυτικούς που εργάζονται σε πλοία που φέρουν τη σημαία του, ότι οι πλοιοκτήτες που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας που εδρεύουν σε χώρες ή επικράτειες στις οποίες η παρούσα Σύμβαση δεν εφαρμόζεται, εξασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες αυτές συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που παρατίθενται στον Κώδικα.

Πρότυπο Α1.4 – Ναυτολόγηση και Εύρεση Εργασίας

1. Κάθε Μέλος που λειτουργεί δημόσια υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών πρέπει να εξασφαλίζει ότι η υπηρεσία λειτουργεί με τακτικό τρόπο που προστατεύει και προάγει τα δικαιώματα απασχόλησης των ναυτικών, όπως προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση.

2. Οταν ένα Μέλος έχει ιδιωτικές υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που λειτουργούν στην επικράτειά του, των οποίων ο πρωταρχικός σκοπός είναι η ναυτολόγηση και η εύρεση εργασίας σε ναυτικούς ή οι οποίες ναυτολογούν και ευρίσκουν εργασία σε σημαντικό αριθμό ναυτικών, πρέπει να λειτουργούν μόνο σύμφωνα με ένα τυποποιημένο σύστημα αδειοδότησης ή πιστοποίησης ή άλλου είδους κανονισμό. Το εν λόγω σύστημα πρέπει να θεσπίζεται, να τροποποιείται ή να αλλάζει μόνο ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν η παρούσα Σύμβαση ισχύει για ιδιωτική υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας, το θέμα θα ρυθμίζεται από την αρμόδια αρχή κάθε Μέλους ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφφόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών. Αδικαιολόγητη αύξηση του αριθμού ιδιωτικών υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών δεν πρέπει να ενθαρρύνεται.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος Προτύπου πρέπει επίσης να ισχύουν

– στο βαθμό που καθορίζονται ως κατάλληλες από την αρμόδια αρχή, σε διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών

– και στο πλαίσιο των υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας που η λειτουργία τους γίνεται από οργάνωση ναυτικών στην επικράτεια του Μέλους για την προσφορά ναυτικών εθνικότητας του Μέλους σε πλοία που φέρουν τη σημαία του.

Οι υπηρεσίες που καλύπτονται από την παρούσα παράγραφο είναι εκείνες που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις

(α) η υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας λειτουργεί σύμφωνα με συλλογική σύμβαση εργασίας ανάμεσα στην εν λόγω οργάνωση και στον πλοιοκτήτη,

(β) τόσο η οργάνωση ναυτικών όσο και ο πλοιοκτήτης εδρεύουν στην επικράτεια του Μέλους,

(γ) το Μέλος έχει εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή μια διαδικασία για να εξουσιοδοτεί ή να καταχωρεί τη συλλογική σύμβαση εργασίας επιτρέποντας τη λειτουργία της υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας, και

(δ) η υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας λεπουργεί με τακτικό τρόπο και έχουν θεσπιστεί μέτρα, για να προστατεύουν και να προάγουν τα δικαιώματα απασχόλησης των ναυτικών, συγκρίσιμα με εκείνα που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος Προτύπου.

4. Καμία διάταξη του παρόντος Προτύπου ή του Κανονισμού 1.4 δεν πρέπει να θεωρείται ότι:

(α) εμποδίζει ένα Μέλος από το να διατηρεί ελεύθερη δημόσια υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών στο πλαίσιο πολιτικής για την ικανοποίηση των αναγκών των ναυτικών και των πλοιοκτητών, είτε η εν λόγω υπηρεσία αποτελεί μέρος είτε συντονίζεται από δημόσια υπηρεσία απασχόλησης για όλους τους εργαζομένους και εργοδότες, ή

(β) επιβάλλει σε κάποιο Μέλος την υποχρέωση να θεσπίσει ένα σύστημα για τη λειτουργία ιδιωτικών υπηρεσιών ναυτολόγησης ή εύρεσης εργασίας στην επικράτεια του.

5. Μέλος, που υιοθετεί το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος Προτύπου, πρέπει στους νόμους και τους κανονισμούς του ή σε άλλα μέτρα τουλάχιστον να:

(α) απαγορεύει στις υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών να χρησιμοποιούν μέσα, μηχανισμούς ή καταλόγους που στοχεύουν να εμποδίσουν ή να αποτρέψουν τους ναυτικούς από την εύρεση απασχόλησης για ην οποία έχουν τα προσόντα,

(β) απαιτεί ότι καμία αμοιβή ή άλλες χρεώσεις για ναυτολόγηση ή εύρεση ή για παροχή εργασίας σε ναυτικούς δεν βαρύνουν άμεσα ή έμμεσα, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, τους ναυτικούς, εκτός του κόστους για την απόκτηση από τον ναυτικό του εθνικού θεσπισμένου ιατρικού πιστοποιητικού, του εθνικού φυλλαδίου ναυτικού και του διαβατηρίου ή άλλων παρόμοιων ατομικών ταξιδιωτικών εγγράφων, τα οποία δεν περιλαμβάνουν ωστόσο το κόστος για θεώρηση εισόδου (visa), το οποίο βαρύνει τον πλοιοκτήτη, και

(γ) εξασφαλίσει ότι οι υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που λειτουργούν στην επικράτειά του:

(αα) διατηρούν ενημερωμένο μητρώο όλων των ναυτικών που ναυτολογήθηκαν ή βρήκαν εργασία μέσω αυτών, το οποίο να είναι διαθέσιμο στην αρμόδια αρχή για επιθεώρηση,

(ββ) βεβαιώνουν ότι οι ναυτικοί ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματα και τα καθήκοντά τους, σύμφωνα με τις συμβάσεις εργασίας τους, πριν από ή κατά τη διαδικασία της πρόσληψης και ότι γίνονται κατάλληλες διευθετήσεις ώστε οι ναυτικοί να εξετάσουν τις συμβάσεις εργασίας τους πριν και μετά την υπογραφή τους και να λάβουν αντίγραφο των συμβάσεων,

(γγ) επιβεβαιώνουν ότι οι ναυτικοί που ναυτολογήθηκαν ή βρήκαν εργασία από αυτές είναι προσοντούχοι και διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα για τη σχετική εργασία και ότι οι συμβάσεις εργασίας των ναυτικών είναι σύμφωνες με τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς και τυχόν συλλογκές συμβάσεις εργασίας που αποτελούν μέρος της σύμβασης εργασίας,

(δδ) εξασφαλίζουν, κατά το δυνατόν, ότι ο πλοιοκτήτης διαθέτει τα μέσα για να προστατεύσει τους ναυτικούς από το να εγκαταλειφθούν σε ξένο λιμένα,

(εε) εξετάζουν και ανταποκρίνονται σε οποιοδήποτε παράπονο που αφορά στις δραστηριότητές τους και ενημερώνουν την αρμόδια αρχή σχετικά με οποιαδήποτε παράπονα που δεν έχουν επιλυθεί,

(στστ) καθιερώνουν ένα σύστημα προστασίας μέσω ασφάλισης ή άλλου ισοδύναμου κατάλληλου μέτρου, για να αποζημιώνουν τους ναυτικούς για χρηματικές απώλειες που μπορεί να προκύψουν, ως αποτέλεσμα αποτυχίας της υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ή του εν λόγω πλοιοκτήτη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι αυτών σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας ναυτικών.

6. Η αρμόδια αρχή πρέπει να εποπτεύει στενά και να ελέγχει όλες τις υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που λειτουργούν στην επικράτεια του αντίστοιχου Μέλους. Οποιεσδήποτε άδειες ή πιστοποιητικά ή παρόμοιες εξουσιοδοτήσεις για τη λειτουργία ιδιωτικών υπηρεσιών στην επικράτεια χορηγούνται ή ανανεώνονται μόνο μετά την επιβεβαίωση ότι η ενδιαφερόμενη υπηρεσία ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών πληροί τις απαιτήσεις εθνικών νόμων και κανονισμών.

7. Η αρμόδια αρχή πρέπει να εξασφαλίζει ότι υπάρχουν επαρκείς μηχανισμοί και διαδικασίες για τη διερεύνηση, εάν χρειαστεί, παραπόνων που αφορούν στις δραστηριότητες των υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών, με τη συμμετοχή, όπως αρμόζει, εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

8. Κάθε Μέλος που έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση πρέπει, όσο είναι πρακτικά δυνατόν, να ενημερώνει τους υπηκόους του σχετικά με τα πιθανά προβλήματα εργασίας σε περίπτωση ναυτολόγησης σε πλοίο που φέρει τη σημαία Κράτους που δεν έχει επικυρώσει τη Σύμβαση, έως ότου ικανοποιηθεί ότι εφαρμόζονται πρότυπα ισοδύναμα με αυτά που καθορίζει η παρούσα Σύμβαση. Μέτρα που λαμβάνονται προς αυτή τη κατεύθυνση από το Μέλος που έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση δεν πρέπει να αντιτίθενται στην αρχή πις ελεύθερης μαακίνησης εργαζομένων που ορίζουν οι συνθήκες στις οποίες τα δύο Κράτη μπορεί να μετέχουν.

9. Κάθε Μέλος που έχει επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση πρέπει να απαιτεί από τους πλοιοκτήτες των πλοίων που φέρουν τη σημαία του, οι οποίοι χρησιμοποιούν υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που εδρεύουν σε χώρες ή επικράτειες, όπου δεν εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση, να εξασφαλίζουν όσο είναι πρακτικά δυνατόν ότι οι υπηρεσίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου.

10. Καμία διάταξη του παρόντος Προτύπου δεν πρέπει να νοείται ότι μειώνει τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες των πλοιοκτητών ή του Μέλους όσον αφορά τα πλοία που φέρουν τη σημαία του.

Οδηγία Β1.4 – Ναυτολόγηση και Εύρεση Εργασίας Οδηγία Β1.4.1 – Οργανωτικές και λειτουργικές οδηγίες

1. Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της σύμφωνα με το Πρότυπο Α 1.4, παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξετάζει:

(α) τη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την προώθηση αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας, είτε είναι δημόσιες είτε ιδιωτικές,

(β) τις ανάγκες της ναυτιλιακής βιομηχανίας τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, όταν αναπτύσσει προγράμματα εκπαίδευσης για ναυτικούς που αποτελούν μέρος του πληρώματος πλοίου, το οποίο είναι υπεύθυνο για την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την πρόληψη ρύπανσης, με τη συμμετοχή των πλοιοκτητών, των ναυτικών και των σχετικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων,

(γ) τη διαμόρφωση κατάλληλων ρυθμίσεων για τη συνεργασία των αντιπροσωπευπκών οργανώσεων πλοιοκτητών και ναυτικών κατά την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας, όπου υπάρχουν,

(δ) τον καθορισμό, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το δικαίωμα ιδιωτικού βίου και την ανάγκη προστασίας της εμπιστευτικότητας, των συνθηκών υπό τις οποίες οι υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών μπορούν να επεξεργάζονται τα προσωπικά δεδομένα των ναυτικών, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής, της αποθήκευσης, του συνδυασμού και της γνωστοποίησης αυτών των δεδομένων σε τρίτους,

(ε) τη διατήρηση ενός διακανονισμού για τη συλλογή και ανάλυση όλων των σχετικών πληροφοριών που αφορούν στην αγορά ναυτικής εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της τρέχουσας και της αναμενόμενης προσφοράς ναυτικών που εργάζονται ως πλήρωμα, κατηγοριοποιημένες ανά ηλικία, φύλο, βαθμό και προσόντα, και των απαιτήσεων της βιομηχανίας, τη συλλογή δεδομένων για την ηλικία ή το φύλο, που επιτρέπεται μόνο για στατιστικούς λόγους ή εάν χρησιμοποιείται στο πλαίσιο προγράμματος πρόληψης των διακρίσεων που βασίζονται στην ηλικία ή το φύλο,

(στ) την εξασφάλιση ότι το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία των δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών, ως πλήρωμα πλοίου με ευθύνη για την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την πρόληψη της ρύπανσης, έχουν λάβει επαρκή εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης εγκεκριμένης εμπειρίας σε θαλάσσια υπηρεσία και έχουν σχετικές γνώσεις της ναυτιλιακής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών ναυτιλιακών διεθνών οργάνων για τα πρότυπα εκπαίδευσης, πιστοποίησης και εργασίας,

(ζ) τη θέσπιση προτύπων λειτουργίας και την υιοθέτηση κωδικών συμπεριφοράς και δεοντολογικών πρακτικών για τις υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών, και

(η) την άσκηση εποπτείας του συστήματος αδειοδότησης ή πιστοποίησης στη βάση ενός συστήματος προτύπων ποιότητας.

2. Κατά τη δημιουργία του συστήματος που αναφέρεται στο Πρότυπο Α1.4, παράγραφο 2, κάθε Μέλος πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να απαιτήσει από τις υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που εδρεύουν στην επικράτεια του να αναπτύξουν και να διατηρούν πρακτικές λεπουργίας που είναι επαληθεύσιμες. Οι εν λόγω πρακτικές λειτουργίας για τις ιδιωτικές υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών και στο βαθμό που εφαρμόζονται για τις δημόσιες υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τα ακόλουθα θέματα:

(α) ιατρικές εξετάσεις, έγγραφα ταυτότητας ναυτικών και όποια άλλα δικαιολογητικά που μπορεί να απαιτούνται για την εύρεση εργασίας ναυτικού,

(β) διατήρηση, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το δικαίωμα ιδιωτικού βίου και την ανάγκη προστασίας της εμπιστευτικότητας, πλήρων και ολοκληρωμένων αρχείων των ναυτικών που περιλαμβάνονται στο σύστημα ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας τους, τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα χωρίς να περιορίζονται σε αυτά:

(αα) τα προσόντα των ναυτικών,

(ββ) το ιστορικό απασχόλησης,

(γγ) προσωπικά στοιχεία σχετικά με την απασχόληση,

και (δδ) ιατρικά στοιχεία σχετικά με την απασχόληση,

(γ) διατήρηση ενημερωμένων καταλόγων των πλοίων στα οποία οι υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών προσφέρουν ναυτικούς και εξασφάλιση ότι υπάρχει τρόπος με τον οποίο είναι δυνατή η επικοινωνία με τις εν λόγω υπηρεσίες σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης όλες τις ώρες,

(δ) διαδικασίες εξασφάλισης ότι οι ναυτικοί δεν υπόκεινται σε εκμετάλλευση από τις υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών ή το προσωπικό τους, σε σχέση με την προσφορά εργασίας σε συγκεκριμένα πλοία ή από συγκεκριμένες εταιρείες,

(ε) διαδικασίες πρόληψης περιπτώσεων εκμετάλλευσης των ναυτικών που προκύπτουν από το ζήτημα της διάθεσης προκαταβολών για τη ναυτολόγηση ή άλλης οικονομικής συναλλαγής μεταξύ του πλοιοκτήτη και των ναυτικών, που χειρίζονται οι υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών,

(στ) πλήρης δημοσιοποίηση εξόδων, εάν υπάρχουν, τα οποία αναμένεται να βαρύνουν τον ναυτικό στη διαδικασία ναυτολόγησης,

(ζ) εξασφάλιση ότι οι ναυτικοί ενημερώνονται για οποιεσδήποτε ιδιαίτερες συνθήκες ισχύουν για τη θέση εργασίας στην οποία θα απασχοληθούν και για τις πολιτικές του συγκεκριμένου πλοιοκτήτη σε σχέση με την απασχόληση τους,

(η) διαδικασίες που είναι σύμφωνες με τις κοινές αρχές δικαιοσύνης για την αντιμετώπιση περιπτώσεων ανικανότητας ή απειθαρχίας σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους, την πρακτική και, εφόσον έχουν εφαρμογή, με τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας,

(θ) διαδικασίες εξασφάλισης, όσο είναι εφικτό, ότι όλα τα υποχρεωτικά πιστοποιητικά και έγγραφα που υποβάλλονται για την απασχόληση είναι ενημερωμένα και δεν έχουν αποκτηθεί με δόλιο τρόπο και ότι οι συστατικές επιστολές επαληθεύονται,

(ι) διαδικασίες εξασφάλισης ότι τα αιτήματα για πληροφορίες ή συμβουλές από οικογένειες ναυτικών, ενώ οι ναυτικοί εκτελούν θαλάσσια υπηρεσία αντιμετωπίζονται, ταχέως και με συμπάθεια και χωρίς κόστος, και

(ια) επιβεβαίωση ότι οι συνθήκες εργασίας στα πλοία που βρίσκουν εργασία οι ναυτικοί είναι σύμφωνες με τις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας που συνάπτονται μεταξύ του πλοιοκτήτη και της αντιπροσωπευτικής οργάνωσης ναυτικών και, ως θέμα πολιτικής, προσφορά ναυτικών μόνο σε πλοιοιαήτες που παρέχουν όρους και συνθήκες εργασίας στους ναυτικούς, που συμμορφώνονται με τους ισχύοντες νόμους ή κανονισμούς ή συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

3. Πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο ενθάρρυνσης της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ Μελών και αρμόδιων οργανισμών, όπως:

(α) συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη ναυτιλιακή βιομηχανία και την αγορά εργασίας σε διμερή, περιφερειακή και πολυμερή βάση,

(β) ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη ναυτιλιακή εργατική νομοθεσία,

(γ) εναρμόνιση πολιτικών, μεθόδων εργασίας και νομοθεσίας που διέπουν τη ναυτολόγηση και εύρεση εργασίας ναυτικών,

(δ) βελτίωση των διαδικασιών και συνθηκών για τη διεθνή ναυτολόγηση και εύρεση εργασίας ναυτικών, και

(ε) σχεδιασμός εργατικού δυναμικού, λαμβάνοντας υπόψη την προσφορά και τη ζήτηση ναυτικών και τις απαιτήσεις της ναυτιλιακής βιομηχανίας.
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Κανονισμός 2.1 – Συμβάσεις εργασίας ναυτικών

Σκοπός: Να διασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί διαθέτουν δίκαιη σύμβαση εργασίας

1. Οι όροι και οι συνθήκες εργασίας του ναυτικού πρέπει να καθορίζονται ή να αναφέρονται σε σαφή, γραπτή, νομικώς εκτελεστή σύμβαση και πρέπει να συνάδουν με τα πρότυπα που παρατίθενται στον Κώδικα.

2. Οι συμβάσεις εργασίας των ναυτικών πρέπει να συνάπτονται από τον ναυτικό υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν ότι ο ναυτικός έχει την ευκαιρία να αναθεωρήσει και να αναζητήσει συμβουλές σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις της σύμβασης και ότι πριν υπογράψει τους αποδέχεται ελεύθερα.

3. Στο βαθμό που είναι συμβατό με την εθνικό δίκαιο και πρακτική του Μέλους, οι συμβάσεις εργασίας των ναυτικών πρέπει να θεωρείται ότι ενσωματώνουν οποιεσδήποτε συλλογικές συμβάσεις εργασίας που εφαρμόζονται.

Πρότυπο Α2.1 – Συμβάσεις εργασίας ναυτικών

1. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους ή κανονισμούς που απαιτούν από τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να συμμορφώνονται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

(α) οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που φέρουν τη σημαία του πρέπει να διαθέτουν σύμβαση εργασίας ναυτικών, υπογεγραμμένη τόσο από τον ναυτικό όσο και από τον πλοιοκτήτη ή από εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη (ή, όταν δεν είναι υπάλληλοι, απόδειξη συμβατικών ή παρόμοιων διακανονισμών), που να τους παρέχει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου, όπως απαιτεί η παρούσα Σύμβαση,

(β) στους ναυτικούς που υπογράφουν σύμβαση εργασίας ναυτικών πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να εξετάσουν και να αναζητήσουν συμβουλές για τη σύμβαση πριν υπογράψουν, καθώς και άλλες τέτοιες διευκολύνσεις, όσες είναι απαραίτητες για να εξασφαλιστεί ότι έχουν ελευθέρως συνάψει μια σύμβαση με επαρκή κατανόηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων τους,

(γ) ο ενδιαφερόμενος πλοιοκτήτης και ναυτικός λαμβάνουν έκαστος υπογεγραμμένο πρωτότυπο της σύμβασης εργασίας ναυτικού,

(δ) πρέπει να ληφθούν μέτρα που να εξασφαλίζουν ότι οι ναυτικοί, συμπεριλαμβανομένου του πλοιάρχου, μπορούν να αποκτούν με εύκολο τρόπο επί του πλοίου σαφείς πληροφορίες για τις συνθήκες απασχόλησής τους και ότι οι εν λόγω πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του αντίγραφου της σύμβασης εργασίας ναυτικών, είναι επίσης προσβάσιμες για έλεγχο από αξιωματούχους της αρμόδιας αρχής συμπεριλαμβανομένων εκείνων στους λιμένες προσέγγισης, και

(ε) οι ναυτικοί πρέπει να λαμβάνουν έγγραφο που να περιέχει το αρχείο της απασχόλησής τους επί του πλοίου.

2. Όταν μια συλλογική σύμβαση εργασίας αποτελεί το σύνολο ή μέρος της σύμβασης εργασίας ενός ναυτικού, αντίγραφο της εν λόγω σύμβασης πρέπει να είναι διαθέσιμο επί του πλοίου. Όταν η γλώσσα της σύμβασης εργασίας του ναυτικού και οποιασδήποτε συλλογικής σύμβασης εργασίας που εφαρμόζεται δεν είναι η Αγγλική, τα ακόλουθα πρέπει να είναι επίσης διαθέσιμα στην Αγγλική γλώσσα (με εξαίρεση τα πλοία που εκτελούν μόνο εσωτερικούς πλόες):

(α) αντίγραφο του τυποποιημένου εντύπου της σύμβασης, και

(β) τα μέρη της συλλογικής σύμβασης εργασίας που υπόκεινται σε επιθεώρηση του Κράτους λιμένα υπό τον Κανονισμό 5.2. 3. Το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1(ε) του παρόντος Προτύπου δεν πρέπει να περιέχει καμία δήλωση σχετικά με την ποιότητα της εργασίας των ναυτικών ή σχετικά με τους μισθούς τους. Ο τύπος του εγγράφου, τα στοιχεία που πρέπει να εγγράφονται και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να καταχωρούνται τα εν λόγω στοιχεία σε αυτό πρέπει να προσδιορίζονται από την εθνική νομοθεσία.

4. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς που να προσδιορίζουν τα θέματα που πρέπει να περιλαμβάνονται σε όλες τις συμβάσεις εργασίας ναυτικών που διέπονται από την εθνική νομοθεσία του. Οι συμβάσεις εργασίας ναυτικών πρέπει να περιέχουν, σε κάθε περίπτωση, τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) το ονοματεπώνυμο (πλήρες όνομα) του ναυτικού, ημερομηνία γέννησης ή ηλικία και τόπο γέννησης, (β) το όνομα και τη διεύθυνση του πλοιοκτήτη,

(γ) τον τόπο και την ημερομηνία κατά την οποία συνήφθη η σύμβαση ναυτικής εργασίας,

(δ) την ειδικότητα με την οποία θα απασχολείται ο ναυτικός,

(ε) το ποσό των μισθών του ναυτικού ή, όπου αρμόζει, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του,

(στ) τις ημέρες της ετήσιας άδειας μετ` αποδοχών ή, όπου αρμόζει, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της,

(ζ) τη λύση της σύμβασης κα τις προϋποθέσεις γι` αυτή, συμπεριλαμβάνοντας τα ακόλουθα:

(αα) εάν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οποιοδήποτε μέρος έχει το δικαίωμα λύσης της καθώς και την απαιτούμενη περίοδο ειδοποίησης, η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη για τον πλοιοκτήτη από ότι για τον ναυτικό,

(ββ) εάν η σύμβαση είναι ορισμένου χρόνου, την ημερομηνία που ορίσθηκε για τη λήξη της, και

(γγ) εάν η σύμβαση συνάπτεται για ένα ταξίδι, τον λιμένα προορισμού και τον χρόνο που πρέπει να παρέλθει μετά τον κατάπλου για να απολυθεί ο ναυτικός,

(η) τα επιδόματα υγείας και προστασίας κοινωνικής ασφάλειας που πρέπει να παρέχονται στο ναυτικό από τον πλοιοκτήτη,

(θ) το δικαίωμα παλιννόστησης του ναυτικού,

(ι) αναφορά στη συλλογική σύμβαση εργασίας, όπου αρμόζει, και

(ια) κάθε άλλο στοιχείο που μπορεί να απαιτεί η εθνική νομοθεσία.

5. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους ή κανονισμούς που να καθορίζουν τις ελάχιστες περιόδους ειδοποίησης που πρέπει να δίδονται από τους ναυτικούς και τους πλοιοκτήτες για την πρόωρη λύση της σύμβασης εργασίας ναυτικού. Η διάρκεια των εν λόγω ελαχίστων περιόδων πρέπει να καθορίζεται ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, αλλά δεν πρέπει να είναι μικρότερη από επτά ημέρες.

6. Περίοδος ειδοποίησης μικρότερη από την ελάχιστη μπορεί να δίδεται σε περιπτώσεις που αναγνωρίζεται, από την εθνική νομοθεσία ή από κανονισμούς ή από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας που εφαρμόζονται, ότι δικαιολογούν τη λύση της σύμβασης εργασίας σε μικρότερη περίοδο ειδοποίησης ή χωρίς ειδοποίηση. Κατά τον καθορισμό των εν λόγω περιπτώσεων, κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη του ναυτικού να λύσει, χωρίς κυρώσεις, τη σύμβαση εργασίας με μκρότερη περίοδο ειδοποίησης ή χωρίς ειδοποίηση για λόγους ευσπλαχνίας ή άλλους επείγοντες λόγους.

Οδηγία Β2.1 – Συμβάσεις εργασίας ναυτικών

Οδηγία Β2.1.1 – Αρχείο απασχόλησης

1. Κατά τον καθορισμό των στοιχείων που πρέπει να εγγράφονται στο αρχείο απασχόλησης που αναφέρεται στο Πρότυπο Α2.1, παράγραφο 1(ε), κάθε Μέλος θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι το έγγραφο αυτό περιέχει επαρκείς πληροφορίες, με μετάφραση στην Αγγλική γλώσσα, για να διευκολύνει την απόκτηση περαιτέρω εργασίας ή να εκπληρώνει τις απαιτήσεις θαλάσσιας υπηρεσίας για αναβάθμιση ή προαγωγή. Βιβλίο απόλυσης ναυτικών μπορεί να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της παραγράφου 1(ε) του εν λόγω Προτύπου.

Κανονισμός 2.2- Μισθοί

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί πληρώνονται για τις υπηρεσίες τους 1. Όλοι οι ναυτικοί πρέπει να πληρώνονται για την εργασία τους τακτικά και πλήρως, σύμφωνα με τις συμβάσεις εργασίας τους. Πρότυπο Α2.2-Μισθοί 1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί οι πληρωμές που οφείλονται σε ναυτικούς που εργάζονται σε πλοία που φέρουν τη σημαία του, να γίνονται σε διαστήματα όχι μεγαλύτερα του ενός μηνός και σύμφωνα με οποιαδήποτε συλλογική σύμβαση εργασίας εφαρμόζεται.

2. Οι ναυτικοί πρέπει να λαμβάνουν μηνιαίο λογαριασμό των οφειλόμενων πληρωμών και των ποσών που καταβλήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των μισθών, των πρόσθετων πληρωμών και της συναλλαγματικής ισοτιμίας που χρησιμοποιήθηκε, όταν η πληρωμή έγινε σε νόμισμα ή με ισοτιμία διαφορετική από τη συμφωνημένη.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί οι πλοιοκτήτες να λαμβάνουν μέτρα, όπως αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος Προτύπου, που να παρέχουν στους ναυτικούς τρόπο αποστολής του συνόλου ή τμήματος των αποδοχών τους στις οικογένειες ή στα εξαρτώμενα μέλη ή στους νόμιμους δικαιούχους τους.

4. Μέτρα που εξασφαλίζουν ότι οι ναυτικοί μπορούν να αποστείλουν τις αποδοχές τους στις οικογένειές τους περιλαμβάνουν:

(α) σύστημα που να δίδει στους ναυτικούς τη δυνατότητα, κατά το χρόνο εισόδου τους στην εργασία ή κατά τη διάρκεια αυτής να κατανείμουν, εάν το επιθυμούν, ποσοστό του μισθού τους που θα εμβάζεται, μέσω τράπεζας ή με παρόμοια μέσα, ανά τακτά διαστήματα στις οικογένειες τους και

(β) απαίτηση ότι τα εισοδήματα αυτά πρέπει να εμβάζονται εγκαίρως και απευθείας στο πρόσωπο ή τα πρόσωπα που όρισαν οι ναυτικοί.

5. Οποιαδήποτε χρέωση για την υπηρεσία που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος Προτύπου πρέπει να είναι μέσα σε λογικά πλαίσια, όσον αφορά το ποσό, και η συναλλαγματική ισοτιμία, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, πρέπει να είναι, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς, η επικρατούσα ισοτιμία αγοράς ή η επίσημα δημοσιευμένη ισοτιμία και δεν πρέπει να είναι δυσμενής για τον ναυτικό.

6. Κάθε Μέλος που υιοθετεί εθνικούς νόμους ή κανονισμούς που διέπουν τους μισθούς των ναυτικών πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την καθοδήγηση που παρέχεται στο Μέρος Β του Κώδικα. Οδηγία Β2.2-Μισθοί

Οδηγία Β2.2.1 – Συγκεκριμένοι ορισμοί

1. Για το σκοπό της παρούσας Οδηγίας, ο όρος:

(α) ικανός ναυτικός σημαίνει κάθε ναυτικό που θεωρείται ικανός να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον που μπορεί να απαιτείται από βαθμοφόρο που υπηρετεί στο τμήμα καταστρώματος εκτός των καθηκόντων εποπτεύοντος ή εξειδικευμένου βαθμοφόρου, ή αυτός που ορίζεται ως τέτοιος από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή την πρακτική ή από συλλογική σύμβαση,

(β) βασική πληρωμή ή μισθός σημαίνει την πληρωμή, ανεξάρτητα από τη σύνθεσή της, για κανονικές ώρες εργασίας και δεν περιλαμβάνει πληρωμές για υπερωρίες, δώρα, επιδόματα, αδεία ή όποιες άλλες πρόσθετες αμοιβές,

(γ) ενοποιημένος μισθός σημαίνει τον μισθό ή τις αποδοχές που περιλαμβάνουν τον βασικό μισθό και άλλα επιδόματα που σχετίζονται με τον μισθό. Ο ενοποιημένος μισθός μπορεί να περιλαμβάνει αποζημίωση για όλες τις υπερωρίες που έχουν δουλευτεί και όλα τα επιδόματα που σχετίζονται με τον μισθό ή μπορεί να περιλαμβάνει μόνο ορισμένα επιδόματα σε μερική ενοποίηση,

(δ) ώρες εργασίας σημαίνουν τον χρόνο κατά τη διάρκεια του οποίου οι ναυτικοί πρέπει να εργάζονται για λογαριασμό του πλοίου,

(ε) υπερωρία σημαίνει τον χρόνο εργασίας πέραν των κανονικών ωρών εργασίας.

Οδηγία Β2.2.2 – Υπολογισμός και πληρωμή

1. Για ναυτικούς οι αποδοχές των οποίων περιλαμβάνουν ξεχωριστή αποζημίωση για υπερωρίες:

(α) για τον σκοπό του υπολογισμού των μισθών, οι κανονικές ώρες εργασίας στη θάλασσα και στο λιμένα δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις οκτώ ώρες ανά ημέρα,

(β) για τον σκοπό υπολογισμού των υπερωριών, ο αριθμός των κανονικών ωρών ανά εβδομάδα που καλύπτει η βασική πληρωμή ή ο μισθός θα πρέπει να ορίζεται από εθνικούς νόμους ή κανονισμούς, εάν δεν καθορίζεται από συλλογκές συμβάσεις αλλά δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες ανά εβδομάδα. Οι συλλογικές συμβάσεις μπορούν να προβλέπουν διαφορετική αλλά όχι λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση,

(γ) η αναλογία ή οι αναλογίες της αποζημίωσης για υπερωρίες, που δεν θα πρέπει να είναι μικρότερες από 1,25 φορές της βασικής αμοιβής ή του μισθού ανά ώρα, θα πρέπει να ορίζονται από εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή από συλλογικές συμβάσεις, εάν εφαρμόζονται, και

(δ) αρχεία όλων των υπερωριών θα πρέπει να τηρούνται από τον πλοίαρχο ή από πρόσωπο που ορίζει ο πλοίαρχος και να προσυπογράφονται από τον ναυτικό ανά διαστήματα όχι μεγαλύτερα του ενός μήνα.

2. Για ναυτικούς ο μισθός των οποίων είναι πλήρως ή εν μέρει ενοποιημένος

(α) η σύμβαση εργασίας του ναυτικού θα πρέπει να ορίζει με σαφήνεια, όπου χρειάζεται, τον αριθμό των αναμενόμενων ωρών εργασίας από τον ναυτικό προς αντάλλαγμα για την αμοιβή και τυχόν επιπλέον επιδόματα που μπορεί να οφείλονται επιπροσθέτως του ενοποιημένου μισθού και σε ποιες συνθήκες,

(β) όταν καταβάλλονται ωριαίες υπερωρίες για ώρες εργασίας πέραν αυτών που καλύπτει ο ενοποιημένος μισθός, το ωριαίο ποσοστό δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο από 1,25 φορές του βασικού ποσοστού που αντιστοιχεί στις κανονικές ώρες εργασίας, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας. Η ίδια αρχή θα πρέπει να εφαρμόζεται για τις υπερωρίες που περιλαμβάνονται στον ενοποιημένο μισθό,

(γ) η αποζημίωση για το τμήμα του πλήρως ή εν μέρει ενοποιημένου μισθού που αντιπροσωπεύει τις κανονικές ώρες εργασίας, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1(α) της παρούσας Οδηγίας, δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από τον ισχύοντα ελάχιστο μισθό, και

(δ) για ναυτικούς ο μισθός των οποίων είναι εν μέρει ενοποιημένος, θα πρέπει να τηρούνται αρχεία όλων των υπερωριών και να προσυπογράφονται όπως προβλέπει η παράγραφος 1(δ) της παρούσας Οδηγίας. 3. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί ή οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας μπορεί να προβλέπουν για αποζημίωση λόγω υπερωριών ή εργασίας που εκτελείται κατά την εβδομαδιαία ημέρα ανάπαυσης και σε δημόσιες αργίες χρόνο τουλάχιστον ίσο εκτός υπηρεσίας και εκτός πλοίου ή πρόσθετη άδεια αντί αμοιβής ή όποια άλλη προβλεπόμενη αποζημίωση.

4. Οι εθνικοί νόμοι και κανονισμοί που υιοθετούνται ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ναυτικών ή, όπως αρμόζει, οι συλλογικές συμβάσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ακόλουθες αρχές:

(α) ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας θα πρέπει να ισχύει για όλους τους ναυτικούς που εργάζονται στο ίδιο πλοίο χωρίς διάκριση βάσει φυλής, χρώματος φύλου, θρησκείας πολιτικής άποψης, εθνικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης

(β) η σύμβαση εργασίας των ναυτικών που προσδιορίζει τους ισχύοντες μισθούς ή τις κλίμακες των μισθών θα πρέπει να υπάρχει επί του πλοίου. Πληροφορίες για τα ποσά των μισθών ή τις κλίμακες των μισθών θα πρέπει να είναι διαθέσιμη σε κάθε ναυτικό, είτε παρέχοντας τουλάχιστον ένα υπογεγραμμένο αντίγραφο των σχετικών πληροφοριών στον ναυτικό σε γλώσσα που κατανοεί ή αναρτώντας αντίγραφο της σύμβασης σε χώρο όπου έχουν πρόσβαση οι ναυτικοί ή με άλλα κατάλληλα μέσα,

(γ) οι μισθοί θα πρέπει να καταβάλλονται σε νόμιμο χρήμα. Όπου απαιτείται, μπορεί να καταβάλλονται με τραπεζική μεταφορά, τραπεζική εππαγή, ταχυδρομική επιταγή ή χρηματικό ένταλμα,

(δ) κατά τη λήξη της απασχόλησης το σύνολο της οφειλόμενης αμοιβής θα πρέπει να καταβάλλεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση,

(ε) επαρκείς κυρώσεις ή άλλα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα θα πρέπει να επιβάλλονται από την αρμόδια αρχή όταν οι πλοιοκτήτες καθυστερούν αδικαιολόγητα ή αποτυγχάνουν να πραγματοποιήσουν τις πληρωμές όλων των οφειλόμενων ποσών,

(στ) οι μισθοί θα πρέπει να καταβάλλονται απευθείας στους τραπεζικούς λογαριασμούς που όρισαν οι ναυτικοί, εκτός εάν ζητήσουν κάτι διαφορετικό εγγράφως,

(ζ) υπό τον όρο της υποπαραγράφου (η) της παρούσας παραγράφου, ο πλοιοκτήτης δεν θα πρέπει να επιβάλλει κανένα όριο στην ελευθερία των ναυτικών να διαθέτουν την αμοιβή τους,

(η) κρατήσεις από την αμοιβή θα πρέπει να επιτρέπονται μόνο εάν: (αα) υπάρχει ρητή διάταξη στους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή στην συλλογική σύμβαση που εφαρμόζεται και ο ναυτικός έχει ενημερωθεί, κατά τρόπο που θεωρείται καταλληλότερος από την αρμόδια αρχή, σχετικά με τις προϋποθέσεις των εν λόγω κρατήσεων, και (ββ) οι κρατήσεις δεν υπερβαίνουν συνολικά το όριο που ενδέχεται να έχει καταρτιστεί από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή από συλλογικές συμβάσεις ή δικαστικές αποφάσεις για την πραγματοποίηση των εν λόγω κρατήσεων,

(θ) καμία κράτηση δεν θα πρέπει να γίνεται από την αμοιβή των ναυτικών σε σχέση με την εύρεση ή διατήρηση της εργασίας,

(ι) χρηματικά πρόστιμα κατά ναυτικών, εκτός αυτών που επιτρέπονται από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς, συλλογικές συμβάσεις ή άλλα μέτρα θα πρέπει να απαγορεύονται,

(ια) η αρμόδια αρχή θα πρέπει να έχει την εξουσία να επιθεωρεί τα εφόδια και τις υπηρεσίες που παρέχονται επί του πλοίου ώστε να εξασφαλίζει ότι ισχύουν δίκαιες και εύλογες τιμές προς όφελος των ενδιαφερόμενων ναυτικών, και

(ιβ) στο βαθμό που οι αξιώσεις των ναυτικών για μισθούς και άλλα οφειλόμενα ποσά σε σχέση με την εργασία τους δεν εξασφαλίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για τα Ναυτικά Βάρη και Υποθήκες, 1993, οι εν λόγω αξιώσεις θα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα με τη Σύμβαση για την Προστασία Απαιτήσεων των Εργαζομένων (Αφερεγγυότητα- Πτώχευση Εργοδότη), 1992 (No. 173).

5. Κάθε Μέλος θα πρέπει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ναυτικών, να έχει διαδικασίες διερεύνησης παραπόνων που αφορούν σε οποιοδήποτε ζήτημα περιέχεται στην παρούσα Οδηγία.

Οδηγία Β2.2.3 – Κατώτεροι μισθοί

1. Με την επιφύλαξη της αρχής της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης, κάθε Μέλος θα πρέπει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ναυτικών, να θεσπίσει διαδικασίες καθορισμού των κατώτερων μισθών των ναυτικών. Οι οργανώσεις εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ναυτικών θα πρέπει να συμμετέχουν στη λειτουργία των εν λόγω διαδικασιών.

2. Κατά τη θέσπιση των εν λόγω διαδικασιών και τον καθορισμό των κατώτερων μισθών, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα διεθνή πρότυπα εργασίας που αφορούν στον καθορισμό του κατώτερου μισθού, καθώς και οι ακόλουθες αρχές:

(α) το επίπεδο των κατώτερων μισθών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη φύση της ναυτικής εργασίας, τα επίπεδα πληρωμάτων των πλοίων και τις κανονικές ώρες εργασίας των ναυτικών, και

(β) το επίπεδο των κατώτερων μισθών θα πρέπει να προσαρμόζεται ώστε να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές στο κόστος διαβίωσης και τις ανάγκες των ναυτικών.

3. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξασφαλίζει: (α) μέσω συστήματος εποπτείας και κυρώσεων, ότι οι μισθοί καταβάλλονται τουλάχιστον στο επίπεδο ή τα επίπεδα που έχουν οριστεί, και (β) ότι όποιοι ναυτικοί έχουν πληρωθεί με κλίμακα χαμηλότερη από τον κατώτερο μισθό μπορούν να ανακτήσουν το ποσό που δεν έχουν πληρωθεί μέσω μη δαπανηρής και ταχείας δικαστικής ή άλλης διαδικασίας.

Οδηγία Β2.2.4 – Κατώτερη μηνιαία βασική αμοιβή ή μισθός για ικανούς ναυτικούς

1. Η βασική αμοιβή ή ο μισθός για έναν ημερολογιακό μήνα υπηρεσίας ενός ικανού ναυτικού δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από το ποσό που ορίζει κατά περιόδους η Μικτή Ναυτιλιακή Επιτροπή ή άλλος φορέας που εξουσιοδοτείται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας. Μόλις αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής θα πρέπει να γνωστοποιεί οποιαδήποτε αναθεωρημένα ποσά στα Μέλη της Οργάνωσης.

2. Καμία διάταξη της παρούσας Οδηγίας δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι θίγει ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ πλοιοκτητών ή των οργανώσεών τους και των οργανώσεων των ναυτικών σε σχέση με τον κανονισμό των ελάχιστων προτύπων για τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, εφόσον οι εν λόγω όροι και συνθήκες είναι αναγνωρισμένοι από την αρμόδια αρχή.

Κανονισμός 2.3 – Ώρες εργασίας και ώρες ανάπαυσης

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί έχουν ρυθμισμένες ώρες εργασίας ή ώρες ανάπαυσης

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι ώρες εργασίας ή οι ώρες ανάπαυσης των ναυτικών ρυθμίζονται.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει μέγιστο αριθμό ωρών εργασίας ή ελάχιστο αριθμό ωρών ανάπαυσης στη διάρκεια δεδομένων περιόδων, οι οποίες να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα. Πρότυπο Α2.3 – Ώρες εργασίας και ώρες ανάπαυσης 1. Για τους σκοπούς του παρόντος Προτύπου, ο όρος:

(α) ώρες εργασίας σημαίνει το χρόνο στη διάρκεια του οποίου οι ναυτικοί πρέπει να εργάζονται για λογαριασμό του πλοίου,

(β) ώρες ανάπαυσης σημαίνει το χρόνο εκτός των ωρών εργασίας• ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει τα σύντομα διαλείμματα. 2. Κάθε Μέλος πρέπει, εντός των ορίων που παρατίθενται στις παραγράφους 5 έως 8 του παρόντος Προτύπου, να καθορίσει είτε ένα μέγιστο αριθμό ωρών εργασίας που δεν πρέπει να υπερβαίνεται σε μια δεδομένη χρονική περίοδο, είτε έναν ελάχιστο αριθμό ωρών ανάπαυσης που πρέπει να χορηγούνται σε μια δεδομένη χρονική περίοδο.

3. Κάθε Μέλος αναγνωρίζει ότι το πρότυπο κανονικών ωρών εργασίας των ναυτικών, όπως και το αντίστοιχο για τους άλλους εργαζομένους, πρέπει να βασίζεται σε ημερήσια εργασία οκτώ ωρών, με μία ημέρα ανάπαυσης ανά εβδομάδα και ανάπαυση στις δημόσιες αργίες. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να εμποδίζει το Μέλος από το να διαθέτει διαδικασίες ώστε να εγκρίνει ή να καταχωρεί συλλογκη σύμβαση, η οποία να καθορίζει τις κανονικές ώρες εργασίας των ναυτικών σε βάση όχι λιγότερο ευνοϊκή από το παρόν Πρότυπο.

4. Κατά τον καθορισμό των εθνικών προτύπων, κάθε Μέλος πρέπει να λάβει υπόψη τον κίνδυνο που εγκυμονεί η κόπωση των ναυτικών, ιδιαίτερα εκείνων που τα καθήκοντα τους σχετίζονται με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και την ασφαλή και προστατευμένη από έκνομες ενέργειες λειτουργία του πλοίου.

5. Τα όρια των ωρών εργασίας ή ανάπαυσης πρέπει να έχουν ως εξής:

(α) μέγιστο ωράριο εργασίας του οποίου δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση:

(αα) τις 14 ώρες μέσα σε οποιαδήποτε περίοδο 24 ωρών και (ββ) τις 72 ώρες μέσα σε οποιαδήποτε περίοδο επτά ημερών

(β) ελάχιστο σύνολο ωρών ανάπαυσης που δεν πρέπει να είναι λιγότερο από:

(αα) δέκα ώρες μέσα σε οποιαδήποτε περίοδο 24 ωρών και

(ββ) 77 ώρες μέσα σε οποιαδήποτε περίοδο επτά ημερών. 6. Οι ώρες ανάπαυσης δεν πρέπει να διαιρούνται σε περισσότερες από δύο περιόδους, μία εκ των οποίων πρέπει να έχει διάρκεια τουλάχιστον έξι ώρες και το διάστημα μεταξύ διαδοχικών περιόδων ανάπαυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 14 ώρες.

7. Κλήσεις πληρώματος, γυμνάσια καταπολέμησης πυρκαγιάς και σωσίβιων λέμβων και γυμνάσια που καθορίζονται από τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς και τα διεθνή όργανα, πρέπει να διεξάγονται κατά τρόπο ώστε να ελαχιστοποιείται η διατάραξη των περιόδων ανάπαυσης και να μην προξενείται κόπωση.

8. Οταν ένας ναυτικός ευρίσκεται σε άμεση διάθεση προς εργασία, όπως στην περίπτωση μη επιτηρούμενου μηχανοστασίου, ο ναυτικός πρέπει να λαμβάνει επαρκή αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης, εάν η κανονική περίοδος ανάπαυσης διακόπτεται από κλήσεις για εργασία.

9. Εάν δεν υπάρχει συλλογική σύμβαση ή απόφαση διαιτησίας, ή εάν η αρμόδια αρχή καθορίσει ότι οι διατάξεις της σύμβασης ή της απόφασης, σε σχέση με την παράγραφο 7 ή 8 του παρόντος Προτύπου, είναι ανεπαρκείς, η αρμόδια αρχή πρέπει να καθορίσει τέτοιες διατάξεις ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί έχουν επαρκή ανάπαυση.

10. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί την ανάρτηση, σε εύκολα προσβάσιμο μέρος, πίνακα με τις διευθετήσεις της εργασίας επί του πλοίου, ο οποίος πρέπει να περιέχει για κάθε θέση τουλάχιστον:

(α) το χρονοδιάγραμμα υπηρεσίας στη θάλασσα και υπηρεσίας στο λιμένα, και

(β) το μέγιστο ωράριο εργασίας ή το ελάχιστο σύνολο ωρών ανάπαυσης, που απαιτούνται από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή τις συλλογικές συμβάσεις που εφαρμόζονται.

11. Ο πίνακας που αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος Προτύπου πρέπει να συντάσσεται σε τυποποιημένη μορφή στη γλώσσα ή γλώσσες εργασίας του πλοίου και στην Αγγλική.

12. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί την τήρηση αρχείων των ημερήσιων ωρών εργασίας ή των ημερήσιων ωρών ανάπαυσης των ναυτικών, ούτως ώστε να μπορεί να ελέγχεται η συμμόρφωση με τις παραγράφους 5 έως και 11 που συμπεριλαμβάνονται στο παρόν Πρότυπο. Τα αρχεία πρέπει να είναι σε τυποποιημένη μορφή που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τις τυχόν διαθέσιμες οδηγίες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ή πρέπει να είναι στην τυπική μορφή που έχει προπαρασκευαστεί από την Οργάνωση. Πρέπει να είναι στις γλώσσες που απαιτεί η παράγραφος 11 του παρόντος Προτύπου. Οι ναυτικοί πρέπει να λαμβάνουν αντίγραφο των αρχείων που τους αφορούν, υπογεγραμμένο από τον πλοίαρχο ή από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από τον πλοίαρχο και τους ναυτικούς.

13. Καμία διάταξη των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος Προτύπου δεν πρέπει να εμποδίζει ένα Μέλος από το να διαθέτει εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή διαδικασία για την αρμόδια αρχή να εγκρίνει ή να καταχωρεί συλλογικές συμβάσεις που να επιτρέπουν εξαιρέσεις των ορίων που καθορίζονται. Οι εν λόγω εξαιρέσεις θα πρέπει, κατά το δυνατό, να ακολουθούν τις διατάξεις του παρόντος Προτύπου, αλλά μπορούν να λαμβάνουν υπόψη πιο συχνές ή μεγαλύτερες περιόδους άδειας ή τη χορήγηση αντισταθμιστικής άδειας για ναυτικούς που εκτελούν φυλακές ή που εργάζονται επί πλοίων που πραγματοποιούν βραχείς πλόες.

14. Καμία διάταξη του παρόντος Προτύπου δεν πρέπει να θεωρείται ότι παρεμποδίζει το δικαίωμα του πλοιάρχου να απαιτήσει από ναυτικό να εκτελέσει όσες ώρες εργασίας είναι απαραίτητες για την άμεση ασφάλεια του πλοίου, των επιβαινόντων ή του φορτίου, ή με σκοπό την παροχή συνδρομής σε άλλα πλοία ή πρόσωπα που κινδυνεύουν στη θάλασσα. Αναλόγως, ο πλοίαρχος μπορεί να αναστείλει το πρόγραμμα των ωρών εργασίας ή ωρών ανάπαυσης και να απαιτήσει από έναν ναυτικό να εκτελέσει όσες ώρες εργασίας είναι απαραίτητες έως ότου αποκατασταθεί η φυσιολογική κατάσταση. Το ταχύτερο δυνατόν μετά την αποκατάσταση της φυσιολογικής κατάστασης, ο πλοίαρχος πρέπει να εξασφαλίζει ότι όποιοι ναυτικοί εκτέλεσαν εργασία σε προγραμματισμένη περίοδο ανάπαυσης, λαμβάνουν επαρκή περίοδο ανάπαυσης.

Οδηγία Β2.3 -Ώρες εργασίας και ώρες ανάπαυσης

Οδηγία Β2.3.1 – Νέοι ναυτικοί

1. Στη θάλασσα και στον λιμένα, οι ακόλουθες διατάξεις θα πρέπει να ισχύουν για όλους τους νέους ναυτικούς ηλικίας μικρότερης των 18 ετών:

(α) οι ώρες εργασίας δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις οκτώ ώρες ανά ημέρα και τις 40 ώρες ανά εβδομάδα και θα πρέπει να δουλεύουν υπερωριακά μόνο όταν αυτό είναι αναπόφευκτο για λόγους ασφαλείας (β) επαρκής χρόνος θα πρέπει να παρέχεται για όλα τα γεύματα και θα πρέπει να εξασφαλίζεται διάλειμμα τουλάχιστον μίας ώρας για το κύριο γεύμα της ημέρας, και

(γ) θα πρέπει να παρέχεται 15λεπτή περίοδος ανάπαυσης το ταχύτερο δυνατόν μετά από κάθε δύο ώρες συνεχούς εργασίας.

2. Κατ` εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 1 της παρούσας Οδηγίας δενχρειάζεται να εφαρμόζονται εάν:

(α) είναι ανέφικτες για νέους ναυτικούς στο κατάστρωμα, στο μηχανοστάσιο και στα τμήματα τροφοδοσίας που τους έχουν ανατεθεί καθήκοντα τήρησης φυλακής ή που εργάζονται βάσει συστήματος εγγεγραμμένων σε πίνακα υπηρεσίας βαρδιών, ή

(β) εμποδίζεται η αποτελεσματική εκπαίδευση των νεαρών ναυτικών σύμφωνα με τα καθιερωμένα προγράμματα και χρονοδιαγράμματα.

3. Οι εν λόγω εξαιρετικές περιστάσεις θα πρέπει να καταγράφονται, με αιτιολογία και να υπογράφονται από τον πλοίαρχο.

4. Η παράγραφος 1 της παρούσας Οδηγίας δεν εξαιρεί τους νεαρούς ναυτικούς από τη γενική υποχρέωση όλων των ναυτικών να εργάζονται κατά τη διάρκεια έκτακτης ανάγκης, όπως προβλέπει το Πρότυπο Α2.3, παράγραφος 14.

Κανονισμός 2.4 – Δικαίωμα αδείας

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί λαμβάνουν επαρκή άδεια

1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί όλοι οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που φέρουν τη σημαία του να λαμβάνουν ετήσια άδεια μετ` αποδοχών υπό κατάλληλες συνθήκες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα.

2. Στους ναυτικούς πρέπει να χορηγείται άδεια εξόδου στην ξηρά με σκοπό την ωφέλεια της υγείας και της ευημερίας τους και σύμφωνα με τις λειτουργικές απατήσεις των θέσεων τους.

Πρότυπο Α2.4 – Δικαίωμα αδείας

1. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς που να καθορίζουν τα ελάχιστα πρότυπα για την ετήσια άδεια των ναυτικών που υπηρετούν σε πλοία που φέρουν τη σημαία του, λαμβάνοντας κατάλληλα υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των ναυτικών όσον αφορά την εν λόγω άδεια.

2. Υπό τον όρο οποιασδήποτε συλλογικής σύμβασης ή νόμων ή κανονισμών που προβλέπουν κατάλληλη μέθοδο υπολογισμού, η οποία λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των ναυτικών κατά την άποψη αυτή, το δικαίωμα για ετήσια άδεια μετ` αποδοχών πρέπει να υπολογίζεται στη βάση τουλάχιστον 2,5 ημερολογιακών ημερών ανά μήνα απασχόλησης. Ο τρόπος υπολογισμού της διάρκειας υπηρεσίας πρέπει να καθορίζεται από την αρμόδια αρχή ή μέσω του κατάλληλου μηχανισμού σε κάθε χώρα. Οι δικαιολογημένες απουσίες από την εργασία δεν πρέπει να θεωρούνται ως ετήσια άδεια.

3. Κάθε συμφωνία παραίτησης από την ελάχιστη ετήσια άδεια μετ` αποδοχών που ορίζεται στο παρόν Πρότυπο, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπει η αρμόδια αρχή, πρέπει να απαγορεύεται.

Οδηγία Β2.4 – Δικαίωμα αδείας

Οδηγία Β2.4.1 – Υπολογισμός αδείας

1. Υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή ή μέσω του κατάλληλου μηχανισμού σε κάθε χώρα, η περίοδος εκτός υπηρεσίας θα πρέπει να υπολογίζεται ως μέρος της περιόδου υπηρεσίας.

2. Υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή ή τη συλλογική σύμβαση που εφαρμόζεται, η απουσία από την εργασία για παρακολούθηση εγκεκριμένου προγράμματος ναυτικής επαγγελματικής κατάρτισης ή για λόγους όπως ασθένεια, τραυματισμός ή μητρότητα, θα πρέπει να υπολογίζονται ως μέρος της περιόδου υπηρεσίας.

3. Το επίπεδο του μισθού κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας θα πρέπει να είναι στο κανονικό επίπεδο αμοιβής του ναυτικού που προβλέπουν οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί ή η σύμβαση εργασίας του ναυτικού. Για ναυτικούς που εργάζονται για περιόδους μικρότερες του ενός έτους ή σε περίπτωση τερματισμού της σχέσης εργασίας το δικαίωμα αδείας θα πρέπει να υπολογίζεται σε αναλογική βάση.

4. Τα ακόλουθα δεν θα πρέπει να υπολογίζονται ως μέρος της ετήσιας άδειας μετ` αποδοχών:

(α) δημόσιες και εθιμικές αργίες, αναγνωρισμένες ως τέτοιες από το Κράτος σημαίας, ανεξάρτητα εάν συμπίπτουν με την ετήσια άδεια μετ` αποδοχών ή όχι,

(β) περίοδοι ανικανότητας προς εργασία ως αποτέλεσμα ασθένειας, τραυματισμού ή μητρότητας, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή ή μέσω του κατάλληλου μηχανισμού σε κάθε χώρα,

(γ) προσωρινή άδεια εξόδου στην ξηρά που χορηγείται σε ναυτικό σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας, και

(δ) αντισταθμιστική άδεια κάθε είδους, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή ή μέσω του κατάλληλου μηχανισμού σε κάθε χώρα.

Οδηγία Β2.4.2 – Λήψη ετήσιας άδειας

1. Ο χρόνος λήψης της ετήσιας άδειας θα πρέπει, εκτός εάν καθορίζεται από κανονισμό, συλλογική σύμβαση, απόφαση διαιτησίας ή άλλα μέσα σύμφωνα με την εθνική πρακτική, να καθορίζεται από τον πλοιοκτήτη, κατόπιν διαβούλευσης και στο μέτρο του δυνατού, σε συμφωνία με τους ενδιαφερόμενους ναυτικούς ή τους εκπρόσωπους τους.

2. Οι ναυτικοί θα πρέπει κατ` αρχήν να έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν την ετήσια άδεια στον τόπο με τον οποίο έχουν ουσιώδη σχέση, ο οποίος συνήθως θα είναι ο ίδιος με τον τόπο στον οποίο δικαιούνται να παλιννοστηθούν. Οι ναυτικοί δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να λαμβάνουν, χωρίς τη συγκατάθεση τους, την ετήσια άδεια που τους οφείλεται σε άλλο τόπο, παρά μόνο υπό των διατάξεων της σύμβασης εργασίας τους ή των εθνικών νόμων ή κανονισμών.

3. Εάν οι ναυτικοί πρέπει να λάβουν την ετήσια άδεια τους σε τόπο διαφορετικό από αυτόν που επιτρέπεται από την παράγραφο 2 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να δικαιούνται δωρεάν μεταφορά στον τόπο όπου προσελήφθησαν ή ναυτολογήθηκαν, όποιος από τους δύο είναι πλησιέστερος στην οικία τους. Τα έξοδα συντήρησης και άλλα έξοδα που σχετίζονται ευθέως θα πρέπει να βαραίνουν τον πλοιοκτήτη. Ο χρόνος ταξιδιού δεν θα πρέπει να αφαιρείται από την ετήσια άδεια μετ` αποδοχών που οφείλεται στο ναυτικό.

4. Ο ναυτικός που λαμβάνει ετήσια άδεια θα πρέπει να ανακαλείται μόνο σε περιπτώσεις ακραίας επείγουσας ανάγκης και με τη συγκατάθεση του.

Οδηγία Β2.4.3 – Διαίρεση και συσσώρευση

1. Η διαίρεση της ετήσιας άδειας μετ` αποδοχών σε μέρη ή η συσσώρευση εκείνης της ετήσιας άδειας που οφείλεται εντός ενός έτους μαζί με διαδοχική περίοδο άδειας, μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή ή μέσω του κατάλληλου μηχανισμού σε κάθε χώρα. 2. Υπό τους όρους της παραγράφου 1 της παρούσας Οδηγίας και εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε συμφωνία που έχει εφαρμογή στον ενδιαφερόμενο πλοιοκτήτη και ναυτικό, η ετήσια άδεια μετ` αποδοχών που προτείνεται στην παρούσα Οδηγία θα πρέπει να αποτελείται από συνεχή περίοδο.

Οδηγία Β2.4.4 – Νέοι ναυτικοί

1. Ιδιαίτερα μέτρα θα πρέπει να εξεταστούν όσον αφορά στους νέους ναυτικούς ηλικίας μικρότερης των 18 ετών, οι οποίοι υπηρέτησαν, χωρίς άδεια, έξι μήνες ή οποιαδήποτε άλλη μικρότερη χρονική περίοδο σύμφωνα με συλλογική σύμβαση ή σύμβαση εργασίας ναυτικού, σε πλοίο που δραστηριοποιείται στο εξωτερικό και το οποίο δεν επέστρεψε κατά τον χρόνο αυτό στη χώρα κατοικίας τους και δεν θα επιστρέψει για τους επόμενους τρεις μήνες του ταξιδιού. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να αποτελούνται από τη δωρεάν παλιννόστησή τους στον τόπο αρχικής πρόσληψης στη χώρα κατοικίας τους με σκοπό να λάβουν οποιαδήποτε άδεια δικαιούνται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.

Κανονισμός 2.5- Παλιννόστηση

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί μπορούν να επιστρέφουν στη χώρα τους

1. Οι ναυτικοί έχουν το δικαίωμα δωρεάν παλιννόστησης στις περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο Κώδικας.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί από τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να παρέχουν χρηματοοικονομική ασφάλεια για να εξασφαλίζεται ότι οι ναυτικοί παλιννοστούνται δεόντως σύμφωνα με το Κώδικα.

Πρότυπο Α2.5- Παλιννόστηση

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι ναυτικοί στα πλοία που φέρουν τη σημαία του δικαιούνται παλιννόστηση στις ακόλουθες περιστάσεις:

(α) εάν η σύμβαση εργασίας των ναυτικών λήξει ενώ ευρίσκονται στο εξωτερικό,

(β) όταν η σύμβαση εργασίας των ναυτικών λυθεί:

(αα) από τον πλοιοκτήτη, ή

(ββ) από τον ναυτικό για αιτιολογημένους λόγους και επίσης

(γ) όταν οι ναυτικοί δεν μπορούν πλέον να εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τη σύμβασης εργασίας ή δεν μπορεί να αναμένεται να τα εκτελέσουν υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι υπάρχουν κατάλληλες διατάξεις στους νόμους και κανονισμούς του ή άλλα μέτρα ή στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας που να καθορίζουν:

(α) τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ναυτικοί δικαιούνται παλιννόστηση σύμφωνα με τις παραγράφους 1(β) και

(γ) του παρόντος Προτύπου,

(β) τη μέγιστη διάρκεια των περιόδων υπηρεσίας επί του πλοίου μετά την πάροδο των οποίων ο ναυτικός δικαιούται παλιννόστηση – οι περίοδοι αυτές να είναι μικρότερες από 12 μήνες, και

(γ) τα ακριβή δικαιώματα που παρέχονται από τους πλοιοκτήτες για την παλιννόστηση, συμπεριλαμβανομένων αυτών που σχετίζονται με τους προορισμούς της παλιννόστησης τον τρόπο μεταφοράς, τις δαπάνες που καλύπτονται και άλλες διευθετήσεις που πρέπει να γίνουν από τους πλοιοκτήτες.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να απαγορεύει στους πλοιοκτήτες να απαιτούν από τους ναυτικούς να δώσουν προκαταβολή έναντι του κόστους της παλιννόστησης κατά την έναρξη της απασχόλησής τους και επίσης να ανακτούν το κόστος της παλιννόστησης από το μισθό ή τα λοιπά δικαιώματα των ναυτικών, με εξαίρεση την περίπτωση που ο ναυτικός ευρέθη, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή άλλα μέτρα ή συλλογικές συμβάσεις που εφαρμόζονται, να τέλει σε σοβαρή αθέτηση των εργασιακών του υποχρεώσεων.

4. Οι εθνικοί νόμοι και κανονισμοί δεν πρέπει να θίγουν κανένα δικαίωμα του πλοιοκτήτη να ανακτήσει το κόστος της παλιννόστησης υπό συμβατικών διακανονισμών με τρίτο μέρος.

5. Εάν πλοιοκτήτης αδυνατεί να προβεί σε διευθετήσεις ή να καλύψει το κόστος της παλιννόστησης ναυτικών που δικαιούνται να παλιννοοτηθούν:

(α) η αρμόδια αρχή του Μέλους τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο πρέπει να μεριμνήσει για την παλιννόστηση των εν λόγω ναυτικών. Εάν δεν το κατορθώσει, το Κράτος από το οποίο πρέπει να παλιννοοτηθούν οι ναυτικοί ή το Κράτος του οποίου είναι υπήκοοι μπορεί να μεριμνήσει για την παλιννόστησή τους και να ανακτήσει το κόστος από το Μέλος τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο,

(β) το Μέλος τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο πρέπει να μπορεί να ανακτήσει τα έξοδα που προκύπτουν για την παλιννόστηση των ναυτικών από τον πλοιοκήτη,

(γ) δαπάνες που προκύπτουν από την παλιννόστηση δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελούν χρέωση για τους ναυτικούς, παρά μόνο όπως ορίζεται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος Προτύπου.

6. Λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνή όργανα που εφαρμόζονται, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Σύμβασης περί Σύλληψης Πλοίων, 1999, Μέλος το οποίο κατέβαλε το κόστος της παλιννόστησης σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα μπορεί να θέσει υπό κράτηση ή να ζητήσει την κράτηση των πλοίων του εν λόγω πλοιοκτήτη έως ότου αποζημιωθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος Προτύπου.

7. Κάθε Μέλος πρέπει να διευκολύνει την παλιννόστηση ναυτικών που υπηρετούν σε πλοία που καταπλέουν στους λιμένες του ή που διέρχονται από τα χωρικά ή εσωτερικά του ύδατα, καθώς και την αντικατάσταση τους επί του πλοίου.

8. Ιδιαίτερα, Μέλος δεν πρέπει να αρνείται το δικαίωμα παλιννόστησης σε κανένα ναυτικό λόγω των οικονομικών συνθηκών του πλοιοκτήτη ή λόγω της ανικανότητας ή απροθυμίας του πλοιοκτήτη να αντικαταστήσει ναυτικό.

9. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί τα πλοία που υψώνουν τη σημαία του να φέρουν και να καθιστούν διαθέσιμο στους ναυτικούς αντίγραφο των εθνικών διατάξεων που εφαρμόζονται και αφορούν στην παλιννόστηση, γραμμένο σε κατάλληλη γλώσσα.

Οδηγία Β2.5 –

Παλιννόστηση Οδηγία Β2.5.1 – Δικαίωμα

1. Οι ναυτικοί θα πρέπει να δικαιούνται παλιννόστηση: (α) στην περίπτωση που καλύπτεται αττό το Πρότυπο Α2.5, παράγραφος 1(α), κατά τη λήξη της περιόδου ειδοποίησης που δίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης εργασίας των ναυτικών,

(β) στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το Πρότυπο Α2.5, παράγραφος 1(β) και

(γ): (αα) σε περίπτωση ασθένειας ή τραυματισμού ή άλλης ιατρικής κατάστασης που απαιτεί την παλιννόστησή τους εφόσον κριθούν ιατρικώς κατάλληλοι να ταξιδέψουν, (ββ) σε περίπτωση ναυαγίου,

(γγ) σε περίπτωση που ο πλοιοκτήτης δεν μπορεί να συνεχίσει να εκπληρώνει τις νομικές ή συμβατικές του υποχρεώσεις ως εργοδότης των ναυτικών, λόγω πτώχευσης, πώλησης του πλοίου, αλλαγής της νηολόγησης του πλοίου ή άλλου παρόμοιου λόγου,

(δδ) σε περίπτωση που το πλοίο κατευθύνεται σε πολεμική ζώνη, όπως ορίζεται από εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή συμβάσεις εργασίας ναυτικών, στην οποία ο ναυτικός δεν συμφωνεί να μεταβεί,

(εε) σε περίπτωση τερματισμού ή διακοπής της απασχόλησης σύμφωνα με επιχειρηματική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, ή τερματισμού της απασχόλησης για άλλο παρόμοιο λόγο. 2. Για τον προσδιορισμό της μέγιστης διάρκειας περιόδων υπηρεσίας επί του πλοίου μετά από τις οποίες ο ναυτικός δικαιούται παλιννόστηση, σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες που επηρεάζουν το εργασιακό περιβάλλον των ναυτικών.

Κάθε Μέλος θα πρέπει να αναζητεί, όπου αυτό είναι δυνατόν, να μειώσει τις περιόδους αυτές εν όψει τεχνολογικών μεταβολών και εξελίξεων και μπορεί να καθοδηγείται από οποιεσδήποτε συστάσεις γίνονται επί του θέματος από τη Μικτή Ναυτιλιακή Επιτροπή.

3. Τα κόστη που θα βαρύνουν τον πλοιοκτήτη για την παλιννόστηση υπό το Πρότυπο Α2.5 θα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

(α) μεταφορά προς τον προορισμό που επελέγη για την παλιννόστηση σύμφωνα με την παράγραφο 6 της παρούσας Οδηγίας,

(β) ενδιαίτηση και διατροφή από τη στιγμή που οι ναυτικοί φεύγουν από το πλοίο έως ότου φθάσουν στον προορισμό παλιννόστησης,

(γ) μισθό και επιδόματα από τη στιγμή που οι ναυτικοί φεύγουν από το πλοίο έως ότου φθάσουν στον προορισμό παλιννόστησης εάν αυτό προβλέπεται αττό τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή από συλλογικές συμβάσεις,

(δ) μεταφορά 30 κιλών προσωπικών αποσκευών των ναυτικών στον προορισμό παλιννόστησης, και (ε) ιατρική αγωγή, όταν είναι απαραίτητη, έως ότου οι ναυτικοί είναι ιατρικώς κατάλληλοι να ταξιδέψουν προς τον προορισμό παλιννόστησης.

4. Ο χρόνος αναμονής για την παλιννόστηση και ο χρόνος ταξιδιού προς τον τόπο παλιννόστησης δεν θα πρέπει να αφαιρούνται από την άδεια μετ` αποδοχών που παρέχεται στους ναυτικούς.

5. Οι πλοιοκτήτες θα πρέπει να απαιτείται να συνεχίσουν να καλύπτουν το κόστος παλιννόστησης έως ότου οι ναυτικοί φθάσουν στον προορισμό που ορίζεται βάσει του παρόντος Κώδικα ή έως ότου τους χορηγηθεί κατάλληλη εργασία σε πλοίο που κατευθύνεται σε έναν από τους εν λόγω προορισμούς.

6. Κάθε Μέλος θα πρέπει να απαιτεί από τους πλοιοκτήτες να αναλαμβάνουν την ευθύνη των διευθετήσεων για παλιννόστηση με κατάλληλα και ταχεία μέσα. Ο κανονικός τρόπος μεταφοράς θα πρέπει να είναι αεροπορικώς. Το Μέλος θα πρέπει να ορίζει τους προορισμούς στους οποίους θα παλιννοστηθούν οι ναυτικοί. Οι προορισμοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις χώρες με τις οποίες οι ναυτικοί θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη σύνδεση, συμπεριλαμβανομένου:

(α) του τόπου στον οποίο ο ναυτικός συμφώνησε να προσληφθεί,

(β) του τόπου που ορίζεται από συλλογική σύμβαση,

(γ) της χώρας κατοικίας του ναυτικού, ή

(δ) άλλου τόπου που συμφωνείται αμοιβαία κατά το χρόνο πρόσληψης.

7. Οι ναυτικοί θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν, μεταξύ των οριζόμενων προορισμών, τον τόπο στον οποίο θα παλιννοστηθούν.

8. Το δικαίωμα παλιννόστησης μπορεί να παραγραφεί εάν οι ενδιαφερόμενοι ναυτικοί δεν το διεκδικήσουν εντός εύλογης χρονικής περιόδου, που ορίζεται από εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή από συλλογικές συμβάσεις.

Οδηγία Β2.5.2 – Εφαρμογή από τα Μέλη

1. Κάθε δυνατή πρακτική συνδρομή θα πρέπει να παρέχεται σε ναυτικούς που αφέθηκαν σε ξένους λιμένες όσο εκκρεμεί η παλιννόστησή τους και, σε περίπτωση καθυστέρησης της παλιννόστησης ναυτικού, η αρμόδια αρχή του ξένου λιμένα θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι ο προξενικός ή τοπικός εκπρόσωπος του Κράτους σημαίας και του Κράτους εθνικότητας ή του Κράτους κατοικίας του ναυτικού, όπως αρμόζει, θα ενημερωθούν αμέσως.

2. Κάθε Μέλος θα πρέπει να εξετάζει εάν έχει γίνει κατάλληλη πρόβλεψη:

(α) για την επιστροφή ναυτικών που εργάζονται σε πλοίο που φέρει τη σημαία ξένης χώρας, οι οποίοι αποβιβάζονται σε ξένο λιμένα για λόγους για τους οποίους δεν είναι υπεύθυνοι:

(αα) προς τον λιμένα πρόσληψης του ναυτικού, ή

(ββ) προς λιμένα του Κράτους εθνικότητας ή του Κράτους κατοικίας του ναυτικού, όπως αρμόζει, ή

(γγ) προς άλλο λιμένα που έχει συμφωνηθεί μεταξύ του ναυτικού και του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτη, με την έγκριση της αρμόδιας αρχής ή βάσει άλλων κατάλληλων διασφαλίσεων,

(β) για την ιατρική μέριμνα και συντήρηση ναυτικών, που εργάζονται σε πλοίο που φέρει τη σημαία ξένης χώρας, οι οποίοι αποβιβάστηκαν σε ξένο λιμένα λόγω ασθένειας ή τραυματισμού που συνέβη κατά την υπηρεσία στο πλοίο και όχι λόγω πράξης εκ προθέσεως ή εκούσιου σφάλματος τους.

3. Εάν, νέοι ναυτικοί ηλικίας μικρότερης των 18 ετών, αφού υπηρέτησαν σε πλοίο για τουλάχιστον τέσσερις μήνες κατά τη διάρκεια του πρώτου ταξιδιού τους στο εξωτερικό, καταστεί προφανές ότι δεν είναι κατάλληλοι για τη ζωή στη θάλασσα, θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να παλιννοστηθούν, χωρίς δκή τους επιβάρυνση, από τον πρώτο κατάλληλο λιμένα προσέγγισης στον οποίο υπάρχουν προξενικές υπηρεσίες του Κράτους Σημαίας του πλοίου ή του Κράτους της χώρας εθνικότητας ή κατοικίας του νέου ναυτικού. Γνωστοποίηση της εν λόγω παλιννόστησης, με τους σχετικούς λόγους, θα πρέπει να δοθεί στην αρχή που εξέδωσε τα έγγραφα που έδωσαν στους ναυτικούς τη δυνατότητα να αναλάβουν εργασία στη θάλασσα.

Κανονισμός 2.6 – Αποζημίωση ναυτικού σε περίπτωση απώλειας ή βύθισης πλοίου

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί αποζημιώνονται όταν ένα πλοίο χαθεί ή βυθιστεί

1. Οι ναυτικοί δικαιούνται κατάλληλη αποζημίωση σε περίπτωση τραυματισμού, απώλειας ή ανεργίας που απορρέει από την απώλεια ή τη βύθιση του πλοίου.

Πρότυπο Α2.6 – Αποζημίωση ναυτικού σε περίπτωση απώλειας ή βύθισης πλοίου

1. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει κανόνες που να εξασφαλίζουν ότι, σε κάθε περίπτωση απώλειας ή βύθισης οποιουδήποτε πλοίου, ο πλοιοκτήτης θα καταβάλει σε κάθε ναυτικό επί του πλοίου αποζημίωση έναντι της ανεργίας που προκύπτει από την εν λόγω απώλεια ή βύθιση.

2. Οι κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου δεν πρέπει να θίγουν άλλα δικαιώματα που μπορεί να έχει ένας ναυτικός σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του εμπλεκόμενου Μέλους για απώλειες ή τραυματισμούς που απορρέουν από την απώλεια ή τη βύθιση ενός πλοίου.

Οδηγία Β2.6 – Αποζημίωση ναυτικού σε περίπτωση απώλειας ή βύθισης πλοίου Οδηγία Β2.6.1

– Υπολογισμός αποζημίωσης έναντι ανεργίας

1. Η αποζημίωση έναντι ανεργίας που προκύπτει από τη βύθιση ή την απώλεια πλοίου θα πρέπει να καταβάλλεται για τις ημέρες κατά τη διάρκεια των οποίων ο ναυτικός παραμένει πράγματι άνεργος, στο ίδιο επίπεδο με τους μισθούς που καταβάλλονταν σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας, αλλά η πληρωτέα σε κάθε ένα ναυτικό συνολική αποζημίωση μπορεί να περιορίζεται σε μισθούς δύο μηνών.

2. Κάθε Μέλος θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι ναυτικοί διαθέτουν τα ίδια ένδικα μέσα για την ανάκτηση των εν λόγω αποζημιώσεων, όπως διαθέτουν και για την ανάκτηση καθυστερούμενων μισθών που δικαιούνται από τη διάρκεια της υπηρεσίας τους.

Κανονισμός 2.7- Επίπεδα στελέχωσης

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί εργάζονται επί πλοίων με επαρκές προσωπικό για την ασφαλή, αποτελεσματική και ασφαλή από έκνομες ενέργειες λειτουργία του πλοίου 1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί όλα τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να έχουν επαρκή αριθμό ναυτικών που απασχολούνται επί του πλοίου για να εξασφαλιστεί όπ τα πλοία λειτουργούν ασφαλώς, αποτελεσματικά και με ιδιαίτερη προσοχή στην ασφάλεια από έκνομες ενέργειες υπό όλες τις συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη το ενδιαφέρον σχετικά με την κόπωση των ναυτικών και την ιδιαίτερη φύση και συνθήκες του ταξιδιού.

Πρότυπο Α2.7 – Επίπεδα στελέχωσης

1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί όλα τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να έχουν επαρκή αριθμό ναυτικών επί αυτών για να εξασφαλιστεί ότι τα πλοία λειτουργούν ασφαλώς, αποτελεσματικά και με ιδιαίτερη προσοχή στην ασφάλεια από έκνομες ενέργειες. Κάθε πλοίο πρέπει να στελεχώνεται με πλήρωμα που να είναι επαρκές, όσον αφορά στον αριθμό και τα προσόντα, για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια και η προστασία από έκνομες ενέργειες του πλοίου και του προσωπικού του υπό όλες τις συνθήκες λειτουργίας, σύμφωνα με το έγγραφο ελάχιστης ασφαλούς στελέχωσης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή και για να συμμορφώνεται με τα πρότυπα της παρούσας Σύμβασης.

2. Κατά τον καθορισμό, την έγκριση ή την αναθεώρηση των επιπέδων στελέχωσης η αρμόδια αρχή πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη αποφυγής ή ελαχιστοποίησης των υπερβολικών ωρών εργασίας για να εξασφαλιστεί επαρκής ανάπαυση και να περιοριστεί η κόπωση, καθώς και τις αρχές σε διεθνή όργανα που εφαρμόζονται, ειδικότερα εκείνες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού σχετικά με τα επίπεδα στελέχωσης.

3. Κατά τον καθορισμό των επιπέδων στελέχωσης, η αρμόδια αρχή πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις απαιτήσεις του Κανονισμού 3.2 και του Προτύπου Α3.2 σχετικά με τη διατροφή και τη τροφοδοσία.

Οδηγία Β2.7 – Επίπεδα στελέχωσης Οδηγία

Β2.7.1 – Επίλυση διαφορών

1. Κάθε Μέλος πρέπει να διατηρεί ή να βεβαιώνεται ότι τηρείται επαρκής μηχανισμός για τη διερεύνηση και την επίλυση παραπόνων ή διαφορών σχετικά με τα επίπεδα στελέχωσης πλοίων.

2. Εκπρόσωποι των οργανώσεων των πλοιοκτητών και των ναυτικών θα πρέπει να συμμετέχουν, με ή χωρίς άλλα πρόσωπα ή αρχές στη λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού.

Κανονισμός 2.8-Σταδιοδρομία και ανάπτυξη προσόντων και ευκαιρίες απασχόλησης για τους ναυτικούς

Σκοπός: Να προαχθεί η σταδιοδρομία και η ανάπτυξη των προσόντων και των ευκαιριών απασχόλησης των ναυτικών

1. Κάθε Μέλος πρέπει να διαθέτει εθνικές πολιτικές για την προώθηση της απασχόλησης στο ναυτιλιακό τομέα και την ενθάρρυνση της εξέλιξης της σταδιοδρομίας και της ανάπτυξης προσόντων και καλύτερων ευκαιριών απασχόλησης για τους ναυτικούς που κατοικούν στην επικράτεια του.

Πρότυπο Α2.8 – Σταδιοδρομία και ανάπτυξη προσόντων και ευκαιρίες απασχόλησης για τους ναυτικούς

1. Κάθε Μέλος πρέπει να διαθέτει εθνικές πολιτικές που να ενθαρρύνουν τη σταδιοδρομία και την ανάπτυξη των προσόντων και των ευκαιριών απασχόλησης για τους ναυτικούς, ώστε να παρέχεται στο ναυτιλιακό τομέα σταθερό και ικανό εργατικό δυναμικό.

2. Σκοπός των πολπκών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου πρέπει να είναι να βοηθήσουν τους ναυτικούς να ενισχύσουν τις ικανότητες, τα προσόντα και τις ευκαιρίες απασχόλησης τους.

3. Κάθε Μέλος πρέπει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, να θεσπίσει σαφείς στόχους για τον επαγγελματικό προσανατολισμό, κατάρτιση, επιμόρφωση και εκπαίδευση των ναυπκών, τα καθήκοντα των οποίων επί του πλοίου σχετίζονται κυρίως με την ασφαλή ναυσιπλοΐα και λειτουργία του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς κατάρτισης.

Οδηγία Β2.8 – Σταδιοδρομία και ανάπτυξη προσόντων και ευκαιρίες απασχόλησης για τους ναυτικούς

Οδηγία Β2.8.1

– Μέτρα για την προώθηση της σταδιοδρομίας και της ανάπτυξης προσόντων και ευκαιριών απασχόλησης για τους ναυτικούς

1. Τα μέτρα για την επίτευξη των στόχων που παρατίθενται στο Πρότυπο Α2.8 θα μπορεί να περιλαμβάνουν:

(α) συμφωνίες, που προβλέπουν εξέλιξη της σταδιοδρομίας και ανάπτυξη προσόντων, με πλοιοκτήτη ή οργάνωση πλοιοκτητών, ή

(β) ρυθμίσεις για την προώθηση της απασχόλησης μέσω της δημιουργίας και της τήρησης μητρώων ή καταλόγων, ανά κατηγορίες των προσοντούχων ναυτικών, ή

(γ) προώθηση ευκαιριών, τόσο επί του πλοίου όσο και στην ξηρά, για περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση των ναυτικών, που παρέχονται για την ανάπτυξη των προσόντων και ικανοτήτων ούτως ώστε να εξασφαλιστεί και να διατηρηθεί η αξιοπρεπής εργασία, να βελτιωθούν οι ατομικές προοπτικές απασχόλησης και να καλυφθούν οι ανάγκες της μεταβαλλόμενης τεχνολογίας και των συνθηκών της αγοράς εργασίας της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

Οδηγία Β2.8.2 – Μητρώο ναυτικών

1. Στις περιπτώσεις που μητρώα ή κατάλογοι διέπουν την απασχόληση των ναυτικών, τα εν λόγω μητρώα ή κατάλογοι θα πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες ναυτικών κατά τον τρόπο που ορίζεται από την εθνική νομοθεσία ή πρακτική ή από συλλογική σύμβαση.

2. Οι ναυτικοί που είναι καταχωρημένοι στο εν λόγω μητρώο ή κατάλογο θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα πρόσληψης για θαλάσσια υπηρεσία.

3. Οι ναυτικοί που είναι καταχωρημένοι στο εν λόγω μητρώο ή κατάλογο θα πρέπει να απαιτείται να είναι διαθέσιμοι για εργασία κατά τον τρόπο που θα ορίζεται από την εθνική νομοθεσία ή πρακτική ή από συλλογική σύμβαση.

4. Στο βαθμό που το επιτρέπουν οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί, ο αριθμός των ναυτικών στα εν λόγω μητρώα ή καταλόγους θα πρέπει να αναθεωρείται κατά περιόδους ώστε να επιτυγχάνονται επίπεδα προσαρμοσμένα στις ανάγκες της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

5. Όταν καθίσταται απαραίτητη η μείωση του αριθμού των ναυτικών στο εν λόγω μητρώο ή κατάλογο, θα πρέπει να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποφευχθούν ή να ελαχιστοποιηθούν οι επιζήμιες επιπτώσεις στους ναυτικούς, λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της ενδιαφερόμενης χώρας.
ΕΝΔΙΑΙΤΗΣΗ, ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΑΝΑΨΥΧΗΣ, ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΡΟΦΟΔΟΣΙΑ

Κανονισμός 3.1- Ενδιαίτηση και εγκαταστάσεις αναψυχής

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί έχουν αξιοπρεπή ενδιαίτηση και υπηρεσίες αναψυχής επί του πλοίου

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα πλοία που φέρουν τη σημαία του παρέχουν και διατηρούν αξιοπρεπείς εγκαταστάσεις ενδιαίτησης και υπηρεσίες αναψυχής για τους ναυτικούς που εργάζονται ή διαβιούν επί του πλοίου ή και τα δυο, σύμφωνες με την προαγωγή της υγείας και της ευημερίας των ναυτικών.

2. Οι απαιτήσεις του Κώδικα που εφαρμόζουν τον παρόντα Κανονισμό, οι οποίες σχετίζονται με την κατασκευή και τον εξοπλισμό των πλοίων, ισχύουν μόνο για πλοία που κατασκευάστηκαν κατά ή μετά την ημερομηνία που η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για το ενδιαφερόμενο Μέλος. Για πλοία που κατασκευάστηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή, οι απαιτήσεις που σχετίζονται με την κατασκευή και τον εξοπλισμό πλοίων που καθορίζονται με τη Σύμβαση για την Ενδιαίτηση των Πληρωμάτων, 1949 (Αναθεωρημένη) (Νο.92) και τη Σύμβαση για την Ενδιαίτηση των Πληρωμάτων (Συμπληρωματικές Διατάξεις), 1970 (Νο.133), συνεχίζουν να εφαρμόζονται στο βαθμό που ήταν σε εφαρμογή πριν από την εν λόγω ημερομηνία, σύμφωνα με το νόμο ή την πρακτική του ενδιαφερόμενου Μέλους. Ένα πλοίο πρέπει να θεωρείται ότι κατασκευάστηκε την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε η τρόπιδα ή όταν βρίσκεται σε παρόμοιο στάδιο κατασκευής.

3. Εκτός εάν ρητώς προβλέπεται διαφορετικά, κάθε απαίτηση από τροποποίηση του Κώδικα που σχετίζεται με την παροχή ενδιαίτησης και υπηρεσιών αναψυχής σε ναυτικούς εφαρμόζεται μόνο για πλοία που κατασκευάστηκαν κατά ή μετά την ημερομηνία που η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για το ενδιαφερόμενο Μέλος.

Πρότυπο A3.1 – Ενδιαίτηση και εγκαταστάσεις αναψυχής

1. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς που να απαιτούν από τα πλοία που φέρουν τη σημαία του:

(α) να πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οποιεσδήποτε ενδιαιτήσεις για ναυτικούς που εργάζονται ή διαβιούν επί του πλοίου ή και τα δύο, είναι ασφαλής, αξιοπρεπής και σύμφωνη με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος Προτύπου, και

(β) να επιθεωρούνται για να εξασφαλίζεται η αρχική και συνεχής συμμόρφωση με τα πρότυπα αυτά.

2. Κατά την ανάπτυξη και εφαρμογή των νόμων και κανονισμών για την εφαρμογή του παρόντος Προτύπου, η αρμόδια αρχή, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, πρέπει:

(α) να λαμβάνει υπόψη τον Κανονισμό 4.3 και τις διατάξεις του αντίστοιχου Κώδικα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και την αποφυγή ατυχημάτων, υπό το φως των ιδιαίτερων αναγκών των ναυτικών που διαβιούν και εργάζονται επί του πλοίου, και

(β) να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις οδηγίες που περιέχονται στο Μέρος Β του παρόντος Κώδικα.

3. Οι επιθεωρήσεις που απαιτούνται σύμφωνα με τον Κανονισμό 5.1.4 πρέπει να διεξάγονται όταν: (α) ένα πλοίο νηολογείται ή επανανηολογείται, ή

(β) η ενδιαίτηση του ναυτικού σε ένα πλοίο έχει ουσιαστικώς μεταβληθεί.

4. Η αρμόδια αρχή πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή ώστε να εξασφαλίζεται η εφαρμογή των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης που σχετίζονται με:

(α) το μέγεθος των δωματίων και των άλλων χώρων ενδιαίτησης,

(β) θέρμανση και εξαερισμό,

(γ) θόρυβο και δονήσεις και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες,

(δ) εγκαταστάσεις υγιεινής,

(ε) φωτισμό, και

(στ) νοσοκομειακές εγκαταστάσεις. 5. Η αρμόδια αρχή κάθε Μέλους πρέπει να απαιτεί τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα για την ενδιαίτηση και τις υπηρεσίες αναψυχής επί του πλοίου, τα οποία παρατίθενται στις παραγράφους 6 έως 17 του παρόντος Προτύπου. 6. Οσον αφορά στις γενικές απαιτήσεις για την ενδιαίτηση:

(α) πρέπει να υπάρχει επαρκές ελεύθερο ύψος σε όλες τις ενδιαιτήσεις ναυτικών. Το ελάχιστο επιτρεπτό ελεύθερο ύψος σε όλες τις ενδιαιτήσεις ναυτικών, όπου είναι απαραίτητη η πλήρης και ελεύθερη κίνηση, δεν πρέπει να είναι λιγότερο από 203 εκατοστά. Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει μια περιορισμένη μείωση του ύψους αυτού σε οποιοδήποτε χώρο ή τμήμα οποιουδήποτε χώρου σε εκείνες τις εγκαταστάσεις ενδιαίτησης όπου ικανοποιείται ότι η εν λόγω μείωση: (αα) είναι εύλογη και (ββ) δεν θα προκαλέσει δυσφορία στους ναυτικούς,

(β) οι εγκαταστάσεις ενδιαίτησης πρέπει να είναι επαρκώς μονωμένες,

(γ) σε πλοία πλην των επιβατηγών πλοίων, όπως ορίζονται στο Κανονισμό 2 (e) και (t) της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ζωής στη θάλασσα, 1974, όπως τροποποιήθηκε (Σύμβαση “SOLAS”), οι κοιτώνες πρέπει να βρίσκονται άνω της γραμμής φόρτωσης στη μέση του πλοίου ή στην πρύμνη, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες το μέγεθος ο τύπος ή η προτιθέμενη υπηρεσία του πλοίου καθιστά ανέφικτη κάθε άλλη τοποθεσία, που οι κοιτώνες μπορεί να βρίσκονται στο πρωραίο μέρος του πλοίου, αλλά σε καμία περίπτωση μπροστά από την φράκτη σύγκρουσης

(δ) σε επιβατηγά πλοία και σε ειδικά πλοία που κατασκευάστηκαν σύμφωνα με τον Κώδικα Ασφάλειας για Πλοία Ειδικού Σκοπού, 1983, του Διεθνή Ναυτιλιακού Οργανισμού και τις επακόλουθες εκδόσεις του (εφεξής θα ονομάζονται “πλοία ειδικού σκοπού”), η αρμόδια αρχή μπορεί, υπό την προϋπόθεση ότι γίνονται ικανοποιητικές διευθετήσεις για το φωτισμό και τον εξαερισμό, να επιτρέψει την τοποθέτηση των κοιτώνων κάτω από τη γραμμή φόρτωσης, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τοποθετούνται ακριβώς κάτω από τους διαδρόμους εργασίας,

(ε) δεν πρέπει να υπάρχουν άμεσα ανοίγματα προς τους κοιτώνες από τους χώρους φορτίου και μηχανοστασίου ή από τα μαγειρεία, τις αποθήκες, τα στεγνωτήρια ή τους κοινόχρηστους χώρους υγιεινής. Το τμήμα της φράκτης που διαχωρίζει τους χώρους αυτούς από τους κοιτώνες και την εξωτερική φράκτη πρέπει να είναι αποτελεσματικώς κατασκευασμένο από ατσάλι ή άλλο εγκεκριμένη υλικό και να είναι υδατοστεγές και αεροστεγές,

(στ) τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή εσωτερικών διαφραγμάτων, διαχωριστικών και επιστρώσεων, δαπέδων και αρμών πρέπει να είναι κατάλληλα για το σκοπό αυτό και να συμβάλλουν στην εξασφάλιση υγιεινού περιβάλλοντος,

(ζ) πρέπει να παρέχεται κατάλληλος φωτισμός και επαρκής αποχέτευση, (η) η ενδιαίτηση και οι υπηρεσίες αναψυχής και τροφοδοσίας πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του Κανονισμού 4.3 και τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και την πρόληψη ατυχημάτων, σε σχέση με την πρόληψη κινδύνου έκθεσης σε επικίνδυνα επίπεδα θορύβου και δονήσεων και άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων και χημικών επί των πλοίων και να παρέχουν ένα αποδεκτό επαγγελματικό περιβάλλον και περιβάλλον διαβίωσης επί του πλοίου για τους ναυτικούς.

7. Οσον αφορά στις απαιτήσεις για τον εξαερισμό και τη θέρμανση:

(α) οι κοιτώνες και οι τραπεζαρίες πρέπει να αερίζονται επαρκώς

(β) τα πλοία, με εξαίρεση αυτά που ασχολούνται συνήθως με εμπόριο όπου μέτριες κλιματολογικές συνθήκες δεν απαιτούν αυτό, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με κλιματισμό στις εγκαταστάσεις ενδιαίτησης των ναυτικών, σε κάθε χωριστό χώρο ραδιοεπικοινωνιών και σε κάθε κεντρική αίθουσα ελέγχου μηχανοστασίου,

(γ) όλοι οι χώροι υγιεινής πρέπει να έχουν εξαερισμό που καταλήγει στον ανοικτό αέρα, ανεξάρτητα από οποιοδήποτε άλλο μέρος του χώρου ενδιαίτησης, και

(δ) πρέπει να παρέχεται επαρκής θέρμανση μέσω κατάλληλου συστήματος θέρμανσης, με εξαίρεση τα πλοία που πραγματοποιούν αποκλειστικά ταξίδια σε τροπικά κλίματα.

8. Οσον αφορά στις απαιτήσεις φωτισμού, υπό τον όρο τυχόν ειδικών ρυθμίσεων που μπορεί να επιτρέπονται σε επιβατηγά πλοία, οι κοιτώνες και οι τραπεζαρίες πρέπει να φωτίζονται με φυσικό φως και να εφοδιάζονται με επαρκές τεχνητό φως. 9. Οταν απαιτούνται κοιτώνες επί των πλοίων, εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις για τους κοιτώνες:

(α) σε πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, πρέπει να παρέχεται ατομικός κοιτώνας για κάθε ναυτικό. Στην περίπτωση πλοίων ολικής χωρητικότητας μικρότερης από 3.000 ή πλοίων ειδικού σκοπού, η αρμόδια αρχή μπορεί να χορηγήσει εξαιρέσεις από την παρούσα απαίτηση, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών,

(β) πρέπει να παρέχονται ξεχωριστοί κοιτώνες για άνδρες και γυναίκες

(γ) οι κοιτώνες πρέπει να έχουν επαρκές μέγεθος και κατάλληλο εξοπλισμό ώστε να εξασφαλίζεται λογική άνεση και να διευκολύνεται η ευταξία,

(δ) πρέπει να παρέχεται ξεχωριστή κλίνη για κάθε ναυτικό σε κάθε περίπτωση,

(ε) οι ελάχιστες εσωτερικές διαστάσεις μιας κλίνης πρέπει να είναι τουλάχιστον 198 εκατοστά επί 80 εκατοστά, (στ) σε μονής κλίνης κοιτώνες ναυτικών, το εμβαδόν του δαπέδου δεν πρέπει να είναι μικρότερο από: (αα) 4,5 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 3.000, (ββ) 5,5 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρητικότητας από 3.000 έως 10.000, (γγ) 7 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρηπκότητας των 10.000 ή άνω,

(ζ) ωστόσο, για να παρέχονται κοιτώνες μονής κλίνης σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 3.000, σε επιβατηγά πλοία και σε πλοία ειδικού σκοπού, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει μειωμένο εμβαδόν δαπέδου,

(η) σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 3.000, εκτός των επιβατηγών πλοίων και των πλοίων ειδικού σκοπού, οι κοιτώνες μπορούν να καταλαμβάνονται από δύο ναυτικούς το μέγιστο. Το εμβαδόν δαπέδου των εν λόγω κοιτώνων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 7 τετραγωνκά μέτρα,

(θ) σε επιβατηγά πλοία και πλοία ειδικού σκοπού, το εμβαδόν δαπέδου των κοιτώνων των ναυτικών που δεν εκτελούν καθήκοντα αξιωματικών του πλοίου δεν πρέπει να είναι μικρότερο από:

(αα) 7,5 τετραγωνικά μέτρα σε δωμάτια που εξυπηρετούν δύο άτομα,

(ββ) 11,5 τετραγωνικά μέτρα σε δωμάτια που εξυπηρετούν τρία άτομα,

(γγ) 14,5 τετραγωνικά μέτρα σε δωμάτια που εξυπηρετούν τέσσερα άτομα,

(ι) σε πλοία ειδικού σκοπού, οι κοιτώνες μπορούν να στεγάζουν περισσότερα από τέσσερα άτομα. Το εμβαδόν δαπέδου των εν λόγω κοιτώνων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 3,6 τετραγωνικά μέτρα ανά άτομο,

(ια) σε πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων και των πλοίων ειδικού σκοπού, οι κοιτώνες των ναυτικών που εκτελούν καθήκοντα αξιωματικών του πλοίου, όπου δεν παρέχεται ιδιωτικό καθιστικό ή δωμάτιο ημέρας, πρέπει να έχουν εμβαδόν δαπέδου ανά άτομο που να μην είναι μικρότερο από: (αα) 7,5 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 3.000, (ββ) 8,5 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρητικότητας από 3.000 έως 10.000, (γγ) 10 τετραγωνικά μέτρα σε πλοία ολικής χωρητικότητας των 10.000 ή άνω,

(ιβ) σε επιβατηγά πλοία και πλοία ειδικού σκοπού, το εμβαδόν δαπέδου για τους ναυτικούς που εκτελούν καθήκοντα αξιωματικών του πλοίου, όπου δεν παρέχεται ιδιωτικό καθιστικό ή δωμάτιο ημέρας, δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 7,5 τετραγωνικά μέτρα ανά άτομο για τους κατώτερους αξιωματικούς και από 8,5 τετραγωνικά μέτρα ανά άτομο για τους ανώτερους αξιωματικούς. Κατώτεροι αξιωματικοί θεωρούνται εκείνοι που απασχολούνται σε επιχειρησιακό επίπεδο και ανώτεροι εκείνοι που απασχολούνται σε διοικητικό επίπεδο,

(ιγ) ο πλοίαρχος, ο πρώτος μηχανικός και ο αρχαιότερος αξιωματικός ναυσιπλοίας πρέπει να διαθέτουν, εκτός από τον κοιτώνα τους, ένα παρακείμενο καθιστικό, δωμάτιο ημέρας ή αντίστοιχο πρόσθετο χώρο. Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρέσει τα πλοία με ολική χωρητικότητα κάτω των 3.000 από την παρούσα απαίτηση ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών,

(ιδ) για κάθε ένοικο, η επίπλωση πρέπει να περιλαμβάνει ευρύχωρο ερμάριο ιματισμού (τουλάχιστον 475 λίτρων) και ένα συρτάρι ή αντίστοιχο χώρο τουλάχιστον 56 λίτρων. Εάν το συρτάρι είναι ενσωματωμένο στο ερμάριο, τότε ο συνδυασμένος ελάχιστος όγκος του ερμαρίου πρέπει να είναι 500 λίτρα. Πρέπει να διαθέτει ράφι και να μπορεί να κλειδώνεται από τον ένοικο για να εξασφαλίζεται η ιδιωτικότητα,

(ιε) κάθε κοιτώνας πρέπει να εφοδιάζεται με τραπέζι ή γραφείο, το οποίο μπορεί να είναι σταθερό, πτυσσόμενο ή συρόμενο και με άνετο κάθισμα, όπως αρμόζει. 10. Οσον αφορά στις απαιτήσεις των χώρων τραπεζαρίας:

(α) οι χώροι τραπεζαρίας πρέπει να βρίσκονται χωριστά από τους κοιτώνες και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο μαγειρείο. Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρέσει τα πλοία με ολική χωρητικότητα κάτω των 3.000 από την παρούσα απαίτηση ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, και

(β) οι χώροι τραπεζαρίας πρέπει να έχουν επαρκές μέγεθος και άνεση και να είναι κατάλληλα επιπλωμένοι και εξοπλισμένοι (συμπεριλαμβανομένων των συνεχόμενων εγκαταστάσεων για αναψυχή), λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των ναυτικών που είναι πιθανό να τους χρησιμοποιήσουν κάθε φορά. Πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για ξεχωριστές ή κοινές εγκαταστάσεις τραπεζαρίας όπως αρμόζει.

11. Οσον αφορά στις απαιτήσεις για τις εγκαταστάσεις υγιεινής: (α) όλοι οι ναυτικοί πρέπει να έχουν εύκολη πρόσβαση επί του πλοίου σε εγκαταστάσεις υγιεινής που πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα υγείας και υγιεινής και τα λογικά πρότυπα άνεσης, με παροχή ξεχωριστών εγκαταστάσεων υγιεινής για άνδρες και γυναίκες,

(β) πρέπει να υπάρχουν εγκαταστάσεις υγιεινής με εύκολη πρόσβαση από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας και τον χώρο του μηχανοστασίου ή κοντά στο κέντρο ελέγχου μηχανοστασίου. Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρέσει τα πλοία με ολική χωρητικότητα κάτω των 3.000 από την παρούσα απαίτηση ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών,

(γ) σε όλα τα πλοία πρέπει να παρέχεται σε κατάλληλο χώρο τουλάχιστον ένα αποχωρητήριο, ένας νιπτήρας και μία μπανιέρα ή καταιωνιστήρας (ντους) ή και τα δύο για κάθε έξι άτομα ή λιγότερα, τα οποία δεν έχουν προσωπικές εγκαταστάσεις υγιεινής,

(δ) με εξαίρεση τα επιβατηγά πλοία, κάθε κοιτώνας πρέπει να διαθέτει νιπτήρα που υδροδοτείται με κρύο και ζεστό, γλυκό νερό, με εξαίρεση την περίπτωση που νιπτήρας έχει τοποθετηθεί στην ιδιωτική εγκατάσταση υγιεινής που παρέχεται,

(ε) στα επιβατηγά πλοία που πραγματοποιούν συνήθως ταξίδια διάρκειας όχι μεγαλύτερης των τεσσάρων ωρών, η αρμόδια αρχή μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο ειδικών ρυθμίσεων ή μείωσης του αριθμού των απαιτούμενων εγκαταστάσεων, και

(στ) όλοι οι χώροι υγιεινής πρέπει να υδροδοτούνται με ζεστό και κρύο, γλυκό νερό.

12. Όσον αφορά στις απαιτήσεις νοσοκομειακών εγκαταστάσεων, τα πλοία που μεταφέρουν 15 ή περισσότερους ναυτικούς και πραγματοποιούν ταξίδι διάρκειας άνω των τριών ημερών, πρέπει να διαθέτουν ξεχωριστές νοσοκομειακές εγκαταστάσεις που να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ιατρικούς σκοπούς. Η αρμόδια αρχή μπορεί να χαλαρώσει την απαίτηση αυτή για πλοία που πραγματοποιούν παράκτιο εμπόριο. Κατά την έγκριση των νοσοκομειακών εγκαταστάσεων επί του πλοίου, η αρμόδια αρχή πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εγκαταστάσεις θαέχουν, σε όλες τις καιρικές συνθήκες, εύκολη πρόσβαση, θα παρέχουν άνετη ενδιαίτηση αυτών που μένουν και θα συμβάλλουν στην παροχή άμεσης και κατάλληλης φροντίδας τους.

13. Κατάλληλα τοποθετημένες και εξοπλισμένες ευκολίες και μέσα πλυσίματος ιματισμού πρέπει να είναι διαθέσιμες.

14. Όλα τα πλοία πρέπει να διαθέτουν ένα χώρο ή χώρους στο ανοικτό κατάστρωμα στους οποίους οι ναυτικοί μπορούν να έχουν πρόσβαση όταν είναι εκτός υπηρεσίας και οι οποίοι έχουν επαρκή έκταση σε σχέση με το μέγεθος του πλοίου και τον αριθμό των ναυτικών επί αυτού.

15. Όλα τα πλοία πρέπει να διαθέτουν ξεχωριστούς χώρους γραφείων ή κοινό γραφείο του πλοίου για να χρησιμοποιείται από τα τμήματα καταστρώματος και μηχανής. Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρέσει τα πλοία με ολική χωρητικότητα κάτω των 3.000 από την παρούσα απαίτηση ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

16. Πλοία που πραγματοποιούν τακτικά εμπόριο σε λιμένες που υπάρχουν πολλά κουνούπια πρέπει να εξοπλίζονται με κατάλληλες συσκευές, όπως απαιτείται από την αρμόδια αρχή.

17. Κατάλληλες εγκαταστάσεις αναψυχής, ευκολίες και υπηρεσίες για τους ναυτικούς, όπως προσαρμόστηκαν για να πληρούν τις ιδιαίτερες ανάγκες των ναυτικών που πρέπει να διαμένουν και να εργάζονται σε πλοία, πρέπει να παρέχονται επί των πλοίων προς όφελος όλων των ναυτικών, λαμβάνοντας υπόψη τον Κανονισμό 4.3 και τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και την πρόληψη ατυχημάτων.

18. Η αρμόδια αρχή πρέπει να απαιτεί τη διενέργεια τακτικών επιθεωρήσεων επί των πλοίων, από τον πλοίαρχο ή υπό τη δικαιοδοσία του, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εγκαταστάσεις ενδιαίτησης των ναυτικών είναι καθαρές, αξιοπρεπώς κατοικήσιμες και ότι διατηρούνται σε καλή κατάσταση από άποψη επισκευών. Τα αποτελέσματα κάθε επιθεώρησης πρέπει να καταγράφονται και να είναι διαθέσιμα για έλεγχο.

19. Στη περίπτωση πλοίων όπου υπάρχει ανάγκη να ληφθούν υπόψη, άνευ διακρίσεων, τα ενδιαφέροντα ναυτικών που έχουν διαφορετικές και χαρακτηριστικές θρησκευτικές και κοινωνικές πρακτικές, η αρμόδια αρχή μπορεί, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, να επιτρέψει δίκαια εφαρμοσμένες παρεκκλίσεις σε σχέση με το παρόν Πρότυπο, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω παρεκκλίσεις δεν καταλήγουν σε συνολικές εγκαταστάσεις λιγότερο ευνοϊκές από αυτές στις οποίες θα οδηγούσε η εφαρμογή του παρόντος Προτύπου.

20. Κάθε Μέλος μπορεί, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, να εξαιρέσει πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 200, όπου είναι εύλογο να γίνει κάτι τέτοιο, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του πλοίου και τον αριθμό των ατόμων επί αυτού, σύμφωνα με τις απαιτήσεις των ακόλουθων διατάξεων του παρόντος Προτύπου:

(α) τις παραγράφους 7 (β), 11 (δ) και 13, και

(β) την παράγραφο 9 (στ) και (η) έως (ιβ) συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά μόνο στο εμβαδόν δαπέδου.

21. Τυχόν εξαιρέσεις σε σχέση με τις απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου μπορεί να γίνουν μόνο όταν επιτρέπονται ρητά από το παρόν Πρότυπο και μόνο για συγκεκριμένες περιστάσεις, κατά τις οποίες οι εξαιρέσεις αυτές μπορεί σαφώς να δικαιολογηθούν για σοβαρούς λόγους και υπό τον όρο της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των ναυτικών.

Οδηγία Β3.1 – Ενδιαίτηση και εγκαταστάσεις αναψυχής

Οδηγία Β3.1.1 – Σχεδιασμός και κατασκευή

1. Τα εξωτερικά διαφράγματα των κοιτώνων και των τραπεζαριών πρέπει να είναι κατάλληλα μονωμένα. Όλες οι επενδύσεις των μηχανημάτων και όλα τα διαφράγματα οριοθέτησης των μαγειρείων και άλλων χώρων, όπου παράγεται θερμότητα, θα πρέπει να είναι κατάλληλα μονωμένα όπου υπάρχει πιθανότητα προκληθέντων επιδράσεων θερμότητας σε παρακείμενους χώρους ενδιαίτησης ή διαδρόμους, θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης μέτρα για την παροχή προστασίας από τις επιδράσεις της θερμότητας των σωλήνων ατμού ή ζεστού νερού ή και των δύο. 2. Οι κοιτώνες, οι τραπεζαρίες, οι χώροι αναψυχής και οι διάδρομοι στους χώρους ενδιαίτησης θα πρέπει να είναι κατάλληλα μονωμένοι για την πρόληψη υγρασίας ή υπερθέρμανσης.

3. Οι επιφάνειες των διαφραγμάτων και των οροφών θα πρέπει να είναι από υλικό με επιφάνεια που να διατηρείται εύκολα καθαρή. Καμία μορφή κατασκευής που ενδέχεται να συντελεί στην ανάπτυφι παρασίτων δεν πρέπει να χρησιμοποιείται.

4. Οι επιφάνειες των διαφραγμάτων και των οροφών στους κοιτώνες και στις τραπεζαρίες θα πρέπει να μπορούν να διατηρούνται εύκολα καθαρές και να είναι ανοιχτόχρωμες, με ανθεκτικό, μη τοξικό φινίρισμα.

5. Τα καταστρώματα σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης ναυτικών θα πρέπει να είναι από εγκεκριμένο υλικό και κατασκευή και θα πρέπει να διαθέτουν μη ολισθηρή επιφάνεια, μη διαπερατή από υγρασία και που να διατηρείται εύκολα καθαρή.

6. Όταν τα δάπεδα κατασκευάζονται από σύνθετα υλικά, οι αρμοί με τις πλευρές θα πρέπει να ενισχύονται ώστε να αποφεύγονται οι ρωγμές.

Οδηγία Β3.1.2 – Αερισμός

1. Το σύστημα αερισμού για τους κοιτώνες και τις τραπεζαρίες θα πρέπει να ελέγχεται ούτως ώστε να διατηρεί τον αέρα σε ικανοποιητική κατάσταση και να εξασφαλίζει επαρκή κίνηση του αέρα σε όλες τις καιρικές και κλιματολογικές συνθήκες.

2. Τα συστήματα κλιματισμού, είτε τύπου με κεντρική είτε με ατομική μονάδα, θα πρέπει να είναι σχεδιασμένα ούτως ώστε:

(α) να διατηρούν τον αέρα σε ικανοποιητική θερμοκρασία και σχετική υγρασία σε σύγκριση με τις συνθήκες του εξωτερικού αέρα, να εξασφαλίζουν επάρκεια αλλαγών αέρα σε όλους τους κλιματιζόμενους χώρους, να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εργασιών στη θάλασσα και να μην παράγουν υπερβολικούς θορύβους ή δονήσεις, και

(β) να διευκολύνουν τον εύκολο καθαρισμό και την απολύμανση για την πρόληψη ή τον έλεγχο μετάδοσης ασθενειών. 3. Κινητήρια δύναμη για τη λειτουργία του κλιματισμού και άλλων μέσων αερισμού, που απαιτείται από τις προηγούμενες παραγράφους της παρούσας Οδηγίας, θα πρέπει να είναιδιαθέσιμη συνεχώς όταν οι ναυτικοί διαβιούν ή εργάζονται επί του πλοίου και εφόσον απαιτούν οισυνθήκες. Ωστόσο, η εν λόγω δύναμη δεν χρειάζεται να παρέχεται από πηγή έκτακτης ανάγκης.

Οδηγία Β3.1.3 – θέρμανση

1. Το σύστημα θέρμανσης των χώρων ενδιαίτησης των ναυτικών θα πρέπει να λειτουργεί συνεχώς όταν οι ναυτικοί διαβιούν ή εργάζονται επί του πλοίου και οι συνθήκες απαιτούν τη χρήση του.

2. Σε όλα τα πλοία, όπου απαιτείται σύστημα θέρμανσης η θέρμανση θα πρέπει να παρέχεται μέσω ζεστού νερού, θερμού αέρα, ηλεκτρισμού, ατμού ή ισοδύναμου μέσου. Ωστόσο, εντός του χώρου ενδιαίτησης, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο ατμός ως μέσο μετάδοσης θερμότητας. Το σύστημα θέρμανσης θα πρέπει να μπορεί να διατηρεί τη θερμοκρασία των χώρων ενδιαίτησης των ναυτικών σε ικανοποιητικό επίπεδο υπό κανονικές καιρικές και κλιματολογικές συνθήκες, οι οποίες είναι πιθανό να αντιμετωπισθούν κατά τον πλου που εκτελεί το πλοίο. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να ορίσει το πρότυπο που πρέπει να παρέχεται.

3. Θερμικά σώματα και άλλες συσκευές θέρμανσης θα πρέπει να τοποθετούνται κατάλληλα και, όπου είναι απαραίτητο, να καλύπτονται για την αποφυγή κινδύνου πυρκαγιάς ή κινδύνου ή δυσφορίας των ενοίκων.

Οδηγία Β3.1.4 – Φωτισμός

1. Σε όλα τα πλοία θα πρέπει να παρέχεται ηλεκτρικός φωτισμός στους χώρους ενδιαίτησης των ναυτικών. Εάν δεν υπάρχουν δύο ανεξάρτητες πηγές ηλεκτρισμού για φωτισμό, επιπρόσθετος φωτισμός θα πρέπει να παρέχεται με κατάλληλα κατασκευασμένους λαμπτήρες ή συσκευές φωτισμού για έκτακτη χρήση.

2. Στους κοιτώνες, ένας ηλεκτρικός λαμπτήρας ανάγνωσης θα πρέπει να είναι εγκατεστημένος στην κεφαλή κάθε κλίνης.

3. Κατάλληλα πρότυπα φυσικού και τεχνητού φωτός θα πρέπει να ορίζονται από την αρμόδια αρχή.

Οδηγία Β3.1.5 – Κοιτώνες

1. Πρέπει να υπάρχουν κατάλληλες διευθετήσεις των κλινών επί του πλοίου, ώστε να εξασφαλίζεται η μεγαλύτερη δυνατή άνεση στο ναυτικό και σε οποιοδήποτε σύντροφο ενδεχομένως τον συνοδεύει.

2. Όπου το μέγεθος του πλοίου, η δραστηριότητα στην οποία θα απασχοληθεί και ο σχεδιασμός του το καθιστούν εύλογο και εφικτό, οι κοιτώνες θα πρέπει να σχεδιάζονται και να εξοπλίζονται με ατομική εγκατάσταση υγιεινής, συμπεριλαμβανομένου αποχωρητηρίου, ούτως ώστε να παρέχεται εύλογη άνεση στους ενοίκους και να διευκολύνεται η ευταξία.

3. Στο βαθμό που αυτό είναι πρακτικά δυνατό, οι κοιτώνες των ναυτικών θα έχουν διάταξη τέτοια ώστε να χωρίζονται οι φυλακές και κανένας ναυτικός που εργάζεται κατά την ημέρα να μη μοιράζεται το δωμάτιο με εκείνους που εκτελούν φυλακές.

4. Στην περίπτωση ναυτικών που εκτελούν καθήκοντα υπαξιωματικών, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περισσότερα από δύο άτομα ανά κοιτώνα.

5. Θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα επέκτασης της διευκόλυνσης που αναφέρεται στο Πρότυπο Α3.1, παράγραφος 9 (ιγ), στον δεύτερο μηχανικό, όπου αυτό είναι πρακτικά δυνατό.

6. Ο χώρος που καταλαμβάνουν οι κλίνες και τα ερμάρια, οι συρταριέρες και τα καθίσματα θα πρέπει να περιλαμβάνεται στη μέτρηση του εμβαδού του δαπέδου. Μικροί ή ακανόνιστου σχήματος χώροι, που δεν συμβάλλουν αποτελεσματικά στο διαθέσιμο χώρο για ελεύθερη κίνηση και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εγκατάσταση επίπλων, θα πρέπει να εξαιρούνται.

7. Οι κλίνες δεν θα πρέπει να τοποθετούνται σε σειρές άνω των δύο (η μια πάνω στην άλλη). Σε περίπτωση που οι κλίνες τοποθετούνται κατά μήκος της πλευράς του πλοίου, θα πρέπει να υπάρχει μόνο μία σειρά όπου υπάρχει παραφωτίδα (φινιστρίνι) πάνω από μία κλίνη.

8. Η κάτω κλίνη σε διπλή σειρά (κάθετης διάταξης) δεν θα πρέπει να απέχει λιγότερο από 30 εκατοστά από το δάπεδο. Η άνω κλίνη θα πρέπει να τοποθετείται περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ της κάτω πλευράς της κάτω κλίνης και της κατώτερης πλευράς των δοκών του ανώτερου καταστρώματος (οροφής).

9. Το πλαίσιο και το προστατευτικό ξύλο (προς αποφυγή πτώσης), εάν υπάρχουν, της κλίνης θα πρέπει να είναι από εγκεκριμένο υλικό, σκληρό, λείο, που δεν θα είναι πιθανό να υποστεί διάβρωση ή να συντελέσει στη ανάπτυξη παρασίτων.

10. Εάν χρησιμοποιούνται κυλινδρικά πλαίσια για την κατασκευή κλινών, θα πρέπει να είναι πλήρως σφραγισμένα και χωρίς διατρήσεις που θα παρείχαν πρόσβαση σε παράσιτα.

11. Κάθε κλίνη θα πρέπει να διαθέτει αναπαυτικό στρώμα, του οποίου η κάτω πλευρά θα είναι ενισχυμένη ή συνδυασμένο στρώμα με ενίσχυση, που θα διαθέτει ελατήρια στην κάτω πλευρά του ή στρώμα με ελατήρια. Το στρώμα και το υλικό ενίσχυσης που χρησιμοποιείται θα πρέπει να είναι κατασκευασμένα από εγκεκριμένο υλικό. Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται υλικό γεμίσματος που ενδέχεται να βοηθά στην ανάπτυξη παρασίτων.

12. Όταν μία κλίνη είναι τοποθετημένη πάνω από άλλη, ένα χώρισμα αδιαπέραστο από τη σκόνη θα πρέπει να τοποθετείται κάτω από το στρώμα ή το πλέγμα με τα ελατήρια της πάνω κλίνης.

13. Η επίπλωση θα πρέπει να είναι από λείο, σκληρό υλικό, που δεν είναι πιθανό να στρεβλωθεί ή να διαβρωθεί.

14. Οι κοιτώνες θα πρέπει να διαθέτουν κουρτίνες ή αντίστοιχο μέσο για τις παραφωτίδες.

15. Οι κοιτώνες θα πρέπει να διαθέτουν καθρέφτη, μικρά ερμάρια για τα απαραίτητα είδη μπάνιου, ράφι βιβλίων και επαρκή αριθμό κρεμαστρών.

Οδηγία Β3.1.6 – Τραπεζαρίες

1. Οι τραπεζαρίες μπορεί να είναι είτε κοινές είτε ξεχωριστές. Η απόφαση για αυτό το θέμα θα πρέπει να λαμβάνεται ύστερα από διαβούλευση με τους εκπροσώπους των πλοιοκτητών και των ναυτικών και θα υπόκειται στην έγκριση της αρμόδιας αρχής. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες, όπως το μέγεθος του πλοίου και οι διαφορετικές πολιτιστικές, θρησκευτικές και κοινωνικές ανάγκες των ναυτικών.

2. Όπου πρέπει να παρέχονται ξεχωριστές τραπεζαρίες στους ναυτικούς, τότε θα πρέπει να παρέχονται ξεχωριστές τραπεζαρίες για:

(α) τον πλοίαρχο και τους αξιωματικούς και

(β) τους υπαξιωματικούς και άλλους ναυτικούς.

3. Σε πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, το εμβαδόν δαπέδου των τραπεζαριών των ναυτικών δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο από 1,5 τετραγωνικό μέτρο ανά άτομο της σχεδιασμένης χωρητικότητας θέσεων.

4. Σε όλα τα πλοία, οι τραπεζαρίες θα πρέπει να είναι εξοπλισμένες με τραπέζια και κατάλληλα καθίσματα, σταθερά ή κινητά, επαρκή για να εξυπηρετήσουν ταυτόχρονα το μεγαλύτερο αριθμό των ναυτικών που είναι πιθανό να τα χρησιμοποιήσει σε οποιαδήποτε στιγμή.

5. Οταν οι ναυτικοί είναι επί του πλοίου θα πρέπει να είναι συνεχώς διαθέσιμα τα εξής:

(α) ψυγείο, που θα πρέπει να βρίσκεται σε κατάλληλη θέση και να έχει επαρκή χωρητικότητα για τον αριθμό των προσώπων που χρησιμοποιούν την τραπεζαρία ή τις τραπεζαρίες,

(β) ευκολίες για ζεστά ροφήματα και (γ) εγκαταστάσεις κρύου νερού.

6. Όταν οι διαθέσιμες αποθήκες επιτραπέζιων σκευών δεν είναι προσβάσιμες από τις τραπεζαρίες, θα πρέπει να παρέχονται κατάλληλα ερμάρια για τα σκεύη και κατάλληλες εγκαταστάσεις για την πλύση τους.

7. Οι επιφάνειες των τραπεζιών και των καθισμάτων θα πρέπει να είναι από υλικό ανθεκτικό στην υγρασία.

Οδηγία Β3.1.7 – Εγκαταστάσεις υγιεινής

1. Οι νιπτήρες και οι μπανιέρες θα πρέπει να έχουν κατάλληλο μέγεθος και να είναι κατασκευασμένοι από εγκεκριμένο υλικό με λεία επιφάνεια που δεν ραγίζει, δεν αποφλοιώνεται και δεν διαβρώνεται.

2. Όλα τα αποχωρητήρια θα πρέπει να είναι εγκεκριμένου τύπου και να είναι εφοδιασμένα με σύστημα παροχής νερού με πίεση ή άλλο κατάλληλο μέσο έκπλυσης με πίεση, όπως με αέρα, που να είναι διαθέσιμα συνεχώς και να ελέγχονται ανεξάρτητα.

3. Οι εγκαταστάσεις υγιεινής που προορίζονται για χρήση από περισσότερα του ενός πρόσωπα θα πρέπει να πληρούν τα ακόλουθα:

(α) τα δάπεδα θα πρέπει να είναι από εγκεκριμένο ανθεκτικό υλικό, μη διαπερατό από υγρασία και θα πρέπει να διαθέτουν κατάλληλη αποχέτευση,

(β) οι φράκτες θα πρέπει να είναι από χάλυβα ή από άλλο εγκεκριμένο υλικό και θα πρέπει να είναι υδατοστεγείς έως τουλάχιστον 23 εκατοστά πάνω από το επίπεδο του καταστρώματος,

(γ) οι χώροι θα πρέπει να έχουν επαρκή φωτισμό, θέρμανση και αερισμό,

(δ) τα αποχωρητήρια θα πρέπει να βρίσκονται σε προσιτή θέση σε σχέση με τους κοιτώνες και τους χώρους πλύσης, αλλά χωριστά από αυτούς, δίχως άμεση πρόσβαση από τους κοιτώνες ή από διάδρομο μεταξύ κοιτώνων και αποχωρητηρίων για τα οποία δεν υπάρχει άλλη πρόσβαση. Η παρούσα απαίτηση δεν ισχύει όταν το αποχωρητήριο βρίσκεται σε ιδιαίτερο χώρο μεταξύ δυο κοιτώνων που φιλοξενούν συνολικά όχι περισσότερους από τέσσερις ναυτικούς, και

(ε) όταν υπάρχουν περισσότερες από ένα αποχωρητήρια σε έναν χώρο, θα πρέπει να διαχωρίζονται επαρκώς για να εξασφαλίζεται η ιδιωτικότητα.

4. Τα μέσα και ευκολίες πλυσίματος ιματισμού που παρέχονται για χρήση από τους ναυτικούς θα πρέπει να περιλαμβάνουν:

(α) πλυντήρια,

(β) στεγνωτήρια ή επαρκώς θερμαινόμενα και αεριζόμενα δωμάτια στεγνώματος, και

(γ) σίδερα και σιδερώστρες ή αντίστοιχες συσκευές.

Οδηγία Β3.1.8 – Νοσοκομειακές εγκαταστάσεις

1. Οι νοσοκομειακές εγκαταστάσεις θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες κατά τρόπο ώστε να διευκολύνουν την πρόσβαση για παροχή ιατρικής συμβουλής και πρώτων βοηθειών και να βοηθούν στην πρόληψη της μετάδοσης μολυσματικών ασθενειών.

2. Η διαρρύθμιση της εισόδου, των κλινών, του φωτισμού, του αερισμού, της θέρμανσης και της παροχής νερού θα πρέπει να είναι σχεδιασμένη κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζει την άνεση και να διευκολύνει τη θεραπευτική αγωγή των ασθενών.

3. Ο αριθμός των νοσοκομειακών κλινών που απαιτείται θα πρέπει να καθορίζεται από την αρμόδια αρχή.

4. Εγκαταστάσεις υγιεινής θα πρέπει να παρέχονται, για την αποκλειστική χρήση των ασθενών των νοσοκομειακών εγκαταστάσεων, είτε ως τμήμα της εγκατάστασης είτε σε στενή εγγύτητα με αυτή. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις υγιεινής θα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον ένα αποχωρητήριο, ένα νιπτήρα και μία μπανιέρα ή καταιωνιστήρα (ντους).

Οδηγία Β3.1.9 – Λοιπές εγκαταστάσεις

1. Όπου παρέχονται ξεχωριστές εγκαταστάσεις για να αλλάζει ρούχα το προσωπικό του μηχανοστασίου θα πρέπει:

(α) να βρίσκονται εκτός του μηχανοστασίου αλλά με εύκολη πρόσβαση σε αυτό, και

(β) να διαθέτουν ατομικά ερμάρια ρούχων, καθώς και μπανιέρες ή καταιωνκπήρες (ντους) ή και τα δύο και νιπτήρες που υδροδοτούνται με ζεστό και κρύο, γλυκό νερό.

Οδηγία Β3.1.10 – Κλινοσκεπάσματα, σκεύη τραπεζαρίας και διάφορες διατάξεις 1. Κάθε Μέλος θα πρέπει να εξετάσει την εφαρμογή των ακόλουθων αρχών:

(α) καθαρά κλινοσκεπάσματα και σκεύη τραπεζαρίας θα πρέπει να παρέχονται από τον πλοιοκτήτη σε όλους τους ναυτικούς για χρήση επί του πλοίου κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας στο πλοίο και οι εν λόγω ναυτικοί θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την επιστροφή τους σε χρόνο που ορίζεται από τον πλοίαρχο και κατά την ολοκλήρωση της υπηρεσίας στο πλοίο,

(β) τα κλινοσκεπάσματα θα πρέπει να είναι καλής ποιότητας και τα πιάτα, τα ποτήρια και τα λοιπά σκεύη τραπεζαρίας θα πρέπει να είναι από εγκεκριμένο υλικό που να μπορεί να καθαρίζεται εύκολα, και (γ) πετσέτες, σαπούνι και χαρτί υγιεινής για όλους τους ναυτικούς θα πρέπει να παρέχονται από τον πλοιοκτήτη.

Οδηγία Β3.1.11 – Εγκαταστάσεις αναψυχής, αλληλογραφία και διευθέτηση επισκέψεων στο πλοίο

1. Οι εγκαταστάσεις και οι υπηρεσίες αναψυχής θα πρέπει να αναθεωρούνται συχνά για να εξασφαλίζεται ότι είναι κατάλληλες ενόψει των μεταβολών στις ανάγκες των ναυτικών που απορρέουν από τις τεχνικές, λειτουργικές και λοιπές εξελίξεις της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

2. Η επίπλωση των εγκαταστάσεων αναψυχής θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον μία βιβλιοθήκη και εγκαταστάσεις ανάγνωσης, γραφής, και όπου είναι πρακτικά δυνατόν, παιχνιδιών.

3. Σε συνδυασμό με το σχεδιασμό των εγκαταστάσεων αναψυχής, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξετάσει την παροχή αναψυκτηρίου.

4. Θα πρέπει επίσης να εξεταστεί η συμπερίληψη των ακόλουθων εγκαταστάσεων, χωρίς κόστος για τους ναυτικούς, όπου αυτό είναι πρακτικά δυνατόν:

(α) χώρου καπνιστών,

(β) παρακολούθησης τηλεόρασης και ακρόασης ραδιοφωνικών εκπομπών,

(γ) προβολής ταινιών, το απόθεμα των οποίων θα πρέπει να είναι επαρκές για τη διάρκεια του ταξιδιού και, όταν είναι απαραπητο, να αλλάζει σε εύλογα διαστήματα,

(δ) αθλητικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένου εξοπλισμού άσκησης, επιτραπέζιων παιχνιδιών και παιχνιδιών καταστρώματος,

(ε) όπου είναι δυνατόν, εγκαταστάσεων κολύμβησης (στ) βιβλιοθήκης που θα περιέχει επαγγελματικά και άλλα ββλία, το απόθεμα των οποίων θα πρέπει να είναι αρκετό για τη διάρκεια του ταξιδιού και να αλλάζει σε εύλογα διαστήματα, (ζ) εγκαταστάσεων για χειροτεχνίες ψυχαγωγίας,

(η) ηλεκτρονικού εξοπλισμού, όπως ραδιόφωνο, τηλεόραση, εγγραφέα εικόνας και ήχου (βίντεο), Ψηφιακό Ευέλικτο Δίσκο (DVDV Συμπακτωμένο Δίσκο (CD), προσωπικός υπολογιστής και λογισμικό και κασετόφωνο,

(θ) όπου αρμόζει, παροχή ποτών (bar) επί του πλοίου για τους ναυτικούς, εκτός εάν αυτό είναι αντίθετο με τα εθνικά, θρησκευτικά ή κοινωνικά έθιμα, και

(ι) εύλογη πρόσβαση σε τηλεφωνικές επικοινωνίες πλοίου – ξηράς και υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και διαδικτύου, όπου είναι διαθέσιμες, με εύλογες χρεώσεις για τη χρήση αυτών των υπηρεσιών.

5. Θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για να εξασφαλίζεται ότι η αποστολή της αλληλογραφίας των ναυτικών είναι όσο το δυνατόν αξιόπιστη και ταχεία. Θα πρέπει επίσης να γίνουν προσπάθειες για να αποφεύγεται οι ναυτικοί να απαιτείται να καταβάλλουν πρόσθετα ταχυδρομικά τέλη όταν η αλληλογραφία πρέπει να επαναποσταλεί λόγω περιστάσεων πέραν του ελέγχου τους.

6. Θα πρέπει να εξεταστούν μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί, υπό τον όρο τυχόν εθνικών ή διεθνών νόμων ή κανονισμών που εφαρμόζονται, ότι όπου αυτό είναι δυνατόν και εύλογο οι ναυτικοί θα λαμβάνουν ταχέως άδεια νια να τους επισκέπτονται οι σύντροφοι, οι συγγενείς και οι φίλοι τους επί του πλοίου όταν βρίσκεται σε λιμένα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να ανταποκρίνονται σε οποιεσδήποτε ανησυχίες για άδειες ασφαλείας από έκνομες ενέργειες.

7. Θα πρέπει να εξεταστεί η πιθανότητα να επιτρέπεται στους ναυτικούς να συνοδεύονται από τους/τις συντρόφους τους, περιστασιακά στα ταξίδια, όταν αυτό είναι πρακτικά δυνατό και εύλογο. Οι εν λόγω σύντροφοι θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή ασφαλιστική κάλυψη για ατυχήματα και ασθένεια. Οι πλοιοκτήτες θα πρέπει να προσφέρουν κάθε δυνατή βοήθεια στους ναυτικούς για την πραγματοποίηση της εν λόγω ασφάλισης.

Οδηγία Β3.1.12 – Αποφυγή θορύβου και δονήσεων

1. Οι εγκαταστάσεις ενδιαίτησης και ψυχαγωγίας και τροφοδοσίας θα πρέπει να βρίσκονται όσο είναι πρακτικά δυνατόν πιο μακριά από τις μηχανές, τα δωμάτια πηδαλιουχίας, τα βαρούλκα καταστρώματος, τον εξοπλισμό αερισμού, θέρμανσης και κλιματισμού και λοιπά θορυβώδη μηχανήματα και συσκευές.

2. Ακουστική μόνωση ή άλλα κατάλληλα υλικά που απορροφούν τους ήχους θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στην κατασκευή και το φινίρισμα των φρακτών, των οροφών και καταστρωμάτων εντός των χώρων παραγωγής θορύβων, καθώς και θύρες που κλείνουν αυτόματα και απομονώνουν τους θορύβους στους χώρους μηχανοστασίου.

3. Το μηχανοστάσιο και οι λοιποί χώροι μηχανημάτων θα πρέπει να εφοδιάζονται, όπου αυτό είναι πρακτικά δυνατό, με ηχομονωμένα δωμάτια κεντρικού ελέγχου για το προσωπικό του μηχανοστασίου. Οι χώροι εργασίας όπως το μηχανουργείο, θα πρέπει να είναι μονωμένοι, στο μέτρο του εφικτού, από το γενικό θόρυβο του μηχανοστασίου και θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για τη μείωση του θορύβου κατά τη λειτουργία των μηχανημάτων.

4. Τα όρια των επιπέδων θορύβου για τους χώρους εργασίας και διαβίωσης θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τις διεθνείς οδηγίες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για τα επίπεδα εκθέσεως, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Κώδικα Πρακτικής της Δ.Ο.Ε. με τίτλο Περιβαλλοντικοί παράγοντες στο χώρο εργασίας, 2001 και, όπου εφαρμόζονται, με τη συγκεκριμένη προστασία που προτείνει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός, και με οποιεσδήποτε επακόλουθες τροποποιητικές και συμπληρωματικές πράξεις για τα αποδεκτά επίπεδα θορύβου επί πλοίων. Αντίγραφο των πράξεων που εφαρμόζονται στην Αγγλική γλώσσα ή στη γλώσσα εργασίας του πλοίου θα πρέπει να φέρεται επί του πλοίου και να είναι προσβάσιμο στους ναυτικούς.

5. Καμία εγκατάσταση ενδιαίτησης ή ψυχαγωγίας ή τροφοδοσίας δεν θα πρέπει να είναι εκτεθειμένη σε υπερβολική δόνηση.

Κανονισμός 3.2-Διατροφή και τροφοδοσία

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί έχουν πρόσβαση σε τροφή καλής ποιότητας και πόσιμο νερό που παρέχονται υπό ρυθμισμένες συνθήκες υγιεινής

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίσει ότι τα πλοία που υψώνουν τη σημαία του φέρουν και παρέχουν τροφή και πόσιμο νερό κατάλληλης ποιότητας θρεπτικής αξίας και ποσότητας, που καλύπτουν επαρκώς τις απαιτήσεις του πλοίου και λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές πολιτιστικές και θρησκευτικές καταβολές.

2. Δωρεάν τροφή πρέπει να παρέχεται στους ναυτικούς επί πλοίου κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης τους.

3. Οι ναυτικοί που εργάζονται ως μάγειροι του πλοίου με ευθύνη για την προετοιμασία του φαγητού πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι και να έχουν τα κατάλληλα προσόντα για τη θέση τους στο πλοίο.

Πρότυπο Α3.2 – Διατροφή και τροφοδοσία

1. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς ή άλλα μέτρα για την παροχή ελάχιστων προτύπων για την ποσότητα και την ποιότητα του φαγητού και του πόσιμου νερού και για τα πρότυπα τροφοδοσίας που ισχύουν για τα γεύματα που παρέχονται στους ναυτικούς επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του, και πρέπει να αναλάβει εκπαιδευτικές δραστηριότητες για την προαγωγή της ενημέρωσης και της εφαρμογής των προτύπων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα πλοία που φέρουν τη σημαία του πληρούν τα ακόλουθα ελάχιστα πρότυπα: (α) οι προμήθειες φαγητού και πόσιμου νερού, έχοντας υπόψη τον αριθμό των ναυτικών επί του πλοίου, τις θρησκευτικές τους απαιτήσεις και τις πολιτιστικές τους πρακτικές, που σχετίζονται με τη διατροφή και τη διάρκεια και τη φύση του ταξιδιού, πρέπει να είναι κατάλληλες όσον αφορά την ποσότητα, τη θρεπτική αξία, την ποιότητα και την ποικιλία, (β) η οργάνωση και ο εξοπλισμός του τμήματος τροφοδοσίας πρέπει να είναι τέτοιοι που να επιτρέπουν την παροχή στους ναυτικούς επαρκών, ποικίλων και θρεπτικών γευμάτων, που ετοιμάζονται και σερβίρονται σε συνθήκες υγιεινής και (γ) το προσωπικό τροφοδοσίας πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο ή να έχει λάβει οδηγίες για τις θέσεις του.

3. Οι πλοιοκτήτες πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι ναυτικοί που απασχολούνται ως μάγειροι των πλοίων είναι εκπαιδευμένοι, έχουν τα κατάλληλα προσόντα και κρίνονται ικανοί για τη θέση, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στους νόμους και τους κανονισμούς του σχετικού Μέλους.

4. Οι απαιτήσεις της παραγράφου 3 του παρόντος Προτύπου πρέπει να περιλαμβάνουν την ολοκλήρωση προγράμματος κατάρτισης εγκεκριμένου ή αναγνωρισμένου από την αρμόδια αρχή, το οποίο καλύπτει την πρακτική μαγειρική, την υγιεινή των τροφίμων και την προσωπική υγιεινή, την αποθήκευση των τροφίμων, τον έλεγχο των αποθεμάτων και την προστασία του περιβάλλοντος και την υγεία και ασφάλεια της τροφοδοσίας.

5. Σε πλοία που λειτουργούν με καθορισμένη στελέχωση κάτω των δέκα, δυνάμει του μεγέθους του πληρώματος ή του προτύπου της εμπορικής δραστηριότητας, μπορεί να μην υποχρεούνται από την αρμόδια αρχή να διαθέτουν πλήρως προσοντούχο μάγειρα, οποιοσδήποτε επεξεργάζεται τρόφιμα στο μαγειρείο πρέπει να είναι εκπαιδευμένος ή να έχει λάβει οδηγίες σε τομείς συμπεριλαμβανομένης της υγιεινής των τροφίμων και της προσωπικής υγιεινής, καθώς και του χειρισμού και της αποθήκευσης τροφίμων επί του πλοίου.

6. Σε περιπτώσεις εξαιρετικής ανάγκης, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκδίδει εξαίρεση, που να επιτρέπει ένας μάγειρας που δεν είναι πλήρως προσοντούχος να υπηρετεί σε ένα συγκεκριμένο πλοίο για συγκεκριμένη περιορισμένη περίοδο, μέχρι τον επόμενο κατάλληλο λιμένα κατάπλου ή για περίοδο που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα, με την προϋπόθεση ότι το άτομο για το οποίο εκδόθηκε η εξαίρεση έχει εκπαιδευθεί ή λάβει οδηγίες σε τομείς συμπεριλαμβανομένης της υγιεινής των τροφίμων και της προσωπικής υγιεινής, καθώς και της διαχείρισης και της αποθήκευσης τροφίμων επί του πλοίου.

7. Σύμφωνα με τις διαδικασίες συνεχούς συμμόρφωσης που ορίζονται στον Τίτλο 5, η αρμόδια αρχή πρέπει να απαιτεί την πραγματοποίηση τακτικών τεκμηριωμένων επιθεωρήσεων επί πλοίων, από ή με εξουσιοδότηση του πλοιάρχου, όσον αφορά: (α) τις προμήθειες τροφίμων και πόσιμου νερού, (β) όλους τους χώρους και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και τη διαχείριση τροφίμων και πόσιμου νερού, και (γ) το μαγειρείο και τον λοιπό εξοπλισμό για την προετοιμασία και την παροχή των γευμάτων.

8. Κανένας ναυτικός ηλικίας μικρότερης των 18 ετών δεν πρέπει να προσλαμβάνεται ή να απασχολείται ή να εργάζεται ως μάγειρας πλοίου.

Οδηγία Β3.2 -Διατροφή και τροφοδοσία

Οδηγία Β3.2.1 – Επιθεώρηση, εκπαίδευση, έρευνα και δημοσίευση

1. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει, σε συνεργασία με άλλες σχετικές υπηρεσίες και οργανισμούς, να συλλέγει ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τη διατροφή και τις μεθόδους αγοράς, αποθήκευσης, συντήρησης, παρασκευής και σερβιρίσματος τροφής, με ειδική αναφορά στις απαιτήσεις της τροφοδοσίας επί του πλοίου. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι διαθέσιμες, χωρίς χρέωση ή με εύλογο κόστος στους κατασκευαστές και τους εμπόρους των προμηθειών τροφίμων και εξοπλισμού πλοίων, σε πλοιάρχους, θαλαμηπόλους και μάγειρες και στις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών. Κατάλληλες μορφές δημοσιοποίησης, όπως εγχειρίδια, φυλλάδια, αφίσες, διαγράμματα ή διαφημίσεις σε εμπορικές εφημερίδες, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό.

2. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εκδίδει συστάσεις για την αποφυγή της σπατάλης τροφίμων, να διευκολύνει τη διατήρηση κατάλληλου υγειονομικού προτύπου και να εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή ευκολία για εργασιακούς διακανονισμούς.

3. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να συνεργάζεται με σχετικές υπηρεσίες και οργανισμούς για την ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού και πληροφοριών επί του πλοίου, σχετικά με τις μεθόδους εξασφάλισης κατάλληλης προμήθειας τροφίμων και υπηρεσιών τροφοδοσίας.

4. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών και με τις εθνικές ή τοπικές αρχές που ασχολούνται με ζητήματα διατροφής και υγείας και μπορεί, όπου αυτό είναι απαραίτητο, να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες των εν λόγω αρχών.

Οδηγία Β3.2.2 – Μάγειροι πλοίων

1. Οι ναυτικοί θα πρέπει να πιστοποιούνται ως μάγειροι πλοίων μόνο εάν έχουν: (α) θαλάσσια υπηρεσία για ελάχιστη περίοδο που θα καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, η οποία μπορεί να ποικίλει για να λαμβάνονται υπόψη τα υφιστάμενα σχετικά προσόντα ή εμπειρία, (β) επιτύχει σε εξετάσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή ή έχουν επιτύχει σε ισότιμη εξέταση στο πλαίσιο εγκεκριμένου πρόγραμμα εκπαίδευσης για μαγείρους.

2. Η καθορισμένη εξέταση μπορεί να διεξάγεται και τα πιστοποιητικά να χορηγούνται είτε απευθείας από την αρμόδια αρχή είτε, υπό τον όρο του ελέγχου της, από εγκεκριμένη σχολή εκπαίδευσης μαγείρων.

3. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να προβλέπει την αναγνώριση, όπου αρμόζει, πιστοποιητικών μαγείρων πλοίων που εκδίδονται από άλλα Μέλη, τα οποία έχουν επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση ή τη Σύμβαση Περί Πτυχίων Ναυτομαγείρων, 1946 (Νο.69), ή άλλο εγκεκριμένο φορέα.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ, ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Κανονισμός 4.1- Ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

Σκοπός: Να προστατευτεί η υγεία των ναυτικών και να εξασφαλιστεί η άμεση πρόσβαση τους σε ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι ναυτικοί σε πλοίο που φέρουν τη σημαία του, καλύπτονται από επαρκή μέτρα για την προστασία της υγείας τους και ότι έχουν πρόσβαση σε άμεση και κατάλληλη ιατρική περίθαλψη ενώ εργάζονται επί του πλοίου.

2. Η προστασία και η περίθαλψη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Κανονισμού πρέπει, κατ` αρχήν, να παρέχονται χωρίς κόστος για τους ναυτικούς.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι στους ναυτικούς επί πλοίων, που βρίσκονται στην επικράτειά του, οι οποίοι χρήζουν άμεσης ιατρικής περίθαλψης παρέχεται πρόσβαση στις ιατρικές εγκαταστάσεις του Μέλους στην ξηρά.

4. Οι απαιτήσεις για την προστασία της υγείας και την ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου που καθορίζονται στον Κώδικα περιλαμβάνουν πρότυπα για μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή προστασίας της υγείας και ιατρικής περίθαλψης στους ναυτικούς όσο το δυνατόν εφάμιλλης με αυτή που διατίθεται γενικά στους εργαζομένους στην ξηρά.

Πρότυπο Α4.1 – Ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι υιοθετούνται μέτρα που προβλέπουν προστασία της υγείας και ιατρική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης βασικής οδοντιατρικής περίθαλψης, για ναυτικούς που εργάζονται σε πλοίο που φέρει τη σημαία του, τα οποία:

(α) εξασφαλίζουν την εφαρμογή στους ναυτικούς όποιων γενικών διατάξεων περί προστασίας της επαγγελματικής υγείας και ιατρικής περίθαλψης, που σχετίζονται με τα καθήκοντα τους, καθώς και των ειδικών διατάξεων που αφορούν στην εργασία επί πλοίου,

(β) εξασφαλίζουν ότι οι ναυτικοί τυγχάνουν προστασίας της υγείας και ιατρικής περίθαλψης όσο το δυνατόν εφάμιλλη με αυτή που διατίθεται γενικά σε εργαζομένους στην ξηρά, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης πρόσβασης στα απαραίτητα φάρμακα, τον ιατρικό εξοπλισμό και τις εγκαταστάσεις διάγνωσης και θεραπείας και σε ιατρικές πληροφορίες και εμπειρογνωμοσύνη,

(γ) παρέχουν στους ναυτικούς το δικαίωμα επίσκεψης σε προσοντούχο ιατρό ή οδοντίατρο χωρίς καθυστέρηση στους λιμένες κατάπλου του πλοίου, όπου αυτό είναι πρακτικά δυνατόν,

(δ) εξασφαλίζουν ότι, στο βαθμό που αυτό είναι σύμφωνο με το εθνικό δίκαιο και την πρακτική του Μέλους, παρέχονται υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης και προστασίας της υγείας ενώ οι ναυτικοί βρίσκονται επί του πλοίου ή αποβιβάζονται σε ξένο λιμένα, χωρίς χρέωση στους ναυτικούς, και

(ε) δεν περιορίζονται στη θεραπεία ασθενών ή τραυματιών ναυτικών, αλλά περιλαμβάνουν μέτρα προληπτικού χαρακτήρα, όπως προγράμματα προαγωγής της υγείας και εκπαίδευσης περί της υγείας.

2. Η αρμόδια αρχή πρέπει να υιοθετήσει πρότυπο έντυπο ιατρικής έκθεσης για χρήση από τους πλοιάρχους των πλοίων και το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό επί του πλοίου και στην ξηρά. Το έντυπο, όταν συμπληρώνεται και το περιεχόμενό του πρέπει να τηρούνται εμπιστευτικά και να χρησιμοποιούνται μόνο για τη διευκόλυνση της θεραπείας των ναυτικών.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς που καθορίζουν απαιτήσεις για νοσοκομειακές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις ιατρικής περίθαλψης και εξοπλισμού και εκπαίδευσης επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του.

4. Οι εθνικοί νόμοι και κανονισμοί πρέπει να προβλέπουν τουλάχιστον τις εξής απαιτήσεις:

(α) όλα τα πλοία πρέπει να φέρουν φαρμακείο, ιατρικό εξοπλισμό και ιατρικό οδηγό, τα χαρακτηριστικά των οποίων πρέπει να καθορίζονται και να υπόκεινται σε τακτική επιθεώρηση από την αρμόδια αρχή. Οι εθνικές απαιτήσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον τύπο του πλοίου, τον αριθμό των προσώπων επί του πλοίου και τη φύση, τον προορισμό και τη διάρκεια των πλόων, καθώς και τα σχετικά εθνικά και διεθνή προτεινόμενα ιατρικά πρότυπα,

(β) πλοία που μεταφέρουν 100 ή περισσότερα άτομα και εκτελούν τακτικά διεθνείς πλόες, διάρκειας μεγαλύτερης των τριών ημερών, πρέπει να φέρουν προσοντούχο ιατρό που να είναι υπεύθυνος για την παροχή ιατρικής περίθαλψης. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί πρέπει να προσδιορίζουν επίσης ποια άλλα πλοία πρέπει να απαιτείται να φέρουν ιατρό, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, παράγοντες όπως τη διάρκεια, τη φύση και τις συνθήκες του πλου, καθώς και τον αριθμό των ναυτικών επί του πλοίου,

(γ) πλοία που δεν διαθέτουν ιατρό πρέπει να απαιτείται να διαθέτουν είτε τουλάχιστον ένα ναυτικό επί του πλοίου, ο οποίος να είναι υπεύθυνος για την ιατρική περίθαλψη και τη χορήγηση φαρμάκων ως μέρος των τακτικών καθηκόντων του, είτε τουλάχιστον ένα ναυτικό επί του πλοίου ικανό να παρέχει ιατρικές πρώτες βοήθειες. Τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου, τα οποία δεν είναι ιατροί, πρέπει να έχουν ικανοποιητικά ολοκληρώσει εκπαίδευση στην ιατρική περίθαλψη που να πληροί τις απαιτήσεις της Διεθνούς Σύμβασης για τα Πρότυπα της Εκπαίδευσης, Έκδοσης Πιστοποιητικών και Τήρησης φυλακών για Ναυτικούς 1978, όπως έχει τροποποιηθεί, (“STCW”).

Οι ναυτικοί που ορίζονται να παρέχουν ιατρικές πρώτες βοήθειες πρέπει να έχουν ικανοποιητικά ολοκληρώσει εκπαίδευση στις ιατρικές πρώτες βοήθειες που να πληροί τις απαιτήσεις της STCW. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί πρέπει να καθορίζουν το επίπεδο της εγκεκριμένης εκπαίδευσης που απαιτείται, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, παράγοντες όπως τη διάρκεια, τη φύση και τις συνθήκες του πλου, καθώς και τον αριθμό των ναυτικών επί του πλοίου, και

(δ) η αρμόδια αρχή πρέπει να εξασφαλίζει, μέσω προκαθορισμένου συστήματος, ότι ιατρικές συμβουλές με ασύρματη ή δορυφορική επικοινωνία σε πλοία στη θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων των συμβουλών από ειδικούς, είναι διαθέσιμες 24 ώρες την ημέρα. Οι ιατρικές συμβουλές, συμπεριλαμβανομένης της μετάδοσης ιατρικών μηνυμάτων με ασύρματη ή δορυφορική επικοινωνία μεταξύ του πλοίου και εκείνων που παρέχουν τις συμβουλές στην ξηρά, πρέπει να είναι διαθέσιμες δωρεάν σε όλα τα πλοία, ανεξάρτητα από τη σημαία που φέρουν.

Οδηγία Β4.1 – Ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

Οδηγία Β4.1.1 – Παροχή ιατρικής περίθαλψης

1. Κατά το καθορισμό του επιπέδου ιατρικής εκπαίδευσης που πρέπει να παρέχεται επί πλοίων που δεν υποχρεούνται να φέρουν ιατρό, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να απαιτεί όπως: (α) πλοία που μπορούν συνήθως να αποκτήσουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη και ιατρικές εγκαταστάσεις εντός οκτώ ωρών, θα πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον έναν ορισμένο ναυτικό με εγκεκριμένη εκπαίδευση στις ιατρικές πρώτες βοήθειες, όπως απαιτείται από την STCW, που θα επιτρέψει στα πρόσωπα αυτά να λάβουν άμεση και αποτελεσματική δράση σε περίπτωση ατυχημάτων ή ασθενειών που μπορεί να προκύψουν επί του πλοίου και να κάνουν χρήση των ιατρικών συμβουλών μέσω ασύρματης ή δορυφορικής επικοινωνίας, και (β) όλα τα άλλα πλοία θα πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον έναν ορισμένο ναυτικό με εγκεκριμένη εκπαίδευση στην ιατρική περίθαλψη, όπως απαιτείται από την STCW, συμπεριλαμβανομένης πρακτκής εκπαίδευσης και εκπαίδευσης σε τεχνικές διάσωσης, όπως η ενδοφλέβια θεραπεία, που θα επιτρέψει στα άτομα αυτά να συμμετάσχουν αποτελεσματικά σε συντονισμένα σχέδια ιατρικής βοήθειας σε πλοία στη θάλασσα και να παρέχουν στους ασθενείς ή τραυματίες ικανοποιητικό επίπεδο ιατρικής περίθαλψης κατά τη διάρκεια της περιόδου που είναι πιθανόν να παραμείνουν επί του πλοίου.

2. Η εκπαίδευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας, θα πρέπει να βασίζεται στο περιεχόμενο των πιο πρόσφατων εκδόσεων του Διεθνούς Ιατρικού Οδηγού για Πλοία, του Ιατρικού Οδηγού Πρώτων Βοηθειών για Χρήση σε Ατυχήματα που σχετίζονται με Επικίνδυνα Φορτία, του Εγγράφου Καθοδήγησης – Διεθνής Οδηγός Ναυτικής Εκπαίδευσης και της ιατρικής ενότητας του Διεθνούς Κώδικα Σημάτων, καθώς και παρόμοιων εθνικών οδηγών.

3. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας και οι άλλοι ναυτικοί, όπως ενδέχεται να απαιτείται από την αρμόδια αρχή, θα πρέπει να παρακολουθούν, ανά διαστήματα περίπου πέντε ετών, επαναληπτικά μαθήματα που θα τους επιτρέψουν να διατηρούν κα να αυξάνουν τις γνώσεις και τις κανότητές τους και να τηρούνται ενήμεροι για τις νέες εξελίξεις.

4. Το φαρμακείο και τα περιεχόμενα του, καθώς και ο ιατρικός εξοπλισμός και ο ιατρικός οδηγός που φέρει το πλοίο, θα πρέπει να συντηρούνται κατάλληλα και να επιθεωρούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα, που δεν θα υπερβαίνουν τους 12 μήνες, από υπεύθυνα άτομα που ορίζονται από την αρμόδια αρχή, τα οποία θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι ετικέτες, οι ημερομηνίες λήξης και οι συνθήκες φύλαξης όλων των φαρμάκων και των οδηγιών χρήσης τους ελέγχονται και ότι όλος ο εξοπλισμός λειτουργεί όπως απαιτείται. Κατά την υιοθέτηση ή την αναθεώρηση του ιατρικού οδηγού του πλοίου που χρησιμοποιείται σε εθνικό επίπεδο και κατά το καθορισμό των περιεχομένων του φαρμακείου και του ιατρικού εξοπλισμού, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς συστάσεις στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης της πιο πρόσφατης έκδοσης του Διεθνούς Ιατρικού Οδηγού για Πλοία και των άλλων οδηγών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 της παρούσας Οδηγίας.

5. Όταν ένα φορτίο που έχει χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνο δεν έχει συμπεριληφθεί στην πιο πρόσφατη έκδοση του Ιατρικού Οδηγού Πρώτων Βοηθειών για Χρήση σε Ατυχήματα που σχετίζονται με Επικίνδυνα Φορτία, οι απαραίτητες πληροφορίες για τη φύση των ουσιών, τους συναφείς κινδύνους, τις απαραίτητες συσκευές ατομικής προστασίας, τις σχετικές ιατρικές διαδικασίες και τα ειδικά αντίδοτα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα στους ναυτικούς. Τα εν λόγω ειδικά αντίδοτα και οι συσκευές ατομικής προστασίας θα πρέπει να φέρονται επί του πλοίου οποτεδήποτε μεταφέρονται επικίνδυνα είδη. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές και τα προγράμματα του πλοίου για την επαγγελματική ασφάλεια και υγεία που περιγράφονται στον Κανονισμό 4.3 και τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα.

6. Ολα τα πλοία θα πρέπει να φέρουν πλήρη και ενημερωμένο κατάλογο των σταθμών ασυρμάτου μέσω των οποίων μπορούν να λαμβάνονται ιατρικές συμβουλές. Και εάν διαθέτουν σύστημα δορυφορικής επικοινωνίας, να φέρουν ενημερωμένο και πλήρη κατάλογο των επίγειων παράκτιων σταθμών μέσω των οποίων μπορούν να λαμβάνονται ιατρικές συμβουλές. Οι ναυτικοί που έχουν την ευθύνη για ιατρική περίθαλψη ή ιατρικές πρώτες βοήθειες επί του πλοίου, θα πρέπει να έχουν λάβει οδηγίες για τη χρήση του ιατρικού οδηγού του πλοίου και της ιατρικής ενότητας της πιο πρόσφατης έκδοσης του Διεθνούς Κώδικα Σημάτων ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα να κατανοήσουν το είδος των πληροφοριών που χρειάζεται ο ιατρός που παρέχει τις συμβουλές, καθώς και τις συμβουλές που λαμβάνουν.

Οδηγία Β4.1.2 – Έντυπο ιατρικής έκθεσης

1. Το πρότυπο έντυπο ιατρικής έκθεσης για τους ναυτικούς, που απαιτείται σύμφωνα με το Μέρος Α του παρόντος Κώδικα, θα πρέπει να είναι σχεδιασμένο ώστε να διευκολύνει την ανταλλαγή ιατρικών και συναφών πληροφοριών, που αφορούν σε κάθε ναυτικό ξεχωριστά, μεταξύ πλοίου και ξηράς σε περιπτώσεις ασθένειας ή τραυματισμού.

Οδηγία Β4.1.3 – Ιατρική περίθαλψη στην ξηρά

1. Οι ιατρικές εγκαταστάσεις στην ξηρά για τη θεραπεία των ναυτικών θα πρέπει να είναι κατάλληλες για τους σκοπούς. Οι ιατροί, οι οδοντίατροι και το λοιπό ιατρικό προσωπικό θα πρέπει να διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα.

2. Μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται για να εξασφαλίζεται ότι οι ναυτικοί θα έχουν πρόσβαση όταν βρίσκονται σε λιμένα σε:

(α) θεραπεία σε εξωτερικά ιατρεία για ασθένεια και τραυματισμό,

(β) νοσηλεία σε νοσοκομείο, όταν είναι απαραίτητη, και

(γ) εγκαταστάσεις οδοντιατρικής θεραπείας, ιδίως σε επείγουσες περιπτώσεις.

3. Κατάλληλα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται για να διευκολύνεται η θεραπεία ναυτικών που πάσχουν από ασθένειες. Συγκεκριμένα, οι ναυτικοί θα πρέπει να εισάγονται άμεσα σε κλινικές και νοσοκομεία στην ξηρά, χωρίς δυσκολία και ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και οποτεδήποτε αυτό είναι δυνατόν θα πρέπει να γίνονται διακανονισμοί για να εξασφαλίζεται, όταν αυτό είναι απαραίτητο, η συνέχιση της θεραπείας προς συμπλήρωση των ιατρικών ευκολιών που τους διατίθενται.

Οδηγία Β4.1.4 -Ιατρική βοήθεια σε άλλα πλοία και διεθνής συνεργασία

1. Κάθε Μέλος θα πρέπει να εξετάσει δεόντως τη συμμετοχή σε διεθνή συνεργασία στον τομέα της βοήθειας, των προγραμμάτων και της έρευνας της προστασίας της υγείας και της ιατρικής περίθαλψης. Η εν λόγω συνεργασία μπορεί να καλύπτει:

(α) την ανάπτυξη και τον συντονισμό προσπαθειών έρευνας και διάσωσης και την οργάνωση άμεσης ιατρικής βοήθειας και εκκένωσης στη θάλασσα για τους σοβαρά ασθενείς ή τραυματισμένους επί του πλοίου με τέτοια μέσα, όπως τα συστήματα περιοδικής εκπομπής στίγματος του πλοίου, τα κέντρα συντονισμού διάσωσης και τις υπηρεσίες επείγουσας ανάγκης με ελικόπτερο, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για την Έρευνα και τη Διάσωση στη Θάλασσα, 1979, όπως τροποποιήθηκε και το Διεθνές Αεροναυτικό και Ναυτιλιακό Εγχειρίδιο Έρευνας και Διάσωσης (IAMSAR),

(β) τη βέλτιστη χρησιμοποίηση όλων των πλοίων που διαθέτουν ιατρούς και παραμενόντων στη θάλασσα πλοίων που μπορούν να παρέχουν νοσοκομειακές εγκαταστάσεις και υπηρεσίες διάσωσης,

(γ) τη σύνταξη και τήρηση διεθνούς καταλόγου ιατρών και εγκαταστάσεων ιατρικής περίθαλψης που διατίθενται ανά τον κόσμο για την παροχή επείγουσας ιατρικής περίθαλψης σε ναυτικούς,

(δ) την αποβίβαση ναυτικών στην ξηρά για επείγουσα θεραπεία,

(ε) την παλιννόστηση ναυτικών που νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο στο εξωτερικό το ταχύτερο δυνατόν, σύμφωνα με τις ιατρικές συμβουλές των ιατρών που είναι υπεύθυνοι για το περιστατικό, λαμβάνοντας υπόψη τις επιθυμίες και τις ανάγκες των ναυτικών,

(στ) την οργάνωση παροχής προσωπικής βοήθειας από συνοδό σε ναυτικούς κατά τη διάρκεια της παλιννόστησης, σύμφωνα με τις ιατρικές συμβουλές των ιατρών που είναι υπεύθυνοι για το περιστατικό, λαμβάνοντας υπόψη τις επιθυμίες και τις ανάγκες των ναυτικών,

(ζ) την προσπάθεια ίδρυσης κέντρων υγείας για ναυτικούς με σκοπό: (αα) τη διεξαγωγή έρευνας για την κατάσταση της υγείας, την ιατρική θεραπεία και την προληπτική περίθαλψη της υγείας των ναυτικών, και (ββ) την εκπαίδευση του προσωπικού ιατρικών και υγειονομικών υπηρεσιών στη ναυτική ιατρική,

(η) τη συλλογή και την αξιολόγηση στατιστικών στοιχείων σχετικά με τα εργατικά ατυχήματα, ασθένειες και θανάτους των ναυτικών, καθώς και την ενσωμάτωση και εναρμόνιση των στατιστικών αυτών με το τυχόν υφιστάμενο εθνικό σύστημα στατιστικών για τα εργατικά ατυχήματα και ασθένειες που καλύπτουν άλλες κατηγορίες εργαζομένων,

(θ) οργάνωση διεθνών ανταλλαγών τεχνικών πληροφοριών, εκπαιδευτικού υλικού και προσωπικού, καθώς και διεθνών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σεμιναρίων και ομάδων εργασίας,

(ι) παροχή σε όλους τους ναυτικούς ειδικών θεραπευτικών και προληπτικών ιατρικών υπηρεσιών και υπηρεσιών υγείας σε λιμένες ή διάθεση προς αυτούς γενικών ιατρικών υπηρεσιών και υπηρεσιών υγείας και αποκατάστασης, και

(ια) διευθετήσεις για την παλιννόστηση της σορού ή της τέφρας αποθανόντων ναυτικών, σύμφωνα με τις επιθυμίες των πιο στενών συγγενών και όσο το δυνατόν συντομότερα.

2. Η διεθνής συνεργασία στον τομέα της προστασίας της υγείας και της ιατρικής περίθαλψης των ναυτικών, θα πρέπει να βασίζεται σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διαβουλεύσεις μεταξύ Μελών.

Οδηγία Β4.1.5 – Εξαρτώμενα μέλη ναυτικών

1. Κάθε Μέλος θα πρέπει να υιοθετήσει μέτρα για την εξασφάλιση κατάλληλης και επαρκούς ιατρικής περίθαλψης για τα εξαρτώμενα μέλη των ναυτικών που κατοικούν στην επικράτειά του, ενώ εκκρεμεί η ανάπτυξη υπηρεσίας ιατρικής περίθαλψης που θα περιλάμβανε στο πεδίο της εργαζόμενους γενικά και τα εξαρτώμενα μέλη τους, όπου δεν υπάρχουν τέτοιες υπηρεσίες και θα πρέπει να ενημερώνει το Διεθνές Γραφείο Εργασίας σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για το σκοπό αυτό.

Κανονισμός 4.2 – Eυθύνη πλοιοκτητών

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί προστατεύονται έναντι των οικονομικών συνεπειών σε περίπτωση ασθένειας, τραυματισμού ή θανάτου που επέρχεται σε σχέση με την απασχόληση τους

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται μέτρα, συμφωνά με τον Κώδικα, στα πλοία που φέρουν τη σημαία του ώστε να παρέχεται στους ναυτικούς που εργάζονται στα πλοία το δικαίωμα υλικής βοήθειας και υποστήριξης από τον πλοιοκτήτη σε σχέση με τις οικονομικές συνέπειες σε περίπτωση ασθένειας, τραυματισμού ή θανάτου που επέρχεται ενώ υπηρετούν υπό τους όρους σύμβασης εργασίας ναυτικού ή που απορρέει από την απασχόληση τους υπό αυτήν την σύμβαση.

2. Ο παρών Κανονισμός δεν επηρεάζει οποιαδήποτε άλλα ένδικα μέσα που μπορεί να επιδιώξει ένας ναυτικός.

Πρότυπο Α4.2 – Ευθύνη πλοιοκτητών

1. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς που να απαιτούν οι πλοιοκτήτες των πλοίων που φέρουν τη σημαία του να είναι υπεύθυνοι για την προστασία της υγείας και την ιατρική περίθαλψη όλων των ναυτικών που εργάζονται επί πλοίων σύμφωνα με τα ακόλουθα ελάχιστα πρότυπα:

(α) οι πλοιοκτήτες πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την κάλυψη των δαπανών των ναυτικών που εργάζονται στα πλοία τους σε σχέση με ασθένεια και τραυματισμό ναυτικών, που επέρχεται μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης των καθηκόντων τους και της ημερομηνίας κατά την οποία θεωρούνται ότι έχουν δεόντως παλιννοστηθεί, ή που απορρέουν από την απασχόλησή τους μεταξύ των εν λόγω ημερομηνιών,

(β) οι πλοιοκτήτες πρέπει να παρέχουν χρηματοοικονομική ασφάλεια για την εξασφάλιση αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου ή μακροχρόνιας αναπηρίας των ναυτικών λόγω επαγγελματικής ασθένειας τραυματισμού ή κινδύνου, όπως ορίζει η εθνική νομοθεσία, η σύμβαση εργασίας των ναυτικών ή η συλλογική σύμβαση,

(γ) οι πλοιοκτήτες πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την καταβολή του κόστους των δαπανών ιατρικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής θεραπείας και της παροχής των απαραίτητων φαρμάκων και θεραπευτικών συσκευών και για τη διατροφή και τη στέγαση μακριά από την κατοικία, έως ότου ο ασθενής ή τραυματίας ναυτικός επανέλθει ή έως ότου διαπιστωθεί ο μόνιμος χαρακτήρας της ασθένειας ή της αναπηρίας, και

(δ) οι πλοιοκτήτες πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την καταβολή του κόστους των δαπανών κηδείας σε περίπτωση θανάτου που επήλθε επί του πλοίου ή στην ξηρά κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης.

2. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να περιορίζουν την ευθύνη του πλοιοκτήτη για την πληρωμή των εξόδων ιατρικής περίθαλψης, διατροφής και στέγασης, σε περίοδο που δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 16 εβδομάδες από την ημέρα του τραυματισμού ή της έναρξης της ασθένειας.

3. Οταν η ασθένεια ή ο τραυματισμός έχει ως αποτέλεσμα την ανικανότητα για εργασία, ο πλοιοκτήτης πρέπει να είναι υπεύθυνος:

(α) για την καταβολή ολόκληρων των μισθών για όσο χρόνο οι ασθενείς ή τραυματίες ναυτικοί παραμένουν επί του πλοίου ή έως ότου οι ναυτικοί παλιννοστηθούν σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, και

(β) για την καταβολή μισθών, εις ολόκληρον ή εν μέρει, όπως καθορίζεται από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή όπως προβλέπεται από τις συλλογικές συμβάσεις, από τη στιγμή που οι ναυτικοί έχουν παλιννοστηθεί ή αποβιβασθεί στην ξηρά έως την ανάρρωση τους ή, εάν συμβεί νωρίτερα, έως ότου αποκτήσουν δικαίωμα για επιδόματα, σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενδιαφερόμενου Μέλους.

4. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να περιορίζουν την ευθύνη του πλοιοκτήτη για την καταβολή μισθών, εις ολόκληρον ή εν μέρει, όσον αφορά ναυτικό που δεν βρίσκεται πλέον επί του πλοίου, σε περίοδο που δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 16 εβδομάδες από την ημέρα του τραυματισμού ή έναρξης της ασθένειας.

5. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να απαλλάσσουν τον πλοιοκτήτη από την ευθύνη σε σχέση με: (α) τραυματισμό που επήλθε με άλλο τρόπο και όχι κατά τη διάρκεια της επί του πλοίου υπηρεσίας, (β) τραυματισμό ή ασθένεια που οφείλεται σε πράξη εκ προθέσεως ή εκούσιου σφάλματος τους ασθενούς, τραυματία ή αποθανόντα ναυτικού, και (γ) ασθένεια ή αναπηρία που αποκρύφτηκε σκόπιμα κατά την έναρξη της απασχόλησης.

6. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να απαλλάσουν τον πλοιοκτήτη από την ευθύνη κάλυψης των δαπανών ιατρικής περίθαλψης, διατροφής και στέγασης και των εξόδων κηδείας, στο βαθμό που η εν λόγω ευθύνη αναλαμβάνεται από τις δημόσιες αρχές.

7. Οι πλοιοκτήτες ή οι εκπρόσωποι τους πρέπει να λαμβάνουν μέτρα για την ασφαλή φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων που αφήνονται επί του πλοίου από ασθενείς, τραυματίες ή αποθανόντες ναυτικούς και για την επιστροφή τους σε αυτούς ή στους πλησιέστερους συγγενείς τους.

Οδηγία Β4.2 – Ευθύνη πλοιοκτητών

1. Η καταβολή ολόκληρων των μισθών που απαιτείται από το Πρότυπο Α4.2, παράγραφος 3 (α), μπορεί να μην περιλαμβάνει επιμίσθια.

2. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να προβλέπουν ότι ο πλοιοκτήτης θα παύσει να είναι υπεύθυνος για την ανάληψη του κόστους ασθενούς ή τραυματία ναυτικού από τη στιγμή που ο ναυτικός μπορεί να εγείρει απαίτηση για ιατρικές παροχές σύμφωνα με πρόγραμμα υποχρεωτικής ασφάλισης ασθένειας, υποχρεωτικής ασφάλισης ατυχημάτων ή αποζημίωσης εργαζομένων για ατυχήματα.

3. Οι εθνικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να προβλέπουν ότι τα έξοδα κηδείας που κατέβαλε ο πλοιοκτήτης θα επιστρέφονται από ασφαλιστικό ίδρυμα σε περιπτώσεις στις οποίες καταβάλλεται επίδομα κηδείας για τον αποθανόντα ναυτικό σύμφωνα με νόμους ή κανονισμούς που σχετίζονται με τη κοινωνική ασφάλεια ή την αποζημίωση των εργαζομένων.

Κανονισμός 4.3 – Προστασία της υγείας και της ασφάλειας και πρόληψη ατυχημάτων

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι το περιβάλλον εργασίας των ναυτικών επί των πλοίων προάγει τηv επαγγελματική ασφάλεια και υγεία

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίσει ότι στους ναυτικούς των πλοίων που φέρουν τη σημαία του παρέχεται προστασία επαγγελματικής υγείας και ότι διαβιούν, εργάζονται και εκπαιδεύονται επί του πλοίου σε ένα ασφαλές και υγιεινό περιβάλλον.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να αναπτύξει και να δημοσιεύσει επίσημα εθνικές οδηγίες για τη διαχείριση της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας επί των πλοίων που φέρουν τη σημαία του, ύστερα από διαβούλευση με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών και λαμβάνοντας υπόψη κώδικες που εφαρμόζονται, οδηγίες και πρότυπα που συνιστώνται από διεθνείς οργανισμούς, εθνικές διοικήσεις και οργανισμούς της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να υιοθετήσει νόμους και κανονισμούς και άλλα μέτρα που αφορούν τα θέματα που προσδιορίζονται στον Κώδικα, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά διεθνή όργανα και να καθορίσει πρότυπα για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη των ατυχημάτων σε πλοία που φέρουν τη σημαία του.

Πρότυπο Α4.3 – Προστασία της υγείας και της ασφάλειας και πρόληψη ατυχημάτων

1. Οι νόμοι και οι κανονισμοί και τα άλλα μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν σύμφωνα με τον Κανονισμό 4.3, παράγραφος 3, πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα θέματα: (α) την υιοθέτηση και αποτελεσματική εφαρμογή και προώθηση πολιτικών και προγραμμάτων επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας σε πλοία που φέρουν τη σημαία του Μέλους, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης κινδύνων, καθώς και της εκπαίδευσης και παροχής οδηγιών των ναυτικών, (β) εύλογες προφυλάξεις για την πρόληψη των εργατκών ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών επί του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη μείωση και πρόληψη του κινδύνου έκθεσης σε επιβλαβή επίπεδα περιβαλλοντικών παραγόντων και χημικών, καθώς και του κινδύνου τραυματισμού ή ασθένειας που μπορεί να προκύψει από τη χρήση εξοπλισμού και μηχανημάτων επί πλοίων, (γ) προγράμματα επί των πλοίων για την πρόληψη εργατικών ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών και για τη συνεχή βελτίωση της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των ναυτικών και όλων των άλλων προσώπων που σχετίζονται με την εφαρμογή τους, λαμβάνοντας υπόψη προληπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του μηχανολογικού και σχεδιαστικού ελέγχου, της υποκατάστασης διαδικασιών και διεργασιών για συλλογικά και ατομικά έργα και της χρήσης εξοπλισμού ατομικής προστασίας, και (δ) απαιτήσεις για την επιθεώρηση, αναφορά και αποκατάσταση των μη ασφαλών συνθηκών και για τη διερεύνηση και αναφορά εργατικών ατυχημάτων επί πλοίων.

2. Οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου πρέπει: (α) να λαμβάνουν υπόψη τα σχετικά διεθνή όργανα που αναφέρονται στην προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας γενικά και για συγκεκριμένους κινδύνους και να καλύπτουν όλα τα ζητήματα που αφορούν στην πρόληψη εργατικών ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών που μπορεί να εφαρμόζονται στη ναυτική εργασία, ιδίως εκείνων που αφορούν ειδικά στο ναυτικό επάγγελμα, (β) να προσδιορίζουν με σαφήνεια την υποχρέωση των πλοιοκτητών, των ναυτικών και των άλλων ενδιαφερομένων να συμμορφώνονται με τα πρότυπα που εφαρμόζονται και με την πολιτική και το πρόγραμμα της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας του πλοίου, με ιδιαίτερη προσοχή στην ασφάλεια και την υγεία των ναυτικών ηλικίας κάτω των 18 ετών, (γ) να καθορίζουν τα καθήκοντα του πλοιάρχου ή του προσώπου που ορίζει ο πλοίαρχος, ή και των δύο για την ανάληψη ειδικής υποχρέωσης για την εφαρμογή και συμμόρφωση με την πολιτική και το πρόγραμμα της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας του πλοίου, και (δ) να καθορίζουν την εξουσία των ναυτικών του πλοίου που ορίστηκαν ή εκλέχθηκαν ως εκπρόσωποι ασφαλείας για να συμμετέχουν σε συνεδριάσεις της επιτροπής ασφαλείας του πλοίου. Αυτή η επιτροπή πρέπει να συγκροτείται επί πλοίου στο οποίο υπάρχουν πέντε ή περισσότεροι ναυτικοί.

3. Οι νόμοι και κανονισμοί και τα άλλα μέτρα που αναφέρονται στον Κανονισμό 4.3, παράγραφος 3, πρέπει να εξετάζονται τακτικά σε διαβούλευση με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών και, εάν είναι απαραίτητο, να αναθεωρούνται ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές στην τεχνολογία και την έρευνα για να διευκολύνεται η συνεχής βελτίωση των πολιτικών και προγραμμάτων επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και να παρέχεται ασφαλές εργασιακό περιβάλλον για τους ναυτικούς στα πλοία που φέρουν τη σημαία του Μέλους.

4. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των διεθνών οργάνων που εφαρμόζονται όσον αφορά τα αποδεκτά επίπεδα έκθεσης σε κινδύνους στο χώρο εργασίας επί πλοίων και την ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών και προγραμμάτων επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας στα πλοία, πρέπει να θεωρείται ότι πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης.

5. Η αρμόδια αρχή πρέπει να εξασφαλίζει ότι: (α) τα εργατικά ατυχήματα, τραυματισμοί και ασθένειες αναφέρονται όπως αρμόζει, λαμβάνοντας υπόψη την καθοδήγηση που παρέχεται από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας σε σχέση με την αναφορά και καταγραφή εργατικών ατυχημάτων και ασθενειών, (β) πλήρη στατιστικά στοιχεία των εν λόγω ατυχημάτων και ασθενειών τηρούνται, αναλύονται και δημοσιεύονται και, όπου αρμόζει, ακολουθούνται από έρευνα για τις γενικές τάσεις και τους κινδύνους που αναγνωρίστηκαν, και (γ) διερευνώνται τα εργατικά ατυχήματα.

6. Η καταγραφή και η διερεύνηση των θεμάτων επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας πρέπει να σχεδιάζεται για να εξασφαλίζεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων των ναυτικών και να λαμβάνει υπόψη την καθοδήγηση που παρέχεται από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας για το εν λόγω θέμα.

7. Η αρμόδια αρχή πρέπει να συνεργάζεται με τις οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών για τη λήψη μέτρων, σχετικά με τη γνωστοποίηση πληροφοριών σε όλους τους ναυτικούς, που αφορούν συγκεκριμένους κινδύνους επί πλοίων, π.χ. αναρτώντας επίσημες ανακοινώσεις που περιέχουν σχετικές οδηγίες. 8. Η αρμόδια αρχή πρέπει να απαιτεί οι πλοιοκτήτες που πραγματοποιούν αξιολόγηση κινδύνων, σχετικά με τη διαχείριση της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας, να αναφέρονται σε κατάλληλες στατιστικές πληροφορίες από τα πλοία τους και από γενικά στατιστικά στοιχεία που παρέχονται από την αρμόδια αρχή.

Οδηγία Β4.3 – Προστασία της υγείας και της ασφάλειας και πρόληψη ατυχημάτων

Οδηγία Β4.3.

1 -Διατάξεις για εργατικά ατυχήματα, τραυματισμούς και ασθένειες 1. Οι διατάξεις που απαιτούνται σύμφωνα με το Πρότυπο Α4.3 θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το Κώδικα πρακτικής της Δ.Ο.Ε. που έχει τίτλο Πρόληψη ατυχημάτων επί πλοίων στη θάλασσα και σε λιμένα, 1996 και τις επακόλουθες εκδόσεις και άλλα σχετικά πρότυπα της Δ.Ο.Ε. και διεθνή πρότυπα και οδηγίες και κώδικες πρακτικής που αφορούν στην προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επιπέδων έκθεσης που μπορεί να αναγνωρίζουν.

2. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εθνκές οδηγίες για τη διαχείριση της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας αντιμετωπίζουν τα ακόλουθα θέματα, συγκεκριμένα:

(α) γενικές και βασικές διατάξεις

(β) κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων των μέσων πρόσβασης και των κινδύνων που συνδέονται με τον αμίαντο,

(γ) μηχανήματα,

(δ) τις επιπτώσεις της υπερβολικά χαμηλής ή υψηλής θερμοκρασίας οποιασδήποτε επιφάνειας με την οποία οι ναυτικοί μπορεί να έρχονται σε επαφή,

(ε) τις επιπτώσεις του θορύβου στο χώρο εργασίας και στους χώρους ενδιαίτησης του πλοίου,

(στ) τις επιπτώσεις των δονήσεων στο χώρο εργασίας και στους χώρους ενδιαίτησης του πλοίου,

(ζ) τις επιπτώσεις περιβαλλοντικών παραγόντων, εκτός αυτών που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (ε) και(στ), στο χώρο εργασίας και στους χώρους ενδιαίτησης του πλοίου, συμπεριλαμβανομένου του καπνού τσιγάρων,

(η) ειδικά μέτρα ασφαλείας επί του καταστρώματος και υπό αυτού,

(θ) εξοπλισμός φόρτωσης κα ι εκφόρτωσης,

(ι) πρόληψη πυρκαγιών και πυρόσβεση,

(ια) άγκυρες, αλυσίδες και σχοινιά,

(ιβ) επικίνδυνα φορτία και έρμα,

(ιγ) ατομικός προστατευτικός εξοπλισμός για τους ναυτικούς, (ιδ) εργασία σε κλειστούς χώρους,

(ιε) σωματικές και πνευματικές επιπτώσεις της κόπωσης,

(ιστ) επιπτώσεις εξάρτησης από ναρκωτικά και αλκοόλ,

(ιζ) προστασία και πρόληψη HIV/AIDS, και

(ιη) αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και ατυχημάτων.

3. Η αξιολόγηση των κινδύνων και η μείωση της έκθεσης στα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 της παρούσας Οδηγίας, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις σωματικές επιπτώσεις στην επαγγελματική υγεία, συμπεριλαμβανομένου του χειροκίνητου χειρισμού φορτίων, του θορύβου και των δονήσεων, τις χημικές και βιολογικές επαγγελματικές επιπτώσεις στην υγεία, τις πνευματικές επιπτώσεις στην επαγγελματική υγεία, τις φυσικές και πνευματικές επιπτώσεις της κόπωσης στην υγεία και τα εργατικά ατυχήματα. Τα απαραίτητα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την αρχή της πρόληψης, σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων, η καταπολέμηση του κινδύνου στην πηγή, η προσαρμογή της εργασίας στο άτομο και τις περιστάσεις, ιδίως όσον αφορά στο σχεδιασμό των χώρων εργασίας και η αντικατάσταση του επικίνδυνου με το μη επικίνδυνο ή το λιγότερο επικίνδυνο, υπερισχύουν έναντι του ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού για τους ναυτικούς.

4. Επίσης, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις για την υγεία και την ασφάλεια, ιδίως στους εξής τομείς:

(α) αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και ατυχημάτων

(β) επιπτώσεις εξάρτησης από ναρκωτικά και αλκοόλ,

(γ) προστασία και πρόληψη από HIV/AIDS.

Οδηγία Β4.3.2 – Έκθεση σε θόρυβο

1. Η αρμόδια αρχή, σε συνδυασμό με τους αρμόδιους διεθνείς φορείς και τους εκπροσώπους από τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, θα πρέπει να εξετάζει σε συνεχή βάση το πρόβλημα του θορύβου επί πλοίων με στόχο τη βελτίωση της προστασίας των ναυτικών, στο βαθμό που είναι πρακτικά δυνατό, έναντι των αρνητικών επιπτώσεων της έκθεσης στο θόρυβο.

2. Η εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις της έκθεσης σε υπερβολικό θόρυβο στην ακοή, την υγεία και την άνεση των ναυτικών και τα μέτρα που θα καθορίζονται ή θα προτείνονται για τη μείωση του θορύβου στα πλοία για την προστασία των ναυτικών. Τα μέτρα που θα εξεταστούν θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής:

(α) εκπαίδευση των ναυτικών σχετικά με τους κινδύνους για την ακοή και την υγεία από την παρατεταμένη έκθεση σε υψηλά επίπεδα θορύβου και για την κατάλληλη χρήση συσκευών και εξοπλισμού προστασίας από το θόρυβο,

(β) παροχή εγκεκριμένου εξοπλισμού προστασίας της ακοής στους ναυτικούς, όπου είναι απαραίτητο, και

(γ) αξιολόγηση του κινδύνου και μείωση των επιπέδων έκθεσης σε θόρυβο σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και αναψυχής και τροφοδοσίας, καθώς και στο μηχανοστάσιο και στους άλλους χώρους μηχανημάτων.

Οδηγία Β4.3.3 – Έκθεση σε δονήσεις

1. Η αρμόδια αρχή, σε συνδυασμό με τους αρμόδιους διεθνείς φορείς και τους εκπροσώπους από τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών και λαμβάνοντας υπόψη, όπως αρμόζει, τα σχετικά διεθνή πρότυπα, θα πρέπει να εξετάζει σε συνεχή βάση το πρόβλημα των δονήσεων στα πλοία με στόχο τη βελτίωση της προστασίας των ναυτικών, στο βαθμό που είναι πρακτικά δυνατό, έναντι των αρνητικών επιπτώσεων των δονήσεων.

2. Η εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να καλύπτει τις επιπτώσεις της έκθεσης σε υπερβολκές δονήσεις για την υγεία και την άνεση των ναυτικών και τα μέτρα που θα καθορίζονται ή θα προτείνονται για τη μείωση των δονήσεων στα πλοία για την προστασία των ναυτικών. Τα μέτρα που θα εξεταστούν θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής:

(α) εκπαίδευση των ναυτικών σχετικά με τους κινδύνους για την υγεία τους από την παρατεταμένη έκθεση σε δονήσεις,

(β) παροχή εγκεκριμένου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού στους ναυτικούς, όπου είναι απαραίτητο, και

(γ) αξιολόγηση των κινδύνων και μείωση της έκθεσης σε δονήσεις σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και αναψυχής και τροφοδοσίας με την υιοθέτηση μέτρων σύμφωνα με τη καθοδήγηση που παρέχεται από τον κώδικα πρακτικής της Δ.Ο.Ε. που έχει τίτλο Περιβαλλοντικοί παράγοντες στο χώρο εργασίας, 2001 και οποιεσδήποτε επακόλουθες αναθεωρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορά μεταξύ της έκθεσης στους χώρους αυτούς και στο χώρο εργασίας.

Οδηγία Β4.3.4 – Υποχρεώσεις των πλοιοκτητών

1. Οποιαδήποτε υποχρέωση του πλοιοκτήτη να παρέχει προστατευτικό εξοπλισμό ή άλλα μέσα προστασίας για την πρόληψη ατυχημάτων θα πρέπει γενικά να συνοδεύεται από διατάξεις που να απαιτούν τη χρήση τους από ναυτικούς και από απαίτηση να συμμορφώνονται οι ναυτικοί με τα σχετικά μέτρα πρόληψης ατυχημάτων και προστασίας της υγείας.

2. θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα Άρθρα 7 και 11 της Σύμβασης περί Φύλαξης Μηχανημάτων, 1963 (Νο.119) και οι αντίστοιχες διατάξεις της Σύστασης περί φύλαξης Μηχανημάτων, 1963 (Νο.118), σύμφωνα με τις οποίες η υποχρέωση εξασφάλισης της συμμόρφωσης με την απαίτηση ότι τα μηχανήματα που είναι σε χρήση φυλάσσονται κατάλληλα και ότι δεν γίνεται χρήση τους χωρίς κατάλληλες προφυλάξεις βαρύνει τον εργοδότη, ενώ υπάρχει υποχρέωση του εργαζομένου να μην χρησιμοποιεί μηχανήματα εάν οι προφυλάξεις δεν βρίσκονται στη θέση τους και να μην καθιστά μη λειτουργικές τις παρεχόμενες προφυλάξεις.

Οδηγία Β4.3.5 – Υποβολή αναφορών και συλλογή στατιστικών στοιχείων

1. Όλα τα εργατικά ατυχήματα και οι εργατικοί τραυματισμοί και ασθένειες θα πρέπει να αναφέρονται για να μπορούν να διερευνηθούν και να τηρηθούν πλήρη στατιστικά στοιχεία, να αναλυθούν και να δημοσιευθούν, λαμβάνοντας υπόψη την προστασία των προσωπικών δεδομένων των ενδιαφερόμενων ναυτικών. Οι αναφορές δεν θα πρέπει να περιορίζονται σε θανάτους ή σε ατυχήματα που αφορούν στο πλοίο.

2. Τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να καταγράφουν τον αριθμό, τη φύση, τα αίτια και τις επιπτώσεις των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών και τραυματισμών, με σαφή ένδειξη, όπως ισχύει, του τμήματος επί του πλοίου, του τύπου του ατυχήματος και εάν συνέβη στη θάλασσα ή σε λιμένα.

3. Κάθε Μέλος θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιοδήποτε διεθνές σύστημα ή υπόδειγμα καταγραφής ατυχημάτων ναυτικών, που μπορεί να έχει θεσπιστεί από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας. Οδηγία Β4.3.6 – Διερεύνηση 1. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να διενεργεί έρευνες για τα αίτια και τις συνθήκες όλων των εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών και τραυματισμών που έχουν ως αποτέλεσμα απώλεια ζωής ή σοβαρό προσωπικό τραυματισμό και άλλων τέτοιων περιπτώσεων, όπως μπορεί να προσδιορίζονται στους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς.

2. θα πρέπει να εξετάζεται η συμπερίληψη των ακολούθων ως αντικειμένων έρευνας:

(α) εργασιακό περιβάλλον, όπως επιφάνειες εργασίας, διάταξη μηχανημάτων, μέσα πρόσβασης, φωτισμός και μέθοδοι εργασίας

(β) επιπτώσεις των εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών και τραυματισμών σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες,

(γ) ειδικά ψυχολογικά προβλήματα ή προβλήματα φυσιολογίας που δημιουργούνται από το περιβάλλον επί του πλοίου,

(δ) προβλήματα που απορρέουν από τη σωματική κόπωση επί του πλοίου, ιδίως ως συνέπεια του αυξημένου φόρτου εργασίας

(ε) προβλήματα που απορρέουν από τεχνικές εξελίξεις επιπτώσεις αυτών και η επίδρασή τους στη σύνθεση των πληρωμάτων, και

(στ) προβλήματα που απορρέουν από ανθρώπινες παραλείψεις.

Οδηγία Β4.3.7 – Εθνικά προγράμματα προστασίας και πρόληψης

1. Για να παρέχεται υγιής βάση για τα μέτρα προαγωγής της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της πρόληψης ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών που οφείλονται σε συγκεκριμένους κινδύνους της ναυτικής εργασίας, θα πρέπει να γίνεται έρευνα σχετικά με τις γενικές τάσεις και με εκείνους τους κινδύνους, όπως αυτοί αποκαλύπτονται από τα στατιστικά στοιχεία.

2. Η εφαρμογή προγραμμάτων προστασίας και πρόληψης για την προαγωγή της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας, θα πρέπει να οργανώνεται κατά τρόπο ώστε η αρμόδια αρχή, οι πλοιοκτήτες και οι ναυτικοί ή οι εκπρόσωποι τους και άλλοι αρμόδιοι φορείς, να μπορούν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο, συμπεριλαμβανομένων των τρόπων, όπως συνεδριάσεις ενημέρωσης, οδηγίες επί του πλοίου για τα μέγιστα επίπεδα έκθεσης σε πιθανώς επιβλαβείς περιβαλλοντικούς παράγοντες στο χώρο εργασίας και άλλους κινδύνους ή αποτελέσματα συστηματικής διαδικασίας αξιολόγησης κινδύνων. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να δημιουργηθούν εθνικές ή τοπικές μικτές επιτροπές για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη ατυχημάτων ή ad hoc ομάδες εργασίας ή επιτροπές επί πλοίων, στις οποίες θα εκπροσωπούνται οι ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

3. Όταν η δραστηριότητα αυτή λαμβάνει χώρα σε εταιρικό επίπεδο, θα πρέπει να εξετάζεται η εκπροσώπηση των ναυτικών σε οποιαδήποτε επιτροπή ασφαλείας επί των πλοίων του εν λόγω πλοιοκτήτη.

Οδηγία Β4.3.8 – Περιεχόμενο των προγραμμάτων προστασίας και πρόληψης

1. Θα πρέπει να εξεταστεί η ένταξη των ακόλουθων στις εργασίες των επιτροπών και των άλλων φορέων που αναφέρονται στην

Οδηγία Β4.3.7, παράγραφος 2:

(α) προπαρασκευή εθνικών οδηγιών και πολιτικών για τα συστήματα διαχείρισης της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και διατάξεων, κανόνων και εγχειριδίων για την πρόληψη ατυχημάτων,

(β) οργάνωση εκπαίδευσης και προγραμμάτων για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη των ατυχημάτων,

(γ) οργάνωση της δημοσιότητας για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη ατυχημάτων, συμπεριλαμβανομένων ταινιών, αφισών, ανακοινώσεων και φυλλαδίων, και

(δ) διανομή βιβλίων και πληροφοριών για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη των ατυχημάτων, κατά τρόπο ώστε να φθάνουν στους ναυτικούς επί των πλοίων. 2. Οι σχετικές διατάξεις ή συστάσεις που υιοθετήθηκαν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές ή οργανώσεις ή διεθνείς οργανισμούς θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από εκείνους που συντάσσουν τα κείμενα των μέτρων προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και πρόληψης των ατυχημάτων ή τις συνιστώμενες πρακτικές.

3. Κατά τη διαμόρφωση προγραμμάτων για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη ατυχημάτων, κάθε Μέλος θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιονδήποτε κώδικα πρακτικής που αφορά στην ασφάλεια και την υγεία των ναυτικών και μπορεί να έχει δημοσιευτεί από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας.

Οδηγία Β4.3.9 – Εκπαίδευση στην προστασία της επαγγελμαπκής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη εργατικών ατυχημάτων

1. Το πρόγραμμα για την εκπαίδευση που αναφέρεται στο Πρότυπο Α4.3, παράγραφος 1(α), θα πρέπει να εξετάζεται κατά περιόδους και να ενημερώνεται ενόψει των εξελίξεων στους τύπους και τα μεγέθη των πλοίων και στον εξοπλισμό τους, καθώς και των μεταβολών στις πρακτικές στελέχωσης, την εθνικότητα, τη γλώσσα και την οργάνωση της εργασίας επί των πλοίων.

2. Θα πρέπει να υπάρχει συνεχής δημοσιότητα της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και πρόληψης των ατυχημάτων. Η εν λόγω δημοσιότητα θα μπορούσε να λαμβάνει τις ακόλουθες μορφές:

(α) εκπαιδευτικό οπτικοακουστικό υλκό, όπως ταινίες, για χρήση στα κέντρα επαγγελματικής εκπαίδευσης ναυτικών και όταν αυτό είναι δυνατό, για προβολή επί των πλοίων,

(β) επίδειξη αφισών επί των πλοίων,

(γ) ένταξη, σε περιοδικά που διαβάζουν οι ναυτικοί, άρθρων για τους κινδύνους της ναυτικής εργασίας και για τα μέτρα προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και πρόληψης των ατυχημάτων, και

(δ) ειδικές εκστρατείες με χρήση διαφόρων μέσων δημοσιότητας για την εκπαίδευση των ναυτικών, συμπεριλαμβανομένων των εκστρατειών για τις ασφαλείς πρακτικές εργασίας.

3. Η δημοσιότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές εθνικότητες γλώσσες και πολιτισμούς των ναυτικών επί των πλοίων.

Οδηγία Β4.3.10 – Εκπαίδευση νέων ναυτικών σχετικά με την ασφάλεια και την υγεία

1. Οι κανονισμοί ασφάλειας και υγείας θα πρέπει να αναφέρονται σε οποιεσδήποτε γενικές διατάξεις περί ιατρικών εξετάσεων πριν από και κατά τη διάρκεια της απασχόλησης και στην πρόληψη ατυχημάτων και την προστασία της υγείας στην εργασία, οι οποίες μπορεί να ισχύουν για την εργασία των ναυτικών. Οι εν λόγω κανονισμοί θα πρέπει να προσδιορίζουν μέτρα τα οποία θα ελαχιστοποιούν τους επαγγελματικούς κινδύνους για τους νέους ναυτικούς στη διάρκεια των καθηκόντων τους.

2. Εκτός από περιπτώσεις όπου ένας νέος ναυτικός αναγνωρίζεται ως πλήρως προσοντούχος σε συναφή ειδικότητα από την αρμόδια αρχή, οι κανονισμοί θα πρέπει να προσδιορίζουν περιορισμούς για τους νέους ναυτικούς που αναλαμβάνουν, χωρίς κατάλληλη εποπτεία και καθοδήγηση, ορισμένους τύπους εργασίας, που παρουσιάζουν ιδιαίτερους κινδύνους ατυχημάτων ή που έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία τους ή τη σωματική τους ανάπτυξη ή που απαιτούν συγκεκριμένο βαθμό ωριμότητας εμπειρίας ή δεξιότητας. Κατά το προσδιορισμό των τύπων εργασίας που πρέπει να περιορίζονται από τους κανονισμούς, η αρμόδια αρχή θα μπορούσε να εξετάσει συγκεκριμένα εργασία που περιλαμβάνει:

(α) την άρση, μετακίνηση ή μεταφορά βαρέων φορτίων ή αντικειμένων,

(β) την είσοδο σε λέβητες, δεξαμενές και υδατοστεγή χώροι ασφαλείας του πλοίου (cofferdams),

(γ) την έκθεση σε επιβλαβή επίπεδα θορύβου και δονήσεων,

(δ) το χειρισμό ανυψωτικών και άλλων μηχανημάτων ισχύος και εργαλείων ή την εργασία ως σηματοδότες στους χειριστές του εξοπλισμού αυτού,

(ε) το χειρισμό σχοινιών πρόσδεσης ή ρυμούλκησης ή του εξοπλισμού αγκυροβολιάς,

(στ) τον εξαρτισμό,

(ζ) την εργασία στους ιστούς του πλοίου ή στο κατάστρωμα με δυσμενείς καιρικές συνθήκες,

(η) τα καθήκοντα τήρησης νυχτερινής φυλακής

(θ) τη συντήρηση ηλεκτρολογικού εξοπλισμού,

(ι) την έκθεση σε πιθανώς επιβλαβή υλικά ή επιβλαβείς φυσικούς παράγοντες, όπως επικίνδυνες ή τοξικές ουσίες και ιονίζουσες ακτινοβολίες,

(ια) το καθαρισμό μηχανημάτων τροφοδοσίας, και

(ιβ) το χειρισμό ή τον έλεγχο των λέμβων του πλοίου. 3. Πρακτικά μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται από την αρμόδια αρχή ή μέσω κατάλληλου μηχανισμού για να ενημερωθούν οι νέοι ναυτικοί επί πληροφοριών σχετικά με την πρόληψη ατυχημάτων και την προστασία της υγείας τους επί του πλοίου. Τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν κατάλληλη παροχή οδηγιών με μαθήματα, επίσημες εκδόσεις για την πρόληψη των ατυχημάτων που προορίζονται για νέα άτομα και επαγγελματική εκπαίδευση και εποπτεία νέων ναυτικών.

4. Η εκπαίδευση και η εξάσκηση των νέων ναυτικών τόσο στην ξηρά όσο και επί των πλοίων θα πρέπει να περιλαμβάνουν καθοδήγηση για τις επιζήμιες επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία τους από την κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών και άλλων πιθανώς επιβλαβών ουσιών και τους κινδύνους και τις ανησυχίες που συνδέονται με το HIV/AIDS και από άλλες δραστηριότητες που συνδέονται με κινδύνους για την υγεία.

Οδηγία Β4.3.11 -Διεθνής συνεργασία

1. Τα Μέλη, με τη συνδρομή, όπως αρμόζει, διακυβερνητικών και άλλων διεθνών οργανισμών, θα πρέπει να προσπαθήσουν, σε συνεργασία μεταξύ τους, να επιτύχουν τη μεγαλύτερη δυνατή ομοιομορφία δράσεως για την προαγωγή της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της πρόληψης ατυχημάτων.

2. Κατά την ανάπτυξη προγραμμάτων για την προαγωγή της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της πρόληψης ατυχημάτων, σύμφωνα με το Πρότυπο Α4.3, κάθε Μέλος θα πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη τους συναφείς κώδικες πρακτικής που έχουν δημοσιευθεί από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και τα κατάλληλα πρότυπα διεθνών οργανισμών.

3. Τα Μέλη θα πρέπει να λάβουν υπόψη την ανάγκη για διεθνή συνεργασία στη συνεχή προαγωγή δραστηριοτήτων που συνδέονται με την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη εργατικών ατυχημάτων. Η εν λόγω συνεργασία θα μπορούσε να λάβει τη μορφή:

(α) διμερών ή πολυμερών ρυθμίσεων για ομοιομορφία στα πρότυπα και τα μέσα προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της πρόληψης ατυχημάτων,

(β) ανταλλαγής πληροφοριών για συγκεκριμένους κινδύνους που επηρεάζουν τους ναυτικούς και για τα μέσα προαγωγής της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και της πρόληψης ατυχημάτων,

(γ) συνδρομής στη δοκιμή εξοπλισμού και την επιθεώρηση σύμφωνα με τους εθνικούς κανονισμούς του Κράτους σημαίας

(δ) συνεργασίας για την προπαρασκευή και διάδοση διατάξεων, κανόνων ή εγχειριδίων για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και την πρόληψη ατυχημάτων,

(ε) συνεργασίας για την παραγωγή και χρήση εκπαιδευτικών βοηθημάτων, και

(στ) κοινές εγκαταστάσεις ή αμοβαία συνδρομή για την εκπαίδευση ναυτικών στην προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας την πρόληψη ατυχημάτων και τις ασφαλείς εργασιακές πρακτικές.

Κανονισμός 4.4 – Πρόσβαση σε χερσαίες εγκαταστάσεις ευημερίας

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι οι ναυτικοί που εργάζονται επί πλοίου έχουν πρόσβαση σε χερσαίες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που διασφαλίζουν την υγεία και την ευημερία τους

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι όπου υφίστανται χερσαίες εγκαταστάσεις ευημερίας, υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε αυτές. Το Μέλος πρέπει επίσης να προάγει την ανάπτυξη εγκαταστάσεων ευημερίας, όπως εκείνες που αναφέρονται στον Κώδικα, σε καθορισμένους λιμένες για να παρέχεται στους ναυτικούς πλοίων, που βρίσκονται στους λιμένες του, πρόσβαση σε κατάλληλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας.

2. Οι υποχρεώσεις κάθε Μέλους σε σχέση με τις χερσαίες εγκαταστάσεις, όπως εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας, πολιτισμικές, αναψυχής και πληροφόρησης, καθορίζονται στον Κώδικα.

Πρότυπο Α4.4 – Πρόσβαση σε χερσαίες εγκαταστάσεις ευημερίας

1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί, όπου υφίστανται εγκαταστάσεις ευημερίας στην επικράτειά του, αυτές να διατίθενται για χρήση από όλους τους ναυτικούς, ανεξάρτητα από εθνικότητα, φυλή, χρώμα, φύλο, θρήσκευμα, πολιτική γνώμη ή κοινωνική προέλευση και ανεξάρτητα από το Κράτος σημαίας του πλοίου στο οποίο προσλαμβάνονται ή απασχολούνται ή δουλεύουν.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να προάγει την ανάπτυξη εγκαταστάσεων ευημερίας σε κατάλληλους λιμένες της χώρας και να καθορίζει, ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, τους λιμένες που θεωρούνται ως κατάλληλοι.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να ενθαρρύνει τη δημιουργία συμβουλίων ευημερίας, τα οποία πρέπει να εξετάζουν τακτικά τις εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας για να εξασφαλίζουν ότι είναι κατάλληλες υπό το φως των μεταβολών στις ανάγκες των ναυτικών που απορρέουν από τεχνικές λειτουργικές και άλλες εξελίξεις στη ναυτιλιακή βιομηχανία.

Οδηγία Β4.4 – Πρόσβαση σε χερσαίες εγκαταστάσεις ευημερίας

Οδηγία Β4.4.1 – Υποχρεώσεις των Μελών

1. Κάθε Μέλος θα πρέπει:

(α) να λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει ότι παρέχονται κατάλληλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας στους ναυτικούς σε καθορισμένους λιμένες κατάπλου και ότι παρέχεται κατάλληλη προστασία στους ναυτικούς κατά την άσκηση του επαγγέλματος τους, και

(β) να λάβει υπόψη, κατά την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων, τις ιδιαίτερες ανάγκες των ναυτικών, ειδικότερα όταν βρίσκονται σε ξένες χώρες και όταν εισέρχονται σε εμπόλεμες ζώνες, σε σχέση με την ασφάλεια, την υγεία τους και τις δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου.

2. Ρυθμίσεις για την εποπτεία των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών ευημερίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων εκπροσώπων των οργανώσεων των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

3. Κάθε Μέλος θα πρέπει να λάβει μέτρα σχεδιασμένα να επισπεύσουν την ελεύθερη κυκλοφορία, μεταξύ πλοίων, κεντρικών φορέων εφοδιασμού και εγκαταστάσεων ευημερίας, των υλικών πρόνοιας, όπως ταινίες, βιβλία, εφημερίδες και αθλητικό εξοπλισμό για χρήση από τους ναυτικούς στα πλοία τους και στα χερσαία κέντρα ευημερίας.

4. Τα Μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για την προαγωγή της ευημερίας των ναυτικών στη θάλασσα και τους λιμένες. Η εν λόγω συνεργασία θα πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής:

(α) διαβουλεύσεις μεταξύ αρμόδιων αρχών με σκοπό την παροχή και τη βελτίωση εγκαταστάσεων και υπηρεσιών ευημερίας των ναυτικών, τόσο σε λιμένες όσο και στα πλοία,

(β) συμφωνίες για τη συγκέντρωση πόρων και την κοινή παροχή εγκαταστάσεων ευημερίας σε μεγάλους λιμένες, ούτως ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη διπλή παροχή υπηρεσιών,

(γ) οργάνωση διεθνών αθλητικών διαγωνισμών και ενθάρρυνση της συμμετοχής των ναυτικών σε αθλητικές δραστηριότητες και

(δ) οργάνωση διεθνών σεμιναρίων με θέμα την ευημερία των ναυτικών στη θάλασσα και σε λιμένες.

Οδηγία Β4.4.2 – Εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας σε λιμένες

1. Κάθε Μέλος θα πρέπει να παρέχει ή να εξασφαλίζει την παροχή εκείνων των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών ευημερίας που μπορεί να απαιτούνται σε κατάλληλους λιμένες της χώρας.

2. Εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ευημερίας θα πρέπει να παρέχονται, σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες και την πρακτική, από έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους:

(α) δημόσιες αρχές,

(β) ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών σύμφωνα με συλλογικές συμβάσεις ή άλλων συμφωνημένων διακανονισμών και

(γ) εθελοντικές οργανώσεις.

3. Οι απαραίτητες εγκαταστάσεις ευημερίας και αναψυχής θα πρέπει να δημιουργούνται ή να αναπτύσσονται σε λιμένες. Αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν:

(α) αίθουσες συναντήσεων και ψυχαγωγίας όπως απαιτείται, (β) εγκαταστάσεις για αθλητισμό και υπαίθριες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των διαγωνισμών,

(γ) εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις, και

(δ) όπου αρμόζει, εγκαταστάσεις για θρησκευτικές τελετές και για ατομική συμβουλευτική.

4. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις μπορεί να παρέχονται διαθέτοντας στους ναυτικούς, σύμφωνα με τις ανάγκες τους, εγκαταστάσεις που έχουν σχεδιαστεί περισσότερο για γενική χρήση.

5. Όταν μεγάλος αριθμός ναυτικών διαφορετικών εθνικοτήτων χρειάζεται εγκαταστάσεις, όπως ξενοδοχεία, λέσχες και αθλητικές εγκαταστάσεις σε συγκεκριμένο λιμένα, οι αρμόδιες αρχές ή φορείς των χωρών προέλευσης των ναυτικών και των Κρατών σημαίας, καθώς και οι αρμόδιες διεθνείς ενώσεις, θα πρέπει να διαβουλεύονται και να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές και φορείς της χώρας, όπου βρίσκεται ο λιμένας και μεταξύ τους με σκοπό τη συγκέντρωση πόρων και την αποφυγή άσκοπης διπλής παροχής υπηρεσιών.

6. Ξενοδοχεία ή ξενώνες κατάλληλους για ναυτικούς θα πρέπει να διατίθενται, όταν υπάρχει ανάγκη γι` αυτούς, θα πρέπει να παρέχονται εγκαταστάσεις εφάμιλλες αυτών που συναντώνται σε ξενοδοχεία καλής κατηγορίας και, οπουδήποτε αυτό είναι δυνατόν, θα πρέπει να βρίσκονται σε καλό περιβάλλον, μακριά από την κοντινή περιοχή με τις αποβάθρες. Τα εν λόγω ξενοδοχεία ή ξενώνες θα πρέπει να επιβλέπονται κατάλληλα, οι τιμές που χρεώνονται θα πρέπει να είναι λογικές και όπου αυτό είναι απαραίτητο και δυνατόν, θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για την στέγαση των οικογενειών των ναυτικών.

7. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις ενδιαίτησης θα πρέπει να είναι ανοικτές για όλους τους ναυτικούς, ανεξάρτητα από εθνικότητα, φυλή, χρώμα, φύλο, θρήσκευμα, πολιτική γνώμη ή κοινωνική καταγωγή και ανεξάρτητα από το Κράτος σημαίας του πλοίου στο οποίο εργάζονται ή απασχολούνται ή δουλεύουν. Χωρίς να παραβιάζεται με κανέναν τρόπο αυτή η αρχή, μπορεί να είναι απαραίτητη σε ορισμένους λιμένες η παροχή διαφορετικών τύπων εγκαταστάσεων, συγκρίσιμων όσον αφορά τα πρότυπα, αλλά προσαρμοσμένων στα έθιμα και τις ανάγκες διαφορετικών ομάδων ναυτικών.

8. Θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι, ανάλογα με τις ανάγκες, τεχνικώς αρμόδια άτομα θα απασχολούνται με πλήρες ωράριο στη λειτουργία των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών ευημερίας των ναυτικών, επιπροσθέτως των οποιωνδήποτε εθελοντών εργαζομένων.

Οδηγία Β4.4.3 – Συμβούλια ευημερίας

1. Θα πρέπει να δημιουργούνται συμβούλια ευημερίας σε επίπεδο λιμένα, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, όπως αρμόζει. Τα καθήκοντα τους θα πρέπει να περιλαμβάνουν:

(α) την τήρηση υπό εξέταση της καταλληλότητας των υφιστάμενων εγκαταστάσεων ευημερίας και την παρακολούθηση της ανάγκης παροχής πρόσθετων εγκαταστάσεων ή την απόσυρση εγκαταστάσεων που δεν χρησιμοποιούνται, και

(β) τη συνδρομή και παροχή συμβουλών στους υπευθύνους για την παροχή εγκαταστάσεων ευημερίας και εξασφάλιση του συντονισμού μεταξύ τους.

2. Τα συμβούλια ευημερίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν μεταξύ των μελών τους, εκπροσώπους των οργανώσεων πλοιοκτητών και ναυτικών, τις αρμόδιες αρχές και, όπου αρμόζει, εθελοντικές οργανώσεις και κοινωνικούς φορείς.

3. Όπως αρμόζει, οι πρόξενοι ναυτικών Κρατών και οι τοπικοί εκπρόσωποι ξένων οργανώσεων ευημερίας θα πρέπει, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς, να συνδέονται με το έργο των λιμενικών, περιφερειακών και εθνικών συμβουλίων ευημερίας.

Οδηγία Β4.4.4 – Χρηματοδότηση εγκαταστάσεων ευημερίας

1. Σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες και την πρακτική, οικονομική στήριξη για εγκαταστάσεις ευημερίας σε λιμένες θα πρέπει να διατίθεται με ένα ή περισσότερα από τα εξής:

(α) χορηγίες από δημόσιους πόρους,

(β) εισφορές ή άλλα ειδικά τέλη από ναυτιλιακές πηγές,

(γ) εθελοντικές συνεισφορές από πλοιοκτήτες, ναυτικούς ή τις οργανώσεις τους, και

(δ) εθελοντικές συνεισφορές από άλλες πηγές.

2. Όταν επιβάλλονται φόροι, εισφορές και ειδικά τέλη για τις εγκαταστάσεις και τις υπηρεσίες ευημερίας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους συγκεντρώνονται.

Οδηγία Β4.4.5 – Διάδοση πληροφοριών και μέτρα διευκόλυνσης

1. Θα πρέπει να διαδίδονται πληροφορίες μεταξύ των ναυτικών σχετικά με τις εγκαταστάσεις που είναι ανοικτές για το ευρύ κοινό στους λιμένες κατάπλου, ιδίως για τις εγκαταστάσεις μεταφοράς, ευημερίας, διασκέδασης και εκπαίδευσης και για τους τόπους λατρείας, καθώς και για τις εγκαταστάσεις που παρέχονται ειδικά για ναυτικούς.

2. Θα πρέπει να διατίθενται επαρκή μέσα μεταφοράς σε λογικές τιμές και σε οποιαδήποτε λογικά χρονικά διαστήματα για να μπορούν οι ναυτικοί να φθάσουν σε αστικές περιοχές από προσιτές τοποθεσίες στους λιμένες.

3. Θα πρέπει να λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα μέτρα από τις αρμόδιες αρχές για να γνωστοποιούνται στους πλοιοκτήτες και τους ναυτικούς που εισέρχονται στο λιμένα, τυχόν ειδικοί νόμοι ή έθιμα, η παράβαση των οποίων μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ελευθερία τους.

4. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρέχουν στις περιοχές ζώνης λιμένα και τους δρόμους πρόσβασης επαρκή φωτισμό και σήμανση και τακτκές περιπολίες για την προστασία των ναυτικών. Οδηγία Β4.4.6 – Ναυτικοί σε ξένο λιμένα

1. Για την προστασία των ναυτικών σε ξένους λιμένες θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να διευκολύνεται: (α) η πρόσβαση σε πρόξενους των Χωρών εθνικότητάς τους ή των Χωρών κατοικίας τους και (β) η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ προξενικών και των τοπικών ή εθνικών αρχών.

2. Κρατήσεις ναυτικών σε ξένο λιμένα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται γρήγορα σύμφωνα με τη δέουσα διαδικασία που ορίζει ο νόμος και με κατάλληλη προξενική προστασία.

3. Όποτε ένας ναυτικός κρατείται για οποιονδήποτε λόγο στην επικράτεια ενός Μέλους η αρμόδια αρχή θα πρέπει, εάν το ζητήσει ο ναυτικός, να ενημερώσει αμέσως το Κράτος σημαίας και το Κράτος εθνικότητας του ναυτικού. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να ενημερώσει εγκαίρως το ναυτικό σχετικά με το δικαίωμά του να διατυπώσει τέτοιο αίτημα. Το Κράτος εθνικότητας του ναυτικού θα πρέπει να ενημερώσει εγκαίρως τους πλησιέστερους συγγενείς του ναυτικού. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να επιτρέψει στους προξενικούς αξιωματούχους των εν λόγω Κρατών άμεση πρόσβαση στο ναυτικό και τακτικές επισκέψεις για όσο διάστημα κρατείται ο ναυτικός.

4. Κάθε Μέλος θα πρέπει να λάβει μέτρα, όταν αυτό είναι απαραίτητο, για να εξασφαλίζει την ασφάλεια των ναυτικών έναντι επιθέσεων και άλλων παράνομων πράξεων για όσο διάστημα τα πλοία βρίσκονται στα χωρικά του ύδατα και ιδίως κατά την προσέγγιση σε λιμένες.

5. Θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια από τους υπεύθυνους στο λιμένα και επί του πλοίου για να διευκολύνεται η παροχή άδειας εξόδου στους ναυτικούς το ταχύτερο δυνατόν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμένα.

Κανονισμός 4.5- Κοινωνική ασφάλεια

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι λαμβάνονται μέτρα με σκοπό την παροχή στους ναυτικούς πρόσβασης στην προστασία κοινωνικής ασφάλειας

1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι ναυτικοί και, στο βαθμό που προβλέπεται από την εθνική του νομοθεσία, τα εξαρτώμενα μέλη τους, έχουν πρόσβαση σε προστασία κοινωνικής ασφάλειας σύμφωνα με τον Κώδικα, χωρίς ωστόσο να θίγονται οποιεσδήποτε ευνοϊκότερες προϋποθέσεις αναφέρονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 19 του Καταστατικού.

2. Κάθε Μέλος αναλαμβάνει να λάβει μέτρα, σύμφωνα με τις εθνικές περιστάσεις του, μεμονωμένα και μέσω διεθνούς συνεργασίας, για την σταδιακή επίτευξη πλήρους προστασίας κοινωνικής ασφάλειας για τους ναυτικούς.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι ναυτικοί που υπόκεινται στη νομοθεσία του περί κοινωνικής ασφάλειας και, στον βαθμό που προβλέπεται από την εθνική του νομοθεσία, τα εξαρτώμενα μέλη τους, δικαιούνται να επωφεληθούν από την προστασία κοινωνκής ασφάλειας υπό όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς με εκείνους που απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι στην ξηρά.

Πρότυπο Α4.5 – Κοινωνική ασφάλεια

1. Οι κλάδοι που πρέπει να εξεταστούν με σκοπό την σταδιακή επίτευξη πλήρους προστασίας κοινωνικής ασφάλειας σύμφωνα με τον Κανονισμό 4.5 είναι: ιατρική περίθαλψη, επίδομα ασθενείας, επίδομα ανεργίας, παροχές γήρατος, παροχές σε περίπτωση επαγγελματικής ασθένειας ή τραυματισμού λόγω εργατικού ατυχήματος, οικογενειακό επίδομα, επίδομα μητρότητας, επίδομα αναπηρίας και παροχές επιζώντων, συμπληρώνοντας την προστασία που παρέχεται υπό του Κανονισμού 4.1 για την ιατρική περίθαλψη και 4.2 για την ευθύνη των πλοιοκτητών και σύμφωνα με άλλους τίτλους της παρούσας Σύμβασης.

2. Κατά τον χρόνο επικύρωσης, η προστασία που πρέπει να παρέχεται από κάθε Μέλος σύμφωνα με τον Κανονισμό 4.5, παράγραφο 1, πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις από τους εννέα κλάδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να λάβει μέτρα, σύμφωνα με τις εθνικές του περιστάσεις του, για να παρέχει τη συμπληρωματική προστασία κοινωνκής ασφάλισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου σε όλους τους ναυτικούς που κατοικούν κανονικά στην επικράτειά του. Η υποχρέωση αυτή θα μπορούσε να εκπληρωθεί, για παράδειγμα, μέσω κατάλληλων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή μέσω συστημάτων που βασίζονται σε εισφορές. Η προκύπτουσα προστασία δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι στην ξηρά που κατοικούν στην επικράτειά του.

4. Παρά την απόδοση των υποχρεώσεων της παραγράφου 3 του παρόντος Προτύπου, τα Μέλη μπορούν να καθορίσουν, με διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες και με διατάξεις που υιοθετούνται στο πλαίσιο των περιφερειακών οργανισμών οικονομικής ενοποίησης, άλλους κανόνες σχετικά με τη νομοθεσία περί κοινωνικής ασφάλειας στην οποία υπόκεινται οι ναυτικοί.

5. Οι υποχρεώσεις κάθε Μέλους όσον αφορά τους ναυτικούς σε πλοία που φέρουν τη σημαία του πρέπει να περιλαμβάνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπουν οι Κανονισμοί 4.1 και 4.2 και οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα, καθώς και αυτές που ενυπάρχουν στις γενικές υποχρεώσεις του βάσει του διεθνούς δικαίου.

6. Κάθε Μέλος πρέπει να εξετάσει τους διάφορους τρόπους με τους οποίους θα παρέχονται συγκρίσιμα οφέλη στους ναυτικούς, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και την πρακτική, σε περίπτωση έλλειψης επαρκούς κάλυψης στους κλάδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου:

7. Η προστασία βάσει του Κανονισμού 4.5, παράγραφος 1, μπορεί, όπως αρμόζει, να περιέχεται σε νόμους ή κανονισμούς, σε ιδιωτικά προγράμματα ή συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή σε συνδυασμό των ανωτέρω.

8. Στο βαθμό που είναι συμβατό με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, τα Μέλη πρέπει να συνεργάζονται, με διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή άλλες ρυθμίσεις, για να εξασφαλίζουν τη διατήρηση των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλειας, που παρέχονται μέσω προγραμμάτων με ή χωρίς ανταποδοτκές εισφορές, τα οποία αποκτήθηκαν ή βρίσκονται υπό διαδικασία απόκτησης, από όλους τους ναυτικούς, ανεξάρτητα από την κατοικία τους.

9. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες για τη διευθέτηση διαφορών.

10. Κάθε Μέλος πρέπει, κατά τον χρόνο επικύρωσης, να ορίσει τους κλάδους για τους οποίους παρέχεται προστασία σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Προτύπου. Στη συνέχεια, πρέπει να ενημερώνει τον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας όταν παρέχει προστασία κοινωνικής ασφάλειας σε σχέση με έναν ή περισσότερους κλάδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου. Ο Γενικός Διευθυντής τηρεί μητρώο αυτών των πληροφοριών και το διαθέτει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

11. Οι εκθέσεις προς το Διεθνές Γραφείο Εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 22 του Καταστατικού, πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό 4.5, παράγραφος 2, για την επέκταση της προστασίας σε άλλους κλάδους.

Οδηγία Β4.5 – Κοινωνική ασφάλεια

1. Η προστασία που θα παρέχεται κατά τον χρόνο επικύρωσης σύμφωνα με το Πρότυπο Α4.5, παράγραφος 2, θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τους κλάδους της ιατρικής περίθαλψης, του επιδόματος ασθενείας και των παροχών σε περίπτωση τραυματισμού λόγω εργατικού ατυχήματος.

2. Στις περιστάσεις που αναφέρονται στο Πρότυπο Α4.5, παράγραφος 6, συγκρίσιμα επιδόματα μπορεί να παρέχονται μέσω ασφάλισης, διμερών και πολυμερών συμφωνιών ή άλλων αποτελεσματικών μέσων, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των σχετικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Όταν υιοθετούνται τέτοια μέτρα, οι ναυτικοί που καλύπτονται από τα μέτρα αυτά θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα μέσα με τα οποία θα παρέχονται οι διάφοροι κλάδοι προστασίας κοινωνικής ασφάλισης.

3. Όταν οι ναυτικοί υπόκεινται σε περισσότερες από μία εθνικές νομοθεσίες που καλύπτουν την κοινωνική ασφάλιση, τα ενδιαφερόμενα Μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται για να προσδιορίσουν με αμοιβαία συμφωνία ποιά νομοθεσία πρέπει να εφαρμοστεί, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες, όπως ο τύπος και το επίπεδο προστασίας βάσει των αντίστοιχων νομοθεσιών που είναι πιο ευνοϊκοί για τον ενδιαφερόμενο ναυτικό, καθώς και τις προτιμήσεις του ναυτικού.

4. Οι διαδικασίες που θα θεσπιστούν βάσει του Προτύπου Α4.5, παράγραφος 9, θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες για να καλύπτουν όλες τις διαφορές που αφορούν στις απαιτήσεις των ενδιαφερόμενων ναυτικών, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο παρέχεται η κάλυψη.

5. Κάθε Μέλος που έχει ναυτικούς υπηκόους του, ναυτικούς μη υπηκόους του ή και τα δύο, οι οποίοι υπηρετούν σε πλοία που φέρουν τη σημαία του θα πρέπει να παρέχει την προστασία κοινωνικής ασφάλειας βάσει της Σύμβασης, όπως εφαρμόζεται και θα πρέπει να εξετάζει κατά περιόδους τους κλάδους προστασίας κοινωνικής ασφάλειας του Προτύπου Α.4.5, παράγραφος 1, με σκοπό να προσδιορίζει τυχόν πρόσθετους κλάδους κατάλληλους για τους ενδιαφερόμενους ναυτικούς.

6. Η σύμβαση εργασίας των ναυτικών θα πρέπει να αναγνωρίζει τα μέσα με τα οποία οι διάφοροι κλάδοι προστασίας κοινωνικής ασφάλειας θα παρέχονται στο ναυτικό από τον πλοιοκτήτη, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές πληροφορίες που βρίσκονται στη διάθεση του πλοιοκτήτη, όπως νόμιμες κρατήσεις από τους μισθούς των ναυτικών και οι εισφορές των πλοιοκτητών, οι οποίες μπορεί να γίνουν σύμφωνα με τις απαιτήσεις αναγνωρισμένων εξουσιοδοτημένων φορέων βάσει των σχετικών εθνικών προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλειας.

7. Το Μέλος τη σημαία του οποίου φέρει το πλοίο, θα πρέπει, κατά την αποτελεσματική άσκηση της δικαιοδοσίας του επί κοινωνικών θεμάτων, να βεβαιώνεται ότι οι υποχρεώσεις των πλοιοκτητών σχετικά με την προστασία κοινωνικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της καταβολής των απαιτούμενων εισφορών σε προγράμματα κοινωνικής ασφάλειας, εκπληρώνονται.
ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ

1. Οι Κανονισμοί του παρόντος Τίτλου ορίζουν την υποχρέωση κάθε Μέλους να εφαρμόσει και να επιβάλλει πλήρως τις αρχές και τα δικαιώματα που καθορίζονται στα Άρθρα της παρούσας Σύμβασης, καθώς και τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις που προβλέπονται από τους Τίτλους 1,2,3 και 4.

2. Οι παράγραφοι 3 και 4 του Άρθρου VI, οι οποίες επιτρέπουν την εφαρμογή του Μέρους Α του Κώδικα, μέσω ουσιωδώς ισοδύναμων διατάξεων, δεν ισχύουν για το Μέρος Α του Κώδικα στον παρόντα Τίτλο.

3. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του Άρθρου VI, κάθε Μέλος πρέπει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του υπό των Κανονισμών με τον τρόπο που καθορίζεται στα αντίστοιχα Πρότυπα του Μέρους Α του Κώδικα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αντίστοιχες Οδηγίες του Μέρους Β του Κώδικα.

4. Οι διατάξεις του παρόντος Τίτλου πρέπει να εφαρμόζονται έχοντας υπόψη ότι οι ναυτικοί και οι πλοιοκτήτες, όπως όλα τα άλλα πρόσωπα, είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και δικαιούνται την ίση προστασία του νόμου και δεν πρέπει να υπόκεινται σε διακρίσεις, όσον αφορά στην πρόσβασή τους σε δικαστήρια, συμβούλια κρίσης ή άλλους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών. Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου δεν καθορίζουν νομική δικαιοδοσία ή νόμικη δωσιδικία.

Κανονισμός 5.1- Υποχρεώσεις Κράτους Σημαίας

Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι κάθε Μέλος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του υπό την παρούσα Σύμβαση όσον αφορά στα πλοία που φέρουν τη σημαία του Κανονισμός 5.1.1 –

Γενικές αρχές 1.

Κάθε Μέλος είναι υπεύθυνο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του υπό την παρούσα Σύμβαση επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει ένα αποτελεσματικό σύστημα επιθεώρησης και πιστοποίησης των συνθηκών ναυτικής εργασίας σύμφωνα με τους Κανονισμούς 5.1.3 και 5.1.4, εξασφαλίζοντας ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του πληρούν και συνεχίζουν να πληρούν τα πρότυπα της παρούσας Σύμβασης.

3. Κατά την θέσπιση ενός αποτελεσματικού συστήματος επιθεώρησης και πιστοποίησης των συνθηκών ναυτικής εργασίας, το Μέλος μπορεί, όπου κρίνει κατάλληλο, να εξουσιοδοτήσει δημόσια ιδρύματα ή άλλους οργανισμούς (συμπεριλαμβανομένων οργανισμών άλλου Μέλους, εάν το τελευταίο συμφωνεί), τους οποίους αναγνωρίζει ως έχοντες την ικανότητα και την ανεξαρτησία για να διεξάγουν επιθεωρήσεις ή να εκδώσουν πιστοποιητικά ή και τα δύο. Σε κάθε περίπτωση, το Μέλος πρέπει να παραμένει πλήρως υπεύθυνο για την επιθεώρηση και πιστοποίηση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των ενδιαφερόμενων ναυτικών επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του.

4. Ένα πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας, συνοδευόμενο από δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας πρέπει να αποτελεί εκ πρώτης όψεως απόδειξη ότι το πλοίο έχει επιθεωρηθεί δεόντως από το Μέλος, τη σημαία του οποίου φέρει και ότι οι απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, που αφορούν στις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών, πληρούνται στο βαθμό που αυτό πιστοποιείται. 5. Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος Κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του, πρέπει να περιλαμβάνονται στις εκθέσεις του Μέλους προς το Διεθνές Γραφείο Εργασίας σύμφωνα με το Άρθρο 22 του Καταστατικού.

Πρότυπο Α5.1.1- Γενικές αρχές

1. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει σαφείς στόχους και πρότυπα που διέπουν τη διοίκηση των συστημάτων επιθεώρησης και πιστοποίησής του, καθώς και κατάλληλες γενικές διαδικασίες για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο επιτυγχάνονται οι εν λόγω στόχοι και πρότυπα.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί όλα τα πλοία που υψώνουν τη σημαία του να φέρουν αντίγραφο της παρούσας Σύμβασης που να είναι διαθέσιμο επί του πλοίου.

Οδηγία Β5.1.1 – Γενικές αρχές

1. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να κάνει τις κατάλληλες ρυθμίσεις για την προώθηση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των δημοσίων ιδρυμάτων και άλλων οργανισμών που αναφέρονται στους Κανονισμούς 5.1.1 και 5.1.2, που ασχολούνται με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών επί πλοίου.

2. Για να εξασφαλιστεί καλύτερα η συνεργασία μεταξύ επιθεωρητών και πλοιοκτητών, ναυτικών και των αντίστοιχων οργανώσεών τους και για να διατηρηθούν ή να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να διαβουλεύεται με τους εκπροσώπους των εν λόγω οργανώσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα όσον αφορά τα καλύτερα μέσα για την επίτευξη των στόχων αυτών. Ο τρόπος διεξαγωγής των εν λόγω διαβουλεύσεων θα πρέπει να προσδιορίζεται από την αρμόδια αρχή ύστερα από διαβούλευση με τις οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

Κανονισμός 5.1.2-Εξουσιοδότηση αναγνωρισμένων οργανισμών

1. Τα δημόσια ιδρύματα ή άλλοι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Κανονισμού 5.1.1 («αναγνωρισμένοι οργανισμοί») θα πρέπει να έχουν αναγνωριστεί από την αρμόδια αρχή ότι πληρούν τις απαιτήσεις του Κώδικα σχετικά με την ικανότητα και την ανεξαρτησία. Οι λειτουργίες επιθεώρησης ή πιστοποίησης που οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί μπορεί να εξουσιοδοτούν να διεξάγουν, πρέπει να εντάσσονται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται ρητά στον Κώδικα ως διεξαγόμενες από την αρμόδια αρχή ή από αναγνωρισμένο οργανισμό.

2. Οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του Κανονισμού 5.1.1, πρέπει να περιέχουν πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε αναγνωρισμένο οργανισμό, το εύρος των εξουσιοδοτήσεων που χορηγήθηκαν και τις ρυθμίσεις που έγιναν από το Μέλος για να εξασφαλίσει ότι οι εξουσιοδοτημένες δραστηριότητες διεξάγονται με πληρότητα και αποτελεσματικότητα.

Πρότυπο Α5.1.2- Εξουσιοδότηση αναγνωρισμένων οργανισμών

1. Για το σκοπό της αναγνώρισης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Κανονισμού 5.1.2, η αρμόδια αρχή πρέπει να εξετάζει την ικανότητα και την ανεξαρτησία του ενδιαφερόμενου οργανισμού και να αποφασίζει κατά πόσο ο οργανισμός έχει επιδείξει, στο βαθμό που είναι απαραίτητο για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από την εξουσιοδότηση που του χορηγήθηκε, ότι: (α) διαθέτει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη στους συναφείς τομείς της παρούσας Σύμβασης και κατάλληλη γνώση των λειτουργιών του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων απαιτήσεων ώστε οι ναυτικοί να εργάζονται επί πλοίων, των συνθηκών απασχόλησης, ενδιαίτησης, των εγκαταστάσεων αναψυχής, της διατροφής και της τροφοδοσίας, της πρόληψης ατυχημάτων, της προστασίας της υγείας, της ιατρικής περίθαλψης, ης ευημερίας και της προστασίας κοινωνικής ασφάλειας, (β) έχει την ικανότητα διατήρησης και εκσυγχρονισμού της εμπειρογνωμοσύνης του προσωπικού του, (γ) διαθέτει την απαραίτητη γνώση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης, καθώς και των εθνικών νόμων και κανονισμών που έχουν εφαρμογή και των σχετικών διεθνών οργάνων, και (δ) έχει το κατάλληλο μέγεθος, δομή, εμπειρία και δυνατότητα ανάλογα με τον τύπο και τον βαθμό της εξουσιοδότησης.

2. Οποιεσδήποτε εξουσιοδοτήσεις χορηγούνται σε σχέση με επιθεωρήσεις πρέπει, κατ` ελάχιστο, να παρέχουν στον αναγνωρισμένο οργανισμό τη δυνατότητα να απαιτεί την αποκατάσταση των ελλείψεων που αναγνωρίζει στις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών και να διεξάγει τις σχετικές επιθεωρήσεις ύστερα από αίτημα Κράτους λιμένα.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει: (α) σύστημα που να εξασφαλίζει την καταλληλότητα του έργου που εκτελείται από τους τυχόν αναγνωρισμένους οργανισμούς και να περιλαμβάνει πληροφορίες για όλους τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς που έχουν εφαρμογή και τα σχετικά διεθνή όργανα, και (β) διαδικασίες για την επικοινωνία με τους εν λόγω οργανισμούς και για την εποπτεία αυτών.

4. Κάθε Μέλος πρέπει να παρέχει στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας πρόσφατο κατάλογο οποιωνδήποτε αναγνωρισμένων οργανισμών εξουσιοδοτημένων να ενεργούν για λογαριασμό του και να τηρεί τον εν λόγω κατάλογο ενημερωμένο. Ο κατάλογος πρέπει να προσδιορίζει τα καθήκοντα που ο αναγνωρισμένος οργανισμός έχει εξουσιοδοτηθεί να διεξάγει. Το Γραφείο πρέπει να καθιστά τον εν λόγω κατάλογο δημόσια διαθέσιμο.

Οδηγία Β5.1.2 – Εξουσιοδότηση αναγνωρισμένων οργανισμών

1. Ο οργανισμός που επιδιώκει αναγνώριση θα πρέπει να επιδείξει την τεχνική, διοικητική και διαχειριστική επάρκεια και ικανότητα για να εξασφαλίζει την παροχή έγκαιρων υπηρεσιών ικανοποιητικής ποιότητας.

2. Κατά την αξιολόγηση της ικανότητας ενός οργανισμού, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να προσδιορίζει κατά πόσο ο οργανισμός: (α) διαθέτει κατάλληλο τεχνικό, διοικητικό προσωπικό και προσωπικό υποστήριξης, (β) διαθέτει επαρκές προσοντούχο επαγγελματικό προσωπικό για την παροχή της απαιτούμενης υπηρεσίας, που να προσφέρει επαρκή γεωγραφική κάλυψη, (γ) έχει αποδεδειγμένη ικανότητα να παρέχει έγκαιρη υπηρεσία ικανοποιητικής ποιότητας, και (δ) είναι ανεξάρτητος και υπόλογος κατά τη λειτουργία του.

3. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να συνάψει γραπτή συμφωνία με οποιονδήποτε οργανισμό αναγνωρίζει για τους σκοπούς εξουσιοδότησης. Η συμφωνία θα πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία: (α) πεδίο εφαρμογής, (β) σκοπό, (γ) γενικές προϋποθέσεις (δ) εκτέλεση υπηρεσιών υπό εξουσιοδότηση, (ε) νομική βάση των υπηρεσιών υπό εξουσιοδότηση, (στ) υποβολή αναφορών προς την αρμόδια αρχή, (ζ) προσδιορισμό της εξουσιοδότησης από την αρμόδια αρχή προς τον αναγνωρισμένο οργανισμό, και (η) εποπτεία από την αρμόδια αρχή των δραστηριοτήτων που ανατίθενται στον αναγνωρισμένο οργανισμό.

4. Κάθε Μέλος θα πρέπει να απαιτεί από τους αναγνωρισμένους οργανισμούς να αναπτύξουν ένα σύστημα για τα προσόντα του προσωπικού που απασχολούν ως επιθεωρητές, ώστε να εξασφαλίζουν τον έγκαιρο εκσυγχρονισμό των γνώσεων και της εμπειρογνωμοσύνης τους.

5. Κάθε Μέλος θα πρέπει να απαιτεί από τους αναγνωρισμένους οργανισμούς να τηρούν αρχεία των υπηρεσιών που παρέχονται από αυτούς, τέτοιων ώστε να μπορούν να αποδεικνύουν την επίτευφ των απαιτούμενων προτύπων στα θέματα που καλύπτουν οι υπηρεσίες.

6. Κατά τη θέσπιση των διαδικασιών εποπτείας που αναφέρονται στο Πρότυπο Α5.1.2, παράγραφος 3(β), κάθε Μέλος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις Οδηγίες για την Εξουσιοδότηση Οργανισμών που Ενεργούν εκ Μέρους της Διοίκησης, που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού.

Κανονισμός 5.1.3 – Πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας

1. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται σε πλοία: (α) ολικής χωρητικότητας 500 ή άνω, που εκτελούν διεθνείς πλόες, και (β) ολικής χωρητικότητας 500 ή άνω, που φέρουν τη σημαία Μέλους και δραστηριοποιούνται από λιμένα ή μεταξύ λιμένων σε άλλη χώρα. Για τον σκοπό του παρόντος Κανονισμού, «διεθνής πλους» σημαίνει πλους από μία χώρα σε λιμένα εκτός της χώρας αυτής.

2. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται επίσης σε κάθε πλοίο που φέρει τη σημαία Μέλους και δεν καλύπτεται από την παράγραφο 1 του παρόντος Κανονισμού, με αίτημα του πλοιοκτήτη προς το εν λόγω Μέλος.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί πλοία που υψώνουν τη σημαία του να φέρουν και να τηρούν πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας που να πιστοποιεί ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τη συνεχή συμμόρφωση που πρέπει να συμπεριληφθούν στη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας, που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Κανονισμού, έχουν επιθεωρηθεί και πληρούν τις απαιτήσεις των εθνικών νόμων ή κανονισμών ή άλλων μέτρων που εφαρμόζουν την παρούσα Σύμβαση.

4. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί πλοία που υψώνουν τη σημαία του να φέρουν και να τηρούν δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας που να αναφέρει τις εθνικές απαιτήσεις που εφαρμόζουν την παρούσα Σύμβαση για τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών και να προσδιορίζει τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από τον πλοιοκτήτη για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση του εν λόγω πλοίου ή πλοίων με τις απαιτήσεις αυτές.

5. Το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και η δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας θα πρέπει να συμμορφώνονται με το υπόδειγμα που ορίζει ο Κώδικας.

6. Οταν η αρμόδια αρχή του Μέλους ή ο αναγνωρισμένος οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως για τον σκοπό αυτό, διαπιστώνει μέσω επιθεώρησης ότι ένα πλοίο που φέρει τη σημαία του Μέλους, πληροί ή εξακολουθεί να πληροί τα πρότυπα της παρούσας Σύμβασης, πρέπει να εκδίδει ή να ανανεώνει πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας για τον σκοπό αυτό και να τηρεί δημόσια διαθέσιμο αρχείο του εν λόγω πιστοποιητικού.

7. Λεπτομερείς απαιτήσεις για το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και τη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας συμπεριλαμβανομένου του καταλόγου των στοιχείων που θα πρέπει να επιθεωρούνται και να εγκρίνονται, καθορίζονται στο Μέρος Α του Κώδικα.

Πρότυπο Α5.1.3 – Πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας

1. Το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας πρέπει να εκδίδεται για ένα πλοίο από την αρμόδια αρχή ή από αναγνωρισμένο οργανισμό, που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως γα τον σκοπό αυτό, για περίοδο που δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε έτη. Κατάλογος των στοιχείων που πρέπει να επιθεωρούνται και διαπιστώνονται ότι πληρούν τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς ή άλλα μέτρα που εφαρμόζουν τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στα πλοία, πριν από την έκδοση πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας, παρατίθενται το Παράρτημα A5-Ι.

2. Η ισχύς του πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας πρέπει να υπόκειται σε ενδιάμεση επιθεώρηση από την αρμόδια αρχή ή από αναγνωρισμένο οργανισμό, που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως για τον σκοπό αυτό, για να εξασφαλίζεται η συνεχής συμμόρφωση με τις εθνικές απαιτήσεις που εφαρμόζουν την παρούσα Σύμβαση. Εάν πραγματοποιηθεί μία μόνο ενδιάμεση επιθεώρηση και η περίοδος ισχύος του πιστοποιητικού είναι πενταετής, αυτή πρέπει να λάβει χώρα μεταξύ της δεύτερης και τρίτης επετειακής ημερομηνίας του πιστοποιητικού. Επετειακή ημερομηνία σημαίνει την ημέρα και τον μήνα κάθε έτους που θα αντιστοιχεί στην ημερομηνία λήξης του πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας. Ο σκοπός και το εύρος της ενδιάμεσης επιθεώρησης πρέπει να είναι ισοδύναμα με την επιθεώρηση για ανανέωση πιστοποιητικού. Το πιστοποιητικό πρέπει να επικυρωθεί κατόπιν ικανοποιητικής ενδιάμεσης επιθεώρησης.

3. Παρά την παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου, όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη του υπάρχοντος πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας, το νέο πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας πρέπει να ισχύει από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού.

4. Όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρώνεται σε διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών πριν από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας, το νέο πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας πρέπει να ισχύει για περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης.

5. Πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας μπορεί να εκδίδεται σε προσωρινή βάση: (α) σε νέα πλοία κατά την παράδοση, (β) όταν ένα πλοίο αλλάζει σημαία, ή (γ) όταν ένας πλοιοκτήτης αναλαμβάνει την ευθύνη λειτουργίας ενός πλοίου που είναι καινούργιο για τον εν λόγω πλοιοκτήτη.

6. Το προσωρινό πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας μπορεί να εκδίδεται, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την αρμόδια αρχή ή από αναγνωρισμένο οργανισμό, που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως για τον σκοπό αυτό.

7. Προσωρινό πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας μπορεί να εκδίδεται μόνο αφού έχει βεβαιωθεί ότι: (α) το πλοίο έχει επιθεωρηθεί, στο βαθμό που αυτό είναι εύλογο και πρακτικά δυνατό για τα πεδία που αναφέρονται στο Παράρτημα Α5-Ι, λαμβάνοντας υπόψη τη βεβαίωση των στοιχείων σύμφωνα με τις υποπαραγράφους (β), (γ) και (δ) πις παρούσας παραγράφου, (β) ο πλοιοκτήτης έχει αποδείξει στην αρμόδια αρχή ή στον αναγνωρισμένο οργανισμό ότι το πλοίο διαθέτει επαρκείς διαδικασίες για να συμμορφωθεί με την παρούσα Σύμβαση, (γ) ο πλοίαρχος είναι εξοικειωμένος με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης και τις υποχρεώσεις εφαρμογής της και (δ) έχουν υποβληθεί σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή ή στον αναγνωρισμένο οργανισμό για την έκδοση δήλωσης συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας.

8. Πλήρης επιθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου πρέπει να διεξάγεται πριν από τη λήξη του προσωρινού πιστοποιητικού, για να καταστεί δυνατή η έκδοση πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας πλήρους διάρκειας. Δεν μπορεί να εκδοθεί περαιτέρω προσωρινό πιστοποιητικό μετά την αρχική εξάμηνη περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος Προτύπου. Δεν χρειάζεται να εκδοθεί δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας για την περίοδο ισχύος του προσωρινού πιστοποιητικού.

9. Το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας, το προσωρινό πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και η δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας θα πρέπει να συντάσσονται υπό τη μορφή που αντιστοιχεί στα υποδείγματα που παρατίθενται στο Παράρτημα Α5-ΙΙ.

10. Η δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας πρέπει να επισυνάπτεται στο πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας. Πρέπει να έχει δύο Μέρη: (α) το Μέρος Ι πρέπει να συντάσσεται από την αρμόδια αρχή, η οποία πρέπει: (αα) να αναγνωρίζει τον κατάλογο των πεδίων που πρέπει να επιθεωρούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου, (ββ) να αναγνωρίζει τις εθνικές απαιτήσεις που ενσωματώνουν τις σχετικές διατάξεις της παρούσας Σύμβασης παρέχοντας αναφορά στις σχετικές εθνικές νομικές διατάξεις, καθώς και, στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, περιεκτικές πληροφορίες για το κύριο περιεχόμενο των εθνικών απαιτήσεων, (γγ) να αναφέρει τις συγκεκριμένες απαιτήσεις που αφορούν στον τύπο πλοίου σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, (δδ) να καταγράφει οποιεσδήποτε ουσιωδώς ισοδύναμες διατάξεις που υιοθετήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου VI, και (εε) να αναφέρει ρητά οποιεσδήποτε εξαιρέσεις χορηγήθηκαν από την αρμόδια αρχή όπως προβλέπεται στο Τίτλο 3, και (β) το Μέρος II πρέπει να συντάσσεται από τον πλοιοκτήτη και να αναγνωρίζει τα μέτρα που υιοθετήθηκαν για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση με τις εθνικές απαιτήσεις στο διάστημα μεταξύ των επιθεωρήσεων και τα μέτρα που προτείνονται για να εξασφαλιστεί ότι υπάρχει συνεχής βελτίωση. Η αρμόδια αρχή ή ο αναγνωρισμένος οργανισμός, που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως γα τον σκοπό αυτό, πρέπει να πιστοποιεί το Μέρος II και να εκδίδει τη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας.

11. Τα αποτελέσματα όλων των επακόλουθων επιθεωρήσεων ή άλλων εξακριβώσεων που διεξάγονται σε σχέση με το εν λόγω πλοίο και οποιεσδήποτε σημαντικές ελλείψεις που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια της εν λόγω εξακρίβωσης, πρέπει να καταγράφονται, μαζί με την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι οι ελλείψεις αποκαταστάθηκαν. Το αρχείο αυτό, συνοδευόμενο από μετάφραση στην Αγγλική γλώσσα, όταν δεν είναι γραμμένο στην Αγγλική, πρέπει, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς να εγγράφεται ή να προσαρτάται στη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας ή να καθίσταται διαθέσιμο με κάποιον άλλον τρόπο στους ναυτικούς, στους επιθεωρητές του Κράτους σημαίας, στους εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους των Κρατών λιμένα και στους εκπροσώπους των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

12. Πρόσφατο πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας εν ισχύι, συνοδευόμενα από μετάφραση στην Αγγλική γλώσσα, όταν δεν είναι γραμμένα στην Αγγλική, πρέπει να φέρονται επί του πλοίου και αντίγραφο τους να αναρτάται σε εμφανή θέση επί του πλοίου όπου είναι διαθέσιμο στους ναυτικούς. Αντίγραφο αυτών πρέπει να είναι διαθέσιμο σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς, ύστερα από αίτημα, στους ναυτικούς, τους επιθεωρητές του Κράτους σημαίας, τους εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους των Κρατών λιμένα και τους εκπροσώπους των πλοιοκτητών και των ναυτικών.

13. Η απαίτηση για μετάφραση στην Αγγλική γλώσσα στις παραγράφους 11 και 12 του παρόντος Προτύπου δεν ισχύει στην περίπτωση πλοίου που δεν εκτελεί διεθνείς πλόες.

14. Το πιστοποιητικό που εκδίδεται βάσει της παραγράφου 1 ή 5 του παρόντος Προτύπου παύει να ισχύει σε οποιαδήποτε από τις εξής περιπτώσεις: (α) εάν οι σχετικές επιθεωρήσεις δεν ολοκληρώνονται εντός των περιόδων που ορίζονται από την παράγραφο 2 του παρόντος Προτύπου, (β) εάν το πιστοποιητικό δεν έχει επικυρωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Προτύπου, (γ) όταν ένα πλοίο αλλάζει σημαία, (δ) όταν ένας πλοιοκτήτης παύει να αναλαμβάνει την ευθύνη λειτουργίας ενός πλοίου, και (ε) όταν έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές στην κατασκευή ή τον εξοπλισμό που καλύπτεται από τον Τίτλο 3.

15. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 14 (γ), (δ) ή (ε) του παρόντος Προτύπου, νέο πιστοποιητικό πρέπει να εκδίδεται μόνο όταν η αρμόδια αρχή ή ο αναγνωρισμένος οργανισμός που εκδίδει το νέο πιστοποιητικό, ικανοποιείται πλήρως ως προς το ότι το πλοίο συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου.

16. Πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας πρέπει να αποσύρεται από την αρμόδια αρχή ή τον αναγνωρισμένο οργανισμό που έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως για το σκοπό αυτό από το Κράτος σημαίας, εάν υπάρχουν αποδείξεις ότι το εν λόγω πλοίο δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης και δεν έχουν γίνει οι απαιτούμενες διορθωτικές ενέργειες.

17. Όταν εξετάζει εάν θα πρέπει να αποσυρθεί ένα πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 16 του παρόντος Προτύπου, η αρμόδια αρχή ή ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα ή τη συχνότητα των ελλείψεων.

Οδηγία Β5.1.3 – Πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας

1. Η καταγραφή των εθνικών απαιτήσεων στο Μέρος Ι της δήλωσης συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνει ή να συνοδεύεται από αναφορές στις νομοθετικές διατάξεις που αφορούν στις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης ναυτικών σε κάθε ένα από τα πεδία που παρατίθενται στο Παράρτημα Α5-Ι. Οταν η εθνική νομοθεσία ακολουθεί επακριβώς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παρούσα Σύμβαση, μπορεί να είναι απαραίτητη μόνο μια αναφορά. Όταν μια διάταξη της Σύμβασης εφαρμόζεται με ουσιώδη ισοδυναμία, όπως προβλέπεται από το Αρθρο VI, παράγραφος 3, η εν λόγω διάταξη θα πρέπει να αναγνωρίζεται και να παρέχεται περιεκτική επεξήγηση. Όταν χορηγείται εξαίρεση από την αρμόδια αρχή όπως προβλέπεται στον Τίτλο 3, η συγκεκριμένη σχετική διάταξη ή διατάξεις θα πρέπει να αναφέρεται σαφώς.

2. Τα μέτρα που αναφέρονται στο Μέρος II της δήλωσης συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας που συντάσσονται από τον πλοιοκτήτη, θα πρέπει, ιδιαίτερα, να αναφέρουν τις περιπτώσεις στις οποίες η συνεχής συμμόρφωση με συγκεκριμένες εθνικές απαιτήσεις θα βεβαιώνεται, τα άτομα που είναι υπεύθυνα για τη βεβαίωση, τα αρχεία που θα τηρούνται, καθώς και τις διαδικασίες που θα ακολουθούνται όταν σημειώνεται μη συμμόρφωση. Το Μέρος II μπορεί να λαμβάνει διάφορες μορφές. Μπορεί να κάνει αναφορές σε άλλη πιο περιεκτική τεκμηρίωση που καλύπτει πολιτικές και διαδικασίες που αφορούν σε άλλες πτυχές του ναυτιλιακού τομέα, π.χ. έγγραφα που απαιτούνται από τον Διεθνή Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης (ISM) ή πληροφορίες που απαιτούνται από τον Κανονισμό 5 της Σύμβασης SOLAS, Κεφάλαιο ΧΙ-1, σχετικά με το Αρχείο Συνεχούς Σύνοψης του Πλοίου.

3. Τα μέτρα που εξασφαλίζουν τη συνεχή συμμόρφωση θα πρέπει να περιλαμβάνουν γενικές διεθνείς απαιτήσεις σχετικά με τον πλοιοκτήτη και τον πλοίαρχο, που πρέπει να ενημερώνονται για τις τελευταίες εξελίξεις της τεχνολογίας και τα επιστημονικά ευρήματα που αφορούν στο σχεδιασμό του χώρου εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τους εγγενείς κινδύνους της εργασίας των ναυτικών και να ενημερώνουν σχετικά τους εκπροσώπους των ναυτικών, παρέχοντας κατ` αυτό τον τρόπο εγγύησης για καλύτερο επίπεδο προστασίας των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στα πλοία.

4. Η δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας θα πρέπει, πάνω από όλα, να συντάσσεται με σαφείς όρους, σχεδιασμένη να βοηθά όλους τους ενδιαφερόμενους, όπως τους επιθεωρητές του Κράτους σημαίας, τους εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους των Κρατών λιμένα και τους ναυτικούς να ελέγχουν ότι οι απαιτήσεις εφαρμόζονται κατάλληλα.

5. Παράδειγμα του είδους των πληροφοριών που θα μπορούσαν να περιέχονται σε δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας παρατίθεται στο Παράρτημα Β5-Ι.

6. Όταν ένα πλοίο αλλάζει σημαία, όπως αναφέρεται στο Πρότυπο Α5.1.3, παράγραφος 14(γ) και όταν και τα δυο ενδιαφερόμενα Κράτη έχουν επικυρώσει την παρούσα Σύμβαση, το Μέλος τη σημαία του οποίου δικαιούταν προηγουμένως να φέρει το πλοίο θα πρέπει, το ταχύτερο δυνατόν, να διαβιβάσει στην αρμόδια αρχή του άλλου Μέλους αντίγραφα του πιστοποιητικού ναυτικής εργασίας και της δήλωσης συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας που διέθετε το πλοίο πριν από την αλλαγή της σημαίας και, εάν αρμόζει, αντίγραφα των σχετικών εκθέσεων επιθεώρησης, εάν το ζητήσει η αρμόδια αρχή, εντός τριών μηνών μετά την αλλαγή της σημαίας.

Κανονισμός 5.1.4 – Επιθεώρηση και επιβολή

1. Κάθε Μέλος πρέπει να επιβεβαιώνει μέσω ενός αποτελεσματικού και συντονισμένου συστήματος τακτικών επιθεωρήσεων, παρακολούθησης και άλλων μέτρων ελέγχου, ότι τα πλοία που φέρουν τη σημαία του συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, όπως εφαρμόζονται με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς.

2. Λεπτομερείς απαιτήσεις σχετικά με το σύστημα επιθεώρησης και επιβολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος Κανονισμού καθορίζονται στο Μέρος Α του Κώδικα.

Πρότυπο Α5.1.4- Επιθεώρηση και επιβολή

1. Κάθε Μέλος πρέπει να διατηρεί σύστημα επιθεώρησης των συνθηκών για τους ναυτικούς επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει εξακρίβωση ότι τα μέτρα που σχετίζονται με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, όπως παρατίθενται στη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας, όπου εφαρμόζονται, ακολουθούνται και ότι οι απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης πληρούνται.

2. Η αρμόδια αρχή πρέπει να ορίσει επαρκή αριθμό προσοντούχων επιθεωρητών για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου. Όπου αναγνωρισμένοι οργανισμοί έχουν εξουσιοδοτηθεί να διεξάγουν επιθεωρήσεις, το Μέλος πρέπει να απαιτεί το προσωπικό που διεξάγει την επιθεώρηση να έχει τα προσόντα για την ανάληψη των καθηκόντων αυτών και να τους παρέχει την απαραίτητη νομική εξουσία για να εκτελέσουν τα καθήκοντα τους.

3. Πρέπει να υπάρχει επαρκής πρόβλεψη για να εξασφαλιστεί ότι οι επιθεωρητές διαθέτουν την εκπαίδευση, ικανότητα, όρους αναφοράς εξουσίες καθεστώς και ανεξαρτησία που είναι απαραίτητα ή επιθυμητά για να μπορέσουν να βεβαιώνουν και να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος Προτύπου.

4. Οι επιθεωρήσεις πρέπει να λαμβάνουν χώρα στα διαστήματα που απαιτούνται από το Πρότυπο Α5.1.3, όπου εφαρμόζεται. Το διάστημα δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τα τρία έτη.

5. Εάν ένα Μέλος γίνει αποδέκτης παραπόνου που δεν θεωρεί προδήλως αβάσιμο ή έχει αποδείξεις ότι ένα πλοίο που φέρει τη σημαία του δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης ή ότι υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στην εφαρμογή των μέτρων που παρατίθενται στη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας, το Μέλος πρέπει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για τη διερεύνηση του θέματος και να εξασφαλίσει ότι έχουν αναληφθεί ενέργειες για την αποκατάσταση των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν.

6. Επαρκείς κανόνες πρέπει να παρέχονται και να επιβάλλονται αποτελεσματικά από κάθε Μέλος ώστε να εγγυώνται ότι οι επιθεωρητές έχουν το καθεστώς και τις συνθήκες υπηρεσίας για να διασφαλίζεται ότι είναι ανεξάρτητοι από τις αλλαγές της κυβέρνησης και από ανάρμοστες εξωτερικές επιρροές.

7. Οι επιθεωρητές εφοδιασμένοι με σαφείς οδηγίες σχετικά με τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελέσουν και με τα κατάλληλα διαπιστευτήρια, πρέπει να έχουν την εξουσία: (α) να επιβιβάζονται σε πλοίο που φέρει τη σημαία του Μέλους (β) να διεξάγουν οποιαδήποτε εξέταση, δοκιμή ή έρευνα που μπορεί να θεωρούν απαραίτητη με σκοπό να ικανοποιηθούν ότι τα πρότυπα τηρούνται αυστηρά, και (γ) να απαιτήσουν την αποκατάσταση οποιωνδήποτε ελλείψεων και, όταν έχουν λόγο να πιστεύουν ότι οι ελλείψεις αποτελούν σοβαρή παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών), ή αντιπροσωπεύουν σημαντικό κίνδυνο για την ασφάλεια, την υγεία ή την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες των ναυτικών, να απαγορεύουν στο πλοίο να αναχωρήσει από το λιμένα έως ότου πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες ενέργειες.

8. Οποιαδήποτε ενέργεια γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 7(γ) του παρόντος Προτύπου πρέπει να υπόκειται σε κάθε δικαίωμα ένστασης ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής.

9. Οι επιθεωρητές πρέπει να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να δίνουν συμβουλές αντί να εγείρουν ή να συνιστούν νομική διαδικασία, όταν δεν υπάρχει προφανής παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, την υγεία ή την προστασία των ενδιαφερόμενων ναυτικών και όταν δεν υπάρχει προηγούμενο ιστορικό παρόμοιων παραβιάσεων.

10. Οι επιθεωρητές πρέπει να αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτική την πηγή οποιωνδήποτε παραπόνων ή δυσαρεσκειών, που ισχυρίζεται κίνδυνο ή έλλειψη σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών ή παράβαση των νόμων και κανονισμών και δεν πρέπει να αφήνει υπόνοια στον πλοιοκτήτη, στον εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη ή στον διαχειριστή του πλοίου ότι η επιθεώρηση έλαβε χώρα ως συνέπεια της εν λόγω δυσαρέσκειας ή παραπόνου.

11. Οι επιθεωρητές δεν πρέπει να επιφορτίζονται με καθήκοντα τα οποία, λόγω του αριθμού ή της φύσης τους, μπορεί να εμποδίσουν την αποτελεσματική επιθεώρηση ή να θίξουν με οποιονδήποτε τρόπο την εξουσία ή την αμεροληψία τους στις σχέσεις τους με τους πλοιοκτήτες, τους ναυτικούς ή άλλους ενδιαφερόμενους. Συγκεκριμένα, οι επιθεωρητές πρέπει:

(α) να απαγορεύεται να έχουν οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον σε οποιαδήποτε εργασία την οποία καλούνται να επιθεωρήσουν, και

(β) υπό τον όρο κατάλληλων κυρώσεων ή πειθαρχικών μέτρων, να μην αποκαλύπτουν, ακόμη και μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, οποιαδήποτε εμπορικά μυστικά ή εμπιστευτικές εργασιακές διαδικασίες ή πληροφορίες προσωπικής φύσεως που μπορεί να περιήλθαν στη γνώση τους κατά τη διάρκεια των καθηκόντων τους.

12. Οι επιθεωρητές πρέπει να υποβάλλουν έκθεση για κάθε επιθεώρηση προς την αρμόδια αρχή. Ένα αντίγραφο της έκθεσης στην Αγγλική γλώσσα ή στη γλώσσα εργασίας του πλοίου πρέπει να χορηγείται στον πλοίαρχο του πλοίου και ένα άλλο αντίγραφο πρέπει να αναρτάται στον πίνακα ανακοινώσεων του πλοίου για την ενημέρωση των ναυτικών και, ύστερα από αίτημα, να αποστέλλεται στους εκπροσώπους τους.

13. Η αρμόδια αρχή κάθε Μέλους πρέπει να τηρεί αρχεία επιθεωρήσεων των συνθηκών για τους ναυτικούς επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του. Πρέπει να δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες επιθεώρησης, εντός εύλογου χρόνου, που δεν θα υπερβαίνει τους έξι μήνες, μετά το τέλος του έτους.

14. Σε περίπτωση έρευνας για σημαντικό περιστατικό, η έκθεση πρέπει να υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή το ταχύτερο δυνατόν, αλλά όχι αργότερα από ένα μήνα μετά την ολοκλήρωση της έρευνας.

15. Όταν πραγματοποιείται επιθεώρηση ή λαμβάνονται μέτρα υπό το παρόν Πρότυπο, πρέπει να καταβάλλεται κάθε εύλογη προσπάθεια ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη κράτηση ή καθυστέρηση του πλοίου.

16. Αποζημίωση πρέπει να καταβάλλεται σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς για κάθε απώλεια ή ζημιά που επήλθε ως αποτέλεσμα της παράνομης άσκησης των εξουσιών των επιθεωρητών. Το βάρος της απόδειξης σε κάθε περίπτωση πρέπει να φέρεται από τον ενάγοντα.

17. Κατάλληλες κυρώσεις και άλλα διορθωτικά μέτρα για παραβιάσεις των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών) και για την παρεμπόδιση των επιθεωρητών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, πρέπει να προβλέπονται και να επιβάλλονται αποτελεσματικά από κάθε Μέλος.

Οδηγία Β5.1.4 – Επιθεώρηση και επιβολή

1. Η αρμόδια αρχή και οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία ή αρχή που ασχολείται, εξ` ολοκλήρου ή εν μέρει με την επιθεώρηση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών, θα πρέπει να διαθέτει τους απαραίτητους πόρους για την εκπλήρωση των λειτουργιών της. Συγκεκριμένα:

(α) κάθε Μέλος θα πρέπει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε να μπορούν να καλούνται επαρκώς προσοντούχοι τεχνικοί εμπειρογνώμονες και ειδικοί, ανάλογα με τις ανάγκες, για να συνδράμουν στο έργο των επιθεωρητών, και

(β) στους επιθεωρητές θα πρέπει να διατίθενται εγκαταστάσεις σε κατάλληλη τοποθεσία, εξοπλισμός και μέσα μεταφοράς, κατάλληλα για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων τους.

2. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να αναπτύξει πολιτική συμμόρφωσης και επιβολής για να εξασφαλίσει συνέπεια και κατά τα άλλα να καθοδηγεί τις δραστηριότητες επιθεώρησης και ελέγχου εφαρμογής που σχετίζονται με τη παρούσα Σύμβαση. Αντίγραφα της πολιτικής αυτής θα πρέπει να παρέχονται σε όλους τους επιθεωρητές και τους αρμόδιους αξιωματούχους επιβολής του νόμου και θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμα στο κοινό και στους πλοιοκτήτες και ναυτικούς.

3. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να θεσπίσει απλές διαδικασίες για να μπορεί να λαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με πιθανές παραβιάσεις των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών) που παρουσιάζονται απευθείας από τους ναυτικούς ή από εκπροσώπους των ναυτικών, και να επιτρέπει στους επιθεωρητές να ερευνούν τα ζητήματα αυτά αμέσως, συμπεριλαμβανομένων:

(α) της παροχής δυνατότητας στους πλοιάρχους, τους ναυτικούς ή τους εκπροσώπους των ναυτικών, να ζητούν επιθεώρηση όταν το θεωρούν απαραίτητο, και

(β) της παροχής τεχνικών πληροφοριών και συμβουλών στους πλοιοκτήτες και τους ναυτικούς και στις ενδιαφερόμενες οργανώσεις ως προς τα αποτελεσματικότερα μέσα συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης και πραγματοποίησης συνεχούς βελτίωσης των επί πλοίων συνθηκών για τους ναυτικούς.

4. Οι επιθεωρητές θα πρέπει να είναι πλήρως εκπαιδευμένοι και επαρκείς σε αριθμό για να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων τους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη:

(α) τη σημασία των καθηκόντων που οι επιθεωρητές πρέπει να εκτελέσουν και ειδικότερα τον αριθμό, τη φύση και το μέγεθος των πλοίων που υπόκεινται σε επιθεώρηση και τον αριθμό και την πολυπλοκότητα των νομικών διατάξεων που πρέπει να επιβάλλονται,

(β) τα μέσα που τίθενται στη διάθεση των επιθεωρητών, και

(γ) τις πρακτικές συνθήκες υπό τις οποίες πρέπει να διεξάγονται οι επιθεωρήσεις ώστε να είναι αποτελεσματικές.

5. Υπό τον όρο οποιωνδήποτε προϋποθέσεων πρόσληψης σε δημόσια υπηρεσία που μπορεί να καθορίζουν οι εθνικοί νόμοι και κανονισμοί, οι επιθεωρητές θα πρέπει να διαθέτουν προσόντα και επαρκή εκπαίδευση για να εκτελούν τα καθήκοντα τους και, όταν αυτό είναι δυνατόν, θα πρέπει να διαθέτουν ναυτιλιακή εκπαίδευση ή εμπειρία ως ναυτικοί. Θα πρέπει να έχουν επαρκή γνώση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών και της Αγγλικής γλώσσας.

6. Θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να παρέχεται στους επιθεωρητές κατάλληλη περαιτέρω εκπαίδευση κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους.

7. Όλοι οι επιθεωρητές θα πρέπει να έχουν πλήρη κατανόηση των περιστάσεων υπό τις οποίες θα πρέπει να διεξάγεται μια επιθεώρηση, το εύρος της επιθεώρησης που διεξάγεται υπό τις διάφορες περιστάσεις στις οποίες αναφέρεται και τη γενική μέθοδο επιθεωρήσεων.

8. Οι επιθεωρητές που διαθέτουν τα κατάλληλα διαπιστευτήρια σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία θα πρέπει να έχουν την εξουσία, τουλάχιστον:

(α) να επιβιβάζονται ελεύθερα επί πλοίων και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση. Ωστόσο, όταν αρχίζουν την επιθεώρηση του πλοίου, οι επιθεωρητές θα πρέπει να γνωρίζουν την παρουσία τους στον πλοίαρχο ή στον υπεύθυνο και, όπου αρμόζει, στους ναυτικούς ή τους εκπροσώπους τους.

(β) να θέτουν ερωτήσεις στον πλοίαρχο, τον ναυτικό ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του πλοιοκτήτη ή του εκπροσώπου του πλοιοκτήτη, σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά στην εφαρμογή των απαιτήσεων σύμφωνα με τους νόμους και κανονισμούς παρουσία οποιουδήποτε μάρτυρα που ενδέχεται να ζητήσει το πρόσωπο αυτό,

(γ) να απαιτήσουν την επίδειξη οποιωνδήποτε βιβλίων, ημερολογίων, μητρώων, πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων ή πληροφοριών που συνδέονται άμεσα με τα στοιχεία που υπόκεινται σε επιθεώρηση, ούτως ώστε να εξακριβώσουν τη συμμόρφωση με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς που εφαρμόζουν την παρούσα Σύμβαση.

(δ) να επιβάλλουν την ανάρτηση ανακοινώσεων που απαιτούνται σύμφωνα με εθνικούς νόμους και κανονισμούς που εφαρμόζουν την παρούσα Σύμβαση,

(ε) να λαμβάνουν ή να αφαιρούν, για το σκοπό της ανάλυσης, δείγματα προϊόντων, φορτίου, πόσιμου νερού, προμηθειών, υλικών και ουσιών που χρησιμοποιούνται ή αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης,

(στ) μετά την επιθεώρηση, να θέτουν αμέσως υπόψη του πλοιοκτήτη, του διαχειριστή του πλοίου ή του πλοιάρχου τις ελλείψεις που μπορεί να επηρεάσουν την υγεία και την ασφάλεια εκείνων που βρίσκονται επί του πλοίου,

(ζ) να προειδοποιούν την αρμόδια αρχή και, κατά περίπτωση, τον αναγνωρισμένο οργανισμό σχετικά με οποιαδήποτε έλλειψη ή παραβίαση που δεν καλύπτεται συγκεκριμένα από τους υφιστάμενους νόμους ή κανονισμούς και να τους υποβάλλουν προτάσεις για τη βελτίωση των νόμων ή κανονισμών, και

(η) να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή για επαγγελματικές ασθένειες ή τραυματισμούς που επηρεάζουν τους ναυτικούς σε τέτοιες περιπτώσεις και κατά τέτοιο τρόπο όπως μπορεί να καθορίζεται από νόμους και κανονισμούς.

9. Όταν λαμβάνεται ή αφαιρείται ένα δείγμα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 8(ε) της παρούσας Οδηγίας, ο πλοιοκτήτης ή ο εκπρόσωπος του πλοιοκτήτη και, όπου αρμόζει, ο ναυτικός θα πρέπει να ενημερώνονται ή να παρίστανται κατά τον χρόνο λήψης ή αφαίρεσης του δείγματος. Η ποσότητα του εν λόγω δείγματος θα πρέπει να καταγράφεται δεόντως από τον επιθεωρητή.

10. Η ετήσια έκθεση που δημοσιεύεται από την αρμόδια αρχή κάθε Μέλους, όσον αφορά στα πλοία που φέρουν τη σημαία του, θα πρέπει να περιλαμβάνει:

(α) κατάλογο των νόμων και κανονισμών που ισχύουν σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών και οποιωνδήποτε τροποποιήσεων τέθηκαν σε ισχύ κατά τη διάρκεια του έτους,

(β) λεπτομέρειες της οργάνωσης του συστήματος επιθεώρησης,

(γ) στατιστικά στοιχεία των πλοίων ή άλλων εγκαταστάσεων που υπόκεινται σε επιθεώρηση και των πλοίων και άλλων εγκαταστάσεων που πράγματι επιθεωρήθηκαν,

(δ) στατιστικά στοιχεία όλων των ναυτικών που υπόκεινται στους εθνικούς νόμους και κανονισμούς του, (ε) στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις νομοθεσίας, κυρώσεις που επιβλήθηκαν και περιπτώσεις κράτησης πλοίων, και (στ) στατιστικά στοιχεία για αναφερθέντες επαγγελματικές ασθένειες και τραυματισμούς που επηρεάζουν τους ναυτικούς.

Κανονισμός 5.1.5 – Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου

1. Κάθε Μέλος πρέπει να απαιτεί τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να διαθέτουν διαδικασίες επί πλοίου για τη δίκαιη, αποτελεσματική και ταχεία διαχείριση παραπόνων των ναυτικών που ισχυρίζονται παραβιάσεις των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών).

2. Κάθε Μέλος πρέπει να απαγορεύει και να επιβάλει κυρώσεις για οποιουδήποτε είδους θυματοποίηση ναυτικού λόγω υποβολής παραπόνου.

3. Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού και οι σχετικές ενότητες του Κώδικα τελούν υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος του ναυτικού να επιδιώξει αποκατάσταση μέσω οποιουδήποτε νομικού μέσου θεωρεί ο ναυτικός κατάλληλο.

Πρότυπο Α5.1.5- Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου

1. Υπό την επιφύλαξη τυχόν ευρύτερου πλαισίου που μπορεί να παρέχεται σε εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή συλλογικές συμβάσεις οι διαδικασίες επί πλοίου μπορεί να χρησιμοποιούνται από τους ναυτικούς για υποβολή παραπόνων που σχετίζονται με οποιοδήποτε θέμα, για το οποίο μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι αποτελεί παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δκαιωμάτων των ναυτικών).

2. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίζει ότι, στους νόμους ή κανονισμούς του υπάρχουν κατάλληλες επί πλοίου διαδικασίες υποβολής παραπόνων που να πληρούν τις απαιτήσεις του Κανονισμού 5.1.5. Οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να επιδιώκουν την επίλυση των παραπόνων στο κατώτερο δυνατό επίπεδο. Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις οι ναυτικοί πρέπει να έχουν το δικαίωμα να παραπονεθούν απευθείας στον πλοίαρχο και, όπου το θεωρούν απαραίτητο, σε κατάλληλες αρχές στην ξηρά.

3. Οι διαδικασίες υποβολής παραπόνων επί πλοίου πρέπει να περιλαμβάνουν το δικαίωμα του ναυτικού να συνοδεύεται ή να εκπροσωπείται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υποβολής παραπόνων, καθώς και προστασία κατά της πιθανότητας θυματοποίησης ναυτικών για την υποβολή παραπόνων. Ο όρος «θυματοποίηση» καλύπτει οποιαδήποτε δυσμενή ενέργεια που έχει αναληφθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο σε σχέση με ναυτικό λόγω υποβολής παραπόνου, η οποία δεν είναι προδήλως κακόβουλη ή έγινε με δόλο.

4. Εκτός από αντίγραφο της σύμβασης εργασίας ναυτικών, πρέπει να παρέχεται σε όλους τους ναυτικούς αντίγραφο των διαδικασιών υποβολής παραπόνων επί πλοίου που εφαρμόζονται ισχύουν στο πλοίο. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες επικοινωνίας με την αρμόδια αρχή του Κράτους σημαίας και, όπου διαφέρει, με τη χώρα κατοικίας του ναυτικού και το όνομα προσώπου ή προσώπων επί του πλοίου που μπορούν, σε εμπιστευτική βάση, να παρέχουν στους ναυτικούς αμερόληπτες συμβουλές σχετικά με τα παράπονά τους, και κατά τα άλλα να τους βοηθούν να ακολουθήσουν τις διαδικασίες υποβολής παραπόνων που είναι διαθέσιμες σε αυτούς επί του πλοίου.

Οδηγία Β5.1.5 – Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου

1. Υπό τον όρο οποιωνδήποτε διατάξεων συλλογικής σύμβασης που έχει εφαρμογή, η αρμόδια αρχή θα πρέπει, σε στενή διαβούλευση με τις οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών, να αναπτύξει ένα υπόδειγμα δίκαιων, ταχέων και άρτια τεκμηριωμένων διαδικασιών διαχείρισης παραπόνων επί πλοίου για όλα τα πλοία που φέρουν τη σημαία του Μέλους. Κατά την ανάπτυξη των διαδικασιών αυτών, τα ακόλουθα ζητήματα θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:

(α) πολλά παράπονα μπορεί να σχετίζονται συγκεκριμένα με εκείνα τα πρόσωπα προς τα οποία θα υποβληθεί κάποιο παράπονο ή ακόμη και με τον πλοίαρχο του πλοίου. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι ναυτικοί θα πρέπει επίσης να μπορούν να διαμαρτυρηθούν απευθείας στον πλοίαρχο και να υποβάλλουν παράπονα στην ξηρά, και

(β) για να συνδράμουν στην αποφυγή προβλημάτων θυματοποίησης των ναυτικών που υποβάλλουν παράπονο σχετικά με ζητήματα που διέπονται από την παρούσα Σύμβαση, οι διαδικασίες θα πρέπει να ενθαρρύνουν τον ορισμό ενός ατόμου στο πλοίο το οποίο να μπορεί να συμβουλεύει τους ναυτικούς σχετικά με τις διαδικασίες που τους διατίθενται και, εάν το ζητήσει ο παραπονούμενος ναυτικός, να παρίσταται επίσης σε οποιεσδήποτε συναντήσεις ή ακροάσεις σχετικά με το θέμα του παραπόνου.

2. Κατ` ελάχιστο, οι διαδικασίες που συζητούνται κατά τη διαδικασία διαβουλεύσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 της παρούσας Οδηγίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής:

(α) παράπονα θα πρέπει να απευθύνονται στον προϊστάμενο του τμήματος του ναυτικού που υποβάλλει το παράπονο ή στον ανώτερο αξιωματικό του ναυτικού,

(β) ο επικεφαλής του τμήματος ή ο ανώτερος αξιωματικός θα πρέπει στη συνέχεια να επιχειρεί να επιλύσει το θέμα εντός καθορισμένων προθεσμιών, κατάλληλων για τη σοβαρότητα των θεμάτων που εμπλέκονται,

(γ) εάν ο προϊστάμενος του τμήματος ή ο ανώτερος αξιωματικός δεν μπορεί να επιλύσει το παράπονο προς ικανοποίηση του ναυτικού, ο τελευταίος μπορεί να το αναφέρει στον πλοίαρχο, ο οποίος θα πρέπει να χειριστεί το θέμα προσωπικά,

(δ) οι ναυτικοί θα πρέπει πάντα να διαθέτουν το δικαίωμα να συνοδεύονται και να εκπροσωπούνται από άλλο ναυτικό της επιλογής τους επί του εν λόγω πλοίου,

(ε) όλα τα παράπονα και οι αποφάσεις οπ` αυτών θα πρέπει να καταγράφονται και αντίγραφο αυτών να παρέχεται στον ενδιαφερόμενο ναυτικό,

(στ) εάν ένα παράπονο δεν μπορεί να επιλυθεί επί πλοίου, το θέμα θα πρέπει να παραπέμπεται στον πλοιοκτήτη στην ξηρά, στον οποίο θα πρέπει να παρέχεται κατάλληλη προθεσμία για να επιλύσει το ζήτημα, όπου αρμόζει, σε διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους ναυτικούς ή με όποιο πρόσωπο μπορεί να ορίσουν ως εκπρόσωπό τους,

και (ζ) σε όλες τις περιπτώσεις οι ναυτικοί θα πρέπει να έχουν το δκαίωμα να υποβάλλουν τα παράπονά τους απευθείας στον πλοίαρχο και τον πλοιοκτήτη και τις αρμόδιες αρχές.

Κανονισμός 5.1.6 – Ναυτικά ατυχήματα

1. Κάθε Μέλος πρέπει να διεξάγει επίσημη έρευνα για οποιοδήποτε σοβαρό ναυτικό ατύχημα που οδηγεί σε τραυματισμό ή απώλεια ζωής, που αφορά σε πλοίο που φέρει τη σημαία του. Η τελική έκθεση της έρευνας πρέπει, υπό κανονικές συνθήκες, να δημοσιοποιείται.

2. Τα Μέλη πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για να διευκολύνουν τη διερεύνηση των σοβαρών ναυτικών ατυχημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Κανονισμού.

Πρότυπο Α5.1.6- Ναυτικά ατυχήματα (Δεν υπάρχουν διατάξεις)

Οδηγία Β5.1.6 – Ναυτικά ατυχήματα (Δεν υπάρχουν διατάξεις)

Κανονισμός 5.2- Υποχρεώσεις Κράτους Λιμένα

Σκοπός: Να μπορεί κάθε Μέλος να εφαρμόζει τις υποχρεώσεις του υπό την παρούσα Σύμβαση σχετικά με τη διεθνή συνεργασία για την εφαρμογή και επιβολή των προτύπων της Σύμβασης σε ξένα πλοία

Κανονισμός 5.2.1 – Επιθεωρήσεις σε λιμένα

1. Κάθε πλοίο που καταπλέει, κατά τη συνήθη πορεία των δραστηριοτήτων του ή για λειτουργικούς λόγους, σε λιμένα Μέλους μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επιθεώρησης σύμφωνα με την παράγραφο 4 του Άρθρου V με σκοπό να εξεταστεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών) σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στο πλοίο.

2. Κάθε Μέλος πρέπει να αποδέχεται το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και τη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας που απαιτείται από τον Κανονισμό 5.1.3 ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών). Αναλόγως, η επιθεώρηση στους λιμένες του πρέπει, με εξαίρεση τις περιστάσεις που ορίζονται στο Κώδκα, να περιορίζεται στην εξέταση του πιστοποιητικού και της δήλωσης.

3. Οι επιθεωρήσεις σε λιμένα πρέπει να διεξάγονται από εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα και άλλων διεθνών ρυθμίσεων που έχουν εφαρμογή και διέπουν τις επιθεωρήσεις ελέγχου Κράτους λιμένα στο Μέλος. Οποιαδήποτε τέτοια επιθεώρηση πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση ότι το ζήτημα που επιθεωρείται είναι σύμφωνο με τις σχετικές απαιτήσεις που καθορίζονται στα Άρθρα και τους Κανονισμούς της παρούσας Σύμβασης και μόνο στο Μέρος Α του Κώδικα.

4. Οι επιθεωρήσεις που μπορεί να διεξάγονται σύμφωνα με τον παρόντα Κανονισμό πρέπει να βασίζονται σε αποτελεσματικό σύστημα επιθεώρησης και παρακολούθησης του Κράτους λιμένα, που βοηθά να εξασφαλίζεται ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στα πλοία που εισέρχονται σε λιμένα του ενδιαφερόμενου Μέλους πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών).

5. Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του, πρέπει να περιλαμβάνονται στις εκθέσεις του Μέλους σύμφωνα με το Άρθρο 22 του Καταστατικού.

Πρότυπο Α5.2.1 – Επιθεωρήσεις σε λιμένα

1. Οταν ένας εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος, που έχει επιβιβαστεί για να διεξάγει επιθεώρηση και έχει ζητήσει, όπου εφαρμόζεται, το πιστοποιητικό ναυτικής εργασίας και τη δήλωση συμμόρφωσης ναυτικής εργασίας, διαπιστώσει ότι: (α) τα απαιτούμενα έγγραφα δεν επιδεικνύονται ή δεν τηρούνται ή τηρούνται ψευδώς ή ότι τα έγγραφα που παρουσιάστηκαν δεν περιέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται από την παρούσα Σύμβαση ή είναι κατά άλλο τρόπο άκυρα, ή (β) υπάρχουν σαφείς ενδείξεις να πιστεύει ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, ή (γ) υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύει ότι το πλοίο έχει αλλάξει σημαία με σκοπό να αποφύγει τη συμμόρφωση με την παρούσα Σύμβαση, ή (δ) υπάρχει παράπονο με το οποίο προβάλλεται ότι οι συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να διεξάγει λεπτομερέστερη επιθεώρηση για να εξακριβώσει τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου. Η εν λόγω επιθεώρηση πρέπει σε κάθε περίπτωση να διεξάγεται όταν οι συνθήκες εργασίας ή διαβίωσης που πιστεύεται ή προβάλλεται ότι παρουσιάζουν ελλείψεις μπορεί να αποτελούν σαφή κίνδυνο για την ασφάλεια, την υγεία ή την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες των ναυτικών ή όταν ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος έχει λόγους να πιστεύει ότι οποιεσδήποτε ελλείψεις αποτελούν σοβαρή παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών).

2. Οταν διεξάγεται λεπτομερέστερη επιθεώρηση σε ξένο πλοίο σε λιμένα ενός Μέλους από εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους σύμφωνα με τις περιστάσεις που παρατίθενται στην υποπαράγραφο (α), (β) ή (γ) της παραγράφου 1 του παρόντος Προτύπου, πρέπει κατ` αρχήν να καλύπτει τα πεδία που αναφέρονται στο Παράρτημα Α5-ΙΙΙ.

3. Στην περίπτωση παραπόνου σύμφωνα με την παράγραφο 1(δ) του παρόντος Προτύπου, η επιθεώρηση πρέπει γενικά να περιορίζεται σε θέματα εντός του πεδίου του παραπόνου, παρόλο που ένα παράπονο ή η διερεύνησή του μπορεί να παρέχει σαφείς λόγους για λεπτομερέστερη επιθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 1(β) του παρόντος Προτύπου. Για το σκοπό της παραγράφου 1(δ) του παρόντος Προτύπου, «παράπονο» σημαίνει πληροφορίες που υποβάλλονται από ναυτικό, επαγγελματικό φορέα, ένωση, συνδικάτο ή γενικά από οποιοδήποτε άτομο έχει συμφέρον από την ασφάλεια του πλοίου, συμπεριλαμβανομένου του ενδιαφέροντος για τους κινδύνους για την ασφάλεια ή την υγεία των ναυτικών επί του πλοίου.

4. Οταν, ύστερα από μια λεπτομερέστερη επιθεώρηση διαπιστωθεί ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει αμέσως να θέσει υπόψη του πλοιάρχου του πλοίου τις ελλείψεις, με τις απαιτούμενες προθεσμίες για την αποκατάστασή τους. Σε περίπτωση που οι εν λόγω ελλείψεις θεωρούνται από τον εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο να είναι σημαντικές ή εάν σχετίζονται με παράπονο που έγινε σύμφωνα με παράγραφο 3 του παρόντος Προτύπου, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει να θέσει υπόψη των αρμοδίων οργανώσεων των ναυτικών και των πλοιοκτητών του Μέλους, στο οποίο διεξήχθη η επιθεώρηση, τις ελλείψεις και μπορεί: (α) να ενημερώσει εκπρόσωπο του Κράτους σημαίας, (β) να παράσχει στις αρμόδιες αρχές του επόμενου λιμένα κατάπλου τις σχετικές πληροφορίες.

5. Το Μέλος στο οποίο διεξάγεται η επιθεώρηση πρέπει να έχει το δικαίωμα να διαβιβάσει αντίγραφο της έκθεσης του αξιωματούχου, το οποίο πρέπει να συνοδεύεται από οποιαδήποτε απάντηση ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές του Κράτους σημαίας εντός της καθορισμένης προθεσμίας, στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας με σκοπό να γίνουν οι ενέργειες που θεωρούνται κατάλληλες και ταχείες για να εξασφαλιστεί ότι τηρείται αρχείο των πληροφοριών αυτών και ότι τίθεται υπόψη των μερών που μπορεί να ενδιαφέρονται να κάνουν χρήση των σχετικών διαδικασιών προσφυγής. 6. Όταν, ύστερα από μια λεπτομερέστερη επιθεώρηση από εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο, το πλοίο διαπιστωθεί ότι δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης και ότι: (α) οι συνθήκες στο πλοίο είναι προδήλως επικίνδυνες για την ασφάλεια, την υγεία ή την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες των ναυτκών, ή (β) η μη συμμόρφωση συνιστά σοβαρή ή επανειλημμένη παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών), ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει να λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το πλοίο δεν πρέπει αποπλεύσει έως ότου η μη συμμόρφωση που εντάσσεται στο πλαίσιο της υποπαραγράφου (α) ή (β) της παρούσας παραγράφου έχει αποκατασταθεί ή έως ότου ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος έχει αποδεχθεί ένα σχέδιο δράσης για την αποκατάσταση τέτοιων μη συμμορφώσεων και ικανοποιηθεί ότι το σχέδιο θα εφαρμοστεί με τρόπο ταχύ. Εάν απαγορευθεί ο απόπλους του πλοίου, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει να ενημερώσει αμέσως σχετικά το Κράτος σημαίας και να καλέσει εκπρόσωπο του Κράτους σημαίας να παραστεί, εάν αυτό είναι δυνατόν, ζητώντας από το Κράτος σημαίας να απαντήσει εντός καθορισμένης προθεσμίας. Ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει επίσης να ενημερώσει αμέσως τις αρμόδιες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτικών στο Κράτος λιμένα στο οποίο διεξήχθη η επιθεώρηση.

7. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι εξουσιοδοτημένοι αξιωματούχοι του λαμβάνουν καθοδήγηση, του είδους που αναφέρεται στο Μέρος Β του Κώδικα, σχετικά με τη φύση των συνθηκών που δικαιολογούν την κράτηση ενός πλοίου σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος Προτύπου.

8. Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του σύμφωνα με το παρόν Πρότυπο, κάθε Μέλος πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγει την αδικαιολόγητη κράτηση ή καθυστέρηση ενός πλοίου. Εάν διαπιστωθεί ότι ένα πλοίο κρατήθηκε ή καθυστέρησε αδικαιολόγητα, πρέπει να καταβληθεί αποζημίωση για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημία που υπέστη. Το βάρος της απόδειξης σε κάθε περίπτωση πρέπει να φέρει ο καταγγέλλων.

Οδηγία Β5.2.1 – Επιθεωρήσεις σε λιμένα

1. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να αναπτύξει πολιτική επιθεωρήσεων για εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους που διεξάγουν επιθεωρήσεις υπό τον Κανονισμό 5.2.1. Στόχος της πολιτικής θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση της συνέπειας και η κατά τα άλλα καθοδήγηση των δραστηριοτήτων επιθεώρησης και επιβολής που σχετίζονται με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών). Αντίγραφα της εν λόγω πολιτικής θα πρέπει να παρέχονται σε όλους τους εξουσιοδοτημένους αξιωματούχους και να διατίθενται στο κοινό και στους πλοιοκτήτες και ναυτικούς.

2. Κατά την ανάπτυξη πολιτικής που σχετίζεται με τις περιστάσεις που δικαιολογούν την κράτηση του πλοίου υπό το Πρότυπο Α5.2.1, παράγραφος 6, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι, όσον αφορά στις παραβιάσεις που αναφέρονται στο Πρότυπο Α5.2.1, παράγραφος 6(β), η σοβαρότητα μπορεί να οφείλεται στη φύση της σχετικής έλλειψης. Αυτό ισχύει ιδίως στην περίπτωση της παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων και αρχών ή των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ναυτικών σύμφωνα με τα Άρθρα III και IV. Για παράδειγμα, η απασχόληση ανηλίκου ατόμου θα πρέπει να θεωρείται ως σοβαρή παραβίαση, ακόμη και αν υπάρχει μόνο ένα τέτοιο άτομο στο πλοίο. Σε άλλες περιπτώσεις θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των διαφορετικών ελλείψεων που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης επιθεώρησης για παράδειγμα, αρκετές περιπτώσεις ελλείψεων σχετικά με την ενδιαίτηση ή τη διατροφή και τη τροφοδοσία, οι οποίες δεν απειλούν την ασφάλεια ή την υγεία, μπορεί να απαιτούνται για να μπορέσουν να θεωρηθούν ότι αποτελούν σοβαρή παραβίαση.

3. Τα Μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους στο μέγιστο δυνατό βαθμό για την υιοθέτηση διεθνώς συμφωνημένων οδηγιών σχετικά με τις πολιτικές επιθεώρησης, ιδίως όσων σχετίζονται με περιστάσεις που δικαιολογούν την κράτηση πλοίου. Κανονισμός 5.2.2 – Διαδικασίες διαχείρισης παραπόνων στην ξηρά 1. Κάθε Μέλος πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι ναυτικοί σε πλοία που καταπλέουν σε λιμένα της επικράτειας του Μέλους, οι οποίοι ισχυρίζονται παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών), έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν ένα τέτοιο παράπονο, ούτως ώστε να διευκολύνεται η άσκηση μέσων για ταχεία και πρακτική αποκατάσταση.

Πρότυπο Α5.2.2- Διαδικασίες διαχείρισης παραπόνων στην ξηρά

1. Παράπονα ναυτικού που ισχυρίζεται παραβίαση των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών) μπορεί να υποβληθεί σε εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο στο λιμένα στον οποίο κατέπλευσε το πλοίο του εν λόγω ναυτικού. Στις περιπτώσεις αυτές, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει να διενεργήσει αρχική διερεύνηση.

2. Όπου αρμόζει, δεδομένης της φύσης του παραπόνου, η αρχική διερεύνηση πρέπει να περιλαμβάνει εξέταση του εάν οι διαδικασίες υποβολής παραπόνων επί πλοίου, που προβλέπει ο Κανονισμός 5.1.5, έχουν διερευνηθεί. Ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος μπορεί επίσης να διεξάγει λεπτομερέστερη επιθεώρηση σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.2.1.

3. Ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει, όπου αρμόζει, να προσπαθήσει να προάγει την επίλυση παραπόνων σε επίπεδο πλοίου.

4. Σε περίπτωση που η έρευνα ή η επιθεώρηση που προβλέπεται από το παρόν Πρότυπο αποκαλύπτει μη συμμόρφωση που εμπίπτει στο πεδίο της παραγράφου 6 του Προτύπου Α5.2.1, οι διατάξεις της εν λόγω παραγράφου πρέπει να εφαρμόζονται.

5. Οταν οι διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος Προτύπου δεν τυγχάνουν εφαρμογής και το παράπονο δεν επιλυθεί σε επίπεδο πλοίου, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος πρέπει να ενημερώσει αμέσως το Κράτος σημαίας, ζητώντας εντός καθορισμένης προθεσμίας συμβουλές και διορθωτικό σχέδιο δράσης.

6. Εάν δεν επέλθει επίλυση παραπόνου ύστερα από ενέργειες που έγιναν σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος Προτύπου, το Κράτος λιμένα πρέπει να διαβιβάσει αντίγραφο της έκθεσης του εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου στον Γενικό Διευθυντή. Η έκθεση πρέπει να συνοδεύεται από οποιαδήποτε απάντηση έχει ληφθεί εντός της καθορισμένης προθεσμίας από την αρμόδια αρχή του Κράτους σημαίας. Ομοίως, πρέπει να ενημερώνονται οι αρμόδιες οργανώσεις των πλοιοκτητών και των ναυτκών στο Κράτος λιμένα. Επίσης, στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με παράπονα που επιλύθηκαν πρέπει να υποβάλλονται τακτικά από το Κράτος λιμένα στο Γενικό Διευθυντή. Αμφότερα τα υποβαλλόμενα στοιχεία παρέχονται ώστε, στη βάση τέτοιων ενεργειών που θεωρούνται κατάλληλες και ταχείες, να τηρείται αρχείο των πληροφοριών αυτών και να τίθεται υπόψη των μερών, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων των πλοιοκτητών και των ναυτικών, που θα μπορούσαν να ενδιαφέρονται να επωφεληθούν μέσω των σχετικών διαδικασιών προσφυγής.

7. Θα πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την προστασία της εμπιστευτικότητας των παραπόνων των ναυτικών.

Οδηγία Β5.2.2 – Διαδικασίες διαχείρισης παραπόνων στην ξηρά

1. Οταν ένας εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος αντιμετωπίζει περιστατικό υποβολής παραπόνου που αναφέρεται στο Πρότυπο Α5.2.2, ο αξιωματούχος θα πρέπει πρώτα να ελέγχει εάν το παράπονο είναι γενικής φύσης, που αφορά σε όλους τους ναυτικούς του πλοίου ή μία κατηγορία αυτών, ή εάν συνδέεται μόνο με τη μεμονωμένη περίπτωση του ενδιαφερόμενου ναυτικού.

2. Εάν το παράπονο είναι γενικής φύσης θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο διενέργειας λεπτομερέστερης επιθεώρησης σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.2.1.

3. Εάν το παράπονο συνδέεται με μεμονωμένη περίπτωση, θα πρέπει να διενεργηθεί εξέταση των αποτελεσμάτων οποιωνδήποτε διαδικασιών επίλυσης παραπόνων επί πλοίου για την επίλυση του σχετικού παραπόνου. Εάν δεν έχουν διερευνηθεί αυτές οι διαδικασίες, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος θα πρέπει να προτείνει στον παραπονούμενο να επωφεληθεί οποιωνδήποτε διαδικασιών, που είναι διαθέσιμες. Θα πρέπει να υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να εξεταστεί ένα παράπονο πριν οποιεσδήποτε διαδικασίες διαχείρισης παραπόνων επί πλοίου έχουν διερευνηθεί. Οι λόγοι αυτοί περιλαμβάνουν την ανεπάρκεια ή την αδικαιολόγητη καθυστέρηση των εσωτερικών διαδικασιών ή το φόβο του παραπονούμενου για αντίποινα λόγω υποβολής παραπόνου.

4. Σε οποιαδήποτε διερεύνηση παραπόνου, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος θα πρέπει να δίνει στον πλοίαρχο, στον πλοιοκτήτη και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στο περιστατικό, κατάλληλη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους.

5. Σε περίπτωση που το Κράτος σημαίας δηλώσει, απαντώντας στη γνωστοποίηση του Κράτους λιμένα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του Προτύπου Α5.2.2, ότι θα χειριστεί το θέμα και ότι διαθέτει αποτελεσματικές διαδικασίες για το σκοπό αυτό και έχει υποβάλει αποδεκτό πρόγραμμα δράσης, ο εξουσιοδοτημένος αξιωματούχος μπορεί να απέχει από οποιαδήποτε περαιτέρω εμπλοκή στο περιστατικό. Κανονισμός 5.3 – Υποχρέωσεις Κρατών Ναυτεργατικού Δυναμικού Σκοπός: Να εξασφαλιστεί ότι κάθε Μέλος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του υπό την παρούσα Σύμβαση αναφορικά με τη ναυτολόγηση και την εύρεση εργασίας σε ναυτικούς και τη κοινωνική προστασία των ναυτικών του.

1. Με την επιφύλαξη της αρχής της ευθύνης κάθε Μέλους για τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών στα πλοία που φέρουν τη σημαία του, το Μέλος έχει επίσης την υποχρέωση να εξασφαλίζει την εφαρμογή των απαιτήσεων της παρούσας Σύμβασης σχετικά με τη ναυτολόγηση και την εύρεση εργασίας σε ναυτικούς, καθώς και την προστασία κοινωνικής ασφάλειας των ναυτικών που είναι υπήκοοι του ή είναι κατοικούν ή κατά άλλο τρόπο διαμένουν στην επικράτειά του, στο βαθμό που η υποχρέωση αυτή προβλέπεται στην παρούσα Σύμβαση.

2. Λεπτομερείς απαιτήσεις για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος Κανονισμού παρατίθενται στο Κώδικα.

3. Κάθε Μέλος πρέπει να θεσπίσει αποτελεσματικό σύστημα επιθεώρησης και παρακολούθησης για την επιβολή των υποχρεώσεών του όσον αφορά στην προσφορά ναυτεργατικού δυναμικού σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.

4. Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος Κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του, πρέπει να περιλαμβάνονται στις εκθέσεις του Μέλους σύμφωνα με το Άρθρο 22 του Καταστατικού. Πρότυπο Α5.3 – Υποχρεώσεις Κρατών Ναυτεργατικού Δυναμικού

1. Κάθε Μέλος πρέπει να επιβάλει τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης που εφαρμόζονται για τη λειτουργία και την άσκηση υπηρεσιών ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που ιδρύονται στην επικράτειά του μέσω ενός συστήματος επιθεώρησης και παρακολούθησης και νομικών διαδικασιών για παραβιάσεις αδειοδοτήσεων και άλλων λειτουργικών απαιτήσεων που προβλέπει το Πρότυπο Α 1.4.

Οδηγία Β5.3 -Υποχρεώσεις Κρατών Ναυτεργατικού Δυναμικού

1. Οι ιδιωτικές υπηρεσίες ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας ναυτικών που ιδρύονται στην επικράτεια του Μέλους και εξασφαλίζουν τις υπηρεσίες ενός ναυτικού για έναν πλοιοκτήτη, όπου και εάν είναι εγκατεστημένος, θα πρέπει να απαιτείται να αναλάβουν υποχρεώσεις για να εξασφαλίζουν την κατάλληλη εκπλήρωση εκ μέρους των πλοιοκτητών των όρων των συμβάσεων εργασίας που έχουν συμφωνήσει με τους ναυτικούς. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α5-Ι Οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών που πρέπει να επιθεωρούνται και να εγκρίνονται από το Κράτος σημαίας πριν από την πιστοποίηση ενός πλοίου σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.1.3, παράγραφος 1: Ελάχιστο όριο ηλικίας Ιατρική πιστοποίηση Προσόντα ναυτικών Συμβάσεις εργασίας ναυτικών Χρήση αδειοδοτημένης ή πιστοποιημένης ή ρυθμισμένης ιδιωτικής υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας Ώρες εργασίας ή ανάπαυσης Επίπεδα στελέχωσης του πλοίου Ενδιαίτηση Εγκαταστάσεις αναψυχής επί πλοίου Διατροφή και τροφοδοσία Υγεία και ασφάλεια και πρόληψη ατυχημάτων Ιατρική περίθαλψη επί πλοίου Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου Καταβολή μισθών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α5-ΙΙ Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας [Σημείωση: Το παρόν Πιστοποιητικό πρέπει να έχει Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας) Εκδίδεται υπό των διατάξεων του Άρθρου V και του Τίτλου 5 της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006 (αναφερόμενη στο εξής ως «Σύμβαση») υπό την εξουσία της Κυβέρνησης της ……………………………………………………………………………………………………………… (πλήρης ονομασία του Κράτους τη σημαία του οποίου δικαιούται να φέρει το πλοίο) από …………………………………………………………………………………………………………………… (πλήρης ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας αρχής ή του αναγνωρισμένου οργανισμού που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης) Στοιχεία του πλοίου Όνομα πλοίου………………………………………………………………………………………………….. Διακριτικός αριθμός ή γράμματα…………………………………………………………………………. Λιμένας νηολόγησης …………………………………………………………………………………………. Ημερομηνία νηολόγησης …………………………………………………………………………………… Ολική χωρητικότητα(1)…………………………………………………………………………………….. Αριθμός ΔΝΟ(ΙΜΟ) …………………………………………………………………………………………… Τύπος πλοίου ………………………………………………………………………………………………….. Ονομα και διεύθυνση του πλοιοκτήτη (2)…………………………………………………………….. Με το παρόν πιστοποιείται:………………………………………………………………………………… 1. Ότι αυτό το πλοίο έχει επιθεωρηθεί και βεβαιώθηκε ότι συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της Σύμβασης και τις διατάξεις της συνημμένης Δήλωσης Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας. (1) Για πλοία που καλύπτονται από το προσωρινό πρόγραμμα καταμέτρησης χωρητικότητας που υιοθετήθηκε από τον ΔΝΟ, η ολική χωρητικότητα είναι αυτή που περιλαμβάνεται στη στήλη ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ του Διεθνούς Πιστοποιηπκού Χωρητικότητας (1969). Βλέπε Άρθρο ΙΙ (1) (γ) της Σύμβασης. (2) Πλοιοκτήτης σημαίνει ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής γυμνού πλοίου, ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος, αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη, αποδέχθηκε να αναλάβει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους πλοιοκτήτες σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, ανεξάρτητα με το εάν οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή πρόσωπα εκπληρώνουν ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις για λογαριασμό του πλοιοκτήτη. Βλέπε Άρθρο II (1) (ι) της Σύμβασης. 2. Οτι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών που προσδιορίζονται στο Παράρτημα Α5-Ι της Σύμβασης διαπιστώθηκε ότι αντιστοιχούν στις εθνικές απαιτήσεις της ανωτέρω αναφερόμενης χώρας που εφαρμόζουν τη Σύμβαση. Αυτές οι εθνικές απαιτήσεις συνοψίζονται στη Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας, Μέρος Ι. Το παρόν Πιστοποιητικό ισχύει έως ………………………………………..υπό τον όρο επιθεωρήσεων σύμφωνα με τα Πρότυπα Α5.1.3 και Α5.1.4 της Σύμβασης. Το παρόν Πιστοποιητικό ισχύει μόνο όταν η Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας που εκδόθηκε στ……………………………… την……………………………. επισυνάπτεται. Ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης στην οποία βασίζεται το παρόν Πιστοποιητικό ήταν η ……………………………………….. Εκδόθηκε στ………………………………. την…………………………………………… Υπογραφή του νομίμως εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου που εκδίδει το Πιστοποιητικό. (Σφραγίδα της εκδούσας αρχής, όπως αρμόζει) Θεωρήσεις για υποχρεωτική ενδιάμεση επιθεώρηση και, εάν απαιτείται για οποιαδήποτε πρόσθετη επιθεώρηση Με το παρόν πιστοποιείται ότι το πλοίο επιθεωρήθηκε σύμφωνα με τα Πρότυπα Α5.1.3 και Α5.1.4 της Σύμβασης και ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των ναυτικών που προσδιορίζονται στο Παράρτημα Α5-Ι της Σύμβασης διαπιστώθηκε ότι αντιστοιχούν στις εθνικές απαιτήσεις της ανωτέρω αναφερόμενης χώρας που εφαρμόζουν τη Σύμβαση. Ενδιάμεση επιθεώρηση: Υπογραφή………………………………………….. (πρέπει να ολοκληρώνεται (υπογραφή εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου) μεταξύ της δεύτερης και τρίτης Τόπος………………………………………………… επετειακής ημερομηνίας) Ημερομηνία………………………………………… (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Πρόσθετες θεωρήσεις (εάν απαιτούνται) Με το παρόν πιστοποιείται ότι το πλοίο υποβλήθηκε σε πρόσθετη επιθεώρηση με σκοπό να βεβαιωθεί ότι το πλοίο εξακολουθεί να συμμορφώνεται με τις εθνικές απαιτήσεις που εφαρμόζουν τη Σύμβαση, όπως απαιτείται από το Πρότυπο Α3.1, παράγραφος 3, της Σύμβασης (επανανηολόγηση ή ουσιώδης μεταβολή των χώρων ενδιαίτησης) ή για άλλους λόγους. Πρόσθετη επιθεώρηση: Υπογραφή…………………………………………… (εάν απαιτείται) (υπογραφή εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου) Τόπος…………………………………………………. Ημερομηνία………………………………………….. (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Πρόσθετη επιθεώρηση: Υπογραφή……………………………………………… (εάν απαιτείται) (υπογραφή εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου) Τόπος…………………………………………………….. Ημερομηνία…………………………………………….. (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Πρόσθετη επιθεώρηση: Υπογραφή……………………………………………….. (εάν απαιτείται) (υπογραφή εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου) Τόπος……………………………………………………… Ημερομηνία……………………………………………… (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, 2006 Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας – Μέρος Ι (Σημείωση: Η παρούσα Δήλωση πρέπει να επισυνάπτεται στο Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας του πλοίου) Εκδίδεται υπό την εξουσία του/της………………………………………………………………………………….. (εισάγεται το όνομα της αρμόδιας αρχής, όπως ορίζεται στο Άρθρο II, παράγραφος 1 (α) της Σύμβασης) Λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006, το ακολούθως αναφερόμενο πλοίο: Όνομα πλοίου Αριθμός Δ.Ν.Ο.(ΙΜΟ) Ολική χωρητικότητα τηρείται σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.1.3 της Σύμβασης. Ο υπογεγραμμένος δηλώνει εκ μέρους της ανωτέρω αναφερόμενης αρμόδιας αρχής ότι: (α) οι διατάξεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας είναι πλήρως ενσωματωμένες στις εθνικές απαιτήσεις που αναφέρονται παρακάτω, (β) οι εθνικές αυτές απαιτήσεις περιέχονται στις εθνικές διατάξεις που αναφέρονται παρακάτω. Επεξηγήσεις σχετικά με το περιεχόμενο των διατάξεων αυτών παρέχονται όταν είναι αναγκαίο, (γ) οι λεπτομέρειες οποιωνδήποτε ουσιωδών ισοδυναμιών σύμφωνα με το Άρθρο VI, παράγραφοι 3 και 4, παρέχονται <σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική απαίτηση που παρατίθεται παρακάτω> <στην ενότητα που παρέχεται για το σκοπό αυτό παρακάτω> (διαγράψτε τη δήλωση που δεν ισχύει), (δ) οποιεσδήποτε εξαιρέσεις χορηγήθηκαν από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τον Τίτλο 3, δηλώνονται ρητώς στην ενότητα που παρέχεται για το σκοπό αυτό παρακάτω, και (ε) οποιεσδήποτε ειδικές ως προς τον τύπο του πλοίου απαιτήσεις σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία αναφέρονται επίσης υπό τις σχετικές απαιτήσεις. 1. Ελάχιστο όριο ηλικίας (Κανονισμός 1.1)……………………………………………………… 2. Ιατρική πιστοποίηση (Κανονισμός 1.2) ……………………………………………………… 3. Προσόντα ναυτικών (Κανονισμός 1.3) ………………………………………………………. 4. Συμβάσεις εργασίας ναυτικών (Κανονισμός 2.1) ………………………………………….. 5. Χρήση αδειοδοτημένης ή πιστοποιημένης ή ρυθμισμένης ιδιωτικής υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας (Κανονισμός 1.4)………………………………………………………………. 6. Ώρες εργασίας ή ανάπαυσης (Κανονισμός 2.3) ……………………………………………. 7. Επίπεδα στελέχωσης του πλοίου (Κανονισμός 2.7)……………………………………….. 8. Ενδιαίτηση (Κανονισμός 3.1) ……………………………………………………………………. 9. Εγκαταστάσεις αναψυχής επί πλοίου (Κανονισμός 3.1) …………………………………. 10. Διατροφή και τροφοδοσία (Κανονισμός 3.2) ……………………………………………… 11. Υγεία και ασφάλεια και πρόληψη ατυχημάτων (Κανονισμός 4.3) …………………… 12. Ιατρική περίθαλψη επί πλοίου (Κανονισμός 4.1) ………………………………………… 13. Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου (Κανονισμός 5.1.5)……………………. 14. Καταβολή μισθών (Κανονισμός 2.2) …………………………………………………………. Όνομα:……………………………………… Τίτλος: ……………………………………… Υπογραφή: ………………………………… Τόπος: ………………………………………. Ημερομηνία: ………………………………. (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Ουσιώδεις ισοδυναμίες (Σημείωση: Διαγράψτε τη δήλωση που δεν ισχύει) Σημειώνονται οι ακόλουθες ουσιώδεις ισοδυναμίες, όπως προβλέπονται από το Άρθρο VI, παράγραφοι 3 και 4, της Σύμβασης, εκτός εάν αναφέρονται ανωτέρω (εισάγετε περιγραφή εάν ισχύει): ………………………………………………………………………………………………………………………….. ………………………………………………………………………………………………………………………….. Δεν χορηγήθηκε ισοδυναμία. Όνομα:……………………………………….. Τίτλος: ………………………………………. Υπογραφή:………………………………….. Τόπος: ………………………………………. Ημερομηνία: (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Εξαιρέσεις (Σημείωση: Διαγράψτε τη δήλωση που δεν ισχύει) Σημειώνονται οι ακόλουθες εξαιρέσεις που χορηγήθηκαν από την αρμόδια αρχή όπως προβλέπεται από τον Τίτλο 3 της Σύμβασης: ……………………………………………………………………………………………………………………………. ……………………………………………………………………………………………………………………………. Δεν χορηγήθηκαν εξαιρέσεις. Όνομα:………………………………………… Τίτλος: ……………………………………….. Υπογραφή: ………………………………….. Τόπος: ………………………………………… Ημερομηνία: ………………………………… (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρχής, όπως αρμόζει) Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας – Μέρος II Μέτρα που υιοθετήθηκαν για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση μεταξύ επιθεωρήσεων Τα ακόλουθα μέτρα έχουν ληφθεί από τον πλοιοκτήτη, που κατονομάζεται στο Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας, στο οποίο επισυνάπτεται η παρούσα Δήλωση, για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση μεταξύ επιθεωρήσεων: ( Αναφέρετε παρακάτω τα μέτρα που έχουν ληφθεί για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με καθένα από τα στοιχεία του Μέρους Ι) 1. Ελάχιστο όριο ηλικίας (Κανονισμός 1.1) ………………………………………………………………………………………. 2. Ιατρική πιστοποίηση (Κανονισμός 1.2) ………………………………………………………………………………………. 3. Προσόντα των ναυτικών (Κανονισμός 1.3) ………………………………………………………………………………………. 4. Συμβάσεις εργασίας ναυτικών (Κανονισμός 2.1) ………………………………………………………………………………………. 5. Χρήση αδειοδοτημένης ή πιστοποιημένης ή ρυθμισμένης ιδιωτικής υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας (Κανονισμός 1.4) ………………………………………………………………………………………. 6. Ώρες εργασίας ή ανάπαυσης (Κανονισμός 2.3) ………………………………………………………………………………………. 7. Επίπεδα στελέχωσης επί του πλοίου (Κανονισμός 2.7) ………………………………………………………………………………………. 8. Ενδιαίτηση (Κανονισμός 3.1) ………………………………………………………………………………………. 9. Εγκαταστάσεις αναψυχής επί πλοίου (Κανονισμός 3.1) ………………………………………………………………………………………. 10. Διατροφή και τροφοδοσία (Κανονισμός 3.2) ……………………………………………………………………………………… 11. Υγεία και ασφάλεια και πρόληψη ατυχημάτων (Κανονισμός 4.3) ……………………………………………………………………………………… 12. Ιατρική περίθαλψη επί πλοίου (Κανονισμός 4.1) ……………………………………………………………………………………… 13. Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου (Κανονισμός 5.1.5) ……………………………………………………………………………………… 14. Καταβολή μισθών (Κανονισμός 2.2) ……………………………………………………………………………………… Με το παρόν πιστοποιώ ότι τα ανωτέρω μέτρα έχουν ληφθεί για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση μεταξύ επιθεωρήσεων, με τις απαιτήσεις που καταγράφονται στο Μέρος Ι. Όνομα πλοιοκτήτη:(1)…………………………………………… ………………………………………………………………………….. Διεύθυνση εταιρείας: …………………………………………….. ………………………………………………………………………….. Όνομα εξουσιοδοτημένου υπογράφοντος: ……………….. …………………………………………………………………………… Τίτλος: ………………………………………………………………… Υπογραφή εξουσιοδοτημένου υπογράφοντος …………………………………………………………………………… Ημερομηνία:…………………………………………………………. (Σφραγίδα του πλοιοκτήτη(1)) Τα ανωτέρω μέτρα έχουν εξετασθεί από (εισάγετε το όνομα της αρμόδιας αρχής ή του δεόντως αναγνωρισμένου οργανισμού) και, ύστερα από επιθεώρηση του πλοίου, έχουν προσδιορισθεί ότι εκπληρώνουν τους σκοπούς που αναφέρονται στο Πρότυπο Α5.1.3, παράγραφος 10 (β), σχετικά με τα μέτρα εξασφάλισης αρχικής και συνεχούς συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο Μέρος Ι της παρούσας Δήλωσης. Όνομα:…………………………………………. Τίτλος: ………………………………………… Διεύθυνση: …………………………………… Υπογραφή: …………………………………… Ημερομηνία: …………………………………. (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της αρμόδιας αρχής, όπως αρμόζει) (1) Πλοιοκτήτης σημαίνει ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής γυμνού πλοίου, ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος, αναλαμβάνοντας την ευθύνη, αποδέχθηκε να αναλάβει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους πλοιοκτήτες σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, ανεξάρτητα με το αν οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή άτομα εκπληρώνουν ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις για λογαριασμό του πλοιοκτήτη. Βλέπε Αρθρο II (1) (ι) της Σύμβασης. Προσωρινό Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας Εκδίδεται υπό των διατάξεων του Άρθρου V και του Τίτλου 5 της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006 (αναφερόμενη στο εξής ως «Σύμβαση») υπό την εξρυσία της Κυβέρνησης της …………………………………………………………………………………………………………………. (πλήρης ονομασία του Κράτους τη σημαία του οποίου δικαιούται να φέρει το πλοίο) από……………………………………………………………………………………………………………. (πλήρης ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας αρχής ή του αναγνωρισμένου οργανισμού που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης) Στοιχεία του πλοίου Όνομα πλοίου…………………………………………………………………….. Διακριτικός αριθμός ή γράμματα …………………………………………… Λιμένας νηολόγησης ……………………………………………………………. Ημερομηνία νηολόγησης ……………………………………………………… Ολική χωρητικότητα (1) ……………………………………………………… Αριθμός ΔΝΟ(ΙΜΟ) ……………………………………………………………… Τύπος πλοίου …………………………………………………………………….. Ονομα και διεύθυνση του πλοιοκτήτη (2) ………………………………. ………………………………………………………………………………………… Με το παρόν πιστοποιείται, για τους σκοπούς του Προτύπου Α5.1.3, παράγραφος 7 της Σύμβασης ότι: (α) το παρόν πλοίο έχει επιθεωρηθεί, στο βαθμό που ήταν εύλογο και πρακτικά δυνατό, για τα στοιχεία που αναφέρονται στο Παράρτημα Α5-Ι της Σύμβασης, λαμβάνοντας υπόψη την βεβαίωση των στοιχείων υπό τα (β), (γ) και (δ) κατωτέρω, (β) ο πλοιοκτήτης έχει αποδείξει στην αρμόδια αρχή ή τον αναγνωρισμένο οργανισμό ότι το πλοίο διαθέτει επαρκείς διαδικασίες για να συμμορφώνεται με τη Σύμβαση, (1) Για πλοία που καλύπτονται από το προσωρινό πρόγραμμα μέτρησης χωρητικότητας που υιοθετήθηκε από τον ΔΝΟ, η ολική χωρητικότητα θα είναι αυτή που περιλαμβάνεται στη στήλη ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ του Διεθνούς Πιστοποιητικού Χωρητικότητας (1969). Βλέπε Άρθρο II (1) (γ) της Σύμβασης. (2) Πλοιοκτήτης σημαίνει ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής γυμνού πλοίου, ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος, αναλαμβάνοντας την ευθύνη, αποδέχθηκε να αναλάβει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους πλοιοκτήτες σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, ανεξάρτητα με το αν οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή άτομα εκπληρώνουν ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις για λογαριασμό του πλοιοκτήτη. Βλέπε Άρθρο II (1) (ι) της Σύμβασης. (γ) ο πλοίαρχος είναι εξοικειωμένος με τις απαιτήσεις της Σύμβασης και τις υποχρεώσεις για την εφαρμογή της, και (δ) έχουν υποβληθεί σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή ή αναγνωρισμένο οργανισμό για την έκδοση Δήλωσης Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας. Το παρόν Πιστοποιητικό ισχύει έως………………………………………… υπό τον όρο επιθεωρήσεων σύμφωνα με τα Πρότυπα Α5.1.3 και Α5.1.4. Η ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης που αναφέρεται στο περίπτωση (α) κατά τα ανωτέρω ήταν ……………………………………. Εκδόθηκε στ…………………………………. την……………………………………. Υπογραφή του νόμιμα εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου που εκδίδει το προσωρινό πιστοποιητικό………………………………………………………. (Σφραγίδα ή χαρτόσημο της εκδούσας αρχής, ως αρμόζει)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α5-ΙΙΙ

Γενικά πεδία που υπόκεινται σε λεπτομερή επιθεώρηση από εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο σε λιμένα Μέλους που διεξάγει επιθεώρηση Κράτους λιμένα σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.2.1: Ελάχιστο όριο ηλικίας Ιατρική πιστοποίηση Προσόντα ναυτικών Συμβάσεις εργασίας ναυτικών Χρήση αδειοδοτημένης ή πιστοποιημένης ή ρυθμισμένης ιδιωτικής υπηρεσίας ναυτολόγησης και εύρεσης εργασίας Ώρες εργασίας ή ανάπαυσης Επίπεδα στελέχωσης του πλοίου Ενδιαίτηση Εγκαταστάσεις αναψυχής επί του πλοίου Διατροφή και τροφοδοσία Υγεία και ασφάλεια και πρόληψη ατυχημάτων Ιατρική περίθαλψη επί πλοίου Διαδικασίες επίλυσης παραπόνων επί πλοίου Καταβολή μισθών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β5-1 –

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ

Βλέπε Οδηγία Β5.1.3, παράγραφος 5 Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, 2006 Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας – Μέρος Ι (Σημείωση: Η παρούσα Δήλωση πρέπει να επισυνάπτεται στο Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας του πλοίου) Εκδίδεται υπό την εξουσία του:

Το Υπουργείο Θαλασσίων Μεταφορών του Χχχχχχχχχχ Λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006, το ακολούθως αναφερόμενο πλοίο: Όνομα πλοίου Αριθμός Δ.Ν.Ο. Ολική χωρητικότητα Φ/Γ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 12345 1,000 τηρείται σύμφωνα με το Πρότυπο Α5.1.3 της Σύμβασης.

Ο υπογεγραμμένος δηλώνει, εκ μέρους της ανωτέρω αναφερόμενης αρμόδιας αρχής, ότι:

(α) οι διατάξεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας είναι πλήρως ενσωματωμένες στις εθνικές απαιτήσεις που αναφέρονται παρακάτω,

(β) οι εθνικές αυτές απαιτήσεις περιέχονται στις εθνικές διατάξεις που αναφέρονται παρακάτω. Επεξηγήσεις σχετικά με το περιεχόμενο των διατάξεων αυτών παρέχονται όποτε είναι αναγκαίο,

(γ) οι λεπτομέρειες οποιωνδήποτε ουσιωδών ισοδυναμιών σύμφωνα με το Άρθρο VI, παράγραφοι 3 και 4, παρέχονται <σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική απαίτηση που παρατίθεται παρακάτω> «στην ενότητα που παρέχεται για το σκοπό αυτό παρακάτω> (διαγράψτε τη δήλωση που δεν ισχύει),

(δ) οποιεσδήποτε εξαιρέσεις χορηγήθηκαν από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το Τίτλο 3, δηλώνονται ρητώς στην ενότητα που παρέχεται για το σκοπό αυτό παρακάτω, και (ε) οποιεσδήποτε ειδικές ως προς τον τύπο του πλοίου απαιτήσεις σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία αναφέρονται επίσης υπό τις σχετικές απαιτήσεις. 1. Ελάχιστο όριο ηλικίας (Κανονισμός 1.1) Ναυτικός Νόμος No. 123 του 1905, όπως τροποποιήθηκε (“Νόμος”), Κεφάλαιο Χ. Ναυτικοί Κανονισμοί (“Κανονισμοί”), 2006, Κανόνες 1111-1222. Τα ελάχιστα όρια ηλικίας είναι αυτά που αναφέρονται στη Σύμβαση. «Νύχτα» σημαίνει την περίοδο από 09.00 μ.μ. έως 06.00 π.μ., εκτός εάν το Υπουργείο Θαλασσίων Μεταφορών («Υπουργείο») εγκρίνει διαφορετική περίοδο. Παραδείγματα επικίνδυνης εργασίας που απαγορεύεται για πρόσωπα 18 ετών ή άνω αναφέρονται στο Σχέδιο Α του παρόντος. Στην περίπτωση φορτηγών πλοίων, κανένα άτομο κάτω των 18 ετών δεν μπορεί να εργάζεται στις περιοχές που σημαίνονται στο σχεδιάγραμμα του πλοίου (που πρέπει να επισυνάπτεται στην παρούσα Δήλωση) ως «επικίνδυνη περιοχή». 2. Ιατρική πιστοποίηση (Κανονισμός 1.2) Νόμος, Κεφάλαιο XI. Κανονισμοί, Κανόνες 1223 -1233 Τα ιατρικά πιστοποιητικά πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της Σύμβασης STCW, όπου εφαρμόζονται. Σε άλλες περιπτώσεις εφαρμόζονται οι απαιτήσεις STCW με οποιεσδήποτε απαραίτητες προσαρμογές. Οι προσοντούχοι οπτικοί, που περιλαμβάνονται σε κατάλογο που εγκρίνεται από το Υπουργείο, μπορεί να εκδίδουν πιστοποιητικά σχετικά με την όραση. Οι ιατρικές εξετάσεις ακολουθούν τις Οδηγίες Δ.Ο.Ε / Π.Ο.Υ. που αναφέρονται στην Οδηγία Β1.2.1. ………………………………………………………………………………………………………………………………..

Δήλωση Συμμόρφωσης Ναυτικής Εργασίας

– Μέρος II Μέτρα που υιοθετήθηκαν για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση μεταξύ επιθεωρήσεων Τα ακόλουθα μέτρα έχουν ληφθεί από τον πλοιοκτήτη, που κατονομάζεται στο Πιστοποιητικό Ναυτικής Εργασίας, στο οποίο επισυνάπτεται η παρούσα Δήλωση για να εξασφαλιστεί η συνεχής συμμόρφωση μεταξύ επιθεωρήσεων. [Αναφέρετε παρακάτω τα μέτρα που έχουν ληφθεί για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με καθένα από τα στοιχεία του Μέρους Ι)

1. Ελάχιστο όριο ηλικίας (Κανονισμός 1.1) Χ Η ημερομηνία γέννησης κάθε ναυτικού σημειώνεται δίπλα στο όνομά του/της στον κατάλογο του πληρώματος. Ο κατάλογος ελέγχεται στην αρχή κάθε πλου από τον πλοίαρχο ή τον αξιωματικό που ενεργεί εκ μέρους του/της («αρμόδιος αξιωματικός»), ο οποίος καταχωρεί την ημερομηνία της εν λόγω εξακρίβωσης. Κάθε ναυτικός ηλικίας κάτω των 18 ετών, λαμβάνει, κατά το χρόνο πρόσληψης, σημείωμα που του/της απαγορεύει να εκτελεί νυκτερινή εργασία ή εργασία που αναφέρεται ειδικά ως επικίνδυνη (βλέπε Μέρος Ι, ενότητα 1, ανωτέρω) και οποιαδήποτε άλλη επικίνδυνη εργασία και απαιτεί από αυτόν/αυτήν να συμβουλεύεται τον αρμόδιο αξιωματικό σε περίπτωση αμφιβολίας. Αντίγραφο του σημειώματος, με την υπογραφή του ναυτικού κάτω από την ένδειξη «παραλήφθηκε και αναγνώσθηκε» και ημερομηνία υπογραφής, τηρείται από τον αρμόδιο αξιωματικό.

2. Ιατρική πιστοποίηση (Κανονισμός 1.2) Χ Τα ιατρικά πιστοποιητικά τηρούνται ως αυστηρώς εμπιστευτικά από τον αρμόδιο αξιωματικό, μαζί με κατάλογο που συντάχθηκε υπό την ευθύνη του αρμόδιου αξιωματικού και που δηλώνει για κάθε ναυτικό επί του πλοίου: τα καθήκοντα του ναυτικού, την ημερομηνία του τρέχοντος ιατρικού πιστοποιητικού και την κατάσταση της υγείας που σημειώνεται στο σχετικό πιστοποιητικό. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πιθανής αμφιβολίας σχετικά με το εάν ο ναυτικός είναι ιατρικώς κατάλληλος για μια συγκεκριμένη υπηρεσία ή υπηρεσίες, ο αρμόδιος αξιωματικός συμβουλεύεται τον ιατρό του ναυτικού ή άλλο προσοντούχο ασκούντα το ιατρικό επάγγελμα και καταχωρεί περίληψη των συμπερασμάτων του ασκούντα το ιατρικό επάγγελμα , καθώς και το όνομα και το τηλέφωνό του και την ημερομηνία της συνεννόησης. …………………………………………………………………………………………………………………………………..
Άρθρο δεύτερο
Ορισμός

Ο αναφερόμενος στα επόμενα άρθρα όρος «Σύμβαση» περιλαμβάνει την κατά το άρθρο πρώτο κυρούμενη Σύμβαση και τα συνημμένα σε αυτή Παραρτήματα.
Άρθρο Τρίτο
Έκδοση διαταγμάτων

1. Με προεδρικά διατάγματα κυρώνονται Κανονισμοί για την αναγκαία εφαρμογή των με τον παρόντα νόμο κυρουμένων κειμένων. Οι Κανονισμοί αυτοί αρχικά εγκρίνονται με υπουργικές αποφάσεις που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μετά την πάροδο τουλάχιστον ενός έτους από την ισχύ τους κυρώνονται υποχρεωτικά, με ή χωρίς τροποποιήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή.

2. Με Κανονισμούς της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται οι όροι και τα κριτήρια για την αναγνώριση οργανισμών προς παροχή υπηρεσιών σε πλοία υπό Ελληνική σημαία κατά τα οριζόμενα στη Σύμβαση και ιδιαίτερα αναφορικά με τη διαδικασία των επιθεωρήσεων, πιστοποίησης πλοίων, την εποπτεία και τον έλεγχο τον οργανισμών αυτών.

3. Αρμόδιος για την πρόταση των προεδρικών διαταγμάτων και την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο αυτό είναι ο Υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου και ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός.
Άρθρο Τέταρτο
Αρμόδιες αρχές

Αρμόδιες αρχές για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων της Σύμβασης και των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο στα πλοία, τη βεβαίωση παραβάσεων, την επιβολή κυρώσεων και τον έλεγχο καταγγελιών είναι: (α) στο εσωτερικό οι Λιμενικές Αρχές και (β) στο εξωτερικό, οι τοποθετημένοι στις Προξενικές Αρχές Αξιωματικοί Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής που ασκούν διοικητικά καθήκοντα ναυτιλίας και, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν, οι Ελληνικές προξενικές αρχές, καθώς και (γ) αρχές που δύναται να ορισθούν ειδικότερα με τους Κανονισμούς, που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Άρθρο Πέμπτο
Κυρώσεις

Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος νόμου και των σε εκτέλεση αυτού εκδιδομένων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων τιμωρούνται κατά το άρθρο 45 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το ν.δ. 187/1973 (Α` 261) και το οποίο έχει εφαρμογή για την άσκηση προσφυγών.
Άρθρο έκτο
Τροποποιητικές διατάξεις

1. Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις της Σύμβασης κατά το άρθρο XIV αυτής κυρώνονται με νόμο.

2. Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του Κώδικα της Σύμβασης κατά το άρθρο XV αυτής γίνονται αποδεκτές με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εξωτερικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
Άρθρο Έβδομο
Κείμενα

Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ του αγγλικού και ελληνικού κειμένου της Σύμβασης κατισχύει το αγγλικό.
Άρθρο Όγδοο
Μεταβατικές διατάξεις – Ρυθμίσεις

1. Η κυρούμενη δια του παρόντος νόμου Σύμβαση αναθεωρεί σύμφωνα με το άρθρο Χ αυτής τις ακόλουθες Συμβάσεις:

α) «Περί αποζημιώσεως λόγω ανεργίας εις περίπτωσιν απώλειας πλοίου εκ ναυαγίου», που έχει κυρωθεί με το ν.δ. της 23.9.1925 (Α` 291), όπως αυτό κυρώθηκε και τροποποιήθηκε από το ν. 4004/1929 (Α` 77).

β) «Περί ευρέσεως εργασίας εις ναυτικούς», που έχει κυρωθεί με το ν.δ. της 23.9.1925 (Α` 291), όπως αυτό κυρώθηκε με το ν. 4369/1929 (Α` 291).

γ) «Περί υποχρεωτικής ιατρικής εξετάσεως παίδων και εφήβων εργαζομένων επί των πλοίων», που έχει κυρωθεί με το ν. 4674/1930 (Α` 156).

δ) «Περί παλιννοστήσεως των ναυτικών», που έχει κυρωθεί με το ν. 1130/1981 (Α` 38).

ε) «Περί των υποχρεώσεων του εφοπλιστού εν περιπτώσει ασθενείας, ατυχήματος ή θανάτου των ναυτικών», που έχει κυρωθεί με τον α.ν. 366/1968 (Α` 88).

στ) «Περί τροφοδοσίας των πληρωμάτων», που έχει κυρωθεί με το ν. 1163/1981 (Α` 154).

ζ) «Περί πτυχίων μαγείρων των πλοίων», που έχει κυρωθεί με το ν. 4317/1963 (Α` 87).

η) «Περί ιατρικής εξετάσεως των ναυτικών», που έχει κυρωθεί με το ν. 1131/1981 (Α` 39).

θ) «Περί ενδιαιτήσεως των πληρωμάτων των πλοίων (αναθεωρητική 1949)», που έχει κυρωθεί με το ν. 1637/ 1986 (Α` 107).

ι) «Περί ενδιαιτήσεως των πληρωμάτων των πλοίων (συμπληρωματικές διατάξεις)», που έχει κυρωθεί με το ν. 1594/1986 (Α` 65).

ια) «Περί προλήψεως των εργατικών ατυχημάτων των ναυτικών», που έχει κυρωθεί με το ν. 486/1976 (Α` 321).

ιβ) «Περί ελαχίστων επιπέδων ασφαλείας των Εμπορικών πλοίων», που έχει κυρωθεί με το ν. 948/1979 (Α` 167).

ιγ) «Πρωτόκολλο 1996 στη Σύμβαση περί ελαχίστων επιπέδων ασφαλείας των Εμπορικών πλοίων, 1976», που έχει κυρωθεί με το ν. 2974/2001 (Α` 293).

ιδ) «Για τις ώρες εργασίας των ναυτικών και την επάνδρωση των πλοίων» που έχει κυρωθεί με το ν. 2974/ 2001 (Α` 293).

2. Οι διατάξεις των νόμων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση τους παραμένουν σε ισχύ εφόσον δεν τροποποιηθούν με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

3. Η θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου δεν θίγει την εφαρμογή ειδικών διατάξεων που ρυθμίζουν θέματα χρόνου απασχόλησης προσωπικού πλοίων ειδικών κατηγοριών.
Άρθρο Ένατο
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της κυρουμένης Σύμβασης από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου VIII αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 19 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ

ΥΓΕΙΑΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΟΥΣΟΥΡΟΥΛΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 19 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ