ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3800 (ΦΕΚ Α 162 4.9.2009)
Κύρωση του Διακανονισμού μεταξύ της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας εκ μέρους της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Κέντρου Ελέγχου Τρομοκρατών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εκ μέρους της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τρομοκρατικές πράξεις και της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την ενίσχυση της συνεργασίας για την πρόληψη και καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος,ο Διακανονισμός μεταξύ της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας εκ μέρους της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Κέντρου Ελέγχου Τρομοκρατών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εκ μέρους της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τρομοκρατικές πράξεις, που υπεγράφη στην Αθήνα στις 23 Ιουνίου 2009, του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΒΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ
Προοίμιο
Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (ΔΑΕΕΒ) της Ελληνικής Αστυνομίας, εκ μέρους της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και το ΚέντροΕλέγχου Τρομοκρατών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (TSC), εκ μέρους της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, (εφεξής αναφερόμενα ως “οι Συμμετέχοντες”),
Έχοντας καθορίσει ότι οι κοινές προσπάθειες τους για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν και πρόσθετη συνεργασία, και Επιθυμώντας να θεσπίσουν κατάλληλες διαδικασίες για πρόσβαση και ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν σε τρομοκρατικές πράξεις,
Κατέληξαν στην ακόλουθη συνεννόηση που θα καθοδηγεί τη συνεργασία τους:
ΤΜΗΜΑ I
Ορισμοί
1. Ο όρος “διαβαθμισμένες πληροφορίες” σημαίνει:
α. για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις διαβαθμισμένες πληροφορίες εθνικής ασφάλειας, οι οποίες καθορίζονται δυνάμει του Εκτελεστικού Διατάγματος 12958, όπως αυτό τροποποιήθηκε, ή οποιουδήποτε μεταγενέστερου Διατάγματος, ως χρήζουσες προστασίας από μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη και οι οποίες επισημαίνονται με κατάλληλη σήμανση προκειμένου να υποδηλώνεται ο διαβαθμισμένος χαρακτήρας τους, όταν αυτές είναι υπό μορφή εγγράφου.
β. για την Ελληνική Δημοκρατία, ο όρος “διαβαθμισμένες πληροφορίες” σημαίνει τις πληροφορίες ή το υλικό που διαβιβάζονται υπό οιαδήποτε μορφή, χρήζουν προστασίας από μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη και διαβαθμίζονται σύμφωνα με τα επίπεδα προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (203/C 201/01).
2. Ο όρος “διορθωτικές πληροφορίες” σημαίνει οποιεσδήποτε πληροφορίες προορίζονται για τη διόρθωση εσφαλμένης ταυτοποίησης ή οποιουδήποτε άλλου
λάθους στα δεδομένα τα οποία παρέχονται στα πλαίσια του Διακανονισμού.
3. Ο όρος “ανάγκη γνώσης (need-to-know)” σημαίνει ότι ένας εξουσιοδοτημένος κάτοχος πληροφοριών έχει δικαιολογημένα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένας
εξουσιοδοτημένος χρήστης ζητάει να λάβει γνώση συγκεκριμένων πληροφοριών, προκειμένου να εκτελέσει ή να συνδράμει στην εκτέλεση νόμιμης και
εντεταλμένης κυβερνητικής λειτουργίας.
4. Ο όρος “Παρέχων Συμμετέχων” σημαίνει, όσον αφορά στις πληροφορίες οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα Διακανονισμό, είτε το TSC, είτε τη
ΔΑΕΕΒ.
5. Ο όρος “Λαμβάνων Συμμετέχων” σημαίνει, όσον αφορά στις πληροφορίες οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα Διακανονισμό, είτε το TSC, είτε τη
ΔΑΕΕΒ.
6. Ο όρος “Σχετική Υπηρεσία” σημαίνει: α. για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οποιαδήποτε Υπηρεσία πληροφοριών, επιβολής του νόμου, διπλωματική,
μεταναστευτική, στρατιωτική, δημόσιας ασφάλειας ή άλλη κυβερνητική Υπηρεσία, συμπεριλαμβανόμενων και των Ομοσπονδιακών, Πολιτειακών, τοπικών, εδαφικών και φυλετικών κυβερνητικών Αρχών, οι οποίες μπορεί να έχουν υπαλλήλους με πρόσβαση στις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Διακανονισμού ή από τις οποίες μπορεί να ζητηθεί, σε περίπτωση επαλήθευσης των πληροφοριών, όπως περιγράφεται στο Τμήμα IV, να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες ή να προβαίνουν σε άλλες ενέργειες, προκειμένου να συνδράμουν στην υλοποίηση των δηλωθέντων σκοπών του παρόντος Διακανονισμού, όπως αυτοί διατυπώνονται στο Προοίμιο.
β. για την Ελληνική Δημοκρατία, οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σε εθνικό επίπεδο.
ΤΜΗΜΑ II
Πεδίο Ανταλλαγής των Πληροφοριών
1. Οι Συμμετέχοντες προτίθενται να παρέχουν, ο ένας στον άλλο, πληροφορίες, οι οποίες αφορούν τρομοκρατικές πράξεις, σύμφωνα με το σκοπό και τις διατάξεις του παρόντος Διακανονισμού, με τήρηση της εθνικής νομοθεσίας και των κανονισμών έκαστου Συμμετέχοντος και εξαιρουμένων των περιπτώσεων, στις οποίες ο Παρέχων Συμμετέχων ορίζει ότι η παροχή των πληροφοριών αυτών θα ήταν αντίθετη προς το εθνικό του συμφέρον.
α. To TSC προτίθεται να παρέχει στη ΔΑΕΕΒ πρόσβαση σε πληροφορίες, που αφορούν άτομα, από τη Βάση Δεδομένων του για τον Έλεγχο Τρομοκρατών (TSDB), οι οποίες πληροφορίες έχουν εγκριθεί για κοινοποίηση σε ορισμένους ξένους εταίρους.
β. Η ΔΑΕΕΒ προτίθεται να παρέχει στο TSC πληροφορίες που αφορούν άτομα που καταδικάστηκαν για τρομοκρατικές πράξεις, και πληροφορίες που αφορούν άτομα τα οποία κατηγορούνται για τρομοκρατικές πράξεις, βάσει των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας, συμπερλαμβανομένης, και της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Οι πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα Διακανονισμό, θα πρέπει να περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, το πλήρες όνομα, τα γνωστά ψευδώνυμα, και την ημερομηνία γέννησης του ατόμου. Ο αριθμός διαβατηρίου και η υπηκοότητα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται, εάν είναι γνωστά. Οποιεσδήποτε άλλες διαθέσιμες πληροφορίες ταυτοποίησης (συμπεριλαμβανόμενων και των βιομετρικών πληροφοριών) μπορούν να παρέχονται, κατά την κρίση του Παρέχοντος Συμμετέχοντος. Η ανταλλαγή των πληροφοριών και οποιαδήποτε επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα
πραγματοποιείται από κάθε έναν από τους Συμμετέχοντες, σύμφωνα με το αντίστοιχο εθνικό δίκαιο και τους κανονισμούς τους, και για την Ελληνική Δημοκρατία, σύμφωνα με την Οδηγία 95/46EC και τη λοιπή συναφή κοινοτική νομοθεσία.
3. Καμία διαβαθμισμένη πληροφορία δεν θα πρέπει να παρέχεται δυνάμει των όρων του παρόντος Διακανονισμού. Εάν, εντούτοις, προκύψει ανάγκη να
ανταλλαγούν διαβαθμισμένες πληροφορίες, οι Αρμόδιες Υπηρεσίες θα ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τους κανονισμούς τους και τις εν ισχύ διεθνείς συμφωνίες μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελληνικής Δημοκρατίας.
4. Οι Συμμετέχοντες προτίθενται να παρέχουν, ο ένας στον άλλο, διορθωτικές πληροφορίες, το συντομότερο δυνατό αφ` ης στιγμής διαπιστώσουν ότι
οποιεσδήποτε πληροφορίες, οι οποίες ελήφθησαν ή παρασχέθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα Διακανονισμό, είναι εσφαλμένες.
5. Τίποτα στον παρόντα Διακανονισμό δεν αποσκοπεί στο να περιορίζει οποιονδήποτε Συμμετέχοντα ή, όσον αφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, οποιαδήποτε
Σχετική Υπηρεσία, από το να ζητά ή να ανταλλάσσει πληροφορίες ή δεδομένα, βάσει συμφωνιών ή διακανονισμών όπως αυτοί έχουν συναφθεί μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελληνικής Δημοκρατίας.
ΤΜΗΜΑ III
Διαδικασίες Ανταλλαγής Πληροφοριών
1. Κάθε Συμμετέχων προτίθεται να ορίσει ένα σημείο επαφής για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Διακανονισμού.
α. Για το TSC, το σημείο επαφής είναι ο Αναπληρωτής Διευθυντής – Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ του TSC.
β. Για τη ΔΑΕΕΒ της Ελληνικής Αστυνομίας, το σημείο επαφής είναι ο Αναπληρωτής Διευθυντής.
γ. Τα στοιχεία επικοινωνίας, για τα άτομα αυτά και άλλα σημεία επαφής, θα ανταλλάσσονται από τους Συμμετέχοντες, όταν κρίνεται αναγκαίο.
2. Ένας Συμμετέχων μπορεί να αλλάξει το ορισθέν σημείο επαφής του, με έγγραφη ειδοποίηση προς τον άλλο Συμμετέχοντα.
3. Κάθε Παρέχων Συμμετέχων προτίθεται να παρέχει πληροφορίες δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, το αργότερο σε 120 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Διακανονισμού. Κάθε Παρέχων Συμμετέχων θα πρέπει να επικαιροποιεί τις πληροφορίες αυτές σε τακτική βάση και, για το TSC, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.
4. Εάν ένας Συμμετέχων αντιληφθεί ότι πληροφορίες, τις οποίες έλαβε ή παρέσχε δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, ενδέχεται να είναι ανακριβείς,
τότε ο Συμμετέχων, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία και τους κανονισμούς του, θα ενημερώνει τον άλλο Συμμετέχοντα, το συντομότερο δυνατό, και θα παρέχει διορθωτικές πληροφορίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προτίθενται να επικαιροποιούν σε τακτική βάση (συμπεριλαμβανόμενων και των διορθώσεων) τις πληροφορίες στη Βάση Δεδομένων για τον Έλεγχο Τρομοκρατών/ TSDB, αλλά δεν προτίθενται να ειδοποιούν όταν πραγματοποιούνται οι εν λόγω
επικαιροποιήσεις.
5. Με τη λήψη των διορθωτικών πληροφοριών, ο Λαμβάνων Συμμετέχων θα πρέπει να διασφαλίζει και να επιβεβαιώνει στον Παρέχοντα Συμμετέχοντα ότι,
οποιεσδήποτε λανθασμένες πληροφορίες και οποιεσδήποτε πληροφορίες προέκυψαν από αυτές, καταστρέφονται ή διορθώνονται, σύμφωνα με το Τμήμα V, Παράγραφοι 1 και 12 του παρόντος Διακανονισμού.
ΤΜΗΜΑ IV
Διαδικασίες για την Επαλήθευση τον Πληροφοριών
1. Προκειμένου να επαληθεύσουν τις πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, οι Συμμετέχοντες, σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική τους νομοθεσία και τους κανονισμούς, προτίθενται να ενημερώνουν ο ένας τον άλλον, μέσω των ορισθέντων σημείων επαφής τους για επαλήθευση των πληροφοριών στο TSC και στη ΔΑΕΕΒ. Τα ορισθέντα σημεία επαφής αναμένεται να είναι διαθέσιμα 24 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα. Οι Συμμετέχοντες αντιλαμβάνονται, εντούτοις, on παρόμοια ενημέρωση μπορεί να μην είναι εφικτή σε μερικές, περιορισμένες, περιπτώσεις.
2. Με την επαλήθευση των πληροφοριών, οι οποίες παρέχονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, οι Συμμετέχοντες θα πρέπει, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία και τους κανονισμούς και χωρίς να θίγεται η κυριαρχία, η ασφάλεια και η δημόσια τάξη της χώρας τους, να προσπαθούν να συνδράμουν στην επιβεβαίωση των πληροφοριών, παρέχοντας, επίσης, αμέσως, εάν αυτό είναι δυνατό, ανακοινώσιμες πληροφορίες και συναφείς αξιολογήσεις απειλών, και να διευκολύνουν τις κατάλληλες επιχειρησιακές αντιδράσεις, λαμβάνοντας υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες παρέχονται από τον Παρέχοντα Συμμετέχοντα, καθώς επίσης και οποιαδήποτε αιτήματα τα οποία αφορούν κατάλληλες αντιδράσεις και προσπαθώντας να διασφαλίσουν ότι αυτό θα πράξουν και άλλες Σχετικές Υπηρεσίες της κυβέρνησης τους.
3. Σύμφωνα με και στο βαθμό που αυτό επιτρέπεται από την αντίστοιχη εθνική τους νομοθεσία και τις διεθνείς υποχρεώσεις τους, οι Συμμετέχοντες δεν πρόκειται να αποκαλύπτουν στο υποκείμενο των πληροφοριών ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα, οποιεσδήποτε πληροφορίες λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, παρά μόνο στις Σχετικές Υπηρεσίες τους και εφόσον συντρέχει ανάγκη γνώσης.
ΤΜΗΜΑ V
Χρήση και Προστασία τον Πληροφοριών Ακρίβεια των Πληροφοριών
1. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες πληροφορίες ελέγχου, τις οποίες λαμβάνει από τον Παρέχοντα Συμμετέχοντα
δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, προκειμένου να διεξάγει τους σχετικούς ελέγχους ασφαλείας. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να επικαφοποιεί άμεσα τα αρχεία του (δηλ., να τα διορθώνει, να τα τροποποιεί ή να τα διαγράφει), αμέσως μόλις ενημερωθεί για κάποια μεταβολή στις πληροφορίες, οι οποίες του παρασχέθηκαν δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού. Κάθε Συμμετέχων αντιλαμβάνεται ότι δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί ή να βασίζεται σε
πληροφορίες, οι οποίες έχουν ληφθεί δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, εφόσον αυτές έχουν αντικατασταθεί από νεότερες πληροφορίες, ή στην περίπτωση διακοπής της συμμετοχής στον παρόντα Διακανονισμό, εκτός όσων προβλέπονται στην Παράγραφο 12, κατωτέρω.
Προστασία από Αποκάλυψη (Πληροφοριών).
2. Ο Λαμβάνων Συμμετέχων αναμένεται να περιορίζει την πρόσβαση στις πληροφορίες, τις οποίες λαμβάνει από τον Παρέχοντα Συμμετέχοντα δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, αποκλειστικά στο προσωπικό του και τις Σχετικές Υπηρεσίες της κυβέρνησης του, εφόσον υπάρχει ανάγκη γνώσης και μόνο για τους δηλωμένους σκοπούς του παρόντος Διακανονισμού, όπως αυτοί διατυπώνονται στο Προοίμιο.
3. Οποιαδήποτε άλλη αποκάλυψη πληροφοριών, οι οποίες λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, απαιτεί την προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση του Παρέχοντος Συμμετέχοντος. Αιτήματα για παρόμοια συγκατάθεση σε αποκάλυψη θα πρέπει να υποβάλλονται από το Λαμβάνοντα Συμμετέχοντα προς τον Παρέχοντα Συμμετέχοντα, μέσω του σημείου επαφής.
4. Οποιαδήποτε αναπαραγωγή, διάδοση ή διαβίβαση οποιωνδήποτε πληροφοριών, που παρέχονται από το TSC ή τη ΔΑΕΕΒ δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, εκτός από το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, τον αριθμό διαβατηρίου, τη χώρα έκδοσης του διαβατηρίου ή την υπηκοότητα, θα πρέπει να συνοδεύονται από μια δήλωση, η οποία θα περιγράφει τους περιορισμούς χρήσης και αποκάλυψης που διατυπώνονται στην Παράγραφο 3.
5. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να προστατεύει τις πληροφορίες, τις οποίες λαμβάνει δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των αναρρήσεων που προβλέπονται στην Παράγραφο 13, από δημόσια αποκάλυψη ή από αποκάλυψη στο φυσικό πρόσωπο, στο μέγιστο βαθμό που αυτό επιτρέπεται από την εθνική του νομοθεσία, συμπεριλαμβανόμενων:
α. για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής: του Εκτελεστικού Διατάγματος 12958, όπως αυτό τροποποιήθηκε, του Νόμου περί Εθνικής Ασφάλειας του 1947, του Νόμου περί Ελευθερίας της Πληροφόρησης και του Νόμου για την προστασία της Ιδιωτικής Ζωής και,
β. για την Ελληνική Δημοκρατία: του νόμου 2472/1997, όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει, και της Οδηγίας 95/46/EC του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 24ης Οκτωβρίου 1995, περί προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τη διακίνηση των δεδομένων αυτών, καθώς και άλλης συναφούς εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας.
γ. οποιωνδήποτε συναφών Συμφωνιών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπάίκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
6. Οι Συμμετέχοντες θεωρούν ότι οι διατάξεις για τη χρήση και προστασία των πληροφοριών του παρόντος Διακανονισμού είναι κρίσιμες για την αποτελεσματική λειτουργία του παρόντος Διακανονισμού. Οι Συμμετέχοντες θα πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσουν ότι, τόσο αυτές όσο και οι λοιπές διατάξεις του παρόντος Διακανονισμού, είναι κατανοητές από τους αξιωματούχους τους και τους αξιωματούχους Σχετικών Υπηρεσιών εντός των κυβερνήσεων τους και ότι θα τηρούνται πλήρως και με συνέπεια.
7. Οποιαδήποτε ασάφεια ή ερώτηση θα πρέπει να επιλύεται υπέρ της προστασίας των πληροφοριών και θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαβουλεύσεων μεταξύ των Συμμετεχόντων. Στην περίπτωση κατά την οποία ένας Συμμετέχων δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του, όσον αφορά στη χρήση και την προστασία των πληροφοριών, που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, ο άλλος Συμμετέχων μπορεί να παύσει τη συμμετοχή του στον παρόντα Διακανονισμό, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Τμήμα IX, Παράγραφο 5.
Ασφάλεια των Πληροφοριών
8. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας, για τον έλεγχο της πρόσβασης πληροφορίες που λαμβάνονται, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Διακανονισμού, και να αποθηκεύει, πάντοτε, τις πληροφορίες αυτές σε ένα ασφαλές σύστημα αποθήκευσης, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.
Εποπτεία και Έλεγχος
9. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να ελέγχει την αντίστοιχη συμμόρφωση του με τις διατάξεις του παρόντος Διακανονισμού, που αφορούν στην προστασία των πληροφοριών και να επικοινωνεί με τον άλλο, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, για ζητήματα προστασίας και ασφάλειας.
10. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να διασφαλίζει ότι όλα τα μέλη του προσωπικού του, τα οποία έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που λαμβάνονται
δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, εκπαιδεύονται στα μέτρα ασφαλείας, τα οποία απαιτούνται για την προστασία των πληροφοριών. Ο Λαμβάνων Συμμετέχων αναμένεται να τηρεί αρχείο των ατόμων, στα οποία επιτρέπεται η πρόσβαση στις πληροφορίες που παρέχονται από τον Παρέχοντα Συμμετέχοντα και να αναφέρει στον άλλον οποιεσδήποτε προσπάθειες απόκτησης ανάρμοστης πρόσβασης ή ανάρμοστης χρήσης ή αποκάλυψης των πληροφοριών, οι οποίες παρέχονται από τον άλλο.
11. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να τηρεί ένα αρχείο ελέγχου στο πλαίσιο του παρόντος Διακανονισμού, σχετικά με το πότε λήφθηκαν τα δεδομένα, για πόσο διάστημα τηρήθηκαν τα δεδομένα και πώς αυτά χρησιμοποιήθηκαν, και θα πρέπει να καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στον Παρέχοντα Συμμετέχοντα, εάν αυτό του ζητηθεί.
12. Κάθε Συμμετέχων αναμένεται να καταστρέφει, άμεσα, τις πληροφορίες που λαμβάνει δυνάμει των όρων του παρόντος Διακανονισμού, οι οποίες έχουν αντικατασταθεί από νεότερες πληροφορίες ή έχουν διορθωθεί σύμφωνα με το Τμήμα III, Παράγραφος 5 του παρόντος Διακανονισμού, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.
α. Στην περίπτωση, κατά την οποία οποιοσδήποτε από τους Συμμετέχοντες παύσει τη συμμετοχή του στον παρόντα Διακανονισμό, κάθε Συμμετέχων θα πρέπει να καταστρέψει όλες τις πληροφορίες, τις οποίες έλαβε δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, εκτός εάν έχει άλλως, αμοιβαία συμφωνηθεί εγγράφως.
β. Κάθε Συμμετέχων θα πρέπει να χρησιμοποιεί τις πλέον αυστηρές ισχύουσες διαδικασίες για τη διάθεση των ευαίσθητων προσωπικού χαρακτήρα πληροφοριών ή/και των πληροφοριών που αφορούν την εθνική ασφάλεια.
Αποκατάσταση
13. Οι αντιρρήσεις, οι οποίες υποβάλλονται από ένα φυσικό πρόσωπο, θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και να προστατεύονται σύμφωνα με τις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες και τις διεθνείς υποχρεώσεις των Συμμετεχόντων σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, εάν ένας Συμμετέχων γίνει αποδέκτης αντιρρήσεων σχετικά με πληροφορίες που παρείχε ο έτερος Συμμετέχων δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, ο Συμμετέχων που γίνεται αποδέκτης των αντιρρήσεων θα πρέπει να ενημερώνει και, εάν κριθεί αναγκαίο, να παρέχει αντίγραφο των αντιρρήσεων και τυχόν διαθέσιμα έγγραφα ταυτότητας στον άλλο Συμμετέχοντα. Οι Συμμετέχοντες θα πρέπει να διαβουλεύονται, εφόσον κριθεί σκόπιμο και κατά περίπτωση, για όποιες ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβούν. Όπου αυτό απαιτείται, θα πρέπει να γίνονται διορθώσεις στις πληροφορίες. Οι Συμμετέχοντες αναμένεται να προστατεύουν τις πληροφορίες, τις οποίες λαμβάνουν δυνάμει της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με την Παράγραφο 5.
ΤΜΗΜΑ VI
Διαβούλευση
Οι Συμμετέχοντες θα πρέπει να διαβουλεύονται σε τακτική βάση, μέσω των σημείων επαφής τους, προκειμένου να προωθούν την αποτελεσματικότερη εφαρμογή του παρόντος Διακανονισμού και να επιλύουν διαφορές, όταν κρίνεται αναγκαίο.
ΤΜΗΜΑ VII
Σχέση με άλλους Διακανονισμούς
Οι διατάξεις του παρόντος Διακανονισμού δεν προορίζονται να θίξουν ή να περιορίσουν οποιαδήποτε άλλη συμφωνία ή διακανονισμό μεταξύ των Συμμετεχόντων ή των κυβερνήσεων τους, συμπεριλαμβανομένων και των συμφωνιών ή διακανονισμών που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου, την ανταλλαγή πληροφοριών ή τις προσπάθειες αντιμετώπισης της τρομοκρατίας.
ΤΜΗΜΑ VIII
Τροποποίηση του Διακανονισμού
Ο παρών Διακανονισμός δύναται να τροποποιηθεί μόνο με την έγγραφη συγκατάθεση των Συμμετεχόντων και υπό την προϋπόθεση της ολοκλήρωσης από τη ΔΑΕΕΒ των σχετικών εσωτερικών διαδικασιών που περιγράφονται στο Τμήμα IX, Παράγραφος 1 του παρόντος Διακανονισμού
ΤΜΗΜΑ IX
Τελικές Διατάξεις
1. Η συμμετοχή στον παρόντα Διακανονισμό αρχίζει από την ημερομηνία της έγγραφης γνωστοποίησης, με την οποία η ΔΑΕΕΒ ενημερώνει το TSC, δια της διπλωματικής οδού, για την ολοκλήρωση των σχετικών εσωτερικών διαδικασιών της.
2. Τίποτα στον παρόντα Διακανονισμό δεν προορίζεται να είναι νομικά δεσμευτικό για τους Συμμετέχοντες.
3. Τίποτα κατά την εφαρμογή του παρόντος Διακανονισμού δεν προορίζεται να αντιβαίνει στην εθνική νομοθεσία ή στις διεθνείς υποχρεώσεις των
Συμμετεχόντων.
4. Σε περίπτωση θέσεως σε ισχύ μιας συμφωνίας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας/Ευρωπαϊκής Ένωσης, για θέματα τα οποία καλύπτονται από τον παρόντα Διακανονισμό, οι Συμμετέχοντες προτίθενται να διαβουλευθούν μεταξύ τους σχετικά με τη συνέχιση του παρόντος Διακανονισμού.
5. Οποιοσδήποτε από τους Συμμετέχοντες δύναται να παύσει τη συμμετοχή του στον παρόντα Διακανονισμό, οποτεδήποτε, με έγγραφη ειδοποίηση προς τον άλλο Συμμετέχοντα, μέσω της διπλωματικής οδού. Όλες οι συνεννοήσεις σχετικά με τη χρήση και την αποκάλυψη όλων των πληροφοριών που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος Διακανονισμού, πρόκειται να διατηρούνται και μετά την παύση της συμμετοχής των Συμμετεχόντων στον παρόντα Διακανονισμό.
Υπογράφηκε στην Αθήνα την 23η ημέρα του Ιουνίου 2009, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, και των δύο κειμένων όντων επισήμων.
ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΕΓΧΟΥ
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ ΤΩΝ
ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ
ΒΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Αγγλικό Κείμενο
ARRANGEMENT
BETWEEN
THE SPECIAL VIOLENT CRIME DIVISION
OF THE HELLENIC POLICE
AND
THE TERRORIST SCREENING CENTER
OF THE UNITED STATES OF AMERICA
FOR THE EXCHANGE OF
INFORMATION CONCERNING
TERRORIST ACTS
Preamble
The Special Violent Crime Division (SVCD) of the Hellenic Police on behalf
of the Government of the Hellenic Republic and the Terrorist Screening
Center of the United States of America (TSQ on behalf of the Government of
the United States of America, (hereinafter referred to as “the
Participants”), Having determined that their joint efforts to prevent and
address international terrorism should include additional cooperation, and
Desiring to establish appropnate procedures for access to, and exchange of,
information concerning terrorist acts,
Have reached the following understanding to guide their cooperation:
Section I Definitions
“Classified information” means:
for the United States, classified national security information
determined pursuant to Executive Order 12958, as amended, or any successor
order to require protection against unauthorized disclosure and marked to
indicate its classified status when in documentary form.
for the Hellenic Republic, classified information means information or
material to be transmitted under any form, needing protection against
unauthorized disclosure and classified according to the EU protection levels
(203/C 201/01).
“Correcting information” means any information that is intended to
correct a misidentification or any other error in data provided under the
Arrangement.
“Need to know” means that an authorized holder of information has
justifiably concluded that an authorized user requires knowledge of specific
information in order to perform or assist in a lawful and authorized
governmental function.
“Providing Participant” means, with regard to information provided under
this Arrangement, either the TSC or the SVCD.
“Receiving Participant” means, with regard to information received under
this Arrangement, either the TSC or the SVCD.
“Relevant Agency” means:
for the United States, any intelligence, law enforcement, diplomatic,
immigration, military, public security or other agency of the government,
including Federal, State, local, territorial and tribal governmental
authorities, that may have officials who have access to information provided
under the terms of this Arrangement or that may be asked, in the event
information is verified as described in Section IV, to provide additional
information or take other actions to assist in accomplishing the stated
purposes of this Arrangement as set forth in the Preamble.
for the Hellenic Republic, the Hellenic Police Services at the
national level.
Section Π
Scope of Information Exchange
The Participants intend to provide each other information concerning
terrorist acts in accordance with the purpose and provisions of this
Arrangement, subject to each Participant`s national laws and regulations and
except in cases where the Providing Participant determines that provision of
such information would be contrary to its national interest.
The TSC intends to provide the SVCD access to information concerning
individuals from its Terrorist Screening Database (TSDB) that has been
approved for release to certain foreign partners.
The SVCD intends to provide the TSC information concerning individuals
convicted of terrorist acts and information concerning individuals accused
of terrorist acts under provisions of its national law, including
legislation on the protection of personal data. include the individual`s
full name, known aliases, and date(s) of birth. Passport numbers) and
citizenship should be included, if known. Any other available identifying
information (including biometric infonnation) may be provided at the
discretion of the Providing Participant. The exchange of information and any
processing of personal data are to be carried out by each of the
Participants in accordance with their respective national law and
regulations, and for the Hellenic Republic, Directive 95/46EC and other
relevant Community laws.
No classified information should be provided under the terms of this
Arrangement. If, however, there becomes a need to exchange classified
information, Relevant Agencies are to exchange such information pursuant to
national law and regulations and international agreements in force between
the United States and the Hellenic Republic.
The Participants intend to provide each other with correcting
information as soon as practicable after determining that any information
received or provided under this Arrangement is incorrect.
Nothing in this Arrangement is intended to restrict either Participant,
or as regards the United States, any Relevant Agency, from requesting or
exchanging information or data through agreements or arrangements as
concluded between the United States and the Hellenic Republic.
Section m
Information Exchange Procedures
Each Participant intends to identify a point of contact for purposes of
implementing this Arrangement.
For the TSC, the point of contact is the Deputy Director – US
Department of State of the TSC.
For the SVCD of the Hellenic Police the point of contact is the Deputy
Director.
Contact information for these individuals and other points of contact
is to be exchanged by the Participants as necessary.
A Participant may change its designated point of contact upon written
notification to the other Participant
Each Providing Participant intends to provide information under this
Arrangement not later than 120 days after the commencement date of this
Arrangement. Each Providing Participant should update that information on a
regular basis, for the TSC, at least once a week.
If a Participant becomes aware information it received or provided under
this Arrangement may be inaccurate, then the Participant, subject to its
domestic laws and regulations, is to advise the other Participant as soon as
practicable and provide correcting information. The United States intends to
make regular updates (including corrections) to information in the TSDB, but
does not intend to provide notice when such updates are made.
Upon receipt of correcting information, the Receiving Participant should
ensure and confirm to the Providing Participant that any erroneous
information and any derivatively created information is destroyed or
corrected pursuant to Section V, Paragraphs 1 and 12, of this Arrangement.
Section IV
Procedures for Verification of Information
To verify information received under this Arrangement, the Participants,
in accordance with their respective national law and regulations, intend to
notify each other through their designated contacts for verification of
information at the TSC and the SVCD. The designated contacts are expected to
be available 24 hours a day, seven days a week. The Participants understand,
however, that such notice may not be feasible in some limited cases.
Upon verification of information provided under this Arrangement, the
Participants should, in accordance with their national law and regulations
and without prejudice to the sovereignty, security and public order of their
country, endeavor to assist in confirming the information, also providing
immediately, if possible, releasable information, relevant threat
assessments, and facilitate appropriate operational responses, taking into
account, to the extent possible, any additional information provided by the
Providing Participant as well as any requests concerning appropriate
responses and endeavoring to ensure that other Relevant Agencies of its
government do so as well.
In accordance with and to the extent permitted by their respective
national law and international obligations, the Participants are not to
disclose to the individual or any other person or entity any information
obtained under this Arrangement, except on a need-to-know basis to their
relevant agencies.
Section V
Use and Protection of Information
Accuracy of Information
Each Participant is expected to use the most current screening
information it receives from the Providing Participant under this
Arrangement to conduct related security screening. Each Participant is
expected to expeditiously update its records (i.e., correct, modify or
delete) once notified of a change to information provided under this
Arrangement. Each Participant understands that it should not use or rely
upon information that has been received under the terms of this Arrangement
when it has been superseded by new information, or in the event that
participation under this Arrangement is discontinued, except as provided in
Paragraph 12, below.
Protection from Disclosure
A Receiving Participant is expected to limit access to information it
receives from the Providing Participant under this Arrangement solely to its
personnel and Relevant Agencies of its government on a need to know basis
and only for the stated purposes of this Arrangement as set forth in the
Preamble.
Any other disclosure of information received under this Arrangement
requires prior written consent of the Providing Participant Requests for
such consent to a disclosure should be made by the Receiving Participant to
the Providing Participant through the point of contact
Any reproduction, dissemination, or communication of any information
provided by the TSC or the SVCD under this Arrangement, other than name,
date of birth, passport number, passport country of issuance, or citizenship
should be accompanied by a statement describing the use and disclosure
restrictions set forth in Paragraph 3.
Each Participant is expected to protect information received under the
terms of this Arrangement, including a complaint under Paragraph 13, from
public disclosure or disclosure to the individual to the maximum extent
permitted by its national law, including:
for the United States: Executive Order 12958 as amended, the National
Security Act of 1947, the Freedom of Information Act, and the Privacy Act;
and,
for the Hellenic Republic: Law 2472/1997 as amended and being in
force, and Directive 95/467EC of the European Parliament and of the Council
of 24 October 1995 on the protection of individuals with regard to the
processing of personal data and on the movement of such data; and, other
relevant national and Community legislation.
any relevant agreements between the European Union / European
Community and the United States.
The Participants consider the use and protection of information
provisions of this Arrangement to be critical to the effective functioning
of this Arrangement The Participants should use their best efforts to ensure
that these and the other provisions of this Arrangement are understood by
their officials and officials of Relevant Agencies within their governments
and followed fully and consistently.
Any ambiguity or question should be resolved in favor of protecting the
information and should be the subject of consultations hetwft*n th*”
Participants. In the event that a Participant does not carry out its
commitments regarding the use and protection of information obtained under
this Arrangement, the other Participant may cease participation in this
Arrangement as set forth in Section IX, Paragraph 5.
Security of Information
Each Participant is expected to have appropriate security safeguards
in place controlling access to information obtained under the terms of this
Arrangement and at all times to store such information in a secure storage
system in accordance with its national law.
Oversight and Monitoring
Each Participant is expected to monitor its respective compliance with
the provisions of this Arrangement pertaining to the protection of
information and to communicate with the other, as appropriate, regarding
protection and security issues.
Each Participant is expected to ensure that all of its personnel with
access to information obtained under the terms of this Arrangement are
trained in the safeguards required to protect the information. A Receiving
Participant is expected to keep a record of the individuals who are
permitted access to the information provided by the Providing Participant
and to report to the other any attempts to gain inappropriate access to or
inappropriately use or disclose information provided by the other.
Each Participant is expected to keep an audit record within the
framework of this Arrangement as to when the data were received, how long
the data were held, and how they were used, and should make such information
available to the Providing Participant, if requested.
Each Participant is expected to promptly destroy information obtained
under the terms of this Arrangement, that has been superseded by new
information or that has been corrected pursuant to Section ΠΙ, Paragraph 5
of this Arrangement, to the extent practicable.
In the event that either Participant ceases participation in this
Arrangement each Participant should destroy all information obtained under
the terms of this Arrangement, to the extent practicable, unless otherwise
mutually accepted in writing.
Each Participant should use the most stringent procedures that are in
place for the disposal of sensitive personal and/or national security
information.
Redress
Complaints registered by an individual should be processed and
protected in accordance with the Participants* respective national law and
international obligations on the protection of personal data. In accordance
with the aforementioned, if a Participant receives a complaint related to
information provided by the other Participant pursuant to this Arrangement,
the Participant receiving the complaint should inform and, if necessary,
provide a copy of the complaint and any identity documents available to the
other Participant. The Participants should consult, where appropriate and on
a case by case basis, with respect to any actions to be taken. Where
appropriate, corrections should be made to the information. The Participants
are expected to protect the information received under this paragraph in
accordance with Paragraph 5.
Section VI
Consultation
The Participants should consult regularly through their points of contact
to promote the most effective implementation of this Arrangement and to
settle disputes, as necessary.
Section VII
Relationship to Other Arrangements
The provisions of this Arrangement are not intended to prejudice or
restrict any other agreement or arrangement between the Participants or
their governments, including agreements or arrangements related to law
Section ΥΙΠ
Modification of the Arrangement
This Arrangement may only be modified by the written consent of the
Participants and subject to completion of the SVCD`s relevant domestic
procedures described in Section IX, Paragraph 1 of the present Arrangement.
Section IX Final Provisions
Participation under this Arrangement commences on the date of the
written notification by which the SVCD informs the TSC, through diplomatic
channels, about the completion of its relevant domestic procedures.
Nothing in this Arrangement is intended to be legally binding on the
Participants.
Nothing in the implementation of this Arrangement is intended to
contravene the Participants* national law or international obligations.
If an agreement between the United States and the European Community /
European Union concerning matters covered by this Arrangement enters into
force, the Participants intend to consult with each other concerning the
continuation of this Arrangement.
Either Participant may cease participation in this Arrangement at any
time by giving written notice to the other Participant, through diplomatic
channels. All understandings with respect to the use and disclosure of all
information received under this Arrangement are intended to survive the
Participants` discontinued participation in mis Arrangement.
Signed at Athens, Greece, this 23rd day of June 2009, in the Greek and the
English languages both texts being official.
FOR THE SPECIAL VIOLENT FOR THE TERRORIST
CRIME DIVISION OF THE SCREENING CENTER HELLENIC IfOLICE: OF THE UNITED
STATES OF AMERICA:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος,η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την ενίσχυση της συνεργασίας για την πρόληψη και καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος, που υπογράφηκε στην Κέρκυρα, στις 28 Ιουνίου 2009, της οποίας το κείμενο στοπρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την Ενίσχυση της Συνεργασίας για την Πρόληψη και Καταπολέμηση του Σοβαρού Εγκλήματος
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (εφεξής καλούμενες “τα Μέρη”),
Ωθούμενες από την επιθυμία να συνεργαστούν ως εταίροι για την πρόληψη και καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, κατά τρόπο αποτελεσματικότερο,
Αναγνωρίζοντας ότι η ανταλλαγή πληροφοριών αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος ιδιαίτερα της τρομοκρατίας,
Αναγνωρίζοντας τη σημασία της πρόληψης και καταπολέμησης του σοβαρού εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, σεβόμενες παράλληλα τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, κυρίως το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής,
Εμπνεόμενες από την Απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του. Συμβουλίου της Ευρωπάίκής`Ενωσης για την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος, και
Επιδιώκοντας την ενίσχυση και ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των Μερών σε πνεύμα εταιρικής σχέσης,
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας,
1. Στον “σκοπό ποινικής δικαιοσύνης” περιλαμβάνονται ενέργειες οριζόμενες ως απονομή ποινικής δικαιοσύνης, όπερ σημαίνει την εκτέλεση οποιωνδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες: εντοπισμός, σύλληψη, κράτηση, απόλυση πριν από την ποινική δίκη, απόλυση μετά την ποινική δίκη, δίωξη, εκδίκαση, σωφρονιστική επίβλεψη ή δραστηριότητες επανένταξης των κατηγορουμένων ή των ποινικών παραβατών. Η απονομή ποινικής δικαιοσύνης περιλαμβάνει επίσης ενέργειες που αφορούν την εξακρίβωση της ταυτότητας των εγκληματιών.
2. Ως “προφίλ DNA” (πρότυπα ταυτοποίησης DNA) νοείται ένας κωδικός αποτελούμενος από γράμματα ή αριθμούς, ο οποίος αναπαριστά σειρά
χαρακτηρισμών ταυτοποίησης του μη κωδικευμένου τμήματος ενός αναλυθέντος δείγματος ανθρώπινου DNA, δηλ. της ιδιαίτερης χημικής μορφής στους διαφόρους τόπους DNA (loci).
3. Ως “δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα” νοείται κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί (“υποκείμενο των δεδομένων”). Ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί θεωρείται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει ενός αριθμού ταυτότητας ή ενός ή περισσοτέρων στοιχείων που χαρακτηρίζουν τη φυσική, βιολογική, διανοητική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική του ταυτότητα.
4. Ως “επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” νοείται οποιαδήποτε εργασία ή σειρά εργασιών που εκτελείται επί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είτε με αυτοματοποιημένα μέσα είτε όχι, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση, η προσαρμογή ή τροποποίηση, η ταξινόμηση, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η ανακοίνωση μέσω παροχής η διάδοση ή η δι` άλλου τρόπου διάθεση, ο συνδυασμός ή η συσχέτιση, το κλείδωμα ή η διαγραφή μέσω της απαλοιφής ή της καταστροφής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
5. Ως “δεδομένα αναφοράς” νοούνται ένα προφίλ DNA και οι σχετικές αναφορές (δεδομένα αναφοράς DNA) ή δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και οι σχετικές αναφορές (δεδομένα αναφοράς δακτυλικών αποτυπωμάτων). Τα δεδομένα αναφοράς δεν πρέπει να περιέχουν δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του υποκειμένου των δεδομένων. Τα δεδομένα αναφοράς από τα οποία δεν είναι δυνατόν να ταυτοποιείται οποιοδήποτε πρόσωπο (μη ταυτοποιήσιμα) πρέπει να επισημαίνονται ως τέτοια.
Άρθρο 2
Σκοπός και πεδίο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας
1. Ο σκοπός της παρούσας Συμφωνίας είναι η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ελληνικής Δημοκρατίας για την πρόληψη και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος.
2. Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας περιλαμβάνει μόνο τα εγκλήματα που συνιστούν αδικήματα τιμωρητέα με μέγιστη στέρηση της ελευθερίας πλέον του ενός έτους ή σοβαρότερη ποινή. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με την εθνική τους νομοθεσία, τα Μέρη δύνανται να παράσχουν το ένα στο άλλο καταλόγους των συγκεκριμένων σοβαρών εγκλημάτων για τα οποία ένα Μέρος δεν θα είναι υποχρεωμένο να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως αναφέρεται στα Άρθρα 6 και 9 της Συμφωνίας.
Άρθρο 3
Δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα
Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας, τα Μέρη θα διασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα δεδομένων αναφοράς από το αρχείο για τα εθνικά συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν δημιουργηθεί για τον εντοπισμό, την καταπολέμηση και τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων. Τα δεδομένα αναφοράς περιλαμβάνουν μόνο δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και μια αναφορά
Άρθρο 4
Αυτοματοποιημένη αναζήτηση δεδομένων αφορώντων δακτυλικά αποτυπώματα
1. Για τον εντοπισμό, την καταπολέμηση και τη διερεύνηση του σοβαρού εγκλήματος, κάθε Μέρος επιτρέπει στα εθνικά σημεία επαφής του άλλου Μέρους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7, πρόσβαση για επιτυχή/μη επιτυχή αντιστοίχιση στα δεδομένα αναφοράς του συστήματος αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων, που έχει δημιουργηθεί για το σκοπό αυτό, με την εξουσία να διεξάγουν αυτοματοποιημένες αναζητήσεις με σύγκριση των σχετικών με δακτυλικά αποτυπώματα δεδομένων. Αναζητήσεις δύναται να διεξάγονται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του αναζητούντος Μέρους.
2. Η σύγκριση των σχετικών με δακτυλικά αποτυπώματα δεδομένων με τα δεδομένα αναφοράς που κατέχει το υπεύθυνο για το αρχείο Μέρος διεξάγεται από τα εθνικά σημεία επαφής τα οποία προβαίνουν στην αναζήτηση μέσω αυτοματοποιημένης παροχής των δεδομένων αναφοράς που απαιτούνται για τη διαπίστωση σαφούς αντιστοιχίας.
3. Εφόσον είναι αναγκαίο, διεξάγεται περαιτέρω ανάλυση από τα εθνικά σημεία επαφής, στα οποία απευθύνεται το αίτημα, για τον σκοπό της διαπίστωσης αντιστοιχίας των σχετικών με δακτυλικά αποτυπώματα δεδομένων προς τα δεδομένα αναφοράς που κατέχει το Μέρος το οποίο είναι υπεύθυνο για το αρχείο.
Άρθρο 5
Εναλλακτικά μέσα αναζήτησης με χρήση δεδομένων ταυτοποίησης
1. Εως ότου η Ελληνική Δημοκρατία αποκτήσει ένα πλήρως λειτουργικό και αυτοματοποιημένο σύστημα ταυτοποίησης δακτυλικών αποτυπωμάτων που θα διασυνδέεται με ατομικά αρχεία συλλήψεων και καταδικών και είναι έτοιμη να παράσχει στις Ηνωμένες Πολιτείες αυτοματοποιημένη πρόσβαση για επιτυχή/μη επιτυχή αντιστοίχιση στο σύστημα αυτό, θα παρέχει εναλλακτικά μέσα διεξαγωγής αναζητήσεων με χρήση άλλων προσωπικών δεδομένων ταυτοποίησης για τον καθορισμό μιας σαφούς αντιστοιχίας που θα συνδέει ένα άτομο με τα πρόσθετα δεδομένα. Οι εξουσίες αναζήτησης ασκούνται όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 και μια σαφής αντιστοιχία θα αντιμετωπίζεται όπως μια σαφής αντιστοιχία των αφορώντων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεδομένων, ώστε να επιτρέπει την παροχή πρόσθετων δεδομένων όπως προβλέπεται στο άρθρο 6.
2. Οι εξουσίες αναζήτησης που προβλέπονται βάσει της παρούσας Συμφωνίας χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς της ποινικής δικαιοσύνης,
συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης άσκησης τους στα σύνορα, όπου ένα άτομο για το οποίο ζητούνται τα πρόσθετα δεδομένα εντοπίζεται για περαιτέρω έλεγχο.
Άρθρο 6
Παροχή περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 4, διαπιστωθεί αντιστοιχίαμεταξύ δεδομένων αφορώντων δακτυλικά αποτυπώματα, η παροχή οποιωνδήποτε περαιτέρω διαθέσιμων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων σχετικών με δεδομένα αναφοράς διέπεται από την εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων δυναστικής συνδρομής, του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.
Άρθρο 7
Εθνικά σημεία επαφής και εφαρμοστικές συμφωνίες
1. Για το σκοπό της παροχής δεδομένων όπως αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5, κάθε Μέρος ορίζει ένα ή περισσότερα εθνικά σημεία επαφής. Οι εξουσίες των σημείων επαφής διέπονται από την εθνική νομοθεσία του Μέρους που ορίζει το σημείο επαφής.
2. Οι τεχνικές και διαδικαστικές λεπτομέρειες για τις αναζητήσεις που διεξάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5 ορίζονται σε μία ή περισσότερες εφαρμοστικές συμφωνίες ή διακανονισμούς.
Άρθρο 8
Αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA
1. Εάν το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία και των δύο Μερών και στη βάση της αμοιβαιότητας, τα Μέρη δύνανται να επιτρέπουν στο εθνικό σημείο επαφής ενός εκάστου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10, πρόσβαση για επιτυχή/μη επιτυχή αντιστοίχιση στα δεδομένα αναφοράς που περιέχονται στα αρχεία ανάλυσης DNA εκάστου, με την εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων με σύγκριση των προφίλ DNA για τη διερεύνηση του σοβαρού εγκλήματος. Αναζητήσεις δύναται να διεξάγονται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με την εθνική
νομοθεσία του αναζητούντος Μέρους.
2. Εάν μια αυτοματοποιημένη αναζήτηση δείξει ότι ένα προφα DNA που παρασχέθηκε αντιστοιχεί σε προφίλ DNA το οποίο έχει εισαχθεί στο αρχείο του ετέρου Μέρους, το εθνικό σημείο επαφής που προβαίνει στην αναζήτηση λαμβάνει με αυτοματοποιημένη γνωστοποίηση τα δεδομένα αναφοράς για τα οποία βρέθηκε αντιστοιχία. Εάν δεν είναι δυνατόν να βρεθεί αντιστοιχία, τούτο θα γνωστοποιείται με αυτοματοποιημένο τρόπο.
Άρθρο 9
Παροχή περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 8, διαπιστωθεί αντιστοιχία μεταξύ προφίλ DNA, η παροχή οποιωνδήποτε διαθέσιμων περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων σχετικών με δεδομένα αναφοράς διέπεται από την εθνική νομοθεσία, περιλαμβανομένων των κανόνων δικαστικής συνδρομής, του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.
Άρθρο 10
Εθνικό σημείο επαφής και εφαρμοστικές συμφωνίες
1. Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων όπως προβλέπεται στο άρθρο 8, κάθε Μέρος ορίζει ένα εθνικό σημείο επαφής. Οι εξουσίες του σημείου επαφής διέπονται από την εθνική νομοθεσία του Μέρους που ορίζει το σημείο επαφής.
2. Οι τεχνικές και διαδικαστικές λεπτομέρειες για τις αναζητήσεις που διεξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 8 ορίζονται σε μία ή περισσότερες εφαρμοστικές συμφωνίες ή διακανονισμούς.
Άρθρο 11
Παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων για την πρόληψη σοβαρών ποινικών και τρομοκρατικών αδικημάτων
1. Για τους σκοπούς του εντοπισμού, της καταπολέμησης και της διερεύνησης σοβαρών ποινικών και τρομοκρατικών αδικημάτων, ένα Μέρος δύναται, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, σε ατομικές περιπτώσεις, ακόμη και χωρίς να του έχει ζητηθεί, να παρέχει στο αρμόδιο εθνικό σημείο επαφής του άλλου Μέρους, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6, τα προσωπικά δεδομένα που εξειδικεύονται στην παράγραφο 2, στο βαθμό που τούτο είναι αναγκαίο επειδή από συγκεκριμένες περιστάσεις δημιουργείται ευλόγως η πεποίθηση ότι το(α) υποκείμενο(α) των δεδομένων:
α. δύνα(ν)ται να σχεδιάζει(ουν) την διάπραξη ή έχει(ουν) διαπράξει τρομοκρατικά ή σχετικά με την τρομοκρατία αδικήματα, ή αδικήματα που σχετίζονται με μια τρομοκρατική ομάδα ή οργάνωση, όπως τα αδικήματα αυτά ορίζονται βάσει της εθνικής νομοθεσίας του παρέχοντος Μέρους, ή
β. εκπαιδεύεται(ονται) ή έχει(ουν) εκπαιδευτεί για τη διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο α`, ή
γ. δύνα(ν)ται να σχεδιάζει(ουν) την διάπραξη ή έχει(ουν) διαπράξει σοβαρό
ποινικό αδίκημα, ή συμμετέχει(ουν) σε οργανωμένη εγκληματική ομάδα ή οργάνωση.
2. Τα προς παροχή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιλαμβάνουν, εφόσον είναι διαθέσιμα, το επώνυμο, τα ονόματα, τα πρώην ονόματα, άλλα ονόματα, τα ψευδώνυμα, την εναλλακτική ορθογραφία των ονομάτων, το φύλο, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, την τρέχουσα και τις προηγούμενες υπηκοότητες, τον αριθμό διαβατηρίου, τους αριθμούς άλλων εγγράφων αποδεικτικών της ταυτότητας και δεδομένα αφορώντα δακτυλικά αποτυπώματα, καθώς και τη φύση τυχόν καταδίκης ή των περιστάσεων βάσει των οποίων δημιουργείται η πεποίθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
3. Το παρέχον Μέρος δύναται, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, να επιβάλει όρους όσον αφορά τη χρήση των δεδομένων αυτών που μπορεί να γίνει από το λαμβάνον Μέρος. Εάν το λαμβάνον Μέρος αποδεχθεί τα δεδομένα αυτά, θα δεσμεύεται από τους όρους αυτούς.
4. Δεν είναι δυνατή η επιβολή από το παρέχον Μέρος γενικών περιορισμών, που άπτονται των γενικών νομικών αρχών του λαμβάνοντος Μέρους, για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ως όρου δυνάμει της παραγράφου 3 για την παροχή δεδομένων.
5. Επιπροσθέτως στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, τα Μέρη δύνανται να παρέχουν το ένα στο άλλο δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα αφορώντα αδικήματα που διαλαμβάνονται στην παράγραφο ί.
6. Κάθε Μέρος ορίζει ένα ή περισσότερα εθνικά σημεία επαφής για την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων δεδομένων βάσει του παρόντος άρθρου με τα σημεία επαφής του άλλου Μέρους. Οι εξουσίες των εθνικών σημείων επαφής διέπονται από την εθνική νομοθεσία του Μέρους που ορίζει το σημείο επαφής.
Άρθρο 12
Απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και προστασία των δεδομένων προσωπικού
1. Τα Μέρη αναγνωρίζουν ότι η διαχείριση και η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκτούν το ένα από το άλλο είναι κρίσιμης σημασίας για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στην εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας.
2. Τα Μέρη δεσμεύονται να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με ορθό τρόπο και σύμφωνα με την αντίστοιχη νομοθεσία τους και:
α. να διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέχονται είναι επαρκή και σχετικά με τον ειδικό σκοπό της διαβίβασης,
β. να διατηρούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνο για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για τον ειδικό σκοπό για τον οποίο τα δεδομένα παρασχέθηκαν ή υπέστησαν περαιτέρω επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα Συμφωνία, και
γ. να διασφαλίζουν ότι πιθανώς ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επισημαίνονται εγκαίρως στο λαμβάνον Μέρος προκειμένου να αναληφθεί κατάλληλη διορθωτική δράση.
3. Η παρούσα Συμφωνία δεν δημιουργεί δικαιώματα υπέρ οποιουδήποτε ιδιώτη, συμπεριλαμβανομένων της απόκτησης, της απόκρυψης ή του αποκλεισμού οποιωνδήποτε αποδεικτικών στοιχείων ή της παρεμπόδισης της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Δεν θίγονται, ωστόσο, δικαιώματα που υφίστανται ανεξαρτήτως της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 13
Περιορισμοί κατά την επεξεργασία με σκοπό την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των άλλων δεδομένων
1. Μη θιγομένου του άρθρου 11, παράγραφος 3, κάθε Μέρος δύναται να επεξεργάζεται τα δεδομένα που λαμβάνει βάσει της παρούσας Συμφωνίας:
α. για τους σκοπούς των ποινικών ερευνών αυτού,
β. για την πρόληψη σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια αυτού,
γ. για τις μη ποινικές δικαστικές ή διοικητικές διαδικασίες αυτού που σχετίζονται άμεσα με τις έρευνες οι οποίες προβλέπονται στην υποπαράγραφο (α), ή
δ. για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, μόνον με τη προηγούμενη συγκατάθεση του Μέρους που παρέσχε τα δεδομένα.
2. Τα Μέρη δεν κοινοποιούν τα δεδομένα που παρέχονται βάσει της παρούσας Συμφωνίας σε τρίτα Κράτη, διεθνείς ή ιδιωτικούς φορείς χωρίς την συγκατάθεση του Μέρους που παρέσχε τα δεδομένα και χωρίς τις κατάλληλες εγγυήσεις.
3. Ένα Μέρος μπορεί να διεξάγει αυτοματοποιημένη αναζήτηση στα αρχεία δεδομένων αφορώντων δακτυλικά αποτυπώματα ή δεδομένων DNA του άλλου Μέρους βάσει των άρθρων 4 ή 8, και να επεξεργάζεται τα δεδομένα που λαμβάνει σε απάντηση της αναζήτησης αυτής, συμπεριλαμβανομένης της κοινοποίησης του κατά πόσον υφίσταται ή όχι επιτυχής αντιστοίχιση, αποκλειστικά και μόνον προκειμένου:
α. να διαπιστώσει κατά πόσον υφίσταται αντιστοιχία με τα συγκρινόμενα προφίλ DNA ή με τα δεδομένα που αφορούν δακτυλικά αποτυπώματα,
β. να ετοιμάσει και να υποβάλει αίτημα συνδρομής προς ενημέρωση του αρχείου σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων περί δικαστικής συνδρομής, σε περίπτωση που για τα δεδομένα αυτά υπήρξε αντιστοίχηση, ή
γ. να ενεργήσει για την τήρηση αρχείου, όπως προβλέπεται από την εθνική του νομοθεσία.
Το Μέρος που διαχειρίζεται το αρχείο δύναται να επεξεργάζεται τα δεδομένα που παρέχονται σε αυτό από το αναζητούν Μέρος κατά τη διαδικασία μιας αυτοματοποιημένης αναζήτησης σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 8 αποκλειστικά και μόνον όταν τούτο είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της σύγκρισης, της παροχής αυτοματοποιημένων απαντήσεων στην αναζήτηση ή της τήρησης αρχείων σύμφωνα με το άρθρο 15.
Τα δεδομένα που παρέχονται για σύγκριση διαγράφονται αμέσως μετά τη σύγκριση των δεδομένων ή τις αυτοματοποιημένες απαντήσεις στις αναζητήσεις, εκτός εάν περαιτέρω επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (β) ή (γ) της παραγράφου 3 του παρόντος.
Άρθρο 14
Διόρθωση, κλείδωμα και διαγραφή δεδομένων
1. Κατόπιν αιτήματος του παρέχοντος Μέρους, το λαμβάνον Μέρος υποχρεούται να διορθώνει, να κλειδώνει ή να διαγράφει, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, δεδομένα που λαμββάνει βάσει της παρούσας Συμφωνίας, τα οποία είναι εσφαλμένα ή ελλιπή, ή εάν η συλλογή ή η περαιτέρω επεξεργασία τους αντιβαίνει στην παρούσα Συμφωνία ή στους κανόνες που εφαρμόζονται από το παρέχον Μέρος.
2. Σε περίπτωση που ένα Μέρος αντιληφθεί ότι τα δεδομένα που έχει λάβει από το άλλο Μέρος βάσει της παρούσας Συμφωνίας δεν είναι ακριβή, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα αυτά δεν θα αντιμετωπισθούν εσφαλμένως ως αξιόπιστα. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ειδικότερα τη συμπλήρωση, τη διαγραφή ή τη διόρθωση των δεδομένων αυτών.
3. Κάθε Μέρος ενημερώνει το άλλο σε περίπτωση που αντιληφθεί ότι κατάλληλα ή ορισμένης σοβαρότητας δεδομένα τα οποία διαβίβασε στο άλλο Μέρος ή έλαβε από το άλλο Μέρος βάσει της παρούσας Συμφωνίας είναι ανακριβή ή αναξιόπιστα ή υπόκεινται σε σοβαρή αμφισβήτηση.
Άρθρο 15
1. Κάθε Μέρος διατηρεί αρχείο διαβίβασης και λήψης των δεδομένων που κοινοποιήθηκαν στο άλλο Μέρος βάσει της παρούσας Συμφωνίας. Αυτό το αρχείο χρησιμεύει για:
α. να διασφαλίζει τον αποτελεσματικό έλεγχο της προστασίας των δεδομένων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του αντίστοιχου Μέρους,
β. να δίνει τη δυνατότητα στα Μέρη να χρησιμοποιούν κατά τρόπο αποτελεσματικό τα δικαιώματα που τους παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 18 και
γ. να διασφαλίζει την ασφάλεια των δεδομένων.
2. Το αρχείο περιλαμβάνει:
α. πληροφορίες σχετικά με τα παρασχεθέντα δεδομένα,
β. την ημερομηνία της παροχής, και
γ. τον αποδέκτη των δεδομένων σε περίπτωση που τα δεδομένα παρέχονται σε άλλους φορείς.
3. Τα καταχωρισθέντα δεδομένα προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα από κακή χρήση και από άλλες μορφές μη δέουσας χρήσης, και διατηρούνται για δύο έτη.
Μετά την περίοδο διατήρησης, τα καταχωρισθέντα δεδομένα διαγράφονται, εκτός αν τα αντίστοιχα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα βάσει του Άρθρου 12, παράγραφος 2 (β).
Άρθρο 16
Ασφάλεια δεδομένων
1. Τα Μέρη διασφαλίζουν ότι χρησιμοποιούνται τα απαραίτητα τεχνικά μέτρα και οι οργανωτικές διευθετήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έναντι τυχαίας ή παράνομης καταστροφής, τυχαίας απώλειας ή μη
εξουσιοδοτημένης κοινοποίησης, τροποποίησης, πρόσβασης ή οποιασδήποτε μη εξουσιοδοτημένης μορφής επεξεργασίας. Ειδικότερα, τα Μέρη θα λαμβάνουν εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι μόνον όσοι είναι εξουσιοδοτημένοι να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα αυτά.
2. Οι εφαρμοστικές συμφωνίες ή διακανονισμοί που διέπουν τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση σε αρχεία με δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και δεδομένα DNA σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 8 προβλέπουν:
α. ότι γίνεται κατάλληλη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία, η ασφάλεια, η εμπιστευτικότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων,
β. ότι γίνεται χρήση των αναγνωρισμένων από τις αρμόδιες αρχές διαδικασιών κρυπτογράφησης και εξουσιοδότησης σε περίπτωση καταφυγής σε γενικώς προσπελάσιμα δίκτυα, και
γ. έναν μηχανισμό που να διασφαλίζει ότι διεξάγονται μόνον επιτρεπτές αναζητήσεις.
Άρθρο 17
Διαφάνεια – Παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων
1. Τίποτα στην παρούσα Συμφωνία δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να έρχεται σε σύγκρουση με τις νομικές υποχρεώσεις των Μερών, όπως αυτές ορίζονται στις αντίστοιχες νομοθεσίες τους, να παρέχουν στα υποκείμενα των δεδομένων πληροφορίες σχετικά με τους σκοπούς της επεξεργασίας και την ταυτότητα του υπεύθυνου της επεξεργασίας των δεδομένων, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες των αποδεκτών, την ύπαρξη του δικαιώματος πρόσβασης και του δικαιώματος διόρθωσης των δεδομένων που αφορούν το υποκείμενο και οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία όπως τη νομική βάση της διαδικασίας επεξεργασίας για την οποία προορίζονται τα δεδομένα, τις προθεσμίες για τη διατήρηση των δεδομένων και το δικαίωμα προσφυγής, στο μέτρο που αυτές οι περαιτέρω πληροφορίες είναι αναγκαίες, λαμβάνοντας υπόψη τους σκοπούς και τις ειδικές περιστάσεις υπό τις οποίες γίνεται η επεξεργασία των δεδομένων, για να διασφαλιστεί η ορθή επεξεργασία σε σχέση με τα υποκείμενα των δεδομένων.
2. Τα Μέρη δύνανται, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους, να αρνηθούν την παροχή των πληροφοριών αυτών, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η παροχή των εν λόγω πληροφοριών ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο:
α. τους σκοπούς της επεξεργασίας,
β. έρευνες ή διώξεις που διεξάγονται από τις αρμόδιες αρχές στις Ηνωμένες Πολιτείες ή απο τις αρμόδιες αρχές στην Ελληνική Δημοκρατία ή
γ. τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τρίτων μερών.
Άρθρο 18
Ενημέρωση
Κατόπιν αιτήματος, το λαμβάνον Μέρος ενημερώνει το παρέχον Μέρος σχετικά με την επεξεργασία των παρασχεθέντων δεδομένων και το επιτευχθέν αποτέλεσμα. Το λαμβάνον Μέρος διασφαλίζει ότι η απάντηση του γνωστοποιείται εγκαίρως στο παρέχον Μέρος.
Άρθρο 19
Σχέση με άλλες συμφωνίες
Τίποτα στην παρούσα Συμφωνία δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να περιορίζει ή να θίγει τις διατάξεις οποιασδήποτε συνθήκης, άλλης συμφωνίας, μορφών συνεργασίας ή εσωτερικής νομοθεσίας που επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Άρθρο 20
Διαβουλεύσεις
1. Τα Μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους σε τακτική βάση σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας.
2. Σε περίπτωση οποιασδήποτε διαφοράς σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, τα Μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους προκειμένου να διευκολύνουν την επίλυση της.
Άρθρο 21
Δαπάνες
Κάθε Μέρος φέρει τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι αρχές του κατά την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Σε ειδικές περιπτώσεις, τα Μέρη μπορούν να συμφωνούν διαφορετικές διευθετήσεις.
Άρθρο 22
Λήξη της συμφωνίας
Η παρούσα Συμφωνία δύναται να τερματιστεί από οποιοδήποτε Μέρος με έγγραφη ειδοποίηση προς το άλλο Μέρος τρεις μήνες νωρίτερα. Οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε δεδομένα τα οποία παρασχέθηκαν πριν από τη λήξη της.
Άρθρο 23
Τροποποιήσεις
1. Τα Μέρη διεξάγουν διαβουλεύσεις σχετικά με την τροποποίηση της παρούσας Συμφωνίας, κατόπιν αιτήματος κάποιου από τα Μέρη.
2. Η παρούσα Συμφωνία δύναται να τροποποιηθεί οποτεδήποτε με έγγραφη συμφωνία των Μερών. Οποιαδήποτε τροποποίηση τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο Άρθρο 24 παράγραφος 1 για τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 24
θέση σε ισχύ
1. Η παρούσα Συμφωνία, με την εξαίρεση των άρθρων 8 έως 10, τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία της τελευταίας διακοίνωσης με την οποία ολοκληρώνεται η ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων μεταξύ των Μερών οι οποίες αναφέρουν ότι κάθε Μέρος προέβη σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να θέσει σε ισχύ τη Συμφωνία.
2. Τα άρθρα 8 έως 10 της παρούσας Συμφωνίας θα τεθούν σε ισχύ μετά τη σύναψη της (των) εφαρμοστικής (-ών) συμφωνίας (-ων) ή διακανονισμού (-ων) που αναφέρονται στο άρθρο 10 και κατά την ημερομηνία της τελευταίας διακοίνωσης με την οποία ολοκληρώνεται η ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων μεταξύ των Μερών οι οποίες αναφέρουν ότι κάθε Μέρος είναι σε θέση να εφαρμόσει τα εν λόγω άρθρα σε αμοιβαία βάση. Η ανταλλαγή αυτή θα λάβει χώρα εφόσον η νομοθεσία και των δύο Μερών επιτρέπει το είδος του ελέγχου DNA που προβλέπεται στα άρθρα 8 έως 10.
Έγινε στην Κέρκυρα την 28η ημέρα του Ιουνίου 2009, εις διπλούν, στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα. Και τα δύο κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΠΑΝΝΗ JAMES B. STEINBERG
Υπουργός Εξωτερικών Υφυπουργός Εξωτερικών
Agreement between the Government of the Hellenic Republic
and
the Government of the United States of America On Enhancing Cooperation in
Preventing and Combating Serious Crime
The Government of the Hellenic Republic and the Government of the United
States of America (hereinafter the “Parties”),
Prompted by the desire to cooperate as partners to prevent and combat
serious crime, particularly terrorism, more effectively,
Recognizing that information sharing is an essential component in the fight
against serious crime, particularly terrorism,
Recognizing the importance of preventing and combating serious crime,
particularly terrorism, while respecting fundamental rights and freedoms,
notably privacy,
Inspired by the Council of the European Union Decision 2008/615/JHA on the
stepping up of cross-border cooperation, particularly in combating terrorism
and cross-border crime, and
Seeking to enhance and encourage cooperation between the Parties in the
spirit of partnership,
Have agreed as follows:
Definitions
For the purposes of this Agreement,
Criminal justice purpose shall include activities defined as the
administration of criminal justice, which means the performance of any of
the following activities: detection, apprehension, detention, pretrial
release, post-trial release, prosecution, adjudication, correctional
supervision, or rehabilitation activities of accused persons or criminal
offenders. The administration of criminal justice also includes criminal
identification activities.
DNA profiles (DNA identification patterns) shall mean a letter or
numerical code representing a number of identifying features of the non-
coding part of an analyzed human DNA sample, i.e. of the specific chemical
form at the various DNA loci.
Personal data shall mean any information relating to an identified or
identifiable natural person (“data subject”). An identifiable person is one
who can be identified, directly or indirectly, in particular by reference to
an identification number or to one or more factors specific to his or her
physical, physiological, mental, economic, cultural or social identity.
Processing of personal data shall mean any operation or set of
operations that is performed upon personal data, whether or not by automated
means, such as collection, recording, organization, storage, adaptation or
alteration, sorting, retrieval, consultation, use, disclosure by supply,
dissemination or otherwise making available, combination or alignment,
blocking, or deletion through erasure or destruction of personal data.
Reference data shall mean a DNA profile and the related reference (DNA
reference data) or fingerprinting data and die related reference-
(fingerprinting reference data). Reference data must not contain any data
from which the data subject can be directly identified. Reference data not
traceable to any individual (untraceables) must be recognizable as such.
Article 2
Purpose and Scope of this Agreement
The purpose of this Agreement is to enhance the cooperation between the
United States of America and the Hellenic Republic in preventing and
combating serious crime.
The scope of this Agreement shall encompass only crimes constituting an
offense punishable by a maximum deprivation of liberty of more than one year
or a more serious penalty. To ensure compliance with their national laws,
the Parties may provide each other lists of the particular serious crimes
for which a Party shall not be obligated to supply personal data as
described in Articles 6 and 9 of the Agreement.
Article 3
Fingerprinting data
For the purpose of implementing this Agreement the Parties shall ensure the
availability of reference data from the file for the national automated
fingerprint identification systems established for detecting, combating, and
investigating criminal offenses. Reference data shall only include
fingerprinting data and a reference.
Article 4
Automated querying of fingerprint data
For detecting, combating, and investigating serious crime, each Party
shall allow the other Party`s national contact points, as referred to in
Article 7, hit/no hit access to the reference data in the automated
fingerprint identification system, which it has established for that
purpose, with the power to conduct automated queries by comparing
fingerprinting data. Queries may be conducted only in individual cases and
in compliance with the querying Party`s national law.
Comparison of fingerprinting data with reference data held by the Party
in charge of the file shall be carried out by the querying national contact
points by means of the automated supply of the reference data required for a
firm match.
When needed, further analysis for the purpose of confirming a mateh of
the fingerprinting data with reference data held by the Party in charge of
the file shall be carried out by the requested national contact points.
Articles
Alternative means to query using identifying data
Until the Hellenic Republic has a fully operational and automated
fingerprint identification system that links to individual records of
arrests and convictions and is prepared to provide the United States with
automated hit/no hit access to such a system, it shall provide an
alternative means to conduct a query using other identifying personal data
to determine a firm match linking the individual to additional data. Query
powers shall be exercised in the same manner as provided in Article 4 and a
firm match shall be treated the same as a firm match of fingerprinting data
to allow for the supply of additional data as provided for in Article 6.
The querying powers provided for under this Agreement shall be used only
for a criminal justice purpose, including when applied at the border where
an individual for whom the additional data is sought has been identified for
further inspection.
Article 6
Supply of further personal and other data
Should the procedure referred to in Article 4 show a match between
fingerprinting data, the supply of any available further personal data and
other data relating to the reference data shall be governed by the national
law, including the legal assistance rules, of the requested Party.
Article 7
National contact points and implementing agreements
For the purpose of the supply of data as referred to in Articles 4 and
5, each Party shall designate one or more national contact points. The
powers of the contact points shall be governed by the national law of the
Party designating the contact point
The technical and procedural details for the queries conducted pursuant
to Articles 4 and 5 shall be set forth in one or more implementing
agreements or arrangements.
Article 8
Automated querying of DNA profiles
If permissible under the national law of both Parties and on the basis
of reciprocity, the Parties may allow each other`s national contact point,
as referred to in Article 10, hit/no hit access to the reference data in
their DNA analysis files, with the power to conduct automated queries by
comparing DNA profiles for the investigation of serious crime. Queries may
be made only in individual cases and in compliance with the querying Party`s
national law.
Should an automated query show that a DNA profile supplied matches a DNA
profile entered in the other Party`s file, the querying national contact
point shall receive by automated notification the reference data for which a
match has been found. If no match can be found, automated notification of
this shall be given.
Article 9
Supply of further personal and other data
Should the procedure referred to in Article 8 show a match between DNA
profiles, the supply of any available further personal data and other data
relating to the reference data shall be governed by the national law,
including the legal assistance rules, of the requested Party.
Article 10
National contact point and implementing agreements
For the purposes of the supply of data as set forth in Article 8, each
Party shall designate a national contact point. The powers of the contact
point shall be governed by the national law of the Party designating the
contact point.
The technical and procedural details for the queries conducted pursuant
to Article 8 shall be set forth in one or more implementing agreements or
arrangements.
Article 11
Supply of personal and other data in order to prevent serious criminal and
terrorist offenses
For purposes of detecting, combating and investigating serious
criminal and tenorist offenses, a Party may, in compliance with its national
law, in individual cases, even without being requested to do so, supply the
other Party`s relevant national contact point, as referred to in paragraph
6, with the personal data specified in paragraph 2, in so far as is
necessary because particular circumstances give reason to believe that the
data subjects):
may be planning to commit or has committed terrorist or terrorism
related offenses, or offenses related to a terrorist group or association,
as those offenses are defined under the supplying Party`s national law; or
is undergoing or has undergone training to commit the offenses
referred to in subparagraph a; or
may be planning to commit or has committed a serious criminal offense,
or participates in an organized criminal group or association.
The personal data to be supplied shall include, if available, surname,
first names, former names, other names, aliases, alternative spelling of
names, sex, date and place of birth, current and former nationalities,
passport number, numbers from other identity documents, and fingerprinting
data, as well as the nature of any conviction or of the circumstances giving
rise to the belief referred to in paragraph 1.
The supplying Party may, in compliance with its national law, impose
conditions on the use mat may be made of such data by the receiving Party.
If the receiving Party accepts such data, it shall be bound by any such
conditions.
Generic restrictions with respect to the legal standards of the
receiving Party for processing personal data may not be imposed by the
supplying Party as a condition under paragraph 3 to providing data.
In addition to the personal data referred to in paragraph 2, the Parties
may provide each other with non-personal data related to the offenses set
forth in paragraph 1.
Each Party shall designate one or more national contact points for the
exchange of personal and other data under this Article with the other
Party`s contact points. The powers of the national contact points shall be
governed by the national law of the Party designating the contact point.
Article 12
Privacy and Personal Data Protection
The Parties recognize that the handling and processing of personal data
that they acquire from each other is of critical importance to preserving
confidence in the implementation of this Agreement.
The Parties commit themselves to processing personal data fairly and in
accord with their respective laws and:
ensuring that the personal data provided are adequate and relevant in
relation to the specific purpose of the transfer,
retaining personal data only so long as necessary for the specific
purpose for which the data were provided or further processed in accordance
with this Agreement; and
ensuring that possibly inaccurate personal data are timely brought to
the attention G* trie receiving ΐ arty in ciucr uiai oppiupi iaie turretnν c
acnun is uucen.
This Agreement shall not give rise to rights on the part of any
private person, including to obtain, suppress, or exclude any evidence, or
to impede the sharing of personal data. Rights existing independently of
this Agreement, however, are not affected.
Article 13
Limitation on processing to protect persona] and other data
Without prejudice to Article 11, paragraph 3, each Party may process
data obtained under this Agreement:
for the purpose of its criminal investigations;
for preventing a serious threat to its public security;
in its non-criminal judicial or administrative proceedings directly
related to investigations set forth in subparagraph (a); or
for any other purpose, only with the prior consent of the Party which
has supplied the data.
The Parties shall not communicate data provided under this Agreement to
any third State, international body or private entity without the consent of
the Party that provided the data and without the appropriate safeguards.
A Party may conduct an automated query of the other Party`s fingerprint
or DNA files under Articles 4 or 8, and process data received in response to
such a query, including the communication whether or not a hit exists,
solely in order to:
establish whether the compared DNA profiles or fingerprint data match;
prepare and submit a follow-up request for assistance in compliance
with national law, including the legal assistance rules, if those data
match; or
conduct record-keeping, as provided for by its national law.
The Party administering the file may process the data supplied to it by the
querying Party during the course of an automated query in accordance with
Articles 4 and 8 solely where this is necessary for the purposes of
comparison, providing automated replies to the query or record-keeping
pursuant to Article
The data supplied for comparison shall be deleted immediately following
data comparison or automated replies to queries unless further processing is
necessary for the purposes mentioned under this Article, paragraph 3,
subparagraphs (b) or (c).
Article 14
Correction, blockage and deletion of data
At the request of the supplying Party, the receiving Party shall be
obliged to correct, block, or delete, consistent with its national law, data
received under this Agreement that are incorrect or incomplete or if its
collection or further processing contravenes this Agreement or the rules
applicable to the supplying Party.
Where a Party becomes aware thai data ii lias received from die other
Party under this Agreement are not accurate, it shall take all appropriate
measures to safeguard against erroneous reliance on such data, which shall
include in particular supplementation, deletion, or correction of such data.
Each Party shall notify the other if it becomes aware that material data
it has transmitted to the other Party or received from the other Party under
this Agreement are inaccurate or unreliable or are subject to significant
doubt.
Article 15
Documentation
Each Party shall maintain a record of the transmission and receipt of
data communicated to the other Party under this Agreement. This record shall
serve to:
ensure effective monitoring of data protection in accordance with the
national law of the respective Party;
enable the Parties to effectively make use of the rights granted to
them according to Articles 14 and 18; and
ensure data security.
The record shall include:
information on the data supplied;
the date of supply; and
the recipient of the data in case the data are supplied to other
entities.
The recorded data shall be protected with suitable measures against
inappropriate use and other forms of improper use and shall be kept for two
years. After the conservation period the recorded data shall be deleted
unless the corresponding personal data is retained for a longer period
pursuant to Article 12, paragraph 2(b).
Article 16
Data Security
The Parties shall ensure that the necessary technical measures and
organizational arrangements are utilized to protect personal data against
accidental or unlawful destruction, accidental loss or unauthorized
disclosure, alteration, access or any unauthorized form of processing. The
Parties in particular shall reasonably take measures to ensure that only
those authorized to access personal data can have access to such data.
The implementing agreements or arrangements that govern the procedures
for automated querying of fingerprint and DNA files pursuant to Articles 4
and 8 shall provide:
that appropriate use is made oi modem technology to ensure data
protection, security, confidentiality and integrity;
that encryption and authorization procedures recognized by the
competent authorities are used when having recourse to generally accessible
networks; and
for a mechanism to ensure that only permissible queries are conducted.
Article 17
Transparency – Providing information to the data subjects
Nothing in this Agreement shall be interpreted to interfere with the
Parties` legal obligations, as set forth by their respective laws, to
provide data subjects with information as to the purposes of the processing
and the identity of the data controller, the recipients or categories of
recipients, the existence of the right of access to and the right to rectify
the data concerning him or her and any further information such as the legal
basis of the processing operation for which the data are intended, the time
limits for storing the data and the right of recourse, in so far as such
further information is necessary, having regard for the purposes and the
specific circumstances in which the data are processed, to guarantee fair
processing with respect to data subjects.
Such information may be denied in accordance with the respective laws of
the Parties, including if providing this information may jeopardize:
the purposes of the processing;
investigations or prosecutions conducted by the competent authorities
in the United States or by the competent authorities in the Hellenic
Republic; or
the rights and freedoms of third parties.
Article 18
Information
Upon request, the receiving Party shall inform the supplying Party of the
processing of supplied data and the result obtained. The receiving Party
shall ensure that its answer is communicated to the supplying Party in a
timely manner.
Article 19
Relation to Other Agreements
Nothing in this Agreement shall be construed to limit or prejudice the
provisions of any treaty, other agreement, forms of cooperation, or domestic
law allowing for information sharing between the United States and the
Hellenic Republic.
Article 20
Consultations
The Parties shall consult each other regularly oh the implementation
of the provisions
In the event of any dispute regarding the interpretation or
application of this Agreement, the Parties shall consult each other in order
to facilitate its resolution.
Article 21
Expenses Each Party shall bear the expenses incurred by its authorities in
implementing this Agreement. In special cases, the Parties may agree on
different arrangements.
Article 22
Termination of the Agreement
This Agreement may be terminated by either Party with three months` notice
in writing to the other Party. The provisions of this Agreement shall
continue to apply to data supplied prior to such termination.
Article 23
Amendments
The Parties shall enter into consultations with respect to the amendment
of this Agreement at the request of either Party.
This Agreement may be amended by written agreement of the Parties at
any time.
Any such amendments shall enter into force in accordance with the procedure
provided for in Article 24 paragraph 1 for the entry into force of this
Agreement.
Article 24
Entry into force
This Agreement shall enter into force, with the exception of Articles 8
through 10, on the date of the later note completing an exchange of
diplomatic notes between the Parties indicating that each has taken any
steps necessary to bring the Agreement into force.
Articles 8 through 10 of this Agreement shall enter into force following
the conclusion of the implementing agreements) or arrangement(s) referenced
in Article 10 and on the date of the later note completing an exchange of
diplomatic notes between the Parties indicating mat each Party is able to
implement those articles on a reciprocal basis. This exchange shall occur if
the laws of both Parties permit the type of DNA screening contemplated by
Articles 8 through 10.
Done at Corfu, Greece this 28th day of June, 2009 in duplicate, in the
English and Greek languages, both texts being equally authentic.
FOR THE GOVERNMENT OF THE FOR THE GOVERNMENT OF THE
HELLENIC REPUBLIC: UNITED STATES OF AMERICA:
Dora Bakoyannis James B. Steinberg
Minister for Foreign Affairs Deputy Secretary of State
1. Οι προβλεπόμενοι κατάλογοι στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 της Συμφωνίας κυρώνονται με νόμο.
2. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, τα εθνικά σημεία επαφής της Ελληνικής Δημοκρατίας, όπου αναφέρονται στη Συμφωνία και οι αρμοδιότητες τους, αν δεν προβλέπεται άλλως στη Συμφωνία, ορίζονται με κοινή απόφαση των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών.
3. Ως εναλλακτικά μέσα διεξαγωγής αναζητήσεων, όπως προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 της Συμφωνίας νοούνται τα οριζόμενα από τις παραγράφους 1 και 7 του άρθρου 9 του π.δ. 14/2001 (ΦΕΚ 12Α`), για την “Οργάνωση Υπηρεσιών Ελληνικής Αστυνομίας”, όπως ισχύει.
4. Οι εφαρμοστικές συμφωνίες ή διακανονισμοί που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 7, στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 16 εγκρίνονται με απόφαση των αρμόδιων Υπουργών.
5. Ως αρχείο κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 15 της Συμφωνίας ορίζεται το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 75 έως 79 του π.δ. 342/1977 (ΦΕΚ 109 Α) και τις παραγράφους 12 και 13 του άρθρου 1 του π.δ. 223/2003 (ΦΕΚ 188 Α).
6. Οι τροποποιήσεις της Συμφωνίας που προβλέπονται στο άρθρο 23 αυτής δύνανται να εγκρίνονται με κοινή απόφαση των αρμόδιων Υπουργών.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει με τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και α. του Διακανονισμού που κυρώνεται, από την πλήρωση των προϋποθέσεων του Τμήματος IX παράγραφος 1 αυτού και β. της Συμφωνίας που κυρώνεται, από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 24 αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καιτην εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2009
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΠΡΟΚ. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΘΕΟΔ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΛ.-ΓΕΩΡΓ. ΔΕΝΔΙΑΣ
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 2009
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛ.-ΓΕΩΡΓ. ΔΕΝΔΙΑΣ