NOMOΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ. 3689 ΦΕΚ Α 164/5.8.2008

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Άρθρο 1
Σκοπός Έδρα

1. Η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών (ΕΣΔι) αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Εδρεύει και λειτουργεί στο Δήμο Καλαμαριάς του Νομού Θεσσαλονίκης. Η επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών παρέχεται στην έδρα της Σχολής και στην Κομοτηνή. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, ορίζεται το σήμα και η σφραγίδα της.

2. α. Σκοπός της Σχολής είναι η επιλογή, η προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση και η αξιολόγηση όσων πρόκειται να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, καθώς και η διαρκής επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών.
β. Στο πλαίσιο του σκοπού της μπορεί να συνεργάζεται με εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλους φορείς εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή με πρόσωπα αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους. Να συμμετέχει στα ευρωπαϊκά προγράμματα και δίκτυα κατάρτισης και επιμόρφωσης των δικαστικών λειτουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Να διοργανώνει ή να συνδιοργανώνει ειδικά προγράμματα κατάρτισης για τους δικαστικούς λειτουργούς των χωρών αυτών, συνέδρια, σεμινάρια, διαλέξεις και ημερίδες. Να διενεργεί μελέτες και έρευνες και να πραγματοποιεί σχετικές εκδόσεις. Μπορεί, επίσης, για τα θέματα της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων,να συνεργάζεται με υπηρεσίες οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλων νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα, διεθνείς οργανισμούς, διεθνή δικαστήρια και δικαστήρια ξένων χωρών, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο πρόγραμμα σπουδών.
Άρθρο 2
Πόροι Διαχείριση

1.α. Η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών έχει τακτικούς και έκτακτους πόρους.

β. Τακτικοί πόροι είναι: αα. Η ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στον οποίο εγγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό με τίτλο “Επιχορήγηση Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών”,

ββ. Η επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων, γγ. Οι πρόσοδοι από την περιουσία της και έσοδα από τη διάθεση εκδόσεων και δημοσιευμάτων, καθώς και από την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους έναντι αμοιβής.

γ.Έκτακτοι πόροι είναι: αα. Οι χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων, για την κάλυψη δαπανών: ί. κατασκευής, συντήρησης και επισκευής κτιριακών εγκαταστάσεων,

ιι. προμήθειας, εγκατάστασης και συντήρησης του πάσης φύσεως εξοπλισμού, που είναι απαραίτητος για τη λειτουργία της και

iii. διαμόρφωσης και συντήρησης του περιβάλλοντος χώρου.

ββ. Οι επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές νομικών ή φυσικών προσώπων, ημεδαπών ή αλλοδαπών.

γγ. οι χρηματοδοτήσεις από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Διοικητική Μεταρρύθμιση».

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.2 άρθρου 1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2.α. Η οικονομική και διοικητική διαχείριση ασκείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204 Α`), με τον τρόπο και τα όργανα που καθορίζει ειδικός κανονισμός, ο οποίος καταρτίζεται, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή «και του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων», από το Διοικητικό Συμβούλιο και κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Η οικονομική διαχείριση υπάγεται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

β. Ο ετήσιος ισολογισμός και απολογισμός της Σχολής συντάσσονται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύονται από έκθεση του Γενικού Διευθυντή και του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

γ. Ο ετήσιος προϋπολογισμός, ισολογισμός και απολογισμός εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο και υποβάλλονται στους Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Τα τυχόν πλεονάσματα του ετήσιου απολογισμού μεταφέρονται στην οικονομική χρήση του επόμενου έτους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.1άρθρου 2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών συνιστάται θέση Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις, σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει τουλάχιστον διετή ενεργό υπηρεσία. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αυτή, αν στερηθεί με οποιονδήποτε τρόπο τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζεται με μερική απασχόληση και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης για μία μόνο θητεία τριών ετών, σε περίπτωση δε αποχώρησης του από την υπηρεσία λόγω ορίου ηλικίας, συνεχίζει να κατέχει τη θέση μέχρι τη συμπλήρωση της θητείας του.

Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης. Η περίπτωση β`της παραγράφου 1 του άρθρου 5 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.

Σημ.: όπως προστέθηκε με τη παρ.2 άρθρου 2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

4. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης της Σχολής και εποπτεύει τις διαδικασίες που αφορούν στον προϋπολογισμό και τη λογιστική αποτύπωση των δραστηριοτήτων αυτής, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες που δίνουν σε αυτόν το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής.

Ιδίως μεριμνά για:

α. Τη διασφάλιση της πιστής τήρησης των ανωτάτων ορίων του προϋπολογισμού της Σχολής και της διενέργειας δαπανών μόνο εφόσον υπάρχει αντίστοιχη πίστωση στον οικείο προϋπολογισμό.

β. Την κατά το νόμο αξιοποίηση των πόρων της Σχολής.

γ. Τον προγραμματισμό των οικονομικών υποθέσεων της Σχολής και τη διαδικασία εκτέλεσης τους.

δ. Το σχεδιασμό και την εφαρμογή, υπό την εποπτεία του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, των προγραμμάτων εκπαίδευσης και Επιμόρφωσης που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ).

Σημ.: όπως προστέθηκε με τη παρ.2 άρθρου 2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

5. Το τεκμήριο αρμοδιότητας για κάθε πράξη Διοίκησης και διαχείρισης ανήκει στον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

Σημ.: όπως προστέθηκε με τη παρ.2 άρθρου 2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 3
Διοίκηση

Οργανα Διοίκησης της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής και ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.3 άρθρου 2 Ν.3910/2011, ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 4
Διοικητικό Συμβούλιο

1.α. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από δεκατρία μέλη και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από:

αα. Τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ββ. Τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

γγ. Τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων

δδ. Τον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών

εε. Τον Πρόεδρο της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ή τον Πρόεδρο της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής για θητεία δεκαοκτώ μηνών.

στστ. Τον Πρόεδρο της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας ή της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή της Ενωσης Διοικητικών Δικαστών, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία.

ζζ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης που ορίζονται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων, μαζί με τους αναπληρωτές τους, εκ περιτροπής, για θητεία δύο ετών.

ηη. Τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ο οποίος αναπληρώνεται από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς και τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης ο οποίος αναπληρώνεται από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Κομοτηνής.

θθ. Εναν εκπρόσωπο επιστημονικής ένωσης νομικών εγνωσμένου κύρους, μαζί με τον αναπληρωτή του, για θητεία τριών ετών.

β. Στις συνεδριάσεις προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον απουσιάζουν ή κωλύονται, αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους.

γ. Συγκροτείται νομίμως, έστω και αν δεν υπάρχουν τα αιρετά μέλη του, και βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα τουλάχιστον έξι μέλη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

δ. Συνεδριάζει, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου του, δύο τουλάχιστον φορές κάθε ημερολογιακό έτος και συγκαλείται υποχρεωτικά από αυτόν, όταν το ζητήσει ο Υπουργός Δικαιοσύνης ή η πλειονότητα των μελών του.

ε. Ορίζει, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, για μια διετία τον γραμματέα αυτού και τον αναπληρωτή του από υπαλλήλους της Σχολής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 και 35 Ν.3910/2011, ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι το ανώτατο όργανοΔιοίκησης της Σχολής. Χαράσσει τις γενικές κατευθύνσεις τηςΚατάρτισης και τηςΕπιμόρφωσης και εποπτεύει την εφαρμογή τους. Εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό, ισολογισμό και απολογισμό της Σχολής και τα προγράμματαΚατάρτισης του Συμβουλίου Σπουδών. Υποβάλλει, στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους, αναλυτική έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της Σχολής στον Υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος την καταθέτει στη Βουλή.
Άρθρο 5
Γενικός Διευθυντής Τοποθέτηση – Αρμοδιότητες

1.α. Γενικός Διευθυντής τοποθετείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δικαστικός λειτουργός μέλος Ανώτατου Δικαστηρίου, ο οποίος ορίζεται εκ περιτροπής από τον Αρειο Πάγο και το Συμβούλιο Επικρατείας, μεταξύ εκείνων που έχουν ακόμη τουλάχιστον διετή ενεργό υπηρεσία, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθεί της δικαστικής ιδιότητας. Ορίζεται με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση για μία μόνο θητεία τριών ετών, σε περίπτωση δε αποχώρησης του από την υπηρεσία λόγω ορίου ηλικίας, συνεχίζει να κατέχει τη θέση μέχρι τη συμπλήρωση της θητείας του. Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, τον αναπληρώνει ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους Διευθυντές Σπουδών και Επιμόρφωσης. Αποκλείεται ο ορισμός ως Γενικού Διευθυντή του Προέδρου των Ανώτατων Δικαστηρίων

β. Για την επιλογή στη θέση του Γενικού Διευθυντή συνεκτιμώνται: (α) η διοικητική ικανότητα, (β) η ικανότητα προώθησης των διεθνών σχέσεων της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, (γ) η κατοχή διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, (δ) η συγγραφή νομικών συγγραμμάτων ή μελετών, (ε) η συμμετοχή σε συνέδρια και (στ) οι εκθέσεις αξιολόγησης του των τελευταίων δέκα ετών.

γ. Ο Γενικός Διευθυντής οφείλει να διαμένει στην έδρα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και να μεριμνά σε καθημερινή βάση για το επιτελούμενο στη Σχολή έργο.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2.α. Ο Γενικός Διευθυντής είναι αρμόδιος για όλα τα θέματα της Σχολής, εκτός από εκείνα, τα οποία έχουν ανατεθεί ειδικώς σε άλλο όργανο. Προωθεί τις διεθνείς σχέσεις της Σχολής με τους ομόλογους φορείς των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αλλοδαπής, καθώς και τη συνεργασία της με διεθνείς φορείς, που προωθούν τη δικαστική εκπαίδευση και τις δικαστικές ανταλλαγές. Μεριμνά για την επικοινωνία και τη συμμετοχή δικαστικών λειτουργών ως εκπαιδευτών ή εκπαιδευομένων σε προγράμματαΚατάρτισης ήΕπιμόρφωσης που διοργανώνονται από δικαστικούς ή εκπαιδευτικούς φορείς των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τρίτες χώρες, καθώς και για την ένταξη αλλοδαπών δικαστικών λειτουργών σε προγράμματαΚατάρτισης καιΕπιμόρφωσης που διοργανώνει η Σχολή. Προΐσταται του διοικητικού προσωπικού της Σχολής, το οποίο τοποθετεί και κατανέμει ανάλογα με τις ανάγκες. Ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο αυτού, καθώς και των εκπαιδευομένων. Μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και εκπροσωπεί τη Σχολή δικαστικώς και εξωδίκως.

β. Ο Γενικός Διευθυντής, «μετά από εισήγηση του και σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής» μπορεί να εξουσιοδοτεί άλλα όργανα της Σχολής να ασκούν συγκεκριμένες αρμοδιότητες του ή να υπογράφουν με εντολή του κάθε είδους πράξεις, έγγραφα ή αποφάσεις, οι οποίες ανήκουν στην αρμοδιότητα του. Η απόφαση αυτή καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο, προσιτό στο κοινό, το οποίο τηρείται στη γραμματεία της Σχολής, και αναρτάται επί εικοσαήμερο στον πίνακα ανακοινώσεων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 6
Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών τοποθετούνται τρεις Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, ένας για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένας για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης και ένας για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων

2. Ως Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις: (α) για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένας πρόεδρος εφετών που υπηρετεί στα πολιτικά δικαστήρια, (β) για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, ένας πρόεδρος εφετών που υπηρετεί στα διοικητικά δικαστήρια και (γ) για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, ένας εισαγγελέας εφετών. Παύουν αυτοδικαίως να κατέχουν τις θέσεις αυτές, αν στερηθούν με οποιονδήποτε τρόπο τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζονται με μερική απασχόληση, όχι πάντως μικρότερη των δύο ημερών κάθε εβδομάδα, και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης για μία μόνο θητεία τριών ετών. Εφόσον ελλείπουν, απουσιάζουν ή κωλύονται, αναπληρώνεται ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων και αντιστρόφως και ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 5 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.

3. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στο Διοικητικό Συμβούλιο και εισηγούνται τα θέματα της αρμοδιότητας τους. Κατανέμουν και συντονίζουν το διοικητικό Προσωπικό που έχει σχέση με τις Αρμοδιότητες τους και συνεπικουρούν τον Γενικό Διευθυντή στην προώθηση των διεθνών σχέσεων της Σχολής.

4. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της οικείας κατεύθυνσης, υπό την εποπτεία του Γενικού Διευθυντή, είναι αρμόδιοι για την εγγραφή, την παρεχόμενη προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική Κατάρτιση και την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων. Μεριμνούν για το σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος Κατάρτισης και συντονίζουν τις συναφείς εκπαιδευτικές διαδικασίες. Είναι επίσης αρμόδιοι για την παρεχόμενη, στο πλαίσιο της Σχολής, Επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών. Μεριμνούν για το σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος Επιμόρφωσης και συντονίζουν τις συναφείς εκπαιδευτικές διαδικασίες. Ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης των Εισαγγελέων συνεπικουρεί επιπλέον τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης σε θέματα διδασκαλίας ή Επιμόρφωσης που αφορούν το ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο.
Άρθρο 7
Σύμβουλος Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τοποθετείται ως Σύμβουλος Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών καθηγητής ή αναπληρωτής καθηγητής, με γνωστικό αντικείμενο το ευρωπαϊκό δίκαιο.

2. Καθήκοντα του Συμβούλου Επιμόρφωσης είναι: α) Να παρακολουθεί το νομοθετικό έργο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη νομολογία των δικαστηρίων της, όπως και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και να ενημερώνει για αυτά τους δικαστικούς λειτουργούς, αποστέλλοντας σχετικά ενημερωτικά σημειώματα σε όλα τα δικαστήρια της χώρας, β) Να συνεπικουρεί τους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κατά την οργάνωση των επιμορφωτικών σεμιναρίων ειδικά για ζητήματα ευρωπαϊκού δικαίου.
Άρθρο 8
Συμβούλια Σπουδών και Διδασκόντων

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν δύο Συμβούλια Σπουδών, ένα για την πολιτική – ποινική κατεύθυνση και ένα για τη διοικητική.

2.α. Κάθε Συμβούλιο Σπουδών αποτελείται από επτά μέλη και συγκροτείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Αποτελείται:

Α) Το Συμβούλιο για τις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων από: αα. Τον Γενικό Διευθυντή, ββ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, γγ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων δδ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, που ορίζονται εκ περιτροπής με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων μαζί με τους αναπληρωτές τους για θητεία δύο ετών. εε. Εναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορία, που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων για θητεία τριών ετών. στστ. Εναν εκπρόσωπο των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται, με τον αναπληρωτή του από όλους τους εκπαιδευόμενους στις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελικών Λειτουργών, το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους.

Β) Το Συμβούλιο για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης από: αα. Τον Γενικό Διευθυντή, ββ. Εναν Σύμβουλο Επικρατείας, που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, με απόφαση του οικείου δικαστικού συμβουλίου, για θητεία τριών ετών. γγ. Τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης, δδ. Δύο μέλη ΔΕΠ, από τη βαθμίδα του καθηγητή, των Τμημάτων Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, που ορίζονται εκ περιτροπής με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Τμημάτων μαζί με τους αναπληρωτές τους για θητεία δύο ετών. εε. Τον Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, στστ. Εναν εκπρόσωπο των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται, με τον αναπληρωτή του, από τους εκπαιδευόμενους στην κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους. Η θητεία των μελών λήγει, αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθούν την ιδιότητα με την οποία συμμετέχουν στο Συμβούλιο.

β. Τα Συμβούλια Σπουδών βρίσκονται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα πέντε τουλάχιστον μέλη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

γ. Τα Συμβούλια Σπουδών συνέρχονται στην έδρα της Σχολής, σε τακτική συνεδρίαση τρεις τουλάχιστον φορές, κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάιο και Σεπτέμβριο, εκτάκτως δε οποτεδήποτε άλλοτε, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου τους ή όταν το ζητήσουν τουλάχιστον δύο από τα μέλη τους. Στις συνεδριάσεις τους προεδρεύει ο Γενικός Διευθυντής.

δ. Τα Συμβούλια Σπουδών ορίζουν, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, για μια διετία τον Γραμματέα αυτών και τον αναπληρωτή του από τους υπαλλήλους της Σχολής.

ε. Τα Συμβούλια Σπουδών έχουν τις ακόλουθες Αρμοδιότητες: (αα) Καταρτίζουν το Πρόγραμμα Σπουδών και τον πίνακα των διδασκόντων, (ββ) Καταρτίζουν το πρόγραμμα Επιμόρφωσης και ορίζουν την Οργανωτική Επιτροπή που επιμελείται την υλοποίηση του. (γγ) Παρακολουθούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και Επιμόρφωσης, (δδ) Αξιολογούν την προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική Κατάρτιση που παρέχεται από τη Σχολή, (εε) Αξιολογούν την Επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών, (στστ) Αποστέλλουν μέσω των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τα προγράμματα σπουδών και Επιμόρφωσης σε όλους τους διδάσκοντες, (ζζ) Αξιολογούν την καταλληλότητα των υποδομών, των σπουδών, του εκπαιδευτικού υλικού και εξοπλισμού για τα άτομα με αναπηρία όλων των κατηγοριών και μεριμνούν για την αποκατάσταση και διασφάλιση της, καθώς και για την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευόμενων στα θέματα αυτά.

στ. Αν τουλάχιστον δύο από τα μέλη του Συμβουλίου Σπουδών διαφωνούν με τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί σχετικά με τα προγράμματα σπουδών και Επιμόρφωσης ή με τον πίνακα διδασκόντων, δικαιούνται, μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών, να ζητήσουν εγγράφως από τον Γενικό Διευθυντή να εισαγάγει το θέμα προς συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο συγκαλείται εντός ενός μηνός ειδικά για το θέμα αυτό. Στη συνεδρίαση καλούνται να αναπτύξουν τις απόψεις τους και τα διαφωνούντα μέλη του Συμβουλίου Σπουδών, τα οποία αποχωρούν μετά τη διατύπωση των απόψεων τους.

3.α. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν τρία Συμβούλια Διδασκόντων, ένα για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ένα για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης και ένα για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων. Εργο τους είναι η υποβολή προς τα Συμβούλια Σπουδών γραπτών εισηγήσεων και προτάσεων για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής. Αποτελούνται από όλους τους διδάσκοντες, οι οποίοι κάθε φορά παρέχουν τις υπηρεσίες τους στη Σχολή σε κάθε κατεύθυνση.

β. Τα Συμβούλια Διδασκόντων συνέρχονται σε συνεδρίαση, ύστερα από πρόσκληση του Γενικού Διευθυντή, κάθε Μάιο και μπορούν να συνέρχονται και σε κοινή συνεδρίαση. Προεδρεύει στις συνεδριάσεις τους ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους διδάσκοντες. Τα Συμβούλια διατυπώνουν συγκεκριμένες και αιτιολογημένες εισηγήσεις και προτάσεις για αλλαγές του εφαρμοζόμενου προγράμματος σπουδών και Επιμόρφωσης, τις οποίες και καταθέτουν μέσω του προέδρου τους στο Συμβούλιο Σπουδών.

γ. Βρίσκονται σε απαρτία εφόσον είναι παρόντες τουλάχιστον επτά διδάσκοντες, ενώ για την υιοθέτηση μιας πρότασης απαιτείται πλειοψηφία των παρόντων μελών. Στο Συμβούλιο Σπουδών υποβάλλεται, με την αναγκαία αιτιολογία, και η γνώμη της μειοψηφίας. Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή ορίζονται, για μια διετία, οι Γραμματείς τους με τους αναπληρωτές τους από τους υπαλλήλους της Σχολής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΩΝ
Άρθρο 9
Προκήρυξη Διαγωνισμού

1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως έως το τέλος Ιανουαρίου κάθε έτους, προκηρύσσεται εισαγωγικός διαγωνισμός στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για τις ακόλουθες κατευθύνσεις: α) Διοικητικής Δικαιοσύνης, β) Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και γ) Εισαγγελέων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Στην προκήρυξη ορίζονται ο συνολικός αριθμός των εισακτέων σε κάθε κατεύθυνση της Σχολής, ο αριθμός των εκπαιδευομένων που θα κατανεμηθούν στα τμήματα, τα οποία προβλέπονται στο εδάφιο β` της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, ο τόπος και ο χρόνος έναρξης του διαγωνισμού, καθώς και η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε ημερών. Οι εξετάσεις διενεργούνται στη Θεσσαλονίκη.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Το πρόγραμμα, η διαδικασία, τα εξεταστικά κέντρα διεξαγωγής του διαγωνισμού, ο ορισμός επιτηρητών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, η οποία αναφέρεται στους υποψηφίους, στους όρους και τον τρόπο διεξαγωγής του διαγωνισμού, καθορίζονται με απόφαση της επιτροπής διαγωνισμού, που προβλέπεται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 11 του παρόντος νόμου.

4. Οι αποφάσεις της επιτροπής αναρτώνται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και στο κατάστημα της Σχολής, δημοσιοποιούνται δε με οποιονδήποτε άλλον πρόσφορο τρόπο.
Άρθρο 10
Δικαίωμα και Αιτήσεις Συμμετοχής

1. α. Στο διαγωνισμό γίνονται δεκτοί όσοι:

αα.Έχουν την ιδιότητα του Ειρηνοδίκη ή έχουν ή είχαν διετή άσκηση δικηγορίας ή είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος νομικού τμήματος, με μονοετή άσκηση δικηγορίας, ή είναι δικαστικοί υπάλληλοι με πτυχίο νομικού τμήματος νομικής σχολής και πενταετή υπηρεσία στη θέση αυτή. «ββ. Εχουν συμπληρώσει το εικοστό όγδοο και δεν έχουν υπερβεί το τεσσαρακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο προκηρύσσεται ο διαγωνισμός. Η ηλικία του υποψηφίου αποδεικνύεται σύμφωνα με τις κείμενες κάθε φορά διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α`).

γγ.`Εχουν τα προσόντα, που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 36, και δεν έχουν τα κωλύματα, που προβλέπονται στα άρθρα 37 και 38 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως ισχύουν, για το διορισμό τους ως δικαστικών λειτουργών.

β. Τα απαιτούμενα προσόντα, εκτός από το όριο ηλικίας, πρέπει να συντρέχουν κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού. Τα κωλύματα πρέπει να μην υπάρχουν τόσο κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού όσο και κατά το χρόνο εγγραφής στη Σχολή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.3 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2.α. Ο υποψήφιος υποβάλλει την αίτηση συμμετοχής του στο διαγωνισμό στη γραμματεία της Σχολής ή στη γραμματεία οποιουδήποτε δικαστηρίου της χώρας. Στην τελευταία περίπτωση, οι αιτήσεις διαβιβάζονται αμελλητί στη γραμματεία της Σχολής.

β. Με την αίτηση δηλώνει υποχρεωτικώς μία από τις τέσσερις ξένες γλώσσες, οι οποίες προβλέπονται στο εδάφιο δ` της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του παρόντος νόμου, και προαιρετικώς τις ξένες γλώσσες, στις οποίες επιθυμεί περαιτέρω να εξετασθεί. Συνυποβάλλει τα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τη συνδρομή των προσόντων και την έλλειψη κωλυμάτων, εκτός των πιστοποιητικών σωματικής και ψυχικής υγείας, τα οποία υποβάλλονται στη γραμματεία της Σχολής το βραδύτερο μέχρι την 30ή Απριλίου του έτους προκήρυξης. Τα πιστοποιητικά αυτά εκδίδονται, το μεν της σωματικής υγείας από υγειονομική επιτροπή κατά το σύστημα, το οποίο ισχύει για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους, το δε της ψυχικής υγείας από διευθυντή ψυχιατρικής κλινικής κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου.

γ. Σε περίπτωση διαπίστωσης έλλειψης φυσικών σωματικών δεξιοτήτων κάποιου υποψηφίου, εξετάζεται από την ανωτέρω υγειονομική επιτροπή, αν η έλλειψη αυτή εμποδίζει ή όχι την άσκηση των δικαστικών του καθηκόντων. Εφόσον πιστοποιηθεί από την επιτροπή η υγεία και η σωματική καταλληλότητα του για την άσκηση των ανωτέρω καθηκόντων, λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διευκόλυνση της συμμετοχής του υποψηφίου στον εισαγωγικό διαγωνισμό. Στα μέτρα διευκόλυνσης μπορεί να περιλαμβάνεται και η παροχή παράτασης για την ολοκλήρωση της εξέτασης. Η παράταση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα δεύτερο του προβλεπόμενου χρόνου για την ολοκλήρωση της εξέτασης.

δ.Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης, συνεπικουρούμενοι από υπαλλήλους της Σχολής, ελέγχουν την πληρότητα των στοιχείων, που κάθε υποψήφιος υποβάλλει, και καταρτίζουν για κάθε κατεύθυνση πίνακες, οι οποίοι αναρτώνται στο κατάστημα της Σχολής, τόσο των υποψηφίων, που μπορούν να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό, όσο και εκείνων, που αποκλείονται από αυτόν. Ο Γενικός Διευθυντής εγκρίνει τους πίνακες αυτούς, οι οποίοι υποβάλλονται στον πρόεδρο της οικείας επιτροπής διαγωνισμού το βραδύτερο το δεύτερο δεκαήμερο του μηνός Μαΐου και αναρτώνται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και στο κατάστημα της Σχολής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.4 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Οι διατάξεις των υποπεριπτώσεων αα` και ββ` του εδαφίου α` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν από 1.1.2009.

4. Η διάταξη της περιπτώσεως γ` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου ισχύει από της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού.
Άρθρο 11
Επιτροπή Διαγωνισμού

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός διενεργείται από επιτροπή, η οποία συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται μέχρι το τέλος του μηνός Απριλίου.

2. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Εναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, β) έναν Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, γ) έναν Πρόεδρο Εφετών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, δ) ένα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.

3. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Εναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) Εναν Αρεοπαγίτη, γ) Εναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δ) Ενα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) Εναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.

4. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από: α) Εναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, γ) έναν Εισαγγελέα Εφετών, δ) ένα μέλος ΔΕΠ από τη βαθμίδα του καθηγητή Τμήματος Νομικής και ε) έναν δικηγόρο με εικοσαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία.

5. Τα μέλη των πιο πάνω επιτροπών, με στοιχεία α`, β` και γ` ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών Τα μέλη με στοιχείο δ` ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την παρουσία του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, μεταξύ όλων των καθηγητών των Τμημάτων Νομικής της χώρας το γνωστικό αντικείμενο των οποίων είναι σχετικό με τα εξεταζόμενα μαθήματα. Το μέλος των ως άνω επιτροπών με στοιχείο ε` ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας.

6. Εκτός των μελών της Επιτροπής, διορίζονται επίσης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οκτώ εξεταστές ξένων γλωσσών, μαζί με τους αναπληρωτές τους, για την εξέταση των τεσσάρων ξένων γλωσσών που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2. Ως εξεταστές διορίζονται διδάσκαλοι ξένων γλωσσών των Τμημάτων Νομικής της χώρας και μέλη ΔΕΠ από τη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή και άνω, στα οποία έχουν ανατεθεί καθήκοντα εξέτασης των ξένων γλωσσών κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στα μεταπτυχιακά προγράμματα των ίδιων Τμημάτων, μετά από κλήρωση, από κατάλογο τον οποίο αποστέλλουν τα τρία Νομικά Τμήματα και ισχύει για τρία έτη, εφόσον δεν τροποποιηθεί με νεότερη απόφαση των Τμημάτων. Ο διορισμός γίνεται για την εξέταση κάθε ξένης γλώσσας ξεχωριστά.

7. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Καθήκοντα γραμματέα ανατίθενται σε υπάλληλο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, εφόσον ο διαγωνισμός διενεργείται στην έδρα της Σχολής. Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός διενεργείται εκτός της έδρας της, ανατίθενται σε υπάλληλο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή σε δικαστικό υπάλληλο, ο οποίος υπηρετεί σε μια από τις δικαστικές υπηρεσίες του τόπου όπου διενεργείται ο διαγωνισμός.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρου 40 Ν.4111/2013,ΦΕΚ Α 18/25.1.2013 (διόρθ.σφαλμ.ΦΕΚ Α 33/7.2.2013).΄Εναρξη ισχύος από 05.12.2012.
Άρθρο 12
Διεξαγωγή – Στάδια Διαγωνισμού

1. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός περιλαμβάνει δύο στάδια, προκριματικό και τελικό. Το προκριματικό διεξάγεται «το τελευταίο δεκαήμερο του Μαίου» και το τελικό κατά τους μήνες Σεπτέμβριο έως και Νοέμβριο.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Κατά το προκριματικό στάδιο: α) Οι υποψήφιοι εξετάζονται γραπτά, για μεν την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης σε θέματα: αα. γενικής παιδείας, ββ. συνταγματικού δικαίου, γενικού διοικητικού δικαίου και δικαίου διοικητικών διαφορών και γγ. δημοσιονομικού δικαίου, για δε τις κατευθύνσεις της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων σε θέματα: αα. γενικής παιδείας, ββ. αστικού δικαίου, εμπορικού δικαίου και πολιτικής δικονομίας και γγ. ποινικού δικαίου και ποινικής δικονομίας, β) Η εξέταση στα θέματα γενικής παιδείας περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός θέματος σχετικά με σύγχρονα νομικά, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά ζητήματα ή συνδυασμό ανάπτυξης θέματος και ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής. Επί των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής το ειδικό βάρος κάθε ερώτησης προσδιορίζεται ανάλογα με τη δυσκολία της και αναγράφεται στο ερωτηματολόγιο. Το μέρος, που αντιστοιχεί στις ερωτήσεις αντιπροσωπεύει το 25% του συνόλου της βαθμολογίας, γ) Η εξέταση στα νομικά μαθήματα διενεργείται με συνθετική παρουσίαση πρακτικού θέματος στον αντίστοιχο θεματικό κύκλο και περιλαμβάνει μία, επιπλέον των ανωτέρω, γραπτή δοκιμασία των υποψηφίων για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης στο θεματικό κύκλο του συνταγματικού δικαίου, του γενικού διοικητικού δικαίου και του δικαίου διοικητικών διαφορών, για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης στο θεματικό κύκλο του αστικού δικαίου, του εμπορικού δικαίου και της πολιτικής δικονομίας και για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων στο θεματικό κύκλο του ποινικού δικαίου, της ποινικής δικονομίας και του ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου, δ) Τα μέλη της επιτροπής κατανέμουν μεταξύ τους την εξέταση των μαθημάτων, έτσι ώστε σε κάθε μάθημα να αντιστοιχούν δύο εξεταστές. Οι εξεταστές οφείλουν να προετοιμάσουν ο καθένας από δύο θέματα για το προς εξέταση μάθημα. Την ημέρα των εξετάσεων συνέρχεται η εξεταστική επιτροπή, εγκρίνει με πλειοψηφία δύο από τα θέματα αυτά και με κλήρωση, η οποία διενεργείται ενώπιον όλων των μελών της επιτροπής, επιλέγει το ένα θέμα που θα τεθεί στις εξετάσεις. Η διαδικασία αυτή ακολουθείται και κατά την εξέταση της υποχρεωτικής ξένης γλώσσας, ε) Οι υποψήφιοι και των τριών κατευθύνσεων εξετάζονται υποχρεωτικώς σε μία από τις ακόλουθες τέσσερις ξένες γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική και ιταλική. Η εξέταση στην υποχρεωτική ξένη γλώσσα είναι γραπτή, διενεργείται από τους διορισθέντες για το σκοπό αυτόν σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 6. και συνίσταται σε μετάφραση νομικού κειμένου από την ξένη στην ελληνική γλώσσα και αντιστρόφως.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Κατά το τελικό στάδιο, στο οποίο μετέχουν μόνον όσοι έχουν επιτύχει στο προκριματικό: α) Οι υποψήφιοι κάθε κατεύθυνσης εξετάζονται προφορικά και δημοσίως στην ύλη που προβλέπεται για τις εξετάσεις του προκριματικού σταδίου της ίδιας κατεύθυνσης και σε θέματα ευρωπαϊκού δικαίου, β) Οι υποψήφιοι εξετάζονται προαιρετικά και σε μία έως δύο από τις ακόλουθες τέσσερις ξένες γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική και ιταλική. Εξαιρείται εκείνη, στην οποία εξετάζονται υποχρεωτικώς, σύμφωνα με το εδάφιο ε` της παραγράφου 2. Η εξέταση αυτή είναι γραπτή, διενεργείται, όπως και εκείνη στην υποχρεωτική ξένη γλώσσα από τους ορισθέντες προς τούτο κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές και συνίσταται σε μετάφραση νομικού κειμένου στην ελληνική γλώσσα και αντιστρόφως.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

4. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, μπορεί να μεταβάλλονται τα μαθήματα και οι ξένες γλώσσες του εισαγωγικού διαγωνισμού.
Άρθρο 13
Βαθμολόγηση Υποψηφίων

1. Η βαθμολογική κλίμακα των εισαγωγικών εξετάσεων για όλες τις δοκιμασίες (προκριματικού και τελικού σταδίου) εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε.

2.α. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων του προκριματικού σταδίου, εκτός της ξένης γλώσσας, διενεργείται από δύο βαθμολογητές, μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Η βαθμολόγηση της επίδοσης στην ξένη γλώσσα διενεργείται από τους διορισθέντες κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές, τακτικούς ή αναπληρωματικούς. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των διαγωνιζομένων στα γραπτά δοκίμια και η βαθμολογία του πρώτου εξεταστή καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Απαγορεύονται οποιεσδήποτε σημειώσεις των βαθμολογητών επάνω στο γραπτό.

β. Ο μέσος όρος των βαθμών των δύο βαθμολογητών αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στο γραπτό δοκίμιο, εφόσον η διαφορά τους δεν είναι μεγαλύτερη των τριών μονάδων. Σε αντίθετη περίπτωση, τα γραπτά δοκίμια βαθμολογούνται από άλλους δύο βαθμολογητές, οι οποίοι ορίζονται από την επιτροπή μεταξύ των μελών της. τακτικών ή αναπληρωματικών, που δεν συμμετείχαν στην πρώτη διόρθωση και οι οποίοι διορθώνουν με καλυμμένους τους βαθμούς των δύο πρώτων εξεταστών. Την εξέταση της ξένης γλώσσας αναλαμβάνουν οι δύο από τους ορισθέντες κατά το άρθρο 11 παράγραφος 6 εξεταστές, τακτικούς ή αναπληρωματικούς, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στην πρώτη διόρθωση. Στην περίπτωση αυτή, βαθμός του γραπτού δοκιμίου είναι ο μέσος όρος των βαθμών των τεσσάρων βαθμολογητών

γ) Θεωρούνται επιτυχόντες στο προκριματικό στάδιο όσοι υποψήφιοι έλαβαν μέσο όρο βαθμολογίας στις γραπτές δοκιμασίες οκτώ και σε καμία κάτω από έξι. Ο τελικός βαθμός κάθε υποψηφίου στο προκριματικό στάδιο, ο οποίος αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στην προκριματική δοκιμασία, εξευρίσκεται με το συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε στις πέντε γραπτές δοκιμασίες του σταδίου αυτού για όλες τις κατευθύνσεις, με συντελεστή βαρύτητας για κάθε κατεύθυνση: α) για το γραπτό δοκίμιο του θέματος γενικής παιδείας πέντε δέκατα (0,5), β) για το γραπτό δοκίμιο της ξένης γλώσσας πέντε δέκατα (0,5) και γ) για το καθένα από τα υπόλοιπα τρία γραπτά δοκίμια των νομικών μαθημάτων ένα (1). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών που προκύπτει διαιρείται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας. Το πηλίκο που προκύπτει αποτελεί τον τελικό βαθμό του υποψηφίου, στην προκριματική δοκιμασία.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011, με το άρθρο δέκατο Ν.4411/2016, ΦΕΚ Α 142/3.8.2016.

3. Η αξιολόγηση της επίδοσης του υποψηφίου στην προφορική δοκιμασία γίνεται από κάθε μέλος της επιτροπής, το οποίο, μετά το τέλος της εξέτασης, βαθμολογεί ιδιαιτέρως την επίδοση του υποψηφίου με ένα βαθμό για ολόκληρη την εξεταστέα ύλη. Ο μέσος όρος των πέντε βαθμών αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στην προφορική δοκιμασία.

4.α. Ο τελικός βαθμός επιτυχίας κάθε υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα του μέσου όρου της γραπτής δοκιμασίας, με ποσοστό αξιολόγησης ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) και του μέσου όρου της προφορικής δοκιμασίας, με ποσοστό αξιολόγησης δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

β. Ο τελικός βαθμός προσαυξάνεται κατά μισό δέκατο (0,5/10) της μονάδας για κάθε προαιρετικά εξεταζόμενη ξένη γλώσσα, εφόσον ο βαθμός επίδοσης στην ξένη αυτή γλώσσα είναι τουλάχιστον δέκα, κατά ένα δέκατο (1/10) της μονάδας για κάθε μεταπτυχιακό δίπλωμα σε τομείς της νομικής επιστήμης συναφείς με την κατεύθυνση που έχει επιλέξει ο υποψήφιος και κατά τρία δέκατα (3/10) της μονάδας για διδακτορικό δίπλωμα Νομικού Τμήματος ημεδαπού ή αλλοδαπού πανεπιστημίου, ομοίως σε τομείς της νομικής επιστήμης συναφείς με την κατεύθυνση που έχει επιλέξει ο υποψήφιος, στα οποία δεν προστίθεται η προσαύξηση του αντίστοιχου μεταπτυχιακού διπλώματος.

γ. Για το συναφές του μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος αποφαίνεται η Επιτροπή Διαγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011και με τη παρ1. άρθρου 36 Ν.4509/2017,ΦΕΚ Α 201/22.12.2017, με τη παρ.2 του αυτού άρθρου,δεν καταλαμβάνει τον ΚΔ` Εισαγωγικό Διαγωνισμό.

5. Στον πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων κατατάσσονται μόνον οι υποψήφιοι, οι οποίοι έλαβαν τελικό βαθμό επιτυχίας, χωρίς την προσαύξηση της περίπτωσης β` της παραγράφου 4, τουλάχιστον οκτώ. Ο πίνακας αυτός, ο οποίος καταρτίζεται με βάση τον τελικό βαθμό επιτυχίας κάθε υποψηφίου, κυρώνεται από την επιτροπή διαγωνισμού, αποστέλλεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αναρτάται στον πίνακα ανακοινώσεων της Σχολής και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 14
Εγγραφή Εκπαιδευομένων

1. Στη Σχολή εγγράφονται οι υποψήφιοι, οι οποίοι περιλαμβάνονται στον πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων κατά σειρά επιτυχίας, έως ότου καλυφθεί ο αριθμός των θέσεων, ο οποίος αναφέρεται στην προκήρυξη. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, για την πλήρωση της τελευταίας θέσης, οι υποψήφιοι, οι οποίοι ισοβάθμησαν, εγγράφονται ως υπεράριθμοι.

2. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του παρόντος νόμου, ο αριθμός των εγγραφόμενων υπεραρίθμων κατανέμεται στα τμήματα, τα οποία προβλέπονται στο εδάφιο β` της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου. Αν ο αριθμός των επιτυχόντων είναι μικρότερος από τον αριθμό των θέσεων, που αναφέρονται στην προκήρυξη, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων, γίνεται ανακατανομή των θέσεων της ίδιας κατεύθυνσης.

3. Η αίτηση για την εγγραφή στη Σχολή υποβάλλεται στη γραμματεία αυτής, μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την ανάρτηση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων στον πίνακα ανακοινώσεων της Σχολής, είτε από τον ίδιο είτε από τρίτο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο με έγγραφο, το οποίο φέρει βεβαίωση γνησιότητας της υπογραφής του αιτούντος από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, συμβολαιογράφο ή δικηγόρο.

4. Τα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τη συνδρομή των προσόντων, που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 36, και την έλλειψη κωλυμάτων, που προβλέπονται στα άρθρα 37 και 38 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως ισχύουν, καταχωρίζονται σε τηρούμενο για κάθε εκπαιδευόμενο ατομικό φάκελο, στον οποίο φυλάσσονται όλα τα στοιχεία που τον αφορούν. Δεν απαιτείται να υποβληθούν τα στοιχεία, τα οποία έχουν ήδη κατατεθεί, για τη συμμετοχή στον εισαγωγικό διαγωνισμό, εκτός αν αυτά είχαν περιορισμένη χρονική ισχύ και έχει παρέλθει η διάρκεια της ή εμφανίζουν ελλείψεις. Οι αιτούντες οφείλουν να συνυποβάλουν τους τυχόν τίτλους μεταπτυχιακών σπουδών και κάθε άλλο χρήσιμο, κατά την κρίση τους, στοιχείο. Τα σχετικά με τη διεξαγωγή του διαγωνισμού και την Κατάρτιση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων διαβιβάζονται στη Σχολή από τον γραμματέα της επιτροπής του εισαγωγικού διαγωνισμού αμέσως μετά την κύρωση του πίνακα αυτού.

5. Το νομότυπο της αίτησης εγγραφής και η πληρότητα των σχετικών δικαιολογητικών ελέγχονται από τον ΔιευθυντήΚατάρτισης και από τους Συμβούλους Σπουδών, οι οποίοι μπορούν να τάξουν εύλογη προθεσμία στον ενδιαφερόμενο για τη συμπλήρωση τυχόν ελλείψεων. Σε περίπτωση αμφιβολίας ή αμφισβήτησης, αυτή αίρεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή.

6. Αν ορισμένοι από τους υποψηφίους, που δικαιούνται να εγγραφούν, δεν υποβάλουν αίτηση μέσα στην ανωτέρω προθεσμία και εφόσον ο αριθμός των θέσεων, που έχουν προκηρυχθεί, δεν καλύπτεται με εγγραφή τυχόν υπεραρίθμων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, προσκαλείται, με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, ίσος αριθμός υποψηφίων, κατά σειρά επιτυχίας, με βάση τον πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων να υποβάλει αίτηση εγγραφής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε ημερών από την κοινοποίηση της πρόσκλησης.

7. Η ιδιότητα του εκπαιδευομένου αποκτάται από όσους εγγράφονται νομοτύπως, από την επομένη της ημέρας, κατά την οποία λήγει η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων εγγραφής.
Άρθρο 15
Δικαιώματα και Υποχρεώσεις Εκπαιδευομένων

1. Οι εκπαιδευόμενοι κατά τη διάρκεια τηςΚατάρτισης τους στη Σχολή λαμβάνουν μηνιαίως αποδοχές ίσες με το ήμισυ των συνολικών αποδοχών του παρέδρου πρωτοδικείου, όπως αυτές προσδιορίζονται με το ν. 2521/1997. Οι δαπάνες μετακίνησης τους για εκπαιδευτικούς λόγους βαρύνουν τη Σχολή. Στους εκπαιδευόμενους παρέχεται ιατροφαρμακευτική περίθαλψη από τον Οργανισμό Περίθαλψης Ασφαλισμένων Δημοσίου (Ο.Π.Α.Δ.).

2. Οι εκπαιδευόμενοι υποχρεούνται να επιστρέψουν τις αποδοχές, που έχουν λάβει, αν με υπαιτιότητα τους διακοπεί ηΚατάρτιση τους στη Σχολή. Ο καταλογισμός γίνεται με πράξη του Γενικού Διευθυντή.

3. Όσοι εκπαιδευόμενοι έχουν την ιδιότητα του δικηγόρου τελούν, από την εγγραφή τους στη Σχολή, σε αναστολή της ιδιότητας αυτής και οι εισφορές, που οφείλουν προς τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς, υπολογίζονται επί των αποδοχών, που λαμβάνουν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Όσοι έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού, του δημοσίου υπαλλήλου ή του υπαλλήλου νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα ή δημόσιας επιχείρησης ή του μέλους Δ.Ε.Π. ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος, θεωρείται αυτοδικαίως ότι τελούν σε απόσπαση από την ημερομηνία εγγραφής τους και καθ` όλη τη διάρκεια τηςΚατάρτισης τους στη Σχολή. Οι εκπαιδευόμενοι αυτοί λαμβάνουν τις αποδοχές, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Άρθρο 16
Κανονισμός Σπουδών

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Συμβουλίου Σπουδών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θεσπίζεταιΚανονισμός Σπουδών. Με τον κανονισμό προβλέπονται ιδίως: α. Οι ειδικότερες υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εκπαιδευομένων, β. Ο τρόπος αξιολόγησης, εξέτασης και βαθμολόγησης τους, τόσο κατά τις περιόδους φοίτησης στη Σχολή όσο και κατά τις περιόδους πρακτικής άσκησης, γ. Τα πειθαρχικά αδικήματα, οι πειθαρχικές ποινές, τα πειθαρχικά όργανα και η πειθαρχική διαδικασία και δ. Η διακοπή της εκπαίδευσης.
Άρθρο 17
Κατάρτιση

1. Η Κατάρτιση των εκπαιδευομένων είναι θεωρητική και πρακτική, κατανέμεται σε τρία διαδοχικά στάδια και παρέχεται ξεχωριστά για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Εισαγγελέων. Η διάρκεια της Κατάρτισης είναι δεκαέξι μήνες. Αρχίζει την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή και περατώνεται την 31η Μαίου του επόμενου έτους. Η Κατάρτιση στη Σχολή διακόπτεται κατά το μήνα Αύγουστο, την 26η και 28η Οκτωβρίου, τη 17η Νοεμβρίου, από 24 Δεκεμβρίου έως 2 Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, από τη Μεγάλη Πέμπτη έως και τη Δευτέρα μετά το Πάσχα, την 1η Μαίου και του Αγίου Πνεύματος.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Κατά την έναρξη τηςΚατάρτισης οι εκπαιδευόμενοι δίνουν σε ειδική τελετή, ενώπιον των διευθυντικών στελεχών της Σχολής, τον ακόλουθο όρκο: “Ορκίζομαι να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντα μου και να απέχω από κάθε ενέργεια, που αντίκειται στην ιδιότητα και το ήθος του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού.
Άρθρο 18
Πρόγραμμα Σπουδών

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Το Συμβούλιο Σπουδών, κατά το μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους καταρτίζει το Πρόγραμμα Σπουδών του επόμενου έτους, μετά από εισήγηση του καθ` ύλην αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, εξειδικεύοντας τις γενικές κατευθύνσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του Συμβουλίου Διδασκόντων, όπως προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. Στο Πρόγραμμα Σπουδών καθορίζονται επακριβώς οι διδακτικές ενότητες, η διδακτέα ύλη, οι διδάσκοντες αυτήν για κάθε κατεύθυνση σπουδών, οι ώρες διδασκαλίας και η μέθοδος διδασκαλίας κάθε διδακτικής ενότητας, καθώς και οι λεπτομέρειες ως προς την πραγματοποίηση της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων Εμφαση πρέπει να δίδεται ιδίως: α) σε τομείς όπου υπάρχουν αλλαγές της νομοθεσίας κατά τα τελευταία έτη, β) στο ευρωπαϊκό δίκαιο και κυρίως σε αυτό που έχει άμεση ισχύ, γ) στη νομολογία του ΕΔΔΑ, δ) σε τομείς που απασχολούν συχνά τη δικαστηριακή πράξη μολονότι δεν διδάσκονται επαρκώς κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών νομικών σπουδών και ε) σε τομείς όπου υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις από τους κανόνες γενικής ισχύος.

2. Το Συμβούλιο Σπουδών αποφασίζει σχετικά με τον αριθμό των εργασιών που ανατίθενται στους εκπαιδευόμενους σε κάθε μάθημα, καθώς και την κατανομή τους στο χρόνο, ώστε να εξασφαλισθεί η καλύτερη απόδοση των εκπαιδευομένων

3. Αλλαγές στο Πρόγραμμα Σπουδών κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας επιτρέπονται μόνο κατ` εξαίρεση, όταν υπάρχει σοβαρός λόγος και μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών.
Άρθρο 19
Πρώτο Στάδιο Κατάρτισης

1. Το πρώτο στάδιο της Κατάρτισης έχει κυρίως θεωρητικό χαρακτήρα και διαρκεί από την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή έως την 31η Μαρτίου του ίδιου έτους. Κατά το στάδιο αυτό, η διδασκαλία αποβλέπει πρωτίστως στην καλλιέργεια του ελεύθερου φρονήματος των δικαστικών λειτουργών, στην ανάδειξη της ανάγκης προσήλωσης στις θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές αλλά και την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευομένων για σημαντικά κοινωνικά προβλήματα.

2. Στη διδασκαλία αυτή περιλαμβάνονται ιδίως: α. Θέματα ιστορίας της δικαιοσύνης, με έμφαση στη διδασκαλία παραδειγμάτων δικαστικών λειτουργών που διακρίθηκαν για το ήθος και την ανεξαρτησία της γνώμης τους. β. Η νομοθεσία για την οργάνωση της δικαιοσύνης στην Ελλάδα και στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ιδίως αναφορικά με τους θεσμούς που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία αυτής. γ. Θέματα δεοντολογίας και πειθαρχικού δικαίου των δικαστικών λειτουργών, δ. Θέματα μεθοδολογίας του δικαστικού έργου. ε. Βασικές γνώσεις δικαστικής ψυχολογίας, στ. Επιλεγμένα θέματα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προστασίας των ανηλίκων, των μειονοτήτων ή των ατόμων με αναπηρία, κοινωνιολογίας, εγκληματολογίας, σωφρονιστικής και ανακριτικής, ζ. Βασικές έννοιες οικονομικής επιστήμης και λογιστικής, με έμφαση σε ζητήματα που απασχολούν συχνά τη δικαστική πράξη. Τέλος, περιλαμβάνονται θέματα εφαρμοσμένης πληροφορικής και ξένης νομικής ορολογίας, όπως όλα τα παραπάνω εξειδικεύονται στο Πρόγραμμα Σπουδών της κάθε κατεύθυνσης.

3. Κάθε διδάσκων παραδίδει ή αποστέλλει στη γραμματεία της Σχολής βαθμολογία για όλους τους εκπαιδευόμενους, εντός δέκα ημερών από την ολοκλήρωση της διδασκαλίας που του έχει ανατεθεί. Η βαθμολογική κλίμακα εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε και η βαθμολόγηση καταχωρίζεται από κάθε βαθμολογητή.

4. Εκπαιδευόμενος, ο οποίος λόγω αδικαιολόγητων απουσιών δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί από διδάσκοντα, θεωρείται ότι βαθμολογείται από αυτόν με μηδέν. Αν η αδυναμία αξιολόγησης οφείλεται σε δικαιολογημένες απουσίες, ο εκπαιδευόμενος δεν βαθμολογείται από τον διδάσκοντα αυτόν. Αν την ύλη ορισμένης διδακτικής ενότητας έχουν καλύψει περισσότεροι από έναν διδάσκοντες, βαθμός προόδου κάθε εκπαιδευομένου σε αυτή τη διδακτική ενότητα είναι ο μέσος όρος των βαθμών τους οποίους έλαβε από όλους τους διδάσκοντες στην εν λόγω ενότητα.

5. Ο γενικός βαθμός προόδου στο πρώτο στάδιο της Κατάρτισης αποτελείται από το μέσο όρο των επί μέρους βαθμών προόδου όλων των διδασκόντων. Οι βαθμοί των διδασκόντων που έχουν καλύψει μέχρι δεκατέσσερις ώρες διδασκαλίας υπολογίζονται με συντελεστή 0,7, ενώ των υπολοίπων με συντελεστή 1.
Άρθρο 20
Δεύτερο Στάδιο Κατάρτισης

1. Το δεύτερο στάδιο της Κατάρτισης διαρκεί από την 1 η Απριλίου του έτους εγγραφής στη Σχολή έως το τέλος Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

Κατά το στάδιο αυτό, η διδασκαλία αποβλέπει στη διάπλαση ανεξάρτητου δικαστικού φρονήματος και στην ανάπτυξη της δικανικής κρίσης των εκπαιδευομένων, έτσι ώστε να καταστούν ικανοί ως προς την ερμηνεία των νόμων, την υπαγωγή των προβαλλόμενων ισχυρισμών στον προσήκοντα κανόνα δικαίου, την ουσιαστική διερεύνηση της διαφοράς και τη διατύπωση των δικαστικών αποφάσεων ή των λοιπών κειμένων της δικαστικής πράξης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Η διδασκαλία, κατά το στάδιο αυτό, διενεργείται πρωτίστως με την επεξεργασία πραγματικών υποθέσεων, οι οποίες διανέμονται στους εκπαιδευόμενους ως δικαστικές αποφάσεις, βουλεύματα, εισαγγελικές προτάσεις ή αντίγραφα δικογραφιών. Η διδασκαλία συνδυάζεται με την οργάνωση τριών τουλάχιστον εικονικών δικών, στις οποίες συμμετέχουν όλοι οι εκπαιδευόμενοι. Η διδασκαλία συνδυάζεται επίσης με εκπαιδευτικές επισκέψεις στα δικαστικά καταστήματα οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από μία κάθε μήνα, με παρακολούθηση δικών ή άλλων διαδικαστικών ενεργειών μέσω ηλεκτρονικού κυκλώματος, με ανάλυση της νομολογίας, με σεμινάρια, ημερίδες ή διαλέξεις πρακτικού περιεχομένου, Κατάρτιση σχεδίων δικαστικών αποφάσεων, εισηγήσεων, προτάσεων, βουλευμάτων ή διατάξεων και με κάθε άλλο μέσο, το οποίο θεωρείται πρόσφορο από τους διδάσκοντες και εγκρίνεται από τον καθ` ύλην αρμόδιο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, στο πλαίσιο που ορίζει το Συμβούλιο Σπουδών. Μέρος της διδασκαλίας μπορεί να αποτελεί και η συμμετοχή και παρακολούθηση σεμιναρίων, τα οποία πραγματοποιούνται από όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή του Συμβουλίου της Ευρώπης, με σκοπό την Κατάρτιση των υποψήφιων δικαστικών λειτουργών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Το γνωστικό αντικείμενο της διδασκαλίας εκτείνεται κυρίως σε θεματικές ενότητες, σύμφωνα με τις ειδικότερες ανάγκες κάθε κατεύθυνσης και κλάδου εκπαιδευομένων, ως εξής: Α. Σύνταγμα, ατομικές ελευθερίες, ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου. Β.Διοίκηση, διοικητική δράση, διοικητική δίκη. Γ. Γενικές αρχές δημοσιονομικού δικαίου, ένδικα βοηθήματα, ένδικα μέσα και διαδικασίες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Δ. Κοινωνική ασφάλιση. Ε. Αστική ευθύνη του Δημοσίου. ΣΤ. Διεθνής και κοινοτική έννομη τάξη. Ζ. Διαφορές αστικού δικαίου. Η. Διαφορές εμπορικού δικαίου. Θ. Θέματα πολιτικής δικονομίας. Ι. Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο. ΙΑ. Εγκλήματα που προβλέπονται από τους ειδικούς ποινικούς νόμους και IB. Θέματα ποινικής δικονομίας. Στη διδασκαλία αυτή μπορεί να περιλαμβάνονται θέματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας, προστασίας των καταναλωτών και προστασίας του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος.

4. Η διδασκαλία στα θέματα εφαρμοσμένης πληροφορικής και ξένης νομικής ορολογίας συνεχίζεται και κατά το παρόν στάδιο τηςΚατάρτισης.
Άρθρο 21
Αξιολόγηση κατά το Δεύτερο Στάδιο Κατάρτισης

1. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου σταδίου τηςΚατάρτισης, οι εκπαιδευόμενοι αξιολογούνται από τους διδάσκοντες ως προς τις επιστημονικές γνώσεις, την ικανότητα ανάλυσης και σύνθεσης, την ευθυκρισία, την ικανότητα διατύπωσης συλλογισμών, επιχειρημάτων και συμπερασμάτων, την επιμέλεια, το ζήλο και την εργατικότητα, το ήθος και τη συμπεριφορά, όπως τα χαρακτηριστικά αυτά προκύπτουν από τη γενικότερη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία και ιδίως από την επίδοση τους στηνΚατάρτιση των σχεδίων, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, και σε άλλες, γραπτές ή προφορικές, ατομικές ή συλλογικές, εργασίες και παρουσιάσεις. Αξιολογούνται, επίσης, ως προς την επίδοση τους στις εφαρμογές της πληροφορικής και στην εκμάθηση της ξένης νομικής ορολογίας.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 5 του άρθρου 19 έχουν εφαρμογή για την αξιολόγηση της προόδου των εκπαιδευομένων και στο δεύτερο στάδιο της Κατάρτισης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 παρ.3 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Εκπαιδευόμενος, ο οποίος λόγω αδικαιολόγητων απουσιών δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί από διδάσκοντα, θεωρείται ότι βαθμολογείται από αυτόν με μηδέν. Αν η αδυναμία αξιολόγησης οφείλεται σε δικαιολογημένες απουσίες, ο εκπαιδευόμενος δεν βαθμολογείται από τον διδάσκοντα αυτόν. Αν την ύλη ορισμένης διδακτικής ενότητας έχουν καλύψει περισσότεροι από έναν διδάσκοντες, βαθμός προόδου κάθε εκπαιδευομένου σε αυτή τη διδακτική ενότητα είναι ο μέσος όρος των βαθμών, τους οποίους έλαβε από όλους τους διδάσκοντες στην εν λόγω ενότητα.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 35 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

4. Ο γενικός βαθμός προόδου στο δεύτερο στάδιο τηςΚατάρτισης αποτελείται από το μέσο όρο των επί μέρους βαθμών προόδου όλων των διδασκόντων που παρέδωσαν βαθμολογία. Θεωρούνται επιτυχόντες στο στάδιο αυτό τηςΚατάρτισης όσοι εκπαιδευόμενοι έλαβαν γενικό βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ. Δεκαδικοί πέραν του εκατοστού δεν λαμβάνονται υπόψη.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 35 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 22
Εξετάσεις Αποφοίτησης

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Δεκεμβρίου, οι εκπαιδευόμενοι οι οποίοι έλαβαν κατά το δεύτερο στάδιο Κατάρτισης βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ. προσέρχονται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, σε Εξετάσεις Αποφοίτησης, οι οποίες περιλαμβάνουν γραπτή δοκιμασία. Η γραπτή δοκιμασία περιλαμβάνει τρεις εξετάσεις επί πρακτικών ζητημάτων, κατά προτίμηση με τη διανομή αντιγράφου δικογραφίας και με τη σύνταξη από τους εκπαιδευόμενους σχεδίου εισήγησης ή απόφασης ή εισαγγελικής πρότασης ή βουλεύματος. Για τους εκπαιδευόμενους της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης, κυρίως στις ενότητες: α) Σύνταγμα – ατομικές ελευθερίες, β) Ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο – Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γ) Διοίκηση, διοικητική δράση, διοικητική δίκη και δ) Γενικές αρχές δημοσιονομικού δικαίου, ένδικα βοηθήματα, ένδικα μέσα και διαδικασίες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή σε σύνθεση των ανωτέρω. Για τους εκπαιδευόμενους της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, κυρίως στις ενότητες: α) Διαφορές αστικού δικαίου και θέματα πολιτικής δικονομίας, β) Διαφορές εμπορικού δικαίου, γ) Υποθέσεις ποινικού δικαίου και θέματα ποινικής δικονομίας και δ) Ευρωπαϊκό δίκαιο – Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Διεθνής Σύμβαση για τα άτομα με αναπηρία ή σε σύνθεση των ανωτέρω. Για τους εκπαιδευόμενους της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων κυρίως στις ενότητες: α) Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, β) θέματα Ποινικής Δικονομίας, γ) Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο και δ) Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι ή σε σύνθεση των ανωτέρω.

2. Η εξεταστική επιτροπή συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Εναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, β) Εναν Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και γ) Εναν Πρόεδρο Εφετών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Εναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) Εναν Αρεοπαγίτη και γ) Εναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από: α) Εναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, β) Εναν Αρεοπαγίτη και γ) Εναν Εισαγγελέα Εφετών.

3. Τα μέλη των παραπάνω επιτροπών ορίζονται, με τους αναπληρωτές τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως ισχύει, και δεν επιτρέπεται να έχουν την ιδιότητα του διδάσκοντος στη Σχολή ή να μετέχουν στα όργανα της Διοίκησης. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του από υπαλλήλους της Σχολής.

4. Η βαθμολογική κλίμακα των εξετάσεων απόφοιτησης για όλες τις δοκιμασίες εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων διενεργείται και από τα τρία μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των εξεταζομένων στα γραπτά δοκίμια, καθώς και η βαθμολογία κάθε βαθμολογητή καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε σημείωση των βαθμολογητών επί του γραπτού του εξεταζομένου. Η βαθμολογία παραδίδεται στη γραμματεία της Σχολής εντός πενθημέρου από την κάθε γραπτή δοκιμασία. Ο μέσος όρος των βαθμών των τριών βαθμολογητών αποτελεί το βαθμό του εξεταζομένου σε κάθε γραπτό δοκίμιο.

5. Ο μέσος όρος των βαθμών στις άνω θεματικές ενότητες κάθε κατεύθυνσης αποτελεί το γενικό βαθμό των γραπτών εξετάσεων αποφοίτησης του εκπαιδευόμενου.

6. Θεωρούνται επιτυχόντες όσοι έλαβαν γενικό βαθμό τουλάχιστον οκτώ. Δεκαδικοί πέραν του εκατοστού δεν λαμβάνονται υπόψη.

7. Οι Εξετάσεις Αποφοίτησης διενεργούνται στο κατάστημα της Σχολής. Το πρόγραμμα, οι δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι επιτηρούν τους εξεταζόμενους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, καθορίζονται από την εξεταστική επιτροπή.
Άρθρο 23
Πίνακες Επιτυχόντων

1. Η γραμματεία της Σχολής, μετά τη λήψη των βαθμολογιών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης κατά το δεύτερο στάδιο τηςΚατάρτισης, συντάσσει για κάθε κατεύθυνσηΠίνακες Επιτυχόντων, οι οποίοι αναρτώνται στο κατάστημα της Σχολής. Όσοι εκπαιδευόμενοι δεν εγγραφούν στουςΠίνακες Επιτυχόντων, επαναλαμβάνουν τη φοίτηση στη Σχολή με την αμέσως επόμενη εκπαιδευτική σειρά, χωρίς δικαίωμα λήψης των κατά το άρθρο 15 αποδοχών. Αν και πάλι δεν περιληφθούν στους επιτυχόντες, διαγράφονται οριστικά από τη Σχολή.

2. Η σειρά επιτυχίας στους Πίνακες Επιτυχόντων καθορίζεται με βάση το συνυπολογισμό των βαθμών, που κάθε εκπαιδευόμενος έλαβε: α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα (1). β) κατά το πρώτο στάδιο της Κατάρτισης, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3) και γ) κατά το δεύτερο στάδιο της Κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών διαιρείται δια του τρία.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 24
Κατανομή σε Τμήματα

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Οι εκπαιδευόμενοι από την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, οι οποίοι περιλαμβάνονται στους Πίνακες Επιτυχόντων της παραγράφου 1 του άρθρου 23: α. Γνωστοποιούν, μέσα σε τέσσερις εργάσιμες ημέρες μετά την ανάρτηση των πινάκων, με δήλωση τους στη γραμματεία της Σχολής, το τμήμα ή, κατά σειρά προτίμησης, τα τμήματα που επιθυμούν να ακολουθήσουν και β. Κατατάσσονται σε τμήματα, ανάλογα με τους κλάδους δικαστικών λειτουργών, για τους οποίους είχε προκηρυχθεί ο εισαγωγικός διαγωνισμός, και τις αντίστοιχες οργανικές θέσεις, οι οποίες πρόκειται να πληρωθούν, ως εξής: α. Υποψηφίων δοκίμων Εισηγητών του Συμβουλίου της Επικρατείας, β. Υποψηφίων δοκίμων Εισηγητών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και γ. Υποψηφίων Παρέδρων Διοικητικού Πρωτοδικείου.

2. Η κατάταξη γίνεται με απόφαση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης στην κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το βαθμό επιτυχίας της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του παρόντος και τη δήλωση προτίμησης κάθε εκπαιδευομένου, σε συνάρτηση με τις οργανικές θέσεις της προκήρυξης. Μεταξύ των εκπαιδευομένων που έχουν λάβει τον ίδιο βαθμό επιτυχίας, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό στις εξετάσεις αποφοίτησης.
Άρθρο 25
Τρίτο ΣτάδιοΚατάρτισης Πρακτική Άσκηση

1. Το τρίτο στάδιο της Κατάρτισης περιλαμβάνει την πρακτική άσκηση στα δικαστικά καταστήματα και διαρκεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Μαίου του έτους που ακολουθεί το έτος εγγραφής στη Σχολή. Πραγματοποιείται, για όσους μεν επέλεξαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24 τα τμήματα υποψηφίων δοκίμων εισηγητών του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στα δικαστήρια αυτά, αντιστοίχως, για δε τους λοιπούς στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, σε δικαστήρια όλων των κλάδων και βαθμών και σε εισαγγελίες.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.3 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου που διευθύνει το δικαστήριο ή του προϊσταμένου της οικείας εισαγγελίας, ορίζονται, με διετή θητεία, οι εποπτεύοντες ανώτατοι και ανώτεροι δικαστικοί λειτουργοί, καθώς και εκείνοι, οι οποίοι πρόκειται να έχουν την ευθύνη της πρακτικής άσκησης τριών ή περισσότερων εκπαιδευομένων κάθε εκπαιδευτικής σειράς και, πάντως, όχι περισσότερων από έξι.

3. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης, οι εκπαιδευόμενοι παρακολουθούν επιπλέον τρία (3) εκπαιδευτικά σεμινάρια, διάρκειας τουλάχιστον είκοσι ωρών το καθένα, σε εξειδικευμένα αντικείμενα της κατεύθυνσης που έχουν επιλέξει, σε ημέρες και ώρες που δεν πραγματοποιείται πρακτική άσκηση. Το περιεχόμενο, ο χρόνος και οι εισηγητές ορίζονται στο Πρόγραμμα Σπουδών που καταρτίζει το Συμβούλιο Σπουδών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 1. Σε τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιούνται επίσης ενημερωτικές και εκπαιδευτικές συναντήσεις, στις οποίες είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης. Η συχνότητα, ο τόπος και ο χρόνος των συναντήσεων αυτών καθορίζονται κάθε φορά από τον εποπτεύοντα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.4 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

4. Κατά την πρακτική άσκηση στα δικαστήρια ή τις εισαγγελίες οι εκπαιδευόμενοι επεξεργάζονται, υπό την καθοδήγηση των ως άνω υπευθύνων, υποθέσεις που αυτοί τους αναθέτουν, συντάσσουν εισηγήσεις ή σχέδια δικαστικών αποφάσεων ή εισαγγελικών προτάσεων ή βουλευμάτων. Εφόσον κληθούν, παρίστανται κατά την προανάκριση ή ανάκριση και μετέχουν χωρίς δικαίωμα λόγου ή ψήφου στις συνθέσεις των δικαστηρίων κατά τη συζήτηση υποθέσεων στο ακροατήριο και στις διασκέψεις, χωρίς η συμμετοχή τους να καταχωρίζεται στις εκθέσεις, στα πρακτικά ή στις αποφάσεις.
Άρθρο 26
Αξιολόγηση κατά την Πρακτική Άσκηση

1. Η επίδοση των εκπαιδευομένων, κατά την πρακτική άσκηση, αξιολογείται από τον υπεύθυνο για την άσκηση δικαστικό λειτουργό, με βάση την εργασία και την προσωπικότητα του εκπαιδευομένου και ιδίως την αναλυτική και συνθετική ικανότητα, την αποτελεσματικότητα και ταχύτητα στην εργασία, την υπευθυνότητα, την ικανότητα συνεργασίας, την κοινωνική συμπεριφορά και το ήθος. Η βαθμολογική κλίμακα εκτείνεται από μηδέν έως δεκαπέντε και η βαθμολόγηση καταχωρίζεται από κάθε βαθμολογητή. Η βαθμολογία παραδίδεται ή αποστέλλεται στη γραμματεία της Σχολής κατά την ολοκλήρωση της πρακτικής άσκησης.

2. Η γραμματεία της Σχολής, μετά τη λήψη των βαθμολογιών της πρακτικής άσκησης, συντάσσειΠίνακες Επιτυχόντων για τους εκπαιδευόμενους κάθε τμήματος, οι οποίοι αναρτώνται στο κατάστημα της Σχολής. Σε καθέναν από τους πίνακες αυτούς εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι, κατά σειρά αξιολόγησης, όπως καθορίζεται από το βαθμό που έλαβαν κατά την πρακτική άσκηση. Θεωρούνται επιτυχόντες οι εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι έλαβαν κατά το στάδιο αυτό βαθμό τουλάχιστον οκτώ. Δεκαδικοί πέραν του εκατοστού δεν λαμβάνονται υπόψη. Όσοι εκπαιδευόμενοι δεν εγγραφούν στους παραπάνω πίνακες επαναλαμβάνουν την πρακτική άσκηση με την αμέσως επόμενη εκπαιδευτική σειρά. Αν και πάλι δεν περιληφθούν στους επιτυχόντες διαγράφονται από τη Σχολή.

Άρθρο 27
Αξιολόγηση Ήθους και Συμπεριφοράς

1. Μετά την ολοκλήρωση της Κατάρτισης και εντός του πρώτου πενθημέρου του μηνός Ιουνίου του έτους, που ακολουθεί το έτος της εγγραφής στη Σχολή, σε ειδική συνεδρίαση του Συμβουλίου Σπουδών, με διευρυμένη σύνθεση, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3, οι επιτυχόντες εκπαιδευόμενοι, ανεξάρτητα από το βαθμό που έχουν λάβει κατά τις προηγούμενες αξιολογήσεις, κρίνονται ως προς το αν θεωρούνται κατάλληλοι για την άσκηση των δικαστικών καθηκόντων, που πρόκειται να τους ανατεθούν. Η κρίση αυτή μπορεί να αποβεί αρνητική, μόνο εφόσον διαπιστωθεί, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση, ότι ο εκπαιδευόμενος δεν διαθέτει το προσήκον δικαστικό ήθος ή ότι εμφανίζει προβλήματα συμπεριφοράς, τα οποία, βασίμως, θα δυσχεραίνουν τη συνεργασία του με τους συναδέλφους και τους λοιπούς παράγοντες απονομής της δικαιοσύνης ή θα πλήττουν ανεπανόρθωτα το προσωπικό του κύρος ή το κύρος της δικαιοσύνης.

2. Για τις διαπιστώσεις, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του ατομικού φακέλου του εκπαιδευομένου, η προσωπική αντίληψη των προσώπων που μετέχουν στη συνεδρίαση, καθώς και τα πορίσματα του ψυχιατρικού ελέγχου, στον οποίο είχε υποβληθεί ο εκπαιδευόμενος, προκειμένου να συμμετάσχει στον εισαγωγικό διαγωνισμό, ή της τυχόν περαιτέρω ψυχιατρικής διερεύνησης της προσωπικότητας του κατά τη διάρκεια τηςΚατάρτισης. Η ψυχιατρική αυτή διερεύνηση διενεργείται από διευθυντή ψυχιατρικής κλινικής κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου, μετά από παραπομπή του εκπαιδευομένου, με απόφαση του ΔιευθυντήΚατάρτισης.

3. Στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Σπουδών προσκαλούνται από τον πρόεδρο του και συμμετέχουν με δικαίωμα ψήφου δύο διδάσκοντες, οι οποίοι κατά το προηγηθέν δεύτερο στάδιο τηςΚατάρτισης συμπλήρωσαν συνολικώς τις περισσότερες ώρες διδασκαλίας στο τμήμα, του οποίου οι εκπαιδευόμενοι πρόκειται να αξιολογηθούν. Προσκαλείται, επίσης, και συμμετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου ο υπεύθυνος της πρακτικής άσκησης σε κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία, που είχε υπό την ευθύνη του τον εκπαιδευόμενο που πρόκειται να αξιολογηθεί και θεωρείται από αυτόν ακατάλληλος για την άσκηση δικαστικών καθηκόντων.

4. Η απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία και εκδίδεται εντός του δεύτερου πενθημέρου του μηνός Ιουνίου. Ο θιγόμενος, μέσα σε προθεσμία πέντε ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης, δικαιούται να προσφύγει στο Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής, το οποίο συνέρχεται και αποφασίζει εντός πενθημέρου από την κατάθεση της προσφυγής. Εάν η απόφαση για την ακαταλληλότητα επικυρωθεί, ο εκπαιδευόμενος διαγράφεται οριστικά από τη Σχολή.

Άρθρο 28
Καθορισμός Σειράς στους Πίνακες Αρχαιότητας

Ο τελικός βαθμός, τον οποίο λαμβάνει κάθε εκπαιδευόμενος και με βάση τον οποίο καθορίζεται η σειρά του στον αντίστοιχο πίνακα αρχαιότητας, εξευρίσκεται με το συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε: α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα (1). β) Κατά το πρώτο στάδιο Κατάρτισης, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3). γ) Κατά το δεύτερο στάδιο της Κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5) και δ) Κατά την πρακτική άσκηση, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα (1,5). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό τέσσερα. Η γραμματεία της Σχολής, στη συνέχεια, συντάσσει για κάθε τμήμα πίνακα, στον οποίο εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι με βάση τον τελικό βαθμό, ο οποίος αναρτάται στο κατάστημα της Σχολής. Μεταξύ εκπαιδευομένων με τον ίδιο τελικό βαθμό, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά το δεύτερο στάδιο Κατάρτισης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.5 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

Άρθρο 29
Παράταση Πρακτικής Άσκησης

Μετά την ολοκλήρωση τηςΚατάρτισης και τη διαμόρφωση του πίνακα αρχαιότητας κάθε κλάδου, η πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων παρατείνεται στα ίδια δικαστήρια ή εισαγγελίες, μέχρι τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος διορισμού τους σε οργανική θέση δικαστικού λειτουργού. «Κατά τη διάρκεια της παράτασης, οι εκπαιδευόμενοι ασχολούνται με τις ίδιες δραστηριότητες, υφίστανται την αυτή εποπτεία και λαμβάνουν από τη Σχολή τις ίδιες αποδοχές, που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 15.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.6 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
Άρθρο 30
Σεμινάρια για τους Διδάσκοντες

1. Οι διδάσκοντες και οι υπεύθυνοι της πρακτικής άσκησης, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους ή και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης αυτών, παρακολουθούν ενημερωτικά σεμινάρια, που διοργανώνονται με φροντίδα του ΔιευθυντήΚατάρτισης και επαναλαμβάνονται κατ` έτος. Στα σεμινάρια αυτά αναπτύσσεται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και οι μέθοδοιΚατάρτισης, που εφαρμόζονται στη Σχολή, αξιολογείται το διδακτικό έργο του παρελθόντος, επισημαίνονται οι αναγκαίες βελτιώσεις και ανταλλάσσονται απόψεις σχετικά με τον τρόπο ή την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας και με την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων.

2. Για τον εμπλουτισμό των γνώσεων και της εκπαιδευτικής εμπειρίας των διδασκόντων και των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης, η Σχολή μπορεί κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 42 του παρόντος νόμου να αποστέλλει ετησίως και εκ περιτροπής τρεις από αυτούς για την παρακολούθηση αντίστοιχων προγραμμάτων σε ομόλογους φορείς των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τον ίδιο σκοπό, η Σχολή προσκαλεί πρόσωπα με διαπιστωμένη πείρα σε θέματα δικαστικής εκπαίδευσης σε ομόλογους φορείς της αλλοδαπής, προκειμένου να διδάξουν στα σεμινάρια, τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1.
Άρθρο 31
Διορισμός – Δοκιμαστική Υπηρεσία

1. Οι εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι περατώνουν επιτυχώς τηνΚατάρτιση, διορίζονται, εντός δύο μηνών από τη σύνταξη των πινάκων επιτυχόντων, σε θέσεις δόκιμων δικαστικών λειτουργών στον κλάδο, στον οποίο αντιστοιχεί το τμήμα της Σχολής, όπου είχαν καταταγεί μετά το πέρας του δεύτερου σταδίου της Κατάρτισης.

2. Όποιος δεν αποδέχεται το διορισμό του, υποχρεώνεται να επιστρέψει τις αποδοχές, που εισέπραξε κατά τη διάρκεια τηςΚατάρτισης στη Σχολή. Ο διοριζόμενος έχει την υποχρέωση να υπηρετήσει στο δικαστικό σώμα διπλάσιο χρόνο από εκείνο τηςΚατάρτισης στη Σχολή. Αν ο διοριζόμενος παραιτηθεί νωρίτερα, επιστρέφει ποσοστό των αποδοχών, που εισέπραξε κατά τη διάρκεια της Κατάρτισης του, ανάλογο προς τον υπολειπόμενο χρόνο υποχρεωτικής υπηρεσίας στο δικαστικό σώμα. Οι εγγραφόμενοι εκ νέου στη Σχολή λόγω αλλαγής κατεύθυνσης δεν δικαιούνται των αποδοχών του άρθρου 15 του παρόντος.

3. Για όσους διορίζονται σε θέσεις δικαστικών λειτουργών ο χρόνοςΚατάρτισης στη Σχολή θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας ως προς τον καθορισμό της σειράς αρχαιότητας και ως προς όλα τα λοιπά θέματα της υπηρεσιακής και μισθολογικής κατάστασης τους, εκτός του δικαιώματος λήψης αναδρομικών αποδοχών.

4. Οι διοριζόμενοι διανύουν δοκιμαστική υπηρεσία δέκα μηνών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.7 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Άρθρο 32
Επιμόρφωση

Η διαρκής ή συνεχής ή “διά βίου”Επιμόρφωση των ήδη υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών αποσκοπεί στον εμπλουτισμό των γνώσεων και στη συνεχή ενημέρωση τους σε νομικά, κοινωνικά, μεθοδολογικά, οργανωτικά ή άλλα εξελισσόμενα θέματα, συναφή προς την άσκηση του δικαιοδοτικού τους έργου.
Άρθρο 33
Πρόγραμμα Επιμόρφωσης

1. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της ίδιας κατεύθυνσης, καταρτίζει το μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους πρόγραμμα Επιμόρφωσης, το οποίο μπορεί να συμπληρώνεται ή να τροποποιείται με τον ίδιο τρόπο. Για τη διαμόρφωση του προγράμματος λαμβάνονται ιδίως υπόψη οι προτάσεις των δικαστικών λειτουργών, των Προέδρων των Δικαστηρίων και των τριμελών συμβουλίων που διευθύνουν τα δικαστήρια ή των προϊσταμένων των εισαγγελιών, οι οποίες ζητούνται ειδικώς για το σκοπό αυτόν. Το πρόγραμμα αναρτάται στο κατάστημα της Σχολής και δημοσιεύεται σε ειδικό τεύχος, που εκδίδεται από αυτήν. Για προγράμματα Επιμόρφωσης των Εισαγγελέων εισήγηση καταθέτει ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελέων.»

Στα σεμινάρια επιμόρφωσης που διοργανώνονται από την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για το Ελεγκτικό Συνέδριο και αφορούν σε ελεγκτικά θέματα, μπορεί να συμμετέχουν και δικαστικοί υπάλληλοι που υπηρετούν στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ.1 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011),και με το άρθρο 8 παρ.3 Ν.4239/2014,ΦΕΚ Α 43/20.2.2014.

2. Στο ετήσιο ΠρόγραμμαΕπιμόρφωσης καθορίζονται οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες, οι οποίες πρόκειται να αναπτυχθούν κατά τη διάρκεια εφαρμογής του, και διατυπώνονται τα επί μέρους προγράμματα. Σε καθένα από αυτά προσδιορίζονται: α. Το θέμα τηςΕπιμόρφωσης, β. Ο κλάδος, οι κατηγορίες των δικαστικών λειτουργών στους οποίους το κάθε επί μέρους πρόγραμμα απευθύνεται, ο αριθμός αυτών που καλούνται να μετάσχουν και το δικαστήριο ή η εισαγγελία, όπου υπηρετούν, γ. Ο χρόνος, η διάρκεια και ο τόπος πραγματοποίησης του και δ. Η μέθοδος.

3. Τα επί μέρους προγράμματα ολοκληρώνονται τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την πραγματοποίηση τους, κοινοποιούνται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και αποστέλλονται στις δικαστικές υπηρεσίες, των οποίων οι λειτουργοί καλούνται να μετάσχουν, για περαιτέρω γνωστοποίηση.
Άρθρο 34
Υποχρεωτικά και Προαιρετικά ΠρογράμματαΕπιμόρφωσης

1. Τα προγράμματαΕπιμόρφωσης διακρίνονται σε υποχρεωτικά και προαιρετικά και διαμορφώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε εκ περιτροπής να παρέχεται σε όλους τους υπηρετούντες δικαστικούς λειτουργούς η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτά.

2. Τα υποχρεωτικά προγράμματαΕπιμόρφωσης απευθύνονται στους δικαστικούς λειτουργούς του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου μέχρι και το βαθμό του Παρέδρου, στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων μέχρι και το βαθμό του Εφέτη ή του Αντεισαγγελέα Εφετών, συμπεριλαμβανομένων των Ειρηνοδικών και Πταισματοδικών, και στους δικαστικούς λειτουργούς των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων μέχρι και το βαθμό του Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων.

3. Τα προαιρετικά προγράμματαΕπιμόρφωσης απευθύνονται σε δικαστικούς λειτουργούς όλων των κλάδων και βαθμών. Δεν κωλύεται η προαιρετική συμμετοχή κάθε δικαστικού λειτουργού στα προγράμματαΕπιμόρφωσης, που οργανώνονται ως υποχρεωτικά, για άλλη κατηγορία δικαστικών λειτουργών.
Άρθρο 35
Επιλογή Επιμορφουμένων

1. Η επιλογή των δικαστικών λειτουργών, που καλούνται να μετάσχουν σε συγκεκριμένο ΠρόγραμμαΕπιμόρφωσης, διενεργείται με τα εξής κριτήρια: α. Το ενδιαφέρον ή την εμπειρία καθενός σε σχέση με το θέμα τηςΕπιμόρφωσης, β. Τον υπολειπόμενο χρόνο παραμονής του στο βαθμό που κατέχει ή άσκησης καθηκόντων συναφών προς το θέμα. γ. Την προηγούμενη συμμετοχή του σε πρόγραμμα με το ίδιο ή παρεμφερές θέμα. δ. Τα τυχόν ειδικά προσόντα του και ιδίως τις μεταπτυχιακές σπουδές και τη γνώση ξένων γλωσσών, ε. Την ανάγκη της εκ περιτροπής συμμετοχής στηνΕπιμόρφωση όσο το δυνατόν περισσότερων δικαστικών λειτουργών και στ. Την εξασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας κάθε δικαστικής υπηρεσίας κατά τη διάρκεια τηςΕπιμόρφωσης.

2. Η επιλογή διενεργείται από τον πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου, που διευθύνει το δικαστήριο, ή τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας σύμφωνα με τα ως άνω κριτήρια, τις δηλώσεις ενδιαφέροντος, που υποβάλλονται από τους υπηρετούντες δικαστές ή εισαγγελείς, και τις θέσειςΕπιμόρφωσης, που προσφέρονται κάθε φορά στη συγκεκριμένη υπηρεσία. «Η απόφαση επιλογής πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

Τα ατομικά στοιχεία όσων έχουν επιλεγεί διαβιβάζονται το ταχύτερο δυνατόν στη Σχολή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ.2 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Η Σχολή προσκαλεί όσους έχουν επιλεγεί για να μετάσχουν στο αντίστοιχο ΠρόγραμμαΕπιμόρφωσης και δεσμεύει για τον καθένα από αυτούς τη σχετική πίστωση για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης, διαμονής, διατροφής και ημερήσιας αποζημίωσης. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, οι επι- μορφούμενοι δεν μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση συμμετοχής στο πρόγραμμα, παρά μόνο λόγω έκτακτης υπηρεσιακής απασχόλησης, στην οποία δεν είναι δυνατόν να αναπληρωθούν, ή άλλου σοβαρού προσωπικού κωλύματος. Η αδυναμία συμμετοχής πρέπει να γνωστοποιείται στη Σχολή εγκαίρως, με αίτηση του επιμορφουμένου, που διαβιβάζεται από τον δικαστικό λειτουργό ή τον πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου, που διευθύνει το δικαστήριο ή τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας.
Άρθρο 36
Θεματολόγιο Υποχρεωτικής Επιμόρφωσης

Οι δικαστικοί λειτουργοί συμμετέχουν, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, σε προγράμματαΕπιμόρφωσης με τα εξής ιδίως αντικείμενα:

Α. Εξελίξεις του κοινοτικού δικαίου, της νομολογίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και αυτής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Β. Προστασία του ασθενέστερου στο δίκαιο και δικαστική αντιμετώπιση μειονοτήτων, μειονεκτούντων ατόμων ή ανηλίκων.

Γ. Εξελίξεις σε ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης.

Δ. Νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις σε θέματα διοικητικού, δημοσιονομικού, αστικού, εμπορικού, ποινικού και εργατικού δικαίου.

Ε. Προβλήματα του δικονομικού συστήματος στη διοικητική, πολιτική ή ποινική δίκη.

ΣΤ. Νέες μορφές οργανωμένου, οικονομικού ή ηλεκτρονικού εγκλήματος, καθώς και εγκλημάτων σχετικών με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Ζ. Αντιμετώπιση εξαρτημένων ατόμων και γνωριμία με εφαρμοζόμενες μεθόδους ή λειτουργούσες μονάδες απεξάρτησης ή επανένταξης.

Η. Λειτουργία του σωφρονιστικού συστήματος και προσέγγιση προβλημάτων του.

Θ. Επίδραση και εφαρμογή των νέων τεχνολογιών και ιδίως της πληροφορικής και των ηλεκτρονικών συστημάτων στη διαμόρφωση του δικαίου, στον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης και στην εργασία των δικαστικών λειτουργών.

Ι. Πολεοδομία – Χωροταξία – Δημόσια Έργα. ΙΑ. Προστασία φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος – Βιώσιμη ανάπτυξη.

IB. Πνευματική ιδιοκτησία – Ανταγωνισμός – Προστασία του Καταναλωτή.

ΙΓ. Καταπολέμηση της δωροδοκίας και της διαφθοράς.
Άρθρο 37
Αξιολόγηση Προγράμματος – Βεβαιώσεις Συμμετοχής

1. Στο τέλος κάθε επί μέρους προγράμματοςΕπιμόρφωσης, οι επιμορφούμενοι συμπληρώνουν ειδικό ερωτηματολόγιο, με σκοπό την αξιολόγηση της διοργάνωσης, των συντελεστών αυτής και της χρησιμότητας, την οποία είχε για τους ίδιους η συμμετοχή στο πρόγραμμα. Στο ίδιο φύλλο αξιολόγησης, οι επιμορφούμενοι μπορούν να προσθέτουν παρατηρήσεις για τη βελτίωση τηςΕπιμόρφωσης ή προτάσεις για την επιλογή νέων θεμάτων.

2. Στους δικαστικούς λειτουργούς, που έχουν παρακολουθήσει ανελλιπώς ΠρόγραμμαΕπιμόρφωσης, χορηγείται σχετική βεβαίωση, στην οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία του τυχόν ειδικότερου τρόπου συμμετοχής ή συμβολής στη διεξαγωγή του προγράμματος. Αντίγραφο της βεβαίωσης αυτής τίθεται στον υπηρεσιακό φάκελο του επιμορφουμένου και συνεκτιμάται κατά τις υπηρεσιακές μεταβολές.

Άρθρο 38
Χρόνος – Διάρκεια – Τόπος Διεξαγωγής Προγραμμάτων Επιμόρφωσης

1. Τα προγράμματαΕπιμόρφωσης διοργανώνονται σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο, εκτός από την περίοδο των δικαστικών διακοπών.

2. Κάθε επί μέρους πρόγραμμα δεν μπορεί να έχει διάρκεια μεγαλύτερη από πέντε συνεχείς ημέρες ή, εφόσον δεν είναι συνεχές, μεγαλύτερη από δέκα ημέρες.

3. Τα προγράμματαΕπιμόρφωσης διεξάγονται στην έδραΕπιμόρφωσης της Σχολής, στην Κομοτηνή, και στην έδρα της Σχολής στη Θεσσαλονίκη, σε χώρους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και του Κέντρου Διεθνούς Ευρωπαϊκού και Οικονομικού Δικαίου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις διεξάγονται σε άλλους κατάλληλους χώρους, οι οποίοι επιλέγονται από την επιτροπή της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 39
Οργανωτική Επιτροπή – Υπεύθυνος Προγράμματος – Εισηγητές – Προσωπικό Υποστήριξης

1. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης ορίζει, με απόφαση του που λαμβάνει αμέσως μετά την Κατάρτιση του προγράμματος Επιμόρφωσης, τριμελή οργανωτική επιτροπή για κάθε επί μέρους πρόγραμμα, και ένα από τα μέλη της, ως υπεύθυνο προγράμματος, από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο α` της παραγράφου 1 του άρθρου 43. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης τρία αναπληρωματικά μέλη από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο ίδιο εδάφιο.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ.3 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Η τριμελής οργανωτική επιτροπή, η οποία εποπτεύεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, επικουρούμενο από τον Σύμβουλο Επιμόρφωσης για τα θέματα ευρωπαϊκού δικαίου, εξειδικεύει το κάθε επί μέρους πρόγραμμα, ορίζει, αντικαθιστά και συντονίζει τους εισηγητές και όσους προεδρεύουν στις συνεδριάσεις. Ο υπεύθυνος προγράμματος, ο οποίος δεν πρέπει να έχει την ιδιότητα του εισηγητή, είναι αρμόδιος για την επίλυση οποιουδήποτε οργανωτικού ζητήματος και γενικά επιμελείται της εφαρμογής του προγράμματος.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ.3 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

3. Οι εισηγητές έχουν την υποχρέωση να παρουσιάσουν προφορικά την εισήγηση τους και να καταθέσουν το σχετικό κείμενο στο ΓραφείοΕπιμόρφωσης της Σχολής μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την ολοκλήρωση του προγράμματος.

4. Ως προσωπικό υποστήριξης των επιμορφωτικών προγραμμάτων, δύνανται να επιλέγονται, εκτός από τους υπαλλήλους της Σχολής, και υπάλληλοι του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, όταν ηΕπιμόρφωση διεξάγεται στην Κομοτηνή, μετά από σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων οργάνων του Πανεπιστημίου.

Άρθρο 40
Μέθοδοι Επιμόρφωσης

Για τηνΕπιμόρφωση χρησιμοποιείται οποιαδήποτε πρόσφορη μέθοδος. Ενδεικτικώς, ηΕπιμόρφωση μπορεί να γίνεται: Α. Με διοργάνωση διαλέξεων, ημερίδων, σεμιναρίων ή συνεδρίων. Β. Με την αποστολή ημεδαπών δικαστικών λειτουργών σε επιμορφωτικά προγράμματα, τα οποία διοργανώνονται στο εξωτερικό. Γ. Με εκπαιδευτικές επισκέψεις σε σωφρονιστικά καταστήματα, θεραπευτικές μονάδες, ειδικές υπηρεσίες ή σώματα ερευνών ή δίωξης του εγκλήματος, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή συναφείς οργανισμούς και άλλους χώρους ή φορείς, που έχουν σχέση με το εκάστοτε θέμα του προγράμματος Επιμόρφωσης.
Άρθρο 41
Διεθνή Εκπαιδευτικά Προγράμματα

1. Με απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, η οποία λαμβάνεται ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της ίδιας κατεύθυνσης ή, κατά περίπτωση, του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελέων, μπορεί να διοργανώνονται από τη Σχολή, είτε αυτοτελώς είτε σε συνεργασία με αντίστοιχους δικαστικούς ή εκπαιδευτικούς φορείς των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ειδικά προγράμματα Κατάρτισης ή Επιμόρφωσης για δικαστικούς λειτουργούς που προέρχονται από τα κράτη αυτά ή από τρίτες χώρες. Για το σκοπό αυτόν, η Σχολή συμμετέχει, αντιστοίχως, στις δραστηριότητες του «Ευρωπαϊκού Δικτύου για τη Δικαστική Εκπαίδευση» (EJTN) και του «Ευρωπαϊκού Δικτύου ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των υπευθύνων ή των φορέων που παρέχουν Δικαστική Εκπαίδευση» (Δίκτυο της Λισσαβόνας).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 παρ.4 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

2. Τα προγράμματα αυτά έχουν ως στόχο: Α. Τη διεύρυνση της συνεργασίας με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων χωρών και την αξιοποίηση της εμπειρίας τους. Β. Την ανάπτυξη της δικαστικής εκπαίδευσης σε ορισμένες από τις χώρες αυτές, στις οποίες δεν υφίσταται ανάλογη εμπειρία. Γ. Την ενίσχυση του κράτους δικαίου μέσα από τη δικαστική εκπαίδευση και Δ. Την επικοινωνία μεταξύ των δικαστικών λειτουργών των χωρών που συμμετέχουν και τη διευκόλυνση της συνεργασίας τους σε υποθέσεις με διεθνείς προεκτάσεις. Τέτοια προγράμματα απευθύνονται ιδίως σε δικαστικούς λειτουργούς των χωρών της Ευρωπάίκής`Ενωσης, της Βαλκανικής Χερσονήσου, του Ευξείνου Πόντου και της Εγγύς Ανατολής.

3. Η Σχολή προσκαλεί στα προγράμματα αυτά, μέσω των αρμόδιων φορέων της αλλοδαπής, τους δικαστικούς λειτουργούς των άλλων χωρών. Στα ίδια προγράμματα είναι δυνατόν να προσκαλούνται και ημεδαποί δικαστικοί λειτουργοί, σύμφωνα με τα κριτήρια και τις διαδικασίες, που προβλέπονται στο άρθρο 35 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 42
Διεθνείς Εκπαιδευτικές Ανταλλαγές

1. α. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Συμβουλίου Σπουδών και γνώμη του προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου που διευθύνει το δικαστήριο ή του προϊσταμένου της οικείας εισαγγελίας, μπορεί να χορηγείται σε δικαστικούς λειτουργούς ειδική άδεια για τη συμμετοχή σε προγράμματαΚατάρτισης και Επιμόρφωσης ειδικών για τη δικαστική εκπαίδευση ευρωπαϊκών ή διεθνών οργανισμών, καθώς και για την εκπροσώπηση της χώρας σε συνεδριάσεις των οργανισμών αυτών. Κατά τη διάρκεια της ειδικής αυτής άδειας, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το μήνα, δεν καταβάλλονται στους συμμετέχοντες δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς αποδοχές επιπλέον αυτών της οργανικής τους θέσης, εκτός των δαπανών μετακίνησης, όπως αυτές εκάστοτε προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.

β. Η Σχολή τηρεί πίνακες δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι επιθυμούν να συμμετέχουν στα προγράμματα αυτάΚατάρτισης καιΕπιμόρφωσης, τα οποία διοργανώνονται από τους πιο πάνω φορείς της αλλοδαπής και πραγματοποιούνται στο εξωτερικό. Για το σκοπό αυτόν, ζητεί κατ` έτος την υποβολή αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος και φροντίζει να ανταποκρίνεται στις προσκλήσεις που λαμβάνει από φορείς της αλλοδαπής. Ως προς την επιλογή των ενδιαφερομένων, εφαρμόζονται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 35 του παρόντος νόμου.

2. Η Σχολή δημιουργεί την κατάλληλη υποδομή και καταρτίζει προγράμματα για την υποδοχή αλλοδαπών δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι, σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές διαδικασίες που προβλέπονται στη χώρα τους ή στο πλαίσιο διεθνών προγραμμάτων, επιθυμούν να πραγματοποιήσουν ένα στάδιοΚατάρτισης ή Επιμόρφωσης στην Ελλάδα, είτε στην ίδια τη Σχολή είτε σε ημεδαπές δικαστικές υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτόν, το Διοικητικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του ΔιευθυντήΕπιμόρφωσης και γνώμη του προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου, που διευθύνει το δικαστήριο ή του προϊσταμένου της οικείας εισαγγελίας, επιλέγει με τα κριτήρια της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του παρόντος νόμου τους δικαστικούς λειτουργούς, που διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για την εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Άρθρο 43
Εκπαιδευτικό Προσωπικό

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1.α. Η Κατάρτιση και η Επιμόρφωση παρέχονται από: αα. Εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς με βαθμό τουλάχιστον Παρέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Εφέτη ή Αντεισαγγελέα Εφετών των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων και Εφέτη των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ββ. Μέλη ΔΕΠ ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από τη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή και άνω. γγ. Μέλη διοικητικών συμβουλίων εγνωσμένου κύρους επιστημονικών ενώσεων, δημόσιους λειτουργούς, δικηγόρους με δεκαπενταετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία και άλλους ημεδαπούς ή αλλοδαπούς ειδικούς επιστήμονες. Σε αυτούς εντάσσονται για περιορισμένο αριθμό ωρών διδασκαλίας και επίτιμοι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, όπως και ομότιμοι καθηγητές ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων λόγω της γενικής επιστημονικής αναγνώρισης τους ή της εμπειρίας τους στο αντικείμενο, δδ. Καθηγητές ξένων γλωσσών με εξειδικευμένη Κατάρτιση και πείρα, συναφή προς τη διδακτέα ύλη για τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών, όπως και ειδικοί στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών για τη διδασκαλία θεμάτων εφαρμοσμένης πληροφορικής.

β. Το αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών το Σεπτέμβριο κάθε έτους, αμέσως μετά την κατά το άρθρο 18 παράγραφο 1 Κατάρτιση του προγράμματος Σπουδών, καθορίζει τις κατηγορίες των διδασκόντων που θα διδάξουν καθένα από τα προβλεπόμενα στο πρόγραμμα μαθήματα, καθώς και τον αριθμό τους, φροντίζοντας κατά το δυνατόν για τη συμμετοχή διδασκόντων από όλες τις πιο πάνω κατηγορίες. Αμέσως μετά, ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής αποστέλλει τη σχετική απόφαση σε όλα τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες της χώρας, τους προέδρους των Νομικών Τμημάτων, καθώς και στους προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών μεριμνά για τη γνωστοποίηση της ανακοίνωσης σε όλους τους άλλους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας.

γ. Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του ίδιου έτους, οι ενδιαφερόμενοι που ανήκουν στις κατηγορίες (αα`) και (γγ`) του εδαφίου α` αυτής της παραγράφου καταθέτουν ή αποστέλλουν στη Σχολή σχετική αίτηση συνοδευόμενη από βιογραφικό σημείωμα, στο οποίο αναγράφονται τα τυπικά προσόντα και η εμπειρία τους στο συγκεκριμένο αντικείμενο που επιθυμούν να διδάξουν. Μέσα στην ίδια προθεσμία, τα Νομικά Τμήματα αποστέλλουν κατάσταση καθηγητών που επιθυμούν να διδάξουν στη Σχολή.

δ. Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους συγκαλείται το αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών για να καταρτίσει τον πίνακα των διδασκόντων, μετά από ειδικά αιτιολογημένη εισήγηση του Γενικού Διευθυντή για κάθε διδάσκοντα. Κριτήρια για την επιλογή των διδασκόντων που ανήκουν στις κατηγορίες (αα`) και (γγ`) του εδαφίου α` αυτής της παραγράφου είναι: αα) η συγγραφή βιβλίων ή μελετών σχετικών με το αντικείμενο της διδασκαλίας, ββ) η ύπαρξη διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με το αντικείμενο διδασκαλίας, γγ) η ειδική ενασχόληση τους με το αντικείμενο διδασκαλίας, δδ) η συμμετοχή τους σε συνέδρια ή ημερίδες σε αντικείμενα σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας και εε) ειδικά για τους δικαστικούς λειτουργούς, οι εκθέσεις αξιολόγησης τους κατά τα τελευταία δέκα έτη.

ε. Στον πίνακα ορίζεται συγκεκριμένα το ή τα μαθήματα που θα διδάξει κάθε διδάσκων και οι ώρες διδασκαλίας. Ο πίνακας εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής μέχρι τις 15 Ιανουαρίου του επόμενου της Κατάρτισης του έτους. Η εγγραφή στον πίνακα διδασκόντων ισχύει για μία τριετία, η οποία μπορεί να ανανεώνεται διαδοχικά μέχρι δύο ακόμη τριετίες.

2. Το ωριαίο πρόγραμμα διδασκαλίας καταρτίζεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

3. Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του αρμόδιου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, μπορεί, πέραν του προγράμματος, σε ώρες που δεν πραγματοποιείται διδασκαλία να ανατίθεται η διενέργεια διαλέξεων, που δεν υπερβαίνουν τις δύο κατ` έτος για κάθε καλούμενο.

4. Διδάσκων που δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ματαιώνοντας ή μεταθέτοντας το χρόνο πραγματοποίησης των μαθημάτων του δύο κατ` ανώτατο όριο φορές στη διάρκεια ενός έτους, διαγράφεται από τον κατάλογο των διδασκόντων μόλις ολοκληρώσει τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα. Το Συμβούλιο Σπουδών μπορεί να αποφασίσει και την άμεση αποβολή και αντικατάσταση του, αν η πιο πάνω ασυνέπεια παρατηρηθεί ήδη με την έναρξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας και υπάρχει άμεσος κίνδυνος αναστάτωσης του προγράμματος διδασκαλίας.
Άρθρο 44
Διοικητικό Προσωπικό – Διάρθρωση Υπηρεσιών

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών συνιστώνται: α. Μία θέση Γενικού Διευθυντή, β. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Διοικητικής δικαιοσύνης, γ. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, δ. Μία θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης Εισαγγελικών Λειτουργών, ε. Μία θέση Συμβούλου Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου.

2.α. Οι θέσεις των υπαλλήλων της Σχολής ορίζονται σε δεκαπέντε (15). Διακρίνονται σε κατηγορίες και κατανέμονται ανά κλάδο: αα. Πέντε (5) θέσεις ΠΕ Γραμμα- τέων. ββ. Πέντε (5) θέσεις ΠΕ Οικονομολόγων, γγ. Μία (1) θέση ΠΕ Πληροφορικής, δδ. Δύο (2) θέσεις Γραμματέων. εε. Μία θέση ΤΕ Βιβλιοθηκονόμου. στστ. Μία (1) θέση Οδηγού ή Οδηγού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.

β. Οι οργανικές μονάδες της Σχολής συγκροτούν τη Διεύθυνση Διοίκησης και Οικονομικού, η οποία διαρθρώνεται ως εξής: αα. Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας, ββ. Τμήμα Οικονομικού Προγραμματισμού, γγ. Τμήμα Εφαρμογής Προγραμμάτων Επιμόρφωσης, δδ. Αυτοτελές Γραφείο Διεθνών Σχέσεων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.1 του άρθρου 41 του Ν.4274/2014 (ΦΕΚ Α 147 14.7.2014)

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, καθορίζονται οι Αρμοδιότητες των οργανικών της μονάδων. Με όμοια απόφαση συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε βαθμού ή ειδικότητας μονίμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και προσδιορίζονται ειδικά τυπικά προσόντα κάθε κλάδου ή ειδικότητας.

4. Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού πληρούνται είτε με απόσπαση, κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη παράγραφο, είτε με διορισμό ή πρόσληψη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3812/2009 (ΦΕΚ 234 Α`).

5.α. Επιτρέπεται να αποσπώνται στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών δικαστικοί υπάλληλοι και υπάλληλοι φορέων που εποπτεύονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Προτιμώνται από τους υπαλλήλους της κατηγορίας ΠΕ εκείνοι, οι οποίοι αποδεδειγμένα γνωρίζουν σε άριστο βαθμό μία ή περισσότερες ξένες γλώσσες. Η απόσπαση διαρκεί για χρονικό διάστημα τριών ετών, το οποίο μπορεί να παρατείνεται για μία ακόμη τριετία, και ακόμη περαιτέρω στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν άλλοι ενδιαφερόμενοι. Για τους υπαλλήλους εκείνους που ασχολούνται με το σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, την υλοποίηση και τη διαχείριση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ενωση δράσεων, η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται μέχρι τη λήξη των προγραμμάτων αυτών.

β. Οι αποσπασμένοι κάθε φορά δικαστικοί υπάλληλοι στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, που θεωρείται δικαστική υπηρεσία, πρέπει κατ` αρχήν να προέρχονται ισομερώς από το Προσωπικό των γραμματειών των Δικαστηρίων της Διοικητικής Κατεύθυνσης και από αυτό των γραμματειών των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων και των Εισαγγελιών τους.

γ. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή της και αιτιολογημένη απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η απόσπαση του υπαλλήλου μπορεί να διακόπτεται με την ίδια διαδικασία και πριν από τη λήξη του χρόνου απόσπασης. Δικαστικός υπάλληλος, του οποίου η απόσπαση δεν ανανεώθηκε ή διακόπηκε για οποιονδήποτε λόγο, δεν επιτρέπεται να αποσπασθεί εκ νέου στη Σχολή.

δ. Οι αποσπασμένοι κάθε φορά στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών υπάλληλοι λαμβάνουν το επίδομα του καταργηθέντος με το ν. 3697/2008 ειδικού λογαριασμού «Εύρυθμη λειτουργία υπηρεσιών αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»

6. Τρεις από τις θέσεις ΠΕ Οικονομολόγων, με αντικείμενο το σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, την υλοποίηση και διαχείριση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμμάτων, μπορεί να καλύπτονται με τριετή απόσπαση από προσωπικό με σχετική εμπειρία στα ζητήματα αυτά, από τη Μονάδα Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης Α.Ε. (Μ.Ο.Δ. Α.Ε.), που ιδρύθηκε με το ν. 2372/1996 (Α΄ 29), κατά προτεραιότητα, ή από προσωπικό του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Η απόσπαση διενεργείται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του ν. 4440/2016, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή αυτής. Η απόσπαση του υπαλλήλου μπορεί να παρατείνεται με την ίδια διαδικασία για τουλάχιστον μια ακόμη τριετία, ενώ μπορεί να διακόπτεται με την ίδια διαδικασία και πριν από τη λήξη του χρόνου αυτής. Το αποσπώμενο προσωπικό εξακολουθεί να λαμβάνει το σύνολο των αποδοχών του με τα πάσης φύσεως επιδόματα της οργανικής θέσης του, από το φορέα από τον οποίο αποσπάται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καταβολής τους.
Όπως τροποποιήθηκε με το Άρθρο 26 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
Άρθρο 45
Λοιπές Ρυθμίσεις

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 Ν.3910/2011,ΦΕΚ Α 11/8.2.2011.

1. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου, μπορεί να ιδρύεται στη Σχολή κατεύθυνση Ειρηνοδικών. Με όμοιο διάταγμα ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διενέργεια εισαγωγικών διαγωνισμών της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών για ειρηνοδίκες, καθώς και την Κατάρτιση και εκτέλεση εκπαιδευτικών ή ενημερωτικών γι΄ αυτούς προγραμμάτων

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από πρόταση προς αυτό του Γενικού Διευθυντή και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται, κατά τις κείμενες διατάξεις, οι κάθε είδους αποζημιώσεις και αμοιβές, δαπάνες μετακίνησης, διαμονής, υπερωριακής εργασίας και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την Κατάρτιση των εκπαιδευομένων και την Επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών που καταβάλλονται: α. Στον Γενικό Διευθυντή και στους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, β. Στον Πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και των Συμβουλίων Σπουδών, γ. Στο διδακτικό Προσωπικό της Σχολής, στους δικαστικούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, που αναλαμβάνουν είτε την Κατάρτιση των εκπαιδευομένων είτε την Επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών και δεν ανήκουν στο διδακτικό Προσωπικό της Σχολής, δ. Στους δικαστικούς λειτουργούς, που συμμετέχουν στα προγράμματα Επιμόρφωσης και ε. Στα μέλη της επιτροπής του εισαγωγικού διαγωνισμού και των εξεταστικών επιτροπών, στους βαθμολογητές, στους εξεταστές, στους επιτηρητές και στο λοιπό Προσωπικό που απασχολείται με τη διεξαγωγή των παραπάνω διαγωνισμών και εξετάσεων, αλλά και όλων των εξετάσεων που διενεργούνται στη Σχολή κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης.

3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, πραγματοποιείται εκκαθάριση των αρχείων της Σχολής. Κατά την εκκαθάριση των αρχείων καταστρέφονται τα έγγραφα τα οποία δεν έχουν υπηρεσιακή χρησιμότητα ή ιστορική αξία. Η καταστροφή πραγματοποιείται από τριμελή επιτροπή, που αποτελείται από τον Προϊστάμενο Διεύθυνσης και δύο υπαλλήλους της Σχολής και συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή. Η επιτροπή συντάσσει αναλυτικό πρωτόκολλο καταστροφής.

4. Η Σχολή στις δικαστικές και γενικώς σε όλες τις νομικές της υποθέσεις εξυπηρετείται από το γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Άρθρο 46
Μεταβατικές Διατάξεις

1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται για τους εκπαιδευόμενους της δέκατης τέταρτης εκπαιδευτικής σειράς, που ήδη φοιτούν στη Σχολή. Η θεωρητική τουςΚατάρτιση περατώνεται τη 15η Φεβρουαρίου 2009, οι εξετάσεις αποφοίτησης διενεργούνται το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός αυτού και η πρακτική τους άσκηση διαρκεί από την 1η Μαρτίου έως την 30ή Ιουνίου του ίδιου έτους. Κατά τα λοιπά οι εκπαιδευόμενοι αυτοί διέπονται από τις διατάξεις, που ίσχυαν πριν την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου.

2. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός της Σχολής για την κατεύθυνση της Διοικητικής, καθώς και της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, προκηρύσσεται το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2008 και ολοκληρώνεται το βραδύτερο την 31η Ιανουαρίου 2009.

3. Προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις και άλλες κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση του ν. 2236/1994 (ΦΕΚ 146 Α`) διατηρούνται σε ισχύ μέχρι την έκδοση των αντίστοιχων πράξεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο.

4. Η διάταξη του εδαφίου γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 5 περί πλήρους απασχόλησης και τριετούς θητείας ισχύει από της λήξεως της θητείας του υπηρετούντος Γενικού Διευθυντή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 47

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 46 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (ΦΕΚ 35 Α`), αντικαθίσταται ως εξής:

“Για να χορηγηθεί εκπαιδευτική άδεια απαιτείται ο δικαστικός λειτουργός να έχει καλή γνώση της γλώσσας της χώρας στην οποία πρόκειται να μεταβεί για εκπαίδευση και να έχει γίνει δεκτός σε αναγνωρισμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών σε πανεπιστήμιο της αλλοδαπής.”
Άρθρο 48

Το άρθρο 8 του π.δ. 186/2004 “Κανονισμός λειτουργίας και εσωτερικής υπηρεσίας του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 99 του Συντάγματος και αναπροσαρμογή του παραβόλου για την άσκηση αγωγής κακοδικίας” (ΦΕΚ 162 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι θέσεις της Γραμματείας του Δικαστηρίου ορίζονται σε τρεις (3) και καλύπτονται με απόσπαση δικαστικών υπαλλήλων άλλων δικαστηρίων, κατ` ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`).
Άρθρο 49

Στο άρθρο 63 του ν. 3659/2008 “Βελτίωση και επιτάχυνση των διαδικασιών της δίκης στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 77 Α`), προστίθεται παράγραφος 2 και η παράγραφος 2 αναριθμείται σε παράγραφο 3 ως εξής:

“2. Οι υποψήφιοι για την πλήρωση των κενών θέσεων των κλάδων ΔΕ Φύλαξης και ΔΕ Εξωτερικής Φύλαξης Καταστημάτων Κράτησης δεν πρέπει να έχουν ηλικία μεγαλύτερη των τριάντα δύο (32) ετών, πρέπει να είναι αρτιμελείς, να έχουν ανάστημα (χωρίς υποδήματα) οι μεν άνδρες τουλάχιστον ενός μέτρου και εβδομήντα εκατοστών (1,70), οι δε γυναίκες τουλάχιστον ενός μέτρου και εξήντα εκατοστών (1,60) και οι άνδρες να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Στα κριτήρια για την επιλογή των ανωτέρω περιλαμβάνεται και η συνέντευξη, η οποία διενεργείται από την επιτροπή του διαγωνισμού ή από τριμελή επιτροπή αποτελούμενη από πρόσωπα τα οποία έχουν την ικανότητα, λόγω των γνώσεων ή της εμπειρίας τους, να αξιολογήσουν την εν γένει προσωπικότητα και την ικανότητα του υποψηφίου να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην άσκηση των καθηκόντων του.Ένα μέλος της επιτροπής συνέντευξης ορίζεται από το Α.Σ.Ε.Π, τα δε άλλα δύο μέλη πρέπει να είναι δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι ή αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας.”

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 49 του ν. 2721/1999 (ΦΕΚ 122 Α`), όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του από το άρθρο 26 του ν. 3500/2006 (ΦΕΚ 232 Α`), καταργείται.
Άρθρο 50

Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 28, όπως ισχύει, του Κώδικα Συμβολαιογράφων, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2830/2000 (ΦΕΚ 96 Α`), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Επιτρέπεται οποτεδήποτε και ανεξάρτητα από άλλες προϋποθέσεις η μετάθεση συμβολαιογράφου με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%), σε προσωποπαγή θέση στην ειρηνοδικειακή περιφέρεια της έδρας του Δικηγορικού Συλλόγου όπου ήταν εγγεγραμμένος, κατόπιν σχετικής αιτήσεως η οποία υποβάλλεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.”
Άρθρο 51

1. Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3115/2003 (ΦΕΚ 47 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 11 του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“3. Τα μέλη της Α.Δ.Α.Ε. κατά τη διάρκεια της θητείας τους τελούν σε αναστολή άσκησης οποιουδήποτε επαγγέλματος του Δημοσίου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνουν άλλα καθήκοντα, αμειβόμενα ή μη, στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα που αναφέρονται στους τομείς των ταχυδρομικών υπηρεσιών, της πληροφορικής ή της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των τηλεπικοινωνιών, εξαιρουμένων των υπηρεσιών ευρυεκπομπής οι οποίες ανατίθενται από το δημόσιο τομέα. Στα μέλη της Α.Δ.Α.Ε., εκτός του Προέδρου που είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, επιτρέπεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου λειτουργήματος, πλην του δικαστικού λειτουργού.”

2. Κάθε άλλη ειδικότερη ή γενικότερη διάταξη, αντίθετη προς τις διατάξεις του παρόντος, καταργείται.
Άρθρο 52

1. Οι παράγραφοι 2,3,4,5,6 περίπτωση ε` και 9 του άρθρου 15 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (ΦΕΚ 35 Α`), αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Τα Πολιτικά Εφετεία Αθηνών, θεσσαλονίκης και Πειραιά και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, τα Πρωτοδικεία πολιτικά και διοικητικά Αθηνών, θεσσαλονίκης και Πειραιά και τα Ειρηνοδικεία Αθηνών και θεσσαλονίκης διευθύνονται από Τριμελές Συμβούλιο.

3. Το Συμβούλιο αποτελείται:

α) Για τα πολιτικά Εφετεία Αθηνών, θεσσαλονίκης και Πειραιά από έναν Αρεοπαγίτη ή Πρόεδρο Εφετών ως Πρόεδρο και δύο Εφέτες ως μέλη.

β) Για το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών από έναν Πρόεδρο Εφετών, ως Πρόεδρο και δύο Εφέτες ως μέλη,

γ) Για τα πολιτικά και διοικητικά Πρωτοδικεία Αθηνών, θεσσαλονίκης και Πειραιά από έναν Πρόεδρο Εφετών ή Εφέτη, ως Πρόεδρο και έναν Πρόεδρο Πρωτοδικών και έναν Πρωτοδίκη ως μέλη.

δ) Για τα Ειρηνοδικεία Αθηνών και θεσσαλονίκης από έναν Πρόεδρο Πρωτοδικών, ως Πρόεδρο και δύο Ειρηνοδίκες, ως μέλη.

4. Οι Πρόεδροι των Συμβουλίων ορίζονται με απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, το οποίο συνεδριάζει προς τούτο με δεκαπενταμελή σύνθεση, έως το τέλος του μηνός Σεπτεμβρίου. Τα μέλη των Συμβουλίων, καθώς και οι αναπληρωτές τους, εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από τις Ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων, οι οποίες συνέρχονται αυτοδικαίως για το σκοπό αυτόν ανά τριετία τη δεκάτη πρωινή ώρα του τρίτου Σαββάτου του μηνός Σεπτεμβρίου.

Αν κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν υπάρχει η απαρτία που προβλέπεται από τις διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων της παραγράφου 5 του άρθρου 14, οι Ολομέλειες συνέρχονται αυτοδικαίως την ίδια ώρα του επόμενου Σαββάτου και τα παρόντα, κατά τη συνεδρίαση μέλη τους, εκλέγουν τα μέλη των Συμβουλίων.

Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 6 υποψήφιοι για τις θέσεις των μελών των Συμβουλίων είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι Εφέτες, Πρόεδροι Πρωτοδικών, Πρωτοδίκες και Ειρηνοδίκες, που υπηρετούν στα παραπάνω δικαστήρια και σε αριθμό που είναι ίσος με το ένα τέταρτο (1/4) των οικείων οργανικών θέσεων, οι υποψήφιοι όμως δεν μπορεί να είναι λιγότεροι των οκτώ.

Η εκλογή των μελών των Συμβουλίων διενεργείται από τριμελή Εφορευτική Επιτροπή, αποτελούμενη από τον νεότερο Πρόεδρο ή Ειρηνοδίκη Α` τάξεως και τους δύο νεότερους δικαστές του οικείου Δικαστηρίου με ένα ψηφοδέλτιο στο οποίο αναγράφονται κατά αλφαβητική σειρά τα ονόματα όλων των εκλόγιμων μελών.

Όσον αφορά στην εκλογή των μελών στα πολιτικά και διοικητικά πρωτοδικεία, διενεργείται με δύο ξεχωριστά ψηφοδέλτια, ένα για την εκλογή του Προέδρου Πρωτοδικών και ένα για την εκλογή του Πρωτοδίκη. Κάθε μέλος της Ολομέλειας εκφράζει την προτίμηση του σε μέχρι δύο υποψηφίους και προκειμένου για την εκλογή των μελών στα πολιτικά και διοικητικά πρωτοδικεία, σε έναν μόνο υποψήφιο Πρόεδρο Πρωτοδικών και σε έναν μόνο υποψήφιο Πρωτοδίκη, με σταυρούς προτίμησης που τίθενται, με γραφίδα μπλε ή μαύρου χρώματος, πριν από τα ονόματα των υποψηφίων.

Μέλη του Συμβουλίου εκλέγονται οι υποψήφιοι που έλαβαν τις περισσότερες, κατά περίπτωση, ψήφους και αναπληρωτές τους οι υπόλοιποι. Αν υπάρχει ισοψηφία διενεργείται κλήρωση από την Εφορευτική Επιτροπή.

Για την εκλογή η Εφορευτική Επιτροπή συντάσσει πρακτικό, το οποίο παραδίδει στον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου, προκειμένου να υποβληθεί στις προϊστάμενες αρχές και κοινοποιηθεί στους εκλεγόμενους.

Οι Αρεοπαγίτες και οι Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, κατά το χρονικό διάστημα που ασκούν τα καθήκοντα του προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης ή του διευθύνοντος την εισαγγελία, αντιστοίχως, απαλλάσσονται από κάθε άλλη υπηρεσία, με εξαίρεση τη συμμετοχή τους στις Ολομέλειες του Αρείου Πάγου και στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.

5. Η θητεία του Προέδρου και των μελών των Συμβουλίων είναι τριετής και αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους του ορισμού ή της εκλογής τους και λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου του τρίτου μετά τον ορισμό ή την εκλογή έτους. Έως τη λήξη της θητείας του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου, καθώς και των αναπληρωτών των τελευταίων (μελών) δεν επιτρέπεται να μετατεθούν, εκτός αν υποβάλλουν σχετική αίτηση ή αν υπέπεσαν σε βαρύ παράπτωμα, για το οποίο έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη.

Αν ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου δεν μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντα τους από πρόσκαιρο κώλυμα αναπληρώνονται ως εξής: α) Ο Πρόεδρος από το αρχαιότερο μέλος του Συμβουλίου και β) τα μέλη από τους αναπληρωτές τους. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή εξόδου από την υπηρεσία κατ` οποιονδήποτε τρόπο: α) του Προέδρου του Συμβουλίου, ορίζεται αμέσως νέος Πρόεδρος από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, κατά τα ανωτέρω, β) των μελών του Συμβουλίου, διενεργείται αναπληρωματική εκλογή, για την οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παραγράφου 4 και γ) των αναπληρωματικών μελών του Συμβουλίου, τη θέση τους καταλαμβάνουν, αντίστοιχα, οι αμέσως επόμενοι, κατά σειρά ψήφων, δικαστές. Η θητεία των ανωτέρω λήγει μαζί με τη θητεία των λοιπών μελών.

Σε περίπτωση προαγωγής τους, οι ανωτέρω παραμένουν στη θέση τους και ασκούν τα καθήκοντα τους έως τη λήξη της θητείας τους.

Τα Τριμελή Συμβούλια που διευθύνουν τα ανωτέρω δικαστήρια, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να τα διευθύνουν μέχρι τη λήξη της θητείας τους (30.9.2008).

6. ε) Είναι τακτικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου Δικαστικών Ενώσεων.

9. Στα δικαστήρια στα οποία δεν εκλέγονται διοικήσεις και στα οποία υπηρετούν περισσότεροι του ενός πρόεδροι δεν μπορεί να ασκεί τη διεύθυνση αυτού ο πρόεδρος για τον οποίο συντρέχουν τα υπό στοιχεία α`, β`, και γ` κωλύματα της παραγράφου 6 του παρόντος.”

Η περίπτωση δ` της παραγράφου 6 καταργείται και η περίπτωση ε` αναριθμείται σε δ`.

2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 16 του ν. 1756/1988 αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Οι Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και Θεσσαλονίκης διευθύνονται από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή Εισαγγελέα Εφετών και οι Εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά από Εισαγγελέα ή Αντεισαγγελέα Εφετών, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου, το οποίο συνεδριάζει προς τούτο με δεκαπενταμελή σύνθεση έως το τέλος Σεπτεμβρίου.

3. Η θητεία των ανωτέρω είναι τριετής και αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους ορισμού τους και λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου του τρίτου μετά τον ορισμό τους έτους. Έως τη λήξη της θητείας τους δεν επιτρέπεται να μετατεθούν, εκτός αν υποβάλουν σχετική αίτηση ή εάν υπέπεσαν σε βαρύ παράπτωμα, για το οποίο έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη.

Σε περίπτωση προαγωγής τους παραμένουν στη θέση τους και ασκούν τα καθήκοντα τους έως τη λήξη της θητείας τους.

Αν οι ανωτέρω αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντα τους από πρόσκαιρο κώλυμα, αναπληρώνονται από τον αρχαιότερο Εισαγγελέα της οικείας Εισαγγελίας, για τον οποίο δεν συντρέχουν τα κωλύματα της παραγράφου 6 του άρθρου 15.

Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή εξόδου από την υπηρεσία, κατά οποιονδήποτε τρόπο, ορίζεται αμέσως ο αντικαταστάτης του από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, κατά τα ανωτέρω. Η θητεία αυτου διαρκεί μέχρι το χρόνο λήξεως της θητείας του θανόντος ή παραιτηθέντος ή εξελθόντος από την υπηρεσία.

Η παράγραφος 6 του άρθρου 15 εφαρμόζεται αναλόγως.

Οι Εισαγγελείς, που διευθύνουν τις ανωτέρω Εισαγγελίες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να τις διευθύνουν μέχρι τη λήξη της θητείας τους (30.9.2008).”
Άρθρο 53
Κατάργηση Διατάξεων -Έναρξη Ισχύος

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται ο ν. 2236/1994 και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, η οποία ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα στα οποία αναφέρεται ο παρών νόμος, εκτός της υπο-περιπτώσεως γγ`της παραγράφου 1 του άρθρου 1, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 7 του ν. 2721/1999 (ΦΕΚ 112 Α`).

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν στις επί μέρους διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.

Παραγγέλομε την δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Λευκάδα, 4 Αυγούστου 2008

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Ε. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 5 Αυγούστου 2008

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ