ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 3677/11.7.2008
Κύρωση της Συμφωνίας στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστραλίας και του Διοικητικού Κανονισμού εφαρμογής της.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
`Αρθρο πρώτο
Κυρώνονται και έχουν την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αυστραλίας και ο Διοικητικός Κανονισμός εφαρμογής της, που υπογράφηκαν στις 23 Μαΐου 2007 στην Καμπέρα και στις 8 Νοεμβρίου 2007 στην Αθήνα αντίστοιχα, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ
Οι Κυβερνήσεις της Αυστραλίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας (στο εξής θα αναφέρονται ως «τα Συμβαλλόμενα Κράτη»),
Επιθυμώντας να ενισχύσουν τις υφιστάμενες φιλικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και
Επιθυμώντας να ρυθμίσουν τη σχέση μεταξύ των δύο χωρών, στον τομέα ασφαλιστικής κάλυψης και παροχών κοινωνικής ασφάλισης
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
ΜΕΡΟΣ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
`Αρθρο 1 Ορισμοί
1. Στην παρούσα Συμφωνία, εκτός και αν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο:
«Παροχή»: όσον αφορά την Αυστραλία σημαίνει την παροχή, σύνταξη ή επίδομα που παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις της αυστραλιανής νομοθεσίας και συμπεριλαμβάνει οποιοδήποτε επιπρόσθετο ποσόν, αύξηση
ή συμπλήρωμα καταβλητέο πέραν της παροχής, της σύνταξης ή του επιδόματος στο άτομο που δικαιούται επιπρόσθετο ποσόν, αύξηση ή συμπλήρωμα σύμφωνα με την νομοθεσία της Αυστραλίας αλλά, δεν συμπεριλαμβάνει οποιαδήποτε παροχή, πληρωμή ή δικαίωμα που παρέχεται σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου που αφορά την συνταξιοδοτική εγγύηση (superannuation guarantee), και όσον αφορά την Ελλάδα, τη σύνταξη λόγω γήρατος σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας και συμπεριλαμβάνει οποιοδήποτε επιπρόσθετο ποσόν, αύξηση ή συμπλήρωμα ή αναπροσαρμογές καταβλητέες επιπλέον του ποσού της σύνταξης γήρατος.
«Αρμόδια Αρχή»: όσον αφορά την Αυστραλία, σημαίνει το Γραμματέα του Κοινοπολιτειακού Υπουργείου αρμοδίου για τη νομοθεσία που καθορίζεται στην υποπαράγραφο 1(α) (ι) του `Αρθρου 2, εξαιρουμένου του Μέρους II της Συμφωνίας (συμπεριλαμβανομένης και της εφαρμογής των άλλων Μερών της Συμφωνίας αυτής, όπου αυτά επηρεάζουν την εφαρμογή του Μέρους αυτού) όπου ο όρος σημαίνει τον Επίτροπο της Εφορίας ή τον εντεταλμένο αντιπρόσωπο του Επιτρόπου, και όσον αφορά την Ελλάδα, τον Έλληνα Υπουργό στον οποίο υπάγονται τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που αναφέρονται στο σημ. β΄ της παρ. 1 του `Αρθρου 2.
«Αρμόδιος Φορέας»: όσον αφορά την Αυστραλία, σημαίνει το φορέα ή την υπηρεσία που έχει την ευθύνη εφαρμογής της ισχύουσας αυστραλιανής νομοθεσίας, και όσον αφορά την Ελλάδα, το φορέα κοινωνικής ασφάλισης ο οποίος έχει την ευθύνη εφαρμογής της ισχύουσας ελληνικής νομοθεσίας που ορίζεται στο Αρθρο 2.
«Νομοθεσία»: όσον αφορά την Αυστραλία, σημαίνει τους νόμους που αναφέρονται στην υποπαράγραφο 1(α) (ί) του `Αρθρου 2, εκτός της περίπτωσης εφαρμογής του Μέρους II της Συμφωνίας (συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των άλλων Μερών της Συμφωνίας άπου αυτά επηρεάζουν την εφαρμογή του Μέρους αυτού) όπου σημαίνει τους νόμους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο 1(α) (ίί) του `Αρθρου 2, και αναφορικά με την Ελλάδα, τους νόμους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο 1(β) του `Αρθρου 2,
«Περίοδος διαμονής στην Αυστραλία ως εργαζόμενος»: σημαίνει την περίοδο που προσδιορίζεται ως τέτοια στην νομοθεσία της Αυστραλίας αλλά δε συμπεριλαμβάνει οποιαδήποτε περίοδο που εκλαμβάνεται, σύμφωνα με το `Αρθρο 11, ως περίοδος κατά την διάρκεια της οποίας ο ενδιαφερόμενος ήταν κάτοικος Αυστραλίας.
«Περίοδος ασφάλισης»: όσον αφορά την Ελλάδα, σημαίνει κάθε περίοδο εισφορών που θεμελιώνει δικαίωμα σε παροχή σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία βάσει του `Αρθρου 2 και κάθε περίοδο που αναγνωρίζεται ως τέτοια σύμφωνα με την νομοθεσία αυτή, ειδικότερα δε για τον ΟΓΑ, ως περίοδος ασφάλισης θεωρείται επίσης η περίοδος απασχόλησης στον αγροτικό τομέα.
«Έδαφος»: όσον αφορά την Αυστραλία, σημαίνει την Αυστραλία όπως αυτό ορίζεται στη νομοθεσία της Αυστραλίας όσον αφορά την Ελλάδα, την Ελλάδα όπως αυτό ορίζεται στη νομοθεσία της Ελλάδας.
2. Εκτός και εάν το κείμενο προβλέπει διαφορετικά, οποιοσδήποτε όρος που δεν προσδιορίζεται στο `Αρθρο αυτό έχει την έννοια που του αποδίδεται από την νομοθεσία οποιουδήποτε εκ των δύο Συμβαλλομένων Μερών ή σε περίπτωση διαφορετικών ερμηνειών, έχει την έννοια που του αποδίδεται από οποιονδήποτε από τους νόμους αυτούς που η εφαρμογή τους προσιδιάζει περισσότερο στις συνθήκες του ατόμου αυτού.
`Αρθρο 2 Υλικό Πεδίο Εφαρμογής
1. Λαμβανομένης υπόψη της παραγράφου 2, η Συμφωνία αυτή εφαρμόζεται στους παρακάτω νόμους, όπως αυτοί έχουν τροποποιηθεί κατά την ημερομηνία υπογραφής αυτής της Συμφωνίας και σε οποιουσδήποτε νόμους που τους τροποποιούν, τους ενσωματώνουν, τους συμπληρώνουν ή τους αντικαθιστούν μεταγενέστερα:
(α) όσον αφορά την Αυστραλία:
i. Τις Νομοθετικές Πράξεις πουσυγκροτούν την νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης στον βαθμό που η νομοθεσία προβλέπει, εφαρμόζεται ή επηρεάζει την σύνταξη γήρατος
ii. Το νόμο που αφορά την συνταξιοδοτική εγγύηση (ο οποίος κατά τον χρόνο της υπογραφής της Συμφωνίας αυτής εμπεριέχεται στον Νόμο περί Συνταξιοδοτικής Εγγύησης (Διαχείριση) Νομοθετική Πράξη 1992, (Super-annuation Guarantee (Administration Act 1962), στον Νόμο Τελών Συνταξιοδοτικής Εγγύησης 1992 (Superannuation Guarantee Charge Act 1992) και στους Κανονισμούς (Διαχείριση) Συνταξιοδοτικής Εγγύησης (Superannuation Guarantee (Administration) Regulations). Συνταξιοδοτική εγγύηση όσον αφορά την Αυστραλία σημαίνει τη νομοθεσία εγγύησης superannuation σύμφωνα με την οποία οι εργοδότες υποχρεούνται να συνεισφέρουν ένα ελάχιστο επίπεδο εισφορών για την πλειοψηφία των εργαζομένων.
(β) όσον αφορά την Ελλάδα για τη σύνταξη λόγω γήρατος:
i. τη γενική νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης που καλύπτει τους μισθωτούς και τους εξομοιούμενους με αυτούς,
ii. τη νομοθεσία των ειδικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης για όλες τις κατηγορίες των μισθωτών,
ίϋ. τη νομοθεσία του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης των αυτοαπασχολουμένων,
iv. τη νομοθεσία που αφορά τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στον ΟΓΑ (Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων).
Η Συμφωνία (εκτός από το Μέρος II) δεν εφαρμόζεται στα ειδικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης πουκαλύπτουν τους δημοσίους υπαλλήλους και τους ναυτικούς οι οποίοι υπάγονται μόνο στις διατάξεις του `Αρθρου 5 της Συμφωνίας αυτής.
2. Εκτός και εάν προβλέπεται διαφορετικά στη Συμφωνία αυτή, η νομοθεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του `Αρθρου αυτού δεν συμπεριλαμβάνει συνθήκες ή άλλες διεθνείς συμφωνίες κοινωνικής ασφάλισης που ενδεχόμενα θα συναφθούν μεταξύ ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και ενός τρίτου Κράτους.
3. Η Συμφωνία αυτή εφαρμόζεται στους νόμους και στους κανονισμούς οι οποίοι επεκτείνουν την ισχύουσα νομοθεσία των δύο Συμβαλλομένων Κρατών σε νέες κατηγορίες δικαιούχων, μόνον σε περίπτωση που τα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη συμφωνήσουν μέσω Πρωτοκόλλου για τη Συμφωνία αυτή.
`Αρθρο 3 Προσωπικό πεδίο εφαρμογής
Η Συμφωνία αυτή εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο που
(α) είναι ή ήταν κάτοικος Αυστραλίας, ή
(β) υπάγεται ή έχει υπαχθεί στην νομοθεσία της Ελλάδας,
και, όπου ισχύει, σε άλλα πρόσωπα τα οποία έλκουν δικαιώματα από το ανωτέρω αναφερόμενο πρόσωπο.
`Αρθρο 4 Ισότητα μεταχείρισης
Λαμβανομένης υπόψη αυτής της Συμφωνίας, εκτός και αν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτήν, όλα τα πρόσωπα που εμπίπτουν στη Συμφωνία αυτή τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης από κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αφορούν τις προϋποθέσεις θεμελίωσης και είσπραξης των παροχών που απορρέουν είτε άμεσα από τη νομοθεσία του Κράτους αυτού, είτε δυνάμει της Συμφωνίας αυτής.
`Αρθρο 5 Εξαγωγή παροχών
1. Οι παροχές ενός Συμβαλλόμενου Κράτους όταν καταβάλλονται δυνάμει της Συμφωνίας αυτής θα είναι καταβλητέες στα άτομα που είναι κάτοικοι ή παρόντες στο έδαφος οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Κράτους.
2. Όσον αφορά την Αυστραλία, οποιοδήποτε επιπλέον ποσό, αύξηση ή συμπλήρωμα που καταβάλλεται επιπροσθέτως σε παροχή που απορρέει από την Συμφωνία αυτή, καταβάλλεται εκτός εδάφους της Αυστραλίας σύμφωνα μόνον με τις νομοθετικές διατάξεις που συγκροτούν τη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης.
3. Όσον αφορά την Ελλάδα, οποιοδήποτε επιπλέον ποσό, αύξηση ή συμπλήρωμα που καταβάλλεται επιπροσθέτως σε παροχή που απορρέει από την Συμφωνία αυτή, καταβάλλεται εκτός εδάφους της Ελλάδας σύμφωνα μόνον με την ελληνική νομοθεσία.
ΜΕΡΟΣ II ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
`Αρθρο 6 Σκοπός του Μέρους αυτού
Σκοπός του Μέρους αυτού είναι η διασφάλιση ότι οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι που υπόκεινται στην νομοθεσία της Αυστραλίας ή της Ελλάδας δεν θα έχουν την υποχρέωση διπλής ασφάλισης σύμφωνα με την αυστραλιανή και ελληνική νομοθεσία, όσον αφορά την ίδια εργασία ενός εργαζόμενου.
`Αρθρο 7 Εφαρμογή του Μέρους αυτού
Το Μέρος αυτό έχει εφαρμογή μόνον σε περίπτωση που ο εργαζόμενος ή/και ο εργοδότης του εργαζόμενου θα υπόκεινται, πέραν της εφαρμογής του Μέρους αυτού, στην νομοθεσία και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών.
`Αρθρο 8 Διατάξεις σχετικά με την υπαγωγή στην Κοινωνική Ασφάλιση και τη Συνταξιοδοτική Εγγύηση
1. Εκτός και αν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτό το άρθρο, ένα πρόσωπο απασχολούμενο στη περιοχή ενός από τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα υπάγεται για την απασχόληση αυτή μόνο στη νομοθεσία αυτού του Συμβαλλόμενου Κράτους.
2. Σε περίπτωση που ένας εργαζόμενος:
(α) καλύπτεται από την νομοθεσία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους («το πρώτο Συμβαλλόμενο Κράτος»),
(β) απεστάλη, είτε πριν, ή με την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας αυτής από την Κυβέρνηση του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους να εργασθεί στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους («το δεύτερο Συμβαλλόμενο Κράτος»),
(γ) απασχολείται στο έδαφος του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους από την Κυβέρνηση του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους και
(δ) δεν εργάζεται μόνιμα στο έδαφος του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους
ο εργοδότης του εργαζόμενου και ο εργαζόμενος θα υπάγονται μόνον στην νομοθεσία του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους, όσον αφορά την εργασία που πραγματοποιείται μετά την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας αυτής και όσον αφορά την αμοιβή που καταβάλλεται για την εργασία αυτή. Για τους σκοπούς αυτής της παραγράφου, ο όρος «Κυβέρνηση» συμπεριλαμβάνει, όσον αφορά την Αυστραλία, την πολιτική υποδιαίρεση ή το φορέα τοπικής αυτοδιοίκησης της Αυστραλίας.
3. Όταν ένα πρόσωπο αυτοτελώς απασχολούμενο:
(α) απασχολείται στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου
Κράτους, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και στην περίπτωση που κατοικεί στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.
(β) ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και ταυτόχρονα μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους στο έδαφος του οποίου ασκεί τη μισθωτή δραστηριότητα.
4. Σε περίπτωση που εργαζόμενος:
(α) καλύπτεται από την νομοθεσία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους («του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους»),
(β) απεστάλη, είτε πριν, ή με την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας αυτής, από έναν εργοδότη που υπάγεται στη νομοθεσία του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους να εργασθεί στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους («του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους»),
(γ) εργάζεται στο έδαφος του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους απασχολούμενος από τον εργοδότη ή σε συναφή επιχείρηση του ιδίου εργοδότη και δεν έχει παρέλθει περίοδος 4 ετών από τον χρόνο που ο εργαζόμενος απεστάλη για να εργασθεί στο έδαφος του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους και
(δ) ο εργαζόμενος δεν εργάζεται μονίμως στο έδαφος του δεύτερου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο εργοδότης του εργαζόμενου και ο εργαζόμενος θα υπάγονται μόνο στην νομοθεσία του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους όσον αφορά την εργασία που πραγματοποιείται μετά την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας αυτής και όσον αφορά την αμοιβή που καταβάλλεται για την εργασία αυτή.
5. Για τους σκοπούς της υποπαραγράφου 4(γ), συναφής επιχείρηση θεωρείται επιχείρηση του εργοδότη, εφόσον η επιχείρηση αυτή και ο εργοδότης αποτελούν μέλη του ίδιου ομίλου, η ιδιοκτησία του οποίου του ανήκει πλήρως ή κατά πλειοψηφία.
6. Οι αρμόδιες Αρχές των δύο Συμβαλλομένων Κρατών δύνανται, ύστερα από κοινή συμφωνία, να τροποποιήσουν την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος `Αρθρου για οποιοδήποτε πρόσωπο ή κατηγορίες προσώπων.
`Αρθρο 9 Διπλωματικές και Προξενικές Σχέσεις
Η Συμφωνία αυτή δεν επηρεάζει τις διατάξεις της Συμφωνίας της Βιέννης περί Διπλωματικών Σχέσεων της 18ης Απριλίου 1961, ή της Συμφωνίας της Βιέννης περί Προξενικών Σχέσεων της 24ης Απριλίου 1963.
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΝΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ
`Αρθρο 10 Διαμονή ή Παρουσία στην Ελλάδα
Σε περιπτώσεις όπου κάποιο πρόσωπο δικαιούται, σύμφωνα με την νομοθεσία της Αυστραλίας ή δυνάμει της Συμφωνίας αυτής αυστραλιανή παροχή, αλλά δεν πληροί την προϋπόθεση διαμονής και παρουσίας στην Αυστραλία κατά την ημερομηνία που υποβάλλεται η αίτηση για την παροχή αυτή, αλλά:
(α) είναι κάτοικος Αυστραλίας ή κάτοικος της Ελλάδας, και
(β) βρίσκεται στην Αυστραλία, ή στο έδαφος της Ελλάδας,
το πρόσωπο αυτό, αρκεί να ήταν κάποτε κάτοικος Αυστραλίας, θεωρείται, για το σκοπό υποβολής της αίτησης ότι διαμένει στην Αυστραλία και είναι παρών στην Αυστραλία κατά την ημερομηνία αυτή.
`Αρθρο 11 Συνυπολογισμός για την Αυστραλία
1. Στην περίπτωση, που πρόσωπο στο οποίο εφαρμόζεται η Συμφωνία αυτή, έχει υποβάλλει αίτηση για Αυστραλιανή παροχή και έχει συμπληρώσει:
(α) περίοδο διαμονής ως Αυστραλός κάτοικος, μικρότερη της περιόδου που απαιτείται για τη πλήρωση των απαιτούμενων προϋποθέσεων για την καταβολή της παροχής σύμφωνα με την νομοθεσία της Αυστραλίας, και
(β) περίοδο διαμονής στην Αυστραλία, ως εργαζόμενος, ίση ή μεγαλύτερη της περιόδουπουαπαιτείται για το πρόσωπο αυτό σύμφωνα με την παράγραφο 4, και
(γ) περίοδο ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας, τότε, για τους σκοπούς της αίτησης για Αυστραλιανή παροχή, αυτή η περίοδος ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας, λαμβάνεται υπόψη ως περίοδος κατά την διάρκεια της οποίας το πρόσωπο αυτό ήταν κάτοικος Αυστραλίας, μόνον για την συμπλήρωση των ελάχιστων περιόδων διαμονής που προβλέπονται από την νομοθεσία της Αυστραλίας για την παροχή αυτή.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου1, στη περίπτωση που ένα πρόσωπο:
(α) ήταν κάτοικος Αυστραλίας για συνεχή περίοδο μικρότερη της ελάχιστης συνεχούς περιόδου που απαιτείται από την νομοθεσία της Αυστραλίας για την θεμελίωση δικαιώματος για τη λήψη παροχής από το πρόσωπο αυτό και
(β) έχει πραγματοποιήσει περίοδο ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας σε δύο ή περισσότερες ξεχωριστές περιόδους που ισούται ή πουυπερβαίνει στο σύνολο την ελάχιστη περίοδο πουαναφέρεται στην υποπαράγραφο (α), το άθροισμα των περιόδων ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας θεωρείται ως μία συνεχής περίοδος.
3. Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, όταν μια περίοδος κάποιουως κατοίκου Αυστραλίας και μια περίοδος ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας, συμπίπτουν, η περίοδος αυτή λαμβάνεται υπόψη από την Αυστραλία μόνον μια φορά ως περίοδος διαμονής σε αυτήν.
4. Η ελάχιστη περίοδος διαμονής στην Αυστραλία ως εργαζόμενου που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της παραγράφου 1, προσδιορίζεται ως εξής:
(α) για τους σκοπούς της αυστραλιανής παροχής που καταβάλλεται σε πρόσωπο που δεν είναι Αυστραλός κάτοικος, η ελάχιστη περίοδος που απαιτείται είναι 12 μήνες, εκ των οποίων οι έξι τουλάχιστον μήνες είναι συνεχείς, και
(β) για τους σκοπούς της παροχής που προβλέπεται από την αυστραλιανή νομοθεσία σε αυστραλό κάτοικο, δεν απαιτείται ελάχιστη περίοδος.
5. Για τον σκοπό του άρθρου αυτού, μία περίοδος ασφάλισης, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ελλάδας, θεωρείται ως περίοδος διαμονής στην Αυστραλία μόνον εάν αυτή η περίοδος ασφάλισης σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας βεβαιώνεται από τον Αρμόδιο Ελληνικό Φορέα.
`Αρθρο 12 Υπολογισμός Αυστραλιανών παροχών
1. Λαμβανομένων υπόψη των παραγράφων 2, 3, 4 και 5, στις περιπτώσεις όπου αυστραλιανή παροχή καταβάλλεται σε πρόσωπο το οποίο βρίσκεται εκτός Αυστραλίας δυνάμει μόνον της Συμφωνίας αυτής το ύψος της παροχής αυτής προσδιορίζεται ως εξής:
(α) υπολογίζοντας το εισόδημα του προσώπου αυτού σύμφωνα με τη νομοθεσία της Αυστραλίας συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε παροχής που καταβάλλεται σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, την οποία το πρόσωπο ή ο σύντροφος αυτού του προσώπου δικαιούται να λάβει, όπου αυτή εφαρμόζεται,
(β) εφαρμόζοντας στο μέγιστο ποσό της Αυστραλιανής παροχής το σχετικό συντελεστή υπολογισμού που υφίσταται στη νομοθεσία της Αυστραλίας χρησιμοποιώντας ως ατομικό εισόδημα το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) και
(γ) αναλογικοποιώντας όπου προβλέπεται, το ποσό της παροχής που υπολογίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (β) πολλαπλασιάζοντας το ποσό αυτό με την περίοδο διαμονής στην Αυστραλία ως εργαζόμενου (με μέγιστη περίοδο τους 300 μήνες) διαιρούμενο με ένα παρανομαστή 300 μηνών (25 έτη).
2. Λαμβανομένων υπόψη των παραγράφων 3, 4 και 5 σε περιπτώσεις όπου Αυστραλιανή παροχή καταβάλλεται σε πρόσωπο που βρίσκεται εκτός Αυστραλίας, δυνάμει μόνον αυτής της Συμφωνίας, και το πρόσωπο αυτό είχε πάψει να είναι μόνιμος κάτοικος Αυστραλίας κατά τη ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας αυτής το ύψος της παροχής θα προσδιορίζεται ως εξής:
(α) υπολογίζοντας το εισόδημα του προσώπου αυτού σύμφωνα με τη νομοθεσία της Αυστραλίας, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε παροχής που καταβάλλεται σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, την οποία το πρόσωπο ή ο σύντροφος αυτού του προσώπου δικαιούται να λάβει, όπου αυτή εφαρμόζεται,
(β) εφαρμόζοντας στο μέγιστο ποσό της Αυστραλιανής παροχής το σχετικό συντελεστή υπολογισμού που προβλέπεται στη νομοθεσία της Αυστραλίας, χρησιμοποιώντας ως ατομικό εισόδημα το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) και
(γ) αναλογικοποιώντας, όπου προβλέπεται, το ποσό της παροχής που υπολογίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (β) πολλαπλασιάζοντας το ποσό αυτό με την περίοδο διαμονής στην Αυστραλία ως εργαζόμενου (με μέγιστη περίοδο τους 528 μήνες) διαιρούμενο με ένα παρανομαστή 528 μηνών (44 έτη).
3. Στις περιπτώσεις όπου το ποσό της αυστραλιανής παροχής προσδιορίζεται σύμφωνα με τη παράγραφο 2 και ένα πρόσωπο αποκτά εκ νέου την ιδιότητα του κατοίκου Αυστραλίας, το ύψος της παροχής θα συνεχίσει να προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, λαμβανομένης υπόψη της παραγράφου 7 όπου αυτή εφαρμόζεται, εάν το πρόσωπο αυτό στη συνέχεια αναχωρήσει από την Αυστραλία εντός δύο ετών από την ημερομηνία που κατέστη εκ νέου κάτοικος Αυστρα λίας.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 5 συνεχίζουν να έχουν εφαρμογή για 26 εβδομάδες στην περίπτωση προσωρινής επιστροφής του προσώπου στην Αυστραλία.
5. Όταν μία Αυστραλιανή παροχή καταβάλλεται σε πρόσωπο εκτός Αυστραλίας, δυνάμει της Συμφωνίας αυτής ή άλλως, οι ακόλουθες πληρωμές σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, δεν θα λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του εισοδήματος του προσώπου αυτού:
• Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ),
• Σύνταξη Ανασφαλίστων Υπερηλίκων (ΟΓΑ),
• Επιδόματα για τέκνα ή σε σχέση με εξαρτώμενα τέκνα που εμπίπτουν στον ορισμό του εξαρτώμενου τέκνου σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία της Αυστραλίας, μη λαμβανομένων υπόψη των απαιτούμενων προϋποθέσεων διαμονής.
6. Λαμβανομένης υπόψη της παραγράφου 7, σε περιπτώσεις όπου Αυστραλιανή παροχή καταβάλλεται σε πρόσωπο που βρίσκεται στην Αυστραλία, δυνάμει μόνον αυτής της Συμφωνίας, το ύψος της παροχής αυτής προσδιορίζεται ως εξής:
(α) υπολογίζοντας το εισόδημα του ατόμου αυτού σύμφωνα με την νομοθεσία της Αυστραλίας, αλλά μη λαμβάνοντος υπόψη κατά τον υπολογισμό αυτό οποιαδήποτε παροχή που το πρόσωπο αυτό ή ο/η σύντροφός του λαμβάνει σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας στις περιπτώσεις όπου αυτή εφαρμόζεται, και
(β) εκπίπτοντας το ποσόν της παροχής το οποίο λαμβάνει, σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας, από το ανώτατο ύψος της Αυστραλιανής παροχής και
(γ) εφαρμόζοντας στο υπόλοιπο της παροχής που προκύπτει σύμφωνα με την υποπαράγραφο (β) τον σχετικό συντελεστή υπολογισμού που προβλέπεται στη νομοθεσία της Αυστραλίας, χρησιμοποιώντας στη θέση του προσωπικού εισοδήματος το ποσόν που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α).
7. Η παράγραφος 6 θα συνεχίσει να εφαρμόζεται για 26 εβδομάδες στην περίπτωση που ένα πρόσωπο αναχωρήσει προσωρινά από την Αυστραλία.
8. Σε περίπτωση που ένα μέλος ζευγαριού, ή και οι δύο, αυτός και ο/η σύντροφός του δικαιούνται παροχή ή παροχές σύμφωνα με την νομοθεσία της Ελλάδας, ο καθένας από αυτούς θεωρείται, για τους σκοπούς αυτού του άρθρου και την νομοθεσία της Αυστραλίας, ότι λαμβάνει το ήμισυ είτε του ποσού της παροχής αυτής είτε του συνόλου των δύο παροχών.
ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠOY ΑΦΟΡΟΥΝ ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ME ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
`Αρθρο 13 Συνυπολογισμός περιόδων ασφάλισης, διαμονής και υπολογισμός παροχών
1. Αν ένα πρόσωπο δικαιούται ελληνική παροχή χωρίς να προσφύγει στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 αυτού του `Αρθρου, το ποσό της παροχής καθορίζεται σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία με βάση τις περιόδους ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή.
2. Όταν δεν υπάρχει δικαίωμα για ελληνική παροχή με βάση τις ελληνικές περιόδους ασφάλισης, οι περίοδοι διαμονής που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την αυστραλιανή νομοθεσία συνυπολογίζονται για την απόκτηση δικαιώματος για παροχή γήρατος σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, εφόσον οι περίοδοι αυτές δεν συμπίπτουν.
3. Εφόσον λαμβάνονται υπόψη για τη θεμελίωση του δικαιώματος κατά την προηγούμενη παράγραφο και περίοδοι διαμονής που έχουν διανυθεί σύμφωνα με τη αυστραλιανή νομοθεσία, η οφειλόμενη παροχή σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία καθορίζεται ως εξής:
(α) Ο αρμόδιος φορέας υπολογίζει αρχικά το ποσό της παροχής που θα εδικαιούτο ο ενδιαφερόμενος αν οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την αυστραλιανή νομοθεσία και που κατά την προηγούμενη παράγραφο συνυπολογίστηκαν, είχαν διανυθεί σύμφωνα με τη δική τουνομοθεσία για την απόκτηση δικαιώματος παροχών γήρατος.
(β) Για τον καθορισμό του ποσού της παροχής ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη τουτο μισθό (αποδοχές), εισόδημα ή εισφορές, που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία.
(γ) Όταν το προσδιοριζόμενο κατά τα ανωτέρω ποσό υπολείπεται της ελάχιστης παροχής που προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία, τότε το ποσό της ελάχιστης παροχής θα αντικαταστήσει το ως άνω προσδιορισθέν ποσό.
4. Με βάση το ποσό που υπολογίστηκε σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ο αρμόδιος φορέας καθορίζει το ποσό της μερικής παροχής που πρέπει να καταβληθεί από αυτόν, κατά την αναλογία που υπάρχει μεταξύ της διάρκειας των περιόδων ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη δική τουνομοθεσία και της συνολικής διάρκειας των περιόδων ασφάλισης και διαμονής που λήφθηκαν υπόψη.
5. Αν η συνολική διάρκεια των περιόδων ασφάλισης που θα ληφθούν υπόψη σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία για τον υπολογισμό της παροχής δεν συμπληρώνει τις 300 ημέρες (12 μήνες) και με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει δικαίωμα για παροχή σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία χωρίς την εφαρμογή των προηγουμένων παραγράφων, δεν χορηγείται καμιά παροχή κατά τη νομοθεσία αυτή.
6. Για τον καθορισμό του είδους της παροχής και του αρμόδιου φορέα λαμβάνονται υπόψη μόνο οι ελληνικοί χρόνοι ασφάλισης.
7. Για τους σκοπούς αυτού του `Αρθρου
(α) ένας (1) μήνας διαμονής στην Αυστραλία ισοδυναμεί με 25 ημέρες ασφάλισης στην Ελλάδα και
(β) ένα (1) έτος διαμονής στην Αυστραλία ισοδυναμεί με 300 ημέρες ασφάλισης στην Ελλάδα.
8. Για τους σκοπούς αυτού του `Αρθρου, η περίοδος διαμονής στην Αυστραλία θα θεωρείται ως περίοδος ασφάλισης στην Ελλάδα μόνον εάν η περίοδος διαμονής σύμφωνα με τη νομοθεσία της Αυστραλίας πιστοποιείται από τον Αρμόδιο Αυστραλιανό Φορέα.
ΜΕΡΟΣ V ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
`Αρθρο 14 Υποβολή Εγγράφων
1. Αίτηση, αναγγελία ή ένσταση πουαφορούν παροχές που καταβάλλονται είτε δυνάμει αυτής της Συμφωνίας είτε άλλως μπορούν να υποβάλλονται στο έδαφος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, σύμφωνα με τον Διοικητικό Κανονισμό που θα συνταχθεί βάσει του άρθρου 18 οποτεδήποτε μετά την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας.
2. Για τους σκοπούς καθορισμού δικαιώματος σε μία παροχή, η ημερομηνία κατά την οποία αίτηση, αναγγελία ή ένσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υποβάλλεται στον Αρμόδιο Φορέα του ενός Συμβαλλομένου Κράτους θεωρείται ως η ημερομηνία υποβολής του εγγράφου αυτού και στον Αρμόδιο Φορέα του άλλου Συμβαλλομένου Κράτους. Ο Αρμόδιος Φορέας στον οποίο υποβάλλεται αίτηση, αναγγελία ή ένσταση την παραπέμπει χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός δώδεκα μηνών στον Αρμόδιο Φορέα του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.
3. Αίτηση για παροχή από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θεωρείται ως αίτηση για την αντίστοιχη παροχή και από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εφόσον ο αιτών έχει σημειώσει στην αίτησή του ότι έχει ή είχε υπαχθεί στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και υπό την προϋπόθεση ότι το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος λάβει την αίτηση αυτή εντός 12 μηνών.
4. Η αναφορά της παραγράφου 1 σε υποβολή ένστασης, αφορά έγγραφο που άπτεται ένστασης η οποία μπορεί να υποβληθεί σε διοικητικό όργανο που συστήθηκε από αντίστοιχη νομοθεσία, ή μέσω διοικητικών διαδικασιών, για τους σκοπούς αυτούς.
`Αρθρο 15 Καταβολή Παροχών
1. Η εναρκτήρια ημερομηνία για την καταβολή παροχής πληρωτέας δυνάμει της Συμφωνίας αυτής θα προσδιορίζεται σύμφωνα με την νομοθεσία του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Κράτους αλλά σε καμιά περίπτωση η ημερομηνία αυτή δεν θα προηγείται της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της Συμφωνία αυτής.
2. Σε περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο Κράτος επιβάλλει νομικούς ή διοικητικούς περιορισμούς στην μεταφορά συναλλάγματος εκτός του εδάφους του, αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος θα θεσπίσει μέτρα το συντομότερο δυνατόν τα οποία θα εγγυώνται τα δικαιώματα πληρωμής και λήψης των παροχών που καταβάλλονται σύμφωνα με την νομοθεσία του Συμβαλλομένου Κράτους αυτού ή δυνάμει της Συμφωνίας αυτής. Τα μέτρα αυτά θα εφαρμόζονται αναδρομικά έως τον χρόνο που επιβλήθηκαν οι περιορισμοί.
3. Κατά την υλοποίηση των μέτρων της παραγράφου 2, το Συμβαλλόμενο Κράτος που δεν επιβάλλει τους περιορισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 2, μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς στην πληρωμή των παροχών του που καταβάλλονται σύμφωνα με την Συμφωνία στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μέχρι την άρση όλων των περιορισμών από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος Μετά την άρση των περιορισμών από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος και την πληρωμή καθυστερούμενων από αυτό το Κράτος τότε το πρώτο Συμβαλλόμενο Κράτος θα καταβάλλει και αυτό καθυστερούμενες παροχές σε σχέση με ολόκληρο τον χρόνο κατά την διάρκεια του οποίου είχαν επιβληθεί οι περιορισμοί του πρώτου Συμβαλλόμενου Κράτους.
4. Σε περιπτώσεις, όπου ένα Συμβαλλόμενο Κράτος έχει επιβάλλει νομικούς ή διοικητικούς περιορισμούς στη μεταφορά του συναλλάγματός του εκτός του εδάφους του, όπως αναφέρθηκε στην παράγραφο 2, ενημερώνει το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τους περιορισμούς αυτούς εντός ενός ημερολογιακού μηνός από την επιβολή τους και θεσπίζει τα μέτρα που προσδιορίζονται στην παράγραφο αυτή εντός τριών μηνών από την επιβολή των περιορισμών. Η μη συμμόρφωση σε οποιαδήποτε από τις δύο υποχρεώσεις δύναται να θεωρηθεί από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ως ουσιώδης παραβίαση της Συμφωνίας για τους σκοπούς του `Αρθρου 60 της Συνθήκη της Βιέννης και του νόμου περί Συνθηκών της 23ης Μαΐου 1969.
5. Παροχή που καταβάλλεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος δυνάμει της Συμφωνίας αυτής καταβάλλεται από αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος ακόμα και στην περίπτωση που ο δικαιούχος βρίσκεται στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους χωρίς κρατήσεις για διοικητικά τέλη και επιβαρύνσεις για την επεξεργασία και πληρωμή της παροχής αυτής.
6. Οποιαδήποτε απαλλαγή από χαρτόσημα, συμβολαιογραφικά ή ληξιαρχικά τέλη χορηγείται στο έδαφος ενός των Συμβαλλομένων Κρατών σε σχέση με πιστοποιητικά και δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται για υποβολή στις Αρμόδιες Αρχές και Φορείς του Συμβαλλόμενου Κράτους αυτού, ισχύει επίσης και για τα πιστοποιητικά και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για υποβολή στις Αρμόδιες Αρχές και Φορείς του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους. Δικαιολογητικά και πιστοποιητικά που απαιτούνται να προσκομισθούν για τους σκοπούς αυτής της Συμφωνίας απαλλάσσονται από την επικύρωση διπλωματικών και προξενικών αρχών.
`Αρθρο 16 Αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων
1. Σε περιπτώσεις όπου
(α) το καθυστερούμενο ποσό μιας παροχής που καταβάλλεται ή είναι καταβλητέο από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και
(β) για μια ολόκληρη περίοδο ή για μέρος της περιόδου αυτής το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος έχει καταβάλει στο εν λόγω πρόσωπο παροχή σύμφωνα με τη νομοθεσία του και
(γ) το ποσό της παροχής που καταβλήθηκε από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος θα μειωνόταν αν η παροχή που είχε καταβληθεί ή ήταν καταβλητέα από το πρώτο Συμβαλλόμενο Κράτος είχε καταβληθεί κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου,
(δ) τότε το ποσό που δεν θα έχει καταβληθεί από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος αν η παροχή που προσδιορίζεται στην υποπαράγραφο (α) είχε καταβληθεί περιοδικά κατά τη διάρκεια της προγενέστερης εκείνης περιόδου, θα θεωρείται ως χρέος οφειλόμενο από το εν λόγω πρόσωπο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος και θα μπορεί να αναζητηθεί από το Κράτος αυτό.
2. Στην περίπτωση πουτο πρώτο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν έχει ακόμα καταβάλλει στο πρόσωπο το καθυστερούμενο ποσό της παροχής που προσδιορίζεται στην υποπαράγραφο 1 (α), το Κράτος αυτό θα καταβάλει, κατόπιν αιτήματος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους το ποσό της παροχής που απαιτείται για την εξόφληση του χρέους που προσδιορίζεται στην υποπαράγραφο 1 (δ) στο άλλο Κράτος και θα καταβάλει τυχόν υπόλοιπο στο εν λόγω πρόσωπο.
3. Ο Αρμόδιος Φορέας πουλαμβάνει το αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 2 διαβιβάζει το ποσό του χρέους στον Αρμόδιο Φορέα που έχει υποβάλλει το αίτημα.
`Αρθρο 17 Ανταλλαγή Πληροφοριών και Αμοιβαία Συνεργασία
1. Οι Αρμόδιες Αρχές και οι Φορείς πουείναι υπεύθυνοι για την Εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής υποχρεούνται, στον βαθμό που τους επιτρέπεται από τη νομοθεσία τους:
(α) να διαβιβάζουν ο ένας στον άλλον οποιεσδήποτε πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής ή για τους σκοπούς της νομοθεσίας τους για την κοινωνική ασφάλιση.
(β) να προσφέρουν όποια μέσα διαθέτουν και να συνδράμουν ο ένας τον άλλον (συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασης οποιωνδήποτε απαιτούμενων πληροφοριών) σε σχέση με τον προσδιορισμό ή την πληρωμή οποιωνδήποτε παροχών σύμφωνα με την Συμφωνία αυτή ή σύμφωνα με την νομοθεσία επί της οποίας εφαρμόζεται η Συμφωνία αυτή, όπως θα έπρατταν εάν το σχετικό θέμα αφορούσε την εφαρμογή της δικής τους νομοθεσίας,
(γ) να διαβιβάζουν ο ένας στον άλλον, το συντομότερο δυνατόν, κάθε πληροφορία σχετικά με τα μέτρα που θέσπισαν για την εφαρμογή αυτής της Συμφωνίας ή σχετικά με τις τροποποιήσεις στην αντίστοιχη νομοθεσία τους, στον βαθμό που αυτές οι τροποποιήσεις επηρεάζουν την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής και
(δ) κατόπιν αιτήματος του ενός προς τον άλλον, να συνδράμουν ο ένας τον άλλον στην εφαρμογή των Συμφωνιών στο τομέα των κοινωνικών ασφαλίσεων, για θέματα που προκύπτουν μεταξύ οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Κράτους και τρίτων Κρατών, στο βαθμό και υπό τις προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στο Διοικητικό Κανονισμό σύμφωνα με το `Αρθρο 18.
2. Η συνδρομή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα παρέχεται δωρεάν, υποκείμενη σε οποιαδήποτε ρύθμιση που επιτυγχάνεται μεταξύ των Αρμοδίων Αρχών και Φορέων για την επιστροφή δαπανών συγκεκριμένων κατηγοριών πουκαθορίζονται στο Διοικητικό Κανονισμό σύμφωνα με το `Αρθρο 18.
3. Εκτός από τις περιπτώσεις που απόκειται αποδέσμευση στοιχείων σύμφωνα με την νομοθεσία ενός των Συμβαλλομένων Κρατών, οποιαδήποτε πληροφορία για ένα άτομο η οποία διαβιβάζεται σύμφωνα με την Συμφωνία αυτή προς την Αρμόδια Αρχή ή Φορέα του Συμβαλλόμενου Κράτους αυτού από την Αρμόδια Αρχή ή Φορέα του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, είναι εμπιστευτική και θα χρησιμοποιείται μόνον για τους σκοπούς της εφαρμογής αυτής της Συμφωνίας και της νομοθεσίας επί της οποίας αυτή εφαρμόζεται.
4. Σε καμία περίπτωση δεν δύνανται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 να θεωρηθούν ότι επιβάλλουν στην Αρμόδια Αρχή ή Φορέα την υποχρέωση να:
(α) λάβουν διοικητικά μέτρα σε αντίθεση με τους νόμους ή την διοικητική πρακτική του ίδιου ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή
(β) να παρέχουν στοιχεία που δεν είναι διαθέσιμα σύμφωνα με τους νόμους ή κατά τη συνήθη διοικητική πρακτική του ίδιου ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.
5. Παρά την εφαρμογή οποιωνδήποτε νόμων ή διοικητικών πρακτικών ενός Συμβαλλόμενου Κράτους κανένα προσωπικό δεδομένο που λαμβάνει το ένα Συμβαλλόμενο Κράτος από το άλλο δεν δύναται να διαβιβάζεται ή να αποκαλύπτεται σε οποιαδήποτε άλλη χώρα ή σε οποιονδήποτε άλλο οργανισμό αυτής της άλλης χώρας, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.
6. Κατά την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής, η Αρμόδια Αρχή και ο Φορέας ενός Συμβαλλόμενου Κράτους μπορεί να επικοινωνεί με τον άλλον σε οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες των Συμβαλλομένων Κρατών.
`Αρθρο 18 Διοικητικός Κανονισμός
1. Οι Αρμόδιες Αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα θεσπίσουν, μέσω Διοικητικού Κανονισμού, τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής.
2. Οι Αρμόδιες Αρχές θα ορίζουν οργανισμούς σύνδεσης οι οποίοι θα αναφέρονται στον Διοικητικό Κανονισμό.
`Αρθρο 19 Επίλυση Διαφορών
1. Οι Αρμόδιες Αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών θα επιλύουν, στον βαθμό που είναι δυνατό, οποιεσδήποτε δυσκολίες προκύπτουν στην ερμηνεία ή κατά την εφαρμογή της Συμφωνίας αυτής, σύμφωνα με το πνεύμα και τις θεμελιώδεις αρχές της.
2. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα προβαίνουν άμεσα σε διαβουλεύσεις, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε από τα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη, αναφορικά με θέματα που δεν έχουν επιλυθεί από τις Αρμόδιες Αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 1.
`Αρθρο 20 Αναθεώρηση Συμφωνίας
Όταν το ένα Συμβαλλόμενο Κράτος υποβάλλει αίτημα στο άλλο για συνάντηση με σκοπό την αναθεώρηση της Συμφωνίας αυτής, τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα πρέπει να συνέλθουν για το σκοπό αυτό μέσα σε έξι μήνες το αργότερο από την υποβολή του αιτήματος αυτού και εκτός της περίπτωσης που τα Συμβαλλόμενα Κράτη συμφωνήσουν διαφορετικά, η συνάντησή τους θα λάβει χώρα στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Κράτους προς το οποίο υποβλήθηκε το αίτημα.
ΜΕΡΟΣ VI ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
`Αρθρο 21 Μεταβατικές Διατάξεις
1. Για τον προσδιορισμό του δικαιώματος σε παροχή σύμφωνα με την Συμφωνία αυτή, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι διαμονής στην Αυστραλία, οι περίοδοι διαμονής ως εργαζομένων στην Αυστραλία και οι περίοδοι ασφάλισης σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία που έχουν συμπληρωθεί πριν την έναρξη ισχύος της Συμφωνία αυτής.
2. Στην περίπτωση, που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας, ένα άτομο λαμβάνει μια σε παροχή σύμφωνα με την νομοθεσία του ενός ή του άλλου Κράτους, καμιά διάταξη αυτής της Συμφωνίας δεν θα επηρεάσει το δικαίωμα του προσώπου αυτού να λάβει τη παροχή.
`Αρθρο 22 Έναρξη ισχύος
Η Συμφωνία αυτή τίθεται σε ισχύ από την πρώτη ημέρα του 2ου μήνα πουακολουθείτην τελευταία ημέρα του μήνα κατά την οποία ανταλλάσσονται οι διακοινώσεις μεταξύ των Συμβαλλόμενων Κρατών, μέσω της διπλωματικής οδού, με την αμοιβαία γνωστοποίηση ότι όλα τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή αυτής της Συμφωνίας έχουν ολοκληρωθεί.
`Αρθρου 23 Λύση
1. Λαμβάνοντας υπόψη την παράγραφο 2, η Συμφωνία αυτή παραμένει σε ισχύ μέχρι την παρέλευση 12 μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος λάβει από το άλλο, μέσα της διπλωματικής οδού, διακοίνωση λύσεως της Συμφωνία αυτής.
2. Σε περίπτωση λύσης η Συμφωνία αυτή θα συνεχίσει να ισχύει για όλα τα πρόσωπα τα οποία:
(α) κατά την ημερομηνία λήξεως ισχύος της Συμφωνίας, λαμβάνουν παροχές, ή
(β) πριν από την ημερομηνία αυτή έχουν υποβάλλει αιτήσεις, και θα δικαιούνται τη λήψη παροχών, δυνάμει της Συμφωνία αυτής, ή
(γ) αμέσως πριν την ημερομηνία λύσης υπόκεινται μόνον στην νομοθεσία ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σύμφωνα με το `Αρθρο 8 του Μέρους ΙΙ της Συμφωνίας, εφόσον ο εργαζόμενος συνεχίζει να ικανοποιεί τα κριτήρια του `Αρθρου αυτού.
ΠΡΟΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι για τον σκοπό αυτόν από τις Κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την Συμφωνία αυτή.
ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ σε 2 πρωτότυπα στην Καμπέρα την 23η ημέρα του Μαΐου του 2007 στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα, κάθε κείμενο θεωρείται εξίσου έγκυρο.