ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3663 (ΦΕΚ Α΄ 99/28.5.2008)
Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας (EUROJUST), Κοινές Ομάδες Έρευνας και λοιπές διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ (EUROJUST)
Άρθρο 1
Εθνικό Μέλος
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη του άρθρου
1. Στην Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας (EUROJUST), η οποία συγκροτήθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2002/187/ΔΕΥ της 28.2.2002 ΕΕ (ΕΕ L 63/1 της 6.3.2002, εφεξής απόφαση του Συμβουλίου), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2009/426/ΔΕΥ της 16.12.2008 (ΕΕ L 138/14 της 4.6.2009), ως οργανισμός της ΕΕ με νομική προσωπικότητα, ορίζονται, με διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν πρότασης των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Εξωτερικών ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, Εθνικό Μέλος, αναπληρωτής αυτού και βοηθός, εισαγγελικοί λειτουργοί το μεν Εθνικό Μέλος με το βαθμό του εισαγγελέα πρωτοδικών και άνω, ο δε αναπληρωτής αυτού και ο βοηθός με το βαθμό του αντεισαγγελέα πρωτοδικών και άνω και σε κάθε περίπτωση νεότεροι κατ’ αρχαιότητα του Εθνικού Μέλους. Ο ορισμός του Εθνικού Μέλους, του αναπληρωτή του και του βοηθού ανακοινώνεται από τον Υπουργό Εξωτερικών στη EUROJUST και στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με επίσημο ταχυδρομείο.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Η θητεία του Εθνικού Μέλους, του αναπληρωτή αυτού και του βοηθού, οι οποίοι αποσπώνται, με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, στην έδρα της EUROJUST, είναι τετραετής, με δυνατότητα ισόχρονων ανανεώσεων με την ίδια διαδικασία. Ο αναπληρωτής και ο βοηθός ενεργούν εξ ονόματος του Εθνικού Μέλους και, αν παραστεί ανάγκη, αντικαθιστούν το Εθνικό Μέλος κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων του.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Άρθρο 2
Εθνικός Ανταποκριτής
1. Εθνικοί ανταποκριτές ορίζονται:
α) Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Διεθνούς Δικαστικής Συνεργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
β) Οι Εισαγγελείς Εφετών της χώρας, αρμόδιοι για θέματα δικαστικής συνδρομής και εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
γ) Ο Εισαγγελέας ο οποίος έχει ορισθεί Πρόεδρος του προβλεπομένου από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν. 2622/1998 (ΦΕΚ 138 Α`) και με το άρθρο 12 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ 305 Α`), Συμβουλίου Συντονισμού Ανάλυσης και Ερευνών, ειδικά για τρομοκρατικές πράξεις (άρθρο 187 Α Π.Κ.).
2. Οι εθνικοί ανταποκριτές συνεπικουρούν το Εθνικό Μέλος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Άρθρο 3
Άσκηση αρμοδιοτήτων της EUROJUST
Στο πεδίο αρμοδιότητας του άρθρου 4 της απόφασης του Συμβουλίου και προς επίτευξη των στόχων του άρθρου 3 της ίδιας απόφασης, η EUROJUST ενεργεί είτε μέσω του εθνικού μέλους της είτε ως συλλογικό όργανο.
Άρθρο 4
Αρμοδιότητες του εθνικού μέλους
1. Το Εθνικό Μέλος ενεργώντας για λογαριασμό της EUROJUST:
α) μπορεί να ζητεί από τις ημεδαπές αρμόδιες αρχές να εξετάσουν το ενδεχόμενο: αα) να προβούν σε έρευνα ή άσκηση ποινικής δίωξης για συγκεκριμένες πράξεις, ββ) ότι είναι προτιμότερο να προβεί σε έρευνα ή να ασκήσει ποινική δίωξη η αρχή ενός άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γγ) να συντονίσουν τη δράση τους με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών-μελών, δδ) να συστήσουν κοινή ομάδα έρευνας, εε) να παρέχουν στην EUROJUST τις ζητούμενες πληροφορίες για την εκτέλεση του έργου της, στστ) να λάβουν ειδικά μέτρα για τη διεξαγωγή της έρευνας και ζζ) να λάβουν κάθε άλλο δικαιολογημένο μέτρο για την έρευνα ή τη δίωξη,
β) μεριμνά για την ενημέρωση των ημεδαπών αρμόδιων αρχών σχετικά με τις έρευνες και ποινικές διώξεις των οποίων έχει γνώση,
γ) επικουρεί τις αρμόδιες ημεδαπές αρχές, κατόπιν αίτησής τους, ώστε να εξασφαλίζεται ο καλύτερος δυνατός συντονισμός των ερευνών και της άσκησης ποινικών διώξεων,
δ) υποστηρίζει τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων ημεδαπών αρχών,
ε) συνεργάζεται και διαβουλεύεται με το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, τη βάση τεκμηρίωσης του Δικτύου και συμβάλλει στη βελτίωσή της,
στ) παρέχει υποστήριξη σε έρευνες ή ποινικές διώξεις των ημεδαπών αρμόδιων αρχών ή και των αρχών τρίτου κράτους, κατόπιν αίτησής τους, όταν αφορούν μόνο σε αυτές και στις αρχές ενός τρίτου κράτους, εφόσον έχει συναφθεί μεταξύ της EUROJUST και του τρίτου κράτους συμφωνία συνεργασίας ή, σε ειδικές περιπτώσεις, αν συντρέχει ουσιώδες συμφέρον το οποίο επιβάλλει την υποστήριξη και υπό την προϋπόθεση ότι συμφωνεί η EUROJUST ως συλλογικό όργανο,
ζ) μεριμνά ώστε οι αρμόδιες εθνικές αρχές να ανταποκρίνονται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σε αιτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος άρθρου,
η) λαμβάνει, διαβιβάζει, διευκολύνει και παρακολουθεί την εκτέλεση, καθώς και την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών όσον αφορά την εκτέλεση των αιτήσεων και των αποφάσεων δικαστικής συνεργασίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά πράξεις με τις οποίες υλοποιείται η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης,
θ) σε περιπτώσεις μερικής ή ατελούς εκτέλεσης αίτησης δικαστικής συνεργασίας, ζητά από την αρμόδια ημεδαπή δικαστική αρχή να λάβει συμπληρωματικά μέτρα προκειμένου να εκτελεσθεί πλήρως η αίτηση,
ι) σε συμφωνία με την αρμόδια εθνική αρχή ή κατόπιν αίτησής της και ανάλογα με την περίπτωση, δύναται: αα) να εκδίδει και συμπληρώνει αιτήσεις και αποφάσεις δικαστικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων πράξεων, με τις οποίες υλοποιείται η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, ββ) να εκτελεί, στο όνομα της χώρας, αιτήσεις και αποφάσεις δικαστικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων πράξεων, με τις οποίες υλοποιείται η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, γγ) να παραγγέλλει μέτρα για τη διεξαγωγή έρευνας τα οποία κρίνονται αναγκαία σε συνεδρίαση συντονισμού την οποία διοργανώνει η EUROJUST προς παροχή συνδρομής σε αρμόδιες εθνικές αρχές που συμμετέχουν σε συγκεκριμένη έρευνα και όπου καλούνται να συμμετάσχουν οι αρμόδιες εθνικές αρχές τις οποίες αφορά η έρευνα, δδ) να παρέχει εξουσιοδότηση για την πραγματοποίηση ελεγχόμενων παραδόσεων εντός της χώρας και να συντονίζει τις παραδόσεις αυτές,
ια) σε επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον δεν είναι σε θέση να εντοπίσει εγκαίρως την αρμόδια εθνική αρχή ή να έλθει εγκαίρως σε επαφή μαζί της δύναται: αα) να επιτρέπει την πραγματοποίηση ελεγχόμενων παραδόσεων εντός της χώρας και να συντονίζει τις παραδόσεις αυτές, ββ) να εκτελεί, στο όνομα της χώρας, αιτήσεις και αποφάσεις δικαστικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων πράξεων, με τις οποίες υλοποιείται η αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης. Μόλις εντοπισθεί η αρμόδια εθνική αρχή ή πραγματοποιηθεί επαφή μαζί της, ενημερώνεται για την άσκηση των ανωτέρω εξουσιών,
ιβ) δικαιούται να συμμετέχει, ως εκπρόσωπος των ελληνικών αρχών, σε κοινές ομάδες ερευνών, συμπεριλαμβανομένης της σύστασής τους, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Σύμβασης της 29ης Μαΐου 2000 περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την απόφασηπλαίσιο 2002/465/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με τις κοινές ομάδες έρευνας και τις σχετικές διατάξεις του παρόντος. Υπό τους ίδιους όρους καλείται να συμμετέχει σε κάθε κοινή ομάδα ερευνών στην οποία μετέχει η Ελλάδα και για την οποία παρέχεται κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει των εφαρμοστέων χρηματοδοτικών μέσων.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του το Εθνικό Μέλος μπορεί:
α) να ζητά από τις ημεδαπές δικαστικές αρχές, τις δικαστικές αρχές των κρατών-μελών και την EuroPol να του παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες,
β) να έχει πρόσβαση στα αρχεία ποινικού μητρώου που τηρούνται στις εισαγγελίες της χώρας, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τις ημεδαπές δικαστικές και εισαγγελικές αρχές,
γ) να έχει πρόσβαση στα αρχεία συλληφθέντων, αρχεία ερευνών και αρχεία DNA, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τις ημεδαπές δικαστικές και εισαγγελικές αρχές,
δ) να έχει πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται από την EUROJUST και σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση του Συμβουλίου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.3 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
3. Το Εθνικό Μέλος έχει την υποχρέωση να διαφυλάσσει το απόρρητο των πληροφοριών οι οποίες ανταλλάσσονται μεταξύ της EUROJUST, των ημεδαπών αρχών και των αρχών των άλλων κρατών – μελών και αυτών τρίτου κράτους.
Άρθρο 5
Αρμοδιότητες της EUROJUST ως συλλογικού οργάνου
Η EUROJUST, ενεργώντας ως συλλογικό όργανο:
α) μπορεί να ζητεί αιτιολογημένα από τις ημεδαπές αρμόδιες αρχές να προβούν στις ενέργειες οι οποίες προβλέπονται στις υποπεριπτώσεις αα΄, ββ΄, γγ΄, δδ΄ και εε΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4,
β) εξασφαλίζει την αμοιβαία ενημέρωση των αρμόδιων αρχών των κρατών – μελών σχετικά με τις έρευνες και τις ποινικές διώξεις των οποίων έχει γνώση και οι οποίες έχουν επιπτώσεις στο επίπεδο της Ένωσης ή αφορούν και άλλα κράτη – μέλη πέραν των άμεσα εμπλεκομένων,
γ) επικουρεί τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήσεως τους, προκειμένου να εξασφαλισθεί ο καλύτερος δυνατός συντονισμός στις έρευνες ή στις ποινικές διώξεις και γενικώς παρέχει κάθε υποστήριξη για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών – μελών, ιδίως βάσει της ανάλυσης την οποία εκπονεί η Ευρωπόλ, την οποία και συνδράμει, παρέχοντας ιδίως γνώμες βασιζόμενες στην ανάλυση αυτή,
) συνεργάζεται και διαβουλεύεται με το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, τη βάση τεκμηρίωσης του Δικτύου και συμβάλλει στη βελτίωση της,
ε) παρέχει υποστήριξη διοικητικής μέριμνας στις περιπτώσεις υπό στοιχεία α` και γ`, η οποία περιλαμβάνει ιδίως συνδρομή για τη μετάφραση, τη διερμηνεία και διοργάνωση συντονιστικών συνεδριάσεων.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.4 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη του άρθρου
Άρθρο 6
Ανταπόκριση ημεδαπών αρχών
1. Η εξέταση των αιτημάτων, όπως προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, γίνεται από τις κατά περίπτωση αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.5 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Αν το Εθνικό Μέλος ή η EUROJUST, ως συλλογικό όργανο, υποβάλει αίτημα για κάποιο από τα θέματα που αναφέρονται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ή στην περίπτωση α΄ του άρθρου 5 και η αρμόδια ημεδαπή αρχή το κρίνει απορριπτέο, ενημερώνει την EUROJUST χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για την απόφαση αυτή και για τους λόγους που δεν επέτρεψαν την ικανοποίηση του αιτήματος. Όταν δεν είναι δυνατόν να δοθούν εξηγήσεις ως προς την άρνηση συμμόρφωσης προς αίτηση, διότι η πράξη αυτή θα έβλαπτε ουσιαστικά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας ή θα διακύβευε την ασφάλεια προσώπων, η αρμόδια ημεδαπή αρχή δύναται να επικαλεστεί επιχειρησιακούς λόγους.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.5 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Άρθρο 7
Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα
1. Το Εθνικό Μέλος, ο αναπληρωτής αυτού και ο βοηθός έχουν πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία επεξεργάζεται η EUROJUST, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 14, 15, 16, 16α, 16β, 17 και 18 της Απόφασης του Συμβουλίου και υπό την επιφύλαξη της τήρησης των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.6 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Αρμόδια αρχή για την υποβολή στην ημεδαπή αίτησης από δικαιούμενο πρόσωπο, προκειμένου να έχει πρόσβαση στα Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, ή αίτησης για τη διόρθωση, τη δέσμευση ή τη διαγραφή λανθασμένων ή ελλιπών δεδομένων, σύμφωνα με τα άρθρα 19 και 20 της απόφασης του Συμβουλίου, είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η αίτηση αυτή προωθείται άμεσα στην EUROJUST.
Άρθρο 8
Ορισμός μέλους Κοινού Εποπτικού Οργάνου
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εξωτερικών, που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, ορίζεται δικαστικός λειτουργός με βαθμό εφέτη ή αντεισαγγελέα εφετών και άνω, με διετή θητεία, στο ανεξάρτητο Κοινό Εποπτικό Όργανο, όπως αυτό προβλέπεται στο άρθρο 23 της απόφασης του Συμβουλίου, το οποίο ασκεί έλεγχο στις δραστηριότητες της EUROJUST σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται από τον Υπουργό Εξωτερικών στην EUROJUST και στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με επίσημο ταχυδρομείο.
Άρθρο 9
Συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)
1. Το Εθνικό Μέλος είναι η ημεδαπή αρμόδια αρχή για τη λήψη και διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ της EUROJUST και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και τον Κανονισμό (Euratom) αριθ. 1074/1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) της 25.5.1999 (ΕΕ L 136/1 και 8 της 31.5.1999).
2. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας διαβιβάζει στο Εθνικό Μέλος ή στον εθνικό ανταποκριτή τις εκάστοτε πληροφορίες όπως του έχουν κοινοποιηθεί από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), σχετικά με έρευνες που διεξάγονται για τη διακρίβωση παρατυπιών και αξιόποινων πράξεων σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Άρθρο 10
Κατάσταση δικαστικών λειτουργών
1. Tο Εθνικό Μέλος, ο αναπληρωτής, ο βοηθός και το μέλος του Κοινού Εποπτικού Οργάνου, δεν απομακρύνονται προ του τέλους της θητείας τους, εκτός και αν ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία, που προβλέπεται για τον διορισμό τους, και ενημερωθεί προηγουμένως το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους λόγους που αιτιολογούν την ανάκληση. Όταν το Εθνικό Μέλος είναι ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος της EUROJUST, η θητεία του θα πρέπει να διαρκέσει τόσο ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει το έργο του πριν από το τέλος της θητείας του ως πρόεδρος ή αντιπρόεδρος.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.7 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Η υπηρεσιακή κατάσταση του Εθνικού Μέλους, του αναπληρωτή του, του βοηθού και του μέλους του Κοινού Εποπτικού Οργάνου ρυθμίζεται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α΄ 35).
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.7 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Άρθρο 11
Αποζημίωση διαμονής στην αλλοδαπή
Στο Εθνικό Μέλος, τον αναπληρωτή αυτού και τον βοηθό, που διορίζονται και αποσπώνται στην έδρα της EUROJUST σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 1 του παρόντος, καταβάλλονται:
α) οι αποδοχές της οργανικής τους θέσης,
β) επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής του άρθρου 16 της υποπαραγράφου Δ9 της παρ. Δ΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94), ενώ, μέχρι την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται από τις ως άνω διατάξεις, εξακολουθεί να ισχύει η με αριθμ. 2172249/0022/27.8.2013 (Β΄ 2108) απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
γ) τα έξοδα απόσπασης του άρθρου 20 της υποπαραγράφου Δ9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94).
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.8 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη του άρθρου
Άρθρο 12
Υποχρεώσεις του εθνικού μέλους
1. Πριν το Εθνικό Μέλος παράσχει τη συγκατάθεση του, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 της απόφασης του Συμβουλίου, για τη διαβίβαση σε διεθνείς οργανισμούς ή φορείς, καθώς και σε αρχές τρίτων χωρών, που είναι αρμόδιες για τις έρευνες και τις διώξεις, πληροφοριών, τις οποίες παρείχαν στην EUROJUST οι ημεδαπές αρμόδιες αρχές, το Εθνικό Μέλος υποχρεούται να λάβει την έγκριση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.9 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
2. Το Εθνικό Μέλος για τις δραστηριότητες του και ειδικότερα σχετικά με τα προβλήματα της πολιτικής για το έγκλημα στο πλαίσιο της δικαστικής συνεργασίας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης αρμοδιότητας της EUROJUST υποβάλλει ετήσια αναφορά στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και προτείνει τα, κατά την κρίση του, απαραίτητα μέτρα για τη βελτίωση της. Η παραπάνω αναφορά κοινοποιείται στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΟΙΝΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Άρθρο 13
Κοινή ομάδα έρευνας
Κοινή ομάδα έρευνας είναι η ομάδα προσώπων, η οποία συγκροτείται για να διεξάγει έρευνα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διακρίβωση των εγκλημάτων της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών ουσιών (ν. 4139/2013, Α΄ 74), της εμπορίας ανθρώπων (άρθρο 323Α ΠΚ), των τρομοκρατικών πράξεων (άρθρο 187Α ΠΚ) και των εγκλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 περίπτωση ε΄ του π.δ. 135/2013, ιδίως όταν: α) η έρευνα απαιτεί δυσχερείς και περίπλοκες ενέργειες συνδεδεμένες με άλλα κράτη μέλη, β) η φύση και η πολυπλοκότητα της υπόθεσης απαιτεί συντονισμένη και εναρμονισμένη δράση στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.10 Άρθρο 24 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη του άρθρου
Άρθρο 14
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται με την εξής έννοια:
α) “Συμφωνία”: έγγραφη αμοιβαία συμφωνία των αρμόδιων αρχών δύο ή περισσότερων κρατών – μελών για τη Σύσταση κοινής ομάδας έρευνας.
β) “Ερευνα”: κάθε ενέργεια για τη διερεύνηση και τη βεβαίωση του εγκλήματος, καθώς και για την αποκάλυψη και τη σύλληψη του δράστη.
γ) “Επικεφαλής”: ο εκπρόσωπος της αρμόδιας αρχής του κράτους – μέλους όπου λειτουργεί η Κοινή ομάδα έρευνας, ο οποίος αναθέτει στα μέλη της ομάδας τα επί μέρους καθήκοντα τους.
δ) “Αποσπασμένο μέλος”: το μέλος της κοινής ομάδας έρευνας, το οποίο δεν προέρχεται από το κράτος – μέλος όπου λειτουργεί η ομάδα.
ε) “Τρίτο κράτος”: κράτος, το οποίο δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 15
Σύσταση κοινής ομάδας έρευνας
1. Ύστερα από αίτηση της αρμόδιας αρχής της Ελλάδας, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος, ή άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέπεται να καταρτιστεί έγγραφη συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και άλλου ή άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη σύσταση κοινής ομάδας έρευνας. Η ομάδα αυτή διενεργεί έρευνα για τα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου σε ένα ή περισσότερα από τα κράτη – μέλη, τα οποία τη συνιστούν.
2. Αρμόδια ελληνική Αρχή για την υποβολή ή την παραλαβή της ανωτέρω αίτησης και τη σύναψη της έγγραφης συμφωνίας είναι ο κατά τόπον αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών. Αν η έρευνα πρόκειται να διεξαχθεί στις περιφέρειες περισσότερων Εφετείων, αρμόδια Αρχή είναι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
3. Η αίτηση για Σύσταση κοινής ομάδας έρευνας πρέπει να περιλαμβάνει: α) την αρχή από την οποία προέρχεται, β) το αντικείμενο και το λόγο για τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση, καθώς και τη φύση των προς έρευνα θεμάτων, γ) την ταυτότητα και τη διεύθυνση της αρμόδιας αρχής του κράτους – μέλους στο οποίο απευθύνεται και δ) πρόταση για τα πρόσωπα, τα οποία θα συγκροτήσουν την ομάδα.
Άρθρο 16
Περιεχόμενο συμφωνίας
1. Η κατά το άρθρο 15 του παρόντος έγγραφη συμφωνία πρέπει να περιέχει, τουλάχιστον, τα ακόλουθα στοιχεία:
α) τα μέρη, τα οποία συμπράττουν στη συμφωνία,
β) το σκοπό για τον οποίο συγκροτείται η Κοινή ομάδα έρευνας,
γ) το χρονικό διάστημα, εντός του οποίου πρόκειται να διεξαχθεί η έρευνα,
δ) το κράτος – μέλος ή τα κράτη – μέλη, στην επικράτεια των οποίων πρόκειται να λειτουργήσει η Κοινή ομάδα έρευνας,
ε) τον επικεφαλής της κοινής ομάδας έρευνας,
στ) τα πρόσωπα, τα οποία συγκροτούν την Κοινή ομάδα έρευνας, ζ) τους όρους λειτουργίας της κοινής ομάδας έρευνας και
η) διάφορες οργανωτικές ρυθμίσεις.
2. Με κοινή απόφαση των εμπλεκόμενων κρατών -μελών μπορεί να παραταθεί η διάρκεια της κοινής ομάδας έρευνας.
3. Οι εκπρόσωποι των ελληνικών αρχών που συμμετέχουν στην κοινή ομάδα έρευνας ορίζονται από τον αρμόδιο, κατ` άρθρο 15 παράγραφος 2 του παρόντος, Εισαγγελέα, ο οποίος ενημερώνει για τη σύσταση της ομάδας και το Εθνικό Μέλος στην EUROJUST.
Άρθρο 17
Αποδείξεις
1. Μέλος της κοινής ομάδας έρευνας μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και μέσα στα όρια της αρμοδιότητας του, να παρέχει στην ομάδα Αποδείξεις ή πληροφορίες που είναι ήδη διαθέσιμες στο κράτος – μέλος από το οποίο έχει αποσπασθεί, για τους σκοπούς της έρευνας, την οποία διενεργεί η κοινή ομάδα.
2. Αποδείξεις ή πληροφορίες που έχουν αποκτηθεί νόμιμα από το μέλος ή το αποσπασμένο μέλος κατά τη θητεία του ως μέλος της κοινής ομάδας έρευνας και οι οποίες, κάτω από άλλες συνθήκες, δεν θα ήταν διαθέσιμες στις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών – μελών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνον για τους ακόλουθους λόγους:
α) για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός, για τον οποίο έχει συσταθεί η ομάδα,
β) για την ανίχνευση, τη διερεύνηση και την άσκηση ποινικής δίωξης και άλλων αξιόποινων πράξεων, κατόπιν συναίνεσης του κράτους – μέλους όπου κατέστησαν διαθέσιμες οι πληροφορίες, εφόσον ένα ανάλογο αίτημα δικαστικής συνδρομής θα ευδοκιμούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Η συναίνεση αυτή είναι δυνατόν να μην δοθεί αν θέτει σε κίνδυνο την έρευνα, η οποία διενεργείται στο ενδιαφερόμενο κράτος – μέλος,
γ) για να αποτραπεί άμεση και σοβαρή απειλή κατά της δημόσιας ασφάλειας, με την επιφύλαξη της περίπτωσης β` της παρούσας παραγράφου, εφόσον επακολουθήσει διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή άσκηση ποινικής δίωξης,
δ) για άλλους λόγους, εφόσον συμφωνούν μεταξύ τους τα κράτη – μέλη, τα οποία συγκροτούν την ομάδα.
Άρθρο 18
Λειτουργία κοινής ομάδας έρευνας στην ημεδαπή
1. Η Κοινή ομάδα έρευνας λειτουργεί εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας με επικεφαλής τον εκπρόσωπο των αρμόδιων ελληνικών αρχών, τον οποίο όρισε ο κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2 του παρόντος Εισαγγελέας. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ομάδας εφαρμόζεται το ελληνικό δίκαιο.
2. Ο επικεφαλής ενεργεί εντός των ορίων της αρμοδιότητας του, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και υπό την εποπτεία του αρμόδιου Εισαγγελέα, ο οποίος προβαίνει και στις απαιτούμενες οργανωτικές ρυθμίσεις για τη λειτουργία της ομάδας.
3. Τα μέλη της ομάδας εκτελούν τα καθήκοντα τους υπό τη διεύθυνση του επικεφαλής, με την επιφύλαξη τήρησης των όρων που έχουν τεθεί στη συμφωνία για τη σύσταση της ομάδας. Τα αποσπασμένα μέλη της κοινής ομάδας έρευνας:
α) Δικαιούνται να παρίστανται αυτοπροσώπως, όταν διενεργείται έρευνα. Ο επικεφαλής της ομάδας μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά, υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν συγκεκριμένοι λόγοι.
β) Έχουν τη δυνατότητα, με απόφαση του επικεφαλής, να αναλάβουν τη διενέργεια ορισμένης έρευνας, μετά από έγκριση του αρμόδιου Εισαγγελέα και των αρμόδιων αρχών του κράτους – μέλους από το οποίο προέρχονται.
γ) Μπορούν να ζητήσουν απευθείας από τις αρμόδιες αρχές των κρατών – μελών από τα οποία προέρχονται να διενεργηθεί ορισμένη έρευνα, εφόσον αυτή κρίνεται απαραίτητη για τους σκοπούς της κοινής ομάδας έρευνας. Το αίτημα αυτό εξετάζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου κράτους – μέλους.
Άρθρο 19
Λειτουργία κοινής ομάδας έρευνας σε άλλο κράτος – μέλος
1. Κατά τη λειτουργία της κοινής ομάδας έρευνας στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται το δίκαιο του οικείου κράτους – μέλους.
2. Έλληνας, ο οποίος ενεργεί ως αποσπασμένο μέλος σε Κοινή ομάδα έρευνας που λειτουργεί στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να ζητεί, κατόπιν εγκρίσεως του αρμόδιου κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2 Εισαγγελέα, απευθείας από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές και σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία να διενεργήσουν ορισμένη έρευνα, εφόσον αυτή κρίνεται απαραίτητη για τους σκοπούς της κοινής ομάδας έρευνας.
Άρθρο 20
Συνδρομή υπαλλήλων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Μονάδας Δικαστικής Συνεργασίας (EUROJUST) και της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) μπορούν να συμμετέχουν στη λειτουργία κοινής ομάδας έρευνας, εφόσον αυτό προβλέπεται στην έγγραφη συμφωνία για τη σύσταση της κοινής ομάδας έρευνας ή σε διεθνή σύμβαση που δεσμεύει τη χώρα μας.
Τα πρόσωπα αυτά έχουν μόνο το δικαίωμα να παρίστανται αυτοπροσώπως, όταν διενεργείται έρευνα.
Άρθρο 21
Συνδρομή άλλου κράτους – μέλους ή τρίτου κράτους
Εάν για την επίτευξη του σκοπού της κοινής ομάδας έρευνας είναι αναγκαία η συνδρομή άλλου κράτους -μέλους, εκτός από εκείνα που συγκροτούν την ομάδα, ή τρίτου κράτους, η αίτηση συνδρομής υποβάλλεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα, κατά τα οριζόμενα της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του παρόντος, στις αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους – μέλους ή του τρίτου κράτους, σύμφωνα με τις ισχύουσες συμφωνίες ή ρυθμίσεις.
Άρθρο 22
Εξομοίωση εγγράφων
Έγγραφα συντεταγμένα από μέλος της κοινής ομάδας έρευνας, προερχόμενο από κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία μετέχει ως αποσπασμένο μέλος και Έλληνας υπάλληλος, κατά τη λειτουργία της σε άλλο κράτος – μέλος, αναγνωρίζονται ως αποδεικτικό μέσο και εξομοιώνονται με έγγραφα συντεταγμένα από ημεδαπό υπάλληλο.
Άρθρο 23
Ποινική ευθύνη
Ως υπάλληλοι κατά την έννοια του άρθρου 13 περίπτωση α` ΠΚ θεωρούνται και οι υπάλληλοι των αρμόδιων αρχών των κρατών – μελών, οι οποίοι συμμετέχουν σε Κοινή ομάδα έρευνας που λειτουργεί στην ελληνική επικράτεια, στην περίπτωση τέλεσης αξιόποινων πράξεων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους είτε έχουν την ιδιότητα του αυτουργού ή συμμέτοχου του εγκλήματος είτε του παθόντος.
Άρθρο 24
Αστική ευθύνη
1. Το Δημόσιο ευθύνεται για ζημίες, τις οποίες προξενούν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους Έλληνες, συμμετέχοντες σε Κοινή ομάδα έρευνας, που λειτουργεί στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους – μέλους, στο έδαφος του οποίου ενεργούν.
2. Αν στην ελληνική επικράτεια προκληθεί ζημία από υπαλλήλους άλλου κράτους – μέλους που συμμετέχουν στην κοινή ομάδα, το Δημόσιο υποχρεούται να την αποκαταστήσει, υπό τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τις ζημίες που προξενούν τα ημεδαπά μέλη της ομάδας.
3. Αν οι Έλληνες, στο πλαίσιο της κοινής ομάδας έρευνας, προξενήσουν ζημία στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους σε βάρος τρίτου, το Δημόσιο καταβάλλει εξ ολοκλήρου το ποσό, το οποίο κατέβαλε το τελευταίο κράτος στους παθόντες ή άλλους εκ της αυτής αιτίας δικαιούχους.
4. Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων του έναντι τρίτων και με την εξαίρεση της παραγράφου 3 το Δημόσιο δεν αναζητεί από άλλο κράτος -μέλος τα ποσά που κατέβαλε σύμφωνα με την παράγραφο 1.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 25
Μετά το άρθρο 214 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 214 Α ως εξής:
“Άρθρο 214 Α
Υποτροπή
Για την εφαρμογή των άρθρων 88 έως 93 του παρόντος Κώδικα στα εγκλήματα που προβλέπονται στα άρθρα 207 έως 211 κα 214, λαμβάνονται υπόψη και οι αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις, που εκδίδουν δικαστήρια των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.”
Άρθρο 26
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 26 Μαΐου 2008
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Θ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 28 Μαΐου 2008
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ