ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 3315 ΦΕΚ Α 41/22.02.2005

Κύρωση της Τελικής Πράξης της Διπλωματικής Συνδιάσκεψης σχετικά με το Πρωτόκολλο Ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960 σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνονται και έχουν την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος:
α) η Τελική Πράξη της Διπλωματικής Διάσκεψης (Βρυξέλλες, 27 Ιουνίου 1997) σχετικά με το Πρωτόκολλο Ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960 (Ν. 1776/1988, ΦΕΚ 102 Α) σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν (1970,1978,1981),
β) Οι τροποποιήσεις που έγιναν από τη Διπλωματική Διάσκεψη της 27ης Ιουνίου 1997,
γ) το Πρωτόκολλο Ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης και
δ) Το ενιαίο κείμενο της Σύμβασης που ενσωματώνει τα κείμενα της υφιστάμενης Σύμβασης τα οποία παραμένουν σε ισχύ και τις τροποποιήσεις που έγιναν από τη Διπλωματική Διάσκεψη της 27ης Ιουνίου 1997 μετά των Παραρτημάτων αυτής, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ EUROCONTROL
ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΤΗΣ 13ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1960 ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ
ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ (Βρυξέλλες, 27 Ιουνίου 1997)
ΟΙ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΙ:
ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ,
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΡΟΑΤΙΑΣ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,
ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,
ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ, ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑΤΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,
ΤΟΥ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟΥ ΤΟΥ ΜΟΝΑΚΟ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,
ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ,
ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,
ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ,
ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Οι οποίοι συνήλθαν στις Βρυξέλλες, στις 27 Ιουνίου 1997,
Αποφάσισαν να ενσωματώσουν στη Διεθνή Σύμβαση EUROCONTROL τη σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, όπως τροποποιήθηκε στις Βρυξέλλες το 1981 τις τροποποιήσεις που παρατίθενται στο Παράρτημα 1 της παρούσας Τελικής Πράξης.
Υιοθέτησαν το Πρωτόκολλο ενοποίησης των διατάξεων της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL-της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις 27 Ιουνίου 1997 και το οποίο παρατίθεται στο Παράρτημα 2 της παρούσας Τελικής Πράξης.
Σημείωσαν την ακόλουθη δήλωση του Βασιλείου των Κάτω χωρών, η οποία έγινε εξ ονόματος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που είναι μέλη του EUROCONTROL:
“Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που είναι μέλη του ΕυΡΟΟΟΝΤΡ Οί δηλώνουν ότι η εκμέρους τους υπογραφή του Πρωτοκόλλου ενοποίησης των διατάξεων της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL-της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις 27 Ιουνίου 1997, και το
οποίο παρατίθεται στο Παράρτημα 2 της παρούσας Τελικής Πράξης, δε θίγει ουδόλως την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας σε ορισμένους τομείς που καλύπτονται από την εν λόγω Σύμβαση ούτε την προσχώρηση της Κοινότητας στον EUROCONTROL για τους σκοπούς άσκησης μίας τέτοιας αποκλειστικής αρμοδιότητας”.
Σημείωσαν την ακόλουθη δήλωση του Βασιλείου του Βελγίου: “Υπογράφοντας το κείμενο αυτό χωρίς κάποια επίσημη επιφύλαξη, το Βασίλειο του Βελγίου δηλώνει με την παρούσα ότι προσδίδει ιδιαίτερη σημασία τόσο στην οργάνωση του εναέριου χώρου κατά τρόπο που να εγγυάται τη χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στους αερολιμένες του όσο και στην προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων”.
Σημείωσαν την ακόλουθη δήλωση της Ελληνικής Δημοκρατίας:
“Η Ελληνική Δημοκρατία υπογράφει την Τελική Πράξη της Διπλωματικής Σύνδιάσκεψης σχετικά με το Πρωτόκολλο ενοποίησης των διατάξεων της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, υπό τον όρο ότι η εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω Πρωτοκόλλου θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το νομικό πλαίσιο και τις διαδικασίες του ICAO”.
Σημείωσαν την ακόλουθη δήλωση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας:
“Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας θεωρεί ότι είναι ουσιώδες, ο Κανονισμός για την προστασία των δεδομένων που εκπόνησε ο Οργανισμός EUROCONTROL, να αντιστοιχεί σε κάθε περίπτωση προς τους κανόνες που θέσπισε η Ευρωπαϊκή `Ενωση με την Οδηγία της για την προστασία των δεδομένων.
Πρέπει επίσης να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται από τον Οργανισμό σε ένα Συμβαλλόμενο Μέρος απολαμβάνουν, στο έδαφος αυτού του τελευταίου, προστασίας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του προαναφερόμενου Κανονισμού”.
Υιοθέτησαν τα ακόλουθα ψηφίσματα:
I. Ψήφισμα με το οποίο παροτρύνονται τα κράτη μέλη να κυρώσουν το Πρωτόκολλο το συντομότερο δυνατό.
Η Συνδιάσκεψη, η οποία συνήλθε στις Βρυξέλλες, την 27η Ιουνίου 1997, με σκοπό την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας.
Εχοντας υιοθετήσει ομόφωνα το προαναφερόμενο Πρωτόκολλο.
Εκτιμώντας ότι είναι ιδιαίτερα επιθυμητό να τεθεί σε ισχύ το εν λόγω Πρωτόκολλο το συντομότερο δυνατό.
Προτρέπει όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη να κυρώσουν, να αποδεχτούν ή να εγκρίνουν το Πρωτόκολλο ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας το συντομότερο δυνατό. Καλεί το Γενικό Διευθυντή του EUROCONTROL να λάβει όλα τα πρακτικά μέτρα, σε συνεργασία με τα Συμβαλλόμενα Μέρη, για την παροχή βοήθειας, κατά περίπτωση, στο πλαίσιο της διαδικασίας κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης του εν λόγω Πρωτοκόλλου.
II. Ψήφισμα σχετικά με την πρόωρη εφαρμογή του Πρωτοκόλλου.
Η Συνδιάσκεψη, η οποία συνήλθε στις Βρυξέλλες, την 27η Ιουνίου 1997, με σκοπό την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας.
Εχοντας υιοθετήσει ομόφωνα το προαναφερόμενο Πρωτόκολλο.
Εχοντας λάβει υπόψη τις αποφάσεις που λήφθηκαν από τους Υπουργούς Μεταφορών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης Πολιτικής Αεροπορίας (ΕΣΠΑ) κατά τη συνεδρίαση τους στην Κοπεγχάγη, στις 14 Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τη Στρατηγική της ΕΣΠΑ.
Εχοντας σημειώσει ότι οι Υπουργοί Μεταφορών της ΕΣΠΑ κάλεσαν τη Μόνιμη Επιτροπή του EUROCONTROL να προβλέψει διατάξεις για την πρόωρη εφαρμογή της αναθεωρημένης Σύμβασης EUROCONTROL, όπως προτείνεται στη Στρατηγική της ΕΣΠΑ.
Διαπιστώνοντας ότι μία πρόωρη εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της αναθεωρημένης Σύμβασης είναι αναγκαία, προκειμένου να ανατεθούν στον Οργανισμό EUROCONTROL και ιδίως στην Υπηρεσία αυτού, ο ρόλος και τα καθήκοντα που προβλέπονται στη θεσμική Στρατηγική της ΕΣΠΑ.
Επαναβεβαιώνοντας τη δέσμευση τους να επιτευχθεί, μέσω των διατάξεων της αναθεωρημένης Σύμβασης και σε στενή συνεργασία με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ένα ασφαλές και αποτελεσματικό ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, καθώς και ένα επίσης αποτελεσματικό κοινό σύστημα τελών διαδρομής.
Προτρέπει όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη να δραστηριοποιηθούν, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, για την πρόωρη εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της αναθεωρημένης Σύμβασης.
Υιοθέτησε τις ακόλουθες κοινές δηλώσεις:
Κοινή δήλωση σχετικά με το σχέδιο Κανονισμού του EUROCONTROL για την προστασία των δεδομένων.
Η Συνδιάσκεψη, η οποία συνήλθε στις Βρυξέλλες, την 27η Ιουνίου 1997, με σκοπό την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας.
Εχοντας υιοθετήσει ομόφωνα το προαναφερόμενο Πρωτόκολλο.
Εχοντας λάβει υπόψη το σχέδιο Κανονισμού του EUROCONTROL για την προστασία των δεδομένων.
Προβαίνει στην εξής κοινή δήλωση:
Τα υπογράφοντα κράτη αναλαμβάνουν να εξασφαλίσουν ότι θα εγκριθεί από το Συμβούλιο, το συντομότερο δυνατό, ένας εσωτερικός κανονισμός για την προστασία των δεδομένων του Οργανισμού EUROCONTROL.
11. Κοινή δήλωση σχετικά με τα μετρά που είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου να ασκεί ένα καθήκον “διαφάνειας” και να μπορεί το εν λόγω καθήκον να εισαχθεί στο πλαίσιο της πρόωρης εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Πρωτοκόλλου.
Η Συνδιάσκεψη.
Η οποία συνήλθε στις Βρυξέλλες, την 27η Ιουνίου 1997, με σκοπό την υιοθέτηση του Πρωτοκόλλου ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας.
Εχοντας υιοθετήσει ομόφωνα το προαναφερόμενο Πρωτόκολλο.
Εχοντας λάβει υπόψη τις διατάξεις του εν λόγω Πρωτοκόλλου τις σχετικές με τη δημιουργία μίας αποτελεσματικής και αυτόνομης,δομής διαχείρισης για την Υπηρεσία του EUROCONTROL, ικανής να διευκολύνει την εφαρμογή ενός αποτελεσματικού, ορθολογικού και διαφανούς μηχανισμού λήψης αποφάσεων για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, σύμφωνα με τη θεσμική Στρατηγική της ΕΣΠΑ.
Εχοντας σημειώσει ότι εναπόκειται στην Υπηρεσία του EUROCONTROL να επιτύχει τους στόχους και να εκτελεί τα καθήκοντα που καθορίζονται στη Σύμβαση ή από τα διευθυντικά όργανα του EUROCONTROL
Αναγνωρίζοντας ότι είναι ευκταίο να επιτραπεί στην Υπηρεσία του EUROCONTROL να εγγυάται ένα ικανοποιητικό επίπεδο διαφάνειας κατά τη διαχείριση της μέσω ενός Συμβουλίου Λογιστικού Ελέγχου, στο οποίο θα δοθεί η κατάλληλη εντολή. Προβαίνει στην εξής κοινή δήλωση:
Τα υπογράφοντα κράτη αναλαμβάνουν να λάβουν τα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 7 παρ. 5 της Σύμβασης, να ασκεί ένα καθήκον “διαφάνειας”, και να μεριμνήσουν να εισαχθεί το εν λόγω καθήκον στο πλαίσιο της πρόωρης εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Πρωτοκόλλου ενοποίησης της Σύμβασης.
ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι Πληρεξούσιοι υπέγραψαν την παρούσα Τελική Πράξη.
ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, στις 27 Ιουνίου 1997, σε ένα μόνο αντίτυπο, το οποίο θα παραμείνει κατατεθειμένο στα αρχεία της Κυβέρνησης του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα κοινοποιήσει ακριβή αντίγραφα στις Κυβερνήσεις των λοιπών υπογραφόντων κρατών.
Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας,
Για τη Δημοκρατία της Αυστρίας,
Για το Βασίλειο του Βελγίου,
Για τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας,
Για την Κυπριακή Δημοκρατία,
Για τη Δημοκρατία της Κροατίας,
Για το Βασίλειο της Δανίας,
Για το Βασίλειο της Ισπανίας,
Για τη Γαλλική Δημοκρατία,
Για το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας,
Για την Ελληνική Δημοκρατία,
Για τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας,
Για την Ιρλανδία,
Για την Ιταλική Δημοκρατία,
Για το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου,
Για τη Δημοκρατία της Μάλτας,
Για το Πριγκιπάτο του Μονακό,
Για το Βασίλειο της Νορβηγίας,
Για το Βασίλειο των Κάτω Χωρών,
Για την Πορτογαλική Δημοκρατία,
Για τη Ρουμανία,
Για τη Σλοβακική Δημοκρατία,
Για τη Δημοκρατία της Σλοβενίας,
Για το Βασίλειο της Σουηδίας,
Για την Ελβετική Συνομοσπονδία,
Για την Τσεχική Δημοκρατία,
Για την Τουρκική Δημοκρατία,
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 της ΤΕΛΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ
ΤΗΣ 27ης ΙΟΥΝΙΟΥ 1997
Αρθρο Ι
Η Διεθνής Σύμβαση EUROCONTROL η σχετική με τη Συνεργασία για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας, της 13ης Δεκεμβρίου 1960, όπως τροποποιήθηκε με το πρόσθετο Πρωτόκολλο της 6ης Ιουλίου 1970, το οποίο με τη σειρά του τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 21ης Νοεμβρίου 1978, το σύνολο των οποίων τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981, στο εξής καλούμενη “η Σύμβαση”, τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων που ακολουθούν.
Αρθρο II
Οι παράγραφοι 1 και2του άρθρου 1 της Σύμβασης αντικαθίστανται από τις ακόλουθες διατάξεις:
“Αρθρο 1
1. Προκείμενου να επιτευχθεί η εναρμόνιση και ολοκλήρωση που απαιτούνται με στόχο την καθιέρωση ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους και να αναπτύξουν τις κοινές δραστηριότητες τους στο πεδίο της αεροναυτιλίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αναγκαιότητες της άμυνας και παρέχοντας τη μέγιστη ελευθερία σε όλους τους χρήστες του εναέριου χώρου, σύμφωνα με το επίπεδο ασφαλείας που απαιτείται κατά την παροχή αποτελεσματικών ως προς το κόστος εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν, όπου αυτό είναι δυνατόν, μεταξύ άλλων, από επιχειρησιακή, τεχνική και χρηματοοικονομική άποψη, τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Οι στόχοι αυτοί θα επιδιωχθούν χωρίς να θίγεται η αρχή της πλήρους και αποκλειστικής κυριαρχίας κάθε κράτους στον εναέριο χώρο πάνω από το έδαφος του και η δυνατότητα για κάθε κράτος να ασκεί τα προνόμια του στο θέμα της ασφάλειας και της άμυνας στον εθνικό εναέριο χώρο του. Προς το σκοπό αυτό συμφώνησαν:
(α) να καθορίσουν μία ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού στρατηγικών και προγραμμάτων, των οποίων στόχος είναι η βελτίωση της χωρητικότητας που είναι αναγκαία, προκειμένου η εν λόγω να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις όλων των πολιτικών και στρατιωτικών χρηστών με αποτελεσματικό ως προς κόστος τρόπο, ενώ θα διατηρείται το αναγκαίο επίπεδο ασφάλειας
(β) να δεσμευθούν για τον καθορισμό ειδικών στόχων, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των λειτουργιών διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας στις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα II της παρούσας Σύμβασης, εντός των οποίων σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, έχουν αποδεχθεί να παρέχουν εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας, χωρίς να θίγονται οι αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που δεν υπάγεται στην κυριαρχία των κρατών, όπως αυτές προκύπτουν από συμβάσεις, διεθνείς συμφωνίες και κανόνες ή αρχές του εθιμικού δημοσίου διεθνούς δικαίου
(γ) να εισάγουν ένα σύστημα ελέγχου επιδόσεων και καθορισμού στόχων διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(δ) να εφαρμόσουν ένα κοινό σχέδιο σύγκλισης και εφαρμογής για τις αεροναυτιλιακές εξυπηρετήσεις και ευκολίες στην Ευρώπη.
(ε) να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν κοινά πρότυπα και προδιαγραφές
(στ) να εναρμονίσουν τους κανονισμούς που ισχύουν για τις εξυπηρετήσεις της εναέριας κυκλοφορίας
(ζ) να βελτιώσουν τη διαθέσιμη χωρητικότητα προκειμένου να ανταποκρίνεται η εν λόγω στη ζήτηση εναέριας κυκλοφορίας και να εξασφαλίσουν την πλέον αποτελεσματική χρησιμοποίηση της με την από κοινού δημιουργία, λειτουργία και ανάπτυξη ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, στο Καίσιο της εφαρμογής ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(η) να ενθαρρύνουν την από κοινού αγορά συστημάτων και εξοπλισμού εναέριας κυκλοφορίας
(θ) να εφαρμόσουν μία κοινή πολιτική για την καθιέρωση κω τον υπολογισμό των τελών που εταβάλλονται στους χρήστες του επί διαδρομής εξοπλισμού και εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας, τα οποία στο εξής καλούνται “τέλη διαδρομή”
(ι) να εφαρμόσουν ένα μηχανισμό, ανεξάρτητο της παροχής εξυπηρετήσεων, για την ανάπτυξη και εναρμόνιση, σε πολυμερή βάση, ενός καθεστώτος κανονισμών ασφαλείας στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, με την προοπτική ενός ολοκληρωμένου συστήματος αεροναυτικής ασφάλειας
(κ) να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό, στην εφαρμογή και στην παρακολούθηση ενός παγκόσμιου συστήματος δορυφορικής αεροναυτιλίας
(λ) να εντοπίσουν νέες δυνατότητες για κοινές δράσεις στο πεδίο σχεδιασμού, εφαρμογής, παρακολούθησης ή λετουργίας συστημάτων και εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας
(μ) στο πλαίσιο μίας έννοιας “από σημείο στάθμευσης σε σημείο στάθμευσης” να αναπτύξουν μία συνολική πολιτική και έναν αποτελεσματικό μηχανισμό κατάλληλο για το στρατηγικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των διαδρομών και του εναέριου χώρου.
Για το σκοπό αυτό ιδρύουν έναν “Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (EUROCONTROL)” καλούμενο στο εξής “ο Οργανισμός”, ο οποίος θα ενεργεί σε συνεργασία με τις εθνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και με τις οργανώσεις των χρηστών. Ο Οργανισμός θα περιλαμβάνει τρία όργανα:
(α) μία Γενική Συνέλευση, η οποία αποτελείτο όργανο το αρμόδιο για τη διαμόρφωση και την έγκριση της γενικής πολιτικής του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων:
(ί) της κοινής πολιτικής για τα τέλη διαδρομής και των λοιπών δραστηριοτήτων του Οργανισμού στον τομέα των τελών.
(ϋ) των καθηκόντων ελέγχου και αξιολόγησης των επιδόσεων του Οργανισμού
(iii) του καθορισμού στόχων για τον Οργανισμό, ιδίως αυτών που αφορούν την προτυποποίηση, το σχεδιασμό, την επίδοση και τους κανονισμούς της ασφαλείας
(iv) της επιλογής των κύριων προγραμμάτων πλαισίων συνεργασίας βάσει τεχνικών και χρηματοοικονομικών κριτηρίων
(ν) των εξωτερικών σχέσεων με κράτη και οργανισμούς και των αιτήσεων προσχώρησης στην παρούσα Σύμβαση
(β) ένα Συμβούλιο, το οποίο αποτελεί το όργανο το επιφορτισμένο με την εφαρμογή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και, με την επιφύλαξη των εξουσιών που ανατίθενται στην εν λόγω, με τη λήψη όλων των μέτρων τα οποία απευθύνονται στα Συμβαλλόμενα Μέρη και είναι δεσμευτικά, καθώς και με την εποπτεία των εργασιών της Υπηρεσίας
(γ) μια Υπηρεσία, της οποίας το Καταστατικό περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της παρούσας Σύμβασης, που είναι το όργανο το επιφορτισμένο με την εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων της παρούσας Σύμβασης που ακολουθούν, καθώς και των καθηκόντων που τον αναθέτει η Γενική Συνέλευση ή το Συμβούλιο, με την εκπόνηση των σχετικών προτάσεων και με την ανάπτυξη των τεχνικών και χρηματοοικονομικών πόρων καθώς και των μέσων σε προσωπικό, για την επίτευξη των καθορισμένων στόχων.
“Αρθρο III
Το άρθρο 2 της Σύμβασης αντικαθίσταται από τις ακόλουθες διαίάξεις:
“Αρθρο 2
1.0 Οργανισμός αναλαμβάνειτα ακόλουθα καθήκοντα: (α) να καταρτίζει καινά εγκρίνει λεπτομερή σχέδια για την εναρμόνιση και ολοκλήρωση των εξυπηρετήσεων και συστημάτων της εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως των αεροναυτιλιακών συστημάτων εδάφους και αέρα των Συμβαλλομένων Μερών, με σκοπό την καθιέρωση ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας:
(β) να συντονίζει τα σχέδια εφαρμογής των Συμβαλλομένων Μερών, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η σύγκλιση προς ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας:
(γ) να εξετάζει και να συντονίζει για λογαριασμό των Συμβάλλομένων Μερών θέματα που αφορούν τον τομέα της αεροναυτιλίας, τα οποία μελετώνται από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) ή από άλλους διεθνείς οργανισμούς που χειρίζονται θέματα πολιτικής αεροπορίας καινά συντονίζει καινά υποβάλλει τροποποιήσεις ή προτάσεις στα όργανα αυτά
(δ) να καθορίσει, να σχεδιάσει, να αναπτύξει, να επικυρώσει και να οργανώσει την εφαρμογή ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(ε) να αναπτύξει και να θέσει σε λειτουργία ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας σε ένα κοινό διεθνές κέντρο, στο πλαίσιο των αναφερομένων στην περίπτωση (δ) ανωτέρω
(στ) να εκπονεί, να υιοθετεί και να επανεξετάζει τα κοινά πρότυπα και τις κοινές προδιαγραφές και πρακτικές για τα συστήματα και τις εξυπηρετήσεις διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(ζ) να εκπονεί και να εγκρίνει διαδικασίες προκειμένου να τεβεί σε εφαρμογή μία στρατηγική από κοινού αγοράς συστημάτων και εξοπλισμού εναέριας κυκλοφορίας
(η) να συντονίζει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης των Συμβαλλομένων Μερών που αφορούν νέες τεχνικές στον τομέα της αεροναυτιλίας, να συγκεντρώνει και να διανέμει τα αποτελέσματα τους και να προωθεί και να πραγματοποιεί από κοινού μελέτες, ελέγχους και εφαρμοσμένες έρευνες καθώς καιτεχνικές αναπτύξεις στον εν λόγω τομέα
(θ) να καθιερώσει ένα ανεξάρτητο σύστημα ελέγχου επιδόσεων, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη όλες τις πτυχές της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένων της γενικής πολιτικής και του σχεδιασμού, της διαχείρισης της ασφάλειας στους αερολιμένες και στη γειτνίαση αυτών και στον εναέριο χώρο, καθώς και των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών πτυχών των παεχομένων εξυπηρετήσεων και να θέσει στόχους, οι οποίοι θα λαμβάνουν υπόψη όλες αυτές τις πτυχές
(ι) να μελετά και να προωθεί μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος και της αποδοτικότητας στον τομέα της αεροναυτιλίας
(κ) να επεξεργάζεται και να εγκρίνει κοινά κριτήρια, διαδικασίες και μεθόδους, προκειμένου να εξασφαλίζεται η βέλτιστη αποτελεσματικότητα και ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και των εξυπηρετήσεων της εναέριας κυκλοφορίας
(λ) να επεξεργάζεται προτάσεις για την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται στις εξυπηρετήσεις της εναέριας κυκλοφορίας
(μ) να υποστηρίζει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και ευελιξίας της χρήσης του εναέριου χώρου από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς χρήστες
(ν) να εκπονεί και vaa εγκρίνει συντονισμένες ή κοινές πολιτικές για τη βελτίωση της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στους αερολιμένες και στη γειτνίαση αυτών
(ξ) να εκπονεί και να εγκρίνει κοινά κριτήρια για την επιλογή και κοινές πολιτικές για την εκπαίδευση, τη χορήγηση αδειών και την αξιολόγηση της ικανότητας του προσωπικού των υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
(ο) να αναπτύσσει, να εγκαθιστά και να διατηρεί σε λειτουργία τα στοιχεία των μελλοντικών κοινών ευρωπαϊκών συστημάτων που του ανατίθενται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη
(π) να καθιερώνει, να τιμολογεί και να εισπράττει τα τέλη διαδρομής για λογαριασμό των Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα τελών διαδρομής, υπό τους όρους που προβλέπονται στο Παράρτημα IV
(ρ) να καθιερώσει και να θέσει σε εφαρμογή ένα μηχανισμό που θα επιτρέπει την πολυμερή ανάπτυξη και εναρμόνιση, των κανονιστικών ρυθμίσεων περί ασφαλείας στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(σ) να εκτελεί κάθε άλλο καθήκον σχετικό με τις αρχές και τους στόχους της παρούσας Σύμβασης.
2. Ύστερα από αίτημα ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών και βάσει μίας ή περισσοτέρων ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Συμβαλλομένων Μερών, ο Οργανισμός μπορεί:
(α) να βοηθά αυτά τα Συμβαλλόμενα Μέρη στο σχεδιασμό, στον καθορισμό και στη δημιουργία συστημάτων και εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας
(β) να παρέχει και να διατηρεί σε λειτουργία, εν όλω ή εν μέρει, τον εξοπλισμό και τις εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας για λογαριασμό αυτών των Συμβαλλομένων Μερών
(γ) να βοηθά αυτά τα Συμβαλλόμενα Μέρη στην καθιέρωση, τιμολόγηση και είσπραξη των τελών που επιβάλλουν στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας και τα οποία δεν καλύπτονται από το Παράρτημα IV της παρούσας Σύμβασης. 3. Ο Οργανισμός μπορεί:
(α) να συνάπτει ειδικές συμφωνίες με τα μη Συμβαλλόμενα Μέρη που ενδιαφέρονται να συμμετέχουν στην εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1ο
(β) ύστερα από αίτημα μη Συμβαλλομένων Μερών ή άλλων διεθνών οργανισμών, να εκτελεί, εξ ονόματος τους, κάθε άλλο καθήκον που εμπίπτει στο παρόν άρθρο, βάσει ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Μερών.
4. Ο Οργανισμός φροντίζει ώστε, στο μετρό του δυνατού, τα καθήκοντα του παροχής εξυπηρετήσεων, ιδίως αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περιπτώσεις (ε), (ζ), (ο) και (π), παρ. 2 και παρ. 3 περίπτ. (β), να ασκού νται ανεξάρτητα από τα κανονιστικά καθήκοντα του.
5. Προκειμένου να διευκολυνθεί κατά την εκτέλεση των, καθηκόντων του, ο Οργανισμός μπορεί, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, να ιδρύει επιχειρήσεις, οι οποίες θα διέπονται από ειδικά καταστατικά που θα υπάγονται είτε στο δημόσιο διεθνές δίκαιο είτε στο εθνικό δίκαιο ενός Συμβαλόμενου Μέρους ή να καθίσταται μέτοχος πλειοψηφίας σε παρόμοιες επιχειρήσεις.
Αρθρο IV
Το άρθρο 3 της Σύμβασης αντικαθίσταται από τις ακόλουθες διατάξεις:
Αρθρο 3
1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται στις επί διαδρο μής εξυπηρετήσεις της αεροναυτιλίας και στις σχετικές εξυπηρετήσεις ελέγχου προσέγγισης και ελέγχου αεροδρομίου που αφορούν την εναέρια κυκλοφορία σας Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα II.
2. (α) Οποιαδήποτε τροποποίηση που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος επιθυμεί να επιφέρει στον κατάλογο των δικών του Περιοχών Πληροφοριών Πτήσης που εμφαίνονται στο Παράρτημα II, αποφασίζεται από τη Γενική Συνέλευση με ομοφωνία των ψηφισάντων, αν θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή των ορίων του καλυπτόμενου από την παρούσα Σύμβαση εναέριου χώρου.
(β) Κάθε τροποποίηση που δε συνεπάγεται τέτοια μεταβολή πρέπει, εντούτοις, να γνωστοποιείται στον Οργανισμό από το ενδιαφερόμενο Συμβαλλόμενο Μέρος.
3. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης ο όρος “εναέρια κυκλοφορία ” περιλαμβάνει τα πολιτικά αερο σκάφη και όσα στρατιωτικά, τελωνειακά και αστυνομικά αεροσκάφη συμμορφώνονται προς τις διαδικασίες του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας.
Βάσει μίας ειδικής συμφωνίας, σύμφωνα μετά προβλεπόμενα στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ζητήσει να ισχύει ο όρος “εναέρια κυκλοφορία” και για την υπόλοιπη εναέρια κυκλοφορία που αναπτύσσεται στο έδαφος του”.
Αρθρο V
Στο άρθρο 4 της Σύμβασης, η αναφορά στο Καταστατικό που είναι παράρτημα της Σύμβασης αντικαθίσταται από μια αναφορά στο Καταστατικό που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα και στο αγγλικό κείμενο, στο εν λόγω άρθρο 4 η φράση “in the present Convention” από τη φράση “in this Convention”.
Αρθρο VI
To άρθρο 5 της Σύμβασης αντικαθίσταται από τις ακόλουθες διατάξεις: ” Άρθρο 5
1. Η Γενική Συνέλενση απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών σε υπουργικό επίπεδο. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ορίσει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου, ιδίως, να επιτραπεί η εκ προσώπηση των συμφερόντων τόσο της πολιτικής αερο πορίας όσο και της εθνικής άμυνας, έχει όμως ένα μόνο δικαίωμα ψήφου.
2. Το Συμβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών σε επίπεδο Γενικών διευθυντών Πολιτικής Αεροπορίας. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπο ρεί να ορίσει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου ειδικότερα να επιτραπεί η εκπροσώπηση των συμφερόντων τόσο της πολιτικής αεροπορίας όσο και της εθνι κής άμυνας, έχει όμως ένα μόνο δικαίωμα ψήφου.
3. Για τα θέματα που αφορούν το κοινό σύστημα τελών διαδρομής, η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο απαρτίζονται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα τελών διαδρομής, υπό τους όρους που προβλέπονται στο Παράρτημα IV.
4. Οι εκπρόσωποι των διεθνών οργανισμών που μπορούν να συμβάλλουν στις εργασίες του Οργανισμού καλούνται, κατά περίπτωση, από τη Γενική Συνέλευση ή από το Συμβούλιο, να συμμετέχουν με την ιδιότητα του παρα τηρητή στις εργασίες του Οργανισμού”.
Αρθρο VII
Το άρθρο 6 της Σύμβασης αντικαθίσταται από τις ακόλουθες διατάξεις:
“Αρθρο 6
Η Γενική Συνέλευση λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη, το Συμβούλιο και την Υπηρεσία, ιδίως στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (α).
Εξάλλου η Γενική Συνέλευση:
(α) διορίζει το Γενικό διευθυντή της Υπηρεσίας, ύστερα από σύσταση του Συμβουλίου
(β) επιτρέπει την υποβολή προσφυγών, εξ ονόματος του Οργανισμού, ενώπιον του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34
(γ) θεσπίζει τις αρχές, οι οποίες διέπουν τη Υπουργία του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε)
(δ) εγκρίνει τις τροποποιήσεις του Παραρτήματος Ι, σύμφωνα με τους όρους ψηφοφορίας που προβλέπονται στο άρθρο 8 παρ. 1ο.
(ε) εγκρίνει τις τροποποιήσεις των Παραρτημάτων II και IV, σύμφωνα με τους όρους ψηφοφορίας που προβλέπονται στο άρθρο 8 παρ. 3
(στ) προβαίνει σε περιοδική ανασκόπηση των καθηκόντων του Οργανισμού.
2. Για να διατυπώσει την κοινή πολιτική σχετικά με τα τέλη διαδρομής, η Γενική Συνέλευση, ιδίως:
(α) θεσπίζει τις αρχές, οι οποίες διέπουν τον καθορισμό του κόστους που καταλογίζεται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τον Οργανισμό στους χρήστες για τις επί διαδρομής ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας που τίθενται στη διάθεση των εν λόγω
(β) καθορίζει τον τύπο υπολογισμού των τελών διαδρομής
(γ) καθορίζει τις αρχές που διέπουν τις απαλλαγές από τα τέλη διαδρομής και μπορεί επιπλέον να αποφασίσει ότι, για ορισμένες κατηγορίες πτήσεων, οι οποίες, κατά συνέπεια, απαλλάσσονται από την καταβολή των τελών διαδρομής που διέπονται από το Παράρτημα IV, το κόστος που προκύπτει σε σχέση με τις επί διαδρομής ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας μπορεί να εισπραχθεί απευθείας από τα Συμβαλλόμενα Μέρη
(δ) εγκρίνει τις εκθέσεις του Συμβουλίου σχετικά με τα τέλη διαδρομής.
3. Η Γενική Συνέλευση μπορεί:
(α) να παραπέμπει στο Συμβούλιο για μελέτη κάθε θέμα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της
(β) να εξουσιοδοτεί, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, το Συμβούλιο να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά θέματα που εμπίπτουν στη γενική της αρμοδιότητα και αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (α)
(γ) να συστήνει κάθε άλλο επικουρικό όργανο που κρίνει αναγκαίο”.
Αρθρο VIII
Το άρθρο 7 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 8 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 8
Οι αποφάσεις σε σχέση μετά Συμβαλλόμενα Μέρη που λαμβάνει η Γενική Συνέλευση με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (α) και το άρθρο 6 παρ. 1 εδάφιο πρώτο, ή το Συμβούλιο με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (β) και τό άρθρο 7 παρ. 1, λαμβάνονται με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, με την επιφύλαξη ότι αυτή η πλειοψηφία αντιπροσωπεύει τα τρία τέταρτα τουλάχιστον των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 11 και τα τρία τέταρτα τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που εκφράζουν άποψη με την ψήφο τους.
Αυτός ο κανόνας εφαρμόζεται επίσης στις αποφάσεις που λαμβάνονται στις περιπτώσεις, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 περιπτώσεις (θ), (ο), (ρ) και (σ), και παράγραφος 5, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 περιπτώσεις (α), (γ) και (δ), παράγραφος 2 και παράγραφος 3 περίπτ. (β), στο άρθρο 7 παράγραφος 2 περιπτώσεις (δ), (ι) και (κ) και παράγραφοι 3,6 και 7, στο άρθρο 12 και στο άρθρο 13 παράγραφοι 2 και 3.
Αυτός ο κανόνας ισχύει επίσης για τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ` εφαρμογή του άρθρου 3 του Παραρτήματος IV. Στις περιπτώσεις καθορισμού των τιμών μονάδας, των τιμολογίων και των όρων εφαρμογής του συστήματος τελών διαδρομής που αναφέρονται στο άρθρο 3 περίπτ. (γ) του Παραρτήματος IV, μία απόφαση δεν εφαρμόζεται σε ένα Συμβάλλόμενο Μέρος, εάν αυτό ψήφισε κατά της απόφασης και αποφάσισε να μην την εφαρμόσει. Στην περίπτωση, αυτή, το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος έχει, εντούτοις, την υποχρέωση να υποβάλει μία, έκθεση με τους λόγους που επικαλείται και δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την κοινή πολιτική, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 2.
2. Οι αποφάσεις, σε σχέση με την Υπηρεσία, που λαμ βάνει η Γενική Συνέλευση με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περιπτώσεις (α) και (γ) και το άρθρο 6 παρ. 1 εδάφιο πρώτο ή το Συμβούλιο, με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περιπτώσεις (β) και (γ), λαμβάνονται με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, με την επιφύλαξη ότι αυτή η πλειοψηφία αντιπροσωπεύει πάνω από το ήμισυ των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων, σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 11, και πάνω από το ήμισυ των Συμβαλλομένων Μερών που εκφράζουν άποψη με την ψήφο τους. Σε ιδιαίτερα σημαντικές περιπτώσεις και υπό τον όρο ότι υποβάλει σχετικό αίτημα το ένα τρίτο τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που έχουν δικαίωμα ψήφου, η πλειοψηφία πρέπει να αντιπροσωπεύει τα τρία τέταρτα τουλάχιστον των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων αντί πάνω από το ήμισυ αυτών. Αυτός ο κανό νας εφαρμόζεται επίσης στις αποφάσεις που λαμβάνονται στις περιπτώσεις, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 περίπτ. (β), παράγραφος 3 περίπτ.,(α), στο άρθρο 7 παρ. 2 περιπτώσεις (α) έως (γ), (ε) έως (θ), (λ) και (μ), στο άρθρο 9 παρ. 2 και στο άρθρο 10 παρ. 2.
3. Ωστόσο, οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία των ψηφισάντων όσον αφορά τις αιτήσεις προσχώρησης στον Οργανισμό, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 39, τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις που γίνονται στο Παράρτημα II, με την εξαίρεση της περίπτωσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παρ. 2 περίπτ. (β) και στο Παράρτημα IV, και τους όρους αποχώρησης ή προσχώρησης που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφοι 4 και 5 και στο άρθρο 38 παράγραφοι 3 και 4.
4. Οι αποφάσεις που λαμβάνουν η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο είναι δεσμευτικές έναντι των Συμβαλλομένων Μερών και της Υπηρεσίας με την επιφύλαξη των δια τάξεων του άρθρου 9”.
Αρθρο IX
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 7, το οποίο έχει ως ακολούθως: “Αρθρο 7
1. Το Συμβούλιο, δυνάμει των εξουσιών που του παρέχει η παρούσα Σύμβση, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη, σχετικά με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 1.
2. Το Συμβούλιο, δυνάμει των εξουσιών εποπτείας που του παρέχει η παρούσα Σύμβαση, όσον αφορά την Υπηρεσία:
(α) εγκρίνει, αφού συμβουλευτεί τις αναγνωρισμένες από το Συμβούλιο αντιπροσωπευτικές οργανώσεις χρηστών του εναέριου χώρου και των αερολιμένων, τα πενταετή και ετήσια προγράμματα εργασίας της Υπηρεσίας που του υποβάλει η εν λόγω, για την εκπλήρωση των καθηκόντων, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 2, καθώς και το Πενταετές Χρηματοοικονομικό Σχέδιο και τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, της έκθεσης δραστηριοτήτων της Υπηρεσίας και των εκθέσεων που υποβάλλονται κατ` εφαρμογή των άρθρων 2 παρ. 2 περίπτ. (γ), 10 παρ. 3 και 11 παρ. 1 του Καταστατικού της Υπηρεσίας
(β) εγκρίνει τις αρχές που διέπουν τη γενική διάρθρωση της Υπηρεσίας
(γ) εποπτεύει τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας στον τομέα των τελών αεροναυτιλίας
(δ) καθορίζει, αφού συμβουλευτεί τις αναγνωρισμένες από το Συμβούλιο αντιπροσωπευτικές οργανώσεις χρηστών του εναέριου χώρου και των αερολιμένων, τους γεχηκούς όρους λειτουργίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ.
(ε), λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα αποκλειστικά δικαιώματα που ασκούνται από τα κράτη όσον αφορά τη διαχείριση του εναέριου χώρου τους. Οι γενικοί αυτοί όροι πρέπει, ιδίως, να καθορίζουν τους εφαρμοστέους κανόνες, καθώς και τις διαδικασίες διαπίστωσης της μη τήρησης των εν λόγω κανόνων
(ε) εκδίδει οδηγίες προς την Υπηρεσία βάσει εκθέσεων που η εν λόγω υποβάλλει τακτικά, ή όποτε το κρίνει αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία και εγκρίνει τις ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της Υπηρεσίας και των ενδιαφερομένων εθνικών οργανισμών, προκειμένου να μπορεί η Υπηρεσία να εισηγείται τις κατάλληλες προτάσεις
(στ) διορίζει, ύστερα από πρόταση του Γενικού διευθυντή, την εταιρεία των συμβούλων-ελεγκτών που επικουρεί το Συμβούλιο Λογιστικού Ελεγχου κατά την εξέταση των λογαριασμών του συνόλου των εσόδων και εξόδων
(ζ) μπορεί να ζητά να αποτελούν οι υπηρεσιακές μονάδες της Υπηρεσίας αντικείμενο διοικητικών και τεχνικών επιθεωρήσεων
(η) απαλλάσσει το Γενικό Διευθυντή για τη διαχείριση του προϋπολογισμού
(θ) εγκρίνει το διορισμό από το Γενικό Διευθυντή των Διευθυντών της Υπηρεσίας
(ι) εγκρίνει τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης του Γενικού Διευθυντή, τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων, το Δημοσιονομικό Κανονισμό και τον Κανονισμό Συμβάσεων
(κ) μπορεί να εξουσιοδοτεί την Υπηρεσία για την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με τις ειδικές συμφωνίες που αναφέρομαι στο άρθρο 2, υιοθετεί τις διαπραγματευθείσες συμφωνίες πριν τις υποβάλει για έγκριση στη Γενική Συνέλευση ή τις συνάπτει εφόσον έχει εξουσιοδοτηθεί σχετικά, δυνάμει των διατάξεωντου άρθρου 13 παρ. 3
(λ) εγκρίνει Κανονισμό περί προστασίας δεδομένων
(μ) κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ.
(στ), καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που ισχύουν για τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις πρακτικές σχετικά με τα συστήματα και τις εξυπηρετήσεις διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.
3. Το Συμβούλιοιδρύει μία Μόνιμη Επιτροπή Ελέγχου Επιδόσεων και μία Μόνιμη Επιτροπή Κανονισμών Ασφαλείας. Οι Μόνιμες αυτές Επιτροπές υποβάλλουν σχετικές προτάσεις στο Συμβούλιο και έχουν τη διοικητική υποστήριξη και βοήθεια των υπηρεσιακών μονάδων της Υπηρεσίας, οι οποίες διαθέτουν τον αναγκαίο βαθμό ανεξαρτησίας για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
4. Το Συμβούλιο ιδρύει μια Διαρκή Επιτροπή Πολιτικής/Στρατιωτικής Διασύνδεσης.
5. Το Συμβούλιο ιδρύει ένα Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου, στο οποίο μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητες και, εντός σαφών ορίων, να μεταβιβάζει εξουσίες.
6. Το Συμβούλιο μπορεί να επικουρείται και από άλλες επιτροπές σε άλλους τομείς δραστηριότητας του Οργανισμού.
7. Το Συμβούλιο μπορεί να εκχωρεί αρμοδιότητες και, εντός σαφών ορίων, να μεταβιβάζει εξουσίες στη Διαρκή Επιτροπή Πολιτικής/Στρατιωτικής Διασύνδεσης και σε οποιαδήποτε άλλη επιτροπή που θα συσταθεί μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης. Αυτές οι μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων ή εξουσιών δε θίγουν τη δυνατότητα του Συμβουλίου να επαναφέρει, οποτεδήποτε, θέματα τα οποία εμπίπτουν στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του για γενική εποπτεία.
“Αρθρο Χ
Το άρθρο 8 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 11 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 11
1. Η στάθμιση των ψήφων που αναφέρεται στο άρθρο 8 καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα: Ετήσια συνεισφορά ενός Συμβαλλόμενου Αριθμός Μέρους ως ποσοστό των συνολικών ψήφων ετήσιων συνεισφορών όλων των Συμβαλλομένων Μερών
Μικρότερη του 1 τοις εκατό 1
Από 1 μέχρι μικρότερη του 2 % 2
Από 2μέχρι μικρότερη του 3 % 3
Από 3 μέχρι μικρότερη του 41/2% 4
Από 41/2 μέχρι μικρότερη του 6 % 5
Από 6μέχρι μικρότερη του 71/2 % 6
Από 71/2 μέχρι μικρότερη του 9 % 7
Από 9 μέχρι μικρότερη του 11 % 8
Από 11 μέχρι μικρότερη του 13% 9
Από 13 μέχρι μικρότερη του 15% 10
Από 15 μέχρι μικρότερη του 18% 11
Από 18 μέχρι μικρότερη του 21 % 12
Από21 μέχρι μικρότερη του 24% 13
Από 24 μέχρι μικρότερη του 27 % 14
Από 27 μέχρι μικρότερη του 30 % 15
30% 16
2. Ο αρχικός καθορισμός του αριθμού των ψήφων γίνεται, από την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει το Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, με αναφορά στον ανωτέρω πίνακα και σύμφωνα με τον κανόνα καθορισμού των ετήσιων συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών στον Προϋπολογισμό του Οργα νισμού που αναφέρεται στο άρθρο 10 ανωτέρω.
3. Σε περίπτωση προσχώρησης ενός κράτους, οι αριθμοί των ψήφων των Συμβαλλομένων Μερών επανακαθο ρίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι αριθμοί των ψήφων επανακαθορίζονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις”.
Αρθρο XI
Το άρθρο 9 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 12 καν έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 12
Η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο συντάσσουν τον Εσωτερικό τους Κανονισμό, που καθορίζει, ιδίως, τους κανόνες που διέπουν την εκλογή ενός Προέδρου και ενός Αντιπροέδρου, καθώς και τις διατάξεις εφαρμογής σχετικά με τη διαδικασία ψηφοφορίας και την απαρτία.
” Αρθρο XII
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 9, το οποίο έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 9
1. Εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο ότι επιτακτικοί λόγοι εθνικού συ μφέροντος που άπτονται της εθνικής άμυνας ή της ασφάλειας το εμποδίζουν να συμμορφωθεί προς μία απόφαση, η οποία έχει ληφθεί με πλειοψηφία των ψηφισάντων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παρ. 1 ανωτέρω,μπορεί να παρεκκλίνει από την εν λόγω απόφαση υπό τον όρο να υποβάλει στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο μία έκθεση σχετικά με τους λόγους αυτούς και μία δήλωση, στην οποία θα διευκρινίζεται εάν:
(α) η παρέκκλιση αναφέρεται σε ένα θέμα για το οποίο δεν υπάρχει αντίρρηση να τεθεί σε ισχύ η απόφαση για τα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη, εξυπακουομένου ότι, σε ό,τι το αφορά, το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δε θα εφαρμόσει την απόφαση, ή θα την εφαρμόσει μόνο εν μέρει
(β) η παρέκκλιση αναφέρεται σε ένα θέμα τέτοιας σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα του άμυνας και ασφάλειας, ώστε η απόφαση δεν πρέπει να εφαρμοστεί καθόλου πριν ληφθεί μία δεύτερη απόφαση, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 περίπτ. (β) κατωτέρω.
2. (α) Σε περίπτωση εφαρμογής των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 περίπτ. (α) διατάξεων, ο Γενικός διευ θυντής υποβάλει, στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο των ενεργειών που αποβλέπουν στο να μην πα ρεκκλίνει κανένα Συμβαλλόμενο Μέρος.
(β) Σε περίπτωση εφαρμογής των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 περίπτ. (β) διατάξεων, η εφαρμογή της απόφασης αναστέλλεται και η εν λόγω υποβάλλεται, εντός μίας προθεσμίας που πρέπει να καθοριστεί, στη Γενική Συνέλευση για μία δεύτερη απόφαση, ακόμα και αν η πρώτη απόφαση είναι απόφαση του Συμβουλίου. Εάν, σε συνέχεια αυτής της νέας εξέτασης, η δεύτερη απόφαση επιβεβαιώνει την πρώτη απόφαση, ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να παρεκκλίνει από αυτή, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1 περίπτ. (α) ανωτέρω. Η Γενική Συνέλευση θα επανεξετάσει την πρώτη απόφαση εντός μίας προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος.
3. Σε περίπτωση πολέμου ή διαμάχης, οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δε θίγουν την ελευθερία δράσης κανενός από τα ενεχόμενα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η ίδια αρχή ισχύει σε περίπτωση κατάστασης κρίσης ή επείγο ντος εθνικού θέματος. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί, ιδίως, να ανακτήσει προσωρινά την ευθύνη, εν όλω ή εν μέρει, των εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του για επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος, ιδίως στον τομέα της άμυνας. Η αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να επιτρέπει την πραγματική ανάκτηση των εν λόγω εξυπηρετήσεων σύμφωνα με τις ανάγκες των Συμβαλλομένων Μερών”.
Αρθρο XIII
Το άρθρο 10 της Σύμβασης καταργείται και προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 10, το οποίο έχει ως ακολούθως:
Αρθρο 10
1. Η ετήσια συνεισφορά κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους στον προϋπολογισμό καθορίζεται, για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:
α) ένα αρχικό 30% της συνεισφοράς υπολογίζεται ανάλογα με την αξία του ακαθαρίστου εθνικού προϊόντος του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται κατωτέρω στην παράγραφο 2ο
β) ένα περαιτέρω 70% της συνεισφοράς υπολογίζεται ανάλογα με την αξία της βάσης κόστους των τελών διαδρομής του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται κατωτέρω στην παράγραφο 3.
2. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν που χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς λαμβάνεται από τις στατιστικές που συντάσσονται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συ- νεργασίας και Ανάπτυξης – ή ελλείψει αυτών, από οποιο δήποτε άλλο οργανισμό, ο οποίος παρέχει αντίστοιχες εγγυήσεις και ορίζεται με απόφαση του Συμβουλίου – υπολογίζοντας τον αριθμητικό μέσο όρο των τελευταίων τριών ετών για τα οποία υπάρχουν αυτές οι στατιστικές. Η αξία του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος είναι εκείνη, η οποία υπολογίζεται βάσει των συντελεστών κόστους και των τρεχουσών τιμών και εκφράζεται στην κατάλληλη ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα.
3. Η βάση κόστους των τελών διαδρομής που χρησιμοποιείται στους υπολογισμούς, είναι η βάση κόστους που καθορίζεται για το προτελευταίο πριν το σχετικό οικονομικό έτος.
“Αρθρο XIV
Το άρθρο 11 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 13 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 13
1. Ο Οργανισμός διατηρεί με τα ενδιαφερόμενα κράτη και τους άλλους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς τις αναγκαίες σχέσεις για την πραγματοποίηση του σκοπού του.
2. Η Γενική Συνέλευση είναι, με την επιφύλαξη των δια τάξεων του άρθρου 7 παρ. 2 περίπτ. (κ), της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 15, η μόνη αρμό δια να συνάτπει εξ ονόματος του Οργανισμού τις ειδικές συμφωνίες, οι οποίες απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2.
Με πρόταση του Συμβουλίου, η Γενική Συνέλευση μπορεί να εξουσιοδοτήσειτο Συμβούλιο να αποφασίσει για τη σύναψη των ειδικών συμφωνιών, οι οποίες απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2”.
Αρθρο XV
Το άρθρο 12 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 14 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 14
Οι ειδικές συμφωνίες, που προβλέπονται στο άρθρο 2, πρέπει να καθορίζουν τα αντίστοιχα καθήκοντα, δικαιώματα και υποχρεώσεις των Μερών των συμφωνιών, κα- θώς και τις χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις και να προσδιορίζουν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η Υπηρεσία μπορεί να διαπραγματεύεται τις εν λόγω συμφωνίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 2 περίπτ. (κ)”.
Αρθρο XVI
Το άρθρο 13 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 15 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 15
Στο πλαίσιο των οδηγιών που δίνει το Συμβούλιο, η Υπηρεσία μπορεί να δημιουργεί με τις ενδιαφερόμενες δημόσιες ή ιδιωτικές τεχνικές υπηρεσίες των Συμβαλλομένων Μερών και μη Συμβαλλομένων Μερών ή διεθνών οργανισμών, τις σχέσεις που είναι απαραίτητες για το συντονισμό της εναέριας κυκλοφορίας και για τη λειτουργία των μονάδων της Υπηρεσίας. Για το σκοπό αυτό, η Υπηρεσία μπορεί να συνάπτει, εξ` ονόματος του Οργανισμού και υπό τον όρο ότι θα ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο, συμβάσεις καθαρά διοικητικής, τεχνικής ή εμπορικής φύσης, στο βαθμό που αυτές απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας”.
Αρθρο XVII
Το,άρθρο 14 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 16.
Στο ολλανδικό κείμενο, στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 1 του άρθρου 16, η φράση “de onroerende goederen” αντικαθίσταται από τη φράση “die onroerende goederen” και στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου η λέξη “verreberichtgeving” αντικαθίσταται από τη λέξη “telecommunicatie”.
Αρθρο XVIII
Το άρθρο 15 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 17 και έχει ως ακολούθως:

“Αρθρο 17
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), η Υπηρεσία εφαρμόζει τους κανονισμούς που ισχύουν στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών και στον εναέριο χώρο, στον οποίο τους έχει ανατεθεί, δυνάμει διεθνών συμφωνιών των οποίων είναι μέρη, η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας.
Αρθρο XIX
Τοάρθρο 16 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 18καιέχειως ακολούθως:
“Αρθρο 18
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β) και μέσα στα όρια των εξουσιών που έχουν εκχωρηθεί στις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, η Υπηρεσία δίνει στους κυβερνήτες των αεροσκαφών όλες τις αναγκαίες οδηγίες. Οι εν λόγω είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με αυτές τις οδηγίες, εκτός των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, οι οποίες προβλέπονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο.”
Αρθρο XX
Τοάρθρο 17 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 20 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 20
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και, κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), οι παραβάσεις των κανονισμών της αεροναυπλίας που διαπράττονται στον εναέριο χώρο, στον οποίο η Υπηρεσία ασκεί αυτά τα καθήκοντα, καταχωρίζονται σε εκθέσεις από υπαλλήλους ειδικά εξουσιοδοτημένους για το σκοπό αυτό από την Υπηρεσία, με την επιφύλαξη του δικαιώματος που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες στους υπαλλήλους των Συμβαλλομένων Μερών να συντάσσουν εκθέσεις για παραβάσεις της ιδίας φύσης. Οι προαναφερόμενες εκθέσεις έχουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων το ίδιο κύρος με αυτές που συντάσσονται από τους εθνικούς υπαλλήλους, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την σύνταξη εκθέσεων για παραβάσεις ιδίας φύσης.”
Αρθρο XXI
Τα άρθρα 18και 19της Σύμβασης γίνονται άρθρα 21 και 22. Στο αγγλικό κείμενο, στην παράγραφο 2 του άρθρου 18 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 2 του άρθρου 21, η φράση “not less” αντικαθίσταται από τη φράση “no less”.
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 1 του άρθρου 22, η φράση “Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται μέσα στο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του και στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών” αντικαθίσταται από τη φράση “Ο Οργανισμός απαλλάσσεται στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών”. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 19 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 3 του άρθρου 22, η φράση “ΰ ses biens, avoirs et revenus” αντικαθίσταται από τη φράση “ainsi qu`u ses biens, avoirs et revenus”. Στο Αγγλικό κείμενο, στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 19 της Σύμβασης που γίνονται παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 22, η φράση “The Organisation shall be” αντικαθίσταται από τη φράση “It shall be”. Στο γερμανικό κείμενο, στην παράγραφο 6 του άρθρου 19 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 6 του άρθρου 22, η φράση “cpffenilicher Versorgungsbetriebe” αντικαθίσταται από τη φράση “der cpffentlichen Versorgung” και στο αγγλικό κείμενο στην εν λόγω παράγραφο 6, η φράση “for public utility services” αντικαθίσταται απά τη φράση “for general utilities”.
Αρθρο XXII
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 19, το οποίο έχει ως ακολούθως: “Αρθρο 19
1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε), ο Οργανισμός καθορίζει, σύμφωνα με τους γενικούς όρους που προβλέπονται στο άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (δ), τα αναγκαία μέτρα ρύθμισης και τα κοινοποιεί στους εκμεταλλευόμενους αεροσκάφη και στις αρμόδιες υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη φροντίζουν ώστε οι εκμεταλλευόμενοι αεροσκάφη, οι κυβερνήτες των αεροσκαφών και οι αρμόδιες υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας να συμμορφώνονται με τα εν λόγω μέτρα, εκτός αν συντρέχουν επι τακτικοί λόγοι ασφαλείας.
2. Η τήρηση των γενικών όρων ή των μέτρων ρύθμισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου από τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. `Υστερα από αίτηση του Οργανισμού, σε περίπτωση μη τήρησης των γενικών όρων ή των μέτρων ρύθμισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρ θρου από έναν εκμεταλλευόμενο αεροσκάφη ή έναν κυβερνήτη αεροσκάφους, μπορεί να κινηθεί η διαδικασία δίωξης ενός παραβάτη:
(α) από το Συμβαλλόμενο Μέρος, στο οποίο διαπιστώθηκε η μη τήρηση, στην επικράτεια του
(β) από τον Οργανισμό, σύμφωνα με τους λόγους δικαιοδοσίας που αναφέρονται στο άρθρο 35, εάν συμφωνεί το Συμβαλλόμενο Μέρος, στην επικράτεια του οποίου πρέπει να κινηθεί η διαδικασία.
4. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να ενσωματώσουν στην εθνική νομοθεσία τους διατάζεις, οι οποίες θα διασφαλίζουν την τήρηση των γενικών όρων που προβλέπομαι στο άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (δ).”
Αρθρο XXIII
Τα άρθρα 20, 21, 22 και 23 της Σύμβασης γίνονται τα άρθρα 23, 24, 25 και 26. Στο γαλλικό κείμενο, στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 της σύμβασης που γίνεται παράγραφος 1 του άρθρου 23, η φράση “tous droits de douane et taxes d`effet iquivalent, autres que les redevances ou impositions reprisentatives de services rendus” αντικαθίσταται από τη φράση “tous droits de douane et taxes ou redevances d`effet iquivalent, autres que des redevances reprisentatives de services rendus”.
Στο ελληνικό κείμενο, στην παράγραφο 2 του άρθρου 20 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 2 του άρθρου 23, η φράση “στο έδαφος του Μέρους, στο οποίο” αντικαθίσταται από τη φράση “στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο οποίο” και στο γαλλικό κείμενο στην εν λόγω παράγραφο 2, η φράση “ΰ moins que ce ne soit, dans depconditions” αντικαθίσταται από τη φράση “sauf dandles conditions”.
Στο γερμανικό κείμενο, στην παράγραφο 3 του άρθρου 20 της Σύμβάσης που γίνεται παράγραφος 3 του άρθρου 23, η φράση “wurden, an diese ausgeliefert und for ihre Liegenschaften, ihre dienstlichen Anlagen” αντικαθίσταται από τη φράση “wurden, tatsochlich an diese ausgeliefert und for ihre dienstlichen Liegenschaften oder Anlagen”.
Στην παράγραφο 4 του άρθρου 20 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 4 του άρθρου 23, η φράση “Περαιτέρω, ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται” αντικαθίσταται από τη φράση “Ο Οργανισμός απαλλάσσεται” και η αναφορά στο άρθρο 25 του Καταστατικού αντικαθίσταται από μία αναφορά στο άρθρο 13 του Καταστατικού στο ολλανδικό κείμενο, στην εν λόγω παράγραφο 4, η λέξη “pub-likaties” αντικαθίσταται από τη λέξη “publica ties”.
Στο γερμανικό κείμενο, στην παράγραφο 2 του άρθρου 22 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 2 του άρθρου 25, η φράση “die in den Haushalten des Personals leben-den” αντικαθίσταται από τη φράση “die mit dem Personal im gemeinsamen Haushalt lebenden”.
Στο γερμανικό κείμενο, στην περίπτωση (α) της παραγράφου 3 του άρθρου 22 της Σύμβασης που γίνεται περίπτωση (α) της παραγράφου 3 του άρθρου 25, η φράση “in seinen Haushalten lebenden” αντικαθίσταται από τη φράση “mit ihm im gemeinsamen Haushalt lebenden”.
Στο γερμανικό κείμενο, στην περίπτωση (β) της παραγράφου 5 του άρθρου 22 της Σύμβασης που γίνεται περίπτωση (β) της παραγράφου 5 του άρθρου 25, η φράση “seine Kraflfahrzeuge” αντικαθίσταται από τη φράση “sein privates Kraftfahneug”.
Στο γαλλικό κείμενο, στην παράγραφο 7 του άρθρου 22 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 7 του άρθρου 25, η φράση “Directeur Gtnirat” αντικαθίσταται από τη φράση “Directeur giniral”o στο αγγλικό κείμενο, στην εν λόγω παράγραφο 7, οι φράσεις “done by him in the exercise of his functions” και “driven by him” αντικαθίστανται από τις φράσεις “done by him/her in the exercise of his/her functions” και “driven by him/her” και στο γερμανικό κείμενο, στην εν λόγω παράγραφο 7, η φράση “Vorrechten, Erleichterungen und Befreiungen” αντικαθίσταται από τη φράση “Vorrechten, Befreiungen und Erleichterungen”.
Στο γερμανικό κείμενο, στο άρθρο 23 της Σύμβασης που γίνεται άρθρο 26, η λέξη “Tagungsort” αντικαθίσταται από τη λέξη “Sitzungsort”.
Αρθρο XXIV
Το άρθρο 24 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 27 και έχει ως ακολούθως: “Αρθρο 27
Λόγω του κατ` ιδίαν καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης, ο Οργανισμός, ο Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό του Οργανισμού εξαιρούνται όλων των υποχρεωτικών εισφορών σε εθνικούς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων μεταξύ του Οργανισμού και ενός Συμβαλλόμενου Μέρους που υφίστανται κατά τη θέση σε ισχύ του Πρωτοκόλλου, το οποίο ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997.”
Αρθρο XXV
Το άρθρο 25 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 28. Αρθρο XXVI
Το άρθρο 26 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 29 και η παράγραφος 2 αυτού αντικαθίσταται από τις ακόλουθες διατάξεις:
“2. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού δεν μπορούν να κατασχεθούν ούτε να αποτελέσουν αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, παρά μόνον ύστερα από δικαστική απόφαση. Αυτή η δικαστική απόφαση μπορεί να ληφθεί μόνο υπό τον όρο ότι γνωστοποιήθηκε στον Οργανισμό η διαδικασία αυτή, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, και ότι ο εν λόγω μπόρεσε να έχει στη διάθεση του τα κατάλληλα μέσα για να προετοιμάσει την άμυνα του. Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού, εντούτοις, δεν μπορούν να κατασχεθούν ούτε να αποτελέσουν αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης.” 9 Στο γαλλικό κείμενο, στην παράγραφο 3 του άρθρου 26 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 3 του άρθρου 29, η φράση “dans leur territoire respectif 1 αντικαθίσταται από τη φράση “sur leur territoire respectif και η φράση “Di recteur Giniral αντικαθίσταται από τη φράση “Directeur giniral”.
Αρθρο XXVII
Το άρθρο 27 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 30.
Στο γερμανικό κείμενο, στην παράγραφο 1 του άρθρου 27 της Σύμβασης που γίνεται παράγραφος 1 του άρθρου 30, η φράση “um die reibungslose Ausobung der Gerichts-barkeit” αντικαθίσταται από τη φράση “um die ordnungs-gemie Rechtspflege” και η φράση “Vorrechte, Befrehin-gen, Ausnahmen oder Erleichterungen” από τη φράση “Vorrechte, Immunit Sten, Befrehingen oder Erleichterungen” και στο αγγλικό κείμενο• στην εν λόγω παράγραφο 1 η φράση “in the present Convention” αντικαθίσταται από τη φράση “in this Convention”.
Αρθρο ΧΧνΙ
Το άρθρο 28 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 31 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 31
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και, κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), οι διεθνείς συμφωνίες και οι εθνικοί κανονισμοί που αναφέρονται στην είσοδο, την υπέρπτηση και την ασφάλεια του εδάφους των ενδιαφερομένων Συμβαλλομένων Μερών, δεσμεύουν την Υπηρεσία, η οποία λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή των εν λόγω συμφωνιών και κανονισμών.
Αρθρο XXIX
Το άρθρο 29 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 32 και έχει ως ακολούθως: “Αρθρο 32
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και, κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), η Υπηρεσία υποχρεούται να παρέχει στα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία διατυπώνουν σχετικό αίτημα, όλες τις πληροφορίες που αφορούν αεροσκάφη, τις οποίες γνωρίζει κατά την άσκηση των καθηκόντων της των σχετικών με τον εναέριο χώρο του ενδιαφερομένου Συμβαλλόμενον Μέρους, προκειμένου να μπορούν τα εν λόγω ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Μέρη να ελέγχουν την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών και των εθνικών κανονισμών)”.
Αρθρο XXX
Το άρθρο 30 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 33 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 33
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν ότι είναι αναγκαία για την Υπηρεσία η επίτευξη χρηματοοικονομικής ισορροπίας και αναλαμβάνουν να θέσουν στη διάθεση της τους κατάλληλους χρηματοοικονομικούς πόρους, εντός των ορίων και προϋποθέσεων που καθορίζονται από την παρούσα Σύμβαση και το Καταστατικό της Υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι”.
Αρθρο XXXI
Το άρθρο 31 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 34 και έχει ως ακολούθως:
” Αρθρο 34
1. Οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, ή ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών και του Οργανισμού που αφορά την ερμηνεία, την εφαρμογή ή την εκτέλεση της παρούσας Σύμβασης, ιδίως όσον αφορά την ύπαρξη την ισχύ ή τον τερματισμό της, η οποία δεν μπόρεσε να ρυθμιστεί με άμεσες διαπραγματεύσεις ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διευθέτησης μέσα σε μία προθεσμία έξη μήνων, υποβάλλεται στη διαιτησία τον διαρκούς διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης, σύμφωνα με τον προαιρετικό Κανονισμό διαιτησίας του εν λόγω Δικαστηρίου.
2. Ο αριθμός των διαιτητών καθορίζεται σε τρεις.
3. Η διαιτησία πραγματοποιείται στη Χάγη. Το Διεθνές Γραφείο του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου χρησιμεύει ως Γραμματεία και παρέχει διοικητικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τις οδηγίες του Διαρκούς Διαιτητικού Δικα στηρίου.
4. Οι αποφάσεις του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαφοράς.”
Αρθρο XXXII
Τα άρθρα 32 και 33 της Σύμβασης καταργούνται. αρθρο XXXIII Το άρθρο 34 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 37 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 37
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίσουν στην Υπηρεσία την εφαρμογή των ισχυουσών νομικών διατάξεων που αποβλέπουν στη διασφάλιση της συνεχείας των εξυπηρετήσεων κοινής ωφελείας που είναι αναγκαίες για την ορθή λειτουργία των επιχειρησιακών εξυπηρετήσεων.”
Αρθρο XXXIV
Το άρθρο 35 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 38 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 38
1. Η ισχύς της παρούσας Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και εν συνεχεία με το Πρωτόκολλο που ανοίχθηκε για υπο γραφή στις Βρυξέλλες το 1997, παρατείνεται για απεριό ριστο χρόνο,
2. Αφού η Σύμβαση, η οποία παρατείνεται με τον τρόπο αυτό, παραμείνει σε ισχύ για είκοσι έτη, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να τερματίσει, σε ό,τι το αφορά, την εφαρμογή της Σύμβασης με γραπτή γνωστοποίηση στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία ενημε ρώνει σχετικά τις κυβερνήσεις των άλλων Συμβαλλομέ νων κρατών.
Η απόφαση αποχώρησης αρχίζει να ισχύει στο τέλος του έτους που έπεται του έτους κατά τη διάρκεια του οποίου γνωστοποιήθηκε η αποχώρηση, υπό τον όρο ότι, μέχρι την εν λόγω ημερομηνία, θα έχει συναφθεί η ειδική συμφωνία που προβλέπεται στην παράγραφο 3 κατωτέρω, ειδάλλως η απόφαση αποχώρησης αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία που καθορίζεται στην εν λόγω ειδική συμφωνία.
3. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, ιδίως χρηματοοικονομικής φύσης, τον αποχωρούντος Συμβαλλόμενου Μέρους καθορίζονται σε μία ειδική συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ αυτού και του Οργανισμού.
Η συμφωνία αυτή πρέπει να εγκριθεί με ομοφωνία των ψηφισάντων από τη Γενική Συνέλευση, ενώ το Συμβαλλόμενο Μέρος που αποχωρεί δε συμμετέχει στην ψηφοφορία.
4. Ο Οργανισμός μπορεί να διαλυθεί εάν ο αριθμός των ΣυμβαλΙομένων Μερών μειωθεί σε λιγότερο από 50% των Μερώνπου υπογράφουν το προαναφερόμενο Πρωτόκολλο του 1997, με την επιφύλαξη απόφασης της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνεται με ομοφωνία των ψηφισάντων.
5. Εάν κατ` εφαρμογή των προαναφερομένων, ο Οργανισμός διαλυθεί, η νομική προσωπικότητα και ικανότητα του, με την έννοια του άρθρου 4, εξακολουθούν να υφί στανται για τους σκοπούς εκκαθάρισης του.”
Αρθρο XXXV
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 35, το οποίο έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 35
1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του Παραρτήματος IV σχετικά με την αναγκαστική είσπραξη των τελών διαδρομής, τα δικαστήρια των Συμβαλλομενων Μερών είναι αποκλχιστικά αρμόδια για την εκδίκαση των δια φορών που ενδέχεται να ανακύψουν μεταξύ του Οργανισμού , που εκπροσωπείται από το Γενικό Διευθυντή της Υπη ρεσίας, και οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, σχετικά με την εφαρμογή των πράξεων του Οργανισμού.
2. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του Παραρτήματος IV σχετικά με την αναγκαστική είσπραξη των τελών διαδρομής, η προσφυγή ασκείται στο Συμβαλ- λόμενο Μέρος:
(α) στο οποίο ο καθού έχει την κατοικία ή την έδρα του,
(β) στο οποίο ο καθού διατηρεί εμπορική εγκατάσταση, εφόσον η κατοικία ή η έδρα του δε βρίσκεται στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου Μέρους
(γ) στο οποίο ο καθού κατέχει περιουσιακά στοιχεία, ελλείψει των λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (β) ανωτέρω
(δ) στο οποίο ο EUROCONTROL έχει τα Κεντρικά Γραφεία του, ελλείψει των λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) έως (γ) ανωτέρω.”
Αρθρο XXXVI
Το άρθρο 36 της Σύμβασης γίνεται άρθρο 39 και έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 39
1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τρο ποποιήθηκε με το Πρωτόλολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και με το Πρωτόλολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, οποιουδήποτε Κράτους που δεν υπογράφει αυτό το τελευταίο Πρωτόκολλο, υπόκειται στην έγκριση της Γενικής Συνέλευσης που αποφασίζει με ομο φωνία των ψηφισάντων.
2. Ο Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης κοινοποιεί στο κράτος που δεν έχει υπογράψει την απόφαση αποδοχής της προσχώρησης.
3. Το έγγραφο προσχώρησης κατατίθεται στην Κυβέρ νηση του, Βασιλείου του Βελγίου, η οποία πληροφορεί σχετικά της κυβερνήσεις των άλλων κρατών που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει στη Σύμβαση:
4. Η προσχώρηση αρχίζει να ισχύει την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης.”
Αρθρο XXXVII
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 36, το οποίο έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 36
1. Οι τροποποιήσεις που επιφέρονται υπό τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση, στο Κατα στατικό της Υτπηρεσίας που εμφαίνεται στο Παράρτημα Ι, και στο άρθρο 16 και επόμενα των διατάξεων των σχετικών με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής που εμφαίνονται στο Παράρτημα IV, ισχύουν και εφαρμόζονται στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Οι φορολογικές διατάξεις που εμφαίνονται στο Πα ράρτημα III και στα άρθρα 1 έως και 15 των διατάξεων των σχετικών με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής που εμ φαίνονται στο Παράρτημα IV, δεν υπόκεινται σε τροπο ποίηση από τη Γενική Συνέλευση.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος δεσμεύεται από το Παράρτημα IV για μία περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης. Αυτή η πε νταετής περίοδος παρατείνεται αυτομάτως για περαιτέρω πενταετείς περιόδους. Το Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο γνωστοποίησε εγγράφως στη Γενική Συνέλευση, τουλάχιστον δύο έτη πριν από την λήξη της πενταετούς περιόδου, ότι δεν επιθυμεί παράταση, με τη λήξη αυτής της περιόδου παύει να δεσμεύεται από το Παράρτημα IV.
4. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του αποχωρού ντος Συμβαλλάμενου Μέρους μπορούν να καθορίζονται, εάν είναι αναγκαίο, σε μία ειδική συμφωνία που συνάπτε ται μεταξύ αυτού και του Οργανισμού.
Η εν λόγω συμφωνία πρέπει να εγκριθεί με ομοφωνία των ψηφισάντων από τη Γενική Συνέλευση. Το Συμβαλλόμενο Μέρος που αποχωρεί δε συμμετέχει στην ψηφοφορία αυτή.
5. Το Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο δε δεσμεύεται πλέον από το Παράρτημα IV μπορεί οποτεδήποτε να γνω στοποιήσει εγγράφως στη Γενική Συνέλευση την επιθυ μία του να δεσμευτεί εκ νέου από ης διατάξεις του Παραρτήματος IV. Το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δε σμεύεται εκ νέου από το Παράρτημα IV έξη μήνες μετά την ημέρα, κατά την οποία η Γενική Συνέλευση αποδέχεται αυτό το αίτημα με ομόφωνη απόφαση των ψηφισάντων Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα. Το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δεσμεύεται από το Παράρτημα IV για μία περίοδο πέντε ετών από την ημέρα κατά την οποία δεσμεύτηκε εκ νέου από το Παράρτημα IV. Η περίοδος αυτή παρατείνεται αυτομάτως υπό τους ιδίους όρους με αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 3 ανωτέρω.”
Αρθρο XXXVIII
Προστίθεται στη Σύμβαση ένα νέο άρθρο 40, το οποίο έχει ως ακολούθως:
“Αρθρο 40
1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τρο ποποιήθηκε με το ΠρωτόκοΜ,ο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και με το Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, είναι ανοιχτή σε περιφερειακούς οργανισμούς οικονομικής ολοκλήρωσης, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που πρόκειται να συμφωνηθούν με ταξύ των Συμβαλλομένων Μερών και αυτών των Οργανισμών, των οποίων ένα ή περισσότερα υπογράφοντα κράτη είναι μέλη. Οι εν λόγω όροι και προϋποθέσεις θα πρέ πει να περιέχονται σε ένα πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης.
2. Το έγγραφο προσχώρησης κατατίθεται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία πληροφορεί σχετικά τα άλλα Μέρη.
3. Η προσχώρηση ενός περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης, υπό τον όρο ότι έχει τεθεί σε ισχύ το πρόσθετο Πρωτόκολλο που αναφέρεται ανωτέρω στην παράγραφο 1.
Αρθρο XXXIX
Το Παράρτημα Ι της Σύμβασης, σχετικά με το Καταστατικό της Υπηρεσίας, αντικαθίσταται από το Παράρτημα Ι της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που παρατίθεται σε παράρτημα στο Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997.
Αρθρο XL
Το Παράρτημα II της Σύμβασης, σχετικά με τις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης (άρθρο 3 της Σύμβασης) αντικαθίσταται από το Παράρτημα II της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που παρατίθεται σε παράρτημα στο Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997.
Αρθρο XLI
Το Παράρτημα III (Φορολογικές Διατάξεις) της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που παρατίθεται σε παράρτημα στο Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, αποτελείτο Παράρτημα III της Σύμβασης.
Αρθρο ΧΙΙΙ
Το Παράρτημα IV (Διατάξεις σχετικά με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής) της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που παρατίθεται σε παράρτημα στο Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, αποτελείτο Παράρτημα IVτης Σύμβασης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 της ΤΕΛΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
EUROCONTROL ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
ΤΗΣ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΤΗΣ 13ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1960 ΣΕΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ
Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ, ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΤΗΣ ΚΡΟΑΤΙΑΣ, ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ, ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ, Η ΓΑΛΛΙΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ, Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,
Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ, ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΚΟ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,
Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ,
Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,
Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ,
Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Εχοντας υπόψη ότι η αύξηση της εναέριας κυκλοφορίας, η ανάγκη να συγκεντρωθούν τα` εθνικά μέτρα πολιτικής κάθε ευρωπαϊκού κράτους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η τεχνολογική ανάπτυξη στον τομέα της εναέριας κυκλοφορίας απαιτούν την αναθεώρηση της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου I960, όπως τροποποιήθηκε με το τροποποιητικό Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981, προκειμένου να δημιουργηθεί
.ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας για τον έλεγχο της γενικής εναέριας κυκλοφορίας στον ευρωπαϊκό εναέριο χώρο και στους αερολιμένες και στη γειτνίαση αυτών,
`Εχοντας υπόψη ότι είναι ευκταίο να ενδυναμωθείη συνεργασία μεταξύ των Κρατών στο πλαίσιο του EURO-CONTROL, με στόχο την αποτελεσματική οργάνωση και την ασφαλή διαχείριση του εναέριου χώρου για τις ανάγκες τόσο των πολιτικών όσο και των στρατιωτικών χρηστών, με βάση τη θεμελιώδη αρχή ότι ο εναέριος χώρος θα πρέπει να θεωρείται ως ένα ομοιογενές σύστημα, από την άποψη των χρηστών του εναέριου χώρου, ιδίως μέσω της καθιέρωσης κοινών πολιτικών, κοινών στόχων, σχεδίων, προτύπων και προδιαγραφών και μιας κοινής πολιτικής στον τομέα τωντελών διαδρομής, σε στενή συνεννόηση με τους χρήστες των εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αναγκαιότητες της άμυνας,
Εχοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί για όλους τους χρήστες του εναερίου χώρου η μέγιστη αποτελεσματικότητα με το ελάχιστο κόστος, σύμφωνα με το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας, και με την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις επίτου περιβάλλοντος, μέσω της εναρμόνισης και ολοκλήρωσης των αρμοδίων για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη υπηρεσιών,
Εχοντας υπόψη ότι τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν την ανάγκη εναρμόνισης και ολοκλήρωσης των συστημάτων τους διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, ώστε να δημιουργήσουν ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας,
Εχοντας υπόψη τη σημασία τοπικών πρωτοβουλιών σε θέματα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως σε επίπεδο αερολιμένων,
Εχοντας υπόψη ότι η θέση σε εφαρμογή ενός κοινού συστήματος τελών διαδρομής, σύμφωνα με τις συστάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, ιδίως από άποψη δίκαιον και διαφάνειας, ενισχύει τις χρηματοοικονομικές βάσεις του “ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και διευκολύνει τη διαβούλευση με τους χρήστες,
Εχοντας υπόψη ότι ο EUROCONTROL αποτελεί για τα Συμβαλλόμενα Μέρη το όργανο για τη συνεργασία στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας,
Επιθυμώντας να διευρύνουν και να ενισχύσουν τη συνεργασία με τα ευρωπαϊκά ή διεθνή όργανα, τα οποία ενδιαφέρονται για την εκτέλεση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στον EUROCONTROL προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του,
Εχοντας υπόψη, κατά συνέπεια, ότι είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, του οποίου η λειτουργία θα υπερβαίνει τα εδαφικά όρια των κατ` ιδίαν Συμβαλλομένων Μερών, στο σύνολο του εναέριου χώρου που καλύπτεται απότηΣύμβαση,
Εχοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να παρέχουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη στον Οργανισμό τα έννομα μέσα που απαιτούνται για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του, κυρίως στον τομέα της είσπραξης των τελών διαδρομής και της διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας,
Αναγνωρίζοντας ότι θα ήταν πρόσφορο, προκειμένου να επιτραπεί στον Οργανισμό να εκτελεί τα καθήκοντα του υπό ορθές προϋποθέσεις ασφάλειας και αποτελεσματικότητας, να διαχωριστούν, στο μέτρο του δυνατού, τα κανονιστικά καθήκοντα του και τα καθήκοντα του παροχής εξυπηρετήσεων, Επιθυμώντας να ενθαρρύνουν και άλλα ευρωπαϊκά κράτη να γίνουν μέλη του εν λόγω διεθνούς οργανισμού.
Συμφώνησαν ως προς τις ακόλουθες διατάξεις:
Αρθρο Ι
Η Διεθνής Σύμβαση EUROCONTROL η σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, της 13ης Δεκεμβρίου 1960, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 6ης Ιουλίου 1970, το οποίο με τη σειρά του τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 21ης Νοεμβρίου 1978, το σύνολο των οποίων τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981, στο εξής καλούμενη “η Σύμβαση”, αντικαθίσταται από την έκδοση του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που επισυνάπτεται στο παρόν, η οποία ενσωματώνει τα κείμενα της Σύμβασης που παραμένουν σε ισχύ καθώς και τις τροποποιήσεις που έγιναν από τη Διπλωματική Συνδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 27 Ιουνίου 1997.
Αρθρο II
1. Το παρόν Πρωτόκολλο ανοίγεται για υπογραφή από όλα τα Κράτη Μέρη της Σύμβασης στις 27 Ιουνίου 1997.
Ανοίγεται επίσης, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του, για υπογραφή και από κάθε άλλο κράτος το οποίο έχει κληθεί από τη Διπλωματική Συνδιάσκεψη κατά την οποία υιοθετήθηκε καθώς και από κάθε άλλο κράτος, το οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί να το υπογράψει με ομόφωνη ψήφο της Μόνιμης Επιτροπής.
2. Το παρόν Πρωτόκολλο υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου.
3. Το παρόν Πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει την 1η Ια νουαρίου 2000, υπό τον όρο ότι όλα τα Κράτη Μέρη της Σύμβασης το έχουν κυρώσει, αποδεχτεί ή εγκρίνει μέχρι την ημερομηνία αυτή. Σε περίπτωση που δεν πληρούται ο όρος αυτός, θα αρχίσει να ισχύει είτε την 1η Ιουλίου είτε την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης του τελευταίου εγγράφου κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης ανάλογα με το εάν η εν λόγω κατάθεση πραγματοποιείται το πρώτο ή το δεύτερο ήμισυ του έτους.
4. Για κάθε υπογράφοντο παρόν Πρωτόκολλο κράτος, το οποίο δεν είναι Μέρος της Σύμβασης καιτου οποίου το έγγραφο κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθεται με τά την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει το παρόν Πρω τόκολλο, το τελευταίο θα αρχίσει να ισχύει, για το κράτος αυτό, την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολου θεί την ημερομηνία κατάθεσης του σχετικού εγγράφου κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
5. Κάθε υπογράφον το παρόν Πρωτόκολλο κράτος, το οποίο δεν είναι Μέρος της Σύμβασης, γίνεται ομοίως Μέρος της Σύμβασης, δυνάμει της κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης του Πρωτοκόλλου αυτού.
6. Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου ενημερώνει τις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών Μερών της Σύμβα σης και κάθε άλλου υπογράφοντος το παρόν Πρωτόκολ λο κράτους για κάθε υπογραφή, την κατάθεση κάθε εγγράφου κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης και για κάθε ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 ανωτέρω.
Αρθρο III
Από την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει το παρόν Πρωτόκολλο, το Πρωτόκολλο της 6ης Ιουλίου 1970, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 21ης Νοεμβρίου 1978 και από το άρθρο XXXVIII του Πρωτοκόλλου της 12ης Φεβρουαρίου 1981, αντικαθίσταται από το Παράρτημα III (με τίτλο “Φορολογικές Διατάξεις”) της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που επισυνάπτεται στο παρόν.
Αρθρο IV
Από την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει το παρόν Πρωτόκολλο, η Πολυμερής Συμφωνία η σχετική με τα Τέλη Διαδρομής της 12ης Φεβρουαρίου 1981, καταργείται και αντικαθίσταται από τις σχετικές διατάξεις της έκδοσης του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που επισυνάπτεται στο Πρωτόκολλο, συμπεριλαμβανομένου του Παραρτήματος IV αυτής (με τίτλο “Διατάξεις σχετικές με το Κοινό Σύστημα Τελών Διαδρομής”).
Αρθρο V
Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου φροντίζει ώστε να καταχωρηθεί το παρόν Πρωτόκολλο στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στο Συμβούλιο του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, σύμφωνα με το άρθρο 83 της Σύμβασης περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας που υπογράφηκε στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944. ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες Πληρεξούσιοι, αφού παρουσίασαν τα πληρεξούσια έγγραφα τους, τα οποία βρέθηκαν εντάξει, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, στις 27 Ιουνίου 1997, στη γερμανική, αγγλική, βουλγαρική, κροατική, δανική, ισπανική, γαλλική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, ολλανδική, νορβηγική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και τουρκική γλώσσα, σε ένα μόνο αντίτυπο, το οποίο θα παραμείνει κατατεθειμένο στο αρχείο της Κυβέρνησης του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα διαβιβάσει κυρωμένα αντίγραφα στις Κυβερνήσεις των άλλων υπογραφόντων κρατών. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των κειμένων, υπερισχύει το κείμενο στη γαλλική γλώσσα.
Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Για τη Δημοκρατία της Αυστρίας,
Για το Βασίλειο του Βελγίου, Για τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, Για την Κυπριακή Δημοκρατία, Για τη Δημοκρατία της Κροατίας, Για το Βασίλειο της Δανίας, Για το Βασίλειο της Ισπανίας, Για τη Γαλλική Δημοκρατία, Για το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, Για την Ελληνική Δημοκρατία, Για την Δημοκρατία της Ουγγαρίας, Για την Ιρλανδία, Για την Ιταλική Δημοκρατία, Για το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, Για τη Δημοκρατία της Μάλτας, Για το Πριγκιπάτο του Μονακό, Για το Βασίλειο της Νορβηγίας, Για το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, Για την Πορτογαλική Δημοκρατία, Για τη Ρουμανία, Για τη Σλοβακική Δημοκρατία, Για τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, Για το Βασίλειο της Σουηδίας, Για την Ελβετική Συνομοσπονδία, Για την Τσεχική Δημοκρατία, Για την Τουρκική Δημοκρατία,
ΕΝΙΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΝΣΩΜΑΤΩΝΕΙ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΣΕ ΙΣΧΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΗΣ 27ης ΙΟΥΝΙΟΥ 1997 ΕΝΙΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Αρθρο 1
1. Προκειμένου να επιτευχθεί η εναρμόνιση και ολοκλήρωση που απαιτούνται με στόχο την καθιέρωση ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους και να αναπτύξουν τις κοινές δραστηριότητες τους στο πεδίο της αεροναυτιλίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αναγκαιότητες της άμυνας και παρέχοντας τη μέγιστη ελευθερία σε όλους τους χρήστες του εναέριου χώρου, σύμφωνα με το επίπεδο ασφαλείας που απαιτείται κατά την παροχή αποτελεσματικών ως προς το κόστος εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν, όπου αυτό είναι δυνατόν, μεταξύ άλλων, από επιχειρησιακή, τεχνική και χρηματοοικονομική άποψη, τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Οι στόχοι αυτοί θα επιδιωχθούν χωρίς να θίγεται η αρχή της πλήρους και αποκλειστικής κυριαρχίας κάθε κράτους στον εναέριο χώρο πάνω από το έδαφος του και η δυνατότητα για κάθε κράτος να ασκεί τα προνόμια του στο θέμα της ασφάλειας και της άμυνας στον εθνικό εναέριο χώρο του.
Προς το σκοπό αυτό συμφώνησαν:
(α) να καθορίσουν μία ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού στρατηγικών και προγραμμάτων, των οποίων στόχος είναι η βελτίωση της χωρητικότητας που είναι αναγκαία, προκειμένου η εν λόγω να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις όλων των πολιτικών και στρατιωτικών χρηστών με αποτελεσματικό ως προς κόστος τρόπο, ενώ θα διατηρείται το αναγκαίο επίπεδο ασφάλειας
(β) να δεσμευθούν για τον καθορισμό ειδικών στόχων, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των λειτουργιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης, όπως αναφέρονται στο Παράρτημα II της παρούσας Σύμβασης, εντός των οποίων τα κράτη, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, έχουν αποδεχθεί να παρέχουν εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας, χωρίς να θίγονται οι αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που δεν υπάγεται στην κυριαρχία των κρατών, όπως αυτές προκύπτουν από συμβάσεις, διεθνείς συμφωνίες και κανόνες η αρχές του εθιμικού δημοσίου διεθνούς δικαίου
(γ) να εισάγουν ένα σύστημα ελέγχου επιδόσεων και καθορισμού διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(δ) να εφαρμόσουν ένα κοινό σχέδιο σύγκλισης και εφαρμογής για τις αεροναυτιλιακές εξυπηρετήσεις και ευκολίες στην Ευρώπηο
(ε) να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν κοινά πρότυπα και προδιαγραφές
(στ) να εναρμονίσουν τους κανονισμούς που ισχύουν για τις εξυπηρετήσεις της 1 εναέριας κυκλοφορίας
(ζ) να βελτιώσουν τη διαθέσιμη χωρητικότητα προκειμένου να ανταποκρίνεται η εν λόγω στη ζήτηση εναέριας κυκλοφορίας και να εξασφαλίσουν την πλέον αποτελεσματική χρησιμοποίηση της με την από κοινού δημιουργία, λειτουργία και ανάπτυξη ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, στο πλαίσιο της εφαρμογής ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(η) να ενθαρρύνουν την από κοινού αγορά συστημάτων και εξοπλισμού εναέριας κυκλοφορίας
(θ) να εφαρμόσουν μία κοινή πολιτική για την καθιέρωση καιτον υπολογισμό τωντελώνπου επιβάλλονται στους χρήστες του επί διαδρομής εξοπλισμού και εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας, τα οποία στο εξής καλούνται “τέλη διαδρομής”
(ι) να εφαρμόσουν ένα μηχανισμό, ανεξάρτητο της παροχής εξυπηρετήσεων, για την ανάπτυξη και εναρμόνιση, σε πολυμερή βάση, ενός καθεστώτος κανονισμών ασφαλείας στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, με την προοπτική ενός ολοκληρωμένου συστήματος αεροναυτικής ασφάλειας
(κ) να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό, στην εφαρμογή και στην παρακολούθηση ενός παγκόσμιου συστήματος δορυφορικής αεροναυτιλίας
(λ) να εντοπίσουν νέες δυνατότητες για κοινές δράσεις στο πεδίο σχεδιασμού, εφαρμογής, παρακολούθησης ή λειτουργίας συστημάτων και εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας
(μ) στο πλαίσιο μίας έννοιας “από σημείο στάθμευσης σε σημείο στάθμευσης” να αναπτύξουν μία συνολική πολιτική και έναν αποτελεσματικό μηχανισμό κατάλληλο για το στρατηγικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των διαδρομών και του εναέριου χώρου.
2. Για το σκοπό αυτό ιδρύουν έναν “Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (EUROCONTROL)” καλούμενο στο εξής “ο Οργανισμός”, ο οποίος θα ενεργεί σε συνεργασία με τις εθνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και με τις οργανώσεις των χρηστών. Ο Οργανισμός θα περιλαμβάνει τρία όργανα:
(α) μία Γενική Συνέλευση, η οποία αποτελεί το όργανο το αρμόδιο για τη διαμόρφωση και την έγκριση της γενικής πολιτικής του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων:
(ί) της κοινής πολιτικής για τα τέλη διαδρομής και των λοιπών δραστηριοτήτων του Οργανισμού στον τομέα των τελών
(ιι) των καθηκόντων ελέγχου και αξιολόγησης των επιδόσεων του Οργανισμού
(iii) του καθορισμού στόχων για τον Οργανισμό, ιδίως αυτών που αφορούν την προτυποποίηση, το σχεδιασμό, την επίδοση και τους κανονισμούς ασφαλείας
(iv) της επιλογής των κύριων προγραμμάτων πλαισίων συνεργασίας βάσει τεχνικών και χρηματοοικονομικών κριτηρίων
(ν) των εξωτερικών σχέσεων με κράτη και οργανισμούς και των αιτήσεων προσχώρησης στην παρούσα Σύμβαση
(β) ένα Συμβούλιο, το οποίο αποτελεί το όργανο το επιφορτισμένο με την εφαρμογή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και, με την επιφύλαξη των εξουσιών που ανατίθενται στην εν λόγω, με τη λήψη όλωντων μέτρων τα οποία απευθύνονται στα Συμβαλλόμενα Μέρη και είναι δεσμευτικά, καθώς και με την εποπτεία των εργασιών της Υπηρεσίας
(γ) μία Υπηρεσία, της οποίας το Καταστατικό περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της παρούσας Σύμβασης, που είναι το όργανο το επιφορτισμένο με την εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων της παρούσας Σύμβασης που ακολουθούν, καθώς και των καθηκόντων που του αναθέτει η Γενική Συνέλευση ή το Συμβούλιο, με την εκπόνηση των σχετικών προτάσεων και με την ανάπτυξη των τεχνικών και χρηματοοικονομικών πόρων καθώς και των μέσων σε προσωπικό, για την επίτευξη των καθορισμένων στόχων.
3. Ο Οργανισμός έχει τα Κεντρικά Γραφεία του στις Βρυξέλλες.
Αρθρο 2
1.0 Οργανισμός αναλαμβάνειτα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) να καταρτίζει και να εγκρίνει λεπτομερή σχέδια για την εναρμόνιση και ολοκλήρωση των εξυπηρετήσεων και συστημάτων της εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως των αεροναυτιλιακών συστημάτων εδάφους και αέρα των Συμβαλλομένων Μερών, με σκοπό την καθιέρωση ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(β) να συντονίζει τα σχέδια εφαρμογής των Συμβαλλομένων Μερών, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η σύγκλιση προς ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(γ) να εξετάζει και να συντονίζει για λογαριασμό των Συμβαλλομένων Μερών θέματα που αφορούν τον τομέα της αεροναυτιλίας, τα οποία μελετώνται από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) ή από άλλους διεθνείς οργανισμούς που χειρίζονται θέματα πολιτικής αεροπορίας και να συντονίζει και να υποβάλει τροποποιήσεις ή προτάσεις στα όργανα αυτά
(δ) να καθορίσει, να σχεδιάσει, να αναπτύξει, να επικυρώσει και να οργανώσει την εφαρμογή ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(ε) να αναπτύξει και να θέσει σε λειτουργία ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας σε ένα κοινό διεθνές κέντρο, στο πλαίσιο των αναφερομένων στην περίπτωση (δ) ανωτέρω:
(στ) να εκπονεί, να υιοθετεί και να επανεξετάζει τα κοινά πρότυπα και τις κοινές προδιαγραφές και πρακτικές για τα συστήματα και τις εξυπηρετήσεις διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(ζ) να εκπονεί και να εγκρίνει διαδικασίες προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή μία στρατηγική από κοινού αγοράς συστημάτων και εξοπλισμού εναέριας κυκλοφορίας
(η) να συντονίζει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης των Συμβαλλομένων Μερών που αφορούν νέες τεχνικές στον τομέα της αεροναυτιλίας, να συγκεντρώνει και να διανέμει τα αποτελέσματα τους και να προωθεί και να πραγματοποιεί από κοινού μελέτες, ελέγχους και εφαρμοσμένες έρευνες καθώς και τεχνικές αναπτύξεις στον εν λόγω τομέα
(θ) να καθιερώσει ένα ανεξάρτητο σύστημα ελέγχου επιδόσεων, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη όλες τις πτυχές της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, συμπεριλαμβανομένων της γενικής πολιτικής και του σχεδιασμού, της διαχείρισης της ασφάλειας στους αερολιμένες και στη γειτνίαση αυτών και στον εναέριο χώρο, καθώς και των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών πτυχών των παεχομένων εξυπηρετήσεων και να θέσει στόχους, οι οποίοι θα λαμβάνουν υπόψη όλες αυτές τις πτυχές
(ι) να μελετά και να προωθεί μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος και της αποδοτικότητας στον τομέα της αεροναυτιλίας
(κ) να επεξεργάζεται και να εγκρίνει κοινά κριτήρια, διαδικασίες και μεθόδους προκειμένου να εξασφαλίζεται η βέλτιστη αποτελεσματικότητα και ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και των εξυπηρετήσεων της εναέριας κυκλοφορίας
(λ) να επεξεργάζεται προτάσεις για την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται στις εξυπηρετήσεις της εναέριας κυκλοφορίας
(μ) να υποστηρίζει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και ευελιξίας της χρήσης του εναέριου χώρου από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς χρήστες
(ν) να εκπονεί και να εγκρίνει συντονισμένες ή κοινές πολιτικές για τη βελτίωση διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στους αερολιμένες και στη ίαση αυτών
(ξ) να εκπονεί και να εγκρίνει κοινά κριτήρια για την επιλογή και κοινές πολιτικές για την εκπαίδευση, τη χορήγηση αδειών και την αξιολόγηση της ικανότητας του πρωπικού των υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας
(ο) να αναπτύσσει, να εγκαθιστά και να διατηρεί σε λειτουργία τα στοιχεία των μελλοντικών κοινών ευρωπαϊκών συστημάτων που του ανατίθενται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη
(π) να καθιερώνει, να τιμολογεί και να εισπράττει τα τέλη διαδρομής για λογαριασμό των Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα τελών διαδρομής, υπό τους όρους που προβλέπονται στο Παράρτημα IV
(ρ) να καθιερώσει και να θέσει σε εφαρμογή ένα μηχανισμό που θα επιτρέπει την πολυμερή ανάπτυξη και εναρμόνιση, των κανονιστικών ρυθμίσεων περί ασφαλείας στον τομέα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας
(σ) να εκτελεί κάθε άλλο καθήκον σχετικό με τις αρχές και τους στόχους της παρούσας Σύμβασης.
2. Ύστερα από αίτημα ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών και βάσει μίας ή περισσοτέρων ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Συμβαλλομένων Μερών, ο Οργανισμός μπορεί:
(α) να βοηθά αυτά τα Συμβαλλόμενα Μέρη στο σχεδιασμό, στον καθορισμό και στη δημιουργία συστημάτων και εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας
(β) να παρέχει και να διατηρεί σε λειτουργία, εν όλω ή εν μέρει, τον εξοπλισμό και τις εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας για λογαριασμό αυτών των Συμβαλλομένων Μερών
(γ) να βοηθά αυτά τα Συμβαλλόμενα Μέρη στην καθιέρωση, τιμολόγηση και είσπραξη των τελών που επιβάλλουν στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας και τα οποία δεν καλύπτονται από το Παράρτημα IV της παρούσας Σύμβασης
3. Ο Οργανισμός μπορεί:
(α) να συνάπτει ειδικές συμφωνίες με τα μη Συμβαλλόμενα Μέρη που ενδιαφέρονται να συμμετέχουν στην εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. Ι
(β) ύστερα από αίτημα μη Συμβαλλομένων Μερών ή άλλων διεθνών οργανισμών, να εκτελεί, εξ ονόματος τους, κάθε άλλο καθήκον που εμπίπτει στο παρόν άρθρο, βάσει ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Μερών.
4. Ο Οργανισμός φροντίζει ώστε, στο μέτρο του δυνατού, τα καθήκοντα του παροχής εξυπηρετήσεων, ιδίως αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περιπτώσεις (ε), (ζ), (ο) και (π), παρ. 2 και παρ. 3 περίπτ. (β), να ασκούνται ανεξάρτητα από τα κανονιστικά καθήκοντα του.
5. Προκειμένου να διευκολυνθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο Οργανισμός μπορεί, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, να ιδρύει επιχειρήσεις οι οποίες θα διέπονται από ειδικά καταστατικά που θα υπάγονται είτε στο δημόσιο διεθνές δίκαιο είτε στο εθνικό δίκαιο ενός Συμβαλλόμενου Μέρους ή να καθίσταται μέτοχος πλειοψηφίας σε παρόμοιες επιχειρήσεις.
Αρθρο 3
1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται στις επί διαδρομής εξυπηρετήσεις της αεροναυτιλίας και στις σχετικές εξυπηρετήσεις ελέγχου προσέγγισης και ελέγχου αεροδρομίου που αφορούν την εναέρια κυκλοφορία στις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης, οι οποίες θα απαριθμούνται στο Παράρτημα II
2. (α) Οποιαδήποτε τροποποίηση που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος επιθυμεί να επιφέρει στον κατάλογο των δικών του Περιοχών Πληροφοριών Πτήσης που εμφαίνονται στο Παράρτημα II, αποφασίζεται από τη Γενική Συνέλευση με ομοφωνία `των ψηφισάντων, αν θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή των ορίων του καλυπτόμενου από την παρούσα Σύμβαση εναέριου χώρου.
(β) Κάθε τροποποίηση που δε συνεπάγεται τέτοια μεταβολή πρέπει, εντούτοις, να γνωστοποιείται στον Οργανισμό από το ενδιαφερόμενο Συμβαλλόμενο Μέρος.
3. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης ο όρος “εναέρια κυκλοφορία” περιλαμβάνει τα πολιτικά αερο σκάφη και όσα στρατιωτικά, τελωνειακά και αστυνομικά αεροσκάφη συμμορφώνονται προς τις διαδικασίες τοϋ Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας.
Βάσει μίας ειδικής συμφωνίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ζητήσει να ισχύει ο όρος “εναέρια κυκλοφορία” και για την υπόλοιπη εναέρια κυκλοφορία που αναπτύσσεται στο έδαφος του.
Αρθρο 4
Ο Οργανισμός έχει νομική προσωπικότητα. Στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών έχει την Ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από την εθνική νομοθεσία σε νομικά πρόσωπαο μπορεί, ιδίως, να αποκτά ή να μεταβιβάζει κινητή ή ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από την παρούσα Σύμβαση ή από το Καταστατικό της Υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι, αντιπροσωπεύεται από την Υπηρεσία, η οποία ενεργεί επ` ονόματι του. Η Υπηρεσία διαχειρίζεται την περιουσία του Οργανισμού.
Αρθρο 5
1. Η Γενική Συνέλευση απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών σε υπουργικό επίπεδο. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ορίσει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου, ιδίως, να επιτραπεί η εκπροσώπηση των συμφερόντων τόσο της πολιτικής αεροπορίας όσο και της εθνικής άμυνας, έχει όμως ένα μόνο δικαίωμα ψήφου.
Το Συμβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών σε επίπεδο Γενικών Διευθυντών Πολιτικής Αεροπορίας, Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ορίσει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου ειδικότερα να επιτραπεί η εκπροσώπηση των συμφερόντων τόσο της πολιτικής αεροπορίας όσο και της εθνικής άμυνας, έχει όμως ένα μόνο δικαίωμα ψήφου.
3. Για τα θέματα που αφορούν το κοινό σύστημα τελών διαδρομής, η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο απαρτίζονται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα τελών διαδρομής, υπό τους όρους που προβλέπονται στο Παράρτημα IV.
4. Οι εκπρόσωποι των διεθνών οργανισμών που μπορούν να συμβάλλουν στις εργασίες του Οργανισμού καλούνται, κατά περίπτωση, από τη Γενική Συνέλευση ή από το Συμβούλιο, να συμμετέχουν με την ιδιότητα του παρατηρητή σιτδομές εργασίαςτου Οργανισμού.
Αρθρο 6
1. Η Γενική Συνέλευση λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη, το Συμβούλιο και την Υπηρεσία, ιδίως στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 2περίπτ. (α).
Εξάλλου η Γενική Συνέλευση:
(α) διορίζει το Γενικό Διευθυντή της Υπηρεσίας, ύστερα από σύσταση του Συμβουλίου
(β) επιτρέπει την υποβολή προσφυγών, εξ ονόματος του Οργανισμού, ενώπιον του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34
(γ) θεσπίζει τις αρχές, οι οποίες διέπουν τη λειτουργία του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε)
(δ) εγκρίνει τις τροποποιήσεις του Παραρτήματος Ι, σύμφωνα με τους όρους ψηφοφορίας που προβλέπονται στο άρθρο 8 παρ. Ι
(ε) εγκρίνει τις τροποποιήσεις των Παραρτημάτων II και IVr σύμφωνα με τους όρους ψηφοφορίας που προβλέπονται στο άρθρο 8 παρ. 3
(στ) προβαίνει σε περιοδική ανασκόπηση των καθηκόντων του Οργανισμού.
2. Για να διατυπώσει την κοινή πολιτική σχετικά με τα τέλη διαδρομής, η Γενική Συνέλευση, ιδίως:
(α) θεσπίζει τις αρχές, οι οποίες διέπουν τον καθορισμό του κόστους που καταλογίζεται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τον Οργανισμό στους χρήστες για τις επί διαδρομής ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας που τίθενται στη διάθεση των εν λόγω
(β) καθορίζει τον τύπο υπολογισμού των τελών διαδρομής
(γ) καθορίζει τις αρχές που διέπουν τις απαλλαγές από τα τέλη διαδρομής και μπορεί επιπλέον να αποφασίσει ότι, για ορισμένες κατηγορίες πτήσεων, οι οποίες κατά συνέπεια, απαλλάσσονται από την καταβολή των τελών διαδρομής που διέπονται από το Παράρτημα IV, το κόστος που προκύπτει σε σχέση με τις επί διαδρομής ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας μπορεί να εισπραχθεί απευθείας από τα Συμβαλλόμενα Μέρη
(δ) εγκρίνει τις εκθέσεις του Συμβουλίου σχετικά με τα τέλη διαδρομής.
3. Η Γενική Συνέλευση μπορεί:
(α) να παραπέμπει στο Συμβούλιο για μελέτη κάθε θέμα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της
(β) να εξουσιοδοτεί, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, το Συμβούλιο να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά θέματα που εμπίπτουν στη γενική της αρμοδιότητα και αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (α)
(γ) να συστήνει κάθε άλλο επικουρικό όργανο που κρίνει αναγκαίο.
Αρθρο 7
1. Το Συμβούλιο, δυνάμει των εξουσιών που του παρέχει η παρούσα Σύμβαση, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη, σχετικά με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 1.
2. Το Συμβούλιο, δυνάμει των εξουσιών εποπτείας που του παρέχει η παρούσα Σύμβαση, όσον αφορά την Υπηρεσία:
(α) εγκρίνει, αφού συμβουλευτεί τις αναγνωρισμένες από το Συμβούλιο αντιπροσωπευτικές οργανώσεις χρηστών του εναέριου χώρου και των αερολιμένων, τα πενταετή και ετήσια προγράμματα εργασίας της Υπηρεσίας που του υποβάλλει η εν λόγω, για την εκπλήρωση των καθηκόντων, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 2, καθώς και το Πενταετές Χρηματοοικονομικό Σχέδιο καιτον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, της έκθεσης δραστηριοτήτων της Υπηρεσίας και των εκθέσεων που υποβάλλονται κατ` εφαρμογή των άρθρων 2 παρ. 2 περίπτ. (γ), 10 παρ. 3 και 11 παρ. 1 του Καταστατικού της Υπηρεσίας
(β) εγκρίνει τις αρχές που διέπουν τη γενική διάρθρωση της Υπηρεσίας
(γ) εποπτεύει τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας στον τομέα των τελών αεροναυτιλίας
(δ) καθορίζει, αφού συμβουλευτεί τις αναγνωρισμένες από το Συμβούλιο αντιπροσωπευτικές οργανώσεις χρηστών του εναέριου χώρου και των αερολιμένων, τους γενικούς όρους λειτουργίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε), λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα αποκλειστικά δικαιώματα που ασκούνται από τα κράτη όσον αφορά τη διαχείριση του εναέριου χώρους τους. Οι γενικοί αυτοί όροι πρέπει, ιδίως, να καθορίζουν τους εφαρμοστέους κανόνες, καθώς και τις διαδικασίες διαπίστωσης της μη τήρησης των εν λόγω κανόνων
(ε) εκδίδει οδηγίες προς την Υπηρεσία βάσει εκθέσεων που η εν λόγω υποβάλλει τακτικά, ή όποτε το κρίνει αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία και εγκρίνει τις ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της Υπηρεσίας καιτων ενδιαφερομένων εθνικών οργανισμών, προκειμένου να μπορεί η Υπηρεσία να εισηγείται τις κατάλληλες προτάσεις
(στ) διορίζει, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, την εταιρεία των συμβούλων – ελεγκτών που επικουρεί το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου κατά την εξέταση των λογαριασμών του συνόλου των εσόδων και εξόδων
(ζ) μπορεί να ζητά να αποτελούν οι υπηρεσιακές μονάδες της Υπηρεσίας αντικείμενο διοικητικών και τεχνικών επιθεωρήσεων
(η) απαλλάσσει το Γενικό Διευθυντή για τη διαχείριση του προϋπολογισμού
(θ) εγκρίνειτο διορισμό από το Γενικό Διευθυντή των Διευθυντών της Υπηρεσίας
(ι) εγκρίνει τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης του Γενικού Διευθυντή, τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων, το Δημοσιονομικό Κανονισμό και τον Κανονισμό Συμβάσεων
(κ) μπορεί να εξουσιοδοτεί την Υπηρεσία για την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με τις ειδικές συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 2, υιοθετεί τις διαπραγματευθείσες συμφωνίες πριν τις υποβάλλει για έγκριση στη Γενική Συνέλευση, ή τις συνάπτει εφόσον έχει εξουσιοδοτηθεί σχετικά, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13παρ. 3
(λ) εγκρίνει Κανονισμό περί προστασίας δεδομένων
(μ) κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ.
(στ), καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που ισχύουν για τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις πρακτικές σχετικά με τα συστήματα και τις εξυπηρετήσεις διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.
3. Το Συμβούλιο ιδρύει μία Μόνιμη Επιτροπή Ελέγχου Επιδόσεων και μία Μόνιμη Επιτροπή Κανονισμών Ασφαλείας. Οι Μόνιμες αυτές Επιτροπές υποβάλλουν σχετικές προτάσεις στο Συμβούλιο και έχουν τη διοικητική υποστήριξη και βοήθεια των υπηρεσιακών μονάδων της Υπηρεσίας, οι οποίες διαθέτουν τον αναγκαίο βαθμό ανεξαρτησίας για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
4. Το Συμβούλιο ιδρύει μια Διαρκή Επιτροπή Πολιτικής/Στρατιωτικής Διασύνδεσης.
5. Το Συμβούλιο ιδρύει ένα Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου, στο οποίο μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητες και, εντός σαφών ορίων, να μεταβιβάζει εξουσίες,
6. Το Συμβούλιο μπορεί να επικουρείται και από άλλες επιτροπές σε άλλους τομείς δραστηριότητας του Οργανισμού.
7. Το Συμβούλιο μπορεί να εκχωρεί αρμοδιότητες και, εντός σαφών ορίων να μεταβιβάζει εξουσίες στη Διαρκή Επιτροπή Πολιτικής/Στρατιωτικής Διασύνδεσης και σε οποιαδήποτε άλλη επιτροπή που θα συσταθεί μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης. Αυτές οι μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων ή εξουσιών δε θίγουν τη δυνατότητα του Συμβουλίου να επαναφέρει, οποτεδήποτε, θέματα τα οποία εμπίπτουν στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του για γενική εποπτεία.
Αρθρο 8
1. Οι αποφάσεις σε σχέση με τα Συμβαλλόμενα Μέρη που λαμβάνει η Γενική Συνέλευση με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2περίπτ. (α) καιτοάρθροβπαρ. 1 εδάφιο πρώτο, ή το Συμβούλιο με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. (β) και το άρθρο 7 παρ. 1, λαμβάνονται με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, με την επιφύλαξη ότι αυτή η πλειοψηφία αντιπροσωπεύει τα τρία τέταρτα τουλάχι στον των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων, σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 11 και τα τρία τέταρτα τουλάχιστον των Συ μβαλλομένων Μερών που εκφράζουν άποψη με την ψήφο τους.
Αυτός ο κανόνας εφαρμόζεται επίσης στις αποφάσεις που λαμβάνονταν, στις περιπτώσεις, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 περιπτώσεις (θ), (ο), (ρ) και (σ), και παράγραφος 5, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 περιπτώσεις (α), (γ) και (δ), παράγραφος 2 και παράγραφος 3 περίπτ. (β), στο άρθρο 7 παράγραφος 2 περιπτώσεις (δ), (ι) και (κ) και παράγραφοι 3,6 και 7, στο άρθρο 12 και στο άρθρο 13 παράγραφοι 2 και 3.
Αυτός ο κανόνας ισχύει επίσης για τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ` εφαρμογή του άρθρου 3 του Παραρτήματος IV. Στις περιπτώσεις καθορισμού των τιμών μονάδας, των τιμολογίων και των όρων εφαρμογής του συστήματος τελών διαδρομής που αναφέρονται στο άρθρο 3 περίπτ. (γ) του Παραρτήματος IV, μία απόφαση δεν εφαρμόζεται σε ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, εάν αυτό. ψήφισε κατά της απόφασης και αποφάσισε να μην την εφαρμόσει. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος έχει, εντούτοις, την υποχρέωση να υποβάλει μία έκθεση με τους λόγους που επικαλείται και δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την κοινή πολιτική, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 2.
2. Οι αποφάσεις, σε σχέση με την Υπηρεσία, που λαμβάνει η Γενική Συνέλευση με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περιπτώσεις (α) και (γ) και το άρθρο 6 παρ. 1 εδάφιο πρώτο ή το Συμβούλιο, με βάση, ιδίως, το άρθρο 1 παρ. 2 περιπτώσεις (β) και (γ), λαμβάνονται με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, με την επιφύλαξη ότι αυτή η πλειοψηφία “αντιπροσωπεύει πάνω από το ήμισυ των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων, σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 11, και πάνω από το ήμισυ των Συμβαλλομένων Μερών που εκφράζουν άποψη με την ψήφο τους. Σε ιδιαίτερα σημαντικές περιπτώσεις και υπό τον ope ότι υποβάλει σχετικό αίτημα το ένα τρίτο τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που έχουν δικαίωμα ψήφου, η πλειοψηφία πρέπει να αντιπροσωπεύειτα τρία τέταρτα τουλάχιστον των σταθμιζομένων ψήφων των ψη φισάντων αντί πάνω από το ήμισυ αυτών.
Αυτός ο κανόνας εφαρμόζεται επίσης στις αποφάσεις που λαμβάνονται στις περιπτώσεις, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 περίπτ. (β), παράγραφος 3 περίπτ. (α), στο άρθρο 7 παρ. 2 περιπτώσεις (α) έως (γ), (ε) έως (θ), (λ) και (μ), στο άρθρο 9 παρ. 2 και στο άρθρο 10 παρ. 2.
3. Ωστόσο, οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία των ψηφισάντων όσον αφορά τις αιτήσεις προσχώρησης στον Οργανισμό, οι οποίες αναφέρονται στα άρθρο 39, τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις που γίνονται στο Παράρτημα II, με την εξαίρεση της περίπτωσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παρ. 2 περίπτ. (β), και στο Παράρτημα IV, και τους όρους αποχώρησης ή προσχώρησης που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφοι 4 και 5 και στο άρθρο 38 παράγραφοι 3 και 4.
4. Οι αποφάσεις που λαμβάνουν η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο έναντι των Συμβαλλομένων Μερών του άρθρου 9.
Αρθρο 9
1. Εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο ότι επιτακτικοί λόγοι εθνικού συμφέροντος που άπτονται της εθνικής άμυνας ή της ασφάλειας το εμποδίζουν να συμμορφωθεί προς μία απόφαση, η οποία έχει ληφθεί με πλειοψηφία των ψηφι σάντων, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 ανωτέρω, μπορεί να παρεκκλίνει από την εν λόγω απόφαση υπό τον όρο να υποβάλει στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο μία έκθεση σχετικά με τους λόγους αυ τούς και μία δήλωση, στην οποία θα διευκρινίζεται εάν:
α) η παρέκκλιση αναφέρεται σε ένα θέμα για το οποίο δεν υπάρχει αντίρρηση να τεθεί σε ισχύ η απόφαση για τα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη, εξυπακουομένου ότι, σε ό,τι το αφορά, το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δε θα εφαρμόσει την απόφαση, ή θα την εφαρμόσει μόνο εν μέρει
β) η παρέκκλιση αναφέρεται σε ένα θέμα τέτοιας σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα του άμυνας και ασφάλειας, ώστε η απόφαση δεν πρέπει να εφαρμοστεί καθόλου πριν ληφθεί μία δεύτερη απόφαση, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 περίπτ. (β) κατωτέρω.
2. (α) Σε περίπτωση εφαρμογής των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 περίπτ. (α) διατάξεων, ο Γενικός Διευ θυντής υποβάλει, στη Γενική Συνέλευση ή στο Συμβούλιο, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο των ενεργειών που αποβλέπουν στο να μην πα ρεκκλίνει κανένα Συμβαλλόμενο Μέρος.
(β) Σε περίπτωση εφαρμογής των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 περίπτ. (β) διατάξεων, η εφαρμογή της απόφασης αναστέλλεται και η εν λόγω υποβάλλεται, εντός μίας προθεσμίας που πρέπει να καθοριστεί, στη Γενική Συνέλευση για μία δεύτερη απόφαση, ακόμα και αν η πρώτη απόφαση είναι απόφαση του Συμβουλίου. Εάν, σε συνέχεια αυτής της νέας εξέτασης, η δεύτερη απόφαση επιβεβαιώνει την πρώτη απόφαση, ένα Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να παρεκκλίνει από αυτή, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1 περίπτ. (α) ανωτέρω. Η Γενική Συνέλευση θα επανεξετάσει την πρώτη απόφαση εντός μίας προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος.
3. Σε περίπτωση πολέμου ή διαμάχης, οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν θίγουν την ελευθερία δράσης κανενός από τα ενεχόμενα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η ίδια αρχή ισχύει σε περίπτωση κατάστασης κρίσης ή επείγο ντος εθνικού θέματος. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπο ρεί, ιδίως, να ανακτήσει προσωρινά την ευθύνη, εν όλω ή εν μέρει, των εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του για επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος, ιδίως στον τομέα της άμυνας. Η αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας πρέ πει να επιτρέπει την πραγματική ανάκτηση των εν λόγω εξυπηρετήσεων, σύμφωνα με τις ανάγκες των Συμβαλλο-μένων Μερών.
Αρθρο 10
1. Η ετήσια συνεισφορά κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους στον προϋπολογισμό καθορίζεται για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:
α) ένα αρχικό 30% της συνεισφοράς υπολογίζεται ανάλογα με την αξία του ακαθαρίστου εθνικού προϊόντος του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται κατωτέρω στην παράγραφο 2ο
β) ένα περαιτέρω 70% της συνεισφοράς υπολογίζεται ανάλογα με την αξία της βάσης κόστους των τελών διαδρομής του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται κατωτέρω στην παράγραφο 3.
2. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν που χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς λαμβάνεται από τις στατιστικές που συντάσσονται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης – ή ελλείψει αυτών, από οποιοδήποτε άλλο οργανισμό, ο οποίος παρέχει αντίστοιχες εγγυήσεις και ορίζεται με απόφαση του Συμβουλίου υπο λογίζοντας τον αριθμητικό μέσο όρο των τελευταίων τριών ετών για τα οποία υπάρχουν αυτές οι στατιστικές. Η αξία του ακαθάριστου Εθνικού προϊόντος είναι εκείνη, η οποία υπολογίζεται βάσει των συντελεστών κόστους και των τρεχουσών τιμών και εκφράζεται στην κατάλληλη ευ ρωπαϊκή λογιστική μονάδα.
3. Η βάση κόστους των τελών διαδρομής που χρησιμο ποιείται στους υπολογισμούς, είναι η βάση κόστους που καθορίζεται για το προτελευταίο πριν το σχετικό οικονο μικό έτος.
Αρθρο 11
1. Η στάθμιση των ψήφων που αναφέρεται στο άρθρο 8 καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
Ετήσια συνεισφορά ενός Συμβαλλόμενου Μέρους Αριθμός ως ποσοστό των συνολικών ψήφων ετήσιων συνεισφορών όλων των Συμβαλλομένων Μερών
Μικρότερη του 1 τοις εκατό 1
Από 1 μέχρι μικρότερη του 2% 2
Από 2 μέχρι μικρότερη του 3% 3
Από 3 μέχρι μικρότερη του 41/2% 4
Από 41/2 μέχρι μικρότερη του 6% 5
Από 6 μέχρι μικρότερη του 71/2% 6
Από 71/2 μέχρι μικρότερη του 9% 7
Από 9 μέχρι μικρότερη του 11% 8
Από 11 μέχρι μικρότερη του 13% 9
Από 13 μέχρι μικρότερη του 15% 10
Από 15 μέχρι μικρότερη του 18% 11
Από 18 μέχρι μικρότερη του 21% 12
Από21 μέχρι μικρότερη του 24% 13
Από 24 μέχρι μικρότερη του 27% 14
Από 27 μέχρι μικρότερη του 30% 15
30% 16
2. Ο αρχικός καθορισμός του αριθμού των ψήφων γίνε ται, από την ημερομηνία κατά την οποία, αρχίζει να ισχύει το Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, με αναφορά στον ανωτέρω πίνακα και σύμφωνα με τον κανόνα καθορισμού των ετήσιων συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών στον Προϋπολογισμό του Οργα νισμού που αναφέρεται στο άρθρο 10 ανωτέρω.
3. Σε περίπτωση προσχώρησης ενός κράτους, οι αριθμοί των ψήφων των Συμβαλλομένων Μερών επανακαθο ρίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι αριθμοί των ψήφων επανακαθορίζονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Αρθρο 12
Η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο συντάσσουν τον Εσωτερικό τους Κανονισμό, που καθορίζει, ιδίως, τους κανόνες που διέπουν την εκλογή ενός Προέδρου και ενός Αντιπροέδρου καθώς και τις διατάξεις εφαρμογής σχετικά με τη διαδικασία ψηφοφορίας και την απαρτία.
Αρθρο 13
1. Ο Οργανισμός διατηρεί με τα ενδιαφερόμενα κράτη και τους άλλους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς τις αναγκαίες σχέσεις για την πραγματοποίηση του σκοπού του.
2. Η Γενική Συνέλευση είναι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 2 περίπτ. (κ), της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 15, η μόνη αρμόδια να συνάπτει εξ ονόματος του Οργανισμού τις ειδικές συμφωνίες, οι οποίες απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2.
3. Με πρόταση του Συμβουλίου, η Γενική Συνέλευση μπορεί να εξουσιοδοτήσει το Συμβούλιο να αποφασίσει για τη σύναψη των ειδικών συμφωνιών, οι οποίες απαι τούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων πού προβλέπονται στο άρθρο 2.
Αρθρο 14
Οι ειδικές συμφωνίες, που προβλέπονται στο άρθρο 2, πρέπει να καθορίζουν τα αντίστοιχα καθήκοντα, δικαιώματα και υποχρεώσεις των Μερώντων συμφωνιών καθώς και τις χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις και να προσδιορίζουν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η Υπηρεσία μπορεί να διαπραγματεύεται τις εν λόγω συμφωνίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 2 περίπτ. (κ).
Αρθρο 15
Στο πλαίσιο των οδηγιών που δίνει το Συμβούλιο, η Υπηρεσία μπορεί να δημιουργεί με τις ενδιαφερόμενες δημόσιες ή ιδιωτικές τεχνικές υπηρεσίες των Συμβαλλομένων Συμβαλλομένων Μερών και μη Συμβαλλομένων Μερών ή διεθνών οργανισμών, τις σχέσεις που είναι απαραίτητες για το συντονισμό της εναέριας κυκλοφορίας και για τη λειτουργία των μονάδων της Υπηρεσίας. Για το σκοπό αυτό, η Υπηρεσία μπορεί να συνάπτει, εξ` ονόματος του Οργανισμού και υπό τον όρο ότι θα ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο, συμβάσεις καθαρά διοικητικής, τεχνικής ή εμπορικής φύσης, στο βαθμό που αυτές απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας.
Αρθρο 16
1. Ο χαρακτήρας της δημόσιας ωφέλειας αναγνωρίζεται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες και με τις συνέπειες, οι οποίες προκύπτουν από τις διατάξεις των εν λόγω νομοθεσιών σχετικά με την απαλλοτρίωση για λόγους δημόσιας ωφέλειας, σε ό,τι αφορά την απόκτηση ακίνητης περιουσίας πού είναι αναγκαία για την τοποθέτηση των εγκαταστάσεων του Οργανισμού, με τον όρο ότι συμφωνούν οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις. Η διαδικασία απαλλοτρίωσης για λόγους δημόσιας ωφέλειας μπορεί να Ενεργοποιηθεί από τις αρμόδιες αρχές του ενδιαφερομένου κράτους, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, προκειμένου να αποκτηθεί αυτή η ακίνητη περιουσία σε περίπτωση μη φιλικού διακανονισμού.
2. Στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών, στα οποία δεν υπάρχει η διαδικασία που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, ο Οργανισμός μπορεί να επωφεληθεί από τις διαδικασίες αναγκαστικής αγοράς που εφαρμόζονται προς όφελος της πολιτικής αεροπορίας και των τη λεπικοινωνιών.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν στον Οργανισμό το δικαίωμα να επωφελείται, όσον αφορά τις εγκατα στάσεις και εξυπηρετήσεις που δημιουργήθηκαν για λο γαριασμό του στα αντίστοιχα εδάφη τους, από την εφαρμογή των εθνικών διατάξεων των σχετικών με τους περιορισμούς του δικαιώματος ακίνητης περιουσίας, οι οποίες ενδέχεται να υπάρχουν για το δημόσιο συμφέρον, προς όφελος των εθνικών υπηρεσιών για τον ίδιο σκοπό και ιδίως αυτώνπου αφορούντις δουλείες δημόσιας ωφέλειας.
4. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τις δαπάνες, οι οποίες απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένης και της αποζημίω σης που πρέπει να καταβάλλεται, σύμφωνα με τη νομο θεσία του κράτους, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η περιουσία.
Αρθρο 17
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), η Υπηρεσία εφαρμόζει τους κανονισμούς που ισχύουν στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών και στον εναέριο χώρο, στον οποίο τους έχει ανατεθεί, δυνάμει διεθνών συμφωνιών, των οποίων είναι μέρη, η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας.
Αρθρο 18
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β) και μέσα στα όρια των εξουσιών που έχουν εκχωρηθεί στις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, η Υπηρεσία δίνει στους κυβερνήτες των αεροσκαφών όλες τις αναγκαίες οδηγίες. Οι εν λόγω είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με αυτές τις οδηγίες, εκτός των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, οι οποίες προβλέπονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο.
Αρθρο 19
1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. ί περίπτ. (ε), ο Οργανισμός καθορίζει, σύμφωνα με τους γενικούς όρους που προβλέπονται στο άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (δ), τα αναγκαία μέτρα ρύθμισης και τα κοινοποιεί στους εκμεταλλευόμενους αεροσκάφη και στις αρμόδιες υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη φροντίζουν ώστε οι εκμεταλλευόμενοι αεροσκάφη οι κυβερνήτεςτων αεροσκαφών και οι αρμόδιες υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας να συμμορ φώνονται με τα εν λόγω μέτρα, εκτός αν συντρέχουν επι τακτικοί λόγοι ασφαλείας.
2. Η τήρηση των γενικών όρων ή των μέτρων ρύθμισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρ θρου από τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του ενλόγωΣυμβαλλόμενου Μέρους.
3. Ύστερα από αίτηση του Οργανισμού, σε περίπτωση μη τήρησης των γενικών όρων ή των μέτρων ρύθμισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρ θρου από έναν εκμεταλλευόμενο αεροσκάφη ή έναν κυβερνήτη αεροσκάφους, μπορεί να κινηθεί η διαδικασία δίωξης ενός παραβάτη:
(α) από το Συμβαλλόμενο Μέρος, στο οποίο διαπιστώθηκε η μη τήρηση, στην επικράτεια του.
(β) από τον Οργανισμό σύμφωνα με τους λόγους δικαιοδοσίας που αναφέρονται στο άρθρο 35, εάν συμφωνεί το Συμβαλλόμενο Μέρος, στην επικράτεια του οποίου πρέπει να κινηθεί η διαδικασία.
4. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να ενσωματώσουν στην εθνική νομοθεσία τους διατάξεις, οι οποίες θα διασφαλίζουν την τήρηση των γενικών όρων που προβλέ πονται στο άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (δ).
Αρθρο 20
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), οι παραβάσεις των κανονισμών της αεροναυτιλίας που διαπράττονται στον.εναέριο χώρο, στον οποίο η Υπηρεσία ασκεί αυτά τα καθήκοντα, καταχωρίζονται σε εκθέσεις από υπαλλήλους ειδικά εξουσιοδοτημένους για το σκοπό αυτό από την Υπηρεσία, με την επιφύλαξη του δικαιώματος πού αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες στους υπαλλήλους των Συμβαλλομένων Μερών να συντάσσουν εκθέσεις για παραβάσεις της ιδίας φύσης. Οι προαναφερόμενες εκθέσεις έχουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων το ίδιο κύρος με αυτές που συντάσσονται από τους εθνικούς υπαλλήλους, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη σύνταξη εκθέσεων για παραβάσεις ιδίας φύσης.
Αρθρο 21
1. Η κυκλοφορία εκδόσεων και άλλου πληροφοριακού υλικού που αποστέλλεται από ή προς τον Οργανισμό σε σχέση με τις επίσημες δραστηριότητες του, δεν περιορίζεται με κανένα τρόπο.
2. Για τις επίσημες επικοινωνίες του και τη μεταφορά όλων των εγγράφων του, ο Οργανισμός απολαμβάνει της αυτής ευνοϊκής μεταχείρισης που επιφυλάσσεται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε παρόμοιους διεθνείς οργανισμούς.
Αρθρο 22
1. Ο Οργανισμός απαλλάσσεται, στο έδαφος των Συμ βαλλομένων Μερών, από όλους τους δασμούς, φόρους και τέλη που σχετίζονται με τη σύσταση, τη διάλυση ή την εκκαθάριση του.
2. Απαλλάσσεται από οποιουσδήποτε δασμούς, φό ρους και τέλη που συνεπάγεται η απόκτηση ακίνητης πε ριουσίας, η οποία απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του.
3. Απαλλάσσεται από όλους τους άμεσους φόρους που μπορεί να εφαρμοσθούν σε αυτόν, καθώς και στην ιδιο κτησία, στα περιουσιακά στοιχεία και στο εισόδημα του.
4. Απαλλάσσεται από οποιεσδήποτε έμμεσες φορολογικές επιβαρύνσεις που αποτελούν συνέπεια της έκδοσης δανείων και επιπίπτουν επί του Οργανισμού.
5. Απαλλάσσεται από οποιαδήποτε φορολογία εξαιρετικής ή διακριτικής φύσης.
6. Οι απαλλαγές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο δεν εφαρμόζονται σε φόρους και τέλη που εισπράττονται ως πληρωμές για παροχή εξυπηρετήσεων κοινής ωφέλειας.
Αρθρο 23
1. Ο Οργανισμός απαλλάσσεται από όλους τους τελω νειακούς δασμούς και φόρους ή τέλη ισοδυνάμου αποτε λέσματος, με εξαίρεση τα τέλη τα σχετικά με τις παρα σχεθείσες εξυπηρετήσεις και εξαιρείται από οποιαδήπο τε απαγόρευση ή περιορισμό εισαγωγής ή εξαγωγής, σε ό,τι αφορά υλικά, εξοπλισμό, προμήθειες και άλλα αντι κείμενα που εισάγονται για επίσημη χρήση του Οργανισμού και προορίζονται για τα κτίρια καιτις εγκαταστάσεις του Οργανισμού ή για τη λειτουργία του.
2. Τα αγαθά που εισάγονται με αυτό τον τρόπο δεν μπο ρούν να πουληθούν, δανεισθούν ή μεταβιβασθούν, είτε δωρεάν είτε έναντι πληρωμής, στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο οποίο έχουν εισαχθεί, παρά μόνο σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει η κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Οποιαδήποτε μέτρα ελέγχου θεωρούνται σκόπιμα μπορούν να ληφθούν για να εξασφαλισθεί ότι τα υλικά, ο εξοπλισμός, οι προμήθειες και άλλα αντικείμενα που ανα φέρονται στην παράγραφο και εισάγονται με προορισμό τον Οργανισμό έχουν πραγματικά παραδοθεί σ` αυτόν τον Οργανισμό και χρησιμοποιούνται πραγματικά για τα επίσημα κτίρια και τις εγκαταστάσεις του ή για τη λειτουργία του.
4. Ο Οργανισμός απαλλάσσεται από όλους τους τελω νειακούς δασμούς και εξαιρείται από οποιαδήποτε απα γόρευση ή περιορισμό εισαγωγής ή εξαγωγής σχετικά με τις δημοσιεύσεις που εμπίπτουν στο πλαίσιο του άρθρου 13 του Καταστατικού που είναι προσαρτημένο στην πα ρούσα Σύμβαση.
Αρθρο 24
1. Ο Οργανισμός μπορεί να κατέχει οποιοδήποτε νόμισμα και να έχει λογαριασμούς σε οποιοδήποτε νόμισμα, στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την πραγματοποίηση των συναλλαγών που απαιτούνται για το σκοπό του.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να δίνουν στον Οργανισμό τις αναγκαίες άδειες για όλες τις μετα φορές κεφαλαίων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στους εθνικούς κανονισμούς και στις διεθνείς συμφωνίες που εφαρμόζονται, τις οποίες συνεπάγεται η ίδρυση και η δραστηριότητα του Οργανισμού, συμπερι λαμβανομένης της έκδοσης και της εξυπηρέτησης δανείων, όταν η έκδοση αυτών των δανείων έχει επιτραπεί από την Κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέ ρους.
Αρθρο 25
1. Η Υπηρεσία μπορεί να ζητά τις υπηρεσίες καταλλή λων προσώπων που είναι υπήκοοι των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Το προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους, απολαμβάνουν τις ίδιες εξαιρέσεις από τα μέτρα που περιορίζουν τη μετανάστευση και ρυθμίζουν την εγγραφή των αλλοδαπών, με εκείνες που αναγνωρίζονται, γενικά, στα μέλη του προσωπικού παρόμοιων διεθνών ορ γανισμών.
3. (α) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, σε καιρό διεθνούς κρίσης, παρέχουν στο προσωπικό του Οργανισμού και στα μέλη των οικογενειών τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους, τις ίδιες διευκολύνσεις επαναπατρισμού, με εκείνες που αναγνωρίζονται στο προσωπικό άλλων διεθνών οργανισμών.
(β) Οι διατάξεις της προαναφερόμενης περίπτωσης (α) δεν επηρεάζουν τις υποχρεώσεις του προσωπικού έναντι του Οργανισμού.
4. Εξαιρέσεις από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, επιτρέπονται μόνο για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγεί ας.
5. Τα μέλη του προσωπικού του Οργανισμού:
(α) εξαιρούνται από τελωνειακούς δασμούς και τέλη εκτός από εκείνα που αφορούν παρεχόμενες υπηρεσίες, στην περίπτωση εισαγωγής των προσωπικών τους αντικειμένων, κινητής περιουσίας και άλλων οικιακών ειδών που δεν είναι καινούργια, τα οποία φέρουν από το εξωτερικό κατά την πρώτη εγκατάσταση τους, στο εν λόγω έδαφος και στην περίπτωση επανεξαγωγής των ιδίων αυτών ειδών, επίπλων και αντικειμένων, όταν παύουν να ασκούν τα καθήκοντα τους.
(β) μπορούν, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα τους στο έδαφος οποιουδήποτε των Συμβαλλομένων Μερών, να εισάγουν το προσωπικό αυτοκίνητο τους προσωρινά χωρίς δασμούς και στη συνέχεια, αλλά όχι αργότερα από τη λήξη του χρόνου υπηρεσίας τους, να επανεξάγουν αυτό το όχημα με εξαίρεση από δασμούς, υποκείμενοι, εντούτοις σε κάθε περίπτωση, σε οποιουσδήποτε όρους που η κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους θεωρεί αναγκαίους, για κάθε ιδιαίτερη περίπτωση.
(γ) απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου σε όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπάτους.
6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποχρεούνται να χορη γούν στους δικούς τους υπηκόους τις διευκολύνσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5 περιπτώσεις (α) και (β) ανωτέρω.
7. Επιπρόσθετα προς τα προνόμια, τις εξαιρέσεις και διευκολύνσεις που παρέχονται, στο προσωπικό του Ορ γανισμού, ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας απολαμ βάνει ετεροδικίας σε ό,τι αφορά ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων προφορικών και γραπτών λόγων του που λαμ βάνουν χώρα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του.
Αυτή η ετεροδικία δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση πα ράβασης κανόνων της οδικής κυκλοφορίας ή σε περί πτωση ζημίας που προκλήθηκε από αυτοκίνητο όχημα που του ανήκει ή που οδηγεί ο ίδιος.
8. Οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την χωρίς περιορι σμούς μεταβίβαση των καθαρών αποδοχών.
Αρθρο 26
Οι αντιπρόσωποι των Συμβαλλομένων Μερών, καθ` όν χρόνον ασκούν τα καθήκοντα τους και στη διάρκεια των μετακινήσεων τους από και προς τον τόπο συνεδριάσεων, απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου όλων των επισήμων εγγράφων και εντύπων τους.
Αρθρο 27
Λόγω του κατ` ιδίαν καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης, ο Οργανισμός, ο Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό του Οργανισμού εξαιρούνται όλων των υποχρεωτικών εισφορών σε εθνικούς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων μεταξύ του Οργανισμού και ενός Συμβαλλόμενου Μέρους που υφίστανται κατά τη θέση σε ισχύ του Πρωτοκόλλου, το οποίο ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997.
Αρθρο 28
1. Η συμβατική ευθύνη του Οργανισμού διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη σύμβαση.
2. Οσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη, ο Οργανι σμός υποχρεούται σε επανόρθωση των ζημιών που προ καλούνται από αμέλεια των οργάνων του ή των υπαλλή λων του, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, στο μέτρο που αυτές οι ζημίες μπορούν να αποδοθούν στους προαναφερόμενους. Η προηγούμενη διάταξη δεν απο κλείει το δικαίωμα για άλλες αποζημιώσεις, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία των Συμβαλλομένων Μερών.
Αρθρο 29
1. (α) Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού είναι απαρα βίαστες. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού εξαιρούνται από οποιοδήποτε μέτρο κατά σχεσης, απαλλοτρίωσης ή δήμευσης.
(β) Τα αρχεία του Οργανισμού και όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπα που ανήκουν σ` αυτόν είναι απαραβίαστα οπουδήποτε και ανβρίσκονται.
2. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανι σμού δεν μπορούν να κατασχεθούν ούτε να αποτελέσουν αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, παρά μό νον ύστερα από δικαστική απόφαση. Αυτή η δικαστική απόφαση μπορεί να ληφθεί μόνο υπό τον όρο ότι γνω στοποιήθηκε στον Οργανισμό η διαδικασία αυτή, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα και ότι ο εν λόγω μπόρεσε να έχει στη διάθεση του τα κατάλληλα μέσα για να προετοι μάσει την άμυνα του. Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού, εντούτοις, δεν μπορούν κατασχεθούν ούτε να αποτελέ σουν αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης.
3. Εντούτοις, για να διευκολυνθεί η διενέργεια δικαστι κών ανακρίσεων και να εξασφαλισθεί η εκτέλεση των δι καστικών αποφάσεων στο αντίστοιχο έδαφος τους, οι αρ μόδιες αρχές του κράτους, στο οποίο ο Οργανισμός έχει τα κεντρικά του γραφεία και άλλων κρατών, στα οποία βρίσκονται εγκαταστάσεις και αρχεία του Οργανισμού, θα έχουν πρόσβαση σε αυτές τις εγκαταστάσεις και τα αρχεία, ύστερα από ενημέρωση του Γενικού Διευθυντή της Υπηρεσίας.
Αρθρο 30
1.0 Οργανισμός συνεργάζεται πάντοτε με τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Μερών για να διευκολύνει την καλή λειτουργία της δικαιοσύνης, να εξασφαλίσει την τήρηση των αστυνομικών διατάξεων και να εμποδίσει οποιαδήποτε κατάχρηση η οποία, ενδεχομένως, θα προέκυπτε από τα προνόμια, τις ασυλίες, τις εξαιρέσεις ή τις διευκολύνσεις, που καθορίζονται στην παρούσα Σύμβαση.
2. Ο Οργανισμός διευκολύνει, στο μέτρο του δυνατού, την πραγματοποίηση έργων δημοσίου συμφέροντος, τα οποία πρέπει να εκτελεσθούν στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών, στο εσωτερικό ή στη γειτονική περιοχή οποιασδήποτε ακίνητης περιουσίας που του έχει παρασχεθεί προς χρήση.
Αρθρο 31
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και, κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), οι διεθνείς συμφωνίες και οι εθνικοί κανονισμοί που αναφέρονται στην είσοδο, την υπέρπτηση και την ασφάλεια του εδάφους των ενδιαφερομένων Συμβαλλομένων Μερών δεσμεύουν την Υπηρεσία, η οποία λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή των εν λόγω συμφωνιών και κανονισμών.
Αρθρο 32
Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. (ε) καθώς και κατά περίπτωση, των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 2 περίπτ. (β), η Υπηρεσία υποχρεούται να παρέχει στα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία διατυπώνουν σχετικό αίτημα, όλες τις πληροφορίες που αφορούν αεροσκάφη, τις οποίες γνωρίζει κατά την άσκηση των καθηκόντων της των σχετικών με τον εναέριο χώρο του ενδιαφερομένου Συμβαλλόμενου Μέρους, προκειμένου να μπορούν τα εν λόγω ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Μέρη να ελέγχουν την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών και των εθνικών κανονισμών.
Αρθρο 33
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν ότι είναι αναγκαία για την Υπηρεσία η επίτευξη χρηματοοικονομικής ισορροπίας και αναλαμβάνουν να θέσουν στη διάθεση της τους κατάλληλους χρηματοοικονομικούς πόρους, εντός των ορίων και προϋποθέσεων που καθορίζονται από την παρούσα Σύμβαση και το Καταστατικό της Υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι.
Αρθρο 34
1. Οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει μεταξύ δύο ή πε ρισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, ή ενός ή περισσο τέρων Συμβαλλομένων Μερών και του Οργανισμού που αφορά την ερμηνεία, την εφαρμογή ή την εκτέλεση της παρούσας Σύμβασης, ιδίως όσον αφορά την ύπαρξη, την ισχύ ή τον τερματισμό της, η οποία δεν μπόρεσε να ρυθμιστεί με άμεσης διαπραγματεύσεις ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διευθέτησης, μέσα σε μία προθεσμία έξη μηνών, υποβάλλεται στη διαιτησία του Διαρκούς Διαιτητι κού Δικαστηρίου της Χάγης, σύμφωνα με τον προαιρετι κό Κανονισμό διαιτησίας του εν λόγω Δικαστηρίου.
2. Ο αριθμός των διαιτητών καθορίζεται σε τρεις.
3. Η διαιτησία πραγματοποιείται στη Χάγη. Το Διεθνές Γραφείο του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου χρησιμεύει ως Γραμματεία και παρέχει διοικητικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τις οδηγίες του Διαρκούς Διαιτητικού Δικα στηρίου.
4. Οι αποφάσεις του Διαρκούς Διαιτητικού Δικαστηρίου είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαφοράς.
Αρθρο 35
1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του Παραρτήματος IV σχετικά με την αναγκαστική είσπραξη των τελών διαδρομής, τα δικαστήρια των Συμβαλλομένων Μερών είναι αποκλειστικά αρμόδια για την εκδίκαση των διαφορών που ενδέχεται να ανακύψουν μεταξύ του Οργανισμού, που εκπροσωπείται από το Γενικό Διευθυντή της Υπηρεσίας και οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, σχετικά με την εφαρμογή των πράξεων του Οργανισμού.

2. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του Παραρτήματος IV σχετικά με την αναγκαστική είσπραξη των τελών διαδρομής, η προσφυγή ασκείται στο Συμβαλλόμενο Μέρος:
(α) στο οποίο ο καθού έχει την κατοικία ή την έδρα του.
(β) στο οποίο ο καθού διατηρεί εμπορική εγκατάσταση, εφόσον η κατοικία ή η έδρα του δε βρίσκεται στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου Μέρους.
(γ) στο οποίο ο καθού κατέχει περιουσιακά στοιχεία, ελλείψει των λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (β) ανωτέρω.
(δ) στο οποίο ο EUROCONTROL έχει τα Κεντρικά Γραφεία του, ελλείψειτων λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) έως (γ) ανωτέρω.
Αρθρο 36
1. Οι τροποποιήσεις που επιφέρονται υπόπτους όρους που προβλέπονταιιστην παρούσα Σύμβαση, στο Κατα στατικό της Υπηρεσίας που εμφαίνεται στο Παράρτημα Ι, και στο άρθρο 16 και επόμενα των διατάξεων των σχετικών με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής που εμφαίνονται στο Παράρτημα IV, ισχύουν και εφαρμόζονται στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Οι φορολογικές διατάξεις που εμφαίνονται στο Παράρτημα 111 και στα άρθρα 1 έως και 15 των διατάξεων των σχετικών με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής που εμ φαίνονται στο Παράρτημα IV, δεν υπόκεινται σε τροπο ποίηση από τη Γενική Συνέλευση.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος δεσμεύεται από το Παράρτημα IV για μία περίοδο πέντε ετών από την ημερομη νία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης. Αυτή η πενταετής περίοδος παρατείνεται αυτομάτως για περαιτέρω πενταετείς περιόδους. Το Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο γνωστοποίησε εγγράφως στη Γενική Συνέλευση, τουλάχιστον δύο έτη πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου, ότι δεν επιθυμεί παράταση, με τη λήξη αυτής της περιόδου παύει να δεσμεύεται από το Παράρτημα IV.
4. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του αποχωρού ντος Συμβαλλόμενου Μέρους μπορούν να καθορίζονται, εάν είναι αναγκαίο, σε μία ειδική συμφωνία που συνάπτε ται μεταξύ αυτού και του Οργανισμού.
Η εν λόγω συμφωνία πρέπει να εγκριθεί με ομοφωνία των ψηφισάντων από τη Γενική Συνέλευση. Το Συμβαλλόμενο Μέρος που αποχωρεί δε συμμετέχει στην ψηφοφορία αυτή.
5. Το Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο δεν δεσμεύεται πλέον από το Παράρτημα IV μπορεί οποτεδήποτε να γνω στοποιήσει εγγράφως στη Γενική Συνέλευση την επιθυ μία του να δεσμευτεί εκ νέου από τις διατάξεις του Παραρτήματος IV. Το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δε σμεύεται εκ νέου από το Παράρτημα IV έξη μήνες μετά την ημέρα, κατά την οποία η Γενική Συνέλευση αποδέχε ται αυτό το αίτημα με ομόφωνη απόφαση των ψηφισάντων Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα. Το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος δεσμεύεται από το Παράρτημα IV για μία περίοδο πέντε ετών από την ημέρα κατά την οποία δεσμεύτηκε εκ νέου από το Πα ράρτημα IV. Η περίοδος αυτή παρατείνεται αυτομάτως υπό τους ιδίους όρους με αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 3 ανωτέρω.
Αρθρο 37
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίσουν στην Υπηρεσία την εφαρμογή των ισχυουσών νομικών διατάξεων που αποβλέπουν στη διασφάλιση της συνέχειας των εξυπηρετήσεων κοινής ωφελείας που είναι αναγκαίες για την ορθή λειτουργία των επιχειρησιακών εξυπηρετήσεων.
Αρθρο 38
1. Η ισχύς της παρούσας Σύμβασης, όπως τροποποιή θηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και εν συνεχεία με το Πρωτόκολλο που ανοίχθηκα για υπο γραφή στις Βρυξέλλες το 1997, παρατείνεται για απεριό ριστο χρόνο.
2. Αφού η Σύμβαση, η οποία παρατείνεται με τον τρόπο αυτό, παραμείνει σε ισχύ για είκοσι έτη, κάθε Συμβαλλό μενο Μέρος μπορεί να τερματίσει, σε ό,τι το αφορά την εφαρμογή της Σύμβασης με γραπτή γνωστοποίηση στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία ενημε ρώνει σχετικά τις κυβερνήσεις των άλλων Συμβαλλομέ νων κρατών.
Η απόφαση αποχώρησης αρχίζει να ισχύει στο τέλος του έτους που έπεται του έτους κατά τη διάρκεια του οποίου γνωστοποιήθηκε η αποχώρηση, υπό τον όρο ότι, μέχρι την εν λόγω ημερομηνία, θα έχει συναφθεί η ειδική συμφωνία που προβλέπεται, στην παράγραφο 3 κατωτέρω, ειδάλλως η απόφαση αποχώρησης αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία ποα καθορίζεται στην εν λόγω ειδική συμφωνία.
3. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, ιδίως χρηματοοι κονομικής φύσης, του αποχωρούντος Συμβαλλόμενου Μέρους καθορίζονται σε μία ειδική συμφωνία που συνά πτεται μεταξύ αυτού και του Οργανισμού.
Η συμφωνία αυτή πρέπει να εγκριθεί με ομοφωνία των ψηφισάντων από τη Γενική Συνέλευση, ενώ το Συμβαλλόμενο Μέρος που αποχωρεί δε συμμετέχει στην ψηφοφορία.
4. Ο Οργανισμός μπορεί να διαλυθεί εάν ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών μειωθεί σε λιγότερο από 50% των Μερών που υπογράφουν το προαναφερόμενο Πρωτό κολλο του 1997, με την επιφύλαξη απόφασης της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνεται με ομοφωνία των ψηφισά ντων.
5. Εάν κατ` εφαρμογή των προαναφερομένων, ο Οργανισμός διαλυθεί, η νομική προσωπικότητα και ικανότητα του, με την έννοια του άρθρου 4, εξακολουθούν να υφί στανται για τους σκοπούς εκκαθάρισης του.
Αρθρο 39
1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και με το Πρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, οποιουδήποτε κράτους που δεν υπογράφει αυτό το τελευταίο Πρωτόκολλο, υπόκειται στην έγκριση της Γενικής Συνέλευσης που αποφασίζει με ομοφωνία των ψηφισάντων.
Ο Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης κοινοποιεί στο κράτος που δεν έχει υπογράψει την απόφαση αποδοχής της προσχώρησης.
3. Το έγγραφο προσχώρησης κατατίθεται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία πληροφορεί σχετικά τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει στη Σύμβαση.
4. Η προσχώρηση αράζει να ισχύει την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα πουακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης.
Αρθρο 40
1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και με το Π ρωτόκολλο που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997, είναι ανοιχτή σε περιφερειακούς ορ γανισμούς οικονομικής ολοκλήρωσης, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που πρόκειται να συμφωνηθούν με ταξύ των Συμβαλλομένων Μερών και αυτών των Οργανισμών, των οποίων ένα ή περισσότερα υπογράφοντα κρά τη είναι μέλη. Οι εν λόγω όροι και προϋποθέσεις θα πρέ πει να περιέχονται σε ένα πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης.
2. Το έγγραφο προσχώρησης κατατίθεται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία πληροφορεί σχετικά τα άλλα Μέρη.
3. Η προσχώρηση ενός περιφερειακού οργανισμού οι κονομικής ολοκλήρωσης θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης, υπό τον όρο ότι έχει τεθεί σε ισχύ το πρόσθετο Πρωτόκολλο που αναφέρεται ανω τέρω στην παράγραφο 1.
Το παρόν ενιαίο κείμενο της Σύμβασης και τών Παραρτημάτων της συντάχθηκε στη γερμανική, αγγλική, βουλγαρική, κροατική, δανική, ισπανική, γαλλική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, ολλανδική, νορβηγική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και τουρκική γλώσσα. Δυνάμει της τελικής ρήτρας της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROI-της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, της τελικής ρήτρας του Πρωτοκόλλου της 12ης Φεβρουαρίου 1981 που τροποποιεί την εν λόγω Σύμβαση, καθώς και της τελικής ρήτρας του Πρωτοκόλλου που άνοιξε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1997 για την ενοποίηση της εν λόγω Σύμβασης, σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν, σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των κείμενων υπερισχύει το κείμενο στη γαλλική γλώσσα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Αρθρο 1
1. Η Υπηρεσία είναι το όργανο το υπεύθυνο για την επίτευξη των στόχων και την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στη Σύμβαση ή καθορίζονται από τη Γενική Συνέλευση ή το Συμβούλιο και τα βοηθητικά τους όργανα.
Επεξεργάζεται και υποβάλλει στα αρμόδια όργανα προτάσεις σχετικά με την άσκηση των διαφόρων – αρμοδιοτήτων τους και την εκτέλεση των διαφόρων καθηκό ντων τους καθώς και σχετικά με τα άλλα καθήκοντα που ανατίθενται στον Οργανισμό. Παρέχει επίσης τη βοήθεια της στη Γενική Συνέλευση και στο Συμβούλιο καθώς και στα βοηθητικά τους όργανα κατά την εκτέλεση των επο πτικών καθηκόντωντους.
2. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Υπηρεσία μπορεί να επικουρείται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, από πολιτικούς και στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες, οι οποί οι ορίζονται από τα κράτη ή τους ενδιαφερόμενους ορ γανισμούς παροχής εξυπηρετήσεων.
3. Η Υπηρεσία ενεργεί ως κέντρο διακυβερνητικής συ νεργασίας και συντονισμού στον τομέα της αεροναυτιλίας. Υποβάλλει προτάσεις και παρέχει την αναγκαία υπο στήριξη για τη σύγκλιση προς ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και για την εφαρμογή του.
4. Παρέχει, ιδίως, εξυπηρετήσεις ρύθμισης, πληροφό ρησης, υποστήριξης καθώς και εξυπηρετήσεις συμβου λευτικού χαρακτήρα στα Συμβαλλόμενα Μέρη και με βά ση συμφωνίες που συνάπτονται κατ` εφαρμογή του άρθρου 2 της Σύμβασης, σε αναγνωρισμένους διεθνείς οργανισμούς και σε μη Συμβαλλόμενα κράτη.
5. Η Υπηρεσία ιδίως:
(α) συντονίζει τα σχέδια εφαρμογής των Συμβαλλομένων Μερών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η σύγκλιση προς ένα ομοιόμορφο ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.
(β) εξετάζει θέματα που αφορούν τον τομέα της αεροναυτιλίας, τα οποία μελετώνται από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) και άλλους διεθνείς οργανισμούς που χειρίζονται θέματα πολιτικής αεροπορίας και συντονίζει και υποβάλλει τροποποιήσεις στα έγγραφα του ICAO.
(γ) επεξεργάζεται λεπτομερείς προτάσεις σχεδίων για την εναρμόνιση και ολοκλήρωση των εξυπηρετήσεων και συστημάτων της εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως των στοιχείων εδάφους και αέρα των αεροναυτιλιακών συστημάτων των Συμβαλλομένων Μερών, με σκοπό την καθιέρωση ενός ομοιόμορφου ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.
(δ) επεξεργάζεται προτάσεις σχετικές με το μηχανισμό στρατηγικού σχεδιασμού και στρατηγικής οργάνωσης των διαδρομών και των δομών υποστήριξης του εναέριου χώρου, σε συντονισμό με πολιτικούς και στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη.
(ε) επεξεργάζεται προτάσεις για την εναρμόνιση των κανονισμών που εφαρμόζονται στις εξυπηρετήσεις της εναέριας κυκλοφορίας, επεξεργάζεται συντονισμένες ή κοινές πολιτικές για τη βελτίωση της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στους αερολιμένες και στη γειτνίαση αυτών `και υποστηρίζει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και ευελιξίας κατά τη χρήση του εναέριου χώρου μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών χρηστών.
(στ) υποβάλλειπροτάσειςή διαδραματίζει συμβουλευτικό ρόλο σε όλες τις πτυχές της γενικής πολιτικής και του σχεδιασμού. Το πεδίο δραστηριότητας της δεν περιορίζεται στην επί διαδρομής διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας, αλλά διευρύνεται προκειμένου να περιλάβει μια ολοκληρωμένη “από σημείο στάθμευσης σε σημείο στάθμευσης” (“gate to gate”) προσέγγιση της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας. Κατά την επεξεργασία των προτάσεων αυτών επικουρείται από εθνικούς εμπειρογνώμονες.
(ζ) μελετά και προωθεί μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος και της αποδοτικότητας στο πεδίο της αεροναυτιλίας. (η) επεξεργάζεται κοινά κριτήρια και κοινές διαδικασίες και μεθόδους, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αρίστη αποτελεσματικότητα και ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και των εξυπηρετήσεων της εναέριας κυκλοφορίας.
(θ) συντονίζει τα προγράμματα έρευνας, ανάπτυξης, δοκιμών και αξιολόγησης (RTDE) των εθνικών οργανισμών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως τη συγκέντρωση και τη διάδοση των αποτελεσμάτων.
(ι) πραγματοποιεί κοινές μελέτες, δοκιμές και εργασίες εφαρμοσμένης έρευνας, καθώς και άλλες τεχνικές αναπτύξεις.
(κ) καθορίζει, σχεδιάζει, αναπτύσσει, επικυρώνει και οργανώνει την εφαρμογή ενός ομοιόμορφου συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη, υπό την αιγίδα του Συμβουλίου.
6. Οταν η Υπηρεσία παρέχει εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας έχει ως αποστολή:
(α) να αποτρέπει συγκρούσεις μεταξύ αεροσκαφών.
(β) να διασφαλίζει την κανονική και ταχεία ροή της εναέριας κυκλοφορίας.
(γ) να παρέχει συμβουλές και πληροφορίες χρήσιμες για την ασφαλή και αποτελεσματική εκτέλεση των πτήσεων.
(δ) να ειδοποιεί τα κατάλληλα όργανα σχετικά με αεροσκάφη που χρειάζονται τη βοήθεια υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης και να παρέχει στα όργανα αυτά την αναγκαία συνδρομή.
Η Υπηρεσία συνεργάζεται στενά με τις οργανώσεις χρηστών, ούτως ώστε να ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά και πιο οικονομικά στις απαιτήσεις της πολιτικής αεροπορίας. Συνεργάζεται επίσης, στενά με τις στρατιωτικές αρχές ούτως ώστε να ανταποκρίνεται, υπό τους ίδιους όρους, στις ειδικές ανάγκες της στρατιωτικής αεροπορίας.
8. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Υπηρεσία μπορεί, μεταξύ άλλων, να κατασκευάζει και να εκμεταλλεύεται τα κτίρια και τις εγκαταστάσεις που χρειάζεται.
Ωστόσο, θα προσφεύγει στις εθνικές τεχνικές υπηρεσίες και θα κάνει χρήση των υφισταμένων εθνικών εγκαταστάσεων οποτεδήποτε αυτό δικαιολογείται από τεχνική και οικονομική άποψη, προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε διπλή εργασία.
Αρθρο 2
Με την επιφύλαξη των εξουσιών που παρέχονται στη Γενική Συνέλευση και στο Συμβρύλιο, η Υπηρεσία διοικείται από ένα Γενικό Διευθυντή, ο οποίος χαίρει ευρείας διοικητικής ανεξαρτησίας όσον αφορά την εφαρμογή, τη χρησιμοποίηση και την αποτελεσματική λειτουργία των τεχνικών και χρηματοοικονομικών μέσων και των μέσων σε προσωπικό που τίθενται στη διάθεση του. Για το σκοπό αυτό, λαμβάνει κάθε μέτρο που κρίνει αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων του.
2. Εξάλλου ο Γενικός Διευθυντής πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης, με σκοπό να τα υποβάλει προς έγκριση στο Συμβούλιο:
(α) να επεξεργάζεται ετήσια και πενταετή προγράμματα εργασίας αναφέροντας τις επιπτώσεις επί της εξέλιξης του κόστους και των τιμών μονάδας.
(β) να καταρτίζει το πενταετές χρηματοοικονομικό σχέδιο και τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων και, υπό τους όρους που προβλέπονται στο Παράρτημα IV, τωντιμών μονάδας και των τιμολογίων.
(γ) να παρουσιάζει στο Συμβούλιο μία ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες και τη χρηματοοικονομική κατάσταση του Οργανισμού.
(δ) να παρουσιάζει τις αρχές που διέπουν τη γενική διάρθρωση της Υπηρεσίας, ενώ οι λεπτομέρειες της διάρθρωσης αυτής ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Γενικού Διευθυντή.
3. Εξάλλου ο Γενικός Διευθυντής:
(α) υποβάλλει εκθέσεις σε κανονικά διαστήματα και ζητεί οδηγίες από το Συμβούλιο κάθε φορά που υπάρχει κίνδυνος να μην επιτευχθούν οι στόχοι, να γίνει υπέρβαση των προθεσμιών ή των χρηματοοικονομικών ανωτάτων ορίων ή σε περίπτωση που επιφέρονται σημαντικές τροποποιήσεις σε προγράμματα.
(β) διαπραγματεύεται τις συμφωνίες που προβλέπει το άρθρο 2 της Σύμβασης, μέσα στο πλαίσιο των οδηγιών που εκδίδει το Συμβούλιο.
Αρθρο 3
Ο Γενικός Διευθυντής καταρτίζει και υποβάλλει για έγκριση στο Συμβούλιο, τον Κανονισμό Συμβάσεων σχετικά με:
α) τη σύναψη συμβάσεων για την παροχή αγαθών και υπηρεσιών στον Οργανισμό.
β) την παροχή αγαθών και υπηρεσιών από τον Οργανισμό.
γ) την πώληση ή τη διάθεση πλεοναζόντων περιουσιακών στοιχείων.
Αρθρο 4
Ο Γενικός Διευθυντής καταρτίζει και υποβάλλει για έγκριση στο Συμβούλιο το Δημοσιονομικό Κανονισμός ο οποίος καθορίζει ιδίως τους όρους που διέπουν την καταβολή τωνεθνικών συνεισφορών, καθώς και τους όρους σύμφωνα με τους οποίους συνάπτει δάνεια η Υπηρεσία και μεριμνά για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση συμπεριλαμβανομιενου του εσωτερικού ελέγχου.
Αρθρο 5
1. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των Συμβαλλομέ- νων Μερών να υποβάλλουν προτάσεις, ο Γενικός Διευθυ ντής καταρτίζει και υποβάλλει για έγκριση στο Συμβούλιο τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλή λων της Υπηρεσίας:
(α) ο εν λόγω περιλαμβάνει ιδίως διατάξεις σχετικές με την ιθαγένεια του προσωπικού, τις διαδικασίες και αρχές για την επιλογή και την πρόσληψη, τις μισθολογικές κλίμακες, τις συντάξεις, τον εσωτερικό φόρο, τα ασυμβίβαστα με το λειτούργημα, την επαγγελματική εχεμύθεια και τη συνέχεια της υπηρεσίας.
(β) οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας προσλαμβάνονται μεταξύ των υπηκόων των Συμβαλλομένων Μερών. Υπάλληλοι από μη Συμβαλλόμενα κράτη μπορούν να προσληφθούν στο πλαίσιο των συμφωνιών που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 3 της Σύμβασης ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση του Γενικού Διευθυντή.
2. Το Διοικητικό Δικαστήριο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας έχει αποκλειστική δικαιοδοσία επί των διαφο ρών μεταξύ του Οργανισμού και του προσωπικού της Υπηρεσίας, αποκλειομένου κάθε άλλου δικαστηρίου, εθνικού ή διεθνούς.
Αρθρο 6
1. Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται για μία θητεία πέντε ετών από τη Γενική Συνέλευση με σταθμιζόμενη πλειοψηφία, με την επιφύλαξη ότι η πλειοψηφία αυτή δεν είναι μικρότερη από τα τρία τέταρτα των σταθμιζομένων ψήφων των ψηφισάντων, σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 11 της Σύμβασης καιτουλάχιοτοννπότα τρία τέταρτα των Συμβαλλομένων Μερών που εκφράζουν άποψη με την ψήφο τους. Η θητεία του μπορεί να ανανεωθεί μία φορά υπό τους ιδίους όρους.
Ο Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης του Γενικού Διευθυντή εγκρίνεται από το Συμβούλιο.
2. Ο Γενικός Διευθυντής αντιπροσωπεύει τον Οργανισμό ενώπιον των δικαστηρίων καθώς και εξωδίκως.
3. Επιπλέον, σύμφωνα με τις πολιτικές που εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής:
(α) μπορεί να διορίζει και να παύει τα μέλη του προσωπικού σύμφωνα μέτον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων οι διορισμοί που αφορούν καθήκοντα βαθμού Α1 και Α2 για μία θητεία πέντε ετών, κατά γενικό κανόνα, ανανεώσιμη μία μόνο φορά, υπόκεινται στην έγκριση του Συμβουλίου.
(β) μπορεί να συνάπτει δάνεια σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονταν στο Δημοσιονομικό Κανονισμό και μέσα στα όρια που καθορίζονται για το σκοπό αυτό από το Συμβούλιο.
(γ) μπορεί να συνάπτει συμβάσεις σύμφωνα με τον Κανονισμό Συμβάσεων 3 του προβλέπεται στο άρθρο 3 και μέσα στα όρια που καθορίζονται για το σκοπό αοτό από το Συμβούλιο.
(δ) επεξεργάζεται και υποβάλει για έγκριση στο Συμβούλιο τον Κανονισμό περί προστασίας των δεδομένων που προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (λ) της Σύμβασης.
(ε) επεξεργάζεται και υποβάλλει για έγκριση στο Συμβούλιο τους κανόνες και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις πρακτικές σχετικά με τα συστήματα και τις εξυπηρετήσεις διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.
4. Ο Γενικός Διευθυντής μπορεί να εκτελεί τα ανωτέρω καθήκοντα του χωρίς να αναφέρεται προηγουμένως στο Συμβούλιο, αλλά τηρεί το Συμβούλιο ενήμερο για κάθε μέτρο που λαμβάνει κατά την άσκηση των προαναφερο μένων εξουσιών.
5. Το Συμβούλιο καθορίζει τους όρους υπό τους οποί ους μπορεί να αντικατασταθεί ο Γενικός Διευθυντής σε περίπτωση κωλύματος.
Αρθρο 7
Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος σε έσοδα και έξοδα. Για κάθε οικονομικό έτος πρέπει να καταρτίζονται προβλέψεις όλων των εσόδων και εξόδων της Υπηρεσίας.
2. Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1 η Ιανουαρίου και λή γει στις 31 Δεκεμβρίου.
3. Ο Γενικός Διευθυντής υποβάλλει για έγκριση στο Συμβούλιο το σχέδιο προϋπολογισμού και το σχέδιο του πενταετούς χρηματοοικονομικού σχεδίου, το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου του προηγουμένου έτους.
Αρθρο 8
Ο Οργανισμός μπορεί να δανείζεται από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές προκειμένου να εξοικονομεί τους αναγκαίους πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων του.
2. Ο Οργανισμός μπορεί να εκδίδει δάνεια στις κεφαλαιαγορές ενός Συμβαλλομένου Μέρους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο το σχετικό με την έκδοση εσωτερικών δανείων, ή σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιο δίκαιο, με τη συγκατάθεση του Συμβαλλόμενου Μέρους.
3.0 Δημοσιονομικός Κανονισμός καθορίζει τις διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες ο Οργανισμός συνάπτει και αποπληρώνει δάνεια.
4. Κάθε προϋπολογισμός και κάθε πενταετές χρηματο οικονομικό σχέδιο καθορίζουν το μέγιστο ποσό, το οποίο ο Οργανισμός μπορεί να δανειστεί κατά τη διάρκεια των ετών που καλύπτονται από τον προϋπολογισμό και το πε νταετές χρηματοοικονομικό σχέδιο.
5. Για θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ο Οργανισμός ενεργεί σε συμφωνία με τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Μερών ή με τις εκδότριες τους Τράπεζες.
Αρθρο 9
Ο προϋπολογισμός και το πενταετές χρηματοοικονομικά σχέδιο μπορούν να αναθεωρούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εάν οι περιστάσεις το απαιτούν, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται για τη σύνταξη και την έγκριση τους.
Αρθρο 10
1. Οι λογαριασμοί του συνόλου των εσόδων και εξόδων του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας και η δημοσιονομική διαχείριση της Υπηρεσίας, ελέγχονται ετησίως από ένα Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου.
2. Το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου επικουρείται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του από εξωτερικούς συμβούλους ελεγκτές. Η εξωτερική εταιρία συμβούλων – ελεγκτών διορίζεται από το Συμβούλιο για μια περίοδο τριών ετών, σύμφωνα με το άρθρο 7παρ. 2περίπτ. (στ) της Σύμβασης.
3. Σκοπός του ελέγχου που πραγματοποιείτο Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου, με τη βοήθεια εξωτερικών συμβούλων – ελεγκτών, είναι να διαπιστωθεί η κανονικότητα των εσόδων και εξόδων και να εξακριβωθεί η χρηστή δη μοσιονομική διαχείριση. Το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου υποβάλλει στο Συμβούλιο, μετά τη λήξη κάθε οικονο μικού έτους, μια έκθεση στην οποία επισυνάπτονται οι παρατηρήσεις της Υπηρεσίας. Το Συμβούλιο μπορεί να δώσει εντολή στην Υπηρεσία να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία συνιστά η έκθεση ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 2 περίπτ. (α) της Σύμβασης.
4. Το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου μεριμνά για τη δημιουργία ενός κατάλληλου μηχανισμού εσωτερικού ελέγχου εντός της Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις πρακτικές και τις αρχές της χρηστής διαχείρισης.
5. Το Συμβούλιο Λογιστικού Ελέγχου μπορεί να εξετάζει και άλλα σχετικά με την Υπηρεσία χρηματοοικονομικά θέματα, σύμφωνα με την εντολή του.
Αρθρο 11
1. Διοικητικές και τεχνικές επιθεωρήσεις των μονάδων της Υπηρεσίας μπορούν να πραγματοποιούνται, εφόσον ζητηθεί από το Συμβούλιο, είτε αυτό ενεργεί ιδία πρωτο βουλία ή ύστερα από αίτημα του Γενικού Διευθυντή.
2. Οι επιθεωρήσεις αυτές πραγματοποιούνται από υπαλλήλους των διοικήσεων των Συμβαλλομένων Με ρών, με εξωτερική βοήθεια, εφόσον απαιτείται. Κάθε επιτροπή επιθεώρησης αποτελείται από δύο τουλάχιστον πρόσωπα διαφορετικής ιθαγένεια και πρέπει, να περι λαμβάνει, στο μέτρο του δυνατού, ένα πρόσωπο που είχε λάβει μέρος σε μια προηγούμενη επιθεώρηση.
Αρθρο 12
Το Συμβούλιο καθορίζει τις γλώσσες εργασίας της Υπηρεσίας.
Αρθρο 13
Η Υπηρεσία προβαίνει στις απαραίτητες για τη λειτουργία της εκδόσεις.
Αρθρο 14
Ολα τα σχέδια τροποποιήσεων του Καταστατικού υποβάλλονται για έγκριση στη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 περίπτ. (δ) της Σύμβασης.
ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΤΗΣΗΣ
Περιοχές πληροφοριών πτήσης Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Ανώτερη
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βερολίνου Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ανοβέρου
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρήγου Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέμης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ντίσελντορφ Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Φρανκφούρτης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μονάχου Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βερολίνου Δημοκρατία της Αυστρίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βιέννης Βασίλειο του Βελγίου
– Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών Δημοκρατία της Βουλγαρίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σόφιας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βάρνας Κυπριακή Δημοκρατία Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λευκωσίας Δημοκρατία της Κροατίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ζάγκρεμπ Βασίλειο της Δανίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Κοπεγχάγης Βασίλειο της Ισπανίας
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μαδρίτης Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μαδρίτης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βαρκελώνης Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βαρκελώνης Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Καναρίων Νήσων
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Καναρίων Νήσων Γαλλική Δημοκρατία – Πριγκιπάτο του Μονακό (*) Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Γαλλίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Παρισίων Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέστης Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μπορντό
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μασσαλίας (*)
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρεμς Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σκοτίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σκοτίας
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λονδίνου Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λονδίνου Ελληνική Δημοκρατία
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Αθηνών Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Αθηνών Δημοκρατία της Ουγγαρίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βουδαπέστης Ιρλανδία
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Shannon
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Shannon
Ωκεάνεια Μεταβατική Περιοχή Shannon που ορίζεται από τις ακόλουθες συντεταγμένες: 51ο Βόρεια 15ο Δυτικά, 51ο Βόρεια 8ο Δυτικά, 48ο 30 Βόρεια 8ο Δυτικά, 49ο Βόρεια 15ο Δυτικά, 51ο Βόρεια 15ο Δυτικά σε επίπεδο πτήσης 55 και άνω. Ιταλική Δημοκρατία
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μιλάνου
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρώμης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Brindisi
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μιλάνου
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρώμης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Brindisi Δημοκρατίας της Μάλτας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μάλτας Βασίλειο της Νορβηγίας
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Όσλο
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Stavanger
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Trondheim
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Bodip
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης οσλο
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Stavanger
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Trondheim
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Bodip
Ωκεάνεια Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Bodip Βασίλειο των Κάτω Χωρών
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Άμστερνταμ Πορτογαλική Δημοκρατία
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβόνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβόνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάντα Μαρία Ρουμανία
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βουκουρεστίου Σλοβακική Δημοκρατία
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μπρατισλάβας Δημοκρατία της Σλοβενίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λουμπλιάνας Βασίλειο της Σουηδίας
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Malmcp
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Στοκχόλμης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Sundsvall
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Malmcp
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Στοκχόλμης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Sundsvall Ελβετική Συνομοσπονδία
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ελβετίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ελβετίας Τσεχική Δημοκρατία
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Πράγας Τουρκική Δημοκρατία
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Άγκυρας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ισταμπούλ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Φορολογικές διατάξεις
Αρθρο 1
1. Με την επιφύλαξη των απαλλαγών που προβλέπονται στα άρθρα 22 και 23 της Σύμβασης, όταν ο Οργανισμός, κατά την άσκηση της επίσημης αποστολής του, προβαίνει σε σημαντικές αγορές αγαθών ή χρησιμοποιεί υπηρεσίες σημαντικής αξίας, σχετικά με τις οποίες καταβλήθηκαν ή πρέπει να καταβληθούν έμμεσοι φόροι, δασμοί ή τέλη (περιλαμβανομένων των φόρων, δασμών ή τελών που εισπράττονται κατά την εισαγωγή, διαφόρων των αναφερομένων στο άρθρο 23 παρ. 1 της Σύμβασης), οι κυβερνήσεις των κρατών μελών προβαίνουν, στο μέτρο του δυνατού, στις κατάλληλες ενέργειες για να αντισταθμίσουν την επίπτωση επί του Οργανισμού αυτών των φόρων, δασμών ή τελών, είτε με προσαρμογή των χρηματικών συνεισφορών που καταβάλλονται στον Οργανισμό, είτε με επιστροφή στον Οργανισμό του ποσού αυτών των φόρων, δασμών ή τελών. Οι εν λόγω φόροι, δασμοί ή τέλη μπορούν επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο απαλλαγής.
2. Οσον αφορά τις πληρωμές, στις οποίες οφείλει να προβεί ο Οργανισμός προς τα κράτη μέλη σε σχέση με επενδύσεις που πραγματοποιούν αυτά τα κράτη, στο μέ τρο που οι αντίστοιχες δαπάνες πρέπει να επιστραφούν από τον Οργανισμό, τα εν λόγω κράτη φροντίζουν ώστε η κατάσταση λογαριασμού, την οποία υποβάλλουν στον Οργανισμό, να μην αναφέρει φόρους, δασμούς ή τέλη από τα οποία ο Οργανισμός θα είχε απαλλαγεί, τα οποία θα του επιστρέφονταν ή θα αποτελούσαν αντικείμενο προσαρμογής των χρηματικών συνεισφορών προς τον Οργανισμό, εάν ο Οργανισμός είχε ο ίδιος προβεί σε αυ τές τις επενδύσεις.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζο νται στους φόρους, δασμούς ή τέλη που εισπράττονται ως πληρωμή για υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.
Αρθρο 2
Τα αγαθά που αποκτά ο Οργανισμός, στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 1 παρ. 1, μπορούν να πωληθούν ή να διατεθούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, σύμφωνα μόνο με τους όρους που καθορίζονται από τις κυ βερνήσεις των ενδιαφερομένων κρατών.
Αρθρο 3
1. Ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας και τα μέλη του προσωπικού του Οργανισμού υπόκεινται σε φόρο υπέρ του Οργανισμού, επί των αποδοχών και μισθών που τους καταβάλλει ο εν λόγω Οργανισμός, σύμφωνα με τους κα νόνες και τους όρους που καθορίζει η Γενική Συνέλευση. Οι αποδοχές και οι μισθοί απαλλάσσονται από τον εθνικό φόρο εισοδήματος.
Οι αποδοχές και μισθοί που απαλλάσσονται από τον εθνικό φόρο εισοδήματος μπορούν ωστόσο να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη, όταν προσδιορίζουν το ποσό του φόρου που ισχύει επί των άλλων εισοδημάτων των δικαιούχων των αποδοχών και μισθών.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις συντάξεις και τις προσόδους που καταβάλλει ο Οργανισμός.
3. Το όνομα, η ιδιότητα, η διεύθυνση, οι αποδοχές και ενδεχομένως οι συντάξεις των υπαλλήλων και πρώην υπαλλήλων, στους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, ανακοινώνονται περιοδικά στα κράτη μέλη.
Αρθρο 4
Για την εφαρμογή του παρόντος Παραρτήματος, ο Οργανισμός ενεργεί σε συμφωνία με τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών.
Αρθρο 5
1. Το παρόν Παράρτημα αντικαθιστά το πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 6 Ιουλίου 1970, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 21 Νοεμβρίου 1978, τα οποία τροποποιήθηκαν και τα δύο με το άρθρο XXXVIII του Πρωτοκόλλου που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 12 Φεβρουαρίου 1981 για την τροποποίηση της Σύμβασης.
2. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου 1 ανωτέρω, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 3 του πρόσθετου Πρωτοκόλλου της 6ης Ιουλίου 1970, συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι την πλήρη εκκαθάριση των απαιτήσεων και υποχρεώσεων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΕΛΩΝ ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ
Διατάξεις σχετικά με το κοινό σύστημα τελών διαδρομής
Αρθρο 1
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να συνεχίσουν να διαχειρίζονται ένα κοινό σύστημα καθορισμού, τιμολόγησης και είσπραξης των τελών διαδρομής, με βάση ένα ενιαίο τέλος ανά πτήση και να χρησιμοποιούν για το σκοπό αυτό τις υπηρεσίες του EUROCONTROL.
Αρθρο 2
Ο Οργανισμός καθορίζει, τιμολογεί και εισπράττει τα τέλη διαδρομής που καταλογίζονται στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας επί διαδρομής, ύστερα από πρόταση των Συμβαλλομένων Μερών που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα τελών διαδρομής.
Αρθρο 3
Σε ό,τι αφορά τα τέλη διαδρομής, το Συμβούλιο αποτελεί το όργανο το υπεύθυνο για τον καθορισμό των τρόπων εκτέλεσης των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνονται στον τομέα των τελών διαδρομής και για την εποπτεία των καθηκόντων της Υπηρεσίας στον τομέα αυτό.
Ειδικότερα, το Συμβούλιο:
(α) προετοιμάζει τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνονται σε θέματα πολιτικής τελών διαδρομής-
(β) καθορίζει τη λογιστική μονάδα στην οποία εκφράζονται τα τέλη διαδρομής.
(γ) σύμφωνα με τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 6 παρ. 2 της Σύμβασης, καθορίζει τους όρους εφαρμογής του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των όρων πληρωμής καθώς επίσης και των τιμών μονάδας, των τιμολογίων και της περιόδου εφαρμογής τους.
(δ) εγκρίνει τις εκθέσεις τις σχετικές με τις δραστηριότητες του EUROCONTROL σε θέματα τελών διαδρομής.
(ε) υιοθετεί το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο σύστημα τελών διαδρομής.
(στ) εγκρίνει τα παραρτήματα του προϋπολογισμού τα σχετικά με τις δραστηριότητες του EUROCONTROL σε θέματα τελών διαδρομής.
Αρθρο 4
Τα τέλη διαδρομής που αναφέρονται στο τιμολόγιο, το οποίο εκδίδει ο Οργανισμός, αποτελούν ένα ενιαίο τέλος που οφείλεται για κάθε πτήση, το οποίο συνιστά ενιαία απαίτηση του EUROCONTROL πληρωτέα στα Κεντρικά Γραφεία του.
Αρθρο 5
1. Το τέλος οφείλεται από το πρόσωπο που εκμεταλ λευόταν το αεροσκάφος κατά τη στιγμτγπου πραγματο ποιήθηκε η πτήση. Το τέλος είναι μία προνομιούχος απαί τηση επί του αεροσκάφους, σε σχέση με το οποίο οφείλεται το τέλος, ανεξάρτητα από το πρόσωπο στην κατοχή του οποίου βρίσκεται, εάν το επιτρέπει το δίκαιο του εν διαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Οταν για την αναγνώριση της πτήσης χρησιμοποιεί ται ένας ενδείκτης ICAO, ή οποιοσδήποτε άλλος αναγνω ρισμένος ενδείκτης, ο EUROCONTROL μπορεί να θεωρή σει ως εκμεταλλευόμενο, τον οικονομικό φορέα εκμετάλ λευσης αεροσκαφών, στον οποίο ο εν λόγω ενδείκτης έχει χορηγηθεί ή βρισκόταν υπό εξέλιξη η διαδικασία της χορήγησης του κατά τη στιγμή της πτήσης ή ο οποίος έχει αναγνωριστεί στο κατατεθειμένο σχέδιο πτήσης ή έχει αναγνωριστεί με τη χρήση του ενδείκτη ICAO ή οποιου δήποτε άλλου ενδείκτη αναγνωρισμένου στις επικοινω νίες με τις υπηρεσίες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας, ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο.
3. Αν η ταυτότητα του εκμεταλλευόμενου δεν είναι γνωστή ως ο εκμεταλλευόμενος του αεροσκάφους θεωρείται ο ιδιοκτήτης αυτού, εκτός εάν αποδείξει ποιο άλλο πρόσωπο ήταν ο εκμεταλλευόμενος.
4. Ο εκμεταλλευόμενος και ο κύριος του αεροσκάφους ευθύνονται αλληλέγγυα, για την καταβολή του τέλους, εάν το επιτρέπει το δίκαιο του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Αρθρο 6
1. Σε περίπτωση που δεν έχει καταβληθεί το οφειλόμε νο ποσό, είναι δυνατόν να ληφθούν μέτρα για αναγκαστι κή είσπραξη, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν την κρά τηση ή την αναγκαστική πώληση αεροσκαφών, εάντο Επιτρέπει, το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου προσγειώθηκε το αεροσκάφος.
2. Ύστερα από σχετική αίτηση του EUROCONTROL, τα μέτρα μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν την επανεξέταση από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος ή από οποιοδήποτε αρ μόδιο οργανισμό, των διοικητικών αδειών των σχετικών με τη δραστηριότητα αερομεταφοράς ή τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας, οι οποίες χορηγήθηκαν σε ένα χρήστη υπόχρεο για την καταβολή του τέλους, εάν αυτό επιτρέπεται από τη σχετική νομοθεσία.
Αρθρο 7
1. Οι προσφυγές για την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ασκούνται είτε από τον EUROCONTROL είτε, μετά από αίτηση του EUROCONTROL από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, είτε από οποιοδήποτε όργανο εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτό από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος.
2. Η είσπραξη πραγματοποιείται με δικαστική ή με διοι κητική διαδικασία.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιεί στον EUROCONTROL τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στο Κράτος αυτό, καθώς και τα αρμόδια δικαστήρια ή τις αρ μόδιες διοικητικές αρχές.
Αρθρο 8
Οι προσφυγές για την είσπραξη ασκούνται στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους: (α) όπου ο οφειλέτης έχει την κατοικία ή την έδρα του. (β) όπου ο οφειλέτης διατηρεί εμπορική εγκατάσταση, εφόσον η κατοικία ή η έδρα του δεν βρίσκονται στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου Μέρους.
(γ) όπου, ελλείψει των λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (β) ανωτέρω, ο οφειλέτης κατέχει περιουσιακά στοιχεία.
(δ) ελλείψει των λόγων δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) έως και
(γ) ανωτέρω, όπου ο EUROΟΟΝΤΡ έχει τα Κεντρικά Γραφεία του.
Αρθρο 9
1. Οι διατάξεις των άρθρων 5, 6,7 και 8 δεν αποκλείουν τη δυνατότητα για οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος ή για οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο από Συμβαλλόμενο Μέρος όργανο, το οποίο ενεργεί ύστερα από σχετική αίτηση του EUROCONTROL, να προβεί στην είσπραξη του οφειλόμενου ποσού με κράτηση ή αναγκαστική πώληση αεροσκάφους, σύμφωνα με τη διοικητική ή δικαστική δια δικασία του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Η εξουσία κράτησης ή αναγκαστικής πώλησης επεκτείνεται στον εξοπλισμό, στα ανταλλακτικά, στα καύσιμα, στα εφόδια και στα έγγραφα του αεροσκάφους που κρατείται ή πωλείται.
3. Το κύρος και η ισχύς της κράτησης και της αναγκαστικής πώλησης καθορίζονται από τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου έλαβε χώ ρα η κράτηση.
Αρθρο 10
Ο EUROCONTROL έχει την ικανότητα να ασκεί προσφυγή ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων και διοικητικών αρχών των κρατών που δεν είναι μέρη της Σύ μβασης.
Αρθρο 11
Οι ακόλουθες αποφάσεις που λαμβάνονται σε ένα Συμβαλλόμενο Μέρος αναγνωρίζονται και εκτελούνται στα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη:
(α) οι οριστικές αποφάσεις δικαστηρίων.
(β) οι διοικητικές αποφάσεις που υπόκειντο σε ένδικα μέσα, αλλά δεν υπόκεινται πλέον, είτε διότι το δικαστήριο απέρριψε το ένδικο μέσο με οριστική απόφαση, είτε διότι ο αιτών παραιτήθηκε, είτε διότι η προθεσμία άσκησης του ενδίκου μέσου έχει εκπνεύσει.
Αρθρο 12
Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο Αρθρο 11 δεν αναγνωρίζονται ούτε εκτελούνται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) αν το δικαστήριο ή η διοικητική αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους προέλευσης δεν ήταν αρμόδια, σύμφωνα με το άρθρο 8.
(β) αν η απόφαση αντίκειται: στη δημόσια τάξη του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης.
(γ) αν δεν γνωστοποιήθηκε, στον οφειλέτη η απόφαση της διοικητικής αρχής ή η άσκηση της προσφυγής έγκαιρα, ώστε να μπορεί ο εν λόγω να αμυνθεί ή να ασκήσει ένδικα μέσα.
(δ) αν έχει προηγουμένως ασκηθεί προσφυγή σχετικά με τα ίδια τέλη διαδρομής και εκκρεμεί ακόμη ενώπιον δικαστηρίου, ή διοικητικής αρχής του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης.
(ε) αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση σχετική με τα ίδια τέλη διαδρομής που έχει εκδοθεί στο Συμβαλλόμενο Μέρος αναγνώρισης.
(στ) αν το δικαστήριο ή η διοικητική αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους προέλευσης, για να εκδώσει την απόφαση του/της, επέλυσε προδικαστικό ζήτημα σχετικό με την προσωπική κατάσταση και ικανότητα των φυσικών προσώπων, τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων ή τις κληρονομικές σχέσεις, κατά τρόπο που αντίκειται σε κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης, εκτός αν η απόφαση καταλήγει σε αποτέλεσμα ίδιο με εκείνο που θα προέκυπτε από την εφαρμογή των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους.
Αρθρο 13
Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11, οι οποίες είναι εκτελεστές στο Συμβαλλόμενο Μέρος προέλευσης, εκτελούνται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης. Εάν είναι αναγκαίο, η απόφαση περιβάλλεται τον εκτελεστήριο τύπο, μετά από απλή αίτηση, από ένα δικαστήριο, ή μια διοικητική αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης.
Αρθρο 14
1. Η αίτηση συνοδεύεται από:
(α) ένα κυρωμένο αντίγραφο της απόφασης.
(β) σε περίπτωση απόφασης δικαστηρίου που εκδίδεται ερήμην, το πρωτότυπο ή ένα κυρωμένο αντίγραφο εγγράφου που να αποδεικνύει, ότι έχει επιδοθεί εγκαίρως στον οφειλέτη το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης.
(γ) σε περίπτωση διοικητικής απόφασης, ένα έγγραφο το οποίο να αποδεικνύει ότι σι ι προϋποθέσεις του άρθρου 11 πληρούνται.
(δ) ένα έγγραφο, το οποίο να αποδεικνύει ότι η απόφαση είναι εκτελεστή στο Συμβαλλόμενο Μέρος προέλευσης και ότι η απόφαση έχει επιδοθεί εγκαίρως στον οφειλέτη.
2. Μια προσηκόντως επικυρωμένη μετάφραση των εγ γράφων προσκομίζεται, εάν αυτό απαιτείται από το δικαστήριο, ή τις διοικητικές αρχές του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης. Καμία επικύρωση ή άλλη ανάλογη διατύπωση δεν απαιτείται.
Αρθρο 15
1. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί μόνο για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 12. Αποκλείε ται η επί της ουσίας αναθεώρηση της απόφασης από το Συμβαλλόμενο Μέρος αναγνώρισης.
2. Η διαδικασία αναγνώρισης και εκτέλεσης της απόφασης διέπεται από το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Μέρους αναγνώρισης, στο μέτρο που η Σύμβαση δεν ορίζει δια φορετικά.
Αρθρο 16
Το ποσό που εισπράττεται από τον EUROCONTROL καταβάλλεται στα Συμβαλλόμενα Μέρη, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου.
Αρθρο 17
Σε περίπτωση ένα Συμβαλλόμενο Μέρος εισπράξει την απαίτηση, το εισπραχθέν ποσό καταβάλλεται το συντομότερο δυνατό στον EUROCONTROL, ο οποίος εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16. Τα έξοδα είσπραξης που έχει υποστεί αυτό το Συμβαλλόμενο Μέρος επιβαρύνουν τον EUROCONTROL.
Αρθρο 18
Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Μερών συνεργάζονται με τον EUROCONTROL, για τον καθορισμό και την είσπραξη των τελών διαδρομής.
Αρθρο 19
Αν το Συμβούλιο αποφασίσει ομόφωνα να παραιτηθεί από την είσπραξη ενός τέλους, τα ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορούν να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια θεωρούν κατάλληλη. Στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις της Σύμβασης οι σχετικές με την είσπραξη αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων παύουν να ισχύουν.
ΠΡΟΣΘΕΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ
σχετικά με την αντικατάσταση της – Πολυμερούς Συμ-φωνίας της σχετικής με τα Τέλη Διαδρομής της 12ης Φεβρουαρίου 1981 από τις σχετικές διατάξεις του ενιαίου κειμένου της Διεθνούς Σύμτβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας όπως τροποποιήθηκε στις Βρυξέλλες το 1997, συμπεριλαμβανομένου του Παραρτήματος IV αυτής.
Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ,
Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΟΑΤΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,
Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΗΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,
Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,
Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,
ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΚΟ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,
Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ,
Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟ ΥΗΔΙΑΣ,
Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ,
Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Που στο εξής καλούνται “τα Εθνικά Συμβαλλόμενα Μέρη”, Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Που στο εξής καλείται “EUROCONTROL”.
Εχοντας υπόψη τη Διεθνή Σύμβαση EUROCONTROL τη σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας που τροποποιήθηκε στις Βρυξέλλες το 1981, και ιδίως τα άρθρα 6 παρ. 3, 7 παρ. 2,11 και 12.
Εχοντας υπόψη το Μέτρο υπ` αριθμ. 85/1943 που αποφάσισε ή Μόνιμη Επιτροπή του EUROCONTROL, σχετικά με τη σύναψη του παρόντος Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.
Επειδή τα Εθνικά Συμβαλλόμενα Μέρη υπογράφουν την ημέρα αυτή ένα Πρωτόκολλο για την ενοποίηση της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960 σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν (καλούμενο στο εξής “το Πρωτόκολλο”), Επειδή ο EUROCONTROL είναι, μαζί με τα Εθνικά Συμβαλλόμενα Μέρη, μέρος της Πολυμερούς Συμφωνίας της σχετικής με τα τέλη διαδρομής της 12ης Φεβρουαρίου 1981 (καλούμενη στο εξής “η Πολυμερής Συμφωνία”).
Επειδή, εντούτοις, το Πρωτόκολλο ανοίγεται για υπογραφή μόνο από τα Εθνικά Συμβαλλόμενα Μέρη και από κάθε άλλο κράτος που έχει κληθεί στη Διπλωματική Συνδιάσκεψη κατά τη διάρκεια της οποίας υιοθετήθηκε το εν λόγω ή από κάθε άλλο κράτος που έχει εξουσιοδοτηθεί να το υπογράψει από τη Μόνιμη Επιτροπή του EUROCONTROL.
Επειδή σύμφωνα με το άρθρο IV του Πρωτοκόλλου, από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του έν λόγω, η Πολυμερής Συμφωνία καταργείται και αντικαθίσταται από τις σχετικές διατάξεις του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης που επισυνάπτεται στο Πρωτόκολλο, συμπεριλαμβανομένου του Παραρτήματος IV αυτής. Επειδή μία τέτοια αντικατάσταση είναι δυνατή μόνο με τη συναίνεση όλων των Μερών, Συμφώνησαν ως ακολούθως:
Αρθρο 1
Από την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει το Πρωτόκολλο της 27ης Ιουνίου 1997 για την ενοποίηση της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL της σχετικής με τη Συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν, η Πολυμερής Συμφωνία η σχετική με τα τέλη διαδρομής της 12ης Φεβρουαρίου 1981 καταργείται.
Αρθρο 2
Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου φροντίζει ώστε να καταχωρηθεί το παρόν Πρωτόκολλο στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στο Συμβούλιο του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, σύμφωνα με το άρθρο 83 της Σύμβασης περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας που υπογράφηκε στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944. ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες Πληρεξούσιοι, αφού παρουσίασαν τα πληρεξούσια έγγραφα τους, τα οποία βρέθηκαν εντάξει, υπέγραψαν το παρόν Πρόσθετο Πρωτόκολλο.
ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, στις 27 Ιουνίου 1997, στη γερμανική, αγγλική, βουλγαρική, κροατική, δανική, ισπανική, γαλλική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, ολλανδική, νορβηγική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβένικη, σουηδική, τσεχική και τουρκική γλώσσα, σε ένα μόνο αντίτυπο, το οποίο θα κατατεθεί στο αρχείο της Κυβέρνησης του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα διαβιβάσει ακριβή αντίγραφα στους υπογράφοντες. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των κειμένων, υπερισχύει το κείμενο στη γαλλική γλώσσα.
Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Για τη Δημοκρατία της Αυστρίας, Για το Βασίλειο του Βελγίου, Για τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, Για την Κυπριακή Δημοκρατία, Για τη Δημοκρατία της Κροατίας, Για το Βασίλειο της Δανίας, Για το Βασίλειο της Ισπανίας, Για τη Γαλλική Δημοκρατία, Για το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, Για την Ελληνική Δημοκρατία, Για τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, Για την Ιρλανδία, Για την Ιταλική Δημοκρατία, Για το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, Για τη Δημοκρατία της Μάλτας, Για το Πριγκιπάτο του Μονακό, Για το Βασίλειο της Νορβηγίας, Για το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, Για την Πορτογαλική Δημοκρατία, Για τη Ρουμανία, Για τη Σλοβακική Δημοκρατία, Για τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, Για το Βασίλειο της Σουήδίας, Για την Ελβετική Συνομοσπονδία, Για την Τσεχική Δημοκρατία, Για την Τουρκική Δημοκρατία, Για τον EUROCONTROL,

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται ο Ν. 1776/1988 (ΦΕΚ 102 Α`).

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και των κειμένων που κυρώνονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 παράγραφος 4 του ενιαίου κειμένου της Σύμβασης.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 18 Φεβρουαρίου 2005

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Π. ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ

ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Μ. ΛΙΑΠΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2005

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ