ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 3295 (ΦΕΚ Α΄ 244/07.12.2004)
Κύρωση του Πρωτοκόλλου που τροποποιεί τη Σύμβαση για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Σύμβαση Ευρωπόλ) και το Πρωτόκολλο σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες της Ευρωπόλ, των μελών των οργάνων της, των αναπληρωτών διευθυντών και των υπαλλήλων της.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη Σύμβαση για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Σύμβαση Ευρωπόλ) και το Πρωτόκολλο σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες της Ευρωπόλ, των μελών των οργάνων της, των αναπληρωτών διευθυντών και των υπαλλήλων της, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 28 Νοεμβρίου 2002, το κείμενο του οποίου σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΥΡΩΠΟΛ) ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΣΥΛΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ, ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΗΣ, ΤΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΗΣ
ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ του παρόντος Πρωτοκόλλου και Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας και του Πρωτοκόλλου σχετικά τα προνόμια και τις ασυλίες της Ευρωπόλ, των μελών των οργάνων της, των αναπληρωτών διευθυντών και των υπαλλήλων της, Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ στην πράξη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 28 Νοεμβρίου 2002,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΕΞΗΣ:
(1) Σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 2, σημείο α) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στην Ευρωπόλ να διευκολύνει και να υποστηρίζει την προετοιμασία, και να ενθαρρύνει το συντονισμό και τη διεξαγωγή ειδικών δράσεων έρευνας από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρησιακών δράσεων κοινών ομάδων, οι οποίες περιλαμβάνουν εκπροσώπους της Ευρωπόλ, ως υποστήριξη.
(2) Πρέπει να θεσπισθούν κανόνες οι οποίοι θα διέπουν αυτή τη συμμετοχή της Ευρωπόλ σε κοινές ομάδες έρευνας. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να αφορούν το ρόλο των υπαλλήλων της Ευρωπόλ στις ομάδες αυτές, την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπόλ και της κοινής ομάδας έρευνας καθώς και την εξωσυμβατική ευθύνη για ζημίες προξενούμενες από υπαλλήλους της Ευρωπόλ που συμμετέχουν στις ομάδες αυτές.
(3) Σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 2, στοιχείο β) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να θεσπιστούν μέτρα που επιτρέπουν στην Ευρωπόλ να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να διενεργούν και να συντονίζουν τις έρευνες τους για συγκεκριμένες υποθέσεις.
(4) Το Πρωτόκολλο σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες της Ευρωπόλ, των μελών των οργάνων της, των αναπληρωτών διευθυντών και των υπαλλήλων της θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε η ασυλία των μελών του προσωπικού της Ευρωπόλ προκειμένου περί προφορικών ή έγγραφων δηλώσεων και/ή πράξεων στις οποίες προβαίνουν κατά την άσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων τους, να μην καλύπτει τις δραστηριότητες που πραγματοποιούν όταν συμμετέχουν σε κοινές ομάδες έρευνας,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΑΡΘΡΟ 1
Η Σύμβαση Ευρωπόλ τροποποιείται ως εξής:
1) Στο άρθρο 3, παράγραφος 1 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
«(6) συμμετέχει, προς υποστήριξη, σε κοινές ομάδες έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 3α,
(7) ζητεί από τις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών να διενεργούν ή να συντονίζουν έρευνες σε συγκεκριμένες υποθέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3β.»
2) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:
(α) «Άρθρο 3α
Συμμετοχή σε κοινές ομάδες έρευνας
1. Υπάλληλοι της Ευρωπόλ μπορούν να συμμετέχουν, προς υποστήριξη, σε κοινές ομάδες έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων που συγκροτούνται δυνάμει του άρθρου 1 της απόφασης πλαισίου της 13ης Ιουνίου 2002 για τις κοινές ομάδες έρευνας 1 ή του άρθρου 13 της Σύμβασης της 29ης Μαΐου 2000 για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον οι ομάδες αυτές διερευνούν αξιόποινες πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπόλ δυνάμει του άρθρου 2.
Οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ, εντός των ορίων που θέτει η νομοθεσία του κράτους μέλους όπου ενεργεί η κοινή ομάδα έρευνας και βάσει του διακανονισμού της παραγράφου 2, μπορούν να παρέχουν συνδρομή σε όλες τις δραστηριότητες και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με όλα τα μέλη της κοινής ομάδας έρευνας βάσει της παραγράφου 3. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν στη λήψη οιωνδήποτε μέτρων καταναγκασμού.
2. Η διοικητική εφαρμογή της συμμετοχής υπαλλήλων της Ευρωπόλ σε κοινή ομάδα έρευνας καθορίζεται με διακανονισμό μεταξύ του διευθυντού της Ευρωπόλ και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών που συμμετέχουν στην κοινή ομάδα έρευνας, σε συνεργασία με τις Εθνικές Μονάδες. Οι κανόνες που διέπουν αυτούς τους διακανονισμούς καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπόλ με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του.
3. Οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ εκτελούν τα καθήκοντά τους υπό την ηγεσία του επικεφαλής της ομάδας, λαμβανομένων υπόψη των όρων που θέτει ο διακανονισμός της παραγράφου 2.
4. Σύμφωνα με τον διακανονισμό που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ μπορούν να έρχονται σε άμεση επαφή με τα μέλη της κοινής ομάδας έρευνας και να παρέχουν στα μέλη και στα αποσπασμένα μέλη της κοινής ομάδας έρευνας, σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, πληροφορίες από οιοδήποτε τμήμα του κατ άρθρο 6 αυτοματοποιημένου συστήματος συλλογής πληροφοριών. Σε περίπτωση άμεσης επαφής, οι Εθνικές Μονάδες των κρατών μελών που εκπροσωπούνται στην ομάδα και των κρατών μελών που έχουν διαβιβάσει την πληροφορία, ενημερώνονται ταυτόχρονα περί αυτού από την Ευρωπόλ.
5. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από υπάλληλο της Ευρωπόλ που είναι μέλος κοινής ομάδας έρευνας μπορούν, με τη συγκατάθεση και υπό την ευθύνη του κράτους μέλους που παρέσχε την πληροφορία, να εισάγονται σε οποιοδήποτε τμήμα του αυτοματοποιημένου συστήματος υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρούσα Σύμβαση.
6. Κατά τις επιχειρήσεις μιας κοινής ομάδας έρευνας βάσει του παρόντος άρθρου, οι υπάλληλοι της Ευρωπόλ υπόκεινται, για αδικήματα που διαπράττονται κατ΄ αυτών ή υπ αυτών, στις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους όπου ενεργούν, οι οποίες ισχύουν για πρόσωπα που ασκούν ανάλογα καθήκοντα.»
(β) «Άρθρο 3β
Αιτήσεις της Ευρωπόλ για την έναρξη ερευνών στο πλαίσιο της δίωξης του εγκλήματος
1. Τα κράτη μέλη διεκπεραιώνουν κάθε αίτηση της Ευρωπόλ για την έναρξη, τη διεξαγωγή ή το συντονισμό ερευνών για συγκεκριμένες υποθέσεις και αποδίδουν στις αιτήσεις αυτές τη δέουσα προσοχή. Ενημερώνουν την Ευρωπόλ περί της έναρξης της έρευνας που έχει ζητηθεί.
2. Εάν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποφασίσουν να μην συμμορφωθούν με αίτηση της Ευρωπόλ, ενημερώνουν την Ευρωπόλ για την απόφασή τους και για τους λόγους που τις οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, εκτός εάν αδυνατούν να εξηγήσουν τους λόγους αυτούς επειδή:
i) θα θιγούν ζωτικά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας, ή
ii) θα διακυβευθεί η επιτυχία ερευνών υπό εξέλιξη ή η ασφάλεια ατόμων.
3. Οι απαντήσεις σε αιτήσεις της Ευρωπόλ για την έναρξη, τη διεξαγωγή ή το συντονισμό ερευνών για συγκεκριμένες υποθέσεις, καθώς και οι πληροφορίες προς την Ευρωπόλ σχετικά με τα αποτελέσματα ερευνών, πρέπει να προωθούνται μέσω των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, σύμφωνα με τους κανόνες της σύμβασης Ευρωπόλ και της σχετικήςεθνικής νομοθεσίας.
4. Βάσει συμφωνίας συνεργασίας που πρόκειται να υπογραφεί με την Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας, η Ευρωπόλ, όταν υποβάλει αίτηση για έναρξη ερευνών στο πλαίσιο της δίωξης του εγκλήματος, ενημερώνει σχετικά την Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας.»
(γ) «Άρθρο 39α
Ευθύνη όσον αφορά τη συμμετοχή της Ευρωπόλ σε κοινές ομάδες έρευνας
1. Εάν υπάλληλοι της Ευρωπόλ προξενήσουν ζημία ενώ δρουν στο έδαφος κράτους μέλους στο πλαίσιο παροχής συνδρομής σε επιχειρησιακά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 3α, το εν λόγω κράτος μέλος αποκαθιστά τη ζημία υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες που προξενούν οι υπάλληλοι του κράτους μέλους αυτού.
2. Εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Ευρωπόλ επιστρέφει εξ ολοκλήρου το ποσό που το κράτος μέλος κατέβαλε στους παθόντες ή τους εξ αυτών έλκοντες δικαιώματα για τις ζημίες του άρθρου 1. Για την επίλυση τυχόν διαφοράς μεταξύ του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και της Ευρωπόλ όσον αφορά την αρχή ή το ποσό της αποζημίωσης, αρμόδιο είναι το Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο αποφαίνεται με πλειοψηφία δύο τρίτων.»
3) Στο άρθρο 28 παράγραφος 1 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
«(1α) καθορίζει, με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του, τους κανόνες που διέπουν τη διοικητική εφαρμογή της συμμετοχής υπαλλήλων της Ευρωπόλ σε κοινή ομάδα έρευνας (άρθρο 3α παράγραφος 2),»
«(21α) αποφαίνεται με πλειοψηφία δύο τρίτων σε τυχόν διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπόλ όσον αφορά την ευθύνη για τη συμμετοχή της Ευρωπόλ σε κοινή ομάδα έρευνας (άρθρο 39α),».
ΑΡΘΡΟ 2
Η κατωτέρω παράγραφος προστίθεται στο άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπόλ, των μελών των οργάνων της, των αναπληρωτών διευθυντών και των υπαλλήλων της:
«(4) Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2, η ασυλία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο (α) δεν παρέχεται για υπηρεσιακές πράξεις που απαιτήθηκε να διενεργηθούν προς εκπλήρωση των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 3α της Σύμβασης σχετικά με τη συμμετοχή υπαλλήλων της Ευρωπόλ σε κοινές ομάδες έρευνας.»
ΑΡΘΡΟ 3
1. Το παρόν Πρωτόκολλο υπόκειται σε αποδοχή εκ μέρους των κρατών μελών σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες.
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ολοκλήρωση των συνταγματικών τους διαδικασιών για την αποδοχή του παρόντος Πρωτοκόλλου.
3. Το παρόν Πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει 90 ημέρες μετά την κοινοποίηση, περί της οποίας η παράγραφος 2, εκ μέρους του κράτους μέλους, το οποίο ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ημερομηνία κατά την οποία το Συμβούλιο εξέδωσε την πράξη για την κατάρτιση του παρόντος πρωτοκόλλου, και το οποίο ολοκλήρωσε τελευταίο την προαναφερόμενη τυπική διαδικασία.
ΑΡΘΡΟ 4
1. Το παρόν Πρωτόκολλο είναι ανοιχτό για προσχώρηση σε όποιο κράτος γίνεται μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν το παρόν Πρωτόκολλο δεν έχει τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία κατάθεσης των εγγράφων προσχώρησης στη Σύμβαση Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης Ευρωπόλ.
2. Τα έγγραφα προσχώρησης στο παρόν Πρωτόκολλο κατατίθενται ταυτόχρονα με τα έγγραφα προσχώρησης στη Σύμβαση Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης Ευρωπόλ.
3. Το κείμενο του παρόντος Πρωτοκόλλου, καταρτιζόμενο στη γλώσσα του προσχωρούντος κράτους εκ μέρους του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι αυθεντικό.
4. Εάν, κατά τη λήξη της περιόδου, περί της οποίας το άρθρο 46, παράγραφος 4 της Σύμβασης Ευρωπόλ, το παρόν Πρωτόκολλο δεν έχει τεθεί σε ισχύ, αρχίζει να ισχύει για το προσχωρούν κράτος μέλος κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3.
5. Εάν το παρόν Πρωτόκολλο τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, πριν λήξει η περίοδος η αναφερόμενη στο άρθρο 46, παράγραφος 4 της Σύμβασης Ευρωπόλ αλλά μετά την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, το προσχωρούν κράτος μέλος προσχωρεί στη Σύμβαση Ευρωπόλ, όπως τροποποιείται από το παρόν Πρωτόκολλο, σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης Ευρωπόλ.
ΑΡΘΡΟ 5
1. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενεργεί ως θεματοφύλακας του παρόντος Πρωτοκόλλου.
2. Ο θεματοφύλακας δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο των αποδοχών και των προσχωρήσεων και όσες άλλες κοινοποιήσεις αφορούν το παρόν Πρωτόκολλο.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του Πρωτοκόλλου που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 2 Δεκεμβρίου 2004
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
OI ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Π. ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ Γ. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 7 Δεκεμβρίου 2004
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ