Νόμος 314 ΦΕΚ Α΄106/5.5.1976
Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Βρυξέλλαις Διεθνούς Συμβάσεως “περί Αστικής Ευθύνης συνεπεία ζημιών εκ ρυπάνσεως υπό πετρελαίου 1969 και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε

Άρθρον πρώτον
Κύρωσις Διεθνούς Συμβάσεως.
1. Κυρούται και έχει ισχύν νόμου η, κατόπιν προσκλήσεως του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού (IMCO), καταρτισθείσα, διαρκούσης Διεθνούς Διασκέψεως, Διεθνής Σύμβασις “περί Αστικής Ευθύνης συνεπεία ζημιών εκ ρυπάνσεως υπό πετρελαίου”, υπογραφείσα εν Βρυξέλλαις, την 19ην Νοεμβρίου 1969, μετά του συνημμένου αυτή Παραρτήματος, ων τα κείμενα εις την Αγγλικήν και εν μεταφράσει εις την Ελληνικήν έχουν ως ακολούθως:
ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΔΙΑ ΖΗΜΙΑΣ ΕΚ ΡΥΠΑΝΣΕΩΣ ΥΠΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ.
Τα εις την παρούσανσύμβασιν Συμβαλλόμενα Κράτη, εν επιγνώσει των κινδύνων εκ ρυπάνσεως λόγω της παγκοσμίου δια θαλάσσης μεταφοράς πετρελαίου εις χύμα. Πεπεισμένα περί της ανάγκης της εξασφαλίσεως επαρκούς αποζημιώσεως εις άτομα υφιστάμενα ζημίανπροκαλουμένην εκ ρυπάνσεως ένεκεν διαφυγής ή εκροής πετρελαίου εκ πλοίων, επιθυμούντα να υιοθετήσουν ομοιομόρφους διεθνείς κανόνας και διαδικασίας, δια τον καθορισμόν της ευθύνης και της παροχής επαρκούς αποζημιώσεως εις τοιαύτας περιπτώσεις, συνεφώνησαν τ` ακόλουθα:
Άρθρον Ι.
Εις την παρούσανΣύμβασιν:
“1. “Πλοίο” σημαίνει κάθε κινούμενο στη θάλασσα σκάφος καθώς και οποιουδήποτε τύπου θαλάσσιο ναυπήγημα που έχει κατασκευαστεί ή διαρρυθμιστεί για τη μεταφορά πετρελαίου χύμα ως φορτίου, με την επιφύλαξη ότι πλοίο ικανό να μεταφέρει πετρέλαιο χύμα και άλλα φορτία θεωρείται ως πλοίο μόνο όταν μεταφέρει πράγματι πετρέλαιο χύμα ως φορτίο καθώς και κατά τη διάρκεια κάθε ταξιδίου που ακολουθεί μια τέτοια μεταφορα, εκτός αν αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχουν σ` αυτό κατάλοιπα πετρελαίου χύμα από τη μεταφορά αυτή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 1 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
2. “Πρόσωπον” σημαίνει οιοδήποτε άτομον ή εταιρείαν ή οργανισμόν δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου έχοντα νομικήν προσωπικότητα ή μη, συμπεριλαμβανομένου Κράτους ή των αποτελούντων αυτό μερών.
3. “Πλοιοκτήτης” σημαίνει το πρόσωπον ή τα πρόσωπα τα εμφαινόμενα εν τω νηολογίω ως κύριοι του πλοίου και, εν ελλείψει νηολογήσεως, το πρόσωπον ή τα πρόσωπα, εις α ανήκει το πλοίον. Εν τούτοις, οσάκις πλοίον ανήκει εις τι Κράτος και τυγχάνει διαχειρίσεως υπό Εταιρείας εμφαινομένης εν τω Κράτει τούτω ως διαχειριστρίας του πλοίου ο όρος “πλοιοκτήτης” σημαίνει την εταιρείαν ταύτην.
4. “Κράτος της νηολογήσεως του πλοίου” σημαίνει, όσον αφορά εις τα νηολογημένα πλοία, το Κράτος εις ο έχει νηολογηθή το πλοίον, όσον δ` αφορά εις τα μη νηολογημένα πλοία, το Κράτος του οποίου την σημαίαν φέρει το πλοίον.
5. “Πετρέλαιο” σημαίνει κάθε εμμένον ορυκτό πετρέλαιο υδρογονανθράκων όπως το αργό πετρέλαιο, το μαζούτ, το βαρύ ντήζελ και λιπαντέλαιο, είτε μεταφέρεται επί πλοίου ως φορτίο, είτε στις δεξαμενές καυσίμων ενός τέτοιου πλοίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
6. “Ζημία από ρύπανση” σημαίνει:
(α) απώλεια ή ζημία που προκαλείται εκτός του πλοίου από μόλυνση προερχόμενη από διαφυγή ή εκροή πετρελαίου από το πλοίο, οπουδήποτε και αν επέλθει μια τέτοια διαφυγή ή εκροή, με την επιφύλαξη ότι αποζημίωση για υποβάθμιση του περιβάλλοντος άλλη από εκείνη για απώλεια κέρδους από μια τέτοια υποβάθμιση, περιορίζεται στις δαπάνες των εύλογων μέτρων αποκατάστασης που πράγματι αναλήφθηκαν ή πρόκειται ν` αναληφθούν
(β) τις δαπάνες των προληπτικών μέτρων και περαιτέρω την απώλεια ή ζημία, που προκλήθηκε από προληπτικά μέτρα”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ. 3 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
7. Προληπτικά μέτρα” σημαίνει οιαδήποτε εύλογα μέτρα ληφθέντα παρ` οιουδήποτε προσώπου μετά την επέλευσιν συμβάντος τινός, προς πρόληψιν ή μείωσιν της εκ ρυπάνσεως ζημίας.
8. “Περιστατικό” σημαίνει κάθε συμβάν ή σειρά συμβάντων, που έχουν την ίδια προέλευση, η οποία προκαλεί ζημία από ρύπανση ή δημιουργεί σοβαρή και παρούσα απειλή πρόκλησης μιας τέτοιας ζημίας”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 4 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
9. Οργανισμός σημαίνει το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
10. “Σύμβαση Ευθύνης 1969″ σημαίνει τη Διεθνή Σύμβαση του 1969 αναφορικά με την Αστική Ευθύνη για Ζημίες Ρύπανσης από Πετρέλαιο.
Για τα Κράτη Μέλη του σχετικού με τη Σύμβαση αυτή Πρωτοκόλλου του 1976, ο όρος θεωρείται ότι περιλαμβάνει τη Σύμβαση Ευθύνης 1969, όπως τροποποιήθηκε από εκείνο το Πρωτόκολλο”.
Σημ.: όπως προστέθηκε η νέα παράγραφος 10 του άρθρου Ι προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 6 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Άρθρον ΙΙ.
“Η Σύμβαση αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά:
(α) σε ζημία από ρύπανση που προκαλείται:
(ι) στο έδαφος, περιλαμβαναμένων των χωρικών υδάτων Συμβαλλόμενου Κράτους, και
(ιι) στην αποκλειστική οικονομική ζώνη Συμβαλλόμενου Κράτους, που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ή, σε περίπτωση που Συμβαλλόμενο Κράτος δεν έχει καθορίσει μια τέτοια ζώνη, σε περιοχή εκτεινόμενη πέρα από τα χωρικά ύδατα του Κράτους αυτού και παρακείμενη αυτών, η οποία προσδιορίζεται από το Κράτος αυτό σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και δεν εκτείνεται περισσότερο των 200 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης από τις οποίες και μετράται το πλάτος των χωρικών του υδάτων.
(β) Σε προληπτικά μέτρα, οπουδήποτε και αν έχουν ληφθεί, για να προληφθεί ή μειωθεί μια τέτοια ζημία”.
Σημ.: όπως το άρθρο ΙΙ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Άρθρον ΙΙΙ
1. Με εξαίρεση όσων ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού, ο πλοιοκτήτης κατά το χρόνο ενός περιστατικού, ή, σε περίπτωση που το περιστατικό αποτελείται από σειρά συμβάντων, κατά το χρόνο εμφάνισης του πρώτου από αυτά, είναι υπεύθυνος για κάθε ζημία ρύπανσης που προκλήθηκε από το πλοίο ως αποτέλεσμα του περιστατικού.
Σημ.: όπως η παρ. 1 του άρθρου ΙΙΙ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
2. Ο πλοιοκτήτης δεν θα ευθύνεται εκ ζημίας ρυπάνσεως, εάν αποδείξη ότι η ζημία:
(α) επήλθεν εκ πολεμικής ενεργείας, εχθροπραξιών, εμφυλίου πολέμου, επαναστάσεως ή φυσικού φαινομένου αναποτρέπτου και ακαταμαχήτου είδους.
(β) επήλθεν εξ ολοκλήρου εκ πράξεως ή παραλείψεως γενομένης παρά τρίτου με πρόθεσιν να προξενηθή ζημία.
(γ) επήλθεν εξ ολοκλήρου εξ αμελείας ή άλλης παρανόμου πράξεως Κυβερνήσεως ή άλλης Αρχής υπευθύνου δια την συντήρησιν των φάρων, φανών ή άλλων βοηθημάτων της ναυσιπλοϊας και εν τη εκτελέσει των τοιούτων καθηκόντων αυτών.
3. Εάν ο πλοιοκτήτης αποδείξηοτι η εκ ρυπάνσεως ζημία προήλθεν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει εκ πράξεως ή παραλείψεως γενομένης με πρόθεσιν προκλήσεως ζημίας εκ μέρους του ζημιωθέντος προσώπου ή εξ αμελείας αυτού, δύναται ν` απαλλαγή εν όλω ή εν μέρει της έναντι του προσώπου τούτου ευθύνης του.
4. Καμία απαίτηση για αποζημίωση ζημίας ρύπανσης δεν μπορεί να ασκηθεί κατά του πλοικτήτη κατά τρόπο άλλον από αυτόν που προβλέπει η Σύμβαση αυτή. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού, καμία απαίτηση για αποζημίωση ζημίας ρύπανσης, είτε σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή, είτε κατά άλλον τρόπο, δεν μπορεί να ασκηθεί εναντίον:
(α) των προστηθέντων ή εντολοδόχων του πλοιοκτήτη ή των μελών του πληρώματος.
(β) Του πλοηγού ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, το οποίο, αν και δεν είναι μέλος του πληρώματος, παρέχει υπηρεσίες στο πλοίο.
(γ) Οποιουδήποτε ναυλωτή, (με οποιονδήποτε τρόπο και αν περιγράφεται, συμπεριλαμβανομένου και του ναυλωτή γυμνού πλοίου), διαχειριστή ή εφοπλιστή του πλοίου.
(δ) Οποιουδήποτε προσώπου που ενεργεί επιχείρηση διάσωσης με τη συγκατάθεση του πλοιοκτήτη ή με βάση τις οδηγίες αρμόδιας δημόσιας αρχής.
(ε) Οποιουδήποτε προσώπου που λαμβάνει προληπτικά μέτρα.
(στ) Ολων των προστηθέντων ή εντολοδόχων των προσώπων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (γ), (δ) και
(ε) εκτός αν η ζημία προήλθε από προσωπική τους πράξη ή παράλειψη που διαπράχθηκε με πρόθεση να προκληθεί μια τέτοια ζημία ή απερίσκεπτα και με γνώση ότι μία τέτοια ζημία θα μπορούσε πιθανώς να προκύψει).
Σημ.: όπως η παρ. 4 του άρθρου ΙΙΙ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Β. Το δικαίωμα αναγωγής του πλοιοκτήτου κατ` τρίτων ουδαμώς περιορίζεται εκ της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον IV
“Οταν συμβεί περιστατικό στο οποίο εμπλέκονται δύο ή περισσότερα πλοία και προκληθεί ζημία ρύπανσης από αυτό, οι πλοιοκτήτες όλων των εμπλεκόμενων πλοίων, εκτός αν απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου ΙΙΙ, ευθύνονται από κοινού και ατομικά για όλη τη ζημία που δεν είναι εύλογα διαιρετή.
Σημ.: όπως το άρθρο ΙV αντικαταστάθηκε διά του άρθρου 5 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Άρθρον V.
“1. Ο πλοιοκτήτης δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή, ως προς κάθε ένα περιστατικό, σε ένα συνολικό ποσό υπολογιζόμενο όπως ακολουθεί:
(α) 3 εκατομμύρια λογιστικές μονάδες για πλοίο που δεν υπερβαίνει τις 5.000 μονάδες χωρητικότητας,
(β) για πλοίο με χωρητικότητα μεγαλύτερη απ` αυτή, 420 λογιστικές μονάδες επιπλέον του ποσού που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (α) για κάθε επιπλέον μονάδα χωρητικότητας,
με τον όρο πάντως ότι το συνολικό αυτό ποσό δεν θα υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τα 59,7 εκατομμύρια λογιστικές μονάδες”.
Σημ.: όπως η παρ. 1 του άρθρου V, όπως είχε τροποποιηθεί διά του άρθρου ΙΙ του ΠΔ 81/1989 (Α` 36), αντικαταστάθηκε με το άρθρο διά του άρθρου 6 παρ. 1 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).

2. Ο πλοιοκτήτης δεν δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή, αν αποδειχθεί ότι η ζημία ρύπανσης προήλθε από προσωπική του πράξη ή παράλειψη, που διαπράχθηκε με πρόθεση να προκληθεί μια τέτοια ζημία ή απερίσκεπτα και με γνώση ότι μια τέτοια ζημία θα μπορούσε πιθανώς να προκύψει.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου όγδοου εδ. β` του Ν. 1638/1986 (Α` 108), αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 6 παρ. 2 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).

3. Για να κάνει επωφελή γι` αυτόν χρήση του ευεργετήματος του περιορισμού που προβλέπει η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού, ο πλοιοκτήτης οφείλει να δημιουργήσει κεφάλαιο αντίστοιχο με το ολικό ποσό που αντιπροσωπεύει το όριο της ευθύνης του, σε Δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή οποιουδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, στο οποίο έχει ασκηθεί αγωγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου ΙΧ ή, αν καμία αγωγή δεν έχει ασκηθεί, σε οποιοδήποτε Δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή οποιουδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, στα οποία μπορεί να ασκηθεί αγωγή σύμφωνα με το άρθρο ΙΧ. Το κεφάλαιο μπορεί να δημιουργηθεί με την κατάθεση του ποσού ή την προσαγωγή τραπεζικής εγγύησης ή άλλης εγγύησης, αποδεκτής σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους όπου το κεφάλαιο δημιουργείται, και εφόσον κριθεί ότι είναι επαρκής από το Δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε παρ. 3 του άρθρου V αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 3 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
4. Το κεφάλαιον θα διανέμεται, μεταξύ των εχόντων αξιώσεις, αναλόγως προς τα ποσά των εκκαθαρισθεισών απαιτήσεών των.
5. Εάν, προ της διανομής του κεφαλαίου, ο πλοιοκτήτης ή τις των εντολοδόχων ή προστηθέντων υπ` αυτού ή οιοδήποτε πρόσωπονυπόχρεον εις ασφαλιστικήναποζημίωσιν ή άλλην χρηματικήν ασφάλειαν, έχη καταβάλλει λόγω του συμβάντος περί ου πρόκειται, αποζημίωσιν δια την εκ ρυπάνσεως ζημίαν, υποκαθίσταται μέχρι του ποσού, όπερ κατέβαλε εις τα δικαιώματα, τα οποία έχει εκ της παρούσης Συμβάσεως ο αποζημιωθείς.
6. Το εν παραγράφω 5 δικαίωμα υποκαταστάσεως δύναται επίσης ν` ασκηθή υπό προσώπου άλλου ή τα ανωτέρω αναφερόμενα και εν σχέσει προς οιοδήποτε ποσόν αποζημιώσεως, δια ζημίαν εκ ρυπάνσεως, όπερ ούτος θα έχη καταβάλει, αλλά μόνον εις οίανέκτασιν αναγκάζεται υποκατάστασις υπό του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου.
7. Οσάκις ο πλοιοκτήτης ή οιοδήποτε άλλο πρόσωπονήθελεν αποδείξει ότι δυνατόν να υποχρεωθή να πληρώση βραδύτερον εν όλω ή εν μέρει οιοδήποτε ποσόν αποζημιώσεως, εν σχέσει προς το οποίον θα είχε δικαίωμα υποκαταστάσεως εις τα δικαιώματα του αποζημιωθέντος, κατά τας παραγράφους 5 ή 6 του παρόντος άρθρου, και αν η αποζημίωσης αύτη ήθελε καταβληθή προ της διανομής του κεφαλαίου, το Δικαστήριον ή οιαδήποτε άλλη αρμοδία Αρχή του Κράτους, όπου ιδρύθη το κεφάλαιον, δύναται να διατάξη τον προσωρινόναποχωρισμόν επαρκούς ποσού, ώστε να δυνηθή ο καθ` υποκατάστασιν αξιών να ασκήση βραδύτερον το δικαίωμά του εναντίον του κεφαλαίου.
8. Αξιώσεις σχετικαί προς δαπάνας ευλόγως γενομένας ή προς θυσίας, εις ας ευλόγως υπεβλήθη εκουσίως ο πλοιοκτήτης προς πρόληψιν ή μείωσιν της ζημίας εκ ρυπάνσεως, κατατάσσονται εις την αυτήν τάξιν με άλλας απαιτήσεις εναντίον του κεφαλαίου.
9(α). Η “λογιστική μονάδα” που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού είναι το Ειδικό Τραβηκτικό Δικαίωμα, όπως αυτό ορίζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μετατρέπονται σε εθνικό νόμισμα με βάση την αξία του οικείου εθνικού νομίσματος σε σχέση με το Ειδικό Τραβηκτικό Δικαίωμα κατά την ημερομηνία δημιουργίας του κεφαλαίου που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Η αξία του εθνικού νομίσματος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σε σχέση με το Ειδικό Τραβηκτικό Δικαίωμα, υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο εκτίμησης που εφαρμόζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κατά την εν λόγω ημερομηνία στις δραστηριότητες και οικονομικές συναλλαγές του. Η αξία του εθνικού νομίσματος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους που δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σε σχέση με το Ειδικό Τραβηκτικό Δικαίωμα, υπολογίζεται με τρόπο που καθορίζεται από το κράτος αυτό.
9(β). Παρόλα αυτά, ένα Συμβαλλόμενο Κράτος που δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του οποίου η νομοθεσία δεν επιτρέπει την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9(α), μπορεί, κατά το χρόνο της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στη Σύμβαση αυτή ή καθ` οποιονδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να δηλώσει ότι η λογιστική μονάδα που αναφέρεται στην παράγραφο 9(α) είναι ίση προς 15 χρυσά φράγκα. Το αναφερόμενο στην παράγραφο αυτή χρυσό φράγκο αντιστοιχεί σε εξήντα πέντε και μισό χιλιοστά του γραμμαρίου χρυσού καθαρότητας 900 χιλιοστών. Η μετατροπή του χρυσού φράγκου σε εθνικό νόμισμα γίνεται σύμφωνα με το δίκαιο του οικείου κράτους.
9(γ). Η υπολογισμός που αναφέρεται στην τελευταία πρόταση της παραγράφου 9(α) και η μετατροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 9(β) πρέπει να γίνονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εκφράζουν στο εθνικό νόμισμα του Συμβαλλόμενου Κράτους, στο μέτρο που είναι δυνατό, την ίδια με τα ποσά της παραγράφου 1 πραγματική αξία, όπως αυτή θα προέκυπτε από την εφαρμογή των τριών πρώτων προτάσεων της παραγράφου 9(α). Τα Συμβαλλόμενα Κράτη ανακοινώνουν στο θεματοφύλακα τον τρόπο υπολογισμού σύμφωνα με την παράγραφο 9(α), ή το αποτέλεσμα της μετατροπής κατά την παράγραφο 9(β), ανάλογα με την περίπτωση, όταν καταθέσουν το όργανο επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στη Σύμβαση αυτή, καθώς και οποτεδήποτε γίνει αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού ή στο αποτέλεσμα της μετατροπής”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε παρ. 9 του άρθρου V, όπως είχε ήδη τροποποιηθεί διά του άρθρου ΙΙ του Π.Δ. 81/1989 (Α` 36), αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρου 6 παρ. 4 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106). “l0. Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η χωρητικότητα του πλοίου είναι η ολική χωρητικότητα, η οποία και υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανονισμούς καταμέτρησης χωρητικότητας που περιέχονται στο Παράρτημα Ι της Διεθνούς Σύμβασης 1969 για την Καταμέτρηση της Χωρητικότητας των Πλοίων.
Σημ.: όπως ηπαρ. 10 του άρθρου V αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 5 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106). 11. Ο ασφαλιστής ή άλλο πρόσωπον παρέχον χρηματικήν ασφάλειαν δικαιούται να ιδρύσηκεφάλαιον, συμφώνως τω παρόντιάρθρω με τους αυτούς όρους και τα αυτά αποτελέσματα ως έανείχενιδρυθή τούτο υπό του πλοιοκτήτου. “Ενα τέτοιο κεφάλαιο μπορεί να δημιουργηθεί ακόμη και αν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ο πλοιοκτήτης δεν δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του, αλλά η δημιουργία του δεν θα θίγει σε μια τέτοια περίπτωση τα δικαιώματα οποιουδήποτε έχει απαίτηση κατά του πλοιοκτήτη”.

*Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 6 παρ. 6 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
ΆρθρονVI
1. Οσάκις ο πλοιοκτήτης, κατόπιν συμβάντος τινός, ίδρυσε κεφάλαιον, κατά τας διατάξεις του άρθρου V και δικαιούται να περιορίση την ευθύνην του:
(α) Ουδείς έχων αξίωσιν δια ζημίαν εκ ρυπάνσεως προερχομένην εκ του συμβάντος δικαιούται ν` ασκήση οιοδήποτε δικαίωμα εναντίον άλλων περιουσιακών στοιχείων του πλοιοκτήτου, εν σχέσει προς την αξίωσιν τούτων.
(β) Το Δικαστήριον ή άλλη αρμοδία Αρχή οιουδήποτε Συμβαλλομένου Κράτους θα διατάσση την αποδέσμευσιν οιουδήποτε πλοίου ή άλλου περιουσιακού αντικειμένου ανήκοντος εις τον πλοιοκτήτην, όπερ έχει κατασχεθή, εν σχέσει προς την εκ ρυμάνσεωςζημίαν την προερχομένην εκ του συμβάντος και θα διατάσση την απόδοσιν παντός ενεχύρου ή άλλη ασφαλείας παρασχεθείσης προς αποτροπήν της κατασχέσεως.
2. Τα εν τη προηγουμένη παραγράφω ισχύου μόνον εφ` όσον ο έχων αξίωσιν δύναται να προσφύγη εις το Δικαστήριον, όπερ διαχειρίζεται το κεφάλαιον και το κεφάλαιον είναι πράγματι διαθέσιμον ως προς την αξίωσιν ταύτην.
Άρθρον VII
1. Ο πλοιοκτήτης πλοίου νηολογημένου εις Συμβαλλόμενον Κράτος και μεταφέροντος ως φορτίον άνω των 2.000 τόννων πετρελαίου εις χύμα, υποχρεούται να διατηρή εν ισχύι ασφάλισιν ή άλλην χρηματικήν ασφάλειαν ως π.χ. εγγύησιν Τραπέζης ή πιστοποίησινεκδοθείσαν υπό διεθνούς κεφαλαίου αποζημιώσεως, δια το ποσόν, όπερ προκύπτει εξ εφαρμογής των ορίων της ευθύνης των αναγραφομένων εν άρθρω V, προς κάλυψιν της ευθύνης αυτού δια ζημίαν εκ ρυπάνσεως συμφώνως προς την παρούσανΣύμβασιν.
2. “Πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι υπάρχει σε ισχύ ασφάλιση ή άλλη χρηματική εξασφάλιση σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης αυτής, πρέπει να εκδίδεται για κάθε πλοίο, όταν η αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους αποφανθεί ότι έχουν ικανοποιηθεί οι απαιτήσεις της παραγράφου 1. Ως προς κάθε πλοίο νηολογημένο σε Συμβαλλόμενο Κράτος το πιστοποιητικό αυτό πρέπει να εκδίδεται ή πιστοποιείται από την αρμόδια αρχή του κράτους νηολόγησης του πλοίου, ως προς κάθε πλοίο μη νηολογημένο σε Συμβαλλόμενο Κράτος, το πιστοποιητικό αυτό μπορεί να εκδίδεται ή πιστοποιείται από την αρμόδια αρχή οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Κράτους”.
Το πιστοποιητικόν τούτο έσται του προσηρτημένου τύπου και θα περιέχη τα κάτωθι στοιχεία:
(α) Ονομα του πλοίου και λιμένα νηολογήσεως.
(β) Ονομα του πλοιοκτήτου και τόπον ένθα ούτος έχει την κυρίανέδραν των εργασιών του.
(γ) Είδος ασφαλείας.
(δ) Ονομα και τόπον της κυρίας έδρας των εργασιών του ασφαλιστού ή άλλου προσώπου παρέχοντος χρηματικήν ασφάλειαν και, όπου τούτο ενδείκνυται, τόπον εργασιών ένθα παρεσχέθη η ασφάλισις ή χρηματική ασφάλεια.
(ε) Χρόνον ισχύος του πιστοποιητικού μη υπερβαίνοντα τον χρόνον διαρκείας της ασφαλίσεως ή άλλης χρηματικής ασφαλείας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
3. Το πιστοποιητικόν τούτο θα συντάσσεται εις την επίσημον γλώσσαν ή τας επισήμους γλώσσας του εκδίδοντος αυτό Κράτους. Εάν η χρησιμοποιουμένη εν τω πιστοποιητικώ γλώσσα δεν είναι η Γαλλική ή η Αγγλική γλώσσα, το κείμενον θα έχημετάφρασιν εις μίαν των γλωσσών τούτων.
4. Το πιστοποιητικό φέρεται στο πλοίο και αντίγραφο αυτού κατατίθεται στις αρχές που τηρούν τα στοιχεία νηολόγησης του πλοίου ή, αν το πλοίο δεν είναι νηολογημένο σε Συμβαλλόμενο Κράτος, στις αρχές του κράτους που εξέδωσε ή πιστοποίησε το πιστοποιητικό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 2 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
5. Ασφάλισις ή άλλη χρηματική ασφάλεια δεν θα θεωρήταιοτι έχει συμμορφωθή προς τας απαιτήσεις του παρόντος Άρθρου, εάν παύση ισχύουσα δια λόγον άλλον ή την εκπνοήν της χρονικής διαρκείας της ων εν παραγράφω 2 του παρόντος Άρθρου ορίζεται, πριν ή παρέλθουν τρείς μήνες από της ημερομηνίας καθ` ην εδόθηπροειδοποίησιςλήξεώς της εις τας εν παραγράφω 4 του παρόντος Άρθρου Αρχάς εκτός εάν επεστράφη το πιστοποιητικόν εις τας Αρχάς ή εξεδόθηνεόν πιστοποιητικόν εντός της ρηθείσης περιόδου. Αι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν αναλόγως επί πάσης τροποποιήσεως επερχομένης εις την ασφάλειαν ή χρηματικήνασφάλειαν, συνεπεία της οποίας η ασφάλισις ή η χρηματική ασφάλεια δεν ικανοποιούν τας απαιτήσεις του παρόντος Άρθρου.
6. Το Κράτος της νηολογήσεως, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Άρθρου, θα καθορίζη τους όρους εκδόσεως και εγκυρότητος του πιστοποιητικού.
7. Πιστοποιητικά εκδιδόμενα ή πιστοποιούμενα από την αρχή Συμβαλλόμενου Κράτους σύμφωνα με την παράγραφο 2, γίνονται δεκτά από τα άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη για τους σκοπούς της Σύμβασης αυτής και θεωρούνται από τ` άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη) ότι έχουν την ίδια ισχύ με τα πιστοποιητικά που εκδίδονται ή πιστοποιούνται από αυτά, και αν ακόμη έχουν εκδοθεί ή πιστοποιηθεί για πλοίο που δεν είναι νηολογημένο σε Συμβαλλόμενο Κράτος.
Συμβαλλόμενόν τι Κράτος δύναται οποτεδήποτε να ζητήσηδιαβούλευσιν με το Κράτος έκδοσης ή πιστοποίησης, εάν θεωρήοτι ο αναφερόμενος εν τω πιστοποιητικώ ασφαλιστής ή ο παρασχών την χρηματικήν ασφάλειαν δεν είναι οικονομικώς εις θέσιν να τηρήση τας υπό της παρούσης Συμβάσεως επιβαλλομένας υποχρεώσεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο7 παρ. 3 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 4 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
8. Πάσα αξίωσις αποζημιώσεως δια ζημίαν εκ ρυπάνσεως δύναται να εγερθή ευθέως εναντίον του ασφαλιστού ή άλλου προσώπου παρασχόντοςχρηματικήν ασφάλειαν δια την ευθύνην του πλοιοκτήτου εκ ζημίας ρυπάνσεως.”Σε μια τέτοια περίπτωση ο εναγόμενος μπορεί, ακόμη και αν ο πλοιοκτήτης δεν δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του σύμφωνα με το άρθρο V παράγραφος 2, να επωφεληθεί των ορίων ευθύνης που καθορίζονται στο άρθρο V, παράγραφος 1″. Δύναται εισέτι να προβάλη τας ενστάσεις (άλλας ή την της πτωχεύσεως ή θέσεως υπό εκκαθάρισιν του πλοιοκτήτου), ας θα εδικαιούτο να προβάλη αυτός ούτος ο πλοιοκτήτης. Επιπροσθέτως, ο εναγόμενος δύναται να προβάλη την ένστασινοτι η εκ ρυπάνσεως ζημία αιτίαν είχε πταίσμα αυτού τούτου του πλοιοκτήτου, αλλά δεν θα δικαιούται να προβάλη άλλην ένστασιν, ην θα ηδύνατο να προβάλη εις δίκην εγειρομένην υπό του πλοιοκτήτου κατ` αυτού. Ο εναγόμενος, εν πάση περιπτώσει, δικαιούται να προσεπικαλέση τον πλοιοκτήτην εις παρέμβασιν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 5 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
9. Οιοδήποτε ποσόν ασφαλείας ή άλλης χρηματικής εγγυήσεως, τηρούμενον συμφώνως προς την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου, θα είναι διαθέσιμον προς ικανοποίησιν αξιώσεων εκ της παρούσης Συμβάσεως.
10. Συμβαλλόμενόν τι Κράτος δεν θα επιτρέπη εις πλοίον φέρον την σημαίαν του, εφ` ου εφαρμόζεται το παρόν Άρθρον, να εκτελή πράξεις εμπορικάς αν μην έχηεκδοθή το πιστοποιητικόν περί ου η παράγραφος 2 ή 12 του παρόντος Άρθρου.
11. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, έκαστον Συμβαλλόμενον Κράτος θα μεριμνά δια της εσωτερικής του νομοθεσίας ίνα υπάρχη εν ισχύι ασφάλισις ή άλλη χρηματική ασφάλεια, εις ην έκτασιν προβλέπει η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου, εν σχέσει προς οιονδήποτε πλοίον οπουδήποτε και αν είναι τούτο νηολογημένον, εισπλέον ή αποπλέον εκ χωρικού αυτού λιμένος, καταπλέον ή αναχωρούν εξ αγωγού πετρελαίου εντός των χωρικών αυτού υδάτων, εάν το πλοίον πράγματι μεταφέρη πλέον των 2.000 τόννων πετρελαίου ως φορτίον εις χύμα.
12. Εάν δεν υφίσταται ασφάλισις ή άλλη χρηματική ασφάλεια εν σχέσει προς πλοίον ανήκον εις την κυριότητα Συμβαλλομένου τινός Κράτους, δεν θα τυγχάνουν εφαρμογής επί του πλοίου τούτου αι διατάξεις του παρόντος Άρθρου αλλά το πλοίον δέον να έχη πιστοποιητικόν εκδοθέν υπό των αρμοδίων Αρχών του Κράτους της νηολογήσεως βεβαιούνοτι το πλοίον ανήκει εις εκείνο το Κράτος και οτι η ευθύνη του πλοίου καλύπτεται εντός των ορίων άτινα προβλέπει το άρθρον 1 παράγραφος 5.
Το πιστοποιητικόν τούτο θα έιναι όσο το δυνατόν όμοιον προς το εν παραγράφω 2 του παρόντος άρθρου υπόδειγμα.
Άρθρον VIIΙ
Δικαιώματα αποζημιώσεως εκ της παρούσης Συμβάσεως αποσβέννυνται εάν μη εγερθή αγωγή εξ αυτής εντός τριών ετών, από της ημερομηνίας, καθ` ην έλαβε χώραν η ζημία. Εν τούτοις, εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να εγερθή αγωγή μετά πάροδον εξ ετών, αφ` ης έλαβε χώραν το συμβάν, εξ ου προεκλήθη η ζημία. Οσάκις το συμβάν αποτελήται εκ σειράς περιστατικών, η περίοδος των εξ ετών άρχεται τρέχουσα από της ημερομηνίας του πρώτου περιστατικού.
Άρθρον ΙΧ
1. Όταν περιστατικό προκαλέσει ζημία ρύπανσης στο έδαφος, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων ή της αναφερόμενης στο άρθρο ΙΙ περιοχής, ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλόμενων Κρατών ή ληφθούν προληπτικά μέτρα για την πρόληψη ή τη μείωση της ζημίας ρύπανσης σ` ένα τέτοιο έδαφος, συμπεριλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων ή της εν λόγω περιοχής, αγωγές για αποζημίωση είναι δυνατό να ασκηθούν μόνο ενώπιον των δικαστηρίων του Συμβαλλόμενου αυτού Κράτους ή Κρατών. Κάθε αγωγή τέτοιας φύσης γνωστοποιείται έγκαιρα στον εναγόμενο)”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθροδιά του άρθρου 8 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
2. ΕκαστονΣυμβαλλόμενον Κράτος θα διασφαλίζη ότι τα Δικαστήρια αυτού θα έχουν την αναγκαίανδικαιοδοσίαν προς εκδίκασιν τοιούτων αγωγών αποζημιώσεως.
3. Μετά την ίδρυσιν του κεφαλαίου, κατά το άρθρον V, τα Δικαστήρια του Κράτους, εις το οποίον ιδρύθη το κεφάλαιον, θα είναι αποκλειστικώς αρμόδια προς εκδίκασιν παντός θέματος αφορώντος εις την κατανομήν και την διανομήν του κεφαλαίου.
Άρθρον Χ
1. Πάσα απόφασις, εκδοθείσα υπό Δικαστηρίου έχοντος δικαιοδοσίαν κατά το άρθρον ΙΧ, εκτελεστή εν τω κράτειεξδόθη και μη υποκειμένη εις τακτικά ένδικα μέσα, θ` αναγνωρίζεται εις οιοδήποτε Συμβαλλόμενον Κράτος εκτός: (α) Οσάκις η απόφασις επετεύχθη δια δόλου ή
(β) Οσάκις δεν παρεσχέθη εις τον εναγόμενονπροειδοποίησις προ ευλόγου χρόνου και η δυνατότης προς υπεράσπισιν των απόψεων του.
2. Απόφασις αναγνωριζομένη κατά την παράγραφον 1 του παρόντος Άρθρου, θα είναι εκτελεστή εις έκαστον Συμβαλλόμενον Κράτος, ευθύς ως ήθελε χωρήσεισυμμόρφωσις προς τας εις έκαστον Κράτος προβλεπομένας διατυπώσεις. Αι διατυπώσεις δεν θα δύνανται να προβλέπουν νέανέρευναν της ουσίας.
Άρθρον ΧΙ
1. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν θα εφαρμόζωνται επί πολεμικών πλοίων ή πλοίων ανηκόντων ή τυγχανόντων διαχειρίσεως υπό Κράτους τινός και χρησιμοποιουμένων, κατά τον κρίσιμονχρόνον, εις κυβερνητικούς μη εμπορικούς σκοπούς.
2. Εν σχέσει προς πλοία ανήκοντα εις Συμβαλλόμενον Κράτος και χρησιμοποιούμενα εις εμπορικούς σκοπούς, έκαστον Κράτος θα υπόκειται εις την εν άρθρω ΙΧ δικαιοδοσίαν και θα παραιτηθή πάσης παραστάσεως στηριζομένης εις την ετεροδικίαν του κυρίαρχου Κράτους.
Άρθρον ΧΙΙ
Η παρούσα Σύμβασις υπερισχύει οιασδήποτε Διεθνούς Συμβάσεως εν ισχύι ή ανοικτής προς υπογραφήν, επικύρωσιν ή προσχώρησιν καθ` ον χρόνον η παρούσα Σύμβασιςέσται ανοικτή προς υπογραφήν, αλλά μόνον εις οίανέκτασιν αι εν λόγω Συμβάσεις συγκρούωνται προς την παρούσαν. Εν πάση περιπτώσει το παρόν άρθρον δεν θίγει επ` ουδενί τας έναντι μη Συμβαλλομένων Κρατών υποχρεώσεις των Συμβαλλομένων Κρατών, τας προερχομένας εκ των εν λόγω Διεθνών Συμβάσεων.
Άρθρον ΧΙΙ (δις)
“Άρθρο ΧΙΙ (δις)
Μεταβατικές διατάξεις
Οι ακόλουθες μεταβατικές διατάξεις εφαρμόζονται στην περίπτωση Κράτους το οποίο κατά το χρόνο επέλευσης ενός περιστατικού είναι μέρος της Σύμβασης αυτής καθώς και της Σύμβασης Ευθύνης 1969:
(α) Οταν ένα περιστατικό προκαλέσει ζημία ρύπανσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης αυτής, θεωρείται ότι ευθύνη με βάση τη Σύμβαση αυτή παύει να υπάρχει εάν και στο μέτρο που θεμελιώνεται επίσης ευθύνη με βάση τη Σύμβαση Ευθύνης 1969,
(β) όταν ένα περιστατικό προκαλέσει ζημία ρύπανσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης αυτής και το Κράτος είναι Μέρος της Σύμβασης αυτής και της Διεθνούς Σύμβασης του 1971 για την Ιδρυση Διεθνούς Κεφαλαίου Αποζημίωσης Ζημιών Ρύπανσης από Πετρέλαιο, η ευθύνη που απομένει για να παύσει να υπάρχει κατ` εφαρμογή της υποπαραγράφου (α) του άρθρου αυτού, πρέπει να προκύπτει από την παρούσα Σύμβαση στην έκταση μόνο που η ζημία ρύπανσης παραμένει αναποζημίωτη μετά την εφαρμογή της Σύμβασης 1971 που προαναφέρθηκε.
(γ) κατά την εφαρμογή του άρθρου ΙΙΙ, παράγραφος 4, της Σύμβασης αυτής η έκφραση “παρούσα Σύμβαση” θεωρείται ότι αναφέρεται, ανάλογα με την περίπτωση, είτε στη Σύμβαση αυτή είτε στη Σύμβαση Ευθύνης 1969,
(δ) κατά την εφαρμογή του άρθρου V, παράγραφος 3, της Σύμβασης αυτής το συνολικό ποσό του κεφαλαίου που πρόκειται να δημιουργηθεί, μειώνεται κατά το ποσό που θεωρείται ότι δεν υπάρχει ευθύνη σύμφωνα με την παράγραφο (α) του άρθρου αυτού”.
Σημ.: όπως το νέο άρθρο ΧΙΙ (δις) προστέθηκε με το άρθρου 9 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Άρθρον ΧΙΙ (τρις)
“Άρθρο ΧΙΙΙ (τρις)
Τελικές διατάξεις
Οι τελικές διατάξεις της Σύμβασης αυτής θα είναι τα άρθρα 12 μέχρι 18 του Πρωτοκόλλου 1992 για την τροποποίηση της Σύμβασης Ευθύνης 1969. Οπου στη Σύμβαση αυτή γίνονται αναφορές σε Συμβαλλόμενα Κράτη, θεωρούνται ως αναφορές στα Συμβαλλόμενα Κράτη του Πρωτοκόλλου αυτού.
Σημ.: όπως το νέο άρθρο ΧΙΙ (τρις) προστέθηκε διά του άρθρου 9 του Π.Δ. 197/1995 (Α` 106).
Άρθρον ΧΙΙI
1. Η παρούσα Σύμβασις θα παραμείνη ανοικτή προς υπογραφήν μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1970 και μετά ταύτα έσται ανοικτή προς προσχώρησιν.
2. Κράτη – Μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή των επί μέρους Οργανισμών αυτών ή της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας ή συμβαλλόμενα μέρη εις το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης, δύνανται να συμμετέχουν εις την παρούσανΣύμβασιν:
(α) Δι` υπογραφής άνευ επιφυλάξεως ως προς την επικύρωσιναποδοχήν ή έγκρισιν.
(β) Δι` υπογραφής μετ` επιφυλάξεως ως προς την επικύρωσιν, αποδοχήν ή έγκρισινακολουθουμένην υπό επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως.
(γ) Δια προσχωρήσεως.
Άρθρον ΧΙV
1. Επικύρωσις, αποδοχή, έγκρισις ή προσχώρησις θα γίνωνται δια καταθέσεως επισήμου οργάνου προς τούτο παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού.
2. Οιοδήποτε όργανον επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως κατατιθέμενον μετά την έναρξιν της ισχύος τροποποιήσεως της παρούσης Συμβάσεως, εν σχέσει προς άπαντα τα Συμβαλλόμενα Κράτη ή κατατιθέμενον μετά την λήψιν πάντων των μέτρων των απαιτουμένων προς έναρξιν της ισχύος της τροποποιήσεως, θα θεωρήται ως εφαρμοζόμενον εις την Σύμβασιν ως ετροποποιήθη, έναντι των Συμβαλλομένων Κρατών τούτων.
Άρθρον ΧV
1. Η παρούσα Σύμβασις τίθεται εν ισχύι την δεκάτηνενάτηνημέραν μετά την ημερομηνίαν, καθ` ην Κυβερνήσεις οκτώ Κρατών, συμπεριλαμβανομένων πέντε Κρατών, ων εκάστον έχει χωρητικότητα δεξαμενοπλοίων ουχί ολιγωτέραν του 1.000.000 κόρων ολικής χωρητικότητος, υπέγραψαν αυτήν άνευ επιφυλάξεως ως προς την επικύρωσιν, αποδοχήν, έγκρισιν ή προσχώρησιν ή κατέθεσαν όργανα επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού.
2. Δι` έκαστον Κράτος, όπερμεταγενεστέρως επικυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει ή προσχωρεί εις την παρούσανΣύμβασιν αύτη τίθεται εν ισχύι την δεκάτηνενάτηνημέραν μετά την υπό του Κράτους κατάθεσιν του καταλλήλου οργάνου.
Άρθρον XVI
1. H παρούσα Σύμβασις δύναται να καταγγελθή υπό οιουδήποτε των Συμβαλλομένων Κρατών, κατά πάντα χρόνον, μετά την ημερομηνίαν, καθ` ην άρχεται η ισχύς της Συμβάσεως δια το καταγγέλον Κράτος.
2. Η καταγγελία γίνεται δια της καταθέσεως οργάνου παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού.
3. Η καταγγελία καθίσταται ενεργός μετά εν έτος ή εις απώτερονχρόνον, ως ορίζεται εν τω οργάνω καταγγελίας, από της καταθέσεως αυτού παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού.
Άρθρον XVII
1. Τα Ηνωμένα Εθνη, όπου είναι η διοικούσα αρχή περιοχής ή οιοδήποτε Συμβαλλόμενον Κράτος, υπεύθυνον δια τας διεθνείς σχέσεις περιοχής τινος, θα προβαίνη, το ταχύτερον δυνατόν, εις διαβουλεύσεις μετά των αρμοδίων αρχών της εν λόγω περιοχής ή θα λαμβάνη άλλα πρόσφορα μέτρα προς τον σκοπόν της επεκτάσεως της παρούσης Συμβάσεως εις την εν λόγω περιοχήν και δύναται, δι` εγγράφου αναγγελίας προς τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού, να δηλώνηοτι η παρούσα σύμβασις θα επεκτείνεται εις την εν λόγω περιοχήν.
2. Η παρούσα Σύμβασις, από της ημερομηνίας λήψεως της αναγγελίας ή από άλλον χρόνοναναφερόμενον εν αυτή, εις την αναγγελίαν, θα επεκτείνεται εις την εν αυτή μνημονευομένηνεπικράτειαν.
3. Τα Ηνωμένη Εθνη ή οιοδήποτε Συμβαλλόμενον Κράτος, όπερ έχει προβή εις την εν παραγράφω 1 του παρόντος Άρθρου αναγγελίαν, δύναται, κατά πάντα χρόνον μετά την ημερομηνίαν, καθ` ην επεξετάθη η Σύμβασις εις οιανδήποτε περιοχήν, να γνωστοποιήσηεγγράφφως εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού οτι η παρούσα Σύμβασις θα παύση επεκτεινομένη εις την εν τη εγγράφω γνωστοποιήσει περιοχήν.
4. Η παρούσα Σύμβασις θα παύηεπεκτεινομένη εις οιανδήποτε περιοχήνκατονομαζομένην εν τω εγγράφω μετά εν έτος ή εις απώτερονχρόνονοριζόμενον εν αυτώ, από της λήψεώς του υπό του Γενικού Γραμματέως του Οργανισμού.
Άρθρον ΧVIII
1. O Οργανισμός δύναται να συγκαλέση διεθνή Συνδιάσκεψιν προς τον σκοπόν της αναθεωρήσεως ή τροποποιήσεως της παρούσης Συμβάσεως.
2. Τη αιτήσει του ενός τρίτου το ολιγώτερον των Συμβαλλομένων Κρατών, ο Οργανισμός θα συγκαλή Διεθνή Συνδιάσκεψιν προς αναθεώρησιν ή τροποποίησιν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον ΧΙΧ
1. Η παρούσα Σύμβασις θα κατατεθή παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού. 2. Ο Γενικός Γραμματεύς του Οργανισμού:
(α) θα ειδοποιή άπαντα τα Κράτη άτινα υπέγραψαν ή προσεχώρησαν εις την Σύμβασιν:
(ι) περί εκάστης νέας υπογραφής ή καταθέσεως οργάνου, ομού μετά της ημερομηνίας αυτών.
(ιι) περί της καταθέσεως οιουδήποτε οργάνου καταγγελίας της παρούσης Συμβάσεως, ομού μετά της ημερομηνίας καταθέσεως.
(ιιι) περί της επεκτάσεως της παρούσης Συμβάσεως εις τας περιοχάς, περί ων η παράγραφος 1 του Άρθρου ΧVII και περί του τερματισμού της τοιαύτης επεκτάσεως, κατά τας διατάξεις της παραγράφου 4 του αυτού Άρθρου, δηλών, εν εκατέρα περιπτώσει, την ημερομηνίαν, καθ` ην η παρούσα Σύμβασιςέπαυσεν ή θα παύση εκτεινομένη.
(β) θα διαβιβάζηκεκυρωμένα ακριβή αντίγραφα της παρούσης Συμβάσεως εις άπαντα τα υπογράψαντα Κράτη και εις άπαντα τα Κράτη, άτινα προσχωρούν εις την παρούσανΣύμβασιν.
Άρθρον ΧΧ.
Ευθύς ως η παρούσα Σύμβαση τεθή εν ισχύϊ, το κείμενον αυτής θα διαβιβασθή υπό του Γενικού Γραμματέως του Οργανισμού εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών προς καταχώρησιν και δημοσίευσιν, συμφώνως προς το άρθρο 102 του Καταστατικού των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρον ΧΧΙ
Η παρούσα Σύμβασιςσυνετάγη εις εν μόνον αντίγραφον Αγγλιστί και Γαλλιστί, αμφοτέρων των κειμένων εχόντων την αυτήν ισχύν. Επίσημοι μεταφράσοι Ρωσιστί και Ισπανιστί θα εκπονηθούν και θα κατατεθούν μετά του υπογραφέντος πρωτοτύπου. Εις πίστωσιν οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των Κυβερνήσεών των προς τούτο, υπέγραψαν την παρούσανΣύμβασιν.
Εγένετο εν Βρυξέλαις, την εικοστήνενάτην Νοεμβρίου 1969.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ Η ΕΤΕΡΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΖΗΜΙΩΝ ΕΚ ΡΥΠΑΝΣΕΩΣ ΥΠΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ
Εκδιδόμενον συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου VII της Δ.Συμβάσεως περί Αστικής Ευθύνης συνεπεία ζημιών εκ ρυπάνσεως υπό πετρελαιοειδών, 1969.
——————————————————————— ΟΝΟΜΑ ΠΛΟΙΟΥ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΝ ΛΙΜΗΝ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΣΗΜΑ ΝΗΟΛΟΓΙΟΥ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΟΥ ——————————————————————— Δια του παρόντος πιστοποιείται οτι υπάρχει εν ισχύι, αναφορικώς προς το ανωτέρω μνημονευόμενονπλοίον, συμβόλαιον ασφαλίσεως ή ετέρας οικονομικής εξασφαλίσεως ικανοποιούν τας απαιτήσεως του Άρθρου VII της Διεθνούς Συμβάσεως περί Αστικής Ευθύνης συνεπεία Ζημιών εκ Ρυπάνσεως υπό Πετρελαιοειδών, 1969.
Τύπος Ασφαλίσεως ………………………………………….. ———- …………………………………………………….. Διάρκεια Ασφαλίσεως ………………………………….. ——————- …………………………………………………….. Ονομα και ΔιεύθυνσιςΑσφαλιστού (ών) ή/ και Εγγυητού (ών): Ονομα………………………………………………… Διεύθυνσις……………………………………………. …………………………………………………….. Το παρόν πιστοποιητικόν ισχύει μέχρι …………………… Εξεδόθη ή επιστοποιήθη υπό της Κυβερνήσεως της ………….. …………………………………………………….. (Πλήρης προσδιορισμός του Κράτους)
Εν ………… τη ……… 19.. Υπογραφή και τίτλος του εκδίδοντος ή πιστοποιούντος υπαλλήλου

Άρθρον δεύτερον
Εφαρμογήτης Δ.Συμβάσεως
Υπόχρεα προς συμμόρφωσιν προς τας διατάξεις της, δια του παρόντος, κυρουμένηςΔ.Συμβάσεως πλοία είναι: (α) Εμπορικά πλοία υπό Ελληνικήν σημαίαν, οπουδήποτε της υδρογείου πλέουσι, και (β) εμπορικά πλοία υπό ξένας σημαίας Χωρών κυρωσασών, ή μη την Δ.Σύμβασιν, οσάκις πλέουσιν εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων ή ευρίσκωνται, ηγκυροβολημένα ή προσωρμισμένα, δι` οιονδήποτε λόγον, εντός Ελληνικών λιμένων ή όρμων.

Άρθρον τρίτον
Πιστοποιητικόν.

1. Πλοία μεταφέροντα φορτίον πετρελαιοειδών εις ποσότητα μείζονα των 2.000 τόννων οφείλουν να φέρουν πιστοποιητικόν, κατά τα εν Αρθρω VII της Συμβάσεως προβλεπόμενα.

2. Από θέσεως εν ισχύι της, δια του παρόντος, κυρουμένης Συμβάσεως, ουδέν πλοίον, της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος Άρθρου περιπτώσεως, θα εισπλέη ή αποπλέη οιουδήποτε Ελληνικού λιμένους ή όρμου εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων ουδέ, εάν πρόκειται περί πλοίου υπό ελληνικήν σημαίαν, θα εισπλέη ή αποπλέη λιμένος ή όρμου ανήκοντος εις ετέραν επικράτειαν, πλην εάν είναι εφωδιασμένον δια κατά τ` ανωτέρω Πιστοποιητικού εν ισχύι αποδεικνύοντος ότι υπάρχει, δια το εν λόγω πλοίον, εν ισχύι σύμβασις ή έτερος τρόπος ασφαλίσεως ικανοποιών τας απαιτήσεις του Άρθρου VII της ειρημένης Συμβάσεως.

3. Το πιστοποιητικόν τούτο:
(α) Εάν το πλοίον είναι εγγεγραμμένον εις το ΕλληνικόνΝηολόγιον δέον να έχηεκδοθή υπό των κατά το Άρθρονέκτον Αρχών,
(β) Εάν το πλοίον είναι εγγεγραμμένον εις το Νηολόγιον Χώρας – Μέλους της Συμβάσεως, πλην της Ελλάδος, δέον να έχηεκδοθή υπό Αρχής δεόντως εξουσιοδοτημένης υπό της Κυβερνήσεως της Χώρας ταύτης, και
(γ) Εάν το πλοίον είναι εγγεγραμμένον εις το Νηολόγιον Χώρας, η οποία δεν είναι Μέλος της Συμβάσεως, δέον να έχηεκδοθή υπό των, κατά το Άρθρονέκτον, Αρχών και συμφώνως προς τας εν παραγράφω 2 του παρόντος Άρθρου οριζόμενα.

4. Πιστοποιητικά σε ισχύ που φέρονται από πλοία γραμμένα στο νηολόγιο χώρας, μη μέλους της σύμβασης, τα οποία έχουν εκδοθεί από αρμόδια ελληνική αρχή η αρμόδια αρχή χώρας μέλους της σύμβασης γίνονται αποδεκτά από τις ελληνικές λιμενικές αρχές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο όγδοο εδ. α` του Ν. 1638/1986 (Α` 108), περί κυρώσεως της διεθνούς σύμβασης που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες το 1971 “ίδρυση διεθνούς κεφαλαίου για την αποζημίωση ζημιών ρύπανσης από πετρελαιοειδή” και ρύθμιση συναφών θεμάτων.

5. Το, κατά το παρόν Άρθρον, απαιτούμενον πιστοποιητικόν δέον να φέρηται επί του πλοίου και να προσκομίζηται υπό του Πλοιάρχου ή αρμοδίου Αξιωματικού προς θεώρησιν υπό των κατά το Άρθρονέκτον αρμοδίων Αρχών.

Άρθρον τέταρτον
Ακύρωσις Πιστοποιητικού

1. Εάν, καθ` οιονδήποτε χρόνον, μετά την έκδοσιν πιστοποιητικού, κατά τα εν άρθρωτρίτω προβλεπόμενα, και εν όσω το πιστοποιητικόν τούτο ευρίσκεται εισέτι εν ισχύι, το πρόσωπον, εις το οποίον το πιστοποιητικόν εχορηγήθη, παύση να είναι ο κύριος του πλοίου, εις το οποίον αναφέρεται το πιστοποιητικόν, το πρόσωπον τούτο υποχρεούται όπως πάραυτα καταθέση το εν λόγω πιστοποιητικόν εις την πλησιεστέραν προς την έδραν ή το σημείον, εις ο ευρίσκεται το πλοίον του, Ελληνικήν Λιμενικήν Αρχήν, ήτις και χωρεί εις ακύρωσιν του πιστοποιητικού.

2. Εάν, καθ` οιονδήποτε χρόνον, μετά την έκδοσιν πιστοποιητικού, κατά τα εν άρθρωτρίτω προβλεπόμενα, και εν όσω το πιστοποιητικόν τούτο ευρίσκεται εισέτι εν ισχύι, αποδειχθή, κατόπιν νομίμουτινος διαδικασίας, ότι η σύμβασις ή έτερος τύπος ασφαλίσεως, εν σχέσει προς την οποίαν εξεδόθη το πιστοποιητικόν, δύναται ν` ακυρωθή υπό της διαπιστούσης τούτο Ελληνικής Λιμενικής Αρχής και να αιτηθή η επιστροφή του εις ταύτην υπό του προσώπου, δι` ο τούτο εξεδόθη.

3. Εάν, καθ` οιονδήποτε χρόνον, μετά την έκδοσιν πιστοποιητικού, κατά τα εν Αρθρωτρίτω προβλεπόμενα, και εν όσω το πιστοποιητικόν τούτο ευρίσκεται εισέτι εν ισχύι, εγερθούν ζητήματα εν σχέσει προς τους ασφαλιστάς, οίτινεςεμφαίνονται εις το πιστοποιητικόν (ή εάν εμφαίνωνταιπλείοντες του ενός, δι` οιονδήποτε τούτων) τοιαύτα ώστε, εάν εζητείτο η έκδοσις πιστοποιητικού κατά τον χρόνον αυτόν, η αρμοδία Λιμενική Αρχή να εδικαιούτο ν` αρνηθή την χορήγησίν του, το πιστοποιητικόν δύναται ν` ακυρωθή υπό της Λιμενικής Αρχής και εν τοιαύτη περιπτώσει να αιτηθή η επιστροφή του εις ταύτην υπό του προσώπου, δι` ο εξεδόθη.

Άρθρον πέμπτον
Κυρώσεις.

1. Για κάθε παράβαση των διατάξεων του νόμου αυτού και των εκτελεστικών αυτού διατάξεων, ανεξάρτητα από άλλες συνέπειες, επιβάλλεται, με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της Λιμενικής Αρχής, πρόστιμο από διακόσιες χιλιάδες (200.000) μέχρι δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μπορούν να αυξάνονται τα όρια του προστίμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.11 Ν. 2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

2. Εις περίπτωσιν, καθ` ην το πλοίον δεν φέρει, ή ο Πλοίαρχος ή ο αρμόδιος Αξιωματικός δεν προσκομίσουν, το κατά το Άρθρον τρίτον προβλεπόμενον πιστοποιητικόν, ο Πλοίαρχος υπόκειται εις καταβολήν προστίμου μη δυναμένου να υπερβή τας είκοσι χιλιάδας (20.000) δραχμάς).

3. Υπό της λιμενικής Αρχής δύναται ν` απαγορευθή ο απόπλους, εις περίπτωσιν, καθ` ην εν πλοίονπειραθή να αποπλεύση Ελληνικού τινος λιμένος, κατά παράβασιν των εν τω παρόντιΑρθρωτιθεμένων.

4. Τα κατά τας ύπερθεν παραγράφους 1 και 2 επιβαλλόμενα πρόστιμα εισπράττονται κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, απαγορευομένου άμα του απόπλου του πλοίου μέχρι καταβολής το προστίμου ή καταθέσεως εις την εκδούσαν την, περί επιβολής του, απόφασιν Αρχήν εγγυητικής επιστολής ανεγνωρισμένης Τραπέζης δι` ίσον ποσόν.

5. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης ή ο υπόχρεος στην καταβολή του μπορεί ν` ασκήσει προσφυγή στο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε ημερών. Η προθεσμία αρχίζει από την επόμενη της επίδοσης της απόφασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα φορολογικής δικονομίας.

6.Η άσκηση προσφυγής σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 5 δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το ρθρο όγδοου εδ. γ` του Ν. 1638/1986 (Α` 108), περί κυρώσεως της διεθνούς σύμβασης που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες το 1971 ίδρυση διεθνούς κεφαλαίου για την αποζημίωση ζημιών ρύπανσης από πετρελαιοειδή και ρύθμιση συναφών θεμάτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.9 άρθρ.11 Ν. 2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001,

Άρθρον έκτον
Αρμόδιαι Αρχαί.
1. Αρμόδιαι Αρχαί δια την εφαρμογήν του παρόντος Νόμου, την εξακρίβωσιν της συμμορφώσεως πλοίων προς τας απαιτήσεις της δια τούτου κυρουμένης Συμβάσεως, την επιβολήν προστίμων, την έκδοσιν των κατά το άρθρον τρίτον πιστοποιητικών, ως και την, κατά την έκδοσιν και χορήγησίν του, είσπραξιν του εν Αρθρωεβδόμωοριζομένου τέλους είναι εν μεν τη ημεδαπή αι Λιμενικαί Αρχαί (Κεντρικά Λιμεναρχεια, Λιμεναρχεία και Υπολιμεναρχεία), εν δε τη αλλοδαπή τα Προξενικά Λιμεναρχεία.

Άρθρον έβδομον
Τέλος Χορηγήσεως πιστοποιητικού

1. Δια την χορήγησιν του, κατά το Άρθρον τρίτον, απαιτουμένου πιστοποιητικού, (το οποίον αποτελεί διατετιμημένονέντυπον του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου) καταβάλλεται, συν τη υποβολή αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, τέλος:
(α) Εκ δραχμών “είκοσι τέσσερις χιλιάδων (24.000)” δια τα υπό Ελληνικής σημαίαν πλοία,
(β) Εκ Λ.Α. “ογδόντα τέσσερις (84)” δια τα υπό ξένας σημαίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε διαδοχικά με τις Υ.Α.1780/183508/86 (ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ και ΕΜΠ.ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ) της 11.7/ 22.8.86 (Β` 558) και Υ.Α. 3221.2/1/91/6.3.91 (ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ-ΕΜΠ. ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ) (Β` 169), αναπροσαρμόσθηκαν πάλι  με την υπ` αριθμ. 3221.2/4/93/ 9.12.1993 όμοια (ΦΕΚ Β` 963).

2. Το τέλος τούτο αποτελεί δημόσιον εισπραττόμενον κατά τας διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.

Άρθρον όγδοον
Εξουσιοδοτήσεις.
Δια Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας επιτρέπεται όπως:
(α) Γίνωνταιαποδεκταί συμπληρώσεις και τροποποιήσεις της κυρουμένηςΔ.Συμβάσεως, προβλεπόμεναι υπό του Άρθρου XVIII αυτής,
(β) Καθορίζωνταιπεραιτέρα περιπτώσεις απαγορεύσεως απόπλου υπό Ελληνικήν ή ξένηνσημαίαν πλοίων δια παραβάσεις ή μη συμμόρφωσιν προς τας διατάξεις της δια του παρόντος κυρουμένηςΔ.Συμβάσεως και των κατ` εξουσιοδότησιν του παρόντος Νόμου, εκδιδομένων Προεδρικών Διαταγμάτων,
(γ) Αναστέλληται, εν όλω ή εν μέρει, η εφαρμογή των κυρουμένων κειμένων εν περιπτώσει πολέμου, και
(δ) Προσδιορίζονται τα όργανα και η εν γένει διοικητική και δικαστική διαδικασία ίδρυσης, διαχείρισης, κατανομής και διανομής του υπό της κυρουμένης Διεθνούς Σύμβασης προβλεπομένου Κεφαλαίου περιορισμού της ευθύνης του πλοιοκτήτου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου δέκατου τρίτου του Ν. 1269/1982 (Α 89)
(ε). Ρυθμίζεται πάσα ετέρα λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν των κυρουμένων κειμένων και του παρόντος Νόμου.

Άρθρον ένατον
Υποχρεωτική ασφάλιση ευθύνηςγ ια ζημιές ρύπανσης από πετρέλαιο από πλοία ή πλωτά ναυπηγήματα που δεν υπάγονται στις παραπάνω διατάξεις

1. Ο πλοιοκτήτης ελληνικού ή ξένου πλοίου και πλωτού ναυπηγήματος, το οποίο καταπλέει ή αποπλέει από ελληνικό λιμένα ή όρμο ή θαλάσσιο τερματικό σταθμό, και μεταφέρει φορτίο πετρελαίου χύμα ποσότητας μέχρι και 2.000 τόννους ή βρίσκεται μόνιμα ή προσωρινά αγκυροβολημένο ή προσορμισμένο εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων (χωρίς να εκτελεί μεταφορά) και οι δεξαμενές φορτίου του χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση ή επεξεργασία πετρελαίου χύμα ανεξαρτήτως ποσότητας, υποχρεούται να διατηρεί σε ισχύ ασφάλιση ή άλλη χρηματική ασφάλεια ποσού ίσου τουλάχιστον με το όριο της ευθύνης του, που προκύπτει ως γινόμενο των κόρων ολικής χωρητικότητας του πλοίου ή του πλωτού ναυπηγήματος επί 600 μονάδες του Ειδικού Τραβηκτικού Δικαιώματος, όπως αυτό ορίζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προς κάλυψη της αστικής ευθύνης του για ζημία από ρύπανση εντός της ελληνικής επικράτειας και να είναι εφοδιασμένο με πιστοποιητικό.
Στον όρο “πετρέλαιο”, που αναφέρεται στο άρθρο αυτό, περιλαμβάνονται και τα πετρελαιοειδή κατάλοιπα ή τα μίγματά τους με νερό.

2. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού, καθώς και οι εκτελεστικές διατάξεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή του.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζεται ο τύπος του παραπάνω πιστοποιητικού και ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.7 άρθρ.11 Ν. 2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

Άρθρον δέκατον
Κατάργησις διατάξεων.
1. Από της θέσεως εν ισχύι της, δια του παρόντος, κυρουμένης Συμβάσεως καταργείται παν έτερον νομοθέτημα αφορών εις θέματα ρυθμιζόμενα υπό του παρόντος και της, δια της παρόντος, κυρουμένης Δ. Συμβάσεως.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε σε δέκατο με την παρ.6 άρθρ.11 Ν. 2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

Άρθρον ενδέκατον
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε σε ενδέκατο με την παρ.6 άρθρ.11 Ν. 2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη  5 Μαΐου 1976

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ