ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3068 (ΦΕΚ Α΄ 274/14-11-2002)

Συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις, προαγωγή των δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων στο βαθμό του συμβούλου
Επικρατείας και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝIΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Άρθρο 1

Το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων. Δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου είναι όλες οι αποφάσεις των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων που παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις και τους όρους που κάθε απόφαση τάσσει.
Δεν είναι δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του παρόντος και δεν εκτελούνται οι εκτελεστοί τίτλοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις των εδαφίων γ`-ζ` της παρ.2 του άρθρου 904 Κ.ΠΟΛ.Δ. πλην των κηρυχθεισών εκτελεστών αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 Ν.3301/2004,ΦΕΚ Α` 263/23.12.2004. “Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν και γα τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τα οποία ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.4ε παρ.3 Ν.3388/2005, ΦΕΚ Α 225/12.9.2005.
Η διάταξη του τρίτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, όπως προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004 (Α` 263), δεν εφαρμόζεται όσον αφορά στις εμπορικές συναλλαγές, κατά την έννοια της υποπαραγράφου Ζ3 του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α`107), του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α.Α., των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα που ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την υποπαρ.Γ.6. άρθρου πρώτου Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014,η ισχύς της οποίας αρχίζει από 1.7.2014 και καταλαμβάνει τις απαιτήσεις από τις εμπορικές συναλλαγές της ανωτέρω περίπτωσης που γεννήθηκαν από τις 16.3.2013 και εφεξής.
Άρθρο 2

1. Η αρμοδιότητα για τη λήψη των προβλεπόμενων στο άρθρο 3 μέτρων για τη συμμόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις ανατίθεται σε τριμελές συβούλιο: α) του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, αν πρόκειται για αποφάσεις αυτού, β) του Συμβουλίου της Επικρατείας, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού, (των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων), *** Οι λέξεις “των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων” του εδαφίου β΄διαγράφηκαν με το άρθρο 56 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.Εναρξη ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2011.
γ) του Αρείου Πάγου, αν πρόκειται για αποφάσεις των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων όλων των βαθμίδων και δ) του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού.
ε) των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων, αν πρόκειται για αποφάσεις αυτών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 56 παρ.2 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.Εναρξη ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2011.

2. Το τριμελές συμβούλιο απαρτίζεται από τον Πρόεδρο του οικείου Δικαστηρίου και δύο μέλη του.
Ειδικώς για το Συμβούλιο της Επικρατείας, το τριμελές συμβούλιο αποτελείται από τον πρόεδρο του αρμοδίου καθ` ύλην Τμήματος, ένα σύμβουλο και τον εισηγητή. Ο πρόεδρος ορίζει ως εισηγητή τον εισηγητή της ακυρωτικής απόφασης, επί αδυναμίας δε αυτού, άλλο σύμβουλο ή πάρεδρο. Οι πάρεδροι συμμετέχουν στα συμβούλια της διάταξης αυτής με αποφασιστική ψήφο.Για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το τριμελές συμβούλιο αποτελείται από τον πρόεδρο του αρμόδιου καθ` ύλην Τμήματος, έναν σύμβουλο και τον εισηγητή. Ο πρόεδρος ορίζει ως εισηγητή τον εισηγητή δικαστή της απόφασης, επί αδυναμίας δε αυτού, άλλον σύμβουλο ή πάρεδρο. Οι πάρεδροι συμμετέχουν στο συμβούλιο της διάταξης αυτής με αποφασιστική ψήφο. Εάν πρόκειται για συμμόρφωση σε απόφαση της Ολομέλειας, το τριμελές συμβούλιο αποτελείται από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έναν αντιπρόεδρο και τον εισηγητή δικαστή της απόφασης, επί αδυναμίας δε αυτού από άλλον σύμβουλο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 84 και 113 του Ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α 51 12.3.2012) .
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 56 παρ.3 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.

3. Με εξαίρεση τις αποφάσεις του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου και της Ολομέλειας του οικείου ανώτατου δικαστηρίου “καθώς και της ρύθμισης της προηγουμένης παραγράφου”, στο τριμελές συμβούλιο δεν μετέχουν οι δικαστές που εξέδωσαν την απόφαση, για την οποία κινείται η διαδικασία συμμόρφωσης της διοίκησης, εκτός αν είναι αδύνατη η συγκρότησή του από άλλους δικαστές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 56 παρ.5 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.Εναρξη ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2011.

4. Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 6 του ν. 3068/2002 εφαρμόζονται αναλόγως για τον έλεγχο από τα διοικητικά δικαστήρια της συμμόρφωσης της Διοίκησης στις αποφάσεις τους.
Σημ.: όπως ηπαρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 56 παρ.5 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.Εναρξη ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2011.
Άρθρο 3

1. Το αρμόδιο τριμελές συμβούλιο, εάν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου διαπιστώσει καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή πλημμελή συμμόρφωση προς τα κριθέντα με δικαστική απόφαση, καλεί την αρχή που υποχρεούται σε συμμόρφωση να εκθέσει μέσα σε ένα μήνα τις απόψεις της και να υποβάλει τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της. Ακολούθως, αν μετά τη σχετική έρευνα, διαγνώσει ότι η καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή η πλημμελής συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη, καλεί την υπόχρεη προς συμμόρφωση αρχή να συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα σε εύλογη προθεσμία που το ίδιο ορίζει και η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το τρίμηνο. Η προθεσμία αυτή, αν κατά την κρίση του συμβουλίου συντρέχει σπουδαίος λόγος, μπορεί να παραταθεί μία μόνο φορά.

2. Το τριμελές συμβούλιο μπορεί να ορίσει έναν δικαστή με βαθμό τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχο, ως εντεταλμένο για να διατυπώνει και αυτεπαγγέλτως γνώμη και να παρέχει την αναγκαία συνδρομή, ως προς τον ενδεικνυόμενο τρόπο συμμόρφωσης προς την απόφαση, στην αρχή που υποχρεούται σε συμμόρφωση. Η υπόχρεη προς συμμόρφωση διοικητική αρχή μπορεί πάντοτε να ζητεί από τον εντεταλμένο δικαστή οδηγίες για τον προσήκοντα τρόπο συμμόρφωσης προς την απόφαση.

3. Αν η αρχή που υποχρεούται σε συμμόρφωση δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το τριμελές συμβούλιο βεβαιώνει τη μη συμμόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση και προσδιορίζει ένα χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο, ως κύρωση για τη μη συμμόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση. Κριτήρια για τον καθορισμό του ποσού αυτού είναι η φύση και η σημασία της διαφοράς για την οποία εκδόθηκε η μη εκτελούμενη απόφαση, οι συνθήκες της μη συμμόρφωσης και οι συνέπειές της για το πρόσωπο του θιγομένου, η χρονική της διάρκεια και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κύρωσης. Εάν μετά την επιβολή της χρηματικής κύρωσης η διοίκηση εξακολουθεί να μην συμμορφώνεται προς τη δικαστική απόφαση, μπορεί μετά από επανάληψη της οριζόμενης στο άρθρο αυτό διαδικασίας να επιβληθεί από το τριμελές συμβούλιο και νέα χρηματική κύρωση.

4. Η απόφαση του τριμελούς συμβουλίου με την οποία προσδιορίζεται το χρηματικό ποσό ως κύρωση σε βάρος της διοίκησης εκτελείται κατά τις οικείες περί εντάλματος πληρωμής διατάξεις. Η είσπραξη του ποσού αυτού μπορεί να επιτευχθεί και με αναγκαστική εκτέλεση κατά το άρθρο 4.

5. Το ποσό καταλογίζεται στο Υπουργείο, τον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου στο οποίο υπάγεται η αρχή που δεν συμμορφώθηκε. Για την κάλυψη της κατά το άρθρο αυτό δαπάνης εγγράφεται κατ` έτος ειδική πίστωση στον κρατικό προϋπολογισμό και τον προϋπολογισμό των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Σε περίπτωση που δεν έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό ή η εγγεγραμμένη είναι ανεπαρκής ή έχει εξαντληθεί, τηρείται η κατά τις οικείες διατάξεις διαδικασία εγγραφής ή μεταφοράς πίστωσης.

6. Σε περίπτωση καταψηφιστικής απόφασης με αντικείμενο χρηματική παροχή, η αίτηση της πρώτης παραγράφου υποβάλλεται μόνο όταν η αναγκαστική εκτέλεση που επιχείρησε ο δικαιούχος απέβη άκαρπη ή είναι φανερό ότι θα απέβαινε άκαρπη.

7. Το τριμελές συμβούλιο συντάσσει στο τέλος κάθε έτους για τις εισαχθείσες σε αυτό υποθέσεις μη συμμόρφωσης της διοίκησης σε δικαστικές αποφάσεις ιδιαίτερο πρακτικό, το οποίο υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

8. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης, ρυθμίζεται κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τη λειτουργία του τριμελούς συμβουλίου και τον τρόπο και τη διαδικασία διαπίστωσης της μη συμμόρφωσης της διοίκησης, καθώς και επιβολής και είσπραξης του χρηματικού ποσού.
Άρθρο 4

1. Η αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί χρηματική απαίτηση κατά του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. γίνεται με κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας αυτών. Αποκλείεται η κατάσχεση απαιτήσεων που πηγάζουν από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου ή απαιτήσεων χρηματικού ή μη αντικειμένου το οποίο έχει ταχθεί για την άμεση εξυπηρέτηση ειδικού δημόσιου σκοπού.
Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων, που υπόκεινται σε ένδικα μέσα ή βοηθήματα και από τους οποίους απορρέει χρηματική υποχρέωση του Δημοσίου, διενεργείται ύστερα από προσκόμιση εκ μέρους του δικαιούχου ισόποσης εγγυητικής επιστολής Τραπέζης.
Το δικαστήριο, που εξέδωσε την εκτελεστή απόφαση ή το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η εκδίκαση του ενδίκου βοηθήματος, μπορεί, κατόπιν σχετικού αιτήματος, αναλόγως της φερεγγυότητας του δικαιούχου ή των λοιπών εγγυήσεων που προσφέρει ή κρίνονται αναγκαίες να μειώσει το ύψος της εγγυητικής επιστολής μέχρι του ενός δευτέρου.
Αν η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεσθεί χωρίς εγγύηση, μετά την άπρακτη πάροδο 90 ημερών από την επίδοση του.
Η εγγυητική επιστολή εκδίδεται υπέρ της υπηρεσίας, που είναι αρμόδια για την καταβολή, και επιστρέφεται μετά από την προσκόμιση πιστοποιητικού αμετάκλητης, υπέρ του αντιδίκου του υπόχρεου, επίλυσης της διαφοράς ή της μη ασκήσεως ενδίκου μέσου ή βοηθήματος μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 326 παρ.5 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.
Η ανωτέρω υποχρέωση για προσκόμιση εγγυητικής επιστολής προκειμένου να εκτελεσθεί η δικαστική απόφαση δεν ισχύει για τις απαιτήσεις εργαζομένων, με δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου σχέση εργασίας, οι οποίες προέρχονται από την εργασιακή τους σχέση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκεμε το άρθρο 92 Ν. 4139/2013,ΦΕΚ Α 74/20.3.2013.

2. Αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. επιτρέπεται μετά την παρέλευση εξήντα ημερών από την επίδοση της απόφασης στον Υπουργό που είναι αρμόδιος για την πληρωμή ή στον εκπρόσωπο του Ν.Π.Δ.Δ.

3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του όγδοου βιβλίου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Άρθρο 5

1. Η μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Α΄ του νόμου αυτού ή η προτροπή σε μη εκπλήρωση συνιστά ιδιαίτερο πειθαρχικό παράπτωμα για κάθε αρμόδιο υπάλληλο. Αν η παράλειψη συμμόρφωσης έγινε με σκοπό να προσπορίσει ο υπάλληλος στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος, τιμωρείται με την πειθαρχική ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης.

2. Η άσκηση της κατά το άρθρο αυτό πειθαρχικής δίωξης προκαλείται και με τη διαβίβαση στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο των σχετικών στοιχείων από τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου, ο οποίος, στην περίπτωση αυτή, ενημερώνεται υποχρεωτικά για την πρόοδο της πειθαρχικής διαδικασίας μέχρι την έκδοση της τελικής απόφασης.

3. Σε περίπτωση επιβολής οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής, κατά τις προβλέψεις των προηγούμενων παραγράφων, οι υπάλληλοι υπέχουν και αστική ευθύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα.
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με το άρθρο 11 Ν.3242/2004,ΦΕΚ Α 102/24.5.2004
Άρθρο 6

Οι διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου αυτού εφαρμόζονται για τις εκδιδόμενες μετά την έναρξη της ισχύος του δικαστικές αποφάσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΏΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΣΤΟ ΒΑΘΜΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Άρθρο 7

Οι θέσεις των συμβούλων της Επικρατείας καλύπτονται κατά το ένα πέμπτο με προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα επόμενα άρθρα.
Άρθρο 8

Σε Σύμβουλο της Επικρατείας προάγεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, εφόσον δεν συμπληρώνει το εξηκοστό τρίτο έτος της ηλικίας του έως την 31η

Δεκεμβρίου του έτους κενώσεως ή συστάσεως της θέσεως, πρόεδρος εφετών διοικητικών δικαστηρίων ή εφέτης διοικητικών δικαστηρίων, με επτά τουλάχιστον

έτη υπηρεσίας στο βαθμό του εφέτη και συνολική πραγματική δικαστική υπηρεσία είκοσι έξι τουλάχιστον ετών στα διοικητικά δικαστήρια.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.1 Ν.3472/2006, ΦΕΚ Α 135/4.7.2006.
Άρθρο 9

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.2 Ν.3472/2006, ΦΕΚ Α 135/4.7.2006 και στη συνέχεια ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ από 2 Απριλίου 2012 με τα άρθρα 109 παρ.1ζ και 113 του Ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α 51 12.3.2012) .

1. Η διαδικασία πλήρωσης θέσεως Συμβούλου της Επικρατείας με προαγωγή δικαστή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων κινείται με ανακοίνωση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Η ανακοίνωση αποστέλλεται στα διοικητικό εφετεία της χώρας και αναρτάται αμέσωςαπό τον γραμματέα του κάθε εφετείου στο οικείο δικαστικό κατάστημα. Για την ανάρτηση συντάσσεται έκθεση που διαβιβάζεται στον Γενικό Επίτροπο. Η ανακοίνωση αποστέλλεται, το ταχύτερο δυνατόν, μετά την κένωση ή τη σύσταση νέων θέσεων. Ειδικό για την πλήρωση των κενών θέσεων οι οποίες προβλέπεται ότι θα προκύψουν την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, η ανακοίνωση αποστέλλεται το αργότερο εντός του μηνός Φεβρουαρίου. Οσοι έχουν τα νόμιμα προσόντα, αλλά δενεπιθυμούν να κριθούν για την πλήρωση των ως άνω θέσεων, υποβάλλουν, εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι ημερών από την επομένη της αναρτήσεως της ανακοινώσεως, σχετική δήλωση στον Γενικό Επίτροπο και δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των κρινομένων.

2. Μετά τη λήξη της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών δικαστηρίων αποστέλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης υποβάλλει ερώτημα για την πλήρωση των ανωτέρω θέσεων στον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου της Διοικητικής Δικαιοσύνης, διαβιβάζοντας και τις δηλώσεις που έχουν υποβληθεί Το ερώτημα προκαλείται μέσα σε δύο μήνες από την κένωση ή τη σύσταση νέων θέσεων. Για την πλήρωση κενών θέσεων οι οποίες προβλέπεται ότι θα ανακύπτουν την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, το ερώτημα αποστέλλεται εντός του μηνός Απριλίου.
Άρθρο 10

1. Η προαγωγή γίνεται κατ` απόλυτη εκλογή, ύστερα από σύγκριση των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων. Επιλέγεται ο δικαστικός λειτουργός που συγκεντρώνει εξαιρετικά ουσιαστικά προσόντα, ιδίως ως προς το ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, την υπηρεσιακή (ποιοτική και ποσοτική) απόδοση, την εργατικότητα, την ικανότητα διατύπωσης αποφάσεων και την κοινωνική παράσταση.

2. Ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου της Διοικητικής Δικαιοσύνης ορίζει έναν αντιπρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας ή σύμβουλο επικρατείας από τα μέλη αυτού ως εισηγητή, ο οποίος συντάσσει για τους κρινομένους αιτιολογημένη εισήγηση και την αναmύσσει προφορικά κατά τη σχετική συνεδρίαση. Ο εισηγητής λαμβάνει υπόψη για την εκτίμηση των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων τις εκθέσεις επιθεώρησης, τον ατομικό φάκελο και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο. Μπορεί ακόμη να σχηματίσει και προσωπική αντίληψη ως προς την ικανότητα των κρινομένων για την απονομή της δικαιοσύνης και εν γένει τα προσόντα τους.
Άρθρο 11

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ.3 Ν.3472/2006, ΦΕΚ Α 135/4.7.2006 στη συνέχεια ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ από 2 Απριλίου 2012 με τα άρθρα 109 παρ.1ζ και 113 του Ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α 51 12.3.2012) .

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου διαβιβάζεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης και στα διοικητικό εφετεία όπου υπηρετούν οι παραλειφθέντες δικαστικοί λειτουργοί Ο δικαστικός λειτουργός ο οποίος δεν κρίθηκε προακτέος έχει δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 68 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988).
Άρθρο 12

1. Οι θέσεις των συμβούλων της Επικρατείας αυξάνονται ως εξής:
α) από 1.6.2002 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε σαράντα τέσσερις,
β) από 1.6.2003 κατά δύο θέσεις και συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε σαράντα έξι,
γ) από 1.6.2004 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε σαράντα οκτώ,
δ) από 1.6.2005 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε πενήντα.
Σχετικό:.άρ.3 παρ.1 εδ.Α.α΄ του Ν.3258/2004 (ΦΕΚ Α΄ 144), περί αυξήσεως των οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών από 1ης Ιουλίου 2004.

2. Οι πιο πάνω θέσεις πληρώνονται με προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Κατά την πρώτη πλήρωση των θέσεων αυτών δεν ισχύει η προϋπόθεση της μη συμπλήρωσης του εξηκοστού δεύτερου έτους της ηλικίας που προβλέπεται από το άρθρο 8 του νόμου αυτού. Οι θέσεις Συμβούλων της Επικρατείας, που κενώνονται στη συνέχεια και μέχρι να συμπληρωθεί το ποσοστό του ενός πέμπτου που κατά το Σύνταγμα καλύπτεται με προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, πληρώνονται εκ περιτροπής με προαγωγή παρέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας και δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκεμε την παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.3258/2004 (ΦΕΚ Α΄ 144).
Άρθρο 13

Για την προαγωγή των διοικητικών δικαστών σε συμβούλους επικρατείας και τη διαδικασία ενώπιον του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου Διοικητικής Δικαιοσύνης εφαρμόζονται, κατά τα λοιπά, οι διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 14

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α΄) “Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” προστίθεται το εξής εδάφιο:
“Στα μέλη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α.ΠΡΟ.Δ.) επιτρέπεται η άσκηση καθηκόντων μέλους διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι. με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης.”
Άρθρο 15
Καθεστώς αλλοδαπών

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 49 Ν.3900/2010, ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.

1. Στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου υπάγονται οι ακυρωτικές διαφορές, οι οποίες γεννώνται από την προσβολή ατομικών διοικητικών πράξεων που εκδίδονται κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών εν γένει, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3.

2. Αρμόδιο κατά τόπον για την εκδίκαση των διαφορών της προηγούμενης παραγράφου είναι το διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η διοικητική αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Κατ` εξαίρεση, αν πρόκειται για διαφορές που αφορούν είτε απόρριψη αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης ή ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής και εργασίας, είτε απόφαση επιστροφής που ενσωματώνεται σε πράξη απόρριψης του αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής, καθώς και σε απόφαση ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής, αρμόδιο είναι το διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην οποία τηρείται ο διοικητικός φάκελος του αλλοδαπού, δηλαδή το ανά Νομό Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης. Κατά τα λοιπά, για την εκδίκαση των διαφορών της προηγούμενης παραγράφου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 2 έως και 4 του ν. 702/1977 (Α` 268).
Οι αποφάσεις των διοικητικών πρωτοδικείων επί των εν λόγω διαφορών υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 702/1977.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 67 και 113 του Ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α 51 12.3.2012)

3. Υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου οι ακυρωτικές διαφορές, οι οποίες γεννώνται από την προσβολή ατομικών διοικητικών πράξεων που αφορούν:
α) την αναγνώριση αλλοδαπού ως πρόσφυγα, υπό την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ. 3989/1959 (Α’ 201) και του συναφούς πρωτοκόλλου της Νέας Υόρκης του 1967, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του α.ν. 389/1968 (Α’ 125). Στις περιπτώσεις αυτές η δικάσιμος ορίζεται αμέσως και δεν μπορεί να απέχει πέραν των σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση. Η σχετική απόφαση εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη συζήτηση. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989.
β) την κτήση και την απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας.
Οι αποφάσεις των διοικητικών εφετείων επί των εν λόγω διαφορών υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 702/1977.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 29 ΝΟΜΟΣ 4540/2018 και ισχύει από 22/5/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

4. Η παράγραφος 1 δεν καταλαμβάνει τις διαφορές, οι οποίες γεννώνται από την προσβολή πράξεων που αφορούν την άρνηση χορήγησης σε αλλοδαπό άδειας ασκήσεως εξαρτημένης ή ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, την άρνηση ανανέωσης ή την ανάκληση τέτοιας άδειας, όταν οι πράξεις αυτές δεν εκδίδονται κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών αλλά κατ` εφαρμογή ειδικής νομοθεσίας, εφαρμοζόμενης και επί ημεδαπών, με την οποία η άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας έχει υπαχθεί σε καθεστώς προηγούμενης άδειας.

5. Στις ακυρωτικές διαφορές της περίπτωσης α’ της παραγράφου 3, μετά από αίτηση αναστολής εκτέλεσης παρέχεται σε ένα στάδιο προσωρινή δικαστική προστασία από τον αρμόδιο πρόεδρο με την έκδοση συνοπτικά αιτιολογημένης απόφασης. Εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κατάθεσή της η αίτηση κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος προς τον αρμόδιο Υπουργό ο οποίος οφείλει, στην περίπτωση αυτή, να διαβιβάσει στο δικαστήριο το φάκελο της υπόθεσης μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση. Μέσα στην ίδια προθεσμία ο Υπουργός μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις του και ο αιτών να προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζει τους ισχυρισμούς του. Η απόφαση του προέδρου επί της αίτησης εκδίδεται μέσα σε προθεσμία επτά (7) ημερών από την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, εφόσον έχει προσκομιστεί στο δικαστήριο το οικείο αποδεικτικό κοινοποίησης. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989.
Όπως προστέθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 29 ΝΟΜΟΣ 4540/2018 και ισχύει από 22/5/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
Άρθρο 16

Οι διατάξεις του νόμου αυτού ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 2002

Ο ΠΡΟΕΔPΟΣ ΤHΣ ΔHMΟKPAΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI

ΟIΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟIΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 2002

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ