ΝΟΜΟΣ ΥΠ `ΑΡΙΘ. 2960 ΦΕΚ Α΄265/22.11.2001

Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΠΕΔIΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

1. Η Τελωνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα, εφαρμόζεται από τις Τελωνειακές Αρχές:
α) στις εμπορικές συναλλαγές της χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία,
β) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και
γ) στα κοινοτικά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή παρακολούθηση.

2. Οι διατάξεις του δεύτερου μέρους, άρθρα 12 μέχρι και 23 του παρόντα Κώδικα, δεν εφαρμόζονται στα κοινοτικά προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και τέλος ταξινόμησης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 1 παρ.1 του ν.3583/2007

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 2
Τελωνειακό έδαφος

1. Το τελωνειακό έδαφος της χώρας περιλαμβάνει το χερσαίο, ηπειρωτικό και νησιωτικό τμήμα, τα χωρικά ύδατα, τα εσωτερικά θαλάσσια ύδατα και τον εναέριο χώρο. Οι Ελεύθερες Ζώνες και ελεύθερες αποθήκες αποτελούν ειδικά τμήματα του τελωνειακού εδάφους της χώρας.

2. Στο τελωνειακό έδαφος συνιστώνται Τελωνειακές Αρχές, αρμόδιες για την εφαρμογή της Τελωνειακής και συναφούς Εθνικής, Κοινοτικής και Διεθνούς Νομοθεσίας.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η καθ΄ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα των Τελωνειακών Αρχών.

4. Επί του τελωνειακού εδάφους, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δημόσιας Τάξης, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής `Αμυνας, Εξωτερικών, Γεωργίας και κατά περίπτωση Εμπορικής Ναυτιλίας, καθορίζονται τα σημεία εισόδου – εξόδου εμπορευμάτων και επιβατών, στα οποία λειτουργούν υποχρεωτικά Τελωνειακές Αρχές.

Άρθρο 3
Αρμοδιότητες

1. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας εμπίπτει η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, της Εθνικής και Κοινοτικής Νομοθεσίας για την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και των προδρόμων ουσιών, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων επιβαλλόμενων σύμφωνα με την ανωτέρω Νομοθεσία, η διαχείριση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), καθώς και η ανταλλαγή και διαχείριση πληροφοριών που περιέρχονται σε αυτή, μέσω πληροφοριακών συστημάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και αφορούν θέματα αρμοδιότητάς της.
Στην αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας επίσης εμπίπτει η εφαρμογή συναφούς νομοθεσίας, που της έχει ανατεθεί, καθώς και η βεβαίωση και είσπραξη επιβαρύνσεων, που επιβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν.

2. Η Τελωνειακή Υπηρεσία είναι επίσης αρμόδια, δια των οργάνων της στα σημεία εισόδου -εξόδου, σε τελωνειακούς περιβόλους και στο εν γένει Τελωνειακό έδαφος, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και την προστασία του κοινωνικού συνόλου, να ελέγχει πρόσωπα, αποσκευές,εμπορεύματα και μεταφορικά μέσα, για τον εντοπισμό αφ` ενός παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ή τοξικών ουσιών, όπλων, εκρηκτικών, πυρηνικών υλικών, κεφαλαίων προερχόμενων από οικονομικές εγκληματικές δραστηριότητες, πολιτιστικών αγαθών, πειρατικών προίόντων, προϊόντων παραποίησης ή απομίμησης, ασέμνων ειδών, και αφ` ετέρου παρατυπιών που αφορούν μεταφορές, αλιεία, λαθρομετανάστευση, προστασία περιβάλλοντος, διακίνηση ειδών πνευματικής ιδιοκτησίας, άγριας πανίδας και χλωρίδας, προδρόμων ουσιών, καθώς και παρατυπιών που δεν κατονομάζονται στην παρούσα παράγραφο και διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους, που της έχουν ανατεθεί, με Ειδικές Κοινοτικές -Εθνικές Διατάξεις, Διεθνείς Συνθήκες και συμφωνίες για την προστασία των εθνικών συμφερόντων και των συμφερόντων της Ευρωπαίκής `Ενωσης (Ε.Ε.).
Η τελωνειακή υπηρεσία είναι αρμόδια για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων που κομίζονται από πρόσωπα τα οποία εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα στα πλαίσια της εφαρμογής κοινοτικών ρυθμίσεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία ελέγχου εισόδου – εξόδου στην Κοινότητα των ρευστών διαθεσίμων, το είδος της δήλωσης που θα υποβάλλεται, καθώς και κάθε άλλη ειδικότερη διαδικασία εφαρμογής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.24 Ν.3610/2007,ΦΕΚ Α 258/22.11.2007.

3. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας ανήκει η εποπτεία, ο έλεγχος και η φύλαξη, όπου απαιτείται, των χώρων που έχουν αναγνωρισθεί ως τελωνειακοί περίβολοι και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή έχουν εγκριθεί ως Ελεύθερες Ζώνες. Με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου, καθώς και των διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, που αφορούν την τέλεση ανακριτικών πράξεων, η είσοδος εντός των χώρων αυτών οποιουδήποτε υπαλλήλου άλλης δημόσιας διωκτικής υπηρεσίας επιτρέπεται κατόπιν έγγραφης ειδοποίησης και έγκρισης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής. Η αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας σε υποκείμενους σε τελωνειακή επιτήρηση χώρους Μεθοριακών Τελωνείων και Τελωνείων Διεθνών Λιμένων και Αερολιμένων περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον έλεγχο των διαβατηρίων. Η εγκατάσταση αστυνομικών ή λιμενικών φυλακίων στα σημεία εισόδου – εξόδου και σε τελωνειακούς περιβόλους αποσκοπεί στην τήρηση της έννομης τάξης εντός των χώρων αυτών και δεν παρέχεται στα αστυνομικά ή λιμενικά όργανα η αρμοδιότητα ελέγχου εμπορευμάτων, μεταφορικών μέσων, αποθηκών και αποσκευών ταξιδιωτών.

4. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να ελέγχουν, την ταυτότητα των προσώπων που εισέρχονται, εξέρχονται ή κυκλοφορούν στους τελωνειακούς περιβόλους, καθώς και στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, σε συνδυασμό με τους διενεργούμενους τελωνειακούς ελέγχους. Κατά πάντα χρόνο οι υπάλληλοι της Τελωνειακής Υπηρεσίας επισκέπτονται κάθε χώρο υποκείμενο σε τελωνειακή επιτήρηση, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, Ελεύθερες Ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, για επιθεώρηση και έλεγχο των ευρισκόμενων σ΄ αυτές εμπορευμάτων και των συνοδευτικών εγγράφων και στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή και σύννομη διαχείριση.

5. Για τη διαπίστωση τελωνειακής παράβασης οι τελωνειακοί υπάλληλοι καθώς και οι, από τον Υπουργό Οικονομικών με ειδικές διαταγές συγκεκριμένου περιεχομένου και χρονικής ισχύος, εξουσιοδοτημένοι οικονομικοί υπάλληλοι, κατόπιν έγκαιρης ενημέρωσης του Προϊσταμένου του Τελωνείου, μπορούν να διενεργούν ελέγχους επί όλων των αγαθών, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τόσο κατά το στάδιο της διακίνησης όσο και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους στους χώρους της ασκούμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων και των υφιστάμενων αποθεμάτων με βάση τα τηρούμενα στοιχεία και να ενεργούν ελέγχους των βιβλίων και λοιπών στοιχείων οποιασδήποτε επιχείρησης ή ιδιώτη. Επιπλέον οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να προβαίνουν σε κάθε εξέταση ή έρευνα και να ενεργούν όλες τις ανακριτικές πράξεις προς διαπίστωση των αδικημάτων λαθρεμπορίας, δασμοφοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης τελωνειακής παράβασης, έχοντας τα καθήκοντα και δικαιώματα των ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.).

6. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι για τον έλεγχο, τη διαπίστωση της απόκρυψης, κατοχής ή μεταφοράς με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο υποκειμένων ειδών ή απαγορευμένων ουσιών, σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες, μπορούν να χρησιμοποιούν κάθε κατάλληλο επιστημονικό μέσο.
Οι τελωνειακοί υπάλληλοι κατά την εκτέλεση των ελεγκτικών και διωκτικών καθηκόντων τους δικαιούνται να οπλοφορούν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις οπλοφορίας, οι περιπτώσεις οπλοχρησίας, ο τρόπος εκπαίδευσης και προμήθειας του αναγκαίου οπλισμού, καθώς και οι σχετικές αναγκαίες λεπτομέρειες για τις μεθόδους και τον τρόπο αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος στον τομέα του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.

7. Η Τελωνειακή Υπηρεσία συνεργάζεται με άλλες Υπηρεσίες του εσωτερικού ή του εξωτερικού στον τομέα της αρμοδιότητάς της και παρέχει τη συνδρομή της σε αυτές, όπως ορίζεται από ειδικές σχετικές διατάξεις. Οι άλλες Διωκτικές και Στρατιωτικές Αρχές και άλλες Υπηρεσίες και Φορείς του Δημόσιου Τομέα, έχουν υποχρέωση να συνδράμουν τους τελωνειακούς υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφόσον ζητηθεί, ενώ σε ουδένα έλεγχο υπόκεινται οι τελωνειακοί υπάλληλοι, από ιδιωτικό φορέα Ασφάλειας ή Φρούρησης Χώρου υποκειμένου σε τελωνειακό έλεγχο, εφόσον δηλωθεί η ιδιότητά τους.

8. Για την εξυπηρέτηση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και του εξαγωγικού της εμπορίου, η Τελωνειακή Υπηρεσία δια των οργάνων συνεργάζεται με τους οικονομικούς παράγοντες της χώρας και τους Διεθνείς Φορείς Εμπορίου και Διακίνησης Εμπορευμάτων προκειμένου να διασφαλίζεται:
α) η πληροφόρηση και ενημέρωση του πολίτη και των παραγωγικών, εισαγωγικών και εξαγωγικών φορέων και τάξεων και
β) το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης και προσφυγής.

Άρθρο 4
Απείθεια, εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμηση, απειλή ή άσκηση βίας εναντίον τελωνειακών υπαλλήλων, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους, τιμωρούνται κατά τις διατάξεις της Ποινικής Νομοθεσίας. Παράλληλα, αστικές απαιτήσεις, που γεννώνται εκ των ανωτέρω πράξεων διεκδικούνται κατά τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου.

Άρθρο 5
Ωράριο λειτουργίας
Η εκτέλεση τελωνειακών εργασιών και διατυπώσεων διενεργείται κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες των Δημοσίων Υπηρεσιών.
Για τις ανάγκες όμως του εμπορίου, καθώς και για την εξυπηρέτηση των επιβατών, που διακινούνται μέσω των Διεθνών Λιμένων, Αερολιμένων και των Μεθοριακών Τελωνειακών Αρχών εισόδου – εξόδου, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ιδιαίτερο ωράριο λειτουργίας των Τελωνειακών Αρχών.
Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Αρχών δύνανται να επιτρέπουν, μετά από αίτηση και με δαπάνες του ενδιαφερομένου, την εκτέλεση τελωνειακών εργασιών και διατυπώσεων και πέραν των εργάσιμων ημερών και ωρών.

Άρθρο 6
Τελωνειακός περίβολος
Τους τελωνειακούς περιβόλους αποτελούν οι αναγκαίοι υποκείμενοι σε τελωνειακό έλεγχο, εποπτεία ή φρούρηση χώροι, που βρίσκονται εκτός του Τελωνειακού Καταστήματος και των τελωνειακών αποθηκών και δύνανται να χρησιμοποιηθούν και ως υπαίθριοι χώροι προσωρινής εναπόθεσης, στους οποίους εκτελούνται τελωνειακές εργασίες. Ως τελωνειακοί περίβολοι χρησιμοποιούνται και οι αναγκαίοι δημόσιοι χώροι λιμένων, αερολιμένων και σιδηροδρομικών σταθμών.
Τα όρια του τελωνειακού περιβόλου, για κάθε Τελωνειακή Αρχή, καθορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Περιφέρειας.

Άρθρο 7
Έγκριση εργασιών

1. Εργασίες, που αφορούν φόρτωση, εκφόρτωση, μεταφόρτωση και γενικά διακίνηση υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις εμπορευμάτων, επιτρέπονται μόνο με έγγραφη άδεια της Τελωνειακής Αρχής.

2. Η άδεια εκδίδεται από την Τελωνειακή Αρχή για συγκεκριμένη περίπτωση εργασίας και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και προβλέπει την παρουσία ή μη τελωνειακού υπαλλήλου κατά την εκτέλεση αυτής.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας ή και άλλων συναρμόδιων Υπουργών μπορεί να απαγορευθεί η εισαγωγή φυτών, ζώων ή οποιωνδήποτε άλλων αντικειμένων, με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας, της γεωργίας και της κτηνοτροφίας από μόλυνση ή ασθένεια και να επιβληθούν οι ποινές που προβλέπονται από τους ισχύοντες υγειονομικούς ή ειδικούς νόμους.

Άρθρο 8
Απαγορεύσεις

1. Απαγορεύεται σε πλοία, οποιασδήποτε χωρητικότητας και προέλευσης, που φέρουν φορτίο, το οποίο υπόκειται σε τελωνειακό έλεγχο, η προσέγγιση σε λιμάνια και όρμους, όπου δεν υπάρχει αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ή σε θέσεις που δεν έχουν εγκριθεί για εκφόρτωση από τις Τελωνειακές Αρχές.

2. Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο, που μεταφέρει υποκείμενα σε τελωνειακές διαδικασίες ή σε δασμούς και φόρους εμπορεύματα, να τα εκφορτώσει σε μη εγκεκριμένο, από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές, σημείο στο εσωτερικό της χώρας.

Άρθρο 9
Περί ναυαγίου

1. Σε περιπτώσεις ναυαγίου τηρούνται οι διατάξεις των νόμων περί ναυαγίων και ναυαγιαιρέσεων.

2. Οι Τελωνειακές Αρχές οφείλουν να παρέχουν τη συνδρομή τους, με κάθε δυνατό μέσο, στους ναυαγούς και να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προς εξασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου, που αναλογούν σε προϊόντα του ναυαγίου, σε συνεργασία με τη Λιμενική Αρχή.

3. Οι Τελωνειακές Αρχές, ανεξάρτητα από την τάξη τους, έχουν το δικαίωμα να ενεργούν όλες τις τελωνειακές εργασίες που απαιτούνται, ανάλογα με τον προορισμό που δίνεται στο ναυάγιο

Άρθρο 10
Ανώτερη βία

1. Παραβάσεις των Τελωνειακών Διατάξεων επισύρουν ποινικές κυρώσεις, εφόσον ο υπαίτιος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αξιόποινη πράξη.

2. Παραβάσεις οφειλόμενες σε αποδεδειγμένη ανώτερη βία ή άλλο τυχαίο γεγονός δεν επισύρουν ποινικές κυρώσεις. Το βάρος της απόδειξης των τυχαίων γεγονότων φέρει τόσο ο πλοίαρχος και ο μεταφορέας, σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται από το νόμο περί εμπορικής ναυτιλίας, όσο και οι οδηγοί, κυβερνήτες, συνοδοί μεταφορικών μέσων και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι.

Άρθρο 11
Απόρρητο στοιχείων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.2 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

1. Ολα τα τελωνειακά παραστατικά, που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές είτε γραπτά είτε με τη χρήση μηχανογραφικής μεθόδου και από την ημερομηνία αποδοχής τους, από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, αποτελούν τίτλους υπέρ του Δημοσίου.

2. Τα στοιχεία που απορρέουν από τα τελωνειακά παραστατικά είναι απόρρητα και απαγορεύεται η γνωστοποίηση τους σε οποιονδήποτε τρίτο, εκτός από τη δικαστική αρχή, μόνο εφόσον έχει διαταχθεί ανάκριση, προς διακρίβωση της τέλεσης αξιόποινης πράξης σε βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η χορήγηση πληροφοριών από τα παραστατικά έγγραφα των τελωνείων στις δημόσιες αρχές επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτουν θέματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διεκδίκησης πόρων.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΗΛΩΤΙΚΑ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Άρθρο 12
Κατάθεση δηλωτικού

1. Ο πλοίαρχος κάθε πλοίου, που προέρχεται από το εξωτερικό και καταπλέει σε λιμάνι ή όρμο της χώρας ή βρίσκεται αγκυροβολημένο εντός των χωρικών υδάτων για οποιαδήποτε αιτία, ακόμη και λόγω ανώτερης βίας, οφείλει να καταθέσει στην Τελωνειακή Αρχή δηλωτικό του φορτίου μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες από τον κατάπλου και πάντως πριν από τον απόπλου. Την ίδια υποχρέωση έχει ο πλοίαρχος και αν το πλοίο δεν φέρει φορτίο. Της παραπάνω υποχρέωσης εξαιρούνται τα πλοία με χωρητικότητα κάτω των εκατό κόρων, με την προϋπόθεση ότι αυτά δεν φέρουν φορτίο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.3 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Δεν κατατίθεται από τον πλοίαρχο δηλωτικό, όταν πρόκειται για πλοίο στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια τακτικής γραμμής, εκτός εάν με αυτό μεταφέρονται υπό καθεστώς διαμετακόμισης εμπορεύματα που έχουν προορισμό το λιμάνι κατάπλου του πλοίου.

3. Μέχρι να κατατεθεί δηλωτικό, τα εμπορεύματα δεν μπορούν να εκφορτωθούν, παρά μόνο ύστερα από ειδική έγκριση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και στους χώρους που ελέγχονται από αυτήν.

4. Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να ζητά και την επίδειξη κάθε σχετικού, με το δηλωτικό, εγγράφου.

5. Η Τελωνειακή Αρχή θεωρεί και καταχωρεί το δηλωτικό, αφού αναγράψει σ΄ αυτό την ώρα κατάθεσης του καθώς και την ημερομηνία και ώρα κατάπλου του πλοίου.

6. Ο πλοίαρχος πλοίου, που έχει τεθεί υπό επιτήρηση και του έχει απαγορευθεί η ελευθεροκοινωνία για υγειονομικούς λόγους, οφείλει να προβεί σε προφορική προς τον υγειονόμο δήλωση του φορτίου και η συντασσόμενη από αυτόν έκθεση αναπληρώνει το δηλωτικό.

7. Ο πλοίαρχος δεν υποχρεούται στην τήρηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου όταν transit διερχόμενο πλοίο, αποπλέει χωρίς να ελευθεροκοινωνήσει, εντός προθεσμίας σαράντα οκτώ (48) ωρών από τον κατάπλου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρου ένατου Ν.4211/2013, ΦΕΚ Α 256/28.11.2013.

8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η θέσπιση ειδικότερων διαδικασιών και διατυπώσεων, που αφορούν την κατάθεση του δηλωτικού για:
α) Ελεύθερες Ζώνες,
β) ειδικά πλοία,
γ) πλοία αναψυχής ή ναυτικών αθλήσεων,
δ) πλοία που μεταφέρουν στρατιωτικά εφόδια,
ε) πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα φορτία.

Άρθρο 13
Το δηλωτικό των φορτηγών, επιβατικών και οχηματαγωγών πλοίων επιτρέπεται να κατατίθεται στην Τελωνειακή Αρχή και από τους πράκτορες των ναυτιλιακών εταιριών, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το προηγούμενο άρθρο και να περιλαμβάνει μόνο τα εμπορεύματα που προορίζονται για το λιμάνι κατάπλου. Τα οχήματα διεθνών μεταφορών, που διακινούνται δια των παραπάνω πλοίων και μεταφέρουν εμπορεύματα που καλύπτονται από τίτλο διεθνούς διαμετακόμισης, περιλαμβάνονται στο δηλωτικό ως ένας στίχος, για κάθε όχημα.

Άρθρο 14

1. Οι πλοίαρχοι οφείλουν, πριν από τον απόπλου από το λιμάνι του πρώτου κατάπλου, κατά τους όρους του άρθρου 12 του παρόντα Κώδικα, να εφοδιαστούν από την Τελωνειακή Αρχή με δηλωτικό.

2. Εάν δεν εκφορτώθηκε φορτίο, η Τελωνειακή Αρχή επιστρέφει το δηλωτικό στον πλοίαρχο, αφού βεβαιώσει σε αυτό ότι δεν αποβιβάσθηκε εμπόρευμα και κρατάει αντίγραφο.

3. Εάν μέρος του φορτίου εκφορτώθηκε, βεβαιώνεται αυτό ενυπόγραφα από τον πλοίαρχο στο πρωτότυπο δηλωτικό και η Τελωνειακή Αρχή τον εφοδιάζει με αντίγραφο του κατατεθειμένου δηλωτικού ή του επιστρέφει το πρωτότυπο, αφού κρατήσει αντίγραφο αυτού.

4. Εκδίδονται από την Τελωνειακή Αρχή τόσα αντίγραφα δηλωτικού, όσοι είναι οι λιμένες προορισμού.

5. Εάν το πλοίο έχει προορισμό λιμάνι εκτός της χώρας εκδίδεται ένα μόνο αντίγραφο.

6. Της κατά την παράγραφο 1 υποχρέωσης δεν απαλλάσσεται ο πλοίαρχος, όταν το πλοίο αποπλέει χωρίς φορτίο.

Άρθρο 15

1. Ο πλοίαρχος μετά τον κατάπλου στο δεύτερο λιμάνι της χώρας παραδίδει στην Τελωνειακή Αρχή, μέσα στην προβλεπόμενη από το άρθρο 12 προθεσμία, το δηλωτικό, ως ορίζεται στο προηγούμενο άρθρο.

2. Η Τελωνειακή Αρχή προορισμού των εμπορευμάτων ενημερώνει άμεσα την Τελωνειακή Αρχή έκδοσης αντιγράφων δηλωτικού, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο.

Άρθρο 16

1. Ως δηλωτικό μπορεί να γίνει δεκτό από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή και κάθε εμπορικό ή διοικητικό έγγραφο, που περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας των εμπορευμάτων.

2. Επέχουν θέση δηλωτικού οι εκθέσεις ή τα έγγραφα των αρμόδιων Αρχών για παράδοση ναυαγίων ή ναυαγιαιρέσεων στην Τελωνειακή Αρχή, καθώς και άλλα έγγραφα ή αιτήσεις, που κατατίθενται στις Τελωνειακές Αρχές είτε για τη θέση σε ανάλωση, είτε για τη διαμετακόμιση ειδών που παραλήφθηκαν με το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής για ορισμένη ειδική χρήση, είτε εισήχθησαν αντικανονικά, είτε εισάγονται από τα πληρώματα των πλοίων, είτε σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, ή οι διαταγές του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδονται για ανάλογες περιπτώσεις.

3. Ειδικά για τα εμπορεύματα που διακινούνται στο πλαίσιο διαδικασίας διαμετακόμισης, ως δηλωτικό χρησιμοποιείται αντίγραφο του αντιτύπου του παραστατικού διαμετακόμισης.

4. Το δηλωτικό κατατίθεται με την προσκόμιση των εμπορευμάτων στην Τελωνειακή Αρχή.

5. Η εν λόγω Αρχή μπορεί να ορίζει, εφόσον υπάρχει δικαιολογημένη αιτία, προθεσμία κατάθεσης του δηλωτικού και εκφόρτωσης των εμπορευμάτων, που να λήγει το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα, μετά από την ημέρα προσκόμισης των εμπορευμάτων σ΄ αυτήν.

6. Σε περίπτωση μη κατάθεσης του δηλωτικού ή καθυστέρησης εκφόρτωσης των εμπορευμάτων, η Τελωνειακή Αρχή, ανεξάρτητα από τις άλλες κυρώσεις που προβλέπονται, δικαιούται να διατάξει, με κίνδυνο και έξοδα του μεταφορέα, την εκφόρτωση των εμπορευμάτων από το μέσο μεταφοράς, στο οποίο βρίσκονται, στους χώρους που έχουν καθορισθεί ή εγκριθεί από την Αρχή αυτή, για να εξασφαλίζεται ο έλεγχος τόσο των εμπορευμάτων όσο και του μέσου μεταφοράς.

7. Το δηλωτικό τηρείται και εξοφλείται από την Τελωνειακή Αρχή, η οποία ελέγχει αν τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο δηλωτικό λαμβάνουν τελωνειακό προορισμό μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες. Το δηλωτικό φυλάσσεται στην εν λόγω Τελωνειακή Αρχή.

Άρθρο 17

1. Το δηλωτικό του φορτίου περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο του πλοιάρχου, την εθνικότητα και τον αριθμό της ταυτότητας ή του διαβατηρίου του, το όνομα και την εθνικότητα του πλοίου, τη χώρα προέλευσης και τον τόπο φόρτωσης, τον αριθμό των μελών του πληρώματος, την ποσότητα και το είδος του φορτίου και τα συνοδευτικά αυτού έγγραφα. Στο δηλωτικό περιλαμβάνονται και τα μη αναφερόμενα στις φορτωτικές εμπορεύματα.

2. Όταν το δηλωτικό έχει συνταχθεί σε ξένη γλώσσα, πρέπει να συνοδεύεται από μετάφραση στην Ελληνική, επικυρωμένη από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα και επέχει θέση πρωτότυπου δηλωτικού.

3. Ο πλοίαρχος δεν υποχρεούται να περιλάβει στο δηλωτικό τις αποσκευές των επιβατών, εάν δεν έχουν εκδοθεί γι΄ αυτές φορτωτικές.

4. Για τα είδη που φέρουν τα μέλη του πληρώματος για δική τους χρήση ή κατέχουν για οποιονδήποτε σκοπό, καθώς και για τα εφόδια του πλοίου, οφείλει ο πλοίαρχος να καταθέσει μαζί με το δηλωτικό και ιδιαίτερη δήλωση, η οποία αν έχει συνταχθεί σε ξένη γλώσσα πρέπει να συνοδεύεται από μετάφραση στην Ελληνική. Η δήλωση αυτή θεωρείται από την Τελωνειακή Αρχή και λαμβάνει τον ίδιο αριθμό με το δηλωτικό. Ο πλοίαρχος οφείλει να καταθέσει τις δηλώσεις αυτές, έστω και, με αρνητικό περιεχόμενο. Συμπληρωματικές δηλώσεις δεν λαμβάνονται υπόψη.

5. Τα έγγραφα που συνοδεύουν το δηλωτικό προσαρτώνται σε αυτό.

6. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι όροι και οι διατυπώσεις των παραπάνω παραγράφων, η Τελωνειακή Αρχή κρίνει το δηλωτικό απαράδεκτο, επιβάλλει το διοικητικό πρόστιμο που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1α του άρθρου 145 του παρόντα Κώδικα και υποχρεώνει τον πλοίαρχο στη σύνταξη και κατάθεση νέου δηλωτικού.

Άρθρο 18

1. Κάθε πλοίο, κατά τον κατάπλου, απόπλου ή και στην περίπτωση που παραμένει αγκυροβολημένο στο λιμάνι, υπόκειται σε επίσκεψη, από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, η παρεμπόδιση της οποίας δεν επιτρέπεται, έστω και αν άλλες διατάξεις ορίζουν διαφορετικά. Οι ναυτικοί πράκτορες ή οι αντιπρόσωποι των πλοίων υποχρεούνται να γνωστοποιούν γραπτά στην Τελωνειακή Αρχή, δώδεκα (12) τουλάχιστον ώρες, πριν από τον κατάπλου του πλοίου, την επικείμενη άφιξη, παρέχοντας κάθε αναγκαία πληροφορία.

2. Οι πλοίαρχοι οφείλουν να επιδεικνύουν στους τελωνειακούς υπαλλήλους που πραγματοποιούν την επίσκεψη όλα τα εμπορεύματα, να ανοίγουν τα κλεισμένα μέρη του πλοίου και να διευκολύνουν γενικά την εκτέλεση της επίσκεψης, θέτοντας στη διάθεση των υπαλλήλων κάθε ζητούμενο σχετικό έγγραφο.

3. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι που πραγματοποιούν την επίσκεψη, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, προβαίνουν στην κατάσχεση των εμπορευμάτων που υποχρεωτικά περιλαμβάνονται στο δηλωτικό και άσχετα με την κατάθεση αυτού, εφόσον αυτά δεν συνοδεύονται από τις ανάλογες φορτωτικές και τα υπόλοιπα επίσημα έγγραφα, που αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή, κυριότητα, προέλευση και προορισμό αυτών.

4. Σε περίπτωση αντίστασης του πλοιάρχου στην επίσκεψη, αυτή πραγματοποιείται με τη συνδρομή της Λιμενικής ή άλλης Δημόσιας Αρχής. Εάν ο πλοίαρχος πλοίου με ξένη σημαία αντισταθεί κατά την επίσκεψη, αυτή πραγματοποιείται με την παρουσία εκπροσώπου της Προξενικής Αρχής και σε περίπτωση που αυτή δεν προσέλθει, με τη συνδρομή της Λιμενικής Αρχής.

5. Κατά τη διάρκεια παραμονής του πλοίου στο λιμάνι, η Τελωνειακή Αρχή το επιτηρεί, μπορεί δε να απαγορεύσει την άνοδο σε αυτό προσώπων, που δεν έχουν σχέση με τις εργασίες του πλοίου.

6. Για πρόληψη λαθρεμπορικών ενεργειών, οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν, όταν επιβιβασθούν στο πλοίο, να παραμένουν σε αυτό για φρούρηση, στις περιπτώσεις που αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η φρούρηση και η επιτήρηση του πλοίου ενεργείται με δαπάνη των υπευθύνων αυτού. Σε περίπτωση που ο πλοίαρχος αρνηθεί να διευκολύνει την εγκατάσταση στο πλοίο ή την ασφαλή επιβίβαση ή αποβίβαση από αυτό των εντεταλμένων τελωνειακών υπαλλήλων, επιβάλλεται σε αυτόν το πρόστιμο που προβλέπεται από την παράγραφο 1 γ΄ του άρθρου 145.

7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, οι τελωνειακοί υπάλληλοι που πραγματοποιούν την επίσκεψη στο πλοίο ή σε οποιοδήποτε αεροσκάφος, που βρίσκεται σε Ελληνικό Αερολιμένα ή σε οποιοδήποτε όχημα ή σιδηροδρομικό συρμό, που εισέρχεται στο τελωνειακό έδαφος της χώρας ή εξέρχεται ή διατρέχει αυτό, μπορούν ιδιαίτερα:
α) να δίνουν εντολή, ορισμένα εμπορεύματα να επισημαίνονται με σημεία αναγνώρισης, πριν την εκφόρτωσή τους.
β) να ασφαλίζουν, σφραγίζουν και να επισημαίνουν οποιοδήποτε εμπόρευμα.
γ) να ανοίγουν, ακόμη και με θραύση, οποιοδήποτε εμπορευματοκιβώτιο ή κλεισμένο χώρο, ασφαλισμένο με κλειδιά, τα οποία παρακρατούνται.
Σε περίπτωση ρήξης, αντικατάστασης, αφαίρεσης ή αλλοίωσης τελωνειακών σφραγίδων, κλειδαριών ή άλλων σημείων αναγνώρισης, που τέθηκαν σύμφωνα με τα παραπάνω εδάφια α΄ και β΄, επιβάλλεται στον πλοίαρχο το από την παράγραφο 3δ του άρθρου 144 προβλεπόμενο πρόστιμο.

8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι διαδικασίες της ελευθεροκοινωνίας και επίσκεψης από την Τελωνειακή Αρχή, των πλοίων και των αεροσκαφών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας ή άλλων Δημοσίων Υπηρεσιών, καθώς και οι δηλώσεις και οι διατυπώσεις που πρέπει να τηρηθούν για τα είδη, που μεταφέρονται από τα πληρώματα αυτών. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζονται οι διατυπώσεις που πρέπει να τηρηθούν για τα πολεμικά πλοία και αεροσκάφη άλλων κρατών.

9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν να ορίζονται ειδικές διαδικασίες ελευθεροκοινωνίας, τελωνειακής επίσκεψης, επίβλεψης και ελέγχου της κίνησης των πλοίων αναψυχής ή ναυτικών αθλήσεων, καθώς και οι υποχρεώσεις των κυβερνητών και ιδιοκτητών αυτών.

Άρθρο 19

1. Στην περίπτωση κατά την οποία πλοία, για λόγους ανώτερης βίας, προσορμίζονται και έχουν ανάγκη επισκευής, οι πλοίαρχοι, αφού φροντίσουν για τις διατυπώσεις περί δηλωτικών, μετά από άδεια της Τελωνειακής Αρχής, μπορούν να εκφορτώσουν και να εναποθέσουν τα εμπορεύματα του πλοίου σε χώρους που εγκρίνονται από την Αρχή αυτή.

2. Δύο (2) μήνες από την εκφόρτωση τα, κατά τους όρους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εμπορεύματα επιβαρύνονται με δικαιώματα υπερημερίας.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΛΟΙΠΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Άρθρο 20
Αεροπορικές μεταφορές

1. Τα αεροσκάφη που προέρχονται από άλλο Κράτος -Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή τρίτη χώρα υποχρεωτικά προσγειώνονται σε αεροδρόμια που τελούν υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο των Τελωνειακών Αρχών. Η αναχώρηση αεροσκαφών που έχουν ως προορισμό άλλο Κράτος – Μέλος ή τρίτη χώρα επιτρέπεται μόνο από τα ως άνω αεροδρόμια.

2. Οι κυβερνήτες των αεροσκαφών, που προέρχονται από αερολιμένα εκτός του τελωνειακού εδάφους της χώρας, καταθέτουν στην Τελωνειακή Αρχή, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 12 έως 19 του παρόντα Κώδικα, το δηλωτικό φορτίου, ως προβλέπεται από τη Σύμβαση για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, το οποίο φέρει την επωνυμία της αεροπορικής εταιρίας που μεταφέρει τα εμπορεύματα, τον αριθμό και την ημερομηνία της πτήσης, το όνομα του αερολιμένα φόρτωσης – αναχώρησης και εκφόρτωσης – προορισμού, τον αριθμό της φορτωτικής, τον αριθμό των δεμάτων, την περιληπτική περιγραφή των εμπορευμάτων και τη μικτή μάζα.

Άρθρο 21
Οδικές – Σιδηροδρομικές μεταφορές

1. Για τα εμπορεύματα, που μεταφέρονται οδικώς στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, μέσω αναγνωρισμένων χερσαίων σημείων εισόδου, εφόσον δεν καλύπτονται με τίτλο διεθνούς διαμετακόμισης, κατατίθεται στην Τελωνειακή Αρχή εισόδου, από τον οδηγό του μεταφορικού μέσου, ως δηλωτικό εισαγωγής, οποιοδήποτε έγγραφο, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 16 του παρόντα Κώδικα.

2. Για τα εμπορεύματα που μεταφέρονται σιδηροδρομικώς στο τελωνειακό έδαφος της χώρας ισχύουν τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο. Ειδικότερες διαδικασίες καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι διαδικασίες εισαγωγής, διαμετακόμισης και εξαγωγής των εμπορευμάτων, που μεταφέρονται μέσω δικτύου αγωγών, καθώς και τυχόν λοιπές συναφείς τελωνειακές εργασίες.

Άρθρο 22
Υποχρεώσεις προσώπων
Οι κυβερνήτες αεροσκαφών, οι προϊστάμενοι αμαξοστοιχιών, οι οδηγοί φορτηγών οδικών οχημάτων ή άλλων χερσαίων μεταφορικών μέσων ή οι υπεύθυνοι διαχειριστές δικτύου αγωγών υπέχουν τις υποχρεώσεις και ευθύνες, που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα για τους πλοιάρχους. Οι φορείς ιδιοκτησίας των μεταφορικών αυτών μέσων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι κατά νόμο εκπρόσωποί τους υπέχουν τις υποχρεώσεις και ευθύνες, που προβλέπονται για τους πράκτορες.

Άρθρο 23
Οι τελωνειακές διατυπώσεις για τα είδη, που διακινούνται με το ταχυδρομείο και υπόκεινται σε έλεγχο από Τελωνειακές Αρχές, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΙΣΟΔΟΣ -ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ -ΕΝΑΠΟΘΕΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 24
Είσοδος – Επιτήρηση εμπορευμάτων

1. Τα εμπορεύματα, που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, υποβάλλονται, από τη στιγμή της εισόδου τους, σε τελωνειακή επιτήρηση ή και έλεγχο, προσκομίζονται δε, χωρίς καθυστέρηση και σύμφωνα με τους όρους, που καθορίζει η Τελωνειακή Αρχή εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ή σε άλλο χώρο, που καθορίζει ή εγκρίνει η αρμόδια αυτή Αρχή.
Με ανάλογο τρόπο προσκομίζονται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή και τα κοινοτικά εμπορεύματα, που αποστέλλονται από άλλο Κράτος – Μέλος στην Ελλάδα και διακινούνται, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις, με την κάλυψη εγγράφου κοινοτικής διαμετακόμισης ή εγγράφου που επέχει θέση εγγράφου κοινοτικής διαμετακόμισης ή αντιτύπου ελέγχου Τ5. Στην περίπτωση αυτή η εκπρόθεσμη κατάθεση των εγγράφων αυτών και η μη προσκόμιση των κοινοτικών εμπορευμάτων στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή προορισμού, συνεπάγεται εκτός από τις άλλες προβλεπόμενες κυρώσεις και την επιβολή, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, προστίμου που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 145 του παρόντα Κώδικα.

2. Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις δημόσιες προσωρινές αποθήκες και χώρους ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο, που καθορίζει ή εγκρίνει η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, καθώς και η παράδοση αυτών στην αρμόδια αυτή Αρχή, γίνεται ύστερα από άδεια αυτής, με βάση το δηλωτικό εισαγωγής.

3. Αν κατά την εκφόρτωση των εμπορευμάτων διαπιστωθούν ελλείμματα ή βρεθούν δέματα, δοχεία, κιβώτια ή άλλα είδη συσκευασίας τους, που φέρουν σαφή σημεία παραβίασης ή διαρρέουν ή είναι κενά του περιεχομένου τους, για την παραλαβή των εμπορευμάτων εκ μέρους της Τελωνειακής Αρχής συντάσσεται πρωτόκολλο, που υπογράφεται από το διαχειριστή της αποθήκης και το μεταφορέα ή τον αντιπρόσωπό του.
Στο πρωτόκολλο αυτό αναγράφονται, με κάθε λεπτομέρεια, η κατάσταση και το περιεχόμενο των παραπάνω μέσων συσκευασίας κατά βάρος, ποσότητα και εμπορευματολογική περιγραφή, καθώς και τα ληφθέντα διασφαλιστικά μέτρα.
Για τα ελλείμματα αυτά η Τελωνειακή Αρχή προβαίνει στη βεβαίωση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, στην είσπραξη των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που αναλογούν σε αυτά.

Άρθρο 25
Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων

1. Η Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων, που μετα φέρονται απευθείας από το εξωτερικό ή αποστέλλονται ύστερα από διαμετακόμιση, επιτρέπεται με γραπτή άδεια της Τελωνειακής Αρχής σε προσωρινές αποθήκες ή χώρους, που βρίσκονται στη χωρική της αρμοδιότητα και τη διαχείριση των οποίων έχουν άλλα εκτός από τις Τελωνειακές Αρχές φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για την εξυπηρέτηση του εμπορίου. Η εκφόρτωση των εμπορευμάτων στις παραπάνω αποθήκες και χώρους γίνεται με βάση το δηλωτικό. “Η χρήση των προσωρινών αυτών αποθηκών ή χώρων επιτρέπεται να γίνεται από περισσότερους του ενός μεταφορείς και εισαγωγείς εμπορευμάτων.
Για τα εμπορεύματα που εναποτίθενται στις παραπάνω αποθήκες ή χώρους εφαρμόζονται όλες οι διατάξεις των Τελωνειακών Νόμων και Κανονισμών. Οι αποθήκες και χώροι αυτοί θεωρούνται ως προσωρινές τελωνειακές αποθήκες και χώροι, μέσα στους οποίους μπορούν να διεξάγονται από την Τελωνειακή Υπηρεσία όλες οι προβλεπόμενες τελωνειακές εργασίες και διαδικασίες και θεωρείται ότι αυτές διεξάγονται εκτός Τελωνειακού Καταστήματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.4 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Τα εμπορεύματα που τελούν σε κατάσταση προσωρινής εναπόθεσης επιτρέπεται να μετακινηθούν ή απομακρυνθούν από τον τόπο που είχαν αρχικά τοποθετηθεί ή αποθηκευτεί, μόνο με άδεια της Τελωνειακής Αρχής. Τα εμπορεύματα αυτά επιτρέπεται να υποστούν μόνο επεξεργασία τέτοια, που να εξασφαλίζει τη διατήρησή τους στην αυτή κατάσταση, χωρίς μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών χαρακτηριστικών τους.
Επίσης επιτρέπεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και ύστερα από άδεια της Τελωνειακής Αρχής, η εξέταση ή η λήψη δειγμάτων των εμπορευμάτων αυτών, με σκοπό να τους δοθεί τελωνειακός προορισμός.

3. Οι Τελωνειακές Αρχές ασκούν έλεγχο και εποπτεία στις αποθήκες ή χώρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Για την άσκηση του ελέγχου και της εποπτείας, μπορεί να εγκαθίσταται στους χώρους αυτούς κλιμάκιο τελωνειακών υπαλλήλων.

4. Οι εκμεταλλευόμενοι αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή χώρους ευθύνονται έναντι του Δημοσίου για τους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, που αναλογούν στα εμπορεύματα. Το Δημόσιο δεν υπέχει ευθύνη για οποιαδήποτε βλάβη, φθορά ή καταστροφή, οφειλόμενη σε οποιαδήποτε αιτία, των εμπορευμάτων που εναποτίθενται στις αποθήκες ή χώρους αυτούς.

5. Στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, που προβλέπονται από το άρθρο αυτό, απαγορεύεται η αποθήκευση εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί στις διατυπώσεις της τελωνειακής αποταμίευσης ή εξαγωγής.
Η εναπόθεση εμπορευμάτων, στις παραπάνω αποθήκες ή χώρους, που μπορούν από τη φύση ή την κατάσταση τους να επηρεάσουν άλλα εμπορεύματα ή να προκαλέσουν κίνδυνο στη δημόσια υγεία, τάξη, ασφάλεια ή στις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, επιτρέπεται μόνο σε ειδικά διαρρυθμισμένα ιδιαίτερα διαμερίσματα ή χώρους, εφόσον υπάρχουν και μπορούν να αποτρέψουν τους κινδύνους αυτούς.
Αν δεν υπάρχουν τέτοιοι ειδικοί χώροι, η εναπόθεση των εν λόγω εμπορευμάτων επιτρέπεται, μόνο με άδεια της Τελωνειακής Αρχής, στις κατάλληλες εγκαταστάσεις του εισαγωγέα αυτών.
Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να μην επιτρέψει την εκφόρτωση σε προσωρινές αποθήκες ή χώρους εμπορευμάτων, που έχουν υποστεί σήψη ή αλλοίωση, κατά τη γνώμη ιατρού της Υγειονομικής ή Κτηνιατρικής ή άλλης Δημόσιας Υπηρεσίας ή άλλου ιατρού ή ειδικού επιστήμονα. Τα εμπορεύματα αυτά, εφόσον δεν ζητείται η καταστροφή τους, επανεξάγονται, με δαπάνες που βαρύνουν τον κάτοχο αυτών.

6. Για τη λειτουργία των αποθηκών και χώρων προσωρινής εναπόθεσης της παραγράφου 1 απαιτείται άδεια του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας, που εκδίδεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και εισήγηση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται:
α) Οι προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι αποθήκες ή χώροι που προβλέπονται από την παράγραφο 1.
β) Η διαδικασία παραλαβής των εμπορευμάτων.
γ) Οι όροι αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των εμπορευμάτων.
δ) Ο τρόπος παρακολούθησης και άσκησης του τελωνειακού ελέγχου τόσο των εμπορευμάτων όσο και των χώρων.
ε) Ο χρόνος λειτουργίας των αποθηκών και χώρων αυτών και οι λόγοι ανάκλησης της άδειας λειτουργίας πριν από το χρόνο λήξης αυτής.
στ) Οι Εγγυήσεις, που παρέχονται για τη διασφάλιση των οφειλόμενων κάθε φορά προς το Δημόσιο δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, για τα εμπορεύματα που αποθηκεύονται.
ζ) Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την έγκριση και λειτουργία των αποθηκών αυτών.
Με όμοια απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ανατίθεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα η διαχείριση των εμπορευμάτων που εκφορτώνονται σε δημόσιες προσωρινές αποθήκες ή χώρους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 104 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α 240/22.12.2016.

8. Οι εκμεταλλευόμενοι τις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή χώρους, της παραγράφου 1 του παρόντος, οφείλουν να γνωστοποιούν γραπτά στην Τελωνειακή Αρχή κάθε επιπλέον ή επί έλαττον διαπιστούμενη, κατά την εκφόρτωση, διαφορά μεταξύ των αναγραφόμενων στο δηλωτικό εμπορευμάτων και εκείνων που εναποτέθηκαν.
Επί έλαττον διαφορές εμπορευμάτων, που δεν γνωστοποιήθηκαν γραπτά στην Τελωνειακή Αρχή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την εκφόρτωση, δεν λαμβάνονται υπόψη, οι δε εκμεταλλευόμενοι τις προσωρινές αυτές αποθήκες ή χώρους υποχρεούνται, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, στην καταβολή των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που αναλογούν στις διαφορές αυτές.
Για τη βεβαίωση και είσπραξη των οφειλόμενων στο Δημόσιο δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που αναλογούν στα διαπιστούμενα κάθε φορά ελλείμματα ή τις διαφορές εμπορευμάτων, που εισήχθησαν στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, εκδίδεται από την Τελωνειακή Αρχή καταλογιστική πράξη, σε βάρος των εκμεταλλευομένων τις προσωρινές αυτές αποθήκες ή χώρους.

9. Για την εναπόθεση των εμπορευμάτων στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, που προβλέπονται από το άρθρο αυτό, ισχύουν οι προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 43 του παρόντα Κώδικα.
Οι παραπάνω προθεσμίες εναπόθεσης των εμπορευμάτων μπορούν να περιορίζονται ή παρατείνονται από την Τελωνειακή Αρχή, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις.

10. Τα εμπορεύματα που προσκομίζονται στο Τελωνείο και εναποτίθενται στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, πρέπει, μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 43, να λάβουν τελωνειακό προορισμό, που μπορεί να είναι:
α) είτε η υπαγωγή τους σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς,
β) είτε η είσοδός τους σε Ελεύθερη Ζώνη,
γ) είτε η επανεξαγωγή τους εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.),
δ) είτε η καταστροφή τους με την άδεια της Τελωνειακής Αρχής και με τους όρους που η Αρχή αυτή καθορίζει,
ε) είτε η εγκατάλειψη τους υπέρ του Δημοσίου, ύστερα από έγκριση της Τελωνειακής Αρχής.
Για τα εμπορεύματα, στα οποία δεν έχει δοθεί οποιοσδήποτε τελωνειακός προορισμός, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται, εφαρμόζονται οι περί αζήτητων εμπορευμάτων διατάξεις του παρόντα Κώδικα.

11. Η εγκατάλειψη ή η καταστροφή των εμπορευμάτων δεν συνεπάγεται δαπάνη για το Δημόσιο.
Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 37 του παρόντα Κώδικα, να καταστρέψει τα εμπορεύματα που έχουν τοποθετηθεί στις προσωρινές αποθήκες ή χώρους, πληροφορεί δε γι΄ αυτό τον κάτοχο των εμπορευμάτων. Τα έξοδα καταστροφής των εμπορευμάτων βαρύνουν τον κάτοχο τους.

12. Οι εκμεταλλευόμενοι τις προσωρινές αποθήκες ή χώρους του παρόντος άρθρου υποχρεούνται να διαθέτουν σε αυτούς τους χώρους, χωρίς επιβάρυνση για το Δημόσιο, κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο:
α) για την εγκατάσταση της Τελωνειακής Υπηρεσίας, προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων τελωνειακών και συναφών εργασιών και διατυπώσεων.
β) για τη μεταφορά των εμπορευμάτων που δεν παραλαμβάνονται μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και κηρύσσονται αζήτητα. Η μεταφορά αυτή διενεργείται με προσωπικό και μεταφορικά μέσα των εκμεταλλευομένων τις αποθήκες αυτές. Οι εκμεταλλευόμενοι τις προσωρινές αποθήκες δικαιούνται σε απόληψη προνομιακώς των τυχόν οφειλόμενων αποθηκεύτρων, εργατικών και μεταφορικών εξόδων, από το πλειστηριασμό που επιτυγχάνεται.
Μετά τη διάθεση ή καταστροφή από την Τελωνειακή Αρχή των εμπορευμάτων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43, οι απαιτήσεις των εκμεταλλευομένων τις αποθήκες ή χώρους αυτούς, αποσβένονται.

13. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του παρόντα ή άλλων Τελωνειακών Νόμων και Κανονισμών σχετικά με τις άδειες εισόδου ή εξόδου των εμπορευμάτων ή άλλων αντικειμένων, απαγορεύεται η είσοδος και έξοδος των κάθε φύσης αντικειμένων, εμπορευμάτων, οχημάτων και ατόμων στις αποθήκες ή χώρους, που προβλέπονται από το παρόν άρθρο και τελούν υπό τελωνειακή επιτήρηση, φρούρηση ή εποπτεία, χωρίς έλεγχο από τους υπαλλήλους της Τελωνειακής Υπηρεσίας, οι οποίοι μπορούν να απαγορεύσουν την είσοδο προσώπων ή οχημάτων, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού ιδιωτικών εταιριών ασφάλειας και φρούρησης, που δεν έχει σχέση με συγκεκριμένη εργασία.
Η εκμίσθωση χώρων για την εγκατάσταση επαγγελματιών, προς άσκηση του επιτηδεύματος τους, μέσα στις αποθήκες και χώρους που τελούν υπό τελωνειακή επιτήρηση, επιτρέπεται μόνο με έγκριση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.

14. Η αποθήκευση, ταξινόμηση, διαλογή των εμπορευμάτων και αποσκευών επιβατών, οι εργασίες για την επαλήθευση, εξέταση και τον έλεγχο αυτών, καθώς και οι υπόλοιπες απαραίτητες εργασίες στις αποθήκες ή χώρους, που τελούν υπό την αποκλειστική διαχείριση των Τελωνείων του Κράτους, πραγματοποιείται από την Κομιστική Υπηρεσία, κατά τις υποδείξεις του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Αρχής, κατά το χρόνο λειτουργίας της Αρχής αυτής.
Σε περίπτωση άρνησης εκτέλεσης ή παράβασης των υποδείξεων του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής, επιβάλλονται στον υπαίτιο οι κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, περί ασκήσεως πειθαρχικού ελέγχου των φορτοεκφορτωτών, μετά από αίτηση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής. Σε περίπτωση υποτροπής, ο υπαίτιος απομακρύνεται της Κομιστικής Υπηρεσίας των Τελωνείων, με απόφαση του Προϊσταμένου του Τελωνείου.
Το προσωπικό που προσλαμβάνεται, από τους εκμεταλλευόμενους τις αποθήκες ή χώρους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για τη φορτοεκφόρτωση και διαχείριση των εμπορευμάτων, πρέπει να απομακρύνεται από αυτούς, ύστερα από υπόδειξη του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Αρχής, για δικαιολογημένη αιτία.
Οι υπόχρεοι για την εκτέλεση φορτοεκφορτωτών εργασιών πρέπει να χρησιμοποιούν, εφόσον κατά την κρίση των Προϊσταμένων του Τελωνείου επιβάλλεται τούτο, προς ταχεία και ασφαλή διενέργεια των εργασιών αυτών, τα κατάλληλα μηχανικά και λοιπά μέσα.

15. Το Δημόσιο δεν ευθύνεται για τις φυσικές απομειώσεις, φθορές ή βλάβες των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων στις προσωρινές αποθήκες η χώρους, που τελούν υπό τη διαχείριση των Τελωνείων, καθώς και για τις οφειλόμενες σε ανώτερη βία.

16. Εφαρμόζονται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή οι περί λαθρεμπορίας διατάξεις του παρόντα Κώδικα, ανεξάρτητα από την τυχόν λήψη εγγύησης ή αλλού διασφαλιστικού, των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, μέτρου, όταν διαπιστώνεται ότι ελλείπουν εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις αποθήκες ή χώρους της παραγράφου 1, χωρίς την τήρηση γι΄ αυτά των τελωνειακών και λοιπών συναφών διατυπώσεων και τη χορήγηση της κατά περίπτωση απαιτούμενης, κατά τις διατάξεις του παρόντα ή άλλων Τελωνειακών Νόμων και Κανονισμών, γραπτής άδειας παράδοσης ή εξόδου ή φόρτωσης αυτών.

17. Επιτρέπεται, με έγκριση της Τελωνειακής Αρχής και εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, η προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων σε αποθήκες ή χώρους παραχωρούμενους από το πρόσωπο που κατέχει τα εμπορεύματα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής
της παραγράφου αυτής, καθώς και του εδαφίου 3 της ανωτέρω παραγράφου 5.
Σημ.: όπως η παρ.17 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 5 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΟ -ΔΑΣΜΟΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 26
Οι δασμοί, που καθίστανται απαιτητοί, σε περίπτωση γένεσης τελωνειακής οφειλής, υπολογίζονται σύμφωνα με το Δασμολόγιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κοινοτικό Τελωνειακό Κώδικα, ενώ οι φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις επιβάλλονται από Εθνικές Διατάξεις.

Άρθρο 27

1. Η εφαρμογή των ευεργετικών δασμολογικών μέτρων έναντι τρίτων χωρών, που προβλέπονται είτε σε διμερείς προτιμησιακές συμφωνίες είτε σε αυτόνομα προτιμησιακά καθεστώτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), εξαρτάται από την πλήρωση των προϋποθέσεων καταγωγής, που αναφέρονται στις εν λόγω συμφωνίες ή στις διατάξεις εφαρμογής του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα αντίστοιχα.
Η μη προτιμησιακή καταγωγή των εμπορευμάτων προσδιορίζεται για την εφαρμογή του Δασμολογίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και για την εφαρμογή μέτρων εμπορικής πολιτικής. Οι σχετικές διατάξεις αναφέρονται στον Κοινοτικό Τελωνειακό Κώδικα.

2. Η μη τήρηση των διατάξεων περί καταγωγής των εμπορευμάτων θεωρείται ως απλή τελωνειακή παράβαση με την επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.6 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αρμόδιοι Εθνικοί Φορείς ή Αρχές για την έκδοση του εγγράφου πιστοποίησης της καταγωγής.
Άρθρο 28
Αμφισβητήσεις

1. Τα εμπορεύματα τελωνίζονται στην κατάσταση και μορφή που προσκομίζονται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, όπου κατατίθεται διασάφηση θέσης αυτών σε οποιοδήποτε καθεστώς, υπό την εποπτεία της οποίας προσδίδεται οιοσδήποτε προορισμός.

2. Η κατάταξη των προς τελωνισμό εμπορευμάτων στην οικεία διάκριση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) του Δασμολογίου ενεργείται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.

3. Εάν ο παραλήπτης αμφισβητεί την από την Τελωνειακή Αρχή κατάταξη, τη δασμολογητέα ή φορολογητέα αξία, την υπαγωγή ή μη των εμπορευμάτων σε άλλο συντελεστή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), ή άλλο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), ή άλλο φόρο, ή τέλος, συντάσσεται για την αμφισβήτηση αυτή πράξη στο σώμα της διασάφησης, που υπογράφεται από τον ενεργήσαντα τον τελωνισμό υπάλληλο, τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού και το διασαφιστή ή τον αντιπρόσωπο αυτού.

4. Η επίλυση των κατά την προηγούμενη παράγραφο αμφισβητήσεων εμπίπτει στην αρμοδιότητα των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών Αμφισβητήσεων, (Π.Ε.Τ.Α.), που λειτουργούν στις έδρες των Τελωνειακών Περιφερειών.

5. Η εκδίκαση των ασκούμενων εφέσεων κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Π.Ε.Τ.Α.) ανήκει στην αρμοδιότητα της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.), καθώς επίσης και η επίλυση των, μεταξύ του Προϊσταμένου του Τμήματος Τελωνισμού και του ενεργήσαντα τον τελωνισμό υπαλλήλου, αναφυόμενων διαφωνιών ως προς την κατάταξη.

6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ανακαθορίζονται η συγκρότηση, οι αρμοδιότητες και η έδρα των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Π.Ε.Τ.Α.) και της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.).

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα μέλη των ανωτέρω Επιτροπών, ο τρόπος αποστολής, από τις Τελωνειακές Αρχές των αμφισβητούμενων διασαφήσεων και των σχετικών δειγμάτων, τα έξοδα εξέτασης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΟΦΕΙΛΗ

Άρθρο 29
Γένεση, βεβαίωση, είσπραξη, απόσβεση τελωνειακής οφειλής

1. Τελωνειακή οφειλή είναι η υποχρέωση κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου έναντι Τελωνειακής Αρχής για καταβολή του συνόλου των δασμών, των φόρων, συμπεριλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), και των λοιπών δικαιωμάτων του Δημοσίου, που αναλογούν σε εμπορεύματα και τα επιβαρύνουν κατά τις οικείες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.7 Ν.3583/2007,    ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων του Τελωνειακού Κοινοτικού Κώδικα η τελωνειακή οφειλή γεννάται:
α) τη στιγμή της αποδοχής της σχετικής διασάφησης για θέση σε ανάλωση ή ελεύθερη κυκλοφορία ή εξαγωγή ενός εμπορεύματος υποκειμένου σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις,
β) από την παράτυπη εισαγωγή στο Τελωνειακό έδαφος ενός εμπορεύματος,
γ) από την υπεξαίρεση υποκειμένου σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις εμπορεύματος κατά την τελωνειακή επιτήρηση,
δ) από τη μη εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση των εμπορευμάτων σε ένα καθεστώς ή προορισμό ή από τη μη τήρηση ενός από τους όρους που είχαν τεθεί για την υπαγωγή των εμπορευμάτων αυτών στο συγκεκριμένο καθεστώς,
ε) όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ειδικότερα καθοριζόμενη.

3. Η τελωνειακή οφειλή υπολογίζεται από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του παρόντος Κώδικα, βεβαιώνεται επί των οικείων παραστατικών εγγράφων αρχικά ή συμπληρωματικά, ή με έκδοση καταλογιστικής πράξης όπου απαιτείται, και εγγράφεται στα ειδικά λογιστικά βιβλία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.7 Ν.3583/2007,    ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Η είσπραξη της τελωνειακής οφειλής πραγματοποιείται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων και με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

4α. Κατά την εισαγωγή μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αγαθών ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι αναγράφεται στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ του εισαγωγέα και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
β) Η πραγματοποιούμενη στατιστική αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε ετήσια βάση σε τουλάχιστον 250.000.000 ευρώ. Κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ένταξης στο καθεστώς αναστολής καταβολής του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, το ανωτέρω όριο προσδιορίζεται σε 100.000.000 ευρώ ετησίως.
γ) Ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγόμενων αγαθών σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες.
δ) Παρέχεται άδεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της οποίας λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, συμμόρφωση προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, δυνατότητα παροχής οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές. Στη σχετική άδεια αναφέρονται ρητά οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας διάταξης.
Επί εισαγωγής αγαθών από εισαγωγέα που ανήκει σε όμιλο εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις β` και γ` υπολογίζονται για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου που ορίζονται στην άδεια.
β. Ως «όμιλος εταιρειών» νοείται κάθε όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες.
Ως «ελέγχουσα εταιρεία» νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία η οποία καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.
γ. Αν μετά την υπαγωγή του εισαγωγέα στην παρούσα διάταξη διαπιστωθεί ότι δεν πληρούται μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις α`, β` ή γ`:
(αα) η άδεια της ανωτέρω περίπτωσης δ` ανακαλείται,
(ββ) τελωνειακή οφειλή γεννάται για την αξία των ει- σαγομένων αγαθών που αποδεδειγμένα, βάσει ελέγχου της αρμόδιας ΕΛ.Υ.Τ, δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο εξαγωγής ή παράδοσης σε άλλο κράτος – μέλος.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης».
Σημ.: όπως η παρ.4α,η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 7 Ν.4132/2013   (ΦΕΚ Α΄ 59/07.03.2013) αντικαταστάθηκε με το  άρθρο 10  παρ.1  Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016,με τη παρ.2 του οποίου ορίζεται ότι  η  περίπτωση γ` της παρ. 4α ισχύει από 7 Μαρτίου 2013.

5. Η απόσβεση της τελωνειακής οφειλής επέρχεται με την καταβολή ή διαγραφή του ποσού της οφειλής κατά τα οριζόμενα στην Εθνική και Κοινοτική Νομοθεσία.

6. Υπόχρεος για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής είναι ο διασαφιστής, το πρόσωπο στο όνομα του οποίου κατατίθεται Δήλωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και Λοιπών Φορολογιών, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο σε βάρος του οποίου γεννάται η οφειλή κατά τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.
Για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής ευθύνονται επίσης, προσωπικά και αλληλέγγυα και τα φυσικά πρόσωπα, όπως αυτά αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 153 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι διαχειριστές εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και οι εκκαθαριστές ανωνύμων εταιρειών ή συνεταιρισμών ή εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, κατά το χρόνο διάλυσης ή συγχώνευσης τους, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης αυτής.
Σημ.: όπως προστέθηκε   με το άρθρο 1 παρ.7  Ν.3583/2007,    ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

7. Τελωνειακή οφειλή, που βεβαιώθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατ` εφαρμογή των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, για την οποία απέβησαν άκαρπες όλες οι νόμιμες ενέργειες για την είσπραξη της και έχει υποπέσει σε παραγραφή κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου “περί δημοσίου λογιστικού” (ν. 2362/1995 ΦΕΚ 247 Α`), διαγράφεται.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται το αρμόδιο όργανο, οι όροι και οι προϋποθέσεις, ο τρόπος, η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαγραφή της οφειλής που έχει υποπέσει σε παραγραφή.
Σημ.: όπως προστέθηκε   με το άρθρο 1 παρ.7  Ν.3583/2007,    ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 30
Εγγυήσεις

1. Για την εξασφάλιση της τελωνειακής οφειλής όλων των τελωνειακών καθεστώτων, οι Τελωνειακές Αρχές μπορούν να απαιτούν, από το διασαφιστή ή τον υπόχρεο κατάθεσης του σχετικού τελωνειακού παραστατικού, τη σύσταση εγγύησης.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τις προθεσμίες και τον τρόπο καταβολής ή αναστολής της τελωνειακής οφειλής και των παρεχόμενων εγγυήσεων, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες διατάξεις του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα.

Άρθρο 31
Συμπληρωματική βεβαίωση – Είσπραξη εκ των υστέρων

1. Το Δημόσιο διατηρεί αμείωτες τις απαιτήσεις του κατά του κυρίου των εμπορευμάτων για δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που δεν είχαν εισπραχθεί, όπως επίσης και για εκείνες που είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί. Τα ποσά θεωρούνται ότι είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί, όταν δεν βεβαιώθηκαν ή δεν εισπράχθηκαν, ολικά ή μερικά, λόγω οποιασδήποτε παράλειψης που έγινε κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων, εφόσον αυτό προκύπτει από το κείμενο του τελωνειακού παραστατικού που κατατέθηκε, τις πράξεις επ΄ αυτού και τα δικαιολογητικά έγγραφα, που επισυνάπτονται σε αυτό, με τα οποία προσδιορίζονται τα κρίσιμα στοιχεία για την ορθή βεβαίωση των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται.

2. Επίσης, ως ελλιπώς βεβαιωθέντα ή εισπραχθέντα θεωρούνται και τα ποσά που βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, αν κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο αποδειχθεί ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενοι για το καθεστώς, στο οποίο έχουν υπαχθεί τα εμπορεύματα, όροι ή ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά που χρησιμοποιήθηκαν για προτιμησιακή μεταχείριση του εμπορεύματος δεν είναι αυθεντικά ή έγκυρα.

3. Όσα έχουν εισπραχθεί ή έχουν βεβαιωθεί και εισπραχθεί ελλιπώς βεβαιώνονται συμπληρωματικά με πράξη της Τελωνειακής Αρχής και εισπράττονται απ΄ αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

4. Η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης βεβαίωσης των ποσών που, από οποιαδήποτε αιτία, δεν εισπράχθηκαν ή ελλιπώς βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν,όπως επίσης και η άσκηση προσφυγής, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός εάν καταβληθεί ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της οφειλής που βεβαιώθηκε όταν αφορά εθνικούς πόρους και κατατεθεί εγγύηση ισόποση με το εκατό τοις εκατό (100%) της οφειλής όταν αφορά ίδιους πόρους της κοινότητας. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται και για τις πράξεις βεβαίωσης της Τελωνειακής Αρχής για εμπορεύματα που παραδόθηκαν με τελωνειακό καθεστώς, που επιφέρει αναστολή είσπραξης των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Η αίτηση αναστολής ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων κατά της πράξης βεβαίωσης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.8 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 32
Αχρεωστήτως εισπραχθέντα

1. Τα ποσά που εισπράχθηκαν από τα Τελωνεία αχρεωστήτως επιστρέφονται άτοκα στο δικαιούχο, εάν, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) ετών από την ημερομηνία βεβαίωςής τους, αυτός υποβάλλει σχετική αίτηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή επισυνάπτοντας τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται.
Εάν η διαπίστωση της αχρεώστητης είσπραξης έγινε από την Τελωνειακή Υπηρεσία, καλείται από αυτήν ο δικαιούχος να υποβάλει τη σχετική αίτηση περί επιστροφής με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, μέσα στην ως άνω προθεσμία. Για την επιστροφή αυτή οι Τελωνειακές Αρχές ενεργούν κατά προτεραιότητα. Εάν η αχρεώστητη είσπραξη έχει αναγνωριστεί ή βεβαιωθεί με απόφαση του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου, ο δικαιούχος πρέπει μέσα σε ένα (1) έτος, από τη δημοσίευση της παραπάνω απόφασης, να υποβάλει σχετική αίτηση περί επιστροφής στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή μετά απαιτούμενα δικαιολογητικά. Εάν η αναγνώριση ή βεβαίωση της αχρεώστητης είσπραξης έγινε με απόφαση που εκδόθηκε μετά από έφεση ή αναίρεση, η ετήσια προθεσμία για την υποβολή της σχετικής αίτησης με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης.
Έντοκη επιστροφή επιτρέπεται εάν και εφόσον η σχετική αίτηση υποβληθεί μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών, που αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από το μήνα κατά τον οποίο κοινοποιήθηκε στην Τελωνειακή Αρχή η απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου.
Η μη υποβολή της αίτησης επιστροφής εμπρόθεσμα συνεπάγεται την παραγραφή του δικαιώματος έντοκης επιστροφής του δικαιούχου.

2. Για την επιστροφή εκδίδεται απόφαση:
– του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής επιπέδου Διεύθυνσης,
– του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας, για τις υπόλοιπες Τελωνειακές Αρχές.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την επιστροφή, ο τρόπος επιστροφής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Εάν εντός της προβλεπόμενης κατά περίπτωση προθεσμίας, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν υποβληθεί από το δικαιούχο ή τον αντιπρόσωπό του αίτηση με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται, παραγράφονται οι απαιτήσεις αχρεωστήτως εισπραχθέντων.

4. Η χρηματική αξίωση από την αχρεώστητη είσπραξη επιβαρύνσεων, για την οποία εκδόθηκε η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου απόφαση της Τελωνειακής Αρχής, παραγράφεται μετά την παρέλευση προθεσμίας ενός (1) έτους από την κοινοποίηση της απόφασης.

5. Η αναστολή ή διακοπή της παραγραφής διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού.

6. Ποσά από φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις μέχρι τρία (3) ευρώ, κατά πράξη, που εισπράχθηκαν αχρεώστητα ή βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, δεν επιστρέφονται ή δεν βεβαιώνονται συμπληρωματικά για είσπραξη. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών το ανωτέρω ποσό μπορεί να αυξομειώνεται, δεν μπορεί όμως να υπερβεί το αντίστοιχο για τους δασμούς ποσό, που προβλέπεται από τις ισχύουσες συναφείς διατάξεις της Κοινοτικής Τελωνειακής Νομοθεσίας.

Άρθρο 32α
Ποσά τα οποία εισπράττονται από τη Δ/νση Διαχείρισης Δημοσίου, ως προϊόν εκποίησης υλικών και τροχοφόρων κυριότητας Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. εποπτευομένων από το Δημόσιο και εταιρειών του ευρύτερου Δημόσιου τομέα, για λογαριασμό τους, αποδίδονται στους δικαιούχους άτοκα σε ποσοστό 75% του εισπρα- χθέντος τιμήματος.
Ομοίως, τακτοποιούνται όλες οι εκκρεμείς, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, μη αποδοθείσες απαιτήσεις τρίτων προερχομένων από τη λειτουργία του τέως Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού Α.Ε. (Ο.Δ.Δ.Υ.Α.Ε.).
Ο χρόνος παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων του προηγουμένου εδαφίου παρατείνεται ως 31-12-2016.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η αναπροσαρμογή του ποσοστού απόδοσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της διαδικασίας απόδοσης των σχετικών ποσών στους δικαιούχους.
Σημ.: όπως το άρθρο 32Α προστέθηκε με το άρθρο 2 της από 30/12/2015 ΠΝΠ (ΦΕΚ Α 184/30-12-2015) , η οποία κυρώθηκε με το Νόμο υπ΄αριθμ. 4366 (ΦΕΚ Α 18/15.2.2016) άρθρο δεύτερο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΣΥΝΗΘΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 33

1. Ο κύριος των εμπορευμάτων ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του, κατά την ισχύουσα νομοθεσία, οφείλει μετά την προσκόμισή τους στην Τελωνειακή Αρχή, να καταθέσει διασάφηση, προκειμένου τα εμπορεύματα αυτά να υπαχθούν σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς ή να λάβουν έναν από τους λοιπούς τελωνειακούς προορισμούς, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα από την Κοινοτική Νομοθεσία.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν να καθορίζονται συγκεκριμένες Τελωνειακές Αρχές της Επικράτειας για τον τελωνισμό συγκεκριμένων εμπορευμάτων, όταν αυτό επιβάλλεται από τη φύση τους ή τον τρόπο διακίνησής τους.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται:
α) οι επί μέρους διαδικασίες που αφορούν στην εφαρμογή των όρων και προϋποθέσεων υπαγωγής των εμπορευμάτων σε ένα από τα τελωνειακά καθεστώτα, ή οι όροι και προϋποθέσεις και ειδικότερες διαδικασίες δια των οποίων προσδίδεται οιοσδήποτε άλλος τελωνειακός προορισμός, κατά το μέρος που οι διαδικασίες αυτές δεν καθορίζονται ρητά από την Κοινοτική Νομοθεσία.
β) η συμπλήρωση, κατάθεση της διασάφησης, η εξέταση, δειγματοληψία των εμπορευμάτων, ο υπολογισμός, βεβαίωση, συμπληρωματική βεβαίωση και είσπραξη των επιβαρύνσεων κατά το μέρος που οι διαδικασίες αυτές δεν καθορίζονται ρητά από την Κοινοτική Νομοθεσία, καθώς και ο τύπος των χρησιμοποιούμενων εντύπων ή αποδεικτικών είσπραξης, εφόσον δεν προβλέπονται από την Κοινοτική Νομοθεσία.
γ) ο χρόνος και ο τόπος φύλαξης των εξοφλημένων τελωνειακών παραστατικών εγγράφων, που κατατίθενται στις Τελωνειακές Αρχές.

4. Επιτρέπεται η αναστολή είσπραξης εθνικών επιβαρύνσεων που αναλογούν σε εμπορεύματα κοινοτικά ή μη, εγχώρια ή και ευρισκόμενα σε ελεύθερη κυκλοφορία, σε κάθε περίπτωση που πρόκειται να υποστούν, υπό την επίβλεψη των Τελωνειακών Αρχών, οιασδήποτε μορφής ενσωμάτωση και επεξεργασία για την παραγωγή προϊόντων, τα οποία τίθενται οριστικά σε ανάλωση. Ειδικότεροι όροι λειτουργίας και ελέγχου της συγκεκριμένης δραστηριότητας καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

5. Ειδικά για τις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης στις οποίες κατέχονται ενεργειακά προϊόντα του άρθρου 73, εκτός των υγραερίων των περιπτώσεων ιγ`, ιδ` και ιε` της παραγράφου 1 του ίδιου, άρθρου, εγκαθίστανται ολοκληρωμένα συστήματα ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών εκροών στα οποία, συνδέεται υποχρεωτικά φορολογικός ηλεκτρονικός μηχανισμός.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, καθορίζονται οι προδιαγραφές και ρυθμίζονται τα θέματα εγκατάστασης των συστημάτων ελέγχου εισροών – εκροών, των συστημάτων ιχνηθέτησης, καθώς και οι διαδικασίες, οι όροι και οι προϋποθέσεις της εγκατάστασης για το κάθε είδος καυσίμου, των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως η παράγραφος 5 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρου ένατου Ν.4211/2013, ΦΕΚ Α 256/28.11.2013.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Άρθρο 34
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις για τη χορήγηση έγκρισης εφαρμογής των απλουστευμένων διαδικασιών, που προβλέπονται από τις αντίστοιχες διατάξεις του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα.

Άρθρο 35
Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που ισχύουν για τις ταχυδρομικές αποστολές επιστολών και δεμάτων μπορεί:
α) να μην απαιτείται η κατάθεση της προβλεπόμενης από το άρθρο 33 διασάφησης, για να τεθούν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορεύματα, τα οποία προηγούμενα είχαν τεθεί υπό το καθεστώς της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή.
β) να μην αποτελούν αντικείμενο διασάφησης τα εμπορεύματα που εισάγονται για σκοπούς μη εμπορικούς, καθώς και τα εμπορεύματα μικρής αξίας, ιδίως εκείνα που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές επιβατών.

Άρθρο 36
Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων επιτρέπεται στο διασαφιστή να προσκομίζει ή να τροποποιεί μεταγενέστερα ορισμένα στοιχεία της διασάφησης, καταθέτοντας συμπληρωματικές διασαφήσεις γενικού, περιοδικού ή ανακεφαλαιωτικού χαρακτήρα.
Οι ενδείξεις των συμπληρωματικών διασαφήσεων θεωρείται ότι συνιστούν, μαζί με τις ενδείξεις των διασαφήσεων στις οποίες αναφέρονται, μια ενιαία και αδιαίρετη πράξη που ισχύει από την ημερομηνία αποδοχής της αντίστοιχης αρχικής διασάφησης.

ΤΜΗΜΑ Γ΄

Άρθρο 37

1. Η Τελωνειακή Αρχή, πριν από την έκδοση της άδειας παραλαβής και ύστερα από γραπτή αίτηση του διασαφιστή ή υπόχρεου καταβολής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), μπορεί να εγκρίνει:
α) Την εγκατάλειψη των εμπορευμάτων, υπέρ του Δημοσίου, μετά προηγούμενη καταβολή του συνόλου των εξόδων και κάθε άλλης επιβάρυνσης που έχει επιβληθεί ή κρίνεται αναγκαία.
Η εγκατάλειψη δεν συνεπάγεται έξοδα για το Δημόσιο.
Η αίτηση αυτή μπορεί να διατυπώνεται και στο σώμα της διασάφησης.
Η αποδοχή της από την Τελωνειακή Αρχή σημειώνεται και στη διασάφηση. Μετά την αποδοχή δεν επιτρέπεται ανάκλησή της.
Στα εγκαταλειπόμενα εμπορεύματα εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 48.
β) Την καταστροφή των εμπορευμάτων.
Τα σχετικά έξοδα βαρύνουν το διασαφιστή. Η γραπτή αίτηση του διασαφιστή για την καταστροφή των εμπορευμάτων μπορεί να διατυπώνεται και στο σώμα της διασάφησης. Η αποδοχή της από την Τελωνειακή Αρχή σημειώνεται και στη διασάφηση. Για την καταστροφή συντάσσεται πρωτόκολλο και γίνεται μνεία στη διασάφηση. Στη διασάφηση και στο προσαρτώμενο σε αυτήν πρωτόκολλο καταστροφής αναφέρεται το είδος και η ποσότητα των υπολειμμάτων και απορριμμάτων, που ενδεχόμενα προκύπτουν από την καταστροφή, ώστε να είναι δυνατόν να τεθούν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία, εφόσον προηγούμενα καταβληθούν οι δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν σ΄ αυτά.
Η κατά τα ανωτέρω διαδικασία καταστροφής διενεργείται από Επιτροπή και υπό τους όρους και προϋποθέσεις, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

2. Η εγκατάλειψη υπέρ του Δημοσίου ή η καταστροφή των εμπορευμάτων υπό τον έλεγχο της Τελωνειακής Αρχής απαλλάσσει το διασαφιστή από την υποχρέωση να πληρώσει δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις εκτός από τα ανταποδοτικά τέλη και δικαιώματα.

3. Μετά την αποδοχή της αίτησης εγκατάλειψης, τα εμπορεύματα περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου και ακολουθείται για την εκποίηση η διαδικασία των άρθρων 45, 46,47, 48 και 49 του παρόντα Κώδικα.

4. Στη διαδικασία της εκποίησης, σύμφωνα με τα ως άνω άρθρα, οδηγούνται υποχρεωτικά τα εμπορεύματα:
α) Αν μετά την καταχώρηση και την αποδοχή της διασάφησης ο διασαφιστής αποχωρήσει ή δεν προσφέρει την απαραίτητη συνδρομή και δεν προσέλθει, μέσα σε τέσσερις (4) ημέρες από την αποδοχή της, για την εξέταση των εμπορευμάτων.
Στην περίπτωση αυτή ο Προϊστάμενος του Τελωνείου ή ο Προϊστάμενος του Τμήματος Τελωνισμού μαζί με τον Τελωνειακό Ελεγκτή ή, αν δεν υπάρχει Τελωνειακός Ελεγκτής, με άλλο τελωνειακό υπάλληλο, εξετάζει, έστω και αν απουσιάζει ο διασαφιστής, τα εμπορεύματα ή συνεχίζει την εξέταση, αν αυτή είχε αρχίσει πριν από την αποχώρηση του διασαφιστή, αφού γίνει μνεία στη διασάφηση για την παρουσία ή την απουσία του.
β) Αν τα εμπορεύματα, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες ή και μετά παράταση το πολύ πέντε (5) ημερών, που είναι δυνατόν να χορηγηθεί από την Τελωνειακή Αρχή, ύστερα από αίτηση του διασαφιστή, μετά την εξέτασή τους με παρουσία του διασαφιστή, δεν παραληφθούν ή αν δεν παρασχεθεί εγγύηση για τους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις.
Και στις δυο αυτές περιπτώσεις προηγούνται της εκποίησης τα ακόλουθα:
Αν μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την εξέταση των εμπορευμάτων ο διασαφιστής δεν προσέλθει, για να ρυθμιστεί η κατάσταση των εμπορευμάτων και δεν είναι δυνατή η έκδοση άδειας παραλαβής τους, είτε γιατί δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα από τα οποία εξαρτάται η θέση των εμπορευμάτων σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία είτε γιατί δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εγγύησης εμπρόθεσμα οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις είτε από οποιαδήποτε άλλη αιτία, η Τελωνειακή Αρχή επικολλά στην εξωτερική θύρα του Τελωνειακού Καταστήματος δηλοποίηση, η οποία περιλαμβάνει και τα στοιχεία της διασάφησης, καθώς και της εξέτασης των εμπορευμάτων. Στη δηλοποίηση αυτή ορίζεται επίσης και η ημέρα εκποίησης των εμπορευμάτων με δημοπρασία, η οποία διενεργείται μετά την πάροδο πέντε (5) ημερών από την τοιχοκόλληση της δηλοποίησης. Η Τελωνειακή Αρχή πληροφορεί επίσης σχετικά το διασαφιστή ή τον αντιπρόσωπό του με απλή επιστολή της, επίδοση της οποίας δεν απαιτείται.

5. Η Τελωνειακή Αρχή μπορεί, με ευθύνη και με δαπάνες του διασαφιστή, να μεταφέρει τα εμπορεύματα, αν βρίσκονται σε χώρους που εγκρίθηκαν από αυτήν και είναι έξω από τις τελωνειακές αποθήκες ή περιβόλους, σε ειδικούς υπό την εποπτεία της χώρους ή αποθήκες.

6. Αν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε φθορά ή είναι δυσχερής η φύλαξή τους, η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να συντμήσει τις προθεσμίες του άρθρου αυτού.

7. Σε περίπτωση που υφίσταται κίνδυνος από τη διατήρηση των εμπορευμάτων η Τελωνειακή Αρχή μπορεί να καταστρέψει τα εμπορεύματα. Οι σχετικές δαπάνες καταστροφής βαρύνουν το διασαφιστή.

8. Για τον υπολογισμό των πιο πάνω προθεσμιών δεν λαμβάνονται υπόψη οι μη εργάσιμες ημέρες, αν συμπίπτουν με τη λήξη των προθεσμιών αυτών.

ΤΜΗΜΑ Δ΄

Άρθρο 38

1. Για τη διακίνηση υποκειμένων εμπορευμάτων, με αναστολή είσπραξης των αναλογουσών επ΄ αυτών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων μεταξύ δύο Τελωνείων, που βρίσκονται εντός του ελληνικού τελωνειακού εδάφους, κατατίθεται διασάφηση (δήλωση) διαμετακόμισης υπό τους όρους, που προβλέπονται για την εφαρμογή του καθεστώτος της κοινοτικής διαμετακόμισης.

2. Για την κατά τα ανωτέρω διακίνηση υποκειμένων εμπορευμάτων κατατίθεται εγγύηση.
Ο κύριος υπόχρεος και ο εγγυητής ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για οποιαδήποτε απώλεια του εμπορεύματος ή διαφορά που προκύπτει στον τόπο της παραλαβής αυτού.
Οι Τελωνειακές Αρχές είναι δυνατόν να εγκρίνουν τη μη σύσταση εγγύησης, υπό τους όρους και προϋποθέσεις, που προβλέπονται για την εφαρμογή του καθεστώτος της κοινοτικής διαμετακόμισης.

3. Η Τελωνειακή Αρχή επιτρέπει τη διακίνηση των εμπορευμάτων μετά από την εξέταση και επαλήθευσή τους. Στη συνέχεια τα εμπορεύματα σφραγίζονται και παραδίδονται με τα συνοδευτικά έγγραφα και παραστατικά προς μεταφορά στο Τελωνείο Προορισμού.
Η Τελωνειακή Αρχή δύναται να επιτρέψει τη διακίνηση των εμπορευμάτων χωρίς σφράγιση, όταν το είδος αυτών και τυχόν άλλα μέτρα που έχουν ληφθεί εξασφαλίζουν τη διαπίστωση της ταυτότητάς τους.

4. Οι διατάξεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και κατά τις διατυπώσεις της διακίνησης εμπορευμάτων για τα οποία αναγράφεται σε δηλωτικό πλοίου ότι προορίζονται να μεταφερθούν σε άλλο προορισμό, που πραγματοποιούνται από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα του πλοίου, ο οποίος και έχει κατ΄ αναλογία τις ευθύνες και υποχρεώσεις του κύριου υπόχρεου.
Σε περίπτωση που δηλώνεται από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα προορισμός διαφορετικός από αυτόν που αναγράφεται στο δηλωτικό του πλοίου, κατατίθεται σχετική αίτηση από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα, η οποία εγκρίνεται και θεωρείται από το Τελωνείο και προσαρτάται επί της φορτωτικής που επισυνάπτεται στη διασάφηση διαμετακόμισης, αντίγραφο δε αυτής προσαρτάται στο δηλωτικό.
Στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου η εξέταση και επαλήθευση των εμπορευμάτων δεν πραγματοποιείται παρά μόνο αν τούτο κριθεί αναγκαίο από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.

5. Για τη διαδικασία της παραγράφου 4 προσαρτάται η φορτωτική του πλοίου υπογεγραμμένη από τον πλοίαρχο ή τον πράκτορα της ναυτιλιακής εταιρίας, που πραγματοποίησε τη μεταφορά.

6. Το καθεστώς της εθνικής διαμετακόμισης θεωρείται ότι έληξε κανονικά, όταν τόσο τα εμπορεύματα όσο και τα παραστατικά που τα συνοδεύουν προσκομισθούν στο Τελωνείο Προορισμού.

7. Το επιστρεπτέο αντίτυπο της διασάφησης (δήλωσης) διαμετακόμισης, δεόντως συμπληρωμένο και θεωρημένο από το Τελωνείο Προορισμού, επιστρέφεται το αργότερο εντός μηνός στο Τελωνείο Αναχώρησης.
Εάν μετά την παρέλευση μηνός δεν επιστραφεί το εν λόγω αντίτυπο, το Τελωνείο Αναχώρησης διεξάγει έρευνα σύμφωνα με τα οριζόμενα για το καθεστώς της κοινοτικής διαμετακόμισης, με σκοπό τη διαπίστωση της λήξης του καθεστώτος.

8. Η ποινή ανακριβούς δήλωσης, που προβλέπεται στο άρθρο 42, επιβάλλεται, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, και στην περίπτωση που το τελωνείο αναχώρησης ενημερωθεί από το τελωνείο προορισμού, ότι κατά την άφιξη των εμπορευμάτων προέκυψε επιπλέον ποσότητα του ίδιου ή διαφορετικού είδους, μεταξύ της αναγραφόμενης στη διασάφηση διαμετακόμισης και της ευρεθείσας.
Σε περίπτωση που τα εμπορεύματα δεν προσκομισθούν ή στο τελωνείο προορισμού ευρεθούν εμπορεύματα επί έλαττον ή διαφορετικά από τα αναφερόμενα στη διασάφηση διαμετακόμισης, το τελωνείο αναχώρησης, με βάση την ενημέρωση που δέχεται από το τελωνείο προορισμού, προβαίνει στις ενέργειες για την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τις τελωνειακές παραβάσεις και τη λαθρεμπορία.
Στις ως άνω ενέργειες προβαίνει το ελληνικό τελωνείο προορισμού, όταν το τελωνείο αναχώρησης βρίσκεται σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και διαπιστώνεται ότι η τελωνειακή οφειλή γεννάται στην Ελλάδα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.9 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

9. Η εγγύηση που έχει συσταθεί επιστρέφεται, μετά τη διαπίστωση από το Τελωνείο Αναχώρησης ότι τηρήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες για το καθεστώς διατυπώσεις και ότι δεν προέκυψε παρατυπία ή διαφορά στα εμπορεύματα που διακινήθηκαν, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που σημειώνονται στο επιστρεπτέο αντίτυπο της διασάφησης (δήλωσης) διαμετακόμισης.

10. Επιτρέπεται στις Τελωνειακές Αρχές, που έχει εγκατασταθεί το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), η ανταλλαγή δεδομένων, που αφορούν την αναχώρηση, άφιξη και τα αποτελέσματα ελέγχων, μέσω του συστήματος αυτού.

11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο του εντύπου εθνικής διαμετακόμισης, για αποστολή από ένα Τελωνείο σε άλλο, εμπορευμάτων που υπόκεινται σε ειδικά μέτρα επιτήρησης.

ΤΜΗΜΑ Ε΄
ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΖΩΝΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ

Άρθρο 39
Σημ.: όπως το άρθρο 39 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 41 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.

1. Οι ελεύθερες ζώνες και οι ελεύθερες αποθήκες αποτελούν τμήματα του τελωνειακού εδάφους της χώρας, διακριτά από το υπόλοιπο τελωνειακό έδαφος, όπου εμπορεύματα τρίτων χωρών που αποτιθενται σε αυτές θεωρούνται ως προς την εφαρμογή των εισαγωγικών δασμών, φόρων και μέτρων εμπορικής πολιτικής ως μη ευρισκόμενα στο τελωνειακό έδαφος της χώρας.
Εγχώρια εμπορεύματα ή εμπορεύματα τελούντα σε ελεύθερη κυκλοφορία, όταν αποτιθενται σε χώρους ελεύθερων ζωνών, προορίζονται κατά κανόνα για εξαγωγή.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών:
α) Συνιστώνται ή καταργούνται ελεύθερες ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες, ή τροποποιούνται τα όρια αυτών.
β) Ορίζεται ο Φορέας Διοίκησης ή και Διαχείρισης της ελεύθερης ζώνης ή της ελεύθερης αποθήκης.
γ) Προσδιορίζονται οι όροι λειτουργίας, διαχείρισης και ελέγχου αυτών, καθώς και οι όροι διακίνησης, παραμονής και διαχείρισης των εμπορευμάτων σε αυτές.
δ) Προσδιορίζεται η ευθύνη και οι αρμοδιότητες του διαχειριστή αυτών κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ακώλυτη διενέργεια του κοινοτικού και διεθνούς εμπορίου.

3. Για τη σύσταση ελεύθερης ζώνης και ελεύθερης αποθήκης απαιτείται προηγούμενη γνώμη του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και κατά περίπτωση:
α) Του Υπουργού Εξωτερικών, όταν η ελεύθερη ζώνη συνίσταται με αίτηση Φορέα Διοίκησης ή και Εκμετάλλευσης της ελεύθερης ζώνης ή της ελεύθερης αποθήκης στον οποίο συμμετέχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα εκτός της Ελληνικής Επικράτειας.
β) Του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, εφόσον οι ελεύθερες ζώνες ή αποθήκες συνιστώνται σε παραμεθόριες περιοχές.

4. Για την έκδοση της απόφασης σύστασης ελεύθερης ζώνης ή ελεύθερης αποθήκης υποβάλλεται αίτηση από το Φορέα Διοίκησης ή και Εκμετάλλευσης του χώρου όπου πρόκειται να συσταθεί η ελεύθερη ζώνη ή η ελεύθερη αποθήκη προς τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης του Υπουργείου Οικονομικών.
Στην κατά τα ανωτέρω αίτηση σύστασης επισυνάπτεται ή υποβάλλεται ηλεκτρονικά μελέτη σκοπιμότητας από την οποία πρέπει να προκύπτουν τα ακόλουθα στοιχεία:
α) Η προσδοκώμενη συμβολή της ελεύθερης ζώνης ή ελεύθερης αποθήκης στην αύξηση της εμπορευματικής διακίνησης εμπορευμάτων τρίτων χωρών σε συνδυασμό με τα γενικότερα οικονομικά οφέλη που αναμένονται από τη λειτουργία της.
β) Ο προβλεπόμενος ή/και ο υπάρχων όγκος διακίνησης μη κοινοτικών εμπορευμάτων μέσω της προτεινόμενης ελεύθερης ζώνης ή ελεύθερης αποθήκης.
γ) Τα παρεχόμενα για τη σωστή διοίκηση και εκμετάλλευση της ελεύθερης ζώνης εχέγγυα όπως και εκείνα για τη σωστή διαχείριση των εμπορευμάτων.

5. Η διοίκηση των ελεύθερων ζωνών ασκείται από νομικά πρόσωπα, των δε ελεύθερων αποθηκών ασκείται είτε από φυσικά είτε από νομικά πρόσωπα.

6. Στις ελεύθερες ζώνες και ελεύθερες αποθήκες επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Φορέα Διοίκησης αυτών, να ασκούνται δραστηριότητες βιομηχανικής ή και εμπορικής φύσης ή και παροχής υπηρεσιών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφόσον παρέχονται όλα τα εχέγγυα που κρίνονται απαραίτητα για τη διασφάλιση του συνόλου της τελωνειακής νομοθεσίας.

7. Τα μη κοινοτικά εμπορεύματα που έχουν αποτεθεί σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη μπορεί:
α) Να τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
β) Να υποβάλλονται σε συνήθεις εργασίες, χωρίς άδεια της Τελωνειακής Αρχής, που εξασφαλίζουν τη διατήρηση τους, τη βελτίωση της εμφάνισης τους ή και της εμπορικής ποιότητας ή και αυτές που απαιτούνται για την προετοιμασία της διανομής ή και μεταπώλησης τους.
γ) Να υπάγονται στα καθεστώτα τελειοποίησης προς επανεξαγωγή, μεταποίησης υπό τελωνειακό έλεγχο, προσωρινής εισαγωγής με τους όρους που προβλέπονται από τα καθεστώτα αυτά.
δ) Να εγκαταλείπονται υπέρ του Δημοσίου ή και να καταστρέφονται, χωρίς οι απαιτούμενες διαδικασίες να συνεπάγονται έξοδα για το Δημόσιο, ενώ τα υπολείμματα της καταστροφής λαμβάνουν έναν από τους τελωνειακούς προορισμούς που προβλέπονται για τα μη κοινοτικά εμπορεύματα.

8. α) Επιχειρήσεις ναυπήγησης και επισκευής πλοίων δύνανται να λειτουργούν ως Ελεύθερα Τελωνειακά Συγκροτήματα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
β) Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία για την τροποποίηση και επέκταση των λειτουργούντων στην Ελλάδα Ελεύθερων Τελωνειακών Συγκροτημάτων, Ελεύθερων Τελωνειακών Χώρων και Χώρων Τελωνειακής Επίβλεψης.
Σημ.: όπως  η παρ.8 αυτού προστέθηκε με τη παρ.1 άρθρου 103 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α 240/22.12.2016

ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ

Άρθρο 40
Με την κατάθεση τελωνειακού παραστατικού επιτρέπεται η παράδοση προϊόντων που προορίζονται για τον εφοδιασμό πλοίων, αεροσκαφών, Διεθνών Οργανισμών, ξένων ενόπλων δυνάμεων και λοιπών κατηγοριών δικαιούχων ατέλειας σύμφωνα με τις ειδικότερα ισχύουσες Εθνικές και Κοινοτικές, κατά περίπτωση, Διατάξεις.
Ως εφόδια νοούνται τα προϊόντα, που προορίζονται αποκλειστικά για διάθεση στους ως άνω προορισμούς.
Τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες προϊόντα, εφόσον προορίζονται για εφόδια, απολαύουν δασμοφορολογικής ατέλειας κατά την εισαγωγή, ως ειδικότερες Εθνικές και Κοινοτικές Διατάξεις ορίζουν.
Επιτρέπεται η απόθεση των προϊόντων, που προορίζονται για αποστολή προς εφοδιασμό των ως άνω περιπτώσεων, σε ειδικούς χώρους ή αποθήκες, που υπόκεινται σε τελωνειακό έλεγχο ή επιτήρηση.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία και οι αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των εφοδιασμών, ειδικότερα δε εκείνες που αφορούν τον τρόπο λειτουργίας των ως άνω αποθηκών της διακίνησης και του τρόπου ελέγχου των εφοδίων προς τους ως άνω προορισμούς.

ΤΜΗΜΑ Ζ΄
ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Άρθρο 41
Δικαιώματα υπερημερίας και αποταμίευσης Διοικητικό κόστος υπερημερίας
Σημ.: όπως το άρθρο 41 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.11 Ν.3583/2007,  ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

1. Τα εμπορεύματα που εναποτίθενται στον τελωνειακό περίβολο ή στις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, τη διαχείριση των οποίων έχουν οι τελωνειακές αρχές, υποβάλλονται σε δικαιώματα υπερημερίας μετά παρέλευση οκτώ (8) ημερών από την ημερομηνία εναπόθεσης τους. Εάν η λήξη της προθεσμίας συμπίπτει με μη εργάσιμη ημέρα, αυτή παρατείνεται μέχρι την πρώτη εργάσιμη.
Τα δικαιώματα υπερημερίας επιβάλλονται, σε κάθε περίπτωση, για τις παρεχόμενες από τα τελωνεία υπηρεσίες διαχείρισης και διαφύλαξης των εμπορευμάτων, κατά το χρόνο παραμονής τους σε προσωρινή εναπόθεση στις αποθήκες του Δημοσίου. Στις περιπτώσεις τελωνειακής αποταμίευσης σε αποθήκες τη διαχείριση των οποίων έχουν οι τελωνειακές αρχές, τα εμπορεύματα επιβαρύνονται με δικαιώματα υπερημερίας τέσσερις (4) ημέρες μετά την κατάθεση παραστατικών πρόσδοσης άλλου τελωνειακού προορισμού.

2. Τις πρώτες δεκαπέντε (15) ημέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας της πρώτης παραγράφου επιβάλλεται δικαίωμα υπερημερίας ισόποσο των είκοσι λεπτών (0,20) του ευρώ για τα αποτιθέμενα στις τελωνειακές αποθήκες και δέκα λεπτών (0,10) του ευρώ για τα αποτιθέμενα εμπορεύματα στον τελωνειακό περίβολο, για κάθε ημέρα ανά πενήντα (50) χιλιόγραμμα βάρους.

3. Οταν το βάρος είναι μικρότερο των πενήντα (50) χιλιόγραμμων αυτό λογίζεται ως πενήντα (50) χιλιόγραμμα, ενώ όταν είναι μεγαλύτερο υπολογίζεται ως διπλό ή πολλαπλό των πενήντα (50) χιλιόγραμμων.

4. Μετά την παρέλευση της παραπάνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας το δικαίωμα αυτό διπλασιάζεται και μετά την παρέλευση άλλων δεκαπέντε (15) ημερών τριπλασιάζεται.

5. Τα εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις παραπάνω αποθήκες, για τα οποία ζητείται τελωνειακός προορισμός ή θέση σε οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς και κατατίθεται διασάφηση, υποβάλλονται στο δεκαπλάσιο του δικαιώματος υπερημερίας μετά τέσσερις (4) ημέρες από την επαλήθευση τους ή μετά είκοσι (20) ημέρες από την αποδοχή του ως άνω τελωνειακού παραστατικού.

6. Τα ως άνω δικαιώματα δεν μπορούν να υπερβούν τη συναλλακτική αξία του εμπορεύματος.

7. Για τα εμπορεύματα, για τα οποία κατατέθηκε διασάφηση εξαγωγής ή διαμετακόμισης, το δεκαπλάσιο ως άνω δικαίωμα υπερημερίας επιβάλλεται μετά παρέλευση ενός (1) μήνα από την αποδοχή των σχετικών παραστατικών.

8. Τα δικαιώματα υπερημερίας βεβαιώνονται επί του οικείου παραστατικού και εισπράττονται μαζί με τις λοιπές δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις. Συμπληρωματική βεβαίωση είναι δυνατή.

9. Για τα ως άνω εμπορεύματα δεν υπολογίζονται δικαιώματα υπερημερίας κατά τις τέσσερις (4) επόμενες ημέρες από την έκδοση της άδειας παράδοσης. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής τα εμπορεύματα επιβαρύνονται με απλά δικαιώματα υπερημερίας.

10. Εμπορεύματα των οποίων η καθυστέρηση παραλαβής οφείλεται σε λόγους ανώτερης βίας μπορούν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου να απαλλάσσονται ολικά ή μερικά από τα οφειλόμενα δικαιώματα υπερημερίας.
Η απαλλαγή αυτή παρέχεται με πράξη:
α) των προϊσταμένων των τελωνείων Β` τάξης για τα εμπορεύματα της αρμοδιότητας τους και για τα εμπορεύματα αρμοδιότητας των υποδεέστερων αρχών που υπάγονται σε αυτά, εφόσον η αιτούμενη απαλλαγή αφορά χρονικό διάστημα μέχρι δεκαπέντε (15) ημερών,
β) των προϊσταμένων των τελωνείων Α` τάξης, επιπέδου διεύθυνσης, για τα εμπορεύματα της αρμοδιότητας τους, καθώς και για τα εμπορεύματα της αρμοδιότητας των υποδεέστερων αρχών που υπάγονται σε αυτές, εφόσον η αιτούμενη απαλλαγή αφορά χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) μήνα.
Οταν πρόκειται για απαλλαγή από δικαιώματα υπερημερίας για χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα των ανωτέρω, αυτή χορηγείται με πράξη επιτροπής στην έδρα της οικείας τελωνειακής περιφέρειας, που αποτελείται από τον προϊστάμενο της περιφέρειας αυτής, ως πρόεδρο, και δύο προϊσταμένους τελωνείων της ίδιας περιφέρειας ως μέλη, τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

11. Για τα εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί σε ελεύθερες ζώνες, αποθήκες αποταμίευσης ή αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, τη διαχείριση των οποίων έχουν άλλα εκτός τελωνειακών αρχών πρόσωπα και σε αποθήκες ή χώρους ιδιωτών (προσωρινής εναπόθεσης ή αποταμίευσης), ευρισκομένων εκτός τελωνειακών χώρων,εισπράττεται διοικητικό κόστος υπερημερίας μετά παρέλευση τεσσάρων (4) ημερών από την επαλήθευση τους ή είκοσι (20) ημερών από την αποδοχή των παραστατικών πρόσδοσης προορισμού στα εμπορεύματα αυτά.

12. Το διοικητικό κόστος υπερημερίας επιβάλλεται μετά την παρέλευση των προθεσμιών της προηγούμενης παραγράφου και ανέρχεται σε δεκαπέντε (15) ευρώ ημερησίως, βεβαιώνεται δε και εισπράττεται επί του τελωνειακού παραστατικού. Οι διατάξεις της παραγράφου 10 εφαρμόζονται ανάλογα και για την απαλλαγή από το διοικητικό κόστος υπερημερίας.

13. Η κατά τα ανωτέρω επιβάρυνση των εμπορευμάτων με δικαιώματα υπερημερίας ή το διοικητικό κόστος δεν αναστέλλει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 37 του παρόντος Κώδικα.

14. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών επιτρέπεται η αύξηση ή η μείωση του δικαιώματος υπερημερίας και του διοικητικού κόστους υπερημερίας του παρόντος άρθρου.

15. Για τα εμπορεύματα που ευρίσκονται αποταμιευμένα σε αποθήκες αποταμίευσης, υπό τη διαχείριση της Τελωνειακής Αρχής, επιβάλλονται δικαιώματα αποταμίευσης, τα οποία καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

ΤΜΗΜΑ Η΄
ΠΟΙΝΕΣ ΑΝΑΚΡΙΒΟΥΣ ΔΗΛΩΣΗΣ

Άρθρο 42

1. Σε κάθε περίπτωση που υπολογιστούν δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις κατώτερες ή ανώτερες των πράγματι αναλογουσών και διαπιστωθεί ότι αυτό οφείλεται στην ανακρίβεια εγγραφών και δηλωθέντων στοιχείων επί των τελωνειακών παραστατικών, επιβάλλεται, αντίστοιχα, ποινή ανακριβούς δήλωσης υπολογιζόμενη σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί της επιπλέον διαφοράς και σε ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί της επί έλαττον διαφοράς του ποσού από δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, που οφείλονται για τα εμπορεύματα που τίθενται σε ανάλωση, ελεύθερη κυκλοφορία ή οποιοδήποτε άλλο ανασταλτικό καθεστώς.
Το ύψος της ποινής δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το οριζόμενο στην επόμενη παράγραφο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε   με το άρθρο 1 παρ.12 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Σε κάθε άλλη περίπτωση ανακριβών στοιχείων και εγγραφών επί τελωνειακών παραστατικών, ανεξαρτήτως καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένης και της εξαγωγής, που δεν επηρεάζουν τον προσδιορισμό των πράγματι οφειλόμενων επιβαρύνσεων, επιβάλλεται ποινή ανακριβούς δήλωσης ποσού εκατό (100) ευρώ ανά παραστατικό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε   με το άρθρο 1 παρ.12 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Οι ανωτέρω ποινές επιβάλλονται και κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο των τελωνειακών παραστατικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε   με το άρθρο 1 παρ.12 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Οι ποινές ανακριβούς δήλωσης που προβλέπονται από τις προηγούμενες παραγράφους εισπράττονται έστω και αν τα εμπορεύματα εγκαταλειφθούν ή καταστραφούν.

5. Η επιβολή των παραπάνω ποινών δεν αποκλείει την εφαρμογή των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, όταν συντρέχει περίπτωση.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών επιτρέπεται η αύξηση ή μείωση κατά πενήντα τοις εκατό (50%) των ποινών του παρόντος άρθρου.

ΤΜΗΜΑ Θ΄
ΑΖΗΤΗΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ

Άρθρο 43

1. Εμπορεύματα που μεταφέρονται δια θαλάσσης και δεν παραλαμβάνονται μέσα σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών, από την ημερομηνία κατάθεσης του δηλωτικού, καθώς και εμπορεύματα που μεταφέρονται με κάθε άλλο μεταφορικό μέσο και δεν παραλαμβάνονται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών, από την ημερομηνία κατάθεσης του δηλωτικού, κηρύσσονται αζήτητα, με πρωτόκολλο που συντάσσεται εις διπλούν και υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου και τον αρμόδιο τελωνειακό υπάλληλο που τα διαχειρίζεται.

2. Στο πρωτόκολλο περιγράφεται το είδος των εμπορευμάτων και αναγράφονται το μικτό – καθαρό βάρος, η ποσότητα, η κατάσταση των εμπορευμάτων, ο αριθμός ή η κατάσταση των δοχείων και τών δεμάτων. Μετά την επαλήθευση των παραπάνω στοιχείων από τον ειδικά προς τούτο οριζόμενο υπάλληλο και τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού, τα εμπορεύματα παραδίδονται στον τελωνειακό υπάλληλο, που διαχειρίζεται τα αζήτητα και καταχωρούνται στο βιβλίο αζήτητων εμπορευμάτων, που τηρείται από την Τελωνειακή Αρχή, ή στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.).

3. Το ένα από τα παραπάνω πρωτόκολλα προσαρτάται στο δηλωτικό για εξόφληση του αντίστοιχου στίχου και το άλλο πρωτόκολλο τηρείται στο Τελωνείο αντί δηλωτικού.

4. Τα εμπορεύματα που κηρύσσονται αζήτητα σύμφωνα με τα παραπάνω, μεταφέρονται σε χωριστή αποθήκη αζήτητων, με έξοδα που τα επιβαρύνουν. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει αποθήκη αζήτητων ή όταν η μεταφορά των εμπορευμάτων σε αποθήκη είναι οικονομικά ασύμφορη ή δεν είναι δυνατή για ειδικούς λόγους, τα εμπορεύματα παραμένουν σε ιδιαίτερο χώρο των προσωρινών τελωνειακών αποθηκών ή περιβόλων.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορούν να μεταβάλλονται οι προθεσμίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και των άρθρων 44 και 48, είτε γενικά για όλα τα εμπορεύματα είτε ειδικά για ορισμένα από αυτά.

Άρθρο 44
Σε δέκα (10) ημέρες από τη σύνταξη των πρωτοκόλλων που προβλέπονται από το προηγούμενο άρθρο, αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών τοιχοκολλούνται στην είσοδο του Τελωνειακού Καταστήματος. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των πρωτοκόλλων αυτών είναι δυνατόν να κοινοποιούνται στις μεταφορικές εταιρίες και πράκτορες αυτών, με τις οποίες μεταφέρθηκαν τα εμπορεύματα, εφόσον εδρεύουν στην πόλη, όπου βρίσκεται και η Τελωνειακή Αρχή.

Άρθρο 45

1. Μέσα σε άλλες δέκα (10) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας του προηγούμενου άρθρου, ο Προϊστάμενος του Τελωνείου εκδίδει διακήρυξη για την πώληση των εμπορευμάτων, τα οποία αναφέρει κατά είδος και βάρος και ορίζει τον τόπο και την ημέρα της δημοπρασίας.

2. Η διακήρυξη τοιχοκολλάται, στην ορισμένη γι΄ αυτό θέση του Τελωνειακού Καταστήματος, με απόδειξη του υπαλλήλου που ενήργησε την τοιχοκόλληση και δημοσιεύεται στο Κατάστημα της Δημοτικής ή Κοινοτικής Αρχής, στην οποία εδρεύει η Τελωνειακή Αρχή, καθώς επίσης μπορεί να δημοσιευτεί και σε περίληψη σε τοπική εφημερίδα, εάν υπάρχει. Όταν πρόκειται για αζήτητα των Τελωνείων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, περίληψη της διακήρυξης δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες και σε εμφανές μέρος, η δε δαπάνη που απαιτείται γι΄ αυτό, καταβάλλεται από την πάγια προκαταβολή των Τελωνείων αυτών.

3. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα να εξετάσουν τα προς δημοπράτηση εμπορεύματα, που βρίσκονται στην αποθήκη του Τελωνείου.

Άρθρο 46

1. Η δημοπρασία ενεργείται από την Τελωνειακή Αρχή την ημέρα που ορίστηκε, από την ενδέκατη πρωινή ώρα και μέχρι τη δωδέκατη μεσημβρινή στο Τελωνειακό Κατάστημα και παρατείνεται στην περίπτωση που δίνονται ανώτερες προσφορές.

2. Μετά την κατακύρωση στο όνομα του τελευταίου πλειοδότη παρακατατίθεται απ΄ αυτόν άμεσα το τέταρτο του πλειστηριάσματος και στη συνέχεια υπογράφονται τα πρακτικά της δημοπρασίας από τον τελευταίο πλειοδότη, τον εγγυητή και τον κήρυκα, η έγκριση δε της κατακύρωσης γίνεται από την αρμόδια Επιτροπή Εκποίησης, η οποία απαρτίζεται από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου, τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνισμού και έναν υπάλληλο με ελεγκτικά καθήκοντα, που ορίζεται από τον Προϊστάμενο της Τελωνειακής Αρχής ή προκειμένου για Τελωνεία επιπέδου Τμήματος, από τον Προϊστάμενο αυτών και δύο άλλους τελωνειακούς υπαλλήλους, που ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας.

Άρθρο 47

1. Μετά την έγκριση, ο Προϊστάμενος του Τελωνείου καλεί με έγγραφο τον υπερθεματιστή να καταθέσει το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος, υποχρεώνεται δε αυτός, ύστερα από την καταβολή του ποσού αυτού, να προσδώσει στα εμπορεύματα οποιοδήποτε τελωνειακό προορισμό.

2. Εάν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει το πλειστηριασμό, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την κοινοποίηση σε αυτόν της έγκρισης, ενεργείται αναπλειστηριασμός σε βάρος αυτού και του εγγυητή και η επί έλαττον διαφορά εισπράττεται με τα νόμιμα αναγκαστικά μέσα, που προβλέπονται από τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

3. Εάν, πριν από την καταβολή του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή, εμφανιστεί ο κύριος των εμπορευμάτων και ζητήσει να λάβουν τελωνειακό προορισμό, θεωρείται άκυρη η δημοπρασία και διενεργούνται οι σχετικές με τον τελωνειακό προορισμό διατυπώσεις.

4. Η μεταφορά των εμπορευμάτων στην αποθήκη, η αποσυσκευασία για επαλήθευση, η επανασυσκευασία και επανατοποθέτηση αυτών, ενεργείται υπό την επιστασία του Τελωνείου.

5. Μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την καταβολή του πλειστηριάσματος, αυτό κατατίθεται στο αρμόδιο ταμείο με την έκδοση γραμματίου παραλαβής για παρακαταθήκη, στο όνομα του Προϊσταμένου του Τελωνείου, ο οποίος το παραλαμβάνει και το προσαρτά στο πρωτόκολλο αζήτητων, με τα πρακτικά.

6. Εάν ο δικαιούχος πλειστηριάσματος προσκομίσει στην Τελωνειακή Αρχή μέσα σε ένα (1)χρόνο από την κατάθεσή του, νόμιμο τίτλο, που να αποδεικνύει την κυριότητα των πωληθέντων αζήτητων εμπορευμάτων, η Τελωνειακή Αρχή αποστέλλει το γραμμάτιο στον αρμόδιο ταμία με έγγραφο, με το οποίο δίνει εντολή να αποδοθεί το ποσό που παρακατατέθηκε, αφαιρουμένων τυχόν εξόδων.

7. Αντίγραφο του εγγράφου αυτού με τα πρακτικά, προσαρτάται στο σχετικό πρωτόκολλο αζήτητων, για εξόφλησή του.

8. Εάν μέσα σε ένα (1) χρόνο από την έκδοση του γραμματίου παρακαταθήκης δεν εμφανισθεί ο κύριος του πωληθέντος αζήτητου, ο Προϊστάμενος Τελωνείου αποστέλλει το γραμμάτιο σε δέκα (10) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας, στο Δημόσιο Ταμία, για να εισαχθεί ως Δημόσιο Έσοδο το ποσό που παρακατατέθηκε και εκδίδεται τακτικό γραμμάτιο παραλαβής.

9. Εμπορεύματα, που έχουν κηρυχθεί αζήτητα από Τοπικά Τελωνειακά Γραφεία, απαγορεύεται να εκποιηθούν από αυτά. Τα εμπορεύματα αυτά αποστέλλονται για πώληση στο πλησιέστερο Τελωνείο Α΄ ή Β΄ Τάξης. Είναι δυνατή δε η αποστολή μόνο των σχετικών εγγράφων στις ως άνω αναφερόμενες Αρχές.

10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 46 του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται και στην περίπτωση της εκποίησης εμπορευμάτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

11. Για τα εμπορεύματα που εκποιούνται από την Τελωνειακή Αρχή και που δεν παραλαμβάνονται από τον τελευταίο πλειοδότη, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την καταβολή του πλειστηριάσματος, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αζήτητων εμπορευμάτων του άρθρου 43 και επομένων του παρόντα Κώδικα.

12. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, όταν πρόκειται για τα εμπορεύματα που, μετά την εκποίηση και καταβολή του πλειστηριάσματος, εγκαταλείπονται στις αποθήκες αποταμίευσης, αυτά μεταφέρονται σε αποθήκες υπό τη διαχείριση του Τελωνείου.
Η δαπάνη της μεταφοράς εκπίπτει από το πλειστηριασμό της νέας εκποίησης.

Άρθρο 48

1. Όταν μεταξύ των αζήτητων εμπορευμάτων υπάρχουν είδη που έχουν ευτελή αξία ή είδη που κατέστησαν άχρηστα λόγω βλάβης, βεβαιώνεται αυτό με λεπτομερές πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου, έναν υπάλληλο με ελεγκτικά καθήκοντα και το διαχειριστή της αποθήκης και στη συνέχεια καταστρέφονται, παρουσία αυτών.

2. Εάν πρόκειται για βρώσιμα, την απαγόρευση ανάλωσης τους βεβαιώνει στο ίδιο πρωτόκολλο και όργανο της αρμόδιας υγειονομικής υπηρεσίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ. 13α Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Εάν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε φθορά, οι οριζόμενες προθεσμίες στο άρθρο 43 του παρόντα Κώδικα μπορούν να συντομευθούν, κατά την κρίση της Τελωνειακής Αρχής.

4. Αζήτητα εμπορεύματα, τα οποία δεν έγινε δυνατόν να εκποιηθούν μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την επαλήθευση τους, σε τρεις (3) διαφορετικές δημοπρασίες, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους, τουλάχιστον κατά δέκα (10) ημέρες, θεωρούνται ως εγκαταλελειμμένα και περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου.
Για τη συνδρομή των παραπάνω όρων της εγκατάλειψης, συντάσσεται πράξη στο οικεία πρωτόκολλα από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου και από αρμόδιο υπάλληλο, στον οποίο ανατέθηκαν ελεγκτικά καθήκοντα.

5.Τα εμπορεύματα που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, επιτρέπεται να καταστρέφονται ή να διατίθενται, με την επιφύλαξη της διασφάλισης των Ιδίων Πόρων της Ευρωπαίκής `Ενωσης, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις για κάλυψη των αναγκών Δημοσίων Υπηρεσιών ή Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων.
Με την ίδια επιφύλαξη, είναι δυνατόν να εκποιούνται τα παραπάνω είδη, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις, μετά από προηγούμενη γνωμοδότηση επιτροπής και ύστερα από γενικές ή ειδικές διαταγές του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με εξαίρεση τα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), για τα οποία απαιτείται η καταβολή αυτού, εκτός εάν ο υπερθεματιστής είναι εγκεκριμένος αποθηκευτής και θέσει αυτά σε καθεστώς αναστολής ή τα παραλαμβάνει για εξαγωγή ή εφοδιασμό πλοίων και αεροσκαφών ή ατελώς εφόσον είναι δικαιούχο ατέλειας πρόσωπο.
`Οταν πρόκειται για Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ή Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή Γεωργικούς Συνεταιρισμούς, που έχουν ανάγκη από βοήθεια, επιτρέπεται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η διάθεση των παραπάνω ειδών, με τίμημα που δεν μπορεί να υπερβεί το ένα δέκατο (1/10) της τιμής κοστολόγησης.
Η ανωτέρω Επιτροπή απαρτίζεται:
α) Προκειμένου για Τελωνεία επιπέδου Διεύθυνσης από τον Προϊστάμενο της Τελωνειακής Αρχής, τον αρμόδιο Προϊστάμενο Τελωνισμού και τον ελεγκτή αζητήτων, κωλυομένων δε αυτών από τους νόμιμους αναπληρωτές τους.
β) Προκειμένου για Τελωνείο άλλης βαθμίδας από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και δύο άλλους τελωνειακούς υπαλλήλους, που ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Περιφέρειας.
Η παράδοση των εμπορευμάτων αυτών στις Δημόσιες Υπηρεσίες ή Φιλανθρωπικά Ιδρύματα, υπέρ των οποίων διατίθενται, γίνεται με πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, το οποίο αναγράφει λεπτομερώς τα είδη που παραδίδονται σύμφωνα με τις δασμολογικές και εμπορευματολογικές διακρίσεις. Η διάθεση από τα Φιλανθρωπικά Ιδρύματα στη γενική κατανάλωση των ειδών αυτών απαγορεύεται πριν από την παρέλευση πενταετίας από την παραλαβή τους. Είδη που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο 4, είναι δυνατόν να διατίθενται δωρεάν στους συνεταιρισμούς των Δημοσίων Υπαλλήλων, ελεύθερα από φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.13β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 49

1. Εμπορεύματα για τα οποία προβλέπονται απαγορεύσεις ή περιορισμοί κατά την εισαγωγή τους, όταν κηρυχθούν αζήτητα και περιέλθουν στην κυριότητα του Δημοσίου, επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση να εκποιούνται ή να διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 48 του παρόντα Κώδικα, με όρους και διατυπώσεις που καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού.

2. Οι διατάξεις του παρόντα Κώδικα για τα αζήτητα εμπορεύματα εφαρμόζονται και σε περίπτωση κατάσχεσης ή μεσεγγύησης, που διατάχθηκε από Ποινικό Δικαστήριο, για εμπορεύματα που βρίσκονται στις αποθήκες ή χώρους προσωρινής εναπόθεσης ή αποταμίευσης, αν αυτή δεν αρθεί μέσα σε ένα χρόνο, από την επιβολή της ή από τη λήξη της αποταμίευσης, όταν πρόκειται για αποταμιευμένα εμπορεύματα.

ΤΜΗΜΑ Ι΄
ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΕΠΙΒΑΤΩΝ

Άρθρο 50

1. Οι επιβάτες που προέρχονται από τρίτη προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) χώρα οφείλουν να προσκομίζουν τις αποσκευές τους στην Τελωνειακή Αρχή εισόδου για εξέταση.

2. Η δήλωση του περιεχομένου των αποσκευών γίνεται προφορικά.

3. Είδη υποκείμενα σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις παραδίδονται στον επιβάτη μετά τον τελωνισμό τους και την έκδοση του αποδεικτικού πληρωμής.

Άρθρο 51

1. Τα υποκείμενα σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις είδη, που δεν είναι δυνατόν να τελωνισθούν κατά την άφιξή τους, παραδίδονται προς φύλαξη στην Τελωνειακή Αρχή, η οποία εκδίδει, μετά από προηγούμενη εξέτασή τους, απόδειξη παραλαβής.

2. Όσες από τις αποσκευές των επιβατών δεν παραληφθούν εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την παράδοσή τους στο Τελωνείο, εξετάζονται από την Τελωνειακή Αρχή και ενεργούνται τα προβλεπόμενα από το άρθρο 43 και επόμενα του παρόντα.
Η ανωτέρω προθεσμία είναι δυνατόν να παραταθεί κατά περίπτωση, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, μέχρι τρεις (3) μήνες, με απόφαση της οικείας Τελωνειακής Αρχής και εφόσον συντρέχουν ειδικοί προς τούτο λόγοι.

3. Οι αποσκευές των επιβατών είναι δυνατόν να διαμετακομίζονται, εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων περί διαμετακόμισης.

ΤΜΗΜΑ ΙΑ΄
ΕΥΦΛΕΚΤΕΣ ΥΛΕΣ

Άρθρο 52
Τα εισαγόμενα δοχεία ή δέματα, που περιέχουν εύφλεκτες, εκρηκτικές ή άλλες επικίνδυνες για την υγεία και το περιβάλλον ύλες και ουσίες, πρέπει να φέρουν ευδιάκριτη και ευανάγνωστη επιγραφή, που να δηλώνει το περιεχόμενο και την επικινδυνότητά τους. Οι μεταφορείς ή οι πράκτορες των εταιριών οφείλουν να δηλώνουν, με χωριστό σημείωμα, στην Τελωνειακή Αρχή την εισαγωγή των δοχείων ή δεμάτων αυτών πριν την εκφόρτωσή τους άλλως, υποπίπτουν σε απλή τελωνειακή παράβαση, τιμωρούμενη κατά τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΕΙΔΙΚΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄

Άρθρο 53
Επιβολή του φόρου
Επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στα ενεργειακά προϊόντα, στην ηλεκτρική ενέργεια, στην αλκοόλη, στα αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα καπνά και καθορίζονται τα περί παραγωγής, μεταποίησης, κατοχής, κυκλοφορίας και ελέγχου των προϊόντων αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005

Άρθρο 53α
Επιβολή Φόρου Κατανάλωσης-Βάση Υπολογισμού και Συντελεστές Φόρου-Βεβαίωση και Είσπραξη του Φόρου
Σημ.: όπως το άρθρο 53α προστέθηκε με το άρθρο 58 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94, με έναρξη ισχύος ΑΠΟ 1.1.2017.

1. Επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης στα εισαγόμενα από τρίτες χώρες, προερχόμενα από άλλα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ως ακολούθως:
α) Στα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα του κωδικού Συνδυασμένης Ονοματολογίας 85437090 ή σε ειδικούς περιέκτες επανα- πλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου, τα οποία κατατάσσονται στον κωδικό Σ.Ο. 38249092. Οι συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου του κωδικού Σ.Ο. 85437090 δεν υπόκεινται σε Φόρο Κατανάλωσης, εφόσον αποτελούνται μόνο από την εξωτερική συσκευή και δεν περιέχουν υγρά τα οποία καταναλώνονται μέσω αυτής.
β) Στον καβουρδισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 0901 21 00 και 0901 22 00.
γ) Στον μη καβουρδισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 0901 11 00 και 0901 12 00.
δ) Στο στιγμιαίο καφέ του κωδικού Σ.Ο. ΕΧ 2101 11 00.
ε) Στα παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα, αποστάγματα ή συμπυκνώματα του καφέ ή με βάση τον καφέ των κωδικών Σ.Ο. EX 2101 12 92 και 2101 12 98.
στ) στο μείγμα καπνού που περιέχεται στο ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν καπνού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 9 παρ.1 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

2. Οι συντελεστές φόρου κατανάλωσης που επιβάλλονται στα προϊόντα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ορίζονται ως ακολούθως:
α) Για τα προϊόντα της περίπτωσης α`, δέκα λεπτά (0,10) ανά χιλιοστόλιτρο (ml) προϊόντος.
β) Για τα προϊόντα της περίπτωσης β`, τρία (3) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους.
γ) Για τα προϊόντα της περίπτωσης γ`, δύο (2) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους.
δ) Για τα προϊόντα της περίπτωσης δ`, τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους.
ε) Γ ια τα προϊόντα της περίπτωσης ε`, τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που περιέχεται στο τελικό προϊόν.
στ) Για τα προϊόντα της περίπτωσης στ`, εκατόν πενήντα έξι ευρώ και εβδομήντα λεπτά (156,70 ευρώ) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους μείγματος καπνού του προϊόντος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 9 παρ.2 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου:
α) ως «ηλεκτρονικό τσιγάρο» ορίζεται το προϊόν, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κατανάλωση ατμού με επιστόμιο ή στοιχείο του εν λόγω προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του περιέκτη, του δοχείου και της συσκευής χωρίς περιέκτη ή δοχείο. Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα μπορούν να είναι είτε επαναπληρώσιμα μέσω περιέκτη επαναπλήρωσης και δοχείου είτε επαναπληρώσιμα με περιέκτες μίας χρήσης.
β) Ως «περιέκτης επαναπλήρωσης» ορίζεται το δοχείο που περιέχει υγρό, το οποίο μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για να επαναπληρώσει ηλεκτρονικό τσιγάρο.
γ) Ως «παραγωγή καφέ», δεν νοείται η φρύξη (καβούρντισμα), η άλεση και η συσκευασία του τελικού προϊόντος.
δ) Ως «εγκεκριμένος αποθηκευτής προϊόντων φόρου κατανάλωσης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πα- ραλαμβάνει, κατέχει ή αποστέλλει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του υποκείμενα σε φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τελούν σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης.
ε) ως «ηλεκτρικά θερμαινόμενο προϊόν καπνού»: το προϊόν καπνού σε μορφή κυλίνδρου που αποτελείται από κοινό φίλτρο, φίλτρο αναδιπλωμένης πολυμερικής μεμβράνης, κοίλο κύλινδρο και μικρή στήλη που περιέχει αναδιπλωμένο φύλλο αναγεννημένου καπνού με τρόπο ώστε να σχηματίζονται πρισματοειδείς αυλοί κατά μήκος του, συσκευασμένο σε τσιγαρόχαρτο, το οποίο προορίζεται για κάπνισμα με τη χρήση μιας ειδικής συσκευής θέρμανσης από την οποία παράγεται αερόλυμα (καπνός).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 9 παρ.3 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

4. Τα προϊόντα της παραγράφου 1 τα οποία παράγονται εγχωρίως ή παραλαμβάνονται από άλλα κράτη-μέλη στο εσωτερικό της χώρας ή εισάγονται από τρίτη χώρα και έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία, δύνανται να τίθενται σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένουν στο καθεστώς αυτό τελούν σε αναστολή καταβολής του φόρου κατανάλωσης και του Φ.Π.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του κώδικα Φ.Π.Α..

5. Οι διατάξεις του άρθρου 56 του παρόντος νόμου, αναφορικά με το απαιτητό του φόρου κατά το χρόνο θέσης σε ανάλωση και οι διατάξεις του άρθρου 109 του ιδίου νόμου αναφορικά με τη διαδικασία και τις διατυπώσεις για τη βεβαίωση και είσπραξη του φόρου εφαρμόζονται κατ` αναλογία και στα προϊόντα του παρόντος άρθρου.

6. Η υποχρέωση καταβολής του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα της παραγράφου 1, στην περίπτωση παραλαβής των προϊόντων αυτών από άλλα κράτη-μέλη γεννάται κατά την παραλαβή τους στο εσωτερικό της χώρας.

7. Υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι κατά περίπτωση:
α) το πρόσωπο που εισάγει από τρίτη χώρα τα ανωτέρω προϊόντα,
β) το πρόσωπο που αποκτά από άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. τα ανωτέρω προϊόντα,
γ) το πρόσωπο που παράγει εγχωρίως τα ανωτέρω προϊόντα, εκτός καθεστώτος αναστολής,
δ) ο εγκεκριμένος αποθηκευτής των προϊόντων αυτών.

8. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα της παραγράφου 1 ενερ- γείται από την αρμόδια αρχή, ως κατωτέρω:
α) ως προς την εισαγωγή, κατά την ίδια χρονική στιγμή που βεβαιώνονται και εισπράττονται οι λοιπές δασμο- φορολογικές επιβαρύνσεις.
β) Ως προς την απόκτηση από άλλο κράτος-μέλος, το αργότερο εντός 10 ημερών από τη γένεση της υποχρέωσης, εκτός εάν τα προϊόντα τεθούν άμεσα σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
γ) Ως προς την εγχώρια παραγωγή των προϊόντων αυτών, εκτός καθεστώτος αναστολής, το αργότερο εντός 10 ημερών από τη γένεση της υποχρέωσης.
δ) Ως προς την έξοδο από τη φορολογική αποθήκη, ήτοι από το καθεστώς αναστολής των φορολογικών επιβαρύνσεων, το αργότερο μέχρι τις 25 του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου από το καθεστώς αναστολής.

9. Με τον φόρο κατανάλωσης των ανωτέρω προϊόντων βεβαιώνεται και εισπράττεται, κατά την ίδια χρονική στιγμή, ο αναλογών Φ.Π.Α.. Η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται με βάση τα άρθρα 19 και 20 του ν. 2859/2000 (Α` 248).
Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές των προϊόντων του παρόντος άρθρου ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών τους με την υποβολή του προβλεπόμενου παραστατικού στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.

10. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας φορολογικής αποθήκης και εγκεκριμένου αποθηκευτή των ανωτέρω προϊόντων, οι διαδικασίες επιβολής του Φόρου Κατανάλωσης, η παρακολούθηση και ο έλεγχος των προϊόντων του παρόντος άρθρου, καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων.

Άρθρο 54
Αντικείμενο του φόρου
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης υπόκεινται τα προϊόντα του άρθρου 53, τα οποία παράγονται ή εξορύσσονται, ανάλογα με την περίπτωση, στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα κράτη-μέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας.

2. Επί των εισαγόμενων και εξαγόμενων προϊόντων του άρθρου 53 εφαρμόζονται οι διατάξεις της τελωνειακής και συναφούς με τον παρόντα κώδικα νομοθεσίας.

3. Οι διατυπώσεις που προβλέπονται από τις κοινοτικές τελωνειακές διατάξεις για την είσοδο εμπορευμάτων στο Τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας εφαρμόζονται κατ` αναλογία κατά την είσοδο υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στην Κοινότητα από έδαφος που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
Οι διατυπώσεις που προβλέπονται από τις κοινοτικές τελωνειακές διατάξεις για την έξοδο εμπορευμάτων από το Τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας εφαρμόζονται κατ` αναλογία κατά την έξοδο υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από την Κοινότητα προς έδαφος που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

4. Οι διατάξεις του τμήματος Β` του κεφαλαίου Α`, καθώς και οι διατάξεις οι σχετικές με τη διακίνηση και τον έλεγχο του τμήματος Β` του κεφαλαίου Γ` του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα δεν εφαρμόζονται στα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που καλύπτονται από τελωνειακή διαδικασία αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής.

5. θεωρούνται ως προϊόντα εισαγόμενα στο εσωτερικό της χώρας, τα προϊόντα που προέρχονται από τα ακόλουθα εδάφη, τα οποία αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας:
α) Κανάριοι Νήσοι,
β) Τα γαλλικά εδάφη που αναφέρονται στα άρθρα 349 και 355 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
γ) Νήσοι αιλαντ,
δ) Αγγλονορμανδικές Νήσοι.
Οι περιπτώσεις α` και β παύουν να ισχύουν από την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση σχετικής δήλωσης της Ισπανίας ή της Γαλλίας αντίστοιχα, για τα προϊόντα που θα περιλαμβάνονται στη δήλωση αυτή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 53 παρ. 1 Ν.4305/2014, ΦΕΚ Α 237/31.10.2014.

6.  θεωρούνται επίσης ως προϊόντα εισαγόμενα στο εσωτερικό της χώρας, τα προϊόντα που προέρχονται από τα ακόλουθα εδάφη, τα οποία δεν αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας:
α) Νήσος Ελιγολάνδη,
β) Έδαφος του Μπίζινγκεν,
γ) Θέουτα,
δ) Μελίλια,
ε) Λιβίνιο,
στ) Καμπιόνε ντ` Ιτάλια,
ζ) Τα ιταλικά ύδατα της Λίμνης του Λουγκάνο,
η) Το Γιβραλτάρ.

7. Για την εφαρμογή του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα, η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από ή προς:
α) το Πριγκιπάτο του Μονακό, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς τη Γαλλία,
β) τον Λγιο Μαρίνο, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Ιταλία,
γ) τις περιοχές κυρίαρχων βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου στο Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Κύπρο,
δ) τη νήσο του Μαν, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς το Ηνωμένο Βασίλειο,
ε) το JUNGHOLZ και MITTELBERG (KLEINES WALSERTAL), αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς τη Γερμανία.

Άρθρο 55
Ορισμοί
Για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα νοούνται ως:
α) “εγκεκριμένος αποθηκευτής”: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από τις αρμόδιες αρχές, να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να παραλαμβάνει ή να αποστέλλει, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου σε φορολογική αποθήκη,
β) “κράτος-μέλος” και “έδαφος κράτους-μέλους”: το έδαφος κάθε κράτους-μέλους της Κοινότητας, στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σύμφωνα με το άρθρο 299 αυτής, πλην των τρίτων εδαφών,
γ) “Κοινότητα” και “έδαφος της Κοινότητας”: τα εδάφη των κρατών- μελών, όπως ορίζονται στο σημείο β`,
δ) “τρίτα εδάφη”: τα εδάφη που απαριθμούνται στο άρθρο 54 παράγραφοι 5 και 6,
ε) “τρίτη χώρα”: κράτος ή έδαφος, στο οποίο δεν εφαρμόζεται η συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
στ) “τελωνειακή διαδικασία αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής”: οποιαδήποτε από τις ειδικές διαδικασίες που προβλέπονται στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992, σχετικά με την τελωνειακή επιτήρηση στην οποία υπόκεινται τα μη κοινοτικά εμπορεύματα κατά την είσοδο τους στο Τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, την προσωρινή εναπόθεση, τις ελεύθερες ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες, καθώς και οποιοδήποτε από τα καθεστώτα που αναφέρονται στο άρθρο 84 παράγραφος 1 στοιχείο α` του εν λόγω Κανονισμού,
ζ) “καθεστώς αναστολής”: το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, τη μεταποίηση, την κατοχή ή τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τα οποία δεν καλύπτονται από τελωνειακή διαδικασία αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής, αλλά τελούν σε αναστολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης,
η) “εισαγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων”: η είσοδος στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από τρίτες χώρες ή τρίτα εδάφη, εκτός εάν τα προϊόντα, κατά την είσοδο τους στο εσωτερικό της χώρας, υπάγονται σε τελωνειακή διαδικασία αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής, καθώς και η έξοδος τους από τελωνειακή διαδικασία αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής,
θ) “εγγεγραμμένος παραλήπτης”: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από τις αρμόδιες αρχές, να παραλαμβάνει, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα προερχόμενα από άλλο κράτος-μέλος, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης,
ι) “εγγεγραμμένος αποστολέας”: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από τις αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, μόνο να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992,
ια) “φορολογική αποθήκη”: ο τόπος όπου υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα παράγονται, μεταποιούνται, κατέχονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται υπό καθεστώς αναστολής από εγκεκριμένο αποθηκευτή, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του.
Σημ.: όπως το άρθρο 55 αντικαταστάθηκε με την παρ.2  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

Άρθρο 56
Απαιτητό του φόρου
Σημ.: όπως το άρθρο 56 αντικαταστάθηκε με την παρ.3  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά το χρόνο θέσης σε ανάλωση των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας.

2. θεωρείται ως “θέση σε ανάλωση”:
α) η έξοδος υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από ένα καθεστώς αναστολής, συμπεριλαμβανομένης της παράτυπης εξόδου,
β) η κατοχή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων εκτός καθεστώτος αναστολής, για τα οποία δεν έχει επιβληθεί ειδικός φόρος κατανάλωσης δυνάμει των εφαρμοστέων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου και της εθνικής νομοθεσίας,
γ) η παραγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της παράτυπης παραγωγής, εκτός καθεστώτος αναστολής,
δ) η εισαγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της παράτυπης εισαγωγής, εκτός εάν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπαχθούν, αμέσως μετά την εισαγωγή, σε καθεστώς αναστολής.
Για την εφαρμογή της παραπάνω περίπτωσης α`, ως έξοδος από το καθεστώς αναστολής των πετρελαιοειδών προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής εντός φορολογικών αποθηκών στο εσωτερικό της χώρας και ζητείται η θέση τους σε ανάλωση, θεωρείται η φυσική έξοδος των προϊόντων από τη φορολογική αποθήκη.

3. Στις ακόλουθες περιπτώσεις ο χρόνος θέσης σε ανάλωση είναι:
α) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο Ν), ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη,
β) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο ίν), ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από τον παραλήπτη,
γ) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 2, ο χρόνος παραλαβής των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στον τόπο άμεσης παράδοσης τους.

4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν την ημερομηνία κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός.

5. Στην περίπτωση παράτυπης εξόδου από καθεστώς αναστολής ή κατοχής εκτός καθεστώτος αναστολής ή παράτυπης παραγωγής ή παράτυπης εισαγωγής, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά το χρόνο διαπίστωσης των παρατυπιών αυτών.
Εντούτοις, όταν από τα στοιχεία που διαθέτουν οι αρμόδιες αρχές διαπιστώνεται ότι η παράτυπη έξοδος από καθεστώς αναστολής ή η κατοχή εκτός καθεστώτος αναστολής ή η παράτυπη παραγωγή ή η παράτυπη εισαγωγή πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν, κατά περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά την προγενέστερη της διαπίστωσης ημερομηνία, στην οποία πραγματοποιήθηκαν ή υπήρξαν.

6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 101, υπόχρεος να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που καθίσταται απαιτητός είναι:
α) Σε σχέση με την έξοδο υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων από καθεστώς αναστολής, όπως αναφέρεται στην περίπτωση α` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου:
i) Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης ή κάθε άλλο πρόσωπο που απελευθερώνει ή εξ ονόματος του οποίου απελευθερώνονται τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα από καθεστώς αναστολής και σε περίπτωση παράτυπης εξόδου από τη φορολογική αποθήκη, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην έξοδο αυτή,
ιι) σε περίπτωση παρατυπίας κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 118 παράγραφοι 1, 2 και 4: ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος αποστολέας ή κάθε άλλο πρόσωπο που εγγυήθηκε την πληρωμή, σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφοι 6 και 7, και κάθε πρόσωπο που συμμετείχε στην παράτυπη έξοδο και το οποίο γνώριζε ή όφειλε ευλόγως να γνωρίζει τον παράτυπο χαρακτήρα της εξόδου,
β) σχετικά με την κατοχή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, όπως αναφέρεται στην περίπτωση β` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου: το πρόσωπο που κατέχει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα και κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην κατοχή τους,
γ) σχετικά με την παραγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, όπως αναφέρεται στην περίπτωση γ` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου: το πρόσωπο που παράγει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα και σε περίπτωση παράτυπης παραγωγής, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην παραγωγή τους,
δ) σχετικά με την εισαγωγή υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, που αναφέρεται στην περίπτωση δ` της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου: το πρόσωπο που δηλώνει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή εξ ονόματος του οποίου δηλώνονται αυτά κατά την εισαγωγή και σε περίπτωση παράτυπης εισαγωγής, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην εισαγωγή.
Σε περίπτωση περισσότερων υπόχρεων για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα πρόσωπα αυτά είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπόχρεα για την πληρωμή της εν λόγω οφειλής.

7. Σε περίπτωση ακύρωσης ή ανάκλησης της άδειας εγκεκριμένου αποθηκευτή, οι φορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν στα αποθηκευμένα σε καθεστώς αναστολής προϊόντα στη ή στις φορολογικές αποθήκες του αποθηκευτή, καθίστανται άμεσα απαιτητές και τα προϊόντα δεσμεύονται μέχρι την εξόφληση αυτών από τον υπόχρεο ή από τις Εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί.

8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 57
Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του φόρου
Σημ.: όπως το άρθρο 57 αντικαταστάθηκε με την παρ.4  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 60 παράγραφος 1, σε περίπτωση κατά την οποία υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος, κατέχονται για εμπορικούς σκοπούς στο εσωτερικό της χώρας προκειμένου να παραδοθούν ή να χρησιμοποιηθούν σε αυτό, υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός από τις αρμόδιες αρχές.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “κατοχή για εμπορικούς σκοπούς” νοείται η κατοχή προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης από μη ιδιώτη ή από ιδιώτη για μη δική του χρήση και τα οποία μεταφέρονται από αυτόν, σύμφωνα με το άρθρο 59.

2. Οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.

3. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα διακινούνται μεταξύ των εδαφών των διαφόρων κρατών- μελών υπό την κάλυψη του προβλεπόμενου από τον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθμ. 3649/1992 (ΕΕ L 369/18.12.1992) Απλουστευμένου Συνοδευτικού Διοικητικού Εγγράφου (Α.Σ.Δ.Ε.).

4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 119, όταν υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε ένα κράτος-μέλος διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας για εμπορικούς σκοπούς, δεν θεωρείται ότι κατέχονται για αυτούς τους σκοπούς μέχρις ότου φτάσουν στο κράτος-μέλος προορισμού, υπό την προύπόθεση ότι διακινούνται βάσει των διατυπώσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 7 του παρόντος άρθρου.

5. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία βρίσκονται επί πλοίου ή αεροσκάφους, που πραγματοποιεί θαλάσσια ταξίδια ή πτήσεις μεταξύ δύο κρατών-μελών και τα οποία δεν διατίθενται προς πώληση όταν το πλοίο ή το αεροσκάφος βρίσκεται στο έδαφος ενός κράτους-μέλους δεν θεωρείται ότι κατέχονται στο εν λόγω κράτος-μέλος για εμπορικούς σκοπούς.

6. Υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που καθίσταται απαιτητός είναι, ανάλογα με την περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το πρόσωπο το οποίο εκτελεί την παράδοση ή το οποίο έχει στην κατοχή του τα παραδοτέα προϊόντα, ή το πρόσωπο στο οποίο παραδίδονται τα προϊόντα στο εσωτερικό της χώρας.

7. Τα πρόσωπα της παραγράφου 6 υποχρεούνται, σε περίπτωση αποστολής προϊόντων από άλλο κράτος-μέλος:
α) να καταθέτουν, πριν από την αποστολή των προϊόντων, σχετική δήλωση στην αρμόδια αρχή του εσωτερικού της χώρας, καθώς και εγγύηση η οποία να καλύπτει τους αναλογούντες φόρους,
β) να καταβάλλουν στην αρμόδια αρχή, με την άφιξη των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την άφιξη, τους οφειλόμενους φόρους,
γ) να θέτουν στη διάθεση του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από την αρμόδια αρχή αναγκαίο ή χρήσιμο, για την εξακρίβωση της πραγματοποίησης της παραλαβής των προϊόντων και της καταβολής των οφειλόμενων φόρων.

8. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, που έχει επιβληθεί στο εσωτερικό της χώρας κατά τη θέση σε ανάλωση προϊόντων, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή προσώπου για εμπορικούς σκοπούς στο εσωτερικό άλλου κράτους-μέλους, διαγράφεται ή επιστρέφεται σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 66 του παρόντος Κώδικα.

9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι διατυπώσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 58
Ειδικές περιπτώσεις κυκλοφορίας προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση
Η κυκλοφορία προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας και μεταφέρονται διαμέσου εδάφους άλλου Κράτους – Μέλους χρησιμοποιώντας κατάλληλο δρομολόγιο, προκειμένου να παραδοθούν πάλι στο εσωτερικό της χώρας, πραγματοποιείται με το προβλεπόμενο από τον Καν. ΕΟΚ 3649/1992 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 1992 (ΕΕL 369/18.12.1992), Απλουστευμένο Συνοδευτικό Διοικητικό Έγγραφο (ΑΣΔΕ). Με το ίδιο συνοδευτικό έγγραφο γίνεται η κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος – Μέλος και μεταφέρονται διαμέσου του εδάφους της χώρας, προκειμένου να παραδοθούν πάλι στο Κράτος -Μέλος που έχουν τεθεί σε ανάλωση.
Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο:
α) Ο αποστολέας οφείλει να υποβάλει πριν την αποστολή των εμπορευμάτων δήλωση στην αρμόδια Αρχή του τόπου αναχώρησης.
β) Ο παραλήπτης οφείλει να βεβαιώνει την παραλαβή των εμπορευμάτων και να ενημερώνει την αρμόδια Αρχή του τόπου προορισμού.
γ) Ο αποστολέας και ο παραλήπτης υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο που κρίνεται από τις αρμόδιες Αρχές αναγκαίο ή χρήσιμο για την εξακρίβωση της πραγματοποίησης της παραλαβής των προϊόντων.

Άρθρο 59
Απόκτηση από ιδιώτες
Σημ.: όπως το άρθρο 59 αντικαταστάθηκε με την παρ.5  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010

1. Για τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία αποκτά ιδιώτης για δική του χρήση και τα οποία μεταφέρει αυτοπροσώπως από ένα κράτος-μέλος σε άλλο, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης οφείλονται μόνο στο κράτος-μέλος, όπου τα προϊόντα αυτά αποκτώνται.

2. Για να προσδιοριστεί κατά πόσο τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1, προορίζονται για ίδια χρήση ενός ιδιώτη, λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:
α) η εμπορική ιδιότητα του κατόχου και οι λόγοι κατοχής των προϊόντων,
β) ο τόπος όπου βρίσκονται τα προϊόντα ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο χρησιμοποιούμενος τρόπος μεταφοράς,
γ) κάθε έγγραφο σχετικό με τα προϊόντα,
δ) η φύση των προϊόντων,
ε) η ποσότητα των προϊόντων.

3.    Για την εφαρμογή της περίπτωσης ε` της παραγράφου 2, ως αποδεικτικό στοιχείο, ορίζονται ενδεικτικά τα ακόλουθα ποσοτικά όρια ανά προϊόν:
α) για τα προϊόντα καπνού:
– τσιγάρα: 800 τεμάχια
– πουράκια (πούρα βάρους όχι πάνω από 3γρ. το τεμάχιο): 400 τεμάχια
– πούρα: 200 τεμάχια
– καπνός για κάπνισμα: 1 κιλό β) για τα αλκοολούχα ποτά:
– οινοπνευματώδη ποτά: 10 λίτρα
– Ενδιάμεσα προϊόντα: 20 λίτρα
– οίνοι: 90 λίτρα (από τους οποίους το πολύ 60 λίτρα αφρώδεις)
– μπύρες: 110 λίτρα.

4. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος, καθίσταται απαιτητός και εισπράττεται από τις αρμόδιες αρχές, εάν η μεταφορά αυτών των προϊόντων στη χώρα γίνεται με ανορθόδοξους τρόπους από ιδιώτη ή για λογαριασμό του. Ως ανορθόδοξες μεταφορές θεωρούνται οι μεταφορές καυσίμων κινητήρων, όταν τα καύσιμα δεν μεταφέρονται στη δεξαμενή των οχημάτων ή σε κατάλληλο εφεδρικό δοχείο, καθώς και η μεταφορά υγρών καυσίμων θέρμανσης όταν δεν γίνεται με βυτιοφόρο επαγγελματιών.

Άρθρο 60
Πωλήσεις εξ αποστάσεως
Σημ.: όπως το άρθρο 60 αντικαταστάθηκε με την παρ.6  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος και αγοράζονται από πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή ή του εγγεγραμμένου παραλήπτη, είναι εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας και δεν ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, και τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της χώρας άμεσα ή έμμεσα από τον πωλητή ή για λογαριασμό του, υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός και καταβάλλεται κατά την παράδοση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας. Οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός.

3. Υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο εσωτερικό της χώρας είναι ο πωλητής ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος αυτού. Ο φορολογικός αντιπρόσωπος πρέπει να είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και εγκεκριμένος από την αρμόδια αρχή. Στις περιπτώσεις που ο πωλητής ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος δεν έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις της περίπτωσης α` της παραγράφου 4, υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι ο παραλήπτης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων.

4. Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από άλλο κράτος-μέλος στο εσωτερικό της χώρας, ο πωλητής ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος αυτού πρέπει να συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες υποχρεώσεις:
α) πριν από την αποστολή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, να εγγράφεται στα μητρώα και να εγγυάται την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην αρμόδια αρχή,
β) να καταβάλλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στην αρχή που προβλέπεται στην περίπτωση α` την ημέρα άφιξης των προϊόντων ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα,
γ) να τηρεί λογιστική των παραδιδόμενων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων.

5. Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από το εσωτερικό της χώρας σε άλλο κράτος-μέλος, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας διαγράφεται ή επιστρέφεται κατόπιν σχετικού αιτήματος του πωλητή, σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 66 του παρόντος Κώδικα.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι διατυπώσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

7. Οι διασυνοριακές εξ αποστάσεως πωλήσεις προϊόντων καπνού μέσω διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου τρόπου πώλησης βασιζόμενου σε εξελισσόμενη τεχνολογία απαγορεύονται.
Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με το άρθρο 4 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

Άρθρο 61
Καταστροφές και Απώλειες προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος
Σημ.: όπως το άρθρο 61 αντικαταστάθηκε με την παρ.7  άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 και στο άρθρο 60 παράγραφος 1, σε περί πτωση ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων κατά τη μεταφορά τους σε κράτος-μέλος άλλο από το κράτος-μέλος στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, από αιτία οφειλόμενη στην ίδια τη φύση των προϊόντων, ή εξ αιτίας τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας, ή κατόπιν έγκρισης των αρμόδιων αρχών του συγκεκριμένου κράτους-μέλους, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν καθίσταται απαιτητός στο εν λόγω κράτος-μέλος.
Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια των εν λόγω υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές της χώρας, στην περίπτωση που η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια επήλθε στο εσωτερικό της ή όταν η απώλεια διαπιστώνεται στο εσωτερικό της χώρας και δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του τόπου όπου επήλθε. Η εγγύηση που κατατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 7 περίπτωση α` ή το άρθρο 60 παράγραφος 4 περίπτωση α` αποδεσμεύεται.

2.    Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα προϊόντα που υπόκεινται σε φυσική απομείωση, τα ποσοστά της απομείωσης, οι όροι και οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

Άρθρο 62
Παραγωγή – Μεταποίηση – Κατοχή

1. Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του παρόντα Κώδικα, η παραγωγή, η μεταποίηση και η κατοχή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 53 του παρόντα Κώδικα, γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Όταν δεν έχει καταβληθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), τα ανωτέρω πραγματοποιούνται σε φορολογική αποθήκη.

2. Όπου στο τρίτο μέρος του παρόντα Κώδικα αναφέρεται ο όρος “μεταποίηση” εννοείται μεταποίηση για λογαριασμό του ιδίου ή για λογαριασμό τρίτου.

Άρθρο 63
Σύσταση φορολογικών αποθηκών

1. Για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών απαιτείται άδεια της αρμόδιας Αρχής, η οποία παρέχεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου με απόφασή της, χωριστά για κάθε κατηγορία προϊόντος.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται:
α) οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η άδεια σύστασης και λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών,
β) ο ανώτατος χρόνος παραμονής των προϊόντων κατά κατηγορία, στη φορολογική αποθήκη,
γ) η διαδικασία παραλαβής ή αποστολής των προϊόντων,
δ) οι όροι αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των προϊόντων,
ε) ο τρόπος παρακολούθησης των προϊόντων και της άσκησης του ελέγχου αυτών,
στ) ο χρόνος διάρκειας της λειτουργίας των αποθηκών αυτών και οι λόγοι ανάκλησης της άδειας αυτής πριν από το χρόνο λήξης,
ζ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την αναγνώριση ή λειτουργία των φορολογικών αποθηκών.

3. Οι αρμόδιες Αρχές ασκούν εποπτεία και έλεγχο κατά τρόπο διαρκή ή περιοδικό στις φορολογικές αποθήκες, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Ειδικά για τα βιομηχανοποιημένα καπνά οι όροι και προϋποθέσεις για την εποπτεία και τον έλεγχο των φορολογικών αποθηκών θα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Ειδικά για τις φορολογικές αποθήκες ενεργειακών προϊόντων του άρθρου 73, εκτός των υγραερίων των περιπτώσεων ιγ`, ιδ` και ιε` της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, εγκαθίστανται ολοκληρωμένα συστήματα ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών-εκροών στα οποία συνδέεται υποχρεωτικά φορολογικός ηλεκτρονικός μηχανισμός.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι προδιαγραφές και ρυθμίζονται τα θέματα εγκατάστασης των συστημάτων ελέγχου εισροών-εκροών, των συστημάτων ιχνηθέτησης, καθώς και οι διαδικασίες, οι όροι και οι προϋποθέσεις της εγκατάστασης, για το κάθε είδος καυσίμου, των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.7 άρθρου 320 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86/11.4.2012 και  με την παρ.3 άρθρου ένατου Ν.4211/2013,ΦΕΚ Α 256/28.11.2013.

Άρθρο 64
Αναγνώριση εγκεκριμένου αποθηκευτή

1. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγκεκριμένου αποθηκευτή απαιτείται άδεια της αρμόδιας Αρχής, η οποία παρέχεται με απόφασή της, μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.

2. Για να παρασχεθεί η άδεια της προηγούμενης παραγράφου το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει:
α) να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να παραλαμβάνει και να αποστέλλει, στα πλαίσια των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία τελούν υπό αναστολή καταβολής του φόρου αυτού, εφόσον βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη,
β) να μην έχει διαπράξει σοβαρές καθ` υποτροπή παραβάσεις της Φορολογικής ή Τελωνειακής Νομοθεσίας,
γ) να πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις που θα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.9 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

3.Για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα ο εγκεκριμένος αποθηκευτής:
α) υποχρεούται:
– να εισάγει στη φορολογική αποθήκη του και να προβαίνει στη λογιστική εγγραφή, με την περάτωση της διακίνησης, όλων των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, εκτός εάν εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του άρθρου 112 και να τηρεί λογιστικά βιβλία των αποθεμάτων και των κινήσεων των προϊόντων,
– να επιδεικνύει τα προϊόντα σε κάθε ζήτηση της αρμόδιας Αρχής,
– να δέχεται οποιονδήποτε έλεγχο,
– να παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του,
– να συμμορφώνεται με άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και η αρμόδια Αρχή,
– να διαθέτει εντός των αποθηκών και αδαπάνως για το Δημόσιο κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο για την εγκατάσταση της αρμόδιας Αρχής προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων εργασιών και διατυπώσεων,
– να ενημερώνει την αρμόδια Αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή των δεδομένων που έχουν ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της άδειας και να παρέχει τα επιβαλλόμενα από αυτήν τυχόν πρόσθετα διασφαλιστικά μέτρα.
β) επέχει ευθύνη έναντι του Δημοσίου για τους φόρους που αναλογούν στα προϊόντα.
γ) ευθύνεται επίσης για τις πράξεις των αποθηκαρίων των αποθηκών αυτών σε περίπτωση καταλογισμού τους από την αρμόδια Αρχή,
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.10 άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

Άρθρο 65
Καταστροφές και Απώλειες προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής
Σημ.: όπως το άρθρο 65 αντικαταστάθηκε  με την παρ.11 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1.Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και τελούν υπό καθεσττώς αναστολής από αιτία οφειλμενη στην ίδια τη φύση του προϊόντος, σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία ή ακόμη και με την άδεια των αρμόδιων αρχών του κράτους-μέλους, δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση. θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

2. Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια των εν λόγω υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές της χώρας, στην περίπτωση που η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια επήλθε στο εσωτερικό της ή όταν η απώλεια διαπιστώνεται στο εσωτερικό της χώρας και δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του τόπου όπου επήλθε.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα προϊόντα που υπόκεινται σε φυσική απομείωση, τα ποσοστά της απομείωσης, οι όροι και οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ

Άρθρο 66
Επιστροφή φόρου
Σημ.: όπως το άρθρο 66 αντικαταστάθηκε  με την παρ.12 άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1.Τα προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας δύνανται στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 57, 60 και 119 του παρόντος Κώδικα περιπτώσεις, να αποτελέσουν, μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου, αντικείμενο επιστροφής ή διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από την αρμόδια αρχή, εφόσον τα προϊόντα αυτά δεν πρόκειται να καταναλωθούν στο εσωτερικό της χώρας.
Αν τα προϊόντα αυτά φέρουν φορολογικά επισήματα (ένσημες ταινίες φορολογίας καπνού ή αλκοολούχων ποτών), πρέπει πριν από την αποστολή τους και προκειμένου να επιστραφεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, να προσκομισθούν για καταστροφή τα επισήματα αυτά στην αρμόδια αρχή.

2. Στις περιπτώσεις του άρθρου 57 του παρόντος Κώδικα ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας επιστρέφεται ή διαγράφεται μόνον εφόσον ο φόρος αυτός έχει καταστεί απαιτητός και έχει εισπραχθεί στο άλλο κράτος-μέλος, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 7 του ίδιου άρθρου.

3. Στις περιπτώσεις του άρθρου 60 του παρόντος Κώδικα ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε στο εσωτερικό της χώρας επιστρέφεται ή διαγράφεται, κατόπιν σχετικού αιτήματος του πωλητή, εφόσον ο ίδιος ή ο φορολογικός του αντιπρόσωπος έχει ακολουθήσει στο κράτος-μέλος προορισμού τις διαδικασίες της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου.

4. Πέραν των προβλεπομένων στην παράγραφο 1, στις περιπτώσεις που υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα φέρουν φορολογικά επισήματα (ένσημες ταινίες φορολογίας καπνού ή αλκοολούχων ποτών), τα τυχόν ποσά που καταβλήθηκαν ή αποτέλεσαν αντικείμενο εγγύησης για την απόκτηση τους, πλην της αξίας τους, επιστρέφονται, διαγράφονται ή αποδεσμεύονται από την αρμόδια αρχή εάν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης έχει καταστεί απαιτητός και έχει εισπραχθεί σε άλλο κράτος-μέλος.
Το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, το οποίο καταβλήθηκε ή αποτέλεσε αντικείμενο εγγύησης επιστρέφεται, διαγράφεται ή αποδεσμεύεται με την προσκόμιση στην αρμόδια αρχή, ικανοποιητικής απόδειξης ότι τα φορολογικά επισήματα έχουν αφαιρεθεί ή καταστραφεί.

5. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει βεβαιωθεί για προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση με απαλλαγή από τον φόρο αυτό, βάσει των διατάξεων που προβλέπονται από το τρίτο μέρος του παρόντος Κώδικα διαγράφεται, εάν τα προϊόντα μετά τη θέση τους σε ανάλωση υπέστησαν ανεπανόρθωτη απώλεια ή ολική καταστροφή, εξ αιτίας τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας, ή ακόμη και με σχετική για την καταστροφή τους έγκριση από τις αρμόδιες αρχές της χώρας. Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προύποθέσεις υπό τις οποίες επιστρέφεται ή διαγράφεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό περιπτώσεις, οι αρμόδιες για την επιστροφή ή διαγραφή αρχές, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

7. Οι διατάξεις περί συμπληρωματικής βεβαίωσης και είσπραξης εκ των υστέρων του άρθρου 31 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι διατάξεις περί αχρεωστήτως εισπραχθέντων του άρθρου 32 του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται ανάλογα και για τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα.

Άρθρο 67
Πωλήσεις από καταστήματα αφορολογήτων ειδών
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.13  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία διατίθενται από τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών και τα οποία μεταφέρονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών που μεταβαίνουν σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα αεροπορικώς ή διά θαλάσσης απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
2. Έως την 1η Ιανουαρίου 2017 απαλλάσσονται επίσης από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία διατίθενται από καταστήματα αφορολογήτων ειδών που είναι εγκατεστημένα εκτός αερολιμένα ή λιμένα και τα οποία μεταφέρονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών που μεταβαίνουν σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα δια ξηράς.
Σημ.: Σύμφωνα με το άρθρο 55 του Ν. 4447/2016 (ΦΕΚ Α 241) ορίστηκαν τα εξής: Η εφαρμογή της υποπαραγράφου 2 της παρ. 13 του άρθρου 85 του ν. 3842/2010 αναστέλλεται για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών, ήτοι μέχρι τις 30.6.2017

3. Τα προϊόντα τα οποία διατίθενται μέσα σε αεροσκάφος ή πλοίο κατά τη διάρκεια της πτήσης ή του πλου προς τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα προϊόντα τα οποία διατίθενται από τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών.

4. Οι όροι και οι προύποθέσεις για τη χορήγηση των ανωτέρω απαλλαγών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

5. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ισχύουν οι ακόλουθοι Ορισμοί:
α) “κατάστημα αφορολόγητων ειδών”: κατάστημα που βρίσκεται μέσα σε αερολιμένα ή λιμένα και πληροί τις προύποθέσεις που καθορίζονται από τις οικείες διατάξεις,
β) “ταξιδιώτης που μεταβαίνει σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα”: επιβάτης κάτοχος αεροπορικού εισιτηρίου ή εισιτηρίου θαλάσσιας διαδρομής, στο οποίο ως τελικός προορισμός αναφέρεται αερολιμένας ή λιμένας τρίτου εδάφους ή τρίτης χώρας.”

Άρθρο 68
Απαλλαγές
Σημ.: όπως το άρθρο 68 αντικαταστάθηκε με την παρ.14 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 53 του παρόντος Κώδικα, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν:
α) στα πλαίσια διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων,
β) από αναγνωρισμένους διεθνείς οργανισμούς και από τα μέλη των οργανισμών αυτών, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις προύποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυση τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους,
γ) από τις ένοπλες δυνάμεις κάθε κράτους που συμμετέχει στη συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού πλην του κράτους-μέλους εντός του οποίου είναι απαιτητός ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, εφόσον προορίζονται για χρήση από τις δυνάμεις αυτές ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει, ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους,
δ) από τις ένοπλες δυνάμεις του Ηνωμένου Βασιλείου που σταθμεύουν στην Κύπρο, σύμφωνα με τη συνθήκη εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας της 16ης Αυγούστου 1960, για χρήση από τις εν λόγω ένοπλες δυνάμεις ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους,
ε) για κατανάλωση στα πλαίσια συμφωνίας που συνάπτεται με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, εφόσον αυτή η συμφωνία γίνεται δεκτή ή επιτρέπεται να υπαχθεί σε καθεστώς απαλλαγής από το φόρο προστιθέμενης αξίας.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 112 παράγραφος 1 και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 114 παράγραφος 1, τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής για να παραδοθούν σε παραλήπτη που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, συνοδεύονται από πιστοποιητικό απαλλαγής, η μορφή και το περιεχόμενο του οποίου καθορίζονται από κοινοτικές διατάξεις.

3. Επίσης, απαλλάσσονται του ειδικού φόρου κατανάλωσης τα προϊόντα που προορίζονται για εφοδιασμό πλοίων και αεροσκαφών. Η απαλλαγή αυτή παρέχεται σύμφωνα με τις ισχύουσες Εθνικές Διατάξεις.

4. Οι όροι και οι προύποθέσεις χορήγησης των απαλλαγών των παραγράφων 1 και 3, καθώς και οι χορηγούμενες ποσότητες, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

ΤΜΗΜΑ Δ΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 69
`Αγιο Όρος
Οι διατάξεις του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα δεν θίγουν το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως είναι κατοχυρωμένο με το άρθρο 105 του Συντάγματος.

Άρθρο 70
Πωλήσεις προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση από καταστήματα πλοίων και αεροσκαφών

1. Οι επιτηδευματίες που εκμεταλλεύονται καταστήματα σε πλοία και αεροσκάφη που εκτελούν ενδοκοινοτικά ταξίδια και επιθυμούν να διενεργούν πωλήσεις προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής πτήσης ή του ενδοκοινοτικού θαλάσσιου πλου σε επιβάτες, προκειμένου να τα μεταφέρουν με τις αποσκευές τους, οφείλουν να το δηλώσουν στην αρμόδια Αρχή και να λάβουν σχετική έγκριση.

2. Για τα προϊόντα που πωλούνται με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο Κράτος – Μέλος και διακινούνται με το προβλεπόμενο στην παράγραφο 3 του άρθρου 57 του παρόντα Κώδικα συνοδευτικό έγγραφο, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ. Κ.) καθίσταται απαιτητός με την πώληση των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας και αποδίδεται από τον επιτηδευματία που εκμεταλλεύεται το. κατάστημα. Αν η έδρα της επαγγελματικής δραστηριότητας του ανωτέρω επιτηδευματία είναι σε άλλο Κράτος – Μέλος, τις φορολογικές του υποχρεώσεις αναλαμβάνει ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και εγκεκριμένος από τις αρμόδιες Αρχές φορολογικός του εκπρόσωπος.

3. Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου ο επιτηδευματίας που εκμεταλλεύεται το κατάστημα ή ο φορολογικός του εκπρόσωπος υποχρεούται:
α) να παρέχει εγγύηση για την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στα προς πώληση προϊόντα,
β) να καταβάλει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) με την πώληση αυτών,
γ) να θέτει στη διάθεση του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από την αρμόδια Αρχή αναγκαίο ή χρήσιμο, για την εξακρίβωση της καταβολής των οφειλόμενων φόρων.

4. Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 καταβάλλουν τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στις πωλήσεις κάθε δεκαπενθημέρου του μήνα, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο, με τις ίδιες διαδικασίες που εφαρμόζονται για την είσπραξη του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων από το καθεστώς αναστολής.

5. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που έχει καταβληθεί στο εσωτερικό της χώρας για προϊόντα τα οποία πωλούνται σε επιβάτες στο εσωτερικό άλλου Κράτους -Μέλους επιστρέφεται.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 71
Μικροί οινοπαραγωγοί
Σημ.: όπως tο άρθρο 71 αντικαταστάθηκε με την παρ.15  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Οινοπαραγωγοί που παράγουν κατά μέσο όρο κάτω από χίλια (1.000) HL ετησίως απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του τμήματος Β` του κεφαλαίου Α`, του τμήματος Β` του κεφαλαίου Γ` τις σχετικές με τη διακίνηση και τον έλεγχο, καθώς και από τις λοιπές υποχρεώσεις τις σχετικές με τη διακίνηση και τον έλεγχο του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα.

2. Οταν οι Μικροί οινοπαραγωγοί πραγματοποιούν οι ίδιοι ενδοκοινοτικές συναλλαγές, ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές τους και συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον Κανονισμό ΕΚ 436/2009 της 26ης Μαίου 2009 “για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 479/2008 του Συμβουλίου, όσον αφορά το αμπελουργικό μητρώο, τις υποχρεωτικές δηλώσεις και τη συγκέντρωση στοιχείων για την παρακολούθηση της αγοράς, τα συνοδευτικά έγγραφα μεταφοράς των προϊόντων και τα βιβλία που πρέπει να τηρούνται στον αμπελοοινικό τομέα” (L128/27.5.2009).

3. Στις περιπτώσεις αυτές ο παραλήπτης οφείλει να ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους προορισμού, μέσω του εγγράφου που απαιτείται από τον Κανονισμό (ΕΚ) 436/2009 ή με αναφορά σε αυτό, για τις πραγματοποιηθείσες παραλαβές οίνου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται οι διατυπώσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΛΚΟΟΛΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Σημ.: όπως o τίτλος τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.16 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 72
Ορισμός
Σημ.: όπως το άρθρο 72 αντικαταστάθηκε με την παρ.2 άρθρ.1 Ν.3336/2005,      ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης  Ν.3336/2005 στην Βουλή).

1. Ως ενεργειακά προϊόντα για την εφαρμογή του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα θεωρούνται τα ακόλουθα προϊόντα:
α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507).
Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508).
Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509).
Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509 (κωδικός Σ.Ο. 1510).
Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511).
Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1512).
Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513).
Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1514).
Άλλα λίπη και λάδια φυτικά (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).
Μαργαρίνη. Μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα (βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα, θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516. Μείγματα ή παρασκευάσματα μη βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (κωδικός Σ.Ο. 1518), εφόσον όλα τα ανωτέρω προϊόντα πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
β) Λιθάνθρακες. Πλίνθοι, σφαίρες και παρόμοια στερεά καύσιμα που παίρνονται από το λιθάνθρακα (κωδικός Σ.Ο. 2701).
Λιγνίτες, έστω και συσσωματωμένοι, με εξαίρεση το γαγάτη (κωδικός Σ.Ο. 2702).
Οπτάνθρακας (κοκ) και ημιοπτάνθρακας από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη, έστω και συσσωματωμένοι. Άνθρακας αποστακτικού κέρατος (κωδικός Σ.Ο. 2704).
Αέριο από λιθάνθρακα, υδραέριο, φτωχό αέριο και παρόμοια αέρια, με εξαίρεση τα αέρια πετρελαίου και άλλους αεριώδεις υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2705).
Πίσσες από λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφη και άλλες ορυκτές πίσσες, έστω και αφυδατωμένες ή μερικώς αποσταγμένες, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι πίσσες που έχουν ανασυσταθεί (κωδικός Σ.Ο. 2706).
Λάδια και άλλα προϊόντα που προέρχονται από την απόσταξη σε υψηλή θερμοΚρασία των πισσών από λιθάνθρακα. Ανάλογα προϊόντα στα οποία τα αρωματικά συστατικά υπερισχύουν κατά βάρος από τα μη αρωματικά συστατικά (κωδικός Σ.Ο. 2707).
Πίσσα στερεή και οπτάνθρακας (κοκ) πίσσας, που παίρνονται από πίσσα λιθανθράκων ή από άλλες ορυκτές πίσσες (κωδικός Σ.Ο. 2708).
Λάδια ακατέργαστα, από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο), (κωδικός Σ.Ο. 2709).
Λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια.
Παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που περιέχουν κατά βάρος 70% ή περισσότερο λάδια από πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν το βασικό συστατικό. Χρησιμοποιημένα λάδια (κωδικός Σ.Ο. 2710).
Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711).
Βαζελίνη. Παραφίνη, κερί πετρελαίου μικροκρυστάλλινο, slack wax, οζοκηρίτης, κερί από λιγνίτη, κερί από τύρφη, άλλα ορυκτά κεριά και παρόμοια προϊόντα που παίρνονται με σύνθεση ή άλλες μεθόδους, έστω και χρωματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 2712).
Οπτάνθρακας (κοκ) από πετρέλαιο, άσφαλτος από πετρέλαιο και άλλα υπολείμματα των λαδιών πετρελαίου ή των ασφαλτούχων ορυκτών (κωδικός Σ.Ο. 2713).
Άσφαλτοι εν γένει φυσικές. Σχίστες και άμμος, ασφαλτούχα. Ασφαλτίτες και πετρώματα ασφαλτούχα (κωδικός Σ.Ο. 2714).
Μείγματα ασφαλτούχα με βάση τη φυσική άσφαλτο εν γένει, την πίσσα του πετρελαίου, την ορυκτή πίσσα ή το υπόλειμμα αυτής (π.χ. μαστίχες ασφαλτούχες, cutbacks) (κωδικός Σ.Ο. 2715).
γ) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι (κωδικός Σ.Ο. 2901).
Υδρογονάνθρακες κυκλικοί (κωδικός Σ.Ο. 2902).
δ) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) (Κωδικός Σ.Ο. 2905 11 00), εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή ως καύσιμο κινητήρων.
ε) Παρασκευάσματα λιπαντικά (στα οποία περιλαμβάνονται και τα λάδια κοπής, τα παρασκευάσματα για την απελευθέρωση του παξιμαδιού της βίδας, παρασκευάσματα αντισκωριακά ή αντιδιαβρωτικά και τα παρασκευάσματα για το ξεκαλούπωμα, με βάση τα λιπαντικά) και παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία με λάδι ή με λίπος των υφαντικών υλών, του δέρματος, των γουνοδερμάτων ή άλλων υλών, με εξαίρεση εκείνα που περιέχουν σαν βασικά συστατικά 70% ή περισσότερο κατά βάρος λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (κωδικός Σ.Ο. 3403).
στ) Αντικροτικά παρασκευάσματα, ανασχετικά της οξείδωσης, προσθετικά εξουδετέρωσης καταλοίπων, βελτιωτικά του ιξώδους των λιπαντικών λαδιών, προσθετικά κατά της διάβρωσης και άλλα παρασκευασμένα προσθετικά, για ορυκτά λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και η βενζίνη) ή για άλλα υγρά που χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς με τα ορυκτά λάδια (κωδικός Σ.Ο. 3811).
ζ) Αλκυλοβενζόλια σε μείγματα και αλκυλοναφθαλένια σε μείγματα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 2707 ή 2902 (κωδικός Σ.Ο. 3817).
η) Xημικά προϊόντα και παρασκευάσματα των χημικών ή συναφών βιομηχανιών (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που αποτελούνται από μείγματα φυσικών προϊόντων), που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού και υπάγονται στον κωδικό της Σ.Ο. 3824 90 99, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
θ) Πρόσθετες ύλες των κωδικών Σ.Ο. 38111110, 38111190, 38111900 και 38119000.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το πέμπτο άρθρο παρ.α` του Ν.4092/2012 (ΦΕΚ Α΄ 220/08.11.2012) με έναρξη ισχύος από 1.1.2013 όπως ορίζεται στη παρ.ζ` του άρθρου αυτού.

2. Ως ενεργειακό προϊόν για την εφαρμογή του τρίτου μέρους του παρόντα Κώδικα θεωρείται επίσης :
Η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού Σ.Ο. 2716.

3. Από τα προϊόντα της προηγούμενης παραγράφου 1 και ανεξάρτητα από το αν επιβαρύνονται με Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 73, τα παρακάτω ενεργειακά προϊόντα υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του τρίτου μέρους του Κώδικα:
α) Σογιέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1507).
Αραχιδέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1508).
Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1509).
Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα, και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509 (κωδικός Σ.Ο. 1510).
Φοινικέλαιο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1511).
Λάδια ηλιοτρόπιου, κνήκου ή βαμβακιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1512).
Λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κοπρά), λαχανοφοίνικα (φοινοκοπυρηνέλαιο) ή babassu και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1513).
Λάδια αγριογογγύλης, αγριοκράμβης ή σιναπιού και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1514).
Άλλα λίπη και λάδια φυτικά (στα οποία περιλαμβάνεται και το λάδι jojoba) και τα κλάσματά τους, σταθερά, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (κωδικός Σ.Ο. 1515).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς υδρογονωμένα, διεστεροποιημένα, επανεστεροποιημένα ή ελαϊδινισμένα (με ισομέρεια λιπαρών οξέων), έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα (κωδικός Σ.Ο. 1516).
Μαργαρίνη. Μείγματα ή παρασκευάσματα βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού, άλλα από τα λίπη και λάδια διατροφής και τα κλάσματά τους της κλάσης 1516 (κωδικός Σ.Ο. 1517).
Λίπη και λάδια ζωικά ή φυτικά και τα κλάσματά τους, θερμικά επεξεργασμένα (βρασμένα ή ψημένα), οξειδωμένα, αφυδατωμένα, θειωμένα, εμφυσημένα, πολυμερισμένα με απλή θέρμανση ή αλλιώς χημικώς τροποποιημένα, με εξαίρεση εκείνα της κλάσης 1516. Μείγματα ή παρασκευάσματα μη βρώσιμα από λίπη ή λάδια ζωικά ή φυτικά ή από τα κλάσματα διαφόρων λιπών ή λαδιών του κεφαλαίου αυτού που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (κωδικός Σ.Ο. 1518), εφόσον όλα τα ανωτέρω προϊόντα πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.
β) Βενζόλιο (βενζένιο), (κωδικός Σ.Ο. 2707 10).
Τολουόλιο (τολουένιο), (κωδικός Σ.Ο. 2707 20).
Ξυλόλιο (ξυλένιο), (κωδικός Σ.Ο. 2707 30).
Άλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65% ή περισσότερο του όγκου τους (με τις απώλειες) στους 250°C σύμφωνα με τη μέθοδο ASTM D 86 (κωδικός Σ.Ο. 2707 50).
γ) Ενεργειακά προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 2710 11 έως και 2710 19 69. Εν τούτοις, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 2710 11 21, 2710 11 25 και 2710 19 29, οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και την κυκλοφορία ισχύουν για τη χύμα εμπορική κυκλοφορία.
δ) Αέρια πετρελαίου και άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδικός Σ.Ο. 2711), με εξαίρεση το φυσικό αέριο των κωδικών της Σ.Ο. 2711 11, 2711 21 και 2711 29.
ε) Υδρογονάνθρακες άκυκλοι κορεσμένοι (κωδικός Σ.Ο. 2901 10).
στ) Βενζόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 20).
Τολουόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 30).
οΞυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 41).
μΞυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 42).
πΞυλόλιο (κωδικός Σ.Ο. 2902 43).
Ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα (κωδικός Σ.Ο. 2902 44).
ζ) Μεθανόλη (μεθυλική αλκοόλη) του κωδικού της Σ.Ο. 2905 11 00, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης ή ως καύσιμο κινητήρων.
η) Xημικά προϊόντα και παρασκευάσματα των χημικών ή συναφών βιομηχανιών (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που αποτελούνται από μείγματα φυσικών προϊόντων), που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού και υπάγονται στον κωδικό της Σ.Ο. 3824 90 99, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

4. Οι τίτλοι και κωδικοί αριθμοί της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.), που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό, αναφέρονται στο κείμενο της Σ.Ο. του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2031/2001 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001 (ΕΕ L 279 της 23.10.2001), που τροποποιεί το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο.

Άρθρο 73
Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Σημ.: όπως το άρθρο 73 αντικαταστάθηκε με την παρ.3 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) στα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα ορίζονται ως εξής:
ΕΙΔΟΣ
ΚΩΔΙΚΟΣ ΣΥΝΔΥΝΑΣΜΕΝΗΣ ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ (Σ.Ο.)
ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΕΥΡΩ
ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ
α) Βενζίνη με μόλυβδο
27101151 και 27101159
681
1.000 λίτρα
β) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο
– με αριθμό οκτανίων μέχρι 96,5
– με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5
27101141 και ΕΧ27101145

ΕΧ27101145 και 27101149
670
1.000 λίτρα
γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.Ο. 27101151 και 27111159
27101141, 27101145 και 27101149
670
1.000 λίτρα
δ) Βενζίνη αεροπλάνων
27101131
697
1.000 λίτρα
ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθούμενων τύπου βενζίνης
27101170
697
1.000 λίτρα
στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων
27101941, 27101945 και 27101949
330
1.000 λίτρα
ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης
27101941, 27101945 και 27101949
330
1.000 λίτρα
η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται για χρήσεις άλλες από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις στ) και ζ)
27101941, 27101945 και 27101949
330
1.000 λίτρα
θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL-Μαζούτ)
27101961, 27101963, 27101965 και 27101969
38
1.000 χιλιόγραμμα
ι) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων
27101921 και 27101925
330
1.000 λίτρα
ια) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης
27101921 και 27101925
330
1.000 λίτρα
ιβ) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις ι) και ι)
27101921 και 27101925
330
1.000 λίτρα

ιγ) Υγραέρια (LPG) που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων
2711 1211 έως και 271119 00
330
1.000 Χιλιόγραμα

ιδ) Υγραέρια (LPG) και μεθάνιο που χρησιμοποιούνται:
– ως καύσιμα θέρμανσης και
– για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις περιπτώσεις ιγ΄ και ιε΄
2711 12 11 έως και 2711 19 00 και 2711 29 00
60
1.000 Χιλιόγραμα

ιε) Υγραέρια (LPG) και μεθάνιο που προορίζονται για βιομηχανική, βιοτεχνική και εμπορική χρήση σε κινητήρες πλην της περίπτωσης ιγ΄
2711 12 11 έως και 271119 00 και 2711 29 00
60
1.000 Χιλιόγραμμα

ιστ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων
2711 11 00 και 27112100
0
0
0
0
Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιζ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης
2711 11 00 και 27112100
1,5
Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιη) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω ιστ) και ιζ) περιπτώσεις.
2711 11 00 και 271121 00
1,5
Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιθ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης

– Για επιχειρηματική χρήση
2701, 2702 και 2704
0
0,3
0,3
0,3
gigajoule

– Για μη επιχειρηματική χρήση
0
0,3
0,3
0,3

κ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ), που χρησιμοποιούνται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτή που καθορίζεται στην παραπάνω ιθ) περίπτωση
2701, 2702 και 2704
0
0,3
0,3
0,3
gigajoule

κα) Ηλεκτρική ενέργεια
1. για επιχειρηματική χρήση
– από καταναλωτές υψηλής τάσης
– από τους λοιπούς καταναλωτές
2.για μη επιχειρηματική χρήση
– από οικιακή χρήση
– από λοιπές χρήσεις
2716

2,55

2,55

MWh

MWh

κβ) – Βενζόλιο (βενζένιο) – Τολουόλιο (τολουένιο) -Ξυλόλιο (ξυλένιο) – `Αλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65% ή περισσότερο του όγκου τους (με τις απώλειες) στους 250°C σύμφωνα με τη μέθοδο ASTM D 86 -Μείγματα από τα παραπάνω προϊόντα
2707
372
372
372
372
1.000 χιλιόγραμμα

κγ) – Βενζόλιο – Τολουόλιο – ο-Ξυλόλιο – μ-Ξυλόλιο – π-Ξυλόλιo – Ισομερή του Ξυλολίου σε μείγμα – Αιθυλοβενζόλιο – Μείγματα από τα παραπάνω προϊόντα
2902
372
372
372
372
1.000 χιλιόγραμμα

κδ) Ελαφρύ πετρέλαιο (WHITE SPIRIT)
2710 1121
20
20
20
20
1.000 χιλιόγραμμα

κε) Άλλα ελαφρά λάδια)
2710 1190
12
12
12
12
1.000 χιλιόγραμμα

κστ) Βιοντήζελ από μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων, όπως ορίζεται με την απόφαση Α.Χ.Σ. 334/2004, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, είτε αυτούσιο είτε σε ανάμιξη με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της παραπάνω περίπτωσης στ)
38249099
330
1.000 λίτρα

Ειδικά για την περίοδο από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 10η Απριλίου κάθε έτους ο φόρος του πετρελαίου θέρμανσης ορίζεται σε εκατόν είκοσι τρία (123) ευρώ το χιλιόλιτρο. Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
Ειδικά για την περίοδο από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 10η Απριλίου κάθε έτους ο φόρος της κηροζίνης θέρμανσης ορίζεται σε εκατόν είκοσι τρία (123) ευρώ το χιλιόλιτρο. Στην περίπτωση που οι ανωτέρω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 34 παρ.1 του ν.3430/2005,άρθρο 10 του ν.3483/2006,με το άρθρο 5 παρ.1 του ν.3517/2006,άρθρο 1 παρ.17,18 του ν.3583/2007,άρθρο 34 παρ.1 του ν.3775/2009,άρθρο 73 παρ.1 του ν.3828/2010,άρθρο 15 παρ.1 του ν.3833/2010,άρθρο 4 παρ.5 του ν.3845/2010,άρθρο 15 του ν.3899/2010,άρθρο 36 παρ.1,7 του ν.3986/2011,άρθρο 5  του ν.4092/2012 και Άρθρο πρώτο υποπ.Ε3 περ.1α του ν.4093 /2012
2. Για την εφαρμογή των περιπτώσεων ζ΄, ια΄, στ΄, ι΄, ιγ΄, ιστ΄, ιδ΄, ιζ΄, ιθ΄ και ειδικότερα:
α) Για την εφαρμογή των παραπάνω περιπτώσεων ζ’ για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), και ια΄ για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), τα οποία χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από τη 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε διακόσια ογδόντα (280) ευρώ το χιλιόλιτρο.
Στην περίπτωση που οι παραπάνω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.
1) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 τίθεται σε ανάλωση, διακινείται και διατίθεται από επιτηδευματίες που εντάσσονται σε Μητρώο Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης (ΔΙΠΕΘΕ), με την εξαίρεση της περίπτωσης των Ενόπλων Δυνάμεων για τις οποίες δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξής τους στο Μητρώο ΔΙΠΕΘΕ.
2) Τα μέλη του Μητρώου ΔΙΠΕΘΕ υποχρεούνται να καταχωρούν με ακρίβεια εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, όλες τις συναλλαγές του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης που πραγματοποιούν σε όλα τα στάδια, αρχής γενομένης από την κατάθεση στην Τελωνειακή Αρχή της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Δ.Ε.Φ.Κ.), μέχρι και την τελική κατανάλωση.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες ένταξης των ενδιαφερόμενων επιτηδευματιών στο Μητρώο ΔΙΠΕΘΕ, ο τρόπος ελέγχου μέσω του ανωτέρω Πληροφοριακού Συστήματος της νόμιμης χρήσης του πετρελαίου θέρμανσης, οι υπηρεσίες ελέγχου, καθώς και η διαδικασία για την παραλαβή πετρελαίου θέρμανσης από πρόσωπα που δεν είναι συνδεδεμένα με το δίκτυο της Δ.Ε.Η. και οι ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από Αυτόνομους Σταθμούς Ενέργειας. Μέχρι την έκδοση των προβλεπομένων στο προηγούμενο εδάφιο υπουργικών αποφάσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις της υπ΄αριθμ. Δ 33Α 5055143 ΕΞ 2010 (Β΄ 2047) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.
β) Για την εφαρμογή των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων στ΄, ι΄, ιγ΄ και ιστ΄, ως καύσιμα κινητήρων θεωρούνται τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε μηχανές ή συσκευές στις οποίες η χημική ενέργεια του καυσίμου μέσω της καύσης μετατρέπεται σε θερμική ενέργεια και εν συνεχεία σε κινητική ενέργεια, ενώ για την εφαρμογή των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων ζ΄, ια΄, ιδ΄, ιζ΄ και ιθ΄, ως καύσιμα θέρμανσης θεωρούνται τα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία κεντρικών συστημάτων θέρμανσης (καλοριφέρ) ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων στους χώρους κατοικίας,διαμονής ή εργασίας του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.3 του ν.3336/2055 , με το άρθρο 5 του ν.4092/2012, με το άρθρο 29 παρ.1 του ν.4301/2014 αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 60 παρ.3,4 του ν.4389/2016.

3. Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, που φορολογούνται με βάση το χιλιόλιτρο, λαμβάνεται υπόψη θερμοΚρασία προϊόντος 15°C.

4. Τα ενεργειακά προϊόντα, πλην εκείνων για τα οποία καθορίζεται Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στον παρόντα Κώδικα, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή να διατεθούν προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης, φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων ή καυσίμου θέρμανσης.

5. Εκτός από τα προϊόντα του άρθρου 72 του παρόντα Κώδικα, κάθε προϊόν, το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου κινητήρων, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων.

6. Κάθε υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, ο οποίος δεν αναφέρεται στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου ενεργειακού προϊόντος της παραπάνω παραγράφου 1.

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

8. Για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης κα` του πίνακα της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2690/2001 ως “επιχειρηματική χρήση” νοείται η χρήση από μία επιχείρηση ικανή να λειτουργήσει αυτόνομα από οργανωτική άποψη, η οποία διενεργεί ανεξαρτήτως και οπουδήποτε την παροχή αγαθών και υπηρεσιών όποιος και να είναι ο σκοπός ή τα αποτελέσματα αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προύποθέσεις που διέπουν τη διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του ειδικού φόρου κατανάλωσης της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προσδιορίζονται, τα στοιχεία που διαβιβάζονται από τους διανομείς ηλεκτρικής ενέργειας και τον Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η συχνότητα και ο τρόπος διαβίβασης τους.”
Σημ.: όπως h παρ.8 προστέθηκε με το άρθρο 15 παρ.3 Ν.3833/2010, ΦΕΚ Α 40/15.3.2010.`Εναρξη ισχύος από 4.3.2010.

9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις που διέπουν τη διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης του φυσικού αερίου των περιπτώσεων ιζ` και ιη` της παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προσδιορίζονται τα στοιχεία που διαβιβάζονται από τους διανομείς φυσικού αερίου στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η συχνότητα και ο τρόπος διαβίβασης τους.
Σημ.: όπως η παράγραφος 9 προστέθηκε με το άρθρο 36 παρ.3 Ν.3986/2011, ΦΕΚ Α 152/1.7.2011.

Άρθρο 74
Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του φόρου
Σημ.: όπως tο άρθρο 74 αντικαταστάθηκε με την παρ.4 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Εκτός από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα που καθορίζουν τη γενεσιουργό αιτία και τους όρους καταβολής του φόρου, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επί των ενεργειακών προϊόντων καθίσταται απαιτητός και κατά την επέλευση μίας εκ των γενεσιουργών αιτιών που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του προηγούμενου άρθρου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 124 ΝΟΜΟΣ 4514/2018 και ισχύει από 30/1/2018

2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας καθίσταται απαιτητός και στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης για την απαλλαγή ή την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.

3. Για την εφαρμογή των άρθρων 54 και 56 του παρόντα Κώδικα, η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της προμήθειάς τους από το διανομέα ή τον αναδιανομέα.
Όταν η παράδοση προς κατανάλωση λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος όπου δεν είναι εγκατεστημένος ο διανομέας ή ο αναδιανομέας, ο φόρος του κράτους μέλους παράδοσης είναι απαιτητός από εταιρεία που πρέπει να καταγραφεί στο κράτος μέλος παράδοσης σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο κράτος αυτό. Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική του χρήση θεωρείται ως διανομέας.

4. Για την εφαρμογή των άρθρων 54 και 56 του παρόντα Κώδικα, ο άνθρακας, ο οππτάνθρακας και ο λιγνίτης υπνται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις, οι οποίες πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο για το σκοπό αυτόν, από τις αρμόδιες αρχές.
Οι αρχές αυτές δύνανται να επιτρέψουν στον παραγωγό, στον έμπορο, στον εισαγωγέα ή στον φορολογικό εκπρόσωπο να υποκαθιστούν την εγγεγραμμένη επιχείρηση για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες της επιβάλλονται.

5. Οι όροι και οι διατυπώσεις εφαρμογής των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων 3 και 4 καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

6. H κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων εντός μίας εγκατάστασης παραγωγής ενεργειακών προϊόντων δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου, εάν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά προϊόντα που παράγονται εντός της εγκατάστασης. Όταν η κατανάλωση αυτή γίνεται για λόγους άσχετους προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση οχημάτων, αυτό θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του φόρου.

Άρθρο 75
Κανονικές δεξαμενές καυσίμων και ειδικά εμπορευματοκιβώτια
Σημ.: όπως tο άρθρο 75 αντικαταστάθηκε με την παρ.5 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης  Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε ένα άλλο κράτος μέλος και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια, δεν υπόκεινται στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης του άρθρου 73 του παρόντα Κώδικα.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως «κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:
Οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων. Θεωρούνται επίσης ως κανονικές δεξαμενές καυσίμων οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου, καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το όχημα.
Οι δεξαμενές καυσίμων που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.

3. Ως «ειδικά εμπορευματοκιβώτια» νοούνται τα εμπορευματοκιβώτια που διαθέτουν ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης, συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα.

Άρθρο 76
Παραγωγή ενεργειακών προϊόντων
Σημ.: όπως tο άρθρο 76 αντικαταστάθηκε  με την παρ.6 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 54, της περίπτωσης ζ` του άρθρου 55 και της περίπτωσης γ` της παραγράφου 2 του άρθρου 56 του παρόντος Κώδικα, ως παραγωγή θεωρείται κατά περίπτωση και η εξόρυξη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

2. Δεν χαρακτηρίζονται ως παραγωγή ενεργειακών προϊόντων:
α) οι διεργασίες κατά τις οποίες παράγονται παρεμπιπτόντως μικρές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων,
β) οι διεργασίες δια των οποίων ο χρήστης ενός ενεργειακού προϊόντος καθιστά δυνατή την εκ νέου χρησιμοποίησή του στην επιχείρησή του, υπό τον όρο ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ο οποίος έχει ήδη καταβληθεί για το προϊόν αυτό, δεν υπολείπεται του φόρου, ο οποίος θα ήταν απαιτητός εάν το εκ νέου χρησιμοποιηθέν ενεργειακό προϊόν επρόκειτο να υποβληθεί ξανά σε φορολογία,
γ) η διεργασία η οποία συνίσταται στην ανάμιξη, εκτός μιας εγκατάστασης παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά, υπό τον όρο ότι:
έχει προηγουμένως καταβληθεί φόρος για τα συστατικά και
το καταβληθέν ποσό δεν υπολείπεται του ποσού του φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός για το μείγμα.
Η προϋπόθεση που αναφέρεται στην πρώτη υποπερίπτωση της περίπτωσης γ΄ δεν ισχύει όταν το μείγμα απαλλάσσεται για ειδική χρήση.

Άρθρο 77
Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του φόρου
Σημ.: όπως tο άρθρο 77 αντικαταστάθηκε με την παρ.7 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. `Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που έχει ήδη καταβληθεί για ενεργειακά προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή έχουν αναμειχθεί τυχαία και συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που προορίζονταν, επιστρέφεται ή συμψηφίζεται, εφόσον τα προϊόντα αυτά επανεισάγονται στη φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι διατυπώσεις εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου.

Άρθρο 78
Ειδικές Απαλλαγές
Σημ.: όπως το άρθρο 78,όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρ.21 Ν.3193/2003, αντικαταστάθηκε  με την παρ.8 άρθρ.1 Ν.3336/2005, ΦΕΚ Α 96/20.4.2005. Εναρξη ισχύος από 23.3.2005 (ημερομηνία κατάθεσης Ν.3336/2005 στην Βουλή)

1. Εκτός από τις Απαλλαγές που προβλέπονται από το άρθρο 68, απαλλάσσονται επίσης:
α) Ενεργειακά προϊόντα που παραλαμβάνονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις Αεροπορικές μεταφορές εκτός των ιδιωτικών πτήσεων αναψυχής.
Ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο το χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.
β) Ενεργειακά προϊόντα που παραλαμβάνονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τη ναυσιπλοΐα στα ύδατα της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής αλιείας, εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής.
Ως «ιδιωτικά σκάφη αναψυχής» νοούνται οποιαδήποτε σκάφη που χρησιμοποιούνται από τον ιδιοκτήτη τους ή από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο τα χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.
γ) Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που παραλαμβάνονται από τις Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Σημ.: όπως η περ.γ΄ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 1.1.2008  με το άρθρ.30 Ν.3634/2008,     ΦΕΚ Α 9/29.1.2008.
δ) Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που υπάγεται στους κωδικούς της Σ.Ο. 2710 19 41 και 2710 19 45 και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως ηλεκτρομονωτικό υλικό ηλεκτρικών μετασχηματιστών.
ε. Το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) των κωδικών της Σ.Ο. 2710 19 41 και 2710 19 45. το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη) της περίπτωσης ιβ`, το ελαφρύ πετρέλαιο (WHITE SPIRIT) της περίπτωσης κδ`, καθώς και τα άλλα ελαφρά λάδια της περίπτωσης κε` της παραγράφου 1 του άρθρου 73, που παραλαμβάνονται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προϊόντων τους.
Σημ.: όπως h περ.ε΄ αντικαταστάθηκε   με το άρθρο 1 παρ.19 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.
στ) Τα προϊόντα των περιπτώσεων κβ΄ και κγ΄ του άρθρου 73, που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από τις βιομηχανίες ή βιοτεχνίες ως πρώτες ύλες για την παραγωγή των προϊόντων τους.
ζ) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) της Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 και το φυσικό αέριο της Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00, που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε Η περ.ζ΄προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ.2 Ν.3517/2006,ΦΕΚ Α 271/21.12.2006 και  με  τις παραγράφους 1 και 4  του άρθρου 61  Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94.
η) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) της Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 που χρησιμοποιούνται στην ορυκτολογική κατεργασία όπως αυτή ορίζεται στην ονοματολογία NΑCE υπό τον κωδικό ΔΘ 26 “κατασκευή άλλων μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων” στον Κανονισμό (ΕΟΚ) του Συμβουλίου 3037/1990, της 9ης Οκτωβρίου 1990, για τη στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Κοινότητα, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) της Επιτροπής 29/2002, της 19ης Δεκεμβρίου 2001.”
Σημ.: όπως η περ.η΄προστέθηκε με το άρθρο 5 παρ.2 Ν.3517/2006,ΦΕΚ Α 271/21.12.2006:
θ. Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) του κωδικού της Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704  και η ηλεκτρική ενέργεια του κωδικού της Σ.Ο. 2716. που χρησιμοποιούνται για χημική αναγωγή, ηλεκτρολυτική και μεταλλουργική κατεργασία.
Σημ.: όπως η περίπτωση θ΄προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.19 Ν.3583/2007,   ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 και συμπληρώθηκε με  δυνάμει το  άρθρου 18  παρ.6 Ν.4261/2014,ΦΕΚ Α 107/5.5.2014.
ι) Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται και χρησιμοποιείται για ιδία χρήση, εφόσον προέρχεται από αιολική, ηλιακή, γεωθερμική, παλιρροϊκή ενέργεια και ενέργεια κυμάτων.
Σημ.: όπως η περ.ι΄της  παρ.1 προστέθηκε με το άρθρο 15 παρ.4 Ν.3833/2010,     ΦΕΚ Α 40/15.3.2010.`Εναρξη ισχύος από 4.3.2010.
ια) η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για γεωργική χρήση.
Σημ.: όπως η περ.ια΄ της παρ.1 προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ.2 Ν.3899/2010,    ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.
ιβ) Από 1.1.2016, το φυσικό αέριο της περίπτωσης ιη΄της παραγράφου 1 του άρθρου 73 που παραλαμβάνεται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες και προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προϊόντων τους, εξαιρουμένων των ενεργειακών προϊόντων».  Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι, οι προϋποθέσεις, οι διαδικασίες, οι απαιτούμενοι έλεγχοι, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης του φυσικού αερίου, σύμφωνα με την περίπτωση αυτή.  Εξαιρούνται της απαλλαγής οι επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και τους εργαζομένους.
Σημ.: όπως η περίπτωση ιβ,η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο έκτο Ν.4379/2016, ΦΕΚ Α 63,  ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ααπό τότε που ίσχυσε με τη  παρ.3 άρθρου 61  Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94.

2. Ειδικά για τα πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται στις παρακάτω περιπτώσεις, οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζονται, ως εξής:
ΕΙΔΟΣ
ΚΩΔ.Σ.Ο.
ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥΣΕ ΕΥΡΩ
ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ
α) Βενζίνη για γεωργικές χρήσεις άρθρου 16 του N. 3686/1957 (ΦΕΚ 64 Α΄) και δασικών συνεταιρισμών άρθρου 5 του N. 827/1978 (ΦΕΚ 194 Α΄)
27.10.00.34 και 27.10.00.36
299
χιλιόλιτρο
β) Υγραέρια και μεθάνιο που παραλαμβάνονται απευθείας από βιομηχανίες, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά ως καύσιμη ύλη (άρθρο 2 του N.Δ. 4359/1964 (ΦΕΚ 147 Α΄)
ΕΧ 27.11.12.11 έως ΕΧ 27.11. 19.00 και ΕΧ 27.11.29.00
0,29
μετρ.τόνος
γ) Βενζίνη εκχύλισης(εξάνιο) που παραλαμβάνεται με τους όρους των διατάξεων του β.δ. 57/1967 (ΦΕΚ 14 Α΄)
ΕΧ 27.10.00.25
17
μετρ.τόνος
δ) Υγραέρια και μεθάνιο που χρησιμοποιείται στη γεωργία
ΕΧ 27.11.12.11 έως και ΕΧ27.11.19.00 και ΕΧ27.11.29.00
0,29
μετρ.τόνος
ε. Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) ιχνηθετημένο και χρωματισμένο που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, στις καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, στις ιχθυοκαλλιέργειες και στη δασοκομία
2710 19 45
21
1.000 λίτρα
Σημ. 1: Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 15 του Ν. 3833/2010 η περίπτωση δ` του πίνακα της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001 καταργείται
Σημ. 2: Με το άρθρο 1 παρ.20 Ν.3583/2007 ορίζεται :
Α) Οι περιπτώσεις β` και ζ` της παραγράφου 2 του άρθρου 78 καταργούνται. Οι περιπτώσεις γ, δ` και ε` της παραγράφου 2 αναριθμούνται σε περιπτώσεις β`, γ` και δ`, αντίστοιχα”.
Β) Η περίπτωση στ` της παραγράφου 2 του άρθρου 78 αναριθμείται σε ε` και αντικαθίσταται ως ακολούθως

 

3. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DΙESEL) του κωδικού της Σ.Ο. 27101941 της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του παρόντα κώδικα, που χρησιμοποιείται από τις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις στους κινητήρες σταθερής θέσης, στα μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό και στα οχήματα που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται εκτός δημοσίων οδών ή δεν έχουν λάβει άδεια κύριας χρήσης στις δημόσιες οδούς, καθώς και από τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τα δημόσια και ιδιωτικά νοσηλευτικά και προνοιακά ιδρύματα, επιστρέφεται ποσό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που ανέρχεται στα 125 ευρώ ανά χιλιόλιτρο.
Σημ.: όπως η παρ.3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ.3 Ν. 3483/2006, ΦΕΚ Α 169/7-8-2006.

4. Με την επιφύλαξη άλλων Κοινοτικών και Εθνικών Διατάξεων οι παρεχόμενες με τις προηγούμενες παραγράφους 1 και 2 Απαλλαγές ή μειώσεις του συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα ενεργειακών προϊόντων, προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα που υποκαθιστούν χρήσεις και τελούν υπό φορολογικό έλεγχο για τη διαπίστωση της νόμιμης χρησιμοποίησής τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 και 5 άρθρ.22 Ν.3634/2008,ΦΕΚ Α 9/29.1.2008.

5.Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων, της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73, το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, ο συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε διακόσια (200) ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Κατά τη θέση σε ανάλωση του ως άνω προϊόντος, εφαρμόζεται ο συντελεστής Ε.Φ.Κ. της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και επιστρέφεται το ποσό του Ε.Φ.Κ. που υπολογίζεται με βάση τη διαφορά του συντελεστή της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και του ως άνω οριζόμενου συντελεστή των διακοσίων (200) ευρώ ανά χιλιόλιτρο.» 5.Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων, της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73, το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, ο συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε εξήντα έξι (66) ευρώ ανά χιλιόλι- τρο. Κατά τη θέση σε ανάλωση του ως άνω προϊόντος, εφαρμόζεται ο συντελεστής Ε.Φ.Κ. της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και επιστρέφεται το ποσό του Ε.Φ.Κ. που υπολογίζεται με βάση τη διαφορά του συντελεστή της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και του ως άνω οριζόμενου συντελεστή των εξήντα έξι (66) ευρώ ανά χιλιόλιτρο.»
Ως αποκλειστική χρήση στη γεωργία θεωρείται και η χρησιμοποίηση πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων από αυτοκίνητα τύπου JEEP γεωργικών χρήσεων κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152 Α`) και του άρθρου 3 του ν. 1906/1990 (ΦΕΚ 157 Α`), τελωνισθέντα και ταξινομηθέντα ως Αγροτικά Μηχανήματα Πολλαπλών Χρήσεων μέχρι και την 31.12.1992 προβλεπόμενη από το άρθρο 13 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α`) προθεσμία και εφοδιασμένα με τις σχετικές άδειες της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα δικαιούχα προς επιστροφή πρόσωπα, οι ποσότητες για τις οποίες υπολογίζεται η επιστροφή, η διαδικασία επιστροφής του Ε.Φ.Κ., ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου κινητήρων για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τη παράγραφο αυτή. Επίσης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η αρμόδια για την επιστροφή Αρχή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ.1.β. τηςυποπαρ.Ε.3. άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222,αντικαταστάθηκε πάλι με τις παρ  και 3  υποπαρ.Δ.5  άρθρου 2 Ν. 4336/2015,ΦΕΚ Α 94, και της παραγραφου 1 του  άρθρου 61       Ν.4342/2015,ΦΕΚ Α 143
Σημ.: όπως η νέα παράγραφος 5,που  είχε προστεθεί (με αναρίθμηση των  παραγράφων  5 και 6  σε 6 και 7 αντίστοιχα)  με την παρ.3 άρθρ.22  Ν.3634/2008,ΦΕΚ Α 9,ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ 1.10.2016 μετις παρ. 2  και 3        υποπαρ.Δ.5 άρθρου 2 Ν. 4336/2015,ΦΕΚ Α 94, και της παραγράφου 1 του  άρθρου 61       Ν.4342/2015,ΦΕΚ Α 143.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασίαεπιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 3.
Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου, καθώς και ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης των παραλαμβανόμενων με μερική ή ολική απαλλαγή προϊόντων.
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι απαιτούμενοι έλεγχοι, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την απαλλαγή από τον Ε.Φ.Κ. του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 115 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

7. Για τις παρακάτω ποσότητες αυτούσιου βιοντήζελ της περίπτωσης κστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του παρόντα Κώδικα, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης ορίζεται σε 0 ευρώ ανά χιλιόλιτρο:
Χρονική Περίοδος Ποσότητα Βιοντήζελ (χιλιόλιτρα)
1η Ιανουαρίου – 31η Δεκεμβρίου 2005 51.000 1η Ιανουαρίου – 31η Δεκεμβρίου 2006 91.000 1η Ιανουαρίου – 31η Δεκεμβρίου 2007 114.000
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, καθώς και ο τρόπος παρακολούθησης και ελέγχου της νόμιμης παραγωγής, ανάμιξης, διακίνησης και θέσης σε ανάλωση των παραλαμβανόμενων με μηδενικό συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης ποσοτήτων αυτούσιου βιοντήζελ.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 34 παρ.2 Ν.3340/2005,ΦΕΚ Α 112/10.5.2005. Εναρξη ισχύος δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του Ν.3340/2005.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΑΛΚΟΟΛΗ – ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

Άρθρο 79
Γενικές διατάξεις
Αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του παρόντα Κώδικα, θεωρούνται:
α) η αιθυλική αλκοόλη,
β) η μπύρα,
γ) τα ενδιάμεσα προϊόντα,
δ) το κρασί,
ε) τα παρασκευαζόμενα ποτά με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την μπύρα.

Άρθρο 80
Αιθυλική αλκοόλη
Ο όρος αιθυλική αλκοόλη του άρθρου 79 του παρόντα Κώδικα περιλαμβάνει:
α) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.07 και 22.08, ακόμη και όταν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μέρος προϊόντος υπαγόμενου σε άλλο κεφάλαιο της Συνδυασμένης Ονοματολογίας,
β) τα προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 22.04, 22.05 και 22.06 με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 22% vol.,
γ) τα αλκοολούχα ποτά που περιέχουν ακέραια προϊόντα ή άλλα φυτικά προϊόντα σε διάλυμα.

Άρθρο 81
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης
Σημ.: όπως ο τίτλος του άρθρου 81,όπως αυτός είχε συμπληρωθεί με το άρθρο 1 παρ.22 Ν.3583/2007, τροποποιήθηκε με το άρθρο 68 Ν.4472/2017,ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, καθορίζεται ανά εκατόλιτρο (ΗL) άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης θερμοΚρασίας 20ο C και υπολογίζεται με βάση τον αριθμό εκατολίτρων άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.

2. Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε δύο χιλιάδες τετρακόσια πενήντα (2.450) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 14 παρ.1 Ν.3833/2010,     ΦΕΚ Α 40,αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.3α άρθρου τέταρτου     Ν.3845/2010,ΦΕΚ Α 65/6.5.2010.Ισχύς από την 3η Μαΐου 2010.

3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή για την Αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε χίλια διακόσια είκοσι πέντε (1.225) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.»  *** Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ.3,όπως είχαν αντικατασταθεί     με το άρθρο 14 παρ.2 Ν.3833/2010,ΦΕΚ Α 40,αντικαταστάθηκαν ως άνω     με την παρ.3β άρθρου τέταρτου Ν.3845/2010,ΦΕΚ Α 65/6.5.2010. Ισχύς από την 3η Μαΐου 2010.
Ο κατά τα παραπάνω μειωμένος Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης εφαρμόζεται και στην περιοχή Δωδεκανήσου για την Αιθυλική αλκοόλη που περιέχεται και στα λοιπά, πλην των παραπάνω, αλκοολούχα ποτά ή άλλα αλκοολούχα προϊόντα, τα οποία αποκτώνται από άλλα Κράτη – Μέλη της Κοινότητας, αποστέλλονται από φορολογική αποθήκη της λοιπής Ελλάδος ή εισάγονται στην περιοχή αυτή από τρίτες χώρες.
Η ίδια μείωση του φόρου ισχύει και για την Αιθυλική αλκοόλη που χρησιμοποιείται στην περιοχή αυτή για την παραγωγή των παραπάνω ποτών και προϊόντων.
Οι όροι και προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.1 Ν.3815/2010,ΦΕΚ Α 5/26.1.2010.5. `Εναρξη ισχύος από 8.1.2010.

4. Επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης, το ύψος του οποίου καθορίζεται σε δύο ευρώ και ενενήντα τρία λεπτά (2,93) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους, στην εισαγόμενη από τρίτες χώρες, στην εγχωρίως παραγόμενη και στην προερχόμενη από τα λοιπά κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ισοπροπυλική αλκοόλη της δασμολογικής κλάσης 29.05 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα ποσοστά, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις για την αναγνώριση της φυσικής απομείωσης της ισοπροπυλικής αλκοόλης, που είναι εγγενής με τη φύση του προϊόντος αυτού και προκύπτει κατά την αποθήκευση της σε φορολογική αποθήκη ή στις χρήσεις αυτής.
Η απώλεια (φύρα) που οφείλεται στην απομείωση αυτή απαλλάσσεται του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.22 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 68 Ν.4472/2017,ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

5. Η ισοπροπυλική αλκοόλη που παράγεται εγχωρίως ή μεταφέρεται από τα λοιπά κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δύναται να τίθεται σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένει στο καθεστώς αυτό τελεί σε αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του Φ.Π.Α..
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι διατυπώσεις για τη σύσταση και λειτουργία φορολογικών αποθηκών ισοπροπυλικής αλκοόλης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.22 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 68 Ν.4472/2017,ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

Άρθρο 82
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης τσίπουρου ή τσικουδιάς μικρών αποσταγματοποιών (διημέρων).
Σημ.: όπως ο τίτλος του άρθρου 82 και η παράγραφος 1 αυτού αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.23 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

1. Το τσίπουρο ή η τσικουδιά που παρασκευάζεται από απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών και λοιπών επιτρεπόμενων υλών από τους μικρούς αποσταγματοποιούς (διήμερους), σύμφωνα με την παράγραφο Ε` του άρθρου 7 του ν. 2969/2001, υπόκειται σε εφάπαξ και κατ` αποκοπή φορολόγηση πενήντα εννέα λεπτών (0,59) του ευρώ ανά χιλιόγραμμο έτοιμου προϊόντος.

2. Η καταβολή του φόρου γίνεται κατά την έκδοση της άδειας απόσταξης, με βάση τη δήλωση του δικαιούχου για την ποσότητα των στεμφύλων ή άλλων επιτρεπόμενων υλών που πρόκειται να αποστάξει και την ποσότητα του τσίπουρου ή της τσικουδιάς που θα παραχθεί.

3. Η διάθεση στην κατανάλωση του ανωτέρω προϊόντος γίνεται χωρίς τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς, με την έκδοση των προβλεπόμενων από την ισχύουσα νομοθεσία φορολογικών στοιχείων.

Άρθρο 83
Απαλλαγές από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης
Σημ.: όπως ο τίτλος του άρθρου 83 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 68 Ν.4472/2017, ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

1. Τα προϊόντα του άρθρου 80 του παρόντα Κώδικα απαλλάσσονται του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ,) αιθυλικής αλκοόλης, στις παρακάτω περιπτώσεις:
α) όταν διανέμονται με τη μορφή αιθυλικής αλκοόλης, η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί μετουσίωσης,
β) όταν έχουν υποστεί μετουσίωση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ελληνικής Νομοθεσίας ή της νομοθεσίας άλλου Κράτους – Μέλους και χρησιμοποιούνται για την παρασκευή οποιουδήποτε προϊόντος που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση (παραγωγή ποτών) ,
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες Κοινοτικές Διατάξεις, μετά από εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, καθορίζεται το είδος και το ποσοστό των χρησιμοποιούμενων μετουσιωτικών της αιθυλικής αλκοόλης,
γ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ,Ο. 22.09,
δ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φαρμάκων, σύμφωνα με την αριθ. ΔΥΓ3(α)83657/30.12.2005 (ΦΕΚ 59 Β/24.1.2006) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και κτηνιατρικών φαρμάκων, σύμφωνα με την αριθ. 282371/31.5.2006 (ΦΕΚ 731 Β/16.6.2006) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.”
ε) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αρωματικών ουσιών που προορίζονται για την παραγωγή ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, με ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μέχρι και 1 ,2% νοl.,
στ) όταν χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως συστατικά ημιτελών προϊόντων για την παραγωγή ειδών διατροφής, γεμιστών ή όχι, εφόσον σε κάθε περίπτωση η περιεχόμενη Αιθυλική αλκοόλη δεν υπερβαίνει τα 8,5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος για τις σοκολάτες και τα 5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος για άλλα προϊόντα.
ζ) όταν χρησιμοποιούνται ως δείγματα για αναλύσεις για τη διεξαγωγή των αναγκαίων δοκιμών παραγωγής ή για επιστημονικούς σκοπούς,
η) όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας,
θ) όταν χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, θεραπευτήρια, κλινικές, νοσηλευτικά ιδρύματα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, για ιατρικούς σκοπούς,
ι) Οταν χρησιμοποιούνται για τον ψεκασμό αρτοσκευασμάτων και παραλαμβάνονται από βιομηχανίες ή βιοτεχνίες που διαθέτουν αυτόματα μηχανήματα ψεκασμού των αρτοσκευασμάτων αυτών.
Σημ.: όπως οι περ. δ΄και στ΄ αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 1 παρ.24 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 και  η περ.ι`προστέθηκε με την παρ.2 του άρθρου 27 του Ν.3156/2003 (ΦΕΚ Α 157)

2. Απαλλάσσεται του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) η ισοπροπυλική αλκοόλη, η οποία προορίζεται για φαρμακευτική χρήση, καθώς και εκείνη που κατόπιν μετουσιώσεως προορίζεται για βιομηχανικές ή βιοτεχνικές χρήσεις.
Σημ.: όπως η παρ. 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 68 παρ.4  Ν.4472/2017,ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

3. Από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου κάθε έτους, οι ποτοποιοί που λειτουργούν εκτός καθεστώτος αναστολής, οι οποίοι παρέλαβαν ουδέτερη Αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή παντός είδους αλκοολούχα αποστάγματα και προϊόντα απόσταξης με άμεση καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή με τρίμηνη αναστολή καταβολής αυτού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 110, για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών τους, δικαιούνται να παραλαμβάνουν με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ποσότητα ουδέτερης αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος ή προϊόντος απόσταξης, σε λίτρα άνυδρα ίση με το 2% της συνολικής ποσότητας σε λίτρα άνυδρα των υλών αυτών, που παρέλαβαν κατά το προηγούμενο έτος, για την κάλυψη των απωλειών (φυρών) που είναι εγγενείς στη φύση των υλών αυτών και πραγματοποιούνται κατά τη διαδικασία παραγωγής, μεταποίησης, αποθήκευσης και μεταφοράς τους. Η απαλλαγή αυτή δεν ισχύει για την ουδέτερη Αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης που παραλαμβάνεται για εμφιάλωση.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής είναι ανεξάρτητες από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 2969/2001 (ΦΕΚ 281 Α`).
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε και η πρώην παρ.3 αναριθμήθηκε σε παρ.4 με το άρθρο 1 παρ.25 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ποσότητες, οι όροι και οι διατυπώσεις των απαλλαγών από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης των παραγράφων 1 και 3, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.25 Ν.3583/2007,  ΦΕΚ Α 142/28.6.2007, και με το άρθρο 68 παρ.5 Ν.4472/2017,  ΦΕΚ Α 74/19.5.2017.

Άρθρο 84
Ένσημες ταινίες φορολογίας αλκοολούχων ποτών

1. Στα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή εισάγονται από τρίτες χώρες και προορίζονται να καταναλωθούν σε άμεση συσκευασία λιανικής πώλησης στο εσωτερικό της χώρας και στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), επικολλώνται ένσημες ταινίες φορολογίας.

2. Η επικόλληση των ταινιών αυτών γίνεται στους χώρους παραγωγής και διασφαλίζει την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στο προϊόν.

3. Οι ταινίες αυτές χορηγούνται:
-στους εγκεκριμένους αποθηκευτές και εγγεγραμμένους παραλήπτες, προκειμένου να επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά προερχόμενα από άλλο κράτος-μέλος ή σε εισαγωγείς προκειμένου για ποτά από τρίτες χώρες,
-στους εγκεκριμένους αποθηκευτές ή ποτοποιούς, προκειμένου να επικολληθούν σε αλκοολούχα ποτά εγχώριας παραγωγής,
-στους φορολογικούς αντιπροσώπους εγκεκριμένων αποθηκευτών άλλων κρατών- μελών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.17  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

4. Από την υποχρέωση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εξαιρούνται τα προϊόντα που εισάγονται από φυσικά πρόσωπα και προορίζονται για ατομική χρήση υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να εξαιρούνται ορισμένα προϊόντα από την υποχρέωση επικόλλησης ενσήμων ταινιών φορολογίας.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται η αξία (κόστος), ο τύπος και οι προδιαγραφές των ενσήμων ταινιών φορολογίας, η διαδικασία χορήγησης, η ημερομηνία έναρξης επικόλλησης αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 85
Καταστροφή ενσήμων ταινιών φορολογίας
Ένσημες ταινίες φορολογίας που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την επικόλλησή τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλλησή τους από άλλη αιτία στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι κακέκτυπες καταστρέφονται ενώπιον Επιτροπής η οποία συγκροτείται με εισήγηση της αρμόδιας Αρχής και απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και αντικαθίστανται σύμφωνα με όσα ειδικότερα καθορίζονται στην απόφαση αυτή.
Σε περίπτωση που η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών φορολογίας από άλλη αιτία, οφείλεται κατά την κρίση της Επιτροπής, σε υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάστασή τους γίνεται με την καταβολή του αντιτίμου αυτών.

Άρθρο 86
Ορισμός μπύρας
Μπύρα θεωρείται κάθε προϊόν αλκοολικού τίτλου μεγαλύτερου του 0,5 vol., που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 22.03, καθώς και κάθε προϊόν, το οποίο είναι μίγμα μπύρας με μη αλκοολούχα ποτά, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 22.06.

Άρθρο 87
Τρόπος υπολογισμού και συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης

1. α) Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των προϊόντων του άρθρου 86 του παρόντα Κώδικα καθορίζεται με βάση τον αριθμό των εκατόλιτρων της μπύρας και τους βαθμούς PLΑΤΟ κατά όγκο.
β) Σε περίπτωση που οι βαθμοί PLATO της μπύρας δεν αντιστοιχούν σε ακέραιο αριθμό, για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) το κλασματικό μέρος στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό και συγκεκριμένα, εφόσον το κλάσμα είναι μικρότερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στο μικρότερο ακέραιο αριθμό, ενώ εάν είναι ίσο ή μεγαλύτερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στο μεγαλύτερο ακέραιο αριθμό.
γ) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού των βαθμών PLATO της μπύρας, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε πέντε ευρώ (5 ευρώ) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3γ άρθρου τέταρτου Ν.3845/2010,ΦΕΚ Α 65, αντικαταστάθηκε πάλι με τις παρ., 2β και 4 άρθρου 60 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94.

3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης μπύρας, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την μπύρα που παράγεται στη χώρα μας ή στα άλλα Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, εφόσον η παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα 200.000 εκατόλιτρα μπύρας ετησίως.
Για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ο όρος “ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο” σημαίνει το ζυθοποιείο το οποίο πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
– είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητο από οποιοδήποτε άλλο,
– χρησιμοποιεί δικές του εγκαταστάσεις και
– δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμεταλλεύσεως άλλου επιτηδευματία.
θεωρούνται επίσης ως ένα και μόνο ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο δύο ή περισσότερα μικρά ζυθοποιεία όταν αυτά συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα 200.000 εκατόλιτρα μπύρας.
Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε δύο ευρώ και πενήντα λεπτά (2,50) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.
Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.2 Ν.3815/2010,ΦΕΚ Α 5/26.1.2010.`Εναρξη ισχύος από 8.1.2010 , με την παρ.3γ άρθρου τέταρτου Ν.3845/2010,ΦΕΚ Α 65,και με τη παρ. 2γ άρθρου 60 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94.

Άρθρο 88
Ενδιάμεσα προϊόντα

1. Ενδιάμεσα προϊόντα του άρθρου 79 του παρόντα Κώδικα νοούνται όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 22% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04, 22.05 και 22.06 και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 86,90 και 92 του παρόντα Κώδικα.

2. Επίσης στην κατηγορία των ενδιάμεσων προϊόντων υπάγεται κάθε απλό ποτό προερχόμενο από ζύμωση, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 92 και το οποίο έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 5,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση, καθώς και κάθε αφρώδες ποτό προερχόμενο από ζύμωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 92 του παρόντα Κώδικα, έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 8,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

Άρθρο 89
Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου ορίζεται σε εκατόν δύο (102) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 του σημείου Β` του παραρτήματος III του κανονισμού (Ε.Κ.) της Επιτροπής 606/2009 (EEL 193/24.7.2009) για τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε πενήντα ένα (51) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 14 παρ.5 Ν.3833/2010,ΦΕΚ Α 40,αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.3γ άρθρου τέταρτου Ν.3845/2010,ΦΕΚ Α 65/6.5.2010. Ισχύς από την 3η Μαΐου 2010.

Άρθρο 90
Κρασί
Ο όρος κρασί του άρθρου 79 του παρόντα Κώδικα περιλαμβάνει το “απλό κρασί” και “αφρώδη κρασιά”:

1. Ο όρος “απλό κρασί” περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς αριθμούς Σ.Ο. 22.04 και 22.05, εκτός από τα αφρώδη κρασιά της επόμενης παραγράφου, τα οποία:
α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 15% vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.
β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 15% vol. μέχρι και 18% vol., με την προϋπόθεση ότι έχουν παραχθεί χωρίς εμπλουτισμό και η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

2. Ο όρος “αφρώδη κρασιά” περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04.10, 22.04.21.10, 22.04.29.10 και 22.05 και τα οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) Περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, τα οποία συγκρατούνται με σύρματα ή συνδετήρες ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα.
β) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% vol. μέχρι και 15% vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

Άρθρο 91
Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Σημ.: όπως το άρθρο 91 αντικαταστάθηκε με τη παράγραφο 1 άρθρου 13 άρθρου 4 Ν.4346/2015,ΦΕΚ Α 152/20.11.2015.Ισχύς από 1.1.2016.

1. Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγουμένου άρθρου, ορίζεται σε είκοσι (20) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.

2. Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα απλά κρασιά, τα οποία παράγουν ιδιώτες και τα οποία καταναλώνονται από τον ίδιο τον παραγωγό, τα μέλη της οικογενείας του ή τους προσκεκλημένους του, με την προϋπόθεση ότι δεν μεσολαβεί πώληση.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

3. Ομοίως, απαλλάσσονται του ειδικού φόρου κατανάλωσης τα προϊόντα του άρθρου 90, καθώς και του άρθρου 92 του παρόντος Κώδικα, όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ.Ο. 22.09.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι διαδικασίες, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
Σημ.: όπως η παρ.3  αντικαταστάθηκε ως άνω με τη παρ.1  άρθρου 61 Ν.4370/2016,ΦΕΚ Α 37/7.3.2016.         Έναρξη ισχύος,σύμφωνα με τη παρ. 3 του αυτού άρθρου και νόμου,από την 1.1.2016.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι διαδικασίες για τον έλεγχο και την εποπτεία των μονάδων παραγωγής, εμφιάλωσης και εμπορίας των προϊόντων των άρθρων 90 και 92 του παρόντα Κώδικα για φορολογικούς σκοπούς.
Σημ.: όπως η παρ.4  προστέθηκε  με τη παρ.2 άρθρου 61  Ν.4370/2016,ΦΕΚ Α 37/7.3.2016.        Έναρξη ισχύος,σύμφωνα με τη παρ. 3 του αυτού άρθρου και νόμου,από την 1.1.2016.

Άρθρο 92
Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από κρασί και μπύρα

1. Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και την μπύρα θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04 και 22.05 και δεν περιλαμβάνονται στο άρθρο 90 του παρόντα Κώδικα, καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 22.06, με εξαίρεση τα λοιπά αφρώδη ποτά που παρασκευάζονται με ζύμωση και τα οποία ορίζονται με την παράγραφο 2, καθώς και όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από το άρθρο 86 του παρόντα Κώδικα, τα οποία:
α) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 10% vol.
β) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 10% vol. μέχρι και 15% vol. με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση.

2. “Λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση” νοούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.06.00.31 και 22.06.00.39, καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 22.04.10, 22.04.21.10, 22.04.29.10 και 22.05, τα οποία δεν αναφέρονται στο άρθρο 90 του παρόντα Κώδικα και πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) Περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού που συγκρατούνται με σύρμα ή συνδετήρα ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα.
β) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 13% vol.
γ) Έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 13% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται αποκλειστικά από ζύμωση

Άρθρο 93
Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγουμένου άρθρου, ορίζεται σε είκοσι (20) ευρώ ανά εκατό- λιτρο τελικού προϊόντος».
Σημ.: όπως το άρθρο 93 αντικαταστάθηκε  με τη παράγραφο 2 άρθρου 13 άρθρου 4  Ν.4346/2015,ΦΕΚ Α 152/20.11.2015 και ισχύει, σύμφωνα με τη παρ.3 του αυτού άρθρου και νόμου, από 1.1.2016.

ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ

Άρθρο 94
Είδη βιομηχανοποιημένων καπνών
Βιομηχανοποιημένα καπνά, στα οποία επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του παρόντα Κώδικα, θεωρούνται:
α) τα τσιγάρα,
β) τα πούρα και τα πουρακια.
γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων,
δ) τα άλλα καπνά για κάπνισμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 6 παρ.1 Ν.3899/2010, ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.

Άρθρο 95
Εννοια βιομηχανοποιημένων καπνών
Σημ.: όπως το άρθρο 95 αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 6 παρ.2 Ν.3899/2010,  ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.

1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα θεωρούνται:
Α. Τσιγάρα:
α) Οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή πουρακια.
β) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων.
γ) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.
Β. Πούρα ή πουρακια:
α) Οι κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περίβλημα από φυσικό καπνό.
β) Οι κύλινδροι καπνού με τεμαχισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από 2,3 γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από 10 γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 χιλιοστά.
Τα προϊόντα των παραπάνω περιπτώσεων θεωρούνται πούρα ή πουρακια αν μπορούν και προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών.
Γ. Λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων:
Ο κομμένος ή κατ` άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιη μένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο ή έχει πλάτος κοπής ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο, εφόσον ο καπνός αυτός πωλείται ή έχει πωληθεί για στρίψιμο τσιγάρων.
Δ. Άλλα καπνά για κάπνισμα:
α) Ο κομμένος ή κατ` άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.
β) Τα συσκευασμένα υπολείμματα καπνού για λιανική πώληση, που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω περιπτώσεις Α, Β και Γ, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «υπολείμματα καπνού» νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

2. Εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια τα προϊόντα που αποτελούνται κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα λοιπά κριτήρια της περίπτωσης Β της προηγούμενης παραγράφου.

3. Εξομοιώνονται με τσιγάρα και άλλα καπνά για κάπνισμα τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των περιπτώσεων Α και Δ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

4. Τα προϊόντα που δεν περιέχουν καπνό, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά.

Άρθρο 96
Προσδιορισμός του φόρου

1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών:
α) προκειμένου για τα τσιγάρα, αποτελείται από ένα πάγιο στοιχείο (πάγιος φόρος) που ορίζεται σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά μονάδα προϊόντος και από ένα αναλογικό στοιχείο (αναλογικός φόρος) που ορίζεται σε ποσοστό επί της κατά μονάδα προϊόντος τιμής λιανικής πώλησης αυτών,
β) προκειμένου για το λεπτοκομμένο καπνό για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και τα άλλα καπνά για κάπνισμα ορίζεται σε ποσό εκφρασμένο σε ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους και
γ) προκειμένου για τα πούρα και τα πουράκια σε ποσοστό επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης αυτών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.3 Ν.3899/2010, ΦΕΚ Α 212,αντικαταστάθηκε πάλι με την περ.2.α της υποπαραγράφου Ε.3.. άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012.`Εναρξη ισχύος από 5.11.2012.

2. Τιμή λιανικής πώλησης για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα είναι η μέγιστη τιμή λιανικής πώλησης κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένων καπνών προς τους καταναλωτές στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι δασμοί και φόροι.

Άρθρο 97
Βάση υπολογισμού και συντελεστές του φόρου
Σημ.: όπως το άρθρο 97,όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 6 παρ.4 Ν.3899/2010, ΦΕΚ Α 212 και τροποποιηθεί με το άρθρο 36 παρ.4 Ν.3986/2011,ΦΕΚ Α 152, αντικαταστάθηκε πάλι με την περ.2.β της υποπαραγράφου Ε.3.. άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012.`Εναρξη ισχύος από 5.11.2012.
Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά υπολογίζεται ως εξής:

1. Στα τσιγάρα και τα προϊόντα που εξομοιώνονται με αυτά ο ειδικός φόρος κατανάλωσης διαρθρώνεται:
α) σε ένα πάγιο φόρο, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του οποίου είναι 82,50 ευρώ ανά χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι το ίδιο για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, και
β) σε έναν αναλογικό φόρο, ο συντελεστής του οποίου είναι 26% και υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ο ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων.
Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που υπολογίζεται σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α` και β` δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 117,50 ευρώ ανά χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τις παρ  1α και 4  άρθρου 60 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94

2. Στα πούρα ή στα πουράκια ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό 35% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης τους.

3. Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται στα 170 ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τις παρ. 1β και 4  άρθρου 60 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94

4. Στα άλλα καπνά για κάπνισμα, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται στα 156,70 ευρώ ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με τη παρ.2 άρθρου 69 Ν.4235/2014,        ΦΕΚ Α 32/11.2.2014

5. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και πουράκια που παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία, καθώς και τα όμοια προϊόντα που διατίθενται δωρεάν για σκοπούς έρευνας αγοράς, ανεξάρτητα από την προέλευση τους, συσκευασμένα σε λευκά πακέτα χωρίς ενδείξεις και τιμή λιανικής πώλησης, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων της επιχείρησης που τα παράγει ή τα διαθέτει στην αγορά, εκτός αν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη τιμή.

6. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και πουράκια που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 100 του παρόντα Κώδικα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, προκειμένου για τσιγάρα στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 8 και ισχύει κάθε φορά, προσαυξημένη κατά δέκα τοις εκατό (10%), και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.

7. Για τα τσιγάρα, τα πούρα και τα πουράκια που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 100 του παρόντα Κώδικα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, για τους σκοπούς της παραγράφου 6 του άρθρου 112, προκειμένου για τσιγάρα στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 8 και ισχύει κάθε φορά και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.

8. Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων υπολογίζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, διαιρούμενη δια της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση.
Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1ης και 31ης Ιανουαρίου κάθε έτους.

Άρθρο 98
Βάση υπολογισμού του φόρου  μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων  καπνών για ατομική χρήση
Σημ.: όπως το άρθρο 98 αντικαταστάθηκε  με την περ.2.β της υποπαραγράφου Ε.3.. άρθρου πρώτου Ν.4093/2012,ΦΕΚ Α 222/12.11.2012. `Εναρξη ισχύος από 5.11.2012.

1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των βιομηχανοποιημένων καπνών που κατέχονται από ιδιώτες και εισάγονται από τρίτες χώρες, αποκλειστικά για ατομική χρήση του προσώπου που τα κατέχει, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από χίλια (1.000) τεμάχια, προκειμένου για τσιγάρα ή 500 γραμμάρια μικτού βάρους, προκειμένου για τα λοιπά προϊόντα, υπολογίζεται για τα τσιγάρα και τα πούρα και πουράκια με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης που καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

2. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζονται οι πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης για τα τσιγάρα, τα πούρα και τα πουράκια που παραλαμβάνονται στο εσωτερικό της χώρας με ταχυδρομικά δέματα, για αποκλειστική χρήση των παραληπτών τους και σε ποσότητες μέχρι αυτές που αναγράφονται στην πρώτη παράγραφο.

Άρθρο 99
Μήκος τσιγάρων για τον  υπολογισμό του φόρου
Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καπνού, ανάλογα με το μήκος του τσιγάρου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο θεωρείται:
α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι οκτώ (8) εκατοστά,
β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από οκτώ (8) εκατοστά και μέχρι έντεκα (11) εκατοστά,
γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από έντεκα (11) εκατοστά και μέχρι δεκατέσσερα (14) εκατοστά και ούτω καθεξής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 6 παρ.5 Ν.3899/2010,     ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.

Άρθρο 100
Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

1. Οι τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας, καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή από τους εντολοδόχους των καπνοβιομηχάνων των λοιπών Κρατών – Μελών που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, καθώς και από τους εισαγωγείς αυτών, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γράφουν σε ευρώ την τιμή λιανικής πώλησης στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία που διατίθενται στη λιανική πώληση ή στις ένσημες φορολογικές ταινίες που επικολλούνται σε αυτά.

2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 υποχρεούνται δεκαπέντε (15) ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στην αρμόδια Αρχή για τη φορολογία των προϊόντων αυτών.

3. Για τους σκοπούς του παρόντα Κώδικα ως “καπνοβιομήχανος” θεωρείται κάθε πρόσωπο που μεταποιεί τον καπνό σε επεξεργασμένα προϊόντα, τα οποία προορίζονται για λιανική πώληση.

Άρθρο 100α
Σημ.: όπως το άρθρο 100Α προστέθηκε  με το άρθρο 30 παρ.1 Ν.3943/2011,     ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

1. Για τη σύσταση καπνοβιομηχανίας ή επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού, εκτός από τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας που χορηγούνται από την αρμόδια Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Περιφέρειας, απαιτείται και άδεια του Υπουργού Οικονομικών. Η άδεια αυτή, η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου, είναι τριετούς διάρκειας και για την ανανέωση της απαιτείται η υποβολή νέας αίτησης.

2. Για τη χορήγηση άδειας σύστασης καπνοβιομηχανίας απαιτείται κατοχή μηχανικών εγκαταστάσεων ετήσιας παραγωγικής δυναμικότητας τουλάχιστον 250.000 χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού.
Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που επιθυμεί να συστήσει καπνοβιομηχανία οφείλει επιπλέον πριν από την έναρξη της εργασίας του να συστήσει φορολογική αποθήκη και να λάβει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή.

3. Για τη χορήγηση άδειας σύστασης επαγγελματικού εργαστηρίου απαιτείται κατοχή μηχανικών εγκαταστάσεων ετήσιας παραγωγικής δυναμικότητας τουλάχιστον 2.000 χιλιόγραμμων επεξεργασμένου καπνού.
Οταν παράγονται προϊόντα καπνού από επαγγελματικό εργαστήριο υπό καθεστώς αναστολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο οφείλει επιπλέον πριν από την έναρξη της εργασίας του να συστήσει φορολογική αποθήκη και να λάβει άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή.
Οταν παράγονται προϊόντα καπνού από επαγγελματικό εργαστήριο εκτός καθεστώτος αναστολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 56, 106 και 111 του παρόντος Κώδικα, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του και να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και η αρμόδια αρχή.

4. Για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 18 του προεδρικού διατάγματος της 28ης Ιουλίου 1931 (ΦΕΚ 239 Α`), ως άδεια σύστασης ειδικού καπνεργοστασίου νοείται η άδεια που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

5.α) Για την αποστολή σε άλλο κράτος-μέλος, παραλαβή από άλλο κράτος-μέλος, εισαγωγή, εξαγωγή καπνού,
β) για την εισαγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών και
γ) για την κατασκευή, αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή εξοπλισμού παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών απαιτείται άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια αρχή κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου φυσικού ή νομικού προσώπου.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση, την τροποποίηση, την ανάκληση και τον χρόνο ισχύος της άδειας αυτής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα».
Σημ.: όπως η  παρ.5 προστέθηκε με το  άρθρο 1 παρ.1 Ν.4410/2016, ΦΕΚ Α 141/3.8.2016

Άρθρο 100β
Ενιαίο κεντρικό μητρώο εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών (ΕΚ- ΜΕΑ)
Σημ.: όπως το άρθρο 100Β προστέθηκε με το άρθρο 2 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016, η ισχύς του οποίου αρχίζει από τη μηχανογραφική υλοποίηση του μητρώου ΕΚΜΕΑ.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «εφοδιαστική αλυσίδα» νοείται η αποστολή σε άλλο κράτος -μέλος, παραλαβή από άλλο κράτος-μέλος, εισαγωγή και εξαγωγή καπνού, η παραγωγή, αποθήκευση, μεταποίηση, αποστολή, παραλαβή, εισαγωγή, εξαγωγή βιομηχανοποιημένων καπνών, η κατασκευή, εισαγωγή, εξαγωγή, αποστολή, παραλαβή του εξοπλισμού παραγωγής αυτών, καθώς και οι λοιπές δραστηριότητες στα πλαίσια της εμπορίας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών.

2. Στο Πληροφορικό Σύστημα Τελωνειακών Ηλεκτρονικών υπηρεσιών ICIS net καθιερώνεται μητρώο υπό την ονομασία «Ενιαίο Κεντρικό Μητρώο Εφοδιαστικής Αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών» (ΕΚΜΕΑ).

3. Στο μητρώο αυτό καταχωρούνται, τηρούνται και παρακολουθούνται όλες οι άδειες, οι οποίες χορηγούνται από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία δραστηριοποιούνται στα πλαίσια της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών. Με την καταχώριση των αδειών αυτών στο ανωτέρω μητρώο, οι κάτοχοι αυτών λαμβάνουν έναν Μοναδικό Αριθμό Μητρώου Διακινητή Καπνικών Προϊόντων (ΑΜΔΙΚΑΠ). Οι κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές αδειοδότησης έχουν την υποχρέωση να τηρούν ενήμερο το ΕΚΜΕΑ.

4. Ο ΑΜΔΙΚΑΠ του αποστολέα και του παραλήπτη αναγράφεται υποχρεωτικά σε κάθε διακίνηση στο εσωτερικό της χώρας μέχρι το τελικό σημείο λιανικής πώλησης στα προβλεπόμενα κατά περίπτωση εμπορικά ή συνοδευτικά έγγραφα μεταφοράς.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 100γ
Σημ.: όπως το άρθρο 100Γ προστέθηκε με το άρθρο 3 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία: α) Ως «πελάτες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, που προμηθεύονται βιομηχανο- ποιημένα καπνά από τις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού, από τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες και τους παραλήπτες από άλλα κράτη – μέλη με σκοπό τη μεταπώλησή τους. β) Ως «προμηθευτές» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, τα οποία, ενεργώντας στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής τους ιδιότητας, παρέχουν συμβατικώς στις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες ή στα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού πρώτες ύλες, καθώς και πάσης φύσεως υλικά και υπηρεσίες.

2. Οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, οι επιχειρήσεις πρώτης μεταποίησης καπνού, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής βιομηχανοποιημένων καπνών και οι επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές τους. Μέτρα δέουσας επιμέλειας έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν και οι εισαγωγείς από τρίτες χώρες και οι παραλήπτες βιομηχανοποιημένων καπνών από άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ως προς τους πελάτες τους. Οι καλλιεργητές καπνού εξαιρούνται απολύτως από την εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 116 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

3. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον: α) την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας των πελατών και των προμηθευτών βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρ τητη πηγή, β) την τήρηση και καταγραφή αρχείων με όλες τις σχετικές συναλλαγές, γ) την άσκηση συνεχούς εποπτείας της εμπορικής δραστηριότητας στα πλαίσια της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.

4. Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 υποχρεούνται να αποστέλλουν κάθε μήνα, στο συντονιστικό κέντρο για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, που ιδρύεται με το άρθρο 6 του παρόντος, ηλεκτρονική κατάσταση με τις συναλλαγές των προμηθευτών και πελατών τους, καθώς και να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές. Οι ηλεκτρονικές καταστάσεις υποβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επομένου μήνα από το μήνα διενέργειας της συναλλαγής.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

6. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από την υλοποίηση της ηλεκτρονικής εφαρμογής υποδοχής των συναλλαγών προμηθευτών – πελατών.
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 116 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

Άρθρο 101
Υπόχρεος καταβολής του φόρου
Υπόχρεος για την καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των βιομηχανοποιημένων καπνών είναι κάθε πρόσωπο στο οποίο γίνεται διάθεση ενσήμων φορολογικών ταινιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 106 του παρόντα Κώδικα, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ορίζεται ως υπόχρεος με άλλες διατάξεις του Κώδικα αυτού, σε ειδικές περιπτώσεις.

Άρθρο 102
Ειδικές απαλλαγές βιομηχανοποιημένων καπνών

1.Απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και κάθε ειδική εισφορά υπέρ τρίτων ή τυγχάνουν επιστροφής ή συμψηφισμού των φόρων αυτών, εφόσον έχουν καταβληθεί:
α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία ή στην καλλιέργεια δενδροκηπευτικών και τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού, τα οποία χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του παρόντος Κώδικα.
β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που καταστρέφονται, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 105 του παρόντα Κώδικα,
γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές, καθώς και για δοκιμές σχετικές με την ποιότητα αυτών,
δ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που ξανά χρησιμοποιούνται από τον καπνοβιομήχανο,
ε) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που διατίθενται στο εργατοτεχνικό προσωπικό των καπνοβιομηχανιών,
στ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που διατίθενται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.26 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 103
Αποδόσεις από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης

1. Από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στα τσιγάρα τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι κατά τις ισχύουσες διατάξεις εισφορές υπέρ τρίτων, αποδίδονται:
α) στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.), ποσό 0,06 ευρώ ανά χιλιάδα τεμαχίων,
β) στον Εθνικό Οργανισμό Πρόνοιας, στο Ι.Κ.Α., στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών Βιομηχανίας Καπνού (Τ.Ε.Α.Μ.Β.Κ.), στο λογαριασμό “Αποθεματικό Κεφάλαιο Προστασίας Καπνοπαραγωγής” και στο λογαριασμό “Αποθεματικό Πρόνοιας” τα ποσά που ορίζονται, κατά περίπτωση με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, τα οποία δεν μπορούν να υπερβαίνουν εκείνα που καθορίστηκαν κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.

2. Η απόδοση των ποσών που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο γίνεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, που στο σκέλος των δαπανών του οποίου εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις, μέχρι το τέλος Ιανουαρίου του επόμενου της είσπραξης χρόνου.

Άρθρο 104
Πίστωση φόρου

1. Στα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του παρόντα κώδικα, μετά από αίτηση τους, παρέχεται πίστωση του φόρου του παρόντα κώδικα, διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, εφόσον πρόκειται για βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται για εμπορία και παράγονται στο εσωτερικό της χώρας ή παράγονται και προέρχονται από άλλα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, συμπεριλαμβανομένων των εδαφίων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 54 του παρόντα κώδικα.
Αφετηρία της πίστωσης είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία ο φόρος γίνεται απαιτητός, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 του παρόντα Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.6 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212/17.12.2010,και με το άρθρο 36 παρ.5 Ν.3986/2011,ΦΕΚ Α 152/1.7.2011.Ισχύς από 1.9.2011.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται:
α) οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διατυπώσεις χορήγησης της πίστωσης, οι απαιτούμενες εγγυήσεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β) ο τρόπος αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων που δίδονται ως εγγύηση.

3. Επίσης, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών συγκροτείται Επιτροπή αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων της περίπτωσης (β) της προηγούμενης παραγράφου.

4. Τα έγγραφα που συντάσσονται σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού απαλλάσσονται από τέλη χαρτοσήμου, καθώς και από κάθε δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, εκτός από τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων και φυλάκων μεταγραφών, τα οποία όμως μειώνονται στο μισό, χωρίς να μπορούν να υπερβούν για καθένα από αυτά το ποσό των πενήντα εννέα (59) ευρώ, κατά περίπτωση. Δεν απαιτείται παράσταση δικηγόρου κατά τη σύνταξη και υπογραφή των συμβολαίων παροχής της πίστωσης.

5. Η παράβαση οποιουδήποτε από τους όρους με τους οποίους έχει παρασχεθεί η πιο πάνω πίστωση, εφόσον βεβαιώνεται με πράξη της αρμόδιας Αρχής, καθιστά απαιτητό ολόκληρο το ποσό των πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί και συνεπάγεται περαιτέρω αναστολή χορήγησης στον υπόχρεο άλλων πιστώσεων του φόρου του παρόντα Κώδικα και του άρθρου 44 του Ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248/2000) μέχρι την πλήρη συμμόρφωση του υπόχρεου. Σε περίπτωση υποτροπής ουδεμία πίστωση παρέχεται.

Άρθρο 105
Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής φόρου

1.Βιομηχανοποιημένα καπνά για τα οποία έχουν καταβληθεί οι φόροι που αναλογούν, εφόσον έχουν υποστεί φθορά ή βλάβη που να καθιστά αδύνατη την κατανάλωσή τους, καταστρέφονται έπειτα από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης.
Η καταστροφή γίνεται ενώπιον Επιτροπής, η οποία συγκροτείται με εισήγηση της αρμόδιας Αρχής και απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Τα έξοδα καταστροφής και η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής βαρύνουν τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.

2. Οι φόροι και κάθε ειδική εισφορά υπέρ τρίτων, που έχουν καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται, σύμφωνα με την παράγραφο 1, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, κατά περίπτωση, εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβληθεί εντός τριετίας από τη λήξη του έτους υποβολής των δηλώσεων Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, υπολογισμού και βεβαίωσης των φόρων που αναλογούν και η αίτηση για το συμψηφισμό ή την επιστροφή υποβληθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία πραγματοποίησης της καταστροφής.
Η επιστροφή των φόρων γίνεται μόνο όταν είναι αδύνατος ο συμψηφισμός τους.
Για την επιστροφή των φόρων των οποίων δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 32 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.27 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 106
Ένσημες ταινίες φορολογίας

1.Η νόμιμη κυκλοφορία των βιομηχανοποιημένων καπνών που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας αποδεικνύεται με τις ένσημες ταινίες φορολογίας, που είναι επικολλημένες στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία διάθεσής τους στους καταναλωτές.   Η επικόλληση της ταινίας γίνεται μέσα στους χώρους παραγωγής τους,
Προκειμένου περί μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών εμπορικού χαρακτήρα αλλοδαπής προέλευσης που δεν υπερβαίνουν κατά αποστολή τα πέντε χιλιάδες (5.000) τεμάχια σε συσκευασία λιανικής πώλησης, η επικόλληση της ταινίας, εφόσον συντρέχουν δικαιολογητικοί λόγοι, μπορεί να γίνει, ύστερα από
έγκριση του προϊσταμένου της αρμόδιας τελωνειακής περιφέρειας, εντός τελωνειακού καταστήματος ή φορολογικής αποθήκης παρουσία τελωνειακού υπαλλήλου.”
Η διάθεση ενσήμων ταινιών γίνεται στα κατωτέρω πρόσωπα:  “α) στον εγκεκριμένο αποθηκευτή και στον εγγεγραμμένο παραλήπτη του εσωτερικού, καθώς και στον εγκεκριμένο αποθηκευτή άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
β) στο φορολογικό αντιπρόσωπο εγκεκριμένου αποθηκευτή άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,.
γ) στον εισαγωγέα από τρίτες χώρες και
δ) στο πρόσωπο που έχει άδεια να παράγει βιομηχανοποιημένα καπνά στο εσωτερικό της χώρας, εκτός καθεστώτος αναστολής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.28 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 και με την παρ.18  άρθρου 85.

2. Η αξία (κόστος), οι διαστάσεις, ο χρωματισμός, οι ενδείξεις και τα λοιπά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ενσήμων ταινιών καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Η αξία των ενσήμων φορολογικών ταινιών καταβάλλεται από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 κατά την παραλαβή τους.

3. Η προμήθεια και διαχείριση των ενσήμων ταινιών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διατυπώσεις που ισχύουν για την ταμειακή υπηρεσία των Τελωνείων.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος εφοδιασμού των δικαιούμενων προσώπων με ένσημες ταινίες, η διαδικασία αποστολής αυτών στα άλλα Κράτη – Μέλη ή σε τρίτες χώρες, προκειμένου να επικολληθούν στα κουτιά συσκευασίας των βιομηχανοποιημένων καπνών που παράγονται και προορίζονται για κατανάλωση στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και η διαδικασία για την επικόλληση των ταινιών του εδαφίου γ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

5.`Ενσημες ταινίες που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την επικόλλησή τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλλησή τους από άλλη αιτία στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι κακέκτυπες, καταστρέφονται ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 105 και αντικαθίστανται, σύμφωνα με όσα ειδικότερα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργείου Οικονομικών. Σε περίπτωση που η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών από άλλη αιτία οφείλεται, κατά την κρίση της Επιτροπής του άρθρου 105 του παρόντα Κώδικα, σε υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάστασή τους γίνεται με την καταβολή του αντιτίμου αυτών. Απώλεια ενσήμων ταινιών, πλην της οφειλόμενης σε λόγους ανωτέρας βίας, γεννά υποχρέωση άμεσης καταβολής των προβλεπόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα προϊόντα για τα οποία αυτές προορίζονταν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.29 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 106α
Ιχνηλασιμότητα (άρθρο 15 της οδηγίας)
Γ ια τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία:
Ως «κατασκευαστής» θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει προϊόν ή το οποίο δίνει εντολή να σχεδιαστεί ή να κατασκευαστεί ένα προϊόν και διαθέτει το προϊόν αυτό στην αγορά υπό την ονομασία ή το εμπορικό σήμα του.
Ως «μονάδα συσκευασίας» θεωρείται η μικρότερη ατομική συσκευασία ενός προϊόντος καπνού ή συναφούς προϊόντος που διατίθεται στην αγορά.
1. Όλες οι μονάδες συσκευασίας των προϊόντων καπνού επισημαίνονται με μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό, ο οποίος τυπώνεται ή τοποθετείται κατά τρόπον ώστε να μην μπορεί να αφαιρεθεί, είναι ανεξίτηλος και δεν κρύβεται ούτε διακόπτεται με κανένα τρόπο, μεταξύ άλλων από φορολογικά επισήματα ή ετικέτες αναγραφής της τιμής ή από το άνοιγμα της μονάδας συσκευασίας. Στην περίπτωση προϊόντων καπνού που κατασκευάζονται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται μόνο στα προϊόντα εκείνα που προορίζονται για την αγορά της Ένωσης ή διατίθενται σε αυτήν.
2. Ο μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός επιτρέπει τον προσδιορισμό των ακολούθων στοιχείων:
α) της ημερομηνίας και του τόπου κατασκευής,
β) της μονάδας κατασκευής,
γ) του μηχανήματος που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των προϊόντων καπνού,
δ) της βάρδιας παραγωγής ή του χρόνου κατασκευής,
ε) της περιγραφής του προϊόντος,
στ) της προβλεπόμενης αγοράς λιανικής πώλησης,
ζ) του προβλεπόμενου δρομολογίου της φόρτωσης,
η) κατά περίπτωση, του εισαγωγέα στην Ένωση,
θ) του πραγματικού δρομολογίου της φόρτωσης από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των χρησιμοποιούμενων αποθηκών, καθώς και της ημερομηνίας φόρτωσης, του προορισμού, του σημείου αναχώρησης και του παραλήπτη,
ι) της ταυτότητας όλων των αγοραστών από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης και
ια) του τιμολογίου, του αριθμού παραγγελίας και των αρχείων πληρωμών όλων των αγοραστών από τη μονάδα κατασκευής έως το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλης.
3. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` έως ζ` και, κατά περίπτωση, η` της παραγράφου 2 αποτελούν μέρος του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού ενώ οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία θ` έως ια` της ίδιας παραγράφου είναι προσιτές ηλεκτρονικά μέσω συνδέσμου στον μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό.
4. Όλοι οι οικονομικοί φορείς που συμμετέχουν στο εμπόριο προϊόντων καπνού, από τον κατασκευαστή έως τον τελευταίο οικονομικό φορέα πριν από το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, καταγράφουν την περι- έλευση όλων των μονάδων συσκευασίας στην κατοχή τους, καθώς επίσης όλες τις ενδιάμεσες μετακινήσεις και την τελική έξοδο των μονάδων συσκευασίας από την κατοχή τους.
Η υποχρέωση αυτή εκπληρώνεται με τη σήμανση και την καταγραφή της γενικής συσκευασίας όπως της κούτας, του κιβωτίου ή της παλέτας, υπό τον όρο ότι η παρακολούθηση και ο εντοπισμός όλων των μονάδων συσκευασίας παραμένει εφικτός.
5. Όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού των προϊόντων καπνού τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία με όλες τις σχετικές συναλλαγές.
6. Οι κατασκευαστές προϊόντων καπνού παρέχουν σε όλους τους οικονομικούς φορείς που συμμετέχουν στο εμπόριο προϊόντων καπνού, από τον κατασκευαστή έως τον τελευταίο οικονομικό φορέα πριν από το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγέων, των αποθηκών και των μεταφορικών εταιρειών, τον αναγκαίο εξοπλισμό για την καταγραφή των προϊόντων καπνού που αγοράζονται, πωλούνται, αποθηκεύονται, μεταφέρονται ή τυγχάνουν άλλου χειρισμού.
Ο εν λόγω εξοπλισμός λαμβάνει και διαβιβάζει ηλεκτρονικά τα καταγεγραμμένα στοιχεία σε μονάδα αποθήκευσης δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 7.
7. Οι κατασκευαστές και οι εισαγωγείς προϊόντων καπνού συνάπτουν συμβάσεις αποθήκευσης δεδομένων με ανεξάρτητο τρίτο μέρος, προκειμένου να αναλάβει την φιλοξενία της μονάδας αποθήκευσης δεδομένων για όλα τα σχετικά δεδομένα. Η μονάδα αποθήκευσης πρέπει να βρίσκεται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η καταλληλότητα του τρίτου μέρους και ιδίως η ανεξαρτησία και οι τεχνικές δυνατότητες, καθώς και η σύμβαση αποθήκευσης δεδομένων εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή επιτροπή.
Οι δραστηριότητες του τρίτου μέρους παρακολουθούνται από εξωτερικό ελεγκτή, ο οποίος προτείνεται και αμείβεται από τον κατασκευαστή των προϊόντων καπνού και εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή επιτροπή. Ο εξωτερικός ελεγκτής έχει την υποχρέωση να υποβάλλει ετήσια έκθεση στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών και στην Ευρωπαϊκή επιτροπή εκτιμώντας ιδίως τυχόν παρατυπίες σχετικά με την πρόσβαση.
Η επιτροπή, οι αρμόδιες αρχές και ο εξωτερικός ελεγκτής έχουν πλήρη πρόσβαση στη μονάδα αποθήκευσης δεδομένων. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να επιτραπεί η πρόσβαση στους κατασκευαστές ή στους εισαγωγείς στα αποθηκευμένα δεδομένα, από την Ευρωπαϊκή επιτροπή ή από τον Υπουργό Οικονομικών, υπό τον όρο ότι οι εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες εξακολουθούν να προστατεύονται επαρκώς σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.
8. Τα καταγεγραμμένα δεδομένα δεν τροποποιούνται ούτε διαγράφονται από οποιονδήποτε οικονομικό φορέα που εμπλέκεται στο εμπόριο προϊόντων καπνού.
9. Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων γίνεται τη- ρουμένης της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας για την προστασία αυτών.
10. Τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για το μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό και οι σχετικές λειτουργίες είναι πλήρως συμβατά μεταξύ τους σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
11. Οι παράγραφοι 1 έως και 10 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζονται στην παρ. 13 του άρθρου 15 της οδηγίας 2014/40/ ΕΕ.
12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.
13. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις πρόσβασης των αρμοδίων αρχών στη μονάδα αποθήκευσης δεδομένων.
Σημ.: όπως το άρθρο 106Α προστέθηκε με το άρθρο 5 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

Άρθρο 106β
Χαρακτηριστικό ασφαλείας (άρθρο 16 της οδηγίας)
Σημ.: όπως το άρθρο 106Β προστέθηκε με το άρθρο 5 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

1. Πέραν του μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού που αναφέρεται στο άρθρο 106Α, όλες οι μονάδες συσκευασίας των προϊόντων καπνού που διατίθενται στην αγορά, φέρουν απαραβίαστο χαρακτηριστικό ασφαλείας που αποτελείται από ορατά και αόρατα στοιχεία. Το χαρακτηριστικό ασφαλείας τυπώνεται ή επικολλάται κατά τρόπον ώστε να μην μπορεί να αφαιρεθεί, είναι ανεξίτηλο και δεν κρύβεται ούτε διακόπτεται με κανένα τρόπο, μεταξύ άλλων από φορολογικά επισήματα και ετικέτες αναγραφής της τιμής ή από άλλα στοιχεία που επιβάλλονται από τη νομοθεσία. Τα φορολογικά επισήματα ή εθνικά αναγνωριστικά σήματα που χρησιμοποιούνται για φορολογικούς σκοπούς μπορούν να χρησιμοποιούνται ως χαρακτηριστικά ασφαλείας, υπό τον όρο ότι συμμορφώνονται με όλα τα τεχνικά πρότυπα και εκπληρώνουν όλες τις λειτουργίες του παρόντος άρθρου.

2. Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 16 της οδηγίας 2014/40/ΕΕ.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 107
Ενδείξεις και συσκευασία βιομηχανοποιημένων καπνών

1. Στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία διάθεσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, αναγράφεται λιθογραφικά ή τυπογραφικά η επωνυμία της επιχείρησης που τα παράγει, το σήμα και το είδος αυτών, το βάρος σε γραμμάρια ή ο αριθμός των τεμαχίων που περιέχονται, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.
Με όμοιες αποφάσεις δύναται να καθορίζονται ενδείξεις που αναγράφονται στα παραπάνω προϊόντα, τα οποία προορίζονται για τις ξένες πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές ή για τα καταστήματα αφορολόγητων ειδών ή για εφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών που αναχωρούν για το εξωτερικό ή πραγματοποιούν ενδοκοινοτική θαλάσσια διαδρομή ή με άλλο τρόπο διατίθενται αφορολόγητα.

2. Επιτρέπεται να γίνεται μέσα στους χώρους παραγωγής ή μεταποίησης βιομηχανοποιημένων καπνών και η περαιτέρω συσκευασία τους σε κούτες ή δέματα, καθώς και η τοποθέτησή τους σε χαρτοκιβώτια.

Άρθρο 108
Υπολείμματα καπνοβιομηχανίας

1. Η καπνόσκονη και τα λοιπά υπολείμματα από τη βιομηχανοποίηση του καπνού, τα οποία απαλλάσσονται από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης (α) του άρθρου 102 επιτρέπεται, είτε να χρησιμοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας για γεωπονικούς ή άλλους σκοπούς μετά από προηγούμενη αχρήστευσή τους, είτε να αποστέλλονται σε άλλο Κράτος – Μέλος, είτε να εξάγονται αυτούσια μετά από έγκριση της αρμόδιας Αρχής, είτε να καταστρέφονται από τις καπνοβιομηχανίες.

2. Τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη βιομηχανική παραγωγή ομογενοποιημένου ή αναγεννημένου (ανακατεργασμένου καπνού), μετά από έγκριση της αρμόδιας Αρχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ

Άρθρο 109
Βεβαίωση και είσπραξη φόρου

1. Η βεβαίωση και η είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στα προϊόντα του άρθρου 53 του παρόντος Κώδικα, ενεργείται από την αρμόδια Αρχή κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 8 και 8Α του παρόντος άρθρου και των άρθρων 110 και 111.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 124 ΝΟΜΟΣ 4514/2018 και ισχύει από 30/1/2018

2. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου ενεργείται με παραστατικό έγγραφο, το οποίο υποβάλλεται από τον υπόχρεο στην αρμόδια αρχή και από την ημερομηνία αποδοχής του αποτελεί τίτλο υπέρ του Δημοσίου. Το παραστατικό αυτό καταρτίζεται με ευθύνη του υπόχρεου και το περιεχόμενο του ελέγχεται και επαληθεύεται κατά τα οριζόμενα σε ειδικές προς τούτο διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 15 παρ.5     Ν.3833/2010,ΦΕΚ Α 40/15.3.2010.`Εναρξη ισχύος από 4.3.2010.

3. Για την είσπραξη του φόρου χορηγείται από την αρμόδια Αρχή αποδεικτικό είσπραξης, το οποίο επέχει και θέση άδειας παράδοσης των προϊόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 110 και 111 του παρόντα Κώδικα, αντίτυπο του οποίου προσαρτάται επί του σχετικού παραστατικού εγγράφου.

4. Η βεβαίωση και είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που αναλογεί στα προϊόντα του άρθρου 53 του παρόντα Κώδικα, που εισάγονται από τρίτες χώρες στο εσωτερικό της χώρας, ενεργείται από την αρμόδια Αρχή.

5. Με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), καθώς και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση.
Κατ` εξαίρεση, προκειμένου για την Αιθυλική αλκοόλη, ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) θα εισπράττεται το αργότερο μέχρι την 25η του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου αυτής από το καθεστώς αναστολής.
Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές πετρελαιοειδών προϊόντων, αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών, καθώς και οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές, εγγεγραμμένοι παραλήπτες, εκτός των περιστασιακά εγγεγραμμένων παραληπτών κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 113 και οι εισαγωγείς βιομηχανοποιημένων καπνών, ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) των εισροών τους με την κατάθεση του παραστατικού εγγράφου ή κατά την εκκαθάριση των φόρων που γίνεται με την κατάσταση φορολογίας βιομηχανοποιημένων καπνών αντίστοιχα με βάση τα δικαιολογητικά δαπανών που κατέχουν αυτοί κατά το χρόνο της κατάθεσης του παραστατικού εγγράφου ή της εκκαθάρισης των φόρων κατά περίπτωση.
Το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α., όπως αυτό προβλέπεται ανωτέρω, ασκούν και τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην παραγωγή, εξόρυξη, εισαγωγή, και διάθεση λιθάνθρακα, λιγνίτη και οπτάνθρακα των δασμολογικών κλάσεων 2701, 2702 και 2704.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 5 παρ.2 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.`Εναρξη ισχύος από 1.1.2011.

6. Στις περιπτώσεις όπου προβλέπεται επιστροφή ποσού του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης σύμφωνα με την περίπτωση α` της παραγράφου 2 του άρθρου 73 για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης ζ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης, συνυπολογίζεται και ο αναλογών σε αυτό Φ.Π.Α. βάσει του ισχύοντος συντελεστή.”
6. “(7). Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στην ηλεκτρική ενέργεια βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή, βάσει των εκδιδόμενων από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα φορολογικών στοιχείων επί των οποίων προσδιορίζονται η μονάδα μέτρησης και οι ποσότητες που παραδίδονται, το αργότερο μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση των ανωτέρω σχετικών φορολογικών στοιχείων.
Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση. Κατ` εξαίρεση προκειμένου για την ηλεκτρική ενέργεια ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

7. Ο Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο φυσικό αέριο των περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73, βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή το αργότερο μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση των σχετικών παραστατικών πώλησης φυσικού αερίου. Τα στοιχεία για τον υπολογισμό του Ε.Φ.Κ., καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του ανωτέρω εδαφίου καθορίζονται με την απόφαση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 73.
Με τον Ε.Φ.Κ. βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση. Κατ’ εξαίρεση προκειμένου για το φυσικό αέριο ο Φ.Π.Α. υπολογίζεται με τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του Ε.Φ.Κ..
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 115 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

8. Στις περιπτώσεις εφοδιασμού αεροσκαφών με καύσιμα τα οποία εξέρχονται από φορολογικές αποθήκες και δεν παρέχεται απαλλαγή είτε από Ε.Φ.Κ. είτε από Φ.Π.Α., οι αναλογούντες κατά περίπτωση φόροι βεβαιώνονται και εισπράττονται έως την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα παράδοσης των καυσίμων.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε  με το άρθρο 36 παρ.5 Ν.3986/2011,ΦΕΚ Α 152/1.7.2011.

8Α. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στα προϊόντα των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 73, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή διατίθενται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης ή κινητήρων, βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια Αρχή, το αργότερο μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα που πραγματοποιήθηκε η πώληση ή η ιδιοκατανάλωση αυτών.
Όπως προστέθηκε με την Παρ.3 Άρθρο 124 ΝΟΜΟΣ 4514/2018 και ισχύει από 30/1/2018

9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο του παραστατικού εγγράφου και κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε  με τη παρ.3 άρθρου 103 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α 240/22.12.2016.

Άρθρο 110
Βεβαίωση και είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης – αλκοολούχων ποτών

1. Εξοδος από το καθεστώς αναστολής ουδέτερης αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος ή προϊόντος απόσταξης, οποιουδήποτε αλκοολικού τίτλου, εξαιρουμένων των προϊόντων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί με αναστολή καταβολής του
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) για χρονικό διάστημα μέχρι τρεις (3) μήνες, από την ημέρα εξόδου των προϊόντων αυτών, από το εργοστάσιο παραγωγής ή τη φορολογική αποθήκη διακίνησης τους, εφόσον παραλαμβάνονται από ποτοποιούς ως πρώτες ύλες παρασκευής αλκοολούχων ποτών.
Η αναστολή αυτή παρέχεται για τους παραλαμβάνοντες κάθε φορά ουδέτερη Αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης από πεντακόσια (500) χιλιόγραμμα και άνω ή παντός είδους αλκοολούχου αποστάγματος και προϊόντος απόσταξης από διακόσια πενήντα (250) χιλιόγραμμα και άνω, υπό τον όρο ότι θα κατατεθεί από τον παραλήπτη στην αρμόδια Αρχή τραπεζική εγγύηση που θα καλύπτει τον αναλογούντα Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.). Το ποσό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) του οποίου, κατά τα ανωτέρω, αναστέλλεται η καταβολή, αποτελεί διαμορφωτικό στοιχείο της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του Φ.Π.Α..
Η αναστολή δεν παρέχεται για τους παραλαμβάνοντες ουδέτερη Αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης προς εμφιάλωση.
Η καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) γίνεται με δήλωση, που υποβάλλεται από τον υπόχρεο, μαζί με αναλυτική κατάσταση για τις ποσότητες που εξήλθαν από το καθεστώς αναστολής και σημειώματος που εκδίδεται από την αρμόδια Αρχή, μετά από προηγούμενο έλεγχο αυτών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.31 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ετοίμων προς κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και άλλων αλκοολούχων προϊόντων βεβαιώνεται και εισπράττεται το αργότερο μέχρι τις 25 του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου των παραπάνω προϊόντων από το καθεστώς αναστολής, με βάση δήλωση και αναλυτική κατάσταση, που υποβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή και σημείωμα που εκδίδεται από την αρμόδια Αρχή.

3. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης και ο περιστασιακά εγγεγραμμένος παραλήπτης καταβάλλουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των προϊόντων του άρθρου 79 του παρόντος Κώδικα, την ημέρα παραλαβής των προϊόντων ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα, με βάση δήλωση, που υποβάλλει ο υπόχρεος στην αρμόδια αρχή και σχετικό σημείωμα που εκδίδει η αρχή αυτή.
Κατ` εξαίρεση, προκειμένου για πωλήσεις αλκοολούχων ποτών και άλλων αλκοολούχων προϊόντων σε επιβάτες ενδοκοινοτικών πτήσεων ή ενδοκοινοτικών θαλάσσιων πλόων, τα οποία παραδίδονται σε αυτούς στο εσωτερικό της χώρας για να μεταφερθούν με τις αποσκευές τους, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης καταβάλλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που αναλογεί στις παραδόσεις προϊόντων κάθε δεκαπενθήμερου του μήνα, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.20 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

4. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής του οφειλόμενου Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) για τις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, ο φόρος αυτός εισπράττεται με ανάλογη κατάπτωση των σχετικών εγγυήσεων υπέρ του Δημοσίου με διαδικασία που θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

5. Οι υποβαλλόμενες από τους ενδιαφερομένους δηλώσεις και αναλυτικές καταστάσεις, που αναφέρονται στις παραπάνω παραγράφους, συντάσσονται με ευθύνη των ενδιαφερομένων και το ορθό του περιεχομένου τους, καθώς και το ακριβές του καταβληθέντος συνεπεία αυτών ποσού του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), τελούν υπό την επιφύλαξη της επαλήθευσής τους από τις αρμόδιες Αρχές, ύστερα από έλεγχο που θα διενεργούν.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο τύπος της αναλυτικής κατάστασης, τα στοιχεία που αυτή θα περιλαμβάνει, η διαδικασία του ελέγχου που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο και κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 111
Υπολογισμός, βεβαίωση και είσπραξη Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης βιομηχανοποιημένων καπνών
Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 109 του παρόντα Κώδικα:

1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των βιομηχανοποιημένων καπνών, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 97 του παρόντα Κώδικα, υπολογίζεται στην κατάσταση φορολογίας που υποβάλλεται από τον υπόχρεο, αφού προηγουμένως συμψηφισθεί η αξία ανάλογου αριθμού ενσήμων φορολογικών ταινιών, η οποία έχει καταβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 106 του παρόντα Κώδικα.
Σε περίπτωση που ο συμψηφισμός της αξίας των ταινιών καθίσταται αδύνατος, λόγω αναγνωρισμένων απωλειών του άρθρου 65 του παρόντα Κώδικα, η αξία αυτή κατ΄ εξαίρεση επιστρέφεται.
Ειδικότερα:
α) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που παράγονται νόμιμα εκτός καθεστώτος αναστολής ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εισπράττεται κατά την παραλαβή των ενσήμων φορολογικών ταινιών και πριν αυτά εξαχθούν από το καπνεργοστάσιο,
β) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που εισάγονται από τρίτες χώρες, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εισπράττεται κατά τον τελωνισμό τους σε ανάλωση.

2. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου γίνεται κατά το χρόνο που αυτός είναι απαιτητός, επί του παραστατικού της παραγράφου 2 του άρθρου 109 του παρόντα Κώδικα, στο οποίο επισυνάπτονται και οι υπό της παραπάνω παραγράφου 1 προβλεπόμενες καταστάσεις φορολογίας.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ

Άρθρο 112
Διακίνηση υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 21 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα μπορούν να διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής εντός του εδάφους της Κοινότητας, ακόμη και στην περίπτωση που τα προϊόντα διακινούνται μέσω τρίτης χώρας ή τρίτου εδάφους:
α) από μια φορολογική αποθήκη προς:
i) άλλη φορολογική αποθήκη,
ιι) εγγεγραμμένο παραλήπτη,
iii) τόπο όπου τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξέρχονται από το έδαφος της Κοινότητας, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 11,
iv) παραλήπτη που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 1, όταν τα προϊόντα αποστέλλονται από άλλο κράτος-μέλος,
β) από τον τόπο εισαγωγής προς οποιονδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στην περίπτωση α`, όταν τα προϊόντα αποστέλλονται από εγγεγραμμένο αποστολέα.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “τόπος εισαγωγής” νοείται ο τόπος όπου βρίσκονται τα προϊόντα όταν τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992.

2. Κατά παρέκκλιση από τα σημεία ί) και ϋ) της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 και της περίπτωσης β` της παραγράφου 1, και πλην της περίπτωσης που αναφέρεται στο άρθρο 113 παράγραφος 4, το κράτος-μέλος προορισμού δύναται να επιτρέπει υπό τους όρους που καθορίζει τη διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής προς τόπο άμεσηης παράδοσης που βρίσκεται στ έδαφος του, όταν ο τόπος αυτός έχει οριστεί από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή παραλαβής ή από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη.
Ο εν λόγω εγκεκριμένος αποθηκευτής ή ο εν λόγω εγγεγραμμένος παραλήπτης παραμένει υπεύθυνος για την υποβολή της αναφοράς παραλαβής που αναφέρεται στο άρθρο 114 παράγραφος 10.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η άμεση παράδοση στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και οι όροι και οι προύποθέσεις υπό τις οποίες αυτή πραγματοποιείται.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης για τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων με μηδενικό συντελεστή τα οποία δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση.

4. Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής αρχίζει στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση α` της παραγράφου 1, όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξέλθουν από τη φορολογική αποθήκη αποστολής και, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση β` της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, όταν τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992.

5. Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής περατώνεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση α` σημεία ί), ϋ) και iv) της παραγράφου 1 και στην περίπτωση β` της παραγράφου 1, μόλις ο παραλήπτης παραλάβει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα και, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση α` σημείο iii) της παραγράφου 1, όταν τα προϊόντα εξέλθουν από το έδαφος της Κοινότητας.

6. Οι κίνδυνοι της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής καλύπτονται από εγγύηση, η οποία παρέχεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή αποστολής ή τον εγγεγραμμένο αποστολέα.
Η παρεχόμενη εγγύηση μπορεί να είναι χρηματική, τραπεζική, ασφαλιστήριο συμβόλαιο, εμπράγματη ασφάλεια ή αξιόχρεη επιστολή τρίτου προσώπου και ισχύει σε ολόκληρη την Κοινότητα.

7. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, δύναται στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις και με τους όρους και τις προύποθέσεις που καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, να επιτρέπεται η παροχή εγγύησης από το μεταφορέα, τον κύριο των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, τον παραλήπτη, ή από κοινού από δύο ή περισσότερα από τα πρόσωπα αυτά και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.
Στις περιπτώσεις προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη-μέλη, για τα οποία προβλέπεται επικόλληση ένσημης ταινίας φορολογίας στο εσωτερικό της χώρας, η εγγύηση μπορεί να βαρύνει το πρόσωπο που παραλαμβάνει τις ταινίες αυτές και παρέχεται τη στιγμή της παραλαβής τους.

8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται να προβλέπονται εξαιρέσεις από την υποχρέωση για παροχή εγγύησης, σε ενδεδειγμένες περιπτώσεις και μόνο για διακινήσεις υπό καθεστώς αναστολής που πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας και να καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 113
Εγγεγραμμένος παραλήπτης Εγγεγραμμένος αποστολέας
Σημ.: όπως tο άρθρο 113 αντικαταστάθηκε με την παρ. 22 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010

1. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης δύναται στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων να παραλαμβάνει προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προερχόμενα από άλλο κράτος-μέλος, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, δεν επιτρέπεται, ωστόσο, να κατέχει ή να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής.

2. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγγεγραμμένου παραλήπτη απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται με απόφαση της, μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.

3. Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης υποχρεούται:
α) να εγγυάται πριν από την αποστολή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων την καταβολή των αναλογούντων φόρων και να καταβάλλει αυτούς στην αρμόδια αρχή με την παραλαβή των προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας, ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την παραλαβή τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,
β) να προβαίνει, μόλις περατωθεί η διακίνηση των προϊόντων που παραλαμβάνονται υπό καθεστώς αναστολής, στη λογιστική τους εγγραφή,
γ) να αποδέχεται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να βεβαιωθούν ότι τα προϊόντα πράγματι παρελήφθησαν.

4.    Για τον εγγεγραμμένο παραλήπτη που παραλαμβάνει μόνον περιστασιακά υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα, η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιορίζεται σε συγκεκριμένη ποσότητα προϊόντων, σε έναν μόνον αποστολέα και σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Ο περιστασιακά εγγεγραμμένος παραλήπτης συμμορφώνεται ομοίως με τις υποχρεώσεις της παραγράφου 3.

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές η άδεια του εγγεγραμμένου παραλήπτη και του περιστασιακά εγγεγραμμένου παραλήπτη, καθώς και οι διατυπώσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των παραγράφων 2 έως και 4.

6. Ο εγγεγραμμένος αποστολέας δύναται στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων μόνο να αποστέλλει υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθμ. 2913/1992.

7. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγγεγραμμένου αποστολέα απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται με απόφαση της, μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου.
Ο εγγεγραμμένος αποστολέας υποχρεούται:
α) να παρέχει εγγύηση, η οποία να καλύπτει το ποσό των αναλογούντων φόρων για τα αποστελλόμενα υπό καθεστώς αναστολής προϊόντα,
β) να τηρεί λογιστική των υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που αποστέλλει,
γ) να αποδέχεται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να βεβαιωθούν για την κανονικότητα των διακινήσεων.

8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται η άδεια του εγγεγραμμένου αποστολέα από τις αρμόδιες αρχές, καθώς και οι διατυπώσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου 7.

9. Για την αγορά, κατοχή και διανομή των προϊόντων του άρθρου 53 από τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 60 του παρόντος Κώδικα, εφαρμόζονται οι ισχύουσες Εθνικές Διατάξεις. Οι όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 114
Διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων μέσω μηχανοργανωμένου συστήματος
Σημ.: όπως tο άρθρο 114 αντικαταστάθηκε  με την παρ. 23  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1.    Η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα υπό καθεστώς αναστολής μόνον εάν πραγματοποιείται υπό την κάλυψη του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που προβλέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) 684/2009 της Επιτροπής (L 197/29-7-2009), το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 112 παράγραφος 1, η διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας πραγματοποιείται με την ίδια διαδικασία.

2.    Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 1 της απόφασης αριθμ. 1152/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 2003 (L 162/1-7-2003), εφεξής “το μηχανοργανωμένο σύστημα”.

3. Η αρμόδια αρχή επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου.
Εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο αποστολέας.
Εάν τα στοιχεία αυτά είναι έγκυρα, η αρμόδια αρχή αποδίδει στο έγγραφο μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς και τον κοινοποιεί στον αποστολέα.

4. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημεία ί), Ν) και ίν), στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση β` και στο άρθρο 112 παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής διαβιβάζουν πάραυτα το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους- μέλους προορισμού, οι οποίες το προωθούν στον παραλήπτη, εάν ο παραλήπτης είναι εγκεκριμένος αποθηκευτής ή εγγεγραμμένος παραλήπτης.
Οταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας και προορίζονται για εγκεκριμένο αποθηκευτή, το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο διαβιβάζεται από την αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής, στην αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού, η οποία το προωθεί στον παραλήπτη.

5. Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο Hi), οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής διαβιβάζουν το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους όπου υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής κατ` εφαρμογή του άρθρου 161 παράγραφος 5 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 (εφεξής το “κράτος-μέλος εξαγωγής”), εάν οι διατυπώσεις εξαγωγής πραγματοποιούνται σε άλλο κράτος-μέλος.
Στις περιπτώσεις που ο τόπος αποστολής των προϊόντων και το τελωνείο εξαγωγής βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας, το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο προωθείται από την αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής στο τελωνείο εξαγωγής.

6. Ο αποστολέας οφείλει να παρέχει στο πρόσωπο που συνοδεύει τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης τυπωμένο αντίγραφο του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου ή κάθε άλλο εμπορικό έγγραφο που μνημονεύει ευανάγνωστα το μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς. Το έγγραφο αυτό πρέπει να μπορεί να προσκομίζεται στις αρμόδιες αρχές κάθε φορά που θα το ζητήσουν καθ` όλη τη διάρκεια της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής.

7. Ο αποστολέας μπορεί να ακυρώνει το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο εάν δεν έχει αρχίσει η διακίνηση σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 4.

8. Κατά τη διάρκεια της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ο αποστολέας μπορεί, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, να τροποποιεί τον προορισμό και να παρουσιάζει νέο προορισμό, ο οποίος πρέπει να είναι ένας από τους προορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημεία ί), Ν) ή iii) ή, ενδεχομένως, στο άρθρο 112 παράγραφος 2.

9. Στην περίπτωση διακίνησης, διά θαλάσσης ή μέσω εσωτερικών πλωτών οδών, ενεργειακών προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής τα οποία προορίζονται για παραλήπτη ο οποίος δεν είναι οριστικά γνωστός κατά τη χρονική στιγμή υποβολής από τον αποστολέα του σχεδίου ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει στον αποστολέα να παραλείπει από το έγγραφο αυτό τα στοιχεία που αφορούν τον παραλήπτη.
Μόλις γίνουν γνωστά τα στοιχεία που αφορούν τον παραλήπτη, το αργότερο δε όταν περατωθεί η διακίνηση, ο αποστολέας, κάνοντας χρήση της διαδικασίας της παραγράφου 8, τα διαβιβάζει αμέσως στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής.

10.    Κατά την παραλαβή των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων σε οποιονδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημεία ί), Ν) ή ίν) ή στο άρθρο 112 παράγραφος 2, ο παραλήπτης, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την περάτωση της διακίνησης, εκτός των περιπτώσεων που κρίνονται δεόντως δικαιολογημένες από τις αρμόδιες αρχές, υποβάλλει αναφορά για την παραλαβή τους (εφεξής η “αναφορά παραλαβής”), μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.
Η αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στην αναφορά παραλαβής.
Εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο παραλήπτης.
Εάν τα στοιχεία αυτά είναι έγκυρα, η αρμόδια αρχή επιβεβαιώνει στον παραλήπτη την καταχώρηση της αναφοράς παραλαβής και τη διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής, οι οποίες στη συνέχεια τη διαβιβάζουν στον αποστολέα.
Οταν τα προϊόντα διακινούνται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της χώρας, η αναφορά παραλαβής διαβιβάζεται από την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής, η οποία την προωθεί στον αποστολέα.

11.    Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο Hi), και, ενδεχομένως στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση β` το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής συντάσσει αναφορά εξαγωγής, με βάση τη θεώρηση του τελωνείου εξόδου, που αναφέρεται στο άρθρο 793 παράγραφος 2 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/1993 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, ή του τελωνείου όπου πραγματοποιούνται οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, το οποίο βεβαιώνει ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξήλθαν από το έδαφος της Κοινότητας.
Το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που προκύπτουν από τη θεώρηση που αναφέρεται στο ανωτέρω εδάφιο. Μόλις επαληθευτούν τα στοιχεία αυτά και εφόσον το κράτος-μέλος αποστολής είναι διαφορετικό από το κράτος-μέλος εξαγωγής, το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής διαβιβάζει την αναφορά εξαγωγής στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής, οι οποίες στη συνέχεια τη διαβιβάζουν στον αποστολέα.
Στις περιπτώσεις που ο τόπος αποστολής των προϊόντων και το τελωνείο εξαγωγής βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας, η αναφορά εξαγωγής προωθείται στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής, η οποία τη διαβιβάζει στον αποστολέα.

12. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι διαδικασίες για την υποβολή της αναφοράς παραλαβής των προϊόντων από τους παραλήπτες που αναφέρονται στο άρθρο 68 παράγραφος 1, από τους περιστασιακά εγγεγραμμένους παραλήπτες που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 4, καθώς και οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 115
Διαδικασίες σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας
Σημ.: όπως το άρθρο 115 αντικαταστάθηκε  με την παρ. 24  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 114 παράγραφος 1, σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στο κράτος-μέλος αποστολής, ο αποστολέας μπορεί να αρχίζει τη διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, υπό την προύπόθεση:
α) ότι τα προϊόντα συνοδεύονται από έντυπο έγγραφο, το οποίο περιέχει τα ίδια στοιχεία με το σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στο άρθρο 114 παράγραφος 2,
β) ότι ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέ-λους αποστολής πριν από την έναρξη της διακίνησης.
Σε περίπτωση που ο τόπος αποστολής των προϊόντων βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, ο αποστολέας πριν από την έναρξη της διακίνησης οφείλει να υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής ένα αντίγραφο του εγγράφου που αναφέρεται στην περίπτωση α`, για την ενδεχόμενη επαλήθευση των στοιχείων που περιέχονται σε αυτό και, εφόσον για τη διακοπή λειτουργίας του μηχανοργανωμένου συστήματος ευθύνεται ο ίδιος, οφείλει να ενημερώνει σχετικά με τους λόγους της διακοπής λειτουργίας.

2.  Όταν το μηχανοργανωμένο σύστημα αποκατασταθεί, ο αποστολέας υποβάλλει για τη συγκεκριμένη διακίνηση σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 114 παράγραφος 2.
Μόλις επικυρωθούν τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 114 παράγραφος 3, το έγγραφο αυτό αντικαθιστά το έντυπο έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περίπτωση α` του παρόντος άρθρου. Το άρθρο 114 παράγραφοι 4, 5, 10 και 11 εφαρμόζονται κατ` αναλογία.

3.  Μέχρις ότου επικυρωθούν τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, η διακίνηση θεωρείται ότι πραγματοποιείται υπό καθεστώς αναστολής υπό την κάλυψη του εντύπου εγγράφου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περίπτωση α`.
Ο αποστολέας οφείλει να φυλάσσει αντίγραφο του εν λόγω εντύπου εγγράφου, προς επίρρωση των λογιστικών του βιβλίων.

4. Εάν το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στο κράτος-μέλος αποστολής, ο αποστολέας κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 114 παράγραφος 8, χρησιμοποιώντας άλλα μέσα επικοινωνίας. Για το σκοπό αυτό, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής πριν από την έναρξη της αλλαγής προορισμού. Οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ` αναλογία.

5. Όταν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημεία ί), Ν) και ίν), στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση β` και στο άρθρο 112 παράγραφος 2, η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο άρθρο 114 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο, δεν μπορεί να υποβληθεί κατά την περάτωση μιας διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στο κράτος-μέλος προορισμού είτε διότι, σύμφωνα με την περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ο παραλήπτης υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού, εξαιρουμένων δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων, έντυπο έγγραφο, το οποίο περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με εκείνα της αναφοράς παραλαβής και επιβεβαιώνει την περάτωση της διακίνησης.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους προορισμού αποστέλλουν αντίγραφο του εντύπου εγγράφου που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής, οι οποίες το διαβιβάζουν στον αποστολέα ή το φυλάσσουν ώστε να είναι στη διάθεση του, εκτός εάν η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο άρθρο 114 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο μπορεί να υποβληθεί συντόμως από τον παραλήπτη μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται κατ αναλογία, μεταξύ των αρμόδιων αρχών της χώρας, όταν η διακίνηση υπό καθεστώς αναστολής πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της.
Μόλις αποκατασταθεί η λειτουργία του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος- μέλος προορισμού ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ο παραλήπτης υποβάλλει αναφορά παραλαβής, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο. Τα εδάφια δεύτερο έως και πέμπτο της παραγράφου 10 του άρθρου 114 εφαρμόζονται κατ` αναλογία.

6. Οταν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο Hi), η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 114 παράγραφος 11 πρώτο εδάφιο, δεν είναι δυνατό να καταρτιστεί στο τέλος μιας διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στο κράτος-μέλος εξαγωγής είτε διότι, στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους εξαγωγής αποστέλλουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής έντυπο έγγραφο που περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με εκείνα της αναφοράς εξαγωγής και πιστοποιεί την περάτωση της διακίνησης, εκτός εάν η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 114 παράγραφος 11 πρώτο εδάφιο, μπορεί να καταρτιστεί συντόμως μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής διαβιβάζουν στον αποστολέα αντίγραφο του εντύπου εγγράφου που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο ή το φυλάσσουν ώστε να είναι στη διάθεση του.
Η διαδικασία των προηγούμενων εδαφίων της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται κατ` αναλογία, μεταξύ των αρμόδιων αρχών της χώρας, όταν ό τόπος αποστολής και το τελωνείο εξαγωγής βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας.
Μόλις αποκατασταθεί η λειτουργία του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος- μέλος εξαγωγής ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους εξαγωγής αποστέλλουν αναφορά εξαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 11 πρώτο εδάφιο. Τα εδάφια δεύτερο έως και τέταρτο της παραγράφου 11 του άρθρου 114, εφαρμόζονται κατ` αναλογία.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 116
Εναλλακτικές αποδείξεις-Αμοιβαία συνδρομή
Σημ.: όπως το άρθρο 116 αντικαταστάθηκε  με την παρ. 21  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 115, η αναφορά παραλαβής, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 114, ή η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 114, πιστοποιούν ότι μια διακίνηση προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης έχει περατωθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 112.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εάν δεν υπάρχει αναφορά παραλαβής ή αναφορά εξαγωγής για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 115, μπορεί να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημεία ί), Ν) και ίν), στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση β` και στο άρθρο 112 παράγραφος 2, για την περάτωση της διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους-μέλους προορισμού, με βάση κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που απεστάλησαν έχουν φθάσει στον αναφερόμενο προορισμό ή, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 112 παράγραφος 1 περίπτωση α` σημείο iii), με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους-μέλους στο οποίο βρίσκεται το τελωνείο εξόδου, με την οποία πιστοποιείται ότι τα εν λόγω προϊόντα εξήλθαν από το έδαφος της Κοινότητας.
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, κατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί ένα έγγραφο που υποβάλλεται από τον παραλήπτη και το οποίο περιέχει τα [δια στοιχεία με την αναφορά παραλαβής ή την αναφορά εξαγωγής.
Στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής αποδεχθούν τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, προβαίνουν σε κλείσιμο της διακίνησης μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

3. Οι αρμόδιες αρχές του εσωτερικού της χώρας παρέχουν αμοιβαία συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών-μελών, ανταλλάσσουν πληροφορίες με αυτές και συνεργάζονται με την Επιτροπή, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή των ρυθμίσεων που διέπουν τη διακίνηση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, καθώς και η είσπραξη των εν λόγω φόρων, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 2073/2004 του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2004 “για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης” (EEL 359/4.12.2004).

Άρθρο 117
Καταβολή δικαιώματος υπέρ Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α.
Το δικαίωμα υπέρ Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης – Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α), που αναλογεί στα προϊόντα του άρθρου 79, όπως αυτό προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης β` της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α`) βεβαιώνεται και εισπράττεται από την τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια για τη βεβαίωση και είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, η οποία το αποδίδει στον ειδικό λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, το ανωτέρω δικαίωμα βεβαιώνεται και εισπράττεται μαζί με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και επί του ιδίου παραστατικού εγγράφου, στις κατά περίπτωση προβλεπόμενες προθεσμίες για τη βεβαίωση και είσπραξη του Ε.Φ.Κ.. Στις περιπτώσεις διάθεσης αιθυλικής αλκοόλης, αλκοολούχων αποσταγμάτων και προϊόντων απόσταξης με τρίμηνη αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, κατ` εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 110, το δικαίωμα υπέρ (Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α.) καταβάλλεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή, το αργότερο μέχρι την εικοστή πέμπτη (25η) ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου των παραπάνω προϊόντων από το καθεστώς αναστολής.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.
Σημ.: όπως το άρθρο 117 αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 1 παρ.32α Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 118
Παρατυπίες κατά τη διακίνηση υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής
Σημ.: όπως το άρθρο 118 αντικαταστάθηκε με την παρ. 26  άρθρου 85    (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Οταν διαπράττεται παρατυπία κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 περίπτωση α`, η θέση σε ανάλωση πραγματοποιείται στο κράτος-μέλος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία και ο φόρος καθίσταται απαιτητός στο κράτος-μέλος αυτό.
Οταν η παρατυπία αυτή διαπράττεται στο εσωτερικό της χώρας ο ειδικός φόρος κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή και βαρύνει τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 56 παράγραφος 6 περίπτωση α` σημείο Ν) του παρόντος Κώδικα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 119Α.

2. Όταν διαπιστώνεται παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής ειδικού φόρου κατανάλωσης, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 περίπτωση α`, και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ο τόπος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία, η εν λόγω παρατυπία θεωρείται ότι διαπράχθηκε στο εσωτερικό της χώρας κατά το χρόνο που έγινε η διαπίστωση αυτή.

3. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο και στην παράγραφο 2, όταν τα προϊόντα προέρχονται από άλλο κράτος-μέλος, οι αρμόδιες αρχές της χώρας μας, ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους αποστολής.

4. Όταν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που αποστέλλονται από το εσωτερικό της χώρας σε άλλα κράτη-μέλη υπό καθεστώς αναστολής δεν έχουν φθάσει στον προορισμό τους και, κατά τη διάρκεια της διακίνησης δεν έχει διαπιστωθεί καμία παρατυπία που να προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 περίπτωση α`, θεωρείται ότι διαπράχθηκε παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη στιγμή κατά την οποία άρχισε η διακίνηση, εκτός εάν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη της διακίνησης σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 4, προσκομισθούν στην αρμόδια αρχή της χώρας μας ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία για την περάτωση της διακίνησης, σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 5, ή για τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.
Εάν το πρόσωπο που παρέχει την προβλεπόμενη στο άρθρο 112 εγγύηση δεν γνώριζε ή δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι τα προϊόντα δεν αφίχθησαν στον προορισμό τους, του χορηγείται προθεσμία ενός (1) μηνός από την ημέρα της ανακοίνωσης της πληροφορίας αυτής από την αρμόδια αρχή, προκειμένου να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η διακίνηση έχει περατωθεί σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 5, ή να υποδείξει τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.

5.Ωστόσο, στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 4, εάν, πριν από τη λήξη τριετίας από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η διακίνηση σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 4, εξακριβωθεί το κράτος-μέλος στο οποίο διαπράχθηκε πράγματι η παρατυπία, εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1.
Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο επιβλήθηκε ο ειδικός φόρος κατανάλωσης , οι οποίες τον επιστρέφουν ή τον διαγράφουν μόλις αποδειχθεί η επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο άλλο κράτος-μέλος.

6.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “παρατυπία” νοείται η κατάσταση που δημιουργείται κατά τη διακίνηση υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, πλην των περι πτώσεων του άρθρου 65, λόγω της οποίας η διακίνηση ή μέρος της διακίνησης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων δεν περατώθηκε σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 5.

Άρθρο 119
Παρατυπίες κατά τη διακίνηση υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση
Σημ.: όπως το άρθρο 119 αντικαταστάθηκε με την παρ. 27 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Σε περίπτωση που διαπραχθεί παρατυπία κατά τη διάρκεια διακίνησης προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 ή το άρθρο 60 παράγραφος 1, σε κράτος-μέλος άλλο από το κράτος- μέλος στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, τα προϊόντα υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός στο κράτος – μέλος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.
Σε περίπτωση που η παρατυπία διαπραχθεί στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.

2. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί παρατυπία στο εσωτερικό της χώρας κατά τη διάρκεια της διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 ή το άρθρο 60 παράγραφος 1, και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ο τόπος στον οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία, αυτή θεωρείται ότι διαπράχθηκε και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στο εσωτερικό της χώρας.
Ωστόσο, εάν το κράτος-μέλος όπου πράγματι διαπράχθηκε η παρατυπία εξακριβωθεί πριν από τη λήξη τριετούς περιόδου από την ημερομηνία απόκτησης των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1.

3. Τον ειδικό φόρο κατανάλωσης υποχρεούται να καταβάλει το πρόσωπο που εγγυήθηκε την καταβολή του, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 7 περίπτωση α` ή το άρθρο 60 παράγραφος 4 περίπτωση α`, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο συμμετείχε στην παρατυπία, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 119Α.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα τέθηκαν σε ανάλωση, κατόπιν σχετικού αιτήματος, επιστρέφουν ή διαγράφουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ο οποίος επιβλήθηκε στο κράτος-μέλος όπου διαπράχθηκε ή διαπιστώθηκε η παρατυπία. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους προορισμού αποδεσμεύουν την εγγύηση που έχει κατατεθεί κατ` εφαρμογή του άρθρου 57 παράγραφος 7 περίπτωση α`, ή του άρθρου 60 παράγραφος 4 περίπτωση α`.

4. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “παρατυπία” νοείται η κατάσταση που δημιουργείται κατά τη διάρκεια διακίνησης υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, βάσει του άρθρου 57 παράγραφος 1 ή του άρθρου 60 παράγραφος 1, η οποία δεν καλύπτεται από το άρθρο 61 και λόγω της οποίας δεν περατώθηκε με κανονικό τρόπο μια διακίνηση ή μέρος μιας διακίνησης προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

Άρθρο 119α
Παραβάσεις -Κυρώσεις
Σημ.: όπως το άρθρο 119α προστέθηκε με την παρ. 28 άρθρου 85 (Εναρμόνιση προς την Οδηγία 2008/118/ΕΚ) Ν.3842/2010.

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόμενης παραγράφου, η μη τήρηση των διατυπώσεων του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 142 και επόμενα του παρόντος Κώδικα και επισύρει πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ για κάθε παράβαση, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ελάχιστα όρια του προστίμου που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο. Με όμοια απόφαση μπορεί οι απλές τελωνειακές παραβάσεις να κατατάσσονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη σοβαρότητα τους και να προσδιορίζεται ειδικότερα το ύψος του προστίμου μέσα στα όρια που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 26 παρ.6 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

2. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το τρίτο μέρος του παρόντος Κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται και τιμωρούνται διοικητικώς και ποινικώς ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενα του παρόντος Κώδικα.
Το πολλαπλό τέλος επιβάλλεται και αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας.

3. Οι εκτός των περιπτώσεων των προηγούμενων παραγράφων 1 και 2 διαπραττόμενες παραβάσεις, κατά την παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή, μεταφορά και πώληση των προϊόντων του άρθρου 53 του παρόντος Κώδικα, τιμωρούνται με τις ειδικότερες διατάξεις που ισχύουν, κατά περίπτωση, για τα προϊόντα αυτά.

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΩΝ – ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΟΡΙΣΜΟΙ – ΕΠΙΒΟΛΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΦΟΡΟΥ – ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΑΞΙΑ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΟΡΙΣΜΟΙ – ΤΕΛΟΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ

Άρθρο 120
Έννοια όρων
Για την εφαρμογή των διατάξεων του τέταρτου μέρους του παρόντα Κώδικα νοούνται ως:
α) “Κοινοτικά Οχήματα”: Τα αυτοκίνητα οχήματα και οι μοτοσικλέτες που πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 9 και 10 της Συνθήκης Ε.Ο.Κ. (και αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της χώρας από τα λοιπά Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής `Ενωσης (Ε.Ε.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.34 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.
β) “Αποστολή ή Μεταφορά”: Κάθε αποστολή ή μεταφορά που αρχίζει σε άλλο Κράτος – Μέλος της Ευρωπαϊκής `Ενωσης (Ε.Ε.) και καταλήγει στο εσωτερικό της χώρας. Η έννοια της μεταφοράς περιλαμβάνει και τα οχήματα που μεταφέρονται αυτοδύναμα.
γ) “Πρόσωπο”: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων που διαθέτει δικαιοπρακτική ικανότητα χωρίς όμως να αποτελεί νομικό πρόσωπο.
δ) “Πρόσωπο Εγκατεστημένο στο Εσωτερικό της Χώρας”: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει τη συνήθη κατοικία του ή την έδρα του, αντίστοιχα, στο εσωτερικό της χώρας.
ε) “Συνήθης κατοικία”: Ο τόπος στον οποίο ένα άτομο διαμένει συνήθως, δηλαδή τουλάχιστον εκατόν ογδόντα πέντε (185) ημέρες συνεχείς ή όχι ανά δωδεκάμηνο, λόγω προσωπικών και επαγγελματικών δεσμών, ή σε περίπτωση ατόμου χωρίς επαγγελματικούς δεσμούς, λόγω προσωπικών δεσμών από τους οποίους προκύπτουν στενοί δεσμοί μεταξύ αυτού του ατόμου και του τόπου στον οποίο κατοικεί.
Εν τούτοις η συνήθης κατοικία ατόμου του οποίου οι επαγγελματικοί δεσμοί βρίσκονται σε τόπο άλλο από τον τόπο των προσωπικών του δεσμών και το οποίο για το λόγο αυτόν υποχρεώνεται να διαμένει διαδοχικά σε διάφορους τόπους, που βρίσκονται σε δύο ή περισσότερες χώρες, θεωρείται ότι βρίσκεται στον τόπο των προσωπικών του δεσμών με την προϋπόθεση ότι επιστρέφει τακτικά στον τόπο αυτόν. Ο τελευταίος αυτός όρος δεν απαιτείται όταντο άτομο διαμένει σε μια χώρα για την εκτέλεση αποστολής με καθορισμένη διάρκεια.
Η φοίτηση σε πανεπιστήμιο ή άλλη σχολή δεν συνεπάγεται μεταφορά συνήθους κατοικίας.
στ) “Πρώτος Τόπος Προορισμού”: Ο τόπος της πρώτης εκφόρτωσης στο εσωτερικό της χώρας,
ζ) “Εγκεκριμένος Αποθηκευτής Οχημάτων”: Το πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή να κατέχει, να παραλαμβάνει ή να αποστέλει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του κοινοτικά οχήματα που υπόκεινται σε τέλος ταξινόμησης και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη υπό καθεστώς αναστολής.
η) “Φορολογική Αποθήκη Οχημάτων”: Κάθε τόπος όπου κατέχονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται, από εγκεκριμένο αποθηκευτή, κατά την άσκηση του επαγγέλματός του, κοινοτικά οχήματα που τελούν υπό καθεστώς αναστολής είσπραξης του τέλους ταξινόμησης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).
θ) Χρηματοδοτική μίσθωση: η σύμβαση παραχώρησης, έναντι μισθώματος, επιβατικού αυτοκινήτου από εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, εγκατεστημένη στη χώρα μας ή σε άλλο κράτος – μέλος, για επαγγελματική χρήση του αντισυμβαλλόμενου μισθωτή, ο οποίος έχει δικαίωμα στο τέλος της σύμβασης είτε να εξαγοράσει το επιβατικό αυτοκίνητο είτε να ανανεώσει τη σύμβαση για ορισμένο χρόνο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του Ν. 1665/1986 (Λ` 194).
ι) Μίσθωση: η από επιχείρηση, η οποία είναι εγκατεστημένη στη χώρα μας ή σε άλλο κράτος – μέλος και έχει σχετικό σκοπό, σύμβαση παραχώρησης της χρήσης επιβατικού αυτοκινήτου έναντι μισθώματος, για ορισμένο χρόνο, χωρίς δικαίωμα εξαγοράς στη λήξη της σύμβασης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε οι περιπτώσεις θ΄και ι΄του άρθρου 120 προστέθηκαν με το άρθρο 11Ν. 4378/2016,ΦΕΚ Α  55/05.04.2016.
κ) «Λιανική τιμή πώλησης προ φόρων για τη διαμόρφωση της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης»: η ανώτατη προτεινόμενη τιμή πώλησης, χωρίς ΦΠΑ, από τον κατασκευαστή, προκειμένου για εγχωρίως παραγόμενα οχήματα ή από τον εισαγωγέα/επίσημο αντιπρόσωπο, προκειμένου για εισαγόμενα και ενδοκοινοτικώς αποκτούμενα οχήματα, όπως αυτή προκύπτει από τους υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή. Στην εν λόγω τιμή, η οποία ισχύει από την ημερομηνία υποβολής του τιμοκαταλόγου, συμπεριλαμβάνεται η αξία του πρόσθετου εξοπλισμού, καθώς και η αξία ειδικών εκδόσεων του οχήματος και κάθε είδους διαμορφωτικό της τιμής πώλησης κόστος. Οι λιανικές τιμές πώλησης προ φόρων κατά μάρκα, μοντέλο, παραλλαγή και έκδοση των οχημάτων δημοσιεύονται στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και στο διαδίκτυο.
Σημ.: όπως η περ.κ΄ προστέθηκε με τη παρ.1  άρθρου 59 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94, της οποίας η ισχύς,  σύμφωνα με τη παρ. 13 του αυτού άρθρου και νόμου, αρχίζει από 1.6.2016 και καταλαμβάνει αυτοκίνητα για τα οποία το τέλος ταξινόμησης καθίσταται απαιτητό  από την ημερομηνία αυτή και μετά.

Άρθρο 121
Τέλος ταξινόμησης επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης

1. Επιβατικά αυτοκίνητα της δασμολογικής κλάσης 87.03 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Κανονισμός ΕΟΚ 2658/1987 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1987 EEL της 07.09.1987) υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης επί της φορολογητέας αξίας όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 126 του παρόντα και του άρθρου 4 του Ν. 1573/1985 (ΦΕΚ 201 Α΄), όπως ισχύουν.

2. Οι συντελεστές του τέλους ταξινόμησης της προηγούμενης παραγράφου ορίζονται ως ακολούθως:
α) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία μέχρι και 14.000 ευρώ, 4%.
β) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 14.000 ευρώ και μέχρι 17.000 ευρώ, 8%.
γ) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 17.000 ευρώ και μέχρι 20.000 ευρώ, 16%.
δ) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 20.000 ευρώ και μέχρι 25.000 ευρώ, 24%.
ε) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 25.000 ευρώ, 32%.
στ) Για αυτοκίνητα οχήματα τρίκυκλα ή τετράκυκλα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2002/24/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Μαρτίου 2002 (Ε.Ε.L.124 της 9.5.2002) και πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 2002/51/ΕΚ ή μεταγενέστερης:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ     ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
Κάτω των 50 κυβικών εκατοστών             0%
Από 50 μέχρι και 500 κυβικά εκατοστά       5%
Από 501 μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά     9%
Από 901 κυβικά εκατοστά και πάνω         15%
ζ) Οι διατάξεις του άρθρου 26 του ν.1959/1991 (Α΄ 123) και της αριθ. Β.27660/712/10.7.1992 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών (Β΄ 519), εφαρμόζονται και για τα πετρελαιοκίνητα οχήματα της προηγούμενης περίπτωσης στ΄.
η) Για την επιλογή του συντελεστή των περιπτώσεων α΄ έως ε΄, για μεταχειρισμένα επιβατικά αυτοκίνητα, λαμβάνεται υπόψη η φορολογητέα αξία της παραγράφου 1 του άρθρου 126, πριν από τις προβλεπόμενες μειώσεις από το άρθρο αυτό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 59 παρ.2 του ν.4389/2016

3. Για αυτοκινούμενα τροχόσπιτα της δασμολογικής κλάσης 87.03 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας αντίστοιχης με τις περιπτώσεις (α), (β), (γ) και (δ) της προηγούμενης παραγράφου, αντιρρυπαντικής ή συμβατικής τεχνολογίας, οι κατά περίπτωση συντελεστές τέλους ταξινόμησης μειώνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%).

4. Οι διατάξεις των παραπάνω παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται και για αυτοκίνητα τύπου JΕΕΡ της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.

5. Για ηλεκτροκίνητα ή υβριδικά αυτοκίνητα, με κινητήρα του οποίου οι εκπομπές ρύπων είναι σύμφωνες με τις ισχύουσες διατάξεις για τα οχήματα – αντιρρυπαντικής τεχνολογίας της Οδηγίας 94/12 Ε.Κ. ή μεταγενέστερης δεν υπόκεινται στο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου αυτού τέλος ταξινόμησης.

6. Σε περίπτωση έκδοσης νέας Κοινοτικής Οδηγίας με νέες προδιαγραφές ως προς τις εκπομπές ρύπων, από το χρόνο έναρξης εφαρμογής των αναγκαίων εθνικών μέτρων εναρμόνισης προς αυτήν για αυτοκίνητα που πληρούν τις προδιαγραφές αυτές, θα εφαρμόζονται οι συντελεστές τέλους ταξινόμησης της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
Για τα αυτοκίνητα της Οδηγίας 98/69 Ε.Κ. και 94/12 Ε.Κ. θα εφαρμόζονται οι συντελεστές των περιπτώσεων (β) και (γ) αντίστοιχα.

7. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται οι διαδικασίες και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για το χαρακτηρισμό των αυτοκινήτων ως αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και τη διαπίστωση των προδιαγραφών από πλευράς αντιρρύπανσης που πληρούν σύμφωνα με τις Κοινοτικές Οδηγίες, οι οποίες αναφέρονται στην παραπάνω παράγραφο 2 για την υπαγωγή τους στον αντίστοιχο συντελεστή τέλους ταξινόμησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Για την εξέταση του οχήματος από την Ειδική Επιτροπή του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 126, απαιτείται αίτηση του ενδιαφερομένου και καταβολή παραβόλου, το ύψος του οποίου είναι ίσο με το ύψος του παράβολου το οποίο καθορίζεται με την απόφαση του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 5 του ιδίου άρθρου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.4 Άρθρο 117 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

Άρθρο 121α
Τέλος ταξινόμησης επιβατικών αυτοκίνητων που τίθενται στη διάθεση προσώπων εγκατεστημένων στη χώρα με χρηματοδοτική μίσθωση ή μίσθωση
Σημ.: όπως το άρθρο 121α προστέθηκε με το άρθρο 11 Ν. 4378/2016,ΦΕΚ Α 55/05.04.2016.

1. Το τέλος ταξινόμησης του άρθρου 121 του παρόντος νόμου, για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης και αυτοκίνητα τύπου JEEP των δασμολογικών κλάσε-ων 87.03 και 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, αντίστοιχα, τα οποία τίθενται στη διάθεση προσώπων εγκατεστημένων στο εσωτερικό της χώρας με χρηματοδοτική μίσθωση ή μίσθωση, κατά την έννοια των περιπτώσεων θ` και ι` του άρθρου 120, επιβάλλεται ανάλογα με το χρονικό διάστημα της χρήσης τους στη χώρα και υπολογίζεται ως εξής:
α. Για καινούργιο επιβατικό αυτοκίνητο, το τέλος ταξινόμησης ισούται με το ποσό που προκύπτει από την επιβολή του ποσοστού απομείωσης, λόγω ηλικίας και κατηγορίας αμαξώματος του άρθρου 126 του παρόντος νόμου, το οποίο αντιστοιχεί στη χρονική στιγμή λήξης του διαστήματος της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης, επί του συνολικού τέλους ταξινόμησης για το υπό κρίση αυτοκίνητο.
β. Για μεταχειρισμένο επιβατικό αυτοκίνητο, το τέλος ταξινόμησης ισούται με το ποσό που προκύπτει από την επιβολή ποσοστού επί του συνολικού τέλους ταξινόμησης όμοιου καινούργιου αυτοκινήτου. Στην περίπτωση αυτή, το ποσοστό ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσοστού απομείωσης, λόγω ηλικίας και αμαξώματος, κατά τη λήξη του διαστήματος της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης και του ποσοστού απομείωσης, λόγω ηλικίας και αμαξώματος, κατά την έναρξη της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης.
Όταν δεν προκύπτει διαφορά μεταξύ των ως άνω ποσοστών, επιβάλλεται τέλος ταξινόμησης:
– για μεταχειρισμένο επιβατικό αυτοκίνητο παλαιό-τητας άνω των 18 μηνών, με συντελεστή 1 % επί του συνολικού τέλους ταξινόμησης για κάθε μήνα κυκλοφορίας και
– για μεταχειρισμένο επιβατικό αυτοκίνητο παλαιό-τητας άνω των 54 μηνών, με συντελεστή 0,5% επί του συνολικού τέλους ταξινόμησης για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

2. Η είσπραξη της διαφοράς μεταξύ του συνολικού τέλους ταξινόμησης και του μέρους αυτού που καταβάλλεται αναλογικά, σύμφωνα με τις ως άνω περιπτώσεις α` και β`, αναστέλλεται μέχρι τη λήξη του χρονικού διαστήματος της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης. Τα επιβατικά αυτοκίνητα δύνανται να επαναποστέλονται σε άλλο κράτος – μέλος ή να εξάγονται σε τρίτη χώρα, με τήρηση των προβλεπόμενων διατυπώσεων και διαδικασιών, πριν από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης, οπότε η ως άνω διαφορά διαγράφεται.

3. Υπόχρεο πρόσωπο, εκτός του ιδιοκτήτη, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 130 είναι και ο μισθωτής, ο οποίος κατέχει ή χρησιμοποιεί επιβατικό αυτοκίνητο με χρηματοδοτική μίσθωση ή μίσθωση.

4. Όταν δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων το χρονικό διάστημα της χρήσης του αυτοκινήτου στη χώρα, ως αντικείμενο χρηματοδοτικής μίσθωσης ή μίσθωσης, το τέλος ταξινόμησης καταβάλλεται ολόκληρο από τον υπόχρεο και το μέρος αυτού που δεν αναλογεί στο χρονικό διάστημα της μίσθωσης και χρήσης στη χώρα, το οποίο υπολογίζεται αναλογικά με βάση τους συντελεστές απομείωσης λόγω ηλικίας, αμαξώματος και διανυθέντων χιλιομέτρων του άρθρου 126 του ιδίου νόμου, επιστρέφεται εντόκως, με βάση το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων εκδόσεως Ελληνικού Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας. Στις περιπτώσεις επιστροφής του τέλους ταξινόμησης, δικαιούχο πρόσωπο, εκτός από τον υπόχρεο, είναι και ο ιδιοκτήτης επιβατικού αυτοκινήτου το οποίο εκμισθώνει, στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας στη χώρα με χρηματοδοτική μίσθωση ή μίσθωση και για το οποίο έχει καταβληθεί όλο το τέλος ταξινόμησης. Η καταβολή σε οποιοδήποτε από τα ως άνω πρόσωπα απαλλάσσει το Δημόσιο από οποιαδήποτε ευθύνη.

5. Αυτοκίνητο για το οποίο το τέλος ταξινόμησης έχει καταβληθεί αναλογικά ή έχει επιστραφεί δεν δύναται να υπαχθεί στις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 121 του παρόντος νόμου, περί απαλλαγής λόγω επαναταξινόμησης.

6. Το ελάχιστο χρονικό διάστημα χρήσης του επιβατικού αυτοκινήτου στη χώρα για σκοπούς υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν δύναται να υπολείπεται του ενός (1) μήνα. Για την έναρξη του χρονικού διαστήματος υπολογισμού του τέλους ταξινόμησης λαμβάνεται ο χρόνος γένεσης υποχρέωσης καταβολής του, κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 128 του παρόντος νόμου, με εξαίρεση όταν το επιβατικό αυτοκίνητο έχει τεθεί σε ένα από τα ανασταλτικά καθεστώτα του άρθρου 133 του παρόντος νόμου, οπότε το χρονικό διάστημα υπαγωγής ξεκινά να υπολογίζεται με την έξοδο από τα καθεστώτα αυτά.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα έντυπα, τα απαιτούμενα δικαιολογη-τικά και η διαδικασία υπαγωγής των επιβατικών αυτοκινήτων στις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου με αναλογική καταβολή ή επιστροφή του τέλους ταξινόμησης, τα απαιτούμενα παράβολα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

8. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται δέκα (10) ημέρες από την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 7 και για αυτοκίνητα για τα οποία το τέλος ταξινόμησης βεβαιώνεται, μετά την ημερομηνία αυτή.

Άρθρο 122
Τέλος ταξινόμησης επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης

1. Για τα επιβατικά αυτοκίνητα που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 94/12 Ε.Κ. ή μεταγενέστερης ανεξάρτητα από το καύσιμο που χρησιμοποιούν, τα οποία προορίζονται να κυκλοφορήσουν ως δημόσιας χρήσης, καταβάλλεται το δεκατρία τοις εκατό (13%) του τέλους ταξινόμησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου για τα όμοια αντιρρυπαντικής τεχνολογίας επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης.

2. Για τα αυτοκίνητα που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 91/441 Ε.Ο.Κ. και παλαιοτέρων ή είναι συμβατικής τεχνολογίας καταβάλλεται το πενήντα τοις εκατό (50%) του τέλους ταξινόμησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου για όμοια αντιρρυπαντικής ή συμβατικής τεχνολογίας επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης.

3. Προκειμένου για επιβατικά αυτοκίνητα που λειτουργούν με πετρελαιοκινητήρα και προορίζονται να τεθούν σε κυκλοφορία ως δημόσιας χρήσης, η επιβάρυνση από το τέλος ταξινόμησης των προηγούμενων παραγράφων 1 και 2 δεν μπορεί να υπερβαίνει σε ποσοστό το εκατό τοις εκατό (100%) της φορολογητέάς άξίας που διαμορφώνεται σε κάθε περίπτωση.

4. Τα επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον αποχαρακτηρίζονται και τίθενται σε κυκλοφορία ως ιδιωτικής χρήσης πριν παρέλθει πενταετία από τον τελωνισμό τους, υπόκεινται στην καταβολή της διαφοράς μεταξύ των μειωμένων φόρων που κατέβαλαν κι εκείνων που ισχύουν κατά το χρόνο του τελωνισμού τους ως ιδιωτικής χρήσης και με βάση τα φορολογικά στοιχεία που διαμορφώνονται κατά τον ίδιο χρόνο. Μετά την παρέλευση πενταετίας από τον τελωνισμό τους ως δημόσιας χρήσης δεν οφείλεται διαφορά τέλους, αλλά καταβάλλεται ποσό ίσο με τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας που ισχύουν κατά το χρόνο ταξινόμησης τους ως ιδιωτικής χρήσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.38 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

5. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης που παραλήφθηκαν με τα προηγούμενα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως η παρ.6 προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ.1 Ν.3763/2009,ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.

Άρθρο 123
Τέλος ταξινόμησης φορτηγών αυτοκινήτων

1. Τα φορτηγά αυτοκίνητα πλην τύπου JΕΕΡ και οι βάσεις τους της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές των Οδηγιών 91/542 Ε.Ο.Κ. φάση Β΄ ή 96/69 Ε.Κ. ή μεταγενέστερων υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης ως εξής:
α) Φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους πάνω από 3,5 τόνους ανεξάρτητα κυλινδρισμού, ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%).
β) Ανοικτά φορτηγά για αυτοκίνητα μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους ανεξάρτητα κυλινδρισμού, ποσοστό επτά τοις εκατό (7%).
γ) Κλειστά φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους.
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ
ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ
ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ
Μέχρι 900 κυβικά εκατοστά
6%
Από 901-1400 κυβικά εκατοστά
14%
Από 1401 -1800 κυβικά εκατοστά
18%
Από 1801-2000 κυβικά εκατοστά
21%
Από 2001 κυβικά εκατοστά και πάνω
26%
δ) Μεταχειρισμένες βάσεις των φορτηγών των προηγούμενων περιπτώσεων πέντε τοις εκατό (5%) για την περίπτωση (α) και επτά τοις εκατό (7%) για τις περιπτώσεις (β) και (γ).
ε) Οι συντελεστές των προηγούμενων περιπτώσεων (α) έως και (δ) προσαυξάνονται κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) προκειμένου για αυτοκίνητα που δεν πληρούν τις προδιαγραφές των παραπάνω Οδηγιών.
στ) Οι συντελεστές των προηγούμενων περιπτώσεων α` έως και ε` προσαυξάνονται κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) προκειμένου για αυτοκίνητα που δεν πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές του ισχύοντος, ως προς την ταξινόμηση, ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro) και του αμέσως προηγούμενου.
Οι συντελεστές για οχήματα της περίπτωσης η΄, τα οποία δεν πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της οδηγίας 92/61/ΕΚ ή μεταγενέστερης προσαυξάνονται κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%).
ζ) Για τα αυτοκίνητα οχήματα που καθορίζονται στις περιπτώσεις β` και ε`, τα οποία με την προσθήκη στον ανοικτό χώρο φόρτωσης καλύμματος από άκαμπτο στερεό υλικό, διασκευάζονται σε οχήματα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα των δασμολογικών κλάσεων 87.04 και 87.03, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 1573/1985 (A` 201).
Ως αυτοκίνητο όχημα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα νοείται όχι μόνο αυτό που εκ κατασκευής το αμάξωμά του είναι κλειστό, αλλά και αυτό που προκύπτει με την προσθήκη στο αμάξωμα ανοικτού φορτηγού της περίπτωσης β`, καθώς και στον ανοικτό χώρο φόρτωσης των οχημάτων της περίπτωσης ε`, καλύμματος από άκαμπτα στερεά υλικά, ανεξάρτητα αν αφαιρείται εύκολα ή δύσκολα ή αν το πίσω μέρος του αμαξώματος παραμένει ανοικτό.
η) Αυτοκίνητα οχήματα, ανοικτά ή κλειστά, τρίκυκλα ή τετράκυκλα, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1992 (EEL 225 της 10.9.1992) και πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της οδηγίας αυτής ή μεταγενέστερης, υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης, ως ακολούθως:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
Κάτω των 50 κυβικών εκατοστών 0%
Από 50 μέχρι 500 κυβικά εκατοστά 3%
Από 501 μέχρι 900 κυβικά εκατοστά 6%
Από 901 κυβικά εκατοστά και πάνω 10%
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε τροποποιήθηκε με το άρθρο 60 παρ.6 του ν.4410/2016
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.6 Άρθρο 117 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

2. Προκειμένου για κλειστά φορτηγά που προέρχονται από μετατροπή επιβατικών αυτοκινήτων, τα αναφερόμενα στην περίπτωση (γ) της προηγούμενης παραγράφου ποσοστά τέλους τριπλασιάζονται και υπολογίζονται επί της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή διαμορφώνεται για τα επιβατικά.

3. Ως αυτοκίνητο όχημα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα νοείται όχι μόνο αυτό που εκ κατασκευής το αμάξωμά του είναι κλειστό αλλά και αυτό που προκύπτει με την προσθήκη στο αμάξωμα ανοικτού φορτηγού, καλύμματος από άκαμπτα στερεά υλικά, ανεξάρτητα αν αφαιρείται εύκολα ή δύσκολα ή αν το πίσω μέρος του αμαξώματος παραμένει ανοικτό.

4. Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των αυτοκινήτων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται από την άθροιση των παρακάτω στοιχείων:
α) Την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα αξία για τα καινούρια αυτοκίνητα.
Για τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα λαμβάνεται υπόψη η τιμή που καθορίζεται από την αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία Αξιών με βάση τα στοιχεία που η υπηρεσία αυτή διαθέτει. Η τεκμαρτή αυτή αξία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας αξίας (τιμή αγοράς).
β) Τους εισαγωγικούς δασμούς που πράγματι καταβάλλονται.
γ) Τα παρεπόμενα έξοδα με τα οποία επιβαρύνονται τα οχήματα, όπως έξοδα προμήθειας, μεσιτείας, τόκων, φόρτωσης, εκφόρτωσης, ασφάλισης και μεταφοράς στο εσωτερικό της χώρας.

5. Τα ανοικτά φορτηγά αυτοκίνητα που διασκευάζονται σε κλειστά κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 11 του άρθρου 4 του Ν. 2443/1996 (ΦΕΚ 265 Α΄) υποβάλλονται αντί των φορολογικών επιβαρύνσεων που προβλέπονται από το Ν. 1573/1985 (ΦΕΚ 201 Α΄) σε τέλος ταξινόμησης, το ύψος του οποίου ορίζεται ως εξής:
– Για τα κυλινδρισμού κινητήρα υπό 901 – 1.400 κυβ. εκατοστά, επτακόσια τριάντα τρία (733) ευρώ.
– Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 1.401 – 1.800 κυβ. εκατοστά, χίλια είκοσι επτά (1.027) ευρώ.
– Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 1.801 – 2.000 κυβ. εκατοστά, χίλια τετρακόσια εξήντα επτά (1.467) ευρώ.
– Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 2.001 κυβ. εκατοστά και πάνω δυο χιλιάδες τριακόσια σαράντα επτά (2.347) ευρώ.

6. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται οι διαδικασίες και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για τον χαρακτηρισμό των αυτοκινήτων του άρθρου αυτού ως αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Ο έλεγχος της κανονικότητας των αναγραφομένων τιμών επί των τιμοκαταλόγων των φορτηγών αυτοκινήτων και των λοιπών δικαιολογητικών στοιχείων, καθώς κι ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας των εγχωρίως παραγομένων, υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής της παραγράφου 4 του άρθρου 126 του παρόντα.

Άρθρο 124
Τέλος ταξινόμησης μοτοσικλετών

1. Οι μοτοσικλέτες της δασμολογικής κλάσης 87.11 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης, ως ακολούθως:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ
ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
Μέχρι και 125 κυβικά εκατοστά
0%
Από 126 μέχρι και 249 κυβικά εκατοστά
2%
Από 250 μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά
7%
Από 901 μέχρι και 1.400 κυβικά εκατοστά
12%
Από 1.401 μέχρι και 1.600 κυβικά εκατοστά
14%
Από 1.601 μέχρι και 1.800 κυβικά εκατοστά
17%
Από 1.801 και άνω κυβικά εκατοστά
25%».
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.42 του ν.3583/2007

2. Η φορολογητέα αξία για την επιβολή του τέλους της προηγούμενης παραγράφου διαμορφώνεται από την άθροιση των παρακάτω στοιχείων:
α) Την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα αξία για τις καινούργιες μοτοσικλέτες.
Για τις μεταχειρισμένες μοτοσικλέτες λαμβάνεται υπόψη η τιμή χονδρικής πώλησης του αντίστοιχου τύπου μοτοσικλέτας κατά το χρόνο κυκλοφορίας στη διεθνή αγορά, αφού η τιμή αυτή μειωθεί λόγω φθοράς από συνήθη χρήση ή άλλη αιτία, με βάση τα παρακάτω ποσοστά μείωσης:
Από 1 και μέχρι 2 έτη
14%
Πάνω από 2 μέχρι και 3 έτη
21 %
Πάνω από 3 μέχρι και 4 έτη
25%
Πάνω από 4 μέχρι και 5 έτη
32%
Πάνω από 5 μέχρι και 6 έτη
35%
Πάνω από 6 μέχρι και 7 έτη
39%
Πάνω από 7 μέχρι και 8 έτη
42%
Πάνω από 8 έτη
46%
Η τεκμαρτή αξία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας αξίας.
Στην περίπτωση που στην αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία Αξιών δεν έχουν κατατεθεί τιμοκατάλογοι από τους επίσημους διανομείς, η υπηρεσία αυτή καθορίζει την τιμή αγοράς με βάση τα στοιχεία που διαθέτει.
β) Τους εισαγωγικούς δασμούς που πράγματι καταβάλλονται.
γ) Τα παρεπόμενα έξοδα με τα οποία επιβαρύνονται οι μοτοσικλέτες, όπως έξοδα προμήθειας, μεσιτείας, τόκων, φόρτωσης, εκφόρτωσης, ασφάλισης και μεταφοράς στο εσωτερικό της χώρας
Άρθρο 125
Τέλος ταξινόμησης άλλων οχημάτων

1. Αυτοκίνητα, οχήματα, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 2367/1953 (ΦΕΚ 82 Α΄) με εξαίρεση εκείνα που αναφέρονται στα άρθρα 121, 122, 123 και 124 του παρόντα Κώδικα, που τίθενται για πρώτη φορά σε κυκλοφορία, υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης ίσο προς τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση τέλη κυκλοφορίας ενός (1) έτους.

2. Τα εκποιούμενα από το Δημόσιο ή τον Οργανισμό Διακίνησης Δημοσίου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.) μεταχειρισμένα αυτοκίνητα οχήματα, τα οποία τίθενται από τους αγοραστές σε κυκλοφορία ως ιδιωτικής χρήσης, υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης ίσο προς τα κατά περίπτωση τέλη κυκλοφορίας ενός (1) έτους.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΑΞΙΑ – ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΕΛOYΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ

Άρθρο 126
Φορολογητέα αξία επιβατικών αυτοκινήτων

1. Η φορολογητέα αξία για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των επιβατικών αυτοκινήτων διαμορφώνεται με βάση τη λιανική τιμή πώλησης προ φόρων του αυτοκινήτου, κατά τύπο, παραλλαγή και έκδοση αυτού, όπως αυτή προκύπτει από τους υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή από τους επίσημους αντιπρόσωπους/διανομείς αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του προαιρετικού (EXTRA) αυτού εξοπλισμού.
Για μεταχειρισμένα επιβατικά αυτοκίνητα, λαμβάνεται υπόψη η κατά τα παραπάνω τιμή λιανικής πώλησης όμοιου κατά μάρκα, τύπο, παραλλαγή και έκδοση καινούργιου επιβατικού αυτοκινήτου με τον ίδιο εξοπλισμό, κατά το χρόνο κυκλοφορίας του στη διεθνή αγορά, αφού αυτή μειωθεί κατά το ποσοστό απομείωσης που ορίζεται αναλογα με την ηλικία του και την κατηγορία αμαξώματος.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα ως άνω ποσοστά ανά εξάμηνο και έτος ηλικίας του αυτοκινήτου και ανά κατηγορία αμαξώματος. Τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των εν λόγω ποσοστών, καθώς και ο τρόπος προσδιορισμού των ποσοστών των ενδιάμεσων μηνών καθορίζονται με την απόφαση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
Η φορολογητέα αξία, μετά την ως άνω απομείωση, μειώνεται περαιτέρω ποσοστιαία με χρήση συντελεστή 0,10 για κάθε 500 επιπλέον χιλιόμετρα που έχουν διανυθεί από τον ετήσιο μέσο όρο. Η απομείωση βάσει διανυθέντων χιλιομέτρων δεν πρέπει να ξεπερνά το 10% της αξίας που προσδιορίζεται μετά την ως άνω απομείωση.
Ο ετήσιος μέσος όρος διανυθέντων χιλιομέτρων, για σκοπούς εφαρμογής της παρούσας διάταξης, ορίζεται στις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000). Η συνολική απομείωση, περιλαμβανόμενης και της απομείωσης λόγω διανυθέντων χιλιομέτρων πέραν του μέσου όρου, δεν δύναται να υπερβαίνει το 95%.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 59 παρ.9 του ν.4389/2016

2. Προκειμένου για ασθενοφόρα οχήματα η φορολογητέα αξία για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης διαμορφώνεται χωρίς το συνυπολογισμό της αξίας του ιατρικού εξοπλισμού αυτών.

3. Όταν τα στοιχεία διαμόρφωσης της φορολογητέας αξίας επιβολής του τέλους ταξινόμησης των οχημάτων των άρθρων 121, 122, 123 και 124 του παρόντα Κώδικα εκφράζονται σε νόμισμα άλλου κράτους, για τον προσδιορισμό της αξίας αυτής λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία του νομίσματος αυτού προς το ευρώ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 168 μέχρι και 172 του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) 2454/1993.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα απαραίτητα ή πρόσφορα για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας ή του κυλινδρισμού του κινητήρα των επιβατικών αυτοκινήτων, δικαιολογητικά στοιχεία καθώς και η αναγκαία διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντα Κώδικα.
Με την ίδια απόφαση συνιστάται Ειδική Επιτροπή για τον έλεγχο της κανονικότητας των αναγραφόμενων τιμών επί των τιμοκαταλόγων των επισήμων διανομέων αυτοκινήτων και των τιμών αγοράς των μεταχειρισμένων επιβατικών αυτοκινήτων. Από την ίδια Επιτροπή προσδιορίζεται και η φορολογητέα αξία των εγχωρίως παραγόμενων αυτοκινήτων.

Άρθρο 127
Κυλινδρισμός κινητήρα

1. Ο κυλινδρισμός του κινητήρα που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του τέλους ταξινόμησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 121, 122, 123, 124 και 125 του παρόντα Κώδικα, δεν μπορεί να είναι κατώτερος εκείνου που καθορίζεται από το εργοστάσιο κατασκευής και περιλαμβάνεται στα διεθνή έντυπα τεχνικών προδιαγραφών για το συγκεκριμένο τύπο αυτοκινήτου.

2. Σε περίπτωση αντικατάστασης κινητήρα αυτοκινήτου με κινητήρα μεγαλύτερου κυλινδρισμού, εφόσον η αντικατάσταση λαμβάνει χώρα εντός τριετίας από την έκδοση της πρώτης άδειας κυκλοφορίας, το τέλος ταξινόμησης επανυπολογίζεται με βάση τον κυλινδρισμό του νέου κινητήρα και καταβάλλεται η διαφορά κατά την έκδοση της νέας άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας αυτής. Αν αντικατασταθεί ο κινητήρας αυτοκινήτου προσώπων που απαλλάχτηκαν από το τέλος ταξινόμησης με κινητήρα μεγαλύτερου κυλινδρισμού από το όριο που προβλέπεται για την απαλλαγή, ανεξάρτητα από το χρόνο αντικατάστασης, καταβάλλεται ολόκληρο το τέλος ταξινόμησης με βάση τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της νέας άδειας κυκλοφορίας. Όσοι προβαίνουν σε αντικατάσταση κινητήρα αυτοκινήτου τους προκειμένου να τους εκδοθεί νέα άδεια κυκλοφορίας, οφείλουν να προσκομίσουν στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή τα σχετικά φορολογικά στοιχεία που εκδόθηκαν για την αγορά ή τοποθέτηση του κινητήρα.

Άρθρο 128
Χρόνος γένεσης υποχρέωσης καταβολής του τέλους ταξινόμησης και απαιτητό αυτού

1. Η υποχρέωση καταβολής του τέλους ταξινόμησης γεννάται:
– για τα κοινοτικά οχήματα και για τα προερχόμενα από τρίτες χώρες κατά την είσοδό τους στο εσωτερικό της χώρας,
– για τα εγχωρίως παραγόμενα με την ολοκλήρωση της παραγωγής του οχήματος,
– προκειμένου για οχήματα που παράγονται υπό καθεστώς τελωνειακής επίβλεψης κατά την έξοδο από το καθεστώς αυτό.

2. Το τέλος ταξινόμησης καθίσταται απαιτητό και καταβάλλεται πριν τη θέση των οχημάτων σε κυκλοφορία και για τα οχήματα των άρθρων 121, 122, 123 και 124 του παρόντα Κώδικα, το αργότερο:
– για τα μεταφερόμενα ή αποστελλόμενα από τα λοιπά Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε) τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν που γεννήθηκε η υποχρέωση καταβολής του τέλους αυτού. Εφόσον υποβληθεί πριν από την ημέρα αυτή, η ειδική δήλωση της παραγράφου 2 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα, το τέλος καθίσταται απαιτητό την ημερομηνία αποδοχής της ειδικής δήλωσης.
– για τα εισαγόμενα οχήματα, τη 15η ημέρα από τη θέση αυτών σε ανάλωση ή την ημερομηνία αποδοχής του σχετικού παραστατικού της παραγράφου 3 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα, εφόσον αυτό κατατεθεί νωρίτερα.
– για τα εγχωρίως παραγόμενα, κατά το χρόνο που γεννάται η υποχρέωση καταβολής του τέλους αυτού.

3. Όταν τα οχήματα τίθενται σε ένα από τα καθεστώτα αναστολής του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα ή στα τελωνειακά ανασταλτικά καθεστώτα του άρθρου 84 παράγραφος 1 στοιχείο α΄ του Κανονισμού Ε.Ο.Κ. 2913/1992 (ΕΕL 302/19.10.1992) το τέλος ταξινόμησης και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) καθίστανται απαιτητοί κατά την έξοδο των οχημάτων, έστω και αντικανονικά από τα καθεστώτα αυτά. Η θέση των οχημάτων στα καθεστώτα αυτά θα πρέπει να γίνει πριν το τέλος ταξινόμησης καταστεί απαιτητό, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.

4. Το τέλος ταξινόμησης για τα επιβατικά αυτοκίνητα του άρθρου 121α, καθίσταται απαιτητό και καταβάλλεται πριν από τη θέση αυτών σε κυκλοφορία και το αργότερο τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν που γεννήθηκε η υποχρέωση καταβολής του τέλους αυτού. Εφόσον υποβληθεί πριν από την ημέρα αυτή, η ειδική δήλωση της παραγράφου 2 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα, το τέλος καθίσταται απαιτητό την ημερομηνία αποδοχής της ειδικής δήλωσης. Εφόσον δεν συντρέχει για τα εν λόγω αυτοκίνητα υποχρέωση ταξινόμησης, το τέλος ταξινόμησης καθίσταται απαιτητό 5 ημέρες από την είσοδο τους στη χώρα και ως θέση σε κυκλοφορία, νοείται η χρήση του οδικού δικτύου της χώρας.
Σημ.: όπως η παράγραφος 4 προστέθηκε με το άρθρο 11 Ν. 4378/2016,ΦΕΚ Α 55/05.04.2016.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 129
Μεταφορά, αποστολή, άφιξη κοινοτικών οχημάτων
Σημ.: όπως ο τίτλος και η παρ.1 του άρθρου 129 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.46 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

1 .Τα κοινοτικά οχήματα που αναφέρονται στα άρθρα 121, 121α, 122, 123 και 124 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι βάσεις των δασμολογικών κλάσεων 87.02 και 87.06 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, κατά την άφιξη τους στον πρώτο τόπο προορισμού, δηλώνονται αμέσως στην πλησιέστερη Τελωνειακή Αρχή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.46 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 και με το άρθρο 11 Ν. 4378/2016,ΦΕΚ Α 55/05.04.2016.

2. Όταν τα παραπάνω οχήματα μεταφέρονται αυτοδύναμα στο εσωτερικό της χώρας, δηλώνονται αμέσως από το πρόσωπο που πραγματοποίησε την είσοδο αυτή στην πλησιέστερη Τελωνειακή Αρχή.

3. Η Τελωνειακή Αρχή, στην οποία υποβάλλεται η δήλωση της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζει την αναγκαία προθεσμία για τη μεταφορά του οχήματος στον τόπο του δηλωθέντος τελικού προορισμού.

4. Η κατά τις ανωτέρω παραγράφους δήλωση δεν υποβάλλεται όταν τα κοινοτικά οχήματα εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα.

5. Τα κοινοτικά οχήματα δύναται, πριν από τη βεβαίωση του οφειλόμενου τέλους ταξινόμησης, να επαναποστέλονται στα λοιπά Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή να εξάγονται σε τρίτες χώρες.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ

Άρθρο 130
Βεβαίωση και είσπραξη του τέλους ταξινόμησης οχημάτων- Πιστοποιητικά ταξινόμησης

1. Υπόχρεος στην καταβολή του τέλους ταξινόμησης είναι ο ιδιοκτήτης του οχήματος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του.

2. Για τη βεβαίωση και είσπραξη του τέλους ταξινόμησης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) ή για τη χορήγηση οριστικής απαλλαγής κοινοτικών οχημάτων, υποβάλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ειδική δήλωση μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία το τέλος καθίσταται απαιτητό και οπωσδήποτε πριν από την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας. Για τα οχήματα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα η ειδική δήλωση υποβάλλεται κατά την έξοδο αυτών από τα ανασταλτικά καθεστώτα. Με την ειδική δήλωση, που αποτελεί τίτλο υπέρ του Δημοσίου, συνεισπράττεται και ο οφειλόμενος Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).

3. Η βεβαίωση και είσπραξη του τέλους ταξινόμησης ή η χορήγηση οριστικής απαλλαγής από αυτό, των οχημάτων που προέρχονται από τρίτες χώρες, γίνεται:
α) όταν το τέλος καταβληθεί κατά το χρόνο θέσης σε ανάλωση, επί του ιδίου παραστατικού που χρησιμοποιείται για τη βεβαίωση και είσπραξη των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων εισαγωγής.
β) όταν το τέλος καταβληθεί σε μεταγενέστερο χρόνο, επί της ειδικής δήλωσης που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο. Η ειδική δήλωση θα υποβάλεται στην Τελωνειακή Αρχή στην οποία έγινε η θέση σε ανάλωση του οχήματος και θα συσχετίζεται με το παραστατικό θέσης σε ανάλωση που μέχρι τότε θα παραμένει σε εκκρεμότητα.
γ) όταν τα οχήματα έχουν υπαχθεί σε τελωνειακό ανασταλτικό καθεστώς επί του παραστατικού με το οποίο τίθενται σε ανάλωση.

4. Οι συντελεστές, που λαμβάνονται υπόψη για τη βεβαίωση και είσπραξη του τέλους ταξινόμησης και εφόσον το όχημα είναι κοινοτικό και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), είναι εκείνοι που ισχύουν κατά το χρόνο που το τέλος καθίσταται απαιτητό. Αν μειωθούν οι συντελεστές του τέλους ταξινόμησης ή και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), μετά την υποβολή του παραστατικού βεβαίωσης και είσπραξης και πριν από την έκδοση του αποδεικτικού είσπραξης, εφαρμόζεται ο ευνοϊκότερος για τον υπόχρεο συντελεστής. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται, στην περίπτωση που το αποδεικτικό είσπραξης δεν εκδόθηκε για λογούς που αποκλειστικά βαρύνουν τον υπόχρεο. Αν δεν υποβληθεί η δήλωση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 129 του παρόντα Κώδικα και εφόσον οι Τελωνειακές Αρχές αδυνατούν να προσδιορίσουν το χρόνο κατά τον οποίο το τέλος κατέστη απαιτητό, οι συντελεστές, που λαμβάνονται υπόψη για τη βεβαίωση και είσπραξη του τέλους ταξινόμησης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), είναι αυτοί που ισχύουν κατά την ημερομηνία διαπίστωσης της παράβασης.

5. Μετά την είσπραξη του τέλους ταξινόμησης και των λοιπών επιβαρύνσεων ή τη νόμιμη οριστική απαλλαγή από αυτά εκδίδονται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή αποδεικτικό είσπραξης και πιστοποιητικό ταξινόμησης ή τελωνισμού του οχήματος.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος ,και το περιεχόμενο της ειδικής δήλωσης, του αποδεικτικού είσπραξης και του πιστοποιητικού ταξινόμησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

7. Μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη του οχήματος ή του νόμιμου αντιπροσώπου του που υποβάλλεται πριν τη γνωστοποίηση στον ενδιαφερόμενο της πρόθεσης της Τελωνειακής Αρχής να προβεί στην επαλήθευση των στοιχείων αυτού, επιτρέπεται η διόρθωση των εκ παραδρομής δηλωθέντων στοιχείων της Ειδικής Δήλωσης, υπό την προύπόθεση ότι πρόκειται για το ίδιο όχημα.
Διόρθωση της Δήλωσης δεν επιτρέπεται αν κατά την αποδοχή ή την καταχώριση διαπιστώνεται ανακρίβεια των στοιχείων αυτής.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.47 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

8. Μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη του οχήματος ή του νόμιμου αντιπροσώπου του επιτρέπεται η ακύρωση της Ειδικής Δήλωσης, εφόσον συντρέχει συγνωστή νομική ή πραγματική πλάνη αυτού, που συνεπάγεται αδυναμία ταξινόμησης του οχήματος από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών ή ικανοποίησης όλων των προβλεπόμενων προϋποθέσεων υπαγωγής του οχήματος σε ειδικό απαλλακτικό φορολογικό καθεστώς.
Εάν οι Τελωνειακές Αρχές έχουν πληροφορήσει τον ιδιοκτήτη του οχήματος ότι προτίθενται να προβούν στην εξέταση αυτού, αίτηση ακύρωσης της Δήλωσης μπορεί να γίνει δεκτή μόνο μετά την πραγματοποίηση της εξέτασης.
Η διόρθωση ή η ακύρωση της Δήλωσης δεν επιδρά στην εφαρμογή των ισχυουσών κατασταλτικών διατάξεων.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.47 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

9. Για την επαλήθευση των στοιχείων που αναγράφονται στην Ειδική Δήλωση οχήματος, εφαρμόζονται κατ` αναλογία τα οριζόμενα στο άρθρο 33 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι αντίστοιχες περί διασαφήσεων και επαλήθευσης εμπορευμάτων διατάξεις του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα και του Εφαρμοστικού αυτού κανονισμού, ενώ σε περίπτωση που κατά τον έλεγχο και επαλήθευση του οχήματος διαπιστωθούν διαφορές, εφαρμογή έχουν τα οριζόμενα στο άρθρο 42 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.47 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 131
Βεβαίωση και είσπραξη εκ των υστέρων
Επιστροφή αχρεωστήτως εισπραχθέντων Οι διατάξεις των άρθρων 31 και 32 του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται ανάλογα και για τις επιβαρύνσεις των κοινοτικών οχημάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ – ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ – ΑΝΑΣΤΟΛΕΣ

Άρθρο 132
Οριστικές απαλλαγές

1. Τα αυτοκίνητα οχήματα που παραλαμβάνονται από τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης, εφόσον έχει προηγηθεί έγκριση της Ιεράς Κοινότητας για την απόκτησή τους.

2. Όπου από τις κείμενες διατάξεις προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος επιβατικών αυτοκινήτων, θα παρέχεται, με τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις, πλήρης απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης.

3. Οπου από τις κείμενες διατάξεις προβλέπεται πλήρης απαλλαγή μόνο από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), θα παρέχεται, με τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις, απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης ως ακολούθως:
α) Για επιβατικά οχήματα ή αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και μοτοσικλέτες ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) του προβλεπόμενου κατά περίπτωση τέλους ταξινόμησης.
β) Για φορτηγά αυτοκίνητα ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%) του προβλεπόμενου κατά περίπτωση τέλους ταξινόμησης.
γ) Για τα επιβατικά οχήματα ή αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και μοτοσικλέτες, που παραλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Δ.245/88 ΑΥΟ (ΦΕΚ 195 Β`), που κυρώθηκε με το ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α), για τα οποία πληρούται η προϋπόθεση της παραγράφου 1α του άρθρου 5 της απόφασης αυτής, πλήρης απαλλαγή
του προβλεπόμενου κατά περίπτωση τέλους ταξινόμησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.48 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Όπου από τις κείμενες διατάξεις προβλέπεται απαλλαγή από τα δύο τρίτα (2/3) του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επιβατικών αυτοκινήτων, θα παρέχεται, με τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις, απαλλαγή από το πενήντα τοις εκατό (50%) του προβλεπόμενου τέλους ταξινόμησης.

5. Οι παραπάνω απαλλαγές από το τέλος ταξινόμησης θα παρέχονται και στα κοινοτικά ή στα παραγόμενα στο εσωτερικό της χώρας αυτοκίνητα οχήματα, με τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται από τις κείμενες διατάξεις, οι οποίες προβλέπουν απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος για αυτοκίνητα οχήματα που εισάγονται από τρίτες χώρες.

6. Για αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται ή έχουν παραληφθεί με πλήρη ή μερική απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης και αποδεσμεύονται, πριν από την παρέλευση του κατά περίπτωση ισχύοντος περιοριστικού διαστήματος, εισπράττεται το τέλος ταξινόμησης που αναλογεί ή η διαφορά μεταξύ του τέλους αυτού και του τέλους ταξινόμησης που έχει καταβληθεί. Το τέλος ταξινόμησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 140 του παρόντος Κώδικα, θα υπολογίζεται με βάση τα φορολογικά στοιχεία και τους συντελεστές φορολογίας που ισχύουν για τα αυτοκίνητα αυτά κατά το χρόνο της αποδέσμευσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.49 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007

7. Κατ` εξαίρεση των ρυθμίσεων της προηγούμενης παραγράφου, τα επιβατικά αυτοκίνητα, που παραλαμβάνονται ή έχουν παραληφθεί με πλήρη ή μερική απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης, με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για τους ανάπηρους πολίτες, τους πολύτεκνους γονείς και τους γονείς με τρία τέκνα και συνεπεία θανάτου αυτών, περιέρχονται στους κληρονόμους των ανωτέρω προσώπων, αυτοί καταβάλλουν τόσα δέκατα του τέλους ταξινόμησης που αναλογεί ή αντίστοιχα της διαφοράς μεταξύ του τέλους ταξινόμησης που αναλογεί και του τέλους ταξινόμησης που έχει καταβληθεί, όσα είναι και τα εξάμηνα που υπολείπονται για τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση ισχύοντος περιοριστικού διαστήματος. Το κλάσμα του εξαμήνου θεωρείται ως ολόκληρο εξάμηνο. Το τέλος ταξινόμησης θα υπολογίζεται με βάση τα φορολογικά στοιχεία και τους συντελεστές φορολογίας που ισχύουν για τα αυτοκίνητα αυτά κατά το χρόνο της αποδέσμευσης.Τα επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν παραληφθεί με απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για τα άτομα με αναπηρίες και συνεπεία θανάτου αυτών περιέρχονται στους νόμιμους κληρονόμους τους, τακτοποιούνται τελωνειακά από την Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από την ημερομηνία θανάτου του δικαιούχου προσώπου.
Σε περίπτωση υποβολής αιτημάτων τακτοποίησης αποδέσμευσης αναπηρικών αυτοκινήτων από τους κληρονόμους των αποθανόντων δικαιούχων μετά την πάροδο της διετίας, η εν λόγω τακτοποίηση-αποδέσμευση θα πραγματοποιείται από την Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής, μετά την επιβολή από την αρμόδια τελωνειακή αρχή του προβλεπόμενου από την παράγραφο 2 του άρθρου 147 προστίμου, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 113 ΝΟΜΟΣ 4514/2018 και ισχύει από 30/1/2018

8. Επιβατικά αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται ή έχουν παραληφθεί ατελώς με τις διατάξεις των αναπήρων και ζητείται η αποδέσμευση τους από το καθεστώς της ατέλειας μετά την παρέλευση πενταετίας και μέχρι τη συμπλήρωση επταετίας από τον τελωνισμό τους, υποβάλλονται στο τριάντα τοις εκατό (30%) του τέλους ταξινόμησης, το οποίο θα υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές της περίπτωσης
α` της παραγράφου 2 του άρθρου 121 του παρόντος Κώδικα. Μετά την παρέλευση της επταετίας δεν οφείλεται τέλος ταξινόμησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.24 Ν.3610/2007,ΦΕΚ Α 258/22.11.2007.

9. Απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα ασθενοφόρα αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικης Αλληλεγγύης, τα Περιφερειακά Συστήματα Υγείας Πρόνοιας (Πε.Σ.Υ.Π.) και αποκεντρωμένες μονάδες αυτών, το Εθνικό Κέντρο Αμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), καθώς και νοσοκομεία που λειτουργούν ως Ν.Π.Ι.Δ. επιχορηγούμενα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από τη δημοσίευση του Ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α).
Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.8 του  άρθρου 27 του Ν.3156/2003 (Α΄ 157), αντικαταστάθηκε   από το άρθρο 32 του Ν.3259/2004 (ΦΕΚ Α΄ 149).

10. Το προσωπικό των αναγνωρισμένων από την Ελλάδα Διεθνών Οργανισμών ή των μελών τους, καθώς επίσης και των Ευρωπαϊκών Οργανισμών που έχουν ίδια διεθνή νομική προσωπικότητα, μπορούν να τύχουν διευρυμένου καθεστώτος απαλλαγών για τα αυτοκίνητα που παραλαμβάνουν, εφόσον συμφωνηθεί μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και του εκάστοτε Οργανισμού πέραν των προβλεπομένων από τις Συμφωνίες Έδρας τους. Τα πρόσωπα αυτά, με εξαίρεση το προσωπικό που προσλαμβάνεται τοπικά, μπορούν να παραλαμβάνουν ατελώς τα ιδιωτικά τους αυτοκίνητα ή να τα αντικαθιστούν ατελώς, με τους όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για κάθε ένα εκ των Οργανισμών αυτών.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 9 Ν.3790/2009.

11. α) Απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα πάσης φύσεως αυτοκίνητα οχήματα, καινούργια ή μεταχειρισμένα, καθώς και ασθενοφόρα και ειδικές κινητές μονάδες, τα οποία παραχωρούνται κατά κυριότητα με δωρεά στο Δημόσιο – συμπεριλαμβανομένης της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και του Λιμενικού Σώματος / Ελληνικής Ακτοφυλακής – για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους, εφόσον έχει προηγηθεί αποδοχή της δωρεάς από τον οικείο Υπουργό.
β) Απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα πάσης φύσεως αυτοκίνητα οχήματα, καινούργια ή μεταχειρισμένα, καθώς και ασθενοφόρα και ειδικές κινητές μονάδες, τα οποία παραχωρούνται κατά κυριότητα με δωρεά στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α` και Β` Βαθμού για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους, εφόσον έχει προηγηθεί αποδοχή της δωρεάς από το οικείο όργανο ή Υπουργό, κατά περίπτωση.
γ) Απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα ασθενοφόρα και οι ειδικές κινητές μονάδες, καινούρια ή μεταχειρισμένα, τα οποία παραχωρούνται κατά κυριότητα με δωρεά στο Υπουργείο Υγείας, στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα που λειτουργούν με τη μορφή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. στις Δ.Υ.Πε. του Π.Ε.Δ.Υ. και στο Ε.Κ.Α.Β. για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους, εφόσον έχει προηγηθεί αποδοχή της δωρεάς από τον οικείο Υπουργό».
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε ί  με τη παρ.2 άρθρου 27 Ν.4238/2014   (ΦΕΚ Α` 38) αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 55  Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

12. Απαλλάσσονται από δασμό και τέλος ταξινόμησης τα αυτοκίνητα οχήματα που παραλαμβάνονται στα πλαίσια διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων, σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης της Βιέννης της 18.4.1961 περί των διπλωματικών σχέσεων που κυρώθηκε με το Ν.δ. 503/70 (Α΄108) και της Σύμβασης της Βιέννης της 24.4.1963 επί των προξενικών σχέσεων που κυρώθηκε με το ν. 90/1975 (Α΄150), αντίστοιχα.
Όπως τροποποιήθηκε με το Άρθρο 143 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

13. Απαλλάσσονται από δασμό και τέλος ταξινόμησης τα αυτοκίνητα οχήματα που παραλαμβάνονται από αναγνωρισμένους στην Ελλάδα διεθνείς οργανισμούς ή τα μέλη των οργανισμών αυτών, καθώς και το προσωπικό τους, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους.
Όπως τροποποιήθηκε με το Άρθρο 143 ΝΟΜΟΣ 4537/2018 και ισχύει από 16/5/2018

14. α) Τα αυτοκίνητα οχήματα των παραγράφων 12 και 13 του παρόντος άρθρου απαγορεύεται να μεταβιβαστούν, μισθωθούν ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο παραχωρηθεί η χρήση τους πριν από την πάροδο πέντε (5) ετών από την ατελή παραλαβή τους χωρίς την άδεια της τελωνειακής αρχής και την καταβολή των αναλογούντων δασμών και φόρων. Μετά την παρέλευση του ανωτέρω περιοριστικού διαστήματος, τα ανωτέρω αυτοκίνητα οχήματα, κατόπιν άδειας της τελωνειακής αρχής, δύνανται να μεταβιβάζονται ελεύθερα από δασμούς και φόρους.
β) Δεν απαιτείται η καταβολή των αναλογούντων δασμών και φόρων εντός του ανωτέρω περιοριστικού διαστήματος στις περιπτώσεις όπου τα ανωτέρω αυτοκίνητα οχήματα, είτε μεταβιβαστούν σε άλλο δικαιούχο της ατέλειας πρόσωπο, είτε εξαχθούν σε τρίτη χώρα, είτε αποσταλούν σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είτε εγκαταλειφθούν υπέρ του Δημοσίου, είτε καταστραφούν.
Σημ.: όπως προστέθηκε   με το άρθρο 62  Ν.4370/2016,ΦΕΚ Α 37/7.3.2016.

15. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.3 Άρθρο 113 ΝΟΜΟΣ 4514/2018 και ισχύει από 30/1/2018

Άρθρο 133
Καθεστώτα αναστολής και προσωρινής απαλλαγής οχημάτων

1. Τα κοινοτικά οχήματα δύνανται να τίθενται σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένουν στο καθεστώς αυτό τελούν σε αναστολή καταβολής του τέλους ταξινόμησης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).

2. Τα κοινοτικά οχήματα δύνανται να παραμένουν προσωρινά στο εσωτερικό της χώρας χωρίς να απαιτείται η καταβολή του τέλους ταξινόμησης. Για τη χορήγηση της προσωρινής αυτής απαλλαγής από την καταβολή του τέλους ταξινόμησης εφαρμόζονται ανάλογα οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του τελωνειακού καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής με τον όρο της επανεξαγωγής για τα οχήματα τρίτων χωρών που εισάγονται προσωρινά στη χώρα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.50 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α) εφαρμόζονται ανάλογα και για τα κοινοτικά επιβατικά αυτοκίνητα με όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

4. Όπου από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του τελωνειακού καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής με τον όρο της επανεξαγωγής παρέχεται απαλλαγή από δασμούς και φόρους στα αυτοκίνητα οχήματα, λόγω υπαγωγής τους στο παραπάνω καθεστώς, θα παρέχεται απαλλαγή και από το τέλος ταξινόμησης, για όσο διάστημα τα οχήματα παραμένουν στο καθεστώς αυτό.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ AΠOΘHKEΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 134
Φορολογικές αποθήκες κοινοτικών οχημάτων

1. Για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών απαιτείται άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, η οποία παρέχεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου.

2. Οι αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές ασκούν εποπτεία και έλεγχο στις φορολογικές αποθήκες, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται:
α) οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η άδεια λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών.
β) η διαδικασία παραλαβής ή αποστολής των οχημάτων από τις φορολογικές αποθήκες.
γ) οι όροι αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των οχημάτων.
δ) ο τρόπος παρακολούθησης των οχημάτων και της άσκησης του ελέγχου αυτών.
ε) ο χρόνος διάρκειας της λειτουργίας των αποθηκών αυτών και οι λόγοι ανάκλησης της άδειας αυτής πριν από το χρόνο λήξης.
στ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 135
Αναγνώριση εγκεκριμένου αποθηκευτή κοινοτικών οχημάτων

1. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγκεκριμένου αποθηκευτή απαιτείται άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, η οποία παρέχεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου.

2. Για να παρασχεθεί η άδεια της προηγούμενης παραγράφου, το ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει:
α) να παραλαμβάνει, να κατέχει ή να αποστέλλει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του κοινοτικά οχήματα που τελούν σε αναστολή καταβολής του τέλους ταξινόμησης και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), εφόσον βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη,
β) να μην έχει διαπράξει σοβαρές καθ΄ υποτροπή παραβάσεις της Φορολογικής ή Τελωνειακής Νομοθεσίας.

3. Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής:
α) υποχρεούται:
– να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές του τον προβλεπόμενο για φορολογικούς σκοπούς Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.),
– να τηρεί λογιστικά βιβλία των αποθεμάτων ή κινήσεων των οχημάτων ανά αποθήκη,
– να επιδεικνύει τα οχήματα σε κάθε ζήτηση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής,
– να δέχεται οποιονδήποτε έλεγχο,
– να παρέχει εγγύηση για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου,
– να συμμορφώνεται με άλλες υποχρεώσεις, που επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή,
– να διαθέτει εντός των αποθηκών και αδαπάνως για το Δημόσιο κατάλληλο και ασφαλή στεγασμένο χώρο για την εγκατάσταση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων εργασιών και διατυπώσεων,
– να ενημερώνει την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή των δεδομένων που έχουν ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της άδειας και να παρέχει τα επιβαλλόμενα από αυτήν πρόσθετα διασφαλιστικά μέτρα.
β) επέχει ευθύνη έναντι του Δημοσίου για τις επιβαρύνσεις που αναλογούν στα οχήματα.
γ) ευθύνεται επίσης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για τις πράξεις των αποθηκαρίων των αποθηκών αυτών σε περίπτωση καταλογισμού τους από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας εγκεκριμένου αποθηκευτή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ – ΚΥΡΩΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

Άρθρο 136
Περιορισμοί στην κατοχή και κυκλοφορία κοινοτικών οχημάτων

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα, πρόσωπα εγκατεστημένα στο εσωτερικό της χώρας δεν επιτρέπεται να κατέχουν, πέρα από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 130 προθεσμία ή να κυκλοφορούν πέρα από την προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 129 του παρόντα Κώδικα, κοινοτικά οχήματα χωρίς την καταβολή του τέλους ταξινόμησης.

2. Δεν επιτρέπεται η μετακίνηση των παραπάνω οχημάτων από τον πρώτο τόπο προορισμού σε άλλον, χωρίς προηγούμενη άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.

3. Οι μετά την ημερομηνία αποδοχής του παραστατικού εισαγωγής περιορισμοί και κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των περιορισμών αυτών, που προβλέπονται από τις διατάξεις που παρέχουν απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης στα εισαγόμενα από τρίτες χώρες οχήματα, θα εφαρμόζονται ανάλογα και στα κοινοτικά οχήματα για τα οποία παρασχέθηκε οριστική απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 132 του παρόντα Κώδικα.
Για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής αντί της ημερομηνίας αποδοχής του παραστατικού εισαγωγής θα λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία αποδοχής της ειδικής δήλωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα.

4. Οχήματα ιδιωτικής χρήσης, που φέρουν άδεια κυκλοφορίας προσωρινού τύπου άλλου Κράτους – Μέλους της Κοινότητας ή τρίτης χώρας και πρόκειται να τεθούν στο καθεστώς της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα ή σε τελωνειακό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής, δεν επιτρέπεται να παραμένουν ή και να κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας, πέρα από την ημερομηνία ισχύος της παραπάνω άδειας κυκλοφορίας.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ

Άρθρο 137
Παραβάσεις – Κυρώσεις
Α. Κοινοτικά οχήματα
1. Η κατοχή ή η κυκλοφορία κοινοτικών οχημάτων από πρόσωπα εγκατεστημένα στην Ελλάδα, για τα οποία δεν πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα, χωρίς να έχει τηρηθεί καμία από τις διατυπώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 129 και 1130 αυτού, αποτελεί απλή τελωνειακή παράβαση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 142 του παρόντα Κώδικα.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις επιβάλλεται εφάπαξ πρόστιμο, το οποίο καθορίζεται ως κατωτέρω:
α) Επιβατικά οχήματα και τύπου JEEP:
Μέχρι 1.400 κυβικά εκατοστά                              2.500 ευρώ
από 1.401 μέχρι 1.600 κυβικά εκατοστά               3.000 ευρώ
από 1.601 μέχρι 2.000 κυβικά εκατοστά               5.000 ευρώ
από 2.001 μέχρι 3.000 κυβικά εκατοστά               8.000 ευρώ
από 3.001 κυβικά εκατοστά και πάνω                 10.000 ευρώ
β) Μοτοσυκλέτες και μοτοποδήλατα:
Μέχρι 500 κυβικά εκατοστά                              300 ευρώ
από 501 μέχρι 750 κυβικά εκατοστά                 400 ευρώ
από 751 μέχρι 1.000 κυβικά εκατοστά              700 ευρώ
από 1.001 κυβικά εκατοστά και πάνω            1.000 ευρώ
γ) Φορτηγά αυτοκίνητα:
αα. Φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους πάνω από 3,5 τόννους ανεξαρτήτως κυλινδρισμού:      2.000 ευρώ
ββ. Ανοικτά φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόννους ανεξαρτήτως κυλινδρισμού:     1.500 ευρώ
γγ. Κλειστά φορτηγά μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους:
Μέχρι 1.400 κυβικά εκατοστά                         1.300 ευρώ
Από 1.401 μέχρι 2.000 κυβικά εκατοστά          1.800 ευρώ
Από 2.001 κυβικά εκατοστά και πάνω             2.000 ευρώ
δ) Βάσεις φορτηγών των προηγούμενων υποπεριπτώσεων 1.500 ευρώ για την υποπερίπτωση αα` και 1.200 ευρώ για τις υποπεριπτώσεις ββ` και γγ`.
Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται μετά την παρέλευση της προβλεπόμενης από την παράγραφο 2 του άρθρου 128 του παρόντα Κώδικα προθεσμίας.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και όταν έχει υποβληθεί η δήλωση άφιξης του οχήματος όμως ο υπόχρεος δεν προσέρχεται στην Τελωνειακή Αρχή μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία το τέλος ταξινόμησης κατέστη απαιτητό για τη νόμιμη τακτοποίηση του οχήματος.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου Α1 δεν εφαρμόζονται όταν, πριν από τη διαπίστωση της παραπάνω παράβασης από τις διωκτικές αρχές της χώρας, τα εν λόγω πρόσωπα προσέρχονται αυτοβούλως στην Τελωνειακή Αρχή για την τήρηση των προβλεπόμενων, κατά περίπτωση, διατυπώσεων. Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλονται τα πρόστιμα της παραγράφου Α4 του παρόντος άρθρου. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται η ημερομηνία άφιξης του οχήματος στη χώρα, αντί του προστίμου της περίπτωσης δ`της παραγράφου Α4 του παρόντος άρθρου επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.
4. Η διάπραξη των αναφερόμενων παρακάτω παραβάσεων χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση και επισύρει, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα πρόστιμα:
α) Για τη μη υποβολή της δήλωσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 129 πρόστιμο τετρακοσίων (400) ευρώ για κάθε όχημα.
β) Για την κυκλοφορία του οχήματος πέραν της προθεσμίας της παραγράφου 3 του άρθρου 129 πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, το οποίο μειώνεται στο ένα πέμπτο (1/5) αν ο ιδιοκτήτης του οχήματος είναι δικαιούχος οριστικής απαλλαγής βάσει των διατάξεων του άρθρου 132.
γ) Για τη μη τήρηση των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 136 πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ.
δ) Για την εκπρόθεσμη υποβολή της ειδικής δήλωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα, την εκπρόθεσμη επαναποστολή ή εξαγωγή ή εγκατάλειψη ή καταστροφή ή ακινητοποίηση του οχήματος, πρόστιμο για κάθε ημέρα καθυστέρησης ως εξής:
Επιβατικά αυτοκίνητα και τύπου JEEP:
Μέχρι 900 κυβικά εκατοστά                             10 ευρώ
από 901 μέχρι 1.200 κυβικά εκατοστά              12 ευρώ
από 1.201 μέχρι 1.600 κυβικά εκατοστά           15 ευρώ
από 1.601 μέχρι 1.800 κυβικά εκατοστά           20 ευρώ
από 1.801 μέχρι 2.000 κυβικά εκατοστά           25 ευρώ
από 2.001 μέχρι 2.500 κυβικά εκατοστά           30 ευρώ
από 2.501 μέχρι 3.000 κυβικά εκατοστά          40 ευρώ
από 3.001 μέχρι 4.000 κυβικά εκατοστά          45 ευρώ
από 4.001 κυβικά εκατοστά και πάνω              50 ευρώ
Φορτηγά αυτοκίνητα ανεξαρτήτως κυλινδρισμού, είκοσι (20) ευρώ.
Μοτοσυκλέτες ανεξαρτήτως κυλινδρισμού δέκα (10) ευρώ.
Τα παραπάνω πρόστιμα περιορίζονται στο 50% του αναφερόμενου κατά περίπτωση ποσού, όταν πρόκειται για οχήματα που κυκλοφορούν κατ` εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα.
ε) Για την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ταξινόμησης, που αφορά η ειδική δήλωση της παραγράφου 2 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα, επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε ημέρα καθυστέρησης, όπως αυτό ορίζεται στην πιο πάνω περίπτωση δ`. Το πρόστιμο αυτό δεν επιβάλλεται όταν η εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ταξινόμησης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του παραλήπτη του οχήματος.
στ) Όταν το όχημα, το οποίο κυκλοφορεί στη χώρα κατ` εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του Κώδικα, οδηγείται από τρίτο, μη δικαιούχο, πρόσωπο, επιβάλλεται πρόστιμο επτακοσίων (700) ευρώ, εφόσον το δικαιούχο πρόσωπο βρισκόταν στη χώρα κατά το χρόνο που συντελέστηκε η παράβαση. Η οδήγηση του παραπάνω οχήματος από τρίτο, μη δικαιούχο, πρόσωπο συνιστά έξοδο του οχήματος από το καθεστώς της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα, αν κατά το χρόνο που διαπιστώνεται η παράβαση το δικαιούχο πρόσωπο δεν βρίσκεται στη χώρα. Κατά του μη δικαιούχου προσώπου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου Α1 του παρόντος άρθρου.
ζ. Για τη μη τήρηση των όρων και των προϋποθέσεων υπαγωγής των κοινοτικών οχημάτων στις ρυθμίσεις του άρθρου 121α του παρόντα Κώδικα, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ, εκτός από την εκπρόθεσμη επαναποστολή ή εξαγωγή, για την οποία επιβάλλεται το πρόστιμο της πιο πάνω περίπτωσης δ` και την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ταξινόμησης ή της διαφοράς αυτού, για την οποία επιβάλλεται το πρόστιμο της πιο πάνω περίπτωσης ε`.
Σημ.: όπως περίπτωση ζ`προστέθηκε με το άρθρο 11 παρ.5        Ν. 4378/2016,ΦΕΚ Α  55/05.04.2016.
5. Το βάρος της απόδειξης προς τις Τελωνειακές Αρχές της συνδρομής των προϋποθέσεων για την άσκηση των ευεργετημάτων των άρθρων 132 και 133 του παρόντα Κώδικα φέρουν οι ενδιαφερόμενοι
Β. Οχήματα Τρίτων Χωρών
1. Οι διατάξεις περί τελωνειακών παραβάσεων και λαθρεμπορίας των άρθρων 142 και επόμενα του παρόντα Κώδικα, που ισχύουν για τον εισαγωγικό δασμό και το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) των οχημάτων, εφαρμόζονται και για το τέλος ταξινόμησης.
2. Η κατοχή ή κυκλοφορία οχήματος που έχει τεθεί σε ανάλωση, χωρίς ταυτόχρονη καταβολή του οφειλόμενου τέλους ταξινόμησης, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που το τέλος κατέστη απαιτητό, χωρίς ο υπόχρεος να προσέλθει στην Τελωνειακή Αρχή για τη νόμιμη τακτοποίηση του οχήματος, καθώς και η κατοχή ή κυκλοφορία οχημάτων Τρίτων Χωρών από πρόσωπα εγκατεστημένα στην Ελλάδα, για τα οποία δεν πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του τελωνειακού καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής, αποτελεί λαθρεμπορία και εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενων του παρόντα Κώδικα .
3. Στις περιπτώσεις των παραπάνω παραγράφων δεν ασκείται ποινική δίωξη, εφόσον αμέσως καταβληθεί από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα πρόστιμο ίσο με το ύψος των αναλογουσών στο όχημα δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων και παραιτηθούν των προβλεπομένων ενδίκων μέσων κατά της καταλογιστικής πράξης επιβολής του τέλους αυτού.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων Β1 και Β2 δεν εφαρμόζονται, όταν το πρόσωπο που κατέχει ή κυκλοφορεί όχημα χωρίς να έχει καταβάλει τις οφειλόμενες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, πριν από τη διαπίστωση της παράβασης αυτής από τις διωκτικές αρχές, προσέρχεται αυτοβούλως στην Τελωνειακή Αρχή για τη νόμιμη τακτοποίηση του οχήματος. Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλονται τα πρόστιμα της περίπτωσης δ` της παραγράφου Α4 του παρόντος άρθρου. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν προσκομίζει στοιχεία, από τα οποία να αποδεικνύεται η ημερομηνία άφιξης του οχήματος στη χώρα, αντί του προστίμου της περίπτωσης δ` της παραγράφου Α4 του παρόντος άρθρου επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.
5. Για την εκπρόθεσμη υποβολή της ειδικής δήλωσης της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα ή την εκπρόθεσμη αποστολή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εξαγωγή, ακινητοποίηση, εγκατάλειψη, καταστροφή του οχήματος, επιβάλλεται για κάθε ημέρα καθυστέρησης το πρόστιμο που προβλέπεται από την περίπτωση δ` της παραγράφου Α4 του παρόντος όρθρου.
6. Για την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ταξινόμησης, που αφορά ειδική δήλωση της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 του άρθρου 130 του παρόντα Κώδικα που υποβλήθηκε εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα, επιβάλλεται για κάθε ημέρα καθυστέρησης το πρόστιμο που προβλέπεται από την περίπτωση δ` της παραπάνω παραγράφου Α4. Το πρόστιμο αυτό δεν επιβάλλεται όταν η εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ταξινόμησης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του παραλήπτη του οχήματος.
Γ. Οχήματα Κοινοτικών και Τρίτων Χωρών
1. 1. Πέρα από την επιβολή των προστίμων που αναφέρονται στις παραπάνω παραγράφους Α1, Α4, Β5, Β6, καθώς και των αναφερομένων στις παραγράφους Γ2, Γ4, Γ5 και Γ12 τα οχήματα υπόκεινται και σε προσωρινή δέσμευση, με πράξη της Τελωνειακής Αρχής που διαπίστωσε την παράβαση, εάν δεν διασφαλίζεται η είσπραξη των απαιτήσεων του Δημοσίου.»
Σημ.: όπως η περίπτωσης 1 της παρ.Γ τροποποιήθηκε   με το άρθρο τρίτο υποπαρ.Δ.5.2 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014
Η δέσμευση αυτή πραγματοποιείται με ακινητοποίηση αυτών σε τελωνειακούς χώρους ή φύλαξη στον Ο.Δ.Δ.Υ. ή ακινητοποίηση σε ιδιωτικούς χώρους στάθμευσης με ευθύνη και οικονομική επιβάρυνση του κατόχου του οχήματος και με τη λήψη αξιόχρεης εγγύησης.
Η απόδοση των δεσμευθέντων οχημάτων γίνεται μετά από την καταβολή των οφειλόμενων προστίμων και τυχόν άλλων προβλεπόμενων επιβαρύνσεων. Αν το όχημα δεν παραληφθεί μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία η καταλογιστική πράξη επιβολής των προστίμων κατέστη οριστική, περιέρχεται αυτοδικαίως στην κυριότητα του Δημοσίου και διαγράφεται το σύνολο του επιβληθέντος προστίμου. Το όχημα περιέρχεται αμέσως στην κυριότητα του Δημοσίου, χωρίς να επιβάλλονται τα πρόστιμα, αν ο ενδιαφερόμενος παραιτηθεί των ενδίκων μέσων και δηλώσει ότι εγκαταλείπει το όχημα υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
2. Η μεταβίβαση ή εκμίσθωση οχημάτων, κατά παράβαση των περιορισμών του καθεστώτος προσωρινής εισαγωγής, αποτελεί απλή τελωνειακή παράβαση και επιβάλλεται πρόστιμο εννιακοσίων (900) ευρώ.
3. Σε περίπτωση κυκλοφορίας των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 125 του παρόντα Κώδικα οχημάτων πριν από την καταβολή του οφειλόμενου τέλους ταξινόμησης, επιβάλλεται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή στους ιδιοκτήτες ή κατόχους αυτών πρόστιμο ίσο με το πενταπλάσιο των τελών κυκλοφορίας που τα βαρύνουν.
4. Σε περίπτωση ρήξης, αφαίρεσης, αντικατάστασης και αλλοίωσης των τελωνειακών σφραγίδων που τίθενται από τις τελωνειακές αρχές στα οχήματα που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής, όταν ακινητοποιούνται από αυτές, επιβάλλεται πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ. Όταν διαπιστώνεται χιλιομετρική διαφορά επιβάλλονται επιπλέον τα πρόστιμα που προβλέπονται στην περίπτωση δ` της παραγράφου Α4 του παρόντος άρθρου.
5. Για τη μη τήρηση της προϋπόθεσης της παραγράφου 4 του άρθρου 136 του παρόντα Κώδικα ή την υπέρβαση της προθεσμίας παραμονής ή κυκλοφορίας του οχήματος που είναι εφοδιασμένο με άδεια κυκλοφορίας των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 139 του παρόντα Κώδικα επιβάλλεται, κατά περίπτωση, πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ.
6. Oλα τα επιβαλλόμενα πρόστιμα των παραγράφων Α4, Β5, Β6 , Γ2, Γ4 και Γ5 του παρόντος άρθρου συμπεριλαμβανομένων και των προβλεπομένων από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 147, δεν δύναται να υπερβαίνουν, σωρευτικά ή μεμονωμένα, το ύψος του εφάπαξ προστίμου που αναλογεί στο όχημα όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο Α1.
7. Οι διατάξεις περί τελωνειακών παραβάσεων και λαθρεμπορίας των άρθρων 142 και επόμενων του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις δήλωσης Ψευδών στοιχείων ή παραποίησης των κατατιθέμενων παραστατικών ή χρήσης ιδιαίτερων τεχνασμάτων, με αποτέλεσμα τη μη είσπραξη ή την είσπραξη μειωμένων φορολογικών ή δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στο όχημα.
8. Οι διατάξεις των περιπτώσεων η` και θ` της παραγράφου 2 του άρθρου 155 του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται αναλόγως και για το τέλος ταξινόμησης και οι παραβάτες τιμωρούνται με τις περί λαθρεμπορίας διατάξεις αυτού.
9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται πρόσθετα μέτρα ελέγχου στο εσωτερικό της χώρας που κρίνονται αναγκαία για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του τέταρτου μέρους του παρόντα Κώδικα.
10. Τα ποσά των προστίμων και πολλαπλών τελών του παρόντος άρθρου δύνανται να τροποποιούνται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για παραβάσεις για τις οποίες μέχρι τη δημοσίευση των διατάξεων αυτών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δεν έχουν εκδοθεί οι καταλογιστικές πράξεις.  Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης στην περίπτωση που έχουν εκδοθεί καταλογιστικές πράξεις, δεν έχουν όμως οριστικοποιηθεί, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στις παρούσες διατάξεις, παραιτηθούν των ενδίκων μέσων και καταβάλουν τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ακόμη και για παραβάσεις για τις οποίες οι καταλογιστικές πράξεις έχουν οριστικοποιηθεί, εκκρεμούν όμως ως προς την καταβολή  στις αρμόδιες αρχές των καταλογισθέντων ποσών, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση για υπαγωγή στις παρούσες διατάξεις, παραιτηθούν όλων των ενδίκων μέσων και απαιτήσεων ή δικαιωμάτων για το όχημα και καταβάλουν τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου οφειλόμενα πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη. Αν τα καταλογισθέντα ποσά αφορούν εκκρεμείς απλές τελωνειακές παραβάσεις και οι οφειλέτες είναι αγνώστου διαμονής, τα δε οχήματά τους έχουν δεσμευτεί από τις τελωνειακές αρχές, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου Γ1 του παρόντος άρθρου.
Ποσά που έχουν καταβληθεί συμψηφίζονται μέχρι το ύψος των προστίμων που προβλέπονται από το παρόν άρθρο και τυχόν διαφορά δεν επιστρέφεται
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.51 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.
12. Στις περιπτώσεις αυτοκινήτων οχημάτων που καταλαμβάνονται πριν ή μετά την ταξινόμηση τους να έχουν διασκευασθεί χωρίς την τήρηση των διατάξεων του ν. 1573/1985 (Α` 201), επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 1/5 του αναλογούντος στα οχήματα τέλους ταξινόμησης με ανώτατο όριο το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ.
Δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής των αναλογουσών στα διασκευασθέντα οχήματα φορολογικών επιβαρύνσεων, εφόσον μετά την καταβολή του προβλεπόμενου από το προηγούμενο εδάφιο προστίμου, επαναφερθούν στην αρχική τους μορφή, γεγονός που θα βεβαιώνεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή.
Σε περίπτωση που ιδιοκτήτης οχήματος, ο οποίος υπέπεσε σε παράβαση του πρώτου εδαφίου της παρούσας, κατέβαλε το προβλεπόμενο πρόστιμο και επανέφερε το όχημα στην αρχική μορφή του, καταληφθεί εκ νέου να έχει διασκευάσει το ίδιο όχημα χωρίς την τήρηση των διατάξεων του ν. 1573/1985, επιβάλλεται σε αυτόν το διπλάσιο του κατά τα ανωτέρω προβλεπόμενου προστίμου.»
Σημ.: όπως η περίπτωση 12 προστέθηκε με το άρθρο τρίτο   υποπαρ.Δ.5.2 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
Σημ.: όπως το άρθρο 137 τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ.2 Ν.3453/2006, ΦΕΚ Α 74/7.4.2006.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 138
Εγκατάλειψη υπέρ του Δημοσίου ή καταστροφή οχημάτων
Οι διατάξεις του άρθρου 37 του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις εγκατάλειψης ή καταστροφής κοινοτικών οχημάτων ή οχημάτων που έχουν τεθεί σε ανάλωση χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του τέλους ταξινόμησης.

Άρθρο 139
Ελληνικές άδειες κυκλοφορίας προσωρινού τύπου

1. Οχήματα ιδιωτικής χρήσης, που τίθενται στο καθεστώς της παραγράφου 2 του άρθρου 133 του παρόντα Κώδικα ή σε τελωνειακό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και φέρουν άδεια κυκλοφορίας προσωρινού τύπου άλλου κράτους, επιτρέπεται και μετά τη λήξη ισχύος της άδειας αυτής να παραμένουν και να κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας, στο πλαίσιο των ιδίων καθεστώτων, εφόσον εφοδιάζονται από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές της χώρας με ελληνική άδεια κυκλοφορίας προσωρινού τύπου.

2. Ελληνική άδεια κυκλοφορίας προσωρινού τύπου μπορεί να χορηγείται σε οχήματα που βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής επιβολής δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, καθώς και σε ανάριθμα οχήματα, εφόσον προορίζονται να εξαχθούν ή μεταφερθούν αυτοδυνάμως εκτός της χώρας.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος των ελληνικών προσωρινών αδειών κυκλοφορίας, ο τύπος και το σχήμα των πινακίδων, το αντίτιμο της διάθεσης αυτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 140
Φορολογική μεταχείριση μεταβιβαζομένων αυτοκινήτων μετοικούντων

1. Ιδιωτικής χρήσης επιβατικά αυτοκίνητα ή αυτοκινούμενα τροχόσπιτα που παραλαμβάνονται ή έχουν παραληφθεί από 1/3/1988, με τις απαλλαγές που προβλέπονται από τις διατάξεις των Κεφαλαίων Β΄ ή Η΄ της Δ. 245/1988 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (Α.Υ.Ο.), η οποία κυρώθηκε με το Ν. 1839/1989, είναι δυνατόν να μεταβιβάζονται στο εξής από το δικαιούχο ατέλειας πρόσωπο, μετά την παρέλευση της ετήσιας περιοριστικής προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 της Δ. 245/1988 Α.Υ.Ο. μόνο ύστερα από έγκριση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και εφόσον προηγουμένως καταβληθεί ποσοστό του τέλους ταξινόμησης επιβατικών αυτοκινήτων ανάλογα με το διάστημα που έχει παρέλθει από την ημερομηνία αποδοχής του παραστατικού εισαγωγής του αυτοκινήτου μέχρι την καταβολή του ποσοστού αυτού, ως ακολούθως:
α. Από 1 μέχρι 2 έτη καταβάλλεται το 50%.
β. Από 2 μέχρι 3 έτη καταβάλλεται το 40%.
γ. Από 3 μέχρι 4 έτη καταβάλλεται το 30%.
δ. Από 4 μέχρι 5 έτη καταβάλλεται το 20%.
ε. Από 5 έτη και άνω χωρίς καταβολή.

2. Το ποσοστό που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο υπολογίζεται επί του ποσού του τέλους ταξινόμησης που αναλογεί στο συγκεκριμένο αυτοκίνητο με βάση τους συντελεστές που ορίζονται στην περίπτωση (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 121 του παρόντα Κώδικα και τη φορολογητέα αξία του αυτοκινήτου που έχει διαμορφωθεί κατά την παράδοση του αυτοκινήτου με τις διατάξεις της Δ. 245/1988 Α.Υ.Ο.

3. Η έγκριση για τη μεταβίβαση του αυτοκινήτου χορηγείται ύστερα από αίτηση που καταθέτει στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή το δικαιούχο ατέλειας πρόσωπο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.52 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Μετά την πάροδο πενταετίας από την ημερομηνία αποδοχής του παραστατικού εισαγωγής του αυτοκινήτου, η μεταβίβαση γίνεται χωρίς να απαιτείται έγκριση της Τελωνειακής Αρχής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.52 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

5. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου προσώπου δεν οφείλονται τα ποσοστά του τέλους ταξινόμησης που ορίζονται στην παράγραφο 1 και η έγκριση για την περιέλευση του αυτοκινήτου στους κληρονόμους χορηγείται ύστερα από αίτηση τους.

6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 141
Άλλες διατάξεις

1. Όπου στις κείμενες διατάξεις και στις κατ΄ εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες διοικητικές πράξεις αναφέρεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αυτοκινήτων οχημάτων ή εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος νοείται εφεξής τέλος ταξινόμησης.

2. Το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του τέταρτου μέρους του παρόντα Κώδικα τέλος ταξινόμησης επιβάλλεται ανεξάρτητα αν η άδεια κυκλοφορίας του οχήματος χορηγείται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών ή από οποιαδήποτε άλλη Υπηρεσία.

3. Οι αμφισβητήσεις που εγείρονται κατά την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου και τέταρτου μέρους του παρόντα Κώδικα μεταξύ της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και των ενδιαφερόμενων προσώπων επιλύονται διοικητικά από τις Επιτροπές Τελωνειακών Αμφισβητήσεων, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται από τις κείμενες διατάξεις.

4. Όπου στις κείμενες διατάξεις και στις κατ` εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες διοικητικές πράξεις αναφέρεται η φράση «αυτοκίνητα τύπου JEEP της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας», νοείται εφεξής ότι αυτή δεν έχει εφαρμογή.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με τη παρ.11 άρθρου 59 Ν.4389/2016,ΦΕΚ Α 94,η ισχύς της οποίας, σύμφωνα με τη παρ.13 του αυτού άρθρου και νόμου,αρχίζει από 1.6.2016 και καταλαμβάνει αυτοκίνητα για τα οποία το τέλος ταξινόμησης καθίσταται απαιτητό από την ημερομηνία αυτή και μετά.

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΤΥΠΙΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΝΝΟΙΑ – ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΥΠΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΙΜΑ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ – ΠΑΡΑΤΥΠΙΩΝ

Άρθρο 142
Έννοια και βεβαίωση παραβάσεων – παρατυπιών

1. Η μη τήρηση των διατυπώσεων του παρόντα Κώδικα, οι οποίες έχουν σχέση με τις τελωνειακές εργασίες και την Τελωνειακή Υπηρεσία, χαρακτηρίζεται και τιμωρείται ως τελωνειακή παράβαση.

2. Ως τελωνειακή παράβαση χαρακτηρίζεται επίσης, η με οποιονδήποτε τρόπο, από τους αναφερόμενους στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της πληρωμής των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των καθοριζομένων, στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διατυπώσεων και επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα ακόμη και αν κρινόταν, αρμοδίως, ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιόποινης λαθρεμπορίας.

3. Η ποινή που επιβάλλεται επί των τελωνειακών παραβάσεων δεν απαλλάσσει από την καταβολή των οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων.

4. Οι τελωνειακές παραβάσεις βεβαιώνονται με πρωτόκολλο τελωνειακής παράβασης (π.τ.π.), που συντάσσεται από τα αρμόδια όργανα της Τελωνειακής Υπηρεσίας.
Ειδικά, στις περιπτώσεις όπου οι τελωνειακές παραβάσεις χαρακτηρίζονται ως λαθρεμπορίες, αυτές βεβαιώνονται με σχετικό πρωτόκολλο από τα όργανα του αρμόδιου Τελωνείου, με βάση τα στοιχεία, που διαβιβάζονται στον Προϊστάμενο του, από τη Δημόσια Αρχή, η οποία πρώτη επιλήφθηκε της δίωξης του λαθρεμπορίου και τα οποία, στις περιπτώσεις της αυτόφωρης λαθρεμπορίας, απαριθμούνται στο αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης και του φακέλου της προανάκρισης, που σχηματίσθηκε, στις λοιπές δε περιπτώσεις στο αντίγραφο του προανακριτικού φακέλου.

5. Με ιδιαίτερο πρωτόκολλο είναι δυνατόν να βεβαιώνεται αυτοτελώς η υποχρέωση φυσικού ή νομικού προσώπου προς καταβολή δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, που διέφυγαν της καταβολής αν και γεννήθηκε κατά νόμο τελωνειακή οφειλή και ανεξάρτητα αν βεβαιωθεί τελωνειακή παράβαση επιφέρουσα πρόστιμο ή πολλαπλό τέλος.

6. Τα προβλεπόμενα στα άρθρα 143, 144, 145, 146 και 147 του παρόντα Κώδικα ποσά προστίμων δύνανται να τροποποιούνται με προεδρικά διατάγματα μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΠΡΟΣΤΙΜΑ

Άρθρο 143
Επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, εάν βρεθούν επί των μεταφορικών μέσων ή αποβιβασθούν από αυτά εμπορεύματα περισσότερα ή λιγότερα των αναγραφομένων στο δηλωτικό, επιβάλλεται στον μεταφορέα ή τον πράκτορα πρόστιμο ίσο με τριακόσια (300) ευρώ ανά δηλωτικό.

Άρθρο 144

1. Επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ στον πλοίαρχο ή στον μεταφορέα ή στον πράκτορα κατά περίπτωση :
α) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων περί δηλωτικών των άρθρων 12, 13 και 14 του παρόντος Κώδικα ή όταν προκύπτουν αδικαιολόγητες διαφορές μεταξύ αυτού και του κατά το άρθρο 15 δηλωτικού, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση λαθρεμπορίας ούτε εμπίπτει η παράβαση στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 145 του παρόντος Κώδικα.
β) Σε αντίσταση του πλοιάρχου στην επίσκεψη κατά το άρθρο 18 του παρόντος Κώδικα, βεβαιωμένη με πρωτόκολλο από την Τελωνειακή και Αιμενική ή Αστυνομική Αρχή.
γ) Σε παράλειψη της δήλωσης του πλοιάρχου κατά το άρθρο 52 του παρόντος Κώδικα. Η ίδια ποινή επιβάλλεται στον πράκτορα που παρέλειψε τη δήλωση αυτή και στον παραλήπτη, όταν λείπει η προβλεπόμενη, από το άρθρο 52 του παρόντος Κώδικα, ευανάγνωστη επιγραφή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται στους πράκτορες ατμοπλοϊκών ναυτιλιακών εταιριών, εάν μετά από έγγραφη πρόσκληση του Προϊσταμένου Τελωνειακής Αρχής, παραλείψουν ή αναβάλουν με υπαιτιότητά τους την εκφόρτωση, από τα πλοία ή άλλα θαλάσσια μέσα, των προσκομισθέντων εμπορευμάτων, ή την τακτοποίησή τους, εντός των τελωνειακών αποθηκών, σύμφωνα με τις έγγραφες υποδείξεις και εντός της αναφερόμενης ορισμένης προθεσμίας.

3. Με επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ στον μεταφορέα κάθε οχήματος που εκτελεί οδικές μεταφορές για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις:
α) Σε περίπτωση φόρτωσης, εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης εμπορευμάτων από όχημα χωρίς άδεια της Τελωνειακής Αρχής ή χωρίς την παρουσία των αρμόδιων τελωνειακών οργάνων, σε χώρους και αποθήκες μη εγκεκριμένους από αυτήν.
β) Σε περίπτωση εκφόρτωσης από το όχημα εμπορευμάτων περισσότερων ή λιγότερων από τα αναγραφόμενα στο συνοδευτικό έγγραφο του φορτίου, πλην της περίπτωσης που, λόγω ανώτερης βίας, αποβιβάζονται λιγότερα εμπορεύματα. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 143 του παρόντος Κώδικα.
γ) Σε περίπτωση ρήξης, αντικατάστασης, αφαίρεσης και αλλοίωσης των τελωνειακών σφραγίδων ή άλλων σημείων αναγνώρισης που τίθενται από τις Τελωνειακές Αρχές στο μεταφορικό μέσο ή στα εμπορεύματα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Με επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, ειδικά στο μεταφορέα κάθε οχήματος που εκτελεί οδικές μεταφορές και μεταφέρει εμπορεύματα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και προορίζονται για εξαγωγή και δεν μεταβαίνει στο Τελωνείο Εξόδου, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, επιβάλλονται τα παρακάτω πρόστιμα:
-Για μία ημέρα καθυστέρησης πρόστιμο τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
-Για δύο ημέρες καθυστέρησης πρόστιμο έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ.
-Για τρεις ημέρες καθυστέρησης πρόστιμο δεκατεσσάρων χιλιάδων (14.000) ευρώ.
-Για τέσσερις ημέρες καθυστέρησης και άνω, πρόστιμο ίσο με το μισό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που αναλογεί στα εν λόγω εμπορεύματα και το οποίο δε μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Τα πρόστιμα αυτά δεν επιβάλλονται εάν η μη εμπρόθεσμη μετάβαση στο Τελωνείο Εξόδου οφείλεται σε αποδεδειγμένη Ανώτερη βία.

5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας επιβάλλεται:
α) πρόστιμο τριάντα (30) ευρώ για κάθε εικοσιτετράωρο παραβίασης της προθεσμίας λήξης του καθεστώτος προσωρινής εισαγωγής των μεταφορικών μέσων εμπορικής χρήσης.
β) πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ για κάθε άλλη περίπτωση παράβασης των κειμένων διατάξεων περί καθεστώτος προσωρινής εισαγωγής των μεταφορικών μέσων, του εδαφίου α της παρούσας παραγράφου.

6. Επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των αναλογούντων δασμών και φόρων σε περιπτώσεις που το καθεστώς της διαμετακόμισης δεν εξοφλείται ή εξοφλείται με διαπιστώσεις ποσοτικών διαφορών επί έλατ-τον ή διαφορετικού είδους των αναφερομένων στη διασάφηση διαμετακόμισης, για τις οποίες γεννάται τελωνειακή οφειλή στην Ελλάδα.
Το πρόστιμο επιβάλλεται στον κύριο υπόχρεο ή στον μεταφορέα ή στον παραλήπτη, όταν αποδεικνύεται ότι ο τελευταίος γνώριζε την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς της διαμετακόμισης και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εξακοσίων (600) ευρώ.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

7. Επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ στον μεταφορέα ή τον πράκτορα σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης προσκόμισης στο τελωνείο Εξόδου ή Προορισμού των εμπορευμάτων, που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς της διαμετακόμισης, εκτός αν αποδειχθεί ότι αυτή οφείλεται σε δεόντως αιτιολογημένους λόγους, αποδεκτούς από την Τελωνειακή Αρχή ή σε λόγους ανώτερης βίας.
Για κάθε εικοσιτετράωρο καθυστέρησης επιβάλλεται πρόσθετο πρόστιμο εκατό (100) ευρώ.
Το ως άνω πρόστιμο μπορεί να επιβληθεί και στον παραλήπτη των εμπορευμάτων όταν αποδεικνύεται ότι γνώριζε την υπαγωγή των εμπορευμάτων σε καθεστώς διαμετακόμισης.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

8. Επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ στον μεταφορέα ή τον πράκτορα σε περίπτωση παρέκκλισης του, από το καθορισμένο από το τελωνείο Αναχώρησης ή άλλο ενδιάμεσο τελωνείο δρομολόγιο του μέσου μεταφοράς που κυκλοφορεί με το καθεστώς της διαμετακόμισης ή μη διέλευσης του από τις προκαθορισμένες Τελωνειακές Αρχές, εκτός αν αποδειχθεί ότι αυτή οφείλεται σε δεόντως αιτιολογημένους λόγους, αποδεκτούς από την Τελωνειακή Αρχή ή σε λόγους ανώτερης βίας.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

9. Με επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ στον μεταφορέα σε περίπτωση ρήξης, αντικατάστασης, αφαίρεσης και αλλοίωσης των τελωνειακών σφραγίδων ή άλλων σημείων αναγνώρισης που τίθενται από τις Τελωνειακές Αρχές στο μεταφορικό μέσο ή στα εμπορεύματα που κυκλοφορούν με το καθεστώς της διαμετακόμισης.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

10. Με επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ στον κάτοχο του δελτίου TIR/ATA ή στον μεταφορέα σε περίπτωση παράβασης των λοιπών διατάξεων της ισχύουσας Διεθνούς Τελωνειακής Σύμβασης, περί διεθνών οδικών μεταφορών ή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και των παραρτημάτων αυτών ή του παρόντος Κώδικα και των συναφών τελωνειακών κανονιστικών πράξεων, με τις οποίες επιβάλλονται υποχρεώσεις κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων δια του ελληνικού εδάφους.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

11. Οι κυρώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους 6, 7, 8 και 9 επιβάλλονται κατά την εφαρμογή κάθε καθεστώτος κοινοτικής διαμετακόμισης που ορίζεται στον Κοινοτικό Τελωνειακό Κώδικα ή της κοινής διαμετακόμισης που ορίζεται στη Σύμβαση του 1987 μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των χωρών ΕΖΕΣ για την κοινή διαμετακόμιση.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.53β Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 145

1. Επιβάλλεται στον πλοίαρχο ή στον πράκτορα, κατά περίπτωση, πρόστιμο:
α) τριακοσίων (300) ευρώ σε περίπτωση εκπρόθεσμης κατάθεσης του κατά το άρθρο 12 του παρόντα Κώδικα δηλωτικού, ή αν τούτο δεν πληροί τους όρους του παρόντα Κώδικα.
Για κάθε εικοσιτετράωρο αναβολής της κατάθεσης του δηλωτικού επιβάλλεται πρόσθετο πρόστιμο τριάντα (30) ευρώ.
β) Εξακοσίων (600) ευρώ σε περίπτωση απόπλου χωρίς το κατά το άρθρο 14 του παρόντα Κώδικα δηλωτικό, ή χωρίς την άδεια της Τελωνειακής Αρχής ή κατά παράβαση άλλης διατύπωσης του παρόντα Κώδικα.
γ) Εξακοσίων (600) ευρώ σε περίπτωση φόρτωσης, εκφόρτωσης, ή μεταφόρτωσης χωρίς την άδεια της Τελωνειακής Αρχής ή χωρίς την παρουσία των αρμόδιων τελωνειακών οργάνων.
δ) Τριακοσίων (300) ευρώ σε περίπτωση μη προσκόμισης από τον πλοίαρχο στο Τελωνείο του κατάπλου του, σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντα Κώδικα, δηλωτικού ή του επέχοντος θέση δηλωτικού εγγράφου, κατά τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα, καθώς και των άλλων τελωνειακών εγγράφων.
ε) Με την επιφύλαξη των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 1 εδάφιο α του παρόντος άρθρου, ανά εικοσιτετράωρο, στο μεταφορέα κάθε αυτοκινήτου οχήματος για τη μη έγκαιρη, μέσα στην προθεσμία που καθορίσθηκε από το Τελωνείο Εισόδου, προσκόμιση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, για τελωνισμό, για παράδοση σε ελεύθερη χρήση, ή για επανεξαγωγή κάθε αυτοκινήτου, που κινείται με Δελτίο Ελεύθερης Χρήσης (Δ.Ε.Χ.) ή με άλλα τελωνειακά παραστατικά, προσωρινής ισχύος, που επέχουν θέση αποσπάσματος δηλωτικού του Τελωνείου Εισόδου.
στ) Αν το πλοίο προσεγγίζει σε θέσεις άλλες από τις ορισμένες από την Τελωνειακή ή Λιμενική Αρχή, καθώς και αν αυτό δεν αγκυροβολεί στην προκαθορισμένη θέση, επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο 1 εδάφιο δ πρόστιμο επιβάλλεται μόνο στο φορτωτή και παραλήπτη αλληλέγγυα, όταν αυτοί τυγχάνουν γνωστοί και ευθύνονται για κάθε παρουσιαζόμενη στον τόπο της φόρτωσης και εκφόρτωσης διαφορά μεταξύ φορτωθέντων και εκφορτωθέντων εμπορευμάτων και εγχώριων προϊόντων, ως και για την έλλειψη ή τη μη έγκαιρη έκδοση των νόμιμων τελωνειακών εγγράφων για τη μεταφορά εμπορευμάτων και εγχώριων προϊόντων.
Διαφορές μέχρι δέκα τοις εκατό (10%) πλέον ή έλαττον προκειμένου για ελεύθερα δασμών εμπορεύματα και μέχρι πέντε τοις εκατό (5%) προκειμένου για υποκείμενα σε δασμολογικές επιβαρύνσεις εμπορεύματα, δεν τιμωρούνται.

3. Ομοίως, το κατά την πρώτη παράγραφο του παρόντος άρθρου πρόστιμο επιβάλλεται με τους όρους και προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου και σε περίπτωση που τυχόν διαπιστώνονται διαφορές μεταξύ των στη διασάφηση – δήλωση διαμετακόμισης, αναφερόμενων ειδών και των κατά την επαλήθευση αυτής στον τόπο φόρτωσης ευρισκομένων, εφόσον από άλλη διάταξη δεν προβλέπεται βαρύτερη κύρωση.

Άρθρο 146

1. Επιβάλλεται πρόστιμο εξακοσίων (600) ευρώ στον διαχειριστή Αποθήκης Προσωρινής Εναπόθεσης, σε περίπτωση παράβασης των όρων και προϋποθέσεων που ορίζονται από την παράγραφο 7 εδάφια β` και γ` του άρθρου 25 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.54 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Το ίδιο ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται όταν, εμπορεύματα ελεύθερα δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, εξάγονται από μη καθοριζόμενα σημεία εισόδου – εξόδου.

3. Επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο των αναλογουσών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας, εάν βρεθούν επί πλοίου χωρητικότητας μέχρι εκατό (100) κόρων ή αποβιβασθούν από αυτό εμπορεύματα περισσότερα από τα αναγραφόμενα στο δηλωτικό εισαγωγής, καθώς και αν προκύψουν ποσοτικές διαφορές σε εμπορεύματα χυτά ή λυτά που υπερβαίνουν το δέκα τοις εκατό (10%). Όσες φορές τα επιπλέον δέματα ή δοχεία που βρέθηκαν φέρνουν διακριτικά σημεία και αριθμούς όμοια με των άλλων που αναγράφονται στο δηλωτικό, θεωρούνται ως μη δηλωθέντα τα υποκείμενα σε ανώτερο ποσό δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Επίσης επί διαφορών που προκύπτουν σε χυτά ή λυτά ομοειδή εμπορεύματα, θεωρούνται ως μη δηλωθέντα τα υποκείμενα σε ανώτερο ποσό δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.
Τα πρόσθετα τέλη της παρούσας παραγράφου καθορίζονται σε χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ και σε περίπτωση που, τα εμπορεύματα, δεν υπόκεινται σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις ή υπόκεινται σε αυτές και το τριπλάσιό τους, είναι μικρότερο των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Άρθρο 147

1. Επιβάλλεται πρόστιμο εννιακοσίων (900) ευρώ σε οποιονδήποτε μεταφέρει επιβάτες ή εμπορεύματα μέσω τελωνειακού περιβόλου κατά παράβαση των διατάξεων της Τελωνειακής ή Λιμενικής Νομοθεσίας. Σε περίπτωση υποτροπής, η οποία αφορά είτε το μεταφορέα, είτε το μεταφορικό μέσο, το παραπάνω πρόστιμο πενταπλασιάζεται, το δε μεταφορικό μέσο κατάσχεται.

2. Για οποιαδήποτε άλλη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Κώδικα, καθώς και των υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων διαταγών, που εκδίδονται για την εφαρμογή του, η οποία δεν τιμωρείται από ειδική διάταξη αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.55α     Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

3. Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται και σε παραβάσεις διατάξεων που εκδίδονται με προεδρικά διατάγματα κατά εξουσιοδότηση του παρόντα Κώδικα, εφόσον δεν τιμωρούνται με ειδικές διατάξεις.

4. Επιβάλλεται πρόστιμο στο τριπλάσιο της διαφοράς των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που διέφυγαν με καταστρατήγηση των διατάξεων περί απόβαρου, όταν τα εμπορεύματα, τελωνίζονται με βάση το μικτό βάρος αυτών, εισάγονται γυμνά, παρά τον καθιερωμένο και συνήθη τρόπο συσκευασίας ή όταν τα εμπορεύματα υπόκεινται σε έκπτωση νομίμου απόβαρου ή στην πραγματική αποστάθμιση και σε κάθε περίπτωση εισάγονται μη συνοδευόμενα από τα απαιτούμενα εμπορικά έγγραφα μεταφοράς και αποστολής και εισάγονται συσκευασμένα, όχι με το συνήθη εμπορικό τρόπο, αλλά με ειδικό τρόπο, με σκοπό τη ζημιά του Δημοσίου.

5. Στους παραβάτες των περί εξαγωγής και των απλουστευμένων αυτής διατάξεων, επιβάλλεται για κάθε παράβαση πρόστιμο ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ.
Αν η παράβαση συνεπάγεται λήψη μεγαλύτερων επιστροφών ή άλλων ποσών που χορηγούνται κατά την εξαγωγή των εμπορευμάτων, το πρόστιμο αυτό ορίζεται ίοο με το διπλάσιο της διαφοράς αυτής και δεν μπορεί να υπολείπεται σε κάθε περίπτωση του προστίμου του προηγούμενου εδαφίου, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας.
Σε περίπτωση επιβολής προστίμου ανακαλείται η έγκριση υπαγωγής στις απλουστευμένες διαδικασίες εξαγωγής και με πράξη του προϊσταμένου της οικείας
τελωνειακής περιφέρειας επιβάλλεται στον παραβάτη εξαγωγέα στέρηση από ένα μέχρι τρία χρόνια της υπαγωγής στις απλουστευμένες διαδικασίες εξαγωγής σε όλες τις Τελωνειακές Αρχές της δικαιοδοσίας του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.55α     Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

6. Επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας εφόσον διαπιστώνεται υποτιμολόγηση ή υπερτιμολόγηση κατά την εξαγωγή, επιβάλλεται πρόστιμο πέντε τοις εκατό (5%) επί της διαφοράς μεταξύ της αξίας που δηλώθηκε και της πραγματικής, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Σημ.: όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.55β Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

7. Για τα εμπορεύματα απομίμησης ή παραποίησης ή πειρατικά και λοιπά που αναφέρονται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1383/03, όταν διαπιστώνεται σύμφωνα με τις σχετικές κοινοτικές διατάξεις ότι παραβιάζουν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του διασαφιστή από δύο χιλιάδες (2.000) μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης (το είδος, την ποσότητα, την αξία των κατασχεθέντων εμπορευμάτων σε σχέση με την αξία των αντίστοιχων γνήσιων, τη συχνότητα εισαγωγών και την περίπτωση υποτροπής).
Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται σε βάρος του κυρίως υπόχρεου και του μεταφορέα, εφόσον αυτοί γνώριζαν την ανωτέρω παραβίαση.
Σημ.: όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.55β Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

8. Για τη μη υποβολή δήλωσης περί ρευστών διαθεσίμων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Καν. (ΕΚ) 1889/2005 επιβάλλεται στον υπαίτιο χρηματικό πρόστιμο ίσο με το 25% του ποσού των μη δηλωθέντων.
Το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται και στις περιπτώσεις ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης των παρεχόμενων πληροφοριών, όπως αυτές αναλυτικά περιγράφονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του Καν. 1889/2005.
Σε κάθε περίπτωση το ως άνω πρόστιμο παρακρατείται από τα ρευστά διαθέσιμα και η προθεσμία της προσφυγής, καθώς και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την είσπραξη του προστίμου.
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση δήλωσης του άρθρου 3 του εν λόγω Κανονισμού, η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή επιπλέον δύναται, με απόφαση της, να δεσμεύσει τα ρευστά διαθέσιμα προκειμένου να πραγματοποιηθεί περαιτέρω έρευνα.
Η δέσμευση αυτή δεν μπορεί να διαρκέσει πέραν των τριών (3) μηνών και τελεί υπό την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων περί νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.2 άρθρ.24 Ν.3610/2007,ΦΕΚ Α 258/22.11.2007.

9. Στις περιπτώσεις μη καταχώρισης ή εκπρόθεσμης καταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης εντός της προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερών του άρθρου 73 παράγραφος 2 περίπτωση α` του παρόντος νόμου, επιβάλλεται ανά φορολογικό στοιχείο πρόστιμο εκατό (100) ευρώ, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων.
Στα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., που καταλογίζονται κατά τα ανωτέρω πρόστιμα για εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, επιβάλλεται ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., ανά ημερολογιακό έτος, έναντι όλων των τελωνειακών αρχών, πρόστιμο έως χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, όταν το πλήθος των εκπροθέσμως ή ανακριβώς καταχωρημένων συναλλαγών ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., είναι μέχρι πενήντα (50) φορολογικά στοιχεία, πρόστιμο τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ όταν το πλήθος των εκπροθέσμως ή ανακριβώς καταχωρημένων συναλλαγών, ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. είναι από πενήντα ένα (51) έως εκατό (100) φορολογικά στοιχεία πρόστιμο έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ από εκατόν ένα (101) και μέχρι 150 φορολογικά στοιχεία και περαιτέρω 50 ευρώ ανά 50 φορολογικά στοιχεία πέραν των 150 εφόσον το μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. υποβάλλει σχετική αίτηση στο αρμόδιο Τελωνείο και καταβαλλει το καταλογιζόμενο πρόστιμο με ταυτόχρονη παραίτηση από τα κατά το άρθρο 152 του ν. 2960/2001 καθοριζόμενα ένδικα μέσα εντός δύο μηνών από την έκδοση των καταλογιστικών Πράξεων.
Σε περίπτωση που μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., έχει προβεί σε μη καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης ανεξαρτήτως αριθμού ή σε εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση άνω των εκατόν πενήντα (150) φορολογικών στοιχείων ανά ημερολογιακό έτος ή σε εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση κάτω των εκατόν πενήντα (150) φορολογικών στοιχείων αλλά διαπιστώνεται από τις αρμόδιες αρχές τέλεση λαθρεμπορίας, επιβάλλεται και ποινή διαγραφής του μέλους από το μητρώο ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ..
Δεν συνιστά παράβαση, κατά τα ανωτέρω, ανακριβής δήλωση η οποία επανεισήχθη διορθωμένη στο ως άνω σύστημα από μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 73 παράγραφος 2 περίπτωση α` του παρόντος νόμου προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερών.
Σημ.: όπως προστέθηκε  προστεθεί με το άρθρο 5 παρ.34 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212 , τροποποιήθηκε με την παρ.8α άρθρου 320 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86,και με τη παρ.1 άρθρου 39 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

10. Αν δεν πληρούται κάποια από τις προϋποθέσεις α, β, γ που ορίζονται στην παράγραφο 4α του άρθρου 29 του παρόντος νόμου, επιβάλλεται στον εισαγωγέα πρόστιμο δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ».
Σημ.: όπως η παρ.10 προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ.3 Ν.4410/2016,ΦΕΚ Α 141/3.8.2016.

Άρθρο 148

1. Όταν κατά τον έλεγχο των αποταμιευμένων εμπορευμάτων σε ιδιωτικές ή δημόσιες αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ανακαλύπτονται διαφορές κατά ένα ποσοστό μεγαλύτερο ή μικρότερο, οι οποίες υπερβαίνουν κατά δύο τοις εκατό (2%) τη σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, οριζόμενη φύρα ή μεταβολές του είδους ή της ποιότητας των εμπορευμάτων επιβάλλεται πρόστιμο στον κύριο των εμπορευμάτων, όχι μεγαλύτερο από το διπλάσιο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων για τα εμπορεύματα που λείπουν ή για αυτά που βρέθηκαν διαφορές στο είδος ή στην ποιότητά τους.

2. Εάν οι διαφορές στην ποιότητα, στην ποσότητα ή στο είδος υπερβαίνουν το δέκα τοις εκατό (10%), εκτός της πληρωμής του κατά την προηγούμενη παράγραφο, προστίμου, ο κύριος των εμπορευμάτων υποχρεούται να καταβάλει αμέσως τους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις για όλα τα αποταμιευμένα, στο όνομά του, εμπορεύματα. Ακόμη, σε περίπτωση υποτροπής, επιπλέον στερείται για ένα έτος του πλεονεκτήματος αποταμίευσης.

3. Εάν προκύπτει έλλειμμα στα δοχεία ή τα δέματα των σημειωμένων στα βιβλία της αποταμίευσης, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων για τα εμπορεύματα που λείπουν. Εάν το βάρος κάθε δοχείου ή δέματος που λείπει δεν είναι γνωστό, αυτό υπολογίζεται βάσει του μέσου βάρους των ομοειδών δεμάτων, που έχουν αποταμιευθεί με την ίδια αίτηση. Για τις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου επιφυλάσσεται η δίωξη για λαθρεμπορία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 περίπτωση γ΄ του άρθρου 155 του παρόντα Κώδικα και γίνεται αφαίρεση και της άδειας σε περίπτωση δίωξης για λαθρεμπορία.

4. Εάν μέσα στις ιδιωτικές αποθήκες αποταμίευσης βρίσκονται εμπορεύματα τα οποία δεν έχουν αναγραφεί στα βιβλία του αποταμιευτικού καταστήματος, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων.

Άρθρο 149
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.56 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

1.  Παραβάσεις, που διαπιστώνονται στα πλαίσια του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεξαγωγή και επισύρουν την επιβολή προστίμου, αντιμετωπίζονται με τις γενικότερες Εθνικές Νομοθετικές Διατάξεις που ισχύουν για το εν λόγω καθεστώς.

2. Εμπορεύματα, που έχουν παραληφθεί στα πλαίσια του καθεστώτος προσωρινής εισαγωγής, τα οποία τίθενται σε ανάλωση ή για τα οποία γεννάται τελωνειακή οφειλή λόγω εκπρόθεσμης λήξης ή ανάκλησης του καθεστώτος, επιβαρύνονται με προσαύξηση που υπολογίζεται επί των οφειλόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, από την ημερομηνία αποδοχής του παραστατικού εισαγωγής μέχρι την ημερομηνία καταβολής αυτού, με εξαίρεση τα υπολείμματα των εμπορευμάτων που καταστράφηκαν με έγκριση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και τίθενται σε ανάλωση, για τα οποία η προσαύξηση υπολογίζεται από την ημερομηνία καταστροφής των αγαθών.
Το ποσοστό της προσαύξησης ισούται με το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής, όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 περί ΚΕΔΕ.

ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΠΡΟΣΤΙΜΩΝ

Άρθρο 150

1. Κατά των με οποιονδήποτε τρόπο συμμετεχόντων στην τελωνειακή παράβαση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 142 του παρόντος Κώδικα και ανάλογα με το βαθμό συμμετοχής εκάστου, άσχετα από την ποινική δίωξη αυτών, επιβάλλεται,
σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 152, 155 και επόμενων του παρόντος Κώδικα, ιδιαίτερα στον καθένα και αλληλέγγυα, πολλαπλό τέλος από το τριπλάσιο μέχρι το πενταπλάσιο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, που αναλογούν στο αντικείμενο αυτής, συνολικά για όλους τους συνυπαιτίους.
Για το σκοπό αυτόν, οι δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και τις συναφείς εθνικές διατάξεις περί γένεσης της τελωνειακής οφειλής.
Επί υπερτιμολόγησης ή υποτιμολόγησης ως βάση επιβολής του ως άνω πολλαπλού τέλους αποτελεί η διαφορά των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που προκύπτει από τη ληφθείσα κατά τον τελωνισμό αξία και την τρέχουσα συναλλακτική τιμή.
Στην περίπτωση που το τριπλάσιο των δασμών και λοιπών φόρων, που αντιστοιχούν στο αντικείμενο της λαθρεμπορίας, είναι μικρότερο των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, το πρόστιμο καθορίζεται στο ποσό αυτό, προκειμένου για προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, στο μισό δε του ποσού αυτού για τα λοιπά εμπορεύματα, καθώς και για τις περιπτώσεις παραβάσεων του άρθρου 82 του παρόντος, από μικρούς αποσταγματοποιούς (διήμερους).
Τα ποσά αυτά μπορεί να αυξομειώνονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
Δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που διέφυγαν της καταβολής, παρά το γεγονός ότι γεννήθηκε κατά νόμο τελωνειακή οφειλή, είναι δυνατόν να καταλογίζονται αυτοτελώς με αιτιολογημένη πράξη καταλογισμού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.57 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Το, από την προηγούμενη παράγραφο, προβλεπόμενο πολλαπλό τέλος επιβάλλουν με πράξεις τους, κατά τις διατάξεις του άρθρου 152 του παρόντα Κώδικα, οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Αρχών, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.
Προς έκδοση της καταλογιστικής πράξης διαβιβάζεται στον Προϊστάμενο του αρμόδιου Τελωνείου, από τη Δημόσια Αρχή, που επιλήφθηκε πρώτη της δίωξης του λαθρεμπορίου, στις περιπτώσεις αυτόφωρης λαθρεμπορίας αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης και του σχηματισθέντος φακέλου προανάκρισης, στις άλλες δε περιπτώσεις αντίγραφο του φακέλου προανάκρισης.

3. Ο παραλαμβάνων Προϊστάμενος του αρμόδιου Τελωνείου, μετά την ενέργεια διοικητικής ανάκρισης, συντάσσει και εκδίδει, το ταχύτερο δυνατό, αιτιολογημένη πράξη, με την οποία, κατά περίπτωση, ή απαλλάσσει ή προσδιορίζει τους υπαίτιους, το βαθμό της ευθύνης ενός εκάστου, τους αναλογούντες δασμούς και λοιπούς φόρους επί του αντικειμένου της λαθρεμπορίας.
Η πληρωμή του πολλαπλού τέλους δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής των οφειλόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων καθώς και εσόδων που συνιστούν Ίδιο Πόρο της Κοινότητας, οι οποίες καταλογίζονται παράλληλα και ανεξάρτητα προς την ποινή του άρθρου 160 παράγραφοι 2 και 4 του παρόντα Κώδικα, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχεται και στη συνέχεια δημεύεται το αντικείμενο της λαθρεμπορίας.

4. Όλες οι πράξεις αυτές προσβάλλονται ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Η εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής και η τυχόν υποβολή αίτησης αναστολής δεν αναστέλλουν την είσπραξη του τριάντα τοις εκατό (30%) των προστίμων και πολλαπλών τελών, που επιβλήθηκαν από την Τελωνειακή Αρχή.
Μετά την έκδοση απόφασης από το Διοικητικό Πρωτοδικείο το ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) που εισπράχθηκε, συμψηφίζεται ή επιστρέφεται, ολικά ή μερικά, ανάλογα με την περίπτωση.

5. Η εκδοθείσα καταλογιστική πράξη είναι ανεξάρτητη από την παράλληλη κατά νόμο άσκηση ποινικής δίωξης, καθώς και την ποινική απόφαση που θα εκδοθεί.

Άρθρο 151
Σε περίπτωση συρροής τελωνειακών παραβάσεων ή τελωνειακής παράβασης με άλλη ποινικώς τιμωρητέα πράξη, κάθε τελωνειακή παράβαση τιμωρείται ιδιαιτέρως, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα.

Άρθρο 152

1. Αρμόδιος για την επιβολή των προστίμων ή πολλαπλών τελών που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα είναι ο προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής, στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας τελέσθηκε η παράβαση.
Οταν δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί ο τόπος τέλεσης, αρμόδιος είναι ο Διευθυντής ή ο Προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής, στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας διαπιστώθηκε η παράβαση. Σε κάθε άλλη περίπτωση ο Διευθυντής ή ο Προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής, στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης ή η διεύθυνση κατοικίας του παραβάτη, που υπέπεσε σε παράβαση. Οι ως άνω, εντός του βραχύτερου δυνατού χρονικού διαστήματος από της καταχώρησης του πρωτοκόλλου στο οικείο βιβλίο ή της παραλαβής του και ύστερα από προηγούμενη λήψη της απολογίας του υπαιτίου της παράβασης και τη διενέργεια κάθε άλλης εξέτασης, την οποία τυχόν κρίνουν αναγκαία, προβαίνουν στην έκδοση αιτιολογημένης πράξης, με την οποία καταλογίζουν, σε βάρος των υπαιτίων και αστικώς συνυπευθύνων, το πρόστιμο ή πολλαπλό τέλος.
Κατ` εξαίρεση σε περίπτωση συρροής τελωνειακών παραβάσεων τα κατά τον παρόντα Κώδικα πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη μπορεί να επιβάλει για όλες τις συρρέουσες παραβάσεις ο αρμόδιος για τη μία από αυτές Διευθυντής ή Προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.58 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Οι διατάξεις των άρθρων 161 και επόμενα του παρόντος Κώδικα, περί αστικής ευθύνης, εφαρμόζονται κατ` αναλογία και στις τελωνειακές παραβάσεις.
Η άγνοια των αστικώς συνυπεύθυνων για την πρόθεση των χαρακτηρισθέντων ως κυρίως υπαιτίων της τέλεσης της παράβασης δεν απαλλάσσει αυτούς από την ευθύνη, εκτός αν ήθελε αποδειχθεί ότι οι ανωτέρω δεν η δύναντο να έχουν γνώση περί της πιθανότητας τέλεσης της παράβασης.
Σε περίπτωση πώλησης κατόπιν διαγωνισμού του συνόλου ή μέρους των μετοχών ή του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων ή τμημάτων αυτών ή κλάδων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και πιστωτικών ιδρυμάτων στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει με οποιοδήποτε ποσοστό το Δημόσιο, καθώς και ανωνύμων εταιρειών που είναι συνδεδεμένες με τα ως άνω νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και πιστωτικά ιδρύματα, η οποία πώληση διενεργείται στο πλαίσιο αποκρατικοποίησης, εξυγίανσης ή ειδικής εκκαθάρισης αυτών, για την καταβολή προστίμων, πολλαπλών τελών, δασμών και λοιπών επιβαρύνσεων, που επιβάλλονται και καταλογίζονται σε βάρος των κυρίως υπαιτίων της παράβασης, δεν κηρύσσονται αλληλέγγυα συνυπεύθυνα αστικά τα ως άνω νομικά πρόσωπα υπό την προϋπόθεση ότι έως την ημερομηνία μεταβίβασης των μετοχών ή περιουσιακών στοιχείων δεν είχαν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις και η συγκεκριμένη εκκρεμότητα δεν είχε γνωστοποιηθεί στους ενδιαφερόμενους επενδυτές κατά το κρίσιμο στάδιο της διενέργειας του σχετικού διαγωνισμού για τη μεταβίβαση αυτών των περιουσιακών στοιχείων. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και στην περίπτωση αστικής ευθύνης, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 161 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 6 παρ. 2 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142,αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 22 Ν.4469/2017,ΦΕΚ Α 62/3.5.2017

3. Η κλήση προς απολογία κοινοποιείται δια παντός δημοσίου οργάνου, προκειμένου μεν για πρόσωπα των οποίων είναι γνωστή η διαμονή, καθώς και για πρόσωπα που εργάζονται σε πλοία, ως και για πλοιοκτήτες, με επίδοση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5, προκειμένου δε για πρόσωπα αγνώστου διαμονής ή για πρόσωπα που εργάζονται και διαμένουν στο εξωτερικό και είναι αγνώστου διαμονής, με τοιχοκόλληση της κλήσης στο Κατάστημα της προσκαλούσας Τελωνειακής Αρχής με την παρουσία δύο μαρτύρων.
Στην κλήση ορίζεται ανάλογη, κατά την κρίση της Τελωνειακής Αρχής, προθεσμία για απολογία από την κοινοποίηση αυτής, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες. Εάν ο καλούμενος δεν απολογηθεί μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η πράξη μπορεί να εκδοθεί και χωρίς την απολογία του.

4. Οι τελωνειακές παραβάσεις παραγράφονται εάν, μέσα σε τριετία από την τέλεση, δεν κοινοποιηθεί στον ή στους υπαίτιους η καταλογιστική πράξη του Διευθυντή ή του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής.
Κατ` εξαίρεση η ως άνω προθεσμία ορίζεται επταετής προκειμένου περί των παραβάσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 142 του παρόντα Κώδικα.

5. Η πράξη κοινοποιείται, στον καθ` ου εκδόθηκε, με επίδοση, με οποιοδήποτε δημόσιο όργανο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.).
Αν δεν είναι γνωστή η διαμονή αυτού είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό, σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Κεντρικής Διεύθυνσης της Ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας, η κοινοποίηση γίνεται με δημοσίευση περίληψης της πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

6. Ο καθ` ου εκδόθηκε η πράξη ή αυτοί, οι οποίοι κηρύχθηκαν αστικώς συνυπεύθυνοι με αυτόν, δικαιούνται προσφυγής σύμφωνα με τις οικείες προβλεπόμενες διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Καθένας καταλογιζόμενος με πρόσθετο ή πολλαπλό τέλος ή κηρυσσόμενος αστικώς συνυπεύθυνος υποβάλλει μόνο τη δική του προσφυγή.
Σε περίπτωση προσφυγής κάποιου εκ των καταλογιζομένων προσώπων επωφελείται από την τυχόν εκδιδόμενη επιεικέστερη απόφαση και ο δι` αυτής κηρυχθείς αστικώς συνυπεύθυνος, ακόμη και αν δεν άσκησε ο ίδιος προσφυγή ή άλλο ένδικο μέσο.

7. Αν δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα προσφυγή, τα οφειλόμενα πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη εισπράττονται, με βάση την πράξη της Τελωνειακής Αρχής, αναγκαστικά, εάν δεν καταβλήθηκαν εκουσίως από τους σύμφωνα με την πράξη υποχρέους. Κατ` εξαίρεση η ως άνω πράξη της Τελωνειακής Αρχής είναι άμεσα μετά την έκδοσή της εκτελεστή, εφόσον καταλογίζονται με αυτή πρόσωπα που δεν είναι μόνιμα εγκατεστημένα στην Ελλάδα.
Η είσπραξη των πολλαπλών ή πρόσθετων τελών ενεργείται από την Τελωνειακή Αρχή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.59 άρθρ.1 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

8. Σε περίπτωση τροποποίησης, επί το επιεικέστερον, των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, οι οποίες καθορίζουν είτε τα επιβλητέα πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη επί τελωνειακών παραβάσεων είτε τα της αλληλεγγύου ευθύνης των συνυπαιτίων και αστικώς συνυπευθύνων προς καταβολή τούτων, οι επιεικέστερες αυτές διατάξεις εφαρμόζονται, εάν δεν ορίζεται διαφορετικά και επί των προ της ισχύος αυτών διαπραχθεισών ομοίων παραβάσεων, οι οποίες δεν κρίθηκαν ποτέ τελεσίδικες από άποΨης διοικητικών ενδίκων μέσων, μέχρι της δημοσίευσης των εν λόγω τροποποιήσεων.

ΤΜΗΜΑ Δ΄
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ – ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 153
Διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1. Όταν Τελωνειακή Αρχή διαπιστώνει λαθρεμπορίες ή απάτες από τις οποίες, βάσει Ειδικής Έκθεσης Ελέγχου, προκύπτει ότι διέφυγε και δεν αποδόθηκε στο Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση ποσό πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ από δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, απαγορεύεται στις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες να παραλαμβάνουν δηλώσεις ή να χορηγούν βεβαιώσεις ή πιστοποιητικά που απαιτούνται κατά τις κείμενες διατάξεις και ζητούνται από τον παραβάτη, για την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή αναστέλλεται έναντι του Δημοσίου και το απόρρητο των καταθέσεων, των λογαριασμών, των κοινών λογαριασμών, των συμβάσεων και πράξεων επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων και του περιεχομένου θυρίδων του παραβάτη σε Τράπεζες ή άλλα Πιστωτικά Ιδρύματα και δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) αυτών.

2. Το παραπάνω ποσό μπορεί να αυξομειώνεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδονται το βραδύτερο μέχρι 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους.

3. Τα παραπάνω μέτρα λαμβάνονται σε βάρος των αυτουργών και συνεργών των αδικημάτων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Επί νομικών προσώπων αυτουργοί ή συνεργοί κατά περίπτωση θεωρούνται:
α) Για τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων, οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο, είτε άμεσα από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Για τις εταιρίες ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες, οι ομόρρυθμοι εταίροι ή διαχειριστές αυτών και στις περιορισμένης ευθύνης εταιρίες, οι διαχειριστές αυτών και όταν ελλείπουν ή απουσιάζουν αυτοί, ο κάθε εταίρος.
γ) Για τους συνεταιρισμούς, οι πρόεδροι ή οι γραμματείς ή οι ταμίες ή οι διαχειριστές αυτών.
δ) Για τις κοινοπραξίες, κοινωνίες, αστικές, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρίες, ως αυτουργοί των αδικημάτων της παραγράφου 1 θεωρούνται οι εκπρόσωποι τους και αν ελλείπουν αυτοί, τα μέλη τους. Όταν στα μέλη αυτών περιλαμβάνονται και νομικά πρόσωπα ή αλλοδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαποί οργανισμοί εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις των περιπτώσεων (α), (β), (γ) και (ε).
ε) Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις γενικά και στους κάθε είδους αλλοδαπούς οργανισμούς, ως αυτουργοί των αδικημάτων της παραγράφου 1 θεωρούνται οι διευθυντές ή αντιπρόσωποι ή πράκτορες, που έχουν στην Ελλάδα.
στ) Επίσης, αυτουργοί θεωρούνται και όσοι δυνάμει του νόμου ή δικαστικής απόφασης, ή διάταξης τελευταίας βούλησης είναι διαχειριστές αλλότριας περιουσίας, καθώς και ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή διοικητής αλλότριων κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
ζ) Ως άμεσοι συνεργοί των αδικημάτων της παραγράφου 1 θεωρούνται ο προϊστάμενος του λογιστηρίου κάθε μορφής ή τύπου επιχείρησης ή όποιος συμπράττει με οιονδήποτε τρόπο γενικά στη διάπραξη των αδικημάτων του παρόντος, ως τοιούτου νοουμένου και του υπογράφοντος τη δήλωση, ως πληρεξούσιος.
η) Οι ανωτέρω αυτουργοί και συνεργοί τιμωρούνται εφόσον, κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος, είχαν την ιδιότητα αυτή και εφόσον γνώριζαν ή, από την ιδιότητα τους και εν όψει των συγκεκριμένων περιστάσεων, γίνεται φανερό ότι γνώριζαν για τις πράξεις ή παραλείψεις, με τις οποίες εκπληρώθηκαν οι όροι των αδικημάτων, του παρόντος.

4. Αντίγραφο της πιο πάνω Ειδικής Εκθεσης Ελέγχου υποβάλλεται από την Αρχή που τη συνέταξε στην αρμόδια Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, η οποία υποχρεώνεται να ενημερώσει, με οποιονδήποτε τρόπο, όλες τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, τις Τράπεζες και λοιπά Πιστωτικά Ιδρύματα.
Η ενέργεια αυτή κοινοποιείται συΥχρόνως και στον παραβάτη με αντίγραφο της σχετικής Ειδικής Εκθεσης Ελέγχου στη γνωστή κατοικία του ή στην έδρα της επιχείρησής του, ο οποίος μπορεί, μέσα σε ένα (1) μήνα από την ειδοποίησή του, να ζητήσει με αίτηση, προς τον Υπουργό Οικονομικών, την ολική ή μερική άρση των απαγορευτικών μέτρων.
Ο Υπουργός Οικονομικών αποφαίνεται μέσα σε δεκα πέντε (15) ημέρες από την υποβολή της αίτησης.
Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προσφυγή.
Για την εκδίκαση της προσφυγής εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 38 παρ.3 Ν.3659/2008,ΦΕΚ Α 77/7.5.2008.`Εναρξη ισχύος από 8.6.2008.

5. Κατ΄ εξαίρεση των όσων ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, τα μέτρα αίρονται υποχρεωτικά, όταν ο παραβάτης καταβάλει ποσό πάνω από εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προς απόδοση στο Δημόσιο ποσών των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων και των νόμιμων προσαυξήσεων αυτών. Για την εφαρμογή της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου ο παραβάτης υποβάλλει σχετική αίτηση στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Υπηρεσίας, ο οποίος υποχρεώνεται μέσα σε δύο (2) μήνες να εκδώσει προσωρινή ή μερική καταλογιστική πράξη. Η άσκηση προσφυγής κατά της πράξης αυτής δεν αίρει την ισχύ των μέτρων που έχουν ληφθεί. Αν μέσα στην προθεσμία αυτή δεν έχουν εκδοθεί κατά νόμο πράξεις καταλογισμού των ανωτέρω ποσών ή συμπληρωματικές χρεώσεις βεβαίωσης αυτών, οι συνέπειες και απαγορεύσεις που καθορίζονται με αυτό το άρθρο αίρονται αυτοδικαίως.

Άρθρο 154
Διοικητικές κυρώσεις

1. Το Διοικητικό Εφετείο με την ίδια απόφαση με την οποία αποφαίνεται περί της διαφυγής δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, ποσού άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ και περί της επιβολής των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις, πολλαπλών τελών, απαγγέλλει υποχρεωτικά σε βάρος του παραβάτη την πλέον ενδεδειγμένη κατά περίπτωση και μία τουλάχιστον από τις εξής κυρώσεις:
α) Την απώλεια του δικαιώματος συμμετοχής σε δημοπρασίες του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Κοινωφελών Ιδρυμάτων και Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους.
β) Την απαγόρευση για περίοδο τριών (3) ετών της σύναψης σύμβασης με το Δημόσιο ή άλλους Δημόσιους Οργανισμούς ή Φορείς.
γ) Την απώλεια για περίοδο τριών (3) ετών του δικαιώματος λήψης δανείου με την εγγύηση του Δημοσίου ή δημόσιων επιχορηγήσεων ή κρατικών πιστώσεων.

2. Αν οριστικοποιηθεί η καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής, λόγω μη άσκησης προσφυγής ή άσκησης προσφυγής η οποία κρίθηκε τελεσίδικα ως εκπρόθεσμη ή κατέστη τελεσίδικη με απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου και συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, ο Προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής υποχρεώνεται να ζητήσει με αίτηση του από το Διοικητικό Εφετείο να επιβάλει τις ποινές που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος. Η απαγγέλλουσα τις στερήσεις απόφαση κοινοποιείται από το γραμματέα του Διοικητικού Εφετείου στον Προϊστάμενο της Τελωνειακής Αρχής.

3. Ο Προϊστάμενος της Τελωνειακής Αρχής οφείλει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση να ανακοινώνει στις αρμόδιες Αρχές την καταλογιστική του πράξη ή την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, με τις οποίες επιβάλλονται οι κυρώσεις της παραγράφου 1.

4. Οι κυρώσεις, τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού, επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις καταλογιζόμενες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις και τα πολλαπλά τέλη και πρόστιμα που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις.

5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση κατάργησης της δίκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑ

ΤΜΗΜΑ Α΄
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ

Άρθρο 155
Έννοια λαθρεμπορίας

1. Λαθρεμπορία είναι:
α) η εντός του τελωνειακού εδάφους εισαγωγή ή εξ αυτού εξαγωγή εμπορευμάτων υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που εισπράττονται στα Τελωνεία, χωρίς τη γραπτή άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής ή σε άλλο από τον ορισμένο παρ΄ αυτής τόπο ή χρόνο,
β) οποιαδήποτε ενέργεια, που αποσκοπεί να στερήσει το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση των υπ΄ αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα ή εξαγόμενα εμπορεύματα, και αν ακόμη αυτά εισπράχθηκαν κατά χρόνο και τρόπο διάφορο εκείνου που ορίζει ο νόμος.
Οι παραβάσεις της παραγράφου αυτής επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα και αν ακόμη ήθελε κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας.

2. Ως λαθρεμπορία θεωρείται:
α) η διάθεση στην κατανάλωση, χωρίς έγγραφη άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής και πληρωμή του εισαγωγικού δασμού, φόρου και λοιπών επιβαρύνσεων, εμπορευμάτων, τα οποία έχουν εισαχθεί δυνάμει νόμου ή σύμβασης, ατελώς ή με μειωμένες επιβαρύνσεις για ορισμένες ειδικές χρήσεις ή η χρησιμοποίηση αυτών των εμπορευ μάτων σε άλλες χρήσεις εκτός των ορισμένων ειδικών τοιούτων.
β) η εξαγωγή ή η εισαγωγή εμπορευμάτων των οποίων, κατά νόμο ή με απόφαση της αρμόδιας Αρχής, είναι απαγορευμένη η εξαγωγή ή η εισαγωγή, εκτός εάν με έγγραφη άδεια επιτράπηκε αυτή κατ` εξαίρεση της απαγόρευσης από την αρμόδια Αρχή.
γ) κάθε έλλειψη εμπορευμάτων από αποθήκες αποταμίευσης, με σκοπό να στερήσει το Δημόσιο από τους εισπρακτέους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις επί των ελλειπόντων, εκτός αν το σύνολο των ως άνω δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα ελλείποντα εμπορεύματα δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ και καταβληθούν τα οφειλόμενα μέσα σε 48 ώρες, από την ανακάλυψη και βεβαίωση του ελλείμματος, οπότε χαρακτηρίζεται η πράξη ως απλή τελωνειακή παράβαση και εφαρμόζεται η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 148 του παρόντα Κώδικα.
δ) η ύπαρξη εμπορευμάτων σε πλοία ανεξαρτήτως χωρητικότητας τα οποία παραπλέουν στην ακτή και κατευθύνονται σε ελληνικό λιμάνι χωρίς να αναφέρονται στο δηλωτικό του πλοίου.
ε) η ύπαρξη εμπορευμάτων, έστω και αναγεγραμμένων στο δηλωτικό, σε πλοίο, πλοιάριο ή πλωτό μέσο ανεξαρτήτου χωρητικότητας, το οποίο έχει προσορμίσει χωρίς Ανώτερη βία σε λιμάνι ή όρμο του Κράτους, στο οποίο δεν επιτρέπεται η προσέγγιση.
στ) η κατά την ώρα της αναχώρησης από το πλοίο έλλειψη εμπορευμάτων, που φορτώθηκαν για το εξωτερικό ή για άλλο λιμάνι του Κράτους με παραστατικό διαμετακόμισης.
ζ) η αγορά, πώληση και κατοχή εμπορευμάτων που έχουν εισαχθεί ή τεθεί στην κατανάλωση κατά τρόπο που συνιστά το αδίκημα της λαθρεμπορίας.
η) η με οποιονδήποτε τρόπο αφαίρεση του αριθμού πλαισίου από αυτοκίνητο ή παραποίηση αυτού και η με οποιονδήποτε τρόπο τοποθέτησή του, ενσωμάτωσή του σε άλλο αυτοκίνητο, για το οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι οφειλόμενοι δασμοί και λοιποί φόροι. Ως αυτουργοί του αδικήματος διώκονται τόσο οι τεχνικοί και οι άλλοι εκτελούντες τις σχετικές εργασίες, όσο και ο ιδιοκτήτης ή εκμεταλλευόμενος το αυτοκίνητο στο οποίο μεταφέρεται ο ως άνω αριθμός.
θ) Η υποτιμολόγηση ή υπερτιμολόγηση εισαγόμενων ή εξαγόμενων εμπορευμάτων, εφόσον συνεπάγεται απώλεια δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Σημ.: όπως η περ.θ΄ αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 1 παρ.60 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.
ι) η παράνομη εισαγωγή ή μεταφορά ειδών και δειγμάτων άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν με εξαφάνιση, και προστατεύονται από Κοινοτικές ή Διεθνείς Συμβάσεις, τιμωρείται με τις διατάξεις περί λαθρεμπορίας, εκτός της περίπτωσης λαθραίας εισαγωγής αγρίων ζώντων ζώων, η οποία τιμωρείται με πρόστιμο τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Το πρόστιμο επιβάλλεται ανεξαρτήτως των κυρώσεων που τυχών προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
Τα άγρια ζώντα ζώα επαναπροωθούνται σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς στο φυσικό τους περιβάλλον,.
ια) η με οποιονδήποτε τρόπο διάθεση στην κατανάλωση εμπορευμάτων που τελούν υπό καθεστώς κοινοτικής διαμετακόμισης.
ιβ) η χωρίς άδεια εξαγωγή ειδών πολιτιστικής κληρονομιάς. Ως βάση επιβολής του πολλαπλού τέλους θα λαμβάνεται η αξία των ειδών αυτών, όπως αυτή θα προσδιορίζεται από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού ή άλλης αρμόδιας Αρχής.
ιγ) η χρήση πλαστού ή νοθευμένου πιστοποιητικού ταξινόμησης, καθώς και κάθε άλλη ενέργεια ή τέχνασμα με σκοπό τη μη καταβολή του τέλους ταξινόμησης παντός οχήματος.
Σημ.: όπως η περ.ιγ΄προστέθηκε  με το άρθρο 1 παρ.61 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 156

1. Η, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του προηγούμενου άρθρου, γραπτή άδεια της αρμόδιας Αρχής δεν αποκλείει τη λαθρεμπορία, όταν η άδεια εκδόθηκε, χωρίς να υπάρχει νόμιμη περίπτωση έκδοσής της ή χωρίς να ενεργηθούν οι κατά νόμο προαπαιτούμενες της έκδοσης αυτής διατυπώσεις και πληρωμές.

2. Ο δημόσιος υπάλληλος, που εξέδωσε με τον τρόπο αυτό την άδεια, τιμωρείται ως συνεργός λαθρεμπορίας, εάν ενήργησε με δόλο.

ΤΜΗΜΑ Β΄
ΠΟΙΝΕΣ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ

Άρθρο 157

1. Η κατά το άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα λαθρεμπορία τιμωρείται:
α) Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Εάν όμως το αντικείμενο της λαθρεμπορίας δεν έχει σημαντική αξία και προορίζεται για ατομική χρήση ή ανάλωση του υπαίτιου, το ελάχιστο όριο της ποινής μειώνεται στο ένα έκτο.
β) Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους στις εξής περιπτώσεις:
-εάν διαπράχθηκε καθ` υποτροπήν,
-εάν διαπράχθηκε ενόπλως ή υπό τριών ή περισσοτέρων μαζί,
-εάν οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που στερήθηκε το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ενωση ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και άνω και
-εάν ο υπαίτιος μεταχειρίσθηκε ιδιαίτερα τεχνάσματα,
γ. Με κάθειρξη, εάν οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που στερήθηκε το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Σημ.: όπως η περ.γ΄προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 77 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58,και  αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ.3 Ν.3943/2011, ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

2. Σε περίπτωση υποτροπής ουδέποτε δύναται να επιβληθεί ποινή ελαφρότερη αυτής που έχει προηγουμένως επιβληθεί.

3. Σε περίπτωση απόπειρας επιβάλλεται η ποινή που επιβάλλεται στην τετελεσμένη λαθρεμπορία, στους δε συνεργούς δύναται να επιβληθεί η ποινή που επιβάλλεται κατά των αυτουργών.

Άρθρο 158
Σημ.: όπως το άρθρο 158 διατηρήθηκε σε ισχύ  με το άρθρο 9 Ν.4312/2014,  ΦΕΚ Α 260/12.12.2014.

1. Οταν οι στο αντικείμενο της λαθρεμπορίας αντιστοιχούντες δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις δεν υπερβαίνουν στο σύνολο τα εβδομήντα χιλιάδες (70.000) ευρώ δεν ασκείται ποινική δίωξη ή η αρξάμενη, εφόσον δεν εξεδόθη οριστική απόφαση καταργείται, εφόσον οι υπόχρεοι, παραιτούμενοι των, κατά το άρθρο 152 του παρόντα Κώδικα, καθοριζομένων ενδίκων μέσων, καταβάλλουν άμεσα το καταλογιζόμενο σ` αυτούς, κατά τις διατάξεις του άρθρου 150 του παρόντα Κώδικα, πολλαπλό τέλος, το οποίο καθορίζεται στο διπλάσιο των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων  με την επιφύλαξη των ελαχίστων ορίων του τετάρτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 150 του παρόντος Κώδικα.
Το υπό της παρούσης παραγράφου καθοριζόμενο όριο των ανηκόντων στο αντικείμενο λαθρεμπορίας δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, δύναται να αυξομειώνεται με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.
Κατ` εξαίρεση, επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής μόνον εάν το καταλογισθέν ποσό είναι ανώτερο του διπλασίου των αναλογουσών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.62 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007 και με την παρ.63 άρθρου 1     Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Οι τυχόν επιβεβλημένες κατασχέσεις αίρονται αυτοδίκαια αμέσως μετά την καταβολή των πολλαπλών τελών, εάν συντρέχει η περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου.

3. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται εάν η λαθρεμπορία διεπράχθη από δημόσιους υπαλλήλους ή ασκούντες στο Τελωνείο εκτελωνιστικό ή κομιστικό επάγγελμα ή άλλο συναφές προς την Τελωνειακή Υπηρεσία έργο, ή εάν το αντικείμενο της λαθρεμπορίας ελήφθη στην κατοχή του διαπράξαντος τη λαθρεμπορία δια κλοπής ή άλλου αδικήματος. Επίσης, το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται, εάν η λαθρεμπορία διεπράχθη από πρατηριούχους ενεργειακών προϊόντων, εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, οδηγούς και ιδιοκτήτες οχημάτων μεταφοράς υγρών καυσίμων, κατέχοντες αποθηκευτικούς χώρους (δεξαμενές), πλοιάρχους και ιδιοκτήτες δεξαμενόπλοιων (σλεπίων), επιχειρήσεις λιανικής εμπορίας ενεργειακών προϊόντων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 άρθρ.24  Ν.3610/2007,ΦΕΚ Α 258/22.11.2007.

4. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης χρηματικών αμοιβών προς τους συμβάλλοντες στην κατάσχεση λαθρεμπορευμάτων ή στους πληροφοριοδότες καταστολής λαθρεμπορικών πράξεων.
Με την ίδια απόφαση καθορίζονται επίσης τα ποσοστά χορήγησης χρηματικών αμοιβών, επί των εισπραχθέντων πολλαπλών τελών, ή του πλειστηριάσματος και μέχρι του ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%), αναλόγως των συνθηκών ανακάλυψης εκάστης συγκεκριμένης λαθρεμπορίας.

Άρθρο 159

1. Η άσκηση ποινικής δίωξης με την κατηγορία της λαθρεμπορίας, της συμμετοχής ή της συνέργιας σε αυτή, σε βάρος δημοσίου υπαλλήλου, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, συνεπάγεται την κρίση του από το αρμόδιο όργανο για τη θέση του ή μη σε δυνητική αργία κατόπιν ακρόασής του. Η αμετάκλητη παραπομπή δημοσίου υπαλλήλου στη διαδικασία του ακροατηρίου για ίδια ως άνω αδικήματα συνεπάγεται τη θέση του υπαλλήλου σε υποχρεωτική αργία και λαμβάνει, μέχρι έκδοσης αμετάκλητης απόφασης των Ποινικών Δικαστηρίων, το ένα τέταρτο (1/4) των αποδοχών του. Σε περίπτωση που θα καταδικαστεί αμετάκλητα τουλάχιστον με ποινή φυλάκισης τριών (3) μηνών, εκπίπτει αυτοδικαίως της υπαλληλικής θέσης. Η καταδίκη σε οποιαδήποτε ποινή για λαθρεμπορία, συνεπάγεται αυτοδικαίως, τις συνέπειες των άρθρων 61 και 63 του Ποινικού Κώδικα. Ο δημόσιος υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στην Υπηρεσία αν αθωωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση και λαμβάνει τις αποδοχές που στερήθηκε κατά το χρόνο της εκτός Υπηρεσίας παραμονής του. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν εφεξής και για τις εκκρεμείς υποθέσεις. Το αρμόδιο Συμβούλιο συνέρχεται εντός δεκαπέντε ημερών από τη δημοσίευση του παρόντα Κώδικα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών στις εκκρεμείς υποθέσεις, διατηρουμένου του δικαιώματος του Προϊσταμένου της Αρχής να ενεργήσει σύμφωνα με το εδάφιο α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 104 του Υπαλληλικού Κώδικα.

2. Πλοίαρχοι, μηχανικοί, και καθένας που ανήκει στο πλήρωμα γενικά εμπορικού πλοίου ή αεροσκάφους, οι υπάλληλοι της υπηρεσίας των πρακτορείων των πλοίων και των αεροπορικών και των δι΄ αυτοκινήτων συγκοινωνιών και οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι παντός βαθμού καθώς και οδηγοί αυτοκινήτων, εφόσον υποπέσουν στο αδίκημα της λαθρεμπορίας στερούνται πρόσκαιρα συνεπεία της καταδίκης τους του διπλώματός τους ή της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους ή εκπίπτουν της θέσης την οποία κατέχουν, κατά την κρίση του Ποινικού Δικαστηρίου.

Άρθρο 160

1. Σε κάθε περίπτωση λαθρεμπορίας τα εμπορεύματα, τα οποία αποτελούν το αντικείμενο αυτής, δημεύονται.

2. Επίσης δημεύονται τα ζώα, οι άμαξες, τα οχήματα, τα πλοία ανεξαρτήτως χωρητικότητας, τα εφοδιαστικά πλοία που προβαίνουν σε εικονικούς εφοδιασμούς και κάθε άλλο μεταφορικό μέσο, που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά του αποτελούντος το αντικείμενο της λαθρεμπορίας εμπορεύματος. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, ήθελε καταστεί αδύνατη η δήμευση των κατά το παρόν άρθρο αντικειμένων λαθρεμπορίας, επιβάλλεται στον ένοχο ποινή χρηματική ίση με την αξία CIF αυτών, επιπροσθέτως πάσης άλλης ποινής επιβαλλομένης κατά τον παρόντα Κώδικα.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης ρυθμίζεται η διαδικασία είσπραξης και απόδοσης της χρηματικής ποινής που έχει επιδικασθεί.

3. Η δήμευση σύμφωνα με το άρθρο αυτό επέρχεται ανεξάρτητα της συμμετοχής στο αδίκημα του έχοντος οποιοδήποτε δικαίωμα επί του πράγματος εκτός από της περιπτώσεως που ο ίδιος αποδείξει έλλειψη συμμετοχής ή γνώσης της τελεσθείσας αξιόποινης πράξης.

4. Εξαιρείται η περίπτωση κατά την οποία ο ένοχος της λαθρεμπορίας έλαβε στην κατοχή του με αδίκημα τα σε δήμευση, κατά το παρόν άρθρο, υποκείμενα, οπότε αποδίδονται μεν αυτά στον κύριο, αντί δε της δήμευσης επιβάλλεται στον ένοχο ποινή χρηματική ίση με την αξία CIF του αντικειμένου της λαθρεμπορίας, επιπροσθέτως πάσης άλλης ποινής που επιβάλλεται κατά τον παρόντα Κώδικα.
Εξαιρούνται επίσης από τη δήμευση αυτοκίνητα, των οποίων ο ιδιοκτήτης δεν διώκεται ποινικά ή απαλλάχθηκε αμετάβλητα και απέκτησε το αυτοκίνητο καλόπιστα και εν όψει του είδους, του τρόπου και των λοιπών περιστάσεων της συναλλαγής δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ήταν μέσο ή αντικείμενο λαθρεμπορίας ή συναφούς με αυτή πράξης.

5. Τα δημευόμενα, σύμφωνα με το παρόν άρθρο μετά την τελεσιδικία της περί δήμευσης απόφασης του Ποινικού Δικαστηρίου που δίκασε τη λαθρεμπορία περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου και διατίθενται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα και της συναφούς νομοθεσίας.

6. Το πλειστηριασμό των, κατά το παρόν άρθρο, δημευομένων και εκποιουμένων εισάγεται ως Δημόσιο Έσοδο, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί απόδοσης Ιδίων Πόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ομοίως εισάγεται ως Δημόσιο Έσοδο, σε περίπτωση δήμευσης και μη απόδοσης των αντικειμένων τούτων στην Τελωνειακή Υπηρεσία η, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 167 του παρόντα Κώδικα, παρασχεθείσα χρηματική εγγύηση για την απόδοση αυτών.

ΤΜΗΜΑ Γ΄
ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

Άρθρο 161
Το Ποινικό Δικαστήριο που εκδικάζει την κατηγορία για λαθρεμπορία δύναται, με την καταδικαστική απόφασή του, να κηρύξει αλληλέγγυα συνυπεύθυνο αστικά μετά του καταδικασθέντος για πληρωμή της καταγνωσθείσας χρηματικής ποινής και των δικαστικών εξόδων, με αίτηση δε του ως πολιτικώς ενάγοντα παριστάμενου Δημοσίου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της επιδικασθείσας σε αυτό απαίτησης, τον κύριο ή τον παραλήπτη των εμπορευμάτων, τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της λαθρεμπορίας, και όταν ακόμα αυτός δεν έχει ποινική ευθύνη για τη λαθρεμπορία, όταν ο καταδικασθείς ενήργησε επί των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, ως εντολοδόχος, διαχειριστής ή αντιπρόσωπος του κυρίου ή του παραλήπτη, οποιαδήποτε και αν είναι η νομική σχέση με την οποία παρουσιάζεται ή καλύπτεται η εντολή, ήτοι αδιάφορα αν ο εντολοδόχος ενεργεί με το όνομα του εντολέα ή αν παρίσταται ως κύριος του εμπορεύματος ή με οποιαδήποτε άλλη προς αυτά νομική σχέση και αδιάφορα αν η ουσιαστική εκπροσώπηση του κυρίου είναι ειδική ή γενική, εκτός αν ήθελε αποδειχθεί ότι οι ανωτέρω δεν ηδύναντο να έχουν γνώση περί της πιθανότητας τέλεσης λαθρεμπορίας.

Άρθρο 162
Εκτός του κατά το προηγούμενο άρθρο κυρίου ή παραλήπτη των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, το Ποινικό Δικαστήριο δύναται να κηρύξει επίσης αλληλεγγύως αστικά συνυπεύθυνους μετά του καταδικασθέντος προς πληρωμή της καταγνωσθείσας χρηματικής ποινής και των δικαστικών εξόδων, με αίτηση του ως πολιτικώς ενάγοντος Δημοσίου και της επιδικασθείσας σ΄ αυτό απαίτησης, τους ιδιοκτήτες των πλοίων, αυτοκινήτων, αμαξών ή αεροσκαφών, τις εταιρίες μεταφορών δια ξηράς, θάλασσας ή αέρος, ως και τους με οποιαδήποτε ιδιότητα ή ονομασία πράκτορες ή αντιπροσώπους αυτών ή των ιδιοκτητών πλοίων, αυτοκινήτων, αμαξών ή αεροσκαφών, ακόμη δε τους διευθυντές ξενοδοχείων και κάθε άλλης κατηγορίας καφενείων ή άλλων καταστημάτων προσιτών στο κοινό, και όταν ακόμη αυτοί δεν επέχουν ποινική ευθύνη για τη λαθρεμπορία όταν αυτή διαπράχθηκε εντός των ανωτέρω μεταφορικών μέσων ή δι΄ αυτών ή εντός των άλλων υπό τη διεύθυνση των καταστημάτων ή δια της χρησιμοποίησης αυτών είτε προς εκτέλεση της λαθρεμπορίας, είτε προς διευκόλυνση αυτής με οποιονδήποτε τρόπο, είτε προς απόκρυψη των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία ήθελε αποδειχθεί ότι οι ανωτέρω δεν ηδύναντο να έχουν γνώση περί της πιθανότητας τέλεσης της λαθρεμπορίας.

Άρθρο 163
Οι καταβάλλοντες έχουν δικαίωμα ανάληψης των καταβληθέντων από τους καταδικασθέντες, οι δε πράκτορες ή αντιπρόσωποι ναυτιλιακών εταιριών ή ιδιοκτητών πλοίων ή ιδιοκτητών άλλων μεταφορικών μέσων, από τις εταιρίες και ιδιοκτήτες, τους οποίους εκπροσωπούν.

ΤΜΗΜΑ Δ΄
ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ

Άρθρο 164

1. Το αντικείμενο της λαθρεμπορίας ως και τα σε δήμευση υποκείμενα κατά το άρθρο 160 του παρόντα Κώδικα, μεταφορικά μέσα κατάσχονται:
α) Όταν η λαθρεμπορία είναι “εν τω πράττεσθαι”. Είναι δε “εν τω πράττεσθαι” η λαθρεμπορία, όταν το αντικείμενο αυτής δεν τοποθετήθηκε ακόμη στον τόπο της οριστικής εναπόθεσής του, ήτοι στην οικία, το κατάστημα, την αποθήκη ή σε οποιονδήποτε άλλο τόπο προορισμένο από τον δράστη ή τον συμμέτοχο στην πράξη, για οριστική εναπόθεση του λαθρεμπορεύματος.
β) Αρτίως, μετά τη συντέλεση της λαθρεμπορίας. Η περίπτωση αυτή υφίσταται, όταν τοποθετήθηκε μεν το αντικείμενο της πράξης στον τόπο της οριστικής του εναπόθεσης, αλλά ο δημόσιος λειτουργός που ενεργεί την κατάσχεση αντιλήφθηκε αυτό ενώ, μεταφέρονταν, παρακολούθησε αυτό μέχρι τον τόπο της εναπόθεσης, στον οποίο ζήτησε να εισέλθει όταν έφθασε. Είναι αδιάφορο το χρονικό διάστημα μέχρι της στιγμής της εισόδου, εφόσον το διάστημα τούτο παρατάθηκε ένεκα εμποδίων που παρεμβλήθηκαν στην είσοδο του υπαλλήλου.
γ) Όταν ο δράστης συλλαμβάνεται πλησίον του τόπου της τέλεσης της λαθρεμπορίας να κατέχει οποιαδήποτε πειστήρια ή ανευρίσκεται το αντικείμενο ή το μέσο της λαθρεμπορίας, κατόπιν άμεσης καταγγελίας, μετά από καταδίωξη, μέχρι της 7ης εσπερινής της επόμενης ημέρας.
δ) Όταν έχουν τεθεί σε ανάλωση, χωρίς την καταβολή των αναλογούντων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων ή έχουν διαφύγει της τελωνειακής επιτήρησης που απαιτείτο καθεστώς, υπό το οποίο τελούν.

2. Επιτρέπεται η δέσμευση ειδών των οποίων αμφισβητείται η, σύμφωνα με τις Τελωνειακές Διατάξεις και τη συναφή με αυτές νομοθεσία, κατοχή για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η προς άρση της αμφισβήτησης έρευνα των αρμόδιων Τελωνειακών Αρχών.

Άρθρο 165

1. Καθήκον και αρμοδιότητα σε ολόκληρο το τελωνειακό έδαφος για επιχείρηση κατάσχεσης του αντικειμένου ή του μεταφορικού μέσου ή του προς απόκρυψη ή συγκάλυψη της λαθρεμπορίας χρησιμοποιηθέντος είδους έχουν οι τελωνειακοί υπάλληλοι, και κατά λόγω αρμοδιότητας κάθε Ανακριτικός και Ειδικός ή Γενικός Προανακριτικός Υπάλληλος.

2. Απόντων των πιο πάνω οργάνων, η κατάσχεση του λαθρεμπορεύματος δύναται να επιχειρείται και από κάθε δημόσιο υπάλληλο.

3. Ειδικά στους τελωνειακούς περιβόλους, τις αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, αποταμίευσης, φορολογικές αποθήκες και στους λοιπούς υποκείμενους τελωνειακά αναγνωρισμένους χώρους, αποκλειστικά αρμόδια για τους ελέγχους και τις κατασχέσεις των διακινούμενων μέσω των χώρων αυτών είναι μόνο η Τελωνειακή Υπηρεσία συνεπικουρούμενη, εφόσον χρειαστεί και μετά από πρόσκληση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Τελωνείου και από τους κατά περίπτωση λοιπούς προανακριτικούς υπαλλήλους.

4. Η κατάσχεση επιβάλλεται με την παρουσία δύο ενηλίκων μαρτύρων, πολιτών Ελλήνων, ελλείψει δε αυτών προσλαμβάνονται άλλοι έστω και αν στερούνται τα προσόντα αυτά. Ελλείψει και αυτών η κατάσχεση γίνεται χωρίς την παρουσία μαρτύρων.

5. Αν το λαθρεμπόρευμα ή μεταφορικό μέσο το οποίο πρόκειται να κατασχεθεί βρεθεί κλεισμένο σε οικία, αποθήκη ή άλλο κλειστό χώρο, ο κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπάλληλος ή φύλακας προσκαλεί τους ευρισκόμενους εντός να ανοίξουν, εάν δε αυτοί δεν συμμορφωθούν, τότε ανοίγει την πόρτα και εισέρχεται με παρουσία Δικαστικού Λειτουργού, ή αν δεν είναι αυτοί παρόντες με άλλο δημόσιο υπάλληλο, ή εν ελλείψει και αυτού, με δύο μάρτυρες και επιβάλλει την κατάσχεση.

Άρθρο 166

1. Για την κατάσχεση συντάσσεται Έκθεση, στην οποία βεβαιώνεται με λεπτομέρεια, η ύπαρξη των κατά το άρθρο 164 του παρόντα Κώδικα όρων, με τους οποίους επιτρέπεται η κατάσχεση, και περιγράφεται με κάθε ακρίβεια το αντικείμενο, επί του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση, γίνεται δε αναφορά και της σύλληψης, σύμφωνα με το επόμενο άρθρο, αν διενεργηθεί αυτή. Η Έκθεση αυτή υπογράφεται από τον συντάξαντα αυτή δημόσιο υπάλληλο ή φύλακα, τους παρευρεθέντες ενδιαφερομένους και τους μάρτυρες.

2. Εάν δεν θέλουν ή δεν δύνανται να υπογράψουν οι ενδιαφερόμενοι ή οι μάρτυρες, ή αν δεν υπάρχουν μάρτυρες γίνεται αναφορά στην Έκθεση. Ουσιώδη στοιχεία της Έκθεσης, των οποίων η έλλειψη συνεπάγεται ακυρότητα αυτής, είναι μόνο η παράλειψη της αναγραφής σε αυτή των κατά το άρθρο 164 του παρόντα Κώδικα όρων, με τους οποίους επιτρέπεται η κατάσχεση.

3. Αν συντρέχει κάποια περίπτωση από εκείνες του άρθρου 164 παράγραφος 1 περιπτώσεις (α), (β) και (γ) του παρόντα Κώδικα, συλλαμβάνεται ο δράστης από τα καθ΄ ύλην αρμόδια διωκτικά όργανα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 165 και προσάγεται αμέσως στον αρμόδιο Εισαγγελέα, ο οποίος ενεργεί παραπέρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που αφορούν στην άμεση εκδίκαση των εγκλημάτων “επ΄ αυτοφώρω”.

Άρθρο 167

1. Τα κατασχεθέντα αντικείμενα της λαθρεμπορίας ως και τα μεταφορικά μέσα προσάγονται αμέσως από το δημόσιο υπάλληλο, πού ενήργησε την κατάσχεση στην Τελωνειακή Αρχή της Περιφέρειας, στην οποία διαπράχθηκε η λαθρεμπορία και αν ακόμη προέρχονται από κλοπή ή τα κατέχουν οι δράστες παράνομα. Αν είναι αδύνατη ή δυσχερής η μεταφορά των κατασχεθέντων, τότε σφραγίζονται αυτά από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ή ορίζεται φύλακας ή λαμβάνεται οποιοδήποτε άλλο μέτρο για τη διαφύλαξη αυτών.

2. Η Έκθεση Κατάσχεσης μετά τη διενεργηθείσα, σύμφωνα με το άρθρο 169, προανάκριση, αποστέλλεται αμέσως στον αρμόδιο Εισαγγελέα, αντίγραφο δε αυτής και του σχετικού πορίσματος της προανάκρισης αποστέλλονται μαζί με τα κατασχεθέντα στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής. Η Έκθεση Κατάσχεσης κοινοποιείται στον καθ΄ ου ή σε οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον αμέσως μόλις αυτή περιέλθει στον αρμόδιο Εισαγγελέα. Το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών δύναται, μετά από αίτηση του κυρίου των κατασχεθέντων, η οποία υποβάλλεται, εντός 48 ωρών από της λήψης από τον Εισαγγελέα της Έκθεσης Κατάσχεσης, να άρει την κατάσχεση, εάν αυτή ενεργήθηκε άκυρα ή παράνομα ή εάν δεν υπάρχουν τα στοιχεία της λαθρεμπορίας σύμφωνα με το άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα. Δύναται δε εν πάση περιπτώσει, μετά από αίτηση του κυρίου των κατασχεθέντων, υποβαλλομένη εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, να διατάξει, την απόδοση σε αυτόν, με εγγύηση χρηματική, η οποία κατατίθεται νόμιμα και είναι ίση με την στο εσωτερικό αξία αυτών. Η εγγύηση αυτή επέχει θέση τιμήματος πώλησης των κατασχεθέντων και υπόκειται στη σύμφωνα με το άρθρο 160 δήμευση. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών επιτρέπεται μόνον ανακοπή ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εντός 48 ωρών από την έκδοση του βουλεύματος, μη απαιτουμένης της επίδοσης αυτού.

3. Όταν η περί λαθρεμπορίας κατηγορία εισαχθεί στο Πλημμελειοδικείο, με τη διαδικασία της άμεσης εκδίκασης – αυτόφωρο, το δικαστήριο αποφαίνεται για τη δήμευση ή την απόδοση των αναφερόμενων στο άρθρο 160 κατασχεμένων ειδών, εάν δε αναβάλλει τη συζήτηση, δύναται να διατάξει τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο 168
Κάθε πολίτης οφείλει, εάν προσκληθεί από δημόσιο υπάλληλο που πρόκειται να ενεργήσει ή ενεργεί ή ενήργησε την κατάσχεση λαθρεμπορεύματος ή τη σύλληψη δράστη λαθρεμπορίας, να παράσχει κάθε συνδρομή και ενίσχυση που θα του ζητηθεί ανάλογα με τις δυνάμεις του προσκαλούμενου.

Άρθρο 169

1. Οι αναφερόμενοι, στο άρθρο 165 παράγραφοι 1 και 2, αμέσως μετά την κατάσχεση ή τη σύλληψη του δράστη, προβαίνουν στις ανακριτικές πράξεις, προκειμένου να βεβαιώσουν τη λαθρεμπορία, σύμφωνα με τις διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας, αποστέλλουν δε άμεσα την ενεργηθείσα προανάκριση στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.

2. Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής αφού παραλάβει, σύμφωνα με το άρθρο 164 του παρόντα Κώδικα, τα κατασχεθέντα, συντάσσει σχετική Έκθεση, την όποια στέλνει άμεσα στον Εισαγγελέα και μεριμνά για τη μεταφορά ή φύλαξη αυτών και ενεργεί παραπέρα, σύμφωνα με τα άρθρα 170 και 171 του παρόντα Κώδικα.

Άρθρο 170

1. Οταν η Τελωνειακή Αρχή παραλάβει τα εμπορεύματα που κατασχέθηκαν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 164 και επόμενα του παρόντα Κώδικα, δημοσιεύει με τοιχοκόλληση στο Τελωνειακό Κατάστημα, πρόσκληση προς κάθε ενδιαφερόμενο ώστε να εμφανισθεί εντός πέντε (5) ημερών και προκαταβάλει τις αναγκαίες δαπάνες για τη φύλαξη αυτών μέχρι τελεσιδικίας της απόφασης, η οποία θα αποφανθεί για τη δήμευση αυτών. Το ποσό των δαπανών ορίζει ο Προϊστάμενος του Τελωνείου με πρωτόκολλο, με το οποίο δύναται να ορισθεί και η κατά χρονικά διαστήματα προκαταβολή.
Για τα κατασχεθέντα μεταφορικά μέσα εφαρμογή έχουν τα οριζόμενα στο άρθρο 177..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 9 Ν.4474/2017,ΦΕΚ Α 80/6.6.2017.

2. Αν κανείς δεν προκαταβάλει τις δαπάνες αυτές κατά το χρόνο που ορίζεται στο πρωτόκολλο, η Τελωνειακή Αρχή προβαίνει στην εκποίηση, με δημοπρασία, των κατασχεθέντων. Η δημοπρασία προκηρύσσεται με διακήρυξη της Τελωνειακής Αρχής, η οποία δημοσιεύεται σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 45 του παρόντα Κώδικα. Η δημοπρασία ενεργείται στο κατάστημα της Τελωνειακής Αρχής με παρουσία του Προϊσταμένου αυτής ή του νόμιμου αναπληρωτή του, την ημέρα και ώρα που ορίστηκε με τη διακήρυξη και τρεις (3) τουλάχιστον ημέρες μετά την τελευταία τοιχοκόλληση. Το αποτέλεσμα της δημοπρασίας εγκρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 46 του παρόντα Κώδικα.

3. Η Τελωνειακή Αρχή δύναται, αν δεν υπάρξει αγοραστικό ενδιαφέρον ή ελλείψει τελωνειακών αποθηκευτικών χώρων, να αποστείλει με έγκριση του Υπουργού Οικονομικών τα κατασχεθέντα για πώληση σε άλλη Τελωνειακή Αρχή: Η πώληση ενεργείται με τις ίδιες διατυπώσεις από την Τελωνειακή Αρχή, στην οποία απεστάλησαν.

Άρθρο 171

1. Αν τα κατασχεθέντα υπόκεινται σε φθορά ή ελάττωση αξίας για οποιονδήποτε λόγο ή η φύλαξη αυτών είναι δυσχερής και βεβαιούται αυτό με πρωτόκολλο της Τελωνειακής Αρχής, τότε δύναται αυτή να τα εκποιήσει  σε τρεις (3) μονοήμερες διαδοχικές δημοπρασίες  και αν ακόμη προσφέρεται σε καταβολή των εξόδων της φύλαξης οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος. Η Δημοπρασία ενεργείται με παρουσία του Προϊσταμένου της Τελωνειακής Αρχής ή του νόμιμου αναπληρωτή του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.64 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

2. Το πλειστηριασμό κατατίθεται στο Τελωνείο επί παρακαταθήκη.

3. Τα κατασχεθέντα αντικείμενα, τα οποία για οποιονδήποτε λόγο δεν εκποιήθηκαν, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού και δεν διατάχθηκε η απόδοση με απόφαση του Ποινικού Δικαστηρίου, που δίκασε τη λαθρεμπορία, θεωρούνται μετά τρίμηνο από της τελεσιδικίας της απόφασης του Ποινικού Δικαστηρίου ως εγκαταλελειμμένα και περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου, εφαρμόζονται δε και γι΄ αυτά οι διατάξεις της παραγράφου 4 εδαφίου β καθώς και των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 48 του παρόντα Κώδικα για την εκποίηση τους.

4. Βιομηχανοποιημένα καπνά, που κατάσχονται, ως αντικείμενο λαθρεμπορίας παρερχομένων απράκτων των προθεσμιών που ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 167 του παρόντος Κώδικα καταστρέφονται ενώπιον τριμελούς επιτροπής, που αποτελείται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, τον προϊστάμενο του δικαστικού τμήματος και έναν υπάλληλο με ελεγκτικά καθήκοντα της ίδιας Τελωνειακής Αρχής. Για την καταστροφή συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο.
Ομοίως καταστρέφονται μετά από τήρηση της ίδιας διαδικασίας τα ανωτέρω προϊόντα σε περίπτωση δήμευσης τους από το δικαστήριο.
β) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις στα Τελωνεία ή στις Δικαστικές αρχές, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.65α Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007

5. Κανένα δικαίωμα αποζημίωσης δεν δύναται να γεννηθεί κατά του Δημοσίου για οποιονδήποτε λόγο από νόμιμη κατάσχεση, εκποίηση ή καταστροφή των κατασχεθέντων λόγω λαθρεμπορίας.

Άρθρο 172

1. Αρμόδιο δικαστήριο για εκδίκαση του αδικήματος της λαθρεμπορίας κατά τα άρθρα 155, 156, 157, 159, 160 και επόμενα του παρόντα Κώδικα είναι εκείνο, στην περιφέρεια του οποίου τελέσθηκε το αδίκημα.

2. Εάν ο κατηγορούμενος δεν συνελήφθη επ` αυτοφώρω ή εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν κατέστη εφικτή η άμεση εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο κατά το άρθρο 166, ο Εισαγγελέας, εκτιμώντας τη σοβαρότητά της, παραγγέλλει τη διενέργεια προανάκρισης ή κύριας ανάκρισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 243 επ. και 246 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ο ανακριτής και οι προανακριτικοί υπάλληλοι έχουν υποχρέωση να ολοκληρώσουν την έρευνα κατά προτεραιότητα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 15 παρ.2 Ν.3472/2006,ΦΕΚ Α 135/4.7.2006.

3. Μετά το πέρας της ανάκρισης δύναται ο Εισαγγελέας, με τη σύμφωνη γνώμη του Ανακριτή, να παραπέμψει τον κατηγορούμενο, με απευθείας κλήση, στο ακροατήριο. Κατά της κλήσης αυτής επιτρέπεται στον κατηγορούμενο να προσφύγει ενώπιον του Εισαγγελέα Εφετών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ο Εισαγγελέας Εφετών, όταν πάρει την προσφυγή, δύναται να διατάξει είτε τη συμπλήρωση της ανάκρισης, οπότε αυτή πρέπει να περατωθεί εντός της προθεσμίας που προβλέπει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου, είτε την υποβολή της υπόθεσης στο Συμβούλιο, οπότε τούτο πρέπει να αποφανθεί για την παραπομπή ή μη του κατηγορουμένου στο ακροατήριο εντός δέκα (10) ημερών από της περιέλευσης σε αυτό της δικογραφίας μετά της προσαρτημένης Εισαγγελικής Πρότασης.

4. Εάν το Συμβούλιο αποφανθεί ότι δεν υπάρχει λόγος για κατηγορία, το Βούλευμα εισάγεται εντός δέκα (10) ημερών από της έκδοσής του από τον Εισαγγελέα Εφετών, για επικύρωση ή μεταρρύθμιση στο Συμβούλιο Εφετών, το οποίο οφείλει να αποφανθεί εντός δέκα (10) ημερών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο πρέπει να γίνει εντός δεκαπέντε (15) ημερών, το αργότερο, από της παρέλευσης των προθεσμιών για άσκηση έφεσης ή αναίρεσης. Το Δικαστήριο, σε κάθε περίπτωση, δύναται να αναβάλει τη συζήτηση της υπόθεσης, για περισσότερες αποδείξεις, σε ρητή δικάσιμη μη απέχουσα περισσότερο των δεκαπέντε (15) ημερών, από της αρχικά ορισθείσας ημέρας συζήτησης.

5. Οι διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας εφαρμόζονται κατά τα λοιπά εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντα Κώδικα. Το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται να προβάλει τις απαιτήσεις του για αποζημίωση, παριστάμενο ως πολιτικώς ενάγον, και το πρώτο επί ακροατηρίου δια των νομίμων αντιπροσώπων του ή δια του Εισαγγελέα που του ανατέθηκε με ειδική εντολή του Υπουργού των Οικονομικών. Η προβολή αυτή των απαιτήσεων του Δημοσίου δεν επιτρέπεται το πρώτον στο Εφετείο. Οι απαιτήσεις του Δημοσίου για αποζημίωση δεν δύνανται να περιλαμβάνουν τις οφειλόμενες σ΄ αυτό δασμοφορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις.

6. Εάν συρρέουν και άλλα αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος, δεν εφαρμόζονται οι περί συνάφειας ορισμοί της Ποινικής Δικονομίας, αλλά το πλημμέλημα της λαθρεμπορίας χωρίζεται και εισάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως η παρ.6 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.19 άρθρ.45 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.

Άρθρο 173

1. Σε κάθε περίπτωση συζήτησης στο ακροατήριο, καλούνται από τον Εισαγγελέα, εκτός των κατηγορουμένων, κατά τις ίδιες διατυπώσεις και προθεσμίες, οι ενδεικνυόμενοι από την προανάκριση ως αλληλέγγυοι με αυτούς αστικά συνυπεύθυνοι κατά τα άρθρα 161 και 162 του παρόντα Κώδικα, οι οποίοι έχουν όλα τα δικαιώματα, τα οποία παρέχονται στον κατηγορούμενο, από την Ποινική Δικονομία, όταν τους επιδοθεί η κλήση για να εμφανισθούν στο ακροατήριο.

2. Ο αστικά υπεύθυνος που συμμετέχει στη συζήτηση δύναται να ασκήσει όλα τα ένδικα μέσα που ανήκουν στον κατηγορούμενο, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, αλλά μόνο ως προς το μέρος το οποίο αναγνωρίζει την αστική αυτού ευθύνη. Όταν ασκηθεί κάποιο ένδικο μέσο από τον κατηγορούμενο, το δικαστήριο το οποίο κρίνει τούτο επιλαμβάνεται και του κεφαλαίου της απόφασης, του σχετικού με την ευθύνη των αστικά συνυπεύθυνων, έστω και αν δεν στρέφεται κατά αυτού το ένδικο μέσο που ασκήθηκε από τον κατηγορούμενο και όταν ακόμη δεν εμφανίσθηκε ο αστικά υπεύθυνος.

3. Ο αστικά υπεύθυνος και αν δεν κλητευθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου τούτου, δικαιούται πάντοτε να παρέμβει εκουσίως, στην ποινική δίκη και στο Εφετείο το πρώτο, αλλά μέχρι της έναρξης της αποδεικτικής διαδικασίας. Ο κλητευθείς ή εκείνος ο οποίος κάνει με τη θέληση του παρέμβαση δύναται να αποβληθεί από την ποινική διαδικασία με αίτηση του ή αυτεπάγγελτα εφόσον, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν φέρει την ιδιότητα του αστικά συνυπεύθυνου σύμφωνα με τα άρθρα 161 και 162 του παρόντα Κώδικα.

Άρθρο 174
Οποιοσδήποτε Οικονομικός Υπάλληλος (Οικονομικός Επιθεωρητής, Υπάλληλος Τελωνείου, Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών, Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος), όταν ενεργεί ανακριτικές πράξεις για λαθρεμπορία ή συμμετέχει σε αυτές, δεν αποκλείεται να εξεταστεί ως μάρτυρας, κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο.

Άρθρο 175
Όταν το αντικείμενο της λαθρεμπορίας ή το μεταφορικό μέσο αυτής κατάσχεται χωρίς να ανακαλυφθεί ο δράστης, ούτε και από την ανάκριση, ο Εισαγγελέας εισάγει την υπόθεση στο Πλημμελειοδικείο, το οποίο αποφασίζει για τη δήμευση των κατασχεθέντων.

Άρθρο 176

1. Καθένας που αξιώνει δικαίωμα επί των κατασχεθέντων αντικειμένων ή μεταφορικών μέσων λαθρεμπορίας, είτε ανακαλύφθηκε είτε όχι ο δράστης αυτής, αν θέλει να αμφισβητήσει τη δήμευση αυτών δύναται να υποβάλει τις αξιώσεις του με αίτηση του στον Εισαγγελέα. Η αίτηση εισάγεται στο αρμόδιο Δικαστήριο και συζητείται με την κύρια συζήτηση με την οποία καλείται και ο αιτών αυτού. Το Δικαστήριο αποφαίνεται επί της αίτησης και, αν δεν αποφανθεί υπέρ της δήμευσης, διατάσσει την απόδοση των κατασχεθέντων ή του πλειστηριάσματος στο δικαιούχο, αφαιρουμένων των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.

2. Την απόδοση στο δικαιούχο διατάσσει το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, όταν κρίνει ότι δεν υπάρχει περίπτωση δήμευσης.

3. Η απόδοση κατά τα ανωτέρω των κατασχεθέντων στο δικαιούχο από την Τελωνειακή Αρχή ενεργείται μετά την καταβολή ή μη, αναλόγως του αιτούμενου προορισμού των δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων. Αν η αποφαινόμενη για τη δήμευση απόφαση του Δικαστηρίου είναι εκείνη, η οποία καταδικάζει το δράστη, καθίσταται τελεσίδικος, όταν παρέλθουν οι νόμιμες προθεσμίες των ενδίκων μέσων ως προς τον καταδικασθέντα. Ο τρίτος, ο οποίος έχει αξιώσεις επί των δημευομένων αντικειμένων με βάση την απόφαση, δεν δύναται να προσβάλει με ένδικα μέσα την απόφαση, δύναται όμως να παρέμβει και υποβάλει τις αξιώσεις του σε κάθε συζήτηση της υπόθεσης, συνεπεία των ενδίκων μέσων του καταδικασθέντος.

4. Αν η αποφαινόμενη για τη δήμευση απόφαση του Δικαστηρίου δεν περιέχει διάταξη που να καταδικάζει τον δράστη της λαθρεμπορίας, δύναται να ανακοπεί από καθένα που έχει αξιώσεις επί των δημευομένων αντικειμένων, μη κληθέντος δε να παραστεί κατά τη συζήτηση επί της οποίας εξεδόθη, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών, αρχομένης από της επομένης της ημέρας της έκδοσης της. Επί της ανακοπής αποφαίνεται το Πλημμελειοδικείο, η δε απόφαση αυτού είναι τελεσίδικη και δεν επιτρέπεται κατ΄ αυτής ένδικο μέσο.

Άρθρο 177
Σημ.: όπως το άρθρο 177,όπως είχε τροποποιηθεί και συμπληρωθεί με το άρθρο 38 Ν.3153/2003, ΦΕΚ Α 153, άρθρο 41 Ν.3427/2005, ΦΕΚ Α 312,άρθρο τρίτο υποπαρ.Δ.6. Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85,αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 8 Ν.4474/2017,ΦΕΚ Α 80/7.6.2017.

1.α) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχονται χερσαία ή εναέρια μεταφορικά μέσα ή μηχανήματα έργου ή εμπορευματοκιβώτια, ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας, ναρκωτικών ουσιών, μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, όπλων, εκρηκτικών ή για διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος εν γένει, το υπηρεσιακό όργανο το οποίο επέβαλε την κατάσχεση ή η Υπηρεσία στην οποία υπηρετεί αυτό, τα παραδίδει, μαζί με αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή (αρμόδιο Τελωνείο ή Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων), που ορίζεται αποκλειστικός μεσεγγυούχος, συντασσόμενης έκθεσης παράδοσης και παραλαβής. Εάν οι παραπάνω υπηρεσίες αποδεδειγμένα στερούνται χώρων και δυνατοτήτων φύλαξης, τα κατασχεθέντα αντικείμενα δύναται να παραμένουν στην παραφυλακή της υπηρεσίας που προέβη στην κατάσχεση, εάν είναι αναγκαίο και με τη συνδρομή άλλων δημοσίων υπηρεσιών, η δε αρμόδια Τελωνειακή Αρχή οφείλει να μεριμνήσει για την άμεση διαχείριση τους. Για τη φύλαξη των εναέριων μέσων, εφόσον είναι αδύνατη η φύλαξη τους στο χώρο της κατάσχεσης, ζητείται η συνδρομή του πλησιέστερου πολιτικού ή στρατιωτικού αεροδρομίου.
β) Το ίδιο ως άνω όργανο ή η Υπηρεσία, στην οποία υπηρετεί αυτό, επισυνάπτει τα πρωτότυπα της έκθεσης κατάσχεσης και της έκθεσης παράδοσης και παραλαβής, εφόσον αυτή έχει πραγματοποιηθεί, στα υποβαλλόμενα στον αρμόδιο Εισαγγελέα στοιχεία της προανάκρισης και κοινοποιεί υποχρεωτικά αντίγραφο του διαβιβαστικού εγγράφου της προανάκρισης στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού ή στο αρμόδιο Τελωνείο, κατά περίπτωση.

2. α) Οταν κατάσχονται πλωτά μέσα, ναυτιλιακός εξοπλισμός, τόσο ως εξοπλισμός επί πλωτού μέσου, όσο και ως μεμονωμένος εξοπλισμός, μηχανές πρόωσης κάθε είδους, τόσο επί του πλωτού μέσου, όσο και μεμονωμένα, ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας ή ναρκωτικών ουσιών ή μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα ή όπλων ή εκρηκτικών ή για διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος εν γένει, η κατά τόπο αρμόδια Λιμενική Αρχή φυλάσσει αυτά και, αν είναι η κατάσχουσα αρχή, διαβιβάζει αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, μαζί με τα υποβαλλόμενα στον αρμόδιο Εισαγγελέα στοιχεία της προανάκρισης, στο αρμόδιο Τελωνείο και στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού, για τη διαχείρισή τους.
β) Τα κατασχεθέντα πλωτά μέσα, ναυτιλιακός εξοπλισμός, τόσο ως εξοπλισμός επί πλωτού μέσου, όσο και ως μεμονωμένος εξοπλισμός, μηχανές πρόωσης κάθε είδους, τόσο επί του πλωτού μέσου, όσο και μεμονωμένα, παραμένουν στην παραφυλακή της Λιμενικής Αρχής, η οποία τα φυλάσσει, μέχρις ότου παραδοθούν στον αγοραστή που θα αναδειχθεί από τις πλειοδοτικές δημοπρασίες ή διατεθούν για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου ή αποδοθούν στον ιδιοκτήτη ή δοθεί εντολή καταστροφής τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.
γ) Για πλωτά μέσα αξίας άνω των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ με βάση την έκθεση κοστολόγησής τους δύναται η Λιμενική Αρχή, μόνο εάν τεκμηριωμένα υφίσταται πλήρης αδυναμία αυτής για την φύλαξη των κατασχεθέντων, να διορίσει ειδικό μεσεγγυούχο από τους εγγεγραμμένους στον ειδικό κατάλογο πραγματογνωμόνων. Ο ειδικός μεσεγγυούχος παραλαμβάνει το πλωτό μέσο με λεπτομερές πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, στο οποίο περιγράφονται αναλυτικά όλα τα στοιχεία αυτού και των εξαρτημάτων του. Με την ως άνω παραλαβή ο μεσεγγυούχος αναλαμβάνει την υποχρέωση να το φυλάσσει στην κατάσταση στην οποία το παρέλαβε και φέρει αποκλειστικά και προσωπικά την ευθύνη για οποιαδήποτε φθορά, ζημιά ή κλοπή εξαρτημάτων που θα προκληθεί σε αυτό. Η αποζημίωση και τα σχετικά έξοδα των μεσεγγυούχων εκκαθαρίζονται από την αρχή που διέταξε τη μεσεγγύηση ή φύλαξη ή από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας και η εκκαθάριση διαβιβάζεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τα σχετικά δικαιολογητικά για την πληρωμή του δικαιούχου.

3. Η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, στην οποία παραδόθηκαν τα κατασχεθέντα ή κοινοποιήθηκε η κατάσχεση των ειδών ή μεταφορικών μέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, συντάσσει, εφόσον αυτά προέρχονται από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, έκθεση επαλήθευσης με την οποία προσδιορίζει τους δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που αναλογούν στην εισαγωγή τους και αποστέλλει αντίγραφο αυτής στον αρμόδιο Εισαγγελέα μέσα σε ένα (1) μήνα από την παράδοση των κατασχεθέντων ή την κοινοποίηση της έκθεσης κατάσχεσης.
Για τα πλωτά και εναέρια μέσα αντίγραφο της έκθεσης επαλήθευσης διαβιβάζεται και στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού.

4. α) Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, εάν κατά την κρίση του συντρέχει περίπτωση μη δήμευσης των κατασχεθέντων σύμφωνα με τα άρθρα 310 του Κ.Π.Δ., 160 παράγραφος 4 του παρόντος κώδικα ή άλλες διατάξεις, δύναται να διατάξει με αμετάκλητη απόφασή του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη.
β) Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών δύναται επίσης, μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει με αμετάκλητη απόφαση του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοση των κατασχεθέντων σε αυτόν, ακόμα και αν συντρέχει περίπτωση δήμευσης των κατασχεθέντων, υπό τον όρο της κατάθεσης χρηματικής εγγύησης ισόποσης με την αξία τους, όπως αυτή προκύπτει από την έκθεση κοστολόγησης, προκειμένου να επέχει τη θέση των κατασχεθέντων που υπόκεινται σε δήμευση.
γ) Κάθε βούλευμα ή απόφαση σχετικά με άρση της κατάσχεσης και απόδοση των μεταφορικών μέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 στον ρητά κατονομαζόμενο ιδιοκτήτη, καθώς και κάθε απόφαση για δήμευσή τους κοινοποιείται αμελλητί από τον Εισαγγελέα στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού ή στο αρμόδιο Τελωνείο μαζί με βεβαίωση από την οποία προκύπτει η ημερομηνία του αμετακλήτου αυτών.
δ) Η παραλαβή από τον ιδιοκτήτη των κατασχεθέντων και κατά τα ανωτέρω αποδοθέντων ειδών ή μέσων πραγματοποιείται μετά από αίτησή του συνοδευόμενη από όλα τα νομιμοποιητικά έγγραφα. Ο ιδιοκτήτης, πριν την παραλαβή, υποχρεούται στην καταβολή των εξόδων μεταφοράς και φύλαξης, καθώς και δασμών και λοιπών φόρων που αναλογούν στα ως άνω είδη ή μέσα.

5. α) Η Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού ή το αρμόδιο Τελωνείο, εάν μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από την ημερομηνία της κατάσχεσης για τα είδη της παραγράφου 1 και μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της κατάσχεσης για τα είδη της παραγράφου 2, δεν έχουν λάβει έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση του Εισαγγελέα περί άρσης της κατάσχεσης και απόδοσης στον ιδιοκτήτη, προβαίνουν στην εκποίηση ή διάθεσή τους.
β) Εάν μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από τότε που κατέστησαν αμετάκλητα η απόφαση ή το βούλευμα ή η εισαγγελική διάταξη για άρση της κατάσχεσης και απόδοση των κατασχεθέντων στον ιδιοκτήτη, αυτά δεν έχουν παραληφθεί από αποκλειστική αυτού υπαιτιότητα, τα κατασχεθέντα περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου και ο ιδιοκτήτης αποστερείται παντός δικαιώματος παραλαβής ή αποζημίωσης.
γ) Εάν μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από τότε που κατέστη αμετάκλητο το βούλευμα περί απόδοσης στον ιδιοκτήτη των κατασχεθέντων με τον όρο της κατάθεσης χρηματικής εγγύησης δεν έχουν παραληφθεί από αποκλειστική του υπαιτιότητα, τα κατασχεθέντα μπορεί να εκποιούνται ή να διατίθενται.

6. α) Η εκποίηση των κατασχεθέντων ειδών των παραγράφων 1 και 2 πραγματοποιείται μετά την παρέλευση των προθεσμιών της παραγράφου 5 σύμφωνα με τους όρους πώλησης που ισχύουν για τις δημοπρασίες που διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες διαχείρισης δημόσιου υλικού.
β) Η Τελωνειακή Αρχή, η οποία έχει την αρμοδιότητα και ευθύνη της διαχείρισης των κατασχεθέντων ειδών ή μεταφορικών μέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, συντάσσει έκθεση κοστολόγησης.
γ) Κατασχεθέντα είδη της περίπτωσης α της παραγράφου 2, τα οποία είναι σε κακή κατάσταση και άνευ εμπορικής αξίας, καταστρέφονται, κατ εξαίρεση της περίπτωσης α της παρούσας παραγράφου, μετά την πάροδο των προθεσμιών της παραγράφου 5. Η καταστροφή πραγματοποιείται μετά από προηγούμενη γνωμοδότηση επιτροπής, η οποία απαρτίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής ως Πρόεδρο, έναν υπάλληλο της ιδίας Αρχής και τον Προϊστάμενο της Λιμενικής Αρχής.
Η γνωμοδότηση της επιτροπής διαβιβάζεται με μέριμνα της Λιμενικής Αρχής προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας για την καταστροφή των πλωτών μέσων, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τις καταστροφές των πλωτών μέσων των ανωτέρω Υπουργείων.
Με πρόταση της ίδιας γνωμοδοτικής επιτροπής είναι δυνατή η διάθεση των ως άνω ειδών για ειδικές χρήσεις σε Δημόσιες Υπηρεσίες, Ο.Τ.Α. και λοιπά Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δημόσιο.
δ) Τα πλωτά μέσα δύναται να εκποιούνται για διάλυση. Για όσα εξ αυτών ανήκουν στην κατηγορία των φουσκωτών σκαφών με εξωλέμβιους κινητήρες είναι δυνατή η εκποίηση των κινητήρων και των σκαφών μεμονωμένα.
ε) Για τα πλωτά μέσα των οποίων οι δημοπρατήσεις απέβησαν άγονες, εκ των οποίων οι τρεις με την ίδια τιμή εκκίνησης, η Λιμενική Αρχή φύλαξης αυτών προβαίνει, μετά από σχετική βεβαίωση της Διεύθυνσης Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού, σε πρόταση προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολικής και το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας για την καταστροφή τους, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τις καταστροφές των πλωτών μέσων των ανωτέρω Υπουργείων.

7.α) Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, μετά την παρέλευση των προθεσμιών της παραγράφου 5, τα κατασχεμένα οχήματα της παραγράφου 1 δύναται να διατίθενται δωρεάν ή έναντι τιμήματος προς κυκλοφορία σε Δημόσιες Υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δημόσιο.
β) Με όμοια απόφαση, οχήματα τέλους κύκλου ζωής (Ο.Τ.Κ.Ζ.) και οχήματα για διάλυση δύναται να διατίθενται σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, στην Ελληνική Αστυνομία και στις Ενοπλες Δυνάμεις, αποκλειστικά για εκπαιδευτικούς λόγους, τα οποία μετά την χρησιμοποίησή τους παραδίδονται σε αδειοδοτημένους φορείς διαχείρισης τέτοιων οχημάτων.
γ) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά την παρέλευση των προθεσμιών της παραγράφου 5, τα πλωτά μέσα της παραγράφου 2 και τα κατασχεθέντα είδη της παραγράφου 1, εκτός των οχημάτων, δύναται να διατίθενται δωρεάν ή έναντι τιμήματος σε Δημόσιες Υπηρεσίες, Ο.Τ.Α. Ν.Π.Δ.Δ., και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δημόσιο.
δ) Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) δύναται να διατίθενται, κατ εξαίρεση των περιπτώσεων α και γ και κατά προτεραιότητα, ένα ή περισσότερα κατασχεθέντα από οποιαδήποτε αιτία χερσαία ή πλωτά μεταφορικά μέσα, σε Τελωνειακές και Φορολογικές Υπηρεσίες για τις ανάγκες της δίωξης λαθρεμπορίου και φοροδιαφυγής.
ε) Για τα οχήματα που δεν προέρχονται από κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης η Υπηρεσία, στην οποία διατίθενται προς κυκλοφορία, αναλαμβάνει την έκδοση της κατά περίπτωση απαιτούμενης έγκρισης τύπου για την κυκλοφορία τους με δικές της ενέργειες και έξοδα.
στ) Για τα κατασχεθέντα είδη που δεν προέρχονται από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τα οποία διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, καταβάλλονται από τις υπηρεσίες στις οποίες διατίθενται οι αναλογούντες δασμοί.

8. Αν μετά την εκποίηση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, κατα βάλλεται σε αυτόν αποζημίωση από την αρμόδια υπηρε σία της Α.Α.Δ.Ε. και μετά από αίτησή του στην αρμόδια υπηρεσία εκποίησης, ως εξής:
α) Οταν το εκποιηθέν είδος έχει πλήρως εξοφληθεί από τον αγοραστή, ποσό ίσο με το εισπραχθέν τίμημα αφαιρουμένου του εμπεριεχόμενου Φ.Π.Α..
β) Οταν το εκποιηθέν είδος δεν έχει πλήρως εξοφληθεί από τον αγοραστή και το εκπλειστηρίασμα εισπράττε- ται με άτοκες δόσεις, ο ιδιοκτήτης του κατασχεθέντος δύναται να επιλέξει είτε την είσπραξη ποσού ίσου με τις εισπραχθείσες κάθε φορά δόσεις αφαιρουμένου του εμπεριεχόμενου Φ.Π.Α., είτε ποσού ίσου με το εκπλειστηρίασμα μειωμένο κατά την προβλεπόμενη έκπτωση, εάν αυτό καταβαλλόταν εφάπαξ, αφαιρουμένου του εμπεριεχόμενου Φ.Π.Α..

9. Αν μετά την διάθεση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν αποζημίωση ως εξής:
α) Οταν το κατασχεθέν είδος διατίθεται δωρεάν, ποσό ίσο με την τιμή κοστολόγησης αφαιρουμένου του εμπε- ριεχομένου Φ.Π.Α.. Υπόχρεη για την καταβολή του ποσού αυτού στον ιδιοκτήτη είναι η Υπηρεσία στην οποία διατέθηκε το κατασχεθέν είδος.
β) Οταν το κατασχεθέν είδος διατίθεται έναντι τιμήματος, καταβάλλεται από μεν την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. ποσό ίσο με το εισπραχθέν τίμημα αφαιρουμένου του εμπεριεχομένου Φ.Π.Α. από δε την Υπηρεσία στην οποία διατέθηκε αυτό, ποσό ίσο με τη διαφορά της τιμής κοστολόγησης και του τιμήματος που κατεβλήθη, αφαιρουμένου του εμπεριεχομένου Φ.Π.Α..

10. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 8 και 9 ποσά καταβάλλονται έντοκα από την ημερομηνία που οι αρμόδιες υπηρεσίες προς αποζημίωση λάβουν αίτημα με όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά του δικαιωθέντος ιδιοκτήτη μέχρι την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού εντάλματος πληρωμής. Η καταβολή των προς αποζημίωση ποσών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. και του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α 170).

11. α) Τα κλεμμένα οχήματα και μηχανήματα έργου που έχουν κατασχεθεί ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα λαθρεμπορευμάτων ή ναρκωτικών ουσιών ή όπλων ή εκρηκτικών ή μεταναστών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα ή λόγω διάπραξης οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος, καθώς και τα κλεμμένα οχήματα και μηχανήματα έργου που ανακαλύπτονται κατά τους ελέγχους ή έρευνες από τα Τελωνεία ή τις διωκτικές αρχές της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Οικονομικών ή από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος, παραδίδονται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού ή στο αρμόδιο Τελωνείο, κατά περίπτωση, μαζί με αντίγραφα της έκθεσης κατάσχεσης και των εγγράφων αναζήτησης και ειδοποίησης των ιδιοκτητών και συντάσσεται έκθεση παράδοσης-παραλαβής.
Τα κατασχεθέντα παραλαμβάνονται από τον ιδιοκτήτη μετά από άδεια παραλαβής από την αρμόδια αρχή ή με αμετάκλητη απόφαση ή βούλευμα, αφού προηγουμένως καταβληθούν τα έξοδα μεταφοράς και φύλαξης.
β) Αν μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από την ημερομηνία παραλαβής τους η Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού ή το αρμόδιο Τελωνείο δεν έχουν λάβει έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση του Εισαγγελέα περί άρσης της κατάσχεσης και απόδοσης στον ιδιοκτήτη ή μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από το αμετάκλητο δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος ή από την ημερομηνία που κοινοποιήθηκε στον δικαιούχο η άδεια της αρμόδιας Αρχής για την παραλαβή του οχήματος δεν έχουν παραληφθεί από αυτόν, τότε τα κατασχεθέντα δύναται να διατίθενται στην Ελληνική Αστυνομία και στις Ενοπλες Δυνάμεις αποκλειστικά για τις ανάγκες τους στο εσωτερικό της χώρας.
γ) Μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, τα κατασχεθέντα δύναται να εκποιούνται ή να διατίθενται και σε άλλες υπηρεσίες εκτός των ανωτέρω, εφόσον δεν είναι καταχωρημένα στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS II).
δ) Αν μετά την εκποίηση ή την διάθεση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν αποζημίωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 8, 9 και 10.

12. Ολα τα είδη χερσαίων και εναέριων μεταφορικών μέσων και μηχανημάτων έργου που για οποιαδήποτε αιτία έχουν δεσμευτεί ή ακινητοποιηθεί από τις αρμόδιες Τελωνειακές αρχές ή από οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή και φυλάσσονται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού ή στο αρμόδιο τελωνείο, διατίθενται ή εκποιούνται, εφόσον παρέλθει χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την ημερομηνία δέσμευσης ή ακινητοποίησης. Εάν μετά την εκποίηση ή διάθεση των ανωτέρω αρθεί η δέσμευση ή διαταχθεί αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται αποζημίωση κατ αντιστοιχία με τα οριζόμενα στις παραγράφους 8, 9 και 10.

13. Οχήματα που δεσμεύονται από το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, προκειμένου να διατεθούν σε υπηρεσίες, αποδεσμεύονται αυτομάτως και δεν δύναται να δεσμευθούν στο μέλλον για τις ίδιες υπηρεσίες, εάν μετά την παρέλευση ενενήντα (90) ημερολογιακών ημερών από την δέσμευσή τους δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές αποφάσεις διάθεσης.

14. α) Με αποφάσεις του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται:
αα) Οι όροι πώλησης των ειδών που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
αβ) Οι αρμόδιες Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. και οι όροι πώλησης ειδών πέραν των περιλαμβανομένων στο παρόν άρθρο, τα οποία περιέρχονται στη διαχείριση των ως άνω Υπηρεσιών.
β) Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται το ημερήσιο κόστος φύλαξης, ο χρόνος υπολογισμού του, το κόστος μεταφοράς όλων των ειδών που περιέρχονται στη διαχείριση των αρμοδίων Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. και οποιαδήποτε άλλη δαπάνη βαρύνει τα είδη κατά την απόδοσή τους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού..

ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ
ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 178

1. Οι δικονομικές διατάξεις του παρόντα Κώδικα εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις της τέλεσης εγκλημάτων λαθρεμπορίας πριν από την ισχύ αυτού, εφόσον δεν εκδικάστηκαν οριστικά.

2. Απαγορεύεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού ή αναγκαστικού μέτρου σε εκτέλεση απόφασης ή διάταξης πολιτικού Δικαστηρίου και από οποιαδήποτε αιτία, για εμπορεύματα που εναποτίθενται ή αποθηκεύονται στις αποθήκες ή χώρους προσωρινής εναπόθεσης ή αποταμίευσης που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα.

3. α) Σε όσες περιπτώσεις έχει ασκηθεί νόμιμα προσφυγή κατά καταλογιστικής πράξης με την οποία επιβάλλονται πολλαπλά τέλη και η δικαστική απόφαση επί της προσφυγής κατέστη τελεσίδικη πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, με αποτέλεσμα να έχουν επιδικαστεί κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου Τελωνειακού Κώδικα (Ν. 1165/1918) αλλά να μην έχουν ακόμα εισπραχθεί εν μέρει ή εν όλω πολλαπλά τέλη, το ύψος των οποίων υπερβαίνει το τριπλάσιο των προβλεπόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, το ποσό των πολλαπλών τελών πέραν του τριπλασίου διαγράφεται, ανεξαρτήτως ταμειακής βεβαιώσεως αυτών από το αρμόδιο Τελωνείο. Η είσπραξη των ανωτέρω πολλαπλών τελών θα περιοριστεί συνολικά, λαμβανομένων υπόψη και κατόπιν συμψηφισμού των ήδη εισπραχθέντων, στο τριπλάσιο των ανωτέρω επιβαρύνσεων.
β) Τυχόν νόμιμες προσαυξήσεις, τέλη εκπρόθεσμης καταβολής και λοιπές επιβαρύνσεις επί των ανωτέρω πολλαπλών τελών περιορίζονται και εισπράττονται υπολογιζόμενα με βάση το ύψος των συνολικώς καταβαλλόμενων πολλαπλών τελών, όπως αυτό θα διαμορφωθεί μετά την εφαρμογή της ανωτέρω υπό α΄ διάταξης. Οι προσαυξήσεις πέραν του ανωτέρω ύψους διαγράφονται
γ) Σε περίπτωση που το ήδη εισπραχθέν ποσό υπερβαίνει το τριπλάσιο των προβλεπόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, το Ελληνικό Δημόσιο δεν υποχρεούται σε επιστροφή του υπερβάλλοντος.
δ) Η απαλλαγή χορηγείται μετά από αίτηση του οφειλέτη στο Τελωνείο ή την αρμόδια Δ.Ο.Υ. στην οποία ανήκει η είσπραξη των πολλαπλών τελών, σύμφωνα με όσα ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 152 παρ. 7 εδάφ. 2 του παρόντος νόμου.
ε) Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν και για όσες περιπτώσεις οι καταλογιζόμενοι δεν έχουν ασκήσει προσφυγή κατά της καταλογιστικής πράξης ή η ασκηθείσα προσφυγή τους έχει απορριφθεί για τυπικούς λόγους. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται μόνο για καταλογιστικές πράξεις οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 16 του  Ν.3259/2004 (ΦΕΚ Α΄ 149)  τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.66 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

4. Οπου στον παρόντα Κώδικα και σε άλλες διατάξεις αναφέρεται ο όρος “πετρελαιοειδή προϊόντα”, για την εφαρμογή των διατάξεων της Τελωνειακής Νομοθεσίας θεωρείται ότι αφορά στα ενεργειακά προϊόντα του άρθρου 72 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.67 Ν.3583/2007,     ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

5. Η είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για το φυσικό αέριο της περίπτωσης ιστ` της παραγράφου 1 του άρθρου 73 αναστέλλεται έως την 1.1.2014.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.3336/2005,  ΦΕΚ Α 96/20.4.2005  τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 παρ.7 Ν.3986/2011,ΦΕΚ Α 152/1.7.2011.

6. Η είσπραξη του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για την ηλεκτρική ενέργεια αναστέλλεται έως την 1.1.2010.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.3336/2005

7. Οπου σε άλλες διατάξεις γίνεται παραπομπή σε τίτλους και κωδικούς αριθμούς Συνδυασμένης Ονοματολογίας άλλου κανονισμού αναφορικά με ενεργειακά προϊόντα, κατά αντιστοιχία ισχύουν οι κωδικοί αριθμοί της Συνδυασμένης Ονοματολογίας της παραγράφου 4 του άρθρου 72 του παρόντος Κώδικα.
Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.3336/2005,  ΦΕΚ Α 96/20.4.2005  τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.68 Ν.3583/2007, ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 179

1.  Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του γπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται τα σχετικά με την εσωτερική οργάνωση της λειτουργίας των Τελωνειακών Αρχών και τα καθήκοντα των Τελωνειακών Υπαλλήλων.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, είναι δυνατόν:
(α) να ορίζονται ή και να καταργούνται τα βιβλία και τα έντυπα, που τηρούνται και χρησιμοποιούνται από τις Τελωνειακές Αρχές ή από τους συναλλασσόμενους,
(β) να καθορίζεται ή μεταρρυθμίζεται ο τύπος, η μορφή και ο τρόπος τήρησης των εν λόγω βιβλίων ή εντύπων από τις Τελωνειακές Αρχές και
(γ) να αναπροσαρμόζονται τόσο τα ανωτέρω βιβλία, έντυπα και παραστατικά, όσο και οι ρυθμίσεις, που αφορούν και εξυπηρετούν το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 παρ.69 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 180

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, επιτρέπεται να προσαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντα με τις πράξεις των αρμόδιων Οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που έχουν υποχρεωτική εφαρμογή και οι οποίες αναφέρονται σε θέματα που ρυθμίζονται με διαφορετικό τρόπο από τον παρόντα Κώδικα.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την προσαρμογή των τελωνειακών διαδικασιών προς τις αντίστοιχες διαδικασίες, όπως καθορίζονται με πράξεις των Κοινοτικών Οργάνων.

3. Οι υπουργικές αποφάσεις, που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 181

1. Τα προεδρικά διατάγματα και οι Αποφάσεις Υπουργού Οικονομικών (Α.Υ.Ο.), Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (Κ.Υ.Α.) που εκδόθηκαν κατ΄ εξουσιοδότηση διατάξεων άρθρων του Ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικα”, εφόσον οι εξουσιοδοτικές διατάξεις συμπεριλαμβάνονται και στον παρόντα Τελωνειακό Κώδικα, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι αντικατάστασης τους.

2. Οι διοικητικές και κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση των διατάξεων του Ν. 1165/1918, του Ν. 2127/1993 και του Ν. 2682/1999 αναλόγως προσαρμοζόμενων, εξακολουθούν να ισχύουν και για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα.

Άρθρο 182
Τιμές, ποσά, πρόστιμα, συντελεστές που αποδίδονται στον παρόντα Κώδικα σε ευρώ ισχύουν από 1/1/2002.

Άρθρο 183

1. Με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα δεν θίγονται οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Γενικού Χημείου του Κράτους σε θέματα:
α) ελέγχου της καταλληλότητας των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών και παραγόμενων έτοιμων προϊόντων,
β) καθορισμού συντελεστή απόδοσης πρώτων υλών σε έτοιμα προϊόντα, όπου απαιτείται,
γ) προσδιορισμού νόμιμης φύρας,
δ) καθορισμού υλών μετουσίωσης στις περιπτώσεις που απαιτείται,
ε) δειγματοληπτικών ελέγχων και χημικών αναλύσεων, για τον προσδιορισμό του είδους του αλκοολικού τίτλου και των βαθμών ΡLΑΤΟ
στ) παρακολούθησης της παραγωγικής διαδικασίας από ποιοτικής πλευράς.

2. Ομοίως οι Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους συμμετέχουν σε κοινές επιτροπές με τις αρμόδιες Αρχές για τη διενέργεια ογκομετρήσεων των δεξαμενών και άλλων αποθηκευτικών χώρων, για τον προσδιορισμό της ποσότητας των παραγόμενων προϊόντων, καθώς και για τον έλεγχο της νόμιμης χρησιμοποίησης των παραλαμβανόμενων με μερική ή ολική απαλλαγή προϊόντων για ορισμένες χρήσεις.

Άρθρο 184
Καταργούμενες και λοιπές διατάξεις

1. Από την έναρξη εφαρμογής του παρόντα Κώδικα καταργούνται οι παρακάτω διατάξεις όπως ισχύουν:
α) του ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικα”,
β) των άρθρων 1 έως και 69 του ν. 2127/1993, πλην της παραγράφου 5 του άρθρου 26 και των άρθρων 31 και 32 του ίδιου νόμου,
γ) των άρθρων 1 έως και 21, των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 22 του ν. 2682/1999,
δ) του άρθρου 13 της παραγράφου 40 του ν. 2686/1996,
ε) του άρθρου 26 της παραγράφου 6 του ν. 2187/1994.
στ) Το άρθρο 3 του Ν. 2074/1992 (ΦΕΚ 128 Α΄), όπως ισχύει.
ζ) Η παράγραφος 7 του άρθρου 7 του Ν. 2364/1995 (ΦΕΚ 252 Α΄/6.12.1995).
η) Το άρθρο 59 του Ν. 3283/2004 (ΦΕΚ 210 Α΄/ 2.11.2004).θ) Το στοιχείο VI της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του Ν. 1439/1984 (ΦΕΚ 65 Α΄).
ι) Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 27 του Ν. 2948/ 2001 (ΦΕΚ 242 Α΄/19.10.2001).
ια) Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του Ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α΄).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε    με την παρ. 10 άρθρ.1 Ν.3336/2005,ΦΕΚ Α 96/20.4.2005.

2. Επίσης, καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα.

Άρθρο 185
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2002.

Παραγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Νοεμβρίου 2001
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ              ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ                        Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 19 Νοεμβρίου 2001
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ