ΝΟΜΟΣ 2940/2001 (Φ.Ε.Κ. 180 Α΄/6-8-2001)
Αναπτυξιακά, φορολογικά και θεσμικά και θεσμικά κίνητρα για τις επιχείρησης του κατασκευαστικού τομέα και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Κατασκευαστική κοινοπραξία και υπεργολαβία
Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 5 του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄), οι παράγραφοι 7, 8, 9, 10 και 11 του άρθρου αυτού αναριθμούνται σε 9, 10, 11, 12 και 13 και τίθενται νέες παράγραφοι 7 και 8 που έχουν ως εξής:
” 7. Επιτρέπεται η σύσταση κοινοπραξίας μεταξύ εργοληπτικών επιχειρήσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 15, όπως κάθε φορά ισχύει, για την κατασκευή έργου, το οποίο έχει αναλάβει μία ή περισσότερες από τις επιχειρήσεις αυτές (κατασκευαστική κοινοπραξία), αν:
α. Όλα τα μέλη της κατασκευαστικής κοινοπραξίας ανήκουν στις καλούμενες από τη διακήρυξη τάξεις και κατηγορίες του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.Ε.Π.), και
β. το συμφωνητικό σύστασης της κοινοπραξίας γνωστοποιείται στον κύριο του έργου ή τον φορέα κατασκευής. Αν δεν γνωστοποιηθεί, δεν αναγνωρίζεται από τον κύριο του έργου ή τον φορέα κατασκευής.
Ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής με απόφασή του μπορεί να μην εγκρίνει τη σύσταση της κοινοπραξίας, με απόφαση που λαμβάνεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μηνός από την ανωτέρω γνωστοποίηση. Μέχρι την έγκριση ή μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας αυτής δεν επιτρέπεται η σύμπραξη της κοινοπραξίας στην κατασκευή του έργου.
Ο αριθμός των μελών της κατασκευαστικής κοινοπραξίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία, αν το έργο ανατέθηκε σε μία επιχείρηση, ή το διπλάσιο του αρχικού αριθμού των εργοληπτικών επιχειρήσεων, αν το έργο ανατέθηκε σε κοινοπραξία εργοληπτικών επιχειρήσεων.
Ο ανάδοχος πρέπει να έχει συνολικό ποσοστό συμμετοχής στην κατασκευαστική κοινοπραξία τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%). Κάθε άλλη εργοληπτική επιχείρηση που μετέχει στην κατασκευαστική κοινοπραξία πρέπει να έχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Αν ο ανάδοχος είναι κοινοπραξία, πρέπει να διατηρεί συνολικό ποσοστό συμμετοχής στην κατασκευαστική κοινοπραξία τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%). Κάθε άλλη εργοληπτική επιχείρηση που μετέχει στην κοινοπραξία πρέπει να έχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Τα επιπλέον μέλη της κοινοπραξίας δεν επιτρέπεται να είναι κοινοπραξίες.
Τα μέλη της κοινοπραξίας ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι του κυρίου του έργου ή του φορέα κατασκευής, για το σύνολο του έργου.
Στον υπολογισμό της εμπειρίας και του ορίου ανεκτέλεστου μέρους εργολαβιών δημοσίων έργων κάθε εργοληπτικής επιχείρησης, όπως το όριο αυτό προσδιορίζεται στην παράγραφο 45 του άρθρου 16, λαμβάνονται υπόψη και τα έργα που εκτελέστηκαν από κατασκευαστικές κοινοπραξίες στις οποίες συμμετείχε, καθεμία από αυτές τις εργοληπτικές επιχειρήσεις, κατά το ποσοστό συμμετοχής της.
Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι ελάχιστοι όροι που πρέπει να περιλαμβάνονται στο συμφωνητικό, οι λόγοι για τους οποίους μπορεί ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής να μην εγκρίνουν τη σύσταση της κοινοπραξίας, τη διαδικασία έγκρισής της και κάθε σχετικό θέμα.
8. Όταν συνάπτεται σύμβαση μίσθωσης έργου μεταξύ του αναδόχου δημοσίου έργου και εργοληπτικής επιχείρησης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 για την κατασκευή μέρους του έργου που έχει αναληφθεί από τον ανάδοχο (υπεργολαβία), ο υπεργολάβος θεωρείται “εγκεκριμένος” με τις συνέπειες του νόμου αυτού, μετά από έγκριση του κυρίου του έργου ή του φορέα κατασκευής, όταν συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:
α. Ο υπεργολάβος έχει τα αντίστοιχα προσόντα για την εκτέλεση του έργου που αναλαμβάνει και ανήκει σε τάξη και κατηγορία έργου, αντίστοιχη με το ποσό της σύμβασης υπεργολαβίας, και
β. ο ανάδοχος, πριν από την εγκατάσταση του υπεργολάβου στο έργο, έχει γνωστοποιήσει στον κύριο του έργου ή στον φορέα κατασκευής τη σύμβαση υπεργολαβίας.
Ο ανάδοχος του έργου πρέπει να διατηρεί ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού της σύμβασής του με τον κύριο του έργου ή τον φορέα κατασκευής, αφού ληφθούν υπόψη όλες οι συμβάσεις υπεργολαβιών που έχουν εγκριθεί.
Ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής μπορούν με απόφασή τους, που εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε ημερών από την ανωτέρω γνωστοποίηση, να μην εγκρίνουν την υπεργολαβία αυτή.
Στις διακηρύξεις η αναθέτουσα αρχή μπορεί να επιβάλει στον ανάδοχο της σύμβασης να αναθέσει σε τρίτες εργοληπτικές επιχειρήσεις, εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.Ε.Π., συμβάσεις που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 30% της συνολικής αξίας των έργων που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης.
Η έγκριση της υπεργολαβίας έχει τις εξής συνέπειες:
α. Το ποσό της σύμβασης της υπεργολαβίας, όπως αυτό προκύπτει ιδίως από τα τιμολόγια που εκδίδονται από τον υπεργολάβο προς τον ανάδοχο, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της εμπειρίας και του ορίου του ανεκτέλεστου μέρους εργολαβιών δημοσίων έργων του υπεργολάβου.
β. Το ποσό της σύμβασης της υπεργολαβίας, όπως αυτό προκύπτει ιδίως από τα τιμολόγια που εκδίδονται από τον υπεργολάβο προς τον ανάδοχο αφαιρείται από το ανεκτέλεστο του αναδόχου, ο οποίος δικαιούται πιστοποιητικό εμπειρίας για το σύνολο του έργου.
Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι ελάχιστοι όροι που πρέπει να περιλαμβάνονται στο υπεργολαβικό συμφωνητικό, οι λόγοι για τους οποίους μπορεί ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής να μην εγκρίνει την υπεργολαβία, τη διαδικασία έγκρισής της και κάθε σχετικό θέμα.”
1.Το εδάφιο (γ) της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984, καταργείται.
Άρθρο 2
Κατάργηση συστήματος υποβολής προσφοράς – Αυξομειώσεις ποσοτήτων εργασιών – Αναθεώρηση συμβατικής αξίας ασφαλτικών
1…………….
2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του Ν. 1418/1984, προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
“Αν κατά την εκτέλεση εργασιών εργολαβίας προκύπτει μείωση των συμβατικών ποσοτήτων των εργασιών αυτών ή ορισμένων από αυτές, η δαπάνη που εξοικονομείται από τη μείωση αυτή μπορεί να διατεθεί για την εκτέλεση άλλων εργασιών του ίδιου έργου, που είναι αναγκαία για την αρτιότητα ή λειτουργικότητά του ή για την κάλυψη της δαπάνης αναθεώρησης.”
3 Στο άρθρο 10 του Ν. 1418/1984, όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 6 παράγραφος 21 του Ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α΄) και 2 παράγραφοι 15 και 16 του Ν. 2229/1994 (ΦΕΚ 138 Α΄), η παράγραφος 11 αναριθμείται σε 12 και προστίθεται παράγραφος 11 που έχει ως εξής:
11. Ειδικώς από το Γ΄ τρίμηνο του 1999 και εφεξής η πληρωμή και η αναθεώρηση της συμβατικής τιμής των ασφαλτικών εργασιών, όταν σε αυτήν περιλαμβάνεται και η αξία της ασφάλτου, γίνεται ως εξής:
α. Κάθε συμβατική τιμή (ΤΣ) διαχωρίζεται στην αξία των ασφαλτικών εργασιών χωρίς την άσφαλτο (ΤΣ1) και στην αξία της ασφάλτου (ΤΣ2), με βάση τις σχέσεις ΤΣ1 = Εοx / Εοa Χ ΤΣ και ΤΣ2 = Αο, όπου:
Εοx: η αξία της ασφαλτικής εργασίας χωρίς την αξία της ασφάλτου, σύμφωνα με την Ανάλυση Τιμών Έργων Οδοποιίας (Α.Τ.Ε.Ο.) κατά το χρόνο εκκίνησης της αναθεώρησης για κάθε εργολαβική σύμβαση.
Εοa: η αξία της ασφαλτικής εργασίας μαζί με την αξία της ασφάλτου, σύμφωνα με την Ανάλυση Τιμών Έργων Οδοποιίας (Α.Τ.Ε.Ο.) κατά το χρόνο εκκίνησης της αναθεώρησης για κάθε εργολαβική σύμβαση.
Αο: η αξία της ασφάλτου, σύμφωνα με την εγκεκριμένη από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων Ανάλυση Τιμών Έργων Οδοποιίας (Α.Τ.Ε.Ο.) κατά το χρόνο εκκίνησης της αναθεώρησης για την κάθε εργολαβική σύμβαση.
β. Η πληρωμή των ασφαλτικών εργασιών γίνεται με βάση τις ποσότητες των εργασιών που έχουν εκτελεστεί, πολλαπλασιαζόμενη με την αντίστοιχη αξία χωρίς την άσφαλτο (ΤΣ1) και με την αξία της ασφάλτου (Αο).
γ. Η αναθεώρηση (ΔΤν) της αξίας των ασφαλτικών εργασιών χωρίς την άσφαλτο (ΤΣ1) υπολογίζεται με τον τύπο της παραγράφου 5, με βάση τα άρθρα της Ανάλυσης Τιμών Έργων Οδοποιίας (Α.Τ.Ε.Ο.) που αφορά στις ασφαλτικές εργασίες χωρίς την άσφαλτο.
δ. Η αναθεώρηση (ΔΤν) της αξίας της ασφάλτου (ΤΣ2) υπολογίζεται με βάση τον τύπο ΔΤν = Αο (Αν/ Αο -1), όπου Αν είναι η αξία της ασφάλτου, σύμφωνα με την Α.Τ.Ε.Ο. κατά την εκάστοτε αναθεωρητική περίοδο. Για τον προσδιορισμό της αξίας της ασφάλτου Αο και Αν, από το Γ΄ τρίμηνο του 1999 και εφεξής, ως τιμή της ασφάλτου λαμβάνεται ο αριθμητικός μέσος όρος των εβδομαδιαίων τιμών της ασφάλτου, σύμφωνα με τα δελτία τιμών των διυλιστηρίων της χώρας.
ε. Οι ανάδοχοι των εργολαβιών αυτών μπορούν να δηλώσουν στη διευθύνουσα το έργο υπηρεσία, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ότι επιμένουν στους συμβατικούς όρους για την πληρωμή και τον υπολογισμό της αναθεώρησης της αξίας των ασφαλτικών εργασιών. Στην περίπτωση αυτή ο υπολογισμός και η πληρωμή της αναθεώρησης εξακολουθούν να διέπονται από τις μέχρι σήμερα ισχύουσες διατάξεις.
στ. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες για ορισμένες συμβατικές τιμές ασφαλτικών εργασιών δεν αντιστοιχούν εγκεκριμένες αναλύσεις (ΑΤΕΟ) για την εφαρμογή του τρόπου υπολογισμού των τιμών Εοx και Εοa, θα συντάσσονται αναλύσεις τιμών δια συγκρίσεως με τις υπάρχουσες εγκεκριμένες αναλύσεις (δια προσθαφαιρέσεως των επιπλέον και των επί έλλατον στοιχείων). Οι ανωτέρω συντασσόμενες αναλύσεις θα αποτελούν, στις περιπτώσεις αυτές, τη βάση του υπολογισμού των Εοx και Εοa. Στις ανωτέρω περιπτώσεις, ως συντελεστές αναθεώρησης θα λαμβάνονται οι αντίστοιχοι των άρθρων που προβλέπει η σύμβαση, αλλά χωρίς την άσφαλτο.
ζ. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να ορισθεί άλλος τρόπος λήψης της τιμής της ασφάλτου για αναθεώρηση των εργασιών αυτών.”
Σχετικό: παρ.10 άρθρ.23 Ν.3212/2003.ΦΕΚ Α 308/31.12.2003
Άρθρο 3
Επίλυση διαφορών
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του Ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής:
1. Κατά των πράξεων ή παραλείψεων της διευθύνουσας υπηρεσίας που προσβάλλουν έννομο συμφέρον του αναδόχου χωρεί ένσταση, που ασκείται με κατάθεση στη διευθύνουσα υπηρεσία. Η ένσταση κατά των πράξεων ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε ημερών από την κοινοποίηση της πράξης, εκτός αν σε ειδικές περιπτώσεις ορίζεται διαφορετικά στο νόμο αυτόν ή στα προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με εξουσιοδότησή του. Η ένσταση κατά των παραλείψεων ασκείται το αργότερο μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε ημερών από την απόρριψη εκ μέρους της διευθύνουσας υπηρεσίας των αιτημάτων του αναδόχου που υποβάλλονται μαζί με την τελική επιμέτρηση, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11.”
2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Ν. 1418/1984 προστίθενται εδάφια που έχουν ως εξής:
“Ένσταση δεν απαιτείται να προηγηθεί και επί παραλείψεων της προϊσταμένης αρχής ή του κυρίου του έργου. Στην περίπτωση αυτή ασκείται απευθείας αίτηση θεραπείας, το αργότερο μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών μηνών από την απόρριψη εκ μέρους της προϊσταμένης αρχής ή του κυρίου του έργου των αιτημάτων του αναδόχου που υποβάλλονται μαζί με την τελική επιμέτρηση.”
3. Το άρθρο 13 του Ν.1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρθρο 13 Δικαστική επίλυση διαφορών
1. Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημοσίου έργου επιλύεται με προσφυγή στο αρμόδιο δικαστήριο κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων.
2. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το διοικητικό ή πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία εκτελείται το έργο. Παρέκταση αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται. Αν το έργο εκτελείται στην περιφέρεια δύο η περισσότερων εφετείων, αρμόδιο καθίσταται εκείνο που ορίζει ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου, ύστερα από αίτηση εκείνου που ενδιαφέρεται να ασκήσει την προσφυγή.
3. Της προσφυγής στο εφετείο προηγείται υποχρεωτικά αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου, διαφορετικά η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη. Η προσφυγή στο εφετείο ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε στην αίτηση θεραπείας ή από τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 7 του προηγούμενου άρθρου. Εάν το έργο εκτελείται στην Περιφέρεια δύο ή περισσότερων εφετείων, η αίτηση για τον καθορισμό του αρμόδιου εφετείου, σύμφωνα με την παράγραφο 2, υποβάλλεται μέσα στην ίδια δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία. Στην περίπτωση αυτή η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία για άσκηση προσφυγής αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης του Προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου.
4. Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Οι διάδικοι υποχρεούνται να προσκομίσουν κατά την πρώτη συζήτηση όλα τα αποδεικτικά μέσα. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου. Αν ο φάκελος της υπόθεσης δεν αποσταλεί στο διοικητικό εφετείο από τη Διοίκηση, η συζήτηση αναβάλλεται σε νέα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση συζητείται με βάση τα στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων, αν το ζητήσει ο ίδιος.
5. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μια δικάσιμο, ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία που υπάγεται η υπόθεση. Αν ο χρόνος δεν επαρκεί, επιτρέπεται διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον των ίδιων δικαστών, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων, των μαρτύρων και εκείνων που δεν παρίστανται.
Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου τρεις τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Η απόφαση εκδίδεται το ταχύτερο και αρκεί πιθανολόγηση. Οι αποφάσεις του διοικητικού ή πολιτικού εφετείου είναι αμέσως εκτελεστές.
6. Η αίτηση αναίρεσης κατά των αποφάσεων του πολιτικού εφετείου επιτρέπεται μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 559 αριθμός 1 έως 7,9,16,17,19 και 20 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αν από την εκτέλεση της απόφασης πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης, της οποίας η αποκατάσταση δεν είναι εύκολη, μπορεί να διαταχθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους η ολική ή εν μέρει αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, με τον όρο παροχής ανάλογης εγγύησης ή και χωρίς εγγύηση ή να εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης από την παροχή εγγύησης από το διάδικο που έχει νικήσει. Για την αίτηση αποφαίνεται, συνεδριάζοντας ως συμβούλιο χωρίς υποχρεωτική κλήτευση των διαδίκων, το αρμόδιο τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου, το οποίο συγκροτείται από τρία μέλη, στα οποία περιλαμβάνεται υποχρεωτικά ο εισηγητής της υπόθεσης. Η απόφαση της αναστολής μπορεί κατά τον ίδιο τρόπο να ανακληθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους έως και κατά την πρώτη συζήτηση της αναίρεσης.
7. Σε περίπτωση που ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής ασκήσει αναίρεση, με αίτηση του αναδόχου, μπορεί μέχρι την εκδίκασή της να γίνει συμβιβασμός. Για το συμβιβασμό εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή του αρμόδιου οργάνου των φορέων που εκτελούν δημόσια έργα, μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Μετά την αποδοχή αυτής από τον ανάδοχο, ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής παραιτείται από την αναίρεση.
8. Αν ο ανάδοχος του έργου είναι κοινοπραξία, η προσφυγή ασκείται είτε από την ίδια είτε από όλα τα μέλη της, που μεταξύ τους στην περίπτωση αυτή υπάρχει αναγκαστική ομοδικία.”
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς διαφορές που προκύπτουν από τη σύμβαση κατασκευής δημοσίου έργου. Υποθέσεις που εκκρεμούν σε αρμόδια κατά τόπο δικαστήρια, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, εκδικάζονται από τα δικαστήρια αυτά μέχρι το πέρας της δίκης.
Άρθρο 4
Μητρώο εργοληπτικών επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.) και επανάκριση εργοληπτικών επιχειρήσεων
Το άρθρο 16 του Ν. 1418/1984 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η εγγραφή και κατάταξη των εργοληπτικών επιχειρήσεων στο Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και η τακτική και η έκτακτη αναθεώρηση της εγγραφής της, που ορίζονται στο άρθρο αυτό, γίνεται με αίτησή τους.
Για την εγγραφή, κατάταξη και αναθεώρηση των εργοληπτικών επιχειρήσεων στο Μ.Ε.ΕΠ. εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως και 38 του παρόντος άρθρου. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται τα όρια του Συντελεστή Κατάταξης Γ, όπως περιγράφονται στην παράγραφο 30, τα μεγέθη του Τμήματος Α του Τύπου Κατάταξης που χρησιμοποιούνται σαν παρονομαστές των κλασμάτων α1, α2, α3, όπως περιγράφονται στην παράγραφο 33, και η συνολική βαθμολογία ανά τάξη Μ.Ε.ΕΠ., όπως περιγράφεται στην παράγραφο 34.
2. Η εγγραφή, κατάταξη και αναθεώρηση στηρίζεται σε όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξέταση της αίτησης και τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων στοιχείων και τα οποία υποχρεούνται να υποβάλουν οι εργοληπτικές επιχειρήσεις στο Μ.Ε.ΕΠ. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώνονται από την υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων που είναι αρμόδια για την τήρηση του Μ.Ε.ΕΠ.. Μεταξύ των στοιχείων αυτών περιλαμβάνονται ιδίως τα πιστοποιητικά Μ. Ε. ΕΠ., τα οποία συντάσσονται από τον κύριο του έργου ή το φορέα κατασκευής, για κάθε έργο, και περιέχουν πληροφορίες και αξιολογήσεις για τη δημοπρασία και την ανάδοχο επιχείρηση, για τις τεχνικές επιχειρήσεις που έχουν συμπράξει στην κατασκευή του έργου με συμβάσεις κατασκευαστικής κοινοπραξίας ή υπεργολαβίας, οι οικονομικές καταστάσεις των χρήσεων των τριών τελευταίων ετών, οι προσωρινές οικονομικές καταστάσεις πριν την υποβολή αίτησης, οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, οι ειδικές καταστάσεις τιμολογίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων, τα τιμολόγια ιδιωτικών έργων όλων των κατηγοριών, τα δικαιολογητικά πιστοποίησης των παγίων στοιχείων και της αξίας τους (οικόπεδα, γήπεδα, κτίρια, μηχανολογικός εξοπλισμός και μεταφορικά μέσα πλην επιβατικών αυτοκινήτων), δικαιολογητικά για την απόδειξη της βασικής και της συμπληρωματικής στελέχωσης, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κριθεί απαραίτητο για την αξιολόγηση των εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ..
3. Η στελέχωση της εργοληπτικής επιχείρησης, με στελέχη που είναι εγγεγραμμένα στο Μ.Ε.Κ. παρακολουθείται από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., ώστε τα στελέχη αυτά να συμμετέχουν ενεργά στο έργο της επιχείρησης. Η υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. μπορεί να παραπέμπει τα ανωτέρω στελέχη, των οποίων η συμμετοχή κρίνεται εικονική ή ανεπαρκής, στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο.
Η ελάχιστη στελέχωση της επιχείρησης πρέπει να είναι συνεχής καθ΄ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της και να αποδεικνύεται με βεβαίωση ασφάλισης του προσωπικού από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα. Οποιαδήποτε μεταβολή στελεχών της επιχείρησης, που είναι εγγεγραμμένα στο Μ.Ε.Κ., γίνεται ύστερα από αίτηση της επιχείρησης ή του στελέχους προς την Επιτροπή του Μ.Ε.ΕΠ., η οποία εγκρίνει τη μεταβολή αυτή εξετάζοντας τους προβαλλόμενους λόγους μεταβολής.
4. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να καθορίζεται ο τύπος και τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να περιέχουν τα πιστοποιητικά Μ.Ε.ΕΠ., που εκδίδει ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής, τα χρονικά διαστήματα έκδοσης και κοινοποίησής τους στον ανάδοχο και τις λοιπές τεχνικές επιχειρήσεις που έχουν συμπράξει στην κατασκευή του έργου, ο τρόπος υποβολής τους στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και κάθε σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορισθεί προθεσμία μέσα στην οποία τα στοιχεία αυτά υποβάλλονται από τις εργοληπτικές επιχειρήσεις, εντός συγκεκριμένων χρονικών προθεσμιών, ανεξάρτητα από την υποβολή αίτησης τακτικής ή έκτακτης αναθεώρησης της εγγραφής τους. Η παράλειψη υποβολής των στοιχείων αυτών, με ευθύνη της εργοληπτικής επιχείρησης, συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος να τα επικαλεσθεί κατά την υποβολή αίτησης τακτικής ή έκτακτης αναθεώρησης, ταυτόχρονα δε δίνει το δικαίωμα στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. να προχωρήσει με πρωτοβουλία της σε έκτακτη αναθεώρηση της εγγραφής της επιχείρησης.
Ο κύριος του έργου ή ο φορέας κατασκευής οφείλει να συντάσσει και υποβάλλει τα σχετικά πιστοποιητικά με τις αρμόδιες υπηρεσίες του, οι υπάλληλοι των οποίων, σε περίπτωση που αμελούν να το πράξουν, υπέχουν και πειθαρχικές ευθύνες, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 6 του Ν. 1418/1984, που προστέθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 2 του Ν. 2229/1994(ΦΕΚ 138 Α΄).
β Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, υποχρεούνται να υποβάλουν ετησίως τις οικονομικές τους καταστάσεις και έκθεση δραστηριότητας, πριν από το τέλος του πρώτου εξαμήνου του έτους που έπεται της χρήσης στην οποία αναφέρονται οι οικονομικές καταστάσεις. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζεται η διαδικασία υποβολής των ανωτέρω στοιχείων και κάθε σχετικό θέμα.
6. Κάθε επιχείρηση υποχρεούται, μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του επόμενου έτους κάθε χρήσης, να καταθέτει στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την πιστοποίηση του κύκλου εργασιών της από ιδιωτικά έργα. Η παράλειψη της υποβολής των στοιχείων αυτών, μέσα στην προθεσμία αυτή, συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος της επιχείρησης να επικαλεσθεί τον κύκλο εργασιών από τα έργα αυτά. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καθορίζονται τα στοιχεία αυτά και κάθε άλλο θέμα.
7. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 17 εφαρμόζονται αναλόγως και για τα πιστοποιητικά Μ.Ε.ΕΠ.
8. Η κατάταξη στις κατηγορίες και τις τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ. ισχύει για μία τριετία (τακτική αναθεώρηση). Κατ΄ εξαίρεση η έκτακτη κατάταξη των εργοληπτικών επιχειρήσεων που προέρχονται από συγχώνευση επιχειρήσεων του Μ.Ε.ΕΠ., οι οποίες και κρίνονται με τη διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 17 και επόμενες, ισχύει για μία εξαετία.
9. Αν η εργοληπτική επιχείρηση δεν υποβάλει αίτηση τακτικής αναθεώρησης, μέσα σε εξήντα ημέρες, από τη συμπλήρωση της τριετίας ή εξαετίας, κατά περίπτωση, τεκμαίρεται ότι ελλείπουν οι προϋποθέσεις παραμονής της στις κατηγορίες και τάξεις που έχει καταταχθεί και διαγράφεται από το Μ.Ε.ΕΠ. Για τη διαγραφή αυτή εκδίδεται διαπιστωτική πράξη μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο της εξηκονθήμερης προθεσμίας.
10. Η υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. μπορεί να ενεργήσει οποτεδήποτε έκτακτη αναθεώρηση αν διακριβωθούν νεότερα δυσμενή στοιχεία που επηρεάζουν αρνητικά την ομαλή και αξιόπιστη λειτουργία της επιχείρησης, διαγράφοντάς την από ορισμένες ή όλες τις κατηγορίες έργων ή υποβιβάζοντάς την από την τάξη της εγγραφής της.
11. Η τακτική ή έκτακτη αναθεώρηση μπορεί να συνδυασθεί με μεταβολή στις κατηγορίες και τάξεις για τις οποίες είχε εγκριθεί στο παρελθόν η εγγραφή της επιχείρησης. Η μεταβολή αυτή μπορεί να περιλαμβάνει και διαγραφή από κατηγορίες ή υποβιβασμό σε τάξη, έστω και αν αυτό δεν ζητήθηκε από την επιχείρηση.
12. Μετά την παρέλευση διετίας από την έκτακτη επανάκριση, που προβλέπεται στις παραγράφους 17 και επόμενες, μπορεί να γίνει έκτακτη αναθεώρηση με αίτηση της επιχείρησης.
13. Η εγγραφή, η κατάταξη ή η αναθεώρηση της εργοληπτικής επιχείρησης στο Μ.Ε.ΕΠ. γίνεται από την Επιτροπή Μ.Ε.ΕΠ.. Η Επιτροπή αρνείται την εγγραφή εργοληπτικής επιχείρησης στο Μ.Ε.ΕΠ. ή την κατάταξη στην κατηγορία ή τάξη για την οποία έχει υποβληθεί η αίτηση, αν από τα στοιχεία που ορίζονται στην παράγραφο 2 κρίνει ότι η επιχείρηση αυτή δεν έχει την απαιτούμενη τεχνική ιδιότητα και τεχνική ικανότητα, με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η κατάταξη εργοληπτικών επιχειρήσεων στις τάξεις έκτη και έβδομη γίνεται με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής.
14. Η Επιτροπή Μ.Ε.ΕΠ. εισηγείται τη λήψη μέτρων σχετικά με τη βελτίωση του τρόπου τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., σχετικά με τον τρόπο που καταρτίζονται και αξιολογούνται τα πιστοποιητικά Μ.Ε.ΕΠ., παρακολουθεί την τήρηση του Μ.Ε.ΕΠ. και υποβάλλει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων εκθέσεις. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ορίζονται ο αριθμός των μελών της Επιτροπής Μ.Ε.ΕΠ., η διάρκεια της θητείας τους και γίνεται ο διορισμός τους. Στην Επιτροπή περιλαμβάνονται δημόσιοι υπάλληλοι, δύο εκπρόσωποι του τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.) ένας εκπρόσωπος της Επιστημονικής Ένωσης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Μηχανικών (Ε.Ε.Τ.Ε.Μ.) και τέσσερις εκπρόσωποι των πανελλήνιων επαγγελματικών εργοληπτικών οργανώσεων, οι οποίοι υποδεικνύονται από τις οργανώσεις αυτές.
15. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διαδικασία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., τη συγκέντρωση και παροχή στοιχείων από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. και κάθε σχετικό θέμα για τη συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής Μ.Ε.ΕΠ.. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ορίζονται τα θέματα εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ. επιχειρήσεων για εξειδικευμένες εργασίες και υποκατηγορίες ορισμένων έργων, η κατάταξη αυτών στις νέες τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και τα όρια του προϋπολογισμού έργων που αυτές μπορούν να αναλαμβάνουν. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζονται τα θέματα τήρησης από τις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις μητρώων εργοληπτικών επιχειρήσεων, των πτυχιούχων εργοδηγών, των κατόχων σχετικών αδειών και των εμπειροτεχνών, τα όρια προϋπολογισμών δημοσίων έργων που επιτρέπεται να αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις αυτές, ο τρόπος αξιολόγησης των επιχειρήσεων αυτών και της κατάταξής τους στα ανωτέρω νομαρχιακά μητρώα, καθώς και οι περιπτώσεις μικρών έργων, την κατασκευή των οποίων μπορούν να αναλάβουν επιχειρήσεις που δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ..
16. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να ανατίθενται καθήκοντα συμβούλου σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή στο Ινστιτούτο Οικονομίας Κατασκευών προς υποβοήθηση της υπηρεσίας τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., για τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων αιτήσεων επανάκρισης, τακτικής και έκτακτης αναθεώρησης των εργοληπτικών επιχειρήσεων που είναι εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και της παροχής κάθε είδους τεχνικής βοήθειας.
17. Μέχρι την 31.12.2001 οι εργοληπτικές επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμμένες σε οποιαδήποτε τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. υποχρεούνται είτε αυτοτελώς είτε ύστερα από συγχώνευση μεταξύ τους, μόνο με βάση τις διατάξεις του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄) και του Κ.Ν. 2190/1920, να υποβάλουν αίτηση έκτακτης επανάκρισης για την κατάταξή τους στην αντίστοιχη κατηγορία και τάξη, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος αυτός, τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις που θα εκδοθούν με εξουσιοδότησή του. Εργοληπτικές επιχειρήσεις, που δεν υποβάλουν αίτηση μέσα στην προθεσμία αυτή, διαγράφονται αυτοδικαίως από το Μ.Ε.ΕΠ.. Για τη διαγραφή εκδίδεται διαπιστωτική πράξη, μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της σχετικής αίτησης. Η απόφαση κατάταξης της εργοληπτικής επιχείρησης στο Μ.Ε.ΕΠ. εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ.. Όσες εργοληπτικές επιχειρήσεις υποβάλουν στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., μέχρι την 31.12.2001, δήλωση έναρξης της διαδικασίας συγχώνευσης, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση μέχρι την 30.9.2002. Στην ανωτέρω δήλωση έναρξης διαδικασίας συγχώνευσης πρέπει να αναγράφονται υποχρεωτικά οι εταιρίες του Μ.Ε.ΕΠ. που θα συμμετέχουν στη συγχώνευση, χωρίς δυνατότητα αλλαγής.
Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να δίδεται παράταση στις πιο πάνω προθεσμίες, εφόσον διαπιστωθεί ότι αυτές δεν επαρκούν για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανάκρισης.
Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και επί αποσχίσεως – εισφοράς κατασκευαστικού κλάδου μεταξύ εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ.. Στην περίπτωση αυτή ο αποσχιζόμενος – εισφερόμενος κλάδος λογίζεται, για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, ως αυτοτελής εργοληπτική επιχείρηση Μ.Ε.ΕΠ. και στα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνεται και το εργοληπτικό πτυχίο της επιχείρησης από την οποία προέρχεται ο κλάδος που αποσχίσθηκε και εισφέρθηκε στη νέα εταιρία.
Κατ΄ εξαίρεση, ελληνικές τεχνικές εταιρίες που είχαν εργοληπτικό πτυχίο Ε΄ τάξης κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 1418/1984 και είχαν καταταγεί προσωρινά στη ζ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., οι οποίες ανέπτυξαν αποκλειστικά εργοληπτική δραστηριότητα σε χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν υπέβαλαν αίτηση επανάκρισης και κατάταξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου 4 του Ν. 2229/1994, λόγω προβλημάτων των χωρών αυτών και αναστολής εκ μέρους τους, των πληρωμών προς αυτές, μπορούν να υποβάλουν αίτηση κατάταξης στη ΣΤ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 1418/1984, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 2229/1994, εφόσον έχουν τις προβλεπόμενες νόμιμες προϋποθέσεις για κατάταξη στην τάξη αυτή, προσκομίσουν πιστοποιητικά εκτέλεσης έργων στις χώρες αυτές και έχουν εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις τους προς το ελληνικό δημόσιο. Η αίτηση κατάταξης των εταιριών αυτών θα πρέπει να υποβληθεί στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. μέσα σε δύο μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και θεωρείται εκκρεμής αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.
Ως εμπειρία τριετίας για την κατάταξή τους στη Στ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. της παλαιάς διαβάθμισης, θα υπολογισθεί εκείνη που αποκτήθηκε στο παρελθόν, βεβαιώνεται από πιστοποιητικά εκτέλεσης έργων και αποδεικνύεται από τις βεβαιωμένες απαιτήσεις των εταιρειών αυτών κατά των χωρών αυτών.
18. Οι τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ. ορίζονται σε επτά και επιπλέον αυτών ορίζονται και δύο ειδικές τάξεις οι Α1, Α2 για μικρές επιχειρήσεις. Η κατάταξη στο Μ.Ε.ΕΠ. των εργοληπτικών επιχειρήσεων γίνεται σε μία ή περισσότερες από τις εξής βασικές κατηγορίες έργων: οδοποιίας, οικοδομικών, υδραυλικών, ηλεκτρομηχανολογικών, λιμενικών, βιομηχανικών και ενεργειακών. Κάθε επιχείρηση κατατάσσεται σε μία μόνο τάξη για κάθε κατηγορία. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να αναπροσδιορίζονται οι κατηγορίες αυτές και το περιεχόμενό τους με σκοπό τη μεγαλύτερη εξειδίκευση των κατηγοριών και να ρυθμίζονται τα μεταβατικά ζητήματα που ανακύπτουν στην περίπτωση αυτή.
19. Η κατάταξη εργοληπτικής επιχείρησης στην έβδομη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. συνεπάγεται την κατάταξή της σε όλες τις βασικές κατηγορίες έργων. Η κατάταξη εργοληπτικής επιχείρησης στην έκτη ή στην πέμπτη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. συνεπάγεται την κατάταξή της σε όλες τις βασικές κατηγορίες έργων, αν κατά την επανάκρισή της πληρεί τις προϋποθέσεις κατάταξής της τουλάχιστον σε τέσσερις από τις κατηγορίες αυτές.
20. Στις ειδικές τάξεις Α1 και Α2 του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσονται εργοληπτικές επιχειρήσεις με μόνο κριτήριο τη στελέχωσή τους από τεχνικούς εγγεγραμμένους στο Μ.Ε.Κ., χωρίς την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, ως εξής:
α. στην Α1, εργοληπτική επιχείρηση, η οποία περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Α΄ βαθμίδας,
β. στην Α2, εργοληπτική επιχείρηση η οποία περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας ή δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Α΄ βαθμίδας.
21. Στην πρώτη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσεται εργοληπτική επιχείρηση, χωρίς την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτει τις εξής ελάχιστες προϋποθέσεις:
α. περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Α΄ βαθμίδας και έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας ή δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας ή έναν τεχνικό Μ. Ε. Κ. Γ΄ βαθμίδας,
β. διαθέτει, κατά την υποβολή της αίτησης, καταθέσεις σε τράπεζα, τουλάχιστον είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών ή εβδομήντα τριών χιλιάδων τριακοσίων εξήντα οκτώ (73.368) ΕΥΡΩ.
22. Στη δεύτερη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσεται εργοληπτική επιχείρηση, χωρίς την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτει τις εξής ελάχιστες προϋποθέσεις:
α. περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας ή έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας και δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας ή έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας,
β. διαθέτει, κατά την υποβολή της αίτησης, τραπεζικές καταθέσεις, τουλάχιστον σαράντα οκτώ εκατομμυρίων (48.000.000) δραχμών ή εκατόν σαράντα χιλιάδων οκτακοσίων εξήντα έξι (140.866) ΕΥΡΩ,
γ. διαθέτει πάγια στοιχεία με βάση τις αντικειμενικές αξίες ή τις αξίες κτήσης αυτών, συνολικής αξίας δώδεκα εκατομμυρίων (12.000.000) δραχμών ή τριάντα πέντε χιλιάδων διακοσίων δεκαεπτά (35.217) ΕΥΡΩ. Τα πάγια στοιχεία αυτά αφορούν γήπεδα, οικόπεδα, κτίρια, μηχανολογικό εξοπλισμό και μεταφορικά μέσα, εκτός από τα επιβατικά αυτοκίνητα. Ως αξία παγίων για τα ακίνητα λαμβάνεται, κατ΄ επιλογή της επιχείρησης, είτε η αντικειμενική αξία που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, πιστοποιημένη από συμβολαιογράφο, είτε η αξία αυτών, όπως προσδιορίζεται από τα οριστικά συμβόλαια αγοράς ή το κόστος ιδιοκατασκευής τους, όπως είναι εγγεγραμμένο στα βιβλία της επιχείρησης. Για τον εξοπλισμό και τα μεταφορικά μέσα, η αξία τους προσδιορίζεται με βάση την παράγραφο 29 περίπτωση γ΄.
23. Στην τρίτη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσεται εργοληπτική επιχείρηση με μορφή ανώνυμης εταιρίας, χωρίς την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτει τις εξής ελάχιστες προϋποθέσεις:
α. περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας και έναν τεχνικό Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας. Εναλλακτικά μπορεί να αντικατασταθεί ο ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας με δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας ή ο ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας με δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας,
β διαθέτει Ίδια Κεφάλαια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση β΄, τουλάχιστον ίσα με το πενήντα τοις εκατό (50%) των Ιδίων Κεφαλαίων της τάξης αυτής, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33,
γ. διαθέτει πάγια στοιχεία, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση γ΄, αξίας τουλάχιστον ίσης με το πενήντα τοις εκατό (50%) των παγίων της τάξης αυτής, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33.
Για εργοληπτική επιχείρηση που είναι ήδη εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. επιπλέον ελάχιστη προϋπόθεση κατάταξης στην τάξη αυτή αποτελεί η τήρηση των δεικτών βιωσιμότητας, που προκύπτουν από τις κάτωθι σχέσεις οικονομικών μεγεθών, όπως αναγράφονται στην οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή την προσωρινή οικονομική κατάσταση αυτής που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης, ως εξής:
α. “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων” (Ι. Κ.), όπως αυτό αναγράφεται στο σκέλος του Παθητικού, προς το “Σύνολο Υποχρεώσεων” (Σ.Υ.). Ως Σύνολο Υποχρεώσεων ορίζεται το άθροισμα των βραχυπρόθεσμων και των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχείρησης, με εξαίρεση τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις που δεν αφορούν τραπεζικό δανεισμό, όπως αυτές προσδιορίζονται από βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή, και
β. “Κυκλοφορούν Ενεργητικό” (Κ.Ε.), όπως αυτό αναγράφεται στο σκέλος του Ενεργητικού, προς τις “Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις” (Β.Υ.), όπως αυτές αναγράφονται στο σκέλος του Παθητικού.
Οι δείκτες βιωσιμότητας πρέπει να είναι μεγαλύτεροι της μονάδας, δηλαδή: Ι.Κ./Σ.Υ. > 1 και Κ.Ε./Β.Υ. > 1.
24. Στην τρίτη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσεται εργοληπτική επιχείρηση με μορφή ανώνυμης εταιρίας, με εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτει τις εξής ελάχιστες προϋποθέσεις:
α. περιλαμβάνει στη βασική της στελέχωση τουλάχιστον δύο τεχνικούς Μ. Ε. Κ. Δ΄ βαθμίδας. Εναλλακτικά μπορεί να αντικατασταθεί ο ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας με δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας,
β. διαθέτει Ίδια Κεφάλαια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση β΄, τουλάχιστον ίσα με το πενήντα τοις εκατό (50%) των Ιδίων Κεφαλαίων της τάξης αυτής, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33,
γ. διαθέτει πάγια στοιχεία, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση γ΄, αξίας τουλάχιστον ίσης με το πενήντα τοις εκατό (50%) των παγίων της τάξης αυτής, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33.
25. Για την κατάταξη εργοληπτικής επιχείρησης και σε πρόσθετες κατηγορίες έργων, εκτός της βασικής, απαιτείται να διαθέτει για καθεμία από αυτές συμπληρωματική στελέχωση. Τα στελέχη για καθεμία από τις πρόσθετες κατηγορίες έργων μπορεί να είναι τα ίδια πρόσωπα της βασικής στελέχωσης, εγγεγραμμένα σε αντίστοιχη κατηγορία και τάξη του Μ.Ε.Κ. ή και άλλα πρόσωπα. Για τη συμπληρωματική στελέχωση κάθε πρόσθετης κατηγορίας έργων, απαιτείται τουλάχιστον:
α. Στην Α1 τάξη, τουλάχιστον ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Α΄ βαθμίδας.
β. Στην Α2 τάξη, τουλάχιστον ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας.
γ. Στην 1η τάξη, τουλάχιστον ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας ή δύο τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Α΄ βαθμίδας.
δ. Στην 2η τάξη, τουλάχιστον ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας ή δύο τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας.
ε. Στην 3η τάξη, ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας ή δύο τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας.
26. Στην τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. κατατάσσονται εργοληπτικές επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ. ή επιχειρήσεις που προέρχονται από συγχώνευση εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.ΕΠ., με την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτουν τις εξής ελάχιστες προϋποθέσεις:
α. περιλαμβάνουν στη βασική και συμπληρωματική τους στελέχωση τον αντίστοιχο, για κάθε τάξη, ελάχιστο αριθμό τεχνικών εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.Κ., ως εξής:
αα. Στην τέταρτη τάξη, για τη βασική κατηγορία έργων απαιτείται στελέχωση τουλάχιστον τριών τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας και ενός τεχνικού Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας. Για κάθε πρόσθετη κατηγορία έργων, μέχρι και την τέταρτη, απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση τουλάχιστον δύο τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας. Για κάθε επιπλέον κατηγορία απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση ενός τεχνικού Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας.
ββ. Στην πέμπτη τάξη, για τη βασική κατηγορία έργων απαιτείται στελέχωση τουλάχιστον τεσσάρων τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας και ενός τεχνικού Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας. Για κάθε πρόσθετη κατηγορία έργων, μέχρι την τέταρτη, απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση τουλάχιστον τριών τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας. Για κάθε επιπλέον κατηγορία απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση ενός τεχνικού Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας.
β Στην έκτη τάξη, για τη βασική κατηγορία έργων απαιτείται στελέχωση τουλάχιστον έξι τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας και τεσσάρων τεχνικών Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας. Για κάθε πρόσθετη κατηγορία έργων, μέχρι και την τέταρτη, απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση τουλάχιστον τεσσάρων τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας. Για τις επιπλέον κατηγορίες απαιτείται συμπληρωματική στελέχωση ενός τεχνικού Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας ανά κατηγορία.
δδ. Στην έβδομη τάξη απαιτείται στελέχωση τουλάχιστον δεκαοκτώ τεχνικών Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας και δεκατεσσάρων τεχνικών Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας. Από τη στελέχωση αυτή απαιτείται τουλάχιστον οι δώδεκα τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας να είναι εγγεγραμμένοι σε τρεις κατηγορίες έργων, ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ, Δ΄ βαθμίδας να είναι εγγεγραμμένος στην κατηγορία ηλεκτρομηχανολογικών έργων και ένας τεχνικός Μ. Ε. Κ. Δ΄ βαθμίδας να είναι εγγεγραμμένος στην κατηγορία βιομηχανικών και ενεργειακών έργων.
Εναλλακτικά για τις τάξεις 4η, 5η, 6η μπορεί να αντικατασταθεί στη βασική και στη συμπληρωματική τους στελέχωση, ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας με δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας και ένας τεχνικός Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας με δύο τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας. Για την 7η τάξη μπορούν να αντικατασταθούν τόσο στη βασική, όσο και στη συμπληρωματική της στελέχωση, μέχρι τέσσερις τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Δ΄ βαθμίδας με οκτώ τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας και μέχρι τέσσερις τεχνικοί Μ.Ε.Κ. Γ΄ βαθμίδας με οκτώ τεχνικούς Μ.Ε.Κ. Β΄ βαθμίδας.
Για τις πιο πάνω τάξεις τα στελέχη για κάθε πρόσθετη κατηγορία έργων, εκτός της βασικής κατηγορίας, μπορεί να είναι τα ίδια πρόσωπα της βασικής στελέχωσης εγγεγραμμένα σε αντίστοιχη κατηγορία και τάξη του Μ.Ε.Κ. ή και άλλα πρόσωπα.
β. διαθέτουν αθροιστικά εμπειρία την τελευταία τριετία (χρήσεις 1998, 1999, 2000) για τη βασική κατηγορία έργων είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του κύκλου εργασιών της τάξης στην οποία ζητείται η κατάταξη, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 33, και πέντε τοις εκατό (5%) για κάθε πρόσθετη κατηγορία έργων. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για την έβδομη τάξη.
γ. διαθέτουν Ίδια κεφάλαια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 στην περίπτωση β΄, τουλάχιστον ίσα με το πενήντα τοις εκατό (50%) των ιδίων κεφαλαίων της τάξης στην οποία ζητείται η κατάταξη, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33.
δ. διαθέτουν πάγια στοιχεία, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 στην περίπτωση γ΄, αξίας τουλάχιστον ίσης με το πενήντα τοις εκατό (50%) των παγίων της τάξης, στην οποία ζητείται η κατάταξη, όπως ορίζονται στην παράγραφο 33. Από τα πιο πάνω πάγια, υποχρεωτικά το τριάντα τοις εκατό (30%) πρέπει να είναι ακίνητα (γήπεδα, οικόπεδα και κτίρια) και το τριάντα τοις εκατό (30%) μηχανολογικός εξοπλισμός και κάθε είδους μεταφορικά μέσα, εκτός από τα επιβατικά αυτοκίνητα.
ε. ελάχιστη προϋπόθεση κατάταξης εργοληπτικής επιχείρησης στις τάξεις τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη του Μ.Ε.ΕΠ. αποτελεί η τήρηση των δεικτών βιωσιμότητας, που προκύπτουν από τις κάτωθι σχέσεις οικονομικών μεγεθών, όπως αναγράφονται στην οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή την προσωρινή οικονομική κατάσταση αυτής, που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης, ως εξής:
αα. “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων” (Ι. Κ.), όπως αυτό αναγράφεται στο σκέλος του Παθητικού, προς το “Σύνολο Υποχρεώσεων” (Σ.Υ.). Ως Σύνολο Υποχρεώσεων ορίζεται το άθροισμα των βραχυπρόθεσμων και των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχείρησης, με εξαίρεση τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις που δεν αφορούν τραπεζικό δανεισμό, όπως αυτές προσδιορίζονται από βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή και,
ββ. “Κυκλοφορούν Ενεργητικό” (Κ. Ε.), όπως αυτό αναγράφεται στο σκέλος του Ενεργητικού, προς τις “Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις” (Β.Υ.), όπως αυτές αναγράφονται στο σκέλος του Παθητικού.
Οι δείκτες βιωσιμότητας, για επιχειρήσεις που κατατάσσονται στις τάξεις τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη πρέπει να είναι μεγαλύτεροι της μονάδας, δηλαδή: Ι.Κ./Σ.Υ.> 1 και Κ.Ε./Β.Υ. > 1.
Σε περιπτώσεις συγχωνεύσεων εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ., οι δείκτες βιωσιμότητας του νέου φορέα εξάγονται από τα οικονομικά μεγέθη της ενοποιημένης οικονομικής κατάστασης που καταρτίζεται και δημοσιεύεται από την επιχείρηση, πριν από την υποβολή της αίτησης προς την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ..
27. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι δείκτες βιωσιμότητας, όπως ορίζονται στις παραγράφους 23 και 26, η επιχείρηση διαγράφεται και δεν έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης επανάκρισης σε καμία τάξη του Μ.Ε.ΕΠ..
28. Για κατάταξη στις ειδικές τάξεις Α1, Α2, στην πρώτη και στη δεύτερη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. δεν απαιτείται νομική μορφή εταιρικού σχήματος. Για κατάταξη στις τάξεις τρίτη έως και έβδομη του Μ.Ε.ΕΠ. απαιτείται νομική μορφή ανώνυμης εταιρίας.
29. Ο Τύπος Κατάταξης που εφαρμόζεται για την επανάκριση των εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ. και την κατάταξή τους σε μία από τις τάξεις τρίτη έως και έβδομη της νέας διαβάθμισης, αναλύεται ως εξής:
{(Α Χ 70%) + (Β Χ 30%)} Χ Γ = Συνολική Βαθμολογία όπου:
Τμήμα Α = {(α1 Χ 60%) + (α2 Χ 20%) + (α3 Χ 20%)} και,
α1 = Κύκλος Εργασιών Χρήσεων 1998,1999, 2000 Κύκλος Εργασιών,
όπως ορίζεται για κάθε τάξη στην παράγραφο 33
α2 = Ίδια Κεφάλαια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση β΄
Ίδια Κεφάλαια, όπως ορίζονται για κάθε τάξη στην παράγραφο 33
α3 = Πάγια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση γ΄
Πάγια, όπως ορίζονται για κάθε τάξη στην παράγραφο 33
όπου:
Τμήμα Β = {(β1 Χ 40%) + (β2 Χ 30%) + (β3 Χ 30%)} και,
β1 = Ίδια Κεφάλαια, όπως ορίζονται στην παράγραφο 29 περίπτωση β΄
Σύνολο Ενεργητικού
β2 = Σύνολο Πάγιου Ενεργητικού – Συμμετοχές
και άλλες Απαιτήσεις
Σύνολο Πάγιου Ενεργητικού
β3 = Κυκλοφορούν Ενεργητικό – Απαιτήσεις
Κυκλοφορούν Ενεργητικό
όπου:
Τμήμα Γ = Συντελεστής Κατάταξης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 30, για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις Μ.Ε.ΕΠ. που κατατάσσονται αυτοτελώς και όπως ορίζεται στην παράγραφο 31 για τις επιχειρήσεις που προέρχονται από συγχώνευση εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ..
α. Ως αριθμητής του κλάσματος α1 λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ο οποίος πραγματοποιήθηκε από την κατασκευή δημόσιων και ιδιωτικών έργων στην Ελλάδα και το εξωτερικό κατά τις χρήσεις των ετών 1998, 1999, 2000. Ο ανωτέρω κύκλος εργασιών προσδιορίζεται ως εξής:
αα. Για δημόσια έργα που εκτελέστηκαν στο εσωτερικό λαμβάνεται υπόψη μόνο αυτός που προκύπτει από πιστοποιητικά του κυρίου του έργου ή του φορέα κατασκευής, αν έχουν εκδοθεί αντίστοιχα τιμολόγια για τις εργασίες αυτές και έχουν περιληφθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης. Για τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων στοιχείων η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει επικυρωμένα αντίγραφα των πιστοποιητικών των κυρίων των έργων ή των φορέων κατασκευής, των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, καθώς και κατάσταση των τιμολογίων εσόδων που έχει εκδώσει και αφορά τα πιστοποιητικά των κυρίων των έργων ή των φορέων κατασκευής, όπως επίσης και κάθε άλλο συμπληρωματικό στοιχείο που ζητηθεί από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ..
ββ. Για δημόσια και ιδιωτικά έργα, που εκτελέστηκαν στο εξωτερικό, λαμβάνεται υπόψη μόνο αυτός που προκύπτει από επικυρωμένο πιστοποιητικό του κυρίου του έργου ή του φορέα κατασκευής και τα αντίστοιχα τιμολόγια εσόδων για τις εργασίες αυτές. Τα ανωτέρω τιμολόγια πρέπει να έχουν περιληφθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης, αν δεν έχουν φορολογηθεί στο εξωτερικό ή απαλλάσσονται της φορολογίας στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που αυτά έχουν φορολογηθεί στο εξωτερικό πρέπει να προσκομίζεται και η δήλωση φορολογίας που έχει υποβληθεί από την επιχείρηση στις αρμόδιες φορολογικές αρχές της χώρας που εκτελέστηκε το έργο, επικυρωμένη για τη γνησιότητά της από τις αρχές αυτές. Σε περίπτωση που το πιστοποιητικό είναι του φορέα κατασκευής πρέπει να προσκομιστεί βεβαίωση της αρμόδιας δημόσιας αρχής της χώρας που εκτελέστηκε το έργο, από την οποία να προκύπτει ότι ο ανάδοχος ανέλαβε και κατασκεύασε το έργο ή μέρος αυτού, καθώς και το συμφωνητικό βεβαίωσης της χρονολογίας για την ανάθεση από τον ανάδοχο στην επιχείρηση της κατασκευής του έργου ή μέρους αυτού.
γγ. Για ιδιωτικά έργα που εκτελέστηκαν στο εσωτερικό λαμβάνεται υπόψη μόνο αυτός που προκύπτει από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης και αποδεικνύεται από τα τιμολόγια εσόδων που εκδόθηκαν από αυτή προς τον κύριο του έργου ή από τα οριστικά συμβόλαια πώλησης των ακινήτων. Για τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων στοιχείων που αφορούν ιδιωτικά έργα, η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει επικυρωμένα αντίγραφα των συμβολαίων πώλησης, επικυρωμένα αντίγραφα των πιστοποιητικών των κυρίων των έργων, κατάσταση των τιμολογίων εσόδων που έχει εκδώσει για τα πιο πάνω έργα, τα αντίστοιχα τιμολόγια εσόδων και κάθε άλλο συμπληρωματικό στοιχείο που ζητηθεί από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ..
δδ. Τόσο για τα δημόσια όσο και για τα ιδιωτικά έργα δεν λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από συμβάσεις έργου μεταξύ εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.ΕΠ. και τα αντίστοιχα τιμολόγια εσόδων που έχει εκδώσει καθεμία από τις επιχειρήσεις αυτές προς την άλλη, ανεξάρτητα αν αυτά περιλαμβάνονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους, εκτός εάν υπάρχει εγκεκριμένη, από τον κύριο του έργου, υπεργολαβία. Στις περιπτώσεις αυτές προσκομίζεται η σύμβαση του αναδόχου με τον υπεργολάβο, η οποία θα πρέπει να έχει κατατεθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κατά τη διάρκεια σύναψης της σύμβασης, και τα εκδοθέντα τιμολόγια εσόδων. Ο ανωτέρω κύκλος εργασιών του υπεργολάβου αφαιρείται από τον κύκλο εργασιών του αναδόχου.
εε. Ο κύκλος εργασιών της εργοληπτικής επιχείρησης για δημόσιο και ιδιωτικό έργο από συμμετοχή σε κοινοπραξία, στην οποία ανατέθηκε η κατασκευή του, ή που συστήθηκε μεταξύ του αναδόχου και άλλων εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμένων στο Μ.Ε.ΕΠ., λαμβάνεται υπόψη μόνο εφόσον έχουν καταθέσει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία επικυρωμένο αντίγραφο από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. του εγγράφου σύστασής τους ή το καταθέσουν μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, έχουν εκδοθεί αντίστοιχα τιμολόγια για τις εργασίες των ανωτέρω έργων και έχουν συμπεριληφθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της κοινοπραξίας. Ειδικά οι κοινοπραξίες μεταξύ του αναδόχου και άλλων εργοληπτικών επιχειρήσεων του Μ.Ε.ΕΠ., που έχουν συσταθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου, δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του Ν. 1418/1984, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
Ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης Μ.Ε.ΕΠ. από τη συμμετοχή της στην ανωτέρω κοινοπραξία προκύπτει από τον επιμερισμό σε αυτήν του κύκλου εργασιών που της αντιστοιχεί, σύμφωνα με το ποσοστό συμμετοχής της, όπως προκύπτει από το κοινοπρακτικό συμφωνητικό. Για τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων στοιχείων, ο ανάδοχος του έργου υποχρεούται να υποβάλει αντίγραφο του συμφωνητικού σύστασης της κοινοπραξίας και υπεύθυνη δήλωση ότι δεν υπάρχει άλλο συμφωνητικό. Οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην κοινοπραξία υποχρεούνται να προσκομίσουν επικυρωμένα αντίγραφα των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος αυτής, της βεβαίωσης αποτελεσμάτων προς τα μέλη της, κατάσταση των τιμολογίων εσόδων που έχουν εκδώσει και αφορούν στα πιστοποιητικά των κυρίων των έργων ή των φορέων κατασκευής και κάθε άλλο συμπληρωματικό στοιχείο που ζητηθεί από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ..
Σε περιπτώσεις συγχωνεύσεων εργοληπτικών επιχειρήσεων Μ.Ε.ΕΠ., για τον προσδιορισμό του κύκλου εργασιών τους από δημόσια και ιδιωτικά έργα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, υποβάλλονται τα ανωτέρω στοιχεία για κάθε εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. που συμμετέχει στη συγχώνευση, καθώς και κάθε άλλο συμπληρωματικό στοιχείο που ζητηθεί από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., για τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλόμενων στοιχείων.
Σε κάθε περίπτωση στον αριθμητή α1 του Τμήματος Α του Τύπου Κατάταξης λαμβάνεται υπόψη και ο κύκλος εργασιών, από δημόσια και ιδιωτικά έργα, που πραγματοποιήθηκε από τα στελέχη Μ.Ε.Κ. της επιχείρησης που έχουν Μ.Ε.ΕΠ. και αφορά ατομικές επιχειρήσεις ή προσωπικές εταιρίες, για την κατασκευή δημοσίων και ιδιωτικών έργων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για τις χρήσεις των ετών 1998, 1999, 2000, αν προκύπτει από τα ανωτέρω προσδιοριζόμενα στοιχεία των ανωτέρω υποπεριπτώσεων αα΄, ββ΄, γγ΄, δδ΄, εε΄, όπως αυτά έχουν περιληφθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ανωτέρω στελεχών.
Στις περιπτώσεις για τις οποίες θα χρησιμοποιηθεί ο κύκλος εργασιών των στελεχών αυτών για κατάταξη εργοληπτικής επιχείρησης σε κατηγορία και τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. και δεν επιτρέπεται αντικατάστασή τους από τη βασική και συμπληρωματική στελέχωση της επιχείρησης για δύο τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία έκδοσης του πτυχίου της. Σε περίπτωση διαπίστωσης αντικατάστασης τους εντός της διετίας, η υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. μπορεί να καλέσει την επιχείρηση σε επανάκριση.
Για τον έλεγχο της ακρίβειας των στοιχείων αυτών, υποβάλλονται επικυρωμένα τα αντίστοιχα παραστατικά κάθε στελέχους της εταιρίας, όπως αναφέρονται ανωτέρω και κάθε άλλο στοιχείο που ζητηθεί από τη υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ..
β. Ως αριθμητής του κλάσματος α2 λαμβάνεται το μέγεθος που αναφέρεται στο σκέλος του Παθητικού της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ως “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων”, μετά την αφαίρεση των Ειδικών Αφορολόγητων Αποθεματικών Τεχνικών Επιχειρήσεων, στο τμήμα αυτών που δεν έχει φορολογηθεί, του Οφειλόμενου Κεφαλαίου και των “ποσών που προορίζονται για Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου”. Τα πιο πάνω οικονομικά στοιχεία προκύπτουν από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης. Για το διαχωρισμό των Ειδικών Αφορολόγητων Αποθεματικών Τεχνικών Επιχειρήσεων και τον προσδιορισμό του τμήματος που έχει φορολογηθεί και δεν αφαιρείται από το “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων”, απαιτείται ειδική βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή.
γ. Ως αριθμητής του κλάσματος α3 λαμβάνεται το μέγεθος των παγίων στοιχείων που ανήκουν στην κυριότητα της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ. ή στην κατοχή της δυνάμει συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, το οποίο περιλαμβάνει την αξία γηπέδων, οικοπέδων, κτιρίων, μηχανολογικού εξοπλισμού και μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων.
αα. Ως αξία των ιδιόκτητων παγίων για τα ακίνητα λαμβάνεται, κατ΄ επιλογή της επιχείρησης, είτε η αντικειμενική αξία που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πιστοποιημένη από συμβολαιογράφο είτε η αξία των ακινήτων (αξία κτήσης ή κόστος ιδιοκατασκευής), όπως αυτή αναφέρεται στην οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή στην προσωρινή οικονομική κατάσταση, χωρίς αποσβέσεις, που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης. Η επιχείρηση προσκομίζει ειδική κατάσταση με βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή, στην οποία περιλαμβάνονται αναλυτικά τα ανωτέρω πάγια και υπολογίζεται η συνολική αξία αυτών.
ββ. Ως αξία του κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός από τα επιβατικά αυτοκίνητα της επιχείρησης, λαμβάνεται η αναπόσβεστη αξία τους προσαυξημένη κατά τριάντα τοις εκατό (30%) μετά και την πραγματοποίηση των αποσβέσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Η συνολικά προσδιοριζόμενη αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων, δεν μπορεί να υπερβεί τη συνολική αξία κτήσης αυτού.
Εναλλακτικά και κατ΄ επιλογήν της επιχείρησης που υποβάλλει την αίτηση, λαμβάνεται υπόψη η αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων, μετά από εκτίμηση ορκωτού εκτιμητή. Η συνολικά προσδιοριζόμενη αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων, δεν μπορεί να υπερβεί το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της αξίας κτήσης αυτού, ανεξάρτητα από την εκτίμηση που θα έχει υποβληθεί από την επιχείρηση στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ.
Η αξία του κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός από τα επιβατικά αυτοκίνητα, προκύπτει από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 της επιχείρησης ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης.
Για τον υπολογισμό της αναπόσβεστης αξίας του εξοπλισμού κοιτών μεταφορικών μέσων της επιχείρησης, όπως αυτή προσδιορίζεται ανωτέρω, περιλαμβανομένης της προσαύξησης αυτής κατά τριάντα τοις εκατό (30%), συνυποβάλλεται ειδική βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή.
Σε περίπτωση υπολογισμού της αξίας του εξοπλισμού κοιτών μεταφορικών μέσων της επιχείρησης, όπως αυτή προσδιορίζεται ανωτέρω, με χρήση ορκωτών εκτιμητών συνυποβάλλεται έκθεση ορκωτού εκτιμητή εγγεγραμμένου στο Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών.
γγ. Στον αριθμητή του κλάσματος α3 συνυπολογίζεται και η αξία του κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός από τα επιβατηγά αυτοκίνητα, που ανήκουν στις κοινοπραξίες στις οποίες συμμετέχει η εργοληπτική επιχείρηση που κρίνεται, κατά τα ποσοστά συμμετοχής της σε αυτές, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα συμφωνητικά σύστασης αυτών, αν δεν έχουν εισφερθεί από τα μέλη τους προς αυτές.
Ως αξία των παγίων αυτών λαμβάνεται η αναπόσβεστη αξία τους προσαυξημένη κατά τριάντα τοις εκατό (30%) μετά την πραγματοποίηση των αποσβέσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Η συνολικά προσδιοριζόμενη αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός από τα επιβατικά αυτοκίνητα, δεν μπορεί να υπερβεί την συνολική αξία κτήσης αυτού και αποδεικνύεται από τα τηρούμενα μητρώα παγίων της κοινοπραξίας.
Εναλλακτικά και κατ΄ επιλογήν της επιχείρησης που υποβάλλει την αίτηση, λαμβάνεται υπόψη η αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων, μετά από εκτίμηση ορκωτού εκτιμητή. Η συνολικά προσδιοριζόμενη αξία του ανωτέρω κύριου και βοηθητικού μηχανολογικού εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων, δεν μπορεί να υπερβεί το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της αξίας κτήσης αυτού, ανεξάρτητα από την εκτίμηση που θα έχει υποβληθεί από την επιχείρηση στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. Σε περίπτωση υπολογισμού της αξίας του εξοπλισμού και των μεταφορικών μέσων της επιχείρησης, όπως αυτή προσδιορίζεται ανωτέρω, με χρήση ορκωτών εκτιμητών συνυποβάλλεται έκθεση ορκωτού εκτιμητή εγγεγραμμένου στο Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών.
δδ. Ως αξία παγίων, που κατέχονται δυνάμει συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, λαμβάνεται εκείνη που προκύπτει από τις σχετικές συμβάσεις μεταξύ της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας στην οποία μετέχει και της εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης, και προστίθεται στον αριθμητή α3.
δ. Ως αριθμητής του κλάσματος β1 λαμβάνεται το μέγεθος που αναφέρεται στο σκέλος του Παθητικού της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ως “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων”, μετά την αφαίρεση των Ειδικών Αφορολόγητων Αποθεματικών Τεχνικών Επιχειρήσεων, στο τμήμα αυτών που δεν έχει φορολογηθεί, του Οφειλόμενου Κεφαλαίου και των “ποσών που προορίζονται για Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου”. Τα πιο πάνω οικονομικά στοιχεία προκύπτουν από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης. Για το διαχωρισμό των Ειδικών Αφορολόγητων Αποθεματικών Τεχνικών Επιχειρήσεων και τον προσδιορισμό του τμήματος που έχει φορολογηθεί και δεν αφαιρείται από το “Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων”, απαιτείται ειδική βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή.
Ως παρονομαστής του κλάσματος β 1 λαμβάνεται το μέγεθος που αναφέρεται στο σκέλος του Ενεργητικού της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ως “Σύνολο Ενεργητικού” και προκύπτει από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης.
ε. Ως αριθμητής του κλάσματος β2 λαμβάνεται το άθροισμα των μεγεθών που αναφέρονται στο σκέλος του Ενεργητικού της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ως “Σύνολο Πάγιου Ενεργητικού”, μετά την αφαίρεση των “Συμμετοχών και άλλων Μακροπρόθεσμων Απαιτήσεων”, όπως αυτές επίσης αναφέρονται στο σκέλος του Ενεργητικού της επιχείρησης. Τα πιο πάνω οικονομικά στοιχεία προκύπτουν από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης.
Ως παρονομαστής του κλάσματος β2 λαμβάνεται το Σύνολο του Πάγιου Ενεργητικού, όπως αυτό ορίζεται στο σκέλος του Ενεργητικού της επιχείρησης, ως “Σύνολο Πάγιου Ενεργητικού”, στην οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης.
στ. Ως αριθμητής του κλάσματος β3 λαμβάνεται το μέγεθος που αναφέρεται στο σκέλος του Ενεργητικού της εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ., ως “Σύνολο Κυκλοφορούντος Ενεργητικού”, μετά την αφαίρεση των “Απαιτήσεων”, όπως αυτές εγγράφονται στο σκέλος του Ενεργητικού, εξαιρουμένων των τιμολογημένων απαιτήσεων για δημόσια και ιδιωτικά έργα. Τα πιο πάνω οικονομικά στοιχεία προκύπτουν από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης της επιχείρησης. Για το διαχωρισμό των τιμολογημένων απαιτήσεων για δημόσια και ιδιωτικά έργα απαιτείται ειδική βεβαίωση ορκωτού ελεγκτή, στην οποία επισυνάπτονται αντίγραφα των τιμολογίων που έχουν εκδοθεί.
Ως παρονομαστής του κλάσματος β3 λαμβάνεται το μέγεθος που αναφέρεται στο σκέλος του Ενεργητικού της επιχείρησης, ως “Σύνολο Κυκλοφορούντος Ενεργητικού” και προκύπτει από την οικονομική κατάσταση του έτους 2000 ή από προσωρινή οικονομική κατάσταση που βεβαιώνεται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύεται πριν από την υποβολή της αίτησης.
Με απόφαση, που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται ο τρόπος και η έκταση υπολογισμού της αξίας των παγίων που καλύπτονται από συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ο τρόπος και η διαδικασία εκτίμησης των ακινήτων, των οποίων η αξία δεν προσδιορίζεται αντικειμενικά και κάθε σχετικό θέμα.
30. Ο Συντελεστής Κατάταξης Γ΄ του Τύπου Κατάταξης εφαρμόζεται μόνο σε εργοληπτικές επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ. στις τάξεις Δ΄ έως και Η΄ με τη μορφή της ανώνυμης εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης. Επίσης εφαρμόζεται σε ατομικές εργοληπτικές επιχειρήσεις ή προσωπικές εταιρίες εγγεγραμμένες στην Δ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ.
Ο Συντελεστής Κατάταξης Γ΄ κάθε εργοληπτικής επιχείρησης εγγεγραμμένης στο Μ.Ε.ΕΠ. χρησιμοποιείται στον Τύπο Κατάταξης και καθορίζεται ως εξής:
α. για εταιρία Η΄ τάξης του Μ.Ε.ΕΠ., αν μεν διαθέτει άθροισμα στην αντίστοιχη τάξη, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 35, των Τμημάτων Α και Β του Τύπου Κατάταξης (Α Χ 70% + Β Χ 30%), μεγαλύτερο ή ίσο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι εκατό βαθμοί, αν δε διαθέτει άθροισμα μικρότερο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ είναι ενενήντα βαθμοί.
β. για εταιρία Ζ΄ τάξης του Μ.Ε.ΕΠ., αν μεν διαθέτει άθροισμα στην αντίστοιχη τάξη, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 35, των Τμημάτων Α και Β του Τύπου Κατάταξης (Α Χ 70% + Β Χ 30%), μεγαλύτερο ή ίσο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι ογδόντα βαθμοί, αν δε διαθέτει άθροισμα μικρότερο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι εβδομήντα πέντε βαθμοί.
γ. για εταιρία ΣΤ΄ τάξης του Μ.Ε.ΕΠ., αν μεν διαθέτει άθροισμα στην αντίστοιχη τάξη, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 35, των Τμημάτων Α και Β του Τύπου Κατάταξης (Α Χ 70% + Β Χ 30%), μεγαλύτερο ή ίσο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι εβδομήντα βαθμοί, αν δε διαθέτει άθροισμα μικρότερο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ είναι εξήντα πέντε βαθμοί.
δ. για εταιρία Ε΄ τάξης του Μ.Ε.ΕΠ., αν μεν διαθέτει άθροισμα στην αντίστοιχη τάξη, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 35, των Τμημάτων Α και Β του Τύπου Κατάταξης (Α Χ 70% + Β Χ 30%) μεγαλύτερο ή ίσο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι εξήντα βαθμοί, αν δε διαθέτει άθροισμα μικρότερο του μηδέν και εβδομήντα πέντε εκατοστών, τότε ο Συντελεστής Κατάταξης Γ΄ είναι πενήντα πέντε βαθμοί.
ε. για εταιρία Δ΄ τάξης του Μ.Ε.ΕΠ. και για ατομική επιχείρηση ή προσωπική εταιρία εγγεγραμμένη στην Δ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. που τηρεί Βιβλία και Στοιχεία Γ΄ Κατηγορίας και διαθέτει τις ελάχιστες προϋποθέσεις στελέχωσης με τεχνικούς εγγεγραμμένους στο Μ.Ε.Κ. που ισχύουν για τις εταιρείες της Δ΄ τάξης, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι σαράντα βαθμοί.
στ. για ατομική επιχείρηση ή προσωπική εταιρία εγγεγραμμένη στην Δ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. που τηρεί Βιβλία και Στοιχεία Β΄ Κατηγορίας, η τιμή του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ είναι τριάντα πέντε βαθμοί και ισχύει αποκλειστικά και μόνο για την κατάταξή τους στην τρίτη τάξη.
31. Σε περιπτώσεις συγχώνευσης εργοληπτικών επιχειρήσεων, η οποία ολοκληρώθηκε μετά την 1.1.2001 και είναι εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., ο Συντελεστής Κατάταξης Γ΄ καθεμίας από αυτές λαμβάνεται ανάλογα με το συνολικό αριθμό τους ως εξής:
α. για τις δύο πρώτες, το άθροισμα των Συντελεστών Κατάταξης Γ΄ της καθεμίας.
β. για την τρίτη, στο ανωτέρω άθροισμα προστίθεται το ογδόντα τοις εκατό (80%) του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ αυτής.
γ. για κάθε επόμενη, μέχρι και την έβδομη, στο ανωτέρω άθροισμα προστίθεται το εβδομήντα τοις εκατό (70%) της τέταρτης, το εξήντα τοις εκατό (60%) της πέμπτης, το σαράντα τοις εκατό (40%) της έκτης και το τριάντα τοις εκατό (30%) της έβδομης, των αντίστοιχων Συντελεστών Κατάταξης Γ΄ που διαθέτουν.
δ. για τις πέραν της έβδομης δεν προστίθεται περαιτέρω Συντελεστής Κατάταξης Γ΄.
Η σειρά των επιχειρήσεων για τον υπολογισμό του Συντελεστή Κατάταξης Γ΄ καθορίζεται από την επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση επανάκρισης.
32. Σε περιπτώσεις συγχωνεύσεων εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.ΕΠ. υποβάλλονται στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. η ενοποιημένη οικονομική κατάσταση της επιχείρησης που προέκυψε από τη συγχώνευση και υποβάλλει αίτηση και οι οικονομικές καταστάσεις του έτους 2000 ή οι προσωρινές οικονομικές καταστάσεις που βεβαιώνονται από ορκωτό ελεγκτή και δημοσιεύονται πριν από την υποβολή της αίτησης, κάθε επιχείρησης που συγχωνεύεται. Υποβάλλονται επίσης και τα αντίστοιχα παραστατικά που απαιτούνται για τον προσδιορισμό του Κύκλου Εργασιών των χρήσεων 1998, 1999, 2000. Από τα στοιχεία των ανωτέρω επιχειρήσεων προκύπτει το άθροισμα των Τμημάτων Α και Β του Τύπου Κατάταξης, περιλαμβανομένων των σταθμίσεών τους (Α Χ 70% + Β Χ 30%), και εξάγεται ο Συντελεστής Κατάταξης Γ΄ καθεμιάς.
33. Τα μεγέθη, σε περίπτωση εφαρμογής του Τύπου Κατάταξης, που χρησιμοποιούνται ως παρανομαστές στα κλάσματα α1, α2, α3 του Τμήματος Α του Τύπου Κατάταξης, ορίζονται για κάθε τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. της νέας διαβάθμισης, ως εξής:
α. για την τρίτη τάξη ο κύκλος εργασιών ορίζεται σε εννιακόσια εκατομμύρια (900.000.000) δραχμές ή σε δύο εκατομμύρια εξακόσιες σαράντα μία χιλιάδες διακόσια τριάντα τρία (2.641.233) ΕΥΡΩ, τα Ίδια Κεφάλαια σε διακόσια πενήντα εκατομμύρια (250.000.000) δραχμές ή σε επτακόσιες τριάντα τρεις χιλιάδες εξακόσια εβδομήντα οκτώ (733.678) ΕΥΡΩ και τα πάγια σε πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές ή σε εκατόν σαράντα έξι χιλιάδες επτακόσια τριάντα πέντε (146.735) ΕΥΡΩ.
β. για την τέταρτη τάξη ο κύκλος εργασιών ορίζεται σε ένα δισεκατομμύριο οκτακόσια εκατομμύρια (1.800.000. 000) δραχμές ή σε πέντε εκατομμύρια διακόσιες ογδόντα δύο χιλιάδες τετρακόσια εξήντα πέντε (5.282.465) ΕΥΡΩ, τα Ίδια Κεφάλαια σε πεντακόσια εκατομμύρια (500.000.000) δραχμές ή σε ένα εκατομμύριο τετρακόσιες εξήντα επτά χιλιάδες τριακόσια πενήντα ένα (1.467.351) ΕΥΡΩ και τα πάγια σε εκατό εκατομμύρια (100.000.000) δραχμές ή σε διακόσιες ενενήντα τρεις χιλιάδες τετρακόσια εβδομήντα (293.470) ΕΥΡΩ.
γ. για την πέμπτη τάξη ο κύκλος εργασιών ορίζεται σε πέντε δισεκατομμύρια (5.000.000.000) δραχμές ή σε δεκατέσσερα εκατομμύρια εξακόσιες εβδομήντα τρεις χιλιάδες πεντακόσια δεκατέσσερα (14.673.514) ΕΥΡΩ, τα Ίδια Κεφάλαια σε ένα δισεκατομμύριο πεντακόσια εκατομμύρια (1.500.000.000) δραχμές ή σε τέσσερα εκατομμύρια τετρακόσιες δύο χιλιάδες πενήντα τέσσερα (4.402.054) ΕΥΡΩ και τα πάγια σε τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές ή σε οχτακόσιες ογδόντα χιλιάδες τετρακόσια έντεκα (880.411) ΕΥΡΩ.
δ. για την έκτη τάξη ο κύκλος εργασιών ορίζεται σε δέκα δισεκατομμύρια (10.000.000.000) δραχμές ή σε είκοσι εννέα εκατομμύρια τριακόσιες σαράντα επτά χιλιάδες είκοσι εννέα (29.347.029) ΕΥΡΩ, τα Ίδια Κεφάλαια σε τρία δισεκατομμύρια (3.000.000.000) δραχμές ή σε οκτώ εκατομμύρια οκτακόσιες τέσσερις χιλιάδες εκατόν εννέα (8.804.109) ΕΥΡΩ και τα πάγια σε εξακόσια εκατομμύρια (600.000.000) δραχμές ή σε ένα εκατομμύριο επτακόσιες εξήντα χιλιάδες οκτακόσια είκοσι δύο (1.760.822) ΕΥΡΩ.
ε. για την έβδομη τάξη ο κύκλος εργασιών ορίζεται σε εξήντα δισεκατομμύρια (60.000.000.000) δραχμές ή σε εκατόν εβδομήντα έξι εκατομμύρια ογδόντα δύο χιλιάδες εκατόν εβδομήντα δύο (176.082.172) ΕΥΡΩ, τα Ίδια Κεφάλαια σε τριάντα δισεκατομμύρια (30.000.000.000) δραχμές ή ογδόντα οκτώ εκατομμύρια σαράντα μία χιλιάδες ογδόντα έξι (88.041.086) ΕΥΡΩ και τα πάγια σε έξι δισεκατομμύρια (6.000.000.000) δραχμές ή σε δέκα επτά εκατομμύρια εξακόσιες οκτώ χιλιάδες διακόσια δέκα επτά (17.608.217) ΕΥΡΩ.
34. Το αποτέλεσμα που προκύπτει από την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης αποτελεί τη συνολική βαθμολογία της εργοληπτικής επιχείρησης Μ.Ε.ΕΠ.. Η απαιτούμενη ελάχιστη βαθμολογία για την κατάταξή της, στην αντίστοιχη τάξη Μ.Ε.ΕΠ., όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 35, είναι η εξής:
α. για την τρίτη τάξη 75 βαθμοί,
β. για την τέταρτη τάξη 120 βαθμοί,
γ. για την πέμπτη τάξη 170 βαθμοί,
δ. για την έκτη τάξη 250 βαθμοί,
ε. για την έβδομη τάξη 500 βαθμοί.
35. Αν η αίτηση επανάκρισης υποβάλλεται από εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ., δεν μπορεί να καταταγεί αυτοτελώς σε τάξη ανώτερη από την αντίστοιχη τάξη της νέας διαβάθμισης που της αναλογεί. Οι αντίστοιχες τάξεις ορίζονται ως εξής:
α. για εργοληπτική επιχείρηση που στελεχώνεται από τεχνικό εγγεγραμμένο στην Α΄ κατηγορία Μ.Ε.Κ., είναι η Α1,
β. για εργοληπτική επιχείρηση που στελεχώνεται από τεχνικό εγγεγραμμένο στην Β΄ κατηγορία Μ.Ε.Κ., είναι η Α2,
γ. για εργοληπτική επιχείρηση που στελεχώνεται από τεχνικό εγγεγραμμένο στην Γ΄ κατηγορία Μ.Ε.Κ., είναι η πρώτη,
δ. για εργοληπτική επιχείρηση που στελεχώνεται από τεχνικό εγγεγραμμένο στην Δ΄ κατηγορία Μ.Ε.Κ., είναι η δεύτερη.
ε. για εταιρίες εγγεγραμμένες στην Δ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. και τις ατομικές επιχειρήσεις ή προσωπικές εταιρίες Δ΄ τάξης που τηρούν Βιβλία και Στοιχεία Γ΄ Κατηγορίας και διαθέτουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις στελέχωσης με τεχνικούς εγγεγραμμένους στο Μ.Ε.Κ. που ισχύουν για τις εταιρίες Δ΄ τάξης, είναι η τρίτη,
στ. για εταιρίες εγγεγραμμένες στην Ε΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., είναι η τέταρτη,
ζ. για εταιρίες εγγεγραμμένες στην ΣΤ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., είναι η πέμπτη,
η. για εταιρίες εγγεγραμμένες στην Ζ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., είναι η έκτη,
θ. για εταιρίες εγγεγραμμένες στην Η΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ., είναι η έβδομη.
Όπου σε διατάξεις άλλων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων αναφέρεται κατάταξη επιχειρήσεων, με βάση τις παλαιές τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ., νοούνται οι νέες τάξεις που ορίζονται ανωτέρω, ως αντίστοιχες των παλαιών.
36. Εργοληπτική επιχείρηση που υποβάλει αίτηση και προέρχεται από συγχώνευση που έγινε με βάση τις διατάξεις του Ν. 2166/1993 και του Κ.Ν. 2190/1920, δεν επιτρέπεται να καταταγεί σε τάξη της νέας διαβάθμισης ανώτερη από την αντίστοιχη τάξη της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων με την ανώτερη αντίστοιχη τάξη, από αυτές που συγχωνεύθηκαν. Εξαιρούνται από την ανωτέρω διάταξη η σύσταση νέων εταιριών για κατάταξη στις τάξεις Α2, πρώτη, δεύτερη και οι ανώνυμες εταιρίες που στελεχώνονται για κατάταξη στην τρίτη τάξη με ή χωρίς την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης, αν διαθέτουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις κατάταξης για τις τάξεις αυτές, και στην περίπτωση εφαρμογής του Τύπου Κατάταξης, αν συγκεντρώνουν την απαιτούμενη βαθμολογία.
37. Σε περιπτώσεις συγχωνεύσεων εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.ΕΠ. για κατάταξη στις τάξεις τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη, αυτές δεν πρέπει να απέχουν από την επιχείρηση με την ανώτερη αντίστοιχη τάξη, περισσότερο από δύο τάξεις. Όταν υποβάλλεται αίτηση από εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ., σε τάξη κατώτερη από την αντίστοιχή της, επιτρέπεται διαφορά δύο τάξεων από την αντίστοιχη της αιτούμενης τάξης.
38. Εργοληπτική επιχείρηση του Μ.Ε.ΕΠ. που δεν συγκεντρώνει την απαιτούμενη βαθμολογία κατάταξης για την αντίστοιχη τάξη, μπορεί να καταταγεί στην αμέσως κατώτερη τάξη από αυτή, με τη χρήση στον Τύπο Κατάταξης των μεγεθών των παρονομαστών του Τμήματος Α΄ (Κύκλος Εργασιών, Ίδια Κεφάλαια και Πάγια) της τάξης αυτής, πλην του Συντελεστή Κατάταξης που παραμένει αμετάβλητος, αν συγκεντρώνει την απαιτούμενη βαθμολογία κατάταξης. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνει την απαιτούμενη βαθμολογία κατάταξης, ούτε στην αμέσως κατώτερη τάξη από την αντίστοιχη, συνεχίζεται η ίδια διαδικασία μέχρι την κατάταξή της σε μια από τις λοιπές τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ., με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παράγραφο 39.
39. Εταιρίες που είναι εγγεγραμμένες στην Η΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. μπορούν να καταταχθούν στην πέμπτη τάξη, χωρίς εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης. Εταιρίες που είναι εγγεγραμμένες στην Ζ΄ τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. μπορούν να καταταχθούν στην τέταρτη τάξη, χωρίς εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης. Εταιρίες που είναι εγγεγραμμένες στις τάξεις ΣΤ΄ και Ε΄ του Μ.Ε.ΕΠ. μπορούν να καταταχθούν στην τρίτη τάξη, χωρίς εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης. Οι εταιρίες Δ΄ τάξης και οι ατομικές επιχειρήσεις ή προσωπικές εταιρίες Δ΄ τάξης που τηρούν Βιβλία και Στοιχεία Γ΄ Κατηγορίας και διαθέτουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις στελέχωσης με τεχνικούς εγγεγραμμένους στο Μ.Ε.Κ. που ισχύουν για εταιρίες Δ΄ τάξης, κατατάσσονται στην τρίτη τάξη, αν με την εφαρμογή του Τύπου Κατάταξης συγκεντρώνουν την απαιτούμενη βαθμολογία, διαφορετικά κατατάσσονται στην δεύτερη τάξη. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις απαιτείται η τήρηση των ελάχιστων προϋποθέσεων κατάταξης εκτός των δεικτών βιωσιμότητας. Οι κατατασσόμενες επιχειρήσεις αυτής της παραγράφου υποχρεούνται, μέχρι την επόμενη τακτική αναθεώρηση, να υποβάλουν στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. όλα τα στοιχεία που θα ζητηθούν και θα αποδεικνύουν την πλήρωση των δεικτών βιωσιμότητας, όπως προσδιορίζονται στο νόμο αυτόν, άλλως υποβιβάζονται κατά μια τάξη.
40. Τα όρια προϋπολογισμών έργων, τα οποία επιτρέπεται να αναλάβουν εργοληπτικές επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., ορίζονται ως εξής:
α. το όριο προϋπολογισμού έργου στην Α1 τάξη είναι είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές ή πενήντα οκτώ χιλιάδες εξακόσια ενενήντα τέσσερα (58.694) ΕΥΡΩ.
β. το όριο προϋπολογισμού έργου στην Α2 τάξη είναι ογδόντα εκατομμύρια (80.000.000) δραχμές ή διακόσιες τριάντα τέσσερις χιλιάδες επτακόσια εβδομήντα έξι (234.776) ΕΥΡΩ.
γ. το όριο προϋπολογισμού έργου στην πρώτη τάξη είναι διακόσια εκατομμύρια (200.000.000) δραχμές ή πεντακόσιες ογδόντα έξι χιλιάδες εννιακόσια σαράντα (586.940) ΕΥΡΩ.
δ. το ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στη δεύτερη τάξη είναι τετρακόσια εκατομμύρια (400.000.000) δραχμές ή ένα εκατομμύριο εκατόν εβδομήντα τρεις χιλιάδες οκτακόσια ογδόντα ένα (1.173.881) ΕΥΡΩ και το κατώτατο όριο πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές ή εκατόν σαράντα έξι χιλιάδες επτακόσια τριάντα πέντε (146.735) ΕΥΡΩ.
ε. το ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στην τρίτη τάξη είναι ένα δισεκατομμύριο (1.000.000.000) δραχμές, ή δύο εκατομμύρια εννιακόσιες τριάντα τέσσερις χιλιάδες επτακόσια τρία (2.934.703) ΕΥΡΩ και το κατώτατο όριο εκατόν πενήντα εκατομμύρια (150.000.000) δραχμές ή τετρακόσιες σαράντα χιλιάδες διακόσια πέντε (440.205) ΕΥΡΩ.
στ. το ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στην τέταρτη τάξη είναι δύο δισεκατομμύρια (2.000.000.000) δραχμές ή πέντε εκατομμύρια οκτακόσιες εξήντα εννέα χιλιάδες τετρακόσια έξι (5.869.406) ΕΥΡΩ και το κατώτατο όριο τετρακόσια εκατομμύρια (400.000.000) δραχμές ή ένα εκατομμύριο εκατόν εβδομήντα τρεις χιλιάδες οκτακόσια ογδόντα ένα (1.173.881) ΕΥΡΩ.
ζ. το ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στην πέμπτη τάξη είναι έξι δισεκατομμύρια (6.000.000.000) δραχμές ή δεκαεπτά εκατομμύρια εξακόσιες οκτώ χιλιάδες διακόσια δεκαεπτά (17.608.217) ΕΥΡΩ και το κατώτατο όριο ένα δισεκατομμύριο (1.000.000.000) δραχμές ή δύο εκατομμύρια εννιακόσιες τριάντα τέσσερις χιλιάδες επτακόσια τρία (2.934.703) ΕΥΡΩ.
η. το ανώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στην έκτη τάξη είναι δώδεκα δισεκατομμύρια (12.000.000.000) δραχμές ή τριάντα πέντε εκατομμύρια διακόσιες δεκαέξι χιλιάδες τετρακόσια τριάντα τέσσερα (35.216.434) ΕΥΡΩ και το κατώτατο όριο τρία δισεκατομμύρια (3.000.000.000) δραχμές ή οκτώ εκατομμύρια οκτακόσιες τέσσερις χιλιάδες εκατόν εννέα (8.804.109) ΕΥΡΩ.
θ. το κατώτατο όριο προϋπολογισμού έργου στην έβδομη τάξη είναι δέκα δισεκατομμύρια (10.000.000.000) δραχμές ή είκοσι έξι εκατομμύρια εννιακόσιες εβδομήντα τρεις χιλιάδες τριακόσια πενήντα τρία (26.973.353) ΕΥΡΩ. Για την έβδομη τάξη δεν τίθεται ανώτατο όριο για συμμετοχή σε διαγωνισμούς.
41. Τα κατώτατα όρια προϋπολογισμών έργων που επιτρέπεται να αναλάβουν επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ. για έργα που εκτελούνται στο νομό που βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης, καθώς και σε ένα δεύτερο νομό, που δηλώνεται στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. και αναφέρεται στη βεβαίωση εγγραφής, ορίζονται για τις τάξεις που ισχύουν κατώτατα όρια, εκτός από την έβδομη τάξη, στο πενήντα τοις εκατό (50%) του κατώτατου ορίου προϋπολογισμού της τάξης τους. Η δήλωση αυτή γίνεται μέχρι την υποβολή της αίτησης επανάκρισης και ισχύει μέχρι την πρώτη, μετά την επανάκριση, αναθεώρηση της εγγραφής, χωρίς τη δυνατότητα ενδιάμεσης αλλαγής.
42. Κοινοπραξίες εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στην ίδια τάξη και κατηγορία έργου του Μ.Ε.ΕΠ. μέχρι και την πέμπτη τάξη, επιτρέπεται να αναλάβουν έργα προϋπολογισμού μεγαλύτερου από το ανώτατο όριο της τάξης τους μέχρι είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της διαφοράς μεταξύ του ανώτατου ορίου της τάξης τους και του ανώτατου ορίου της επόμενης τάξης, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον δύο από τις επιχειρήσεις αυτές συμμετέχουν στην κατανομή της κατασκευής του έργου ή στα κέρδη και τις ζημίες της κοινοπραξίας, με ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) η καθεμιά. Όταν κοινοπρακτούν επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στην έκτη τάξη του Μ.Ε.ΕΠ. για την ίδια κατηγορία έργου, επιτρέπεται να αναλάβουν έργα προϋπολογισμού μεγαλύτερου από το ανώτατο όριο της τάξης τους ως εξής:
α. Αν κοινοπρακτούν δύο εργοληπτικές επιχειρήσεις, επιτρέπεται να αναλάβουν έργα μέχρι το ποσό των δεκαέξι δισεκατομμυρίων (16.000.000.000) δραχμών ή των σαράντα έξι εκατομμυρίων εννιακοσίων πενήντα πέντε χιλιάδων διακοσίων σαράντα πέντε (46.955.245) ΕΥΡΩ, και
β. Αν κοινοπρακτούν περισσότερες των δύο επιτρέπεται να αναλάβουν έργα μέχρι του ποσού των είκοσι δισεκατομμυρίων (20.000.000.000) δραχμών ή των πενήντα οκτώ εκατομμυρίων εξακοσίων ενενήντα τεσσάρων χιλιάδων πενήντα επτά (58.694.057) ΕΥΡΩ, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον δύο από τις επιχειρήσεις αυτές συμμετέχουν στην κατανομή της κατασκευής του έργου ή στα κέρδη και τις ζημίες της κοινοπραξίας, με ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) η καθεμία.
43. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να επανακαθορίζονται τα όρια προϋπολογισμού των έργων που επιτρέπεται να αναλάβει η επιχείρηση ανάλογα με την τάξη που ανήκει, με δυνατότητα διαχωρισμού κατά κατηγορίες, γενικά ή κατά περιοχή της χώρας, σχετιζόμενη με την έδρα ή την επαγγελματική εγκατάσταση της επιχείρησης, αν διαπιστωθεί υψηλός βαθμός συγκέντρωσης κύκλου εργασιών σε ορισμένες τάξεις, αν σωρευτεί μεγάλος αριθμός εργοληπτικών επιχειρήσεων σε ορισμένες τάξεις, αν διαπιστωθούν προβλήματα στις δημοπρασίες λόγω μειωμένης ή υπερβολικά μεγάλης συμμετοχής εργοληπτικών επιχειρήσεων. Με όμοια απόφαση μπορεί να επανακαθορίζονται τα όρια των προϋπολογισμών έργων των κοινοπραξιών για τους πιο πάνω λόγους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
44. Για τη συμμετοχή εργοληπτικής επιχείρησης οποιασδήποτε τάξης του Μ.Ε.ΕΠ. σε δημοπρασία δημόσιου έργου, του οποίου η προϋπολογιζόμενη αξία δεν υπερβαίνει το εκάστοτε οριζόμενο όριο που ορίζεται στο Π.Δ. 334/2000 (ΦΕΚ 279 Α΄), όπως ισχύει στις συμβάσεις δημοσίων έργων, απαιτείται η προσκόμιση αποκλειστικά και μόνο του πρωτοτύπου της βεβαίωσης εγγραφής της στο Μ.Ε.ΕΠ.. Η κατάθεση των δικαιολογητικών συμμετοχής και της οικονομικής προσφοράς στις ανωτέρω δημοπρασίες γίνεται, για ατομική επιχείρηση από το υπόχρεο για αυτήν φυσικό πρόσωπο, για ομόρρυθμη εταιρία από το νόμιμο εκπρόσωπο ή εξουσιοδοτημένο εταίρο της, για ανώνυμη εταιρία από εξουσιοδοτημένο μέλος του διοικητικού της συμβουλίου και για κοινοπραξία από τον ορισμένο εκπρόσωπο των κοινοπρακτούντων.
Μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι εργοληπτικές επιχειρήσεις οι οποίες επιθυμούν να λαμβάνουν μέρος σε δημοπρασίες δημοσίων έργων, των οποίων οι προϋπολογιζόμενες αξίες δεν υπερβαίνουν το εκάστοτε οριζόμενο όριο που ορίζεται στο Π.Δ. 334/2000 όπως ισχύει στις συμβάσεις δημοσίων έργων, υποχρεούνται να προσκομίζουν στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. την πρωτότυπη βεβαίωση εγγραφής τους, προκειμένου αυτή να σημανθεί και να κυρωθεί από αυτήν ως η μόνη πρωτότυπη βεβαίωση που μπορεί να γίνει αποδεκτή για τη συμμετοχή τους στις ανωτέρω δημοπρασίες δημοσίων έργων. Η πρωτότυπη βεβαίωση εγγραφής μετά την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών επιστρέφεται στην επιχείρηση.
45. Κάθε εργοληπτική επιχείρηση Μ.Ε.ΕΠ., προκειμένου να αναλάβει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου δημοσίου έργου, ως ανάδοχος ή ως μέλος αναδόχου κοινοπραξίας ή ως μέλος κατασκευαστικής κοινοπραξίας ή ως αναγνωρισμένος υπεργολάβος, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 1 του νόμου αυτού, πρέπει να μην έχει μέσα σε ολόκληρη τη χώρα, πριν τη συμμετοχή της σε διαγωνισμό, ανεκτέλεστο μέρος εργολαβιών δημοσίων έργων του δημόσιου τομέα, ανώτερο από τα πιο κάτω όρια:
– για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις μέχρι και την έκτη τάξη, από το τριπλάσιο του ανώτατου ορίου της τάξης τους,
– για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις της έβδομης τάξης, από το τετραπλάσιο του μεγέθους “κύκλος εργασιών”, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 33 του άρθρου αυτού και χρησιμοποιείται σαν παρανομαστής του κλάσματος α1 του Τμήματος Α του Τύπου Κατάταξης ή από το τετραπλάσιο του μέσου όρου του μεγέθους “κύκλος εργασιών”, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 29 περίπτωση α΄ του άρθρου αυτού, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο. Για την εξεύρεση του μέσου όρου ο κύκλος εργασιών, όπως ορίζεται στην παράγραφο 29 του άρθρου αυτού, διαιρείται δια του τρία (3). Κάθε χρόνο οι εταιρίες υποβάλλουν στην υπηρεσία Μ.Ε.ΕΠ. τα στοιχεία του κύκλου εργασιών του τελευταίου χρόνου προκειμένου να επικαιροποιείται ο κύκλος εργασιών της τελευταίας κάθε φορά τριετίας και να προκύπτει ο μέσος όρος αυτής σύμφωνα με τα ανωτέρω, ώστε να διαμορφώνεται κάθε χρόνο και το όριο ανεκτέλεστου.
Ως έργα του ευρύτερου δημόσιου τομέα για την εφαρμογή του ανωτέρω εδαφίου νοούνται τα έργα που ανατίθενται από τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994(ΦΕΚ 28 Α΄), ανεξαρτήτως αν οι φορείς αυτοί εξαιρέθηκαν του πεδίου εφαρμογής της διάταξης αυτής.
Στο όριο του ανεκτέλεστου υπολοίπου εργασιών δεν υπολογίζονται τα έργα που κατασκευάζονται με μερική ή και ολική αυτοχρηματοδότηση.
Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού μέχρι την κατάταξη των εργοληπτικών επιχειρήσεων των τάξεων Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄, και Η΄ της παλαιάς διαβάθμισης του Μ.Ε.ΕΠ. στις τάξεις της νέας διαβάθμισης, το ανεκτέλεστο όριο για τη συμμετοχή των επιχειρήσεων αυτών σε δημοπρασίες δημοσίων έργων δεν πρέπει να υπερβαίνει το συνολικό κύκλο εργασιών των χρήσεων 1998, 1999, 2000 κάθε εργοληπτικής επιχείρησης ή το τριπλάσιο του ανώτατου ορίου συμμετοχής κάθε εργοληπτικής επιχείρησης των άνω τάξεων σε δημοπρασίες δημοσίων έργων, με βάση την καθαρή τους θέση ή εφόσον υποβάλουν δήλωση έναρξης διαδικασίας συγχώνευσης το ύψος του συνολικού κύκλου εργασιών που είχαν για τις χρήσεις 1998, 1999, 2000.
46. Σε κάθε εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. μετά την επανάκριση χορηγείται “Ενημερότητα Πτυχίου”, στην οποία περιλαμβάνονται στοιχεία που αφορούν το όριο ανεκτέλεστου υπολοίπου εργασιών της, την εμπρόθεσμη ή μη εκτέλεση των έργων σύμφωνα με τις ποιοτικές και άλλες προδιαγραφές και την τήρηση ή μη του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Για την έκδοση και χορήγηση “Ενημερότητας Πτυχίου” οι εργοληπτικές επιχειρήσεις υποβάλλουν στην υπηρεσία τα δικαιολογητικά συμμετοχής τους σε διαγωνισμούς, τα οποία ελέγχονται από αυτή. Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ρυθμίζεται η διαδικασία εφαρμογής της παραγράφου αυτής, τα θέματα κατανομής στις κοινοπρακτούσες επιχειρήσεις και στους υπεργολάβους του ανεκτέλεστου μέρους των έργων, οι υποχρεώσεις των υπηρεσιών, των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των αναδόχων για τη σχετική ενημέρωση της υπηρεσίας τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ.. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι συνέπειες μη τήρησης των ανωτέρω υποχρεώσεων, η διαδικασία τήρησης και έκδοσης της “Ενημερότητας Πτυχίου”, η απαλλαγή των επιχειρήσεων από την υποχρέωση να υποβάλλουν δικαιολογητικά για τη συμμετοχή τους σε διαγωνισμούς τα οποία εμπεριέχονται στην “Ενημερότητα Πτυχίου”, η χρονική διάρκεια ισχύος και η διαδικασία ανανέωσης της και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το χρονικό διάστημα αναστολής της εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ. και της ισχύος της “Ενημερότητας Πτυχίου” για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις Μ.Ε.ΕΠ. που παραβιάζουν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις, κατά την εκτέλεση των έργων που τους έχουν ανατεθεί, ο τρόπος διακρίβωσης της παραβίασης των υποχρεώσεων και κάθε άλλο θέμα.
Σχετικό:υπ` αριθμ. 96/2009 απόφαση ΣΤΕ.
Άρθρο 5
Πρόσθετοι όροι για ενίσχυση της διαφάνειας στα δημόσια έργα και άλλες διατάξεις
1. Τα πρώτα δύο εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984 αντικαθίστανται ως εξής:
“Οι δημοπρασίες αυτές διεξάγονται κατά ημέρα Τετάρτη και ώρα 11 π.μ.. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν διενεργηθεί η δημοπρασία την ημέρα αυτή, διενεργείται σε άλλη ημέρα Τετάρτη την ίδια ώρα. Ο όρος “δημοπρασία” αφορά όλες τις φάσεις των διαγωνισμών, κατά τις οποίες κατατίθενται δικαιολογητικά.
Η εξέταση των προσφορών γίνεται σε δύο στάδια. Κατά την ημέρα της δημοπρασίας η Επιτροπή του διαγωνισμού παραλαμβάνει και ελέγχει το φάκελο των δικαιολογητικών συμμετοχής των διαγωνιζομένων. Όταν ολοκληρωθεί η κατάθεση των δικαιολογητικών, η Επιτροπή συνεδριάζει και αποφασίζει για το αν έχουν τηρηθεί οι τυπικές προϋποθέσεις υποβολής των δικαιολογητικών. Για όσους διαγωνιζόμενους η Επιτροπή κρίνει ότι δεν πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις, αυτοί αποκλείονται από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού. Αν οι διαγωνιζόμενοι που αποκλείονται δεν υποβάλλουν αντιρρήσεις για το πρώτο στάδιο του διαγωνισμού, η Επιτροπή προχωρά στο δεύτερο στάδιο και παραλαμβάνει τους φακέλους των οικονομικών προσφορών. Μετά το πέρας της παραλαβής των οικονομικών προσφορών η Επιτροπή, αυθημερόν και σε δημόσια συνεδρίαση, αποσφραγίζει τις οικονομικές προσφορές και ανακοινώνει συνοπτικά και ανάλογα με το εφαρμοζόμενο σύστημα δημοπράτησης τα επί μέρους στοιχεία των προσφορών, τα οποία και καταχωρούνται στα πρακτικά. Η διαδικασία περαιώνεται αυθημερόν με την υπογραφή των φακέλων και των οικονομικών προσφορών των διαγωνιζομένων από τα μέλη της Επιτροπής και παραδίδεται αντίγραφο αυτών στον ορισμένο εκπρόσωπο των εργοληπτικών οργανώσεων.
Αν κατά το πρώτο στάδιο του διαγωνισμού υποβληθούν ενυπόγραφες αντιρρήσεις ή δηλωθεί εγγράφως από τους διαγωνιζόμενους ότι θα υποβληθούν αντιρρήσεις, η Επιτροπή διακόπτει τη διαδικασία μέχρι να εκδικαστούν οι ενστάσεις και συνεχίζει το δεύτερο στάδιο του διαγωνισμού σε άλλη ημερομηνία και ημέρα Τετάρτη την ίδια ώρα, την οποία γνωστοποιεί εγγράφως και εντός πενθημέρου στους διαγωνιζομένους.
Οι οικονομικές προσφορές και τα πρακτικά υπογράφονται από τα μέλη της Επιτροπής και παραδίδονται στην Επιτροπή εισήγησης για ανάθεση. Αν οι επιτροπές διαγωνισμού ασκούν αρμοδιότητες και των επιτροπών εισήγησης για ανάθεση, για έργα των οποίων η ανάθεση γίνεται με τη διαδικασία του άρθρου 2 του Ν. 2576/1998 (ΦΕΚ 25 Α΄), όπως εκάστοτε ισχύει, στις επιτροπές αυτές παρίσταται και ένας εκπρόσωπος των εργοληπτικών οργανώσεων με τον αναπληρωτή του, ο οποίος υποδεικνύεται από τις πανελλήνιες σχετικές οργανώσεις, χωρίς να μετέχει στις διαδικασίες του διαγωνισμού. Για τον εκπρόσωπο αυτόν και τον αναπληρωτή του δεν υπάρχει κώλυμα για τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό.”
2. Μετά από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Ν.1418/1984 προστίθενται εδάφια ως ακολούθως:
“Ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας, με τον οποίο δημοπρατείται το έργο, καταρτίζεται με βάση τις εγκεκριμένες Αναλύσεις Τιμών, στις οποίες εφαρμόζονται οι βασικές τιμές υλικών και ημερομισθίων που έχουν διαπιστωθεί από την Επιτροπή Διαπίστωσης Τιμών Δημόσιων Έργων, η σύσταση της οποίας προβλέπεται στην παράγραφο 11 του άρθρου 10, κατά το τελευταίο τρίμηνο πριν από τη διενέργεια της δημοπρασίας. Σε περίπτωση που δεν έχουν διαπιστωθεί τέτοιες τιμές κατά το τρίμηνο αυτό, τότε ο προϋπολογισμός καταρτίζεται με βάση τις τιμές του αμέσως προηγούμενου τριμήνου.
Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζεται ο τρόπος εφαρμογής της διάταξης αυτής, καθώς και ο τρόπος αναπροσαρμογής των τιμών μονάδας των Αναλύσεων Τιμών δημοσίων έργων, με σκοπό την εναρμόνισή τους με τις σύγχρονες μεθόδους και τα μέσα εκτέλεσης των έργων, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 18.”
3. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
“Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να καθορίζεται ενιαίος τύπος διακήρυξης, ανάλογα με το σύστημα υποβολής προσφοράς.”
4. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του Ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α΄) αντικαθίσταται από τα παρακάτω δύο εδάφια:
“α. Στην τελευταία αυτή περίπτωση μπορεί να αντικατασταθεί η αυτοτελής κατασκευή που αφαιρέθηκε, με άλλη ή άλλες, ίδιου ή ισοδύναμου τεχνικού και οικονομικού αντικειμένου και να καθοριστεί με νέα απόφαση, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων, ο τρόπος αναπροσαρμογής του εργολαβικού ανταλλάγματος και η αναπροσαρμογή της σύμβασης.
β. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς συμβάσεις κατασκευής υπόγειων σταθμών αυτοκινήτων, που προβλέπονται στην περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 8 και μετά το συμβατικό χρόνο έναρξης των εργασιών, ανεξάρτητα αν η αντικατάσταση προβλέπεται στις συμβάσεις αυτές.”
5. Στο τέλος της παραγράφου 14 του άρθρου 17 του Ν. 1418/1984, που προστέθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 4 του Ν. 2229/1994 και συμπληρώθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου δωδέκατου του Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α΄), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
“Με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί από τον ειδικό λογαριασμό της Διεύθυνσης Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων να καλύπτονται και οι δαπάνες που αφορούν την αμοιβή ειδικών συμβούλων οποιασδήποτε ειδικότητας (τεχνικού, οικονομικού, νομικού, οργάνωσης κλπ.) και του Ινστιτούτου Οικονομίας Κατασκευών, που ιδρύθηκε με το άρθρο 6 του Ν. 2576/1998 (ΦΕΚ 25 Α΄) για την υποβοήθηση του έργου της Διεύθυνσης Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων, τις αμοιβές για υπερωριακή απασχόληση, για τη λειτουργία ομάδας εργασίας, για εκτός έδρας αποζημίωση, κατ΄ εξαίρεση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης.”
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του Ν. 1418/1984, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο πέμπτο του Ν. 2719/1999 (ΦΕΚ 106Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
“Με απόφαση που εκδίδεται από τους Υπουργούς Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται οι τακτικές αποδοχές των Επιθεωρητών Δημοσίων Έργων, εν ενεργεία υπαλλήλων και συνταξιούχων, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Οι σχετικές δαπάνες, καθώς και κάθε άλλη νόμιμη αποζημίωση (υπερωριακής εργασίας και απασχόλησης εκτός έδρας) βαρύνουν τις πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.”
7. Η παράγραφος 11 του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του Ν. 2229/1994, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Για την πληρότητα των εκπονούμενων μελετών, τον αρτιότερο σχεδιασμό, την καλύτερη διοίκηση και επίβλεψη και την έντεχνη κατασκευή του έργου, υποχρεούνται ο μελετητής, ο ανάδοχος κατασκευής του έργου και ο τεχνικός σύμβουλος να ασφαλίζουν τη μελέτη, την κατασκευή του έργου και τις υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου αντίστοιχα.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Ανάπτυξης, ορίζονται η έναρξη εφαρμογής της παραγράφου αυτής, οι μελέτες, τα έργα και οι υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου που εξαιρούνται από την υποχρέωση ασφάλισης και ρυθμίζονται τα σχετικά θέματα εφαρμογής της διάταξης αυτής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Ανάπτυξης καθορίζονται, ειδικά, τα ελάχιστα όρια ασφαλιστικών καλύψεων, οι αποδεκτές εξαιρέσεις και οι μέγιστες απαλλαγές από τις ασφαλιστικές καλύψεις.”
8. Κατ΄ εξαίρεση των προβλεπομένων στην παράγραφο 7 του άρθρου 19 του Π.Δ. 774/1980, όπως αυτό ισχύει, δεν θίγεται το κύρος συμβάσεων εκτέλεσης δημοσίων έργων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του διατάγματος αυτού κοιτών οποίων η περίληψη της διακήρυξης δημοπράτησης δημοσιεύθηκε πριν από την 28.9.1999.
9. Η παράγραφος 4 του άρθρου 7Α του Ν. 2669/1998, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 14 παράγραφος 3 περίπτωση β΄ του Ν. 2867/2000 (ΦΕΚ 273 Α΄), καταργείται αφότου ίσχυσε.
10. Οι δαπάνες που έχουν αναληφθεί, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, για την καταβολή εξόδων κίνησης που καθορίσθηκαν, κατ΄ εξαίρεση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 του Ν. 2778/1999 και τις κοινές υπουργικές αποφάσεις υπ΄ αριθ. 2/74652/0022/18.11.1999, 2/17096/002/9.3.2000 και 2/22039/28.3.2000, οι οποίες εκδόθηκαν κατ΄ εφαρμογή και σε εκτέλεση των διατάξεων αυτών, για την απασχόληση των υπαλλήλων, με οποιαδήποτε σχέση, του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. ή Δημοσίων Επιχειρήσεων ή Οργανισμών, στο έργο της αποκατάστασης των σεισμόπληκτων από τον σεισμό της 7.9.1999 στο νομό Αττικής, μέχρι 31.12.2000, θεωρούνται νόμιμες όπως καταβλήθηκαν, χωρίς να γίνουν οι κρατήσεις για το φόρο εισοδήματος και υπέρ τρίτων.
11. Στο τέλος της παρ. 11 του άρθρου 20 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α΄) προστίθενται εδάφια ως εξής:
“Οι βεβαιώσεις που πιστοποιούν την τμηματική ή και μόνο τη συνολική εκτέλεση και παράδοση του έργου των συμβάσεων αυτών θεωρούνται νόμιμες, εφόσον έχουν υπογραφεί από διευθυντές του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, από το Γενικό Γραμματέα ή τους διευθυντές του Πολιτικού Γραφείου του Υπουργού ή του Υφυπουργού του αυτού Υπουργείου.
Τα χρηματικά εντάλματα, για την πληρωμή των παραπάνω συμβάσεων έχουν εκδοθεί νομίμως, εφόσον η εκτέλεση των συμβάσεων και η παράδοση του έργου πιστοποιείται με τις προαναφερθείσες βεβαιώσεις.”
12. α) Για τον οικισμό Ερμουπόλεως Σύρου ισχύουν αναδρομικά από της δημοσιεύσεώς του, οι διατάξεις του από 19.1.1976π.δ/τος (ΦΕΚ47 Δ) “Περί καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων του ρυμοτομικού σχεδίου Ερμουπόλεως (Σύρου) ως και των υφισταμένων προ του 1923 οικισμών “Ανάστασις”, “Καρναρόλες”, “Καμίνια”, “Ταξιάρχαι” και “Λαζαρέτα”.
β) Η ως άνω διάταξη ισχύει μέχρι την “31.7.2003”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.14 Ν.3044/2002,ΦΕΚ Α 197.27.8.2002.
γ) `Οπου, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων των περιπτώσεων ί – ίν του εδαφίου α` και του εδαφίου β` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 326/2000 απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Αιγαίου, δεν απαιτείται η γνώμη ή η έγκριση της Ε.Π.Α.Ε..
Σχετικό: υπ` αριθμ. 2526/2003 απόφαση ΣτΕ (Ολομέλεια), 872/2004 και 2311/2006 αποφάσεις ΣτΕ.
13. Οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος της 21ης Αυγούστου 1979 (ΦΕΚ 578 Δ΄) “περί καθορισμού ζώνης δομήσεως εκατέρωθεν τμήματος της Λεωφόρου Σταυρού – Ελευσίνας” κατά το μέρος που αφορούν στην περιφέρεια του Δήμου Ασπροπύργου Νομού Αττικής, καταργούνται.
14. Το εδάφιο στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.Δ. 155/2001 (ΦΕΚ 127 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
“στ. έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων της Ε.ΥΔ.Α.Π.. Α.Ε. ο οποίος υποδεικνύεται μαζί με τον αναπληρωτή του από την ομοσπονδία εργαζομένων στην Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε..”
15. α) Συμπληρώνεται το άρθρο 12 του Π.Δ. 6.10.1978 και προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Ειδικά η ανέγερση ιδιωτικών Ιερών Ναΰδρίων σε γήπεδα εκτός σχεδίου επιτρέπεται, εφόσον αυτά (τα γήπεδα) έχουν την επιτρεπόμενη για την περιοχή αρτιότητα.
Το κτίριο του Ναϋδρίου δεν μπορεί να καταλαμβάνει επιφάνεια μεγαλύτερη των 50 τ.μ. συμπεριλαμβανομένων και των βοηθητικών χώρων (χώροι υγιεινής, πανηγυρόσπιτο ή κελί), οι οποίοι βοηθητικοί χώροι δεν μπορεί να υπερβαίνουν τα 10 τ.μ..”
β. Για οποιαδήποτε άλλη οικοδομικού χαρακτήρα παρέμβαση στον περιβάλλοντα το Ναΰδριο χώρο (πανηγυρόσπιτο ή κελί, χώρος υγιεινής, διαμόρφωση-ανάπλαση εξωτερικών χώρων κλπ.) εκδίδεται χωριστή οικοδομική άδεια από τις κατά τόπους πολεοδομικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τις γενικές και ειδικές πολεοδομικές διατάξεις που διέπουν κάθε περιοχή.
Το “πανηγυρόσπιτο” ή “κελί” δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δέκα τ.μ. συμπεριλαμβανομένου και ενός χώρου υγιεινής, το δε ύψος του τα 3,50 μέτρα.
Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από τις 10.7.2001.
Άρθρο 6
Ειδικές ρυθμίσεις για το Ινστιτούτο Οικονομίας Κατασκευών (Ι.Ο.Κ.)
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Το Ι.Ο.Κ. δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα και αν διαλυθεί, η περιουσία του περιέρχεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.”
2. Το εδάφιο ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“Η εισήγηση στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων για τον αριθμό των εργοληπτικών επιχειρήσεων που πρέπει να εγγράφονται στο Μ.Ε.ΕΠ. κατά τάξη και κατηγορία, την αναπροσαρμογή των ορίων των εργοληπτικών πτυχίων κατά τάξεις και την παροχή τεχνικής βοήθειας, κατά την εγγραφή, και την τακτική και την έκτακτη αναθεώρηση των τάξεων του Μ.Ε.ΕΠ..”
Επίσης, η έρευνα και η στήριξη των εργοληπτικών ενώσεων και των μελών της για την ανάπτυξη πολιτικών και ενεργειών με στόχο τη διαρκή εξειδίκευση, κατάρτιση, επαγγελματική εξέλιξη και πιστοποίηση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού στις κατασκευές.”
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“4. Πόροι του Ι.Ο.Κ. είναι:
α. η ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό, μη υπαγόμενη σε φορολογία εισοδήματος, που εγγράφεται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και αποδίδεται στο Ι.Ο.Κ., με απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων,
β. η οικονομική επιχορήγηση από τα υπουργεία, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τους οργανισμούς της νομαρχιακής και της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε βάρος του προϋπολογισμού τους, για παροχή υπηρεσιών του Ι.Ο.Κ. προς αυτούς,
γ. τα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα,
δ. κάθε άλλο έσοδο από την εκμετάλλευση της περιουσίας του, επιχορηγήσεις, δωρεές ή από οποιαδήποτε άλλη νόμιμη αιτία.”
4. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“Επίσης, το Ι.Ο.Κ. με απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μπορεί να συστήσει μέχρι είκοσι” (20) θέσεις τακτικού προσωπικού με σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εκτός του Γενικού Διευθυντή.”
5. Μετά το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 προστίθενται δύο εδάφια που έχουν ως εξής:
“Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ι.Ο.Κ. μπορεί να συνιστώνται επιτροπές και ομάδες εργασίας από εξειδικευμένους επιστήμονες, ιδιώτες και δημοσίους υπαλλήλους, για τη μελέτη και επεξεργασία ειδικών θεμάτων που συναρτώνται με τους σκοπούς του. Για τους δημοσίους υπαλλήλους ισχύουν οι περιορισμοί που προβλέπονται στο Ν. 2470/1997. Στα μέλη των επιτροπών αυτών και ομάδων εργασίας μπορεί να καταβάλλεται αμοιβή, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ι.Ο.Κ..”
6. Μετά την παράγραφο 8 του άρθρου 6 του Ν. 2576/1998 προστίθεται παράγραφος 9, η οποία έχει ως εξής:
“Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ι.Ο.Κ., που εγκρίνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μπορεί να αποφασίζεται η σύσταση νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου με τη μορφή ανωνύμου εταιρείας, για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Ι.Ο.Κ.. Η καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου γίνεται από το Ι.Ο.Κ..”
Άρθρο 7
Φορολογικά και αναπτυξιακά κίνητρα εργοληπτικών επιχειρήσεων εγγεγραμμένων στο Μ.Ε.ΕΠ.
1. Στην περίπτωση (φ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 2601/1998, η ισχύουσα διάταξη αριθμείται ως υποπερίπτωση (Ι) και στο τέλος της προστίθεται νέα υποπερίπτωση (II) ως εξής:
“II) Εργοληπτικές Επιχειρήσεις του Μ.Ε.ΕΠ. που λειτουργούν ως ανώνυμες εταιρίες και οι οποίες προέρχονται από συγχώνευση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το Ν. 2166/1993 μόνο για τον εκσυγχρονισμό τους, μέσω αντικατάστασης των μηχανημάτων τους και του λοιπού εξοπλισμού τους, πλην των μεταφορικών μέσων υλικών και προσωπικού, εγκατάστασης σύγχρονων συστημάτων μηχανοργάνωσης και δημιουργίας ειδικών εργαστηρίων ελέγχου και ποιότητας.
Ενισχυόμενες δαπάνες:
i. Η αγορά και εγκατάσταση καινούργιων σύγχρονων μηχανημάτων και λοιπού εξοπλισμού πλην των μεταφορικών μέσων υλικών και προσωπικού.
ii. Η αγορά και εγκατάσταση καινούργιων σύγχρονων συστημάτων μηχανοργάνωσης, στα οποία περιλαμβάνεται και το αναγκαίο λογισμικό.
iii. Η δαπάνη δημιουργίας ειδικών εργαστηρίων ελέγχου και ποιότητας.”
2. Η περίπτωση (ix) της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν. 2601/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
“ix. Για τις επενδύσεις τεχνικών εταιριών της υποπερίπτωσης (Ι) της περίπτωσης (φ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3, που πραγματοποιούνται είτε από νέους είτε από παλαιούς φορείς, παρέχεται μόνο η ενίσχυση της επιχορήγησης.
Για τις επενδύσεις των εργοληπτικών επιχειρήσεων της υποπερίπτωσης (II) της ίδιας ως άνω περίπτωσης που καθορίζονται στο εδάφιο (i) αυτής και πραγματοποιούνται είτε από νέους είτε από παλαιούς φορείς παρέχεται εναλλακτικά η ενίσχυση της επιχορήγησης ή της φορολογικής απαλλαγής, ενώ για τις επενδύσεις των επιχειρήσεων αυτών που καθορίζονται στα εδάφια (ii) και (iii), της ίδιας ως άνω περίπτωσης και πραγματοποιούνται είτε από νέους είτε από παλαιούς φορείς παρέχεται μόνο η ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής.”
3. Στην περίπτωση (ο) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 2601/1998, η ισχύουσα διάταξη αριθμείται ως υποπερίπτωση (Ι) και στο τέλος της προστίθεται νέα υποπερίπτωση (II) ως εξής:
“II. Ειδικά κέντρα κοινής επιχειρηματικής δράσης, που μπορούν να ιδρύονται αποκλειστικά με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας από έξι (6) τουλάχιστον τεχνικές εταιρίες των τάξεων τρίτης, τέταρτης και πέμπτης του άρθρου 16 του Ν. 1418/1984, όπως ισχύει, με σκοπό την παροχή προς τους συμμετέχοντες φορείς όλων των δυνατών υπηρεσιών επιχειρηματικής υποστήριξης, όπως τη δημιουργία τράπεζας πληροφοριών, έρευνες διεύρυνσης αγοράς για υπηρεσίες των συμμετεχουσών εταιριών, καθώς και το συντονισμό ενεργειών για κοινές προμήθειες δομικών υλικών, για κοινή συμμετοχή σε διαγωνισμούς του Δημοσίου με επιχειρηματικά σχήματα των συμμετεχόντων στο κέντρο φορέων.
Ενισχυόμενες δαπάνες στο εσωτερικό ή το εξωτερικό (εκτός κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης):
i. Οι δαπάνες κατασκευής ή η αγορά των κτιριακών εγκαταστάσεων που είναι αναγκαίες για λειτουργία του φορέα.
ii. Οι δαπάνες διαμόρφωσης – διευθέτησης των αγοραζόμενων ή των ενοικιαζόμενων κτιριακών εγκαταστάσεων του προηγούμενου εδαφίου (!) και η αγορά των αναγκαίων επίπλων και σκευών.
iii. Η αγορά και εγκατάσταση του αναγκαίου τεχνικού και λοιπού εξοπλισμού και η κατασκευή εγκαταστάσεων εξυπηρέτησης των σκοπών του (Η/Υ, fax, φωτοτυπικά, telex κλπ.) και του αναγκαίου λογισμικού.
iv. Οι δαπάνες εκπόνησης μελετών οργάνωσης της κοινής δράσης και των αρχικών μελετών μάρκετινγκ για τη διείσδυση και διεύρυνση των μεριδίων αγοράς για τις υπηρεσίες των συμμετεχουσών επιχειρήσεων.”
4. Στην περίπτωση (θ) της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Ν. 2601/1998, η φράση “των περιπτώσεων (ο) και (π)” αντικαθίσταται με τη φράση “της υποπερίπτωσης Ι της περίπτωσης (ο) και της περίπτωσης (π)”.
Στο τέλος της ίδιας ως άνω περίπτωσης προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Για επενδύσεις των ειδικών κέντρων κοινής επιχειρηματικής δράσης της υποπερίπτωσης II της περίπτωσης (ο) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 παρέχεται μόνο ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής σε ποσοστό 40%.”
5. Στην πρώτη περίοδο της υποπερίπτωσης (τ) της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του N. 2601/1998 και μετά τη φράση “τεχνικών εταιριών” της πρώτης σειράς προστίθεται η φράση της “υποπερίπτωσης (Ι)”.
6. Επίσης, στην περίπτωση (τ) της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του N. 2601/1998 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Για τις επενδύσεις των εργοληπτικών επιχειρήσεων της υποπερίπτωσης (II) της περίπτωσης (φ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 που πραγματοποιούνται είτε από νέους είτε από παλαιούς φορείς σε όλες τις περιοχές της επικράτειας περιλαμβανομένης και της Α΄, παρέχεται η ενίσχυση της επιχορήγησης ή εναλλακτικά της φορολογικής απαλλαγής σε ποσοστό 15% και 40% αντίστοιχα, πλην εκείνων που καθορίζονται στα εδάφια (ii) και (iii) της εν λόγω υποπερίπτωσης, για τις οποίες παρέχεται μόνο η ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής σε ποσοστό 40%.
Προκειμένου για την εφαρμογή της ενίσχυσης της επιχορήγησης η παρούσα ρύθμιση ισχύει υπό τον όρο ότι οι σχετικές αιτήσεις υπαγωγής υποβάλλονται το αργότερο μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου του επόμενου έτους από εκείνο εντός του οποίου έγινε η ανακοίνωση της κατάταξης της Εργοληπτικής Επιχείρησης στο Μ.Ε.ΕΠ., ενώ προκειμένου για την εφαρμογή της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής η παρούσα ρύθμιση ισχύει υπό τον όρο ότι οι επενδύσεις εκσυγχρονισμού ολοκληρώνονται σε τέσσερα χρόνια μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου έγινε η ανακοίνωση της κατάταξής της στις τάξεις της νέας διαβάθμισης του Μ.Ε.ΕΠ..”
7. Τα καθαρά κέρδη των νομικών προσώπων της παραράφου 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α`), που ασχολούνται με την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών και την κατασκευή δημόσιων και ιδιωτικών τεχνικών έργων, καθώς και των κοινοπραξιών στις οποίες συμμετέχουν, προσδιορίζονται από το οικονομικό έτος 2003 (χρήση 2002) με τις γενικές διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 34 του πιο πάνω νόμου. “Αν οι επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν τηρούν τα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από το Π.Δ. 186/1992 ή τηρούν βιβλία και στοιχεία κατώτερης κατηγορίας από την προσήκουσα ή τηρούν ανακριβή ή ανεπαρκή βιβλία και στοιχεία, και στην τελευταία αυτή περίπτωση η ανεπάρκεια καθιστά αδύνατη τη διενέργεια των ελεγκτικών επαληθεύσεων, το καθαρό εισόδημά τους προσδιορίζεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 34 και 35 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.16 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54 μετά ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.7 άρθρου 12 Ν.3522/2006, ΦΕΚ Α 276/22.12.2006.
Άρθρο 8
Μεταβατικές διατάξεις
1. Εκκρεμείς αιτήσεις εργοληπτικών επιχειρήσεων για εγγραφή ή αναθεώρηση της εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ., εξετάζονται με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο της υποβολής τους.
2. Με εξαίρεση τη διαγραφή από ορισμένες ή όλες τις κατηγορίες ή τον υποβιβασμό της τάξης της επιχείρησης μετά από έκτακτη αναθεώρηση που γίνεται με πρωτοβουλία της υπηρεσίας, η ισχύς των βεβαιώσεων εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ. με βάση την παλαιά κατάταξη παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι την έκδοση απόφασης κατάταξης στις τάξεις της νέας διαβάθμισης του Μ.Ε.ΕΠ., όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 4.
Εργοληπτική επιχείρηση, που προέρχεται από συγχώνευση εργοληπτικών επιχειρήσεων του Μ.Ε.ΕΠ., μέχρι τη χορήγηση της βεβαίωσης εγγραφής και κατάταξής της στο Μ.Ε.ΕΠ., με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, συμμετέχει στις διαδικασίες επιλογής αναδόχου δημοσίου έργου, είτε με τη χρήση σωρευτικά όλων ή ορισμένων από τις βεβαιώσεις εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ. που είχαν εκδοθεί με βάση τις προγενέστερες διατάξεις, στις εργοληπτικές επιχειρήσεις που συγχωνεύτηκαν, αν από το διαγωνισμό απαιτείται συμμετοχή κοινοπραξιών, είτε με τη χρήση μιας μόνον από αυτές.
3. Αν η συγχώνευση εργοληπτικών επιχειρήσεων, με μορφή ανώνυμης εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 17 αλλά έχουν ληφθεί οι αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων των μετόχων ή εταίρων για συγχώνευση, μπορεί να συμμετέχει σε κάθε δημοπρασία επιλογής αναδόχου δημοσίου έργου, μόνο με μια από τις επιχειρήσεις που συγχωνεύονται με τη χρήση της βεβαίωσης εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ., που έχει εκδοθεί με βάση τις προγενέστερες διατάξεις.
Για εργοληπτική επιχείρηση οποιασδήποτε άλλης μορφής, αν δεν έχει ολοκληρωθεί η συγχώνευση μέχρι τις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 17, αλλά έχουν συναφθεί οι σχετικές συμβάσεις συγχώνευσης, μπορεί να συμμετέχει σε κάθε δημοπρασία επιλογής αναδόχου δημοσίου έργου, μόνο με μία από τις επιχειρήσεις που συγχωνεύονται με τη χρήση της βεβαίωσης εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ., που έχει εκδοθεί με βάση τις προγενέστερες διατάξεις.
4. Οι εργοληπτικές επιχειρήσεις του Μ.Ε.ΕΠ., που συγχωνεύονται και λειτουργούν με τη νομική μορφή της ανώνυμης εταιρίας ή της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, υποχρεούνται να γνωστοποιούν μέσα σε ένα μήνα στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων των μετόχων ή των εταίρων για τη συγχώνευση.
Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι εργοληπτικές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιαδήποτε άλλη μορφή, οι οποίες υποχρεούνται να γνωστοποιούν μέσα σε ένα μήνα στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ. τις συμβάσεις συγχώνευσης.
5. Σε περιπτώσεις εκκρεμών ανοιχτών ή κλειστών (με προεπιλογή) δημοπρασιών, στις οποίες έχουν υποβληθεί προσφορές από εργοληπτικές επιχειρήσεις πριν από τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων για συγχώνευση ή πριν από τη σύναψη των σχετικών συμβάσεων συγχωνεύσεων, οι προσφορές αυτές διατηρούν την ισχύ τους και μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσης.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη της παραγράφου 1.
6. Σε περιπτώσεις εκκρεμών διαδικασιών επιλογής αναδόχων με τη διαδικασία της προεπιλογής (“κλειστές διαδικασίες”), στις οποίες πριν από τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων για συγχώνευση ή πριν από τη σύναψη των σχετικών συμβάσεων συγχωνεύσεων έχουν υποβληθεί χωριστές αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τις συγχωνευόμενες εργοληπτικές επιχειρήσεις (αυτοτελώς ή ως μέλη χωριστών κοινοπραξιών ή ομίλων), η συμμετοχή των επιχειρήσεων αυτών γίνεται δεκτή μόνο αν στην κυρίως δημοπρασία υποβληθεί εκ μέρους τους μία μόνο προσφορά.
Για το σκοπό αυτόν επιτρέπεται στις επιχειρήσεις, κοινοπραξίες και ομίλους που συμμετείχαν, κατά την εκδήλωση ενδιαφέροντος και προεπιλέγησαν, να προβούν σε μεταβολές, με τη σύσταση νέων κοινοπραξιών ή ομίλων ή τη μεταβολή των υφιστάμενων κοινοπραξιών ή ομίλων. Η υπηρεσία που είναι αρμόδια για την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας μπορεί, σε περίπτωση που εκτιμά ότι μεταβλήθηκε ουσιωδώς η δυναμικότητα των προεπιλεγέντων, να αποφασίσει την επανάληψη της αξιολόγησης αυτής, προκειμένου να διαπιστώσει αν η δυναμικότητα των διαγωνιζομένων διατηρείται στο επίπεδο που προβλέπεται από την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος.
7. Σε όλες τις περιπτώσεις που γίνεται χρήση των παλαιών βεβαιώσεων εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ., εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις που σχετίζονται με αυτές, ως προς την ισχύ τους, την παράταση της ισχύος τους, τα όρια ανεκτέλεστου από άλλες συμβάσεις, εκτός των περιπτώσεων που στο νόμο αυτόν ορίζονται διαφορετικά.
8. Οι διατάξεις του άρθρου 1 εφαρμόζονται και στις συμβάσεις που καταρτίστηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του.
9. Οι διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου αυτού εφαρμόζονται στις δημοπρασίες για την επιλογή αναδόχων εκτέλεσης δημοσίων έργων, οι οποίες διενεργούνται με βάση διακηρύξεις που δημοσιεύονται ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος του.
Άρθρο 9
Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν.
2. Όπου από την κείμενη νομοθεσία γίνεται παραπομπή σε διατάξεις που καταργούνται, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, η παραπομπή θεωρείται ότι γίνεται στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου αυτού.
Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις τους.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 2 Αυγούστου 2001 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΓΙΑΝ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΠEPIBΑΛΛΟNΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 2 Αυγούστου 2001 Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ