ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2937 ΦΕΚ Α’ 169/26.7.2001
Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων που αφορούν στην επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και των πιστωτικών ιδρυμάτων, ρυθμίσεις Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε. και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Με τον παρόντα νόμο σκοπείται η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της υπ` αριθμ. 98/31/Ε.Κ. Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (L204/21.7.98), με την οποία τροποποιείται και συμπληρώνεται η Οδηγία 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου (L141/11.6.93, σελ. 1) για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων. Επίσης ρυθμίζονται θέματα Ε.Υ.Α.Θ. και άλλα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΕΡΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ Ε.Π.Ε.Υ.
Άρθρο 2
Το άρθρο 2 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
1. Στην παράγραφο 21, τα σημεία α(i), (ii), (iii), (v), (vi) και η περίπτωση αα` αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
“α.(i) οι θέσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα, σε εμπορεύματα και σε παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων επί των οποίων το ίδρυμα έχει κυριότητα και κατέχει με σκοπό την επαναπώλησή τους ή/και οι θέσεις τις οποίες έχει προκειμένου να επωφεληθεί βραχυπρόθεσμα από υφιστάμενες ή/και από αναμενόμενες διαφορές μεταξύ τιμών αγοράς και πώλησής τους ή από άλλες διακυμάνσεις τιμών ή επιτοκίων.
(ii) οι θέσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα, σε εμπορεύματα και σε παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων, οι οποίες προκύπτουν από ταυτόχρονες αγορές και πωλήσεις τους για ίδιο λογαριασμό.
(iii) οι θέσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα, σε εμπορεύματα και σε παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων, που χρησιμοποιούνται για την αντιστάθμιση άλλων στοιχείων του χαρτοφυλακίου συναλλαγών.
(v) τα ανοίγματα που οφείλονται σε συμβάσεις επαναγοράς και δανειοδοσίας τίτλων και εμπορευμάτων, οι οποίες βασίζονται σε τίτλους ή εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, όπως ορίζονται στα σημεία (i), (ii), (iii) της παρούσας παραγράφου και αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 36 του παρόντος νόμου.
(vi) τα ανοίγματα που οφείλονται σε συμβάσεις επαναπώλησης και δανειοληψίας τίτλων και εμπορευμάτων, όπως περιγράφονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 36 του παρόντος νόμου, εφόσον υπάρχει η έγκριση των αρμόδιων αρχών και πληρούν είτε τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση αα` είτε τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση ββ` κατωτέρω.
αα. τα ανοίγματα αποτιμώνται σε ημερήσια βάση σε τρέχουσες αγοραίες τιμές, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 36 του παρόντος νόμου. Η εξασφάλιση αναπροσαρμόζεται λαμβάνοντας υπόψη σημαντικές μεταβολές της αξίας των τίτλων ή των εμπορευμάτων που αφορά η συγκεκριμένη σύμβαση, κατόπιν συμφωνίας των συμβαλλομένων, αποδεκτής από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές. Η σύμβαση προβλέπει ότι σε περίπτωση υπερημερίας του αντισυμβαλλομένου, οι απαιτήσεις του ιδρύματος συμψηφίζονται αυτοδίκαια με τις απαιτήσεις του εν λόγω αντισυμβαλλομένου. Οι συμβάσεις και οι συναλλαγές αυτές, ιδιαίτερα οι βραχυπρόθεσμες, θα πρέπει να μην είναι εικονικές.”
2. Οι παράγραφοι 28 και 29 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
“28. Τίτλος επιλογής (warrant): το μέσο που παρέχει στον κάτοχό του το δικαίωμα απόκτησης συγκεκριμένου υποκείμενου μέσου, σε καθορισμένη τιμή μέχρι και την ημερομηνία λήξης του. Ο διακανονισμός γίνεται είτε με την παράδοση του υποκείμενου μέσου είτε τοις μετρητοίς.
29. χρηματοδότηση αποθεμάτων (stock financing): οι θέσεις στις οποίες το φυσικό απόθεμα έχει πωληθεί προθεσμιακά και το κόστος χρηματοδότησης έχει προκαθοριστεί για την περίοδο μέχρι την ημερομηνία της προθεσμιακής πώλησης.”
3. Στην παράγραφο 30, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“30. Σύμβαση πώλησης με σύμφωνο επαναγοράς και σύμβαση αγοράς με σύμφωνο επαναπώλησης: η σύμβαση με την οποία ένα ίδρυμα ή ο αντισυμβαλλόμενός του συμφωνεί να μεταβιβάσει τίτλους ή εμπορεύματα ή εγγυημένα δικαιώματα που αφορούν τίτλους ή εμπορεύματα εφόσον η εγγύηση αυτή έχει εκδοθεί από αναγνωρισμένο χρηματιστήριο που έχει τα δικαιώματα επί των τίτλων ή επί των εμπορευμάτων με την ειδική συμφωνία της επαναγοράς ή του δικαιώματος εξωνήσεως των τίτλων ή των εμπορευμάτων ή των δικαιωμάτων αυτών ή ομοειδών τους σε καθορισμένη τιμή και μελλοντική ημερομηνία, η οποία ορίζεται ή μπορεί να ορισθεί από τον μεταβιβάζοντα, εφόσον στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής το ίδρυμα δεν επιτρέπεται να μεταβιβάσει ή ενεχυριάσει τους συγκεκριμένους τίτλους ή τα εμπορεύματα σε πλείονες του ενός αντισυμβαλλομένους ταυτόχρονα. Η ως άνω συμφωνία για μεν το ίδρυμα που μεταβιβάζει τίτλους ή εμπορεύματα είναι σύμβαση πώλησης και επαναγοράς (repos), για δε το ίδρυμα που αποκτά τίτλους ή εμπορεύματα είναι σύμβαση αγοράς και επαναπώλησης (reverse repos).”
4. Η παράγραφος 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“31. Δανειοδοσία τίτλων ή εμπορευμάτων και δανειοληψία τίτλων ή εμπορευμάτων: η σύμβαση με την οποία ένα ίδρυμα ή ο αντισυμβαλλόμενός του συμφωνεί να μεταβιβάσει τίτλους ή εμπορεύματα έναντι εξασφαλίσεων, υπό τον όρο ότι ο δανειζόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιστρέψει, σε ορισμένη μελλοντική ημερομηνία ή όταν το απαιτήσει ο μεταβιβάζων, τίτλους ή εμπορεύματα αντίστοιχης αξίας με ομοειδή χαρακτηριστικά. Η σύμβαση αυτή είναι δανειοδοσία τίτλων ή εμπορευμάτων για το ίδρυμα που μεταβιβάζει τίτλους ή εμπορεύματα και δανειοληψία τίτλων ή εμπορευμάτων για το ίδρυμα προς το οποίο μεταβιβάζονται τίτλοι ή εμπορεύματα.
Μία σύμβαση δανειοληψίας τίτλων ή εμπορευμάτων θεωρείται διεπαγγελματική, όταν ο αντισυμβαλλόμενος είναι Ε.Π.Ε.Υ. ή πιστωτικό ίδρυμα ή αναγνωρισμένη Ε.Π.Ε.Υ. τρίτης χώρας, κατά την έννοια, αντίστοιχα, της παραγράφου 3, 4 και 17 του παρόντος άρθρου ή πιστωτικό ίδρυμα της ζώνης Α, όπως αυτή καθορίζεται στην παράγραφο 1β του Δεύτερου Κεφαλαίου της ΠΔ/ΤΕ 2054/1992 (ΦΕΚ 49 Α`) και όπως θα ισχύει εκάστοτε ή όταν η εν λόγω σύμβαση καταρτίζεται σε οργανωμένη αγορά ή διεκπεραιώνεται μέσω αναγνωρισμένου γραφείου συμψηφισμού.”
Άρθρο 3
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 32 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`), τα σημεία α` και γ` αντικαθίστανται ως εξής:
“α) αυτών που υπολογίζονται για την κάλυψη του κινδύνου θέσεως σύμφωνα με το άρθρο 35 του παρόντος νόμου και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 378 του παρόντος νόμου, βάσει του χαρτοφυλακίου συναλλαγών,
γ) αυτών που υπολογίζονται για την κάλυψη του κινδύνου από ανοικτές συναλλαγματικές θέσεις και του κινδύνου από θέσεις σε εμπορεύματα, σύμφωνα με τα άρθρα 37 και 37Α αντίστοιχα του παρόντος νόμου και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 37β του παρόντος νόμου, βάσει του συνόλου των δραστηριοτήτων τους.”
Άρθρο 4
Στο άρθρο 34 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) η παράγραφος 9 και η εισαγωγή της παραγράφου 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
“9. Εφόσον δεν γίνεται χρήση των εξαιρέσεων που προβλέπονται στις ανωτέρω παραγράφους 6 και 8, για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 33, 35 και 37β του παρόντος νόμου, σε ενοποιημένη βάση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν το συμψηφισμό των θέσεων στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών ενός ιδρύματος με τις θέσεις του χαρτοφυλακίου συναλλαγών άλλου ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στα άρθρα 33, 35 και 37β του παρόντος νόμου.
Επιπροσθέτως, μπορούν να επιτρέπουν συμψηφισμό των συναλλαγματικών θέσεων ενός ιδρύματος με συναλλαγματικές θέσεις άλλου ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 και/ή του άρθρου 37β του παρόντος νόμου. Μπορούν επίσης να επιτρέπουν το συμψηφισμό θέσεων ενός ιδρύματος σε εμπορεύματα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 37α και/ή 37β.
10. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν να γίνεται συμψηφισμός των συναλλαγματικών θέσεων και των θέσεων σε εμπορεύματα, καθώς επίσης και αυτών που αφορούν το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:”
Άρθρο 5
Το άρθρο 35 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
1. Στην παράγραφο 4, το σημείο γ` αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“γ) Τίτλοι επιλογής (warrants): η μέθοδος υπολογισμού των θέσεων σε τίτλους επιλογής που αφορούν χρεωστικούς και μετοχικούς τίτλους είναι ίδια με εκείνη που προβλέπεται για τα δικαιώματα προαίρεσης.”
2. Στην παράγραφο 11, το σημείο α` αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“α. οι εκδότες των μετοχών δεν έχουν εκδώσει διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους οι οποίοι, σύμφωνα με τον Πίνακα 1 του παρόντος άρθρου, συνεπάγονται κεφαλαιακή απαίτηση ύψους οκτώ τοις εκατό (8%) ή συνεπάγονται χαμηλότερη κεφαλαιακή απαίτηση για το λόγο μόνο ότι καλύπτονται από εγγύηση ή ασφάλεια.”
3. Στην παράγραφο 15, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“15. Κατά παρέκκλιση από τη μέθοδο των συστατικών στοιχείων (building block approach) η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη του κινδύνου θέσης που προκύπτει είτε από προθεσμιακές συμβάσεις είτε από παραχωρηθέντα (written) δικαιώματα προαίρεσης που είναι διαπραγματεύσιμα σε χρηματιστήριο, επιτρέπεται να είναι ίση με το ποσό των περιθωρίων εγγύησης (margin), την καταβολή των οποίων απαιτεί το χρηματιστήριο, εάν η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, κρίνουν αφ` ενός μεν ότι το ποσό αυτό αποτελεί ορθό μέτρο του κινδύνου που συνδέεται με την εν λόγω σύμβαση και αφ` ετέρου ότι είναι τουλάχιστον ίσο με την κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει με την προαναφερθείσα μέθοδο υπολογισμού ή σύμφωνα με την μέθοδο των εσωτερικών μοντέλων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37β.
Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, μπορούν επίσης να επιτρέπουν, για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παράγωγων μέσων, οι οποίες εκκαθαρίζονται από αναγνωρισμένο γραφείο συμψηφισμού, κεφαλαιακή απαίτηση ίση με το ποσό των περιθωρίων εγγύησης (margin) που απαιτεί το γραφείο συμψηφισμού, εφόσον κρίνουν ότι το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει το ορθό μέτρο του κινδύνου που συνδέεται με τις εν λόγω συμβάσεις και είναι τουλάχιστον ίσο με την κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει με την προαναφερθείσα μέθοδο υπολογισμού ή σύμφωνα με την μέθοδο των εσωτερικών μοντέλων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37β. Στα αποκτηθέντα δικαιώματα προαίρεσης (bought options), είτε διαπραγματεύσιμα σε χρηματιστήριο είτε όχι, η κεφαλαιακή απαίτηση επιτρέπεται να ισούται με την απαίτηση που καθορίζεται για το υποκείμενο μέσο, εφόσον αυτή δεν υπερβαίνει την αγοραία αξία του δικαιώματος προαίρεσης. Στα εξωχρηματιστηριακά παραχωρηθέντα δικαιώματα προαίρεσης (written OTC options) επιτρέπεται ο καθορισμός της κεφαλαιακής απαίτησης σε συνάρτηση με το υποκείμενο μέσο.”
Άρθρο 6
Το άρθρο 36 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιεί ται ως εξής:
1. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“1. Εάν οι συναλλαγές χρεωστικών τίτλων, μετοχών και εμπορευμάτων, εξαιρουμένων των συμβάσεων επαναγοράς (repos) ή επαναπώλησης (reverse repos) και δανειοδοσίας και δανειοληψίας τίτλων ή εμπορευμάτων, δεν έχουν ακόμη διακανονιστεί μετά τις προβλεπόμενες ημερομηνίες παράδοσής τους, το ίδρυμα υπολογίζει τη διαφορά μεταξύ της συμφωνηθείσας τιμής διακανονισμού των εν λόγω χρεωστικών τίτλων, μετοχών ή εμπορευμάτων και της τρέχουσας αγοραίας τιμής τους, εφόσον η διαφορά αυτή θα μπορούσε να επιφέρει ζημιά στο ίδρυμα. Το ίδρυμα πολλαπλασιάζει τη διαφορά αυτή με τον κατάλληλο συντελεστή της στήλης Α του Πίνακα της κατωτέρω παραγράφου 2 προκειμένου να υπολογίσει την κεφαλαιακή του απαίτηση.”
2. Η παράγραφος 3 και το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 της ενότητας Β` αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
“3. Ατελείς συναλλαγές: Για την κάλυψη έναντι του κινδύνου αντισυμβαλλομένου, το ίδρυμα, εάν: α) έχει καταβάλει το αντίτιμο τίτλων ή εμπορευμάτων χωρίς να του έχουν παραδοθεί οι εν λόγω τίτλοι ή τα εμπορεύματα ή έχει παραδώσει τίτλους ή εμπορεύματα χωρίς να του έχει καταβληθεί το αντίτιμο και β) έχουν παρέλθει, στην περίπτωση διασυνοριακών συναλλαγών, πλέον της μίας (1) ημέρας μετά την ημερομηνία κατά την οποία το ίδρυμα κατέβαλε το αντίτιμο ή παρέδωσε τους τίτλους ή τα εμπορεύματα, υπολογίζει την κεφαλαιακή του απαίτηση σε οκτώ τοις εκατό (8%) της συμφωνηθείσας αξίας των τίτλων ή των εμπορευμάτων ή των οφειλόμενων στο ίδρυμα χρηματικών ποσών επί το συντελεστή στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζεται για το συγκεκριμένο αντισυμβαλλόμενο, σύμφωνα με την ΠΔ/ΤΕ 2054/92 (ΦΕΚ 49 Α`), της Πράξης αυτής εφαρμοζομένης αναλόγως για τις Ε.Π.Ε.Υ., με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
4. Συμβάσεις επαναγοράς (repos) και επαναπώλησης (reverse repos), δανειοδοσίας και δανειοληψίας τίτλων ή εμπορευμάτων: Στην περίπτωση των συμβάσεων επαναγοράς και δανειοδοσίας τίτλων ή εμπορευμάτων που αφορούν τίτλους ή εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, εφόσον η διαφορά μεταξύ της αγοραίας αξίας των τίτλων ή των εμπορευμάτων που έχει δώσει το ίδρυμα και του ποσού που έχει δανειστεί (ή της αγοραίας αξίας του ενεχύρου που έχει λάβει) είναι θετική, επιβάλλεται κεφαλαιακή απαίτηση. Στην περίπτωση των συμβάσεων επαναπώλησης και δανειοληψίας τίτλων ή εμπορευμάτων που αφορούν τίτλους ή εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, εφόσον η διαφορά μεταξύ του ποσού που έχει δανείσει το ίδρυμα (ή της αγοραίας αξίας του ενεχύρου που έχει καταθέσει) και της αγοραίας αξίας των τίτλων ή των εμπορευμάτων που έχει λάβει είναι θετική, επιβάλλεται κεφαλαιακή απαίτηση.”
Άρθρο 7
Το άρθρο 37 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
1. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“1. Εάν το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης ενός ιδρύματος και της συνολικής καθαρής θέσης του σε χρυσό υπερβαίνει το δύο τοις εκατό (2%) των ιδίων κεφαλαίων του, το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό πολλαπλασιάζεται με συντελεστή που θα καθορίζεται με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών, χωρίς πάντως να είναι μικρότερος του οκτώ τοις εκατό (8%) για να υπολογιστεί η κεφαλαιακή του απαίτηση από ανοικτές συναλλαγματικές θέσεις. Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2004 οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν με αποφάσεις τους στα ιδρύματα να υπολογίζουν την κεφαλαιακή απαίτηση πολλαπλασιάζοντας με τον εκάστοτε καθορισμένο, ως ανωτέρω, συντελεστή το ποσό κατά το οποίο το άθροισμα της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό υπερβαίνει το δύο τοις εκατό (2%) των ιδίων κεφαλαίων.”
2. Η παράγραφος 2 σημείο α` περιπτώσεις (i) έως (vi) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“2. Ο υπολογισμός της συνολικής καθαρής συναλλαγματικής θέσης και της συνολικής καθαρής θέσης σε χρυσό γίνεται σε δύο στάδια:
α) υπολογίζεται η καθαρή ανοικτή θέση του ιδρύματος για κάθε νόμισμα, συμπεριλαμβανομένης και της δραχμής, χωριστά και σε χρυσό. Η θέση αυτή αντιστοιχεί στο άθροισμα των ακόλουθων (θετικών ή αρνητικών) στοιχείων:
(i) της καθαρής τρέχουσας θέσης, δηλαδή το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού μείον το σύνολον των στοιχείων παθητικού, συμπεριλαμβανομένων των δεδουλευμένων τόκων ή, για το χρυσό, καθαρή τρέχουσα θέση σε χρυσό,
(ii) της καθαρής προθεσμιακής θέσης, δηλαδή όλα τα εισπρακτέα ποσά μείον όλα τα πληρωτέα ποσά βάσει προθεσμιακών πράξεων συναλλάγματος και χρυσού, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιακών συμβάσεων συναλλάγματος και χρυσού και του κεφαλαίου των ανταλλαγών νομισμάτων που δεν έχει συνυπολογιστεί στην τρέχουσα θέση,
(iii) των αμετάκλητων εγγυήσεων και παρεμφερών μέσων που είναι βέβαιο ότι θα καταστούν απαιτητά και πιθανόν δεν θα ανακτηθούν,
(iv) των καθαρών μελλοντικών εσόδων/εξόδων μη ακόμη δεδουλευμένων, αλλά ήδη πλήρως καλυμμένων κατ` επιλογή του ιδρύματος που υποβάλλει τα στοιχεία και με προηγούμενη έγκριση των αρμόδιων αρχών, τα καθαρά μελλοντικά έσοδα/έξοδα που δεν έχουν καταχωρηθεί ακόμη λογιστικά, αλλά έχουν καλυφθεί ήδη πλήρως μέσω προθεσμιακών πράξεων συναλλάγματος, μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τον υπολογισμό. Το ίδρυμα πρέπει να εφαρμόζει με συνέπεια τη μέθοδο που έχει επιλέξει,
(v) του ποσού που αντιστοιχεί στο καθαρό σταθμισμένο με το συντελεστή δέλτα, ισοδύναμο του συνόλου των δικαιωμάτων προαίρεσης σε συνάλλαγμα και χρυσό,
(vi) της αγοραίας αξίας των υπόλοιπων κατηγοριών δικαιωμάτων προαίρεσης, εκτός εκείνων σε συνάλλαγμα και σε χρυσό,
(vii) μετά από έγκριση των αρμόδιων αρχών, οι διαρθρωτικές θέσεις, που ένα ίδρυμα έχει λάβει ειδικά για να αντισταθμίσει την πιθανή αρνητική επίπτωση μεταβολών των συναλλαγματικών ισοτιμιών επί του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, μπορούν να εξαιρεθούν κατά τον υπολογισμό της ανοικτής συναλλαγματικής θέσης.
Η ίδια μεταχείριση και με τους ίδιους όρους μπορεί να επιφυλάσσεται στις θέσεις που έχει ένα ίδρυμα, οι οποίες αφορούν στοιχεία ήδη εκπεσθέντα κατά τον υπολογισμό των ιδίων κεφαλαίων.”
3. Το πρώτο και το τρίτο εδάφιο του σημείου β` της παραγράφου 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
“β. Οι καθαρές θετικές και αρνητικές θέσεις σε κάθε νόμισμα, εκτός της δραχμής, και η καθαρή θετική ή αρνητική θέση σε χρυσό μετατρέπονται σε δραχμές με βάση τις τρέχουσες συναλλαγματικές ισοτιμίες.”
“Κατά τον υπολογισμό της καθαρής ανοικτής θέσης ανά νόμισμα και της καθαρής θέσης σε χρυσό, τα ιδρύματα δύνανται, με την έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, να χρησιμοποιούν την καθαρή παρούσα αξία των στοιχείων.”
4. Το σημείο β` της παραγράφου 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“β. Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2004 οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε ιδρύματα να εφαρμόζουν ειδική μέθοδο κατά τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για την κάλυψη έναντι του κινδύνου τιμών συναλλάγματος. Η κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει από τη μέθοδο αυτή πρέπει να επαρκεί ώστε να υπερκαλύπτεται το δύο τοις εκατό (2%) της καθαρής ανοικτής θέσης, όπως αυτή μετράται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και, βάσει μιας ανάλυσης των διακυμάνσεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών σε όλες τις κυλιόμενες περιόδους δέκα εργάσιμων ημερών κατά τα τελευταία τρία χρόνια, για να καλύπτεται η πιθανή ζημιά κατά το 99% ή περισσότερο του χρονικού διαστήματος.
Η εναλλακτική μέθοδος που περιγράφεται στο παρόν σημείο μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) ο τύπος υπολογισμού και οι συντελεστές συσχέτισης καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές με βάση την ανάλυσή τους για τις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και
(ii) οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν τακτικά τους συντελεστές συσχέτισης υπό το φως των εξελίξεων στις αγορές συναλλάγματος.”
Άρθρο 8
Το άρθρο 38 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“2. Για την εκπλήρωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων που προκύπτουν από τα οριζόμενα στα άρθρα 33, 35, 36, 37, 37α και 37β, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν στα ιδρύματα να χρησιμοποιούν τον παρακάτω ορισμό ιδίων κεφαλαίων, ο οποίος περιλαμβάνει σωρευτικά τα ακόλουθα στοιχεία, όπως αυτά προσδιορίζονται στην ΠΔ/ΤΕ 2053/18.3.92 (ΦΕΚ 49 Α`)”.
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“3. Το ανώτατο ύψος των ανωτέρω δανείων μειωμένης εξασφάλισης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 150% των κεφαλαίων που προορίζονται για την εκπλήρωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων που προκύπτουν από τα οριζόμενα στα άρθρα 33, 35, 36, 37, 37α και 37β.”
Άρθρο 9
Στο Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) προστίθεται νέο άρθρο 37α, ως εξής:
“Αρθρο 37α Κίνδυνος από θέσεις σε εμπορεύματα
Α. Γενικά
1. Για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων κάθε θέση σε εμπορεύματα ή σε παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων εκφράζεται σε τυποποιημένες μονάδες μέτρησης. Η τρέχουσα τιμή κάθε εμπορεύματος μετατρέπεται σε δραχμές με βάση την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία.
2. Οι θέσεις του ιδρύματος σε χρυσό ή σε παράγωγα μέσα χρυσού θεωρούνται ότι ενέχουν συναλλαγματικό κίνδυνο και η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη έναντι του κινδύνου αγοράς υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 ή 37Β του παρόντος νόμου.
3. Οι θέσεις που είναι καθαρώς χρηματοδοτήσεις αποθεμάτων εξαιρούνται μόνον από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
4. Οι κίνδυνοι επιτοκίου και συναλλάγματος που δεν καλύπτονται από άλλες διατάξεις του παρόντος άρθρου περιλαμβάνονται στον υπολογισμό του γενικού κινδύνου των διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων και στον υπολογισμό του κινδύνου τιμών συναλλάγματος, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στα άρθρα 35 και 37 αντίστοιχα του παρόντος νόμου.
5. Τα ιδρύματα λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την κάλυψη έναντι του κινδύνου ανεπαρκούς ρευστότητας, που ενδέχεται να υπάρχει σε ορισμένες αγορές, στην περίπτωση που η αρνητική (short) θέση καθίσταται ληξιπρόθεσμη πριν από την θετική (long) θέση.
6. Εκταση εφαρμογής: Εάν ένα ίδρυμα μεταβιβάζει είτε εμπορεύματα ή εγγυημένα δικαιώματα κυριότητας εμπορευμάτων μέσω συμβάσεων επαναγοράς (repos) είτε δανείζει εμπορεύματα μέσω συμβάσεων δανειοδοσίας εμπορευμάτων, τα εμπορεύματα αυτά περιλαμβάνονται στον υπολογισμό της κεφαλαιακής του απαίτησης βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
7. Θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα: Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να θεωρήσουν τις παρακάτω θέσεις ως θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα:
α) θέσεις σε διαφορετικές υποκατηγορίες εμπορευμάτων, σε περιπτώσεις που είναι δυνατή η παράδοση μιας υποκατηγορίας έναντι άλλης, και
β) θέσεις σε ομοειδή εμπορεύματα, εάν είναι στενά υποκατάστατα μεταξύ τους και εφόσον είναι δυνατόν να καταδειχθεί σαφώς ελάχιστη συσχέτιση ύψους 0,9 μεταξύ των διακυμάνσεων των τιμών στη διάρκεια ενός (1) τουλάχιστον έτους.
8. Παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων: κατά τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για την κάλυψη έναντι του κινδύνου από θέσεις σε εμπορεύματα, τα ιδρύματα συνυπολογίζουν τις θέσεις τους σε παράγωγα μέσα, σύμφωνα με τα ακόλουθα:
α) Οι θέσεις σε προθεσμιακές συμβάσεις και προθεσμιακές δεσμεύσεις αγοράς ή πώλησης εμπορευμάτων ενσωματώνονται στο σύστημα μέτρησης σαν ονομαστικά/πλασματικά (notional) ποσά εκφρασμένα στην τυποποιημένη μονάδα μέτρησης και με προθεσμία λήξης την ημερομηνία λήξης των συμβάσεων.
β) Οι θέσεις σε συμβάσεις ανταλλαγής εμπορευμάτων με ένα μέρος σε σταθερές τιμές και το άλλο σε τρέχουσες τιμές κατατάσσονται στον Πίνακα 1 του παρόντος άρθρου σαν σειρά θέσεων ίσων προς το ονομαστικό/πλασματικό ποσό της σύμβασης. Κάθε πληρωμή είναι μία θέση που κατατάσσεται στο κατάλληλο διάστημα λήξης του Πίνακα 1. Οι θέσεις είναι θετικές (long), εάν το ίδρυμα πληρώνει σταθερές τιμές και εισπράττει κυμαινόμενες και αρνητικές (short), εάν το ίδρυμα εισπράττει σταθερές τιμές και πληρώνει κυμαινόμενες τιμές.
Οι συμβάσεις ανταλλαγής εμπορευμάτων στις οποίες τα δύο μέρη της συναλλαγής αφορούν διαφορετικά εμπορεύματα κατατάσσονται στα σχετικά διαστήματα λήξης σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού σε συνάρτηση με τη ληκτότητα.
γ) Οι θέσεις σε δικαιώματα προαίρεσης επί εμπορευμάτων ή επί παραγώγων μέσων επί εμπορευμάτων αντιμετωπίζονται ως θέσεις ισόποσες με την αξία του υποκείμενου μέσου στο οποίο βασίζεται το δικαίωμα, σταθμισμένες με το συντελεστή δέλτα του δικαιώματος προαίρεσης.
Ως συντελεστής δέλτα μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά εκείνος ο οποίος: (i) χρησιμοποιείται και από το χρηματιστήριο στο οποίο γίνεται η διαπραγμάτευση του δικαιώματος προαίρεσης ή (ii) υπολογίζεται από το ίδιο το ίδρυμα. Ο συντελεστής δέλτα που υπολογίζει το ίδιο το ίδρυμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον εάν δεν υπάρχει άλλος διαθέσιμος συντελεστής ή εάν πρόκειται για εξωχρηματιστηριακές συμβάσεις δικαιωμάτων προαίρεσης υπό την προϋπόθεση ότι η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θεωρούν το μοντέλο υπολογισμού ως ικανοποιητικό.
Οι θέσεις σε δικαιώματα προαίρεσης επιτρέπεται να συμψηφίζονται με αντίθετες θέσεις σε πανομοιότυπο υποκείμενο εμπόρευμα ή πανομοιότυπα παράγωγα μέσα.
δ) Τίτλοι επιλογής (warrants): η μέθοδος υπολογισμού των θέσεων σε τίτλους επιλογής που αφορούν εμπορεύματα είναι η ίδια με εκείνη που προβλέπεται για τα δικαιώματα προαίρεσης.
Β. Υπολογισμός των κεφαλαιακών απαιτήσεων
9. Κατά τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για την κάλυψη του κινδύνου από θέσεις σε εμπορεύματα και σε παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν στα ιδρύματα, γενικά ή μεμονωμένα να χρησιμοποιούν: α) είτε τη μέθοδο που βασίζεται στη ληκτότητα (maturity ladder approach), β) είτε την απλουστευμένη μέθοδο (simplified approach).
10. Υπολογισμός σε συνάρτηση με τη ληκτότητα: η κεφαλαιακή απαίτηση υπολογίζεται χωριστά για κάθε εμπόρευμα, σύμφωνα με τα ακόλουθα:
α) Το ίδρυμα κατατάσσει όλες τις θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα, αλλά και τις θεωρούμενες ως θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, στο κατάλληλο διάστημα λήξης του Πίνακα 1 του παρόντος άρθρου. Τα φυσικά αποθέματα κατατάσσονται στο πρώτο διάστημα λήξης.
β) Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν το συμψηφισμό των θέσεων που είναι ή θεωρούνται, βάσει της παραγράφου 7, θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα και την κατάταξή τους στο κατάλληλο διάστημα λήξης επί καθαρής βάσεως, προκειμένου για:
(i) θέσεις σε συμβάσεις που λήγουν την ίδια ημέρα και
(ii) θέσεις σε συμβάσεις που λήγουν μέσα σε δέκα (10) ημέρες, εάν οι συμβάσεις αυτές διαπραγματεύονται σε αγορές που καθορίζουν καθημερινά ημερομηνίες παράδοσης.
γ) Το ίδρυμα αθροίζει για κάθε διάστημα λήξης τις θετικές και αρνητικές θέσεις. Το ποσό των θετικών (αρνητικών) θέσεων που αντιστοιχίζεται έναντι των αρνητικών (θετικών) θέσεων σε κάθε διάστημα λήξης αποτελεί την αντιστοιχισμένη θέση σε αυτό το διάστημα. Η εναπομένουσα θετική ή αρνητική θέση αντιπροσωπεύει τη μη αντιστοιχίσμένη θέση στο ίδιο διάστημα λήξης (unmatched position).
δ) Το τμήμα της μη αντιστοιχισμένης θετικής (αρνητικής) θέσης σε δεδομένο διάστημα λήξης που αντιστοιχίζεται έναντι της μη αντιστοιχισμένης αρνητικής (θετικής) θέσης στο επόμενο διάστημα λήξης αποτελεί την αντιστοιχισμένη θέση μεταξύ των δύο διαστημάτων λήξης. Το τμήμα της μη αντιστοιχισμένης θετικής ή αρνητικης θέσης το οποίο δεν αντιστοιχίζεται κατ` αυτόν τον τρόπο, αντιπροσωπεύει τη μη αντιστοιχισμένη θέση.
ε) Η κεφαλαιακή απαίτηση του ιδρύματος υπολογίζεται ως το άθροισμα των ακόλουθων ποσών, με βάση τον Πίνακα 1 του παρόντος άρθρου:
(i) Αθροισμα των αντιστοιχισμένων θετικών και αρνητικών θέσεων πολλαπλασιασμένο με τον κατάλληλο συντελεστή διαφοράς αντιστοιχισμένης θέσης (spread rate), που αναφέρεται στη στηλη 2 του Πίνακα 1, για κάθε διάστημα λήξης και με την τρέχουσα τιμή του εμπορεύματος.
(ii) αντιστοιχισμένη θέση μεταξύ δύο διαστημάτων λήξης για κάθε διάστημα λήξης στο οποίο μεταφέρεται μία μη αντιστοιχισμένη θέση πολλαπλασιασμένη με το συντελεστή μεταφοράς (carry rate) 0,6% και επί την τρέχουσα τιμή του εμπορεύματος.
(iii) εναπομένουσες μη αντιστοιχισμένες θέσεις, πολλαπλασιασμένες με το συντελεστή μη αντιστοιχισμένης θέσης (outright rate) 15% και επί την τρέχουσα τιμή του εμπορεύματος.
11. Η συνολική κεφαλαιακή απαίτηση για τον κίνδυνο εμπορεύματος ισούται με το άθροισμα των κεφαλαιακών απαιτήσεων για κάθε εμπόρευμα, σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο.
12. Υπολογισμός με βάση την απλουστευμένη μέθοδο:
Για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης με βάση την απλουστευμένη μέθοδο, το ποσό κατά το οποίο οι θετικές (αρνητικές) θέσεις υπερβαίνουν τις αρνητικές (θετικές) θέσεις του ιδρύματος στο ίδιο εμπόρευμα ή θεωρούνται, βάσει της παραγράφου 7, θέσεις στο ίδιο εμπόρευμα και σε πανομοιότυπες προθεσμιακές συμβάσεις, τίτλους επιλογής και πανομοιότυπα δικαιώματα προαίρεσης αντιπροσωπεύει την καθαρή θέση του σε κάθε εμπόρευμα.
Η κεφαλαιακή απαίτηση του ιδρύματος για κάθε εμπόρευμα υπολογίζεται ως το άθροισμα των ακόλουθων ποσών:
α) 15% της καθαρής θέσης, θετικής ή αρνητικής, επί την τρέχουσα τιμή του εμπορεύματος,
β) 3% της μικτής θέσης, θετικής συν αρνητικής, επί την τρέχουσα τιμή του εμπορεύματος.
13. Η συνολική κεφαλαιακή απαίτηση για τον κίνδυνο εμπορεύματος ισούται με το άθροισμα των κεφαλαιακών απαιτήσεων για κάθε εμπόρευμα, σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο.
Γ. Ειδικές διαδικασίες σε παράγωγα μέσα
14. Κατά παρέκκλιση από τη μέθοδο των συστατικών στοιχείων, η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη του κινδύνου εμπορεύματος που προκύπτει είτε από θέσεις σε προθεσμιακές συμβάσεις επί εμπορευμάτων είτε από θέσεις σε παραχωρηθέντα δικαιώματα προαίρεσης επί εμπορευμάτων, που διαπραγματεύονται σε χρηματιστήριο, επιτρέπεται να είναι ίση με το ποσό των περιθωρίων εγγύησης (margin), που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, εάν η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, κρίνουν αφ` ενός μεν ότι το ποσό αυτό αποτελεί ορθό μέτρο του κινδύνου που συνδέεται με τις εν λόγω συμβάσεις και αφ` ετέρου ότι είναι τουλάχιστον ίσο με την κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει με την προαναφερθείσα μέθοδο υπολογισμού ή τη μέθοδο των εσωτερικών μοντέλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37β του παρόντος νόμου. Στα αποκτηθέντα δικαιώματα προαίρεσης, είτε διαπραγματεύσιμα σε χρηματιστήριο είτε όχι, η κεφαλαιακή απαίτηση επιτρέπεται να ισούται με την απαίτηση που καθορίζεται για το υποκείμενο εμπόρευμα, εφόσον αυτή δεν υπερβαίνει την αγοραία αξία του δικαιώματος προαίρεσης.
Στα εξωχρηματιστηριακά παραχωρηθέντα δικαιώματα προαίρεσης επιτρέπεται ο καθορισμός της κεφαλαιακής απαίτησης σε συνάρτηση με το υποκείμενο εμπόρευμα.
Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν, επίσης, τους όρους και τις προϋποθέσεις για την κατάλληλη κάλυψη και των άλλων κινδύνων που προκύπτουν από θέσεις σε δικαιώματα προαίρεσης, εκτός από τον κίνδυνο που σχετίζεται με το συντελεστή δέλτα.
Δ. Μεταβατικές διατάξεις
15. Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην παράγραφο 14 του παρόντος άρθρου και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη του κινδύνου που προκύπτει από θέσεις σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα μέσα εμπορευμάτων, που εκκαθαρίζονται από αναγνωρισμένο γραφείο συμψηφισμού, επιτρέπεται να είναι ίση με το ποσό των περιθωρίων εγγύησης (margin), την καταβολή των οποίων απαιτεί το γραφείο συμψηφισμού, εάν η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, κρίνουν αφ` ενός μεν ότι το ποσό αυτό αποτελεί ορθό μέτρο του κινδύνου που συνδέεται με τις εν λόγω συμβάσεις και αφ` ετέρου δε ότι είναι τουλάχιστον ίσο με την κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή με τις διατάξεις του άρθρου 37β του παρόντος νόμου.
16. Εως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 τα ιδρύματα επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τους ελάχιστους συντελεστές διαφοράς αντιστοιχισμένης θέσης (spread rate), μεταφοράς (carry rate) και μη αντιστοιχισμένης θέσης (outright rate) που καθορίζονται στον κατωτέρω Πίνακα 2 αντί εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 11, σημείο δ) του παρόντος άρθρου, εφόσον οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) διενεργούν σημαντικές συναλλαγές σε εμπορεύματα,
β) διαθέτουν διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο εμπορευμάτων,
γ) δεν είναι ακόμη σε θέση να χρησιμοποιήσουν εσωτερικά μοντέλα για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για την κάλυψη του κινδύνου από θέσεις σε εμπορεύματα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37Β του παρόντος νόμου.
17. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου καθορίζονται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, για τα πιστωτικά ιδρύματα και αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, για τις Ε.Π.Ε.Υ..
Πίνακας 1
Διάρκεια προθεσμιών Συντελεστής διαφοράς λήξης αντιστοιχισμένης θέσης (spread rate) σε % (1) (2) ————————————————————- 0 < 1 μήνα 1,50
> 1 < 3 μήνες 1,50
> 3 < 6 μήνες 1,50
> 6 < 12 μήνες 1,50
> 1 < 2 έτη 1,50
> 2 < 3 έτη 1,50
> 3 έτη 1,50
Πίνακας 2
άλλα Πολύτιμα περιλαμβ. Μέταλα των (εκτός Βασικά Γεωργικά ενεργειακών χρυσού) μέταλλα προϊόντα προϊόντων ——————————————————————– Συντελεστής διαφοράς αντιστοιχι- σμένης θέσης (%) 1,0 1,2 1,5 1,5 ——————————————————————– Συντελεστής μεταφορά (%) 0,3 0,5 0,6 0,6 ——————————————————————– Συντελεστής μη αντιστοιχισμέ- νης θέσης (%) 8 10 12 15 ——————————————————————–
Άρθρο 10
Στο Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) προστίθεται νέο άρθρο 37β, ως εξής:
“Αρθρο 37β Εσωτερικά μοντέλα
Α. Γενικά
1. Κατά παρέκκλιση από τη μέθοδο των συστατικών στοιχείων (building block approach), τα ιδρύματα, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, επιτρέπεται να υπολογίζουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για την κάλυψη του κινδύνου θέσης, κινδύνου τιμών συναλλάγματος και/ή του κινδύνου από θέσεις σε εμπορεύματα με δικά τους εσωτερικά μοντέλα αντί, ή σε συνδυασμό με τις μεθόδους που περιγράφονται στα άρθρα 35, 37 και 37α.
2. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η εκ των προτέρων αναγνώριση των αρμόδιων αρχών για τη χρησιμοποίηση των μοντέλων αυτών για σκοπούς κεφαλαιακής επάρκειας.
Β. Ποιοτικά κριτήρια
3. Οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν στην αναγνώριση μόνον εφόσον έχουν πεισθεί ότι το σύστημα διαχείρισης κινδύνων του ιδρύματος βασίζεται σε υγιείς αρχές, εφαρμόζεται με ακεραιότητα και κυρίως πληρούνται τα ακόλουθα ποιοτικά κριτήρια:
α) Το εσωτερικό μοντέλο μέτρησης κινδύνων εντάσσεται στενά στη διαδικασία καθημερινής διαχείρισης κινδύνων και αποτελεί τη βάση για τις αναφορές προς τη διοίκηση του ιδρύματος σχετικά με το ύψος των ανοιγμάτων.
β) Το ίδρυμα διαθέτει μονάδα ελέγχου κινδύνων, ανεξάρτητη από τις μονάδες διαπραγμάτευσης και απευθείας υπόλογη έναντι της διοίκησης. Η μονάδα ελέγχου ευθύνεται για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του συστήματος διαχείρισης κινδύνων του ιδρύματος. Συντάσσει και αναλύει τις καθημερινές αναφορές για τα αποτελέσματα του μοντέλου μέτρησης των κινδύνων και για τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται ως προς τα όρια διαπραγμάτευσης.
γ) Το διοικητικό συμβούλιο και η διοίκηση του ιδρύματος συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία ελέγχου των κινδύνων και οι καθημερινές αναφορές της μονάδας ελέγχου εξετάζονται σε διοικητικό επίπεδο με επαρκή εξουσία να επιβάλλει μειώσεις τόσο στις θέσεις μεμονωμένων διαπραγματευτών όσο και στο ύψος του συνολικού ανοίγματος του ιδρύματος.
δ) Το ίδρυμα διαθέτει επαρκές προσωπικό ικανό να χρησιμοποιεί πολύπλοκα μοντέλα στους τομείς της διαπραγμάτευσης, του ελέγχου κινδύνων, του εσωτερικού ελέγχου και της υποστήριξης και διαχείρισης των συναλλαγών.
ε) Το ίδρυμα έχει θεσπίσει διαδικασίες για την παρακολούθηση και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις εσωτερικές πολιτικές και ελέγχους αναφορικά με τη συνολική λειτουργία του συστήματος μέτρησης κινδύνων.
στ) Εχει αποδειχθεί ότι τα μοντέλα του ιδρύματος μπορούν να μετρούν τους κινδύνους με ικανοποιητική ακρίβεια.
ζ) Το ίδρυμα εφαρμόζει τακτικά αυστηρό πρόγραμμα προσομοίωσης καταστάσεων κρίσης (stress testing), τα αποτελέσματα του οποίου εξετάζονται από τη διοίκηση και λαμβάνονται υπόψη στις πολιτικές και τα όρια που αυτή καθορίζει.
η) το ίδρυμα διενεργεί, στα πλαίσια της τακτικής διαδικασίας εσωτερικού ελέγχου, ανεξάρτητη ανασκόπηση του οικείου συστήματος μέτρησης κινδύνων. Η ανασκόπηση αυτή αφορά τόσο τις δραστηριότητες των μονάδων διαπραγμάτευσης όσο και της ανεξάρτητης μονάδας ελέγχου κινδύνων. Τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, το ίδρυμα προβαίνει σε ανασκόπηση της συνολικής διαδικασίας διαχείρισης κινδύνων. Η ανασκόπηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη:
(i) την επάρκεια της τεκμηρίωσης σχετικά με το σύστημα και τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων, καθώς και την οργάνωση της μονάδας ελέγχου κινδύνων,
(ii) την ενσωμάτωση των μετρήσεων του κινδύνου αγοράς στην καθημερινή διαχείριση κινδύνων, καθώς και την ακεραιότητα του συστήματος πληροφόρησης της διοίκησης,
(iii) τη διαδικασία που εφαρμόζει το ίδρυμα για την έγκριση των μοντέλων τιμολόγησης και των συστημάτων αποτίμησης που χρησιμοποιούνται από τους διαπραγματευτές και από το προσωπικό του τμήματος υποστήριξης και διαχείρισης των συναλλαγών,
(iv) την έκταση των κινδύνων αγοράς που λαμβάνουν υπόψη τα μοντέλα και την επικύρωση τυχόν σημαντικών μεταβολών στη διαδικασία μέτρησης των κινδύνων,
(v) την ακρίβεια και την πληρότητα των δεδομένων για τις ανοικτές θέσεις, την ακρίβεια και καταλληλότητα των υποθέσεων μεταβλητότητας και συσχέτισης, καθώς και την ακρίβεια των υπολογισμών αποτίμησης και ευαισθησίας,
(vi) τις διαδικασίες που εφαρμόζει το ίδρυμα για την αξιολόγηση της συνέπειας, ενημέρωσης και αξιοπιστίας των πηγών των δεδομένων που χρησιμοποιούνται στα εσωτερικά μοντέλα, συμπεριλαμβανομένης της ανεξαρτησίας των πηγών των δεδομένων αυτών, και
(vii) τις διαδικασίες που εφαρμόζει το ίδρυμα για την αξιολόγηση των εκ των υστέρων δοκιμαστικών ελέγχων (back-testing) που διενεργούνται για να εκτιμηθεί η ακρίβεια των μοντέλων.
Γ. Προσδιορισμός των παραγόντων κινδύνου αγοράς
4. Οι αρμόδιες αρχές απαιτούν το μοντέλο μέτρησης κινδύνου να λαμβάνει υπόψη έναν επαρκή αριθμό παραγόντων κινδύνου ανάλογα με το επίπεδο της δραστηριότητας του ιδρύματος στις αντίστοιχες αγορές. Οι ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται είναι οι ακόλουθες:
α) Για τον κίνδυνο επιτοκίου, το σύστημα μέτρησης κινδύνου περιλαμβάνει ένα σύνολο παραγόντων κινδύνου που αντιστοιχούν στα επιτόκια για καθένα από τα νομίσματα στα οποία το ίδρυμα έχει εντός ή εκτός ισολογισμού θέσεις ευαίσθητες στα επιτόκια. Το ίδρυμα διαμορφώνει τις καμπύλες απόδοσης χρησιμοποιώντας μία από τις γενικά αποδεκτές μεθόδους. Για τις θέσεις που ενέχουν ουσιαστικό κίνδυνο επιτοκίου στα κυριότερα νομίσματα και αγορές, η καμπύλη απόδοσης διαιρείται σε τουλάχιστον έξι (6) διαστήματα προθεσμιών λήξης, ούτως ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι διακυμάνσεις της μεταβλητότητας των τιμών σε όλα τα σημεία της καμπύλης. Το σύστημα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο μη πλήρως συσχετισμένων κινήσεων μεταξύ διαφορετικών καμπυλών απόδοσης.
β) Για τον κίνδυνο τιμών συναλλάγματος, το σύστημα μέτρησης κινδύνου ενσωματώνει παράγοντες κινδύνου για το χρυσό και για κάθε νόμισμα στο οποίο είναι εκφρασμένες οι θέσεις του ιδρύματος.
γ) Για τον κίνδυνο από θέσεις σε μετοχικούς τίτλους, το σύστημα χρησιμοποιεί χωριστό παράγοντα κινδύνου τουλάχιστον για καθεμία από τις αγορές μετοχών στην οποία το ίδρυμα κατέχει σημαντικές θέσεις.
δ) Για τον κίνδυνο από θέσεις σε εμπορεύματα, το σύστημα μέτρησης κινδύνου χρησιμοποιεί χωριστό παράγοντα κινδύνου τουλάχιστον για κάθε εμπόρευμα στο οποίο το ίδρυμα κατέχει σημαντικές θέσεις. Το σύστημα λαμβάνει επίσης υπόψη τον κίνδυνο μη πλήρως συσχετισμένων κινήσεων μεταξύ παρόμοιων, αλλά όχι πανομοιότυπων εμπορευμάτων, καθώς και του ανοίγματος σε μεταβολές στις προθεσμιακές τιμές που προέρχονται από μη αντιστοιχισμένες προθεσμίες λήξης. Λαμβάνει επίσης υπόψη τα χαρακτηριστικά της αγοράς, ιδίως τις ημερομηνίες παράδοσης και τα περιθώρια ελιγμού των διαπραγματευτών όσον αφορά το κλείσιμο των θέσεων.
Δ. Δοκιμαστικός εκ των υστέρων έλεγχος (back-testing)
5. Το ίδρυμα παρακολουθεί την ακρίβεια και την απόδοση του μοντέλου με την εφαρμογή ενός προγράμματος δοκιμαστικού εκ των υστέρων ελέγχου. Με τον έλεγχο αυτόν, συγκρίνεται για κάθε εργάσιμη ημέρα, η δυνητική ζημία (VaR), η υπολογιζόμενη σύμφωνα με το μοντέλο του ιδρύματος για τις θέσεις του χαρτοφυλακίου στο τέλος της ημέρας, προς την ημερήσια μεταβολή της αξίας του χαρτοφυλακίου μέχρι το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας. Οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν την ικανότητα του ιδρύματος να προβαίνει σε δοκιμαστικό εκ των υστέρων έλεγχο τόσο των πραγματικών όσο και των υποθετικών μεταβολών της αξίας του χαρτοφυλακίου.
Ο δοκιμαστικός εκ των υστέρων έλεγχος των υποθετικών μεταβολών της αξίας του χαρτοφυλακίου βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ της αξίας του χαρτοφυλακίου κατά το πέρας της ημέρας και της αξίας του κατά το πέρας της επόμενης, με την υπόθεση ότι οι θέσεις παραμένουν αμετάβλητες. Τα ιδρύματα λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για τη βελτίωση του προγράμματος εφόσον αυτό κρίνεται ανεπαρκές.
Ε. Ειδικός κίνδυνος
6. Για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για την κάλυψη του ειδικού κινδύνου από θέσεις σε διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς και μετοχικούς τίτλους, τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν εσωτερικό μοντέλο, εφόσον κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών αυτό πληροί τους υπόλοιπους όρους του παρόντος άρθρου και επιπλέον:
α) εξηγεί τη διαχρονική διακύμανση των τιμών του χαρτοφυλακίου,
β) λαμβάνει υπόψη τη συγκέντρωση από άποψη μεγέθους και τις μεταβολές στη σύνθεση του χαρτοφυλακίου,
γ) αντέχει σε αντίξοες συνθήκες,
δ) επικυρώνεται με δοκιμαστικό εκ των υστέρων έλεγχο με τον οποίο εκτιμάται εάν έχει υπολογιστεί με ακρίβεια ο ειδικός κίνδυνος. Εάν η διενέργεια του δοκιμαστικού εκ των υστέρων ελέγχου βασίζεται σε σχετικά υπο-χαρτοφυλάκια, αυτά πρέπει να επιλέγονται με συνέπεια.
7. Τα ιδρύματα που χρησιμοποιούν εσωτερικά μοντέλα και δεν πληρούν τις διατάξεις της παραπάνω παραγράφου θα υπολογίζουν χωριστά την κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη του ειδικού κινδύνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του παρόντος νόμου.
ΣΤ. Ποσοτικά κριτήρια
8. Για τον υπολογισμό της δυνητικής ζημίας (VaR), τα ακόλουθα κριτήρια πρέπει να πληρούνται:
α) καθημερινός τουλάχιστον υπολογισμός της δυνητικής ζημίας (VaR) χρησιμοποιώντας ένα ενενήντα εννέα τοις εκατό (99%) (percentile) μονοκατάληκτο διάστημα εμπιστοσύνης (one-tailed confidence interval) και περίοδο διακράτησης (holding period) ισοδύναμη με δέκα (10) ημέρες,
β) πραγματική περίοδος παρατήρησης (observation period) τουλάχιστον ενός (1) έτους, εκτός εάν δικαιολογείται βραχύτερο διάστημα λόγω σημαντικής έξαρσης της αστάθειας των τιμών,
γ) τριμηνιαία ενημέρωση των δεδομένων,
δ) τα ιδρύματα επιτρέπεται να χρησιμοποιούν, με την έγκριση των αρμόδιων αρχών, εμπειρικές συσχετίσεις εντός και μεταξύ των κατηγοριών κινδύνου, εφόσον το σύστημα που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση των συσχετίσεων βασίζεται σε υγιείς αρχές και εφαρμόζεται με ακεραιότητα,
ε) το μοντέλο λαμβάνει υπόψη με ακρίβεια όλους τους ουσιαστικούς κινδύνους τιμών από θέσεις σε δικαιώματα προαίρεσης και σε εξομοιούμενα με δικαιώματα μέσα και ότι οι μη καλυπτόμενοι από το μοντέλο κίνδυνοι καλύπτονται με επαρκή ίδια κεφάλαια.
Ζ. Υπολογισμός κεφαλαιακών απαιτήσεων
9. Κάθε ίδρυμα υπόκειται σε κεφαλαιακή απαίτηση ίση με το υψηλότερο ποσό της δυνητικής ζημίας (VaR) της προηγούμενης ημέρας, που υπολογίστηκε σύμφωνα με τις παραμέτρους που ορίζονται στο παρόν άρθρο, και το μέσο όρο των ημερήσιων δυνητικών ζημιών για καθεμία από τις εξήντα (60) προηγούμενες εργάσιμες ημέρες, πολλαπλασιασμένο επί το συντελεστή τρία (3).
10. Ο πολλαπλασιαστικός συντελεστής της προηγούμενης παραγράφου προσαυξάνεται κατά ένα συμπληρωματικό συντελεστή (plus factor) ύψους μηδέν (0) έως ένα (1), σύμφωνα με τον Πίνακα, ανάλογα με τον αριθμό των υπερβάσεων κατά τις αμέσως προηγούμενες διακόσιες πενήντα (250) εργάσιμες ημέρες, όπως αποδεικνύεται από το πρόγραμμα για το δοκιμαστικό εκ των υστέρων έλεγχο που χρησιμοποιεί το ίδρυμα.
Πίνακας
Αριθμός υπερβάσεων Συμπληρωματικός συντελεστής (Plus factor) λιγότερες από 5 0,00 ———————————————————- 5 0,40
6 0,50
7 0,65
8 0,75
9 0,85
10 ή περισσότερες 1,00
α) Τα ιδρύματα υποχρεούνται να υπολογίζουν τις υπερβάσεις με συνέπεια βάσει του εκ των υστέρων δοκιμαστικού ελέγχου είτε επί πραγματικών είτε επί υποθετικών μεταβολών της αξίας του χαρτοφυλακίου. Υπέρβαση είναι η εντός μίας (1) ημέρας μεταβολή της αξίας του χαρτοφαλακίου, που υπερβαίνει το μέτρο της δυνητικής ζημίας (VaR) που προκύπτει από το μοντέλο του ιδρύματος.
β) Για τον καθορισμό του συμπληρωματικού συντελεστή καταγράφεται ο συνολικός αριθμός των υπερβάσεων τουλάχιστον ανά τρίμηνο.
γ) Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, σε μεμονωμένες περι πτώσεις και εφόσον συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να άρουν την υποχρέωση προσαύξησης του πολλαπλασιαστικού συντελεστή με το συμπληρωματικό συντελεστή του Πίνακα, εάν το ίδρυμα αποδείξει ότι η αύξηση είναι αδικαιολόγητη και το μοντέλο βασίζεται σε υγιείς αρχές.
δ) Τα ιδρύματα κοινοποιούν πάραυτα στις αρμόδιες αρχές και οπωσδήποτε εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών τις υπερβάσεις που διαπιστώνονται κατά την εφαρμογή του προγράμματος και οι οποίες σύμφωνα με τον Πίνακα επιφέρουν αύξηση του συμπληρωματικού συντελεστή.
ε) Εάν, λόγω πολυάριθμων υπερβάσεων, καταδειχθεί ότι το μοντέλο δεν είναι επαρκώς ακριβές, οι αρμόδιες αρχές ανακαλούν την αναγνώρισή του ή επιβάλλουν τη λήψη κατάλληλων μέτρων προς άμεση βελτίωσή του.
στ) Οι εποπτικές αρχές δύνανται να προσαυξάνουν τον πολλαπλασιαστικό συντελεστή λαμβάνοντας υπόψη και τη λειτουργικότητα των ποιοτικών κριτηρίων.
11. Για την κάλυψη του ειδικού κινδύνου, εφόσον το μοντέλο του ιδρύματος πληροί τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, το ίδρυμα αυξάνει την κεφαλαιακή του απαίτηση, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραπάνω παραγράφους 9 και 10, προσαυξάνοντας το ποσό που αντιστοιχεί:
α) είτε στην αναλογία ειδικού κινδύνου της δυνητικής ζημίας (VaR) που πρέπει να υπολογίζεται χωριστά, σύμφωνα με τις εποπτικές οδηγίες, είτε κατ` επιλογή του ιδρύματος.
β) στη δυνητική ζημία (VaR) των υποχαρτοφυλακίων χρεωστικών και μετοχικών τίτλων που ενέχουν ειδικό κίνδυνο. Στην περίπτωση αυτή τα ιδρύματα προσδιορίζουν εκ των προτέρων τη διάρθρωση του χαρτοφυλακίου και δεν τη μεταβάλλουν χωρίς τη συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών.
12. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να άρουν την απαίτηση της προσαύξησης που προβλέπεται στην παράγραφο 11, εάν το ίδρυμα αποδείξει ότι, σύμφωνα με τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα, το μοντέλο που χρησιμοποιεί λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο γεγονότος (enent risk) και τον κίνδυνο υπερημερίας (default risk) για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς και μετοχικούς τίτλους του.
13. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου καθορίζονται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, για τα πιστωτικά ιδρύματα, και αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, για τις Ε.Π.Ε.Υ..
Άρθρο 11
1. Η παράγραφος 20 του άρθρου 2 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
“20. Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα μέσα (OTC): Τα εκτός ισολογισμού στοιχεία στα οποία εφαρμόζονται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ΣΤ Κεφαλαίου της ΠΔ/ΤΕ 2054/92 (ΦΕΚ 43 Α`), οι μέθοδοι που περιγράφονται στο Παράρτημα 11 της εν λόγω Πράξης, όπως ισχύει, της Πράξης αυτής εφαρμοζομένης αναλόγως για τις Ε.Π.Ε.Υ., με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.”
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 36 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) τροποποιείται ως εξής:
“5. Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα μέσα (OTC): Τα ιδρύματα για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων που αντιστοιχούν στα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα μέσα εφαρμόζουν το Παράρτημα 11 της ΠΔ/ΤΕ 2054/92 (ΦΕΚ 43 Α`), όπως ισχύει, της Πράξης αυτή εφαρμοζομένης αναλόγως για τις Ε.Π.Ε.Υ., με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι εφαρμοζόμενοι συντελεστές στάθμιάης κινδύνου για τον υπολογισμό των ανωτέρω κεφαλαιακών απαιτήσεων ορίζονται στο σημείο 24 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.
Εως την 31η Δεκεμβρίου 2006 οι εποπτικές αρχές δύνανται να εξαιρούν από την εφαρμογή των προβλεπόμενων στο Παράρτημα 11 μεθόδων όσες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων συμψηφίζονται από γραφείο συμψηφισμού, το οποίο ενεργεί ως νόμιμος αντισυμβαλλόμενος και όλοι οι συμμετέχοντες καλύπτουν πλήρως επί καθημερινής βάσης το άνοιγμα που παρουσιάζουν έναντι του γραφείου, παρέχοντας εγγυήσεις που καλύπτουν τόσο το τρέχον άνοιγμα όσο και το ενδεχόμενο μελλοντικό άνοιγμα. Στην περίπτωση αυτή οι εποπτικές αρχές οφείλουν να διαπιστώνουν ότι η παρεχόμενη εγγύηση προσφέρει αντίστοιχη διασφάλιση με την εγγύηση η οποία παρέχεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο α` σημ. (7) του Στ` Κεφαλαίου της ΠΔ/ΤΕ 2054/92 (ΦΕΚ 43 Α`) και ότι δεν υπάρχει κίνδυνος διεύρυνσης των ανοιγμάτων του γραφείου συμψηφισμού πέραν της αγοραίας αξίας της παρεχόμενης εγγύησης.”
Άρθρο 12
1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 21 του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130 Α`), όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 258/1997 (ΦΕΚ 185 Α`), αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
“4. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας, που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, με τις αρμόδιες αρχές ή οργανισμούς τρίτων χωρών όπως ορίζονται στην παράγραφο 5 και 5α του άρθρου 21 του παρόντος νόμου, μόνον εάν οι κοινοποιούμενες πληροφορίες καλύπτονται, όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο, από εγγυήσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να εξυπηρετεί την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων των εν λόγω αρχών ή οργανισμών.
Εάν η συγκεκριμένη πληροφορία προέρχεται από άλλο κράτος – μέλος, μπορεί να κοινοποιηθεί μόνο μετά από ρητή έγκριση των αρμόδιων αρχών που τη διαβίβασαν και, όπου αυτό ισχύει, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους δόθηκε η έγκριση αυτή.”
Άρθρο 13
Λοιπές διατάξεις
1. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 2 του Ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α`), όπως ισχύει, των άρθρων 3 και 17 του Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`), όπως ισχύει, της παραγράφου 8 του άρθρου 29 του Ν. 2579/ 1998 (ΦΕΚ 31 Α`) και της παραγράφου 3 του άρθρου 33α του ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α`), όπως ισχύει, καταργούνται.
2. Επιτρέπεται η συγχώνευση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών Α.Ε.” (Χ.Π.Α.), που ιδρύθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και επόμενα του Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`) με την ανώνυμη εταιρεία “Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Α.Ε.” (Χ.Α.Α.), με απορρόφηση του Χ.Π.Α. από την εταιρεία αυτή, εφαρμοζομένων των κοινών διατάξεων περί συγχωνεύσεως ανωνύμων εταιρειών.
3. Από την ολοκλήρωση της συγχωνεύσεως, η απορροφώσα εταιρεία υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Χ.Π.Α.. Ειδικότερα από την ολοκλήρωση συγχωνεύσεως:
α) η απορροφώσα εταιρεία αποκτά όλες τις εκ του Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`) αρμοδιότητες του Χ.Π.Α.. “β) `Οπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος “μέλη Χ.Π.Α.” νοούνται τα μέλη της χρηματιστηριακής αγοράς παραγώγων που λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2533/1997. Η αρμοδιότητα για την οργάνωση και λειτουργία της χρηματιστηριακής αγοράς παραγώγων περιέρχεται στην απορροφώσα εταιρεία.”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 αρθρ.4 Ν.3152/2003, ΦΕΚ Α 152/16.6.2003 Σχετικό: παρ.9 άρθρ.52 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
γ) οι Ε.Π.Ε.Υ., οι οποίες σύμφωνα με το Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`) έχουν την ιδιότητα του μέλους του Χ.Π.Α., ήτοι την ιδιότητα του παραγγελιοδόχου ή και του ειδικού διαπραγματευτή, ως διαπραγματευτή και για ίδιο λογαριασμό, ή και του ειδικού διαπραγματευτή κατά τις διατάξεις του άρθρου 13 του ως άνω νόμου, διατηρούν την ιδιότητά τους αυτή για τη χρηματιστηριακή αγορά παραγώγων και ως μέλη της απορροφώσας εταιρείας ως φορέα οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς αυτής.
Σχετικό: παρ.6 αρθρ.3 Ν.3152/2003,ΦΕΚ Α 152/16.6.2003
4. Από την ολοκλήρωση της συγχωνεύσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 2, σκοπός της απορροφώσας εταιρείας είναι αυτός που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`) και από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α`). Ο σκοπός αυτός μπορεί να τροποποιείται με απόφαση της γενικής συνελεύσεως των μετόχων της εταιρείας κατά τις κοινές διατάξεις περί ανωνύμων εταιρειών.
5. Από την ολοκλήρωση της συγχωνεύσεως, η απορροφώσα εταιρεία δύναται να τροποποιεί την εταιρική της επωνυμία σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών. Σε περίπτωση μεταβολής της επωνυμίας της, όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος “Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Α.Ε.” ή “Χ.Α.Α.” νοείται η ως άνω εταιρεία.
6. Ολες οι αρμοδιότητες που ο Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`) παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τον έλεγχο και λειτουργία της χρηματιστηριακής αγοράς παραγώγων και την εποπτεία επί του Χ.Π.Α. και των μελών του ασκούνται επί της απορροφώσας εταιρείας.
Άρθρο 14
Το άρθρο 32 του ν. 4332/1929, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4454/1930, καταργείται.
Άρθρο 15
Η παράγραφος 4β του άρθρου 17α του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`), όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:
“4β. Δήλωση πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα είτε με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας είτε με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α`) ότι δέχεται να κατατίθενται σε αυτό τα περιουσιακά στοιχεία του αμοιβαίου κεφαλαίου και να ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα του αμοιβαίου κεφαλαίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται σε αυτόν το νόμο.”
Η παράγραφος 3 του άρθρου 26 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`), όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:
“3. Τα δύο πέμπτα (2/5) τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου της Α.Ε.Δ.Α.Κ. πρέπει να ανήκουν σε ανώνυμη εταιρία ή πιστωτικό ίδρυμα με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α`) που έχει ελάχιστο ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο ή, κατά περίπτωση συνεταιριστικό κεφάλαιο τουλάχιστον ίσο προς το εκάστοτε οριζόμενο ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο για την ίδρυση πιστωτικού ιδρύματος με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας.”
Άρθρο 16
Στο άρθρο 1 παρ. 4 του Ν. 2744/1999 (ΦΕΚ 222 Α`), μετά το εδάφιο α`, προστίθεται το κατωτέρω εδάφιο ως β` και το εδάφιο β` αναριθμείται ως γ`:
“β. Η χρησιμοποίηση του συστήματος ύδρευσης και αποχέτευσης παραλλήλως και για άλλους σκοπούς, όπως είναι η ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακών και ενεργειακών δραστηριοτήτων, κατ` εξαίρεση των απαγορεύσεων της παρ. 8 του άρθρου 1 του Ν. 2744/1999 και υπό τον όρο ότι δεν επηρεάζεται η ασφαλής και αξιόπιστη λειτουργία του συστήματος.”
Άρθρο 17
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 49 του Ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 107 του Ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α`), καταργείται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε.)
Άρθρο 18
Νομικό καθεστώς Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε.
1. Η Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία “Εταιρεία Υδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης Α.Ε.” (Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.), η οποία συνεστήθη με το άρθρο 20 του Ν. 2651/1998 (ΦΕΚ 248 Α`), διέπεται εφεξής από τις διατάξεις του κ. Ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α`), του άρθρου 22 του Ν. 2733/1999 (ΦΕΚ 155 Α`), το οποίο εφαρμόζεται στην Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε. από τη δημοσίευση του παρόντος ανεξάρτητα από τη συμμετοχή επενδυτών στο μετοχικό κεφάλαιο αυτής και τις διατάξεις του παρόντος και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του α.ν. 1563/1939 (ΦΕΚ 14 Α`), του ν.δ. 787/1970 (ΦΕΚ 292 Α`), των προεδρικών διαταγμάτων 156/1997 (ΦΕΚ 132 Α`) και 157/1997 (ΦΕΚ 133 Α`) και του άρθρου 20 του Ν. 2651/1998, τελεί δε υπό την εποπτεία των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Μακεδονίας – Θράκης.
2. Στους σκοπούς της Εταιρείας περιλαμβάνονται ιδίως:
α. Η παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, η μελέτη, κατασκευή, εγκατάσταση, λειτουργία, εκμετάλλευση, διαχείριση, συντήρηση, επέκταση και ανανέωση συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης. Στις δραστηριότητες και τα έργα αυτά συμπεριλαμβάνονται η άντληση, αφαλάτωση, επεξεργασία, αποθήκευση, μεταφορά, διανομή και διαχείριση των προς τους σκοπούς αυτούς αποδιδομένων υδάτων πάσης φύσεως, καθώς και τα έργα και οι δραστηριότητες συλλογής, μεταφοράς, επεξεργασίας, αποθήκευσης και διαχείρισης των πάσης φύσεως λυμάτων (πλην των τοξικών) και η επεξεργασία, διανομή, διάθεση και διαχείριση των προϊόντων των δικτύων αποχετεύσεως.
β. Η εκμετάλλευση των προϊόντων που προέρχονται από την επεξεργασία λυμάτων.
γ. Η παροχή πάσης φύσεως τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, ιδίως μέσω των δικτύων υδρεύσεως ή αποχετεύσεως.
δ. Η παραγωγή, ιδίως με την εκμετάλλευση του ύδατος που προέρχεται από πηγές, φράγματα, υδραγωγεία και αγωγούς, καθώς και η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.
ε. Η πραγματοποίηση επενδύσεων σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5.
3. Για την πραγματοποίηση των σκοπών της η Εταιρεία δύναται ιδίως:
α. Να συνάπτει παντός είδους συμβάσεις.
β. Να συνιστά εταιρείες ή κοινοπραξίες ή να συμμετέχει σε επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες εντός ή εκτός Ελλάδας.
γ. Να παρέχει τεχνικές ή συμβουλευτικές υπηρεσίες.
δ. Να συνάπτει δάνεια ή να λαμβάνει και να χορηγεί πιστώσεις κάθε μορφής, καθώς και να συνάπτει συμβάσεις επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων αποκλειστικώς προς το σκοπό της κάλυψης συναλλαγματικών ή άλλων συναφών κινδύνων. Για την παροχή ασφάλειας προς το σκοπό της σύναψης των συμβάσεων της παραγράφου αυτής, η Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε. δύναται να εκχωρεί, να ενεχυριάζει ή να μεταβιβάζει τις πάσης φύσεως απαιτήσεις της κατά φυσικών ή νομικών προσώπων ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ως και κατά του Δημοσίου ή να παρέχει παντός είδους ασφάλειες, με τους περιορισμούς της παραγράφου 6.
ε. Να αναλαμβάνει κάθε εμπορική ή άλλη δραστηριότητα ή να διενεργεί κάθε άλλη υλική πράξη ή δικαιοπραξία άμεσα ή έμμεσα συνδεόμενη με το σκοπό της.
4. Η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. δεν δύναται:
α. Να αναλαμβάνει δραστηριότητες στην Ελλάδα εκτός της εκάστοτε περιοχής δραστηριότητάς της σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 26 ή στο εξωτερικό. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει εφόσον οι παραπάνω δραστηριότητες ασκούνται μέσω συνδεδεμένων επιχειρήσεων κατά την έννοια του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή κεφαλαιουχικών εταιρειών, στο κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει με οποιοδήποτε ποσοστό ή μέσω κοινοπραξιών των ανωτέρω επιχειρήσεων και εταιρειών με άλλες εταιρείες ή φορείς και σύμφωνα με τους περιορισμούς της παραγράφου 5, ή εφόσον πρόκειται για δραστηριότητες σχετικές με την πώληση συμπληρωματικών ποσοτήτων ύδατος για την υδροδότηση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που βρίσκονται εκτός της εκάστοτε περιοχής δραστηριότητας (ενίσχυση δικτύων Ο.Τ.Α.).
β. Να συνάπτει συμβάσεις με τις ως άνω επιχειρήσεις, εταιρείες ή κοινοπραξίες με όρους που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη διακριτική ή προνομιακή μεταχείριση των επιχειρήσεων αυτών από την ίδια.
5. Η Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε. δύναται να επενδύει στις επιχειρήσεις και εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου ή να χορηγεί δάνεια σε αυτές ή να παρέχει εγγυήσεις υπέρ αυτών προς τρίτους, μόνο εφόσον δεν επηρεάζεται αρνητικά η ικανότητά της να χρηματοδοτεί τις τρέχουσες ή μελλοντικές υποχρεώσεις της, υπό όρους και προϋποθέσεις που δύνανται να καθορισθούν στο καταστατικό.
6. Η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. απαγορεύεται να εκποιεί, να εκμισθώνει ή να παραχωρεί κατά χρήση ή να συνιστά οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα επί των ακινήτων πάγιων στοιχείων της που συνδέονται άρρηκτα με την άσκηση των σχετικών με την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης δραστηριοτήτων της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου.
7. Το μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ορίζεται σε πέντε δισεκατομμύρια εκατόν έντεκα εκατομμύρια διακόσιες πενήντα χιλιάδες δραχμές (5.111.250.000), διαιρείται σε δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000) μετοχές που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο, ονομαστικής αξίας τριακοσίων σαράντα δραχμών και εβδομήντα πέντε λεπτών (340,75) η καθεμία και δημιουργείται ειδικό αποθεματικό κεφάλαιο ύψους ογδόντα εννέα δισεκατομμυρίων οκτακοσίων ογδόντα οκτώ εκατομμυρίων επτακοσίων πενήντα χιλιάδων δραχμών (89.888.750.000). Η διάθεση ή χρησιμοποίηση του ειδικού αυτού αποθεματικού κεφαλαίου δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε φορολογία. Το παραπάνω ειδικό αποθεματικό κεφάλαιο θα μειωθεί κατά την καθαρή λογιστική αξία των ακινήτων και λοιπών παγίων που θα μεταβιβασθούν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 22.
8. Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μετοχές που αντιπροσωπεύουν ποσοστό έως 49% του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας.
Σημ.: όπως καταργείται Με την παράγραφο 1 άρθρου 1 της από 7.9.2012 ΠΝΠ,ΦΕΚ Α΄175/7.9.2012,που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο Ν.4092/2012, ΦΕΚ Α 220/8.11.2012
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μακεδονίας – Θράκης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντός τριμήνου από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, καταρτίζεται το καταστατικό της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., με το οποίο ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στο μετοχικό κεφάλαιο, τον αριθμό των μετοχών, την επωνυμία, το σκοπό, την αύξηση, και τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, την έκδοση των μετοχών και των προσωρινών τίτλων, τα δικαιώματα των μετόχων, το διορισμό των μελών του διοικητικού συμβουλίου, τη σύγκληση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της γενικής συνέλευσης και του διοικητικού συμβουλίου, τους ελεγκτές, την εταιρική χρήση, τη διανομή των κερδών, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάρισή της και κάθε άλλο θέμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κ.ν. 2190/1920 και του άρθρου 22 του Ν. 2733/1999 και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προγενέστερες ειδικότερες καταστατικές διατάξεις. Το καταστατικό αυτό τροποποιείται ως προς όλα τα θέματα ή και κωδικοποιείται με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κ.ν. 2190/1920 και του άρθρου 22 του Ν. 2733/1999. Μέχρι τη δημοσίευση της παραπάνω υπουργικής απόφασης εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας με τις οποίες ρυθμίζονται τα παραπάνω θέματα.
10. Η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και οι συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις καταρτίζουν κανονισμούς για την εκπόνηση μελετών, την ανάθεση έργων, τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών και παροχής σε αυτές υπηρεσιών, που εγκρίνονται με αποφάσεις των διοικητικών τους συμβουλίων.
Από την έγκριση των ως άνω κανονισμών η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και οι συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων για την εκπόνηση μελετών, την ανάθεση έργων, τις προμήθειες και την παροχή σε αυτές υπηρεσιών, με την επιφύλαξη των οικείων διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.1 του άρθρου 377 του ν.4412/2016
11. Εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου συντάσσεται και δημοσιεύεται νέος Χάρτης Υποχρεώσεων της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. προς τους Καταναλωτές (Χ.Υ.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του Ν. 2414/1996 (ΦΕΚ 135 Α`). Μέχρι τη δημοσίευση του νέου Χ.Υ.Κ. εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των Κανονισμών της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε..
Άρθρο 19
Διατάξεις για το προσωπικό
1. Επιτρέπεται η μεταφορά του με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. σε θυγατρικές της εταιρείες που συνιστώνται ή σε άλλες εταιρείες στις οποίες αυτή συμμετέχει, με τη σύμφωνη γνώμη του μεταφερόμενου προσωπικού.
2. Το προς μεταφορά προσωπικό καθορίζεται με αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε..
3. Για το ανωτέρω προσωπικό εξακολουθούν να εφαρμόζονται κατά τα λοιπά, οι διατάξεις που διέπουν τις εργασιακές σχέσειςτου προσωπικού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε..
4. Οι διατάξεις του άρθρου 8 του καταστατικού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., όπως αυτό ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 του νόμου 2651/1998 (ΦΕΚ 248 Α`), εξακολουθούν να εφαρμόζονται στους εργαζόμενους της εταιρείας και μετά την ψήφιση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 20
1. Χορηγείται στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. το αποκλειστικό δικαίωμα της παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στις γεωγραφικές περιοχές στις οποίες εκτείνεται η δραστηριότητά της σύμφωνα με το άρθρο 26 και, ειδικότερα: α) άντλησης, συλλογής, μεταφοράς, αποθηκεύσεως, επεξεργασίας, διανομής, πωλήσεως και διαχειρίσεως ύδατος πάσης χρήσεως και β) της συλλογής, μεταφοράς, επεξεργασίας, αποθηκεύσεως, διαθέσεως, εκμεταλλεύσεως και διαχειρίσεως αποβλήτων και άλλων λυμάτων, εξαιρουμένων των τοξικών. Επίσης, με σύμβαση ή συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ του Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και Μακεδονίας – Θράκης, του νομικού προσώπου “Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων”, που συνιστάται με την παράγραφο 1 του άρθρου 22 και της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., δύναται να χορηγείται στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. το αποκλειστικό δικαίωμα αντλήσεως, συλλογής ή αφαλατώσεως ύδατος σε γεωγραφικές περιοχές που δεν περιλαμβάνονται στην εκάστοτε περιοχή δραστηριότητάς της, σύμφωνα με το άρθρο 26.
2. Το δικαίωμα της παραγράφου 1 είναι ανεκχώρητο και αμεταβίβαστο. Η διάρκεια του δικαιώματος αυτού ορίζεται σε τριάντα (30) έτη, που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με δυνατότητα ανανέωσης, υπό τους όρους που θα ορισθούν στη σύμβαση της επόμενης παραγράφου.
3. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και Μακεδονίας – Θράκης, του νομικού προσώπου “Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων” που συνιστάται με την παράγραφο 1 του άρθρου 22 και της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., ορίζονται οι όροι και ο τρόπος ανανέωσης του δικαιώματος της παραγράφου 1, το καταβαλλόμενο από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. τίμημα για τη διάθεση σε αυτήν του ακατέργαστου ύδατος, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 24, τα ειδικότερα δικαιώματα και υποχρεώσεις της δικαιούχου και των λοιπών μερών, ο τρόπος ελέγχου και μετρήσεων της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, ο μηχανισμός παροχής κινήτρων για την αποτελεσματική τήρηση από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. της υποχρέωσής της για την πρόληψη και αποφυγή απωλειών ύδατος, οι λόγοι ανάκλησης του δικαιώματος, οι κυρώσεις ή άλλες συνέπειες σε βάρος της δικαιούχου σε περίπτωση παράβασης των όρων της συμβάσεως, ο τρόπος επίλυσης των διαφορών μεταξύ των συμβαλλομένων και ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα που αφορά στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών ή που, τυχόν, κριθεί αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού του παρεχόμενου δικαιώματος.
Με τη σύμβαση αυτή δύναται, επίσης, να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εκπόνηση μελετών, την εκτέλεση έργων, την πραγματοποίηση προμηθειών και τη σύναψη συμβάσεων παροχής υπηρεσιών για τα πάσης φύσεως έργα που αφορούν στην ύδρευση και αποχέτευση και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της E.Y.A.Θ. Παγίων, καθώς και οι οικονομικοί και λοιποί όροι και ο τρόπος χρηματοδότησής τους.
4. Επιτρέπεται η εγκατάσταση τηλεπικοινωνιακών δικτύων μέσω αγωγών ύδρευσης και αποχέτευσης από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. με ή χωρίς αντάλλαγμα και εφόσον δεν προκαλούνται βλάβες ή δυσλειτουργίες στο αντίστοιχο δίκτυο υδρεύσεως ή αποχετεύσεως.
5. Με αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. δύναται να πωλείται το πάσης φύσεως πλεονάζον ή πεπαλαιωμένο υλικό της Εταιρείας, με ή χωρίς τη διαμεσολάβηση του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού. Το προϊόν της εκποίησης περιέρχεται στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. εκτός ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) που αποτελεί έσοδο του Δημοσίου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ο τρόπος και ο χρόνος απόδοσης του ανωτέρω εσόδου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
6. Διάφορες συσσωρευμένες υποχρεώσεις, προβλέψεις και απαξιώσεις, οι οποίες δεν είχαν απεικονισθεί στις υφιστάμενες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οικονομικές καταστάσεις της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και οι οποίες ανάγονται σε προηγούμενες χρήσεις, δύνανται να απεικονισθούν στις οικονομικές καταστάσεις της 31ης Δεκεμβρίου 2001. Για το σκοπό αυτόν σχηματίζονται αντίστοιχες προβλέψεις με ισόποση αύξηση ή μείωση του Ειδικού Αποθεματικού κεφαλαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 18.
Άρθρο 21
1. Μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2015, τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών εγκρίνονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μετά από πρόταση του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων. Οι αποφάσεις αυτές του Υπουργού Οικονομικών, μαζί με την επισυναπτόμενη πρόταση του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Από την 1η Ιουλίου του 2015 τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών εγκρίνονται με αποφάσεις του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων μετά από διαβούλευση με τον Υπουργό Οικονομικών και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε περίπτωση που η απόφαση του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων έχει αποκλίσεις από τις προτάσεις του Υπουργού Οικονομικών, όπως εκείνες διατυπώθηκαν κατά τη διαβούλευση, πρέπει να αιτιολογούνται και να δημοσιεύονται μαζί με τη δημοσίευση της απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Οι αποφάσεις που αφορούν τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών έχουν πενταετή διάρκεια και εκδίδονται στο τέλος κάθε περιόδου για κάθε επόμενη πενταετία.
4. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών μετά από πρόταση του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων, δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο υδρεύσεως ή αποχετεύσεως για τους κατοίκους, τις επιχειρήσεις και τους εν γένει χρήστες, οι οποίοι εξυπηρετούνται εξ ιδίου δικτύου είτε υδρεύσεως είτε αποχετεύσεως, ανεξαρτήτως του ενιαίου δικτύου υδρεύσεως και αποχετεύσεως της Εταιρείας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΓ.10 Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014, αντικαταστάθηκε με τη παρ.2 άρθρου 33 Ν.4258/2014,ΦΕΚ Α 94/14.4.2014.
Άρθρο 22
Σύσταση Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου Μεταβίβαση Παγίων Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.
1. Συνιστάται Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία “Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων” και σκοπό τη διαχείριση, συντήρηση και λειτουργία των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων και λοιπών παγίων που θα μεταβιβασθούν σε αυτό, την άσκηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου επί των πηγών που χρησιμοποιούνται για την ύδρευση της περιοχής δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και τη συνδρομή του Δημοσίου κατά το σχεδιασμό και την υλοποίηση της πολιτικής επενδύσεων για την ύδρευση και την αποχέτευση της εκάστοτε περιοχής δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.. Για την εκπλήρωση του σκοπού της η Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων δύναται ιδίως να εκπονεί ή αναθέτει μελέτες, να εκτελεί έργα, να διενεργεί προμήθειες, να συνάπτει συμβάσεις παροχής σε αυτήν υπηρεσιών και να πραγματοποιεί επενδύσεις.
2. Στο νομικό αυτό πρόσωπο που τελεί υπό την εποπτεία των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Μακεδονίας – Θράκης μεταβιβάζονται άνευ ανταλλάγματος κατά κυριότητα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία και λοιπά πάγια της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4. Η μεταβίβαση αυτή απαλλάσσεται από την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους χαρτοσήμου, άλλου τέλους ή εισφοράς υπέρ του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή άλλου τρίτου. Ομοίως απαλλάσσεται από κάθε φόρο υπεραξίας που τυχόν προκύπτει από τη μεταβίβαση αυτήν.
3. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στο νομικό αυτό πρόσωπο παραχωρούνται, επίσης, τα δικαιώματα του Δημοσίου επί των πηγών που χρησιμοποιούνται για την ύδρευση της εκάστοτε περιοχής δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε..
4. Το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. με απόφασή του, που επικυρώνεται από τη γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, καθορίζει τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τα πάγια και οι εγκαταστάσεις στις πηγές υδροληψίας, τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, οι εκτάσεις που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.δ. 787/1970 και οι εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τις δραστηριότητες ύδρευσης και αποχέτευσης, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων επεξεργασίας ύδατος και λυμάτων και εξαιρουμένων του οικοπέδου εκτάσεως 6.500 τ.μ. περίπου, στη θέση Ανω Τούμπα Θεσσαλονίκης επί του οποίου υφίστανται και δεξαμενές υδροδοτήσεως, των πάσης φύσεως υδρομετρητών έκτασης σαράντα περίπου στρεμμάτων που θα προέλθει από τη διευθέτηση του ρέματος Μαλακοπής στο τμήμα το ευρισκόμενο άνωθεν του κόμβου Κ10 της ανατολικής περιφερειακής οδού και ορίζει όργανα για τη σύνταξη έκθεσης που θα περιέχει απαραιτήτως, εφόσον πρόκειται για ακίνητα, σαφή περιγραφή των μεταβιβαζόμενων ακινήτων με προσδιοριστικά κυρίως στοιχεία το είδος, τη θέση και εάν είναι δυνατόν τα όρια αυτών, ενώ εφόσον πρόκειται για λοιπά πάγια το είδος, τη θέση, το μήκος ή άλλα προσδιοριστικά στοιχεία. Η παραπάνω έκθεση, αφού εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., υποβάλλεται προς έγκριση στον Υπουργό Οικονομικών η οποία παρέχεται με σχετική απόφασή του. Η απόφαση αυτή με τη συνημμένη έκθεση αποτελεί τίτλο μεταβίβασης υπέρ της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, απόσπασμα του οποίου μεταγράφεται ατελώς κατά τις κείμενες διατάξεις στα οικεία βιβλία μεταγραφών στο αρμόδιο υποθηκοφυλακείο.
5. Ωσαύτως μεταβιβάζονται άνευ ανταλλάγματος στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων ο αγωγός μεταφοράς του ακατέργαστου ύδατος από το αντλιοστάσιο ωθήσεως Σίνδου στο σταθμό επεξεργασίας Νεοχωρούδας, ο σταθμός επεξεργασίας ύδατος του Γαλλικού ποταμού, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας ύδατος και λυμάτων στην περιοχή Σίνδου και οι εγκαταστάσεις του βιολογικού καθαρισμού Αγγελοχωρίου περιοχής Μηχανιώνας. Οι μεταβιβάσεις αυτές μεταγράφονται ατελώς στα οικεία βιβλία Μεταγραφών των αρμόδιων υποθηκοφυλακείων βάσει εκθέσεως που συντάσσεται από επιτροπή που ορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ.. Η διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.
6. Τα υπόλοιπα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία δεν μεταβιβάζονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους και τα οποία χρησιμοποιεί αποκλειστικά η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος ανήκουν κατά κυριότητα σε αυτήν. Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. καταρτίζουν έκθεση απογραφής των ως άνω περιουσιακών στοιχείων της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.. Η παραπάνω έκθεση, ύστερα από την έγκρισή της από το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., υποβάλλεται προς έγκριση στον Υπουργό Οικονομικών, η οποία παρέχεται με σχετική απόφασή του. Η απόφαση αυτή μετά της συνημμένης εκθέσεως και της προβλεπόμενης από το άρθρο 9 του β.δ. 533/1963 (ΦΕΚ 147 Α`), όπως ισχύει σήμερα, περιλήψεως, μεταγράφεται ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων, εφόσον πρόκειται για ακίνητα τα οποία δεν έχουν ήδη μεταγραφεί.
7. Ακίνητα στα οποία κατασκευάζονται κατά τη δημοσίευση του παρόντος ή πρόκειται να κατασκευασθούν έργα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων ή από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας για να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικώς από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. για την άσκηση των σχετικών με την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης δραστηριοτήτων της, ελλείψει άλλης συμφωνίας, μεταβιβάζονται κατά κυριότητα στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων μετά από την αποπεράτωσή τους με σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής.
8. Οι νέες επενδύσεις έργων, καθώς και οι προσθήκες ή βελτιώσεις επί των παγίων που πραγματοποιούνται από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 24 και του επενδυτικού προγράμματος της παραγράφου 1 του άρθρου 25 μεταβιβάζονται κατά κυριότητα ομοίως, ελλείψει άλλης συμφωνίας, στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων κατά τη λήξη της σύμβασης της παραγράφου 3 του άρθρου 20 με σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής και σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παράγραφο 9. Η απόσβεση των παραπάνω παγίων πραγματοποιείται σύμφωνα με τους συντελεστές που ορίζονται από το π.δ. 100/1998 (ΦΕΚ 96 Α`) ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια της σύμβασης της παραγράφου 3 του άρθρου 20. Με τη σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 20 δύνανται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα της εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.
9. Τα πρωτόκολλα παράδοσης – παραλαβής των παραγράφων 7 και 8 περιέχουν σαφή περιγραφή του ακινήτου και υποβάλλονται προς έγκριση στον Υπουργό Οικονομικών, η οποία παρέχεται με σχετική απόφασή του. Η απόφαση αυτή με τα συνημμένα πρωτόκολλα αποτελεί τίτλο μεταγραφής, ο οποίος μεταγράφεται ατελώς στα οικεία υποθηκοφυλακεία. Οι μεταβιβάσεις αυτές απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή άλλο τέλος και εισφορά ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή οποιουδήποτε τρίτου.
Σχετικό: το ΠΔ 65/2004,ΦΕΚ Α 55/24.2.2004
Άρθρο 22Α
Οργανα διοίκησης της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων
Οργανα διοίκησης της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων είναι: α. το διοικητικό συμβούλιο και β. ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου. Μέχρι τη συγκρότηση ή το διορισμό των οργάνων αυτών, δύνανται να εκπροσωπούν νόμιμα την Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και να ασκούν τις αρμοδιότητες των επόμενων άρθρων οι Υπουργοί Εθνικής Οικονομίας και Μακεδονίας – Θράκης.
Άρθρο 22Β
Συγκρότηση και θητεία του διοικητικού συμβουλίου
1. Το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων συγκροτείται από εmά (7) μέλη, που ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής οικονομίας και Μακεδονίας – Θράκης και αποτελείται από:
α. τον πρόεδρο, στη θέση του οποίου ορίζεται πρόσωπο με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, επαρκή γνώση και εμπειρία στη δημόσια διοίκηση και εξειδίκευση σε θέματα διαχείρισης δημοσίων οικονομικών και δημόσιων έργων,
β. τον αντιπρόεδρο, με ανάλογα με τον πρόεδρο προσόντα,
γ. το Διευθυντή της ΕΥΔΕ Υδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων,
δ. τρία (3) μέλη με εμπειρία σε θέση σημαντικής ευθύνης και απαιτήσεων στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, με εξειδίκευση σε θέματα διοίκησης και οικονομίας ή δημόσιων έργων ή διαχείρισης υδάτινων πόρων,
ε. έναν εκπρόσωπο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., ανώτερο στέλεχός της, ο οποίος υποδεικνύεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και οι αναπληρωτές των μελών των στοιχείων γ`, δ` και ε`, καθώς και ο γραμματέας του διοικητικού συμβουλίου, ο οποίος είναι υπάλληλος της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
2. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που είναι εκπρόσωπος της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. υποδεικνύεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη σχετική πρόσκληση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων που απευθύνεται στην Ε.Υ.Α.Θ.Α.Ε.. Σε περίπτωση μη έγκαιρης υποβολής της ανωτέρω πρότασης, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων προβαίνει στον ορισμό του μέλους αυτού και του αναπληρωτή του.
3. Η θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τριετής.
4. Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται ύστερα από πρόσκληση του προέδρου του και σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον μία φορά το μήνα.
Το διοικητικό συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τέσσερα (4) από τα μέλη του, περιλαμβανομένου οπωσδήποτε σε αυτά και του προέδρου ή του αναπληρωτή του.
Ο πρόεδρος αναπληρώνεται, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από τον αντιπρόεδρο. Καθήκοντα εισηγητή επί των θεμάτων που τίθενται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να εκτελεί μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή άλλο στέλεχος της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων με απόφαση του προέδρου.
Άρθρο 22Γ
Αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου
Το διοικητικό συμβούλιο είναι το ανώτατο όργανο διοίκησης της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, χαράσσει τις γενικές κατευθύνσεις των δραστηριοτήτων της για την εκπλήρωση του σκοπού της και αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν τη διοίκηση της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, τη διαχείριση των εν γένει περιουσιακών της στοιχείων, την ανάθεση αρμοδιοτήτων και καθηκόντων σε υπαλλήλους της ή σε τρίτους και την άσκηση των δικαιωμάτων που της παραχωρούνται.
Άρθρο 22Δ
Αρμοδιότητες του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Ο πρόεδρος προεδρεύει στο διοικητικό συμβούλιο και εκπροσωπεί εξωδίκως και δικαστικώς την Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
2. Επίσης, έχει τις παρακάτω αρμοδιότητες, πέρα από εκείνες που τυχόν ανατεθούν σε αυτόν με αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων:
α. Εκτελεί τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου.
β. Διευθύνει, ελέγχει και συντονίζει τη διοίκηση και διαχείριση της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
γ. Εισηγείται στο διοικητικό συμβούλιο τον απολογισμό και ισολογισμό, τον προϋπολογισμό της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, καθώς και την αναλυτική έκθεση των δραστηριοτήτων και το πρόγραμμα δράσης της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
δ. Εγκρίνει δαπάνες της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και αποφασίζει για τα έργα, τις προμήθειες και την παροχή σε αυτήν υπηρεσιών μέχρι ορισμένου ποσού, το οποίο και καθορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
Άρθρο 22Ε
Πόροι και οικονομική διαχείριση
1. Η Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων έχει τακτικούς και έκτακτους πόρους, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι οι εξής:
α. Τακτικοί πόροι:
αα. Ετήσια επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων.
ββ. Ετήσια επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων.
γγ. Το αντάλλαγμα για την πώληση ύδατος στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, όπως θα εξειδικευθεί με τη σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου.
δδ. Ποσό μέχρι 150.000.000 δραχμές ετησίως, που χορηγείται από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. για την κάλυψη του κόστους της ετήσιας λειτουργίας της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, όπως θα εξειδικεύεται στη σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου.
β. Εκτακτοι πόροι:
αα. Επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές νομικών ή φυσικών προσώπων, ημεδαπών ή αλλοδαπών.
ββ. Επιχορηγήσεις ή έσοδα από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των διεθνών οργανισμών.
γγ. Εσοδα από λοιπές δραστηριότητες της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, που συνάδουν με το σκοπό της και από κάθε άλλη πηγή.
2. Η οικονομική διαχείριση της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
Άρθρο 22ΣΤ
Οργάνωση και διάρθρωση της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων
Η Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων διαρθρώνεται σε μία διεύθυνση, στην οποία υπάγονται τα εξής τμήματα:
α. Τεχνικό τμήμα.
β. Τμήμα διοικητικής και οικονομικής υποστήριξης και γραμματείας.
Άρθρο 22Ζ΄
Προϊστάμενοι
Στις θέσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, τοποθετούνται υπάλληλοι αυτής ως εξής:
α. Της διεύθυνσης προίσταται υπάλληλος του κλάδου Π.Ε. Μηχανικών.
β. Του τεχνικού τμήματος προίσταται υπάλληλος του κλάδου Π.Ε. Μηχανικών.
γ. Του τμήματος διοικητικής και οικονομικής υποστήριξης και γραμματείας προίσταται υπάλληλος του κλάδου Π.Ε. Διοικητικού – Οικονομικού και ελλείψει αυτού υπάλληλος του κλάδου Τ.Ε. Διοικητικού – Λογιστικού.
Άρθρο 22Η΄
Προσωπικό της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων
Συνιστώνται δέκα (10) θέσεις προσωπικού της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, ως εξής:
α. Εννέα (9) θέσεις μόνιμου προσωπικού, από τις οποίες:
αα. Τρεις (3) θέσεις Π.Ε. Μηχανικών διαφόρων ειδικτήτων, η μία στο βαθμό του διευθυντή
ββ. Μία (1) θέση Τ.Ε. Τεχνολογικών Εφαρμογών
γγ. Μία (1) θέση Π.Ε. Διοικητικού – Οικονομικού
δδ. Μία (1) θέση Τ.Ε. Διοικητικού – Λογιστικού
εε. Δύο (2) θέσεις Δ.Ε. Διοικητικού – Λογιστικού
στστ. Μία (1) θέση οδηγού.
Ως προς τα προσόντα διορισμού του προσωπικού στις θέσεις αυτές ισχύουν τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα στις διατάξεις του Π.δ. 194/1988 “Καθορισμός των προσόντων διορισμού σε θέσεις δημοσίων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου” (ΦΕΚ 84 Α`), όπως ισχύει
β. Μία (1) θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή.
Για την προσωρινή πλήρωση των παραπάνω θέσεων επιτρέπεται η απόσπαση προσωπικού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. για διάστημα μέχρι δύο ετών. Η απόσπαση αυτή δύναται να ανανεώνεται
Άρθρο 22Θ΄
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Ειδικότερα θέματα για την οργάνωση και λειτουργία της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Μακεδονίας – Θράκης.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και «του εποπτεύοντος Υπουργού» καθορίζεται αποζημίωση για τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου, για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις αυτού.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και του εποπτεύοντος Υπουργού, μπορεί στον ιδιώτη που ορίζεται ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, να ανατίθενται καθήκοντα πλήρους απασχόλησης και να καθορίζεται η αμοιβή αυτού από την ανάληψη των καθηκόντων του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 138 παρ.2γ Ν.4070/2012,ΦΕΚ Α 82/10.4.2012. και με το άρθρο 131 παρ.3 και 4 Ν.4199/2013, ΦΕΚ Α 216/11.10.2013.
Άρθρο 23
1. Δεν χωρεί αναγκαστική εκτέλεση κατά των παγίων στοιχείων της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. που χρησιμοποιούνται για την άσκηση των σχετικών με την παροχή ύδρευσης και αποχέτευσης δραστηριοτήτων της.
2. Τα πάσης φύσεως προνόμια και ειδικές διατάξεις της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. σχετικά με τα περιουσιακά της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών περί προστασίας δημοσίων κτημάτων διατάξεων, εφαρμόζονται αναλογικά και στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 679/1977 (ΦΕΚ 245 Α`), όπως ισχύει σήμερα, εφαρμόζονται και όσον αφορά την εκτέλεση υπόγειων ή επίγειων εργασιών προς κατασκευή αγωγών και πάσης φύσεως έργων υδρεύσεως και αποχετεύσεως αρμοδιότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων τόσο επί των προσώπων που αναφέρονται στις διατάξεις αυτές όσο και επί δημοτικών ή κοινοτικών ακινήτων και κοινόχρηστων χώρων των Ο.Τ.Α.. Για τα ως άνω έργα, καθώς και για όσα έργα έχουν εκτελεσθεί εντός των ως άνω ακινήτων δεν οφείλεται οποιοδήποτε τέλος, ούτε επιβάλλεται οποιαδήποτε επιβάρυνση εις βάρος της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ή της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και υπέρ τω Ο.Τ.Α..
Άρθρο 24
1. Το Δημόσιο μέσω της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων διαθέτει ακατέργαστο ύδωρ στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ώστε να εξασφαλίζεται η εύλογη κατανάλωση ύδατος εκ μέρους των καταναλωτών της και να είναι σε θέση η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών ύδρευσης. Η ποσότητα, η ποιότητα και η μέθοδος παροχής του ακατέργαστου νερού θα καθορίζεται στη σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 20. Με την ίδια σύμβαση ορίζεται το ύψος του τιμήματος που καταβάλλεται από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. για τη διάθεση σε αυτή του ακατέργαστου ύδατος, το οποίο αποδίδεται στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων.
Το Δημόσιο μεριμνά για την έρευνα και συλλογή του ύδατος αυτού, τη μελέτη, κατασκευή και λειτουργία νέων έργων και τη λειτουργία, συντήρηση και επέκταση υφιστάμενων έργων προς το σκοπό εκπλήρωσης της υποχρέωσής του. Η υλοποίηση των παραπάνω δύναται να ανατίθεται στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων. Εργα ύδρευσης εντός της περιοχής δραστηριότητας της περίπτωσης υπό στοιχείο (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 26, καθώς και έργα αποχέτευσης της υποπερίπτωσης (αα) της περίπτωσης (β) της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, εκτελούνται από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., εκτός από τα μεγάλα έργα υποδομής. Η Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων έχει την ευθύνη για τη λειτουργία και συντήρηση των παγίων που θα μεταβιβασθούν δυνάμει των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 6, 7 και 8 του άρθρου 22, η οποία και ανατίθεται άνευ ανταλλάγματος στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. για το χρόνο διάρκειας της σύμβασης της παραγράφου 3 του άρθρου 20.
2. Η ευθύνη για την αποχέτευση των ομβρίων υδάτων και την αντιπλημμυρική προστασία στην εκάστοτε περιοχή δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ανήκει, με την επιφύλαξη, τυχόν, ειδικότερων διατάξεων, στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων, το οποίο μεριμνά για τη μελέτη, κατασκευή, συντήρηση και επέκταση δικτύου ομβρίων υδάτων, καθώς και των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας. Κατ` εξαίρεση, για τη λειτουργία και συντήρηση του παντορροϊκού συστήματος αποχέτευσης που βρίσκεται στην περιοχή δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. είναι υπεύθυνη η τελευταία.
3. Εφόσον τούτο απαιτείται, δύναται να συνάπτονται και ειδικές συμβάσεις μεταξύ του Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων, της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. κατά περίπτωση για την ανάθεση των εργασιών των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού.
4. Η αστυνόμευση των συστημάτων υδρεύσεως και αποχετεύσεως της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων ως και η κατά τις διατάξεις του από 18/21.3.1924 διατάγματος “περί κωδικοποιήσεως του Ν. 2853 κ.λπ.” (ΦΕΚ 61 Α`) αστυνόμευση δημόσιων υδάτων στη γεωγραφική περιοχή, για την οποία ισχύει το αποκλειστικό δικαίωμα της παραγράφου 1 του άρθρου 20, συνιστά αρμοδιότητα του κράτους και ασκείται δια των συνεστημένων οργάνων του.
Άρθρο 25
Επιχορήγηση Επενδυτικών Προγραμμάτων Εξόφληση Οφειλών Ο.Τ.Α.
1. Το Δημόσιο επιχορηγεί την Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. είτε από πόρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης είτε από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είτε από τον τακτικό προϋπολογισμό. Τα επενδυτικά προγράμματα, οι φορείς εκτέλεσής τους και το ύψος των επιχορηγήσεων προσδιορίζονται στη σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 20, όπου και ρυθμίζεται και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφοι 2 και 3 του Ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38 Α`) δεν εφαρμόζονται στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. μετά την εισαγωγή της εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή με άλλο τρόπο συμμετοχής επενδυτών στο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε..
3. Από το έτος 2002 η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 43 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α`) δεν εφαρμόζεται στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε.. Σε περίπτωση εισαγωγής της εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή με άλλο τρόπο συμμετοχής επενδυτών στο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., το Δημόσιο καταβάλλει στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. κατά το έτος 2002 το ποσό των 3.000.000.000 δραχμών, κατά το έτος 2003 το ποσό των δραχμών 2.000.000.000 και κατά το έτος 2004 το ποσό των δραχμών 1.000.000.000.
4. Οι οφειλές των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που καθίστανται ληξιπρόθεσμες μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου γνωστοποιούνται με επιμέλεια της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. στον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας της έδρας του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης και βεβαιώνονται και εισπράττονται σύμφωνα με την παρακάτω διαδικασία, Ο Προϊστάμενος της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας υποχρεούται να βεβαιώσει αμελλητί το ποσό της οφειλής και να αποστείλει τη σχετική πράξη στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υποχρεούται, μετά την κοινοποίηση σε αυτό από τη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία της ανωτέρω πράξης βεβαίωσης και του αποδεικτικού κοινοποίησής της στον οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης κατά του οποίου βεβαιώθηκε η οφειλή, να προβεί σε άμεση παρακράτηση του βεβαιωθέντος ποσού από τα έσοδα των αντίστοιχων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που καταβάλλονται μέσω αυτού και στην καταβολή του στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε..
5. Με κοινή απόφαση των γπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μακεδονίας – Θράκης δύναται να καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου.
6. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οποιεσδήποτε δαπάνες και έξοδα απαιτούνται για τη μετακίνηση τμημάτων του δικτύου ή άλλων εγκαταστάσεων της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ή της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, συνεπεία εκτελέσεως έργων από οποιονδήποτε φορέα, πραγματοποιούνται από το νομικό πρόσωπο στην κυριότητα του οποίου ανήκουν τα περιουσιακά στοιχεία με δαπάνη του φορέα κατασκευής του έργου.
Άρθρο 26
Περιοχή δραστηριότητας Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και επέκτασή της
1. Η δραστηριότητα της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. εκτείνεται: (α) για τη μεν ύδρευση στις περιοχές των δήμων Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Καλαμαριάς, Νεαπόλεως, Συκεών, Αγίου Παύλου, Μενεμένης, Πολίχνης, Τριανδρίας, Ελευθερίου Κορδελιού, Ευόσμου, Σταυρούπολης, Πανοράματος, καθώς και στη βιομηχανική περιοχή Θεσσαλονίκης (β) για τη δε αποχέτευση (αα`) στις περιοχές των Δήμων Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Καλαμαριάς, Νεάπολης, Σταυρούπολης, Συκεών, Αγίου Παύλου, Μενεμένης, Πολίχνης, Τριανδρίας, Διαβατών, Ελευθερίου – Κορδελιού, Ευόσμου, Πυλαίας, Πανοράματος, Ωραιοκάστρου, στα διαμερίσματα Ιωνίας και Καλοχωρίου του Δήμου Εχεδώρου και της Κοινότητας Ευκαρπίας, η οποία καλείται “Περιοχή Α”, (ββ`) στην περιοχή που περικλείεται μεταξύ των ποταμών Γαλλικού και Αξιού μέχρι θαλάσσης, στην οποία περιλαμβάνεται η βιομηχανική ζώνη της περιοχής μείζονος Θεσσαλονίκης, το διαμέρισμα Σίνδου του Δήμου Εχεδώρου, τα διαμερίσματα Αγ. Αθανασίου, Αγχιάλου, Γέφυρας, του Δήμου Αγ. Αθανασίου και τα διαμερίσματα Χαλάστρας και Ανατολικού του Δήμου Χαλάστρας, η οποία καλείται “Περιοχή Β”, (γγ`) στην περιοχή που εκτείνεται επί της ζώνης των υψωμάτων του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης και περιλαμβάνει την Κοινότητα Πεύκων και τα Διαμερίσματα Ασβεστοχωρίου, Εξοχής, Φιλύρου του Δήμου Χορτιάτη, η οποία καλείται “Περιοχή Γ”, (δδ`) στην περιοχή που εκτείνεται από τους Δήμους Καλαμαριάς και Πανοράματος, μέχρι τα δημοτικά λουτρά Σέδες και μέχρι το αεροδρόμιο Μίκρας και περιλαμβάνει τη βιομηχανική περιοχή και τα Διαμερίσματα Θέρμης, Ν. Ραιδεστού, Ν. Ρυσίου και Ταγαράδων του Δήμου Θέρμης και το Διαμέρισμα Αγίας Παρασκευής του Δήμου Βασιλι- κών, η οποία καλείται “Περιοχή Δ” και (εε) στην περιοχή που εκτείνεται από το αεροδρόμιο Μίκρας και τα Διαμερίσματα Ν. Ρυσίου και Ταγαράδων και Αγ. Παρασκευής μέχρι τη θάλασσα και περιλαμβάνει τα Διαμερίσματα Αγ. Τριάδας, Περαίας, Ν. Επιβατών του Δήμου Θερμαϊκού και τα Διαμερίσματα Ν. Μηχανιώνας, Εμβόλου και Αγγελοχωρίου του Δήμου Μηχανιώνας, η οποία καλείται “περιοχή Ε”.
2. Με σύμβαση που θα συναφθεί μεταξύ της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και του ενδιαφερόμενου Ο.Τ.Α., δύναται να συμφωνηθεί η περιέλευση κατά κυριότητα του δικτύου του στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και η εκ μέρους της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. ανάληψη της υποχρέωσης παροχής των υπηρεσιών ύδρευσης ή και αποχέτευσης προς τους καταναλωτές του εν λόγω Ο.Τ.Α., σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους που θα προβλέπει η οικεία σύμβαση.
3. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., της Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων και του αντίστοιχου δήμου ή κοινότητας μπορεί να συμφωνηθεί η επέκταση της δραστηριότητας της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. στην περιοχή του αντίστοιχου δήμου ή κοινότητας. Με τη σύμβαση αυτή ρυθμίζονται τα θέματα της παραχώρησης στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων των δικαιωμάτων των δήμων ή των κοινοτήτων επί των χρησιμοποιούμενων για την ύδρευσή τους υπόγειων και επιφανειακών υδάτινων πόρων, των πηγών και εγκαταστάσεων γενικά υδρεύσεως (ιδίως δεξαμενών, αντλιοστασίων, υδραγωγείων), καθώς και των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, με τις αντίστοιχες εδαφικές εκτάσεις και τα σχετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών και μπορεί να ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με την εκτέλεση της σύμβασης θέμα. Η σύμβαση αυτή εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και Μακεδονίας – Θράκης.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων και Μακεδονίας – Θράκης, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Ο.Τ.Α., μπορεί να επεκταθεί η δραστηριότητα της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. και σε άλλες περιοχές.
Σχετικό: το άρθρο 2 παρ.2 ΠΔ 216/2006,ΦΕΚ Α 218
5. Στις γεωγραφικές περιοχές, στις οποίες η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. παρέχει υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης και που παύουν να ανήκουν στα διοικητικά όρια δήμων και κοινοτήτων στις οποίες εκτείνεται η δραστηριότητα της Εταιρείας, εξακολουθούν να παρέχονται υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης από την Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. με τους ίδιους όρους.
Άρθρο 27
1. Τα πάγια στα οποία πραγματοποιούνται τα μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος έργα υπό εκτέλεση της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εμφανίζονται στο λογαριασμό “Ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση” του ισολογισμού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. της 31.12.2000, και τα οποία εκτελούνται για την ύδρευση στις περιοχές των στοιχείων α` της παραγράφου 1 του άρθρου 26 και για την αποχέτευση στις περιοχές του υποστοιχείου αα` του στοιχείου β` της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, μεταβιβάζονται στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 8 του άρθρου 22.
Τα πάγια στα οποία πραγματοποιούνται τα μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος έργα υπό εκτέλεση της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εμφανίζονται στο λογαριασμό “Ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση” του ισολογισμού της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. της 31.12.2000, και τα οποία εκτελούνται για την αποχέτευση στις περιοχές των στοιχείων ββ` έως και εε` της παραγράφου 1 του άρθρου 26, μεταβιβάζονται στην Ε.Υ.Α.Θ. Παγίων σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 22.
Η Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. διατηρεί όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της ως φορέα εκτέλεσης των έργων αυτών μέχρι την οριστική παραλαβή τους.
2. Κάθε διάταξη η οποία αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος παύει να ισχύει από την έναρξη ισχύος του, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτόν.
3. Με προεδρικό διάταγμα δύνανται να κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., ιδίως δε εκείνες του α.ν. 1563/1939 (ΦΕΚ 15 Α`), του ν.δ. 787/1970 (ΦΕΚ 292 Α`), του Ν. 2352/1995 (ΦΕΚ 229 Α`), του π.δ. 156/1997 (ΦΕΚ 132 Α`), του π.δ. 157/1997 (ΦΕΚ 133 Α`) και του άρθρου 20 του Ν. 2651/1998.
Άρθρο 28
Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 1810/1988 (ΦΕΚ 223 Α), όπως επαναφέρθηκαν σε ισχύ με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α`), έχουν εφαρμογή από της ισχύος του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α`) και στον Αντιπρόεδρο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
Άρθρο 29
Οι Διοικητές, Υποδιοικητές, Διευθύνοντες Σύμβουλοι, Γενικοί Διευθυντές, Πρόεδροι και μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., καθώς και των επιχειρήσεων και οργανισμών στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων το Δημόσιο συμμετέχει με ποσοστό μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%), εκλέγονται ή διορίζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα καταστατικά ή στους οργανισμούς αυτών. Διατάξεις στις οποίες προβλέπεται ότι ο διορισμός ή η πρόταση διορισμού προσώπων στις παραπάνω θέσεις γίνεται από τον εποπτεύοντα Υπουργό ή άλλο κυβερνητικό όργανο καταργούνται Τα πρόσωπα που, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατέχουν τις παραπάνω θέσεις, παραμένουν σε αυτές μέχρι τη λήξη της θητείας τους ή την αντικατάστασή τους, σύμφωνα με τις διαδικασίες και για τους λόγους που προβλέπονται στα καταστατικά ή τους οργανισμούς των παραπάνω τραπεζών, επιχειρήσεων και οργανισμών.
Άρθρο 30
Στο κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ”, του οποίου η σύσταση εγκρίθηκε και ο οργανισμός διοίκησης και διαχείρισής του κυρώθηκε με το από 10.4.2001 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 480 Β`), εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παράγραφος 1 και 12 παράγραφος 1 του Ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α`), που αναφέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡIΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ” και κύρωση του οργανισμού αυτού.
Σχετικό: το άρθρο 23 παρ.1 Ν.3312/2005,ΦΕΚ Α 35/16.2.2005
Άρθρο 31
1. Οφειλές των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου και του Γ.Π.Ν. Παπαγεωργίου προς προμηθευτές τους, από συμβάσεις ή παρατάσεις συμβάσεων με κοινές συμφωνίες των μερών, για την προμήθεια φαρμάκων, υγειονομικού υλικού, χημικών αντιδραστηρίων και ορθοπεδικού υλικού για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση τιμολόγια μέχρι 30.4.2001 ρυθμίζονται ως ακολούθως:
α) Το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει να καταβάλει στα προαναφερθέντα νοσοκομεία την αξία των παραπάνω τιμολογίων μέχρι του συνολικού ποσού δραχμών 355 δις. Η καταβολή αυτή θα γίνει σε πέντε ετήσιες ισόποσες δόσεις, αρχής γενομένης από 1.8.2003.
Κάθε δόση προσαυξάνεται με το ποσό των προεξοφλητικών τόκων που θα δικαιούνται τα πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με το εδάφιο β`.
Το ακριβές ύψος των οφειλών προς κάθε προμηθευτή που θα εξοφληθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος θα καθοριστεί με βάση χρηματικά εντάλματα που θα εκδοθούν από τα αντίστοιχα νοσοκομεία υπογεγραμμένα και θεωρημένα από τα αρμόδια όργανα και θα αφορά το πληρωτέο στο δικαιούχο προμηθευτή ποσό, καθώς και τις κρατήσεις υπέρ τρίτων.
Ειδικά για το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο και το Γ.Ν.Π. Παπαγεωργίου το ακριβές ύψος των οφειλών και ο τρόπος εξόφλησης αυτών θα καθορισθούν με την προβλεπόμενη διαδικασία από το λογιστικό σύστημα που εφαρμόζουν.
Με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα ποσά των οφειλών των νοσοκομείων, που αναλαμβάνονται από το Ελληνικό Δημόσιο, αποτελούν σε κάθε περίπτωση, αυτοδίκαια, έσοδα των προϋπολογισμών τους, οικονομικού έτους 2001, στους οποίους εγγράφονται και αντίστοιχες πιστώσεις για την εξόφληση των προμηθειών της παρούσας ρύθμισης χωρίς να απαιτείται σχετική πράξη τροποποίησης των προϋπολογισμών τους.
β) Οι απαιτήσεις των νοσοκομείων έναντι του Ελληνικού Δημοσίου που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο δύνανται με απευθείας σύμβαση να εκχωρηθούν σε πιστωτικά ιδρύματα και να προεξοφληθούν από αυτά, χωρίς παρακράτηση προεξοφλητικών τόκων, με αποκλειστικό σκοπό την εξόφληση των προμηθευτών εφάπαξ, εφόσον χορηγηθεί από αυτούς έκπτωση 3,5%. Για τις προεξοφλήσεις αυτές τα πιστωτικά ιδρύματα δικαιούνται τόκο από την ημέρα προεξόφλησης μέχρι την, ημέρα εξόφλησης από το Δημόσιο των εκχωρηθεισών και προεξοφληθεισών απαιτήσεων.
γ) Με συμβάσεις μεταξύ του Δημοσίου εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Υγείας και Πρόνοιας και Οικονομικών και των πιστωτικών ιδρυμάτων του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ανατεθεί σε αυτά έναντι αμοιβής το έργο της συγκέντρωσης, κατάταξης, εξόφλησης κ.λπ., καθώς και της απόδοσης των κρατήσεων υπέρ τρίτων των ανωτέρω οφειλών των νοσοκομείων. Με τις συμβάσεις αυτές καθορίζονται λεπτομερώς οι υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, του Δημοσίου και των νοσοκομείων.
δ) Με αποφάσεις των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι δυνατόν να ρυθμίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος, καθώς και η συγκρότηση στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας ομάδας εργασίας για το συντονισμό, τον έλεγχο και την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών, τη ρύθμιση κάθε σχετικού με το θέμα ζητήματος, καθώς και την υποβολή προτάσεων για τη μη επανάληψη του φαινομένου δημιουργίας παρόμοιων οφειλών εκ μέρους των νοσηλευτικών ιδρυμάτων στο μέλλον. Στην εν λόγω ομάδα εργασίας συμμετέχουν και εκπρόσωποι του Γ.Λ.Κ.. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και η αποζημίωση των μελών της ομάδας αυτής.
2. Ολες οι συμβάσεις και οι συναλλαγές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος, περιλαμβανομένης της καταβολής ή είσπραξης τόκων, κεφαλαίων και αμοιβών, απαλλάσσονται από οποιονδήποτε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, πλην αυτών που επιβαρύνουν κατά την κείμενη νομοθεσία τους προμηθευτές.
3. Οφειλές του Ελληνικού Δημοσίου, του Ο.Γ.Α. και του Οίκου Ναύτη προς τα νοσηλευτικά ιδρύματα της παραγράφου 1 που αφορούν νοσήλια ασφαλισμένων τους για το μέχρι 31.12.2000 χρονικό διάστημα και τα οποία δεν έχουν εξοφληθεί έως τη δημοσίευση του παρόντος διαγράφονται και δεν αναζητούνται καθ` οιονδήποτε τρόπο.
4. Ανεξόφλητες οφειλές του Ι.Κ.Α. και του Ο.Α.Ε.Ε. προς τα νοσηλευτικά ιδρύματα της παραγράφου 1 που αφορούν νοσήλια ασφαλισμένων τους για το μέχρι 31.12.2000 χρονικό διάστημα, τα οποία δεν έχουν εξοφληθεί έως τη δημοσίευση του παρόντος, συμπεριλαμβανομένων και των οφειλών του Ι.Κ.Α. προς τα νοσηλευτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 24 του Ν. 2737/1999, αποτελούν με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οφειλές πρρς το ελληνικό Δημόσιο και συμψηφίζονται με τα αποδιδόμενα έσοδα και τις επιχορηγήσεις που δικαιούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό του έτους 2001. Το ύψος των εν λόγω οφειλών προσδιορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών.
Άρθρο 32
Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του Ν. 2789/2000 προστίθεται η φράση “καθώς και κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 10 του Ν. 2642/1998 (ΦΕΚ 216 Α`).
Άρθρο 33
Η κατά το άρθρο 13 του Ν. 2628/1998 (ΦΕΚ 151 Α`/6.7.1998) εκκαθάριση του Ελληνικού Κέντρου Παραγωγικότητας (ΕΛ. ΚΕ. ΠΑ.), εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, θεωρείται ότι έχει περατωθεί μετά την πάροδο δύο μηνών από την ημερομηνία ισχύος του, οπότε λήγει η θητεία της εκκαθαρίστριας και παύει αυτοδικαίως η εξουσία της.
Μετά το πέρας της εκκαθάρισης κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού του ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ., περιλαμβανομένων των κάθε φύσης δικαιωμάτων, αξιώσεων και υποχρεώσεων, ανεξάρτητα αν περιλαμβάνονται στον ισολογισμό ή στα βιβλία του, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διαδικασία στο Δημόσιο.
Η μεταβίβαση των στοιχείων του ενεργητικού του ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ. προς το Δημόσιο και κάθε άλλη πράξη που συνδέεται με αυτή απαλλάσσονται από κάθε φόρο, εισφορά ή τέλος, περιλαμβανομένου του τέλους χαρτοσήμου υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.
Εκκρεμείς δίκες με διάδικο το ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ. συνεχίζονται στο όνομα του Ελληνικού Δημοσίου, ως ειδικού διαδόχου του ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ. χωρίς άλλη διατύπωση και χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να απαιτείται δήλωση περί επαναλήψεώς τους.
Μετά το πέρας της εκκαθάρισης, αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση της περιουσίας που μεταβιβάσθηκε στο Δημόσιο, την ικανοποίηση υποχρεώσεων, την παρακολούθηση των εκκρεμοτήτων, ως και των εκκρεμών δικών και γενικά την παρακολούθηση και χειρισμό όλων των εκκρεμών υποθέσεων του Δημοσίου, ως ειδικού διαδόχου του ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ., είναι η Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλη Υπηρεσία του ίδιου Υπουργείου, η οποία ορίζεται με απόφαση του Υπουργού.
Απαιτήσεις τρίτων κατά του ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ., που υφίστανται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, αποσβένονται, αν εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από τη δημοσίευση αυτή δεν ασκηθούν δικαστικώς ή δεν υποβληθεί σχετική αίτηση αναγνώρισής τους στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζονται θέματα, που προκύπτουν κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, όπως ο τρόπος και η διαδικασία παράδοσης και παραλαβής των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Άρθρο 34
Σημ.: όπως το άρθρο 34 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την περ.7 υποπαρ.Δ.2. της παρ.Δ του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013,ΦΕΚ Α 107/9.5.2013.
1. Οι εκπιπτόμενες από τα ακαθάριστα έσοδα αποσβέσεις επί των υφισταμένων και νέων παγίων περιουσιακών στοιχείων ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού των εταιρειών “ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” και “ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” τα οποία εξυπηρετούν ή υποστηρίζουν, άμεσα ή έμμεσα, την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων προς επιβάτες και φορτία κάθε είδους, την ασφάλεια χρηστών και πλωτών ναυπηγημάτων, τη συντήρηση λιμενικής υποδομής ή τη φορτοεκφόρτωση, μεταφορά και αποθήκευση πάσης φύσεως εμπορευμάτων εντός των Λιμένων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, υπολογίζονται από την 1η Ιανουαρίου 2001 και εφεξής με τους ακόλουθους σταθερούς ετήσιους συντελεστές:
(α) Οχήματα Στοιβασίας και Μεταφοράς Εμπορευματοκιβωτίων (ΟΣΜΕ – Straddle Carriers): με συντελεστή 6,5 %.
(β) Γερανογέφυρες και ηλεκτροκίνητοι γερανοί: με συντελεστή 2,5%.
(γ) Ελαστιχοφόροι γερανοί: με συντελεστή 5%.
(δ) Περονοφόρα ανυψωτικά οχήματα: με συντελεστή 10%.
(ε) Οχήματα μεταφόρτωσης εμπορευματοκιβωτίων (Transtainer): με συντελεστή 5%.
(στ) Μηχανοκίνητα ή μη πλωτά μέσα υποστήριξης της λιμενικής λειτουργίας, κάθε είδους: με συντελεστή 3% και
(ζ) κάθε άλλο στοιχείο ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού, όπως ιδίως κάθε είδους κινητός εξοπλισμός, αυτοκινούμενος, κινούμενος ή σταθερός, εξαιρουμένων των συστατικών της χερσαίας λιμενικής ζώνης, ανεξαρτήτως περιγραφής, χρόνου, τόπου, προδιαγραφών και μεθόδου κατασκευής, όπως ιδίως μηχανήματα έργου πάσης φύσεως, ανυψωτικά μηχανήματα, σταθερά, επί τροχιάς ή αυτοκινούμενα, ηλεκτροκίνητα ή μη, ελκυστήρες, φορτωτές, εκσκαφείς, ειδικά διασκευασμένα μηχανήματα και οχήματα, μηχανήματα οδικών και λιμενικών έργων, ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη, μη εμπεμηγμένα συγκροτήματα αποθήκευσης ή φορτοεκφόρτωσης κάθε είδους, μηχανήματα, συσκευές και εξοπλισμός ελέγχου και συντήρησης, καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία εξοπλισμού συμπεριλαμβανομένων και των συγκροτημάτων υποστήριξης και συντήρησης αυτών, με ενιαίο συντελεστή 5%.
2. Οι εκπιπτόμενες από τα ακαθάριστα έσοδα αποσβέσεις επί των πάσης φύσεως λιμενικών έργων των εταιρειών “ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” και “ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” εντός των Λιμένων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, υπολογίζονται από την 1η Ιανουαρίου 2001 και εφεξής με ενιαίο σταθερό συντελεστή τέσσερα επί τοις εκατό (4%) ετησίως, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, στην έννοια των λιμενικών έργων θεωρείται ότι εμπίπτει κάθε μόνιμη κατασκευή, έργο, βελτίωση ή αναβάθμιση αναφορικά με εγκαταστάσεις εντός της χερσαίας λιμενικής ζώνης, όπως ιδίως προβλήτες, κρηπιδώματα, λιμενοβραχίονες, υποδομές σήμανσης, ναυτιλίας και ασφαλείας, υπόγεια και υπέργεια δίκτυα, δίκτυα παροχών, έργα απορροής ή συλλογής ομβρίων, σταθερές δεξαμενές, κτίρια, περιφράξεις, περιτοιχισμοί, οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα και πλατφόρμες φόρτωσης και εκφόρτωσης.
Άρθρο 35
1. Ο ΟΤΕ υποχρεούται στην καταβολή ποσού 9,7 δις δρχ. προς το ΤΑΠ – ΟΤΕ, που προέρχεται από τόκους δανεισμού παρελθόντων ετών του Κλάδου Σύνταξης από τον Κλάδο Ασθενείας και επιβάρυνε τα ελλείμματα των χρήσεων 1994 και 1995.
2. Τα ελλείμματα του ΤΑΠ – ΟΤΕ για τα έτη 1999, 2000 και 2001, τα οποία υποχρεούται να καλύψει η ΔΕΚΑ Α.Ε. ή το Ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2768/1999 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τον Ν. 2873/2000 και τον Ν. 2843/2000 αντίστοιχα, υπολογίζονται μετά την αφαίρεση της ετήσιας υποχρέωσης του ΟΤΕ, η οποία προβλέπεται από τη διάταξη της παρ. 21 του άρθρου δεύτερου του Ν. 2257/1994, αναπροσαρμοζόμενη, για τα έτη 1999 και 2000 με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με το δείκτη τιμών καταναλωτή.
3. Τυχόν καταβληθέντα ποσά από τον ΟΤΕ μέχρι 31.7.2001, για την κάλυψη ελλειμμάτων του ΤΑΠ – ΟΤΕ συμψηφίζονται με υποχρεώσεις του προς το ΤΑΠ – ΟΤΕ, που προκύπτουν από τις παραπάνω 1 και 2 παραγράφους.
4. Η διάταξη της περίπτωσης γ` της παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 2768/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
“Η προκαταβολή της οικονομικής υποχρέωσης του ΟΤΕ προς τη συσταθείσα ΕΔΕΚΤ – ΟΤΕ για τη δημιουργία Ειδικού Κεφαλαίου ανέρχεται στο ποσό των 120 δις δρχ. και καταβάλλεται μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ μέχρι την 1η Αυγούστου 2001.
Η προκαταβολή αυτή αντιστοιχεί στις ετήσιες οικονομικές υποχρεώσεις δέκα (10) ετών αρχής γενομένης από 1.1.2002 μέχρι 31.12.2011.”
Άρθρο 36
1. Οι επιχειρήσεις του Ομίλου ΟΤΕ μπορούν να μετασχηματίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, για τους σκοπούς του οποίου νοούνται:
α) ως Ομιλος ΟΤΕ η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος Α.Ε.” και οι συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 42 επαρ. 5 του κ.ν. 2190/1920.
β) ως κλάδος για την εφαρμογή των άρθρων 1 παρ. 1 περ. ε` και 4 του Ν. 2166/1993, η ομάδα περιουσίας που ορίζεται αποκλειστικά στη σύμβαση περί μετασχηματισμού.
2. Ο μετασχηματισμός των επιχειρήσεων του Ομίλου ΟΤΕ πραγματοποιείται με τη διαδικασία και τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 69 έως και 89 του κ.ν. 2190/1920 και στα άρθρα 1, 2, 3, 4 του Ν. 2166/1993 με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις:
α) Η προθεσμία του άρθρου 69 παρ. 3 του κ.ν. 2190/1920 ορίζεται σε ένα μήνα.
β) Ο χρόνος έναρξης του μετασχηματισμού ορίζεται στις κατά περίπτωση καταρτιζόμενες συμβάσεις μετασχηματισμού (συμβάσεις συγχώνευσης, διάσπασης, εισφοράς κλάδου).
“γ) Η μεταφορά στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, περιλαμβανομένης της μεταβίβασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε ακίνητα, αυτοκίνητα και κινητά, συντελείται αυτοδικαίως με μόνη την καταχώριση της σύμβασης περί μετασχηματισμού στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών και επέρχεται την ημέρα έναρξης ισχύος του μετασχηματισμού, Δεν απαιτούνται οποιεσδήποτε νομοθετικές ή διοικητικές εγκρίσεις, βεβαιώσεις, υπεύθυνες δηλώσεις, πιστοποιητικά και σχεδιαγράμματα για τη μεταβίβαση ακινήτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης γενικής ή ειδικής. Επίσης δεν απαιτείται η υποβολή δήλωσης φόρου μεταβίβασης ακινήτων.
Οι μεταγραφές και λοιπές κατά νόμο απαιτούμενες καταχωρίσεις για τη μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε ακίνητα, αυτοκίνητα και κινητά, έχουν διαπιστωτι κό χαρακτήρα και διενεργούνται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την ημέρα καταχώρισης της σύμβασης περί μετασχηματισμού στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος τρίτου, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών, των παγίων και αναλογικών δικαιωμάτων, επιδομάτων ή άλλων τελών υπέρ αμίσθων και εμμίσθων υποθηκοφυλάκων”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 π.1 Ν.3130/2003 ΦΕΚ Α 76/28.3.2003.
δ) Οι συμβάσεις των κατά το παρόν άρθρο μετασχηματισμών δεν κηρύσσονται άκυρες μετά τη θέση τους σε ισχύ.
ε) Οι θυγατρικές εταιρείες των μετασχηματιζόμενων εταιρειών μετά την έναρξη ισχύος του μετασχηματισμού καθίστανται θυγατρικές των εταιρειών που προέκυψαν από το μετασχηματισμό.
στ) Κατά παρέκκλιση του άρθρου 1 παρ. 1 περ. ε` του Ν. 2166/1993, η εισφορά κλάδων ή τμημάτων επιτρέπεται και σε νεοσυσταθείσα εταιρεία.
Η διάταξη εφαρμόζεται και στην απορρόφηση κλάδων ή τμημάτων θυγατρικών εταιρειών του ΟΤΕ που έχουν συσταθεί κατά το δίκαιο άλλης χώρας, από θυγατρική εταιρεία του ΟΤΕ που εδρεύει στην Ελλάδα.
Άρθρο 37
1. Στη διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 2 περίπτωση γ` του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Ειδικότερα θέματα σχετικά με το Ν. 2372/1996 που αφορούν τις διαδικασίες προσδιορισμού των αναγκών στελέχωσης των ειδικών υπηρεσιών, τη διαδικασία αξιολόγησης, επιλογής και πρόσληψης του προσωπικού από τη Μ.Ο.Δ. Α.Ε., την απόσπασή του σε υπηρεσίες, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Οικονομίας.”
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του Ν. 2372/1996 (ΦΕΚ 29 Α`) αντικαθίσταται η πρώτη περίοδος ως εξής:
“Αξιολογεί τις ανάγκες στελέχωσης και υποστηρίζει με στελεχιακό δυναμικό και διοικητική τεχνογνωσία τους φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση, παρακολούθηση και έλεγχο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και των φορέων υλοποίησης μέτρων ή έργων.”
3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του Ν. 2372/1996 (ΦΕΚ 29 Α`), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`), προστίθεται νέο εδάφιο μετά το τέλος της δεύτερης περιόδου που έχει ως εξής:
“Εφαρμόζει επίσης τις διαδικασίες του άρθρου 7 παράγραφος 2 εδάφια β` και γ` και υποστηρίζει τη διαδικασία αξιολόγησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 εδάφιο α`.”
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του Ν. 2372/1996 (ΦΕΚ 29 Α`), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 σημείο 2 του άρθρου 18 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`), μετά τις λέξεις “του Κ.Π.Σ.” τίθεται κόμμα και προστίθενται οι λέξεις “των κοινοτικών πρωτοβουλιών και του Ταμείου Συνοχής”.
5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 1 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του Ν. 2372/1996 (ΦΕΚ 29 Α`), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 σημείο 5 του άρθρου 18 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`), αντικαθίσταται ως εξής:
“Δύναται να παρέχει στους εμπλεκόμενους με τη διαχείριση, παρακολούθηση και έλεγχο των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων φορείς την αναγκαία τεχνική και οργανωτική υποστήριξη συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών τεχνικής βοήθειας – στήριξης καλύπτοντας ιδίως τις ανάγκες στέγασης και υλικοτεχνικής υποδομής των φορέων αυτών.”
6. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 9 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
“Με όμοια απόφαση εγκρίνεται ο Κανονισμός Προμηθειών, ανάθεσης εκτέλεσης έργων, μελετών και υπηρεσιών.”
7. Στο άρθρο 9 του καταστατικού της Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης προστίθεται νέα παράγραφος 4 που έχει ως εξής:
“4. Το καταστατικό ως προς τα ειδικότερα θέματα μπορεί να τροποποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας, που εγκρίνεται με απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού.”
8. Στο άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 1960/1991, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`), πριν τις λέξεις “οι διαδικασίες ανάθεσης και πληρωμής” προστίθενται οι λέξεις “ο τρόπος ορισμού των διαχειριστών των δαπανών, οι διαδικασίες προκήρυξης”.
9. Στο άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 1960/1991, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`), μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Στα διατάγματα αυτά είναι δυνατόν να ορίζεται ότι οι προϋποθέσεις συμμετοχής, τα κριτήρια επιλογής και ο τρόπος εφαρμογής τους ρυθμίζονται στην προκήρυξη όπου αυτή απαιτείται”
Άρθρο 38
1. Στο τέλος του άρθρου 3 του Ν. 2076/1992 προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής:
“4. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται μετά από έλεγχο της συνδρομής των απαιτούμενων τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να καταργείται η εξαίρεση υπαγωγής στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου πιστωτικών ιδρυμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.”
2. Στο άρθρο 4 του Ν. 2076/1992 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
“1. Απαγορεύεται σε πρόσωπα ή σε επιχειρήσεις που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα η κατ` επάγγελμα αποδοχή καταθέσεων χρημάτων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της νομοθεσίας, απαγορεύεται επίσης η κατ` επάγγελμα χορήγηση δανείων ή πιστώσεων προς το κοινό, εφόσον δεν έχει παρασχεθεί ειδική άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι όροι για τη χορήγηση της άδειας του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Η απαγόρευση του δεύτερου εδαφίου δεν καταλαμβάνει τη χορήγηση δανείων ή πιστώσεων με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της εκδόσεως πιστωτικών καρτών, για τη διάθεση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών είτε από την ίδια τη διαθέτουσα το αγαθό ή την υπηρεσία επιχείρηση είτε από επιχείρηση συνδεδεμένη με αυτήν, κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του Κ.ν. 2190/1920 ή στενά με αυτήν συνεργαζόμενη, κατά τα οριζόμενα με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.”
β. Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:
“3. Οι παραβάτες της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ ή με αμφότερες τις ποινές.”
3. Στο άρθρο 18 του Ν. 2076/1992 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. στο τέλος της παραγράφου 1α προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θέτει γενικούς ή ειδικούς κατά πιστωτικό ίδρυμα κανόνες.”
β. Στο τέλος του άρθρου προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
“5. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες και τα στοιχεία που τα εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα οφείλουν να παρέχουν στους συναλλασσόμενους με αυτά ως προς τους όρους των συναλλαγών τους.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλλει στα εποπτευόμενα από αυτήν προσωπα την υποχρέωση να περιλαμβάνουν είτε στους δημοσιευόμενους ισολογισμούς και αποτελέσματα χρήσεως ή στο προσάρτημα αυτών είτε στις εκθέσεις διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση, στοιχεία και πληροφορίες πέραν των προβλεπομένων από τον κ.ν. 2190/1920, η αναφορά των οποίων προάγει κατά την κρίση της τη διαφάνεια μέσω της πληρέστερης ενημέρωσης των συναλλασσομένων και των αγορών για την οικονομική θέση των εποπτευόμενων ιδρυμάτων και την ακολουθούμενη από αυτά πολιτική ως προς την ανάληψη και διαχείριση κινδύνων. Τα ανωτέρω στοιχεία και πληροφορίες δύναται η Τράπεζα της Ελλάδος να διαφοροποιεί προκειμένου περί εποπτευόμενων προσώπων τα οποία έχουν εκδώσει τίτλους εισηγμένους σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να καθορίζει κανόνες λογιστικής παρακολούθησης και αποτίμησης συγκεκριμένων στοιχείων εντός και εκτός ισολογισμού, καθώς και κανόνες λογιστοποίησης εσόδων και εξόδων που υποχρεούνται να τηρούν τα εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα. Επίσης δύναται να επιβάλλει, στα ίδια πρόσωπα, το άνοιγμα και τον τρόπο λειτουργίας λογαριασμών για τη λογιστική παρακολούθηση συγκεκριμένων μεγεθών εποπτικού ενδιαφέροντος.
Οι ορκωτοί ελεγκτές, οι οποίοι ελέγχουν τις δημοσιευόμενες οικονομικές καταστάσεις των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος προσώπων, οφείλουν να αναφέρουν στο πιστοποιητικό τους εάν θεωρούν επαρκείς τις σχηματισμένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις και, σε αντίθετη περίπτωση, να αναφέρουν το ποσό κατά το οποίο, σύμφωνα με την εκτίμησή τους, οι προβλέψεις υπολείπονται των απαιτουμένων. Στην ετήσια έκθεση των ορκωτών ελεγκτών πρέπει να αναφέρονται αναλυτικά οι εκτιμήσεις τους ως προς το ύψος των επισφαλειών και την επάρκεια των προβλέψεων, καθώς και οι τυχόν αδυναμίες ή προβλήματα στο λογιστικό σύστημα ή το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που εντοπίστηκαν κατά τη διεξαγωγή του τακτικού ετήσιου ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων.”
4. Το άρθρο 22 του Ν. 2076/1992, υπό τον νέο τίτλο: “Μέτρα εποπτείας – κυρώσεις”, αναμορφώνεται ως εξής:
α. Στην υφιστάμενη παράγραφο 1, η οποία ήδη αριθμείται ως 1α. προστίθενται, υπό στοιχείο β, τα ακόλουθα εδάφια:
“β. Οταν ένα πιστωτικό ίδρυμα παρουσιάζει σημαντικά μειωμένη ρευστότητα με πιθανολογούμενη ανεπάρκεια ιδίων κεφαλαίων είναι δυνατόν, για λόγους προστασίας των καταθετών και άλλων πιστωτών του, να ορισθεί, με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται μετά προηγούμενη ακρόαση του νόμιμου εκπροσώπου του πιστωτικού ιδρύματος και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παράταση του χρόνου εκπλήρωσης ορισμένων ή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών, που μπορεί να ανανεωθεί, με νεότερη Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, για ένα (1) ακόμη μήνα. Με την ίδια ως άνω Πράξη και για το αυτό χρονικό διάστημα διορίζεται στο πιστωτικό ίδρυμα Επίτροπος, ο οποίος έχει τις εξουσίες που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 8 του α.ν. 1665/1951. Δεν απαιτείται ο διορισμός που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο εάν έχει ήδη διορισθεί Επίτροπος στο πιστωτικό ίδρυμα.
Κατά τη διάρκεια της ως άνω παράτασης αναστέλλονται οι προθεσμίες και η άσκηση των διαδικαστικών πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του πιστωτικού ιδρύματος.
Το ίδιο ισχύει για τις αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων και κήρυξης της πτώχευσης.
Η παράταση της εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων τερματίζεται αυτοδικαίως με τη λήξη της αναφερόμενης στην Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος προθεσμίας, μπορεί δε να αρθεί, με νεότερη Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, και πριν από την πάροδο του χρόνου που ορίζεται στην προγενέστερη πράξη.
Η παράταση της εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων δεν συνιστά καθεαυτήν περίπτωση “μη διαθέσιμης κατάθεσης” κατά την έννοια του άρθρου 6 του Ν. 2832/2000, ούτε περίπτωση παύσης πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 526 Εμπ. Ν..”
β. Στο τέλος του άρθρου προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:
“6. Σε περίπτωση άσκησης δραστηριότητας χωρίς την απαιτούμενη από την ισχύουσα νομοθεσία άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος, η τελευταία μπορεί να επιβάλλει κατά του παραβάτη με Πράξη του Διοικητή της ή εξουσιοδοτούμενων από αυτόν οργάνων, πρόστιμο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου μέχρις ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ.
Το όριο του προστίμου αναπροσαρμόζεται με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανεξαρτήτως της παραπάνω ή τυχόν άλλων προβλεπόμενων κυρώσεων είναι δυνατή η σφράγιση των γραφείων και εγκαταστάσεων του παραβάτη από όργανα της Τράπεζας τηςΕλλάδος με τη συνδρομή της αστυνομικής αρχής κατά τους όρους του νόμου.”
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 27 του Ν. 2076/1992 τροποποιείται ως εξής:
Οι λέξεις “δώδεκα μηνών” ή “δωδεκαμήνου” αντικαθίστανται αντιστοίχως από τις λέξεις: “έξι μηνών” ή “εξαμήνου”.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν ισχύ από 1.1.2002.
Άρθρο 39
1. Αναδιανομή υπολοίπων από λογαριασμούς εκτός Προϋπολογισμού, κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 7 του άρθρου 13 του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α`) δεν επιτρέπεται, σε καμία περίπτωση, εάν προηγουμένως δεν έχει αποδοθεί, κατά προτεραιότητα, στον Κρατικό Προϋπολογισμό από τους λογαριασμούς αυτούς το οφειλόμενο ποσό του κινήτρου απόδοσης.
Οι διατάξεις του άρθρου 11 του Ν. 1798/1988 (ΦΕΚ 166 Α`) παραμένουν σε ισχύ.
2. Το προβλεπόμενο από τη διάταξη του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 27 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α`) ποσοστό τρία τοις χιλίοις (3%ο)περιορίζεται σε ένα και ογδόντα πέντε τοις χιλίοις (1,85%ο)για το χρονικό διάστημα από 1.1.1998 μέχρι 31.12.2000.
Σχετικό: το άρθρο 19 Ν.2954/2001
3. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 27 του Ν. 2166/1993 τροποποιείται ως εξής:
“Εάν τα ετήσια φορολογικά έσοδα υπερβούν τα προϋπολογιζόμενα τοιαύτα θα κατατίθεται επίσης ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5%0) υπολογιζόμενο επί της διαφοράς προϋπολογισθέντων και πραγματοποιηθέντων εσόδων.”
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού, όπου δεν ορίζεται διαφορετικά, ισχύουν από 1.1.2001.
Άρθρο 40
Σε όσα μέλη της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής διαμένουν εκτός των ορίων του νομού, όπου βρίσκεται η έδρα τους, καταβάλλονται οι δαπάνες μετακίνησης για την προσέλευσή τους στις συνεδριάσεις τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α`).
Η απόφαση μετακίνησης εκδίδεται από τον Πρόεδρο κάθε Επιτροπής.
Άρθρο 41
Εναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν διαφορετικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 26 Ιουλίου 2001
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ Γ. ΑΝΩΜΕΡΙΤΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Τ. ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – ΘΡΑΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ ΧΡ. ΒΕΡΕΛΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 26 Ιουλίου 2001
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ