ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2932 ΦΕΚ Α’ 145/27.6.2001
Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στις θαλάσσιες ενδομεταφορές Σύσταση Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής – Μετατροπή Λιμενικών Ταμείων σε Ανώνυμες Εταιρείες και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝIΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο πρώτο
Θαλάσσιες μεταφορές από ή προς λιμένες νησιών
1, Από την 1 η Νοεμβρίου 2002 είναι ελεύθερη η παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών που: α) παρέχονται έναντι αμοιβής από πλοιοκτήτη Κράτους – Μέλους της Ευρωπαίκής Κοινότητας (Ε. Κ.) ή του Ευρωπα`ίκού Οικονομικού Χώρου (Ε,Ο,Χ,) ή της Ευρωπαίκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (Ε,Ζ,Ε.Σ.), εκτός από την Ελβετία, και β) εκτελούνται μεταξύ λιμένων της ηπειρωτικής χώρας και νησιών ή μεταξύ λιμένων νησιών, από επιβατηγά και οχηματαγωγά πλοία, επιβατηγά ή φορτηγά, δρομολογημένα σε τακτική γραμμή επιβατικών μεταφορών και πορθμείων, καθώς και από πλοία που έχουν ολική χωρητικότητα μέχρι εξακόσιες πενήντα μονάδες υπολογισμού, σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση “Για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων του 1969″, την οποία κύρωσε ο ν, 1373/1983 (ΦΕΚ 92 Α), εφόσον τα πλοία αυτά είναι νηολογημένα στην Ελλάδα ή άλλο Κράτος – Μέλος της Ε.Κ. ή του Ε,Ο.Χ. ή της Ε,Ζ,Ε,Σ” εκτός από την Ελβετία, και φέρουν τη σημαία του,
2. Ως πλοιοκτήτης στον παρόντα νόμο νοείται το πρό σωπο που ορίζεται στη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) με αριθμ. 3577/1992 του Συμβουλίου “για την εφαρμογή της αρχής της ελεύ θερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των Κρατών – Μελών (θαλάσσιες ενδομεταφορές) ” – L364/7-10/12-12-92,
3. Κατ` εξαίρεση, αν τα πλοία που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δεν επαρκούν, επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.), η παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών από πλοία, που φέρουν τη σημαία άλλου κράτους, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας και με τις προϋποθέσεις που τίθενται στο νόμο αυτόν.
Άρθρο δεύτερο
Κρατική εποπτεία και γενικοί όροι
1. Η παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων ενδομεταφορών τελεί υπό την εποπτεία του κράτους, η οποία ασκείται από τους Υπουργούς Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου,
2.Οπου αναφέρεται στον παρόντα νόμο Υπουργός και Υπουργείο, νοείται ο γπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας ή ο Υπουργός Αιγαίου και το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας (Υ.Ε.Ν.) ή το Υπουργείο Αιγαίου, αναλόγως αρμοδιότητας.
3. Το κράτος, οι οργανισμοί διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων και οι οργανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας, μεριμνούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους για το σχεδιασμό, την ανάπτυξη, τη λειτουργία και οργάνωση των λιμένων, καθώς και για την εξασφάλιση υπό συνθήκες ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού της παροχής ασφαλών, σταθερών, αξιόπιστων και ποιοτικών θαλάσσιων υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, οχημάτων και εμπορευμάτων, της προστασίας των συμφερόντων του επιβατικού κοινού, της οικονομικής ανάπτυξης των νησιών, της συνοχής του νησιωτικού χώρου και της εδαφικής συνέχειας της χώρας,
4. Οι θαλάσσιες ενδομεταφορές τακτικών γραμμών εκτελούνται από επιβατηγά και οχηματαγωγά, επιβατηγά ή φορτηγά, πλοία που δρομολογούνται σε γραμμή ή γραμμές του ενδεικτικού γενικού δικτύου ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών που καλύπτει τους λιμένες όλων των νησιών.
Το δίκτυο καθορίζεται μέχρι 31 Οκτωβρίου εκάστου έτους με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, ύστερα από γνώμη του Σ.Α,Σ, και οι δρομολογιακές γραμμές διακρίνονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη σημασία τους στις εσωτερικές και διεθνείς μεταφορές της χώρας, στη διοικητική διάρθρωσή της, στη διάταξη των λιμένων, τις ειδικές συνθήκες σε αυτούς και την ανάγκη εξασφάλισης τακτικής εξυπηρέτησής τους,
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 Ν.3450/2006,ΦΕΚ Α 64/30.3.2006
5. Πλοίο δρομολογούμενο σε γραμμή ορισμένης κατηγορίας μπορεί να εξυπηρετεί και λιμένα ή λιμένες, που περιλαμβάνονται σε γραμμή άλλης κατηγορίας.
6. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., μπορεί να επιβάλλονται στους πλοιοκτήτες, που ενδιαφέρονται για τη δρομολόγηση πλοίου σε ορισμένη ή ορισμένες γραμμές, υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας. Οι ανωτέρω υποχρεώσεις επιβάλλονται για την εξυπηρέτηση λόγων δημόσιου συμφέροντος και περιλαμβάνουν, χωρίς να δημιουργούν διακρίσεις, όρους που αφορούν τους λιμένες, οι οποίοι επιβάλλεται να εξυπηρετούνται, την τακτική εξυπηρέτηση, τη συνέχεια, τη συχνότητα και ικανότητα παροχής μεταφορικών υπηρεσιών, το ναύλο και τη στελέχωση των πλοίων.
Δεν απαιτείται γνώμη του Σ.Α.Σ. για την επιβολή υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, όταν πρόκειται να εξυπηρετηθούν επείγουσες κοινωνικές ανάγκες ή λόγοι εθνικής ασφάλειας και άμυνας.
7. Ολα τα θέματα που αφορούν το προσωπικό των πλοίων ρυθμίζονται από τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας.
Οσοι από το προσωπικό δεν είναι Ελληνες και τα καθήκοντα τους σχετίζονται με θέματα ασφαλείας, πρέπει να κατέχουν πιστοποιητικό ελληνομάθειας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 παρ.3 Ν.3922/2011,ΦΕΚ Α 35/4.3.2011.
Άρθρο Τρίτο
Τακτική δρομολόγηση – Προϋποθέσεις
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.1 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
1. Η δρομολόγηση επιβατηγού και οχηματαγωγού, επιβατηγού ή φορτηγού πλοίου γίνεται για περίοδο ενός έτους, που αρχίζει την 1η Νοεμβρίου (τακτική δρομολόγηση).
2. Για τη δρομολόγηση πρέπει:
α) Το πλοίο να συγκεντρώνει όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις για την εκτέλεση ενδομεταφορών στο κράτος – μέλος όπου είναι νηολογημένο.
β) Το πλοίο να ανταποκρίνεται στις δυνατότητες της λιμενικής υποδομής, καθώς και στις τυχόν ειδικές απαιτήσεις της συγκεκριμένης γραμμής που θα εξυπηρετεί.
γ) Το επιβατηγό και επιβατηγό οχηματαγωγό πλοίο να μη συμπληρώνει ηλικία, υπολογιζόμενη από την 31η Δεκεμβρίου του έτους της καθέλκυσης, τριάντα (30) ετών. Οι διατάξεις του παραπάνω εδαφίου δεν εφαρμόζονται στα επιβατηγά και επιβατηγά οχηματαγωγά πλοία για τα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 3 της Οδηγίας 98/18 (EEL 144/1998) όπως ενσωματώθηκε με το άρθρο 3 του π.δ. 103/1999 (Α` 110), όπως ισχύει, υπό τους όρους ότι τα πλοία πληρούν τις κατά περίπτωση απαιτήσεις του άρθρου 6α της Οδηγίας 98/18/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2003/24 (EEL 123/2003) ΕΚ και όπως ενσωματώθηκε με το άρθρο 2 παρ. 3 του π.δ. 66/2005 (Α` 100), όπως ισχύει, καθώς και των απαιτήσεων των άρθρων 6, 8 και 9 της Οδηγίας 2003/25/ΕΚ όπως ενσωματώθηκαν με τα άρθρα 6, 8 και 9 του π.δ. 52/2005 (Α` 79), όπως ισχύει.
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζονται επίσης στα επιβατηγά και επιβατηγά / οχηματαγωγά πλοία που εκτελούν πλόες μέχρι είκοσι (20) ναυτικά μίλια από την ακτογραμμή, εφόσον ικανοποιούνται οι πρόσθετες διαδικασίες ελέγχου και πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που καθορίζονται για το σκοπό αυτόν με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου. Με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού οφείλουν να εναρμονιστούν εντός μεταβατικής περιόδου που θα προβλέπεται στο διάταγμα και τα επιβατηγά και επιβατηγά / οχηματαγωγά πλοία, στα οποία έχει γίνει εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου.
Τα πλοία του τρίτου και τέταρτου εδαφίου που έχουν υπαχθεί έως την 1.1.2015 καθώς και εκείνα που εμπίπτουν την 1.1.2016 στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου, εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται μέχρι τη θέση σε ισχύ του προβλεπόμενου από το ν. 4150/2013 «Ανασυγκρότηση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και άλλες διατάξεις» (Α` 102) προεδρικού διατάγματος σχετικά με πρόσθετες διαδικασίες ελέγχου, όρους και προϋποθέσεις για τη δυνατότητα δρομολόγησης επιβατηγών (Ε/Γ), επιβατηγών – οχηματαγωγών (Ε/Γ – Ο/Γ), επιβατηγών – ταχυπλόων (Ε/Γ – TAX), επιβατηγών – οχηματαγωγών ταχυπλόων (Ε/Γ – Ο/Γ – TAX) και δυναμικώς υποστηριζόμενων (ΔΥΣ) πλοίων μετά τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας δραστηριοποίησης. Σε περίπτωση μη έκδοσης του προεδρικού διατάγματος του προηγούμενου εδαφίου, τα ανωτέρω πλοία δραστηριοποιούνται μέχρι 31.10.2016.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 82 παρ.1β Ν.4316/2014, ΦΕΚ Α 270/24.12.2014 και με το άρθρο 66 παρ.2 Ν.4342/2015,ΦΕΚ Α 143/9.11.2015.
δ) Η ναυτιλιακή δραστηριότητα να ασκείται από πλοιοκτήτη ο οποίος:
αα) δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα σε κάθειρξη ή σε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους για πρόκληση ναυαγίου με πρόθεση, διατάραξη της ασφάλειας πλοίων, έκθεση πλοίου σε κίνδυνο, πειρατεία, εμπορία ή μεταφορά ναρκωτικών, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία, παραχάραξη, κιβδηλεία, δόλια χρεοκοπία, για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρ. α` του άρθρου 1 του ν. 2331/1995 (Α` 173), όπως ισχύει, καθώς και για παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων ενδομεταφορών κατά παράβαση του κεφαλαίου αυτού,
ββ) δεν είναι σε κατάσταση πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή άλλης παρεμφερούς διαδικασίας, σύμφωνα με το δίκαιο κράτους – μέλους της Ε.Ε., του Ε.Ο.Χ. ή της Ε.Ζ.Ε.Σ., εκτός από την Ελβετία,
γγ) είναι φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερος ως προς τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία και με τη νομοθεσία της χώρας, όπου είναι εγκατεστημένος.
3. Οταν ο πλοιοκτήτης είναι νομικό πρόσωπο, η προϋπόθεση υπό στοιχείο αα` της περίπτωσης δ` της παραγράφου 2 ερευνάται στο πρόσωπο του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, διευθύνοντος ή εντεταλμένου ή συμπράττοντος συμβούλου, διαχειριστή, νόμιμου εκπροσώπου και κάθε προσώπου εντολοδόχου για τη διοίκηση ή διαχείριση αυτού.
4. Πριν από την έναρξη των δρομολογίων του πλοίου ο πλοιοκτήτης υποχρεούται:
α) Να έχει εξασφαλίσει ότι το πλοίο διαθέτει όλα τα απαιτούμενα από τις ισχύουσες διατάξεις ναυτιλιακά έγγραφα, πιστοποιητικά ασφάλειας και προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, πιστοποιητικό κλάσης από αναγνωρισμένο νηογνώμονα, όταν παρακολουθείται από αυτόν, και αν φέρει σημαία άλλου κράτους – μέλους να συμμορφώνεται με τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας για τα θέματα της παραγράφου 7 του προηγούμενου άρθρου και τις απαιτήσεις που ισχύουν για τα υπό ελληνική σημαία πλοία στα θέματα ασφάλειας και υγιεινής – ενδιαίτησης επιβατών και πληρώματος.
β) Να έχει καλύψει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, την αστική ευθύνη του από απαιτήσεις που έχουν αιτία ή αφορμή την απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη ή απώλεια ή ζημία πράγματος που έλαβε χώρα πάνω σε πλοίο ή σχετίζεται άμεσα με την εκμετάλλευση πλοίου, σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή αλληλασφαλιστικούς οργανισμούς ή χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Με απόφαση του Υπουργού, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (Ν.Ε.Ε.) και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται, τα ελάχιστα απαιτούμενα ασφαλιστικά ποσά για πλοία τα οποία δεν υπάγονται στις ισχύουσες διατάξεις της νομοθεσίας περί υποχρεωτικής ασφαλιστικής κάλυψης της αστικής ευθύνης του πλοιοκτήτη από απαιτήσεις που έχουν αιτία ή αφορμή την απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη ή απώλεια ή ζημία πράγματος που έλαβε χώρα πάνω σε πλοίο ή σχετίζεται άμεσα με την εκμετάλλευση πλοίου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στα παραπάνω, καθώς και στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τους αλληλασφαλιστικούς οργανισμούς ή τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.
γ) Να χρησιμοποιεί σύστημα ηλεκτρονικής κράτησης θέσεων, έκδοσης εισιτηρίων επιβατών και αποδείξεων μεταφοράς οχημάτων, καθώς και καταγραφής επιβαινόντων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Οι αρμόδιες Λιμενικές Αρχές, σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις καθ` ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου, πριν από την έναρξη δρομολογίων του πλοίου επαληθεύουν τη συμμόρφωση του πλοιοκτήτη με τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις του.
5. Με απόφαση του Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο κώδικας συμπεριφοράς ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης θέσεων, έκδοσης εισιτηρίων, αποδείξεων μεταφοράς οχημάτων και των μέσων διανομής αυτών, ειδικότερα ζητήματα εποπτείας και λειτουργίας αυτών, κατηγορίες πλοίων που εξαιρούνται, η συχνότητα διαβίβασης στοιχείων στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, ανάλογα με την κατηγορία δρομολογιακής γραμμής και δρομολογίων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
6. Με απόφαση του Υπουργού, ο πλοιοκτήτης μπορεί κατά τη διάρκεια της δρομολογιακής περιόδου να αντικαταστήσει το πλοίο με άλλο, μη δρομολογημένο, ίδιου είδους, ανάλογης, μεγαλύτερης ή μικρότερης μεταφορικής ικανότητας, του ιδίου ή εταιρείας που ανήκει στον ίδιο όμιλο εταιρειών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρεία υπό κοινή διαχείριση, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 4 και καλύπτονται οι συγκοινωνιακές ανάγκες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Α Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
Για την αντικατάσταση του πλοίου, στην περίπτωση που αυτό ανήκει στον ίδιο όμιλο εταιριών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρία υπό κοινή διαχείριση με το υπό αντικατάσταση πλοίο, απαιτείται επιπροσθέτως, προκειμένου για Ελληνα πλοιοκτήτη φυσικό ή νομικό πρόσωπο, βεβαίωση από το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος, για δε πλοιοκτήτη φυσικό ή νομικό πρόσωπο των λοιπών χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.) ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (Ε.Ζ.Ε.Σ.) εκτός από την Ελβετία, βεβαίωση από τον κατά περίπτωση αρμόδιο φορέα, συνοδευόμενη από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου με την οποία θα βεβαιώνεται η αρμοδιότητα του φορέα αυτού.
Οι προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν και στις περιπτώσεις δρομολόγησης πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου τέταρτου και της παραγράφου 7 του άρθρου τέταρτου α` του παρόντος νόμου.
Άρθρο Τέταρτο
Διαδικασία τακτικής δρομολόγησης
1.Η δρομολόγηση για επιβατηγά υδροπτέρυγα και ταχύπλοα πλοία γίνεται, κατά τη διάρκεια της ετήσιας δρομολογιακής περιόδου που αρχίζει την 1η Νοεμβρίου, για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών, από τους οποίους οι τρεις (3) θερινοί μήνες, ήτοι ο Ιούνιος, ο Ιούλιος και ο Αύγουστος, είναι συνεχόμενοι. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία τακτικής δρομολόγησης είναι ίδιες με αυτές που τίθενται στις παραγράφους 2 έως και 6 του άρθρου τρίτου και στις παραγράφους 2, 3, 4 και 7 του άρθρου τέταρτου. Για τη δρομολογιακή περίοδο που αρχίζει την 1η Νοεμβρίου 2017 και τελειώνει την 31η Οκτωβρίου 2018, η δήλωση δρομολόγησης υποβάλλεται μέχρι την 31η Αυγούστου 2017.
Ο πλοιοκτήτης μπορεί να επεκτείνει την περίοδο δρομολόγησης, για την οποία έχει εκδοθεί ανακοίνωση, κατά ένα μήνα συνολικά πριν την έναρξη ή μετά τη λήξη της περιόδου δρομολόγησης, με απλή δήλωσή του και ανακοίνωση της αρμόδιας υπηρεσίας. Σε κάθε άλληπερίπτωση, η περίοδος δρομολόγησης για την οποία έχει εκδοθεί ανακοίνωση μπορεί να τροποποιηθεί ή να επεκταθεί, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.), αν κριθεί ότι δεν δημιουργούνται διακρίσεις σε βάρος άλλων πλοιοκτητών με δρομολογημένα επιβατηγά υδροπτέρυγα και ταχύπλοα πλοία. Το αίτημα αυτό και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από άλλα όργανα, που εξουσιοδοτούνται προς τούτο, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΣΤ.2.περ.1 Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014 και με την παρ.1 του άρθρου 41 Ν.4487/2017
2. Με απόφαση του Υπουργού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τύπος και άλλα στοιχεία, που αποτελούν περιεχόμενο της δήλωσης, τα έγγραφα που συνυποβάλλονται για να αποδεικνύεται η συνδρομή των προϋποθέσεων δρομολόγησης του προηγούμενου άρθρου, οι περιπτώσεις που δικαιολογείται η υποβολή ορισμένων εγγράφων και μετά την προθεσμία που τάσσεται με την επόμενη παράγραφο, ο χρόνος υποβολής των εγγράφων αυτών, καθώς και οι διαδικασίες που απαιτούνται για τον έλεγχο όλων των εγγράφων που υποβάλλονται.
3. Η δήλωση δρομολόγησης υποβάλλεται μέχρι τη 31η Ιανουαρίου. Η αρμόδια Υπηρεσία μέχρι τη 10η Φεβρουαρίου εκδίδει δελτίο τύπου, το οποίο καταχωρίζεται σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας για τις δηλώσεις που έχουν υποβληθεί. Κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί μέχρι τη 20ή Φεβρουαρίου να συμπληρώσει ή να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει τη δήλωση του. Η αρμόδια υπηρεσία ανακοινώνει με την προαναφερόμενη διαδικασία τις τροποποιήσεις αυτές μέχρι την 28η Φεβρουαρίου. Μετά την 31η Μαρτίου ο Υπουργός ανακοινώνει στις αρμόδιες Λιμενικές Αρχές και στους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων τη δήλωση δρομολόγησης πλοίου μαζί με τα δηλωθέντα προγράμματα εκτέλεσης δρομολογίων, εκτός αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της επόμενης παραγράφου. Η ανακοίνωση αυτή κοινοποιείται και στον ενδιαφερόμενο πλοιοκτήτη.
4. Το Υπουργείο μπορεί να τροποποιήσει στο αναγκαίο μέτρο τη δήλωση ως προς τα στοιχεία των δρομολογίων, αν αιτιολογημένα κρίνεται: α) ότι οι συνθήκες σε λιμένα ή λιμένες δεν επιτρέπουν για λόγους ασφάλειας του πλοίου και τάξης στο λιμένα την εκτέλεση των δρομολογίων που ζητήθηκαν, β) ότι το πλοίο δεν μπορεί απρόσκοπτα να καταπλεύσει και να εκτελέσει τη μεταφορά σε συγκεκριμένο χώρο του λιμένα και στο χρόνο που δηλώνει και γ) ότι η συχνότητα των δρομολογίων ή ο προγραμματισμένος χρόνος διακοπής των δρομολογίων δεν ανταποκρίνεται στις πάγιες κατά τη διάρκεια της δρομολογιακής περιόδου ανάγκες τακτικής παροχής υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις α` και β` καλούνται οι πλοιοκτήτες να προσαρμόσουν με συμφωνία τα δρομολόγια τους στις αναγκαίες χρονικές αποστάσεις για την επίλυση των προβλημάτων αυτών. Αν εντός πέντε (5) ημερών δεν επιτευχθεί συμφωνία, ο Υπουργός αποφασίζει για τις αναγκαίες μεταβολές των δρομολογίων κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (ΣΑΣ.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΣΤ.2.περ.1 Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
5. Ο Υπουργός ανακοινώνει στις αρμόδιες Λιμενικές Αρχές και στους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων τη δήλωση δρομολόγησης πλοίου επιβατηγού, επιβατηγού οχηματαγωγού ή φορτηγού οχηματαγωγού πλοίου που υποβάλλεται μετά την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους μαζί με τα δηλωθέντα προγράμματα εκτέλεσης δρομολογίων, αν ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ. κριθεί ότι:
α) πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου τρίτου και
β) ικανοποιούνται συγκοινωνιακές ανάγκες που δεν καλύπτονται από τα ήδη δρομολογημένα πλοία με τακτική δρομολόγηση ή με συμβάσεις του άρθρου όγδοου.
Η εκτέλεση των δρομολογίων είναι υποχρεωτική για ένα (1) έτος από τη δρομολόγηση στη συγκεκριμένη γραμμή ή γραμμές.
Μετά το πέρας του χρόνου αυτού και εφόσον ο πλοιοκτήτης έχει υποβάλει εμπρόθεσμη δήλωση δρομολόγησης, το πλοίο συνεχίζει τα δρομολόγια του, έως την έναρξη της επόμενης δρομολογιακής περιόδου, στη γραμμή ή γραμμές που είναι δρομολογημένο, ή στη γραμμή ή γραμμές της εμπρόθεσμης δήλωσης δρομολόγησης. Η συνέχιση των δρομολογίων γίνεται με απόφαση του Υπουργού μετά από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ..
Για τις ανωτέρω δρομολογήσεις έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου έκτου.
6. Με απόφαση Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., γίνεται αποδεκτό αίτημα πλοιοκτήτη να δρομολογεί ένα (1) επιπλέον πλοίο, κατά τη χρονική περίοδο από Ιούνιο μέχρι και Σεπτέμβριο, στη δρομολογιακή γραμμή ή μέρος αυτής, για την οποία του έχει ανακοινωθεί δήλωση δρομολόγησης πλοίου σύμφωνα με την παράγραφο 3 και για συνεχόμενο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εξήντα ημερών, με την προϋπόθεση ότι από την έναρξη της τρέχουσας δρομολογιακής περιόδου δεν έχει διακόψει τα δρομολόγια του για διάστημα πέραν των εξήντα (60) ημερών. Το αίτημα για τη δρομολόγηση του επιπλέον πλοίου υποβάλλεται τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την έναρξη των δρομολογίων. Για τη δρομολογιακή περίοδο που άρχισε την 1η Νοεμβρίου 2012 και τελειώνει την 31η Οκτωβρίου 2013 το αίτημα για τη δρομολόγηση του επιπλέον πλοίου υποβάλλεται τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την έναρξη των δρομολογίων.
Αν για οποιονδήποτε λόγο το πλοίο, για το οποίο έχει ανακοινωθεί δήλωση δρομολόγησης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου τέταρτου, διακόψει τα δρομολόγια του για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εξήντα (60) ημέρες, με απόφαση του Υπουργού μετά από γνώμη του Σ.Α.Σ. δύναται να ανακαλείται η δήλωση δρομολόγησης του επιπλέον πλοίου.
7. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να εκτελεί τα δρομολόγια σύμφωνα με τους όρους των ανωτέρω πράξεων και συνεργαζόμενος με την αρμόδια Λιμενική Αρχή και τον οργανισμό διοίκησης του λιμένα, να τα ανακοινώνει δημόσια με κάθε πρόσφορο μέσο και να πληροφορεί έγκαιρα το κοινό σχετικά με την εκτέλεση τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.2 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
Άρθρο Τέταρτο α`
Τακτική δρομολόγηση και διαδικασία τακτικής δρομολόγησης επιβατηγών υδροπτερύγων και ταχυπλόων πλοίων
Σημ.: όπως το άρθρο τέταρτο α` προστέθηκε με το άρθρο 37 παρ.3 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
1. Η δρομολόγηση για επιβατηγά υδροπτέρυγα και ταχύπλοα πλοία γίνεται, κατά την διάρκεια της ετήσιας δρομολογιακής περιόδου που αρχίζει 1η Νοεμβρίου, για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών, εκ των οποίων οι τρεις (3) θερινοί μήνες, ήτοι ο Ιούνιος, ο Ιούλιος και ο Αύγουστος, είναι συνεχόμενοι. Οι προϋποθέσεις δρομολόγησης είναι ίδιες με αυτές που τίθενται στις παραγράφους 2 έως και 6 του άρθρου τρίτου.
2. Ο πλοιοκτήτης, προκειμένου να δρομολογήσει πλοίο ή πλοία, υποβάλλει στο Υπουργείο δήλωση, στην οποία αναγράφει την επωνυμία και την έδρα ή την κατοικία του και προκειμένου περί φυσικού προσώπου το ονοματεπώνυμο και την ιθαγένεια του. Αν έχει έδρα ή κατοικεί σε άλλο κράτος-μέλος, αναγράφει και ότι έχει κατά νόμο διορίσει εκπρόσωπο, διαχειριστή και αντίκλητο εγκατεστημένο στην Ελλάδα, καθώς και τα στοιχεία διορισμού αυτού. Επίσης αναγράφει τα στοιχεία προσδιορισμού του πλοίου, τα δρομολόγια που θα εκτελεί σε συγκεκριμένη γραμμή ή γραμμές, τους λιμένες αφετηρίας, τελικού προορισμού και ενδιάμεσους, κατά σειρά προσέγγισης, τις ημέρες και ώρες απόπλου και κατάπλου του πλοίου από και σε αυτούς, και κάθε άλλο στοιχείο, που καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 2 του άρθρου τέταρτου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΣΤ.2.περ.2 Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
3.α. Η δήλωση δρομολόγησης υποβάλλεται το αργότερο μέχρι την 30ή Νοεμβρίου. Ο Υπουργός ανακοινώνει στις αρμόδιες Λιμενικές Αρχές και στους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων τη δήλωση δρομολόγησης πλοίου μαζί με τα δηλωθέντα προγράμματα, εκτός και αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της επόμενης παραγράφου. Η ανακοίνωση αυτή κοινοποιείται και στον ενδιαφερόμενο πλοιοκτήτη.
β. Για τη δρομολογιακή περίοδο που άρχισε την 1η Νοεμβρίου 2012 και τελειώνει την 31η Οκτωβρίου 2013 η δήλωση δρομολόγησης υποβάλλεται τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την ημερομηνία έναρξης δρομολογίων που έχει δηλώσει ο πλοιοκτήτης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 41 Ν.4487/2017
4. Το Υπουργείο μπορεί να τροποποιήσει, στο αναγκαίο μέτρο, τη δήλωση ως προς μεν τα στοιχεία των δρομολογίων, αν αιτιολογημένα κρίνεται ότι: α) οι συνθήκες σε λιμένα ή λιμένες δεν επιτρέπουν για λόγους ασφάλειας του πλοίου και τάξης στο λιμένα την εκτέλεση των δρομολογίων που ζητήθηκαν, β) το πλοίο δεν μπορεί απρόσκοπτα να καταπλεύσει και να εκτελέσει τη μεταφορά σε συγκεκριμένο χώρο του λιμένα και στο χρόνο που δηλώνει, ως προς δε το στοιχείο του ναύλου, αν αιτιολογημένα κρίνεται ότι η ανώτατη τιμολόγηση που προτείνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2, σε συγκεκριμένη σύνδεση είναι υπερβολική και αντίκειται στο δημόσιο συμφέρον.
Στις ως άνω περιπτώσεις α` και β`:
αα) πλοιοκτήτες, που υπέβαλαν δηλώσεις δρομολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, καλούνται να προσαρμόσουν με συμφωνία τα δρομολόγια τους στις αναγκαίες χρονικές αποστάσεις για την επίλυση των προβλημάτων αυτών. Αν εντός πέντε (5) ημερών δεν επιτευχθεί συμφωνία, ο Υπουργός αποφασίζει για τις αναγκαίες μεταβολές των δρομολογίων κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης του Σ.Α.Σ.,
ββ) πλοιοκτήτης που υπέβαλε δήλωση δρομολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο καλείται να προσαρμόσει τα δρομολόγια του με βάση τα δρομολόγια πλοίων για τα οποία έχουν εκδοθεί ανακοινώσεις δρομολόγησης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 41 Ν.4487/2017
5. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α` και γ` της παραγράφου 3 και της παραγράφου 5 του άρθρου έκτου, όπως ισχύει, δεν εφαρμόζονται για τα δρομολογημένα επιβατηγά υδροπτέρυγα και ταχύπλοα πλοία.
6. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να έχει το πλοίο στελεχωμένο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί οργανικής σύνθεσης πληρώματος κατά την περίοδο δρομολόγησης του, σύμφωνα με την παράγραφο 1. Αν ο πλοιοκτήτης παραβεί την πιο πάνω υποχρέωση, ανεξάρτητα από την επιβολή άλλων κυρώσεων, επιβάλλονται οι κυρώσεις της παραγράφου 7 του άρθρου έκτου.
7. Οι Ελληνες απογεγραμμένοι ναυτικοί που απολύονται κατά το πέρας των δρομολογίων για λόγους που δεν οφείλονται στη βούληση ή την υπαιτιότητα τους και δεν έχουν συμπληρώσει θαλάσσια υπηρεσία έξι (6) μηνών σε πλοίο κατηγορίας του παρόντος άρθρου ή σε άλλο επιβατηγό πλοίο της ίδιας εταιρίας εντός της ετήσιας δρομολογιακής περιόδου, ασφαλίζονται για ένα μήνα που μπορεί να επεκτείνεται με συμφωνία των μερών, τόσο στο NAT όσο και στο οικείο Ταμείο Πρόνοιας Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Π.Ε.Ν.), την Εστία Ναυτικών, τον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης Ναυτικών (Κ.Ε.Α.Ν.) και τον Ειδικό Λογαριασμό Οικογενειακών Επιδομάτων Ναυτικών (Ε.Λ.ΟΕ.Ν.) σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις. Η ασφάλιση τους πραγματοποιείται με ειδικές καταστάσεις, οι οποίες συντάσσονται από την εταιρία και υποβάλλονται στο NAT, η δε εξόφληση των καταστάσεων αυτών, χωρίς πρόσθετα τέλη, γίνεται μέσα σε διάστημα τριάντα (30) ημερών από τη λήξη της δρομολογιακής περιόδου. Η παραπάνω ασφαλιστική κάλυψη παρέχεται μία μόνο φορά κατά την οικεία δρομολογιακή περίοδο. Εφόσον έχουν εξοφληθεί οι εισφορές ναυτικού και εργοδότη, η υπηρεσία των ναυτικών αυτών θεωρείται ότι αποκτήθηκε σε πλοίο εφοδιασμένο με ναυτολόγιο και οι ναυτικοί αποκτούν τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απορρέουν από την ειδικότητα ναυτολόγησης τους και την κατηγορία του πλοίου που υπηρέτησαν. Ως εισφορές, κατά τα ανωτέρω, νοούνται αυτές που κατά τις κείμενες διατάξεις εισπράττονται μέσω ναυτολογίου και βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον πλοιοκτήτη. Τυχόν επιπρόσθετοι όροι και προϋποθέσεις, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου.
8. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να εκτελεί τα δρομολόγια σύμφωνα με τους όρους των ανωτέρω πράξεων και, συνεργαζόμενος με την αρμόδια λιμενική αρχή και τον οργανισμό διοίκησης του λιμένα, να τα ανακοινώνει δημόσια με κάθε πρόσφορο μέσο και να πληροφορεί έγκαιρα το κοινό σχετικά με την εκτέλεση τους.
Άρθρο πέμπτο
Μεταβολή πλοιοκτήτη
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 ν. 3153/2003, το άρθρο 19 ν.3409/2005 και το άρθρο 25 παρ.4 Ν.3450/2006,ΦΕΚ Α 64, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παρ.4 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
1. Σε περίπτωση μεταβολής του προσώπου του πλοιοκτήτη κατά τη διάρκεια της δρομολογιακής περιόδου, με απόφαση του Υπουργού ο νέος πλοιοκτήτης συνεχίζει την εκτέλεση των δρομολογίων με τους ίδιους όρους, εφόσον υποβάλει σχετική δήλωση και συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου τρίτου.
2. Με απόφαση του Υπουργού, μετά από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ., δύναται να ανακληθεί η ανακοίνωση δήλωσης δρομολόγησης, εφόσον δεν διαταράσσεται η εξυπηρέτηση των συγκοινωνιακών αναγκών της γραμμής που είναι δρομολογημένο το πλοίο. Το αίτημα αυτό και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Β Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
Άρθρο έκτο
Εκτέλεση και διακοπή δρομολογίων
1. Η εκτέλεση των δρομολογίων που ανακοινώνονται είναι υποχρεωτική.
2. Ο πλοιοκτήτης ή περισσότεροι πλοιοκτήτες από κοινού δεν μπορούν να μεταβάλουν μονομερώς τα δρομολόγια, ούτε τον προγραμματισμένο χρόνο διακοπής τους. Η μεταβολή των δρομολογίων, συμπεριλαμβανομένης της δρομολογιακής γραμμής και του προγραμματισμένου χρόνου διακοπής τους, επιτρέπεται αν υποβάλλουν σχετικό αίτημα και κριθεί, με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., ότι δεν διαταράσσεται η εξυπηρέτηση της γραμμής, ούτε δημιουργούνται διακρίσεις σε βάρος άλλων πλοιοκτητών, με την αποδοχή του αιτήματος. Η απόφαση του Υπουργού κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος. Το αίτημα αυτό και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού, για αντιμετώπιση έκτακτων συγκοινωνιακών αναγκών. Με απόφαση του Υπουργού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να μεταβιβάζεται σε υφιστάμενα όργανα το δικαίωμα υπογραφής προσωρινής τροποποίησης ή περικοπής δρομολογίων, μεταβολή του προγραμματισμένου χρόνου διακοπής τους, μεταβολή δρομολογιακής γραμμής, καθώς και εκτέλεσης έκτακτων δρομολογίων ή προσεγγίσεων σε δρομολογημένα πλοία, μετά από σχετικά αιτήματα. Στην απόφαση αυτή, καθορίζονται, ύστερα από γνώμη του Σ.Α.Σ., τα όργανα, τα κριτήρια αποδοχής των αιτημάτων, καθώς και τα μέγιστα προσωρινά χρονικά διαστήματα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Γ Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
3. Διακοπή εκτέλεσης των δρομολογίων επιτρέπεται:
«α) Για χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημέρες εντός του οποίου διενεργείται υποχρεωτικά, εφόσον απαιτείται, και η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου. Το χρονικό αυτό διάστημα δύναται:
i) Να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας.
ιι) Να κατανεμηθεί ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού ημερών ανά πλοίο ως ακολούθως:
Σε περίπτωση διακοπής δρομολογίων λιγότερης των 60 ημερών ανά πλοίο, ο πλοιοκτήτης δύναται να μεταφέρει τις υπολειπόμενες ημέρες, σε πλοίο ή πλοία του που είναι δρομολογημένα στην ίδια γραμμή.
Με δήλωσή του που ανακοινώνεται από το αρμόδιο όργανο, ο πλοιοκτήτης μπορεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του Σ.Α.Σ., η οποία εκδίδεται εντός μηνός, να κατανείμει τις συνολικές μέρες διακοπής δρομολογίων που προκύπτουν από τα δρομολογημένα πλοία του, ανεξάρτητα σε ποια γραμμή είναι δρομολογημένα, με την προϋπόθεση κάλυψης των συγκοινωνιακών αναγκών των γραμμών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 38 παρ.1 Ν.4262/2014, ΦΕΚ Α 114/10.5.2014.
Το δικαίωμα κατανομής των συνολικών ημερών διακοπής δρομολογίων σύμφωνα με τα ανωτέρω, παρέχεται και σε δρομολογημένα πλοία, που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εταιριών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρία υπό κοινή διαχείριση σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου 6 του άρθρου τρίτου. Για πλοία που διέκοψαν τα δρομολόγια τους σύμφωνα με το εδάφιο αυτό, ο πλοιοκτήτης διατηρεί το δικαίωμα δρομολόγησης επιπλέον πλοίου σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου τέταρτου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΣΤ.2.περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
β) Για αποκατάσταση ζημίας ή βλάβης και για χρονικό διάστημα που κρίνεται αναγκαίο γι` αυτήν.
γ) Για εκτέλεση μετασκευών ή διαρρυθμίσεων ή αντικατάσταση των κύριων μηχανών πρόωσης ή εργασιών ευρείας έκτασης συντήρησης του πλοίου. Οι εργασίες αυτές πρέπει να εκτελούνται μόνο κατά τη διάρκεια της προγραμματισμένης ακινησίας για ετήσια επιθεώρηση και κατά παράταση αυτής για τριάντα (30) ακόμα ημέρες, αν κρίνεται αναγκαία η συνέχιση τους και εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής το επιτρέπουν. Το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας.
δ) Λόγω εξαιρετικής ανάγκης ή ανωτέρας βίας ή άλλης σοβαρής αιτίας, όπως δυσμενών καιρικών συνθηκών ή έκτακτης επιθεώρησης. Αμέσως μετά την άρση του γεγονότος το πλοίο εκτελεί τα δρομολόγια του κατά τον ενδεδειγμένο σύμφωνα με τις περιστάσεις τρόπο.
4. Για την ακινησία του πλοίου στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, απαιτείται εγγραφή στο ημερολόγιο του πλοίου και θεώρηση αυτής από τη λιμενική αρχή. Για τις περιπτώσεις β` και γ` απαιτείται και αίτηση του πλοιοκτήτη, καθώς και έγκριση του Υπουργείου, η οποία δίνεται ύστερα από γνωμάτευση του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων ότι συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την ακινησία.
5. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ., μπορεί να ορίζεται ειδικότερα η διακοπή εκτέλεσης δρομολογίων: α) μέχρι σαράντα πέντε συνεχόμενες ημέρες, εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής καλύπτονται από τα ήδη δρομολογημένα πλοία, β) σε γραμμή ή γραμμές μικρών αποστάσεων με εποχιακή μόνο κίνηση. Το αίτημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΣΤ.2.περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
6. Ο πλοιοκτήτης υποχρεούται να έχει το πλοίο στελεχωμένο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί οργανικής σύνθεσης πληρώματος κατά το χρόνο δραστηριοποίησης του, εκτός από το χρονικό διάστημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της παραγράφου 5, των περιπτώσεων α` και γ` της παραγράφου 3 και της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 μετά την πάροδο τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών και εφόσον διαρκεί η βλάβη ή η ζημία.
7. Εάν ο πλοιοκτήτης παραβεί τις πιο πάνω υποχρεώσεις, ανεξάρτητα από την επιβολή άλλων κυρώσεων, επιβάλλεται κάθε μήνα στον πλοιοκτήτη, με απόφαση της Λιμενικής Αρχής του αφετήριου λιμένα δρομολογίων του πλοίου, πρόστιμο ίσο προς τη μισθοδοσία, που θα καταβαλλόταν με βάση την οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας, στους ελλείποντες από την οργανική σύνθεση πληρώματος ναυτικούς, προσαυξημένο κατά είκοσι τοις εκατό (20%). Από το ποσό του προστίμου ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) αποδίδεται στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.) υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθένειας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.).
8. Οι ναυτικοί που απολύονται λόγω διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων δεν δικαιούνται την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση, αν ναυτολογηθούν στο πλοίο αμέσως μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων ή αν δεν αποδεχθούν την επαναυτολόγησή τους με τους ίδιους, όπως πριν την απόλυση τους, όρους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.5 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
Άρθρο έβδομο
Εκτακτη δρομολόγηση
1. Με απόφαση του Υπουργού επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου τρίτου, να δρομολογηθεί επιβατηγό ή οχηματαγωγό, επιβατηγό ή φορτηγό πλοίο, για την εκτέλεση συγκεκριμένου ή συγκεκριμένων δρομολογίων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου τρίτου και πρόκειται να καλυφθούν έκτακτες ή επείγουσες συγκοινωνιακές ανάγκες, οι οποίες δεν μπορεί να εξυπηρετηθούν εγκαίρως από τα ήδη δρομολογημένα πλοία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.6 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
2. Ομοίως με απόφαση του Υπουργού ή του αρμόδιου για τη δρομολόγηση οργάνου, το οποίο ορίζεται από τον Υπουργό, μπορεί να επιτρέπεται σε δρομολογημένα πλοία να εκτελούν έκτακτες προσεγγίσεις, όταν πρόκειται να εξυπηρετηθούν συγκοινωνιακές ανάγκες για έκτακτους ή επείγοντες κοινωνικούς λόγους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27 Ν.3153/2003, ΦΕΚ Α 153/19.6.2003.
Άρθρο όγδοο
Συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας
1. Αν δεν υποβληθούν δηλώσεις για δρομολόγηση πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου τέταρτου, όπως ισχύει κάθε φορά ή οι δηλώσεις που έχουν υποβληθεί δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών ή δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της συνέχειας και τακτικότητας του δικτύου ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και της πλήρους εξυπηρέτησης του μεταφορικού έργου, ο Υπουργός μπορεί να συνάπτει σύμβαση ή συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας ενός έως πέντε ετών για την αποκλειστική εξυπηρέτηση συγκεκριμένης γραμμής ή γραμμών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΣΤ.2.περ.3 Ν.4254/2014, ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.
2. Το Υπουργείο, το αργότερο μέχρι την 30ή Απριλίου κάθε έτους, με πρόσκληση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αναρτάται στην οικεία ιστοσελίδα του Υπουργείου στο Διαδίκτυο και δημοσιεύεται σε περίληψη, που περιλαμβάνει τα ουσιώδη αυτής στοιχεία, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και σε μία τουλάχιστον ημερήσια εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας, καλεί τους πλοιοκτήτες, που οι ίδιοι και τα πλοία τους έχουν τις νόμιμες προϋποθέσεις, να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους, για τη δρομολόγηση πλοίου τους σε συγκεκριμένη γραμμή ή γραμμές, με σύναψη σχετικής σύμβασης.
3. Στην πρόσκληση αναφέρεται η προθεσμία για την εκδήλωση ενδιαφέροντος, η δρομολογιακή γραμμή ή γραμμές, η διαδικασία, το όργανο και τα κριτήρια επιλογής των ενδιαφερομένων, τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά του πλοίου ή των πλοίων, τυχόν υποχρεώσεις για παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών μεταφοράς, ο χρόνος διάρκειας της σύμβασης, τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις, οι όροι που εξασφαλίζουν τη διενέργεια τακτικών δρομολογίων και την ασφάλεια μεταφοράς, οι περιπτώσεις μεταβολής των όρων της σύμβασης, η εγγυητική επιστολή, οι λόγοι μερικής ή ολικής κατάπτωσης αυτής, η σταδιακή κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης απόδοση της στον εγγυητή, οι κυρώσεις για τις παραβάσεις των υποχρεώσεων του πλοιοκτήτη και τα αφορώντα το ναύλο.
4. Οι όροι της πρόσκλησης για τη σύναψη σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, αποτελούν και όρους της σύμβασης, η οποία υπογράφεται μεταξύ του Υπουργού και του πλοιοκτήτη, καθορίζουν τον τρόπο σύναψης αυτής, καθώς και το ειδικό νομικό πλαίσιο υλοποίησης της και ρυθμίζουν κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στην παροχή των υπηρεσιών αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία παρότι τηρήθηκε η διαδικασία των προηγούμενων παραγράφων, δεν έχουν υποβληθεί προτάσεις ή οι προτάσεις που υποβλήθηκαν δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της πρόσκλησης της παραγράφου 3 και δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου τέταρτου, που να ικανοποιούν τις ανάγκες της δρομολογιακής γραμμής ή γραμμών στις οποίες αφορά η πρόσκληση, προκηρύσσεται, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.), μειοδοτικός διαγωνισμός για τη σύναψη σύμβασης ή συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας έως δώδεκα (12) έτη, έναντι μισθώματος.
6. Με την προκήρυξη του διαγωνισμού καλούνται να υποβάλουν προσφορά οι πλοιοκτήτες εκείνοι, που οι ίδιοι και τα πλοία τους έχουν τις προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στο άρθρο τρίτο. Η προκήρυξη περιλαμβάνει, εκτός από τα στοιχεία της παραγράφου 3, όλα τα ουσιώδη στοιχεία που ορίζουν οι κείμενες διατάξεις για τις προσφορές στους δημόσιους διαγωνισμούς και δημοσιεύεται όπως ορίζεται στην παράγραφο 2. Σε περίπτωση σύναψης σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας δωδεκαετούς διάρκειας, η ηλικία του πλοίου κατά τη λήξη της δωδεκαετίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το εικοστό (20) έτος.
7. Οι όροι της προκήρυξης του διαγωνισμού για τη σύναψη σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία υπογράφεται μεταξύ του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και του πλοιοκτήτη, αποτελούν όρους της σύμβασης, καθορίζουν τον τρόπο σύναψης αυτής, καθώς και το ειδικό νομικό πλαίσιο υλοποίησης της και ρυθμίζουν κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στην παροχή των υπηρεσιών αυτών.
8. Στον πλοιοκτήτη στον οποίο έγινε η κατακύρωση του διαγωνισμού, αποστέλλεται σχετική ανακοίνωση. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 2 εδάφιο α` του ν. 3886/2010 (Α` 173) η σύμβαση θεωρείται συναφθείσα με την ανακοίνωση της κατακύρωσης, περαιτέρω, όμως, τελεί υπό την αίρεση της θετικής περάτωσης του προβλεπόμενου στην παράγραφο 7 του άρθρου 19 του π.δ. 774/1980 (Α` 189) προ συμβατικού ελέγχου νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο και την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας υποβολής αίτησης ανάκλησης ή την έκδοση απόφασης επί της αίτησης ανάκλησης. Ο πλοιοκτήτης στον οποίο κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης μέσα στο χρόνο που ορίζεται στην ανακοίνωση της κατακύρωσης ή σε ξεχωριστό έγγραφο που αποστέλλεται σε αυτόν, με την προϋπόθεση της κατάθεσης της σχετικής εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης. Το έγγραφο της σύμβασης έχει αποδεικτικό μόνο χαρακτήρα. Αν τα δικαιολογητικά ή ορισμένα από αυτά, τα οποία είχαν υποβληθεί για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό έχουν λήξει κατά το χρόνο της κατακύρωσης, ο πλοιοκτήτης, ύστερα από σχετική πρόσκληση της αρμόδιας υπηρεσίας, υποχρεούται να προσκομίσει πριν από την κατακύρωση νέα δικαιολογητικά, τα οποία να είναι σε ισχύ κατά το χρόνο της κατακύρωσης.
9. Για το χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας του διαγωνισμού (αρχικού ή και επαναληπτικών) και την υπογραφή του εγγράφου της σχετικής σύμβασης, ο Υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ή εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο μπορεί, για την εξυπηρέτηση των συγκοινωνιακών αναγκών, να αναθέτει απευθείας με την υπογραφή σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς την τήρηση διαγωνιστικής διαδικασίας και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, τη διενέργεια δρομολογίων σε πλοιοκτήτη πλοίου που πληροί τις προβλεπόμενες από τον νόμο προϋποθέσεις, έναντι μισθώματος.
Στην περίπτωση αυτή, ο έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο ενεργείται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου έκτου του ν. 3755/2009 (Α` 52). Αν ο έλεγχος αποβεί αρνητικός και η σύμβαση θεωρηθεί μη συναφθείσα, καταβάλλεται στον ανάδοχο το μίσθωμα που αντιστοιχεί στα δρομολόγια που είχε ήδη εκτελέσει κατά το χρονικό διάστημα μέχρι τη γνωστοποίηση στο Υπουργείο της πράξης του Κλιμακίου ή της απόφασης του Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά περίπτωση, ως εάν η σύμβαση είχε συναφθεί μέχρι τότε εγκύρως, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις.
10. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών, οι συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας που συνάπτονται μετά από διενέργεια μειοδοτικού διαγωνισμού, μπορεί να παρατείνονται, πριν από τη λήξη τους, με τους ίδιους όρους είτε εφάπαξ είτε αλλεπάλληλα, για χρονικό διάστημα μέχρι και τέσσερις (4) μήνες συνολικά.
11. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης των δρομολογίων λόγω αθέτησης της υποχρέωσης του πλοιοκτήτη ή αδυναμίας εκτέλεσης αυτών για οποιονδήποτε λόγο, στο πλαίσιο είτε τακτικής (εμπρόθεσμης ή εκπρόθεσμης) δρομολόγησης είτε με οποιασδήποτε μορφής σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, αν κρίνεται απολύτως αναγκαίο, για λόγους κοινωνικής, οικονομικής και εδαφικής συνοχής ή κάλυψης επειγουσών συγκοινωνιακών αναγκών, ο Υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας μπορεί, ακόμα και πριν από την κήρυξη του πλοιοκτήτη εκπτώτου, να αναθέτει απευθείας με την υπογραφή σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς την τήρηση διαγωνιστικής διαδικασίας και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, τη διενέργεια των δρομολογίων σε πλοιοκτήτη άλλου πλοίου, που πληροί τις προβλεπόμενες από το νόμο προϋποθέσεις, έναντι μισθώματος. Η διάρκεια της σύμβασης σε αυτή την περίπτωση ορίζεται το αργότερο μέχρι την έναρξη της εκτέλεσης δρομολογίων με τακτική (εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη) δρομολόγηση, διαφορετικά μέχρι τη σύναψη σύμβασης αποκλειστικής εξυπηρέτησης της δρομολογιακής γραμμής και σε περίπτωση που δε συναφθεί τέτοια σύμβαση μέχρι την προκήρυξη μειοδοτικού διαγωνισμού, οπότε έχει εφαρμογή η διάταξη της παραγράφου 9. Το καταβλητέο μίσθωμα είναι αυτό της αρχικής σύμβασης που συνήφθη κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, ενώ στις άλλες περιπτώσεις ορίζεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Σ.Α.Σ. Οι διατάξεις του δευτέρου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 9, έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση αυτήν.
Στην περίπτωση αδυναμίας για οποιονδήποτε λόγο, κάλυψης των αθετούμενων δρομολογίων της παρούσας παραγράφου, ο Υπουργός δύναται να αναθέτει απευθείας με την υπογραφή σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς την τήρηση διαγωνιστικής διαδικασίας και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη του παρόντος νόμου, τη διενέργεια εναλλακτικών δρομολογίων σε πλοιοκτήτη, που έχει δρομολογημένα πλοία και πληροί τις προβλεπόμενες από το νόμο προϋποθέσεις, έναντι μισθώματος, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Σ.Α.Σ., το οποίο συγκαλείται προκειμένου να καθορίσει τη δρομολογιακή γραμμή και τα χαρακτηριστικά της, όπως ενδεικτικά λιμένες προσέγγισης, συχνότητα δρομολογίων εξυπηρέτησης, καταβλητέο μίσθωμα. Η διάρκεια της σύμβασης ορίζεται το αργότερο μέχρι την έναρξη της εκτέλεσης δρομολογίων με τακτική, εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη, δρομολόγηση, διαφορετικά μέχρι τη σύναψη σύμβασης αποκλειστικής εξυπηρέτησης της δρομολογιακής γραμμής και σε περίπτωση που δεν συναφθεί τέτοια σύμβαση μέχρι την προκήρυξη μειοδοτικού διαγωνισμού, οπότε έχει εφαρμογή η διάταξη της παραγράφου 9. Οι διατάξεις του δευτέρου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 9 έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή. Η διάρκεια της κατά τα ανωτέρω σύμβασης δεν μπορεί να υπερβεί το χρονικό διάστημα των τριών (3) μηνών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 55 παρ.1 Ν.4276/2014, ΦΕΚ Α 155/30.7.2014.
12. Το άρθρο έβδομο έχει εφαρμογή και στις γραμμές που εξυπηρετούνται με σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας.
13. Στις συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, οι διατάξεις του π.δ. 118/2007 (Α` 150), όπως ισχύει κάθε φορά, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και μόνο για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, τους όρους της πρόσκλησης ή της προκήρυξης, κατά περίπτωση, και τους όρους της σύμβασης. Με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού (του εδαφίου β` της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 24/2015), έσοδα από την κατάπτωση εγγυητικών επιστολών για την καλή εκτέλεση συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, αποδίδονται σε ναυτικούς της εταιρείας, που κηρύχθηκε έκπτωτη, ή εταιρείας που ανήκει στον ίδιο όμιλο εταιρειών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρεία υπό κοινή διαχείριση, εφόσον δεν τηρούνται οι σχετικές με τη μισθοδοσία τους διατάξεις. Η ικανοποίηση των απαιτήσεων των ναυτικών του προηγούμενου εδαφίου είναι σύμμετρη. Για την απόδοση των εσόδων του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται αναλογικά η διαδικασία του άρθρου τρίτου της υπουργικής απόφασης με αριθμό 3529.2/12/2010 «Διαπίστωση των προϋποθέσεων παροχής προστασίας και βεβαιώσεως των δικαιούμενων αποδοχών των εγκαταλειπόμενων από τον πλοιοκτήτη ναυτικών (Β` 314).
Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζονται ο Κωδικός Αριθμός Εξόδων για την απόδοση των ποσών και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 50 παρ.1 Ν.4331/2015,ΦΕΚ Α 69/2.7.2015 και με το άρθρο 55 παρ.2 Ν.4342/2015,ΦΕΚ Α 143/9.11.2015.
13.α. Επιχορηγήσεις από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για την εκτέλεση δρομολογίων άγονων γραμμών της παρ. 4 του άρθρου δεύτερου του ν. 4079/2012 (Α΄ 180), όπως ισχύει, ναυτιλιακής εταιρείας η οποία βρίσκεται σε διαδικασία εξυγίανσης ή έχει κηρυχθεί έκπτωτη με κατάπτωση των εγγυητικών της επιστολών ή εταιρείας που ανήκει στον ίδιο όμιλο εταιρειών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρεία υπό κοινή διαχείριση, αποδίδονται στους εργαζομένους ξηράς της εταιρείας αυτής σε περίπτωση ύπαρξης ανεξόφλητων οφειλών της εταιρείας προς αυτούς (ενδεικτικά αναφερομένων μισθοδοσίας, επιδομάτων, αποζημίωσης λόγω απόλυσης, εργοδοτικών εισφορών) από συμβάσεις εργασίας, εμμίσθου εντολής και παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. Από την παρούσα ρύθμιση εξαιρούνται απαιτήσεις μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των ανωτέρω εταιρειών.
αα. Η απόδοση των ανεξόφλητων οφειλών στους εργαζομένους ξηράς καλύπτεται από το όριο του ποσοστού 70% των επιχορηγήσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα της παρ. 4 του δεύτερου άρθρου του ν. 4079/2012 (Α΄ 180), όπως ισχύει, λαμβανομένων υπόψη των βεβαιώσεων αποδοχών ανά εργαζόμενο ξηράς μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος TAXISNET της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, καταγγελιών των συμβάσεων εργασίας και εμμίσθου εντολής μεταξύ εργαζομένων και εταιρείας και εν ισχύ απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας περί αναγνώρισης οφειλών προς τους εργαζομένους ξηράς, νομίμως υπογεγραμμένης, μετά της προσυπογραφής του Οικονομικού Διευθυντή της εταιρίας, στην οποία θα αναφέρονται αναλυτικά τα ανεξόφλητα ποσά ανά εργαζόμενο, καθώς και οι οφειλόμενες κρατήσεις στον ασφαλιστικό φορέα. Σε περίπτωση που το ποσοστό 70% δεν επαρκεί για την κάλυψη των ανεξόφλητων οφειλών των εργαζομένων ξηράς, η εξόφλησή τους είναι σύμμετρη.
ββ. Οι ανεξόφλητες οφειλές αποδίδονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς των εργαζομένων ξηράς με παράλληλη καταβολή των αντίστοιχων κρατήσεων στον οικείο ασφαλιστικό φορέα, με την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής στο όνομα εκάστου εργαζομένου ξηράς. Σε περίπτωση καταβολής της εργοδοτικής εισφοράς από τον εργαζόμενο, απαιτείται προσκόμιση βεβαίωσης από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
γγ. Σε περίπτωση που η απόδοση των οφειλών στους εργαζομένους ξηράς υπολείπεται του ορίου του ποσοστού 70%, το εναπομείναν ποσοστό μέχρι του ορίου του 70% αποδίδεται στην εταιρεία για την εκτέλεση δρομολογίων άγονων γραμμών, σύμφωνα με τα οριζόμενα της παρ. 4 του δεύτερου άρθρου του ν. 4079/2012, όπως ισχύει.
Όπως προστέθηκε με το Άρθρο 35 ΝΟΜΟΣ 4532/2018 και ισχύει από 5/4/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
14. Οι διατάξεις του άρθρου όγδοου του ν. 2932/2001 (Α` 145), όπως αντικαθίστανται με το παρόν άρθρο, έχουν εφαρμογή επί συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες συνάπτονται είτε απευθείας είτε κατόπιν προσκλήσεων ή προκηρύξεων που εκδόθηκαν και δημοσιεύθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, με εξαίρεση τις διατάξεις των παραγράφων 11 και 12, οι οποίες έχουν εφαρμογή επί συμβάσεων που συνηφθησαν οποτεδήποτε. Συμβάσεις που συνηφθησαν είτε απευθείας είτε κατόπιν προσκλήσεων ή προκηρύξεων που εκδόθηκαν και δημοσιεύθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, διέπονται από τους όρους αυτών, τους όρους της πρόσκλησης ή της προκήρυξης, κατά περίπτωση, και τις διατάξεις του άρθρου όγδοου του ν. 2932/2001 (Α` 145), όπως ίσχυε πριν από την αντικατάσταση του με το παρόν άρθρο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 ν. 3153/2003 (Α` 153), την παράγραφο 3 άρθρου 19 ν. 3409/2005 (Α` 273),το άρθρο έκτο ν.3482/2006 άρθρο 27 ν. 3511/2006 (Α` 258), αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 220 Ν.4072/2012, ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.
15. Υπό το πλαίσιο του άρθρου 12 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) και του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 και εφόσον κρίνεται απολύτως αναγκαίο, για λόγους κοινωνικής, οικονομικής και εδαφικής συνοχής ή κάλυψης επειγουσών συγκοινωνιακών αναγκών, ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορεί ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.), με την οποία, κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Θαλασσίων Συγκοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, προσδιορίζονται το ύψος του μισθώματος και τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά του πλοίου, να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας με δήμους ή δημοτικές ενότητες, που αποτελούν νησιά με πληθυσμό λιγότερο από 5.000 κατοίκους, μεμονωμένα ή από κοινού, διάρκειας ενός (1) έως πέντε (5) έτη, για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένης γραμμής ή γραμμών. Στις προγραμματικές συμβάσεις του προηγούμενου εδαφίου επιτρέπεται και η συμμετοχή κοινωφελών δημοτικών επιχειρήσεων, αναπτυξιακών ανωνύμων εταιρειών, επιχειρήσεων Ο.Τ.Α. ειδικού σκοπού, με οποιαδήποτε νομική μορφή και αν λειτουργούν, επιχειρήσεων των Περιφερειών, ναυτικών εταιρειών του ν. 959/1979 (Α΄192), στις οποίες είτε τα νομικά πρόσωπα των δήμων είτε δημοτικές ενότητες που αποτελούν νησιά, με πληθυσμό λιγότερο από 5.000 κατοίκους, έχουν το σύνολο ή την πλειοψηφία των μετοχών του εταιρικού κεφαλαίου είτε έχουν κρατικό προνόμιο ή λαμβάνουν κρατική επιχορήγηση, καθώς και ενώσεων ή κοινοπραξιών των ναυτικών εταιρειών της προηγούμενης περίπτωσης και πλοιοκτητών του άρθρου τρίτου του παρόντος νόμου. Οι ανωτέρω συμβάσεις υπόκεινται στον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Στις προγραμματικές συμβάσεις των προηγούμενων εδαφίων απαραίτητα ορίζονται το αντικείμενο της σύμβασης, ο σκοπός και το περιεχόμενό τους, ο προϋπολογισμός τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της σύμβασης. Επίσης, ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής της και οι αρμοδιότητές του, καθώς και ρήτρες σε βάρος του συμβαλλόμενου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης. Σε περίπτωση κατά την οποία συμβαλλόμενος σε προγραμματική σύμβαση του παρόντος άρθρου αναθέσει σε τρίτον τη διαχείριση, εκμετάλλευση και εκτέλεσή της, η ανάθεση διενεργείται για λογαριασμό του από τη Διεύθυνση Θαλασσίων Συγκοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου. Οι φορείς του πρώτου και δεύτερου εδαφίου του παρόντος άρθρου για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων του παρόντος άρθρου μπορεί να χρηματοδοτούνται και μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σημ.: όπως προστέθηκε με το άρθρο 76 του ν.4504/2017
Άρθρο ένατο
Συμβούλιο Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών
1. Στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Υ.ΝΑ.Ν.Π.) λειτουργεί Συμβούλιο Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.) Πρόεδρος του Σ.Α.Σ. είναι ο Γενικός Γραμματέας του Υ.ΝΑ.Ν.Π. και μέλη του ο Γενικός Γραμματέας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, ο Γενικός Γραμματέας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, τρεις (3) εκπρόσωποι του Υ.ΝΑ.Ν.Π., ένας (1) εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, δύο (2) εκπρόσωποι του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (Σ.Ε.Ε.Ν.), ένας (1) εκπρόσωπος με την ιδιότητα του συγκοινωνιολόγου που ορίζεται από το Τ.Ε.Ε., και από ένας (1) εκπρόσωπος που υποδεικνύεται από την Ένωση Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε.), την Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Ε.), την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος (Κ.Ε.Ε.Ε.), το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος (Ν.Ε.Ε.), το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (Ξ.Ε.Ε.), την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.ΑμεΑ), την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία (Π.Ν.Ο.), την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Τουρισμού, την Ένωση Πορθμείων Εσωτερικού (Ε.Π.Ε.), το Σύνδεσμο των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (Η.Α.Τ.Τ.Α.), το Πανελλήνιο Συνδικάτο Χερσαίων Εμπορευματικών Μεταφορών (Π.Σ.Χ.Ε.Μ.) και την αντιπροσωπευτικότερη ένωση ναυτικών πρακτόρων στον τομέα της ακτοπλοΐας. Στο Σ.Α.Σ. συμμετέχει εκπρόσωπος της Ιεράς Κοινότητας Αγίου Όρους, αν συζητούνται θέματα ενδιαφέροντος της περιοχής του Αγίου Όρους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 77 του ν.4504/2017
2. Τα μέλη του Σ.Α.Σ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας με διετή θητεία. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται τα θέματα αναπλήρωσης του Προέδρου και των μελών, καθώς και γραμματειακής υπο στήριξης του Σ.Α.Σ. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Το Σ.Α.Σ. συγκαλείται από τον Πρόεδρό του και γνωμοδοτεί για τα θέματα αρμοδιότητάς του σύμφωνα με το νόμο αυτόν.
Το Σ.Α.Σ. συνεδριάζει τουλάχιστον έξι (6) φορές στη διάρκεια του έτους. Η απόφαση του Υπουργού για την αποδοχή ή μη της γνώμης του Σ.Α.Σ. εκδίδεται εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία συνεδρίασης αυτού. Ο Υπουργός δύναται να ζητήσει τη γνώμη του Σ.Α.Σ. για οποιοδήποτε ζήτημα εμπίπτει στις αρμοδιότητες του οργάνου αυτού ή εν γένει συνδέεται με την εφαρμογή του ν. 2932/2001, όπως ισχύει.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.7 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας μπορεί να συμμετέχουν και άλλα μέλη ή να προβλέπεται διαφορετικός χρόνος θητείας.
Άρθρο δέκατο
Λογαριασμός Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών
1. Στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας συνιστάται και λειτουργεί ειδικός “Λογαριασμός Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών” , στον οποίο κατατίθενται ή αποδίδονται κατά περίπτωση:
α) οι χρηματοδοτήσεις και ενισχύσεις για τις γραμμές που καλύπτονται με συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας,
β) το κατά την παράγραφο 5 του άρθρου τέταρτου δικαίωμα,
γ) τα κατά την παράγραφο 1 του άρθρου πέμπτου παράβολα,
δ) το εξήντα τοις εκατό του κατά την παράγραφο 5 του άρθρου έκτου ποσού προστίμου,
ε) τα κατά το άρθρο ενδέκατο ποσά προστίμων,
στ) κάθε ποσό εγγυητικής επιστολής, που καταπίπτει σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού,
ζ) ποσοστό τρία τοις εκατό επί του καθαρού ναύλου μεταφοράς επιβατών και οχημάτων, στις τακτικές θαλάσσιες μεταφορικές υπηρεσίες.
Σημ.: όπως η περ.ζ΄καταργείται σύμφωνα με τν παρ.12 της Υποπαρ.Δ12 του άρθρου 2 του ν.4336/2015.
2. Τα έσοδα του Λογαριασμού Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών διατίθενται κατά προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση των γραμμών, που καλύπτονται με συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας και για τη συμμετοχή του Δημοσίου σε έργα βελτίωσης της λειτουργίας των λιμένων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα είσπραξης, διαχείρισης και απόδοσης των εσόδων του Λογαριασμού Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών.
Σχετικό: με το άρθρο μόνο του ΠΔ 34/2003 (ΦΕΚ Α 35)
Άρθρο ενδέκατο
Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις
1. `Οποιος παρέχει υπηρεσίες θαλάσσιων ενδομεταφορών, κατά παράβαση των διατάξεων του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών.
2. Με την επιφύλαξη ισχύος της παραγράφου 7 του άρθρου έκτου, στους παραβάτες των λοιπών διατάξεων του Μέρους Πρώτου του νόμου αυτού και των κατ` εξουσιοδότηση του εκδιδόμενων πράξεων, που δεν αφορούν στον ελεύθερο και υγιή ανταγωνισμό, επιβάλλονται από την αρμόδια λιμενική αρχή οι κυρώσεις του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973, Α` 261).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.8 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
3. Οι παραβάτες των διατάξεων, που αφορούν τον ελεύθερο και υγιή ανταγωνισμό, τιμωρούνται με απόφαση της Ρ.Α.Θ.Ε. με πρόστιμο από τριάντα χιλιάδες ΕΥΡΩ μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ΕΥΡΩ, αναλόγως με τη συχνότητα και τη βαρύτητα της παράβασης.
Πλοιοκτήτης, που τιμωρείται ως υπότροπος για σοβαρές παραβάσεις, μπορεί με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη της Ρ.Α.Θ.Ε” να αποκλείεται από τις δρομολογήσεις με τον παρόντα νόμο.
4. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από γνώμη της Ρ .Α. Θ, Ε., μπορεί να αναπροσαρμόζεται το κατώτερο και το ανώτερο όριο του προστίμου.
5. Τα επιβαλλόμενα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου πρόστιμα αποδίδονται στο Λογαριασμό Ακτοπλοίκών Συγκοινωνιών.
6. Η επιβολή προστίμων κατά το παρόν άρθρο δεν αποκλείει την επιβολή άλλων κυρώσεων για την ίδια παράβαση, που προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΩΝ (Ρ.Α.Θ.Ε.)
Άρθρο δωδέκατο
[Σύσταση της Ρ.Α.Θ.Ε.]
Σημ.: όπως καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 17 του Ν.3260/ 2004 (ΦΕΚ Α 151)
Σχετικό: παρ.6 του άρθρου 17 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
1. Συνιστάται ανεξάρτητη αρχή με την επωνυμία “Ρυθμιστική Αρχή Θαλάσσιων Ενδομεταφορών” (Ρ.Α.Θ.Ε.) και έδρα τον Πειραιά.
2. Η Ρ.Α.Θ.Ε. έχει διοικητική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας ως προς τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεών της.
3. Η P.A.Θ.E.συγκροτείται από επτάμέλη, τα οποία πρέπει να διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα και εμπειρία.
4. Τα μέλη της διορίζονται με απόφαση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από προκήρυξη που δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας. Μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε. είναι δυνατόν να διορίζονται και υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις στο δημόσιο τομέα, οι οποίοι κατά τη Διάρκεια της θητείας τους θεωρείται ότι τελούν σε απόσπαση, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, καθώς και προσωπικό του Λιμενικού Σώματος μέχρι το βαθμό του Πλοιάρχου. Αν είναι δημόσιοι υπάλληλοι συναποφασίζουν οι αρμόδιοι Υπουργοί, Με την ίδια απόφαση ορίζονται μεταξύ των μελών της Ρ.Α.Θ.Ε. ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος, ύστερα από γνώμη της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής.
5. Η θητεία των μελών της Ρ.Α.Θ.Ε. είναι πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά. Κατά τη Διάρκεια της θητείας τους τα μέλη της Ρ .Α.Θ.Ε. δεν ανακαλούνται Μέλη προερχόμενα από αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος διορίζονται για μία θητεία και η θητεία τους διακόπτεται αν κατά τη Διάρκεια της θητείας τους προαχθούν στο βαθμό του Αρχιπλοιάρχου.
Αν κενωθεί για οποιονδήποτε λόγο θέση μέλους, διορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας του αποχωρήσαντος.
6. Τα μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε, εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους σε περίmωση που καταδικαστούν με αμετάκλητη απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημόσιου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα περί Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ν. 2683/1999- ΦΕΚ 19Α) ή έκπτωση στρατιωτικού, σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις.
7. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται σε περίπτωση εκδόσεως τελεσίδικου παραπεμπτικού βουλεύματος για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου και μέχρις εκδόσεως τελεσίδικης αθωωτικής απόφασης. Στην περίπτωση αυτή διορίζεται αναπληρωματικό μέλος με τη διαδικασία της παραγράφου 4 για θητεία που αντιστοιχεί στο χρόνο αναστολής.
8. Τα μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε. είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και απολαμβάνουν πλήρους προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.
9. Απαγορεύεται στα μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε. κατά τη Διάρκεια της θητείας τους να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη Διοικητικού Συμβουλίου, διαχειριστές, υπάλληλοι, τεχνικοί σύμβουλοι ή μελετητές ατομικής ή άλλης επιχείρησης, η οποία αναπτύσσει δραστηριότητα θαλάσσιων μεταφορών.
Αν μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε. αποκτήσουν εταιρικά μερίδια ή Μετοχές των προαναφερόμενων επιχειρήσεων, κατά τη Διάρκεια της θητείας τους, μόνον από κληρονομική διαδοχή, οφείλουν να υποβάλουν στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας δήλωση, με την οποία αναλαμβάνουν την υποχρέωση να απέχουν, κατά τη Διάρκεια της θητείας τους από την ενάσκηση των δικαιωμάτων συμμετοχής και ψήφου στα όργανα διοίκησης, διαχείρισης και ελέγχου των επιχειρήσεων. Στην ίδια υποχρέωση υπόκεινται και οι σύζυγοί τους.
10. Μέλος της Ρ.Α.Θ.Ε., που κατέχει ΟΡΥανική θέση υπαλλήλου του δημόσιου τομέα ή υπηρετεί στο Λιμενικό Σώμα, επανέρχεται αυτοδικαίως μετά τη λήξη της θητείας του στη θέση που κατείχε πριν το διορισμό του. Η θητεία του στη Ρ .Α.Θ.Ε. λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες και κατά τη Διάρκειά της δεν διακόπτεται η βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη, Αν η θέση που κατείχε ως υπάλληλος δεν είναι κενή ή έχει καταργηθεί, θεωρείται ότι κατέχει ομοιόβαθμη προσωρινή θέση του κλάδου του, που συνίσταται αυτοδικαίως και καταργείται επίσης αυτοδικαίως, όταν αποχωρήσει Οι υπηρετούντες στο Λιμενικό Σώμα τίθενται στη διάθεση της Διεύθυνσης Προσωπικού του Λιμενικού Σώματος.
11. Τα μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε. υποβάλλουν κατ` έτος στον Εισαγγελέα του Αρείου ΠάΥου την προβλεπόμενη από το άρθρο 24 του ν. 2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α`) δήλωση περιουσιακής κατάστασης.
12. Οι αποδοχές του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών της Ρ.Α.Θ.Ε. καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας και Οικονομικών,
13. Τα πειθαρχικά αδικήματα των μελών της Ρ.Α.Θ.Ε. κρίνονται, μετά από παραπομπή από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, από πενταμελές ειδικό πειθαρχικό συμβούλιο, συγκροτούμενο από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και του Τμήματος της Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, αναπληρουμένων νομίμως, υπό την προεδρία του αρχαιότερου από τα δικαστικά μέλη του συμβουλίου αυτού. Κατά τα λοιπά για την πειθαρχική ευθύνη των μελών της Ρ.Α.Θ.Ε. έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του Κώδικα περί Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., για μέλη δε με στρατιωτική ιδιότητα οι οικείες διατάξεις πειθαρχικού δικαίου.
14. Η Ρ.Α.Θ.Ε. έχει αυτοτελώς την ικανότητα να παρίσταται σε κάθε είδους δίκες, που δημιουργούνται από τη λειτουργία και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της. Εκπροσωπείται ενώπιον κάθε δικαστικής και διοικητικής αρχής από τον Πρόεδρό της. Ο Πρόεδρος, με εξαίρεση τη δικαστική εκπροσώπηση, μπορεί με απόφασή του να αναθέτει την εκπροσώπηση της Ρ.Α.Θ.Ε. στον Αντιπρόεδρο ή άλλα μέλη της Ρ.Α.Θ.Ε., όπως επίσης μπο ρεί να εξουσιοδοτεί τους ανωτέρω ή και μέλη της Γραμματείας να ενεργούν για λογαριασμό του και να εκπροσωπούν τη Ρ .Α.Θ.Ε. για συγκεκριμένη πράξη ή ενέργεια ή κατηγορία πράξεων ή ενεργειών.
15. Η Ρ.Α.Θ.Ε. συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση εντός μηνός από της δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της αποφάσεως διορισμού των μελών της.
Άρθρο δέκατο τρίτο
Αρμοδιότητες της Ρ.Α.Θ.Ε.
Σημ.: όπως καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 17 του Ν.3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
Σχετικό: με την παρ.6 του άρθρου 17 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
1. Η Ρ.Α.Θ.Ε. έχει τις ακόλουθες Αρμοδιότητες:
α) παρακολουθεί και ελέγχει τη λειτουργία της αγοράς θαλάσσιων ενδομεταφορών και εισηγείται ύστερα από ερώτηματου Υπουργού στα αρμόδια όργανα τη λήψη των αναγκαίων νομοθετικών και διοικητικών μέτρων για τη λειτουργία της και την τήρηση των αρχών του ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού,
β) επιλαμβάνεται αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήσεως αρχής ή ιδιώτη και διαπιστώνει αν υπάρχει παράβαση των κανόνων του ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού, που θέτει το κοινοτικό και εσωτερικό δίκαιο της ακτοπλοιας και παρακολουθεί τη διαμόρφωση των τιμών των παρεχόμενων υπηρεσιών,
γ) ελέγχει αν υπάρχουν συμφωνίες ή εναρμονισμένες ακτοπλοίκές πρακτικές, που μπορεί να έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση ή τον περιορισμό της λειτουργίας της αγοράς θαλάσσιων ενδομεταφορών,
δ) καλεί τους υπόχρεους να παράσχουν, εντός προθεσμίας που τους τάσσει, εξηγήσεις για κάθε παράβαση και επιβάλλει στους παραβάτες τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου ενδέκατου,
ε) επιλαμβάνεται προσφυγών σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου τέταρτου,
στ) συλλέγει, Οργανώνει, επεξεργάζεται και αξιολογεί, υπό τον όρο της εχεμύθειας και της προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου, τα αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής της τεχνικά, οικονομικά, λογιστικά, εμπορικά και άλλα συναφή στοιχεία, που αφορούν τα πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα θαλάσσιων μεταφορών,
ζ) ζητεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τον πλοιοκτήτη στοιχεία για το πλοίο, τα δρομολόγιά του, τη μεταφορική κίνηση, την τιμολόγηση των υπηρεσιών και ό,τι αφορά το πλοίο και τον πλοιοκτήτη σε σχέση με αυτό,
η) παρέχει στον Υπουργό γνώμη σε κάθε περίπτωση που προβλέπεται στον παρόντα νόμο, καθώς και σε κάθε θέμα για το οποίο ο Υπουργός ζητεί γνώμη.
2. Η Ρ.Α.Θ.Ε. κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της μπορεί να απευθύνει σε κάθε δημόσια αρχή και δημόσια υπηρεσία και σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οδηγίες ή συστάσεις, σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού στην ακτοπλοια, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθώς και να ζητεί για το Σκοπό αυτόν τη συνεργασία και τη συνδρομή κάθε αρμόδιας ημεδαπής ή αλλοδαπής διοικητικής ή δικαστικής αρχής. Η Ρ.Α.Θ.Ε. ειδικότερα συνεργάζεται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη γνώμη της σε θέματα ανταγωνισμού ή να παραπέμπει σε αυτήν υποθέσεις οι οποίες ενδέχεται να εμπίmουν στις ρυθμίσεις του ν. 703/1977 και στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
3. Οι πράξεις και αποφάσεις της Ρ.Α.Θ.Ε. καταχωρίζονται σε ιδιαίτερο επίσημο βιβλίο, εκτός αν αφορούν την εθνική άμυνα και τη δημόσια ασφάλεια, οπότε καταχωρίζονται σε ειδικό απόρρητο βιβλίο.
4. Οι εκτελεστές πράξεις της Ρ.Α.Θ.Ε. κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο και στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας. Κατ` αυτών χωρεί αίτηση αναθεώρησης, η οποία ασκείται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη γνώση ή την κοινοποίησή της, από τον ενδιαφερόμενο ή τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας. Η εκδιδόμενη επί της αιτήσεως αναθεώρησης απόφαση υπόκειται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.
5. Η Ρ.Α.Θ.Ε. υποβάλλει στο τέλος κάθε έτους έκθεση δραστηριοτήτων στον Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας.
6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μπορεί να ανατίθενται στη Ρ .Α.Θ.Ε. και άλλες Αρμοδιότητες στον τομέα της αγοράς των θαλάσσιων ενδομεταφορών.
Άρθρο δέκατο τέταρτο
Πόροι – Οικονομική διαχείριση
Σημ.: όπως καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 17 του Ν.3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
Σχετικό: παρ.6 του άρθρου 17 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α΄151)
1. Πόροι της Ρ .Α.Θ.Ε. είναι οι εγγραφόμενες από την 1η lανουαρίου του έτους 2002 και εφεξής πιστώσεις στον τακτικό προϋπολογισμό του γπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, “καθώς και πόροι που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή `Ενωση (επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, χρηματοδοτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων) ή από διεθνείς οργανισμούς.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 του Ν.3049/2002 (Α΄ 212).
2. Η Ρ.Α.Θ.Ε. έχει υποχρέωση να τηρεί αρχεία, όπως ορίζεται ειδικότερα στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
3. Οι δαπάνες της Ρ.Α.Θ.Ε. εκκαθαρίζονται από την Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και υπόκεινται στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο δέκατο πέμπτο
Γραμματεία της Ρ.Α.Θ.Ε.
Σημ.: όπως καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 17 του Ν.3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
Σχετικό: με την παρ.6 του άρθρου 17 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
1. Για τη διοικητική της υποστήριξη η Ρ.Α.Θ.Ε. επικουρείται από Γραμματεία και για τη νομική της υποστήριξη από γραφείο Νομικού Συμβούλου, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Του Γραφείου προΐσταται Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Για το Σκοπό αυτόν αυξάνονται οι οργανικές θέσεις των Παρέδρων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατά μία.
2. Για τη στελέχωση της Γραμματείας συνιστώνται είκοσι πέντε θέσεις μόνιμου και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού. Οι θέσεις διακρίνονται:
α) Ειδικό επιστημονικό προσωπικό: δεκαπέντε θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Σχετικό: το άρθρο 2 του ΠΔ. 195/2002 (ΦΕΚ Α 178)ορίζεται ότι: 1. Οι δέκα πέντε (15) θέσεις του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που συστάθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 2(α) του άρθρου δέκατου πέμπτου του Ν. 2932/2001, για τη στελέχωση της Γραμματείας της Ρυθμιστικής Αρχής Θαλασσίων Ενδομεταφορών (Ρ.Α.Θ.Ε.), κατανέμονται ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο της επιστημονικής εξειδίκευσής τους ως ακολούθως: α) Επιστήμης των Υπολογιστών θέση μία (1)
β) Στατιστικής και Αναλογιστικής Επιστήμης θέση μία (1) γ) Ναυτιλιακών Σπουδών θέσεις πέντε (5) δ) Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων θέση μία (1) ε) Κοστολόγου θέση μία (1) στ) Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής θέσεις δύο (2) ζ) Κοινοτικού Δικαίου ή Δικαίου του Θέσεις τέσσερις (4) Ανταγωνισμού (με βασικό τίτλο σπουδών Νομικής).
2. Ως προσόντα διορισμού στις αναφερόμενες θέσεις, ορίζονται τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του άρθρου 2 του Π .Δ. 50/2001 (Α` 39), όπως ισχύει κάθε φορά.
β) Μόνιμο προσωπικό: δέκα θέσεις εκ των οποίων:
– Προσωπικό δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης: επτά θέσεις και
– Βοηθητικό Προσωπικό: τρεις θέσεις.
Σχετικό:το άρθρο 1 του ΠΔ. 195/2002 (ΦΕΚ Α 178)ορίζεται ότι: Οι δέκα (10) θέσεις του μόνιμου προσωπικού που συστάθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 2 (β) του άρθρου δέκατου πέμπτου του Ν. 2932/2001, για τη στελέχωση της Γραμματείας της Ρυθμιστικής Αρχής Θαλασσίων Ενδομεταφορών (Ρ.Α.Θ.Ε.) κατανέμονται στις ακόλουθες κατηγορίες και κλάδους: Α) Κατηγορία ΔΕ θέσεις επτά (7). Κλάδος ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων θέσεις δύο (2). Κλάδος ΔΕ Προσωπικού Η/Υ θέσεις πέντε (5). Β) Κατηγορία ΥΕ θέσεις τρεις (3). Κλάδος ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού θέσεις τρεις (3).
2. Ως προσόντα διορισμού στους αναφερόμενους κλάδους, ορίζονται τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Π.Δ. 50/2001 (Α` 39), όπως ισχύει κάθε φορά.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, ρυθμίζεται η κατανομή των θέσεων του προσωπικού της παραγράφου 2 κατά κλάδο και ειδικότητα.
4. Για την αρχική στελέχωση της Γραμματείας της Ρ.Α.Θ.Ε., με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να μεταφέρεται και να εντάσσεται, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, προσωπικό που υπηρετεί σε φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ.1 του άρθρου 14τουν. 2190/1994, για την κάλυψη θέσεων της παραγράφου 2 του άρθρου δέκατου πέμπτου, εφόσον έχει τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό στις θέσεις αυτές. Η επιλογή των μεταφερομένων και εντασσομένων γίνεται από επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση της Ρ .Α.Θ.Ε. μετά από σχετική δημόσια ανακοίνωση, στην οποία καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις.
5. Για την κάλυψη των αναγκών της Γραμματείας της Ρ.Α.Θ.Ε. μπορεί να αποσπάται σε αυτήν προσωπικό από υπουργεία, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994, εξαιρουμένων των υπαλλήλων που υπηρετούσαν ως αποσπασμένοι στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις, κατά τις διατάξεις του άρθρου 39του ν. 2218/1994 και μετετάγησαν στη συνέχεια σε αυτές, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από πρόταση της Ρ.Α.Θ.Ε, για χρονικό διάστημα δύο ετών που μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.. Η μισθοδοσία του αποσπώμενου προσωπικού βαρύνει τη Ρ.Α.Θ.Ε.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εμπορικής Ναυτιλίας και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Ρ .Α.Θ.Ε., καθορίζονται οι αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού της υποπαραγράφου 2α και η τυχόν πρόσθετη αποζημίωση των απασχολούμενων στην Αρχή υπαλλήλων.
Άρθρο δέκατο έκτο
Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης
Σημ.: όπως καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 17 του Ν.3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
Σχετικό: με την παρ.6 του άρθρου 17 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από γνώμη της Ρ.Α.Θ.Ε., θεσπίζεται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διάχείρισης (Κ.Ε.Λ.Δ.), με τον οποίο ρυθμίζονται:
α) η εσωτερική λειτουργία της Ρ.Α.Θ.Ε.,
β) ο τρόπος διαχείρισης των πόρων της,
γ) οι ειδικότητες των θέσεων του προσωπικού της Γραμματείας, η διάρθρωση και οι Αρμοδιότητες των υπηρεσιακών μονάδων της, οι όροι εργασίας του προσωπικού της και
δ) κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Ρ .Α.Θ.Ε. και της Γραμματείας της.
2. Ο Προίστάμενος της Γραμματείας της Ρ.Α.Θ.Ε. και ο αναπληρωτής του ορίζονται με απόφαση του Προέδρου της Ρ.Α.Θ.Ε..
Ο Προίστάμενος της Γραμματείας είναι πειθαρχικός Προίστάμενος για το προσωπικό αυτής.
3. Για την ανάθεση έργων, προμηθειών και υπηρεσιών της Ρ .Α.Θ.Ε., εφαρμόζονται οι ισχύουσες για το Δημόσιο διατάξεις.
4. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Λει τουργίας και Διαχείρισης της Ρ.Α.Θ.Ε., ο Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ως διατάκτης και υπόλογος, μπορεί να εκ δίδει χρηματικά εντάλματα και τίτλους πληρωμής, να διαχειρίζεται τον προϋπολογισμό της Αρχής, να συνάπτει συμβάσεις και να αποφασίζει για την ανάθεση προμηθειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ247 Αι, του ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Αι και του π.δ. 394/ 1996 ( ΦΕΚ 266Α), όπως ισχύουν.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΛΙΜΕΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άρθρο δέκατο έβδομο
Σύσταση Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής – Σκοπός
Σχετικό: άρθρο 52 παρ.2 περ.ιγ` του ΠΔ 63/2005 (ΦΕΚ Α 98/2005)
Συνιστάται στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής (Γ.Γ.Λ.Λ.Π.), υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας με Σκοπό το συνολικό σχεδιασμό και τη χάραξη της εθνικής λιμενικής πολιτικής για την ανάπτυξη λιμένων με σύγχρονη υποδομή ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και απαιτήσεις για την εξυπηρέτηση των επιβατών, των πλοίων και των φορτίων.
Άρθρο δέκατο όγδοο
Αρμοδιότητες
Στις Αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής ανήκουν:
1. Η μελέτη και εισήγηση προτάσεων για τη διαμόρφωση και έφαρμογή της εθνικής λιμενικής πολιτικής για σύγχρονη, αποτελεσματική και οικονομικά ανταποδοτική λειτουργία των λιμένων της χώρας, τη βελτίωση των όρων, των συνθηκών και της ποιότητας των παρεχόμενων λιμενικών υπηρεσιών, καθώς και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους στην παγκόσμια αγορά.
2. Ο συντονισμός της δράσης όλων των συναρμόδιων σε θέματα λιμένων οργάνων της Διοίκησης (κεντρικών, περιφερειακών, νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) στο πλαίσιο της ως άνω πολιτικής.
3. Ο καθορισμός του ρόλου των λιμένων στο εθνικό σύστημα μεταφορών και στο διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών, καθώς και των λειτουργιών του στο πλαίσιο ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού.
4. Η διαμόρφωση των θέσεων λιμενικής πολιτικής της χώρας, η συμμετοχή και ο συντονισμός των ενεργειών υποστήριξής τους στους διεθνείς οργανισμούς και στην Ευρωπαίκή `Ενωση, καθώς και η προώθηση των αναγκαίων μέτρων για την εναρμόνιση εθνικού δικαίου στο κοινοτικό.
5. Η παρακολούθηση της εφαρμογήςτης ισχύουσας νομοθεσίας ως προς τη διοίκηση, οργάνωση, λειτουργία και εκμετάλλευση όλων των λιμένων της χώρας και η συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς εκμετάλλευσης αυτών στο πλαίσιο υλοποίησης της εθνικής πολιτικής λιμένων.
6. Η εποmεία και ο έλεγχος της εφαρμογής των Αναπτυξιακών Προγραμμάτων και Μελετών Διαχείρισης (Master Plan) των λιμένων που ενέκρινε η Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων.
7. Η εποπτεία της εφαρμογής και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, η περαιτέρω διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που αφορά στην παραχώρηση της εκμετάλλευσης χώρων λιμένων σε ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, έναντι συμμετοχής του ιδιωτικού κεφαλαίου στην κατασκευή έργων λιμενικής υποδομής και στη λιμενική λειτουργία στο πλαίσιο της Εθνικής Λιμενικής Πολιτικής και ο έλεγχος των σχετικών συμβάσεων παραχώρησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρου τρίτου Ν.3654/2008,ΦΕΚ Α 57/3.4.2008.
8. Η διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου αξιοποίησης των υφιστάμενων ή προβλεπόμενων να κατασκευασθούν εγκαταστάσεων, καθώς και η μέριμνα για την εναρμόνιση των συνθηκών οργάνωσης και λειτουργίας των λιμένων με τις απαιτήσεις της συνολικής λιμενικής πολιτικής.
9. Η μέριμνα της επιθεώρησης των λιμενικών υποδομών και εγκαταστάσεων, η έγκριση του προγραμματισμού συντήρησης αυτών, καθώς επίσης και η μέριμνα της εκτέλεσης από τους αρμόδιους φορείς έργων για την ασφάλεια της ναυσιπλοιας.
10. Η εξασφάλιση χρηματικών πόρων βελτίωσης, αναβάθμισης και ανάθεσης εκτέλεσης έκτακτων επισκευαστικών αναγκών ή παρεμβάσεων στους λιμένες της χώρας και η εκτέλεσή τους από τους αρμόδιους φορείς σύμφωνα με τις καθοριζόμενες προτεραιότητες.
11. Η συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς για τη σύνδεση των λιμένων με το συνολικό μεταφορικό δίκτυο της χώρας (οδικό, σιδηροδρομικό, αεροπορικό), για την ανάπτυξη του εθνικού λιμενικού συστήματος μεταφορών και των συνδυασμένων μεταφορών.
12. Η χρηματοδότηση έρευνας στον τομέα των συστημάτων διαχείρισης και εξυπηρέτησης λιμενικού τομέα για την υποστήριξη ενός ανταγωνιστικού συστήματος συνδυασμένων μεταφορών.
13. Η ανάθεση έργου παροχής υπηρεσιών συμβούλου σε ημεδαπά ή αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα για την παροχή εξειδικευμένων γνώσεων – προτάσεων ή την επίλυση προβλημάτων ειδικής φύσης λιμενικής πολιτικής, εκπόνησης μελετών λιμενικού τομέα, καθώς και η παροχή υπηρεσιών συμβούλου σε μελέτες ή προγράμματα και έργα που αφορούν στο δημόσιο λιμενικό τομέα μέσω οργανωμένης κατάλληλης ερευνητικής υποδομής. .
14. Ο έλεγχος της επάρκειας των μελετών και έργων του λιμενικού τομέα και της συμβατότητας αυτών με την εθνική λιμενική πολιτική, τους τύπους των πλοίων και τις ανάγκες της περιοχής ή της χώρας.
15. Η ανάληψη πρωτοβουλιών και αναζήτηση τρόπων και μεθόδων αξιοποίησης των χώρων της Ζώνης Λιμένα.
16. Η παρακολούθηση των θεμάτων που αφορούν τα πάσης φύσεως λιμενικά τιμολόγια, δικαιώματα και τέλη στο πλαίσιο υλοποίησης της εθνικής πολιτικής λιμένων, του Εθνικού και Κοινοτικού Δικαίου και των αρχών του ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού.
17. Η εισήγηση επί των προσφυγών ενώπιον του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας στα πλαίσια της ασκούμενης εποmείας των φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης στα αρμόδια δικαστήρια, καθώς επίσης η παρακολούθηση, ο έλεγχος της ορθής βεβαίωσης και είσπραξης φαρικών τελών και πλοηγικών δικαιωμάτων.
18. Ο καθορισμός των ενδεικνυόμενων μέτρων για την εκτός και εντός ζώνης λιμένων εξασφάλιση της προστασίας του αιγιαλού, παραλίας και θάλασσας από κάθε είδους εκτέλεση έργων ή επεμβάσεις που αλλοιώνουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους και η παρακολούθηση της εφαρμογής τους από τις λιμενικές αρχές.
19. Η διατύπωση απόψεων επί μελετών που σχετίζονται με περιβαλλοντικούς όρους, εκτέλεση λιμενικών έργων, τοποθέτηση πλωτών κατασκευών και τα συναφή θέματα εντός και εκτός Ζώνης Λιμένα.
20. Η συνεργασία με το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας για θέματα εθνικής ασφάλειας και άμυνας της χώρας, καθώς και τις λιμενικές αρχές της χώρας στα πλαίσια της λιμενικής πολιτικής.
21. Η συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας επί των θεμάτων ασφαλείας, τάξης και ομαλής λειτουργίας των λιμένων της χώρας και ασφάλειας ναυσιπλοιας.
22. Η εποπτεία του καθορισμού από τους αρμόδιους φορείς διοίκησης των λιμένων χώρων παραβολής ή πρυμνοδέτησης τουριστικών σκαφών στη θαλάσσια περιοχή του λιμένα και της τιμολογιακής πολιτικής για τα συγκεκριμένα σκάφη.
23. Με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων `Εργων και Εμπορικής Ναυτιλίας μειώνεται ο αριθμός των απαιτούμενων αδειών και εγκρίσεων και εν γένει απλουστεύονται οι διαδικασίες που προηγούνται της εντολής δημοπράτησης λιμενικών έργων, με την ανάθεση στη Γενική Γραμματεία Λιμένωνκαι Λιμενικής Πολιτικής ή στην οικεία Γενική Γραμματεία Περιφέρειας – αναλόγως του μεγέθους των έργων – της ευθύνης συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων δημοσίων υπηρεσιών.
Άρθρο δέκατο ένατο
Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων
1. Στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής συνιστάται Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (Ε.Σ.Α.Λ.).
Η Ε.Σ.Α.Λ. συγκροτείται, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, και μετέχουν με τους αναπληρωτές τους: ο Γενικός Γραμματέας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, ως Πρόεδρος, δύο (2) εκπρόσωποι του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, από ένας (1) εκπρόσωπος για καθένα από τα Υπουργεία Εσωτερικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εθνικής Άμυνας, Οικονομικών, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Τουρισμού, καθώς και ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ.. Στις συνεδριάσεις της Ε.Σ.Α.Λ. καλείται υποχρεωτικά, χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωπος της Ένωσης Λιμένων Ελλάδος (Ε.ΛΙΜ.Ε.), ένας (1) εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού (Π.Ε.Π.Ε.Ν.), καθώς και εκπρόσωπος του οικείου δήμου ή της οικείας περιφέρειας, εφόσον συζητούνται ζητήματα αρμοδιότητάς τους. Στις συνεδριάσεις της Επιτροπής μπορούν, επίσης, να καλούνται, χωρίς δικαίωμα ψήφου,
καθηγητές Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, με ειδίκευση σε θέματα εκτέλεσης λιμενικών έργων, καθώς επίσης και προϊστάμενοι Διευθύνσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή άλλων Υπουργείων, με αντικείμενο αρμοδιότητας συναφές προς τα εξεταζόμενα από την Ε.Σ.Α.Λ. θέματα.
Ο Γενικός Γραμματέας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, ο οποίος προεδρεύει της Ε.Σ.Α.Λ., καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, εισηγείται τα προς συζήτηση θέματα και επιμελείται της εκτέλεσης των αποφάσεων της Επιτροπής. Για τις αποφάσεις της Ε.Σ.Α.Λ. που επηρεάζουν την εθνική άμυνα και ασφάλεια της χώρας, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του εκπροσώπου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 95 του ν.4504/0217
2. Ο Υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου εποπτεύει τη λειτουργία της Επιτροπής και δύναται να εισάγει θέματα προς συζήτηση, ακόμη και εκτός ημερησίας διατάξεως.
3. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται θέματα αναπλήρωσης των μελών της Επιτροπής, λειτουργίας της, γραμματειακής υποστήριξης της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
4. Εργο της Επιτροπής είναι:
α) Ο γενικός σχεδιασμός των προγραμμάτων, των μελετών και των έργων για τη δημιουργία, βελτίωση και αναβάθμιση της λιμενικής υποδομής και ο καθορισμός των προτεραιοτήτων ανάπτυξης του λιμενικού δυναμικού της χώρας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του θεσμοθετημένου εθνικού και περιφερειακού χωρικού σχεδιασμού.
β) Η ιεράρχηση των εκτελεστέων έργων και η κατανομή πιστώσεων μεταξύ αυτών.
γ) Ο καθορισμός των προδιαγραφών εκτέλεσης λιμενικών έργων, με στόχο την προσαρμογή της λιμενικής υποδομής στη νέα τεχνολογία ναυπήγησης πλοίων και στις νέες συνθήκες που δημιουργεί η απελευθέρωση της ακτοπλοΐας.
δ) Η παρακολούθηση εκτέλεσης των λιμενικών έργων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, από τους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς.
ε) «ε) Η έγκριση, αναθεώρηση και επικαιροποίηση των Γενικών Προγραμματικών Σχεδίων (Master Plan) ή ΠρογράμματοςΈργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.), κατά το μέρος που με αυτά καθορίζονται τα μέγιστα επιτρεπόμενα όρια της Ζώνης Λιμένα, οι επιτρεπόμενες προσχώσεις, οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και κάθε αναγκαίο στοιχείο για την εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας και της ασφάλειας του λιμένα και η παροχή σύμφωνης γνώμης, κατά το μέρος που με αυτά προτείνονται χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης, προκειμένου να εκδοθεί προεδρικό διάταγμα σύμφωνα με την παράγραφο 9. Για τους λιμένες αρμοδιότητας των δημοτικών λιμενικών ταμείων, της ως άνω εγκρίσεως ή σύμφωνης γνώμης προηγείται η χορήγηση γνώμης του αρμόδιου δημοτικού συμβουλίου εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή σχετικού αιτήματος του αρμόδιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα.
Η αρμοδιότητα σύνταξης Γενικού Προγραμματικού Σχεδίου (Master Plan) ασκείται υποχρεωτικά για λιμένες διεθνούς ενδιαφέροντος και εθνικής σημασίας, καθώς και σύνταξης Προγράμματος Έργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.) για λιμένες μείζονος ενδιαφέροντος και προαιρετικά για τους λιμένες τοπικής σημασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3450/2006 (Α` 64), όπως ισχύει. Δεν απαιτείται αξιολόγηση και έγκριση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του αναπτυξιακού προγράμματος και της μελέτης διαχείρισης (Master Plan) του λιμένα, εφόσον, μετά την έγκρισή του, ακολουθείται η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης του Κεφαλαίου Α` του ν. 4014/ 2011 (Α` 209), όπως ισχύει, για το σύνολο του λιμένος, σε συνδυασμό με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του παρόντος.
Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται υποχρεωτικά για τους λιμένες διεθνούς ενδιαφέροντος, εθνικής σημασίας και μείζονος ενδιαφέροντος, προαιρετικά δε για τους λιμένες τοπικής σημασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3450/2006 (Α` 64), όπως ισχύει. Δεν απαιτείται αξιολόγηση και έγκριση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του αναπτυξιακού προγράμματος και της μελέτης διαχείρισης (Master Plan) του λιμένα, εφόσον, μετά την έγκριση του, ακολουθείται η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότη-σης του Κεφαλαίου Α` του ν. 4014/2011 (Α` 209), όπως ισχύει, για το σύνολο του λιμένος, σε συνδυασμό με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του παρόντος.
στ) Η παροχή σύμφωνης γνώμης για τον καθορισμό των χρήσεων γης και των όρων δόμησης, μετά από πρόταση του οικείου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένος, ο οποίος αφορά στη συνολική έκταση της χερσαίας ζώνης του λιμένα, για όλους τους λιμένες, εάν δεν έχει συνταχθεί Γενικό Προγραμματικό Σχέδιο (Master Plan) ή Πρόγραμμα Έργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.) προκειμένου να εκδοθεί προεδρικό διάταγμα σύμφωνα με την παράγραφο 9.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 παρ. 1,2 Ν.4368/2016,ΦΕΚ Α 21/21.2.2016.
5.α. Αποφάσεις της Ε.Σ.Α.Λ. σχετικά με τα ζητήματα αρμοδιότητας του στοιχείου στ` της προηγούμενης παραγράφου, οι οποίες έχουν ληφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θεωρούνται νόμιμες από το χρόνο εκδόσεως τους.
β. Οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων διεθνούς ενδιαφέροντος, εθνικής σημασίας και μείζονος ενδιαφέροντος υποχρεούνται εντός είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να προβούν στη σύνταξη, την ολοκλήρωση ή την επικαιροποίηση του Αναπτυξιακού Προγράμματος και της Μελέτης Διαχείρισης (Master Plan) για τους λιμένες ευθύνης τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Δ Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
γ. Από την υποχρέωση του ως άνω υπό β` στοιχείου εξαιρούνται οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων, των οποίων το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα και η Μελέτη Διαχείρισης (Master Plan) κυρώθηκε με το άρθρο 15 του ν. 4081/2012 (Α` 184).
6. Υφιστάμενα έργα της παραγράφου 2 του άρθρου 46, σε Οργανισμούς Λιμένων και σε Λιμενικά Ταμεία (δημοτικά ή κρατικά), με εξαίρεση τις κτιριακές εγκαταστάσεις, μη νομίμως εκτελεσθέντα, έως την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου από φορείς του Δημοσίου, θεωρούνται νόμιμα από το χρόνο έγκρισης τους από την Ε.Σ.Α.Λ. του Αναπτυξιακού Προγράμματος και Μελέτης Διαχείρισης (Master Plan) του λιμένα στο οποίο αυτά έχουν αποτυπωθεί και ενταχθεί, και της αντίστοιχης απόφασης έκδοσης των Περιβαλλοντικών Όρων.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Δ εδαφ.ββ Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
Η νομιμοποίηση κτιριακών εγκαταστάσεων εντός της χερσαίας ζώνης λιμένα διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4014/2011 (Α` 209) και του άρθρου 16 παρ. 2δ του ν. 4178/2013 (Α` 174).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Δ εδαφ.γγ Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
7. α. Για την αποδοχή του Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων (Π.Π.Π.Α.) ή της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) για την αδειοδότηση των Λιμενικών`Εργων, των υποκατηγοριών Α1 και Α2 του ν. 4014/2011 (Α` 209) όπως ισχύει, από τα οποία τροποποιούνται τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά (σε κάτοψη) του λιμένα, (δηλ. σε έργα που αφορούν επέκταση ή τροποποίηση του λιμένα), σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 και στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 4014/2011, όπως ισχύουν, απαιτείται η προηγούμενη θετική γνωμοδότηση της Επιτροπής Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων.
β. Η ως άνω γνωμοδότηση δεν απαιτείται στο πλαίσιο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης στις εξής περιπτώσεις:
αα. κατά τη διαδικασία νομιμοποίησης υφιστάμενων έργων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 27 του ν. 2971/2001, όπως ισχύει,
ββ. για έργα επισκευής ή συντήρησης υφιστάμενων λιμενικών εγκαταστάσεων,
γγ. στις εξής περιπτώσεις μελετών του Παραρτήματος III Ομάδα 3η της υπουργικής απόφασης του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής 1958/13.1.2012 (Β` 21) Κατάταξη δημοσίων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 4014/2011 (Α` 209):
i) λιμένες σκαφών αναψυχής (μαρίνες) και καταφύγια τουριστικών σκαφών (α/α 5), εκτός εάν βρίσκονται εντός ζώνης λιμένα, (βάση του άρθρου 30 του ν. 2160/1993).
ιι) Μεμονωμένες ράμπες ανέλκυσης και καθέλκυσης σκαφών (α/α 8).
ιιι)Έργα προστασίας ακτής από διάβρωση εντός της θάλασσας και σε απόσταση από την ακτή (α/α 9).
iv) Έργα προστασίας ακτής από διάβρωση επί της ακτογραμμής (παράλληλα ή κάθετα) (α/α 10).
ν) Έργα ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής (α/α 11).
νί) Τεχνητοί ύφαλοι στον πυθμένα της θάλασσας (α/α 13).
νιι) Ανάκτηση εδαφών από λίμνες (α/α 14β).
δδ. για θέματα που αφορούν έργα εντός όχθης και παρόχθιας ζώνης (λιμνών – λιμνοθαλασσών).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 παρ.1Δ εδαφ.δδ Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
8. Η γνωμοδότηση αυτή υποκαθιστά τις γνωμοδοτήσεις των συναρμόδιων υπηρεσιών που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 2971/2001 και στα άρθρα 3 και 4 του ν. 4014/2011, όπως ισχύουν, για τη συλλογή γνωμοδοτήσεων των αρμόδιων υπηρεσιών και φορέων διοίκησης κατά τη διαδικασία του Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων ή της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αντιστοίχως.
9. α) Οι κανονιστικές αποφάσεις της Ε.Σ.Α.Λ. δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατόπιν παραγγελίας του Προέδρου της.
β) Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μετά από σύμφωνη γνώμη της Ε.Σ.Α.Λ., καθορίζονται οι χρήσεις γης και οι όροι και περιορισμοί δόμησης εντός χερσαίας ζώνης των λιμένων της χώρας, που έχουν χαρακτηριστεί ως Λιμένες Διεθνούς Ενδιαφέροντος, Εθνικής Σημασίας και Μείζονος Ενδιαφέροντος, με την κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Εμπορικής Ναυτιλίας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής 8315.2.2./2007 «Κατάταξη Λιμένων» (Β΄ 202).
Στους λοιπούς λιμένες που με την ίδια κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται ως Λιμένες Τοπικής Σημασίας, ο καθορισμός των χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης εντός χερσαίας ζώνης λιμένα, γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από σύμφωνη γνώμη της Ε.Σ.Α.Λ..
γ) Αποφάσεις της Ε.Σ.Α.Λ. που έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, με τις οποίες εγκρίνονται χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης λιμένων, επέχουν θέση σύμφωνης γνώμης για τη ρύθμιση των ζητημάτων αυτών με προεδρικό διάταγμα, εκτός αν στο μεταξύ υποβληθεί νέο αναπτυξιακό πρόγραμμα προς έλεγχο ή ζητείται η επικαιροποίηση του ισχύοντος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 παρ. 3 Ν.4368/2016,ΦΕΚ Α 21/21.2.2016 και με την παρ.1 του άρθρου 140 του ν.4504/2017
10. Η Επιτροπή εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη του έτους αναφοράς συντάσσει και υποβάλλει ετήσια απολογιστική έκθεση του έργου της στον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 35 Ν.3153/2003,ΦΕΚ Α 153 και το άρθρο 207 Ν.4072/2012,ΦΕΚ Α 86 και με το άρθρο 44 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.
Άρθρο εικοστό
Σύσταση θέσεων
1. Στη Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής συνιστάται μία θέση Γενικού Γραμματέα, Προϊσταμένου της Γενικής Γραμματείας με βαθμό 10 της κατηγορίας των ειδικών θέσεων με εμπειρία σε θέση ευθύνης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.
2. Για τη στελέχωση του γραφείου του Γενικού Γραμματέα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 30 του ν. 1558/1985 και του άρθρου 71 του ν. 1943/1991.
3. Για τη στελέχωση της Γενικής Γραμματείας συνιστώνται στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας σαράντα θέσεις μόνιμου προσωπικού διαφόρων ειδικοτήτων και δέκα θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
4. Τα προσόντα διορισμού του προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης της Γενικής Γραμματείας, καθώς και η κατανομή των θέσεων του προσωπικού της παραγράφου 3 κατά κλάδο και ειδικότητα.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΣΕ ΑΝΩΝΥΜΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ
Άρθρο εικοστό πρώτο
Διάσπαση Λιμενικών Ταμείων Μετατροπή Λιμενικών Ταμείων σε Α.Ε.
1. Τα Λιμενικά Ταμεία Νομού Μαγνησίας, Νομού `Εβρου και Νομού Καβάλας, που προήλθαν από τη συγχώνευση των Λιμενικών Ταμείων Βόλου-Σκοπέλου, Αλεξανδρούπολης-Σαμοθράκης και Καβάλας-Θάσου αντίστοιχα, με τις διατάξεις του Π.δ. 390/1993 “Περί συγχωνεύσεως Λιμενικών Ταμείων σε επίπεδο Νομού” (ΦΕΚ 165 Α), του από 28.11.1950 β.δ. “Περί συγχωνεύσεως Λιμενικών Ταμείων Ν. `Εβρου” (ΦΕΚ280 Α) και του Π.δ. 90/1990 “Συγχώνευση των Λιμενικών Ταμείων Καβάλας και Θάσου σε ένα, υπό τον τίτλο Λ/Τ Νομού Καβάλας” (ΦΕΚ 44 Α), διασπώνται στα Λιμενικά Ταμεία Βόλου, Σκοπέλου, Αλεξανδρούπολης, Σαμοθράκης, Καβάλας και Θάσου.
2. Για όλα τα θέματα λειτουργίας των Λιμενικών Ταμείων Σκοπέλου, Σαμοθράκης και Θάσου επαναφέρεται σε ισχύ το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της συγχωνεύσεώς τους. Εντός δύο μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου συγκροτούνται οι οικείες λιμενικές επιτροπέςσύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Μέχρι συγκροτήσεως των νέων λιμενικών επιτροπών των Λιμενικών Ταμείων Σκοπέλου, Σαμοθράκης και Θάσου λειτουργούν και γι` αυτά οι συγκροτημένες λιμενικές επιτροπές.
3. Τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία Λιμενικό Ταμείο Αλεξανδρούπολης, Λιμενικό Ταμείο Βόλου, Λιμενικό Ταμείο Ελευσίνας, Λιμενικό Ταμείο Ηρακλείου, Λιμενικό Ταμείο Ηγουμενίτσας, Λιμενικό Ταμείο Καβάλας, Λιμενικό Ταμείο Ν.Κέρκυρας, Λιμενικό Τα- μείο Λαυρίου, Λιμενικό Ταμείο Πατρών, Λιμενικό Ταμείο Ραφήνας μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρίες με τις επωνυμίες αντίστοιχα “Οργανισμός Λιμένος Αλεξανδρούπολης Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Βόλου Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας Ανώνυμη Εταιρεία “, “Οργανισμός Λιμένος Ηγουμενίτσας Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Ηρακλείου Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Καβάλας, Ανώνυμη Εταιρεία”, ” Οργανισμός Λιμένος Κέρκυρας Ανώνυ- μη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Πατρών Ανώνυμη Εταιρεία”, “Οργανισμός Λιμένος Ραφήνας Ανώνυμη Εταιρεία”, και με διακριτικό τίτλο αντίστοιχα” Ο.Λ.Α. Α.Ε.”, “Ο.Λ.Β. Α.Ε.”, “Ο.Λ.Ε. Α.Ε.”, “Ο.Λ.ΗΓ. Α.Ε.”, “Ο.Λ.Η. Α.Ε.”, “Ο.Λ Α.Ε.”, “Ο.Λ.ΚΕ. Α.Ε.”, “Ο.Λ.Λ. Α.Ε.”, “Ο.Λ.ΠΑ. Α.Ε.”, και “Ο.Λ.Ρ. Α.Ε.”.
Σχετικό: παράγραφο 8α άρθρου 1 της από 7.9.2012 ΠΝΠ,ΦΕΚ Α΄175/7.9.2012
4. α) `Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Αλεξανδρουπόλεως ορίζεται ο Δήμος Αλεξανδρούπολης.
β) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Βόλου ορίζεται ο Δήμος Βόλου.
γ) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας ορίζεται ο Δήμος Ελευσίνας.
δ) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Ηγουμενίτσας ορίζεται ο Δήμος Ηγουμενίτσης.
ε) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Ηρακλείου ορίζεται ο Δήμος Ηρακλείου.
στ) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Καβάλας ορίζεται ο Δήμος Καβάλας.
ζ) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Κέρκυρας ορίζεται ο Δήμος Κερκυρέων.
η) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου ορίζεται ο Δήμος Λαυρεωτικής.
θ) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Πατρών ορίζεται ο Δήμος Πατρέων.
ι) Εδρα της ανώνυμης εταιρείας Οργανισμός Λιμένος Ραφήνας ορίζεται ο Δήμος Ραφήνας.
5. Κάθε Οργανισμός Λιμένος Α.Ε. της παραγράφου 3 είναι ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφέλειας με Σκοπό την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/ 1920 (ΦΕΚ 144 Α), τις διατάξεις του β.δ. 14/19.1.1939 (ΦΕΚ 24 Α) και του α.ν. 2344/1940 (ΦΕΚ 154 Α), όπως κάθε φορά ισχύουν.
6. α) Η κινητή και ακίνητη περιουσία του μετατρεπόμενου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου περιέρχεται στην Ανώνυμη Εταιρεία, η οποία υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, καθώς και σε κάθε δικαιοπραξία που έχει συναφθεί και ευρίσκεται σε ισχύ μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, ως καθολικός διάδοχος του νομικού προσώπου. Προκειμένου περί ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του μετατρεπόμενου Λιμενικού Ταμείου, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, που περιέρχονται στην Α.Ε. η επερχόμενη, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού μεταβολή σημειώνεται με αίτηση της εταιρείας ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των αρμόδιων υποθηκοφυλακείων. Οι μεταβιβάσεις αυτές απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, καθώς και δικαιώματα υπέρ οποιουδήποτε τρίτου.
β) Οι εκκρεμείς δίκες κάθε μετατρεπόμενου νομικού προσώπου συνεχίζονται από την Α.Ε., χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να απαιτούνται άλλες ειδικότερες διατυπώσεις ή ενέργειες για τη συνέχισή τους.
7. Οι Α.Ε. του παρόντος νόμου έχουν τις απαλλαγές που προβλέπονται με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ31 Α).
8. Η μελέτη και εκτέλεση έργων στην περιοχή αρμοδιότητας των Α.Ε. εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Ε. Αν πρόκειται για έργα εθνικού επιπέδου, απαι τείται η έγκριση της πράξης του Διοικητικού Συμβουλίου, πριν την εκτέλεσή της από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας στο πλαίσιο της ασκούμενης εθνικής λιμενικής πολιτικής, καθώς και από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων `Εργων, ο οποίος εποπτεύει τις Α.Ε. στον τομέα των έργων.
9. α) Τα λιμενικά έργα των Α.Ε. εκτελούνται μετά από έγκριση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας στο πλαίσιο της ασκούμενης από αυτό ενιαίας ναυτιλιακής και λιμενικής πολιτικής της χώρας.
β) Οι προσχώσεις στη θάλασσα προς εξυπηρέτηση των σκοπών της Α.Ε. εκτελούνται ύστερα από την έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων `Εργων και Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και κατά παρέκκλιση του άρθρου 9 του α.ν.2344/1940.
γ) Επισκευές – επεμβάσεις τοπικού χαρακτήρα και εργασίες συντήρησης στις περιοχές αρμοδιότητας των ΑΕ εκτελούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Έργων, η οποία κοινοποιείται προς γνώση στη Διεύθυνση Λιμενικών Υποδομών της Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) αποσκοπούν στη συντήρηση υπάρχοντος εξοπλισμού ή στην αποκατάσταση φθορών, ζημιών ή βλαβών που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των εργαζομένων και των χρηστών και προκαλούνται από συνήθη χρήση κατά την εκτέλεση θεμελιωδών δραστηριοτήτων του λιμένα ή της λιμενικής εγκατάστασης (φόρτο-εκφόρτω-ση και κυκλοφορία βαρέων οχημάτων, απο- επιβίβαση συναλλασσόμενων, συνήθη καιρικά φαινόμενα κλπ.) ή και από έκτακτες καταστάσεις (θεομηνίες, πρόσκρουση πλοίων κλπ.), όπως ιδίως υποσκαφές (σπηλαιώσεις), πάσης φύσεως φθορές ή ζημιές σε κρηπιδώματα και προβλήτες, καθιζήσεις ανωδομών, εξοπλισμός που χρήζει αντικατάστασης, τοπικές αστοχίες θωράκισης – προστασίας εξωτερικών λιμενικών έργων (βραχισμός),
ββ) δεν τροποποιούν με οποιονδήποτε τρόπο τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των λιμένων ή των λιμενικών εγκαταστάσεων,
γγ) ο προϋπολογισμός δαπάνης δημοπράτησης τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 100.000,00 ευρώ πλέον δαπάνης Φ.Π.Α. και
δδ) συνδέονται άρρηκτα με την ομαλή και ασφαλή λειτουργία του λιμένα ή της λιμενικής εγκατάστασης.
Για την έναρξη εκτέλεσης των επισκευών – επεμβάσεων της παραγράφου αυτής απαιτείται αστυνομικής φύσεως άδεια της αρμόδιας λιμενικής αρχής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 207 παρ.4 Ν.4072/2012, ΦΕΚ Α 86/11.4.2012.
Σχετικό: το άρθρο 61 παρ.1 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013
10. Οι αναγκαίοι για την εκπλήρωση του σκοπού των Α.Ε. κανονισμοί εκδίδονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Συμβουλίου Διεύθυνσης. Μέχρι την έκδοση των κανονισμών του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
11. `Οπου στην ισχύουσα νομοθεσία ή σε έγγραφα δημόσια ή ιδιωτικά αναγράφεται η επωνυμία του Λιμενικού Ταμείου που μετατρέπεται, νοείται, από την έναρξη ισχύος του νόμου υπαγωγής, η Α.Ε.
12. Οι Α. Ε. του παρόντος νόμου εξασφαλίζουν όλες τις λιμενικές εξυπηρετήσεις στις δημόσιες υπηρεσίες και ένοπλες δυνάμεις. Τα σκάφη του Λιμενικού Σώματος απαλλάσσονται της καταβολής τελών και δικαιωμάτων για την εξυπηρέτησή τους στις εγκαταστάσεις των Α.Ε.
13. Το Μετοχικό Κεφάλαιο της Α.Ε. που θα αναγράφεται στο καταστατικό της αφορά λογιστική διευκόλυνση της Εταιρείας και δεν θα καταβάλλεται σε χρήμα ούτε θα συμψηφίζεται κατά οποιονδήποτε τρόπο με την αξία των περιουσιακών στοιχείων, με την οποία θα σχηματιστεί οριστικά το μετοχικό της κεφάλαιο.
14. Οι διατάξεις του κ.ν. 5167/1931 (ΦΕΚ222 Α) και του ν.δ. 1254/1949 (ΦΕΚ 288 Α), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, καθώς και οι λοιπές διατάξεις περί φορτοεκφορτώσεων στα λιμάνια της χώρας ισχύουν και για τις Α.Ε. του παρόντος νόμου.
15. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, μπορούν να προσδιοριστούν τα όρια της ζώνης Λιμένα των Οργανισμών Λιμένων Α.Ε.
Σχετικό: ε το άρθρο 102 του ν.4504/2017
16. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από πρόταση των αντίστοιχων φορέων, δύνανται να μετατρέπονται σε Α.Ε. του άρθρου 291 του π.δ. 410/1995 και άλλα Δημοτικά ή Νομαρχιακά Λιμενικά Ταμεία ύστερα από πρότασή τους.
Σχετικό:τα εδάφια α΄,β΄,γ΄,δ΄,ε΄ και στ΄ της παρ.10 του άρθρου 4 του Ν.3075/2002 (Α΄ 297)
Άρθρο εικοστό δεύτερο
Για κάθε Οργανισμό Λιμένα Α.Ε. του προηγούμενου άρθρου του παρόντος νόμου εγκρίνεται το καταστατικό του, που έχει το ακόλουθο περιεχόμενο:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α`
ΣΥΣΤΑΣΗ-ΕΠΩΝΥΜΙΑ-ΕΔΡΑ- ΣΚΟΠΟΣ – ΔΙΑΡΚΕΙΑ
Αρθρο 1
Σύσταση – Επωνυμία – `Εδρα
1. Συνιστάται ανώνυμη Εταιρεία, με την επωνυμία, διακριτικό τίτλο και έδρα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου εικοστού πρώτου του παρόντος νόμου.
2. Για τις διεθνείς συναλλαγές της Εταιρείας η επωνυμία αποδίδεται.σε ξένη γλώσσα με πιστή μετάφραση.
3. Η Εταιρεία μπορεί, για την εξυπηρέτηση του σκοπού της, να ιδρύει πρακτορεία και γραφεία σε άλλες πόλεις της Ελλάδας ή του εξωτερικού, με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, που θα προσδιορίζει ταυτόχρονα τον τρόπο σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας τους.
Αρθρο 2
Σκοπός
Σκοπός της Εταιρείας είναι η διοίκηση και η εκμετάλλευση των χώρων της Ζώνης Λιμένα δικαιοδοσίας της.
1. Στο Σκοπό της Εταιρείας περιλαμβάνονται:
α) Η παροχή κάθε είδους λιμενικών υπηρεσιών προς τους χρήστες, η αναβάθμιση, η συντήρηση, η βελτίωση και η ανάπτυξη του λιμένα.
β) Η παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού των πλοίων και διακίνησης επιβατών, οχημάτων, φορτίων.
γ) Η εγκατάσταση, οργάνωση και εκμετάλλευση κάθε είδους λιμενικής υποδομής.
δ) Η ανάληψη και εκτέλεση προγραμμάτων, μελετών και έργων σχετικών με τις δραστηριότητες του Οργανισμού Λιμένα που χρηματοδοτούνται από εθνικούς, κοινοτικούς ή άλλους πόρους και που εντάσσονται στην εθνική λιμενική πολιτική.
ε) Η ανάληψη κάθε δραστηριότητας που έχει σχέση με το λιμενικό έργο, καθώς και κάθε άλλης εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας πέραν των παραδοσιακών λιμενικών υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένων ιδίως της τουριστικής, της πολιτιστικής, της αλιευτικής, του σχεδιασμού και της οργάνωσης λιμενικών εξυπηρετήσεων.
στ) Η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών και υποδομών μέσω τεχνολογικού και οργανωτικ:ού εκσυγχρονισμού.
ζ) Η μέριμνα αισθητικής και λειτουργικής διάρθρωσης του λιμένα.
η) Η εποικοδομητική συνεργασία με τους χρήστες του λιμένα και τους τοπικούς φορείς και τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας.
θ) Η εποικοδομητική συνεργασία και η ανάληψη κάθε δραστηριότητας που έχει σχέση με τους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων της χώρας.
ι) Η ανάληψη καθηκόντων “Γενικού Διαχειριστή” των χώρων της Ζώνης Λιμένα στο πλαίσιο του γενικού σχεδιασμού και ανάπτυξης του λιμενικού δυναμικού της χώρας, της χάραξης εθνικής λιμενικής πολιτικής για λογαριασμό του Δημοσίου και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου.
ια) Κάθε άλλη δραστηριότητα που είχε ανατεθεί στα Λιμενικά Ταμεία ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
2. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού η Εταιρεία μπορεί να:
α) Συνιστά, με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, θυγατρικές εταιρίες και να συμμετέχει σε άλλες εταιρίες ή επιχειρήσεις που έχουν Σκοπό την εκμετάλλευση χώρων και ανάπτυξη δραστηριοτήτων στην περιοχή δικαιοδοσίας του λιμένα ή και σε άλλους λιμένες εντός ή εκτός της χώρας που έχουν παρεμφερή με το δικό της Σκοπό και γενικά έχουν σκοπούς συναφείς ή υποβοηθητικούς της δραστηριότητάς της, καθώς και να συνεργάζεται με αυτές.
β) Παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κράτη ή διεθνείς οργανισμούς, ιδίως στον τομέα των μεταφορών.
γ) Φροντίζει για την επαγγελματική εκπαίδευση των εργαζομένων σε αυτήν.
δ) Δημιουργεί κατάλληλη ερευνητική υποδομή και να εκπονεί πάσης φύσεως έρευνες και μελέτες για θέματα που άπτονται των σκοπών της Εταιρείας.
ε) Συμμετέχει σε δραστηριότητες που έχουν στόχο την προώθηση των θεμάτων που άπτονται του σκοπού της Εταιρείας, είτε στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής `Ενωσης είτε σε εθνικό επίπεδο.
στ) Ιδρύει ή να συμμετέχει σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου.
Αρθρο 3
Διάρκεια
Η Διάρκεια της Εταιρείας ορίζεται σε πενήντα (50) έτη, αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος καταστατικού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μπορεί να παραταθεί ή να περιοριστεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Εταιρείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β`
ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ – ΜΕΤΟΧΕΣ
Αρθρο 4
Μετοχικό Κεφάλαιο
1. Το Μετοχικό Κεφάλαιο της Εταιρείας ανέρχεται στο ποσό των 20.000.000 δραχμών (58.694,05 ΕΥΡΩ). Κατά τη Διάρκεια λειτουργίας της Εταιρείας θα οριστικοποιηθεί το τελικό Μετοχικό Κεφάλαιο αυτής, που θα είναι το καθαρό ποσό σε δραχμές ή ΕΥΡΩ που θα προκύψει μετά την απογραφή, αποτίμηση, εκτίμηση και απεικόνιση σε ισολογισμό, που θα συνταχθεί, των εξής στοιχείων ενεργητικού και παθητικού:
α) Ολων των ακινήτων και κινητών πραγμάτων που ανήκουν κατά κυριότητα στο Λιμενικό Ταμείο ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.
β) Ολων των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων του Λιμενικού Ταμείου ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
2. Μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος, που μπορεί να παραταθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, θα διενεργηθεί η απογραφή και εκτίμηση των στοιχείων του Λιμενικού Ταμείου, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, καθώς και η σύνταξη του ισολογισμού. Η καθαρή θέση που θα προκύψει σύμφωνα με το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (π.δ. 1123/1980) θα ορίζει το οριστικό ύψος του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας.
3. Η απογραφή και εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του Λιμενικού Ταμείου, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, θα γίνει από επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 9του Κ.ν. 2190/1920.
4. Απόσπασμα της έκθεσης απογραφής, που θα περιέχει περιγραφή των ακινήτων και των εμπραγμάτων δικαι ωμάτων επί ακινήτων του Λιμενικού Ταμείου, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, μαζί με την προβλεπόμενη από το νόμο περίληψη, μεταγράφεται ατελώς, με αίτηση της Εταιρείας, στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου, ύστερα από θεώρησή της από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας.
Αρθρο 5
Μετοχές
Το Μετοχικό Κεφάλαιο της Εταιρείας αποτελείται από μία μετοχή, η οποία ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο.
Αρθρο 6
Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου
Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης δύναται να αυξάνεται το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας με έκδοση νέων μετοχών, με την προϋπόθεση ότι η οποιαδήποτε αύξηση δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της συμμετοχής του ελληνικού Δημοσίου κάτω του 51 %. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και ο τρόπος της διάθεσής τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Αρθρο 7
Οργανα Διοίκησης της Εταιρείας είναι: α) το Διοικητικό Συμβούλιο, β) ο Διευθύνων Σύμβουλος, γ) το Συμβούλιο Διεύθυνσης.
Αρθρο 8
Διοικητικό Συμβούλιο – Συγκρότηση
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει δεκατρία μέλη και αποτελείται από:
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 Ν.3153/2003,ΦΕΚ Α 153/19.6.2003.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.2987/2002 ΦΕΚ Α 27/21.2.2002.
γ) `Ενα μέλος υποδεικνυόμενο από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (Ο.Κ.Ε), που προέρχεται από φορείς σχετικούς με τις δραστηριότητες της Εταιρείας, με τον αναπληρωτή του.
Το υποδεικνυόμενο από την Ο.Κ.Ε μέλος προτείνεται μέσα σε προθεσμία δύο μηνών αφότου ειδοποιηθεί η Ο.Κ.Ε από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας.
δ) Δύο εκπροσώπους του μετόχου, με τους αναπληρωτές τους.
ε) Εναν εκπρόσωπο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης της έδρας της Εταιρείας, με τον αναπληρωτή του, πφυ ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης της έδρας της εταιρείας από τα μέλη της.
στ) Εναν εκπρόσωπο του δήμου της έδρας της Εταιρείας, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δήμου της έδρας της Εταιρείας από τα μέλη του.
ζ) Εναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της έδρας της Εταιρείας, με τον αναπληρωτή του.
η) Εναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος (Ο.Φ.Ε.) με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται από αυτή μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τότε που η Ο.Φ.Ε. ειδοποιείται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.11 Ν.2987/2002 ΦΕΚ Α 27/21.2.2002.
θ) Τον προϊστάμενο της οικείας Λιμενικής Αρχής ή άλλο Αξιωματικό Λ.Σ. που να διαθέτει τη σχετική εμπειρία, με δικαίωμα ψήφου μόνο στα θέματα για τα οποία είναι αρμόδια η Λιμενική Αρχή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 Ν.3153/2003,ΦΕΚ Α 153/19.6.2003.
2. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πενταετής.
3. Ο Πρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ανακαλούνται με την ίδια διαδικασία που ορίζονται ή εκλέγονται Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου που αδικαιολόγητα απουσιάζει σε τρεις συνεχόμενες συνεδριάσεις του εκπίπτει της θέσης του και αντικαθίσταται από πρόσωπο που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.
4. Ο Πρόεδρος, όταν ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, που ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.
5. Αν μείνει κενή θέση Συμβούλου λόγω ανάκλησης, θανάτου, παραίτησης ή για οποιονδήποτε λόγο έκπτωσης, ο αντικαταστάτης του ορίζεται για το υπόλοιπο της θητείας του σύμφωνα με την παράγραφο 1.
6. Η μη εκλογή εκπροσώπου των εργαζομένων και η μη υπόδειξη από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μέλους της μέσα στην προθεσμία των δύο μηνών, δεν παρακωλύει τη συγκρότηση και λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου χώρίς τα μέλη αυτά. Μέχρις ότου ορισθούν οι εκπρόσωποι της Ο.Κ.Ε. ή και των εργαζομένων το Δ.Σ. συγκροτείται και λειτουργεί νόμιμα χωρίς τα μέλη αυτά.
7. Η αποζημίωση του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.
8. Χρέη γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου ασκεί υπάλληλος της Εταιρείας, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του, από τον Πρόεδρο.
Αρθρο 9
Λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται με πρόσκληση του Προέδρου του στην έδρα της Εταιρείας και σε χρόνο που ορίζεται από αυτόν.
Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον μια φορά το μήνα.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται επίσης υποχρεωτικώς από τον Πρόεδρό του εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την επίδοση γραmής αίτησης δύο τουλάχιστον μελών του. Στην αίτηση προσδιορίζονται τα θέματα που τα μέλη ζητούν να περιληφθούν στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης.
3. Η πρόσκληση, στην οποία αναγράφονται τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, επιδίδεται με απόδειξη τρεις τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, κατά την εκτίμηση του Προέδρου, η πρόσκληση, στην οποία γίνεται μνεία του κατεπείγοντος, μπορεί να επιδίδεται και την προηγούμενη της συνεδρίασης. Η διαδικασία και οι προθεσμίες αυτές δεν τηρούνται αν παρίστανται όλα τα μέλη του και κανείς δεν αντιλέγει στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης και τη λήψη απόφασης.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία εφόσον παρίστανται τουλάχιστον επτά μέλη του, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος ή οι αναπληρωτές τους. Για την αντιπροσώπευση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 3 και 4 του κ.ν. 2190/1920. Αν δεν έχει οριστεί ο εκπρόσωπος των εργαζομένων ή της Ο.Κ.Ε., απαιτείται απαρτία των δύο τρίτων των εν ενεργεία μελών.
5. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρξει ισοψηφία, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
6. Για την τήρηση πρακτικών των συζητήσεων και αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου εφαρμόζονται αναλόγως οι οικείες διατάξεις του κ,ν. 2190/1920 και η υποβολή τους γίνεται στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάmυξης.
7. Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. μπορεί να παρίσταται, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο Νομικός Σύμβουλοςτης Εταιρείας ή άλλα πρόσωπα, εφόσον το αποφασίσει το Δ.Σ..
Αρθρο 10
Αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι το ανώτερο όργανο διοίκησης της Εταιρείας και διαμορφώνει τη στρατηγική και την πολιτική ανάπτυξης της Εταιρείας, ενώ εποπτεύει, ελέγχει και διαχειρίζεται την περιουσία της. Αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν στην Εταιρεία, μέσα στα πλαίσια του εταιρικού σκοπού, με εξαίρεση εκείνα που, σύμφωνα με το νόμο ή το καταστατικό, ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα άλλων οργάνων.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ιδίως τις παρακάτω Αρμοδιότητες:
α) Συνάπτει δάνεια, παρέχει εγγυήσεις, αναλαμβάνει υποχρεώσεις, εκδίδει συναλλαγματικές, γραμμάτια εις διαταγήν, επιταγές, ομόλογα ή ομολογίες ή άλλα αξιόγραφα ή τίτλους για λογαριασμό της Εταιρείας.
β) Παρέχει πιστώσεις ή δάνεια προς τρίτους, συνιστά εμπράγματες ασφάλειες επί κινητών ή ακινήτων τρίτων ή αποδέχεται προσωπικές εγγυήσεις για ασφάλεια των απαιτήσεων της Εταιρείας από τις ανωτέρω συναλλαγές.
γ) Αναλαμβάνει κάθε εμπορική ή άλλη δραστηριότητα, διενεργεί κάθε υλική πράξη και καταρτίζει κάθε δικαιοπραξία.
δ) Καταρτίζει ή αναθεωρεί το Στρατηγικό Σχέδιο (Σ.Σ.), που καθορίζει μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης κυβερνητικής πολιτικής τους μακροχρόνιους βασικούς στόχους για την εκπλήρωση των σκοπών της Εταιρείας και τις μεθόδους πραγματοποίησής του.
ε) Καταρτίζει ή αναθεωρεί το Επιχειρησιακό Σχέδιο (Ε.Σ.) με Διάρκεια τριών έως πέντε ετών, που περιλαμβάνει επί μέρους σχέδια που περιγράφουν τους στόχους του Ε.Σ. και τις μεθόδους πραγματοποίησής τους για καθένα από τα έτη της Διάρκειάς του.
στ) Υποβάλλει για έγκριση από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο, καθώς και τις τυχόν αναθεωρή σεις τους.
ζ) Προβαίνει σε περιορισμένης έκτασης αναμόρφωση των Επιχειρησιακών Σχεδίων μετά την έγκρισή τους με δική του ευθύνη σε επείγουσες περιπτώσεις, αν κρίνει αναγκαίο για τη βελτίωση του αποτελέσματος της Εταιρείας. Στο τέλος της χρήσης και μαζί με έκθεση πεπραγμένων υποβάλλει και αντίστοιχη έκθεση δικαιολόγησης των ανωτέρω αλλαγών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.12 υποπαρ.Δ.12 Ν.4336/2015,ΦΕΚ Α 94.
η) Συντάσσει ετήσια έκθεση πεπραγμένων, που περιέχει όλα τα οικονομικά στοιχεία που αφορούν στους εγκεκριμένους από το Επιχειρησιακό Σχέδιο και Συμβόλαιο Διαχείρισης στόχους. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται μέσα στους τρεις πρώτους μήνες του έτους στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας.
θ) Καταρτίζει και υποβάλλει στην τακτική Γενική Συνέλευση τον ετήσιο προϋπολογισμό της Εταιρείας.
ι) Καταρτίζει, μετά το πέρας κάθε εταιρικής χρήσης και υποβάλλει στην Τακτική Γενική Συνέλευση, τις Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της Εταιρείας, οι οποίες περιλαμβάνουν τον απολογισμό εσόδων – εξόδων, τον ισολογισμό, το λογαριασμό των αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που προβλέπεται από γενικές ή ειδικές διατάξεις.
ια) Ενεργεί για την πρόσληψη, προαγωγή, απόλυση και πειθαρχική δίωξη του προσωπικού.
ιβ) Συγκαλεί τακτική ή έκτακτη Γενική Συνέλευση, όποτε αυτό προβλέπεται από το νόμο ή το καταστατικό ή όταν κρίνεται αναγκαίο.
ιγ) Εισηγείται στη Γενική Συνέλευση όλα τα προς συζήτηση θέματα.
ιδ) Αποφασίζει για την ίδρυση θυγατρικών εταιρειών και τη συμμετοχή της Εταιρείας σε άλλες εταιρείες στο εσωτερικό και το εξωτερικό, σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος.
ιε) Εγκρίνει στα πλαίσια του Ε.Σ. τη μελέτη και εκτέλεση έργων στην περιοχή αρμοδιότητας της Α. Ε., καθώς και για την πραγματοποίηση προμηθειών και εν γένει δαπανών.
ιστ) Αποφασίζει για την εκποίηση περιουσιακών της στοιχείων, για την άσκηση αγωγών, για την παραίτηση από ασκηθείσες αγωγές, για άσκηση ενδίκων μέσων ή για παραίτηση από αυτά, για δικαστικούς ή εξώδικους συμβιβασμούς, καθώς και για σύναψη δανείων κάθε μορφής, δυναμένης της Εταιρείας να εκχωρεί για την ασφάλειά της, εν όλω ή εν μέρει, προσόδους της Εταιρείας και να παρέχει δικαιώματα υποθήκης επί ακινήτων της.
ιζ) Διαμορφώνει τη στρατηγική της Εταιρείας σε σχέση με τον ανταγωνισμό και εγκρίνει τις διεπιχειρησιακές συνεργασίες ή την κατάρτιση ειδικών συμφωνιών με φορείς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικής της θέσης στην ελληνική και τη διεθνή αγορά. ιη) Αποφασίζει την τιμολογιακή πολιτική της Εταιρείας, σύμφωνα και με την ισχύουσα νομοθεσία και την Εθνική Λιμενική Πολιτική. Επίσης εγκρίνει τα πάσης φύσεως τιμολόγια της Εταιρείας, σύμφωνα με τους κανόνες της ανοικτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό, λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικών κριτηρίων, όπως ορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.
ιη) Αποφασίζει την τιμολογιακή πολιτική της Εταιρείας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και την Εθνική Λιμενική Πολιτική. Επίσης εγκρίνει τα πάσης φύσεως τιμολόγια της Εταιρείας, σύμφωνα με τους κανόνες της ανοικτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό, λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικών κριτηρίων, όπως ορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.
ιθ) Συντάσσει τον Κανονισμό Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας και το Γενικό Κανονισμό Προσωπικού.
κ) Εγκρίνει τον Κανονισμό Λειτουργίας του Συμβουλίου Διεύθυνσης.
κα) Αποφασίζει τους αναγκαίους για την εκτέλεση του σκοπού της Εταιρείας κανονισμούς και τιμολόγια.
κβ) Εκπροσωπεί την Εταιρεία δικαστικώς και εξωδίκως.
Το Διοικητικό Συμβούλιο, με απόφασή του, μπορεί να αναθέτει την άσκηση μέρους ή ορισμένων εξουσιών και αρμοδιοτήτων του, καθώς και τη διαχείριση, διοίκηση ή διεύθυνση υποθέσεων και της περιουσίας του στον Πρόεδρο, στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, στο Συμβούλιο Διεύθυνσης ή στους Γενικούς Διευθυντές.
Αρθρο 11
Διευθύνων Σύμβουλος
1. “Ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, η δε Διάρκεια της θητείας του είναι ανεξάρτητη από εκείνη των υπόλοιπων μελών.”
Η ιδιότητά του δεν είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο Διευθύνων Σύμβουλος προισταται όλων των υπηρεσιών της Εταιρείας, διευθύνει το έργο της, λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις μέσα στα πλαίσια των διατάξεων που διέπουν τη λειτουργία της Εταιρείας, του Συμβολαίου Διαχείρισης, των εγκεκριμένων προγραμμάτων και προϋπολογισμών και του Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.13α άρθρ.35 Ν.3274/2004,ΦΕΚ Α 195/19.10.1004.
2.”Ο Διευθύνων Σύμβουλος προσλαμβάνεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μετά από δημόσια προκήρυξη της θέσης.” Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για την κατάληψη της θέσης του Διευθύνοντος Συμβούλου είναι πτυχίο Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή αλλοδαπής, με επαγγελματική εμπειρία στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Η προκήρυξη της θέσης του Διευθύνοντα Συμβούλου γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, με την οποία ορίζονται τα ιδιαίτερα προσόντα του και η διαδικασία επιλογής. Η πρόσληψή του γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και η αμοιβή του καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.13β άρθρ.35 Ν.3274/2004,ΦΕΚ Α 195/19.10.1004.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, η σύμβαση του Διευθύνοντος Συμβούλου μπορείνα καταγγελθεί και ο διορισμός του να ανακληθεί, αν συντρέχει σπουδαίος λόγος.
4. Ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει τις παρακάτω Αρμοδιότητες και όσες άλλες του αναθέτει εκάστοτε το Διοικητικό Συμβούλιο:
α) Υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο τις προτάσεις και εισηγήσεις που απαιτούνται για την πραγματοποίηση των σκοπών που ορίζονται στο καταστατικό και προβλέπονται στο Επιχειρησιακό και Στρατηγικό σχέδιο, καθώς και στο Συμβόλαιο Διαχείρισης.
β) Αποφασίζει την κατάρτιση συμβάσεων αντικειμένου μέχρι του ποσού εκείνου που ορίζει με απόφασή του το Διοικητικό Συμβούλιο.
γ) Εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
δ) Αποφασίζει για τα Θέματα προσωπικού της Εταιρείας, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού της Εταιρείας, των συμβατικών υποχρεώσεων και των υποχρεώσεων που προκύπτουν από το Συμβόλαιο Διαχείρισης.
ε) Λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αναβάθμιση και αξιοποίηση του προσωπικού, προτείνοντας στο Διοικητικό Συμβούλιο, για έγκριση, την κατάρτιση των αναγκαίων κατά την κρίση του νέων κανονισμών προσωπικού οργανογραμμάτων, προγραμμάτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσής του.
στ) Υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο τις προτάσεις και εισηγήσεις για την έκδοση των αναγκαίων κανονισμών και τιμολογίων.
5. Ο Διευθύνων Σύμβουλος, όταν ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται στα καθήκοντά του από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή από έναν από τους Γενικούς Διευθυντές ή Διευθυντές της Εταιρείας, που ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά από πρόταση του Διευθύνοντος Συμβούλου.
Αρθρο 12
Συμβούλιο Διεύθυνσης
Στο Συμβούλιο Διεύθυνσης μετέχουν, ως Πρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος και οι Διευθυντές της Εταιρείας.
Αρθρο 13
Αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διεύθυνσης
Αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διεύθυνσης είναι:
α) Ο συντονισμός και η εξασφάλιση της απαραίτητης συνοχής και λειτουργίας της Εταιρείας.
β) Η επίλυση -σημαντικών προβλημάτων τρέχουσας διαχείρισης.
γ) Η λήψη αποφάσεων για προμήθειες ή αναθέσεις έργων μέχρι το όριο του χρηματικού ποσού που θέτει το Διοικητικό Συμβούλιο.
δ) Η άσκηση κάθε άλλης αρμοδιότητας που του έχει ανατεθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`
ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Αρθρο 14
Σύνθεση – Αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης
1. Η Γενική Συνέλευση της Α.Ε. αποτελείται από τον μοναδικό μέτοχο που είναι το Ελληνικό Δημόσιο και εκπροσωπείται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή τους νόμιμους εκπροσώπους τους.
2. Η Γενική Συνέλευση της Εταιρείας είναι το ανώτατο όργανο αυτής και αποφασίζει για κάθε υπόθεση της Εταιρείας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο ή στο παρόν καταστατικό.
3. Η Γενική Συνέλευση είναι η μόνη αρμόδια να αποφασίζει επί των ακόλουθων θεμάτων:
α) Τροποποίηση του καταστατικού, συμπεριλαμβανομένων και των αυξήσεων ή μειώσεων του εταιρικού κεφαλαίου.
β) Διάλυση, παράταση της Διάρκειας, συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή και αναβίωση της Εταιρείας.
γ) Εκλογή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου (σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος νόμου) και των Ελεγκτών.
δ) Εγκριση των ετήσιων λογαριασμών (ετήσιων οικονομικών καταστάσεων) της Εταιρείας.
ε) Διάθεση των ετήσιων κερδών.
στ) Εκδοση ομολογιακού δανείου.
ζ) Απαλλαγή του Διοικητικού Συμβουλίου και των Ελεγκτών από κάθε ευθύνη.
η) Διορισμό εκκαθαριστών.
θ) Εγερση αγωγών κατά των μελών του Διοικηιικού Συμβουλίου και των ελεγκτών, σε περίπτωση παραβάσεως των εκ του νόμου καθηκόντων τους.
Αρθρο 15
Σύγκληση Γενικής Συνέλευσης – Απαρτία
1. Η Γενική Συνέλευση συγκαλείται από το Διοικητικό Συμβούλιο και συνέρχεται, στην έδρα της Εταιρείας, τακτικώς μία φορά το χρόνο και μέσα σε έξι μήνες από το τέλος της εταιρικής χρήσης.
2. Η Γενική Συνέλευση ευρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης όταν παρίστανται σε αυτήν οι εκπρόσωποι του μετόχου ή οι νόμιμοι αναπληρωτές τους.
3. Η Γενική Συνέλευση συνέρχεται και εκτάκτως οποτεδήποτε το Διοικητικό Συμβούλιο κρίνει αυτό αναγκαίο, όταν το ζητήσει ο μέτοχος, καθώς και στις προβλεπόμενες από το νόμο ή το καταστατικό περιπτώσεις.
4. Οταν ο μέτοχος ζητήσει τη σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται εντός δέκα ημερών από την επίδοση της αίτησης στον Πρόεδρο αυτού, να συγκαλέσει αυτήν με θέμα ημερήσιας διάταξης το θέμα που περιέχεται στην αίτηση.
5. Κατ` εξαίρεση, η Γενική Συνέλευση επιτρέπεται να συνέρχεται και σε άλλον τόπο, εκτός της έδρας της Εταιρείας, ύστερα από άδεια του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.
6. Στη Γενική Συνέλευση, εφόσον η ίδια δεν αποφασίζει διαφορετικά, προεδρεύει ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και καθήκοντα Γραμματέα ασκεί υπάλληλος της Εταιρείας, που ορίζεται από τον Πρόεδρο.
7. Στη Γενική Συνέλευση συζητούνται και αποφασίζο νται μόνο θέματα που αναγράφονται στην ημερήσια διάταξη. Οι συζητήσεις και οι αποφάσεις της Γενικής Συνέ λευσης καταχωρούνται, σε περίληψη, σε ειδικό βιβλίο πρακτικών και υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα της Γενικής Συνέλευσης και υποβάλλονται σε αντίγραφο μέσα σε είκοσι ημέρες στην αρμόδια Υπηρεσία. Τα αντίγραφα και τα αποσπάσματα των πρακτικών επικυρώνονται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμ βουλίου ή τον αναπληρωτή του.
Αρθρο 16
Πρόσκληση της Γενικής Συνέλευσης
1. Η Γενική Συνέλευση πρέπει να καλείται είκοσι τουλάχιστον ημέρες προ της οριζόμενης για τη συνεδρίαση αυτής ημέρα, υπολογιζομένων και των εξαιρετέων ημερών. Η ημέρα της δημοσίευσης της πρόσκλησης της Γενικής Συνέλευσης και η ημέρα της συνεδρίασης αυτής δεν υπολογίζονται
2. Η Πρόσκληση της Γενικής Συνέλευσης περιλαμβάνει τουλάχιστοντο οίκημα, τη χρονολογία και την ώρα της συνεδρίασης, καθώς και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης με σαφήνεια.
3. Η Πρόσκληση της Γενικής Συνέλευσης τοιχοκολλάται σε εμφανή θέση των κεντρικών γραφείων της Εταιρείας και δημοσιεύεται ως εξής:
α) Στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 3του από 16 Ιανουαρίου 1930 προεδρικού διατάγματος “περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών” δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν τη Γενική Συνέλευση.
β) Σε μία ημερήσια πολιτική εφημερίδα που εκδίδεται στην Αθήνα, έχει ευρεία κυκλοφορία σε ολόκληρη τη χώρα και επιλέγεται από τις εφημερίδες του άρθρου 3 του ν.δ. 3757/1957, όπως ισχύει, είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν τη Γενική Συνέλευση.
γ) Σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα από εκείνες που εκδίδονται έξι ημέρες την εβδομάδα επί τρία συνεχή έτη ως αμιγώς οικονομικές εφημερίδες, έχουν ημερήσια κυκλοφορία, καθ` όλη την τριετία, πέντε τουλάχιστον χιλιάδων φύλλων, και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με κοινή απόφαση των αρμόδιων Υπουργών, προκειμένου για το χαρακτηρισμό εφημερίδας ως οικονομικής, είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν τη Γενική Συνέλευση και
δ)Σε μία ημερήσια ή εβδομαδιαία πολιτική εφημερίδα που εκδίδεται στην έδρα του δήμου της Εταιρείας ή στην πρωτευουσα του νομου στην οποια η εταιρεια εχει την έδρα της.
4. Πριν από την προθεσμία αυτή των είκοσι τουλάχιστον ημερών, η πρόσκληση για τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης γνωστοποιείται στα Υπουρχεία Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας.
5. Στις περιπτώσεις επαναληπτικών Γενικών Συνελεύσεων οι παραπάνω προθεσμίες συντέμνονται στο μισό.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας έχει την υποχρέωση δέκα ημέρες πριν από την τακτική Γενική Συνέλευση να δίνει στο μέτοχο, που το ζητάει, τις Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της, αντίτυπο της έκθεσης πεπραγμένων αυτού, καθώς και της έκθεσης των Ελεγκτών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε`
ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΧΡΗΣΗ – ΕΛΕΓΚΤΕΣ-
ΕΤΗΣΙΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ-
ΛΟΓΟΙ ΛΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ – ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ
Αρθρο 17
Εταιρική χρήση
1. Η Εταιρική χρήση έχει διαρκεία δώδεκα μηνών, αρχίζει την 1η lανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.
2. Κατ` εξαίρεση, η πρώτη Εταιρική χρήση αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος και λήγει την 31 η Δεκεμβρίου 2002.
Αρθρο 18
Ελεγκτές
1. Για να λάβει η Γενική Συνέλευση εγκύρως απόφαση σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς (Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις) της Εταιρείας θα πρέπει αυτοί προηγουμένως να έχουν ελεγχθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Η τακτική Γενική Συνέλευση εκλέγει κάθε χρόνο τους, κατά τον Κ.ν. 2190/1920, Ελεγκτές της επόμενης εταιρικής χρήσης Ορκωτούς Ελεγκτές από το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών, με ισάριθμους αναπληρωτές τους και ορίζει ταυτόχρονα την αμοιβή τους.
3. Εντός πέντε ημερών από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης, που όρισε τους Ελεγκτές, πρέπει να γίνει από την Εταιρεία η ανακοίνωση προς αυτούς του διορισμού τους. Εφόσον οι Ελεγκτές δεν αποποιηθούν το διορισμό τους εντός προθεσμίας πέντε ημερών, θεωρούνται ότι τον αποδέχτηκαν και έχουν όλες τις ευθύνες και υποχρεώσεις που καθορίζονται από τον Κ.ν. 2190/1920.
Αρθρο 19
Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις
1. Στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης το Διοικητικό Συμβούλιο καταρτίζει τις Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και την έκθεση διαχείρισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 42α, 42β, 42γ, 42δ, 42ε, 43α, 43β, 111 και 112 του Κ.ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει Οι Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, ήτοι ο ισολογισμός, ο λογαριασμός “αποτελέσματα χρήσεως”, ο “πίνακας διαθέσεως αποτελεσμάτων:` και το προσάρτημq υποβάλλονται για έγκριση στην τακτική Γενική Συνέλευση και συνοδεύονται: α) από την έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 43α του κ.ν. 2190/ 1920 και β) από την έκθεση των Ελεγκτών.
2. Για να ληφθεί εγκύρως απόφαση από τη Γενική Συνέλευση επί των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της Εταιρείας, που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο, πρέπει αυτές να έχουν θεωρηθεί από:
α) τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου ή τον αναπληρωτή του, β) τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και
γ) τον υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου της Εταιρείας.
Τα παραπάνω πρόσωπα, σε περίπτωση διαφωνίας ως προς τη νομιμότητα του τρόπου κατάρτισης των οικονομικών καταστάσεων, οφείλουν να εκθέσουν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους στη Γενική Συνέλευση.
3. Οι Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις με τις σχετικές εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των Ελεγκτών υποβάλλονται από την Εταιρεία στην αρμόδια για θέματα εποπτείας των Ανωνύμων Εταιρειών υπηρεσία είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας οφείλει να δημοσιεύει τον ισολογισμό, τον λογαριασμό “αποτελέσματα χρήσεως” και τον “πίνακα διαθέσεως αποτελεσμάτων” μαζί με το πιστοποιητικό ελέγχου των Ελεγκτών είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης: α) στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 3 του από 16 Ιανουαρίου 1930 προεδρικού διατάγματος “περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών”, β) σε μία ημερήσια πολιτική εφημερίδα που εκδίδεται στην Αθήνα, έχει ευρεία κυκλοφορία σε ολόκληρη τη χώρα και επιλέγεται από τις εφημερίδες του άρθρου 3 του ν.δ. 3757/1957, όπως ισχύει, γ) σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα από εκείνες που εκδίδονται έξι ημέρες την εβδομάδα επί τρία συνεχή έτη ως αμιγώς οικονομικές εφημερίδες, έχουν ημερήσια κυκλοφορία, καθ` όλη την τριετία, πέντε τουλάχιστον χιλιάδων φύλλων και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με κοινή απόφαση των αρμόδιων Υπουργών, προκειμένου για το χαρακτηρισμό εφημερίδας ως οικονομικής, δ) σε μία ημερήσια ή εβδομαδιαία πολιτική εφημερίδα που εκδίδεται στην έδρα του δήμου της Εταιρείας ή στην πρωτεύουσα του νομού στην οποία η Εταιρεία έχει την έδρα της.
5. Μέσα σε είκοσι ημέρες από την έγκριση των οικονομικών καταστάσεων από την τακτική Γενική Συνέλευση, μαζί με το επικυρωμένο αντίγραφο των πρακτικών της Γενικής Συνέλευσης, υποβάλλεται στην αρμόδια για θέματα εποπτείας των Ανωνύμων Εταιρειών υπηρεσία και αντίτυπο των εγκεκριμένων οικονομικών καταστάσεων.
Αρθρο 20
Λόγοι λύσης της Εταιρείας
Η Εταιρεία λύεται:
α) Με τη λήξη του χρόνου Διάρκειάς της.
β) Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.
γ) Οταν κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης.
Αρθρο 21
Εκκαθάριση
1. Εκτός από την περίπτωση της πτώχευσης, τη λύση της Εταιρείας ακολουθεί η Εκκαθάριση. Αν η Εταιρεία λυθεί λόγω παρόδου του χρόνου της Διάρκειάς της, ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής εκτελεί χρέη εκκαθαριστή μέχρι το διορισμό εκκαθαριστών από τη Γενική Συνέλευση. Αν η Εταιρεία λυθεί μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, η Γενική Συνέλευση με την ίδια απόφαση ορίζει και τους εκκαθαριστές.
2. Οι εκκαθαριστές, που ορίζονται από τη Γενική Συνέλευση, μπορεί να είναι δύο έως τέσσερις. Ως προς τη δημοσιότητα του διορισμού τους εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Οι εκκαθαριστές ασκούν όλες τις συναφείς με τη διαδικασία και το Σκοπό της Εκκαθάρισης Αρμοδιότητες του Δικαστικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης.
3. Ο διορισμός των εκκαθαριστών συνεπάγεται αυτοδικαίως την παύση των εξουσιών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του Διευθύνοντος Συμβούλου, του Συμβουλίου Διεύθυνσης και των Γενικών Διευθυντών.
4. Οι εκκαθαριστές που ορίζονται από τη Γενική Συνέλευση οφείλουν, μόλις αναλάβουν τα καθήκοντά τους, να διενεργήσουν απογραφή της εταιρικής περιουσίας και να δημοσιεύσουν στον τύπο και στο Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως ισολογισμό, αντίγραφο του οποίου υποβάλλεται στην αρμόδια για θέματα εποπτείας των ανωνύμων εταιρειών υπηρεσία. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι εκκαθαριστές όταν λήξει η Εκκαθάριση.
5. Η Γενική Συνέλευση διατηρεί όλες τις Αρμοδιότητες και εξουσίες της κατά τη Διάρκεια της Εκκαθάρισης. Οι ισολογισμοί της Εκκαθάρισης εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση, που αποφασίζει και για την απαλλαγή των εκκαθαριστών από κάθε ευθύνη. Στη Γενική Συνέλευση υποβάλλονται κάθε έτος τα αποτελέσματα της Εκκαθάρισης και έκθεση περί των αιτιών που παρεμπόδισαν την αποπεράτωση αυτής. Ως προς τη δημοσιότητα του τελικού ισολογισμού εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ`
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Αρθρο 22
Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο
Η Εταιρεία υποχρεούται να καταρτίζει:
α) Το Στρατηγικό Σχέδιο (Σ.Σ.), που καθορίζει στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής τους μακροχρόνιους βασικούς στόχους για την εκπλήρωση των σκοπών της Εταιρείας και τις μεθόδους πραγματοποίησής τους.
β) Το Επιχειρησιακό Σχέδιο (Ε.Σ.) με Διάρκεια τριών έως πέντε ετών. Το Επιχειρησιακό Σχέδιο εξειδικεύει τους στόχους του Στρατηγικού Σχεδίου και τις μεθόδους πραγματοποίησης για καθένα από τα έτη της Διάρκειάς του.
Το Στρατηγικό και το Επιχειρησιακό Σχέδιο υποβάλλονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας και εγκρίνονται με απόφασή τους και κατατίθενται στην αρμόδια κατά τον κανονισμό της Βουλής Επιτροπή.
Το Επιχειρησιακό Σχέδιο αναθεωρείται με τον ίδιο τρόπο που καταρτίζεται και εγκρίνεται Σε επείγουσες περιπτώσεις το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της επιχείρησης, να προβαίνει με δική του ευθύνη σε περιορισμένης έκτασης αναμόρφωση του Επιχειρησιακού Σχεδίου.
Η υποχρέωση υποβολής του Στρατηγικού και του Επιχειρησιακού Σχεδίου δεν αναιρεί την υποχρέωση υποβολής του προϋπολογισμού, του απολογισμού, του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου που προβλέπεται από τις γενικές ή ειδικές διατάξεις.
Σε περίπτωση που η Εταιρεία έχει ιδρύσει θυγατρική εταιρεία, υποβάλλει, εκτός των αναφερομένων στην προηγούμενη παράγραφο, και ενοποιημένους λογαριασμούς της σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Αρθρο 23
Συμβόλαιο Διαχείρισης – Ελεγχος της τήρησής του
Μεταξύ του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρείας αφ` ενός, και του ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, συνάπτεται “Συμβόλαιο Διαχείρισης”, στο οποίο καθορίζονται με λεπτομέρειες και, στο πλαίσιο του Στρατηγικού και του Επιχειρησιακού Σχεδίου, οι στόχοι που ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Διευθύνων Σύμβουλος αναλαμβάνουν να εκπληρώσουν κατά τη Διάρκεια της θητείας τους.
Αν διαπιστωθεί σοβαρή απόκλιση των μεγεθών ή του χρόνου πραγματοποίησης των στόχων που δεν δικαιολογείται επαρκώς ή αν συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας δύνανται να καταγγελθούν το Συμβόλαιο Διαχείρισης και οι συμβάσεις του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του Διευθύνοντος Συμβούλου καινα ανακληθεί ο διορισμός τους.
Μέσα σε ένα μήνα από το διορισμό νέου Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου συντάσσεται νέο Συμβόλαιο Διαχείρισης μεταξύ αυτών και του ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Αρθρο 24
Απαγόρευση ανταγωνισμού
Απαγορεύεται στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και στους Διευθυντές της Εταιρείας να ενεργούν κατ` επάγγελμα χωρίς την άδεια της Γενικής Συνέλευσης, για δικό τους λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, πράξεις συναφείς προς τους σκοπούς της Εταιρείας ή να είναι μέλη Διοικητικού Συμβουλίου, διευθυντικά στελέχη, υπάλληλοι ή αντιπρόσωποι εταιριών που έχουν συναφείς σκοπούς με αυτούς που επιδιώκει η Εταιρεία καθώς και να μετέχουν ως ομόρρυθμοι εταίροι σε εταιρίες που επιδιώκουν τέτοιους σκοπούς.
Αρθρο 25
Ισχύς του Καταστατικού
Η Ισχύς του Καταστατικού θα αρχίσει ύστερα από δύο μήνες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.”
Άρθρο εικοστό τρίτο
1. Ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας παρίσταται ο ίδιος ή δια ειδικού αντιπροσώπου στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε Ανώνυμης Εταιρείας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου εικοστού πρώτου.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, δύναται να ανατίθεται σε ελεγκτικές εταιρίες ο διαχειριστικός έλεγχος των Α.Ε..
Άρθρο εικοστό τέταρτο
Παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης και εκμετάλλευσης των χώρων της Ζώνης Λιμένα
1. Με σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή το εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο και της ανωνύμου εταιρείας του παρόντος νόμου, παραχωρείται στη δεύτερη το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των κτιρίων, γηπέδων, λιμενικών έργων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Ζώνης Λιμένα με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου εικοστού πρώτου.
Στην παραπάνω σύμβαση ορίζονται: α) η Διάρκεια παραχώρησης του παραπάνω δικαιώματος, καθώς και η δυνατότητα και ο τρόπος παράτασής της, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά (αρχικός χρόνος και τυχόν παρατάσεις) τα πενήντα έτη, β) το καταβαλλόμενο αντάλλαγμα, το οποίο μπορεί να καθοριστεί και σε ποσοστό επί του συνόλου ή μέρους των εσόδων της Εταιρείας, γ) το ειδικότερο περιεχόμενο του ανωτέρω δικαιώματος, καθώς και ο τρόπος και οι όροι άσκησης αυτού, δ) η τιμολογιακή πολιτική της Α.Ε. σύμφωνα με το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο, καθώς και οι υποχρεώσεις της και ιδιαίτερα οι σχετικές με την πληρότητα των παρεχόμενων από αυτή υπηρεσιών, τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και τη διασφάλιση της λειτουργικότητας και της ασφάλειας αυτών, ε) οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης του δικαιώματος ή άλλες τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης ή της κείμενης νομοθεσίας.
Από την παραχώρηση του παραπάνω δικαιώματος δεν θίγεται το δικαίωμα του Δημοσίου σχετικά με τη χρήση χώρων ή εγκαταστάσεων για τη στέγαση και τη λειτουργία των υπηρεσιών σχετικών με τις λιμενικές δραστηριότητές του εντός της Χερσαίας Ζώνης του λιμένα.
2. Με τη σύμβαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να προβλέπεται η υποχρέωση της Εταιρείας ή του ελληνικού Δημοσίου για την πραγματοποίηση επενδύσεων εντός της Ζώνης Λιμένα της Α.Ε., ο τρόπος χρηματοδότησης των επενδύσεων αυτών, η δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων με τη μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης από την Α.Ε., καθώς και οι δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος Καταστατικού.
3. Με τη σύναψη της σύμβασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η Α.Ε. ασκεί το δικαίωμα χρήσεως και εκμετάλλευσης των λιμενικών έργων, κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Ζώνης Λιμένα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
4. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου ο ένας εκπρόσωπος των εργαζομένων στην εταιρεία, που συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, προτείνεται από τον Πρωτοβάθμιο Σύλλογο ή την Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος, ο δε άλλος από την οικεία συνδικαλιστική οργάνωση των Λιμενεργατών. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις συμβάσεις παραχώρησης χρήσης κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που έχει συνάψει έως την υπογραφή της παραπάνω σύμβασης το Λιμενικό Ταμείο με τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Άρθρο εικοστό πέμπτο
Κανονισμός εσωτερικής οργάνωσης και Λειτουργίας της Εταιρείας – Γενικός Κανονισμός Προσωπικού
Σχετικό: ΥΑ 5212.3/32/02 (ΦΕΚ Β΄ 687/03.06.2002)
1. Εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συντάσσεται και τίθεται σε εφαρμογή, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Ε. και γνώμη της συνδικαλιστικής οργάνωσης υπαλλήλων, ο Κανονισμός Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας (Κ.Ε.Ο.Λ.) της Εταιρείας, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στον Κ.Ε.Ο.Λ. καθορίζονται οι υπηρεσιακές μονάδες της Εταιρείας και ο τρόπος λειτουργίας τους.
2. Εντός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συντάσσεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Ε. ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικού (Γ.Κ.Π) της Εταιρείας, ο οποίος, μετά από γνώμη της συνδικαλιστικής οργάνωσης υπαλλήλων, εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Αν η γνώμη που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 δεν διατυπωθεί μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα που θα ζητηθεί, δεν είναι απαραίτητη. Αν η γνώμη που προβλέπεται στην παράγραφο 2 είναι αρνητική, ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία περί διαιτησίας (ν. 1876/1990).
4. Μέχρι τη δημοσίευση του Κ.Ε.Ο.Λ. και του Γ.Κ.Π., καθώς και της πρώτης Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας εξακολουθούν να εφαρμόζονται στην Εταιρεία οι κανονισμοί και οι διατάξεις που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου υπαγωγής.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι προθεσμίες των παραγράφων 1 και 2 μπορούν να παραταθούν για ένα ακόμα έτος.
Σημ.: όπως ηπαρ. 5 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.11 Ν.2987/2002 ΦΕΚ Α 27/21.2.2002.
Άρθρο εικοστό έκτο
Θέματα προσωπικού
1. Το μόνιμο προσωπικό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τα οποία μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρείες με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, διατηρεί τη μονιμότητά του και δεν λύεται η σχέση εργασίας του παρά μόνον για τους ίδιους λόγους με τους δημόσιους υπαλλήλους.
2. Το προσωπικό: α) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή β) έμμισθης εντολής που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου της παραγράφου 3 του άρθρου εικοστού πρώτου που μετατρέπονται σε Α.Ε., αποτελεί αυτοδικαίως προσωπικό των Α.Ε. της παραγράφου 3 του άρθρου εικοστού δεύτερου και καταλαμβάνει αντίστοιχες θέσεις ειδικότητες και κατηγορίες, που θα συσταθούν με τον Κανονισμό Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας των Εταιρειών αυτών (Κ.Ε.Ο.Λ.).
Η σύμβαση εργασίας του προσωπικού του στοιχείου α` δεν καταγγέλλεται παρά μόνο για αιτία που αφορά στο πρόσωπο του εργαζομένου.
3. Τα υπηρεσιακά θέματα των δικηγόρων και νομικών συμβούλων διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις του ν. 3026/1954 (ΦΕΚ 235 Α`).
4. Οι συνολικές μηνιαίες αποδόχές του υπηρετούντος κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου προσωπικού δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις συνολικές μηνιαίες αποδοχές που ελάμβανε κατά το χρόνο της μετατροπής.
5. Το μόνιμο προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στα Λιμενικά Ταμεία της παραγράφου 3 του άρθρου εικοστού πρώτου που μετατρέπονται σε Α.Ε. δύναται εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου να ζητήσει τη μετάταξή του σε κενές θέσεις δημόσιας υπηρεσίας, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμίδας ή Α.Ε. αρμοδιότητας Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας εφόσον κριθεί ότι υπάρχει επάρκεια προσωπικού από το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Ε. που ανήκει.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας ρυθμίζεται η διαδικασία, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά τις μετατάξεις του προσωπικού που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος στα Λιμενικά Ταμεία της παραγράφου 3 του άρθρου εικοστού πρώτου που μετατρέπονται σε Α.Ε..
6. Σε περίπτωση διάλυσης των ανωνύμων εταιρειών το τακτικό προσωπικό που υπηρετεί στα παραπάνω Ν.Π.Δ.Δ. κατά το χρόνο μετατροπής σε Α.Ε. μετατάσσεται με αίτησή του σε δημόσια υπηρεσία, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμίδας ή Α.Ε. αρμοδιότητας Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.
Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιqς Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας ρυθμίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά τις μετατάξεις αυτές.
Το προσωπικό των Α.Ε. της παραγράφου 3 του άρθρου εικοστού πρώτου δύναται να μετατάσσεται ή να αποσπάται από Α.Ε. σε άλλη Α.Ε. αρμοδιότητας Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, κατόπιν αιτήσεώς του και σύμφωνη γνώμη των οικείων διοικητικών συμβουλίων, σε θέση αντίστοιχης ειδικότητας ή ανάλογων προσόντων με αυτά του μετατασσομένου/αποσπωμένου.
7. Προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, στα Λιμενικά Ταμεία που μετατρέπονται σε Α.Ε., εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του μέχρι λήξεως της σύμβασης για την οποία είχε προσληφθεί.
8. Ο χρόνος υπηρεσίας του προσωπικού που προέρχεται από μετατρεπόμενα Λιμενικά Ταμεία, καθώς και ο χρόνος που του αναγνωρίσθηκε, ως χρόνος υπηρεσίας για μισθολογική και υπηρεσιακή εξέλιξη, θεωρείται ότι διανύθηκε στις ανώνυμες εταιρίες που προέρχονται από τα μετατρεπόμενα Λιμενικά Ταμεία.
9. Οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που αφορούν σε αμοιβές μηχανικών Δημοσίου και Ο.Τ.Α. μέσω ειδικών λογαριασμών, εξακολουθούν να ισχύουν για τους μόνιμους διπλωματούχους μηχανικούς των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
10. Η πρόσληψη του προσωπικού γίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των Α.Ε.,που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου εικοστού πρώτου, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας. Οι αποδοχές του προσωπικού αυτού καθορίζονται με συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Άρθρο εικοστό έβδομο
1. Μέχρι τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας και το διορισμό του Διευθύνοντος Συμβούλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, η υφιστάμενη Λιμενική Επιτροπή και ο Πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου εξακολουθούν αντιστοίχως να ασκούν τα καθήκοντά τους που έχουν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
2. Οι Ελεγκτές της πρώτης εταιρικής χρήσεως, καθώς και η αμοιβή τους θα καθοριστούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο εικοστό όγδοο
Τελικές διατάξεις
1. Οι ισχύουσες διατάξεις για τις Αρμοδιότητες αστυνομικής εξουσίας και δικαστικής αστυνομίας, των λιμενικών αρχών εφαρμόζονται εφ` όλων των πλοίων, που δρομολογούνται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Διατάξεις που είναι αντίθετες στις διατάξεις του Μέρους Πρώτου ή που αφορούν θέματα, που ρυθμίζονται από αυτό, καταργούνται από 1 Νοεμβρίου 2002.
3. Διατάξεις που είναι αντίθετες στις διατάξεις του Μέρους Δεύτερου και Τρίτου καταργούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
4. Το προσωπικό που αναφέρεται στις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 2 του άρθρου δέκατου πέμτου, καθώς και στην παράγραφο 3 του άρθρου εικοστού προσλαμβάνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α`), όπως κάθε φορά ισχύει.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρ.12 Ν.2987/2002 ΦΕΚ Α 27/21.2.2002.
Άρθρο εικοστό ένατο
Μεταβατικές διατάξεις
1. Ο προβλεπόμενος από τις διατάξεις του ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α`), όπως ισχύει, λογαριασμός, που τηρούσαν τα Λιμενικά Ταμεία για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος των υπαλλήλων τους, διατηρείται μετά τη μετατροπή τους σε Α.Ε. και εφαρμόζεται, όπως ισχύει κάθε φορά, και μέχρι την αποχώρηση όλων των υπηρετούντων κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού υπαλλήλων, οπότε και καταργείται αυτοδικαίως.
2. Οι νόμοι, τα προεδρικά διατάγματα, ως και οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ` εξουσιοδότηση αυτών που αφορούν το Λιμενικό Ταμείο που μετατρέπεται, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σε Α.Ε., εξακολουθούν να ισχύουν εφόσον δεν καταργούνται ή τροποποιούνται από τον παρόντα νόμο ή δεν αντίκεινται σε αυτόν ή στον κ.ν.2190/1920.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180 Α`) που αφορούν στη σύσταση Δημοτικών και Νομαρχιακών Λιμενικών Ταμείων και Γραφείων δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου ο εκπρόσωπος των εργαζομένων στην εταιρεία, που συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, προτείνεται από τον Πρωτοβάθμιο Σύλλογο ή την Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος.
5. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγουν το ειδικό καθεστώς του Αγίου Ορους, όπως ορίζεται στο άρθρο 105 του Συντάγματος και στο ν.δ. 10/16.9.1926.
6. Κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του νόμου, η προθεσμία της διάταξης της παραγράφου 4 του άρθρου δεύτερου ορίζεται μέχρι 30 Νοεμβρίου 2001.
Άρθρο τριακοστό
Θέματα Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.)
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 23α του κ.ν. 792/1978 με το Π.δ. 913/1978 (ΦΕΚ 220 Α`), που προστέθηκε με την παράγραφο (Β) του άρθρου 5 του ν. 2390/1996 (ΦΕΚ 54 Α`) και αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 38 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α`) και 32 του ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. α) Συνταξιούχοι ναυτικοί λαμβάνουν από 1.1.2001 σύνταξη ίση με ποσοστό 60% του βασικού μισθού της αντίστοιχης Σ.Σ.Ε. του έτους 2000, εφόσον έχουν 15ετή τουλάχιστον συνθετική θαλάσσια υπηρεσία στην οποία συμπεριλαμβάνονται ο χρόνος αδείας και οι πάσης φύσεως εξαγορές υπηρεσιών στο Ν.Α.Τ. και η σχέση μεταξύ της ανώτατης σύνταξης της ειδικότητας ναυτολόγησης ή εξαγοράς της κατηγορίας του πλοίου που υπηρέτησαν το τελευταίο 48μηνο της υπηρεσίας τους και του βασικού μισθού της αντίστοιχης Σ.Σ.Ε., όπως διαμορφώθηκε την 31.12.2000, είναι μικρότερη από 60%, χωρίς να υπολογίζονται τα πάσης φύσεως χορηγούμενα επιδόματα.
β) Για τους συνταξιούχους ναυτικούς που ναυτολογήθηκαν ή εξαγόρασαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια της θαλάσσιας υπηρεσίας τους με την ειδικότητα του Πλοιάρχου Α` ή Μηχανικού Α` σε πλοία κατηγορίας Β` του πίνακα Ι του άρθρου 16 του κ.ν. 792/1978 εφαρμόζεται το εδάφιο (α) της παραγράφου αυτής με βάση τη σχέση μεταξύ των ανώτατων συντάξεων των ειδικοτήτων ναυτολόγησης ή εξαγοράς και των αντίστοιχων βασικών μισθών της συλλογικής σύμβασης εργασίας των ακτοπλοϊκών – επιβατηγών πλοίων, εφόσον η ανώτατη σύνταξή τους δεν υπερβαίνει το 80% του βασικού μισθού της αντίστοιχης συλλογικής σύμβασης εργασίας της ειδικότητας που ναυτολογήθηκαν ή εξαγόρασαν.
γ) Προσοντούχοι ναυτικοί που έχουν συνταξιοδοτηθεί με βάση την ειδικότητα των ναυτικών προσόντων τους δύνανται να υπαχθούν στις διατάξεις των προηγούμενων (α) και (β) εδαφίων, εφόσον καταβάλλουν τη διαφορά των ασφαλιστικών εισφορών Ν.Α.Τ .- Κ.Ε.Α.Ν. μεταξύ της ειδικότητας ναυτολόγησης και της ειδικότητας των ναυτικών προσόντων τους. Η διαφορά των ασφαλιστικών εισφορών του τελευταίου 48μηνου των ειδικοτήτων της ναυτικής τους υπηρεσίας υπολογίζεται με βάση τα μισθολόγια των Σ.Σ.Ε. που ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τις κατηγορίες των πλοίων που υπηρέτησαν ή εξαγόρασαν και τα Φ/Γ ποντοπόρα πλοία άνω των 4.500 DW.
Η ως άνω προκύπτουσα διαφορά καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε δώδεκα το πολύ ισόποσες άτοκες δόσεις και η αναπροσαρμογή της σύνταξης καταβάλλεται από τον επόμενο μήνα εξόφλησης του ποσού της εξαγοράς.
δ) Σε περίπτωση που η σύνταξη είναι μικρότερη της ανώτατης και συντρέχουν οι προϋποθέσεις των εδαφίων (α) και (β), αναπροσαρμόζεται αυτή στο ποσοστό 60% ανάλογα. Εάν η υπηρεσία του τελευταίου 48μηνου έχει πραγματοποιηθεί σε διαφορετικές κατηγορίες πλοίων και με διαφορετικές ειδικότητες, η αναπροσαρμογή της σύνταξης γίνεται με βάση τον αριθμό ημερών ασφάλισης σε κάθε κατηγορία πλοίου και την ειδικότητα.
ε) Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν και για τους δικαιούχους που αναφέρονται στο άρθρο 20 του κ.ν. 792/1978.
στ) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η σύνταξη των ναυτικών ή των οικογενειών τους έχει υπολογιστεί με συνταξιοδοτικό μισθό βάσει του χρόνου ασφάλισης σε άλλο φορέα εκτός του Ν.Α.Τ., εφόσον με τη ναυτική υπηρεσία πληρούνται οι προϋποθέσεις των εδαφίων (α) ή (β) της παραγράφου αυτής, κατά περίπτωση, ισχύουν οι αυξήσεις των συντάξεων που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος ασφάλισης στον άλλο φορέα. Η απαιτούμενη 48μηνη ναυτική υπηρεσία συμπληρώνεται από υπηρεσία που αποκτήθηκε εκτός της ασφάλισής τους στον άλλο φορέα και οι συντάξεις επανυπολογίζονται.
ζ) Στους συνταξιοδοτηθέντες με την αιτία του ναυτικού ατυχήματος εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου αυτής με βάση τα ναυτικά τους προσόντα ή τη ναυτολόγηση της τελευταίας διετίας της θαλάσσιας υπηρεσίας τους για την οποία προκύπτει αύξηση.
η) Οι συντάξεις που ρυθμίζονται με την παρούσα παράγραφο αναπροσαρμόζονται την 31η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου στο 60% του βασικού μισθού της Σ.Σ.Ε. του χρόνου αυτού. Η αναπροσαρμογή αυτή επεκτείνεται και στην επικουρική σύνταξη που χορηγείται από το Κ.Ε.Α.Ν.
θ) Οι συντάξεις που αναπροσαρμόστηκαν με βάση τις διατάξεις που αντικαθίστανται με την παρούσα παράγραφο δεν επανυπολογίζονται και κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος.”
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 22 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 220 Α`), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 19 του ν. 1085/1980 (ΦΕΚ 255 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Στα δικαιούμενα σύνταξης μέλη της κατά το άρθρο 20 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 220 Α`) οικογένειας του θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου η χορηγούμενη σύνταξη ορίζεται σε ποσοστό επί της εκάστοτε καταβαλλόμενης στον δικαιοπάροχο σύνταξης ως ακολούθως:
α. Στο 70% (εβδομήντα επί τοις εκατό) προκειμένου περί συζύγου άνευ συνταξιοδοτικώς προστατευομένου τέκνου, στο 85% (ογδόντα πέντε επί τοις εκατό) εφόσον έχει ένα προστατευόμενο τέκνο και στο 100% (εκατό επί τοις εκατό) εφόσον έχει δύο τουλάχιστον προστατευόμενα τέκνα.
β. Προκειμένου περί συνταξιοδοτήσεως ορφανών από πατέρα και μητέρα τέκνων, στο 60% (εξήντα επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτείται ένα τέκνο, στο 75% (εβδομήντα πέντε επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτούνται δύο τέκνα, στο 90% (ενενήντα επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτούνται τρία τέκνα και στο 100% (εκατό επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτούνται τέσσερα τουλάχιστον τέκνα.
γ. Στο 50% (πενήντα επί τοις εκατό), προκειμένου περί συνταξιοδοτήσεως και των δύο γονέων ή του ενός σε περίπτωση θανάτου του άλλου γονέα. Στο 25 % (είκοσι πέντε επί τοις εκατό), για κάθε συνταξιοδοτούμενο γονέα, σε περίπτωση διάστασης ή διάζευξης αυτών, αυξανομένου σε 50% (πενήντα επί τοις εκατό) σε περίπτωση επιγενόμενου θανάτου του ενός.
δ. Προκειμένου περί συνταξιοδοτήσεως αδελφών, στο 30% (τριάντα επί τοις εκατό) εφόσον το συνταξιοδοτούμενο πρόσωπο είναι ένα, στο 45 % (σαράντα πέντε επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτούνται δύο και στο 60% (εξήντα επί τοις εκατό) εφόσον συνταξιοδοτούνται τουλάχιστον τρεις.”
Οι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου χορηγηθείσες συντάξεις αναπροσαρμόζονται κατά περίπτωση σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη. Εφόσον κατά την αναπροσαρμογή προκύψει ότι καταβάλλεται σύνταξη σε ποσοστό μεγαλύτερο των κατά περίπτωση οριζομένων, η σύνταξη δεν μειώνεται και η διαφορά συμψηφίζεται με τις εκάστοτε χορηγούμενες αυξήσεις των συντάξεων.
3. Στην παράγραφο 10 του άρθρου 5 του ν. 2575/1998 (ΦΕΚ 23 Α`) προστίθεται εδάφιο (δ) που έχει ως ακολούθως:
“δ. Οι προσωρινά συνταξιοδοτηθέντες ή συνταξιοδοτούμενοι από το Ν.Α.Τ. ναυτικοί καθίστανται οριστικά συνταξιούχοι ως ακολούθως:
Ι. Στην περίπτωση που έχουν συνταξιοδοτηθεί ή θα συνταξιοδοτηθούν με τις γενικές διατάξεις περί ανικανότητας και το άθροισμα ηλικίας και της συνθετικής υπηρεσίας δίνει τον αριθμό εβδομήντα.
II. Στην περίπτωση που έχουν συνταξιοδοτηθεί ή θα συνταξιοδοτηθούν με τις διατάξεις “περί ναυτικού εργατικού ατυχήματος” μέχρι συμπληρώσεως του 50ού έτους της ηλικίας τους ή “περί ελαχίστης ασφαλιστικής προστασίας”, πέντε χρόνια αργότερα.
III. Στην περίπτωση που οι υγειονομικές επιτροπές κατά την πρώτη παραπομπή διαπίστωσαν πλήρη ακρωτηριασμό άκρου ή πλήρη τύφλωση.”
4. Οι παράγραφοι 10 και 11 του άρθρου 3 του κ.ν. 792/1978, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 1085/1980 (ΦΕΚ 255 Α`), αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“10. Οι αρχιπλοίαρχοι και αρχιμηχανικοί ναυτιλιακών επιχειρήσεων που είναι κάτοχοι διπλώματος πλοιάρχου ή μηχανικού Α` τάξης αντίστοιχα και έχουν πραγματική ναυτική εργασία τουλάχιστον τρία χρόνια μετά την απόκτηση του διπλώματος Α` τάξης επί πλοίων με ελληνική σημαία ή με ξένη σημαία συμβεβλημένων μετά του Ν.Α.Τ. ή επί πλοίων με ξένη σημαία εξαγορασμένη στο Ν.Α.Τ. και δεν ασκούν αποδεδειγμένα άλλο επάγγελμα ή λειτούργημα, ούτε είναι συνταξιούχοι του Ν.Α.Τ., εφόσον συντρέχουν και οι εξής προϋποθέσεις:
α) για την ασφάλιση στο Ν.Α.Τ. ενός Αρχιπλοιάρχου και ενός Αρχιμηχανικού, η ναυτιλιακή επιχείρηση στην οποία απασχολούνται διαχειρίζεται ή εκπροσωπεί:
I. δύο τουλάχιστον πλοία Φ/Γ-Δ/Ξ συνολικής χωρητικότητας άνω των 2.000 κ.ο.χ., ή ένα ολικής χωρητικότητας άνω των 10.000 κ.ο.χ. ή
II. ένα τουλάχιστον Ε/Γ ή Ε/Γ-Ο/Γ ή Ε/Γ-Τ/Ρ πλοίο συνολικής χωρητικότητας 2.500 κ.ο.χ. ή δύο άνω των 1.000 κ.ο.χ.ή
III. τρία τουλάχιστον υδροπτέρυγα ή ένα καταμαράν ανεξαρτήτως χωρητικότητας ή τρία τουλάχιστον Ρ/Κ άνω των 1.000 Η.Ρ έκαστο ή δύο Ν/Γ άνω των 5.000 Η.Ρ έκαστο.
β) Για την ασφάλιση περισσότερων, η ναυτιλιακή επιχείρηση πρέπει να εκπροσωπεί ή να διαχειρίζεται για κάθε επιπλέον Αρχιπλοίαρχο και Αρχιμηχανικό, πέραν των κατά περίπτωση προβλεπόμενων πλοίων, 3 Ψ/Γ πλοία άνω των 2.000 κ.ο.χ. έκαστο ή 2 άνω των 10.000 έκαστο ή 1 άνω των 100.000 κ.ο.χ. ή 2 Ε/Γ-Ο/Γ οποιασδήποτε κατηγορίας άνω των 3.500 κ.ο.χ. έκαστο ή 4 Ν/Γ 5.000 ΗΡ συνολικά ή 2 καταμαράν ή 6 υδροπτέρυγα.
γ) Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ν.Α.Τ. δύναται να εγκρίνει την ασφάλιση ενός επιπλέον Αρχιπλοιάρχου και Αρχιμηχανικού σε εξαιρετικές περιπτώσεις, που επιβάλλεται από λόγους που συνδέονται με τεχνολογικές εξελίξεις, έκτακτες ή πρόσθετες υποχρεώσεις ή τρόπο εκμετάλλευσης των πλοίων.
δ) Η ναυτιλιακή επιχείρηση δύναται να ασφαλίσει Πλοίαρχο ή Μηχανικό Α` τάξης αντί Αρχιπλοιάρχου ή Αρχιμηχανικού, εάν τα πλοία που απομένουν μετά την ασφάλιση των Αρχιπλοιάρχων και Αρχιμηχανικών που αντιστοιχούν κατά τα εδάφια α` και β` ή το σύνολο των πλοίων που εκπροσωπεί, δεν επαρκούν για ασφάλιση Αρχιπλοιάρχου ή Αρχιμηχανικού. Οι ασφαλιζόμενοι ως Πλοίαρχοι Α` και Μηχανικοί Α` πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής για τους Αρχιπλοιάρχους και Αρχιμηχανικούς και ο χρόνος υπηρεσίας τους αναγνωρίζεται μόνο κατά τα δύο τρίτα αυτού.
ε) Σε κάθε περίπτωση ασφάλισης, τα πλοία πρέπει να φέρουν ελληνική σημαία ή να είναι υπό ξένη σημαία συμβεβλημένα ή ελληνόκτητα υπό ξένη σημαία.
11. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ν.Α.Τ., ρυθμίζονται η διαδικασία και οι λεmομέρειες ασφαλίσεως του προσωπικού της παραγράφου αυτής.”
5. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 87 του κ.ν. 792/1978 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:
“Ειδικά για τους ασφαλισμένους του εδαφίου β` της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του κ.ν. 792/1978, η καθυστέρηση της καταβολής δεν συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος της εξαγοράς.”
6. Συστήνεται στο Ν.Α.Τ. Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών, Στατιστικής και Παραγωγικότητας. Σκοπός της Διεύθυνσης αυτής είναι η κατάρτιση αναλογιστικών και οικονομικών μελετών, η κατάρτιση μελετών και προβλέψεων, η συγκέντρωση, επεξεργασία και απεικόνιση των στατιστικών στοιχείων, η απλούστευση γραφειοκρατικών τύπων και διαδικασιών, καθώς και η ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών μεθόδων για τη βελτίωση και αύξηση της παραγωγικότητας. Η Διεύθυνση αυτή διαρθρώνεται σε Τμήματα ως εξής: 1) Τμήμα Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής, 2) Τμήμα Απλούστευσης Διαδικασιών και Παραγωγικότητας.
Προϊστάμενος της Διεύθυνσης ορίζεται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Αναλογιστών, και αν δεν υπάρχει υπάλληλος του κλάδου αυτού, υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οιονομικού. Προϊστάμενοι των Τμημάτων ορίζονται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Αναλογιστών, και αν δεν υπάρχουν, υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικού Λογιστικού.
Οι Αρμοδιότητες των Τμημάτων είναι:
i) Τμήμα Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής: Η κατάρτιση βιομετρικών και ειδικών τεχνικών πινάκων. Η κατάρτιση αναλογιστικών και οικονομικών μελετών που σχετίζονται με την οικονομική πορεία του Ν.Α.Τ., του Κ.Ε.Α.Ν, και των Τ.Π.Ε.Ν. Η κατάρτιση μελετών και προβλέψεων με τη χρησιμοποίηση των στατιστικών στοιχείων των Ταμείων και των άλλων Κεφαλαίων και Λογαριασμών. Η κατάρτιση μελετών επί τροποποιήσεων της νομοθεσίας και ο προσδιορισμός των οικονομικών επιπτώσεων. Η συγκέντρωση, επεξεργασία και απεικόνιση των στατιστικών στοιχείων που αφορούν τις δραστηριότητες του Ν.Α.Τ., του Κ.Ε.Α.Ν. και των Τ.Π.Ε.Ν.. Η σύνταξη εκθέσεων στατιστικών αποτελεσμάτων:
ii) Τμήμα Απλούστευσης Διαδικασιών και Παραγωγικότητας: Η μελέτη, υπόδειξη και παρακολούθηση εφαρμογής μέτρων για την απλούστευση γραφειοκρατικών τύπων και διαδικασιών. Η ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών μεθόδων για τη βελτίωση και αύξηση της παραγωγικότητας, η κατάρτιση Κανονισμών και η υπόδειξη γενικότερων θεμάτων που χρήζουν οργάνωσης και αναδιοργάνωσης.
Αρμοδιότητες Διευθύνσεων και Τμημάτων ή Γραφείων ή Υπηρεσιών του Ν.Α.Τ. οι οποίες περιλαμβάνονται σε αυτές που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια μεταφέρονται αυτοδικαίως στη νέα Διεύθυνση.
Στις υφιστάμενες στο Ν.Α.Τ. θέσεις με βαθμό Διευθυντή, προστίθεται μία θέση εκτός βαθμολογικής κλίμακας, για τους κλάδους ΠΕ Αναλογιστών και ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού, με αντίστοιχη μείωση μίας θέσης των ενιαίων βαθμών Δ` – Α` του κλάδου ΠΕ Αναλογιστών.
7. Η παράγραφος 3 του άρθρου 91 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 220 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“3. Εκτακτες δαπάνες είναι οι μη ρητά προβλεπόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Στις έκτακτες δαπάνες περιλαμβάνονται και οι αποβλέπουσες σε ευρύτερους κοινωνικούς σκοπούς, ως τέτοιες δαπάνες εννοούνται ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν οικονομικές ενισχύσεις υπέρ του “Ελληνικού Αντικαρκινικού Ινστιτούτου”, του “Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού”, της “Ναυτικής Εβδομάδας”, άλλων ναυτικών εκδηλώσεων, Σωματείων παιδιών ναυτικών με ειδικές ανάγκες, κοινωνικών εκδηλώσεων των Ναυτεργατικών Σωματείων, για την εορτή κοπής βασιλόπιτας, για δώρα τέκνων των υπαλλήλων κατά τις εορτές Χριστουγέννων – Νέου Ετους, για αγορά στεφάνων σε περίπτωση κηδείας προσώπων, τα οποία προσέφεραν υπηρεσίες στο Ιδρυμα, για αμοιβή στενογράφου που χρησιμοποιείται κατά τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ν.Α.Τ., για πάγια γραφικά και μικτά έξοδα Προέδρου Δ.Σ. και Γενικού Διευθυντή του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ., ως και κάθε άλλη συναφής δαπάνη η οποία χαρακτηρίζεται ως έκτακτη μετά από απόφαση του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ.
Για την εντολή και εκτέλεση έκτακτης δαπάνης απαιτείται κάθε φορά απόφαση του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ.”
8. Αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων, κατά τις διατάξεις του ν. 1418/1984 “Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων”, του ν. 2229/1994 και των προεδρικών διαταγμάτων τα οποία εκδίδονται σε εκτέλεσή τους, για τα έργα που εκτελούνται από το Ν.Α.Τ. και Τ.Π.Ε.N., είναι ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, τα Διοικητικά Συμβούλια του Ν.Α.Τ, και Τ.Π.Ε.Ν, και η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Ν.Α.Τ. ή τα εξουσιοδοτημένα όργανα, σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά και όπως ειδικότερα ορίζεται στις ακόλουθες διατάξεις:
α) “Διευθύνουσα Υπηρεσία” ή “Επιβλέπουσα Αρχή” είναι το Τμήμα Κατασκευής και Συντήρησης Ακινήτων της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών Ν.Α.Τ.
β) “Προϊσταμένη Αρχή” ή “Εποπτεύουσα Αρχή” είναι τα Διοικητικά Συμβούλια του Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν.
– Επιβλέποντες ορίζονται τεχνικοί υπάλληλοι του Τμήματος Κατασκευής και Συντήρησης Ακινήτων της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών Ν.Α.Τ. ή ιδιώτες τεχνικοί, που προσλαμβάνονται από το Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν., σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
– Το Τεχνικό Συμβούλιο του Ν.Α.Τ. και Τ.Π.Ε.Ν. κατά τις διατάξεις του ν.δ. 1266/1972 και του περί εκτελέσεως αυτού υπ. αριθμ. π.δ. 56/1973 συντίθεται εκ πέντε μελών ως εξής:
(α) Του Διευθυντού των Τεχνικών Υπηρεσιών του Ν.Α.Τ., αναπληρούμενου υπό του νομίμου αναπληρωτού.
(β) Ενός Μηχανικού του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με Α` βαθμό, οριζομένου μετά του αναπληρωτού από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων.
(γ) Ενός εκπροσώπου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, οριζομένου μετά του αναπληρωτού από τη Διοίκηση αυτού.
(δ) Ενός Μηχανικού του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, οριζομένου μετά του αναπληρωτού του, από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας.
(ε) Ενός Μηχανικού του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, οριζομένου μετά του αναπληρωτού του από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου Ν.Α.Τ.
– Οπου επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τις κείμενες διατάξεις που αφορούν τις μελέτες και την κατασκευή των έργων του Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν., αυτές εγκρίνονται κατά περίπτωση από τα Διοικητικά Συμβούλια Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν., μετά γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου.
– Οι διακηρύξεις διεθνών διαγωνισμών για τα έργα που αφορά η παράγραφος αυτή εγκρίνονται κατά περίπτωση από τα Διοικητικά Συμβούλια Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν., μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου.
– Στις αιτήσεις θεραπείας που ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 1418/1984 αποφασίζει ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων, μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Εργων.
– Οι προσωρινές ή οριστικές παραλαβές ενεργούνται από Επιτροπή που ορίζεται με απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων Ν.Α.Τ. ή Τ.Π.Ε.Ν.
– Στα έργα των Ν.Α.Τ. και Τ.Π.Ε.Ν., των οποίων οι συμβάσεις διέπονται από προγενέστερες διατάξεις του ν. 1418/1984 και του ν. 2229/1994, αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν τα όργανα που προσδιορίζονται με την παράγραφο αυτή.
– Τα θέματα που δεν ρυθμίζονται ειδικά με τις διατάξεις του παρόντος διέπονται από το ν. 1418/1984 και το ν. 2229/1994 και τα προεδρικά διατάγματα και τις κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή τους.
Άρθρο τριακοστό πρώτο
Θέματα προσωπικού
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν. 619/1977 (ΦΕΚ 171 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Ιδρυμάτων Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Ε.Α.Π.Ι.Ε.Ν.) διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο που συγκροτείται από:
(α) τον Πρόεδρο, ο οποίος έχει γνώση ή εμπειρία θεμάτων κοινωνικής ασφάλισης,
(β) τον Αντιπρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου,
(γ) τον εκάστοτε προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διοίκησης Προσωπικού του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου,
(δ) έναν υπάλληλο του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου,
(ε) έναν υπάλληλο του Οίκου Ναύτου,
(στ) έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο,
(ζ) έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στον Οίκο Ναύτου.”
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ .Ε.Α.Π.Ι.Ε.Ν. διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. Των υπό στοιχεία (α), (δ), (ε), (στ) και (ζ) μελών ορίζονται ισάριθμοι αναπληρωτές. Οι αναπληρωτές των τακτικών μελών έχουν την ιδιότητα των μελών που αναπληρώνουν. Αναπληρωτής του υπό στοιχείο (γ) μέλους ορίζεται ο εκάστοτε νόμιμος αναπληρωτής του.
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων που μετέχουν στο Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Ε.Α.Π.Ι.Ε.Ν. και οι αναπληρωτές τους προτείνονται από συνέλευση των εργαζομένων που συγκαλείται από το σύλλογο των υπαλλήλων του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και από το σύλλογο των υπαλλήλων του Οίκου Ναύτου. Η συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον οι μισοί από το σύνολο των εργαζομένων στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο και στον Οίκο Ναύτου αντίστοιχα. Η ψηφοφορία είναι μυστική και για την εκλογή απαιτείται σχετική πλειοψηφία.
Η θητεία του Προέδρου, του Κυβερνητικού Επιτρόπου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΑΠΙΕΝ είναι τριετής. Σε περίπτωση λήξης της θητείας του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, αυτή παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι του διορισμού νέων μελών, όχι όμως περισσότερο από τρίμηνο από τη λήξη της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 του Ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α΄ 88/18.4.2013).
3. Το εδάφιο (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 110 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“(β) Ενας αιρετός εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο.”
4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του κ.ν. 792/1978 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Ο εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και ο αναπληρωτής του προτείνονται από συνέλευση των εργαζομένων που συγκαλείται από το σύλλογο των υπαλλήλων του Ν.Α.Τ. Η συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον οι μισοί από το σύνολο των εργαζομένων στο Ν.Α.Τ.. Η ψηφοφορία είναι μυστική και για την εκλογή απαιτείται σχετική πλειοψηφία.”
5. Στο τέλος του άρθρου 33 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 110 Α`), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 5 του ν. 2575/1978 (ΦΕΚ 23 Α`), προστίθεται παράγραφος ως ακολούθως:
“Για το επίδομα του παρόντος άρθρου υπολογίζεται και η υπηρεσία που έχει διανυθεί στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας από το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Υ.Ε.Ν., εφόσον κατά τη Διάρκεια αυτής της υπηρεσίας οι υπάλληλοι ήταν ασφαλισμένοι στο Ν.Α.Τ.”.
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) και το εδάφιο α` αυτής αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“1. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι εντεκαμελές και αποτελείται από:
α) Πέντε εκπροσώπους του Δημοσίου μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος και Ο Διευθύνων Σύμβουλος. Οι εκπρόσωποι του Δημοσίου ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας.”
Άρθρο τριακοστό δεύτερο
Θέματα στρατολογίας σπουδαστών Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από 13.12.2005 με το άρθρο 88 παρ.1 Ν.3421/2005,ΦΕΚ Α 302/13.12.2005.
1. Οι σπουδαστές των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.), μετά το πέρας της φοίτησης και την απόκτηση πτυχίου Α.Ε.Ν., κατατάσσονται στο Πολεμικό Ναυτικό προς εκτέλεση δωδεκάμηνης στρατιωτικής υπηρεσίας προκειμένου να εκπληρώσουν τη στρατιωτική τους υποχρέωση και με τη συμπλήρωση της υπηρεσίας αυτής απολύονται προσωρινά από το στράτευμα. Για να καταστεί η απόλυση οριστική πρέπει μέσα σε πέντε χρόνια από την προσωρινή απόλυση να συμπληρώσουν θαλάσσια υπηρεσία τουλάχιστον τριάντα έξι μηνών σε εμπορικά πλοία. Σε διαφορετική περίπτωση οι προσωρινώς απολυθέντες υπόκεινται σε υποχρέωση εκτέλεσης στρατιωτικής υπηρεσίας προς συμπλήρωση του χρόνου σύμφωνα με τις εκάστοτε περί στρατολογίας των Ελλήνων ισχύουσες διατάξεις. Οι σπουδαστές των Α.Ε.Ν., που σύμφωνα με τις περί στρατολογίας των Ελλήνων διατάξεις έχουν ειδική μειωμένη υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας δώδεκα μηνών, δικαιούνται, με τις ίδιες πιο πάνω προϋποθέσεις, να καταταγούν προς εκτέλεση οκτάμηνης στρατιωτικής υπηρεσίας.
2. Για τη συμπλήρωση της θαλάσσιας υπηρεσίας της προηγούμενης παραγράφου προσμετράται ο χρόνος επιτυχούς φοίτησης στο Κέντρο Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού για απόκτηση διπλώματος εμπορικού ναυτικού, καθώς και θαλάσσια υπηρεσία έως δώδεκα μηνών, που αποκτάται σε εμπορικά πλοία υπό ξένη σημαία, εφόσον εξαγορασθεί ασφαλιστικά στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο.
3. Η εφαρμογή του άρθρου αυτού ισχύει για όσους καταταγούν από την 1η Ιανουαρίου του έτους 2002 και μετά.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Αμυνας και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
Άρθρο τριακοστό τρίτο
Αύξηση οργανικών θέσεων Προσωπικού Λιμενικού Σώματος
1. Η οργανική δύναμη του Λιμενικού Σώματος αυξάνεται κατ` έτος έως το 2006 μέχρι του συνολικού αριθμού των 10.156 ατόμων ήτοι κατά 4.147 νέες οργανικές θέσεις.
2. Κατ` έτος εγγράφονται οι αναγκαίες πιστώσεις στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας για την κατάταξη δοκίμων στις παραγωγικές σχολές του Λιμενικού Σώματος, μέχρι να καλυφθεί ο αριθμός της οργανικής δύναμης ανά κατηγορία προσωπικού.
3. Οι θεσεις των Αξιωματικων Λ.Σ. αυξανονται κατά 419 ως ακολούθως:
(α) Των Αξιωματικών Λ.Σ. που προέρχονται από τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος κατά τριακόσιες ογδόντα δύο, από τις οποίες:
Υποναύαρχος 1 ως Γενικός Επιθεωρητής
Αρχιπλοίαρχοι 6
Πλοίαρχοι 18
Αντιπλοίαρχοι 60
Πλωτάρχες 72
Υποπλοίαρχοι 102
Ανθυποπλοίαρχοι και Σημαιοφόροι (ενιαίες) 123
(β) Των Αξιωματικών Λ.Σ. (Ιατρών) κατά μία στο βαθμό του Υποναυάρχου.
(γ) Των Αξιωματικών Λ.Σ. που προέρχονται από Ανθυπασπιστές αποφοίτους της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών Λιμενικού Σώματος κατά έξι, από τις οποίες:
Αντιπλοίαρχοι 1
Πλωτάρχες 5
(δ) Των Αξιωματικών Λ.Σ. που προέρχονται από βαθμοφόρους Λ.Σ. αθλητές στους οποίους απονεμήθηκε ο βαθμός του Σημαιοφόρου Λ.Σ. και των εφέδρων Αξιωματικών Λ.Σ. (εφόσον μονιμοποιηθούν) κατά είκοσι στο βαθμό του Σημαιοφόρου.
(ε) Των Αξιωματικών Λ.Σ. που προέρχονται από βαθμοφόρους Λ.Σ. αποφοίτους της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων κατά δέκα ενιαίες στους βαθμούς Ανθυποπλοιάρχου – Σημαιοφόρου.
4. Η πλήρωση των θέσεων του εδαφίου (α) της προηγούμενης παραγράφου σε εισαγωγικό βαθμό θα γίνει σταδιακά μέσα σε έξι έτη (2001-2006).
4.1. Η πλήρωση των υπόλοιπων θέσεων εκτός εισαγωγικού βαθμού του εδαφίου (α) της παραγράφου 3 θα γίνει σταδιακά κατ` έτος μέχρι το 2006 ως ακολούθως:
Πλοίαρχοι 3
Αντιπλοίαρχοι 10
Πλωτάρχες 12
Υποπλοίαρχοι 17
Η πλήρωση των θέσεων του Υποναυάρχου Λ.Σ. Γενικού Επιθεωρητή και των έξι Αρχιπλοιάρχων θα γίνει άμεσα από τους πίνακες “διατηρητέων” για τους Αρχιπλοιάρχους και “προακτέων κατ` εκλογή” για τους Πλοιάρχους που προέκυψαν από τις τακτικές ετήσιες κρίσεις του έτους 2001.
4.2. Η πλήρωση των θέσεων των εδαφίων (β), (γ), (δ) και (ε) της παραγράφου 3 θα γίνει εφόσον υπάρξουν Αξιωματικοί οι οποίοι θα έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά για προαγωγή προσόντα.
4.3. Με την απονομή του βαθμού του Σημαιοφόρου Λ.Σ. της παρ.3 ε σε βαθμοφόρους του Λιμενικού Σώματος επέρχεται αυτομάτως και η κένωση των οργανικών θέσεων των αντίστοιχων βαθμών προέλευσής τους.
5. Οι θέσεις των Υπαξιωματικών αποφοίτων Παραγωγικής Σχολής, καθώς και των Λιμενοφυλάκων αυξάνονται ως ακολούθως:
5.1. Των Υπαξιωματικών αποφοίτων Παραγωγικής Σχολής κατά επτακόσιες είκοσι μία (721) στον εισαγωγικό τους βαθμό.
5.2. Των Λιμενοφυλάκων κατά τρεις χιλιάδες επτά (3.007).
6. Η πλήρωση των θέσεων των παραγράφων 3 και 5 σε εισαγωγικό βαθμό θα γίνει σταδιακά μέσα σε έξι έτη (2001 – 2006).
7. Ο Γενικός Επιθεωρητής Λιμενικού Σώματος επιλέγεται από το αρμόδιο για την επιλογή Υπαρχηγών Λ.Σ. Συμβούλιο, μεταξύ των εν ενεργεία κατά την ημερομηνία επιλογής του Αρχιπλοιάρχων Λ.Σ. που προέρχονται από τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος, εξαιρουμένων εκείνων οι οποίοι στο πλαίσιο της διοικητικής τους αποκατάστασης λογίζονται ότι βρίσκονται στην ενέργεια. Η ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2838/2000 (ΦΕΚ 179 Α`) έχει εφαρμογή και για τους Πλοιάρχους και Αρχιπλοιάρχους Λ.Σ. που αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα λόγω προαγωγής νεοτέρου τους μέχρι της ισχύος του παρόντος νόμου.
Ο Υποναύαρχος Λ.Σ. – Γενικός Επιθεωρητής είναι νεότερος των Υπαρχηγών Λ.Σ..
Άρθρο τριακοστό τέταρτο
Αλλες διατάξεις
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του ν. 2743/1999 (ΦΕΚ 211 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Για τα ολικού μήκους άνω των επτά μέτρων ιδιωτικά και επαγγελματικά πλοία αναψυχής, ανεξαρτήτως σημαίας, που δεν ελλιμενίζονται μόνιμα σε ελληνικούς λιμένες, καταβάλλονται, για τις διευκολύνσεις που τους παρέχονται κατά το χρόνο παραμονής τους στη χώρα, τέλη κυκλοφορίας υπέρ των Ειδικών Λογαριασμών Κεφαλαίου Λιμενικής Αστυνομίας, που προβλέπεται από το άρθρο 37α του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως αυτό έχει προστεθεί με το άρθρο 9 του ν. 2329/1995 (ΦΕΚ 172 Α`). Τα τέλη κυκλοφορίας ανέρχονται σε δύο χιλιάδες δραχμές για κάθε μέτρο ολικού μήκους του πλοίου, οφείλονται κάθε φορά που εισέρχεται το πλοίο στη χώρα και προσεγγίζει σε ελληνικούς λιμένες, όρμους ή ακτές, καταβάλλονται στη λιμενική αρχή του πρώτου από τα ανωτέρω σημεία προσέγγισης και ισχύουν για όλους τους λιμένες, όρμους ή ακτές της χώρας. Τα πλοία αναψυχής, που συμμετέχουν σε αγώνες ή εκπαιδευτικά ταξίδια ναυταθλητικών ομίλων και σχολών ιστιοπλοίας ή ακόμα και σε εκπαιδευτικά προγράμματα Υπουργείων άλλων χωρών, απαλλάσσονται της καταβολής των πιο πάνω τελών μετά από έγκριση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας που δίδεται κατά περίπτωση.”
2. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου από τότε που ίσχυσε η αριθ. οικ. 2/55577/0022/31.7.2000 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ 976 Β`):
“ΘΕΜΑ: Καταβολή διαφοράς στεγαστικού επιδόματος σε μέλη των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος για το χρονικό διάστημα από 1.1.1988 μέχρι 31.10.1989.
ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI ΟIΚΟΝΟΜIΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Το άρθρο 10 του ν. 1284/1982.
2. Τις αποφάσεις του ΣτΕ με αριθμ. 3587/97, 3604/98 κ.ά. με τις οποίες κρίθηκε ότι το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεούται να καταβάλει στα μέλη των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος αποζημίωση ίση με το στεγαστικό επίδομα που ελάμβαναν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων κατά τη διετία 1988-1989.
3. Τις εκκρεμείς απαιτήσεις και την ανάγκη ρύθμισης του τρόπου εξοφλήσεώς τους.
4. Το γεγονός ότι από τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής προκαλείται συνολική δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 7 δις περίπου, για την οποία θα γίνει πρόβλεψη στους προϋπολογισμούς των ετών 2001, 2002, 2003 και 2004.
5. Την αριθμ. 1039386/441/Α0006/21.4.2000 απόφαση ανάθεσης αρμοδιοτήτων Υπουργού Οικονομικών στους Υψυπουργούς Οικονομικών (ΦΕΚ 571/Β/21.4.2000), αποφασίζουμε:
1. Ποσά που οφείλονται προς τα μέλη των Σωμάτων Ασφαλείας (Ελληνικής Αστυνομίας και Πυροσβεστικού Σώματος) και του Λιμενικού Σώματος, βάσει εκδοθεισών δικαστικών αποφάσεων ως διαφορά από τη χορήγηση σε αυτούς του στεγαστικού επιδόματος του άρθρου 10 του ν. 1284/1982, εξοφλούνται σε επτά (7) άτοκες εξαμηνιαίες δόσεις, λήξεως 2.1.2001, 2.7.2001, 2.1.2002, 2.7.2002, 2.1.2003, 2.7.2003 και 2.1.2004.
2. Τα ίδια χρηματικά ποσά και με τον ίδιο τρόπο εξόφλησης καταβάλλονται και σε όσους εκ των ανωτέρω έχουν ασκήσει εμπρόθεσμες αγωγές, ανεξάρτητα από το διαδικαστικό στάδιο στο οποίο ευρίσκονται και θα αφορούν το χρονικό διάστημα από 1.1.1988 μέχρι 31.10.1989, ανάλογα με το χρόνο εξόδου ή μη των δικαιούχων από την υπηρεσία, καθώς και την οικογενειακή τους κατάσταση.
3. Οι εν λόγω απαιτήσεις των μελών της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και του Λιμενικού Σώματος, που αφορούν το χρονικό διάστημα από 1.1.1988 μέχρι 31.10.1989, θα εξοφληθούν με μετρητά ως εξής:
1η δόση στις 2.1.2001, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.1.1988 μέχρι 31.3.1988.
2η δόση στις 2.7.2001, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.4.1988 μέχρι 30.6.1988.
3η δόση στις 2.1.2002, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.7.1988 μέχρι 30.9.1988.
4η δόση στις 2.7.2002, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.10.1988 μέχρι 31.12.1988.
5η δόση στις 2.1.2003, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.1.1989 μέχρι 31.3.1989.
6η δόση στις 2.7.2003, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.4.1989 μέχρι 30.6.1989.
7η δόση στις 2.1.2004, οι απαιτήσεις του χρονικού διαστήματος από 1.7.1989 μέχρι31.10.1989.
4. Απαιτήσεις δικηγόρων παρακρατούνται υπέρ αυτών από τις αρμόδιες διαχειρίσεις Χρηματικού με την κατάθεση νομίμως συντεταγμένων και θεωρημένων από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. συμφωνητικών αμοιβής.
5. Για τον ακριβή υπολογισμό των οφειλόμενων ποσών κατά δικαιούχο επισυνάπτεται πίνακας που εμφανίζει το κατά μήνα καταβλητέο ποσό και τους μήνες καταβολής του, σε ονομαστικό ποσό, κρατήσεις και καθαρό πληρωτέο ποσό και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας απόφασης.
6. Τα κατά τα ανωτέρω ποσά που καταβάλλονται στους δικαιούχους με την υπογραφή υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 στην οποία θα αναφέρεται ότι δεν έχουν εισπράξει ούτε έχουν συμψηφίσει ούτε έχουν εκχωρήσει την απαίτησή τους αυτή, ότι αποδέχονται τις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης και ότι δεν έχουν καμιά άλλη απαίτηση εκ της αιτίας αυτής κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1988 – 31.10.1989.
Υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων για απαιτήσεις του ίδιου χρονικού διαστήματος, εκ της αιτίας αυτής τίθενται στο αρχείο, ελλείψει αντικειμένου συζητήσεώς τους.
7. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 31 Ιουλίου 2000
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΥΣ ΜΙΧ. ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΧΡ. ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ”
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 118 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Για τα φυσικά πρόσωπα που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, το ποσό του πρώτου κλιμακίου εισοδήματος της κλίμακας της παραγράφου 1 του άρθρου 9, προκειμένου να υπολογιστεί ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημά τους, αυξάνεται σε τέσσερα εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες (4.500.000) δραχμές.”
Άρθρο τριακοστό πέμπτο
Ρυθμίσεις Θεμάτων “Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρία”
1. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ αφ` ενός μεν του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή το εξουσιοδοτούμενο από αυτούς όργανο και αφ` ετέρου της ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία “Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρία (Ο.Λ.Π. Α.Ε.)”, παραχωρείται στη δεύτερη το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Πειραιώς, όπως ορίζεται με βάση τις κείμενες διατάξεις, με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 4 του δεύτερου άρθρου του ν. 2668/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) και με την επιφύλαξη των αναγνωρισμένων ως παραγουσών νομικές συνέπειες παραχωρήσεων τμημάτων της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένος Πειραιώς προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού. Το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται με τον ίδιο τρόπο αναφορικά με τυχόν τροποποιήσεις ή παρατάσεις της ως άνω σύμβασης.
Στην παραπάνω σύμβαση ορίζονται: α) η Διάρκεια παραχώρησης του παραπάνω δικαιώματος, καθώς και η δυνατότητα και ο τρόπος παράτασής της, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά (αρχικός χρόνος και τυχόν παρατάσεις) τα εκατό έτη, β) το καταβαλλόμενο τίμημα, το οποίο μπορεί να καθορισθεί και σε ποσοστό επί του συνόλου ή μέρους των εσόδων της εταιρείας, γ) το ειδικότερο περιεχόμενο του ανωτέρω δικαιώματος, καθώς και ο τρόπος και οι όροι άσκησης αυτού, δ) η τιμολογιακή πολιτική της Ο.Λ.Π. Α.Ε. σε ετήσια βάση, καθώς και οι υποχρεώσεις της και ιδιαίτερα οι σχετικές με την πληρότητα των παρεχόμενων από αυτήν υπηρεσιών, τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και τη διασφάλιση της λειτουργικότητας και της ασφάλειας αυτών, ε) οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης του δικαιώματος ή άλλες τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης ή της κείμενης νομοθεσίας.
Από την παραχώρηση του παραπάνω δικαιώματος δεν θίγεται το δικαίωμα του Δημοσίου σχετικά με τη χρήση χώρων ή εγκαταστάσεων για τη στέγαση και λειτουργία υπηρεσιών του εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένος Πειραιώς.
2. Με τη σύμβαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να προβλέπεται η υποχρέωση της εταιρείας ή του Ελληνικού Δημοσίου για την πραγματοποίηση επενδύσεων εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένος Πειραιώς, ο τρόπος χρηματοδότησης των επενδύσεων αυτών, καθώς και η δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων με τη μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης από την Ο.Λ.Π. Α.Ε. ή τρίτο σε σχέση με τις δραστηριότητες του άρθρου 3 του Καταστατικού της Ο.Λ.Π. Α.Ε.
3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του πρώτου άρθρου του ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) προστίθενται οι λέξεις “εκτός εάν άλλως ορίζεται στον παρόντα νόμο”.
4. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Καταστατικού της Ο.Λ.Π. Α.Ε. καταργείται.
5. Μέχρι τη σύναψη της σύμβασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η Ο.Λ.Π. Α.Ε. ασκεί το δικαίωμα χρήσεως και εκμεταλεύσεως των γηπέδων, κτιρίων και λοιπών εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Πειραιώς σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Οι διατάξεις του παρόντος δεν θίγουν τις συμβάσεις παραχώρησης χρήσης κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που έχει συνάψει έως την υπογραφή της παραπάνω σύμβασης η Ο.Λ.Π. Α.Ε. με τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Σχετικό: Ν.3654/2008,ΦΕΚ Α 57/3.4.2008
Άρθρο τριακοστό έκτο
Κάλυψη ασφαλιστικών δαπανών Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρεία και Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης Ανώνυμος Εταιρεία
1. Η επιβάρυνση του Ι.Κ.Α. και του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Ε.Α.Μ., η οποία προκύπτει από την εφαρμογή των άρθρων δέκατο τέταρτο και δέκατο έκτο του ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) και αντιστοιχεί σε αναλογιστικές διαφορές που ανάγονται στο χρόνο έως την 1η Μαίου 1999, χρόνο ενάρξεως ισχύος του νόμου αυτού, καθώς και η επιβάρυνση του Ι.Κ.Α. και του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Ε.Α.Μ., η οποία προκύπτει από την καταβολή των συντάξεων στους συνταξιοδοτούμενους των Ο.Λ.Π. Α.Ε. και Ο.Λ.Θ. Α.Ε., καλύπτεται από το Ελληνικό Δημόσιο.
2. Το ύψος των ως άνω επιβαρύνσεων προσδιορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία εκδίδεται ύστερα από την αναλογιστική μελέτη της Διεύθυνσης Αναλογιστικων Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αφού συνυπολογισθούν οι έως τη δημοσίευση του παρόντος σχετικές καταβολές των Ο.Λ.Π. Α.Ε.. και Ο.Λ.Θ. Α.Ε.. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής της επιβάρυνσης.
3. Το Ελληνικό Δημόσιο καλύπτει μέρος της δαπάνης που θα προσδιορισθεί με βάση την προηγούμενη παράγραφο από την πρόσοδο που θα προκύψει από διάθεση ιδίων μετοχών του στα πλαίσια της μετοχοποίησης των Ο.Λ.Π. Α.Ε. και Ο.Λ.Θ. Α.Ε.
4. Ποσά τα οποία έχουν καταβληθεί στις Ο.Λ.Π. Α.Ε. και Ο.Λ.Θ. Α.Ε. δυνάμει της τρίτης παραγράφου του δέκατου όγδοου άρθρου του ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) δεν επιστρέφονται στο ελληνικό Δημόσιο, εφόσον αποδόθηκαν στο Ι.Κ.Α. ή στο Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Ε.Α.Μ.
5. Το δέκατο όγδοο άρθρο του ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`) καταργείται από τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο τριακοστό έβδομο
Εναρξη ισχύος
Ο νόμος αυτός ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 26 Ιουνίου 2001
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΑΠ.- ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΙΑΝ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ Τ. ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ
ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ ΧΡ. ΒΕΡΕΛΗΣ
ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ MEΣΩN ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ Δ. ΡΕΠΠΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 27 Ιουνίου 2001
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ