ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡ. 2892 ΦΕΚ Α΄46/9.3.2001

Ελαφρύνσεις στη φορολογία κεφαλαίου και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 1
Φορολογία κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986 (ΦΕΚ 50 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 10 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:”1. Οικία ή διαμέρισμα, που αποκτάται αιτία θανάτου από σύζυγο ή τέκνα του κληρονομούμενου κατά πλήρη κυριότητα, απαλλάσσεται από το φόρο, εφόσον ο κληρονόμος ή κληροδόχος ή ο σύζυγος αυτού ή τα ανήλικα τέκνα τους δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας τους ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στα οποία αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κατοίκων.

Η απαλλαγή παρέχεται για ποσό αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι 14.000.000 δραχμές για κάθε κληρονόμο ή κληροδόχο. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 7.000.000 δραχμές για το σύζυγο και καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του κληρονόμου ή κληροδόχου και κατά 8.000.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του, εφόσον στο δικαιούχο κληρονόμο ή κληροδόχο περιέρχεται μία μόνο οικία ή ένα διαμέρισμα εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου.

Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, η περιοχή της τέως Διοίκησης Πρωτεύουσας θεωρείται ως ένας δήμος.

Οι στεγαστικές ανάγκες καλύπτονται, αν το εμβαδόν της οικίας ή του διαμερίσματος είναι, για ένα άτομο, 35 (τριάντα πέντε) τ.μ. και για τους συζύγους, εβδομήντα (70) τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 15 (δεκαπέντε) τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα τους και κατά 25 (είκοσι πέντε) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα τους.”

2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”3. Η απαλλαγή από το φόρο της κτήσης αιτία θανάτου παρέχεται μία μόνο φορά. Δεν απαλλάσσεται ο κληρονόμος ή ο κληροδόχος που έτυχε απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ή γονικής παροχής για απόκτηση στέγης πριν από την κτήση αιτία θανάτου.”

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”4. Η απαλλαγή παρέχεται με τον όρο ότι η οικία ή το διαμέρισμα θα παραμείνει στην κυριότητα του κληρονόμου ή κληροδόχου για μία τουλάχιστον πενταετία. Αν πριν από την πάροδο της πενταετίας μεταβιβασθεί η οικία ή το διαμέρισμα ή συσταθεί σε αυτό οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, εκτός από υποθήκη, ο κληρονόμος ή κληροδόχος έχει υποχρέωση, πριν από τη μεταβίβαση ή τη σύσταση του εμπράγματου δικαιώματος, να υποβάλει δήλωση και να καταβάλει εφάπαξ ολόκληρο το ποσό του φόρου που αναλογεί επιμεριστικά στην αξία του ακινήτου του χρόνου μεταβίβασης ή στο δηλούμενο τίμημα της μεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αξίας του ακινήτου, εκτός εάν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της κτήσης αιτία θανάτου είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος.”

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 23 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 14 του Ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α΄), αντικαθίσταται ως ακολούθως:”6. Αν μεταβιβασθεί με γονική παροχή οικία, διαμέρισμα ή οικόπεδο, εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τάσσει το άρθρο 17 του Ν. 1591/1986, δεν υπόκειται σε φόρο ποσό δραχμών 2.400.000 για το δικαιούχο. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 1.700.000 δραχμές για το σύζυγο και καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του δικαιούχου και κατά 2.500.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του. Αν ο δικαιούχος της γονικής παροχής παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67%, η απαλλαγή ανέρχεται στο μισό της φορολογητέας αξίας του ακινήτου και δεν μπορεί να υπερβεί τα 24.000.000 δραχμές.”

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄). όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 9 του άρθρου 14 του Ν. 2579/1998, αντικαθίστανται ως ακολούθως:*1. Οι κληρονόμοι ή κληροδόχοι. ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση προς τον κληρονομούμενο, κατατάσσονται στις επόμενες 4 (τέσσερις) κατηγορίες. Για καθεμία από τις κατηγορίες αυτές ισχύει χωριστή φορολογική κλίμακα ως εξής:

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄

Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε: α) σύζυγο του κληρονομούμενου, β) κατιόντες πρώτου βαθμού (τέκνα από νόμιμο γάμο, τέκνα χωρίς γάμο έναντι της μητέρας, αναγνωρισθέντα εκουσίως ή δικαστικώς έναντι του πατέρα, νομιμοποιηθέντα με επιγενόμενο γάμο ή δικαστικώς έναντι και των δύο γονέων, γ) ανιόντες εξ αίματος πρώτου βαθμού.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄

Κλιμάκια

 

Συντελεστής κλιμακίου (%)

 

Φόρος κλιμακίου

 

Φορολογητέα περιουσία

 

Φόρος που αναλογεί

 

6.500.000

 

 

 

6.500.000

 

 

11.500.000

 

5

 

575.000

 

18.000.000

 

575.000

 

54.000.000

 

15

 

8.100.000

 

72.000.000

 

8.675.000

 

Υπερβάλλον

 

25

 

 

Αν οι κληροδόχοι ή κληρονόμοι είναι ανήλικα τέκνα του κληρονομούμενου, εφόσον η αξία της κληρονομικής μερίδας είναι:

α) μέχρι και 12.000.000 δραχμές, ο φόρος που αναλογεί μειώνεται κατά 60% και

β) από 12.000.001 έως και 47.000.000 δραχμές, ο φόρος που αναλογεί μειώνεται κατά 30%.

Οι πιο πάνω διατάξεις, που προβλέπουν μείωση του φόρου για τα ανήλικα τέκνα του κληρονομούμενου, δεν εφαρμόζονται σε κτήσεις δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου (ή προίκας), καθώς και στις περιουσιακές παροχές των γονέων προς τα τέκνα τους κατά το άρθρο 1509 του Αστικού Κώδικα.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β΄

Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε: α) κατιόντες δεύτερου και επόμενων βαθμών, β) ανιόντες δεύτερου και επόμενων βαθμών, γ) εκουσίως ή δικαστικώς αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων το υ πατέρα που τα αναγνώρισε, δ) κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού, ε) αδελφούς (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς) και στ) συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου.

Κλιμάκια

 

Συντελεστής κλιμακίου (%)

 

Φόρος κλιμακίου

 

Φορολογητέα περιουσία

 

Φόρος που αναλογεί

 

5.000.000

 

 

5.000.000

 

13.000.000

 

10

 

1.300.000

 

18.000.000

 

1.300.000

 

54.000.000

 

20

 

10.800.000

 

72.000.000

 

12.100.000

 

Υπερβάλλον

 

35

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ΄

Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε: α) πατριούς και μητριές, β) τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, γ) τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπρούς – νύφες), δ) ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθερά -πεθερό).

Κλιμάκια

 

Συντελεστής κλιμακίου (%)

 

Φόρος κλιμακίου

 

Φορολογητέα περιουσία

 

Φόρος που αναλογεί

 

2.100.000

 

 

 

2.100.000

 

 

15.900.000

 

20

 

3.180.000

 

18.000.000

 

3.180.000

 

54.000.000

 

35

 

18.900.000

 

22.080.000

 

Υπερβάλλον

 

50

 

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Δ΄

Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε οποιονδήποτε άλλον εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενή του κληρονομούμενου ή εξωτικό.

Κλιμάκια

 

Συντελεστής κλιμακίου (%)

 

Φόρος κλιμακίου

 

Φορολογητέα περιουσία

 

Φόρος που αναλογεί

 

1.200.000

 

 

 

1.200.000

 

 

16.800.000

 

35

 

5.880.000

 

18.000.000

 

5.880.000

 

54.000.000

 

50

 

27.000.000

 

72.000.000

 

32.880.000

 

Υπερβάλλον

 

60

 

 

 

Στο ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τις πιο πάνω κλίμακες περιλαμβάνεται ο φόρος υπέρ του Δημοσίου και οι πρόσθετοι σε αυτόν φόροι:

α) 3% υπέρ δήμων και κοινοτήτων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του Β.Δ. 24/9-20.10.1958 (ΦΕΚ 171 Α΄) και β) 7% υπέρ νομαρχιακών ταμείων οδοποιίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 3155/1995 (ΦΕΚ 63 Α΄). Η απόδοση των φόρων υπέρ τρίτων γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 81.”

“Όταν ο κληρονόμος ή κληροδόχος έχει αναπηρία τουλάχιστον 67%, ο φόρος που αναλογεί στη μέχρι 47.000.000 δραχμές αξία της κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας μειώνεται κατά 60%.”

6. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του δεύτερου άρθρου του Νόμου 1329/1983 (ΦΕΚ 25 Α΄). όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 10 του άρθρου 14 του Ν. 2579/1998, αντικαθίστανται ως ακολούθως:”Περιουσιακές παροχές γονέων προς τα τέκνα τους, που γίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1509 του Α.Κ.. υπόκεινται στο μισό του φόρου δωρεών μέχρι το ποσό των 28.000.000 δραχμών, αυτοτελώς για κάθε γονέα. Το ποσό αυτό αυξάνεται σε 42.000.000 δραχμές όταν ο ένας από τους γονείς έχει αποβιώσει. Στα πιο πάνω ποσά συνυπολογίζονται οι προγενέστερες δωρεές ή γονικές παροχές των γονέων προς τα τέκνα τους που έχουν υπαχθεί σε φόρο και όχι τα απαλλασσόμενα ποσά.”

7. Το άρθρο 4 του Ν.Δ. 118/1973, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 13 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄). αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Στην κτήση αιτία θανάτου συνυπολογίζονται οι δωρεές εν ζωή ή αιτία θανάτου, οι γονικές παροχές και οι προίκες του κληρονομουμένου προς τον κληρονόμο ή κληροδόχο, εφόσον η φορολογική υποχρέωση γι΄ αυτές γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 102.

Για το συνυπολογισμό των κτήσεων αυτών λαμβάνεται υπόψη η αξία που είχε υπαχθεί σε φόρο. κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης αυτών, και όχι τα απαλλασσόμενα ποσά.”

8. Η παρ. 2 του άρθρ. 9 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”2. Όταν αποκτώνται ακίνητα ή κινητά (με εξαίρεση χρηματικά ποσά. καταθέσεις, απαιτήσεις και παροχές), αν η φορολογική δήλωση γι΄ αυτά υποβληθεί μετά την πάροδο τριών (3) ετών από το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, για τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπόψη η αξία αυτών και οι φορολογικές κλίμακες που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Αν εκδοθεί πράξη επιβολής φόρου από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μετά την πάροδο τριετίας από το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης για τα περιουσιακά στοιχεία του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον δεν έχει υποβληθεί γι΄ αυτά δήλωση από τον υπόχρεο μέχρι την έκδοση της πράξης, για τον υπολογισμό του φόρου λαμβάνεται υπόψη η αξία αυτών και οι φορολογικές κλίμακες που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης.

Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.”

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται σε υποθέσεις στις οποίες η φορολογική δήλωση υποβάλλεται ή η πράξη επιβολής του φόρου εκδίδεται μετά τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

9. Το άρθρο 36 του Ν.Δ. 118/1973, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 11 του άρθρου 13 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄). αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Στην κτήση αιτία δωρεάς, κατά το άρθρο 34, συνυπολογίζονται οι προγενέστερες δωρεές εν ζωή ή αιτία θανάτου οι γονικές παροχές και οι προίκες του ίδιου δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο, εφόσον η φορολογική υποχρέωση γι΄ αυτές γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 102. Αν μετατεθεί ο χρόνος γένεσης της φορολογικής ενοχής, στην αξία της κτήσης αιτία δωρεάς συνυπολογίζεται και η περιουσία που έχει μεταβιβασθεί αιτία θανάτου από τον ίδιο δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο.

Για το συνυπολογισμό των κτήσεων αυτών λαμβάνεται υπόψη η αξία που είχε υπαχθεί σε φόρο. κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης αυτών, και όχι τα απαλλασσόμενα ποσά.”

10. Το άρθρο 47 του Ν.Δ. 118/1973. όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 12 του άρθρου 13 του Ν. 1882/1990, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Στην κτήση αιτία προίκας, κατά το άρθρο 46, συνυπολογίζονται οι προγενέστερες δωρεές εν ζωή ή αιτία θανάτου, οι γονικές παροχές και οι προίκες του ίδιου προικοδότη προς την προικιζόμενη, εφόσον η φορολογική υποχρέωση γι΄ αυτές γεννήθηκε σε χρόνο που το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 102. Αν μετατεθεί ο χρόνος γένεσης της φορολογικής ενοχής, στην αξία της κτήσης αιτία προίκας συνυπολογίζεται και η περιουσία που έχει μεταβιβασθεί αιτία θανάτου από τον ίδιο προικοδότη προς την προικιζόμενη.

Για το συνυπολογισμό των κτήσεων αυτών λαμβάνεται υπόψη η αξία που είχε υπαχθεί σε φόρο. κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης αυτών, και όχι τα απαλλασσόμενα ποσά.”

11. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 81 του Ν.Δ. 118/1973, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 13 του Ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α΄), προστίθεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως ακολούθως:”Αν ο υπόχρεος σε φόρο είναι κάτοικος εξωτερικού, ο οικείος φόρος βεβαιώνεται στη Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού.”

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από την 10η/3/2000.

12. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 30 του Ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) και ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”γ) Μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή δικαστικό συμβιβασμό, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η κάθε δόση. εκτός από την τελευταία, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.”

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 17 Μαΐου 1999.

13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”2. Αν ο υπόχρεος καταβάλλει το σύνολο του αναλογούντος κύριου και πρόσθετου φόρου, σύμφωνα με εκείνα που ορίζονται στην περίπτωση α΄ της προηγούμενης παραγράφου, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης μηνιαίας δόσης, ανεξάρτητα από το ύψος αυτού, παρέχεται έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%). Το ίδιο ποσοστό εκπίπτεται αν ο υπόχρεος καταβάλλει το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς μέσα στην προθεσμία πληρωμής του ενός πέμπτου (1/5) αυτού.”

14. Η παράγραφος 5 του άρθρου 102 του Ν.Δ. 118/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”5. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή και είσπραξη των φόρων, που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, σε υποθέσεις για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και την 31.12.1984, έχει παραγραφεί. Στις υποθέσεις αυτές δεν απαιτείται το πιστοποιητικό του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που προβλέπεται από τα άρθρα 105 έως και 112. Αντί γι΄ αυτό μπορεί να προσκομίζεται:

α) Για τις κτήσεις αιτία θανάτου, ληξιαρχική πράξη θανάτου από την οποία να προκύπτει ότι ο θάνατος του κληρονομουμένου ή δωρητή αιτία θανάτου επήλθε μέχρι και την 31.12.1984, καθώς και υπεύθυνη δήλωση του υπόχρεου ότι δεν συντρέχει περίπτωση μετάθεσης του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης.

β) Για τις δωρεές εν ζωή γονικές παροχές και προίκες. αντίγραφο του οικείου συμβολαίου που συντάχθηκε μέχρι και την 31.12.1984 ή βεβαίωση του συμβολαιογράφου που συνέταξε το συμβόλαιο, ότι τούτο συντάχθηκε μέχρι και την 31-12-1984 και δεν συντρέχει περίπτωση μετάθεσης του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης.”

15. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 40 του Ν. 814/1978 (ΦΕΚ 144 Α΄), όπως το δεύτερο εδάφιο προστέθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 4 του Ν. 2538/1997 (ΦΕΚ 242 Α) αντικαθίστανται ως ακολούθως:”2. Αν αλλάξει ολικά ή μερικά η χρήση ή εκμισθωθούν οι εκτάσεις, οι οποίες δεν έχουν υπαχθεί σε φόρο κατά την προηγούμενη παράγραφο, ή αν δεν καλλιεργηθούν αυτές για δύο συνεχόμενα έτη από τον κληρονόμο ή κληροδόχο, πριν από την πάροδο των δεκαπέντε (15) ετών, ο κληρονόμος ή κληροδόχος υποχρεώνεται, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την αλλαγή της χρήσης ή την εκμίσθωση ή τη λήξη της διετούς προθεσμίας, να υποβάλει δήλωση με την αξία που έχουν οι εκτάσεις κατά το χρόνο αυτόν και να καταβάλλει το φόρο κληρονομιάς που επιμεριστικά αναλογεί σε αυτές. Αν η αξία των εκτάσεων αυτών κατά το χρόνο αλλαγής της χρήσης ή της εκμίσθωσης ή της λήξης της διετούς προθεσμίας είναι μικρότερη εκείνης του χρόνου της απαλλαγής, λαμβάνεται υπόψη η μεγαλύτερη αξία.

Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται επί αναγκαστικού πλειστηριασμού ή επί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για δημόσια ωφέλεια ολόκληρης της έκτασης ή τμήματος αυτής ή σε περίπτωση θανάτου του αγρότη, εφόσον η δεκαπενταετία συμπληρωθεί στο πρόσωπο των κληρονόμων αυτού.”

16. Η παράγραφος 3 του άρθρου 40 του Ν. 814/1978 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”3. Απαγορεύεται η μεταβίβαση γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, η οποία δεν έχει υπαχθεί σε φόρο. κατά την παράγραφο 1, πριν από την πάροδο της προθεσμίας των 15 (δεκαπέντε) ετών. αν δεν υποβληθεί δήλωση με την αξία που αυτή έχει κατά το χρόνο της μεταβίβασης και δεν καταβληθεί ολόκληρος ο φόρος που αναλογεί επιμεριστικά στην αξία της έκτασης αυτής. Αν η αξία της γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης κατά το χρόνο μεταβίβασης είναι μικρότερη εκείνης του χρόνου της απαλλαγής, λαμβάνεται υπόψη η μεγαλύτερη αξία. Εξαιρείται η μεταβίβαση αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής προς τα πρόσωπα της ίδιας παραγράφου.”

17. α) Οι προθεσμίες που ορίζονται στις περιπτώσεις Α΄ και Γ του άρθρου 14 του Ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α΄). όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 26 του Ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α΄), παρατείνονται από τη λήξη τους μέχρι και 31 Οκτωβρίου 2001 για υποθέσεις που είναι εκκρεμείς μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.β) Για την εφαρμογή της περίπτωσης Β΄ του άρθρου 14 του Ν. 2753/1999. όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 του Ν. 2789/2000, οι προθεσμίες υποβολής της δήλωσης αποδοχής της φορολογητέας αξίας των ακινήτων παρατείνονται μέχρι και 31 Οκτωβρίου 2001 για τις υποθέσεις που είναι εκκρεμείς μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

γ) Για την υποβολή των δηλώσεων με βάση τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 118/1973 μετά την τροποποίηση της με την παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου.

δ) Δηλώσεις που έχουν υποβληθεί μετά την 31η Μαΐου 2000 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου μπορούν να υπαχθούν στις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2753/1999 με την υποβολή από τον υπόχρεο σχετικής δήλωσης ή αίτησης, κατά περίπτωση, μέχρι και 31-10-2001. με τις προϋποθέσεις του άρθρου 14 του Ν. 2753/1999.

ε) Για την εφαρμογή των διατάξεων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου αυτής, εξαιρούνται από τις διατάξεις των περιπτώσεων Α΄ και Β΄ του άρθρου 14 του Ν. 2753/1999 οι υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας, κατά τα άρθρα 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35 & 36 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄). Επίσης, από τις διατάξεις της περίπτωσης Γ του άρθρου 14 του Νόμου 2753/1999 εξαιρούνται οι ανακλητικές δηλώσεις του φόρου ακίνητης περιουσίας και του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας.

Άρθρο 2
Φορολογία μεταβίβασης ακινήτων
1. Η περίπτωση δ ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α΄), που προστέθηκε με το άρθρο 38 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄) και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 12 του άρθρου 14 του Ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”δ) απόφασης δικαστικής με την οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, λόγω συμπλήρωσης των όρων της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία στο όνομα του προσώπου, στο οποίο γίνεται η αναγνώριση, υπάρχει μεταγεγραμμένος τίτλος για το δικαίωμα αυτό για το οποίο έχει υποβληθεί η δήλωση που προβλέπεται από το νόμο.”

2. Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του Α.Ν. 1521/1950, που προστέθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄) και αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 45 του Νόμου 2214/1994 (ΦΕΚ75Α΄), καταργούνται.
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α΄). όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Συμβάσεις αγοράς εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα ακινήτου από έγγαμο απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης, εφόσον ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα ανήλικα τέκνα αυτού δεν έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 (τριών χιλιάδων) κατοίκων.”

4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 προστίθεται εδάφιο μετά το πρώτο εδάφιο ως ακολούθως:Η περιοχή της τέως Διοικήσεως Πρωτεύουσας θεωρείται ως ένας δήμος.”

5. Το όγδοο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980. όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 33 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Η απαλλαγή παρέχεται με τις ίδιες προϋποθέσεις στον επιζώντα σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα το υ αποβιώσαντος, στο όνομα του οποίου είχε εγκριθεί δάνειο από τον Ο.Ε.Κ. (Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας). για αγορά οικίας ή διαμερίσματος, που χορηγείται στους ως άνω κληρονόμους.”

6. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:Το ανωτέρω χρονικό διάστημα απαιτείται και όταν μεταβιβάζεται η ψιλή κυριότητα οικοπέδου ή ιδανικού μεριδίου αυτού.”

7. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980. που αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 24 του Ν. 1828/1989. αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Κατ΄ εξαίρεση, για αγορά οικίας ή διαμερίσματος ή οικοπέδου, παρέχεται απαλλαγή για μια ακόμη φορά και με τις ίδιες προϋποθέσεις, μετά την πάροδο διετίας τουλάχιστον από την αρχική αγορά, εφόσον μεταβιβάσθηκε αιτία πωλήσεως εξ ολοκλήρου η παλαιά οικία ή το διαμέρισμα ή το οικόπεδο, όχι όμως σε συγγενείς αυτού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού και το οποίο δεν πληρούσε τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του κατά το χρόνο χορήγησης της δεύτερης απαλλαγής. Το αγοραζόμενο ακίνητο πρέπει να είναι μεγαλύτερο από εκείνο που εκποιήθηκε, κατά δέκα (10) τετραγωνικά μέτρα τουλάχιστον ή ίσης επιφανείας με αυτό. εφόσον όμως έχει βοηθητικούς χώρους με επιφάνεια δέκα (10) τετραγωνικών μέτρων τουλάχιστον, τους οποίους το προηγούμενο δεν είχε.”

8. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Αν ο αγοραστής μεταβιβάσει ή συστήσει επ΄ αυτού οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, πλην υποθήκης, πριν την παρέλευση πενταετίας, υποχρεούται πριν τη μεταβίβαση ή τη σύσταση του εμπράγματου δικαιώματος, σε υποβολή δήλωσης και καταβολή εφάπαξ του φόρου που αναλογεί στην αξία του ακινήτου, κατά το χρόνο της νέας μεταβίβασης ή της σύστασης του εμπράγματου δικαιώματος, ή στο δηλούμενο τίμημα της νέας μεταβίβασης εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, εκτός εάν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου της απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος.”

9. Η παράγραφος 14 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980. όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”14. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και κατά την αγορά πρώτης κατοικίας από ενήλικες άγαμους.”

10. Η παρ. 15 του άρθρ. 10 του Ν. 2386/1996 καταργείται.
11. Η περίπτωση Γ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Α.Ν. 1521/1950. που αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του Ν. 1078/1980, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Σε κάθε άλλη περίπτωση σε 7% για το μέχρι πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών τμήμα της αξίας και σε 9% για το πέραν του ποσού αυτού τμήμα της.”

12. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3563/1956 (ΦΕΚ 221 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 4 του Ν. 1078/1980. αντικαθίσταται ως ακολούθως:”Οι συντελεστές φόρου μεταβίβασης ακινήτων που ορίζονται με τις διατάξεις της περίπτωσης Γ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Α.Ν. 1521/1950, αυξάνονται από 7% σε 9% και από 9% σε 11% αντίστοιχα.”

13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980. όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄). αντικαθίσταται ως ακολούθως:” Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται:

α) Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 21.000.000 δραχμών.

β) Για αγορά διαμερίσματος ή οικίας από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 33.000.000 δραχμών.

Η απαλλαγή που δικαιούται ο έγγαμος προσαυξάνεται κατά 7.000.000 δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του και κατά 10.000.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.

γ) Για αγορά οικοπέδου από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 10.000.000 δραχμών, ενώ από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 18.000.000 δραχμών.

Η αξία αυτή για τον έγγαμο προσαυξάνεται κατά 2.400.000 δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του και κατά 3.000.000 δραχμές για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.”

14. Στο άρθρο 1 του Ν. 1078/1980 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:”3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία εφόσον ο αγοραστής δεν κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα.

Κατ΄ εξαίρεση, παρέχεται απαλλαγή κατά την αγορά οικίας, διαμερίσματος ή οικοπέδου από Έλληνες ή ομογενείς που εργάστηκαν στο εξωτερικό για 6 (έξι) τουλάχιστον χρόνια και είναι εγγεγραμμένοι σε δημοτολόγιο της χώρας, έστω και αν δεν κατοικούν κατά το χρόνο της αγοράς μόνιμα στην Ελλάδα.”

Άρθρο 3
Φορολογία Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας
1. Τα τέσσερα πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του Ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α΄). όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 13 του άρθρου 14 του Ν. 2579/1998. αντικαθίστανται ως ακολούθως:”Από τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, μετά την αφαίρεση των χρεών που ορίζονται στην παράγραφο 1, παραμένει αφορολόγητο ποσό 83.000.000 δραχμών για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα. Δεν φορολογούνται οι σύζυγοι αν η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας και των δύο είναι 166.000.000 δραχμές. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 21.000.000 δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτα ανήλικα τέκνα τους και κατά 25.000.000 δραχμές για καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα τους. Στην περίπτωση θανάτου ή διαζυγίου, το αφορολόγητο ποσό του επιζώντος ή διαζευγμένου συζύγου προσαυξάνεται κατά εικοσιένα εκατομμύρια (21.000.000) δραχμές για καθένα από τα δύο πρώτα ανήλικα τέκνα του και κατά 25.000.000 δραχμές για καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα του των οποίων έχει τη γονική μέριμνα. Για τα ημεδαπά και τα αλλοδαπά με τον όρο της αμοιβαιότητας νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς, καθώς και για τα ημεδαπά κοινωφελή ιδρύματα, το αφορολόγητο ποσό ορίζεται σε 207.000.000 δραχμές.

2. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του Ν. 2459/1997, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 14 του Ν. 2579/1998, αντικαθίσταται ως ακολούθως:”α) Τα φυσικά πρόσωπα που η αξία της ακίνητης περιουσίας, τους υπερβαίνει το ποσό των 83.000.000 δραχμών. Σε περίπτωση συζύγων η αξία της περιουσίας και των δύο υπερβαίνει το ποσό των 166.000.000 δραχμών.”

Άρθρο 4
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις των νόμων 2127/1993 και 2682/1999
1. Στο Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄) επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις:α) Οι περιπτώσεις β΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 αντικαθίστανται ως εξής:

ΕΙΔΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ ΣΟ. ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΣΕ ΔΡΑΧΜΕΣ ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ 
β) Βενζίνη με μόλυβδο 27.10.00.34 
και 27.10.00.36 114.500 χιλιόλιτρο 
δ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.Ο. 27.10.00.34 . και27.10.00.36» 27.10.00.2727.10.00.29 και

27.10.00.32

 

 

114.500

 

 

χιλιόλιτρο

 

 

 

β) Το άρθρο 45 του Ν. 2127/1993 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 45

Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

1. Οι τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας. καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή από τους εντολοδόχους των καπνοβιομηχάνων των λοιπών κρατών – μελών που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, καθώς και από τους εισαγωγείς αυτών, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γράφουν σε δραχμές την τιμή λιανικής πώλησης στα πακέτα ή στη μικρότερη συσκευασία που διατίθενται στη λιανική πώληση ή στις ένσημες φορολογικές ταινίες που επικολλούνται σε αυτά.

2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 υποχρεούνται 15 (δεκαπέντε) ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως από αρμόδια αρχή για τη φορολογία των προϊόντων αυτών.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ως καπνοβιομήχανος θεωρείται κάθε πρόσωπο που μεταποιεί τον καπνό σε επεξεργασμένα προϊόντα, τα οποία προορίζονται για λιανική πώληση.»

2. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 2682/1999 (ΦΕΚ 16 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:«Για τα μεταχειρισμένα επιβατικά αυτοκίνητα λαμβάνεται υπόψη η κατά τα παραπάνω τιμή χονδρικής πώλησης του αντίστοιχου επιβατικού αυτοκινήτου κατά το χρόνο κυκλοφορίας του στη διεθνή αγορά, αφού αυτή μειωθεί. λόγω φθοράς από τη συνήθη χρήση ή άλλη αιτία, με βάση τα παρακάτω ποσοστά μείωσης:

Πάνω από 6 και μέχρι 12 μήνες από την ημερομηνία της πρώτης θέσης σε κυκλοφορία και με την προϋπόθεση ότι έχει διανύσει περισσότερα από 6.000 χιλιόμετρα, μείωση της αξίας σε ποσοστό 7%.

Από 1 μέχρι και 2 έτη 14% 
Πάνω από 2 μέχρι και 3 έτη 21% 
Πάνω από 3 μέχρι και 4 έτη 28% 
Πάνω από 4 μέχρι και 5 έτη 34% 
Πάνω από 5 μέχρι και 6 έτη 40% 
Πάνω από 6 μέχρι και 7 έτη 46% 
Πάνω από 7 μέχρι και 8 έτη 52% 
Πάνω από 8 μέχρι και 9 έτη 57% 
Πάνω από 9 μέχρι και 10 έτη 62% 
Πάνω από 10 μέχρι και 11 έτη 67% 
Πάνω από 11 μέχρι και 12 έτη 70% 
Πάνω από 12 μέχρι και 13 έτη 73% 
Πάνω από 13 μέχρι και 14 έτη 76% 
Πάνω από 14 μέχρι και 15 έτη 79% 
Πάνω από 15 80%» 
3. Επιβατικά αυτοκίνητα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα αυτοκίνητα τύπου τζιπ, που έχουν κομιστεί στη χώρα μέχρι και 31/12/2000 και για τα οποία έχουν κατατεθεί δηλωτικά εισαγωγής ή δηλώσεις άφιξης οχημάτων, μέχρι την παραπάνω ημερομηνία, εφόσον πληρούν εκ κατασκευής από πλευράς εκπομπών ρύπων τις προδιαγραφές των Οδηγιών 94/12/ΕΚ ή 91/441/ΕΟΚ, εξακολουθούν να υπάγονται στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης που προβλέπονται από τις περιπτώσεις α΄ και β΄. αντίστοιχα, της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν. 2682/1999 με την προϋπόθεση ότι μέχρι και 31 Μαΐου 2001 θα έχουν τελωνιστεί και καταβληθεί οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις.
4. Οι συντελεστές τέλους ταξινόμησης της προηγούμενης παραγράφου 3 εφαρμόζονται και για επιβατικά αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται:α) από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο κεφάλαιο Β΄ της αριθμ. Δ. 245/1988 απόφασης του Υπ. Οικονομικών και

β) από τους Έλληνες δημοσίους υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών, των δικαστικών υπαλλήλων, των αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος, που εργάζονται στο εξωτερικό, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά έχουν αγοραστεί και ταξινομηθεί στο εξωτερικό μέχρι και 31.12.2000 και με την προϋπόθεση ότι μέχρι και 31.8.2001 θα έχουν τελωνιστεί και καταβληθεί οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις.

5. Η προβλεπόμενη από την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 2008/1992 (ΦΕΚ 16 Α΄) διάρκεια παραμονής στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής των ιδιωτικής χρήσης επιβατικών αυτοκινήτων, που κατέχουν οι Κύπριοι πρόσφυγες, παρατείνεται μέχρι 31.12.2003.
6. Η ισχύς της παραγράφου 1 περίπτωση α΄ αρχίζει από 22 Ιανουαρίου 2001 και των παραγράφων 3 και 4 από 1ης Ιανουαρίου 2001
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 5
Άλλες διατάξεις
  1. Προθεσμίες παραγραφής που λήγουν στις 31.12.2001, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνονται για ένα (1) έτος από τη λήξη τους.  Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν ισχύει για υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβιβάσεων ακινήτων, φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.) και φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.).

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και σε ό,τι αφοράτο χρόνο διαφύλαξης των βιβλίων, των στοιχείων του Π.δ. 186/1992 και των παραστατικών των εγγραφών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3          άρθρ.10 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.

2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:”γ) Στις καθαρές αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις. επιδόματα και σε κάθε άλλου είδους πρόσθετες αμοιβές ή παροχές, οι οποίες καταβάλλονται τακτικά ή έκτακτα και δεν συνεντέλλονται με τις τακτικές αποδοχές. με συντελεστή, ο οποίος ορίζεται σε 20% (είκοσι τοις εκατό). Ειδικά σε περίπτωση πολλαπλής απασχόλησης των ωρομίσθιων καθηγητών κάθε ειδικότητας, από τους εργοδότες εκτός από εκείνον που καταβάλλει τις μεγαλύτερες αποδοχές, μηνιαίως, με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).”

3. Εγκρίνονται οι μικροδαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από το 1981 και μετά από την Υπηρεσία Εκτύπωσης Εντύπων και Αξιών του Δημοσίου (Υ.Ε.Ε.Α.Δ.) του Υπ. Οικονομικών, για προμήθειες αντικειμένων και ανταλλακτικών των μηχανημάτων αυτής της Υπηρεσίας. καθώς και για την παροχή στους εργαζομένους σε αυτήν, γάλακτος και άλλων παρόμοιων ειδών, λόγω των ανθυγιεινών συνθηκών του περιβάλλοντος της εργασίας, ως και κάθε άλλη δαπάνη που έγινε για την καλή λειτουργία της Υ.Ε.Ε.Α.Δ., οι οποίες καλύπτονται αποκλειστικά από έσοδα που προέρχονται από τη διάθεση υπολειμμάτων επεξεργασμένου χαρτιού, τα οποία προκύπτουν από την κοπή του κατά την προετοιμασία του για εκτύπωση. Καταλογισμοί που έγιναν για τις δαπάνες αυτές, κατά το μέρος που δεν έχουν εκτελεσθεί, δεν εκτελούνται και τα τυχόν βεβαιωθέντα ποσά και προσαυξήσεις αυτών σε βάρος των καταλογισθέντων υπολόγων διαγράφονται.
4. Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) αντικαθίστανται ως εξής:”Οι Προϊστάμενοι Εποπτειών Ελέγχου των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Π. Ε. Κ.) και των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων (Τ. Ε. Κ.) μπορούν μετά διετή και τριετή, αντίστοιχα, άσκηση των καθηκόντων τους. να μετακινούνται ή μετατίθενται σε θέση Προϊσταμένων Εποπτειών Ελέγχου του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΕΘ.Ε.Κ.) και των Π. Ε. Κ., αντίστοιχα. Οι Προϊστάμενοι Τμημάτων των Διευθύνσεων Ελέγχου, Φορολογίας Εισοδήματος, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, του τμήματος Επιχειρησιακών Σχεδίων. Ελέγχου και Δίωξης Φοροδιαφυγής της Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων και Δίωξης και των Τμημάτων Ελέγχου Προμηθειών, Χρηματοδοτήσεων και Δανείων και Ειδικών Οικονομικών Υποθέσεων της Διεύθυνσης Οικονομικών Ερευνών της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.), οι οποίοι προέρχονται από τον εφοριακό κλάδο, μπορούν μετά τριετή υπηρεσία άσκησης των καθηκόντων τους, να μετακινούνται ή μετατίθενται σε θέση Προϊσταμένων Εποπτειών Ελέγχου του ΕΘ.Ε.Κ. ή των Π. Ε.Κ. ή των ΤΕ.Κ.. Οι Προϊστάμενοι Τμημάτων Ελέγχου των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και των Τμημάτων Δράσης των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Σ.Δ.Ο.Ε., οι οποίοι προέρχονται από τον εφοριακό κλάδο, μπορούν μετά τριετή άσκηση των καθηκόντων τους να μετακινούνται ή μετατίθενται σε θέση Προϊσταμένων Εποπτειών Ελέγχου των Τ.Ε.Χ”

5. Οι οφειλές που εκχωρούνται στο Δημόσιο κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 11 του άρθρ. 30 του Ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α΄) εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και καταβάλλονται σε εξήντα (60) κατ΄ ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών.Η πρώτη δόση πρέπει να καταβληθεί μέχρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση των οφειλών αυτών στις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες. Για τυχόν βεβαιωμένες οφειλές της κατηγορίας αυτής κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, η πρώτη δόση καταβάλλεται μέσα στον επόμενο από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου μήνα και δεν γεννάται αξίωση κατά του Δημοσίου για τα ήδη καταβληθέντα ποσά.

Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης συνεπάγεται έκπτωση κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί του ποσού αυτού.

Οι ανωτέρω εκχωρούμενες απαιτήσεις υπόκεινται σε εικοσαετή παραγραφή, αρχομένης από της λήξεως του έτους βεβαίωσης του στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες.

Οι υπάρχουσες εμπράγματες ή προσωπικές ασφάλειες ή άλλες ειδικές εγγυήσεις των απαιτήσεων αυτών διατηρούνται υπέρ του Δημοσίου, εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 13 του Ν. 1957/1991 (ΦΕΚ 114 Α΄). Η Εθνική Τράπεζα υποχρεούται να γνωστοποιήσει και παραδώσει στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, το αργότερο μέσα σε διάστημα 10 (δέκα) μηνών από τη σύνταξη των τίτλων είσπραξης, τα αποδεικτικά στοιχεία των ανωτέρω ασφαλειών.

6. Τα τέσσερα πρώτα εδάφια της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:”Για οικοδομές οι οποίες χρησιμοποιούνται ως κατοικίες, οικοτροφεία, σχολεία, φροντιστήρια, αίθουσες κινηματογράφων ή θεάτρων, ξενοδοχεία, νοσοκομεία ή κλινικές ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) για αποσβέσεις και ποσοστό μέχρι δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για τα ασφάλιστρα κατά του κινδύνου πυρκαγιάς ή άλλων κινδύνων, για έξοδα επισκευής και συντήρησης, καθώς και για την αμοιβή δικηγόρου για δίκες σε διαφορές απόδοσης μισθίου ή καθορισμού μισθώματος.

Ειδικά, για οικοδομές που έχουν χαρακτηρισθεί διατηρητέες σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, το ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του προηγούμενου εδαφίου διπλασιάζεται. Τα ποσοστά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιορίζονται σε πέντε τοις εκατό (5%) και πέντε τοις εκατό (5%) αντιστοίχως για το εισόδημα που προκύπτει από οικοδομές που χρησιμοποιούνται για άλλες χρήσεις. Όταν πρόκειται για εισόδημα που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄. β΄ και θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 21, όπως επίσης και για το εισόδημα που προκύπτει από τη διαφορά του μισθώματος και του υπομισθώματος ακινήτων, που εκμισθώνονται για οποιαδήποτε χρήση, τα ποσοστά του πρώτου εδαφίου περιορίζονται σε πέντε τοις εκατό (5%) συνολικώς.

Αν οι δαπάνες που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια αφορούν κοινόχρηστους χώρους του ακινήτου, επιμερίζονται, αναλόγως, στους συνιδιοκτήτες του.”

7. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 9 του Ν. 2238/1994 μετά το πέμπτο εδάφιο προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:”Όταν η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου, εκτός από την έκπτωση του προηγούμενου εδαφίου, παρέχεται έκπτωση 2.5% (δυόμισι τοις εκατό) και μέχρι του ποσού των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) δραχμών, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δόσεων.”

8. Στο άρθρο 61 του Ν. 2238/1994 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:”6. οι διατάξεις της παραγράφου 4 αυτού του άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και όταν η δήλωση του υπόχρεου έχει υποβληθεί ηλεκτρονικά μέσω του διαδικτύου, η υποβολή όμως της δήλωσης με επιφύλαξη ή της όμοιας ανακλητικής γίνεται χειρόγραφα.”

9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:”Η δήλωση υποβάλλεται, είτε σε 2 (δύο) αντίτυπα, αυτοπροσώπως από τον υπόχρεο ή από πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτόν ή ταχυδρομείται επί αποδείξει είτε υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου, στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που είναι αρμόδιος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 , μέχρι την 1η Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους.”

10. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 62 του Νόμου 2238/1994 μετά το εδάφιο που ακολουθεί την περίπτωση ε΄ προστίθεται νέο εδάφιο; που έχει ως εξής:Ειδικά οι δηλώσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου μπορούν να υποβάλλονται μέχρι την έναρξη του ωραρίου λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών της επόμενης ημέρας από την ημέρα λήξης της προθεσμίας τους.”

11. Στη ν παράγραφο 4 του άρθρου 62 του Ν. 2238/1994 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:”Δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω του διαδικτύου παράγει τα ίδια έννομα αποτελέσματα με τη δήλωση που υποβάλλεται αυτοπροσώπως ή ταχυδρομικά.”

12. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 66 του Ν. 2238/1994 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:”Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση που η δήλωση φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου, εφόσον ο υπόχρεος δεν υποβάλλει τα οικεία δικαιολογητικά μέχρι το τέλος Ιουλίου του οικείου οικονομικού έτους.”

13. Οι διατάξεις των παραγράφων 7 έως και 12 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων του οικονομικού έτους 2001, για τα εισοδήματα ή τις δαπάνες της χρήσης 2000 και μετά.
14. Η παράγραφος 3 του άρθρου 57 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:”3. Στο μηνιαίο εισόδημα από αμοιβές για υπηρεσία ενεργού εφημερίας, μεικτής εφημερίας και εφημερίας ετοιμότητας, που αποκτούν οι ιατροί που είναι ενταγμένοι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.). οι πανεπιστημιακοί ιατροί που δεν ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, οι ειδικευόμενοι ιατροί που διέπονται από τις διατάξεις του Ν. 1397/1983 (ΦΕΚ 143 Α΄) και οι ιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, του Ι.Κ.Α. (Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων), που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 1666/1986 (ΦΕΚ 200 Α΄), για ποσό που αντιστοιχεί αθροιστικά σε δύο (2) ημέρες ενεργού εφημερίας. δύο (2) ημέρες μεικτής εφημερίας και δύο (2) ημέρες εφημερίας ετοιμότητας κατά μήνα. ο φόρος υπολογίζεται και παρακρατείται με βάση την κλίμακα του άρθρου 9, όταν οι αμοιβές αυτές συνεντέλλονται σε μισθοδοτική κατάσταση μαζί με τις άλλες αποδοχές του δικαιούχου ή με βάση το συντελεστή της περίπτωσης γ΄ όταν αυτές εντέλλονται με χωριστή κατάσταση. Για το ποσό που αντιστοιχεί στις υπόλοιπες ημέρες ενεργού, μεικτής και ετοιμότητας εφημερίων, παρακρατείται φόρος με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) και με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση για το ποσό των αμοιβών αυτών, ο φορολογούμενος όμως μπορεί το ποσό των ετήσιων αμοιβών του προηγούμενου εδαφίου, για τις οποίες παρακρατήθηκε φόρος με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%). να το περιλάβει στη δήλωση του οικείου οικονομικού έτους και να υπαχθεί σε φόρο με βάση την κλίμακα του άρθρου 9.”

15. Από το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στους δικαιούχους, για υπηρεσίες ερευνητή, συμβούλου ή γραμματέα για την υποστήριξη του έργου των ελλήνων που έχουν εκλεγεί ως μέλη του Ευρωκοινοβουλίου, απαλλάσσεται από τη φορολογία ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και το υπόλοιπο φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου 15% (δεκαπέντε τοις εκατό), ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του Ν. 2238/1994 . Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος για το ποσό αυτό των αποδοχών.Σημ.: όπως η παρ.15 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.11 άρθρου 5 Ν.3842/2010,     ΦΕΚ Α 58/23.4.2010. Ισχύς από 1 ης Ιανουαρίου 2010 για τα      εισοδήματα που αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή και μετά.

16. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001 για τα ποσά των αποζημιώσεων που καταβάλλονται στους δικαιούχους από την ημερομηνία αυτή και μετά.
17. Η παράγραφος 3 του άρθρου 22 του Ν. 2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:”3. Η αξία κάθε ακινήτου κατά την έννοια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της προηγούμενης παραγράφου, το οποίο περιλαμβάνεται στις επενδύσεις της εταιρίας, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει, κατά το χρόνο της απόκτησης, το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της αξίας του συνόλου των επενδύσεων της.”

18. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 22 του Ν. 2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:”Σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση ακινήτου στο οποίο έχουν επενδυθεί τα διαθέσιμα της εταιρίας, πριν από την πάροδο δώδεκα (12) μηνών από την απόκτηση του.”

19. Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 εδάφιο δεύτερο του άρθρου δεύτερου του Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α΄) εξάμηνη προθεσμία παρατείνεται από την ημερομηνία λήξης της μέχρι 28.2.2001.
20. Οι προθεσμίες των παραγράφων 1α. 1β και 4 του άρθρου 17 του Ν. 2744/1999 (ΦΕΚ 222Α΄). όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 11 του Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196Α΄). παρατείνονται μέχρι 30.6.2001.
21. Η παρ. 18 του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:”18. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 15του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 54 Α΄) μετά τις λέξεις “και των Διοικητών των ασφαλιστικών οργανισμών” προστίθεται η φράση “καθώς επίσης και για τους υπαλλήλους που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται στα πολιτικά κόμματα”.

22. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 54 Α”) μετά τις λέξεις “και προκειμένου περί γραφείων βουλευτών” προστίθεται η φράση “και αποσπασμένων υπαλλήλων που διατίθενται στα πολιτικά κόμματα”.
23. Η ισχύς των παραγράφων 21 και 22 αρχίζει από την 1η /1/2001.
24. Τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης ζ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:”Ποσοστό είκοσι πέντε της εκατό (25%) της δαπάνης που καταβλήθηκε από τον υπόχρεο για την αγορά μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού, καθώς και μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού που είναι συνδεδεμένα με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής. Το ποσό της έκπτωσης αφαιρείται από το συνολικό εισόδημα, αφού συμπληρωθούν τρία (3) έτη από την αγορά των μεριδίων και δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό του ενός εκατομμυρίου διακοσίων πενήντα χιλιάδων (1.250.000) δραχμών. Προκειμένου για μερίδια που είναι συνδεδεμένα με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής. το ποσό που καταβλήθηκε για την αγορά τους μειώνει την ετήσια δαπάνη της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης α΄ αυτού του άρθρου του έτους που αφαιρείται από το εισόδημα το ποσό αγοράς των μεριδίων.”

25. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από τότε που ίσχυσαν οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α΄). οι οποίες καταλαμβάνουν και τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων που αγοράστηκαν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000, εφόσον αυτά δεν μεταβιβαστούν για τρία (3) έτη από την ημερομηνία αυτή και μετά.
26. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 δεν εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1ης Ιανουαρίου 1999 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2000.
27. Η παράγραφος 6 του άρθρου 22Α του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του Ν. 2843/2000, διαγράφεται.
Άρθρο 6
Τροποποίηση διατάξεων του Κ.Ν. 2190/1920
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του Κ.Ν. 2190/1920 (Β.Δ. 174 της 12/30.3.1963 ΦΕΚ 37 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Ν. 2339/1995 (ΦΕΚ 204 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:”3. Η προθεσμία καταβολής της αύξησης του κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός (1) μηνός και μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) μηνών από την ημέρα που το αρμόδιο όργανο της εταιρείας έλαβε τη σχετική απόφαση. Εάν αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο εταιρείας, της οποίας οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών και μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) μηνών.”

2. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του Κ.Ν. 2190/1920. όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 2339/1995. αντικαθίσταται ως εξής:”Μετά την πάροδο της προθεσμίας, που όρισε το όργανο της εταιρείας που αποφάσισε την αύξηση, για την ενάσκηση του δικαιώματος προτίμησης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα (1) μήνα ή, εφόσον το δικαίωμα προτίμησης απορρέει από μετοχές που είναι εισηγμένες στο Χ.Α.Α., δεκαπέντε (15) ημέρες, οι μετοχές που δεν έχουν αναληφθεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, διατίθενται ελεύθερα από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας.”

3. Οι παράγραφοι 5, 6, 7, 10 και 11 του άρθρου 16 του Κ.Ν. 2190/1920. οι οποίες προστέθηκαν με το άρθρο 2 του Π.Δ. 14/1993 (ΦΕΚ 6 Α΄), αντικαθίστανται ως εξής:”5. Εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών μπορούν, με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1, να αποκτούν δικές τους μετοχές μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών μέχρι το 10% του συνόλου των μετοχών τους, με σκοπό τη στήριξη της χρηματιστηριακής τιμής τους σε περιπτώσεις που θεωρείται ότι η εν λόγω τιμή είναι σημαντικά χαμηλότερη από την τιμή που αντιστοιχεί στα δεδομένα της αγοράς και στην οικονομική κατάσταση και προοπτικές της εταιρείας. Στο ανωτέρω ποσοστό συμπεριλαμβάνονται και οι μετοχές τις οποίες έχει προηγουμένως αποκτήσει η εταιρεία, καθώς και εκείνες που έχουν αποκτηθεί από πρόσωπο το οποίο ενεργούσε επ΄ ονόματι του αλλά για λογαριασμό της εταιρείας.

6. Η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας για σύγκληση της γενικής συνέλευσης των μετόχων. με σκοπό τη λήψη απόφασης για αγορά δικών της μετοχών προς στήριξη της τιμής τους. σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος, καθώς και η απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων για αγορά των μετοχών, γνωστοποιούνται αμέσως, μετά τη λήψη τους. στο διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

7. Στην απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων ορίζονται κυρίως τα εξής:

α) Ο ανώτατος αριθμός μετοχών που θα αγοραστούν.

β) Η ανώτατη και κατώτατη τιμή στην οποία επιτρέπεται να διενεργηθούν οι αγορές.

γ) Το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα γίνουν οι αγορές και το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία λήψης της απόφασης της γενικής συνέλευσης των μετόχων.

10. Η απόφαση της γενικής συνέλευσης της εταιρείας για αγορά δικών της μετοχών δημοσιεύεται τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν την έναρξη των αγορών σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες, μία πολιτική και μία οικονομική, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρ. 26 παρ. 2 (α) και (β), καθώς και στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Η ανακοίνωση πρέπει να περιλαμβάνει τους βασικούς όρους της συναλλαγής, όπως ενδεικτικά τον ανώτατο αριθμό των μετοχών που θα αγοραστούν, την ανώτατη και κατώτατη τιμή και το συνολικό χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα γίνουν οι αγορές. Η ανακοίνωση αυτή πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε φορά για κάθε επί μέρους διάστημα κατά το οποίο η εταιρεία εφαρμόζει την απόφαση για αγορά δικών της μετοχών.

Στην περίπτωση αυτή, η εταιρεία υποχρεούται το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες μέρες πριν την έναρξη του επί μέρους χρονικού διαστήματος συναλλαγών, να υποβάλλει στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών δήλωση στην οποία θα αναφέρεται η πρόθεση της εταιρείας να προβεί στην απόκτηση δικών της μετοχών και τα βασικά στοιχεία της συναλλαγής που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο και ιδίως θα εξειδικεύεται το επί μέρους χρονικό διάστημα κατά το οποίο η εταιρεία θα πραγματοποιεί τις αγορές. Η δήλωση αυτή δημοσιεύεται στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Επίσης, το αργότερο δύο (2) εργάσιμες ημέρες πριν την έναρξη του επί μέρους χρονικού διαστήματος συναλλαγών, η εταιρεία υποχρεούται να δημοσιεύει ανακοίνωση με το ίδιο περιεχόμενο σε δύο ημερήσιες εφημερίδες, μία πολιτική και μία οικονομική, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρ. 26 παρ. 2 (α) και (β).

Την επόμενη ημέρα από τη λήξη του επί μέρους χρονικού διαστήματος συναλλαγών, η εταιρεία υποχρεούται να υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών δήλωση, στην οποία θα αναφέρεται ο ακριβής αριθμός μετοχών που αποκτήθηκαν. η μέση τιμή κτήσης τους, το σύνολο των ιδίων μετοχών που κατέχει η εταιρεία και το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει το παραπάνω σύνολο. Η δήλωση αυτή δημοσιεύεται στο Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

Η τήρηση των παραπάνω υποχρεώσεων δεν απαλλάσσει την εταιρεία από Ης υποχρεώσεις γνωστοποίησης που απορρέουν από άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

11. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας υποχρεούται να συγκεντρώνει στοιχεία και να καταρτίζει πλήρη κατάλογο μετόχων από τους οποίους προήλθαν οι αποκτηθείσες μετοχές. Ο κατάλογος αυτός ανακοινώνεται στους μετόχους στην πρώτη γενική συνέλευση που ακολουθεί την περίοδο των αγορών.”

Άρθρο 7
Εκσυγχρονισμός χρηματιστηριακών συναλλαγών
1. Στο δεύτερο στίχο της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 2843/2000 (ΦΕΚ 219 Α΄) η λέξη “καθώς” αντικαθίσταται από το διαζευκτικό σύνδεσμο “ή”.
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:”Για κάθε αγορά μετοχών με πίστωση, ο πελάτης υποχρεούται να καταθέσει κινητές αξίες ή να καταβάλει μετρητά στο μέλος, ώστε να προκύπτει αρχικό περιθώριο σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου.”

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:”Ως αρχικό περιθώριο νοείται η διαφορά μεταξύ της συνολικής τρέχουσας αξίας των κινητών αξιών, οι οποίες καταβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 1, προκειμένου να αποτελέσουν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και της οφειλής του πελάτη, η οποία προκύπτει αυτοτελώς από τη συγκεκριμένη αγορά μετοχών με πίστωση.”

4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 2843/2000 διαγράφεται.
5. Στον τέταρτο στίχο της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν. 2843/2000 η λέξη “εγγράφως” διαγράφεται.
6. Το υπό στοιχείο β΄ εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:”β) οι κινητές αξίες που μπορούν να απαρτίζουν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας για την κάλυψη του διατηρητέου περιθωρίου ή του αρχικού περιθωρίου και ο τρόπος υπολογισμού και αποτίμησης της αξίας τους.”

7. Το υπό στοιχείο γ΄ εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:”γ) η προθεσμία μέσα στην οποία θα πρέπεί να καταβάλλονται μετρητά ή και οι κινητές αξίες που συγκροτούν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας είτε για την κάλυψη του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου είτε για οποιονδήποτε άλλο σκοπό σε σχέση με την πίστωση, η αξία των προς κατάθεση κινητών αξιών, ο τρόπος κάλυψης του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου και γενικά κάθε άλλο ζήτημα που αφορά την κάλυψη του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου.”

8. Στην πρώτη φράση της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Νόμου 2843/2000 (ΦΕΚ 219 Α΄) μεταξύ των λέξεων “κεφαλαιαγοράς” και “καθορίζονται” προστίθενται οι λέξεις “μπορούν να”.
Άρθρο 8
Ρυθμίσεις στην κεφαλαιακή κατάσταση φορέων του δημόσιου τομέα
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄). όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Ν. 2000/1991 (ΦΕΚ 206 Α΄) και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 25 του Ν. 1914/1990, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρ. 10 του Ν. 2000/1991. καταργούνται ως προς την Ολυμπιακή Αεροπορία και τις θυγατρικές της.
Άρθρο 9
Κύρωση Σύμβασης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδος
Κυρούται και αποκτά ισχύ νόμου από 1ης Ιανουαρίου 200, η μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδος Σύμβαση, που υπογράφηκε στις 3.11.2000 με την οποία ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εκτύπωση των γραμματίων των Κρατικών Λαχείων, το κείμενο της οποίας έχει ως ακολούθως:

“ΣΥΜΒΑΣΗ

Μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδος, για την εκτύπωση των Κρατικών Λαχείων

Άρθρο 1

Σε εφαρμογή της κοινής απόφασης των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών. αριθ.Κ 18998/1109/12.12.1968. το Ελληνικό Δημόσιο αναθέτει στην Τράπεζα της Ελλάδος. η οποία αποδέχεται την εκτύπωση από το Ίδρυμα Εκτυπώσεων Τραπεζογραμματίων και Αξιών αυτής (Ι.Ε.Τ.Α.), των γραμματίων των Κρατικών Λαχείων, όπως ειδικότερα ορίζεται παρακάτω.

Άρθρο 2

Η Τράπεζα της Ελλάδος, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως Τράπεζα”, αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτυπώνει. στο Ι.Ε.Τ.Α.. τα παρακάτω Κρατικά Λαχεία με την υπάρχουσα μορφή, μέχρι να τεθεί σε λειτουργία και κανονική παραγωγή το νέο σύστημα παραγωγής λαχείων νέας μορφής.

`Αρθρο3

3.1. Περιγραφή των λαχείων της υπάρχουσας μορφής. 3.1α. Λαϊκό Λαχείο, που κυκλοφορεί κάθε εβδομάδα.

– Διάσταση μονού γραμματίου (1/4): 48.75 χ 128 χιλ.

– Διάσταση της τετράδας των γραμματίων, μαζί με το στέλεχος: 195 χ 128 χιλ.

3.1 β. Εθνικό Λαχείο που κυκλοφορεί κάθε έτος σε τρεις εκδόσεις και η καθεμία περιλαμβάνει έξι κληρώσεις.

– Διάσταση μονού γραμματίου (1/10): 58,5 χ 127χιλ.

– Διάσταση ολόκληρης της δεκάδας του γραμματίου (10/10): 292,5 χ 254χιλ.

3.1 γ. Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης, που κυκλοφορεί μία φορά το χρόνο.

– Διάσταση λαχείου, μαζί με το στέλεχος: 65 χ 170 χιλ.

3.1 δ. Ευρωπαϊκό Λαχείο.

– Διάσταση λαχείου, μαζί με το στέλεχος: 65 χ 170 χιλ.

3.2. Ο αριθμός των γραμματίων, που θα εκτυπώνονται. θα ανέρχεται:

3.2α. Του Λαϊκού Λαχείου μέχρι 100.000.000 τετράδες το χρόνο.

3.2β. Του Εθνικού Λαχείου μέχρι 5.000.000 (πέντε εκατομμύρια ) δεκάδες το χρόνο.

3.2γ. Του Κρατικού Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης, μέχρι 16.000.000 γραμμάτια.

3.2δ. Του Ευρωπαϊκού Λαχείου μέχρι 2.000.000 γραμμάτια.

3.3. Η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων το υ Υπουργείου Οικονομικών (Δ.Κ.Λ.) μπορεί να ζητήσει αύξηση των παραπάνω ποσοτήτων κάθε λαχείου μέχρι 30%.

Αύξηση των παραπάνω ποσοτήτων κάθε λαχείου σε ποσοστό μεγαλύτερο του 30% είναι δυνατή κατόπιν ιδιαίτερης συμφωνίας.

3.4. Τα λαχεία εκτυπώνονται σε χαρτί από ρόλλους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 της σύμβασης. Η εκτύπωση των γραμματίων σε χαρτί σε φύλλα δεν αποκλείεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

Η εκτύπωση θα εκτελείται στην πρόσθια όψη με τρία μέχρι πέντε χρώματα και στην οπίσθια όψη με ένα χρώμα. Το Λαϊκό, το Κρατικό Κοινωνικής Αντίληψης και το Ευρωπαϊκό Λαχείο, θα φέρουν στέλεχος και στη θέση διαχωρισμού του στελέχους από το σώμα των γραμματίων, θα εκτυπώνονται γραμμές ακανόνιστου σχήματος σε δύο χρώματα. Στην πρόσθια όψη των γραμματίων και στο στέλεχος θα εκτυπώνονται ο αριθμός και η σειρά του λαχείου. Τα κλάσματα των γραμματίων του Εθνικού και Λαϊκού Λαχείου θα χωρίζονται μεταξύ τους με διάτρητη γραμμή.

Άρθρο 4

Περιγραφή των λαχείων της νέας μορφής

4.1. Μετά την εγκατάσταση και πλήρη λειτουργία του νέου εξοπλισμού τα λαχεία θα εκτυπώνονται σε δύο φάσεις στη νέα μορφή.

Α΄ φάση: Εκτύπωση του σταθερού τμήματος του λαχείου χωρίς τα αριθμητικά δεδομένα και την κωδικοποιημένη γραμμή (που αποτελούν το μεταβλητό τμήμα) στην υπάρχουσα εκτυπωτική μηχανή του Ι.Ε.Τ.Α. Τα λαχεία εξέρχονται από την εκτυπωτική μηχανή σε φύλλα με διάτρηση.

Β΄ φάση: Τα φύλλα λαχείων που παράγονται στην Α΄ φάση προωθούνται σε αυτόνομα εκτυπωτικά συστήματα κρουστικής ή 135ΘΓ αρίθμησης για την εκτύπωση των αριθμητικών δεδομένων (είδος λαχείου, σειρά, αριθμός κ.λπ.) και της κωδικοποιημένης γραμμής με το ψηφίο ελέγχου στο κάτω μέρος του κάθε λαχείου.

Η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων θα εφοδιάζει το Ι.Ε.Τ.Α. με ταινιοκασέτες (DATapes) ή άλλο τυποποιημένο μέσο οπούς δισκέτα ή CD που θα περιέχουν τα προς εκτύπωση δεδομένα. Τα εκτυπωτικά συστήματα θα διαβάζουν από το παραπάνω μαγνητικό μέσο τα αρχεία και θα τα εκτυπώνουν.

Η αρίθμηση των λαχείων δεν θα είναι συνεχόμενη. Οι αριθμοί και οι σειρές θα είναι ανακατεμένοι, όπως θα καθορίζει το πρόγραμμα.

Η κωδικοποιημένη γραμμή, που θα διαβάζεται από τους οπτικούς αναγνώστες της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων θα εκτυπώνεται με μαγνητική μελάνη σε μορφή CMC-7 με ύψος χαρακτήρα 3 χιλ.. Το ψηφίο ελέγχου θα είναι συστήματος 9.

Τα έτοιμα λαχεία με αρίθμηση και κωδικοποίηση θα ταξινομούνται και θα συσκευάζονται για διάθεση στους πράκτορες.

4.1 α. Λαϊκό Λαχείο, που κυκλοφορεί κάθε εβδομάδα.

Το Λαϊκό Λαχείο θα εκτυπώνεται σε τετράδες.

– Διάσταση μονού γραμματίου 62 χ 120 χιλ.

– Διάσταση της τετράδας των γραμματίων 248 χ 120 χιλ.

Το Λαϊκό Λαχείο θα μπορεί να εκτυπωθεί και σε πεντάδες.

– Διάσταση μονού γραμματίου 62 χ 120 χιλ.

– Διάσταση πεντάδας 310×120 χιλ.

4.1 β. Εθνικό Λαχείο που κυκλοφορεί κάθε έτος σε τρεις εκδόσεις και η καθεμία περιλαμβάνει έξι κληρώσεις.

– Διάσταση μονού γραμματίου (1/10): 62 χ 120χιλ.

– Διάσταση ολόκληρης της δεκάδας του γραμματίου (10/10): 310×240 χιλ.

4.1γ. Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης.

– Διάσταση του λαχείου : 62 χ 120 χιλ.

Το Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης θα μπορεί να εκτυπωθεί σε τετράδες ή σε πεντάδες.

4.1δ. Ευρωπαϊκό Λαχείο.

– Διάσταση του λαχείου: 62 χ 120 χιλ.

4.2. Ο αριθμός των γραμματίων που θα εκτυπώνονται θα ανέρχεται:

4.2α. Του Λαϊκού Λαχείου μέχρι 60.000.000 τετράδες ή πεντάδες το χρόνο.

4.2β. Του Εθνικού Λαχείου μέχρι 5.000.000 δεκάδες το χρόνο.

4.2γ. Του Κρατικού Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης μέχρι 16.000.000 γραμμάτια το χρόνο.

4.2δ. Του Ευρωπαϊκού Λαχείου μέχρι 2.000.000 (δύο εκατομμύρια) γραμμάτια το χρόνο.

4.3. Η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων το υ Υπουργείου Οικονομικών (Δ.Κ.Λ.) μπορεί να ζητήσει αύξηση των παραπάνω ποσοτήτων κάθε λαχείου μέχρι 20%.

Αύξηση των ανωτέρω ποσοτήτων κάθε λαχείου σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20% είναι δυνατή κατόπιν ιδιαίτερης συμφωνίας.

4.4. Τα λαχεία εκτυπώνονται σε χαρτί από ρόλλους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 της σύμβασης. Η εκτύπωση των γραμματίων σε χαρτί από φύλλα δεν αποκλείεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

Η εκτύπωση θα εκτελείται στην πρόσθια και οπίσθια όψη συνολικά μέχρι έξι χρώματα.

Στην πρόσθια όψη των γραμματίων θα εκτυπώνονται ο αριθμός, η σειρά και η κωδικοποιημένη γραμμή του λαχείου. Τα κλάσματα των γραμματίων του Εθνικού και Λαϊκού Λαχείου θα χωρίζονται μεταξύ τους με διάτρητη γραμμή.

`Αρθρο 5

5.1. Τροποποίηση των διαστάσεων και της μορφής των γραμματίων των Λαχείων μπορεί να γίνει, μετά από αίτηση της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων, εφόσον οι δυνατότητες των ειδικών μηχανών που χρησιμοποιούνται για εκτύπωση των λαχείων το επιτρέπουν.

5.2. Η εκτύπωση των λαχείων, που αναφέρονται στα άρθρα 2,3 και 4, σε συχνότερα χρονικά διαστήματα, μπορεί να γίνει μετά από προηγούμενη συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών και με εφαρμογή κατ΄ αναλογία των υπολοίπων όρων της σύμβασης.

`Αρθρο 6

6.1. Η αποπεράτωση της εκτύπωσης και η συσκευασία των λαχείων της υπάρχουσας μορφής θα γίνεται ως εξής:

6.1α. Τα γραμμάτια του Λαϊκού, του Κρατικού Κοινωνικής Αντίληψης και του Ευρωπαϊκού Λαχείου θα αποκόπτονται από τα στελέχη τους πριν από την τελική τους συσκευασία. Η συσκευασία των γραμματίων και των στελεχών των λαχείων θα γίνεται ανά 1.000.

6.1 β. Τα γραμμάτια θα δένονται σε δέματα με ταινία και τα στελέχη τους με χαρτί τύπου κραφτ ή άλλο απολύτως κατάλληλο υλικό. Στα δέματα θα υπάρχει διαχωρισμός των γραμματίων και των στελεχών ανά 100. με ταινία.

6.1γ. Το Εθνικό Λαχείο θα συσκευάζεται σε δέματα από 1.000 δεκάδες γραμμάτια, με χαρτί τύπου κραφτ ή άλλο απολύτως κατάλληλο υλικό και σε κάθε δέμα θα υπάρχει διαχωρισμός των γραμματίων, ανά 50 δεκάδες, με ταινία.

6.1δ. Πρέπει να καταβάλλεται ειδική μέριμνα, ώστε τα γραμμάτια των λαχείων να είναι τοποθετημένα κατ΄ απόλυτο αύξοντα αριθμό.

6.2. Η συσκευασία των λαχείων νέας μορφής θα συμφωνηθεί από κοινού μεταξύ της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων και του Ιδρύματος Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών (Ι. Ε.Τ.Α.).

6.3. Τα γραμμάτια πρέπει να είναι έτοιμα για παράδοση του Λαϊκού και του Ευρωπαϊκού Λαχείου 6 (έξι) εβδομάδες πριν από την κλήρωση τους και του Εθνικού κατά το χρόνο της διεξαγωγής της Γ κλήρωσης της προηγούμενης έκδοσης, εφόσον η σχετική εντολή εκτύπωσης έχει δοθεί και για τα δύο τρεις (3) μήνες τουλάχιστον πριν από την ημερομηνία που ζητείται η παράδοση τους. Τα γραμμάτια του Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης πρέπει να είναι έτοιμα για παράδοση μέσα σε δύο (2) μήνες από τη σχετική εντολή εκτύπωσης τους.

6.4. Η Τράπεζα υποχρεούται κάθε ημερολογιακό έτος να εκπονεί νέες μακέττες για όλα τα λαχεία, ώστε η σχεδίαση των γραμματίων από έτος σε έτος να είναι διακριτή. Κατά τη σχεδίαση των μακεττών θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε ένα μεγάλο ποσοστό του δαπέδου των γραμματίων να καλύπτεται από έντονα χρώματα.

Σε περίπτωση που η Τράπεζα δηλώσει αδυναμία για την εκπόνηση νέων μακεττών ή οι υποβαλλόμενες μακέττες δεν εγκριθούν από τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων, δικαιούται η τελευταία να ζητήσει από τρίτο φορέα την εκπόνηση τους. Οι μακέττες αυτές πρέπει να είναι συμβατές με τον τρόπο εκτύπωσης των λαχείων.

Οι παραστάσεις των λαχείων θα αλλάζουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα, που θα συμφωνούνται με τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων, θα καταβάλλεται μέριμνα ώστε οι αποχρώσεις των γραμματίων των λαχείων για κάθε κλήρωση και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 24 (εικοσιτεσσάρων) συνεχόμενων κληρώσεων να είναι διαφορετικές.

Η Τράπεζα της Ελλάδος θα υποβάλλει για έγκριση στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων στην αρχή κάθε χρόνου, προτεινόμενο χρωματολόγιο για τις προς εκτύπωση κληρώσεις.

`Αρθρο 7

7.1. Η παράδοση των γραμματίων των λαχείων, συσκευασμένων. όπως ορίζεται στο άρθρο 6, θα γίνεται στα θησαυροφυλάκια του Ιδρύματος Εκτυπώσεως Τραπεζογραμματίων και Αξιών στο Χαλάνδρι. μετά από έγγραφη εντολή της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων, που θα περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα σχετικά στοιχεία, καθώς και εξουσιοδότηση για την παραλαβή των γραμματίων από αντιπρόσωπο της.

7.2. Τα κακέκτυπα φύλλα των λαχείων, ως και τα γραμμάτια που δεν παραδόθηκαν για διάθεση στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων, θα παραδίδονται σε αυτή μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής του δικαιώματος είσπραξης των κερδών τους.

`Αρθρο 8

8.1. Τα Κρατικά Λαχεία θα εκτυπώνονται κατά κανόνα σε χαρτί από ρόλλους βάρους 90 γραμμαρίων ανά τετραγωνικό μέτρο από λευκασμένη χημική χαρτομάζα, στιλβωμένα με κυλίνδρωση. Το χαρτί θα έχει μονοτονικό υδατογράφημα, με το σύμπλεγμα των γραμμάτων ΚΛ με αρνητικές γραμμές πλάτους 1,5 χιλ. και θα είναι ειδικά κατασκευασμένο για την εργασία αυτή. Το χαρτί θα έχει ακόμη λεπτές ίνες ορατές δύο χρωμάτων και αόρατες στο κοινό φως δύο χρωμάτων. Οι αόρατες στο κοινό φως θα είναι ορατές στην ακτινοβολία UV. Γενικά οι προδιαγραφές του χαρτιού θα προσδιορίζονται από την Τράπεζα. Με βάση την κατανάλωση του χαρτιού του προηγούμενου χρόνου, και κατόπιν έγκρισης της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων, η Τράπεζα θα προβαίνει στην προμήθεια των αναγκαίων ποσοτήτων.

8.2. Η αξία του χαρτιού που καταναλώνεται κάθε χρόνο βαρύνει το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο προς διευκόλυνση της Τράπεζας, υποχρεούται να καταβάλλει, μετά από κάθε παραλαβή, την αξία του χαρτιού που προμηθεύεται. κατά τα ανωτέρω, η Τράπεζα, ως και τα ειδικά έξοδα αγοράς του χαρτιού.

8.3. Για τον υπολογισμό του βάρους του χαρτιού που καταναλώνεται κάθε χρόνο λαμβάνονται ως βάση:

8.3α. Οι ποσότητες των λαχείων που παραδόθηκαν στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων, κατά τον αμέσως προηγούμενο χρόνο, προσαυξημένες κατά ποσοστό μέχρι 5°ο για απώλειες λόγω αποκοπής περιθωρίων (ξακρίσματα) και ποσοστό μέχρι δέκα τοις εκατό (10%) για αντικαταστάσεις και κακέκτυπα.

8.3β. Το βάρος των εκτυπωθέντων και μη παραδοθέντων γραμματίων.

8.3γ. Η φύρα, από συσκευασία των ρόλλων του χαρτιού, μέχρι ποσοστού 5°ο στη συνολική ποσότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά την προσαύξηση, σύμφωνα με τα παραπάνω.

`Αρθρο 9

9.1. Η δαπάνη για την εκτύπωση των λαχείων υπολογίζεται απολογιστικά και περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία:

9.1α. Τις δαπάνες των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτύπωση των λαχείων, ήτοι: μελανιών, εκτυπωτικών πλακών, φωτογραφικών υλικών, υλικών συσκευασίας κ.λπ..

9.1 β. Τις δαπάνες άμεσων μισθών και ημερομισθίων του προσωπικού που ασχολείται με την εκτύπωση των λαχείων ανάλογα με το χρόνο απασχόλησης του και οι οποίες δεν δύναται να υπερβαίνουν τις αποδοχές 15 υπαλλήλων αναλόγου ειδικότητας. Την αναλογία των έμμεσων από αυτές, για το σχεδιασμό, την εν γένει παρασκευή των εκτυπωτικών στοιχείων, την εκτύπωση, την κοπή και τη συσκευασία των λαχείων ως και της Υπηρεσίας Ασφαλείας του Ι.Ε.Τ.Α. Η επιβάρυνση των έμμεσων δαπανών δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του 50% (πενήντα τοις εκατό) των άμεσων δαπανών για μισθούς και ημερομίσθια, όπως αυτές προσδιορίζονται παραπάνω.

9.1γ. Την επιβάρυνση από τις αποσβέσεις των μηχανημάτων και τις αποσβέσεις των δαπανών που θα πραγματοποιηθούν για τη διαρρύθμιση του χώρου εκτύπωσης των Κρατικών Λαχείων, που ορίζεται σε 10% το χρόνο.

Σε περίπτωση μη ανανέωσης της σύμβασης, το τυχόν υπάρχον υπόλοιπο αποσβέσεων καταβάλλεται από τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων (Δ.Κ.Λ.).

9.1δ. Την επιβάρυνση με την αναλογία των εξόδων συντήρησης του μηχανικού εξοπλισμού που αφορούν την εκτύπωση των Λαχείων.

9.1ε. Το ποσοστό των γενικών εξόδων, εκτός αμοιβών εργασίας της παραγράφου 9.1 β, από τη λειτουργία του Ιδρύματος Εκτυπώσεως Τραπεζογραμματίων και Αξιών που αφορά την εκτύπωση των Κρατικών Λαχείων.

9.2. Η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων ελέγχει το λεπτομερές κοστολόγιο του Ι.Ε.Τ.Α.. το οποίο η Τράπεζα συντάσσει και αποστέλλει εντός του Ιανουαρίου του επομένου της χρήσεως έτους, μαζί με κάθε άλλο έγγραφο ή στοιχείο δικαιολογητικό των δαπανών, επιφυλασσομένης της διάταξης του άρθρου 48 του καταστατικού της Τράπεζας κυρωθέντος δια του Ν. 3424/7.12.1927. Η ανάλυση του κοστολογίου που θα υποβάλλεται κάθε χρόνο στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων θα συμφωνηθεί μεταξύ της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων και του Ι.Ε.Τ.Α.. Το Ι. Ε.Τ.Α, θα παρέχει διευκρινίσεις στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων για τα στοιχεία που συνθέτουν το κοστολόγιο.

9.3. Κάθε ειδική δαπάνη, που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την εκτύπωση των Κρατικών Λαχείων, η οποία γίνεται με εντολή της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων και δεν περιλαμβάνεται στις παραπάνω κατηγορίες, βαρύνει αποκλειστικά τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων.

Η Τράπεζα αποδίδει στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων κάθε ποσό που εισπράττει ως ασφαλιστική αποζημίωση, από τυχόν επέλευση ασφαλιστικού κινδύνου, σχετικού με την παρούσα σύμβαση.

`Αρθρο 10

10.1. Η εξόφληση της συνολικής ετήσιας δαπάνης για την εκτύπωση των λαχείων γίνεται εντός μηνός από της υποβολής του κοστολογίου και των λοιπών στοιχείων της παρ. 9.2 του προηγούμενου άρθρου.

10.2. Για διευκόλυνση της Τράπεζας και εντός μηνός από της έγγραφης ειδοποίησης της η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων υποχρεούται να καταβάλλει προϋπολογιστικά την αξία των γραμματίων που παραλήφθηκαν, ως εξής:

10.2α. Ανά 9 κληρώσεις του Λαϊκού Λαχείου. 10.2β. Ανά δύο εκδόσεις του Εθνικού Λαχείου. 10.2γ. Του Κρατικού Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης, όταν τελειώσει η παράδοση των γραμματίων.

10.2δ. Του Ευρωπαϊκού Λαχείου όταν τελειώσει η παράδοση των γραμματίων.

10.3. Η αξία κάθε κατηγορίας λαχείων υπολογίζεται ως γινόμενο του αριθμού των γραμματίων που παραλήφθηκαν επί το μέσο κατά μονάδα κόστος του προηγούμενου έτους.

10.4. Στις καταβολές της Διεύθυνσης Κρατικών Λαχείων προς την Τράπεζα, που προβλέπονται από τη σύμβαση δεν επιβάλλεται καμιά κράτηση, εισφορά, φόρος, τέλος χαρτοσήμου ή άλλο τέλος υπέρ του Δημοσίου ή άλλου νομικού προσώπου.

`Αρθρο 11

Ο κίνδυνος της απώλειας, καταστροφής ή χειροτέρευσης των χρησιμοποιούμενων υλικών, εφόσον δεν οφείλεται αποδεδειγμένα σε υπαιτιότητα των προσώπων που χρησιμοποιούνται από την Τράπεζα, βαρύνει το Ελληνικό Δημόσιο.

`Αρθρο 12

Η Τράπεζα υποχρεούται να προβαίνει στην άμεση προμήθεια οποιουδήποτε μηχανήματος, που κρίνεται αναγκαίο από τα Συμβαλλόμενα Μέρη για την ταχεία, ασφαλή και βάσει των σύγχρονων μεθόδων εκτύπωση των λαχείων που της ανατίθεται.

`Αρθρο 13

Κατά το διάστημα που ισχύει η σύμβαση, η Τράπεζα έχει το αποκλειστικό δικαίωμα της εκτύπωσης των Κρατικών Λαχείων που αναφέρονται στην παρούσα σύμβαση ή και άλλων για τα οποία τυχόν η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων θα ζητήσει εγγράφως την εκτύπωση τους.

Κατ΄ εξαίρεση η παρούσα σύμβαση μπορεί να μη λειτουργήσει πρόσκαιρα ή οριστικά, μερικά ή ολικά στις ακόλουθες περιπτώσεις:

13.1 α. Αν η Τράπεζα δηλώσει εγγράφως ότι δεν έχει τη δυνατότητα να εκτυπώσει τις αναγκαίες ποσότητες ή κατηγορίες Κρατικών Λαχείων, πέραν από εκείνες που την εκτύπωση τους αναλαμβάνει με τη σύμβαση αυτή.

13.1 β. Αν η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων δηλώσει ότι η τυπογραφική μονάδα του Υπουργείου Οικονομικών έχει τη δυνατότητα να εκτυπώσει τις αναγκαίες ποσότητες και κατηγορίες λαχείων που αναφέρονται στην παρούσα σύμβαση. Στην περίπτωση αυτήν η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων (Δ.Κ.Λ.) θα καταβάλλει στην Τράπεζα ποσό ίσο με τις υπολειπόμενες αποσβέσεις των δαπανών που έχουν γίνει για την παραγωγή των λαχείων.

13.2. Για τη μελέτη ειδικών θεμάτων που αφορούν την αλλαγή της μορφής των λαχείων ή την προμήθεια βασικού πρόσθετου εξοπλισμού δύναται να συγκροτείται μικτή επιτροπή των Συμβαλλόμενων Μερών.

13.3. Η ισχύς της σύμβασης ορίζεται δεκαετής και αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2001 και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2010.

13.4. Η σύμβαση αυτή συντάχθηκε σε δύο πρωτότυπα και κάθε συμβαλλόμενος πήρε από ένα.

Αθήνα, 3 Νοεμβρίου 2000

ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

ΓΙΑ ΤΗ Ν ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ

 

Γιάννος Παπαντωνίου

Λουκάς Παπαδήμος

Άρθρο 10
Κύρωση σύμβασης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Κυρούται και αποκτά ισχύ νόμου η από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με την οποία ρυθμίζονται θέματα επιστροφής, παραχώρησης και μεταβίβασης ακινήτων μεταξύ των πιο πάνω Συμβαλλομένων.ΣΥΜΒΑΣΗ

Στην Αθήνα σήμερα τη 15η του μηνός Δεκεμβρίου του έτους 2000,

οι παρακάτω Συμβαλλόμενοι αφ΄ ενός μεν το Ελληνικό Δημόσιο νομίμως εκπροσωπούμενο από τον κ. Υπ.Οικονομικών Γιάννο Παπαντωνίου, δυνάμει του άρθρου 81 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ247Α΄) “Περί δημοσίου λογιστικού ελέγχου του κράτους και άλλες διατάξεις” και αφ΄ ετέρου το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το οποίο εκπροσωπείται νομίμως από τον Πρύτανη αυτού κ. Γεώργιο Μπαμπινιώτη, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα και με την από 9 Νοεμβρίου 2000 απόφαση της Πανεπιστημιακής Συγκλήτου, η οποία προσαρτάται σε απόσπασμα στο παρόν, συμφωνήθηκαν, συνομολογήθηκαν και έγιναν δεκτά τα ακόλουθα:

Α) 1. Με το υπ΄ αριθμόν 256790/19.5.1979 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα. σε συνδυασμό και με το υπ΄ αριθμόν 268489/20.3.1980 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου που κυρώθηκαν με τον Ν. 1081/1980 το Ελληνικό Δημόσιο, καλού με νόστο εξής στο παρόν “Δημόσιο” σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες που διαλαμβάνονται στα παραπάνω συμβόλαια. παρεχώρησε, μεταβίβασε και παρέδωσε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, που στο εξής θα καλείται στο παρόν ” Πανεπιστήμιο 1) κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, ακίνητο συνολικής έκτασης 180 στρεμμάτων περίπου κείμενο στην Αθήνα, πλησίον του Νοσοκομείου Νοσημάτων θώρακος Αθηνών “Σωτηρία” και στη θέση “Τρύπιο Λιθάρι”, όπως ειδικότερα το ακίνητο αυτό περιγράφεται στο παραπάνω συμβόλαιο (256790/ 79). για την επ΄ αυτού ανέγερση εντός δεκαετίας, δηλαδή μέχρι 18-5-89, Πανεπιστημιακής Νοσηλευτικής Μονάδας Αρεταιείου Αιγινητείου Νοσοκομείου, τουλάχιστον χιλίων κλινών και ανέλαβε την υποχρέωση:

α) να διαθέσει τις απαιτηθησόμενες για το σκοπό αυτόν δαπάνες ανέγερσης και πλήρους εξοπλισμού για τη λειτουργία της νέας αυτής νοσηλευτικής μονάδας,

β) να καλύπτει στο διηνεκές το οικονομικό έλλειμμα που θα προκύπτει από τη λειτουργία της νοσηλευτικής αυτής μονάδας.

γ) να καταβάλλει ανελλιπώς στη δανείστρια Εθνική Κτηματική Τράπεζα τις τοκοχρεολυτικές δόσεις των συναφθέντων δανείων για την ανέγερση των κτιρίων και εγκαταστάσεων της Πανεπιστημιούπολης και την ανέγερση και εξοπλισμό του Αρεταιείου και Αιγινητείου Νοσοκομείου κατά τους όρους των αναφερομένων δανειστικών συμβολαίων και

δ) να διαθέτει τις απαιτηθησόμενες δαπάνες για την ανέγερση και πλήρη αποπεράτωση πάντων των κτιρίων της Πανεπιστημιούπολης και

2) κατά πλήρη κυριότητα νομή και κατοχή, τα υπό στοιχεία ένα λατινικό (Ι), εμβαδού τ. μ. 18.350, τρία λατινικό (I-II) εμβαδού τ.μ. 17.300 και τέσσερα λατινικό (IV) εμβαδού τ.μ. 45.650 ακίνητα που περιγράφονται στο υπ΄ αριθμόν 268489/1980 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και εμφαίνονται και περιγράφονται με τα στοιχεία αυτά (Ι. III, IV) από Σεπτεμβρίου 1979 σχεδιάγραμμα της ΤΥΠΑ, στο προσηρτημένο στο ίδιο συμβόλαιο.

Β) Με τα ίδια ως άνω συμβόλαια, σε αντάλλαγμα, το Πανεπιστήμιο παραχώρησε, μεταβίβασε και παρέδωσε στο Δημόσιο:

1) την ψιλή κυριότητα των εξής ακινήτων:

α) οικόπεδο με το επ΄ αυτού συγκρότημα κτιρίων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αρεταίειου, κείμενο στην Αθήνα (οδός Βασιλίσσης Σοφίας),

β) οικόπεδο με το επ΄ αυτού συγκρότημα κτιρίων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αιγινητείου. κείμενο στην Αθήνα (οδός Βασ. Σοφίας).

γ) οικόπεδο με τα επ΄ αυτού κτίρια του Παλαιού και Νέου Χημείου, κείμενο στην Αθήνα και στο περικλειόμενο υπό των οδών Σόλωνος, Χαρ. Τρικούπη, Ναυαρίνου και Μαυρομιχάλη οικοδομικό τετράγωνο και

δ) οικόπεδο μετά των επ΄ αυτού κτιρίων της Παλαιάς και Νέας πτέρυγας της Σχολής θεωρητικών Επιστημών κ.λπ., κείμενο στην Αθήνα και στο περικλειόμενο υπό των οδών Ακαδημίας, Σίνα. Σόλωνος και Μασσαλίας, οικοδομικό τετράγωνο (συμβόλαιο 256479/79) και

2) την πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή των ακινήτων συνολικής εκτάσεως 50.500 τ.μ. που περιγράφονται στα υπ΄ αριθμούς 256790/79 και 268489/80 συμβόλαια του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και εμφαίνονται υπό στοιχεία Βήτα και Δέλτα κεφαλαία (Β. Δ) στο σχεδιάγραμμα από Σεπτεμβρίου 1979 της ΤΥΠΑ. που προσαρτάται στο 268489/80 συμβόλαιο του ίδιου συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα.

Γ) Μετά την άπρακτη πάροδο της παραπάνω αναφερόμενης δεκαετίας, εντός της οποίας το Δημόσιο όφειλε να εκπληρώσει την υποχρέωση του για την ανέγερση και τον πλήρη εξοπλισμό του νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αρεταίειου – Αιγινητείου, μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του Πανεπιστημίου συνήφθη νέα από την 20η -7-1993 σύμβαση, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α724.8.93) και με την οποία συμφωνήθηκαν και συνομολογήθηκαν τα εξής:

1) το Δημόσιο δεν εξεπλήρωσε την υποχρέωση του για την ανέγερση και τον πλήρη για τη λειτουργία του εξοπλισμό του ως άνω Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου υλοποιεί όμως την υποχρέωση του για την ανέγερση των κτιρίων της Πανεπιστημιούπολης.

2) τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν τα ως άνω υπ΄ αριθ. 256790/79 και 268489/80 συμβόλαια του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα ως εξής:

α) Από τα παραπάνω ακίνητα, τα οποία το Παν/μιο μεταβίβασε στο Δημόσιο κατά ψιλή κυριότητα, ρητά συνομολογείται ότι τα αναφερόμενα στο κεφάλαιο Α΄ παρ. 2.1 και με γράμματα γ και δ. της από 20.7.1993 σύμβασης ακίνητα (Νέου και Παλαιού Χημείου και Παλαιάς και Νέας πτέρυγας της Σχολής θεωρητικών Επιστημών κ.λπ.) αποτελούν το αντάλλαγμα του Πανεπιστημίου για την υπό του Δημοσίου συνέχιση της ανέγερσης των κτιρίων της Πανεπιστημιούπολης και. κατά τα λοιπά, ισχύουν για τα συγκεκριμένα αυτά ακίνητα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, τα όσα διαλαμβάνονται στο υπ΄ αριθ. 256790/79 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Καβαλέκα Ιωάννου. Τα δε αναφερόμενα στο ίδιο κεφάλαιο και παράγραφο και με τα γράμματα α και β ακίνητα (Αρεταίειο και Αιγινήτειο) αποτελούν το αντάλλαγμα για την υπό του Δημοσίου ανάληψη των δαπανών ανέγερσης κ.λπ. του Νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου στον ίδιο οικοπεδικό χώρο (θέση Τρύπιο Λιθάρι).

β) Το Πανεπιστήμιο μετεβίβασε στο Δημόσιο και την επικαρπία των αμέσως ανωτέρω δύο ακινήτων (Αρεταίειο και Αιγινήτειο) όπως αυτά ειδικότερα περιγράφονται στο προηγούμενο υπ΄ αριθ. 256790/79 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα. διατήρησε όμως επ΄ αυτών το δικαίωμα της χρήσης των χώρων των δύο Νοσοκομείων, μέχρι πλήρους αποπερατώσεως και θέσεως σε λειτουργία του νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου.

γ) Μετεβίβασε κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στο Δημόσιο, οικόπεδο επιφανείας τ.μ. 7.800 περίπου, επί του οποίου υφίσταται κτιριακό συγκρότημα εμβαδού περίπου 21.400 τ.μ. και λειτουργεί το Λαϊκό Νοσοκομείο, κείμενο στην Αθήνα, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως των Αθηνών, και στη συμβολή των οδών Μ. Ασίας και Αγ. Θωμά. όπως αυτό εμφαίνεται στο από Μαΐου 1987 σχεδιάγραμμα του τοπογράφου Χ. Χατζηδάκη που έχει θεωρηθεί από την ΤΎΠΑ και έχει συμπληρωθεί την 5.7.1993 από την αρχιτέκτονα μηχανικό Ε. Κομνηνάτου -Παγώνη. με την ειδικότερη συμφωνία ότι μέχρι την αποπεράτωση και παράδοση σε λειτουργία του νέου Παν/κού Νοσοκομείου, θα παραμείνουν και θα λειτουργούν στο μεταβιβαζόμενο ακίνητο οι Πανεπιστημιακές Κλινικές με τις αναφερόμενες αντίστοιχες κλίνες που αναφέρονται στην ως άνω από 20.7.1993 σύμβαση.

3) Το Δημόσιο ανέλαβε την υποχρέωση: α) να καλύψει πλήρως τις δαπάνες ανέγερσης του νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αρεταίειου – Αιγινήτειου δυναμικότητας περίπου 1000 κλινών, όπως και καθ΄ ον τρόπον ειδικότερα αναφέρεται στην από 20.7.1993 σύμβαση, β) να καλύπτει στο διηνεκές το οικονομικό έλλειμμα που θα προκύπτει από τη λειτουργία του νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου.

4) Εάν το Δημόσιο εντός 10 ετίας (δεκαετίας) από την υπογραφή και κύρωση της συμβάσεως αυτής δεν ανεγείρει το νέο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, η κυριότητα των μεταβιβασθέντων ακινήτων – Νοσοκομείων Αρεταίειο, Αιγινήτειο και Λαϊκό, θα επανέλθουν αυτοδικαίως στο Πανεπιστήμιο και τα μέχρι το χρόνο αυτόν εκτελεσθέντα έργα θα παραμείνουν προς όφελος του Πανεπιστημίου.

Δ) Το Δημόσιο δεν εξεπλήρωσε και ούτε πρόκειται να εκπληρώσει την παραπάνω υποχρέωση του για την ανέγερση του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου (Νέα Νοσηλευτική Μονάδα Αρεταίειου – Αιγινήτειου Νοσοκομείου) και τον πλήρη εξοπλισμό για τη λειτουργία του. αφού είναι βέβαιο ότι μέχρι τον Ιούλιο του 2003, οπότε λήγει ο συμβατικός χρόνος εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του. δεν είναι δυνατή η κατασκευή και η ολοκλήρωση του Νοσοκομείου, εκτός των άλλων και διότι η χωροταξική μελέτη του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων για την περιοχή, όπου θα ανεγείρετο το νέο Νοσοκομείο, θεωρεί το χώρο αυτόν κεκορεσμένο όσον αφορά τις Υπηρεσίες Υγείας και δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί η ανέγερση και άλλου Νοσοκομείου και μάλιστα τέτοιας δυναμικότητας.

Ήδη σήμερα και εν όψει των παραπάνω δεδομένων, αμφότεροι οι συμβαλλόμενοι, όπως παρίστανται και εκπροσωπούνται εδώ, επιθυμούντες να ρυθμίσουν τις σχέσεις τους κατά την πραγματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, συνομολογούν και συναποδέχονται τα παρακάτω:

Α. Αναγνωρίζουν και θεωρούν την ως άνω διαλυτική αίρεση της κατασκευής του Νέου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου και του πλήρους για τη λειτουργία εξοπλισμού του, που έχει τεθεί στην ως άνω από 20.7.1993 σύμβαση (βλ. παραπάνω Ι παρ. γ περ. 4). ως πληρωθείσα με τα εξής αποτελέσματα:

1) Παύει η ενέργεια των υπ΄ αριθμούς 256790/79 και 268489/80 συμβολαίων του συμβολαιογράφου Ιωάννου Καβαλέκα, τα οποία κυρώθηκαν με το Νόμο 1081/80 και της από 20.7.1993 συμβάσεως, μεταξύ Δημοσίου και Πανεπιστημίου Αθηνών, που κυρώθηκε με το Ν. 2166/93, ως προς τις συμφωνίες στις οποίες αφορά η διαλυτική αίρεση.

2) Ανατρέπονται τα αποτελέσματα των ως άνω συμβάσεων δηλαδή των με αριθμούς 256790/79 και 268489/80 συμβολαίων του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και της από 20.7.1993 συμβάσεως, ως προς τις ίδιες συμφωνίες.

3) Επιστρέφουν αυτοδικαίως στο Δημόσιο κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή λόγω πληρώσεως της διαλυτικής αιρέσεως τα παρακάτω ακίνητα όπως είναι σήμερα:

α) ακίνητο υπό στοιχείο `Αλφα κεφαλαίο (Α) συνολικού εμβαδού 113.550τ.μ.

β) ακίνητο υπό στοιχεία Βήτα κεφαλαίο (Β), εμβαδού 23.600τ.μ.

γ) ακίνητο υπό στοιχείο Γάμα κεφαλαίο (Γ) συνολικού εμβαδού 15.950τ.μ.

δ) το υπό στοιχείο Δέλτα κεφαλαίο (Δ) ακίνητο εμβαδού 26.900τ.μ.

ε) το ακίνητο υπό στοιχείο ένα λατινικό (Ι) εμβαδού τ.μ. 18.350

στ) ακίνητο υπό στοιχείο τρία λατινικό (III) εμβαδού τ.μ. 17.350

ζ) ακίνητο υπό στοιχείο τέσσερα λατινικό (IV) εμβαδού τ.μ. 45.650.

Όλα τα ανωτέρω ακίνητα περιγράφονται καθ΄ όρια και έκταση στα συμβόλαια με αριθμούς 256790/19.5.1979 και 268489/20.3.80 του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και εμφαίνονται στο προσηρτημένο, στο ίδιο ως άνω υπ΄ αριθ. 268489/80 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου. σχεδιάγραμμα.

4) Επιστρέφουν αυτοδικαίως στο Πανεπιστήμιο κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, λόγω πληρώσεως της διαλυτικής αιρέσεως, τα εξής ακίνητα:

α) Οικόπεδο εφ΄ ου το συγκρότημα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου “Αρεταίειο”, κείμενο εν Αθήναις και εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως των Αθηνών και επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, σημερινής εκτάσεως 16.900 τ.μ., όπως αυτό περιγράφεται καθ΄ όρια και έκταση στο υπ΄ αριθ. 256790/19.5.1979 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και εμφαίνεται εις το σχεδιάγραμμα της ΤΥΠΑ υπ΄ αριθ. Σχ. 3, που είναι προσαρτημένο εις το υπ΄ αριθμόν 32692/1977 προσύμφωνο συμβόλαιο ανταλλαγής ακινήτων του συμβολαιογράφου Αθηνών Αθανασίου Αθανασούλη.

β) Οικόπεδο, εφ΄ ου το συγκρότημα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου “Αιγινήτειο” κείμενο εν Αθήναις και εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως των Αθηνών και επί της οδού Βασ. Σοφίας, σημερινής εκτάσεως 3.611 τετραγωνικών μέτρων όπως αυτό περιγράφεται καθ΄ όρια και έκταση στο υπ΄ αριθ. 256790/19.5.79 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα και εμφαίνεται εις το σχεδιάγραμμα της ΤΥΠΑ υπ΄ αριθ. Σχ. 3. που είναι προσαρτημένο εις το υπ΄ αριθμόν 32692/1977 προσύμφωνο συμβόλαιο ανταλλαγής ακινήτων του συμβολαιογράφου Αθηνών Αθανασίου Αθανασούλη.

γ) Οικόπεδο επί του οποίου υφίσταται κτιριακό συγκρότημα συνολικής επιφάνειας περίπου 21.000 τ.μ. και λειτουργεί το Λαϊκό Νοσοκομείο, κείμενο στην Αθήνα, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως των Αθηνών και στη συμβολή των οδών Μ. Ασίας και Αγ. Θωμά. όπως αυτό εμφαίνεται στο από Μαΐου 1987 σχεδιάγραμμα του τοπογράφου Χ. Χατζηδάκη, που έχει θεωρηθεί από την Τεχνική Υπηρεσία Πανεπιστημίου Αθηνών και έχει συμπληρωθεί την 5.7.1993 με στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-, Α. από την αρχιτέκτονα μηχανικό Ε. Κομηνάτου – Παγώνη, εκτάσεως τ.μ. 7.800 περίπου.

Β. Το Δημόσιο παραχωρεί, μεταβιβάζει και παραδίδει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών την ψιλή κυριότητα των παρακάτω ακινήτων (η επικαρπία των ακινήτων αυτών ανήκει στο Πανεπιστήμιο):

α) Ακίνητο συγκείμενο εξ οικοπέδου συνολικού εμβαδού 4.170 τ.μ. μετά των επ΄ αυτού εκτισμένων παλαιού τριώροφου κτιρίου καλουμένου “Παλαιό Χημείο Πανεπιστημίου” και νεόδμητου πενταωρόφου κτιρίου καλουμένου “Νέο Χημείο”, κείμενο εν Αθήναις και καταλάμβαναν το μεταξύ των οδών Χαρ. Τρικούπη, Σόλωνος. Ναυαρίνου και Μαυρομιχάλη περικλειόμενο οικοδομικό τετράγωνο, εμφαινόμενο εις το προσηρτημένο εις το προειρημένο υπ΄ αριθ. 32692/1977 προσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Αθανασίου Αθανασούλη σχεδιάγραμμα εκ του κτηματολογίου του Πανεπιστημίου Αθηνών υπ΄ αριθ. 2.

β) Ακίνητο συγκείμενο εξ οικοπέδου συνολικού εμβαδού 5.300 ως έγγιστα τ.μ. μετά των επ΄ αυτού οικοδομημάτων. ήτοι της εκ τετραωρόφου κτιρίου παλαιάς πτέρυγας των θεωρητικών επιστημών, της εκ πενταωρόφου κτιρίου παλαιάς πτέρυγας των θεωρητικών επιστημών και των λοιπών παλαιών κτιρίων του παλαιοντολογικού Μουσείου της Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας, του Νεκροτομείου και της αιθούσης Οικονομίδου, κείμενο εν Αθήναις και καταλάμβαναν το μεταξύ των οδών Ακαδημίας. Σίνα, Σόλωνος και Μασσαλίας περικλειόμενο οικοδομικό τετράγωνο, εμφαινόμενο εις το προσηρτημένο εις το προειρημένο υπ΄ αριθ. 32692 προσύμφωνο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Αθανασίου Αθανασούλη, υπ΄ αριθμόν σχεδίου 1 σχεδιάγραμμα της ΤΥΠΑ.

Γ. Οι συμβαλλόμενοι αναγνωρίζουν ότι οι μέχρι σήμερα δαπάνες, οι οποίες έχουν καταβληθεί για την ανέγερση κτισμάτων στο χώρο της Πανεπιστημιούπολης, όπως επίσης και οι δαπάνες για τη συντήρηση, λειτουργία και επισκευές όλων εν γένει των κτιρίων, που όλα από κοινού αποτελούν το αντικείμενο της παρούσης συμβάσεως, έγιναν από αυτούς για λόγους εύρυθμης λειτουργίας των Πανεπιστημιακών Σχολών και των Νοσοκομείων και ανάγονται στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του Κράτους και του Πανεπιστημίου. Κατόπιν τούτου, το κάθε συμβαλλόμενο μέρος δηλώνει ότι παραιτείται από κάθε δικαίωμα απαίτηση ή αξίωση αποζημιώσεως του από τον άλλο συμβαλλόμενο από οποιαδήποτε αιτία ή αφορμή που έχει σχέση με τις ως άνω αναφερόμενες συμβάσεις (256790/ 1979 συμβόλαιο συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννου Καβαλέκα, 268489/1980 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου, η από την 20η/7/1993 σύμβαση) και με την παρούσα σύμβαση.

III. Οι συμβαλλόμενοι παραιτούνται του δικαιώματος διάρρηξης της παρούσης συμβάσεως για οποιονδήποτε νομικό λόγο και αιτία.

IV. Η παρούσα σύμβαση θα κυρωθεί με νόμο και θα ισχύει από τη δημοσίευση του.

ΟΙ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ

Ο ΠΡΥΤΑΝΗΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ

ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Άρθρο 11
Κύρωση σύμβασης μεταξύ της Δημόσιας Επιχείρησης Κινητών Αξιών (ΔΕΚΑ) Α.Ε και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) Α.Ε.
Κυρούται και αποκτά ισχύ νόμου η από 13.12.2000 σύμβαση μεταξύ της Δημόσιας Επιχείρησης Κινητών Αξιών (ΔΕΚΑ) Α.Ε. και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) Α.Ε., το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:- ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΜΕΤΟΧΩΝ Στην Αθήνα σήμερα, τη 13η Δεκεμβρίου 2000, μεταξύ:

Α. Της εν Αθήναις εδρευούσης ανωνύμου Εταιρείας με την επωνυμία “ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ Α.Ε.”. η οποία στο εξής θα καλείται “η Εταιρεία” και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της κ. Ιωάννη Κουσουλάκο,

Β. Της εν Αθήναις εδρευούσης ανωνύμου Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.”, η οποία στο εξής θα καλείται “η Τράπεζα” και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της κ. Θεόδωρο Καρατζά,

Συμφωνήθηκαν και έγιναν αμοιβαίως αποδεκτά τα εξής:

ΑΡΘΡΟ 1ο

1. Η “Εταιρεία” έχει στην κυριότητα της:

α) 6.461.096 (έξι εκατομμύρια τετρακόσιες εξήντα μία χιλιάδες ενενήντα έξι) κοινές μετά ψήφου ονομαστικές μετοχές υπό αυλή μορφή της “Τράπεζας”, προερχόμενες από την τέταρτη κατά σειρά (4η) υποχρεωτική μετατροπή 1.615.274 ομολογιών του ομολογιακού δανείου έκδοσης 1996 της Τράπεζας, οι οποίες διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ως ιδιαίτερη κατηγορία μετοχών με την ένδειξη “Κοινές Ονομαστικές `Ανευ Μερίσματος για τη χρήση 2000 μετοχές ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (σύμβολο Χ.Α.Α.: ΕΤΕΑΜ)”. και

β) 1.615.275 ομολογίες του ομολογιακού δανείου έκδοσης της Τράπεζας” το 1996, που είναι υποχρεωτικά μετατρέψιμες την 15.11.2001 σε 6.461.100 κοινές μετά ψήφου ονομαστικές μετοχές (χωρίς δικαίωμα λήψεως μερίσματος για τη χρήση 2001).

2. Δια της παρούσης συμφωνείται η πώληση από την Εταιρεία” προς την “Τράπεζα” των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο μετοχών και ομολογιών αντί του συμφωνηθέντος τιμήματος κατά τα κατωτέρω:

α) Μετοχές 6.461.096 με την επίσημη τιμή κλεισίματος στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών της κοινής μετά ψήφου μετοχής της ΕΘΝΙΚΗ Σ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ” (με δικαίωμα λήψης μερίσματος 2001 – χρήση 2000, σύμβολο Χρηματηστήριου Αξιών Αθηνών: ΈΤΕ”) της προηγούμενης εργάσιμης ημέρας της μεταβιβάσεως, μείον 6% (έξι τοις εκατό).

β) Ομολογίες 1.615.275 με το τετραπλάσιο της επίσημης τιμής κλεισίματος στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών της κοινής μετά ψήφου μετοχής της “ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ” (με δικαίωμα λήψης μερίσματος 2001 -χρήση 2000, σύμβολο Χ.Α.Α.: “ΕΤΕ”) της προηγούμενης, επίσης, εργάσιμης ημέρας της μεταβιβάσεως, μείον οκτώ τοις εκατό (8%).

3. Η κατά τα παραπάνω αγοραπωλησία των υπό (α) μετοχών γίνεται με σκοπό τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων της Τράπεζας.

4. Η μεταβίβαση των μετοχών και ομολογιών θα γίνει διαμέσου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

5. Η μεταβίβαση των μετοχών και ομολογιών θα γίνει εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την υπογραφή της παρούσας.

6. Η παρούσα σύμβαση θα κυρωθεί με νόμο. Σε περίπτωση μη κυρώσεως, τα αποτελέσματα της αγοραπωλησίας των μετοχών και μόνον, θα αναστραφούν, ώστε η μεν “Τράπεζα” να επιστρέψει αυτούσιες τις αγορασθείσες μετοχές. η δε Δ. Ε. Κ.Α. να επιστρέψει τίμημα που θα υπολογισθεί σύμφωνα με τον παρακάτω μαθηματικό τύπο:

Καταβληθέν τίμημα

επιτόκιο Euribor περιόδου διακράτησης

μεταβιβάσεως X (1 +

με βάση υπολογισμού την

μετοχών κατά

 

ημερομηνία μεταβιβάσεως)______

άρθ. 1 παρ.2α

360

ΑΡΘΡΟ 2ο

Το Διοικητικό Συμβούλιο της “Τράπεζας”, με την επιφύλαξη του άρθρου 1 παράγραφος 6 εδάφιο β΄ της παρούσας. θα συγκαλέσει αμελλητί, το βραδύτερον εντός του πρώτου εξαμήνου του 2001. Γενική Συνέλευση των Μετόχων της. η οποία θα αποφασίσει τη μείωση των Ιδίων Κεφαλαίων (Μετοχικού Κεφαλαίου και Αποθεματικών) κατά το ποσό του τιμήματος των εκ του άρθρ. 1 του παρόντος αναφερομένων μετοχών. Εάν δεν αποφασιστεί από τη Γενική Συνέλευση η εν λόγω μείωση του Μετοχικού Κεφαλαίου οι μετοχές θα διατεθούν από την “Τράπεζα” στο συντομότερο χρονικό διάστημα.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ Α.Ε.

Ι. ΚΟΥΣΟΥΛΑΚΟΣ

ΓΙΑ ΤΗ Ν ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.

Θ. ΚΑΡΑΤΖΑΣ”

Άρθρο 12
Προμήθεια επαγγελματικού περιοδικού
Στο άρθρο 21 του Ν. 2303/1995 (ΦΕΚ 80 Α΄) διαγράφεται η λέξη “και” πριν από τη φράση “της Ηπείρου” και μετά από αυτήν προστίθεται η φράση “των Ιονίων Νήσων, των Κυκλάδων, της Κρήτης, του Βορείου Αιγαίου και της Δωδεκανήσου”.
Άρθρο 13
Μίσθωση ακινήτων για στέγαση δημοσίων υπηρεσιών
1. Κτίρια ή άλλες εγκαταστάσεις εντός της ζώνης κατασκευής και λειτουργίας συγχρηματοδοτούμενων δημόσιων έργων, τα οποία είναι αναγκαία για τη στέγαση δημοσίων υπηρεσιών, στις αρμοδιότητες των οποίων υπάγονται λειτουργικές ή άλλες δραστηριότητες, οι οποίες εξυπηρετούνται από τα εν λόγω έργα, μισθώνονται από το Δημόσιο απευθείας χωρίς διαγωνισμό κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Π.Δ. 19/19.11.1932 (ΦΕΚ 409 Α΄). Οι σχετικές μισθώσεις καταρτίζονται εγγράφως και υπογράφονται για λογαριασμό του Δημοσίου, από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας ύστερα από γνωμοδότηση της επιτροπής, που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του παρόντος.
2. Η διάρκεια της μίσθωσης συμφωνείται για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο της παραχωρηθείσας εκμετάλλευσης του έργου.
3. Το μίσθωμα ορίζεται κατά μήνα και καταβάλλεται στο τέλος κάθε τριμηνίας με χρόνο έναρξης την εγκατάσταση της υπηρεσίας στο μίσθιο. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, αναπροσαρμογή του μισθώματος για το μέλλον. συμβατικά ή κατ΄ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, επιτρέπεται μετά την πάροδο διετίας από την εν λόγω εγκατάσταση ή από την τελευταία αναπροσαρμογή και δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του ποσοστού του εφαρμοστέου δείκτη πληθωρισμού προσαυξανόμενου κατά 1,5 (μία και μισή) μονάδα.
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας συγκροτείται επιτροπή, που αποτελείται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου ως πρόεδρο, από έναν εκπρόσωπο της προς στέγαση δημόσιας υπηρεσίας και έναν μηχανικό της τεχνικής υπηρεσίας της Περιφέρειας ή της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ως μέλη.Η επιτροπή γνωμοδοτεί για το ύφος του προς συνομολόγηση μισθώματος ή για το ύφος της αναπροσαρμογής αυτού, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου, λαμβάνοντας υπόψη ως συγκριτικά στοιχεία και μισθώματα ομοειδών ακινήτων της ευρύτερης περιοχής του έργου.

5. Ο εκμισθωτής δικαιούται, υπογράφοντας τη σύμβαση μίσθωσης, να διατυπώσει επιφύλαξη ως προς το ύφος του μισθώματος και να μην αποδεχθεί αυτό.Στην περίπτωση αυτή το οριστικό ύφος του αρχικού μισθώματος καθορίζεται από το αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. ύστερα από αίτηση του εκμισθωτή. Η αίτηση ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την υπογραφή της σύμβασης, η μη άσκηση δε αυτής θεωρείται ως αποδοχή του προτεινόμενου στη σύμβαση μισθώματος από τον εκμισθωτή.

Άρθρο 14
Επιστροφή δημοσίων εσόδων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα
1. Οι επιστροφές δημοσίων εσόδων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα δεν αποτελούν από 1.1.2002 δαπάνη κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247).
2. Οι επιστροφές εσόδων υπέρ νομικών προσώπων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα πραγματοποιούνται από τα ίδια τα νομικά πρόσωπα.
3. Τα παραστατικά επιστροφής των δημοσίων εσόδων που έχουν εισπραχθεί αχρεώστητα αποτελούν οριστικούς τίτλους εξόφλησης των δικαιούχων και μαζί με τα λοιπά λογιστικά στοιχεία του υπολόγου αποστέλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο από το οποίο και ελέγχονται κατασταλτικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
4. Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι αναγκαίοι λογαριασμοί για τη λογιστική εμφάνιση της παραπάνω διαδικασίας, από τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος. Με τις ίδιες αποφάσεις δύνανται να ρυθμίζονται ανάλογα και επιστροφές εσόδων που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι 31.12.2001 και δεν έχουν τακτοποιηθεί.
5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 37 του Ν. 2362/1995 προστίθεται περίπτωση ζως ακολούθως:”ζ. Η δαπάνη πληρωμής τόκων για επιστροφή αχρεωστήτως εισπραχθέντων δημόσιων εσόδων”.

6. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄) καταργείται.
7. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1η /1/2002.
Άρθρο 15
Σύσταση ειδικής υπηρεσίας διαχείρισης του προγράμματος “Έγγραφο Προγραμματισμού Αγροτικής Ανάπτυξης”
1. Η διαχείριση του επιχειρησιακού προγράμματος “Έγγραφο Προγραμματισμού Αγροτικής Ανάπτυξης” ασκείται μέσω ειδικής υπηρεσίας (διαχειριστική αρχή), σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ. γ΄ του Κανονισμού (ΕΚ) 1750/1999 της Επιτροπής, η οποία συστήνεται για το σκοπό αυτόν στο Υπουργείο Γεωργίας με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες της ειδικής υπηρεσίας, καθορίζεται η οργάνωση, η λειτουργία. ο αριθμός και η σύνθεση του προσωπικού κατά κατηγορία και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
  2. Η στελέχωση της παραπάνω ειδικής υπηρεσίας γίνεται με μετακίνηση προσωπικού που υπηρετεί στο Υπουργείο Γεωργίας ή απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν. 2000/1991, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή με πρόσληψη νέου προσωπικού. Η μετακίνηση υπηρετούντος προσωπικού ή η απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα γίνεται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου ύστερα από ερώτημα του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Γεωργίας προς την επιτροπή αξιολόγησης. Η επιτροπή αξιολόγησης αποτελείται από εμπειρογνώμονες και συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας, η οποία ορίζει τη διαδικασία αξιολόγησης και επιλογής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Για την υποστήριξη του έργου της διαχειριστικής αρχής μπορούν να συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας επιτροπές ή ομάδες εργασίας και με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων.Κατά τα λοιπά ισχύουν αναλογικά οι παράγραφοι 3, 4,5,6 και 7 του άρθρου 7  και το άρθρο 12 του ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α`).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.13  άρθρ.20 Ν.3399/2005,ΦΕΚ Α 255/17.10.2005.

  3. Οι δαπάνες του άρθρου αυτού θα βαρύνουν το μέτρο “Αξιολόγηση” του προγράμματος του Ε.Π.Α.Α. εγγραφόμενης κατ` έτος της απαιτούμενης πίστωσης στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Γεωργίας.  Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Γεωργίας, καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου αυτής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.6 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

4. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συστήνεται στο Υπουργείο Γεωργίας Οργανισμός Πληρωμής (Αρχή Πληρωμής Ε.Π.Α.Α.) υπό την έννοια και τις προϋποθέσεις του άρθρου 27 του Νόμου 2637/1998 (ΦΕΚ 200 Α΄). με σκοπό την εξασφάλιση της χρηματοδοτικής ροής από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων – Εγγυήσεις (ΕΓΤΠΕ) στο Έγγραφο Προγραμματισμού Αγροτικής Ανάπτυξης. Ως προς τις ειδικότερες αρμοδιότητες, τη σύσταση της Αρχής Πληρωμής Ε.Π.Α.Α.. την οργάνωση, τη λειτουργία, τον αριθμό και τη σύνθεση του προσωπικού της κατά κατηγορία, την επιλογή, τις αμοιβές του προσωπικού της, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα ισχύουν αναλόγως όσα ορίζονται από τις προηγούμενες διατάξεις του άρθρου αυτού.
5. Η Αρχή Πληρωμής Ε.Π.Α.Α. διενεργεί επιτόπιους, διοικητικούς και διασταυρωτικούς ελέγχους στους τελικούς δικαιούχους, καθώς και σε Οργανισμούς ή Υπηρεσίες στις οποίες έχει ανατεθεί η αρμοδιότητα των ελέγχων και της έγκρισης των πληρωμών κατά την έννοια του Καν. 1663/95 (Ι 158/8.7.1995). Σε ειδικές περιπτώσεις, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του προϊσταμένου της Αρχής Πληρωμής, μπορεί ο έλεγχος να ανατίθεται σε ειδική ομάδα ελέγχου, στην οποία συμμετέχουν υπάλληλοι της Αρχής Πληρωμής, υπάλληλοι του δημόσιου τομέα ή και ιδιώτες ή να αναθέτει το έργο του ελέγχου σε ελεγκτικές εταιρείες. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η αμοιβή των μελών των ομάδων ελέγχου κατά παρέκκλιση του άρθρου 11 του Ν. 2470/1997, καθώς και το ύψος της αμοιβής και ο τρόπος πληρωμής των εμπειρογνωμόνων. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

6. Η Αρχή Πληρωμής Ε.Π.Α.Α., εφόσον έχει σοβαρές ενδείξεις για την ύπαρξη παρατυπιών, προβαίνει στη διενέργεια εκτάκτου ελέγχου. Μέχρι την περάτωση του ελέγχου και την έκδοση σχετικού πορίσματος, η Αρχή Πληρωμής μπορεί να αναστέλλει τις σχετικές πληρωμές. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

 7. Μετά την έκδοση του πορίσματος ελέγχου, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Αρχής Πληρωμής και γνώμη της διαχειριστικής αρχής, αίρεται η αναστολή των πληρωμών ή επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις εθνικές και κοινοτικές διατάξεις. Στις περιπτώσεις που απαιτείται επιστροφή παρανόμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, αυτά αναζητούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. `Οπου απαιτείται, τα στοιχεία διαβιβάζονται στα αρμόδια, για τον έλεγχο των εμπλεκομένων, πειθαρχικά όργανα ή στις εισαγγελικές αρχές. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

8. Η Αρχή Πληρωμής παρακολουθεί την πορεία εξέλιξης των θεμάτων που παρέπεμψε σε άλλες δημόσιες αρχές με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

9. Οι πληρωμές που πραγματοποιεί η Αρχή Πληρωμής Ε.Π.Α.Α. χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Για τη διαχείριση των πληρωμών και εισπράξεων που πραγματοποιεί η Αρχή Πληρωμής Ε.Π.Α.Α. συνιστάται στην Τράπεζα της Ελλάδος τραπεζικός λογαριασμός με τον τίτλο “Λογαριασμός Εγγράφου Προγραμματισμού Αγροτικής Ανάπτυξης”.  Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου αυτής, καθώς και οι λεπτομέρειες διαχείρισης και λειτουργίας του παραπάνω λογαριασμού.

Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

 10. Ο έλεγχος των λογαριασμών της Αρχής Πληρωμής Ε.Π.Α.Α., κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 (β) του Καν. 1258/99 (L 160/26.6.1999) μπορεί να ανατίθεται σε ιδιωτική ελεγκτικολογιστική εταιρία κατά τις κείμενες διατάξεις. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

 11. Μετά τη σύσταση και την κατά το άρθρο 27 του Ν. 2637/1998 έγκριση της Αρχής Πληρωμής Ε.Π.Α.Α., της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού, μεταφέρονται στον τραπεζικό λογαριασμό της παραγράφου 9 όσες προκαταβολές έχουν ήδη αποσταλεί από το Ε.Γ.Τ.Π.Ε.- Τμήμα Εγγυήσεων σε άλλο Οργανισμό Πληρωμής και αφορούν χρηματαδότηση του Ε.Π.Α.Α. Σημ.: όπως  προστέθηκε      ως άνω από την παρ.7 του άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

Άρθρο 16
Ρυθμίσεις για το τέλος εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αεροδρομίων και τα τέλη διαδρομής και τερματικής περιοχής
1. Οι παράγραφοι 7 , 8,9,10,11,12& 13 του άρθρου 40 του Ν. 2065/ 1992 (ΦΕΚ 113 Α΄). όπως συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 2 περίπτ. Β΄ του άρθρου 27 του Ν. 2668/ 1998 (ΦΕΚ 282 Α΄) αντικαθίστανται ως εξής:”7. Επιβάλλεται τέλος εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αερολιμένων σε κάθε επιβάτη άνω των πέντε (5) ετών ο οποίος αναχωρεί από τους υφιστάμενους ή ιδρυθησόμενους ελληνικούς αερολιμένες, ως ακολούθως:

α) Για επιβάτες με τελικό προορισμό αερολιμένες χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.) τέλος δώδεκα (12) ΕΥΡΩ.

β) Για επιβάτες με τελικό προορισμό αερολιμένες χωρών εκτός Ε.Ε. και Ε.Ο.Χ. τέλος είκοσι δύο (22) ΕΥΡΩ.

γ) Από το τέλος αυτό απαλλάσσονται οι αναχωρούντες επιβάτες από / προς αερολιμένες στους οποίους λειτουργούν αεροπορικές γραμμές που θα υπαχθούν στο καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 4 του κανονισμού 2408/1992 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

δ) Για τον υπολογισμό του τέλους αυτού σε δραχμές. κατά το μεταβατικό στάδιο, θα λαμβάνεται υπόψη η αμετάκλητη ισοτιμία δραχμής προς ΕΥΡΩ. όπως αυτή καθορίζεται στον Κανονισμό ΕΚ 1478/2000 του Συμβουλίου (1 ΕΥΡΩ/340,75 δραχμές).

8. Με απόφαση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Οικονομικών αναπροσαρμόζονται οι τιμές του τέλους της προηγούμενης παραγράφου, τα ποσοστά και ο τρόπος διάθεσης του.

9. Το κατά την παράγραφο 7 τέλος εισπράττεται με μέριμνα και ευθύνη των αεροπορικών εταιρειών, εκτός αν άλλως ορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Το εισπραττόμενο τέλος εκάστου μηνός θα κατατίθεται εντός των πρώτων είκοσι (20) ημερών του επομένου μηνός από την αναχώρηση των επιβατών στους κατωτέρω ειδικούς λογαριασμούς που θα τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος και θα διατίθεται ως εξής:

α) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες του αερολιμένα του Ελληνικού (μέχρι την έναρξη της πλήρους λειτουργίας του νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών) και στη συνέχεια από αναχωρούντες επιβάτες του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών “Ελευθέριος Βενιζέλος” θα κατατίθενται στο λογαριασμό με τίτλο “Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων” (Τ.Α.Α.Σ.) και θα διατίθενται κατά ποσοστό 75% (εβδομήντα πέντε τοις εκατό). σύμφωνα με την υπογραφείσα Σύμβαση Ανάπτυξης του Διεθνούς Αεροδρομίου της Αθήνας στα Σπάτα, που κυρώθηκε με το Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α).

β) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες από τους λοιπούς αερολιμένες της χώρας που υφίστανται κατά το χρόνο ισχύος των προκειμένων διατάξεων θα κατατίθενται σε λογαριασμό με τίτλο “Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα …..” (Τ.Α.Ε.Α.), που συμπληρώνεται με το όνομα του αερολιμένα και θα διατίθενται κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) για τη χρηματοδότηση έργων και εξοπλισμού στους αερολιμένες αυτούς, καθώς και την εν γένει κάλυψη του λειτουργικού και επενδυτικού τους κόστους.

10. Τα ανωτέρω ποσά δύνανται να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του αερολιμένα στον οποίο αφορούν ή και κάθε άλλο υφιστάμενο αερολιμένα ή και για τη μελέτη, κατασκευή, ανάπτυξη και λειτουργία κάθε νέου αερολιμένα εφόσον αυτός υπόκειται στη διαχείριση του ίδιου φορέα.

11. Ο λογαριασμός “Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων (Τ.Α.Α.Σ.) και οι λογαριασμοί “Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα ……….(Τ.Α.Ε.Α. )” θα χρεώνονται με το ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) και είκοσι τοις εκατό (20%) αντίστοιχα των καταθέσεων την επόμενη ημέρα της κατάθεσης με πίστωση του ειδικού λογαριασμού “ποσοστά Τ.Α.Α.Σ. και Τ.Α.Ε.Α. υπέρ Υ.Π.Α.” με αξία την ημερομηνία κατάθεσης.

Τα πιστούμενα στον ανωτέρω λογαριασμό ποσά διατίθενται στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της.

12. Οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά το χρόνο προ της ισχύος του αντικαθιστώντας την παρούσα διάταξη νόμου ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο δημιουργίας αυτών και αποδίδονται στους αντίστοιχους λογαριασμούς που καθιερώνονται με τις παρούσες διατάξεις. Στους εν λόγω λογαριασμούς μεταφέρονται τα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του αντικαθιστώντας την παρούσα διάταξη νόμου αδιάθετα υπόλοιπα των υφιστάμενων λογαριασμών.

Η διαδικασία της απόδοσης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση των Υπ. Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Με όμοιες αποφάσεις θα γίνονται εφεξής εκταμιεύσεις από τους λογαριασμούς των παραγράφων 9 και 11 του παρόντος.

13. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται διαδικασίες είσπραξης, διαχείρισης, ελέγχου και παρακολούθησης των κατά τις προηγούμενες παραγράφους, λογαριασμών, ειδικές εξαιρέσεις, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που θα είναι απαραίτητη για την εφαρμογή των προκειμένων διατάξεων.”

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 έχουν εφαρμογή για υφιστάμενους αερολιμένες δημόσιας χρήσης και για αερολιμένες που πρόκειται να ιδρυθούν. Στην περίπτωση ίδρυσης νέου αερολιμένα τα ποσοστά και ο τρόπος διάθεσης του τέλους καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της Σύμβασης Ανάπτυξης του Νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών “Ελευθέριος Βενιζέλος”, οποιαδήποτε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα της παραγράφου 1 καταργείται από την ημερομηνία ισχύος του παρόντος.
4. Στο άρθρο 34 του Ν. 2682/1999 (ΦΕΚ 16 Α΄) “διαρρυθμίσεις στη φορολογία των αυτοκινήτων οχημάτων και άλλες διατάξεις” προστίθεται παράγραφος 7 ως ακολούθως:”7. Το ένα τρίτο (1/3) του ποσού που αποδίδεται μηνιαία από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια των Πτήσεων (Εurocontrol) ως Τέλη Διαδρομής και Τέλη Τερματικής Περιοχής (Προσέγγισης – Πύργου Ελέγχου) και μέχρι οκτώ δισεκατομμύρια (8.000.000.000) δρχ. ετησίως, μεταφέρεται από το λογαριασμό με ΚΑ 234134/5 της Τράπεζας της Ελλάδος σε Ειδικό Λογαριασμό που συνιστάται στην Τράπεζα αυτή. κατά τις ισχύουσες διατάξεις. με τίτλο “Λογαριασμός Διαχείρισης Τελών Διαδρομής και Τελών Τερματικής Περιοχής” (Προσέγγισης -Πύργου Ελέγχου).

Η διαχείριση του λογαριασμού γίνεται από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας για σκοπούς που περιγράφονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Εκταμιεύσεις από το λογαριασμό αυτόν πραγματοποιούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Οικονομικών.”

5. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από την 1η Μαρτίου 2001.
Άρθρο 17
Ρυθμίσεις θεμάτων Οργανισμού Λιμένας Θεσσαλονίκης Α.Ε.
  1. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή το εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο και της ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία “Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης Α.Ε.” (“Ο.Λ.Θ. Α.Ε.”), παραχωρείται στη δεύτερη το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Χερσαίας Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Θεσσαλονίκης, με την επιφύλαξη των οριζομένων στις παραγράφους 4 και 7 του έβδομου άρθρου του Ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α`).  Στην παραπάνω σύμβαση ορίζονται: α) η διάρκεια παραχώρησης του παραπάνω δικαιώματος, καθώς και η δυνατότητα και ο τρόπος παράτασής της, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά (αρχικός χρόνος και τυχόν παρατάσεις) τα εκατό (100) έτη, β) το καταβαλλόμενο τίμημα, το οποίο μπορεί να καθοριστεί και σε ποσοστό επί του συνόλου ή μέρους των εσόδων της εταιρείας, γ) το ειδικότερο περιεχόμενο του ανωτέρω δικαιώματος, καθώς και ο τρόπος και οι όροι άσκησης αυτού, δ) η τιμολογιακή πολιτική της Ο.Λ.Θ. Α.Ε. σε ετήσια βάση, καθώς και οι υποχρεώσεις της και ιδιαίτερα οι σχετικές με την πληρότητα των παρεχόμενων από αυτήν υπηρεσιών, τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και τη διασφάλιση της λειτουργικότητας και της ασφάλειας αυτών, ε) οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης του δικαιώματος ή άλλες τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης ή της κείμενης νομοθεσίας.

Από την παραχώρηση του παραπάνω δικαιώματος δεν θίγεται το δικαίωμα του Δημοσίου σχετικά με τη χρήση χώρων ή εγκαταστάσεων για τη στέγαση και τη λειτουργία των υπηρεσιών του εντός της Χερσαίας Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Θεσσαλονίκης.

Επιτρέπεται η απευθείας εκμίσθωση στο Δημόσιο ή στο Ταμείο Χρηματοδοτήσεως  Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑΧΔΙΚ), για χρονικό διάστημα έως 35 έτη, κτιρίου ή  κτιρίων που ανεγείρονται στην ανωτέρω λιμενική ζώνη με δαπάνες της Ο.Λ.Θ.  Α.Ε., για την εγκατάσταση δικαστηρίων. Το μίσθωμα ορίζεται, ύστερα από έκθεση  της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου, με σύμβαση μεταξύ των ως άνω  φορέων και αναπροσαρμόζεται ανά εξαετία, με όμοια διαδικασία. Σε περίπτωση  διαφωνίας, το θεμιτό μίσθωμα καθορίζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο  Θεσσαλονίκης κατά τη διαδικασία των μισθωτικών διαφορών. Η μίσθωση που  καταρτίζεται διέπεται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις του Ν. 3130/2003 (ΦΕΚ  76 Α΄).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του  Ν.3554/2007 (ΦΕΚ Α 80/2007)

2. Με τη σύμβαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να προβλέπεται η υποχρέωση της εταιρείας ή του Ελληνικού Δημοσίου για την πραγματοποίηση επενδύσεων εντός της Χερσαίας Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Θεσσαλονίκης, ο τρόπος χρηματοδότησης των επενδύσεων αυτών, καθώς και η δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων με τη μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης από την Ο.Λ.Θ. Α.Ε. ή τρίτο σε σχέση με τις δραστηριότητες του άρθρου 3 του Καταστατικού της Ο.Λ.Θ. Α.Ε..
3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του έκτου άρθρου του Ν. 2688/1999 (ΦΕΚ 40 Α΄) προστίθενται οι λέξεις “εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο”.
4. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρ. 5 του Καταστατικού της Ο.Λ.Θ. Α.Ε. καταργείται.
5. Μέχρι τη σύναψη της σύμβασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η Ο.Λ.Θ. Α.Ε. ασκεί το δικαίωμα χρήσεως και εκμετάλλευσης των κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Χερσαίας Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Θεσσαλονίκης σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις συμβάσεις παραχώρησης χρήσης κτιρίων, γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων που έχει συνάψει έως την υπογραφή της παραπάνω σύμβασης η Ο.Λ.Θ. Α.Ε. με τρίτους. φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
7. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ο.Λ.Θ. Α.Ε. αυξάνονται σε έντεκα (11) και οι εκπρόσωποι του Δημοσίου σε πέντε (5).
Άρθρο 18
Ρυθμίσεις θεμάτων του Σώματος Έρευνας και Πληροφορικής (Σ.Ε.Π.) του Στρατού Ξηράς
1. Το εδάφιο (1) της υποπαραγράφου β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 2439/1996 (ΦΕΚ 219 Α΄)αντικαθίσταται ως εξής:”(1) Υποστήριξης Μάχης (Τεχνικού. Εφοδιασμού και Μεταφορών, Υλικού Πολέμου. Έρευνας – Πληροφορικής και Υγειονομικού, που περιλαμβάνει τις γενικές ειδικότητες Ιατρών, Οδοντιάτρων, Κτηνιάτρων, Φαρμακοποιών και Νοσηλευτικής”.

2. Το στοιχείο (δ) του εδαφίου (2) της υποπαραγράφου β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 2439/1996 (ΦΕΚ 219 Α΄) καταργείται και τα στοιχεία (ε) έως (ία) αναριθμούνται σε (δ) έως (ι) αντίστοιχα.
3. Ο ανώτερος βαθμός μέχρι του οποίου μπορούν να εξελιχθούν οι αξιωματικοί του Σ.Ε.Π. του Στρατού Ξηράς είναι αυτός του Υποστρατήγου.
4. Οι αξιωματικοί του Σ.Ε.Π. του Στρατού Ξηράς συμπληρώνουν κατά βαθμό τον προβλεπόμενο στο επόμενο εδάφιο χρόνο διοίκησης ή ειδικής υπηρεσίας. Οι αξιωματικοί βαθμών Ανθυπολοχαγού μέχρι και Αντισυνταγματάρχη συμπληρώνουν σε κάθε βαθμό δύο (2) έτη χρόνο διοίκησης σε μονάδες, υπομονάδες, διμοιρίες του Σώματος τους ή ειδικής υπηρεσίας σε Γραφεία Έρευνας και Πληροφορικής Συγκροτημάτων ή Σχηματισμών, ενώ οι αξιωματικοί βαθμού Συνταγματάρχη οκτώ (8) έτη συνολικής υπηρεσίας αξιωματικού σε μονάδα ή γραφείο του Σ.Ε.Π., περιλαμβανομένης και αυτής του Όπλου ή Σώματος στο οποίο ανήκαν πριν τη μετάταξη τους στο Σ.Ε.Π..
5. Η παράγραφος 11 του άρθρου 11 του Ν. 2439/1996 (ΦΕΚ 219 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:”11. Αξιωματικοί που προέρχονται από Ανθυπασπιστές, στους οποίους αναγνωρίζεται, για προαγωγή στη συνολική υπηρεσία αξιωματικού, ο χρόνος της παρ. 9 του άρθρου 5, δεν προάγονται στον επόμενο βαθμό, αν δεν έγινε έναρξη προαγωγής στο βαθμό αυτόν των αξιωματικών Όπλων και Σωμάτων Τεχνικού, Εφοδιασμού και Μεταφορών. Υλικού Πολέμου και Έρευνας και Πληροφορικής του Στρατού Ξηράς, προέλευσης Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, των Μαχίμων του Πολεμικού Ναυτικού και των Ιπταμένων της Πολεμικής Αεροπορίας, οι οποίοι ονομάστηκαν μόνιμοι Ανθυπολοχαγοί, Σημαιοφόροι ή Ανθυποσμηναγοί αντίστοιχα μέσα στο ίδιο με τους αξιωματικούς αυτούς ημερολογιακό έτος.”

6. Η υποπαράγραφος α΄ της παρ. 17 του άρθρου 20 του Ν. 2439/1996 (ΦΕΚ 219 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:”α. Ταξίαρχοι Ελεγκτικού του Στρατού Ξηράς”.

7. Έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 19
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει:α) των διατάξεων του άρθρου 12 από την 1η Ιανουαρίου 2001 και μετά,

β) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση αυτού του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός και αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.

Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.