ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ.2870 ΦΕΚ Α`276/19-12-2000

Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλγερίας για την αμοιβαία ενθάρρυνση και προστασία των επενδύσεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλγερίας για την αμοιβαία ενθάρρυνση και προστασία των επενδύσεων, που υπογράφηκε στο Αλγέρι στις 20 Φεβρουαρίου 2000, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και γαλλική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΛΑΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΛΓΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλγερίας, αποκαλούμενες εφεξής “τα Συμβαλλόμενα Μέρη”,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν την οικονομική τους συνεργασία με τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την πραγματοποίηση επενδύσεων από υπηκόους του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την ανάγκη αμοιβαίας ενθάρρυνσης και προστασίας των επενδύσεων, με στόχο την προώθηση της μεταφοράς τεχνολογίας και κεφαλαίων προς το αμοιβαίο όφελος των δύο Συμβαλλόμενων Μερών,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΑΡΘΡΟ 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας:

1. Ο όρος “επένδυση” σημαίνει κάθε είδους περιουσιακό στοιχείο που έχει επενδυθεί από επενδυτή του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου και, ειδικότερα, αλλά όχι αποκλειστικά:

α) κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία και κάθε εμπράγματο δικαίωμα, όπως υποθήκες, δουλείες, νομή, εμπράγματες ασφάλειες και ανάλογα δικαιώματα,

β) μετοχές, εταιρικά μερίδια και άλλες μορφές συμμετοχής στο κεφάλαιο εταιρίας που έχει συσταθεί στο έδαφος ενός των Συμβαλλόμενων Μερών,

γ) χρηματικές απαιτήσεις, δάνεια και κάθε άλλη απαίτηση που έχει οικονομική αξία,

δ) δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας,

ε) παραχωρήσεις επιχειρηματικών δικαιωμάτων, βάσει νόμου ή συμβάσεως, περιλαμβανομένων και παραχωρήσεων για έρευνα, εξόρυξη ή εκμετάλλευση φυσικών πόρων.

2. Ο όρος “απόδοση” σημαίνει τα έσοδα που αποφέρει μία επένδυση, όπως κέρδη, τόκους, μερίσματα, υπεραξία, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλες αμοιβές.

3. Ο όρος “επενδυτής” σημαίνει σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος:

α) φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του,

β) νομικά πρόσωπα ή άλλες οντότητες, που έχουν συσταθεί ή είναι οργανωμένες σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους και ασκούν την πραγματική οικονομική τους δραστηριότητα στο έδαφος του ίδιου Συμβαλλόμενου Μέρους.

4. Ο όρος “έδαφος” σημαίνει, σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το έδαφος υπό την κυριαρχία του, περιλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων, και, πέραν των χωρικών υδάτων, τις θαλάσσιες περιοχές, επί των οποίων το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ασκεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κυριαρχικά δικαιώματα ή δικαιοδοσία.

ΑΡΘΡΟ 2

Προώθηση και προστασία των επενδύσεων

1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος δέχεται και ενθαρρύνει, στα πλαίσια της νομοθεσίας του και των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, επενδύσεις που πραγματοποιούν στο έδαφός του επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.

2. Επενδύσεις επενδυτών Συμβαλλόμενου Μέρους απολαμβάνουν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δικαίας μεταχειρίσεως και πλήρους και συνεχούς προστασίας και ασφάλειας, αποκλειομένου κάθε μέτρου αδικαιολόγητου ή διακριτικής φύσεως, που θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διαχείριση, συντήρηση, χρήση, εκμετάλλευση ή διάθεση των εν λόγω επενδύσεων.

3. Ενδεχόμενη μεταβολή του τύπου της επένδυσης που έχει πραγματοποιηθεί δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της ως επένδυσης, εφόσον η εν λόγω μεταβολή δεν είναι αντίθετη προς τη νομοθεσία του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.

4. Η απόδοση των επενδύσεων και, σε περίπτωση επανεπενδύσεως, το σχετικό εισόδημα, απολαμβάνουν της ιδίας προστασίας με την αρχική επένδυση.

5. Επενδύσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερων υποχρεώσεων από πλευράς Συμβαλλόμενου Μέρους σε σχέση με επενδυτή του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, διέπονται, μη θιγομένων των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, από τους όρους των εν λόγω υποχρεώσεων, στο μέτρο που αυτοί είναι ευνοϊκότεροι από τους προβλεπόμενους από την παρούσα Συμφωνία.

ΑΡΘΡΟ 3

Μεταχείριση των επενδύσεων

1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παραχωρεί στις επενδύσεις, που πραγματοποιούνται στο έδαφός του από επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί σε επενδύσεις των ιδίων επενδυτών του ή σε επενδύσεις επενδυτών τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.

2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παραχωρεί στους επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, όσον αφορά τη δραστηριότητα που αναπτύσσουν σε σχέση με τις επενδύσεις τους στο έδαφός του, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί στους ιδίους επενδυτές του ή σε επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.

3. Η μεταχείριση αυτή δεν εκτείνεται σε προνόμια ή πλεονεκτήματα που παραχωρεί Συμβαλλόμενο Μέρος σε επενδυτές τρίτου κράτους.

α) βάσει της συμμετοχής του σε ή της σύνδεσής του με οικονομική ή τελωνειακή ένωση, κοινή αγορά, ζώνη ελεύθερων συναλλαγών, οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ενοποίησης ή άλλη παρόμοια οργάνωση,

β) βάσει συμφωνίας αποφυγής διπλής φορολογίας ή άλλης συμφωνίας φορολογικού περιεχομένου.

ΑΡΘΡΟ 4

Απαλλοτρίωση

Επενδύσεις επενδυτών Συμβαλλόμενου Μέρους δεν υπόκεινται σε απαλλοτρίωση, εθνικοποίηση ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο τα αποτελέσματα του οποίου ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση ή εθνικοποίηση (αποκαλούμενες εφεξής “απαλλοτρίωση”), παρά μόνον εφόσον η εν λόγω απαλλοτρίωση:

α) πραγματοποιείται για λόγους δημόσιου συμφέροντος και με νόμιμες διαδικασίες,

β) σε μη διακριτική βάση, και

γ) συνοδεύεται από την καταβολή άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημιώσεως.

Το ποσό της αποζημιώσεως πρέπει να ανταποκρίνεται στην αγοραία αξία της θιγόμενης επενδύσεως την παραμονή της ημέρας κατά την οποία ελήφθη το συγκεκριμένο μέτρο ή έγινε δημοσίως γνωστό, επιλεγόμενου του προγενέστερου χρονικού σημείου.

Η αποζημίωση αυτή μεταφέρεται ελεύθερα και αμέσως σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.

Περιλαμβάνει τόκο από την ημέρα της απαλλοτριώσεως έως την ημέρα πραγματικής καταβολής, με το εμπορικό επιτόκιο της αγοράς.

ΑΡΘΡΟ 5

Αποζημίωση

Οι επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, των οποίων οι επενδύσεις στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους υφίστανται ζημίες λόγω πολέμου ή άλλης ένοπλης σύγκρουσης, επανάστασης, καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης, πολιτικών αναταραχών ή άλλων παρόμοιων γεγονότων στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, απολαμβάνουν, εκ μέρους του τελευταίου, όσον αφορά την αποκατάσταση, αποζημίωση ή άλλου είδους διευθέτηση, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που το Συμβαλλόμενο Μέρος αυτό επιφυλάσσει στους ιδίους επενδυτές του ή στους επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.

Σε περίπτωση που επενδυτής Συμβαλλόμενου Μέρους, σε μία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, υφίσταται ζημία στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους λόγω επιτάξεως της επενδύσεώς του από τις αρμόδιες αρχές του Συμβαλλόμενου Μέρους αυτού, τυγχάνει, εκ μέρους του τελευταίου, άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής επανορθώσεως ή αποζημιώσεως.

ΑΡΘΡΟ 6

Μεταφορές

1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, στο έδαφος του οποίου έχουν πραγματοποιηθεί επενδύσεις από επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, παραχωρεί στους εν λόγω επενδυτές, μετά την εκπλήρωση των φορολογικών και άλλων χρηματικών υποχρεώσεων σχετικών με την επένδυση, την ελεύθερη μεταφορά των πληρωμών και ειδικότερα, αλλά όχι αποκλειστικά:

α) του αρχικού κεφαλαίου και πρόσθετων ποσών αναγκαίων για τη συντήρηση ή ανάπτυξη της επένδυσης,

β) της απόδοσης,

γ) ποσών για την εξόφληση δανείων που έχουν συναφθεί κανονικά και συνδέονται με την πραγματοποιθείσα επένδυση,

δ) του προϊόντος πωλήσεως ή ρευστοποιήσεως της επένδυσης ή μέρους αυτής,

ε) των αποζημιώσεων που καταβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5.

2. Η μεταφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται χωρίς καθυστέρηση, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, με την ισοτιμία που επικρατεί κατά την ημέρα της μεταφοράς στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους όπου έχει πραγματοποιηθεί η επένδυση.

ΑΡΘΡΟ 7

Υποκατάσταση

1. Εάν οι επενδύσεις επενδυτή ενός Συμβαλλόμενου Μέρους είναι ασφαλισμένες για μη εμπορικούς κινδύνους, στα πλαίσια νομίμου συστήματος εγγυήσεως, κάθε υποκατάσταση του ασφαλιστή, βάσει των όρων της ασφαλιστικής σύμβασης, αναγνωρίζεται από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, μη θιγομένων των δικαιωμάτων του επενδυτή βάσει του άρθρου 9 της παρούσας Συμφωνίας.

2. Ο ασφαλιστής δεν δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα άλλα πέραν των δικαιωμάτων που θα εδικαιούτο να ασκήσει ο επενδυτής.

3. Διαφορές μεταξύ Συμβαλλόμενου Μέρους και ασφαλιστή θα επιλύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 8

Επίλυση διαφορών μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών

1. Κάθε διαφορά μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, σχετική με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, επιλύεται δια της διπλωματικής οδού.

2. Εάν η διαφορά δεν μπορέσει να διευθετηθεί κατ` αυτόν τον τρόπο εντός έξι μηνών από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, υποβάλλεται σε διαιτητικό δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως Συμβαλλόμενου Μέρους.

3. Το διαιτητικό δικαστήριο συγκροτείται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ως ακολούθως:

Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ορίζει έναν διαιτητή και οι δύο αυτοί διαιτητές επιλέγουν έναν υπήκοο τρίτης χώρας ως πρόεδρο. Οι διαιτητές ορίζονται εντός τριών μηνών και ο πρόεδρος εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης για διαιτησία.

4. Εάν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν γίνει οι αναγκαίοι διορισμοί, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί, ελλείψει άλλης Συμφωνίας, να ζητήσει από τον Πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς. Εάν ο Πρόεδρος είναι υπήκοος ενός των Συμβαλλόμενων Μερών ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπο να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς ο Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου. Σε περίπτωση που ο Αντιπρόεδρος είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους ή κωλύεται επίσης κατ` άλλον τρόπο να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, το αρχαιότερο κατά σειρά Μέλος του Δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς.

5. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει σύμφωνα με το νόμο και, ιδίως, βάσει των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, καθώς και των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων και αρχών του διεθνούς δικαίου.

6. Το δικαστήριο αποφασίζει την εσωτερική του διαδικασία. Ερμηνεύει την απόφαση κατόπιν αιτήσεως Συμβαλλόμενου Μέρους. Το δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του κατά πλειοψηφία. Η απόφαση αυτή είναι τελική και δεσμευτική για τα Μέρη.

7. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος φέρει το κόστος του διαιτητή που όρισε το ίδιο, καθώς και της εκπροσώπησής του. Το κόστος του προέδρου, καθώς και κάθε άλλο κόστος φέρουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη εξίσου, εκτός εάν το δικαστήριο αποφασίσει διαφορετική κατανομή του κόστους.

ΑΡΘΡΟ 9

Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτή και Συμβαλλόμενου Μέρους

1. Κάθε διαφορά μεταξύ επενδυτή του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους και του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, επιλύεται, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, φιλικά.

2. Εάν η εν λόγω διαφορά δεν μπορέσει να επιλυθεί εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ένα από τα Μέρη ζήτησε τη φιλική διευθέτησή της, υποβάλλεται, κατόπιν αιτήσεως του επενδυτή είτε στο αρμόδιο δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους που εμπλέκεται στη διαφορά είτε στη διεθνή διαιτησία.

Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος συγκατατίθεται άνευ όρων στην υποβολή των εν λόγω διαφορών στη διεθνή διαιτησία, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Εφόσον ο επενδυτής υποβάλλει τη διαφορά είτε στα δικαστήρια του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους είτε στη διεθνή διαιτησία, η επιλογή του είναι οριστική.

3. Εφόσον η διαφορά παραπεμφθεί στη διεθνή διαιτησία, ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να υποβάλλει τη διαφορά:

α) είτε στο Διεθνές Κέντρο για το Διακανονισμό των Διαφορών εξ Επενδύσεων, που ιδρύθηκε με τη Σύμβαση “δια την ρύθμισιν των σχετιζομένων προς τας επενδύσεις διαφορών μεταξύ Κρατών και υπηκόων άλλων Κρατών”, η οποία ανοίχθηκε για υπογραφή στην Ουάσιγκτον D.C. στις 18 Μαρτίου 1965,

β) είτε σε ad hoc διαιτητικό δικαστήριο, το οποίο συνιστάται σύμφωνα με τους κανόνες περί διαιτησίας της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο.

4. Οι διαιτητικές αποφάσεις είναι τελεσίδικες και δεσμευτικές για τα Μέρη της διαφοράς. Εκτελούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, μέρους της διαφοράς.

5. Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας ή της εκτελέσεως της διαιτητικής αποφάσεως το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει εμπλακεί στη διαφορά δεν δύναται να επικαλεσθεί ότι ο επενδυτής του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους έχει τύχει αποζημιώσεως βάσει ασφαλιστικής συμβάσεως.

ΑΡΘΡΟ 10

Διαβουλεύσεις

Κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, διεξάγονται διαβουλεύσεις μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, επί θεμάτων που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Οι διαβουλεύσεις αυτές διεξάγονται κατόπιν προτάσεως Συμβαλλόμενου Μέρους, σε χρόνο και τόπο που συμφωνούνται δια της διπλωματικής οδού.

ΑΡΘΡΟ 11

Εφαρμογή άλλων διατάξεων

Εφόσον η νομοθεσία Συμβαλλόμενου Μέρους ή υφιστάμενες ή αναλαμβανόμενες στο μέλλον, μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, διεθνείς υποχρεώσεις επιπλέον της παρούσας Συμφωνίας, περιλαμβάνουν ρυθμίσεις, γενικές ή ειδικές, με τις οποίες παρέχεται το δικαίωμα σε επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους για ευνοϊκότερη μεταχείριση από την προβλεπόμενη με την παρούσα Συμφωνία, οι ρυθμίσεις αυτές, στο μέτρο που είναι ευνοϊκότερες, υπερισχύουν της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 12

Εφαρμογή

Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη θέση της σε ισχύ, από επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου.

Ωστόσο, η Συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε διαφορές που ηγέρθησαν πριν από τη θέση της σε ισχύ.

ΑΡΘΡΟ 13

Θέση σε ισχύ – Διάρκεια – Λήξη

1. Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ τριάντα ημέρες από την ημερομηνία ανταλλαγής των εγγράφων επικυρώσεως.

Παραμένει σε ισχύ για μία περίοδο δέκα ετών.

2. Εκτός εάν καταγγελθεί εγγράφως από Συμβαλλόμενο Μέρος τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της αρχικής περιόδου ισχύος της, η παρούσα Συμφωνία παρατείνεται σιωπηρώς για δεκαετείς συνεχόμενες περιόδους. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει τη Συμφωνία εν συνεχεία, κατόπιν εγγράφου προειδοποιήσεως τουλάχιστον ενός έτους.

3. Όσον αφορά επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη λήξη της ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, αυτές θα εξακολουθούν να τυγχάνουν της προστασίας των διατάξεών της για μία επιπρόσθετη περίοδο δέκα ετών.

Έγινε εις διπλούν, στο Αλγέρι την 20ή Φεβρουαρίου 2000 στην ελληνική, αραβική και γαλλική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Σε περίπτωση ερμηνευτικών διαφορών, υπερισχύει το γαλλικό κείμενο.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΛΑΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΛΓΕΡΙΑΣ

(υπογραφή) (υπογραφή)

Τα Πρωτόκολλα – Πρακτικά που καταρτίζονται κατά τις διαβουλεύσεις του άρθρου 10 της Συμφωνίας εγκρίνονται με κοινή πράξη των αρμόδιων κατά περίπτωση Υπουργών.

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 13 παρ. 1 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 2000

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 2000

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ