ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 2837/3.8.2000
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 178
3 Αυγούστου 2000
ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 2837
Ρύθμιση θεμάτων Ανταγωνισμού, Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Τουρισμού και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Άρθρο 1
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 703/1977
1. Το άρθρο 2α του Ν. 703/1977 (ΦΕΚ 278 Α΄), όπως ισχύει, καταργείται.
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Η δημιουργία κοινής επιχείρησης, η οποία εκπληρώνει μόνιμα όλες τις λειτουργίες αυτόνομης οικονομικής ενότητας και δεν συνεπάγεται το συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς μεταξύ επιχειρήσεων που παραμένουν ανεξάρτητες, αποτελεί πράξη συγκέντρωσης κατά την έννοια της παραγράφου 2 στοιχείο β΄.
3. Το άρθρο 4α του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, καταργείται.
4. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4β του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«α. με τη συγκέντρωση αποκτάται ή αυξάνεται μερίδιο αγοράς των προϊόντων ή των υπηρεσιών, που αφορά η συγκέντρωση, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4στ, που αντιπροσωπεύει στην εθνική αγορά ή σε ένα σημαντικό, σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών, τμήμα της, τουλάχιστον τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) του συνολικού κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που θεωρούνται ομοειδή από τον καταναλωτή λόγω των ιδιοτήτων, της τιμής τους και της χρήσης για την οποία προορίζονται ή
β. ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4στ, ανέρχεται στην εθνική αγορά, τουλάχιστον σε εκατόν πενήντα εκατομμύρια (150.000.000) Ευρώ (Euro) και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν, καθεμία χωριστά, συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) Ευρώ (Euro).
5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 4β του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Υποχρεούνται σε γνωστοποίηση:
α. σε περίπτωση που η συγκέντρωση αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, η καθεμία από αυτές,
β. σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, τα πρόσωπα, οι επιχειρήσεις ή ομάδες προσώπων ή επιχειρήσεων, που αποκτούν έλεγχο στο σύνολο ή σε τμήματα μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων».
6. Το δεύτερο εδάφιο του στοιχείου α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 4στ του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Στην περίπτωση του άρθρου 4β παρ. 1 στοιχείο β΄ ο συνολικός κύκλος εργασιών, που έχει πραγματοποιηθεί στην εθνική αγορά, αντικαθίσταται από το ένα δέκατο (1/10) των στοιχείων του ενεργητικού, πολλαπλασιαζόμενο επί το λόγο των απαιτήσεων, που προκύπτουν από τις συναλλαγές με τράπεζες, άλλα πιστωτικά ιδρύματα και πελάτες που έχουν την εγκατάσταση τους ή την κατοικία τους στην Ελλάδα, προς το συνολικό ποσό των απαιτήσεων αυτών».
7. Η τρίτη περίοδος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια».
8. Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Στις ανώνυμες εταιρίες που ιδρύονται ή αυξάνουν το κεφάλαιο τους επιβάλλεται ανταποδοτικό τέλος ύψους ένα τοις χιλίοις (0,001) υπολογιζόμενο επί του ιδρυτικού κεφαλαίου ή επί του ποσού της αύξησης του κεφαλαίου αντιστοίχως υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα έσοδα αυτά εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από 2 (δύο) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά κα΄ οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του άρθρου 13γ και τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υπόκειται στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Αν από την οικονομική διαχείριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο τέλος κάθε διετίας προκύπτει οικονομικό αποτέλεσμα (έσοδα-έξοδα) που υπερβαίνει τις δαπάνες της προηγούμενης χρήσης, έως το 80% του οικονομικού αποτελέσματος αυτού διατίθεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί από μόνη της να προβαίνει στην ανάθεση έργων και προμηθειών σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της.
Ο προϋπολογισμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού προσαρτάται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης».
9. Η παράγραφος 3 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι εννεαμελής και απαρτίζεται από:
α. έναν σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εν ενεργεία ή μη, ή έναν πρώην ανώτατο δικαστή της πολιτικής ή διοικητικής δικαιοσύνης,
β. από έναν εκπρόσωπο της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (Ο.Κ.Ε.), του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.) και της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΕ.Σ.Ε.Β.Ε.) με τους αναπληρωτές τους.
Οι εκπρόσωποι είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και εμπειρίας σε θέματα δικαίου του ανταγωνισμού και επιλέγονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης από κατά-λογο τριών προσώπων που υποβάλλεται από κάθε φορέα για κάθε τακτικό μέλος και τον αναπληρωτή του αντιστοίχως,
γ. ένα μέλος Δ.Ε.Π. Α.Ε.Ι., με ειδίκευση στο δίκαιο του ανταγωνισμού,
δ. ένα μέλος Δ.Ε.Π. Α.Ε.ί., με ειδίκευση και εμπειρία στα οικονομικά θέματα της πολιτικής ανταγωνισμού,
ε. δύο πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους με εμπειρία σε θέματα δημοσίου και κοινοτικού οικονομικού δίκαιου, καθώς και σε θέματα πολιτικής ανταγωνισμό.
Τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από τον Υπουργό Ανάπτυξης».
10. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής και ο αναπληρωτής του ορίζονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης μεταξύ των μελών της Επιτροπής. Πριν από το διορισμό διατυπώνεται η γνώμη της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, ως προς το-προτεινόμενο για τη θέση του Προέδρου. Ο Πρόεδρος είναι κρατικός λειτουργός αποκλειστικής απασχόλησης τελεί για το χρόνο που κατέχει τη θέση του σε αναστολή, της επαγγελματικής του δραστηριότητας και εφόσον είναι μέλος Δ.Ε.Π. Α.Ε. σε άδεια που του χορηγείται κατά το άρθρο 17 παρ. 4 περ. σ΄ του Ν. 1266/1981.
11. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής.
«Με απόφαση του Υπουργού Αναπτύξω, μετά από γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού θεσπίζεται Κώδικας Δεοντολογίας που ρυθμίζει τον τρόπο οίκησης τα-καθηκόντων των μελών της Επιτροπής και του προσωπικού της Γραμματείας της».
12. Η παράγραφος 10 του άρθρου 8 του Ν. 703/11977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής.
«10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εσωτερικών, Δημόσια; Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θεσπίζεται Κανονισμός Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Με τον Κανονισμό ρυθμίζονται η εσωτερική λειτουργία, ο τρόπος διαχείρισης των πόρων της Επιτροπής, τα κωλύματα και η και η εξαίρεση του Προέδρου, των μελών και του Γραμματέα της, η προδικασία και διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, η κατάρτιση, δημοσίευση και κοινοποίηση των αποφάσεων της, η παροχή αντιγράφων ή αποσπασμάτων των αποφάσεων ή γνωμοδοτήσεων της και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια».
13. Στο άρθρο 8β του Ν. 703/1977 όπως ίσχυε, προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου υποβοηθούν το έργο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κατ΄ αίτηση του Προέδρου της, ιδίως με τη συνδρομή της Επιτροπής στο πλαίσιο της διεξαγωγής ερευνών του α:ν θρου 26 και της συλλογής και παροχής πληροφοριών και στοιχείων σχετικά με:
α) την εξέλιξη, διάρθρωση και τις τάσεις της εγχώριας κατανάλωσης, την οργάνωση και δομή κλάδων της αγοράς, καθώς και τις συνθήκες ανταγωνισμού κάθε κλάδου,
β) την κατάρτιση πινάκων διακλαδικών κοστολογικών σχέσεων και δεικτών,
γ) την παρακολούθηση του βαθμού συγκέντρωσης των επιχειρήσεων κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας ή την ύπαρξη εναρμονισμένων πρακτικών και τη διερεύνηση καταχρηστικής συμπεριφοράς της δεσπόζουσας θέσης επιχειρήσεων,
δ) την παρακολούθηση της εκτέλεσης των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των υπουργικών και δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται επ΄ αυτών».
14. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 8γ του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού εκπροσωπεί την Επιτροπή ενώπιον παντός τρίτου και έχει σύμφωνα με το νομό, τις κανονιστικές πράξεις και τις αποφάσεις της Ολομέλειας, την ευθύνη της λειτουργίας αυτής, ασκεί δε τις προς τούτο αρμοδιότητες και ιδίως».
15. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8δ του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο αριθμός των θέσεων του πάσης φύσεως προσωπικού δεν μπορεί να υπερβαίνει τις ογδόντα (80)».
16. Το πέμπτο και το έκτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 8δ του Ν. 703/1977, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 2741/1999, αντικαθίστανται ως εξής:
«Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και σύμφωνα με τις διατάξεις τής παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Ν. 2527/1997. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου».
17. Η παράγραφος 6 του άρθρου 8δ του Ν. 703/1977, που προστέθηκε με το Ν. 2741/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Για τις θέσεις των προϊσταμένων των Διευθύνσεων, Τμημάτων και Γραφείων της Γραμματείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι δυνατόν να επιλέγονται υπάλληλοι που υπηρετούν στην Επιτροπή με απόσπαση».
18. Στο άρθρο 8δ του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Οι υπάλληλοι της Γραμματείας, καθώς και οι αποσπώμενοι σε αυτήν υπάλληλοι λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αμοιβή που καθορίζεται κατά κατηγορία με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στην περίπτωση που οι αποσπασμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν από την υπηρεσία τους ειδικές πρόσθετες αμοιβές, υποχρεούνται να επιλέξουν με δήλωση τους προς τη Γραμματεία της Επιτροπής Ανταγωνισμού που κοινοποιείται και στην υπηρεσία, από την οποία είναι αποσπασμένοι, την ειδική πρόσθετη αμοιβή της παρούσας παραγράφου ή τις ειδικές πρόσθετες απολαβές που προβλέπονται στην οργανική τους θέση. Οι αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού δεν μπορεί να είναι μικρότερες από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 92Α του Κώδικα περί Δικηγόρων. Η πρόσληψη δικηγόρου σε θέση ειδικού επιστημονικού προσωπικού συνεπάγεται αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος».
19. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8ε του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού παρέχει τη γνώμη της για θέματα ανταγωνισμού με δική της πρωτοβουλία προς τον Υπουργό Ανάπτυξης και οποιονδήποτε άλλο κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό και αν τής ζητηθεί προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, τον Υπουργό Ανάπτυξης, ενώσεις επιμελητηρίων, ενώσεις βιομηχανικών και εμπορικών συλλόγων».
20. Μετά το άρθρο 8ε του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, προστίθεται νέο άρθρο 8στ που έχει ως εξής:
«`Αρθρο 8στ Σχέσεις με ρυθμιστικές αρχές
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεργάζεται με τις αρχές, στις οποίες έχει ανατεθεί ο έλεγχος της λειτουργίας ει¬δικών τομέων της οικονομίας, όπως η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, διατυπώνει γνώμη για θέματα πολιτικής ανταγωνισμού στους τομείς αυτούς και αποφασίζει, ως αποκλειστικώς αρμόδια για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, επί των υποθέσεων που παραπέμπονται σε αυτήν από τις αρχές αυτές».
21. Το στοιχείο α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:
«α. καθορίζει το χρόνο έναρξης της, ο οποίος με την επιφύλαξη των περιπτώσεων του άρθρου 21 παράγραφος 3, δεν μπορεί να είναι προγενέστερος της γνωστοποίησης».
22. Μετά το άρθρο 11 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, προστίθεται νέο άρθρο 11α, που έχει ως εξής:
«`Αρθρο 11α Συνοπτική διαδικασία επί γνωστοποιήσεων και καταγγελιών
Προφανώς αβάσιμες καταγγελίες παραβάσεων των άρθρων 1 παράγραφος 1 και 2, καθώς και γνωστοποιήσεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφοι 1 και 3 και αναφέρονται σε επιχειρηματικές συμπεριφορές που προφανώς δεν επηρεάζουν τον ανταγωνισμό, μπορούν να τίθενται στο αρχείο χωρίς συζήτηση ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού με αιτιολογημένη απόφαση του Προέδρου και τη σύμφωνη γνώμη δύο μελών της Επιτροπής, που ορίζονται προς τούτο με τους αναπληρωτές τους από τον Πρόεδρο, κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο κάθε ημερολογιακού έτους για χρονικό διάστημα ενός έτους».
23. Η παράγραφος 1 του άρθρου 13γ του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποβάλλει τον Ιούνιο κάθε έτους στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης και στον Πρόεδρο της Βουλής ετήσια έκθεση, η οποία περιέχει στοιχεία για τη δραστηριότητα της, τις αποφάσεις της και τις εκτιμήσεις τής για την κατάσταση και τις εξελίξεις στον τομέα της αρμοδιότητας τής».
24. Στο άρθρο 21 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει, προστίθενται παράγραφοι 3 και 4 ως εξής:
«3. Η υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 1 δεν ισχύει για συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές, όταν:
α. αυτές οι συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές συνάπτονται μεταξύ δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, η καθεμία από τις οποίες δραστηριοποιείται για τους σκοπούς της συμφωνίας σε διαφορετικό στάδιο της αλυσίδας παραγωγής ή διανομής και αφορούν τους όρους, με τους οποίους τα μέρη προμηθεύονται ή πωλούν ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες,
β. συμμετέχουν μόνο δύο επιχειρήσεις και οι συμφωνίες αυτές απλώς επιβάλλουν στον αποκτώντα ή στον χρήστη δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή στον εκ συμβάσεως εκδοχέα ή δικαιούχο άδειας εκμετάλλευσης μεθόδων κατασκευής ή γνώσεων σχετικών με τη χρησι¬μοποίηση και εφαρμογή βιομηχανικής τεχνικής, περιορισμούς στην άσκηση των δικαιωμάτων αυτών.
4. Η δυνατότητα χορήγησης απαλλαγής κατά το άρθρο 1 παρ. 3 σε συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές της προηγούμενης παραγράφου προϋποθέτει γνωστοποίηση τους στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Ο χρόνος έναρξης της κατ΄ άρθρο 1 παρ. 3 απόφασης μπορεί να είναι προγενέστερος του χρόνου γνωστοποίησης των συμφωνιών ή εναρμονισμένων πρακτικών αυτών».
25. Επαναφέρονται σε ισχύ οι διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 4 εδάφιο τέταρτο και 14, 15, 16, 17 και 18 του Ν. 703/1977, πλην της παρ. 2 του άρθρου 16, τροποποιούμενες ως εξής:
α) Η προθεσμία του άρθρου 14 παρ. 1 ορίζεται σε 60 (εξήντα) ημέρες.
β) Η παρ. 2 του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Σε περίπτωση όμως ύπαρξης αποχρώντος λόγου, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, δύναται ο Πρόεδρος του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών να αναστείλει εν όλω ή εν μέρει ή υπό όρους, την εκτέλεση της απόφασης κατά της οποίας ασκήθηκε προσφυγή, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 200 επ. του «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας».
γ) Όπου στις διατάξεις αυτές αναφέρεται ο Κώδικας Φορολογικής Δικονομίας νοείται ο «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας» (Ν. 2717/1999).
δ) Η παραπομπή του άρθρου 17 παρ. 1 και 4 του Ν. 703/1977 στο άρθρο δέκατο έκτο του κυρωτικού προεδρικού διατάγματος του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας (Π.Δ. 331/1985) νοείται ως παραπομπή στο άρθρο 29 περ. (η) του Οργανισμού των Δικαστηρίων (Ν. 1756/1988).
26. Οι συγκεντρώσεις, που έχουν πραγματοποιηθεί ή γνωστοποιηθεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού κατ΄ εφαρμογή των άρθρων 4α και 4β του Ν. 703/1977, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 703/1977, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.
27. Οι διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφοι 3 και 4 του Ν. 703/1977, που προστίθενται με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται και στις συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
28. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζεται η αναδιάρθρωση της Γραμματείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οργάνωση, οι αρμοδιότητες, τα απαιτούμενα προσόντα του προσωπικού, ο αριθμός των θέσεων προσωπικού, η κατανομή τους σε κλάδους και ειδικότητες, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια .
29. Ειδικά για το οικονομικό έτος 2000, με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, μπορεί να μεταφέρεται, ως κρατική επιχορήγηση, μέρος του ποσού που προβλέπεται στον κωδικό ΚΑΕ 2419 «Επιχορήγηση σε λοιπά Επιστημονικά Ιδρύματα» του φορέα 35/120 του τακτικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Ανάπτυξης, το οποίο κατατίθεται ως έσοδο της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο λογαριασμό που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977, όπως ισχύει και αντικαθίσταται με τον παρόντα.
30. Οι διατάξεις της παρ. 25 του άρθρου 1 του παρόντος εφαρμόζονται και σε προσφυγές που δεν έχουν συζητηθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, καθώς και σε αιτήσεις αναστολής εκτελέσεως για τις οποίες δεν εκδόθηκαν αποφάσεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και οι οποίες παραπέμπονται στο αρμόδιο δικαστήριο και πριν από την παραπομπή των αντίστοιχων προσφυγών.
Άρθρο 2
Τροποποίηση διατάξεων του κωδ. νόμου 2190/1920 «περί Ανωνύμων Εταιρειών»
1. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του κωδ. νόμου 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α΄), όπως ισχύει, δυνάμει του άρθρου 22 παρ. 3 του Ν. 2753/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η εξακρίβωση της αξίας των εταιρικών εισφορών σε είδος κατά τη σύσταση της εταιρείας, καθώς και σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, γίνεται μετά από γνωμοδότηση τριμελούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων που αποτελείται από έναν ή δύο υπαλλήλους του Υπουργείου Ανάπτυξης (Τομέας Εμπορίου) ή της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, πτυχιούχους ανωτάτης σχολής, με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία ή από έναν ή δύο ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές ή ορκωτούς εκτιμητές, κατά περίπτωση, και από έναν εμπειρογνώμονα, εκπρόσωπο του αρμόδιου Επιμελητηρίου. Τα μέλη της επιτροπής δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από την εταιρεία.
Στις περιπτώσεις συγχωνεύσεως πιστωτικών ιδρυμάτων, η παραπάνω επιτροπή αποτελείται υποχρεωτικά από έναν ορκωτό ελεγκτή – λογιστή και έναν ορκωτό εκτιμητή και τον εκπρόσωπο του αρμόδιου Επιμελητηρίου.
Με κανονιστικές αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να καθορίζονται και άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικής σύνθεσης της επιτροπής για κατηγορίες εταιρειών».
2. Η παρ. 2 του άρθρου 11 του κωδ. νόμου 2190/1920, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Σε κάθε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου η κατά τα ανωτέρω πιστοποίηση της καταβολής ή μη αυτού από το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να γίνεται εντός προθεσμας ενός μηνός από τη λήξη της ορισθείσας προθεσμίας καταβολής του ποσού της αύξησης».
3. Η παρ. 6 του άρθρου 11 του κωδ. νόμου 2190/1920, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Η καταβολή των μετρητών για κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου ή τυχόν αυξήσεων αυτού, καθώς και οι καταθέσεις μετόχων με προορισμό τη μελλοντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, θα πραγματοποιούνται, υποχρεωτικά, με κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό επ΄ ονόματι της εταιρείας, που θα τηρείται σε οποιαδήποτε τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα».
Άρθρο 3
Θέματα ιδιωτικής επιχείρησης ασφάλισης
1. Στο άρθρο 10 του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Κατά παρέκκλιση των κείμενων φορολογικών, ασφαλιστικών και λοιπών διατάξεων, στις περιπτώσεις μεταβίβασης ή εκποίησης περιουσιακών στοιχείων ασφαλιστικών εταιρειών που τελούν υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης, δεν είναι αναγκαία η προσκομιδή πιστοποιητικού φορολογικής ή ασφαλιστικής ενημερότητας και κάθε άλλου εγγράφου γενικά που απαιτείται να προσαχθεί από δημόσια αρχή ή Ν.Π.Δ.Δ. για το χρόνο που έχει προηγηθεί της ανάκλησης και θέσης της εταιρίας σε ασφαλιστική εκκαθάριση για τη σύνταξη του σχετικού συμβολαίου ή της μεταβιβαστικής εν γένει σύμβασης. Ο συμβολαιογράφος συντάσσει το συμβόλαιο χωρίς την προσκομιδή πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας ή κάθε άλλου, από τα προαναφερθέντα, εγγράφου και οι αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες υποχρεούνται να προβαίνουν σε θεώρηση βιβλίων και στοιχείων των υπό εκκαθάριση ασφαλιστικών εταιρειών, χωρίς επίσης προσκομιδή των απαιτούμενων πιστοποιητικών και εγγράφων».
2. Στο τέλος του εδαφίου α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 43 του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο β΄, που έχει ως εξής:
«Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται σε ασφαλιστική επιχείρηση και σε περίπτωση που αυτή δεν αποστέλλει τα αιτούμενα στοιχεία, παραλείπει να απαντήσει ή δεν απαντά αιτιολογημένα ή καθυστερεί να απαντήσει σε οποιοδήποτε έγγραφο της εποπτικής αρχής, με το οποίο ζητούνται στοιχεία ή διευκρινίσεις στα πλαίσια της εποπτείας εντός της προθεσμίας η οποία της τάσσεται και η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών».
3. Το εδάφιο που προστέθηκε στην παρ. 2 του άρθρου 19 του Κ.Ν. 489/1976 με την περίπτωση «θ» της παρ. 5 του άρθρου 10 του Ν. 2741/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι τόκοι που στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου υποχρεούται να καταβάλει το Επικουρικό Κεφάλαιο υπολογίζονται σε κάθε περίπτωση με επιτόκιο έξι τοις εκατό (6%) ετησίως.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να μεταβάλλεται το εν λόγω ποσοστό».
4. Η , η οποία καταργήθηκε με την παρ. 17 του άρθρου 37 του Ν. 2496/1997, επαναφέρεται σε ισχύ με το εξής περιεχόμενο:
«7. Κατά τα λοιπά για το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 21 έως και 24».
Η ισχύς της ανωτέρω διάταξης ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του Ν. 2496/1997.
5. Μετά το άρθρο 21α του Ν. 1569/1985, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 15 του Ν. 2170/1993, προστίθεται άρθρο 21 β ως εξής:
«`Αρθρο 21β
1. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικά με την εκπαίδευση των προσώπων τα οποία διαμεσολαβούν στη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, ως προσθέτων προϋποθέσεων εγγραφής στο οικείο Επιμελητήριο για την άσκηση του επαγγέλματος τους, όπως ενδεικτικά το γνωστικό αντικείμενο, η πιστοποίηση κατοχής του γνωστικού αντικειμένου κ.λπ.
2. Οι παραβαίνοντες την εν λόγω απόφαση τιμωρούνται με τις κυρώσεις του άρθρου 21α του παρόντος νόμου.
3. Η παρ. 5 του άρθρου 7 του Ν. 1569/1985, η οποία προστέθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 36 του Ν. 2496/1997, καταργείται».
Άρθρο 4
Θέματα διδάκτρων σχολείων ιδιωτικής εκπαίδευσης
Τα ιδιωτικά σχολεία γενικής, τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, τα κάθε είδους φροντιστήρια και οι ιδιωτικοί βρεφονηπιακοί παιδικοί σταθμοί, τα Ιδιωτικά Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης και τα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών μπορούν να αυξήσουν τα δίδακτρα τους για το σχολικό έτος 2000-2001 μέχρι ποσοστού 2,5% στα εισπραχθέντα δίδακτρα του προηγούμενου σχολικού έτους 1999-2000.
Στην έννοια του παραπάνω όρου «δίδακτρα» περιλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως ποσά που εισπράττονται για παροχή πρόσθετων υπηρεσιών που συνδέονται με την εκπαιδευτική υπηρεσία, όπως τροφεία, έξοδα μεταφοράς, δαπάνες για εκμάθηση ξένων γλωσσών, μουσικής, χορού ή για φροντιστηριακά μαθήματα κ.λπ..
Πληρωμές που τυχόν έχουν γίνει για το σχολικό έτος 2000-2001 με την προοπτική αύξησης θεωρούνται ότι έχουν δοθεί έναντι των ετήσιων διδάκτρων που προκύπτουν από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων εδαφίων του παρόντος άρθρου. Τα επιπλέον εισπραχθέντα ποσά επιστρέφονται.
Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με πρόστιμο από πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές ανά μαθητή για τον οποίο εισπράττονται τα δίδακτρα αυτά. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Η διαδικασία και οι ειδικότεροι όροι είσπραξης του προστίμου ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Ανάπτυξης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΟΜΕΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Άρθρο 5
1. Το άρθρο 6 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«`Αρθρο 6
Πόροι -Οικονομική διαχείριση της Ρ.Α.Ε.
1. Πόροι της Ρ.Α.Ε. είναι οι εξής:
α) Τα εφάπαξ ή ετήσια ανταποδοτικά τέλη τα οποία επιβάλλονται στις επιχειρήσεις του τομέα ενέργειας.
β) Τα τέλη για την έκδοση ή τροποποίηση ή επέκταση αδειών και τα κατ΄ έτος καταβαλλόμενα τέλη για τη χρήση των αδειών αυτών.
γ) Πόροι οποιασδήποτε πηγής προερχόμενοι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως π.χ. επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, χρηματοδοτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων και από διεθνείς οργανισμούς.
δ) Για το οικονομικό έτος 2000, με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών μεταφέρεται, ως κρατική επιχορήγηση, μέρος του ποσού που προβλέπεται στον κωδικό ΚΑΕ 2419 «Επιχορήγηση σε λοιπά Επιστημονικά Ιδρύματα» του φορέα 35/120 του τακτικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Ανάπτυξης, το οποίο κατατίθεται ως έσοδο της Ρ.Α.Ε. στο λογαριασμό του εδαφίου α΄ της παρ. 3 του παρόντος.
2. Αν από την οικονομική διαχείριση της Ρ.Α.Ε. στο τέλος κάθε διετίας προκύπτει οικονομικό αποτέλεσμα (έσοδα-έξοδα) που υπερβαίνει τις δαπάνες της προηγούμενης χρήσης, έως το 80% του οικονομικού αποτελέσματος αυτού διατίθεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών ως έσοδο του Κρατικού Προυπολογισμού.
3. α) Τα ανταποδοτικά τέλη, τα τέλη που προκύπτουν από τη χορήγηση αδειών, καθώς και οι πόροι κάθε φύσεως της Ρ.Α.Ε., εισπράττονται για λογαριασμό της Ρ.Α.Ε. και κατατίθενται σε τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Ε., σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της.
β) Τα ανταποδοτικά τέλη και τα κριτήρια, στα οποία αυτά βασίζονται, δημοσιοποιούνται από την Ρ.Α.Ε..
γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Ρ.Α.Ε., καθορίζονται το ύψος των επιβαλλόμενων τελών του εδ. α της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης τους.
4. Η Ρ.Α.Ε. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και να δημοσιεύει ισολογισμό, όπως ορίζεται ειδικότερα στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της.
5. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται σε δύο (2) ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μαζί με την έκθεση πεπραγμένων και τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους υποβάλλονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης στον Πρόεδρο της Βουλής. Η Ρ.Α.Ε. υπόκειται στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
6. Η Ρ.Α.Ε. δύναται να προβαίνει στην ανάθεση μελετών, έργων παροχής υπηρεσιών και προμηθειών, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της».
2. Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 του άρθρου 7 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α) αντικαθίστανται ως εξής:
«4. Για τη στελέχωση της Γραμματείας συνιστώνται εξήντα πέντε (65) θέσεις προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι θέσεις διακρίνονται ως εξής:
α) σαράντα (40) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με τα προσόντα της παρ. 2 του άρθρου 25 του Ν. 1943/1991,
β) πέντε (5) θέσεις δικηγόρων με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, οι οποίοι προσλαμβάνονται με σύμβαση έμμισθης εντολής,
γ) είκοσι (20) θέσεις διοικητικού προσωπικού. Οι ειδικότητες και τα προσόντα πρόσληψης του διοικητικού προσωπικού καθορίζονται από τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της Ρ.Α.Ε..
5. Το προσωπικό που αναφέρεται στα εδάφια α΄ και γ της προηγούμενης παραγράφου προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α). Οι δικηγόροι που αναφέρονται στο εδάφιο β΄ της προηγούμενης παραγράφου προσλαμβάνονται μετά από δημόσια ανακοίνωση και επιλογή, η οποία διενεργείται από τριμελή επιτροπή που ορίζεται με απόφαση της Ρ.Α.Ε..
6. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να μεταφέρεται και να εντάσσεται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων προσωπικό που υπηρετεί σε φορείς του δημόσιου τομέα, όμως αυτός ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994, και ιδίως στις δημόσιες επιχειρήσεις του τομέα ενέργειας, για την κάλυψη θέσεων της παραγράφου 4, εφόσον έχει τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό στις θέσεις αυτές. Η επιλογή των μεταφερομένων και εντασσομένων γίνεται από επιτροπή που συγκροτείται σε απόφαση της Ρ.Α.Ε. μετά από σχετική δημοσία ανακοίνωση, στην οποία καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις.
Για την κάλυψη των αναγκών της Γραμματείας της Ρ.Α.Ε. απορεί να αποσπάται σε αυτήν προσωπικό των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994, με εξαίρεση τις επιχειρήσεις του τομέα ενέργειας, με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από πρόταση της Ρ.Α.Ε., για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών που μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Ν. 2683/1999, ΦΕΚ 19 Α΄). Η μισθοδοσία του αποσπώμενου προσωπικού βαρύνει τη Ρ.Α.Ε.».
3. Στο άρθρο 7 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α΄) προστίθεται παράγραφος 8 ως ακολούθως:
«8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Ρ.Α.Ε., καθορίζονται οι μισθοί, τα επιδόματα και κάθε θέμα σχετικό με τις πρόσθετες αποζημιώσεις, την υπερωριακή απασχόληση και την αποζημίωση μετακίνησης του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτήν».
4. Στο άρθρο 7 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α΄) προστίθεται παράγραφος 9 ως ακολούθως:
«9. Το προσωπικό της Γραμματείας της Ρ.Α.Ε. υπέχει τις υποχρεώσεις εχεμύθειας και προστασίας του επιχειρηματικού ή και άλλων απορρήτων, που υπέχουν και τα μέλη της Ρ.Α.Ε. κατά το εδάφιο γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου».
5. Η πρώτη περίοδος της πρώτης παραγράφου του άρθρου 8 του Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α) τροποποιείται ως εξής:
«1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της Ρ.Α.Ε., θεσπίζεται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης».
6. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της Ρ.Α.Ε. ( άρθρο 8 του Ν. 2773/1999, ΦΕΚ 286 Α) ο Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ως διατάκτης και υπόλογος, μπορεί να εκδίδει χρηματικά εντάλματα και τίτλους πληρωμής, να διαχειρίζεται το λογαριασμό της Αρχής, να συνάπτει συμβάσεις και να αποφασίζει για την ανάθεση προμηθειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄) «Περί Δημοσίου Λογιστικού», του Ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Α΄) «Προμήθειες του Δημόσιου Τομέα» και του Π.Δ. 394/1996 (ΦΕΚ 266 Α΄) «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου (Κ.Π.Δ.)», όπως ισχύουν.
Άρθρο 6
Ρύθμιση θεμάτων Ναξίας Σμύριδας
Επιτρέπεται η εκποίηση εκ των υπαρχόντων κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου αποθεμάτων εξορυγμένης σμύριδας ποσότητας άνω των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) τόννων με πλειοδοτική δημοπρασία, που διενεργείται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων περί πωλήσεως της Ναξίας Σμύριδας, από την Επιθεώρηση Μεταλλείων Νοτίου Ελλάδος, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, με την οποία καθορίζονται οι βασικοί όροι και η διαδικασία διεξαγωγής της δημοπρασίας.
Άρθρο 7
Μισθώσεις λατομείων αδρανών υλικά και λοιπές ρυθμίσεις λατομείων
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 69 ΝΟΜΟΣ 4512/2018 και ισχύει από 17/1/2018
Δες την εξέλιξη του άρθρου
1. α. Οι εκμεταλλευτές των λατομείων τα οποία λειτουργούσαν ή λειτουργούν βάσει των διατάξεων των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 20 του Ν. 2115/1993 δικαιούνται να μισθώσουν, μετά από δημοπρασία, η οποία θα διενεργηθεί μία μόνο φορά νια κάθε λατομική περιοχή και στην οποία θα μπορούν να συμμετέχουν μόνο οι εκμεταλλευτές λατομείων των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 20 του Ν. 2115/1993, ένα και μοναδικό λατομικό χώρο ο καθένας εντός των λατομικών περιοχών του νομού τους.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 1428/1984, όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις του Ν. 2115/1993 και των εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων υπ΄ αριθμ. Δ10/Φ68/ΟΙΚ. 30842/7.12.93 (ΦΕΚ 917 Β΄) και υπ αριθμ. 19690/2.5.95 (ΦΕΚ 402 Β΄), που ρυθμίζουν τους όρους και τη διαδικασία της εκμίσθωσης και εκμετάλλευσης των λατομείων αυτών.
β. Οι εκμεταλλευτές της προηγούμενης παραγράφου οφείλουν να αποκαταστηθούν τους υφιστάμενους λατο¬μικούς χώρους όπου λειτουργούσαν η λειτουργούν βάσει των διατάξεων των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 20 του Ν. 2115/1993, σύμφωνα με ειδική μελέτη αποκατάστασης, οι προδιαγραφές και χρονοδιάγραμμα της οποίας θα καθορισθούν με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Γεωργίας.
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 69 ΝΟΜΟΣ 4512/2018 και ισχύει από 17/1/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
2. α. Οι διατάξεις των άρθρων 6 και 9 του Ν. 1428/1984, όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις των άρθρων 6 και 9 του Ν. 2115/1993 αντίστοιχα, εφαρμόζονται και για τα υφιστάμενα κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 2115/1993 λατομεία που έχουν ενταχθεί ή θα ενταχθούν σε λατομικές περιοχές μετά την ισχύ του Ν. 2115/1993.
β. Σε περίπτωση που λατομεία της προηγούμενης παραγράφου 2α αποτελούν τμήμα ενιαίου χωροθετηθέντος Λατομικού χώρου, η εκμίσθωση του υπόλοιπου τμήματος του ίδιου χωροθετηθέντος χώρου στους εκμεταλλευτές των λατομείων αυτών γίνεται ως εξής:
βα) Με απευθείας σύμβαση προκειμένου για δημόσιες εκτάσεις, οι ειδικότεροι όροι και π διαδικασία εκμίσθωσης, εκμετάλλευσης και διαχείρισης των οποίων θα ρυθμισθεί με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, που θα εκ¬δοθεί κατά εξουσιοδότηση του άρθρου 7 του Ν. 1428/1984, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του Ν. 2115/1993.
ββ) Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Ν. 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 2115/1993, προκειμένου για δημοτικές ή κοινοτικές εκτάσεις , οι ειδικότεροι όροι και η διαδικασία εκμίσθωσης, εκμετάλλευσης και διαχείρισης των οποίων θα ρυθμισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, που θα εκδοθεί κατά εξουσιοδότηση του άρθρου 23 του Ν. 1428/1984
γ. Με τις ίδιες διαδικασίες εκμισθώνονται και τυχόν υπάρχουσες νησίδες δημόσιων εκτάσεων εντός ενιαίων χωροθετημένων λατομικών χώρων, οι οποίοι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους αποτελούνται από δημοτικές, κοινοτικές ή ιδιωτικές εκτάσεις ή εκτάσεις Ν.Π.Δ.Δ..
δ. Η διάρκεια της μίσθωσης των λατομείων των παραγράφων β΄ και γ΄ δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτή του υφιστάμενου λατομείου.
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 69 ΝΟΜΟΣ 4512/2018 και ισχύει από 17/1/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
Άρθρο 8
Εναρμόνιση με την Οδηγία 98/30 Ε.Κ. για την τήρηση λογαριασμών από τις επιχειρήσεις φυσικού αέριοι
1. Οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου υποχρεούνται να διαχωρίζουν λογιστικά τους λογαριασμούς τους και ειδικότερα.
α. Να τηρούν, στα εσωτερικά λογιστικά τους, χωριστούς λογαριασμούς, για τις δραστηριότητες μεταφοράς, δια νομής και αποθήκευσης φυσικού αερίου, και ανάλογα με την περίπτωση, ενοποιημένους λογαριασμούς γιο π: δραστηριότητες εκτός του τομέα του φυσικού αέριοι, όπως ακριβώς θα έπρατταν εάν οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνταν από διαφορετικές επιχειρήσεις, προκειμένου να αποφεύγονται οι διακρίσεις, οι διασταυρούμενες επιδοτήσεις και οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Οι εσωτερικοί αυτοί λογαριασμοί περιλαμβάνουν ισολογισμό και λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως για κάθε δραστηριότητα.
β. Να διευκρινίζουν, στα εσωτερικά τους λογιστικό. τους κανόνες κατανομής του ενεργητικού και παθητικού και των δαπανών και εσόδων, καθώς κα. τους κανόνες απόσβεσης, με την επιφύλαξη των εφαρμοζόμενων σε εθνικό επίπεδο κανόνων περί λογιστικής, τους οποίους εφαρμόζουν για την κατάρτιση των χωριστών λογαριασμών της παραγράφου 1. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να τροποποιούνται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις Ο τροποποιήσεις πρέπει να επισημαίνονται και να αιτιολογούνται δεόντως.
γ. Να παραθέτουν σε παράρτημα των ετήσιων λογαριασμών τους τις σημαντικές πράξεις που έχουν πραγματοποιηθεί με συγγενικές επιχειρήσεις.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της Ρεβυθούσας δεν θεωρείται εγκατάσταση αποθήκευσης, αλλά αποτελεί μέρος του συστήματος μεταφοράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Άρθρο 9
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 2636/1992
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου το σύνολο των μετοχών της Εταιρίας ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ Α.Ε. περιέρχεται ατελώς και χωρίς αντάλλαγμα στο Ελληνικό Δημόσιο,
2. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του Ν. 2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται στη γενική συνέλευση της εταιρίας από τους Υπουργούς Οικονομικών, Ανάπτυξης και Πολιτισμού ή από πρόσωπο που αυτοί εξουσιοδοτούν.”
3. Η παρ, 1 του άρθρου 3 του Ν. 2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής: ” 1. Η Εταιρία διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκλέγονται από τη γενική συνέλευση,”
4. Η ανώνυμη εταιρία, Αξιοποίησης Περιουσίας Ε.Ο.Τ. που συστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 12 του v 2636/1998 μετονομάζεται σε “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤIΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ, ΕΤΑΙΡΙΑ”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 άρθρ.39 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003 και με την παρ. 5 άρθρ.214 του ν..4389/2016.
5. Στην παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν. 2636/1998 οι λέξεις «τριάντα (30) έτη» αντικαθίστανται με τις λέξεις «ενενήντα εννέα (99) έτη».
6. Το άρθρο 13 του Ν. 2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρθρο 13
Σκοπός της εταιρίας Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α,Ε.
1. α) Σκοπός της εταιρίας είναι η διοίκηση , η διαχείριση και η αξιοποίηση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων του Ε.Ο.Τ.
β) Η εταιρία έχει αυτοδικαίως , από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων του Ε.Ο.Τ., όπως προσδιορίζονται στο παρόν άρθρο, δικαιούμενη να ενεργεί κάθε πράξη διαχειρίσεως και διαθέσεως για δικό της λογαριασμό και στο όνομά της.
γ) Ο κινητός εξοπλισμός όλων των επιχειρηματικών μονάδων, των οποίων η εταιρία έχει κατά τα ανωτέρω τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση περιέρχεται σε αυτήν κατά κυριότητα χωρίς αντάλλαγμα και λογιστική αξία.
2. Η περιουσία του Ε.Ο.Τ. κατά την έννοια του παρόντος νοούνται τα εξής περιουσιακά στοιχεία αυτού:
α. Τα κάθε είδοuς κινητό και ακίνητα πράγματα, συμπεριλαμβανομένου και του εξοπλισμού, τα οποία ανήκουν κατά κυριότητα στον Ε.Ο.Τ. ή τελούν υπό τη διοίκηση και διαχείριση αυτού ή έχουν μισθωθεί από αυτόν ή βρίσκονται στην εκμετάλλευσή του με οποιαδήποτε άλλη νομική μορφή.
β. Οι κάθε είδους πόροι και κινητές αξίες, όπως χρήματα, καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές και εν γένει χρεόγραφα σε δραχμές και σε ξένο νόμισμα.
γ. Τα δικαιώματο βιομηχανικής ιδιοκτησίας, όπως σήματα, επωνυμίες και διακριτικοί τίτλοι, τα δικαιώματο σε νέες τεχνογνωσίες και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.
δ. Τα περιουσιακά στοιχεία, όπως κινητά, ακίνητα, πόροι, κινητές αξίες και δικαιώματα που ανήκουν ή περιέρχονται σε άλλα νομικά πρόσωπα (Ν.Π.Δ.Δ., εταιρίες κ.λπ.), εφόσον και κατά το μέρος που σε αυτό συμμετέχει και ο Ε.Ο.Τ., εμμέσως ή αμέσως.
3. Ως επιχειρηματικές μονάδες του Ε.Ο. Τ. νοούνται οι τουριστικές μονάδες αυτού και ιδίως οι ξενοδοχειακές μονάδες και οι μονόδες των ιαματικών πηγών, των επιχειρήσεων Καζίνο Πάρνηθας και Κέρκυρας, των τουριστικών περιπτέρων, των ακτών, των τουριστικών λιμένων, καταφυγίων και αγκυροβολιών τουριστικών σκαφών, των χιονοδρομικών των σταθμών θαλαμηγών, των σπηλαίων, των τουριστικών καταστημάτων και εγκαταστάσεων εν γένει και μέσων τουριστικής εξυπηρέτησης κάθε φύσης, οι οποίες ανήκουν κατά κυριότητα στον Ε.Ο.Τ. ή τίτλοι υπό τη διοίκηση και διαχείριση αυτού ή έχουν μισθωθεί από αυτόν ή βρίσκονται στην εκμετάλλευσή του με οποιαδήποτε άλλη νομική μορφή.
4. Τα περιουσιακά στοιχεία που προορίζονται για άμεση χρήση από τις υπηρεσίες του Ε.Ο.Τ. και οι πόροι του εδαφίου, β της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν υπαγονται στη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση της εταιρείας.
5 Για την επίτευξη του σκοπού της, η εταιρία μπορεί να ασκεί οποιαδήποτε πράξη ή δραστηριότητα και ιδίως:
α. Να υπογράφει, να προβαίνει στη χαρτογράφηση και κτηματογράφηση και να συγκεντρώνει τους τίτλους ιδιοκτησίας της ως άνω κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ε Ο.Τ με σκοπό τη δημιουργία ενημερωμένου αρχείου αυτής της περισυσίας του Ε.Ο.Τ.
β. Να διαθέτει τα περιουσιακά στοιχεία και τις επιχειρηματικές μονάδες με πώληση ή ανταλλαγή αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της κατωτέρω παραγράφου 17, και να αποκτά κινητά και ακίνητα, καθώς και επιχειρήσεις με αγορά, ανταλλαγή ή απαλλοτρίωση, στο όνομά της,
γ. Να εκμισθώνει τα περιουσιακό στοιχεία ή τις επιχειρηματικές μονάδες ή να παραχωρεί τη χρήση αυτών σε Ο.Τ.Α. ή άλλους φορείς του δημόσιου τομέα ή να μεταβιβάζει άλλο ενοχικό ή εμπράγματο δικαίωμα επ` αυτών,
δ. Να μισθώνει ή να αποδέχεται την παραχώρηση χρήσης κινητών ή ακινήτων στο όνομά της.
ε. Να προβαίνει στην αξιοποίηση των επιχειρηματικών μονάδων με την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας από την ίδια.
στ. Να αποδέχεται ή να αποποιείται δωρεές, κληρονομιές, κληροδοσίες, χορηγίες και άλλες χαριστικές παροχές από οποιαδήποτε πηγή, στο όνομά της.
ζ. Να εκπονεί μελέτες για την ανοικοδόμηση, επισκευή, συντήρηση ή ανακαίνιση των ακινήτων και να ανοικοδομεί, επισκευάζει και ανακαινίζει αυτά ή να αναθέτει τις παραπάνω εργασίες σε τρίτους.
η. Να προβαίνει στην προμήθεια του κάθε φύσης εξοπλισμού που είναι απαραίτητος για την αξιοποίηση και την εκμετάλλευση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων.
θ. Να εκμεταλλεύεται τα δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτισίας, της τεχνογνωσίας και τα λοιπά δικαιώματα ή προιόντα του Ε.Ο.Τ.,
ι. Να συνάπτει δάνεια από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και ελληνικά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα για την εκπλήρωση του σκοπού της.
ια. Νο ιδρύει ή να συμμετέχει σε ανώνυμες εταιρίες που θα έχουν ίδιο ή παρόμοιο σκοπό με το σκοπό της εταιρίας.
ιβ. Να ενάγει και να ενάγεται και γενικά να διεξάγει στο όνομά της κάθε δίκη και να επιχειρεί κάθε μέτρο εκτέλεσης που αφορα , τα περιουσιακά στοιχείο ή τις επιχειρηματικές μονάδες των οποίων της έχει ανατεθεί η διοίκηση και η διαχείριση.
6. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Ε.Ο.Τ. έχουν την υποχρέωση, να αποστείλουν , μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών οπό την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, στην εταιρία Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε., αναλυτική κατάσταση της κινητής και ακίνητης nεριουσίας του Ε.Ο.Τ., καθώς και των υφιστάμενων επιχειρηματικών του μονάδων. ”
Σχετικό: παρ.9 άρθρο 4 Ν.3270/2004,ΦΕΚ Α 187/11.10.2004
7. Η παρ. 3 του άρθρου 14 του Ν. 2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
3. Το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται στη γενική συνέλευση της εταιρίας από τους Υπουργούς Οικονομικών κοι Ανάπτυξης ή από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτούς.”
8. Τo άρθρο 15 του Ν. 2636/1998 αντικαθίστανται εξής:
“Αρθρο 15
`Οργανο Διοίκησης της Εταιρίας
1. `Οργανα διοίκησης της εταιρίας είναι το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος,
2. Τo Διοικητικό Συμβούλιο είναι επταμελές και εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευοη των μετόχων.
3. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής και παρατείνεται κάθε φορά μέχρι την εκλογή του νέου Διοικητικού Συμβουλίου από την πρώτη μετά την λήξη της θητείας του τακτική γενική συνέλευση.
4. Ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας και η ιδιότητά του δεν είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Προέδρου, προίσταται των υπηρεσιών της εταιρίας και λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις ούμφωνα με τα καθοριζόμενα στο καταστατικό της εταιρίας.
5. Ο Διευθύνων Σύμβουλος προσλαμβάνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για διάστημα τριών (3) ετών μετά από δημόσια προκήρυξη της θέσης με κοινή απόφαση των Υπουργικών Οικονομικών και Ανάπτυξης.
6. Τα απαιτούμενα προσόντα για την κατάληψη της θέσης του Διευθύνοντος Συμβούλου είναι πτυχίο Α. Ε. Ι της ημεδαπής ή αλλοδαπής, εμπειρία σε θέματα διοίκησης και οργάνωσης και άριστη γνώση δύο ξένων γλωσσών, εκ των οποίων η μία η αγγλική.
7. Με την απόφαση της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου καθορίζεται και η διαδικασία της επιλογής, εξειδικεύονται τα αναγκαία προσόντα και μπορεί να ορίζεται ότι απαιτούνται και προσόντα πλέον των αναφερόμενων στις προηγούμενες παραγράφους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο συνάπτει σύμβαση διαχείρισης με το Διευθυνοντα Σύμβουλο, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο καταστατικό της εταιρίας.
8. Με το καταστατικό της εταιρίας καθορίζονται οι ειδικότερες αρμοδιότητες του Διευθύνοντος Συμβούλου, τα θέματα που περιλαμβάνει η σύμβαση διαχείρισης και ο τρόπος ελέγχου τήρησής της, η διαδικασία καταγγελία της συμβάσεως και κάθε σχετική λεπτομέρεια”.
9. Ο Γενικός Διευθυντής που προσλήφθηκε στην Α. Ε. ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Ε.Ο.Τ” μετά από δημόσια προκήρυξη της θέσης κοι υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στην εταιρεία ορίζεται ως Διευθύνων Σύμβουλος στην εταιρεία “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ε.”εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 15 του Ν. 2636/1998 όπως αυτό τροποποιείται με τον παρόντα νόμο.
Η θητεία του παρατείνεται κάθε φορά μέχρι την εκλογή νέου Διοικητικού Συμβουλίου από την πρώτη μετά τη λήξη της τακτική γενική συνέλευση της εταιρίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.49 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.Εναρξη ισχύος από 3.8.2000.
10.Το άρθρο 16 του ν.2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρθρο 16
Πόροι της εταιρείας
1. Πόροι της εταιρίας είναι:
α)Τα έσοδα από τη διοίκηση διαχείριση και αξιοποίηση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων που εκμεταλλεύεται η εταιρεία,
β)τα έσοδα από τις θυγατρικές της εταιρείες,
γ)δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες προς την εταιρεία,
δ)τόκοι και άλλα έσοδα από χρηματοοικονομική εκμετάλλευση των διαθέσιμων της και του χαρτοφυλακίου της.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών μέρος των κερδών που αναλογούν στο Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να διατίθενται στον ΕΟΤ για χρηματοδότηση των δαπανών τουριστικής προβολής και διαφήμισης.
Ειδικά για τα έτη 2000-2001 μέρος των κερδών μπορεί να διατίθεται για την κάλυψη μέρους των λειτουργιών εξόδων του Ε.Ο.Τ”.
11. Οι παράγραφοι 1,2, και 3 του άρθρου 17 του Ν.2636 1998 αντικαθίστανται ως εξής:
“1 Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται το κατά το άρθρο 2 του κ.Ν 2190/1920 προβλεπόμενο καταστατικό της ως άνω ανώνυμης εταιρίας. Με το καταστατικό ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την επωνυμία, την έδρα, το μετοχικό κεφάλαιο την αύξηση και τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, την έκδοση των μετοχών και των προσωρινών τίτλων, τα δικαιώματα των μετοχών, τη σύγκηση, τη συγκρότηση τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης, του Διοικητικού Συμβουλίου, του Προέδρου, του Διευθύνοντος Συμβούλου, τους ελεγκτές, την εταιρική χρήση, τη διανομή κερδών, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάρισή της, την πρώτη εταιρική χρήση, το πρώτο διοικητικό συμβούλιο του πρώτους , τακτικό και αναπληρωματικό, ελεγκτές και κάθε άλλο σχετικό θέμα που προβλέπεται από την κείμενη για τις ανώνυμες εταιρίες νομοθεσία.
2. Το καταστατικό της εταιρίας μπορεί να τροποποιείται και να κωδικοποείται με απόφαση της γενικής συνέλευσης της εταιρείας, που εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. 3.Η ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση ορίζει έναν ή περισσότερους ορκωτούς ελεγκτές και τους αναπληρωτές τους”.
12. Η παρ. 2 του άρθρου 21 του Ν.2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής: “2 Η έκδοση των υπουργικών αποφάσεων και πράξεων της Διοίκησης που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και αφορούν την ειδική εποπτεία του Υπουργού Ανάπτυξης γίνεται με μέριμνα του Τμήματος Εποπτείας και Υποστήριξης Εταιρειών του π.δ. 296/1989.”
13.Οι παράγραφοι 4 και 7 του άρθρου 21 του Ν. 2636/1998 καταργούνται και οι παράγραφοι 5.6 και 8 αναριθμούνται σε 3,4 και 5.
14. Στην παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν. 2636/1998 έτσι όπως αυτή αναριθμήθηκε προστίθεται εδάφιο ως εξής: γ. Στην ίδια Διεύθυνση συνιστάται τμήμα Β7 Περιουσίας το οποίο τηρεί το αρχείο της περιουσίας του Ε.Ο.Τ.
15 Η παρ. 3 του άρθρου 23 του Ν.2636/1998 αντικαθίσταται ως εξής: ” 3. α) Εκκρεμείς διαδικασίες διαγωνισμών προμηθειών εκτέλεσης έργων αγοροπωλησιών εκμισθώσεων μισθώσεων και εν γένει παραχωρήσεων, οι οποίες αφορούν περιουσιακά στοιχεία και επιχειρηματικές μονάδες των οποίων η διοίκηση και διαχείριση ανήκει στην εταιρεία συνεχίζονται επ`ονόματι και για λογαριασμό της και ολοκληρώνονται από την εταιρεία η οποία καθιστά πλήρως τον ΕΟΤ. β) Με αποφάσεις του Δ.Σ. της εταιριας ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά τη συνέχιση και την ολοκλήρωση των ως άνω διαδικασιών.”
16. Στο άρθρο 23 του Ν. 2636/1998 προστίθενται παράγραφοι 6, 7, 8 και 9 ως εξής: “6. Οποιαδήποτε οφειλή του Ε.Ο.Τ. προς το Δημόσιο, Ασφαλιστικούς Οργανισμούς Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης, Ν.Π.Δ.Δ. και Οργανισμούς Κοινής Ωφελείας που έχει δημιουργηθεί από τις εκμεταλλεύσεις των επιχειρηματικών μονάδων του, αναλαμβάνεται και εξοφλείται από την εταιρία. Οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές του Ε.Ο.Τ. και των επιχειρηματικών μονάδων αυτού μέχρι την ανάληψη της διοίκησης και διαχείρισης αυτών από την Ανώνυμη Εταιρία Αξιοποίησης Περιουσίας Ε,Ο.Τ. προς το I.Κ.Α. και τους οργανισμούς, ταμεία και λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές συνεισπράττονται από αυτό (για κύρια και επικουρική ασφάλιση), μαζί με τα πρόσθετα τέλη, τόκους και λοιπές προσαυξήσεις και επιβαρύνσεις μέχρι την ίδια ως άνω ημερομηνία κεφαλαιοποιούνται. Επί της ως άνω κεφαλαιοποιημένης οφειλής καταβάλλεται ως προκαταβολή ποσοστό 10%, κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και όχι πέραν του τέλους του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, το δε υπόλοιπο ποσό της οφειλής εξοφλείται σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από 1ης Νοεμβρίου 2000. Η αίτηση για το διακανονισμό πρέπει να υποβληθεί μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. οι λεπτομέρειες και o τρόπος εξόφλησης των πιο πάνω οφειλών θα ρυθμιστούν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
” 7. Απαιτήσεις του Ελληνικού Οργανισμού τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), από περιουσιακό στοιχεία και επιχειρηματικές μονάδες του Ε.Ο.Τ., των οποίων η διοίκηση και διαχείριση έχει ανατεθεί στην Ανώνυμη Εταιρία Αξιοποίησης Περιουσίας Ε.Ο.Τ.” κατά τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 6 του Ν. 2636/1998 (ΦΕΚ 198 Α.), ανεξάρτητα από το χρόνο γενέσεως αυτών, εκχωρούνται αυτοδίκαιως στην Ανώνυμη Εταιρία ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ. 8. Εκκρεμείς δίκες για τις απαιτήσεις αυτές συνεχίζονται από την εδάφια στο όνομά της και για λογαριασμό της.
9. Η ρύθμιση για την εξόφληση των εκχωρούμενων απαιτήσεων προς την ως άνω εταιρία γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 9 του Ν. 2741/1999 και την υπ` αριθμ. ΤΙ 1300/31.3.2000 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτuξης (ΦΕΚ 462 Β. ). Η οριζόμενη οτην ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση προθεσμία για την υποβολή αίτησης για ρύθμιση παρατείνεται για τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Στην ως άνω εκχώρηση περιλαμβάνονται και τα υπόλοιπα απαιτήσεων του Ε.Ο.Τ, που εμπίπτουν στις παραπάνω διατάξεις και έχουν ρυθμισθεί από τον Ε.Ο.Τ.”.
Σχετικό: παρ.7 άρθρ.24 Ν.2919/2001
17. Αν για την εξυπηρέτηση των σκοπών της εταιρίας “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.” ή των θυγατρικών της απαιτηθεί η απόκτηση κατά κυριότητα από αυτήν ενός ή περισσότερων Περιουσιακών στοιχείων του Ε.Ο.Τ., η κυριότητα αποκτάται με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με αιτιολογημένη εισήγηση του Υπουργού Ανόπτuξης. Η απόφαση αυτή αποτελεί το μεταγραπτέο τίτλο, όταν απαιτείται μεταγραφή για τη μεταβίβαση. “Η μεταγραφή των πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου, που εκδίδονται σύμφωνα με όσα παραπάνω ορίζονται, και κάθε πράξη ή συμφωνία, που αφορά στη μεταβίβαση στην “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ” ή τις θυγατρικές της εταιρίες, της κυριότητας περιουσιακών στοιχείων του Ε.Ο.Τ., καθώς και κάθεπράξη ή συμφωνία, που αφορά στη μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού ή παθητικού και κάθε εμπράγματου δικαιώματος στην “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ” ή στις θυγατρικές της εταιρίες, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, εκτός του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου, τέλος, εισφορά ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και ασφαλιστικών οργανισμών ή τρίτων. Τα δικαιώματα και οι αμοιβές των συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών και υποθηκοφυλάκων για όλες τις παραπάνω πράξεις ή συμφωνίες περιορίζονται στο 5% των προβλεπομένων από το νόμο. Τα περιουσιακά στοιχεία, που μεταβιβάζονται, κατά τον παραπάνω τρόπο, αποτιμώνται από Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές, μέσα σε προθεσμία δύο ετών από την έκδοση της σχετικής κάθε φορά Πράξης του Yπουργικού Συμβουλίου και εισφέρονται στην εταιρία, με αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της. Η απόφαση αυτή λαμβάνεται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την κατά τα παραπάνω αποτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάζονται. Κατά τα λοιπά εφαφρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 7α, 7β, 11, 29, 31 και 34 του Ν. 2190/1920.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.4 Ν.3139/2003,ΦΕΚ Α 100
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.4 Ν.3139/2003,ΦΕΚ Α 100 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2δ άρθρ.49 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
18. Στο Ν. 2636/1998 προστίθεται άρθρο 14α που έχει ως εξής
“Αρθρο 14α
Εκτίμηση αξίας περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας
1. Εντός προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, η οποία μπορεί να παρατείνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, διενεργείται από ορκωτούς ελεγκτές που ορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ε”, απογραφή και εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των επιχειρηματικών μονάδων των οποίων η διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση ανήκει στην εταιρία. Η καθαρή θέση που προκύπτει σύμφωνα με το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (π.δ. 1113/1980) θα αυξήσει το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας ή των θυγατρικών της εταιρειών, εφόσον αυτές ασκούν τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση του εκτιμώμενου περιουσιακού στοιχείου.
2. Οι μετοχές της εταιρίας μπορεί να εισαχθούν προς διαπραγμάτευση στο χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή σε οποιοδήποτε διεθνές αναγνωρισμένο χρηματιστήριο Αξιών με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων.
Άρθρο 10
1. α) Για την ίδρυση των εταιριών που προβλέπονται στην παρ. 5 εδ. ια`του άρθρου 13του ν. 2636/1998, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2837/2000, μοναδικός μέτοχος μπορεί να είναι η Ανώνυμη Εταιρία “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα”. Η λειτουργία των εταιριών αυτών διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Οι μετοχές των εν λόγω θυγατρικών εταιρειών της Ανώνυμης Εταιρείας “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα” μπορούν να μεταβιβάζονται, ανταλλάσσονται, μισθώνονται ή να παραχωρούνται για ορισμένο χρόνο έναντι ανταλλάγματος με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Ανώνυμης Εταιρείας “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα”.
β) Εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Α.Ε. “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα” ιδρύονται οι θυγατρικές εταιρείες για τη λειτουργία των επιχειρήσεων Καζίνο Κέρκυρας και Ξενοδοχείο – Καζίνο Πάρνηθας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.24 Ν.2919/2001,ΦΕΚ Α 128/25.6.2001.
2. Οπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται ο καθορισμός τιμολογίων υπηρεσιών , που παρέχονται από επιχειρηματικές μονάδες του Ε.Ο.Τ., τη διοίκηοη, διαχείριση και εκμετάλλευση των οποίων έχει η εταιρία, τα τιμολόγια αυτά καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίοu της εταιρίας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ε”, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης).
Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.16 άρθρ.49 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
3. Προκειμένου για ακίνητα των οποίων η διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλεuση περιέρχεται στην εταιρία “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α,Ε ” η προβλεπόμενη στην παρ.3 του άρθρου 22 του Ν. 2819/2000 (ΦΕΚ 84 Α.) καταγγελία μισθώσεων ασκείται από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας. Τo προβλεπόμενο στην ίδια διάταξη ασυμβίβαστο του ίδιου εδαφίου υπέρ του Ε.Ο.Τ. τεκμαίρεται και υπέρ της εταιρίας στην περίπτωση που αυτή προβαίνει στην ανάθεση της τουριστικής αξιοποίησης του συνόλου του ακινήτου ύστερα από δημόσιο διαγωνισμό για την επιλογή μισθωτή, ή συνεχίζει τέτοια διαδικασία ανάθεσης.
4. α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος Υπηρεσία Αυτεπιστασίας Ελέγχου Καζίνο Πάρνηθος του Ε Ο.Τ, καταργείται. Για το προσωπικό της υπηρεσίας αυτής εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως και 8 του άρθρου 28 του Ν.2636/1998. Μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται στις ανωτέρω διατάξεις, το εν λόγω προσωπικό θεωρείται αποσπασμένο στη Διεύθυνση Καζίνο του Υπουργείου Ανάπτυξης. Για την απόσπαοη εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Ανάπτυξης.
β. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετεί στην Υπηρεσία Αυτεπιστασίας Ελέγχου Καζίνο Πάρνηθας θεωρείται αυτοδίκαια αποσπασμένο στη Διεύθυνση Καζίνο του Υπουργείου Ανάπτυξης μέχρι την ημερομηνία λήξης της σύμβασης εργασίας του. Για την απόσπαση εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Ανάπτυξης.
γ. Οι πιστώσεις που είχαν προβλεφθεί στον προυπολογισμό έτους 2000 του Ε.Ο.Τ. για τη μισθοδοσία και τις αποζημιώσεις του προσωπικού της πιο πάνω υπηρεσίας μεταφέρονται στον φορέα 35/150 του προυπολογισμού του Υπουργείου Ανάπτυξης.
δ. Ο τελευταίος στίχος της παρ. 9 του άρθρου 2 του Ν. 2206/1994 καταργείται.
5. α) Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι Υπηρεσίες Αυτεπιστασίας Ε.Ο.Τ. Καζίνο, Ξενοδοχείο, και Τελεφερίκ Πάρνηθας και Καζίνο Κέρκυρας.
β) Με την ανάληψη της διοίκησης, διαχείρισης ή εκμετάλλευσης των επιχειρηματικών μονάδων της “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ”, Καζίνο Ξενοδοχείο Τελεφερίκ Πάρνηθας και Καζίνο Κέρκυρας, από τις εταιρίες της παραγράφου 1, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 24 του Ν. 2919/2001 (ΦΕΚ 128 Α), όλο το προσωπικό, που εργάζεται στις παραπάνω επιχειρηματικές μονάδες με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας και με πλήρη διασφάλιση των εργασιακών και ασφαλιστικών του δικαιωμάτων στις εταιρίες αυτές, εκτός από όσους εργαζόμενους δηλώσουν εγγράφως και μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός προς την “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ” ότι επιθυμούν να παραμείνουν σε αυτήν. Ως χρόνος προϋπηρεσίας του παραπάνω προσωπικού για κάθε συνέπεια λογίζεται ο χρόνος υπηρεσίας στην “Ξενοδοχεία Τελεφερίκ και Καζίνα Αττικής Α.Ε.”, στις Υπηρεσίες Αυτεπιστασίας Ε.Ο.Τ. Καζίνο, Ξενοδοχείο και Τελεφερίκ Πάρνηθας, Καζίνο Κέρκυρας, Καζίνο Ρόδου και στην “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ”. Το ύψος της αποζημίωσης λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ή αποχώρησης λόγω συνταξιοδότησης του παραπάνω προσωπικού ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν. 2112/1920 και του Ν. 3198/1955 (ΦΕΚ 98 Α), όπως ισχύουν σήμερα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρ.8 και παρ.6 άρθρ.4 Ν.3139/2003, ΦΕΚ Α που τροποποιήθηκε με την παρ.7δ άρθρ.49 Ν.3220/2004, ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
Σχετικό: παρ.7 του αυτού νόμου (3139/2003)
Για πέντε χρόνια από τη μεταφορά του παραπάνω προσωπικού στις εταιρίες της παραγράφου 1 δεν χωρεί καταγγελία των ατομικών συμβάσεων εργασίας λόγω αναδιάρθρωσης των λειτουργικών υπηρεσιών ή διακοπής λειτουργίας τμήματος ή τμημάτων των εταιριών αυτών ή άλλους οικονομικοτεχνικούς λόγους.
6. Οι μετατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 2636/1998 θα γίνονται εντός των ορίων της περιφέρειας, εκτός αν το προσωπικό που πλεοναζεί με αίτησή του ζητήσει να μεταταγεί σε άλλη περιφέρεια.
Άρθρο 11
Ρύθμιση Θεμάτων Τουριστικής Εκπαίδευσης
1. Η Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με έδρα την Αθήνα, μετονομάζεται σε “Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευοης” Οι Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης, είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης. `Οπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται η Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων στο εξής νοούνται οι Σχολές Τουριστικής, Εκπαίδευσης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 άρθρ.48 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.
2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης των σπουδών, ιδίως θέματα σχετικά με συγκρότηση και λειτουργία εκπαιδευτικών συμβουλίων, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εκπαιδευομένων, το βαθμολογικό σύστημα και τους τίτλους αποφοίτησης, την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών και των εκπαιδευτηρίων καθώς και ειδικότερα θέματα του εκπαιδευτικού και του διοικητικού προσωπικού των Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 άρθρ.48 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.
3. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορεί να ιδρύονται ή να καταργούνται τμήματα και ειδικότητες, στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης και να καθορίζεται το επίπεδο εκπαίδευσης και η διάρκεια σπουδών τους. Με ίδιες αποφάσεις καθορίζονται τα προγράμματα σπουδών και ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την πρακτική άσκηση, τη σίτιση και στέγαση των εκπαιδευομένων.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 άρθρ.48 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.
4. Οι Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης επιχορηγούνται και από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για την υλοποίηοη προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαική `Ενωση και Διεθνείς Οργανισμούς.
5. Οι μαθητές και σπουδαστές των Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης δεν υπάγονται σε καμία άλλη ασφαλιστική εισφορά υπέρ του I.Κ.Α. εκτός από την υποχρεωτική ασφαλιστική εισφορά κατά του κινδύνου ατυχήματος υπέρ του Ι.Κ.Α., η οποία υπολογίζεται σε ποσοστό 1% επί της 12ης ασφαλιστικής κλάσης όπως ισχύει και βαρύνει τις επιχειρήσεις δημόσιου και ιδιωτικού Τομέα στις οποίες πραγματοποιείται η πρακτική άσκηση.
Σχετικό: παρ.6 άρθρ.36 Ν.3105/2003
6. α) Δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος οι Σχολές Ξεναγών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) μεταφέρονται στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης, όπου στις κείμενες διατάξεις περί Σχολών Ξεναγών αναφέρεται ο Ε.Ο.Τ. νοούνται στο εξής οι Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης και τα αντίστοιχα όργανα διοίκησης αυτών.
β) Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στις Σχολές Ξεναγών του προηγούμενου εδαφίου μεταφέρονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης με την ίδια σχέση εργασίας και σε προσωποπαγείς θέσεις αντίστοιχες με αυτές που κατέχουν, οι οποίες συστήνονται με την απόφαση μεταφοράς, οι Σχολές Τουριστικής Εκπαλίδευσης θεωρούνται διάδοχος εργοδότης για τις συμβάσεις εκπαιδευτικού προσωπικού που έχουν προοληφθεί και απασχολούνται στις Σχολές Ξεναγών.
γ) Οι δαπάνες, που έχουν εγγραφεί στον προυπολογισμό του Ε.Ο.Τ. για τη λειτουργία των Σχολών Ξεναγών και τη μιοθοδοσία του προσωπικού τους, μεταφέρονται οτον προυπολογισμό των Σχολών Τουριστικής Εκπαιδευσης,
δ) Οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις του Ε.Ο.Τ. σε θέματα που αφορούν την άσκηση του επαγγέλματος ξεναγού, συμπεριλαμβανομένης και της είσπραξης και απόδοσης στο Ι.Κ.Α των ασφαλιστικών εισφορών των κατά nερίπτωση εργοδοτών των ξεναγών, μεταφέρονται στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης.
ε) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευματων ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τις Σχολές Ξεναγών ιδίως δε το πρόγραμμα σπουδών, τη διάρκεια φοίτησης, τον τρόπο εισαγωγής στις σχολές.
στ) Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων και των υπουργικών αποφάσεων του παρόντος άρθρου ισχύουν οι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος ισχύουσες διατάξεις.
Σχετικό: παρ. 3 και 4 άρθρ.36 Ν.3105/2003
7.α. Στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης συνιστάται μία θέση Γενικού Διευθυντή.
β. Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάmυξης ύστερα από επιλΟΥή μεταξύ προσώπων μεγάλης εμπειρίας σε θέματα εκπαίδευσης και διοίκησης και με αποδεδειγμένη προϋπηρεσία στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Η θητεία του ορίζεται τριετής και μπορεί να ανανεώνεται
γ. Σε περίπτωση τοποθέτησης με απόσπαση στην παραπάνω θέση προσώπου που είναι ήδη δημόσιος λειτουργός ή υπάλληλος του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από το ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 119 Α), κατά το χρόνο της θητείας του στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης διατηρούνται ακέραια τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα στο φορέα από τον οποίο προέρχεται, η θέση του στην επετηρίδα και πάντα τα προσκτώμενα, λόγω προϋπηρεσίας ή συναφή προς τη θέση του και το βαθμό του δικαιώματα. Ο χρόνος της θητείας του στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην ΟΡΥανική του θέση για κάθε σχετική συνέπεια, αλλά η μισθοδοσία του βαρύνει τις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης.
δ. Ο Γενικός Διευθυντής προίσταται των υπηρεσιών των Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης, έχει τις αρμοδιότητες των παραγράφων 2 και 3 του ν.1892/1990 και τις ειδικότερες αρμοδιότητες που προβλέπονται, για τον Γενικό Διευθυντή, στον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας των Σ.Τ.Ε..
ε. Με την έναρξη ισχύος των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου καταΡΥείται η θέση του Διευθυντή – Προϊστάμενου των Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης που είχε συσταθεί με την αριθ. 1566/1983 (ΦΕΚ 256 Α) απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης.
στ. Οι αποδοχές του Γενικού Διευθυντή και η αποζημίωση του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.21 Ν.2919/2001, ΦΕΚ Α 128/25.6.2001.
8.α. Το άρθρο 1 του ν. 4032/1960 αντικαθίσταται ως εξής: “Οι Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης διοικούνται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο διορίζεται με τριετή θητεία από τον εποπτεύοντα Υπουργό. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου. Στη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου περιλαμβάνεται και ο Γενικός Διευθυντής των Σ.Τ.Ε..””)
Σημ.: όπως ηπαρ.8 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.21 Ν.2919/2001, ΦΕΚ Α 128/25.6.2001 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ. 3 άρθρ.48 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.
Άρθρο 12
Ρυθμίσεις θεμάτων Φυσικών Πόρων και Ενέργειας
1 .α. Ο χώρος στον οποίο εντοπίζεται κοίτασμα μεταλλευτικών, βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων θεωρείται εκ του νόμου χωροθετημένο μεταλλείο ή λατομείο αντίστοιχα.
β.. η περ.β’ καταργείται
γ. Πριν από την έναρξη εργασιών έρευνας και εκμετάλλευσης μεταλλείου απαιτείται να εφοδιασθεί ο έχων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 33, 59, 74, 76, 143, 144, 146 του ν.δ/τος 210/1973 «περί Μεταλλευτικού Κωδικός» μεταλλευτικό δικαίωμα, με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α΄) έγκριση περιβαλλοντικών όρων, που εκδίδεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Για το σκοπό αυτόν υποβάλλεται από τους ενδιαφερόμενους αίτηση, που συνοδεύεται από μελέτη, που συντάσσεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Κ.Υ.Α. 183037/5115/19.8.1980 (ΦΕΚ 820 Β΄) και το ερωτηματολόγιο του πίνακα 3 του άρθρου 16 της Κ.Υ.Α. 69269/5387/24.10.1990 (ΦΕΚ 687 Β΄).
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 69 ΝΟΜΟΣ 4512/2018 και ισχύει από 17/1/2018
Δες την εξέλιξη της παραγράφου
2. Με την υποβολή των σχετικών, αιτήσεων, που θα συνοδεύονται από τα στοιχεία δ΄, ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 99 και α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 100 της με αριθμ. II – 5η /Φ./17402/12.12.1984 αποφάσεως του Υπουργείου Ενεργείας και Φυσικών Πόρων (ΦΕΚ 931 Β΄) χορηγούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης προσωρινές άδειες λειτουργίας, τετραετούς διάρκειας, των μεταλλουργικών και λοιπών εγκαταστάσεων της Γ.Μ.Μ. Α.Ε. ΛΑΡΚΟ στην περιοχή Λάρυμνας του δήμου Οπουντίων του νομού Φθιώτιδας.
3. Στις δύο δημόσιες δασικές εκτάσεις που βρίσκονται στη θέση «ΚΙΑΦΑ ΠΡΑΡΙ» του Δ. Κερατέας Ν. Αττικής, εμβαδού η πρώτη από αυτές (Α) 99.303 στρεμμάτων και η δεύτερη (Β) από αυτές 59 στρεμμάτων και οι οποίες παραχωρήθηκαν αντίστοιχα με την 81802/6787/14.12.98 απόφαση Υφυπουργού Γεωργίας και με την 657/3.4.90 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής στο Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Κ.Α.Π.Ε.), επιτρέπεται η εγκατάσταση Ανεμογεννητριών (5 Α/Γ και 3 Α/Γ αντίστοιχα, ανεξαρτήτου ισχύος), όπως επίσης και η εγκατάσταση των απαραίτητων συνοδευτικών υποδομών (όπως οικίσκος ελέγχου, υποσταθμός, οδοί, κ.λπ.) για ερευνητικούς, πιλοτικούς, εκπαιδευτικούς και επιδεικτικούς σκοπούς, καθώς και για σκοπούς πιστοποίησης, με τους ακόλουθους όρους δόμησης.
α) Για την έκταση Α: Συνολικό εμβαδόν έως 100 τ.μ. μεγίστου ύψους 3μ. + 1,5 μ. ύψους στέγης και
β) Για την έκταση Β: Συνολικό εμβαδόν έως 90 τ.μ. μεγίστου ύψους 3μ. + 1,5μ ύψους στέγης.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του Ν. 1929/1991 όπως τελικά τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 14 του Ν. 2289/1995 για την εγκατάσταση και διαδρομή του αγωγού φυσικού αερίου από τη ΔΕΠΑ Α.Ε., καθώς και η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του ίδιου νόμου 2289/1995, εφαρμόζονται και για την εγκατάσταση και λειτουργία του πετρελαιαγωγού Θεσσαλονίκης – Σκοπίων από τη δημοσίου συμφέροντος θυγατρική της ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ Α.Ε. εταιρεία με την επωνυμία «ΕΛΠΕΤ -ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ».
Άρθρο 13
Με απόφαση του Υπουργού Αιγαίου δημοπρατείται για μία ακόμη φορά κατά τις κείμενες διατάξεις η μεταβίβαση του«Πλωτού Ιατρικού Εξεταστικού Κέντρου» (Π.Ι.Ε.Κ.) «ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ». Σε περίπτωση που κριθεί άγονη η δημοπρασία με απόφαση του Υπουργού Αιγαίου είναι δυνατόν να μεταβιβάζεται η κυριότητα ή να παραχωρείται η χρήση του «Πλωτού Ιατρικού Εξεταστικού Κέντρου» (Π.Ι.Ε.Κ.) «ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ» κατά προτεραιότητα στο Πολεμικό Ναυτικό του Υπουργείου Εθνικής `Αμυνας και ελλείψει εκδήλωσης ενδιαφέροντος από το Υπουργείο Εθνικής `Αμυνας, σε σωματεία και συλλόγους μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, προκειμένου αυτά να το χρησιμοποιήσουν για τους σκοπούς που προβλέπονται από το καταστατικό τους.
Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις παραχώρησης της χρήσης ή κυριότητας του πλοίου εκτός οποιασδήποτε απαιτούμενης κατά νόμον άδειας και αποκλειόμενης της χρήσης του πλοίου για την επ΄ αμοιβή παροχή ιατροφαρμακευτικών υπηρεσιών.
Άρθρο 14
Εισοδηματική ενίσχυση εργαζομένων που αμείβονται με την Ε.Γ.Σ.Χ.Ε.
1. Οι απασχολούμενοι μισθωτοί, με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, σε οποιονδήποτε εργοδότη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που ασφαλίζονται στο Ι.Κ.Α. για τον κλάδο σύνταξης από παροχή εξαρτημένης εργασίας και αμείβονται με τον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.) δικαιούνται από 1.1.2000 κατά μήνα εισοδηματική ενίσχυση.
Δικαιούχοι της ενίσχυσης αυτής είναι και όσοι από τους πιο πάνω μισθωτούς λαμβάνουν τις προβλεπόμενες από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. προσαυξήσεις οικογενειακών επιδομάτων και χρόνου υπηρεσίας (τριετίες).
Ως πλήρης απασχόληση νοείται, η πλήρης μηνιαία απασχόληση, εφόσον πρόκειται για υπάλληλο, ή το πλήρες ημερομίσθιο, ανεξαρτήτως αριθμού ημερομισθίων ανά μήνα, εφόσον πρόκειται για εργατοτεχνίτη.
Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι από ίδιο δικαίωμα οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης που απασχολούνται και ασφαλίζονται στο Ι.Κ.Α..
Το ποσό της εισοδηματικής ενίσχυσης είναι ίσο με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ποσοστού της εκάστοτε προβλεπόμενης από τη νομοθεσία του Ι.Κ.Α. εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης του ασφαλισμένου, επί το τμήμα της αμοιβής που αντιστοιχεί στις εκάστοτε αποδοχές της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. άγαμου εργαζόμενου υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη, χωρίς προϋπηρεσία και οικογενειακά επιδόματα.
2. Από την πρώτη του επομένου μετά την ισχύ του παρόντος μηνός και εφεξής, οι εργοδότες, κατά την καταβολή των αποδοχών στους εργαζόμενους, δεν παρακρατούν υπέρ του Ι.Κ.Α. την εισφορά κλάδου κύριας σύνταξης.
3. Κατά την καταβολή εισφορών στις Τράπεζες ή στα υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α. ο εργοδότης καταβάλλει ποσά μειωμένα κατά τις μη παρακρατούμενες κατά την προηγούμενη παράγραφο εισφορές. Σε περίπτωση αγοράς ενσήμων παραλαμβάνει το σύνολο αυτών, χωρίς καμία μείωση. Το μη καταβληθέν ποσό, που αντιστοιχεί στην εργατική εισφορά, πιστώνεται από τα υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α., καθώς και τις Τράπεζες σε Ειδικό Λογαριασμό του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από τον οποίο και εισπράττεται.
Από τον ίδιο λογαριασμό καταβάλλεται στις Τράπεζες και δαπάνη για την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ενώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης της καταβολής στις Τράπεζες των αντίστοιχων χρημάτων, πέραν της μίας ημέρας, καταβάλλεται από τον εν λόγω λογαριασμό και ο νόμιμος τόκος.
4. Τα από 1.1.2000 μέχρι της εφαρμογής του μέτρου αναλογούντα ποσά εισοδηματικής ενίσχυσης θα αποδοθούν στους δικαιούχους εργαζόμενους μέσω των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2001, βάσει σχετικών βεβαιώσεων των εργοδοτών.
5. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια για την υλοποίηση των ρυθμίσεων του άρθρου αυτού.
Άρθρο 15
Η παρ. 5 του άρθρου 1 του Ν. 2303/1995 (ΦΕΚ 80 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«5. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου επεκτείνεται και στις αποδοχές υπαλλήλων άλλων Υπουργείων ή Υπηρεσιών του Δημοσίου και Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, στις συντάξεις βοηθήματα και εν γένει παροχές που καταβάλλουν τα Ασφαλιστικά Ταμεία, καθώς και στις παροχές του Ο.Α.Ε.Δ., Ο.Ε.Κ. και Ο.Ε.Ε. μετά από κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών».
Άρθρο 16
Έναρξης ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 1 Αυγούστου 2000
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ