ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2802 ΦΕΚ Α’ 47/3-3-2000

Κύρωση της Σύμβασης περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που καταρτίσθηκε δυνάμει του άρθρου Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση και υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 26 Μαϊου 1997, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΒΑΣΗ

περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καταρτιζόμενη δυνάμει του άρθρου Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ της παρούσας σύμβασης, κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ στην πράξη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 26ης Μαϊου 1997,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα κράτη μέλη θεωρούν τη βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας για την καταπολέμηση της δωροδοκίας θέμα κοινού ενδιαφέροντος που εμπίπτει στο πεδίο της συνεργασίας που προβλέπεται από τον τίτλο VI της συνθήκης,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το Συμβούλιο, με την πράξη της 27ης Σεπτεμβρίου 1996, κατήρτισε πρωτόκολλο που αφορά ιδιαίτερα τις πράξεις δωροδοκίας στις οποίες είναι αναμεμειγμένοι είτε εθνικοί δημόσιοι υπάλληλοι είτε κοινοτικοί υπάλληλοι, και που βλάπτουν ή μπορούν να βλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, προκειμένου να βελτιωθεί η δικαστική συνεργασία στον ποινικό τομέα μεταξύ των κρατών μελών, είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα πέραν του πρωτοκόλλου αυτού και να καταρτισθεί σύμβαση που θα αφορά τις πράξεις δωροδοκίας στις οποίες είναι αναμεμειγμένοι υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή υπάλληλοι των κρατών μελών, εν γένει,

ΕΠΙΔΙΩΚΟΝΤΑΣ να εξασφαλίσουν τη συνεκτική και ουσιαστική εφαρμογή της παρούσας σύμβασης σε όλο το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ενωσης,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Αρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης :

α) ως “υπάλληλος” νοείται κάθε υπάλληλος, είτε κοινοτικός είτε εθνικός δημόσιος υπάλληλος, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών δημόσιων υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους,

β) ως “κοινοτικός υπάλληλος” νοείται :

– κάθε πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του υπαλλήλου ή του μέλους του λοιπού προσωπικού με σύμβαση εργασίας, κατά την έννοια του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

– κάθε πρόσωπο που τίθεται στη διάθεση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από τα κράτη μέλη ή από κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό και ασκεί καθήκοντα αντίστοιχα με εκείνα που ασκούν οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Τα μέλη οργανισμών οι οποίοι έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις συνθήκες για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το προσωπικό των οργανισμών αυτών θα αντιμετωπίζονται ως κοινοτικοί υπάλληλοι, εφόσον ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, δεν ισχύουν γι` αυτούς,

γ) η έκφραση “εθνικός δημόσιος υπάλληλος” ερμηνεύεται με αναφορά στον ορισμό του “δημοσίου υπαλλήλου” ή του “δημοσίου λειτουργού”, στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους, στο οποίο το πρόσωπο αυτό έχει αυτή την ιδιότητα, για τους σκοπούς της εφαρμογής του ποινικού δικαίου του κράτους μέλους αυτού.

Ωστόσο, όταν πρόκειται για διαδικασία στην οποία εμπλέκεται δημόσιος υπάλληλος κράτους μέλους, και η οποία εκινήθη από άλλο κράτος μέλος, αυτό το άλλο κράτος μέλος δεν υποχρεούται να εφαρμόζει τον ορισμό του “εθνικού δημοσίου υπαλλήλου” παρά μόνον εφόσον ο ορισμός αυτός συμβιβάζεται με το εθνικό του δίκαιο.

Αρθρο 2

Παθητική δωροδοκία

1. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, παθητική δωροδοκία στοιχειοθετείται όταν, εκ προθέσεως, ο υπάλληλος ζητά ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο, ωφελήματα οιασδήποτε φύσεως ή δέχεται υπόσχεση τοιούτων, προκειμένου να τελέσει ή να μην τελέσει πράξη εκ των καθηκόντων του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του, κατά παράβαση των επισήμων καθηκόντων του.

2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1, συνιστά ποινικό αδίκημα.

Αρθρο 3

Ενεργητική δωροδικία

*** Τα άρθρα τρίτο έως και έκτο του παρόντος νόμου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

1. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ενεργητική δωροδοκία στοιχειοθετείται όταν οιοσδήποτε, εκ προθέσεως, υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, οιασδήποτε φύσεως ωφέλημα για τον εαυτό του ή για τρίτο, προκειμένου ο υπάλληλος να τελέσει ή να μην τελέσει πράξη εκ των καθηκόντων του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του, κατά παράβαση των επισήμων καθηκόντων του.

2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1, συνιστά ποινικό αδίκημα.

Αρθρο 4

Εξομοίωση

*** Τα άρθρα τρίτο έως και έκτο του παρόντος νόμου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι, στο ποινικό του δίκαιο, οι περιγραφές που αφορούν τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3 και διαπράττονται υπό ή κατά υπουργών της κυβερνήσεώς του, εκλεγμένων μελών των κοινοβουλίων του, μελών των ανωτάτων δικαστηρίων του ή μελών του ελεγκτικού συνεδρίου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφαρμόζονται ομοίως και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα αδικήματα διαπράττονται αντίστοιχα υπό ή κατά μελών της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

2. Οταν ένα κράτος μέλος έχει θεσπίσει ειδική νομοθεσία για πράξεις ή παραλείψεις των οποίων την ευθύνη φέρουν υπουργοί της κυβέρνησής του λόγω της ειδικής πολιτικής τους θέσης στο εν λόγω κράτος μέλος, η παράγραφος 1 δύναται να μην εφαρμοσθεί στη νομοθεσία αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι τα μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υπόκεινται στην ποινική νομοθεσία, δυνάμει της οποίας εφαμρόζονται τα άρθρα 2 και 3.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται σε κάθε κράτος μέλος υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της ποινικής δικονομίας και του προσδιορισμού του αρμοδίου δικαστηρίου.

4. Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται τηρουμένων των σχετικών διατάξεων των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του πρωτοκόλλου για τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, των οργανισμών του Δικαστηρίου καθώς και των κειμένων που θεσπίζονται για την εφαρμογή τους, όσον αφορά την άρση των ασυλιών.

Αρθρο 5

Ποινές

*** Τα άρθρα τρίτο έως και έκτο του παρόντος νόμου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στα άρθρα 2 και 3, καθώς και η συνέργεια ή η ηθική αυτουργία που συνδέονται με αυτή, επισύρουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινές, συμπεριλαμβανομένων, στις σοβαρές τουλάχιστον περιπτώσεις, και στερητικών της ελευθερίας ποινών για τις οποίες χωρεί ενδεχομένως έκδοση.

2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει την από μέρους των αρμοδίων αρχών άσκηση πειθαρχικών εξουσιών κατά εθνικών δημοσίων ή κοινοτικών υπαλλήλων. Κατάτον προσδιορισμό της επιβλητέας ποινής, τα εθνικά ποινικά δικαστήρια δύνανται να λαμβάνουν υπόψη, σύμφωνα με τις αρχές του εθνικού τους δικαίου, οιαδήποτε πειθαρχική ποινή έχει ήδη επιβληθεί στο ίδιο πρόσωπο για την ίδια συμπεριφορά.

Αρθρο 6

Ποινική ευθύνη διευθυντών επιχείρησης

*** Τα άρθρα τρίτο έως και έκτο του παρόντος νόμου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο πρώτο υποπαρ.ΙΕ.20 περ.4 Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε οι διευθυντές επιχείρησης ή τα πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχειρήσεις, να δύνανται να υπέχουν ποινική ευθύνη, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζει το εθνικό του δίκαιο, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους διαπράξει, για λογαριασμό της επιχείρησης, δωροδοκία όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 3.

Αρθρο 7

Δικαιοδοσία

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας του, όσον αφορά τα αδικήματα που έχει θεσπίσει, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 2, 3 και 4 στις περιπτώσεις κατά τις οποίες : α) το αδίκημα έχει διαπραχθεί, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, στο έδαφός του, β) ο δράστης είναι υπήκοος ή δημόσιος υπάλληλός του,

γ) το αδίκημα έχει διαπραχθεί εναντίον ενός εκ των προσώπων τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 1 ή μέλους ενός εκ των αναφερομένων στο άρθρο 4 παράγραφος 1 οργάνων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που τυγχάνουν συγχρόνως υπήκοοί του,

δ) ο δράστης είναι κοινοτικός υπάλληλος εργαζόμενος σε όργανο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή οργανισμό συσταθέντα δυνάμει των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος.

2. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να δηλώσει, κατά την κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, ότι δεν εφαρμόζει ή ότι εφαρμόζει μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ή περιστάσεις έναν ή περισσότερους από τους κανόνες δικαιοδοσίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ) και δ).

Αρθρο 8

Εκδοση και άσκηση δίωξης

1. Κάθε κράτος μέλος το οποίο, βάσει της νομοθεσίας του, δεν εκδίδει τους υπηκόους του, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να υπαγάγει στη δικαιοδοσία του τα αδικήματα που έχει θεσπίσει σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 2, 3 και 4, όταν αυτά διαπράττονται από υπηκόους του εκτός του εδάφους του.

2. Κάθε κράτος μέλος, όταν υπήκοός του φέρεται ότι διέπραξε, σε άλλο κράτος μέλος, αδίκημα θεσπισθέν σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 2, 3 ή 4, και δεν τον εκδίδει στο άλλο κράτος μέλος εκ μόνου του λόγου της ιθαγένειάς του, οφείλει να παραπέμψει την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές του για την ενδεχόμενη άσκηση δίωξης. Για να καταστεί δυνατή η άσκηση δίωξης, οι δικογραφίες, οι πληροφορίες και τα πειστήρια του αδικήματος διαβιβάζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 6 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957. Το εκζητούν κράτος μέλος ενημερώνεται για την ασκηθείσα δίωξη και για τα αποτελέσματά της.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος “υπήκοος” ερμηνεύεται σύμφωνα με οιαδήποτε δήλωση κάνει το συγκεκριμένο κράτος σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως και την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του ιδίου άρθρου.

Αρθρο 9

Συνεργασία

1. Αν διαδικασία σχετική με αδίκημα θεσπισθέν σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 2, 3 και 4 αφορά τουλάχιστον δύο κράτη μέλη, τα κράτη αυτά συνεργάζονται αποτελεσματικά κατά την έρευνα, τη δίωξη και την εκτέλεση των επιβληθεισών κυρώσεων, μέσω π.χ. της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής της έκδοσης, της διαβίβασης των δικογραφιών και της εκτέλεσης αποφάσεων εκδιδομένων σε άλλο κράτος μέλος.

2. Οταν πλείονα κράτη μέλη έχουν δικαιοδοσία αλλά και δυνατότητα έγκυρης δίωξης αδικήματος που βασίζεται στις ίδιες πράξεις, αυτά τα κράτη μέλη συνεργάζονται για να αποφασίσουν ποιο εξ αυτών θα ασκήσει δίωξη κατά του δράστη ή των δραστών, με σκοπό την άσκηση της όλης δίωξης σε ένα μόνον, ει δυνατόν, κράτος μέλος.

Αρθρο 10

1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν, στις εθνικές ποινικές νομοθεσίες τους, τον κανόνα βάσει του οποίου ένα πρόσωπο, δικασθέν τελεσιδίκως σε ένα κράτος μέλος, δεν επιτρέπεται να διωχθεί σε άλλο κράτος μέλος για την ίδια πράξη, υπό τον όρο ότι η τυχόν επιβληθείσα ποινή έχει εκτελεσθεί ή ευρίσκεται στο στάδιο της εκτελέσεως ή δεν δύναται να εκτελεσθεί δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους που επέβαλε την ποινή.

2. Ενα κράτος μέλος δύναται, όταν προβαίνει στην κοινοποίηση του άρθρου 13 παράγραφος 2, να δηλώσει ότι δεν δεσμεύεται από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις :

α) αν οι πράξεις που ήταν το αντικείμενο της αλλοδαπής δικαστικής απόφασης έλαβαν χώρα εν όλω ή εν μέρει στο έδαφός του. Στην τελευταία όμως περίπτωση, η εξαίρεση αυτή δεν εφαρμόζεται αν οι εν λόγω πράξεις διαπράχθηκαν εν μέρει στο έδαφος του κράτους μέλους όπου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση,

β) αν οι πράξεις που ήταν το αντικείμενο της αλλοδαπής δικαστικής απόφασης συνιστούν αδίκημα στρεφόμενο κατά της ασφάλειας ή άλλων εξίσου ουσιωδών συμφερόντων αυτού του κράτους μέλους,

γ) αν οι πράξεις που ήταν το αντικείμενο της αλλοδαπής δικαστικής απόφασης διεπράχθησαν από δημόσιο υπάλληλο αυτού του κράτους μέλους αντιθέτως προς τα υπηρεσιακά του καθήκοντα.

3. Αν σε κράτος μέλος ασκηθεί νέα δίωξη κατά προσώπου τελεσιδίκως δικασθέντος για την ίδια πράξη σε άλλο κράτος μέλος, πάσα χρονική περίοδος στέρησης της ελευθερίας που υπέστη το εν λόγω πρόσωπο λόγω της πράξης αυτής στο δεύτερο κράτος μέλος, πρέπει να αφαιρείται από την τυχόν επιβληθησομένη κύρωση. Συνυπολογίζονται επίσης, στο μέτρο που το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο, και οι λοιπές, πλην των στερητικών της ελευθερίας, κυρώσεις στο βαθμό που έχουν ήδη επιβληθεί.

4. Οι εξαιρέσεις που αποτελούν το αντικείμενο δήλωσης σύμφωνα με την παράγραφο 2, δεν εφαρμόζονται αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει ζητήσει από το άλλο κράτος μέλος να ασκήσει δίωξη για τις ίδιες πράξεις ή αν έχει διατάξει την έκδοση του ενεχόμενου προσώπου.

5. Οι συναφείς διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και οι σχετικές δηλώσεις, δεν θίγονται εκ του παρόντος άρθρου.

Αρθρο 11

Εσωτερικές διατάξεις

Καμία διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν κωλύει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν εσωτερικές νομικές διατάξεις πέραν των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν.

Αρθρο 12

Δικαστήριο

1. Κάθε διαφορά μεταξύ κρατών μελών σχετικά με την ερμηνεία ή με την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης η οποία δεν μπόρεσε να επιλυθεί διμερώς, πρέπει, σε πρώτο στάδιο, να εξετάζεται στα πλαίσια του Συμβουλίου, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση, προκειμένου να εξευρεθεί λύση. Εάν, εντός εξαμήνου προθεσμίας, δεν μπόρεσε να εξευρεθεί λύση, κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Κάθε διαφορά σχετικά με το άρθρο 1, εξαιρέσει του στοιχείου γ), και με τα άρθρα 2,3 και 4, μεταξύ ενός ή πλειόνων κρατών μελών και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο βαθμό που φορά ζήτημα κοινοτικού δικαίου ή τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων ή στην οποία ενέχονται μέλη ή υπάλληλοι των οργάνων τους ή των οργανισμών οι οποίοι έχουν συσταθεί κατ` εφαρμογή των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία δεν μπόρεσε να επιλυθεί διά της διαπραγματευτικής οδού, μπορεί να υποβληθεί στο Δικαστήριο από ένα εκ των μερών της διαφοράς.

3. Κάθε δικαστήριο κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο να αποφασίσει με προδικαστική απόφαση επί ζητήματος ερμηνείας των άρθρων 1 έως 4 και 12 έως 16, ανακύπτοντος σε υπόθεση η οποία του έχει παραπεμφθεί, όταν ενέχονται μέλη ή υπάλληλοι των κοινοτικών οργάνων ή των οργανισμών των συσταθέντων κατ` εφαρμογήν των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίοι ενήργησαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφόσον κρίνει ότι η απόφαση επί του θέματος αυτού είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης.

4. Η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 3 εξαρτάται από την αποδοχή της εκ μέρους του ενδιαφερομένου κράτους μέλους, υπό μορφή δήλωσης η οποία πραγματοποιείται γι` αυτό, κατά την κοινοποίηση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, ή καθ` οιανδήποτε μεταγενέστερη χρονική στιγμή.

5. Ενα κράτος μέλος το οποίο προβαίνει σε δήλωση δυνάμει της παραγράφου 4, μπορεί να περιορίσει τη δυνατότητα να ζητάει από το Δικαστήριο να αποφασίσει με προδικαστική απόφαση σε εκείνα μόνον από τα δικαστήριά του των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου.

6. Ο οργανισμός του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ο κανονισμός διαδικασίας του τυγχάνουν εφαρμογής. Σύμφωνα με τον οργανισμό αυτό, κάθε κράτος μέλος καθώς και η Επιτροπή, δικαιούται, είτε έχει προβεί σε δήλωση δυνάμει της παραγράφου 4 είτε όχι, να καταθέτει ενώπιον του Δικαστηρίου υπόμνημα ή γραπτές παρατηρήσεις στις υποθέσεις οι οποίες του έχουν παραπεμφθεί δυνάμει της παραγράφου 3.

Αρθρο 13

Εναρξη ισχύος

1. Η παρούσα σύμβαση χρήζει της αποδοχής των κρατών μελών κατά τους οικείους συνταγματικούς τους κανόνες.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης την ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται από τους οικείους συνταγματικούς τους κανόνες για την αποδοχή της παρούσας σύμβασης.

3. Η παρούσα σύμβαση τίθεται σε ισχύ 90 ημέρες αφότου και το τελευταίο κράτος μέλος που εκπληροί τη σχετική διατύπωση προβεί στην κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

4. Εως την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης, κάθε κράτος μέλος δύναται, κατά τη στιγμή της κοινοποιήσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 2, ή οποτεδήποτε μετά από αυτήν, να δηλώσει ότι η παρούσα σύμβαση, πλην του άρθρου 12, εφαρμόζεται, καθόσον το αφορά, στις σχέσεις του με τα κράτη μέλη που έχουν προβεί στην ίδια δήλωση. Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται έναντι του κράτους μέλους που προέβη σ` αυτή τη δήλωση από την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης περιόδου 90 ημερών από την ημερομηνία καταθέσεως της δηλώσεώς του.

5. Το κράτος μέλος που δεν προέβη σε δήλωση κατά την παράγραφο 4, δύναται να εφαρμόσει την παρούσα σύμβαση έναντι των άλλων συμβαλλομένων κρατών μελών, βάσει διμερών συμφωνιών.

Αρθρο 14

Προσχώρηση νέων κρατών μελών

1. Η παρούσα σύμβαση είναι ανοιχτή προς προσχώρηση για κάθε κράτος που γίνεται μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

2. Το κείμενο της παρούσας σύμβασης που καταρτίζεται στη γλώσσα του προσχωρούντος κράτους, μερίμνη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι αυθεντικό.

3. Τα έγγραφα προσχώρησης κατατίθενται στο θεματοφύλακα.

4. Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει έναντι παντός προσχωρούντος σ` αυτήν κράτους 90 ημέρες από την ημερομηνία καταθέσεως του εγγράφου προσχώρησής του ή κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης, εφ` όσον αυτή δεν έχει ήδη αρχίσει να ισχύει κατά τη λήξη της προθεσμίας των εν λόγω 90 ημερών.

5. Εάν η παρούσα σύμβαση δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ κατά την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησης, στα προσχωρούντα κράτη εφαρμόζεται το άρθρο 13 παράγραφος 4.

Αρθρο 15

Επιφυλάξεις

1. Καμία επιφύλαξη δεν γίνεται δεκτή, εξαιρουμένων των επιφυλάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 10 παράγραφος 2.

2. Κάθε κράτος μέλος που έχει διατυπώσει επιφύλαξη μπορεί να την άρει ανά πάσα στιγμή είτε ολοσχερώς είτε εν μέρει, απευθύνοντας κοινοποίηση στον θεματοφύλακα. Η άρση αρχίζει να ισύει από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από τον θεματοφύλακα.

Αρθρο 16

Θεματοφύλακας

1. Θεματοφύλακας της παρούσας σύμβασης είναι ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

2. Ο θεματοφύλακας δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το στάδιο αποδοχών και προσχωρήσεων, τις δηλώσεις, τις επιφυλάξεις και κάθε άλλη κοινοποίηση σχετική με την παρούσα σύμβαση.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα σύμβαση.

Εγινε στις Βρυξέλλες, στις είκοσι έξι Μαϊου χίλια εννιακόσια ενενήντα επτά, σε ένα μόνο αντίτυπο, στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα, όλα δε τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά, κατατίθεται στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αντικατάσταση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα

Οι διατάξεις των άρθρων 235 και 236 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“Αρθρο 235. Παθητική δωροδοκία. Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ο υπάλληλος, ο οποίος, κατά παράβαση των καθηκόντων του ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο, ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης ή δέχεται υπόσχεση τούτων, προκειμένου να προβεί σε ενέργεια ή παράλειψη που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά”.

“Αρθρο 236. Ενεργητική δωροδοκία. Με την ποινή του άρθρου 235 τιμωρείται όποιος υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφελήματα για τον εαυτό του ή για τρίτο, προκειμένου ο υπάλληλος, κατά παράβαση των καθηκόντων του, να προβεί σε ενέργεια ή παράλειψη που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά. Η πράξη μένει ατιμώρητη, αν αυτός με δική του θέληση και πριν εξετασθεί οπωσδήποτε για την πράξη την αναγγείλει στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή σε οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο ή άλλη αρμόδια αρχή, εγχειρίζοντας έγγραφη αναφορά ή προφορικά οπότε συντάσσεται σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή το δώρο ή το ωφέλημα που τυχόν κατασχέθηκε ή έχει παραδοθεί στον ανακριτή αποδίδεται σε αυτόν που το έδωσε και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η διάταξη του άρθρου 238”.
Ορισμοί

Στον παρόντα νόμο χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι όροι με την εξής έννοια:

Υπάλληλος είναι ο κοινοτικός υπάλληλος και ο εθνικός δημόσιος υπάλληλος, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων άλλου Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

α) Κοινοττκός υπάλληλος είναι ο αναφερόμενος στο στοιχείο β` του άρθρου 1 της κυρούμενης με τον παρόντα νόμο Σύμβασης.

β) Εθνικός δημόσιος υπάλληλος είναι κάθε πρόσωπο αναφερόμενο στο στοιχείο α` του άρθρου 13 και στο άρθρο 263Α του Ποινικού Κώδικα.

Η έννοια του εθνικού δημοσίου υπαλλήλου των λοιπών Κρατών – Μελών, όπως παρέχεται από την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία τους, ισχύει για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, μόνον εφόσον συμβιβάζεται προς εκείνη του ελληνικού Ποινικού Κώδικα.
Εξομοίωση κοινοτικών υπαλλήλων και λειτουργών προς τους εθνικούς

1. Το αδίκημα της δωροδοκίας, όταν τελείται από ή προς τα Μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Δικαστηρίου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τιμωρείται όπως εκείνο που τελείται από ή προς τους Υπουργούς της Ελληνικής Κυβέρνησης, τα εκλεγμένα μέλη της Ελληνικής Βουλής και τα μέλη των Ελληνικών Ανωτάτων Δικαστηρίων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δεν εφαρμόζονται όμως οι ειδικές δικονομικές διατάξεις περί ευθύνης των Υπουργών και οι λοιπές διατάξεις που αναφέρονται στη δίωξη και την αρμοδιότητα των δικαστηρίων. Τα εν λόγω πρόσωπα δωσιδικούν ενώπιον του δικαστηρίου των εφετών.

2. Οι διατάξεις των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, των οργανισμών του Δικαστηρίου, καθώς και των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή τους, εφαρμόζονται πλήρως, όσον αφορά την άρση των ασυλιών των ως άνω προσώπων.
Ποινική ευθύνη διευθυντών επιχείρησης

Διευθυντές επιχείρησης ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχειρήσεις τιμωρούνται με ποινή φυλακίσεως, αν η πράξη δεν ττμωρείται βαρύτερα με άλλη ποινική διάταξη, σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους διαπράξει για λογαριασμό της επιχείρησης πράξη δωροδοκίας κατά την έννοια του παρόντος νόμου.
Δικαιοδοσία

1. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία προς εκδίκαση των αδικημάτων της δωροδοκίας, αν συντρέχει μια από ττς περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.

2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και όταν το αδίκημα της δωροδοκίας τελέσθηκε στην αλλοδαπή από ημεδαπό, ακόμη και αν η πράξη δεν είναι αξιόποινη κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκε.
Δηλώσεις της Ελλάδας κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης της Σύμβασης

1. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 και την παρ. 1 του άρθρου 15 της Σύμβασης, η Ελλάδα δεν δεσμεύεται από την παρ. 1 του άρθρου 10 της Σύμβασης, στις περιπτώσεις των στοιχείων β` και γ` της παρ. 2 του ίδιου άρθρου αυτής.

2. Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 12 της Σύμβασης, η Ελλάδα δέχεται την οριζόμενη στο άρθρο αυτό αρμοδιότητα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προς έκδοση προδικαστικών αποφάσεων, εφόσον τούτο ζητηθεί από δικαστήριά της.
Εναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης του κυρώνεται υπό την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 13 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 2 Μαρτίου 2000

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Γ.Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 2 Μαρτίου 2000

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ