ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2771 ΦΕΚ Α`280/16.12.1999

Περί Ειδικών Λογαριασμών και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1

Οι διατάξεις του παρόντος διέπουν τους Ειδικούς Λογαριασμούς του Δημοσίου που λειτουργούν στα Υπουργεία Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Εθνικής Οικονομίας, Υγείας και Πρόνοιας, Δικαιοσύνης, Πολιτισμού, Οικονομικών, Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων `Έργων, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ανάπτυξης, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Εμπορικής Ναυτιλίας, Δημόσιας Τάξης και Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Άρθρο 2
Λογαριασμοί αδρανείς

1. Λογαριασμοί του Δημοσίου, οι οποίοι είτε εμφανίζουν την εκτέλεση του Προϋπολογισμού είτε απεικονίζουν την εκτός Προϋπολογισμού χρηματική διαχείριση και παραμένουν αδρανείς, γιατί δεν υφίστανται πλέον οι λόγοι ύπαρξής τους, καταργούνται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών.

2. Το τυχόν υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία των λογαριασμών της παραγράφου 1 αποτελούν δημόσια περιουσία, τα δε χρηματικά υπόλοιπα αυτών κατατίθενται σε Δημόσια Οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Y.) και εμφανίζονται σαν έσοδα στον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Άρθρο 3
Λογαριασμοί δαπανών ομοειδών με δαπάνες Κρατικού Προϋπολογισμού

1. Λογαριασμοί του Δημοσίου, οι οποίοι είτε εμφανίζουν την εκτέλεση του Προϋπολογισμού είτε απεικονίζουν την εκτός Προϋπολογισμού χρηματική διαχείριση και οποίοι αποβλέπουν στην πληρωμή δαπανών ομοειδών με τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού, καταργούνται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών.

2.α. Οι διατάξεις που αφορούν τους πόρους των Λογαριασμών της παραγράφου 1 από φόρους, τέλη και οποιαδήποτε άλλη αιτία, διατηρούνται σε ισχύ και οι πόροι αυτοί περιέρχονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και αποτελούν έσοδο του Δημοσίου, κατά τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

β. Οι δαπάνες και οι τυχόν υφιστάμενες υποχρεώσεις των Λογαριασμών της παραγράφου 1 βαραίνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

3. Τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία των καταργούμενων Λογαριασμών του άρθρου αυτού ρυθμίζονται όπως στην παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος.
Άρθρο 4
Λογαριασμοί αυξημένων πόρων

1. Λογαριασμοί του Δημοσίου, οι οποίοι είτε εμφανίζουν την εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού είτε απεικονίζουν την εκτός Προϋπολογισμού χρηματική διαχείριση και των οποίων οι πόροι υπερκαλύπτουν τις δαπάνες τους, διατηρούνται.

2. Με απόφαση του αρμόδιου υπουργού και του υπουργού Οικονομικών οι διατάξεις των Λογαριασμών αυτών τροποποιούνται και μέρος των πόρων τους και του υφιστάμενου πιστωτικού τους υπολοίπου περιέρχεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και αποτελεί έσοδο του Δημοσίου.
Άρθρο 5
Λογαριασμοί διάφοροι

1. Οι διατάξεις των Λογαριασμών του υπουργείου Ανάπτυξης και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων και υπηρεσιών, που αποβλέπουν στη χρηματοδότηση προγραμμάτων, έργων και μελετών που αφορούν την ενέργεια, τους φυσικούς πόρους, τη βιομηχανία και την έρευνα, διατηρούνται σε ισχύ. Διατηρούνται επίσης σε ισχύ οι διατάξεις του Λογαριασμού Εφοδιασμός με πετρελαιοειδή προϊόντα των προβληματικών περιοχών της χώρας και του Λογαριασμού. Εισφορά εγγυήσεως φιαλών υγραερίου”.

2.α. Οι διατάξεις του Λογαριασμού του Ο.Π.Α.Π., οι πόροι του οποίου διατίθενται στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, το υπουργείο Οικονομικών, το υπουργείο Πολιτισμού κ.λπ., διατηρούνται σε ισχύ.

β. Οι διατάξεις του Λογαριασμού Εξετάσεων Υποψηφίων Οδηγών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, οι πόροι του οποίου διατίθενται για την αμοιβή των εξεταστών ιατρών, των εξ ιατρών επιτροπών και λοιπών εξεταστών, την κατασκευή έργων και εγκαταστάσεων του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και Κ.Τ.Ε.Ο. των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων κ.λπ., διατηρούνται σε ισχύ.

3. Λογαριασμοί του Δημοσίου, εκτός των αναφερομένων στα άρθρα 2-4 και 5 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος νόμου, οι οποίοι είτε εμφανίζουν την εκτέλεση του Προϋπολογισμού είτε απεικονίζουν την εκτός Προϋπολογισμού χρηματική διαχείριση και αφορούν χρηματοδότηση έργων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόσθετες αμοιβές δημοσίων υπαλλήλων και άλλους σκοπούς, διατηρούνται.

4. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, των αποκεντρωμένων υπηρεσιών του και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων, καθώς και οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας των Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι., διατηρούνται σε ισχύ. Οι ως άνω Ειδικοί Λογαριασμοί συνεχίζουν να διέπονται από το υφιστάμενο καθεστώς τους, πριν την έκδοση του παρόντος και υποβάλλουν προς έλεγχο στο Υπουργείο Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) τον προϋπολογισμό και απολογισμό τους.

5. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί των Ερευνητικών Κέντρων που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του υπουργείου Ανάπτυξης, διατηρούνται σε ισχύ. Στους λογαριασμούς αυτούς έχει εφαρμογή το δεύτερο εδάφιο της ανωτέρω παραγράφου 4.

6. Με κοινή απόφαση του αρμόδιου υπουργού και του υπουργού Οικονομικών οι διατάξεις των λογαριασμών των ανωτέρω παραγράφων τροποποιούνται ή συμπληρώνονται, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, με σκοπό την αρτιότερη οργάνωση, την εύρυθμη λειτουργία και τη διαφάνειά τους.
Άρθρο 6

Για τους Ειδικούς Λογαριασμούς των υπουργείων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος δεν ισχύει η παράγραφος 3 του άρθρου 60 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α`).

Άρθρο 7
Χρόνος έκδοσης υπουργικών αποφάσεων

Οι υπουργικές αποφάσεις, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 2-4 του παρόντος νόμου, πρέπει να εκδοθούν σε αποκλειστική προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του, μετά την πάροδο της οποίας, οι Λογαριασμοί καταργούνται, εφαρμοζόμενων των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 8
Περιεχόμενο υπουργικών αποφάσεων

1.Στις εκδοθησόμενες υπουργικές αποφάσεις δύναται να περιλαμβάνονται ιδίως:

α. Ο σκοπός, τα όργανα διαχείρισης και οι πόροι του Λογαριασμού.

β. Οι δραστηριότητες και οι εργασίες των οποίων τις δαπάνες μπορεί να καλύπτει.

γ. Οι διαδικασίες προκήρυξης, υποβολής, αξιολόγησης, επιλογής, ανάθεσης, παρακολούθησης και παραλαβής των έργων, προγραμμάτων και μελετών, που χρηματοδοτούνται από αυτόν.

δ. Ο τρόπος πραγματοποίησης και ελέγχου των δαπανών.

2. Οι Ειδικοί Λογαριασμοί του παρόντος νόμου συντάσσουν κάθε χρόνο Προϋπολογισμό και Απολογισμό, οι οποίοι συνυποβάλλονται προς έλεγχο και αξιολόγηση στο Υπουργείο Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) ταυτόχρονα με τον Προϋπολογισμό του φορέα που εποπτεύει τον Ειδικό Λογαριασμό. Η μη έγκαιρη υποβολή τους εντός των προθεσμιών που θέτει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους αναστέλλει αυτομάτως τη λειτουργία του Λογαριασμού.

3. Οι Προϋπολογισμοί και Απολογισμοί των Ειδικών Λογαριασμών συντάσσονται σύμφωνα με τις σχετικές εγκυκλίους του Γενικού Λογιστηρίου και υπόκεινται στους προβλεπόμενους δημοσιονομικούς ελέγχους.

4. Η λειτουργία, τα διαθέσιμα και οι πόροι των Ειδικών Λογαριασμών, οι οποίοι εξυπηρετούν υποχρεώσεις παροχών ή απορρέουν από ισχύουσες μισθολογικές διατάξεις, δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 9
Κάλυψη δαπανών

Από τις προτεινόμενες διατάξεις του παρόντος νόμου προκαλείται ετήσια δαπάνη του Κρατικού Προϋπολογισμού, η οποία υπερκαλύπτεται από την αύξηση των εσόδων του Δημοσίου, η οποία επέρχεται από τις διατάξεις αυτού.
Άρθρο 10
Οργανωτικά θέματα του Υπουργείου Οικονομικών

Σχετικό: παρ.1 και 6 άρθρ.60 Ν.3283/2004,ΦΕΚ Α 210/2.11.2004

1. Συνιστώνται στο υπουργείο Οικονομικών υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου, επιπέδου Διεύθυνσης, με τον τίτλο “Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (Τ,Ε.Κ)”.

2. Ο αριθμός των οργανικών μονάδων της προηγούμενης παραγράφου, η έδρα, η κατά τόπον και καθ` ύλην αρμοδιότητα, η εσωτερική διάρθρωση και η στελέχωση αυτών, καθώς και τα λοιπά θέματα οργάνωσης και λειτουργίας τους, ορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας αυτών ορίζεται με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 εφαρμόζονται ανάλογα και για τις συνιστώμενες οργανικές μονάδες.

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 μέχρι και 8, καθώς και 10 μέχρι κοι 14 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (ΦΕΚ 211 Α`), εφαρμόζονται ανάλογα και για τους ελεγκτές των παραπάνω οργανικών μονάδων.

5. Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.) και τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Π.Ε.Κ.) διαρθρώνονται στις παρακάτω υποδιευθύνσεις και Τμήματα, τροποποιουμένων ανάλογα των σχετικών διατάξεων των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 1 και παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 του π.δ. 280/1997 (ΦΕΚ 203 Α`).

α) Το ΕΘ.Ε.Κ. διαρθρώνεται σε τρεις (3) υποδιευθύνσεις και ένα (1) Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας. Κάθε Υποδιεύθυνση αυτού διαρθρώνεται σε πέντε (5) Εποπτείες Ελέγχου, επιπέδου Τμήματος.

β) Τo Π.Ε.Κ. Αθηνών και Τo Π.Ε.Κ. Πειραιά διαρθρώνεται σε τρεις (3) υποδιευθύνσεις και ένα (1) Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας το καθένα. Κάθε Υποδιεύθυνση των Π.Ε.Κ. Αθηνών και Πειραιά διαρθρώνεται σε πέντε (5) Εποπτείες Ελέγχου, επιπέδου Τμήματος.

γ) Το Π.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης διαρθρώνεται σε δύο (2) υποδιευθύνσεις και ένα (1) Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας. Κάθε Υποδιεύθυνση αυτού διαρθρώνεται σε πέντε (5) Εποπτείες Ελέγχου, επιπέδου Τμήματος.

δ) Τα Π.Ε.Κ. Λάρισας, Πατρών και Ιωαννίνων διαρθρώνονται σε δύo (2) Εποπτείες Ελέγχου, επιπέδου Τμήματος και ένα (1) Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας το καθένα.

Οι Υποδιευθύνσεις και οι Εποπτείες Ελέγχου του ΕΘ.Ε.Κ. και των Π.Ε.Κ. αριθμούνται με τα αντίστοιχα κεφαλαία γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου, κατά αύξουσα σειρά.

6. Ο αριθμός των θέσεων προσωπικού, του κλάδου ΠΕ Εφοριακών (παράγραφοι 6 έως 14 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995, ΦΕΚ 211 Α`), με καθήκοντα ελεγκτών, που προβλέπεται από ης διατάξεις του άρθρου 4 του π.δ. 280/1997 για το ΕΘ.Ε.Κ. και κάθε Π.Ε.Κ., αυξάνεται ως εξής, αντίστοιχα:

α) Του ΕΘ.Ε.Κ. κατά 80 θέσεις

β) Του Π.Ε.Κ. Αθηνών κατά 75 θέσεις

γ) Του Π.Ε.Κ. Πειραιά κατά 100 θέσεις

δ) Του Π.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης κατά 60 θέσεις

ε) Του Π.Ε.Κ. Λάρισας κατά 12 θέσεις

στ) Του Π.Ε.Κ. Πατρών κατά 10 θέσεις

ζ) Του Π.Ε.Κ. Ιωαννίνων κατά 10 θέσεις.

Σχετικό: παρ.9 άρθρ.60 Ν.3283/2004,ΦΕΚ Α 210/2.11.2004

7. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών πεντακόσιες ογδόντα πέντε (585) οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού. Η κατανομή των παραπάνω θέσεων, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, καθώς και στις επί μέρους υπηρεσίες αυτού, θα γίνει με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 11

1. Στο άρθρο 14 του π.δ. 344/1995 (ΦΕΚ 183 Α`) προστίθεται παράγραφος 15, που έχει ως εξής:

“15. Οι υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών που καλύπτουν τις θέσεις του άρθρου 30 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α`) μετατίθενται ή αποσπώνται μόνο σε αντίστοιχες θέσεις”.

Στο άρθρο 6 του π.δ.119/1999 (ΦΕΚ 126 Α`) προστίθεται παράγραφος 12, που έχει ως εξής:

“12. Στους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών που τοποθετούνται στις Δ.Ο.Υ. Και καλύπτουν τις θέσεις του άρθρου 30 του V. 2523/1997 ανατίθενται καθήκοντα ανάλογα με την εξειδίκευση στο γνωστικό αντικείμενο και της κατά περίπτωση οικείας ειδικότητας.”

Για τους υπαλλήλους που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή οι λοιπές διατάξεις του η.δ.119/1999″.

2. 0ι διατάξεις του άρθρου 3 της υπ. αριθμ. 1105021/2923/0001/2.10.1989 (ΦΕΚ 738 Β.) απόφασης του υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 51 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α`), αντικαθίστανται ως ακολούθως:

Οι υπάλληλοι των κλάδων ΔΕ Δακτυλογράφων – Στενογράφων και ΥΕ Προσωπικού Καθαριότητας, που υπηρετούν στο Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών και υπάγονται στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Διοικητικού του Υπουργείου Οικονομικών, παρέχουν εφεξής τις υπηρεσίες τους στις προβλεπόμενες, από τις ισχύουσες κάθε φορά οργανικές διατάξεις του υπουργείου Οικονομικών, θέσεις των αντίστοιχων κλάδων τους”.
Άρθρο 12

Η διάταξη του άρθρου 36 του V. 2733/1999 (ΦΕΚ 155 Α`) εφαρμόζεται και για:

α) Τους τεχνικούς υπαλλήλους και τους τεχνολόγους Γεωπονίας του υπουργείου Γεωργίας εκτός από τους υπηρετούντες στην Κεντρική Υπηρεσία, τους τεχνικούς υπαλλήλους, τους σπερματογχύτες και τους τεχνολόγους Γεωπονίας των Περιφερειών και των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που μετακινούνται αποκλειστικά και μόνο για την εφαρμογή και τον έλεγχο εφαρμογής προγραμμάτων του Υπουργείου Γεωργίας.

β) Τους υπαλλήλους του Οργανισμού Βάμβακος, του Εθνικού Οργανισμού Καπνού, εκτός από τους υπηρετούντες στην Κεντρική υπηρεσία και τους γεωτεχνικούς του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου) που μετακινούνται αποκλειστικά και μόνο για την εφαρμογή προγραμμάτων έρευνας, σποροπαραγωγής, γεωργικής μέριμνας και εφαρμογών και την πραγματοποίηση των προβλεπόμενων κάθε φορά ελέγχων της αρμοδιότητάς τους.
Άρθρο 13

1. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του π.δ. 340/1998 (ΦΕΚ 228 Α) προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:

“Στα μέλη των παραπάνω επιτροπών χορηγείται αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μετά από γνώμη της κεντρική, Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος.”

2. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 του π.δ. 340/1998 προστίθεται εδάφιο δεύτερο ως εξής:

“Για την ανανέωση του δελτίου επαγγελματικής ταυτότητας απαιτείται η καταβολή παραβόλου υπέρ του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, το ύψος του οποίου καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μετά από γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας.”

3. Στο άρθρο 7 του π.δ. 340/1998 προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:

“3. Στα μέλη της ειδικής επιτροπής διενέργειας των εξετάσεων χορηγείται αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μετά από γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας.”

4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998 αντικαθίστανται και ενοποιούνται ως παράγραφος 1, ως εξής:

1. Στους μη πτυχιούχους, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 2515/1997 ασκούσαν το επάγγελμα του λογιστή ή του βοηθού λογιστή ως μισθωτοί σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα 11 ως ελεύθεροι επαγγελματίες, χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας άδεια άσκησης επαγγέλματος Λογιστή – Φοροτεχνικού Γ. Τάξης. Όσοι από αυτούς αποδεδειγμένα μέχρι τη δημοσίευση του ν.2515/1997 έχουν υπογράψει ισολογισμούς επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα τουλάχιστον τριών (3) χρήσεων χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας άδεια άσκησης επαγγέλματος Γ Τάξης, με δικαίωμα τήρησης βιβλίων Γ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων μέχρι του ποσού των 300.000.000 δραχμών.”

5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998 αναριθμείται σε παράγραφο 2 και αντικαθίσταται ως εξής:

2. Στους πτυχιούχους των Τμημάτων Εμπορίας και Διαφήμισης, Διοίκησης Επιχειρήσεων και Τουριστικών Επιχειρήσεων της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τ.Ε.Ι., που κατά τη δημοσίευση του ν. 2515/1997 ασκούσαν επί τέσσερα (4) έτη από τη λήψη του πτυχίου τους το επάγγελμα του Λογιστή ή του βοηθού Λογιστή ως μισθωτοί σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα ή ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή έχουν τέσσερα (4) έτη προϋπηρεσία από τη λήψη του πτυχίου τους σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα, χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, αυτοδικαίως, άδεια άσκησης επαγγέλματος Β`. Τάξης με τη συμπλήρωση συνολικής προϋπηρεσίας επτά (7) ετών.”

6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998 αναριθμείται αε παράγραφο 3 και προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

4. Στους πτυχιούχους του Τμήματος Λογιστικής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τ.Ε.Ι., που κατά τη δημοσίευση του ν.2515/1997 δεν είχαν συμπληρώσει πέντε (5) έτη προϋπηρεσία από τη λήψη του πτυχίου τους στην άσκηση του επαγγέλματος του Λογιστή ή του βοηθού Λογιστή ως μισθωτοί σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα ή ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή δεν είχαν συμπληρώσει πέντε (5) έτη προϋπηρεσία από τη λήψη του πτυχίου τους σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα, χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, αυτοδικαίως, άδεια άσκησης επαγγέλματος Β` Τάξης με τη συμπλήρωση συνολικής προϋπηρεσίας πέντε (5) ετών”.

7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998 αναριθμείται σε παράγραφο 5 και προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

6. Στα μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας που έχουν άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος και κατά τη δημοσίευση του ν.2515/1997, ασκούσαν το επάγγελμα του Λογιστή ή του βοηθού Λογιστή ως μισθωτοί σε λογιστικές – οικονομικές εργασίες του ιδιωτικού τομέα ή ως ελεύθεροι επαγγελματίες, χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας άδεια άσκησης επαγγέλματος Λογιστή – Φοροτεχνικού Β` Τάξης και με τη συμπλήρωση συνολικής προϋπηρεσίας πέντε (5) ετών χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, αυτοδικαίως, άδεια άσκησης επαγγέλματος Λογιστή – Φοροτεχνικού Α` Τάξης”.

Σχετικό: παρ.1 άρθρ.38 Ν.2873/2000

8. Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998 καταργούνται. Η παράγραφος 9 αναριθμείται ως παράγραφος 7 και προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:

8. Στις παραγράφους 3 και 5 του άρθρου 21 του π.δ. 340/1998, όπως αυτές αναριθμήθηκαν με τις πιο πάνω παραγράφους 6 και 7, μετά τη λέξη “λογιστή” τίθεται η φράση “ή βοηθού λογιστή”.
Άρθρο 14
Ρυθμίσεις στη φορολογία αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλετών.

1. Φορτηγό αυτοκίνητα και οι βάσεις τους, καθώς και μοτοσυκλέτες, για τα οποία μέχρι και 10 Οκτωβρίου 1999 είχαν κατατεθεί παραστατικό τελωνισμού και δεν έχουν εκδοθεί αποδεικτικό είσπραξης, υπάγονται στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης που ισχύουν από 11 Οκτωβρίου 1999.

2. Φορτηγό αυτοκίνητα και οι βάσεις τους, καθώς και μοτοσυκλέτες, για τα οποία έχουν εκδοθεί αποδεικτικά είσπραξης του τέλους ταξινόμησης, πλην όμως δεν έχουν ταξινομηθεί και πωληθεί από τις εμπορικές επιχειρήσεις, μπορούν με αίτησή τους, να υπαχθούν στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης που ισχύουν από 11 Οκτωβρίου 1999 με συμψηφισμό του καταβληθέντος τέλους ταξινόμησης και επιστροφή της υποκύπτουσας διαφοράς. Στη ρύθμιση αυτήν υπάγονται και τα παραπάνω οχήματα, τα οποία μέχρι και 10 Οκτωβρίου 1999 είχαν τιμολογηθεί από τις εμπορικές επιχειρήσεις, πλην όμως για τη μεταβίβαση στον ιδιώτη δεν έχει γίνει θεώρηση του πιστοποιητικού ταξινόμησης από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) για την καταβολή των οφειλόμενων τελών ή είχε γίνει η θεώρηση αυτή αλλά τα οχήματα δεν είχαν τιμολογηθεί από τις εμπορικές επιχειρήσεις.

3. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2743/1999 (ΦΕΚ 211 Α`) εφαρμόζονται και για επιβατικό αυτοκίνητα τα οποία μέχρι και 2 Σεπτεμβρίου 1999 είχαν τιμολογηθεί από τις εμπορικές επιχειρήσεις, πλην όμως για τη μεταβίβασή τους στον ιδιώτη δεν έχει γίνει θεώρηση του πιστοποιητικού ταξινόμησης από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. για την καταβολή των οφειλόμενων τελών ή είχε γίνει η θεώρηση αυτή, αλλά τα οχήματα δεν είχαν τιμολογηθεί από τις εμπορικές επιχειρήσεις.

4. Για Τον επανυπολογισμό του τέλους ταξινόμησης των οχημάτων που δεν έχουν υπαχθεί στις ρυθμίσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 22 του ν.2682/1999 (ΦΕΚ 16 Α”) παρότι συντρέχουν οι προβλεπόμενες από αυτές προϋποθέσεις, θα ληφθούν υπόψη οι νέοι συντελεστές τέλους ταξινόμησης που ισχύουν από 3 Σεπτεμβρίου 1999 για τα επιβατικό αυτοκίνητα και από 11 Οκτωβρίου 1999 για τα λοιπό οχήματα. 5. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 αρχίζει από 11 Οκτωβρίου 1999, της παραγράφου 3 από 3 Σεπτεμβρίου 1999 και της παραγράφου 4 από 3 Σεπτεμβρίου 1999 για τα επιβατικό και από 11 0κτωβρίου 1999 για τα λοιπό οχήματα.
Άρθρο 15

1. Αγορές και πωλήσεις χρυσού δύνανται να διενεργούνται από την Τράπεζα της Ελλάδος και τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα και έχουν εξουσιοδοτηθεί για τη διενέργεια πράξεων συναλλάγματος, ενεργούντα για δικό τους λογαριασμό και με δικό τους κίνδυνο, με τους όρους που θέτει εκάστοτε η Τράπεζα της Ελλάδος στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της.

Ως χρυσός, για τους σκοπούς του παρόντος, νοούνται οι χρυσές λίρες, τα χρυσά νομίσματα και οι τυποποιημένες ράβδοι ή πλάκες χρυσού διεθνών προδιαγραφών.

Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θέτει τους όρους αγοράς και πώλησης χρυσού και χρυσών νομισμάτων και από άλλα πρόσωπα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 Ν.2842/2000, ΦΕΚ Α 207/27.9.2000

2. Στο άρθρο 59 του π.δ. 715/1979 (ΦΕΚ 212 Α”) και στο τέλος της παραγράφου 5, όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 41 τοι) ν. 2648/1998, προστίθεται εδάφιο τρίτο που έχει ως εξής:

“Στις δυνάμει της διατάξεως αυτής συναπτόμενες συμβάσεις πωλήσεως επιτρέπεται, χωρίς άλλη διατύπωση, να προστίθεται υπέρ του εκποιούντος Ν.Π.Δ.Δ., σύμφωνο εξώνησης του όλου ή μέρους ή τμήματος του πωλούμενου ακινήτου, εφόσον το συνομολογούμενο τίμημα εξωνήσεως δεν υπερβαίνει το τίμημα της πωλήσεως, προσαυξανόμενο κατά περίπτωση αναλόγως, συμφώνως προς τη σύμβαση πωλήσεως, και με δαπάνες οικοδόμησης που τυχόν έγιναν πριν απο τη δήλωση εξωνήσεως.”

3.α) Η με αριθ. 617/3.3.1988 απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Αναπληρωτή Οικονομικών και Αναπληρωτή Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας για τη μετοχική αναδιάρθρωση της Ελληνικής Βιομηχανίας Οχημάτων Α.Β.Ε. (ΕΛ.Β.Ο.), που δημοσιεύτηκε στο με αριθ. 314/25.5.1988 Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (τ.Β.), κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε.

β) Η ΕΛ.Β.Ο. απαλλάσσεται από οφειλές της προς το Δημόσιο από φόρους, προσαυξήσεις και πρόστιμα που επεβλήθησαν με βάση τον διενεργηθέντα φορολογικό έλεγχο για τα οικονομικό έτη 1988 έως και 1998, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη οφειλή της προς αυτό που απορρέει από την εφαρμογή του β.δ. 296/1972 (ΦΕΚ 68 Α`) και της από 11.5.1972 σύμβασης με την εταιρία STEYER-DAIMLER PUCH AG (S.D.P.).

Η απαλλαγή επέρχεται για το μέρος των οφειλών, που δεν έχουν εξοφληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 1999

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Β.ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΑΠ.-ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ.Α.ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΓΙΑΝ.ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΒ/ΝΤΟΣ, ΧΩΡ/ΞΙΑΣ & ΔΗΜ.ΕΡΓΩΝ ΕΥΑΓ.ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΛΑΛΙΩΤΗΣ

ΕΘΝ.ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΘΡΗΣΚ/ΤΩΝ Γ.ΑΝΩΜΕΡΙΤΗΣ ΓΕΡ.ΑΡΣΕΝΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝ.ΑΣΦ/ΣΕΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΜΙΛΤ.ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ Λ.ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΕΥΑΓ.ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΛ.ΠΑΠΑΖΩΗ

ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Σ.ΣΟΥΜΑΚΗΣ Μ.ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ

ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΜΕΣΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ Τ. ΜΑΝΤΕΛΗΣ Δ.ΡΕΠΠΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 1999

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ