ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ’ 2477 ΦΕΚ Α’ 59/18.4.1997

Συνήγορος του Πολίτη και Σώμα Επιθεωρητών -Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Άρθρο 1
Ίδρυση – Αποστολή

1. Συνιστάται ανεξάρτητη διοικητική αρχή που ονομάζεται “Συνήγορος του Πολίτη” και έχει ως αποστολή τη διαμεσολάβηση μεταξύ των πολιτών και των δημοσίων υπηρεσιών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, των Ν.Π.Δ.Δ. και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 1 του παρόντος, για την προστασία των δικαιωμάτων του πολίτη, την καταπολέμηση της κακοδιοίκησης και την τήρηση της νομιμότητας.

2. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικό όργανο ή διοικητική αρχή.

3. Ο Συνήγορος του Πολίτη επικουρείται από τέσσερις (4) Βοηθούς Συνηγόρους. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.

Ο Συνήγορος του Πολίτη και οι Βοηθοί Συνήγοροι δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή πράξη που εξετέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δίωξη επιτρέπεται κατόπιν εγκλήσεως μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση, εξύβριση ή παραβίαση του απορρήτου.

Ο Συνήγορος του Πολίτη, οι Βοηθοί Συνήγοροι, οι ειδικοί επιστήμονες και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι με προσόντα ειδικών επιστημόνων, σε περίπτωση που διώκονται ή ενάγονται για πράξη ή παράλειψή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μπορεί να παρίστανται ενώπιον των δικαστηρίων με μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

4. Ο Συνήγορος του Πολίτη υποστηρίζεται από τριάντα (30) ειδικούς επιστήμονες, σαράντα (40) αποσπασμένους υπαλλήλους με προσόντα ειδικού επιστήμονα και Γραμματεία.

5. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία της αρχής εγγράφονται σε ειδικό φορέα, που ενσωματώνονται στον ετήσιο προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Διατάκτης της δαπάνης είναι ο Συνήγορος του Πολίτη ή ο αναπληρωτής του.

6. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της αρχής, διατάκτης των δαπανών είναι ο Υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και η οικονομική εξυπηρέτησή της γίνεται από τη Διεύθυνση Οικονομικού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Η έναρξη λειτουργίας της Αρχής ολοκληρώνεται με τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος για τον κανονισμό λειτουργίας της Αρχής και στελέχωση των υπηρεσιών της, που ανακοινώνεται από το Συνήγορο του Πολίτη στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Σημ.: όπως  προστέθηκε με την παρ.4 άρθρ.23 Ν.2527/1997Α 206 και τροποποιήθηκε με την παρ. 8 άρθρ.21Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

Σχετικό: το άρθρο 28 Ν.3013/2002,ΦΕΚ Α 102

Άρθρο 2
Εκλογή – Θητεία

1. Ως Συνήγορος του Πολίτη και Βοηθοί Συνήγοροι επιλέγονται πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, που διαθέτουν υψηλή επιστημονική κατάρτιση και απολαύουν ευρείας κοινωνικής αποδοχής.

2. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλέγεται από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από προηγούμενη γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής και διορίζεται με προεδρικό διάταγμα.

Οι Βοηθοί Συνήγοροι, μεταξύ των οποίων και ο αναπληρωτής του Συνηγόρου του Πολίτη, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Πολίτη.

Αναπλήρωση του Συνηγόρου του Πολίτη χωρεί εφόσον αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντά του για οποιονδήποτε λόγο.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002.

3. Η θητεία του Συνηγόρου του Πολίτη και των Βοηθών Συνηγόρων είναι πενταετής. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως Συνηγόρου του Πολίτη δεν επιτρέπεται. Η πρόωρη λήξη της θητείας του Συνηγόρου του Πολίτη, για οποιονδήποτε λόγο, επιφέρει αυτοδίκαια και τη λήξη της θητείας των Βοηθών Συνηγόρων.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002.

4. Ο Συνήγορος του Πολίτη δύναται να παυθεί με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και προηγούμενη γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω νόσου ή αναπηρίας σωματικής ή πνευματικής.

Οι Βοηθοί Συνήγοροι μπορεί να παυθούν με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Πολίτη για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων τους, λόγω νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής, καθώς και για ανεπάρκεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002.

5. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Συνηγόρου του Πολίτη και των Βοηθών Συνηγόρων αναστέλλεταιη άσκηση οποιουδήποτε άλλου δημοσίου λειτουργήματος. Ο Συνήγορος του Πολίτη και οι Βοηθοί Συνήγοροι δεν επιτρέπεται να ασκούν καμία επαγγελματική δραστηριότητα ή να αναλαμβάνουν άλλα καθήκοντα, αμειβόμενα ή μη, στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002.

6. Βουλευτής που εκλέγεται ως Συνήγορος του Πολίτη ή Βοηθός Συνήγορος οφείλει να παραιτηθεί από τη βουλευτική ιδιότητα προτού αναλάβει καθήκοντα.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002.

7. Οι αποδοχές του Συνηγόρου του Πολίτη και των Βοηθών Συνηγόρων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων που ισχύουν.

Άρθρο 3
Αρμοδιότητες

1. Ο Συνήγορος του Πολίτη είναι αρμόδιος για θέματα που ανάγονται στις υπηρεσίες. α) του Δημοσίου, β) των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμίδας, γ) των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και δ) των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας που απασχολούνται με:i) τη διύληση και διανομή ύδατος, την αποχέτευση και απαγωγή ακάθαρτων υδάτων και λυμάτων. ii) τη διανομή ηλεκτρικού ρεύματος και καυσίμου αερίου, iii) τη μεταφορά προσώπων και αγαθών από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα και iv) τις τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται ο όρος “δημόσια υπηρεσία” ή “δημόσιες υπηρεσίες” νοούνται οι αναφερόμενες στο προηγούμενο εδάφιο της παραγράφου αυτής.

Στην αρμοδιότητά του δεν υπάγονται οι υπουργοί και υφυπουργοί ως προς τις πράξεις που ανάγονται στη διαχείριση της πολιτικής λειτουργίας, τα θρησκευτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι δικαστικές αρχές, οι στρατιωτικές υπηρεσίες ως προς τα θέματα που αφορούν την εθνική άμυνα και ασφάλεια, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, οι υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών για δραστηριότητες που ανάγονται στην εξωτερική πολιτική ή στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές ως προς την κύρια λειτουργία τους.

Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν επιλαμβάνεται υποθέσεων που αφορούν την κρατική ασφάλεια. Δεν υπάγονται επίσης στην αρμοδιότητά του θέματα που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών.

2. Ο Συνήγορος του Πολίτη ερευνά ατομικές διοικητικές των δημοσίων υπηρεσιών που παραβιάζουν δικαιώματα ή προσβάλλουν νόμιμα συμφέροντα φυσικών ή νομικών προσώπων.

Ιδίως ερευνά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες όργανο δημόσιας υπηρεσίας, ατομικό ή συλλογικό:

ι) προσβάλλει, με πράξη ή παράλειψη, δικαίωμα ή συμφέρον προστατευόμενο από το Σύνταγμα και το νόμο,

ιι) αρνείται να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση που επιβάλλεται από τελεσίδικη δικαστική απόφαση,

ιιι) αρνείται να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση που επιβάλλεται από διάταξη νόμου ή από ατομική διοικητική πράξη,

ιν) ενεργεί ή παραλείπει νόμιμη οφειλόμενη ενέργεια, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της διαφάνειας ή κατά κατάχρηση εξουσίας.

3. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν επιλαμβάνεται υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιον δικαστικής αρχής.

4. Ο Συνήγορος του Πολίτη συντονίζει το έργο των Βοηθών Συνηγόρων. Επίσης, εποπτεύει και κατευθύνει τους ειδικούς επιστήμονες και το προσωπικό της Γραμματείας.

Είναι πειθαρχικός προϊστάμενος του επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού και μπορεί να επιβάλλει ποινή επίπληξης ή προστίμου έως τις αποδοχές ενός (1) μηνός.

Μπορεί να εξουσιοδοτεί έναν ή περισσότερους από τους Βοηθούς Συνηγόρους και τους προϊσταμένους υπηρεσιακών μονάδων να υπογράφουν έγγραφα ή να προβαίνουν σε άλλες ενέργειες.

5. Ο Συνήγορος του Πολίτη συντάσσει ετήσια έκθεση, στην οποία εκθέτει το έργο της Αρχής, παρουσιάζει τις σημαντικότερες υποθέσεις και διατυπώνει προτάσεις για τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών και αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις.

Η έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη υποβάλλεται το Μάρτιο κάθε έτους στον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής και κοινοποιείται στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να υποβάλλει στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής και να κοινοποιεί στον κατά περίπτωση αρμόδιο υπουργό, εκθέσεις κατά τη διάρκεια του έτους. Η ετήσια έκθεση του Συνηγόρου συζητείται σε ειδική συνεδρίαση της ολομέλειας της Βουλής κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της και δημοσιεύεται σε ειδική έκδοση του Εθνικού Τυπογραφείου.

Άρθρο 4
Διαδικασία έρευνας

1. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται κάθε θέματος που εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, ύστερα από ενυπόγραφη αναφορά κάθε άμεσα ενδιαφερόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου ή ενώσεως προσώπων. Επίσης, δύναται να επιληφθεί αυτεπαγγέλτως υποθέσεων που έχουν προκαλέσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.

2. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν επιλαμβάνεται περιπτώσεων, κατά τις οποίες η διοικητική ενέργεια έχει γεννήσει δικαιώματα ή έχει δημιουργήσει ευνοϊκές καταστάσεις υπέρ τρίτων, που ανατρέπονται μόνο με δικαστική απόφαση, εκτός εάν προφανώς συντρέχει παρανομία ή έχουν σχέση κατά το κύριο αντικείμενό τους με την προστασία του περιβάλλοντος.

3. Η αναφορά υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες αφότου ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση των ενεργειών ή παραλείψεων για τις οποίες προσφεύγει στο Συνήγορο του Πολίτη, καταχωρείται δε σε ειδικό μητρώο. Η υποβολή της δεν εξαρτάται από την παράλληλη άσκηση αίτησης θεραπείας ή ιεραρχικής προσφυγής και δεν διακόπτει ούτε αναστέλλει τις προβλεπόμενες από το νόμο προθεσμίες για την άσκηση ενδίκου μέσου ή βοηθήματος. Σε περίπτωση που ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή, ο Συνήγορος του Πολίτη δεν επιλαμβάνεται του θέματος πριν αποφασίσει το αρμόδιο όργανο ή παρέλθει άπρακτη προθεσμία τριών (3) μηνών από την άσκηση της προσφυγής.

Ο Συνήγορος του Πολίτη δύναται με πράξη του να θέτει στο αρχείο αναφορά που κρίνεται προφανώς αόριστη, αβάσιμη ή ασήμαντη.

4. Ο Συνήγορος του Πολίτη δύναται κατά την έρευνα των υποθέσεων να ζητά τη συνδρομή του Σώματος Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.

5. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να ζητά από τις δημόσιες υπηρεσίες κάθε πληροφορία, έγγραφο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο για την υπόθεση, να εξετάζει πρόσωπα, να ενεργεί αυτοψία και να παραγγέλλειπραγματογνωμοσύνη. Κατά την εξέταση εγγράφων και άλλων αποδεικτικών στοιχείων, που βρίσκονται στη διάθεση δημοσίων υπηρεσιών, δεν μπορεί να αντιταχθεί ο χαρακτηρισμός τους ως απόρρητο, εκτός εάν αφορούν την εθνική άμυνα, την κρατική ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Όλες οι δημόσιες υπηρεσίες οφείλουν να διευκολύνουν με κάθε τρόπο την έρευνα. Η μη σύμπραξη δημόσιας υπηρεσίας στη διεξαγωγή της αποτελεί αντικείμενο ειδικής έκθεσης του Συνηγόρου του Πολίτη προς τον καθ` ύλην αρμόδιο υπουργό.

6. Μετά το πέρας της έρευνας ο Συνήγορος του Πολίτη συντάσσει πόρισμα το οποίο γνωστοποιεί στον καθ` όλην αρμόδιο υπουργό και τις αρμόδιες υπηρεσίες, διαμεσολαβεί δε με κάθε πρόσφορο τρόπο για την επίλυση του προβλήματος του πολίτη. Ο Συνήγορος του Πολίτη στις προτάσεις του προς τις υπηρεσίες μπορεί να θέτει προθεσμία, μέσο στην οποία οφείλουν να τον ενημερώσουν για τις ενέργειές τους σχετικά με την εφαρμογή των προτάσεών του ή για τους λόγους που δεν επιτρέπουν την αποδοχή τους. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να δημοσιοποιήσει τη μη αποδοχή των προτάσεών του, εφόσον κρίνει ότι δεν αιτιολογείται επαρκώς.

7. Ο Συνήγορος του Πολίτη ενημερώνει, σε κάθε περίπτωση, τον ενδιαφερόμενο για την τύχη της υποθέσεώς του.

8. Ο Συνήγορος του Πολίτη, οι Βοηθοί Συνήγοροι, οι ειδικοί επιστήμονες, οι αποσπασμένοι υπάλληλοι με προσόντα ειδικού επιστήμονα και το προσωπικό της Γραμματείας υπέχουν καθήκον εχεμύθειας για έγγραφα και στοιχεία, των οποίων λαμβάνουν γνώση στο πλαίσιο της έρευνας και είναι απόρρητα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή εξαιρούνται από το δικαίωμα γνώσης των διοικητικών εγγράφων, κατά το άρθρο 16 του ν. 1599/ 1986 και κάθε άλλη συναφή διάταξη.

9. Άρνηση λειτουργού ή υπαλλήλου ή μέλους διοίκησης να συνεργασθεί με το Συνήγορο του Πολίτη, κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα παράβασης καθήκοντος, για δε τα μέλη διοίκησης λόγο αντικατάστασής τους. Αν κατά την έρευνα διαπιστωθεί παράνομη συμπεριφορά λειτουργού, υπαλλήλου ή μέλους διοίκησης, ο Συνήγορος του Πολίτη διαβιβάζει την έκθεση στο αρμόδιο όργανο και μπορεί να προκαλέσει την πειθαρχική δίωξη του υπαιτίου ή να προτείνει τη λήψη άλλων μέτρων, αν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να τάσσει εύλογη προθεσμία ενόψει των περιστάσεων, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας παραγγέλλει ο ίδιος τον έλεγχο. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί επίσης σε σοβαρές περιπτώσεις να προκαλέσει με έγγραφό του προς το αρμόδιο όργανο την πειθαρχική δίωξη του υπαίτιου λειτουργού ή υπαλλήλου για την ανωτέρω παράλειψη άσκησης του ενδεικνυόμενου ελέγχου. Αν προκύπτει από εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη ότι λειτουργός ή υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας ή παρακωλύει, για δεύτερη φορά εντός τριετίας, το έργο της έρευνας ή αρνείται χωρίς σοβαρό λόγο να συμπράξει στην επίλυση του προβλήματος, μπορεί να του επιβληθεί η ποινή οριστικής παύσης.

10. Αν προκύψουν αποχρώσεις ενδείξεις για τέλεση αξιόποινης πράξης από λειτουργό, υπάλληλο ή μέλος διοίκησης, ο Συνήγορος του Πολίτη διαβιβάζει την έκθεση και στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Άρθρο 5
Ειδικοί Επιστήμονες – Γραμματεία

1. Συνιστώνται τριάντα (30) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού, κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου διάρκειας πέντε (5) ετών που μπορεί να ανανεώνεται. Η πλήρωση των θέσεων γίνεται ύστερα από δημόσια πρόσκληση του Συνηγόρου του Πολίτη για υποβολή υποψηφιότητας.

Η προεπιλογή μεταξύ αυτών που υπέβαλαν υποψηφιότητα γίνεται από το Συνήγορο του Πολίτη, η δε επιλογή ανατίθεται σε πενταμελή επιτροπή, η σύνθεση της οποίας ορίζεται από το Συνήγορο του Πολίτη. Η επιτροπή αποτελείται από το Συνήγορο του Πολίτη, δύο Βοηθούς Συνηγόρους, έναν καθηγητή πανεπιστημίου και ένα ανώτατο δικαστικό λειτουργό. Η επιτροπή αξιολογεί το τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και την προσωπικότητά τους με δημόσια συνέντευξή. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαδικασία πρόσληψής του προσωπικού καθορίζεται από τον κανονισμό λειτουργίας της Αρχής.

Στις ανωτέρω θέσεις μπορεί να προσλαμβάνονται με την ίδια διαδικασία δικηγόροι, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Η πρόσληψη δικηγόρου συνεπάγεται αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος.

Η πρόσληψή του ειδικού επιστημονικού προσωπικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Σχετικό: παρ.7 άρθρ.5 Ν.3051/2002,ΦΕΚ Α 220/20.9.2002

Σχετικό: παρ.1 άρθρ.7 Ν.3094/2003

2. Στο Συνήγορο του Πολίτη αποσπώνται έως σαράντα (40) μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., τραπεζών ελεγχομένων από το Δημόσιο ή άλλωνφορέων του δημόσιου τομέα που συγκεντρώνουν τα προσόντα της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991 ή υπάλληλοι ΠΕ του δημόσιου τομέα με οκταετή τουλάχιστον υπηρεσία. Η απόσπαση των υπαλλήλων γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του οικείου υπουργού χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται τριετής και δύναται να ανανεώνεται για μια ακόμη φορά.

3. Στην Αρχή λειτουργεί Γραμματεία της οποίας προΐσταται διευθυντής. Ως διευθυντής επιλέγεται από το Συνήγορο του Πολίτη μόνιμος υπάλληλος που συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 36 του ν. 2190/1994.

Ο διευθυντής επιλέγεται από το Συνήγορο του Πολίτη για τρία χρόνια μεταξύ όσων έχουν υποβάλει υποψηφιότητα, μετά από δημόσια ανακοίνωση. Ο διευθυντής αποσπάται για τρία χρόνια με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων.

Σχετικό: παρ.7 άρθρ.5 Ν.3094/2003

4. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου η πλήρωση των θέσεων της Γραμματείας μπορεί να γίνει με μετάταξη ή με απόσπαση υπαλλήλων από δημόσιες υπηρεσίες, μετά από δημόσια ανακοίνωση. Οι αποσπώμενοι πρέπει να κατέχουν τα προσόντα της θέσης στην οποία αποσπώνται. Η μετάταξη ή απόσπαση αποφασίζεται με κοινή πράξη του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης κσι του οικείου υπουργού, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού ή άλλου συμβουλίου, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες γενικές και ειδικές διατάξεις. Η απόσπαση ανακαλείται οποτεδήποτε και πάντως με την πλήρωση της αντίστοιχης θέσης.

Στους υπαλλήλους που μπορούν να αποσπασθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή και σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 8 του ν. 2623/1998 (ΦΕΚ 139 Α`) στο Συνήγορο του Πολίτη περιλαμβάνονται μέχρι και τρεις (3) εκπαιδευτικοί. Οι προβλεπόμενες από τις ανωτέρω διατάξεις αποσπάσεις διενεργούνται κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, με επιφύλαξη μόνο των διατάξεων που επιβάλλουν υποχρέωση παραμονής των υπαλλήλων για ορισμένο χρονικό διάστημα σε υπηρεσίες παρεμεθόριων περιοχών, στις οποίες διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 8 άρθρ.21Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

5. Για τις θέσεις των προϊσταμένων των υπηρεσιακών μονάδων της Γραμματείας μπορεί να επιλεγούν και υπάλληλοι με απόσπαση. Η απόσπαση λήγει αυτοδικαίως με ανάκλησή της.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές των τριάντα (30) ειδικών επιστημόνων που προσλαμβάνονται κατά την παρ. 1 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου. Οι αποδοχές αυτές δεν μπορεί να είναι μικρότερες από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 92Α του Κώδικα περί Δικηγόρων.

Οι υπάλληλοι που αποσπώνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου λαμβάνουν το μισθό και όλες τις τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και το κάθε είδους τακτικά επιδόματα της οργανικής τους θέσης που καταβάλλονται πάγια και τα οποία εξακολουθούν να καταβάλλονται από την υπηρεσία, από την οποία αποσπώνται. Επίσης, λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αμοιβή που ορίζεται κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

7. Το υπηρεσιακό συμβούλιο των υπαλλήλων της Αρχής συγκροτείται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη από ένα Βοηθό Συνήγορο, ως πρόεδρο, με αναπληρωτή του επίσης Βοηθό Συνήγορο, δύο τακτικά μέλη, με αντίστοιχα αναπληρωματικά και δύο αιρετούς εκπροσώπους του προσωπικού της Αρχής. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύουν κάθε φορά.

8. Το προσωπικό της Αρχής υπάγεται, ως προς την επικουρική του ασφάλιση, στο Ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Εξωτερικών, Προεδρίας της Κυβέρνησης και Πολιτισμού. Εξαιρούνται οι δικηγόροι που προσλαμβάνονται ως ειδικοί επιστήμονες. Ως προς αυτούς ισχύει η ειδική επικουρική ασφάλιση του Ταμείου τους.

9. Η οργάνωση και η λειτουργία της Αρχής, η κατανομή του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, η οργάνωση της Γραμματείας, ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού και η κατανομή τους στις κεντρικές υπηρεσιακές μονάδες και στα περιφερειακά γραφεία, η κατανομή του προσωπικού σε κλάδους και ειδικότητες και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται στον κανονισμό λειτουργίας της Αρχής. Ο κανονισμός αυτός θεσπίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μετά από σύμφωνη γνώμη του Συνηγόρου του Πολίτη.

Σχετικό: ΠΔ 273/1999 “Κανονισμός λειτουργίας του Συνηγόρου τουΠολίτη”,ΦΕΚ Α 229/1999,άρθρο 10 Ν.3074/2002 ,Άρθρο 28 Ν.3013/2002,ΦΕΚ Α 102,όπως τροποποιήθηκεμε το άρθρ.14 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005,άρθρο 3 παρ.2 ΠΔ 65/2011,ΦΕΚ Α 147/27.6.2011

Άρθρο 6
Ίδρυση-Συγκρότηση
Σημ.: όπως οι παράγραφοι 2,3,4 και 5 του άρθρου 6 αντικαταστάθηκαν  με την παρ.3 άρθρ.24Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

1. Συνιστάται Σώμα Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.), με αρμοδιότητα τη διενέργεια επιθεωρήσεων, έκτακτων ελέγχων και ερευνών με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της διοίκησης, ιδίως δε την επισήμανση φαινομένων κακοδιοίκησης, αδιαφανών διαδικασιών,αναποτελεσματικότητας, χαμηλής παραγωγικότητας και ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.

ΤοΣ.Ε.Ε.Δ.Δ. είναι όργανο εσωτερικού ελέγχου και συντονισμού όλων των σωμάτων ελέγχου και επιθεώρησης της Δημόσιας Διοίκησης, πλην των σωμάτων Οικονομικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Οικονομικών, και υπάγεται στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Στην αρμοδιότητά του υπάγεται ο έλεγχος των υπηρεσιών: α) του Δημοσίου, β) των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των επιχειρήσεών τους και γ) των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.1Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

Το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. δεν επιλαμβάνεται θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, της Οικονομικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και θεμάτων που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.24Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

2. Η κατά τόπον αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συνιστώνται Περιφερειακά Γραφεία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Με την ίδια απόφαση αυτή καθορίζεται και η κατά τόπον αρμοδιότητα κάθε Περιφερειακού Γραφείου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των Περιφερειακών Γραφείων. Στα Περιφερειακά Γραφεία προΐστανται Επιθεωρητές-Ελεγκτές που ορίζονται από το Γενικό Επιθεωρητή του Σώματος. Οι Προϊστάμενοι υποβάλλουν στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και στο Γενικό Επιθεωρητή του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. εξαμηνιαίες εκθέσεις για την πορεία και την αποτελεσματικότητα του ελεγκτικού έργου στο χώρο ευθύνης τους και προτείνουν μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων, τα οποία έχουν εντοπισθεί από τους ελέγχους που έχουν διενεργηθεί, καθώς και μέτρα για τη βελτίωση γενικά της επιθεώρησης.

Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.24Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

3. Για τη συγκρότηση Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. συνιστώνται οι παρακάτω οργανικές θέσεις :

α) Μία (1) θέση μετακλητού Ειδικού Γραμματέα σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 1558/1985 (ΦΕΚ 137 Α`), ο οποίος προΐσταται της υπηρεσίας αυτής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρ.1Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

β) Ογδόντα (80) θέσεις Επιθεωρητών-Ελεγκτών.

γ) Τριάντα (30) θέσεις Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών.

Οι θέσεις των Επιθεωρητών-Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών μπορεί να αυξάνονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών. «Οι θέσεις των Επιθεωρητών Ελεγκτών που προβλέπονται στην περίπτωση β`αυξάνονται κατά εκατό (100) και οι θέσεις των Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών που

προβλέπονται στην περίπτωση γ` αυξάνονται κατά πενήντα (50).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.5Ν.3212/2003,ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.

4. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διάταξης, τα τυπικά προσόντα για την πλήρωση της θέσης του Γενικού Επιθεωρητή είναι τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου δευτέρου των μεταβατικών διατάξεων του ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α`) για την προαγωγή στο βαθμό του Γενικού Διευθυντή, τα οποία θα πρέπει να συντρέχουν κατά το χρόνο λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων για απόσπαση στη θέση αυτή.

Η πλήρωση των θέσεων των Επιθεωρητών-Ελεγκτών γίνεται με απόσπαση κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. α` και β` βαθμού, κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α` ή αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης με διετή τουλάχιστον υπηρεσία, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.

Η πλήρωση των θέσεων των Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών γίνεται απόσπαση, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. α` και β` βαθμού, κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α` ή Β` ή αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.

Οι αποσπάσεις των ανωτέρω διενεργούνται για αποκλειστική απασχόληση, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ύστερα από, ιδιαίτερη για κάθε περίπτωση, δημόσια πρόσκληση για υποβολή υποψηφιοτήτων. Η πρόσκληση δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και κοινοποιείται σε όλες τις υπηρεσίες και τους φορείς που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..

Με την πρόσκληση μπορεί να καθορίζονται για ορισμένο αριθμό θέσεων Επιθεωρητών-Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών συγκεκριμένοι κλάδοι και ειδικότητες.

Σε θέσεις Επιθεωρητών-Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών αποσπώνται υπάλληλοι, εφόσον δεν έχουν υπερβεί το 55ο και 50ό έτος της ηλικίας τους, αντίστοιχα.

Η επιλογή των υπαλλήλων σε θέσεις Επιθεωρητών-Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών γίνεται μετά από προηγούμενη συνέντευξη ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η επιτροπή αξιολογεί τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και διαμορφώνει γνώμη για την προσωπικότητα και την ικανότητα άσκησης των καθηκόντων Επιθεωρητή-Ελεγκτή και Βοηθού Επιθεωρητή-Ελεγκτή.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών καθορίζεται η αμοιβή των μελών της επιτροπής.

Οι υπάλληλοι που αποσπώνται στις θέσεις που συνιστώνται με το τελευταίοεδάφιο της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να είναι ΠΕ ή ΤΕ Μηχανικών και ταειδικότερα προσόντα τους καθορίζονται με τη δημόσια πρόσκληση. Το όριοηλικίας που ορίζεται ανωτέρω δεν ισχύει για την πλήρωση των θέσεων αυτών. Ηκάλυψη των ανωτέρω θέσεων μπορεί να γίνεται και με διορισμό, για τριετήθητεία. Επιτρέπεται ο διορισμός στις θέσεις αυτές συνταξιούχων του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα με τα ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, με εξαίρεση τοόριο ηλικίας και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 14 του άρθρου 8 τουΝ. 2592/1998 και του άρθρου 63 του Ν. 2676/1999. Με κοινή απόφαση τωνΥπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Εσωτερικών, ΔημόσιαςΔιοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ηδιαδικασία διορισμού, τα προσόντα, το μισθολόγιο και κάθε σχετικό θέμα γιατην εφαρμογή των τεσσάρων προηγούμενων εδαφίων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.1Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000 , με την παρ.2 άρθρ.25Ν.2819/2000,ΦΕΚ Α 84/15.3.2000 και με την παρ.2 άρθρ.5Ν.3212/2003,ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.

5.Η απόσπαση των Επιθεωρητών – Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. διαρκεί τρία (3) έτη, μπορεί να παρατείνεται μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα και είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου.” Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος συνεχούς και πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου. Ανάκληση της απόσπασης μπορεί να γίνει μόνο για σπουδαίο λόγο, ύστερα από αίτηση του αποσπασμένου και αποδοχή της από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή για λόγους ακαταλληλότητας ή αδυναμίας εκπλήρωσης των καθηκόντων του, ύστερα από εισήγηση του “Ειδικού Γραμματέα

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.1Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

6. Οι αποδοχές των μελών του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. καθορίζονται ως εξής :(α) ο Γενικός Επιθεωρητής λαμβάνει τις κάθε είδους αποδοχές, επιδόματα ή προσαυξήσεις που προβλέπονται για τους Γενικούς Διευθυντές κεντρικών υπηρεσιών Υπουργείων), β) οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές λαμβάνουν το μισθό και όλες τις επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα επιδόματα και οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης.

Στον Προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., στους Επιθεωρητές-Ελεγκτές και στους Βοηθούς Επιθεωρητές-Ελεγκτές καταβάλλεται επιπλέον ειδική πρόσθετη αποζημίωση, που καθορίζεται κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών και καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.6 άρθρ.1Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000 ,με την παρ.6 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000 καιμε την παρ.4 άρθρ.6 Ν.2880/2001,ΦΕΚ Α 9/30.1.2001.

7. Η καταβολή των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης των Επιθεωρητών-Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών γίνεται με χρηματικά εντάλματα προπληρωμής από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

8. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος : α) στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. κατατάσσεται αυτοδικαίως ο επιλεγείς και αποσπασθείς σε αυτό Γενικός Επιθεωρητής, β) στις θέσεις Επιθεωρητών – Ελεγκτών ή Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών κατατάσσονται, μετά από αίτησή τους, οι αποσπασμένοι και υπηρετούντες ήδη στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Επιθεωρητές – Ελεγκτές, αφού κριθούν από την επιτροπή της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από εισήγηση της επιτροπής της παραγράφου 4, ανακαλείται η απόσπαση όσων κρίθηκαν ότι δεν έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την άσκηση καθηκόντων Επιθεωρητή-Ελεγκτή ή Βοηθού Επιθεωρητή-Ελεγκτή, με εξαίρεση το όριο ηλικίας της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

9.” Ο Ειδικός Γραμματέας”, οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές, εφόσον διώκονται για πράξεις ή παραλείψεις στις οποίες προέβησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους μπορούν να παρίστανται ενώπιον των καθηκόντων τους μπορούν να παρίστανται ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων με μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), υπό την προϋπόθεση ότι θα εγκριθεί η αίτησή τους από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.7 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

10. Οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές τηρούν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και μετά την αποχώρησή τους από αυτό. Η υποχρέωση τήρησης του απορρήτου και του καθήκοντος εχεμύθειας αφορά και το προσωπικό της Γραμματείας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..

11. Παραβιάσεις του απορρήτου ή του καθήκοντος εχεμύθειας, καθώς και η από βαριά αμέλεια μη στάθμιση στοιχείων επιβαρυντικών για την υπηρεσία που επιθεωρείται ή τη Διοίκηση και τους υπαλλήλους της συνιστούν σοβαρό λόγο για την ανάκληση της απόσπασης του Επιθεωρητή – Ελεγκτή ή του Βοηθού Επιθεωρητή-Ελεγκτή.

12. Οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές εφοδιάζονται για όλη τη διάρκεια της θητείας τους με υπηρεσιακή ταυτότητα, που αποδεικνύει την ιδιότητά τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Σώμα Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης

Άρθρο 7
Γενικός Επιθεωρητής

1. Ο “Ειδικός Γραμματέας” διοικεί το Σώμα, προΐσταται των Επιθεωρητών- Ελεγκτών», και Βοηθών Επιθεωρητών -Ελεγκτών”,είναι πειθαρχικός προϊστάμενός τους και μπορεί να επιβάλλει ποινή επίπληξης ή προστίμου μέχρι των αποδοχών ενός μηνός και απευθύνει στους Επιθεωρητές-Ελεγκτές”και Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές”τις εντολές επιθεώρησης, ελέγχου και έρευνας.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.24Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

2. Οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές “και Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές”αξιολογούνται από τον “Ειδικό Γραμματέα” , σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις που ορίζουν το χρόνο, τον τύπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύνταξης των εκθέσεων και γενικότερα το σύστημα αξιολόγησης της υπηρεσίας ή του φορέα τους.

Ο “Ειδικός Γραμματέας”αξιολογεί επίσης κάθε χρόνο με ειδική έκθεση το συνολικό έργο κάθε Επιθεωρητή- Ελεγκτή”και Βοηθού Επιθεωρητή -Ελεγκτή”. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης,ύστερα από εισήγηση του “Ειδικού Γραμματέα”, ρυθμίζονται τα κριτήρια, ο τύπος, ο τρόπος και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την αξιολόγηση αυτή. Εάν σε δύο ειδικές εκθέσεις κριθεί το έργο Επιθεωρητή-Ελεγκτή ως μη ικανοποιητικό, ανακαλείται η απόσπασή του.***Στις παραγράφους 1 και 2 μετά τις λέξεις “Επιθεωρητών-Ελεγκτών””Επιθεωρητές-Ελεγκτές” και “Επιθεωρητή-Ελεγκτή” προστέθηκανοι λέξεις “και Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών”,”και Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές” και “και Βοηθού Επιθεωρητή-Ελεγκτή”,αντίστοιχαμε την παρ.4 άρθρ.24 Ν.2738/1999ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

3.Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. επικουρείται από δύο (2) Γενικούς Επιθεωρητές. Οι Γενικοί Επιθεωρητές ορίζονται από τους Επιθεωρητές – Ελεγκτές, με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα, ως συντονιστές τομέων δράσης του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και εξουσιοδοτούνται να προβαίνουν, παράλληλα με το έργο της επιθεώρησης, σε ενέργειες που αφορούν τις ελεγκτικές διαδικασίες και την παρακολούθηση της πορείας του ελεγκτικού έργου, καθώς και να υπογράφουν κατ` εντολή του. Με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα ορίζεται ένας από τους Γενικούς Επιθεωρητές ως αναπληρωτής του, όταν απουσιάζει ή κωλύεται.

Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.24 Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999  αντικαταστάθηκε  με τηνπαρ.8 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

Άρθρο 8
Ελεγκτική διαδικασία

1. O “Ειδικός Γραμματέας” δίνει εντολή για επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα στους επιθεωρητές – ελεγκτές αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν εντολής του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας διοίκησης και Αποκέντρωσης, του οικείου Υπουργού ή Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για τις υπηρεσίες τους ή τα εποπτευόμενα από αυτούς Ν.Π.Δ.Δ..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.β`της παρ.4 του άρθρου 11 του Ν.2539/1997

2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του Υπουργού Οικονομικών και του εκάστοτε αρμόδιου υπουργού δύναται να συγκροτούνται κοινές ομάδες Επιθεωρητών- Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Οικονομικών Επιθεωρητών και Επιθεωρητών του οικείου υπουργείου για την πραγματοποίηση επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας.

3. Ο “Ειδικός Γραμματέας” κατανέμει τις εντολές σε Επιθεωρητή-Ελεγκτή ή σε κλιμάκιο Επιθεωρητών-Ελεγκτών και παρακολουθεί την έγκαιρη εκτέλεσή τους. Με την εντολή καθορίζει το χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει να περατωθεί ο έλεγχος με την υποβολή της έκθεσης. Οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές υποβοηθούν το έργο των Επιθεωρητών – Ελεγκτών και μετέχουν με Επιθεωρητές-Ελεγκτές σε επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα, παρακολουθούν την πορεία υλοποίησης των προτάσεων που περιέχονται στις εκθέσεις επιθεώρησης και ελέγχου, καθώς και της διενέργειας ένορκων διοικητικών εξετάσεων (Ε.Δ.Ε.) ή εισαγγελικών ερευνών, αλληλογραφούν για το σκοπό αυτόν με τις αρμόδιες υπηρεσίες, μετέχουν στη διενέργεια Ε.Δ.Ε., συντάσσουν συνθετικές εκθέσεις επιθεωρήσεων και ελέγχων σε ομοειδείς φορείς και ασκούν όποια άλλα καθήκοντα ανατίθενται σε αυτούς από τον Ειδικό Γραμματέα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.24 Ν.2738/1999ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

4. Οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές μπορούν για την εκπλήρωση του έργου τους να επισκέπτονται την υπηρεσία όπου γίνεται ο έλεγχος. Επίσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους συμπεριλαμβανομένων και των απορρήτων, εκτός εάν αυτά αφορούν ζητήματα που ανάγονται στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, την εθνική άμυνα και την κρατική ασφάλεια. Οι Επιθεωρητές υποχρεούνται να διαφυλάσσουν το απόρρητο κατά τις κείμενες διατάξεις. Οι υπηρεσίες οφείλουν να παρέχουν όλα τα απαραίτητα για το έργο των Επιθεωρητών-Ελεγκτών στοιχεία, που τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεσή τους και να τους διευκολύνουν με κάθε τρόπο.

Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης και του ελέγχου μπορούν επίσης να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από τους αρμόδιους υπαλλήλους της υπηρεσίας, να ζητούν εξηγήσεις και να συνεργάζονται με υπηρεσίες που ασχολούνται με την εξεταζόμενη υπόθεση.

Η μη χορήγηση των παραπάνω πληροφοριών ή στοιχείων, ως και η απόκρυψη στοιχείων ή πληροφοριών, καθώς επίσης η χορήγηση εν γνώσει ανακριβών στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και η παραπλάνηση του έργου των Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, πέρα από ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες, συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μια από τις ποινές που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 207 του Υπαλληλικού Κώδικα.

Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί μη σύννομη ή αντιδεοντολογική συμπεριφορά λειτουργού ή υπαλλήλου ή μέλους διοίκησης νομικού προσώπου, η έκθεση του Επιθεωρητή-Ελεγκτή διαβιβάζεται από το “Ειδικό Γραμματέα” του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στο αρμόδιο όργανο, με πρόταση για την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά του υπαιτίου ή τη λήψη άλλων μέτρων, αν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση ο “Ειδικός Γραμματέας” μπορεί να προκαλέσει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης το πόρισμα της οποίας, πλήρως τεκμηριωμένο, γνωστοποιείται αμέσως στον “Ειδικό Γραμματέα”. Η άσκηση πειθαρχικής δίωξης και η ενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης αποτελούν δέσμια διοικητική ενέργεια για τα αρμόδια όργανα. Η ένορκη διοικητική εξέταση ενεργείται από Επιθεωρητές – Ελεγκτές ή και Βοηθούς Επιθεωρητές – Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., που προτείνονται από τον “Ειδικό Γραμματέα” και ένα μόνιμο δημόσιο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Α` της ελεγχόμενης υπηρεσίας ή του Υπουργείου που την εποπτεύει ή και άλλου Υπουργείου. Η ένορκη διοικητική εξέταση διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τον οικείο φορέα. Αν δεν προβλέπονται ειδικές διατάξεις, εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις, του Υπαλληλικού Κώδικα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.24 Ν.2738/1999 ΦΕΚ Α 180/9.9.1999.

Αν προκύψουν αποχρώσες ενδείξεις για τέλεση αξιόποινης πράξης από λειτουργό ή υπάλληλο της ελεγχόμενης υπηρεσίας ή μέλος διοίκησης, η έκθεση διαβιβάζεται και στον αρμόδιο εισαγγελέα.

5. Για τα ποινικά αδικήματα των υπαλλήλων των φορέων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. τα οποία τελούνται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή με αφορμή αυτήν, μπορεί να ανατίθεται στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. η διενέργεια προανακριτικών πράξεων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με τηνπαρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

6. Για τις εκθέσεις που διαβιβάζονται από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στον Εισαγγελέα, η κατά τόπον αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Ο Εισαγγελέας, καθώς και οι οικείοι προανακριτικοί υπάλληλοι της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών , προτιμώνται στην περίπτωση που για την ίδια υπόθεση επελήφθησαν και άλλοι αρμόδιοι Εισαγγελείς ή ανακριτικοί υπάλληλοι. Ο ανωτέρω Εισαγγελέας ενημερώνει, συνεργάζεται και μπορεί να ζητείτη συνδρομή του συναρμόδιου Εισαγγελέα. Μετά το πέρας της προανάκρισης, παραπέμπει την υπόθεση στην Εισαγγελία του Δικαστηρίου, που είναι κατά νόμον αρμόδιο για την εκδίκασή της.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με τηνπαρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

7. Η προανάκριση ή η ανάκριση για τις υποθέσεις, που διαβιβάζονται από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στον Εισαγγελέα, περατώνονται εντός δύο (2) μηνών , η δε εκδίκαση αυτών γίνεται εντός τριών (3) μηνών και όχι νωρίτερα των δύο (2), από την υποβολή της δικογραφίας στον Εισαγγελέα ή από το πέρας της προανάκρισης ή της ανάκρισης. Η εκδίκαση των κατ` έφεση υποθέσεων γίνεται εντός δύο (2) μηνών από την άσκηση των εφέσεων. Σε περίπτωση αναβολής η εκδίκαση της υπόθεσης γίνεται εντός δύο (2) μηνών από τη χορήγησή της. Δεν αποτελεί λόγο αναβολής της δίκης η ύπαρξη εκκρεμούς, σχετικής μετην υπόθεση, πειθαρχικής ή διοικητικής δίκης.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με τηνπαρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000 και τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

8 . Μετά το πέρας της επιθεώρησης, του ελέγχου ή της έρευνας, ο Επιθεωρητής-Ελεγκτής υποβάλλει στο Γενικό Επιθεωρητή τεκμηριωμένη έκθεση, στην οποία εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του ελέγχου και προτείνει λύσεις ή διατυπώνει βελτιωτικές προτάσεις. Αν κατά την κρίση του Επιθεωρητή-Ελεγκτή διαπιστώνεται παράνομη συμπεριφορά ή άλλες παραβάσεις, που επισύρουν διοικητικές ή ποινικές ευθύνες, καταγράφονται σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης, με πρόταση για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης ή, αν τα πραγματικά περιστατικά στοιχειοθετούν αξιόποινες πράξεις, με πρόταση για την αποστολή της έκθεσης στον αρμόδιο Εισαγγελέα. Ο Γενικός Επιθεωρητής γνωστοποιεί το πόρισμα στους καθ` ύλην αρμόδιους Υπουργούς και στις υπηρεσίες που έγινε η επιθεώρηση, ο έλεγχος ή η έρευνα.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

9. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται το ταχύτερο δυνατόν να αναφέρουν στο Γενικό Επιθεωρητή και στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν. Το αρμόδιο ή εποπτεύον Υπουργείο έχει την ευθύνη υλοποίησης των προτάσεων που περιέχονται στην έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου. Οι αρχές και τα όργανα των αρμόδιων Υπουργείων ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, που είναι αποδέκτες των εκθέσεων, εφόσον από την επιθεώρηση ή τον έλεγχο προκύπτει ανάγκη λήψης μέτρων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα και το πλαίσιο ευθύνης τους και κυρίως ανάγκη παρεμβάσεων με νομοθετικές ή άλλες κανονιστικές, διοικητικές και οργανωτικές ρυθμίσεις, υποχρεούνται να πληροφορούν τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και το Γενικό Επιθεωρητή του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. για τα μέτρα που έλαβαν ή προτίθενται να λάβουν.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

10. Στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. λειτουργεί Γραμματεία για την υποστήριξη του έργου της επιθεώρησης και του ελέγχου, ως οργανική μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης, της οποίας προΐσταται μόνιμος υπάλληλος με βαθμό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η οργάνωση της Γραμματείας, η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών της, η στελέχωση και η σύνθεσή της σε προσωπικό και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Επιθεωρητή του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η στελέχωση της Γραμματείας γίνεται με μετακίνηση υπαλλήλων του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή με απόσπαση υπαλλήλων υπηρεσιών και φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..Η απόσπαση των ανωτέρω υπαλλήλων διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του οικείου Υπουργού, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού ή άλλου συμβουλίου, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες γενικές και ειδικές διατάξεις. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται τριετής, μπορεί να ανανεώνεται και είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου.Οι αποσπώμενοι υπάλληλοι λαμβάνουν το μισθό και όλες τις τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα επιδόματα και οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης, τα οποία εξακολουθούν να καταβάλλονται από την υπηρεσία από την οποία αποσπώνται, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 2470/1997. Οι κατά τα ανωτέρω αποσπώμενοι, καθώς και οι μετακινούμενοι από το Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης υπάλληλοι, λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αμοιβή που ορίζεται με την απόφαση της παρ. 6 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου και καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.9 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

11. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, θεσπίζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του.

12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης καιΑποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ρυθμίζονται ταθέματα οργάνωσης, λειτουργίας και στελέχωσης ιδιαίτερου τμήματος στοΣ.Ε.Ε.Δ.Δ., με αντικείμενο τη διενέργεια των ελέγχων που προβλέπονται για τις άδειες δόμησης.

Με όμοια απόφαση καθορίζονται τα ουσιαστικά προσόντα των υπαλλήλων πουστελεχώνουν το τμήμα αυτό και κάθε σχετικό θέμα.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.3 άρθρ.5Ν.3212/2003,ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.

Σχετικό:  άρθρο 10 Ν.3074/2002

Άρθρο 8α
Σημ.: όπως το άρθρο 8α προστέθηκε με την παρ.10 άρθρ.1 Ν.2839/2000,ΦΕΚ Α 196/12.9.2000.

Σχετικό:  ΆΡΘΡΟ 8 ν.3074/2002

1. Στο Σ.Ε.E.Δ.Δ. συνιστάται και λειτουργεί Συντονιστικό `Όργανο Επιθεώρησης και Ελέγχου (Σ.Ο.Ε.Ε.), με σκοπό την παρακολούθηση και το συντονισμό της επιθεώρησης και του ελέγχου από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και όλα τα ιδιαίτερα σώματα επιθεώρησης και ελέγχου των φορέων της παρ. 1 του άρθρου 6.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.14Ν.2946/2001,ΦΕΚ Α 224/8.10.2001.

2. Το Σ.Ο.Ε.Ε. προεδρεύεται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και συμμετέχουν σε αυτό οι δύο Γενικοί Επιθεωρητές του και οι Γενικοί Επιθεωρητές ή Προϊστάμενοι των λοιπών σωμάτων επιθεώρησης και ελέγχου των φορέων της παραγράφου 1 του άρθρου 6, μαζί με τους αναπληρωτές τους. Η θητεία των μελών του Σ.Ο.Ε.Ε. είναι τριετής και ο καθορισμός των μελών του διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Αν κατά τη διάρκεια της θητείας, μέλος του Σ.Ο.Ε.Ε. παραιτηθεί ή εκλείψει ή απολέσει την ιδιότητά του με την οποία ορίσθηκε, αντικαθίσταται με όμοια απόφαση. Το Σ.Ο.Ε.Ε. συνεδριάζει τακτικά μία φορά κάθε τρεις (3) μήνες στην έδρα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και εκτάκτως ύστερα από προσκλήσεις του Προέδρου.

Στις συνεδριάσεις του Σ.Ο.Ε.Ε. μπορεί να καλούνται με απόφαση του Προέδρου του να παρασταθούν και προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων Επιθεώρησης των φορέων της παρ. 1 του άρθρου 6.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4β άρθρ.14Ν.2946/2001,ΦΕΚ Α 224/8.10.2001.

3. Γραμματειακή υποστήριξη στο Σ.Ο.Ε.Ε. παρέχεται από την Γραμματεία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..

4. Το Σ.Ο.Ε.Ε. υποβάλλει το Μάρτιο κάθε έτους έκθεση στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και στον Πρόεδρο της Βουλής, η οποία κοινοποιείται σε όλα τα Υπουργεία και τους φορείς που ελέγχθηκαν κατά το προηγούμενο έτος. Στην έκθεση καταγράφονται οι επιθεωρήσεις και οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν από τα σώματα επιθεωρήσεων και ελέγχων της Δημόσιας Διοίκησης, με τις γενικές και ειδικές παρατηρήσεις στα αντικείμενα της αρμοδιότητας κάθε σώματος, και ειδική μνεία των υποθέσεων για τις οποίες ζητήθηκε η κίνηση πειθαρχικής δίωξης ή παραπέμφθηκαν στον Εισαγγελέα. Στην έκθεση καταγράφονται επίσης, όλες οι ενέργειες του Σ.Ο.Ε.Ε. για το συντονισμό και την αποτελεσματικότητα των εργασιών των σωμάτων επιθεώρησης και ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης.

5. Με το προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 8, ρυθμίζεται ο τρόπος λειτουργίας του Σ.Ο.Ε.Ε.”

6. Το Σ.Ο.Ε.Ε. μπορεί να αποφασίζει τη διενέργεια κοινών επιθεωρήσεων, ελέγχων και ερευνών από μικτές ομάδες επιθεωρητών των σωμάτων επιθεώρησης που μετέχουν σε αυτό. Τα μέλη των ομάδων προτείνονται από τους Γενικούς Επιθεωρητές ή τους προϊσταμένους των σωμάτων ή των υπηρεσιών, και η σχετική εντολή ελέγχου υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Σ.Ο.Ε.Ε.. Στις μικτές ομάδες επιθεώρησης – ελέγχου μπορεί να συμμετέχουν και επιθεωρητές ή υπάλληλοι των υπηρεσιακών μονάδων επιθεώρησης των φορέων της παρ. 1 του άρθρου 6, οι οποίοι προτείνονται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας τους, ύστερα από σχετικό αίτημα του Προέδρου του Σ.Ο.Ε.Ε..

Σημ.: όπως η παρ.6 προστέθηκε με την παρ.4γ άρθρ.14Ν.2946/2001,ΦΕΚ Α 224/8.10.2001.

Άρθρο 9
Το ύψος του καταβλητέου χρηματικού ποσού της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 1943/1991 καθορίζεται από την αρμόδια επιτροπή, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Σχέσεων-Κράτους Πολίτη του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, στην οποία υποβάλλεται και η σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο δεύτερο παρ.2 Ν.2690/1999Α 45/9.3.1999.

Άρθρο 10
Μετά παρέλευση δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το Σώμα Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης που συνεστήθη με τους νόμους 1892/1990 και 1943/1991, όπως τροποποιήθηκαν με το ν. 2266/1994 και παύουν να ισχύουν όλες οι σχετικές με αυτό διατάξεις. Εντός της παραπάνω προθεσμίας το Σώμα Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης διεκπεραιώνει τις εκκρεμείς υποθέσεις.

Άρθρο 11
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 17 Απριλίου 1997

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

 

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜ. ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ                                     ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΛ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ                               Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 18 Απριλίου 1997

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΕΥΑΓΓ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ