ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ 2399 ΦΕΚ Α’90/27.5.1996

Υλοποίηση της εισοδηματικής πολιτικής έτους 1996 για μισθούς και συντάξεις και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1
Αύξηση συντάξεων

1. Οι συντάξεις και τα βοηθήματα που καταβάλλονται από το Δημόσιο αυξάνονται ως εξής:

α. Για ποσό σύνταξης ή βοηθήματος μέχρι του ποσού των εκατό χιλιάδων (100.000) δρχ., κατά ποσοστό τρία και μισό τοις εκατό (3,5%) από την 1η Ιανουαρίου 1996 και κατά ποσοστό τρία και μισό τοις εκατό (3,5%) ακόμη και από την 1η Ιουλίου 1996.

β. Για τμήμα σύνταξης ή βοηθήματος από εκατό χιλιάδες μία (100.001) δρχ. μέχρι εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000) δρχ., κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) από την 1η Ιανουαρίου 1996 και κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) ακόμη από την 1η Ιουλίου 1996.

γ. Για τμήμα σύνταξης ή βοηθήματος από εκατόν τριάντα χιλιάδες μία (130.001) δρχ. μέχρι διακόσιες εβδομήντα χιλιάδες (270.000) δρχ., κατά ποσοστό δύο και μισό τοις εκατό (2,5%) από την 1η Ιανουαρίου 1996 και κατά ποσοστό δύο και μισό τοις εκατό (2,5%) ακόμη από την 1η Ιουλίου 1996.

δ. Για τμήμα σύνταξης άνω των διακοσίων εβδομήντα χιλιάδων (270.000) δρχ. δεν χορηγείται αύξηση.

Οι ανωτέρω αυξήσεις θα υπολογισθούν στα ποσά των συντάξεων και βοηθημάτων όπως αυτά θα διαμορφωθούν την 1η Ιανουαρίου 1996 μετά τη χορήγηση του διορθωτικού ποσού που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2320/1995 (ΦΕΚ 133Α`) και την 30η Ιουνίου 1996, μετά την χορήγηση της αύξησης των προηγούμενων περιπτώσεων για το πρώτο εξάμηνο.

Σε περίπτωση που ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξηθεί μέσα στο έτος 1996 κατά ποσοστό ανώτερο του πέντε τοις εκατό (5%), θα χορηγηθεί μέσα στο 1997 σε όλες τις συντάξεις και μέχρι του ποσού των διακοσίων εβδομήντα χιλιάδων (270.000) δραχμών ως διορθωτική αύξηση η διαφορά μεταξύ του ποσοστού του πληθωρισμού, όπως αυτός θα διαμορφωθεί την 31η Δεκεμβρίου 1996 και του πέντε τοις εκατό (5%) με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας,, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η αύξηση αυτή θα υπολογισθεί στις συντάξεις και τα βοηθήματα, όπως θα διαμορφωθούν την 31η Δεκεμβρίου 1996. Ως συντάξεις ή βοηθήματα για τη χορήγηση των ανωτέρω αυξήσεων νοούνται τα ποσά, που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση της Α.Τ.Α., καθώς και οι ποσοστιαίες αυξήσεις που χορηγήθηκαν μετά την κατάργηση της Α.Τ.Α., σε εφαρμογή των νόμων περί εισοδηματικής πολιτικής.

2. Οι αυξήσεις της προηγούμενης παραγράφου χορηγούνται και σε εκείνους που κατέστησαν ή θα καταστούν συνταξιούχοι μετά την 1η Ιανουαρίου 1996. Η καταβολή τους αρχίζει από την ημερομηνία που αρχίζει και η σύνταξη. Διατάξεις, που διέπουν την καταβολή της Α.Τ.Α., στους συνταξιούχους, που συγχρόνως απασχολούνται ως μισθωτοί στο δημόσιο τομέα, εξακολουθούν να ισχύουν.

3. Εάν για οποιαδήποτε αιτία επέλθει μεταβολή στο ποσό της σύνταξης ή του βοηθήματος, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, μεταβάλλεται και το ποσό της αύξησης με βάση τη νέα σύνταξη ή το βοήθημα, από τη χρονολογία που επέρχεται η μεταβολή.

4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των υπαλλήλων που δεν συνταξιοδοτούνται μεν από το Δημόσιο, διέπονται όμως από το ίδιο νομοθετικό καθεστώς, βάσει ιδιαίτερων νομοθετημάτων, που είτε παραπέμπουν στις διατάξεις των δημοσίων υπαλλήλων είτε επαναλαμβάνουν κατά βάση τις διατάξεις αυτές, καθώς και για τις συντάξεις των σιδηροδρομικών, που διέπονται από το καθεστώς του ν.δ/τος 3395/1995 (ΦΕΚ 276 Α`), όπως ισχύει.

5. Οι αυξήσεις της παρ.1 του άρθρου αυτού ισχύουν και για συντάξεις που καταβάλλουν οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης του πρώτου εδαφίου του άρθρου 66 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`), καθώς και το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο. (Ν.Α.Τ.).

Άρθρο 2
Αύξηση αποδοχών

1. Οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, των στρατιωτικών, του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, των με σχέση δημοσίου δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ., του ιερού κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και των δικηγόρων που αμείβονται με πάγια αντιμισθία, όπως οι αποδοχές αυτές διαμορφώθηκαν την 1.1.1996 με τη χορήγηση του διορθωτικού ποσοστού αύξησης, αυξάνονται κατά ποσοστό δύο και μισό τοις εκατό (2,5%) από την ίδια χρονολογία (1.1.1996). Στις αυξημένες αυτές αποδοχές, όπως θα διαμορφωθούν την 30.6.1996, χορηγείται πρόσθετη αύξηση δύο και μισό τοις εκατό (2,5%) από 1.7.1996. Για το προσωπικό που υπηρετεί στις ανωτέρω υπηρεσίες (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α.) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, οι αυξήσεις αυτές χορηγούνται είτε με τις διατάξεις του παρόντος νόμου είτε μέσω Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α`).

2. Στην περίπτωση που ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (Δ.Τ.Κ.) αυξηθεί μέσα στο τρέχον έτος κατά ποσοστό ανώτερο του πέντε τοις εκατό (5%), θα χορηγηθεί διορθωτικό ποσοστό αύξησης, με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το οποίο θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ των ως άνω χορηγούμενων αυξήσεων και του τιμαρίθμου. Η αύξηση αυτή θα υπολογισθεί στις μηνιαίες τακτικές αποδοχές που θα διαμορφωθούν την 31.12.1996).

Σημ.: όπως ηπαρ. 2 καταργήθηκε με το άρθρο 31 Ν.2440/1997 (Α 40).

3. Ως τακτικές αποδοχές για τον υπολογισμό των παραπάνω αυξήσεων νοούνται οι αποδοχές εκείνες, που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση της Α.Τ.Α., σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 1810/1988 (ΦΕΚ 223 Α`), καθώς και οι ποσοστιαίες αυξήσεις που χορηγήθηκαν σε εφαρμογή των νόμων περί εισοδηματικής πολιτικής, μετά την κατάργηση της Α.Τ.Α..

Άρθρο 3
Αύξηση επιδομάτων ατόμων με ειδικές ανάγκες
Τα επιδόματα, που καταβάλλονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες, αυξάνονται μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) από την 1η Ιανουαρίου 1996.

Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται το ποσοστό αύξησης, κατά κατηγορία δικαιούχων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Σχετικό:  υπ`αριθμ. Υ3δ/οικ.3631/31.7-19.8.1996 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (ΦΕΚ Β`693)

Άρθρο 4
Παράταση προθεσμίας
Η προθεσμία της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`), όπως αυτή παρατάθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 3 του ν. 2320/1995 (ΦΕΚ 133 Α`), προκειμένου περί επαναπροσληφθέντων μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος, παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996.

Άρθρο 5
Στο άρθρο 125 του ν. 419/1976 “περί οργανισμού του ΥΠ.ΕΞ” (ΦΕΚ 221 Α`) προστίθεται παράγραφος με αριθμό 4, ως εξής:

” 4.α. Υπάλληλοι του διπλωματικού κλάδου με βαθμό πληρεξούσιου υπουργού Α` και Β` τάξεως, έχοντες συμπληρώσει τριακονταετή (30) πραγματική και συντάξιμη δημόσια υπηρεσία και το πεντηκοστό όγδο (58ο) έτος της ηλικίας τους μπορούν, κατόπιν αιτήσεως τους, η οποία κρίνεται από τον Υπουργό Εξωτερικών με αιτιολογημένη απόφαση του με βάση το συμφέρον της Υπηρεσίας και την υπηρεσιακή εικόνα του αιτούντος, να εξέρχονται της Υπηρεσίας με το βαθμό τον οποίο κατέχουν λαμβάνοντες πλήρη σύνταξη, ως να είχαν συμπληρώσει τριακονταπενταετή (35) πραγματική και συντάξιμη δημόσια υπηρεσία”.

β. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται στους διπλωματικούς υπαλλήλους, που πληρούν τους όρους του εδαφίου (α) της παρούσας παραγράφου και μέχρι του αριθμού των είκοσι (20) εφάπαξ και από της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού μέχρι και την 31.12.1996.

Άρθρο 6
Λιμενικά τέλη επιβατών – Σκοπός – Προϋποθέσεις και τρόπος επιβολής τους

1. Σε κάθε επιβάτη που επιβιβάζεται σε ή αποβιβάζεται από πλοίο, επιβάλλεται ειδικό ανταποδοτικό τέλος χρήσεως λιμένα υπέρ των φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων επιβίβασης και αποβίβασης, για την κατασκευή, συντήρηση και εκσυγχρονισμό των λιμενικών εγκαταστάσεων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ.α΄παρ.5 άρθρου 2 Ν.2575/1998 (Α 23)και την παρ.1 άρθρου 2 ΠΔ 242/2003 (ΦΕΚ Α 219) αντικαταστάθηκε πάλιμε την παρ.4 άρθρου 20 Ν.3622/2007,ΦΕΚ Α 281/20.12.2007.

2. Το τέλος συνίσταται σε συνολική ποσοστιαία προσαύξηση 5% στην τιμή του εισιτηρίου ή του ναύλου για τους επιβάτες των πάσης φύσεως Ε/Γ, Ε/Γ-Ο/Γ και υδροπτερύγων πλοίων γραμμών εσωτερικού και εξωτερικού, με ελληνική ή ξένη σημαία και αναγράφεται στα εισιτήρια αναλυτικά ως 2,5% υπέρ του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα επιβίβασης και 2,5% υπέρ του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα αποβίβασης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.5 άρθρου 20 Ν.3622/2007,ΦΕΚ Α 281/20.12.2007. ΒΛ. σχετ. ΚΑΙ λοιπές διατάξεις του αυτού άρθρου και νόμου.

Ειδικότερα:

Α. Ποσοστό 30% από τα έσοδα των διακινουμένων επιβατών προς το εξωτερικό της προηγούμενης παραγράφου αποδίδεται από τον φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα στο Ν .Α. Τ, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις του Ν.Α.Τ.

2.Β. Για επιβάτες που συμμετέχουν σε περιηγητικά ταξίδια επιβατηγών- τουριστικών πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία επιβάλλεται πάγιο τέλος αναλόγως της τιμής του εισιτηρίου ή του ναύλου ως εξής:

σε εισιτήρια μέχρι 5 ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,10 ΕΥΡΩ σε εισιτήρια από 5-10 ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,15 ΕΥΡΩ σε εισιτήρια από 10-20 ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,20 ΕΥΡΩ σε εισιτήρια από 20-30 ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,25 ΕΥΡΩ σε εισιτήρια από 30-40 ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,30 ΕΥΡΩ σε εισιτήρια από 40 κ΄ άνω ΕΥΡΩ πάγιο τέλος 0,35 ΕΥΡΩ

Το πιο πάνω τέλος επιβάλλεται σε επιβάτες που συμμετέχουν:

i. σε ημερήσια – μονοήμερη κρουαζιέρα μεταξύ ελληνικών λιμένων ή επεκτείνεται και σε λιμένες του εξωτερικού ή προσεγγίζει απευθείας σε λιμένα του εξωτερικού, για κάθε λιμάνι που προσεγγίζει το πλοίο, περιλαμβανομένου και του αφετήριου λιμένα,

ii. σε πολυήμερη κρουαζιέρα για κάθε λιμάνι που προσεγγίζει το πλοίο, περιλαμβανομένου και του αφετήριου λιμένα, ανεξάρτητα εάν η κρουαζιέρα περιορίζεται μόνο μεταξύ ελληνικών λιμένων ή επεκτείνεται και σε λιμένες του εξωτερικού ή προσεγγίζει απευθείας σε λιμένες του εξωτερικού, χωρίς ενδιάμεση προσέγγιση σε ελληνικούς λιμένες,

Πολυήμερη κρουαζιέρα νοείται η περιήγηση με επιβατηγό – τουριστικό πλοίο που διαρκεί τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες και περιλαμβάνει μία τουλάχιστον διανυκτέρευση του περιηγητή στο πλοίο,

iii. σε θαλάσσια εκδρομή ή θαλάσσιο λουτρό με πλοία ή μικρά σκάφη του άρθρου 14 του ν. 2743/99 (ΦΕΚ 211 Α΄) με προορισμό από και προς τον ίδιο λιμένα και από λιμένα σε παρακείμενες ακτές ή όρμους και αντιστρόφως,

iv. για κάθε επιβάτη που διέρχεται «TRANSIT» σε κάθε ελληνικό λιμάνι προσέγγισης του πλοίου. «TRANSIT» νοείται ο επιβάτης επαγγελματικού επιβατηγού πλοίου που έχει αφετηρία λιμένα εξωτερικού, ο οποίος αποβιβάζεται σε ένα ή περισσότερα λιμάνια, που προσεγγίζει το πλοίο, για περιήγηση της πόλης και αναχωρεί με το ίδιο πλοίο μετά από ολιγόωρη παραμονή, που συνολικά δεν δύναται να υπερβεί το 24ωρο.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 2 του άρθρου 2 του ΠΔ 242/2003(ΦΕΚ Α 219),όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ΠΔ 195/2005 (ΦΕΚ Α 236)

γ. Απαλλάσσονται της καταβολής του τέλους:

ι) τα νήπια μέχρις ενός έτους

ιι) οι επιβάτες που συμμετέχουν σε περιηγητικά ταξίδια, εσωτερικού που πραγματοποιούνται από την Εστία Ναυτικών, την Εργατική Εστία και από φιλανθρωπικές οργανώσεις για φιλανθρωπικούς σκοπούς

ιιι) οι επιβάτες που απαλλάσσονται της καταβολής ναύλου, όταν ταξιδεύουν με ακτοπλοϊκά πλοία και ιν) οι επιβάτες των ιδιωτικών σκαφών αναψυχής και των επαγγελματικών του Ν. 2743/1999 (Α 211).

Δ. Τα πιο πάνω τέλη δεν ισχύουν για τους Οργανισμούς Λιμένος Α.Ε., που συστάθηκαν με τον Ν. 2932/2001 και τους Ο.Λ.Θ. Α.Ε. και Ο.Λ.Π. Α.Ε., οι οποίοι υποχρεούνται στην έκδοση τιμολογίων, ύστερα από απόφαση των Δ.Σ. αυτών, για τον καθορισμό του ειδικού τέλους επιβατών, χωρίς αυτά να εισάγουν διακρίσεις ανάλογα με τον λιμέ να προορισμού των (εσωτερικό ή άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ή τρίτες χώρες).

Το ειδικό τέλος επιβατών θα αναλώνεται αποκλειστικά για την εκτέλεση, συντήρηση και βελτίωση των λιμενικών έργων και εγκαταστάσεων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ.β` της παρ.5 του άρθρου  2 του Ν.2575/1998 (Α 23) αντικαταστάθηκε πάλιμε την παρ. 2 του άρθρου 2 του ΠΔ 242/2003(ΦΕΚ Α 219)]

Σχετικό:  το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2575/1998 (Α`23 ) και του άρθρου 2 παρ. 2 του π.δ. 242/2003 (Α` 219)

3. Τα τέλη της παραγράφου 2Β, 2Γ και 2Δ του παρόντος αυξάνονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

4. Το τέλος περιλαμβάνεται στα εισιτήρια και εισπράττεται με ευθύνη αυτών που εκδίδουν αυτά, δηλαδή τα ναυτικά πρακτορεία, τα τουριστικά γραφεία και συναφείς επιχειρήσεις. Το εισπραττόμενο για κάθε ημερολογιακό μήνα ποσό πρέπει να κατατίθεται από τους υπεύθυνους για την είσπραξη μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα στο λογαριασμό για το δικαιούχο δημόσιο φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος, μαζί με υπεύθυνη δήλωση και κατάσταση εμφαίνουσα τον αριθμό των εκδοθέντων κατά θέσεις εισιτηρίων και το καταβλητέο χρηματικό ποσό. Το χρονικό διάστημα που ορίζεται στην παράγραφο αυτή για κατάθεση από τους υπεύθυνους του εισπραττόμενου ποσού για κάθε μήνα ισχύει και για την απόδοση του ειδικού τέλους διέλευσης δια των προκυμαιών οχημάτων πάσης φύσεως που επιβιβάζονται στα πλαίσια δια της ίδιας αυτών δυνάμεως του ν.δ/τος 158/1969 (ΦΕΚ 63 Α`).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.γ`τ ης παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

5. Οι υπεύθυνες για την είσπραξη επιχειρήσεις έχουν αλληλέγγυα και σε ολόκληρο ευθύνη με τους υπόχρεους επιβάτες για την καταβολή του τέλους. Οι δημόσιοι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης των λιμένων, για τους οποίους επιβάλλεται το τέλος αυτό, δύνανται, για τη διαπίστωση της κανονικής βεβαίωσης είσπραξης και απόδοσης του τέλους, να προβαίνουν στον έλεγχο των δικαιολογητικών που βρίσκονται εις χείρας των υπευθύνων για την είσπραξη του ή τρίτων.

Οι υπηρεσίες του Κράτους οφείλουν να παρέχουν κάθε αναγκαίο που έχουν στη διάθεση τους στοιχείο για έλεγχο με αίτηση του ενδιαφερόμενου δημόσιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα.

6. Η βεβαίωση οφειλόμενων ποσών του λιμενικού τέλους γίνεται με πράξη του συλλογικού οργάνου του δημοσίου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα. Η είσπραξη των βεβαιουμένων ποσών γίνεται από αυτό κατ` ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α`). “Σε περιπτώσεις μη υποβολής δήλωσης ή υποβολής εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`) Για την εφαρμογή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και άλλες διατάξεις” και οι σχετικές κυρώσεις επιβάλλονται με ιδιαίτερη πράξη της Λιμενικής Επιτροπής. Η άσκηση οποιουδήποτε ενδίκου βοηθήματος κατά της βεβαίωσης των οφειλόμενων ποσών αναστέλλει την καταβολή του ενός τρίτου της βεβαιωθείσας οφειλής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ. δ` της παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

7. Για τη μη είσπραξη, τη μειωμένη είσπραξη ή την καθυστέρηση απόδοσης του τέλους από την υπεύθυνη επιχείρηση μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από πρόταση του δημόσιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του οικείου λιμένα ή της οικείας λιμενικής αρχής να:

ι. επιβάλλεται υπέρ του οικείου Λιμενικού Ταμείου πρόστιμο ανερχόμενο μέχρι το εικοσαπλάσιο της αξίας του μη εισπραχθέντος ή καθυστερημένα αποδοθέντος τέλους

ιι. αφαιρείται προσωρινά και για χρονικό διάστημα από τριάντα (30) ημέρες μέχρι τρεις (3) μήνες ή ανακαλείται οριστικά η άδεια σκοπιμότητας πραγματοποίησης δρομολογίων ή η εκτέλεση τουριστικών πλοίων στα θαλάσσια μεταφορικά μέσα της συγκεκριμένης επιχείρησης.

ιιι. αφαιρείται προσωρινά και για χρονικό διάστημα από τριάντα (30) ημέρες μέχρι τρεις (3) μήνες ή ανακαλείται οριστικά η άδεια λειτουργίας του ναυτικού πρακτορείου. Εάν το πρακτορείο ή η επιχείρηση που εκδίδει τα εισιτήρια ή εισπράττει τα οφειλόμενα στο λιμενικό ταμείο τέλη λειτουργεί σαν τουριστικό πρακτορείο του ν. 393/1976 (ΦΕΚ 199 Α`), η προσωρινή αφαίρεση ή η ανάκληση της άδειας λειτουργίας του πραγματοποιείται με απόφαση του αρμόδιου για τον Τουρισμό Υπουργού, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ. ε` της παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

8. Οι υπεύθυνοι για κάθε λιμάνι, που εκδίδουν νομίμως εισιτήρια επιβατών των πάσης φύσεως πλοίων, υποχρεούνται να καταθέσουν στο οικείο λιμενικό ταμείο, εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένης εμπορικής τράπεζας για την εγγύηση της καλής διαχείρισης και απόδοσης των λιμενικών τελών για τα εισιτήρια των επιβατών. Το ύψος της εγγυητικής επιστολής, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας παραγράφου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ. στ` της παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

Σχετικό: υπ`αριθμ. 3427.29/01/96/13-25.6.1996 απόφαση  του Υπουργού Εμπ. Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β`488)

Σχετικό:  ΥΑ 8122.6/01/06/27.3-10.4.2006 (ΦΕΚ Β`436)

9. Ανεξάρτητα από τις κυρώσεις της παραγράφου 7, σε κάθε περίπτωση μη είσπραξης ή καθυστέρησης απόδοσης των εισπραχθέντων λιμενικών τελών από τις παραπάνω επιχειρήσεις, οι κατά τόπους λιμενικές αρχές, μετά από αίτηση του δημόσιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα απαγορεύουν τον απόπλου των πλοίων για τα οποία υπάρχει η υποχρέωση απόδοσης των οφειλόμενων τελών.

10. Ορίζεται αμοιβή των επιφορτισμένων για την είσπραξη του τέλους αυτού ναυτικών πρακτορείων και λοιπών επιχειρήσεων ποσοστού 5% στο εισπραττόμενο κατά περίπτωση ποσό το οποίο θα παρακρατείται από τα δικαιούμενα, κατά την απόδοση του στο φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα.

11. Κατ` εξαίρεση της διάταξης της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, το τέλος της παρ. 1 δύναται να εισπράττεται απευθείας από τα όργανα του οικείου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης του λιμένα ή από τρίτους στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη, με απόφαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης τους. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζεται η διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

12. Ταχυδρομικά ή τραπεζικά έξοδα απόδοσης των υπέρ λιμενικών ταμείων δικαιωμάτων, που εισπράττονται σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις από λιμενικές αρχές στην έδρα των οποίων δεν υπάρχει κατάστημα Τράπεζας της Ελλάδος, βαρύνουν το οικείο λιμενικό ταμείο.

13. Οι προμήθειες και πάσης φύσεως νόμιμα δικαιώματα που παρακρατούνται από τις τράπεζες και λοιπούς πιστωτικούς οργανισμούς κατά την εξόφληση των επιταγών που εκδίδονται από τα λιμενικά ταμεία βαρύνουν αυτά.

14. Από τα σύμφωνα με τις παραγράφους 2Α, 2Β, 2Γ και 2Δ του παρόντος άρθρου εισπραττόμενα δικαιώματα υπέρ των λιμενικών ταμείων ποσοστό “5%” αποδίδεται στο Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού (Μ.Τ.Ν.), για τις υπηρεσίες ασφαλούς διακίνησης που παρέχουν οι λιμενικές αρχές στο επιβατικό κοινό.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

15. Επίσης ορίζεται ποσοστό κράτησης “5%” ως έσοδο υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού στα παρακάτω τέλη και δικαιώματα που βεβαιώνονται ή εισπράττονται από τις λιμενικές αρχές σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις:

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

α) από τα πάσης φύσεως τέλη και δικαιώματα προσόρμισης – παραβολής – πρυμνοδέτησης, ελλιμενισμού και παροπλισμού των πλοίων, καθώς και του ειδικού τέλους διέλευσης οχημάτων, για τα λιμενικά ταμεία της χώρας,”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ.η` της παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

β) από τις εισπράξεις των φαρικών τελών.

γ) από τα πρόστιμα του άρθρου 157 του Ν.Δ. 187/1973 (ΦΕΚ 261 Α`) “Περί Κ.Δ.Ν.Δ.” που βεβαιώνονται από τις Λιμενικές Αρχές και εισπράττονται από τις οικείες Δ.Ο.Υ., καθώς και από τα πρόστιμα των άρθρων 44 και 45 του ως άνω Κ.Δ.Ν.Δ., καθώς και των προστίμων του άρθρου 13 του Π.Δ. 55/1998 (ΦΕΚ 58 Α`), όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά,

δ) από τα πρόστιμα που επιβάλλονται από τις Λιμενικές Αρχές για παράνομη στάθμευση κατά τις διατάξεις του Κ.Ο.Κ. (ν. 2696/1999, Α` 57).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2881/2001,ΦΕΚ Α 16, το δε εδάφιο δ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 10 Ν.4150/2013,ΦΕΚ Α 102/29.4.2013.

16. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι διαδικασίες είσπραξης και απόδοσης του προβλεπόμενου στις παραγράφους 14 και 15 ποσοστού “5%” στο δικαιούμενο Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2881/2001,ΦΕΚ Α 16/6.2.2001.

17. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύνανται να καθορίζονται για ειδικές κατηγορίες πλοίων απαλλαγές ή μειώσεις για τα κάθε φύσης λιμενικά και φαρικά τέλη που επιβάλλονται στα πλοία, επιβάτες – οχήματα ή φορτία στους λιμένες της χώρας σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά.

18. Για την εκτέλεση και συντήρηση των λιμενικών έργων της παρ.1 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται η σύναψη δανείων από τα λιμενικά ταμεία με εγγύηση των παραπάνω εσόδων, καθώς και η διάθεση άλλων διαθέσιμων κεφαλαίων τους, ύστερα από έγκριση του ΥΕΝ. “Δανειακές υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί από τα Λιμενικά Ταμεία μέχρι την έκδοση του νόμου αυτού βαρύνουν τα έσοδα του ειδικού τέλους του παρόντος άρθρου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ. θ` της παρ.5 του άρθρου 2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

19. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των αποφάσεων που εκδίδονται σε εκτέλεσή του τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή μέχρι ενός εκατομμυρίου δραχμών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ. ι` της παρ.5 του άρθρου  2 του Ν.2575/1998 (Α 23)

20. Για τη χωροθέτηση και δημιουργία των λιμένων εθνικής και περιφερειακής σημασίας του ν. 2218/1994 και των σχετικών λιμενικών έργων στη χώρα από δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, καθώς και για της πάσης μορφής παραχωρήσεις στους χώρους αυτών και στις λιμενικές εγκαταστάσεις που ήδη υπάρχουν, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του ΥΕΝ στο πλαίσιο της ασκούμενης από αυτό ενιαίας ναυτιλιακής και λιμενικής πολιτικής της χώρας, καθώς και για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας της ναυσιπλοΐας.

21. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις του ν.δ. 3878/1958, του άρθρου 34 του ν.δ. 4544/1966 και των άρθρων 2 και 3 του ν.δ. 158/1969, καθώς και κάθε αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη νόμου.

22. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από τη δημοσίευσή του.

Άρθρο 7

1) Οι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης, που αναφέρονται στα εδάφια β`, γ`, ε`, στ`, ζ`, θ`, και ι`, της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α`), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν με το άρθρο 22 του ν. 2386/1966 (ΦΕΚ 43 Α`), καθορίζονται μέχρι και τη 17η Ιουνίου 1996 ως ακολούθως:

——————————————————————–

ΕΙΔΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΣΕ ΔΡΑΧΜΕΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ

β) Βενζίνη με 27.10.00.34 και 123.000 χιλ/τρο μόλυβδο 27.10.00.36

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο – με αριθμό χιλ/τρο οκτανίων μέχρι 27.10.00.27 και 107.000 και 96,5 27.10.00.29

– με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο 27.10.00.29 και 117.000 χιλ/τρο των 96,5 27.10.00.32

ε) Πετρέλαιο εσωτερικής ΕΧ 27.10.00.69 75.500 χιλ/τρο καύσης (DIESEL) κίνησης

στ) Πετρέλαιο εσωτερικής ΕΧ 27.10.00.69 75.500 χιλ/τρο καύσης (DIESEL) θέρμανης.

ζ) Πετρέλαιο  εσωτερικής ΕΧ 29.10.00.69 75.500 χιλ/τρο καύσης (DIESEL) άλλο από εκείνο των περιπτώσεων ε` και στ`

θ) Κηροζίνη 27.10.00.51 και  (φωτιστικό ΕΧ 27.10.00.55 75.500 χιλ/τρο πετρέλαιο)

ι) Κηροζίνη  Θέρμανσης ΕΧ 27.10.00.55 75.500 χιλ/τρο

2) Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από 18.4.1996.

Άρθρο 8
Σημ.: το άρθρο 8 καταργήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 28 του Ν.2516/1997 (Α 159)

Άρθρο 9

1. Οι προθεσμίες, που ορίζονται στην ενότητα Δ`, στην ενότητα Α`, παρ 6 και στο πρώτο εδάφιο της ενότητας Γ`, του άρθρου 12 του ν. 2343/1995 (ΦΕΚ 211 Α`), όπως ισχύει, παρατείνονται από τη λήξη τους μέχρι την 31η Οκτωβρίου 1996.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 των ενοτήτων Α`, και Β`, του άρθρου 12 του ν. 2343/1995 παρέχεται προθεσμία ενός (1) μηνός, που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος.

Άρθρο 10

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η ισχύς του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1.1.1996”.

2. Η ισχύς της διάταξης της περίπτωσης δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`), όπως τέθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 11 του ν. 2386/1996, αρχίζει από 1.1.1997.

Άρθρο 11

1. Στο τακτικό πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσια Τάξης, που προβλέπεται από το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 1481/1984, καθώς και στο πολιτικό προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που αμείβεται με βάση τις διατάξεις του ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α`) του ίδιου Υπουργείου, χορηγείται από 1.1.1996 μηνιαία ειδική αποζημίωση, ως κίνητρο παραγωγικότητας, η οποία ορίζεται σε είκοσι τέσσερις (24.000) δρχ. για τους υπαλλήλους κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ σε είκοσι μία χιλιάδες (21.000) δρχ. για τους υπαλλήλους κατηγορίας ΔΕ και σε δεκαοκτώ χιλιάδες (18.000) δρχ. για τους υπαλλήλους ΥΕ. Η ειδική αυτή αποζημίωση υπόκειται στις κρατήσεις υπέρ φόρου εισοδήματος και νοσοκομειακής περίθαλψης και δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της Α.Τ.Α. και των επιδομάτων, εορτών και άδειας.

2. Η ειδική αποζημίωση της προηγούμενης παραγράφου δεν χορηγείται στους υπαλλήλους που αποσπώνται σε υπηρεσίες άλλων υπουργείων.

Άρθρο 12

1. Οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 (ΦΕΚ 43 Α`), έχουν ανάλογη εφαρμογή και σε αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις οποιαδήποτε βαθμίδας, εφόσον εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, υποβάλουν αρχική ή συμπληρωματική δήλωση για την καταβολή των στην παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου αναφερόμενων φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι και το ημερολογιακό έτος 1994, καθώς και αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις για την καταβολή φόρων, τελών ή εισφορών που αναφέρονται στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου για τους οποίους η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 1995. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 4 του άρθρου αυτού δόσεις ορίζονται σε είκοσι τέσσερις (24). Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών.

2. Η μη εμπρόθεσμη πληρωμή δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια των απώλεια του δικαιώματος που παρέχεται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία προβαίνει σε έλεγχο και βεβαίωση των φόρων και τελών που δεν αποδόθηκαν με τις φορολογικές προσαυξήσεις και πρόστιμα που αναλογούν σε αυτούς. Ποσά που τυχόν έχουν εισπραχθεί με τις διατάξεις της παραπάνω ρύθμισης δεν επιστρέφονται αλλά συμψηφίζονται στη νέα βεβαίωση.

Άρθρο 13

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 2227/1994 (ΦΕΚ 129 Α`), με την οποία προσετέθη παράγραφος 3 στο τέλος του άρθρου 4 του ν. 1897/1990 (ΦΕΚ 120 Α`), αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Προκειμένου για έμμισθούς ή άμισθους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους που δεν μισθοδοτούνται με μισθολογικό κλιμάκιο ή βασικό μισθό βαθμού κάποιας ιεραρχίας, το επίδομα της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού υπολογίζεται επί του βασικού μισθού που αποτελεί τη βάση υπολογισμού της σύνταξης τους, ο οποίος, πάντως, δεν μπορεί να είναι ανώτερος του βασικού μισθού του Προέδρου του Αρείου Πάγου, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά με εξαίρεση τους λαμβάνοντες βουλευτική σύνταξη, καταβάλλεται δε για δε τους μεν τους εμμίσθους από την υπηρεσία τους, για δε του άμισθους από το φορέα της συνταξιοδότησής τους. Το επίδομα αυτό καταβάλλεται από το φορέα συνταξιοδότησης του λειτουργού και πριν την έναρξη καταβολής της κύριας σύνταξης, λόγω μη συμπλήρωσης της ηλικίας συνταξιοδότησης του, εφόσον δεν ασκεί δημόσιο έμμισθο λειτούργημα”.

2. Η παράγραφο 3 του άρθρου 2 του ν. 2227/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Συντάξεις και επιδόματα ανικανότητας, που τυχόν έχουν κανονισθεί ή που χορηγούνται διαφορετικά από όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, ανακαθορίζονται οίκοθεν από τις αρμόδιες υπηρεσίες ή διευθύνσεις συντάξεων του οικείου φορέα συνταξιοδότησης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από την πρώτη του επόμενου μήνα της ισχύος του νόμου αυτού”.

Άρθρο 14
Τροποποίηση του ν. 2240/1994

1. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργούνται οι θέσεις των περιφερειακών διευθυντών της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2240/1994 (ΦΕΚ 153 Α`/16.9.1994), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 2307/1995 (ΦΕΚ 113 Α`). Στους αποχωρούντες από την υπηρεσία παρέχεται αποζημίωση του άρθρου 15 του ν. 3436/1955, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 4 του ν.δ/τος 3770/1957

2. Η αρμοδιότητες του περιφερειακού διευθυντή περιέχονται στο Γενικό Γραμματέα της Περιφερείας. Μέχρι τη δημοσίευση του οργανισμού της περιφερείας ως ενιαίας οργανικής μονάδας οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται από τον ορισθέντα προϊστάμενο ως αναπληρωτή του περιφερειακού διευθυντή πριν από την κατάργηση της θέσης. Στις περιπτώσεις που δεν είχε ορισθεί αναπληρωτής του περιφερειακού διευθυντή ή όταν ο ορισθείς απουσιάζει ή κωλύεται ή εκλείψει οι αρμοδιότητες του περιφερειακού διευθυντή ασκούνται από προϊστάμενο υπηρεσίας της περιφερειακής διοίκησης του νομού ή της νομαρχίας που ορίζεται από το Γενικό Γραμματέα Περιφερείας.

3. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως και 5 του άρθρου 4 του ν. 2240/1994 (ΦΕΚ 153 Α`) “Συμπλήρωση διατάξεων για τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και άλλες διατάξεις”, όπως η παρ. 3 τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 2307/1995 (ΦΕΚ 113 Α`).

Άρθρο 15
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του νόμου αυτού, αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1996, εκτός αν διαφορετικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 22 Μαΐου 1996

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΩΝ. ΣΗΜΙΤΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜ. ΔΙΟΙΗΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΑΠ. – ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ  ΑΛ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ  ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ΚΩΝ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΣΤ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΕΥΑΓ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ – ΤΑΞΗΣ

Κ. ΣΦΥΡΙΟΥ ΚΩΝ. ΓΕΙΤΟΝΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 24 Μαΐου 1996

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΕΥΑΓ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ