ΝΟΜΟΣ ΥΠ`ΑΡΙΘ. 2290 ΦΕΚ Α`28/9.2.1995

Κύρωση της Τελικής Πράξης που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών  διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου Ουρουγουάης

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Τελική Πράξη που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης, που υπογράφηκε στο Μαρακές την 15η Απριλίου 1994, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΥΜΕΡΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΓΥΡΟΥ ΤΗΣ ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗΣ

1. Κατά τη συνάντησή τους για την ολοκλήρωση των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης, εκπρόσωποι των κυβερνήσεων και των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, μέλη της επιτροπής εμπορικών διαπραγματεύσεων συμφωνούν ότι η Συμφωνία για τη θέσπιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), καλούμενη στην παρούσα τελική Πράξη “συμφωνία για τον ΠΟΕ” και οι υπουργικές δηλώσεις και αποφάσεις, που περιέχονται στα παραρτήματα που επισυνάπτονται, περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων που αυτοί διενήργησαν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας Τελικής Πράξης.

2. Υπογράφοντας την παρούσα Τελική Πράξη, οι εκπρόσωποι συμφωνούν:

(α) να υποβάλουν, με τον κατάλληλο τρόπο, προς εξέταση στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές τους τη συμφωνία για τον ΠΟΕ επιδιώκοντας την έγκριση της συμφωνίας με βάση τις ισχύουσες σ` αυτά διαδικασίες, και

(β) να υιοθετήσουν τις υπουργικές δηλώσεις και αποφάσεις.

3. Οι εκπρόσωποι συμφωνούν ότι αποτελεί επιθυμία όλων η αποδοχή της συμφωνίας για τον ΠΟΕ από όλους τους συμμετέχοντες στις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης (καλούμενος στην παρούσα Τελική Πράξη “συμμετέχοντες”) και η θέση της σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995 ή το ταχύτερο δυνατό μετά την εν λόγω ημερομηνία. Όχι αργότερα από το τέλος του 1994 οι Υπουργοί θα συναντηθούν σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο της Υπουργικής Δήλωσης της Punta del Este, για να ρυθμίσουν τα θέματα σχετικά με την εφαρμογή των αποτελεσμάτων σε διεθνές επίπεδο καθώς και το χρονοδιάγραμμα για τη θέση τους σε ισχύ.

4. Οι εκπρόσωποι συμφωνούν ότι η συμφωνία για τον ΠΟΕ υποβάλλεται προς αποδοχή στο σύνολό της, με υπογραφή ή άλλο τρόπο, εκ μέρους όλων των συμμετεχόντων σύμφωνα με το άρθρο XIV. Η αποδοχή και η θέση σε ισχύ πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 4 της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας.

5. Προτού αποδεχθούν τη συμφωνία για τον ΠΟΕ, οι συμμετέχοντες που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου υποχρεούνται να έχουν πρώτα ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρησή τους στη Γενική Συμφωνία και να έχουν γίνει συμβαλλόμενα μέρη αυτής. Όσον αφορά τους συμμετέχοντες οι οποίοι δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της Γενικής Συμφωνίας κατά την ημερομηνία υπογραφής της Τελικής Πράξης, οι πίνακες δεν είναι οριστικοί και θα συμπληρωθούν αργότερα με σκοπό την προσχώρησή τους στη Γενική Συμφωνία και την αποδοχή της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

6. Η παρούσα Τελική Πράξη και τα κείμενα που περιέχουν τα συνημμένα σ` αυτή παραρτήματα κατατίθενται στο Γενικό Διευθυντή των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, ο οποίος διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση, σε κάθε συμμετέχοντα κυρωμένο αντίγραφο αυτών.

ΕΓΙΝΕ στο Μαρακές στις δεκαπέντε Απριλίου χίλια εννιακόσια ενενήντα τέσσερα σε ένα μόνον αντίτυπο, στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

(Κατάλογος υπογραφών που πρέπει να περιληφθούν στο αντίγραφο της Τελικής Πράξης προς υπογραφή)

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Τα μέρη της παρούσας συμφωνίας.

Αναγνωρίζοντας ότι οι σχέσεις τους στον εμπορικό και τον οικονομικό τομέα είναι ανάγκη να διαμορφώνονται με απώτερο σκοπό την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, την εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης και υψηλού, συνεχώς αυξανόμενου, επιπέδου πραγματικού εισοδήματος και πραγματικής ζήτησης, καθώς και την επέκταση της παραγωγής και του εμπορίου στους τομείς των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών, επιτρέποντας ταυτόχρονα την άριστη χρήση των πόρων σε παγκόσμιο επίπεδο σύμφωνα με τους στόχους της διαρκούς ανάπτυξης, επιδιώκοντας τόσο την προστασία και τη διατήρηση του περιβάλλοντος όσο και την αύξηση των μέσων για την επίτευξη αυτού του στόχου κατά τρόπο που να συμβιβάζεται με τις αντίστοιχες ανάγκες και ανησυχίες τους στα διάφορα επίπεδα της οικονομικής ανάπτυξης.

Αναγνωρίζοντας ακόμη, ότι είναι αναγκαία η ανάληψη θετικών προσπαθειών, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες και ιδιαίτερα οι λιγότερο ανεπτυγμένες από αυτές, θα εξασφαλίζουν κάποιο μερίδιο από την αύξηση του διεθνούς εμπορίου ανάλογα με τις ανάγκες της οικονομικής τους ανάπτυξης.

Επιθυμώντας να συμβάλλουν στην επίτευξη αυτών των στόχων προβαίνοντας σε αμοιβαίες και ευνοϊκές για όλα τα μέρη διευθετήσεις με σκοπό την ουσιαστική μείωση των δασμών και άλλων φραγμών στο εμπόριο και την κατάργηση της διακριτικής μεταχείρισης στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις.

Έχοντας αποφασίσει συνεπώς, να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο, εφαρμόσιμο και μονιμότερο πολυμερές εμπορικό σύστημα που να περιλαμβάνει τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, τα αποτελέσματα των παλαιότερων προσπαθειών απελευθέρωσης του εμπορίου και όλα τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης.

Έχοντας αποφασίσει να διατηρήσουν τις βασικές αρχές και να προωθήσουν τους στόχους που διακρίνουν το παρόν πολυμερές εμπορικό σύστημα

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο Ι

Ίδρυση του Οργανισμού

Με την παρούσα συμφωνία ιδρύεται ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (καλούμενος εφεξής “ΠΟΕ”).

Άρθρο ΙΙ

Πεδίο δράσης του ΠΟΕ

1. Ο ΠΟΕ παρέχει το κοινό θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των μερών, όσον αφορά θέματα σχετικά με τις συμφωνίες και τις συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας.

2. Οι συμφωνίες και οι συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1, 2 και 3 (καλούμενες εφεξής “πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες”) αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας και δεσμεύουν όλα τα μέρη.

3. Οι συμφωνίες και οι συναφείς νομικές πράξεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 4 (καλούμενες εφεξής “πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες”) αποτελούν επίσης μέρος της παρούσας συμφωνίας για εκείνα από τα μέρη που τις έχουν αποδεχθεί και δεσμεύουν αυτά τα μέρη. Οι πλειομερείς εμπορικές συμφωνίες δεν δημιουργούν ούτε υποχρεώσεις ούτε δικαιώματα για τα μέρη που δεν τις έχουν αποδεχθεί.

4. Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994, όπως ορίζεται στο παράρτημα 1Α (καλούμενη εφεξής “GATT του 1994”) διαφέρει από νομικής πλευράς από τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, της 30ης Οκτωβρίου 1947, η οποία επισυνάπτεται στην Τελική Πράξη που εγκρίθηκε κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνόδου της προπαρασκευαστικής επιτροπής της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Απασχόληση, όπως αναθεωρήθηκε ή τροποποιήθηκε στη συνέχεια (καλούμενη εφεξής “GATT του 1947”).

Άρθρο ΙΙΙ

Αρμοδιότητες του ΠΟΕ

1. Ο ΠΟΕ διευκολύνει την εφαρμογή, τη διαχείριση και τη λειτουργία, καθώς και την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, παρέχει δε, επίσης, το πλαίσιο για την εφαρμογή, τη διαχείριση και τη λειτουργία των πλειομερών εμπορικών συμφωνιών.

2. Ο ΠΟΕ αποτελεί το χώρο για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών του, όσον αφορά τις πολυμερείς εμπορικές τους σχέσεις επί θεμάτων τα οποία ρυθμίζουν οι συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας. Ο ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρέχει το χώρο για περαιτέρω διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών του σχετικά με τις πολυμερείς εμπορικές τους σχέσεις και το πλαίσιο για την εφαρμογή των αποτελεσμάτων τέτοιων διαπραγματεύσεων, όπως είναι δυνατό να αποφασιστεί από την υπουργική συνδιάσκεψη.

3. Ο ΠΟΕ διαχειρίζεται το μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών (καλούμενο εφεξής “συμφωνία για την επίλυση των διαφορών” ή “ΣΕΔ”) στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας.

4. Ο ΠΟΕ επιβλέπει την εφαρμογή του Μηχανισμού Ελέγχου Εμπορικών Πολιτικών (καλούμενου εφεξής “ΜΕΕΠ”), που προβλέπεται στο παράρτημα 3 της παρούσας συμφωνίας.

5. Επιδιώκοντας την επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής κατά τη χάραξη της παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής, ο ΠΟΕ συνεργάζεται με τον κατάλληλο τρόπο με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη Διεθνή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη καθώς και με τους συνδεδεμένους οργανισμούς τους.

Άρθρο IV

Δομή του ΠΟΕ

1. Θεσπίζεται Υπουργική Συνδιάσκεψη, αποτελούμενη από εκπροσώπους όλων των μερών, η οποία συνέρχεται μια τουλάχιστον φορά κάθε δύο έτη.

Η υπουργική συνδιάσκεψη φέρει εις πέρας τις αρμοδιότητες του ΠΟΕ και αναλαμβάνει την απαιτούμενη για το σκοπό αυτό δράση. Η υπουργική συνδιάσκεψη είναι, αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων επί όλων των θεμάτων τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, εφόσον διατυπωθεί σχετικά αίτημα από κάποιο μέλος, σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις για τη λήψη των αποφάσεων που περιέχονται στην παρούσα συμφωνία και στη σχετική πολυμερή εμπορική συμφωνία.

2. Θεσπίζεται Γενικό Συμβούλιο αποτελούμενο από εκπροσώπους όλων των μερών, το οποίο συνεδριάζει με τον κατάλληλο τρόπο. Στα διαστήματα μεταξύ των συνόδων της υπουργικής συνδιάσκεψης, τις αρμοδιότητες αυτές αναλαμβάνει το Γενικό Συμβούλιο. Το Γενικό Συμβούλιο επιτελεί επίσης το Συμβούλιο θεσπίζει τους διαδικαστικούς του κανόνες και εγκρίνει τους διαδικαστικούς κανόνες για τις επιτροπές που προβλέπονται στην παράγραφο 7.

3. Το Γενικό Συμβούλιο συνέρχεται με τον κατάλληλο τρόπο για να ορίσει τα καθήκοντα του Οργάνου Επίλυσης των Διαφορών, που προβλέπεται στο μνημόνιο συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών. Το Όργανο Επίλυσης των Διαφορών μπορεί να έχει δικό του πρόεδρο και θεσπίζει τους διαδικαστικούς κανόνες που θεωρεί αναγκαίους για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.

4. Το Γενικό Συμβούλιο συνέρχεται με τον κατάλληλο τρόπο για να ορίσει τα καθήκοντα του Οργάνου Ελέγχου Εμπορικών Πολιτικών που προβλέπεται στο πλαίσιο του ΜΕΣΠ. Το Όργανο Ελέγχου Εμπορικών Πολιτικών μπορεί να έχει δικό του πρόεδρο και θεσπίζει τους διαδικαστικούς κανόνες του θεωρεί αναγκαίους για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.

5. Θεσπίζεται Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, συμβούλιο για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και συμβούλιο για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (καλούμενο εφεξής “συμβούλιο για τα TRIP” ), τα οποία λειτουργούν υπό την εποπτεία του Γενικού Συμβουλίου. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών επιβλέπει την λειτουργία των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α. Το συμβούλιο για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών επιβλέπει τη λειτουργία της Γενικής Συμφωνίας για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (καλούμενης εφεξής “GATS”). Το Συμβούλιο για τα TRIP επιβλέπει την εφαρμογή της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (η οποία καλείται εφεξής “συμφωνία για τα TRIP”). Τα εν λόγω συμβούλια αναλαμβάνουν τις αρμοδιότητες που τους αναθέτουν οι αντίστοιχες συμφωνίες και το Γενικό Συμβούλιο. Θεσπίζουν τους δικούς τους διαδικαστικούς κανόνες υπό την αίρεση της έγκρισής τους από το Γενικό Συμβούλιο. Η συμμετοχή στα συμβούλια αυτά επιτρέπεται σε εκπροσώπους όλων των μερών. Τα συγκεκριμένα συμβούλια συνέρχονται με τον κατάλληλο τρόπο για την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων τους.

6. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, το συμβούλιο για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και το συμβούλιο για τα TRIP προβαίνουν, ανάλογα με τις ανάγκες, στη σύσταση επικουρικών οργάνων. Τα εν λόγω επικουρικά όργανα θεσπίζουν τους δικούς τους διαδικαστικούς κανόνες υπό την αίρεση της έγκρισής τους από τα αντίστοιχα συμβούλια.

7. Η υπουργική συνδιάσκεψη προβαίνει στη σύσταση Επιτροπής για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη, Επιτροπής για τους περιορισμούς του ισοζυγίου πληρωμών και Επιτροπής για τον Προϋπολογισμό, τα Οικονομικά και τη Διοίκηση, οι οποίες φέρουν εις πέρας τα καθήκοντα που τους αναθέτει η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που τους αναθέτει το Γενικό Συμβούλιο, έχει δε την ευχέρεια να συστήνει και άλλες επιτροπές με τέτοιες αρμοδιότητες, εφόσον το κρίνει αναγκαίο. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η Επιτροπή για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα τις ειδικές διατάξεις που περιλαμβάνουν οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών-μελών και ενημερώνει το Γενικό Συμβούλιο, ώστε αυτό να αναλαμβάνει την κατάλληλη δράση. Η συμμετοχή στις επιτροπές αυτές είναι δυνατή για εκπροσώπους όλων των μελών.

8. Τα όργανα που προβλέπονται στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών εκτελούν τις αρμοδιότητες που τους έχουν ανατεθεί στο πλαίσιο των συμφωνιών αυτών και ενεργούν εντός του θεσμικού πλαισίου του ΠΟΕ. Τα όργανα αυτά ενημερώνουν τακτικά το Γενικό Συμβούλιο για τις δραστηριότητές τους.

Άρθρο V

Σχέσεις με άλλους οργανισμούς

1. Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για την καθιέρωση αποτελεσματικής συνεργασίας με άλλους διακυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν αρμοδιότητες σχετικές με αυτές του ΠΟΕ.

2. Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την καθιέρωση συνεργασίας με μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες ασχολούνται με θέματα σχετικά με αυτά που αποτελούν το αντικείμενο της δραστηριότητας του ΠΟΕ.

Άρθρο VI

Γραμματεία

1. Ιδρύεται Γραμματεία του ΠΟΕ (καλούμενη εφεξής “η Γραμματεία”) με επικεφαλής Γενικό Διευθυντή.

2. Η υπουργική συνδιάσκεψη ορίζει το Γενικό Διευθυντή και θεσπίζει τους κανόνες που καθορίζουν τις εξουσίες του, τα καθήκοντά του, τις συνθήκες παροχής υπηρεσιών εκ μέρους του και τη λήξη της θητείας του.

3. Ο Γενικός Διευθυντής ορίζει τα μέλη του προσωπικού της Γραμματείας και προσδιορίζει τα καθήκοντά τους και τις συνθήκες παροχής υπηρεσιών εκ μέρους τους σύμφωνα με τους κανόνες που έχει θεσπίσει η υπουργική συνδιάσκεψη.

4. Οι αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή και του προσωπικού της Γραμματείας έχουν αποκλειστικά διεθνή χαρακτήρα. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ο Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό της Γραμματείας δεν επιδιώκουν ούτε αποδέχονται υποδείξεις από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή αρχή εκτός του ΠΟΕ. Απέχουν από την ανάληψη κάθε δράσης αντίθετης προς τη θέση τους ως διεθνών υπαλλήλων. Τα μέλη του ΠΟΕ σέβονται το διεθνή χαρακτήρα των αρμοδιοτήτων του Γενικού Διευθυντή και του προσωπικού της Γραμματείας και δεν προσπαθούν να τους επηρεάσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο VII

Προϋπολογισμός και συνεισφορές

1. Ο Γενικός Διευθυντής υποβάλλει στην επιτροπή για τον προϋπολογισμό, τα οικονομικά και τη διοίκηση την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού και τη δημοσιονομική έκθεση του ΠΟΕ. Η Επιτροπή για τον προϋπολογισμό, τα οικονομικά και τη διοίκηση εξετάζει την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού και τη δημοσιονομική έκθεση που υποβάλλει ο Γενικός Διευθυντής και προβαίνει στη διατύπωση σχετικών συστάσεων προς το Γενικό Συμβούλιο. Η ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού εγκρίνεται από το Γενικό Συμβούλιο.

2. Η Επιτροπή για τον προϋπολογισμό, τα οικονομικά και τη διοίκηση προτείνει στο Γενικό Συμβούλιο τη θέσπιση δημοσιονομικών ρυθμίσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις που καθορίζουν:

(α) την κλίμακα των συνεισφορών που αντιστοιχούν στην κατανομή των δαπανών του ΠΟΕ μεταξύ των μελών του και

(β) τα μέτρα που λαμβάνονται έναντι των μελών που καθυστερούν την καταβολή της εν λόγω συνεισφοράς

Οι δημοσιονομικές ρυθμίσεις βασίζονται, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, στις ρυθμίσεις και τις πρακτικές της GATT του 1947.

3. Το Γενικό Συμβούλιο εγκρίνει το δημοσιονομικό κανονισμό και την ετήσια πρόβλεψη του προϋπολογισμού με πλειοψηφία των δύο τρίτων, η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από τα μισά μέλη του ΠΟΕ.

4. Κάθε μέλος καταβάλλει αμέσως στον ΠΟΕ το μέρος των δαπανών του ΠΟΕ που του αναλογεί, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό που έχει εγκρίνει το Γενικό Συμβούλιο.

Άρθρο VIII

Καθεστώς του ΠΟΕ

1. Ο ΠΟΕ είναι νομικό πρόσωπο. Κάθε μέλος παρέχει σ` αυτόν την ικανότητα δικαίου που απαιτείται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.

2. Κάθε μέλος του ΠΟΕ παρέχει σ` αυτόν τα προνόμια και τις ασυλίες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.

3. Κάθε μέλος του ΠΟΕ παρέχει στους υπαλλήλους αυτού και στους εκπροσώπους των μελών του τα προνόμια και τις ασυλίες που απαιτούνται για την ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του ΠΟΕ.

4. Τα προνόμια και οι ασυλίες είναι ανάγκη να παρέχονται από τα μέλη στον ΠΟΕ, τους υπαλλήλους του και τους εκπροσώπους των μελών του ομοιάζουν με τα προνόμια και τις ασυλίες που καθορίζονται στη σύμβαση για τα προνόμια και τις ασυλίες των ειδικευμένων υπηρεσιών, που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 21 Νοεμβρίου 1947.

5. Ο ΠΟΕ μπορεί να συνάψει συμφωνία για την έδρα του οργανισμού.

Άρθρο ΙΧ

Λήψη των αποφάσεων

1. Ο ΠΟΕ εφαρμόζει την πρακτική της λήψης αποφάσεων με συναίνεση την οποία καθιέρωσε η GATT του 1947. Αν δεν προβλέπεται άλλως, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, το όργανο αποφασίζει επί του θέματος με ψηφοφορία. Στις συνεδριάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης και του Γενικού Συμβουλίου, σε κάθε μέλος του ΠΟΕ αναλογεί μια ψήφος. Όταν οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες ασκούν το δικαίωμα ψήφου, αντιστοιχεί σ` αυτές αριθμός ψήφων ίσος με τον αριθμό των κρατών μελών τους που αποτελούν μέλη του ΠΟΕ. Οι αποφάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης και του Γενικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των ψηφισάντων μελών, εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα συμφωνία ή στη σχετική πολυμερή εμπορική συμφωνία.

2. Μόνον η υπουργική συνδιάσκεψη και το Γενικό Συμβούλιο έχουν εξουσία να προβαίνουν σε ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών. Σε περίπτωση ερμηνείας πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1, ασκούν την εξουσία αυτή βάσει σύστασης του Συμβουλίου το οποίο εποπτεύει τη λειτουργία της σχετικής συμφωνίας. Η απόφαση για τη διατύπωση ερμηνείας λαμβάνεται με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται κατά τρόπο που δεν θίγει τις διατάξεις του άρθρου Χ για τις τροποποιήσεις.

3. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίζει την απΆλλαγή μέλους από υποχρέωση που επιβάλλεται από την παρούσα συμφωνία ή από οποιαδήποτε άλλη πολυμερή εμπορική συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τα τρία τέταρτα των μελών εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα παράγραφο.

(α) Αίτηση για απΆλλαγή σχετικά με την παρούσα συμφωνία υποβάλλεται στην υπουργική συνδιάσκεψη προς εξέταση σύμφωνα με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων με συναίνεση. Η υπουργική συνδιάσκεψη τάσσει προθεσμία η οποία δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, εντός της οποίας εξετάζεται η αίτηση. Αν, εντός της προθεσμίας αυτής, δεν επιτευχθεί συναίνεση, η απόφαση για παραχώρηση απΆλλαγής λαμβάνεται από τα τρία τέταρτα των μελών.

(β) Αίτηση για απΆλλαγή σχετικά με τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α, 1Β ή 1Γ και τα παραρτήματά τους, υποβάλλεται αρχικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, το συμβούλιο για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών ή το συμβούλιο για τα TRIP, αντίστοιχα, για να εξεταστεί κατά τη διάρκεια προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. Κατά τη λήξη της προθεσμίας, το σχετικό συμβούλιο υποβάλλει έκθεση στην υπουργική συνδιάσκεψη.

4. Κάθε απόφαση της υπουργικής συνδιάσκεψης που παραχωρεί απΆλλαγή αναφέρει τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την απόφαση, τους γενικούς και ειδικούς όρους που διέπουν την εφαρμογή της απΆλλαγής, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία λήγει η απΆλλαγή. Κάθε απΆλλαγή που παραχωρείται για περίοδο μεγαλύτερη του ενός έτους επανεξετάζεται από την υπουργική συνδιάσκεψη το αργότερο ένα έτος μετά την παραχώρησή της και στη συνέχεια μια φορά κατ` έτος μέχρις ότου παύσει να ισχύει. Σε κάθε επανεξέταση, η υπουργική συνδιάσκεψη εξετάζει, αν εξακολουθούν να υφίστανται οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την απΆλλαγή και αν πληρούνται οι γενικοί και ειδικοί όροι που συνοδεύουν την παραχώρησή τους. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί, στο πλαίσιο της ετήσιας επανεξέτασης, να παρατείνει, να τροποποιήσει ή να επιφέρει τη λήξη απΆλλαγής.

5. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που αφορούν ερμηνεία των διατάξεων ή απΆλλαγές, διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο Χ

Τροποποιήσεις

1. Οποιοδήποτε μέλος του ΠΟΕ μπορεί να διατυπώσει, ενώπιον της υπουργικής συνδιάσκεψης, πρόταση για τροποποίηση των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1. Τα Συμβούλια που αναφέρονται στο άρθρο IV, παράγραφος 5 δύνανται επίσης να υποβάλουν στην υπουργική συνδιάσκεψη προτάσεις για τροποποίηση των διατάξεων των αντίστοιχων πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1 και των οποίων την εφαρμογή αυτά εποπτεύουν. Οι αποφάσεις της υπουργικής συνδιάσκεψης για υποβολή της προτεινόμενης τροποποίησης στα μέλη προς αποδοχή λαμβάνεται με συναίνεση εντός 90 ημερών μετά την επίσημη διατύπωση της πρότασης ενώπιον της υπουργικής συνδιάσκεψης, εκτός αν η τελευταία αποφασίσει την πάροδο μεγαλύτερης περιόδου. Η απόφαση αυτή καθορίζει αν εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 ή 4, εκτός από την περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 2, 5 και 6. Αν επιτευχθεί συναίνεση, η υπουργική συνδιάσκεψη υποβάλλει υποβάλλει στη συνέχεια την προτεινόμενη τροποποίηση στα μέλη προς αποδοχή. Αν δεν επιτευχθεί συναίνεση κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της υπουργικής συνδιάσκεψης εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η υπουργική συνδιάσκεψη αποφασίζει με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών αν θα υποβάλλει την προτεινόμενη τροποποίηση στα μέλη προς αποδοχή. Με εξαίρεση τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2, 5 και 6, οι διατάξεις της παραγράφου 3 εφαρμόζονται στην προτεινόμενη τροποποίηση, εκτός αν η υπουργική συνδιάσκεψη αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών, ότι ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 4.

2. Οι τροποποιήσεις των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των διατάξεων των άρθρων που αναφέρονται στη συνέχεια αρχίζουν να ισχύουν μόνον αφού γίνουν αποδεκτές από όλα τα μέλη:

Άρθρο ΙΧ της παρούσας συμφωνίας, Άρθρα Ι και ΙΙ της GATT του 1994, Άρθρο 4 της συμφωνίας για τα TRIP.

3. Τροποποιήσεις των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α και 1Γ, εκτός από αυτές που απαριθμούνται στις παραγράφους 2 και 6, χαρακτήρα τέτοιου που θα μπορούσε να αλλάξει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, ισχύουν για τα μέλη που τις έχουν αποδεχθεί, εφόσον αυτά έχουν λάβει σχετική απόφαση με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών καθώς και για κάθε άλλο μέλος που τις αποδέχεται. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών ότι κάθε τροποποίηση που αρχίζει να ισχύει βάσει της παρούσας παραγράφου συνεπάγεται ότι κάθε μέλος που δεν την αποδέχθηκε εντός της προθεσμίας που όρισε η υπουργική συνδιάσκεψη για κάθε περίπτωση, είναι ελεύθερο να αποχωρήσει από τον ΠΟΕ ή να παραμείνει μέλος με τη συγκατάθεση της υπουργικής συνδιάσκεψης.

4. Τροποποιήσεις των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1Α και 1Γ, εκτός από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 6, που δεν μεταβάλλουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, αρχίζουν να ισχύουν για όλα τα μέλη, εφόσον τις αποδεχθούν τα δύο τρίτα των μελών.

5. Με εξαίρεση τα προβλεπόμενα στην προαναφερθείσα παράγραφο 2, οι τροποποιήσεις των μερών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ της GATS και των σχετικών παραρτημάτων ισχύουν για τα μέλη που τις αποδέχθηκαν με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών καθώς και για τα μέλη που τις αποδέχονται. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να αποφασίσει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών, ότι κάθε τροποποίηση που άρχισε να ισχύει σύμφωνα με την προηγούμενη διάταξη συνεπάγεται ότι οποιοδήποτε μέλος δεν την αποδέχθηκε εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει η υπουργική συνδιάσκεψη για κάθε περίπτωση, είναι ελεύθερο να αποχωρήσει από τον ΠΟΕ ή να παραμείνει μέλος με τη συγκατάθεση της υπουργικής συνδιάσκεψης. Οι τροποποιήσεις των μερών IV, V και VI της GATS και των σχετικών παραρτημάτων ισχύουν για όλα τα μέλη αφού γίνουν αποδεκτές από τα δύο τρίτα των μελών.

6. Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι τροποποιήσεις των διατάξεων της συμφωνίας για τα TRIP που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του άρθρου 71, παράγραφος 2 είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές από την υπουργική συνδιάσκεψη χωρίς περαιτέρω τυπική διαδικασία αποδοχής.

7. Τα μέλη που αποδέχονται οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας ή πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1, καταθέτουν πράξη αποδοχής στο Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ εντός της προθεσμίας αποδοχής που έχει οριστεί από την υπουργική συνδιάσκεψη.

8. Οποιοδήποτε μέλος του ΠΟΕ μπορεί να υποβάλει στην υπουργική συνδιάσκεψη πρόταση για τροποποίηση των διατάξεων των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 2 και 3. Η απόφαση έγκρισης των τροποποιήσεων των διατάξεων πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 λαμβάνεται με συναίνεση και οι εν λόγω τροποποιήσεις ισχύουν για όλα τα μέλη μετά την αποδοχή τους από την υπουργική συνδιάσκεψη. Οι αποφάσεις που εγκρίνουν τροποποιήσεις της πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 3 ισχύουν έναντι όλων των μελών, αφού γίνουν αποδεκτές από την υπουργική συνδιάσκεψη.

9. Η υπουργική συνδιάσκεψη, μετά από αίτηση των μελών που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη εμπορικής συμφωνίας, είναι δυνατόν να αποφασίζει, αποκλειστικά με συναίνεση, για την προσθήκη της συμφωνίας αυτής στο παράρτημα 4. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί, μετά από αίτηση των συμβαλλομένων μερών της πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας, να αποφασίσει τη διαγραφή τη συμφωνίας αυτής από το παράρτημα 4.

10. Οι τροποποιήσεις πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο ΧΙ

Ιδρυτικά μέλη

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη της GATT του 1947 κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας καθώς και οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες, που αποδέχονται την παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και για τις οποίες επισυνάπτονται πίνακες παραχωρήσεων και υποχρεώσεων στην GATT του 1994 και πίνακες ειδικών υποχρεώσεων στην GATS, καθίστανται ιδρυτικά μέλη του ΠΟΕ.

2. Από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, που αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, θα ζητηθεί να αναλάβουν υποχρεώσεις και να προβούν σε παραχωρήσεις στο βαθμό που αυτές συμβιβάζονται με την ανάπτυξή τους, τις χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες τους ή τις διοικητικές και θεσμικές τους ικανότητες.

Άρθρο ΧΙΙ

Προσχώρηση

1. Οποιοδήποτε κράτος ή χωριστό τελωνειακό έδαφος που διαθέτει πλήρη αυτονομία για το χειρισμό των εξωτερικών εμπορικών του σχέσεων και των λοιπών θεμάτων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία και στις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες, έχει τη δυνατότητα να προσχωρήσει στην παρούσα συμφωνία υπό τους όρους που πρόκειται να συμφωνηθούν μεταξύ αυτού και του ΠΟΕ. Η προσχώρηση αυτή ισχύει για την παρούσα συμφωνία.

2. Οι αποφάσεις για την προσχώρηση λαμβάνονται από την υπουργική συνδιάσκεψη. Η υπουργική συνδιάσκεψη εγκρίνει τη συμφωνία για προσχώρηση με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του ΠΟΕ.

3. Η προσχώρηση σε πλειομερή εμπορική συμφωνία διέπεται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο ΧΙΙΙ

Μη εφαρμογή των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών μεταξύ συγκεκριμένων μελών

1. Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1 και 2 δεν εφαρμόζονται μεταξύ δύο μελών αν οποιοδήποτε από τα δύο δηλώσει, κατά τη στιγμή που γίνεται μέλος, ότι δεν συμφωνεί με την εν λόγω εφαρμογή.

2. Μπορεί να γίνει επίκληση της παραγράφου 1 μεταξύ ιδρυτικών μελών του ΠΟΕ, τα οποία ήταν συμβαλλόμενα μέρη της GATT του 1947, μόνον εφόσον τα συμβαλλόμενα αυτά μέρη είχαν επικαλεστεί νωρίτερα το άρθρο XXXV της συμφωνίας αυτής, το οποίο ίσχυε μεταξύ τους κατά τη στιγμή θέσης σε ισχύ έναντι αυτών της παρούσας συμφωνίας.

3. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μεταξύ ενός μέλους και ενός άλλου μέλους το οποίο προσχώρησε βάσει του άρθρου ΧΙΙ μόνον εφόσον το μέλος που δεν συμφωνεί με την εφαρμογή ενημέρωσε την υπουργική συνδιάσκεψη σχετικά προτού αυτή εγκρίνει τη συμφωνία για τους όρους προσχώρησης.

4. Η υπουργική συνδιάσκεψη μπορεί να επανεξετάσει τη λειτουργία του παρόντος άρθρου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους και να προβεί στη διατύπωση των κατάλληλων συστάσεων.

5. Η μη εφαρμογή πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας μεταξύ συμβαλλομένων μερών της εν λόγω συμφωνίας διέπεται από τις διατάξεις αυτής.

Άρθρο XIV

Αποδοχή, θέση σε ισχύ και κατάθεση

1. Η παρούσα συμφωνία προσφέρεται προς αποδοχή, με υπογραφή ή άλλο τρόπο, εκ μέρους των συμβαλλομένων μερών της GATT του 1947 και των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που είναι δυνατό να γίνουν ιδρυτικά μέλη του ΠΟΕ σύμφωνα με το άρθρο ΧΙ της παρούσας συμφωνίας. Η αποδοχή αυτή ισχύει όσον αφορά την παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που επισυνάπτονται σ` αυτή. Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που επισυνάπτονται σ` αυτή τίθενται σε ισχύ την ημερομηνία που καθορίζεται από τους Υπουργούς, σύμφωνα με την παράγραφο 3 της Τελικής Πράξης η οποία περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης η αποδοχή αυτών θα είναι δυνατή για χρονικό διάστημα δύο ετών μετά την εν λόγω ημερομηνία, εκτός αν οι Υπουργοί λάβουν διαφορετική απόφαση. Αποδοχή μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας θα αρχίσει να ισχύει την 30η ημέρα μετά την ημερομηνία της αποδοχής αυτής.

2. Το μέλος που αποδέχεται την παρούσα συμφωνία μετά τη θέση της σε ισχύ εφαρμόζει τις παραχωρήσεις και τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και οι οποίες πρόκειται να εφαρμοστούν κατά τη διάρκεια περιόδου που αρχίζει με τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας, σαν να είχε αποδεχθεί την παρούσα συμφωνία την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της.

3. Μέχρις ότου η παρούσα συμφωνία τεθεί σε ισχύ, το κείμενο αυτής καθώς και εκείνο των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GATT του 1947. Ο Γενικός Γραμματέας παρέχει αμέσως πιστό επικυρωμένο αντίγραφο της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών, καθώς και γνωστοποίηση της αποδοχής καθεμιάς από αυτές, σε κάθε κυβέρνηση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που έχει αποδεχθεί την παρούσα συμφωνία. Η παρούσα συμφωνία και οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες, καθώς και οι τροποποιήσεις τους, κατατίθενται, κατά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας, στο Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ.

4. Η αποδοχή και η θέση σε ισχύ πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας. Συμφωνίες αυτής της μορφής κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΤΗΣ GATT του 1947. Μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας τέτοιες συμφωνίες κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ.

Άρθρο XV

Αποχώρηση

1. Κάθε μέλος μπορεί να αποχωρήσει από την παρούσα συμφωνία. Μία τέτοια αποχώρηση ισχύει τόσο για την παρούσα συμφωνία όσο και για τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και αρχίζει να ισχύει μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία γραπτή γνωστοποίηση της αποχώρησης παραλαμβάνεται από το Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ.

2. Η αποχώρηση από πλειομερή εμπορική συμφωνία διέπεται από τις διατάξεις της εκάστοτε συμφωνίας.

Άρθρο XVI

Διάφορες διατάξεις

1. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου η παρούσα συμφωνία ή οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες ορίζουν άλλως, ο ΠΟΕ διέπεται από τις αποφάσεις, τις διαδικασίες και τις συνήθεις πρακτικές των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GATT του 1947 και των οργάνων που είχαν θεσπιστεί στο πλαίσιο της GATT του 1947.

2. Στον επιτρεπόμενο βαθμό, η Γραμματεία της GATT του 1947 γίνεται Γραμματεία του ΠΟΕ και ο Γενικός Διευθυντής των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GATT του 1947 εκτελεί χρέη Γενικού Διευθυντή του ΠΟΕ, μέχρι ότου η υπουργική συνδιάσκεψη ορίσει Γενικό Διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο VI, παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας.

3. Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ διατάξεων της παρούσας συμφωνίας και διατάξεων κάθε άλλης πολυμερούς εμπορικής συμφωνίας, υπερισχύει η διάταξη της παρούσας συμφωνίας στο βαθμό που το απαιτεί η σύγκρουση.

4. Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να διασφαλίζει ότι οι νόμοι, οι ρυθμίσεις και οι διοικητικές του διαδικασίες συμβαδίζουν με τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές προβλέπονται στις επισυναπτόμενες συμφωνίες.

5. Δεν επιτρέπεται η διατύπωση επιφυλάξεων για καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας. Επιφυλάξεις για οποιαδήποτε από τις διατάξεις των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών είναι δυνατό να διατυπωθούν μόνο στο βαθμό που αυτό προβλέπεται στις εν λόγω συμφωνίες. Οι επιφυλάξεις όσον αφορά διάταξη πλειομερούς εμπορικής συμφωνίας διέπονται από τις διατάξεις της εκάστοτες συμφωνίας.

6. Η παρούσα συμφωνία καταχωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 102 του Χάρτη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

ΕΓΙΝΕ στο Μαρακές, στις δεκαπέντε Απριλίου χίλια εννιακόσια ενενήντα τέσσερα, σε ένα μόνο αντίτυπο, στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Επεξηγηματικές σημειώσεις:

Οι όροι “χώρα” η “χώρες” όπως χρησιμοποιούνται στην παρούσα συμφωνία και τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες θεωρείται ότι περιλαμβάνουν κάθε χωριστό τελωνειακό έδαφος που αποτελεί μέλος του ΠΟΕ.

Στην περίπτωση χωριστού τελωνειακού εδάφους που αποτελεί μέλος του ΠΟΕ, όπου κάποια έκφραση της παρούσας συμφωνίας και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών συνοδεύεται από τον όρο “εθνικός”, θεωρείται ότι η έκφραση αυτή αναφέρεται στο εν λόγω τελωνειακό έδαφος εκτός αν ορίζεται άλλως.

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

1. Η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1994 (καλούμενη εφεξής “GATT του 1994”) περιλαμβάνει:

(α) τις διατάξεις της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου της 30ης Οκτωβρίου 1947, που επισυνάπτεται στην Τελική Πράξη που εγκρίθηκε κατά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνόδου της προπαρασκευαστικής επιτροπής της Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Απασχόληση (εκτός από το πρωτόκολλο προσωρινής εφαρμογής), όπως διορθώθηκε, τροποποιήθηκε ή αναθεωρήθηκε μέσω των νομικών πράξεων που τέθηκεν σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

(β) τις διατάξεις των νομικών πράξεων που παρατίθενται στη συνέχεια οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ στο πλαίσιο της GATT του 1947 πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ:

(i) πρωτόκολλα και βεβαιώσεις που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις, και

(ii) πρωτόκολλα προσχώρησης (εκτός από τις διατάξεις α) που αφορούν προσωρινή εφαρμογή και παραίτηση από προσωρινή εφαρμογή και β) που προβλέπουν ότι το μέρος ΙΙ της GATT του 1947 εφαρμόζεται προσωρινά στο βαθμό που δεν συγκρούεται με την ισχύουσα νομοθεσία κατά την ημερομηνία του πρωτοκόλλου)

(iii) αποφάσεις για απΆλλαγές που έχουν παραχωρηθεί βάσει του άρθρου XXV της GATT του 1947 και εξακολουθούν να ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

(iv) άλλες αποφάσεις των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ της GATT του 1947.

(γ) τα παρακάτω μνημόνια συμφωνιών:

(i) Μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου ΙΙ, παράγραφος 1, στοιχείο (β) της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994.

(ii) Μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XVII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

(iii) Μνημόνιο συμφωνίας για τις διατάξεις περί ισοζυγίου πληρωμών της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

(iv) Μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXIV της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

(v) Μνημόνιο συμφωνίας για τις απΆλλαγές από υποχρεώσεις στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

(vi) Μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994

(δ) το πρωτόκολλο του Μαρακές που προσαρτάται στην GATT του 1994

2. Επεξηγηματικές σημειώσεις:

(α) Η έκφραση “συμβαλλόμενο μέρος” στις διατάξεις της GATT του 1994 θεωρείται ότι αναφέρεται σε “μέλος”. Τα “λιγότερο ανεπτυγμένα συμβαλλόμενα μέρη” και “ανεπτυγμένα συμβαλλόμενα μέρη” θεωρείται ότι αναφέρονται σε “αναπτυσσόμενες χώρες μέλη” και “ανεπτυγμένες χώρες μέλη”. Ο “Εκτελεστικός Γραμματέας” θεωρείται ότι αναφέρεται στο “Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ”.

(β) Οι αναφορές στα ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ που ενεργούν από κοινού στα άρθρα XV, παράγραφος 1, XV, παράγραφος 2, XV, παράγραφος 8, XXXVIII και οι σημειώσεις για τα άρθρα ΧΙΙ και XVIII, καθώς και οι διατάξεις για τις συμφωνίες ειδικών συνΆλλαγών στα άρθρα XV, παράγραφος 2, XV, παράγραφος 3, XV, παράγραφος 6, XV, παράγραφος 7 και XV, παράγραφος 9 της GATT του 1994 θεωρείται ότι αφορούν τον ΠΟΕ. Οι λοιπές αρμοδιότητες που αναθέτει η GATT του 1994 στα ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ που ενεργούν από κοινού κατανέμονται από την υπουργική συνδιάσκεψη.

(γ) (i) Το κείμενο της GATT του 1994 είναι αυθεντικό στην αγγλική, γαλλική και ισπανική γλώσσα.

(ii) Οι όροι του κειμένου της GATT του 1994 στη γαλλική γλώσσα διορθώνονται σύμφωνα με το παράρτημα Α του εγγράφου ΜΙΝ.TNC/41.

(iii) Το αυθεντικό κείμενο της GATT του 1994 στην ισπανική γλώσσα είναι το κείμενο που περιλαμβάνεται στον τόμο IV της σειράς BISD (Basic Instruments and Selected Documents), υπό την προϋπόθεση διόρθωσης των όρων σύμφωνα με το παράρτημα Β του εγγράφου MTN.TNC/41.

3. (α) Οι διατάξεις του Μέρους ΙΙ της GATT του 1994 δεν εφαρμόζονται σε μέτρα που έχουν ληφθεί από κάποιο μέλος βάσει ειδικής υποχρεωτικής νομοθεσίας, που θεσπίστηκε από το εν λόγω μέλος προτού αυτό γίνει συμβαλλόμενο μέρος της GATT του 1947, και η οποία απαγορεύει τη χρησιμοποίηση, την πώληση ή τη μίσθωση σκαφών, που έχουν κατασκευαστεί ή επισκευαστεί εκτός του εδάφους του, σε εμπορικές εφαρμογές μεταξύ σημείων στα εθνικά ύδατα ή στα ύδατα αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Η εξαίρεση αυτή ισχύει για: α) τη συνέχιση ή την ταχεία ανανέωση μη συμβατής διάταξης αυτής της νομοθεσίας και β) την τροποποίηση μη συμβατής διάταξης της εν λόγω νομοθεσίας, εφόσον η τροποποίηση δεν μειώνει τη συμφωνία της διάταξης με το μέρος ΙΙ της GATT του 1947. Η εξαίρεση αυτή περιορίζεται σε μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της προαναφερθείσας νομοθεσίας, η οποία γνωστοποιείται και διευκρινίζεται πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Σε περίπτωση που η νομοθεσία αυτή τροποποιείται στη συνέχεια με αποτέλεσμα να μη συμφωνεί πλήρως με το μέρος ΙΙ της GATT του 1994, δεν καλύπτεται πλέον από την παρούσα παράγραφο.

(β) Η υπουργική συνδιάσκεψη επανεξετάζει την εξαίρεση αυτή το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια κάθε δύο έτη για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η εξαίρεση με σκοπό να εξετάζεται αν εξακολουθούν να ισχύουν οι συνθήκες που δημιούργησαν την ανάγκη για την εξαίρεση.

(γ) Το μέλος, τα μέτρα του οποίου καλύπτονται από την εξαίρεση αυτή υποβάλλει μια φορά κατ` έτος λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για την κίνηση, σε πενταετή βάση, των πραγματικών και αναμενόμενων προμηθειών των σχετικών σκαφών καθώς και συμπληρωματικά στοιχεία για τη χρησιμοποίηση, την αγορά, τη μίσθωση ή την επισκευή σκαφών που καλύπτονται από αυτή την εξαίρεση.

(δ) Το μέλος που θεωρεί ότι η εξαίρεση αυτή λειτουργεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δικαιολογεί τον αμοιβαίο και ανάλογο περιορισμό της χρησιμοποίησης, της πώλησης, της μίσθωσης ή της επισκευής σκαφών που κατασκευάστηκαν στο έδαφος του μέλους που επικαλείται την εξαίρεση έχει το δικαίωμα να θεσπίσει τέτοιους περιορισμούς υπό την προϋπόθεση ότι θα ενημερώσει προηγουμένως την υπουργική συνδιάσκεψη.

(ε) Η εξαίρεση αυτή εφαρμόζεται με την επιφύλαξη λύσεων, όσον αφορά ειδικά νομοθετικά ζητήματα που καλύπτονται από την εξαίρεση αυτή, οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων για τη σύναψη επιμέρους συμφωνιών ή σε άλλο πλαίσιο.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ ΙΙ, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1, ΣΤΟΙΧΕΙΟ (β) ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των νομικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 1, στοιχείο (β), η φύση και το επίπεδο των “δασμών και λοιπών φόρων” που εισπράττονται για παγιοποιημένες δασμολογικές κλάσεις, που αναφέρονται στην εν λόγω διάταξη, αναγράφονται στους Πίνακες Παραχωρήσεων που επισυνάπτονται στην GATT του 1994 απέναντι από τη δασμολογική κλάση για την οποία ισχύουν. Εννοείται ότι η αναγραφή αυτή δεν αλλάζει το νομικό χαρακτήρα των “δασμών και λοιπών φόρων”.

2. Η ημερομηνία κατά την οποία παγιοποιούνται οι “δασμοί και λοιποί φόροι” είναι η 15η Απριλίου 1994. Οι “δασμοί και λοιποί φόροι” λοιπόν, αναγράφονται στους πίνακες στο ύψος που έχουν την ημερομηνία αυτή. Σε κάθε μεταγενέστερη επαναδιαπραγμάτευση παραχώρησης ή διαπραγμάτευση νέας παραχώρησης, η ημερομηνία εφαρμογής όσον αφορά τη σχετική δασμολογική κλάση είναι η ημερομηνία προσθήκης της νέας παραχώρησης στον κατάλληλο πίνακα. Ωστόσο, η ημερομηνία της πράξης μέσω της οποίας κάποια παραχώρηση για συγκεκριμένη δασμολογική κλάση ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στην GATT του 1947 ή του 1994 εξακολουθεί να περιλαμβάνεται στη στήλη 6 των πινάκων με κινητά φύλλα.

3. Για όλες τις παγιοποιήσεις δασμών καταχωρούνται “δασμοί και λοιποί φόροι”.

4. Σε περίπτωση που κάποια δασμολογική κλάση αποτέλεσε το αντικείμενο προηγούμενης παραχώρησης, το ύψος των “δασμών και λοιπών φόρων” που αναγράφεται στον κατάλληλο πίνακα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ύψος της πρώτης αναγραφής της παραχώρησης στον εν λόγω πίνακα. Κάθε μέλος έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την ύπαρξη “δασμών και λοιπών φόρων” με βάση το γεγονός ότι δεν υπήρχαν τέτοιοι “δασμοί και λοιποί φόροι” κατά την αρχική παγιοποίηση της σχετικής δασμολογικής κλάσης, καθώς και την αντιστοιχία του εγγεγραμμένου ύψους των “δασμών και λοιπών φόρων” με το ύψος που είχε παγιοποιηθεί παλαιότερα η αμφισβήτηση αυτή μπορεί να διατυπωθεί κατά τη διάρκεια τριετούς περιόδου μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή τριετούς περιόδου μετά την ημερομηνία κατάθεσης στο Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ της πράξης που ενσωματώνει τον εν λόγω πίνακα στην GATT του 1994, εφόσον η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη.

5. Η αναγραφή “δασμών και άλλων φόρων” στους πίνακες πραγματοποιείται με την επιφύλαξη της συμφωνίας τους με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GATT του 1994, εκτός από αυτά που αφορά η παράγραφος 4. Όλα τα μέλη διατηρούν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν ανά πάσα στιγμή τη συμφωνία “δασμών ή λοιπών φόρων” με τις υποχρεώσεις αυτές.

6. Για τους σκοπούς του παρόντος μνημονίου συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως τροποποιήθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

7. Οι “δασμοί και λοιποί φόροι” που δεν περιλαμβάνονταν στον πίνακα κατά τη στιγμή κατάθεσης της πράξης που ενσωματώνει τον εν λόγω πίνακα στην GATT του 1994 στο Γενικό Γραμματέα των ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ, όσον αφορά την GATT του 1947, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή, μετά την ημερομηνία αυτή, στο Γενικό Γραμματέα του ΠΟΕ, δεν προστίθενται στη συνέχεια σ` αυτόν, οι αναγραφόμενοι “δασμοί και λοιποί φόροι” με ύψος χαμηλότερο από εκείνο που ισχύει κατά την ημερομηνία εφαρμογής αποκαθίστανται στο αναγκαίο ύψος μόνον αν οι σχετικές Άλλαγές ή προσθήκες πραγματοποιηθούν εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης.

8. Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, σχετικά με την ημερομηνία που ισχύει για κάθε παραχώρηση για την εφαρμογή του άρθρου ΙΙ, παράγραφος 1, στοιχείο (β) της GATT του 1994, αντικαθιστά την απόφαση σχετικά με την ημερομηνία εφαρμογής η οποία λήφθηκε στις 26 Μαρτίου 1980. (BISD 27S/24).

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ XVII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη,

Έχοντας υπόψη ότι το άρθρο XVII προβλέπει τις υποχρεώσεις των μελών, όσον αφορά τις δραστηριότητες των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο XVII, παράγραφος 1, οι οποίες απαιτείται να είναι σύμφωνες με τις γενικές αρχές της μη διακριτικής μεταχείρισης που περιγράφεται στην GATT του 1994 για τα κυβερνητικά μέτρα που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τις εξαγωγές από ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Έχοντας επίσης υπόψη ότι τα μέλη υπόκεινται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GATT του 1994 όσον αφορά τα κυβερνητικά μέτρα που έχουν συνέπειες για τις κρατικές εμπορικές επιχειρήσεις.

Αναγνωρίζοντας ότι το παρόν μνημόνιο συμφωνίας πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των ουσιαστικών ρυθμίσεων του άρθρου XVII,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των δραστηριοτήτων των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων, τα μέλη γνωστοποιούν τη δημιουργία τέτοιων επιχειρήσεων στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, ώστε κάθε περίπτωση να εξετάζεται από την ομάδα εργασίας που θα συσταθεί με βάση την παράγραφο 5, σύμφωνα με τον παρακάτω ορισμό:

“Κρατικές και μη κρατικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των φορέων εμπορίας, στις οποίες έχουν παραχωρηθεί αποκλειστικά ή ειδικά δικαιώματα ή προνόμια, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών που απορρέουν από νομικές ή συμβατικές πράξεις, κατά την άσκηση των οποίων επηρεάζουν, μέσω των αγορών ή των πωλήσεών τους, το επίπεδο ή το περιεχόμενο των εισαγωγών ή των εξαγωγών”.

Αυτή η υποχρέωση γνωστοποίησης δεν ισχύει για τις εισαγωγές προϊόντων που προορίζονται για άμεση ή τελική κατανάλωση στο δημόσιο τομέα ή από επιχείρηση όπως αυτή που περιγράφεται παραπάνω και δεν χρησιμοποιούνται με άλλο τρόπο ούτε μεταπωλούνται ή χρησιμοποιούνται για την παραγωγή εμπορευμάτων που προορίζονται να πωληθούν.

2. Κάθε μέλος επανεξετάζει την πολιτική του, όσον αφορά την υποβολή των γνωστοποιήσεων για τις κρατικές εμπορικές επιχειρήσεις στο Συμβούλιο Εμπορευμάτων ΣυνΆλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Κατά την επανεξέταση αυτή κάθε μέλος είναι σκόπιμο να εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια στις γνωστοποιήσεις του, ώστε να επιτρέπει τη σαφή αξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας των επιχειρήσεων, τις οποίες αφορούν οι γνωστοποιήσεις, και της επίδρασης των δραστηριοτήτων τους στο διεθνές εμπόριο.

3. Οι γνωστοποιήσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο για το κρατικό εμπόριο που εκδόθηκε στις 24 Μαΐου 1960 (BISD, 9S/184-185), τα μέλη γνωστοποιούν την ύπαρξη των επιχειρήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι διενεργηθεί εισαγωγές ή εξαγωγές.

4. Αν κάποιο μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι κάποιο άλλο μέλος δεν ανταποκρίθηκε σωστά στην υποχρέωση γνωστοποίησης, έχει το δικαίωμα να συζητήσει το θέμα με το ενδιαφερόμενο μέλος. Σε περίπτωση που το ζήτημα δεν διευθετηθεί ικανοποιητικά, το μέλος αυτό μπορεί να προβεί σε αντικοινοποίηση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και να υποβάλει αίτημα εξέτασης του θέματος από την ομάδα εργασίας που συστήνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5, ενημερώνοντας ταυτόχρονα το ενδιαφερόμενο μέλος.

5. Συστήνεται ομάδα εργασίας, που εκπροσωπεί το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, αρμόδια για την εξέταση των γνωστοποιήσεων και των αντικοινοποιήσεων. Στο πλαίσιο αυτής της εξέτασης και με την επιφύλαξη του άρθρου XVII, παράγραφος 4, στοιχείο γ), το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών μπορεί να προβαίνει στη διατύπωση συστάσεων αποβλέποντας στην ορθή υποβολή των γνωστοποιήσεων και την ανάγκη για περισσότερες πληροφορίες. Η ομάδα εργασίας εξετάζει επίσης με βάση τις λαμβανόμενες πληροφορίες, την ακαταλληλότητα του προαναφερθέντος ερωτηματολογίου για το κρατικό εμπόριο και την κάλυψη των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων των οποίων γνωστοποιείται η δημιουργία σύμφωνα με την παράγραφο 1. Αυτό καταρτίζει επίσης επεξηγηματικό πίνακα με τα είδη των σχέσεων μεταξύ κυβερνήσεων και επιχειρήσεων, και τα είδη των δραστηριοτήτων, που αναλαμβάνουν οι εν λόγω επιχειρήσεις, οι οποίες είναι δυνατό να έχουν σχέση με τους σκοπούς του άρθρου XVII. Η Γραμματεία παρέχει στην ομάδα εργασίας έγγραφο με το ιστορικό των δραστηριοτήτων των κρατικών εμπορικών επιχειρήσεων και τη θέση τους στο διεθνές εμπόριο. Στην ομάδα εργασίας συμμετέχουν όλα τα μέλη που εκφράζουν σχετική επιθυμία. Η ομάδα συνέρχεται εντός έτους από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια μια τουλάχιστον φορά το έτος. Υποβάλλει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994 ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

Τα μέλη,

Αναγνωρίζοντας τις διατάξεις των άρθρων ΧΙΙ και XVIII:Β της GATT του 1994 και της δήλωσης για τα εμπορικά μέτρα που λαμβάνονται για σκοπούς σχετικούς με το ισοζύγιο πληρωμών (που εκδόθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1979 (BISD 26S/205-209, που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας αναφέρεται ως “δήλωση του 1979”) και με σκοπό τη διευκρίνηση αυτών των διατάξεων.

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Εφαρμογή μέτρων

1. Τα μέλη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους να ανακοινώσουν δημοσίως, το ταχύτερο δυνατό, χρονοδιάγραμμα για την κατάργηση περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών. Εννοείται ότι τα χρονοδιαγράμματα αυτά είναι δυνατό να τροποποιούνται με τον κατάλληλο τρόπο, ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις Άλλαγές της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Σε περίπτωση που δεν ανακοινώνεται δημοσίως χρονοδιάγραμμα εκ μέρους κάποιου μέλους, το μέλος αυτό υποχρεούται να αναφέρει τους λόγους και να προσκομίζει τις αναγκαίες αποδείξεις.

2. Τα μέλη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους να προτιμούν την εφαρμογή μέτρων, τα οποία αποδιοργανώνουν στο μικρότερο βαθμό το εμπόριο. Τέτοια μέτρα (που στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας αναφέρονται ως “μέτρα που βασίζονται στις τιμές”) θεωρείται ότι περιλαμβάνουν πρόσθετες επιβαρύνσεις ή κατάθεση εγγυήσεων κατά την εισαγωγή ή άλλα ισοδύναμα εμπορικά μέτρα με επιπτώσεις στις τιμές των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου ΙΙ, εννοείται ότι τα μέτρα που βασίζονται στις τιμές και λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών είναι δυνατόν να εφαρμόζονται από κάποιο μέλος καθ` υπέρβαση των δασμών που αναγράφονται στον πίνακα του σχετικού μέλους. Ακόμη, το εν λόγω μέλος υποχρεούται να αναφέρει με ακρίβεια και σαφήνεια το ποσό κατά το οποίο το μέτρο που βασίζεται στις τιμές υπερβαίνει τον παγιοποιημένο δασμό στο πλαίσιο των διαδικασιών γνωστοποίησης που ορίζονται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας.

3. Τα μέλη υποχρεούνται να καταβάλλουν προσπάθεια για την αποφυγή επιβολής νέων ποσοτικών περιορισμών για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών εκτός αν, λόγω κρίσιμης κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών, τα μέτα που βασίζονται στις τιμές δεν είναι δυνατό να σταματήσουν την έντονη επιδείνωση της κατάστασης των εξωτερικών πληρωμών. Στις περιπτώσεις που κάποιο μέλος εφαρμόζει ποσοτικούς περιορισμούς, αυτό υποχρεούται να αιτιολογεί, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, γιατί τα μέτρα που βασίζονται στις τιμές δεν αποτελούν το κατάλληλο μέσο για τη διευθέτηση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Το μέλος που εξακολουθεί να διατηρεί ποσοτικούς περιορισμούς υποχρεούται να αναφέρει στο πλαίσιο διαδοχικών διαβουλεύσεων την πρόοδο που σημειώνεται όσον αφορά τη σημαντική μείωση των επιπτώσεων και των περιοριστικών αποτελεσμάτων τέτοιων μέτρων. Εννοείται ότι στο ίδιο προϊόν μπορεί να εφαρμοστεί μόνο ένα είδος περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών.

4. Τα μέλη επιβεβαιώνουν ότι τα περιοριστικά μέτρα κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών είναι δυνατό να εφαρμόζονται μόνο με σκοπό τον έλεγχο του γενικού επιπέδου των εισαγωγών και δεν είναι δυνατό να υπερβαίνουν το βαθμό που απαιτείται για την αντιμετώπιση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών. Για να μειωθούν στο ελάχιστο οποιεσδήποτε συνέπειες προστατευτικού χαρακτήρα, τα μέλη αποφασίζουν την επιβολή περιορισμών με διαφανείς διαδικασίες. Οι αρχές του μέλους εισαγωγής υποχρεούνται να παρέχουν επαρκείς αποδείξεις για τα κριτήρια που οδήγησαν στον προσδιορισμό των προϊόντων που υποβάλλονται σε περιορισμούς. Όπως προβλέπεται στο άρθρο ΧΙΙ, παράγραφος 3 και στο άρθρο XVIII, παράγραφος 10, τα μέλη έχουν τη δυνατότητα, στην περίπτωση ορισμένων ουσιωδών προϊόντων, να αποκλείσουν ή να περιορίσουν τις πρόσθετες επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στα σύνορα ή άλλα μέτρα που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών. Ο όρος “ουσιώδη προϊόντα” θεωρείται ότι περιλαμβάνει τα προϊόντα που εξυπηρετούν βασικές καταναλωτικές ανάγκες ή τα οποία συμβάλλουν στην προσπάθεια του μέλους να βελτιώσει την κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών του, όπως κεφαλαιουχικά αγαθά ή συντελεστές παραγωγής που απαιτούνται για τον παραγωγικό κλάδο. Κατά τον καθορισμό ποσοτικών περιορισμών, τα μέλη προβαίνουν σε διακριτική έκδοση αδειών μόνο όταν αυτό είναι αναπόφευκτο, προσπαθώντας να την καταργήσουν σταδιακά. Απαιτείται η προσκόμιση των κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά τα κριτήρια στα οποία βασίζεται ο καθορισμός των επιτρεπόμενων εισαγόμενων ποσοτήτων ή των αξιών.

Διαδικασίες για τη διενέργεια διαβουλεύσεων σχετικά με το ισοζύγιο πληρωμών

5. Η Επιτροπή για τους περιορισμούς που έχουν σχέση με το ισοζύγιο πληρωμών (καλούμενη στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας “επιτροπή”) διενεργεί διαβουλεύσεις για να εξετάζει όλα τα περιοριστικά μέτρα κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται με σκοπό την εξυπηρέτηση του ισοζυγίου πληρωμών. Η συμμετοχή στην επιτροπή είναι δυνατή για όλα τα μέλη που εκφράζουν σχετική επιθυμία. Η επιτροπή ακολουθεί τις διαδικασίες διαβουλεύσεων για τους περιορισμούς που έχουν σχέση με το ισοζύγιο πληρωμών οι οποίες εγκρίθηκαν στις 28 Απριλίου 1970 (BISD 18S/48-53, και καλούνται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας “πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων”), με βάση τις ακόλουθες διατάξεις.

6. Το μέλος που εφαρμόζει νέους περιορισμούς ή αυξάνει το γενικό επίπεδο των περιορισμών που ήδη ισχύουν με ουσιαστική εντατικοποίηση των μέτρων διενεργεί διαβουλεύσεις με την επιτροπή εντός τεσσάρων μηνών από τη θέσπιση τέτοιων μέτρων. Το μέλος που θεσπίζει τέτοια μέτρα μπορεί να ζητεί να διενεργούνται οι διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο ΧΙΙ, παράγραφος 4, στοιχείο α) ή το άρθρο XVIΙΙ, παράγραφος 12, στοιχείο α) κατά περίπτωση. Αν δεν υποβληθεί τέτοιο αίτημα, ο πρόεδρος της επιτροπής καλεί το μέλος να διενεργήσει αυτές τις διαβουλεύσεις. Οι παράγοντες που είναι δυνατό να εξετάζονται κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων είναι, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή νέων ειδών περιοριστικών μέτρων για σκοπούς που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών ή η αύξηση του επιπέδου των περιορισμών ή του αριθμού των σχετικών προϊόντων.

7. Όλοι οι περιορισμοί που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών υποβάλλονται σε περιοδική εξέταση στο πλαίσιο της επιτροπής βάσει του άρθρου ΧΙΙ, παράγραφος 4, στοιχείο β) ή βάσει του άρθρου XVIII, παράγραφος 12, στοιχείο β), υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει η δυνατότητα Άλλαγής της περιοδικότητας των διαβουλεύσεων με τη σύμφωνη γνώμη του μέλους που ζητεί τη διενέργειά τους ή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προτείνει, ενδεχομένως, το Γενικό Συμβούλιο.

8. Είναι επίσης δυνατό να διεξάγονται διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των απλουστευμένων διαδικασιών που εγκρίθηκαν στις 19 Δεκεμβρίου 1972 (BISD 20S/47/49, που καλούνται στο παρόν μνημόνιο συμφωνίας “απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων”) στην περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους ή στην περίπτωση αναπτυσσόμενης χώρας μέλους που καταβάλλει προσπάθεια απελευθέρωσης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που υπέβαλε στην επιτροπή κατά τη διενέργεια προηγούμενων διαβουλεύσεων. Οι απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων είναι επίσης δυνατό να εφαρμοστούν αν η εξέταση της εμπορικής πολιτικής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους έχει προγραμματιστεί για το ίδιο ημερολογιακό έτος που έχει οριστεί και για τις διαβουλεύσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις η απόφαση για το αν πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων λαμβάνεται βάσει των παραγόντων που απαριθμούνται στην παράγραφο 8 της δήλωσης του 1979. Με εξαίρεση την περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, είναι δυνατό να διενεργηθούν δύο μόνο διαδοχικές διαβουλεύσεις βάσει απλουστευμένων διαδικασιών διαβουλεύσεων.

Γνωστοποίηση και τεκμηρίωση

9. Τα μέλη ανακοινώνουν στο Γενικό Συμβούλιο τη θέσπιση νέων περιοριστικών μέτρων κατά την εισαγωγή που λαμβάνονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών ή τις Άλλαγές που επέρχονται όσον αφορά την εφαρμογή τους, καθώς και τις τροποποιήσεις στα χρονοδιαγράμματα για την κατάργηση τέτοιων μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι σημαντικές Άλλαγές γνωστοποιούνται στο Γενικό Συμβούλιο το αργότερο 30 ημέρες μετά τη θέσπισή τους. Κάθε μέλος παρέχει μια φορά το έτος στη Γραμματεία συγκεντρωτικές πληροφορίες, στις οποίες περιλαμβάνονται όλες οι Άλλαγές νόμων, ρυθμίσεων, πολιτικής ή δημόσιων ανακοινώσεων, τις οποίες καλούνται να εξετάσουν τα μέλη. Οι γνωστοποιήσεις περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, για τη δασμολογική κλάση, το είδος των εφαρμοζόμενων μέτρων, τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τη θέσπισή τους, τα προϊόντα και τα εμπορικά ρεύματα επί των οποίων υπάρχουν επιπτώσεις.

10. Κατ` αίτηση οποιουδήποτε μέλους, οι γνωστοποιήσεις είναι δυνατό να εξετάζονται από την επιτροπή. Η εξέταση αυτή είναι σκόπιμο να περιορίζεται στη διευκρίνιση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την γνωστοποίηση ή στην εξέταση του ερωτήματος αν απαιτείται η διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου ΧΙΙ, παράγραφος 4, στοιχείο α) ή του άρθρου XVIII, παράγραφος 12, στοιχείο α). Τα μέλη που έχουν λόγους να πιστεύουν ότι κάποιο περιοριστικό μέτρο κατά την εισαγωγή που εφαρμόζει άλλο μέλος λήφθηκε για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών, μπορεί να θέσει το θέμα υπόψη της επιτροπής. Ο πρόεδρος της επιτροπής ζητεί πληροφορίες για το μέτρο αυτό, τις οποίες ανακοινώνει σε όλα τα μέλη. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος κάθε μέλους της επιτροπής για την αναζήτηση των κατάλληλων διευκρινήσεων κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, τα προβλήματα είναι δυνατό να υποβάλλονται εκ των προτέρων και εξετάζονται από το μέλος το οποίο καλείται να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις.

11. Το μέλος που συμμετέχει σε διαβουλεύσεις συντάσσει ένα βασικό έγγραφο για τις διαβουλεύσεις το οποίο, εκτός από κάθε θεωρούμενη ως σχετική πληροφορία, είναι σκόπιμο να περιλαμβάνει: α) επισκόπηση της κατάστασης του ισοζυγίου πληρωμών και των προοπτικών, καθώς και εξέταση των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων, που επηρεάζουν την κατάσταση του ισοζυγίου των πληρωμών, και μέτρα εσωτερικής πολιτικής που λαμβάνονται για την αποκατάσταση της ισορροπίας σε υγιή και διαρκή βάση β) πλήρη περιγραφή των περιορισμών που εφαρμόζονται για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών, τη νομική τους βάση και τις ενέργειες που γίνονται για τη μείωση των παρεπόμενων προστατευτικών αποτελεσμάτων, γ) τα μέτρα που λήφθηκαν από τις τελευταίες διαβουλεύσεις για την απελευθέρωση των περιορισμών κατά την εισαγωγή, στο πλαίσιο των συμπερασμάτων της επιτροπής, δ) ένα σχέδιο για την κατάργηση και την προοδευτική χαλάρωση των εναπομενόντων περιορισμών. Όταν υπάρχει ανάγκη, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται πληροφορίες που περιέχονται σε άλλες γνωστοποιήσεις ή εκθέσεις που υποβάλλονται στον ΠΟΕ. Στο πλαίσιο των απλουστευμένων διαδικασιών διαβουλεύσεων, το μέλος που συμμετέχει σε διαβουλεύσεις υποβάλλει γραπτή αναφορά με τις ουσιώδεις πληροφορίες για τα στοιχεία που καλύπτονται από το βασικό έγγραφο.

12. Για να διευκολύνει τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της επιτροπής, η Γραμματεία ετοιμάζει έγγραφο με το ιστορικό, στο οποίο περιέχονται οι διάφορες πτυχές του σχεδίου διαβουλεύσεων. Στην περίπτωση αναπτυσσομένης χώρας μέλους, το έγγραφο της Γραμματείας περιλαμβάνει τα σχετικά ιστορικά και αναλυτικά στοιχεία για τις επιπτώσεις του εξωτερικού εμπορίου στην κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών και τις προοπτικές όσον αφορά το μέλος που συμμετέχει στις διαβουλεύσεις. Οι υπηρεσίες τεχνικής βοήθειας της Γραμματείας παρέχουν επίσης, μετά από σχετική αίτηση αναπτυσσομένης χώρας μέλους, βοήθεια για την προετοιμασία του υλικού τεκμηρίωσης για τις διαβουλεύσεις.

Συμπεράσματα των διαβουλεύσεων για το ισοζύγιο πληρωμών

13. Η επιτροπή υποβάλλει έκθεση με τα συμπεράσματά της στο Γενικό Συμβούλιο. Αν έχουν εφαρμοστεί πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων, η έκθεση είναι σκόπιμο να αναφέρει τα συμπεράσματα της επιτροπής για τα διάφορα στοιχεία του σχεδίου διαβουλεύσεων, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά και τους λόγους στους οποίους αυτά βασίζονται. Η επιτροπή καταβάλλει προσπάθεια να συμπεριλάβει στα συμπεράσματά της προτάσεις για συστάσεις που αποσκοπούν στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων ΧΙΙ και XVIII:Β, της δήλωσης του 1979 και του παρόντος μνημονίου συμφωνίας. Σ` αυτές τις περιπτώσεις κατά τις οποίες υποβλήθηκε χρονοδιάγραμμα για την κατάργηση των περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν για λόγους που εξυπηρετούν το ισοζύγιο πληρωμών, το Γενικό Συμβούλιο μπορεί να υποβάλει σύσταση σύμφωνα με την οποία κάποιο μέλος, υιοθετώντας ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα, θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του βάσει της GATT του 1994. Όταν το Γενικό Συμβούλιο διατυπώνει συγκεκριμένες συστάσεις, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μελών εκτιμώνται στο πλαίσιο αυτών των συστάσεων. Αν δεν διατυπωθούν συγκεκριμένες προτάσεις για συστάσεις εκ μέρους του Γενικού Συμβουλίου, τα συμπεράσματα της επιτροπής περιλαμβάνουν τις διάφορες απόψεις που εκφράζονται στην επιτροπή. Εφόσον εφαρμόζονται απλουστευμένες διαδικασίες διαβουλεύσεων, η έκθεση είναι ανάγκη να περιλαμβάνει περίληψη των κύριων στοιχείων που συζητήθηκαν από την επιτροπή και απόφαση για το αν χρειάζονται πλήρεις διαδικασίες διαβουλεύσεων.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ ΧΧIV ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη,

Έχοντας, υπόψη τις διατάξεις του άρθρου XXIV της GATT του 1994.

Αναγνωρίζοντας ότι οι τελωνειακές ενώσεις και οι ζώνες ελεύθερων συνΆλλαγών έχουν σημειώσει μεγάλη αύξηση σε αριθμό και σημασία από τη σύναψη της GATT του 1947 και καλύπτουν σήμερα σημαντικό τμήμα του παγκόσμιου εμπορίου.

Αναγνωρίζοντας τη συμβολή της μεγαλύτερης προσέγγισης των οικονομιών των συμβαλλομένων μερών αυτών των συμφωνιών στην επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου.

Αναγνωρίζοντας επίσης, ότι η συμβολή αυτή θα αυξηθεί αν καταργηθούν οι δασμοί και οι λοιπές περιοριστικές εμπορικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται σε όλες τις εμπορικές συνΆλλαγές μεταξύ των εδαφών που στις αποτελούν, ενώ αντίθετα θα μειωθεί σε περίπτωση που εξαιρεθεί κάποιος σημαντικός εμπορικός τομέας.

Επιβεβαιώνοντας εκ νέου ότι ο σκοπός αυτών των συμφωνιών συνίσταται στη διευκόλυνση του εμπορίου μεταξύ των εδαφών που αποτελούν αυτές τις τελωνειακές ενώσεις και τις ζώνες ελευθέρων συνΆλλαγών και όχι στην παρεμβολή εμποδίων στο εμπόριο μεταξύ άλλων μελών και αυτών των εδαφών και ότι κατά τη διαμόρφωση ή την επέκτασή τους τα μέρη που συμμετέχουν σ` αυτές είναι σκόπιμο να αποφεύγουν, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, την πρόκληση δυσμενών αποτελεσμάτων για το εμπόριο των λοιπών μελών,

Πεπεισμένα επίσης, ότι υπάρχει ανάγκη για ενίσχυση του ρόλου του Συμβουλίου Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, όσον αφορά την εξέταση συμφωνιών που γνωστοποιούνται στο πλαίσιο του άρθρου XXIV, με διευκρίνηση των κριτηρίων και των διαδικασιών για την εκτίμηση των νέων ή των διευρυμένων συμφωνιών, καθώς και τη βελτίωση της διαφάνειας όλων των συμφωνιών του άρθρου XXIV.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για κοινή αντιμετώπιση των υποχρεώσεων των μελών βάσει του άρθρου XXIV, παράγραφος 12,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Προκειμένου οι τελωνειακές ενώσεις, οι ζώνες ελευθέρων συνΆλλαγών και οι ενδιάμεσες συμφωνίες, που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία τελωνειακών ενώσεων ή ζωνών ελευθέρων συνΆλλαγών να είναι σύμφωνες με το άρθρο XXIV, είναι ανάγκη να συμφωνούν, μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις των παραγράφων 5,6,7 και 8 του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο XXIV, παράγραφος 5

2. Η εκτίμηση, βάσει του άρθρου XXIV, παράγραφος 5, στοιχείο α), των γενικών επιπτώσεων των δασμών και άλλων εμπορικών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται πριν και μετά τη δημιουργία τελωνειακής ένωσης βασίζεται, όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις, σε γενική εκτίμηση των μέσων σταθμισμένων δασμολογικών συντελεστών και των εισπραττόμενων δασμών. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στα στατιστικά στοιχεία κατά τις εισαγωγές για προηγούμενη αντιπροσωπευτική περίοδο που παρέχει η τελωνειακή ένωση, ανά δασμολογική κλάση, κατ` αξία και κατ` όγκο, κατανεμημένα ανά χώρα καταγωγής μέλος του ΠΟΕ. Η Γραμματεία υπολογίζει τους μέσους σταθμισμένους δασμολογικούς συντελεστές και τους εισπραχθέντες δασμούς σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση των προσφερθέντων δασμών κατά τη διάρκεια των πολυμερών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης. Για το σκοπό αυτό, οι δασμοί και οι επιβαρύνσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι οι εφαρμοζόμενοι δασμολογικοί συντελεστές. Αναγνωρίζεται ότι για το συνολικό υπολογισμό των επιπτώσεων των λοιπών εμπορικών ρυθμίσεων, οι οποίες είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν και να συγκεντρωθούν, μπορεί να ζητηθεί η εξέταση μεμονωμένων μέτρων, ρυθμίσεων, καλυπτόμενων προϊόντων και επηρεαζόμενων εμπορικών ρευμάτων.

3. Το “εύλογο χρονικό διάστημα” που αναφέρεται στο άρθρο XXIV παράγραφος 5, στοιχείο γ) είναι σκόπιμο να υπερβαίνει τα δέκα έτη μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στις περιπτώσεις που τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη ενδιάμεσης συμφωνίας πιστεύουν ότι τα δέκα έτη δεν αρκούν υποστηρίζουν, παρέχοντας πλήρεις εξηγήσεις στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, την ανάγκη έγκρισης μεγαλύτερης περιόδου.

Άρθρο XXIV, παράγραφος 6

4. Το άρθρο XXIV, παράγραφος 6 ορίζει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται όταν κάποιο μέλος που αποτελεί τελωνειακή ένωση προτείνει την αύξηση παγιοποιημένου δασμολογικού συντελεστή. Τα μέλη επιβεβαιώνουν σχετικά ότι η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο XXVIII, όπως διαμορφώθηκε στις κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (BISD 27S/26-28) και στο μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της GATT του 1994, είναι αναγκαίο να έχει αρχίσει προτού να τροποποιηθούν ή να ανακληθούν οι δασμολογικές παραχωρήσεις στο πλαίσιο της δημιουργίας τελωνειακής ένωση ή της σύναψης ενδιάμεσης συμφωνίας που οδηγεί στη δημιουργία τελωνειακής ένωσης.

5. Οι διαπραγματεύσεις αυτές διέπονται από καλή πίστη, ώστε να επιτυγχάνονται αμοιβαία ικανοποιητικά αντισταθμιστικά ανταλλάγματα. Στις διαπραγματεύσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη, όπως προβλέπεται στο άρθρο XXIV, παράγραφος 6, οι μειώσεις δασμών στην ίδια δασμολογική κλάση, τις οποίες προσέφεραν άλλα μέρη της τελωνειακής ένωσης κατά τη δημιουργία της. Σε περίπτωση που οι μειώσεις αυτές δεν επαρκούν για την εξασφάλιση των αναγκαίων αντισταθμιστικών αντΆλλαγμάτων, η τελωνειακή ένωση είναι σκόπιμο να προσφέρει αντισταθμίσεις, οι οποίες είναι δυνατό να λάβουν τη μορφή μειώσεων δασμών σε άλλες δασμολογικές κλάσεις. Τέτοιες προσφορές είναι ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη από τα μέλη που έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται την τροποποίηση ή την κατάργηση του παγιοποιημένου δασμού. Αν οι αντισταθμιστικές ρυθμίσεις εξακολουθούν να είναι απαράδεκτες, οι διαπραγματεύσεις είναι σκόπιμο να συνεχίζονται. Αν, παρά τις προσπάθειες αυτές, δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί συμφωνία κατά τις διαπραγματεύσεις για αντισταθμιστικά ανταλλάγματα σύμφωνα με το άρθρο XXVIII, όπως διαμορφώθηκε στο μνημόνιο συμφωνίας για την ερμηνεία του άρθρου XXVIII της GATT του 1994, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, η τελωνειακή ένωση είναι ελεύθερη να τροποποιήσει ή να αποσύρει τις παραχωρήσεις, τα θιγόμενα μέλη έχουν την ευχέρεια να αποσύρουν ουσιαστικά ισοδύναμες παραχωρήσεις, σύμφωνα με το άρθρο XXVIII.

6. Η GATT του 1994 δεν επιβάλλει υποχρεώσεις στα μέλη που απολαύουν μείωσης των δασμών λόγω της δημιουργίας τελωνειακής ένωσης ή της σύναψης ενδιάμεσης συμφωνίας που οδηγεί στη δημιουργία τελωνειακής ένωσης, να παραχωρούν αντισταθμιστικά ανταλλάγματα στα μέλη που την αποτελούν.

Έλεγχος τελωνειακών ενώσεων και ζωνών ελευθέρων συνΆλλαγών

7. Όλες οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο XXIV, παράγραφος 7, στοιχείο α) εξετάζονται από ομάδα εργασίας στο πλαίσιο των σχετικών διατάξεων της GATT του 1994 και της παραγράφου 1 του παρόντος μνημονίου. Η ομάδα εργασίας υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, που περιλαμβάνει τις σχετικές διαπιστώσεις της. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών έχει την ευχέρεια να διατυπώνει συστάσεις στα μέλη, όταν το κρίνει απαραίτητο.

8. Όσον αφορά τις ενδιάμεσες συμφωνίες, η ομάδα εργασίας μπορεί να διατυπώνει στην έκθεσή της τις κατάλληλες συστάσεις για το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα και τα μέτρα που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της δημιουργίας τελωνειακής ένωσης ή ζώνης ελευθέρων συνΆλλαγών. Είναι δυνατό, εφόσον χρειάζεται, να επιτρέπει την επανεξέταση της συμφωνίας.

9. Τα μέλη, που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη ενδιάμεσων συμφωνιών, ανακοινώνουν τις σημαντικές Άλλαγές των σχεδίων και των προγραμμάτων που περιλαμβάνονται στη σχετική συμφωνία, στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και, εφόσον χρειάζεται, το Συμβούλιο εξετάζει τις Άλλαγές.

10. Σε περίπτωση που η ενδιάμεση συμφωνία που γνωστοποιείται σύμφωνα με το άρθρο XXIV, παράγραφος 7, στοιχείο α) δεν περιλαμβάνει σχέδιο και πρόγραμμα, σε αντίθεση προς το άρθρο XXIV, παράγραφος 5, στοιχείο γ), η ομάδα εργασίας προτείνει στην έκθεσή της ένα τέτοιο σχέδιο και πρόγραμμα. Τα μέρη δεν διατηρούν ούτε θέτουν σε ισχύ, ανάλογα με την περίπτωση, τέτοια συμφωνία αν δεν είναι διατεθειμένα να την τροποποιήσουν σύμφωνα με τις εν λόγω συστάσεις. Προβλέπεται η μεταγενέστερη εξέταση της εφαρμογής των συστάσεων.

11. Οι τελωνειακές ενώσεις και τα μέλη ζωνών ελευθέρων συνΆλλαγών υποχρεούνται να υποβάλλουν σε τακτικά χρονικά διαστήματα έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών για τη λειτουργία της σχετικής συμφωνίας, όπως προβλεπόταν για τα ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ της GATT του 1947 στο πλαίσιο των οδηγιών που δόθηκαν στο Συμβούλιο της GATT του 1947 σχετικά με τις εκθέσεις για τις περιφερειακές συμφωνίες (BISD 18S/38). Οποιαδήποτε σημαντική Άλλαγή ή/και εξέλιξη όσον αφορά τις συμφωνίες είναι ανάγκη να γνωστοποιείται αμέσως.

Επίλυση των διαφορών

12. Οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε περίπτωση που προκύπτουν προβλήματα από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου XXIV για τις τελωνειακές ενώσεις, τις ζώνες ελευθέρων συνΆλλαγών ή για ενδιάμεσες συμφωνίες που οδηγούν στη δημιουργία τέτοιων τελωνειακών ενώσεων ή ζωνών ελευθέρων συνΆλλαγών.

Άρθρο XXIV, παράγραφος 12

13. Κάθε μέλος φέρει την πλήρη ευθύνη στο πλαίσιο της GATT του 1994 για την τήρηση όλων των διατάξεων της GATT του 1994 και υποχρεούται να λαμβάνει εύλογα μέτρα, στο βαθμό που κάτι τέτοιο είναι δυνατό, ώστε να εξασφαλίζει την εφαρμογή του εκ μέρους των περιφερειακών και τοπικών διοικήσεων και αρχών στο έδαφός τους.

14. Οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών είναι δυνατόν να εφαρμόζονται όσον αφορά τα μέτρα που επηρεάζουν την τήρησή τους, τα οποία λαμβάνουν περιφερειακές ή τοπικές κυβερνήσεις ή αρχές στο έδαφος κάποιο μέλους. Όταν το όργανο επίλυσης των διαφορών αποφασίσει ότι δεν τηρήθηκε διάταξη της GATT του 1994, το μέλος που έχει τη σχετική ευθύνη υποχρεούται να λάβει τα αναγκαία εύλογα μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρησή της. Οι διατάξεις που αφορούν την παροχή αντισταθμιστικών αντΆλλαγμάτων και την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που δεν κατέστη δυνατή η εξασφάλιση αυτής της τήρησης.

15. Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάζει με κατανόηση τα διαβήματα, στα οποία ενδεχομένως προβαίνει κάποιο μέλος και να δέχεται να διενεργεί διαβουλεύσεις με τους αντιπροσώπους του, όταν πρόκειται για μέτρα που επηρεάζουν τη λειτουργία της GATT του 1994 τα οποία έχουν ληφθεί στο έδαφός του.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΆΛΛΑΓΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Η αίτηση για την έγκριση απΆλλαγής ή για την παράταση ισχύουσας έγκρισης απΆλλαγής περιγράφει τα μέτρα, τα οποία προτίθεται να λάβει το μέλος, τους συγκεκριμένους στόχους πολιτικής τους οποίους επιθυμεί να επιτύχει το μέλος και τους λόγους που εμποδίζουν το μέλος να επιτύχει τους στόχους της πολιτικής του, μέσω μέτρων σύμφωνων προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την GATT του 1994.

2. Κάθε απΆλλαγή που ισχύει κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγει, εκτός αν παραταθεί σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διαδικασίες καθώς και τις διαδικασίες του άρθρου ΙΧ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κατά την ημερομηνία λήξης της ισχύος της ή δύο έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εφόσον αυτή είναι πλησιέστερη.

3. Κάθε μέλος που θεωρεί ότι κάποιο όφελος που απορρέει υπέρ αυτού από την GATT του 1994 αναιρείται εν όλω ή εν μέρει λόγω

α) της αδυναμίας του μέλους, στο οποίο παρέχεται η απΆλλαγή, να τηρήσει τους γενικούς και ειδικούς όρους της απΆλλαγής, ή

β) της εφαρμογής μέτρου σύμφωνου προς τους γενικούς και ειδικούς όρους της απΆλλαγής

μπορεί να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994 όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ XXVIII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Για την τροποποίηση ή την ανάκληση παραχώρησης, το μέλος για το οποίο η σχέση μεταξύ των εξαγωγών που επηρεάζονται από την παραχώρηση (π.χ. εξαγωγές του προϊόντος στην αγορά του μέλους που τροποποιεί ή αποσύρει την παραχώρηση) και των συνολικών εξαγωγών είναι η μεγαλύτερη θεωρείται ότι έχει ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή αν δεν έχει ήδη το αρχικό διαπραγματευτικό δικαίωμα ή ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή κατά την έννοια του άρθρου XXVIII, παράγραφος 1. Συμφωνείται, ωστόσο, ότι η παρούσα παράγραφος, θα επανεξεταστεί από το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών πέντε έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με σκοπό τη λήψη απόφασης σχετικά με το κατά πόσον το κριτήριο αυτό λειτούργησε ικανοποιητικά, όσον αφορά την εξασφάλιση της ανακατανομής των διαπραγματευτικών δικαιωμάτων υπέρ των μικρών και μεσαίων μελών που πραγματοποιούν εξαγωγές. Αν αυτό δεν συμβαίνει, θα εξεταστούν ενδεχόμενες βελτιώσεις, που θα περιλαμβάνουν στο πλαίσιο των υφισταμένων κατάλληλων στοιχείων, την υιοθέτηση κριτηρίου βασιζόμενου στη σχέση των εξαγωγών που επηρεάζονται από την παραχώρηση προς τις εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος σε όλες τις αγορές.

2. Όταν κάποιο μέλος πιστεύει ότι έχει ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή κατά την έννοια της παραγράφου 1, είναι σκόπιμο να γνωστοποιεί την άποψη αυτή γραπτώς, επισυνάπτοντας αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση των ισχυρισμών του, στο μέλος που προτείνει την τροποποίηση ή την ανάκληση της παραχώρησης και ταυτόχρονα να ενημερώνει σχετικά τη Γραμματεία. Σε τέτοιες περιπτώσεις εφαρμόζεται η παράγραφος 4 των “διαπραγματευτικών διαδικασιών βάσει του άρθρου XXVIII” που εγκρίθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (BISD 27S/26-28).

3. Κατά τον προσδιορισμό των μελών που έχουν ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή (όπως προβλέπεται παραπάνω στην παράγραφο 1 ή στο άρθρο XXVIII παράγραφος 1) ή ουσιώδες ενδιαφέρον, λαμβάνεται υπόψη μόνο το εμπόριο του σχετικού προϊόντος που διενεργήθηκε με βάση τη ρήτρα ΜΕΚ. Ωστόσο, λαμβάνεται επίσης υπόψη το εμπόριο του σχετικού προϊόντος που πραγματοποιήθηκε υπό καθεστώς μη συμβατικών προτιμήσεων, εφόσον το εμπόριο αυτό δεν υπόκειται πλέον σε προτιμησιακή μεταχείριση μετατρεπόμενο κατά συνέπεια σε εμπόριο ΜΕΚ, κατά τη στιγμή των διαπραγματεύσεων για την τροποποίηση ή την ανάκληση της παραχώρησης, ή αυτό θα συμβεί κατά την ολοκλήρωση των εν λόγω διαπραγματεύσεων.

4. Όταν δασμολογική παραχώρηση τροποποιείται ή αποσύρεται, όσον αφορά ένα νέο προϊόν (δηλ. ένα προϊόν για το οποίο δεν υπάρχουν τριετή στατιστικά στοιχεία) το μέλος που διαθέτει τα αρχικά διαπραγματευτικά δικαιώματα για τη δασμολογική κλάση, στην οποία υπάγεται ή υπαγόταν το προϊόν, θεωρείται ότι έχει αρχικό διαπραγματευτικό δικαίωμα για τη συγκεκριμένη παραχώρηση. Για τον καθορισμό του ενδιαφέροντος κυρίου προμηθευτού και του ουσιώδους ενδιαφέροντος και για τον υπολογισμό των αντισταθμιστικών αντΆλλαγμάτων είναι ανάγκη να λαμβάνονται, μεταξύ άλλων, υπόψη το μέγεθος της παραγωγής και των επενδύσεων, όσον αφορά το εκάστοτε προϊόν στο μέλος εξαγωγής και οι εκτιμήσεις για την αύξηση των εξαγωγών καθώς και οι προβλέψεις για τη ζήτηση του προϊόντος στο μέλος εισαγωγής. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, το “νέο προϊόν” θεωρείται ότι υπάγεται σε δασμολογική διάκριση που προέρχεται από διαίρεση υπάρχουσας δασμολογικές κλάσης.

5. Όταν κάποιο μέλος θεωρεί ότι έχει ενδιαφέρον κύριου προμηθευτή ή ουσιώδες ενδιαφέρον κατά την έννοια της παραγράφου 4, είναι σκόπιμο να γνωστοποιεί το αίτημα του γραπτώς, επισυνάπτοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, στο μέλος που προτείνει την τροποποίηση ή την ανάκληση παραχώρησης και, ταυτόχρονα, να ενημερώνει σχετικά τη Γραμματεία. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται η παράγραφος 4 των “διαπραγματευτικών διαδικασιών βάσει του άρθρου XXVIII”.

6. Όταν κάποια απεριόριστη δασμολογική παραχώρηση αντικαθίσταται από δασμολογική ποσόστωση, το μέγεθος του παρεχόμενου αντισταθμιστικού ανταλλάγματος είναι ανάγκη να υπερβαίνει το μέγεθος των εμπορικών συνΆλλαγών που πράγματι επηρεάζονται από την τροποποίηση της παραχώρησης. Η βάση για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού ανταλλάγματος πρέπει να είναι το ποσό κατά το οποίο οι μελλοντικές προοπτικές του εμπορίου υπερβαίνουν το επίπεδο της ποσόστωσης. Εννοείται ότι ο υπολογισμός των μελλοντικών εμπορικών προοπτικών είναι ανάγκη να βασίζεται κυρίως:

(α) στο μέσο ετήσιο όγκο των συνΆλλαγών κατά την πλέον πρόσφατη αντιπροσωπευτική τριετή περίοδο, προσαυξημένο κατά το μέσο ετήσιο συντελεστή αύξησης των εισαγωγών κατά την ίδια περίοδο ή κατά 10%, εάν αυτό το αποτέλεσμα είναι μεγαλύτερο, ή

(β) στις εμπορικές συνΆλλαγές του πλέον πρόσφατου έτους προσαυξημένες κατά 10%.

Η ευθύνη κάθε μέλους για την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση την ευθύνη που θα προέκυπτε από την ολοσχερή ανάκληση της παραχώρησης.

7. Στο μέλος που έχει ενδιαφέρον κύριου προμηθευτή, όπως προβλέπεται παραπάνω στην παράγραφο 1 ή στο άρθρο XXVIII, παράγραφος 1, όσον αφορά παραχώρηση, η οποία τροποποιείται ή αποσύρεται παρέχεται δικαίωμα αρχικού διαπραγματευτή, όσον αφορά τις παραχωρήσεις αντισταθμιστικού χαρακτήρα, εκτός αν συμφωνηθεί η παροχή άλλης μορφής αντισταθμιστικού ανταλλάγματος από τα ενδιαφερόμενα μέλη.

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΟΥ ΜΑΡΑΚΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΑΡΤΑΤΑΙ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη

Αφού διενήργησαν διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της GATT του 1947, σύμφωνα με την υπουργική δήλωση για το Γύρο της Ουρουγουάης,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

1. Ο πίνακας μέλους που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο γίνεται πίνακας του μέλους αυτού που επισυνάπτεται στην GATT του 1994 την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει η συμφωνία για τον ΠΟΕ έναντι του εν λόγω μέλους. Οποιοσδήποτε πίνακας υποβληθεί σύμφωνα με την υπουργική απόφαση για τα μέτρα υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών θεωρείται ότι αποτελεί παράρτημα του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Οι δασμολογικές μειώσεις που έχει συμφωνηθεί να παραχωρηθούν από κάθε μέλος πραγματοποιούνται σε πέντε ισομερείς δόσεις, εκτός αν οριστεί διαφορετικά στον πίνακα κάποιου μέλους. Η πρώτη τέτοια μείωση υλοποιείται την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η καθεμιά από τις επόμενες μειώσεις πραγματοποιείται την 1 Ιανουαρίου καθενός από τα επόμενα έτη ενώ η τελευταία μείωση όχι αργότερα από τέσσερα χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον πίνακα του εν λόγω μέλους. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία ορίζεται διαφορετικά στον πίνακά του, κάποιο μέλος, που αποδέχεται τη συμφωνία για τον ΠΟΕ μετά τη θέση της σε ισχύ, υποχρεούται κατά την ημερομηνία που η συμφωνία αυτή αρχίζει να ισχύει έναντι αυτού, να πραγματοποιήσει όλες τις μειώσεις που έχουν ήδη διενεργηθεί καθώς και τις μειώσεις που θα ήταν υποχρεωμένο να πραγματοποιήσει, σύμφωνα με την προηγούμενη πρόταση, την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και να υλοποιήσει όλες τις εναπομένουσες μειώσεις συντελεστών σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται στην προηγούμενη πρόταση. Ο μειωμένος συντελεστής στρογγυλοποιείται σε κάθε στάδιο στο πρώτο δεκαδικό ψηφίο. Για τα γεωργικά προϊόντα, σύμφωνα με το άρθρο 2 της συμφωνίας για τη γεωργία, οι σταδιακές μειώσεις εφαρμόζονται με τον τρόπο που περιγράφεται στα σχετικά τμήματα των πινάκων.

3. Η πραγματοποίηση των παραχωρήσεων και των αναλήψεων υποχρεώσεων που περιέχονται στους πίνακες που επισυνάπτονται στο παρόν πρωτόκολλο υποβάλλεται, μετά σχετική αίτηση, σε πολυμερή εξέταση εκ μέρους των μελών. Αυτό συμβαίνει με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών που απορρέουν από τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. Μόλις πίνακας μέλους που επισυνάπτεται στο παρόν πρωτόκολλο γίνει πίνακας της GATT του 1994 σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, το εν λόγω μέλος είναι ελεύθερο ανά πάσα στιγμή να αναστείλει ή να αποσύρει, εν όλω ή εν μέρει, την παραχώρηση που περιέχεται στον πίνακα αυτό και αφορά προϊόν ο κύριος προμηθευτής του οποίου συμμετείχε στο Γύρο της Ουρουγουάης αλλά ο πίνακάς του δεν έχει ακόμη γίνει πίνακας της GATT του 1994. Τούτο, ωστόσο, μπορεί να συμβεί μόνον μετά γραπτή γνωστοποίηση τέτοιας αναστολής ή ανάκλησης παραχώρησης προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και μετά τη διενέργεια διαβουλεύσεων, αφού διατυπωθεί σχετικό αίτημα, με οποιοδήποτε μέλος, του οποίου ο σχετικός πίνακας έχει γίνει πίνακας της GATT του 1994 και το οποίο έχει ουσιώδες ενδιαφέρον στο εν λόγω προϊόν. Οιεσδήποτε παραχωρήσεις ανασταλούν ή αποσυρθούν τοιουτοτρόπως, θα τεθούν σε εφαρμογή από την ημερομηνία κατά την οποία ο πίνακας του μέλους, το οποίο έχει ενδιαφέρον κυρίου προμηθευτή, γίνει πίνακας της GATT του 1994.

5. (α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της Συμφωνίας για την Γεωργία, για το σκοπό της αναφοράς στις παραγράφους 1:(β) και 1:(γ) του άρθρου ΙΙ της GATT του 1994 στην ημερομηνία της εν λόγω Συμφωνίας, η εν θέματι ημερομηνία εφαρμογής για κάθε προϊόν, το οποίο είναι αντικείμενο παραχώρησης που προβλέπεται σε πίνακα παραχωρήσεων, ο οποίος επισυνάπτεται στο παρόν Πρωτόκολλο θα αποτελεί την ημερομηνία του παρόντος Πρωτοκόλλου.

(β) Για τον σκοπό της αναφοράς στη παράγραφο 6(α) του άρθρου ΙΙ της GATT του 1994 στην ημερομηνία της εν λόγω Συμφωνίας, η εν θέματι ημερομηνία εφαρμογής βάσει του πίνακα παραχωρήσεων, ο οποίος επισυνάπτεται στο παρόν Πρωτόκολλο θα αποτελεί την ημερομηνία του παρόντος Πρωτοκόλλου.

6. Σε περίπτωση τροποποίησης ή απόσυρσης των παραχωρήσεων που αφορούν σε μη δασμολογικά μέτρα όπως αυτά περιέχονται στο Μέρος ΙΙΙ των πινάκων, οι διατάξεις του άρθρου XXVIII της GATT του 1994 και οι “Διαδικασίες Διαπραγματεύσεων σύμφωνα με το άρθρο XXVIII” που υιοθετήθηκαν στις 10 Νοεμβρίου 1980 (BISD 27/S/26-28) θα έχει εφαρμογή.

Αυτό συμβαίνει με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών που απορρέουν από την GATT του 1994.

7. Σε κάθε περίπτωση στην οποία από πίνακα, ο οποίος επισυνάπτεται στο παρόν Πρωτόκολλο έχει ως αποτέλεσμα την λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση για κάποιο προϊόν απ` ότι προεβλέπετο για το εν λόγω προϊόν στους πίνακες της GATT του 1947 πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της Συμφωνίας για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το μέλος στο οποίο αναφέρεται ο πίνακας θα θεωρείται ότι έχει αναλάβει κατάλληλη δράση, η οποία διαφορετικά θα ήταν απαραίτητη σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου XXVIII της GATT του 1947 ή του 1994.

Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου θα έχουν εφαρμογή μόνο για την Αίγυπτο, το Περού, τη Νότια Αφρική και την Ουρουγουάη.

8. Οι πίνακες οι οποίοι επισυνάπτονται στο παρόν είναι πρωτότυπα στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα όπως καθορίζεται σε κάθε πίνακα.

9. Η ημερομηνία του παρόντος Πρωτοκόλλου είναι 15 Απριλίου 1994.

(Οι συμφωνημένοι πίνακες των συμμετεχόντων θα επισυναφθούν στο Πρωτόκολλο του Μαρακές στο αντίγραφο της Συνθήκης της Συμφωνίας για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου).

Τα μέλη

Έχοντας αποφασίσει να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την έναρξη διαδικασίας μεταρρύθμισης του εμπορίου στον τομέα της γεωργίας, σύμφωνα με τους στόχους των διαπραγματεύσεων όπως ορίζονται στη Δήλωση της Πούντα ντελ Εστέ.

Υπενθυμίζοντας ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος τους, όπως αποφασίσθηκε κατά την ενδιάμεση επανεξέταση του Γύρου της Ουρουγουάης, συνίσταται στη “θέσπιση δικαίου και βασισμένου στην αγορά συστήματος για το εμπόριο στον τομέα της γεωργίας και ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης είναι σκόπιμο να τεθεί σε εφαρμογή μέσω της διαπραγμάτευσης υποχρεώσεων για τις ενισχύσεις και την προστασία και μέσω της καθιέρωσης ενισχυμένων και αποτελεσματικότερων από λειτουργικής απόψεως κανόνων και ρυθμίσεων της GATT”.

Υπενθυμίζοντας, επιπλέον, ότι “ο προαναφερόμενος μακροπρόθεσμος στόχος συνίσταται στην εξασφάλιση σημαντικών προοδευτικών μειώσεων των ενισχύσεων και των μέτρων προστασίας στον τομέα της γεωργίας, εντός συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος, οι οποίες θα έχουν ως αποτέλεσμα τη διόρθωση και πρόληψη των περιορισμών και στρεβλώσεων στις παγκόσμιες γεωργικές αγορές”.

Αποφασισμένα να αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμευτικές υποχρεώσεις σε έκαστο των ακολούθων τομέων: πρόσβαση στην αγορά, εσωτερικές ενισχύσεις και ανταγωνισμός στις εξαγωγές, και να έλθουν σε συμφωνία επί των υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών θεμάτων.

Έχοντας συμφωνήσει ότι, κατά την εφαρμογή των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες και συνθήκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, παρέχοντας αυξημένες δυνατότητες και βελτιωμένους όρους πρόσβασης για γεωργικά προϊόντα ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος για τα εν λόγω μέλη, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους απελευθέρωσης του εμπορίου των τροπικών γεωργικών προϊόντων, όπως συμφωνήθηκε κατά την ενδιάμεση επανεξέταση, καθώς και για προϊόντα που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη διαφοροποίηση της παραγωγής και την αντικατάσταση παράνομων καλλιεργειών φυτών με ναρκωτική δράση από άλλες καλλιέργειες.

Σημειώνοντας ότι οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων επιβάλλεται να κατανέμονται ισομερώς μεταξύ όλων των μελών, αφού ληφθούν υπόψη παράγοντες μη εμπορικού χαρακτήρα, όπως η επισιτιστική ασφάλεια και η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, έχοντας υπόψη τη συμφωνία ότι η ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των διαπραγματεύσεων και λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της εφαρμογής του προγράμματος μεταρρύθμισης στις λιγότερο ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής :

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Μέρος Ι

Άρθρο 1

Ορισμοί

Στην παρούσα συμφωνία, εκτός εάν τα εκάστοτε συμφραζόμενα απαιτούν διαφορετική έννοια:

(α) Ως “Αθροιστική Μέτρηση Ενισχύσεων” ή “ΑΜΕ” νοούνται οι ετήσιες ενισχύσεις, εκφραζόμενες σε νόμισμα, που παρέχονται για ένα γεωργικό προϊόν στους παραγωγούς του βασικού γεωργικού προϊόντος ή οι ενισχύσεις που δεν αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα και παρέχονται σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων εν γένει, εκτός αυτών, οι οποίες παρέχονται στο πλαίσιο προγραμμάτων που πληρούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης από την επιβολή μειώσεων, βάσει του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες:

(i) όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης, καθορίζονται ειδικώς, στους σχετικούς πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων, που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους και

(ii) όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής, υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος 3 της παρούσας συμφωνίας, αφού ληφθούν υπόψη τα σχετικά στοιχεία και η μεθοδολογία που περιλαμβάνονται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο Μέρος IV του συγκεκριμένου μέλους.

(β) Ως “βασικό γεωργικό προϊόν”, όσον αφορά τις υποχρεώσεις για τις εσωτερικές ενισχύσεις, ορίζεται το προϊόν το οποίο βρίσκεται όσον το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο της πρώτης πώλησης, όπως καθορίζεται στον πίνακα ενός μέλους και στα σχετικά επεξηγηματικά στοιχεία.

(γ) Οι “δημοσιονομικές δαπάνες” ή “δαπάνες” περιλαμβάνουν τα διαφυγόντα δημοσιονομικά έσοδα.

(δ) Ως “Μέτρηση Ενισχύσεων Ισοδυνάμου Χαρακτήρα” νοείται το ετήσιο επίπεδο ενισχύσεων, εκφραζόμενο σε νόμισμα, που παρέχεται σε παραγωγούς βασικών γεωργικών προϊόντων μέσω της εφαρμογής ενός ή περισσότερων μέτρων, ο υπολογισμός των οποίων σύμφωνα με τη μεθοδολογία ΑΜΕ είναι πρακτικώς αδύνατος, εκτός των ενισχύσεων που παρέχονται στο πλαίσιο προγραμμάτων που πληρούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης από την επιβολή μειώσεων, βάσει του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας και οι οποίες:

(i) όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης, καθορίζονται ειδικώς στους σχετικούς πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων, που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους και

(ii) όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής, υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος 4 της παρούσας συμφωνίας, αφού ληφθούν υπόψη τα σχετικά στοιχεία και η μεθοδολογία που περιλαμβάνονται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων, οι οποίοι ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα του συγκεκριμένου μέλους.

(ε) Ο όρος “εξαγωγικές επιδοτήσεις” αναφέρεται σε επιδοτήσεις που εξαρτώνται από τις εξαγωγικές επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγικών επιδοτήσεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 9 της παρούσας συμφωνίας.

(στ) Ως “περίοδος εφαρμογής” νοείται το χρονικό διάστημα έξι ετών που αρχίζει το 1995. Ωστόσο, για τους σκοπούς του άρθρου 13, έτσι ορίζεται το χρονικό διάστημα εννέα ετών που αρχίζει το 1995.

(ζ) Οι “παραχωρήσεις που αφορούν την πρόσβαση στην αγορά περιλαμβάνουν το σύνολο των υποχρεώσεων για την πρόσβαση στην αγορά που αναλαμβάνονται κατ` εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

(η) Ως “Συνολική Αθροιστική Μέτρηση Ενισχύσεων” ή “Συνολική ΑΜΕ νοείται το άθροισμα όλων των εσωτερικών ενισχύσεων που παρέχονται προς όφελος των παραγωγών γεωργικών προϊόντων, το οποίο υπολογίζεται ως το άθροισμα των συνολικών μετρήσεων ενισχύσεων για τα βασικά γεωργικά προϊόντα, των συνολικών μετρήσεων που δεν αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα και των συνολικών μετρήσεων ενισχύσεων για γεωργικά προϊόντα ισοδύναμου χαρακτήρα, το οποίο:

(i) όσον αφορά τις ενισχύσεις που παρέχονται κατά την περίοδο βάσης (π.χ. τη “Βασική Συνολική ΑΜΕ”) και το ανώτατο όριο ενισχύσεων που είναι δυνατόν να παρέχεται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής ή μετέπειτα (π.χ. τα “Ετήσια και Τελικά Παγιοποιημένα Επίπεδα Υποχρεώσεων”), καθορίζεται ειδικά στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους, και

(ii) όσον αφορά το επίπεδο ενισχύσεων που παρέχονται στην πράξη κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής και εφεξής (δηλαδή η “Τρέχουσα Συνολική ΑΜΕ”), υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 6, και βάσει των στοιχείων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιούνται στους πίνακες επεξηγηματικών στοιχείων, που ενσωματώνονται διά παραπομπής στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους.

(i) Ως “έτος” στην ανωτέρω παράγραφο (στ) και σε σχέση με τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις ενός μέλους νοείται το ημερολογιακό, οικονομικό έτος ή έτος εμπορίας, όπως ορίζονται στον πίνακα του εν λόγω μέλους.

Άρθρο 2

Προϊόντα που καλύπτονται από τη συμφωνία

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα 1 αυτής, τα οποία στο εξής καλούνται γεωργικά προϊόντα.

Μέρος ΙΙ

Άρθρο 3

Ενσωμάτωση Παραχωρήσεων και Υποχρεώσεων

1. Οι υποχρεώσεις όσον αφορά τις εσωτερικές ενισχύσεις και τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που περιλαμβάνονται στο μέρος IV του πίνακα κάθε μέλους συνιστούν υποχρεώσεις περιορισμού των επιδοτήσεων και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της GATT του 1994.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, τα μέλη δεν παρέχουν στήριξη υπέρ των εθνικών παραγωγών ανώτερη από τα επίπεδα υποχρεώσεων που ορίζονται στο τμήμα Ι του μέρους IV του πίνακά του.

3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9, παράγραφοι 2, στοιχείο β) και 4 τα μέλη δεν παρέχουν εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, σχετικά με του μέρους IV του πίνακά τους, ανώτερες από τα καθορισμένα επίπεδα υποχρεώσεων, όσον αφορά τις δημοσιονομικές δαπάνες και τις ποσότητες, και δεν παρέχουν τέτοιου είδους επιδοτήσεις για γεωργικά προϊόντα που δεν αναφέρονται στο σχετικό τμήμα του πίνακά τους.

Μέρος ΙΙΙ Άρθρο 4

Πρόσβαση στην αγορά

1. Οι παραχωρήσεις σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά, που περιλαμβάνονται στους πίνακες, αφορούν παγιοποιήσεις και μειώσεις δασμών και άλλες υποχρεώσεις σχετικές με την πρόσβαση στην αγορά, που ορίζονται στους εν λόγω πίνακες.

2. Τα μέλη δεν εξακολουθούν τα εφαρμόζουν μέτρα τα οποία θα έπρεπε να είχαν μετατραπεί σε συνήθεις δασμούς, ούτε προσφεύγουν ή επανέρχονται σε τέτοια μέτρα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 5 και στο παράρτημα 5.

Άρθρο 5

Ειδικές διατάξεις διασφάλισης

1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου ΙΙ, παράγραφος 1, στοιχείο β) της GATT του 1994, κάθε μέλος δύναται να επικαλεσθεί τις διατάξεις των κατωτέρω παραγράφων 4 και 5 όσον αφορά την εισαγωγή γεωργικού προϊόντος, σε σχέση με το οποίο τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας έχουν μετατραπεί σε συνήθη δασμό και το οποίο προσδιορίζεται στον πίνακά του με το σύμβολο “ΕΔΔ” δεδομένου ότι αποτελεί αντικείμενο παραχώρησης σχετικά με την οποία δύναται να γίνει επίκληση των διατάξεων του παρόντος άρθρου:

(α) εάν το ύψος εισαγωγών του εν λόγω προϊόντος, το οποίο εισέρχεται στο τελωνειακό έδαφος του μέλους που παρέχει την παραχώρηση, κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους, υπερβαίνει ένα επίπεδο ενεργοποίησης που συνδέεται με την υπάρχουσα δυνατότητα πρόσβασης στην αγορά, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, ή, αλλά όχι συγχρόνως:

(β) εάν η τιμή με την οποία οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος δύνανται να εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος του μέλους που παρέχει την παραχώρηση, όπως καθορίζεται βάσει της τιμής εισαγωγής CIF του συγκεκριμένου φορτίου αποτιμημένης στο εγχώριο νόμισμα, είναι κατώτερη της τιμής ενεργοποίησης που ισούται με τη μέση τιμή αναφοράς των ετών 1986 έως 1988 για το υπό εξέταση προϊόν.

2. Προκειμένου να καθορισθεί ο όγκος των εισαγωγών που απαιτείται για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1, στοιχείο α) και της παραγράφου 4, λαμβάνονται υπόψη οι εισαγωγές στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της ισχύουσας και ελάχιστης πρόσβασης. Ωστόσο, οι εισαγωγές βάσει των εν λόγω υποχρεώσεων δεν θίγονται από πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται είτε βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α) και της παραγράφου 4 είτε βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο β) και της παραγράφου 5 κατωτέρω.

3. Οι αποστολές του υπό εξέταση προϊόντος, οι οποίες ήταν καθ` οδόν βάσει σύμβασης που αποτέλεσε αντικείμενο ρύθμισης πριν από την επιβολή του πρόσθετου δασμού, σύμφωνα με την παράγραφο 1, σημείο α) και την παράγραφο 4, απαλλάσσονται από το σχετικό πρόσθετο δασμό, υπό την προϋπόθεση ότι είναι δυνατόν να προστεθούν στον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά τη διάρκεια του επομένου έτους με στόχο την ενεργοποίηση των διατάξεων της παραγράφου 1, στοιχείο α) κατά το εν λόγω έτος.

4. Κάθε πρόσθετος δασμός που επιβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο α) διατηρείται μόνο έως το τέλος του έτους για το οποίο έχει επιβληθεί, και είναι δυνατόν να καθορίζεται μόνο σε επίπεδο που δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο του ύψους του συνήθους δασμού που ισχύει κατά το έτος που λαμβάνεται το μέτρο. Το επίπεδο ενεργοποίησης καθορίζεται σύμφωνα με το ακόλουθο διάγραμμα, το οποίο βασίζεται στις δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά, εκφραζόμενες ως το ποσοστό των εισαγωγών που αντιστοιχεί στην εγχώρια κατανάλωση κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία:

(α) στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν είναι κατώτερες ή ίσες με 10%, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 125%.

(β) στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν είναι ανώτερες από 10%, αλλά κατώτερες ή ίσες με 30%, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 110%.

(γ) στις περιπτώσεις που οι δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά για ένα προϊόν υπερβαίνουν το 30%, το βασικό επίπεδο ενεργοποίησης ισούται με 105%.

Σε όλες τις περιπτώσεις, ο πρόσθετος δασμός είναι δυνατόν να επιβληθεί σε οποιοδήποτε έτος, κατά τη διάρκεια του οποίου το απόλυτο μέγεθος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, που εισέρχεται στο τελωνειακό έδαφος του μέλους που χορηγεί τη παραχώρηση υπερβαίνει το άθροισμα του ανωτέρω βασικού επιπέδου ενεργοποίησης πολλαπλασιαζόμενου με τη μέση ποσότητα εισαγωγών κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (χ) και του απόλυτου μεγέθους της μεταβολής στην εγχώρια κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος κατά το πλέον πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (y), υπό την προϋπόθεση ότι το επίπεδο ενεργοποίησης δεν είναι κατώτερο του 105% της μέσης ποσότητας εισαγωγών, όπως εκτιμάται στο στοιχείο (χ) ανωτέρω.

5. Ο πρόσθετος δασμός που επιβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο β) καθορίζεται ως ακολούθως:

(α) εάν η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής CIF της αποστολής αποτιμούμενης σε εγχώριο νόμισμα (η οποία στο εξής καλείται “τιμή εισαγωγής”) και της τιμής ενεργοποίησης, όπως καθορίζεται στο ανωτέρω εδάφιο είναι μικρότερη ή ίση με το 10% της τιμής ενεργοποίησης, δεν επιβάλλεται πρόσθετος δασμός.

(β) εάν η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής και της τιμής ενεργοποίησης (που στο εξής καλείται “διαφορά”) είναι ανώτερη του 10% αλλά κατώτερη ή ίση με το 40% της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 30% του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 10%.

(γ) εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από 40% αλλά κατώτερη ή ίση με το 60% της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 50% του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 40%, συν τον πρόσθετο δασμό που επιβάλλεται βάσει του στοιχείου (β).

(δ) εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από 60% αλλά μικρότερη ή ίση με 75%, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 70% του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 60% της τιμής ενεργοποίησης συν τους πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων β) και γ).

(ε) εάν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από το 75% της τιμής ενεργοποίησης, ο πρόσθετος δασμός ισούται με το 90% του ποσού κατά το οποίο η διαφορά υπερβαίνει το 75% της τιμής συν τους πρόσθετους δασμούς που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων β), γ), και δ).

6. Όσον αφορά τα ευπαθή και εποχιακά προϊόντα, εφαρμόζονται οι όροι που καθορίζονται ανωτέρω κατά τρόπο ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων. Ειδικότερα, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται μικρότερα χρονικά διαστήματα βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο α) και της παραγράφου 4, όσον αφορά τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα κατά την περίοδο βάσης. Επίσης, βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο β), είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται διαφορετικές τιμές αναφοράς για διαφορετικά χρονικά διαστήματα.

7. Η λειτουργία της ειδικής ρήτρας διασφάλισης πραγματοποιείται κατά διαφανή τρόπο. Κάθε μέλος που λαμβάνει μέτρα βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο α), ανωτέρω, ενημερώνει γραπτώς, υποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία, την Επιτροπή Γεωργίας, όσο το δυνατό νωρίτερα και, εν πάση περιπτώσεις, εντός 10 ημερών από την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω μέτρων. Σε περιπτώσεις που οι μεταβολές στα μεγέθη κατανάλωσης πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ διαφορετικών δασμολογικών κλάσεων που αποτελούν αντικείμενο των δράσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 4, στα σχετικά στοιχεία περιλαμβάνονται οι πληροφορίες και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την κατανομή αυτών των μεταβολών. Οποιοδήποτε μέλος που λαμβάνει μέρος βάσει της παραγράφου 4 παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέλη την ευκαιρία να έρθουν σε συνεννόηση μαζί του σχετικά με τους όρους εφαρμογής των εν λόγω μέτρων. Κάθε μέλος που λαμβάνει μέτρα στο πλαίσιο της ανωτέρω παραγράφου 1, στοιχείο β), ενημερώνει γραπτώς, υποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία, την Επιτροπή Γεωργίας εντός 10 ημερών από την εφαρμογή του πρώτου σχετικού μέτρου ή, όσον αφορά τα ευπαθή και εποχιακά προϊόντα, του πρώτου μέτρου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Τα μέλη αναλαμβάνουν, στο μέτρο του δυνατού, την υποχρέωση να μην επικαλούνται τις διατάξεις της παραγράφου 1, στοιχείο β) σε περίπτωση που μειώνεται ο όγκος των εισαγωγών των εν λόγω προϊόντων. Και στις δύο περιπτώσεις, ένα μέλος που λαμβάνει τέτοιου είδους μέτρα παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέλη την ευκαιρία να έρθουν σε συνεννόηση μαζί του σχετικά με τους όρους εφαρμογής των εν λόγω μέτρων.

8. Σε περίπτωση που τα μέτρα λαμβάνονται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους 1 έως 7, τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην προσφεύγουν, όσον αφορά τα εν λόγω μέτρα, στις διατάξεις του άρθρου ΧΙΧ παράγραφοι 1, στοιχείο α) και 3 της GATT του 1994 ή του άρθρου 8 παράγραφος 2 της συμφωνίας για τα μέτρα διασφάλισης.

9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου παραμένουν σε ισχύ κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 20.

Μέρος IV Άρθρο 6

Υποχρεώσεις σχετικές με τις εσωτερικές ενισχύσεις

1. Οι υποχρεώσεις όσον αφορά τη μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων κάθε μέλους που περιλαμβάνονται στο μέρος IV του πίνακα εφαρμόζονται στο σύνολο των μέτρων εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων, με εξαίρεση τα εγχώρια μέτρα που δεν υπόκεινται σε μείωση βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στο παρόν άρθρο καθώς και στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων εκφράζονται βάσει της Συνολικής Αθροιστικής Μέτρησης Ενισχύσεων και των Ετησίων και Τελικών Επιπέδων Παγιοποιημένων Υποχρεώσεων”.

2. Σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την ενδιάμεση επανεξέταση, ήτοι ότι τα κρατικά μέτρα ενισχύσεων, άμεσα ή έμμεσα, για την ενθάρρυνση της γεωργικής και αγροτικής ανάπτυξης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των αναπτυξιακών προγραμμάτων των αναπτυσσομένων χωρών, οι επιδοτήσεις επενδύσεων που διατίθενται εν γένει, για τον τομέα της γεωργίας στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη και οι επιδοτήσεις γεωργικών εισροών που διατίθενται, γενικά, σε παραγωγούς με χαμηλό εισόδημα ή με περιορισμένους πόρους σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις μείωσης των εσωτερικών ενισχύσεων που θα εφαρμόζονταν διαφορετικά για τα εν λόγω μέτρα. Το ίδιο ισχύει για τις εσωτερικές ενισχύσεις που παρέχονται στους παραγωγούς αναπτυσσομένων χωρών μελών προκειμένου να ενθαρρυνθεί η αντικατάσταση της παράνομης καλλιέργειας φυτών με ναρκωτική δράση από άλλη καλλιέργεια. Οι εσωτερικές ενισχύσεις που πληρούν τα κριτήρια της παρούσας παραγράφου δεν απαιτείται να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής αθροιστικής μέτρησης ενισχύσεων ενός μέλους.

3. Κάποιο μέλος θεωρείται ότι τηρεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τη μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους στο οποίο οι εσωτερικές ενισχύσεις που χορηγεί σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων, αποτιμημένες σε τρέχουσα συνολική ΑΜΕ, δεν υπερβαίνουν το αντίστοιχο ετήσιο ή τελικό επίπεδο παγιοποιημένων υποχρεώσεων, που καθορίζεται στο μέρος IV του πίνακα του εν λόγω μέλους.

4. (α) Ένα μέλος δεν υποχρεούται να συμπεριλάβει στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ ούτε να μειώσει:

(i) τις εσωτερικές ενισχύσεις κατά προϊόν που θα απαιτείται διαφορετικά να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας αθροιστικής μέτρησης ενισχύσεων ενός μέλους, όταν οι εν λόγω ενισχύσεις δεν υπερβαίνουν το 5% της συνολικής αξίας παραγωγής ενός βασικού γεωργικού προϊόντος του εν λόγω μέλους, κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους, και

(ii) τις εσωτερικές ενισχύσεις που δεν αφορούν ένα συγκεκριμένο προϊόν και που θα απαιτείτο διαφορετικά να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της τρέχουσας ΑΜΕ ενός μέλους, όταν οι σχετικές ενισχύσεις δεν υπερβαίνουν το 5% της αξίας της συνολικής γεωργικής παραγωγής του εν λόγω μέλους.

(β) Για αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, το ελάχιστο ποσοστό βάσει της παρούσας παραγράφου ανέρχεται σε 10%.

5. (α) Οι άμεσες πληρωμές, στο πλαίσιο προγραμμάτων περιορισμού της παραγωγής, δεν υπόκεινται στην υποχρέωση μείωσης των εσωτερικών ενισχύσεων εάν:

(i) οι σχετικές πληρωμές βασίζονται σε καθορισμένες εκτάσεις και αποδόσεις, ή

(ii) οι σχετικές πληρωμές πραγματοποιούνται σε ποσοστό 85% το πολύ του βασικού επιπέδου παραγωγής, ή

(iii) οι πληρωμές που αφορούν το ζωϊκό κεφάλαιο πραγματοποιούνται βάσει καθορισμένου αριθμού κεφαλών.

(β) Η απΆλλαγή από την υποχρέωση μείωσης για άμεσες πληρωμές που πληρούν τα ανωτέρω κριτήρια εκφράζεται με την εξαίρεση της αξίας των άμεσων αυτών πληρωμών από τον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ ενός μέλους.

Άρθρο 7

Γενικές ρυθμίσεις σχετικές με τις εσωτερικές ενισχύσεις

1. Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων που δεν υπόκεινται σε υποχρεώσεις μείωσης, δεδομένου ότι πληρούν τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 2 της παρούσας συμφωνίας, εξακολουθούν να ισχύουν σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα.

2. (α) Τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών γεωργικών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων των σχετικών μέτρων, και τα μέτρα που εισάγονται σε μεταγενέστερο στάδιο και για τα οποία δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας ή ότι δύνανται να εξαιρεθούν από την υποχρέωση μείωσης βάσει των λοιπών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό της τρέχουσας συνολικής ΑΜΕ του συγκεκριμένου μέλους.

(β) Σε περιπτώσεις που δεν υφίσταται υποχρέωση σχετική με τη συνολική ΑΜΕ στο μέρος IV του πίνακα ενός μέλους, το συγκεκριμένο μέλος δεν παρέχει ενισχύσεις σε παραγωγούς γεωργικών προϊόντων πέραν του σχετικού ελάχιστου επιπέδου που καθορίζεται στο άρθρο 6, παράγραφος 4.

Μέρος V Άρθρο 8

Υποχρεώσεις σχετικές με τον ανταγωνισμό κατά τις εξαγωγές

Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει εξαγωγικές επιδοτήσεις μόνο βάσει της παρούσας συμφωνίας και των αναλήψεων υποχρεώσεων, όπως καθορίζονται στον πίνακά του.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις Εξαγωγικών Επιδοτήσεων

1. Οι ακόλουθες εξαγωγικές επιδοτήσεις αποτελούν αντικείμενο αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση βάσει της παρούσας συμφωνίας:

(α) η χορήγηση από τις δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους άμεσων επιδοτήσεων, συμπεριλαμβανομένων πληρωμών σε είδος, προς επιχείρηση, κλάδο παραγωγής, παραγωγούς ενός γεωργικού προϊόντος, συνεταιρισμό ή άλλη ένωση παραγωγών ή σε φορέα εμπορίας, ανάλογα με τις εξαγωγικές επιδόσεις.

(β) η πώληση ή διάθεση για εξαγωγή από δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους, αποθεμάτων γεωργικών προϊόντων για μη εμπορικούς σκοπούς, σε τιμή χαμηλότερη από την αντίστοιχη τιμή που επιβάλλεται για ομοειδή προϊόντα σε αγοραστές, στην εσωτερική αγορά

(γ) πληρωμές κατά την εξαγωγή γεωργικού προϊόντος που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο κυβερνητικών δράσεων, οι οποίες είτε αποτελούν δημοσιονομική επιβάρυνση είτε όχι, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών που χρηματοδοτούνται από το προϊόν των εισφορών που επιβάλλονται στο συγκεκριμένο γεωργικό προϊόν ή σε γεωργικό προϊόν από το οποίο προέρχεται το εξαγόμενο προϊόν.

(δ) η παροχή επιδοτήσεων που αποσκοπούν στη μείωση του κόστους εμπορίας εξαγωγών γεωργικών προϊόντων (εκτός των υπηρεσιών προώθησης των εξαγωγών και παροχής συμβουλών που διατίθενται ευρέως), συμπεριλαμβανομένων των δαπανών διαχείρισης, βελτίωσης της ποιότητας και λοιπών δαπανών μεταποίησης καθώς και των δαπανών διεθνών μεταφορών και ναύλων.

(ε) η κάλυψη εξόδων εσωτερικής μεταφοράς και ναύλων φορτίων που προορίζονται για εξαγωγή, εκ μέρους ή με εντολή του Δημοσίου υπό ευνοϊκότερους όρους από αυτούς που ισχύουν για τα φορτία που προορίζονται για την εσωτερική αγορά

(στ) επιδοτήσεις για γεωργικά προϊόντα που εξαρτώνται από την ενσωμάτωση των εν λόγω προϊόντων σε εξαγόμενα προϊόντα

2. (α) Με εξαίρεση τις διατάξεις του στοιχείου (β) ανωτέρω, τα επίπεδα αναλήψεων υποχρεώσεων που αφορούν τις εξαγωγικές επιδοτήσεις, για κάθε της περιόδου εφαρμογής, όπως καθορίζονται στον πίνακα μέλους, αντιπροσωπεύουν όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

(i) στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση των δημοσιονομικών δαπανών, το ανώτατο επίπεδο δαπανών για τις σχετικές επιδοτήσεις που είναι δυνατόν να προβλεφθούν ή να πραγματοποιηθούν κατά το συγκεκριμένο έτος, σε σχέση με το υπό εξέταση γεωργικό προϊόν ή ομάδα προϊόντων και

(ii) στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση της ποσότητας των εξαγωγών, την ανώτατη ποσότητα ενός γεωργικού προϊόντος ή ομάδας σε σχέση με την οποία είναι δυνατόν να χορηγηθούν οι εν λόγω εξαγωγικές επιδοτήσεις κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

(β) Κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής, από το δεύτερο έως το πέμπτο, ένα μέλος δύναται να χορηγεί, εντός δεδομένου έτους, εξαγωγικές επιδοτήσεις ανώτερες από τα αντίστοιχα ετήσια επίπεδα αναλήψεων υποχρεώσεων, όσον αφορά τα προϊόντα ή τις ομάδες προϊόντων που καθορίζονται στο μέρος IV του πίνακα του εν λόγω μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι:

(i) τα συγκεντρωτικά ποσά των δημοσιονομικών δαπανών για τις εν λόγω επιδοτήσεις, από την αρχή της περιόδου υλοποίησης έως το υπό εξέταση έτος, δεν υπερβαίνουν τα συγκεντρωτικά ποσά που θα ήταν δυνατόν να προκύψουν από την απόλυτη τήρηση των σχετικών ετησίων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων για τις δαπάνες που καθορίζονται στον πίνακα του μέλους σε ποσοστό ανώτερο του 3% των σχετικών δημοσιονομικών δαπανών, κατά την περίοδο βάσης.

(ii) οι συνολικές ποσότητες που υπάγονται στο ευνοϊκό καθεστώς των σχετικών εξαγωγικών επιδοτήσεων, από την αρχή της περιόδου εφαρμογής έως το υπό εξέταση έτος, δεν υπερβαίνουν τις συνολικές ποσότητες που θα ήταν δυνατόν να προκύψουν από την πλήρη τήρηση των σχετικών ετησίων επιπέδων αναλήψεων υποχρεώσεων για τις ποσότητες που καθορίζονται στον πίνακα του μέλους σε ποσοστό ανώτερο του 1,75% των ποσοτήτων κατά την περίοδο βάσης

(iii) τα συνολικά αθροιστικά ποσά των δημοσιονομικών δαπανών για τις σχετικές εξαγωγικές επιδοτήσεις και οι ποσότητες που απολαύουν των εν λόγω επιδοτήσεων κατά τη διάρκεια της συνολικής περιόδου εφαρμογής δεν υπερβαίνουν τα συνολικά ποσά που θα προέκυπταν αν υπήρχε πλήρης συμμόρφωση με τα σχετικά επίπεδα των ετησίων αναλήψεων υποχρεώσεων που καθορίζονται στον πίνακα του συγκεκριμένου μέλους, και

(iv) οι δημοσιονομικές δαπάνες του συγκεκριμένου μέλους για εξαγωγικές επιδοτήσεις και οι ποσότητες που απολαύουν των σχετικών επιδοτήσεων κατά τη λήξη της περιόδου εφαρμογής, δεν υπερβαίνουν αντίστοιχα το 64% και το 79% των επιπέδων της περιόδου βάσης, από το 1986 έως το 1990. Όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη τα ποσοστά αυτά ανέρχονται σε 76 και 86%, αντίστοιχα.

3. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων σχετικά με τους περιορισμούς όσον αφορά τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαγωγικών επιδοτήσεων είναι αυτές που ορίζονται στους πίνακες.

4. Κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, οι αναπτυσσόμενες, χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να αναλαμβάνουν υποχρεώσεις σχετικές με τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, στοιχεία (δ) και (ε), υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω επιδοτήσεις δεν εφαρμόζονται έτσι ώστε να καταστρατηγούνται οι αναλήψεις υποχρεώσεων για μείωση.

Άρθρο 10

Πρόληψη της καταστρατήγησης των αναλήψεων υποχρεώσεων όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις

1. Οι εξαγωγικές επιδοτήσεις που δεν αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1 δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να προκαλούν ή να υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν την καταστρατήγηση των αναλήψεων υποχρεώσεων, όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις. Επίσης, δεν χρησιμοποιούνται συνΆλλαγές μη εμπορικού χαρακτήρα για την καταστρατήγηση των εν λόγω αναλήψεων υποχρεώσεων.

2. Τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καταβάλλουν προσπάθειες για τη θέσπιση ρυθμίσεων σε διεθνές επίπεδο, οι οποίες θα διέπουν την παροχή εξαγωγικών πιστώσεων, εγγυήσεων εξαγωγικών πιστώσεων ή τα προγράμματα ασφάλισης και, εφόσον επιτευχθεί συμφωνία σχετική με τις εν λόγω ρυθμίσεις, να παρέχουν εξαγωγικές πιστώσεις, εγγυήσεις εξαγωγικών πιστώσεων ή προγράμματα ασφάλισης, μόνο σύμφωνα με αυτές.

3. Κάθε μέλος που ισχυρίζεται ότι δεν έχει επιδοτηθεί οποιαδήποτε ποσότητα εξαγωγών καθ` υπέρβαση του επιπέδου αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση, οφείλει να αποδείξει ότι δεν έχει χορηγηθεί εξαγωγική επιδότηση σχετικά με την εν λόγω ποσότητα εξαγωγών, ανεξάρτητα από το αν αυτή αναφέρεται ή όχι στο άρθρο 9.

4. Τα μέλη, τα οποία είναι χορηγοί διεθνούς επισιτιστικής βοήθειας εξασφαλίζουν:

(α) ότι η παροχή διεθνούς επισιτιστικής βοήθειας δεν συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με εμπορικές εξαγωγές γεωργικών προϊόντων σε δικαιούχες χώρες

(β) ότι οι συνΆλλαγές που αφορούν τη διεθνή επισιτιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένης της διμερούς επισιτιστικής βοήθειας εκφραζόμενης σε χρηματικά ποσά, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις “Αρχές του FAO επί θεμάτων διάθεσης των πλεονασμάτων και των συμβουλευτικών υποχρεώσεων”, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση του συστήματος των συνήθων απαιτήσεων εμπορίας (ΣΑΕ), και

(γ) ότι η σχετική βοήθεια παρέχεται, στο μέτρο του δυνατού, υπό μορφή μη επιστρεπτέας χορήγησης ή υπό όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς από αυτούς που προβλέπονται στο άρθρο IV της Σύμβασης Επισιτιστικής Βοήθειας του 1986.

Άρθρο 11

Ενσωματωμένα Προϊόντα

Σε καμία περίπτωση η κατά μονάδα επιδότηση, που χορηγείται σε ενσωματωμένο γεωργικό πρωτογενές προϊόν, δεν δύναται να υπερβαίνει την κατά μονάδα εξαγωγική επιδότηση που θα ήταν δυνατόν να χορηγηθεί για τις εξαγωγές του πρωτογενούς προϊόντος.

Μέρος VI Άρθρο 12

Ρυθμίσεις για τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς των εξαγωγών

1. Σε περίπτωση που ένα μέλος επιβάλλει νέα απαγόρευση ή περιορισμό επί των εξαγωγών όσον αφορά τα είδη διατροφής, σύμφωνα με το άρθρο ΧΙ, παράγραφος 2, στοιχείο α) της GATT του 1994, το μέλος αυτό τηρεί τις ακόλουθες διατάξεις:

(α) το μέλος που επιβάλλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό επί των εξαγωγών λαμβάνει δεόντως υπόψη τις επιπτώσεις της σχετικής απαγόρευσης ή περιορισμού στην επισιτιστική ασφάλεια των μελών εισαγωγέων

(β) προτού οποιοδήποτε μέλος επιβάλει απαγόρευση ή περιορισμό στις εξαγωγές, υποβάλλει το συντομότερο δυνατό γραπτή ανακοίνωση στην Επιτροπή Γεωργίας, στην οποία περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικές με τη φύση και τη διάρκεια του εν λόγω μέτρου και, όταν του ζητηθεί, διενεργεί διαβουλεύσεις με κάθε άλλο μέλος το οποίο, ως εισαγωγέας, έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για θέματα που αφορούν το συγκεκριμένο μέτρο. Το μέλος το οποίο επιβάλλει τη σχετική απαγόρευση ή περιορισμό στις εξαγωγές παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, στο εν λόγω μέλος όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.

2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, εκτός αν το μέτρο λαμβάνεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος η οποία εισάγει αποκλειστικά το συγκεκριμένο προϊόν διατροφής.

Μέρος VII Άρθρο 13

Δέουσα μετριοπάθεια

Κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της GATT του 1994 και της Συμφωνίας για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα (που καλείται στο παρόν άρθρο “συμφωνία για τις επιδοτήσεις”):

(α) τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του παραρτήματος 2 της παρούσας συμφωνίας:

(i) συνιστούν επιδοτήσεις για τις οποίες δεν είναι δυνατόν να ζητηθεί έννομη προστασία με στόχο την εφαρμογή των αντισταθμιστικών δασμών.

(ii) εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI της GATT του 1994 και στο μέρος ΙΙΙ της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, και

(iii) εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στην ολική ή μερική αναίρεση, χωρίς παραβίαση, των οφελών που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις που ισχύουν για άλλο μέλος, βάσει του άρθρου ΙΙ της GATT του 1994, κατά την έννοια του άρθρου ΧΧΙΙΙ παράγραφος 1, στοιχείο β) της GATT του 1994

(β) τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων, που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων πληρωμών που πληρούν τους όρους της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, όπως εμφανίζονται στον πίνακα κάθε μέλους, καθώς και οι εσωτερικές ενισχύσεις εντός των ελαχίστων ορίων και σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2:

(i) εξαιρούνται από την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών εκτός εάν διαπιστωθεί σοβαρή ζημία ή κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο VI της GATT του 1994 και το μέρος V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις. Όσον αφορά, την έναρξη έρευνας για τους αντισταθμιστικούς δασμούς θα πρέπει να επιδεικνύεται μετριοπάθεια

(ii) εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI, παράγραφος 1 της GATT του 1994 ή στα άρθρα 5 και 6 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων δεν χορηγούνται ενισχύσεις σε συγκεκριμένο εμπόρευμα ανώτερες από το επίπεδο που αποφασίσθηκε κατά τη διάρκεια του έτους εμπορίας 1992,

(iii) εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στην ολική ή μερική αναίρεση, χωρίς παραβίαση, των οφελών που αφορούν δασμολογικές παραχωρήσεις υπέρ άλλου μέλους βάσει του άρθρου ΙΙ της GATT του 1994, κατά την έννοια του άρθρου ΧΧΙΙΙ, παράγραφος 1, στοιχείο β) της GATT του 1994, υπό την προϋπόθεση ότι στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων δεν χορηγούνται ενισχύσεις σε συγκεκριμένο εμπόρευμα ανώτερες από το επίπεδο που αποφασίσθηκε κατά τη διάρκεια του έτους εμποτίας 1992.

(γ) οι εξαγωγικές επιδοτήσεις που βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις του μέρους V της παρούσας συμφωνίας, που περιλαμβάνεται στον πίνακα κάθε μέλους:

(i) υπόκεινται στην επιβολή αντισταθμιστικών δασμών μόνον κατά τη διαπίστωση σοβαρής ζημίας ή κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, βάσει του μεγέθους, των επιπτώσεων στις τιμές ή της συνεπαγόμενης επίδρασης σύμφωνα με το άρθρο VI της GATT του 1994 και του μέρους V της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις, ενώ για την έναρξη έρευνας σχετικής με τους αντισταθμιστικούς δασμούς θα πρέπει να επιδεικνύεται μετριοπάθεια, και

(ii) εξαιρούνται από δράσεις που βασίζονται στο άρθρο XVI της GATT του 1994 ή στα άρθρα 3, 5 και 6 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις

Μέρος VIII Άρθρο 14

Υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα

Τα μέλη συμφωνούν να θέσουν σε ισχύ τη συμφωνία για την εφαρμογή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων.

Μέρος ΙΧ Άρθρο 15

Ειδική και διακριτική μεταχείριση

1. Λαμβάνοντας υπόψη την παραδοχή ότι η διακριτική και ευνοϊκότερη μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών μελών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαπραγμάτευσης, παρέχεται ειδική και διακριτική μεταχείριση, όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και τους πίνακες παραχωρήσεων και αναλήψεων υποχρεώσεων.

2. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έχουν τη δυνατότητα να υλοποιήσουν τις αναλήψεις υποχρεώσεων για μειώσεις εντός προθεσμίας έως και 10 ετών. Δεν απαιτείται από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη να αναλάβουν υποχρεώσεις για μειώσεις.

Μέρος Χ Άρθρο 16

Λιγότερο ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής

1. Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη προβαίνουν στις ενέργειες που προβλέπονται στο πλαίσιο της απόφασης για τα μέτρα που αφορούν τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις του προγράμματος μεταρρυθμίσεων για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και τις αναπτυσσόμενες χώρες που εισάγουν αποκλειστικά είδη διατροφής.

2. Η επιτροπή γεωργίας παρακολουθεί, όπως αρμόζει, τη συνέχεια που δίνεται σ` αυτήν την απόφαση.

Μέρος ΧΙ Άρθρο 17

Επιτροπή Γεωργίας

Συστήνεται επιτροπή γεωργίας.

Άρθρο 18

Επανεξέταση της εφαρμογής των αναλήψεων υποχρεώσεων

1. Η επιτροπή γεωργίας εξετάζει την πρόοδο εφαρμογής των αναλήψεων υποχρεώσεων που αποτέλεσαν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων, στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων του Γύρου της Ουρουγουάης.

2. Η διαδικασία επανεξέτασης διεξάγεται βάσει γνωστοποιήσεων που υποβάλλονται από μέλη σχετικά με τα εν λόγω θέματα και σε χρονικά διαστήματα που θα καθορισθούν καθώς και βάσει της τεκμηρίωσης που ενδέχεται να ζητηθεί από τη Γραμματεία, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία επανεξέτασης.

3. Εκτός από τις γνωστοποιήσεις που υποβάλλονται βάσει της παραγράφου 2, γνωστοποιούνται εγκαίρως τυχόν νέα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων ή τροποποιήσεις υφιστάμενων μέτρων, για τα οποία ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων. Στη γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνονται στοιχεία σχετικά με τα νέα ή τροποποιημένα μέτρα καθώς και με τη συμβατότητα αυτών με τα συμφωνηθέντα κριτήρια, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 ή στο παράρτημα 2.

4. Κατά τη διαδικασία επανεξέτασης, τα μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη την επίδραση των εξαιρετικά υψηλών ποσοστών πληθωρισμού στη δυνατότητα των μελών να τηρούν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τις εσωτερικές ενισχύσεις.

5. Τα μέλη συμφωνούν να προβαίνουν ετησίως σε διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της επιτροπής γεωργίας σχετικά με τη συμμετοχή τους στον κανονικό ρυθμό αύξησης του παγκοσμίου εμπορίου γεωργικών προϊόντων στο πλαίσιο των αναλήψεων υποχρεώσεων για τις εξαγωγικές επιδοτήσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας.

6. Η διαδικασία επανεξέτασης παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη να θίγουν οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεων, όπως ορίζεται στην παρούσα συμφωνία.

7. Κάθε μέλος δύναται να θέσει υπόψη της επιτροπής γεωργίας οποιοδήποτε μέτρο θεωρεί ότι όφειλε να έχει γνωστοποιηθεί από άλλο μέλος.

Άρθρο 19

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται βάσει της συμφωνίας σχετικά με την επίλυση διαφορών, ισχύουν για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

Μέρος ΧΙΙ Άρθρο 20

Συνέχιση της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων

Αναγνωρίζοντας ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος των ουσιαστικών προοδευτικών μειώσεων, όσον αφορά τις ενισχύσεις και την προστασία που συνεπάγονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις αποτελεί συνεχιζόμενη διαδικασία, τα μέλη συμφωνούν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη συνέχιση της διαδικασίας, ένα έτος πριν από τη λήξη της περιόδου εφαρμογής, λαμβάνοντας υπόψη:

(α) τη μέχρι τότε εμπειρία από την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση

(β) τις επιπτώσεις των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση στο διεθνές εμπόριο στον τομέα της γεωργίας

(γ) θέματα που δεν αφορούν το εμπόριο, την ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσομένων χωρών μελών και το στόχο καθιέρωσης δικαίου και βασισμένου στην αγορά καθεστώτος συνΆλλαγών στον τομέα της γεωργίας, καθώς και τους λοιπούς στόχους και θέματα που αναφέρονται στο προοίμιο της παρούσας συμφωνίας, και

(δ) τις περαιτέρω αναλήψεις υποχρεώσεων που απαιτούνται για την επίτευξη των προαναφερομένων μακροπρόθεσμων στόχων

Μέρος ΧΙΙΙ Άρθρο 21

Τελικές διατάξεις

1. Εφαρμόζονται οι διατάξεις της GATT του 1994 και άλλων πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΑ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

2. Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστα μέρη αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ

1. Η παρούσα συμφωνία καλύπτει τα εξής προϊόντα:

(i) Κεφάλαια 1 έως 24 του ΕΣ εκτός των ψαριών και των προϊόντων αλιείας, συν

(ii) Κωδικός ΕΣ 2905.43 (μαννιτόλη) Κωδικός ΕΣ 2905.44 (σορβιτόλη) Κωδικός ΕΣ 33.01 (αιθέρια έλαια) Κλάσεις ΕΣ 35.01 έως 35.05 (λευκοματώδεις ύλες, προϊόντα με βάση τα  τροποποιημένα άμυλα, κάθε  είδους κόλλες)

Κωδικός ΕΣ 3809.10 (προϊόντα για το κολλάρισμα ή το τελείωμα)  Κωδικός ΕΣ 3823.60 (σορβιτόλη άλλη από εκείνη της διάκρισης 2905.44)

Κλάσεις ΕΣ 41.01 έως 41.03 (δέρματα)

Κλάση ΕΣ 43.01 (γουνοδέρματα ακατέργαστα)

Κλάσεις ΕΣ 50.01 έως 50.03 (μετάξι ακατέργαστο και απορρίμματα από μετάξι)

Κλάσεις ΕΣ 51.01 έως 51.03 (μαλλί και τρίχες)

Κλάσεις ΕΣ 52.01 έως 52.03 (βαμβάκι ακατέργαστο, απορρίμματα από βαμβάκι,  βαμβάκι λαναρισμένο ή  χτενισμένο)

Κλάση ΕΣ 53.01 (λινάρι ακατέργαστο)  Κλάση ΕΣ 53.02 (κάνναβις ακατέργαστη)

2. Τα ανωτέρω δεν περιορίζουν τον αριθμό περοϊόντων που καλύπτονται από τη συμφωνία για την εφαρμογή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: Η ΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΜΕΙΩΣΕΩΝ

1. Τα μέτρα εσωτερικών ενισχύσεων για τα οποία ζητείται εξαίρεση από τις υποχρεώσεις επιβολής μειώσεων πληρούν το βασικό όρο, ήτοι ότι οι επιπτώσεις τους στρέβλωση των εμπορικών συνΆλλαγών ή στην παραγωγή είναι μηδενικές ή, το πολύ, ελάχιστες. Συνεπώς, όλα τα μέτρα για τα οποία ζητείται εξαίρεση πληρούν τα ακόλουθα βασικά κριτήρια:

(α) Οι σχετικές ενισχύσεις παρέχονται στο πλαίσιο κυβερνητικού προγράμματος που χρηματοδοτείται από πόρους του δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων των διαφυγόντων δημοσιονομικών εσόδων) μη περιλαμβανομένων μεταβιβάσεων από καταναλωτές

(β) οι σχετικές ενισχύσεις δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στήριξη τιμών υπέρ των παραγωγών.

Επίσης, τα εν λόγω μέτρα πληρούν τα συγκεκριμένα για κάθε πολιτική κριτήρια και όρους που αναφέρονται στη συνέχεια.

Προγράμματα δημοσίων υπηρεσιών

2. Γενικές υπηρεσίες

Οι πολιτικές της συγκεκριμένης κατηγορίας αφορούν δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικά με προγράμματα, στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται υπηρεσίες ή οφέλη στον τομέα της γεωργίας ή στους αγρότες. Δεν περιλαμβάνουν άμεσες πληρωμές σε παραγωγούς ή μεταποιητές. Τα εν λόγω προγράμματα, τα οποία περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται στον ακόλουθο κατάλογο, ικανοποιούν τα γενικά κριτήρια της ανωτέρω παραγράφου 1 και, ενδεχομένως, τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις για κάθε πολιτική που ορίζονται στη συνέχεια:

α) έρευνα, συμπεριλαμβανομένης της γενικής έρευνας, έρευνα σχετική με περιβαλλοντικά προγράμματα και ερευνητικά προγράμματα που αφορούν συγκεκριμένα προϊόντα.

(β) έλεγχος παρασίτων και νόσων συμπεριλαμβανομένων των γενικών και ειδικών για κάθε προϊόν μέτρων ελέγχου παρασίτων και νόσων, όπως τα συστήματα έγκαιρης διάγνωσης, η θέση σε απομόνωση και εξάλειψη.

(γ) υπηρεσίες κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένων των γενικών και εξειδικευμένων προγραμμάτων κατάρτισης.

(δ) υπηρεσίες γενικών εφαρμογών και παροχής συμβουλών συμπεριλαμβανομένης της παροχής μέσων για τη διευκόλυνση της μεταβίβασης πληροφοριών και ερευνητικών αποτελεσμάτων στους παραγωγούς και στους καταναλωτές.

(ε) υπηρεσίες επιθεώρησης περιλαμβανομένων των γενικών υπηρεσιών επιθεώρησης και του ελέγχου συγκεκριμένων προϊόντων για λόγους υγείας, ασφάλειας, ελέγχου της ποιότητας ή τυποποίησης.

(στ) υπηρεσίες εμπορίας και προώθησης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών των σχετικών με τις αγορές της παροχής συμβουλών και της προώθησης συγκεκριμένων προϊόντων, αλλά εξαιρουμένων των δαπανών για μη καθορισμένους λόγους που θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν από τους πωλητές για τη μείωση της τιμής πώλησης ή για την παροχή άμεσου οικονομικού οφέλους σε αγοραστές, και

(ζ) υπηρεσίες υποδομών, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων ηλεκτροδότησης, των οδών και άλλων μέσων μεταφοράς των εγκαταστάσεων αγοράς και των λιμενικών εγκαταστάσεων, των δικτύων ύδρευσης, των φραγμάτων και συστημάτων αποχέτευσης, καθώς και έργα υποδομών που συνδέονται με προγράμματα προστασίας του περιβάλλοντος. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι δαπάνες προορίζονται μόνο για την παροχή ή κατασκευή βασικού εξοπλισμού και δεν περιλαμβάνουν την επιδοτούμενη παροχή εγκαταστάσεων γεωργικών εκμεταλλεύσεων εκτός αυτών που προορίζονται για τη δικτύωση εγκαταστάσεων κοινής ωφελείας. Δεν περιλαμβάνονται επιδοτήσεις για εισροές ή λειτουργικές δαπάνες, ή η επιβολή προτιμησιακών τελών στους παραγωγούς.

3. Δημόσια αποθέματα για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας

Δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικές με τη σώρευση και κατοχή αποθεμάτων προϊόντων που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας το οποίο καθορίζεται στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας. Στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, είναι δυνατόν να περιλαμβάνεται η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθήκευση προϊόντων.

Ο όγκος και η σώρευση των σχετικών αποθεμάτων αντιστοιχεί σε προκαθορισμένους στόχους, που συνδέονται αποκλειστικά με την επισιτιστική ασφάλεια. Η διαδικασία σώρευσης και διάθεσης αποθεμάτων είναι από χρηματοδοτικής απόψεως, διαφανής. Οι αγορές ειδών διατροφής από δημόσιες αρχές πραγματοποιούνται σε τρέχουσες τιμές αγοράς και οι πωλήσεις από τα αποθέματα επισιτιστικής ασφάλειας, πραγματοποιούνται σε τιμές όχι κατώτερες από τις τιμές που ισχύουν στην εσωτερική αγορά για το υπό εξέταση προϊόν και ποιότητα.

4. Εσωτερική επισιτιστική βοήθεια

Δαπάνες (ή διαφυγόντα έσοδα) σχετικά με τη χορήγηση εσωτερικής επισιτιστικής βοήθειας σε τμήματα του πληθυσμού που βρίσκονται σε ανάγκη.

Το δικαίωμα απολαβής επισιτιστικής βοήθειας βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια που αφορούν τους στόχους διατροφής. Η εν λόγω βοήθεια συνίσταται στην απευθείας χορήγηση τροφίμων στους δικαιούχους ή στην παροχή των αναγκαίων μέσων προκειμένου να καταστεί δυνατό στους αποδέκτες που πληρούν τα κριτήρια να αγοράσουν τρόφιμα σε τιμές αγοράς ή σε επιδοτούμενες τιμές. Οι αγορές τροφίμων από τις δημόσιες αρχές πραγματοποιούνται σε τρέχουσες τιμές αγοράς ενώ η χρηματοδότηση και η διαχείριση της βοήθειας συνιστούν διαφανείς διαδικασίες.

5. Άμεσες πληρωμές σε παραγωγούς.

Οι ενισχύσεις που παρέχονται μέσω άμεσων πληρωμών (ή διαφυγόντων εσόδων, συμπεριλαμβανομένων πληρωμών σε είδος) για τις οποίες ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων ικανοποιούν τα βασικά κριτήρια που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 1, πέραν των συγκεκριμένων κριτηρίων που εφαρμόζονται σε μεμονωμένες κατηγορίες άμεσων πληρωμών, όπως ορίζονται στις κατωτέρω παραγράφους 6 έως 13. Στις περιπτώσεις που ζητείται εξαίρεση από την επιβολή μειώσεων για υφιστάμενες ή νέες άμεσες πληρωμές, εκτός αυτών που αναφέρονται στις παραγράφους 6 έως 13, είναι αναγκαίο να πληρούνται τα κριτήρια (β) έως (ε) της παραγράφου 6, πέρα των γενικών κριτηρίων που καθορίζονται στην παράγραφος 1.

6. Ενίσχυση ανεξάρτητη του εισοδήματος

(α) Η επιλεξιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια όπως το εισόδημα, η ιδιότητα του δικαιούχου ως παραγωγού ή γαιοκτήμονα, η χρησιμοποίηση των συντελεστών παραγωγής ή το επίπεδο παραγωγής σε καθορισμένη και σταθερή περίοδο βάσης.

(β) Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε ένα δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στον τύπο ή όγκο της παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτος μετά την περίοδο βάσης.

(γ) Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε οποιοδήποτε έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που εφαρμόζονται στην παραγωγή προϊόντων, κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

(δ) Το ύψος των σχετικών πληρωμών δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στους συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

(ε) Για την απολαβή των σχετικών πληρωμών δεν απαιτείται η παραγωγή προϊόντων.

7. Χρηματοδοτική συμμετοχή της κυβέρνησης σε προγράμματα εγγύησης των εισοδημάτων και σε προγράμματα τα οποία θεσπίζουν μηχανισμό ασφάλειας των εισοδημάτων.

(α) Η επιλεξιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές καθορίζεται βάσει της απώλειας εισοδήματος, λαμβανομένου υπόψη μόνο του εισοδήματος που προέρχεται από τη γεωργία, που υπερβαίνει το 30% του μέσου ακαθάριστου εισοδήματος ή του ισοδύναμου σε όρους καθαρού εισοδήματος (εξαιρουμένων τυχόν πληρωμών από τα ίδια ή παρόμοια προγράμματα) κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών ή ενός μέσου όρου τριών ετών που εκτιμάται βάσει των προηγουμένων πέντε ετών, αποκλειομένης της μεγαλύτερης και της μικρότερης τιμής. Όλοι οι παραγωγοί που πληρούν αυτή την προϋπόθεση έχουν δικαίωμα να απολαβής των σχετικών πληρωμών.

(β) Το ποσό των σχετικών πληρωμών αντισταθμίζει σε ποσοστό κατώτερο του 70% την απώλεια εισοδήματος του παραγωγού κατά το έτος για το οποίο ο παραγωγός αποκτά το δικαίωμα απολαβής της σχετικής βοήθειας.

(γ) Το ύψος των σχετικών πληρωμών εξαρτάται αποκλειστικά από το εισόδημα. Δεν συνδέεται με τον τύπο ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό ούτε με τις εγχώριες και διεθνείς τιμές που εφαρμόζονται στην εν λόγω παραγωγή ούτε με τους χρησιμοποιούμενους συντελεστές παραγωγής.

(δ) Στην περίπτωση που καταβάλλονται σε ένα παραγωγό, κατά το ίδιο έτος, πληρωμές βάσει τόσο της παρούσας παραγράφου όσο και της παραγράφου 8 (ενισχύσεις για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών), το ύψος του συνόλου των σχετικών καταβολών επιβάλλεται να είναι κατώτερο από το 100% της συνολικής απώλειας του παραγωγού.

8. Πληρωμές (που πραγματοποιούνται είτε απευθείας είτε μέσω χρηματοδοτικής συμμετοχής του κράτους σε προγράμματα ασφάλειας καλλιεργειών) με στόχο την ανακούφιση από τις φυσικές καταστροφές.

(α) Η επιλεξιμότητα για τις εν λόγω πληρωμές βασίζεται στην επίσημη αναγνώριση από πλευράς των δημοσίων αρχών ότι έχει πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιείται φυσική ή παρόμοια καταστροφή (συμπεριλαμβανομένων των επιδημιών, της προσβολής από παράσιτα, των πυρηνικών ατυχημάτων και πολεμικών συγκρούσεων στα εδάφη του συγκεκριμένου μέλους) και καθορίζεται βάσει απώλειας παραγωγής που υπερβαίνει το 30% της μέσης παραγωγής κατά την προηγούμενη τριετή περίοδο ή του μέσου όρου τριών ετών που βασίζεται στην προηγούμενη πενταετή περίοδο, αποκλειομένης της υψηλότερης και χαμηλότερης τιμής.

(β) Η καταβολή πληρωμών ύστερα από μία καταστροφή πραγματοποιείται μόνον όσον αφορά τις απώλειες εισοδήματος, ζωϊκού κεφαλαίου (συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών που αφορούν την κτηνιατρική περίθαλψη των ζώων), γης ή άλλων συντελεστών παραγωγής, εξαιτίας της εν λόγω φυσικής καταστροφής.

(γ) Οι πληρωμές δεν παρέχουν αντιστάθμισμα ανώτερο από το συνολικό κόστος αποκατάστασης των σχετικών απωλειών, και δεν απαιτούν ούτε προσδιορίζουν τον τύπο ή την ποσότητα της μελλοντικής παραγωγής.

(δ) Οι πληρωμές που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια μιας καταστροφής δεν υπερβαίνουν το επίπεδο που απαιτείται για την πρόληψη ή άμβλυση των περαιτέρω απωλειών όπως ορίζονται στο ανωτέρω κριτήριο (β).

(ε) Σε περίπτωση που καταβάλλονται σε έναν παραγωγό, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, πληρωμές τόσο βάσει της παρούσας παραγράφου όσο και της παραγράφου 7 (προγράμματα εγγύησης εισοδημάτων και δημιουργίας μηχανισμών προστασίας εισοδημάτων), το σύνολο των εν λόγω πληρωμών επιβάλλεται να είναι κατώτερο του 100% της συνολικής ζημίας του παραγωγού.

9. Ενίσχυση διαρθρωτικών προσαρμογών που παρέχεται μέσω των προγραμμάτων συνταξιοδότησης των παραγωγών.

(α) Η επιλεξιμότητα για τέτοιου είδους πληρωμές καθορίζεται βάσει σαφώς καθορισμένων κριτηρίων, στο πλαίσιο προγραμμάτων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της συνταξιοδότησης ατόμων που απασχολούνται στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς, ή τη μετακίνησή τους σε μη γεωργικές δραστηριότητες.

(β) Προϋπόθεση της πραγματοποίησης των πληρωμών είναι η ολοκληρωτική και μόνιμη αποχώρηση των δικαιούχων από τη γεωργική παραγωγή για εμπορικούς σκοπούς.

10. Ενίσχυση διαρθρωτικών προσαρμογών που παρέχεται στο πλαίσιο προγραμμάτων απόσυρσης παραγωγικών πόρων

(α) Η επιλεξιμότητα για τις σχετικές πληρωμές καθορίζεται βάσει σαφώς καθορισμένων κριτηρίων, στο πλαίσιο προγραμμάτων που αποσκοπούν στην απόσυρση των γαιών και άλλων πόρων συμπεριλαμβανομένου του ζωϊκού κεφαλαίου, από την παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς.

(β) Προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των πληρωμών είναι η απόσυρση των γαιών από την γεωργική παραγωγή για εμπορικούς σκοπούς για ελάχιστο διάστημα τριών ετών, και στην περίπτωση του ζωϊκού κεφαλαίου, η σφαγή ή η οριστική διάθεσή του.

(γ) Η πραγματοποίηση των πληρωμών δεν απαιτεί ούτε καθορίζει τυχόν ενΆλλακτική χρήση των σχετικών εκτάσεων ή άλλων πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς.

(δ) Οι πληρωμές δεν συνδέονται με το είδος ή την ποσότητα παραγωγής ούτε με τις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που ισχύουν για την παραγωγή που πραγματοποιείται με χρήση των εκτάσεων και των λοιπών πόρων που παραμένουν στην παραγωγή.

11. Βοήθεια για διαρθρωτικές προσαρμογές που παρέχεται μέσω ενισχύσεων για τις επενδύσεις

(α) Η επιλεξιμότητα των εν λόγω πληρωμών βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια, στο πλαίσιο κυβερνητικών προγραμμάτων, που αποσκοπούν στη χρηματοδοτική ή υλική αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων ενός παραγωγού για την αντιμετώπιση αντικειμενικά αποδεδειγμένων διαρθρωτικών μειονεκτημάτων. Η επιλεξιμότητα για τα εν λόγω προγράμματα μπορεί να βασίζεται, επίσης, σε σαφώς καθορισμένο κυβερνητικό πρόγραμμα επανιδιωτικοποίησης των γεωργικών εκτάσεων.

(β) Το ύψους των εν λόγω πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στο είδος ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτος μετά την περίοδο βάσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κατωτέρω κριτηρίου (ε).

(γ) Το ύψος των εν λόγω πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που εφαρμόζονται στην παραγωγή οποιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

(δ) Οι πληρωμές πραγματοποιούνται μόνο κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την υλοποίηση των επενδύσεων για τις οποίες παρέχονται.

(ε) Για την πραγματοποίηση των πληρωμών δεν επιβάλλονται ούτε ορίζονται σε καμία περίπτωση τα γεωργικά προϊόντα τα οποία οφείλουν να παράγουν οι αποδέκτες, με εξαίρεση την περίπτωση που ζητείται από αυτούς να μην παράγουν κάποιο συγκεκριμένο προϊόν.

(στ) Οι πληρωμές περιορίζονται στο ποσό που είναι αναγκαίο για την αντιστάθμιση του διαρθρωτικού μειονεκτήματος.

12. Πληρωμές στο πλαίσιο προγραμμάτων προστασίας του περιβάλλοντος

(α) Η επιλεξιμότητα των σχετικών πληρωμών καθορίζεται ως τμήμα σαφώς καθορισμένου κυβερνητικού προγράμματος προστασίας του περιβάλλοντος ή διατήρησης και εξαρτάται από την τήρηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, στο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων που αφορούν τις μεθόδους ή τους συντελεστές παραγωγής.

(β) Το ποσό των πληρωμών περιορίζεται στις επιπλέον δαπάνες ή τις απώλειες εισοδήματος που απορρέουν από την τήρηση του κυβερνητικού προγράμματος.

13. Πληρωμές στο πλαίσιο προγραμμάτων περιφερειακών ενισχύσεων

(α) Δικαίωμα σε τέτοιου είδους πληρωμές έχουν μόνον οι παραγωγοί μειονεκτικών περιοχών. Κάθε σχετική περιοχή πρέπει να συνιστά ευκρινώς καθορισμένη συνεχόμενη γεωγραφική περιφέρεια με σαφή οικονομική και διοικητική ταυτότητα, η οποία θεωρείται μειονεκτική βάσει ουδέτερων και αντικειμενικών κριτηρίων που ορίζονται σαφώς στους νόμους ή κανονισμούς και τα οποία αποδεικνύουν ότι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εν λόγω περιοχές δεν οφείλονται μόνο σε προσωρινές συνθήκες.

(β) Το ύψος των σχετικών πληρωμών, σε ένα δεδομένο έτος, δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στο είδος ή τον όγκο παραγωγής (συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών μονάδων) που αναλαμβάνεται από τον παραγωγό σε οποιοδήποτε έτος μετά την περίοδο βάσης, εκτός εάν πρόκειται για μείωση της εν λόγω παραγωγής.

(γ) Το ύψος σχετικών πληρωμών, σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος δεν συνδέεται ούτε βασίζεται στις τιμές, εγχώριες ή διεθνείς, που ισχύουν για προϊόντα που παράγονται κατά τη διάρκεια οιουδήποτε έτους μετά την περίοδο βάσης.

(δ) Οι πληρωμές διατίθενται αποκλειστικά σε παραγωγούς των επιλέξιμων περιοχών. Ωστόσο, δικαίωμα στις εν λόγω πληρωμές έχει το σύνολο των παραγωγών των σχετικών περιοχών.

(ε) Στις περιπτώσεις που συνδέονται με τους συντελεστές παραγωγής, οι πληρωμές πραγματοποιούνται βάσει προοδευτικά μειούμενου συντελεστή, πέραν του καθορισμένου για το συγκεκριμένο συντελεστή ορίου.

(στ) Οι πληρωμές περιορίζονται στις επιπλέον δαπάνες, ή στην απώλεια εισοδήματος κατά την παραγωγή γεωργικών προϊόντων στην καθορισμένη περιοχή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, η Αθροιστική Μέτρηση Ενισχύσεων (ΑΜΕ) υπολογίζεται ξεχωριστά για κάθε βασικό γεωργικό προϊόν που δικαιούται στήριξης της τιμής αγοράς μη εξαιρουμένων των άμεσων πληρωμών ή άλλων επιδοτήσεων που απαλλάσσονται από την επιβολή μειώσεων (“λοιπές μη αποκλειόμενες πολιτικές”). Οι ενισχύσεις που δεν αφορούν συγκεκριμένα ένα προϊόν αθροίζονται σε μία ΑΜΕ, που δεν είναι συγκεκριμένη για κάθε προϊόν, αποτιμώμενη σε συνολικούς νομισματικούς όρους.

2. Οι επιδοτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν δημοσιονομικές δαπάνες και διαφυγόντα έσοδα από δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους.

3. Περιλαμβάνονται ενισχύσεις σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο κατώτερο του εθνικού.

4. Αφαιρούνται από την ΑΜΕ οι συγκεκριμένες γεωργικές εισφορές ή τα τέλη που καταβάλλονται από παραγωγούς.

5. Η ΑΜΕ που υπολογίζεται όπως περιγράφεται στη συνέχεια για την περίοδο βάσης αποτελεί τη βάση για την εφαρμογή της ανάληψης υποχρέωσης για μειώσεις.

6. Για κάθε βασικό γεωργικό προϊόν καθορίζεται συγκεκριμένη ΑΜΕ που εκφράζεται σε συνολικούς όρους νομισματικής αξίας.

7. Η ΑΜΕ υπολογίζεται όσο το δυνατόν εγγύτερα στο σημείο της πρώτης πώλησης του υπό εξέταση γεωργικού προϊόντος. Περιλαμβάνονται μέτρα που απευθύνονται σε μεταποιητές γεωργικών προϊόντων στο βαθμό που τα εν λόγω μέτρα ευνοούν τους παραγωγούς των βασικών γεωργικών προϊόντων.

8. Στήριξη των τιμών της αγοράς: Η στήριξη των τιμών της αγοράς υπολογίζεται βάσει της διαφοράς μεταξύ μίας πάγιας εξωτερικής τιμής αναφοράς και της προκαθορισμένης τιμής πολλαπλασιαζόμενης με την ποσότητα παραγωγής που δικαιούται της ισχύουσας προκαθορισμένης τιμής. Οι δημοσιονομικές δαπάνες, που πραγματοποιούνται για τη διατήρηση της εν λόγω διαφοράς, όπως το κόστος αγοράς ή αποθήκευσης δεν περιλαμβάνονται στην ΑΜΕ.

9. Η πάγια εξωτερική τιμή αναφοράς βασίζεται στα έτη 1986 και 1988 και ισούται γενικά με τη μέση κατά μονάδα αξία FOB για το υπό εξέταση βασικό γεωργικό προϊόν σε μία καθαρά εξαγωγική χώρα και τη μέση κατά μονάδα αξία GIF για το υπό εξέταση γεωργικό προϊόν σε χώρα που αποτελεί καθαρό εισαγωγές κατά την περίοδο βάσης. Εφόσον χρειασθεί υπάρχει δυνατότητα προσαρμογής της παγίας τιμής αναφοράς, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τυχόν διαφορές όσον αφορά την ποιότητα.

10. Μη απΆλλασσόμενες άμεσες πληρωμές: οι μη απΆλλασσόμενες πληρωμές που εξαρτώνται από τη διαφορά τιμής υπολογίζονται είτε βάσει της διαφοράς μεταξύ της παγίας τιμής αναφοράς και της προκαθορισμένης τιμής πολλαπλασιαζόμενης με την ποσότητα παραγωγής που δικαιούται της προκαθορισμένης τιμής είτε βάσει των δημοσιονομικών δαπανών.

11. Η πάγια τιμή αναφοράς βασίζεται στα έτη 1986 έως 1988 και ισούται, γενικά, με την τρέχουσα τιμή που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των συντελεστών πληρωμών.

12. Οι μη απΆλλασσόμενες άμεσες πληρωμές που βασίζονται σε παράγοντες εκτός των τιμών υπολογίζονται βάσει των δημοσιονομικών δαπανών.

13. Λοιπά μη απΆλλασσόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων για τις εισροές και άλλα μέτρα, όπως τα μέτρα μείωσης του κόστους εμπορίας. Η αξία των εν λόγω μέτρων υπολογίζεται χρησιμοποιώντας κρατικές δημοσιονομικές δαπάνες, ή όταν η χρήση των δημοσιονομικών δαπανών δεν εκφράζει το συνολικό μέγεθος της σχετικής επιδότησης, η βάση για τον υπολογισμό της επιδότησης συνίσταται στη διαφορά μεταξύ της τιμής του επιδοτουμένου αγαθού ή υπηρεσίας και μία αντιπροσωπευτικής τιμής αγοράς για ένα παρόμοιο αγαθό ή υπηρεσία πολλαπλασιαζομένης με την ποσότητα του αγαθού ή της υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΙΣΥΔΥΝΑΜΗΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων υπολογίζονται για όλα τα βασικά γεωργικά προϊόντα για τα οποία υφίσταται στήριξη της τιμής αγοράς, όπως ορίζεται στο παράρτημα 3, αλλά για τα οποία είναι πρακτικώς αδύνατος ο υπολογισμός της συνιστώσας αυτής της ΑΜΕ. Όσον αφορά τα εν λόγω προϊόντα, το επίπεδο βάσης για την εφαρμογή των αναλήψεων υποχρεώσεων για μείωση των εσωτερικών ενισχύσεων συνίσταται, αφενός, στη στήριξη των τιμών αγοράς υπό μορφή ισοδύναμων μέτρων στήριξης βάσει της κατωτέρω παραγράφου 2, και αφετέρου σε μη απΆλλασσόμενες άμεσες πληρωμές και λοιπές μη απΆλλασσόμενες ενισχύσεις, που εκτιμώνται βάσει των διατάξεων της κατωτέρω παραγράφου. Συμπεριλαμβάνονται οι ενισχύσεις σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο κατώτερο του εθνικού.

2. Οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπολογίζονται για κάθε προϊόν χωριστά, όσον αφορά το σύνολο των βασικών γεωργικών προϊόντων, όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο της πρώτης πώλησης με στήριξη των τιμών αγοράς, για την οποία ο υπολογισμός της συνιστώσας της ΑΜΕ που αφορά τη στήριξη των τιμών αγοράς είναι πρακτικώς αδύνατος. Για τα συγκεκριμένα βασικά γεωργικά προϊόντα πραγματοποιούνται ισοδύναμες μετρήσεις των τιμών αγοράς με εφαρμογή της ισχύουσας προκαθορισμένης τιμής και της ποσότητας παραγωγής που δικαιούται να λάβει τη συγκεκριμένη τιμή, ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό των δημοσιονομικών δαπανών που χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση της τιμής αγοράς.

3. Στις περιπτώσεις που τα βασικά γεωργικά προϊόντα που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 αποτελούν αντικείμενο μη απΆλλασσομένων άμεσων πληρωμών ή άλλων πληρωμών ή λοιπών κατά προϊόν ενισχύσεων που δεν εξαιρούνται από την ανάληψη υποχρέωσης για μείωση, η βάση για τις ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων, όσον αφορά τα συγκεκριμένα μέτρα, συνίσταται σε υπολογισμούς, όπως και για τις αντίστοιχες συνιστώσες της ΑΜΕ (που καθορίζονται στις παραγράφους 10 έως 13 του παραρτήματος 3).

4. Οι ισοδύναμες μετρήσεις ενισχύσεων υπολογίζονται επί του ποσού των επιδοτήσεων όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο σημείο πρώτης πώλησης του υπό εξέταση βασικού γεωργικού προϊόντος. Μέτρα που απευθύνονται σε μεταποιητές γεωργικών προϊόντων περιλαμβάνονται στο μέτρο που ευνοούν τους παραγωγούς των βασικών γεωργικών προϊόντων. Οι συγκεκριμένες γεωργικές εισφορές ή τα τέλη που καταβάλλονται από παραγωγούς μειώνουν τις ισοδύναμες ενισχύσεων κατά ένα αντίστοιχο ποσό.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5

ΕΙΔΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 4, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τμήμα Α

1. Από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, οι διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 2 δεν εφαρμόζονται σε πρωτογενή γεωργικά προϊόντα ή σε παράγωγα επεξεργασμένα ή μεταποιημένα προϊόντα (καθορισμένα προϊόντα), για τα οποία πληρούνται οι ακόλουθοι όροι (που στο εξής καλούνται “ειδική μεταχείριση”):

(α) κατά την περίοδο βάσης 1986-1988 (“περίοδος βάσης”) οι εισαγωγές των καθορισμένων προϊόντων αντιστοιχούσαν σε ποσοστό κάτω του 3% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης

(β) από την έναρξη της περιόδου βάσης δεν χορηγήθηκαν εξαγωγικές επιδοτήσεις για τα καθορισμένα προϊόντα

(γ) όσον αφορά το πρωτογενές γεωργικό προϊόν εφαρμόζονται αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού της παραγωγής

(δ) τα εν λόγω προϊόντα προσδιορίζονται με το σύμβολο “ΕΜ Παράρτημα 5” στο τμήμα Ι-Β του μέρους Ι του πίνακα μέλους που επισυνάπτεται στο πρωτόκολλο του Μαρακές, δεδομένου ότι αποτελούν αντικείμενο ειδικής μεταχείρισης που ανταποκρίνεται σε ανάγκες μη εμπορικού χαρακτήρα, όπως η επισιτιστική ασφάλεια και η προστασία του περιβάλλοντος και

(ε) οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης, όσον αφορά τα καθορισμένα προϊόντα, αντιστοιχούν, όπως ορίζεται στο τμήμα Ι-Β του μέρους Ι του πίνακα του ενδιαφερόμενου μέλους, στο 4% της εγχώριας κατανάλωσης των καθορισμένων προϊόντων κατά την περίοδο βάσης, από την αρχή του πρώτου έτους της περιόδου εφαρμογής και, στη συνέχεια, αυξάνονται κατά 0,8% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης, ετησίως, για το υπόλοιπο της περιόδου εφαρμογής.

2. Στις αρχές οποιουδήποτε έτους της περιόδου εφαρμογής, οποιοδήποτε μέλος δύναται να διακόψει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, σχετικά με τα καθορισμένα προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω μέλος διατηρεί τις δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης που ήδη ισχύουν τη δεδομένη στιγμή, και αυξάνει τις δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης κατά 0,4% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης, ετησίως, για το υπόλοιπο της περιόδου εφαρμογής. Στη συνέχεια, διατηρείται στον πίνακα του εν λόγω μέλους το επίπεδο των δυνατοτήτων ελάχιστης πρόσβασης που προκύπτει από το συγκεκριμένο τύπο κατά το τελευταίο έτος της περιόδου εφαρμογής.

3. Τυχόν διαπραγματεύσεις σχετικές με το αν θα υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της ειδικής μεταχείρισης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής ολοκληρώνονται εντός του χρονικού πλαισίου της περιόδου εφαρμογής, ως μέρος των διαπραγματεύσεων που ορίζονται στο άρθρο 20 της παρούσας συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων μη εμπορικού χαρακτήρα.

4. Εάν, σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, αποφασισθεί ότι ένα μέλος δύναται να συνεχίσει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, το μέλος αυτό παρέχει πρόσθετες και αποδεκτές παραχωρήσεις, που καθορίζονται στις σχετικές διαπραγματεύσεις.

5. Στην περίπτωση που η ειδική μεταχείριση δεν πρόκειται να συνεχισθεί μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής, το εν λόγω μέλος εφαρμόζει τις διατάξεις της παραγράφου 6. Στην περίπτωση αυτή, μετά το πέρας της περιόδου εφαρμογής, οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης για τα καθορισμένα προϊόντα διατηρούνται στο επίπεδο του 8% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης κατά την περίοδο βάσης στον πίνακα του ενδιαφερόμενου μέλους.

6. Τα μέτρα που λαμβάνονται στα σύνορα, εκτός των συνήθων δασμών που εφαρμόζονται όσον αφορά τα καθορισμένα προϊόντα, υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 2 από την αρχή του έτους κατά το οποίο διακόπτεται η εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης. Τα προϊόντα αυτά υπόκεινται σε συνήθεις δασμούς που έχουν παγιοποιηθεί στον πίνακα του ενδιαφερομένου μέλους, και εφαρμόζονται από την αρχή του έτους κατά το οποίο διακόπτεται η ειδική μεταχείριση και στη συνέχεια σε συντελεστές που θα ίσχυαν αν εφαρμόζετο μείωση τουλάχιστον 15% κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής, σε ίσες ετήσιες δόσεις. Οι δασμοί αυτοί καθορίζονται βάσει ισοδυνάμων δασμών που υπολογίζονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που περιγράφονται στο παρόν προσάρτημα.

Τμήμα Β

7. Οι διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 2 δεν εφαρμόζονται, επίσης από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ΠΟΕ, όσον αφορά πρωτογενή γεωργικά προϊόντα που αποτελούν το βασικό παραδοσιακό είδος διατροφής αναπτυσσόμενων χωρών μελών και για τα οποία τηρούνται οι ακόλουθοι όροι πέραν αυτών που καθορίζονται στην παράγραφο 1, στοιχεία α) έως δ), σχετικά με τα υπό εξέταση προϊόντα:

(α) οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης, όσον αφορά τα υπό εξέταση προϊόντα, όπως καθορίζονται στο τμήμα Ι-Β του μέρους Ι του πίνακα της ενδιαφερόμενης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, αντιστοιχούν στο 1% της εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης των σχετικών προϊόντων, από την αρχή του πρώτου έτους της περιόδου εφαρμογής, και αυξάνονται σε ίσες ετήσιες δόσεις στο 2% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης στην αρχή του πέμπτου έτους της περιόδου εφαρμογής. Από την αρχή του έκτου έτους της περιόδου εφαρμογής, οι δυνατότητες ελάχιστης πρόσβασης όσον αφορά τα υπό εξέταση προϊόντα αντιστοιχούν στο 2% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης κατά την περίοδο βάσης και αυξάνονται σε ίσες ετήσιες δόσεις στο 4% της αντίστοιχης εγχώριας κατανάλωσης της περιόδου βάσης μέχρι τις αρχές του δέκατου έτους. Στη συνέχεια, το επίπεδο δυνατοτήτων ελαχίστης πρόσβασης που προκύπτει από το συγκεκριμένο τύπο για το δέκατο έτος παραμένει σε ισχύ στον πίνακα της ενδιαφερόμενης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους.

(β) κατάλληλες δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά έχουν προβλεφθεί για άλλα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία.

8. Τυχόν διαπραγματεύσεις σχετικά με το αν θα υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της ειδικής μεταχείρισης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 7, μετά το πέρας του δέκατου έτους από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής, αρχίζουν και ολοκληρώνονται εντός του χρονικού πλαισίου του δέκατου έτους από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής.

9. Εάν, σε συνέχεια των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 8, αποφασισθεί ότι ένα μέλος δύναται να συνεχίσει την εφαρμογή της ειδικής μεταχείρισης, το μέλος αυτό παρέχει πρόσθετες και αποδεκτές παραχωρήσεις, όπως ορίζονται στις σχετικές διαπραγματεύσεις.

10. Στην περίπτωση που δεν πρόκειται να συνεχισθεί η ειδική μεταχείριση βάσει της παραγράφου 7 μετά το δέκατο έτος από την έναρξη της περιόδου εφαρμογής, τα υπό εξέταση προϊόντα υποβάλλονται σε συνήθεις δασμούς οι οποίοι θεσπίζονται βάσει ισοδυνάμου δασμών, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο παρόν προσάρτημα και που παγιοποιείται στον πίνακα του εν λόγω μέλους. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 6, όπως έχουν τροποποιηθεί από τη σχετική ειδική και διακριτική μεταχείριση που παρέχεται σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

Προσάρτημα του Παραρτήματος 5

Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό ισοδυνάμων δασμών για το συγκεκριμένο σκοπό που αναφέρεται στις παραγράφους 6 και 10 του παρόντος παραρτήματος.

1. Ο υπολογισμός των ισοδυνάμων δασμών, είτε εκφράζονται κατ` αξία είτε με συγκεκριμένους συντελεστές, πραγματοποιείται με διαφανή τρόπο, βάσει της πραγματικής διαφοράς μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών τιμών. Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται αναφέρονται στα έτη 1986 έως 1988. Τα ισοδύναμα δασμών:

(α) καθορίζονται κυρίως σε επίπεδο τετραψηφίου κωδικού του ΕΣ

(β) καθορίζονται σε επίπεδο εξαψηφίου κωδικού του ΕΣ ή σε αναλυτικότερο επίπεδο, οποτεδήποτε κρίνεται σκόπιμο

(γ) καθορίζονται, εν γένει, για επεξεργασμένα και/ή μεταποιημένα προϊόντα, με πολλαπλασιασμό του συγκεκριμένου ισοδυνάμου δασμών για το πρωτογενές γεωργικό προϊόν με το ποσοστό, κατ` αξία ή σε πραγματικούς όρους, κατά περίπτωση, του πρωτογενούς γεωργικού προϊόντος που περιέχεται στα επεξεργασμένα και/ή στα μεταποιημένα προϊόντα, και λαμβανομένων υπόψη, όπου είναι αναγκαίο, πρόσθετων στοιχείων τα οποία παρέχουν, επί του παρόντος, προστασία στον κλάδο παραγωγής.

2. Οι εξωτερικές τιμές ισούνται, εν γένει, με τις πραγματικές μέσες κατά μονάδα αξίες CIF για τη χώρα εισαγωγής. Στις περιπτώσεις που οι μέσες κατά μονάδα αξίες CIF δεν είναι διαθέσιμες ή κατάλληλες, οι εξωτερικές τιμές είτε:

(α) ισούνται με τις αντίστοιχες μέσες κατά μονάδα αξίες CIF μίας γειτονικής χώρας, είτε

(β) εκτιμώνται βάσει των μέσων κατά μονάδα αξιών FOB σχετικού βασικού εξαγωγέα, οι οποίες προσαρμόζονται με προσθήκη του εκτιμώμενου κόστους ασφάλειας, μεταφοράς και άλλων σχετικών δαπανών στη χώρα εισαγωγής.

3. Οι εξωτερικές τιμές μετατρέπονται εν γένει σε εγχώρια νομίσματα με εφαρμογή της μέσης ετήσιας επίσημης τιμής συναλλάγματος που ισχύει για την ίδια περίοδο όπως και για τα στοιχεία τιμών

4. Η εσωτερική τιμή συνίσταται, εν γένει, σε μία αντιπροσωπευτική τιμή χονδρικής πώλησης που ισχύει στην εγχώρια αγορά ή σε εκτίμηση της τιμής αυτής όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

5. Τα αρχικά ισοδύναμα δασμών είναι δυνατόν να προσαρμοσθούν, εφόσον χρειαστεί, για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στην ποιότητα ή την ποικιλία, με εφαρμογή του κατάλληλου συντελεστή.

6. Στις περιπτώσεις που το ισοδύναμο δασμών που προκύπτει από τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές είναι αρνητικό ή κατώτερο του ισχύοντος παγιοποιημένου δασμού, το αρχικό ισοδύναμο δασμών δύναται να καθορισθεί βάσει του ισχύοντος παγιοποιημένου δασμού ή βάσει εθνικών προσφορών για το εν λόγω προϊόν.

7. Σε περίπτωση προσαρμογής του επιπέδου ισοδυνάμου δασμών που θα ήταν δυνατόν να προκύψει από τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει, όταν ζητηθεί, κάθε δυνατότητα διαβουλεύσεων με στόχο τη διαπραγμάτευση πρόσφορων λύσεων.

ΣΥΜΦΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΜΕΤΡΩΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΤΟΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Τα μέλη,

Επιβεβαιώνοντας εκ νέου ότι κανένα μέλος δεν πρέπει να εμποδίζεται να εγκρίνει ή να επιβάλει μέτρα που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ο οποίος θα αποτελούσε αυθαίρετη ή αδικαιολόγητη διάκριση μεταξύ των μελών στα οποία επικρατούν οι ίδιες συνθήκες ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συνΆλλαγών.

Επιθυμώντας να βελτιώσουν την υγειονομική και φυτοϋγειονομική κατάσταση σε όλα τα μέλη.

Σημειώνοντας ότι τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται συχνά βάσει διμερών συμφωνιών ή πρωτοκόλλων.

Επιθυμώντας τη θέσπιση πολυμερούς πλαισίου κανόνων και υποχρεώσεων το οποίο να διέπει την κατάρτιση, έγκριση και επιβολή των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους στις συνΆλλαγές

Αναγνωρίζοντας τη σημαντική συνεισφορά των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων στο εν λόγω θέμα.

Επιθυμώντας να ευνοήσουν τη χρήση εναρμονισμένων μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας μεταξύ των μελών, βάσει των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων που έχουν καταρτισθεί από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της επιτροπής κώδικα τροφίμων, του διεθνούς γραφείου επιζοωτιών, και των σχετικών διεθνών και περιφερειακών οργανισμών που ενεργούν στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών, χωρίς να απαιτείται από τα μέλη να αλλάξουν το επίπεδο προστασίας της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, που θεωρούν κατάλληλο

Αναγνωρίζοντας ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη μπορεί να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην τήρηση των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας των εισαγόντων μελών, και κατά συνέπεια, στην πρόσβαση των αγορών, καθώς και στη χάραξη και εφαρμογή μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εντός των εδαφών τους, και επιθυμώντας να τα συνδράμουν στις σχετικές προσπάθειές τους.

Επιθυμώντας, κατά συνέπεια, να θεσπίσουν κανόνες για την εφαρμογή των διατάξεων της GATT του 1994 οι οποίες αφορούν τη χρήση μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, και ιδίως τις διατάξεις του άρθρου ΧΧ, παράγραφος β)

Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1. Η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλα τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία μπορούν, άμεσα ή έμμεσα, να επηρεάσουν τις διεθνείς συνΆλλαγές. Μέτρα τέτοιου είδους καταρτίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι ορισμοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α.

3. Τα παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας.

4. Ουδεμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν επηρεάζει τα δικαιώματα των μελών που απορρέουν από τη συμφωνία για τα τεχνικά εμπόδια στο εμπόριο, όσον αφορά τα μέτρα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 2

Βασικά δικαιώματα και υποχρεώσεις

1. Τα μέλη έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτού του είδους είναι συμβατά με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

2. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλα τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται αποκλειστικά στον βαθμό που απαιτείται για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, ότι βασίζονται σε επιστημονικές αρχές και ότι δεν διατηρούνται χωρίς επαρκή επιστημονική αιτιολόγηση, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 7.

3. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας δεν επιφέρουν αυθαίρετη ή αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση μεταξύ των μελών στα οποία επικρατούν ταυτόσημες ή παρόμοιες συνθήκες, όπως και μεταξύ του εδάφους τους και άλλων μελών. Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να μην αποτελούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συνΆλλαγών.

4. Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία συμφωνούν με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εκλαμβάνονται ως ανταποκρινόμενα στις υποχρεώσεις του μέλους στο πλαίσιο των διατάξεων της GATT του 1994, οι οποίες αφορούν τη χρήση μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, και ιδίως τις διατάξεις του άρθρου ΧΧ, παράγραφος β.

Άρθρο 3

Εναρμόνιση

1. Προκειμένου να εναρμονίσουν τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας σε όσο το δυνατόν ευρύτερη βάση, τα μέλη θεσπίζουν τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας με βάση διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, όπου αυτές υπάρχουν, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία, και ιδίως στην παράγραφο 3.

2. Τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία συμφωνούν με διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις θεωρούνται ως αναγκαία για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, καθώς και ως συμβατά με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και της GATT του 1994.

3. Τα μέλη δύνανται να εισαγάγουν ή να διατηρήσουν μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία επιφέρουν υψηλότερο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από αυτό που ενδεχομένως επιτυγχάνεται με μέτρα που βασίζονται στα σχετικά διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, σε περίπτωση που υπάρχει επιστημονική αιτιολόγηση, ή ως αποτέλεσμα του επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας το οποίο καθορίζεται από ένα μέλος ως κατάλληλο σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των παραγράφων 1 έως 8 του άρθρου 5. Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, όλα τα μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας διαφορετικό από αυτό το οποίο θα επιτυγχάνετο με μέτρα βασισμένα σε διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, είναι συμβατά με όλες τις λοιπές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

4. Τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των διαθεσίμων πόρων τους, στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς και τα επικουρικά όργανα τους, και ιδίως την επιτροπή κώδικα τροφίμων, το διεθνές γραφείο επιζοωτιών, και τους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς που ενεργούν στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών, για την προώθηση μέσω των οργανισμών αυτών της κατάρτισης και της περιοδικής επανεξέτασης προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων σε σχέση με όλες τις πτυχές των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας.

5. Η επιτροπή μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 12 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία ή “επιτροπή”) καθιερώνει διαδικασία για την παρακολούθηση της πορείας της διεθνούς εναρμόνισης και το συντονισμό των προσπαθειών για το εν λόγω θέμα με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 4

Ισοδυναμία

1. Τα μέλη αποδέχονται τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας άλλων μελών ως ισοδύναμα, ακόμα και αν τα εν λόγω μέτρα διαφέρουν από τα δικά τους ή από αυτά που εφαρμόζονται από άλλα μέλη για το εμπόριο του ιδίου προϊόντος, σε περίπτωση που το εξάγον μέλος αποδεικνύει αντικειμενικά στο εισάγον μέλος ότι με τα μέτρα του επιτυγχάνεται το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας του εισάγοντος μέλους. Για το σκοπό αυτό, δίδεται εύλογη πρόσβαση, μετά από αίτηση, στο εισάγον μέλος για έλεγχο, δοκιμές και άλλες σχετικές διαδικασίες.

2. Τα μέλη, μετά από αίτησή τους, προβαίνουν σε διαβουλεύσεις με σκοπό τη σύναψη διμερών και πολυμερών συμφωνιών για την αναγνώριση της ισοδυναμίας συγκεκριμένων μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας.

Άρθρο 5

Εκτίμηση κινδύνων και καθορισμός του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας

1. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα τους υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας βασίζονται σε εκτίμηση, ανάλογα με τις συνθήκες, των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, αφού λάβουν υπόψη τις τεχνικές εκτίμησης κινδύνων που έχουν αναπτύξει οι σχετικοί διεθνείς οργανισμοί.

2. Κατά την εκτίμηση των κινδύνων, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τα διαθέσιμα επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία, τις σχετικές διαδικασίες και τις μεθόδους παραγωγής, τις σχετικές μεθόδους ελέγχου, δειγματοληψίας και δοκιμής, τον επιπολασμό συγκεκριμένων νόσων ή παρασίτων, την ύπαρξη ζωνών απΆλλαγμένων από παράσιτα ή νόσους, τις σχετικές οικολογικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, και την εφαρμογή υγειονομικής απομόνωσης ή άλλης θεραπείας.

3. Κατά την εκτίμηση των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ζώων ή των φυτών και κατά τον καθορισμό των μέτρων που πρέπει να εφαρμοσθούν ώστε να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από το εν λόγω κίνδυνο, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη ως σχετικούς οικονομικούς παράγοντες τα εξής: τις ενδεχόμενες ζημίες όσον αφορά την απώλεια παραγωγής ή πωλήσεων σε περίπτωση εισόδου, εμφάνισης ή εξάπλωσης παρασίτων ή νόσου το κόστος ελέγχου ή εξάλειψης στο έδαφος του εισάγοντος μέλους και τη σχετική αποδοτικότητα των ενΆλλακτικών προσεγγίσεων για τον περιορισμό των κινδύνων.

4. Κατά τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη το στόχο ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων στις συνΆλλαγές.

5. Προκειμένου να υπάρξει συνεκτικότητα κατά την εφαρμογή της εννοίας του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας κατά των κινδύνων για τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων καθώς και των ζώων, ή των φυτών, τα μέλη αποφεύγουν αυθαίρετες ή αδικαιολόγητες διακρίσεις όσον αφορά τα επίπεδα τα οποία θεωρούν ότι είναι κατάλληλα σε διαφορετικές καταστάσεις, εφόσον οι εν λόγω διακρίσεις επιφέρουν διακριτική μεταχείριση ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό των διεθνών συνΆλλαγών. Τα μέλη συνεργάζονται στο πλαίσιο της επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφοι 1, 2 και 3, για την κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών προκειμένου να ευνοηθεί η πρακτική εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Για την κατάρτιση των κατευθυντηρίων γραμμών, η επιτροπή λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, περιλαμβανομένου του ιδιαίτερου χαρακτήρα των κινδύνων για την υγεία των προσώπων στους οποίους ο πληθυσμός εκτίθεται εκουσίως.

6. Με την επιφύλαξη του άρθρου 3, παράγραφος 2, κατά τη λήψη ή τη διατήρηση μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας προκειμένου να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα αυτού του είδους δεν είναι περισσότερο περιοριστικά για τις συνΆλλαγές από όσο απαιτείται για να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, αφού λάβουν υπόψη την τεχνική και οικονομική σκοπιμότητα.

7. Στις περιπτώσεις όπου τα σχετικά επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία είναι ανεπαρκή, οποιοδήποτε μέλος δύναται να εγκρίνει προσωρινά μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας βάσει των διαθεσίμων σχετικών πληροφοριών, περιλαμβανομένων των προερχόμενων από τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς καθώς και από μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που εφαρμόζονται από άλλα μέλη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα μέλη επιδιώκουν να αποκτήσουν τις αναγκαίες πρόσθετες πληροφορίες, ώστε να προβούν σε περισσότερο αντικειμενική εκτίμηση των κινδύνων και να επανεξετάσουν αναλόγως το μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας εντός ευλόγου προθεσμίας.

8. Όταν ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι συγκεκριμένο μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που έχει εισαχθεί ή διατηρείται από άλλο μέλος περιορίζει, ή μπορεί να περιορίσει, τις εξαγωγές του και ότι το εν λόγω μέτρο δεν βασίζεται στα σχετικά διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, ή όταν δεν υφίστανται τέτοια πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, μπορεί να ζητήσει εξήγηση των αιτιών λήψης τέτοιου μέτρου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, την οποία πρέπει να δώσει το μέλος που διατηρεί το μέτρο.

Άρθρο 6

Προσαρμογή στις περιφερειακές συνθήκες, περιλαμβανομένων των ζωνών των απΆλλαγμένων από παράσιτα ή νόσους και των ζωνών με χαμηλό βαθμό επιπολασμού παρασίτων ή νόσων

1. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας είναι προσαρμοσμένα στα υγειονομικά ή φυτοϋγειονομικά χαρακτηριστικά της περιοχής (είτε πρόκειται για το σύνολο της χώρας, τμήμα της χώρας, ή το σύνολο ή τμήματα πολλών χωρών) από την οποία προέρχεται το προϊόν και αυτής για την οποία προορίζεται το προϊόν. Για την εκτίμηση των υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών χαρακτηριστικών μιας περιοχής, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, το βαθμό επιπολασμού συγκεκριμένων νόσων ή παρασίτων, την ύπαρξη προγραμμάτων εξάλειψης ή ελέγχου, και τα κατάλληλα κριτήρια ή κατευθυντήριες γραμμές, που έχουν ενδεχομένως καθοριστεί από τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.

2. Τα μέλη αναγνωρίζουν, ιδίως, τις έννοιες των ζωνών που είναι απΆλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους και των ζωνών με χαμηλό βαθμό επιπολασμού παρασίτων ή νόσων. Ο καθορισμός τέτοιου είδους ζωνών βασίζεται σε παράγοντες όπως η γεωγραφική θέση, τα οικοσυστήματα, η επιδημιολογική επιτήρηση, και η αποτελεσματικότητα των υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών ελέγχων.

3. Τα μέλη τα οποία πραγματοποιούν εξαγωγές και τα οποία υποστηρίζουν ότι ζώνες των εδαφών τους αποτελούν ζώνες απΆλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους, ή ζώνες χαμηλού βαθμού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων, παρέχουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να αποδείξουν αντικειμενικά στο εισάγον μέλος ότι τέτοιου είδους ζώνες αποτελούν, και κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνουν, ζώνες απΆλλαγμένες από παράσιτα ή νόσους ή ζώνες χαμηλού βαθμού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων αντιστοίχως. Για τον σκοπό αυτό, επιτρέπεται σε εύλογο βαθμό, μετά από αίτηση, στο εισάγον μέρος η επιθεώρηση, η δοκιμασία ή άλλη σχετική διαδικασία.

Άρθρο 7

Διαφάνεια

Τα μέλη γνωστοποιούν τις μεταβολές των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας και παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος Β.

Άρθρο 8

Διαδικασίες ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης

Τα μέλη τηρούν τις διατάξεις του παραρτήματος Γ κατά την εφαρμογή των διαδικασιών ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών συστημάτων για την έγκριση της χρήσης προσθέτων ή για τη θέσπιση ορίων ανοχής των προσμείξεων σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές, και κατά τα άλλα εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες τους είναι συμβατές με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Τεχνική βοήθεια

1. Τα μέλη συμφωνούν να διευκολύνουν την παροχή τεχνικής βοήθειας σε άλλα μέλη, ιδίως σε αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, είτε διμερώς είτε μέσω των καταλλήλων διεθνών οργανισμών. Τέτοιου είδους βοήθεια μπορεί να παρασχεθεί μεταξύ άλλων, στους τομείς των τεχνολογιών μεταποίησης, έρευνας και υποδομής, περιλαμβανομένης της θέσπισης εθνικών κανονιστικών φορέων, και μπορεί να λάβει τη μορφή συμβουλών, πιστώσεων, δωρεών και μη επιστρεπτέων ενισχύσεων, περιλαμβανομένου του στόχου της αναζήτησης τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, κατάρτισης και εξοπλισμού που να επιτρέπει στις χώρες αυτές να ευθυγραμμισθούν και να συμμορφωθούν με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που είναι απαραίτητα για την επίτευξη του καταλλήλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας στις αγορές εξαγωγών τους.

2. Στις περιπτώσεις όπου απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις προκειμένου μία εξάγουσα αναπτυσσόμενη χώρα μέλος να τηρεί τις υγειονομικές ή φυτοϋγειονομικές προϋποθέσεις ενός εισάγοντος μέλους, το τελευταίο πρέπει να εξετάζει την παροχή τέτοιας τεχνικής βοήθειας η οποία θα επιτρέπει στην αναπτυσσόμενη χώρα μέλος να διατηρήσει και να διευρύνει τις ευκαιρίες πρόσβασης στην αγορά για το σχετικό προϊόν.

Άρθρο 10

Ειδική και διακριτική μεταχείριση

1. Κατά την κατάρτιση και την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, και, ιδίως, των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

2. Στις περιπτώσεις όπου το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας δίνει τη δυνατότητα για τη σταδιακή εισαγωγή νέων μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, θα πρέπει να παρέχονται μεγαλύτερες προθεσμίες για συμμόρφωση σχετικά με προϊόντα τα οποία ενδιαφέρουν τις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου αυτές να διατηρήσουν τις εξαγωγικές τους δυνατότητες.

3. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δύνανται να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, η επιτροπή εξουσιοδοτείται να παραχωρεί στις χώρες αυτές, μετά από αίτηση, συγκεκριμένες εξαιρέσεις περιορισμένου χρονικού διαστήματος για το σύνολο ή για μέρος των υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψη των χρηματοδοτικών, εμπορικών και αναπτυξιακών αναγκών τους.

4. Τα μέλη οφείλουν να ενθαρρύνουν και να διευκολύνουν την ενεργό συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 11

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

1. Οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994 όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών ισχύουν για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά και συγκεκριμένα σ` αυτή.

2. Σε περίπτωση διαφοράς δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, η οποία περιλαμβάνει επιστημονικά ή τεχνικά θέματα, ειδική ομάδα (πάνελ) ζητεί τη συμβουλή εμπειρογνωμόνων οι οποίοι έχουν επιλεγεί από την εν λόγω ομάδα μετά από διαβουλεύσεις με τα μέρη της διαφοράς. Για το σκοπό αυτό, η ειδική ομάδα μπορεί, όταν το κρίνει απαραίτητο, να συστήσει συμβουλευτική ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων, ή να συμβουλευθεί τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, μετά από αίτηση ενός εκ των μερών της διαφοράς ή με δική της πρωτοβουλία.

3. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας, δεν θίγει τα δικαιώματα των μελών δυνάμει άλλων διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένου του δικαιώματος της προσφυγής στις υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή τους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών άλλων διεθνών οργανισμών, ή που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο οποιασδήποτε διεθνούς συμφωνίας.

Άρθρο 12

Διοίκηση

1. Συστήνεται επιτροπή μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας για να αποτελέσει τακτική συνέλευση για διαβουλεύσεις. Η επιτροπή επιτελεί τα καθήκοντα που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας και την προώθηση των στόχων της, ιδίως όσον αφορά την εναρμόνιση. Η επιτροπή αποφασίζει σε συναινετική βάση.

2. Η επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τις διαβουλεύσεις ή τις διαπραγματεύσεις ad hoc μεταξύ των μελών για συγκεκριμένα υγειονομικά ή φυτοϋγειονομικά θέματα. Η επιτροπή ενθαρρύνει τη χρήση διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών ή συστάσεων από όλα τα μέλη και, για το σκοπό αυτό, υποστηρίζει τις τεχνικές διαβουλεύσεις και μελέτες με στόχο αυτό, υποστηρίζει τις τεχνικές διαβουλεύσεις και μελέτες με στόχο το μεγαλύτερο συντονισμό και ολοκλήρωση των διεθνών και εθνικών συστημάτων και προσεγγίσεων για την έγκριση της χρήσης των προσθέτων στα τρόφιμα ή για τον καθορισμό ανοχών για τις προσμείξεις σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές.

3. Η επιτροπή τηρεί στενή επαφή με τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς στον τομέα της υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, ιδίως με την επιτροπή κώδικα τροφίμων, το διεθνές γραφείο επιζοωτιών, και τη γραμματεία της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών με σκοπό την εξασφάλιση των καλυτέρων δυνατόν διαθεσίμων επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών για τη διαχείριση της παρούσας συμφωνίας και προκειμένου να αποφευχθεί η περιττή αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών.

4. Η επιτροπή θεσπίζει διαδικασία για την παρακολούθηση της διεθνούς εναρμόνισης και της χρήσης των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων. Για το σκοπό αυτό, η επιτροπή οφείλει, από κοινού με τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, να καταρτίσει κατάλογο των διεθνών προτύπων, κατευθυντηρίων γραμμών ή συστάσεων που έχουν σχέση με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, τα οποία η επιτροπή διαπιστώνει ότι έχουν τις σημαντικότερες εμπορικές επιπτώσεις. Ο κατάλογος θα πρέπει να περιλαμβάνει ένδειξη των κρατών μελών σχετικά με τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές ή τις συστάσεις τις οποίες εφαρμόζουν ως όρους για την εισαγωγή ή βάσει των οποίων τα εισαγόμενα προϊόντα που ανταποκρίνονται στα εν λόγω πρότυπα τυγχάνουν πρόσβασης στις αγορές τους. Στις περιπτώσεις που ένα μέλος δεν εφαρμόζει διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις ως όρους για την εισαγωγή, το μέλος οφείλει να αναφέρει τους λόγους για τη μη εφαρμογή, και, ιδίως, το να θεωρεί ότι το πρότυπο δεν είναι αρκετά αυστηρό ώστε να επιτευχθεί το κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας. Εάν κάποιο μέλος αναθεωρήσει τη θέση του, μετά την παροχή ένδειξης για τη τήρηση ενός προτύπου, κατευθυντήριας γραμμής ή συστάσεως ως όρου για την εισαγωγή, οφείλει να αιτιολογήσει την Άλλαγή αυτή και να ενημερώσει τη γραμματεία καθώς και τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, εκτός εάν η γνωστοποίηση και η αιτιολόγηση αυτού του είδους δίδεται σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος Β.

5. Προκειμένου να αποφευχθεί περιττή αλληλεπικάλυψη, η επιτροπή δύναται να αποφασίσει, κατά περίπτωση, να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες που προέρχονται από τις διαδικασίες, ιδίως γνωστοποίησης, οι οποίες ισχύουν στους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.

6. Η επιτροπή δύναται, βάσει πρωτοβουλίας ενός εκ των μελών, μέσω κατάλληλων διαύλων να καλέσει τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς ή τα επικουρικά τους όργανα να εξετάσουν συγκεκριμένα θέματα σχετικά με κάποιο πρότυπο, κατευθυντήρια γραμμή ή σύσταση, περιλαμβανομένης της αιτιολόγησης για μη χρήση η οποία δίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 4.

7. Η επιτροπή εξετάζει τη λειτουργία και την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια όταν προκύψει ανάγκη. Κατά περίπτωση, η επιτροπή μπορεί να υποβάλει στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών προτάσεις για τροποποίηση του κειμένου της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της.

Άρθρο 13

Εφαρμογή

Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των υποχρεώσεων που ορίζονται σε αυτήν. Τα μέλη καταρτίζουν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για την ενίσχυση της τήρησης των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας από τους άλλους φορείς εκτός της κεντρικής διοίκησης. Τα μέλη λαμβάνουν εύλογα μέτρα στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι μη κυβερνητικές οντότητες εντός του εδάφους τους, καθώς και περιφερειακοί φορείς των οποίων είναι μέλη σχετικές οντότητες εντός του εδάφους τους, συμμορφώνονται με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Επιπλέον, τα μέλη δεν λαμβάνουν μέτρα τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, να υποχρεώνουν ή να ενθαρρύνουν τις περιφερειακές ή μη κυβερνητικές οντότητες, ή τους φορείς της τοπικής διοίκησης, να ενεργούν κατά τρόπο μη συμβατό με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη εξασφαλίζουν την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας από τις υπηρεσίες μη κυβερνητικών οντοτήτων μόνον εφόσον οι εν λόγω οντότητες συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 14

Τελικές διατάξεις

Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας για περίοδο πέντε ετών μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ σε σχέση με τα ισχύοντα σ` αυτές μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τα εισαγόμενα προϊόντα. Άλλες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, εκτός του άρθρου 5 παράγραφος 8 και του άρθρου 7, για δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που επηρεάζουν τις εισαγωγές ή τα εισαγόμενα προϊόντα, εφόσον η εφαρμογή αυτή εμποδίζεται λόγω έλλειψης τεχνικών γνώσεων, τεχνικής υποδομής ή πόρων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Α

ΟΡΙΣΜΟΙ

1. Μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας Κάθε μέτρο που εφαρμόζεται για:

(α) την προστασία της ζωής και της υγείας των ζώων ή των φυτών εντός τους εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω της εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων, νόσων, οργανισμών φορέων νόσων ή παθογόνων οργανισμών.

(β) την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων ή των ζώων εντός του εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω της παρουσίας προσθέτων, προσμείξεων, τοξινών ή παθογόνων οργανισμών στα τρόφιμα, τα ποτά ή τις ζωοτροφές.

(γ) την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων εντός του εδάφους του μέλους από κινδύνους που προκύπτουν λόγω νόσων που μεταφέρονται από τα ζώα, τα φυτά ή τα προϊόντα των φυτών, ή από την είσοδο, την εγκατάσταση ή μετάδοση παρασίτων ή

(δ) την πρόληψη ή τον περιορισμό λοιπών ζημιών εντός τους εδάφους του μέλους λόγω της εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων.

Τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας περιλαμβάνουν όλους τους σχετικούς νόμους, διατάγματα, κανονισμούς, προϋποθέσεις και διαδικασίες, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων, των κριτηρίων τελικού προϊόντος τις διεργασίες και τις μεθόδους παραγωγής τις διαδικασίες δοκιμής, ελέγχου, πιστοποίησης και έγκρισης την υγειονομική απομόνωση, περιλαμβανομένων των σχετικών προϋποθέσεων που αφορούν τη μεταφορά ζώων ή φυτών, ή τα υλικά που απαιτούνται για την επιβίωσή τους κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τις διατάξεις περί σχετικών στατιστικών μεθόδων, διαδικασιών δειγματοληψίας και μεθόδων αξιολόγησης κινδύνων και τις προϋποθέσεις συσκευασίας και σήμανσης που έχουν άμεση σχέση με την ασφάλεια των τροφίμων.

2. Εναρμόνιση Η κατάρτιση, αναγνώριση και εφαρμογή κοινών μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας από διαφορετικά μέλη.

3. Διεθνή πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις

(α) Όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίμων, τα πρότυπα, οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν θεσπισθεί από την επιτροπή κώδικα τροφίμων σε σχέση με τα πρόσθετα τροφίμων, τα υπολείμματα των κτηνιατρικών φαρμάκων και των φυτοφαρμάκων, τις προσμείξεις, τις μεθόδους ανάλυσης και δειγματοληψίας καθώς και οι κώδικες και οι κατευθυντήριες γραμμές υγιεινής.

(β) όσον αφορά την υγεία των ζώων και τις ζωονόσους, τα πρότυπα οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν καταρτισθεί υπό την αιγίδα του διεθνούς γραφείου επιζωοτιών.

(γ) όσον αφορά την υγεία των φυτών, τα διεθνή πρότυπα, οι κατευθυντήριες γραμμές και οι συστάσεις που έχουν καταρτισθεί υπό την αιγίδα της γραμματείας της διεθνούς σύμβασης προστασίας των φυτών σε συνεργασία με περιφερειακούς οργανισμούς, οι οποίοι λειτουργούν στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης και

(δ) όσον αφορά θέματα που δεν καλύπτονται από τους ανωτέρω οργανισμούς, τα κατάλληλα πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που εγκρίνονται από άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους δύνανται να συμμετέχουν όλα τα μέλη, όπως έχουν προσδιοριστεί από την επιτροπή.

4. Αξιολόγηση κινδύνων Η εκτίμηση της πιθανότητας εισόδου, εγκατάστασης ή μετάδοσης παρασίτων ή νόσων εντός του εδάφους ενός εισάγοντος μέλους σύμφωνα με τα μέτρα υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας τα οποία μπορεί να ισχύουν, καθώς και των σχετικών δυνητικών βιολογικών και οικονομικών επιπτώσεων, ή η εκτίμηση των πιθανοτήτων για δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων που προκύπτουν από την παρουσία προσθέτων, προσμείξεων, τοξινών ή παθογόνων οργανισμών στα τρόφιμα, τα ποτά ή τις ζωοτροφές.

5. Κατάλληλο επίπεδο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας Το επίπεδο προστασίας που κρίνεται κατάλληλο από το μέλος το οποίο θεσπίζει μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας προκειμένου να προστατεύσει τη ζωή και την υγεία των προσώπων, των ζώων ή των φυτών εντός του εδάφους του.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Πολλά μέλη, εξάλλου, αναφέρονται στην έννοια αυτήν με τον όρο “αποδεκτό επίπεδο κινδύνου”.

6. Ζώνη απΆλλαγμένη από παράσιτα ή νόσους Η ζώνη, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για το σύνολο της χώρας, μέρος της χώρας, ή το σύνολο ή μέρη ορισμένων χωρών, όπως έχει προσδιοριστεί από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία δεν εμφανίζεται κρούσμα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μία ζώνη απΆλλαγμένη από παράσιτα ή νόσους μπορεί να περιβάλλει, να περιβάλλεται ή να γειτνιάζει με περιοχή (είτε εντός μέρους χώρας ή εντός γεωγραφικής περιοχής η οποία περιλαμβάνει μέρη ή το σύνολο ορισμένων χωρών), στην οποία είναι γνωστό ότι έχει εμφανισθεί κρούσμα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου αλλά υπόκεινται σε περιφερειακά μέτρα ελέγχου, όπως η δημιουργία ζωνών προστασίας, επιτήρησης και παρεμβολής οι οποίες θα περιορίσουν ή θα εξαλείψουν τα εν λόγω παράσιτα ή νόσο.

7. Ζώνη χαμηλού επιπολασμού παρασίτων ή νόσων Η ζώνη, ανεξάρτητα αν πρόκειται για χώρα, μέρος χώρας, ή το σύνολο ή μέρη ορισμένων χωρών, όπως έχει καθοριστεί από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία τα εμφανιζόμενα κρούσματα παρασίτων ή συγκεκριμένης νόσου βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα και η οποία υπόκειται σε αποτελεσματικά μέτρα επιτήρησης, ελέγχου ή εξάλειψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΤΟΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΣΤΑΣΙΑΣ

Δημοσίευση κανονισμών

1. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι εκδιδόμενοι κανονισμοί υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας δημοσιεύονται αμέσως έτσι ώστε να διευκολύνουν τα ενδιαφερόμενα μέλη να ενημερώνονται σχετικά.

2. Εκτός από επείγουσες περιστάσεις, τα μέλη επιτρέπουν να παρέλθει ένα λογικό χρονικό διάστημα μεταξύ της δημοσίευσης ενός κανονισμού υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας και την έναρξης ισχύος του, προκειμένου να δώσουν χρόνο στους παραγωγούς των μελών με εξαγωγική δραστηριότητα, και ιδίως των αναπτυσσομένων χωρών μελών, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους και τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις του εισάγοντος μέλους.

Κέντρα πληροφόρησης

3. Κάθε μέλος εξασφαλίζει την ύπαρξη κέντρων πληροφόρησης υπεύθυνες να δίδουν απαντήσεις σε όλες τις εύλογες ερωτήσεις των ενδιαφερομένων μελών καθώς και να παρέχουν τα σχετικά έγγραφα όσον αφορά:

(α) κανονισμούς υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας που έχουν εκδοθεί ή προταθεί εντός του εδάφους του

(β) τις διαδικασίες ελέγχου και επιθεώρησης, την παραγωγή και την υγειονομική απομόνωση, τις ανοχές στα φυτοφάρμακα και τις διαδικασίες έγκρισης των προσθέτων τροφίμων, οι οποίες εφαρμόζονται εντός του εδάφους του

(γ) τις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνων, τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη, καθώς και τον προσδιορισμό του κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας

(δ) την εγγραφή και τη συμμετοχή του μέλους, ή σχετικών φορέων εντός του εδάφους του, σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς και συστήματα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες και ρυθμίσεις εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, και τα κείμενα αυτών των συμφωνιών και ρυθμίσεων.

4. Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι η τεκμηρίωση που ζητούν τα ενδιαφερόμενα μέλη τους χορηγείται στην ίδια τιμή (εάν ενδεχομένως υπάρχει), εκτός από το κόστος παράδοσης, που ισχύει για τους υπηκόους του ενδιαφερομένου μέλους.

Διαδικασίες γνωστοποίησης

5. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται διεθνές πρότυπο, κατευθυντήριος γραμμή ή σύσταση ή το περιεχόμενο προτεινόμενου κανονισμού υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας δεν είναι ουσιαστικά το ίδιο με το περιεχόμενο ενός διεθνούς προτύπου, κατευθυντηρίου γραμμής ή συστάσεως, και αν ο κανονισμός δύναται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στις συνΆλλαγές των άλλων μελών, τα μέλη:

(α) δημοσιεύουν εντός συντόμου χρονικού διαστήματος κοινοποίηση κατά τρόπον ώστε να διευκολύνουν τα ενδιαφερόμενα μέλη να λάβουν γνώση της πρότασης για τη θέσπιση συγκεκριμένου κανονισμού

(β) γνωστοποιούν στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα τα οποία θα καλύπτει ο κανονισμός μαζί με συνοπτική αναφορά του σκοπού και της αιτιολόγησης του προτεινόμενου κανονισμού. Γνωστοποιήσεις τέτοιου είδους πραγματοποιούνται κατά τα αρχικά στάδια, όταν ακόμα είναι δυνατόν να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια

(γ) παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως, στα λοιπά μέλη αντίγραφα του προτεινόμενου κανονισμού και, όταν είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα τμήματα, τα οποία στην ουσία παρεκκλίνουν από τα διεθνή πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές ή τις συστάσεις

(δ) χωρίς διακρίσεις, χορηγούν λογικό χρονικό διάστημα στα λοιπά μέλη προκειμένου αυτά να εκφράσουν γραπτώς τα σχόλια τους, συζητούν τα εν λόγω σχόλια μετά από αίτηση, και λαμβάνουν υπόψη τα σχόλια και τα αποτελέσματα των συζητήσεων.

6. Εντούτοις, σε περίπτωση που προκύπτουν ή ενδέχεται να προκύψουν επείγοντα προβλήματα προστασίας της υγείας για ένα μέλος, το εν λόγω μέλος δύναται να παραλείψει κάποια στάδια από αυτά που απαρριθμούνται στην παράγραφο 5 του παρόντος παραρτήματος, όπως κρίνει αναγκαίο, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος:

(α) ενημερώνει αμέσως τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, για το συγκεκριμένο κανονισμό και τα προϊόντα που καλύπτονται, με συνοπτική αναφορά του σκοπού και της αιτιολόγησης του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των λόγων χαρακτηρισμού των προβλημάτων ως επειγόντων.

(β) παρέχει, μετά από αίτηση, αντίγραφα του κανονισμού στα λοιπά μέλη

(γ) επιτρέπει στα λοιπά μέλη να προβαίνουν σε σχόλια γραπτώς, συζητά τα εν λόγω σχόλια μετά από αίτηση, και λαμβάνει υπόψη τα σχόλια και τα αποτελέσματα των συζητήσεων.

7. Οι γνωστοποιήσεις προς τη γραμματεία γίνονται στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα.

8. Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη παρέχουν, εάν ζητηθεί από άλλο μέλος, αντίγραφα των εγγράφων, ή σε περίπτωση ογκώδους τεκμηρίωσης, σύνοψης των εγγράφων τα οποία αφορούν συγκεκριμένη γνωστοποίηση στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα.

9. Η γραμματεία κοινοποιεί αμέσως αντίγραφα της γνωστοποίησης σε όλα τα μέλη και τους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς και εφιστά την προσοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών σε κάθε γνωστοποίηση σχετικά με προϊόντα τα οποία έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτές.

10. Τα μέλη ορίζουν μία και μόνη κεντρική κυβερνητική αρχή ως υπεύθυνη για την εφαρμογή, σε εθνικό επίπεδο, των διατάξεων που αφορούν τις διαδικασίες γνωστοποίησης σύμφωνα με τις παραγράφους 5, 6, 7 και 8 του παρόντος παραρτήματος.

Γενικές επιφυλάξεις

11. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν ερμηνεύεται ως απαίτηση:

(α) για την παροχή στοιχείων ή αντιγράφων των σχεδίων, ή για τη δημοσίευση των κειμένων σε γλώσσα άλλη από τη γλώσσα του μέλους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 8 του παρόντος παραρτήματος ή

(β) για αποκάλυψη από τα μέλη, εμπιστευτικών πληροφοριών, οι οποίες θα μπορούσαν να εμποδίσουν την επιβολή της νομοθεσίας υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας ή οι οποίες θα έθεταν σε κίνδυνο τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ, ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗΣ

1. Τα μέλη διασφαλίζουν, σε σχέση με κάθε διαδικασία ελέγχου και εξασφάλισης της τήρησης των μέτρων υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας, ότι:

(α) οι διαδικασίες αυτές αναλαμβάνονται και ολοκληρώνονται χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και κατά τον ίδιο τουλάχιστον ευνοϊκό τρόπο τόσο για τα εισαγόμενα προϊόντα όσο και για τα παρόμοια εγχώρια προϊόντα

(β) το σύνηθες διάστημα διεκπεραίωσης κάθε διαδικασίας δημοσιεύεται ή ότι το προβλεπόμενο διάστημα διεκπεραίωσης κοινοποιείται στον αιτούντα μετά από αίτησή του. Μόλις παραλάβει μία αίτηση, ο αρμόδιος φορέας εξετάζει αμέσως την πληρότητα των εγγράφων και ενημερώνει τον αιτούντα κατά ακριβή και πλήρη τρόπο για όλες τις ελλείψεις, ο αρμόδιος φορέας διαβιβάζει, το συντομότερο δυνατόν, τα αποτελέσματα της διαδικασίας, κατά ακριβή και πλήρη τρόπο, στον αιτούντα ούτως ώστε να γίνουν διορθωτικές ενέργειες, εάν είναι αναγκαίο ακόμα και όταν η αίτηση παρουσιάζει ελλείψεις, ο αρμόδιος φορέας συνεχίζει τη διαδικασία, όσον αυτό είναι εφικτό, εάν το ζητήσει ο αιτών, και ότι, μετά από αίτησή του, ο αιτών ενημερώνεται για τη φάση που βρίσκεται η διαδικασία, και αιτιολογείται κάθε ενδεχόμενη καθυστέρηση

(γ) οι αιτήσεις για πληροφορίες περιορίζονται σε ότι είναι αναγκαίο για την καταλληλότητα των διαδικασιών ελέγχου, επιθεώρησης και έγκρισης, περιλαμβανομένης της έγκρισης της χρήσης προσθέτων ή του καθορισμού ανοχών για τις προσμείξεις σε τρόφιμα, ποτά ή ζωοτροφές

(δ) ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών σχετικά με εισαγόμενα προϊόντα, οι οποίες προκύπτουν από τον έλεγχο, την επιθεώρηση και την έγκριση, ή παρέχονται στο πλαίσιο αυτών, το ίδιο τουλάχιστον ευνοϊκό όπως για τα εγχώρια προϊόντα και έτσι ώστε να προστατεύονται τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα

(ε) οι αιτήσεις για έλεγχο, επιθεώρηση και έγκριση μεμονωμένων δειγμάτων προϊόντος περιορίζονται σε ότι είναι εύλογο και αναγκαίο

(στ) κάθε εισφορά που επιβάλλεται για τις διαδικασίες επί των εισαγομένων προϊόντων είναι δίκαιη σε σχέση με αυτές που επιβάλλονται σε παρόμοια εγχώρια προϊόντα ή προϊόντα που κατάγονται από άλλο μέλος και όχι υψηλότερη από το πραγματικό κόστος της υπηρεσίας

(ζ) τα ίδια κριτήρια επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται κατά τον καθορισμό της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες και κατά την επιλογή των δειγμάτων τόσο των εισαγομένων προϊόντων όσο και των εγχωρίων προϊόντων, ούτως ώστε να ελαχιστοποιούνται οι δυσχέρειες για τους αιτούντες, τους εισαγωγείς, τους εξαγωγείς ή τους αντιπροσώπους τους

(η) όταν οι προδιαγραφές ενός προϊόντος τροποποιούνται μετά τον έλεγχο και την επιθεώρησή του στο πλαίσιο των ισχυόντων κανονισμών, η διαδικασία για το τροποποιημένο προϊόν περιορίζεται σε ότι είναι αναγκαίο ώστε να καθορισθεί εάν υπάρχει επαρκής εξασφάλιση, ότι το προϊόν εξακολουθεί να πληροί τους όρους των σχετικών κανονισμών και

(θ) υπάρχει διαδικασία για την εξέταση των παραπόνων σχετικά με τη λειτουργία αυτών των διαδικασιών και για την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών σε περίπτωση που κάποια καταγγελία είναι αιτιολογημένη.

Όταν εισάγον μέλος εφαρμόζει σύστημα για την έγκριση της χρήσης των προσθέτων στα τρόφιμα ή για τον καθορισμό ανοχών για τις προσμείξεις στα τρόφιμα, τα ποτά ή τις ζωοτροφές, το οποίο απαγορεύει ή περιορίζει την πρόσβαση προϊόντων στις εγχώριες αγορές εξαιτίας της έλλειψης έγκρισης, το εισάγον μέλος εξετάζει την περίπτωση να χρησιμοποιήσει διεθνές πρότυπο ως βάση για να επιτρέψει την πρόσβαση, έως ότου ληφθεί η τελική απόφαση.

2. Όταν ένα μέτρο υγειονομικής ή φυτοϋγειονομικής προστασίας προβλέπει έλεγχο στο επίπεδο της παραγωγής, το μέλος στου οποίου το έδαφος πραγματοποιείται η παραγωγή παρέχει την αναγκαία βοήθεια για να διευκολυνθεί ο έλεγχος αυτός και οι εργασίες των αρχών ελέγχου.

3. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να διενεργήσουν εύλογη επιθεώρηση εντός των εδαφών τους.

ΣΥΜΦΩΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΚΛΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ  ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΔΗ ΕΝΔΥΣΗΣ

Τα μέλη,

Υπενθυμίζοντας ότι οι υπουργοί συμφώνησαν στην Punta del Este ότι “Οι διαπραγματεύσεις στον τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης έχουν στόχο να ορίσουν τις λεπτομέρειες που θα επέτρεπαν την ενδεχόμενη ενσωμάτωση του εν λόγω τομέα στην GATT βάσει των ενισχυμένων κανόνων και υποχρεώσεων της GATT, συνεισφέροντας κατά συνέπεια και στον στόχο της περαιτέρω απελευθέρωσης του εμπορίου

Υπενθυμίζοντας επίσης ότι, με την απόφαση του Απριλίου 1989 της επιτροπής εμπορικών διαπραγματεύσεων, συνεφωνήθη ότι η διαδικασία ενσωμάτωσης ήταν ανάγκη να αρχίσει μετά την ολοκλήρωση των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης και ήταν σκόπιμο να έχει σταδιακό χαρακτήρα.

Υπενθυμίζοντας, εξάλλου, ότι συνεφωνήθη ότι οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη επιβάλετο να τύχουν ιδιαίτερης μεταχείρισης

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

1. Η παρούσα συμφωνία ορίζει τις διατάξεις που θα ισχύσουν στα μέλη κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου για την ενσωμάτωση του τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GATT του 1994.

2. Τα μέλη συμφωνούν να χρησιμοποιήσουν τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 18 και του άρθρου 6, στοιχείο β) κατά τρόπον ώστε να επιτρέψουν σημαντικές αυξήσεις των δυνατοτήτων πρόσβασης για τους μικρούς προμηθευτές και τη δημιουργία σημαντικών εμπορικών ευκαιριών για τους νεοεισερχόμενους στον τομέα του εμπορίου κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης.

3. Τα μέλη δίνουν τη δέουσα προσοχή στην κατάσταση των μελών, τα οποία δεν έχουν αποδεχθεί τα πρωτόκολλα για την παράταση της ισχύος της συμφωνίας για το διεθνές εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων (καλούμενης στην παρούσα συμφωνία “ΣΠΙ”) του 1986 και, στο μέτρο του δυνατού, τους παρέχουν ειδική μεταχείριση κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

4. Τα μέλη συμφωνούν ότι, κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, θα πρέπει να εκφράζονται, μετά από διαβουλεύσεις, τα επιμέρους συμφέρονται των βαμβακοπαραγωγών των εξαγόντων μελών.

5. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση του τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GATT του 1994, τα μέλη οφείλουν να δώσουν τις δυνατότητες για συνεχή και αυτοδύναμη βιομηχανική προσαρμογή και αυξημένο ανταγωνισμό στις αγορές τους.

6. Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν επηρεάζουν, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σ` αυτή, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών, δυνάμει των διατάξεων της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών.

7. Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης για τα οποία ισχύει η παρούσα συμφωνία απαριθμούνται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

1. Όλοι οι ποσοτικοί περιορισμοί στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών που διατηρούνται δυνάμει του άρθρου 4 ή γνωστοποιούνται δυνάμει του άρθρου 7 ή 8 της ΣΠΙ, εν ισχύι την ημέρα πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιούνται με λεπτομέρειες, εντός 60 ημερών από την εν λόγω θέση σε ισχύ, περιλαμβανομένων των περιοριστικών επιπέδων, των συντελεστών αύξησης και των διατάξεων ευελιξίας, από τα μέλη που διατηρούν τέτοιου είδους περιορισμούς, στο εποπτικό όργανο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 8 (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία το “ΕΟΚΠ”). Τα μέλη συμφωνούν ότι από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, όλοι οι περιορισμοί αυτού του είδους που διατηρούνται μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της GATT του 1947, και που έχουν τεθεί σε εφαρμογή την ημέρα πριν από την εν λόγω θέση σε ισχύ, διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

2. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις εν λόγω γνωστοποιήσεις σε όλα τα μέλη προς πληροφόρησή τους. Όλα τα μέλη δύνανται να θέσουν υπόψη του ΕΟΚΠ, εντός 60 ημερών από τη διαβίβαση των γνωστοποιήσεων, τις παρατηρήσεις που κρίνουν αρμόζουσες σχετικά με αυτές. Οι εν λόγω παρατηρήσεις διαβιβάζονται στα λοιπά μέλη για πληροφόρησή τους. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβαίνει σε συστάσεις, κατά περίπτωση, στα ενδιαφερόμενα μέλη.

3. Σε περίπτωση που η 12μηνη περίοδος των περιορισμών που γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν συμπίπτει με τη 12μηνη περίοδο που προηγείται της ημερομηνίας θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα ενδιαφερόμενα μέλη οφείλουν να συμφωνήσουν αμοιβαίως σχετικά με τους διακανονισμούς που απαιτούνται για να ευθυγραμμισθεί η περίοδος των περιορισμών με το έτος εφαρμογής της συμφωνίας, και να θεσπίσουν τις εθνικές βάσεις αυτών των περιορισμών προκειμένου να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου. Τα ενδιαφερόμενα μέλη συμφωνούν να προβούν σε διαβουλεύσεις αμέσως μόλις τους ζητηθεί προκειμένου να καταλήξουν σε τέτοια αμοιβαία συμφωνία. Αυτού του είδους οι διακανονισμοί λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις εποχιακές τάσεις των αποστολών εμπορευμάτων κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Τα αποτελέσματα των εν λόγω διαβουλεύσεων γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ, το οποίο προβαίνει σε συστάσεις, όποτε το κρίνει απαραίτητο, προς τα ενδιαφερόμενα μέλη.

4. Οι περιορισμοί που γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 θεωρείται ότι αποτελούν το σύνολο τέτοιου είδους περιορισμών που εφαρμόζονται από τα αντίστοιχα μέλη την ημέρα πριν τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Δεν εισάγονται νέοι περιορισμοί σχετικά με προϊόντα ή μέλη, εκτός αν αυτοί επιβάλλονται κατ` εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή σχετικών διατάξεων της GATT του 1994. Οι περιορισμοί που δεν γνωστοποιούνται εντός 60 ημερών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ λήγουν πάραυτα.

5. Όλα τα μονομερή μέτρα, που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 3 της ΣΠΙ πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, δύναται να παραμείνουν σε ισχύ για ορισμένη διάρκεια, που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, εάν έχουν εξετασθεί από το Όργανο Επιτήρησης των Κλωστοϋφαντουργικών (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία “ΟΕΚ”) που θεσπίζεται δυνάμει της ΣΠΙ. Εάν το ΟΕΚ δεν είχε την ευκαιρία να εξετάσει τα εν λόγω μονομερή μέτρα, αυτά εξετάζονται από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και διαδικασίες που διέπουν τα μέτρα του άρθρου 3 στο πλαίσιο της ΣΠΙ. Τα μέτρα που εφαρμόζονται στο πλαίσιο συμφωνίας βάσει του άρθρου 4 της ΣΠΙ πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και αποτελούν αντικείμενο διαφοράς, την οποία το ΟΕΚ δεν είχε την ευκαιρία να εξετάσει, εξετάζονται επίσης από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες της ΣΠΙ που ισχύουν για τέτοιου είδους εξέταση.

6. Την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κάθε μέλος ενσωματώνει στην GATT του 1994 τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν πάνω από το 16% του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους κατά το 1990 των προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα, σε σχέση με τις θέσεις ή κατηγορίες του ΕΣ. Τα προϊόντα που πρόκειται να ενσωματωθούν περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις ομάδες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, και είδη ένδυσης.

7. Οι πλήρεις λεπτομέρειες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν δυνάμει της παραγράφου 6 κοινοποιούνται από τα ενδιαφερόμενα μέλη σύμφωνα με τα ακόλουθα:

(α) Τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς οι οποίοι εμπίπτουν στο πλαίσιο της παραγράφου 1 αναλαμβάνουν, κατά παρέκκλιση της ημερομηνίας της θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να γνωστοποιήσουν τις λεπτομέρειες αυτές στη γραμματεία της GATT το αργότερο την ημερομηνία που καθορίζεται με την υπουργική απόφαση της 15ης Απριλίου 1994. Η γραμματεία της GATT διαβιβάζει αμέσως τις εν λόγω γνωστοποιήσεις στους λοιπούς συμμετέχοντες για πληροφόρησή τους. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις θα παραδοθούν στο ΕΟΚΠ, όταν αυτό συσταθεί, για τους σκοπούς της παραγράφου 21.

(β) Τα μέλη τα οποία, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, διατήρησαν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του άρθρου 6, κοινοποιούν τις εν λόγω λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ εντός 60 ημερών το αργότερο μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ή, στην περίπτωση των μελών που καλύπτονται από το άρθρο 1, παράγραφος 3, το αργότερο στο τέλος του 12ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις εν λόγω κοινοποιήσεις στα λοιπά μέλη για πληροφόρηση και τις εξετάζει όπως προβλέπεται στην παράγραφο 21.

8. Τα εναπομένοντα προϊόντα, ήτοι τα προϊόντα που δεν έχουν ενσωματωθεί στην GATT του 1994 δυνάμει της παραγράφου 6, ενσωματώνονται, σε σχέση με τις θέσεις ή κατηγορίες του εναρμονισμένου συστήματος, σε τρία στάδια, ως ακολούθως:

(α) την πρώτη ημέρα του 37ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 17 τοις εκατό του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους το 1990 για τα προϊόντα του παραρτήματος. Τα προϊόντα που ενσωματώνονται από τα μέλη περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις κατηγορίες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, και είδη ένδυσης.

(β) την πρώτη ημέρα του 85ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα προϊόντα τα οποία αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 18 τοις εκατό του συνολικού όγκου των εισαγωγών του μέλους το 1990 για τα προϊόντα του παραρτήματος. Τα προϊόντα που ενσωματώνονται από τα μέλη περιλαμβάνουν προϊόντα κάθε μιας από τις ακόλουθες τέσσερις κατηγορίες: ταινίες προπαρασκευής και νήματα, υφάσματα, έτοιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, και είδη ένδυσης.

(γ) την πρώτη ημέρα του 121ου μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ο τομέας των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης παραμένει ενσωματωμένος στην GATT του 1994, αφού έχουν καταργηθεί όλοι οι περιορισμοί δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

9. Τα μέλη τα οποία έχουν γνωστοποιήσει, δυνάμει του άρθρο 6, παράγραφος 1, την πρόθεσή τους να μην διατηρήσουν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του άρθρου 6, κρίνεται, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ότι έχουν ενσωματώσει τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης στην GATT του 1994. Αυτά τα μέλη κατά συνέπεια, εξαιρούνται από την τήρηση των διατάξεων των παραγράφων 6 έως 8 και 11.

10. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη, τα οποία έχουν υποβάλει πρόγραμμα ενσωμάτωσης δυνάμει της παραγράφου 6 ή 8, να ενσωματώνουν προϊόντα στην GATT του 1994 νωρίτερα απ` ότι προβλέπεται στο εν λόγω πρόγραμμα. Εντούτοις, μια τέτοια ενσωμάτωση προϊόντων αρχίζει να ισχύει στην αρχή του έτους εφαρμογής της συμφωνίας, και οι λεπτομέρειες γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα, για διαβίβαση προς όλα τα μέλη.

11. Τα αντίστοιχα προγράμματα ενσωμάτωσης, δυνάμει της παραγράφου 8, γνωστοποιούνται με λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ τουλάχιστον 12 μήνες πριν τη θέση τους σε ισχύ, και διαβιβάζονται από το ΕΟΚΠ σε όλα τα μέλη.

12. Τα επίπεδα βάσης των περιορισμών των εναπομενόντων προϊόντων, που αναφέρονται στην παράγραφο 8, αποτελούν τα επίπεδα περιορισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

13. Κατά τη διάρκεια του σταδίου 1 της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας (από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έως και τον 36ο μήνα μετά τη θέση της σε ισχύ) το επίπεδο κάθε περιορισμού δυνάμει των διμερών συμφωνιών της ΣΠΙ που βρίσκονταν σε ισχύ κατά τη 12μηνη περίοδο πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, αυξάνεται ετησίως κατά ποσοστό τουλάχιστον ίσο του συντελεστή αύξησης που έχει καθορισθεί για τους αντίστοιχους περιορισμούς, επαυξημένου κατά 16%.

14. Εκτός από τις περιπτώσεις όπου το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών ή το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίζει διαφορετικά δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 12, το επίπεδο κάθε εναπομένοντος περιορισμού αυξάνεται ετησίως κατά τη διάρκεια των μεταγενεστέρων σταδίων της παρούσας συμφωνίας κατά ποσοστό τουλάχιστον ίσο των ακολούθων:

(α) όσον αφορά το στάδιο 2 (από τον 37ο έως και τον 84ο μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ), του συντελεστή αύξησης για τους αντίστοιχους περιορισμούς κατά τη διάρκεια του σταδίου 1, επαυξημένου κατά 25 τοις εκατό.

(β) όσον αφορά το στάδιο 3 (από τον 85ο έως και τον 120ο μήνα μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ), του συντελεστή αύξησης για τους αντίστοιχους περιορισμούς κατά τη διάρκεια του σταδίου 2, επαυξημένου κατά 27 τοις εκατό.

15. Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να καταργήσουν περιορισμούς που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, με ισχύ από τις αρχές κάθε έτους εφαρμογής της συμφωνίας κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι το ενδιαφερόμενο εξάγον μέλος και το ΕΟΚΠ ενημερώνονται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έναρξη ισχύος της κατάργησης. Η προθεσμία για προηγούμενη γνωστοποίηση δύναται να μειωθεί στις 30 ημέρες, με τη συγκατάθεση του μέλους το οποίο αφορά ο περιορισμός. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει αυτές τις γνωστοποιήσεις σε όλα τα μέλη. Κατά την εξέταση της κατάργησης περιορισμών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, τα ενδιαφερόμενα μέλη λαμβάνουν υπόψη τη μεταχείριση παρομοίων εξαγωγών άλλων μελών.

16. Οι διατάξεις ευελιξίας, ήτοι μεταβίβαση, μεταφορά και πρότερη χρήση, που ισχύουν για όλους τους περιορισμούς που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, είναι οι ίδιες με αυτές που προβλέπονται στις διμερείς συμφωνίες της ΣΠΙ για τη 12μηνη περίοδο πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Δεν τίθενται ούτε διατηρούνται ποσοτικά όρια σχετικά με τη συνδυασμένη χρήση της μεταβίβασης, μεταφοράς και πρότερης χρήσης.

17. Οι διοικητικές ρυθμίσεις που κρίνονται απαραίτητες σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αποτελούν αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών. Οι ρυθμίσεις αυτές γνωστοποιούνται στο ΕΠΚΠ.

18. Όσον αφορά τα μέλη των οποίων οι εξαγωγές υπόκεινται σε περιορισμούς την ημέρα πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και των οποίων οι περιορισμοί αντιπροσωπεύουν έως και 1,2 τοις εκατό του συνολικού όγκου των περιορισμών, που ισχύουν σε εισάγον μέλος κατά την 31η Δεκεμβρίου 1981 και που έχουν κοινοποιηθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου παρέχονται σημαντικές βελτιώσεις στην πρόσβαση των εξαγωγών τους, κατά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, μέσω της προώθησης κατά ένα στάδιο των συντελεστών αύξησης που ορίζονται στις παραγράφους 13 και 14, ή μέσω τουλάχιστον ισοδυνάμων μεταβολών όπως συμφωνούνται αμοιβαίως, σε σχέση με διαφορετικό συνδυασμό των επιπέδων βάσης, των συντελεστών αύξησης και των διατάξεων ευελιξίας. Οι βελτιώσεις αυτές κοινοποιούνται στο ΕΟΚΠ.

19. Κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, σε κάθε περίπτωση που εισάγεται μέτρο διασφάλισης από μέλος δυνάμει του άρθρου ΧΙΧ της GATT του 1994 σε σχέση με συγκεκριμένο προϊόν κατά τη διάρκεια περιόδου ενός έτους αμέσως μετά την ενσωμάτωση του εν λόγω προϊόντος στην GATT του 1994 σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου ΧΙΧ, όπως ερμηνεύονται από τη συμφωνία για τις ρήτρες διασφάλισης, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 20.

20. Σε περίπτωση που το εν λόγω μέτρο εφαρμόζεται με τη χρήση μη δασμολογικών μέσων, το ενδιαφερόμενο εισάγον μέλος εφαρμόζει το μέτρο με τον τρόπο που καθορίζεται στο άρθρο ΧΙΙΙ, παράγραφος 2, στοιχείο δ) της GATT του 1994 μετά από αίτηση οποιουδήποτε εξάγοντος μέλους, του οποίου οι εξαγωγές των προϊόντων αυτών υπέκειντο σε περιορισμούς δυνάμει της παρούσας συμφωνίας οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια του αμέσως προηγουμένου έτους πριν από την εισαγωγή του μέτρου διασφάλισης. Το ενδιαφερόμενο εξάγον μέλος εφαρμόζει το μέτρο αυτό. Το εφαρμοζόμενο επίπεδο δεν μειώνει τις σχετικές εξαγωγές κάτω από το επίπεδο προσφάτου αντιπροσωπευτικής περιόδου, που συνήθως είναι ο μέσος όρος των εξαγωγών του ενδιαφερομένου μέλους κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών αντιπροσωπευτικών ετών για τα οποία διατίθενται στατιστικά στοιχεία. Επιπλέον, όταν το μέτρο διασφάλισης εφαρμόζεται για περισσότερα του ενός έτη, το εφαρμοζόμενο επίπεδο ελευθερώνεται σταδιακά, σε τακτικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το εξάγον ενδιαφερόμενο μέλος δεν ασκεί το δικαίωμα της αναστολής ουσιαστικά ισοδυνάμων παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δυνάμει του άρθρου ΧΙΧ, παράγραφος 3 στοιχείο α) της GATT του 1994.

21. Το ΕΟΚΠ ελέγχει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, εξετάζει κάθε συγκεκριμένο θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Προβαίνει στη διατύπωση κατάλληλων συστάσεων ή πορισμάτων εντός 30 ημερών προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, αφού καλέσει τα μέλη αυτά να συμμετάσχουν στις εργασίες του.

Άρθρο 3

1. Εντός 60 ημερών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης (διαφορετικούς από αυτούς που διατηρούνται δυνάμει της ΣΠΙ και καλύπτονται από τις διατάξεις του άρθρου 2), είτε αυτοί είναι συμβατοί με την GATT του 1994 είτε όχι: α) τους γνωστοποιούν με λεπτομέρειες στο ΕΟΚΠ, ή β) διαβιβάζουν στο ΕΟΚΠ τις σχετικές με αυτούς γνωστοποιήσεις, οι οποίες έχουν υποβληθεί σε άλλο όργανο του ΠΟΕ. Οι γνωστοποιήσεις είναι σκόπιμο, όταν είναι δυνατόν, να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με κάθε αιτιολόγηση των περιορισμών της GATT του 1994, περιλαμβανομένων των διατάξεων της GATT του 1994 στις οποίες βασίζονται οι εν λόγω περιορισμοί.

2. Τα μέλη που διατηρούν περιορισμούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο της παραγράφου 1, άλλους από αυτούς οι οποίοι αιτιολογούνται δυνάμει διατάξεως της GATT του 1994:

(α) είτε τους προσαρμόζουν στην GATT του 1994 εντός ενός έτους μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, και γνωστοποιούν την εν λόγω ενέργεια στο ΕΟΚΠ για πληροφόρησή του,

(β) είτε τους καταργούν σταδιακά σύμφωνα με πρόγραμμα που υποβάλλεται στο ΕΟΚΠ από το μέλος που διατηρεί τους περιορισμούς το αργότερο εντός έξι μηνών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το εν λόγω πρόγραμμα προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση όλων των περιορισμών εντός περιόδου η οποία δεν υπερβαίνει τη διάρκεια της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σε συστάσεις προς το ενδιαφερόμενο μέλος σχετικά με αυτό το πρόγραμμα.

3. Κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη παρέχουν στο ΕΟΚΠ, για πληροφόρησή του, τις κοινοποιήσεις που έχουν υποβληθεί στα άλλα όργανα του ΠΟΕ σχετικά με κάθε νέο περιορισμό ή μεταβολή των υφιστάμενων περιορισμών για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, που έχουν ληφθεί δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης της GATT του 1994, εντός 60 ημερών από την έναρξη ισχύος τους.

4. Τα μέλη είναι ελεύθερα να προβαίνουν σε αντικοινοποιήσεις προς το ΕΟΚΠ, για πληροφόρησή του, σχετικά με την αιτιολόγηση περιορισμού όσον αφορά την GATT του 1994, ή σχετικά με οιουσδήποτε περιορισμούς, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Όλα τα μέλη δύνανται να προβαίνουν σε ενέργειες σχετικά με αυτές τις γνωστοποιήσεις δυνάμει των σχετικών διατάξεων ή διαδικασιών της GATT του 1994 στο πλαίσιο του κατάλληλου οργάνου του ΠΟΕ.

5. Το ΕΟΚΠ διαβιβάζει τις γνωστοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου σε όλα τα μέλη για πληροφόρησή τους.

Άρθρο 4

1. Οι περιορισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 2, και αυτοί που ισχύουν δυνάμει του άρθρου 6, εφαρμόζονται από τα εξάγοντα μέλη. Τα εισάγοντα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να αποδεχθούν αποστολές εμπορευμάτων που υπερβαίνουν τους περιορισμούς που έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει του άρθρου 2, ή τους περιορισμούς που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 6.

2. Τα μέλη συμφωνούν ότι η εισαγωγή μεταβολών, όπως μεταβολές των πρακτικών, των κανόνων, των διαδικασιών και της ταξινόμησης των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης, περιλαμβανομένων των μεταβολών σχετικά με το Εναρμονισμένο Σύστημα, κατά την εφαρμογή ή τη διαχείριση των εν λόγω περιορισμών που έχουν κοινοποιηθεί ή εφαρμόζονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας δεν είναι σκόπιμο: να διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας να επηρεάζει αρνητικά την πρόσβαση που διαθέτει κάποιο μέλος, να εμποδίζει την πλήρη χρησιμοποίηση της εν λόγω πρόσβασης, ή να διακόπτει τις συνΆλλαγές δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

3. Εάν ένα προϊόν, το οποίο αποτελεί ένα μόνον τμήμα ενός περιορισμού κοινοποιηθεί προκειμένου να ενσωματωθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη συμφωνούν ότι κάθε μεταβολή του επιπέδου του εν λόγω περιορισμού δεν διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

4. Εντούτοις, όταν οι μεταβολές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 είναι απαραίτητες, τα μέλη συμφωνούν ότι το μέλος που εισάγει τέτοιου είδους μεταβολές οφείλει να πληροφορεί και, όταν είναι δυνατόν, να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τα θιγόμενα μέλη, πριν από την εφαρμογή των εν λόγω μεταβολών προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση σχετικά με την κατάλληλη και δίκαιη προσαρμογή. Τα μέλη συμφωνούν περαιτέρω ότι, όπου οι διαβουλεύσεις πριν από την εφαρμογή δεν είναι εφικτές, το μέλος που εισάγει τέτοιου είδους μεταβολές προβαίνει, μετά από αίτηση του επηρεαζόμενου μέλους, σε διαβουλεύσεις, ει δυνατόν εντός 60 ημερών, με τα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση σχετικά με τις κατάλληλες και δίκαιες προσαρμογές. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση, τα ενδιαφερόμενα μέλη δύνανται να παραπέμψουν το θέμα στο ΕΟΚΠ για συστάσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8. Εάν το ΕΟΚΠ δεν έχει την ευκαιρία να εξετάσει κάποια διαφορά σχετικά με τις εν λόγω μεταβολές που έχουν εισαχθεί πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, η εν λόγω διαφορά εξετάζεται από το ΕΟΚΠ σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες της ΣΠΙ που ισχύουν για εξέταση αυτού του είδους.

Άρθρο 5

1. Τα μέλη συμφωνούν ότι η καταστρατήγηση των διατάξεων μέσω μεταφόρτωσης, Άλλαγής δρομολογίου, ψευδούς δήλωσης σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο καταγωγής, και παραποίησης επισήμων εγγράφων, εμποδίζει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας για την ενσωμάτωση των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης στην GATT του 1994. Κατά συνέπεια, τα μέλη οφείλουν να θεσπίσουν τις αναγκαίες νομοθετικές διατάξεις και/ή τις διοικητικές διαδικασίες για να εξετάσουν τις εν περαιτέρω ότι, ενώ εξακολουθούν να εφαρμόζουν τους εθνικούς τους νόμους και διαδικασίες, θα συνεργασθούν πλήρως για να εξετάσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από την καταστρατήγηση των διατάξεων.

2. Σε περίπτωση που κάποιο μέλος φρονεί ότι η παρούσα συμφωνία έχει καταστρατηγηθεί μέσω μεταφόρτωσης, Άλλαγής δρομολογίου, ψευδούς δήλωσης σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο καταγωγής, ή παραποίησης επισήμων εγγράφων, και ότι δεν έχει εφαρμοσθεί κανένα μέτρο ή έχουν εφαρμοσθεί ακατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπισθεί η καταστρατήγηση τέτοιου είδους, και/ή να γίνουν ενέργειες κατά αυτής, το εν λόγω μέλος οφείλει να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση. Οι διαβουλεύσεις αυτού του είδους επιβάλλεται να διενεργούνται άμεσα, και, ει δυνατόν, εντός 30 ημερών. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση, το θέμα μπορεί να παραπεμφθεί από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέλος στο ΕΟΚΠ για συστάσεις.

3. Τα μέλη συμφωνούν να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες που είναι συνεπείς με την εγχώρια νομοθεσία τους και διαδικασίες, για την πρόληψη, τη διερεύνηση και, κατά περίπτωση, τη λήψη νομικών και/ή διοικητικών μέτρων κατά των πρακτικών καταστρατήγησης εντός του εδάφους τους. Τα μέλη συμφωνούν να συνεργάζονται πλήρως, ενώ παραμένοντας συνεπή με την εγχώρια νομοθεσία και διαδικασίες, στις περιπτώσεις καταστρατήγησης υποτιθέμενης καταστρατήγησης της παρούσας συμφωνίας, για την απόδειξη των σχετικών γεγονότων στους τόπους εισαγωγής, εξαγωγής και, κατά περίπτωση, μεταφόρτωσης. Συμφωνείται ότι η εν λόγω συνεργασία, που είναι συνεπής με τους εγχώριους νόμους και διαδικασίες, θα περιλαμβάνει: διερεύνηση των πρακτικών καταστρατήγησης που αυξάνουν τις εξαγωγές που υπόκεινται σε περιορισμούς προς το μέλος που διατηρεί τέτοιου είδους περιορισμούς, αντΆλλαγή εγγράφων, αλληλογραφίας, εκθέσεων και άλλων σχετικών πληροφοριών στο βαθμό του δυνατού, και διευκόλυνση των επισκέψεων στις εγκαταστάσεις, και των επαφών, μετά από αίτηση και κατά περίπτωση. Τα μέλη οφείλουν να προσπαθούν για τη διευκρίνιση των περιστάσεων κάθε τέτοιας περίπτωσης καταστρατήγησης ή υποτιθέμενης καταστρατήγησης, περιλαμβανομένων των αντιστοίχων ρόλων των εξαγωγέων ή των εισαγωγέων που εμπλέκονται.

4. Σε περίπτωση που, ως αποτέλεσμα διερεύνησης, υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι υπήρξε καταστρατήγηση (π.χ. όπου υπάρχουν αποδείξεις σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο της πραγματικής καταγωγής και τις περιστάσεις της εν λόγω καταστρατήγησης), τα μέλη συμφωνούν ότι πρέπει να αναλαμβάνεται η κατάλληλη δράση, στο βαθμό που είναι αναγκαίος, ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα. Τέτοιου είδους δράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την άρνηση εισόδου εμπορευμάτων ή, σε περίπτωση που τα εμπορεύματα έχουν ήδη εισέλθει, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των πραγματικών περιστάσεων και της εμπλοκής της χώρας ή του τόπου της πραγματικής καταγωγής, την προσαρμογή των επιβαρύνσεων στα επίπεδα περιορισμών, ώστε να αντικατοπτρίζουν τη χώρα ή τον τόπο της πραγματικής καταγωγής. Επίσης, στις περιπτώσεις που υπάρχουν αποδείξεις της εμπλοκής των εδαφών των μελών, μέσω των οποίων τα εμπορεύματα μεταφορτώθηκαν, τέτοιου είδους δράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την εισαγωγή περιορισμών σε σχέση με τα εν λόγω μέλη. Οι εν λόγω δράσεις, μαζί με το χρονοδιάγραμμα και το πεδίο εφαρμογής τους, μπορούν να αναληφθούν μετά από διαβουλεύσεις που διενεργούνται με σκοπό την εξεύρεση αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών και γνωστοποιούνται στο ΕΟΚΠ πλήρως αιτιολογημένες. Τα ενδιαφερόμενα μέλη μπορούν να συμφωνούν μετά από διαβουλεύσεις σχετικά με άλλους τρόπους αντιμετώπισης. Οι εν λόγω συμφωνίες γνωστοποιούνται και αυτές στο ΕΟΚΠ, και το ΕΟΚΠ μπορεί να προβαίνει σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, όπως κρίνει δέον. Εάν δεν εξευρεθεί αμοιβαίως ικανοποιητική λύση, κάθε ενδιαφερόμενο μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ για άμεση εξέταση και συστάσεις.

5. Τα μέλη σημειώνουν ότι ορισμένες περιπτώσεις καταστρατήγησης μπορεί να αφορούν υπό διαμετακόμιση μέσω χωρών ή τόπων χωρίς τα εμπορεύματα που περιλαμβάνονται σε τέτοιες αποστολές να υφίστανται μεταβολές ή αλλοιώσεις στους τόπους διαμετακόμισης. Τα μέλη σημειώνουν ότι μπορεί να μην είναι, εν γένει, εφικτό για τους τόπους αυτούς διαμετακόμισης να διενεργούν ελέγχους σε τέτοιου είδους αποστολές.

6. Τα μέλη συμφωνούν ότι οι ψευδείς δηλώσεις σχετικά με την περιεκτικότητα σε ίνες, τις ποσότητες, την περιγραφή ή την κατάταξη των εμπορευμάτων εμποδίζουν επίσης την επίτευξη του στόχου της παρούσας συμφωνίας. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν αποδείξεις ότι έχει γίνει ψευδής δήλωση με σκοπό την καταστρατήγηση, τα μέλη συμφωνούν ότι είναι ανάγκη να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, συνεπή με την εγχώρια νομοθεσία και τις διαδικασίες, κατά των εξαγωγέων ή εισαγωγέων που εμπλέκονται. Εάν κάποιο μέλος φρονεί ότι η παρούσα συμφωνία έχει καταστρατηγηθεί με τέτοιου είδους ψευδή δήλωση και ότι δεν έχει εφαρμοστεί κανένα μέτρο ή έχουν εφαρμοσθεί ακατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπιστεί η εν λόγω καταστρατήγηση και/ή να αναληφθεί δράση κατά αυτής, το εν λόγω μέλος θα πρέπει να προβαίνει αμέσως σε διαβουλεύσεις με το ενδιαφερόμενο μέλος προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση. Εάν τέτοιου είδους λύση δεν εξευρεθεί, το θέμα μπορεί να παραπεμφθεί από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέλος στο ΕΟΚΠ για συστάσεις. Η παρούσα διάταξη δεν έχει σκοπό να εμποδίσει τα μέλη να προβαίνουν σε τεχνικές προσαρμογές σε περίπτωση που έχουν γίνει ακούσια σφάλματα στις δηλώσεις.

Άρθρο 6

1. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μπορεί να αποδειχθεί αναγκαίο να εφαρμοσθεί ειδικός μεταβατικός μηχανισμός διασφάλισης (καλούμενος στην παρούσα συμφωνία “μεταβατική διασφάλιση”). Η μεταβατική διασφάλιση μπορεί να εφαρμοσθεί από κάθε μέλος για προϊόντα που καλύπτονται από το παράρτημα) εκτός από αυτά που έχουν ενσωματωθεί στην GATT του 1994 δυνάμει των διατάξεων του άρθρου

2. Τα μέλη τα οποία δεν διατηρούν περιορισμούς που εμπίπτουν στο πλαίσιο του άρθρου 2 ενημερώνουν το ΕΟΚΠ εντός 60 ημερών μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, για το εάν επιθυμούν να διατηρήσουν το δικαίωμα της χρήσης των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Τα μέλη που δεν έχουν αποδεχθεί τα πρωτόκολλα παράτασης της ΣΠΙ μετά το 1986, προβαίνουν σε τέτοιου είδους γνωστοποίηση εντός 6 μηνών μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Η μεταβατική διασφάλιση είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται με τη μεγαλύτερη δυνατή φειδώ, και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και την αποτελεσματική εφαρμογή διαδικασίας ενσωμάτωσης δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

2. Είναι δυνατόν να αναληφθούν δράσεις διασφάλισης δυνάμει του παρόντος άρθρου σε περίπτωση που, βάσει απόφασης ενός μέλους, αποδεικνύεται ότι συγκεκριμένο προϊόν εισάγεται στο έδαφός του, σε ποσότητες τέτοιου μεγέθους ώστε να δημιουργεί σοβαρές ζημίες ή πραγματική απειλή για σοβαρές ζημιές στην εγχώρια βιομηχανία, η οποία παράγει παρόμοια και/ή άμεσα ανταγωνιστικά προϊόντα. Οι σοβαρές ζημίες ή η πραγματική απειλή για σοβαρές ζημιές απαιτείται να προκαλείται αποδεδειγμένα από τις εν λόγω αυξημένες ποσότητες του συνόλου των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος και όχι από άλλους παράγοντες, όπως οι τεχνολογικές Άλλαγές ή Άλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών.

3. Κατά τον προσδιορισμό σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, το μέλος εξετάζει τις επιπτώσεις των εν λόγω εισαγωγών στην κατάσταση της συγκεκριμένης βιομηχανίας, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στις μεταβολές σχετικών οικονομικών μεταβλητών όπως η παραγωγή, η παραγωγικότητα, η χρήση της παραγωγικής ικανότητας, τα αποθέματα, το μερίδιο της αγοράς, οι εξαγωγές, οι μισθοί, η απασχόληση, οι εγχώριες τιμές, τα κέρδη και οι επενδύσεις, κανένα από τα προηγούμενα, είτε μόνο του είτε σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, δεν έχει απαραιτήτως αποφασιστικό χαρακτήρα.

4. Κάθε μέτρο του οποίου γίνεται επίκληση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται για κάθε μέλος χωριστά. Το μέλος ή τα μέλη στα οποία αποδίδονται οι σοβαρές ζημίες ή η πραγματική απειλή για σοβαρές ζημιές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, προσδιορίζονται βάσει μεγάλης και ουσιαστικής αύξησης των εισαγωγών, τρέχουσας ή επικείμενης, από το εν λόγω μέλος ή μέλη, υπολογιζόμενης ξεχωριστά, και βάσει του επιπέδου των εισαγωγών σε σύγκριση με εισαγωγές από άλλες πηγές, του μεριδίου της αγοράς, και των τιμών εισαγωγής και των εγχωρίων τιμών σε συγκρίσιμο στάδιο εμπορικών συνΆλλαγών, κανείς από τους ανωτέρω παράγοντες, είτε μόνος του είτε σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, δεν έχει απαραιτήτως αποφασιστικό χαρακτήρα. Τέτοιου είδους μέτρα διασφάλισης δεν εφαρμόζονται στις εξαγωγές κανενός μέλους του οποίου οι εξαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος υπόκεινται ήδη σε περιορισμό δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

5. Η περίοδος ισχύος του προσδιορισμού σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημίες με σκοπό την επίκληση μέτρων διασφάλισης δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες από την ημερομηνία της αρχικής γνωστοποίησης όπως ορίζεται στην παράγραφο 7.

6. Κατά την εφαρμογή της μεταβατικής διασφάλισης, λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη τα συμφέροντα των εξαγόντων μελών όπως καθορίζεται κατωτέρω:

(α) Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη τυγχάνουν σημαντικά ευνοϊκότερης μεταχείρισης από αυτήν που παρέχεται σε άλλες ομάδες μελών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, κατά προτίμηση για όλα τα στοιχεία της, οπωσδήποτε όμως τουλάχιστον σε γενικές γραμμές.

(β) τα μέλη, των οποίων ο συνολικός όγκος των εξαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης είναι χαμηλός σε σύγκριση με το συνολικό όγκο εξαγωγών άλλων μελών και αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των εισαγωγών του εν λόγω προϊόντος στο εισάγον μέλος τυγχάνουν διαφοροποιημένης και ευνοϊκότερης μεταχείρισης κατά τον καθορισμό των οικονομικών όρων που προβλέπονται στις παραγράφους 8, 13 και 14. Όσον αφορά τους εν λόγω προμηθευτές, θα ληφθούν δεόντως υπόψη, δυνάμει του άρθρου 1 οι παράγραφοι 2 και 3, οι μελλοντικές δυνατότητες ανάπτυξης του εμπορίου τους και η ανάγκη να επιτραπεί η εισαγωγή εμπορικών ποσοτήτων από αυτά.

(γ) όσον αφορά τα μάλλινα προϊόντα που προέρχονται από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που παράγουν μαλλί και των οποίων η οικονομία και το εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης εξαρτώνται από τον τομέα του μαλλιού, των οποίων το σύνολο των εξαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από μάλλινα προϊόντα, και των οποίων ο όγκος του εμπορίου κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης είναι συγκριτικά χαμηλός στις αγορές των εισαγόντων μελών, δίδεται ιδιαίτερη σημασία στις εξαγωγικές ανάγκες των εν λόγω μελών κατά την εξέταση των επιπέδων των ποσοστώσεων, των συντελεστών αύξησης και των ορίων ευελιξίας.

(δ) τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης οι επανεισαγωγές, ενός μέλους, κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών ένδυσης τα οποία το εν λόγω μέλος, έχει εξαγάγει σε άλλο μέλος για μεταποίηση και επακόλουθη επανεισαγωγή, όπως καθορίζεται από τους νόμους και τις πρακτικές του εισάγοντος μέλους, και υπό την προϋπόθεση διενέργειας ικανοποιητικού ελέγχου και τήρησης διαδικασιών πιστοποίησης, όταν τα εν λόγω προϊόντα εισάγονται από μέλος για το οποίο αυτό το είδος συνΆλλαγών αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του συνόλου των εξαγωγών του σε κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης.

7. Το μέλος που προτείνει τη λήψη μέτρων διασφάλισης επιδιώκει διαβουλεύσεις με το μέλος ή τα μέλη τα οποία θα επηρεασθούν ενδεχομένως από τέτοιου είδους μέτρα. Η αίτηση για διαβουλεύσεις συνοδεύεται από συγκεκριμένες και σχετικές με τα γεγονότα πληροφορίες, όσον το δυνατόν πιο ενημερωμένες, ιδίως όσον αφορά τα ακόλουθα: (α) τους παράγοντες, που αναφέρονται στην παράγραφο 3, βάσει των οποίων το μέλος που επικαλείται τα μέτρα προσδιόρισε την ύπαρξη σοβαρών ζημιών ή πραγματικής απειλής για σοβαρές ζημιές, και (β) τους παράγοντες, που αναφέρονται στην παράγραφο 4, βάσει των οποίων προτείνει την προσφυγή σε μέτρα διασφάλισης σχετικά με το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη. Όσον αφορά τις αιτήσεις που γίνονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι πληροφορίες αφορούν, όσο το δυνατόν σαφέστερα, προσδιορίσιμα τμήματα της παραγωγής και την περίοδο αναφοράς που σημειώνεται στην παράγραφο 8. Το μέλος το οποίο προσφεύγει στα μέτρα σημειώνει επίσης το συγκεκριμένο επίπεδο στο οποίο προτείνει να περιορισθούν οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος από το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη. Το επίπεδο αυτό δεν είναι κατώτερο του επιπέδου που σημειώνεται στην παράγραφο 8. Το μέλος το οποίο επιδιώκει διαβουλεύσεις κοινοποιεί ταυτόχρονα στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ την αίτηση για διαβουλεύσεις, περιλαμβανομένων όλων των σχετικών με τα γεγονότα στοιχείων που περιγράφονται στις παραγράφους 3 και 4, μαζί με το προτεινόμενο επίπεδο περιορισμού. Ο πρόεδρος ενημερώνει τα μέλη του ΕΟΚΠ σχετικά με την αίτηση για διαβουλεύσεις, αναφέροντας το αιτόν μέλος, το προϊόν υπό εξέταση και το μέλος που έλαβε την αίτηση. Το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη απαντούν στην εν λόγω αίτηση αμέσως, ενώ οι διαβουλεύσεις διενεργούνται χωρίς καθυστέρηση και κανονικά ολοκληρώνονται εντός 60 ημερών από την ημέρα που παρελήφθη η αίτηση.

8. Εάν, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων υπάρξει κοινή αντίληψη ότι η κατάσταση απαιτεί περιορισμό των εξαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος από το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα μέλη, το επίπεδο του περιορισμού αυτού καθορίζεται σε επίπεδο υψηλότερο ή ίσο με το τρέχον επίπεδο των εξαγωγών ή των εισαγωγών από το ενδιαφερόμενο μέλος κατά τη διάρκεια της 12μηνης περιόδου που λήγει δύο μήνες πριν από το μήνα κατά τον οποίο έγινε η αίτηση για διαβουλεύσεις.

9. Οι λεπτομέρειες σχετικά με το περιοριστικό μέτρο που συναποφασίσθηκε κοινοποιούνται στο ΕΟΚΠ εντός 60 ημερών από την ημερομηνία της σύναψης της συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ προσδιορίζει εάν η συμφωνία είναι αιτιολογημένη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Προκειμένου να προβεί στον προσδιορισμό αυτόν, το ΕΟΚΠ έχει στη διάθεσή του τα στοιχεία των γεγονότων που έχουν παρασχεθεί στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ, και που αναφέρονται στην παράγραφο 7, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί από τα ενδιαφερόμενα μέλη. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, όπως κρίνει ότι είναι αρμόζον.

10. Εάν, εντούτοις, μετά τη λήξη της περιόδου των 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία παρελήφθη η αίτηση για διαβουλεύσεις, δεν υπάρξει καμία συμφωνία μεταξύ των μελών, το μέλος το οποίο πρότεινε την λήψη μέτρων διασφάλισης μπορεί να εφαρμόσει τον περιορισμό με βάση την ημερομηνία εισαγωγής ή την ημερομηνία εξαγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός 30 ημερών μετά την περίοδο των 60 ημερών των διαβουλεύσεων, και ταυτόχρονα να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ. Οποιοδήποτε μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο ΕΟΚΠ πριν από τη λήξη της περιόδου των 60 ημερών. Σε κάθε περίπτωση, το ΕΟΚΠ προβαίνει αμέσως σε εξέταση του θέματος, περιλαμβανομένου του προσδιορισμού των σοβαρών ζημιών ή της πραγματικής απειλής για σοβαρές ενδιαφερόμενα μέλη εντός 30 ημερών. Προκειμένου να προβεί στην εν λόγω εξέταση, το ΕΟΚΠ έχει στη διάθεσή του τα στοιχεία σχετικά με τα γεγονότα που έχουν παρασχεθεί στον πρόεδρο του ΕΟΚΠ, και που αναφέρονται στην παράγραφο 7, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί από τα ενδιαφερόμενα μέλη.

11. Σε ιδιαίτερα ασυνήθεις και κρίσιμες περιστάσεις, κατά τις οποίες η καθυστέρηση θα προκαλούσε ζημίες που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθούν, είναι δυνατόν να αναληφθεί προσωρινή δράση δυνάμει της παραγράφου 10, υπό τον όρο ότι η αίτηση για διαβουλεύσεις και η γνωστοποίηση προς το ΕΟΚΠ πραγματοποιούνται το αργότερο εντός 5 εργασίμων ημερών μετά την ανάληψη της δράσης. Στην περίπτωση κατά την οποία οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε συμφωνία το ΕΟΚΠ ενημερώνεται σχετικά με τα συμπεράσματα των διαβουλεύσεων, αλλά οπωσδήποτε όχι αργότερα από 60 ημέρες από την ημερομηνία εφαρμογής των μέτρων. Το ΕΟΚΠ προβαίνει αμέσως σε εξέταση του θέματος, και διατυπώνει κατάλληλες συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη εντός 30 ημερών. Σε περίπτωση που οι διαβουλεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία, τα μέλη ενημερώνουν το ΕΟΚΠ σχετικά με τα συμπεράσματα αλλά, οπωσδήποτε, το αργότερο σε 90 ημέρες μετά την ημερομηνία εφαρμογής της δράσης. Το ΕΟΚΠ δύναται να προβεί σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη όπως κρίνει δέον.

12. Τα μέλη δύνανται να διατηρήσουν μέτρα στα οποία έχουν προσφύγει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου: (α) επί τρία έτη το πολύ χωρίς παράταση, ή (β) μέχρις ότου το προϊόν ενσωματωθεί στην GATT του 1994, ανάλογα με το τι θα επέλθει νωρίτερα.

13. Εάν το περιοριστικό μέτρο παραμείνει σε ισχύ για περίοδο, η οποία υπερβαίνει το ένα έτος, το επίπεδο για τα επόμενα έτη είναι αυτό που έχει καθορισθεί για το πρώτο έτος επαυξημένο κατά συντελεστή αύξησης όχι μικρότερο από 6 τοις εκατό ετησίως, εκτός εάν έχει δοθεί διαφορετική αιτιολογία στο ΕΟΚΠ. Το επίπεδο περιορισμού για το σχετικό προϊόν δύναται να υπερκαλυφθεί κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε από τα δύο επόμενα έτη μέσω πρότερης χρήσης και/ή μεταφοράς ύψους 10 τοις εκατό εκ των οποίων η πρότερη χρήση δεν αντιπροσωπεύει περισσότερο του 5 τοις εκατό. Δεν τίθενται ποσοτικά όρια στη συνδυασμένη εφαρμογή της πρότερης χρήσης και της μεταφοράς, και της διάταξης της παραγράφου 14.

14. Όταν ένα μέλος θέσει περιορισμό για περισσότερα από ένα προϊόντα ενός άλλους μέλους δυνάμει του παρόντος άρθρου, το επίπεδο του συμφωνηθέντος περιορισμού, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, για καθένα από τα προϊόντα μπορεί να υπερκαλυφθεί κατά 7%, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο των εξαγωγών που υπόκεινται στον περιορισμό δεν υπερβαίνει το σύνολο των επιπέδων όλων των προϊόντων που υπόκεινται σε περιορισμό δυνάμει του παρόντος άρθρου, βάσει των συμφωνηθεισών κοινών μονάδων. Σε περίπτωση που οι περίοδοι εφαρμογής των περιορισμών των εν λόγω προϊόντων δεν συμπίπτουν μεταξύ τους, η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται για κάθε επικαλυπτόμενη περίοδο κατ` αναλογία.

15. Εάν εφαρμόζεται μέτρο διασφάλισης δυνάμει του παρόντος άρθρου σε προϊόν για το οποίο έχει τεθεί προηγουμένως περιορισμός δυνάμει της ΣΠΙ κατά τη διάρκεια της 12μηνης περιόδου πριν από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 2 ή 6, το επίπεδο του νέου περιορισμού είναι αυτό που προβλέπεται στην παράγραφο 8, εκτός αν ο νέος περιορισμός τεθεί σε ισχύ εντός ενός έτους από:

(α) την ημερομηνία της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 15 για την κατάργηση του προηγούμενου περιορισμού ή

(β) την ημερομηνία της κατάργησης του προηγούμενου περιορισμού που έχει τεθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή της ΣΠΙ

στην περίπτωση δε αυτή το επίπεδο δεν είναι χαμηλότερο από το μεγαλύτερο: (i) επίπεδο του περιορισμού για την τελευταία 12μηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας το προϊόν υπέκειτο σε περιορισμό, ή (ii) επίπεδο του περιορισμού που προβλέπεται στην παράγραφο 8.

16. Όταν ένα μέλος, το οποίο δεν διατηρεί περιορισμό δυνάμει του άρθρου 2, αποφασίσει να εφαρμόσει περιορισμό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνάπτει κατάλληλους διακανονισμούς, οι οποίοι: (α) λαμβάνουν πλήρως υπόψη παράγοντες, όπως η δασμολογική κατάταξη και οι ποσοτικές μονάδες που έχουν θεσπισθεί βάσει συνήθων εμπορικών πρακτικών κατά τις εξαγωγές και εισαγωγές, τόσο όσον αφορά τη σύνθεση των ινών όσο και τους όρους ανταγωνισμού στο ίδιο τμήμα της εγχώριας αγοράς, και (β) αποφεύγουν το διαχωρισμό σε υπερβολικό αριθμό κατηγοριών. Η αίτηση για διαβουλεύσεις, που αναφέρεται στις παραγράφους 7 ή 11, περιλαμβάνει πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τέτοιους διακανονισμούς.

Άρθρο 7

1. Ως τμήμα της διαδικασίας ενσωμάτωσης και αναφορικά με τις ειδικές αναλήψεις υποχρεώσεων στις οποίες έχουν προβεί τα μέλη ως αποτέλεσμα του Γύρου της Ουρουγουάης, όλα τα μέλη αναλαμβάνουν δράσεις που κρίνουν αναγκαίες για να συμμορφωθούν με τους κανόνες και τις υποχρεώσεις της GATT του 1994 προκειμένου:

(α) να επιτύχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης μέσω μέτρων, όπως οι δασμολογικές μειώσεις και παγιοποιήσεις, η μείωση ή η κατάργηση των μη δασμολογικών φραγμών, και η απλοποίηση των τελωνειακών και διοικητικών διατυπώσεων και των διατυπώσεων έκδοσης αδειών.

(β) να εξασφαλίσουν την εφαρμογή πολιτικών σχετικά με τις ορθές και δίκαιες συνθήκες συνΆλλαγών, όσον αφορά τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, σε τομείς όπως οι κανόνες και οι διαδικασίες ντάμπινγκ και αντιντάμπινγκ, οι επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα και η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, και

(γ) να αποφύγουν τη διακριτική μεταχείριση των εισαγωγών των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης κατά τη λήψη μέτρων για λόγους γενικής εμπορικής πολιτικής.

Οι δράσεις αυτές δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών δυνάμει της GATT του 1994.

2. Τα μέλη γνωστοποιούν στο ΕΟΚΠ τις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στην εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Στο βαθμό που οι ανωτέρω δράσεις έχουν γνωστοποιηθεί σε άλλο φορέα του ΠΟΕ, είναι αρκετή η συνοπτική περιγραφή, με αναφορά στην αρχική γνωστοποίηση, για να πληρούνται οι προϋποθέσεις δυνάμει της παρούσας παραγράφου. Όλα τα μέλη είναι ελεύθερα να προβαίνουν σε αντικοινοποιήσεις προς το ΕΟΚΠ.

3. Σε περίπτωση που κάποιο μέλος θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος δεν έχει αναλάβει τις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και ότι έχει διαταραχθεί η ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας το εν λόγω μέλος μπορεί να παραπέμψει το θέμα στους σχετικούς φορείς του ΠΟΕ και να ενημερώσει το ΕΟΚΠ. Ενδεχόμενα πορίσματα ή συμπεράσματα των σχετικών φορέων του ΠΟΕ αποτελούν μέρος της συνολικής έκθεσης του ΕΟΚΠ.

Άρθρο 8

1. Συστήνεται το εποπτικό όργανο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων (“ΕΟΚΠ”), προκειμένου να εποπτεύει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, να εξετάζει όλα τα λαμβανόμενα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας μέτρα και τη συμφωνία τους με τις διατάξεις αυτές, και να αναλαμβάνει τις δράσεις που απαιτούνται συγκεκριμένα από την παρούσα συμφωνία. Το ΕΟΚΠ ισορροπημένη και ευρέως αντιπροσωπευτική των μελών και προβλέπεται η ενΆλλαγή των μελών σε εύθετα διαστήματα. Τα μέλη του οργάνου διορίζονται από τα μέλη που έχουν ορισθεί από το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών για να υπηρετήσουν στο ΕΟΚΠ, όπου εκτελούν τα καθήκοντά τους σε προσωποπαγή βάση.

2. Το ΕΟΚΠ θεσπίζει οικείες διαδικασίες εργασίας. Εντούτοις, εννοείται ότι για την ύπαρξη συναίνεσης στο πλαίσιο του ΕΟΚΠ δεν απαιτείται η έγκριση ή η σύμφωνη γνώμη των μελών του οργάνου που έχουν διορισθεί από μέλη που εμπλέκονται σε εκκρεμή υπόθεση την οποία εξετάζει το ΕΟΚΠ.

3. Το ΕΟΚΠ θεωρείται μόνιμο όργανο και συνεδριάζει όταν κρίνεται αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων που έχει αναλάβει δυνάμει της παρούσας συμφωνίας. Το ΕΟΚΠ βασίζεται στις γνωστοποιήσεις και στις πληροφορίες που παρέχουν τα μέλη δυνάμει των σχετικών άρθρων της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες συμπληρώνονται με οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία ή απαραίτητες λεπτομέρειες που ενδεχομένως υποβάλλονται ή τις οποίες το ΕΟΚΠ αποφασίζει να ζητήσει από αυτά. Είναι δυνατόν να βασίζεται επίσης σε κοινοποιήσεις και σε εκθέσεις άλλων φορέων του ΠΟΕ και άλλων πηγών, οι οποίες κρίνονται, ενδεχομένων, κατάλληλες.

4. Τα μέλη παρέχουν σε αλλήλους τις κατάλληλες δυνατότητες για διαβουλεύσεις σχετικά με κάθε θέμα που επηρεάζει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας.

5. Σε περίπτωση απουσίας οιασδήποτε αμοιβαίως συμφωνηθείσας λύσεως κατά τη διάρκεια των διμερών διαβουλεύσεων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, το ΕΟΚΠ, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, και μετά από λεπτομερή και άμεση εξέταση του θέματος, προβαίνει σε συστάσεις προς τα ενδιαφερόμενα μέλη.

6. Μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους, το ΕΟΚΠ εξετάζει αμέσως κάθε συγκεκριμένο θέμα το οποίο, το εν λόγω μέλος, θεωρεί ως ζημιογόνο για τα συμφέροντά του δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, καθώς και στις περιπτώσεις όπου οι διαβουλεύσεις μεταξύ αυτού και του ενδιαφερόμενου ή ενδιαφερομένων μελών απέτυχαν να καταλήξουν σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση. Όσον αφορά τα εν λόγω θέματα, το ΕΟΚΠ μπορεί να προβαίνει σε παρατηρήσεις που κρίνει δέουσες προς τα ενδιαφερόμενα μέλη, καθώς και για τους σκοπούς της εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 11.

7. Πριν από τη διατύπωση των συστάσεων ή των παρατηρήσεών του, το ΕΟΚΠ καλεί τα μέλη, τα οποία είναι δυνατόν να θίγονται άμεσα από το εν λόγω θέμα να συμμετάσχουν στη διαδικασία.

8. Κάθε φορά που το ΕΟΚΠ καλείται να διατυπώσει σε συστάσεις ή να εκδώσει πορίσματα, είναι επιθυμητό να ενεργήσει εντός περιόδου 30 ημερών, εκτός εάν καθορίζεται διαφορετικό χρονικό διάστημα από την παρούσα συμφωνία. Όλες οι εν λόγω συστάσεις ή πορίσματα κοινοποιούνται στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέλη. Όλες οι εν λόγω συστάσεις ή πορίσματα κοινοποιούνται επίσης στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών για πληροφόρησή του.

9. Τα μέλη επιδιώκουν την πλήρη αποδοχή των συστάσεων του ΕΟΚΠ, το οποίο ασκεί τη δέουσα εποπτεία της εφαρμογής των εν λόγω συστάσεων.

10. Εάν κάποιο μέλος θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τις συστάσεις του ΕΟΚΠ, εκθέτει τις σχετικές αιτίες στο ΕΟΚΠ το αργότερο ένα μήνα μετά την παραλαβή των εν λόγω συστάσεων. Μετά από λεπτομερή εξέταση των αιτιών που προβάλλονται, το ΕΟΚΠ προβαίνει σε περαιτέρω συστάσεις τις οποίες κρίνει ως δέουσες. Εάν μετά από τις εν λόγω περαιτέρω συστάσεις, το θέμα παραμένει ανεπίλυτο, κάθε μέλος δύναται να παραπέμψει το θέμα στο όργανο επίλυσης διαφορών και να επικαλεσθεί το άρθρο ΧΧΙΙΙ παράγραφος 2 της GATT του 1994 και τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας επίλυσης διαφορών.

11. Προκειμένου να επιβλέπει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών προβαίνει σε μείζονα εξέταση πριν από το τέλος κάθε φάσης της διαδικασίας ενσωμάτωσης. Το ΕΟΚΠ προκειμένου να συμβάλει στην εν λόγω εξέταση, διαβιβάζει, τουλάχιστον πέντε μήνες πριν από το τέλος κάθε φάσης, στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών, λεπτομερή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση φάσης, ιδίως για θέματα σχετικά με τη διαδικασία ενσωμάτωσης, την εφαρμογή του μεταβατικού μηχανισμού διασφάλισης, και σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων και των υποχρεώσεων της GATT του 1994 όπως καθορίζονται στα άρθρα 2, 3, 6 και 7 αντιστοίχως. Η εμπεριστατωμένη έκθεση που ΕΟΚΠ δύναται να περιλαμβάνει συστάσεις, που το ΕΟΚΠ θεωρεί κατάλληλες προς το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών.

12. Λαμβανομένης υπόψη της εξέτασης αυτής, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών λαμβάνει συναινετικές αποφάσεις, όπως κρίνεται δέον, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι δεν διαταράσσεται η ισορροπία των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στην παρούσα συμφωνία. Για την επίλυση διαφορών που μπορεί να προκύψουν σχετικά με τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 7, το όργανο επίλυσης διαφορών μπορεί να επιτρέπει, με την επιφύλαξη της καταληκτικής ημερομηνίας που αναφέρεται στο άρθρο 9, προσαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 14 για την επόμενη της εξέτασης φάση, όσον αφορά οποιοδήποτε μέλος το οποίο θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Η παρούσα συμφωνία και όλοι οι περιορισμοί που επιβάλλονται βάσει αυτής παύουν να ισχύουν την πρώτη ημέρα του 121ου μήνα από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ημερομηνία κατά την οποία ο τομέας των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και των ειδών ένδυσης ενσωματώνεται πλήρως στην GATT του 1994. Η παρούσα συμφωνία δεν παρατείνεται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

1. Το παρόν παράρτημα απαριθμεί κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης που ορίζονται από εξαψήφιους κωδικούς του Εναρμονισμένου Συστήματος Περιγραφής και Κωδικοποίησης των Εμπορευμάτων (ΕΣ).

2. Τα μέτρα δυνάμει των διατάξεων διασφάλισης του άρθρου 6 λαμβάνονται σε σχέση με συγκεκριμένα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης και όχι βάσει των ιδίων των θέσεων του ΕΣ.

3. Τα μέτρα δυνάμει των διατάξεων διασφάλισης του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας δεν ισχύουν για:

α) τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που εξάγουν χειροποίητα υφάσματα βιοτεχνίας ή χειροποίητα προϊόντα βιοτεχνίας από τέτοια χειροποίητα υφάσματα, ή παραδοσιακά βιοτεχνικά κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω προϊόντα πιστοποιούνται καταλλήλως, δυνάμει διακανονισμών που έχουν συναφθεί μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών.

β) τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που αποτελούσαν παραδοσιακά αντικείμενο εμπορίου και τα οποία ευρίσκοντο στο εμπόριο σε σημαντικές εμπορικά ποσότητες πριν από το 1982 όπως, τσάντες, σάκκες, βάσεις ταπήτων, σχοινιά, αποσκευές, ψάθες, ψάθινα χαλιά και τάπητες κατασκευασμένοι συνήθως από γιούτα, ίνες κοκκοφοίνικα, σιζάλ, άβακα, maquey και χενεκουέν.

γ) τα ολομέταξα προϊόντα.

Για τέτοιου είδους προϊόντα ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου ΧΙΧ της GATT του 1994, όπως ερμηνεύεται από τη συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης.

Προϊόντα του τμήματος ΧΙ (κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη) της ονοματολογίας του Εναρμονισμένου Συστήματος (ΕΣ) Περιγραφής και Κωδικοποίησης των Εμπορευμάτων

Αριθ.ΕΣ Περιγραφή εμπορεύματος

Κεφ. 50 Μετάξι 5004.00 Νήματα από μετάξι, (άλλα από τα νήματα από απορρίμματα από μετάξι), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5005.00 Νήματα από απορρίμματα από μετάξι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5006.00 Νήματα από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση. Τρίχες αλιείας (μεσσηνέζες)

5007.10 Υφάσματα από κατάλοιπο απορριμμάτων από μετάξι

5007.20 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% μετάξι ή απορρίμματα από μετάξι, άλλα από τα κατάλοιπα απορριμμάτων από μετάξι

5007.90 Άλλα υφάσματα από μετάξι

Κεφ. 51 Μαλλί, τρίχες εκλεκτής ποιότητας ή χονδροειδείς, νήματα και υφάσματα από χοντρότριχες

5105.10 Μαλλί λαναρισμένο

5105.21 Μαλλί χτενισμένο χύμα

5105.29 Μαλλί χτενισμένο άλλο από το μαλλί χτενισμένο χύμα

5105.30 Τρίχες εκλεκτής ποιότητας, λαναρισμένες ή χτενισμένες

5106.10 Νήματα από μαλλί λαναρισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί

5106.20 Νήματα από μαλλί λαναρισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βαρός μαλλί

5107.10 Νήματα από μαλλί χτενισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί

5107.20 Νήματα από μαλλί χτενισμένο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος μαλλί

5108.10 Νήματα από τρίχες εκλεκτής ποιότητος, λαναρισμένα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5108.20 Νήματα από τρίχες εκλεκτής ποιότητας, χτενισμένα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5109.10 Νήματα από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5109.90 Νήματα από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5110.00 Νήματα από τρίχες χοντροειδείς ή από χοντρότριχες

5111.11 Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βαρός μαλλί ή λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 300 g/m2

5111.19 Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με βάρος που υπερβαίνει τα 300 g/m2

5111.20 Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5111.30 Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο σε συνθετικές ή τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5111.90 Υφάσματα από μαλλί λαναρισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας λαναρισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα

5112.11 Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5112.19 Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5112.20 Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5112.30 Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5112.90 Υφάσματα από μαλλί χτενισμένο ή από τρίχες εκλεκτής ποιότητας χτενισμένες, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα

5113.00 Υφάσματα από τρίχες χοντροειδείς ή από χοντρότριχες

Κεφ. 52 Βαμβάκι

5204.11 Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι

5204.19 Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι

5204.20 Νήματα για ράψιμο από βαμβάκι, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5205.11 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο 714.29 decitex ή περισσότερο

5205.12 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205.13 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205.14 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205.15 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5205.21 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5205.22 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205.23 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205.24 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205.25 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5205.31 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5205.32 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205.33 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205.34 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205.35 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5205.41 Νήματα στριμμένα ή κορδονωτά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,20 decitex ή περισσότερο

5205.42 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5205.43 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5205.44 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5205.45 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5206.11 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο 714,29 decitex ή περισσότερο

5206.12 Με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206.13 Με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206.14 Με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206.21 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο 714,20 decitex ή περισσότερο

5206.22 Με τίτλο κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206.23 Με τίτλο κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206.24 Με τίτλο κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206.25 Με τίτλο κατώτερο των 125 decitex

5206.31 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, πολλαπλά, από ίνες μη χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5206.32 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,20 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206.33 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206.34 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206.35 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5206.41 Νήματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, πολλαπλά, από ίνες χτενισμένες, με τίτλο σε απλά νήματα 714,29 decitex ή περισσότερο

5206.42 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 714,29 decitex αλλά όχι κατώτερο των 232,56 decitex

5206.43 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 232,56 decitex αλλά όχι κατώτερο των 192,31 decitex

5206.44 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 192,31 decitex αλλά όχι κατώτερο των 125 decitex

5206.45 Με τίτλο σε απλά νήματα κατώτερο των 125 decitex

5207.10 Νήματα από βαμβάκι (άλλα από τα νήματα για ράψιμο) συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι

5207.90 Νήματα από βαμβάκι (αλλά από τα νήματα για ράψιμο) συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι

5208.11 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208.12 Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208.13 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.19 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, αλεύκαστα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.21 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, λευκασμένα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208.22 Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208.23 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.29 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, λευκασμένα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m

5208.31 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208.32 Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208.33 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.39 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, βαμμένα, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.41 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208.42 Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208.43 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.49 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.51 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 g/m2

5208.52 Με βάρος που υπερβαίνει τα 100 g/m2 αλλά όχι τα 200 g/m2

5208.53 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5208.59 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, τυπωτά, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2

5209.11 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5209.12 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης

5209.19 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βαρός βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5209.21 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5209.22 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5209.29 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5209.31 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής ύφανσης

5209. 32 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5209.39 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5209.41 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5209.42 Υφάσματα με την ονομασία “denim” που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5209.43 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων διαγώνιας ύφανσης εκτός των “denim”

5209.49 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5209.51 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5209.52 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5209.59 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος βαμβάκι, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5210.11 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5210.12 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα , διαγώνιας ύφανσης

5210.19 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5210.21 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5210.22 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5210.29 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5210.31 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής ύφανσης

5210.32 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5210.39 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5210.41 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5210.42 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης

5210.49 Αλλά υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5210.51 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5210.52 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5210.59 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5211.11 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, απλής ύφανσης

5211.12 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα, διαγώνιας ύφανσης

5211.19 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5211.21 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, απλής ύφανσης

5211.22 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα, διαγώνιας ύφανσης

5211.29 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, λευκασμένα

5211.31 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, απλής ύφανσης

5211.32 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα, διαγώνιας ύφανσης

5211.39 Αλλά υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, βαμμένα

5211.41 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, απλής ύφανσης

5211.42 Υφάσματα με την ονομασία “denim” που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5211.43 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων, διαγώνιας ύφανσης εκτός των “denim”

5211.49 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5211.51 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, απλής ύφανσης

5211.52 Υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά, διαγώνιας ύφανσης

5211.59 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, που περιέχουν λιγότερο από 85% κατά βάρος βαμβάκι, σύμμεικτα με συνθετικές ή τεχνητές ίνες, με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2, τυπωτά

5212.11 Άλλα υφάσματα από βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 200 g/m2, αλεύκαστα

5212.12 Λευκασμένα

5312.13 Βαμμένα

5212.14 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5212.15 Τυπωτά

5212.21 Με βάρος που υπερβαίνει τα 200 g/m2

5212.21 Αλεύκαστα

5212.22 Λευκασμένα

5212.23 Βαμμένα

5212.24 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5212.25 Τυπωτά

Κεφ. 53 Άλλες φυτικές υφαντικές ίνες. Νήματα από χαρτί και υφάσματα από νήματα από χαρτί

5306.10 Νήματα από λινάρι, απλά

5306.20 Στριμμένα ή κορδονωτά

5307.10 Νήματα από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού (βίβλος) ορισμένης κατηγορίας φυτών, απλά

5307.20 Στριμμένα ή κορδονωτά

5308.20 Νήματα από καννάβι

5308.30 Νήματα από χαρτί

5308.90 Νήματα από άλλες φυτικές υφαντικές ίνες

5309.11 Υφάσματα από λινάρι που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος λινάρι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5309.19 Άλλα

5309.21 Που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος λινάρι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5309.29 Άλλα

5310.10 Υφάσματα από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού (βίβλος) ορισμένης κατηγορίας φυτών, αλεύκαστα

5310.90 Άλλα

5311.00 Υφάσματα από άλλες φυτικές υφαντικές ίνες. Υφάσματα από νήματα από χαρτί

Κεφ. 54 Συνθετικές ή τεχνητές ίνες, συνεχείς

5401.10 Νήματα για ράψιμο από ίνες συνθετικές συνεχείς

5401.20 Από ίνες τεχνητές συνεχείς

5402.10 Νήματα μεγάλης αντοχής από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, από ίνες συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.20 Νήματα μεγάλης αντοχής από πολυεστέρες, από ίνες συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.31 Νήματα ελαστικοποιημένα, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, με τίτλο σε απλά νήματα 50 tex ή κατώτερο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.32 Από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, με τίτλο σε απλά νήματα ανώτερο των 50 tex, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.33 Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.39 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.41 Άλλα νήματα, απλά, χωρίς στρίψιμο, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.42 Από πολυεστέρες, με ίνες μερικώς προσανατολισμένες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.43 Από πολυεστέρες, άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.49 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.51 Άλλα νήματα, απλά, με στρίψιμο που υπερβαίνει τις 50 στροφές το μέτρο, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.52 Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.59 Άλλα

5402.61 Άλλα νήματα, στριμμένα ή κορδονωτά, από νάυλον άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.62 Από πολυεστέρες, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5402.69 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403.10 Νήματα μεγάλης αντοχής από τεχνητές υφαντικές ίνες, βισκόζης συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκεασμένα για τη λιανική πώληση

5403.20 Νήματα ελαστικοποιημένα

5403.31 Άλλα νήματα, απλά, από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, χωρίς στρίψιμο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403.32 Από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, με στρίψιμο που υπερβαίνει τις 120 στροφές το μέτρο, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5403.33 Από οξική κυτταρίνη

5403.39 Άλλα

5303.41 Άλλα νήματα, στριμμένα ή κορδονωτά

5403.42 Από οξική κυτταρίνη

5403.49 Άλλα

5404.10 Νήματα μονόινα συνθετικά 67 decitex ή περισσότερο και των οποίων η μεγαλύτερη διάσταση της εγκάρσιας τομής δεν υπερβαίνει το 1 mm.

5404.90 Λουρίδες και παρόμοιες μορφές, από συνθετικές υφαντικές ύλες, των οποίων το ορατό πλάτος δεν υπερβαίνει τα 5 mm

5405.00 Νήματα μονόινα συνθετικά 67 decitex ή περισσότερο και των οποίων η μεγαλύτερη διάσταση της εγκάρσιας τομής δεν υπερβαίνει το 1 mm. Λουρίδες από συνθετικές υφαντικές ύλες, των οποίων το ορατό πλάτος δεν υπερβαίνει τα 5 mm.

5406.10 Νήματα από συνθετικές ίνες, συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5406.20 Νήματα από ίνες τεχνητές συνεχείς

5407.10 Υφάσματα που κατασκευάζονται από νήματα μεγάλης αντοχής από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια ή πολυστέρες

5407.20 Υφάσματα που κατασκευάζονται από λουρίδες ή παρόμοιες μορφές

5407.30 “Υφάσματα” που αναφέρονται στη σημείωση 9 του τμήματος ΧΙ

5407.41 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες συνεχείς από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407.42 Βαμμένα

5407.43 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407.44 Τυπωτά

5407.51 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες συνεχείς από πολυεστέρα ελαστικοποιημένες, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407.52 Βαμμένα

5407.53 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407.54 Τυπωτά

5407.60 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες συνεχείς από πολυεστέρα μη ελαστικοποιημένες

5407.71 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος συνθετικές ίνες συνεχείς, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407.72 Βαμμένα

5407.73 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407.74 Τυπωτά

5407.81 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος συνθετικές ίνες συνεχείς και είναι σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407.82 Βαμμένα

5407.83 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407.84 Τυπωτά

5407.91 Άλλα υφάσματα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5407.92 Βαμμένα

5407.93 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5407.94 Τυπωτά

5408.10 Υφάσματα που κατασκευάζονται από νήματα μεγάλης αντοχής από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης

5408.21 Άλλα υφάσματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες συνεχείς ή λουρίδες, ή παρόμοιες μορφές τεχνητές, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5408.22 Βαμμένα

5408.23 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5408.24 Τυπωτά

5408.31 Άλλα υφάσματα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5408.32 Βαμμένα

5408.33 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5408.34 Τυπωτά

Κεφ. 55 Συνθετικές ή τεχνητές ίνες, μη συνεχείς

5501.10 Δέσμες από συνθετικές ίνες συνεχείς, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5501.20 Από πολυεστέρες

5501.30 Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5501.90 Άλλες

5502.00 Δέσμες από τεχνητές ίνες συνεχείς

5503.10 Συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5503.20 Από πολυεστέρες

5503.30 Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5503.40 Από πολυπροπυλένιο

5503.90 Αλλες

5504.10 Τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από τεχνητό μετάξι βισκόζης

5504.90 Αλλες

5505.10 Απορρίμματα από συνθετικές ίνες

5505.20 Από τεχνητές ίνες

5506.10 Συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση, από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5506.20 Από πολυεστέρες

5506.30 Ακρυλικές ή μοντακρυλικές

5506.90 Αλλες

5507.00 Τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που δεν είναι λαναρισμένες, χτενισμένες ή με άλλο τρόπο παρασκευασμένες για νηματοποίηση

5508.10 Νήματα για ράψιμο από συνθετικές ίνες μη συνεχείς

5508.20 Από τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5509.11 Νήματα από συνθετικές ίνες που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες, μη συνεχείς από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, απλά

5509.12 Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.21 Που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.22 Στριμμένα ή κορδονωτά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.31 Που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.32 Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.41 Άλλα νήματα, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος συνθετικές ίνες μη συνεχείς, απλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.42 Στριμμένα ή κορδονωτά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.51 Άλλα νήματα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με τεχνητές ίνες μη συνεχείς, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.52 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.53 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.59 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.61 Άλλα νήματα, από ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.62 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.69 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.91 Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.92 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5509.99 Άλλα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510.11 Νήματα από τεχνητές ίνες μη συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος τεχνητές ίνες, μη συνεχείς, απλά

5510.12 Στριμμένα ή κορδονωτά, πολλαπλά, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510.20 Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως, ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510.30 Άλλα νήματα, σύμμεικτα κυρίως, μόνο με βαμβάκι, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5510.90 Άλλα νήματα, μη συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

5511.10 Νήματα από συνθετικές ίνες, μη συνεχείς (άλλα από τα νήματα για ράψιμο), συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος από τις ίνες αυτές

5511.20 Από συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος από τις ίνες αυτές

5511.30 Από τεχνητές ίνες μη συνεχείς

5512.11 Υφάσματα από συνθετικές ίνες, μη συνεχείς, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος συνθετικές ίνες μη συνεχείς, από πολυεστέρα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512.19 Άλλα

5512.21 Που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512.29 Άλλα από αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512.91 Άλλα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5512.99 Άλλα

5513.11 Υφάσματα από συνθετικές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος από τις ίνες αυτές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 170 g/m2, αλεύκαστα ή λευκασμένα, από ίνες από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513.12 Από ίνες από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513.13 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513.19 Άλλα υφάσματα

5513.21 Βαμμένα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513.22 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513.23 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513.29 Άλλα υφάσματα

5513.31 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513.32 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513.33 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513.39 Άλλα υφάσματα

5513.41 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5513.42 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5513.43 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5513.49 Άλλα υφάσματα

5514.11 Υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος από τις ίνες αυτές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 170 g/m2, αλεύκαστα ή λευκασμένα, από ίνες, απλής ύφανσης

5514.12 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514.13 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514.19 Άλλα υφάσματα

5514.21 Βαμμένα, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514.22 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514.23 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514.29 Άλλα υφάσματα

5514.31 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514.32 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514.33 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514.39 Άλλα υφάσματα

5514.41 Τυπωτά, από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, απλής ύφανσης

5514.42 Από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα, διαγώνιας ριγωτής (σερζέ) ή σταυρωτής ύφανσης

5514.43 Άλλα υφάσματα από ίνες μη συνεχείς από πολυεστέρα

5514.49 Άλλα υφάσματα

5515.11 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με ίνες μη συνεχείς από τεχνητό μετάξι βισκόζης

5515.12 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο από συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515.13 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515.19 Άλλα

5515.21 Από ίνες μη συνεχείς ακρυλικές ή μοντακρυλικές, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515.22 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515.29 Άλλα

5515.91 Άλλα υφάσματα, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς

5515.92 Σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5515.99 Άλλα

5516.11 Υφάσματα από τεχνητές ίνες μη συνεχείς, που περιέχουν τουλάχιστον 85% κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516.12 Βαμμένα

5516.13 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516.14 Τυπωτά

5516.21 Που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με συνθετικές ή τεχνητές ίνες συνεχείς, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516.22 Βαμμένα

5516.23 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516.24 Τυπωτά

5516.31 Που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516.32 Βαμμένα

5516.33 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516.34 Τυπωτά

5516.41 Που περιέχουν λιγότερο του 85% κατά βάρος τεχνητές ίνες μη συνεχείς, σύμμεικτα κυρίως ή μόνο με βαμβάκι, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516.42 Βαμμένα

5516.43 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516.44 Τυπωτά

5516.91 Άλλα, αλεύκαστα ή λευκασμένα

5516.92 Βαμμένα

5516.93 Από νήματα διαφόρων χρωμάτων

5516.94 Τυπωτά

Κεφ. 56 Βάτες, πιλήματα και υφάσματα μη υφασμένα, νήματα ειδικά, Σπάγκοι, σχοινιά και χοντρά σχοινιά, είδη σχοινοποιϊας

5601.10 Βάτες από υφαντικές ύλες και είδη από τις βάτες αυτές. Πετσέτες (σερβιέτες) και ταμπόν υγείας

5601.21 Βάτες. Άλλα είδη από βάτες, από βαμβάκι

5601.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5601.29 Άλλα

5601.30 Χνούδι από την επεξεργασία των υφασμάτων, κόμποι και σφαιρίδια από υφαντικές ύλες

5602.10 Πιλήματα που γίνονται με βελονάκι και προϊόντα ραμμένα πλεγμένα

5602.21 Άλλα πιλήματα, μη εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5602.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

5602.90 Άλλα

5603.00 Υφάσματα μη υφασμένα, έστω και εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις

5604.10 Νήματα και σχοινιά από καουτσούκ, επικαλυμμένα με υφαντικό

5604.20 Νήματα μεγάλης αντοχής από πολυεστέρες, νάυλον ή άλλα πολυαμίδια ή από τεχνητές υφαντικές ίνες βισκόζης, εμποτισμένα ή επιχρισμένα

5604.90 Άλλα

5605.00 Μεταλλικές κλωστές και νήματα επιμεταλλωμένα, έστω και περιτυλιγμένα με άλλα νήματα από υφαντικές ίνες, που αποτελούνται από υφαντικά νήματα, λουρίδες ή παρόμοιες μορφές, συνδυασμένα με μέταλλο με μορφή νημάτων, λουρίδων ή σκόνης ή επικαλυμμένα με μέταλλο

5606.00 Νήματα περιτυλιγμένα, άλλα. Νήματα σενίλλης. Νήματα με την ονομασία “αλυσιδίτσα”

5607.10 Σπάγκοι, σχοινιά και χοντρά σχοινιά, πλεκτά ή όχι, από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες που προέρχονται από το εσωτερικό του φλοιού ορισμένης κατηγορίας φυτών (βίβλος)

5607.21 Σπάγκοι για δεσίματα ή δεματιάσματα, από σιζάλ ή άλλες υφαντικές ίνες του είδους Agave

5607.29 Άλλα

5607.30 Από αβάκα (καννάβι της Μανίλας ή Musa textilis Nee) ή από άλλες σκληρές ίνες (από φύλλα)

5607.41 Σπάγκοι για δεσίματα ή δεματιάσματα, από πολυαιθυλένιο ή πολυπροπυλένιο

5607.49 Άλλα

5607.50 Από άλλες συνθετικές ίνες

5607.90 Άλλα

5608.11 Δίχτυα έτοιμα για την αλιεία και άλλα δίχτυα έτοιμα, από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5608.19 Δίχτυα με δεμένους κόμπους από σπάγγους, σχοινιά ή χοντρά σχοινιά και άλλα δίχτυα έτοιμα, από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5608.90 Άλλα

5609.00 Άλλα είδη από νήματα, λουρίδες, σπάγκους, σχοινιά ή χοντρά σχοινιά

Κεφ. 57 Τάπητες και άλλες επενδύσεις δαπέδου από υφαντικές ύλες

5701.10 Τάπητες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας με κόμπους

5701.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

5702.10 Τάπητες με την ονομασία “κιλίμια”, “σουμάκ”, “καραμανίας” και παρόμοιοι τάπητες υφασμένοι με το χέρι

5702.20 Επενδύσεις δαπέδου από κοκοφοίνικα

5702.31 Άλλα, με βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702.32 Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

5702.41 Άλλα, με βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702.42 Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

5702.51 Άλλα, χωρίς βελουδωτή κατασκευή, όχι έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702.52 Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702.53 Από άλλες υφαντικές ύλες

5702.91 Άλλα, χωρίς βελουδωτή κατασκευή, έτοιμα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

5702.92 Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5702.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

5703.10 Τάπητες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, φουντωτοί

5703.20 Από νάυλον ή άλλα πολυαμίδια

5703.30 Από άλλες συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες

5703.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

5704.10 Τετράγωνα στα οποία η επιφάνεια δεν υπερβαίνει τα 0,3 m2

5704.90 Άλλα

5705.00 Αλλοι τάπητες και επενδύσεις δαπέδου από υφαντικές ύλες

Κεφ. 58 Υφάσματα ειδικά, υφαντικές φουντωτές επιφάνειες, δαντέλες, είδη επίστρωσης, είδη ταινιοπλεκτικής, κεντήματα

5801.10 Βελούδα και πλούσες από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας, άλλα από τα είδη κορδελοποιϊας

5801.21 Βελούδα και πλούσες υφαδιού, άκοπα, από βαμβάκι

5801.22 Βελούδα και πλούσες υφαδιού, κομμένα, με ραβδώσεις (κοτλέ)

5801.23 Άλλα βελούδα και πλούσες υφαδιού

5801.24 Βελούδα και πλούσες στημονιού, με ελαφρές ραβδώσεις (e` pingle`s)

5801.25 Βελούδα και πλούσες στημονιού, κομμένα

5801.26 Υφάσματα σενίλλης

5801.31 Βελούδα και πλούσες υδαφιού, άκοπα, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5801.32 Βελούδα και πλούσες υφαδιού, κομμένα, με ραβδώσεις (κοτλέ)

5801.33 Άλλα βελούδα και πλούσες υφαδιού

5801.34 Βελούδα και πλούσες στημονιού, με ελαφρές ραβδώσεις (e` pingle`s)

5801.35 Βελούδα και πλούσες στημονιού, κομμένα

5801.36 Υφάσματα σενίλλης

5801.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

5802.11 Υφάσματα φκοκωτά σπογγώδους μορφής, άλλα από τα είδη κορδελοποιϊας, από βαμβάκι, αλεύκαστα

5802.19 Άλλα

5802.20 Υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής, από άλλες υφαντικές ύλες

5802.30 Φουντωτές υφαντικές επιφάνειες

5803.10 Υφάσματα με ύφανση γάζας, άλλα από τα είδη κορδελοποιϊας, από βαμβάκι

5803.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

5804.10 Τούλια κάθε είδους και υφάσματα βροχιδωτά με κόμπους.

5804.21 Δαντέλες με τη μηχανή, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5804.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

5804.30 Δαντέλες με το χέρι

5805.00 Είδη επίστρωσης υφασμένα με το χέρι και είδη επίστρωσης κεντημένα με βελόνα, έστω και έτοιμα

5806.10 Είδη κορδελοποιϊας από βελούδα, από πλούσες, από υφάσματα σενίλλης ή από υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής

5806.20 Άλλα είδη κορδελοποιϊας, που περιέχουν κατά βάρος 5% ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

5806.31 Άλλα είδη κορδελοποιϊας, από βαμβάκι

5806.32 Από συνθετικές ή υφαντικές ίνες

5806.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

5806.40 Ταινίες χωρίς υφάδι, από νήματα ή ίνες παραλληλισμένα και κολλημένα (bolducs)

5807.10 Ετικέτες, εμβλήματα και παρόμοια είδη από υφαντικές ύλες, υφασμένα

5807.90 Άλλα

5808.10 Ταινιοπλέγματα σε τόπια

5808.90 Άλλα

5809.00 Υφάσματα από νήματα από μέταλλο και υφάσματα από νήματα από μέταλλο συνδυασμένα με νήματα από υφαντικές ίνες ή από επιμεταλλωμένα υφαντικά νήματα κτλ, άλλα

5810.10 Κεντήματα χημικά ή αστήρικτα και κεντήματα με τη βάση αποκομμένη

5810.91 Άλλα κεντήματα

5810.91 Από βαμβάκι

5810.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

5810.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

5811.00 Υφαντουργικά προϊόντα σε τόπια

Κεφ. 59 Υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή με απανωτές στρώσεις. Είδη για τεχνικές χρήσεις από υφαντικές ύλες.

5901.10 Υφάσματα επιχρισμένα με κόλλα ή με αμυλώδεις ουσίες, των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη βιβλιοδεσία, χαρτοδεσία, κατασκευή θηκών ή παρόμοιες χρήσεις

5901.90 Αλλες

5902.10 Φύλλα υφασμένα για επίσωτρα με πεπιεσμένο αέρα, που λαμβάνονται από νήματα υψηλής αντοχής από νάυλον ή από άλλα πολυαμίδια

5902.20 Από πολυεστέρες

5902.90 Άλλα

5903.00 Υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα με πλαστική ύλη ή με απανωτές στρώσεις από πλαστική ύλη, άλλα, με πολυχλωριούχο βινύλιο

5903.20 Με πολυουρεθάνη

5903.90 Άλλα

5904.10 Λινοτάπητες, έστω και κομμένοι

5904.91 Επενδύσεις δαπέδων των οποίων το υπόθεμα αποτελείται από πίλημα με βελόνα ή μη υφασμένο ύφασμα

5904.92 Στα οποία το υπόθεμα από υφαντική ύλη έχει άλλη σύσταση

5905.00 Επενδύσεις τοίχων από υφαντικές ύλες

5906.10 Υφάσματα συνδυασμένα με καουτσούκ, τανίες συγκολλητικές, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 20 cm

5906.91 Άλλα, πλεκτά

5906.99 Άλλα

5907.00 Άλλα υφάσματα εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα. Υφάσματα ζωγραφισμένα για σκηνικά θεάτρων, παραπετάσματα εργαστηρίων ή για ανάλογες χρήσεις

5908.00 Φιτίλια υφασμένα, πλεγμένα σε πλεξούδες ή πλεκτά, από υφαντικές ύλες, για λάμπες, καμινέτα, αναπτήρες, κεριά ή παρόμοια. Αμίαντα φωτισμού και σωληνοειδή υφάσματα πλεκτά που χρησιμεύουν για την κατασκευή τους, έστω και εμποτισμένα

5909.00 Σωλήνες για αντλίες και παρόμοιοι σωλήνες, από υφαντικές ύλες, έστω και με εξοπλισμό ή εξαρτήματα από άλλες ύλες

5910.00 Ιμάντες μεταφοράς ή μετάδοσης κίνησης από υφαντικές ύλες, έστω και ενισχυμένοι με μέταλλο ή άλλες ύλες

5911.10 Υφάσματα, πιλήματα και υφάσματα επενδυμένα με πίλημα, συνδυασμένα με μία ή περισσότερες στρώσεις από καουτσούκ, από δέρμα ή άλλες ύλες, των τύπων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή επενδύσεων λαναριών, και ανάλογα προϊόντα για άλλες τεχνικές χρήσεις

5911.20 Γάζες και υφάσματα για κόσκινα, έστω και έτοιμα

5911.31 Υφάσματα και πιλήματα ατέρμονα ή εφοδιασμένα με μέσα συνένωσης, των τύπων που χρησιμοποιούνται στις χαρτοποιητικές μηχανές ή σε παρόμοιες μηχανές, βάρους κατά m2 κατώτερου των 650 g

5911.32 Βάρους κατά m2 ίσου ή ανώτερου των 650 g

5911.40 Φίλτρα και χοντρά υφάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται στα ελαιοπιεστήρια ή για ανάλογες τεχνικές χρήσεις, στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που γίνονται από ανθρώπινες τρίχες κεφαλής

5911.90 Άλλα

Κεφ. 60 Υφάσματα πλεκτά

6001.10 Υφάσματα με την ονομασία “με μακρύ τρίχωμα”

6001.21 Υφάσματα βροχιδωτά, από βαμβάκι

6001.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6001.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6001.91 Άλλα, από βαμβάκι

6001.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6001.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6002.10 Άλλα πλεκτά υφάσματα, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 20 cm, που περιέχουν κατά βάρος 5% ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

6002.20 Άλλα, πλάτους που δεν υπερβαίνει τα 20 cm

6002.30 Πλάτους που υπερβαίνει τα 30 cm, που περιέχουν κατά βάρος 5% ή περισσότερο νήματα ελαστομερή ή νήματα από καουτσούκ

6602.41 Άλλα, πλεκτά στημονιού (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που γίνονται σε μηχανές κατασκευής σειρητιών), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6002.42 Από βαμβάκι

6002.43 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6002.49 Άλλα

6002.91 Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6002.92 Από βαμβάκι

6002.93 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6002.99 Άλλα

Κεφ. 61 Ενδύματα και συμπληρώματα του ενδύματος πλεκτά

6101.10 Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6101.20 Από βαμβάκι

6101.30 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6101.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6102.10 Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6102.20 Από βαμβάκι

6102.30 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6102.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6103.11 Κουστούμια για άντρες ή αγόρια, από πλεκτό, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103.12 Από συνθετικές ίνες

6103.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6103.21 Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103.22 Από βαμβάκι

6103.23 Από συνθετικές ίνες

6103.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6103.31 Σακάκια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103.32 Από βαμβάκι

6103.33 Από συνθετικές ίνες

6103.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6103.41 Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6103.42 Από βαμβάκι

6103.43 Από συνθετικές ίνες

6103.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.11 Κουστούμια-ταγιέρ, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.12 Από βαμβάκι

6104.13 Από συνθετικές ίνες

6104.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.21 Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.22 Από βαμβάκι

6104.23 Από συνθετικές ίνες

6104.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.31 Ζακέτες, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.32 Από βαμβάκι

6104.33 Από συνθετικές ίνες

6104.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.41 Φορέματα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.42 Από βαμβάκι

6104.43 Από συνθετικές ίνες

6104.44 Από τεχνητές ίνες

6104.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.51 Φούστες, φούστες-πατνελόνια (ζιπ-κιλότ), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.52 Από βαμβάκι

6104.53 Από συνθετικές ίνες

6104.59 Από άλλες υφαντικές ύλες

6104.61 Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6104.62 Από βαμβάκι

6104.63 Από συνθετικές ίνες

6104.69 Από άλλες υφαντικές ύλες

6105.10 Πουκάμισα και πουκαμισάκια, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6105.20 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6105.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6106.10 Φορέματα-πουκάμισα (σεμιζιέ), μπλούζες, μπλούζες-πουκάμισα και πουκαμισάκια, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από βαμβάκι

6106.20 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6106.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6107.10 Σλιπ και σώβρακα, από πλεκτό, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6107.12 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6107.21 Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6107.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6107.91 Άλλα, από βαμβάκι

6107.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6107.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6108.11 Κομπινεζόν ή μεσοφόρια, μισά μεσοφόρια, από πλεκτό, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6108.21 Σλίπ και κιλότες, από βαμβάκι

6108.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6108.31 Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6108.32 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6108.91 Άλλα

6108.91 Από βαμβάκι

6108.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6108.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6109.10 Τι-σερτ και φανελάκια, από πλεκτό, από βαμβάκι

6109.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6110.10 Σαντάιγ, πουλόβερ, κάρντιγκαν, γιλέκα και παρόμοια είδη, από πλεκτό, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6110.20 Από βαμβάκι

6110.30 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6110.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6111.10 Ενδύματα και συμπληρώματα της ένδυσης, από πλεκτό, για βρέφη, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6111.20 Από βαμβάκι

6111.30 Από συνθετικές ίνες

6111.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6112.11 Φόρμες αθλητικές (προπόνησης), από πλεκτό, από βαμβάκι

6112.12 Από συνθετικές ίνες

6112.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6112.20 Κουστούμια και σύνολα του σκι

6112.31 Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για άντρες ή αγόρια, από συνθετικές ίνες

6112.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6112.41 Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ίνες

6112.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6113.00 Ενδύματα κατασκευασμένα από πλεκτά υφάσματα των κλάσεων 5903, 5906 ή 5907

6114.10 Άλλα ενδύματα πλεκτά, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6114.20 Από βαμβάκι

6114.30 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6114.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6115.11 Κολάν (κάλτσες-κιλότες), από πλεκτό, από συνθετικές ίνες, με τίτλο σε απλά νήματα λιγότερο των 67 decitex

6115.12 Από συνθετικές ίνες, με τίτλο σε απλά νήματα 67 decitex ή περισσότερο

6115.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6115.20 Κάλτσες και μισές-κάλτσες, για γυναίκες, με τίτλο σε απλά νήματα λιγότερο των 67 decitex

6115.91 Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6115.92 Από βαμβάκι

6115.93 Από συνθετικές ίνες

6115.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6116.10 Γάντια εμποτισμένα, επιχρισμένα ή επικαλυμμένα από πλαστική ύλη ή καουτσούκ

6116.91 Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6116.92 Από βαμβάκι

6116.93 Από συνθετικές ίνες

6116.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6117.10 Σάλια, σάρπες, μαντίλια λαιμού (φουλάρια), ρινοσκεπές, κασκόλ, μαντίλες, βέλα, βελάκια και παρόμοια είδη

6117.20 Γραβάτες, παπιγιόν και φουλάρια-γραβάτες

6117.80 Άλλα εξαρτήματα

6117.90 Μέρη

Κεφ. 62 Ενδύματα και συμπληρώματα του ενδύματος άλλα από τα πλεκτά

6201.11 Παλτά, αδιάβροχα, κοντά παλτά, κάπες και παρόμοια είδη, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6201.12 Από βαμβάκι

6201.13 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6201.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6201.91 Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6201.92 Από βαμβάκι

6201.93 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6201.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6202.11 Παλτά, κοντά παλτά, κάπες, άνορακ, μπλουζόν και παρόμοια είδη, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6202.12 Από βαμβάκι

6202.13 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6202.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6202.91 Άλλα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6202.92 Από βαμβάκι

6202.93 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6202.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6203.11 Κουστούμια, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203.12 Από συνθετικές ίνες

6203.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6203.21 Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203.22 Από βαμβάκι

6203.23 Από συνθετικές ίνες

6203.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6203.31 Σακάκια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203.32 Από βαμβάκι

6203.33 Από συνθετικές ίνες

6203.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6203.41 Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6203.42 Από βαμβάκι

6203.43 Από συνθετικές ίνες

6203.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.11 Κουστούμια-ταγιέρ, για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.12 Από βαμβάκι

6204.13 Από συνθετικές ίνες

6204.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.21 Σύνολα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.22 Από βαμβάκι

6204.23 Από συνθετικές ίνες

6204.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.31 Ζακέτες, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.32 Από βαμβάκι

6204.33 Από συνθετικές ίνες

6204.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.41 Φορέματα, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.42 Από βαμβάκι

6204.43 Από συνθετικές ίνες

6204.44 Από τεχνητές ίνες

6204.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.51 Φούστες, φούστες-παντελόνια (ζιπ-κιλότ), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.52 Από βαμβάκι

6204.53 Από συνθετικές ίνες

6204.59 Από άλλες υφαντικές ύλες

6204.61 Παντελόνια, φόρμες με τιράντες (σαλοπέτ), παντελόνια μέχρι το γόνατο και παντελόνια κοντά (σορτς), από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6204.62 Από βαμβάκι

6204.63 Από συνθετικές ίνες

6204.69 Από άλλες υφαντικές ύλες

6205.10 Πουκάμισα και πουκαμισάκια, για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6205.20 Από βαμβάκι

6205.30 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6205.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6206.10 Φορέματα-πουκάμισα (σεμιζιέ), μπλούζες, μπλούζες-πουκάμισα και πουκαμισάκια για γυναίκες ή κορίτσια, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6206.20 Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6206.30 Από βαμβάκι

6206.40 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6206.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6207.11 Σλιπ και σώβρακα, για άντρες ή αγόρια, από βαμβάκι

6207.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6207.21 Νυχτικά και πιτζάμες

6207.21 Από βαμβάκι

6207.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6207.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6207.91 Άλλα, από βαμβάκι

6207.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6207.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6208.11 Κομπινεζόν ή μεσοφόρια και μισά μεσοφόρια, για γυναίκες ή κορίτσια, από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6208.21 Νυχτικά και πιτζάμες, από βαμβάκι

6208.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6208.91 Άλλα, από βαμβάκι

6208.92 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6208.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6209.10 Ενδύματα και συμπληρώματα της ενδύματος για βρέφη, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6209.20 Από βαμβάκι

6209.30 Από συνθετικές ίνες

6209.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6210.10 Ενδύματα κατασκευασμένα από προϊόντα των κλάσεων 5602, 5603, 5903, 5906 ή 5907, από προϊόντα των κάσεων 5602 ή 5603

6210.20 Άλλα ενδύματα των τύπων που αναφέρονται στις διακρίσεις 6201 11 μέχρι 6201 19

6210.30 Άλλα ενδύματα των τύπων που αναφέρονται στις διακρίσεις 6202 11 μέχρι 6202 19

6210.40 Άλλα ενδύματα για άντρες ή αγόρια

6210.50 Άλλα ενδύματα για γυναίκες ή κορίτσια

6211.11 Μαγιό, κιλότες και σλιπ μπάνιου, για άντρες ή αγόρια

6211.12 Για γυναίκες ή κορίτσια

6211.20 Κοστούμια του σκι

6211.31 Άλλα ενδύματα για άντρες ή αγόρια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6211.32 Από βαμβάκι

6211.33 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6211.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6211.41 Άλλα ενδύματα για γυναίκες ή κορίτσια, από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6211.42 Από βαμβάκι

6211.43 Από συνθετικές ίνες

6211.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6212.10 Στηθόδεσμοι και τα μέρη τους

6212.20 Κορσέδες χωρίς ελάσματα (λαστέξ) και κορσέδες-κιλότες

6212.30 Συνδυασμοί

6212.90 Άλλα

6213.10 Μαντίλια και μαντιλάκια τσέπης, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6213.20 Από βαμβάκι

6213.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6214.10 Σάλια, σάρπες, μαντίλια του λαιμού (φουλάρια), καλύμματα μύτης, κασκόλ, μαντίλες, βέλα, βελάκια και παρόμοια είδη, από μετάξι ή από απορρίμματα από μετάξι

6214.20 Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6214.30 Από συνθετικές ίνες

6214.40 Από τεχνητές ίνες

6214.90 Από άλλες υφανντικές ύλες

6215.10 Γραβάτες, παπιγιόν και φουλάρια-γραβάτες, από μετάξι, ή από απορρίμματα από μετάξι

6215.20 Από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6215.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6216.00 Είδη γαντοποιϊας

6217.10 Άλλα έτοιμα συμπληρώματα του ενδύματος

6217.90 Μέρη ενδυμάτων ή συμπληρωμάτων του ενδύματος

Κεφ. 63 Άλλα έτοιμα υφαντουργικά είδη, συνδυασμοί, μεταχειρισμένα ενδύματα και άλλα μεταχειρισμένα είδη και ράκη

6301.10 Κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό

6301.20 Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό) από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας

6301.30 Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται μη ηλεκτρισμό) από βαμβάκι

6301.40 Κλινοσκεπάσματα (άλλα από τα κλινοσκεπάσματα που θερμαίνονται με ηλεκτρισμό) από συνθετικές ίνες

6301.90 Άλλα κλινοσκεπάσματα

6302.10 Πανικά κρεβατιού πλεκτά

6302.21 Άλλα πανικά κρεβατιού, τυπωτά

6302.21 Από βαμβάκι

6302.22 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6302.31 Άλλα πανικά κρεβατιού, από βαμβάκι

6302.32 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6302.40 Πανικά τραπεζιού πλεκτά

6302.51 Άλλα πανικά τραπεζιού, από βαμβάκι

6302.52 Από λινάρι

6302.53 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302.59 Από άλλες υφαντικές ύλες

6302.60 Πανικά καθαριότητας ή κουζίνας, βοστρυχωτά σπογγώδους είδους, από βαμβάκι

6302.91 Άλλα, από βαμβάκι

6302.92 Από λινάρι

6302.93 Από συνθετικές ή τεχνητές ίνες

6302.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6303.11 Παραπετάσματα εσωτερικά κάθε είδους για πόρτες και παράθυρα, πλεκτά, από βαμβάκι

6303.12 Από συνθετικές ίνες

6303.19 Από άλλες υφαντικές ύλες

6303.91 Άλλα, από βαμβάκι

6303.92 Από συνθετικές ίνες

6303.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6304.11 Καλύμματα κρεβατιού, πλεκτά

6304.19 Άλλα

6304.91 Άλλα, πλεκτά

6304.92 Άλλα από τα πλεκτά, από βαμβάκι

6304.93 Άλλα από τα πλεκτά, από συνθετικές ίνες

6304.99 Άλλα από τα πλεκτά, από άλλες υφαντικές ύλες

6305.10 Σάκοι και σακίδια συσκευασίας, από γιούτα ή άλλες υφαντικές ίνες

6305.20 Από βαμβάκι

6305.31 Από συνθετικές ή τεχνητές υφαντικές ύλες, που κατασκευάζονται από λουρίδες ή παρόμοιες μορφές από πολυαιθυλένιο ή από πολυπροπυλένιο

6305.39 Άλλα

6305.90 Από άλλες υφαντικές ύλες

6306.11 Καλύμματα εμπορευμάτων, οχημάτων κλπ. και εξωτερικά προπετάσματα (τέντες), από βαμβάκι

6306.22 Από συνθετικές ίνες

6306.29 Από άλλες υφαντικές ύλες

6306.31 Ιστία, από συνθετικές ίνες

6306.39 Από άλλες υφαντικές ύλες

6306.41 Στρώματα που φουσκώνουν με αέρα, από βαμβάκι

6306.49 Από άλλες υφαντικές ύλες

6306.91 Άλλα, από βαμβάκι

6306.99 Από άλλες υφαντικές ύλες

6307.10 Υφάσματα γγια τον καθαρισμό πατωμάτων, πιατόπανα, ξεσκονιστήρια τύπου δέρματος και παρόμοια είδη καθαρισμού

6307.20 Σωσίβιες ζώνες και σωσίβια γιλέκα

6307.90 Άλλα

6308.00 Συνδυασμοί (σετ) που αποτελούνται από τεμάχια υφασμάτων και νήματα, για την κατασκευή ταπήτων, ειδών επίστρωσης (ταπετσαρίες), κεντημάτων τραπεζομάνδηλων ή πετσετών ή παρόμοιων υφαντουργικών ειδών, σε συσκευασίες για τη λιανική πώληση

6309.00 Μεταχειρισμένα ενδύματα και άλλα μεταχειρισμένα είδη

Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και είδη ένδυσης των κεφαλαίων 30 έως 49, 64 έως 96

Αριθ. ΕΣ Περιγραφή εμπορευμάτων

3005.90 Βαμβάκι, γάζες, ταινίες, και ανάλογα είδη

ex 3921.12

ex 3921.13 Υφάσματα υφασμένα, πλεκτά ή μη πλεκτά επιχρισμένα, επικαλυμμένα ή επιστρωμένα με πλαστικές ύλες

ex 3921.90

ex 4202.12

ex 4202.22 Αποσκευές, σακκίδια χεριού και επίπεδα είδη με εξωτερική

ex 4202.32 επιφάνεια κυρίως από υφαντικές ύλες

ex 4202.92

ex 6405.20 Υποδήματα με πέλματα και πάνω μέρη από μάλλινο πίλημα

ex 6406.10 Πάνω μέρη υποδημάτων των οποίων το 50% και άνω της εξωτερικής επιφάνειας αποτελείται από υφαντικές ύλες

ex 6406.99 Περιβλήματα της κνήμης και γκέτες από υφαντικές ύλες

6501.00 Καμπάνες, για καπέλα αδιαμόρφωτες και με ασήκωτο το γύρο, δίσκοι και κύλινδροι για καπέλα από πίλημα

6502.00 Καμπάνες ή τύποι για καπέλα, πλεγμένα ή κατασκευασμένα με συναρμολόγηση ταινιών, από κάθε ύλη

6503.00 Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής από πίλημα

6504.00 Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής, πλεγμένα ή κατασκευασμένα με συναρμολόγηση ταινιών από κάθε ύλη

6505.90 Καπέλα και άλλα καλύμματα κεφαλής, πλεγμένα με δαντέλες, ή άλλες υφαντικές ύλες

6601.10 Ομπρέλες για τη βροχή και τον ήλιο κήπου

6601.91 Αλλες ομπρέλες με τηλεσκοπική λαβή

6601.99 Αλλες ομπρέλες

ex 7019.10 Ινες από υαλοβάμβακα

ex 7019.20 Υφάσματα από υαλοβάμβακα

8708.21 Ζώνες ασφαλείας για οχήματα με κινητήρα

8804.00 Αλεξίπτωτα, τα μέρη και τα εξαρτήματά τους

9113.90 Βραχιόλια (μπρασελέ) ρολογιών από υφαντικές ύλες

ex 9404.90 Προσκεφάλια και μαξιλάρια από βαμβάκι, καλύμματα ποδιών, παπλώματα και παρόμοια είδη από υφαντικές ύλες

ΣΥΜΦΩΝΑ ΓΙΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Τα μέλη,

Εχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης

Επιθυμώντας την προώθηση των στόχων της GATT του 1994

Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της συνδρομής που τα διεθνή πρότυπα και τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύνανται να προσφέρουν, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα της παραγωγής και διευκολύνοντας το διεθνές εμπόριο

Επιθυμώντας, κατά συνέπεια, την ενθάρρυνση της ανάπτυξης των διεθνών προτύπων και των συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης

Επιθυμώντας, εντούτοις, να εξασφαλίσουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί και τα πρότυπα, περιλαμβανομένων και των προδιαγραφών στον τομέα συσκευασίας, σήμανσης και επικόλλησης ετικετών, και οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς και τα πρότυπα δεν δημιουργούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο

Αναγνωρίζοντας ότι τίποτα δεν είναι δυνατόν να εμποδίσει μια χώρα να λάβει τα αναγκαία μέτρα προς εξασφάλιση της ποιότητας των εξαγωγών της, ή για την προστασία της υγείας και της ζωής ανθρώπων, ζώων, και φυτών, την προστασία του περιβάλλοντος ή την πρόληψη της απάτης, στα επίπεδα που θεωρεί αρμόζοντα, υπό την επιφύλαξη ότι τα μέτρα αυτά δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτελούν είτε μέσο αυθαιρέτου ή αδικαιολογήτου διακρίσεως μεταξύ χωρών όπου κυριαρχούν οι αυτές συνθήκες, είτε συγκαλυμμένο περιορισμό του διεθνούς εμπορίου, και τα οποία είναι εξάλλου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας

Αναγνωρίζοντας, ότι τίποτα δεν είναι δυνατόν να εμποδίσει μια χώρα να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των βασικών συμφερόντων ασφαλείας της.

Αναγνωρίζοντας, τη συνεισφορά που η διεθνής τυποποίηση δύναται να προσφέρει στη μεταφορά της τεχνολογίας των ανεπτυγμένων χωρών προς τις αναπτυσσόμενες χώρες

Αναγνωρίζοντας ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δύνανται να συναντήσουν ειδικές δυσκολίες στην εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς και τα πρότυπα και επιθυμώντας να τις βοηθήσουν στις προσπάθειες τους στο θέμα αυτό

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.1. Οι γενικοί όροι για την τυποποίηση και τη διαπίστωση της συμμόρφωσης έχουν την έννοια που τους έχει δοθεί από τους ορισμούς που

9502.91 Ενδύματα για κούκλες

ex 9612.10 Υφασμάτινες μελανοταινίες, από χειροποίητες ίνες άλλες από αυτές που έχουν πλάτος λιγότερο από 30 χιλ. τοποθετημένες μονίμως σε κασέτες έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και από τους διεθνείς οργανισμούς της τυποποίησης, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου τους και του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας.

1.2 Εντούτοις, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι όροι που καθορίζονται στο παράρτημα Ι όπως ερμηνεύονται σ` αυτό.

1.3 Ολα τα προϊόντα, περιλαμβανομένων των βιομηχανικών και των γεωργικών, υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

1.4 Οι προδιαγραφές σε θέματα αγοράς που έχουν εκπονηθεί από κυβερνητικούς οργανισμού για τις ανάγκες της παραγωγής ή της κατανάλωσης κυβερνητικών οργανισμών δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, αλλά διέπονται από τη συμφωνία περί των δημοσίων συμβάσεων, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της.

1.5 Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν ισχύουν για τα μέτρα υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας, όπως καθορίζονται στο παράρτημα Α της συμφωνίας για την εφαρμογή των μέτρων υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας.

1.6 Ολες οι παραπομπές της παρούσας συμφωνίας σε τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα και μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης ερμηνεύονται ως περιέχουσες τροποποιήσεις και προσθήκες στους κανόνες ή στα προϊόντα που αναφέρονται, εκτός των τροποποιήσεων ή των προσθηκών μικρής σημασίας.

ΤΕΧΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΥΠΑ

Άρθρο 2

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών από όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

Οσον αφορά τα όργανα της κεντρικής τους κυβέρνησης:

2.1 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι, σχετικά με τους τεχνικούς κανονισμούς, τα προϊόντα που εισάγονται από έδαφος οποιουδήποτε μέλους τυγχάνουν μεταχείρισης τουλάχιστον το ίδιο ευνοϊκής με την εφαρμοζομένη σε παρόμοια προϊόντα εθνικής καταγωγής και σε ομοειδή προϊόντα καταγωγής οποιασδήποτε άλλης χώρας.

2.2 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί δεν εκπονούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο. Για το σκοπό αυτό, οι τεχνικοί κανονισμοί δεν περιορίζουν το εμπόριο σε βαθμό μεγαλύτερο από τον απαιτούμενο για την επίτευξη θεμιτού στόχου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που θα δημιουργούσε η αποτυχία του στόχου. Τέτοιου είδους θεμιτοί στόχοι είναι, μεταξύ άλλων, οι επιταγές της εθνικής ασφάλειας, η πρόληψη της απάτης, η προστασία της υγείας ή ασφαλείας των ανθρώπων, της ζωής ή της υγείας ζώων και των φυτών, ή το περιβάλλον. Κατά την εκτίμηση των κινδύνων αυτών, τα σχετικά στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη είναι, μεταξύ άλλων, οι διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές πληροφορίες, η σχετική τεχνολογία μεταποίησης ή η μελετώμενη τελική χρήση των προϊόντων.

2.3 Οι τεχνικοί κανονισμοί δεν διατηρούνται, εφόσον οι περιστάσεις ή οι στόχοι, οι οποίοι επέβαλαν τη θέσπισή τους, πάψουν να υφίστανται ή εφόσον οι μεταβληθείσες περιστάσεις ή στόχοι μπορούν να καλυφθούν κατά τρόπο λιγότερο περιοριστικό για το εμπόριο.

2.4 Οταν απαιτούνται τεχνικοί κανονισμοί ενώ υπάρχουν διεθνή πρότυπα ή επίκειται η τελική τους διαμόρφωση, τα μέλη χρησιμοποιούν τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα βασικά στοιχεία τους ως βάση για τους τεχνικούς κανονισμούς τους εκτός των περιπτώσεων που τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα στοιχεία αυτά είναι αναποτελεσματικά ή ακατάλληλα για την επίτευξη των επιδιωκόμενων θεμιτών στόχων, παραδείγματος χάριν λόγω θεμελιωδών κλιματικών ή γεωγραφικών παραγόντων ή βασικών τεχνολογικών προβλημάτων.

2.5 Κάθε μέλος που εκπονεί, εκδίδει ή εφαρμόζει τεχνικό κανονισμό ο οποίος μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο εμπόριο των λοιπών μελών εκθέτει, μετά από αίτηση άλλου μέλους, την αιτιολόγηση που αφορά τον εν λόγω τεχνικό κανονισμό σε σχέση με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 4. Κάθε φορά που εκπονείται, εκδίδεται ή εφαρμόζεται τεχνικός κανονισμός για έναν από τους θεμιτούς στόχους που αναφέρονται σαφώς στην παράγραφο 2, ο οποίος είναι σύμφωνος με τα σχετικά διεθνή πρότυπα, υπάρχει μαχητό τεκμήριο ότι δεν δημιουργεί περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο.

2.6 Προκειμένου να εναρμονίσουν μεταξύ τους κατά το δυνατόν ευρύτερα τους τεχνικούς τους κανονισμούς, τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους στην εκπόνηση, από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, των διεθνών προτύπων που αναφέρονται σε προϊόντα, για τα οποία έχουν θεσπίσει ή προβλέπουν να θεσπίσουν τεχνικούς κανονισμούς.

2.7 Τα μέλη εξετάζουν θετικά την αποδοχή ως ισοδυνάμων των τεχνικών κανονισμών άλλων μελών, ακόμα και αν οι εν λόγω κανονισμοί διαφέρουν από τους δικούς τους, υπό την προϋπόθεση ότι είναι πεπεισμένα ότι οι εν λόγω κανονισμοί ανταποκρίνονται καταλλήλως τους στόχους των δικών τους κανονισμών.

2.8 Κάθε φορά που αυτό θεωρείται αρμόζον, τα μέλη καθορίζουν τους τεχνικούς κανονισμούς βάσει των προδιαγραφών απόδοσης του προϊόντος, μάλλον, παρά βάσει της μορφής του ή των περιγραφικών χαρακτηριστικών του.

2.9 Κάθε φορά που δεν υφίστανται σχετικά διεθνή πρότυπα ή που το τεχνικό περιεχόμενο σχεδιαζομένου τεχνικού κανονισμού δεν είναι σύμφωνο με το τεχνικό περιεχόμενο των σχετικών διεθνών προτύπων, και αν ο τεχνικός κανονισμός δύναται να επηρεάσει σημαντικά τις συνΆλλαγές των λοιπών μελών, τα μέλη:

2.9.1 προβαίνουν στη δημοσίευση, αρκετά έγκαιρα ώστε να επιτραπεί στα ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών να λάβουν γνώση, ανακοίνωσης, σύμφωνα με την οποία σχεδιάζουν τη θέσπιση συγκεκριμένου τεχνικού κανονισμού.

2.9.2 γνωστοποιούν προς τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που θα καλύπτει ο προτεινόμενος τεχνικός κανονισμός, αναφέροντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία. Οι γνωστοποιήσεις αυτές πραγματοποιούνται έγκαιρα ώστε να μπορούν ακόμα να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια

2.9.3 παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη, λεπτομέρειες ή αντίγραφα του σχεδιαζομένου τεχνικού κανονισμού και κάθε φορά που είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία ουσιαστικά παρεκκλίνουν από τα σχετικά διεθνή πρότυπα

2.9.4 χορηγούν στα λοιπά μέλη, εύλογη προθεσμία χωρίς να κάνουν διάκριση, για την υποβολή των παρατηρήσεων τους εγγράφως, συζητούν επί των παρατηρήσεων αυτών μετά από σχετική αίτηση, και λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες γραπτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των συζητήσεων αυτών.

2.10 Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εισαγωγικού μέρους της παραγράφου 9, όταν δημιουργούνται ή υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν, για κάποιο μέλος, επείγοντα προβλήματα ασφαλείας, υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος ή εθνικής ασφαλείας, τούτο δύναται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, να παραλείψει τις απαριθμούμενες στην παράγραφο 9 ενέργειες, με την επιφύλαξη ότι τη στιγμή που θεσπίζει τεχνικό κανονισμό, το μέλος.

2.10.1 γνωστοποιεί αμέσως στα λοιπά μέλη μέσω της γραμματείας, τον εν λόγω τεχνικό κανονισμό και τα προϊόντα τα οποία αυτός αφορά, αναγράφοντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία του τεχνικού κανονισμού ως και τη φύση των επειγόντων προβλημάτων.

2.10.2 χορηγεί, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη αντίγραφα του τεχνικού κανονισμού

2.10.3 παρέχει, αδιακρίτως, στα λοιπά μέλη τη δυνατότητα υποβολής γραπτών παρατηρήσεων, συζητεί επί των παρατηρήσεων αυτών εάν υποβληθεί σχετικό αίτημα, και λαμβάνει υπόψη τις γραπτές αυτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων

2.11 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τεχνικοί κανονισμοί που έχουν εκδοθεί, δημοσιεύονται αμέσως ή τίθενται με διαφορετικό τρόπον στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών των λοιπών μελών για να λάβουν γνώση.

2.12 Εκτός από τις επείγουσες περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 10, τα μέλη παρέχουν εύλογη προθεσμία μεταξύ της δημοσίευσης των τεχνικών κανονισμών και της θέσης τους σε ισχύ, προκειμένου να δοθεί ο χρόνος, στους παραγωγούς, που είναι εγκατεστημένοι στις χώρες μέλη εξαγωγής, και ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους ή τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις της χώρας μέλους εισαγωγής.

Άρθρο 3

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών από όργανα τοπικής διοίκησης και μη κυβερνητικά όργανα

Οσον αφορά τα όργανα τοπικής διοίκησης και τα μη κυβερνητικά όργανα εντός του εδάφους των:

3.1 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου τα εν λόγω όργανα να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 2, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2, παράγραφοι 9.2 και 10.1.

3.2 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικοί κανονισμοί των τοπικών διοικήσεων σε επίπεδο αμέσεως κατώτερο της κεντρικής διοίκησης στα μέλη γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφοι 9.2 και 10.1, με τη σημείωση ότι δεν απαιτείται γνωστοποίηση για τεχνικούς κανονισμούς, το τεχνικό περιεχόμενο των οποίων είναι ουσιαστικά το ίδιο με προγενέστερα γνωστοποιηθέντες τεχνικούς κανονισμούς οργάνων της κεντρικής κυβέρνησης του ενδιαφερομένου μέλους.

3.3 Τα μέλη μπορεί να ζητήσουν επαφές με τα λοιπά μέλη, περιλαμβανομένων των γνωστοποιήσεων, της παροχής πληροφοριών, των σχολίων και των συζητήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφοι 9 και 10, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω της κεντρικής κυβέρνησης.

3.4 Τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων, τα οποία απαιτούν από τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα μη κυβερνητικά όργανα εντός των εδαφών των, ή τους ενθαρρύνουν, να ενεργήσουν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 2.

3.5 Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των διατάξεων του άρθρου 2. Τα μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για την στήριξη της τήρησης των διατάξεων του άρθρου 2 από άλλα όργανα εκτός αυτών της κεντρικής κεβέρνησης.

Άρθρο 4

Εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή προτύπων

4.1 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης με δραστηριότητα τυποποίησης αποδέχονται και τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας για την εκπόνηση, έκδοση και εφαρμογή προτύπων του παραρτήματος 3 της παρούσας συμφωνίας (αναφερόμενο στην παρούσα συμφωνία ως “κώδικα δεοντολογίας”). Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου τα όργανα τοπικής διοίκησης και τα μη κυβερνητικά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης εντός του εδάφους τους, καθώς και τα περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης των οποίων τα ίδια τα μέλη ή ένα ή περισσότερα όργανα εντός του εδάφους τους είναι μέλη, να αποδέχονται και να τηρούν τον εν λόγω κώδικα δεοντολογίας. Επιπλέον, τα μέλη δεν προβαίνουν στη λήψη μέτρων που έχουν ως αποτέλεσμα, άμεσα ή έμμεσα, την υποχρέωση ή την ενθάρρυνση των εν λόγω οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τον κώδικα δεοντολογίας. Οι υποχρεώσεις των μελών, σε σχέση με την τήρηση εκ μέρους των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης των διατάξεων του κώδικα δεοντολογίας, ισχύουν ανεξαρτήτως του εάν το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης έχει αποδεχθεί ή όχι τον κώδικα δεοντολογίας.

4.2 Τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης που έχουν αποδεχθεί και τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας αναγνωρίζονται από τα μέλη ως συμμορφούμενα με τις αρχές της παρούσας συμφωνίας.

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ Άρθρο 5

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται από τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

5.1 Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική εξασφάλιση ότι τα προϊόντα είναι σύμφωνα με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, τα μέλη ενεργούν κατά τρόπον ώστε τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης να εφαρμόζουν τις ακόλουθες διατάξεις στα προϊόντα που προέρχονται από έδαφος άλλων μελών:

5.1.1 οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης εκπονούνται, εκδίδονται και εφαρμόζονται εις τρόπον ώστε να παρέχουν πρόσβαση σε προμηθευτές ομοειδών προϊόντων καταγόμενων από το έδαφος άλλων μελών με όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς εκείνων που παραχωρούνται σε προμηθευτές ομοειδών προϊόντων εθνικής καταγωγής ή καταγόμενων από οποιαδήποτε άλλη χώρα, σε παρεμφερή κατάσταση η πρόσβαση συνεπάγεται το δικαίωμα του προμηθευτή για διαπίστωση της συμμόρφωσης δυνάμει των κανόνων και μεθόδων, περιλαμβανομένης, όταν προβλέπεται από την εν λόγω μέθοδο, της δυνατότητας να ασκεί δραστηριότητες διαπίστωσης της συμμόρφωσης στις εγκαταστάσεις και να λαμβάνει το σήμα του συστήματος

5.1.2 οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν εκποινούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο. Το ανωτέρω σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν είναι αυστηρότερες ή δεν εφαρμόζονται σε αυστηρότερο βαθμό από αυτόν που απαιτείται ώστε να παρέχεται στο εισάγον μέλος η δέουσα βεβαιότητα ότι τα προϊόντα πληρούν τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου που θα δημιουργούσε η έλλειψη συμμόρφωσης.

5.2 Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 τα μέλη εξασφαλίζουν ότι:

5.2.1 οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης αναλαμβάνονται και ολοκληρώνονται όσον το δυνατόν ταχύτερα και σε σειρά όχι λιγότερο ευνοϊκή για προϊόντα που προέρχονται από εδάφη των λοιπών μελών από αυτή που ισχύει για ομοειδή εγχώρια προϊόντα

5.2.2 η συνήθης περίοδος διεκπεραίωσης κάθε μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης δημοσιεύεται ή ότι η προβλεπόμενη περίοδος διεκπεραίωσης κοινοποιείται στον αιτούντα μετά από αίτησή του, όταν παραλαμβάνει μία αίτηση, το αρμόδιο όργανο εξετάζει αμέσως την πληρότητα της τεκμηρίωσης και πληροφορεί τον αιτούντα κατά τρόπο ακριβή και πλήρη για όλες τις ατέλειες. Το αρμόδιο όργανο διαβιβάζει το συντομότερο δυνατόν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κατά τρόπο ακριβή και πλήρη στον αιτούντα, ώστε να γίνουν αν χρειάζεται διαρθρωτικές ενέργειες, ακόμα και στην περίπτωση που η αίτηση παρουσιάζει ατέλειες, το αρμόδιο όργανο προβαίνει, στο βαθμό που είναι εφικτό, στη διαπίστωση της συμμόρφωσης, εάν το ζητήσει ο αιτών, και ότι, μετά από αίτηση, ο αιτών ενημερώνεται για το στάδιο της διαδικασίας, και για τους λόγους κάθε ενδεχόμενης καθυστέρησης,

5.2.3 οι αιτήσεις για πληροφορίες περιορίζονται σε ότι είναι αναγκαίο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης και του καθορισμού των αμοιβών,

5.2.4 ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα που κατάγονται από τα εδάφη των λοιπών μελών, οι οποίες προκύπτουν ή παρέχονται σε σχέση με τις εν λόγω μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τηρείται κατά τον ίδιο τρόπο όπως για τα εγχώρια προϊόντα και εις τρόπον ώστε να προστατεύονται τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα

5.2.5 οι αμοιβές που καταβάλλονται για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης προϊόντων που κατάγονται από τα εδάφη άλλων μελών είναι ισοδύναμες σε σχέση με αμοιβές που καταβάλλονται για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης ομοειδών προϊόντων εθνικής καταγωγής ή καταγωγής άλλης χώρας, λαμβανομένου υπόψη του κόστους επικοινωνιών, μεταφοράς και άλλων παραγόντων που προκύπτουν από διαφορές που υπάρχουν μεταξύ της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων του αιτούντος και του οργάνου διαπίστωσης της συμμόρφωσης

5.2.6 η επιλογή της τοποθεσίας των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης και η επιλογή δειγμάτων δεν είναι φύσεως τέτοιας ώστε να δημιουργούν περιττές δυσχέρειες στους αιτούντες ή τους αντιπροσώπους τους,

5.2.7 όταν οι προδιαγραφές ενός προϊόντος μεταβάλλονται μετά τη διαπίστωση της συμμόρφωσης του με τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα, η μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης για το τροποποιηθέν προϊόν περιορίζεται σε ότι είναι αναγκαίο για να καθορισθεί εάν υφίσταται η δέουσα βεβαιότητα ότι το προϊόν πληροί ακόμα τους σχετικούς τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα,

5.2.8 υφίσταται διαδικασία για την εξέταση των καταγγελιών σχετικά με τη λειτουργία κάποιας μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης και την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών σε περίπτωση που κάποια καταγγελία είναι αιτιολογημένη.

5.3 Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εμποδίζουν κατ` ουδένα τρόπο τα μέλη να πραγματοποιούν ευλόγους δειγματοληπτικούς ελέγχους στο έδαφος τους.

5.4 Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική διαβεβαίωση ότι τα προϊόντα είναι σύμφωνα με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, και υπάρχουν ή πρόκειται να ολοκληρωθούν σχετικοί οδηγοί ή συστάσεις που έχουν συνταχθεί από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης χρησιμοποιούν τους εν λόγω οδηγούς ή συστάσεις, ή τμήματά τους ως βάση για τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες όπως αιτιολογείται δεόντως μετά από αίτηση, οι εν λόγω οδηγοί ή συστάσεις ή τα σχετικά μέρη είναι ακατάλληλα για τα ενδιαφερόμενα μέλη, αυτό μπορεί να συμβαίνει για λόγους όπως, μεταξύ άλλων, οι επιταγές εθνικής ασφαλείας, η πρόληψη της απάτης, η προστασία της υγείας ή ασφάλειας των ανθρώπων, της ζωής ή της υγείας των ζώων και των φυτών, η προστασία του περιβάλλοντος βασικοί κλιματολογικοί ή λοιποί γεωγραφικοί παράγοντες, βασικά τεχνολογικά προβλήματα ή προβλήματα υποδομής.

5.5 Προκειμένου να εναρμονίσουν κατά το δυνατόν ευρύτερα τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τα μέλη συμμετέχουν πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους, στην εκπόνηση από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς με δραστηριότητες τυποποίησης, οδηγών και συστάσεων για μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης.

5.6 Κάθε φορά που δεν υφίσταται σχετικός οδηγός ή σύσταση που έχει εκδοθεί από διεθνή οργανισμό με δραστηριότητες τυποποίησης ή που το τεχνικό περιεχόμενο προτεινόμενης μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης δεν είναι σύμφωνο με τους σχετικούς οδηγούς και συστάσεις που εκδίδονται από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, και αν η μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύναται να επηρεάσει σημαντικά τις εμπορικές συνΆλλαγές των λοιπών μελών, τα μέλη:

5.6.1 προβαίνουν στη σημοσίευση, αρκετά έγκαιρα ώστε να επιτραπεί στα ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών να λάβουν γνώση, ανακοίνωσης για την πρόθεσή τους να θεσπίσουν συγκεκριμένη μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης,

5.6.2 γνωστοποιούν προς τα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που θα καλύπτει η προτεινόμενη μέθοδος διαπίστωσης της συμμόρφωσης, αναφέροντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία της. Οι γνωστοποιήσεις αυτές πραγματοποιούνται έγκαιρα, ώστε να μπορούν ακόμα να γίνουν τροποποιήσεις και να ληφθούν υπόψη τα σχόλια,

5.6.3 παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη, λεπτομέρειες ή αντίγραφα της προτεινόμενης μεθόδου διαπίστωσης της συμμόρφωσης και κάθε φορά που είναι δυνατόν, προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία ουσιαστικά παρεκκλίνουν από τα σχετικά διεθνή πρότυπα,

5.6.4 χορηγούν στα λοιπά μέλη, εύλογη προθεσμία χωρίς να κάνουν διάκριση, για την υποβολή γραπτών παρατηρήσεων, συζητούν επί των παρατηρήσεων αυτών μετά από αίτηση, και λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες γραπτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων.

5.7 Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εισαγωγικού μέρους της παραγράφου 6, όταν δημιουργούνται ή υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν για ένα μέλος επείγοντα προβλήματα ασφαλείας, υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος ή εθνικής ασφαλείας, τούτο δύναται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, να παραλείψει τις απαριθμούμενες στην παράγραφο 6 ενέργειες, με την επιφύλαξη ότι κατά τη στιγμή που το μέλος θεσπίζει μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης:

5.7.1 γνωστοποιεί αμέσως στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, της εν λόγω μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης και τα προϊόντα τα οποία αυτή καλύπτει, αναγράφοντας συνοπτικά τον αντικειμενικό σκοπό και την αιτιολογία της μεθόδου καθώς και τη φύση των επειγόντων προβλημάτων,

5.7.2 χορηγεί, κατόπιν αιτήσεως στα λοιπά μέλη αντίγραφα των κανόνων της μεθόδου,

5.7.3 παρέχει, αδιακρίτως, στα λοιπά μέλη τη δυνατότητα υποβολής γραπτών παρατηρήσεων, συζητεί επί των παρατηρήσεων αυτών εάν υποβληθεί σχετικό αίτημα, και λαμβάνει υπόψη τις γραπτές αυτές παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα των εν λόγω συζητήσεων.

5.8 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που έχουν εκδοθεί, δημοσιεύονται αμέσως ή τίθενται με διαφορετικό τρόπο στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών των λοιπών μελών για να λάβουν γνώση.

5.9 Εκτός από τις επείγουσες περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 7, τα μέλη παρέχουν εύλογη προθεσμία μεταξύ της δημοσίευσης των απαιτήσεων σχετικά με τις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης και της θέσης τους σε ισχύ προκειμένου να δοθεί ο χρόνος, στους παραγωγούς, που είναι εγκατεστημένοι στις εξάγουσες χώρες μέλη, και ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους ή τις μεθόδους παραγωγής στις απαιτήσεις της εισάγουσας χώρας μέλους.

Άρθρο 6

Αναγνώριση της διαπίστωσης της συμμόρφωσης από όργανα της κεντρικής κυβέρνησης

Οσον αφορά τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησής τους:

6.1 Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4, τα μέλη εξασφαλίζουν, οποτεδήποτε είναι δυνατόν, ότι τα αποτελέσματα των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης σε άλλα μέλη είναι αποδεκτά, ακόμα και όταν οι εν λόγω μέθοδοι διαφέρουν από τις δικές τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω μέθοδοι κρίνονται ικανοποιητικές, όσον αφορά την εξασφάλιση συμμόρφωσης με τους ισχύοντες τεχνικούς κανονισμούς ή πρότυπα σε ισοδύναμο βαθμό με τις δικές τους μεθόδους. Εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να απαιτηθούν προηγούμενες διαβουλεύσεις προκειμένου να επιτευχθεί αμοιβαία ικανοποιητική συμφωνία σχετικά, ιδίως, με τα εξής:

6.1.1 την κατάλληλη και διαρκή τεχνική αρμοδιότητα των σχετικών οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης στο εξάγον μέλος, ώστε να είναι δυνατόν να υπάρξει εμπιστοσύνη όσον αφορά τη συνεχή αξιοπιστία των αποτελεσμάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης, σχετικά με αυτό, η επαλήθευση της συμμόρφωσης, π.χ. μέσω διαπίστευσης, με τους σχετικούς οδηγούς ή συστάσεις που εκδίδονται από διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης λαμβάνεται υπόψη ως ένδειξη της δέουσας τεχνικής αρμοδιότητας,

6.1.2 την αποδοχή εκείνων μόνο των αποτελεσμάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που προκύπτουν από εντεταλμένα όργανα στο εξάγον μέλος.

6.2 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζουν επιτρέπουν όσον αυτό είναι εφικτό, την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1.

6.3 Τα μέλη ενθαρρύνονται, μετά από αίτηση άλλων μελών, να είναι πρόθυμα να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνιών επί της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποτελεσμάτων των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζουν. Τα μέλη μπορεί να απαιτήσουν αυτού του είδους οι συμφωνίες να πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1 και να παρέχουν αμοιβαία ικανοποίηση σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρουν για διευκόλυνση του εμπορίου των σχετικών προϊόντων.

6.4 Τα μέλη ενθαρρύνονται να επιτρέπουν τη συμμετοχή οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εδρεύουν στο έδαφος άλλων μελών στις οικείες μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης με όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς από αυτούς που παρέχονται στα όργανα που εδρεύουν εντός του εδάφους τους ή στο έδαφος άλλης χώρας.

Άρθρον 7

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης από όργανα τοπικής διοίκησης

Οσον αφορά τα όργανα τοπικής διοίκησης εντός του εδάφους των:

7.1 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου τα εν λόγω όργανα να συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφοι 6.2 και 7.1.

7.2 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης των τοπικών διοικήσεων σε επίπεδο αμέσως κατώτερο της κεντρικής διοίκησης στα μέλη γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, παράγραφοι 6.2 και 7.1, με τη σημείωση ότι δεν απαιτείται γωνστοποίηση για μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης, το τεχνικό περιεχόμενο των οποίων είναι ουσιαστικά το ίδιο με προγενέστερα κοινοποιηθείσες μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης οργάνων της κεντρικής κυβέρνησης των ενδιαφερομένων μελών.

7.3 Τα μέλη μπορεί να ζητήσου επαφές με τα λοιπά μέλη, περιλαμβανομένων των γνωστοποιήσεων, της παροχής πληροφοριών, των σχολίων και των συζητήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 6 και 7, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω της κεντρικής κυβέρνησης.

7.4 Τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων, τα οποία απαιτούν από τα όργανα τοπικής διοίκησης εντός των εδαφών ή τους ενθαρρύνουν να ενεργήσουν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.

7.5 Τα μέλη είναι πλήρως υπεύθυνα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας για την τήρηση όλων των διατάξεων των άρθρων 5 και 6. Τα μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν θετικά μέτρα και μηχανισμούς για τη στήριξη της τήρησης των διατάξεων των άρθρων 5 και 6 από άλλα όργανα εκτός αυτών της κεντρικής κυβέρνησης.

Άρθρο 8

Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης από μη κυβερνητικά όργανα

8.1 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τα μη κυβερνητικά όργανα τα οποία εφαρμόζουν μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίησης των προτεινομένων μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Επιπλέον τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων τα οποία απαιτούν, άμεσα ή έμμεσα, από τα εν λόγω όργανα ή τα ενθαρρύνουν να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.

8.2 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής τους διοίκησης βασίζονται στις μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης τις οποίες εφαρμόζουν μη κυβερνητικά όργανα μόνον εάν τα τελευταία συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, εκτός της υποχρέωσης για γνωστοποίησης των προτεινομένων μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 9

Διεθνή και περιφερειακά συστήματα

9.1 Στις περιπτώσεις που απαιτείται θετική διαβεβαίωση για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με τεχνικούς κανονισμούς ή με πρότυπα, τα μέλη εκπονούν και εγκρίνουν, όταν είναι εφικτό, διεθνή συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης και γίνονται μέλη τούτων ή συμμετέχουν σ` αυτά.

9.2 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου τα διεθνή και περιφερειακά συστήματα διαπίστωση της συμμόρφωσης, των οποίων είναι μέλη ή στα οποία συμμετέχουν αρμόδια όργανα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, να συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6. Επιπλέον, τα μέλη δεν προβαίνουν σε λήψη μέτρων τα οποία απαιτούν, άμεσα ή έμμεσα, από τα εν λόγω συστήματα ή τα ενθαρρύνουν να ενεργούν κατά τρόπο ασύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6.

9.3 Τα μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα της κεντρικής τους διοίκησης βασίζονται στα διεθνή ή περιφερειακά συστήματα διαπίστωση της συμμόρφωσης μόνο στον βαθμό που τα εν λόγω συστήματα συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, κατά περίπτωση.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 10

Πληροφορίες επί των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων  και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης

10.1 Κάθε μέλος φροντίζει ώστε να υπάρχει κάποιο κέντρο πληροφόρησης που θα είναι σε θέση να δίδει απαντήσεις σε όλα τα λογικά ερωτήματα που υποβάλλονται από άλλα μέλη και από ενδιαφερόμενα μέρη άλλων μελών καθώς και να παρέχει τα σχετικά έγγραφα, όσον αφορά:

10.1.1 όλους τους τεχνικούς κανονισμούς που έχουν εκδόσει ή σχεδιάζουν να εκδώσουν στο έδαφος του, τα όργανα κεντρικής κυβέρνησης ή τα δημόσια τοπικά όργανα, μη κυβερνήτικά όργανα που είναι νομίμως εξουσιοδοτημένα για την εφαρμογή τεχνικού κανονισμού, ή περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη, ή στα οποία συμμετέχουν,

10.1.2 κάθε πρότυπο που έχουν θεσπίσει ή προτείνει στο έδαφος του, τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα περιφερειακά όργανα τυποποίησης, των οποίων είναι μέλη τα όργανα αυτά ή στα οποία συμμετέχουν,

10.1.3 κάθε μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης που υφίσταται ή προτείνεται, και την οποία εφαρμόζουν, στο έδαφος του τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης, ή τα μη κυβερνητικά όργανα τα νομίμως εξουσιοδοτημένα για την εφαρμογή τεχνικού κανονισμού, ή οι περιφερειακοί οργανισμοί, των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη ή στους οποίους συμμετέχουν,

10.1.4 την προσχώρηση και τη συμμετοχή του μέλους, ή των σχετικών οργάνων κεντρικής κυβέρνησης και οργάνων τοπικής διοίκησης στο έδαφος του, σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς τυποποίησης και σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς διακανονισμός εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, οφείλει επίσης να είναι σε θέση να παρέχει τις ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με τις διατάξεις αυτών των συστημάτων και των διακανονισμών,

10.1.5 τον εντοπισμό των δημοσιευμένων, σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία ανακοινώσεων, ή ένδειξη σχετικά με το που δύνανται να ληφθούν οι πληροφορίες αυτές και

10.1.6 τα σημεία όπου ευρίσκονται τα κέντρα πληροφόρησης περί των οποίων γίνεται μνεία στην παράγραφο 3.

10.2 Εάν, εντούτοις, για νομικούς ή διοικητικούς λόγους δημιουργούνται περισσότερα του ενός κέντρα πληροφόρησης από κάποιο μέλος, το εν λόγω μέλος παρέχει στα λοιπά μέλη πλήρεις και σαφείς πληροφορίες σχετικά με το πεδίο αρμοδιοτήτων καθενός εξ αυτών των κέντρων πληροφόρησης. Επιπλέον, το εν λόγω μέλος εξασφαλίζει ότι όλες οι αιτήσεις που απευθύνονται σε αναρμόδιο κέντρο πληροφόρησης διαβιβάζονται αμέσως στο αρμόδιο κέντρο πληροφόρησης.

10.3 Κάθε μέλος προβαίνει στη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων που έχει στη διάθεσή του, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι υπάρχουν ένα ή περισσότερα κέντρα πληροφόρησης τα οποία είναι σε θέση να δίδουν απαντήσεις σε όλα τα λογικά ερωτήματα που υποβάλλονται από τα άλλα μέλη και από ενδιαφερόμενα μέρη των άλλων μελών καθώς και να παρέχουν τα σχετικά έγγραφα ή πληροφορίες σχετικά με το που μπορούν αυτά να ληφθούν όσον αφορά:

10.3.1 κάθε πρότυπο που έχουν θεσπίσει ή σχεδιάζουν να θεσπίσουν, στο έδαφος του, τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης, τα όργανα τοπικής διοίκησης ή τα περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων είναι μέλη τα όργανα αυτά ή στα οποία συμμετέχουν και

10.3.2 κάθε μέθοδο διαπίστωσης της συμμόρφωσης που υφίσταται ή προτείνεται, και την οποία εφαρμόζουν, στο έδαφος του τα μη κυβερνητικά όργανα ή οι περιφερειακοί οργανισμοί, των οποίων τα όργανα αυτά είναι μέλη ή στους οποίους συμμετέχουν,

10.3.3 την προσχώρηση και τη συμμετοχή των σχετικών μη κυβερνητικών οργάνων στο έδαφος του σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς τυποποίησης και σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης, καθώς και σε διμερείς και πολυμερείς διακανονισμούς εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, οφείλουν επίσης να παρέχουν τις ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με τις διατάξεις αυτών των συστημάτων και των διακανονισμών.

10.4 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου, όταν ζητούνται αντίγραφα των εγγράφων από τα λοιπά μέλη ή από τα ενδιαφερόμενα μέρη των λοιπών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, τα αντίγραφα αυτά παρέχονται στους αιτούντες στην ίδια τιμή (εφόσον επιβάλλεται τιμή), εξαιρουμένου του πραγματικού κόστους παράδοσης, στην οποία αυτά παρέχονται και στους υπηκόους του ενδιαφερομένου μέλους ή οποιουδήποτε άλλου μέλους.

10.5 Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη παρέχουν, εάν τους ζητηθεί από τα λοιπά μέλη, μεταφράσεις στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα των εγγράφων που καλύπτονται από συγκεκριμένη γνωστοποίηση ή περίληψη των εγγράφων σε περίπτωση μεγάλου όγκου των.

10.6 Οταν η γραμματεία λαμβάνει γνωστοποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, διαβιβάζει αντίγραφα αυτών σε όλα τα μέλη και στους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης και διαπίστωση της συμμόρφωσης, και επισύρει την προσοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών σε κάθε γνωστοποίηση σχετικά με τα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτές.

10.7 Οταν κάποιο μέλος έχει καταλήξει σε συμφωνία με άλλη χώρα ή χώρες σε θέματα σχετικά με τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα ή μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης που μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τις συνΆλλαγές, τουλάχιστον ένα από τα μέλη που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας γνωστοποιεί στα λοιπά μέλη, μέσω της γραμματείας, τα προϊόντα που καλύπτονται από τη συμφωνία περιλαμβανομένης συνοπτικής περιγραφής της συμφωνίας. Τα ενδιαφερόμενα μέλη ενθαρρύνονται να προβούν, μετά από αίτηση, σε διαβουλεύσεις με τα λοιπά μέλη προκειμένου να συνάψουν παρόμοιες συμφωνίες ή να ρυθμίσουν τη συμμετοχή τους σε τέτοιου είδους συμφωνίες.

10.8 Ουδεμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ότι επιβάλλει:

10.8.1 τη δημοσίευση των κειμένων σε άλλη γλώσσα από τη γλώσσα του μέλους,

10.8.2 την παροχή λεπτομερειών ή αντιγράφων των σχεδίων σε άλλη γλώσσα του μέλους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5, ή

10.8.3 την κοινοποίηση από τα μέλη, πληροφοριών των οποίων η γνωστοποίηση θα ήταν αντίθετη, κατά την άποψή τους, προς τα ουσιώδη συμφέρονται της ασφαλείας τους.

10.9 Οι γνωστοποιήσεις που απευθύνονται στη γραμματεία συντάσσονται στη γαλλική, αγγλική ή ισπανική γλώσσα.

10.10 Τα μέλη καθορίζουν μία και μοναδική αρχή της κεντρικής κυβέρνησης, η οποία είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των διατάξεων σχετικά με διαδικασίες γνωστοποίησης δυνάμει της παρούσας συμφωνίας εκτός από αυτές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 3.

10.11 Εάν, εντούτοις, για νομικούς ή διοικητικούς λόγους η ευθύνη για τις διαδικασίες γνωστοποίησης κατανέμεται μεταξύ δύο ή περισσοτέρων αρχών της κεντρικής κυβέρνησης, το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει στα λοιπά μέλη πλήρεις και σαφείες πληροφορίες σχετικά με το πεδίο αρμοδιότητας κάθε μίας από αυτές τις αρχές.

Άρθρο 11

Τεχνική βοήθεια στα λοιπά μέλη

11.1 Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, και ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη στο θέμα της εκπονήσεως τεχνικών κανονισμών.

11.2 Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη και τους παρέχουν τεχνική βοήθεια σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση εθνικών οργανισμών τυποποίησης και τη συμμετοχή τους σε εργασίες διεθνών οργανισμών τυποποίησης. Αυτά ενθαρρύνουν τους εθνικούς τους οργανισμούς με δραστηριότητα τυποποίησης να πράξουν το ίδιο.

11.3 Κατόπιν υποβολής αιτήσεως, τα μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους, ούτως ώστε οι κανονιστικοί οργανισμοί στο έδαφός τους να συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη και να τους προσφέρουν την τεχνική τους βοήθεια, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες και τους όρους που συμφωνούνται από κοινού, όσον αφορά:

11.3.1 τη σύσταση κανονιστικών οργανισμών, ή οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τους τεχνικούς κανονισμούς,

11.3.2 τις μεθόδους που επιτρέπουν την πληρέστερη δυνατόν συμμόρφωση με τους τεχνικούς τους κανονισμούς.

11.4 Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη προβαίνουν στη λήψη εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, για την παροχή συμβουλών στα λοιπά μέλη, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και την παροχή τεχνικής βοήθειας, σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση οργάνων διαπίστωσης της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα που ισχύουν στο έδαφος του μέρους που υπέβαλε την αίτηση.

11.5 Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και παρέχουν τεχνική βοήθεια, σύμφωνα με τον τρόπο και τους όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τα μέτρα που οι παραγωγοί τους θα πρέπει να λάβουν εάν επιθυμούν να συμμετάσχουν σε συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται από όργανα, κυβερνητικά ή μη, στο έδαφος του μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

11.6 Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη που είναι μέλη διεθνών ή περιφερειακών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης ή συμμετέχουν σ` αυτά, συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και τους παρέχουν τεχνική βοήθεια, κατά τον τρόπο και τους όρους, που καθορίζονται με κοινή συμφωνία, όσον αφορά τη σύσταση των οργάνων και του νομικού πλαισίου, που θα καταστήσουν δυνατή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συνεπάγεται η ιδιότης μέλους των συστημάτων αυτών ή η συμμετοχή σ` αυτά.

11.7 Εάν υποβληθεί αίτηση, τα μέλη ενθαρρύνουν τα όργανα διαπίστωσης της συμμόρφωσης στο έδαφος τους, εάν τα όργανα αυτά είναι μέλη διεθνών ή τοπικών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης ή συμμετέχουν σ` αυτά, να συμβουλεύουν τα λοιπά μέλη, ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, και οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα αιτήματά τους για τεχνική βοήθεια όσον αφορά στη σύσταση οργάνων που καθιστούν δυνατή στους αρμοδίους οργανισμούς στο έδαφος τους να εκπληρούν τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνει η ιδιότης μέλους των συστημάτων αυτών ή η συμμετοχή στα συστήματα αυτά.

11.8 Οτα τα μέλη παρέχουν συμβουλές και τεχνική βοήθεια στα λοιπά μέλη βάσει των παραγράφων 1 έως 7, τα μέλη δίδουν προτεραιότητα στις ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

Άρθρο 12

Εδική και διακριτική μεταχείριση υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών μελών

12.1 Τα μέλη χορηγούν στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που είναι μέλη της παρούσας συμφωνίας διακριτική και περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση με την εφαρμογή των ακολούθων διατάξεων και των αναλόγων διατάξεων των λοιπών άρθρων της παρούσας συμφωνίας.

12.2 Τα μέλη δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας που αναφέρονται σε δικαιώματα και υποχρεώσεις των αναπτυσσομένων χωρών μελών και λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των χωρών αυτών, κατά τη θέση σε εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και κατά την εφαρμογή των θεσμικών διατάξεων που προβλέπονται σ` αυτή.

12.3 Κατά την εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών, προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, προκειμένου οι τεχνικοί αυτοί κανονισμοί, τα πρότυπα και οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης να μη δημιουργήσουν περιττά εμπόδια στις εξαγωγές των αναπτυσσομένων χωρών μελών.

12.4 Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι, αν και είναι δυνατόν να υπάρχουν διεθνή πρότυπα, οδηγίες ή συστάσεις, υπό τις ιδιάζουσες τεχνολογικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών, οι τελευταίες αυτές θεσπίζουν ορισμένους τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα ή μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης με σκοπό να συμβιβάσουν τις εγχώριες τεχνολογίες και τις μεθόδους και διαδικασίες παραγωγής με τις αναπτυξιακές τους ανάγκες. Τα μέλη αναγνωρίζουν κατά συνέπεια, ότι δεν πρέπει να αναμένεται από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη να εφαρμόσουν, ως βάση των τεχνικών τους κανονισμών και των προτύπων τους, περιλαμβανομένων και των μεθόδων δοκιμής, διεθνή πρότυπα που δεν είναι κατάλληλα για τις αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές τους ανάγκες.

12.5 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη των εύλογων μέτρων που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου η διάρθρωση και η λειτουργία των διεθνών οργανισμών τυποποίησης και των διεθνών συστημάτων διαπίστωσης της συμμόρφωσης να είναι φύσεως τέτοιας, ώστε να διευκολύνεται η ενεργή και αντιπροσωπευτική συμμετοχή των αρμοδίων οργάνων όλων των μελών, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών προβλημάτων των αναπτυσσομένων χωρών μελών.

12.6 Τα μέλη προβαίνουν στη λήψη όλων των εύλογων μέτρων, που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου, μετά από αίτηση των αναπτυσσομένων χωρών μελών, οι διεθνείς οργανισμοί τυποποίησης, να εξετάζουν τη δυνατότητα εκπονήσεως, ει δυνατόν, διεθνών προτύπων όσον αφορά τα προϊόντα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις χώρες αυτές.

12.7 Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, τα μέλη παρέχουν τεχνική βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, προκειμένου η εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης να μη δημιουργούν περιττά εμπόδια στην επέκταση και διαφοροποίηση των εξαγωγών των χωρών αυτών. Για να καθορισθούν οι λεπτομέρειες και οι όροι της τεχνικής αυτής βοήθειας, λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός αναπτύξεως των αιτούντων μελών και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

12.8 Αναγνωρίζεται ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δύνανται να προσκρούσουν σε ειδικά προβλήματα, περιλαμβανομένων των θεσμικών προβλημάτων και των προβλημάτων υποδομής, όφον αφορά την εκπόνηση και εφαρμογή τεχνικών κανονισμών, προτύπων και μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Αναγνωρίζεται, επίσης, ότι οι ειδικές αναπτυξιακές και εμπορικές τους ανάγκες, όπως και ο βαθμός της τεχνολογικής τους ανάπτυξης, δύνανται να μειώσουν την ικανότητά τους να ανταποκριθούν πλήρως στις υποχρεώσεις τους που πηγάζουν από την παρούσα συμφωνία. Τα μέλη, λοιπόν, λαμβάνουν πλήρως υπόψη το γεγονός αυτό. Κατά συνέπεια, προκειμένου οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη να είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας η επιτροπή τεχνικών εμποδίων στο εμπόριο που προβλέπεται στο άρθρο 13 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία η “επιτροπή”) εξουσιοδοτείται να χορηγήσει, μετά από αίτηση, ειδικές εξαιρέσεις, περιορισμένες χρονικά, για το σύνολο ή μέρος των υποχρεώσεων που πηγάζουν από τη συμφωνία. Οταν εξετάζει τις αιτήσεις αυτές, η επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ειδικά προβλήματα που αναφέρονται στην εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών κανονισμών, των προτύπων και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης, και τις ειδικές αναπτυξιακές και εμπορικές ανάγκες της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, όπως και το βαθμό της τεχνολογικής της ανάπτυξης, που είναι δυνατόν να μειώσουν την ικανότητά της εν λόγω χώρας να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της βάσει της παρούσης συμφωνίας. Η επιτροπή λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τα ειδικά προβλήματα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

12.9 Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη έχουν πάντοτε υπόψη τις ιδιαίτερες δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες κατά την εκπόνηση και εφαρμογή των προτύπων, των τεχνικών κανονισμών και των μεθόδων διαπίστωσης της συμμόρφωσης. Εξάλλου, επιθυμώντας να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη στις προσπάθειές τους στο αντικείμενο αυτό, οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές χρηματοδοτικές, εμπορικές και αναπτυξιακές ανάγκες των πρώτων.

12.10 Η επιτροπή εξετάζει περιοδικά την ειδική και διακριτική μεταχείριση που προβλέπεται από την παρούσα συμφωνία και που παραχωρείται στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

ΟΡΓΑΝΑ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 13

Επιτροπή τεχνικών εμποδίων στο εμπόριο

13.1 Συστήνεται επιτροπή τεχνικών εμποδίων στο εμπόριο που αποτελείται από εκπροσώπους κάθε μέλους. Η επιτροπή εκλέγει η ίδια τον πρόεδρό της, και συνέρχεται, όταν είναι αναγκαίο, αλλά τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, για να δοθεί η δυνατότητα στα μέλη να διενεργούν διαβουλεύσεις για κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας ή την επίτευξη των σκοπών της και ασκεί τις αρμοδιότητες που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη.

13.2 Η επιτροπή συστήνει ομάδες εργασίας ή λοιπά όργανα, κατά περίπτωση, που ασκούν τις αρμοδιότητες που είναι δυνατόν να τους ανατεθούν από την επιτροπή, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

13.3 Θεωρείται δεδομένο ότι πρέπει να αποφευχθεί περιττή επανάληψη των εργασιών που έχουν ανατεθεί αφενός, βάσει της παρούσας συμφωνίας, και, αφετέρου, από τις κυβερνήσεις σε άλλα τεχνικά όργανα. Η επιτροπή εξετάζει το πρόβλημα αυτό προκειμένου να μειώσει στο ελάχιστο την εν λόγω επανάληψη.

Άρθρο 14

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

14.1 Οι διαβουλεύσεις και η επίλυση διαφορών σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα που επηρεάζει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του οργάνου επίλυσης διαφορών και τηρούν, κατ` αναλογία, τις διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως έχουν διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται από το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.

14.2 Μετά από αίτηση μέρους της διαφοράς, ή με δική της πρωτοβουλία, η ειδική ομάδα (πάνελ) δύναται να συστήσει ομάδα εμπειρογνωμόνων η οποία βοηθά σε θέματα τεχνικής φύσεως που απαιτούν λεπτομερή εξέταση από εμπειρογνώμονες.

14.3 Οι ομάδες των τεχνικών εμπειρογνωμόνων διέπονται από τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παράρτημα 2.

14.4 Είναι δυνατόν να γίνει επίκληση των διατάξεων περί επίλυσης των διαφορών που αναφέρονται ανωτέρω στις περιπτώσεις που ένα μέλος κρίνει ότι ένα άλλο μέλος δεν έχει επιτύχει ικανοποιητικά αποτελέσματα βάσει των άρθρων 3, 4, 7, 8 και 9 και ότι τα εμπορικά του συμφέροντα θίγονται καίρια. Προς το σκοπό αυτό, τα αποτελέσματα αυτά πρέπει να είναι ισοδύναμα με εκείνα που θα προέκυπταν εάν το εν λόγω όργανο αποτελούσε μέλος.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

Τελικές διατάξεις

Επιφυλάξεις

15.1 Δεν είναι δυνατή η διατύπωση επιφυλάξεων όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συγκατάθεση των λοιπών μελών.

Εξέταση

15.2 Το συντομότερο δυνατό μετά την ημερομηνία κατά την οποία η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει για ένα μέλος, το μέλος αυτό πληροφορεί την επιτροπή για τα μέτρα που ισχύουν ή που θα λάβει για να εξασφαλίσει την εφαρμογή και τη διαχείριση της παρούσας συμφωνίας. Το μέλος γνωστοποιεί επίσης στην επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των μέτρων.

15.3 Η επιτροπή προβαίνει κάθε χρόνο σε εξέταση της εφαρμογής και της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους αντικειμενικούς της στόχους.

15.4 Το αργότερο κατά την εκπνοή του τρίτου έτους από της θέσης σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας και εν συνεχεία στο τέλος κάθε περιόδου 3 ετών, η επιτροπή εξετάζει τη λειτουργία και την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, περιλαμβανομένων και των διατάξεων περί διαφάνειας, προκειμένου να προτείνει την προσαρμογή των δικαιωμάτων των υποχρεώσεων που πηγάζουν απ` αυτή, εάν αυτό είναι αναγκαίο, για να εξασφαλισθεί το αμοιβαίο οικονομικό πλεονέκτημα και η ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12. Λαμβανομένης κυρίως υπόψη της πείρας από την εφαρμογή της συμφωνίας, η επιτροπή, μεταξύ άλλων, προτείνει, όταν χρειάζεται, τροποποιήσεις του κειμένου της συμφωνίας προς το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών.

Παραρτήματα

15.5 Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Οι όροι που παρατίθενται στην έκτη έκδοση του οδηγού 2 του ISO/IEC του 1991 (Γενικοί όροι και ορισμοί σχετικά με την τυποποίηση και τις συναφείς δραστηριότητες), έχουν, όταν χρησιμοποιούνται στην παρούσα συμφωνία, την ίδια έννοια με αυτή η οποία δίδεται στους ορισμούς του εν λόγω οδηγού λαμβανομένου υπόψη ότι υπηρεσίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, εντούτοις, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1. Τεχνικός κανονισμός

Εγγραφο το οποίο καθορίζει τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή τις σχετικές διεργασίες και μεθόδους παραγωγής, περιλαμβανομένων των ισχυουσών διοικητικών διατάξεων, των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική. Δυνατόν επίσης να περιλαμβάνει ή να αφορά αποκλειστικά προδιαγραφές ορολογίας, συμβόλων, συσκευασίας, σήμανσης ή επικόλλησης ετικετών οι οποίες ισχύουν για ένα προϊόν, διεργασία ή μέθοδο παραγωγής.

Επεξηγηματική σημείωση

Ο ορισμός του οδηγού 2 ISO/IEC δεν είναι ανεξάρτητος αλλά βασίζεται στο σύστημα, το αποκαλούμενο “παίγνιο κατασκευών”.

2. Πρότυπο

Εγγραφο εγκεκριμένο από αναγνωρισμένο όργανο, το οποίο προβλέπει, για συνήθη και επαναλαμβανόμενη χρήση, κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή χαρακτηριστικά προϊόντων ή σχετικές διεργασίες και μεθόδους παραγωγής, των οποίων η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική. Δυνατόν επίσης να περιλαμβάνει ή να αφορά αποκλειστικά προδιαγραφές ορολογίας, συμβόλων, συσκευασίας, σήμανσης ή επικόλλησης ετικετών οι οποίες ισχύουν για ένα προϊόν, διεργασία ή μέθοδο παραγωγής.

Επεξηγηματική σημείωση

Οι όροι, όπως περιγράφονται στον οδηγό 2 του ISO/IEC, καλύπτουν προϊόντα, διεργασίες και υπηρεσίες. Η παρούσα συμφωνία αφορά μόνο τεχνικούς κανονισμούς, πρότυπα και μεθόδους διαπίστωσης της συμμόρφωσης σε σχέση με προϊόντα ή διεργασίες και μεθόδους παραγωγής. Τα πρότυπα, όπως ορίζονται από τον οδηγό 2 του ISO/IEC, μπορεί να είναι υποχρεωτικά ή προαιρετικά. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας τα πρότυπα ορίζονται ως προαιρετικά και οι τεχνικοί κανονισμοί ως υποχρεωτικά έγγραφα. Τα πρότυπα που εκπονούνται από την διεθνή κοινότητα τυποποίησης βασίζονται στη συναίνεση. Η παρούσα συμφωνία καλύπτει επίσης έγγραφα τα οποία δεν βασίζονται σε συναίνεση.

3. Μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης

Κάθε μέθοδος που χρησιμοποιείται, άμεσα ή έμμεσα, για την εξακρίνωση της τήρησης των σχετικών προδιαγραφών τεχνικών κανονισμών ή προτύπων.

Επεξηγηματική σημείωση

Οι μέθοδοι διαπίστωσης της συμμόρφωσης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, μεθόδους δειγματοληψίας, δοκιμής και επιθεώρησης, αξιολόγησης, επαλήθευσης και εξασφάλισης της συμμόρφωσης, καταχώρησης, διαπίστευσης και έγκρισης καθώς και συνδυασμούς αυτών.

4. Διεθνής οργανισμός ή σύστημα

Οργανισμός ή σύστημα, η προσχώρηση στο οποίο είναι ανοικτή για τους αρμόδιους οργανισμούς τουλάχιστον όλων των μελών.

5. Περιφερειακός οργανισμός ή σύστημα

Οργανισμός ή σύστημα, στο οποίο δύνανται να προσχωρήσουν τα αρμόδια όργανα μόνο μερικών μελών.

6. Οργανο κεντρικής κυβέρνησης

Η κεντρική κυβέρνηση, τα υπουργεία της ή οι υπηρεσίες της και οποιοδήποτε άλλο όργανο που υπόκειται στον έλεγχο της κεντρικής κυβέρνησης για ότι αφορά την εν λόγω δραστηριότητα.

Επεξηγηματική σημείωση

Στην περίπτωση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζονται οι διατάξεις που διέπουν τα όργανα της κεντρικής κυβέρνησης. Εντούτοις, οι περιφερειακοί οργανισμοί ή τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης δύνανται να εγκρίνονται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, οπότε υπάγονται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας τις σχετικές με τους περιφερειακούς οργανισμούς ή τα συστήματα διαπίστωσης της συμμόρφωσης.

7. Οργανο τοπικής διοίκησης

Δημόσιες αρχές, εκτός της κεντρικής κυβέρνησης (π.χ. οι αρχές των κρατών, επαρχιών, Lander, καντονίων, κοινοτήτων κ.λπ.) τα υπουργεία τους ή οι υπηρεσίες τους ή οποιοδήποτε όργανο που υπάγεται στον έλεγχο των δημοσίων αυτών αρχών για ότι αφορά την εν λόγω δραστηριότητα.

8. Μη κυβερνητικό όργανο

Οργανο άλλο από όργανο κεντρικής κυβέρνησης ή όργανο τοπικής διοίκησης συμπεριλαμβανομένου και του μη κυβερνητικού οργάνου το οποίο σύμφωνα με τον νόμο έχει αρμοδιότητα να επιβλέπει την τήρηση τεχνικού κανονισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΟΜΑΔΕΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες εφαρμόζονται στις ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων που συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.

1. Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων υπόκεινται στη δικαιοδοσία των ειδικών ομάδων. Η εντολή καθώς και οι λεπτομερείς μέθοδοι εργασίας αποφασίζονται από την ειδική ομάδα. Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων αναφέρονται στην ειδική ομάδα.

2. Η συμμετοχή στις εργασίες ομάδων τεχνικών εμπειρογνωμόνων περιορίζεται σε πρόσωπα τα οποία έχουν αναγνωρισμένες αρμοδιότητες και επαγγελματική πείρα στο συγκεκριμένο τομέα.

3. Κανένας υπήκοος χωρών που είναι διάδικο μέρος σε διαφορά δεν δύναται να είναι μέλος ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων χωρίς την από κοινού συμφωνία των μερών της διαφοράς, εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις κατά τις οποίες η ειδική ομάδα θεωρεί ότι η ανάγκη για ειδικές επιστημονικές γνώσεις δεν μπορεί να καλυφθεί με άλλον τρόπο. Τα κυβερνητικά στελέχη των μερών της διαφοράς δεν δύνανται να είναι μέλη ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Τα μέλη των ομάδων τεχνικών εμπειρογνωμόνων συμμετέχουν σε προσωπική βάση και όχι υπό την ιδιότητα εκπροσώπου κυβερνήσεως ή οργανισμού. Οι κυβερνήσεις και οι οργανισμοί δεν τους δίδουν εντολές, όσον αφορά τα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων.

4. Οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων δύνανται να συμβουλεύονται και να αναζητούν πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές σε οποιαδήποτε πηγή θεωρούν κατάλληλη. Πριν αναζητήσουν τέτοιου είδους πληροφορίες ή συμβουλές σε πηγή της δικαιοδοσίας ενός μέλους, οι ομάδες τεχνικών εμπειρογνωμόνων ενημερώνουν την κυβέρνηση του εν λόγω μέλους. Κάθε μέλος ανταποκρίνεται αμέσως και πλήρως σε κάθε αίτηση που υποβάλλεται από ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων για πληροφορίες τις οποίες η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων θεωρεί αναγκαίες και κατάλληλες.

5. Τα μέρη διαφοράς έχουν πρόσβαση σε οποιαδήποτε σχετική πληροφορία που έχει παρασχεθεί σε ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων, εκτός αν είναι εμπιστευτικής φύσεως. Οι πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα που έχουν παρασχεθεί σε ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων δεν ανακοινώνονται χωρίς τη ρητή έγκριση της κυβέρνησης, του οργανισμού ή ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων, αλλά δεν εγκρίνεται η ανακοίνωσή τους, τότε παρέχεται περίληψη αυτών μη εμπιστετικού χαρακτήρα, από την κυβέρνηση, τον οργανισμό ή το πρόσωπο που τις παρέσχε.

6. Η ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων υποβάλλει σχέδιο έκθεσης στα ενδιαφερόμενα μέλη προκειμένου να λάβει τα σχόλιά τους, και να τα λάβει υπόψη της, κατά περίπτωση, στην τελική έκθεση, η οποία διαβιβάζεται επίσης στα ενδιαφερόμενα μέλη όταν υποβληθεί στην ειδική ομάδα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ, ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ.

Γενικές διατάξεις

Α. Για τους σκοπούς του παρόντος κώδικα ισχύουν οι ορισμοί του παραρτήματος 1 της παρούσας συμφωνίας.

Β. Η αποδοχή του παρόντος κώδικα είναι ελεύθερη για κάθε όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος μέλους του ΠΟΕ, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για όργανο κεντρικής κυβέρνησης, όργανο τοπικής διοίκησης, ή μη κυβερνητικό όργανο, για όλα τα κυβερνητικά περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίσης, των οποίων ένα ή περισσότερα μέλη αποτελούν μέλη του ΠΟΕ, και για όλα τα μη κυβερνητικά περιφερειακά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης, των οποίων ένα ή περισσότερα μέλη εδρεύουν στην επικράτεια ενός μέλους του ΠΟΕ (αναφέρονται στον παρόντα κώδικα συνολικά ως “όργανα με δραστηριότητες τυποποιήσης” και μεμονωμένα ως “το όργανο με δραστηριότητα τυποποιήσης”).

Γ. Τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης αποδέχονται ή απορρίπτουν τον παρόντα κώδικα γνωστοποιούν το γεγονός στο κέντρο πληροφοριών του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης ISO/IEC στη Γενεύη. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει την επωνυμία και τη διεύθυνση του σχετικού οργάνου καθώς και το πεδίο εφαρμογής των τρεχουσών και αναμενομένων δραστηριοτήτων τυποποίησης. Η γνωστοποίηση είναι δυνατόν να αποστέλλεται απευθείας στο κέντρο πληροφοριών ISO/IEC, ή μέσω του εθνικού οργανισμού μέλους του ISO/IEC, ή μέσω του αρμόδιου εθνικού μέλους ή διεθνούς συνδρομητή του δικτύου ISONET κατά περίπτωση.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ

Δ. Οσον αφορά τα πρότυπα, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει στα προϊόντα που κατάγονται από το έδαφος των λοιπών μελών του ΠΟΕ μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτή που παρέχει σε ομοειδή προϊόντα εθνικής καταγωγής και σε ομοειδή προϊόντα που κατάγονται από οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Ε. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης εξασφαλίζει ότι τα πρότυπα δεν εκπονούνται, εκδίδονται ή εφαρμόζονται με σκοπό ή με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν περιττά εμπόδια στο διεθνές εμπόριο.

ΣΤ. Οταν υπάρχουν διεθνή πρότυπα ή επίκειται η τελική τους διαμόρφωση, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης χρησιμοποιεί τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα βασικά στοιχεία τους, ως βάση για τα πρότυπα που εκπονεί, εκτός των περιπτώσεων που τα διεθνή αυτά πρότυπα ή τα στοιχεία αυτών είναι αναποτελεσματικά ή ακατάλληλα, παραδείγματος χάριν λόγω θεμελιωδών κλιματικών ή γεωγραφικών παραγόντων ή βασικών τεχνολογικών προβλημάτων.

Ζ. Προκειμένου να εναρμονίσει τα πρότυπα μεταξύ τους κατά το δυνατόν ευρύτερα, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης συμμετέχει με τον κατάλληλο τρόπο, πλήρως, εντός των ορίων των δυνατοτήτων του στην εκπόνηση, από τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, των διεθνών προτύπων που αναφέρονται σε προϊόντα για τα οποία έχει θεσπίσει ή προβλέπει να θεσπίσει τεχνικούς κανονισμούς. Οσον αφορά τα όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος ενός μέλους, η συμμετοχή σε συγκεκριμένη διεθνή δραστηριότητα τυποποίησης πραγματοποιείται, όταν είναι δυνατόν, μέσω αντιπροσωπείας όλων των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος του που έχουν εγκρίνει, ή αναμένεται να εγκρίνουν πρότυπα στον τομέα τον οποίο αφορά η διεθνής δραστηριότητα τυποποίησης.

Η. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης στο έδαφος ενός μέλους καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποφευχθεί η επανάληψη ή η αλληλεπικάλυψη με τις εργασίες άλλων οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης της εθνικής επικράτειας ή με τις εργασίες αρμοδίων διεθνών ή περιφερειακών οργανισμών τυποποίησης. Καταβάλλουν επίσης κάθε προσπάθεια για να επιτευχθεί εθνική συναίνεση για τα πρότυπα που εκπονούν. Παρομοίως το περιφερειακό όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποφευχθεί η επανάληψη, ή η αλληλεπικάλυψη με τις εργασίες αρμοδίων διεθνών οργανισμών τυποποίησης.

Θ. Κάθε φορά που αυτό θεωρείται αρμόζον, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης καθορίζει τα πρότυπα βάσει των προδιαγραφών απόδοσης του προϊόντος, μάλλον, παρά βάσει της μορφής του ή των περιγραφικών χαρακτηριστικών του.

Ι. Κάθε εξάμηνο τουλάχιστον, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης δημοσιεύει πρόγραμμα εργασιών που περιλαμβάνει την επωνυμία του και τη διεύθυνσή του, τα πρότυπα που εκπονεί τη στιγμή εκείνη και τα πρότυπα τα οποία έχει εκδώσει την προηγούμενη περίοδο. Ενα πρότυπο θεωρείται υπό εκπόνηση από τη στιγμή που έχει ληφθεί απόφαση για την εκπόνησή του μέχρι τη στιγμή που θα εκδοθεί. Οι τίτλοι συγκεκριμένων σχεδίων προτύπων παρέχονται, μετά από αίτηση, στην αγγλική, γαλλική ή ισπανική γλώσσα. Δημοσιεύεται ανακοίνωση σχετικά με την ύπαρξη του προγράμματος εργασιών σε εθνικό ή, κατά πάσα πιθανότητα, περιφερειακό έντυπο για τις δραστηριότητες τυποποίησης.

Το πρόγραμμα εργασιών αναφέρει για κάθε πρότυπο, σύμφωνα με όλους τους κανόνες ISONET, την κατάταξη σχετικά με το αντικείμενο, το στάδιο όπου βρίσκεται η εκπόνηση του προτύπου, και τα στοιχεία διεθνών προτύπων που έχουν ληφθεί ως βάση. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης γνωστοποιεί, όχι αργότερα από τη στιγμή της δημοσίευσης του προγράμματος εργασιών, την ύπαρξή του στο κέντρο πληροφόρησης ISO/IEC στη Γενεύη.

Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει την επωνυμία και τη διεύθυνση του οργάνου με δραστηριότητα τυποποίησης, το όνομα και το τεύχος της έκδοσης στο οποίο δημοσιεύεται το πρόγραμμα εργασιών, την περίοδο που καλύπτει το πρόγραμμα εργασιών, την τιμή του (αν υπάρχει), καθώς και τον τρόπο και τον τόπο που μπορεί να βρεθεί. Η γνωστοποίηση είναι δυνατόν να αποσταλεί απευθείας στο κέντρο πληροφόρησης ISO/IEC, κατά οργανισμού συνδρομητού του ISONET, κατά περίπτωση.

ΙΑ. Ο εθνικός οργανισμός μέλος του ISO/IEC προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια, ώστε να γίνει μέλος του ISONET ή να ορίσει άλλο όργανο για να γίνει μέλος, καθώς και για να αποκτήσει το καλύτερο καθεστώς μέλους του ISONET. Τα λοιπά όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης προβαίνουν σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε να συνδεθούν με το μέλος του ISONET.

ΙΒ. Πριν από τη θέσπιση ενός προτύπου, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης χορηγεί προθεσμία τουλάχιστον εξήντα ημερών για την υποβολή των σχολίων επί του σχεδίου του προτύπου από τα ενδιαφερόμενα μέρη εντός της επικρατείας του μέλους του ΠΟΕ. Η εν λόγω προθεσμία δύναται, εντούτοις, να μειωθεί σε περιπτώσεις όπου προκύπτουν ή υπάρχει κίνδυνος να προκύψουν επείγοντα προβλήματα ασφάλειας, υγείας ή περιβάλλοντος. Το όργανο με δραστηριότητες τυποποίησης δημοσιεύει, όχι αργότερα από την αρχή της περιόδου υποβολής των σχολίων, ανακοίνωση σχετικά με την περίοδο της υποβολής σχολίων στη δημοσίευση που αναφέρεται στην παράγραφο Ι. Η εν λόγω ανακοίνωση περιλαμβάνει, στον βαθμό του εφικτού, την περίπτωση κατά την οποία το σχέδιο του προτύπου παρεκκλίνει από σχετικά διεθνή πρότυπα.

ΙΓ. Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέρους εντός της επικρατείας ενός μέλους του ΠΟΕ, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει αμέσως, ή κανονίζει να παρασχεθεί, αντίγραφο του σχεδίου προτύπου το οποίο έχει υποβάλει για σχόλια. Τυχόν αντίτιμο που χρεώνεται για την υπηρεσία αυτή είναι, εκτός από το πραγματικό κόστος παράδοσης, το ίδιο για μέρη του εξωτερικού και του εσωτερικού.

ΙΔ. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης λαμβάνει υπόψη, κατά την περαιτέρω επεξεργασία του προτύπου, τα σχόλια που παρέλαβε κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής σχολίων. Στα σχόλια που έχουν παραληφθεί μέσω των οργάνων με δραστηριότητα τυποποίησης, τα οποία έχουν αποδεχθεί τον παρόντα κώδικα δίνεται απάντηση, αν έχει ζητηθεί, όσον το δυνατόν συντομότερα. Η απάντηση περιλαμβάνει επεξηγήσεις για τους λόγους που επιβάλλουν την παρέκκλιση από σχετικά διεθνή πρότυπα.

ΙΕ. Πρότυπο το οποίο εκδίδεται, δημοσιεύεται αμέσως.

ΙΣΤ. Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέρους εντός της επικρατείας ενός μέλους του ΠΟΕ, το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης παρέχει αμέσως ή κανονίζει να παρασχεθεί αντίγραφο του περισσότερο προσφάτου προγράμματος εργασιών ή ενός προτύπου που εξεπόνησε. Τυχόν αντίτιμο που χρεώνεται για την εν λόγω υπηρεσία είναι, εκτός από το πραγματικό κόστος παράδοσης, το ίδιο για μέρη του εξωτερικού και του εσωτερικού.

ΙΖ. Το όργανο με δραστηριότητα τυποποίησης εξετάζει ευμενώς, και δίνει την κατάλληλη ευκαρία για διαβουλεύσεις σχετικά με καταγγελίες όσον αφορά τη λειτουργία του παρόντος κώδικα που υποβάλλονται από όργανα με δραστηριότητα τυποποίησης τα οποία έχουν αποδεχθεί τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας. Ο οργανισμός τυποποίησης προσπαθεί να εξετάσει αντικειμενικά τυχόν καταγγελίες.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Τα μέλη,

Εκτιμώντας ότι οι υπουργοί συνεφώνησαν στη δήλωση της Punta del Este ότι “Μετά από εξέταση της λειτουργίας των άρθρων της GATT που αφορούν τον περιορισμό και τη στρέβλωση του εμπορίου που προκαλούν τα επενδυτικά μέτρα, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να συζητηθούν, κατά περίπτωση, πρόσθετες διατάξεις που απαιτούνται, ενδεχομένως για να αποφεύγονται τέτοιου είδους αρνητικές επιπτώσεις στο εμπόριο”.

Επιθυμώντας να προωθήσουν την επέκταση και τη σταδιακή απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου και να διευκολύνουν τις επενδύσεις πέραν των διεθνών συνόρων προκειμένου να αυξήσουν την οικονομική αύξηση όλων των εμπορικών εταίρων, και ιδίως των αναπτυσσομένων χωρών μελών, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εμπορικές, αναπτυξιακές και χρηματοδοτικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών μελών και ιδίως των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

Αναγνωρίζοντας ότι ορισμένα επενδυτικά μέτρα μπορεί να επιφέρουν περιορισμό και στρέβλωση του εμπορίου

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία ισχύει για επενδυτικά μέτρα που συνδέονται αποκλειστικά με τις εμπορευματικές συνΆλλαγές (καλούμενα στην παρούσα συμφωνία “TRIM”)

Άρθρο 2

Εθνική μεταχείριση και ποσοτικοί περιορισμοί

1. Με την επιφύλαξη των λοιπών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στο πλαίσιο της GATT του 1994, τα μέλη δεν εφαρμόζουν TRIM που δεν συμφωνούν με τις διατάξεις του άρθρου ΙΙΙ ή του άρθρου ΧΙ της GATT του 1994.

2. Στο παράρτημα της παρούσας συμφωνίας περιλαμβάνεται επεξηγηματικός κατάλογος των TRIM, τα οποία δεν είναι συμβατά με την υποχρέωση της εθνικής μεταχείρισης η οποία προβλέπεται στο άρθρο ΙΙΙ, παράγραφρος 4 της GATT του 1994 και την υποχρέωση της γενικής κατάργησης των ποσοτικών περιορισμών που προβλέπεται στο άρθρο ΧΙ παράγραφος Ι της GATT του 1994.

Άρθρο 3

Εξαιρέσεις

Ολες οι εξαιρέσεις στο πλαίσιο της GATT του 1994 ισχύουν, ανάλογα και για τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 4

Αναπτυσσόμενες χώρες μέλη

Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν προσωρινά από τις διατάξεις του άρθρου 2 στο βαθμό και με τον τρόπο που το άρθρο XVIII της GATT του 1994, το μνημόνιο συμφωνίας για τις διατάξεις του ισοζυγίου πληρωμών της GATT του 1994 και η δήλωση σχετικά με τα μέτρα για το εμπόριο που λαμβάνονται για τους σκοπούς του ισοζυγίου πληρωμών, η οποία εξεδόθη στις 28 Νοεμβρίου 1979 (ΒISD 26S/205-209), επιτρέπουν στα μέλη να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις των άρθρων ΙΙΙ και ΧΙ της GATT του 1994.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση και μεταβατικοί διακανονισμοί

1. Τα μέλη, εντός 90 ημερών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιούν στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών όλα τα TRIM που εφαρμόζουν και που δεν συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα TRIM αυτού του είδους γενικής ή ειδικής εφαρμογής γνωστοποιούνται μαζί με τα κύρια χαρακτηριστικά τους.

2. Ολα τα μέλη καταργούν το σύνολο των TRIM τα οποία γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1, εντός δύο ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για το ΠΟΕ στην περίπτωση ανεπτυγμένης χώρας μέλους, εντός πέντε ετών στην περίπτωση αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, και εντός επτά ετών στην περίπτωση λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους.

3. Μετά από αίτηση, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών δύναται να παρατείνει τη μεταβατική περίοδο για την κατάργηση των TRIM που έχουν γνωστοποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1, για αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, περιλαμβανομένων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, οι οποίες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Κατά την εξέταση της εν λόγω αίτησης, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών λαμβάνει υπόψη τις επιμέρους αναπτυξιακές, χρηματοδοτικές και εμπορικές ανάγκες των εν λόγω μελών.

4. Κατά τη διάρακεια της μεταβατικής περιόδου, τα μέλη δεν τροποποιούν τους όρους των TRIM τα οποία κοινοποιούν δυνάμει της παραγράφου 1 σε σχέση με αυτούς που ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ώστε να μην αυξηθεί ο βαθμός της ανακολουθίας με τις διατάξεις του άρθρου 2. Τα TRIM που έχουν θεσπισθεί εντός λιγότερο των 180 ημερών πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, δεν ωφελούνται από τους μεταβατικούς διακανονισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη, προκειμένου να μην φέρουν σε μειονεκτική θέση υφιστάμενες επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται σε TRIM που έχει γνωστοποιηθεί δυνάμει της παραγράφου 1, μπορούν να εφαρμόζουν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου το ίδιο TRIM σε νέα επένδυση (i) στην περίπτωση που τα προϊόντα στόχος της εν λόγω επένδυσης είναι ομοειδή προϊόντα με αυτά των υφισταμένων επιχειρήσεων, και (ii) στην περίπτωση που είναι αναγκαίο να αποφευχθεί η στρέβλωση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ της νέας επένδυσης και των υφισταμένων επιχειρήσεων. Τα TRIM που εφαρμόζονται κατ` αυτόν τον τρόπο στις νέες επενδύσεις γνωστοποιούνται στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών. Οι όροι ενός τέτοιου TRIM είναι ισοδύναμοι, όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στον ανταγωνισμό με αυτούς που ισχύουν για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις, και παύει να ισχύει την ίδια στιγμή.

Άρθρον 6

Διαφάνεια

1. Τα μέλη επαναβεβαιώνουν, σε σχέση με τα TRIM, ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τηρήσουν τις υποχρεώσεις σχετικά με τη διαφάνεια και τη γνωστοποίηση που απορρέουν από το άρθρο Χ της GATT του 1994, από τη δέσμευση για τις γνωστοποιήσεις που περιλαμβάνεται στο μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τη γνωστοποίηση, τις διαβουλεύσεις, την επίλυση διαφορών και την εποπτεία, που εξεδόθη στις 28 Νοεμβρίου 1979 και από την υπουργική απόφαση σχετικά με τις διαδικασίες γνωστοποίησης που εξεδόθη στις 15 Απριλίου 1994.

2. Κάθε μέλος γνωστοποιεί στη γραμματεία τις δημοσιεύσεις όπου μπορούν να βρεθούν τα TRIM, περιλαμβανομένων αυτών που εφαρμόζονται από περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις και αρχές εντός της επικρατείας τους.

3. Κάθε μέλος εξετάζει θετικά τις αιτήσεις για πληροφορίες, και είναι διαθέσιμο για διαβουλεύσεις, για κάθε θέμα που προκύπτει από την παρούσα συμφωνία και που θίγεται από κάποιο άλλο μέλος. Σύμφωνα με το άρθρο Χ της GATT του 1994 δεν ζητείται από τα μέλη να κοινοποιήσουν πληροφορίες, των οποίων η αποκάλυψη θα εμπόδιζε την εφαρμογή του νόμου ή θα ήταν αντίθετη με το δημόσιο συμφέρον ή θα έθετε σε κίνδυνο τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα επιχειρήσεων του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.

Άρθρο 7

Επιτροπή επενδυτικών μέτρων στον τομέα του εμπορίου.

1. Συστήνεται επιτροπή επενδυτικών μέτρων στον τομέα του εμπορίου στην οποία δύνανται να συμμετέχουν όλα τα μέλη (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία “η επιτροπή”). H επιτροπή εκλέγει η ίδια τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της, και συνεδριάζει τουλάχιστον άπαξ του έτους και οπωσδήποτε μετά από αίτηση κάποιου μέλους.

2. Η Επιτροπή εκτελεί καθήκοντα τα οποία της έχουν ανατεθεί από το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών και παρέχει στα μέλη την ευκαιρία να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις για όλα τα θέματα τα σχετικά με την λειτουργία και την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

3. Η επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και υποβάλλει σχετικές ετήσιες εκθέσεις στο συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών.

Άρθρο 8

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και εφαρμόζονται στο πλαίσιο της συμφωνίας επίλυσης διαφορών ισχύουν για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση διαφορών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Εξέταση από το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών

Εντός το αργότερο πέντε ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών εξετάζει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και, κατά περίπτωση, προτείνει στην υπουργική συνδιάσκεψη τροποποιήσεις του κειμένου της. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης αυτής, το συμβούλιο εμπορευματικών συνΆλλαγών μελετά κατά πόσον η συμφωνία πρέπει να συμπληρωθεί με διατάξεις σχετικά με την επενδυτική πολιτική και την πολιτική ανταγωνισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Επεξηγηματικός κατάλογος

1. Τα TRIM που δεν είναι σύμφωνα με την υποχρέωση της εθνικής μεταχείρισης που προβλέπεται στο άρθρο ΙΙΙ, παράγραφος 4 της GATT του 1994 περιλαμβάνουν τα μέτρα τα οποία είναι υποχρεωτικά ή εκτελεστά δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας ή δυνάμει διοικητικών αποφάσεων, ή με τα οποία απαιτείται συμμόρφωση προκειμένου να επιτευχθεί πλεονέκτημα, και τα οποία απαιτούν:

(α) την αγορά ή τη χρήση εκ μέρους μιας επιχείρησης προϊόντων εγχώριας καταγωγής ή οποιασδήποτε εγχώριας πηγής, που ορίζεται σε σχέση είτε με συγκεκριμένα προϊόντα, είτε με τον όγκο ή την αξία των προϊόντων είτε με ποσοστό του όγκου ή της αξίας της τοπικής της παραγωγής ή

(β) οι αγορές ή η χρήση εκ μέρους επιχείρησης εισαγομένων προϊόντων να περιορίζεται σε ορισμένη ποσότητα σε σχέση με τον όγκο ή την αξία των τοπικών προϊόντων που εξάγει.

2. Τα TRIM που δεν είναι σύμφωνα με την υποχρέωση της γενικής κατάργησης των ποσοτικών περιορισμών που προβλέπεται στο άρθρο ΧΙ, παράγραφος 1 της GATT του 1994 περιλαμβάνουν τα μέτρα τα οποία είναι υποχρεωτικά ή εκτελεστά δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας ή δυνάμει διοικητικών αποφάσεων, ή με τα οποία απαιτείται συμμόρφωση προκειμένου να επιτευχθεί πλεονέκτημα, και τα οποία περιορίζουν:

(α) την εισαγωγή εκ μέρους επιχείρησης προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην τοπική παραγωγή της ή σχετίζονται με αυτή, εν γένει ή σε ποσότητα που συνδέεται με τον όγκο ή την αξία της τοπικής παραγωγής που εξάγει.

(β) την εισαγωγή, εκ μέρους επιχείρησης, προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην τοπική παραγωγή της ή σχετίζονται με αυτή, περιορίζοντας την πρόσβασή της σε συνάλλαγμα, σε ποσότητα ανάλογη με τις εισροές συναλλάγματος που αποδίδονται στην επιχείρηση ή

(γ) την εξαγωγή ή την πώληση για εξαγωγές, εκ μέρους επιχείρησης, προϊόντων, που ορίζονται σε σχέση είτε με συγκεκριμένα προϊόντα, είτε με τον όγκο ή την αξία προϊόντων είτε με το ποσοστό του όγκου της αξίας της τοπικής της παραγωγής.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ VI ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

Τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι

Άρθρο 1

Αρχές

Η επιβολή μέτρου αντιντάμπινγκ επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο VI της GATT του 1994 και κατόπιν σχετικών ερευνών που έχουν αρχίσει και διεξαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Η εφαρμογή του άρθρου VI της GATT του 1994 διέπεται από τις ακόλουθες διατάξεις, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λαμβάνονται μέτρα κατ` εφαρμογήν νόμων και κανονισμών αντιντάμπινγκ.

Άρθρο 2

Καθορισμός του ντάμπινγκ

2.1 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ένα προϊόν θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, δηλαδή ότι εισάγεται στην αγορά μιας άλλης χώρας σε τιμή κατώτερη της κανονικής του αξίας, αν η τιμή εξαγωγής του προϊόντος που εξάγεται από μία χώρα σε μια άλλη είναι κατώτερη της αντίστοιχης τιμής που εφαρμόζεται υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας για ομοειδές προϊόν, όταν το τελευταίο προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα εξαγωγής.

2.2 Οταν δεν υπάρχουν πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, ή όταν υπάρχουν μεν τέτοιες πωλήσεις, αλλά δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή ορθής σύγκρισης, είτε λόγω των ειδικών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά, είτε λόγω του μικρού όγκου των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, τότε το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίζεται με μέτρο σύγκρισης μια ανάλογη τιμή ομοειδούς προϊόντος κατά την εξαγωγή του σε κατάλληλη τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω τιμή είναι αντιπροσωπευτική, ή το κόστος παραγωγής στη χώρα καταγωγής, προσαυξημένο κατά ένα εύλογο ποσό που αντιπροσωπεύει τα διοικητικά και γενικά έξοδα, τα έξοδα πωλήσεων και το κέρδος.

2.2.1 Οι πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής ή οι πωλήσεις προς μια τρίτη χώρα σε τιμές κατώτερες του κόστους παραγωγής ανά μονάδα (πάγιου και μεταβλητού), προσαυξημένου κατά τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, είναι δυνατό να θεωρηθούν ως μη ανταποκρινόμενες σε κανονικές συνθήκες εμπορίας εξαιτίας της τιμής τους και κατά συνέπεια να μη ληφθούν υπόψη για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, μόνο εφόσον οι αρχές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω πωλήσεις πραγματοποιούνται για ικανό χρονικό διάστημα σε αξιόλογες ποσότητες και σε τιμές που δεν επιτρέπουν την ολοσχερή κάλυψη του κόστους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Αν οι τιμές υπολείπονται μεν του κόστους ανά μονάδα κατά τον χρόνο πώλησης, αλλά είναι ανώτερες του μέσου σταθμισμένου κόστους ανά μονάδα κατά την περίοδο έρευνας, γίνεται δεκτό ότι οι εν λόγω τιμές επιτρέπουν την κάλυψη του κόστους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

2.2.1.1 Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, το κόστος υπολογίζεται κανονικά με βάση τα στοιχεία που τηρεί ο εξαγωγέας ή ο παραγωγός τον οποίον αφορά η έρευνα, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω στοιχεία ανταποκρίνονται στους γενικώς παραδεδειγμένους κανόνες της λογιστικής που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής και αντανακλούν σε ικανοποιητικό βαθμό τις δαπάνες τις σχετικές με την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος. Οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία για τον ορθό καταλογισμό των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που έχει υποβάλει ο εξαγωγέας ή ο παραγωγός κατά τη διάρκεια της έρευνας, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος τρόπος καταλογισμού είναι αυτός που χρησιμοποιείται παγίως από τον εκάστοτε εξαγωγέα ή παραγωγό, ιδίως όταν πρέπει να προσδιοριστούν κατάλληλοι χρόνοι αποπληρωμής και απόσβεσης ή να ληφθούν υπόψη οι κεφαλαιακές δαπάνες και οι λοιπές δαπάνες ανάπτυξης. Σε περίπτωση και μόνο που δεν έχουν ήδη ληφθεί υπόψη για τον καταλογισμό των δαπανών βάσει της παρούσας παραγράφου, οι δαπάνες πρέπει να αναπροσαρμόζονται καταλλήλως, ώστε να αντανακλούν από τα έκτακτα έξοδα εκείνα τα οποία ευνοούν τη μελλοντική ή/και την τρέχουσα παραγωγή ή να λαμβάνουν υπόψη τυχόν περιστάσεις, που έχουν ως αποτέλεσμα τα έξοδα κατά την περίοδο έρευνας να επηρεάζονται από πράξεις που εκτελεί δεδομένη επιχείρηση σε αρχικό στάδιο της λειτουργίας της.

2.2.2 Για την εφαρμογή της παραγράφου 2, τα ποσά που αντιστοιχούν στα γενικά και διοικητικά έξοδα, στα έξοδα πωλήσεων και στα κέρδη υπολογίζονται με βάση τα πραγματικά στοιχεία τα σχετικά με την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος υπό κανονικές συνθήκες εμπορίας από τον εξαγωγέα ή τον παραγωγό τον οποίον αφορά η έρευνα. Σε περίπτωση που τα εν λόγω ποσά δεν είναι δυνατόν να υπολογιστούν με τον ανωτέρω τρόπο, αυτά είναι δυνατό να υπολογίζονται με βάση:

(i) τα πραγματικά ποσά για τα οποία έχει δεσμευθεί και τα οποία έχει εισπράξει ο εκάστοτε εξαγωγέας ή παραγωγός σε σχέση με την παραγωγή και τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής για την ίδια γενική κατηγορία προϊόντων.

(ii) το σταθμισμένο μέσο όρο των πραγματικών ποσών για τα οποία έχουν δεσμευθεί και τα οποία έχουν εισπράξει άλλοι εξαγωγείς ή παραγωγοί τους οποίους αφορά η έρευνα σε σχέση με την παραγωγή και τις πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής.

(iii) οποιαδήποτε άλλη εύλογη μέθοδο, υπό την προϋπόθεση ότι η τιμή που προκύπτει με τον τρόπο αυτό για το κέρδος δεν υπερβαίνει το κέρδος που πραγματοποιείται κανονικά από άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς επί πωλήσεων προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής.

2.3 Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχει τιμή εξαγωγής ή οι αρμόδιες αρχές έχουν ενδείξεις ότι η τιμή εξαγωγής δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση λόγω της ύπαρξης κάποιας σύνδεσης ή κάποιας αντισταθμιστικής συμφωνίας μεταξύ του εκάστοτε εξαγωγέα και του εισαγωγέα ή ενός τρίτου, η τιμή εξαγωγής είναι δυνατό να κατασκευάζεται με βάση την τιμή στην οποία τα εισαγόμενα προϊόντα μεταπωλούνται για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή ή, σε περίπτωση που τα προϊόντα δεν μεταπωλούνται προς κάποιον ανεξάρτητο αγοραστή ή δεν μεταπωλούνται στην κατάσταση που είχαν κατά την εισαγωγή τους, με βάση οποιανδήποτε εύλογη μέθοδο που δύνανται να καθορίζουν οι αρχές.

2.4 Μεταξύ της τιμής εξαγωγής και της κανονικής αξίας διεξάγεται εύλογη σύγκριση. Η σύγκριση αυτή αφορά το ίδιο στάδιο εμπορείας, και συνήθως το στάδιο εξόδου εκ του εργοστασίου, και πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε χρόνο όσο γίνεται πλησιέστερο. Για κάθε περίπτωση λαμβάνονται δεόντως υπόψη, με βάση τα ατομικά στοιχεία της υπόθεσης διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών που υφίστανται όσον αφορά τους γενικούς και ειδικούς όρους και προϋποθέσεις πώλησης, τη φορολογία, τα γενικούς και ειδικούς όρους και προϋποθέσεις πώλησης, τη φορολογία, τα στάδια εμπορίας, τις ποσότητες, τα φυσικά χαρακτηριστικά και στάδια εμπορίας, τις ποσότητες, τα φυσικά χαρακτηριστικά και οποιεσδήποτε άλλες διαφορές οι οποίες αποδεδειγμένα επηρεάζουν ομοίως τη συγκρισιμότητα των τιμών. Στις περιπτώσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 3, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα που ανακύπτουν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης (συμπεριλαμβανομένων των δασμών και των φόρων) και τα αντίστοιχα πραγματοποιούμενα κέρδη. Εάν, στις περιπτώσεις αυτές έχει επηρεασθεί η συγκρισιμότητα των τιμών, οι αρχές καθορίζουν την κανονική αξία για στάδιο εμπορίας αντίστοιχο του σταδίου εμπορίας που ισχύει για την κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής ή συνεκτιμούν δεόντως τους παράγοντες που προβλέπονται από την παρούσα παράγραφο. Οι αρχές οφείλουν να ενημερώνουν τους ενδιαφερομένους σχετικά με τα στοιχεία που απαιτούνται για τη διασφάλιση δίκαιων όρων σύγκρισης, ενώ το βάρος της απόδειξης που επιβάλλουν στους ενδιαφερομένους δεν πρέπει να είναι υπέρμετρο.

2.4.1 Οταν για τη σύγκριση βάσει της παραγράφου 4 είναι απαραίτητη η μετατροπή των νομισμάτων, η μετατροπή αυτή πρέπει να γίνεται με βάση τη συνΆλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία πώλησης, υπό την προϋπόθεση ότι όταν μια πράξη πώλησης συναλλάγματος σε προθεσμιακές αγορές συνδέεται άμεσα με την αντίστοιχη πράξη αγοράς προς εξαγωγή, λαμβάνεται υπόψη η συνΆλλαγματική ισοτιμία που ισχύει για την προθεσμιακή πώληση, οι διακυμάνσεις των συνΆλλαγματικών ισοτιμιών δεν λαμβάνονται υπόψη, ενώ στο πλαίσιο μιας έρευνας οι αρχές τάσσουν στους εξαγωγείς προθεσμία 60 ημερών τουλάχιστον, προκειμένου να αναπροσαρμόσουν τις τιμές εξαγωγής που εφαρμόζουν, με βάση τις μη πρόσκαιρου χαρακτήρα αυξομειώσεις των συνΆλλαγματικών ισοτιμιών που έχουν σημειωθεί κατά την περίοδο έρευνας.

2.4.2 Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4, που διέπουν τα σχετικά με τη δίκαιη σύγκριση, η ύπαρξη περιθωρίων ντάμπινγκ κατά το στάδιο της έρευνας κρίνεται καταρχήν με βάση τη σύγκριση κάποιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με τον σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών που έχουν ισχύσει για όλες τις ανάλογες εξαγωγικές πράξεις ή με βάση τη σύγκριση της κανονικής αξίας με τις τιμές εξαγωγής για κάθε συνΆλλαγή ξεχωριστά. Η κανονική αξία, η οποία έχει προκύψει από τη στάθμιση των μέσων όρων, είναι δυνατό να συγκρίνεται με τις τιμές των επιμέρους εξαγωγικών πράξεων, εφόσον οι αρχές διαπιστώνουν ότι οι τιμές εξαγωγής διαφέρουν συστηματικά και σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με την ταυτότητα του αγοραστή, την περιφέρεια ή τη χρονική περίοδο και, εφόσον εξηγείται ο λόγος για τον οποίον οι διαφορές αυτού του είδους δεν είναι δυνατό να ληφθούν καταλλήλως υπόψη μέσω της σύγκρισης των σταθμισμένων μέσω όρων μεταξύ τους ή μέσω της σύγκρισης της μίας συνΆλλαγής με την άλλη.

2.5 Οταν δεδομένα προϊόντα δεν εισάγονται απευθείας από τη χώρα καταγωγής, αλλά εξάγονται προς το εισάγον μέλος από κάποια ενδιάμεση χώρα, η τιμή στην οποία πωλούνται τα προϊόντα από τη χώρα εξαγωγής στο εισάγον μέλος συγκρίνεται κατά κανόνα με την αντίστοιχη τιμή στη χώρα εξαγωγής. Εντούτοις, η τιμή είναι δυνατό να συγκρίνεται με την τιμή στη χώρα καταγωγής εάν, για παράδειγμα, τα εν λόγω προϊόντα διέρχονται απλώς από τη χώρα εξαγωγής υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή αν τέτοιου είδους προϊόντα δεν παράγονται στη χώρα εξαγωγής ή αν δεν υπάρχει γι` αυτά συγκρίσιμη τιμή στη χώρα εξαγωγής.

2.6 Οπουδήποτε γίνεται χρήση στην παρούσα συμφωνίας του όρου “ομοειδές προϊόν” (“like product”), “produit similaire”), αυτός νοείται ως αναφερόμενος σε ένα όμοιο προϊόν, δηλαδή προϊόν που μοιάζει από κάθε άποψη με το υπό εξέταση προϊόν ή, όταν δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο προϊόν, ωστόσο έχει χαρακτηριστικά που μοιάζουν στενά με εκείνα του υπό εξέταση προϊόντος.

2.7 Το παρόν άρθρο ισχύει υπό την επιφύλαξη της δεύτερης συμπληρωματικής διάταξης του άρθρου VI, παράγραφος 1 του παραρτήματος Ι της GATT του 1994.

Άρθρο 3

Προσδιορισμός της ζημίας

3.1 Ο προσδιορισμός της ζημίας στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου VI της GATT του 1994 βασίζεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία και προϋποθέτει την αντικειμενική αξιολόγηση τόσο (α) του όγκου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και των συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τις τιμές των ομοειδών προϊόντων στην εγχώρια αγορά, όσο και (β) των επακόλουθων συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τους εγχώριους παραγωγούς τέτοιων προϊόντων.

3.2 Προκειμένου περί του όγκου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση του όγκου των εν λόγω εισαγωγών, είτε σε απόλυτα μεγέθη, είτε σε συνάρτηση με την παραγωγή ή την κατανάλωση στο εισάγον μέλος. Προκειμένου περί της επίδρασης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ επί των τιμών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχουν πραγματοποιηθεί εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ σε τιμές αισθητά κατώτερες της τιμής ομοειδών προϊόντων του εισάγοντος μέλους και κατά πόσον εισαγωγές αυτού του είδους προκαλούν με οποιονδήποτε τρόπο σημαντική συμπίεση των τιμών ή θέτουν σημαντικά εμπόδια σε αυξήσεις των τιμών που θα είχαν σημειωθεί σε αντίθετη περίπτωση. Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

3.3 Οταν διεξάγονται ταυτοχρόνως έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές συγκεκριμένου προϊόντος από διάφορες χώρες, οι αρχές που διεξάγουν τις έρευνες δύνανται να προσμετρούν σωρευτικώς τις συνέπειες των εισαγωγών αυτών μόνο εφόσον βεβαιωθούν ότι: (α) το περιθώριο ντάμπινγκ που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα είναι αρκετά υψηλό ώστε να θεωρείται ότι έχει νομικές συνέπειες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 8, ενώ ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα δεν είναι αμελητέος και (β) ότι η σωρευτική αξιολόγηση των συνεπειών των εισαγωγών είναι η ενδεδειγμένη λαμβανομένων υπόψη των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς και των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγομένων προϊόντων και των ομοειδών εγχώριων προϊόντων.

3.4 Η εξέταση των συνεπειών των εισαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ για τον εκάστοτε εγχώριο κλάδο παραγωγής περιλαμβάνει αξιολόγηση όλων των συναφών οικονομικών παραγόντων, καθώς και των δεικτών που έχουν σημασίας για την κατάσταση του αντίστοιχου κλάδου παραγωγής, στους οποίους περιλαμβάνονται: η πραγματική ή ενδεχόμενη μείωση των πωλήσεων, των κερδών, της παραγωγής, του μεριδίου αγοράς, της παραγωγικότητας της αποδοτικότητας των επενδύσεων ή της χρησιμοποίησης της ικανότητας, οι παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές, το μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ, οι πραγματικές ή ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ταμειακές ροές, τα αποθέματα, την απασχόληση, τους μισθούς, την ανάπτυξη, την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων ή τις επενδύσεις. Η ανωτέρω απαρίθμηση έχει ενδεικτικό χαρακτήρα, και κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

3.5 Πρέπει να αποδεικνύεται ότι, εξαιτίας των συνεπειών του ντάμπινγκ, όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 και 4, οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλούν ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν ανντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους. Οι αρχές εξετάζουν ακόμη τυχόν άλλους γνωστούς παράγοντες, πέραν των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι προκαλούν κατά τον ίδιο χρόνο ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, και η ζημία που προξενείται από αυτούς τους άλλους παράγοντες πρέπει να μην είναι δυνατό να αποδοθεί στις εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ. Στους παράγοντες που ενδέχεται να έχουν σημασία από αυτή την άποψη είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο όγκος και οι τιμές των εισαγωγών των οποίων οι τιμές δεν είναι αποτέλεσμα πρακτικών ντάμπινγκ, η συρρίκνωση της ζήτησης ή οι μεταβολές των δεδομένων κατανάλωσης, οι περιοριστικές εμπορικές πρακτικές που εφαρμόζουν οι ξένοι και οι εγχώριοι παραγωγοί, καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους, οι τεχνολογικές εξελίξεις και, τέλος, οι εξαγωγικές επιδόσεις και η παραγωγικότητα του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

3.6 Οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αξιολογούνται σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή ομοειδούς προϊόντος, εφόσον τα διαθέσιμα στοιχεία επιτρέπουν τον ξεχωριστό προσδιορισμό της εν λόγω παραγωγής βάσει ορισμένων κριτηρίων, όπως είναι η μέθοδος παραγωγής, οι πωλήσεις και τα κέρδη των παραγωγών. Αν δεν είναι δυνατός ο χωριστός προσδιορισμός της εν λόγω παραγωγής, οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αξιολογούνται μέσω της εξέτασης της παραγωγής της πλέον περιορισμένης ομάδας ή φάσματος προϊόντων, που περιλαμβάνει το ομοειδές προϊόν, για την οποία είναι δυνατό να συγκεντρωθούν οι αναγκαίες πληροφορίες.

3.7 Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά περιστατικά, και όχι μόνο τυχόν ισχυρισμοί, εικασίες ή μεμακρυσμένες πιθανότητες, οποιαδήπτε μεταβολή των περιστάσεων, που θα δημιουργούσε κατάσταση υπό την οποία είναι πιθανή η πρόκληση ζημίας από το ντάμπινγκ, πρέπει να είναι δυνατό να προβλεφθεί με βεβαιότητα και να είναι επικείμενη. Προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, οι αρχές οφείλουν να συνεκτιμούν, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:

(i) τυχόν αύξηση σε σημαντικό ποσοστό των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην εγχώρια αγορά, η οποία αποτελεί ένδειξη για την πιθανότητα ουσιαστικής αύξησης των εισαγωγών.

(ii) την ύπαρξη ελεύθερα διαθέσιμης ικανότητας ή την πιθανότητα επικείμενης σημαντικής αύξησης της ικανότητας του εξαγωγέα, από την οποία προκύπτει ως πιθανή σημαντική αύξηση των εξαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προς την αγορά του εισάγοντος μέλους, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης άλλων εξαγωγικών αγορών, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να απορροφήσουν τυχόν πρόσθετες εξαγωγές.

(iii) το κατά πόσον τα εισαγόμενα προϊόντα εισέρχονται στη χώρα σε τιμές που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική συμπίεση ή την παρεμπόδιση της αύξησης των εγχώριων τιμών και οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης για επιπλέον εισαγωγές και

(iv) τα αποθέματα του υπό διερεύνηση προϊόντος.

Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες από μόνος του δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθεί σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά όλοι οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά πρέπει να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι επίκειται η πραγματοποίηση περαιτέρω εξαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ και ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε περίπτωση που δεν ληφθούν προστατευτικά μέτρα.

3.8 Σε περιπτώσεις, εξάλλου, κατά τις οποίες επαπειλείται η πρόκληση ζημίας από εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ, εξετάζεται το ενδεχόμενο επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ και η σχετική απόφαση λαμβάνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη.

Άρθρο 4

Καθορισμός του εγχώριου κλάδου παραγωγής

4.1 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος “εγχώριος κλάδος παραγωγής” θεωρείται ότι περιλαμβάνει το σύνολο των εγχώριων παραγωγών ομοειδών προϊόντων ή εκείνους εξ αυτών των οποίων αθροιστικά η παραγωγή των υπό εξέταση προϊόντων αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων, με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:

(i) όταν κάποιοι παραγωγοί συνδέονται με τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς ή είναι οι ίδιοι ειασγωγείς του προϊόντος που υποτίθεται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, ο όρος “εγχώριος κλάδος παραγωγής” είναι δυνατό να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνο τους υπόλοιπους παραγωγούς.

(ii) σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το έδαφος ενός μέλους είναι δυνατό εις ότι αφορά την υπό εξέταση παραγωγή να διαιρεθεί σε δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές αγορές, και οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς είναι δυνατό να θεωρηθούν ως ξεχωριστός κλάδος παραγωγής εφόσον: (α) οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς πωλούν το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο των ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος που παράγουν στη συγκεκριμένη αγορά, και (β) η ζήτηση στη συγκεκριμένη αγορά δεν καλύπτεται σε αξιόλογο ποσοστό από παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικό τμήμα του εθνικού εδάφους. Οταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι προκαλείται ζημία ακόμη και αν μεγάλο μέρος του συνολικού εγχώριου κλάδου παραγωγής δεν υφίσταται ζημία, υπό την προϋπόθεση ότι παρατηρείται συγκέντρωση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σε μια τόσο απομονωμένη αγορά και επιπροσθέτως ότι οι επίμαχες εισαγωγές προξενούν ζημία στους παραγωγούς του συνόλου ή σχεδόν του συνόλου της παραγωγής στη συγκεκριμένη αγορά.

4.2 Οταν έχει οριστεί ότι τον εγχώριο κλάδο παραγωγής αποτελούν οι παραγωγοί συγκεκριμένης περιοχής, πράγμα που συμβαίνει όταν για τον ορισμό της αγοράς έχει εφαρμοστεί η ανωτέρω παράγραφος 1 σημείο (ii), οι επιβαλλόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ αφορούν μόνο τις ποσότητες των υπό εξέταση προϊόντων οι οποίες προορίζονται για τελική κατανάλωση στην εν λόγω περιοχή. Οταν το συνταγματικό δίκαιο του εισάγοντος μέλους δεν επιτρέπει μια τέτοιου είδους επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, το εισάγον μέλος δύναται να επιβάλει δασμούς αντιντάμπινγκ χωρίς περιορισμό μόνο εφόσον: (α) έχει παρασχεθεί η δυνατότητα στους οικείους εξαγωγείς να διακόψουν τις εξαγωγές σε τιμές που απορρέουν από πρακτικές ντάμπινγκ προς τη συγκεκριμένη περιοχή ή έστω να παράσχουν διαβεβαιώσεις, όπως προβλέπει το άρθρο 8, και δεν παρεσχέθησαν αμελλητί ικανοποιητικές διαβεβαιώσεις σχετικά και (β) τέτοιου είδους δασμοί δεν είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο στα προϊόντα συγκεκριμένων παραγωγών, οι οποίοι διοχετεύουν την παραγωγή τους στη συγκεκριμένη περιοχή.

4.3 Οταν δύο ή περισσότερες χώρες έχουν, βάσει των διατάξεων του άρθρου XXIV, παράγραφος 8, στοιχείο α) της GATT του 1994, επιτύχει τέτοιο βαθμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ώστε να φέρουν τα χαρακτηριστικά μίας ενιαίας, ενοποιημένης, αγοράς, ως εγχώριος κλάδος παραγωγής κατά την έννοια της παραγράφου 1 νοείται ο κλάδος παραγωγής στο σύνολο της περιοχής την οποία καλύπτει η οικονομική ολοκλήρωση.

4.4 Για το παρόν άρθρο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 6.

Άρθρο 5

Εναρξη και διεξαγωγή της έρευνας

5.1 Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, η έναρξη έρευνας για να διαπιστωθούν η ύπαρξη, η έκταση και οι συνέπειες των τυχόν καταγγελόμενων πρακτικών ντάμπινγκ προϋποθέτει γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

5.2 Η αίτηση που υποβάλλεται βάσει της ανωτέρω παραγράφου 1 πρέπει να περιλαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα εξής: (α) το ντάμπινγκ, (β) τη ζημία, κατά την έννοια του άρθρου VI της GATT του 1994, όπως ερμηνεύεται από την παρούσα συμφωνία, και (γ) την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της υποτιθέμενης ζημίας. Οι απλοί ισχυρισμοί, οι οποίοι εν τεκμηριώνονται με τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, δεν αρκούν για την τήρηση των προϋποθέσεων της παρούσας παραγράφου. Η αίτηση περιέχει τα στοιχεία που μπορεί ευλόγως να συγκεντρώσει ο αιτών σχετικά με τα εξής θέματα:

(i) την ταυτότητα του αιτούντος και στοιχεία για τον όγκο και την αξία της εγχώριας παραγωγής ομοειδούς προϊόντος από τον αιτούντα. Οταν η γραπτή αίτηση υποβάλλεται για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, η αίτηση πρέπει να προσδιορίζει τον κλάδο παραγωγής για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, με την απαρίθμηση όλων των γνωστών εγχώριων παραγωγών ομοειδούς προϊόντος (ή των ενώσεων που έχουν συστήσει οι εγχώριοι παραγωγοί ομοειδούς προϊόντος), επίσης, πρέπει στο μέτρο του δυνατού να περιέχει στοιχεία για τον όγκο και την αξία του τμήματος της εγχώριας παραγωγής ομοειδούς προϊόντος το οποίο αντιπροσωπεύουν οι συγκεκριμένοι παραγωγοί.

(ii) πλήρη περιγραφή του προϊόντος, το οποίο κατά την αίτηση αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, το όνομα της εμπλεκόμενης χώρας ή χωρών καταγωγής ή εξαγωγής, την ταυτότητα όλων των γνωστών εξαγωγέων ή αλλοδαπών παραγωγών, καθώς και κατάλογο των προσώπων που είναι γνωσό ότι εισάγουν το συγκεκριμένο προϊόν.

(iii) στοιχεία για τις τιμές στις οποίες το συγκεκριμένο προϊόν πωλείται, όταν προορίζεται για κατανάλωση στις εγχώριες αγορές της χώρας ή των χωρών καταγωγής ή εξαγωγής (ή, κατά περίπτωση, στοιχεία για τις τιμές στις οποίες το συγκεκριμένο προϊόν πωλείται από τη χώρα ή τις χώρες καταγωγής ή εξαγωγής προς κάποια τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες, ή για την κατασκευασμένη αξία του εν λόγω προϊόντος), επίσης, στοιχεία για τις τιμές εξαγωγής και, κατά περίπτωση, για τις τιμές στις οποίες το προϊόν μεταπωλείται για πρώτη φορά προς ανεξάρτητο αγοραστή στο έδαφος του εισάγοντος μέλους.

(iv) στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη του όγκου των εισαγωγών που υποτίθεται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, σχετικά με τις συνέπειες των εν λόγω εισαγωγών για τις τιμές ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά και τις επακόλουθες συνέπειες των εισαγωγών για την εγχώριο κλάδο παραγωγής, όπως αυτές προκύπτουν από τα σχετικά μεγέθη και τους δείκτες στα οποία αποτυπώνεται η κατάσταση του εγχώριου κλάδου παραγωγής, όπως εκείνα που απαριθμούνται στο άρθρο 3, παράγραφοι 2 και 4.

5.3 Οι αρχές εξετάζουν την ακρίβεια και την πληρότητα των αποδεικτικών στοιχείων που περιέχονται στην αίτηση, προκειμένου να διαπιστώσουν κατά πόσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

5.4 Ερευνα αρχίζει, κατ` εφαρμογήν της παραγράφου 1 μόνον εφόσον οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, μετά από αξιολόγηση του βαθμού στήριξης της αίτησης ή αντίθεσης προς αυτήν που έχουν εκφράσει οι εγχώριοι παραγωγοί ομοειδούς προϊόντος, ότι η αίτηση έχει υποβληθεί εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής. Γίνεται δεκτό ότι η αίτηση έχει υποβληθεί “εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής”, αν υποστηρίζεται από εγχώριους παραγωγούς των οποίων η αθροιστική παραγωγή αντιπροσωπεύει ποσοστό άνω του 50% της συνολικής παραγωγής ομοειδούς προϊόντος που πραγματοποιεί εκείνο το τμήμα του εγχώριου κλάδου παραγωγής το οποίο είτε εκφράζει την υποστήριξή του προς την αίτηση, είτε αντιτίθεται σε αυτήν. Παρ` όλα αυτά, η έναρξη έρευνας δεν είναι δυνατή, όταν οι εγχώριοι παραγωγοί που υποστηρίζουν ρητώς την αίτηση αντιπροσωπεύουν ποσοστό κατώτερο του 25% της συνολικής παραγωγής ομοειδούς προϊόντος που πραγματοποιεί ο εγχώριος κλάδος παραγωγής.

5.5 Οι αρχές αποφεύγουν, εκτός αν έχει ληφθεί απόφαση για την έναρξη έρευνας, να δίνουν οποιαδήποτε δημοσιότητα στην αίτηση για την έναρξη έρευνας. Εντούτοις, αφού λάβουν μια δεόντως τεκμηριωμένη αίτηση και πριν προχωρήσουν στην έναρξη σχετικής έρευνας, οι αρχές ενημερώνουν σχετικά την κυβέρνηση του οικείου εξάγοντος μέλους.

5.6 Αν σε ειδικές περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν την έναρξη έρευνας χωρίς να έχουν λάβει σχετική γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής για την έναρξη τέτοιας έρευνας, προχωρούν στα επόμενα στάδια της διαδικασίας μόνο εφόσον διαθέτουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

5.7 Τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά τόσο με το ντάμπινγκ, όσο και με τη ζημία αξιολογούνται συγχρόνως: (α) για την απόφαση περί ενάρξεως ή μη έρευνας, και (β) στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της έρευνας, με αφετηρία ημερομηνία που δεν επιτρέπεται να είναι μεταγενέστερη της νωρίτερης ημερομηνίας κατά την οποία είναι δυνατή η θέσπιση προσωρινών μέτρων με βάση τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

5.8 Αίτηση που υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 είναι απορριπτέα, και τυχόν έρευνα που έχει αρχίσει περατούται πάραυτα, από τη στιγμή που οι αρμόδιες αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ντάμπινγκ ή τη ζημία, τα οποία να δικαιολογούν τη συνέχιση της υπόθεσης. Η υπόθεση περατούται αμέσως, όταν οι αρχές διαπιστώσουν ότι το περιθώριο ντάμπινγκ είναι αμελητέο ή ότι ο όγκος των πραγματικών ή δυνητικών εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή η ζημία είναι άνευ σημασίας. Το περιθώριο ντάμπινγκ θεωρείται αμελητέο αν υπολείπεται του 2% της τιμής εξαγωγής. Ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θεωρείται κατά κανόνα αμελητέος, αν διαπιστωθεί ότι ο όγκος των επίμαχων εισαγωγών από συγκεκριμένη χώρα αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 3% του συνόλου των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, εκτός αν υπάρχει ένας αριθμός χωρών, καθεμία από τις οποίες αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 3% των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, αλλά όλες μαζί αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανώτερο του 7% των εισαγωγών ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος.

5.9 Το γεγονός ότι ενδεχομένως βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία αντιντάμπινγκ δεν αποτελεί εμπόδιο για την ομαλή εξέλιξη των διαδικασιών εκτελωνισμού.

5.10 Πλην ειδικών περιπτώσεων, οι έρευνες ολοκληρώνονται εντός έτους, και σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν ή διάρκειά τους να υπερβεί τους 18 μήνες από την έναρξή τους.

Άρθρο 6

Αποδεικτικά στοιχεία

6.1 Ολες οι πλευρές που εξαρτούν συμφέροντα από συγκεκριμένη έρευνα αντιντάμπινγκ ενημερώνονται σχετικά με τα στοιχεία που χρειάζονται οι αρμόδιες αρχές, και τους παρέχεται πλήρης ευχέρεια να υποβάλουν γραπτώς όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θεωρούν ότι έχουν σημασία για την έρευνα.

6.1.1 Στους εξαγωγείς ή τους αλλοδαπούς παραγωγούς που λαμβάνουν τα ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο έρευνας αντιντάμπινγκ τάσσεται προθεσμία 30 ημερών τουλάχιστον, για να απαντήσουν. Οποιοδήποτε αίτημα για παράταση της ανωτέρω προθεσμίας των 30 ημερών τυγχάνει της προσήκουσας σημασίας, και, εφόσον αποδεικνύεται ότι συντρέχει λόγος, πρέπει να αποφασίζεται η παράταση της προθεσμίας, όποτε αυτό είναι πρακτικώς δυνατό.

6.1.2 Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διασφάλισης της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει υποβάλει γραπτώς κάποιο ενδιαφερόμενο μέρος κοινοποιούνται αμελλητί στα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη που μετέχουν στη σχετική έρευνα.

6.1.3 Αφ` ης στιγμής αρχίσει έρευνα, οι αρχές κοινοποιούν το πλήρες κείμενο της γραπτής αίτησης που έχει παραληφθεί κατ` εφαρμογήν του άρθρου 5, παράγραφος 1 στους γνωστούς εξαγωγείς και στις αρχές του εξάγοντος μέλους, επίσης το κοινοποιούν σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος διατυπώσει σχετικό αίτημα. Λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για την τήρηση της υποχρέωσης προστασίας ορισμένων στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα, όπως προβλέπει η παράγραφος 5.

6.2 Καθ` όλη τη διάρκεια μιας έρευνας αντιντάμπινγκ, παραχωρείται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πλήρης δυνατότητα να υπερασπισθούν τα συμφέροντά τους. Για τον σκοπό αυτό, οι αρχές παρέχουν, εφόσον τους ζητηθεί, τη δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους να έρθουν σε επαφή με τις πλευρές που προωθούν αντίθετα συμφέροντα, ούτως ώστε να είναι δυνατή η ανάπτυξη των αντιτιθέμενων απόψεων και η προβολή από κάθε πλευρά επιχειρημάτων προς αντίκρουση των ισχυρισμών της άλλης πλευράς. Κατά την παραχώρηση των ανωτέρω δυνατοτήτων, λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη προστασίας του απορρήτου και διευκόλυνσης των ενδιαφερομένων. Κανένα μέρος δεν είναι υποχρεωμένο να παρίσταται σε συγκεκριμένη συνάντηση, ενώ η μη συμμετοχή σε κάποια συνάντηση δεν έχει αρνητικές συνέπειες για τη θέση του απόντος μέρους. Επίσης, οι ενδιαφερόμενοι έχουν το δικαίωμα, εφόσον επικαλούνται και αποδεικνύουν σχετικό λόγο, να υποβάλλουν τυχόν πρόσθετα στοιχεία προφορικώς.

6.3 Τα στοιχεία που παρέχονται προφορικώς βάσει της παραγράφου 2 λαμβάνονται υπόψη από τις αρχές μόνο στο μέτρο που έχουν υποβληθεί εκ νέου και γραπτώς σε μεταγενέστερη φάση και έχουν κοινοποιηθεί στους λοιπούς ενφιαφερομένους, όπως προβλέπει η παράγραφος 1.2.

6.4 Οι αρχές παρέχουν όποτε είναι εφικτό σε όλους τους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να εξετάσουν εγκαίρως το σύνολο των στοιχείων τα οποία είναι δυνατό να χρησιμεύσουν για την παρουσίαση των απόψεών τους, δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα κατά την έννοια της παραγράφου 6 και τα οποία χρησιμοποιούν οι αρχές στο πλαίσιο έρευνας αντιντάμπινγκ. Ομοίως, τους παρέχουν την ευκαιρία να αξιοποιήσουν τα εν λόγω στοιχεία για να προετοιμάσουν την παρουσίαση των απόψεών τους.

6.5 Οι αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη σοβαρού λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα (παραδείγματος χάρη, επειδή η αποκάλυψή του θα προσπόριζε ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε έναν ανταγωνιστή ή επειδή η αποκάλυψή του θα είχε αξιόλογες αρνητικές συνέπειες για το πρόσωπο που έχει προσκομίσει το συγκεκριμένο στοιχείο ή για το πρόσωπο από το οποίο προήλθε το συγκεκριμένο στοιχείο) ή το οποίο έχει υποβληθεί από κάποια πλευρά που μετέχει στην έρευνα, με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η αποκάλυψη στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα αν δεν υπάρχει σχετική ρητή συγκατάθεση της πλευράς που τα έχει προσκομίσει.

6.5.1 Οι αρχές ζητούν από τους ενδιαφερομένους που προσκομίζουν εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες να υποβάλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των ίδιων πληροφοριών. Οι εν λόγω περιλήψεις πρέπει να είναι αρκούντως περιεκτικές, ώστε να επιτρέπουν τη σε ικανοποιητικό βαθμό κατανόηση της ουσίας της εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίας πληροφορίας που υποβάλλεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα μέρη που υποβάλλουν κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία επιτρέπεται συγχρόνως να δηλώνουν ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι δυνατό να παρουσιασθεί σε περιληπτική μορφή. Στις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις πρέπει να επισημαίνονται οι λόγοι για τους οποίους η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας δεν είναι δυνατή.

6.5.2 Σε περίπτωση που οι αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα, και ο παρέχων την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένος ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία, ούτε να επιτρέψει την κοινοποίησή της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύνανται να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται, βάσει αξιόπιστων στοιχείων, ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

6.6 Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 8, οι αρχές σχηματίζουν κατά τη διάρκεια της έρευνας πεποίθηση όσον αφορά την ακρίβεια των στοιχείων που έχουν προσκομίσει οι ενδιαφερόμενοι και τα οποία αποτελούν τη βάση των συμπερασμάτων τους.

6.7 Προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια των προσκομισθέντων στοιχείων ή να συγκεντρώσουν λεπτομερέστερα στοιχεία, οι αρχές δύνανται να διενεργούν έρευνες στο έδαφος άλλων μελών, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζουν τη σχετική συγκατάθεση των εμπλεκομένων εταιρειών, ότι ειδοποιούν σχετικά τους εκπροσώπους της κυβέρνησης του μέλους στο οποίο πρόκειται να διεξαχθεί έρευνα και ότι το εν λόγω μέλος δεν εκφράζει αντιρρήσεις για τη διεξαγωγή της έρευνας. Για τις έρευνες που διενεργούνται στο έδαφος άλλων μελών εφαρμόζονται οι διαδικασίες που ορίζονται στο παράρτημα Ι. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, οι αρχές δίδουν στη δημοσιότητα τα πορίσματα των ερευνών που έχουν ενδεχομένως διενεργήσει ή τα γνωσοτοποιούν, βάσει της παραγράφου 9, στις εταιρείες στις οποίες αυτά αναφέρονται, ενώ είναι δυνατό να κοινοποιούν τα πορίσματα αυτά στα πρόσωπα που υπέβαλαν την αίτηση.

6.8 Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται να επιτρέψει την πρόσβαση στα απαραίτητα στοιχεία ή γενικά δεν προβαίνει στη γνωστοποίησή τους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή παρεμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την έρευνα, είναι δυνατό να διατυπώνονται προκαταρκτικά και τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά, είτε αποφατικά, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου τηρούνται οι διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ.

6.9 Πριν τη διατύπωση τελικού συμπεράσματος, οι αρχές ενημερώνουν όλους τους ενδιαφερόμενους σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία πρόκειται να λάβουν υπόψη τους και στα οποία στηρίζεται η απόφαση για την εφαρμογή ή μη οριστικών μέτρων. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται αρκετά ενωρίς, ώστε τα μέρη να έχουν τον χρόνο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους.

6.10 Οι αρχές καθορίζουν, κατά κανόνα, ένα ξεχωριστό περιθώριο ντάμπινγκ για καθέναν από τους γνωστούς ενδιαφερόμενους εξαγωγείς ή παραγωγούς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας. Οταν ο αριθμός των εξαγωγέων, των παραγωγών, των εισαγωγέων ή των τύπων προϊόντων που έχουν σημασία για την υπόθεση είναι τόσο μεγάλος, ώστε να καθιστά πρακτικώς ανέφικτο τον προαναφερθέντα ατομικό καθορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ, οι αρχές δύνανται να λαμβάνουν υπόψη για τους σκοπούς της εξέτασης είτε εύλογο αριθμό ενδιαφερομένων ή προϊόντων, με δειγματοληψίες που ανταποκρίνονται στις αρχές της στατιστικής και λαμβάνοντας ως βάση τα στοιχεία που έχουν διάθεσή τους οι αρχές κατά το χρόνο επιλογής του δείγματος, είτε το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό του όγκου των εξαγωγών από την εκάστοτε χώρα για το οποίο μπορεί λογικά να διεξαχθεί έρευνα.

6.10.1 Οποιαδήποτε επιλογή εξαγωγέων, παραγωγών, εισαγωγέων ή τύπων προϊόντων βάσει της παρούσας παραγράφου διενεργείται, εφόσον είναι δυνατόν, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους εκάστοτε εξαγωγείς, παραγωγούς ή εισαγωγείς και με τη συγκατάθεσή τους.

6.10.2 Οταν οι αρχές έχουν περιστείλει το αντικείμενο της εξέτασης που διενεργούν, όπως προβλέπει η παρούσα παράγραφος, δεν παύουν να είναι υποχρεωμένες να καθορίσουν ξεχωριστό περιθώριο ντάμπινγκ ως προς κάθε εξαγωγέα ή παραγωγό, ο οποίος δεν συμπεριελήφθη στην αρχική επιλογή, αλλά ο οποίος έχει υποβάλει τα απαραίτητα στοιχεία και μάλιστα εγκαίρως, ώστε να είναι δυνατή η συνεκτίμησή τους κατά τη διάρκεια της έρευνας, εκτός αν ο αριθμός των εξαγωγέων ή των παραγωγών είναι τόσο μεγάλος, ώστε η ατομική εξέταση των δεδομένων καθενός να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής για τις αρχές και να παρεμποδίζεται η έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας. Οι ενέργειες που αναλαμβάνονται με ιδίαν πρωτοβουλίαν δεν αποθαρρύνονται.

6.11 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος “ενδιαφερόμενα μέρη” περιλαμβάνει:

(i) τους εξαγωγείς, τους αλλοδαπούς παραγωγούς ή τους εισαγωγείς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις, η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς, εξαγωγείς ή εισαγωγείς του συγκεκριμένου προϊόντος.

(ii) την κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους και

(iii) τους παραγωγούς ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις, η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς ομοειδούς προϊόντος στο έδαφος του εισάγοντος μέλους.

Η ανωτέρω απαρίθμηση δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να συμπεριλάβουν στα ενδιαφερόμενα μέρη και κάποια άλλα μέρη, είτε ημεδαπά, είτε αλλοδαπά, τα οποία ενδεχομένως δεν καλύπτονται από τον ανωτέρω ορισμό.

6.12 Οι αρχές παρέχουν τη δυνατότητα σε βιομηχανικούς χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις καταναλωτών, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το προϊόν αυτό πωλείται συνήθως στο λιανεμπόριο, να προσκομίσουν τυχόν στοιχεία που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τη διερεύνηση των θεμάτων των σχετικών με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια.

6.13 Οι αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τυχόν δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδιαίτερα οι περιορισμένου μεγέθους εταιρείες, για τη συγκέντρωση των στοιχείων που τους έχουν ζητηθεί, και παρέχουν κάθε δυνατή βοήθεια σχετικά.

6.14 Οι διαδικασίες που καθορίζονται παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι αρχές κάποιου μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών, είτε αποφατικών, ή να θεσπίζουν προσωρινά ή οριστικά μέτρα κατ` εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 7

Προσωρινά μέτρα

7.1 Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων επιτρέπεται μόνο εφόσον:

(i) έχει αρχίσει έρευνα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, έχει εκδοθεί σχετική δημόσια ανακοίνωση και έχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλουν τυχόν στοιχεία και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

(ii) έχει διατυπωθεί προκαταρκτικό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη του ντάμπινγκ και την επακόλουθη πρόκληση ζημίας στον εγχώριο κλάδο παραγωγής και

(iii) οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση ζημίας κατά τη διάρκεια της έρευνας.

7.2 Τα προσωρινά μέτρα είναι δυνατό να έχουν τη μορφή προσωρινού δασμού ή, πράγμα που είναι και προτιμότερο, παροχής εγγύησης υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή χορήγησης έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, το ύψος της εγγύησης πρέπει να είναι ίσο με το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ, όπως αυτό έχει υπολογισθεί προσωρινά, και να μην υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ το οποίο έχει προκύψει από τους προσωρινούς υπολογισμούς. Η αναστολή του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας αποτελεί ενδεδειγμένο προσωρινό μέτρο, υπό την προϋπόθεση ότι προσδιορίζεται ο δασμός που ισχύει κανονικά και το ύψος του δασμού αντιντάμπινηκ που είναι επιβλητέος σύμφωνα με τους υπολογισμούς και ότι το μέτρο της αναστολής του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας διέπεται από τις ίδιες προϋποθέσεις, όπως και τα υπόλοιπα προσωρινά μέτρα.

7.3 Δεν επιτρέπεται η επιβολή προσωρινών μέτρων πριν από την πάροδο 60 ημερών από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

7.4 Η ισχύς τυχόν προσωρινών μέτρων πρέπει να έχει τη συντομότερη δυνατή χρονική διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες, μετά από απόφαση των αρμόδιων αρχών και εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα εκ μέρους εξαγωγέων που αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του όγκου του εμπορίου για το συγκεκριμένο προϊόν, είναι δυνατόν η διάρκεια ισχύος των εν λόγω μέτρων να είναι έξι μήνες κατά μέγιστο. Οταν οι αρχές, κατά τη διάρκεια έρευνας, εξετάζουν κατά πόσον η επιβολή δασμού χαμηλότερου από το περιθώριο ντάμπινγκ θα ήταν αρκετή για την άρση της ζημίας, οι ανωτέρω χρονικές περίοδοι είναι δυνατό να είναι έξι και εννιά μήνες, αντιστοίχως.

7.5 Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων διέπεται από τις συναφείς διατάξεις του άρθρου 9.

Άρθρο 8

Αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές

8.1 Η πρόοδος της διαδικασίας είναι δυνατό να αναστέλλεται ή να περατούται χωρίς να επιβληθούν προσωρινά μέτρα ή δασμοί αντιντάμπινγκ σε περίπτωση που υποβληθούν οικειοθελώς από οποιονδήποτε εξαγωγέα ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων με αντικείμενο την αναπροσαρμογή των τιμών που αυτός εφαρμόζει ή τη διακοπή των εξαγωγών προς τη συγκεκριμένη περιοχή σε τιμές που απορρέουν από πρακτικές ντάμπινγκ και εφόσον οι αρχές πεισθούν ότι με τον τρόπο αυτό πρόκειται να εξαλειφθούν οι ζημιογόνες συνέπειες του ντάμπινγκ. Οι αυξήσεις τιμών που προβλέπονται από τέτοιου είδους αναλήψεις υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την άρση του περιθωρίου ντάμπινγκ. Οι αυξήσεις τιμών είναι προτιμότερο να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, εφόσον οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας είναι αρκετές για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

8.2 Δεν επιτρέπεται να ζητείται ή να γίνεται δεκτή η ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές εκ μέρους εξαγωγέων, παρά μόνο εφόσον οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει, στο πλαίσιο των προκαταρκτικών συμπερασμάτων τους, στη διαπίστωση ότι όντως υπάρχει ντάμπινγκ και ότι το ντάμπινγκ αυό έχει ζημιογόνες συνέπειες.

8.3 Οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους, συμπεριλαμβάνομένων λόγων που ανάγονται στην ακολουθούμενη συνολική πολιτική. Οταν παρίσταται ανάγκη και εφόσον είναι πρακτικώς δυνατόν, οι αρχές εξηγούν στον εξαγωγέα τους λόγους για τους οποίους έκριναν ως μη ενδεδειγμένη την αποδοχή κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και παρέχουν, στο μέτρο του δυνατού, στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά.

8.4 Οταν γίνεται δεκτή μία ανάληψη υποχρέωσης, η έρευνα η σχετική με το ντάμπινγκ και τη ζημία ολοκληρώνεται παρά την αποδοχή, εφόσον το επιθυμεί ο εξαγωγέας ή εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση από τις αρχές. Στην περίπτωση αυτή, αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει ντάμπινγκ ή ζημία, η ανάληψη υποχρέωσης παύει να ισχύει αυτοδικαίως, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαπίστωση της μη ύπαρξης ντάμπινγκ ή ζημίας είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ύπαρξης ανάληψης υποχρέωσης ως προς τις τιμές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρχές δύνανται να απαιτούν τη διατήρηση σε ισχύ της ανάληψης υποχρέωσης για εύλογο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι όντως υπάρχει ντάμπινγκ και ζημία, η αναληφθείσα υποχρέωση παραμένει σε ισχύ με βάση το περιεχόμενό της και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

8.5 Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να εισηγούνται την ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, αλλά κανείς εξαγωγέας δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναλάβει κάποια υποχρέωση αυτής της μορφής. Το γεγονός ότι κάποιος εξαγωγέας δεν προσφέρεται να αναλάβει τέτοιου είδους υποχρεώσεις ή δεν ανταποκρίνεται στην πρόσκληση που του έχουν απευθύνει οι αρχές για το σκοπό αυτό δεν προδικάζει με κανέναν τρόπο την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης. Παρόλα αυτά, οι αρχές έχουν την ευχέρεια να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η επίλυση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας είναι πιθανότερη σε περίπτωση συνέχισης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

8.6 Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να απαιτούν από οποιονδήποτε εξαγωγέα, από τον οποίον έχει προταθεί και γίνει δεκτή ανάληψη υποχρέωσης, να υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα στοιχεία σχετικά με την τήρηση της αναληφθείσας υποχρέωσης και να επιτρέπει την επαλήθευση των συναφών στοιχείων. Σε περίπτωση παράβασης της αναληφθείσας υποχρέωσης, οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να λαμβάνουν μέτρα με ταχείες διαδικασίες, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας και σύμφωνα με τις διατάξεις της, τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται στην άμεση εφαρμογή προσωρινών μέτρων, βάσει της καλύτερης διαθέσιμης τεκμηρίωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, επιτρέπεται η επιβολή συμφωνώς προς την παρούσα συμφωνία οριστικών δασμών επί προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την εφαρμογή των προσωρινών μέτρων, με εξαίρεση τα προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση πριν από την παράβαση της αναληφθείσας υποχρέωσης, ως προς τα οποία δεν ισχύει η αναδρομική αυτή μεταχείριση.

Άρθρο 9

Επιβολή και είσπραξη των δασμών αντιντάμπινγκ

9.1 Η απόφαση περί της επιβολής ή μη δασμού αντιντάμπινγκ σε περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την επιβολή, καθώς και η απόφαση περί του κατά πόσον το ύψος του επιβλητέου δασμού αντιντάμπινγκ πρέπει να ισούται με ολόκληρο το περιθώριο ντάμπινγκ ή με ποσοστό αυτού είναι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν οι αρχές του εισάγοντος μέλους. Καλό είναι η επιβολή να έχει προαιρετικό χαρακτήρα στο έδαφος όλων των μελών και ο δασμός να υπολείπεται του περιθωρίου, αν ο μικρότερος αυτός δασμός κρίνεται επαρκής για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

9.2 Οταν επιβάλλεται δασμός αντιντάμπινγκ σε σχέση με οποιοδήποτε προϊόν, ο δασμός αυτός εισπράττεται κάθε φορά μέχρι του προβλεπόμενου ποσού για όλες χωρίς διάκριση τις εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος, όποια και αν είναι προέλευσή τους, εφόσον διαπιστώνεται ότι οι εισαγωγές αυτές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και προκαλούν ζημία, με εξαίρεση τις εισαγωγές που προέρχονται από εταιρείες για τις οποίες έχουν γίνει δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές συμφώνως προς τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Οι αρχές κατονομάζουν αυτόν ή αυτούς που προμηθεύουν το συγκεκριμένο προϊόν. Αν, παρόλα αυτά, η υπόθεση αφορά περισσότερους προμηθευτές από την ίδια χώρα και είναι πρακτικώς αδύνατο να κατονομασθούν οι προμηθευτές αυτοί στο σύνολό τους, οι αρχές δύνανται να κατονομάζουν τη συγκεκριμένη προμηθεύτρια χώρα. Αν η υπόθεση αφορά περισσότερους προμηθευτές από διάφορες χώρες, οι αρχές δύνανται να κατονομάζουν είτε όλους τους εμπλεκόμενους προμηθευτές, είτε, αν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, όλες τις προμηθεύτριες χώρες.

9.3 Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ, όπως αυτό έχει υπολογισθεί βάσει του άρθρου 2.

9.3.1 Οταν το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ καθορίζεται βάσει παρελθόντων στοιχείων, ο υπολογισμός της τελικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί λόγω των δασμών αντιντάμπινγκ διενεργείται το συντομότερο δυνατόν, και καταρχήν εντός δωδεκαμήνου, ενώ σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να μεσολαβήσει μέχρι τη διενέργειά του χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος για τον οριστικό προσδιορισμό του ποσού που αντιπροσωπεύουν οι δασμοί αντιντάμπινγκ. Οποιαδήποτε επιστροφή πραγματοποιείται αμελλητί και κατά κανόνα εντός 90 ημερών το αργότερο από τον προσδιορισμό της τελικής οφειλής κατ` εφαρμογήν της παρούσας παραγράφου. Σε κάθε περίπτωση, αν η επιστροφή δεν πραγματοποιηθεί εντός 90 ημερών, οι αρχές είναι υποχρεωμένες, εφόσον τους ζητηθεί, να παράσχουν σχετικές εξηγήσεις.

9.3.2 Οταν το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ υπολογίζεται βάσει προβλέψεων, λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο άμεσης επιστροφής, μετά από διατύπωση σχετικού αιτήματος, τυχόν δασμών που έχουν καταβληθεί και οι οποίοι υπερβαίνουν το περιθώριο ντάμπινγκ. Η επιστροφή οποιουδήποτε δασμού, που έχει καταβληθεί και ο οποίος υπερβαίνει το πραγματικό περιθώριο ντάμπινγκ, πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται εντός 12 μηνών και οπωσδήποτε εντός 18 μηνών το αργότερο από την ημερομηνία κατά την οποία κάποιος εισαγωγέας του προϊόντος στο οποίο έχει επιβληθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ υπέβαλε αίτηση επιστροφής, η οποία συνοδεύεται από τη δέουσα τεκμηρίωση. Η εγκριθείσα επιστροφή πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται εντός 90 ημερών από τη λήψη της προμνημονευθείσας απόφασης.

9.3.3 Για να αποφασισθεί εάν και σε ποιά έκταση είναι σκόπιμη η επιστροφή κάποιου ποσού σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η τιμή εξαγωγής έχει κατασκευασθεί κατ` εφαρμογήν του άρθρου 2, παράγραφος 3, οι αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη ενδεχόμενες αυξομειώσεις της κανονικής αξίας, ενδεχόμενες μεταβολές των δαπανών που ανακύπτουν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, καθώς και τις τυχόν αυξομειώσεις της τιμής μεταπώλησης, οι οποίες έχουν την αναμενόμενη επίδραση επί των κατοπινών τιμών πώλησης, επίσης οφείλουν να υπολογίζουν την τιμή εξαγωγής χωρίς να αφαιρούν το ποσό που αντιστοιχεί στους καταβληθέντες δασμούς αντιντάμπινγκ, εφόσον έχουν προσκομιστεί πειστικά αποδεικτικά στοιχεία για το θέμα αυτό.

9.4 Οταν οι αρχές έχουν περιστείλει το αντικείμενο της εξέτασης που διενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 10, δεύτερο εδάφιο, οποιοσδήποτε δασμός αντιντάμπινγκ, ο οποίος επιβάλλεται στις εισαγωγές που προέρχονται από εξαγωγείς ή παραγωγούς μη συμπεριλαμβανόμενους στην εξέταση, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει:

(i) το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθοριστεί σε σχέση με τους επιλεγέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς ή,

(ii) όταν η οφειλή που προκύπτει από τους δασμούς αντιντάμπινγκ υπολογίζεται με βάση κάποια προβλεπόμενη κανονική αξία, τη διαφορά μεταξύ της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας που αντιστοιχεί στους επιλεγέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς και των τιμών εξαγωγής που εφαρμόζουν οι εξαγωγείς ή οι παραγωγοί που δεν ελήφθησαν ξεχωριστά υπόψη για τους σκοπούς της εξέτασης,

υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές δεν λαμβάνουν υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου τυχόν περιθώρια που είτε είναι μηδενικά είτε αμελητέα καθώς και τυχόν περιθώρια που έχουν καθοριστεί υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 8. Οι αρχές επιβάλλουν μεμονωμένους δασμούς ή κανονικές αξίες για τις εισαγωγές που προέρχονται από οποιονδήποτε εξαγωγέα ή παραγωγό που δεν έχει συμπεριληφθεί στην εξέταση, εφόσον αυτός έχει προσκομίσει τα απαραίτητα στοιχεία κατά τη διάρκεια της έρευνας, όπως προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 10.2.

9.5 Αν σε ένα προϊόν έχουν επιβληθεί δασμοί αντιντάμπινγκ από κάποιο μέλος που το εισάγει, οι αρχές διενεργούν αμελλητί επανεξέταση, προκειμένου να καθορίσουν ξεχωριστά περιθώρια ντάμπινγκ για τυχόν εξαγωγείς ή παραγωγούς της εμπλεκόμενης χώρας εξαγωγής, οι οποίοι δεν πραγματοποίησαν εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος στο εισάγον μέλος κατά την περίοδο έρευνας, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω εξαγωγείς ή παραγωγοί είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν συνδέονται με κανέναν από τους εξαγωγείς ή παραγωγούς της χώρας εξαγωγής, στους οποίους έχουν επιβληθεί οι δασμοί αντιντάμπινγκ που επιβαρύνουν το συγκεκριμένο προϊόν. Η επανεξέταση αυτή εγκαινιάζεται και διενεργείται με συνοπτικές διαδικασίες εν συγκρίσει με τις συνήθεις διαδικασίες που ακολουθούνται στο εισάγον μέλος για τον καθορισμό και την επανεξέταση των δασμών. Στις εισαγωγές, οι οποίες προέρχονται από τους προαναφερθέντες εξαγωγείς ή παραγωγούς, δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται δασμοί αντιντάμπινγκ όσο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία επανεξέτασης. Ωστόσο, οι αρχές δύνανται να αναστέλλουν τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ή/και να απαιτούν την παροχή εγγυήσεων, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι, σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την επανεξέταση ότι οι συγκεκριμένοι εξαγωγείς ή παραγωγοί εφαρμόζουν πρακτικές ντάμπινγκ, θα είναι δυνατή η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ με αναδρομική ισχύ, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

Άρθρο 10

Αναδρομική ισχύς

10.1 Προσωρινά μέτρα και δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση μετά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1 και του άρθρου 9, παράγραφος 1, αντιστοίχως, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

10.2 Οταν διατυπώνεται οριστικό συμπέρασμα, το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ζημίας (αλλά όχι την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ούτε τη σημαντική επιβράνδυση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής) ή, σε περίπτωση που σημπεραίνεται οριστικά ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, όταν διαπιστώνεται ότι αν δεν εφαρμόζονταν προσωρινά μέτρα οι συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θα είχαν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πρόκληση ζημίας, οι δασμοί αντιντάμπινγκ είναι δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύπτεται και η περίοδος εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων.

10.3 Αν ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ είναι υψηλότερος από τον καταβληθέντα ή καταβλητέο προσωρινό δασμό ή από το ποσό που έχει υπολογισθεί ότι πρέπει να καταβληθεί υπό μορφή εγγύησης, δεν επιτρέπεται η είσπραξη της προκύπτουσας διαφοράς. Αν ο οριστικός δασμός είναι μικρότερος από τον καταβληθέντα ή καταβλητέο προσωρινό δασμό ή εγγύησης, επιβάλλεται η επιστροφή της διαφοράς ή ο εκ νέου υπολογισμός του δασμού, ανάλογα με την περίπτωση.

10.4 Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή σημαντικής επιβράδυνσης της δημιουργίας κλάδου παραγωγής (αλλά ακόμη δεν έχει προκληθεί ζημία), η επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ μπορεί να αφορά μόνο το χρόνο μετά τη διαπίστωση της ύπαρξης κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή της σημαντικής επιβράδυνσης, στην περίπτωση αυτή, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

10.5 Οταν το οριστικό συμπέρασμα είναι αποφατικό, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

10.6 Επιτρέπεται η επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ ως προς προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση το πολύ 90 ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των προσωρινών μέτρων, όταν οι αρχές καταλήγουν στα εξής συμπεράσματα όσον αφορά το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο του ντάμπινγκ:

(i) ότι κατά το παρελθόν παρατηρήθηκε άσκηση πρακτικών ντάμπινγκ από την οποία προκλήθηκε ζημία ή ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ο εξαγωγέας ασκεί πρακτικές ντάμπινγκ και ότι οι πρακτικές αυτές εμπεριείχαν τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας και

(ii) ότι η ζημία προκαλείται από την πραγματοποίηση σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα εκτεταμένων εισαγωγών κάποιου προϊόντος σε τιμές που είναι αποτέλεσμα ντάμπινγκ, οι οποίες εισαγωγές, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου κατά τον οποίον πραγματοποιήθηκαν, του όγκου τους και των λοιπών περιστάσεων (παραδείγματος χάρη, της ταχείας αύξησης των αποθεμάτων του εισαγόμενου προϊόντος) είναι πιθανό να εξουδετερώσουν σε μεγάλο βαθμό την επανορθωτική επίδραση του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που πρόκειται να επιβληθεί, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι εισαγωγείς είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

10.7 Μετά την έναρξη της έρευνας, οι αρχές δύνανται να προβαίνουν στη θέσπιση μέτρων, όπως η αναστολή του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας ή της εκτίμησης του ύψους του δασμού, τα οποία κρίνονται απαραίτητα για την είσπραξη των δασμών αντιντάμπινγκ με αναδρομική ισχύ, όπως προβλέπει η παράγραφος 6, αφ` ης στιγμής έχουν συγκεντρώσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο.

10.8 Δεν επιτρέπεται η επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ, κατ` εφαρμογή της παραγράφου 6, ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση πριν από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

Άρθρο 11

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των δασμών αντιντάμπινγκ και των αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές

11.1 Οι δασμοί αντιντάμπινγκ παραμένουν σε ισχύ μόνο για όσο χρόνο και στην έκταση που χρειάζεται για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ.

11.2 Οποτε το κρίνουν σκόπιμο, οι αρχές επανεξετάζουν κατά πόσον επιβάλλεται η συνέχιση της επιβολής του δασμού, είτε με δική τους πρωτοβουλία, είτε εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι από την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα και ότι η αίτηση συνοδεύεται από θετικά αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι είναι επιβεβλημένη η ζητούμενη επανεξέταση. Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τις αρχές να εξετάσουν κατά πόσον η συνέχιση της επιβολής του δασμού είναι αναγκαία για την εξουδετέρωση των συνεπειών του ντάμπινγκ και κατά πόσον είναι πιθανή η συνέχιση ή επανάληψη της πρόκλησης ζημίας σε περίπτωση ανάκλησης ή/και διαφοροποίησης του δασμού. Αν, βάσει της επανεξέτασης που έχει πραγματοποιηθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ δεν είναι πλέον απαραίτητος, ο δασμός καταργείται αμέσως.

11.3 Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, κάθε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ καταργείται το αργότερο πέντε έτη από την επιβολή του (ή από την ημερομηνία της πλέον πρόσφατης επανεξέτασής του, βάσει της παραγράφου 2, σε περίπτωση που αντικείμενο της επανεξέτασης ήταν τόσο το ντάμπινγκ, όσο και η ζημία, ή βάσει της παρούσας παραγράφου), εκτός αν οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα, στο πλαίσιο επανεξέτασης που άρχισαν πριν από την ανωτέρω ημερομηνία, είτε με δική τους πρωτοβουλία, είτε μετά τη διατύπωση σχετικού και δεόντως τεκμηριωμένου αιτήματος εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής σε προγενέστερο χρόνο που δεν απέχει υπερβολικά από την ανωτέρω ημερομηνία, ότι η λήξη ισχύος του δασμού θα είχε ως πιθανή συνέπεια τη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της εξ αυτού προκαλούμενης ζημίας. Ο δασμός είναι δυνατό να διατηρείται σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανεξέτασης.

11.4 Οι διατάξεις του άρθρου 6 σχετικά με τις αποδείξεις και τη διαδικασία εφαρμόζονται για κάθε επανεξέταση, η οποία διενεργείται βάσει του παρόντος άρθρου. Κάθε τέτοια επανεξέταση διενεργείται χωρίς καθυστερήσεις και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνεται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

11.5 Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και για τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, οι οποίες έχουν γίνει δεκτές βάσει του άρθρου 8.

Άρθρο 12.

Δημόσια ανακοίνωση και ανάπτυξη του σκεπτικού στο οποίοι στηρίζεται

12.1 Οταν οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας αντιντάμπινγκ βάσει του άρθρου 5, ενημερώνουν σχετικά το μέλος ή τα μέλη στα οποία παράγονται τα προϊόντα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τα άλλα τυχόν ενδιαφερόμενα μέρη, για τα οποία οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωρίζουν ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση, και εκδίδουν σχετική δημόσια ανακοίνωση.

12.1.1 Η δημόσια ανακοίνωση η σχετική με την έναρξη της έρευνας περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, επαρκή στοιχεία σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

(i) το όνομα της χώρας ή των χωρών εξαγωγής και το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας

(ii) την ημερομηνία έναρξης της έρευνας

(iii) τους λόγους που διαλαμβάνονται στην αίτηση προς επίρρωση του ισχυρισμού ότι υπάρχει ντάμπινγκ

(iv) συνοπτική παρουσίαση των στοιχείων επί των οποίων στηρίζεται ο ισχυρισμός ότι προκαλείται ζημία

(v) τη διεύθυνση στην οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να αποστέλλουν τυχόν στοιχεία ή παρατηρήσεις τους

(vi) τις προθεσμίες που τάσσονται στα ενδιαφερόμενα μέρη για τη γνωστοποίηση των απόψεών τους.

12.2 Δημόσια ανακοίνωση εκδίδεται για κάθε προκαταρκτικό ή οριστικό συμπέρασμα, είτε καταφατικό, είτε αποφατικό, για κάθε απόφαση, με την οποία γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 8, για τη λήξη ισχύος κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και για την κατάργηση οποιουδήποτε οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ. Κάθε δημόσια ανακοίνωση αυτού του είδους αναφέρει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα σαφήνεια τα πορίσματα και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές που διενεργούν την έρευνα σχετικά με όλες τις αποφασιστικής σημασίας πραγματικές ή νομικές παραμέτρους της υπόθεσης. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση διαβιβάζεται στο μέλος ή τα μέλη που παράγουν το προϊόν στο οποίο αναφέρεται το συμπέρασμα ή η ανάληψη υποχρέωσης, καθώς και στα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη για τα οποία είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση.

12.2.1 Για την επιβολή προσωρινών μέτρων εκδίδεται δημόσια ανακοίνωση στην οποία εξηγούνται, ή η οποία τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα προκαταρκτικά συμπεράσματα για το ντάμπινγκ και τη ζημία, και αναφέρονται τα νομικά και πραγματικά δεδομένα με βάση τα οποία αποφασίστηκε η αποδοχή ή η απόρριψη των προβαλλόμενων επιχειρημάτων. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση περιέχει, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικής ορισμένων πληροφοριών, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

(i) τα ονόματα προμηθευτών ή, όταν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, των εμπλεκόμενων προμηθευτριών χωρών

(ii) περιγραφή του προϊόντος αρκετά πλήρη, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες του εκτελωνισμού

(iii) τα καθοριζόμενα περιθώρια ντάμπινγκ και πλήρη ανάλυση του σκεπτικού στο οποίο βασίστηκε η επιλογή της μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό και τη σύγκριση της τιμής εξαγωγής με την κανονική αξία, κατ` εφαρμογή του άρθρου 2.

(iv) το σκεπτικό βάσει του οποίου διαπιστώθηκε η πρόκληση ή μη ζημίας κατά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 3.

(v) τους βασικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται το συμπέρασμα.

12.2.2 Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα σε περίπτωση διατύπωσης καταφατικού συμπεράσματος, με βάση το οποίο επιβάλλεται οριστικός δασμός ή γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές, διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, όλα τα συναφή στοιχεία τα σχετικά με τα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υπόθεσης, καθώς και τους λόγους που οδήγησαν στην επιβολή των οριστικών μέτρων ή την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης ως προς τις τιμές, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών. Ειδικότερα, η ανακοίνωση ή η έκθεση περιέχει τα στοιχεία που περιγράφονται στην παράγραφο 2.1, καθώς και τους λόγους για τους οποίους έγιναν δεκτά ή απορρίφθηκαν τα σχετικά επιχειρήματα ή οι ισχυρισμοί των εξαγωγέων και των εισαγωγέων, όπως επίσης το σκεπτικό τυχόν απόφασης που λαμβάνεται δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 10.2

12.2.3 Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα μετά την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 8 περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, το μη εμπιστευτικού χαρακτήρα σκέλος της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης.

12.3 Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και για την έναρξη και περάτωση των επανεξετάσεων που διενεργούνται βάσει του άρθρου 11, καθώς και για τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 10 και αφορούν την επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ.

Άρθρο 13

Δικαστικός έλεγχος

Κάθε μέλος, η εσωτερική νομοθεσία του οποίου προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης μέτρων αντιντάμπινγκ, φροντίζει για την ύπαρξη και λειτουργία τακτικών, διαιτητικών ή διοικητικών δικαιοδοτικών οργάνων, καθώς και για τη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών, ώστε να είναι δυνατός, μεταξύ άλλων, ο άμεσος έλεγχος των πράξεων της Διοίκησης που αναφέρονται στη διατύπωση των οριστικών συμπερασμάτων και την επανεξέταση των συμπερασμάτων κατά την έννοια του άρθρου 11. Τα εν λόγω δικαιοδοτικά όργανα και οι διαδικασίες πρέπει να χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία έναντι των αρχών που φέρουν την ευθύνη για το επίμαχο συμπέρασμα ή την επίμαχη επανεξέταση.

Άρθρο 14

Μέτρα αντιντάμπινγκ για λογαριασμό τρίτης χώρας

14.1 Η αίτηση για τη λήψη μέτρων αντιντάμπινγκ για λογαριασμό τρίτης χώρας υποβάλλεται από τις αρχές της τρίτης χώρας που ζητεί τη λήψη μέτρων.

14.2 Η ανωτέρω αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από στοιχεία σχετικά με τις τιμές, από τα οποία να προκύπτει ότι οι επίμαχες εισαγωγές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καθώς και από λεπτομερή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι υποτιθέμενες πρακτικές ντάμπινγκ προκαλούν ζημία στον οικείο κλάδο παραγωγής της τρίτης χώρας. Η κεβέρνηση της τρίτης χώρας παρέχει κάθε δυνατή συνδρομή στις αρχές της χώρας εισαγωγής, με σκοπό τη συγκέντρωση τυχόν συμπληρωματικών στοιχείων που κρίνονται απαραίτητα από αυτή την τελευταία.

14.3 Κατά την εξέταση κάθε σχετικής αίτησης, οι αρχές της χώρας εισαγωγής συνεκτιμούν τις συνέπειες των υποτιθέμενων πρακτικών ντάμπινγκ για τον οικείο κλάδο παραγωγής της τρίτης χώρας στο σύνολό του, αυτό σημαίνει ότι για την αξιολόγηση της ζημίας δεν λαμβάνονται μόνο υπόψη οι συνέπειες των υποτιθέμενων πρακτικών ντάμπινγκ για τις εξαγωγές που πραγματοποιεί ο οικείος κλάδος παραγωγής προς τη χώρα εισαγωγής, ούτε καν μόνο οι συνέπειές τους για τις συνολικές εξαγωγές του οικείου κλάδου παραγωγής.

14.4 Η απόφαση περί της προόδου ή μη της διαδικασίας σε σχέση με συγκεκριμένη υπόθεση λαμβάνεται από τη χώρα εισαγωγής. Αν η χώρα εισαγωγής αποφασίσει ότι είναι διατεθειμένη να προβεί στη λήψη μέτρων, η πρωτοβουλία για την παραπομπή του θέματος στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, με αίτημα τη χορήγηση έγκρισης εκ μέρους του για τη λήψη μέτρων, ανήκει στη χώρα εισαγωγής.

Άρθρο 15

Αναπτυσσόμενες χώρες-μέλη

Γίνεται δεκτό ότι μετά την αξιολόγηση των αιτήσεων για τη θέσπιση μέτρων αντιντάμπινγκ βάσει της παρούσας συμφωνίας, οι ανεπτυγμένες χώρες-μέλη οφείλουν να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις ειδικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών-μελών. Πριν από την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ διερευνώνται οι δυνατότητες λήψης επικοδομητικών μέτρων για τη διευθέτηση του προβλήματος, όπως τα προβλεπόμενα από την παρούσα συμφωνία, εφόσον τυχόν επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα είχε επιπτώσεις για τα θεμελιώδη συμφέροντα των αναπτυσσομένων χωρών-μελών.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

Άρθρο 16

Επιτροπή Πρακτικών Αντιντάμπινγκ

16.1 Συστήνεται Επιτροπή Πρακτικών Αντιντάμπινγκ (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία “η επιτροπή”), απαρτιζόμενη από τους αντιπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο, καθώς και στις λοιπές περιπτώσεις που προβλέπονται από συναφείς διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους. Η επιτροπή φροντίζει για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη και παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διενεργούν διαβουλεύσεις σχετικά με το σύνολο των θεμάτων που άπτονται της λειτουργίας της συμφωνίας και της προαγωγής των στόχων της. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.

16.2 Οταν κρίνεται σκόπιμο, η επιτροπή δύναται να συστήνει όργανα που θα την υποβοηθούν στο έργο της.

16.3 Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η επιτροπή και τα τυχόν όργανα που την επικουρούν δύνανται να έρχονται σε συνεννόηση με οποιονδήποτε κρίνουν σκόπιμο και να ζητούν αντίστοιχα πληροφορίες από οποιανδήποτε πηγή. Παρόλα αυτά, πριν η επιτροπή ή ένα από τα όργανα που την επικουρούν διατυπώσεις αίτημα για την παροχή πληροφοριών από κάποιον φορέα που υπάγεται στη δικαιοδοσία ενός μέλους, οφείλει να ενημερώσει το οικείο μέλος. Για τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η συγκατάθεση του εν λόγω μέλους και κάθε εταιρείας με την οποία πρόκειται να επιδιωχθούν συνεννοήσεις.

16.4 Τα μέλη γνωστοποιούν αμελλητί στην επιτροπή όλα τα προκαταρκτικά ή οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ που θεσπίζουν. Τα στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο φυλάσσονται στη γραμματεία, όπου και μπορούν να τα εξετάζουν τα λοιπά μέλη. Τα μέλη υποβάλλουν επίσης ανά εξάμηνο εκθέσεις για τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ενδεχομένως θέσπισαν κατά τη διάρκεια του προηγηθέντος εξαμήνου. Για την υποβολή των εξαμηνιαίων εκθέσεων χρησιμοποιείται το συμφωνηθέν τυποποιημένο έντυπο.

16.5 Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή σχετικά με τα εξής: (α) τις αρχές που είναι αρμόδιες για την έναρξη και διεξαγωγή των ερευνών που προβλέπονται στο άρθρο 5, και (β) τις εσωτερικές διαδικασίες που εφαρμόζονται για την έναρξη και διεξαγωγή των σχετικών ερευνών.

Άρθρο 17

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

17.1 Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετων ρυθμίσεων της παρούσας συμφωνίας, το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών εφαρμόζεται για τη διενέργεια διαβουλεύσεων και για την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

17.2 Κάθε μέλος λαμβάνει υπόψη του με πνεύμα καλής θέλησης τις απόψεις που έχει εκφράσει ένα άλλο μέλος σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που άπτεται της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες για τη διενέργεια σχετικών διαβουλεύσεων.

17.3 Αν ένα μέλος θεωρεί ότι οποιοδήποτε όφελος, το οποίο απορρέει για αυτό, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από την παρούσα συμφωνία εξουδετερώνεται ολικώς ή μερικώς, ή ότι παρεμποδίζεται η επίτευξη οιουδήποτε στόχου, εξαιτίας ενεργειών κάποιου άλλου μέλους ή μελών, έχει το δικαίωμα να ζητήσει γραπτώς τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το εκάστοτε μέλος ή μέλη, προκειμένου να εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα. Κάθε μέλος λαμβάνει υπόψη του με πνεύμα καλής θέλησης τις αιτήσεις που υποβάλλουν τα άλλα μέλη για τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

17.4 Σε περίπτωση που το μέλος το οποίο ζήτησε τη διενέργεια διαβουλεύσεων θεωρεί ότι οι διαβουλεύσεις που διενεργήθηκαν βάσει της παραγράφου 3 δεν έχουν επιτρέψει την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης και εφόσον οι αρμόδιες αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν προβεί στη λήψη μέτρων οριστικού χαρακτήρα, τα οποία αφορούν την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ ή την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, δύναται να παραπέμψει το θέμα στο Οργανο Επίλυσης Διαφορών (“ΟΕΔ”). Οταν ένα προσωρινό μέτρο έχει σοβαρές συνέπειες, και το μέλος που ζήτησε τη διενέργεια διαβουλεύσεων θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο ελήφθη κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 7, παράγραφος 1, και στην περίπτωση αυτή το εν λόγω μέλος δύναται να παραπέμψει το θέμα στο ΟΕΔ.

17.5 Κατόπιν αιτήσεως του καταγγέλοντος μέρους, το ΟΕΔ προβαίνει στη σύσταση ειδικής ομάδας (πάνελ) για την εξέταση της υπόθεσης. Εν προκειμένω λαμβάνονται υπόψη:

(i) γραπτή δήλωση του μέλους που έχει υποβάλει την αίτηση, στην οποία επεξηγείται ο τρόπος με τον οποίον κάποιο όφελος, το οποίο απορρέει για αυτό είτε άμεσα είτε έμμεσα από την παρούσα συμφωνία εξουδετερώνεται ολικώς ή μερικώς ή με τον οποίον παρεμποδίζεται η επίτευξη των στόχων της συμφωνίας και

(ii) τα στοιχεία που έχουν προσκομιστεί στις αρχές του εισάγοντος μέλους σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται για το σκοπό αυτό από την εσωτερική του νομοθεσία.

17.6 Για την εξέταση του θέματος περί του οποίου γίνεται λόγος στην παράγραφο 5 ισχύουν τα εξής:

(i) κατά την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης, η ειδική ομάδα αποφαίνεται κατά πόσον είναι ορθά τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές, όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, και κατά πόσον η αξιολόγηση των εν λόγω πραγματικών περιστατικών εκ μέρους των αρχών έγινε με τρόπο αμερόληπτο και αντικειμενικό. Αν κρίνεται ότι τα συμπεράσματα τα σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά είναι ορθά και ότι η αξιολόγησή τους έγινε με τρόπο αμερόληπτο και αντικειμενικό, η ισχύς της αξιολόγησης δεν ανατρέπεται, ακόμη και αν η ειδική ομάδα έχει καταλήξει σε διαφορετικά συμπεράσματα.

(ii) Η ειδική ομάδα ερμηνεύει τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας σύμφωνα με τους εθιμικούς ερμηνευτικούς κανόνες που ισχύουν στο δημόσιο διεθνές δίκαιο. Οταν η ειδική ομάδα διαπιστώνει ότι κάποια συναφής διάταξη της συμφωνίας επιδέχεται περισσοτέρων επιτρεπτών ερμηνειών, οφείλει να συμπεράνει ότι το συγκεκριμένο μέτρο που έχει ληφθεί από τις αρχές είναι σύμφωνο με τη συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι η λήψη του μέτρου στηρίζεται σε κάποια από τις εν λόγω επιτρεπτές ερμηνείες.

17.7 Οι εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες που έχουν τεθεί στη διάθεση της ειδικής ομάδας δεν επιτρέπεται να δίδονται στη δημοσιότητα χωρίς τη ρητή έγκριση του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που έχει προσκομίσει την εκάστοτε πληροφορία. Οταν η ειδική ομάδα έχει λάβει αίτηση για την κοινοποίηση μιας τέτοιου είδους πληροφορίας, αλλά δεν εξασφαλίζει την έγκριση που απαιτείται για την κοινοποίηση, τότε παρέχεται αντί της πληροφορίας μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περίληψή της, για την οποία έχει χορηγήσει την έγκρισή του το πρόσωπο, ο φορέας ή η αρχή που την έχει προσκομίσει.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

Άρθρο 18

Τελικές διατάξεις

18.1 Δεν επιτρέπεται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων έναντι των εξαγωγών με πρακτικές ντάμπινγκ που πραγματοποιεί ένα άλλο μέλος παρά μόνο συμφώνως προς τις διατάξεις της GATT του 1994, όπως αυτή ερμηνεύεται από την παρούσα συμφωνία.

18.2 Η διατήπωση επιφυλάξεων σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας συμφωνίας προϋποθέτει τη συγκατάθεση των υπολοίπων μελών.

18.3 Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3.1 και 3.2, οι διατάξεις της προύσας συμφωνίας εφαρμόζονται για τις έρευνες και τις διαδικασίες επανεξέτασης μέτρων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ, οι οποίες κινούνται μετά από αίτηση που υπεβλήθη κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος ως προς ένα μέλος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ή μετά από αυτήν.

18.3.1 Για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ στο πλαίσιο διαδικασιών επιστροφής χρηματικών ποσών δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 3, εφαρμόζονται οι κανόνες που ίσχυαν κατά τον τελευταίο καθορισμό ή την τελευταία επανεξέταση του ντάμπινγκ.

18.3.2 Για τους σκοπούς του άρθρου 11, παράγραφος 3, τεκμαίρεται ότι τα ήδη ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ επεβλήθησαν σε χρόνο που δεν είναι μεταγενέστερος της ημερομηνίας έναρξης ισχύος ως προς ένα μέλος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ισχύουσα κατά την εν λόγω ημερομηνία εσωτερική νομοθεσία κάποιου μέλους συμπεριελάμβανε ήδη διάταξη με περιεχόμενο ανάλογο της διάταξης της προαναφερθείσας παραγράφου.

18.4 Κάθε μέλος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα γενικής ή ειδικής φύσεως, ώστε να διασφαλίσει ότι, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, οι εσωτερικοί του νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές διαδικασίες θα συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, όπως ενδεχομένως ισχύουν σε σχέση με το εκάστοτε μέλος.

18.5 Κάθε μέλος τηρεί ενήμερη την επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε μεταβολή των εσωτερικών του νόμων και κανονισμών που άπτονται του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας, καθώς και σχετικά με τυχόν μεταβολές, όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

18.6 Η επιτροπή εξετάζει ανά έτος την εφαρμογή και λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, έχοντας ως γνώμονα τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ανά έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συνναλαγών σχετικά με τις τυχόν εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που κάλυψε η εξέταση.

18.7 Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΤΟΠΙΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 6, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

1. Κατά την έναρξη κάθε έρευνας, οι αρχές του εξάγοντος μέλους και οι εταιρείες για τις οποίες είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την πρόθεση διεξαγωγής επιτοπίων ερευνών.

2. Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, προγραμματίζεται η συμμετοχή στο κλιμάκιο που πρόκειται να διενεργήσει τις έρευνες και κάποιων εμπειρογνωμόνων που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο, πρέπει να ενημερώνονται σχετικά οι εταιρείες και οι αρχές του μέλους εξαγωγής. Οι εμπειρογνώμονες που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο υπέχουν καθήκον εχεμύθειας, ενώ για περιπτώσεις παραβίασης του καθήκοντος αυτού πρέπει να προβλέπονται ουσιαστικές κυρώσεις.

3. Πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική η εξασφάλιση της ρητής συγκατάθεσης των ενδιαφερομένων εταιρειών στο εξάγον μέλος, πριν από τον οριστικό προγραμματισμό της επίσκεψης.

4. Αφ` ης στιγμής εξασφαλίζεται η συγκατάθεση των ενδιαφερομένων εταιρειών, οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωστοποιούν στις αρχές του εξάγοντος μέλους τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εταιρειών τις οποίες αφορά η επίσκεψη, καθώς και τις συμφωνηθείσες για τον σκοπό αυτό ημερομηνίες.

5. Οι εταιρείες τις οποίες αφορά η επίσκεψη ειδοποιούνται σχετικά ικανό χρονικό διάστημα πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

6. Επισκέψεις με αντικείμενο την παροχή εξηγήσεων σχετικά με το ερωτηματολόγιο πραγματοποιούνται μόνο μετά τη διατύπωση σχετικού αιτήματος από εξαγωγό εταιρεία. Οι επισκέψεις αυτού του είδους επιτρέπονται μόνο εφόσον: (α) οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν ενημερώσει σχετικά τους εκπροσώπους του οικείου μέλους, και (β) αυτοί οι τελευταίοι δεν έχουν αντίρρηση για την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

7. Δεδομένου ότι βασικός σκοπός μιας επιτόπιας έρευνας είναι η επαλήθευση των προσκομισθέντων στοιχείων ή η συγκέντρωση κάποιων λεπτομερέστερων στοιχείων, η επιτόπια έρευνα πρέπει να διεξάγεται μετά τη λήψη της απάντησης στο ερωτηματολόγιο, εκτός αν η ενδιαφερόμενη εταιρεία δεν έχει αντίρρηση για το αντίθετο και επιπλέον η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους έχει ενημερωθεί από τις αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές σχετικά με τη σκοπούμενη επίσκεψη και δεν προβάλλει σχετικές αντιρρήσεις. Επίσης, πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική να ενημερώνονται οι ενδιαφερόμενες εταιρείες, πριν από την επίσκεψη, σχετικά με το γενικό χαρακτήρα των στοιχείων που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο του ελέγχου, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία κρίνεται αναγκαία, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυντό να ζητούνται κατά η διάρκεια των επιτόπιων ερευνών περαιτέρω στοιχεία που κρίνονται χρήσιμα με βάση το υλικό που έχει ήδη συγκεντρωθεί.

8. Τυχόν απορίες ή ερωτήσεις τις οποίες διατυπώνουν οι αρχές ή οι εταιρείες των εξαγόντων μελών και οι οποίες έχουν σημασία για την επιτυχή διεξαγωγή επιτόπιας έρευνας απαιτείται, στο μέτρο του δυνατού, να παντώνται πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ “ΚΑΛΥΤΕΡΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ” ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 6, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

1. Το συντομότερο δυνατόν μετά την έναρξη της έρευνας, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα παρέχουν λεπτομερείς διευκρινίσεις σχετικά με τα στοιχεία που ζητούνται από κάθε ενδαφερόμενο, καθώς και με τη μορφή υπό την οποία κάθε ενδιαφερόμενος οφείλει να υποβάλει τα ζητούμενα στοιχεία. Οι αρχές οφείλουν ακόμη να φροντίζουν, ώστε να γίνεται σαφές στον ενδιαφερόμενο ότι σε περίπτωση που τα ζητούμενα στοιχεία δεν προσκομιστούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, οι αρχές αποκτούν το δικαίωμα να διατυπώσουν συμπεράσματα βάσει των στοιχείων που έχουν στη διάθεσή τους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα στοιχεία που περιέχονται στην υποβληθείσα από τον εγχώριο κλάδο παραγωγής αίτηση, με την οποία ζητήθηκε η έναρξη έρευνας.

2. Οι αρχές δύνανται επίσης να ζητούν από οιονδήποτε ενδιαφερόμενο να παράσχει την απάντησή του υπό κάποια συγκεκριμένη μορφή (π.χ. ταινία ηλεκτρονικού υπολογιστή) ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οταν ζητείται κάτι τέτοιο, οι αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις δυνατότητες που θα ήταν εύλογο, να αναμένει κανείς από κάποιον ενδιαφερόμενο, ο οποίος καλείται να παράσχει στοιχεία υπό καθορισμένη μορφή ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το σύστημα πληροφορικής που ζητείται να χρησιμοποιηθεί για την απάντηση του ενδιαφερομένου δεν επιτρέπεται να είναι διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο ενδιφερόμενος. Οι αρχές δεν θα πρέπει να επιμένουν για την παροχή μηχανογραφημένης απάντησης, αν ο εκάστοτε ενδιαφερόμενος δεν διαθέτει μηχανογραφημένο σύστημα λογιστικής και αν η παρουσίαση των στοιχείων με τη μορφή που ζητούν οι αρχές συνεπάγεται υπέρμετρη πρόσθετη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο, π.χ. απαιτεί υπέρμετρο επιπλέον κόστος και κόπο. Οι αρχές δεν πρέπει να εμμένουν στο αίτημά τους για την παροχή στοιχείων με συγκεκριμένο μέσο ή σε συγκεκριμένη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή, αν ο ενδιαφερόμενος δεν διαθέτει μηχανογραφημένο σύστημα λογιστικής, το οποίο να στηρίζεται στη χρήση του εν λόγω μέσου ή της συγκεκριμένης γλώσσας ηλεκτρονικού υπολογιστή και αν η παρουσίαση των στοιχείων με τη μορφή που ζητούν οι αρχές συνεπάγεται υπέρμετρη πρόσθετη επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο, π.χ. απαιτεί υπέρμετρο επιπλέον κόστος και κόπο.

3. Κατά τη διατύπωση των συμπερασμάτων λαμβάνονται υπόψη όλα τα στοιχεία τα οποία είναι δυνατό να επαληθευτούν, τα οποία πληρουν ορισμένες προϋποθέσεις, ώστε να είναι δυνατή η χρησιμοποίησή τους στο πλαίσιο της έρευνας χωρίς υπερβολικές δυσχέρειες, τα οποία προσκομίστηκαν εγκαίρως και τα οποία, κατά περίπτωση, υποβάλλονται με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που καθόρισαν οι αρχές. Σε περίπτωση που κάποιος ενδιαφερόμενος δεν προσκομίσει τα ζητούμενα στοιχεία με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που έχουν υποδείξει οι αρχές, αλλά οι αρχές διαπιστώνουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 2, γίνεται δεκτό ότι η αδυναμία παροχής της απάντησης με τη μορφή ή στη γλώσσα ηλεκτρονικού υπολογιστή που έχουν υποδείξει οι αρχές δεν αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για την πρόοδο της έρευνας.

4. Οταν οι αρχές δεν διαθέτουν τη δυνατότητα επεξεργασίας κάποιων στοιχείων που υποβάλλονται με συγκεκριμένο μέσο (π.χ. ταινία ηλεκτρονικού υπολογιστή), τα εν λόγω στοιχεία απαιτείται να προσκομίζονται υπό μορφή έγγραφου υλικού ή υπό οιαδήποτε άλλη μορφή κρίνεται κατάλληλη από τις αρχές.

5. Ακόμη και όταν τα προσκομιζόμενα στοιχεία δεν κρίνονται ως απολύτως ενδεδειγμένα από κάθε άποψη, οι αρχές δεν δύνανται εξ αυτού του λόγου να αρνούνται να τα λάβουν υπόψη, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος επέδειξε κάθε δυνατή επιμέλεια για την προσήκουσα υποβολή των στοιχείων.

6. Σε περίπτωση που δεν γίνονται δεκτά κάποια αποδεικτικά στοιχεία ή κάποιες πληροφορίες, η πλευρά που υπέβαλε τα εν λόγω στοιχεία ή τις εν λόγω πληροφορίες ενημερώνεται αμέσως σχετικά με τους λόγους της απόρριψης, και της παραχωρείται η δυνατότητα να παράσχει συμπληρωματικές εξηγήσεις εντός εύλογης προθεσμίας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των προθεσμιών που ισχύουν για την έρευνα. Αν οι εξηγήσεις δεν κρίνονται ικανοποιητικές από τις αρχές, οι λόγοι της απόρριψης των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων ή πληροφοριών απαιτείται να αναφέρονται κατά τη δημοσίευση των συμπερασμάτων επί της υπόθεσης.

7. Οταν οι αρχές είναι υποχρεωμένες να στηρίξουν τα συμπεράσματά τους, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών με την κανονική αξία, σε στοιχεία που έχουν προέλθει από κάποια πηγή δευτερεύουσας σημασίας, όπως είνα τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στην αίτηση για την έναρξη της έρευνας, ενεργούν με ιδιαίτερη περίσκεψη. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρχές οφείλουν, στο μέτρο το δυνατού, να επαληθεύουν τα εν λόγω στοιχεία με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν από άλλες, ανεξάρτητες πηγές, όπως είναι οι δημοσιευμένοι τιμοκατάλογοι, τα επίσημα στοιχεία για τις εισαγωγές και τις τελωνειακές στατιστικές, καθώς και τα στοιχεία που έχουν προσκομίσει άλλοι ενδιαφερόμενοι κατά τη διάρκεια της έρευνας. Είναι πάντως σαφές ότι, αν κάποιος ενδιαφερόμενος αρνείται να συνεργασθεί, με αποτέλεσμα οι αρχές να στερούνται τη δυνατότητα πρόσβασης σε χρήσιμα στοιχεία, η κατάσταση αυτή ενδέχεται να συμβάλει στη διαμόρφωση κάποιου αποτελέσματος, το οποίο θα ήταν περισσότερο ευνοϊκό για τη συγκεκριμένη πλευρά αν αυτή είχε επιδείξει διάθεση συνεργασίας.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ VII ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ  ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΟΥ 1994

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Η πρώτη βάση για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας είναι η “συνΆλλακτική αξία” όπως ορίζεται στο άρθρο 1. Το άρθρο αυτό πρέπει να συνδυάζεται με το άρθρο 8, το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων, προσαρμογές της πράγματι πληρωθείσης ή πληρωτέας τιμής, όταν ορισμένα ειδικά στοιχεία, τα οποία θεωρούνται ότι αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας, βαρύνουν τον αγοραστή αλλά δεν περιλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή. Το άρθρο 8 προβλέπει ομοίως ότι περιλαμβάνονται στη συνΆλλακτική αξία, ορισμένες παροχές του αγοραστή προς όφελος του πωλητή υπό μορφή συγκεκριμένων εμπορευμάτων ή υπηρεσιών και όχι υπό μορφή χρημάτων. Τα άρθρα 2 μέχρι και 7 αναφέρουν τις μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, να ο καθορισμός αυτός δεν μπορεί να γίνει κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1.

2. Οταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, η τελωνειακή υπηρεσία και ο εισαγωγέας οφείλουν κανονικά να διαβουλεύονται για να προσδιορίσουν τη βάση της αξίας κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 2 ή 3. Είναι δυνατό να συμβεί, παραδείγματος χάρη, να κατέχει ο εισαγωγέας πληροφορίες που αφορούν τη δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων, οι οποίες δεν παρέχονται αμέσως στην τελωνειακή υπηρεσία του τόπου εισαγωγής. Αντίθετα, η τελωνειακή υπηρεσία μπορεί να έχει πληροφορίες που αφορούν τη δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων στις οποίες ο εισαγωγέας δεν έχει εύκολα πρόσβαση. Η διενέργεια διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο μερών καθιστά δυνατή την αντΆλλαγή πληροφοριών, με τήρηση των υποχρεώσεων περί του εμπορικού απορρήτου, ώστε να καθοριστεί η ορθή βάση για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας.

3. Τα άρθρα 5 και 6 παρέχουν δύο βάσεις καθορισμού της δασμολογητέας αξίας, όταν η αξία αυτή δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί με βάση τη συνΆλλακτική αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων ή πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγομένων εμπορευμάτων. Δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται με βάση την τιμή, στην οποία πωλούνται τα εμπορεύματα στην κατάσταση που εισήχθησαν στη χώρα εισαγωγής σε αγοραστή ο οποίος δεν συνδέεται με τον πωλητή, ο εισαγωγέας έχει ομοίως το δικαίωμα, με αίτησή του, να ζητήσει να γίνει εκτίμηση, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5, των εμπορευμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο περαιτέρω επεξεργασίας μετά την εισαγωγή. Δυνάμει του άρθρου 6 η δασμολογητέα αξία καθορίζεται βάσει της υπολογιζομένης αξίας. Οι δύο αυτές μέθοδοι παρουσιάζουν ορισμένες δυσκολίες και, για το λόγο αυτό, ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4, να επιλέξει τη σειρά με την οποία θα γίνει χρήση των δύο μεθόδων.

4. Το άρθρο 7 αναφέρει τον τρόπο καθορισμού της δασμολογητέας αξίας στις περιπτώσεις που κανένα από τα προηγούμενα άρθρα δεν το επιτρέπει.

Τα μέλη,

Εχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις,

Επιθυμώντας να επιτύχουν τους στόχους της GATT του 1994 και να εξασφαλίσουν συμπληρωματικά πλεονεκτήματα για το διεθνές εμπόριο των αναπτυσσομένων χωρών.

Αναγνωρίζοντας τη σημασία των διατάξεων του άρθρου VII της GATT του 1994 και επιθυμώντας να επεξεργασθούν κανόνες για την εφαρμογή τους, ώστε να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ομοιομορφία και βεβαιότητα στην υλοποίησή τους.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ένα δίκαιο, ομοιόμορφο και ουδέτερο σύστημα καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων, το οποίο να αποκλείει τη χρήση αυθαίρετων ή πλασματικών δασμολογητέων αξιών.

Αναγνωρίζοντας ότι η βάση του καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων θα πρέπει να είναι, κατά το δυνατό, η συνΆλλακτική αξία των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων

Αναγνωρίζοντας ότι η δασμολογητέα αξία είναι ανάγκη να καθορίζεται με κριτήρια απλά και δίκαια, σύμφωνα με την εμπορική πρακτική και ότι οι διαδικασίες καθορισμού της επιβάλλεται να είναι γενικής εφαρμογής, χωρίς διακρίσεις μεταξύ πηφών εφοδιασμού,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διαδικασίες καθορισμού της δασμολογητέας αξίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του ντάμπινγκ

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι

ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ

Άρθρο 1

1. Η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων είναι η συνΆλλακτική αξία, δηλαδή η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή, όταν αυτά πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό τη χώρα εισαγωγής μετά από προσαρμογή που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 8, εφόσον:

α) δεν υφίστανται περιορισμοί, όσον αφορά τη μεταβίβαση ή τη χρησιμοποίηση των εμπορευμάτων από τον αγοραστή, εκτός από τους περιορισμούς, οι οποίοι:

i) επιβάλλονται ή απαιτούνται από το νόμο ή από τις δημόσιες αρχές της χώρας εισαγωγής,

ii) περιορίζουν τη γεωγραφική ζώνη στην οποία δύνανται να μεταπωληθούν τα εμπορεύματα, ή

iii) δεν επηρεάζουν ουσιωδώς την αξία των εμπορευμάτων

β) η πώληση ή η τιμή δεν εξαρτάται από προϋποθέσεις ή παροχές, των οποίων η αξία δεν είναι δυνατό να καθοριστεί, όσον αφορά τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα

γ) κανένα μέρος του προϊόντος κάθε μεταγενέστερης μεταπώλησης, μεταβίβασης ή χρησιμοποίησης των εμπορευμάτων από τον αγοραστή δεν περιέρχεται αμέσως ή εμμέσως στον πωλητή, εκτός αν είναι δυνατό να γίνει κατάλληλη προσαρμογή δυνάμει του άρθρου 8 και

δ) ο αγοραστής και ο πωλητής δεν συνδέονται μεταξύ τους, ή, εάν συνδέονται, η συνΆλλακτική αξία είναι αποδεκτή για δασμολογικούς σκοπούς δυνάμει της παραγράφου 2.

2. α) Για να καθοριστεί αν η συνΆλλακτική αξία είναι αποδεκτή για την εφαρμογή της παργράφου 1, το γεγονός ότι ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους κατά την έννοια του άρθρου 15 δεν συνιστά αυτό καθ` εαυτό επαρκή αιτία ώστε να θεωρηθεί η συνΆλλακτική αξία ως απαράδεκτη. Σε τέτοια περίπτωση, εξετάζονται οι περιστάσεις περί την πώληση και η συνΆλλακτική αξία γίνεται δεκτή, εφόσον οι σχέσεις αυτές δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Αν, αφού ληφθούν υπόψη οι πληροφορίες που παρέχει ο εισαγωγέας ή οι οποίες επιτυγχάνονται από άλλες πηγές, η τελωνειακή υπηρεσία έχει λόγους να θεωρεί ότι οι σχέσεις αυτές επηρέασαν την τιμή, ανακοινώνει τους λόγους αυτούς στον εισαγωγέα και του παρέχει εύλογη δυνατότητα απάντησης. Κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα, οι λόγοι του ανακοινώνονται εγγράφως

β) σε μια πώληση μεταξύ συνδεομένων μεταξύ τους προσώπων, η συνΆλλακτική αξία γίνεται αποδεκτή και τα εμπορεύματα εκτιμώνται σύμφωνα με την παράγραφο 1, όταν ο εισαγωγέας αποδεικνύει ότι η εν λόγω αξία προσεγγίζει πολύ μια από τις κατωτέρω αναφερόμενες αξίες, οι οποίες υφίστανται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή:

i) συνΆλλακτική αξία όσον αφορά πωλήσεις, προς αγοραστές μη συνδεόμενους, πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων προς εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής

ii) δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων, όπως καθορίζεται κατ` εφαρμογή του άρθρου 5

iii) δασμολογητέα αξία πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων, όπως καθορίζεται κατ` εφαρμογή του άρθρου 6.

Κατά την εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αποδεικνυόμενες διαφορές εμπορικών επιπέδων, ποσοτήτων, στοιχείων που απαριθμούνται στο άρθρο 8, εξόδων που βαρύνουν τον πωλητή, όσον αφορά πωλήσεις στις οποίες δεν συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής και εξόδων που δεν βαρύνουν τον πωλητή, όσον αφορά πωλήσεις στις οποίες συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής.

γ) Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο β) πρέπει να χρησιμοποιούνται με πρωτοβουλία του εισαγωγέα και μόνο για σκοπούς σύγκρισης. Δεν δύναται να καθιερωθούν αξίες υποκατάστασης δυνάμει της παραγράφου 2, στοιχείο β).

Άρθρο 2

1. α) Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, η δασμολογητέα αξία είναι η συνΆλλακτική αξία πανομοιότυπων εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται για εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής και εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, θα πρέπει να γίνεται χρήση της συνΆλλακτικής αξίας πανομοιότυπων εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο ή/και σε διαφορετική ποσότητα προσαρμοζόμενη ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που είναι δυνατό να οφείλονται στο εμπορικό επίπεδο ή/και στην ποσότητα, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσαρμογές αυτές ανεξάρτητα από το αν καταλήγουν σε αύξηση ή μείωση της αξίας, είναι δυνατό να βασίζονται σε προσκομιζόνενα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία να αποδεικνύουν σαφώς ότι οι προσαρμογές είναι εύλογες και ακριβείς.

2. Οταν τα έξοδα που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 2 περιλαμβάνονται στη συνΆλλακτική αξία, η αξία αυτή προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη σημαντικές διαφορές που είναι δυνατό να υπάρχουν μεταξύ των εξόδων που αφορούν, αφενός, τα εισαγόμενα εμπορεύματα και, αφετέρου, τα πανομοιότυπα μ` αυτά εμπορεύματα, συνεπεία διαφορών στις αποστάσεις και στους τρόπους μεταφοράς.

3. Αν κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου διαπιστωθούν περισσότερες από μια συνΆλλακτικές αξίες πανομοιότυπων εμπορευμάτων, λαμβάνεται υπόψη η κατώτερη συνΆλλακτική αξία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγομένων εμπορευμάτων.

Άρθρο 3

1. α) Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2, η δασμολογητέα αξία είναι η συνΆλλακτική αξία ομοειδών εμπορευμάτων, τα οποία πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό την ίδια χώρα εισαγωγής και τα οποία εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

β) Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται βάσει της συνΆλλακτικής αξίας ομοειδών εμπορευμάτων που πωλούνται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και στην ίδια ουσιαστικώς ποσότητα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνΆλλακτική αξία ομοειδών εμπορευμάτων που πωλούνται σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο ή/και σε διαφορετική ποσότητα, προσαρμοζόμενη ώστε να ληφθούν υπόψη διαφορές που είναι δυνατό να οφείλονται στο εμπορικό επίπεδο ή/και στην ποσότητα, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσαρμογές αυτές, ανεξάρτητα από το αν καταλήγουν σε αύξηση ή σε μείωση της αξίας, είναι δυνατόν να βασίζονται σε προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν σαφώς ότι οι προσαρμογές είναι εύλογες και ακριβείς.

2. Οταν τα έξοδα που προβλέπονται στο άρθρο 8, παράγραφος 2 περιλαμβάνονται στη συνΆλλακτική αξία, η αξία αυτή προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη σημαντικές διαφορές που είναι δυνατό να υπάρχουν μεταξύ των εξόδων που αφορούν αφενός τα εισαγόμενα εμπορεύματα και αφετέρου, τα ομοειδή μ` αυτά, συνεπεία διαφορών στις αποστάσεις και στους τρόπους μεταφοράς.

3. Αν, κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, διαπιστωθούν περισσότερες από μια συνΆλλακτικές αξίες ομοειδών εμπορευμάτων, λαμβάνεται υπόψη η κατώτερη συνΆλλακτική αξία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

Άρθρο 4

Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1, 2 και 3 η δασμολογητέα αξία καθορίζεται κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 ή, όταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή του άρθρου αυτού, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 ωστόσο, κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα, η σειρά εφαρμογής των άρθρων 5 και 6 αντιστρέφεται.

Άρθρο 5

1. α) Αν τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται στη χώρα εισαγωγής στην κατάσταση που εισήχθησαν, η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία καθορίζεται κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου, βασίζεται στην τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις των εισαγόμενων εμπορευμάτων ή πανομοιότυπων ή ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα και γίνονται προς πρόσωπα που δεν συνδέονται με τους πωλητές, κατά τη χρονική στιγμή ή περίπου κατά τη χρονική στιγμή εισαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, με την επιφύλαξη της αφαίρεσης των παρακάτω στοιχείων:

i) των συνήθως καταβαλλόμενων ή συμφωνούμενων προμηθειών ή περιθωρίων που ισχύουν γενικά για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα για πωλήσεις στη χώρα αυτή εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους.

ii) των συνήθων εξόδων μεταφοράς και ασφάλισης, καθώς και των συναφών εξόδων που γίνονται στη χώρα εισαγωγής

iii) κατά περίπτωση, εξόδων που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και

iv) των δασμών και λοιπών εθνικών φορολογικών επιβαρύνσεων που καταβάλλονται στη χώρα εισαγωγής λόγω της εισαγωγής ή της πώλησης των εμπορευμάτων.

β) Αν ούτε τα εισαγόμενα εμπορεύματα, ούτε πανομοιότυπα ή ομοιειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται κατά τη χρονική στιγμή ή περίπου κατά τη χρονική στιγμή εισαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, η δασμολογητέα αξία βασίζεται, με την επιφύλαξη κατά τα λοιπά της παραγράφου 1, στοιχεία α), στην τιμή μονάδας, στην οποία πωλούνται τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα στη χώρα εισαγωγής στην κατάσταση που εισήχθησαν κατά την πιο πρόσφατη, μετά την όμως εντός 90 ημερών από την εισαγωγή αυτή.

2. Αν ούτε τα εισαγόμενα εμπορεύματα, ούτε πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται στη χώρα εισαγωγής, στην κατάσταση που εισήχθησαν, η δασμολογητέα αξία βασίζεται, κατόπιν αιτήσεως του εισαγωγέα στην τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις εισαγόμενων εμπορευμάτων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα και γίνονται, κατόπιν περαιτέρω επεξεργασίας, προς πρόσωπα, στη χώρα εισαγωγής που δεν συνδέονται με τους πωλητές, αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η αξία που προστίθεται λόγω της επεξεργασίας και οι αφαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στοιχείο α).

Άρθρο 6

1. Η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων που καθορίζεται κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου βασίζεται σε υπολογιζόμενη αξία. Η υπολογιζόμενη αξία ισούται προς το άθροισμα:

α) του κόστους ή της αξίας των υλών και των εργασιών κατασκευής ή άλλων εργασιών, που υπεισέρχονται στην παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

β) ενός ποσού για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα ίσου προς το ποσό που υπεισέρχεται γενικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της ίδιας φύσης ή του ίδιου είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες γίνονται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής.

γ) του κόστους ή της αξίας κάθε άλλης δαπάνης, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη ανάλογα με την επιλογή ως προς την εκτίμηση, στην οποία προβαίνει κάθε μέλος δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 2.

2. Κανένα μέλος δεν μπορεί να απαιτεί ή να υποχρεώνει ένα πρόσωπο που δεν κατοικεί στο έδαφός του να προσκομίζει προς εξέταση λογιστικά στοιχεία ή άλλα έγγραφα ή να επιτρέπει την εξέταση λογιστικών στοιχείων ή άλλων εγγράφων, για τον καθορισμό της υπολογιζομένης αξίας. Εντούτοις, οι πληροφορίες που παρέχονται από τον παραγωγό των εμπορευμάτων για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου είναι δυνατό να επαληθεύονται σε άλλη χώρα από τις αρχές της χώρας εισαγωγής, με τη σύμφωνη γνώμη του παραγωγού και υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές αυτές προειδοποιούν εντός επαρκούς προθεσμίας την κυβέρνηση της εν λόγω χώρας, η κυβέρνηση δε αυτή δεν αντιτίθεται στην έρευνα.

Άρθρο 7

1. Αν η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 μέχρι και 6, καθορίζεται με εύλογα μέσα σύμφωνα με τις αρχές και τις γενικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και του άρθρου VII της GATT του 1994 και βάσει των διαθέσιμων στη χώρα εισαγωγής στοιχείων.

2. Η δασμολογητέα αξία που καθορίζεται κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν βασίζεται:

(α) στην τιμή πώλησης, στη χώρα εισαγωγής, εμπορευμάτων που παράγονται στη χώρα αυτή,

(β) σε σύστημα που προβλέπει την αποδοχή για δασμολογικούς σκοπούς, της υψηλότερης μεταξύ δύο ενΆλλακτικών αξιών,

(γ) στην τιμή εμπορευμάτων στην εσωτερική αγορά της χώρας εξαγωγής,

(δ) στο κόστος παραγωγής, διάφορο από τις υπολογιζόμενες αξίες που έχουν καθοριστεί για πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα σύμφωνα με το άρθρο 6,

(ε) στην τιμή εμπορευμάτων που πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό άλλη χώρα εκτός από τη χώρα εισαγωγής,

(στ) σε ελάχιστες δασμολογητέες αξίες, ή

(ζ) σε αυθαίρετες ή πλασματικές αξίες.

3. Κατόπιν αιτήσεώς του, ο εισαγωγέας ενημερώνεται εγγράφως για τη δασμολογητέα αξία που έχει καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και για τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της.

Άρθρο 8

1. Για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας κατ` εφαρμογή του άρθρου 1, στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή προστίθενται:

(α) τα ακόλουθα στοιχεία, στο μέτρο που βαρύνουν τον αγοραστή αλλά δεν έχουν περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή:

(i) προμήθειες και έξοδα μεσιτείας, με εξαίρεση τις προμήθειες αγοράς,

(ii) κόστος των ειδών συσκευασίας, τα οποία από τελωνειακής πλευράς, θεωρούνται ότι αποτελούν ένα σύνολο με το εμπόρευμα,

(iii) κόστος της συσκευασίας, το οποίο περιλαμβάνει τόσο τα εργατικά, όσο και τα υλικά,

(β) η αξία, επιμεριζόμενη με τον κατάλληλο τρόπο, των παρακάτω προϊόντων και υπηρεσιών, εφόσον παρέχονται άμεσα ή έμμεσα από τον αγοραστή, αδαπάνως ή με μειωμένο κόστος, και χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή και την πώληση προς εξαγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων, εφόσον η αξία αυτή δεν έχει περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή:

(i) ύλες, συστατικά, μέρη και παρόμοια στοιχεία που έχουν ενσωματωθεί στα εισαγόμενα εμπορεύματα,

(ii) εργαλεία, μήτρες, καλούπια και παρόμοια είδη που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

(iii) ύλες που έχουν καταναλωθεί κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

(iv) εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας, μελέτεης, τέχνης, σχεδιασμού, σχεδίων και ιχνογραφημάτων οι οποίες γίνονται εκτός της χώρας εισαγωγής και είναι αναγκαίες για την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων,

γ) τα πάσης φύσεως δικαιώματα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης σχετικά με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, τα οποία, κατά τους όρους της πώλησης των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, υποχρεούται να καταβάλει ο αγοραστής είτε άμεσα ή έμμεσα, στο μέτρο που αυτά τα δικαιώματα δεν έχουν περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή,

δ) η αξία κάθε μέρους του προϊόντος μεταγενέστερης μεταπώλησης, μεταβίβασης ή χρησιμοποίησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων που περιέρχεται άμεσα ή έμμεσα στον πωλητή.

2. Κατά την κατάρτιση της νομοθεσίας του, κάθε μέρος λαμβάνει μέτρα για να περιλάβει στη δασμολογητέα αξία, ή για να αποκλείσει από αυτήν εν όλω ή εν μέρει τα εξής στοιχεία:

(α) τα έξοδα μεταφοράς των εισαγόμενων εμπορευμάτων μέχρι το λιμένα ή τον τόπο εισαγωγής,

(β) τα έξοδα φόρτωσης, εκφόρτωσης και εργασιών διαφύλαξης των εμπορευμάτων που είναι συναφή με τη μεταφορά των εισαγόμενων εμπορευμάτων, μέχρι το λιμένα ή τον τόπο εισαγωγής και

(γ) το κόστος της ασφάλισης.

3. Κάθε στοιχείο που προστίθεται κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή βασίζεται αποκλειστικά σε αντικειμενικά δεδομένα που είναι δυνατό να αποτιμηθούν.

4. Για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, κανένα στοιχείο δεν προστίθεται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή, με εξαίρεση τα στοιχεία που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 9

1. Οταν είναι αναγκαία η μετατροπή ενός νομίσματος για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξία, η τιμή συναλλάγματος που χρησιμοποιείται είναι η τιμή η οποία έχει δημοσιευθεί δεόντως από τις αρμόδιες αρχές της ενδιαφερόμενης χώρας εισαγωγής και αντιπροσωπεύει, κατά τρόπο όσο το δυνατό ακριβέστερο, για κάθε περίοδο που καλύπτεται από μια τέτοια δημοσίευση, την τρέχουσα αξία του νομίσματος αυτού στις εμπορικές συνΆλλαγές, εκφραζόμενη στο νόμισμα της χώρας εισαγωγής.

2. Η τιμή μετατροπής που χρησιμοποιείται είναι η ισχύουσα κατά το χρόνο εξαγωγής ή το χρόνο εισαγωγής, ανάλογα με ρύθμιση που προβλέπεται από κάθε μέλος.

Άρθρο 10

Κάθε πληροφορία εμπιστευτικού χαρακτήρα ή η οποία παρέχεται εμπιστευτικά για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας, χρησιμοποιείται ως αυστηρά εμπιστευτική από τις ενδιαφερόμενες αρχές, οι οποίες δεν την κοινολογούν χωρίς ρητή άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που την παρέσχε, παρά μόνο στο μέτρο που είναι υποχρεωμένες να πράξουν τούτο στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών.

Άρθρο 11

1. Η νομοθεσία κάθε μέρους προβλέπει, για τον εισαγωγέα ή κάθε άλλο πρόσωπο υπόχρεο προς καταβολή των δασμών, δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή και αφορά κάθε καθορισμό της δασμολογητέας αξίας.

2. Είναι δυνατό να προβληφθεί αρχικό δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή ενώπιον τελωνειακής υπηρεσίας ή ενώπιον ανεξάρτητου οργάνου, αλλά η νομοθεσία κάθε μέλους υποχρεούται να προβλέπει δικαίωμα προσφυγής που δεν επισύρει καμία ποινή ενώπιον δικαστικής αρχής.

3. Η απόφαση που λαμβάνεται όσον αφορά την προσφυγή κοινοποιείται στον προσφεύογοντα και η αιτιολόγηση της απόφασης διατυπώνεται γραπτώς. Ο προσφεύγων ενημερώνεται επίσης για ενδεχόμενο δικαίωμα για μεταγενέστερη προσφυγή.

Άρθρο 12

Οι νόμοι, οι κανονιστικές διατάξεις, οι δικαστικές και οι διοικητικές αποφάσεις γενικής ισχύος με τις οποίες τίθεται σε εφαρμογή η παρούσα συμφωνία, δημοσιεύονται από την ενδιαφερόμενη χώρα εισαγωγής σύμφωνα με το άρθρο Χ της GATT του 1994.

Άρθρο 13

Αν, κατά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας εισαγόμενων εμπορευμάτων, καθίσταται αναγκαία η αναβολή του οριστικού καθορισμού της αξίας αυτής, ο εισαγωγέας μπορεί, παρά ταύτα, να παραλάβει τα εμπορεύματά του από το τελωνείο, υπό τον όρο ότι θα παράσχει, αν του ζητηθεί, επαρκή ασφάλεια με τη μορφή εγγύησης, χρηματικής παρακαταθήκης ή άλλης κατάλληλης μορφής ασφάλειας, η οποία να καλύπτει την οριστική καταβολή των δασμών που είναι δυνατό να οφείλονται τελικά για τα εμπορεύματα. Η νομοθεσία κάθε μέλους προβλέπει διατάξεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αυτές.

Άρθρο 14

Οι σημειώσεις που παρατίθενται στο παράρτημα Ι της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής και τα άρθρα της παρούσας συμφωνίας πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες σημειώσεις. Τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ αποτελούν επίσης αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 15

1. Στην παρούσα συμφωνία:

(α) ως “δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων” νοείται η αξία των εμπορευμάτων που καθορίζεται με σκοπό την είσπραξη δασμών κατ` αξία για τα εισαγόμενα εμπορεύματα,

(β) ως “χώρα εισαγωγής” νοείται η χώρα ή το τελωνειακό έδαφος εισαγωγής,

(γ) ως “παραγόμενα” νοούνται επίσης καλλιεργούμενα, κατασκευαζόμενα και εξορυσσόμενα.

2. Στην παρούσα συμφωνία:

(α) ως “πανομοιότυπα εμπορεύματα” νοούνται εμπορεύματα τα οποία είναι όμοια από κάθε άποψη, περιλαμβανομένων και των φυσικών χαρακτηριστικών, της ποιότητας και της φήμης. Δευτερεύουσες διαφορές δεν παρακωλύουν τον χαρακτηρισμό των εμπορευμάτων, που είναι κατά τα λοιπά σύμφωνα με τον ορισμό, ως πανομοιότυπων,

(β) ως “ομοειδή εμπορεύματα” νοούνται εμπορεύματα, τα οποία, χωρίς να είναι όμοια από κάθε άποψη, παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά και αποτελούνται από παρόμοιες ύλες, πράγμα που τους επιτρέπει να επιτελούν τις ίδιες λειτουργίες και να είναι δυντό να εναλλάσσονται από εμπορικής πλευράς. Η ποιότητα των εμπορευμάτων, η φήμη τους και η ύπαρξη βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος περιλαμβάνονται στα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί αν τα εμπορεύματα είναι ομοειδή,

(γ) οι εκφράσεις “πανομοιότυπα εμπορεύματα” και “ομοειδή εμπορεύματα” δεν εφαρμόζονται στα εμπορεύμτα που ενσωματώνουν ή περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας, μελέτης, τέχνης ή σχεδιασμού ή σχέδια και ιχνογραφήματα, για τα οποία δεν έχει γίνει καμία προσαρμογή κατ` εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση iv λόγω του ότι οι εργασίες αυτές πραγματοποιήθηκαν στη χώρα εισαγωγής,

(δ) εμπορεύματα θεωρούνται ως “πανομοιότυπα εμπορεύματα” ή “ομοειδή εμπορεύματα” μόνο αν έχουν παραχθεί στην ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα,

(ε) εμπορεύματα παραγόμενα από διαφορετικό πρόσωπο λαμβάνονται υπόψη μόνο αν δεν υπάρχουν, κατά περίπτωση, πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα παραγόμενα από το ίδιο πρόσωπο με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

3. Στην παρούσα συμφωνία, ως “εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους” νοούνται τα εμπορεύματα που κατατάσσονται σε μια ομάδα ή μια σειρά εμπορευμάτων, τα οποία παράγονται από ένα ειδικό τομέα ενός κλάδου παραγωγής και περιλαμβάνουν τα πανομοιότυπα ή ομοειδή εμπορεύματα.

4. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, πρόσωπα θεωρούνται ως συνδεόμενα μεταξύ τους, μόνον αν:

(α) το ένα μετέχει στη διεύθυνση ή στο διοικητικό συμβούλιο της επιχείρησης του άλλου, και αντιστρόφως,

(β) έχουν από νομική άποψη την ιδότητα των εταίρων,

(γ) το ένα είναι εργοδότης του άλλου,

(δ) ένα οποιοδήποτε πρόσωπο έχει στην κυριότητά του, ελέγχει ή κατέχει άμεσα ή έμμεσα το 5% ή περισσότερο των μετοχών ή μεριδίων με δικαίωμα ψήφου, του εντός και του άλλου,

(ε) το ένα από αυτά ελέγχει το άλλο άμεσα ή έμμεσα,

(στ) και τα δύο ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από ένα τρίτο πρόσωπο,

(ζ) και τα δύο μαζί ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα ένα τρίτο πρόσωπο ή

(η) είναι μέλη της ίδιας οικογένειας.

5. Τα πρόσωπα που συνδέονται οικονομικά μεταξύ τους λόγω του ότι το ένα είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος, διανομεύς ή κατ` αποκλειστικότητα εμπορευόμενος του άλλου, ανεξάρτητα από το πως κατονομάζεται το άλλο τούτο πρόσωπο, θεωρούνται ως συνδεόμενα μόνο αν εμπίπτουν σε ένα από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 16

Μετά από έγγραφη αίτηση, ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από την τελωνειακή υπηρεσία της χώρας εισαγωγής έγγραφες διευκρινίσεις για τον τρόπο καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων που εισήγαγε.

Άρθρο 17

Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν θεωρείται ότι περιορίζει ή θέτει υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα τελωνειακής υπηρεσίας να βεβαιωθεί για το αληθές ή το ακριβές κάθε βεβαίωσης, εγγράφου ή δήλωσης που υποβάλλεται για τον καθορισμό της δασμολογητέας εξίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 18

Οργανα

1. Δημιουργείται Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας (καλούμενη “η επιτροπή”), η οποία αποτελείται από εκπροσώπους καθενός από τα μέλη. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνέρχεται κανονικά μια φορά κατ` έτος ή όπως ορίζεται στις αντίστοιχες διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, ώστε να παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων στα θέματα που αφορούν τη διαχείριση από κάθε μέλος του συστήματος καθορισμού της δασμολογητέας αξίας, στο μέτρο που η διαχείριση θα ήταν δυνατό να επηρεάσει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ή την επίτευξη των στόχων της και ασκεί όποιες άλλες αρμοδιότητες της αναθέσουν, ενδεχομένως, τα μέλη. Η Γραμματεία της επιτροπής εξυπηρετείται από τη Γραμματεία του ΠΟΕ.

2. Δημιουργείται Τεχνική Επιτροπή Δασμολογητέας Αξίας (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία “η τεχνική επιγραφή”), που τίθεται υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας, το οποίο αποκαλείται στην παρούσα συμφωνία “ΣΤΣ”, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας συμφωνίας και λειτουργεί, σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 19

Διαβουλεύσεις και επίλυση των διαφορών

1. Με εξαίρεση την περίπτωση που προβλέπεται κάτι διαφορετικό στην παρούσα συμφωνία, η συμφωνία για την επίλυση των διαφορών εφαρμόζεται στις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από την παρούσα συμφωνία.

2. Σε περίπτωση που ένα μέλος θεωρεί ότι ένα πλεονέκτημα που προκύπτει γι` αυτό άμεσα ή έμμεσα από την παρούσα συμφωνία αναιρείται εν όλω ή εν μέρει, ή ότι κινδυνεύει η πραγματοποίηση ενός από τους στόχους της εν λόγω συμφωνίας, λόγων ενεργειών ενός ή περισσοτέρων μελών, δύναται, με σκοπό την επίτευξη αμοιβαίως ικανοποιητικής λύσης του θέματος, να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με το ή τα εν λόγω μέλη. Κάθε μέλος εξετάζει με κατανόηση κάθε αίτηση διαβουλεύσεων ενός άλλου μέλους.

3. Η τεχνική επιτροπή παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, συμβουλές και βοήθεια στα μέλη που διεξάγουν διαβουλεύσεις.

4. Κατόπιν αιτήσεως κάποιου διαδίκου ή με δική της πρωτοβουλία η ειδική ομάδα (πάνελ), που συνιστάται για να εξετάσει κάποια διαφορά όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να ζητήσει από την τεχνική επιτροπή να εξετάσει τα θέματα που απαιτούν τεχνικές γνώσεις. Η ειδική ομάδα καθορίζει τις αρμοδιότητες της τεχνικής επιτροπής, όσον αφορά τη συγκεκριμένη διαφορά και τάσσει προθεσμία για την υποβολή της έκθεσης της τεχνικής επιτροπής, την οποία λαμβάνει δεόντως υπόψη. Σε περίπτωση που η τεχνική επιτροπή δεν είναι σε θέση να επιτύχει συναίνεση επί θέματος που υποβάλλεται σ` αυτή σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η ειδική ομάδα επιτρέπει στους διαδίκους να εκθέσουν ενώπιόν της τις απόψεις τους.

5. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται στην ειδική ομάδα δεν κοινολογούνται χωρίς επίσημη σχετική άδεια εκ μέρους του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που τις παρέσχε. Οταν οι πληροφορίες αυτές ζητούνται από την ειδική ομάδα ενώ απαγορεύεται η διάδοσή τους από αυτή, παρέχεται μια εμπιστευτική περίληψη αυτών μετά από άδεια του προσώπου, του φορέα ή της αρχής που τις παρέσχε.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 20

1. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου της 12ης Απριλίου 1979, δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημέρα έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς τα εν λόγω μέλη. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που θα επιλέξουν την αναβολή εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας γνωστοποιούν την απόφασή τους στο Γενικό Διευθυντή του ΠΟΕ.

2. Πέραν των διατάξεων της παραγράφου 1, οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που δεν αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, της 12ης Απριλίου 1979, δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο β), περίπτωση iii) και του άρθρου 6 για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη από την ημέρα θέσης σε εφαρμογή όλων των άλλων διατάξεων της συμφωνίας. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη της συμφωνίας που θα επιλέξουν την αναβολή της εφαρμογής των διατάξεων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, γνωστοποιούν την απόφασή τους στο Γενικό Διευθυντή του ΠΟΕ.

3. Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη της παρούσας συμφωνίας παρέχουν τεχνική βοήθεια κατά τρόπο που συμφωνείται από κοινού, στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, οι οποίες ζητούν τη βοήθεια αυτή. Σ` αυτό το πλαίσιο οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη της συμφωνίας καταρτίζουν προγράμματα τεχνικής βοήθειας, τα οποία δύνανται να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων την εκπαίδευση του προσωπικού, βοήθεια για την κατάρτιση των μέτρων εφαρμογής, πρόσβαση σε πληροφοριακές πηγές σχετικά με τις μεθόδους στο θέμα καθορισμού της δασμολογητέας αξίας και συμβουλές στο θέμα εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

ΜΕΡΟΣ ΙV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Επιφυλάξεις

Δεν επιτρέπεται να διατυπωθούν επιφυλάξεις για τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συναίνεση των λοιπών μελών.

Άρθρο 22

Εθνική νομοθεσία

1. Κάθε μέλος εξασφαλίζει, το αργότερο μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της παρούσας συμφωνίας, ότι οι νόμοι, οι κανονιστικές διατάξεις και οι διοικητικές διαδικασίες του συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

2. Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή για κάθε τροποποίηση των νόμων και των κανονιστικών διατάξεών του σε σχέση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, καθώς και για την εφαρμογή αυτών των νόμων και κανονιστικών διατάξεων.

Άρθρο 23

Επανεξέταση

Η επιτροπή προβαίνει κατ` έτος σε επανεξέταση της λειτουργίας και της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει κατ` έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών για τα γεγονότα που μεσολάβησαν κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου που καλύπτει η εξέταση αυτή.

Άρθρο 24

Γραμματεία

Η Γραμματεία της παρούσας συμφωνίας εξασφαλίζεται από τη Γραμματεία του ΠΟΕ, εκτός ως προς ότι αφορά τις αρμοδιότητες που ανατίθενται ειδικά στην τεχνική επιτροπή, της οποίας η Γραμματεία εξασφαλίζεται από τη Γραμματεία του ΣΤΣ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Γενική Σημείωση

Διαδοχική εφαρμογή των μεθόδων εκτίμησης

1. Τα άρθρα 1 μέχρι και 7 ορίζουν τον τρόπο, κατά τον οποίο πρέπει να καθορίζεται η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Οι μέθοδοι εκτίμησης αναφέρονται κατά τη σειρά εφαρμογής τους. Η πρώτη μέθοδος για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορίζεται στο άρθρο 1 και τα εισαγόμενα εμπορεύματα πρέπει να εκτιμώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού οπότε πληρούνται οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις.

2. Οταν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, συντρέχει περίπτωση εφαρμογής διαδοχικά των επόμενων άρθρων, μέχρι το πρώτο μεταξύ αυτών άρθρο που θα καταστήσει δυνατό τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4, μόνο όταν η δασμολογητέα αυτή αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή ενός ορισμένου άρθρου, επιτρέπεται η εφαρμογή των διατάξεων του αμέσως επομένου άρθρου κατά τη σειρά εφαρμογής.

3. Σε περίπτωση που ο εισαγωγέας δε ζητεί αντιστροφή της σειράς των άρθρων 5 και 6, πρέπει να τηρείται η κανονική σειρά εφαρμογής. Αν διατυπωθεί τέτοιο αίτημα, αλλά αποδεικνύεται στη συνέχεια αδύνατος ο καθορισμός της δασμολογητέας αξίας κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6, η δασμολογητέα αξία πρέπει να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 αν τούτο είναι δυνατό.

4. Αν η δασμολογητέα αξία δεν μπορεί να καθοριστεί κατ` εφαρμογή κανενός από τα άρθρα 1 μέχρι και 6, πρέπει να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7.

Εφαρμογή γενικά αποδεκτών λογιστικών αρχών

1. Οι “γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές” είναι εκείνες, για τις οποίες, σε μια χώρα και σε μια δεδομένη στιγμή, υφίσταται αναγνωρισμένη συναίνεση ή σημαντική υποστήριξη από έγκυρες πηγές και βάσει των οποίων καθορίζεται ποιοι οικονομικοί πόροι και υποχρεώσεις θα καταχωρίζονται ως ενεργητικό και παθητικό, ποιες μεταβολές του παθητικού και του ενεργητικού πρέπει να καταχωρίζονται, πως πρέπει να γίνεται η μέτρηση του ενεργητικού και του παθητικού, καθώς και των επερχόμενων μεταβολών, ποιες πληροφορίες πρέπει να ανακοινώνονται και με ποιον τρόπο και ποια δημοσιονομικά δελτία πρέπει να συντάσσονται. Οι κανόνες αυτοί είναι δυνατό να αποτελούν ευρείες κατευθυντήριες αρχές γενικής εφαρμογής, καθώς και λεπτομερείς πρακτικές και διαδικασίες.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας η τελωνειακή υπηρεσία κάθε μέλους χρησιμοποιεί πληροφορίες που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στην αντίστοιχη χώρα εν όψει του οικείου άρθρου. Παραδείγματος χάρη, τα συνήθη κέρδη και γενικά έξοδα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 5, καθορίζονται βάσει πληροφοριών που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα εισαγωγής. Αντίθετα, τα συνήθη κέρδη και γενικά έξοδα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 6, καθορίζονται βάσει πληροφοριών που διαμορφώνονται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα παραγωγής. Αλλο παράδειγμα: ο προσδιορισμός ενός στοιχείου αναφερομένου στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β) περίπτωση ii, ο οποίος πραγματοποιείται στη χώρα εισαγωγής γίνεται βάσει πληροφοριών που χρησιμοποιούνται κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές στη χώρα αυτή.

Σημείωση για το άρθρο 1

Πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή

1. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή είναι η συνολική πληρωμή που έγινε ή πρόκειται να γίνει από τον αγοραστή προς τον πωλητή, ή υπέρ του πωλητή, για τα εισαγόμενα εμπορεύματα. Η πληρωμή δεν είναι αναγκαίο να γίνεται σε χρήμα. Είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί με πιστωτικούς τίτλους ή αξιόγραφα. Μπορεί να πραγματοποιηθεί άμεσα ή έμμεσα. Ενα παράδειγμα έμμεσης πληρωμής είναι η ολική ή μερική εξόφληση από τον αγοραστή ενός χρέους του πωλητή.

2. Οι δραστηριότητες τις οποίες αναλαμβάνει ο αγοραστής για δικό του λογαριασμό, εκτός από τις δραστηριότητες για τις οποίες προβλέπεται προσαρμογή στο άρθρο 8, δεν θεωρούνται ως έμμεση πληρωμή στον πωλητή, έστω και αν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι ο πωλητής επωφελείται από αυτές. Από αυτό προκύπτει ότι για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας το κόστος των δραστηριοτήτων αυτών δεν προστίθεται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.

3. Η δασμολογητέα αξία δεν περιλαμβάνει τα έξοδα ή τις επιβαρύνσεις που αναφέρονται κατωτέρω, υπό τον όρο ότι διακρίνονται από την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή:

(α) έξοδα σχετικά με εργασίες κατασκευής, εγκατάστασης, συναρμολόγησης, συντήρησης ή τεχνικής βοήθειας, οι οποίες πραγματοποιούνται μετά την εισαγωγή όσον αφορά τα εισαγόμενα εμπορεύματα, όπως εγκαταστάσεις, μηχανές ή εξοπλισμός,

(β) κόστος μεταφοράς μετά την εισαγωγή,

(γ) δασμοί και φορολογικές επιβαρύνσεις της χώρας εισαγωγής.

4. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή νοείται ως η τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Ετσι, η μεταφορά από τον αγοραστή στον πωλητή μερισμάτων και άλλες πληρωμές που δεν αφορούν τα εισαγόμενα εμπορεύματα δεν αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας.

Παράγραφος 1, στοιχείο α), περίπτωση iii

Μεταξύ των περιορισμών που δεν καθιστούν απαράδεκτη μια πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή περιλαμβάνονται και οι περιορισμοί που δεν επηρεάζουν ουσιωδώς την αξία των εμπορευμάτων. Τούτο μπορεί να συμβεί, παραδείγματος χάρη, όταν ένας πωλητής ζητεί από ένα αγοραστή αυτοκινήτων να μη τα μεταπωλήσει ή να μη τα εκθέσει πριν από ορισμένη ημερομηνία, η οποία χαρακτηρίζει την έναρξη του έτους για τα αντίστοιχα μοντέλα αυτοκινήτων.

Παράγραφος 1, στοιχείο β)

1. Αν η πώληση ή η τιμή εξαρτώνται από όρους ή παροχές των οποίων η αξία, στην περίπτωση των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, δεν είναι δυνατό να καθοριστεί, η συνΆλλακτική αξία δεν γίνεται αποδεκτή για δασμολογικούς σκοπούς. Είναι δυνατό, να πρόκειται, παραδείγματος χάρη, για τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) ο πωλητής καθορίζει την τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων σε συνάρτηση με τον όρο ότι ο αγοραστής θα αγοράσει και άλλα εμπορεύματα σε ορισμένες ποσότητες.

(β) η τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων εξαρτάται από την ή τις τιμές, στις οποίες ο αγοραστής των εισαγόμενων εμπορευμάτων πωλεί άλλα εμπορεύματα στον πωλητή των εν λόγω εισαγόμενων εμπορευμάτων,

(γ) η τιμή καθορίζεται βάσει ενός τρόπου πληρωμής που δεν έχει σχέση με τα εισαγόμενα εμπορεύματα: παραδείγματος χάρη, όταν τα εισαγόμενα εμπορεύματα είναι ημιτελή προϊόντα, τα οποία διατίθενται από τον πωλητή υπό τον όρο ότι θα δεχθεί ορισμένη ποσότητα ετοίμων προϊόντων.

2. Ωστόσο, όροι ή παροχές σχετικά με την παραγωγή ή την εμπορία των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν έχουν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συνΆλλακτικής αξίας. Παραδείγματος χάρη, το γεγονός ότι ο αγοραστής παρέχει στον πωλητή εργασίες μηχανικής ή μηχανολογίας ή σχέδια εκτελούμενα στη χώρα εισαγωγής δεν έχει σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συνΆλλακτικής αξίας για την εφαρμογή του άρθρου 1. Ομοίως, αν ο αγοραστής αναλαμβάνει για δικό του λογαριασμό, έστω και στο πλαίσιο συμφωνίας με τον πωλητή, δραστηριότητες που αφορούν την εμπορία των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η αξία των δραστηριοτήτων αυτών δεν αποτελεί μέρος της δασμολογητέας αξίας και οι εν λόγω δραστηριότητες δεν έχουν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη της συνΆλλακτικής αξίας.

Παράγραφος 2

1. Η παράγραφος 2, στοιχεία α) και β) προβλέπει διάφορα μέσα για να προσδιορίζεται αν μια συνΆλλακτική αξία μπορεί να γίνει αποδεκτή.

2. Η παράγραφος 2, στοιχείο α) προβλέπει ότι, όταν ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους, εξετάζονται οι περιστάσεις περί την πώληση και η συνΆλλακτική αξία γίνεται δεκτή ως δασμολογητέα αξία, εφόσον οι σχέσεις αυτές δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι περιστάσεις της πώλησης απαιτείται να εξετάζονται κάθε φορά που ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους. Η εξέταση αυτή απαιτείται μόνο όταν υπάρχει αμφιβολία ως προς το αν πρέπει να γίνει αποδεκτή η τιμή. Οταν η τελωνειακή υπηρεσία δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η τιμή πρέπει να γίνει αποδεκτή, η τιμή αυτή πρέπει να γίνει αποδεκτή χωρίς υποχρέωσης για τον εισαγωγέα παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών. Παραδείγματος χάρη, η τελωνειακή υπηρεσία είναι δυνατό να έχει εξετάσει προγενέστερα το ζήτημα των σχέσεων, ή να κατέχει ήδη λεπτομερείς πληροφορίες ως προς τον αγοραστή και τον πωλητή και να έχει ήδη πειστεί, βάσει της εξέτασης αυτής ή των πληροφοριών αυτών, ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή.

3. Οταν η τελωνειακή υπηρεσία δεν είναι σε θέση να αποδεχθεί τη συνΆλλακτική αξία χωρίς συμπληρωματική έρευνα, πρέπει να δίδει στον εισαγωγέα τη δυνατότητα παροχής όλων των άλλων λεπτομερών πληροφοριών που θα ήταν δυνατό να χρειασθούν προκειμένου να καταστεί δυνατή η εξέταση των περιστάσεων της πώλησης. Από την άποψη αυτή, η τελωνειακή υπηρεσία πρέπει να είναι έτοιμη να εξετάσει τις κρίσιμες όψεις της συνΆλλαγής, περιλαμβανομένου και του τρόπου, κατά τον οποίο ο αγοραστής και ο πωλητής οργανώνουν τις εμπορικές τους σχέσεις και του τρόπου, κατά τον οποίο καθορίστηκε η εν λόγω τιμή, με σκοπό να προσδιορίσει αν οι σχέσεις έχουν επηρεάσει την τιμή. Αν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι ο αγοραστής και ο πωλητής, αν και συνδεόμενοι κατά την έννοια του άρθρου 15, αγοράζουν και πωλούν ο ένας στον άλλον σαν να μην είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποδεικνύει ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Παραδείγματος χάρη, αν η τιμή διαμορφωθεί κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις κανονικές πρακτικές καθορισμού των τιμών στον εν λόγω κλάδο παραγωγής, ή με τον τρόπο, κατά τον οποίο ο πωλητής διαμορφώνει τις τιμές του για πωλήσεις προς αγοραστές που δεν συνδέονται μ` αυτόν, τούτο αποδεικνύει ότι οι σχέσεις δεν έχουν επηρεάσει την τιμή. Ομοίως, εφόσον αποδειχθεί ότι η τιμή επαρκεί για την κάλυψη όλων των εξόδων και για την εξασφάλιση κέρδους αντιπροσωπευτικού κατά τη διάρκεια αντιπροσωπευτικής περιόδου (παραδείγματος χάρη σε ετήσια βάση) για πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους, αποδεικνύεται ότι δεν έχει επηρεαστεί η τιμή.

4. Η παράγραφος 2, στοιχείο β) προβλέπει ότι ο εισαγωγέας έχει τη δυνατότητα να αποδείξει ότι η συνΆλλακτική αξία προσεγγίζει πολύ μια αξία “κριτήριο”, την οποία έχει αποδεχθεί προγενέστερα η τελωνειακή υπηρεσία και ότι, κατά συνέπεια, είναι αποδεκτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1. Οταν πληρούται ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2, στοιχείο β), δεν είναι αναγκαίο να εξεταστεί το ζήτημα της επιρροής που προβλέπεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α). Αν η τελωνειακή υπηρεσία κατέχει ήδη επαρκείς πληροφορίες ώστε να έχει πειστεί, χωρίς λεπτομερέστερες έρευνες, ότι πληρούται ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2, στοιχείο β), δεν υπάρχει λόγος να απαιτήσει από τον εισαγωγέα ν` αποδείξει ότι πληρούται το κριτήριο αυτό. Στην παράγραφο 2, στοιχείο β), η έκφραση “αγοραστές μη συνδεόμενοι” σημαίνει αγοραστές που δεν συνδέονται με τον πωλητή σε καμία ειδική περίπτωση.

Παράγραφος 2, στοιχείο β)

Πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα στοιχεία για να καθοριστεί να μια αξία “προσεγγίζει πολύ” μια άλλη αξία. Τέτοια στοιχεία είναι ιδίως η φύση των εισαγόμενων εμπορευμάτων, η φύση του οικείου κλάδου παραγωγής, η εποχή, κατά τη διάρκεια της οποίας εισάγονται τα εμπορεύματα και αν η διαφορά αξίας είναι εμπορικώς σημαντική. Επειδή τα στοιχεία αυτά είναι δυνατό να ποικίλλουν από τη μια περίπτωση στην άλλη, θα ήταν αδύνατο να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις ένας ομοιόμορφος κανόνας, όπως ο κανόνας ενός σταθερού ποσοστού. Παραδείγματος χάρη, για να προσδιοριστεί αν η συνΆλλακτική αξία προσεγγίζει πολύ τις αξίες κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο β), μια μικρή διαφορά αξίας θα ήταν δυνατό να είναι απαράδεκτη σε περίπτωση ορισμένου τύπου εμπορευμάτων, ενώ μια σημαντική διαφορά θα ήταν ίσως δυνατό να γίνει αποδεκτή σε περίπτωση άλλου τύπου εμπορευμάτων.

Σημείωση για το άρθρο 2

1. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 2, η τελωνειακή υπηρεσία αναφέρεται, όποτε είναι δυνατό, σε πώληση πανομοιότυπων εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται στο ίδιο εμπορικό επίπεδο και αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποιότητα με την πώληση των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, είναι δυνατό να γίνει αναφορά σε πώληση πανομοιότυπων εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται σε μια από τις ακόλουθες τρεις περιπτώσεις:

(α) πώληση στο ίδιο εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά διαφορετική ποσότητα

(β) πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα ή

(γ) πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, που αφορά διαφορετική ποσότητα

2. Αν διαπιστώθηκε πώληση σε οποιαδήποτε από τις τρεις αυτές περιπτώσεις, γίνονται προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη, κατά περίπτωση:

(α) αποκλειστικά ο παράγοντας ποσότητα

(β) αποκλειστικά ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο ή

(γ) ταυτόχρονα ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο και ο παράγοντας ποσότητα.

3. Η έκφραση “ή/και” παρέχει την ευχέρεια αναφοράς σε πωλήσεις και διενέργειας των αναγκαίων προσαρμογών σε οποιαδήποτε από τις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται παρακάτω.

4. Για την εφαρμογή του άρθρου 2, η συνΆλλακτική αξία πανομοιότυπων εισαγόμενων εμπορευμάτων νοείται ως η δασμολογητέα αξία, προσαρμοζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, στοιχείο β) και 2, η οποία έχει γίνει ήδη αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 1.

5. Προϋπόθεση κάθε προσαρμογής που πραγματοποιείται λόγω διαφορών εμπορικού επιπέδου ή ποσότητας είναι ότι η προσαρμογή αυτή, ανεξάρτητα από το αν συνεπάγεται την αύξηση ή την μείωση της αξίας, γίνεται μόνο βάσει προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αποδεικνύουν σαφώς ότι η προσαρμογή είναι εύλογη και ακριβής, παραδείγματος χάρη, γίνεται με βάση ισχύοντες τιμοκαταλόγους, στους οποίους περιλαμβάνονται τιμές που αφορούν διαφορετικά επίπεδα ή διαφορετικές ποσότητες. Παραδείγματος χάρη, αν τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα αποτελούν μια αποστολή δέκα μονάδων, ενώ τα μόνα πανομοιότυπα εισαχθέντα εμπορεύματα, για τα οποία υπάρχει συνΆλλακτική αξία πωλήθηκαν σε ποσότητες των 500 μονάδων, αναγνωρίζεται δε ότι ο πωλητής χορηγεί εκπτώσεις λόγω ποσότητας, η αναγκαία προσαρμογή είναι δυνατό να γίνει με αναφορά στον τιμοκατάλογο του πωλητή και με χρήση της τιμής που ισχύει για πώληση δέκα μονάδων. Δεν είναι απαραίτητη, για το σκοπό αυτό, η ύπαρξη πώλησης δέκα μονάδων εφόσον αποδεικνύεται, από πωλήσεις που αφορούν διαφορετικές ποσότητες, ότι ο τιμοκατάλογος είναι ειλικρινής. Ελλείψει πάντως τέτοιου αντικειμενικού κριτηρίου, δεν μπορεί να καθοριστεί η δασμολογητέα αξία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2.

Σημείωση για το άρθρο 3

1. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 3, η τελωνειακή υπηρεσία αναφέρεται όποτε είναι τούτο δυνατό, σε πώληση ομοειδών εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται στος ίδιο εμπορικό επίπεδο και αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα με την πώληση των υπό εκτίμηση προϊόντων. Ελλείψει τέτοιων πωλήσεων, είναι δυνατό να γίνει αναφορά σε πώληση ομοειδών εμπορευμάτων, η οποία πραγματοποιείται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες τρεις περιπτώσεις:

(α) πώληση στο ίδιο εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά διαφορετική ποσότητα,

(β) πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, αλλά που αφορά την ίδια ουσιαστικώς ποσότητα

(γ) πώληση σε διαφορετικό εμπορικό επίπεδο, που αφορά διαφορετική ποσότητα.

2. Αν διαπιστώθηκε πώληση σε οποιαδήποτε από τις τρεις αυτές περιπτώσεις, γίνονται προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη, κατά περίπτωση:

(α) αποκλειστικώς ο παράγοντας ποσότητα

(β) αποκλειστικώς ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο

(γ) ταυτόχρονα ο παράγοντας εμπορικό επίπεδο και ο παράγοντας “ποσότητα”.

3. Η έκφραση “ή/και” παρέχει την ευχέρεια αναφοράς σε πωλήσεις και διενέργειας των αναγκαίων προσαρμογών σε οποιαδήποτε από τις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται παραπάνω.

4. Για την εφαρμογή του άρθρου 3, η συνΆλλακτική αξία ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων νοείται ως η δασμολογητέα αξία, προσαρμοζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 στοιχείο β) και 2, η οποία έχει γίνει ήδη αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 1.

5. Προϋπόθεση κάθε προσαρμογής που πραγματοποιείται λόγω διαφορών εμπορικού επιπέδου ή ποσότητας είναι ότι η προσαρμογή αυτή, ανεξάρτητα από το αν συνεπάγεται την αύξηση ή τη μείωση της αξίας, γίνεται μόνο βάσει προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αποδεικνύουν σαφώς ότι η προσαρμογή είναι εύλογη και ακριβής, παραδείγματος χάρη, γίνεται με βάση ισχύοντες τιμοκαταλόγους στους οποίους περιλαμβάνονται τιμές που αφορούν διαφορετικά επίπεδα ή διαφορετικές ποσότητες.

Παραδείγματος χάρη, αν τα υπό εκτίμηση εισαγόμενα εμπορεύματα αποτελούν μια αποστολή δέκα μονάδων, ενώ τα μόνα ομοειδή εισαχθέντα εμπορεύματα, για τα οποία υπάρχει συνΆλλακτική αξία, πωλήθηκαν σε ποσότητες των 500 μονάδων, αναγνωρίζεται δε ότι ο πωλητής χορηγεί εκπτώσεις λόγω ποσότητας, η αναγκαία προσαρμογή θα είναι δυνατό να γίνει με αναφορά στον τιμοκατάλογο του πωλητή και με χρήση της τιμής που ισχύει για πώληση 10 μονάδων. Δεν είναι απαραίτητη, για το σκοπό αυτό, η ύπαρξη πώλησης δέκα μονάδων, εφόσον αποδεικνύεται, από πωλήσεις που αφορούν διαφορετικές ποσότητες, ότι ο τιμοκατάλογος είναι ειλικρινής. Ελλείψει, πάντως, τέτοιου αντικειμενικού κριτηρίου, δεν μπορεί να καθοριστεί η δασμολογητέα αξία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.

Σημείωση για το άρθρο 5

1. Ως “τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις …, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα” νοείται η τιμή, στην οποία πωλείται ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων επί πωλήσεων προς πρόσωπα που δεν συνδέονται με τα πρόσωπα από τα οποία αγοράζουν τα εν λόγω εμπορεύματα, στο πρώτο μετά την εισαγωγή εμπορικό επίπεδο, στο οποίο πραγματοποιούνται οι πωλήσεις αυτές.

2. Παραδείγματος χάρη: εμπορεύματα πωλούνται βάσει τιμοκαταλόγου, ο οποίος περιλαμβάνει ευνοϊκές τιμές μονάδας για αγορές σχετικά μεγάλων ποσοτήτων.

Ποσότητα κατά Τιμή Αριθμός Συνολική ποσότητα πώληση μονάδας πωλήσεων πωλουμένη σε κάθε τιμή

1 έως 10 μονάδες 100 10 πωλήσεις 5 μονάδων 65 5 πωλήσεις 3 μονάδων

11 έως 25 μονάδες 95 5 πωλήσεις 11 μονάδων 55

πλέον των 25 μονάδ. 90 1 πώληση 30 μονάδων 80 1 πώληση 50 μονάδων

Ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 80 κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 90.

3. Αλλο παράδειγμα: πραγματοποιούνται δύο πωλήσεις. Στην πρώτη, πωλούνται 500 μονάδες με τιμή 95 νομισματικών μονάδων η κάθε μια. Στη δεύτερη, 400 μονάδες πωλούνται με τιμή 90 νομισματικών μονάδων η κάθε μία. Στο παράδειγμα αυτό, ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 500 κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στην πώληση, η οποία αντιπροσωπεύει συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 95.

4. Τρίτο παράδειγμα: στην ακόλουθη περίπτωση, διάφορες ποσότητες πωλούνται σε διάφορες τιμές:

α) Πωλήσεις Ποσότητα κατά την πώληση Τιμή μονάδας  40 μονάδες 100 30 μονάδες 90 15 μονάδες 100 50 μονάδες 95  25 μονάδες 105  35 μονάδες 90 5 μονάδες 100

β) Συνολικά ποσά  Συνολική πωληθείσα ποσότητα Τιμή μονάδας  65 90 50 95 60 100 25 105

Στο παράδειγμα αυτό, ο μεγαλύτερος αριθμός μονάδων που πωλούνται σε δεδομένη τιμή είναι 65 κατά συνέπεια, η τιμή μονάδας που αντιστοιχεί στις πωλήσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά τη μεγαλύτερη ποσότητα είναι 90.

5. Πώληση που πραγματοποιείται στη χώρα εισαγωγής, όπως περιγράφεται στην ανωτέρω παράγραφο 1, προς πρόσωπο που παρέχει άμεσα ή έμμεσα και αδαπάνως ή με μειωμένο κόστος, οποιοδήποτε από τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β), προκειμένου να χρησιμοποιηθεί τούτο στην παραγωγή και την πώληση προς εξαγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων, δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον προσδιορισμό της τιμής μονάδας για την εφαρμογή του άρθρου 5.

6. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα “κέρδη και γενικά έξοδα” που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1 πρέπει να νοούνται ως ένα σύνολο. Το ποσό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από την αφαίρεση αυτή θα πρέπει να καθορίζεται βάσει των πληροφοριών που παρέχονται από τον εισαγωγέα ή εξ ονόματός του, εκτός αν τα ποσά του εισαγωγέα δεν συμφωνούν με τα ποσά που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις στη χώρα εισαγωγής εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους. Οταν τα ποσά του εισαγωγέα δεν συμφωνούν με τα τελευταία αυτά ποσά, το ποσό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα μπορεί να βασίζεται σε κατάλληλες πληροφορίες, εκτός από εκείνες οι οποίες έχουν παρασχεθεί από τον εισαγωγέα ή εξ ονόματός του.

7. Τα “γενικά έξοδα” περιλαμβάνουν το άμεσο και έμμεσα κόστος εμπορίας των εν λόγω εμπορευμάτων.

8. Οι τοπικοί φόροι, οι οποίοι καταβάλλονται λόγω της πώλησης των εμπορευμάτων και για τους οποίους δεν γίνεται αφαίρεση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο α), περίπτωση iv), πρέπει να αφαιρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο α) περίπτωση i).

9. Για να προσδιορισθούν οι προμήθειες ή τα συνήθη κέρδη και τα γενικά έξοδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, το ζήτημα αν ορισμένα εμπορεύματα είναι “της αυτής φύσης ή του αυτού είδους” με άλλα εμπορεύματα πρέπει να επιλύεται σε κάθε περίπτωση χωριστά, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων. Θα πρέπει να γίνεται εξέταση των πωλήσεων, στη χώρα εισαγωγής, της πιο περιορισμένης ομάδας ή σειράς εισαγόμενων εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους, στην οποία περιλαμβάνονται και τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, για τα οποία δύνανται να παρασχεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες. Για την εφαρμογή του άρθρου 5, τα “εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους” περιλαμβάνουν τα εμπορεύματα που εισάγονται από την ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, καθώς και τα εμπορεύματα που εισάγονται από άλλες χώρες.

10. Για την εφαρμογή του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο β), η “πιο πρόσφατη ημερομηνία” είναι η ημερομηνία κατά την οποία τα εισαγόμενα εμπορεύματα ή πανομοιότυπα ή ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα πωλούνται σε ποσότητα επαρκή, ώστε να είναι δυνατός ο προσδιορισμός της τιμής μονάδας.

11. Οταν γίνεται χρήση της μεθόδου εκτίμησης του άρθρου 5, παράγραφος 2, οι αφαιρέσεις που γίνονται για να ληφθεί υπόψη η προστιθέμενη, λόγω περαιτέρω κατεργασίας αξία, βασίζονται σε δεδομένα αντικειμενικά και δυνάμενα ν` αποτιμηθούν σχετικά με το κόστος της εργασίας αυτής. Οι υπολογισμοί πραγματοποιούνται βάσει των τύπων, τρόπων και μεθόδων κατασκευής που γίνονται δεκτοί στον οικείο κλάδο παραγωγής καθώς και βάσει των λοιπών πρακτικών του κλάδου αυτού.

12. Αναγνωρίζεται ότι η μέθοδος εκτίμησης που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, δεν μπορεί κανονικά να εφαρμοστεί σε περίπτωση που μετά από περαιτέρω κατεργασία, τα εισαγόμενα εμπορεύματα απώλεσαν την ταυτότητά τους. Ωστόσο, είναι δυνατό να υφίστανται περιπτώσεις κατά τις οποίες, αν και τα εισαγόμενα εμπορεύματα απώλεσαν την ταυτότητά τους, η προστιθέμενη, λόγω κατεργασίας αξία μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια χωρίς υπερβολική δυσκολία. Αντίθετα, είναι δυνατό να παρουσιαστούν περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα εισαγόμενα εμπορεύματα διατηρούν την ταυτότητά τους, αλλά αποτελούν τόσο ασήμαντο μέρος των εμπορευμάτων που πωλούνται στη χώρα εισαγωγής, ώστε να μη δικαιολογείται η χρήση αυτής της μεθόδου εκτίμησης. Βάσει των προαναφερθέντων, τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να εξετάζονται χωριστά.

Σημείωση για το άρθρο 6

1. Κατά γενικό κανόνα, η δασμολογητέα αξία καθορίζεται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, βάσει πληροφοριών αμέσως διαθέσιμων στη χώρα εισαγωγής. Εντούτοις, για να καθοριστεί μια υπολογιζόμενη αξία, είναι δυνατό να καταστεί αναγκαία η εξέταση εξόδων παραγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων και άλλων πληροφοριών που επιβάλλεται να ληφθούν εκτός της χώρας εισαγωγής. Εξάλλου, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο παραγωγός των εμπορευμάτων δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των αρχών της χώρας εισαγωγής. Η χρήση της μεθόδου της υπολογιζόμενης αξίας περιορίζεται, γενικώς, στις περιπτώσεις όπου ο αγοραστής και ο πωλητής συνδέονται μεταξύ τους και ο παραγωγός είναι διατεθειμένος να ανακοινώσει στις αρχές της χώρας εισαγωγής τα απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό των εξόδων και να τους παράσχει διευκολύνσεις για κάθε μεταγενέστερο έλεγχο που θα ήταν δυνατό ν` απαιτηθεί.

2. Το “κόστος ή η αξία” που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1 στοιχείο α) πρέπει να καθορίζεται βάσει πληροφοριών σχετικά με την παραγωγή των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, οι οποίες παρέχονται από τον παραγωγό ή εξ ονόματός της. Βασίζεται στα εμπορικά λογιστικά στοιχεία του παραγωγού, υπό τον όρο ότι τα λογιστικά αυτά στοιχεία συμβιβάζονται με τις γενικά παραγωγής των εμπορευμάτων.

3. Το “κόστος ή η αξία” περιλαμβάνει το κόστος των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο α), περιπτώσεις ii) και iii). Περιλαμβάνει επίσης την αξία, επιμεριζόμενη δεόντως με τις πρέπουσες αναλογίες σύμφωνα με τη σημείωση για το άρθρο 8, κάθε στοιχείου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στοιχείο β) του εν λόγω άρθρου το οποίο έχει παρασχεθεί, άμεσα ή έμμεσα, από τον αγοραστή για να χρησιμοποιηθεί κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Η αξία των εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β) περίπτωση iv), οι οποίες εκτελούνται εντός της χώρας εισαγωγής περιλαμβάνεται μόνο στο μέτρο που οι εργασίες αυτές επιβαρύνουν τον παραγωγό. Εννοείται ότι δεν πρέπει να υπολογίζεται δύο φορές, κατά τον καθορισμό της υπολογιζόμενης αξίας, το κόστος ή η αξία κανενός από τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή.

4. Το “ποσό για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα” που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο β) καθορίζεται βάσει πληροφοριών που παρέχονται από τον παραγωγό ή εξ ονόματός του, εκτός αν τα ποσά που αυτός ανακοινώνει δεν συμφωνούν με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες πραγματοποιούνται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής.

5. Πρέπει να σημειωθεί, ως προς το θέμα αυτό, ότι το “ποσό για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα” πρέπει να θεωρείται ως σύνολο. Κατά συνέπεια, αν σε μια ειδική περίπτωση, το κέρδος του παραγωγού είναι ασήμαντο και τα γενικά του έξοδα μεγάλα, το κέρδος του και τα γενικά του έξοδα, λαμβανόμενα ως σύνολο, δύνανται παρά ταύτα να είναι σύμφωνα με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους. Τούτο θα ήταν δυνατό να συμβεί, παραδείγματος χάρη, αν ένα προϊόν εισάγεται για πρώτη φορά στην αγορά της χώρας εισαγωγής και ο παραγωγός αρκείται σε κέρδος μηδενικό ή ασήμαντο να αντισταθμίσει τα υψηλά γενικά έξοδα που προκαλούνται από την εισαγωγή αυτή. Οταν ο παραγωγός δύναται να αποδείξει ότι έχει ασήμαντο κέρδος επί των πωλήσεων των εισαγόμενων εμπορευμάτων λόγω ειδικών εμπορικών περιστάσεων, λαμβάνονται υπόψη τα ποσά των πραγματικών κερδών του, υπό τον όρο ότι ο παραγωγός προβάλλει βάσιμους εμπορικούς λόγους για τη δικαιολόγησή τους και η πολιτική τιμών που ακολουθεί εκφράζει τη συνήθη πολιτική τιμών του οικείου κλάδου παραγωγής. Τούτο μπορεί να συμβεί, παραδείγματος χάρη, σε περίπτωση που οι παραγωγοί αναγκάζονται να μειώσουν προσωρινά τις τιμές τους λόγω απρόβλεπτης ελάττωσης της ζήτησης ή σε περίπτωση που πωλούν εμπορεύματα για να συμπληρώσουν μια σειρά εμπορευμάτων παραγόμενων στη χώρα εισαγωγής, αρκούνται δε σε ασήμαντο κέρδος για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Οταν τα ποσά των κερδών και των γενικών εξόδων που παρέχονται από τον παραγωγό δεν είναι σύμφωνα με εκείνα που αντιστοιχούν κανονικά στις πωλήσεις εμπορευμάτων της αυτής φύσης ή του αυτού είδους με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, οι οποίες πραγματοποιούνται από παραγωγούς της χώρας εξαγωγής προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής, το ποσό των κερδών και γενικών εξόδων μπορεί να βασίζεται σε κατάλληλες πληροφορίες πλην εκείνων που παρέχονται από τον παραγωγό των εμπορευμάτων ή εξ ονόματός του.

6. Οταν για τον καθορισμό της υπολογιζόμενης αξίας, γίνεται χρήση άλλων πληροφοριών, εκτός από εκείνες που έχουν παρασχεθεί από τον παραγωγό ή για λογαριασμό του, οι αρχές της χώρας εισαγωγής ενημερώνουν τον εισαγωγέα, κατόπιν αιτήσεώς του, για την πηγή των πληροφοριών αυτών, για τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν και για τους υπολογισμούς που πραγματοποιήθηκαν βάσει των στοιχείων αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10.

7. Τα “γενικά έξοδα” που προβλέπονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο β) περιέχουν το άμεσο και έμμεσο κόστος παραγωγής και πώλησης των προς εξαγωγή εμπορευμάτων που δεν περιλαμβάνονται βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο α).

8. Για να προσδιορισθεί αν ορισμένα εμπορεύματα είναι “της αυτής φύσης ή του αυτού είδους” με άλλα εμπορεύματα πρέπει να εξετάζεται κάθε περίπτωση χωριστά, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων. Για να καθοριστούν τα συνήθη κέρδη και τα γενικά έξοδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, γίνεται εξέταση των πωλήσεων προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής της πιο περιορισμένης ομάδας ή σειράς εμπορευμάτων, στην οποία περιλαμβάνονται τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, για τα οποία είναι δυνατό να παρασχεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες. Για την εφαρμογή του άρθρου 6, τα “εμπορεύματα της αυτής φύσης ή του αυτού είδους” πρέπει να προέρχονται από την ίδια χώρα με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα.

Σημείωση για το άρθρο 7

1. Οι δασμολογητέες αξίες που καθορίζονται κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 είναι ανάγκη να βασίζονται όσο το δυνατό περισσότερο σε δασμολογητέες αξίες που έχουν καθοριστεί προγενέστερα.

2. Οι μέθοδοι εκτίμησης των οποίων πρέπει να γίνεται χρήση δυνάμει του άρθρου 7 επιβάλλεται να είναι οι οριζόμενες στα άρθρα 1 μέχρι και 6, αλλά μια εύλογη ελαστικότητα κατά την εφαρμογή των μεθόδων αυτών θα ήταν σύμφωνη με τους στόχους και τις διατάξεις του άρθρου 7.

3. Μερικά παραδείγματα θα καταδείξουν τι σημαίνει εύλογη ελαστικότητα:

(α) Εμπορεύματα πανομοιότυπα: Η διάταξη, κατά την οποία τα πανομοιότυπα εμπορεύματα πρέπει να εξάγονται κατά την ίδια χρονική στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα θα ήταν δυνατό να ερμηνευθεί με ελαστικότητα πανομοιότυπα εισαγόμενα εμπορεύματα, τα οποία παράγονται σε άλλη χώρα, πλην της χώρας εξαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, θα ήταν δυνατό να αποτελέσουν τη βάση καθορισμού της δασμολογητέας αξίας, θα ήταν δυνατό να γίνει χρήση της δασμολογητέας αξίας πανομοιότυπων εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία έχει ήδη καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 5 ή 6.

(β) Εμπορεύματα ομοειδή: Η διάταξη, κατά την οποία τα ομοειδή εμπορεύματα πρέπει να εξάγονται κατά την ίδια στιγμή ή περίπου κατά την ίδια χρονική στιγμή με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα θα ήταν δυνατό να ερμηνευθεί με ελαστικότητα, ομοειδή εισαγόμενα εμπορεύματα παραγόμενα σε άλλη χώρα πλην της χώρας εξαγωγής των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων, θα ήταν δυνατό ν` αποτελέσουν τη βάση καθορισμου της δασμολογητέας αξίας, θα ήταν δυνατό να γίνει χρήση της δασμολογητέας αξίας ομοειδών εισαγόμενων εμπορευμάτων, η οποία έχει ήδη καθοριστεί κατ` εφαρμογή των άρθρων 5 ή 6.

(γ) Επαγωγική μέθοδος: Η διάταξη, κατά την οποία τα εμπορεύματα πρέπει να έχουν πωληθεί στην κατάσταση που εισήχθησαν, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο α), θα ήταν δυνατό να ερμηνεύεται με ελαστικότητα η προθεσμία των “90 ημερών” θα ήταν δυνατό να εφαρμόζεται με ελαστικότητα.

Σημείωση για το άρθρο 8

Παράγραφος 1, στοιχείο α), περίπτωση i)

Ως “προμήθειες αγοράς” νοούνται τα ποσά που καταβάλλονται από έναν εισαγωγέα στον αντιπρόσωπό του για τις υπηρεσίες που συνίστανται στην αντιπροσώπευσή του στο εξωτερικό για την αγορά των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων.

Παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii)

1. Δύο παράγοντες υπεισέρχονται στον επιμερισμό των στοιχείων που καθορίζονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β) περίπτωση ii), επί των εισαγόμενων εμπορευμάτων, δηλαδή η αξία του ίδιου του στοιχείου και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να επιμερίζεται η αξία αυτή επί των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Ο επιμερισμός των στοιχείων αυτών πρέπει να γίνεται με εύλογο τρόπο, κατάλληλο για τις περιστάσεις και σύμφωνο με τις γενικές αποδεκτές λογιστικές αρχές.

2. Οσον αφορά την αξία του στοιχείου, αν ο εισαγωγέας αποκτά το εν λόγω στοιχείο από έναν πωλητή, με τον οποίο δεν συνδέεται, αντί ορισμένης τιμής, η τιμή αυτή συνιστά την αξία του στοιχείου. Αν το στοιχείο παρήχθη από τον εισαγωγέα ή από πρόσωπο συνδεόμενο με αυτόν, την αξία του στοιχείου αυτού αποτελεί το κόστος της παραγωγής του. Αν το στοιχείο έχει χρησιμοποιηθεί προγενέστερα από τον εισαγωγέα, ανεξάρτητα από το αν το απέκτησε ή το παρήγαγε ο ίδιος ή όχι, το αρχικό κόστος κτήσης ή παραγωγής θα πρέπει να μειωθεί για να ληφθεί υπόψη η χρησιμοποίηση αυτή, προκειμένου να προσδιορισθεί η αξία του στοιχείου.

3. Μετά τον καθορισμό της αξίας του στοιχείου, καθίσταται αναγκαίος ο επιμερισμός της στα εισαγόμενα εμπορεύματα. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες γι αυτό. Παραδείγματος χάρη, η αξία θα ήταν δυνατό να καταλογισθεί εξ ολοκλήρου στην πρώτη αποστολή, αν ο εισαγωγέας επιθυμεί να πληρώσει τους δασμούς εφάπαξ, για το σύνολο της αξίας. Αλλο παράδειγμα: ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει τον επιμερισμό της αξίας στον αριθμό των μονάδων που παρήχθησαν μέχρι τη χρονική στιγμή της πρώτης αποστολής. Αλλο ένα παράδειγμα: ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει τον επιμερισμό της αξίας στο σύνολο της προβλεπόμενης παραγωγής, αν υφίστανται συμβάσεις ή οριστικές αναλήψεις υποχρεώσεων για την παραγωγή αυτή. Η μέθοδος επιμερισμού, της οποίας γίνεται χρήση, εξαρτάται από τα έγγραφα στοιχεία που παρέχει ο εισαγωγέας.

4. Προς διευκρίνιση των προαναφερομένων, δύναται να ληφθεί υπόψη η περίπτωση ενός εισαγωγέα, ο οποίος παρέχει στον παραγωγό καλούπι προς χρησιμοποίηση για την παραγωγή εμπορευμάτων προς εισαγωγή και ο οποίος συνάπτει με αυτόν σύμβαση αγοράς που αφορά 10.000 μονάδες. Κατά τη χρονική στιγμή άφιξης της πρώτης αποστολής, που περιλαμβάνει 1.000 μονάδες, ο παραγωγός έχει ήδη παραγάγει 4.000 μονάδες. Ο εισαγωγέας μπορεί να ζητήσει από την τελωνειακή υπηρεσία να επιμερίσει την αξία του καλουπιού σε 1.000, 4.000 ή 10.000 μονάδες.

Παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση iv)

1. Οι αξίες που πρέπει να προστίθενται για τα στοιχεία που καθορίζονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β) περίπτωση iv) βασίζονται σε δεδομένα αντικειμενικά που δύνανται να αποτιμηθούν. Για να περιορισθεί στο ελάχιστο η εργασία, τόσο του εισαγωγέα όσο και της τελωνειακής υπηρεσίας όσον αφορά τον καθορισμό των αξιών που πρέπει να προστεθούν, επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται, όσο είναι δυνατό, δεδομένα αμέσως διαθέσιμα στο πλαίσιο του συστήματος εμπορικών βιβλίων του αγοραστή.

2. Για τα στοιχεία που παρέχονται από τον αγοραστή και τα οποία αυτός έχει αγοράσει ή μισθώσει, η αξία που πρέπει να προστεθεί είναι το κόστος της αγοράς ή της μίσθωσης. Για τα στοιχεία που ανήκουν στην περιουσία του Δημοσίου δεν συντρέχει περίπτωση καμίας άλλης προσθήκης εκτός από την προσθήκη του κόστους των αντιγράφων.

3. Η ευκολία με την οποία μπορεί να επιτευχθεί ο υπολογισμός των αξιών που πρέπει να προστεθούν, εξαρτάται από τη δομή της συγκεκριμένης επιχείρησης, τη διαχειριστική πρακτική της και τις λογιστικές της μεθόδους.

4. Παραδείγματος χάρη, είναι δυνατό μια επιχείρηση που εισάγει διάφορα προϊόντα από πολλές χώρες να τηρεί λογιστικά στοιχεία για το κέντρο σχεδιασμού της, το οποίο βρίσκεται εκτός της χώρας εισαγωγής, έτσι ώστε να έχει ακριβή εικόνα των εξόδων που πρέπει να επιμερισθούν σε δεδομένο προϊόν. Σε τέτοια περίπτωση, είναι δυνατό να γίνει άμεση προσαρμογή με κατάλληλο τρόπο, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8.

5. Αφετέρου, είναι δυνατό μια επιχείρηση να καταχωρίζει τα έξοδα του κέντρου σχεδιασμού της, το οποίο βρίσκεται εκτός της χώρας εισαγωγής, στα γενικά έξοδα, χωρίς να τα επιμερίζει σε ορισμένα προϊόντα. Σε τέτοια περίπτωση, θα ήταν δυνατό να γίνει, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8, κατάλληλη προσαρμογή όσον αφορά τα εισαγόμενα εμπορεύματα, με καταλογισμό του συνολικού ποσού εξόδων του κέντρου σχεδιασμού στο σύνολο της παραγωγής που απολαύει των υπηρεσιών του κέντρου αυτού και με πρόσθεση των καταλογισθέντων με τον τρόπο αυτό εξόδων στην τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων ανάλογα με τον αριθμό των μονάδων.

6. Σε περίπτωση παρΆλλαγών των περιστάσεων που προαναφέρθηκαν, είναι αυτονόητο ότι καθίσταται αναγκαίο να ληφθούν υπόψη διαφορετικοί παράγοντες για τον προσδιορισμό της κατάλληλης μεθόδου επιμερισμού.

7. Σε περίπτωση που στην παραγωγή του εν λόγω στοιχείου υπεισέρχεται ορισμένος αριθμός χωρών και η παραγωγή αυτή κλιμακώνεται σε ορισμένη χρονική περίοδο, η προσαρμογή περιορίζεται στην αξία που πράγματι προστίθεται στο στοιχείο αυτό εκτός της χώρας εισαγωγής.

Παράγραφος 1, στοιχείο γ)

1. Τα πάσης φύσεως δικαιώματα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης που προβλέπονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο γ) δύνανται να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις πληρωμές που πραγματοποιούνται βάσει διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών ή εμπορικών σημάτων και δικαιωμάτων αναπαραγωγής. Εντούτοις, κατά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, τα έξοδα τα σχετικά με το δικαίωμα αναπαραγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων στη χώρα εισαγωγής δεν προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για τα εισαγόμενα εμπορεύματα.

2. Οι πληρωμές που γίνονται από τον αγοραστή σε αντιπαροχή του δικαιώματος διανομής ή μεταπώλησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων δεν προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή, αν οι πληρωμές αυτές δεν αποτελούν όρο της πώλησης προς εξαγωγή στη χώρα εισαγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

Παράγραφος 3

Οταν δεν υφίστανται δεδομένα αντικειμενικά και δυνάμενα ν` αποτιμηθούν όσον αφορά τα στοιχεία, τα οποία πρέπει να προστεθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, η συνΆλλακτική αξία δεν είναι δυνατό να καθοριστεί κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1. Τούτο δύναται να συμβεί, παραδείγματος χάρη, στην ακόλουθη περίπτωση: καταβάλλεται δικαίωμα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης βάσει της τιμής πώλησης ενός λίτρου δεδομένου προϊόντος στη χώρα εισαγωγής, το οποίο εισήχθη σε χιλιόγραμμα και μεταποιήθηκε σε διάλυμα μετά την εισαγωγή. Αν, το δικαίωμα αυτό βασίζεται εν μέρει σε άλλα στοιχεία που δεν έχουν καμία σχέση με τα εν λόγω εμπορεύματα (παραδείγματος χάρη, όταν τα εισαγόμενα εμπορεύματα αναμιγνύονται σε συστατικά εθνικής καταγωγής και δεν είναι πια δυνατό ν` αναγνωρισθεί χωριστά η ταυτότης του καθενός ή όταν το συγκεκριμένο δικαίωμα δεν είναι δυνατό να διαχωρισθεί από ειδικούς οικονομικούς διακανονισμούς μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή), δεν θα πρέπει να προστεθεί στοιχείο αντίστοιχο προς το δικαίωμα αυτό. Ωστόσο, αν το ποσό του δικαιώματος από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης βασίζεται μόνο στα εισαγόμενα εμπορεύματα και μπορεί να αποτιμηθεί ευχερώς είναι δυνατό να προστεθεί ένα στοιχείο στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.

Σημείωση για το άρθρο 9

Για την εφαρμογή του άρθρου 9, η “χρονική στιγμή της εισαγωγής” μπορεί να είναι η χρονική στιγμή της διασάφησης.

Σημείωση για το άρθρο 11

1. Το άρθρο 11 παρέχει στον εισαγωγέα δικαίωμα προσφυγής για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας που έγινε από την τελωνειακή υπηρεσία, όσον αφορά τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα. Μπορεί να ασκηθεί προσφυγή αρχικά ενώπιον μιας ανώτερης αρχής της τελωνειακής υπηρεσίας αλλά ο εισαγωγέας έχει το δικαίωμα σε τελευταίο βαθμό, να ασκεί περαιτέρω προσφυγή ενώπιον των δικαστικών αρχών.

2. “Που δεν επισύρει καμία ποινή” σημαίνει ότι ο εισαγωγέας δεν υπόκειται σε πρόστιμο ούτε απειλείται με πρόστιμο απλώς και μόνο διότι επέλεξε την άσκηση του δικαιώματός του για προσφυγή. Τα κανονικά δικαστικά έξοδα και οι δικηγορικές αμοιβές δεν θεωρούνται ως πρόστιμο.

3. Ωστόσο, καμία από τις διατάξεις του άρθρου 11, δεν εμποδίζει κάποιο μέλος να απαιτήσει την ολοσχερή εξόφληση των επιβληθέντων δασμών πριν από την άσκηση της προσφυγής.

Σημείωση για το άρθρο 15

Παράγραφος 4

Για την εφαρμογή του άρθρου 15, ο όρος “πρόσωπα” εφαρμόζεται, κατά περίπτωση, και στα νομικά πρόσωπα.

Παράγραφος 4, στοιχείο ε)

Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, ένα πρόσωπο θεωρείται ότι ελέγχει ένα άλλο όταν είναι, de jure ή de facto, σε θέση να ασκεί επί του άλλου τούτου προσώπου εξουσία καταναγκασμού ή κατεύθυνσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 18 της παρούσας συμφωνίας, η τεχνική επιτροπή συγκροτείται υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας με σκοπό να εξασφαλίσει, στο τεχνικό επίπεδο, ομοιομορφία ερμηνείας και εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2. Η τεχνική επιτροπή είναι αρμόδια:

(α) να εξετάζει τα ειδικά τεχνικά προβλήματα που παρουσιάζονται στην τρέχουσα διαχείριση των συστημάτων καθορισμού της δασμολογητέας αξίας των μελών και να γνωμοδοτεί συμβουλευτικά όσον αφορά τις κατάλληλες λύσεις, βάσει των παρουσιαζόμενων περιστατικών

(β) να μελετά, κατόπιν αιτήσεως, τους νόμους, τις διαδικασίες και την πρακτική όσον αφορά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας που υπάγονται στην παρούσα συμφωνία και να συντάσσει εκθέσεις για τα αποτελέσματα των μελετών αυτών

(γ) να συντάσσει και να διανέμει ετήσιες εκθέσεις για τις τεχνικές πτυχές της εφαρμογής και της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας

(δ) να παρέχει, για κάθε ζήτημα που αφορά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εισαγόμενων εμπορευμάτων, πληροφορίες και γνώμες που είναι δυνατό να ζητηθούν από κάθε μέλος ή από την επιτροπή. Αυτές οι πληροφορίες και γνώμες είναι δυνατό να πάρουν τη μορφή συμβουλευτικών γνωμοδοτήσεων, σχολίων ή επεξηγηματικών σημειώσεων

(ε) να διευκολύνει, κατόπιν αιτήσεως, τη χορήγηση τεχνικής βοηθείας στα μέλη με σκοπό την προώθηση της αποδοχής της παρούσας συμφωνίας σε διεθνές επίπεδο και

(στ) να ασκεί κάθε άλλη κάθε άλλη αρμοδιότητα που είναι δυνατό να της ανατεθεί από την επιτροπή

(ζ) να εξετάζει τα θέματα τα οποία υποβάλλονται σ` αυτή από την ειδική ομάδα, σύμφωνα με το άρθρο 19 της παρούσας συμφωνίας

Γενικά

3. Η τεχνική επιτροπή προσπαθεί να φέρει σε πέρας, εντός ευλόγως συντόμου προθεσμίας, τις εργασίες της επί ειδικών θεμάτων, ιδίως δε επί θεμάτων που της έχουν υποβληθεί από τα μέλη, από την επιτροπή ή από την ειδική ομάδα. Οπως προβλέπεται στο άρθρο 19, παράγραφος 4, η ειδική ομάδα τάσσει προθεσμία για την παραλαβή της έκθεσης της τεχνικής επιτροπής και η τεχνική επιτροπή υποχρεούται να υποβάλει την έκθεση εντός της εν λόγω προθεσμίας

4. Κατά τις δραστηριότητές της, η τεχνική επιτροπή επικουρείται δεόντως από τη Γραμματεία του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (ΣΤΣ).

Εκπροσώπηση

5. Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να εκπροσωπείται στην τεχνική επιτροπή.

Κάθε μέλος μπορεί να ορίσει έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους για να το εκπροσωπούν στην τεχνική επιτροπή. Κάθε μέλος που εκπροσωπείται έτσι στην τεχνική επιτροπή καλείται στη συνέχεια “μέλος της τεχνικής επιτροπής”. Οι εκπρόσωποι των μελών της τεχνικής επιτροπής δύνανται να επικουρούνται από συμβούλους. Η Γραμματεία του ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρίσταται στις συνεδριάσεις της επιτροπής με την ιδιότητα του παρατηρητή.

6. Τα μέλη του ΣΤΣ που δεν είναι μέλη του ΠΟΕ δύνανται να εκπροσωπούνται στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής από έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους. Οι αντιπρόσωποι αυτοί παρίστανται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής.

7. Με την επιφύλαξη της έγκρισης από τον πρόεδρο της τεχνικής επιτροπής, ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (καλούμενος στη συνέχεια “Ο Γενικός Γραμματέας”) μπορεί να καλεί εκπροσώπους κυβερνήσεων που δεν είναι ούτε μέλη του ΠΟΕ, ούτε μέλη του ΣΤΣ καθώς και εκπροσώπους διεθνών κυβερνητικών και εμπορικών οργανώσεων, για να παρίστανται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής.

8. Οι πράξεις ορισμού εκπροσώπων, αναπληρωτών και συμβούλων στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής απευθύνονται στο Γενικό Γραμματέα.

Συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής

9. Η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει όποτε τούτο είναι αναγκαίο, αλλά τουλάχιστον δύο φορές κατ` έτος. Η ημερομηνία κάθε συνεδρίασης ορίζεται από την τεχνική επιτροπή κατά την προηγούμενή της σύνοδο. Η ημερομηνία της συνεδρίασης μπορεί να τροποποιηθεί, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής που υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των μελών της επιτροπής αυτής, είτε, για επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήσεως του προέδρου. Παρά τις διατάξεις της πρώτης πρότασης της παρούσας παραγράφου, η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει, όταν χρειάζεται, για να εξετάσει θέματα που υποβάλλονται σ` αυτή από την ειδική ομάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 της παρούσας συμφωνίας.

10. Οι συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής πραγματοποιούνται στην έδρα του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας εκτός αν υπάρχει αντίθετη απόφαση.

11. Εκτός από επείγουσες περιπτώσεις, ο Γενικός Γραμματέας ειδοποιεί, 30 ημέρες τουλάχιστον πριν από την έναρξη κάθε συνόδου της τεχνικής επιτροπής, όλα τα μέλη της επιτροπής και τους συμμετέχοντες που προβλέπονται στις παραγράφους 6 και 7.

Ημερησία διάταξη

12. Από τον Γενικό Γραμματέα καταρτίζεται προσωρινή ημερήσια διάταξη κάθε συνόδου, η οποία κοινοποιείται στα μέλη της τεχνικής επιτροπής και στους συμμετέχοντες που προβλέπονται στις παραγράφους 6 και 7, τριάντα ημέρες τουλάχιστον πριν από την έναρξη της συνόδου, εκτός από επείγουσες περιπτώσεις. Η ημερήσια αυτή διάταξη περιλαμβάνει όλα τα θέματα των οποίων η εγγραφή έχει εγκριθεί από την τεχνική επιτροπή κατά την προηγούμενή της σύνοδο, όλα τα θέματα που έχουν εγγραφεί από τον πρόεδρο με δική του πρωτοβουλία και όλα τα θέματα των οποίων ζητείται η εγγραφή από το Γενικό Γραμματέα, από την επιτροπή ή από κάθε μέλος της τεχνικής επιτροπής.

13. Η τεχνική επιτροπή καταρτίζει την ημερήσια διάταξη κατά την έναρξη κάθε συνόδου. Κατά τη διάρκεια της συνόδου, η ημερήσια διάταξη μπορεί να τροποποιηθεί οποτεδήποτε από την τεχνική επιτροπή.

Σύνθεση του προεδρείου και εσωτερικός κανονισμός

14. Η τεχνική επιτροπή επιλέγει μεταξύ των εκπροσώπων των μελών της έναν πρόεδρο και έναν ή περισσοτέρους αντιπροέδρους. Η θητεία του προέδρου και των αντιπροέδρων είναι ετήσια. Ο πρόεδρος και οι αντιπρόεδροι, των οποίων ή λήγει η θητεία, δύναται να επανεκλεγούν. Η θητεία του προέδρου ή του αντιπροέδρου που παύει να είναι εκπρόσωπος ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής λήγει αυτομάτως.

15. Αν ο πρόεδρος είναι απών κατά τη διάρκεια μιας συνόδου ή μέρος συνόδου, η προεδρία εξασφαλίζεται από έναν αντιπρόεδρο που έχει τις ίδιες εξουσίες και τα ίδια καθήκοντα με τον πρόεδρο.

16. Ο πρόεδρος της συνόδου μετέχει στις συζητήσεις της τεχνικής επιτροπής υπό την ιδιότητα του προέδρου και όχι υπό την ιδιότητα του αντιπροσώπου ενός μέλους της τεχνικής επιτροπής.

17. Πέρα από την άσκηση των εξουσιών που του ανατίθενται με άλλες διατάξεις του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ο πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη κάθε συνόδου, διευθύνει τις συζητήσεις, δίδει το λόγο και, σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό κατευθύνει τις εργασίες. Ο πρόεδρος μπορεί επίσης να ανακαλέσει στην τάξη έναν ομιλητή, αν οι παρατηρήσεις του τελευταίου τούτου δεν είναι οι αρμόζουσες.

18. Κατά τη συζήτηση, για οποιοδήποτε θέμα, κάθε αντιπροσωπεία μπορεί να εγείρει θέμα διαδικασίας. Στην περίπτωση αυτή, ο πρόεδρος αποφαίνεται αμέσως. Αν αμφισβητείται η απόφασή του, ο πρόεδρος τη θέτει σε ψηφοφορία. Διατηρείται ως έχει αν δεν ανατραπεί.

19. Ο Γενικός Γραμματέας ή τα μέλη της Γραμματείας που ορίζει ο ίδιος, εξασφαλίζουν τη γραμματεία των συνεδριάσεων της τεχνικής επιτροπής.

Απαρτία και ψηφοφορία

20. Υπάρχει απαρτία όταν παρίστανται οι εκπρόσωποι που αποτελούν την πλειοψηφία των μελών της τεχνικής επιτροπής.

21. Κάθε μέλος της τεχνικής επιτροπής διαθέτει μια ψήφο. Ολες οι αποφάσεις της τεχνικής επιτροπής λαμβάνονταν με πλειοψηφία των δύο τρίτων τουλάχιστον των παρόντων μελών. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επί ορισμένου θέματος, η τεχνική επιτροπή έχει την ευχέρεια να υποβάλει πλήρη έκθεση επί του θέματος αυτού στην επιτροπή και στο ΣΤΣ, αναφέροντας τις διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια των σχετικών συζητήσεων. Παρά τις προαναφερθείσες διατάξεις της παρούσας παραγράφου, όταν πρόκειται για θέματα που υποβάλλει στην τεχνική επιτροπή κάποια ειδική ομάδα, αυτή λαμβάνει απόφαση με συναίνεση. Οταν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία στην τεχνική επιτροπή για θέμα που έχει υποβάλλει ειδική ομάδα, η τεχνική επιτροπή συντάσσει έκθεση, στην οποία αναφέρει λεπτομερώς τα πραγματικά περιστατικά και τις απόψεις των μελών.

Γλώσσες και έγγραφα αγγλική και η ισπανική. Οι ομιλίες ή οι δηλώσεις που γίνονται σε μια από τις τρεις αυτές γλώσσες μεταφράζονται αμέσως στις άλλες επίσημες γλώσσες, εκτός να συμφωνήσουν όλες οι αντιπροσωπείες να παραιτηθούν από τη μετάφραση αυτή. Οι ομιλίες ή οι δηλώσεις που γίνονται σε άλλη γλώσσα μεταφράζονται στη γαλλική, την αγγλική και την ισπανική με την επιφύλαξη των ίδιων προϋποθέσεων, αλλά στην περίπτωση αυτή, τη μετάφραση στη γαλλική, την αγγλική και την ισπανική παρέχει η ενδιαφερόμενη αντιπροσωπεία. Η γαλλική, η αγγλική και η ισπανική είναι οι μόνες γλώσσες που χρησιμοποιούνται στα επίσημα έγγραφα της τεχνικής επιτροπής. Τα υπομνήματα και η αλληλογραφία που υποβάλλονται στην τεχνική επιτροπή προς εξέταση πρέπει να συντάσσονται σε μια από τις επίσημες γλώσσες.

23. Η τεχνική επιτροπή συντάσσει έκθεση για κάθε σύνοδό της και, αν ο πρόεδρος το κρίνει αναγκαίο, πρακτικά ή αναλυτικό υπολογισμό των συνεδριάσεών της. Ο πρόεδρος ή το πρόσωπο που ορίζεται από αυτόν υποβάλλει έκθεση για τις εργασίες της τεχνικής επιτροπής σε κάθε σύνοδο της επιτροπής και σε κάθε σύνοδο του ΣΤΣ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

1. Η προθεσμία των πέντε ετών που προβλέπεται στο άρθρο 20, παράγραφος 1 για την εφαρμογή της συμφωνίας από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη θα ήταν δυνατό, στην πράξη, να αποδειχθεί ανεπαρκής για ορισμένες από αυτές. Στην περίπτωση αυτή, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος μπορεί, πριν από το τέλος της χρονικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 20, παράγραφος 1, να ζητήσει την παράτασή της. Εννοείται ότι τα μέλη εξετάζουν ένα τέτοιο αίτημα με κατανόηση, αν η αναπτυσσόμενη χώρα μέλος για την οποία πρόκειται δύναται να δικαιολογήσει δεόντως το διαβημά της.

2. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες εκτιμούν σήμερα τα εμπορεύματα βάσει ελαχίστων αξιών που καθορίζονται επίσημα είναι δυνατό να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη που να τους επιτρέπει τη διατήρηση των αξιών αυτών σε περιορισμένη έκταση και μεταβατικό επίπεδο σύμφωνα με ρήτρες και όρους που συμφωνούν τα μέλη.

3. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες κρίνουν ότι η αντιστροφή όσον αφορά τη σειρά της εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 4 της συμφωνίας, αν το ζητήσει ο εισαγωγέας, μπορεί να τους δημιουργήσει πραγματικές δυσκολίες, είναι δυνατό να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη στο άρθρο 4, με την εξής διατύπωση:

“Η κυβέρνηση …………. διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει ότι η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 4 της συμφωνίας εφαρμόζεται μόνο εφόσον οι τελωνειακές αρχές είναι σύμφωνες ως προς την αίτηση αντιστροφής της σειράς εφαρμογής των άρθρων 5 και 6”.

Αν αναπτυσσόμενες χώρες διατυπώσουν τέτοια επιφύλαξη, τα μέλη συναινούν σ` αυτήν βάσει του άρθρου 21 της συμφωνίας.

4. Οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι δυνατόν να επιθυμούν να διατυπώσουν επιφύλαξη όσον αφορά το άρθρο 5, παράγραφος 2 της συμφωνίας, με την εξής διατύπωση:

“Η κυβέρνηση ……….. διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει ότι οι διατάξεις του άρθρου 5, παράγραφος 2 της συμφωνίας εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής με αυτές σημείωσης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη αίτησης ή μη του εισαγωγέως”.

Αν οι αναπτυσσόμενες χώρες διατυπώσουν τέτοια επιφύλαξη, τα μέλη συναινούν σ` αυτήν βάσει των διατάξεων του άρθρου 21 της συμφωνίας.

5. Ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες είναι δυνατό να αντιμετωπίζουν προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1 της συμφωνίας όταν πρόκειται για εισαγωγές που πραγματοποιούνται στις χώρες αυτές από αποκλειστικούς αντιπροσώπους, διανομείς ή κατ` αποκλειστικότητα εμπορευόμενους. Τα μέλη της συμφωνίας συμφωνούν ότι, αν δημιουργηθούν στην πράξη προβλήματα τέτοιας φύσης στις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που εφαρμόζουν τη συμφωνία, θα μελετηθεί το θέμα, κατόπιν αιτήσεως των εν λόγω μελών, για να εξευρεθούν οι κατάλληλες λύσεις.

6. Το άρθρο 17 αναγνωρίζει ότι, για την εφαρμογή της συμφωνίας, οι τελωνειακές υπηρεσίες είναι δυνατό να χρειάζονται να ερευνήσουν την αλήθεια ή την ακρίβεια, εγγράφου ή δήλωσης που τους υποβάλλεται με σκοπό τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας. Το άρθρο αναγνωρίζει ότι δύνανται να διεξαχθούν έρευνες, για να εξακριβωθεί, παραδείγματος χάρη, ότι τα στοιχεία εκτίμησης της αξίας που δηλώθηκαν ή προσκομίσθηκαν στο τελωνείο για το σκοπό καθορισμού της δασμολογητέας αξίας είναι πλήρη και ακριβή. Τα μέλη, επιφυλασσομένων των νόμων και των εθνικών τους διαδικασιών, έχουν δικαίωμα να υπολογίζουν στην πλήρη συνεργασία των εισαγωγέων για τις έρευνες αυτές.

7. Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή περιλαμβάνει όλες τις πληρωμές που γίνονται ή πρόκειται να γίνουν, ως όρους της πώλησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων, από τον αγοραστή στον πωλητή, ή από τον αγοραστή σε τρίτο πρόσωπο προς εκπλήρωση υποχρέωσης του πωλητή.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ

Τα μέλη,

Εχοντας υπόψη ότι οι Υπουργοί συμφώνησαν, στις 20 Σεπτεμβρίου 1986, ότι οι πολυμερείς εμπορεικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης αποβλέπουν στην επίτευξη μεγαλύτερης απελευθέρωσης και επέκτασης τπυ παγκόσμιου εμπορίου, στην ενίσχυση του ρόλου της GATT και στην αύξηση της ικανότητας του συστήματος της GATT να προσαρμόζεται στις εξελίξεις του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος.

Εχοντας υπόψη ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη εφαρμόζουν ελέγχους πριν από την αποστολή

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη των αναπτυσσομένων χωρών να ελέγχουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ποιότητα, την ποσότητα ή τις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων.

Γνωρίζοντας ότι τέτοια προγράμματα είναι ανάγκη να εφαρμόζονται χωρίς να δημιουργούν περιττές καθυστερήσεις ή άνιση μεταχείριση.

Εχοντας υπόψη ότι ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται εξ ορισμού στο έδαφος του μέλους εξαγωγής.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη δημιουργίας εγκεκριμένου διεθνούς πλαισίου δικαιωμάτων και υποχρεώσεων τόσο των μελών χρηστών όσο και των μελών εξαγωγέων.

Αναγνωρίζοντας ότι οι αρχές και οι υποχρεώσεις της GATT του 1994 ισχύουν για τις δραστηριότητες των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί σχετικά από τις κυβερνήσεις των μελών του ΠΟΕ.

Αναγνωρίζοντας ότι είναι σκόπιμο να υπάρξει διαφάνεια των πράξεων των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή καθώς και των εφαρμοζόμενων σχετικά νόμων και ρυθμίσεων.

Επιθυμώντας να επιδιώξουν την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών μεταξύ των εξαγωγέων και των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία.

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής Ορισμοί

1. Η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλες τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή που διενεργούνται στο έδαφος των μελών, όταν οι δραστηριότητες αυτές έχουν ανατεθεί με σύμβαση ή με εντολή από την κυβέρνηση ή οποιοδήποτε δημόσιο φορέα μέλους.

2. Με τον όρο “μέλος χρήστης” νοείται το μέλος του οποίου η κυβέρνηση ή κάποιος δημόσιος φορέας αναθέτει με σύμβαση ή με εντολή τη διενέργεια δραστηριοτήτων ελέγχου πριν από την αποστολή.

3. Οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή περιλαμβάνουν τον έλεγχο της ποιότητας, της ποσότητας, των τιμών, συμπεριλαμβανομένης της τιμής συναλλάγματος και των οικονομικών όρων ή/και τη δασμολογική κατάταξη εμπορευμάτων που πρόκειται να εξαχθούν στο έδαφος του μέλους χρήστη.

4. Με τον όρο “φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή” νοείται οποιοσδήποτε φορέας στον οποίο ανατίθεται με σύμβαση ή με εντολή από κάποιο μέλος η διενέργεια δραστηριοτήτων ελέγχου πριν από την αποστολή.

Άρθρο 2

Υποχρεώσεις των μελών χρηστών

Μη διακριτική μεταχείριση

1. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργούνται με τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και ότι τα σχετικά κριτήρια και οι διαδικασίες εφαρμόζονται αντικειμενικά και ισχύουν κατά τον ίδιο τρόπο για όλους τους εξαγωγείς, οι οποίοι θίγονται από τις δραστηριότητες αυτές. Υποχρεούνται ακόμη να εξασφαλίζουν την ομοιόμορφη διεξαγωγή του ελέγχου από όλους τους ελεγκτές των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή, στους οποίους αυτά έχουν αναθέσει το συγκεκριμένο έργο με σύμβαση ή με εντολή.

Κυβερνητικές απαιτήσεις

2. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι κατά τη διάρκεια του ελέγχου πριν από την αποστολή εφαρμόζονται, στον απαιτούμενο βαθμό, όσον αφορά τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις απαιτήσεις τους, οι διατάξεις του άρθρου ΙΙΙ, παράγραφος 4 της GATT του 1994.

Τόπος διενέργειας του ελέγχου

3. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης έκθεσης απολογισμού ή σημειώματος που γνωστοποιεί τη μη έκδοση τέτοιας έκθεσης, διενεργούνται στο τελωνειακό έδαφος από το οποίο εξάγονται τα εμπορεύματα ή, αν δεν μπορεί να διενεργηθεί έλεγχος στο εν λόγω τελωνειακό έδαφος λόγω της πολύπλοκης φύσης των σχετικών εμπορευμάτων, ή αν και τα δύο μέρη συμφωνούν, στο τελωνειακό έδαφος στο οποίο κατασκευάζονται τα εμπορεύματα.

Πρότυπα

4. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι έλεγχοι της ποσότητας και της ποιότητας διενεργούνται σύμφωνα με τα πρότυπα που καθορίζουν ο πωλητής και ο αγοραστής στη σύμβαση αγοράς και ότι, σε περίπτωση που αυτά δεν υπάρχουν, ισχύουν τα σχετικά διεθνή πρότυπα.

Διαφάνεια

5. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι ο έλεγχος πριν από την αποστολή γίνεται με τρόπο που να εγγυάται τη διαφάνεια.

6. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, όταν έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με τους εξαγωγείς, παρέχουν σ` αυτούς όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις του ελέγχου. Η εν λόγω παροχή των πληροφοριών πραγματοποιείται μετά από σχετική αίτηση των εξαγωγέων. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρουν τους νόμους και τις ρυθμίσεις των μελών χρηστών, όσον αφορά τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή και περιλαμβάνουν επίσης τις διαδικασίες και τα κριτήρια που εφρμόζονται για τον έλεγχο και την επαλήθευση των τιμών και της τιμής συναλλάγματος, τα δικαιώματα των εξαγωγέων έναντι των φορέων ελέγχου και τις διαδικασίες άσκησης ένδικων μέσων που καθορίζονται στην παράγραφο 21. Οι αποστολές δεν υπόκεινται σε πρόσθετες διαδικασίες απαιτήσεις ή σε Άλλαγές των ισχυουσών διαδικασιών, εφόσον ο ενδιαφερόμενος εξαγωγέας δεν ενημερωθεί σχετικά κατά τον καθορισμό της ημερομηνίας διεξαγωγής του ελέγχου. Ωστόσο, σε επείγουσες περιπτώσεις, όπως αυτές που αναφέρονται στα άρθρα ΧΧ και ΧΧΙ της GATT του 1994, τέτοιες πρόσθετες απαιτήσεις ή Άλλαγές είναι δυνατό να επιβληθούν σε κάποια αποστολή προτού ενημερωθεί σχετικά ο εξαγωγέας. Αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση δεν απαλλάσσει, ωστόσο, τους εξαγωγείς από τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις ρυθμίσεις των μελών χρηστών για την εισαγωγή.

7. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 6 παρέχονται στους εξαγωγείς με τον κατάλληλο τρόπο και ότι τα γραφεία ελέγχου πριν από την αποστολή που διατηρούν οι φορείς ελέγχου λειτουργούν ως κέντρα παροχής πληροφοριών, όταν υπάρχουν τέτοιες πληροφορίες.

8. Τα μέλη χρήστες υποχρεούνται να δημοσιεύουν αμέσως όλους τους ισχύοντες νόμους και τις ρυθμίσεις για τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, έτσι ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα στα άλλα μέλη και τους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά.

Προστασία εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών

9. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή αντιμετωπίζουν όλες τις πληροφορίες που λαμβάνονται κατά τη διενέργεια του ελέγχου πριν από την αποστολή ως εμπορικό απόρρητο εφόσον αυτές δεν έχουν ήδη δημοσιευθεί, διαδοθεί γενικά σε τρίτα μέρη ή κατά κάποιο τρόπο δημοσιοποιηθεί. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή τηρούν διαδικασίες για το σκοπό αυτό.

10. Τα μέλη χρήστες παρέχουν, μετά από σχετική αίτηση, πληροφορίες στα μέλη για τα μέτρα που λαμβάνουν με σκοπό την εφαρμογή της παραγράφου 9. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν υποχρεώνουν τα μέλη να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η αποκάλυψη των οποίων θα έθετε σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων ελέγχου πριν από την αποστολή ή θα έθιγε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα.

11. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν διαδίδουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες σε τρίτους, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή έχουν το δικαίωμα, κατ` εξαίρεση, να ανακοινώνουν τις πληροφορίες αυτές στους κυβερνητικούς φορείς οι οποίοι του ανέθεσαν, με σύμβαση ή εντολή, τον έλεγχο. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες λαμβάνουν από φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, στους οποίους έχουν αναθέσει με σύμβαση ή εντολή τον έλεγχο, φυλάσσονται με τον κατάλληλο τρόπο. Οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ανακοινώνουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες στις κυβερνήσεις που τους έχουν αναθέσει, με σύμβαση ή εντολή, τον έλεγχο μόνο εφόσον οι πληροφορίες αυτές απαιτούνται συνήθως για την έκδοση πιστωτικών τίτλων ή για άλλους τύπους πληρωμής καθώς και για τλεωνειακούς σκοπούς, την έκδοση αδειών εισαγωγής ή τον έλεγχο συναλλάγματος.

12. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν ζητούν από τους εξαγωγείς την παροχή πληροφοριών για:

(α) στοιχεία κατασκευής που αφορούν μεθόδους για τις οποίες υπάρχει δικαίωμα ευρεσιτεχνίας, υποχρέωση μη αποκάλυψης ή έχει εκδοθεί άδεια ή μεθόδους για τις οποίες εκκρεμεί η αναγνώριση δικαιώματος ευρεσιτεχνίας.

(β) μη δημοσιευθέντα τεχνικά στοιχεία άλλα από αυτά που απαιτούνται για την απόδειξη της συμμόρφωσης με τεχνικούς κανόνες και πρότυπα.

(γ) εσωτερικά στοιχεία καθορισμού της τιμής, συμπεριλαμβανομένου του κόστους κατασκευής

(δ) τα επίπεδα κέρδους,

(ε) τους όρους των συμβολαίων μεταξύ των εξαγωγέων και των προμηθευτών τους, εκτός αν ο φορέας δεν είναι διαφορετικά σε θέση να πραγματοποιήσει τον εν λόγω έλεγχο. Σ` αυτές τις περιπτώσεις, ο φορέας ζητεί απλώς τις πληροφορίες που απαιτούνται για το σκοπό αυτό.

13. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 12, τις οποίες οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή δεν ζητούν, είναι δυνατό να παρέχονται οικειοθελώς από τον εξαγωγέα με σκοπό τη διαλεύκανση κάποιας συγκεκριμένης περίπτωσης.

Σύγκρουση συμφερόντων

14. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, γνωρίζοντας τις διατάξεις για την προστασία των εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 9 έως 13, εφαρμόζουν διαδικασίες προς αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων:

(α) μεταξύ των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή και οποιουδήποτε φορέα που συνδέεται με τους εν λόγω φορείς ελέγχου πριν από την αποσολή, συμπεριλαμβανομένων των φορέων από τους οποίους οι τελευταίοι εξαρτούν οικονομικό ή εμπορικό συμφέρον ή εκείνων οι οποίοι εξαρτούν οικονομικό ή εμπορικό συμφέρον από τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, και των οποίων τα φορτία πρόκειται να ελέγξουν οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή,

(β) μεταξύ φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή και οποιουδήποτε άλλου φορέα, συμπεριλαμβανομένων άλλων φορέων που υπόκεινται σε έλεγχο πριν από την αποστολή, εξαιρουμένων των δημοσίων φορέων που αναθέτουν με σύμβαση ή με εντολή τη διενέργεια των ελέγχων,

(γ) με τμήμα των φορέων ελέγχου πριν από την αποστολή που έχουν αναλάβει δραστηριότητες άλλες από αυτές που απαιτούνται για τη διενέργεια των ελέγχων.

Καθυστερήσεις

15. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή αποφεύγουν τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις κατά τον έλεγχο των αποστολών. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, μόλις κάποιος φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή και κάποιος εξαγωγέας συμφωνήσουν για την ημερομηνία ελέγχου, ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργεί τον έλεγχο τη συγκεκριμένη ημερομηνία, εκτός αν αυτός προγραμματιστεί εκ νέου από κοινού από τον εξαγωγέα και το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή ή αν ο εξαγωγέας εμποδίσει το φορέα ελέγχου να διενεργήσει τον έλεγχο ή λόγω ανωτέρας βίας.

16. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, μετά την παραλαβή των τελικών εγγράφων και την ολοκλήρωση του ελέγχου, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή, εντός πέντε εργασίμων ημερών, είτε συντάσσουν έκθεση απολογισμού είτε παρέχουν εμπεριστατωμένες γραπτές διευκρινήσεις για τους λόγους μη σύνταξης αυτής. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι στη δεύτερη περίπτωση οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή προσφέρουν στους εξαγωγείς τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και, εφόσον αυτοί το επιθυμούν, να ζητήσουν τη διενέργεια νέου ελέγχου την πλησιέστερη αμοιβαία αποδεκτή ημερομηνία.

17. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, εφόσον το ζητούν οι εξαγωγείς, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διενεργούν, πριν από την ημερομηνία του υλικού ελέγχου, προκαταρκτικό έλεγχο των τιμών και, ενδεχομένως, της τιμής συναλλάγματος, βάσει της σύμβασης μεταξύ του εξαγωγέα και του εισαγωγέα του προτιμολογίου και, κατά περίπτωση, της αίτησης για την έκδοση άδειας εισαγωγής. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι η τιμή ή τιμή συναλλάγματος που έγιναν αποδεκτές από το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή βάσει αυτού του προκαταρκτικού ελέγχου δεν ανακαλείται υπό την προϋπόθεση ότι τα εμπορεύματα είναι σύμφωνα με τα έγγραφα εισαγωγής ή/και την άδεια εισαγωγής. Αυτά διασφαλίζουν ότι μετά την ολοκλήρωση του προκαταρκτικού ελέγχου οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ενημερώνουν αμέσως γραπτώς τους εξαγωγείς είτε για την αποδοχή είτε για τη μη αποδοχή, δικαιολογημένη λεπτομερώς, της τιμής ή/και της τιμής συναλλάγματος.

18. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, για να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις κατά την πληρωμή, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διαβιβάζουν στους εξαγωγείς ή στους ορισθέντες αντιπροσώπους των εξαγωγέων έκθεση απολογισμού το ταχύτερο δυνατό.

19. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι σε περίπτωση τυπογραφικού λάθους στην έκθεση απολογισμού, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή διορθώνουν το λάθος και διαβιβάζουν τις διορθωμένες πληροφορίες στους ενδιαφερομένους το ταχύτερο δυνατό.

Ελεγχος των τιμών

20. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι, για να αποφευχθούν η υπερτιμολόγηση, η υποτιμολόγηση και οι περιπτώσεις απάτης, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ελέγχουν την τιμή του εμπορεύματος σύμφωνα με τις παρακάτω κατευθυντήριες γραμμές:

(α) οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν συμβατική τιμή που συμφωνήθηκε μεταξύ κάποιου εξαγωγέα και κάποιου εισαγωγέα, αν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι το συμπέρασμα για μη ικανοποιητική τιμή βασίζεται σε διαδικασία ελέγχου που είναι σύμφωνη με τα κριτήρια που καθορίζονται στα στοιχεία (β) έως (ε),

(β) ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή βασίζει την σύγκριση των τιμών για τον έλεγχο της τιμής εξαγωγής στην τιμή (στις τιμές) πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή από την ίδια χώρα εξαγωγής κατά τον ίδιο χρόνο ή περίπου κατά τον ίδιο χρόνο, υπό ανταγωνιστικές και συγκρίσιμες συνθήκες πώλησης, σύμφωνα με τις συνήθεις εμπορικές πρακτικές και χωρίς εκπτώσεις. Η σύγκριση αυτή βασίζεται στα εξής:

(i) εφαρμόζονται μόνον οι τιμές που εξασφαλίζουν έγκυρη βάση σύγκρισης, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών οικονομικών συνθηκών που ισχύουν στη χώρα εισαγωγής και στη χώρα ή τις χώρες που χρησιμοποιούνται για τη σύγκριση των τιμών,

(ii) ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή δεν βασίζεται στην τιμή εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή σε διάφορες χώρες εισαγωγής για να επιβάλει αυθαίρετα τη χαμηλότερη τιμή στο φορτίο,

(iii) ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή λαμβάνει υπόψη τα ειδικά στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο (γ),

(iv) σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας που περιγράφηκε παραπάνω, ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή παρέχει στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να δικαιολογήσει την τιμή,

(γ) κατά τη διενέργεια του ελέγχου, οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους όρους της σύμβασης πώλησης και τους γενικά ισχύοντες παράγοντες προσαρμογής όσον αφορά τη συνΆλλαγή, οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν, χωρίς όμως να περιορίζονται σ` αυτά, το εμπορικό επίπεδο και την ποσότητα της πώλησης, τις περιόδους και τους όρους παράδοσης, τις ρήτρες κλιμάκωσης των τιμών, τις προδιαγραφές ποιότητας, τα ειδικά χαρακτηριστικά του σχεδιασμού, τις ειδικές προδιαγραφές συσκευασίας ή αποστολής, το μέγεθος της παραγγελίας, τις πωλήσεις μικρής έκτασης, τις εποχιακές τάσεις, τα τέλη για την έκδοση άδειας ή για άλλα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τις υπηρεσίες που παρέχονται στο πλαίσιο της σύμβασης, αν αυτές δεν τιμολογούνται, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, χωριστά, περιλαμβάνουν επίσης ορισμένα στοιχεία για την τιμή που εφαρμόζει ο εξαγωγέας, όπως η συμβατική σχέση μεταξή του εισαγωγέα και του εξαγωγέα,

(δ) ο έλεγχος των εξόδων μεταφοράς συνδέεται μόνο με τη συμφωνηθείσα τιμή για το μεταφορικό μέσο στη χώρα εξαγωγής, όπως αναφέρεται στη σύμβαση πώλησης,

(ε) τα παρακάτω στοιχεία δεν χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της τιμής:

(i) η τιμή πώλησης στη χώρα εισαγωγής των εμπορευμάτων που παράγονται στην εν λόγω χώρα

(ii) η τιμή των εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή από χώρα άλλη από τη χώρα εξαγωγής,

(iii) το κόστος παραγωγής,

(iv) αυθαίρετες ή πλασματικές τιμές ή αξίες.

Διαδικασίες προσφυγής

21. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν ότι οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή θεσπίζουν διαδικασίες για την υποβολή και την εξέταση παραπόνων που διατυπώνουν οι εξαγωγείς και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, οι πληροφορίες δε για τις διαδικασίες αυτές παρέχονται στους εξαγωγείς σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7. Τα μέλη χρήστες διασφαλίζουν επίσης ότι οι διαδικασίες εξελίσσονται και τηρούνται σύμφωνα με τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

(α) οι φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή ορίζουν έναν ή περισσότερους υπαλλήλους διαθέσιμους κατά τη διάρκεια των κανονικών ωρών λειτουργίας σε κάθε πόλη ή λιμένα, όπου διατηρούν γραφείο ελέγχου πριν από την αποστολή, να παραλαμβάνουν και να εξετάζουν τις προσφυγές και τα παράπονα των εξαγωγέων καθώς και να λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις,

(β) οι εξαγωγείς γνωστοποιούν γραπτώς στον αρμόδιο υπάλληλο τα γεγονότα για τη συγκεκριμένη συνΆλλαγή, τη φύση του παραπόνου και την προτεινόμενη λύση,

(γ) ο αρμόδιο υπάλληλος εξετάζει ευνοϊκά τα παράπονα των εξαγωγέων και λαμβάνει σχετική απόφαση το ταχύτερο δυνατό, αφού λάβει τα στοιχεία τεκμηρίωσης που αναφέρονται στο στοιχείο (β).

Παρέκκλιση

22. Κατά παρέκκληση των διατάξεων του άρθρου 2, τα μέλη χρήστες προβλέπουν ότι, με εξαίρεση τις τμηματικές αποστολές, οι αποστολές των οποίων η αξία είναι μικρότερη από την ελάχιστη αξία που ισχύει για τέτοιες αποστολές, όπως ορίζονται από το μέλος χρήστη ελέγχονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Αυτή η ελάχιστη αξία περιλαμβάνεται στις πληροφορίες που παρέχουν οι εξαγωγείς βάσει των διατάξεων της παραγράφου 6.

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις των μελών εξαγωγής

Μη διακριτική μεταχείριση

1. Τα μέλη εξαγωγής διασφαλίζουν ότι οι νόμοι και οι κανονιστικές διατάξεις τους για τον έλεγχο πριν από την αποστολή εφαρμόζονται κατά τρόπο που δεν δημιουργεί διακρίσεις.

Διαφάνεια

2. Τα μέλη εξαγωγής δημοσιεύουν αμέσως όλους τους ισχύοντες νόμους και τις κανονιστικές διατάξεις για τις δραστηριότητες ελέγχου πριν από την αποστολή, έτσι ώστε να επιτρέπουν στις λοιπές κυβερνήσεις και στους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά.

Τεχνική βοήθεια

3. Τα μέλη εξαγωγής προτείνουν στα μέλη χρήστες την παροχή, μετά από σχετική αίτηση, τεχνικής βοήθειας με σκοπό την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο αμοιβαία αποδεκτών όρων.

Άρθρο 4

Διαδικασίες ανεξάρτητης εξέτασης

Τα μέλη ενθαρρύνουν τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή και τους εξαγωγείς να επιλύουν αμοιβαία τις διαφορές τους. Ωστόσο, δύο εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή του παραπόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 21 οποιοδήποτε από τα μέρη μπορεί να υποβάλει τη διαφορά σε ανεξάρτητη εξέταση. Τα μέλη λαμβάνουν, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους, τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν την καθιέρωση και την τήρηση των παρακάτω διαδικασιών:

(α) οι διαδικασίες αυτές διευθύνονται από ανεξάρτητο φορέα του οποίου η σύσταση πραγματοποιείται από κοινού από οργάνωση που αντιπροσωπεύει τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή και οργάνωση που αντιπροσωπεύει του εξαγωγείς για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας,

(β) ο ανεξάρτητος φορέας που αναφέρεται στο στοιχείο (α) καταρτίζει κατάσταση εμπειρογνωμόνων που περιλαμβάνει:

(i) ομάδα μελών που ορίζεται από οργάνωση, που εκπροσωπεί τους φορείς ελέγχου πριν από την αποστολή,

(ii) ομάδα μελών που ορίζεται από οργάνωση που εκπροσωπεί τους εξαγωγείς,

(iii) ομάδα ανεξάρτητων εμπορικών εμπειρογνωμόνων, που ορίζεται από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο (α).

Η γεωγραφική κατανομή των εμπειρογνωμόνων της κατάστασης αυτής πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να επιτρέπει την επίλυση το ταχύτερο δυνατό, των διαφορών που δημιουργούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών. Η κατάσταση αυτή καταρτίζεται εντός δύο μηνών από τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και ενημερώνεται μια φορά το έτος. Η κατάσταση τίθεται στη διάθεση του κοινού. Κοινοποιείται στη Γραμματεία και διαβιβάζεται σε όλα τα μέλη,

(γ) ο εξαγωγέας ή ο φορέας ελέγχου πριν από την αποστολή που επιθυμεί να υποβάλει κάποια διαφορά προς εξέταση έρχεται σε επαφή με την ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο εδάφιο (α) και ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας (πάνελ). Ο ανεξάρτητος φορέας είναι υπεύθυνος για τη σύσταση της ειδικής ομάδας η οποία αποτελείται από τρία μέλη. Τα μέλη της ειδικής ομάδας επιλέγονται έτσι ώστε να αποφεύγονται περιττά έξοδα και καθυστερήσεις. Το πρώτο μέλος επιλέγεται από την ομάδα (i) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ενδιαφερόμενο φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή, υπό τον όρο ότι το μέλος αυτό δεν συνδέεται με ο εν λόγω φορέα. Το δεύτερο μέλος επιλέγεται από την ομάδα (ii) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ενδιαφερόμενο εξαγωγέα, υπό τον όρο ότι το μέλος αυτό δεν συνδέεται με τον εξαγωγέα. Το τρίτο μέλος επιλέγεται από την ομάδα (iii) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο (α). Δεν επιτρέπεται η προβολή αντιρρήσεων για οποιονδήποτε από τους εμπορικούς εμπειρογνώμονες που επιλέγεται από την ομάδα (iii) της προαναφερθείσας κατάστασης.

(δ) ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας που επιλέγεται από την ομάδα (iii) της προαναφερθείσας κατάστασης εκτελεί χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας. Ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για να εξασφαλίσει την όσο το δυνατό ταχύτερη επίλυση της διαφοράς από την ειδική ομάδα, για παράδειγμα, αποφασίζει αν συντρέχουν οι λόγοι να συνέλθουν τα μέλη της ομάδας και, αν αυτό συμβαίνει, που θα πραγματοποιηθεί η συνάντηση, λαμβανομένου υπόψη του τόπου ελέγχου στη συγκεκριμένη περίπτωση,

(ε) αν οι διάδικοι συμφωνούν, είναι δυνατό να επιλεγεί ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας από την ομάδα (iii) της προαναφερθείσας κατάστασης από τον ανεξάρτητο φορέα που αναφέρεται στο στοιχείο (α) για να εξετάσει τη σχετική διαφορά. Ο εμπειρογνώμονας αυτός λαμβάνει τις αποφάσεις που απαιτούνται για να εξασφαλίσει την όσο το δυνατό ταχύτερη επίλυση της διαφοράς, λαμβάνοντας για παράδειγμα υπόψη τον τόπο ελέγχου στη συγκεκριμένη περίπτωση,

(στ) στόχος της εξέτασης πρέπει να είναι το αν κατά τη διάρκεια του ελέγχου που δημιούργησε τη διαφορά οι διάδικοι συμμορφώθηκαν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Οι διαδικασίες επιβάλλεται να είναι ταχείες και να παρέχουν τη δυνατότητα και στα δύο μέλη να εκθέσουν τις απόψεις τους προφορικώς ή γραπτώς,

(ζ) οι αποφάσεις της τριμελούς ειδικής ομάδας λαμβάνονται με πλειοψηφία. Η απόφαση επί της διαφοράς εκδίδεται εντός οκτώ εργασίμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης για ανεξάρτητη εξέταση και κοινοποιείται στους διαδίκους. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί μετά από συμφωνία των διαδίκων. Η ειδική ομάδα ή ο ανεξάρτητος εμπορικός εμπειρογνώμονας κατανέμουν τα έξοδα, βάσει των ιδιαίτερων στοιχείων της υπόθεσης,

(η) η απόφαση της ειδικής ομάδας είναι δεσμευτική για το φορέα ελέγχου πριν από την αποστολή και τον εξαγωγέα που αποτελούν τους διαδίκους της υπόθεσης.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση

Τα μέλη υποβάλλουν στη Γραμματεία αντίγραφα των νόμων και των κανονιστικών τους ρυθμίσεων που θέτουν σε ισχύ την παρούσα συμφωνία, καθώς και αντίγραφα κάθε άλλου νόμου και κανονιστικής διάταξης που έχει σχέση με τον έλεγχο πριν από την αποστολή, όταν αρχίσει να ισχύει η συμφωνία για τον ΠΟΕ έναντι του ενδιαφερομένου μέλους. Δεν επιβάλλονται Άλλαγές των νόμων και των κανονιστικών διατάξεων όσον αφορά τον έλεγχο πριν από την αποστολή προτού αυτές δημοσιευθούν επίσημα. Αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους οι Άλλαγές αυτές ανακοινώνονται στη Γραμματεία. Η Γραμματεία ενημερώνει τα μέλη για την ύπαρξη των πληροφοριών αυτών.

Άρθρο 6

Επανεξέταση

Κατά το τέλος του δεύτερου έτους από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και στη συνέχεια ανά τριετία, η υπουργική συνδιάσκεψη επανεξετάζει τις διατάξεις, την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της και την πείρα που έχει αποκτηθεί από τη λειτουργία της. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης αυτής η υπουργική συνδιάσκεψη έχει τη δυνατότητα να τροποποιεί τις διατάξεις της συμφωνίας.

Άρθρο 7

Διαβουλεύσεις

Τα μέλη διενεργούν διαβουλεύσεις με τα λοιπά μέλη μετά από σχετική αίτηση για κάθε θέμα που άπτεται της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις ισχύουν για την παρούσα συμφωνία οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

Άρθρο 8

Επίλυση των διαφορών

Κάθε διαφορά μεταξύ των μελών σχετικά με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας υποβάλλεται στις διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών,

Άρθρο 9

Τελικές διατάξεις

1. Τα μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

2. Τα μέλη διασφαλίζουν ότι οι νόμοι και οι κανονιστικές τους διατάξεις δεν αντιτίθενται στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Τα μέλη,

Εχοντας υπόψη ότι οι Υπουργοί συμφώνησαν, στις 20 Σεπτεμβρίου 1986, ότι οι πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Γύρου της Ουρουγουάης αποβλέπουν στην επίτευξη μεγαλύτερης απελευθέρωσης και επέκτασης του παγκόσμιου εμπορίου, στην ενίσχυση του ρόλου της GATT και στην αύξηση της ιανότητας του συστήματος της GATT να προσαρμόζεται στις εξελίξεις του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος.

Επιθυμώντας να προωθήσουν τους στόχους της GATT του 1994

Αναγνωρίζοντας ότι η θέσπιση και η εφαρμογή σαφών και ευπρόβλεπτων κανόνων καταγωγής διεκολύνουν τη ροή του διεθνούς εμπορίου

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής δεν δημιουργούν από μόνοι τους περιττά εμπόδια στο εμπόριο

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής δεν καταργούν ούτε εξασθενίζουν τα δικαιώματα των μελών στο πλαίσιο της GATT του 1994

Αναγνωρίζοντας ότι είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των νόμων, των κανονισμών και των πρακτικών, όσον αφορά τους κανόνες καταγωγής

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι κανόνες καταγωγής συντάσσονται και εφαρμόζονται με αντικειμενικό, διαφανή, ευπρόβλεπτο, συνεπή και ουδέτερο τρόπο,

Αναγνωρίζοντας την ύπαρξη μηχανισμού διαβουλεύσεων και διαδικασιών για την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών που προκύπτουν στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας,

Επιθυμώντας να εναρμονίσουν και να διευκρινίσουν τους κανόνες καταγωγής,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Κανόνες καταγωγής

1. Για την εφαρμογή των μερών Ι έως IV της παρούσας συμφωνίας, οι κανόνες καταγωγής θεωρούνται ως νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, που ισχύουν σε κάθε μέλος για τον προσδιορισμό της χώρας καταγωγής των προϊόντων υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες καταγωγής δεν συνδέονται με συμβατικά ή αυτόνομα εμπορικά καθεστώτα που περιλαμβάνουν την παραχώρηση δασμολογικών προτιμήσεων οι οποίες επεκτείνονται πέραν της εφαρμογής του άρθρου Ι, παράγραφος 1 της GATT του 1994.

2. Οι κανόνες καταγωγής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν όλους τους κανόνες καταγωγής που περιέχονται σε μη προτιμησιακές πράξεις εμπορικής πολιτικής όπως π.χ. : τη μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους βάσει των άρθρων Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, XI και ΧΙΙΙ της GATT του 1994, τους δασμούς αντιντάμπινγκ και τους αντισταθμιστικούς δασμούς βάσει του άρθρου VI της GATT του 1994, τα μέτρα διασφάλισης βάσει του άρθρου ΧΙΧ της GATT του 1994, τις απαιτήσεις επίθεσης σήματος καταγωγής βάσει του άρθρου ΙΧ της GATT του 1994, καθώς και κάθε ποσόστωση ή ποσοτικό περιορισμό που δημιουργεί διακρίσεις. Αυτοί περιλαμβάνουν επίσης κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται για τις δημόσιες συμβάσεις και τις εμπορικές στατιστικές.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Άρθρο 2 Ρυθμίσεις που ισχύουν κατά τη μεταβατική περίοδο

Μέχρις ότου ολοκληρωθεί το πρόγραμμα εργασίας για την εναρμόνιση των κανόνων καταγωγής που παρατίθενται στο μέρος IV, τα μέλη διασφαλίζουν ότι:

(α) όταν εκδίδουν διοικητικούς κανόνες γενικής εφαρμογής, οι προϋποθέσεις που απαιτείται να πληρούνται καθορίζονται σαφώς. Ιδίως:

(i) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο μεταβολής της δασμολογικής κατάταξης, ο κανόνας καταγωγής και κάθε εξαίρεση του κανόνα αυτού, απαιτείται να καθορίζει σαφώς τις διακρίσεις ή τις κλάσεις της δασμολογικής ονοματολογίας τις οποίες αφορά ο κανόνας,

(ii) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο του κατ` αξία ποσοστού, η μέθοδος υπολογισμού του εν λόγω ποσοστού αναφέρεται επίσης στους κανόνες καταγωγής,

(iii) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο εργασίας κατασκευής ή μεταποίησης, η εργασία που προσδίδει την καταγωγή στο σχετικό εμπόρευμα ορίζεται σαφώς,

(β) παρά το μέτρο ή την πράξη εμπορικής πολιτικής προς την οποία συνδέονται, οι κανόνες καταγωγής δεν χρησιμεύουν ως μέσα άμεσης ή έμμεσης επιδίωξης εμπορικών στόχων,

(γ) οι κανόνες καταγωγής δεν επιφέρουν από μόνοι τους περιορισμούς, στρεβλώσεις ή διακοπές του διεθνούς εμπορίου. Δεν επιβάλλουν αδικαιολόγητα αυστηρές απαιτήσεις ούτε απαιτούν την πλήρωση προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την κατασκευή ή τη μεταποίηση ως προαπαιτούμενο για τον καθορισμό της χώρας καταγωγής. Ωστόσο, το κόστος που δεν συνδέεται αμέσως με την κατασκευή ή τη μεταποίηση μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή κριτηρίου ποσοστού κατ` αξία, σύμφωνα με το στοιχείο (α),

(δ) οι κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται στις εισαγωγές και τις εξαγωγές δεν είναι περισσότερο αυστηροί από τους κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται με σκοπό τον καθορισμό του αν κάποιο εμπόρευμα αποτελεί εγχώριο προϊόν και δεν δημιουργούν διακρίσεις μεταξύ άλλων μελών, ανεξάρτητα από το αν οι κατασκευαστές του σχετικού εμπορεύματος συνδέονται ή όχι μεταξύ τους,

(ε) οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό,

(στ) οι κανόνες καταγωγής τους βασίζονται σε θετικά κριτήρια. Οι κανόνες καταγωγής που ορίζουν τι δεν προσδίδει την καταγωγή (αρνητικό κριτήριο) επιτρέπονται μόνον στο πλαίσιο διευκρίνισης θετικού κριτηρίου ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν δεν είναι αναγκαίος ο θετικός προσδιορισμός της καταγωγής,

(ζ) οι νόμοι, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις τους γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ, παράγραφος 1 της GATT του 1994, και σύμφωνα με αυτές,

(η) μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωσή τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι εκτιμήσεις αυτές παύουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με το στοιχείο (ι). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου (κ),

(θ) όταν οι κανόνες καταγωγής τροποποιούνται ή όταν θεσπίζονται νέοι κανόνες καταγωγής, δεν τους εφαρμόζουν αναδρομικά όπως ορίζεται στους νόμους και τους κανονισμούς τους και με την επιφύλαξη αυτών,

(ι) κάθε δράση διοικητικής μορφής την οποία αναλαμβάνουν σε σχέση με τον καθορισμό της καταγωγής επανεξετάζεται αμέσως από τα τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια ή διαδικασίες, ανεξάρτητα από την αρχή που πραγματοποιεί αυτόν τον καθορισμό, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα την τροποποίση ή την ανατροπή του καθορισμού,

(κ) όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι εκ φύσεως εμπιστευτικές ή παρέχονται εμπιστευτικά για την εφαρμογή των κανόνων καταγωγής θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές από τις σχετικές αρχές, οι οποίες υποχρεούνται να μην τις διαδίδουν χωρίς τη συγκεκριμένη άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που τις παρέσχε, εκτός αν αναγκάζονται να το πράξουν στο πλαίσιο δικαστικής εξέτασης.

Άρθρο 3

Ρυθμίσεις που ισχύουν μετά τη μεταβατική περίοδο

Εχοντας υπόψη το σκοπό όλων των μελών να επιτύχουν, στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση που περιγράφεται στο μέρος IV, τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων καταγωγής, τα μέλη διασφαλίζουν, κατά την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση, ότι:

(α) εφαρμόζουν κανόνες καταγωγής με ίσους όρους για όλους τους σκοπούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1,

(β) σύμφωνα με τους κανόνες καταγωγής τους, η χώρα που πρόκειται να ορισθεί ως χώρα καταγωγής συγκεκριμένων εμπορευμάτων είναι είτε η χώρα όπου τα εμπορεύματα έχουν παραχθεί πλήρως ή, όταν στην παραγωγή του εμπορεύματος συμμετέχουν περισσότερες από μια χώρα, η χώρα στην οποία διενεργείται η τελευταία ουσιαστική μεταποίηση,

(γ) οι κανόνες καταγωγής που εφαρμόζουν στις εισαγωγές και τις εξαγωγές δεν είναι περισσότερο αυστηροί από τους κανόνες καταγωγής που εφαρμόζονται για να καθοριστεί αν κάποιο εμπόρευμα αποτελεί εγχώριο προϊόν και δεν δημιουργούν διακρίσεις μεταξύ άλλων μελών, ανεξάρτητα από το αν οι κατασκευαστές του σχετικού εμπορεύματος συνδέονται ή όχι μεταξύ τους,

(δ) οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό,

(ε) οι νόμοι τους, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ, παράγραφος 1 της GATT του 1994, και σύμφωνα με αυτές,

(στ) μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωσή τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι εκτιμήσεις αυτές παύτουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με το στοιχείο (ι). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου (κ).

ΜΕΡΟΣ IV

ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Άρθρο 9

Στόχοι και αρχές

1. Εχοντας ως στόχο την εναρμόνιση των κανόνων καταγωγής και, μεταξύ άλλων, την εξασφάλιση μεγαλύτερης βεβαιότητας κατά τη διεξαγωγή του παγκόσμιου εμπορίου, η υπουργική συνδιάσκεψη εκτελεί από κοινού με το ΣΤΣ το πρόγραμμα εργασίας με βάση τις παρακάτω αρχές:

(α) οι κανόνες καταγωγής είναι ανάγκη να εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο για όλους τους σκοπούς που παρατίθενται στο άρθρο 1,

(β) οι κανόνες καταγωγής απαιτείται να προβλέπουν ότι η χώρα που ορίζεται ως χώρα καταγωγής κάποιου συγκεκριμένου προϊόντος είναι αυτή στην οποία παράγεται πλήρως το εμπόρευμα ή, σε περίπτωση που στην παραγωγή του συμμετέχουν περισσότερες της μιας χώρες, αυτή στην οποία πραγματοποιείται η τελευταία ουσιαστική μεταποίηση,

(γ) οι κανόνες καταγωγής επιβάλλεται να είναι αντικειμενικοί, κατανοητοί και ευπρόβλεπτοι,

(δ) παρά το μέτρο ή την πράξη προς την οποία συνδέονται, οι κανόνες καταγωγής δεν χρησιμεύουν ως μέσα άμεσης ή έμμεσης επιδίωξης εμπορικών στόχων. Αυτοί δεν επιφέρουν από μόνοι τους περιορισμούς, στρεβλώσεις ή διακοπές του διεθνούς εμπορίου. Δεν επιβάλλουν αδικαιολόγητα αυστηρές απαιτήσεις ούτε απαιτούν την πλήρωση προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την κατασκευή ή τη μεταποίηση για τον καθορισμό της χώρας καταγωγής. Ωστόσο, το κόστος που δεν συνδέεται αμέσως με την κατασκευή ή τη μεταποίηση μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή κριτηρίου ποσοστού κατ` αξία,

(ε) οι κανόνες καταγωγής εφαρμόζονται με τρόπο συνεπή, ομοιόμορφο, αντικειμενικό και λογικό,

(στ) οι κανόνες καταγωγής απαιτείται να έχουν συνοχή,

(ζ) οι κανόνες καταγωγής είναι ανάγκη να βασίζονται σε θετικά κριτήρια. Τα αρνητικά κριτήρια επιτρέπονται μόνον όταν πρόκειται να διευκρινίσουν θετικό κριτήριο.

Πρόγραμμα εργασίας

2. (α) Το πρόγραμμα εργασίας θα αρχίσει να εφαρμόζεται αμέσως μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και θα ολοκληρωθεί εντός τριών ετών από την έναρξη εφαρμογής του.

(β) Η επιτροπή και η τεχνική επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 4 είναι τα κατάλληλα όργανα για να φέρουν σε πέρας αυτό το έργο.

(γ) Για να υπάρξει εκτεταμένη συμμετοχή του ΣΤΣ σ` αυτές τις εργασίες, η επιτροπή ζητεί από την τεχνική επιτροπή να της κοινοποιήσει τις ερμηνείες και τις γνώμες της που απορρέουν από τις εργασίες που περιγράφονται παρακάτω, βάσει των αρχών που περιλαμβάνονται στην παράγραφο 1. Για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη ολοκλήρωση του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση, η εργασία αυτή είναι ανάγκη να διενεργηθεί με βάση τους τομείς προϊόντων, όπως αυτοί εμφανίζονται στα διάφορα κεφάλαια ή τμήματα της ονοματολογίας του εναρμονισμένου συστήματος (ΕΣ).

(i) Πλήρως παραχθέντα προϊόντα και ελάχιστες εργασίες ή μεταποιήσεις

Η τεχνική επιτροπή εξασφαλίζει εναρμονισμένους ορισμούς όσον αφορά:

Τα εμπορεύματα, τα οποία πρέπει να θεωρούνται ως παραχθέντα πλήρως σε κάποια χώρα. Η εργασία αυτή χρειάζεται να είναι όσο το δυνατό λεπτομερέστερη.

τις ελάχιστες εργασίες ή επεξεργασίες, οι οποίες δεν προσδίδουν από μόνες τους την καταγωγή στα εμπορεύματα.

Τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας υποβάλλονται στην επιτροπή εντός τριών μηνών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης της επιτροπής.

(ii) Ουσιαστική μεταποίηση Μεταβολή της δασμολογικής κατάταξης

Η τεχνική επιτροπή εξετάζει και μελετά, με βάση το κριτήριο της ουσιαστικής μεταποίησης, τη δυνατότητα χρησιμοποίησης της έννοιας της Άλλαγής δασμολογικής διάκρισης ή κλάσης κατά την επεξεργασία κανόνων καταγωγής για συγκεκριμένα προϊόντα ή τομέα προϊόντων και, ενδεχομένως, της ελάχιστης Άλλαγής στο πλαίσιο της ονοματολογίας, η οποία ανταποκρίνεται σ` αυτό το κριτήριο. Η τεχνική επιτροπή κατανέμει την προαναφερθείσα εργασία κατά τομείς προϊόντων λαμβάνοντας υπόψη τα κεφάλαια ή τα τμήματα της ονοματολογίας του ΕΣ, έτσι ώστε να υποβάλλει τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής στην επιτροπή κάθε τρεις μήνες τουλάχιστον. Η τεχνική επιτροπή ολοκληρώνει την εργασία αυτή εντός ενός και τριών μηνών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης της επιτροπής.

(iii) Ουσιαστική μεταποίηση Συμπληρωματικά κριτήρια

Μόλις ολοκληρωθεί η εργασία που αναφέρεται στο σημείο (ii) για κάθε τομέα προϊόντων ή κατηγορία μεμονωμένου προϊόντος, όταν η αποκλειστική χρησιμοποίηση της ονοματολογίας τους ΕΣ δεν επιτρέπει να υποστηριχθεί, ότι πραγματοποιήθηκε ουσιαστική μεταποίηση, η τεχνική επιτροπή:

εξετάζει και επεξεργάζεται, βάσει του κριτηρίου της ουσιαστικής μεταποίησης, τη δυνατότητα χρησιμοποίησης, αποκλειστικά ή συμπληρωματικά, άλλων κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένων ποσοστών κατ` αξία ή/και εργασιών κατασκευής ή μεταποίησης, κατά την επεξεργασία των κανόνων καταγωγής για συγκεκριμένα προϊόντα ή τομέα προϊόντων

έχει την ευχέρεια να παρέχει διευκρινίσεις όσον αφορά τις προτάσεις της, χωρίζει τις παραπάνω εργασίες με βάση τα προϊόντα λαμβάνοντας υπόψη τα κεφάλαια ή τα τμήματα της ονοματολογίας του ΕΣ, με σκοπό την υποβολή των αποτελσμάτων των εργασιών της στην επιτροπή τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Η τεχνική επιτροπή ολοκληρώνει την προαναφερθείσα εργασία εντός δύο ετών και τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης της επιτροπής.

Ρόλος της επιτροπής

3. Με βάση τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

(α) η επιτροπή εξετάζει τις ερμηνείες και τις γνώμες της τεχνικής επιτροπής σε περιοδική βάση σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα που παρέχονται στην παράγραφο 2, στοιχείο (γ), σημεία (i), (ii) και (iii) με σκοπό την υιοθέτηση αυτών των ερμηνειών και γνωμών. Η επιτροπή έχει την ευχέρεια να ζητεί από την τεχνική επιτροπή να επεξεργαστεί περισσότερο τα αποτελέσματα των εργασιών της ή/και να αναπτύξει νέες προσεγγίσεις. Για να βοηθήσει την τεχνική επιτροπή, η επιτροπή θα ήταν σκόπιμο να γνωστοποιεί τους λόγους για τους οποίους ζητεί συμπληρωματικές εργασίες και, ενδεχομένως, να προτείνει ενΆλλακτικές λύσεις,

(β) μετά την ολοκλήρωση των εργασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο (γ), σημεία (i), (ii) και (iii), η επιτροπή εξετάζει τη γενική συνοχή των αποτελεσμάτων.

Αποτελέσματα του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση και παρεπόμενες εργασίες

4. Η υπουργική συνδιάσκεψη διατυπώνει τα αποτελέσματα του προγράμματος εργασίας για την εναρμόνιση σε παράρτημα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας. Η υπουργική συνδιάσκεψη καθορίζει χρονοδιάγραμμα για τη θέση σε ισχύ του εν λόγω παραρτήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Αρμοδιότητες

1. Οι αρμοδιότητες της τεχνικής επιτροπής περιλαμβάνουν τα εξής:

(α) μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους της τεχνικής επιτροπής, η εξέταση ειδικών τεχνικών προβλημάτων που προκύπτουν από την καθημερινή εφαρμογή των κανόνων καταγωγής των μελών και η έκδοση γνώμης συμβουλευτικού χαρακτήρα, όσον αφορά τις κατάλληλες λύσεις που βασίζονται επί των γνωστοποιούμενων γεγονότων,

(β) η παροχή πληροφοριών και συμβουλών επί οποιουδήποτε θέματος για τον προσδιορισμό της καταγωγής των εμπορευμάτων που είναι δυνατό να ζητεί οποιοδήποτε μέλος της επιτροπής,

(γ) η εκπόνηση και η κοινοποίηση περιοδικών εκθέσεων για τις τεχνικές πτυχές της λειτουργίας και του καθεστώτος της παρούσας συμφωνίας, και

(δ) η ετήσια επανεξέταση των τεχνικών πτυχών της εφαρμογής και της λειτουργίας των μερών ΙΙ και ΙΙΙ.

2. Η τεχνική επιτροπή ασκεί επίσης τις αρμοδιότητες που της αναθέτει ενδεχομένως η επιτροπή.

3. Η τεσνική επιτροπή προσπαθεί να ολοκληρώσει, σε λογικά σύντομο χρονικό διάστημα, τις εργασίες της επί ειδικών θεμάτων, ιδίως εκείνων που φέρονται ενώπιόν της από τα μέλη της ή την επιτροπή.

Εκπροσώπηση

4. Κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να εκπροσωπείται στην τεχνική επιτροπή. Κάθε μέλος μπορεί να ορίζει ένα τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους για να το εκπροσωπούν στην τεχνική επιτροπή. Το μέλος που εκπροσωπείται κατ` αυτόν τον τρόπο στην τεχνική επιτροπή καλείται στο εξής “μέλος” της τεχνικής επιτροπής. Οι αντιπρόσωποι των μελών της τεχνικής επιτροπής είναι δυνατό να συνοδεύονται από συμβούλους κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της τεχνικής επιτροπής. Η Γραμματεία του ΠΟΕ μπορεί επίσης να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις αυτές ως παρατηρητής.

5. Τα μέλη του ΣΤΣ τα οποία δεν αποτελούν μέλη του ΠΟΕ είναι δυνατό να εκπροσωπούνται στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής από έναν τακτικό αντιπρόσωπο και έναν ή περισσότερους αναπληρωματικούς αντιπροσώπους. Οι αντιπρόσωποι αυτοί παρακολουθούν τις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής ως παρατηρητές.

6. Υπό την προϋπόθεση της έγκρισης εκ μέρους του προέδρου της τεχνικής επιτροπής, ο Γενικός Γραμματέας του ΣΤΣ (αποκαλούμενος εφεξής “Ο Γενικός Γραμματέας”) έχει την ευχέρεια να καλεί εκπροσώπους των κυβερνήσεων που δεν αποτελούν μέλη του ΠΟΕ ούτε μέλη του ΣΤΣ και εκπροσώπους διεθνών δημοσίων και εμπορικών οργανισμών να συμμετάσχουν στην τεχνική επιτροπή ως παρατηρητές.

7. Ο ορισμός αντιπροσώπων, αναπληρωματικών αντιπροσώπων και συμβούλων που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της τεχνικής επιτροπής ανακοινώνεται στο Γενικό Γραμματέα.

Συνεδριάσεις

8. Η τεχνική επιτροπή συνεδριάζει όταν χρειάζεται, τουλάχιστον όμως μια φορά το έτος.

Διαδικασίες

9. Η τεχνική επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και θεσπίζει τις διαδικασίες της.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

1. Αναγνωρίζοντας ότι ορισμένα μέλη εφαρμόζουν προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, διαφορετικούς από τους μη προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δήλωσης, οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής θεωρούνται ως νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, που ισχύουν σε κάθε μέλος και ορίζουν αν τα εμπορεύματα δύνανται να υπάγονται σε προτιμησιακή μεταχείριση στο πλαίσιο συμβατικών ή αυτόνομων εμπορικών καθεστώτων, που οδηγούν στην παραχώρηση δασμολογικών προτιμήσεων, οι οποίες επεκτείνονται πέραν της εφαρμογής του άρθρου Ι, παράγραφος 1 της GATT του 1994.

3. Τα μέλη συμφωνούν να διασφαλίζουν ότι:

(α) όταν εκδίδουν διοικητικές ρυθμίσεις γενικής εφαρμογής, οι προϋποθέσεις που απαιτείται να πληρούνται καθορίζονται σαφώς.

Ιδίως:

(i) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο μεταβολής της δασμολογικής κατάταξης, ένας τέτοιος προτιμησιακός κανόνας καταγωγής και κάθε εξαίρεση του κανόνα αυτού, απαιτείται να καθορίζει σαφώς τις διακρίσεις ή τις κλάσεις της δασμολογικής ονοματολογίας, τις οποίες αφορά ο κανόνας,

(ii) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο του κατ` αξία ποσοστού, η μέθοδος υπολογισμού του εν λόγω ποσοστού αναφέρεται επίσης στους κανόνες καταγωγής,

(iii) σε περιπτώσεις όπου ισχύει το κριτήριο των εργασιών κατασκευής ή μεταποίησης, η εργασία που προσδίδει την προτιμησιακή καταγωγή ορίζεται σαφώς,

(β) οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής τους βασίζονται σε θετικό κριτήριο. Οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής που ορίζουν τι δεν προσδίδει την καταγωγή (αρνητικό κριτήριο) επιτρέπονται μόνον στο πλαίσιο διευκρίνισης θετικούς κριτηρίου ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν δεν είναι αναγκαίος ο θετικός προσδιορισμός της προτιμησιακής καταγωγής,

(γ) οι νόμοι τους, κανονισμοί, δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που έχουν σχέση με προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής δημοσιεύονται σαν να υπέκειντο στις διατάξεις του άρθρου Χ, παράγραφος 1 της GATT του 1994, και σύμφωνα με αυτές,

(δ) μετά από αίτηση εξαγωγέα, εισαγωγέα ή άλλου νομιμοποιούμενου προσώπου, οι εκτιμήσεις όσον αφορά την προτιμησιακή καταγωγή παρέχονται το ταχύτερο δυνατό και οπωσδήποτε όχι αργότερα από 150 ημέρες μετά την αίτηση για τέτοια εκτίμηση υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προσκομιστεί όλα τα αναγκαία στοιχεία. Οι αιτήσεις για τις εκτιμήσεις αυτές υποβάλλονται προτού αρχίσει το εμπόριο του σχετικού εμπορεύματος και είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν επί τρία έτη υπό τον όρο ότι τα πραγματικά περιστατικά και οι συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των προτιμησιακών κανόνων καταγωγής, που αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωσή τους παραμένουν σε συγκρίσιμα επίπεδα. Εφόσον ενημερωθούν εγκαίρως τα ενδιαφερόμενα μέρη οι εκτιμήσεις αυτές παύουν να ισχύουν μόλις εκδοθεί απόφαση αντίθετη προς αυτές στο πλαίσιο επανεξέτασης σύμφωνα με το στοιχείο (στ). Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δημοσιεύονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου (ζ),

(ε) όταν οι κανόνες καταγωγής τροποποιούνται ή όταν θεσπίζονται νέοι κανόνες καταγωγής, αυτά δεν τους εφαρμόζουν αναδρομικά όπως ορίζεται στους νόμους και τις κανονιστικές τους διατάξεις και με την επιφύλαξη αυτών,

(στ) κάθε δράση διοικητικής μορφής την οποία αναλαμβάνουν σε σχέση με τον καθορισμό της προτιμησιακής καταγωγής επανεξετάζεται αμέσως από τα τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια ή διαδικασίες, ανεξάρτητα από τη φύση της αρχής που πραγματοποιεί αυτόν τον καθορισμό, με ενδεχόμενο την τροποποίηση ή την ανατροπή του καθορισμού,

(ζ) όλες οι πληροφορίες οι οποίες είναι εκ φύσεως εμπιστευτικές ή παρέχονται εμπιστευτικά για την εφαρμογή των προτιμησιακών κανόνων καταγωγής θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές από τις σχετικές αρχές, οι οποίες υποχρεούνται να μην τις διαδίδουν χωρίς τη συγκεκριμένη άδεια του προσώπου ή της κυβέρνησης που τις παρέσχε, εκτός αν αναγκάζονται να το πράξουν στο πλαίσιο δικαστικής εξέτασης.

4. Τα μέλη συμφωνούν να παρέχουν αμέσως στη Γραμματεία τους προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής, συμπεριλαμβανομένης κατάστασής των προτιμησιακών διευθετήσεων στις οποίες αυτοί εφαρμόζονται, και τις δικαστικές και τις διοικητικές αποφάσεις γενικής εφαρμογής που συνδέονται με τους προτιμησιακούς τους κανόνες καταγωγής που ισχύουν κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ έναντι του ενδιαφερομένου μέλους. Ακόμη, τα μέλη συμφωνούν να γνωστοποιούν κάθε τροποποίηση των προτιμησιακών τους κανόνων καταγωγής ή τους νέους προτιμησιακούς κανόνες καταγωγής το ταχύτερο δυνατό στη Γραμματεία. Οι καταστάσεις με τις πληροφορίες που λαμβάνονται και είναι διαθέσιμες στη Γραμματεία διαβιβάζονται από αυτή στα μέλη.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΑΔΕΙΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ

Τα μέλη,

Εχοντας υπόψη τις πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις

Επιθυμώντας να προωθήσουν τους στόχους της GATT του 1994

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εμπορικές, αναπτυξιακές και χρηματοδοτικές ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών,

Αναγνωρίζοντας ότι η αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής είναι χρήσιμη για ορισμένους σκοπούς και ότι δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για τον περιορισμό του εμπορίου,

Αναγνωρίζοντας ότι οι άδειες εισαγωγής είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή μέτρων όπως εκείνα που λαμβάνονται βάσει των σχετικών διατάξεων της GATT του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διατάξεις της GATT του 1994 εφαρμόζονται στις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν ότι οι διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο που να αντιβαίνει στις αρχές και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την GATT του 1994,

Αναγνωρίζοντας ότι η κατάλληλη χρήση των διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής μπορεί να εμποδίζει τη ροή του διεθνούς εμπορίου,

Με την πεποίθηση ότι η έκδοση αδειών εισαγωγής, ιδίως η μη αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής είναι ανάγκη να πραγματοποιείται με διαφανή και ευπρόβλεπτο τρόπο,

Αναγνωρίζοντας ότι οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής δεν επιτρέπεται να δημιουργούν διοικητικά βάρη μεγαλύτερα από αυτά που είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή του αντίστοιχου μέτρου,

Επιθυμώντας να απλουστεύσουν και να καταστήσουν διαφανείς τις διοικητικές διαδικασίες και πρακτικές που εφαρμόζονται στο διεθνές εμπόριο καθώς και να διασφαλίσουν τη δίκαιη και θεμιτή εφαρμογή και διαχείριση τέτοιων διαδικασιών και πρακτικών,

Επιθυμώντας να εξασφαλίσουν ένα μηχανισμό διαβουλεύσεων και την ταχεία, αποτελεσματική και δίκαιη επίλυση των διαφορών που δημιουργούνται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1. Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, οι διατυπώσεις έκδοσης αδειών εισαγωγής ορίζονται ως διοικητικές διαδικασίες, που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των καθεστώτων έκδοσης αδειών εισαγωγής, τα οποία ορίζουν ως προκαταρκτική προϋπόθεση της εισαγωγής στο τελωνειακό έδαφος του μέλους εισαγωγής, την υποβολή στο αρμόδιο διοικητικό όργανο αίτησης ή άλλου εγγράφου διαφορετικού από αυτά που απαιτούνται για τελωνειακούς σκοπούς).

2. Τα μέλη διασφαλίζουν ότι οι διοικητικές διαδικασίες, που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των καθεστώτων έκδοσης αδειών εισαγωγής, είναι σύμφωνες προς τις σχετικές διατάξεις της GATT του 1994, των παραρτημάτων της και των πρωτοκόλλων της, όπως ερμηνεύονται από την παρούσα συμφωνία, για να εμποδίζονται οι στρεβλώσεις του εμπορίου, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από ακατάλληηλη εφαρμογή των διαδικασιών αυτών, λαμβανομένων υπόψη των στόχων της οικονομικής ανάπτυξης και των χρηματοδοτικών και εμπορικών αναγκών των αναπτυσσομένων χωρών μελών.

3. Οι κανόνες που ισχύουν για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής είναι ουδέτεροι στην εφαρμογή τους και εφαρμόζονται με ισότητα και δικαιοσύνη.

4. (α) Οι κανόνες και όλες οι πληροφορίες που αφορούν τις διαδικασίες υποβολής των αιτήσεων, περιλαμβανομένων των όρων υπό τους οποίους πρόσωπα, επιχειρήσεις ή οργανισμοί νομιμοποιούνται να υποβάλλουν τέτοιες αιτήσεις, το αρμόδιο διοικητικό όργανο καθώς και οι κατάλογοι των προϊόντων που υπόκεινται σε καθεστώς άδειας εισαγωγής, δημοσιεύονται κατά τρόπο που γνωστοποιείται στην Επιτροπή Εκδοσης Αδειών Εισαγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 4 (καλούμενη στην παρούσα συμφωνία “η επιτροπή”), έτσι ώστε να επιτρέπεται στις κυβερνήσεις και τους εμπόρους να ενημερώνονται σχετικά. Η δημοσίευση αυτή πραγματοποιείται όταν υπάρχει σχετική δυνατότητα στην πράξη, 21 ημέρες πριν από την πραγματική ημερομηνία αυτής της απαίτησης αλλά εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από την ημερομηνία αυτή. Κάθε εξαίρεση, παρέκκλιση ή τροποποίηση των κανόνων έκδοσης αδειών ή της κατάστασης των προϊόντων που υποβάλλονται σε άδειες εισαγωγής δημοσιεύονται επίσης κατά τον ίδιο τρόπο και εντός των ίδιων προθεσμιών που αναφέρονται παραπάνω. Αντίγραφα των δημοσιευμάτων αυτών απαιτείται επίσης να τίθενται στη διάθεση της Γραμματείας.

(β) Στα μέλη που επιθυμούν να διατυπώσουν σχόλια εγγράφως παρέχεται η ευκαιρία, μετά από σχετική αίτηση, να συζητήσουν τα εν λόγω σχόλια. Το ενδιαφερόμενο μέλος παρέχει τη δέουσα προσοχή στα σχόλια αυτά καθώς και στα αποτελέσματα της συζήτησης.

5. Τα έντυπα αίτησης και, όπου υπάρχει τέτοια περίπτωση, τα έντυπα ανανέωσης είναι όσο το δυνατό πιο απλά. Τα έγγραφα και οι πληροφορίες που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για την καλή λειτουργία του καθεστώτος έκδοσης αδειών είναι δυνατό να ζητούνται με σχετική αίτηση.

6. Οι διαδικασίες υποβολής της αίτησης και, όπου υπάρχει τέτοια περίπτωση, της ανανέωσης είναι όσο το δυνατό πιο απλές. Παρέχεται στους αιτούντες εύλογη προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων προς έκδοση άδειας. Οταν υπάρχει ημερομηνία λήξης, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε 21 τουλάχιστον ημέρες με δυνατότητα παράτασης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες παραλήφθηκε μικρός αριθμός αιτήσεων εντός της ταχθείσας περιόδου. Οι αιτούντες απευθύνονται σε ένα μόνο διοικητικό όργανο για την αίτηση. Οταν είναι απολύτως απαραίτητο οι αιτούντες να απευθύνονται σε περισσότερα του ενός διοικητικά όργανα, αυτοί δεν χρειάζεται να απευθύνονται σε περισσότερα από τρία διοικητικά όργανα.

7. Καμία αίτηση δεν απορρίπτεται λόγω ύπαρξης ασήμαντων σφαλμάτων στην τεκμηρίωση, τα οποία δεν αλλοιώνουν τις βασικές πληροφορίες που περιέχονται σ` αυτή. Για τις παραλήψεις ή τα σφάλματα στα έγγραφα ή τις διαδικασίες, που είναι προφανές ότι πραγματοποιήθηκαν χωρίς να υπάρχει δόλος ή σοβαρή αμέλεια, δεν επιβάλλεται πρόστιμο μεγαλύτερο από το αναγκαίο ποσό που θα χρησίμευε ως απλή προειδοποίηση.

8. Ο εισαγωγές εμπορευμάτων που συνοδεύονται από σχετική άδεια δεν είναι δυνατό να απαγορεύονται λόγω ασήμαντων διακυμάνσεων της αξίας, της ποσότητας ή του βάρους σε σχέση με τα στοιχεία της άδειας λόγω διαφορών που προκύπτουν κατά τη μεταφορά, που δημιουργούνται από την φόρτωση εμπορευμάτων χύμα ή άλλων ασήμαντων διαφορών που συμβιβάζονται με τη συνήθη εμπορική πρακτική.

9. Τα αναγκαία ποσά συναλλάγματος για τον διακανονισμό των εισαγωγών που υποβάλλονται σε καθεστώς άδειας τίθενται στη διάθεση των κατόχων των αδειών κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνον που ισχύει για τους εισαγωγείς εμπορευμάτων, για τα οποία δεν απαιτείται άδεια εισαγωγής.

10. Οσον αφορά τις εξαιρέσεις για λόγους ασφαλείας, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου ΧΧΙ της GATT του 1994.

11. Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν υποχρεώνουν τα μέλη να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η γνωστοποίηση των οποίων θα δημιουργούσε εμπόδια στην εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη στο δημόσιο συμφέρον ή θα ζημίωνε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Άρθρο 2

Αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής

1. Αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής υπάρχει όταν η έγκριση της αίτησης είναι εξασφαλισμένη σε όλες τις περιπτώσεις και πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2, στοιχείο (α).

2. Οι παρακάτω διατάξεις εφαρμόζονται, μαζί με τις διατάξεις του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 11 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, στις διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής:

(α) η εφαρμογή των διαδικασιών αυτόματης έκδοσης αδειών πραγματοποιείται με τέτοιον τρόπο ώστε να μην επιβάλλει περιορισμούς στις εισαγωγές που υπόκεινται σε διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής. Οι διαδικασίες αυτόματης έκδοσης αδειών είναι δυνατό να έχουν περιοριστικά αποτελέσματα για το εμπόριο εκτός αν, μεταξύ άλλων:

(i) κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή οργανισμός που πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις που επιβάλλει το μέλος εισαγωγής για τη διενέργεια πράξεων εισαγωγής που αφορούν προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε αυτόματη έκδοση αδειών, νομιμοποιούνται εξ ίσου να ζητήσουν και να λάβουν άδειες εισαγωγής,

(ii) οι αιτήσεις για χορήγηση αδειών είναι δυνατό να υποβάλλονται οποιαδήποτε εργάσιμη ημέρα πριν από τον εκτελωνισμό των εμπορευμάτων,

(iii) οι αιτήσεις για έκδοση αδειών που υποβάλλονται σωστά και με όλους τους τύπους εγκρίνονται αμέσως μόλις παραληφθούν, εφόσον αυτό είναι διοικητικά δυνατό, αλλιώς εντός προθεσμίας δέκα εργασίμων ημερών το αργότερο.

(β) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η αυτόματη έκδοση αδειών είναι δυνατό να είναι αναγκαία, όταν δεν υφίστανται άλλες κατάλληλες διαδικασίες. Η αυτόματη έκδοση αδειών μπορεί να συνεχίζεται εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι περιστάσεις, οι οποίες οδήγησαν στη θέσπισή της ή εφόσον οι σκοποί της διοίκησης οι οποίοι αποτέλεσαν την αφορμή για τη θέσπισή της δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν κατά προσφορότερο τρόπο.

Άρθρο 3

Μη αυτόματη έκδοση αδειών εισαγωγής

1. Οι παρακάτω διατάξεις εφαρμόζονται, ταυτόχρονα με αυτές του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 11, στις διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής. Οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών εισαγωγής καθορίζονται ως διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής που δεν εμπίπτουν στον ορισμό που περιέχεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1.

2. Η μη αυτόματη έκδοση αδειών απαγορεύεται να ασκεί στο εισαγωγικό εμπόριο περιορισμούς ή στρεβλώσεις πέραν των αποτελεσμάτων που προκαλούνται από την επιβολή του περιορισμού. Οι διαδικασίες μη αυτόματης έκδοσης αδειών αντιστοιχούν ως προς το πεδίο εφαρμογής και τη διάρκεια ισχύος στο μέτρο στην επιβολή του οποίου αποβλέπουν και πρέπει να απαιτούν τη διοικητική επιβάρυνση που είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή του μέτρου.

3. Σε περίπτωση που απαιτούνται διατυπώσεις έκδοσης αδειών για σκοπούς άλλους από την εφαρμογή ποσοτικών περιορισμών, τα μέλη παρέχουν επαρκείς πληροφορίες στα λοιπά μέλη και στους εμπόρους, ώστε να επιτυγχάνεται ενημέρωση αυτών, όσον αφορά τους λόγους χορήγησης ή/και κατανομής των αδειών.

4. Οταν κάποιο μέλος παρέχει τη δυνατότητα σε πρόσωπα, επιχειρήσεις ή όργανα να ζητούν την παραχώρηση εξαιρέσεων ή παρεκκλίσεων όσον αφορά τις διατυπώσεις έκδοσης αδειών, αναφέρει το γεγονός αυτό στις πληροφορίες που παρέχει στο πλαίσιο του άρθρου 1, παράγραφος 4 καθορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνεται το σχετικό αίτημα και, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τις συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται η εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.

5. (α) Τα μέλη παρέχουν, μετά από σχετική αίτηση οποιουδήποτε μέλους το οποίο ενδιαφέρεται για το εμπόριο του σχετικού προϊόντος, όλες τις σχετικές πληροφορίες για:

(i) την εφαρμογή των περιορισμών,

(ii) τις άδειες εισαγωγής που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης περιόδου,

(iii) την κατανομή των αδειών αυτών μεταξύ των προμηθευτριών χωρών,

(iv) όταν αυτό είναι πρακτικά δυνατό, στατιστικά στοιχεία για τις εισαγωγές (όσον αφορά την αξία ή/και τον όγκο) όσον αφορά τα προϊόντα για τα οποία απαιτείται η έκδοση άδειας εισαγωγής. Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να αναλάβουν πρόσθετα διοικητικά ή δημοσιονομικά βάρη σχετικά με το θέμα αυτό.

(β) Τα μέλη που εφαρμόζουν ποσοστώσεις με σύστημα αδειών δημοσιεύουν τη συνολική ποσότητα ή/και αξία των ποσοστώσεων που εφαρμόζουν, τις ημερομηνίες ανοίγματος και κλεισίματος και κάθε τροποποίηση που αναφέρεται σ` αυτές, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1, παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά,

(γ) στην περίπτωση ποσοστώσεων που έχουν κατανεμηθεί μεταξύ των προμηθευτριών χωρών, το μέλος που εφαρμόζει τον περιορισμό ενημερώνει το συντομότερο δυνατό όλα τα λοιπά μέρη που ενδιαφέρονται να προμηθεύσουν το εν λόγω προϊόν για τα μερίδια της ποσόστωσης που κατανέμονται για την τρέχουσα περίοδο, σε ποσότητα ή σε αξία, στις διάφορες προμηθεύτριες χώρες και ανακοινώνει όλες τις χρήσιμες για το θέμα αυτό πληροφορίες, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1, παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο, ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά,

(δ) στις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται η πρόβλεψη για άνοιγμα, το ταχύτερο δυνατό, ποσόστωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 4 επιβάλλεται να δημοσιεύονται εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 1, παράγραφος 4 και με τέτοιο τρόπο ώστε οι κυβερνήσεις και οι έμποροι να ενημερώνονται σχετικά,

(ε) κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή όργανο που πληροί τις νόμιμες και διοικητικές προϋποθέσεις που επιβάλλει η χώρα εισαγωγής, νομιμοποιείται με ίσους όρους, να υποβάλει αίτηση και να λαμβάνεται υπόψη κατά τη χορήγηση των αδειών. Αν κάποια αίτηση για έκδοση άδειας δεν εγκριθεί, ο αιτών μπορεί να ζητήσει να του ανακοινωθούν οι σχετικοί λόγοι και έχει δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή ή να ζητήσει επανεξέταση σύμφωνα με τη νομοθεσία ή τις εσωτερικές διαδικασίες του μέλους εισαγωγής,

(στ) ο χρόνος εξέτασης των αιτήσεων, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αυτό είναι αδύνατο για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται το μέλος, δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες εφόσον οι αιτήσεις εξετάζονται με βάση τη σειρά παραλαβής τους, δηλ. κατά προτεραιότητα και τις 60 ημέρες, εφόσον θεωρείται ότι όλες οι αιτήσεις παραλήφθηκαν ταυτόχρονα. Στην τελευταία περίπτωση, ο χρόνος για την εξέταση των αιτήσεων θεωρείται ότι αρχίζει την ημερομηνία που ακολουθεί την ημερομηνία λήξης της ταχθείσας προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων,

(ζ) η διάρκεια ισχύος των αδειών είναι εύλογη και όχι τόσο σύντομη ώστε να παρεμποδίζει τις εισαγωγές. Δεν εμποδίζει τις εισαγωγές εμπορευμάτων που προέρχονται από μεγάλες αποστάσεις, εκτός στις ειδικές περιπτώσεις που οι εισαγωγές είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων βραχυπρόθεσμων αναγκών,

(η) κατά τη διαχείριση των ποσοστώσεων, τα μέλη δεν εμποδίζουν την πραγματοποίηση των εισαγωγών σύμφωνα με τις άδειες που έχουν εκδοθεί, και δεν αποθαρρύνουν την πλήρη χρησιμοποίηση των ποσοστώσεων,

(θ) κατά την έκδοση των αδειών, τα μέλη λαμβάνουν υπόψη ότι είναι επιθυμητό να εκδίδονται άδειες που να ανταποκρίνονται σε ποσότητα προϊόντων η οποία παρουσιάζει οικονομικό ενδιαφέρον,

(ι) κατά την κατανομή των αδειών, τα μέλη υποχρεούνται να εξετάζουν τις επιδόσεις του αιτούντα όσον αφορά τις εισαγωγές. Εξετάζεται συγκεκριμένα αν οι άδειες που είχαν χορηγηθεί σε αιτούντες κατά το παρελθόν είχαν χρησιμοποιηθεί στο σύνολό τους κατά τη διάρκεια πρόσφατης αντιπροσωπευτικής περιόδου. Σε περιπτώσεις που οι άδειες δεν χρησιμοποιήθηκαν πλήρως, τα μέλη εξετάζουν τους λόγους που οδήγησαν σ` αυτό και τους λαμβάνουν υπόψη κατά την κατανομή νέων αδειών. Δίδεται επίσης προσοχή στην εξασφάλιση εύλογου αριθμού αδειών υπέρ των νέων εισαγωγέων, λαμβανομένης υπόψη της επιθυμίας έκδοσης αδειών για προϊόντα σε ποσότητες που παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον. Δίδεται σχετικά ιδιαίτερη προσοχή στους εισαγωγείς που εισάγουν προϊόντα καταγωγής αναπτυσσομένων χωρών μελών και, ιδίως, λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών.

(κ) στην περίπτωση ποσοστώσεων των οποίων η διαχείριση γίνεται με άδειες και οι οποίες δεν έχουν κατανεμηθεί μεταξύ προμηθευτριών χωρών, οι κάτοχοι αδειών έχουν ελευθερία να επιλέγουν την προέλευση των εισαγόμενων προϊόντων. Στην περίπτωση ποσοστώσεων που έχουν κατανεμηθεί μεταξύ προμηθευτριών χωρών, η άδεια προβλέπει ρητά την ή τις χώρες προέλευσης.

(λ) κατά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1, παράγραφος 8, οι μελλοντικές κατανομές αδειών είναι δυνατό να προσαρμόζονται για να συμψηφίζουν τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν καθ` υπέρβαση ενός προηγούμενου επιπέδου αδειών.

Άρθρο 4

Οργανα

Δημιουργείται Επιτροπή Εκδοσης Αδειών Εισαγωγής αποτελούμενη από εκπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό και τον Αντιπρόεδρό της και συνέρχεται όταν είναι αναγκαίο για να παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διεξάγουν διαβουλεύσεις για κάθε θέμα σχετικά με τη λειτουργία της συμφωνίας και την επιδίωξη των στόχων της.

Άρθρο 5

Γνωστοποίηση

1. Τα μέλη τα οποία καθιερώνουν διαδικασίες έκδοσης αδειών ή τροποποιούν τέτοιες διαδικασίες γνωστοποιούν τις ενέργειές τους στην επιτροπή εντός 60 ημερών από τη σχετική δημοσίευση.

2. Οι γνωστοποιήσεις σχετικά με την καθιέρωση διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής περιλαμβάνουν τα παρακάτω στοιχεία:

(α) κατάσταση των προϊόντων για τα οποία απαιτείται έκδοση άδειας εισαγωγής,

(β) αρμόδια πρόσωπα για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας,

(γ) διοικητικό όργανο ή όργανα αρμόδια για την υποβολή των αιτήσεων,

(δ) ημερομηνία και όνομα εντύπου στο οποίο δημοσιεύονται οι διαδικασίες έκδοσης αδειών,

(ε) μνεία σχετικά με το αν πρόκειται για διαδικασία αυτόματης ή μη αυτόματης έκδοσης αδειών, σύμφωνα με τους ορισμούς που δίδονται στα άρθρα 2 και 3,

(στ) στην περίπτωση των διαδικασιών αυτόματης έκδοσης αδειών, αναφορά των διοικητικών λόγων που την επιβάλλουν,

(ζ) στην περίπτωση διαδικασιών μη αυτόματης έκδοσης αδειών, αναφορά του μέτρου που εφαρμόζεται μέσω της εν λόγω διαδικασίας, και

(η) αναμενόμενη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης αδειών, εφόσον αυτή μπορεί να υπολογιστεί με κάποια πιθανότητα, σε αντίθετη περίπτωση, αναφορά των λόγων για τους οποίους δεν είναι δυνατή η παροχή αυτής της πληροφορίας.

3. Οι γνωστοποιήσεις σχετικά με τροποποίηση των διαδικασιών έκδοσης αδειών εισαγωγής είναι ανάγκη να αναφέρουν τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν εφόσον αυτά τροποποιούνται.

4. Τα μέλη γνωστοποιούν στην επιτροπή το έντυπο ή τα έντυπα στα οποία πρόκειται να δημοσιευθούν οι πληροφορίες που ζητούνται στο άρθρο 1, παράγραφος 4.

5. Κάθε ενδιαφερόμενο μέλος που θεωρεί ότι κάποιο άλλο μέλος δεν ανακοίνωσε τη θέσπιση διαδικασίας έκδοσης αδειών ή την τροποποίηση αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 μπορεί να γνωστοποιήσει το θέμα στο εν λόγω άλλο μέλος. Αν δεν ακολουθήσει αμέσως μετά γνωστοποίηση, το μέλος αυτό έχει το δικαίωμα να ανακοινώσει το ίδιο τη διαδικασία έκδοσης αδειών ή την τροποποίησή της, συμπεριλαμβανομένης κάθε σχετικής και διαθέσιμης πληροφορίας.

Άρθρο 6

Διαβουλεύσεις και επίλυση διαφορών

Οι διαβουλεύσεις και η επίλυση διαφορών, όσον αφορά οποιοδήποτε θέμα που θίγει τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως διαμορφώθηκαν και ισχύουν στο πλαίσιο του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

Άρθρο 7

Επανεξέταση

1. Η επιτροπή επαναξετάζει όταν χρειάζεται, αλλά τουλάχιστον μια φορά ανά διετία, την εφαρμογή και τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που περιέχονται σ` αυτή.

2. Η Γραμματεία ετοιμάζει έκθεση για τα πραγματικά περιστατικά βασισμένη σε πληροφορίες που παρέχονται βάσει του άρθρου 5, σε απαντήσεις στα ερωτήματα που περιλαμβάνονται στο ετήσιο ερωτηματολόγιο για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής και σε άλλες σχετικές έγκυρες πληροφορίες τις οποίες διαθέτει η έκθεση αυτή αποτελεί τη βάση για την επανεξέταση, ενώ προσφέρει περίληψη των προαναφερθεισών πληροφοριών, αναφέροντας ιδίως τις Άλλαγές ή τις εξελίξεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο, περιλαμβάνει δε και κάθε άλλη πληροφορία που θα συμφωνηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής.

3. Τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συμπληρώνουν το ετήσιο ερωτηματολόγιο για τις διαδικασίες έκδοσης αδειών εισαγωγής αμέσως και στο σύνολό του.

4. Η επιτροπή ενημερώνει το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών για τις εξελίξεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από αυτή την επανεξέταση.

Άρθρο 8

Τελικές διατάξεις

Επιφυλάξεις

1. Δεν είναι δυνατό να διατυπωθούν επιφυλάξεις για καμία από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας χωρίς τη συναίνεση των λοιπών μελών.

Εσωτερική νομοθεσία

2. (α) Κάθε μέλος διασφαλίζει, το αργότερο την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς αυτό, τη συμμόρφωση των νόμων, κανονισμών και διοικητικών του διαδικασιών με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

(β) Κάθε μέλος ενημερώνει την επιτροπή για κάθε Άλλαγή των νόμων και κανονισμών που βασίζονται στην παρούσα συμφωνία καθώς και για τον τρόπο εφαρμογής των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Τα μέλη συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμός της έννοιας “επιδότηση”

1.1 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, γίνεται δεκτό συντρέχει περίπτωση επιδότησης εφόσον:

(α) (1) παρέχεται χρηματοδότηση από το Δημόσιο ή από οποιονδήποτε κρατικό φορέα που λειτουργεί στην επικράτεια ενός μέλους (καλούμενο στην παρούσα συμφωνία “το Δημόσιο”), και ειδικότερα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i) όταν το Δημόσιο ενεργεί κατά τρόπο που συνεπάγεται άμεση μεταφορά κεφαλαίων (π.χ. υπό μορφή επιχορηγήσεων, δανείων ή εισφοράς στο κεφάλαιο) ή δυνητική άμεση μεταφορά κεφαλαίων ή υποχρεώσεων (π.χ. παροχή εγγύησης για δάνεια),

(ii) όταν το Δημόσιο παραιτείται από κάποια απαίτηση ή δεν εισπράττει κάποια οφειλή που πρέπει κανονικά να αποδοθεί σε αυτό (π.χ. μέσω της παροχής φορολογικών κινήτρων, όπως είναι οι πιστώσεις φόρου)

(iii) όταν το Δημόσιο παρέχει αγαθά ή υπηρεσίες, με εξαίρεση τη γενικότερη υποδομή, ή όταν αγοράζει αγαθά,

(iv) όταν το Δημόσιο συνεισφέρει ποσά σε κάποιο σύστημα χρηματοδοτήσεων ή όταν αναθέτει ή δίδει εντολή σε έναν ιδιωτικό φορέα να ενεργήσει μία ή περισσότερες από τις πράξεις που περιγράφονται στις περιπτώσεις (i) έως (iii) ανωτέρω, οι οποίες κανονικά υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δημοσίου, και εφόσον η διενέργεια των εν λόγω πράξεων δεν διαφέρει κατ` ουσίαν από τη συνήθη διενέργεια πράξεων εκ μέρους του Δημοσίου,

ή

(α) (2) όταν παρέχεται στήριξη του εισοδήματος ή των τιμών υπό οιαδήποτε μορφή, κατά την έννοια του άρθρου XVI της GATT του 1994.

και

(β) με τον τρόπο αυτό προσπορίζεται κάποιο όφελος

1.2 Επιδότηση, η οποία υπάγεται στον ορισμό της παραγράφου 1, υπόκειται στις διατάξεις του μέρους ΙΙ ή στις διατάξεις του μέρους ΙΙΙ ή V μόνο εφόσον η επιδότηση αυτή έχει ατομικό χαρακτήρα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 2.

Άρθρο 2

Ατομικός χαρακτήρας

2.1 Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον μία επιδότηση, η οποία ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 1, παράγραφος 1, παρέχεται ατομικά προς συγκεκριμένη επιχείρηση ή ομάδα επιχειρήσεων ή προς συγκεκριμένο κλάδο παραγωγής ή ομάδα κλάδων παραγωγής (στην παρούσα συμφωνία προς “συγκεκριμένες επιχειρήσεις”), που υπάγεται, στην αρμοδιότητα της αρχής που παρέχει την επιδότηση, είναι εφαρμοστέες οι ακόλουθες αρχές:

(α) Μία επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα, όταν η αρχή που την παρέχει ή η νομοθετική διάταξη βάσει της οποίας ενεργεί η αρχή που παρέχει την επιδότηση ορίζει ρητώς ότι την επιδότηση είναι δυνατό να λάβουν μόνο συγκεκριμένες επιχειρήσεις.

(β) Γίνεται δεκτό ότι μία επιδότηση δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, όταν η αρχή που την παρέχει ή η νομοθετική διάταξη βάσει της οποίας ενεργεί η αρχή που παρέχει την επιδότηση θέτει αντικειμενικά κριτήρια ή προϋποθέσεις, με βάση τα οποία αποφασίζεται κατά πόσον δεδομένη επιχείρηση δικαιούται να λάβει την επιδότηση, και ορίζει το ύψος της, υπό την προϋπόθεση όμως ότι το δικαίωμα λήψης της επιδότησης γεννάται αυτομάτως και ότι τα σχετικά κριτήρια και προϋποθέσεις τηρούνται απαραγκλίτως. Τα εφαρμοζόμενα κριτήρια και προϋποθέσεις πρέπει να καθορίζονται σαφώς στον οικείο νόμο, κανονισμό ή άλλο επίσημο έγγραφο, ούτως ώστα να είναι δυνατός ο έλεγχος της εφαρμογής τους.

(γ) Ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εκ πρώτης όψεως από την εφαρμογή των αρχών που καθορίζονται στα στοιχεία (α) και (β) προκύπτει ότι δεδομένη επιδότηση δεν έχει ατομικό χαρακτήρα, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι στην πραγματικότητα η επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα, είναι δυνατό να συνεκτιμηθούν ορισμένοι άλλοι παράγοντες. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι εξής: η αξιοποίηση ενός προγράμματος επιδοτήσεων εκ μέρους περιορισμένου αριθμού συγκεκριμένων επιχειρήσεων, η σε μεγάλο ποσοστό συμμετοχή σε ένα πρόγραμμα επιδοτήσεων συγκεκριμένων επιχειρήσεων, η παροχή δυσανάλογα υψηλών επιδοτήσεων προς συγκεκριμένες επιχειρήσεις, και ο τρόπος με τον οποίο η αρμόδια για την παροχή της επιδότησης αρχή άσκησε τη διακριτική ευχέρεια που διέθετε, προκειμένου να αποφασίσει για την παροχή ή μη επιδότησης. Κατά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, συνεκτιμάται ο βαθμός διαφοροποίησης των οικονομικών δραστηριοτήτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα της αρχής που έχει κάθε φορά την ευθύνη για την παροχή των επιδοτήσεων, καθώς και ο χρόνος που χρειάστηκε για την εφαρμογή του οικείου προγράμματος επιδοτήσεων.

2.2 Εχουν ατομικό χαρακτήρα οι επιδοτήσεις που παρέχονται αποκλειστικά προς συγκεκριμένες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν την έδρα τους σε καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα της αρχής που παρέχει την επιδότηση. Γίνεται δεκτό ότι, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, δεν θεωρείται μορφή επιδότησης ατομικού χαρακτήρα ο καθορισμός ή η μεταβολή φορολογικών συντελεστών γενικής ισχύος από διοικητική αρχή οποιασδήποτε βαθμίδας, η οποία διαθέτει τη σχετική εξουσία.

2.3 Γίνεται δεκτό ότι έχει ατομικό χαρκακτήρα κάθε επιδότηση η οποία υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 3.

2.4 κάθε κρίση σχετικά με τον ατομικό ή μη χαρακτήρα μιας επιδότησης, βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρέπει να τεκμηριώνεται με σαφήνεια βάσει θετικών αποδεικτικών στοιχείων.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ: ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 3

Απαγόρευση

3.1 Με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στη συμφωνία για τη γεωργία, απαγορεύονται οι ακόλουθες μορφές επιδοτήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 1:

(α) οι επιδοτήσεις για την παροχή των οποίων τίθεται, είτε από το νόμο, είτε στην πράξη, ως μόνη ή παράλληλη προϋπόθεση η επίτευξη κάποιας εξαγωγικής επίδοσης, συμπεριλαμβανομένων των μορφών επιδοτήσεων που περιγράφονται στο παράρτημα Ι.

(β) οι επιδοτήσεις για την παροχή των οποίων τίθεται, είτε ως μόνη, είτε ως παράλληλη προϋπόθεση, ότι πρέπει να έχουν χρησιμοποιηθεί εγχώρια και όχι εισαγόμενα προϊόντα.

3.2 Τα μέλη δεν επιτρέπεται να προβαίνουν ή να εμμένουν στη χορήγηση των επιδοτήσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Μέσα παροχής έννομης προστασίας

4.1 Οποτε ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι κάποιο μέλος προβαίνει ή εμμένει στην παροχή μιας απαγορευμένης μορφής επιδότησης, το μέλος αυτό δύναται να ζητήσει τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το οικείο άλλο μέλος.

4.2 Στην αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, η οποία υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, πρέπει να μνημονεύονται τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση με την ύπαρξη και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης.

4.3 Εφόσον υποβληθεί αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει της παραγράφου 1, το μέλος για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επίμαχης επιδότησης φροντίζει για την έναρξη των σχετικών διαβουλεύσεων το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

4.4 Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 30 ημερών από την υποβολή της αίτησης για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, οποιοδήποτε από τα μέλη που μετέχουν στις διαβουλεύσεις αυτές δύναται να παραπέμψει το θέμα στο Οργανο Επίλυσης Διαφορών (“ΟΕΔ”) με αίτημα την άμεση συγκρότηση ειδικής ομάδας (πάνελ), εκτός αν το ΟΕΔ ταχθεί με ομόφωνη απόφασή του κατά της συγκρότησης ειδικής ομάδας.

4.5 Αφ` ης στιγμής συγκροτηθεί, η ειδική ομάδα δύναται να ζητήσει τη συνδρομή της Διαρκούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων (η οποία καλείται στην παρούσα συμφωνία “ΔΟΕ”), προκειμένου να αποφασισθεί κατά πόσον το επίμαχο μέτρο αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης. Εφόσον της υποβληθεί σχετικό αίτημα, η ΔΟΕ εξετάζει πάραυτα τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά με την ύπαρξη και το χαρακτήρα του επίμαχου μέτρου και παρέχει τη δυνατότητα στο μέλος το οποίο προβαίνει ή εμμένει στην εφαρμογή του μέτρου να αποδείξει ότι το εν λόγω μέτρο δεν αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης. Η ΔΟΕ διαβιβάζει τα συμπεράσματά της στην ειδική ομάδα εντός προθεσμίας που έχει καθορισθεί αυτή η τελευταία. Τα συμπεράσματα της ΔΟΕ σχετικά με το κατά πόσον το επίμαχο μέτρο αποτελεί ή όχι απαγορευμένη μορφή επιδότησης γίνονται δεκτά από την ειδική ομάδα χωρίς τροποποιήσεις.

4.6 Η ειδική ομάδα υποβάλλει την τελική της έκθεση στα διάδικα μέλη. Η έκθεση κοινοποιείται στο σύνολο των μελών εντός 90 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησης της ειδικής ομάδας και καθορισμού των καθηκόντων της.

4.7 Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι το επίμαχο μέτρο αποτελεί απαγορευμένη μορφή επιδότησης, η ειδική ομάδα συστήνει στο μέλος που παρέχει την επιδότηση να την καταργήσει αμελλητί. Για τον σκοπό αυτό, η ειδική ομάδα καθορίζει, όταν διατυπώνει τη σύστασή της, προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να καταργηθεί το μέτρο.

4.8 Εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης και ειδικής ομάδας προς το σύνολο των μελών, το ΟΕΔ εγκρίνει την έκθεση, εκτός αν κάποιο από τα διάδικα μέλη ενημερώσει το ΟΕΔ σχετικά με την απόφασή του να ασκήσει έφεση ή αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση.

4.9 Σε περίπτωση άσκησης έφεσης κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εκδίδει την απόφασή του σχετικά εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το οικείο διάδικο μέλος γνωστοποίηση επίσημα την πρόθεσή του να ασκήσει έφεση. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκδώσει την έκθεσή του εντός 30 ημερών, ενημερώνει γραπτώς το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης, ενώ παράλληλα αναφέρει κατά προσέγγιση το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί μέχρι την υποβολή της έκθεσης. Η διαδικασία δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να υπερβεί τις 60 ημέρες. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται άνευ όρων αποδεκτή από τους διαδίκους εκτός αν το ΟΕΔ αποφασίσει με συναίνεση να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβαθμίου δικαιοδοτικού οργάνου εντός 20 ημερών από την κοινοποίησή της στα μέλη.

4.10 Σε περίπτωση που η σύσταση την οποία έχει διατυπώσει το ΟΕΔ δεν υλοποιηθεί εντός της προθεσμίας που έχει τάξει για το σκοπό αυτό ειδική ομάδα η οποία άρχεται από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, το ΟΕΔ παρέχει έγκριση στο καταγγέλον μέλος για τη λήψη των κατάλληλων αντιμέτρων, εκτός αν το ΟΕΔ απορρίψει το σχετικό αίτημα με συναίνεση.

4.11 Σε περίπτωση που ένα διάδικο μέλος ζητεί τη διεξαγωγή διαιτησίας βάσει του άρθρου 22, παράγραφος 6 του Μνημονίου Συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών (“ΜΣΕΔ”), ο διαιτητής αποφαίνεται σχετικά με την καταλληλότητα ή μη των αντιμέτρων.

4.12 Για τους σκοπούς των διαδικασιών επίλυσης διαφορών, οι οποίες διεξάγονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των προθεσμιών που ορίζονται ρητώς στο παρόν άρθρο, οι προθεσμίες που ισχύουν βάσει του ΜΣΕΔ για τη διεξαγωγή των εν λόγω διαδικασιών ισούται με το ήμισυ των προθεσμιών που καθορίζονται στο προαναφερθέν κείμενο.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ: ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΖΗΤΗΘΕΙ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 5

Αρνητικές συνέπειες

Απαγορεύεται στα μέλη να βλάπτουν τα συμφέροντα των υπολοίπων μελών παρέχοντας οποιαδήποτε από τις επιδοτήσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 1, παράγραφος 1 και 2. Ειδικότερα, απαγορεύεται στα μέλη:

(α) να προξενούν ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής κάποιου άλλου μέλους.

(β) να αναιρούν ολικώς ή μερικώς τα οφέλη που απορρέουν αμέσως ή εμμέσως για τα υπόλοιπα μέλη βάσει της GATT του 1994, και ειδικότερα τα οφέλη που προκύπτουν από τις παραχωρήσεις τις οποίες τα μέλη αποδέχονται βάσει του άρθρου ΙΙ της GATT του 1994.

(γ) να προξενούν σοβαρή ζημία στα συμφέροντα κάποιου άλλου μέλους.

Το παρόν άρθρο δεν ισχύει προκειμένου περί των επιδοτήσεων που εξακολουθούν να παρέχονται για τα γεωργικά προϊόντα, όπως προβλέπει το άρθρο 13 της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 6

Σοβαρή ζημία

6.1 Σοβαρή ζημία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος (γ) γίνεται δεκτό ότι προξενείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) όταν η συνολική κατ` αξίαν επιδότηση ενός προϊόντος υπερβαίνει το 5%.

(β) σε περιπτώσεις επιδοτήσεων προς κάλυψη των απωλειών εκμετάλλευσης που έχει υποστεί ένας κλάδος παραγωγής

(γ) σε περιπτώσεις επιδοτήσεων προς κάλυψη των απωλειών εκμετάλλευσης που έχει υποστεί μία επιχείρηση, εκτός αν πρόκειται για μέτρα που λαμβάνονται εφάπαξ και έχουν έκτακτο χαρακτήρα, τα οποία δεν είναι δυνατό να εφαρμοσθούν εκ νέου ως προς την ίδια επιχείρηση και τα οποία εφαρμόζονται με αποκλειστικό σκοπό την παραχώρηση χρόνου για την εξεύρεση μακροπρόθεσμων λύσεων και για την αποτροπή οξέων κοινωνικών προβλημάτων,

(δ) σε περιπτώσεις άμεσης άφεσης χρέους, και συγκεκριμένα άφεσης κάποιου χρέους που οφείλεται στο Δημόσιο ή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων που παρέχονται για την αποπληρωμή κάποιου δανείου.

6.2 Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1, γίνεται δεκτό ότι δεν έχει προκληθεί σοβαρή ζημία αν το μέλος που παρέχει την επίμαχη επιδότηση αποδεικνύει ότι η επιδότηση αυτή δεν έχει προκαλέσει καμία από τις συνέπειες που απαριθμούνται στην παράγραφο 3.

6.3 Σοβαρή ζημία κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος (γ) ενδέχεται να προκαλείται εν πάση περιπτώσει όταν συντρέχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω περιστάσεις:

(α) η επιδότηση έχει ως συνέπεια την υποκατάσταση ή την παρεμπόδιση των εισαγωγών κάποιου ομοειδούς προϊόντος από ένα άλλο μέλος στην αγορά του επιδοτούντος μέλους

(β) η επιδότηση έχει ως συνέπεια την υποκατάσταση ή την παρεμπόδιση των εισαγωγών κάποιου ομοειδούς προϊόντος ενός άλλου μέλους από την αγορά κάποιας τρίτης χώρας,

(γ) η επιδότηση έχει ως συνέπεια την πώληση του επιδοτούμενου προϊόντος σε τιμή αισθητά χαμηλότερη από την τιμή κάποιου ομοειδούς προϊόντος ενός άλλου μέλους στην ίδια αγορά ή δυσχεραίνει σημαντικά την αύξηση των τιμών ή οδηγεί σε συμπίεση των τιμών ή σε απώλεια πωλήσεων στην ίδια αγορά,

(δ) η επιδότηση έχει ως συνέπεια την αύξηση του μεριδίου που κατέχει το επιδοτούν μέλος στην παγκόσμια αγορά ενός συγκεκριμένου επιδοτούμενου προϊόντος ή αγαθού του πρωτογενούς τομέα εν συγκρίσει με τον μέσο όρο του μεριδίου που το μέλος αυτό κατείχε κατά την προηγούμενη τριετία, ενώ η αύξηση αυτή έχει ακολουθήσει σταθερή πορεία για χρονικό διάστημα κατά το οποίο χορηγούνταν επιδοτήσεις.

6.4 Στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 3, στοιχείο β), στις περιπτώσεις υποκατάστασης ή παρεμπόδισης εξαγωγών υπάγεται και κάθε περίπτωση κατά την οποία, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου αγοράς εις βάρος του μη επιδοτούμενου ομοειδούς προϊόντος (για χρονικό διάστημα αρκετά μακρύ, ώστε να είναι αντιπροσωπευτικό και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τον σαφή καθορισμό της κατεύθυνσης προς την οποία κινείται η αγορά του εκάστοτε προϊόντος, το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι δυνατό, υπό κανονικές συνθήκες, να είναι κατώτερο του ενός έτους). Στον όρο “μεταβολή των αναλογούντων μεριδίων αγοράς” υπάγεται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις: (α) όταν έχει σημειωθεί αύξηση του μεριδίου αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος, (β) όταν το μερίδιο αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος διατηρείται σταθερό υπό συνθήκες οι οποίες, αν το εν λόγω προϊόν δεν επιδοτείτο, θα είχαν προκαλέσει τη μείωση του μεριδίου αγοράς του, (γ) όταν το μερίδιο αγοράς του επιδοτούμενου προϊόντος σημειώνει μεν πτώση, αλλά με ρυθμό βραδύτερο από αυτόν που θα ίσχυε αν το εν λόγω προϊόν δεν επιδοτείτο.

6.5 Στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 3, στοιχείο γ), στις περιπτώσεις πραγματοποίησης πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές υπάγεται και κάθε περίπτωση κατά την οποία η πραγματοποίηση τέτοιων πωλήσεων αποδεικνύεται μέσω της σύγκρισης των τιμών του επιδοτούμενου προϊόντος με τις τιμές κάποιου μη επιδοτούμενου ομοειδούς προϊόντος, το οποίο διατίθεται στην ίδια αγορά. Η σύγκριση πρέπει να αφορά το ίδιο στάδιο εμπορίας και ανάλογα χρονικά σημεία, λαμβανομένου υπόψη οποιουδήποτε άλλου παράγοντα που επηρεάζει τη συγκρισιμότητα των τιμών. Εντούτοις, αν δεν είναι εφικτή μια τέτοια άμεση σύγκριση, η πραγματοποίηση πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές είναι δυνατό να αποδεικνύεται με βάση τις τιμές μονάδας κατά την εξαγωγή.

6.6 Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παραρτήματος V, κάθε μέλος στην αγορά του οποίου υποτίθεται ότι έχει προκληθεί σοβαρή ζημία παρέχει στα μέλη που συμμετέχουν σε διαδικασία επίλυσης διαφοράς κατ` εφαρμογήν του άρθρου 7, καθώς και στην ειδική ομάδα που έχει συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 4 όλα τα συναφή στοιχεία που είναι δυνατό να συγκεντρώσει όσον αφορά τις αυξομειώσεις των μεριδίων αγοράς των διαδίκων μελών, καθώς και τις τιμές των προϊόντων τα οποία αφορά η διαδικασία.

6.7 Γίνεται δεκτό ότι βάσει της παραγράφου 3 δεν έχει προκληθεί σοβαρή ζημία συνεπεία της υποκατάστασης ή παρεμπόδισης εξαγωγών, όταν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα συντρέχει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιστάσεις:

(α) απαγόρευση ή θέση περιορισμών επί των εξαγωγών του ομοειδούς προϊόντος από το καταγγέλλον μέλος ή επί των εισαγωγών που προέρχονται από το καταγγέλλον μέλος και προορίζονται για την αγορά της οικείας τρίτης χώρας,

(β) απόφαση των αρχών του εισάγοντος μέλους, στο οποίο ισχύει εμπορικό μονοπώλιο ή σύστημα κρατικού εμπορίου όσον αφορά το οικείο προϊόν, να υποκαταστήσει για λόγους μη εμπορικούς τις εισαγωγές από το καταγγέλον μέλος με εισαγωγές από άλλη χώρα ή χώρες,

(γ) θεομηνίες, απεργίες, προβλήματα στις μεταφορές ή άλλα γεγονότα ανωτέρας βίας, τα οποία έχουν σοβαρές συνέπειες για την παραγωγή, τις ποιότητες, τις ποσότητες ή τις τιμές του προϊόντος που διατίθεται προς εξαγωγή από το καταγγέλλον μέλος,

(δ) ύπαρξη διακανονισμών για τον περιορισμό των εξαγωγών του καταγγέλλοντος μέλους,

(ε) εκούσια μείωση των ποσοστήτων του οικείου προϊόντος οι οποίες διατίθενται προς εξαγωγή από το καταγγέλλον μέλος (συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της περίπτωσης κατά την οποία επιχειρήσεις του καταγγέλλοντος μέλους προβαίνουν με ανεξάρτητη απόφασή τους στη διοχέτευση των εξαγωγών του οικείου προϊόντος προς νέες αγορές),

(στ) αδυναμία συμμόρφωσης προς τα πρότυπα και τις λοιπές απαιτήσεις κανονιστικού χαρακτήρα που ισχύουν στη χώρα εισαγωγής,

6.8 Εφόσον δεν συντρέχει κάποια από τις περιστάσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 7, η πρόκληση ή μη σοβαρής ζημίας διαπιστώνεται με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί στην ειδική ομάδα ή συγκεντρωθεί από αυτήν, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παραρτήματος V.

6.9 Το παρόν άρθρο δεν ισχύει προκειμένου περί των επιδοτήσεων που εξακολουθούν να παρέχονται για τα γεωργικά προϊόντα, όπως προβλέπει το άρθρο 13 της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 7

Μέσα παροχής έννομης προστασίας

7.1 Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13 της συμφωνίας για τη γεωργία, όποτε ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα άλλο μέλος προβαίνει ή εμμένει στην παροχή οποιασδήποτε από τις επιδοτήσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 1, με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημίας στον εγχώριο κλάδο παραγωγής του εν λόγω μέλους, την ολική ή μερική αναίρεση των ωφελειών που απορρέουν γι` αυτό ή την πρόκληση σοβαρής ζημίας, το εν λόγω μέλος δύναται να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με το εκάστοτε άλλο μέλος.

7.2 Στην αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, η οποία υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1, πρέπει να μνημονεύονται τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση: (α) με την ύπαρξη και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης, και (β) με τη ζημία που έχει προκληθεί στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, την ολική ή μερική αναίρεση των ωφελειών ή την πρόκληση σοβαρής ζημίας στα συμφέροντα του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

7.3 Εφόσον υποβληθεί αίτηση για τη διενέργεια διαβουλεύσεων βάσει της παραγράφου 1, το μέλος για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι προβαίνει ή εμμένει στην επίμαχη πρακτική επιδοτήσεων φροντίζει για την έναρξη των σχετικών διαβουλεύσεων το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

7.4 Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 60 ημερών, οποιοδήποτε από τα μέλη που μετέχουν στις διαβουλεύσεις αυτές δύναται να παραπέμψει το θέμα στο ΟΕΔ με αίτημα τη συγκρότηση ειδικής ομάδας, εκτός αν το ΟΕΔ ταχθεί με ομόφωνη απόφασή του κατά της συγκρότησης ειδικής ομάδας, εκτός αν το ΟΕΔ ταχθεί με ομόφωνη απόφασή του κατά της συγκρότησης ειδικής ομάδας. Η σύνθεση της ειδικής ομάδας, καθώς και τα καθήκοντά της αποφασίζονται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησής της.

7.5 Η ειδική ομάδα εξετάζει την υπόθεση και υποβάλλει την τελική της έκθεση προς τα διάδικα μέλη. Η έκθεση κοινοποιείται στο σύνολο των μελών εντός 120 ημερών από την ημερομηνία συγκρότησης της ειδικής ομάδας και καθορισμού των καθηκόντων της.

7.6 Εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης της ειδικής ομάδας στο σύνολο των μελών το ΟΕΔ εγκρίνει την έκθεση, εκτός αν κάποιο από τα διάδικα μέλη ενημερώσει επίσημα το ΟΕΔ σχετικά με την απόφασή του να ασκήσει έφεση ή αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση.

7.7 Σε περίπτωση άσκησης έφεσης κατά της έκθεσης της ειδικής ομάδας, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εκδίδει την απόφασή του σχετικά εντός 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το οικείο διάδικο μέλος γνωστοποίησε επίσημα την πρόθεσή του να ασκήσει έφεση. Σε περίπτωση που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκδώσει την έκθεσή του εντός 60 ημερών, ενημερώνει γραπτώς το ΟΕΔ σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης, ενώ παράλληλα αναφέρει κατά προσέγγιση το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί μέχρι την υποβολή της έκθεσης. Η διαδικασία δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να απαιτήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εγκρίνεται από το ΟΕΔ και γίνεται ανεπιφύλακτα δεκτή από τα διάδικα μέλη, εκτός αν το ΟΕΔ αποφασίσει ομόφωνα να μην εγκρίνει την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου εντός 220 ημερών από την κοινοποίησή της στα μέλη.

7.8 Οταν εγκρίνεται έκθεση της ειδικής ομάδας ή του δευτεροβαθμίου δικαιοδοτικού οργάνου, στην οποία διατυπώνεται το συμπέρασμα ότι δεδομένη επιδότηση έχει προκαλέσει βλάβη στα συμφέροντα κάποιου άλλου μέλους κατά την έννοια του άρθρου 5, το μέλος το οποίο προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επιδότησης λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, ούτως ώστε να εξαλειφθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή καταργεί την επιδότηση.

7.9 Σε περίπτωση που το οικείο μέλος δεν έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό την εξάλειψη των αρνητικών συνεπειών της επιδότησης ή δεν έχει προβεί στην κατάργησή της εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έγκρισης της έκθεσης της ειδικής ομάδας ή της έκθεσης του δευτεροβαθμίου δικαιοδοτικού οργάνου εκ μέρους του ΟΕΔ, και εφόσον δεν υπάρχει κάποια συμφωνία για την καταβολή αποζημίωσης, το ΟΕΔ παρέχει άδεια στο καταγγέλλον μέλος για τη λήψη των κατάλληλων αντιμέτρων, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα της σοβαρότητας και του χαρακτήρα των αρνητικών συνεπειών που έχουν διαπιστωθεί, εκτός αν το ΟΕΔ να απορρίψει το σχετικό αίτημα με συναίνεση.

7.10 Σε περίπτωση που ένα διάδικο μέλος έχει προσφύγει σε διαιτησία δυνάμει του άρθρου 22, παράγραφος 6 του ΜΣΕΔ, ο διαιτητής κρίνει κατά πόσον τα αντίμετρα ανταποκρίνονται στη βαρύτητα και το χαρακτήρα των αρνητικών συνεπειών που έχει διαπιστωθεί ότι προκαλούνται.

ΜΕΡΟΣ IV: ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΖΗΤΗΘΕΙ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρο 8

Καθορισμός των επιδοτήσεων για τις οποίες δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία

8.1 Γίνεται δεκτό ότι δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία σε σχέση με τις ακόλουθες περιπτώσεις επιδοτήσεων:

(α) επιδοτήσεις που δεν έχουν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2,

(β) επιδοτήσεις που έχουν μεν ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2, αλλά οι οποίες ανταποκρίνονται στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β) ή γ κατωτέρω.

8.2 Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του μέρους ΙΙΙ και του μέρους V, δεν είναι δυνατό να ζητηθεί έννομη προστασία έναντι των ακόλουθων περιπτώσεων επιδοτήσεων:

(α) περιπτώσεις βοήθειας που παρέχεται για ερευνητικές δραστηριότητες επιχειρήσεων ή ανώτερων εκπαιδευτικών ή ερευνητικών ιδρυμάτων, στο πλαίσιο συμβάσεων που έχουν συναφθεί με εταιρείες, υπό την προϋπόθεση ότι: η βοήθεια δεν καλύπτει ποσοστό μεγαλύτερο του 75% του συνολικού κόστους της απαιτούμενης βιομηχανικής έρευνας ή του 50% του συνολικού κόστους των εργασιών προανταγωνιστικής ανάπτυξης,

και εφόσον η παρεχόμενη βοήθεια αφορά αποκλειστικά:

(i) τις δαπάνες μισθοδοσίας (για τους ερευνητές, τους τεχνικούς και το λοιπό προσωπικό υποστήριξης που απασχολείται αποκλειστικά στην εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα),

(ii) το κόστος των οργάνων, του εξοπλισμού, των γηπέδων και των κτιρίων που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και σε μόνιμη βάση για τις ανάγκες της εκάστοτε ερευνητικής δραστηριότητας (εκτός αν η χρήση τους διέπεται από καθεστώς του ιδιωτικού δικαίου),

(iii) τα έξοδα για συμβούλους και παρεμφερείς υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τις ανάγκες της εκάστοτε ερευνητικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών έρευνας, των τεχνικών γνώσεων, των ευρεσιτεχνιών, κ.τ.λ., που έχουν αποκτηθεί έναντι ανταλλάγματος από εξωτερικές πηγές,

(iv) πρόσθετα γενικά έξοδα τα οποία συνδέονται άμεσα με την εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα,

(v) λοιπά λειτουργικά έξοδα (π.χ. για εξοπλισμό, προμήθεια υλικών κ.τ.λ.), τα οποία συνδέονται, άμεσα με την εκάστοτε ερευνητική δραστηριότητα,

(β) περιπτώσεις βοήθειας που παρέχεται προς μειονεκτούσες περιφέρειες της επικράτειας ενός μέλους στο πλαίσιο κάποιου συνολικού προγράμματος περιφερειακής ανάπτυξης, η χορήγηση της οποίας στις περιφέρειες που τη δικαιούνται, δεν έχει ατομικό χαρακτήρα (κατά την έννοια του άρθρου 2, υπό την προϋπόθεση ότι:

(i) κάθε μειονεκτούσα περιφέρεια πρέπει να αποτελεί σαφώς καθορισμένη και ενιαία γεωγραφική περιοχή και να έχει καθορίσιμα οικονομικά και διοικητικά χαρακτηριστικά,

(ii) η εκάστοτε περιφέρεια αξιολογείται ως μειονεκτούσα βάσει ουδέτερων και αντικειμενικών κριτηρίων, από τα οποία προκύπτει ότι οι δυσχέρειες τις οποίες αντιμετωπίζει οφείλονται σε παράγοντες που δεν έχουν απλώς παροδικό χαρακτήρα, τα εν λόγω κριτήρια πρέπει να καθορίζονται επακριβώς στο σχετικό νόμο, κανονισμό ή άλλο επίσημο έγγραφο, ούτως ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής τους,

(iii) τα ανωτέρω κριτήρια πρέπει να συμπεριλαμβάνουν μέτρηση της οικονομικής ανάπτυξης της οικείας περιφέρειας, με βάση τουλάχιστον έναν από τους παρακάτω παράγοντες:

Το κατά κεφελήν εισόδημα ή το κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών ή το κατά κεφαλήν ΑΞγχΠ, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει το 85% του μέσου όρου που ισχύει για το σύνολο της επικράτειας του οικείου μέλους,

Το ποσοστό της ανεργίας, το οποίο επιβάλλεται να ισούται με το 110% τουλάχιστον του μέσου όρου που ισχύει για την επικράτεια του οικείου μέλους,

ο. τιμές που λαμβάνονται υπόψη βάσει των ανωτέρω είναι αυτές που κατεγράφησαν σε περίοδο τριών ετών, πάντως παραπάνω μέτρηση είναι δυνατό να προκύπτει με τη σύνθεση διαφόρων στοιχείων και να συμπεριλαμβάνει και άλλους παράγοντες,

(γ) περιπτώσεις βοήθειας για την προώθηση της προσαρμογής υφιστάμενων μονάδων, ώστε αυτές να ανταποκρίνονται, σε νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις που έχουν επιβηθεί διά νόμου ή/και κανονισμών και οι οποίες συνεπάγονται μεγαλύτερους περιορισμούς και οικονομική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η παρεχόμενη βοήθεια:

(i) αποτελεί μέτρο που εφαρμόζεται άπαξ και δεν πρόκειται να επαναληφθεί και

(ii) αντιπροσωπεύει ποσοστό όχι ανώτερο του 20% του κόστους της απαιτούμενης προσαρμογής και

(iii) δεν καλύπτει το κόστος της αντικατάστασης και εκμετάλλευσης της επένδυσης για την οποία παρέχεται η βοήθεια, το οποίο αναλαμβάνουν υποχρεωτικά και εξ ολοκλήρου οι οικείες επιχειρήσεις και

(iv) συνδέεται άμεσα και είναι ανάλογη με τη σχεδιαζόμενη μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης και της ρύπανσης που προκαλείται από τη λειτουργία της εκάστοτε επιχείρησης και δεν καλύπτει την μείωση του κατασκευαστικού κόστους που επιτυγχάνεται ενδεχομένως και

(v) είναι δυνατό να χορηγηθεί προς κάθε επιχείρηση η οποία είναι σε θέση να αρχίσει να χρησιμοποιεί τον νέου τύπου εξοπλισμό ή/και τις νέες μεθόδους παραγωγής.

8.3 Οταν γίνεται επίκληση των διατάξεων της παραγράφου 2 σε σχέση με ένα πρόγραμμα επιδοτήσεων, το πρόγραμμα αυτό πρέπει να γνωστοποιείται πριν από την εφαρμογή του στην επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους VII. Η γνωστοποίηση αυτή πρέπει να είναι αρκετά εμπεριστατωμένη, ώστε να επιτρέπει στα λοιπά μέλη να εξετάζουν κατά πόσον το πρόγραμμα ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις της παραγράφου 2. Τα μέλη υποβάλλουν επιπλέον στην επιτροπή ετήσιες αναφορές για την πορεία των γνωστοποιηθέντων προγραμμάτων, οι οποίες ειδικότερα περιέχουν στοιχεία για τη συνολική δαπάνη κάθε προγράμματος, καθώς και για πιθανές τροποποιήσεις που έχουν επέλθει σε αυτό. Τα υπόλοιπα μέλη έχουν το δικαίωμα να ζητούν πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες περιπτώσεις επιδοτήσεων που χορηγούνται στο πλαίσιο ενός γνωστοποιηθέντος προγράμματος.

8.4 Μετά από αίτηση ενός μέλους, η γραμματεία εξετάζει τη γνωστοποίηση που έχει υποβληθεί κατ` εφαρμογήν της παραγράφου 3 και, εφόσον είναι σκόπιμο, είναι δυνατό να ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες από το μέλος που παρέχει την επιδότηση σχετικά με το υπό εξέταση γνωστοποιηθέν πρόγραμμα. Η γραμματεία διαβιβάζει τα συμπεράσματά της στην επιτροπή. Η οποία έχει καταλήξει η γραμματεία (ή, σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί αίτηση για εξέταση από τη γραμματεία, την ίδια τη γνωστοποίηση), προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 2. Η διαδικασία που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο ολοκληρώνεται το αργότερο κατά την πρώτη τακτική συνεδρίαση της επιτροπής, η οποία ακολουθεί τη γνωστοποίηση του προγράμματος επιδοτήσεων, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν παρέλθει δύο μήνες τουλάχιστον από την εν λόγω γνωστοποίηση μέχρι την τακτική συνεδρίαση της επιτροπής. Η διαδικασία εξέτασης η οποία καθορίζεται στην παρούσα παράγραφο ακολουθείται επίσης, εφόσον διατυπωθεί σχετικό αίτημα, σε σχέση με ουσιώδεις τροποποιήσεις ενός προγράμματος, οι οποίες γνωστοποιούνται με τις ετήσιες εκθέσεις για την πορεία κάθε προγράμματος που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

8.5 Εφόσον το ζητήσει ένα μέλος, η απόφαση της επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή η παράλειψη της επιτροπής να εκδώσει μια τέτοια απόφαση, καθώς και η παραβίαση σε μεμονωμένες περιπτώσεις των προϋποθέσεων που έχουν τεθεί στο πλαίσιο ενός γνωστοποιηθέντος προγράμματος, παραπέμπονται σε διαιτησία η απόφαση των διαιτητών είναι δεσμευτική για τα διάδικα μέλη. Το διαιτητικό όργανο υποβάλλει τα συπεράσματά του στα μέλη εντός 120 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής της υπόθεσης στο διαιτητικό όργανο. Με την επιφύλαξη τυχόν αντιθέτων διατάξεων της παρούσας παραγράφου, το ΜΣΕΔ εφαρμόζεται για τους σκοπούς των διαδικασιών διαιτησίας που διενεργούνται δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 9

Διαβουλεύσεις και επιτρεπόμενα μέτρα αποκατάστασης

9.1 Εάν, κατά τη διάρκεια εφαρμογής ενός προγράμματος που προβλέπεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2 και παρά το γεγονός ότι το εν λόγω πρόγραμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια που καθορίζονται στην ίδια παράγραφο, ένα μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι το πρόγραμμα αυτό έχει προκαλέσει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής του εν λόγω μέλους, από τις οποίες είναι πιθανό να προξενηθεί ζημία που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθεί, το εν λόγω μέλος δύναται να ζητήσει τη διενέργεια διαβουλεύσεων με το μέλος που προβαίνει ή εμμένει στην παροχή της επίμαχης επιδότησης.

9.2 Σε περίπτωση που έχει ζητηθεί η διενέργεια διαβουλεύσεων δυνάμει της παραγράφου 1, το μέλος που προβαίνει ή εμμένει στην εφαρμογή του επίμαχου προγράμματος επιδοτήσεων φροντίζει για την έναρξη διαβουλεύσεων σχετικά το συντομότερο δυνατόν. Σκοπός των διαβουλεύσεων είναι η αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και η εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

9.3 Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση, μέσω των διαβουλεύσεων που έχουν διενεργηθεί βάσει της παραγράφου 2, εντός 60 ημερών από την υποβολή του αιτήματος για τη διενέργεια των διαβουλεύσεων, το μέλος που έχει ζητήσει τη διενέργεια των διαβουλεύσεων δύναται να παραπέμψει την υπόθεση στην επιτροπή.

9.4 Οταν μία υπόθεση παραπέμπεται στην επιτροπή, η επιτροπή εξετάζει πάραυτα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν όσον αφορά τις συνέπειες για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. Σε περίπτωση που η επιτροπή αποφανθεί ότι οι συνέπειες αυτές έχουν όντως προκληθεί, δύναται να συστήσει στο μέλος που παρέχει τις επίμαχες επιδοτήσεις να τροποποιήσει το σχετικό πρόγραμμα κατά τρόπον ώστε να αίρονται οι διαπιστωθείσες συνέπειες του προγράμματος. Η επιτροπή υποβάλλει τα συμπεράσματά της εντός 120 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής της υπόθεσης σε αυτήν δυνάμει της παραγράφου 3. Αν δεν υπάρξει συμμόρφωση προς τη σύσταση της επιτροπής εντός εξαμήνου, η επιτροπή παρέχει άδεια στο μέλος που έχει ζητήσει τη διενέργεια των διαβουλεύσεων για τη λήψη των κατάλληλων αντιμέτρων, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα του είδους και της βαρύτητας των συνεπειών που έχει διαπιστωθεί ότι προκλήθηκαν.

ΜΕΡΟΣ V: ΑΝΤΙΣΤΑΘΝΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 10

Εφαρμογή του άρθρου VI της GATT του 1994

Τα μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η επιβολή αντισταθμιστικών δασμών επί οποιουδήποτε προϊόντος, το οποίο προέρχεται από το έδαφος οιουδήποτε μέλους και εισάγεται στο έδαφος κάποιου άλλου μέλους, συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου VI της GATT του 1994 και με τις ρυθμίσεις της παρούσας συμφωνίας. Αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνο μετά από έρευνες οι οποίες έχουν αρχίσει και διενεργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και της συμφωνίας για τη γεωργία.

Άρθρο 11

Εναρξη και συνέχιση της έρευνας

11.1 Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων της παραγράφου 6, η έναρξη έρευνας για τη διαπίστωση της ύπαρξης, της έκτασης και των συνεπειών οποιασδήποτε υποτιθέμενης επιδότησης προϋποθέτει την υποβολή γραπτής αίτησης εκ μέρους ή για λογαριασμό του οικείου εγχώριου κλάδου παραγωγής.

11.2 Κάθε αίτηση που υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 1 πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη: (α) της υποτιθέμενης επιδότησης και, εφόσον είναι δυνατόν, του ύψους της, (β) της ζημίας, κατά την έννοια του άρθρου VI της GATT του 1994 και σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδεται στην παρούσα συμφωνία, και (γ) αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών και της υποτιθέμενης ζημίας. Απλοί ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν τεκμηριώνονται με τα κατάλληλα απιδεικτικά στοιχεία, δεν αρκούν προκειμένου να γίνει δεκτό ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται από την παρούσα παράγραφο. Κάθε αίτηση πρέπει να διαλαμβάνει τα στοιχεία που είναι ευλόγως δυνατό να συγκεντρώσει ο αιτών σχετικά με τα εξής θέματα:

(i) την ταυτότητα του αιτούντος, καθώς και ανάλυση του όγκου και της αξίας της παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος που παράγεται εγχωρίως από τον αιτούνται. Οταν υποβάλλεται γραπτή αίτηση για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, η αίτηση πρέπει να διευκρινίζει τον κλάδο παραγωγής για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η αίτηση, σύμφωνα με κατάλογο που περιλαμβάνει όλους τους γνωστούς εγχώριους παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος (ή τις ενώσεις εγχώριων παραγωγών του ομοειδούς προϊόντος) επίσης πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να περιέχει ανάλυση του όγκου και της αξίας της εγχώριας παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος που αντιπροσωπεύουν οι εν λόγω παραγωγοί,

(ii) πλήρη περιγραφή του προϊόντος που υποτίθεται ότι επιδοτείται, την ονομασία της εκάστοτε χώρας ή των εκάστοτε χωρών καταγωγής ή εξαγωγής, την ταυτότητα όλων των γνωστών εξαγωγών ή αλλοδαπών παραγωγών, καθώς και κατάλογο των προσώπων που είναι γνωστό ότι εισάγουν το οικείο προϊόν,

(iii) αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη, το ύψος και το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης,

(iv) στοιχεία με τα οποία να αποδεικνύεται ότι η υποτιθέμενη ζημία που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής προκαλείται από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, ως αποτέλεσμα των παρεχόμενων επιδοτήσεων, τα αποδεικτικά στοιχεία αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες για την εξέλιξη του όγκου των εισαγωγών που υποτίθεται ότι λαμβάνουν επιδοτήσεις, για την επίδραση των εισαγωγών αυτών επί των τιμών του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά, καθώς και για την επακόλουθη επίπτωση των εισαγωγών επί του εγχώριου κλάδου παραγωγής, όπως αυτή αποδεικνύεται με βάση συναφείς παράγοντες και δείκτες, που εκφράζουν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, όπως αυτοί που απαριθμούνται στο άρθρο 15, παράγραφοι 2 και 4.

11.3 Οι αρχές εξετάζουν την ακρίβεια και πληρότητα των αποδεικτικών στοιχείων που διαλαμβάνονται στην αίτηση, προκειμένου να αποφανθούν κατά πόσον αυτά είναι ικανά να δικαιολογήσουν την έναρξη έρευνας.

11.4 Η έναρξη έρευνας βάσει της παραγράφου 1 δεν είναι δυνατή παρά μόνον εφόσον οι αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, έπειτα από εξέταση του βαθμού υποστήριξης ή αντίθεσης προς την υποβληθείσα αίτηση την οποία εκφράζουν οι εγχώριοι παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, ότι η αίτηση έχει υποβληθεί εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής. Για να γίνει δεκτό ότι η αίτηση έχει υποβληθεί “εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής”, πρέπει να υποστηρίζεται από εγχώριους παραγωγούς των οποίων η συνολική παραγωγή αντιπροσωπεύει ποσοστό μεγαλύτερο του 50% της συνολικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος και παράγεται από το τμήμα εκείνο του εγχώριου κλάδου παραγωγής που έχει εκφράσει είτε την υποστήριξή του, είτε την αντίθεσή του στην αίτηση. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται η έναρξη έρευνας όταν οι εγχώριοι παραγωγοί που υποστηρίζουν ρητώς την αίτηση αντιπροσωπεύουν ποσοστό μικρότερο του 25% της συνολικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος, την οποία παράφει ο εγχώριος κλάδος παραγωγής.

11.5 Οι αρχές αποφεύγουν να δίδουν οποιαδήποτε δημοσιότητα στις αιτήσεις για την έναρξη έρευνας, εκτός αν έχει ληφθεί απόφαση για την έναρξη έρευνας.

11.6 Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν να αρχίσουν έρευνα χωρίς να έχουν λάβει γραπτή αίτηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής, με την οποία να ζητείται η έναρξη μιας τέτοιας έρευνας, τότε προχωρούν στα επόμενα στάδια της διαδικασίας μόνο εφόσον διαθέτουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης, την προκαλούμενη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.

11.7 Τα αποδεικτικά στοιχεία τα σχετικά τόσο με την επιδότηση, όσο και με τη ζημία αξιολογούνται ταυτοχρόνως (α) για τη λήψη της απόφασης περί έναρξης ή μη έρευνας και (β) εν συνεχεία, κατά τη διάρκεια της έρευνας, με αφετηρία ημερομηνία που δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη της νωρίτερης ημερομηνίας κατά την οποία επιτρέπεται η εφαρμογή προσωρινών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

11.8 Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα προϊόντα δεν εισάγονται απευθείας από τη χώρα καταγωγής, αλλά εξάγονται στο εισάγον μέλος από κάποια ενδιάμεση χώρα, εφαρμόζονται πλήρως οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, ενώ για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας η επίμαχη συνΆλλαγή ή συνΆλλαγές αντιμετωπίζονται σαν να είχαν πραγματοποιηθεί μεταξύ της χώρας καταγωγής και του εισάγοντος μέλους.

11.9 Μία αίτηση, η οποία έχει υποβληθεί βάσει της παραγράφου 1, είναι απορριπτέα και η σχετική έρευνα περατούται πάραυτα αφ` ης στιγμής οι αρμόδιες αρχές πεισθούν ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά είτε με την παροχή της επιδότησης, είτε με την πρόκληση ζημίας, τα οποία να δικαιολογούν την περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης. Η διαδικασία περατούται πάραυτα σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το ύψος της επιδότησης είναι ασήμαντο από νομική άποψη ή όταν ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών, είτε πραγματικών, είτε δυνητικών είναι ασήμαντος, ή η ζημία αμελητέα. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, το ύψος της επιδότησης θεωρείται ασήμαντο από νομική άποψη αν η επιδότηση αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 1% κατ` αξίαν.

11.10 Τυχόν έρευνα δεν αποτελεί εμπόδιο για τις διαδικασίες εκτελωνισμού.

11.11 Πέραν εξαιρετικών περιπτώσεων, η έρευνα πρέπει να ολοκληρώνεται εντός ενός έτους και πάντως όχι σε περισσότερους από 18 μήνες από την έναρξή της.

Άρθρο 12

Αποδεικτικά στοιχεία

12.1 Τα ενδιαφερόμενα μέλη και όλοι όσοι ενδιαφέρονται για μία έρευνα η οποία έχει ως αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού ενημερώνονται για τα στοιχεία τα οποία κρίνουν απαραίτητα οι αρμόδιες αρχές, και τους παραχωρείται πλήρης δυνατότητα να υποβάλουν γραπτώς όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θεωρούν ότι θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για τη διεξαγόμενη έρευνα.

12.1.1 Στους εξαγωγείς, στους αλλοδαπούς παραγωγούς και στα ενδιαφερόμενα μέλη, που λαμβάνουν τα ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο έρευνας με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού, τάσσεται προθεσμία 30 ημερών τουλάχιστον για να απαντήσουν. Αν διατυπωθεί αίτημα για παράταση της ανωτέρω τριακονθήμερης προθεσμίας, αυτό λαμβάνεται δεόντως υπόψη και, εφόσον αποδεικνύεται η ύπαρξη λόγου, η ζητούμενη παράταση πρέπει να γίνεται δεκτή όποτε αυτό είναι δυνατό.

12.1.2 Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει υποβάλει γραπτώς ένα ενδιαφερόμενο μέλος ή ένας ενδιαφερόμενος κοινοποιούνται αμελλητί στα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέλη ή στους λοιπούς ενδιαφερομένους που μετέχουν στην έρευνα.

12.1.3 Αφ` ης στιγμής αρχίσει έρευνα, οι αρχές κοινοποιούν το πλήρες κείμενο της γραπτής αίτησης που τους έχει υποβληθεί βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 1 στους γνωστούς εξαγωγείς, καθώς και στις αρχές του εξάγοντος μέλους επίσης το κοινοποιούν, εφόσον τους ζητηθεί, σε άλλους ενδιαφερόμενους που μετέχουν στη διαδικασία. Λαμβάνεται η δέουσα μέριμνα για την προστασία πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4.

12.2 Τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι έχουν επίσης το δικαίωμα, εφόσον αποδεικνύουν σχετικό λόγο, να προσκομίζουν στοιχεία προφορικώς. Οταν προσκομίζονται ορισμένα στοιχεία προφορικώς, τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι, οφείλουν να υποβάλουν σε μεταγενέστερο χρόνο τα ίδια στοιχεία και σε γραπτή μορφή. Κάθε απόφαση των αρχών που διεξάγουν την έρευνα είναι δυνατό να στηρίζεται στα στοιχεία και μόνο, καθώς και στα επιχειρήματα τα οποία έχουν υποβληθεί γραπτώς στις αρχές και τα οποία έχουν κοινοποιηθεί στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους που μετέχουν στην έρευνα, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα.

12.3 Οποτε είναι εφικτό, οι αρχές παρέχουν εγκαίρως σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να λάβουν γνώση του συνόλου των στοιχείων τα οποία παρουσιάζουν κάποια χρησιμότητα για την ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας τους, δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα με βάση τον ορισμό που δίδεται στην παράγραφο 4 και τα οποία χρησιμοποιούνται από τις αρχές στο πλαίσιο έρευνας με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού, επίσης τους παρέχουν τη δυνατότητα να προετοιμάσουν την ανάπτυξη των απόψεών τους βάσει των εν λόγω στοιχείων,

12.4 Οι αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη σοβαρού λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα (παραδείγματος χάρη, επειδή η αποκάλυψή του θα προσπόριζε ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε έναν ανταγωνιστή ή επειδή η αποκάλυψή του θα είχε σοβαρές αρνητικές συνέπειες για το πρόσωπο που έχει προσκομίσει το συγκεκριμένο στοιχείο ή για το πρόσωπο από το οποίο πληροφορήθηκε το συγκεκριμένο στοιχείο αυτός που το υποβάλλει) ή το οποίο έχει υποβληθεί από κάποια πλευρά που μετέχει στην έρευνα με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Τα στοιχεία εμπιστευτικού χαρακτήρα γνωστοποιούνται τότε μόνο, όταν η πλευρά που τα έχει προσκομίσει συγκατανεύσει ρητώς προς τον σκοπό αυτό.

12.4.1 Οι αρχές ζητούν από τα ενδιαφερόμενα μέλη ή από τους λοιπούς ενδιαφερόμενους που προσκομίζουν εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες να υποβάλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περιλήψεις των ίδιων πληροφοριών. Οι εν λόγω περιλήψεις πρέπει να είναι αρκούντως περιεκτικές, ώστε να επιτρέπουν τη σε ικανοποιητικό βαθμό κατανόηση της ουσίας της εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίας που υποβάλλεται. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το μέλος ή η πλευρά που υποβάλλει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία επιτρέπεται συγχρόνως να δηλώνει ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι δυνατό να παρουσιασθεί σε περιληπτική μορφή.

Στις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις πρέπει να επισημαίνονται οι λόγοι για τους οποίους δεν είναι δυνατή η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας.

12.4.2 Σε περίπτωση που οι αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα, και ο παρέχων την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένος ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία, ούτε να επιτρέψει την κοινοποίησή της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύνανται να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται βάσει αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

12.5 Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 7, οι αρχές βεβαιώνονται κατά τη διάρκεια της έρευνας για την ακρίβεια των στοιχείων που έχουν προσκομίσει τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι και τα οποία χρησιμεύουν ως βάση των συμπερασμάτων τους.

12.6 Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να διενεργούν έρευνες στο έδαφος άλλων μελών, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ειδοποιήσει εγκαίρως το οικείο μέλος σχετικά και ότι το εν λόγω μέλος δεν έχει αντίρρηση για τη διενέργεια έρευνας στο έδαφός του. Επιπλέον, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να διενεργούν έρευνες στις εγκαταστάσεις εταιρειών και να εξετάζουν τα βιβλία εταιρειών, υπό την προϋπόθεση ότι: (α) η εκάστοτε εταιρεία είναι σύμφωνη, και (β) το οικείο μέλος έχει ειδοποιηθεί σχετικά και δεν προβάλλει αντιρρήσεις. Για τις έρευνες που διενεργούνται στις εγκαταστάσεις εταιρειών είναι εφαρμοστέες οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παράρτημα VI. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων, οι αρχές δίδουν στη δημοσιότητα τα πορίσματα των ερευνών που έχουν ενδεχομένως διενεργήσει ή τα γνωστοποιούν βάσει της παραγράφου 8 στις ετιαρείες στις οποίες αυτά αναφέρονται, ενώ είναι δυνατό να κοινοποιούν τα πορίσματα αυτά στους αιτούντες.

12.7 Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οποιοδήποτε μέλος κάποιος ενδιαφερόμενος αρνείται να επιτρέψει την πρόσβαση στα απαραίτητα στοιχεία ή γενικά δεν προβαίνει στη γνωστοποίησή τους εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή παρεμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την έρευνα, είναι δυνατό να διατυπώνονται προκαταρκτικά και τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά, είτε αποφατικά, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων.

12.8 Πριν από τη διατύπωση τελικού συμπεράσματος, οι αρχές ενημερώνουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία πρόκειται να λάβουν υπόψη τους και στα οποία θα στηρίζεται η απόφαση για την εφαρμογή ή μη οριστικών μέτρων. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται αρκετά ενωρίς, ώστε τα μέρη να έχουν το χρόνο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους.

12.9 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος “ενδιαφερόμενοι” περιλαμβάνει:

(i) τους εξαγωγείς, τους αλλοδαπούς παραγωγούς και τους εισαγωγείς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις η πλειονότης των μελών των οποίων αποτελείται από παραγωγούς, εξαγωγείς ή εισαγωγείς του συγκεκριμένου προϊόντος και

(ii) τους παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος ή τις εμπορικές και επιχειρηματικές ενώσεις η πλειονότης των μελών των οποίων παράγει το ομοειδές προϊόν στο έδαφος του εισάγοντος μέλους.

Η ανωτέρω απαρίθμηση δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να συμπεριλάβουν στους ενδιαφερόμενους και κάποια άλλα μέρη, είτε ημεδαπά, είτε αλλοδαπά, τα οποία ενδεχομένως δεν καλύπτονται από τον ανωτέρω ορισμό.

12.10 Οι αρχές παρέχουν τη δυνατότητα σε βιομηχανικούς χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και σε αντιπροσωπευτικές οργανώσεις καταναλωτών, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το προϊόν αυτό πωλείται συνήθως στο λιανεμπόριο, να προσκομίσουν τυχόν στοιχεία που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τη διερεύνηση των θεμάτων των σχετικών με την παροχή επιδοτήσεων, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια.

12.11 Οι αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τυχόν δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ενδιαφερόμενοι, ιδιαίτερα οι περιορισμένου μεγέθους εταιρείες, για τη συγκέντρωση των στοιχείων που έχουν ζητηθεί, και παρέχουν κάθε δυνατή βοήθεια σχετικά.

12.12 Οι διαδικασίες που καθορίζονται παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι αρχές ενός μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών, είτε αποφατικών, ή να θεσπίζουν προσωρινά ή οριστικά μέτρα κατ` εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 13

Διαβουλεύσεις

13.1 Το συντομότερο δυνατό από την αποδοχή μιας αίτησης που έχει υποβληθεί βάσει του άρθρου 11 και πάντως πριν από την έναρξη οιασδήποτε έρευνας. Τα μέλη, τα προϊόντα των οποίων ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καλούνται να συμμετάσχουν σε διαβουλεύσεις, με σκοπό την αποσαφήνιση της κατάστασης όσον αφορά τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 11, παράγραφος 2 και την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

13.2 Επιπλέον, καθ` όλη τη διάρκεια της έρευνας, στα μέλη τα προϊόντα των οποίων αποτελούν αντικείμενο της έρευνας παρέχονται κατάλληλες δυνατότητες για τη συνέχιση των διαβουλεύσεων, με σκοπό την αποσαφήνιση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης και την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

13.3 Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παραχώρησης των κατάλληλων ευκαιριών για τη διενέργεια διαβουλεύσεων, οι παρούσες διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο θέμα των διαβουλεύσεων, δεν σημαίνουν ότι οι αρχές ενός μέλους δεν έχουν το δικαίωμα να διενεργούν με ταχύτητα τις διάφορες πράξεις που αναφέρονται στην έναρξη της έρευνας, τη διατύπωση προκαταρκτικών ή τελικών συμπερασμάτων, είτε καταφατικών, είτε διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

13.4 Το μέλος που σκοπεύει να αρχίσει έρευνα ή το οποίο διεξάγει την έρευνα επιτρέπει, εφόσον του ζητηθεί, στο μέλος ή τα μέλη, τα προϊόντα των οποίων αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω έρευνας, να λάβουν γνώση των μη εμπιστευτικού χαρακτήρα αποδεικτικών στοιχείων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι μη εμπιστευτικές περιλήψεις πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα και τα οποία χρησιμοποιούνται για την έναρξη ή τη διεξαγωγή της έρευνας.

Άρθρο 14

Υπολογισμός του ύψους της επιδότησης  με βάση το όφελος που προκύπτει για τον αποδέκτη της επιδότησης

Για τους σκοπούς του μέρους V, η μέθοδος την οποία χρησιμοποιεί η αρχή που διεξάγει την έρευνα προκειμένου να υπολογίσει το όφελος που προκύπτει για τον αποδέκτη με βάση το άρθρο 1, παράγραφος 1 πρέπει να προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία ή από τους κανονισμούς εφαρμογής του οικείου μέλους, ενώ η εφαρμογή της σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και να επεξηγείται επαρκώς. Επιπλέον, η χρησιμοποιούμενη μέθοδος πρέπει να ανταποκρίνεται στις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

(α) γίνεται δεκτό ότι η εισφορά στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών εκ μέρους του Δημοσίου δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν η επενδυτική απόφαση είναι δυνατό να θεωρηθεί ως μη ανταποκρινόμενη στη συνήθη επενδυτική πρακτική (συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων), την οποία ακολουθούν οι ιδιώτες επενδυτές στην επικράτεια του οικείου μέλους,

(β) γίνεται δεκτό ότι η χορήγηση δανείου εκ μέρους του Δημοσίου δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν υφίσταται διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβάλλει η δανειολήπτρια εταιρεία για το δάνειο που της έχει χορηγήσει το Δημόσιο και του ποσού το οποίο θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει η εταιρεία για ένα ανάλογο εμπορικό δάνειο, το οποίο η εταιρεία θα ήταν πράγματι σε θέση να εξασφαλίσει στην αγορά. Στην περίπτωση αυτή, το όφελος ισούται με τη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών ποσών,

(γ) γίνεται δεκτό ότι η παροχή εγγύησης εκ μέρους του Δημοσίου για κάποιο δάνειο δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν υφίσταται διαφορά μεταξύ του ποσού που καταβάλλει η εταιρεία, υπέρ της οποίας παρεσχέθη η εγγύηση, για το δάνειο που έχει συνομολογήσει με την εγγύηση του Δημοσίου και του ποσού που θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει η εταιρεία για ένα ανάλογο εμπορικό δάνειο, σε περίπτωση που δεν υπήρχε η εγγύηση του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή, το όφελος ισούται με τη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών ποσών, αφού γίνουν οι αναγκαίες αναπροσαρμογές, για να ληφθούν υπόψη τυχόν διαφορές στις προμήθειες,

(δ) γίνεται δεκτό ότι η διάθεση αγαθών ή υπηρεσιών ή η αγορά αγαθών από το Δημόσιο δεν προσπορίζει όφελος, εκτός αν η διάθεση πραγματοποιείται έναντι μικρότερου από το κανονικό τιμήματος ή αν για την αγορά καταβάλλεται τίμημα είναι το από το κανονικό. Για να κριθεί κατά πόσον το τίμημα είναι το κανονικό, εξετάζονται οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά της χώρας όπου πραγματοποιείται η διάθεση ή η αγορά, όσον αφορά το συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία (στις συνθήκες αυτές συμπεριλαμβάνονται η τιμή, η ποιότητα, η διαθεσιμότητα, η εμπορευσιμότητα, η μεταφορά και οι λοιποί όροι αγοράς ή πώλησης).

Άρθρο 15

Προσδιορισμός της ζημίας

15.1 Ο προσδιορισμός της ζημίας στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου VI της GATT του 1994 πρέπει να στηρίζεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία και προϋποθέτει αντικειμενική εξέταση τόσο (α) του όγκου των επιδοτούμενων εισαγωγών και των συνεπειών των επιδοτούμενων εισαγωγών για τις τιμές των ομοειδών προϊόντων στην εγχώρια αγορά, όσο και (β) των επακόλουθων συνεπειών των εν λόγω εισαγωγών για τους εγχώριους παραγωγούς των αντίστοιχων προϊόντων.

15.2 Προκειμένου περί του όγκου των επιδοτούμενων εισαγωγών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση του όγκου των εν λόγω εισαγωγών, είτε σε απόλυτες τιμές, είτε σε συνάρτηση με την παραγωγή ή την κατανάλωση στο εισάγον μέλος. Οσον αφορά την επίδραση των επιδοτούμενων εισαγωγών επί των τιμών, οι αρχές που διεξάγουν τις σχετικές έρευνες εξετάζουν κατά πόσον έχουν πραγματοποιηθεί επιδοτούμενες εισαγωγές σε τιμές αισθητά κατώτερες της τιμής των ομοειδών προϊόντων του εισάγοντος μέλους ή κατά πόσον εισαγωγές αυτού του είδους προκαλούν με οποιονδήποτε τρόπο σημαντική συμπίεση των τιμών ή παρεμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό την αύξηση των τιμών που θα είχε σημειωθεί σε αντίθετη περίπτωση. Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότεροι εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

15.3 Οταν διεξάγονται ταυτοχρόνως έρευνες με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών σχετικά με τις εισαγωγές συγκεκριμένου προϊόντος από διαφορετικές χώρες, οι αρχές που διεξάγουν τις έρευνες δύνανται να προσμετρούν σωρευτικώς τις συνέπειες των εισαγωγών αυτών μόνο εφόσον βεβαιωθούν ότι: (α) το ύψος της επιδότησης που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα είναι αρκετά υψηλό ώστε να μη θεωρείται ασήμαντο από νομική άποψη, σύμφωνα με όσα προβλέπει το άρθρο 11, παράγραφος 9, ενώ ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα δεν είναι αμελητέος, και (β) η σωρευτική αξιολόγηση των συνεπειών των εισαγωγών είναι η ενδεδειγμένη λαμβανομένων υπόψη των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς και των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγομένων προϊόντων και του ομοειδούς εγχωρίου προϊόντος.

15.4 Η εξέταση των συνεπειών των επιδοτούμενων εισαγωγών επί του εκάστοτε εγχώριου κλάδου παραγωγής περιλαμβάνει αξιολόγηση όλων των συναφών οικονομικών παραγόντων, καθώς και των δεικτών που αντανακλούν την κατάσταση του οικείου κλάδου παραγωγής, στους οποίους περιλαμβάνονται: η πραγματική ή ενδεχόμενη μείωση της παραγωγής, των πωλήσεων, του μεριδίου αγοράς, των κερδών, της παραγωγικότητας, της απόδοσης των επενδύσεων ή της χρησιμοποίησης της ικανότητας οι παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές, οι πραγματικές δυνητικές επιπτώσεις για τις ταμειακές ροές, τα αποθέματα, την απασχόληση, τους μισθούς, την ανάπτυξη, την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων ή τις επενδύσεις, καθώς και, όταν πρόκειται για το γεωργικό τομέα, το κατά πόσον έχει προκύψει αύξηση της επιβάρυνσης για τα κρατικά προγράμματα στήριξης. Η ανωτέρω απαρίθμηση έχει ενδεικτικό χαρακτήρα, και κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες, ούτε περισσότερο εξ αυτών από κοινού δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθούν βαρύσουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

15.5 Πρέπει να αποδεικνύεται ότι, εξαιτίας των συνεπειών των επιδοτήσεων, οι επιδοτούμενες εισαγωγές προκαλούν ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών και της ζημίας που υφίσταται ο εγχώριος κλάδος παραγωγής, οι αρχές συνεκτιμούν όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους. Οι αρχές εξετάζουν ακόμη τυχόν άλλους γνωστούς παράγοντες, πέραν των επιδοτούμενων εισαγωγών, οι οποίοι προκαλούν κατά τον ίδιο χρόνο ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, ενώ η ζημία που προξενείται από αυτούς τους άλλους παράγοντες πρέπει να μην είναι δυνατό να αποδοθεί στις επιδοτούμενες εισαγωγές. Στους παράγοντες που ενδέχεται να έχουν σημασία από αυτή την άποψη είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων ο όγκος και οι τιμές εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος για τις οποίες δεν έχει παρασχεθεί επιδότηση, η συρρίκνωση της ζήτησης ή οι μεταβολές των δεδομένων κατανάλωσης, οι περιοριστικές επορικές πρακτικές που εφαρμόζουν οι ξένοι και οι εγχώριοι παραγωγοί, καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους, οι τεχνολογικές εξελίξεις και, τέλος, οι εξαγωγικές επιδόσεις και η παραγωγικότητα του εγχώριου κλάδου παραγωγής.

15.6 Οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών αξιολογούνται σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος, εφόσον τα διαθέσιμα στοιχεία επιτρέπουν τον χωριστό προσδιορισμό της εν λόγω παραγωγής βάσει ορισμένων κριτηρίων, όπως είναι η μέθοδος παραγωγής, οι πωλήσεις και τα κέρδη των παραγωγών. Αν δεν είναι δυνατός ο χωριστός προσδιορισμός της εν λόγω παραγωγής, οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών αξιολογούνται μέσω της εξέτασης της παραγωγής της πλέον περιορισμένης ομάδας ή φάσματος προϊόντων, που περιλαμβάνει το ομοειδές προϊόν, για τα οποία είναι δυνατό να συγκεντρωθούν τα απαραίτητα στοιχεία.

15.7 Για να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά περιστατικά, και όχι μόνο τχόν ισχυρισμοί, εικασίες ή πιθανότητες. Οποιαδήποτε μεταβολή των περιστάσεων, που θα δημιουργούσε κατάσταση υπό την οποία είναι πιθανή η πρόκληση ζημίας από τις παρεχόμενες επιδοτήσεις, πρέπει να έχει προβλεφθεί με βεβαιότητα και να είναι επικείμενη. Προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα συνεκτιμούν, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:

(i) το χαρακτήρα της επίμαχης επιδότησης ή των επίμαχων επιδοτήσεων και τις συνέπειες που είναι πιθανό να ανακύψουν από αυτές για το εμπόριο,

(ii) τυχόν αύξηση σε σημαντικό ποσοστό των επιδοτούμενων εισαγωγών στην εγχώρια αγορά, η οποία αποτελεί ένδειξη για την πιθανότητα αξιόλογης αύξησης των εισαγωγών,

(iii) την ύπαρξη επαρκούς και ελεύθερα διαθέσιμης ικανότητας ή την πιθανότητα σημαντικής αύξησης της ικανότητας στο άμεσο μέλλον εκ μέρους του εξαγωγέα, από την οποία προκύπτει ως πιθανή σημαντική αύξηση των επιδοτούμενων εξαγωγών προς την αγορά του εισάγοντος μέλους, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης άλλων εξαγωγικών αγορών, οι οποίες θα μπορούσαν να απορροφήσουν τυχόν πρόσθετες εξαγωγές,

(iv) το κατά πόσον οι εισαγωγές εισέρχονται στη χώρα σε τιμές που θα έχουν ως αποτέλεσμα είτε τη σημαντική συμπίεση, είτε την παρεμπόδιση της αύξησης των εγχώριων τιμών, και οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης για επιπλέον εισαγωγές και

(v) τα αποθέματα του υπό διερεύνηση προϊόντος.

Κανένας από τους ανωτέρω παράγοντες από μόνος του δεν είναι απαραίτητο να θεωρηθεί βαρύνουσας σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους πρέπει να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι επίκειται η πραγματοποίηση περαιτέρω επιδοτούμενων εξαγωγών και ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας σε περίπτωση που δεν ληφθούν προστατευτικά μέτρα.

15.8 Σε περιπτώσεις, εξάλλου, κατά τις οποίες επαπειλείται η πρόκληση ζημίας από επιδοτούμενες εισαγωγές, το ενδεχόμενο επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων εξετάζεται και η σχετική απόφαση λαμβάνεται με ιδιαίτερη περίσκεψη.

Άρθρο 16

Ορισμός του εγχώριου κλάδου παραγωγής

16.1 Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας και με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο όρος “εγχώριος κλάδος παραγωγής” νοείται ως περιλαμβάνων τους εγχώριους παραγωγούς ομοειδών προϊόντων στο σύνολό τους ή εκείνους εξ αυτών των οποίων αθροιστικά η παραγωγή των υπό εξέταση προϊόντων αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία κάποιοι παραγωγοί συνδέονται με τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς ή είναι οι ίδιοι εισαγωγείς του προϊόντος που υποτίθεται ότι αποτελεί αντικείμενο επιδότησης ή κάποιου ομοειδούς προϊόντος από άλλες χώρες, οπότε ο όρος “εγχώριος κλάδος παραγωγής” είναι δυνατό να νοείται ως περιλαμβάνων μόνο τους υπόλοιπους παραγωγούς.

16.2 Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το έδαφος ενός μέλους είναι δυνατό εις ότι αφορά την υπό εξέταση παραγωγή να διαιρεθεί σε δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές αγορές, και οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς είναι δυνατό να θεωρηθούν ως χωριστός κλάδος παραγωγής εφόσον: (α) οι παραγωγοί κάθε επιμέρους αγοράς πωλούν το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο των ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος που παράχουν στη συγκεκριμένη αγορά, και (β) η ζήτηση στη συγκεκριμένη αγορά δεν καλύπτεται σε αξιόλογο ποσοστό από παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικό τμήμα του οικείου εδάφους. Οταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι προκαλείται ζημία ακόμη και αν μεγάλο μέρος του συνολικού εγχώριου κλάδου παραγωγής δεν υφίσταται ζημία, υπό την προϋπόθεση ότι παρατηρείται συγκέντρωση των επιδοτούμενων εισαγωγών σε μια τέτοια μεμονωμένη αγορά και επιπροσθέτως ότι οι επιδοτύμενες εισαγωγές προξενούν ζημία στους παραγωγούς του συνόλου ή σχεδόν του συνόλου της παραγωγής στη συγκεκριμένη αγορά.

16.3 Οταν ο εγχώριος κλάδος παραγωγής έχει ερμηνευθεί ως οι παραγωγοί συγκεκριμένης περιοχής, δηλαδή ως οι παραγωγοί μιας επιμέρους αγοράς κατά την έννοια της παραγράφου 2, οι επιβαλλόμενοι αντισταθμιστικοί δασμοί αφορούν μόνο τις ποσότητες των υπό εξέταση προϊόντων οι οποίες προορίζονται για τελική κατανάλωση στην εν λόγω περιοχή. Οταν το συνταγματικό δίκαιο του εισάγοντος μέλους δεν επιτρέπει μια τέτοιου είδους επιβολή αντισταθμιστικών δασμών, το εισάγον μέλος δύναται να επιβάλλει αντισταθμιστικούς δασμούς χωρίς περιορισμό μόνο εφόσον: (α) έχει παρασχεθεί η δυνατότητα στους οικείους εξαγωγείς να διακόψουν τις εξαγωγές προς τη συγκεκριμένη περιοχή σε τιμές που απορρέουν από την παροχή επιδοτήσεων ή έστω να παράσχουν σχετικές διαβεβαιώσεις, όπως προβλέπει το άρθρο 18, και δεν παρεσχέθησαν αμελλητί ικανοποιητικές διαβεβαιώσεις σχετικά και (β) τέτοιου είδους δασμοί δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνο στα προϊόντα συγκεκριμένων παραγωγών, οι οποίοι διοχετεύουν την παραγωγή τους στη συγκεκριμένη περιοχή.

16.4 Οταν δύο ή περισσότερες χώρες έχουν, βάσει των διατάξεων του άρθρου XXIV, παράγραφος 8, στοιχείο α) της GATT του 1994, επιτύχει τέτοιο βαθμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ώστε να φέρουν τα χαρακτηριστικά μίας, ενοποιημένης, αγοράς, στην περίπτωση αυτή ως εγχώριος κλάδος παραγωγής κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 2 νοείται ο κλάδος παραγωγής στο σύνολο της περιοχής την οποία καλύπτει η οικονομική ολοκλήρωση.

16.5 Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 15, παράγραφος 6.

Άρθρο 17

Προσωρινά μέτρα

17.1 Η εφαρμογή προσωρινών μέτρων επιτρέπεται μόνο εφόσον:

(α) έχει αρχίσει έρευνα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, έχει εκδοθεί σχετική δημόσια ανακοίνωση και έχουν παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερομένους οι κατάλληλες δυνατότητες για να υποβάλουν τυχόν στοιχεία και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους,

(β) έχει διατυπωθεί προκαταρκτικό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη της επιδότησης και το γεγονός ότι οι επιδοτούμενες εισαγωγές προξενούν ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής και

(γ) οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση ζημίας κατά τη διάρκεια της έρευνας.

17.2 Τα προσωρινά μέτρα είναι δυνατό να έχουν τη μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού για τον οποίο παρέχεται εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή χορήγησης έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, το ύψος της εγγύησης πρέπει να είναι ίσο με το ύψος της επιδότησης, όπως αυτό έχει υπολογισθεί προσωρινά.

17.3 Δεν επιτρέπεται η επιβολή προσωρινών μέτρων πριν από την πάροδο 60 ημερών από την ημερομηνία έναρξης της έρευνας.

17.4 Η ισχύς τυχόν προσωρινών μέτρων πρέπει να έχει τη συντομότερη δυνατή χρονική διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες.

17.5 Για την εφαρμογή προσωρινών μέτρων τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 19.

Άρθρο 18

Αναλήψεις υποχρεώσεων

18.1 Η διαδικασία είναι δυνατό να αναστέλλεται ή να περατούται χωρίς να επιβάλλονται προσωρινά μέτρα ή αντισταθμιστικοί δασμοί, σε περίπτωση που προτείνονται οικειοθελώς ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:

(α) η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της ή

(β) ο εξαγωγέας συμφωνεί να αναπροσαρμόσει τις τιμές που εφαρμόζει, και οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πείθονται ότι με τον τρόπο αυτό πρόκειται να εξαλειφθούν οι ζημιογόνες συνέπειες της επιδότησης. Οι αυξήσεις τιμών που προβλέπονται από τέτοιου είδους αναλήψεις υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την αντιστάθμιση του ύψους της επιδότησης. Οι αυξήσεις τιμών είναι προτιμότερο να υπολείπονται του ύψους της επιδότησης, εφόσον αυξήσεις αυτής της κλίμακας θα ήταν αρκετές για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής.

18.2 Δεν επιτρέπεται να ζητηθεί ή να γίνει δεκτή η ανάληψη υποχρεώσεων, παρά μόνο εφόσον οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει, στο πλαίσιο των προκαταρκτικών συμπερασμάτων τους, στη διαπίστωση ότι όντως παρέχεται επιδότηση και ότι η επιδότηση αυτή έχει ζημιογόνες συνέπειες, και επιπλέον, στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων εκ μέρους εξαγωγέων, εφόσον εξασφαλίζεται η συγκατάθεση του εξάγοντος μέλους.

18.3 Οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές του εισάγοντος μέλους εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους, συμπεριλαμβανομένων λόγων που ανάγονται στην ακολουθούμενη συνολική πολιτική. Οταν παρίσταται ανάγκη και εφόσον είναι πρακτικώς δυνατόν, οι αρχές γνωστοποιούν στον εξαγωγέα τους λόγους για τους οποίους έκριναν ως μη ενδεδειγμένη την αποδοχή κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και παρέχουν στο μέτρο του δυνατού στον εξαγωγέα τη δυνατότητα να υποβάλει τυχόν παρατηρήσεις του σχετικά.

18.4 Οταν γίνεται δεκτή μία ανάληψη υποχρέωσης, η έρευνα η σχετική με την παροχή της επιδότησης και τη ζημία ολοκληρώνεται παρά την αποδοχή εφόσον το επιθυμεί το εξάγον μέλος ή εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση από το εισάγον μέλος. Στην περίπτωση αυτή, αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει επιδότηση ή ζημία, η ανάληψη υποχρέωσης παύει να ισχύει αυτοδικαίως, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαπίστωση της μη ύπαρξης επιδότησης ή ζημίας είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ύπαρξης της ανάληψης υποχρέωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαιτούν τη διατήρηση σε ισχύ της ανάληψης υποχρέωσης για εύλογο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι όντως υπάρχει επιδότηση και ζημία, η αναληφθείσα υποχρέωση παραμένει σε ισχύ με βάση το περιεχόμενό της και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

18.5 Οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να εισηγούνται την ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, αλλά κανείς εξαγωγέας δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναλάβει μια υποχρέωση αυτής της μορφής. Το γεγονός ότι οι αρχές ενός μέλους ή ένας εξαγωγέας δεν προσφέρονται να αναλάβουν τέτοιου είδους υποχρεώσεις ή δεν ανταποκρίνονται σε σχετικ.η πρόσκληση που τους έχει απευθυνθεί δεν προδικάζει με κανέναν τρόπο την αξιολόγηση των δεδομένων της υπόθεσης. Παρόλα αυτά, οι αρχές έχουν την ευχέρεια να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η επέλευση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας είναι πιθανότερη σε περίπτωση συνέχισης των επιδοτούμενων εισαγωγών.

18.6 Οταν έχει προταθεί και γίνει δεκτή ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους μιας κυβέρνησης ή ενός εξαγωγέα, οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να απαιτούν από την εν λόγω κυβέρνηση ή τον εξαγωγέα να υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα στοιχεία σχετικά με την εκπλήρωση της αναληφθείσας υποχρέωσης και να επιτρέπει την επαλήθευση των συναφών στοιχείων. Σε περίπτωση παράβασης της αναληφθείσας υποχρέωσης, οι αρχές του εισάγοντος μέλους δύνανται να λαμβάνουν μέτρα με ταχείες διαδικασίες, στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας και σύμφωνα με τις διατάξεις της τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται στην άμεση εφαρμογή προσωρινών μέτρων, βάσει της καλύτερης διαθέσιμης τεκμηρίωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, επιτρέπεται η επιβολή συμφώνως προς την παρούσα συμφωνία οριστικών δασμών επί προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την εφαρμογή των αντίστοιχων προσωρινών μέτρων, με εξαίρεση τα εισαχθετα προϊόντα που ετέθησαν σε κατανάλωση πριν από την παράβαση της αναληφθείσας υποχρέωσης, ως προς τα οποία δεν ισχύει η αναδρομική αυτή μεταχείριση.

Άρθρο 19

Επιβολή και είπραξη των αντισταθμιστικών δασμών

19.1 Σε περίπτωση που, μετά την ανάληψη εύλογων προσπαθειών για την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, ένα μέλος καταλήγει σε οριστικό συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης και το ύψος της και διαπιστώνει ότι η παροχή της επιδότησης έχει ως αποτέλεσμα να προξενείται ζημία από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, το εν λόγω μέλος δύναται να επιβάλλει αντισταθμιστικό δασμό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εκτός αν υπάρξει κατάργηση της επιδότησης ή των επιδοτήσεων.

19.2 Η απόφαση περί της επιβολής ή μη αντισταθμιστικού δασμού σε περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την επιβολή, καθώς και η απόφαση περί του κατά πόσον το ύψος του επιβλητέου αντισταθμιστικού δασμού πρέπει να ισούται με ολόκληρο το ύψος της επιδότησης ή με μέρος αυτού είναι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν οι αρχές του εισάγοντος μέλους. Καλό είναι η επιβολή να έχει προαιρετικό χαρακτήρα στο έδαφος όλων των μελών και ο δασμός να είναι μικρότερος του συνολικού ύψους της επιδότησης, αν ο μικρότερος αυτός δασμός κρίνεται επαρκής για την άρση της ζημίας που προξενείται στον εγχώριο κλάδο παραγωγής. Επίσης είναι σκόπιμο να καθιερωθούν διαδικασίες που να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις απόψεις που έχουν εκφράσει διάφοροι ημεδαποί ενδιαφερόμενοι, των οποίων τα συμφέρονται ενδέχεται να θιγούν σε περίπτωση επιβολής αντισταθμιστικού δασμού.

19.3 Οταν επιβάλλεται αντισταθμιστικός δασμός σε σχέση με δεδομένο προϊόν, ο αντισταθμιστικός αυτός δασμός εισπράττεται κάθε φορά μέχρι του προβλεπόμενου ποσού για όλες χωρίς διάκριση τις εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος, όποια και αν είναι η προέλευσή τους, εφόσον διαπιστώνεται ότι οι εισαγωγές αυτές αποτελούν αντικείμενο επιδότησης και προκαλούν ζημία, με εξαίρεση τις εισαγωγές που προέρχονται από πηγές οι οποίες έχουν προβεί στην κατάργηση των επίμαχων επιδοτήσεων ή για τις οποίες έχουν γίνει δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων συμφώνως προς τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Κάθε εξαγωγέας, οι εξαγωγές του οποίου υπόκεινται μεν σε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό, αλλά δεν συμπεριελήφθησαν στην πραγματικότητα στο αντικείμενο της διεξαχθείσας έρευνας για κάποιον λόγο, πλην της άρνησης συνεργασίας, δικαιούται να ζητήσει να επανεξετασθούν με ταχείες διαδικασίες τα δεδομένα που τον αφορούν, προκειμένου οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές να καθορίσουν το συντομότερο δυνατό αντισταθμιστικό δασμό διαφορετικού ύψους για το εν λόγω εξαγωγέα.

19.4 Το ύψος του αντισταθμιστικού δασμού που επιβάλλεται για τα εισαγόμενα προϊόντα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το διαπιστωθέν ύψος της επιδότησης, όπως αυτό έχει υπολογισθεί με βάση το ποσό της επιδότησης ανά μονάδα επιδοτούμενου και εξαγόμενου προϊόντος.

Άρθρο 20

Αναδρομική ισχύς

20.1 Προσωρινά μέτρα και αντισταθμιστικοί δασμοί εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε κατανάλωση μετά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 17, παράγραφος 1 και του άρθρου 19 παράγραφος 1, αντιστοίχως, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

20.2 Οταν διατυπώνεται τελικό συμπέρασμα, το οποίο επιβεβαιώνει την πρόκληση ζημίας (αλλά όχι την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ούτε τη σημαντική επιβράνδυση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής) ή, σε περίπτωση που συμπεραίνεται οριστικά ότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, όταν διαπιστώνεται ότι αν δεν εφαρμόζονταν προσωρινά μέτρα οι συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών θα είχαν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πρόκληση ζημίας, τότε οι αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ, τότε οι αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να έχουν αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύπτεται και η περίοδος εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων.

20.3 Αν ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός είναι υψηλότερος από το ποσό για το οποίο έχει παρασχεθεί εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, δεν επιτρέπεται η είσπραξη της προκύπτουσας διαφοράς. Αν ο οριστικός δασμός είναι μικρότερος από το ποσό για το οποίο έχει παρασχεθεί εγγύηση υπό μορφή κατάθεσης σε μετρητά ή έγγραφης εγγυητικής δήλωσης, το υπερβάλλον ποσό επιστρέφεται ή η έγγραφη εγγυητική δήλωση αποδίδεται το ταχύτερο δυνατό.

20.4 Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2, όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη κιδνύνου πρόκλησης ζημίας ή σημαντική επιβράδυνση της δημιουργίας κλάδου παραγωγής (αλλά ακόμη δεν έχει προκληθεί ζημία), η επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού επιτρέπεται, μόνο αφού διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης ζημίας ή η σημαντική επιβράνδυση στην περίπτωση αυτή, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

20.5 Οταν το τελικό συμπέρασμα είναι αποφατικό, τυχόν μετρητά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση κατά τη διάρκεια εφαρμογής των προσωρινών μέτρων είναι επιστρεπτέα, ενώ αν έχει χορηγηθεί έγγραφη εγγυητική δήλωση, αυτή πρέπει να αποδοθεί το ταχύτερο δυνατόν.

20.6 Σε κρίσιμες περιπτώσεις, όταν προκειμένου περί του οικείου επιδοτούμενου προϊόντος οι αρχές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι έχουν πραγματοποιηθεί σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα μαζικές εισαγωγές ενός προϊόντος, υπέρ του οποίου καταβάλλονται ή χορηγούνται επιδοτήσεις κατά παράβαση των διατάξεων της GATT του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, με αποτέλεσμα να προκαλείται ζημία που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθεί, και παράλληλα κρίνεται σκόπιμη η επιβολή στις εν λόγω εισαγωγές αντισταθμιστικών δασμών με αναδρομική ισχύ, προκειμένου να αποκλειστεί η περίπτωση εκ νέου πρόκλησης της ζημίας, στην περίπτωση αυτή οι επιβαλλόμενοι οριστικοί αντισταθμιστικοί δασμοί είναι δυνατό να αφορούν τις εισαγωγές προϊόντων που ετέθησαν σε κατανάλωση όχι περισσότερες από 90 ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των προσωρινών μέτρων.

Άρθρο 21

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των αντισταθμιστικών δασμών και των αναλήψεων υποχρεώσεων

21.1 Οι αντισταθμιστικοί δασμοί παραμένουν σε ισχύ μόνο για όσο χρόνο και στην έκταση που χρειάζεται για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών της παροχής επιδοτήσεων.

21.2 Οποτε το κρίνουν σκόπιμο, οι αρχές επανεξετάζουν κατά πόσον επιβάλλεται η συνέχιση της επιβολής του δασμού, είτε με δική τους πρωτοβουλία, είτε εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι από την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα και ότι η αίτηση συνοδεύεται από θετικά αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι είναι απαραίτητη η επανεξέταση. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τις αρχές να εξετάσουν κατά πόσον η συνέχιση της επιβολής του δασμού είναι αναγκαία για την εξουδετέρωση των συνεπειών των επιδοτήσεων και κατά πόσον είναι πιθανή η συνέχιση ή επανάληψη της πρόκλησης ζημίας σε περίπτωση ανάκλησης ή/και διαφοροποίησης του δασμού. Αν, βάσει της επανεξέτασης που έχει πραγματοποιηθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο αντισταθμιστικός δασμός δεν είναι πλέον απαραίτητος, ο δασμός καταργείται αμέσως.

21.3 Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, κάθε οριστικός αντισταθμιστικός δασμός καταργείται το αργότερο πέντε έτη από την επιβολή του (ή από την ημερομηνία της πλέον πρόσφατης επανεξέτασης βάσει της παραγράφου 2, εφόσον αντικείμενο της επανεξέτασης ήταν τόσο η παροχή επιδοτήσεων, όσο και η ζημία, ή βάσει της παρούσας παραγράφου), εκτός αν οι αρχές καταλήξουν στο συμπέρασμα, στο πλαίσιο επανεξέτασης που άρχισαν πριν από την ανωτέρω ημερομηνία με δική τους πρωτοβουλία ή μετά τη διατύπωση σχετικού και δεόντως τεκμηριωμένου αιτήματος εκ μέρους ή για λογαριασμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής σε προγενέστερο χρόνο που δεν απέχει υπερβολικά από την ανωτέρω ημερομηνία, ότι η λήξη ισχύος του δασμού θα είχε ως πιθανή συνέπεια τη συνέχιση ή την επανάληψη της παροχής επιδοτήσεων και της εξ αυτής προκαλούμενης ζημίας. Ο δασμός είναι δυνατόν να διατηρείται σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανεξέτασης.

21.4 Οι διατάξεις του άρθρου 12 σχετικά με τα αποδεικτικά στοιχεία και τη διαδικασία εφαρμόζονται για κάθε επανεξέταση η οποία διενεργείται βάσει του παρόντος άρθρου. Κάθε τέτοια επανεξέταση διενεργείται με ταχείες διαδικασίες και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνεται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης.

21.5 Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και για τις αναλήψεις υποχρεώσεων που γίνονται δεκτές βάσει του άρθρου 18.

Άρθρο 22

Δημόσια ανακοίνωση και ανάπτυξη του σκεπτικού στο οποίο στηρίζεται

22.1 Οταν οι αρχές έχουν σχηματίσει την πεποίθηση ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας βάσει του άρθρου 11, ενημερώνουν, σχετικά το μέλος ή τα μέλη στα οποία παράγονται τα προϊόντα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους, για τους οποίους οι αρμόδιες για τη διεξαγωγή της έρευνας αρχές γνωρίζουν ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση, και εκδίδουν σχετική δημόσια ανακοίνωση.

22.2 Η δημόσια ανακοίνωση η σχετική με την έξαρξη της έρευνας περιλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, επαρκή στοιχεία σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

(i) το όνομα της χώρας ή των χωρών εξαγωγής και το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας

(ii) την ημερομηνία έναρξης της έρευνας

(iii) περιγραφή της πρακτικής ή των πρακτικών επιδοτήσεων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας

(iv) συνοπτική παρουσίαση των δεδομένων επί των οποίων στηρίζεται ο ισχυρισμός ότι προκαλείται ζημία

(v) τη διεύθυνση στην οποία τα ενδιαφερόμενα μέλη και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι πρέπει να αποστέλλουν τυχόν στοιχεία ή παρατηρήσεις τους και

(vi) τις προθεσμίες που τάσσονται στα ενδιαφερόμενα μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους για τη γνωστοποίηση των απόψεών τους.

22.3 Δημόσια ανακοίνωση εκδίδεται για κάθε προκαταρκτικό ή τελικό συμπέρασμα, είτε καταφατικά, είτε αποφατικά, για κάθε απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 18, για τη λήξη ισχύος κάποιας ανάληψης υποχρέωσης και για την κατάργηση οποιουδήποτε οριστικού αντισταθμιστικού δασμού. Κάθε ανακοίνωση αυτού του είδους αναφέρει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα πορίσματα και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι αρχές που διενεργούν την έρευνα σχετικά με όλες τις αποφασιστικής σημασίας πραγματικές ή νομικές παραμέτρους της υπόθεσης. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση διαβιβάζεται στο μέλος ή στα μέλη που παράγουν το προϊόν το οποίο αφορά το εκάστοτε συμπέρασμα ή η εκάσοτε ανάληψη υποχρέωσης, καθώς και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους για τους οποίους είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση.

22.4 Για την επιβολή προσωρινών μέτρων εκδίδεται δημόσια ανακοίνωση στην οποία εξηγούνται, ή η οποία τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, με τη δέουσα λεπτομέρεια τα προκαταρκτικά συμπεράσματα τα σχετικά με την ύπαρξη της επιδότησης και τη ζημία, και παρατίθενται τα νομικά και πραγματικά δεδομένα, με βάση τα οποία αποφασίστηκε η αποδοχή ή η απόρριψη των προβαλλόμενων επιχειρημάτων. Κάθε τέτοια ανακοίνωση ή έκθεση περιέχει, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

(i) τα ονόματα των προμηθειών ή, όταν αυτό είναι πρακτικώς αδύνατο, των εμπλεκόμενων προμηθευτριών χωρών

(ii) περιγραφή του προϊόντος αρκετά πλήρη, ώστε να επιτρέπει την αξιολόγηση των τελωνειακών παραμέτρων

(iii) το διαπιστωθέν ύψος της επιδότησης και ανάλυση των δεδομένων που ελήφθησαν υπόψη για τη διαπίστωση της ύπαρξης της επιδότησης

(iv) το σκεπτικό με βάση το οποίο διαπιστώθηκε η πρόκληση ή μη ζημίας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15

(v) τους βασικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται το συμπέρασμα.

22.5 Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα σε περίπτωση διατύπωσης καταφατικού συμπεράσματος, με βάση το οποίο επιβάλλεται οριστικός δασμός ή γίνεται δεκτή ανάληψη υποχρέωσης, διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, όλα τα συναφή στοιχεία τα σχετικά με τα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υπόθεσης, καθώς και τους λόγους που οδήγησαν στην επιβολή των οριστικών μέτρων ή στην αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης, χωρίς να παραγνωρίζεται η υποχρέωση προστασίας της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών. Ειδικότερα, η ανακοίνωση ή η έκθεση περιέχει τα στοιχεία που περιγράφονται στην παράγραφο 4, καθώς και στους λόγους για τους οποίους έγιναν δεκτά ή απορρίφθηκαν τα σχετικά επιχειρήματα ή οι ισχυρισμοί των ενδιαφερομένων μελών, των εξαγωγέων και των εισαγωγέων.

22.6 Η δημόσια ανακοίνωση με την οποία περατούται ή αναστέλλεται η έρευνα μετά την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 18 διαλαμβάνει, ή τουλάχιστον παραπέμπει σε ξεχωριστή έκθεση με ανάλογο περιεχόμενο, το μη εμπιστευτικού χαρακτήρα σκέλος της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης.

22.7 Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και για την έναρξη και περάτωση των επανεξετάσεων που διενεργούνται βάσει του άρθρου 21, καθώς και για τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 20 και αφορούν την επιβολή δασμών με αναδρομική ισχύ.

Άρθρο 23

Δικαστικός έλεγχος

Κάθε μέλος, η εσωτερική νομοθεσία του οποίου προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης μέτρων υπό μορφή επιβολής αντισταθμιστικών δασμών φροντίζει για την ύπαρξη και λειτουργία δικαιοδοτικών οργάνων, της τακτικής δικαιοσύνης ή διαιτητικά ή διοικητικά, καθώς και για τη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών, ώστε να είναι, μεταξύ άλλων, δυνατός ο άμεσος έλεγχος των πράξεων της Διοίκησης που αναφέρονται στα τελικά συμπεράσματα και τις επανεξετάσεις των συμπερασμάτων κατά την έννοια του άρθρου 21. Τα εν λόγω δικαιοδοτικά όργανα και οι διαδικασίες πρέπει να χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία έναντι των αρχών που φέρουν την ευθύνη για το εκάστοτε συμπέρασμα ή την εκάστοτε επανεξέταση, καθώς επίσης να παρέχουν στο σύνολο των ενδιαφερομένων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στη διοικητική διαδικασία και θίγονται άμεσα ή έμμεσα από τις πράξεις της Διοίκησης, το δικαίωμα να κινήσουν τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου.

ΜΕΡΟΣ VI: ΟΡΓΑΝΑ

Άρθρο 24

Επιτροπή για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα  και επικουρικά όργανα

24.1 Συστήνεται Επιτροπή για τις Επιδοτήσεις και τα Αντισταθμιστικά Μέτρα, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των μελών. Η επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της και συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο, καθώς και στις λοιπές περιπτώσεις που προβλέπονται από συναφείς διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, μετά από αίτηση οποιουδήποτε μέλους. Η επιτροπή φροντίζει για την εκτέλεση των καθοκόντων που την έχουν ανατεθεί βάσει της παρούσας συμφωνίας ή από τα μέλη και παρέχει στα μέλη τη δυνατότητα να διενεργούν διαβουλεύσεις σχετικά με όλα τα θέματα που άπτονται της λειτουργίας της συμφωνίας και της προαγωγής των στόχων της. Η γραμματεία του ΠΟΕ εκτελεί χρέη γραμματείας της επιτροπής.

24.2 Οταν κρίνεται σκόπιμο, η επιτροπή δύναται να συστήνει όργανα που την επικουρούν στο έργο της.

24.3 Η επιτροπή προβαίνει στη σύσταση Διαρκούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων (“ΔΟΕ”), η οποία απαρτίζεται από πέντε ανεξάρτητα πρόσωπα με υψηλού επιπέδου κατάρτιση στους τομείς των επιδοτήσεων και των εμπορικών σχέσεων. Οι εμπειρογνώμονες εκλέγονται από την επιτροπή, και κάθε χρόνο αντικαθίσταται ένας από αυτούς. Η ΔΟΕ είναι δυνατό να κληθεί να επικουρήσει κάποια ειδική ομάδα (πάνελ), κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4, παράγραφος 5. Η επιτροπή δύναται επίσης να συμβουλεύεται τη γνώμη της όσον αφορά την ύπαρξη και τον χαρακτήρα δεδομένης επιδότησης.

24.4 Κάθε μέλος δύναται να θέτει ερωτήματα στη ΔΟΕ και να συμβουλεύεται τη γνώμη της αναφορικά με τον χαρακτήρα δεδομένης επιδότησης, την οποία το εν λόγω μέλος προτίθεται να θεσπίσει ή παρέχει ήδη. Αυτού του είδους οι γνωμοδοτήσεις συμβουλευτικού χαρακτήρα θεωρούνται εμπιστετικές, και τα μέρη δεν έχουν το δικαίωμα να τις επικαλούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπει το άρθρο 7.

24.5 Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η επιτροπή και τα τυχόν όργανα που την επικουρούν δύνανται να έρχονται σε συνεννόηση με οποιονδήποτε κρίνουν σκόπιμο και να ζητούν αντίστοιχα πληροφορίες από οποιανδήποτε πηγή. Παρόλα αυτά, πριν η επιτροπή ή κάποιο από τα όργανα που την επικουρούν διατυπώσει αίτημα για την παροχή πληροφοριών από κάποιον φορέα που υπάγεται στη δικαιοδοσία ενός μέλους, οφείλει να ενημερώνει το οικείο μέλος.

ΜΕΡΟΣ VII: ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ Άρθρο 25

Γνωστοποιήσεις

25.1 Τα μέλη συμφωνούν ότι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου XVI, παράγραφος 1 της GATT του 1994, οι γνωστοποιήσεις επιδοτήσεων πρέπει να υποβάλλονται από αυτά το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου κάθε έτους και να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 6.

25.2 Τα μέλη γνωστοποιούν κάθε περίπτωση επιδότησης κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, η οποία έχει ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 και η οποία χορηγείται ή διατηρείται στην επικράτειά τους.

25.3 Το περιεχόμενο των γνωστοποιήσεων πρέπει να είναι αρκούντως αναλυτικό, ώστε να επιτρέπει στα υπόλοιπα μέλη να αξιολογούν τις συνέπειες που προκύπτουν για το εμπόριο και να αντιλαμβάνονται τον τρόπο εφαρμογής των γνωστοποιούμενων προγραμμάτων επιδοτήσεων. Για τον σκοπό αυτό και χωρίς να θίγεται το περιεχόμενο και η μορφή του ερωτηματολογίου για τις επιδοτήσεις, τα μέλη λαμβάνουν πρόνοια ώστε οι γνωστοποιήσεις που υποβάλλουν να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

(i) το είδος της επιδότησης (δηλαδή μη επιστρεπτέα ενίσχυση, δάνειο, φορολογική απΆλλαγή, κ.τ.λ.)

(ii) το ύψος της επιδότησης ανά μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατό, το συνολικό ποσό της επιδότησης ή το ποσό που έχει προϋπολογισθεί για την επιδότηση σε ετήσια βάση (με στοιχεία, εφόσον είναι δυνατό, σχετικά με τη μέση επιδότηση ανά μονάδα κατά το προηγούμενο έτος)

(iii) το γενικό στόχο που επιδιώκεται με την επιδότηση ή/και τον σκοπό της

(iv) τη διάρκεια παροχής της επιδότησης ή/και τους λοιπούς χρονικούς περιορισμούς που ενδεχομένως ισχύουν σε σχέση με αυτήν

(v) στατιστικά δεδομένα τα οποία επιτρέπουν την αξιολόγηση των συνεπειών της επιδότησης για το εμπόριο.

25.4 Σε περίπτωση που μια γνωστοποίηση δεν περιέχει στοιχεία σχετικά με ένα ή περισσότερα από τα επιμέρους θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 3, σχετικές εξηγήσεις παρέχονται στην ίδια τη γνωστοποίηση.

25.5 Σε περίπτωση παροχής επιδοτήσεων για συγκεκριμένα προϊόντα ή προς συγκεκριμένους κλάδους, τα σχετικά στοιχεία στις γνωστοποιήσεις πρέπει να παρατίθενται ανά προϊόν ή ανά κλάδο.

25.6 Τα μέλη που θεωρούν ότι στην επικράτειά τους δεν ισχύει κανένα μέτρο, για το οποίο να υφίσταται υποχρέωση γνωστοποίησης βάσει του άρθρου XVI, παράγραφος 1 της GATT του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, ενημερώνουν γραπτώς τη γραμματεία σχετικά.

25.7 Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η γνωστοποίηση ενός μέτρου δεν προδικάζει ούτε τη νομική του ισχύ βάσει της GATT του 1994 και της παρούσας συμφωνίας, ούτε τις συνέπειές του βάσει της παρούσας συμφωνίας, ούτε τον χαρακτήρα του μέτρου καθαυτόν.

25.8 Κάθε μέλος δύναται ανά πάσα στιγμή να ζητήσει γραπτώς να του διαβιβασθούν στοιχεία σχετικά με τον χαρακτήρα και την έκταση οιασδήποτε επιδότησης, τη χορήγηση της οποίας αποφασίζει ή συνεχίζει ένα άλλο μέλος (συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο μέρος IV) ή να του παρασχεθούν εξηγήσεις σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εκρίθη ότι δεδομένο μέτρο δεν καλύπτεται από την υποχρέωση γνωστοποίησης.

25.9 Τα μέλη που λαμβάνουν σχετικό αίτημα παρέχουν τα ζητούμενα στοιχεία το συντομότερο δυνατόν και φροντίζουν αυτά να είναι πλήρη επίσης, επιδεικνύουν προθυμία, για την παροχή εφόσον τους ζητηθεί, συμπληρωματικών στοιχείων στο μέλος που έχει διατυπώσει σχετικό αίτημα. Ειδικότερα, τα στοιχεία που παρέχουν τα μέλη πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερή, ώστε το εκάστοτε άλλο μέλος να είναι σε θέση να εκτιμήσει κατά πόσον αυτά τηρούν τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Κάθε μέλος το οποίο πιστεύει ότι δεν έχουν γνωστοποιηθεί τα ανωτέρω στοιχεία δύναται να επισημάνει το θέμα στην επιτροπή.

25.10 Κάθε μέλος, το οποίο θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος έχει παραλείψει να γνωστοποιήσει κάποιο μέτρο, το οποίο έχει συνέπειες ανάλογες με εκείνες μιας επιδότησης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου XVI παράγραφος 1 της GATT του 1994 και του παρόντος άρθρου, δύναται να επισημάνει το θέμα στο εν λόγω άλλο μέλος. Σε περίπτωση που εν συνεχεία το άλλο μέλος δεν γνωστοποιήσει αμελλητί την επίμαχη περίπτωση επιδότησης, το πρώτο μέλος δύναται να ενημερώσει το ίδιο την επιτροπή σχετικά με την περίπτωση επιδότησης που ισχυρίζεται ότι παρέχεται.

25.11 Τα μέλη γνωστοποιούν αμελλητί στην επιτροπή όλα τα προκαταρκτικά και οριστικά μέτρα τα οποία λαμβάνουν σε σχέση με αντισταθμιστικούς δασμούς. Οι σχετικές εκθέσεις φυλάσσονται στη γραμματεία, όπου και μπορούν να τις εξετάζουν τα υπόλοιπα μέλη. Επίσης τα μέλη υποβάλλουν ανά εξάμηνο εκθέσει σχετικές με τα μέτρα που έχουν ενδεχομένως λάβει κατά τη διάρκεια του προηγηθέντος εξαμήνου στον τομέα των αντισταθμιστικών δασμών. Για τις εξαμηνιαίες εκθέσεις χρησιμοποιείται συμφωνηθέν τυποποιημένο έντυπο.

25.12 Κάθε μέλος γνωστοποιεί στην επιτροπή: (α) ποια αρχή του εκάστοτε μέλους είναι αρμόδια για την έναρξη και διεξαγωγή των ερευνών που προβλέπονται στο άρθρο 11 και (β) τις εσωτερικές του διαδικασίες οι οποίες διέπουν την έναρξη και διεξαγωγή των εν λόγω ερευνών.

Άρθρο 26

Επιτήρηση

26.1 Η επιτροπή εξετάζει τις νέες και πλήρεις γνωστοποιήσεις που της υποβάλλονται κατ` εφαρμογήν του άρθρου XVI, παράγραφος 1 της GATT του 1994 και του άρθρου 25, παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας σε ειδικές συνεδριάσεις της, οι οποίες πραγματοποιούνται ανά τριετία. Οι γνωστοποιήσεις οι οποίες υποβάλλονται κατά τα έτη που μεσολαβούν (γνωστοποιήσεις σχετικά με την πορεία προγραμμάτων επιδοτήσεων) εξετάζονται κατά τις τακτικές συνεδριάσεις της επιτροπής.

26.2 Η επιτροπή εξετάζει τις εκθέσεις που της υποβάλλονται βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 11 κατά τις τακτικές της συνεδριάσεις.

MEΡΟΣ VIII: ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΜΕΛΗ

Άρθρο 27

Ειδική και διακριτική μεταχείριση των αναπτυσσόμενων χωρών μελων

27.1 Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι οι επιδοτήσεις είναι δυνατό να επιτελούν σημαντική λειτουργία στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής ανάπτυξης των αναπτυσσομένων χωρών μελών.

27.2 Η απαγόρευση της παραγράφου 1 (α) του άρθρου 3 δεν ισχύει προκειμένου περί:

(α) των αναπτυσσόμενων χωρών μελών που αναφέρονται στο παράρτημα VII.

(β) των υπολοίπων αναπτυσσόμενων χωρών μελών, επί μία οκταετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί οι διατάξεις της παραγράφου 4.

27.3 Η απαγόρευση του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο β) δεν ισχύει για τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη επί μία πενταετία επίσης δεν ισχύει για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη επί μια οκταετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.4 Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που μνημονεύονται στην παράγραφο 2, στοιχείο β) καταργούν τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχουν εντός οκταετούς περιόδου και κατά προτίμηση κατά τρόπο σταδιακό. Εντούτοις, μία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δεν δύναται να αυξήσει το ύψος των εξαγωγικών επιδοτήσεων που παρέχει και οφείλει να τις καταργήσει εντός χρονικής περιόδου βραχύτερης αυτής που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, όταν η παροχή των εν λόγω εξαγωγικών επιδοτήσεων δεν ανταποκρίνεται στις αναπτυξιακές της ανάγκες. Σε περίπτωση που μία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος θεωρεί σκόπιμη την παροχή τέτοιου είδους επιδοτήσεων και πέραν της προβλεπόμενης οκταετούς περιόδου, φροντίζει για την έναρξη διαβουλεύσεων με την επιτροπή το αργότερο ένα έτος πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου, η επιτροπή αποφασίζει τότε κατά πόσον δικαιολογείται παράταση της προβλεπόμενης περιόδου, αφού εξετάσει το σύνολο των συναφών οικονομικών, χρηματοοικονομικών και αναπτυξιακών αναγκών της συγκεκριμένης αναπτυσσόμενης χώρας μέλους. Σε περίπτωση που η επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παράταση είναι δικαιολογημένη, η οικεία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος πραγματοποιεί κάθε χρόνο διαβουλεύσεις με την επιτροπή προκειμένου να εξετασθεί η αναγκαιότητα διατήρησης των επιδοτήσεων. Σε περίπτωση που η επιτροπή καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα, η οικεία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος καταργεί σταδιακά τις εναπομένουσες εξαγωγικές επιδοτήσεις εντός διετίας από τη λήξη της τελευταίας περιόδου για την οποία έχει χορηγηθεί σχετική άδεια.

27.5 Οταν οι εξαγωγές ορισμένου προϊόντος, τις οποίες πραγματοποιεί μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, έχουν καταστεί ανταγωνιστικές, η εν λόγω χώρα μέλος οφείλει να καταργήσει σταδιακά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχει για το συγκεκριμένο προϊόν εντός διετίας. Εντούτοις, όταν πρόκειται για μία από τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, που μνημονεύονται στο παράρτημα VII, η οποία έχει επιτύχει να καταστήσει ανταγωνιστικές τις εξαγωγές της σε ένα ή περισσότερα προϊόντα, η εν λόγω χώρα οφείλει να καταργήσει σταδιακά εντός οκταετούς περιόδου τις εξαγωγικές επιδοτήσεις που παρέχει για τα συγκεκριμένα προϊόντα.

27.6 Οι εξαγωγές δεδομένου προϊόντος που πραγματοποιεί μία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος θεωρούνται ανταγωνιστικές όταν έχουν αυξηθεί μέχρι του σημείου να αντιπροσωπεύουν ποσοστό 3,25% τουλάχιστον του παγκόσμιου εμπορίου για το συγκεκριμένο προϊόν επί δύο συναπτά ημερολογιακά έτη. Η ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών κρίνεται είτε (α) μετά από γνωστοποίηση της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους, οι εξαγωγές της οποίας έχουν καταστεί ανταγωνιστικές, είτε (β) με βάση σχετικό υπολογισμό τον οποίον διενεργεί η γραμματεία μετά από αίτηση οιουδήποτε μέλους. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως προϊόν νοείται μια κλάση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Η επιτροπή εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας διάταξης πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.7 Οι διατάξεις του άρθρου 4 δεν ισχύουν ως προς τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη όταν πρόκειται για εξαγωγικές επιδοτήσεις οι οποίες συνάδουν με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 5. Στις περιπτώσεις αυτές είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 7.

27.8 Σε περιπτώσεις επιδοτήσεων που παρέχει μία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δεν ισχύει το τεκμήριο που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, ότι δηλαδή οι επιδοτήσεις προκαλούν σοβαρή ζημία κατά την έννοια της παρούσας συμφωνίας. Η πρόκληση σοβαρής ζημίας, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 9, αποδεικνύεται επί τη βάσει θετικών αποδεικτικών στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφοι 3 έως 8.

27.9 Οσον αφορά περιπτώσεις επιδοτήσεων, για τις οποίες είναι δυνατό να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας και στη χορήγηση των οποίων προβαίνει ή εμμένει μία αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, δεν επιτρέπεται η χορήγηση άδειας για τη λήψη μέτρων ή η λήψη μέτρων βάσει του άρθρου 7, εκτός αν διαπιστώνεται ότι η επίμαχη επιδότηση έχει ως αποτέλεσμα την ολική ή μερική αποδυνάμωση τελωνειακών παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που ισχύουν βάσει της GATT του 1994, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να υποκαθίσταντια ή να παρεμποδίζονται οι εισαγωγές ομοειδούς προϊόντος από κάποιο άλλο μέλος στην αγορά της αναπτυσσόμενης χώρας μέλους που χορηγεί την επιδότηση ή εκτός αν προξενείται ζημία σε εγχώριο κλάδο παραγωγής στην αγορά εισάγοντος μέλους.

27.10 Κάθε έρευνα η οποία αφορά την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών σε σχέση με ένα προϊόν που κατάγεται από αναπτυσσόμενη χώρα μέλος περατούται αφ` ης στιγμής οι αρμόδιες αρχές διαπιστώσουν ότι:

(α) το συνολικό ύψος των επιδοτήσεων που παρέχονται για το συγκεκριμένο προϊόν δεν υπερβαίνει το 2% της αξίας του υπολογιζομένης ανά μονάδα ή

(β) ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 4% των συνολικών εισαγωγών του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος, εκτός αν πραγματοποιούνται εισαγωγές από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη, καθεμιά από τις οποίες συμβάλλει στις εισαγωγές κατά ποσοστό κατώτερο του 4% επί του συνόλου, αλλά όλες μάζι αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανώτερο του 9% του συνόλου των εισαγωγών του ομοειδούς προϊόντος στο εισάγον μέλος.

27.11 Η τιμή που προβλέπεται στην παράγραφο 10, στοιχείο α καθορίζεται στο 3% αντί του 2% όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 2, στοιχείο β), οι οποίες έχουν καταργήσει τις εξαγωγικές επιδοτήσεις πριν από την πάροδο της οκταετούς περιόδου από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, καθώς και όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες μέλη στις οποίες αναφέρεται το παράρτημα VII. Η παρούσα διάταξη ισχύει από την ημερομηνία κατά την οποία η κατάργηση των εξαγωγικών επιδοτήσεων γνωστοποιήθηκε στην επιτροπή και για όσον χρόνο η αναπτυσσόμενη χώρα μέλος που πραγματοποίησε τη γνωστοποίηση δεν προβαίνει στη χορήγηση εξαγωγικών επιδοτήσεων. Η παρούσα διάταξη παύει να ισχύει οκτώ έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

27.12 Οι διατάξεις των παραγράφων 10 και 11 είναι εφαρμοστέες όταν εξετάζεται κατά πόσον δεδομένη επιδότηση είναι ασήμαντη από νομική άποψη, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15, παράγραφος 3.

27.13 Οι διατάξεις του μέρους ΙΙΙ δεν ισχύουν προκειμένου περί περιπτώσεων άμεσης άφεσης χρέους, επιδοτήσεων που παρέχονται υπό οιαδήποτε μορφή για την κάλυψη κοινωνικού κόστους, συμπεριλαμβανομένης της παραίτησης του Δημοσίου από ποσά που του οφείλονται, καθώς και άλλων περιπτώσεων μεταβίβασης υποχρεώσεων, εφόσον οι εν λόγω επιδοτήσεις χορηγούνται στο πλαίσιο προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που εφαρμόζει αναπτυσσόμενη χώρα μέλος και συνδέονται άμεσα με αυτό, και υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόγραμμα εφαρμόζεται και οι σχετικές επιδοτήσεις χορηγούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ότι έχουν γνωστοποιηθεί στην επιτροπή και επιπλέον ότι απώτερος στόχος του προγράμματος είναι η ιδιωτικοποίηση της οικείας επιχείρησης.

27.14 Μετά από αίτηση ενός ενδιαφερομένου μέλους, η επιτροπή προβαίνει στην εξέταση δεδομένης, πρακτικής εξαγωγικών επιδοτήσεων, την οποία εφαρμόζει μια αναπυσσόμενη χώρα μέλος, προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον η πρακτική αυτή ανταποκρίνεται στις αναπτυξιακές ανάγκες της εν λόγω χώρας.

27.15 Εφόσον το ζητήσει μια ενδιαφερόμενη αναπτυσσόμενη χώρα μέλος, η επιτροπή προβαίνει στην εξέταση δεδομένου αντισταθμιστικού μέτρου, προκειμένου να αποφανθεί κατά πόσον αυτό συμβιβάζεται με τις διατάξεις των παραγράφων 10 και 11, όπως αυτές ισχύουν έναντι της οικείας αναπτυσσόμενης χώρας μέλους.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ: ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο 28

Υφιστάμενα προγράμματα

28.1 Τα προγράμματα επιδοτήσεων, τα οποία έχουν τεθεί σε εφαρμογή στην επικράτεια ενός μέλους πριν από την ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας για τον ΠΟΕ από το εν λόγω μέλος και τα οποία έρχονται σε αντίθετη με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, επιβάλλεται να:

(α) γνωστοποιούνται στην επιτροπή το αργότερο 90 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το εν λόγω μέλος και

(β) να τροποποιούνται ώστε να συμφωνούν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εντός τριετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το εν λόγω μέλος, ενώ μέχρι τότε δεν ισχύουν ως προς αυτά οι διατάξεις του μέρους ΙΙ.

28.2 Τα μέλη δεν δύνανται να διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω προγραμμάτων, ούτε να αποφασίζουν την παράτασή τους μετά τη λήξη τους.

Άρθρο 29

Μετασχηματισμός σε οικονομία αγοράς

29.1 Τα μέλη τα οποία διανύουν περίοδο μετασχηματισμού της οικονομίας τους από τον κεντρικό σχεδιασμό σε μια οικονομία της αγοράς, η οποία θα διέπεται από την αρχή της ελεύθερης επιχειρηματικής δραστηριότητας, δύναται να εφαρμόζουν προγράμματα και μέτρα που είναι απαραίτητα για την πραγματοποίηση του μετασχηματισμού.

28.2 Ως προς τα προαναφερθέντα μέλη, τα προγράμματα επιδοτήσεων, τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 και έχουν γνωστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3, καταργούνται σταδιακά ή τροποποιούνται, ώστε να συνάδουν με το άρθρο 3 εντός επταετούς περιόδου από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 4 δεν εφαρμόζεται. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας περιόδου:

(α) δεν επιτρέπεται να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας βάσει του άρθρου 7 σε σχέση με προγράμματα επιδοτήσεων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο (δ),

(β) για τις υπόλοιπες μορφές επιδοτήσεων, ως προς τις οποίες είναι δυνατό να ζητηθεί η παροχή έννομης προστασίας, είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 27, παράγραφος 9.

29.3 Τα προγράμματα επιδοτήσεων τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 γνωστοποιούνται στην επιτροπή το συντομότερο δυνατόν μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Περαιτέρω γνωστοποιήσεις επιδοτήσεων αυτού του είδους είναι δυνατό να πραγματοποιούνται εντός χρονικού διαστήματος που δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διετία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

29.4 Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα μέλη για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 δύνανται να λαμβάνουν από την επιτροπή την άδεια να παρεκκλίνουν από τα γνωστοποιηθέντα προγράμματα και μέτρα που εφαρμόζουν, καθώς και από τα σχετικά χρονοδιαγράμματα, εφόσον οι παρεκκλκίσεις αυτές κρίνονται απαραίτητες για τη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας τους.

ΜΕΡΟΣ Χ: ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 30

Εάν δεν προβλέπεται ρητώς κάτι διαφορετικό στην παρούσα συμφωνία για τις διαβουλεύσεις και την επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως έχουν αναπτυχθεί και ισχύουν βάσει του Μνημονίου Συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών.

ΜΕΡΟΣ ΧΙ: ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

Προσωρινή εφαρμογή

Οι διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1 και οι διατάξεις των άρθρων 8 και 9 ισχύουν για περίοδο πέντε ετών, με αφετηρία την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το αργότερο 180 ημέρες πριν από τη λήξη της προαναφερθείσας περιόδου, η επιτροπή προβαίνει σε εξέταση της εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσον είναι σκόπιμη η παράταση της ισχύος τους για κάποιο επιπλέον χρονικό διάστημα, είτε υπό τη σημερινή τους μορφή, είτε αφού υποστούν ορισμένες τροποποιήσεις.

Άρθρο 32

Λοιπές τελικές διατάξεις

32.1 Δεν επιτρέπεται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων έναντι των επιδοτήσεων που παρέχει κάποιο άλλο μέλος παρά μόνο συμφώνως προς τις διατάξεις της GATT του 1994, όπως αυτές ερμηνεύονται από την παρούσα συμφωνία.

32.2 Η διατύπωση επιφυλάξεων σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας συμφωνίας προϋποθέτει τη συγκατάθεση των υπολοίπων μελών.

32.3 Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται για τις έρευνες και τις διαδικασίες εξέτασης μέτρων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ, οι οποίες κινούνται μετά από αίτηση που υπεβλήθη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το οικείο μέλος ή μετά από αυτήν.

32.4 Για την εφαρμογή του άρθρου 21, παράγραφος 3, τεκμαίρεται ότι τα ισχύοντα αντισταθμιστικά μέτρα επεβλήθησαν σε ημερομηνία που δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ ως προς το οικείο μέλος, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ισχύουσα κατά την εν λόγω ημερομηνία εσωτερική νομοθεσία ενός μέλους συμπεριελάμβανε ήδη διάταξη με περιεχόμενο ανάλογο της διάταξης της προαναφερθείσας παραγράφου.

32.5 Κάθε μέλος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα γενικού ή ειδικού χαρακτήρα, ώστε να διασφαλίσει ότι, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος ως προς αυτό της συμφωνίας για τον ΠΟε, οι εσωτερικοί του νόμοι, κανονισμοί και διοικητικές διαδικασίες θα συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες ενδεχομένως ισχύουν ως προς το οικείο μέλος.

32.6 Κάθε μέλος τηρεί ενήμερη την επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε μεταβολή των εσωτερικών του νόμων και κανονισμών που άπτονται του αντικειμένου της παρούσας συμφωνίας, καθώς και σχετικά με τυχόν μεταβολές όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νόμων και κανονισμών.

32.7 Η επιτροπή εξετάζει ανά έτος την εφαρμογή και λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, έχοντας ως γνώμονα τους στόχους της. Η επιτροπή ενημερώνει ανά έτος το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών σχετικά με τις τυχόν εξελίξεις που σημειώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που κάλυψε η εξέταση.

32.8 Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΞΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

(α) Η παροχή από το Δημόσιο άμεσων επιδοτήσεων προς μία επιχείρηση ή προς έναν κλάδο παραγωγής ανάλογα με τις εξαγωγικές τους επιδόσεις.

(β) Συστήματα επανακράτησης συναλλάγματος και κάθε ανάλογη πρακτική που συνίσταται στην πριμοδότηση των εξαγωγών.

(γ) Η κάλυψη εκ μέρους ή με εντολή του Δημοσίου των εξόδων για την εσωτερική μεταφορά και των ναύλων φορτίων που προορίζονται για εξαγωγή υπό όρους ευνοϊκότερους από εκείνους που ισχύουν για τα εμπορεύματα που προορίζονται που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση.

(δ) Η παροχή από το Δημόσιο ή από κρατικούς φορείς, είτε αμέσως, είτε εμμέσως στο πλαίσιο προγραμμάτων που εφαρμόζονται με εντολή του Δημοσίου, εισαγόμενων ή εγχώριων προϊόντων ή υπηρεσιών, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών προς εξαγωγή, υπό ευνοϊκότερους γενικούς ή ειδικούς όρους εν συγκρίσει με τους γενικούς ή ειδικούς όρους που ισχύουν για την παροχή ομοειδών ή εθέως ανταγωνιστικών προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αγαθών τα οποία προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση (όταν πρόκειται για προϊόντα) ότι οι εν λόγω γενικοί ή ειδικοί όροι είναι ευνοϊκότεροι από τους εμπορικούς όρους που είναι σε θέση να εξασφαλίζουν οι εξαγωγείς του οικείου κράτους στις διεθνείς αγορές.

(ε) Η ολοσχερής ή μερική απΆλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής, η οποία παραχωρείται ειδικώς για εξαγωγές και αφορά άμεσους φόρους ή εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που έχουν καταβληθεί ή οφείλονται από βιομηχανικές ή εμπορικές επιχειρήσεις.

(στ) Η πρόβλεψη για ειδικές μειώσεις οι οποίες συναρτώνται άμεσα με τις εξαγωγές ή τις εξαγωγικές επιδόσεις και οι οποίες, κατά τον υπολογισμό της βάσης επί της οποίας επιβάλλονται οι άμεσοι φόροι, υπερβαίνουν τις μειώσεις που προβλέπονται για την παραγωγή προϊόντων, τα οποία προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση.

(ζ) Η απαλαγή ή διαγραφή έμμεσων φόρων, οι οποίοι οφείλονται για την παραγωγή και διακίνηση εξαγόμενων προϊόντων, πέραν του ύψους των ίδιων φόρων που επιβάλλονται για την παραγωγή και τη διακίνηση ομοειδών προϊόντων που πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση.

(η) Η απΆλλαγή, διαγραφή η αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους επί προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή εξαγόμενων προϊόντων, σε έκταση μεγαλύτερη της απΆλλαγής, διαγραφής ή αναστολής πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με ανάλογους προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους επί προϊόντων ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ομοειδών προϊόντων, τα οποία πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση πάντως, η απΆλλαγή από προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους, η διαγραφή τους ή η αναστολή της πληρωμής τους επιτρέπεται σε σχέση με εξαγόμενα προϊόντα ακόμη και αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τα ομοειδή προϊόντα που πωλούνται με προορισμό την εγχώρια κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση ότι οι προανακύψαντες σωρευτικοί έμμεσοι φόροι επιβάλλονται στους συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών). Η παρούσα διάταξη ερμηνεύεται με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση των συντελεστών παραγωγής στην παραγωγική διαδικασία, οι οποίες περιέχονται στο παράρτημα ΙΙ.

(θ) Η διαγραφή ή επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών καθ` υπέρβαση των επιβαρύνσεων επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών), γίνεται, ωστόσο, δεκτό ότι σε ειδικές περιπτώσεις μία επιχείρηση δύναται να χρησιμοποιεί ορισμένη ποσότητα συντελεστών παραγωγής τους οποίους έχει προμηθευτεί στην εγχώρια αγορά, προκειμένου με αυτούς να υποκαταστήσει ίδια ποσότητα εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής, της ίδιας ποιότητας και με τα ίδια χαρακτηριστικά, και με τον τρόπο αυτό να επωφεληθεί της παρούσας διάταξης, υπό την προϋπόθεση ότι τόσο η εισαγωγή όσο και οι αντίστοιχες εξαγωγικές πράξεις πραγματοποιούνται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δύο έτη. Η παρούσα διάταξη ερμηνεύεται με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές για την κατανάλωση των συντελεστών παραγωγής στην παραγωγική διαδικασία, οι οποίες περιέχονται στο παράρτημα ΙΙ, καθώς και με τις κατευθυντήριες γραμμές που περιέχονται στο παράρτημα ΙΙΙ και οι οποίες ακολουθούνται, όταν κρίνεται κατά πόσον ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ισοδυναμεί με την παροχή εξαγωγικών επιδοτήσεων.

(ι) Η θέση σε εφαρμογή από το Δημόσιο (ή από εξειδικευμένους φορείς που ελέγχονται από το Δημόσιο) προγραμμάτων εγγύησης ή ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων, προγραμμάτων παροχής εγγύησης ή ασφάλισης έναντι αυξήσεων του κόστους εξαγόμενων προϊόντων ή προγραμμάτων παροχής κάλυψης έναντι συνΆλλαγματικών κινδύνων, σε ποσοστά που δεν επαρκούν για την κάλυψη των μακροπρόθεσμων εξόδων λειτουργίας και των απωλειών των προγραμμάτων.

(κ) Η χορήγηση από το Δημόσιο (ή από εξειδικευμένους φορείς που ελέγχονται από το Δημόσιο ή/και τελούν υπό την εξουσία του Δημοσίου) εξαγωγικών πιστώσεων, με επιτόκια κατώτερα από αυτά που πρέπει στην πραγματικότητα να καταβάλει για να συγκεντρώσει τα κεφάλαια που παρέχει (ή από αυτά που θα υποχρεούτο να καταβάλει αν για τη συγκέντρωση των κεφαλαίων συνήπτε δάνεια στις διεθνείς κεφαλαιαγορές με την ίδια ημερομηνία λήξης, ίδιους όρους δανεισμού γενικότερα και στο ίδιο νόμισμα στο οποίο παρέχεται η εξαγωγική πίστωση), επίσης, η καταβολή εκ μέρους τους του συνόλου ή μέρους των εξόδων που επιβαρύνουν τους εξαγωγείς ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την εξεύρεση των πιστώσεων, στο μέτρο που σκοπός των εν λόγω πράξεων είναι η εξασφάλιση σημαντικού πλεονεκτήματος όσον αφορά τους όρους υπό τους οποίους παρέχεται η εξαγωγική πίστωση.

Γίνεται, ωστόσο, δεκτό ότι αν ένα μέλος έχει αναλάβει από κοινού με άλλες χώρες διεθνή υποχρέωση στον τομέα των επίσημων εξαγωγικών πιστώσεων, την οποία έχουν επίσης αναλάβει δώδεκα τουλάχιστον από τα αρχικά μέλη της παρούσας συμφωνίας την 1η Ιανουαρίου 1979 (ή άλλη, διάδοχο υποχρέωση, την οποία έχουν αποδεχθεί τα εν λόγω αρχικά μέλη), ή σε περίπτωση που ένα μέλος στην πράξη εφαρμόζει τις σχετικές με τα επιτόκια διατάξεις της οικείας υποχρέωσης, τότε δεδομένη πρακτική παροχής εξαγωγικών πιστώσεων, η οποία συνάδει με τις προαναφερθείσες διατάξεις, δεν θεωρείται μορφή εξαγωγικής επιδότησης από αυτές που απαγορεύονται βάσει της παρούσας συμφωνίας.

(λ) Κάθε άλλη επιβάρυνση για τον λογαριασμό του Δημοσίου, η οποία αποτελεί εξαγωγική επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου XVI της GATT του 1994.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΑΚΑΣΙΑ

Ι

1. Τα συστήματα μείωσης έμμεσων φόρων είναι δυνατό να προβλέπουν την παραχώρηση απΆλλαγής, διαγραφής ή αναστολής πληρωμής σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους επί συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών). Παρομοίως, τα συστήματα επιστροφής είναι δυνατό να προβλέπουν τη διαγραφή ή την επιστροφή επιβαρύνσεων οι οποίες επιβάλλονται για την εισαγωγή συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λαμβανομένων υπόψη των συνήθων απωλειών).

2. Στον “Επεξηγηματικό κατάλογο εξαγωγικών επιδοτήσεων” του παραρτήματος Ι της παρούσας συμφωνίας και ειδικότερα στις παραγράφους (η) και (θ) γίνεται χρήση του όρου “συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή εξαγόμενου προϊόντος”. Σύμφωνα με την παράγραφο (η), τα συστήματα μείωσης έμμεσων φόρων είναι δυνατό να αποτελούν περιπτώσεις εξαγωγικών επιδοτήσεων στο μέτρο που συνεπάγονται την απΆλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους πέραν του ποσού των αντίστοιχων φόρων που όντως επιβάλλονται επί των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Σύμφωνα με την παράγραφο (θ), τα συστήματα επιστροφών είναι δυνατό να αποτελούν περιπτώσεις εξαγωγικών επιδοτήσεων στο μέτρο που συνεπάγονται τη διαγραφή ή επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγικών, η οποία αφορά ποσά μεγαλύτερα των επιβαρύνσεων, οι οποίες όντως επιβάλλονται επί των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Και οι δύο παράγραφοι ορίζουν ότι κατά την αξιολόγηση της κατανάλωσης συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι συνήθεις απώλειες. Η παράγραφος (θ) προβλέπει ακόμη τη δυνατότητα υποκατάστασης στις κατάλληλες περιπτώσεις.

ΙΙ

Οταν οι αρχές που διεξάγουν έρευνα σχετικά με την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού δυνάμει της παρούσας συμφωνίας εξατάζουν κατά πόσον συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, οφείλουν να ενεργούν με τον ακόλουθο τρόπο:

1. Οταν προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα μείωσης έμμεσου φόρου ή ένα σύστημα επιστροφής φόρου ισοδυναμεί με την παροχή επιδότησης εξαιτίας της υπέρμετρης μείωσης ή της επιστροφής σε μεγαλύτερη από την κανονική έκταση έμμεσων φόρων ή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών που επιβάλλονται στους συντελεστές παραγωγής οι οποίοι καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα οφείλουν πρώτα να εξετάσουν κατά πόσον οι αρχές διεξάγουν την έρευνα οφείλουν πρώτα να εξετάσουν κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν καθιερώσει και εφαρμόζουν κάποιο σύστημα ή μία διαδικασία, προκειμένου να εξακριβώνουν ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος και σε ποιες ποσότητες. Οταν διαπιστώνεται ότι πράγματι εφαρμόζεται ένα τέτοιο σύστημα ή διαδικασία, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πρέπει στη συνέχεια να εξετάζουν το εν λόγω σύστημα ή την εν λόγω διαδικασία, για να κρίνουν αν είναι εύλογα και κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτά στόχου, καθώς και κατά πόσον στηρίζονται στις γενικώς παραδεδεγμένες εμπορικές πρακτικές που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται, να θεωρήσουν σκόπιμη τη διενέργεια ορισμένων πρακτικών δοκιμών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 12, παράγραφος 6, προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια ορισμένων στοιχείων ή για να βεβαιωθούν ότι το σύστημα ή διαδικασία εφαρμόζεται, κατά τρόπο αποτελεσματικό.

2. Οταν δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο σύστημα ή διαδικασία, όταν υπάρχει μεν αλλά δεν κρίνεται εύλογο ή όταν έχει καθιερωθεί και κριθεί εύλογο, αλλά διαπιστώνεται είτε ότι δεν εφαρμόζεται καθόλου, είτε ότι δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε το εξάγον μέλος είναι σκόπιμο να προβαίνει σε συμπληρωματική εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που έχουν χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να διαπιστώνεται κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Αν οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα το κρίνουν σκόπιμο, είναι δυνατή η διενέργεια συμπληρωματικής εξέτασης βάσει της παραγράφου 1.

3. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα αντιμετωπίζουν τους συντελεστές παραγωγής ως φυσικώς ενσωματωμένους, εφόσον αυτοί χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγική διαδικασία και έχουν ενταχθεί υλικώς στο εξαγόμενο προϊόν. Τα μέλη σημειώνουν ότι είναι δυνατόν ένας συντελεστής παραγωγής να μην απαντά στο τελικό προϊόν με την ίδια μορφή υπό την οποία εισήλθε στην παραγωγική διαδικασία.

4. Για τον προσδιορισμό της ποσότητας δεδομένου συντελεστή παραγωγής, ο οποίος καταναλώνεται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Ο όρος “απώλειες” αναφέρεται σε εκείνο το μέρος δεδομένου συντελεστή παραγωγής, το οποίο δεν εξυπηρετεί κάποια ανεξάρτητη λειτουργία στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας, δεν καταναλώνεται κατά την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (λόγω προβλημάτων αναποτελεσματικότητας ή για άλλους λόγους) και το οποίο δεν ανακτάται χρησιμοποιείται ή πωλείται από τον ίδιο κατασκευαστή.

5. Οταν η αρχή που διεξάγει την έρευνα εξετάζει κατά πόσον οι απώλειες που προτείνεται να ληφθούν υπόψη είναι “οι συνήθεις”, οφείλει να συνεκτιμά τη μέθοδο παραγωγής, τη μέση πείρα του κλάδου παραγωγής στη χώρα εξαγωγής, καθώς και άλλους τεχνικούς παράγοντες, ανάλογα με την περίπτωση. Η αρχή που διεξάγει την έρευνα οφείλει να αποδίδει την πρέπουσα σημασία στο θέμα του κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν υπολογίσει με τον ορθό τρόπο το ποσό που αντιπροσωπεύουν οι απώλειες, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το ποσό αυτό πρόκειται να συνυπολογισθεί στο ποσό της μείωσης ή διαγραφής του οφειλόμενου φόρου ή δασμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ ΟΤΑΝ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΠΟΣΟΝ ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΞΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

Ι

Ενα σύστημα επιστροφής φόρου είναι δυνατό να προβλέπει την απόδοση ή επιστροφή επιβαρύνσεων οι οποίες έχουν επιβληθεί στις εισαγωγές συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός άλλου προϊόντος, εφόσον το εν λόγω άλλο προϊόν κατά την εξαγωγή του περιέχει εγχώριους συντελεστές παραγωγής της ίδιας ποιότητας και με τα ίδια χαρακτηριστικά όπως και εκείνοι που υποκατέστησαν τους εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής. Σύμφωνα με την παράγραφο (θ) του “Επεξηγηματικού καταλόγου εξαγωγικών επιδοτήσεων” του παραρτήματος Ι, ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ενδέχεται να αποτελεί εξαγωγική επιδότηση στο βαθμό που συνεπάγεται την επιστροφή σε έκταση μεγαλύτερη από το κανονικό των επιβαρύνσεων που επεβλήθησαν αρχικά στις εισαγωγές των συντελεστών παραγωγής, σε σχέση με τους οποίους ζητείται η επιστροφή.

ΙΙ

Οταν οι αρχές, οι οποίες διεξάγουν έρευνα σχετικά με την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, εξετάζουν δεδομένο σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης, οφείλουν να ενεργούν με τον ακόλουθο τρόπο:

1. Στην παράγραφο (θ) του επεξηγηματικού καταλόγου ορίζεται ότι συντελεστές παραγωγής προερχόμενοι από την εγχώρια αγορά είναι δυνατό να υποκαταστήσουν εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής για την παραγωγή ενός προϊόντος που προορίζεται για εξαγωγή, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συντελεστές παραγωγής είναι της ίδιας ποσότητας και της ίδιας ποιότητας, και έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τους υποκαθιστάμενους εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής. Η ύπαρξη συστήματος ή διαδικασίας επαλήθευσης είναι σημαντική, διότι επιτρέπει στις αρχές του εξάγοντος μέλους να εξασφαλίζει και να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η ποσότητα συντελεστών παραγωγής για την οποία ζητείται η επιστροφή δεν υπερβαίνει την ποσότητα ομοειδών προϊόντων που εξάγονται υπό οιαδήποτε μορφή και ότι δεν σημειώνεται επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών πέραν εκείνων που επεβλήθησαν αρχικά στους εκάστοτε εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής.

2. Οταν προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης ισοδυναμεί με την παροχή επιδοτήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα οφείλουν πρώτα να εξετάσουν κατά πόσον οι αρχές του εξάγοντος μέλους έχουν καθιερώσει και εφαρμόζουν κάποιο σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης. Εφόσον διαπιστώνεται ότι πράγματι εφαρμόζεται ένα τέτοι σύστημα ή διαδικασία, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα πρέπει στη συνέχεια να εξετάζουν τις σχετικές διαδικασίες επαλήθευσης, για να κρίνουν κατά πόσον αυτές είναι εύλογες και κατάλληλες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτές στόχου, καθώς και αν στηρίζονται στις γενικώς παραδεδεγμένες εμπορικές πρακτικές που ισχύουν στη χώρα εξαγωγής. Αν διαπιστωθεί ότι οι διαδικασίες πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις και επιπλέον ότι εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε τεκμαίρεται ότι δεν παρέχεται επιδότηση. Οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να θεωρήσουν σκόπιμη τη διενέργεια ορισμένων πρακτικών δοκιμών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 6, προκειμένου να ελέγξουν την ακρίβεια ορισμένων στοιχείων ή για να βεβαιωθούν ότι οι εκάστοτε διαδικασίες επαλήθευσης εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό.

3. Οταν δεν προβλέπονται διαδικασίες επαλήθευσης, όταν προβλέπονται μεν αλλά δεν κρίνονται εύλογες ή όταν τέτοιου είδους διαδικασίες προβλέπονται και έχουν κριθεί εύλογες, αλλά διαπιστώνεται είτε ότι στην πραγματικότητα δεν εφαρμόζονται, είτε ότι δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, τότε ενδέχεται να συντρέχει περίπτωση επιδότησης. Στις περιπτώσεις αυτές το εξάγον μέλος είναι σκόπιμο να προβεί σε συμπληρωματική εξέταση με βάση τις συνΆλλαγές που πράγματι πραγματοποιήθηκαν, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Αν οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα το κρίνουν σκόπιμο, είναι δυνατή η διενέργεια συμπληρωματικής εξέτασης κατ` εφαρμογήν της παραγράφου 2.

4. Το γεγονός ότι στο πλαίσιο καθεστώτος επιστροφής φόρου σε περιπτώσεις υποκατάστασης περιλαμβάνεται και η πρόβλεψη ότι οι εξαγωγείς δικαιούνται να επιλέξουν το συγκεκριμένο φορτίο εισαγόμενων προϊόντων για το οποίο θα ζητήσουν την επιστροφή του φόρου δεν ισοδυναμεί από μόνο του με την παροχή επιδότησης.

5. Γίνεται δεκτό ότι έχει σημειωθεί καθ` υπέρβασιν επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών, κατά την έννοια της παραγράφου (θ), όταν το Δημόσιο έχει καταβάλει τόκους για τα ποσά που έχει ενδεχομένως επιστρέψει στο πλαίσιο των συστημάτων επιστροφής φόρου που εφαρμόζει η υπέρβαση ισούται με το ποσό του πράγματι καταβληθέντος ή του οφειλόμενου τόκου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΚΑΤ` ΑΞΙΑΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΗΣ (ΆΡΘΡΟ 6, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1(Α))

1. Ο υπολογισμός του ύψους μιας επιδότησης στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 1 (α) γίνεται με βάση το κόστος της για το Δημόσιο.

2. Με την επιφύλαξη όσων προβλέπονται στις παραγράφους 3 έως 5, όταν εξετάζεται κατά πόσον το συνολικό ποσοστό μιας επιδότησης ξεπερνά το 5% της αξίας του προϊόντος, ως αξία του προϊόντος λαμβάνεται η συνολική αξία των πωλήσεων της αποδέκτριας επιχείρησης κατά το πλέον πρόσφατο δωδεκάμηνο πριν από τη χρονική περίοδο παροχής της επιδότησης, για το οποίο είναι διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις.

3. Οταν η παροχή μιας επιδότησης συναρτάται με την παραγωγή ή την πώληση συγκεκριμένου προϊόντος, ως αξία του προϊόντος λαμβάνεται η συνολική αξία των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος από την αποδέκτρια επιχείρηση κατά το πλέον πρόσφατο δωδεκάμηνο πριν από τη χρονική περίοδο παροχής της επιδότησης, για το οποίο είναι διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις.

4. Οταν η αποδέκτρια επιχείρηση διέρχεται το αρχικό στάδιο λειτουργίας της, γίνεται δεκτό ότι προκαλείται σοβαρή ζημία εφόσον το συνολικό ποσοστό της επιδότησης υπερβαίνει το 15% των συνολικών επενδεδυμένων κεφαλαίων. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου γίνεται δεκτός ότι το αρχικό στάδιο λειτουργίας μιας επιχείρησης διαρκεί κατά μέγιστο έναν χρόνο από την έναρξη της παραγωγής.

5. Οταν η αποδέκτρια επιεχείρηση είναι εγκατεστημένη σε χώρα η οικονομία της οποίας χαρακτηρίζεται από υψηλό πληρωρισμό, ως αξία του προϊόντος λαμβάνονται οι συνολικές πωλήσεις της αποδέκτριας επιχείρησης (ή οι πωλήσεις ενός προϊόντος, όταν η παροχή της επιδότησης συναρτάται με συγκεκριμένο προϊόν) κατά το προηγηθέν ημερολογιακό έτος, αποπληθωρισμένες κατά το ποσοστό πληθωρισμού που σημειώθηκε το δωδεκάμηνο πριν από το μήνα κατά τον οποίο προβλέπεται να χορηγηθεί η επιδότηση.

6. Για να καθοριστεί το συνολικό ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου έτους, συνυπολογίζονται οι επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί στο πλαίσιο διαφορετικών προγραμμάτων και από διαφορετικές αρχές στην επικράτεια του οικείου μέλους.

7. Στο συνολικό ποσοστό της παρασχεθείσας επιδότησης περιλαμβάνονται επιδοτήσεις που έχουν χορηγηθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το όφελος από τις οποίες προορίζεται για μελλοντική παραγωγή.

8. Οι επιδοτήσεις, για τις οποίες δεν προβλέπεται η δυνατότητα παροχής έννομης προστασίας βάσει των σχετικών διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ύψους της επιδότησης στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο α).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΣΟΒΑΡΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

1. Κάθε μέλος συνεργάζεται για τη συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων που εξετάζονται από την ειδική ομάδα στο πλαίσιο των διαδικασιών του άρθρου 7, παράγραφοι 4 έως 6. Αφ` ης στιγμής γίνει επίκληση των διατάξεων του άρθρου 7, παράγραφος 4, οι διάδικοι, καθώς και κάθε τρίτη ενδιαφερόμενη χώρα μέλος γνωστοποιούν στο ΟΕΔ τον φορέα που είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης στην επικράτειά τους, καθώς και τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την ικανοποίηση αιτημάτων για παροχή πληροφοριών.

2. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ορισμένα θέματα παραπέμπονται στο ΟΕΔ δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 4, το ΟΕΔ κινεί, εφόσον του ζητηθεί την προβλεπόμενη διαδικασία, προκειμένου να λάβει από τις αρχές του επιδοτούντος μέλους τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διαπίστωση της ύπαρξης ή μη επιδότησης και για τον καθορισμό του ύψους της επιδότησης και της αξίας των συνολικών πωλήσεων που έχουν πραγματοποιήσει οι επιδοτούμενες επιχειρήσεις, το ίδιο ισχύει για στοιχεία που απαιτούνται για την ανάλυση των αρνητικών συνεπειών που προκαλεί το επιδοτούμενο προϊόν. Η ανωτέρω διαδικασία είναι δυνατό να περιλαμβάνει, ανάλογα με την περίπτωση, την υποβολή ερωτημάτων στις αρχές του επιδοτούντος μέλους και του καταγγέλοντος μέλους, με σκοπό τη συγκέντρωση στοιχείων, όπως επίσης την παροχή επεξηγήσεων και διευκρινίσεων σχετικά με στοιχεία που τίθενται στη διάθεση των διαδίκων στο πλαίσιο των διαδικασιών γνωστοποίησης που προβλέπει το μέρος VII.

3. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν συνέπειες για τις αγορές τρίτων χωρών οι διάδικοι δύνανται, καταφεύγοντας εν ανάγκη στην υποβολή ερωτημάτων προς τις αρχές της οικείας τρίτης χώρας μέλους, να συγκεντρώνουν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση των τυχόν αρνητικών συνεπειών, εφόσον δεν είναι ευλόγως δυνατό να ληφθούν τα εν λόγω στοιχεία από το καταγγέλον ή από το επιδοτούν μέλος. Η προσφυγή στην ανωτέρω δυνατότητα πρέπει να γίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε να μη συνεπάγεται υπέρμετρη επιβάρυνση για την εκάστοτε τρίτη χώρα μέλος. Ειδικότερα, το εν λόγω μέλος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να διενεργήσει ανάλυση της αγοράς ή των τιμών ειδικά για τον σκοπό αυτόν. Η υποχρέωση υποβολής αφορά στοιχεία που είναι ήδη διαθέσιμα ή τα οποία μπορούν ευκόλως να συγκεντρωθούν από το οικείο μέλος (π.χ. τελευταία στατιστικά στοιχεία που έχουν ήδη συλλεγεί από τις αρμόδιες στατιστικές υπηρεσίες, αλλά δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμη, στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει τα τελωνεία και αναφέρονται στις εισαγωγές και στις δηλωθείσες αξίες των σχετικών προϊόντων, κ.τ.λ.). Εντούτοις, όταν ένα διάδικο μέλος προβαίνει στη διενέργεια λεπτομερούς έρευνας αγοράς με δικά του έξοδα, οι αρχές της οικείας τρίτης χώρας μέλους οφείλουν να διευκολύνουν το παρέχουν πρόσβαση στο σύνολο των στοιχείων που δεν θεωρούνται κανονικά εμπιστευτικά από τις εν λόγω αρχές.

4. Το ΟΕΔ ορίζει έναν εκπρόσωπο, έργο του οποίου είναι η διευκόλυνση της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων. Μοναδικός στόχος του εκπροσώπου είναι να εξασφαλίζει την έγκαιρη συγκέντρωση των στοιχείων που χρειάζονται προκειμένου να καθίσταται ευχερέστερη η ταχεία ολοκλήρωση της κατοπινής πλυμερούς διαδικασίας εξέτασης της διαφοράς. Ειδικότερα, ο εκπρόσωπος δύναται να προτείνει τρόπους για την πλέον αποτελεσματική αναζήτηση των απαραίτητων στοιχείων, όπως επίσης να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των μεσών.

5. Η διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων, η οποία περιγράφεται στις παραγράφους 2 έως 4, ολοκληρώνεται εντός 60 ημερών από την ημερομηνία παραπομπής του θέματος στο ΟΕΔ βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 4. Τα στοιχεία που προκύπτουν από την εν λόγω διαδικασία υποβάλλονται στην ειδική ομάδα την οποία έχει συγκροτήσει το ΟΕΔ κατ` εφαρμογή των διατάξεων του μέρους Χ. Τα στοιχεία αυτά είναι σκόπιμο να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, στοιχεία σχετικά με: το ύψος της επίμαχης επιδότησης (και, κατά περίπτωση, την αξία των συνολικών πωλήσεων των επιχειρήσεων που λαμβάνουν την επιδότηση), τις τιμές του επιδοτούμενου προϊόντος, τις τιμές του μη επιδοτούμενου προϊόντος, τις τιμές που εφαρμόζουν άλλοι προμηθευτές στην αγορά, τυχόν μεταβολές της προσφοράς μεριδίων αγοράς. Επίσης πρέπει να περιλαμβάνουν αποδεικτικά στοιχεία που οι διάδικοι προσκομίζουν προς αντίκρουση των ισχυρισμών του αντιδίκου τους, καθώς και τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες τις οποίες η ειδική ομάδα θεωρεί χρήσιμες για την εξαγωγή των συμπερασμάτων της.

6. Σε περίπτωση που το επιδοτούν μέλος ή/και η τρίτη χώρα μέλος αρνείται να συνεργαστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων, το καταγγέλον μέλος αναπτύσσει τις απόψεις του αναφορικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας, θεμελιώνοντάς τις στα αποδεικτικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του επίσης παραθέτει τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αναφέρονται, στη μη συνεργασία του επιδοτούντος μέλους ή/και της οικείας τρίτης χώρας μέλους. Οταν η απόκτηση ορισμένων στοιχείων είναι αδύνατη εξαιτίας της άρνησης συνεργασίας του επιδοτούντος μέλους ή/και της οικείας τρίτης χώρας μέλους, η ειδική ομάδα δύναται να συμπληρώσει τον σχετικό φάκελλο όπως η ίδια κρίνει σκόπιμο, στηριζόμενη στην καλύτερη δυνατή τεκμηρίωση που έχει προκύψει από άλλες πηγές.

7. Κατά τη διαμόρφωση της απόφασής της, η ειδική ομάδα οφείλει να λαμβάνει υπόψη της το γεγονός της άρνησης συνεργασίας εκ μέρους κάποιας πλευράς που συμμετέχει στη διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων και να συνάγει από αυτό συμπεράσματα που επιβαρύνουν τη θέση της εν λόγω πλεύρας.

8. Οταν αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την καλύτερη διαθέσιμη τεκμηρίωση ή να συναγάγει συμπεράσματα που επιβαρύνουν τη θέση μιας πλευράς, η ειδική ομάδα λαμβάνει υπόψη την άποψη του εκπροσώπου του ΟΕΔ, ο οποίος έχει ορισθεί βάσει της παραγράφου 4, σχετικά με το κατά ποσόν είναι εύλογα τα αιτήματα για την παροχή στοιχείων, καθώς και σχετικά με τις προσπάθειες που τα μέρη έχουν καταβάλει για να ανταποκριθούν στα αιτήματα αυτά εγκαίρως και με πνεύμα συνεργασίας.

9. Η ανωτέρω διαδικασία συγκέντρωσης στοιχείων δεν περιορίζει με κανέναν τρόπο τη δυνατότητα της ειδικής ομάδας να ζητεί συμπληρωματικά στοιχεία τα οποία θεωρεί ουσιώδη για την ορθή επίλυση της διαφοράς και τα οποία δεν ζητήθηκαν ούτε παρεσχέθησαν καταλλήλως στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας. Εντούτοις, η ειδική ομάδα δεν πρέπει κατ` αρχή να ζητεί πρόσθετα στοιχεία προς συμπλήρωση του φακέλλου, όταν τα στοιχεία αυτά αναμένεται να ενισχύσουν τη θέση συγκεκριμένης πλευράς, και η απουσία των εν λόγω στοιχείων από το φάκελλο οφείλεται στην άνευ λόγου άρνηση της εν λόγω πλευράς να συνεργαστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης στοιχείων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΤΟΠΙΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ 12, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

1. Οταν έχει ξεκινήσει έρευνα, οι αρχές του εξάγοντος μέλους και οι επιχειρήσεις που είναι γνωστό ότι εξαρτούν συμφέροντα από την υπόθεση πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με την πρόθεση διενέργειας επιτόπιων ερευνών.

2. Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σχεδιάζεται να συμπεριληφθούν στο κλιμάκιο που πρόκειται να διενεργήσει την έρευνα και εμπειρογνώμονες που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο, οι επιχειρήσεις και οι αρχές του εξάγοντος μέλους πρέπει να ενημερώνονται σχετικά. Είναι σκόπιμη η θέσπιση αποτελεσματικών κυρώσεων για περιπτώσεις αθέτησης εκ μέρους των εμπειρογνωμόνων που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο των υποχρεώσεων που υπέχουν όσον αφορά την εμπιστευτική μεταχείριση ορισμένων στοιχείων.

3. Πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική η εξασφάλιση της ρητής συγκατάθεσης των εμπλεκομένων επιχειρήσεων του εξάγοντος μέλους πριν από τον οριστικό προγραμματισμό της επίσκεψης.

4. Μόλις εξασφαλισθεί η συγκατάθεση των εμπλεκομένων επιχειρήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα γνωστοποιούν στις αρχές του εξάγοντος μέλους τα ονόματα και τις διεθύνσεις των επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η επίσκεψη, καθώς και τις συμφωνηθείσες ημερομηνίες.

5. Οι επιχειρήσεις τις οποίες αφορά η επίσκεψη πρέπει να ειδοποιούνται σχετικά ικανό χρονικό διάστημα πριν από την πραγματοποίησή της.

6. Επισκέψεις με σκοπό την παροχή επεξηγήσεων για το ερωτηματολόγιο πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο μετά από αίτηση της εξάγουσας επιχείρησης. Σε περιπτώσεις παρόμοιων αιτήσεων, οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα δύνανται να τίθενται στη διάθεση της εκάστοτε επιχείρησης. Η πργματοποίηση επίσκεψης στις περιπτώσεις αυτές επιτρέπεται τότε μόνο, εφόσον: (α) οι αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν ενημερώσει τους εκπροσώπους της κυβέρνησης του οικείου μέλους και (β) οι τελευταίοι δεν έχουν αντίρρηση για την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

7. Δεδομένου ότι βασικός σκοπός μιας επιτόπιας έρευνας είναι ο έλεγχος της ακρίβειας στοιχείων που έχουν προσκομιστεί ή η περαιτέρω διευκρίνιση ορισμένων θεμάτων, η επιτόπια έρευνα πρέπει να διενεργείται μετά τη λήψη της απάντησης στο αποσταλέν ερωτηματολόγιο, εκτός αν η οικεία επιχείρηση συμφωνεί να μην ισχύσει κάτι τέτοιο, ενώ η κυβέρνηση του εξάγοντος μέλους ενημερώνεται από τις αρχές που διεξάγουν την έρευνα σχετικά με την προγραμματιζόμενη επίσκεψη και δεν εκφράζει σχετικές αντιρρήσεις επιπλέον, πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική να ενημερώνονται πριν από την επίσκεψη οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις σχετικά με τον γενικό χαρακτήρα των στοιχείων που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο του ελέγχου, όπως επίσης σχετικά με οποιοδήποτε πρόσθετο στοιχείο το οποίο πρέπει να προσκομιστεί, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να ζητείται επί τόπου η παροχή και περαιτέρω διευκρινίσεων, υπό το φως στοιχείων που έχουν ήδη συγκεντρωθεί.

8. Τα στοιχεία που ζητούν οι αρχές ή οι επιχειρήσεις των εξαγόντων μελών και οι απαντήσεις σε τυχόν ερωτήματα που διατυπώνουν, τα οποία είναι ουσιώδη για την επιτυχή διεξαγωγή επιτόπιας έρευνας, πρέπει όποτε είναι δυνατό να δίνονται πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΜΕΛΗ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 27, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2, ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α)

Οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη έναντι των οποίων δεν ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο α) κατ` εφαρμογήν του άρθρου 27, παράγραφος 2, στοιχείο α) είναι οι εξής:

(α) Οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, τις οποίες καθορίζει, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και οι οποίες είναι μέλη του ΠΟΕ.

(β) Για καθεμιά από τις ακόλουθες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη του ΠΟΕ είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις που ισχύουν για τις υπόλοιπες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη δυνάμει του άρθρου 27, παράγραφος 2, στοιχείο β) από τη στιγμή που το ετήσιο ΑΕΠ ανά κεφαλή έχει φθάσει τα 1.000 δολ.: Αίγυπτος, Ακτή Ελεφαντοστού, Βολιβία, Γκάνα, Γουατεμάλα, Γουϊάνα, Δομινικανή Δημοκρατία, Ζιμπάμπουε, Ινδία, Ινδονησία, Καμερούν, Κένυα, Κογκό, Μαρόκο, Νιγηρία, Νικαράγουα, Πακιστάν, Σενεγάλη, Σρι Λάνκα και οι Φιλιππίνες.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Τα μέλη,

Αναλογιζόμενα το συνολικό στόχο των μελών σχετικά με τη βελτίωση και την ενίσχυση του διεθνούς εμπορικού συστήματος, με βάση τη GATT του 1994.

Αναγνωρίζοντας ότι είναι ανάγκη να αποσαφηνισθούν και να ενισχυθούν οι ρυθμίσεις της GATT του 1994, και ειδικότερα εκείνες που περιέχονται στο άρθρο ΧΙΧ (Εκτακτα μέτρα για τις εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων), καθώς και να ανασυσταθούν μηχανισμοί για τον πολυμερή έλεγχο των μέτρων διασφάλισης και να εξαλειφθούν τα μέτρα που δεν υπάγονται σε πολυμερή έλεγχο.

Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα της διαρθρωτικής προσαρμογής και την ανάγκη που υφίσταται για προώθηση μάλλον παρά για περιορισμό του ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές και

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι, για τους ανωτέρω λόγους, επιβάλλεται η εφαρμογή ολοκληρωμένης συμφωνίας, η οποία θα ισχύει έναντι όλων των μελών και θα στηρίζεται στις θεμελιώδεις αρχές της GATT του 1994.

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Γενική διάταξη

Με την παρούσα συμφωνία θεσπίζονται οι κανόνες που διέπουν την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης, ως μέτρα διασφάλισης νοούνται τα μέτρα που ορίζονται στο άρθρο ΧΙΧ της GATT του 1994.

Άρθρο 2

Προϋποθέσεις

1. Ενα μέλος δύναται να εφαρμόζει μέτρα διασφάλισης έναντι συγκεκριμένου προϊόντος μόνο εφόσον έχει καταλήξει στο συμπέρασμα, κατ` εφαρμογήν των διατάξεων που ακολουθούν, ότι το εν λόγω προϊόν εισάγεται στο έδαφός του σε τόσο μεγάλες ποσότητες, είτε σε απόλυτα μεγέθη, είτε εν συγκρίσει με την εγχώρια παραγωγή, και υπό τέτοιες συνθήκες, ώστε να προκαλείται ή να δημιουργείται ο κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων.

2. Για την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης έναντι ενός εισαγόμενου προϊόντος δεν έχει σημασία η προέλευση του προϊόντος.

Άρθρο 3

Ερευνα

1. Η εφαρμογή μέτρου διασφάλισης από ένα μέλος επιτρέπεται μόνο εφόσον έχει διεξαχθεί έρευνα από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω μέλους, σύμφωνα με διαδικασίες που έχουν θεσπισθεί από προηγουμένως και στις οποίες έχει δοθεί η δέουσα δημοσιότητα, όπως προβλέπει το άρθρο Χ της GATT του 1994. Η προαναφερθείσα έρευνα περιλαμβάνει δημόσια ανακοίνωση με την οποία παρέχεται η κατάλληλη πληροφόρηση σε κάθε ενδιαφερόμενο, καθώς και δημόσιες ακροάσεις ή άλλες ενδεδειγμένες διαδικασίες, με τις οποίες να παρέχεται στους εισαγωγείς, τους εξαγωγείς και τους λοιπούς ενδιαφερομένους η δυνατότητα να υποβάλλουν αποδεικτικά στοιχεία και να αναπτύξουν τις απόψεις τους. Επίσης πρέπει να τους παρέχεται η δυνατότητα να απαντούν στα επιχειρήματα των άλλων πλευρών και να εκθέτουν τις απόψεις τους όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον η εφαρμογή μέτρου διασφάλισης είναι ή όχι σκόπιμη για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν έκθεση στην οποία αναπτύσσουν τα πορίσματα της έρευνας που διεξήγαγαν και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν αναφορικά με όλες τις πραγματικές και νομικές παραμέτρους της υπόθεσης, παραθέτοντας παράλληλα το σκεπτικό στο οποίο στηρίζονται τα συμπεράσματα αυτά.

2. Οι αρμόδιες αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη κάποιου λόγου, αντιμετωπίζουν ως εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε στοιχείο το οποίο από τη φύση του έχει τέτοιον χαρακτήρα ή το οποίο έχει υποβληθεί με την επεξήγηση ότι πρόκειται για στοιχείο εμπιστευτικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η αποκάλυψη οποιουδήποτε στοιχείου εμπιστευτικού χαρακτήρα χωρίς σχετική άδεια της πλευράς που το υπέβαλε. Από τα μέρη που έχουν προσκομίσει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία είναι δυνατό να ζητηθεί να υποβάλλουν μη εμπιστευτικού χαρακτήρα περίληψη της ίδιας πληροφορίας, ή, αν τα εν λόγω μέρη υποστηρίζουν ότι η εν λόγω πληροφορία δεν είναι δυνατό να παρουσιασθεί σε περιληπτική μορφή, να αναπτύξουν τους λόγους για τους οποίους είναι αδύνατη η περιληπτική παρουσίαση της πληροφορίας. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι η αίτηση παροχής εμπιστευτικής μεταχείρισης είναι απορριπτέα, και το μέρος που υπέβαλε την πληροφορία δεν είναι διατεθειμένο ούτε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την πληροφορία, ούτε να επιτρέψει την κοινοποίησή της σε γενικόλογη ή περιληπτική μορφή, οι αρχές δύνανται να μη λαμβάνουν υπόψη τους την πληροφορία αυτή, εκτός αν πείθονται βάσει αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων ότι η πληροφορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Άρθρο 4

Συμπέρασμα σχετικά με την πρόκληση σοβαρής ζημίας  ή την ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

(α) με τον όρο “σοβαρή ζημία” νοείται κάθε σημαντική συνολική επιβάρυνση της θέσης του οικείου εγχώριου κλάδου παραγωγής.

(β) με τον όρο “κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας” νοείται κάθε σοβαρή ζημία η οποία είναι επικείμενη πέραν αμφιβολίας, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2. Το συμπέρασμα που αναφέρεται στην ύπαρξη κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας πρέπει να στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα, και όχι απλώς σε ισχυρισμούς, εικασίες ή μεμακρυσμένες πιθανότητες και

(γ) για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπάρχει ζημία ή κίνδυνος πρόκλησης ζημίας, ο όρος “εγχώριος κλάδος παραγωγής” θεωρείται ότι περιλαμβάνει το σύνολο των παραγωγών που παράγουν ομοειδή ή ευθέως ανταγωνιστικά προϊόντα και οι οποίοι δραστηριοποιούνται στο έδαφος ενός μέλους ή εκείνους τους παραγωγούς, των οποίων αθροιζόμενη η παραγωγή ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων αντιπροσωπεύει μεγάλο ποσοστό της συνολικής εγχώριας παραγωγής των εν λόγω προϊόντων.

2. (α) Στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάγεται προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία στον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής βάσει των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, οι αρμόδιες αρχές συνεκτιμούν όλα τα συναφή στοιχεία, τα οποία είναι αντικειμενικά και δυνάμενα να εκφραστούν με ποσοτικά μεγέθη και τα οποία απεικονίζουν την κατάσταση του εκάστοτε κλάδου παραγωγής, πρόκειται, ιδίως, για τον ρυθμό και το ποσοτικό μέγεθος της αύξησης των εισαγωγών του εκάστοτε προϊόντος, τόσο σε απόλυτα μεγέθη, όσο και συγκριτικά, το μερίδιο της εγχώριας αγοράς που έχει αποσπασθεί συνεπεία της αύξησης των εισαγωγών, τυχόν μεταβολές του ύψους των πωλήσεων, την παραγωγή, την παραγωγικότητα, τη χρησιμοποίηση ικανότητας, τα κέρδη και τις απώλειες και την απασχόληση.

(β) Το συμπέρασμα για το οποίο γίνεται λόγος στο στοιχείο (α) διατυπώνεται τότε μόνο, όταν από την έρευνα έχει προκύψει βάσει αντικειμενικών αποδεικτικών στοιχείων ότι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της αύξησης των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος και της σοβαρής ζημίας ή του κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας. Σε περίπτωση που ζημία στον εγχώριο κλάδο παραγωγής προκαλείται ταυτοχρόνως και από άλλους παράγοντες πλην της αύξησης των εισαγωγών, η εξ αυτών προκαλούμενη ζημία δεν επιτρέπεται να αποδίδεται στην αύξηση των εισαγωγών.

(γ) Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν αμελλητί, κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 3, εμπεριστατωμένη ανάλυση της υπόθεσης που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, καθώς και τεκμηρίωση της αξιοπιστίας των στοιχείων που έλαβαν υπόψη.

Άρθρο 5

Εφαρμογή μέτρων διασφάλισης

1. Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης από κάποιο μέλος επιτρέπεται μόνο στο βαθμό που κρίνεται αναγκαία για την αποτροπή της πρόκλησης σοβαρής ζημίας ή την άρση των επιπτώσεων της και για τη διευκόλυνση της απαραίτητης προσαρμογής. Οταν το μέτρο έχει τη μορφή ποσοτικού περιορισμού, το ύψος των εισαγωγών δεν είναι δυνατό να περιορίζεται σε επίπεδο κατώτερο αυτού που αντιστοιχεί σε πρόσφατη χρονική περίοδο, το επίπεδο αυτό είναι ο μέσος όρος των εισαγωγών κατά τα τελευταία τρία αντιπροσωπευτικά έτη, ως προς τα οποία είναι διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, εκτός αν παρέχονται σαφή στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι, για να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι επιπτώσεις της, είναι απαραίτητος ο καθορισμός διαφορετικού επιπέδου. Τα μέλη οφείλουν να επιλέγουν τα μέτρα που προσφέρονται περισσότερο για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων.

2. (α) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες καθορίζονται ποσοστώσεις για τις διάφορες προμηθεύτριες χώρες, το μέλος που επιβάλλει τους περιορισμούς δύναται να επιδιώκει την επίτευξη συμφωνίας όσον αφορά τον επιμερισμό της ποσόστωσης με όλα τα υπόλοιπα μέλη που εξαρτούν σημαντικά συμφέροντα από την πώληση του συγκεκριμένου προϊόντος. Οταν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που καθιστούν πρακτικώς ανέφικτη την εφαρμογή της ανωτέρω μεθόδου, το οικείο μέλος ορίζει για κάθε μέλος που εξαρτά σημαντικά συμφέροντα από την πώληση του προϊόντος κάποιο μερίδιο, το οποίο είναι ανάλογο του ποσοστού κατά το οποίο συνέβαλε κάθε τέτοιο μέλος στον συνολικό όγκο ή τη συνολική αξία των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά τη διάρκεια παλαιότερης αντιπροσωπευτικής περιόδου, στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τυχόν ειδικοί παράγοντες οι οποίοι ενδέχεται να έχουν επηρεάσει κατά το παρελθόν ή να εξακολουθούν να επηρεάζουν τις συνΆλλαγές με αντικείμενο το συγκεκριμένο προϊόν.

(β) Ενα μέλος δύναται να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του στοιχείου (α), υπό την προϋπόθεση ότι διεξάγονται διαβουλεύσεις βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 3 στο πλαίσιο της επιτροπής μέτρων διασφάλισης, η σύσταση της οποίας προβλέπεται από το άρθρο 13, παράγραφος 1, και ότι η επιτροπή έχει λάβει σαφή αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι: (i) οι εισαγωγές από ορισμένα μέλη έχουν αυξηθεί σε δυσανάλογο ποσοστό εν συγκρίσει με τη συνολική αύξηση των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά την αντιπροσωπευτική περίοδο, (ii) οι λόγοι τους οποίους επικαλείται το μέλος προκειμένου να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του στοιχείου (α) κρίνονται βάσιμοι, και (iii) οι προϋποθέσεις της παρέκκλισης αυτής εφαρμόζονται κατά τρόπο ακριβοδίκαιο για όλους τους προμηθευτές του συγκεκριμένου προϊόντος. Η διάρκεια ισχύος οποιουδήποτε μέτρου αυτής της μορφής δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν της αρχικής περιόδου ισχύος που προβλέπεται από το άρθρο 7, παράγραφος 1. Η παρέκκλιση που προβλέπεται παραπάνω δεν επιτρέπεται, όταν υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας.

Άρθρο 6

Προσωρινά μέτρα διασφάλισης

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες τυχόν καθυστέρηση είναι πιθανό να προκαλέσει ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι δυνατή η θέσπιση προσωρινού μέτρου διασφάλισης από ένα μέλος βάσει προκαταρκτικού συμπεράσματος περί της ύπαρξης αναμφισβήτητων στοιχείων με τα οποία αποδεικνύεται ότι η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία. Η διάρκεια ισχύος του προσωρινού μέτρου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 200 ημέρες, κατά τη διάρκεια ισχύος του μέτρου είναι εφαρμοστέες οι σχετικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 7 και 12. Τα προσωρινά μέτρα πρέπει να έχουν την μορφή δασμολογικών αυξήσεων, τα ποσά που προκύπτουν από τις εν λόγω αυξήσεις επιβάλλεται να επιστρέφονται αμελλητί, αν από την έρευνα που διενεργείται σε μεταγενέστερο χρόνο κατ` εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2 δεν προκύψει το συμπέρασμα ότι η αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπήρχε κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία στον οικείο εγχώριο κλάδο παραγωγής. Η διάρκεια ισχύος κάθε προσωρινού μέτρου συνυπολογίζεται στην αρχική χρονική περίοδο, καθώς και σε οποιαδήποτε παράταση που αποφασίζεται βάσει του άρθρου 7, παράγραφοι 1, 2 και 3.

Άρθρο 7

Διάρκεια ισχύος και επανεξέταση των μέτρων διασφάλισης

1. Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης από ένα μέλος επιτρέπεται μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή να διευκολυνθεί η αναγκαία προσαρμογή. Η διάρκεια ισχύος οποιουδήποτε μέτρου διασφάλισης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός από τις περιπτώσεις παράτασης της βάσει της παραγράφου 2.

2. Η χρονική περίοδος για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 είναι δυνατό να παρατείνεται, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές του εισάγοντος μέλους έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 4 και 5, ότι το συγκεκριμένο μέτρο διασφάλισης εξακολουθεί να είναι αναγκαίο προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες και ότι αποδεικνύεται βάσει στοιχείων ότι ο οικείος κλάδος παραγωγής διέρχεται φάση προσαρμογής, καθώς και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τηρηθεί οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 8 και 12.

3. Η συνολική περίοδος εφαρμογής ενός μέτρου διασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εφαρμογής του προσωρινού μέτρου που έχει ενδεχομένως ληφθεί, της αρχικής περιόδου εφαρμογής και οποιασδήποτε παράτασης της εν λόγω περιόδου, δεν είναι δυνατό να υπερβεί τα οκτώ έτη.

4. Προκειμένου να διευκολυνθεί η προσαρμογή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προβλεπόμενη διάρκεια ισχύος κάποιου μέτρου διασφάλισης, η οποία γνωστοποιείται βάσει των διατάξεων του άρθρου 12, παράγραφος 1, υπερβαίνει το ένα έτος, το μέλος που εφαρμόζει το εν λόγω μέτρο οφείλει να το άρει σταδιακά ανά τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι τη λήξη της ισχύος του. Σε περίπτωση που η διάρκεια ισχύος του μέτρου υπερβαίνει τα τρία έτη, το μέλος που το εφαρμόζει οφείλει να προβεί σε επανεξέταση του μέτρου το αργότερο όταν συμπληρωθεί ο μισός χρόνος ισχύος του μέτρου και, ανάλογα με τις συνθήκες, να το ανακαλέσει ή να επιταχύνει το ρυθμό της σταδιακής του άρσης. Μέτρο, η ισχύς του οποίου παρατείνεται βάσει της παραγράφου 2, δεν επιτρέπεται να συνεπάγεται μεγαλύτερους περιορισμούς εν συγκρίσει με ότι ίσχυε κατά τη λήξη της αρχικής περιόδου, ούτε επιτρέπεται η διακοπή της σταδιακής του άρσης.

5. Κανένα μέτρο διασφάλισης δεν είναι δυνατό να εφαρμοσθεί εκ νέου σε σχέση με την εισαγωγή κάποιου προϊόντος για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης που επεβλήθη μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, επί χρονικό διάστημα που ισούται με τη διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου, υπό την προϋπόθεση ότι η μη εφαρμογή αφορά χρονικό διάστημα δύο ετών τουλάχιστον.

6. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 5, ένα μέτρο διασφάλισης, του οποίου η διάρκεια ισχύος δεν υπερβαίνει τις 180 ημέρες, είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί εκ νέου για την εισαγωγή κάποιου προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι:

(α) έχει παρέλθει ένα έτος τουλάχιστον από την ημερομηνία θέσπισης μέτρου διασφάλισης για την εισαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος και

(β) το εν λόγω μέτρο διασφάλισης δεν έχει εφαρμοσθεί για το ίδιο προϊόν περισσότερες από δύο φορές κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται ακριβώς της ημερομηνίας θέσπισης του μέτρου.

Άρθρο 8

Υψος των παραχωρήσεων και λοιπές υποχρεώσεις

1. Κάθε μέλος που σκοπεύει να εφαρμόσει ένα μέτρο διασφάλισης ή επιζητεί την παράταση της ισχύος ενός μέτρου διασφάλισης καταβάλλει προσπάθειες για τη διατήρηση σε ισχύ παραχωρήσεων και άλλων υποχρεώσεων, η έκταση των οποίων να συμβαδίζει σε μεγάλο βαθμό με αυτήν που προβλέπεται από την GATT του 1994 και οι οποίες θα ισχύουν μεταξύ του ίδιου και των μελών εξαγωγής που αναμένεται να θιγούν από την εφαρμογή του μέτρου, συμφώνως προς τις διατάξεις του άρθρου 12, παράγραφος 3. Για την επίτευξη του ανωτέρω στόχου, τα ενδιαφερόμενα μέλη δύνανται να έλθουν σε συμφωνία για την παροχή του κατάλληλου εμπορικού ανταλλάγματος, με το οποίο να αντισταθμίζονται οι αρνητικές συνέπειες του μέτρου για την εμπορική τους δραστηριότητα.

2. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας εντός 30 ημερών κατά τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνται βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 3, τότε τα θιγόμενα εξάγοντα μέλη αποκτούν το δικαίωμα, το αργότερο 90 ημέρες από τη θέση σε ισχύ του μέτρου, να αναστείλουν την εφαρμογή ανάλογης ουσιαστικά έκτασης παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων που ισχύουν βάσει της GATT του 1994 για το εμπόριο που διεξάγουν με το μέλος που προέβη στην εφαρμογή του μέτρου διασφάλισης. Η αναστολή άρχεται αφού παρέλθουν 30 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία αυτή γνωστοποιείται γραπτώς στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και εφόσον αυτό το τελευταίο δεν εκφράζει σχετικές αντιρρήσεις.

3. Η άσκηση του δικαιώματος αναστολής που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν επιτρέπεται κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών ισχύος του μέτρου διασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι το μέτρο διασφάλισης θεσπίσθηκε για να αντιμετωπιστεί η αύξηση σε απόλυτα μεγέθη των εισαγωγών και ότι το συγκεκριμένο μέτρο συμβαδίζει με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 9

Αναπτυσσόμενες χώρες μέλη

1. Δεν επιτρέπεται η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης έναντι προϊόντος που κατάγεται από αναπτυσσόμενη χώρα-μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι οι ποσότητες του συγκεκριμένου προϊόντος που εξάγει η εν λόγω αναπτυσσόμενη χώρα στο εισάγον μέλος δεν αντιπροσωπεύουν ποσοστό άνω του 3% των συνολικών εισαγωγών και επιπλέον ότι όλες μαζί οι εισαγωγές των αναπτυσσομένων χωρών-μελών, καθεμιά από τις οποίες συμβάλλει κατά ποσοστό κατώτερο του 3% στις συνολικές εισαγωγές, δεν αντιπροσωπεύουν ποσοστό άνω του 9% των συνολικών εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος.

2. Μία αναπτυσσόμενη χώρα-μέλος έχει το δικαίωμα να παρατείνει τη διάρκεια εφαρμογής μέτρου διασφάλισης για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο χρόνια επιπλέον της μέγιστης διάρκειας που επιτρέπεται βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 7, παράγραφος 5, μία αναπτυσσόμενη χώρα-μέλος έχει το δικαίωμα να εφαρμόζει εκ νέου μέτρο διασφάλισης για την εισαγωγή δεδομένου προϊόντος, για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης που θεσπίστηκε μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος που ισούται με τη μισή χρονική διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου, υπό την προϋπόθεση ότι η μη εφαρμογή αφορά περίοδο δύο ετών τουλάχιστον.

Άρθρο 10 Προϊσχύοντα μέτρα βάσει του άρθρου ΧΙΧ

Τα μέλη προβαίνουν στην κατάργηση όλων των μέτρων διασφάλισης που έχουν θεσπίσει βάσει του άρθρου ΧΙΧ της GATT του 1947 και τα οποία βρίσκονταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, το αργότερο οκτώ έτη από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής τους ή πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

Άρθρο 11

Απαγόρευση και άρση ορισμένων μέτρων

1. (α) Τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν ή να επιδιώκουν τη λήψη μέτρων έκτακτης ανάγκης έναντι των εισαγωγών συγκεκριμένων προϊόντων, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο ΧΙΧ της GATT του 1994, παρά μόνον εφόσον τα εν λόγω μέτρα συμβαδίζουν με τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου, όπως αυτό ισχύει βάσει της παρούσας συμφωνίας.

(β) Επιπλέον, τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να επιδιώκουν, να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ εθελοντικούς περιορισμούς για τις εξαγωγές, συμφωνίες με τις οποίες τα μέρη αναλαμβάνουν να τηρήσουν συγκεκριμένη συμπεριφορά στην αγορά ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο μέτρο, είτε όσον αφορά την εξαγωγή, είτε όσον αφορά την εισαγωγή. Στα ανωτέρω μέτρα συγκαταλέγονται μέτρα που θεσπίζει ένα μόνο μέλος, καθώς και μέτρα που απορρέουν από συμφωνίες, διακανονισμούς ή μνημόνια συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μελών. Κάθε μέτρο αυτής της μορφής, το οποίο ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ευθυγραμμίζεται με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας ή καταργείται σταδιακά, όπως προβλέπει η παράγραφος 2.

(γ) Η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε σχέση με τα μέτρα τα οποία επιδιώκει, θεσπίζει ή διατηρεί σε ισχύ ένα μέλος κατ` εφαρμογήν άλλων διατάξεων της GATT του 1994 πλην του άρθρου ΧΙΧ ή κατ` εφαρμογήν των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών που αναφέρονται στο παράρτημα 1Α, πλην της παρούσας συμφωνίας, ή δυνάμει πρωτοκόλλων και συμφωνιών ή ρυθμίσεων που συνάπτονται στο πλαίσιο της GATT του 1994.

2. Η σταδιακή κατάργηση των μέτρων για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 (β) πραγματοποιείται βάσει χρονοδιαγραμμάτων, τα οποία υοβάλλονται από τα ενδιαφερόμενα μέλη στην επιτροπή μέτρων διασφάλισης το αργότερο 180 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Τα εν λόγω χρονοδιαγράμματα προβλέπουν τη σταδιακή κατάργηση όλων των μέτρων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 ή την ευθυγράμμισή τους με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εντός περιόδου που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, με εξαίρεση μόνο ένα επιμέρους μέτρο ανά εισάγον μέλος, η διάρκεια ισχύος του οποίου πρέπει υποχρεωτικά να έχει λήξει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999. Οποιαδήποτε εξαίρεση αυτής της μορφής πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων μελών και να γνωστοποιείται στην επιτροπή μέτρων διασφάλισης, η οποία πρέπει να το εξετάσει και να το εγκρίνει εντός 90 ημερών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Στο παράρτημα της παρούσας συμφωνίας αναφέρεται ένα μέτρο για το οποίο συμφωνείται ότι υπάγεται στην προαναφερθείσα εξαίρεση.

3. Τα μέλη δεν ενθαρρύνουν, ούτε υποστηρίζουν τη θέσπιση ή διατήρηση σε ισχύ εκ μέρους δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων μέτρων που δεν απορρέουν από την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τα οποία ισοδυναμούν με κάποιο από τα μέτρα που μνημονεύονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 12

Γνωστοποίση και διαβουλεύσεις

1. Τα μέλη ενημερώνουν πάραυτα την επιτροπή μέτρων διασφάλισης σχετικά με τα εξής:

(α) την κίνηση διαδικασίας για τη διερεύνηση του κατά πόσον έχει προκληθεί ή υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σοβαρή ζημία, καθώς και τους σχετικούς λόγους,

(β) τη διατύπωση συμπεράσματος με το οποίο επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των εισαγωγών προκαλεί ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία και

(γ) τη λήψη απόφασης για την εφαρμογή ή την παράταση της ισχύος μέτρου διασφάλισης.

2. Κατά τη γνωστοποίηση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1(β) και 1(γ), το μέλος που σκοπεύει να θεσπίσει ένα μέτρο διασφάλισης ή να παρατείνει την ισχύ του παρέχει στην επιτροπή μέτρων διασφάλισης όλα τα σχετικά στοιχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων στοιχεία με τα οποία αποδεικνύεται η πρόκληση ή ο κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας συνεπεία της αύξησης των εισαγωγών, λεπτομερής περιγραφή του προϊόντος το οποίο αφορά το μέτρο και του ίδιου του προτεινόμενου μέτρου, η προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος του μέτρου, η προβλεπόμενη διάρκεια ισχύος του μέτρου και χρονοδιάγραμμα για τη σταδιακή του άρση. Στην περίπτωση παράτασης της ισχύος μέτρου πρέπει επίσης να προσκομίζονται στοιχεία με τα οποία να αποδεικνύεται ότι ο οικείος κλάδος παραγωγής διέρχεται διαδικασία προσαρμογής. Το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και η επιτροπή μέτρων διασφάλισης δύνανται να ζητούν οποιαδήποτε συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία ενδεχομένως κρίνουν απαραίτητα, από το μέλος που έχει δηλώσει την πρόθεσή του να εφαρμόσει το μέτρο ή να παρατείνει την ισχύ του.

3. Κάθε μέλος το οποίο σκοπεύει να θεσπίσει ένα μέτρο διασφάλισης ή να πρατείνει την ισχύ του παρέχει τις κατάλληλες δυνατότητες για την προηγούμενη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με εκείνα τα μέλη, τα οποία εξαρτούν σημαντικά συμφέροντα από την εξαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος, αντικείμενο των διαβουλεύσεων αυτών είναι, μεταξύ άλλων, η εξέταση των στοιχείων που έχουν υποβληθεί βάσει της παραγράφου 2, η αντΆλλαγή απόψεων σχετικά με το μέτρο και η επίτευξη συμφωνίας για τους τρόπους επίτευξης του στόχου που καθορίζει το άρθρο 8, παράγραφος 1.

4. Τα μέλη ενημερώνουν την επιτροπή μέτρων διασφάλισης πριν από τη θέσπιση οποιουδήποτε προσωρινού μέτρου διασφάλισης, από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 6. Σχετικές διαβουλεύσεις αρχίζουν αμέσως μετά τη θέσπιση του μέτρου.

5. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που προβλέπονται από το παρόν άρθρο, καθώς και των ενδιάμεσων επανεξετάσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 7, παράγραφος 4, οποιοδήποτε αντισταθμιστικό αντάλλαγμα που παρέχεται βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1 και κάθε περίπτωση αναστολής παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 2 γνωστοποιούνται πάραυτα από το εκάστοτε μέλος στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών.

6. Τα μέλη ενημερώνουν αμελλητί την επιτροπή μέτρων διασφάλισης σχετικά με τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διοικητικές διαδικασίες που ιχύουν σε αυτά για την εφαρμογή μέτρων διασφάλισης, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε τροποποίηση αυτών.

7. Κάθε μέλος που διατηρεί σε ισχύ κάποιο από τα μέτρα που ορίζονται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 11, παράγραφος 1, το οποίο ισχύει ήδη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, γνωστοποιεί το εν λόγω μέτρο στην επιτροπή μέτρων διασφάλισης, το αργότερο 60 ημέρες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

8. Κάθε μέλος δύναται να ενημερώνει την επιτροπή μέτρων διασφάλισης σχετικά με το σύνολο των νόμων, των κανονισμών και των διοικητικών διαδικασιών, καθώς και σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο ή ενέργεια που ρυθμίζεται από την παρούσα συμφωνία, τα οποία δεν έχει γνωστοποιήσει κάποιο μέλος, που υποχρεούται κανονικά σε τέτοια γνωστοποίηση βάσει της παρούσας συμφωνίας.

9. Κάθε μέλος δύναται να ενημερώνει την επιτροπή μέτρων διασφάλισης σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο που προβλέπεται στο άρθρο 11, παράγραφος 3, η θέσπιση του οποίου δεν απορρέει από την άσκηση δημόσιας εξουσίας.

10. Κάθε γνωστοποίηση προς το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών, η οποία προβλέπεται από την παρούσα συμφωνία, πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται μέσω της επιτροπής μέτρων διασφάλισης.

11. Οι σχετικές με την υποχρέωση γνωστοποίησης διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν συνεπάγονται ότι οποιοδήποτε μέλος είναι υποχρεωμένο να αποκαλύψει κάποια εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορία, όταν η αποκάλυψη της εν λόγω πληροφορίας θα έθετε εμπόδια στην επιβολή του νόμου ή θα αντέβαινε με οιονδήποτε τρόπο στη δημόσια τάξη ή θα μπορούσε να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων, είτε δημόσιων, είτε ιδιωτικών.

Άρθρο 13

Επιτήρηση

1. Συστήνεται επιτροπή μέτρων διασφάλισης, η οποία τίθεται υπό την ευθύνη του Συμβουλίου Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών. Στην επιτροπή δύναται να συμμετάσχει κάθε μέλος που εκφράζει σχετική επιθυμία. Η επιτροπή είναι επιφορτισμένη με τα εξής καθήκοντα:

(α) παρακολουθεί τη συνολική εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, υποβάλλει ανά έτος σχετική έκθεση στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και διατυπώνει συστάσεις για τη βελτίωσή της,

(β) κρίνει, μετά από αίτηση κάποιου θιγόμενου μέλους, κατά πόσον, στο πλαίσιο εφαρμογής μέτρου διασφάλισης, έχουν τηρηθεί ή όχι οι διαδικαστικές διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και αναφέρει τα συμπεράσματά της στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών,

(γ) παρέχει βοήθεια προς τα μέλη, εφόσον της το ζητήσουν, για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων που πραγματοποιούνται βάσει των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας,

(δ) εξετάζει τα μέτρα που υπάγονται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 11, παράγραφος 1, παρακολουθεί τη σταδιακή κατάργηση των εν λόγω μέτρων και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών,

(ε) εξετάζει, μετά από αίτηση του μέλους που θεσπίζει κάποιο μέτρο διασφάλισης, κατά πόσον οι υποβληθείσες προτάσεις με αντικείμενο την αναστολή παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων είναι “ουσιαστικά ανάλογες” και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών,

(στ) παραλαμβάνει και εξετάζει όλα τα στοιχεία που γνωστοποιούνται κατ` εφαρμογήν της παρούσας συμφωνίας και αναφέρεται σχετικά στο Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών και

(ζ) εκτελεί κάθε άλλο καθήκον σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, το οποίο ενδεχομένως της αναθέτει το Συμβούλιο Εμπορευματικών ΣυνΆλλαγών.

2. Προκειμένου να βοηθηθεί η επιτροπή για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί σε σχέση με την παρακολούθηση της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, η γραμματεία καταρτίζει ανά έτος έκθεση, στην οποία παρουσιάζονται τα πραγματικά δεδομένα τα σχετικά με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, για την έκθεση λαμβάνονται ως βάση τα στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί, καθώς και κάθε άλλο αξιόπιστο στοιχείο που έχει περιέλθει στη γνώση της επιτροπής.

Άρθρο 14

Επίλυση διαφορών

Για τη διενέργεια των διαβουλεύσεων και την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων ΧΧΙΙ και ΧΧΙΙΙ της GATT του 1994, όπως επεξηγούνται και τίθενται σε ισχύ με το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 11, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

——————————————————————-Μέλη τα οποία αφορά Προϊόν Λήξη ισχύος ——————————————————————-Εκ/Ιαπωνία Επιβατηγά αυτοκίνητα 31 Δεκεμβρίου 1999 οχήματα παντός εδάφους, ελαφρά οχήματα επαγγελματικής χρήσης, ελαφρά φορτηγά οχήματα (μέχρι  5 τόννους), και οι ίδιοι τύποι οχημάτων σε αμιγώς  μη συναρμολογημένη  μορφή (σύνολα CKD).

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΆΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Τα μέλη,

Αναγνωρίζοντας την αυξανόμενη σπουδαιότητα των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών για την ανάπτυξη της παγκοσμίου οικονομίας,

Επιθυμώντας να θεσπίσουν πολυμερές πλαίσιο αρχών και κανόνων για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, ως μέσο προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης όλων των εμπορικών εταίρων και της ανάπτυξης των αναπτυσσομένων χωρών με στόχο την επέκταση των εν λόγω συνΆλλαγών υπό συνθήκες διαφάνειας και προοδευτικής απελευθέρωσης.

Επιθυμώντας την ταχεία επίτευξη, σταδιακά, υψηλότερων επιπέδων απελευθέρωσης των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών μέσω διαδοχικών γύρων πολυμερών διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην προώθηση των συμφερόντων όλων των συμμετεχόντων, υπό αμοιβαία ευνοϊκούς όρους και στην εξασφάλιση γενικότερης ισορροπίας μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, λαμβάνοντας, ωστόσο, δεόντως υπόψη τους στόχους εθνικής πολιτικής.

Αναγνωρίζοντας το δικαίωμα των μελών να ρυθμίζουν και να εισάγουν νέες ρυθμίσεις σχετικές με την παροχή υπηρεσιών στην επικράτειά τους και, δεδομένης της ανισότητας που υφίσταται όσον αφορά το βαθμό ανάπτυξης των ρυθμίσεων για την παροχή υπηρεσιών σε διάφορες χώρες, την ιδιαίτερη ανάγκη των αναπτυσσομένων χωρών να ασκούν το εν λόγω δικαίωμα.

Επιθυμώντας να διευκολύνουν την αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και την αύξηση των εξαγωγών τους όσον αφορά τον εν λόγω τομέα, μέσω, μεταξύ άλλων, της ενίσχυσης των δυνατοτήτων, της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητας του εγχωρίου τομέα των υπηρεσιών.

Λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις σοβαρές δυσκολίες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών εξαιτίας των ειδικών οικονομικών συνθηκών που αντιμετωπίζουν καθώς και των αναπτυξιακών, εμπορικών και χρηματοδοτικών τους αναγκών.

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο Ι

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

1. Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται σε μέτρα που λαμβάνονται από τα μέλη για τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, οι συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών ορίζονται ως η παροχή υπηρεσιών:

(α) από το έδαφος ενός μέλους στο έδαφος άλλου μέλους (β) εντός του εδάφους ενός μέλους προς χρήστη υπηρεσιών άλλου μέλους (γ) από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους, μέσω εμπορικής παρουσίας στο έδαφος άλλου μέλους (δ) από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους, μέσω παρουσίας φυσικών προσώπων ενός μέλους εντός του εδάφους άλλου μέλους.

3. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

(α) ως “μέτρα που λαμβάνονται από τα μέλη” νοούνται τα μέτρα που λαμβάνονται από:

(i) κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις και αρχές και (ii) μη κυβερνητικά όργανα κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων  που μεταβιβάζονται από κεντρικές, περιφερειακές ή  τοπικές διοικήσεις και αρχές.

Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων και δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία, τα μέλη λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση αυτών από τις περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις και αρχές καθώς και από τα μη κυβερνητικά όργανα εντός της επικράτειάς τους,

(β) ο όρος “υπηρεσίες” περιλαμβάνει το σύνολο των υπηρεσιών σε όλους τους τομείς, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που παρέχονται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας,

(γ) ως “υπηρεσίες που παρέχονται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας” νοούνται οι υπηρεσίες που δεν παρέχονται ούτε σε εμπορική βάση ούτε ανταγωνιστικά σε σχέση με άναν ή περισσότερους φορείς παροχής υπηρεσιών.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Άρθρο ΙΙ

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

1. Οσον αφορά το σύνολο των μέτρων που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, κάθε κράτος παρέχει αμέσως και άνευ όρων σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μελών όχι λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση από αυτή που παρέχει σε παρεμφερείς υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιασδήποτε άλλης χώρας.

2. Οποιοδήποτε μέλος έχει το δικαίωμα να εφαρμόζει μέτρα που αντιβαίνουν στην παράγραφο 1 υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα αναγράφονται στο παράρτημα του άρθρου ΙΙ για τις απΆλλαγές και πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις.

3. Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν σημαίνουν ότι απαγορεύεται σε μέλος να εφαρμόζει ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ γειτονικών χωρών, με σκοπό τη διευκόλυνση των συνΆλλαγών που περιορίζονται σε συνεχόμενες παραμεθόριες ζώνες και αφορούν υπηρεσίες, οι οποίες παράγονται και καταναλώνονται επιτόπου.

Άρθρο ΙΙΙ

Διαφάνεια

1. Κάθε μέλος δημοσιεύει, το συντομότερο δυνατό, και, εκτός επειγουσών περιπτώσεων, το αργότερο κατά την έναρξη ισχύος τους, όλα τα σχετικά μέτρα γενικής εφαρμογής, που αφορούν ή επηρεάζουν τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Δημοσιεύονται επίσης, διεθνείς συμφωνίες που αφορούν ή επηρεάζουν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, τις οποίες έχει υπογράψει κάποιο μέλος.

2. Στις περιπτώσεις που η δημοσίευση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, είναι πρακτικά αδύνατη, τέτοιου είδους πληροφορίες δημοσιοποιούνται με άλλον τρόπο.

3. Κάθε μέλος ενημερώνει τακτικά και, τουλάχιστον σε ετήσια βάση το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την εισαγωγή νέων ή την τροποποίηση των υφισταμένων νόμων, ρυθμίσεων ή διοικητικών οδηγιών που επηρεάζουν σημαντικά τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες καλύπτονται από τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις του στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

4. Κάθε μέλος ανταποκρίνεται αμέσως σε αιτήματα που υποβάλλονται από άλλα μέλη για συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα γενικής εφαρμογής και τις διεθνείς συμφωνίες, κατά την έννοια της παραγράφου 1. Κάθε μέλος ορίζει, επίσης, ένα ή περισσότερα κέντρα πληροφόρησης για την παροχή στοιχείων σε άλλα μέρη, κατόπιν αιτήσεώς τους, σχετικά με τα εν λόγω θέματα καθώς και με αυτά που υπόκεινται στην υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 3. Τα εν λόγω κέντρα πληροφόρησης ιδρύονται εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την ίδρυση του ΠΟΕ (που καλείται στην παρούσα συμφωνία “η συμφωνία για τον ΠΟΕ”) για μεμονωμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη υπάρχει δυνατότητα έγκρισης κάποιου βαθμού ευελιξίας σχετικά με το χρονικό περιθώριο εντός του οποίου πρέπει να δημιουργηθούν τα κέντρα πληροφόρησης. Τα κέντρα πληροφόρησης δεν απαιτείται να αποτελούν θεματοφύλακες νόμων και κανονισμών.

5. Κάθε μέλος δύναται να γνωστοποιεί στο Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα Υπηρεσιών τα μέτρα που λαμβάνονται από άλλο μέλος και τα οποία θεωρεί ότι επηρεάζουν τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο ΙΙΙ α)

Αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών

Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν υποχρεώνει τα μέλη να παρέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, η αποκάλυψη των οποίων θα εμπόδιζε την επιβολή των νόμων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έβλαπτε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Άρθρο IV

Αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών

1. Η αυξανόμενη συμμετοχή των αναπτυσσομένων χωρών μελών στις παγκόσμιες συνΆλλαγές διευκολύνεται μέσω συγκεκριμένων δεσμεύσεων που έχουν διαπραγματευθεί διάφορα μέλη, σύμφωνα με τα μέρη ΙΙΙ και IV της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες αφορούν:

(α) την ενίσχυση της ικανότητας, αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας των εγχώριων υπηρεσιών των εν λόγω χωρών μέσω, μεταξύ άλλων, της δυνατότητας πρόσβασης στην τεχνολογία, σε εμπορική βάση.

(β) τη βελτίωση της πρόσβασης των χωρών αυτών σε δίκτυο διανομής και πληροφοριών και

(γ) την επελευθέρωση της πρόσβασης στην αγορά όσον αφορά τομείς και τρόπους προμήθειας με εξαγωγικό ενδιαφέρον για τις εν λόγω χώρες.

2. Οι ανεπτυγμένες χώρες μέλη και, στο μέτρο του δυνατού, άλλα μέλη συστήνουν κέντρα επικοινωνίας εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση φορέων παροχής υπηρεσιών από αναπτυσσόμενες χώρες μέλη σε πληροφορίες σχετικές με τις αντίστοιχες αγορές τους, όσον αφορά:

(α) τις εμπορικές και τεχνικές πλευρές της παροχής υπηρεσιών

(β) την καταγραφή, αναγνώριση και απόκτηση επαγγελματικών προσόντων, και

(γ) τη δυνατότητα καθιέρωσης τεχνολογίας υπηρεσιών.

3. Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, προτεραιότητα δίνεται στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη. Λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη η σοβαρή δυσκολία των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών να αποδεχθούν τις ειδικές δεσμεύσεις που αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών συνθηκών καθώς και των αναπτυξιακών, εμπορικών και χρηματοδοτικών αναγκών τους.

Άρθρο V

Οικονομική ολοκλήρωση

1. Η παρούσα συμφωνία δεν εμποδίζει τα μέλη της να αποτελούν μέρος ή να συνάπτουν συμφωνία για την απελευθέρωση των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών της εν λόγω συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η συμφωνία αυτή:

(α) καλύπτει σημαντικό αριθμό τομέων, και

(β) προβλέπει την απουσία ή κατάργηση ουσιαστικά κάθε μορφής διακριτικής μεταχείρισης, με την έννοια του άρθρου ΧVII, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών, στους τομείς που καλύπτει το στοιχείο α), μέσω:

(i) της κατάργησης υφισταμένων μέτρων που εισάγουν διακριτική μεταχείριση, και/ή

(ii) της απαγόρευσης νέων ή περισσοτέρων μέτρων που εισάγουν διακριτική μεταχείριση,

είτε κατά την έναρξη ισχύος της εν λόγω συμφωνίας ή βάσει λογικού χρονοδιαγράμματος, με εξαίρεση τα μέτρα που επιτρέπονται σύμφωνα με τα άρθρα ΧΙ, XII, XIV και XIV α).

2. Προκειμένου να εξεταστεί αν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 1, στοιχείο β), είναι δυνατό να ληφθεί υπόψη η σχέση της εν λόγω συμφωνίας με την ευρύτερη διαδικασία οικονομικής ολοκλήρωσης ή απελευθέρωσης των συνΆλλαγών των υπό εξέταση χωρών.

3. (α) Οταν οι αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχεται ευελιξία όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και, ειδικότερα, στο στοιχείο β), ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης των εν λόγω χωρών, τόσο συνολικά όσο και σε επίπεδο επιμέρους τομέων και υποδιαιρέσεων αυτών.

(β) Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 6, στην περίπτωση συμφωνίας του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία αφορά αποκλειστικά αναπτυσσόμενες χώρες, είναι δυνατόν να παρασχεθεί ευνοϊκότερη μεταχείριση σε νομικά πρόσωπα που ανήκουν ή ελέγχονται από φυσικά πρόσωπα των συμβαλλομένων μερών της εν λόγω συμφωνίας.

4. Οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποσκοπούν στη διευκόλυνση των συνΆλλαγών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών τους και, όσον αφορά τα μέλη που δεν συμμετέχουν σ` αυτές, δεν αυξάνουν τα εμπόδια στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, εντός των επιμέρους τομέων ή υποδιαιρέσεων αυτών, σε σχέση με το επίπεδο που ίσχυε πριν από τις εν λόγω συμφωνίες.

5. Αν κατά τη σύναψη, διεύρυνση ή σημαντική τροποποίηση των συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ένα μέλος προτίθεται να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει συγκεκριμένη δέσμευση κατά παρέκκλιση των ειδικών και γενικών όρων που αναφέρονται στον πίνακα του, υποχρεούται να υποβάλει προειδοποίηση τουλάχιστον 90 ημέρες πριν από την σχετική τροποποίηση ή ανάκληση και εφαρμόζεται η διαδικασία που παρατίθεται στο άρθρο ΧΧΙ, παράγραφοι 2, 3 και 4.

6. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους που αποτελούν νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συσταθεί βάσει της νομοθεσίας συμβαλλόμενου μέρους συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δικαιούνται μεταχείρισης που παρέχεται στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας, υπό τον όρο ότι αναλαμβάνουν σημαντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στο έδαφος των μερών της σχετικής συμφωνίας.

7. (α) Τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γνωστοποιούν αμέσως την εν λόγω συμφωνία ή τη πιθανή διεύρυνση ή σημαντική τροποποίηση αυτής στο συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών. Παρέχουν, επίσης, στο συμβούλιο κάθε σχετική πληροφορία που μπορεί να ζητηθεί. Το συμβούλιο δύναται να προβεί στη σύσταση ομάδας εργασίας για την εξέταση της εν λόγω συμφωνίας ή της πιθανής διεύρυνσης ή σημαντικής τροποποίησης αυτής και την υποβολή αναφοράς σχετικά με τη συμβατότητα της συμφωνίας με το παρόν άρθρο.

(β) Τα μέλη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία εφαρμόζεται βάσει χρονοδιαγράμματος, υποβάλλουν σε τακτά διαστήματα έκθεση στο Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, το συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να συστήσει ομάδα εργασίας για την εξέταση των σχετικών εκθέσεων.

(γ) Με βάση τις εκθέσεις των ομάδων εργασίας που αναφέρονται στα στοιχεία (α) και (β), το συμβούλιο, αν το κρίνει σκόπιμο, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει συστάσεις στα μέρη.

8. Ενα μέλος, το οποίο αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεν δύναται να ζητήσει αντισταθμιστικό αντάλλαγμα για εμπορικά οφέλη που ενδέχεται να προκύψουν υπέρ οποιουδήποτε άλλου μέλους από την εν λόγω συμφωνία.

Άρθρο V α)

Συμφωνίας ενοποίησης των αγορών εργασίας

Η παρούσα συμφωνία δεν εμποδίζει τα μέλη της να αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας για την καθιέρωση της πλήρους ενοποίησης των αγορών εργασίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων συμβαλλομένων μερών, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω συμφωνία:

(α) απαλλάσσει τους πολίτες των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας από υποχρεώσεις σχετικές με τον τόπο διαμονής και τις άδειες εργασίας

(β) γνωστοποιείται στο Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών.

Άρθρο VI

Εσωτερικές ρυθμίσεις

1. Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις, κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι, όλα τα μέτρα γενικής εφαρμογής που αφορούν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών εφαρμόζονται με τρόπο λογικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο.

2. (α) Κάθε μέλος διατηρεί ή θεσπίζει το ταχύτερο δυνατό τακτικά, διαιτητικά ή διοικητικά δικαστήρια και διαδικασίες που εξασφαλίζουν, κατόπιν αιτήσεως θιγόμενου πάροχου υπηρεσιών, ταχεία επανεξέταση των διοικητικών αποφάσεων που επηρεάζουν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών και εφόσον δικαιολογείται, την επιβολή των κατάλληλων λύσεων. Στις περιπτώσεις που οι εν λόγω διαδικασίες δεν είναι ανεξάρτητες από την υπηρεσία στην οποία έχει ανατεθεί η σχετική διοικητική απόφαση, το μέλος εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω διαδικασίες όντως παρέχουν δυνατότητα αντικειμενικής και αμερόληπτης επανεξέτασης.

(β) Οι διατάξεις του στοιχείου (α) δεν σημαίνουν ότι απαιτείται από τα μέλη να προβαίνουν στη σύσταση των εν λόγω δικαστηρίων και στη θέσπιση των σχετικών διαδικασιών σε περίπτωση που αυτό έρχεται σε αντίθετη με τη συνταγματική δομή των μελών ή τη φύση του νομικού τους συστήματος.

3. Σε περιπτώσεις που απαιτείται άδεια για την παροχή υπηρεσίας για την οποία έχει αναληφθεί συγκεκριμένη υποχρέωση, οι αρμόδιες αρχές μέλους, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά την υποβολή αίτησης που θεωρείται πλήρης βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας και ρυθμίσεων, γνωρίζουν στον αιτούντα την απόφαση σχετικά με την αίτηση. Οταν ζητηθεί από τον αιτούντα, οι αρμόδιες αρχές του μέλους παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, πληροφορίες σχετικές με την τύχη της αίτησης.

4. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα μέτρα που αφορούν τις απαιτήσεις σχετικά με τα προσόντα και τις διαδικασίες, τα τεχνικά πρότυπα και τους όρους έκδοσης αδειών δεν αποτελούν περιττά εμπόδια στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, του Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών προβαίνει, μέσω κατάλληλων οργάνων που δύναται να συστήσει, στη θέσπιση των αναγκαίων ρυθμίσεων. Οι ρυθμίσεις αυτές αποσκοπούν στην εξασφάλιση ότι οι σχετικές απαιτήσεις, μετάξυ άλλων:

(α) βασίζονται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, όπως τα προσόντα και η ικανότητα παροχής υπηρεσιών,

(β) δεν είναι πλέον του δέοντος επαχθή για την εξασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών,

(γ) στην περίπτωση των διαδικασιών έκδοσης αδειών, δεν συνιστούν οι ίδιες περιοριστικούς παράγοντες για την παροχή υπηρεσιών.

5. (α) Σε τομείς στους οποίους ένα μέλος έχει αναλάβει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, και μέχρι την έναρξη εφαρμογής των ρυθμίσεων που θεσπίσθηκαν για τους τομείς αυτούς βάσει της παραγράφου 4, το μέλος δεν επιβάλλει όρους σχετικά με την έκδοση αδειών και τα προσόντα καθώς και τεχνικά πρότυπα που αναιρούν εν όλω ή εν μέρει τις εν λόγω συγκεκριμένες υποχρεώσεις κατά τρόπο:

(i) αντίθετο με τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία (α), (β) ή (γ), και

(ii) που δεν αναμένετο λογικά από το εν λόγω μέλος κατά τη στιγμή της ανάληψης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων στους σχετικούς τομείς.

(β) Προκειμένου να καθορισθεί κατά πόσον κάποιο μέλος πληροί την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 5, στοιχείο α), λαμβάνονται υπόψη διεθνή πρότυπα σχετικών διεθνών οργανισμών που εφαρμόζονται από το εν λόγω μέλος.

6. Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις όσον αφορά τις υπηρεσίες ελεύθερων επαγγελματιών, κάθε μέλος προβλέπει κατάλληλες διαδικασίες για την επαλήθευση των προσόντων των ελεύθερων επαγγελματιών των άλλων μελών.

Άρθρο VII

Αναγνώριση

1. Για τους σκοπούς της ικανοποίησης, εν όλω ή εν μέρει, των προτύπων ή κριτηρίων εξουσιοδότησης, έκδοσης αδειών ή πιστοποίησης φορέων παροχής υπηρεσιών και λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της παραγράφου 3, τα μέλη δύνανται να αναγνωρίζουν την αποκτηθείσα παιδεία ή εμπειρία, την εκπλήρωση των υποχρεώσεων ή την έκδοση αδειών και πιστοποιητικών σε συγκεκριμένη χώρα. Η αναγνώριση αυτή που επιτυγχάνεται με εναρμόνιση ή με άλλον τρόπο, είναι δυνατόν να βασίζεται σε συμφωνία ή διακανονισμό με την ενδιαφερόμενη χώρα ή να χορηγείται αυτόνομα.

2. Ενα μέλος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος συμφωνίας ή διακανονισμού του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υφιστάμενου ή μελλοντικού, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα ενδιαφερόμενα μέλη να διαπραγματεύονται είτε την προσχώρησή τους στις εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμούς είτε τη σύναψη παρόμοιων συμφωνιών με αυτό. Οταν κάποιο μέλος χορηγεί αναγνώριση αυτόνομα, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα μέλη να αποδείξουν ότι επιβάλλεται να αναγνωρισθεί η παιδεία και η εμπειρία που αποκτήθηκαν, οι άδειες ή τα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν καθώς και οι υποχρεώσεις που εκπληρώθηκαν στο έδαφός τους.

3. Ενα μέλος δεν παρέχει αναγνώριση κατά τρόπο που θα εισήγαγε διακριτική μεταχείριση μεταξύ χωρών κατά την εφαρμογή των προτύπων ή κριτηρίων για την έκδοση εγκρίσεων, αδειών ή πιστοποιητικών εκ μέρους των φορέων παροχής υπηρεσιών, ή θα αποτελούσε καλυμμένο περιορισμό στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.

4. Κάθε μέλος:

(α) Εντος 12 μηνών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, ενημερώνει το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με τα υφιστάμενα μέτρα αναγνώρισης και αναφέρει κατά πόσον τέτοιου είδους μέτρα βασίζονται σε συμφωνίες ή διακανονισμούς του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(β) ενημερώνει αμελλητί το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων για συμφωνία ή διακανονισμό του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, προκειμένου να παρασχεθούν κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα μέλη να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις προτού αυτές εισέλθουν σε ουσιαστική φάση.

(γ) ενημερώνουν αμελλητί το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, κατά την έγκριση νέων μέτρων αναγνώρισης ή κατά την τροποποίηση σε σημαντικό βαθμό των υφισταμένων μέτρων και δηλώνουν κατά πόσον τα μέτρα βασίζονται σε συμφωνία ή διακανονισμό του τύπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

5. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η αναγνώριση πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια που αποφασίζονται πολυμερώς. Σε κατάλληλες περιπτώσεις, τα μέλη συνεργάζονται με τους σχετικούς διακυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς για τον καθορισμό και την υιοθέτηση κοινών διεθνών προτύπων και κριτηρίων αναγνώρισης καθώς και κοινών διεθνών προτύπων για την άσκηση σχετικών εργασιών και επαγγελμάτων στον τομέα των υπηρεσιών.

Άρθρο VIII

Μονοπωλιακή και κατ` αποκλειστικότητα παροχή υπηρεσιών

1. Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι οι φορείς μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών στο έδαφός του, κατά την παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών στις σχετικές αγορές, δεν ενεργούν κατά τρόπο αντίθετο προς τις υποχρεώσεις βάσει του άρθρου ΙΙ και τις αναλήψεις υποχρεώσεων του εν λόγω μέλους.

2. Οσον ο φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών ενός μέλους ασκεί ανταγωνισμό, είτε άμεσα είτε μέσω θυγατρικής εταιρείας, στον τομέα παροχής υπηρεσιών εκτός του πεδίου των μονοπολιακών δικαιωμάτων του και υπόκειται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις που επιβάλλει το εν λόγω μέλος, το μέλος αυτό εξασφαλίζει ότι ο σχετικός φορέας δεν προβαίνει σε κατάχρηση της μονοπωλιακής του θέσης για να ενεργεί στο έδαφός του κατά τρόπο αντίθετο με τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

2. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών, κατόπιν αιτήσεως μέλους που έχει λόγο να πιστεύει ότι φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσίας άλλου μέλους ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο με την παράγραφο 1 ή 2, δύναται να ζητήσει από το μέλος που συστήνει, διατηρεί ή εξουσιοδοτεί τον εν λόγω φορέα να του παράσχει συγκεκριμένα στοιχεία όσον αφορά τις σχετικές λειτουργίες.

4. Αν, μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, κάποιο μέλος χορηγεί μονοπωλιακά δικαιώματα σχετικά με την παροχή υπηρεσίας που καλύπτεται από συγκεκριμένες υποχρεώσεις, το εν λόγω μέλος ενημερώνει το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών το αργότερο τρεις μήνες πριν από την προβλεπόμενη εφαρμογή της χορήγησης μονοπωλιακών δικαιωμάτων και εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και του άρθρου ΧΧΙ.

5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, επίσης, σε περιπτώσεις κατ` αποκλειστικότητα παροχής υπηρεσιών, όταν ένα μέλος τυπικά ή ουσιαστικά (α) εξουσιοδοτεί ή συστήνει μικρό αριθμό φορέων παροχής υπηρεσιών και (β) εμποδίζει σε σημαντικό βαθμό τον ανταγωνισμό μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών στο έδαφός του.

Άρθρο ΙΧ

Επιχειρηματικές πρακτικές

1. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι ορισμένες επιχειρηματικές πρακτικές φορέων παροχής υπηρεσιών, εκτός αυτών που εμπίπτουν στο άρθρο VIII, δύνανται να συγκρατήσουν τον ανταγωνισμό και, κατά συνέπεια, να περιορίσουν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.

2. Κάθε μέλος, κατόπιν αιτήσεως άλλου μέλους, αρχίζει διαβουλεύσεις με στόχο την άρση των πρακτικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει με κατανόηση και λαμβάνει πλήρως υπόψη την εν λόγω αίτηση και συνεργάζεται μέσω της παροχής κοινοποιήσεων μη εμπιστευτικών πληροφοριών, σχετικών με το υπό εξέταση θέμα. Το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση παρέχει τυχόν άλλα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο μέλος που υποβάλλει την αίτηση, με την επιφύλαξη της εσωτερικής του νομοθεσίας και της επίτευξης ικανοποιητικής συμφωνίας όσον αφορά τη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών από το μέλος που υποβάλλει την αίτηση.

Άρθρο Χ

Επείγοντα μέτρα διασφάλισης

1. Διεξάγονται πολυμερείς διαπραγματεύσεις σχετικά με το θέμα επειγόντων μέτρων διασφάλισης που βασίζονται στην αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων. Τα αποτελέσματα των εν λόγω διαπραγματεύσεων τίθενται σε εφαρμογή το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

2. Κατά το χρονικό διάστημα που προηγείται της θέσης σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε μέλος δύναται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου ΧΧΙ, παράγραφος 1, να ενημερώνει το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σχετικά με την πρόθεσή του να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει συγκεκριμένη δέσμευση σε διάστημα ενός έτους από την θέση σε εφαρμογή της εν λόγω δέσμευσης, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος αυτό δύναται να αποδείξει στο συμβούλιο ότι για την τροποποίηση ή την ανάκληση δεν είναι δυνατόν να αναμένεται η παρέλευση τριών ετών, όπως προβλέπεται στο άρθρο ΧΧΙ, παράγραφος 1.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 παύουν να ισχύουν τριά έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο ΧΙ

Πληρωμές και Μεταβιβάσεις

1. Εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο ΧΙΙ, τα μέλη δεν επιβάλλουν περιορισμούς στις διεθνείς μεταβιβάσεις και πληρωμές, όσον αφορά τις τρέχουσες συνΆλλαγές, τις σχετικές με τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις.

2. Καμμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που περιέχονται στα άρθρα της συμφωνίας του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης πράξεων σε συνάλλαγμα, σύμφωνα με τα άρθρα της συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέλη δεν επιβάλλουν περιορισμούς σε πράξεις κεφαλαίου κατά παρέκκλιση των συγκεκριμένων δεσμεύσεών τους αναφορικά με τις εν λόγω πράξεις, με εξαίρεση τις διατάξεις του άρθρου ΧΙΙ ή να ζητηθεί από το Ταμείο.

Άρθρο ΧΙΙ

Περιορισμοί για τη διασφάλιση του ισοζυγίου πληρωμών

1. Σε περίπτωση σοβαρών δυσχερειών του ισοζυγίου πληρωμών και εξωτερικών δημοσιονομικών δυσχερειών ή σχετικών κινδύνων, τα μέλη δύνανται να επιβάλλουν ή να διατηρούν περιορισμούς στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών για τους οποίους έχουν αναλάβει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών με τις πληρωμές ή μεταβιβάσεις για συνΆλλαγές που συνδέονται με τις εν λόγω υποχρεώσεις. Αναγνωρίζεται ότι ιδιαίτερες πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών μελών κατά τη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης ή οικονομικής μετάβασης είναι δυνατόν να απαιτήσουν την εφαρμογή περιορισμών προκειμένου να εξασφαλισθεί, μεταξύ άλλων, η διατήρηση επαρκούς επιπέδου χρηματοδοτικών αποθεμάτων για την εφαρμογή των προγραμμάτων οικονομικής ανάπτυξης ή οικονομικής μετάβασης των εν λόγω μελών.

2. Οσον αφορά τους περιορισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αυτοί:

(α) δεν εισάγουν διακρίσεις μεταξύ τω μελών,

(β) είναι σύμφωνοι με τα άρθρα της συμφωνίας για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο,

(γ) αποφεύγουν να βλάψουν άνευ λόγου τα εμπορικά, οικονομικά και χρηματοδοτικά συμφέροντα των άλλων μελών,

(δ) περιορίζονται στο βαθμό που είναι αναγακαίος για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 1,

(ε) είναι προσωρινοί και καταργούνται σταδιακά καθόσον βελτιώνονται οι συνθήκες που περιγράφονται στην παράγραφο 1.

3. Κατά τον προσδιορισμό των επιπτώσεων των εν λόγω περιορισμών, τα μέλη δύνανται να δίδουν προτεραιότητα στην παροχή υπηρεσιών που είναι βασικές για τα οικονομικά ή αναπτυξιακά τους προγράμματα. Ωστόσο, οι σχετικοί περιορισμοί δεν επιβάλλονται ούτε διατηρούνται για την προστασία ενός συγκεκριμένου τομέα υπηρεσιών.

4. Οι περιορισμοί που επιβάλλονται ή διατηρούνται βάσει της παραγράφου 1 ή οι σχετικές τροποποιήσεις γνωστοποιούνται άμεσα στο Γενικό Συμβούλιο.

5. (α) Τα μέλη που εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργούν το συντομότερο δυνατό, διαβουλεύσεις με την Επιτροπή Περιορισμών του Ισοζυγίου Πληρωμών σχετικά με τους περιορισμούς που επιβάλλονται βάσει του παρόντος άρθρου.

(β) Η υπουργική συνδιάσκεψη καθιερώνει διαδικασίες για τη διεξαγωγή τακτικών διαβουλεύσεων, με στόχο τη διατύπωση συστάσεων στο ενδιαφερόμενο μέλος, όταν κρίνετι σκόπιμο.

(γ) Στο πλαίσιο των εν λόγω διαβουλεύσεων, εκτιμάται η κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών του ενδιαφερόμενου μέλους καθώς και οι περιορισμοί που επιβάλλονται ή διατηρούνται βάσει του παρόντος άρθρου, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, παραγόντων όπως:

(i) της φύσης και της έκτασης των δυσχερειών του ισοζυγίου πληρωμών καθώς και των εξωτερικών δημοσιονομικών δυσχερειών,

(ii) των εξωτερικών οικονομικών και εμπορικών συνθηκών του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων,

(iii) ενΆλλακτικών διορθωτικών μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν,

(δ) Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, εξετάζεται η συμφωνία των περιορισμών με την παράγραφο 2 και, ειδικότερα, η προοδευτική κατάργηση των περιορισμών, σύμφωνα με την παράγραφο 2, στοιχείο ε).

(ε) Κατά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, γίνονται αποδεκτά όλα τα πορίσματα σχετικά με στατιστικά και άλλα στοιχεία που υποβάλλονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το συνάλλαγμα, τα νομισματικά αποθεματικά και το ισοζύγιο πληρωμών. Τα συμπεράσματα βασίζονται στην εκτίμηση του Ταμείου όσον αφορά το ισοζύγιο πληρωμών και την εξωτερική δημοσιονομική κατάσταση του μέλους που ζητεί τη διενέργεια διαβουλεύσεων.

6. Σε περίπτωση που ένα μέλος, το οποίο δεν αποτελεί μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, επιθυμεί να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η υπουργική συνδιάσκεψη θεσπίζει διαδικασία επανεξέτασης καθώς και άλλες αναγκαίες διαδικασίες.

Άρθρο ΧΙΙΙ

1. Τα άρθρα ΙΙ, XVI και XVII δεν εφαρμόζονται σε νόμους, κανονισμούς ή όρους που διέπουν την προμήθεια από δημόσιους φορείς υπηρεσιών που αγοράζονται για να χρησιμοποιηθούν από τις δημόσιες αρχές και όχι για να μεταπωληθούν στο εμπορικό κύκλωμα ή για να χρησιμοποιηθούν στην παροχή υπηρεσιών που προορίζονται για εμπορική πώληση.

2. Στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, διεξάγονται πολυμερείς διαπραγματεύσεις σχετικές με τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα των υπηρεσιών, εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο XIV

Γενικές εξαιρέσεις

Υπό τον όρο ότι τα σχετικά μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να συνιστούν μέσο αυθαίρετης ή αδικαιολόγητης διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ χωρών, στις οποίες επικρατούν παρεμφερείς συνθήκες ή καλυμμένο περιορισμό των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών, καμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται η λήψη ή επιβολή από οποιοδήποτε μέλος μέτρων:

(α) που είναι αναγκαία για την προστασία της δημόσιας ηθικής ή τη διατήρηση της δημόσιας τάξης,

(β) που είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών,

(γ) που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς νόμους και κανονισμούς που δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αναφέρονται:

(i) στην πρόληψη δόλιων και απατηλών πρακτικών ή στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πλημμελούς εκτέλεσης συμβάσεων υπηρεσιών,

(ii) στην προστασία της ιδιωτικής ζωής των ατόμων, όσον αφορά την επεξεργασία και τη διάδοση προσωπικών στοιχείων και στην προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα ατομικών στοιχείων και λογαριασμών,

(iii) στην ασφάλεια,

δ) αντίθετα με το άρθρο XVII, υπό τον όρο ότι η διαφορά στη μεταχείριση αποσκοπεί στην εξασφάλιση της δίκαιας ή αποτελεσματικής επιβολής ή συλλογής άμεσων φόρων, όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τους φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών,

ε) που αντιβαίνουν στο άρθρο ΙΙ, υπό τον όρο ότι η διαφορά στη μεταχείριση είναι αποτέλεσμα συμφωνίας για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή διατάξεων για την αποφυγή διπλής φορολογίας που περιλαμβάνονται σε οποιαδήποτε άλλη συμφωνία ή διακανονισμό που έχει δεσμευθεί να τηρήσει το εν λόγω μέλος.

Άρθρο XIV α)

1. Καμμία διάταξη στην παρούσα συμφωνία δεν σημαίνει ότι:

(α) απαιτείται από τα μέλη να παρέχουν πληροφορίες των οποίων τη διάδοση θεωρούν αντίθετη στα βασικά της συμφέροντα για λόγους ασφαλείας ή

(β) απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα που θεωρούν αναγκαία για την προστασία των βασικών τους συμφερόντων για λόγους ασφαλείας:

(i) σχετικά με την άμεση ή έμμεση παροχή υπηρεσιών με στόχο τον εφοδιασμό στρατιωτικών εγκαταστάσεων,

(ii) που αφορούν σχάσιμα ή συντήξιμα υλικά ή τα υλικά από τα οποία αυτά παράγονται,

(iii) που λαμβάνονται σε περίοδο πολέμου ή σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης σε διεθνές επίπεδο ή

(γ) απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα κατ` εφαρμογή των υποχρεώσεών τους βάσει του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

2. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ενημερώνεται όσο το δυνατόν πληρέστερα, σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει της παραγράφου 1, στοιχεία β) και γ) καθώς και σχετικά με τη λήξη της ισχύος αυτών.

Άρθρο XV

Επιδοτήσεις

1. Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, οι επιδοτήσεις δύνανται να προκαλέσουν στρέβλωση των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών. Τα μέλη αναλαμβάνουν διαπραγματεύσεις με στόχο τη θέσπιση των αναγκαίων πολυμερών ρυθμίσεων για την αποφυγή των σχετικών επιπτώσεων. Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων εξετάζεται επίσης η σκοπιμότητα των αντισταθμιστικών διαδικασιών. Επίσης, αναγνωρίζεται ο ρόλος των επιδοτήσεων σε σχέση με τα αναπτυξιακά προγράμματα των αναπτυσσομένων χωρών και λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των μελών, ειδικότερα των αναπτυσσομένων χωρών, για την εξασφάλιση ευελιξίας στο σχετικό τομέα. Για το σκοπό των συγκεκριμένων διαπραγματεύσεων, τα μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικές με το σύνολο των επιδοτήσεων που αφορούν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες παρέχονται στους φορείς παροχής υπηρεσιών σε εθνικό επίπεδο.

2. Κάθε μέλος που θεωρεί ότι θίγεται από επιδοτήσεις άλλου μέλους δύναται να ζητήσει την έναρξη διαβουλεύσεων με το εν λόγω μέλος για το σχετικό θέμα. Τα αιτήματα αυτά εξετάζονται με κατανόηση.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΛΗΨΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Άρθρο XVI

Πρόσβαση στην αγορά

1. Οσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά μέσω των τρόπων παροχής υπηρεσιών που ορίζονται στο άρθρο Ι, κάθε μέλος παρέχει στις υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που προβλέπεται κατ` εφαρμογή των όρων, περιορισμών και προϋποθέσεων που έχουν συμφωνηθεί και καθορισθεί στον πίνακα υποχρεώσεών του.

2. Σε τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται υποχρεώσεις πρόσβασης στην αγορά, τα μέτρα τα οποία δεν διατηρούνται ούτε υιοθετούνται από μέλος είτε σε επίπεδο περιφερειακής υποδιαίρεσης είτε στο σύνολο του εδάφους του, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον πίνακα των υποχρεώσεών του, είναι τα εξής:

(α) περιορισμοί ως προς τον αριθμό των φορέων παροχής υπηρεσιών, υπό μορφή είτε αριθμητικών ποσοστώσεων, μονοπωλίων, αποκλειστικής παροχής υπηρεσιών είτε εξέτασης των οικονομικών αναγκών,

(β) περιορισμοί ως προς τη συνολική αξία πράξεων ή αγαθών στον τομέα των υπηρεσιών, υπό μορφή αριθμητικών ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών,

(γ) περιορισμοί ως προ το συνολικό αριθμό πράξεων στον τομέα των υπηρεσιών ή ως προς τη συνολική ποσότητα των παραγομένων υπηρεσιών, οι οποίοι εκφράζονται με καθορισμένες αριθμητικές μονάδες υπό μορφή ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών,

(δ) περιορισμοί ως προς το συνολικό αριθμό φυσικών προσώπων που μπορούν να απασχοληθούν σε συγκεκριμένο τομέα υπηρεσιών ή που είναι δυνατό να αποσχολήσει φορέας παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας και συνδέονται άμεσα με αυτή, υπό μορφή αριθμητικών ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών,

(ε) μέτρα που επιβάλλουν περιορισμούς ή υποχρεώσεις όσον αφορά την ύπαρξη συγκεκριμένης μορφής νομικών προσώπων ή κοινών επιχειρήσεων, μέσω των οποίων είναι δυνατόν να παρέχεται υπηρεσία από φορέα παροχής υπηρεσιών και

(στ) περιορισμοί όσον αφορά την συμμετοχή ξένου κεφαλαίου υπό μορφή ανώτατων ποσοστιαίων περιορισμών στις μετοχές που κατέχουν αλλοδαποί ή τη συνολική αξία μεμονωμένων ή συνολικών ξένων επενδύσεων.

Άρθρο XVII

Εθνική μεταχείριση

1. Οσον αφορά το σύνολο των μέτρων των σχετικών με την παροχή υπηρεσιών στους τομείς που περιλαμβάνονται στον πίνακά του και λαμβάνοντας υπόψη τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται σ` αυτόν, κάθε μέλος παρέχει σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους, μετραχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από τη μεταχείριση που παρέχει στις οικείες παρεμφερείς υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών.

2. Κάποιο μέλος είναι δυνατό να πληροί τον όρο της παραγράφου 1 παραχωρώντας σε υπηρεσίες και φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους, είτε τυπικά όμοια μεταχείριση είτε τυπικά διαφορετική μεταχείριση από αυτή που παρέχει στις οικείες παρεμφερείς υπηρεσίες και τους δικούς του φορείς υπηρεσιών.

3. Η τυπικά όμοια ή τυπικά διαφορετική μεταχείριση θεωρείται ότι είναι λιγότερο ευνοϊκή εάν τροποποιεί τους όρους ανταγωνισμού υπέρ των υπηρεσιών ή φορέων παροχής υπηρεσιών του συγκεκριμένου μέλους, σε σύγκριση με παρεμφερείς υπηρεσίες ή φορείς παροχής υπηρεσιών οποιουδήποτε άλλου μέλους.

Άρθρο XVIII

Πρόσθετες αναλήψεις υποχρεώσεων

Τα μέλη δύνανται να διαπραγματεύονται αναλήψεις υποχρεώσεων σχετικές με μέτρα που αφορούν συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών, οι οποίες δεν καταχωρούνται σε πίνακες, βάσει των άρθρων XVI ή XVII, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν θέματα σχετικά με τα προσόντα, τα πρότυπα και την έκδοση αδειών. Οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων δεν καταχωρούνται σε πίνακα μέλους.

ΜΕΡΟΣ IV

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Άρθρο ΧΙΧ

Διαπραγμάτευση συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεων

1. Κατά την επιδίωξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη αναλαμβάνουν διαδοχικούς γύρους διαπραγματεύσεων που αρχίζουν το αργότερο πέντε έτη μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας για τον ΠΟΕ και διεξάγονται στη συνέχεια σε τακτικά διαστήματα, προκειμένου να επιτευχθεί προοδευτικά υψηλότερο επίπεδο απελευθέρωσης. Οι εν λόγω διαπραγματεύσεις αποσκοπούν στη μείωση ή εξάλειψη των αρνητικών επιπτώσεων μέτρων στις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών ως μέσο παροχής αποτελεσματικής πρόσβασης στην αγορά. Η σχετική διαδικασία ακολουθείται με στόχο την προώθηση των συμφερόντων όλων των συμμετεχόντων σε αμοιβαία ευνοϊκή βάση και την εξασφάλιση γενικότερης ισορροπίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

2. Η διαδικασία απελευθέρωσης πραγματοποιείται αφού ληφθούν δεόντως υπόψη οι στόχοι της εθνικής πολιτικής και ο βαθμός ανάπτυξης μεμονωμένων μελών, τόσο σε γενικότερο επίπεδο όσο και σε επιμέρους τομείς. Εξασφαλίζεται ο κατάλληλος βαθμός ευελιξίας για μεμονωμένες αναπτυσσόμενες χώρες μέλη όσον αφορά το άνοιγμα μικρότερου αριθμού τομέων, την απελευθέρωση μικρότερου αριθμού κατηγοριών συνΆλλαγών, την προοδευτική επέκταση της πρόσβασης στην αγορά, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής της και, όταν επιτρέπεται η πρόσβαση αλλοδαπών φορέων παροχής υπηρεσιών στις αγορές της, τη θέσπιση ορισμένων όρων που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο IV.

3. Για κάθε γύρο καθορίζονται οδηγίες και διαδικασίες διαπραγματεύσεων. Για τον καθορισμό των σχετικών οδηγιών, το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών πραγματοποιεί αξιολόγηση των συνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών σε γενικότερο επίπεδο και σε τομεακή βάση σε σχέση με τους στόχους της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ορίζονται στο άρθρο IV, παράγραφος 1. Στο πλαίσιο των διαπραγματευτικών οδηγιών, καθορίζονται τρόποι αντιμετώπισης της διαδικασίας απελευθέρωσης που έχουν θέσει σε εφαρμογή αυτόνομα τα μέλη από τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις καθώς και της ειδικής μεταχείρισης των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών βάσει των διατάξεων του άρθρου IV παράγραφος 3.

4. Η διαδικασία προοδευτικής απελευθέρωσης προωθείται σε κάθε σχετικό γύρο μέσω διμερών ή πολυμερών διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην αύξηση του γενικού επιπέδου συγκεκριμένων υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν τα μέλη βάσει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο ΧΧ

Πίνακες συγκεκριμένων υποχρεώσεων

1. Κάθε μέλος καθορίζει σε πίνακα τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει στο πλαίσιο του μέρους ΙΙΙ της παρούσας συμφωνίας. Οσον αφορά τους τομείς στους οποίους αναλαμβάνονται οι συγκεκριμένες υποχρεώσεις, σε κάθε πίνακα προσδιορίζονται:

(α) οι όροι, οι περιορισμοί και οι προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά,

(β) οι όροι και οι περιορισμοί, όσον αφορά την εθνική μεταχείριση,

(γ) οι δεσμεύσεις σχετικά με τις πρόσθετες αναλήψεις υποχρεώσεων,

(δ) κατά περίπτωση, το χρονικό πλαίσιο εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων,

(ε) η ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω υποχρεώσεων.

2. Τα μέτρα που έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα XVI και XVII εγγράφονται στη στήλη που αναφέρεται στο άρθρο XVI. Στην περίπτωση αυτή, η εγγραφή θεωρείται ότι εισάγει όρο ή περιορισμό όσον αφορά επίσης το άρθρο XVII.

3. Οι πίνακες των συγκεκριμένων υποχρεώσεων επισυνάπτονται στην παρούσα συμφωνία και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο ΧΧΙ

1. (α) Οποιοδήποτε μέλος που αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως “το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις” δύναται να τροποποιεί ή να ανακαλεί τις αναλήψεις υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στον πίνακά του, οποτεδήποτε μετά την παρέλευση τριών ετών από την έναρξη ισχύος των σχετικών υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(β) Το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις γνωστοποιεί στο Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών την πρόθεσή του να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει ανάληψη υποχρέωσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το αργότερο τρεις μήνες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία εφαρμογής της τροποποίησης ή της ανάκλησης.

2. (α) Κατόπιν αιτήσεως μέλους, του οποίου τα οφέλη που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία είναι δυνατόν να θιγούν από προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση που γνωστοποιείται βάσει της παραγράφου 1, στοιχείο β) (το οποίο αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως “θιγόμενο μέλος”), το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις αρχίζει διαπραγματεύσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις αναγκαίες αντισταθμιστικές αναπροσαρμογές. Κατά τις εν λόγω διαπραγματεύσεις και συμφωνίες, τα ενδιαφερόμενα μέλη προσπαθούν να διατηρήσουν ένα γενικό επίπεδο αμοιβαίως επωφελών υποχρεώσεων όχι λιγότερο ευνοϊκών για τις συνΆλλαγές από αυτές που προβλέπονταν στους πίνακες συγκεκριμένων υποχρεώσεων πριν από τις σχετικές διαπραγματεύσεις.

(β) Οι αντισταθμιστικές προσαρμογές πραγματοποιούνται βάσει της αρχής του μάλλον ευνοουμένου κράτους.

3. (α) Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του μέλους που προβαίνει σε τροποποιήσεις και των θιγομένων μελών πριν από τη λήξη της περιόδου που προβλέπεται για διαπραγματεύσεις, τα εν λόγω θιγόμενα μέλη δύνανται να παραπέμψουν το θέμα σε διαιτησία. Τα θιγόμενα μέλη που επιθυμούν να επιβάλουν δικαίωμα που ενδεχομένως έχουν για τη χορήγηση αντισταθμιστικού ανταλλάγματος οφείλουν να συμμετέχουν στη διαιτησία.

(β) Αν κανένα από τα θιγόμενα μέλη δεν ζητήσει την προσφυγή σε διαιτησία, το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις είναι ελεύθερο να εφαρμόσει την προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση.

4. (α) Το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις δεν δύναται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την υποχρέωσή του μέχρις ότου πραγματοποιήσει αντισταθμιστικές αναπροσαρμογές, σύμφωνα με τα πορίσματα της διαιτησίας.

(β) Αν το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις θέτει σε εφαρμογή την προτεινόμενη τροποποίηση ή ανάκληση και δεν συμμορφούται με τα πορίσματα της διαιτησίας, τα θιγόμενα μέλη που συμμετείχαν στη διαιτησία δύνανται να τροποποιήσουν ή να ανακαλέσουν κατ` ουσία ισοδύναμα οφέλη, σύμφωνα με τα εν λόγω πορίσματα. Κατά περέκκλιση του άρθρου ΙΙ, η σχετική τροποποίηση ή ανάκληση είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί αποκλειστικά σε σχέση με το μέλος που προβαίνει σε τροποποιήσεις.

5. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσίων καθορίζει διαδικασίες διόρθωσης ή τροποποίησης των πινάκων υποχρεώσεων. Τα μέλη τα οποία προέβησαν στην τροποποίηση ή ανάκληση βάσει του παρόντος άρθρου, υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στους πίνακες τροποποιούν τους πίνακές τους σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες.

ΜΕΡΟΣ V

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο ΧΧΙΙ

Διαβουλεύσεις

1. Κάθε μέλος εξετάζει με κατανόηση τις παραστάσεις στις οποίες προβαίνει κάθε άλλο μέλος σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που άπτεται της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες για τη διεξαγωγή σχετικών διαβουλεύσεων. Στις εν λόγω διαβουλεύσεις εφαρμόζεται το μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών (ΜΣΕΔ).

2. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσίων ή το Οργανο Επίλυσης Διαφορών (ΟΕΔ) δύνανται, κατόπιν αιτήσεως μέλους, να προβαίνουν σε συνεννόηση με μέλος ή μέλη σχετικά με θέματα για τα οποία δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί ικανοποιητική λύση μέσω της διαδικασίας διαβουλεύσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3. Ενα μέλος δύναται να μην επικαλεσθεί το άρθρο XVII, είτε βάσει του παρόντος άρθρου είτε βάσει του άρθρου ΧΧΙΙΙ, όσον αφορά μέτρα που λαμβάνονται από άλλο μέλος, τα οποία καλύπτονται από διεθνή συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ τους, σχετικά με την αποφυγή διπλής φορολογίας. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ μελών σχετικά με το κατά πόσον ένα μέτρο εμπίπτει στο πλαίσιο της σχετικής συμφωνίας, τα μέλη έχουν το δικαίωμα να παραπέμψουν το θέμα στο Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών. Το Συμβούλιο παραπέμπει το ζήτημα σε διαιτησία. Η απόφαση του διαιτητή είναι τελική και δεσμευτική για τα μέλη.

Άρθρο ΧΧΙΙΙ

Επίλυση διαφορών και εκτέλεση των υποχρεώσεων

1. Στην περίπτωση που ένα μέλος θεωρεί ότι οποιοδήποτε άλλο μέλος δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του ή στις συγκεκριμένες δεσμεύσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας δύναται, προκειμένου να επιτευχθεί αμοιβαία ικανοποιητική επίλυση του θέματος να προσφύγει στο μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.

2. Αν το ΟΕΔ θεωρεί ότι οι περιστάσεις είναι αρκετά σοβαρές ώστε να δικαιολογούν την εν λόγω ενέργεια, δύναται να επιτρέψει σε μέλος ή μέλη την αναστολή της εφαρμογής υποχρεώσεων και συγκεκριμένων δεσμεύσεων έναντι οποιουδήποτε άλλου μέλους ή μελών, σύμφωνα με το άρθρο 22 του μνημονίου συμφωνίας για την Επίλυση Διαφορών.

3. Αν κάποιο μέλος θεωρεί ότι κάποιο όφελος που ανέμενε λογικά να προκύψει υπέρ αυτού βάσει συγκεκριμένης υποχρέωσης άλλου μέλους, στο πλαίσιο του μέρους ΙΙΙ της παρούσας συμφωνίας εξουδετερώνεται ή τίθεται σε κίνδυνο ως αποτέλεσμα της εφαρμογής μέτρων που δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, δύναται να προσφύγει στο μνημόνιο συμφωνίας για την επίλυση διαφορών. Αν το ΟΕΔ θεωρεί ότι τα συγκεκριμένα μέτρα έχουν αναιρέσει εν όλω ή εν μέρει σχετικά οφέλη, το θιγόμενο μέλος έχει το δικαίωμα να προσφύγει σε αμοιβαία ικανοποιητική διευθέτηση, βάσει του άρθρου ΧΧΙ, παράγραφος 2 η οποία είναι δυνατόν να περιλαμβάνει την τροποποίηση ή ανάκληση του μέτρου. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών, εφαρμόζεται το άρθρο 22 του μνημονίου συμφωνίας για την επίλυση διαφορών.

Άρθρο XXIV

Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών

1. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται για τη διευκόλυνση της λειτουργίας της παρούσας συμφωνίας και την προώθηση των στόχων της. Το συμβουλίο, δύναται αν το κρίνει σκόπιμο να συστήσει επικουρικά όργανα για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του.

2. Στο συμβούλιο και, εκτός αν αυτό αποφασίσει διαφορετικά, στα επικουρικά όργανα, δύνανται να συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των μελών.

3. Ο πρόεδρος του συμβουλίου εκλέγεται από τα μέλη.

Άρθρο ΧΧV

Τεχνική Συνεργασία

1. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών μελών που χρειάζονται τέτοια βοήθεια έχουν δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες επικοινωνίας που αναφέρονται στο άρθρο IV, παράγραφος 2.

2. Η τεχνική βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες παρέχεται σε πολυμερές επίπεδο από τη Γραμματεία και αποφασίζεται από το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών.

Άρθρο XXVI

Σχέση με άλλους διεθνείς οργανισμούς

Το Γενικό Συμβούλιο προβαίνει στις κατάλληλες διευθετήσεις για την έναρξη διαβουλεύσεων και συνεργασίας με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών και τις ειδικευμένες υπηρεσίες αυτού, καθώς και με άλλους διακυβερνητικούς οργανισμούς σχετικούς με τον τομέα των υπηρεσιών.

ΜΕΡΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXVII

Αρνηση χορήγησης των οφελών

Οποιοδήποτε μέλος δύναται να αρνηθεί τα οφέλη της παρούσας συμφωνίας:

(α) όσον αφορά την παροχή υπηρεσίας, αν αποδείξει ότι η υπηρεσία παρέχεται από ή στο έδαφος μη μέλους ή μέλους έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ,

(β) στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας θαλάσσιων μεταφορών, αν αποδείξει ότι η υπηρεσία παρέχειται:

(i) από πλοίο που έχει νηολογηθεί βάσει της νομοθεσίας μη μέλους ή μέλους έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ, και

(ii) από πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή και χρησιμοποιεί πλοίο, εν όλω ή εν μέρει, αλλά που προέρχεται από μη μέλος ή από μέλος έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ,

(γ) σε φορέα παροχής υπηρεσιών, ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο, εάν αποδείξει ότι δεν είναι φορέας παροχής υπηρεσιών άλλου μέλους ή ότι είναι φορέας παροχής υπηρεσιών μέλους, έναντι του οποίου το αρνούμενο μέλος δεν εφαρμόζει τη συμφωνία για τον ΠΟΕ.

Άρθρο XXVIII

Ορισμοί

Για το σκοπό της παρούσας συμφωνίας:

(α) ως “μέτρο” νοείται κάθε μέτρο που λαμβάνεται από μέλος, υπό μορφή νόμου, κανονισμού, κανόνα, διαδικασίας, απόφασης, διοικητικής πράξης ή υπό οποιαδήποτε άλλη μορφή,

(β) ο όρος “παροχή υπηρεσίας” περιλαμβάνει την παραγωγή, διανομή, εμπορία, πώληση και διάθεση υπηρεσίας,

(γ) η έκφραση “μέτρα που λαμβάνονται από μέλη και τα οποία επηρεάζουν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών” περιλαμβάνει μέτρα σχετικά με:

(i) την αγορά, πληρωμή ή χρήση υπηρεσίας,

(ii) όσον αφορά την παροχή υπηρεσίας, τη δυνατότητα πρόσβασης και χρήσης υπηρεσιών που απαιτούνται από τα εν λόγω μέλη προκειμένου να διατεθούν εν γένει, στο κοινό,

(iii) την παρουσία, συμπεριλαμβανομένης της εμπορικής παρουσίας, προσώπων ενός μέλους για την παροχή υπηρεσίας στο έδαφος άλλου μέλους,

(δ) ως “εμπορική παρουσία” νοείται κάθε τύπος επιχειρηματικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας, εκτός των άλλων, μέσω:

(i) της σύστασης, αγοράς ή διατήρησης νομικού προσώπου ή

(ii) της δημιουργίας ή διατήρησης υποκαταστήματος ή υπηρεσίας εκπροσώπησης,

στο έδαφος μέλους με σκοπό την παροχή υπηρεσίας,

(ε) ως “τομέας” υπηρεσίας νοείται,

(i) όσον αφορά συγκεκριμένη υποχρέωση, ένας ή περισσότεροι ή το σύνολο των επιμέρους τομέων της συγκεκριμένης υπηρεσίας, όπως προσδιορίζονται σε πίνακα ενός μέλους,

(ii) σε αντίθετη περίπτωση, το σύνολο του συγκεκριμένου τομέα υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιμέρους τομέων,

(στ) “ο όρος υπηρεσία άλλου μέλους” σημαίνει υπηρεσία που παρέχεται,

(i) από ή στο έδαφος του συγκεκριμένου άλλου μέλους, ή στην περίπτωση θαλάσσιων μεταφορών, από πλοίο που έχει νηολογηθεί βάσει της νομοθεσίας του άλλου μέλους, ή από πρόσωπο που προέρχεται από το άλλο μέλος, το οποίο παρέχει την υπηρεσία μέσω της εκμετάλλευσης πλοίου και/ή της χρησιμοποίησής του εν όλω ή εν μέρει ή

(ii) στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας μέσω εμπορικής παρουσίας ή μέσω της παρουσίας φυσικών προσώπων, από φορέα παροχής υπηρεσιών του συγκεκριμένου άλλου μέλους,

(ζ) ως “φορέας παροχής υπηρεσίων” νοείται κάθε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσία,

(η) ως “φορέας μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών” νοείται κάθε πρόσωπο του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, το οποίο στη σχετική αγορά του εδάφους μέλους, έχει εξουσιοδοτηθεί ή αναγνωρισθεί, επισήμως ή στην πράξη από το εν λόγω μέλος ως αποκλειστικός φορέας παροχής της εν λόγω υπηρεσίας,

(θ) ως “χρήστης υπηρεσίας” νοείται κάθε πρόσωπο που λαμβάνει ή χρησιμοποιεί υπηρεσία,

(ι) ως “πρόσωπο” νοείται είτε φυσικό είτε νομικό πρόσωπο,

(κ) ως “φυσικό πρόσωπο άλλου μέλους” νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στο έδαφος του συγκεκριμένου άλλου μέλους ή οποιουδήποτε άλλου μέλους και το οποίο, βάσει της νομοθεσίας του συγκεκριμένου άλλου μέλους:

(i) είναι υπήκοος του συγκεκριμένου άλλου μέλους, ή

(ii) έχει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο εν λόγω άλλο μέλος, στην περίπτωση μέλους που

1. δεν έχει υπηκόους ή

2. παρέχει, κατ` ουσία, την ίδια μεταχείριση στους μόνιμους κατοίκους όπως και στους υπηκόους του, όσον αφορά τα μέτρα που επηρεάζουν τις εμπορικές συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών όπως ορίζονται στην αποδοχή ή προσχώρησή του στη συμφωνία για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι κανένα μέλος δεν υποχρεούται να παρέχει σε μόνιμους κατοίκους περισσότερο ευνοϊκή μεταχείριση από αυτή που παρέχει το συγκεκριμένο άλλο μέλος στους μόνιμους κατοίκους. Στη σχετική γνωστοποίηση περιλαμβάνεται η διασφάλιση ότι αναλαμβάνονται, σε σχέση με τους μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με τη νομοθεσία και τους κανονισμούς του, οι ίδιες υποχρεώσεις που έχει το εν λόγω άλλο μέλος έναντι των υπηκόων του,

(λ) ως “νομικό πρόσωπο” νοείται κάθε νομική οντότητα που έχει δεόντως συσταθεί ή οργανωθεί, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα, η οποία ανήκει στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών, των οικονομικών συνασπισμών μεγάλων επιχειρήσεων, των προσωπικών εταιρειών, των κοινών επιχειρήσεων, των ατομικών επιχειρήσεων ή των ενώσεων,

(μ) ως “νομικό πρόσωπο άλλου μέλους” νοείται το νομικό πρόσωπο το οποίο είτε:

(i) έχει συσταθεί ή οργανωθεί βάσει της νομοθεσίας του συγκεκριμένου άλλου μέλους και έχει αναλάβει ουσιαστικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στο έδαφος αυτού του μέλους ή άλλων μελών, ή

(ii) στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών μέσω εμπορικής παρουσίας, που ανήκει σε ή ελέγχεται από:

1. φυσικά πρόσωπα του συγκεκριμένου μέλους, ή

2. νομικά πρόσωπα του συγκεκριμέενου άλλου μέλους, όπως προσδιορίζονται στο σημείο (i)

(ν) Ενα νομικό πρόσωπο

(i) “ανήκει” σε πρόσωπα ενός μέλους εάν πάνω από το 50% του μετοχικού κεφαλαίου του ανήκει κατά πλήρη κυριότητα σε πρόσωπα του εν λόγω μέλους,

(ii) “ελέγχεται” από πρόσωπα ενός μέλους εάν αυτά έχουν το δικαίωμα να ορίζουν την πλειοψηφία των διευθυντών του ή να διευθύνουν νομίμως τις δραστηριότητές του,

(iii) “συνδέεται” με άλλο πρόσωπο όταν ελέγχει ή ελέγχεται από το συγκεκριμένο άλλο πρόσωπο ή όταν αυτό και το άλλο πρόσωπο ελέγχονται από το ίδιο πρόσωπο.

(ο) ο όρος “άμεσοι φόροι” περιλαμβάνει το σύνολο των φόρων επί του συνολικού εισοδήματος, ή των συνολικών στοιχείων εισοδήματος ή κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων επί των κερδών από τις μεταβιβάσεις κυριότητας, των φόρων περιουσίας, κληρονομιών και δωρεών και των φόρων επί των συνολικών ποσών μισθών ή αμοιβών που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις καθώς και των φόρων ανατίμησης κεφαλαίου.

Άρθρο ΧΧΙΧ

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΆΛΛΑΓΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΟ ΆΡΘΡΟ ΙΙ.

Πεδίο εφαρμογής

1. Στο παρόν παράρτημα καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος, κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου ΙΙ, παράγραφος 1.

2. Τυχόν νέες απΆλλαγές που εφαρμόζονται μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ περιλαμβάνονται στο άρθρο ΙΧ, παράγραφος 3 της εν λόγω συμφωνίας.

Επανεξέταση

3. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών επανεξετάζει το σύνολο των απΆλλαγών που χορηγούνται για χρονικό διάστημα ανώτερο των πέντε ετών. Η πρώτη σχετική αναθεώρηση πραγματοποιείται το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. Κατά την αναθεώρηση, το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών:

(α) εξετάζει κατά πόσον ισχύουν ακόμη οι συνθήκες που κατέστησαν αναγκαίες τις απΆλλαγές και

(β) καθορίζει την ημερομηνία ενδεχόμενης μελλοντικής επανεξέτασης.

Λήξη

5. Η απΆλλαγή ενός μέλους από τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου ΙΙ, παράγραφος 1 της συμφωνίας, όσον αφορά ένα συγκεκριμένο μέτρο, λήγει κατά την ημερομηνία που προβλέπεται στην απΆλλαγή.

6. Κατ` αρχήν, οι εν λόγω απΆλλαγές δεν θα πρέπει να ισχύουν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών. Εν πάση περιπτώσει, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο μεταγενέστερων γύρων για την απελευθέρωση των εμπορικών συνΆλλαγών.

7. Κατά τη λήξη του χρονικού διαστήματος ισχύος των απΆλλαγών, το ενδιαφερόμενο μέλος πληροφορεί το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών ότι το ασυμβίβαστο μέτρο αναπροσαρμόστηκε ώστε να συμφωνεί με το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 1 της συμφωνίας.

Κατάλογοι των απΆλλαγών από τις υποχρεώσεις του άρθρου ΙΙ

[Οι εγκεκριμένοι κατάλογοι των απΆλλαγών βάσει του άρθρου ΙΙ βάσει του άρθρου ΙΙ παράγραφος 2 επισυνάπτονται στο παρόν αντίγραφο της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΟΥΝ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

1. Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσίας και αφορούν φυσικά πρόσωπα τα οποία αποτελούν φορείς παροχής υπηρεσιών ενός μέλους και φυσικά πρόσωπα ενός μέλους τα οποία απασχολούνται από φορέα παροχής υπηρεσιών ενός μέλους.

2. Η συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν φυσικά πρόσωπα, τα οποία επιζητούν πρόσβαση στην αγορά εργασία ενός μέλους, ούτε σε μέτρα που αφορούν θέματα σχετικά με την υπηκοότητα, διαμονή ή απασχόληση σε μόνιμη βάση.

3. Σύμφωνα με τα μέρη ΙΙΙ και IV της συμφωνίας, τα μέλη δύνανται να διαπραγματεύονται συγκεκριμένες υποχρεώσεις που εφαρμόζονται στην κυκλοφορία όλων των κατηγοριών φυσικών προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες βάσει της συμφωνίας. Σε φυσικά πρόσωπα που καλύπτονται από συγκεκριμένη υποχρέωση δίνεται το δικαίωμα να παρέχουν τις σχετικές υπηρεσίες σύμφωνα με τους όρους της υποχρέωσης.

4. Η συμφωνία δεν απαγορεύει σε μέλος να εφαρμόζει μέτρα για τη ρύθμιση της εισόδου ή της προσωρινής διαμονής φυσικών προσώπων στο έδαφός του, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που είναι αναγκαία για την προστασία της ακεραιότητας φυσικών προσώπων και την εξασφάλιση της ομαλής κυκλοφορίας αυτών διά μέσου των συνόρων υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αναιρούν εν όλω ή εν μέρει τα οφέλη που απορρέουν για οποιοδήποτε μέλος από τους όρους της συγκεκριμένης υποχρέωσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

1. Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν τις συνΆλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών, τακτικών ή μη τακτικών καθώς και των συναφών υπηρεσιών. Επιβεβαιώνεται ότι οι συγκεκριμένες δεσμεύσεις ή υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται βάσει της παρούσας συμφωνίας δεν μειώνουν ούτε επηρεάζουν τυχόν υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει τα μέλη στο πλαίσιο διμερών ή πολυμερών συμφωνίων οι οποίες ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

2. Η συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών επίλυσης διαφορών, δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν:

(α) μεταφορικά δικαιώματα, τα οποία έχουν παραχωρηθεί καθ` οιονδήποτε τρόπο ή

(β) υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με την άσκηση των μεταφορικών δικαιωμάτων.

με εξαίρεση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος παραρτήματος,

3. Η συμφωνία εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν:

(α) υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης αεροσκαφών,

(β) την πώληση και την προώθηση στην αγορά των υπηρεσιών αερομεταφορών,

(γ) υπηρεσίες σχετικές με το ηλεκτρονικό σύστημα κρατήσεων (ΗΣΚ).

4. Η προσφυγή στις διαδικασίες επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στη συμφωνία επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση που έχουν αναληφθεί υποχρεώσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τα ενδιαφερόμενα μέλη ή έχουν εξαντληθεί οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο διμερών και άλλων πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών.

5. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών εξετάζει κατά τακτά διαστήματα και το λιγότερο κάθε πέντε χρόνια, τις εξελίξεις στον τομέα των αερομεταφορών καθώς και την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, με στόχο την εκτίμηση της δυνατότητας περαιτέρω εφαρμογής της συμφωνίας στον εν λόγω τομέα.

6. Ορισμοί:

(α) Ως “υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης αεροσκαφών” νοούνται οι σχετικές εργασίες που εκτελούνται σε αεροσκάφος ή τμήμα αυτού το οποίο έχει αποσυρθεί από τη γραμμή και δεν περιλαμβάνουν τις λεγόμενες εργασίες συντήρησης γραμμής πτήσεων.

(β) Ως “πώληση και μάρκετινγκ υπηρεσιών αερομεταφορών” νοούνται οι δυνατότητες του ενδιαφερόμενου αερομεταφορέα να πωλεί και να διαθέτει ελεύθερα στην αγορά υπηρεσίες αερομεταφορών, συμπεριλαμβανομένων όλων των θεμάτων που άπτονται του μάρκετινγκ όπως: έρευνας αγοράς, διαφήμιση και διανομή. Οι εν λόγω δραστηριότητες δεν περιλαμβάνουν τον καθορισμό τιμών των υπηρεσιών αερομεταφορών ούτε τους ισχύοντες όρους.

(γ) Ως “υπηρεσίες ηλεκτρονικού συστήματος κρατήσεων” (ΗΣΚ) νοούνται οι υπηρεσίες που παρέχονται μέσω μηχανογραφικών συστημάτων τα οποία περιέχουν πληροφορίες σχετικές με τα προγραμματισμένα δρομολόγια των αερομεταφορέων, τη διαθεσιμότητα αυτών, τους ναύλους και τους κανόνες που ισχύουν για τους ναύλους και βάσει των οποίων είναι δυνατόν να γίνονται κρατήσεις και να εκδίδονται εισιτήρια.

(δ) Ως “μεταφορικά δικαιώματα” νοούνται τα δικαιώματα για την εκμετάλλευση τακτικών και μη τακτικών αεροπορικών γραμμών και/ή τη μεταφορά, έναντι αμοιβής ή/και μίσθωσης, επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου από, προς, εντός ή πάνω από το έδαφος μέλους, συμπεριλαμβανομένων των σημείων που εξυπηρετούνται, των δρομολογίων που εκτελούνται, των κατηγοριών μεταφερόμενου φορτίου, της μεταφορικής ικανότητας που παρέχεται, των ναύλων που επιβάλλονται και των σχετικών όρων, καθώς και των κριτηρίων ανάθεσης της εκμετάλλευσης σε αερομεταφορείς, όπως ο αριθμός, η κυριότητα και η μορφή ελέγχου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

1. Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

(α) Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στο παρόν παράρτημα, ως παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών νοείται η παροχή υπηρεσιών όπως ορίζεται στο άρθρο Ι, παράγραφος 2 της συμφωνίας.

(β) Για τους σκοπούς του άρθρου Ι, παράγραφος 3, στοιχείο β) της συμφωνίας, ως “υπηρεσίες που παρέχονται κατά την εκτέλεση κρατικής εξουσίας” νοούνται:

(i) δραστηριότητες που εκτελούνται από κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή ή οποιοδήποτε οργανισμό του δημοσίου τομέα κατά την εφαρμογή νομισματικών ή συνΆλλαγματικών πολιτικών,

(ii) δραστηριότητες που αποτελούν τμήμα θεσπισμένου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή κρατικών συνταξιοδοτικών καθεστώτων,

(iii) άλλες δραστηριότητες που εκτελούνται από δημόσιο φορέα για λογαριασμό ή με την εγγύηση ή τη χρήση κρατικών χρηματοδοτικών πόρων.

(γ) Για τους σκοπούς του άρθρου Ι, παράγραφος 3, στοιχείο β) της συμφωνίας, σε περίπτωση που ένα μέλος επιτρέπει την ανάληψη οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα σημεία (ii) και (iii) της ανωτέρω παραγράφου από τους δικούς του φορείς παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, υπό συνθήκες ανταγωνισμού με δημόσιο φορέα ή φορέα παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ο όρος “υπηρεσίες” περιλαμβάνει τις εν λόγω δραστηριότητες.

(δ) Το άρθρο Ι, παράγραφος 3, στοιχείο γ) της συμφωνίας δεν εφαρμόζεται σε υπηρεσίες που καλύπτονται από το παρόν παράρτημα.

2. Εσωτερικές ρυθμίσεις

(α) Κατά παρέκκλιση των λοιπών διατάξεων της συμφωνίας, δεν απαγορεύεται στα μέλη να λαμβάνουν μέτρα για λόγους προληπτικής εποπτείας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας επενδυτών, καταθετών, ασφαλιζομένων ή προσώπων, στα οποία οι παρέχοντες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες καταβάλλουν αμοιβή για υπηρεσίες θεματοφύλακα, ή για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οταν τα εν λόγω μέτρα βρίσκονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της συμφωνίας, δεν χρησιμοποιούνται ως μέσο αποφυγής των δεσμεύσεων και υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει τα μέλη βάσει της συμφωνίας.

(β) Ουδεμία διάταξη της συμφωνίας δεν σημαίνει ότι υποχρεούται μέλος να αποκαλύψει πληροφορίες σχετικές με τις υποθέσεις και τους λογαριασμούς μεμονωμένων πελατών ή πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα ή σχετικές με την ιδιοκτησία που βρίσκονται στην κατοχή δημοσίων φορέων.

3. Αναγνώριση

(α) Κατά τον καθορισμό των μέσων εφαρμογής των μέτρων που αφορούν τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ένα μέλος δύναται να αναγνωρίζει, για λόγους προληπτικής εποπτείας, μέτρα άλλων χωρών. Η αναγνώριση αυτή, η οποία δύναται να επιτυγχάνεται μέσω εναρμόνισης ή με άλλον τρόπο, είναι δυνατόν να βασίζεται σε συμφωνία ή διακανονισμού με την ενδιαφερόμενη χώρα ή να χορηγείται αυτόνομα.

(β) Ενα μέλος που αποτελεί μέρος σε συμφωνίες ή διακανονισμούς που αναφέρονται στο στοιχείο (α) και υφίστανται ή προβλέπονται για το μέλλον, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες σε άλλα ενδιαφερόμενα μέλη να διαπραγματεύονται την προσχώρησή τους στις σχετικές συμφωνίες ή διακανονισμούς ή τη σύναψη παρεμφερών συνθηκών και διακανονισμών με αυτό, που θα εξασφάλιζαν ισοδύναμες ρυθμίσεις, μηχανισμούς εποπτείας, διαδικασίες εφαρμογής και ενδεχομένως, διαδικασίες σχετικές με την αντΆλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας ή του διακανονισμού. Σε περίπτωση, που ένα μέλος πραγματοποιεί την αναγνώριση αυτόνομα, παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες στα υπόλοιπα μέλη να αποδείξουν ότι ισχύουν οι σχετικές προϋποθέσεις.

(γ) Σε περίπτωση που ένα μέλος σχεδιάζει την αναγνώριση μέτρων προληπτικής εποπτείας άλλων χωρών δεν εφαρμόζεται το άρθρο VII, παράγραφος 4, στοιχείο β).

4. Επίλυση διαφορών

Οι ειδικές ομάδες (πάνελ) για τις διαφορές σε θέματα προληπτικής εποπτείας και άλλα χρηματοπιστωτικά ζητήματα διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τη συγκεκριμένη χρηματοπιστωτική υπηρεσία που αποτελεί αντικείμενο διαφοράς.

5. Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

(α) Ως χρηματοπιστωτική υπηρεσία νοείται οποιαδήποτε υπηρεσία χρηματοπιστωτικής φύσεως πόυ προσφέρεται από φορέα παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ενός μέλους. Στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες περιλαμβάνονται όλες οι ασφαλιστικές και οι σχετικές με ασφάλειες υπηρεσίες καθώς και οι τραπεζικές και λοιπές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (εκτός των ασφαλιστικών). Στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες περιλαμβάνονται οι εξής δραστηριότητες:

Ασφαλιστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες σχετικές με ασφάλειες

(i) πρωτασφάλιση (συμπεριλαμβανομένης της συνασφάλισης):

(Α) ζωής

(Β) ζημιών

(ii) Αντασφάλιση και επανεκχώρηση

(iii) Διαμεσολάβηση στον ασφαλιστικό τομέα, όπως μεσιτεία και πρακτορεία,

(iv) Επικουρικές ασφαλιστικές υπηρεσίες, όπως παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, αναλογιστικές μελέτες, εκτίμηση του κινδύνου και υπηρεσίες διακανονισμού αποζημιώσεων.

Τραπεζικές και λοιπές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (εκτός των ασφαλιστικών)

(v) Αποδοχή καταθέσεων και άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό

(vi) Κάθε μορφής δανειοδότηση, συμπεριλαμβανομένης της καταναλωτικής πίστης, των ενυπόθηκων πιστώσεων, της διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων και της χρηματοδότησης εμπορικών συνΆλλαγών.

(vii) Ολες οι υπηρεσίες πληρωμής και μεταφοράς χρηματικών ποσών, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, των ταξιδιωτικών επιταγών και των τραπεζικών επιταγών.

(ix) Εγγυήσεις και αναλήψεις υποχρεώσεων.

(χ) ΣυνΆλλαγές για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών, είτε στο χρηματιστήριο ή σε εξωχρηματιστηριακές αγορές ή με άλλο τρόπο επί:

(Α) μέσων χρηματαγοράς (συμπεριλαμβανομένων επιταγών, συνΆλλαγματικών, πιστοποιητικών καταθέσεων),

(Β) συναλλάγματος,

(Γ) παράγωγων προϊόντων συμπεριλαμβανομένων, αλλά όχι αποκλειστικά, προθεσμιακών συμβολαίων και συμβολαίων με δικαίωμα προαίρεσης,

(Δ) μέσων συνΆλλαγματικών ισοτιμιών και επιτοκίου, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων όπως οι συμφωνίες αντΆλλαγής και οι προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίου,

(Ε) μεταβιβάσιμων κινητών αξιών,

(ΣΤ) άλλων διαπραγματεύσιμων μέσων και χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων συμπεριλαμβανομένων των ράβδων χρυσού ή αργύρου,

(xi) Συμμετοχή σε εκδόσεις κάθε μορφής χρεογράφων, συμπεριλαμβανομένης της αναδοχής και της διάθεσης (στο κοινό ή σε ιδιώτες) και παροχή υπηρεσιών που συνδέονται με τις σχετικές εκδόσεις,

(xii) Υπηρεσίες χρηματιστού,

(χiii) Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, όπως διαχείριση ρευστών διαθεσίμων ή χαρτοφυλακίου, κάθε μορφή διαχείρισης συλλογικών επενδύσεων, διαχείριση κεφαλαίων συνταξιοδοτικών ταμείων, υπηρεσίες φύλαξης, θεματοφύλακα και καταπιστευματοδόχου.

(xiv) Υπηρεσίες εκκαθάρισης και συμψηφισμού για χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των κινητών αξιών, των παράγωγων προϊόντων και άλλων διαπραγματεύσιμων μέσων,

(xv) Παροχή και μεταβίβαση πληροφοριών χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα και επεξεργασία χρηματοπιστωτικών δεδομένων και σχετικού λογισμικού από φορείς παροχής άλλων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

(xvi) Υπηρεσίες παροχής συμβουλών, διαμεσολάβησης και άλλες συμπληρωματικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, σχετικές με το σύνολο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα σημεία (v) έως (xv), συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης και της ανάλυσης πιστοληπτικής ικανότητας, της έρευνας και των συμβουλών για επενδύσεις και συγκρότηση χαρτοφυλακίων, της παροχής συμβουλών για εξαγορές καθώς και για αναδιάρθρωση και στρατηγική επιχειρήσεων,

(β) Ως φορέας παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενός μέλους που επιθυμεί να παράσχει ή που παρέχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Ωστόσο, ο όρος “φορέας παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών” δεν συμπεριλαμβάνει δημόσιους φορείς.

(γ) Ως “δημόσιος φορέας” νοείται:

(i) διοικητική αρχή, κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή ενός μέλους, ή οντότητα που ανήκει ή ελέγχεται από μέλος, η οποία έχει επιφορτισθεί κυρίως με την εκτέλεση διοικητικών λειτουργιών ή δραστηριοτήτων για χρήση των δημοσίων υπηρεσιών, μη συμπεριλαμβανομένης αυτής που ασχολείται, βασικά, με την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών με εμπορικούς όρους ή

(ii) ιδιωτικός φορέας επιφορτισμένος με λειτουργίες, οι οποίες εκτελούνται κανονικά από κεντρική τράπεζα ή νομισματική αρχή, όταν ασκεί αυτές τις λειτουργίες.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου ΙΙ της συμφωνίας και των παραγράφων 1 και 2 του παραρτήματος για τις απΆλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου ΙΙ, οποιοδήποτς μέλος δύναται κατά τη διάρκεια περιόδου 60 ημερών, που αρχίζει τέσσερις μήνες μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να συμπεριλάβει στο προαναφερόμενο παράρτημα μέτρα σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που είναι ασυμβίβαστα με το άρθρο ΙΙ, παράγραφος 1 της συμφωνίας.

2. Κατά παρέκκλιση του άρθρου ΧΧΙ της συμφωνίας, οποιοδήποτε μέλος δύναται, κατά τη διάρκεια περιόδου 60 ημερών που αρχίζει τέσσιρις μήνες μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, να βελτιώσει, να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει το σύνολο ή μέρος των συγκεκριμένων υποχρεώσεων επί των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στον πίνακά του.

3. Το Συμβούλιο ΣυνΆλλαγών στον τομέα των Υπηρεσιών καθορίζει τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

1. Το άρθρο ΙΙ και το παράρτημα σχετικά με τις απΆλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου ΙΙ, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης καταγραφής στο παράρτημα των μέτρων που βρίσκονται σε αντίθεση με την αρχή της μεταχείρισης του μάλλον ευνοούμενου κράτους που θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει ένα μέλος, τίθενται σε ισχύ, όσον αφορά τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές, τις βοηθητικές υπηρεσίες και τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των λιμενικών εγκαταστάσεων, όχι πριν από:

(α) την ημερομηνία υλοποίησης που καθορίζεται στην παράγραφο 4 της υπουργικής απόφασης για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών ή,

(β) σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, την ημερομηνία της οριστικής έκθεσης της ομάδας διαπραγματεύσεων για τις υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών που προβλέπεται στην εν λόγω απόφαση.

2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε συγκεκριμένες αναλήψεις υποχρεώσεων όσον αφορά υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών που περιλαμβάνονται σε πίνακα κάποιου μέλους.

3. Μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και πριν από την ημερομηνία υλοποίησης, οποιοδήποτε μέλος δύναται να βελτιώσει, να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει το σύνολο ή μέρος των συγκεκριμένων αναλήψεων υποχρεώσεών του στο σχετικό τομέα χωρίς να χορηγήσει αντισταθμιστικά ανταλλάγματα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου ΧΧΙ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ

1. Στόχοι

Αναγνωρίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και, ειδικότερα, το διττό του ρόλο ως ξεχωριστού τομέα οικονομικής δραστηριότητας και ως σημαντικού μέσου για τη μεταφορά άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, τα μέλη συνεφώνησαν στο ακόλουθο παράρτημα με στόχο την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων της συμφωνίας, όσον αφορά τα μέτρα για την πρόσβαση και χρήση δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Συνεπώς, το παρόν παράρτημα περιλαμβάνει σημειώσεις και συμπληρωματικές διατάξεις σχετικές με τη συμφωνία.

2. Πεδίο εφαρμογής

(α) Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται στο σύνολο των μέτρων ενός μέλους, τα οποία επηρεάζουν την πρόσβαση και χρήση δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

(β) Το παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν την καλωδιακή ή ραδιοκυματική διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών προγραμμάτων.

(γ) Ουδεμία διάταξη στο παρόν παράρτημα δεν σημαίνει:

(i) ότι ζητείται από μέλη να εξουσιοδοτήσουν φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών να εγκαταστήσουν, να κατασκευάσουν, να αποκτήσουν, να μισθώσουν, να θέσουν σε λειτουργία ή να διαθέσουν δίκτυα μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών εκτός αυτών που προβλέπονται στον πίνακα υποχρεώσεών τους, ή

(ii) ότι ζητείται από μέλη (ή ότι ζητείται από μέλη να υποχρεώσουν φορείς παροχής υπηρεσιών που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους), να εγκαταστήσουν, να κατασκευάσουν, να αποκτήσουν, να μισθώσουν, να θέσουν σε λειτουργία ή να διαθέσουν δίκτυα μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που δεν παρέχονται εν γένει στο κοινό.

3. Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

(α) Ως “τηλεπικοινωνίες” νοούνται η εκπομπή και λήψη σημάτων μέσω ηλεκτρομαγνητικών μέσων.

(β) Ως “δημόσια μεταφορά τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας” νοείται κάθε μεταφορά τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας που απαιτείται, ρητώς ή στην πράξη, να διατεθεί από μέλος στο κοινό. Οι υπηρεσίες αυτές είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την τηλεγραφική, τηλεφωνική και τηλετυπική μετάδοση καθώς και τη μετάδοση δεδομένων που περιλαμβάνει, βασικά, τη μετάδοση σε πραγματικό χρόνο πληροφοριών που παρέχονται από πελάτες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων σημείων χωρίς καμία διατερματική μεταβολή στη μορφή ή το περιεχόμενο των σχετικών πληροφοριών.

(γ) Ως “δημόσιο δίκτυο μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίες” νοείται η δημόσια υποδομή τηλεπικοινωνιακής μεταφοράς που καθιστά δυνατές τις τηλεπικοινωνίες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων καθορισμένων σημείων απόληξης δικτύου.

(δ) Ως “ενδοεπιχειρησιακές επικοινωνίες” νοούνται οι τηλεπικοινωνίες μέσω των οποίων μια επιχείριση επικοινωνεί στο εσωτερικό της ή με τις θυγατρικές της εταιρείες, τα υποκαταστήματα και, με την επιφύλαξη των εσωτερικών νόμων και κανονισμών, με τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Για τους λόγους αυτούς, οι “θυγατρικές” εταιρείες, τα “υποκαταστήματα” και, όταν είναι σκόπιμο, οι “συνδεδεμένες επιχειρήσεις” ορίζονται από κάθε μέλος. Ο όρος “ενδοεπιχειρησιακές επικοινωνίες”, όπως χρησιμοποιείται στο παρόν παράρτημα, δεν περιλαμβάνει τις εμπορικές ή μη εμπορικές υπηρεσίες που παρέχονται σε επιχειρήσεις οι οποίες δεν αποτελούν θυγατρικές εταιρείες, υποκαταστήματα ή συνδεδεμένες επιχειρήσεις, ή που παρέχονται σε υφιστάμενους ή μελλοντικούς πελάτες.

(ε) Τυχόν αναφορές σε παράγραφο ή εδάφιο του παρόντος παραρτήματος συμπεριλαμβάνουν όλες τις σχετικές υποδιαιρέσεις.

4. Διαφάνεια

Κατά την εφαρμογή του άρθρου ΙΙΙ της συμφωνίας, κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι παρέχονται στο κοινό οι σχετικές πληροφορίες όσον αφορά τους όρους πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημόσιων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένων: του καθορισμού τιμών και άλλων ειδικών και γενικών όρων παροχής υπηρεσιών, των προδιαγραφών των τεχνικών διεπαφών με τα εν λόγω δίκτυα και υπηρεσίες, πληροφοριών σχετικών με φορείς που είναι υπεύθυνοι για την προετοιμασία και υιοθέτηση προτύπων που εφαρμόζονται στην εν λόγω πρόσβαση και χρησιμοποίηση, των όρων που εφαρμόζονται στην προσάρτηση τερματικού και λοιπού εξοπλισμού και τυχόν απαιτήσεων σχετικών με κοινοποιήσεις, καταχώρηση και έκδοση αδειών.

5. Πρόσβαση σε δημόσια και υπηρεσίες τηλεπικοινωνιακής υποδομής και χρησιμοποίηση αυτών

(α) Κάθε μέλος εξασφαλίζει σε φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μέλων τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων μεταφοράς ή παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών βάσει ευλόγων και αμερόληπτων ειδικών και γενικών όρων για την παροχή υπηρεσίας που περιλαμβάνεται στον πίνακά του. Η υποχρέωση αυτή εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, μέσω των παραγράφων β) έως στ).

(β) Κάθε μέλος εξασφαλίζει σε φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων ή υπηρεσιών τηλεπικοινωνιακής μεταφοράς που παρέχονται εντός ή διαμέσου των συνόρων του συγκεκριμένου μέλους, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών μισθωμένων κυκλωμάτων, και για το σκοπό αυτό εξασφαλίζει, με την επιφύλαξη των παραγράφων ε) και στ), ότι επιτρέπεται στους εν λόγω φορείς παροχής υπηρεσιών:

(i) να αγοράζουν ή να μισθώνουν και να προσαρτούν τερματικό ή άλλο εξοπλισμό που έρχεται σε διεπαφή με το δίκτυο και που είναι αναγκαίος για τους φορείς παροχής υπηρεσιών,

(ii) να διασυνδέουν ιδιωτικά μισθωμένα ή ιδιόκτητα κυκλώματα με δημόσια δίκτυα και υπηρεσίες τηλεπικοινωνιακής υποδομής ή με κυκλώματα που μισθώνονται ή ανήκουν σε άλλους φορείς παροχής υπηρεσιών και

(iii) να κάνουν χρήση, κατά την παροχή υπηρεσίας, πρωτοκόλλων λειτουργίας που επιλέγονται από το φορέα παροχής υπηρεσιών, εκτός αυτών που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της προσφοράς δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στο κοινό γενικότερα.

(γ) Κάθε μέλος εξασφαλίζει στους φορείς παροχής υπηρεσιών των άλλων μελών τη δυνατότητα χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών για τη διάδοση πληροφοριών εντός και διαμέσου των συνόρων, συμπεριλαμβανομένων των ενδοεπιχειρησιακών επικοινωνιών των συγκεκριμένων φορέων παροχής υπηρεσιών και της πρόσβασης σε πληροφορίες που περιέχονται σε βάσεις δεδομένων ή που είναι κατ` άλλον τρόπο αποθηκευμένες σε αναγνώσιμη από μηχανή μορφή στην επικράτεια οποιουδήποτε μέλος. Τα νέα ή τροποποιημένα μέτρα ενός μέλους τα οποία επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τη σχετική χρήση γνωστοποιούνται και αποτελούν αντικείμενο διαβουλεύσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας.

(δ) Κατά παρέκκλιση της προηγούμενης παραγράφου, οποιοδήποτε μέλος δύναται να λάβει μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ασφάλειας και του εμπιστευτικού χαρακτήρα των μηνυμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο που να αποτελεί μέσο αυθαίρετης και αδικαιολόγητης διάκρισης ή καλυμμένο περιορισμό των συνΆλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών.

(ε) Κάθε μέλος εξασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται κανένας όρος όσον αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης και χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών εκτός αυτών που είναι αναγκαίοι για:

(i) την προστασία των καθηκόντων, των σχετικών με δημόσιες υπηρεσίες, των φορέων εξασφάλισης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και ειδικότερα της δυνατότητας προσφοράς εν γένει στο κοινό των δικτύων και των υπηρεσιών τους.

(ii) την προστασία της τεχνικής αρτιότητας των δημοσίων δικτύων μεταφοράς ή παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή

(iii) την εξασφάλιση ότι οι φορείς παροχής υπηρεσιών άλλων μελών παρέχουν υπηρεσίες μόνον εφόσον επιτρέπεται, σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων που περιέχονται σε πίνακα μέλους.

(στ) Υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τα κριτήρια που ανφέρονται στην παράγραφο (ε), οι όροι πρόσβασης και χρησιμοποίησης των δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν:

(i) περιορισμούς ως προς τη μεταπώληση και την από κοινού χρησιμοποίηση των εν λόγω υπηρεσιών,

(ii) υποχρέωση χρησιμοποίησης συγκεκριμένων τεχνικών διεπαφών, συμπεριλαμβανομένων πρωτοκόλλων διεπαφής για διασύνδεση με τα σχετικά δίκτυα και υπηρεσίες,

(iii) απαιτήσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο, για την διαλειτουργικότητα των σχετικών υπηρεσιών και την προώθηση των στόχων που αναφέροντι στην παράγραφο 7, στοιχείο α),

(iv) έγκριση τύπου τερματικού ή άλλου εξοπλισμού που έρχεται σε διεπαφή με το δίκτυο και τεχνικές υποχρεώσεις σχετικές με την προσάρτηση αυτού του εξοπλισμού στα εν λόγω δίκτυα,

(v) περιορισμοί ως προς τη διασύνδεση των ιδιωτικών μισθωμένων ή ιδιόκτητων κυκλωμάτων με τα εν λόγω δίκτυα ή υπηρεσίες ή με κυκλώματα που μισθώνονται από ή ανήκουν σε άλλο φορέα παροχής υπηρεσιών ή

(vi) διαδικασίες γνωστοποίησης, καταχώρησης και έκδοσης αδειών.

(ζ) Κατά παρέκκλιση των προηγουμένων παραγράφων αυτού του κεφαλαίου, μια αναπτυσσόμενη χώρα μέλος δύναται, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής της, να θέτει εύλογους όρουςς πρόσβασης και χρησιμοποίησης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που απαιτούνται, για την ενίσχυση της εσωτερικής τηλεπικοινωνιακής υποδομής και των σχετικών δυνατοτήτων παροχής υπηρεσιών καθώς και για την αύξηση της συμμετοχής της χώρας αυτής σε διεθνείς συνΆλλαγές στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Οι όροι αυτοί καθορίζονται στον πίνακα του συγκεκριμένου μέλους.

7. Τεχνική Συνεργασία

(α) Τα μέλη αναγνωρίζουν ότι η ύπαρξη αποτελεσματικής και προηγμένης τηλεπικοινωνιακής υποδομής σε χώρες, ειδικότερα σε αναπτυσσόμενες χώρες, είναι καθοριστικής σημασίας για την επέκταση των συνΆλλαγών τους στον τομέα των υπηρεσιών. Προς τούτο, τα μέλη εγκρίνουν και προωθούν τη συμμετοχή, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεπτυγμένων και αναπτυσσομένων χωρών και των φορέων εξασφάλισης δημοσίων δικτύων μεταφοράς και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών καθώς και άλλων οντοτήτων των χωρών αυτών στα αναπτυξιακά προγράμματα διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Ενώσεως Τηλεπικοινωνιών, του Αναπτυξιακού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και Ανάπτυξη.

(β) Τα μέλη ενθαρρύνουν και υποστηρίζουν τη συνεργασία στον τομέα των τηλεπικοινωνιών μεταξύ αναπτυσσομένων χωρών σε διεθνές, περιφερειακό και κατώτερο του περιφερειακού επίπεδο.

(γ) Σε συνεργασία με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, τα μέλη παρέχουν, όταν είναι εφικτό, σε αναπτυσσόμενες χώρες στοιχεία σχετικά με τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και τις εξελίξεις στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας πληροφοριών, για να συμβάλουν στην ενίσχυση του τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών των εν λόγω χωρών.

(δ) Τα μέλη δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία δυνατοτήτων για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες προκειμένου να παροτρύνουν αλλοδαπούς φορείς παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να συμβάλουν στη μεταφορά τεχνολογίας, στην επιμόρφωση και σε άλλες δραστηριότητες που στηρίζουν την ανάπτυξη της τηλεπικοινωνιακής τους υποδομής και την επέκταση των συνΆλλαγών τους στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

7. Σχέσεις με Διεθνείς Οργανισμούς και Συμφωνίες

(α) Τα μέλη αναγνωρίζουν τη σημασία των διεθνών προτύπων για τη συνολική εναρμόνιση και διαλειτουργικότητα των τηλεπικοινωνιακών δικτύων και υπηρεσιών και αναλαμβάνουν την προώθηση αυτών των προτύπων μέσω των εργασιών των σχετικών διεθνών φορέων, συμπεριλαμβανομένης της Διεθνούς Ενωσης Τηλεπικοινωνιών και του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης.

(β) Τα μέλη αναγνωρίζουν το ρόλο των διακυβερνητικών και μη κυβερνητικών οργανισμών και συμφωνιών όσον αφορά την εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και, ειδικότερα της Διεθνούς Ενωσης Τηλεπικοινωνιών. Οταν κρίνεται σκόπιμο, τα μέλη μεριμνούν για την έναρξη διαβουλεύσεων με τους εν λόγω οργανισμούς επί θεμάτων που ανακύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

1. Το άρθρο ΙΙ και το παράρτημα για τις απΆλλαγές από τις υποχρεώσεις του άρθρου ΙΙ, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης για καταγραφή στο παράρτημα τυχόν μέτρων που έρχονται σε αντίθεση με τη μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους και διατηρούνται σε ισχύ από κάποιο μέλος, τίθενται σε εφαρμογή, όσον αφορά τις βασικές τηλεπικοινωνίες μόνον:

(α) κατά την ημερομηνία υλοποίησης που καθορίζεται στην παράγραφο 5 της υπουργικής απόφασης για τις διαπραγματεύσεις στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών, ή

(β) σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων κατά την ημερομηνία της τελικής έκθεσης της ομάδας διαπραγματεύσεων στον τομέα των βασικών τηλεπικοινωνιών, που προβλέπεται στην προαναφερθείσα απόφαση.

2. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει για συγκεκριμένες υποχρεώσεις, σχετικές με τις βασικές τηλεπικοινωνίες που έχουν καταγραφεί στον πίνακα ενός μέλους.

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Τα μέλη,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να περιορίσουν τα φαινόμενα που συνεπάγονται στρεβλώσεις και εμπόδια για το διεθνές εμπόριο και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να προωθηθεί η αποτελεσματική και επαρκής προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς επίσης να διασφαλισθεί ότι τα μέτρα και οι διαδικασίες για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν καταλήγουν να αποτελούν από μόνα τους φραγμούς για το νόμιμο εμπόριο,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ, στο πλαίσιο αυτό, την αναγκαιότητα να καθιερωθούν νέοι κανόνες και ρυθμίσεις σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

(α) το πεδίο εφαρμογής εν προκειμένω των θεμελιωδών αρχών της GATT του 1994 και των σχετικών διεθνών συμφωνιών και συμβάσεων που ρυθμίζουν θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας,

(β) την καθιέρωση επαρκών προτύπων και αρχών όσον αφορά τη θεσμοθέτηση, την έκταση και τη χρήση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου,

(γ) την κεθιέρωση αποτελεσματικών και πρόσφορων μέσων για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών που υφίστανται σχετικά στις έννομες τάξεις των διαφόρων χωρών,

(δ) την καθιέρωση αποτελεσματικών και μη χρονοβόρων διαδικασιών για την πολυμερή πρόληψη και επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ κυβερνήσεων, και

(ε) τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων, ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή στα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός πολυμερούς συστήματος αρχών, κανόνων και ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση του διεθνούς εμπορίου προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο απομίμησης ή παραποίησης,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας είναι δικαιώματα του ιδιωτικού δικαίου,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τους επιδιωκόμενους από τις εθνικές έννομες τάξεις στόχους για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίοι εντάσσονται στην ανάγκη προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και στους οποίους περιλαμβάνονται οι στόχοι στον τομέα της ανάπτυξης και της τεχνολογίας,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ επίσης τις ιδιαίτερες ανάγκες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, οι οποίες χρειάζονται τη μέγιστη δυνατή ευελιξία κατά την εφαρμογή στην εσωτερική τους έννομη τάξη των σχετικών νόμων και κανονισμών, προκειμένου να οικοδομήσουν μια υγιή και βιώσιμη τεχνολογική βάση,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ τη σπουδαιότητα της άμβλυνσης των εντάσεων μέσω της ανάληψης αυστηρότερων δεσμεύσεων όσον αφορά την επίλυση με πολυμερείς διαδικασίες των διαφορών που άπτονται δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ την καθιέρωση σχέσης αμοιβαίας υποστήριξης μεταξύ του ΠΟΕ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (που καλείται στην παρούσα συμφωνία: “ΠΟΠΙ”), καθώς και άλλων διεθνών οργανισμών,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Φύση και έκταση των υποχρεώσεων

1. Τα μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις της προύσας συμφωνίας. Τα μέλη δικαιούνται, χωρίς να είναι υποχρεωμένα, να παρέχουν στην εσωτερική τους έννομη τάξη μεγαλύτερο βαθμό προστασίας από αυτήν που επιβάλλεται βάσει της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μεγαλύτερη αυτή προστασία δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη είναι ελεύθερα να επιλέγουν τη μέθοδο που κρίνουν κατάλληλη για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο της εσωτερικής τους έννομης τάξης και πρακτικής.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ο όρος “πνευματική ιδιοκτησία” καλύπτει όλα τα είδη πνευματικής ιδιοκτησίας στα οποία αναφέρονται τα τμήματα 1 έως 7 του μέρους ΙΙ.

3. Τα μέλη επιφυλάσσουν τη μεταχείριση που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία στους υπηκόους των υπολοίπων μελών. Οταν πρόκειται για την άσκηση κάποιου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, με τον όρο “υπήκοοι των υπολοίπων μελών” νοούνται, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης της προστασίας, οι οποίες καθορίζονται από τη Σύμβαση των Παρισίων (1967), τη Σύμβαση της Βέρνης (1971), τη Σύμβαση της Ρώμης και τη Συνθήκη για την Πνευματική Ιδιοκτησία στον Τομέα των ολοκληρωμένων Κυκλωμάτων, εφόσον όλα τα μέλη του ΠΟΕ είναι συγχρόνως συμβαλλόμενα μέρη των εν λόγω συμβάσεων. Κάθε μέλος, το οποίο κάνει χρήση κάποιας από τις δυνατότητες που παρέχει το άρθρο 5, παράγραφος 3 ή το άρθρο 6, παράγραφος 2 της Σύμβασης της Ρώμης, προβαίνει στην προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις γνωστοποίηση προς το Συμβούλιο για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου (“συμβούλιο για τα TRIP”).

Άρθρο 2

Συμβάσεις σχετικές με την πνευματική ιδιοκτησία

1. Για τους σκοπούς των μερών ΙΙ, ΙΙΙ και IV της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 12 και το άρθρο 19 της Σύμβασης των Παρισίων (1967).

2. Καμία διάταξη των μερών Ι έως IV της παρούσας συμφωνίας δεν επιτρέπεται να έρχεται σε αντίθεση με τις υφιστάμενες υποχρεώσεις που τα μέλη ενδέχεται να έχουν αναλάβει έναντι αλλήλων βάσει της Σύμβασης των Παρισίων, της Σύμβασης της Βέρνης, της Σύμβασης της Ρώμης και της Συνθήκης για την Πνευματική Ιδιοκτησία στον Τομέα των ολοκληρωμένων Κυκλωμάτων.

Άρθρο 3

Εθνική Μεταχείριση

1. Κάθε μέλος παρέχει στους υπηκόους των υπολοίπων μελών μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που παρέχει στους δικούς του υπηκόους όσον αφορά την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που ισχύουν ήδη δυνάμει, αντιστοίχως, της Σύμβασης των Παρισίων (1967), της σύμβασης της Βέρνης (1971), της Σύμβασης της Ρώμης ή της Συνθήκης για την Πνευματική Ιδιοκτησία στον Τομέα των Ολοκληρωμένων Κυκλωμάτων. Προκειμένου περί των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, η προαναφερθείσα υποχρέωση υφίσταται μόνο ως προς τα δικαιώματα που προβλέπει η παρούσα συμφωνία. Κάθε μέλος, το οποίο κάνει χρήση κάποιας από τις δυνατότητες που παρέχει το άρθρο 6 της Σύμβασης της Βέρνης (1971) ή το άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο (β) της Σύμβασης της Ρώμης προβαίνει στην προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις γνωσοποίηση προς το συμβούλιο για τα TRIP.

2. Τα μέλη δύνανται να προσφεύγουν στις εξαιρέσεις που επιτρέπονται βάσει της παραγράφου 1 προκειμένου περί διαδικασιών παροχής δικαστικής προστασίας ή διοικητικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της επιλογής νόμιμης διεύθυνσης ή του διορισμού εντολοδόχου στην έννομη τάξη ενός μέλους, μόνο όταν η προσφυγή στην εκάστοτε εξαίρεση είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς νόμους και κανονισμούς που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και υπό την προϋπόθεση ότι οι πρακτικές αυτού του είδους δεν ασκούνται κατά τρόπο που να συνεπάγεται συγκεκαλυμμένους περιορισμούς για το εμπόριο.

Άρθρο 4

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

Προκειμένου περί της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, κάθε πλεονέκτημα, ευεργέτημα, προνόμιο ή ασυλία που αναγνωρίζεται από ένα μέλος στου υπηκόους οποιασδήποτε άλλης χώρας παραχωρείται αυτομάτως και άνευ όρων στους υπηκόους όλων των υπολοίπων μελών. Η ανωτέρω υποχρέωση δεν καλύπτει κατ` εξαίρεση κάθε πλεονέκτημα, ευεργέτημα, προνόμιο ή ασυλία που παραχωρείται από κάποιο μέλος και που:

(α) απορρέει από διεθνείς συμφωνίες για την παροχή δικαστικής συνδρομής ή την επιβολή του νόμου, εφόσον έχει γενικό χαρακτήρα και δεν περιορίζεται ειδικά σε θέματα προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας,

(β) παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων της Σύμβασης της Βέρνης (1971) ή της Σύμβασης της Ρώμης, οι οποίες προβλέπουν ότι η παρεχόμενη μεταχείριση δεν είναι υποχρεωτικό να ανταποκρίνεται στην εθνική μεταχείριση, αλλά στη μεταχείριση που παρέχεται σε κάποια άλλη χώρα,

(γ) αφορά τα δικαιώματα των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης που δεν προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία,

(δ) απορρέει από διεθνείς συμφωνίες σχετικές με την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι οποίες ετέθησαν σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συμφωνίες έχουν γνωστοποιηθεί στο συμβούλιο για τα TRIP και ότι δεν εισάγουν αυθαίρετες ή αδικαιολόγητες διακρίσεις σε βάρος των υπηκόων των υπολοίπων μελών.

Άρθρο 5

Πολυμερείς συμφωνίες για την απόκτηση ή τη διατήρηση της προστασίας

Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 3 και 4 δεν ισχύουν ως προς διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται από πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο λειτουργίας του ΠΟΠΙ και ρυθμίζουν θέματα απόκτησης και διατήρησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 6

Εξάντληση

Στο πλαίσιο των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών βάσει της παρούσας συμφωνίας και με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 3 και 4, καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για ρύθμιση του θέματος της εξάντλησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 7

Στόχοι

Η προστασία και η επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να συμβάλλουν στην προώθηση των τεχνολογικών καινοτομιών, καθώς και στη μεταφορά και διάδοση των τεχνολογικών γνώσεων, κατά τρόπον ώστε να ωφελούνται αμοιβαία αυτοί που παράγουν και αυτοί που χρησιμοποιούν τις τεχνολογικές γνώσεις, να προάγεται η κοινωνική και οικονομική ευημερία και να επιτυγχάνεται ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

Άρθρο 8

Αρχές

1. Κατά την κατάρτιση ή τροποποίηση των νόμων και των κανονισμών τους, τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν μέτρα τα οποία κρίνονται αναγκαία για την προστασία της δημόσιας υγείας και της ποιότητας των τροφίμων, καθώς επίσης για την προαγωγή του δημόσιου συμφέροντος σε τομείς ζωτικής σημασίας για την κοινωνικοοικονομική και τεχνολογική τους ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

2. Σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζονται οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, είναι δυνατό να απαιτείται η λήψη πρόσφορων μέτρων για την αποτροπή της καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από τους δικαιούχους ή της προσφυγής σε πρακτικές που συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για το εμπόριο ή έχουν αρνητική επίδραση στη διεθνή μεταφορά τεχνολογίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ, ΤΗΝ ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ 1: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΓΕΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Άρθρο 9

Σχέση με τη Σύμβαση της Βέρνης

1. Τα μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 21 της Σύμβασης της Βέρνης (1971), καθώς και το προσάρτημα της ίδιας σύμβασης. Παρόλα αυτά, τα μέλη δεν αποκτούν δικαιώματα, ούτε υποχρεώσεις βάσει της παρούσας συμφωνίας αναφορικά με τα δικαιώματα που παραχωρούνται βάσει του άρθρου 6α της προαναφερθείσας σύμβασης και με τα δικαιώματα που απορρέουν από την εν λόγω διάταξη.

2. Η προστασία των δικαιωμάτων δημιουργού καλύπτει τις δημιουργίες, αλλά όχι τις ιδέες, τις διαδικασίες, τις μεθόδους λειτουργίας ή τις μαθηματικές έννοιες καθαυτές.

Άρθρο 10

Προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή και μεταγλωττίσεις δεδομένων

1. Τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, είτε σε πρωτογενή κώδικα, είτε σε καταληκτικό κώδικα, χαίρουν της ίδιας προστασίας όπως και τα λογοτεχνικά έργα βάσει της Σύμβασης της Βέρνης (1971).

2. Οι μεταγλωττίσεις δεδομένων και κάθε άλλο υλικό, είτε είναι σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή, είτε όχι, που εξαιτίας της επιλογής ή της διάταξης των περιεχομένων τους αποτελούν πνευματικές δημιουργίες χαίρουν προστασίας ως τέτοιες. Η εν λόγω προστασία, η οποία δεν εκτείνεται και στα ίδια τα δεδομένα ή στο ίδιο το υλικό, δεν θίγει τυχόν δικαιώματα δημιουργού που υφίστανται ως προς τα δεδομένα ή το υλικό.

Άρθρο 11

Μισθωτικά δικαιώματα

Σε σχέση, τουλάχιστον, με τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή και τα κινηματογραφικά έργα, τα μέλη παρέχουν το δικαίωμα στους δημιουργούς και στα πρόσωπα που τους έχουν διαδεχθεί στο εκάστοτε δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την εμπορική μίσθωση στο κοινό των πρωτότυπων έργων που καλύπτονται από δικαίωμα δημιουργού ή αντιγράφου τους. Από την ανωτέρω υποχρέωση είναι δυνατό να απΆλλαγεί ένα μέλος ως προς τα κινηματογραφικά έργα, εκτός αν η μίσθωση του εκάστοτε έργου έχει οδηγήσει σε εκτεταμένες πρακτικές αντιγραφής του, οι οποίες συνεπάγονται σοβαρή ζημία για το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής που η έννομη τάξη του συγκεκριμένου μέλους απονέμει στους δημιουργούς και στα πρόσωπα που τους έχουν διαδεχθεί στο δικαίωμα. Οσον αφορά τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, η προαναφερθείσα υποχρέωση δεν υφίσταται σε περιπτώσεις μίσθωσης κατά τις οποίες η μίσθωση δεν έχει ως κύριο αντικείμενο το ίδιο το πρόγραμμα.

Άρθρο 12

Χρόνος προστασίας

Οταν ο χρόνος προστασίας ενός έργου, εξαιρουμένων των φωτογραφικών έργων και των έργων των εφαρμοσμένων τεχνών, δεν καθορίζεται με βάση τη ζωή κάποιου φυσικού προσώπου, τότε ο χρόνος προστασίας είναι τουλάχιστον 50 έτη από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο σημειώθηκε η δημοσίευση του έργου κατόπιν αδείας ή, σε περίπτωση που δεν υπήρξε τέτοια δημοσίευση του έργου κατόπιν αδείας εντός 50 ετών από τη δημιουργία του, 50 έτη από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο δημιουργήθηκε το έργο.

Άρθρο 13

Περιορισμοί και εξαιρέσεις

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμούς και εξαιρέσεις στα αποκλειστικά δικαιώματα, αλλά μόνο για ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι δεν παρακωλύεται η κανονική εκμετάλλευση του έργου και δεν βλάπτονται σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του δικαιούχου.

Άρθρο 14

Προστασία των καλλιτεχνών ερμηνευτών, των παραγωγών φωνογραφημάτων  (ηχογραφήσεων) και των οργανισμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασης

1. Προκειμένου περί της εγγραφής της ερμηνείας τους σε κάποιο μέσο ηχογράφησης, οι καλλιτέχνες ερμηνευτές έχουν τη δυνατότητα να εμποδίζουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την εγγραφή κάποιας ερμηνείας που δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο εγγραφής, καθώς και την αναπαραγωγή της εγγραφής αυτής. Οι καλλιτέχνες ερμηνευτές έχουν επίσης τη δυνατότητα να εμποδίζουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την αναμετάδοση διά ασυρμάτων μέσων και τη διάθεση στο κοινό κάποιας ζωντανής ερμηνείας τους.

2. Οι παραγωγοί φωνογραφημάτων έχουν το δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την άμεση ή έμμεση αναπαραγωγή των φωνογραφημάτων τους.

3. Οι οργανισμοί ραδιοφωνίας και τηλεόρασης έχουν το δικαίωμα να απαγορεύουν τις ακόλουθες πράξεις, όταν αυτές επιχειρούνται χωρίς την άδειά τους: την εγγραφή, την αναπαραγωγή των εγγραφών και την επαναμετάδοση διά ασυρμάτων μέσων των εκπομπών τους, καθώς και τη διάθεση στο κοινό τηλεοπτικών εκπομπών με αντικείμενο τα ανωτέρω. Σε περίπτωση που ένα μέλος δεν αναγνωρίζει τα προαναφερθέντα δικαιώματα στους οργανισμούς ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, οφείλει να παρέχει τη δυνατότητα στα πρόσωπα στα οποία ανήκουν τα δικαιώματα δημιουργού, που αφορούν έργα δυνάμενα να αποτελέσουν αντικείμενο εκπομπής, να εμποδίζουν τις προαναφερθείσες πράξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της Σύμβασης της Βέρνης (1971).

4. Οι διατάξεις του άρθρου 11 οι σχετικές με τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και ως προς τους παραγωγούς φωνογραφημάτων, καθώς και γενικότερα ως προς τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα σε κάποιο φωνογράφημα, όπως αυτά ορίζονται από τη νομοθεσία κάθε μέλους. Εάν σε ένα μέλος στις 15 Απριλίου 1994 υπάρχει σε ισχύ σύστημα καταβολής εύλογης αμοιβής στους δικαιούχους για τη μίσθωση φωνογραφημάτων, το εν λόγω μέλος δύναται να διατηρήσει σε ισχύ το σύστημα αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι η εμπορική μίσθωση των φωνογραφημάτων δεν συνεπάγεται την πρόκληση σοβαρής ζημίας στα αποκλειστικά δικαιώματα αναπαραγωγής των δικαιούχων.

5. Η διάρκεια της προστασίας που παρέχεται βάσει της παρούσας συμφωνίας στους καλλιτέχνες ερμηνευτές και στους παραγωγούς φωνογραφημάτων φθάνει τουλάχιστον μέχρι τη λήξη πεντηκονταετίας, με χρονικό σημείο εκκίνησης τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η εγγραφή ή η ερμηνεία. Η διάρκεια της προστασίας που παρέχεται βάσει της παραγράφου 3 ορίζεται σε μία εικοσαετία τουλάχιστον από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η εκπομπή.

6. Κάθε μέλος δύναται να θεσπίζει σε σχέση με τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται βάσει των παραγράφων 1, 2 και 3 προϋποθέσεις, περιορισμούς, εξαιρέσεις και επιφυλάξεις, στο μέτρο που κάτι τέτοιο επιτρέπεται βάσει της Σύμβασης της Ρώμης. Εντούτοις, οι διατάξεις του άρθρου 18 της Σύμβασης της Βέρνης (1971) εφαρμόζονται επίσης κατ` αναλογίαν για τα δικαιώματα επί των φωνογραφημάτων που αναγνωρίζονται στους καλλιτέχνες ερμηνευτές και στους παραγωγούς φωνογραφημάτων.

ΤΜΗΜΑ 2: ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ

Άρθρο 15

Αντικείμενο της προστασίας

1. Κάθε σήμα και κάθε συνδυασμός σημάτων, που παρέχει τη δυνατότητα να δικαρίνονται τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες των άλλων επιχειρήσεων, είναι δυνατό να αποτελέσει εμπορικό σήμα. Τα σήματα αυτού του είδους, και ειδικότερα οι λέξεις που αποδίδουν ονόματα προσώπων, τα γράμματα, οι αριθμητικές παραστάσεις, οι παραστάσεις γενικώς και οι συνδυασμοί χρωμάτων, καθώς και οποιοσδήποτε συνδυασμός των ανωτέρω σημάτων είναι δυνατό να καταχωρηθούν ως εμπορικά σήματα. Σε περίπτωση κατά την οποία ένα σήμα δεν παρέχει από τη φύση του τη δυνατότητα να διακριθεί συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, τα μέλη δύνανται να εξαρτήσουν τη δυνατότητα καταχώρησής του από την απόκτηση της δυνατότητας διαφοροποίησης του αγαθού ή της υπηρεσίας μέσω της χρήσης. Τα μέλη δύνανται να θέτουν ως προϋπόθεση για την καταχώρηση ότι το σήμα πρέπει να μπορεί να γίνει αντιληπτό διά της όρασης.

2. Η παράγραφος 1 δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να αρνούνται την καταχώρηση κάποιου εμπορικού σήματος επικαλούμενα άλλους λόγους, υπό τον όρο να μην παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της Σύμβασης των Παρισίων (1967).

3. Τα μέλη δύνανται να εξαρτούν τη δυνατότητα καταχώρησης από τη χρήση. Εντούτοις, το γεγονός ότι ένα εμπορικό σήμα έχει όντως χρησιμοποιηθεί δεν επιτρέπεται να τίθεται ως προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης προς καταχώρηση του εν λόγω σήματος. Δεν επιτρέπεται η απόρριψη μιας αίτησης με μόνη τη δικαιολογία ότι η σκοπούμενη χρήση του σήματος δεν έχει πραγματοποιηθεί πριν από την πάροδο τριετούς περιόδου από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

4. Ο χαρακτήρας των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ένα εμπορικό σήμα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρείται ως εμπόδιο για την καταχώρηση του εκάστοτε εμπορικού σήματος.

5. Τα μέλη καθιστούν γνωστό στο κοινό κάθε εμπορικό σήμα, είτε πριν από την καταχώρησή του, είτε αμέσως μετά από αυτήν, και παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τις κατάλληλες δυνατότητες να ζητήσουν ενδεχομένως την ακύρωση της καταχώρησης. Επιπλέον, τα μέλη δύνανται να παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να εκφράζουν αντιρρήσεις για την καταχώρηση συγκεκριμένου εμπορικού σήματος.

Άρθρο 16

Απονεμόμενα δικαιώματα

1. Ο κύριος ενός καταχωρημένου εμπορικού σήματος έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να απαγορεύει σε πάντα τρίτο να χρησιμοποιεί χωρίς τη συγκατάθεσή του στο πλαίσιο της εμπορικής του δραστηριότητας όμοια ή παρεμφερή σήματα για υπηρεσίες ή αγαθά όμοια ή παρεμφερή με εκείνα τα οποία αφορά το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα, εφόσον η χρήση των εν λόγω σημάτων είναι πιθανό να οδηγήσει σε σύγχυση. Οταν χρησιμοποιείται το ίδιο σήμα για κάποιο όμοι αγαθό ή υπηρεσία, τεκμαίρεται ότι είναι πιθανή η πρόκληση σύγχυσης. Τα δικαιώματα που καθορίζονται παραπάνω δεν θίγουν τυχόν άλλα προϋφιστάμενα δικαιώματα, ούτε τη δυνατότητα που έχουν τα μέλη να απονέμουν δικαιώματα με προϋπόθεση τη χρήση.

2. Το άρθρο 6α της Σύμβασης των Παρισίων (1967) εφαρμόζεται κατ` αναλογίαν και ως προς τις υπηρεσίες. Για να αποφανθούν κατά πόσον ένα εμπορικό σήμα είναι ευρέως γνωστό, τα μέλη εξετάζουν πόσο γνωστό είναι το εν λόγω εμπορικό σήμα στο τμήμα του κοινού που κρίνεται κατάλληλο για την περίπτωση, καθώς και τον βαθμό του εμπορικού σήματος στο συγκεκριμένο μέλος, ο οποίος είναι απόρροια των προσπαθειών προώθησης του σήματος.

3. Το άρθρο 6α της Σύμβασης των Παρισίων (1967) εφαρμόζεται κατ` αναλογίαν και για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που δεν μοιάζουν με αγαθά ή υπηρεσίες σε σχέση με τα οποία έχει καταχωρηθεί ένα εμπορικό σήμα, υπό τον όρο ότι η χρήση του συγκεκριμένου εμπορικού σήματος σε σχέση με το συγκεκριμένο αγαθό ή την συγκεκριμένη υπηρεσία ενδέχεται να ερμηνευθεί ως δηλούσα κάποια σχέση μεταξύ του εν λόγω αγαθού ή της εν λόγω υπηρεσίας και του προσώπου στο οποίο ανήκει το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα και εφόσον η χρήση αυτή ενέχει τον κίνδυνο να θιγούν τα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο ανήκει το καταχωρηθέν εμπορικό σήμα.

Άρθρο 17

Εξαιρέσεις

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στα δικαιώματα που απορρέουν από ένα εμπορικό σήμα, όπως είναι λόγου χάρη η θεμιτή χρήση περιγραφικών όρων, υπό την προϋπόθεση ότι οι θεσπιζόμενες εξαιρέσεις δεν αντιβαίνουν στα νόμιμα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα και των τρίτων ενδιαφερομένων.

Άρθρο 18

Διάρκεια της προστασίας

Η αρχική καταχώρηση ενός εμπορικού σήματος, καθώς και κάθε ανανέωση αυτής ισχύει για επτά έτη τουλάχιστον. Η καταχώρηση κάποιου εμπορικού σήματος είναι ανανεώσιμη εις το διηνεκές.

Άρθρο 19

Η χρήση ως προϋπόθεση

1. Αν για τη διατήρηση της καταχώρησης απαιτείται η χρήση του εμπορικού σήματος, η ανάκληση της καταχώρησης επιτρέπεται μόνο αν έχουν μεσολαβήσει τουλάχιστον τρία έτη αδιάλειπτης αχρησίας, εκτός αν το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα επικαλείται και αποδεικνύει την ύπαρξη κάποιου σοβαρού λόγου, που συνιστά εμπόδιο για τη χρήση του σήματος. Γίνεται δεκτό ότι στους σοβαρούς λόγους της αδυναμίας χρήσης συγκαταλέγονται ορισμένες περιστάσεις που δεν εξαρτώνται από τη θέληση του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα και οι οποίες θέτουν εμπόδια στη χρήση του, όπως είναι οι περιορισμοί που επιβάλλονται στις εισαγωγές αγαθών ή υπηρεσιών που προστατεύονται από το εμπορικό σήμα ή ορισμένες άλλες υποχρεωτικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται από το κράτος σε σχέση με αυτά.

2. Προκειμένου να αποφασισθεί η διατήρηση ή μη σε ισχύ της καταχώρησης ενός εμπορικού σήματος, η χρήση του από κάποιον τρίτο αναγνωρίζεται ως χρήση του εμπορικού σήματος, υπό τον όρο ότι η χρήση αυτή παραμένει υπό τον έλεγχο του προσώπου στο οποίο ανήκει το εμπορικό σήμα.

Άρθρο 20

Λοιπές προϋποθέσεις

Η χρήση ενός εμπορικού σήματος στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας δεν επιτρέπεται να παρακωλύεται σε αδικαιολόγητο βαθμό με την επιβολή ειδικών προϋποθέσεων, όπως είναι η χρήση εκ παραλλήλου με κάποιο άλλο εμπορικό σήμα, η χρήση του υπό συγκεκριμένη μορφή ή η χρήση του κατά τρόπον ο οποίος αναιρεί την ικανότητα του σήματος να διαφοροποιεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες μίας επιχείρησης από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες των υπολοίπων επιχειρήσεων. Η ανωτέρω διάταξη δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να απαιτείται η χρήση του εμπορικού σήματος που εξατομικεύει την επιχείρηση που παράγει τα εκάστοτε αγαθά ή υπηρεσίες εκ παραλλήλου, αλλά όχι σε συνάρτηση με το εμπορικό σήμα που διαφοροποιεί τα συγκεκριμένα αγαθά ή τις συγκεκριμένες υπηρεσίες της εν λόγω επιχείρησης.

Άρθρο 21

Αδειες εκμετάλλευσης και εκχώρηση εμπορικών σημάτων

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν προϋποθέσεις για τη χορήγηση αδειών εκμετάλλευσης και την εκχώρηση εμπορικών σημάτων, ενώ γίνεται δεκτό ότι δεν επιτρέπεται η χορήγηση υποχρεωτικών αδειών για τα εμπορικά σήματα και ότι το πρόσωπο στο οποίο ανήκει ένα καταχωρημένο εμπορικό σήμα έχει το δικαίωμα εκχώρησης του εμπορικού σήματος χωρίς αναγκαστικά να απαιτείται εκ παραλλήλου η μεταβίβαση της επιχείρησης στην οποία ανήκει το εμπορικό σήμα.

ΤΜΗΜΑ 3: ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων

1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως γεωγραφικές ενδείξεις νοούνται οι ενδείξεις με τις οποίες επισημαίνεται ότι ένα αγαθό κατάγεται από το έδαφος κάποιου μέλους ή από συγκεκριμένη περιοχή της επικράτειας ενός μέλους ή ακόμη από συγκεκριμένο τόπο σε κάποιο μέλος, εφόσον από τη γεωγραφική καταγωγή του προϊόντος συναρτώνται σε μεγάλο βαθμό ή ποιότητα, η φήμη και τα λοιπά χαρακτηριστικά του εν λόγω αγαθού.

2. Προκειμένου περί των γεωγραφικών ενδείξεων, τα μέλη θέτουν στη διάθεση των ενδιαφερομένων τα έννομα μέσα, με τα οποία να αποτρέπεται:

(α) η χρήση οποιουδήποτε μέσου για την περιγραφή ή την παρουσίαση ενός αγαθού, με το οποίο δηλώνεται ή υπονοείται ότι το εν λόγω αγαθό κατάγεται από γεωγραφική περιοχή που δεν συμπίπτει με το πραγματικό τόπο καταγωγής του, εφόσον με τον τρόπο αυτό το κοινό σχηματίζει αντίληψη όσον αφορά τη γεωγραφική καταγωγή του αγαθού,

(β) κάθε χρήση η οποία συνιστά πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 10α της Σύμβασης των Παρισίων (1967).

3. Τα μέλη, είτε αυτεπαγγέλτως εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στη νομοθεσία τους ή κατόπιν αιτήσεως κάποιου ενδιαφερομένου, αρνούνται ή ακυρώνουν την καταχώρηση ενός εμπορικού σήματος, το οποίο είτε περιλαμβάνει, είτε συνίσταται σε μία γεωγραφική ένδειξη αναφορικά με αγαθά που δεν κατάγονται από το έδαφος που δηλώνεται με την ένδειξη, εάν η χρήση της συγκεκριμένης ένδειξης στο εμπορικό σήμα που χρησιμοποιείται για τα εν λόγω στο συγκεκριμένο μέλος εμπεριέχει τον κίνδυνο να δοθεί εσφαλμένη εντύπωση στο κοινό ως προς τον πραγματικό τόπο καταγωγής.

4. Η προστασία που παρέχεται βάσει των παραγράφων 1, 2 και 3 αναγνωρίζεται επίσης έναντι γεωγραφικών ενδείξεων οι οποίες, ακόμη και αν ακριβολογούν όσον αφορά το έδαφος, την περιοχή ή τον τόπο καταγωγής των αγαθών, δίδουν στο κοινό την εσφαλμένη εντύπωση ότι τα εν λόγω αγαθά κατάγονται από κάποιο άλλο έδαφος.

Άρθρο 23

Επιπρόσθετη προστασία για τις γεωγραφικές ενδείξεις που χρησιμοποιούνται για τα κρασιά και τα οινοπνευματώδη ποτά

1. Κάθε μέλος παρέχει στους ενδιαφερόμενους τα έννομα μέσα για την αποτροπή της χρήσης γεωγραφικών ενδείξεων προκειμένου περί κρασιών που δεν κατάγονται από τον τόπο που δηλώνεται με τη χρησιμοποιούμενη γεωγραφική ένδειξη ή προκειμένου περί οινοπνευματωδών ποτών που δεν κατάγονται από τον τόπο που δηλώνεται με τη χρησιμοποιούμενη γεωγραφική ένδειξη, ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η πραγματική καταγωγή των αγαθών ή η γεωγραφική ένδειξη αναγράφεται σε μετάφραση ή συνοδεύεται από εκφράσεις όπως “είδος”, “τύπου”, “με χαρακτηριστικά”, “απομίμηση” ή ανάλογες εκφράσεις.

2. Η καταχώρηση εμπορικού σήματος αναφερόμενου σε κάποιο κρασί, το οποίο περιλαμβάνει ή συνίσταται σε γεωγραφική ένδειξη με την οποία εξατομικεύονται κρασιά, ή εμπορικού σήματος αναφερόμενου σε κάποιο ονοπνευματώδες ποτό, το οποίο περιλαμβάνει ή συνίσταται σε γεωγραφική ένδειξη με την οποία εξατομικεύονται οινοπνευματώδη ποτά, δεν γίνεται δεκτή ή ακυρώνεται, είτε αυτεπαγγέλτως από τις αρχές του εκάστοτε μέλους, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στη νομοθεσία του, είτε εφόσον το ζητήσει κάποιος ενδιαφερόμενος, όταν το συγκεκριμένο κρασί ή οινοπνευματώδες ποτό είναι διαφορετικής καταγωγής.

3. Σε περίπτωση που συμπίπτουν οι γεωγραφικές ενδείξεις που χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένα κρασιά, η παρεχόμενη προστασία καλύπτει όλες τις ενδείξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 4. Κάθε μέλος καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες που διέπουν τη διαφοροποίηση των κατά περίπτωση πανομοιότυπων ενδείξεων μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διασφαλίζεται η δίκαιη αντιμετώπιση των οικείων παραγωγών και να αποτρέπονται οι παρανοήσεις εκ μέρους των καταναλωτών.

4. Προκειμένου να διευκολυνθεί η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων που χρησιμοποιούνται για τα κρασιά, πρόκειται να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του συμβουλίου για τα TRIP, με αντικείμενο την καθιέρωση πολυμερούς συστήματος γνωστοποίησης και καταχώρησης των γεωγραφικών ενδείξεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται για τα κρασιά που πληρούν τις προϋποθέσεις παροχής προστασίας στα μέλη που μετέχουν στο εν λόγω σύστημα.

Άρθρο 24

Διεθνείς διαπραγματεύσεις και εξαιρέσεις

1. Τα μέλη συμφωνούν να διεξαγάγουν διαπραγματεύσεις με σκοπό την αύξηση της προστασίας που παρέχεται στις επιμέρους γεωγραφικές ενδείξεις βάσει του άρθρου 23. Ενα μέλος δεν δύναται να επικαλεστεί τις διατάξεις των παραγράφων 4 έως 8 κατωτέρω για να αρνηθεί τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων ή τη σύναψη διμερών ή πολυμερών συμφωνιών. Στο πλαίσιο των ανωτέρω διαπραγματεύσεων, τα μέλη δέχονται να εξετάσουν τη δυνατότητα συνέχισης της εφαρμογής των προαναφερθεισών διατάξεων ως προς επιμέρους γεωγραφικές ενδείξεις, των οποίων η χρήση έχει αποτελέσει αντικείμενο παρόμοιων διαπραγματεύσεων.

2. Το συμβούλιο για τα TRIP εξετάζει περιοδικά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος τμήματος, η πρώτη εξέταση αυτής της μορφής διενεργείται εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ. Το συμβούλιο ενημερώνεται σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα που άπτεται της τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις εν λόγω διατάξεις, το συμβούλιο για τα TRIP, κατόπιν αιτήσεως κάποιου μέλους, έρχεται σε συνεννοήσεις με οποιοδήποτε μέλος ή μέλη σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα για το οποίο δεν έχει καταστεί δυνατό να εξευρεθεί οποιοδήποτε ζήτημα για το οποίο δεν έχει καταστεί δυνατό να εξευρεθεί ικανοποιητική λύση μέσω διμερών ή πλειομερών διαβουλεύσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μελών. Το συμβούλιο προβαίνει στις ενέργειες οι οποίες αποφασίζονται από κοινού, με σκοπό τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος τμήματος και την προώθηση των στόχων που αυτό θέτει.

3. Κατά την εφαρμογή του παρόντος τμήματος, ένα μέλος δεν επιτρέπεται να παρέχει στις γεωγραφικές ενδείξεις μικρότερη προστασία από αυτήν που προβλεπόταν στο εν λόγω μέλος αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

4. Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν συνεπάγεται ότι τα μέλη οφείλουν να εμποδίζουν τη συνέχιση της χρήσης κατά τρόπο ομοιόμορφο μίας συγκεκριμένης γεωγραφικής ενδείξεως κάποιου άλλου μέλους, η οποία χρησιμοποιείται για την εξατομίκευση κρασιών ή οινοπνευματωδών ποτών, προκειμένου περί αγαθών ή υπηρεσιών, εκ μέρους ενός υπηκόου τους ή κάποιου προσώπου που έχει τη νόμιμη κατοικία του στην επικράτειά τους, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει κάνει συστηματική χρήση της εν λόγω γεωγραφικής ενδείξεως σε σχέση με όμοια ή παρεμφερή αγθά ή υπηρεσίες στην επικράτεια του εν λόγω μέλους, είτε (α) επί δεκαετία τουλάχιστον πριν από τις 15 Απριλίου 1994, είτε (β) καλοπίστως, πριν από την προαναφερθείσα ημερομηνία.

5. Οταν ένα εμπορικό σήμα έχει υποβληθεί προς καταχώρηση ή έχει καταχωρηθεί καλιπίστως ή όταν έχουν αποκτηθεί δικαιώματα σε ένα εμπορικό σήμα μέσω της χρήσης του καλοπίστως, είτε:

(α) πριν από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή των παρουσών διατάξεων στο οικείο μέλος, όπως αυτή καθορίζεται στο μέρος VI, είτε

(β) πριν θεσπιστεί η προστασία της γεωγραφικής ενδείξεως στη χώρα από την οποία προέρχεται,

τότε τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος τμήματος δεν θίγουν τη δυνατότητα κατχώρησης ή την ισχύ της καταχώρησης κάποιου εμπορικού σήματος ή το δικαίωμα χρήσης κάποιου εμπορικού σήματος, με βάση το σκεπτικό ότι το εν λόγω εμπορικό σήμα είναι πανομοιότυπο ή παρεμφερές με συγκεκριμένη γεωγραφική ένδειξη.

6. Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν συνεπάγεται ότι τα μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του σε σχέση με μία γεωγραφική ένδειξη η οποία χρησιμοποιείται σε οποιοδήποτε άλλο μέλος για αγαθά ή υπηρεσίες, όταν η αρμόζουσα ένδειξη για τα εν λόγω αγαθά ή υπηρεσίες ταυτίζεται με τον όρο που χρησιμοποιείται συνήθως στην καθομιλουμένη και αποτελεί την κοινή ονομασία των εν λόγω αγαθών ή υπηρεσιών στο έδαφος του μέλους αυτού. Καμία διάταξη του παρόντος τμήματος δεν σχέση με κάποια γεωγραφική ένδειξη η οποία χρησιμοποιείται σε οποιοδήποτε άλλο μέλος για προϊόντα που προέρχονται από είδος αμπέλου, για την οποία η αρμόζουσα ένδειξη ταυτίζεται με την κοινή ονομασία ποικιλίας σταφυλιών που απαντά στο έδαφος του εν λόγω μέλους κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

7. Ενα μέλος δύναται να θεσπίζει ρύθμιση σύμφωνα με την οποία οι αιτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος τμήματος σε σχέση με τη χρήση ή την καταχώρηση ενός εμπορικού σήματος πρέπει να έχουν παραληφθεί εντός πενταετίας είτε από τη στιγμή που η αντικανονική χρήση της προστατευόμενης ενδείξεως έχει γίνει ευρέως γνωστή στο εν λόγω μέλος, είτε από την ημερομηνία καταχώρησης του εμπορικού σήματος στο εν λόγω μέλος, υπό τον όρο ότι το εμπορικό σήμα έχει δημοσιευθεί μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία η αντικανονική χρήση του σήματος έγινε ευρέως γνωστή στο συγκεκριμένο μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι η γεωγραφική ένδειξη δεν χρησιμοποιείται ή δεν έχει καταχωρηθεί κακή τη πίστει.

8. Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος δεν θίγουν με κανέναν τρόπο το δικαίωμα οποιουδήποτε προσώπου να χρησιμοποιεί στο πλαίσιο της εμπορικής του δραστηριότητας το όνομά του ή το όνομα του προκατόχου του στην επιχείρηση, εκτός αν το όνομα αυτό χρησιμοποιείται με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργούνται εσφαλμένες ενυπώσεις στο κοινό.

9. Βάσει της παρούσας συμφωνίας δεν υφίσταται υποχρέωση παροχής προστασίας σε γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες είτε δεν χαίρουν προστασίας, είτε έχουν παύσει να χαίρουν προστασίας στη χώρα από την οποία προέρχονται ή οι οποίες έχουν περιέλθει σε αχρηστία στην εν λόγω χώρα.

ΤΜΗΜΑ 4: ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ

Άρθρο 25

Προϋποθέσεις προστασίας

1. Τα μέλη θεσπίζουν ρυθμίσεις για την προστασία νέων ή πρωτότυπων βιομηχανικών σχεδίων που έχουν δημιουργηθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο. Τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι ένα σχέδιο δεν θεωρείται νέο ή πρωτότυπο, αν δεν διαφέρει ουσιωδώς από άλλα γνωστά σχέδια ή από συνδυασμούς επιμέρους στοιχείων άλλων γνωστών σχεδίων. Τα μέλη δύνανται να καθιερώνουν την πρόβλεψη ότι η προστασία αυτή δεν εκτείνεται σε σχέδια που στην ουσία αποτελούν απόρροια τεχνικών ή λειτουργικών παραμέτρων.

2. Κάθε μέλος λαμβάνει μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι προϋποθέσεις που τάσσονται για την εξασφάλιση της προστασίας των σχεδίων της κλωστοϋφαντουργίας, και ειδικότερα εκείνες που αναφέρονται στις σχετικές δαπάνες, την εξέταση και τη δημοσίευσή τους, δεν αίρουν σε υπερβολικό βαθμό τη δυνατότητα των ενδιαφερομένων να ζητήσουν και να λάβουν τη σχετική προστασία. Τα μέλη έχουν την ευχέρεια να συμμορφώνονται προς την ανωτέρω υποχρέωση είτε με τη θέσπιση νομοθεσίας στον τομέα των βιομηχανικών σχεδίων, είτε με τη θέσπιση νομοθεσίας στον τομέα των δικαιωμάτων δημιουργού.

Άρθρο 26

Προστασία

1. Ο κύριος ενός προστατευόμενου βιομηχανικού σχεδίου έχει το δικαίωμα να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στην παραγωγή, την πώληση ή την εισαγωγή ειδών που φέρουν ή ενσωματώνουν ένα σχέδιο το οποίο είναι είτε εξ ολοκλήρου, είτε σε μεγάλο βαθμό αντίγραφο του προστατευομένου σχεδίου, υπό την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω πράξεις επιχειρούνται για εμπορικούς λόγους.

2. Τα μέλη δύνανται να καθιερώνουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στην προστασία των βιομηχανικών σχεδίων, υπό τον όρο ότι οι εξαιρέσεις αυτές δεν συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για την κανονική εκμετάλλευση των προστατευομένων βιομηχανικών σχεδίων και δεν θίγουν σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του κυρίου του προστατευόμενου σχεδίου, λαμβανομένων υπόψη των νόμιμων συμφερόντων τυχόν τρίτων.

3. Η διάρκεια της παρεχόμενης προστασίας δεν είναι δυνατό να είναι συντομότερη από 10 έτη.

ΤΜΗΜΑ 5: ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Άρθρο 27

Αντικείμενο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι δυνατό να απονέμονται για οποιαδήποτε εφεύρεση, είτε αυτή αφορά κάποιο προϊόν, είτε αφορά κάποια μέθοδο, σε όλους τους τομείς της τεχνολογίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εφεύρεση είναι νέα, ότι στηρίζεται σε κάποια επινόηση και ότι είναι ικανή να αποτελέσει αντικείμενο βιομηχανικής εφαρμογής. Με την επιφύλαξη του άρθρου 65, παράγραφος 4, του άρθρου 70, παράγραφος 8 και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η αναγνώριση των δικαιωμάτων που απορρέουν από διπλώματα ευρεσιτεχνίας πραγματοποιούνται χωρίς διακρίσεις όσον αφορά τον τόπο εφεύρεσης, τον τεχνολογικό τομέα ή το κατά πόσον τα οικεία προϊόντα είναι εισαγόμενα ή εγχωρίως παραγόμενα.

2. Τα μέλη δύνανται να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με μία εφεύρεση, όταν η παρεμπόδιση της εμπορικής εκμετάλλευσης της εφεύρεσης αυτής στο έδαφός τους επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας τάξης ή ηθικής, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης προστασίας της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών ή της αποτροπής πρόκλησης σοβαρής ζημίας στο περιβάλλον, υπό την προϋπόθεση ότι η άρνηση αυτή δεν στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι η εκμετάλλευση της εφεύρεσης απαγορεύεται βάσει της νομοθεσίας του οικείου μέλους.

3. Τα μέλη δύνανται επίσης να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με:

(α) διαγνωστικές, θεραπευτικές και χειρουργικές μεθόδους, οι οποίες προορίζονται για ανθρώπους ή ζώα,

(β) φυτά και ζώα, πλην των μικροοργανισμών, καθώς και βιολογικών κατά βάση μεθόδων για την παραγωγή φυτών ή ζώων, με εξαίρεση τις μη βιολογικές και τις μικροβιολογικές μεθόδους. Εντούτοις, τα μέλη παρέχουν προστασία σε φυτικές ποικιλίες, είτε με την απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, είτε με την εφαρμογή κάποιου αποτελεσματικού συστήματος που καθιερώνουν ειδικά για τον σκοπό αυτό ή ακόμη με συνδυασμό των ανωτέρω. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου επανεξετάζονται τέσσερα έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

Άρθρο 28

Απονεμόμενα δικαιώματα

1. Κάθε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παρέχει στον κύριό του τα ακόλουθα αποκλειστικά δικαιώματα:

(α) όταν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποιο προϊόν, ο κύριος του διπλώματος δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στην παραγωγή, τη χρησιμοποίηση, την προσφορά προς πώληση, την πώληση ή την εισαγωγή για τους προαναφερθέντες σκοπούς του συγκεκριμένου προϊόντος.

(β) όταν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποια περίοδο, ο κύριος του διπλώματος δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να προβαίνουν χωρίς τη συγκατάθεσή του στη χρησιμοποίηση της μεθόδου, καθώς και στη χρησιμοποίηση, προσφορά προς πώληση, πώληση ή εισαγωγή για τους προαναφερθέντες σκοπούς τουλάχιστον των προϊόντων που παράγονται απευθείας με τη συγκεκριμένη μέθοδο.

2. Οι κύριοι των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας έχουν επίσης το δικαίωμα να εκχωρούν ή να μεταβιβάζουν διά διαδοχής το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, καθώς επίσης να συνομολογούν συμβάσεις εκμετάλλευσης.

Άρθρο 29

Προϋποθέσεις απονομής διπλώματος ευρεσιτεχνίας

1. Τα μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που υποβάλλουν κάποια εφεύρεση με αίτημα την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας να περιγράφουν την εφεύρεση κατά τρόπο αρκετά σαφή και ολοκληρωμένο, ώστε να είναι δυνατή η θέση σε εφαρμογή της εφεύρεσης από πρόσωπο που διαθέτει την αναγκαία ειδική κατάρτιση, επίσης δύνανται να απαιτούν από τους ενδιαφερόμενους να επισημαίνουν τον καύτερο τρόπο θέσης σε εφαρμογή της εφεύρεσης, τον οποίον γνωρίζει ο εφευρέτης κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή, αν διεκδικείται προτεραιότητα, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που αναφέρεται στην αίτηση.

2. Τα μέλη δύνανται να ζητούν από τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση για την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας να προσκομίζουν στοιχεία σχετικά με ανάλογες αιτήσεις που έχουν ενδεχομένως καταθέσει στο εξωτερικό και με τυχόν διπλώματα ευρεσιτεχνίας που τους έχουν χορηγηθεί εκεί.

Άρθρο 30

Εξαιρέσεις στα απονεμόμενα δικαιώματα

Τα μέλη δύνανται να θεσπίζουν περιορισμένης έκτασης εξαιρέσεις στα αποκλειστικά δικαιώματα που απορρέουν από τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, υπό τον όρο ότι οι εξαιρέσεις αυτές δεν συνεπάγονται υπέρμετρους περιορισμούς για την κανονική εκμετάλλευση της ευρεσιτεχνίας και δεν θίγουν σε υπερβολικό βαθμό τα νόμιμα συμφέροντα του κυρίου του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, λαμβανομένων υπόψη των νόμιμων συμφερόντων τυχόν τρίτων.

Άρθρο 31

Λοιπές χρήσεις χωρίς την άδεια του δικαιούχου

Οταν η νομοθεσία ενός μέλους επιτρέπει ορισμένες άλλες χρήσεις του προϊόντος ή της μεθόδου που αποτελεί αντικείμενο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας χωρίς την άδεια του δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης από τις κρατικές αρχές ή της χρήσης από τρίτους με την έγκριση των κρατικών αρχών, είναι εφαρμοστέες οι ακόλουθες διατάξεις:

(α) η δυνατότητα χορήγησης έγκρισης για την εκάστοτε χρήση εξετάζεται με βάση τα ατομικά στοιχεία της συγκεκριμένης περίπτωσης,

(β) η χρήση αυτή επιτρέπεται μόνο εφόσον, πριν προβεί σε αυτήν, ο ενδιαφερόμενος έχει καταβάλει προσπάθειες να εξασφαλίσει την άδεια του δικαιούχου υπό εύλογους οικονομικούς όρους και προϋποθέσεις, και οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν ευοδωθεί μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ενα μέλος δύναται να μην απαιτεί τη συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης σε περιπτώσεις εθνικής έκτακτης ανάγκης ή αν συντρέχει κάποια άλλη περίσταση εξαιρετικά επείγοντος χαρακτήρα ή σε περιπτώσεις που γίνεται χρήση εκ μέρους των κρατικών αρχών για σκοπούς μη εμπορικούς. Ακόμη, όμως, και σε περιπτώσεις εθνικής έκτακτης ανάγκης ή όταν συντρέχει κάποια άλλη περίσταση εξαιρετικά επείγοντος χαρακτήρα, ο δικαιούχος πρέπει να ενημερώνεται σχετικά το συντομότερο δυνατό. Σε περιπτώσεις που γίνεται χρήση εκ μέρους των κρατικών αρχών για σκοπούς μη εμπορικούς και όταν οι κρατικές αρχές ή η επιχείρηση, χωρίς να έχουν διενεργήσει έρευνα σχετικά με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, γνωρίζουν ή έχουν υπόψη τους αποδεδειγμένα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ένα έγκυρο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί από τις κρατικές αρχές, ο δικαιούχος ενημερώνεται σχετικά αμελλητί,

(γ) η έκταση και η διάρκεια της χρήσης περιορίζεται στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο παρεσχέθη η σχετική έγκριση, ενώ όταν πρόκειται για τεχνολογία στον τομέα των ημιαγωγών, επιτρέπεται μόνο η χρήση από κρατικές αρχές για σκοπούς μη εμπορικούς ή για την άρση των συνεπειών μίας πρακτικής που έχει κριθεί ως αντιβαίνουσα στον ανταγωνισμό μετά από σχετική δικαστική ή διοικητική διαδικασία,

(δ) η χρήση δεν έχει αποκλειστικό χαρακτήρα,

(ε) δεν επιτρέπεται η εκχώρηση του δικαιώματος χρήσης σε τρίτο, παρά μόνον από κοινού με το τμήμα της επιχείρησης ή της πελατείας στο οποίο επιτρέπεται η χρήση,

(στ) σε κάθε περίπτωση η χρήση επιτρέπεται κατά κύριο λόγο για την κάλυψη της ζήτησης στην εγχώρια αγορά του μέλους που παρέχει την έγκριση γι` αυτήν,

(ζ) με την επιφύλαξη της επαρκούς προστασίας των νόμιμων συμφερόντων των προσώπων που λαμβάνουν τη σχετική έγκριση η έγκριση είναι δυνατό να ανακαλείται αν και όποτε εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη και υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι πιθανό να ανακύψουν εκ νέου οι λόγοι αυτοί. Η αρμόδια αρχή, εάν της υποβληθεί αιτιολογημένη αίτηση, έχει την εξουσία να εξετάζει κατά πόσον εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη η έγκριση,

(η) στον δικαιούχο καταβάλλεται οικονομικό αντάλλαγμα το οποίο κρίνεται εύλογο με βάση τα δεδομένα κάθε περίπτωσης και αφού ληφθεί υπόψη η οικονομική αξία της έγκρισης,

(θ) η νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης που αφορά την παροχή έγκρισης για τέτοιου είδους χρήσεις υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων ή κάποιου άλλου λειτουργικά ανεξάρτητου ανώτερου οργάνου στο οικείο μέλος,

(ι) κάθε απόφαση η οποία αφορά το οικονομικό αντάλλαγμα που παρέχεται για την χρήση υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων ή κάποιου άλλου λειτουργικά ανεξάρτητου ανώτερου οργάνου στο οικείο μέλος,

(κ) τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόζουν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία (β) και (στ), όταν η έγκριση της χρήσης παρέχεται για την άρση των συνεπειών μίας πρακτικής που έχει κριθεί ως αντιβαίνουσα στον ανταγωνισμό μετά από σχετική δικαστική ή διοικητική διαδικασία. Για τον καθορισμό του ύψους του οικονομικού ανταλλάγματος σε τέτοιες περιπτώσεις είναι δυνατό να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη καταστολής πρακτικών που νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αρνούνται την ανάκληση της έγκρισης αν και όποτε κρίνουν ότι είναι πιθανό να ανακύψουν εκ νέου οι λόγοι για τους οποίους παρεσχέθη η έγκριση,

(λ) όταν παρέχεται έγκριση για κάποια χρήση με σκοπό να καταστεί δυνατή η εκμετάλλευση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας (“δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας”), η εκμετάλλευση του οποίου είναι αδύνατη χωρίς την παραβίαση κάποιου άλλου διπλώματος ευρεσιτεχνίας (“πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας”), είναι επιπλέον εφαρμοστέες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) η εφεύρεση που κατοχυρώνεται με το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει να στηρίζεται σε σημαντική τεχνική πρόοδο μεγάλης οικονομικής σπουδαιότητας σε σχέση με την εφεύρεση που κατοχυρώνεται με το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας,

(ii) ο κύριος του πρώτου διπλώματος ευρεσιτεχνίας δικαιούται να λάβει παράλληλη άδεια υπό εύλογους όρους για τη χρήση της εφεύρεσης που κατοχυρώνεται με το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και

(iii) η χρήση που επιτρέπεται σε σχέση με το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν επιτρέπεται να παραχωρηθεί σε τρίτο, παρά μόνο εφόσον παράλληλα εκχωρείται και το δεύτερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

Άρθρο 32

Ανάκληση/Αφαίρεση

Παρέχεται η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου οποιασδήποτε απόφασης η οποία αφορά την ανάκληση ή την αφαίρεση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

Άρθρο 33

Διάρκεια της προστασίας

Η παρεχόμενη προστασία διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την πάροδο εικοσαετίας από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης.

Άρθρο 34

Διπλώματα ευρεσιτεχνίας με αντικείμενο μεθόδους: βάρος της απόδειξης

1. Για τους σκοπούς τυχόν διαδικασιών ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων με αντικείμενο την παραβίαση των δικαιωμάτων του κυρίου, για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο (β), όταν μεν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά κάποια μέθοδο παραγωγής συγκεκριμένου προϊόντος, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να απαιτήσουν από τον εναγόμενο να αποδείξει ότι η μέθοδος παραγωγής κάποιου πανομοιότυπου προϊόντος διαφέρει από τη μέθοδο η οποία κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Συνεπώς, τα μέλη καθιερώνουν πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, σε μία τουλάχιστον από τις κατωτέρω περιπτώσεις, όταν κάποιο πανομοιότυπο προϊόν παράγεται χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο ανήκει η αντίστοιχη ευρεσιτεχνία, τεκμαίρεται, εκτός αν αποδεικνύεται το ανίθετο, ότι το προϊόν έχει παραχθεί με τη μέθοδο που κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας:

(α) σε περίπτωση που το προϊόν που παράγεται με τη μέθοδο, η οποία κατοχυρώνεται με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, είναι καινούργιο,

(β) εφόσον υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το πανομοιότυπο προϊόν να έχει παραχθεί με τη συγκεκριμένη μέθοδο, ενώ το πρόσωπο στο οποίο ανήκει η ευρεσιτεχνία έχει καταβάλει εύλογη προσπάθεια χωρίς να μπορέσει να προσδιορίσει τη μέθοδο παραγωγής που όντως χρησιμοποιήθηκε.

2. Τα μέλη είναι ελεύθερα να προβλέπουν ότι το βάρος της απόδειξης που ορίζεται στην παράγραφο 1 ανήκει στην πλευρά που κατηγορείται για παραβίαση του δικαιώματος μόνο εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση που ορίζεται στο στοιχείο (α) ή μόνο εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση που ορίζεται στο στοιχείο (β).

3. Κατά την προσαγωγή αποδεικτικών στοιχείων περί του αντιθέτου, λαμβάνονται υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των εναγομένων σχετικά με την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου και των μυστικών περί τις μεθόδους παραγωγής.

ΤΜΗΜΑ 6: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΕΣ) ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΩΝ ΚΥΚΛΩΜΑΤΩΝ

Άρθρο 35

Σχέση με τη συνθήκη IPIC

Τα μέλη συμφωνούν να παρέχουν προστασία στις διατάξεις (τοπογραφίες) ολοκληρωμένων κυκλωμάτων (οι οποίες στην παρούσα συμφωνία καλούνται “διατάξεις”) βάσει των άρθρων 2 έως 7 (πλην του άρθρου 6, παράγραφος 3), του άρθρου 12 και του άρθρου 16, παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Πνευματική Ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων Κυκλωμάτων (“συνθήκη IPIC”) και, επιπλέον, να εφαρμόζουν τις διατάξεις που ακολουθούν.

Άρθρο 36

Έκταση της προστασίας

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 37, παράγραφος 1, τα μέλη θεωρούν παράνομες τις ακόλουθες ενέργειες, εφόσον επιχειρούνται χωρίς την άδεια του δικαιούχου: την εισαγωγή, πώληση ή διακίνηση με οιονδήποτε τρόπο και για εμπορικούς σκοπούς μιας προστατευόμενης διάταξης, ενός ολοκληρωμένου κυκλώματος στο οποίο είναι ενσωματωμένη μια προστατευόμενη διάταξη ή οποιουδήποτε προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα, μόνο στο βαθμό που η διάταξη, το ολοκληρωμένο κύκλωμα ή το προϊόν για το οποίο πρόκειται σε κάθε περίπτωση εξακολουθεί να περιλαμβάνει μια παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη.

Άρθρο 37

Πράξεις για τις οποίες δεν είναι απαραίτητη η άδεια του δικαιούχου

1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 36, τα μέλη δεν δύνανται να θεωρούν παράνομη τη διενέργεια καμίας από τις πράξεις που μνημονεύονται στο προαναφερθέν άρθρο προκειμένου περί ενός ολοκληρωμένου κυκλώματος, στο οποίο είναι ενσωματωμένη μία παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη, ή οποιουδήποτε προϊόντος, στο οποίο, στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα, όταν το πρόσωπο που την επιχειρεί ή που ζητεί την εκτέλεσή της δεν γνώριζε και δεν μπορούσε λογικά να γνωρίζει κατά την απόκτηση του ολοκληρωμένου κυκλώματος ή του προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ένα τέτοιο ολοκληρωμένο κύκλωμα ότι αυτό περιλάμβανε μία παρανόμως αναπαραχθείσα διάταξη. Τα μέλη προβλέπουν ότι από τη στιγμή που το εν λόγω πρόσωπο έχει ενημερωθεί καταλλήλως σχετικά με την παράνομη αναπαραγωγή της διάταξης, δύναται να επιχειρεί οποιαδήποτε από τις προαναρθείσες πράξεις σε σχέση με τα προϊόντα που έχει ήδη παραλάβει ή έχει παραγγείλει από προηγουμένως, αλλά παράλληλα υποχρεούται να καταβάλει στον δικαιούχο κάποιο ποσό, που να αντιστοιχεί σε εύλογου ύψους δικαίωμα εκμετάλλευσης, το οποίο θα ήταν κανονικά καταβλητέο, αν οι δύο πλευρές είχαν συνάψει κατόπιν ελεύθερων διαπραγματεύσεων συμφωνία εκμετάλλευσης της εν λόγω διάταξης.

2. Οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 31, στοιχεία (α) έως (κ), εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν και σε περιπτώσεις εκούσιας παραχώρησης αδείας σε σχέση με κάποια διάταξη ή με τη χρήση της εκ μέρους ή για λογαριασμό των κρατικών αρχών χωρίς την άδεια του δικαιούχουυ.

Άρθρο 38

Διάρκεια της προστασίας

1. Στα μέλη στα οποία η καταχώρηση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή προστασίας, η προστασία που παρέχεται στις διατάξεις ολοκληρωμένων κυκλωμάτων διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την παρέλευση 10 ετών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρησης ή από την πρώτη εμπορική εκμετάλλευση της διάταξης, σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου και αν έχει πραγματοποιηθεί αυτή.

2. Στα μέλη στα οποία η καταχώρηση δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή προστασίας, η προστασία που παρέχεται στις διατάξεις ολοκληρωμένων κυκλωμάτων διαρκεί τουλάχιστον 10 έτη από την ημερομηνία της πρώτης εμπορικής εκμετάλλευσης της διάταξης, σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου και αν έχει πραγματοποιηθεί αυτή.

3. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η προστασία παύει 15 έτη μετά τη δημιουργία της προστατευομένης διάταξης.

ΤΜΗΜΑ 7: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΗ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΕΙΣΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 39

1. Στο πλαίσιο της διασφάλισης της αποτελεσματικής προστασίας έναντι πρακτικών που συνεπάγονται αθέμιτο ανταγωνιστμό, κατ` εφαρμογήν του άρθρου 10α της Σύμβασης των Παρισίων (1967), τα μέλη παρέχουν προστασία, αφενός, στις μη αποκαλυφθείσες πληροφορίες, όπως προβλέπει η παράγραφος 2, και, αφετέρου, στα στοιχεία που έχουν τεθεί στη διάθεση των κρατικών αρχών ή κρατικών φορέων, όπως προβλέπει η παράγραφος 3.

2. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να εμποδίσει την αποκάλυψη σε τρίτους πληροφοριών οι οποίες έχουν περιέλθει στην κατοχή του με νόμιμο τρόπο, καθώς και την απόκτηση ή τη χρήση τέτοιων πληροφοριών εκ μέρους τρίτων χωρίς τη συγκατάθεσή του και κατά τρόπο που να αντιβαίνει σε θεμιτές επιχειρηματικές πρακτικές, υπό την προϋπόθεση ότι οι εκάστοτε πληροφορίες:

(α) είναι απόρρητες, υπό την έννοια ότι, είτε ως σύνολο, είτε από την άποψη του ακριβούς περιεχομένου και της διάταξης των επιμέρους στοιχείων που τις αποτελούν, δεν είναι ευρέως γνωστές, ούτε μπορούν να γίνουν ευκόλως γνωστές σε πρόσωπα ανήκοντα σε κύκλους που ασχολούνται συνήθως με το οικείο είδος πληροφοριών,

(β) έχουν εμπορική αξία, η οποία απορρέει από τον απόρρητο χαρακτήρα τους και

(γ) το πρόσωπο που έχει αποκτήσει με νόμιμο τρόπο τον έλεγχο επί των εν λόγω πληροφοριών έχει καταβάλει εύλογες προσπάθειες, λαμβανομένων υπόψη των όλων συνθηκών, για τη διαφύλαξη του απόρρητου χαρακτήρα τους.

3. Τα μέλη, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες εξαρτούν την παροχή έγκρισης για τη διάθεση στην αγορά φαρμακευτικών προϊόντων ή χημικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και για τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί νέες χημικές ενώσεις, από την υποβολή των αποτελεσμάτων δοκιμών, τα οποία δεν έχουν προηγουμένως δοθεί στη δημοσιότητα, ή άλλου είδους στοιχείων, η συγκέντρωση των οποίων απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, οφείλουν να προστατεύουν τα εν λόγω στοιχεία έναντι αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών. Επιπλέον, τα μέλη διαφυλάσσουν τον απόρρητο χαρακτήρα των εν λόγω στοιχείων, εκτός αν η αποκάλυψή τους είναι αναγκαία για την προστασία του κοινού ή εκτός αν λαμβάνονται μέτρα για την προστασία των στοιχείων έναντι αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών.

ΤΜΗΜΑ 8: ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΕΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΔΕΙΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ

Άρθρο 40

1. Τα μέλη συμφωνούν ότι ορισμένες πρακτικές που εφαρμόζονται ή όροι που επιβάλλονται στο πλαίσιο παραχώρησης αδειών εκμετάλλευσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις συνΆλλαγές και να παρεμποδίζουν τη μεταφορά και διάδοση τεχνολογικών γνώσεων.

2. Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει τα μέλη να προσδιορίζουν στο πλαίσιο της νομοθεσίας τους τις πρακτικές παραχώτησης αδειών εκμετάλλευσης ή τις συναφείς προϋποθέσεις οι οποίες είναι πιθανό σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελούν κατάχρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, με αρνητικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό στις εκάστοτε αγορές. Οπως ορίζεται και παραπάνω, τα μέλη δύνανται, σεβόμενα τις υπόλοιπες διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, να θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή ή τον έλεγχο τέτοιου είδους πρακτικών, οι οποίες είναι δυνατόν, επί παραδείγματι, να έχουν τη μορφή αποκλειστικών ρητρών αντιπαραχώρησης, όρων με τους οποίους απαγορεύεται η προσβολή της ισχύος μίας πράξης ή της αναγκαστικής εκμετάλλευσης περισσοτέρων προϊόντων, με βάση τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς του οικείου μέλους.

3. Κάθε μέλος, εφόσον του υποβληθεί σχετικό αίτημα, αρχίζει διαβουλεύσεις με κάποιο άλλο μέλος, που έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα πρόσωπο, στο οποίο ανήκει κάποιο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και το οποίο έχει την υπηκοότητα του μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διεξαγωγής διαβουλεύσεων ή έχει τη νόμιμη κατοικία του σε αυτό, επιχειρεί να εφαρμόσει πρακτικές οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με τους νόμους και τους κανονισμούς του αιτούντος μέλους, τους σχετικούς με τα θέματα που ρυθμίζονται από το παρόν τμήμα, στην περίπτωση αυτή το χωρίς να θίγεται η δυνατότητα λήψης μέτρων από εκάτερα τα μέρη βάσει της νομοθεσίας τους και χωρίς να περιστέλλεται καθόλου η ελευθερία τους να λάβουν κάποια οριστική απόφαση. Το μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει με πνεύμα πλήρους κατανόησης τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων με το αιτούν μέλος και παρέχει τις κατάλληλες ευκαιρίες γι` αυτό τον σκοπό. Επίσης επιδεικνύει διάθεση συνεργασίας, παρέχοντας μη εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες, οι οποίες είναι προσιτές στο ευρύ κοινό και έχουν σχέση με την υπόθεση, καθώς και τυχόν άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, με την επιφύλαξη της εσωτερικής του νομοθεσίας και της σύναψης αμοιβαία αποδεκτών συμφωνιών με αντικείμενο τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας των εν λόγω στοιχείων εκ μέρους του αιτούντος μέλους.

4. Οταν σε ένα μέλος εκκρεμούν διαδικασίες σε βάρος προσώπων που έχουν την υπηκοότητα κάποιου άλλου μέλους ή έχουν τη νόμιμη κατοικία τους σε αυτό το τελευταίο, με την κατηγορία ότι έχουν παραβιάσει τους νόμους και τους κανονισμούς του πρώτου μέλους που άπτονται των θεμάτων που ρυθμίζονται από το παρόν τμήμα, το μέλος αυτό παρέχει, εφόσον του ζητηθεί, στο άλλο μέλος τη δυνατότητα διεξαγωγής διαβουλεύσεων υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 41

1. Τα μέλη μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους να προβλέπει τις διαδικασίες επιβολής που ορίζονται στο παρόν μέρος, προκειμένου να είναι δυνατή η αποτελεσματική λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση κάθε πράξης παραβίασης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που κατοχυρώνονται από την παρούσα συμφωνία, στα μέτρα, αυτά συμπεριλαμβάνονται κατασταλτικά μέτρα τα οποία είναι δυνατό να εφαρμόζονται γρήγορα για να αποτραπούν τυχόν παραβιάσεις, καθώς και κατασταλτικά μέτρα, με τα οποία αποθαρρύνεται η διάπραξη περαιτέρω παραβιάσεων. Οι εν λόγω διαδικασίες εφαρμόζονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποφεύγεται η ανόρθωση εμποδίων για το νόμιμο εμπόριο και να καθιερώνονται μηχανισμοί για την εξασφάλιση της μη καταχρηστικής προσφυγής σε αυτές.

2. Οι διαδικασίες για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να είναι εύλογες και δίκαιες. Επίσης δεν πρέπει να είναι υπερβολικά περίπλοκες, ούτε υπερβολικά δαπανηρές και να μη συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ακόμη, οι προθεσμίες που τάσσονται για την εφαρμογή τους πρέπει να είναι εύλογες.

3. Οι αποφάσεις που εκδίδονται επί της ουσίας κάθε υπόθεσης πρέπει, εφόσον είναι δυνατό, να είναι γραπτές και αιτιολογημένες και να κοινοποιούνται τουλάχιστον στους διαδίκους χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Οι αποφάσεις που εκδίδονται επί της ουσίας κάθε υπόθεσης πρέπει να είναι θεμελιωμένες σε εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία και μόνο, επί των οποίων είχαν τη δυνατότητα να εκφρασθούν οι διάδικοι.

4. Στα μέρη που μετέχουν σε μια διαδικασία παραχωρείται η δυνατότητα να ζητήσουν την εξέταση της ορθότητας των οριστικών αποφάσεων της Διοίκησης από δικαστικό όργανο, καθώς και των νομικών, τουλάχιστον, πτυχών των αρχικών δικαστικών αποφάσεων επί της ουσίας της υπόθεσης, με την επιφύλαξη τυχόν δικονομικών διατάξεων της νομοθεσίας του οικείου μέλους σχετικά με τη σπουδαιότητα των υποθέσεων. Εντούτοις, δεν υφίσταται υποχρέωση παροχής της δυνατότητας να ζητείται η εξέταση της ορθότητας των αθωωτικών αποφάσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο ποινικών δικών.

5. Γίνεται δεκτό ότι το παρόν μέρος δεν δημιουργεί καμία υποχρέωση για την καθιέρωση στο πλαίσιο του δικαιοδοτικού συστήματος των μελών ειδικού μηχανισμού για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, πέραν αυτού που υφίσταται για την επιβολή του νόμου εν γένει και ότι δεν θίγει τη δυνατότητα των μελών να επιβάλλουν την τήρηση του νόμου γενικώς. Καμία διάταξη του παρόντος μέρους δεν δημιουργεί οποιαδήποτε υποχρέωση για τα μέλη να κατανείμουν με συγκεκριμένο τρόπο τα μέσα που διαθέτουν για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αφενός, και την επιβολή του νόμου εν γένει, αφετέρου.

ΤΜΗΜΑ 2: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Άρθρο 42

Εύλογες και δίκαιες διαδικασίες

Τα μέλη καθιερώνουν και θέτουν στη διάθεση των προσώπων στα οποία ανήκουν τα διάφορα δικαιώματα δικαιοδοτικές διαδικασίες του αστικού δικαίου για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που κατοχυρώνονται από την παρούσα συμφωνία. Οι εναγόμενοι έχουν το δικαίωμα να ενημερώνονται γραπτώς, εγκαίρως και με τη δέουσα διεξοδικότητα σχετικά με την υπόθεση, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επί των οποίων ερείδονται οι ισχυρισμοί του αντιδίκου. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να παρίστανται διά ανεξάρτητου συνηγόρου, ενώ οι διαδικασίες δεν επιτρέπεται να επιβάλλουν υπερβολικά επαχθείς υποχρεώσεις όσον αφορά την αυτοπρόσωπη παρουσία των διαδίκων. Ολα τα μέρη που μετέχουν στις σχετικές διαδικασίες έχουν το δικαίωμα να επικαλεστούν στοιχεία προς επίρρωση των ισχυρισμών τους και να προσκομίσουν όλες τις σχετικές αποδείξεις. Στο πλαίσιο της διαδικασίας λαμβάνεται μέριμνα για την επισήμανση των στοιχείων εμπιστευτικού χαρακτήρα και την προστασία της εμπιστευτικότητάς τους, εκτός αν κάτι τέτοιο προσκρούει σε υφιστάμενες συνταγματικές επιταγές.

Άρθρο 43

Απόδειξη

1. Οταν ένας διάδικος έχει προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία κατέστη δυνατό να συγκεντρώσει και τα οποία αρκούν για τη θεμελίωση των ισχυρισμών του, ενώ παράλληλα επισημαίνει κάποια άλλα στοιχεία, τα οποία επίσης θα ήταν χρήσιμα για τη θεμελίωση των ισχυρισμών του, αλλά τα οποία βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου του, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να απαιτήσουν από τον αντίδικο να προσκομίσει αυτά τα δεύτερα αποδεικτικά στοιχεία, υπό την επιφύλαξη στις κατάλληλες περιπτώσεις των προϋποθέσεων που τάσσονται για την προστασία της εμπιστευτικότητας ορισμένων στοιχείων.

2. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας διάδικος αρνείται εσκεμμένα και χωρίς να επικαλείται κάποιο βάσιμο λόγο να επιτρέψει την πρόσβαση ή γενικώς δεν παρέχει τα απαραίτητα στοιχεία εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή θέτει σημαντικά εμπόδια σε διαδικασία που εκκρεμεί μετά από την κατάθεση αγωγής για την επιβολή κάποιου δικαιώματος, το οικείο μέλος δύναται να παραχωρεί στις δικαστικές αρχές την εξουσία να διατυπώνουν προκαταρκτικά ή οριστικά συμπεράσματα, καταφατικά ή αποφατικά, βάσει των στοιχείων που τους έχουν υποβληθεί, στα οποία είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται η καταγγελία και οι ισχυρισμοί του διαδίκου κατά του οποίου στρέφονται οι συνέπειες της άρνησης παραχώρησης πρόσβασης στα στοιχεία, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα που ενδεχομένως παρέχεται στα μέρη να εκφράζονται επί των προβαλλόμενων ισχυρισμών ή των προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων.

Άρθρο 44

Προσωρινά μέτρα

1. Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν έναν διάδικο να παύσει να παραβιάζει κάποιο δικαίωμα, η διαταγή είναι δυνατό να αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην αποτροπή της εισόδου στα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία τους δίκτυα εμπορίας εισαγόμενων προϊόντων, τα οποία συνδέονται με κάποια παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, αμέσως μετά τον εκτελωνισμό των εν λόγω προϊόντων. Τα μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να παρέχουν την ανωτέρω εξουσία όταν το αντικείμενο της προστασίας έχει αποκτηθεί ή παραγγελθεί από κάποιο πρόσωπο, το οποίο είτε δεν γνώριζε ακόμη, είτε αγνοούσε δικαιολογημένα ότι οι επίμαχες συνΆλλαγές συνεπάγονταν ενδεχομένως την παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

2. Κατά παρέκκλιση των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος μέρους και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις του μέρους ΙΙ, οι οποίες ρυθμίζουν ρητώς το θέμα της χρήσης εκ μέρους των κρατικών αρχών ή εκ μέρους τρίτων με την έγκριση των κρατικών αρχών, όταν δεν υπάρχει σχετική έγκριση του δικαιούχου, τα μέλη δύνανται να μη θεσπίζουν άλλα μέτρα αποκατάστασης για την άρση των συνεπειών παρόμοιων μορφών χρήσης, πέραν της καταβολής χρηματικής αποζημίωσης κατ` εφαρμογήν του άρθρου 31, στοιχείο (η). Στις λοιπές περιπτώσεις, είναι δυνατή η προσφυγή στα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπονται από το παρόν μέρος, εκτός αν τα μέτρα αυτά προσκρούουν στη νομοθεσία του οικείου μέλους, οπότε επιτρέπεται η έκδοση αναγνωριστικής αποφάσεως και η απαίτηση καταβολής επαρκούς αποζημίωσης.

Άρθρο 45

Αποζημίωση

1. Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν το πρόσωπο που έχει παραβιάσει ένα δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας να καταβάλλει στο πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εν λόγω δικαίωμα εύλογη αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας που το πρόσωπο αυτό έχει υποστεί λόγω της παραβίασης του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που του ανήκει εκ μέρους κάποιου προσώπου, το οποίο είτε γνώριζε, είτε όφειλε κανονικά να γνωρίζει ότι η επιχειρούμενη από αυτό πράξη ήταν παράνομη.

2. Οι δικαστικές αρχές έχουν επίσης την εξουσία να διατάσσουν το πρόσωπο που έχει παραβιάσει ένα δικαίωμα να αποζημιώσει τον δικαιούχο για τυχόν έξοδα που κατέβαλε για την υπόθεση, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως εύλογης αμοιβής δικηγόρου. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, τα μέλη δύνανται να παρέχουν στις δικαστικές αρχές την εξουσία να διατάσσουν την απόδοση των κερδών ή/και την καταβολή προκαθορισθείσας αποζημίωσης, ακόμη και αν ο διαπράξας την παραβίαση δεν εγνώριζε ή αγνοούσε δικαιολογημένα ότι η επιχειρούμενη από αυτόν συνεπάγετο παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 46

Λοιπά μέτρα αποκατάστασης

Προκειμένου να υφίστανται αποτελεσματικά μέσα αποτροπής των παραβιάσεων, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η πρόκληση βλάβης στον δικαιούχο, ακόμη είναι δυνατό, ενΆλλακτικά, να διατάσσεται η καταστροφή των επίμαχων αγαθών, εκτός αν οι δικαστικές αρχές έχουν επίσης την εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των υλικών και των εργαλείων που χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος επανάληψης των παραβιάσεων. Οταν οι αρχές εξετάζουν αιτήσεις με τις οποίες τους ζητείται να διατάξουν κάτι από τα προαναφερθέντα, συνεκτιμούν την ανάγκη να υπάρχει σχέση αναλογικότητας μεταξύ της σοβαρότητας της παραβίασης και των διατασσομένων μέτρων αποκατάστασης, καθώς επίσης τα τυχόν συμφέροντα τρίτων. Οταν πρόκεται για προϊόντα που παρανόμως φέρουν ένα εμπορικό σήμα, η απλή αφαίρεση του εμπορικού σήματος που έχει παρανόμως τεθεί στα προϊόντα δεν αρκεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου να θεωρηθούν τα προϊόντα κατάλληλα προς διάθεση στα δίκτυα εμπορίας.

Άρθρο 47

Δικαίωμα ενημέρωσης

Τα μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν αυτόν που έχει διαπράξει μια παραβίαση να γνωστοποιήσει στον δικαιούχο την ταυτότητα τυχόν τρίτων, οι οποίοι ενέχονται στην παραγωγή και διακίνηση των παράνομων αγαθών ή υπηρεσιών, καθώς και τα δίκτυα διανομής που χρησιμοποιούν, εκτός αν κάτι τέτοιο δεν κρίνεται δικαιολογημένο με βάση τη σοβαρότητα της παραβίασης.

Άρθρο 48

Αποζημίωση του εναγομένου

1. Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την πλευρά με αίτηση της οποίας ελήφθησαν μέτρα και η οποία έχει προσφύγει κατά τρόπο καταχρηστικό στις διαδικασίες επιβολής των δικαιωμάτων να καταβάλει στην πλευρά που έχει παρανόμως υποχρεωθεί σε πράξη ή παράλειψη εύλογη αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη συνεπεία της εν λόγω καταχρηστικής προσφυγής. Οι δικαστικές αρχές έχουν ακόμη την εξουσία να διατάσσουν τον ενάγοντα να καταβάλλει στον εναγόμενο τις σχετικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως εύλογης αμοιβής δικηγόρου.

2. Σε σχέση με την εφαρμογή του συνόλου της νομοθεσίας που άπτεται της προστασίας ή της επιβολής των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, τα μέλη δύνανται να απαλλάσσουν τόσο τις κρατικές αρχές, όσο και τους κρατικούς λειτουργούς από την ευθύνη που υπέχουν για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων αποκατάστασης μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κρατικές αρχές ή οι κρατικοί λειτουργοί ενήργησαν ή σκόπευαν να ενεργήσουν καλιπίστως στο πλαίσιο της εφαρμογής του εκάστοτε νόμου.

Άρθρο 49

Διοικητικές διαδικασίες

Στο μέτρο που είναι δυνατό να διαταχθεί οποιοδήποτε μέτρο αποκατάστασης του αστικού δικαίου στο πλαίσιο της εφαρμογής διοικητικών διαδικασιών και μετά την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να διέπονται από αρχές ανάλογες κατ` ουσίαν προς αυτές που ορίζονται στο παρόν τμήμα.

ΤΜΗΜΑ 3: ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 50

1. Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή προσωρινών μέτρων:

(α) προκειμένου να αποτραπεί η παραβίαση κάποιου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ειδικότερα για να αποτραπεί η είσοδος στα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία τους δίκτυα εμπορίας αγαθών, συμπεριλαμβανομένων εισαγόμενων αγαθών αμέσως μετά τον εκτελωνισμό τους,

(β) προκειμένου να διαφυλαχθούν αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στην υποτιθέμενη παραβίαση.

2. Οταν κρίνεται αναγκαίο, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να θεσπίζουν προσωρινά μέτρα χωρίς πρώτα να ακούσουν τις απόψεις της άλλης πλευράς, ιδίως όταν πιθανολογείται ότι τυχόν καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο πρόσωπο στο οποίο ανήκει το σχετικό δικαίωμα, ή όταν αποδεικνύεται ότι υπάρχει κίνδυνος καταστροφής συναφών αποδεικτικών στοιχείων.

3. Οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να ζητούν από τον ενάγοντα να προσκομίσει τυχόν αποδεικτικά στοιχεία τα οποία είναι ευλόγως δυνατό να συγκεντρώσει, προκειμένου να βεβαιωθούν σε ικανοποιητικό βαθμό ότι ο ενάγων είναι το πρόσωπο στο οποίο ανήκει το εκάστοτε δικαίωμα και ότι η υποτιθέμενη παραβίαση αφορά το δικαίωμα του ενάγοντα ή ότι επίκειται παραβίαση ενός τέτοιου δικαιώματος, επίσης έχουν την εξουσία να ζητούν από τον ενάγοντα να καταβάλει εύλογη εγγύηση ή κάποια ισοδύναμη ασφάλεια, με σκοπό την προστασία του εναγομένου και την αποτροπή καταχρήσεων.

4. Οταν έχουν αποφασισθεί προσωρινά μέτρα χωρίς πρώτα να ακουστούν οι απόψεις της άλλης πλευράς, τα θιγόμενα μέρη πρέπει να ενημερώνονται σχετικά αμελλητί και πάντως το αργότερο μετά την εκτέλεση των μέτρων. Με αίτηση του εναγομένου διενεργείται επανεξέταση των μέτρων, οπότε ο εναγόμενος έχει το δικαίωμα να εκθέσει τις απόψεις του, σκοπός της επανεξέτασης είναι να αποφασισθεί, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από τη γνωστοποίηση των μέτρων, κατά πόσον είναι σκόπιμη η τροποποίηση, ανάκληση ή διατήρηση σε ισχύ των εκάστοτε μέτρων.

5. Είναι δυνατό να ζητείται από τον ενάγοντα να προσκομίσει τυχόν άλλα στοιχεία, τα οποία είναι απαραίτητα, προκειμένου η αρμόδια για την εκτέλεση των προσωρινών μέτρων αρχή να μπορέσει να εντοπίσει τα προϊόντα στα οποία αυτά αναφέρονται.

6. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, τα προσωρινά μέτρα τα οποία λαμβάνονται δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 ανακαλούνται ή έστω παύουν να ισχύουν μετά από αίτηση του εναγομένου, αν δεν κινηθούν μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα οι προβλεπόμενες διαδικασίες για την έκδοση απόφασης επί της ουσίας της υπόθεσης, το κρίσιμο χρονικό διάστημα καθορίζεται από τη δικαστική αρχή που έχει διατάξει την εκτέλεση των μέτρων, σε περίπτωση που κάτι τέτοιο επιτρέπεται από τη νομοθεσία του

(Λείπουν Σελίδες)

προηγείτο των καλυπτομένων συμφωνιών πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες και διαδικασίες επίλυσης διαφορών που ίσχυαν αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για τον ΠΟΕ.

12. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 11, σε περίπτωση που αναπτυσσόμενη χώρα μέλος ασκεί καταγγελία βασιζόμενη σε οποιαδήποτε από τις καλυπτόμενες συμφωνίες κατά ανεπτυγμένης χώρας μέλους, ο καταγγέλων έχει το δικαίωμα να επικαλείται αντί για τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 του μνημονίου συμφωνίας, τις αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης της 5ης Απριλίου 1966 (BISD 145/18), εκτός εάν η ειδική ομάδα (πάνελ) θεωρεί ότι η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 7 της σχετικής απόφασης δεν επαρκεί για τη σύνταξη της έκθεσης και ότι με τη σύμφωνη γνώμη του καταγγέλλοντος υπάρχει δυνατότητα παράτασης. Στο βαθμό που υφίστανται διαφορά μεταξύ των κανόνων και διαδικασιών που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 12 και των αντίστοιχων κανόνων και διαδικασιών της απόφασης, υπερέχουν οι κανόνες και οι διαδικασίες της απόφασης.

Άρθρο 4

Διαβουλεύσεις

1. Τα μέλη επιβεβαιώνουν την απόφασή τους, να ενισχύσουν και να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διαβούλευσης που εφαρμόζονται από τα μέλη.

2. Κάθε μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάζει με πνεύμα κατανόησης τις ενέργειες άλλου μέλους σχετικά με τα μέτρα που επηρεάζουν τη λειτουργία οποιασδήποτε καλυπτόμενης συμφωνίας που συνάπτεται εντός του εδάφους του πρώτου μέλους και παρέχει κατάλληλες ευκαιρίες για τη διεξαγωγή σχετικών διαβουλεύσεων.

3. Εάν η αίτηση για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλεται στο πλαίσιο καλυπτόμενης συμφωνίας, το μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός εάν συμφωνηθεί αμοιβαία διαφορετικά, απαντά στην αίτηση εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής και προσέρχεται σε διαβουλεύσεις, καλοπίστως, το αργότερο εντός τριάντα ημερών μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, με στόχο την επίτευξη αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης. Εάν το εν λόγω μέρος δεν απαντήσει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης ή δεν προσέλθει σε διαβουλεύσεις το αργότερο εντός τριάντα ημερών, ή εντός διαφορετικού αμοιβαία συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, το μέλος που ζήτησε τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων δύναται να προβεί άμεσα στη σύσταση ειδικής ομάδας.

4. Το μέλος που ζητεί τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων κοινοποιεί όλες τις σχετικές αιτήσεις στο ΟΕΔ και στα αρμόδια συμβούλια και επιτροπές. Οι αιτήσεις για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων υποβάλλονται εγγράφως και περιέχουν τους λόγους υποβολής της αίτησης, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων σχετικών με τα υπό εξέταση μέτρα και τη νομική βάση της καταγγελίας.

5. Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις καλυπτόμενης συμφωνίας και πριν να προσφύγουν σε περαιτέρω ενέργειες στο πλαίσιο του παρόντος μνημονίου συμφωνίας, τα μέλη πρέπει να επιδιώκουν την ικανοποιητική διευθέτηση του ζητήματος.

6. Οι διαβουλεύσεις έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και διεξάγονται χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα των μελών σε περίπτωση που συνεχίζεται, ενδεχομένως, η διαδικασία.

7. Εάν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε επίλυση της διαφοράς εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης διαβουλεύσεων ο καταγγέλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας. Ο καταγγέλων δύναται να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας εντός του διαστήματος των εξήντα ημερών, εάν τα μέρη που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις εκτιμούν

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Τελικής Πράξης, που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου Ουρουγουάης, που κυρώνεται από την 1η Ιανουαρίου 1995.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στην εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 1995

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Κ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΜΩΡΑΙΤΗΣ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Κ. ΣΗΜΙΤΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 6 Φεβρουαρίου 1995

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Γ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ