ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ. 2225 ΦΕΚ 121/20.07.1994
Για την προστασία της ελευθερίας και ανταπόκρισης και επικοινωνίας και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1
Αποστολή και συγκρότηση Εθνικής Επιτροπής
Όπως καταργήθηκε με το Άρθρο 13 ΝΟΜΟΣ 3115/2003 και ισχύει από 27/3/2003

1. Ιδρύεται `Εθνική Επιτροπή Προστασίας του Απορρήτου των Επικοινωνιών. ΗΕπιτροπή εξυπηρετείται από δική της γραμματεία στην οποία προΐσταται οπρόεδρος της Επιτροπής.

2. Αποστολή της Επιτροπής είναι: α) η προστασία του απορρήτου των επιστολώνκαι της τηλεφωνικής και κάθε άλλης μορφής τηλεπικοινωνιακής ανταπόκριση ήεπικοινωνίας κατά το άρθρο 19 του Συντάγματος, β) ο έλεγχος της τήρησης τωνόρων άρσης του απορρήτου που έθεσε η δικαστική αρχή.

3. Η Επιτροπή συγκροτείται:
α) από έναν αντιπρόεδρο της Βουλής, ως πρόεδρο, ο οποίος ορίζεται από τονΠρόεδρο της Βουλής, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση τουπαρόντος.
β) από ένα βουλευτή-εκπρόσωπο κάθε κόμματος που διαθέτει κοινοβουλευτικήομάδα κατά τον Κανονισμό της Βουλής. Ο εκπρόσωπος ορίζεται από τον αρχηγό τουκάθε κόμματος με έγγραφη δήλωση που διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της Βουλής καιτον πρόεδρο της Επιτροπής,
γ) από ένα πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και με ειδικές γνώσεις σε θέματαεπικοινωνιών, ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο της Βουλής.
Η θητεία των μελών της Επιτροπής διαρκεί όσο και η βουλευτική περίοδος στηδιάρκεια της οποίας ορίσθηκαν.

4. Οι αναπληρωτές του προέδρου της Επιτροπής και των άλλων μελών τηςορίζονται όπως και τα τακτικά μέλη της.

5. Ευθύς μετά τη γνωστοποίηση του ορισμού αντιπροέδρων της Βουλής ωςπροέδρου και αναπληρωτή προέδρου της Επιτροπής, ο ορισθείς πρόεδρος απευθύνειερώτημα στους αρχηγούς των κομμάτων για να του γνωρίσει έκαστος τον εκπρόσωποτου αντίστοιχου κόμματος μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, μετά τηνπάροδο της οποίας η Επιτροπή συγκροτείται κατά τα οριζόμενα στην επόμενηπαράγραφο.

6. Η Επιτροπή συγκροτείται εφόσον έχουν ορισθεί:
α) ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος (ή του μεγαλύτερου από τα κόμματαπου συγκροτούν τυχόν κυβερνητικό συνασπισμό) και β) του κόμματος τηςαξιωματικής αντιπολίτευσης ή όλων των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Σεκάθε περίπτωση απαιτείται ο ορισμός των εκπροσώπων δύο τουλάχιστον κομμάτων,από τα οποία το ένα δεν μετέχει στην Κυβέρνηση ούτε της παρέχει τηνεμπιστοσύνη ή την ανοχή του κατά την έννοια του άρθρου 84 του Συντάγματος,εκτός εάν όλα τα κόμματα του Κανονισμού της Βουλής παρέχουν την εμπιστοσύνητους ή την ανοχή τους, οπότε απαιτείται ο ορισμός των εκπροσώπων τουλάχιστονδύο κομμάτων. Για τη συγκρότηση της Επιτροπής συντάσσεται πρακτικό κατά τηνπρώτη συνεδρίαση της, χωρίς να απαιτείται η έκδοση διαπιστωτικής πράξης. Οπρόεδρος της Επιτροπής γνωστοποιεί τη συγκρότηση και σύνθεσή της στονΠρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής και τους Υπουργούς Προεδρίας τηςΚυβέρνησης, Εθνικής Άμυνας, Δικαιοσύνης και Μεταφορών και Επικοινωνιών.

7. Συγκρότηση νέου κόμματος, συγχώνευση κομμάτων ή μεταβολή της κομματικήςσύνθεσης της συμπολίτευσης, κατά τη διάρκεια της ίδιας βουλευτικής περιόδου,συνεπάγεται αντίστοιχη ανασύνθεση της Επιτροπής, με ανάλογη εφαρμογή τωνσχετικών διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 5 και 6 του παρόντος νόμου.

8. Η Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία εφόσον:
α) παρίστανται περισσότερα μέλη της από αυτά που απουσιάζουν και
β) μεταξύ των παρόντων μελών της περιλαμβάνεται ο πρόεδρος της Επιτροπής ή οαναπληρωτής του και ένα τουλάχιστον μέλος της που έχει ορισθεί από κόμμα τηςαντιπολίτευσης.

9. Η Επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της, όταν αυτός το κρίνει αναγκαίοή όταν το ζητήσει μέλος της. Το μέλη προσκαλούνται από τον πρόεδρο τηςΕπιτροπής με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο.

10. Οι εκπρόσωποι των κομμάτων μπορούν να συνοδεύονται στις συνεδριάσεις καιτις άλλες ενέργειες της Επιτροπής από ειδικούς τεχνικούς συμβούλους. Κάθεεκπρόσωπος κόμματος έχει δικαίωμα να ορίζει έναν ειδικό τεχνικό σύμβουλο,μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση στον πρόεδρο της Επιτροπής του ονόματος,της ιδιότητας και των ειδικών προσόντων που διαθέτει ο οριζόμενος, ώστε ναμπορεί να ανταποκρίνεται στα συγκεκριμένα καθήκοντά του. Ο πρόεδρος τηςΕπιτροπής ενημερώνει τους εκπροσώπους των κομμάτων για τους ορισθέντεςτεχνικούς συμβούλους. Σε περίπτωση που υπάρχουν αντιρρήσεις για ορισθέντατεχνικό σύμβουλο και ζητείται η αντικατάστασή του, αποφασίζει ο πρόεδρος τηςΕπιτροπής μετά από συνεννόηση με τον εκπρόσωπο του κόμματος του οποίου ηεπιλογή αμφισβητείται.

11. Η τελική συζήτηση της Επιτροπής για τη διαμόρφωση και για τη λήψη τωναποφάσεων διεξάγεται χωρίς την παρουσία τεχνικών συμβούλων. Οι τεχνικοίσύμβουλοι, δεν έχουν αρμοδιότητα εκπροσώπησης, ούτε μπορούν να προβαίνουνατομικά σε οιαδήποτε προβλεπόμενη από το νόμο ενέργεια επικαλούμενοι γενική ήειδική εντολή του αντίστοιχου μέλους της Επιτροπής.

Άρθρο 2
Όπως καταργήθηκε με το Άρθρο 13 ΝΟΜΟΣ 3115/2003 και ισχύει από 27/3/2003

1. Για την εκπλήρωση της κατά το άρθρο 1 παρ. 2 αποστολής της και μόνο, ηΕπιτροπή, ύστερα από σχετική απόφαση της, προβαίνει σε κάθε απαραίτητη γιατην επιτέλεση των καθηκόντων της ενέργεια και ιδίως:
α) Επιθεωρεί χωρίς προειδοποίηση τις σχετικές με το έργο της εγκαταστάσεις,αρχεία και έγγραφα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, του ΟργανισμούΤηλεπικοινωνιών Ελλάδος και άλλων δημόσιων επιχειρήσεων, επιχειρήσεων πουβρίσκονται υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο του Δημοσίου, καθώς και ιδιωτικώνεπιχειρήσεων που προσφέρουν υπηρεσίες σχετικές με ανταπόκριση ή επικοινωνία,όπως οι επιχειρήσεις κινητής τηλεφωνίας ή οι τράπεζες δεδομένων.
β) Ζητεί από τις υπηρεσίες και τις επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου,καθώς και από τους προϊστάμενους ή εποπτεύοντες υπουργούς, κάθε πληροφορίαχρήσιμη κατά την κρίση της για την επιτέλεση της αποστολής της.
γ) Καλεί σε ακρόαση, με απόφασή της, το διοικητή ή τους υποδιοικητές τηςΕ.Υ.Π., τον πρόεδρο ή το γενικό διευθυντή του Ο.Τ.Ε., καθώς και κάθε πρόσωπο,το οποίο μπορεί να συμβάλλει στην εκπλήρωση του έργου της.
δ) Εφόσον οι παρεχόμενες κατά το προηγούμενο εδάφιο πληροφορίες καιεξηγήσεις δεν κριθούν επαρκείς ή ικανοποιητικές ερευνά αρχεία εγγράφωναναφερόμενων στο προστατευόμενο απόρρητο.
ε) Προβαίνει σε ακροάσεις προσώπων και ζητεί από αρμόδια δικαστική αρχή τηνκατάσχεση μέσων παραβίασης του απορρήτου που υποπίπτουν στην αντίληψή της
στ) Διατυπώνει συστάσεις για την αποτελεσματικότερη οργάνωση της προστασίαςτου απορρήτου, τις οποίες απευθύνει σε κάθε υπηρεσία η επιχείρηση του εδαφίουα. Για τον ίδιο σκοπό μπορεί, μετά από αίτηση των παραπάνω υπηρεσιών ήεπιχειρήσεων, να εκδίδει γνωμοδοτήσεις ή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα γιαθέματα της αρμοδιότητάς της.

2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 3, 4 και 5 του παρόντος η Επιτροπήυπεισέρχεται μόνο στον έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων για την άρση τουαπορρήτου, χωρίς έλεγχο της κρίσης των αρμόδιων δικαστικών οργάνων.

3. Η Επιτροπή ενεργεί συλλογικώς, δύναται όμως να αποφασίζει τη διενέργειασυγκεκριμένων ελεγκτικών πράξεων από κλιμάκιο αποτελούμενο από τρία (3)τουλάχιστον από τα μέλη της. Η σχετική απόφαση μπορεί να προβλέπει ότι ηΕπιτροπή ή τα εξουσιοδοτημένα μέλη της συνοδεύονται από τους αντίστοιχουςειδικούς τεχνικούς συμβούλους.

4. Οι Υπουργοί, οι προϊστάμενοι κάθε δημόσιας αρχής, υπηρεσίας, νομικούπροσώπου δημοσίου δικαίου, καθώς και η διοίκηση κάθε νομικού προσώπουιδιωτικού δικαίου, που παρέχει στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνίας ήανταπόκρισης, είναι υποχρεωμένοι να παράσχουν στην Επιτροπή κάθε διευκόλυνσηστο έργο τους, κάθε πληροφορία ή έγγραφο σχετικά με το προστατευόμενοαπόρρητο και τις προϋποθέσεις άρσης του, καθώς και κάθε εξήγηση ή κατάθεσηχρήσιμες για την εκπλήρωση της κατά το άρθρο 1 παρ. 2 αποστολής της. Κάθεάρνηση ή κωλυσιεργία μνημονεύεται ειδικώς στην έκθεση που συντάσσεται σύμφωναμε την επόμενη παράγραφο.

5. Για κάθε έλεγχο που πραγματοποιεί, και ειδικά για κάθε παραβίαση τουάρθρου 19 του Συντάγματος, την οποία διαπιστώνει, η Επιτροπή συντάσσεισχετική έκθεση. Επίσης στο τέλος κάθε χρόνου υποβάλλει στη Βουλή έκθεσηπεπραγμένων, στην οποία περιγράφει και αξιολογεί το έργο της, διατυπώνειγενικότερες παρατηρήσεις, επισημαίνει παραλείψεις και προτείνει τη λήψημέτρων για την προστασία του απορρήτου. Στις παραπάνω εκθέσεις καταχωρίζονταικαι οι παρατηρήσεις των μελών που τυχόν διαφωνούν. Οι εκθέσεις αυτέςυποβάλλονται στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής, τους κατά περίπτωσηαρμόδιους υπουργούς και τους αρχηγούς των κομμάτων και κοινοποιούνται στονΕισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τις δικές του ενέργειες

6. Η Επιτροπή αποφασίζει για τις ενέργειές της με την απόλυτη πλειοψηφία τωνπαρόντων μελών της. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

7. Υποχρεώσεις σεβασμού του απορρήτου ανταποκρίσεων και επικοινωνιώνδημόσιων λειτουργών και υπαλλήλων, ή διοικήσεων, υπαλλήλων και εργαζομένων σεεπιχειρήσεις, που υπόκεινται στον έλεγχο της Επιτροπής του παρόντος νόμου,για πληροφορίες η έγγραφα που περιέχονται σε γνώση τους κατά την άσκηση τωνκαθηκόντων τους, καθώς και οι αντίστοιχες ποινικές κυρώσεις, ισχύουν για ταμέλη της Επιτροπής, καθώς και για τον γραμματέα, τους τεχνικούς συμβούλουςκαι το κάθε κατηγορίας προσωπικό του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, για τοοποίο ισχύουν και οι οικείες πειθαρχικές κυρώσεις.

Άρθρο 3
Άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας

1. Αίτηση για άρση του απορρήτου μπορεί να υποβάλλει μόνο δικαστική ή άλληπολιτική, στρατιωτική ή αστυνομική δημόσια αρχή στην αρμοδιότητα της οποίαςυπάγεται το θέμα εθνικής ασφάλειας που επιβάλλει την άρση.

2. Η αίτηση υποβάλλεται προς τον Εισαγγελέα Εφετών του τόπου της αιτούσας αρχής ή του τόπου όπου πρόκειται να επιβληθεί η άρση, εκτός αν στην αιτούσα αρχή, με βάση διάταξη νόμου και απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου έχει ήδη αποσπασθεί και υπηρετεί με αποκλειστική απασχόληση συγκεκριμένος εισαγγελικός λειτουργός, οπότε, στην περίπτωση αυτή, η ανωτέρω αίτηση υποβάλλεται σε αυτόν. Ο πιο πάνω, κατά περίπτωση, αρμόδιος εισαγγελικός λειτουργός αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου με διάταξή του στην οποία περιέχονται τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 στοιχεία. Αν κατά την κρίση του, μετά από εισήγηση της αιτούσας αρχής, ειδικές περιστάσεις εθνικής ασφάλειας επιβάλλουν την παράλειψη ή τη συνοπτική παράθεση ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, γίνεται ειδική μνεία στη διάταξη.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 25 ΝΟΜΟΣ 4531/2018 και ισχύει από 5/4/2018

Άρθρο 4
`Άρση του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων

1. Η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή για τη διακρίβωση των κακουργημάτων πουπροβλέπονται από:
α) τα άρθρα 134,135 παράγραφοι 1,2,135Α, 137Α, 137Β, 138,139,140,143,144,146,148παράγραφος 2,150,151,157 παρ. 1, 159,159Α, 168 παρ. 1,187 παράγραφοι 1, 2,187Α παράγραφοι1 και 4,207, 208 παρ. 1,235 παρ. 2,236 παρ. 2, 237 παρ. 2 και 3β`, 264 περιπτώσεις β` και γ`, 270,272, 275 περίπτωση β`, 291 παρ. 1 περιπτώσεις β` και γ`, 299, 322, 323Α παράγραφοι 1, 2, 4, 5 και6, 324 παράγραφοι 2 και 3, 336 σε βάρος ανηλίκου, 338 παρ. 1 σε βάρος ανηλίκου, 339 παρ. 1περιπτώσεις α` και β`, 342 παράγραφοι 1 και 2, 348Α παρ. 4, 348Γ παρ. 1 περιπτώσεις α` και β`, 349παράγραφοι 1 και 2, 351 παράγραφοι 1, 2, 4 και 5, 351Α παρ. 1 περιπτώσεις α` και β` και 3, 374,380, 385 παρ. 1 περιπτώσεις α` και β` του Ποινικού Κώδικα,
β) τα άρθρα 15,16,17,18,19, 20, 21, 22,23, 24, 28, 29, 30, 46,47,59,140 και 144 τουΣτρατιωτικού Ποινικού Κώδικα,
γ) το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν. 2168/1993,
δ) τα άρθρα 20, 22 και 23 του Ν. 4139/2013,
ε) το άρθρο 157 παρ. 1γ` του Ν. 2960/2001,
στ) το άρθρο 3 περίπτωση ιε` του Ν. 3691/2008, σε συνδυασμό με το άρθρο δεύτερο του Ν.2656/1998,
ζ) το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 2803/2000,
η) το άρθρο 45 παρ. 1 περιπτώσεις α`, β` και γ` του Ν. 3691/2008,
θ) το άρθρο 28 του Ν. 1650/1986.
Επίσης, επιτρέπεται η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των προπαρασκευαστικώνπράξεων για το έγκλημα της παραχάραξης νομίσματος κατά το άρθρο 211 του Ποινικού Κώδικα,καθώς επίσης και για τα εγκλήματα των παραγράφων 1 περίπτωση γ` και 4 του άρθρου 339, τηςπαρ. 3 του άρθρου 342, του άρθρου 348, των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 348Α, τουάρθρου 348Β, της παρ. 1 περιπτώσεις γ` και δ` του άρθρου 348Γ και της παρ. 1 περίπτωση γ` τουάρθρου 351Α του Ποινικού Κώδικα.
1α. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεωντων άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 Α`).
1β. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση τωνκακουργημάτων που προβλέπονται από το ν. 3028/2002 “Για την προστασία τωνΑρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς” (ΦΕΚ 153 Α`), όπως ονόμος αυτός εκάστοτε ισχύει.
1γ. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων του άρθρου 93α του ν. 4099/2012. (Α΄ 250).1δ. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση της προσβολής που τελείται στο διαδίκτυο σε βαθμό κακουργήματος δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων που προβλέπονται στο ν. 2121/1993 (Α΄ 25).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε:

με το άρθρο 84 παρ.2α Ν.3606/2007, ΦΕΚ Α 195.Εναρξηισχύος ΑΠΟ 1.11.2007.

με το άρθρο 12Ν.3658/2008,ΦΕΚ Α 70/22.4.2008.

με το άρθρο 15 ν.4267/2014,ΦΕΚ Α137/12.6.2014 (Άρθρ ο 15 παράγραφοι 3 και 4 της Οδηγίας 2011/93/ΕΕ )

με το άρθρο τρίτο παρ.1 του ν.4411/2016 .

με την παρ.2 του άρθρο 11 Ν.4415/2016.

με την παρ.2 του άρθρο 52 Ν.4481/2017

2. Η άρση στις περιπτώσεις αυτές είναι επιτρεπτή μόνο αν αιτιολογημένα τοαρμόδιο δικαστικό συμβούλιο διαπιστώσει ότι η διερεύνηση της υπόθεσης ή ηεξακρίβωση του τόπου διαμονής του κατηγορουμένου είναι αδύνατη ή ουσιωδώςδυσχερής χωρίς αυτήν.

3. Η άρση στρέφεται μόνο κατά συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων που έχουνσχέση με την υπόθεση που ερευνάται ή για τα οποία, βάσει συγκεκριμένωνπεριστατικών, προκύπτει ότι λαμβάνουν ή μεταφέρουν συγκεκριμένα μηνύματα πουαφορούν ή προέρχονται από τον κατηγορούμενο ή χρησιμοποιούνται ως σύνδεσμοίτου.

4. Η άρση του απορρήτου στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλεται μεδιάταξη του Συμβουλίου Εφετών ή Πλημμελειοδικών στην καθ` ύλην και κατά τόποαρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η διακρίβωση του συγκεκριμένου εγκλήματος μετο οποίο σχετίζεται η άρση.

5. Την αίτηση για την άρση υποβάλλει στο Συμβούλιο ο καθ` ύλην και κατά τόποαρμόδιος εισαγγελέας, ο οποίος εποπτεύει ή ενεργεί προανάκριση ήπροκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής, ο οποίος ενεργεί τακτική ανάκριση γιατα πιο πάνω εγκλήματα. Το Συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24)ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου, με διάταξή του, στην οποία περιέχονταιτα κατά την παρ. 2 του άρθρου 5 στοιχεία.
Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1α και 1γ την άρση μπορεί να ζητήσει και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφαση της Εκτελεστικής της Επιτροπής, η οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών ή τον ανακριτή, οι οποίοι την υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εφετών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 84 παρ.2βΝ.3606/2007 και με την παρ.2 του άρθρο 11 Ν.4415/2016.

6. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις την άρση μπορεί να διατάξει οεισαγγελέας που ενεργεί την προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση και οανακριτής που ενεργεί την τακτική ανάκριση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οεισαγγελέας ή ο ανακριτής υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα με σχετικήαίτηση τους στο Συμβούλιο μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών. Η ισχύς τηςδιάταξης του Εισαγγελέα ή του ανακριτή για την άρση παύει αυτοδικαίως με τηλήξη της τριήμερης αυτής προθεσμίας ή, αν το ζήτημα εισαχθεί εμπροθέσμως, απότην έκδοση της σχετικής διάταξης του Συμβουλίου.

7. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα τωνστρατιωτικών δικαστηρίων την άρση του απορρήτου επιβάλλει, με απόφασή του, τοδικαστικό συμβούλιο του καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιου στρατιωτικούδικαστηρίου μετά από αίτηση του ασκούντος την ποινική δίωξη ή του ανακριτήπου ενεργεί τακτική ανάκριση.

Άρθρο 5
Διαδικασία άρσης του απορρήτου

1. Η διάταξη που επιβάλλει την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικήςασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου περιέχει τα ακόλουθαστοιχεία:
α) το όργανο που διατάσσει την άρση, β) τη δημόσια αρχή ή τον εισαγγελέα ήτον ανακριτή που ζητούν την επιβολή της άρσης, γ) το σκοπό της επιβολής τηςάρσης, δ) τα μέσα ανταπόκρισης ή επικοινωνίας στα οποία επιβάλλεται η άρση,ε) την εδαφική έκταση εφαρμογής και τη χρονική διάρκεια της άρσης, στ) τηνημερομηνία έκδοσης της διάταξης.

2. Η διάταξη που επιβάλλει την άρση του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων,σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος νόμου, περιλαμβάνει, εκτός των στοιχείωντης προηγούμενης παραγράφου, και τα εξής:
α) το όνομα του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτροτης άρσης και τη διεύθυνση διαμονής τους, εφόσον είναι γνωστή, β) τηναιτιολογία επιβολής της άρσης.

3. Διάταξη που απορρίπτει αίτημα άρσης του απορρήτου περιέχει μόνο:
α) το όργανο που αποφασίζει, β) τη δημόσια αρχή που είχε ζητήσει την επιβολήτης άρσης, γ) την ημερομηνία έκδοσης της διάταξης.

4. Απόσπασμα της διάταξης, που περιλαμβάνει το διατακτικό της, παραδίδεταιμε απόδειξη, μέσα σε κλειστό φάκελο:
α) Στον πρόεδρο ή το διοικητικό συμβούλιο ή το γενικό διευθυντή ή τονεκπρόσωπο του νομικού προσώπου στο οποίο υπάγεται το μέσο ανταπόκρισης ήεπικοινωνίας. Σε περίπτωση ατομικής επιχείρησης, το ως άνω απόσπασμαπαραδίδεται στον επιχειρηματία.
β) Αν το νομικό πρόσωπο υπάγεται στον έλεγχο ή την εποπτεία του κράτους, τοως άνω απόσπασμα παραδίδεται και στον Υπουργό που εποπτεύει το νομικό αυτόπρόσωπο ή στον Υπουργό που προΐσταται της δημόσιας υπηρεσίας.
Στην Α.Δ.Α.Ε. παραδίδεται, μέσα σε κλειστό φάκελο, όλο το κείμενο τηςδιάταξης που επιβάλλει την άρση του απορρήτου.
Η σχετική αλληλογραφία είναι απόρρητη και τηρείται σε ειδικό αρχείο, στοοποίο έχουν πρόσβαση ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. και ένα ακόμη μέλος της, τοοποίο είναι ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο από την Α.Δ.Α.Ε.
Ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α. Ε. ενημερώνει σε κάθε περίπτωση τους αρχηγούς τωνκομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και κοινοποιεί τη διάταξη στον ΥπουργόΔικαιοσύνης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.β του άρθρου 12 τουΝ.3115/2003 (ΦΕΚ Α 47)

5. Μετά την εκτέλεση της διάταξης συντάσσονται μία ή περισσότερες, κατά τιςπεριστάσεις, εκθέσεις από την υπηρεσία η οποία διενήργησε τις πράξεις άρσηςτου απορρήτου. Οι εκθέσεις υπογράφονται από το εντεταλμένο όργανο τηςαιτούσας αρχής και σε αυτές αναφέρονται: α) οι ενέργειες που έγιναν για τηνεκτέλεση της διάταξης,
β) ο τόπος, η ημερομηνία και ο τρόπος εκτέλεσης των πιο πάνω ενεργειών,
γ) το ονοματεπώνυμο των υπαλλήλων που τις διενήργησαν, εφόσον το κρίνειαναγκαίο το όργανο που εξέδωσε τη διάταξη.
Αντίγραφα των εκθέσεων αυτών διαβιβάζονται με απόδειξη, μέσα σε κλειστόφάκελο, στην αιτούσα αρχή, στη δικαστική αρχή, που εξέδωσε τη διάταξη καιστην Α.Δ.Α.Ε.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.γ του άρθρου 12 του Ν.3115/2003 (ΦΕΚ Α 47)

6. Η χρονική διάρκεια της άρσης του απορρήτου δεν μπορεί να υπερβαίνει τουςδύο (2) μήνες Παρατάσεις της διάρκειας αυτής, οι οποίες δεν υπερβαίνουν κάθεφορά τους δύο (2) μήνες, μπορούν να διαταχθούν με τη διαδικασία, πουπροβλέπεται κατά περίσταση, για την επιβολή του μέτρου και υπό τον όρο ότιεξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι της άρσης. Σε κάθε περίπτωση οιπαρατάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά τη διάρκεια των δέκα (10)μηνών. Το ανώτατο αυτό χρονικό όριο δεν ισχύει στις περιπτώσεις κατά τιςοποίες η άρση διατάσσεται για λόγους εθνικής ασφάλειας.

7. Μετά τη λήξη της διάρκειας της άρσης, ή μετά τη λήξη του επιτρεπόμενουανώτατου χρονικού ορίου της παύει αυτοδικαίως η άρση του απορρήτου.

8. Με διάταξη του οργάνου που επέβαλε την άρση μπορεί να διαταχθεί η παύσητης και πριν από την πάροδο της ορισμένης διάρκειάς της, αν εκπληρώθηκε οσκοπός ή έλειψαν οι λόγοι επιβολής του μέτρου.

9.Μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης και υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι δενδιακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, μπορεί η Α.Δ.Α.Ε. νααποφασίζει τη γνωστοποίηση της επιβολής του στους θιγόμενους.

Τα στοιχεία που είχαν συλλεγεί ή κατασχεθεί και το υλικό που εγγράφηκε ήαποτυπώθηκε σε εκτέλεση της διάταξης για την άρση του απορρήτου σε περίπτωσηδιακρίβωσης εγκλημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 4, επισυνάπτονται στη δικογραφία,αν συνιστούν αποδεικτικά μέσα για την ποινική δίωξη κατά την κρίση της αρχήςπου εξέδωσε τη διάταξη.
Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1α του άρθρου 4 τα στοιχεία αυτάχρησιμοποιούνται επιπλέον κατά τη διοικητική διαδικασία για τη διαπίστωση τηςπαράβασης των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 και επισυνάπτονταιστη σχετική δικογραφία κατά τη διαδικασία ενώπιον των διοικητικώνδικαστηρίων.

Διαφορετικά επιστρέφονται στον κύριό τους, εφόσον έχει αποφασισθεί η κατά τοπροηγούμενο εδάφιο γνωστοποίηση του μέτρου. Αν δεν συντρέχει αυτή η περίπτωσηκαταστρέφονται ενώπιον της αρχής που εξέδωσε τη διάταξη και συντάσσεταιέκθεση για την καταστροφή. Υποχρεωτικώς καταστρέφεται το υλικό που δεν έχεισχέση με το λόγο επιβολής του μέτρου.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.δ του άρθρου 12 του Ν.3115/2003 (ΦΕΚ Α 47),με το άρθρο 84 παρ.2γΝ.3606/2007,ΦΕΚ Α 195.Εναρξη ισχύος ΑΠΟ 1.11.2007 και με την παρ.3 του άρθρο 11 Ν.4415/2016.

10. Το περιεχόμενο της ανταπόκρισης η επικοινωνίας, το οποίο έγινε γνωστόλόγω της άρσης του απορρήτου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτή στοιχείοαπαγορεύεται, με ποινή ακυρότητας, να χρησιμοποιηθεί και να ληφθεί υπόψη ωςάμεση ή έμμεση απόδειξη σε άλλη ποινική, πολιτική, διοικητική και πειθαρχικήδίκη και διοικητική διαδικασία για σκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχεκαθορισθεί με τη διάταξη. Κατ` εξαίρεση η αρχή που εξέδωσε τη διάταξη μπορεί,κατά την αιτιολογημένη κρίση της, να επιτρέψει με νεότερη διάταξη της ναχρησιμοποιηθούν και να ληφθούν υπόψη τα παραπάνω στοιχεία, αν χρησιμεύουν γιατη διακρίβωση άλλου ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος από αυτά που αναφέρονταιστην παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, καθώς και για υπεράσπισηκατηγορουμένου σε ποινική δίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα.

11. Υπάλληλος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκει το μέσο ανταπόκρισης η επικοινωνίας για το οποίο επιβλήθηκε η άρση, αν, παρότι είναι αρμόδιος, δεν παρέχει στο εντεταλμένο όργανο πληροφορία σχετική με το περιεχόμενο της διάταξης και τεχνική ή υπηρεσιακή γενικά συνδρομή για την εκτέλεση τηςτιμωρείται, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Αν ανακοινώνει σε τρίτους ή χρησιμοποιεί το περιεχόμενο των κάθε είδους μηνυμάτων, πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση του λόγω της άρσης του απορρήτου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών.Με την ίδια ποινή τιμωρείται αν ανακοινώνει σε τρίτους ή γνωστοποιεί οπωσδήποτε το γεγονός της άρσης του απορρήτου, καθώς και αν παραβιάσει την υποχρέωση εχεμύθειάς του κατά τη διαδικασία άρσης του απορρήτου που προβλέπεται από το άρθρο 8 του π.δ. 47/2005 (Α΄ 64)

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου τρίτου του ν.4411/2016

Άρθρο 6
Στελέχωση και υποδομή της Επιτροπής
Όπως καταργήθηκε με το Άρθρο 13 ΝΟΜΟΣ 3115/2003 και ισχύει από 27/3/2003

1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίαςτης Κυβέρνησης, Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών,μπορεί:
α) Να προβλέπεται ο τρόπος οργάνωσης της γραμματείας και της τεχνικήςυποστήριξης της Επιτροπής.
β) Να καθορίζεται ο αριθμός των θέσεων του κάθε είδους προσωπικού και οτρόπος πλήρωσης τους που γίνεται και με διάθεση ή απόσπαση δικαστικών ήδημοσίων υπαλλήλων ή υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. ή εργαζομένων με σύμβαση εργασίαςορισμένου ή αορίστου χρόνου στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ν.Π.Ι.Δ.οποιασδήποτε μορφής που βρίσκονται υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο του Κράτουςκαι να ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την υπηρεσιακή κατάσταση και τιςαμοιβές του προσωπικού αυτού.
γ) Να προβλέπεται ο τρόπος τήρησης του αρχείου της Επιτροπής και η διάθεσητων τεχνικών μέσων που απαιτούνται για την εκπλήρωση της αποστολής της.
δ) Να ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή τουπαρόντος νόμου.

2. Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του τυχόνσυναρμόδιου υπουργού αποσπάται ως γραμματέας της Επιτροπής υπάλληλοςυπουργείου ή Ν.Π.Δ.Δ. με βαθμό Α` ή Β` της κατηγορίας ΠΕ, τον οποίο προτείνειο πρόεδρος της Επιτροπής.

3. Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της προηγούμενης παραγράφου ηΕπιτροπή χρησιμοποιεί την τεχνική υποδομή που της παρέχει ο ΟργανισμόςΤηλεπικοινωνιών Ελλάδος, σύμφωνα με σχετικές πράξεις του προέδρου τηςΕπιτροπής.

4. Η Επιτροπή, ως προς την υπηρεσιακή στελέχωση και υποδομή της, υπάγεταιστο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης και ο προϋπολογισμός της εντάσσεταιστις δαπάνες του ίδιου Υπουργείου.]

Άρθρο 7
Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
α) Το ν.δ 792/1971 (ΦΕΚ 1 Α).
β) Το άρθρο 1 παρ. 1 περ. ιβ του α.ν 511/1947 (ΦΕΚ 299 Α ), που κυρώθηκε μετο ν. 539/1948.
γ) Το άρθρο 3 του ν 4277/1929 (ΦΕΚ 265 Α) που διατηρήθηκε σε ισχύ με τοάρθρο 52 παρ. 3 του ν δ. 165/1973 (ΦΕΚ 228 Α )
δ) Το άρθρο 3 περ. α του Τηλεφωνικού Κανονισμού, που έχει εγκριθεί με τηναπόφαση 1130/1969 του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε. (ΦΕΚ 820 Β`) και το άρθρο 5 παρ. 4εδάφιο 2 του ίδιου Κανονισμού, όπως αντικαταστάθηκε με την απόφαση 1198/1971του παραπάνω Συμβουλίου (ΦΕΚ 797 Β`). όπως ισχύουν μετά την απόφαση 1845/1984του ίδιου Συμβουλίου (ΦΕΚ 678 Β`).
ε) Το άρθρο 88β της απόφασης 103782/16.05.1960 του Υπουργού Συγκοινωνιών καιΔημοσίων Έργων (ΦΕΚ 310 Β`).
στ) Το άρθρο 3α του Νέου Τηλεγραφικού Κανονισμού Εσωτερικού που έχειδημοσιευθεί στο ΦΕΚ Β799/1971 με την πράξη 737655/301112/1.9.1971 τουΔιοικητή και Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Τ.Ε., το άρθρο 5 παρ.7, 8, 9, του Ίδιου Κανονισμού και το άρθρο 17 παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του ίδιουΚανονισμού, όπως η παράγραφος 3 έχει τροποποιηθεί με την απόφαση 1277/1973του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε. που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 1122/1973 τεύχος Β` με την πράξη301, 122/3091/75/28.8.1973 του Διοικητή και Προέδρου του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε.,όπως ισχύουν μετά την απόφαση 1852/18.9.1984 του ίδιου Συμβουλίου (ΦΕΚ 823Β).
ζ) Τα άρθρα 33 παρ. 1, 34, 35, 36 και 37 του Κανονισμού ΤαχυδρομικήςΥπηρεσίας – Επιστολικού Ταχυδρομείου (1953) κατά το μέρος τους πουαναφέρονται στις κατά το άρθρο 19 του Συντάγματος επιστολές.
η) Κάθε άλλη διάταξη νόμου, γενική ή ειδική, που αναφέρεται σε θέματα πουρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο.

Άρθρο 8
Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης

1. Συνιστάται Επιτροπή Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας κατά το άρθρο 76 παρ. 6του Συντάγματος. Έργο της Επιτροπής είναι η κατάρτιση σύγχρονου ΚώδικαΔιοικητικής Διαδικασίας.

2. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησηςαπό έναν Καθηγητή Διοικητικού Δικαίου του Τμήματος Νομικής του ΠανεπιστημίουΑθηνών ως Πρόεδρο και έως 15 επιστήμονες κατόχους διδακτορικού διπλώματος στοδημόσιο δίκαιο ως μέλη. Οι επιστήμονες αυτοί μπορεί να είναι και μέλη ΔΕΠΑνωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ή Εισηγητές ή Πάρεδροι του Συμβουλίου τηςΕπικρατείας. Στην Επιτροπή αυτή μπορεί να αποσπώνται ή να διατίθενται, μεκοινή απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του καθ` ύληναρμόδιου υπουργού, ως υπεράριθμα μέλη της Επιτροπής, υπάλληλοι του Δημοσίου ήνομικών προσώπων και οργανισμών του δημόσιου τομέα όπως αυτός οριοθετείτοπριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου 51 παρ. 1 του ν. 1892/1990. Με την απόφασησυγκρότησης της Επιτροπής ορίζεται και ο χρόνος περάτωσης του έργου, ο οποίοςσε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να παρατείνεται με όμοια απόφαση.

3. Η γραμματεία της Επιτροπής απαρτίζεται από υπαλλήλους του ΥπουργείουΠροεδρίας της Κυβέρνησης ή αποσπώμενους με κοινή απόφαση του ΥπουργούΠροεδρίας της Κυβέρνησης και του καθ` ύλην αρμόδιου υπουργού από το δημόσιοτομέα, όπως αυτός οριοθετείτο πριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου 51 παρ. 1 τουν. 1892/1990.

4. Η αμοιβή των μελών της Επιτροπής, η οποία θα εργαστεί ως ομάδα εργασίας,και της Γραμματείας, καθώς και ο τρόπος καταβολής της αμοιβής καθορίζονταικατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων με κοινή απόφαση των ΥπουργώνΠροεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών και θα βαρύνει τις πιστώσεις τουΕθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης.

5. Στο άρθρο 9 του ν. 301/1976 (ΦΕΚ 91 Α`) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος3:
“3. Η διάθεση επ` αμοιβή όλων των τευχών της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως ήφωτοαντιγράφων φύλλων αυτής, των βιβλίων και εντύπων, μπορεί να γίνεται καιαπό νομαρχίες, μετά από κοινή απόφαση των Υπουργών προεδρίας της κυβέρνησηςκαι Εσωτερικών, στην οποία θα ορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τηνεφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο διάθεσηγίνεται από υπάλληλο της οικείας νομαρχίας, ο οποίος με απόφαση του νομάρχηορίζεται ταυτοχρόνως υπόλογος διαχειριστής.
Το εθνικό τυπογραφείο παρέχει στις οικείες νομαρχίες τον απαιτούμενο για τοανωτέρω έργο τεχνικό εξοπλισμό. Τα έσοδα αποδίδονται στο Εθνικό Τυπογραφείοκατά 80%. Το 20% των εσόδων παρακρατείται από την οικεία νομαρχία για τηναντιμετώπιση των σχετικών λειτουργικών δαπανών. Με απόφαση του ΥπουργούΟικονομικών μπορεί να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του προηγούμενουεδαφίου”.

6. Για τη συγκρότηση των επιτροπών των άρθρων 25 παρ. 3 και 26 παρ. 4 του ν.2190/1994 σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που εδρεύουν στον ίδιο νομό καιεποπτεύονται από το ίδιο υπουργείο, εφόσον δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν οιυπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ κάθε νομικού προσώπου, συγκροτείται μία ενιαίαεπιτροπή κατά νομό ή για κάθε νομαρχία του νομού Αττικής, με απόφαση τουοικείου νομάρχη για όλα τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα, από υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. ηδημόσιους υπαλλήλους.

7. Υπάλληλοι οι οποίοι κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 56 του ν.1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α`) και 18 του ν. 2026/1992 (ΦΕΚ 43 Α`) μετατάγηκαν ήμεταφέρθηκαν ως πλεονάζοντες, σε θέσεις κατώτερης κατηγορίας ή σε θέσειςεκπαιδευτικής βαθμίδας κατώτερης εκείνης στην οποία ανήκαν, κατατάσσονται μεπράξεις του οικείου υπουργού σε κενές θέσεις αντίστοιχου κλάδου ή ειδικότηταςτης ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας που ανήκαν πριν από τη μετάταξη ή μεταφοράτους.
“Σε περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχουν κενές θέσεις στην υπηρεσία πουυπηρετούν, κατατάσσονται σε συνιστώμενες προσωρινές θέσεις στην ίδια υπηρεσίατου ίδιου κλάδου ή ειδικότητας που ανήκαν πριν τη μετάταξη ή μεταφορά τους.Αν ο κλάδος ή η ειδικότητα στην οποία ανήκον δεν υπάρχει στην υπηρεσία πουυπηρετούν, μπορεί να συνιστάται, με την απόφαση κατάταξης, προσωρινή θέσηαντίστοιχου ή συναφούς ή παρεμφερούς κλάδου ή ειδικότητας. Αν οι ανάγκες τηςυπηρεσίας δεν απαιτούν τη σύσταση των προσωρινών θέσεων του προηγούμενουεδαφίου, οι θέσεις που κατέχουν οι μεταταγέντες ή μεταφερθέντες μετατρέπονταιμε την πράξη κατάταξης σε θέσεις κλάδου ή ειδικότητας αντίστοιχηςεκπαιδευτικής βαθμίδας εκείνης στην οποία ανήκαν πριν τη μετάταξη ή μεταφοράτους και συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντα του κλάδου ή της ειδικότητας πουκατέχουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.7 άρθρ.17Ν.2527/1997 Α 206/8.10.1997

8. Την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργούνται οιτυχόν συμβάσεις ή άλλες πράξεις απόσπασης και οι πράξεις ανάθεσης ήπαράλληλης άσκησης καθηκόντων στις κατά το άρθρο 9 παρ. 2 εδάφ. α του ν.1388/1983 (ΦΕΚ 113 Α`) και το άρθρο 45 παρ. 1 περίπτ. α του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ50 Α`) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού του Εθνικού Κέντρου ΔημόσιαςΔιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.), χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης.
Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, μετά γνώμη του Δ.Σ. τουΕ.Κ.Δ.Δ. μπορεί να τίθεται ανώτατο ετήσιο όριο ωρών διδασκαλίας κατάδιδάσκοντα στα προγράμματα των εκπαιδευτικών μονάδων του Ε.Κ.Δ.Δ. και τωνμονάδων εκπαίδευσης των υπουργείων και Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και ειδικό ωράριο γιαδιδάσκοντες που είναι και δημόσιοι υπάλληλοι.

9. Στο προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2190/1994, όπωςτροποποιήθηκε με το άρθρο 27 του ν. 2198/1994, μετά τη λέξη “από”προστίθενται οι λέξεις “ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς,”. Στο πρώτο εδάφιοτης παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 2190/1994, μετά τη λέξη “απασχόλησης” τίθεταικόμμα και προστίθενται οι λέξεις “με την επιφύλαξη της διάταξης τουπροτελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου”.

10. α) Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`)προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
“Όταν προκηρύσσεται πλήρωση θέσεων υπηρεσιών ή νομικών προσώπων σε μία μόνονομαρχία ή σε περισσότερες, αλλά όχι πάνω από δέκα νομαρχίες, η δημοσίευσητης προκήρυξης γίνεται σε δύο μόνο ημερήσιες κατά προτίμηση εφημερίδες τηςέδρας του κάθε νομού. Αν δεν εκδίδονται δύο εφημερίδες, στην έδρα του νομού,η προκήρυξη δημοσιεύεται σε μία, αλλά δύο φορές”.
β) “Στην παρ. 4 του άρθρου 16 προστίθεται δεύτερο – εδάφιο που έχει ως εξής:
“Με την προκήρυξη μπορεί να ορίζεται προθεσμία υποβολής των αιτήσεων τωνυποψηφίων μικρότερη των είκοσι (20) ημερών, αλλά όχι κάτω των δεκαπέντε (15)ημερών”.
γ) Στην παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 2190/1994 προστίθεται εδάφιο που έχει ωςεξής:
Η κύρια διαδικασία κατάρτισης των πινάκων προτεραιότητας αρχίζει την επομένητης λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων των υποψηφίων.
δ) Στο άρθρο 18 του ν. 2190/1994 προστίθεται παράγραφος 15, η οποία έχει ως εξής:
15. Οι διοριζόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 14(παλιννοστούντες Πόντιοι ομογενείς), της παρ. 8 του άρθρου 17 και της παρ. 9του παρόντος άρθρου (μόνιμοι κάτοικοι των νομών της Θράκης και των νησιών τωννομών Λέσβου, Χίου, Σάμου, Κυκλάδων, Καβάλας και Δωδεκανήσου), οι οποίοιαναλαμβάνουν με δήλωσή τους την υποχρέωση παραμονής τους επί ορισμένο χρονικόδιάστημα στον τόπο διορισμού τους, δεν μετατίθενται ούτε αποσπώνται εκτός τηςαντίστοιχης περιοχής πριν συμπληρωθεί ο χρόνος υποχρεωτικής παραμονής τους σεαυτή. Κάθε πράξη μετάθεσης ή απόσπασης τους, χωρίς καμιά εξαίρεση, είναιαυτοδικαίως άκυρη και θεωρείται ως ουδέποτε εκδοθείσα. Η απαγόρευση τηςπαρούσας παραγράφου δεν ισχύει αποκλειστικά και μόνο σε περίπτωση εισαγωγήςυπαλλήλου στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.
ε) Η παρ. 5 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
5. Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή άλλα αρμόδια όργανα που ενεργούν κατά παράβασητων παραγράφων 1-4, 8,9 και 15 του παρόντος άρθρου, διώκονται για παράβασηκαθήκοντος κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα αυτεπαγγέλτως καιπαραπέμπονται υποχρεωτικά στην αρμόδια πειθαρχική δικαιοδοσία.
στ) Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 οι λέξεις το”50ό”, αντικαθίστανται από τότε που ίσχυσε ο νόμος αυτός (3.4.1994) με τιςλέξεις “το 60ό” και στο τέλος της αυτής παραγράφου προστίθεται το ακόλουθοεδάφιο:
Με την κατά την παρ. 8 του παρόντος άρθρου ανακοίνωση μπορεί να ορίζεταιανώτατο όριο ηλικίας πρόσληψης μικρότερο του 60ού έτους, ανάλογα με το είδοςτων εργασιών για τις οποίες γίνεται η πρόσληψη:.
ζ) Στο τέλος της περίπτωσης α` της παρ. 11 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994(ΦΕΚ 28 Α`) προστίθεται:
“Οι υπαγόμενοι στην παρούσα διάταξη καταλαμβάνουν μέχρι το 40% του αριθμούτων προσλαμβανομένων σε κάθε ειδικότητα”.
η) Στην περίπτωση β` της παρ. 11 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 μετά τιςλέξεις “και ούτω καθεξής”, προστίθενται οι λέξεις “μη υπαγομένων στην παρούσαδιάταξη όσων έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους”.
θ)Σημ.: όπως η περ.θ` καταργήθηκε με την παρ.17 του άρθρου 1 του Ν.2247/1994 (Α182)
ι) Στην περίπτωση α` της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`)προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
Προκειμένου για τον ορισμό μελών των κοινών υπηρεσιακών συμβουλίων Ν.Π.Δ.Δ.που εδρεύουν σε νομό, πλην του νομού Αττικής, ως έδρα νοείται ο νομός”.
ια) Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 2116/1993 προστίθεται εδάφιοπου έχει ως εξής: `Κατ εξαίρεση, για τους υπαλλήλους των Ν.Π.Δ.Δ. πουεδρεύουν στο νομό Θεσσαλονίκης μπορεί να συνιστώνται περισσότερα του ενόςκοινά υπηρεσιακά συμβούλια”.
ιβ) Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 23 του ν. 2190/1994 προστίθεται, απότότε που ίσχυσε, εδάφιο που έχει ως εξής:
Περαιτέρω παράταση μέχρι 880 ώρες ακόμη επιτρέπεται μόνο για ωρομίσθιοπροσωπικό που καλύπτει πάγιες ανάγκες των Ο.Τ.Α., εφόσον θα έχει συμπληρώσειδεκαοκτώ (18) μήνες συνεχούς απασχόλησης μέχρι 30 Ιουνίου 1994.
ιγ) Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 41 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`) οι λέξεις”και στη συνέχεια απασχολήθηκαν σε αυτό επί 24 μήνες” αντικαθίστανται με τιςλέξεις “εφόσον κατά την απόλυσή τους είχαν συμπληρώσει συνολική υπηρεσία στηΔΕΠΑΝΟΜ και στο ανωτέρω νοσοκομείο δεκαοκτώ (18) μηνών.

Άρθρο 9
Η παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2207/1994 τροποποιείται ως εξής:
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 14 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Κ.Πολ.Δ.) τοποσό των δύο εκατομμυρίων δραχμών, που έχει οριστεί με την παρ. 2 του άρθρου7 του ν. 2145/1993 ως ανώτατο όριο της αρμοδιότητας των μονομελώνπρωτοδικείων, αυξάνεται σε πέντε εκατομμύρια δραχμές.

Άρθρο 10

1. Οι προκαταρκτικές εξετάσεις των Ανωτάτων Στρατιωτικών Σχολών και ΣχολώνΜονίμων Υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων υπόκεινται σε ένα ενιαίο επιλογικόσύστημα που περιλαμβάνει:
α. Ψυχοτεχνικές δοκιμασίες.
β. Υγειονομικές εξετάσεις.
γ. Αθλητικές δοκιμασίες.

2. Οι διαδικασίες για καθεμία από τις ανωτέρω εξετάσεις είναι ενιαίες γιαόλες τις Σχολές. “Ο κάθε υποψήφιος εξετάζεται από τη Σχολή της πρώτης προτίμησής του, όπως αυτή δηλώνεται στην αίτηση – δήλωση υποψηφίουΣτρατιωτικών Σχολών και υποβάλλεται στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Επιπρόσθετα, οι υποψήφιοι που επέλεξαν Σχολή, για την οποία στην εγκύκλιοπροκηρύξεως των εξετάσεων προβλέπεται ειδική απαίτηση-δοκιμασία θαεξετάζονται και από τη Σχολή αυτή στην εν λόγω απαίτηση-δοκιμασία. Τακριτήρια επιλογής όλων των Σχολών, που καθορίζονται στους οικείουςοργανισμούς και τα αποτελέσματα των εξετάσεων, ισχύουν για όλα τα ΓενικάΕπιτελεία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7Ν.2913/2001, ΦΕΚ Α`102/23.5.2001.«Ειδικότερα για τις αθλητικές δοκιμασίες, τα κριτήρια επιλογής θακαθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 112 παρ.3αΝ.3978/2011,ΦΕΚ Α 137/16.6.2011,το οποίο ισχύει από τη δημοσίευση τουΝ.3978/2011 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Τυχόν άλλες διαδικαστικές λεπτομέρειες θα ρυθμίζονται από τη σχετική εγκύκλιο προκήρυξης των εξετάσεων.

4. Οι υποψήφιοι της ειδικής κατηγορίας των Ελλήνων του εξωτερικού τουάρθρου 11 παράγραφος 1γ του ν. 3648/2008, ανεξαρτήτως της Σχολής πρώτηςπροτίμησης τους, θα υποβάλλονται σε Προκαταρκτικές Εξετάσεις από τη ΔιοίκησηΑεροπορικής Εκπαίδευσης (ΔΑΕ).Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 112 παρ.3βΝ.3978/2011,ΦΕΚ Α 137/16.6.2011

5. Οι μαθητές των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και τωνΑνωτάτων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (ΑΣΕΙ-ΑΣΣΥ) που είναι υποψήφιοιγια άλλο ΑΣΕΙ-ΑΣΣΥ, σύμφωνα με τη διαδικασία των πανελλαδικών εξετάσεων,ανεξαρτήτως της Σχολής πρώτης προτίμησης τους, θα υποβάλλονται στιςΠροκαταρκτικές Εξετάσεις (ΠΚΕ) από το ΑΣΕΙ-ΑΣΣΥ όπου φοιτούν.Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 112 παρ.3βΝ.3978/2011,ΦΕΚ Α 137/16.6.2011

Άρθρο 11

1. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 1746/1988 προστίθενται τα εξής δύο εδάφια:
“Οι περιορισμοί αυτοί δεν ισχύουν για ημεδαπής ή κοινοτικής προέλευσηςοργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), που προβλέπονταιαπό την Οδηγία του Συμβουλίου 85/611/ΕΟΚ και τη σχετική εθνική νομοθεσία,όπως ισχύουν. Στην περίπτωση αυτή το σύνολο των μετοχών της ιδιοκτήτριαςεταιρείας, που ανήκουν στους κατά το αμέσως παραπάνω εδάφιο εξαιρούμενους απότον περιορισμό της ονομαστικοποίησης οργανισμούς και εταιρείες, δεν μπορεί ναυπερβαίνει ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) του μετοχικούκεφαλαίου της εταιρείας για όλους μαζί και ποσοστό μεγαλύτερο του δυόμισιτοις εκατό (2,5 %) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας για τον καθένα.
Αν κατά την προεγγραφή οι επενδυτές αυτής της κατηγορίας καλύπτουν ποσοστόμεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (1)%) συνολικά και του δυόμισι τοις εκατό(2,5%) ο καθένας, οι μετοχές που αναλαμβάνει ο καθένας από αυτούς μειώνονταιαναλόγως, έτσι ώστε να τηρούνται τα παραπάνω όρια.
Τράπεζες ή ανώνυμες χρηματιστηριακές εταιρείες, που προσφέρουν κατά τιςδιατάξεις του π.δ. 350/1985, όπως ισχύει, υπηρεσίες αναδόχου της έκδοσης τωνμετοχών εταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών σταθμώνκαι εισάγονται στο χρηματιστήριο, εφόσον καθίστανται κάτοχοι ονομαστικώνμετοχών των παραπάνω εταιρειών λόγω της μη διάθεσης τους σε επενδυτές, δενμπορούν να ασκούν το δικαίωμα ψήφου στις γενικές συνελεύσεις ούτε νααντιπροσωπεύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτές και προβαίνουν σε σχετικήδήλωση παραίτησης από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου στις αρμόδιεςχρηματιστηριακές αρχές πριν την έναρξη της εγγραφής. Κατά την πρώτη εφαρμογήτης παραγράφου αυτής η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τηνέναρξη της ισχύος του νόμου αυτού”.

2. Το εδάφιο στ` της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν. 1746/1988, όπως αυτόισχύει μετά το άρθρο 7 του ν. 2206/1994 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
Με την επιφύλαξη των εδαφίων β` και γ της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου,η υποχρέωση ονομαστικοποίησης μέχρι φυσικού προσώπου των μετοχών ανώνυμωνεταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες εφημερίδων ή περιοδικών ή ραδιοφωνικών ήτηλεοπτικών σταθμών, καθώς και οι περιορισμοί στη συγκέντρωση μετοχώνανώνυμων εταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες τηλεοπτικών σταθμών, εξακολουθούνσε κάθε περίπτωση να ισχύουν, η δε παράβασή τους επιφέρει τις προβλεπόμενεςστο άρθρο αυτό κυρώσεις που εφαρμόζονται κάθε φορά ως και κάθε άλληπροβλεπόμενη διοικητική ή άλλης φύσεως κύρωση.

3. Η ισχύς των δύο προηγούμενων παραγράφων ανατρέχει στο χρόνο ισχύος τουάρθρου 7 του ν 2206/1994.

Άρθρο 12
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επι μέρους διατάξεις.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.Μύκονος, 18 Ιουλίου 1994

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΘΝ. ΑΜΥΝΑΣΑ. ΠΕΠΟΝΗΣ Γ. ΑΡΣΕΝΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΣΤΥΛ. – ΑΓΓ. ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ

ΥΦΥΠ. ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΥΠ. & ΜΕΣΩΝ ΜΑΖ. ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ Ν. ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ ΕΥΑΓ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 20 Ιουλίου 1994

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ