ΝΟΜΟΣ 2198 ΦΕΚ 43 Α /22.3.1994

Αύξηση αποδοχών δημοσίων υπαλλήλων εν γένει, σύναψη δανείων, υπό του Ελληνικού Δημοσίου και δημιουργία στην Τράπεζα της Ελλάδος Συστήματος Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή (`Αυλοι Τίτλοι) και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Εισοδηματική Πολιτική

Άρθρο 1
Αύξηση αποδοχών

1. Οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, των στρατιωτικών, του προσωπικού των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος, των με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των άλλων ΝΠΔΔ, του ιερού κλήρου, καθώς και των δικηγόρων που αμείβονται με πάγια αντιμισθία, όπως οι αποδοχές αυτές διαμορφώθηκαν την 31.12.1993, αυξάνονται κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) από 1.1.1994. Στις αυξημένες αυτές αποδοχές, όπως θα διαμορφωθούν την 30.6.1994, χορηγείται πρόσθετη αύξηση πέντε τοις εκατό (5%) από 1.7.1994. Οι αυξήσεις αυτές, για τους εκ των ανωτέρω απασχολούμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, μπορεί να χορηγηθούν και με τη διαδικασία των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

2. Στην περίπτωση που ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (Δ.Τ.Κ.) αυξηθεί μέσα στο τρέχον έτος κατά ποσοστό ανώτερο του δέκα τοις εκατό (10%), θα χορηγηθεί διορθωτικό ποσοστό αύξησης, με απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το οποίο θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ των ως άνω χορηγούμενων αυξήσεων και του τιμάριθμου.
Η αύξηση αυτή θα υπολογιστεί στις μηνιαίες τακτικές αποδοχές που θα διαμορφωθούν την 31.12.1994.

3. Ως τακτικές αποδοχές για τον υπολογισμό των παραπάνω αυξήσεων νοούνται οι αποδοχές εκείνες, που λαμβάνονταν υπόψη για τη χορήγηση της Α.Τ.Α., σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 25 του Ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α΄) και την παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 1810/1988 (ΦΕΚ 223 Α΄), καθώς και οι μετά την κατάργηση της χορηγηθείσες ποσοστιαίες αυξήσεις σε εφαρμογή των νόμων περί εισοδηματικής πολιτικής.

Άρθρο 2
Αύξηση επιδομάτων ατόμων με ειδικές ανάγκες
Τα επιδόματα που καταβάλλονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες, αυξάνονται μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%), από 1.1.1994.
Με απόφαση του υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ποσοστό αύξησης κατά κατηγορία δικαιούχων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 3
Επίδομα εξομάλυνσης δικαστικών λειτουργών

1. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του Ν. 1968/1991 (ΦΕΚ 150 Α) προστίθεται παράγραφος με τον αριθμό 4, η οποία έχει ως εξής:
«4. Το επίδομα εξομάλυνσης της υποπερίπτωσης αα΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 1587/1986 (ΦΕΚ 37 Α΄), όπως αυξήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του Ν. 1968/1991, ανερχόμενο στο ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών το μήνα, καταβάλλεται και στους παρέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, Αντιεισαγγελείς, παρέδρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και στους εξομοιούμενους μισθολογικά με αυτούς, οι οποίοι λαμβάνουν το βασικό μισθό του βαθμού τους. Το επίδομα αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται μειωμένο κατά δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) δρχ. στους παραπάνω, μετά τη λήψη μισθολογικής προαγωγής στον επόμενο βαθμό και μέχρι τη λήψη μισθολογικής προαγωγής στο μεθεπόμενο βαθμό, οπότε και παύει να καταβάλλεται.
Η παράγραφος αυτή ισχύει από την έναρξη ισχύος του άρθρου 14 του Ν. 1968/1991».

2. Οι παράγραφοι 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 και 11 αριθμούνται αντίστοιχα σε 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 12.

Άρθρο 4
Επιλογή αποδοχών
Οι διοριζόμενοι σε θέσεις γενικών γραμματέων υπουργείων, γενικών γραμματέων προϊσταμένων γενικών γραμματειών, ειδικών γραμματέων, γενικών γραμματέων περιφερειών, νομαρχών και επάρχων, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8 του Ν. 1835/1989 (ΦΕΚ 76 Α) και του άρθρου 46 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α΄), καθώς και οι διοριζόμενοι σε θέσεις διοικητών, υποδιοικητών, προέδρων, αντιπροέδρων, διευθυνόντων συμβούλων, γενικών διευθυντών, αναπληρωτών γενικών διευθυντών και βοηθών γενικών διευθυντών σε νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα κατά το άρθρο 1 του Ν. 1256/1982, μπορούν να επιλέγουν ή τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης ή τις αποδοχές της θέσης στην οποία διορίζονται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
`Άυλοι τίτλοι

Άρθρο 5
Έκδοση Άυλων Τίτλων

1. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να δανείζεται κατά τις διατάξεις του παρόντος και άνευ εκδόσεως αξιόγραφων (ομολόγων, εντόκων γραμματίων κ.λπ.), από φυσικά ή νομικά πρόσωπα και από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά Ιδρύματα, τα οποία έχουν κατά το νόμο την ευχέρεια να ασκούν ανάλογες εργασίες.

2. Εξουσιοδοτείται ο Υπουργός των Οικονομικών να συνάπτει γιαλογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου δάνεια της παραγράφου 1.
“Τα δάνεια και οι υποδιαιρέσεις τους (τίτλοι) παρακολουθούνται διαλογιστικών εγγραφών στο Σύστημα Λογιστικής Παρακολούθησης Συναλλαγών(το Σύστημα), που συνιστάται με το παρόν άρθρο και του οποίουδιαχειριστής είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Επίσης δια λογιστικώνεγγραφών στο Σύστημα παρακολουθούνται τα τοκομερίδια των τίτλων, εφ`ηςαποτελέσουν αντικείμενο αυτοτελούς συναλλαγής, εφαρμοζόμενων αναλόγωςτων λοιπών διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου.Η Τράπεζα της Ελλάδος ενεργεί τις εγγραφές λήξεως, εξυπηρετήσεως καιαποπληρωμής των δανείων για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρου 15Ν.2469/1997 .

3. Οι όροι των δανείων αυτών καθορίζονται με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 6
Συμμετοχή στο Σύστημα

1. Στο Σύστημα μετέχουν πλην του Ελληνικού Δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδος ως διαχειριστού, νομικά ή φυσικά πρόσωπα (οι φορείς) οριζόμενα είτε κατά κατηγορίες είτε ονομαστικά με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Με όμοιες πράξεις καθορίζεται η διαδικασία επιλογής των φορέων και ειδικότεροι όροι και περιορισμοί και οι απαιτούμενες υπέρ των επενδυτών ασφάλειες κατά κατηγορίες φορέων.

2. Οι τίτλοι δύνανται να μεταβιβάζονται σε τρίτους (επενδυτές). Η μεταβίβαση ενεργεί μεταξύ των μερών και δεν παράγει αποτελέσματα εις όφελος ή εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Τράπεζας της Ελλάδος.

3. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να αποκτά τίτλους από τους φορείς και να τους διαθέτει εκ νέου προ της λήξεως τους.

4. Η μεταβίβαση του τίτλου ολοκληρώνεται με μεταφορά (πίστωση) του αντίστοιχου ποσού στον λογαριασμό του δικαιούχου. Περιορισμοί ή λεπτομερέστερες ρυθμίσεις των συναλλαγών επί των τίτλων μπορούν να θεσπίζονται με πράξη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

5. Οι λογαριασμοί των φορέων τηρούνται στο Σύστημα. Οι λογαριασμοί των επενδυτών τηρούνται στους φορείς.

6. Οι λογαριασμοί και στο Σύστημα και στους φορείς τηρούνται χωριστά κατά κατηγορία τίτλων με κοινά χαρακτηριστικά.

7. Στο Σύστημα τηρούνται για κάθε φορέα χωριστοί λογαριασμοί αφενός μεν για τους τίτλους ιδίου χαρτοφυλακίου, αφετέρου δε για εκείνους του χαρτοφυλακίου επενδυτών πελατών του. Ο λογαριασμός χαρτοφυλακίου επενδυτών κάθε φορέα τηρείται συγκεντρωτικά για όλους τους επενδυτές του φορέα.

8. Στο Σύστημα ο λογαριασμός ενεχύρου κάθε φορέα τηρείται χωριστά από τους λοιπούς λογαριασμούς του.

9. Η ενεχυρίαση τίτλων ολοκληρώνεται με την εγγραφή του αντίστοιχου ποσού σε ειδικό λογαριασμό ενεχύρου τηρούμενο κατά περίπτωση είτε στο Σύστημα είτε στον φορέα.

10. Οι τίτλοι μπορούν να αποτελούν αντικείμενο δανεισμού,εφαρμοζομένου αναλόγως του άρθρου 806 του Α.Κ..
Σημ.: όπως η παρ.10 προστέθηκε με την παρ.8 άρθρου 15 Ν.2469/1999

Άρθρο 7
Κατοχύρωση δικαιωμάτων επενδυτών

1.Απαγορεύεται στον φορέα η άνευ της συναινέσεως του δικαιούχου επενδυτή διάθεση του τίτλου. Η έλλειψη συναινέσεως δεν αντιτάσσεται κατά των καλής πίστεως τρίτων.

2.Οι τηρούμενοι στο Σύστημα λογαριασμοί δεν υπόκεινται σε αναγκαστική ή συντηρητική κατάσχεση.

Άρθρο 8
Αξιώσεις επενδυτών

1. Οι φορείς που αναλαμβάνουν να επενδύσουν κεφάλαια σε τίτλους του Δημοσίου, για λογαριασμό πελατών τους, υποχρεούνται να επενδύουν αμέσως τα κεφάλαια αυτά σε τίτλους της επιλογής των επενδυτών.

2. Ο επενδυτής έχει αξίωση επί του τίτλου του, στρεφόμενη μόνο κατάτου φορέα, στον οποίο τηρείται ο λογαριασμός του. Εάν το Δημόσιο δενέχει εκπληρώσει τις κατά την παρ. 6 του παρόντος άρθρου υποχρεώσειςτου, ο επενδυτής έχει αξίωση εκ του τίτλου μόνο κατά του Δημοσίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 εδ.γ` άρθρου 15Ν.2469/19993

3. Εάν το χαρτοφυλάκιο επενδυτών του φορέα δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του επενδυτή, ούτος ικανοποιείται προνομιακώς εκ του ιδίου χαρτοφυλακίου του φορέα. Εάν και το ίδιο χαρτοφυλάκιο του φορέα δεν επαρκεί, τότε οι δικαιούχοι ικανοποιούνται συμμέτρως.

4. Ως ίδιο χαρτοφυλάκιο του φορέα για τις ανάγκες της προηγούμενης παραγράφου νοείται και το χαρτοφυλάκιο του φορέα, ως επενδυτή άλλου φορέα. Ως χαρτοφυλάκιο, εκ του οποίου ικανοποιούνται συμμέτρως οι δικαιούχοι, νοείται το χαρτοφυλάκιο μόνον των τίτλων της αυτής κατηγορίας.

5. Για το υπόλοιπο της απαιτήσεως τους οι επενδυτές ικανοποιούνται εκ της λοιπής περιουσίας του φορέα.

6. Η καταβολή των ληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων των τίτλων από το Δημόσιο στην Τράπεζα της Ελλάδος, επιφέρει την απόσβεση των υποχρεώσεων του Δημοσίου.
Η Τράπεζα της Ελλάδος αποδίδει στον κάθε φορέα τους τόκους και το κεφάλαιο των οφειλόμενων τίτλων κατά τη λήξη του δανείου. Η κατά τα ανωτέρω καταβολή επιφέρει την απόσβεση των υποχρεώσεων της Τράπεζας της Ελλάδος.

7. Για την ικανοποίηση των εκ των τίτλων απαιτήσεών τους κατά τουφορέα κατά κεφάλαιο και τόκους, οι επενδυτές κατατάσσονται ωςπρονομιούχοι πριν από τη σειρά των απαιτήσεων, που ορίζεται στηνπερίπτωση 3 του άρθρου 975 του Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά το άρθρο 3του ν. 1545/1985 και πριν από τη διαίρεση κατά το άρθρο 977 τουΚ.Πολ.Δ..
Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με την παρ.8 εδάφ.ε` άρθρου 15 Ν.2469/1999

Άρθρο 9
Αρμοδιότητες Διοικητή Τράπεζας της Ελλάδος

1. Με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ορίζονται οι λεπτομέρειες της οργάνωσης του Συστήματος, τα της λειτουργίας των λογαριασμών τίτλων, τα δικαιολογητικά εγγραφών, ο τρόπος πληρωμής ληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων από τους φορείς προς τους επενδυτές, τα ανακοινώσιμα από τους φορείς στοιχεία για στατιστικούς λόγους ή για την άσκηση προληπτικού ή κατασταλτικού ελέγχου, τα της άσκησης του ελέγχου, το ύψος των οφειλόμενων στην Τράπεζα της Ελλάδος αμοιβών ή προμηθειών από τους μετέχοντες στο Σύστημα. Με πράξεις ως άνω ρυθμίζονται και τα της ανάκλησης αδειών συμμετοχής στο Σύστημα καθώς και η τύχη του χαρτοφυλακίου φορέα, του οποίου ανακαλείται η άδεια.

2. Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ως και των σε εκτέλεση αυτού εκδιδομένων πράξεων του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος συνεπάγεται τη δυνατότητα επιβολής των διοικητικών κυρώσεων του άρθρου 5 του Ν.Δ. 588/1948 σε συνδυασμό με τον Α.Ν. 1387/50, ως και τη δυνατότητα επιβολής προστίμου στους παραβάτες ύψους μέχρι της τρέχουσας αξίας του συνολικού χαρτοφυλακίου τους ή και την προσωρινή ή οριστική αποβολή του φορέα από το Σύστημα. Οι διοικητικές ως άνω ποινές επιβάλλονται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

Άρθρο 10
Μετατροπή τίτλων

1. “Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή τηςΤράπεζας της Ελλάδος, επιτρέπεται η μετατροπή των κατά την έναρξηλειτουργίας του συστήματος υφιστάμενων ή και των μεταγενέστερα από τηνέναρξη λειτουργίας του Συστήματος εκδιδόμενων σε φυσική μορφή έντοκωνγραμματίων, ομολόγων ή τίτλων ομολογιακών δανείων, σε τίτλους μελογιστική μορφή. Η μετατροπή αυτή δεν δύναται να παραβλάπτει ταδικαιώματα των επενδυτών.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρ.15Ν.2469/1997 (Α 67).
Οι κατηγορίες μετατρεπόμενων τίτλων και οι λεπτομέρειες μετατροπήςκαθορίζονται στην αυτή ως άνω απόφαση.

2. Σε περίπτωση αναστολής της λειτουργίας του Συστήματος για χρονικό διάστημα τουλάχιστον14 συνεχόμενων ημερών, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εκδίδονται ενσώματοι τίτλοι, οιοποίοι παραδίδονται στους φορείς του Συστήματος προς φύλαξη ή προς διάθεση στουςδικαιούχους επενδυτές. Οι τίτλοι του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να εκδίδονται και υπόμορφή αποθετηρίων εγγράφων. Ειδικά θέματα και λεπτομέρειες σχετικά με τους τίτλους τηςπαρούσας παραγράφου ρυθμίζονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και τουΔιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 Ν.4046/2012,ΦΕΚ Α 28/14.2.2012.

Άρθρο 11
Επέκταση Συστήματος -Φορολογικές απαλλαγές
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ.2 Ν.4046/2012,ΦΕΚ Α 28/14.2.2012.

1. Στο Σύστημα δύνανται να εισάγονται και χρηματοπιστωτικά μέσα Ελλήνων ή αλλοδαπώνεκδοτών, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο 13 περιπτώσεις β` και γ` και στοιχείο 14 του ν.3606/2007. Η εισαγωγή στο Σύστημα των παραπάνω χρηματοπιστωτικών μέσων γίνεται μεπράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονταιαναλόγως και ως προς τα χρηματοπιστωτικά μέσα της παρούσας παραγράφου.

2. Στο Σύστημα δύνανται επίσης να καταχωρίζονται, υπό μορφή τίτλων σε λογιστική μορφή, και:α) χρηματοπιστωτικά μέσα, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο 13 περιπτώσεις β` και γ` καιστοιχείο 14 του ν. 3606/2007, Ελλήνων ή αλλοδαπών εκδοτών, που έχουν εκδοθεί σε υλική ήάυλη μορφή, καθώς και β) δικαιώματα επί των ως άνω χρηματοπιστωτικών μέσων. Η εισαγωγήστο Σύστημα των παραπάνω τίτλων γίνεται με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οιδιατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και ως προς τους τίτλους της παρούσαςπαραγράφου, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του παρόντος άρθρου.

3. α) Η καταχώριση στο Σύστημα των χρηματοπιστωτικών μέσων της παραγράφου 2 ή και τωνδικαιωμάτων επ` αυτών γίνεται:
αα) από τον εκδότη των χρηματοπιστωτικών μέσων ή
ββ) από
i) φορέα του Συστήματος ή
ii) άλλο πρόσωπο που παρέχει νόμιμα υπηρεσίες θεματοφύλακα κατά την έννοια του άρθρου 4παρ. 2 στοιχείο α` του ν. 3606/2007 σε κράτος – μέλος του ΕΟΧ,
που κατέχει αυτά τα χρηματοπιστωτικά μέσα (οι «υποκείμενες αξίες») σε υλική ή άυλη μορφήμέσω λογαριασμών τίτλων που τηρεί σε Κεντρικό Μητρώο Τίτλων, Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων ήάλλον θεματοφύλακα υπό μορφή πιστωτικού ιδρύματος, ΕΠΕΥ ή άλλου φορέα που αποτελείαντικείμενο εποπτείας για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής σε κράτος – μέλος του ΕΟΧ (ο«θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών»).
β) Τα ως άνω πρόσωπα, που καταχωρίζουν στο Σύστημα χρηματοπιστωτικά μέσα ή δικαιώματαεπ` αυτών κατά τα ανωτέρω, αποτελούν τους εκδότες των τίτλων σε λογιστική μορφή τουΣυστήματος.

4. Οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2 επ. εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αα`του στοιχείου α` της παραγράφου 3.

5. Κατά την έκδοση των καταχωριζόμενων στο Σύστημα, σε λογιστική μορφή, τίτλων, τηςπερίπτωσης ββ` του στοιχείου α` της παραγράφου 3, καθορίζεται εάν η καταβολή τωνληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων των υποκείμενων αξιών, θα γίνεται: α) από τον εκδότη τωντίτλων που εκδίδονται στο Σύστημα ή β) απ` ευθείας από τον θεματοφύλακα των υποκείμενωναξιών, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, ως διαχειρίστριας του Συστήματος, στους οικείουςλογαριασμούς των φορέων του Συστήματος στους οποίους είναι καταχωρισμένοι οι τίτλοι σελογιστική μορφή που αντιστοιχούν στις υποκείμενες αξίες. Με την επιφύλαξη των ειδικότερωνδιατάξεων του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι2 επ..

6. Ο κατά περίπτωση υπόχρεος για την καταβολή σύμφωνα με την παράγραφο 5 αποδίδει στουςοικείους λογαριασμούς του κάθε φορέα του Συστήματος τους τόκους και το κεφάλαιο τωνοφειλόμενων τίτλων. Η κατά τα ανωτέρω καταβολή επιφέρει την απόσβεση των υποχρεώσεων τηςΤράπεζας της Ελλάδος, του εκδότη των τίτλων σε λογιστική μορφή, του θεματοφύλακα τωνυποκείμενων αξιών και του εκδότη των υποκείμενων αξιών έναντι των δικαιούχων των τίτλων.

7. Δικαιούχοι των δικαιωμάτων που απορρέουν από τους τίτλους που καταχωρίζονται καιπαρακολουθούνται από το Σύστημα κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 επ. του παρόντοςάρθρου, έναντι του εκδότη τους ή, κατά περίπτωση, του εκδότη των υποκείμενων αξιών, καθώςκαι ως προς τον θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών και κάθε τρίτο είναι οι δικαιούχοι τωνλογαριασμών των φορέων που τηρούνται στο Σύστημα κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 – 8 καιτου παρόντος. Προκειμένου περί λογαριασμών επενδυτών, δικαιούχοι είναι οι επενδυτές, κατά τιςδιατάξεις του παρόντος άρθρου, εφαρμοζομένων αναλόγως και των διατάξεων των άρθρων 6-8του παρόντος νόμου, του άρθρου 68 παρ. 3 του ν. 3601/2007 (Α` 178), καθώς και του άρθρου 23παρ. 4 και του άρθρου 12 παράγραφοι 10-11 του ν. 3606/2007 (Α` 195).

8. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο επενδυτής έχει αξίωσηεκ του τίτλου του, στρεφόμενη μόνο κατά του φορέα του Συστήματος, στον οποίο τηρείται ολογαριασμός του. Προκειμένου περί τίτλων της περίπτωσης αα` του στοιχείου α` της παραγράφου3, εάν ο εκδότης του τίτλου δεν έχει εκπληρώσει τις κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 8υποχρεώσεις του, οι δικαιούχοι των τίτλων, φορείς του Συστήματος και επενδυτές, έχουν αξίωσηεκ του τίτλου μόνο κατά του εκδότη του τίτλου. Προκειμένου περί τίτλων της περίπτωσης ββ` τουστοιχείου α` της παραγράφου 3, οι φορείς του Συστήματος και, κατά περίπτωση, οι επενδυτές,έχουν αξίωση στρεφόμενη μόνο κατά του εκδότη της υποκείμενης αξίας ή, κατά περίπτωση, τουθεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών, εφόσον ο εκδότης της υποκείμενης αξίας δεν εκπληρώνειτις υποχρεώσεις του ή ο θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών δεν αποδίδει τα προσηκόντωςκαταβληθέντα σε αυτόν από τον εκδότη κεφάλαια ή τόκους, αντιστοίχως, προς πληρωμή τωνδικαιούχων των υποκείμενων αξιών.

9. α) Εάν ο εκδότης των υποκείμενων αξιών δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του γιακαταβολή των ληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων, δεν ευθύνονται έναντι των φορέων ή τωνεπενδυτών ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, ο Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιώνή η Τράπεζα της Ελλάδος. Ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, καθώς και, κατά περίπτωση,οι οικείοι φορείς του Συστήματος και οι επενδυτές έχουν ευθεία αξίωση κατά του εκδότη τωνυποκείμενων αξιών. Ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή ασκεί τις αξιώσεις ή συνδράμειστην άσκηση των αξιώσεων επί και εκ των υποκείμενων αξιών για λογαριασμό των εκάστοτετελικών δικαιούχων.
β) Εάν ο Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών δεν έχει εκπληρώσει την υποχρέωση του προςκαταβολή στον εκδότη των τίτλων σε λογιστική μορφή των κεφαλαίων και τόκων, πουαποδόθηκαν σε αυτόν από τον εκδότη των υποκείμενων αξιών, προς πληρωμή των δικαιούχωντους, ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, καθώς και οι οικείοι φορείς του Συστήματος καιοι επενδυτές έχουν ευθεία αξίωση κατά του Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών,εφαρμοζομένου και του τελευταίου εδαφίου του στοιχείου α` της παρούσας παραγράφου. Δενευθύνονται έναντι των φορέων του Συστήματος ή των επενδυτών ο εκδότης των υποκείμενωναξιών, ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή ή η Τράπεζα της Ελλάδος.
γ) Επιφυλασσομένων των ανωτέρω, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 8παράγραφοι 2 επ..

10. α) Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να τηρεί λογαριασμούς τίτλων σε Κεντρικό ΜητρώοΤίτλωνή Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων για χρηματοπιστωτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο13 περιπτώσεις β` και γ` και στοιχείο 14 του ν. 3606/2007, Ελλήνων ή αλλοδαπών εκδοτών, πουέχουν εκδοθεί σε υλική ή άυλη μορφή ή δικαιώματα επ` αυτών. Ως προς τους τίτλους αυτούςδύναται: αα) να εκδίδει στο Σύστημα σε λογιστική μορφή τίτλους που αντιπροσωπεύουνδικαιώματα στα εν λόγω υποκείμενα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τα δικαιώματα επ` αυτών κατά τιςδιατάξεις του παρόντος νόμου ή ββ) να καταχωρίζει τα δικαιώματα εξ αυτών με λογιστικέςεγγραφές στους λογαριασμούς τίτλων που τηρεί κατ` ανάλογο εφαρμογή των διατάξεων τουπαρόντος νόμου.
β) Οι διατάξεις του παρόντος νόμου για την τήρηση και μεταβίβαση τίτλων στο Σύστημα,περιλαμβανομένων των διατάξεων για τα δικαιώματα, τις αξιώσεις και την προστασία τωνδικαιούχων των τίτλων, φορέων και επενδυτών, εφαρμόζονται και ως προς τους τίτλους τηςπερίπτωσης αα` του στοιχείου α`, καθώς και ως προς τα δικαιώματα της περίπτωσης ββ` τουστοιχείου α`. Σε περίπτωση μη εκπλήρωσης υποχρεώσεων: αα) εκδότη υποκείμενωνχρηματοπιστωτικών μέσων που η Τράπεζα της Ελλάδος κατέχει μέσω λογαριασμού σε ΚεντρικόΜητρώο Τίτλων ή σε Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων ή ββ) Κεντρικού Μητρώου Τίτλων και ΚεντρικούΑποθετηρίου Τίτλων, ως προς τα υποκείμενα χρηματοπιστωτικά μέσα που η Τράπεζα της Ελλάδοςκατέχει μέσω αυτών, η Τράπεζα της Ελλάδος λαμβάνει κάθε εύλογο πρόσφορο μέτρο για τηνπροάσπιση των δικαιωμάτων και συμφερόντων των δικαιούχων των υποκείμενων αξιών, όπωςαυτοί προκύπτουν από τις σχετικές εγγραφές στα βιβλία και στοιχεία της, σύμφωνα με τις οδηγίεςπου λαμβάνει από αυτούς, όπως δύναται να προσδιορίζεται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζαςτης Ελλάδος.
γ) Ως προς τους τίτλους και τα δικαιώματα επί χρηματοπιστωτικών μέσων της παρούσαςπαραγράφου, περιλαμβανομένων και των δικαιωμάτων επί των υποκείμενων αξιών εφόσονεφαρμόζεται Ελληνικό Δίκαιο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 10 και 11τουάρθρου 12 του ν. 3606/2007, του άρθρου 57Α τέταρτη παράγραφος του Καταστατικού τηςΤράπεζας της Ελλάδος και της παραγράφου 3 του άρθρου 68 του ν. 3601/2007.

11. Ειδικά θέματα του παρόντος άρθρου, ενδεικτικώς ως προς τις υποχρεώσεις και ταδικαιώματα των φορέων και, εν γένει, ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν απότους τίτλους του παρόντος άρθρου, και λεπτομέρειες επεκτάσεως του Συστήματος ως προς τιςκατηγορίες των τίτλων που θα εγγράφονται σε λογαριασμούς του Συστήματος κατά το παρόνάρθρο, δύνανται να ρυθμίζονται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

12. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, νοείταικαι πράξη του νομίμως υπ` αυτού εξουσιοδοτημένου οργάνου.

13. Απαλλάσσεται των τελών χαρτοσήμου η εξόφληση των τόκων των κατά τον παρόντα νόμοεκδιδόμενων δανείων του Δημοσίου. Ομοίως απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου οιομολογιακοί τίτλοι ή ομόλογα με ρήτρα συναλλάγματος ή άλλη ρήτρα, καθώς και η μεταβίβασητους και η ενεχυρίαση τους.

Άρθρο 12
Απόρρητο άυλων τίτλων

1. Οι διατάξεις του Ν.Δ. 3745/1957 «Περί εκδόσεως εντόκων γραμματίων» ως και των άρθρων 62 του Ν. 1642/1986 «Για την εφαρμογή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και άλλες διατάξεις» και 31 και 32 του Ν. 1914/1990 «Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη του δημοσίου τομέα και της κεφαλαιαγοράς, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις», εφαρμόζονται αναλόγως και επί των τίτλων του Δημοσίου με λογιστική μορφή, καθ΄ ο μέρος δεν αντίκεινται στον παρόντα νόμο. Επίσης, αναλόγως εφαρμόζονται και οι διατάξεις του Ν. 5638/1932 «Περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν».

2. Οι λογαριασμοί τίτλων με λογιστική μορφή καλύπτονται από τοαπόρρητο που διέπει και τους λογαριασμούς καταθέσεων, όπως αυτόεκάστοτε εφαρμόζεται στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας.
Το απόρρητο αυτό δεν ισχύει έναντι του εκδότη των τίτλων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.3 Ν.4046/2012,ΦΕΚ Α 28/14.2.2012.

3. θέματα που αφορούν τις σχέσεις του Ελληνικού Δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδος, ως διαχειριστού τίτλων Ελληνικού Δημοσίου με λογιστική μορφή, θα ρυθμίζονται με συμβάσεις διαχείρισης μεταξύ του υπουργού Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Φορολογικές διευκολύνσεις

Άρθρο 13
Υποβολή δηλώσεων

1. Υπόχρεοι φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, οι οποίοι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την καταβολή των φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου για εισοδήματα που αποικήθηκαν μέχρι και το ημερολογιακό έτος 1992, δύνανται να υποβάλουν στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) σχετική αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση αυτού του νόμου.

2. Η δυνατότητα υποβολής δήλωσης κατά την προηγούμενη παράγραφο, παρέχεται αναλόγως και στις πιο κάτω φορολογίες, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 1993:
α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων άρθρου 32 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α΄).
β) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδήματος του άρθρου 17 παράγραφος 3 του Ν.Δ. 3323/1955.
γ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 29 του Ν. 542/1977 (ΦΕΚ 41 Α΄), των άρθρων 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17 και 18 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄), της Υπουργικής Απόφασης Ε. 2665/1988 και των άρθρων 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26 και 27 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α΄).
δ) Φόρου κύκλου εργασιών.
ε) Φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου κατανάλωσης του Ν.Δ. 3829/1958 (ΦΕΚ 126 Α) και φόρου κατανάλωσης στις κηρώδεις ύλες του Ν. 4324/1963 (ΦΕΚ 152 Α΄), στα απορρυπαντικά του άρθρου 4 του Α.Ν. 156/1967 (ΦΕΚ 179 Α), στα φορτηγά αυτοκίνητα του Ν. 1223/1981 (ΦΕΚ 340 Α΄) όπως ίσχυσαν και μετά την ενοποίηση των φόρων κατανάλωσης και πολυτελείας του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α΄).
στ) Φόρου κατανάλωσης στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται, διασκευάζονται ή συναρμολογούνται στο εσωτερικό, του Ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152 Α΄), στα λιπαντικά έλαια του άρθρου 57 του Ν. 12/1975 (ΦΕΚ 34 Α΄) και στα ελαφρά και μέσα έλαια του Ν. 216/1975 (ΦΕΚ 260 Α΄), όπως ίσχυσαν,
ζ) Φόρου κατανάλωσης στις ανυψωτικές συσκευές του άρθρου 65 του Ν. 542/1977 και φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα μισθώματα δρομώνων ίππων του άρθρου 58 του Ν. 1249/1982, όπως ίσχυσαν.
η) Φόρου που επιβαλλόταν στα κέντρα διασκέδασης και κέντρα πολυτελείας του Ν.Δ. 254/1973 (ΦΕΚ 335 Α΄), όπως ίσχυσε.
θ) Τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή.
ι) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις.
ία) Φόρου και άρθρου 5 του Α.Ν. 843/1948 (ΦΕΚ 319 Α΄).
ιβ) Εισφοράς υπέρ ΟΓΑ, Δήμων και Κοινοτήτων του άρθρου 10 του Ν. 4169/1961 (ΦΕΚ 81 Α΄), εισφοράς υπέρ ΟΓΑ του εδαφίου β΄ της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961 και εισφοράς υπέρ ΟΓΑ του άρθρου 3 του Ν. 1066/1980 (ΦΕΚ 183 Α΄), όπως ίσχυσαν.
ιγ) Φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) του Ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α΄).
ιδ) Εισφοράς υπέρ ΕΛ.Γ.Α. του άρθρου 31του Ν. 2040/1992 (ΦΕΚ 70 Α).
ιε) Φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών του Ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α΄).
ιστ) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α΄ έως και ιε΄, με εξαίρεση τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν έχουν εφαρμογή:
α) Στις υποθέσεις των φορολογουμένων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις, φύλλα ελέγχου και αποφάσεις επιβολής προστίμων μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος.
β) Στις υποθέσεις της φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνητης περιουσίας.
γ) Στις φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη.
δ) Στις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης και κοινοποίησης των φύλλων ελέγχου, των καταλογιστικών πράξεων και των αποφάσεων επιβολής προστίμων της περίπτωσης α μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, εφόσον γι΄ αυτές τα βιβλία και τα στοιχεία των επιτηδευματιών, που προβλέπονται από τον Κ.Β.Σ., έχουν κριθεί ανεπαρκή ή ανακριβή από τις Επιτροπές της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του Π.Δ. 186/1992 ή εφόσον παρήλθε άπρακτη η προβλεπόμενη από τις ίδιες διατάξεις προθεσμία προσφυγής ενώπιον των Επιτροπών αυτών. Στις υποθέσεις της περίπτωσης αυτής εμπίπτουν και εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ανωτέρω Επιτροπών.

4. Η οφειλή για φόρους, τέλη και εισφορές, που βεβαιώνεται με βάση τις αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις του παρόντος, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής και καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων μηνών. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών.

5. Όσοι εξοφλούν μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης ολόκληρο το ποσό του οφειλόμενου φόρου, τέλους ή εισφοράς, με εξαίρεση τους παρακρατούμενους φόρους και το φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) του Ν. 1642/1986, έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) στο οφειλόμενο ποσό.

6. Κατά την υποβολή των δηλώσεων, που προβλέπονται από την παράγραφο 1, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 73α του Ν.Δ. 3323/1955, προκειμένου για τις αιτήσεις που υποβάλλονται για την έκδοση των οικείων πιστοποιητικών, κατά το χρόνο ισχύος των διατάξεων αυτού του άρθρου.

Άρθρο 14
Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων

1. Προς το σκοπό της περαίωσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, που ανάγονται σε παρελθούσες μέχρι και το τέλος 1992 χρήσεις και αφορούν στη φορολογία εισοδήματος και λοιπές φορολογίες σε σχέση με τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, καθορίζεται με απόφαση του υπουργού Οικονομικών ειδικός τρόπος επίλυσης των φορολογικών διαφορών που προκύπτουν από τις υποθέσεις αυτές.
Με την ίδια απόφαση του υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ως προς την παρούσα ρύθμιση, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, οι κατηγορίες των υπαγόμενων και εξαιρούμενων φορολογικών υποθέσεων, οι όροι και οι προϋποθέσεις υπαγωγής και επίλυσης, ο τρόπος προσδιορισμού του βεβαιωτέου φόρου και κάθε συναφούς επιβάρυνσης, ο τρόπος βεβαίωσης, είσπραξης και καταβολής αυτών, όπως και η τυχόν χορήγηση έκπτωσης μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) ανάλογα με το χρόνο εξόφλησης, οι όροι και οι προϋποθέσεις για τυχόν απαλλαγή, ολική ή μερική, από τις πάσης φύσεως κυρώσεις και γενικά ό,τι άλλο είναι αναγκαίο για την υλοποίηση της ρύθμισης αυτής.

2. Στο πλαίσιο της ρύθμισης του παρόντος άρθρου αποστέλλεται στο φορολογούμενο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα, που περιέχει και το ποσό του φόρου και τις τυχόν συναφείς επιβαρύνσεις, καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την επίλυση και περαίωση της υπόθεσης.
Εφόσον ο ενδιαφερόμενος αποδεχθεί ανεπιφύλακτα το περιεχόμενο του ως άνω Ειδικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος και ανταποκριθεί στους τυχόν τιθέμενους όρους και προϋποθέσεις, η υπόθεση θεωρείται περαιωθείσα . Για την ως άνω αποδοχή εκ μέρους του φορολογούμενου υπογράφεται σχετική πράξη, επί του Ειδικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, από αυτόν και τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.
Η επίλυση αυτή συνεπάγεται όλα τα αποτελέσματα αμετάκλητης δικαστικής απόφασης και τα καταβληθέντα στο Δημόσιο χρηματικά ποσά, κατ΄ εφαρμογή της ρύθμισης αυτής, δεν αναζητούνται σε καμιά περίπτωση.

3. Η κατά τις προηγούμενες παραγράφους περαίωση των φορολογικών υποθέσεων συνεπάγεται την εξάλειψη του αξιοποίνου και την παύση της ποινικής δίωξης για όλα τα ποινικά φορολογικά αδικήματα που σχετίζονται με τις υποθέσεις αυτές.

4. Για την εφαρμογή του άρθρου αυτού ως εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις θεωρούνται εκτός από τις ανέλεγκτες και οι υποθέσεις για τις οποίες:
α) Δεν έχει επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς.
β) Δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης της προσφυγής.
γ) Έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή, η οποία δεν έχει συζητηθεί κατ΄ ουσίαν από το πρωτοβάθμιο διοικητικό δικαστήριο.

5. Στη ρύθμιση αυτού του άρθρου υπάγονται
κατά σειρά η πρώτη εκκρεμής και οι συνεχόμενες με αυτή εκκρεμείς χρήσεις, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα ή οι ακαθάριστες αμοιβές, που δηλώθηκαν ή προσδιορίστηκαν μετά από τακτικό έλεγχο, της κάθε χρήσης δεν υπερβαίνουν το ποσό των τριών δισεκατομμυρίων (3.000.000.000) δραχμών προκειμένου για επιχειρήσεις ή το ποσό των τετρακοσίων εκατομμυρίων (400.000.000) δραχμών προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες του άρθρου 45 του Ν.Δ. 3323/1955.

Άρθρο 15
Ρυθμίσεις βεβαιωμένων οφειλών

1. Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ., Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ νομικών προσώπων και τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ., τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 1993, ρυθμίζονται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε είκοσι τέσσερις (24) κατ΄ ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις μαζί με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών. Οι οφειλέτες που θα είναι συνεπείς στη ρύθμιση αυτή απαλλάσσονται από το υπόλοιπο ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, μέχρι την εξόφληση της οφειλής.

2. Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των ως άνω χρεών που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της, πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση στη Βουλή του παρόντος, η πρώτη δόση της ρύθμισης πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Απριλίου 1994 και οι υπόλοιπες δόσεις την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών.

3. Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης της ρύθμισης συνεπάγεται έκπτωση κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν την ημερομηνία αυτή.

4. Οφειλέτες που είναι συνεπείς στη ρύθμιση όλων των βεβαιωμένων χρεών τους και επιθυμούν να καταβάλουν ολόκληρο το υπόλοιπο του οφειλόμενου ποσού κατά την καταβολή κάποιας δόσης της ρύθμισης, δικαιούνται της ως άνω έκπτωσης των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν στο υπόλοιπο αυτό, μειούμενης της έκπτωσης κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ανά δόση και μέχρι την ενδέκατη (11) δόση της ρύθμισης, κατά την οποία δικαιούνται έκπτωσης των προσαυξήσεων αυτών σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

5. Οφειλέτες που καταβάλλουν εμπρόθεσμα όλες τις δόσεις των ρυθμιζόμενων οφειλών τους, δικαιούνται απαλλαγής των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης και εφόσον οι δόσεις αυτής είναι από δώδεκα (12) και άνω. Σε καμία περίπτωση όμως το ποσό της απαλλαγής αυτής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του ποσού της έκπτωσης που δικαιούται ο οφειλέτης, εάν είχε καταβάλλει ολόκληρο το υπόλοιπο της οφειλής μέχρι την ημερομηνία καταβολής της ενδέκατης δόσης. σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 22 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄), εφόσον κατατεθεί σχετική αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο μέσα στο οριζόμενο στην παράγραφο 2 χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση αυτή το καταβληθέν πρόσθετο ποσοστό δαπάνης βεβαίωσης και είσπραξης δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται.

6. Στην ανωτέρω ρύθμιση υπάγονται και οι οφειλές που έχουν διακανονιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 22 του ν. 2186/ 1993 (ΦΕΚ 137 Α’), εφόσον κατατεθεί σχετική αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή τελωνείο μέσα στο οριζόμενο στην παράγραφο 2 χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση αυτή το καταβληθέν πρόσθετο ποσοστό δαπάνης βεβαίωσης και είσπραξης δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται.

7. Από την ανωτέρω ρύθμιση εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί, καθώς και τα χρέη από συμβάσεις εκτός των δανείων που είχαν χορηγηθεί με την εγγύηση του Δημοσίου και έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. για είσπραξη.

8. Η καθυστέρηση καταβολής δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνόμενου με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας μηνιαίας δόσης ο οφειλέτης επιβαρύνεται με προσαύξηση πέντε τοις εκατό (5%) υπολογιζόμενης επί του συνόλου της δόσης.

9. Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση και δεν υφίστανται άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών του προς το Δημόσιο κάθε φορά για ένα μήνα και δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα από τις διατάξεις των άρθρων 25 και 27 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), του άρθρου 46 του Ν. 2065/1992, του άρθρου 7 του Ν. 2120/1993 (ΦΕΚ 24 Α΄) και του Ν. 395/1976 (ΦΕΚ 199 Α΄), αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. Επίσης, αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών ή ακινήτων και με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου.
Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης και εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης απολέσει το δικαίωμα της ρύθμισης αυτής τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά. Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει τη λήψη μέτρων προς διασφάλιση της οφειλής. Ειδικά για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης, το αποδεικτικό αυτό δεν χορηγείται εφόσον δεν έχει καταβληθεί το ποσό που αντιστοιχεί στις τρεις (3) πρώτες δόσεις.
Επίσης, δεν χορηγείται το αποδεικτικό αυτό για όσο χρόνο καθυστερεί η καταβολή οποιασδήποτε δόσης. Όπου όμως το αποδεικτικό ενημερότητας απαιτείται για είσπραξη χρημάτων, σύναψη και εκτέλεση συμβάσεων δανείων, καθώς και μεταβίβαση ακινήτων, η χορήγηση του επιτρέπεται, χωρίς την καταβολή των τριών (3) πρώτων δόσεων ή της δόσης που καθυστερεί, με την προϋπόθεση ότι το χρηματικό ποσό ή τίμημα που πρόκειται να εισπραχθεί από τον οφειλέτη θα παρακρατηθεί υπέρ του Δημοσίου και θα αποδοθεί σε αυτό για την ισόποση εξόφληση των ρυθμισθέντων χρεών, ανεξάρτητα αν δεν έχει λήξει ο χρόνος πληρωμής των δόσεων. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης θεωρείται συνεπής στη ρύθμιση εφόσον αποδοθούν τα σχετικά ποσά στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι την ημερομηνία λήξης πληρωμής της δόσης ή των δόσεων που καλύπτουν.

10. Η παραγραφή των χρεών που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτές αναστέλλεται για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα αν ο οφειλέτης είναι συνεπής σε αυτήν ή όχι, μετά δε την παύση της αναστολής δεν συμπληρώνεται η παραγραφή πριν παρέλθει ένα εξάμηνο από την παύση αυτής.

11. Με την παρούσα ρύθμιση δεν θίγονται ισχύουσες διατάξεις που απαιτούν την καταβολή συγκεκριμένης οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων και τα καταβαλλόμενα ποσά επιμερίζονται στις υπόλοιπες δόσεις, μειουμένου ανάλογα του ύψους αυτών.

12. Απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών που έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης αυτής, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι των οποίων συμψηφίζονται κατά προτεραιότητα.

13. Με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών μπορεί να παρατείνεται η ημερομηνία κατάθεσης αιτήσεων και πληρωμής των ως άνω δόσεων της ρύθμισης λόγω εξαιρετικών γεγονότων και να προσδιορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της.

14. Στη ρύθμιση του άρθρου αυτού υπάγονται και τα χρέη των φαρμακευτικών επιχειρήσεων που έχουν βεβαιωθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1993 στις Δ.Ο.Υ. και προέρχονται από εισφορές υπέρ του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.), μαζί με το είκοσι τοις εκατό (20%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά κατά την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης της ρύθμισης. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών. Η μη καταβολή δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια, εκτός από τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του παρόντος και τη βεβαίωση σε βάρος του οφειλέτη, με πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που ο οφειλέτης δεν κατέβαλε για τις δόσεις που θα έχει εξοφλήσει μέχρι την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 13 αυτού του άρθρου.

15. Από τη δημοσίευση του παρόντος παύουν να ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 10 του άρθρου 22 του Ν. 2166/1993, εξακολουθούν όμως να ισχύουν για όσες οφειλές είχαν διακανονιστεί σύμφωνα με αυτές και δεν υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση. Ειδικότερα, οι διατάξεις της παραγράφου 9 του ιδίου άρθρου παύουν να ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού για όλες τις περιπτώσεις και δύναται να παρέχονται διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών από τα όργανα που είχαν την αρμοδιότητα αυτή πριν από την ισχύ των ανωτέρω καταργούμενων διατάξεων. Για όσο χρονικό διάστημα ο οφειλέτης είναι συνεπής στις αποφάσεις των οργάνων αυτών, αναστέλλεται η εκτέλεση των αποφάσεων προσωπικής κράτησης του άρθρου 46 του Ν. 2065/1992. Με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται τα όρια και τα γενικά πλαίσια για την παροχή διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών από τα αρμόδια όργανα και να δίδονται γενικές κατευθύνσεις και οδηγίες.

Άρθρο 16
Ρυθμίσεις χρεών ειδικών περιπτώσεων

1. Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ. της Νομαρχίας Αθηνών, οφειλόμενα από επιχειρήσεις ή ελεύθερους επαγγελματίες του κέντρου των Αθηνών, οι οποίοι υπέστησαν ζημίες από τις τρομοκρατικές ενέργειες που έγιναν κατά το χρονικό διάστημα από 18 Νοεμβρίου 1985 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 1993, και τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1993, ρυθμίζονται μέχρι το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών και καταβάλλονται σε είκοσι τέσσερις (24) κατά ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις. Στην περίπτωση αυτή τα πιο πάνω χρέη δεν επιβαρύνονται με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Το ποσό της κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή αποτελεί η προσκόμιση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. βεβαίωσης της Νομαρχίας ή της Αστυνομικής Αρχής, από την οποία να προκύπτει ότι ο οφειλέτης είχε υποστεί ζημίες από τρομοκρατικές ενέργειες κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα.
Αν το ποσό του χρέους υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές, το τμήμα του χρέους που ρυθμίζεται, καθορίζεται από τη χρονολογική σειρά βεβαίωσης του.
Η μη καταβολή δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια, εκτός από τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 15 αυτού του νόμου και τη βεβαίωση σε βάρος του οφειλέτη, με πράξη του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που ο οφειλέτης δεν κατέβαλε για τις δόσεις που εξόφλησε μέχρι την απώλεια του ευεργετήματος.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 6 έως και 13 του άρθρου 15 αυτού του νόμου.

2. Στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου υπάγονται και τα χρέη προςτο Δημόσιο, ανεξαρτήτως ποσού, που είναι βεβαιώμενα μέχρι και τις 31Δεκεμβρίου 1993 στις Δ.Ο.Υ., τα οποία προέρχονται από δάνεια, που είχανχορηγηθεί με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε φυσικά ή νομικάπρόσωπα των περιοχών Δομοκού του νομού Φθιώτιδας, Λάκκας Σουλίου τουνομού Πρεβέζης και Αλμυρού και Νέας Αγχιάλου του νομού Μαγνησίας, γιατην αποκατάσταση των ζημιών που υπέστησαν από τους σεισμούς των ετών1980 και 1981. Στην περίπτωση αυτή τα πιο πάνω χρέη δεν επιβαρύνονταιμε τους τόκους των δανείων αυτών και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμηςκαταβολής που αναλογούν σε αυτά.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 6 έως και 13του άρθρου 15 αυτού του νόμου.”Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται για ολόκληρες τιςσεισμόπληκτες περιοχές των νομών Φθιώτιδας, Πρεβέζης, Ιωαννίνων,Μαγνησίας και Θεσπρωτίας, με την προϋπόθεση ότι η σχετική αίτηση γιατην υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να υποβληθεί στην αρμόδια Δ.Ο. Υ. μέσασε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, στην τελευταία εργάσιμηημέρα του οποίου θα καταβληθούν και οι δόσεις που θα έχουν λήξει μέχριτην ημέρα αυτή. Στην έννοια των τόκων του δεύτερου εδαφίου τηςπαραγράφου αυτής δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι που έχουν επιβληθεί καιβεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. από τις δανείστριες τράπεζες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 του άρθρου 34 τουΝ.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)

Άρθρο 17
Φορολογικός έλεγχος
Η παράγραφος 3 του άρθρου 50 του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αρχές, οι κανόνες, ο τρόπος, τα κριτήρια, τα στοιχεία και γενικά οι διαδικασίες και επαληθεύσεις που πρέπει να ακολουθούνται κατά τον έλεγχο των δηλώσεων, ο οποίος προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής».

Άρθρο 18

1. Η αληθής ερμηνεία του ρήματος «αντικαθίσταται» που βρίσκεται στο προοίμιο του άρθρου 11 του Ν. 2166/24.8.93 (ΦΕΚ 137 Α΄) είναι «συμπληρούται» και κατά συνέπεια το προοίμιο διαμορφώνεται ως εξής: «το άρθρο 78 του Ν. 1969/1991 συμπληρώνεται ως εξής:».

2. Το άρθρο 11 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α724.8.1993) «Κίνητρα ανάπτυξης επιχειρήσεων, διαρρυθμίσεις στην έμμεση και άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις», αντικαθίσταται ως εξής:
«`Αρθρο 11 Ν. 2166/1993
Στο άρθρο 78 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) «Εταιρίες Επενδύσεων χαρτοφυλακίου, Αμοιβαία Κεφάλαια και λοιπές διατάξεις εκσυγχρονισμού και εξυγίανσης της Κεφαλαιαγοράς» το ήδη υπάρχον κείμενο ορίζεται ως παράγραφος 1 και προστίθενται παράγραφοι 2, 3 και 4 οι οποίες ορίζουν τα εξής:
«2. Οι κατά νόμο αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ασκούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
3. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να παραχωρεί αρμοδιότητες στην Εκτελεστική Επιτροπή, πλην των κατωτέρω:
α. Καθορισμό του, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄), όπως ισχύει σήμερα, ανώτατου αριθμού των μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και των κατά την παρ. 4 του άρθρου 10 του ίδιου ως άνω νόμου κριτηρίων που αφορούν την επαγγελματική καταλληλότητα και εμπειρία των υποψήφιων χρηματιστηριακών εκπροσώπων ή χρηματιστών, εξειδίκευση των κατά την παρ. 1 του άρθρου 4 του ίδιου ως άνω νόμου, όπως ισχύει, κριτηρίων για την χορήγηση άδειας συστάσεως Χρηματιστηριακής Εταιρίας και των κατά το άρθρο 2 παρ. 2 και το άρθρο 27 παρ. 2 του παρόντος νόμου κριτηρίων για την χορήγηση άδειας συστάσεως εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιρίας διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων, αύξηση του, κατά τα άρθρα 1 παρ. 2 και 26 παρ. 2 του παρόντος νόμου, ελαχίστου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιριών διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων, αναπροσαρμογή του, κατά το άρθρο 17 παρ. 2α του παρόντος νόμου, ελάχιστου ύψους του ενεργητικού κάθε συγκροτούμενου αμοιβαίου κεφαλαίου και καθορισμός νέων χρηματιστηριακών πραγμάτων κατά το άρθρο 70 του παρόντος νόμου, καθορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούν οι Α. Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων και ο θεματοφύλακας των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου για τη διασφάλιση του συμφέροντος των μεριδιούχων, καθορισμό των μέσων και τεχνικών που μπορεί να χρησιμοποιεί η ΑΕ Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, με αντικείμενο κινητές αξίες, για την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου των αμοιβαίων κεφαλαίων και για την κάλυψη συναλλαγματικών κινδύνων στα πλαίσια της διαχείρισης αυτής και καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων που πρέπει να τηρούνται για την σύναψη δανείων αντιστήριξης (ΒΑCΚ ΤΟ ΒΑCΚ) σε ξένο νόμισμα από ΑΕ Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
β. Χορήγηση των προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία αδειών λειτουργίας χρηματιστηριακών εταιριών, εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιριών διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων και ανάκληση των αδειών αυτών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νόμο, απόφαση της κατ΄ άρθρο 3 περίπτωση 1,3 τελευταίο εδάφιο του Π.Δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α΄) εισαγωγής μετοχών και ομολογιών στο Χρηματιστήριο, απόφαση της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία περί χρηματιστηρίων διαγραφής εταιριών και κινητών αξιών από το Χρηματιστήριο, διορισμός των χρηματιστών κατά το άρθρο 10 του Ν. 1806/1988, έγκριση του διορισμού χρηματιστηριακού εκπροσώπου κατά το άρθρο 6 του ίδιου νόμου και ανάκληση τέτοιας έγκρισης κατά το άρθρο 60 παρ. 2 του παρόντος νόμου και λήψη των προβλεπόμενων στο άρθρο 15 του παρόντος νόμου αποφάσεων.
γ. Διατύπωση προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας των προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία γνωμών, προτάσεων ή εισηγήσεων, όπου για την έκδοση αποφάσεως από τον άνω Υπουργό προαπαιτείται γνώμη, πρόταση ή εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
δ. Διατύπωση των προβλεπόμενων από την περίπτωση γ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΑΝ 148/1967, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Ν. 316/1976, γνωμοδοτήσεων.
ε. Κατάρτιση και τροποποίηση του προβλεπόμενου από την παρ. 4 του άρθρου1 του Ν. 1806/1988 σε συνδυασμό με την παρ. 7 του άρθρου 76 του παρόντος νόμου, κανονισμού εποπτείας.
στ. Έκδοση αποφάσεων κατά την παρ. 4 του άρθρου 76 του παρόντος νόμου.
ζ. Επιβολή των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία προστίμων,πειθαρχικών ποινών και λοιπών διοικητικών κυρώσεων, όπου προβλέπεται τέτοια αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
η. Απόφαση υποβολής αίτησης – έγκλησης για έναρξη ποινικής δίωξης όπου απαιτεί ο νόμος τέτοια αίτηση.
θ. Η Εκτελεστική Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα της εκτελέσεως των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου».

3. Η παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν. 2166/1993 «Κίνητρα ανάπτυξης επιχειρήσεων, διαρρυθμίσεις στην έμμεση και άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις» τροποποιείται ως εξής:
«2. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, των οποίων η έκδοση προβλέπεται από τις ανωτέρω διατάξεις του αυτού νόμου και του Ν. 1969/1991, όπως εκάστοτε ισχύει, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

4. Στο άρθρο 13 του Ν. 2166/1993 προστίθεται παράγραφος 3 η οποία ορίζει τα εξής:
«3. Μέχρι να εκδοθεί το Προεδρικό Διάταγμα που προβλέπεται από την παρ. 1:
α) οι εποπτικές, λειτουργικές, ελεγκτικές, νομικές και ερευνητικές αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς από 3 Φεβρουαρίου 1994, θα υποστηρίζονται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας διαπιστώνεται ο χρόνος λήξης της παραπάνω υποστήριξης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς από τις Υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
β) Τα έσοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 79 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄), όπως ισχύει, κατατίθενται σε ειδικό λογαριασμό στην Τράπεζα της Ελλάδος. Εφόσον οι πόροι της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επαρκούν για την κάλυψη του προϋπολογισμού της, το τυχόν πλεόνασμα αποδίδεται στο Ελληνικό Δημόσιο».

5. Πράξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που εκδόθηκαν μετά την δημοσίευση του Ν. 2166/1993, με βάση την προϊσχύουσα νομοθεσία, έχουν την αυτή νομική ισχύ με τις πράξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που εκδίδονται με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε πριν και θα ισχύει μετά την δημοσίευση του παρόντος νόμου.

6. Η παρ. 4 του άρθρου 77 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και να διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα Κεφαλαιαγοράς. Ο Πρόεδρος και οι δυο Αντιπρόεδροι είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, οι δε αποδοχές τους καθορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, ο οποίος καθορίζει επίσης τις αμοιβές των λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μπορούν να καταβάλλονται έξοδα κινήσεως ή παραστάσεως στα μέλη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Μέλη του διδακτικού προσωπικού οικονομικών Πανεπιστημίων ή νομικών και οικονομικών τμημάτων των Πανεπιστημίων, εφόσον διοριστούν στην Εκτελεστική Επιτροπή ή και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δικαιούνται να εκτελούν συγχρόνως και τα καθήκοντα που απορρέουν από την Πανεπιστημιακή τους θέση».

7. Πρόστιμα και άλλες επιβαρύνσεις για τυχόν μη καταβληθέντα ποσά, για την περίοδο από της ισχύος του Ν. 1969/1991 έως και της ισχύος του Π.Δ. κατά το άρθρο 13 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄), δεν καθίστανται απαιτητά.
Τα οφειλόμενα από το Δημόσιο ποσά, κατά τις διατάξεις του άρθρου 79 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) από την έκδοση νέων κινητών αξιών δεν καθίστανται απαιτητά από την ισχύ του νόμου 1969/1991 έως και της ισχύος του Προεδρικού Διατάγματος κατά το άρθρο 13 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α).

8. Με Προεδρικό Διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να κωδικοποιηθεί σε ενιαίο κείμενο η νομοθεσία για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι αρμοδιότητες της, συμπεριλαμβανομένων και των συναφών διατάξεων άλλων νομοθετημάτων, τα οποία αμέσως ή εμμέσως συμπληρώνουν ή τροποποιούν το νομοθέτημα περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Κατά την ως άνω κωδικοποίηση επιτρέπεται η μεταβολή της σειράς των άρθρων, των παραγράφων, των εδαφίων, η διαγραφή, σύμπτυξη και η μετατροπή του κειμένου στη δημοτική γλώσσα, επίσης και κάθε φραστική μεταβολή, διαγραφή διατάξεων που δεν ισχύουν, χωρίς να αλλοιώνεται η έννοια των διατάξεων.

9. Στην παράγραφο 1β του άρθρου 51 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α) «για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις», προστίθεται μετά των «Χρηματιστηρίων Αξιών» και της «Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς» και η παράγραφος γίνεται ως εξής:
«β. Τα κάθε είδους ν.π.δ.δ., εξαιρουμένων των Χρηματιστηρίων Αξιών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, είτε αυτά αποτελούν οργανισμούς κατά τόπο είτε καθ΄ ύλην αυτοδιοίκησης».

10. Προστίθεται στο άρθρο 78 παρ. δ στο εδάφιο τέσσερα του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας «περί Κεφαλαιαγοράς» και η παράγραφος γίνεται ως εξής:
«δ. Διενεργεί ελέγχους σε εταιρίες, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, σε Ανώνυμες Χρηματιστηριακές Εταιρίες, σε συμβούλους χρηματιστηριακών επενδύσεων, σε Εταιρίες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, στην ΑΕ Αποθετηρίων Τίτλων, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί Κεφαλαιαγοράς, ιδία, ελέγχει την τήρηση των κανόνων δεοντολογίας από τα στελέχη αυτών των εταιριών και προβαίνει σε ανακοινώσεις επί των αποτελεσμάτων των ελέγχων».

11. Προστίθεται στο άρθρο 79 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) υπό α) το εξής: «α) ποσοστό μηδέν κόμμα δύο τοις χιλίοις (0,2°/οο) επί των νέων εκδόσεων κινητών αξιών «που εισάγονται στα Χρηματιστήρια Αξιών».

12. Κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, δύναται να προσλαμβάνονται με σύμβαση έργου στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ή να αποσπώνται σε αυτό από άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα, μέχρι πέντε (5) άτομα εξειδικευμένα σε θέματα Κεφαλαιαγοράς με σκοπό την εποπτεία του άρθρου 76, Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) των εργασιών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Στους κατά τα ανωτέρω απασχολούμενους υπαλλήλους μπορεί να χορηγείται ειδικό επίδομα, του οποίου το όριο καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.

Άρθρο 19

1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει να ρυθμίσει τις κατά την 31.12.93 συμβατικές υποχρεώσεις του προς την ΑΤΕ που αναλύονται κατά φορέα και δραστηριότητα ως ακολούθως:

α. Ανοίγματα χρηματοδοτήσεων ΔΙΔΑΓΕΠ ετών 1988, 1989,1990.75.600.000.000 δρχ.
β. Προμήθεια ΑΤΕ για εργασίες για λογ/σμό της ΔΙΔΑΓΕΠ.300.000.000 δρχ.
γ. Αποθεματοποίηση σταφίδας και ξερών σύκων.14.580.000.000 δρχ.
δ. Καπνά ΑΓΡΕΞ.6.600.000.000 δρχ,
ε. Ανοίγματα διαχείρισης λιπασμάτων από ΑΤΕ.13.450.000.000 δρχ.
στ. Ανοίγματα διαχείρισης λιπασμάτων από ΣΥΝΕΛ.18.500.000.000 δρχ.
ζ. Τοκοχρεωλύσια αποθηκευτικών χώρων.1.930.000.000 δρχ.
η. Επιδοτήσεις επιτοκίων.6.500.000.000 δρχ.
θ. Προμήθεια ΑΤΕ για εργασίες πρόωρης συνταξιοδότησης.2.200.000.000 δρχ.
ι. Κάλυψη κόστους εποπτικής υπηρεσίας.3.390.000.000 δρχ

2. Η ρύθμιση των υποχρεώσεων των παραγράφων 1 και 2 θα πραγματοποιηθεί με έκδοση από το Ελληνικό Δημόσιο ειδικού ισόποσου ομολογιακού δανείου (άρθρα 31 και 32 Ν. 1914/1990) οι ομολογίες του οποίου θα διατεθούν στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος.

3. Οι διατάξεις των άρθρων 32 και 33 του Ν. 2008/1992 και η παρ. 2 του άρθρου 43 του Ν. 2093/1992 καταργούνται

Άρθρο 20

1. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται: α) να συνιστά έντοκους λογαριασμούςσε εμπορικές Τράπεζες ή άλλα Πιστωτικά Ιδρύματα για την κατάθεση τωνδιαθεσίμων του σε δραχμές, β) να αναθέτει τη διεξαγωγή των συναλλαγώντου όσο και τη διαχείριση των διαθεσίμων του σε δραχμές βάσει συμβάσεωνμεταξύ αυτού και των εμπορικών Τραπεζών ή Πιστωτικών Ιδρυμάτων.
Η διαχείριση των διαθεσίμων αυτών του Δημοσίου δύναται να γίνει καικατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο ήθελε κριθεί αποδοτικότερος ήπροσφορότερος για την προώθηση της γενικότερης οικονομικής πολιτικής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο τέταρτο τουΝ.2198/1994 (Α 238).

2. Τα πιστωτικά υπόλοιπα των λογαριασμών του Δημοσίου που τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και τα διαθέσιμα του στο εσωτερικό ή το εξωτερικό που κατατίθενται σ΄ αυτήν, είναι έντοκα. Το ύφος του επιτοκίου καθορίζεται με σύμβαση.

3. Το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να αναθέτει στην Τράπεζα της Ελλάδος ή σε οποιοδήποτε άλλο πιστωτικό ίδρυμα που παρέχει τα προς τούτο εχέγγυα, τη διαχείριση κατά την παράγραφο 1 των διαθεσίμων, βάσει συμβάσεων, που θα προβλέπουν μεταξύ άλλων και την καταβλητέα αμοιβή στην Τράπεζα ή το οικείο πιστωτικό ίδρυμα για τις παρεχόμενες από αυτό υπηρεσίες.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία συμμετοχής των τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων στις διαπραγματεύσεις σύναψης των συμβάσεων των παρ. 1-3, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.

5. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 1994.

Άρθρο 21
Το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει στην Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΚΤΕ) ποσό το οποίο προκύπτει από ληξιπρόθεσμες οφειλές δικαιούχων στεγαστικών δανείων Εργατικής Λαϊκής Κατοικίας και λοιπών δανείων που χορηγήθηκαν με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 1138/1972, οι οποίες προέκυψαν από 1.1.1986 – 31.12.1993 και έχουν καλυφθεί από ίδια διαθέσιμα της ΕΚΤΕ. Το καταβληθησόμενο ποσό θα ανέλθει σε 30,3 δισ. δρχ. εκ των οποίων ποσό δρχ. 18,3 δισ. αφορά ληξιπρόθεσμες οφειλές και ποσό 12 δισ. δρχ. αφορά τόκους, οι οποίοι θα αποτελέσουν ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό.
Σε αντιστάθμισμα της καταβολής αυτής περιέρχονται στο Δημόσιο οι αντίστοιχες εκ των ανωτέρω 18,3 δισ. δρχ. απαιτήσεις κατά των δανειοληπτών αυτών.
Η ρύθμιση των υποχρεώσεων αυτών θα πραγματοποιηθεί με έκδοση από το Ελληνικό Δημόσιο ειδικού ισόποσου ομολογιακού δανείου (άρθ. 31 και 32 Ν. 1914/1990) οι ομολογίες του οποίου θα διατεθούν στην Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος.

Άρθρο 22
Όταν εταιρίες – μέλη του Ομίλου της «ΠΕΙΡΑΪΚΗΣ-ΠΑΤΡΑΙΚΗΣ Α. Ε.» είναι πιστωτές που εκπροσωπούν το 51% των συνολικών απαιτήσεων κατά άλλων εταιριών – μελών του Ομίλου, επειδή ευρίσκονται και αυτές υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης, με τον ίδιο εκκαθαριστή και συνεπώς υπάρχει ταύτιση ιδιοτήτων εκκαθαριστή και πιστωτή, τις απαιτούμενες από τις παραγράφους 7 και 11 του άρθρου 46α του Νόμου 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) όπως προστέθηκε με το άρθρο 14 του Νόμου 2000/1991 (ΦΕΚ 206 Α΄) αποφάσεις κατά την αληθή έννοια των διατάξεων αυτών, λαμβάνει, αντί γι΄ αυτές το Δ.Σ. του ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (Ο.Α.Ε.) ο οποίος είναι και ο ουσιαστικός πιστωτής όλων των εταιριών του Ομίλου.

Άρθρο 23
Το άρθρο 46α του Ν. 1892/1990, που προστέθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 2000/1991, καθώς και η παράγραφος 20 του άρθρου 6 του Ν. 2160/1993, προς διευκόλυνση μεταβίβασης της επιχείρησης «ΝΕΩΡΙΟΝ-ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΥΡΟΥ Α.Ε.» τροποποιούνται ακολούθως:
«1. Ο εκκαθαριστής προκηρύσσει και τρίτο δημόσιο διεθνή διαγωνισμό για τη μεταβίβαση του ενεργητικού της υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης επιχείρησης με την επωνυμία «ΝΕΩΡΙΟΝ – ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΥΡΟΥ Α.Ε.», κατόπιν έγγραφης εντολής των Υφυπουργών Οικονομικών και Βιομηχανίας.
2. Ο εκκαθαριστής υποχρεούται για μια ακόμη φορά:
α) Να δημοσιεύσει νέα πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες πολιτικές εφημερίδες και μια ημερήσια οικονομική εφημερίδα, που εκδίδονται στην Αθήνα και σε δύο διεθνούς κυκλοφορίας ημερήσιες οικονομικές εφημερίδες, που εκδίδονται στην αλλοδαπή.
β) Να προβεί στη σύνταξη νέου υπομνήματος προσφοράς με το οποίο θα καταγράφεται επακριβώς το ενεργητικό της εταιρίας στην τωρινή του κατάσταση, και
γ) Να δημοσιεύσει, όπως πιο πάνω, νέα διακήρυξη διενέργειας διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού.
3. Η διενέργεια του διαγωνισμού διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 46α του Ν. 1892/1990, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 2000/1991, οι δε σχετικές προθεσμίες έχουν σαν αφετηρία την προαναφερόμενη έγγραφη εντολή προς τον εκκαθαριστή των Υφυπουργών Οικονομικών και Βιομηχανίας.
4. Από το ενεργητικό της επιχείρησης, με ειδική μνεία στη διακήρυξη και το υπόμνημα προσφοράς, εξαιρούνται:
α) το ακίνητο του παλαιού λοιμοκαθαρτηρίου συνολικής επιφάνειας 3.015 τ.μ. και κτισμάτων 668,5 τ.μ. (κτίριο Παλαιών Φυλακών) που βρίσκεται στη συνοικία «Λαζαρέτα» του Δήμου Ερμούπολης.
β) Το ακίνητο (ερειπωμένο κτίριο μετά του οικοπέδου του) συνολικής επιφάνειας περίπου 2.680 τ.μ. πρώην «σκαγιάδικο», το οποίο ευρίσκεται απέναντι από το Βαρδάκειο, εντός του Δήμου Ερμούπολης.
γ) Το ακίνητο του παλαιού εργοστασίου «Βελισσαροπούλου», συνολικής εκτάσεως 5 περίπου στρεμμάτων, στο οποίο στεγάζεται ο Καταναλωτικός Συνεταιρισμός Εργαζομένων της Επιχείρησης και ευρίσκεται εντός του Δήμου Ερμούπολης.
Τα παραπάνω ακίνητα (α), (β) και (γ) εξαιρούνται από το ενεργητικό της επιχείρησης προκειμένου να μεταβιβασθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση της Νήσου Σύρου.
δ) η πλωτή δεξαμενή Π/Δ ΑΥΛΙΣ.
5. Ως ουσιώδη κριτήρια για την αξιολόγηση των προσφορών από τον εκκαθαριστή, μεταξύ άλλων καθορίζονται το ύψος του προσφερόμενου τιμήματος, η εξασφάλιση όσο το δυνατόν περισσότερων θέσεων εργασίας, τα επιχειρηματικά σχέδια των υποψηφίων επενδυτών και η φερεγγυότητα τους, της σχετικής εκθέσεως αξιολογήσεως του υποβαλλόμενης προς έγκριση στους Υφυπουργούς Οικονομικών και Βιομηχανίας εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία αποσφράγισης των προσφορών.
6. Η σύμβαση πώλησης του ενεργητικού θα εξασφαλίζει τους υποχρεωτικούς, για τον αγοραστή, όρους της λειτουργίας της επιχείρησης, ως ναυπηγείου, για τουλάχιστον έξι (6) χρόνια και της άμεσης μεταβίβασης, χωρίς αντάλλαγμα, τουλάχιστον του πέντε τοις εκατό (5%) των μετοχών στους εργαζόμενους, όπως αυτοί εκπροσωπούνται από τον επίσημο συνδικαλιστικό τους φορέα ή/ και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση της νήσου Σύρου. Οι παραπάνω όροι, καθώς και τα κριτήρια αξιολόγησης, θα περιλαμβάνονται τόσο στο υπόμνημα προσφοράς όσο και στη διακήρυξη.
7. Η σύμβαση μεταβίβασης και οι σαν συνέπεια αυτής επιμέρους μεταβιβάσεις, μεταγραφές και σχετικές πράξεις απαλλάσσονται από οποιοδήποτε φόρο, τέλος και δικαιώματα του Δημοσίου ή τρίτων, καθώς και του χαρτοσήμου. Επίσης απαλλάσσονται του φόρου οι τυχόν τόκοι ενδεχόμενα πιστούμενου τιμήματος.
Η απαλλαγή από φόρους, τέλη και δικαιώματα επέρχεται με την κατάθεση του σχεδίου της σύμβασης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., χωρίς να απαιτείται η υποβολή οποιουδήποτε άλλου δικαιολογητικού.
8. Η «ΝΕΩΡΙΟΝ-ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΥΡΟΥ Α.Ε.», απαλλάσσεται από την υποχρέωση προσκόμισης φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, για τη σύναψη της σύμβασης μεταβίβασης, για τη λήψη δανείων και για κάθε άλλη συναλλαγή της με το Δημόσιο, για όσο διάστημα τελεί σε ειδική εκκαθάριση. Επίσης, για τη σύναψη της προαναφερόμενης σύμβασης μεταβίβασης, απαλλάσσεται και από την υποχρέωση προσκόμισης του πιστοποιητικού του άρθρου 72 του Π.Δ. 129/ 1989, καθώς και του πιστοποιητικού περί μη οφειλής τέλους ακίνητης περιουσίας στον αρμόδιο Δήμο.
Κάθε μορφής ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της «ΝΕΩΡΙΟΝ-ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΥΡΟΥ Α.Ε.» προς το ΙΚΑ και προς κάθε άλλο ασφαλιστικό οργανισμό, για το διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της μεταβίβασης, αναλαμβάνονται από το Δημόσιο, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 74 του Ν. 2127/1993.
9. Οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, που χορηγήθηκαν προς ημεδαπές Τράπεζες υπέρ επιχειρήσεων που έχουν τεθεί υπό το καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης του Ν. 2000/1991, με υπογραφή του Υφυπουργού Οικονομικών, θεωρούνται ως εγκύρως χορηγηθείσες και δεσμεύουσες το Ελληνικό Δημόσιο. Εφεξής παρόμοιες εγγυήσεις θα χορηγούνται κατόπιν κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
10. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 2000/1991, όπως ισχύουν, οι δε Υφυπουργοί Οικονομικών και Βιομηχανίας κατόπιν εισηγήσεως του εκκαθαριστή εξουσιοδοτούνται να ρυθμίζουν, με αιτιολογημένη απόφαση τους, κάθε σχετικό με την ερμηνεία και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας ζήτημα».

Άρθρο 24
Παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις

1. Η περίπτωση στ της παραγράφου 1 του άρθρου 37α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
«στ) Δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, κοινωφελή ιδρύματα, οργανισμοί και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, δημόσιες επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις και νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου γενικά, κατά την προμήθεια κάθε είδους αγαθών ή παροχής υπηρεσιών από επιχειρήσεις, υποχρεούνται όπως, κατά την καταβολή ή την έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής της αξίας αυτών, παρακρατούν φόρο εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται στο καθαρό ποσό της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών με συντελεστή ως ακολούθως:
αα) ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) για τα υγρά καύσιμα
ββ) ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) για τα λοιπά αγαθά και
γγ) ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%) για την παροχή υπηρεσιών.
Εξαιρούνται από την παρακράτηση φόρου οι υπόχρεοι του πρώτου εδαφίου:
αα) όταν προμηθεύονται αγαθά ή τους παρέχονται υπηρεσίες και δεν απαιτείται σύμβαση, εφόσον η καθαρή αξία αυτών, κατά συναλλαγή, δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών.
ββ) όταν λαμβάνουν υπηρεσίες ή προμηθεύονται ηλεκτρικό ρεύμα, τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, τηλεγραφήματα, γραμματόσημα, φωταέριο, νερό και εισιτήρια γενικά και
γγ) όπου προβλέπεται παρακράτηση ή προκαταβολή φόρου από άλλη διάταξη για το ίδιο έσοδο.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο τρόπος παρακράτησης του φόρου και γενικά κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης αυτής».

2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 37α του Ν.Δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Όσοι παρακρατούν φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 αυτού του άρθρου, υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με σχετική δήλωση που πρέπει να υποβάλλουν μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα, στη δημόσια οικονομική υπηρεσία, στην περιφέρεια της οποίας έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος, ο οποίος αποδίδεται εφάπαξ με την υποβολή της οικείας δήλωσης».

3. Η απόδοση του φόρου που παρακρατήθηκε με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, αποδίδεται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από τη δημοσίευση μήνα.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1, με εξαίρεση την υποπερίπτωση γγ΄ του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 37α του Ν.Δ. 3323/1955 όπως διαμορφώνεται με το παρόν, ισχύουν από 8 Φεβρουαρίου 1994 για τιμολόγια που εκδίδονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.

Άρθρο 25
Παράταση χρόνου παραγραφής

1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 99 του Ν. 1165/1918 (ΦΕΚ 73 Α), όπως έχει τροποποιηθεί, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση, η ως άνω προθεσμία ορίζεται επταετής προκειμένου περί των παραβάσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 89 του παρόντος νόμου».

2. Η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 77 του Ν. 4125/1960 (ΦΕΚ 202 Α΄) παρατείνεται σε ενενήντα (90) ημέρες.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και επί των παραβάσεων εκείνων που έχουν τελεσθεί πριν από την έναρξη ισχύος τους, εφόσον δεν έχει κατά το χρόνο τούτο συμπληρωθεί η παραγραφή τους.

Άρθρο 26
Η εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους αναθεώρησης 1994 των Ελλήνων του Πόντου γίνεται με βάση τη σχετική, περί διαπίστωσης της ιθαγενείας τους, απόφαση του νομάρχη.
Οι ενδιαφερόμενοι προσκομίζουν στο νομάρχη που έχει εκδώσει την παραπάνω απόφαση δύο όμοιες πρόσφατες φωτογραφίες τύπου δελτίου ταυτότητας μέχρι 22 Απριλίου 1994.
Ο νομάρχης, με βάση τα στοιχεία της απόφασης του, συντάσσει αλφαβητικές καταστάσεις εγγραπτέων εκλογέων, σε τρία αντίτυπα, κατά δήμο ή κοινότητα ή κατά ενορία δήμου ή κοινότητας, όπου συντρέχει περίπτωση.
Οι καταστάσεις αυτές δημοσιεύονται στους χώρους των κτιρίων των Διευθύνσεων Εσωτερικών των Νομαρχιών από 23 έως 25 Απριλίου 1994. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα είναι δυνατή η υποβολή ένστασης κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 17 και 18 του Π.Δ. 353/1993.
Από 26 έως 30 Απριλίου 1994 οι αλφαβητικές καταστάσεις μαζί με τα αντίγραφα των αποφάσεων για τη διαπίστωση-καθορισμό της ιθαγένειας, τις φωτογραφίες των ενδιαφερομένων εκλογέων και τις ενστάσεις που τυχόν έχουν υποβληθεί, διαβιβάζονται από τον νομάρχη στο αρμόδιο πρωτοδικείο στο οποίο υπάγεται ο δήμος ή η κοινότητα, όπου επιθυμούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα οι εκλογείς αυτοί. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Π.Δ. 353/1993.
Η ψηφοφορία των παραπάνω εκλογέων γίνεται μόνο με το εκλογικό τους βιβλιάριο χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση οποιουδήποτε άλλου πρόσθετου αποδεικτικού στοιχείου ταυτότητας.

Άρθρο 27
Στο προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄) η λέξη «τέσσερα (4)» αντικαθίσταται με τη λέξη «πέντε (5)», μετά τη λέξη «ανώτατους» προστίθενται οι λέξεις «κρατικούς λειτουργούς και» και η λέξη «άλλως» στο τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται με το μόριο «ή».

Άρθρο 28
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του νόμου αυτού, όπου δεν ορίζεται διαφορετικά, αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός των άρθρων 15 και 16 των οποίων η ισχύς αρχίζει από 4 Μαρτίου 1994.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα τηςΚυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Μαρτίου 1994
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΝΑΣΤ. ΠΕΠΟΝΗΣΑΠ.-ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΓΕΩΡΓ. ΜΩΡΑΙΤΗΣ ΓΕΩΡΓ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΩΝ. ΣΗΜΙΤΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 22 Μαρτίου 1994

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΝ ΤΟΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟ
ΑΝΑΣΤ. ΠΕΠΟΝΗΣ