ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2145/1993 ΦΕΚ 88/28.05.1993
Ρύθμιση θεμάτων εκτελέσεως ποινών, επιταχύνσεως και εκσυγχρονισμού των διαδικασιών απονομής της δικαιοσύνης και άλλων θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδουμε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ ΠΟΙΝΩΝ

Άρθρο 1

1. Το άρθρο 57 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Αν δεν ορίζεται διαφορετικά σε ειδικές διατάξεις, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές ούτε ανώτερη από πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές και το πρόστιμο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές ούτε ανώτερο από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές”.

2. Στην παρ. 2 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
“Σε ποινές φυλακίσεως άνω των δύο ετών, αν έχει εκτεθεί με οποιονδήποτε τρόπο το ήμισυ της ποινής και το προς έκτιση υπόλοιπο δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, το συμβούλιο πλημμελειοδικών του τόπου κρατήσεως με αίτηση του κατάδικου είναι αποκλειστικά αρμόδιο να μετατρέψει τούτο σε χρηματική ποινή, εκτόςαν με ειδική αιτιολογία κρίνει από την εν γένει συμπεριφορά του κατάδικού κατά το χρόνο εκτίσεως της ποινής ότι η μετατροπή δεν αρκεί για να αποτραπεί ο κατάδικοςαπό την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων. Κατά του εκδιδόμενου βουλεύματος ο κατάδικος μπορεί να ασκήσει έφεση ενώπιον του συμβουλίου εφετών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του παρόντος. Η παραπάνω διάταξη δεν εφαρμόζεται, όπου σύμφωνα με τη διάταξη νόμου απαγορεύεται η μετατροπή της ποινής”.

3. Η παρ. 5 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“5. Σε περίπτωση μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ποινή ή πρόστιμο, η αρχική ποινή εκτελείται, μέχρι να καταβληθεί στο δημόσιο ταμείο ολόκληρο το ποσό της μετατροπής. Δικαιούται όμως ο κατάδικος μετά την πραγματική έκτιση του 1/4 της αρχικής ποινής να ζητήσει την καταβολή του υπολοίπου της μετατροπής εντός δύο ετών από την απόλυσή του. Η ρύθμιση γίνεται με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου κρατήσεως, η οποία αποστέλλει την εκτέλεση της ποινής. Αν το ποσό της μετατροπής δεν καταβληθεί εντός της παραπάνω προθεσμίας, η χορηγηθείσα αναστολή ανακαλείται με όμοια διάταξη και διατάσσεται η εκτέλεση της ποινής. Οι παραπάνω διατάξεις ανακοινώνονται και στον εισαγγελέα εκτελέσεως της ποινής. Δεύτερη αίτηση για ρύθμιση καταβολής του υπολοίπου της μετατροπής της ίδιας ποινής είναι απαράδεκτη.

4. Οι απολύσεις, που γίνονται κατ` εφαρμογή του άρθρου 82 του Π.Κ., όπως παραπάνω τροποποιήθηκε, ανακοινώνονται από τους διευθυντές των καταστημάτων κρατήσεως στους αρμόδιους εισαγγελείς εκτελέσεως των ποινών και στις αρμόδιες υπηρεσίες ποινικού μητρώου για την καταχώριση στα οικεία ατομικά δελτία.

5. Αλλοδαποί, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτίουν ποινές φυλακίσεως και συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις των παραγράφων 2 ή 3 του παρόντος άρθρου, απελαύνονται αμέσως από τη χώρα με βούλευματου συμβουλίου πλημμελειοδικών του τόπου κρατήσεως, εφόσον είχαν εισέλθει ή διέμεναν παρανόμως στη χώρα και δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι για τη μη απέλασή τους. Η τυχόν υποβολή αιτήσεως, κατά τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος ή και η καταβολή του ποσού της μετατροπής, δεν εμποδίζει την απέλαση.

6. Προσωπική κράτηση βάσει κειμένων διατάξεων των κατά την παράγραφο 2 τουπαρόντος απολυομένων για την είσπραξη των δικαστικών εξόδων και τελών, που έχουν επιβληθεί με τις αντίστοιχες καταδικαστικές αποφάσεις, δεν επιτρέπεται.Θ.Φ.

7. Στο άρθρο 100 Α του Ποινικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 8 που έχει ως εξής:
“8. Μέχρις ότου λειτουργήσει ο Κλάδος Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής, που προβλέπεται από τα άρθρα 15-17 του ν. 1941/1991, τα καθήκοντα επιβλέψεως των όρων ασκούνται από τον εισαγγελέα του δικαστηρίου, που εξέδωσε την απόφαση για την αναστολή υπό επιτήρηση”.

8. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου μπορεί να εφαρμοστεί και σε όρους κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού εκτίουν οποιουδήποτε είδους ποινή στερητική της ελευθερίας πρόσκαιρης διάρκειας, εκτός αν εκτίεται ποινή για εμπορία ναρκωτικών ή παράβαση του ν. 1916/1990 ή ληστεία.

9. Οι διατάξεις: α) του άρθρου25 του ν. 2058/1952 “περί μέτρων ειρηνεύσεως” β) του άρθρου 24 του ν. 410/1976 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας και άλλων τινών διατάξεων” και γ) του π.δ. 178/1980 “περί του μέτρου του ευεργετικού υπολογισμού του χρόνου εργασίας των καταδίκων”, μπορούν να εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις κρατουμένων αντιρρησιών συνείδησης, που εκτίουν ποινή στη στρατιωτική φυλακή της Σίνδου, ύστερα από κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Δικαιοσύνης.

Άρθρο 2
“Οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον:
α) Ο κατάδικος έχει εκτίσει το ένα πέμπτο της ποινής του χωρίς ευεργετικό υπολογισμό των ημερών εργασίας και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες. Σε περίπτωση καταδίκης σε ισόβια κάθειρξη, η κράτηση πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον δέκα έτη, και εφόσον πρόκειται για ισόβια κάθειρξη λόγω μετατροπής από μη εκτελεσθείσα θανατική ποινή, κατά το άρθρο 96 παρ. 1 του παρόντος Κώδικα, τουλάχιστον δεκαπέντε έτη. Σε περίπτωση ποινικού σωφρονισμού, ο έφηβος ή μετεφηβικής ηλικίας κατάδικος πρέπει να έχει εκτίσει το ήμισυ τουλάχιστον του ορισθέντος κατώτατου ορίου. Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες ποινές κατά της ελευθερίαςκαι δεν έχει γίνει προσμέτρησή τους σε μια συνολική ποινή κατά το άρθρο 94 του Π.Κ. για τον υπολογισμό της εκτιθείσας ποινής κατά την έννοια της παρούσας διατάξεως λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών.
β) Δεν εκκρεμεί κατά του κατάδικου ποινική δίωξη για απόδραση κατά το άρθρο 173 του Π.Κ. ή για άλλη αξιόποινη πράξη, που επισύρει ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και η οποία τελέσθηκε είτε πρινείτε μετά τον εγκλεισμό του στο κατάστημα κράτησης.
γ) Εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής του καταδίκου ή τελέσεως, κατά τη διάρκεια της άδειας, νέων εγκλημάτων. Για την διαπίστωση περί του ότι συντρέχει αυτή η προϋπόθεση εκτιμώνται ιδίως: α) η προσωπικότητα του κατάδικου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια της κράτησης και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί β) η ατομική επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις. Επίσης συνεκτιμάται η ωφέλεια, την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητά του κρατούμενου και τη μελλοντική του εξέλιξη η λήψη μέτρων για την σταδιακή επάνοδό του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας”.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 3

1. Στο άρθρο 64 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίαςπροστίθεται παρ. 2, που έχει ως ακολούθως:
“2. Με την επιφύλαξη της διατάξεως του άρθρου 89 παρ. 1, όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για την αποκατάσταση της ζημιάς ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, περιορίζεται αποκλειστικά σε τρίτο αστικώς υπεύθυνο, ο, κατά το άρθρο 63, νομιμοποιούμενος σε άσκηση πολιτικής αγωγής μπορεί να παραστείως πολιτικώς ενάγων κατά του κατηγορούμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο. Η σχετική δήλωση μπορεί να γίνει τόσο κατά την προδικασία όσο και στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 84”.

2. Στο άρθρο 104 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 2, που έχει ως εξής:
“2. Όταν ενεργείται προανάκριση, σύμφωνα με το άρθρο 243 παράγραφος 1, ο κατηγορούμενος μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα, που προβλέπονται στα άρθρα 101 και 102 και να υποβάλει εγγράφως την απολογία του εκπροσωπούμενος από συνήγορο, που διορίζεται κατά το άρθρο 96 παρ. 2, εκτός αν θεωρείται αναγκαία η αυτοπρόσωπη εμφάνισή του, κατά την κρίση εκείνου που ενεργεί την προανάκριση. Ο κατηγορούμενος εκπροσωπούμενος διά του συνηγόρου υποχρεούται να δηλώσει τη διεύθυνση της κατοικίας του, εφαρμοζόμενων αναλόγως των εδαφίων γ` και ε` του άρθρου 273”.

3. Στην παρ. 2 του άρθρου 142 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται τελευταίο εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Η ημερομηνία υπογραφής των καθαρογραμμένων πρακτικών σημειώνεται αυθημερόν σε ειδικό βιβλίο, που τηρείται στην οικεία γραμματεία”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 145 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Μέσα σε είκοσι ημέρες από την, κατά το άρθρο 142 παρ. 2 εδάφιο τελευταίο, καταχώριση στο ειδικό βιβλίο καθαρογραμμένων πρακτικών είναι δυνατό να ζητηθεί από τους διαδίκους και τον εισαγγελέα ή να προκληθεί αυτεπαγγέλτως από το δικαστή η διόρθωση λαθών, που υπάρχουν στα πρακτικά ή η συμπλήρωση των ελλείψεων, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1”.

5. Στην παρ. 2 του άρθρου 308 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται τελευταίο εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Πριν παρέλθει χρονικό διάστημα δέκα ημερών από την ειδοποίηση η οικεία δικογραφία δεν εισάγεται στο συμβούλιο, αλλά παραμένει στη γραμματεία της εισαγγελίας”.

6. Στην παρ. 5 του άρθρου 327 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο τελευταίο, που έχει ως εξής:
“Σε κάθε, πάντως, περίπτωση ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να προτείνει και εξετάσει τρεις τουλάχιστον μάρτυρες υπερασπίσεως”.

7. Το άρθρο 374 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 374
1. Σε κάθε δικάσιμο προσδιορίζονται για εκδίκαση μέχρι τριάντα υποθέσεις, αν πρόκειται για το τριμελές πλημμελειοδικείο, ή μέχρι εξήντα αν πρόκειται για το μονομελές. Ο αριθμός αυτός μπορεί να αυξηθεί αν ο εισαγγελέας, με την σύμφωνη γνώμη και του διευθύνοντος το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και τα στατιστικά δεδομένα, κρίνει ότι όλεςοι υποθέσεις μπορούν να περατωθούν εντός της ημέρας.
2. Ο εισαγγελέας, όταν προσδιορίζει τις υποθέσεις κάθε δικασίμου τις κατανέμει σε τρία μέρη, αφού πάντοτε λάβει υπόψη του το χρόνο τελέσεως της πράξεως. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τις υποθέσεις, που επίκειται ηπαραγραφή τους, καθώς και εκείνες στις οποίες ο κατηγορούμενος κρατείται προσωρινά για τη δικαζόμενη υπόθεση, το δεύτερο εκείνες που προέρχονται από αναβολή και το τρίτο τις λοιπές υποθέσεις, εκτός αν ο εισαγγελέας με διάταξή του κρίνει διαφορετικά.
3. Τρεις τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, ο γραμματέας της εισαγγελίας αναρτά, στον προς τούτο χώρο της εισαγγελίας, αντίγραφο της σειράς των υποθέσεων, σύμφωνα με το έκθεμα σημειώνοντας και το χρόνο που θα εκδικαστούν. Η σειρά του εκθέματος δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνο με απόφαση του δικαστηρίου, που δημοσιεύεται κατά την έναρξη της συνεδριάσεως και αφοράυπόθεση στην οποία όλοι οι διάδικοι είναι παρόντες. Μπορεί όμως το δικαστήριο, με απόφασή του και κατά τη διάρκεια της συνεδριάσεως, να μεταθέσει τη συζήτηση για ορισμένη υπόθεση σε επόμενο αριθμό της σειράς, ύστερα από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως για εξαιρετικούς λόγους”.

8. Στο άρθρο 375 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος, που παίρνει τον αριθμό 1 και έχει ως κατωτέρω, οι δε παράγραφοι 1, 2 και 3 παίρνουν αντιστοίχως τους αριθμούς 2, 3 και 4.
“1. Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου έχουν εφαρμογή και στο εφετείο εκτός από την παρ. 1”.

9. Το εδάφιο β` της παρ. 2 του άρθρου 486 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας καταργείται.

10. Τα ποσά, τα οποία προβλέπονται στα στοιχεία α`, β` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 489 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παράγραφο 6 του άρθρου 22 του ν. 1868/1989 και το άρθρο 33 του ν. 1941/1991, ανακαθορίζονται ως εξής:
α) Το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών στο στοιχείο α` αυτού ανακαθορίζεται στο ποσό των ογδόντα χιλιάδων (80.000) δραχμών.
β) Το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών στο στοιχείο β` αυτού ανακαθορίζεται στο ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) δραχμών.
γ) Το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμών, στο στοιχείο γ` αυτού ανακαθορίζεται στο ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών.

11. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Μπορεί όμως το δικαστήριο, όταν επιβάλει ποινή φυλακίσεως, να χορηγήσει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση, που θα ασκηθεί από τον κατηγορούμενο, εφαρμοζόμενης κατά τα λοιπά της παραγράφου 2 του παρόντος”.

12. Η παρ. 2 του άρθρου 508 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“2. Η διάταξη της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται αν η αίτηση αναιρέσεως ασκείται εναντίον αποφάσεως, που έχει απορρίψει την έφεση ως ανυποστήρικτη ή απαράδεκτη ή αν δόθηκε είτε αρχικά είτε μεταγενέστερα ανασταλτικό αποτέλεσμα στην αίτηση αναιρέσεως σύμφωνα με το άρθρο 471 παράγραφος 2”.

13. Στο άρθρο 282 παρ. 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
“Στις λοιπέςπράξεις μπορεί να επιβάλλονται στους εφήβους κατηγορούμενους πρόσθετες υποχρεώσεις που να συνάδουνστην προσωπικότητα του ανήλικου και να αφορούν τον τρόπο ζωής του ή της διαπαιδαγώγησής του. Οι πρόσθετες υποχρεώσεις επιβάλλονται από τον ανακριτή όταν διενεργείται κύρια ανάκριση ή από τον εισαγγελέα ανήλικων στις λοιπές περιπτώσεις με διάταξή του. Σε περιπτώσεις μη συμμορφώσεως του ανηλίκου στις πρόσθετες αυτές υποχρεώσεις μπορούν οι παραπάνω να διατάσσουν την τοποθέτηση του ανηλίκου σε κατάλληλο κρατικό κοινοτικό ή ιδιωτικό κατάστημα αγωγής ή θεραπευτικό κατάστημα αν διαπιστωθεί ανάγκη προς τούτο”.

14. Μετά το εδάφιο β` της παρ. 2 του άρθρου 122 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
“Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ζητήσει με αίτηση του από τον εισαγγελέα του δικαστηρίου του τόπου κατοικίας ή διαμονής του παθόντος να παραπεμφθεί η εκδίκαση της υποθέσεως στο δικαστήριο του τόπου εκδόσεως του εντύπου. Ο εισαγγελέας διατάσσει την παραπομπή, εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν βάσιμοι λόγοι ευχερέστερης διεξαγωγής της δίκης.
Αν η αίτηση απορριφθεί, ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορος του μπορεί να υποβάλει παρόμοια αίτηση στο δικαστήριοπου δικάζει την υπόθεση, το οποίο αποφασίζει για την παραπομπή ή όχι της υποθέσεως.

Άρθρο 4

1. Η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 1916/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Η παράβαση της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου τιμωρείται με χρηματική ποινή πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών. Η εξ αμελείας παράβαση τιμωρείται με χρηματική ποινή τουλάχιστον ενόςεκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών”.

2. Στο άρθρο 7 του ν. 1916/1990 προστίθενται οι παρακάτω παράγραφοι 1 και 2, οι δε υπάρχουσες αριθμούνται σε 3, 4 και 5.
“1. Η ποινική δίωξη για τα κατά τον παρόντα νόμο κακουργήματα τα συναφή προς αυτά κακουργήματα και πλημμελήματα ασκείται από τον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, Θεσσαλονίκης ή Πατρών, η δε ανάκριση διεξάγεται από Εφέτη Ανακριτή των ως άνω δικαστηρίων, που ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 του ΚώδικαΟργανισμού των Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Στην περίπτωση αυτήν ως νοείται του οικείου εφετείου. Για την εφαρμογή της διατάξεως οι περιφέρειες του Εφετείου Πειραιά, Ναυπλίου, Κρήτης, Δωδεκανήσου και Αιγαίου υπάγονται στο Εφετείο Αθηνών, οι περιφέρειεςτων Εφετείων Ιωαννίνων και Κερκύρας στο Εφετείο Πατρών και οι περιφέρειες των Εφετείων Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας και Λάρισας στο Εφετείο Θεσσαλονίκης. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται εισαγγελέας ή συμβούλιο πλημμελειοδικών νοείται ο εισαγγελέας και το συμβούλιο εφετών.
2. Προκειμένου να ασκηθεί η κατά την παράγραφο 1 ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, που έχει επιληφθεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας των σχετικών εγκλημάτων , διαβιβάζει αμέσως τα εις χείρας του στοιχεία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέροντας σχετικά”.

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν. 1916/1990 διαγράφονται οι λέξεις “εξαιρέσει του εδαφίου ι` της παρ. 1 του άρθρου 1”.

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις εκκρεμείς υποθέσεις για τις οποίες έχει ασκηθεί ποινική δίωξη κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, οι οποίες ως προς τα παραπάνω θέματα εξακολουθούν να διέπονται από το ν. 1916/1990, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του.

5. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1916/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Αρμόδιος εισαγγελέας, που εποπτεύει το όλο έργο της ανακρίσεως, προανακρίσεως και προκαταρκτικής εξετάσεως για τα εγκλήματα του παρόντος νόμου και τα συναφή προς αυτά, είναι αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίζεται μαζί με έναν αναπληρωτή του, αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή εισαγγελέα εφετών, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου για μια διετία, που μπορεί να ανανεωθεί:

6. Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 1916/1990 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“2. Αντικατάσταση της προσωρινής κρατήσεως που διατάχθηκε για κακούργημα, το οποίο αναφέρεται στον παρόντα νόμο, με περιοριστικούς όρους ή άρση της προσωρινής κρατήσεως διατάσσεται με διάταξη του ανακριτή ύστερα από σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα και σε περίπτωση διαφωνίας τους με βούλευμα του αρμοδίου δικαστικού συμβουλίου”.

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΕΩΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 5
Σημ.: όπως το άρθρο 5 καταργήθηκε με το άρθρο 9 του Ν.2331/1995 (Α 173)

Άρθρο 6
Σημ.: όπως το άρθρο 5 καταργήθηκε με το άρθρο 9 του Ν.2331/1995 (Α 173)

ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Άρθρο 7

1. Στην παρ. 1 εδ. α` του άρθρου 14 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών αυξάνεται σε εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές.

2. Στην παρ. 2 του άρθρου 14 του Κ.Πολ.Δ. τα ποσά των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) και ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών αυξάνονται αντίστοιχα σε εξακόσιες χιλιάδες (600.000) και δύο εκατομμύρια (2.000.000***) δραχμές.
Σχετικό:  το άρθρο 9 του Ν. 2225/1994 (Α` 121)

3. Στην παρ. 4 του άρθρου 173 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών αυξάνεται σε πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές.

4. Στο άρθρο 205 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) έως πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών αυξάνεται σε πενήντα χιλιάδες (50.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές:

5. Στην παρ. 1 του άρθρου 207 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των χιλίων (1.000) έως πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών αυξάνεται σε δέκα χιλιάδες (10.000) έως εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές.

6. Στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 393 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμώναυξάνονται σε πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές.

7. Στα άρθρα 466 και 467 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) δραχμών αυξάνεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές.

8. Στο άρθρο 636 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών αυξάνεται σε εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές.

9. Στην παρ. 2 του άρθρου 1047 του Κ.Πολ.Δ. το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) δραχμών αυξάνεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές.

10. Τα ποσά, που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 14,173 παράγραφος 1, 393, 466, 467, 636 και 1047 παράγραφος 2 του Κ.Πολ.Δ. μπορούν του λοιπού να αυξομειώνονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 8

1. Στο άρθρο 15 του Κ.Πολ.Δ. καταργείται η περίπτωση με τον αριθ. 14.

2. Το άρθρο 17 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 17
Στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται πάντοτε: 1) οι διαφορές που αναφέρονται στο άρθρο 681 Β, καθώς και εκείνες που αφορούν τηρύθμιση της οικογενειακής στέγης και την κατανομή των κινητών μεταξύ των συζύγων σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, 2) οι διαφορές ανάμεσα στους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων από τη σχέση της οροφοκτησίας, καθώς και οι διαφορές ανάμεσα στους διαχειριστές ιδιοκτησίας κατ` ορόφους και στους ιδιοκτήτες ορόφων και διαμερισμάτων και 3) οι διαφορές που αφορούν την ακύρωση αποφάσεων της γενικής συνέλευσης σωματείων ή συνεταιρισμών”.

3. Μετά το άρθρο 93 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται άρθρο 93 Α, που έχει ως εξής:
“Άρθρο 93 Α
1. Η πρόσθετη παρέμβαση, η προσεπίκληση και η ανακοίνωση δίκης προσδιορίζονται να συζητηθούν υποχρεωτικά την ίδια δικάσιμο με την κύρια υπόθεση.
2. Με ποινή απαραδέκτου μη πρόσθετη παρέμβαση επιδίδεται σε όλους τους διαδίκους δέκα (10 ) ημέρες πριν από τη συζήτηση, ενώ η προσεπίκληση και η ανακοίνωση δίκης επιδίδονται στον τρίτο είκοσι (20) ημέρες πριν από τη συζήτηση.
3. Αν ο τρίτος διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής η προθεσμία επίδοσης της προσεπίκλησης είναι εξήντα (60) ημέρες , ενώ της ανακοίνωσης είναι σαράντα (40) ημέρες. Στην τελευταίαπερίπτωση η συζήτηση της κύριας υπόθεσης γίνεταιυποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο της προσεπίκλησης “.

4. Το άρθρο 149 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Η προβλεπόμενη στο άρθρο 341 παράγραφος 3 τελευταίο εδάφιο παράταση της προθεσμίας των αποδείξεων χορηγείται από τον εισηγητή ή από δικαστήριο, ύστερα από αίτηση διαδίκου” .

5. Στο άρθρο 260 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται δεύτερη παράγραφος, που έχει ως εξής:
“2. Η για οποιονδήποτε λόγο ματαίωση της συζήτησης της υπόθεσης δεν αποτελεί διαδικαστικήπράξη του δικαστηρίου ή των διαδίκων”.

6. Μετά το άρθρο 270 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται άρθρο 270 Α. που έχει ως εξής:
Άρθρο 270 Α
Ενώπιον των πολυμελών πρωτοδικείων, που δικάζουν σε πρώτο βαθμό μετά την περάτωση τωναποδείξεων, ο εισηγητής ορίζει αυτεπαγγέλτως με πράξη του, που ανακοινώνεται προφορικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και αυτών που δεν παρίστανται και καταχωρίζεταιστα πρακτικά, δικάσιμο για τη μετ` απόδειξη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου . Η δικάσιμος αυτή δεν μπορεί να απέχειπερισσότερο από τρεις μήνες από την ημερομηνία της περάτωσης των αποδείξεων. Σε περίπτωση ματαίωσης της ορισθείσας από τον εισηγητή δικασίμου για την μετ` απόδειξη συζήτηση της υπόθεσης νέα δικάσιμος ορίζεται ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε των διαδίκων”.

7. Η παρ. 2 του άρθρου 270 του Κ.Πολ.Δ. έχει εφαρμογή και στις δίκες που διεξάγονται κατά την ειδική διαδικασία των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων.

8. Η παρ. 2 του άρθρου 283 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“2. οι παρεμπιπτούσες αγωγές μπορούν να ασκηθούν σε κάθε στάση της δίκης και κατ` έφεση, πρέπει όμως να επιδίδονται στον εναγόμενο, με ποινή απαραδέκτου, δέκα (10) ημέρες πριν από την επόμενη διαδικαστικής πράξη του δικαστηρίου, εκτός αν περιέχουν αυτοτελή αίτηση, οπότε πρέπει να ασκηθούν και να επιδοθούν στον εναγόμενο με ποινή απαραδέκτου, δέκα (10) ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της κύριας υπόθεσης.

9. Στο άρθρο 341 του Κ.Πολ.Δ. επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 αντικαθίστανται ως εξής:
“Στις λοιπές περιπτώσεις το δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία τάσσει αποδείξεις”.
β. Οι παράγραφο 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:
“2. Η απόφαση που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο αναφέρει το δικαστήριο στην προηγούμενη παράγραφο αναφέρει το δικαστήριο που την εκδίδει, τη σύνθεσή του, τα ονοματεπώνυμα των διαδίκων και των τυχόν εκπροσώπων τους, καθώς και τα ονοματεπώνυμα των δικαστικών πληρεξουσίων τους και, αφού κρίνει επί του παραδεκτού και νόμω βασίμου των υποβαλλομένων από τους διαδίκους αιτήσεων, ορίζει: α) το θέμα της απόδειξης, που περιέχει ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι αμφισβητούνται και δεν έχουν αποδειχθεί, β) το διάδικο, ο οποίος φέρει το βάρος της απόδειξης και τα αποδεικτικά μέσα, με τα οποία θα γίνει αυτή, γ) τον τόπο και την αρχή ενώπιον της οποίας θαγίνει η διεξαγωγή, δ) τη δικάσιμο, κατά την οποία θα διεξαχθούν οι αποδείξεις και ε) την προθεσμία διεξαγωγής των αποδείξεων.
3. Η απόδειξη διεξάγεται ενώπιον του δικαστηρίου και επί πολυμελούς δικαστηρίου ενώπιον μέλους του, που ορίζεται ως εισηγητής, και γίνεται πάντοτε στο ακροατήριο κατά τη δικάσιμο, η οποία έχει ορισθεί με την απόφαση περί αποδείξεων. Η διεξαγωγή των αποδείξεων ολοκληρώνεται σε μια δικάσιμο, κατά την οποία προσάγονται από τους διαδίκους όλα τα αποδεικτικά τους μέσα. Αν ο χρόνος δεν επαρκεί, επιτρέπεται μια μόνο διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα, με προφορική ανακοίνωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και εκείνων που δεν παρίστανται. Η προθεσμία διεξαγωγής των αποδείξεων ορίζεται κατ` ανώτατο όριο σε εννέα μήνες. Αν η απόδειξη πρόκειται να διεξαχθεί στο εξωτερικό, έστω και κατά ένα μέρος, η προθεσμία αυτή ορίζεται κατά ανώτατο όριο σε δώδεκα μήνες. Και στις δύο περιπτώσεις η προθεσμία διεξαγωγής των αποδείξεων μπορεί να παραταθεί μια μόνο φορά για τρείς ακόμα μήνες”.
γ. Στην παράγραφο 6 τα δύο τελευταία εδάφια αντικαθίστανται ως εξής:
“Η απόφαση αυτή γνωστοποιείται από τον εισηγητή κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας, οπότε γίνεται σχετική μνεία στα πρακτικά”.
δ. Όπου σε άλλες διατάξεις του Κ.Πολ.Δ. γίνεται λόγος για “πράξη δικαστηρίου” που αναφέρεται στη διεξαγωγή των αποδείξεων, αντικαθίσταται με τη λέξη “απόφαση”.

10. Τα εδάφια β` και γ` του άρθρου 396 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“Ο αριθμός των μαρτύρων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο για κάθε πλευρά. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, οι οποίες πρέπει να αιτιολογούνται ειδικώς στην απόφαση του, τοδικαστήριο μπορεί να ορίσει τρεις μάρτυρες για κάθε πλευρά. Στις περιπτώσεις ομοδικίας μπορεί να ορίζεται ένας μάρτυρας για κάθε ομόδικο, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο”.

11. Η παράγραφος 1 του άρθρου 406 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η εξέταση των μαρτύρων γίνεται ενώπιον του δικαστηρίου και επί πολυμελών δικαστηρίων ενώπιον του εισηγητή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 341 παράγραφος 3. Η εξέταση των μαρτύρων γίνεται πάντοτε στο ακροατήριο επί μονομελών δικαστηρίων κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και επί πολυμελών δικαστηρίων κατά τη δικάσιμο, η οποία έχει ορισθεί με την απόφαση των αποδείξεων”.

Άρθρο 9

1. Το άρθρο 501 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Ανακοπή κατά απόφασης που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται αν εκείνος που δικάσθηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμαή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας”.

2. Στο άρθρο 513 του Κ.Πολ.Δ.προστίθεται τρίτη παράγραφος, που έχει ως εξής:
“3. Αν προσβληθεί με έφεση ερήμην απόφαση, επιτρέπεται η προβολή κάθε πραγματικού και νομικού ισχυρισμού, καθώς και η προαγωγή και επίκληση αποδεικτικών μέσων”.

3. Στο τέλος τού άρθρου 575 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
“Σε περίπτωση αναβολής της συζήτησης το δικαστήριο μπορεί να διατηρήσει την κατά το άρθρο 565 παράγραφο 2 αναστολή”.

4. Το άρθρο 625 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρμόδιος να εκδώσει διαταγή πληρωμής είναι ο ειρηνοδίκης. Για την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν γίνεται συζήτηση στο ακροατήριο”.

5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 632 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα μέσα σε δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες από την επίδοσή της να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο δικαστήριο, το οποίο είναι καθ` ύλην αρμόδιο. Η επίδοση της ανακοπής και της αίτησης αναστολής τηςεπόμενηςπαραγράφου μπορούν να γίνουν είτε στο δικηγόρο που υπέγραψε την αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής είτε στη διεύθυνση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται, η οποία αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής, εκτός αν γνωστοποιηθεί με δικόγραφο μεταβολή που τυχόν έχει επέλθει. Τα αντίγραφα των εγγράφων τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση παραμένουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής κατά την παρούσα παράγραφο”.

6. Στο άρθρο 633 παρ. 2 εδ. α` του Κ.Πολ.Δ. η φράση “μέσα σε προθεσμία δέκα εργάσιμων ημερών”.

7. Στο τέλος της παραγράφου 3 των άρθρων 507 και 764 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος εφαρμόζονται ως προς την έφεση οι διατάξεις του άρθρου 531 παρ. 1”.

8. Μετά το άρθρο 675 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται άρθρο 675 Α, που έχει ως εξής:
“Το άρθρο 656 εφαρμόζεται και στις υποθέσεις που δικάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 επ.του Κ.Πολ.Δ.”.

9. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 681 Β του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται περίπτωση γ, που έχει ως εξής:
“γ. τη ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης και της κατανομής των κινητών μεταξύ συζύγων”.

10. Μετά το άρθρο 681 Γ του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται άρθρο 681 Δ, που έχει ως εξής:
“Άρθρο 681 Δ`.
Διαφορές που αφορούν σε προσβολές απόδημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικέςεκπομπές
1. Κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3 και 672-676 δικάζονται από το καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο οι πάσης φύσεως διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημιάς ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκεδια του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικέςεκπομπές, ως και οι συναφείς προςαυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 681 Β εφαρμόζεται και εν προκειμένω”.

11. Η παράγραφος 2 του άρθρου 690 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Το μονομελές πρωτοδικείο ή το ειρηνοδικείο δικάζουν την αίτηση με τη σύμπραξη γραμματέα, ο οποίος τηρεί πρακτικά”.

12. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 804 του Κ.Πολ.Δ. προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Διενέργεια πραγματογνωμοσύνης δεν διατάσσεται αν εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση έχει κριθεί και πιστοποιείται ότι φέρει αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω, λόγω νοητικής καθυστέρησης ή αυτισμού, με απόφαση της Πρωτοβάθμιας ή της Δευτεροβάθμιας Υπηρεσιακής Υγειονομικής Επιτροπής ή της Ανωτάτης Υγειονομικής Επιτροπής Στρατού ή οικείου ασφαλιστικού φορέα, με την οποία απονέμεται σύνταξη ή καθίσταται προστατευόμενο μέλος συνταξιούχου γονέα. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν υφίσταται σχετική απόφαση, η πραγματογνωμοσύνη μπορεί να διενεργείται σε δημόσιο νοσοκομείο από ιατρούς αντιστοίχων ειδικοτήτων”.

13. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 871 του Κ.Πολ.Δ. μετά τις λέξεις “έχει ανατεθεί” αντικαθίσταται η φράση “και πριν περάσουν τρία έτη” με τη φράση “και πριν περάσει ένα έτος”.

14. Στο άρθρο 882 παράγραφος 5 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Σε κάθε περίπτωση η διαιτητική απόφαση μπορείνα ορίζει ότι τα μέρη είναι υπόχρεα εις ολόκληρο για την καταβολή της αμοιβής και των εξόδων, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 480 επ. του Αστικού Κώδικα”.

15. Στο άρθρο 899 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
“3. Η άσκηση της αγωγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Εφόσον η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή, με ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αγωγής, αν πιθανολογεί την ευδοκίμηση κάποιου λόγου ακύρωσης.

16. Στο άρθρο 901 του Κ.Πολ.Δ.προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
“3. Η άσκηση της αγωγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαιτητικήςαπόφασης. Εφόσον η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αγωγής, αν πιθανολογεί την ευδοκίμηση κάποιου λόγου ανυπαρξίας”.

17. Το εδάφιο τελευταίο της παραγράφου 2 του άρθρου 882 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε κάθε περίπτωση διαιτησίας που δεν είναι διεθνής, το ποσό της αμοιβής κατά διαιτητή ή επιδιαιτητή δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δέκα εκατομμύρια”.

18. Η παραγρ. 7 του άρθρου 882 του Κ.Πολ.Δ.αντικαθίσταται ως εξής:
“7. Στους διαιτητές και επιδιαιτητές καταβάλλεται ποσοστό της αμοιβής ίσο με το ογδόντα τοις εκατό (80%). Το υπόλοιπο ποσό της αμοιβής καταβάλλεται σε ειδικό λογαριασμό του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Ο περιορισμός της αμοιβής των διαιτητών ή επιδιαιτητών, δεν ισχύει σε διεθνείς διαιτησίες”.

Άρθρο 10

1. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 924 του Κ.Πολ.Δ. μετά τη φράση “Η επιταγή γράφεται κάτω από το αντίγραφο” προστίθενται οι λέξεις “του απογράφου”.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 926 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“Μετά την επίδοση της επιταγής δεν μπορεί με ποινή ακυρότητας να γίνει άλλη πράξη εκτέλεσης πριν περάσουν τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση”.

3. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 933 του Κ.Πολ.Δ.προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
“Επί διαταγών πληρωμής η ανακοπή που εισάγεται στο καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο”.

4. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 933 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
“Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 270 παρ. 2 και 3”.

5. Η περίπτωση με το στοιχείο γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 934 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“γ) αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης εκτέλεσης μέσα σε ένα μήνα αφότου η πράξη αυτή ενεργηθεί, ή εφόσον πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημέρα τουπλειστηριασμού ή του αναπλειστηριασμού , αν πρόκειται για κινητά, και σε δύο μήνες από την μεταγραφή της περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα, πλοία ή αεροσκάφη”.

6. Στο άρθρο 937 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται δεύτερη παράγραφος, που έχει ως εξής:
“2. Στις δίκεςαυτές η προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 564 είναι εξήντα (60) ημέρες. Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αναίρεσης δεν μπορεί να ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 568, σε χρόνο που υπερβαίνει του έξι (6) μήνες. Οι προθεσμίες της παραγράφου 4 του άρθρου 568είναι τουλάχιστον εξήντα (60) ημέρες σε κάθε περίπτωση. Αναβολή της συζήτησης, σύμφωνα με το άρθρο 575, δεν μπορεί να είναι κάθε φορά μεγαλύτερη από σαράντα πέντε (45) ημέρες. Αν γίνει δεκτή η αναίρεση, το τμήμα του Αρείου Πάγου που αναιρεί την απόφαση κρατεί την υπόθεση σε κάθε περίπτωση”.

7. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 938 του Κ.Πολ.Δ. προστίθενται οι λέξεις και πιθανολογεί την ευδοκίμηση της ανακοπής”.
Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος, που έχει ως εξής:
“5. Η άσκηση ανακοπής στις περιπτώσεις του άρθρου 943 επιφέρει αυτοδικαίως αναστολή της περαιτέρω εκτέλεσης μέχρι την ημερομηνία της συζήτησής της. Η συζήτηση της ανακοπής ορίζεται υποχρεωτικά ενός δέκα (10) ημερών από την κατάθεσή της, η δε σχετική απόφαση εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση. Κατά τη συζήτηση της ανακοπής το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση διαδίκου, που υποβάλλεται και προφορικώς και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, να παρατείνει την αναστολή μέχρι να εκδοθεί η απόφαση επί της ανακοπής. Η αναστολή αίρεται αυτοδίκαια, αν η ανακοπή δεν συζητηθεί την αρχικά ορισμένη δικάσιμο”.

8. Στο άρθρο 912 στο τέλος της παραγράφου 1 προστίθεται η φράση “εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ανακοπής ή της έφεσης”.

9. Μετά το άρθρο 940 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται άρθρο 940 Α, που έχει ως εξής:
“Άρθρο 940 Α
Στο χρονικό διάστημα από 1 μέχρι 31 Αυγούστου δεν επιτρέπεται η διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης και της επιταγής προς εκτέλεση. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται όταν πρόκειται για πλοία και αεροσκάφη”.

10. Η περίπτωση β` του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 960 τού Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“β) με κήρυξη από κήρυκα στο ίδιο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα την προηγούμενη του πλειστηριασμού Τετάρτη, από τις 12 το μεσημέρι έως τις 2 το απόγευμα”.

11. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 971 του Κ.Πολ.Δ. οι λέξεις “τη δέκατη ημέρα” αντικαθίσταται με τις λέξεις “την εικοστή ημέρα”.

12. Στο άρθρο 973 παράγραφος 1 του Κ.Πολ.Δ. η λέξη “Κυριακή” αντικαθίσταται από τη λέξη “Τετάρτη”.

13,. Η περίπτωση β` του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 3 τού άρθρου 999 του Κ.Πολ.Δ.αντικαθίσταται ως εξής:
“β) με κήρυξη από κήρυκα στο ίδιο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα την προηγούμενη του πλειστηριασμού Τετάρτη, από τις 12 το μεσημέρι έως τις 2 το απόγευμα”.

14. Η παράγραφος 2 τουάρθρου 1019 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Στις προθεσμίες που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο δεν υπολογίζεται το διάστημα από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με τα άρθρα 961 και 966παράγραφοι 3 και 4 μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε σύμφωνα με αυτήν, το διάστημα αναστολής της εκτέλεσης, η οποίαχορηγήθηκε με δικαστική απόφαση ή με κοινή συναίνεση εκείνου που επισπεύδει και του οφειλέτη, η οποία βεβαιώνεται με συμβολαιογραφική πράξη, καθώς και ο χρόνος από 1 έως 31 Αυγούστου”.
Στο ίδιο άρθρο προστίθεται τρίτη παράγραφος, που έχει ως εξής:
“3. Με την αναγγελία σύμφωνα με το άρθρο 972 παράγραφος 2 εδ. β” εφόσον έχει επιδοθεί επιταγή προς εκτέλεση και επί ακινήτων έχουν τηρηθεί τα οριζόμενα στο άρθρο 1006 παράγραφος 4 εδάφ. α` αρχίζει νέα ετήσια προθεσμία, αν ανετράπη η κατάσχεση κατά την παράγραφο 1″.

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ

Άρθρο 11

1. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 1756/1988 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
“6. Στο Εφετείο και στο Πρωτοδικείο Αθηνών καθορίζεται από το τριμελές συμβούλιο διοικήσεως υποχρεωτικά ιδιαίτερο ποινικό τμήμα με ειδικό κανονισμό, που εκδίδεται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου κάθε έτους, και εγκρίνεται μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του ίδιου μήνα από την ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου και τον Υπουργό Δικαιοσύνης κατά τα προβλεπόμενα στον παράγοντα νόμο. Με τον ίδιο κανονισμό ορίζονται οι πρόεδροι και οι δικαστές του ποινικού τμήματος, που δεν μπορούν να είναι λιγότεροι του 1/3 των υπηρετούντων δικαστών και οι οποίοι θ ασχολούνται αποκλειστικά σε αυτό για όλο το αντίστοιχο δικαστικό έτος. Στις ποινικές συνεδριάσεις του δικαστηρίου και του δικαστικού συμβουλίου μετέχουν με ποινή ακυρότητας της διαδικασίας αυτοί που ανήκουν στο ποινικό τμήμα. Κατ` εξαίρεση στις συνθέσεις του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου μπορούν να συμμετέχουν πάρεδροι που δεν ανήκουν στο ποινικό τμήμα. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου”.

2. Η περίπτωση γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
“γ. Των εφετείων, των εφετείων ανηλίκων και των ορκωτών εφετείων Δωδεκανήσου, Κέρκυρας, Ιωαννίνων, Ναυπλίου, Πατρών, Κρήτης, Αιγαίου, Λάρισας, Θράκης και Δυτικής Μακεδονίας ο δικαστής που διευθύνει το εφετείο: αα. Της Αθήνας για τα πέντε πρώτα,ββ. του Πειραιά για τα δύο αμέσως επόμενα καιγγ. της Θεσσαλονίκης για τα τρία τελευταία παραγγέλλει να μεταβούν από το εφετείο για τη σύνθεση δικασίμων, όσοι εφέτες χρειάζονται”.

3 α. Στο άρθρο 15 παρ. 3α περιπτ. 3 του ν. 1756/1988 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
“Ειδικά στο Πολιτικό Πρωτοδικείο Αθηνών μπορεί να ορίζεται ως Πρόεδρος του Συμβουλίου και Αρεοπαγίτης”.
β. Το άρθρο 16 παρ. 2 περ. β` του ν. 1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
“β. πρωτοδικών Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς εφετών από την οικεία εισαγγελία εφετών”.

4. Στο άρθρο 51 του ν. 1756/1988 προστίθεται παράγραφος 7, η οποία έχει ως εξής:
“7. Δικαστικοί λειτουργοί είναι δυνατό να αναλαμβάνουν καθήκοντα στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στις Βρυξέλλες με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Η ανάληψη καθηκόντων γίνεται για εκτέλεση ειδικής υπηρεσίας και δεν είναι δυνατό να υπερβεί την τριετία”.

5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 97 του ν. 1756/1988 μετά τη λέξη “Θεσσαλονίκης” προστίθενται οι λέξεις “Δυτικής Μακεδονίας”.

6. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 97 του ν. 1756/1988 μετά τις λέξεις “για τα εφετεία Θράκης” προστίθενται οι λέξεις “Δυτικής Μακεδονίας”.

7. Στο άρθρο 108 του ν. 1756/1988 η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Η προηγούμενη παρ. 2 εφαρμόζεται και για πάρεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρόεδρο πρωτοδικών και εφέτη των πολιτικών και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και εισαγγελέα πρωτοδίκων και αντεισαγγελέα εφετών”.

8. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή εξόδου από την υπηρεσία κατά οποιονδήποτε τρόπο δικαστικού λειτουργού που είχε μετάσχει σε σύνθεση δικαστηρίου, η συζήτηση της υπόθεσης δεν ματαιώνεται αν η διάσκεψη είχε ολοκληρωθεί και η δημοσίευση της απόφασης μπορεί να γίνει μετά την αποχώρησή του.
Αν προαχθεί ή μετατεθεί δικαστικός λειτουργός που είχε μετάσχει σε σύνθεση δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμούν υποθέσεις για έκδοση απόφασης, η συζήτηση των υποθέσεων αυτών δεν ματαιώνεται με την κοινοποίηση του οικείου διατάγματος ούτε με την ανάληψη των καθηκόντων του στη νέα θέση. Για τη συμμετοχή του στις σχετικές διασκέψεις μπορεί να μεταβαίνει στην έδρα του δικαστηρίου που εκκρεμούν οι υποθέσεις ύστερα από έγκριση του προέδρου εφετών της οικείας περιφέρειας για τους δικαστές των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων και του Προέδρου του Αρείου Πάγου για τους λοιπούς δικαστές. Η έγκριση μπορεί να δοθεί με κάθε μέσο. Ματαίωση και επανασυζήτηση υπόθεσης γίνεται μόνο, αν είναι εξαιρετικά δυσχερής η μετάβαση του δικαστή στην παλαιά θέση του ή λόγω συνδρομής άλλου σοβαρού λόγου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 6 τουΝ.2207/1994 (ΦΕΚ Α 65)

9. Όσα προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο εφαρμόζονται και στους δικαστικούς λειτουργούς των διοικητικών δικαστηρίων. Στην περίπτωση αυτήν την άδεια παρέχει ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας.10. Πάρεδροι πρωτοδικείου και εισαγγελέας, που έχουνεπιτύχει στο διαγωνισμό της 25ης Μαΐου 1990, κρίνονται και διορίζονται σε θέσεις πρωτοδικών και αντεισαγγελέων πρωτοδίκων μετά την συμπλήρωση δεκαοκτώ μηνών υπηρεσίας παρέδρου. Το ίδιο ισχύει και για τους παρέδρους διοικητικών δικαστηρίων που έχουν επιτύχει στο διαγωνισμό της 11ης Ιουνίου 1990.

11. Δεν διορίζονται δικαστικοί λειτουργοί, όσοι πάσχουν από γενική αναπηρία ή έχουν απαλλαγεί από τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις για λόγους ψυχικής ασθενείας.

12. Οι οργανικές θέσεις των αρεοπαγιτών αυξάνονται κατά δύο (2) και των αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου κατά μία(1) με αντίστοιχη περικοπή δύο θέσεων προέδρων εφετών και μιας εισαγγελέα εφετών.

13. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος υφιστάμενες κενές θέσεις παρέδρων στα πρωτοδικεία και τις εισαγγελίες πρωτοδικών πληρούνται με διορισμό από εκείνους που πέτυχαν κατά το διαγωνισμό της 1ης Οκτωβρίου 1992 μέχρις εξαντλήσεως του αριθμού τους.

14. Σε αρεοπαγίτες, συμβούλους της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι οποίοι αποχωρούν λόγω συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας στις 30.6.1993 μπορεί να απονεμηθεί τιμητικά με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης ο τίτλος του Αντιπροέδρου των οικείων δικαστηρίων, αν είχαν άνω των5 ετών ευδόκιμη υπηρεσία Αρεοπαγίτη ή Συμβούλου της Επικρατείας ή Ελεγκτικού Συνεδρίου και διακρίθηκαν ιδιαίτερα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η απονομή του τίτλου μνημονεύεται στο προεδρικό διάταγμα της αποχωρήσεως λόγω ορίου ηλικίας.

ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

Άρθρο 12

1. Στα υπό της παρ. 2 του άρθρου 7 του κωδ. πρ. δ. 19/89 οριζόμενα Τμήματα του Συμβουλίου Επικρατείας προστίθεται έκτο (ΣΤ`) Τμήμα.

2. Ο αριθμός των θέσεων των αντιπροέδρων στο Συμβούλιο Επικρατείας αυξάνεται κατά μία (1)και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε έξι (6), ο αριθμός των συμβούλων αυξάνεται κατά πέντε (5) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε σαράντα δύο (42), ο αριθμός των παρέδρων αυξάνεται κατά τρεις (3) και ο αριθμός τους ορίζεται σε σαράντα οκτώ (48) και ο αριθμός των εισηγητών αυξάνεται κατά δέκα (10) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε πενήντα (50).

3.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

4.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

5.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

6.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

7.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

8.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

9.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

10.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 του άρθρου 42 τουΝ.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207)

11. Οι οργανικές θέσεις του Κλάδου ΔΕ Δακτυλογράφων του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως ορίζονται στο άρθρο 17 παρ. εδαφ. α` του ν. 1738/1987, αυξάνονται κατά πέντε (5) και ο συνολικός αριθμός αυτών ορίζεται σε δεκαπέντε (15) , με αντίστοιχη μείωση των οργανικών θέσεων των υπαλλήλων της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας που προβλέπονται στο άρθρο 1 εδαφ. α` του π.δ/τος 208/1988 (ΦΕΚ 90 Α`) οριζομένων αυτών σε πενήντα τρεις (53).

ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Άρθρο 13

1. Ο προληπτικός έλεγχος των δαπανών του Κράτους και των υπαγομένων σ’ αυτό Ν.Π.Δ.Δ. ασκείται από Μονομελή Κλιμάκια, στα οποία τοποθετείται πάρεδρος ή εισηγητής.

2. Ο κατασταλτικός έλεγχος των λογαριασμών των δημοσίων υπόλογων, τωναπολογισμών των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ., ως και των ειδικών λογαριασμών, που προβλέπει η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του π.δ. 774/1980, ασκείται από τα Κλιμάκια του άρθρου 7 του π.δ. 774/1980 (ΦΕΚ 189 Α` ), καθώς και από Μονομελή Κλιμάκια της προηγούμενης παραγράφου, σύμφωνα με τις διακρίσεις της παραγράφου 9 του άρθρου 9 του ν. 1160/1981. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεταιύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δύναται να ανατίθενται καιπρόσθετες αρμοδιότητες στα Μονομελή Κλιμάκια.

3. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ως όργανοελέγχου ο Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου νοείται, στο εξής, το Μονομελές Κλιμάκιο αυτού. Τα Μονομελή Κλιμάκια ιδρύονταιμε απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο αριθμός δε αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο τρίτα (2/3) του συνολικού αριθμού των οργανικών θέσεων των παρέδρων και των εισηγητών. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται και η αρμοδιότητα κάθε Μονομελούς Κλιμακίου, καθώς και οι αναπληρωτές των παρέδρων και εισηγητών. Στα Μονομελή Κλιμάκια, που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δαπανών των υπουργείων, τοποθετείται πάρεδρος αναπληρούμενος από εισηγητή, και στα Κλιμάκια που εδρεύουν στις πρωτεύουσες των νομών τοποθετείται εισηγητής. Πάρεδρος μπορεί να τοποθετηθεί και στα Ν.Π.Δ.Δ. που εδρεύουν στο νομό Αττικής, στους Νομούς Αθηνών και Πειραιώς, καθώς και στις έδρες των Νομών Αχαΐας, Λάρισας Θεσσαλονίκης και Ηρακλείου, ύστερα από απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αναπληρούμενος από εισηγητή.

4. Για την αντιμετώπιση από Ελεγκτικό Συνέδριο των ανωτέρω υποχρεώσεών του, στις οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών αυτού προστίθενται: Μία (1) θέση συμβούλου, μία (1) θέση αντεπιτρόπου, πέντε (5) θέσεις παρέδρων, εξήντα τέσσερις (64) θέσεις εισηγητών και ορίζεται ο συνολικός αριθμός των θέσεων των πρώτων σε είκοσι (20), των δεύτερωνσε δύο (2), των τρίτων σε σαράντα (40)και των τέταρτων σε ογδόντα πέντε (85).
Σχετικό:  παρ.1 γ` άρθρ.38 Ν.2721/1999

5. Σημ.: όπως Η παρ.5 καταργήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 48 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚΑ 207)

6. Κάθε διάταξη που είναι αντίθετη προς τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων καταργείται.

Άρθρο 14
Οι υπηρέτες των Επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου λειτουργούν εφεξής ως Γραμματείς των Μονομελών Κλιμακίων αυτού και σε καθεμία από αυτές προΐσταται ο μέχρι σήμερα επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή εκάστοτε επιλεγόμενος από το Δικαστικό Συμβούλιο, αναπληρώνει δε τον εισηγητή στα καθήκοντα του σε περίπτωση ελλείψεως, απουσίας η κωλύματος αυτού.”Ανδενυπάρχειεπίτροποςήοεπίτροποςαπουσιάζει,ως αναπληρωτήςτουμπορείναορισθείαπότον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου για χρονικό διάστημα έως δύο μήνες δικαστικόςυπάλληλοςμε βαθμό Α` ή Β` κατηγορίας ΠΕ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 13 τουΝ.2298/1995 (Α 62)
Το προσωπικό της Γραμματείας των Μονομελών Κλιμακίων επικουρεί τον πάρεδρο, τον εισηγητή ή τον επίτροπο στην άσκηση των τακτικών και λοιπών καθηκόντων τους.

Άρθρο 15
Στο άρθρο 19 του π.δ/τος 774/1980 “Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κειμενον των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου ισχυουσών διατάξεων κ.λπ. (ΦΕΚ 189 Α`) προστίθεται παράγραφος 7, η οποία έχει ως ακολούθως:
“7. Προκειμένου περί εκτελέσεως έργωνή προμηθειών, από το Δημόσιο τα Ν.Π.Δ.Δ. και τις δημόσιες επιχειρήσεις ή οργανισμούς, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το ποσό του ενός δισεκατομμυρίου δραχμών, δύναται να διενεργείται, κατά τη διαδικασία των άρθρων 85 του ν. 1892/1990 και 77 του ν. 1943/1971 και μετά από πρόταση του αρμοδίου υπουργού, έλεγχος νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο και προ της υπογραφής της οικείας συμβάσεως. Για το σκοπό αυτόν υποβάλλεται σ` αυτό ο φάκελος με όλα τα σχετικά έγγραφα και στοιχεία, καθώς και το σχέδιο της σχετικής συμβάσεως. Στην περίπτωση που ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν ολοκληρωθεί μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών από της υποβολής σε αυτό του σχετικού φακέλου, η σύμβαση δύναται να υπογραφεί. Αν ο έλεγχος αποβεί αρνητικός, η σύμβαση δεν υπογράφεται.
Επιτρέπεται η έκδοση χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής για την πληρωμή μικροδαπανών, το ύψος των οποίων δεν υπερβαίνει, κατά περίπτωση, το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών.
Τα ως άνω ποσά δύνανται να αυξομειώνονται με απόφαση των ΥπουργώνΔικαιοσύνης και Οικονομικών, δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.

Άρθρο 16

1. Για κάθε έργο, προμήθεια, επιχορήγηση, ενίσχυση, κ.λπ. και γενικά για κάθε πρόγραμμα, που χρηματοδοτείται, είτε ολικά είτε μερικά, από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να διενεργεί έλεγχο με τη διαδικασία του άρθρου 85 του ν. 1892/1990, οποιοσδήποτε και αν είναι ο δικαιούχος ή ο διαχειριστής των κονδυλίων. Για τα ειδικά τεχνικά ζητήματα, που τυχόν ανακύπτουν κατά τη διενέργεια του ελέγχου, μπορεί να χρησιμοποιούνται αντίστοιχης ειδικότητας ή εμπειρίας υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών ή φορέων του δημοσίου τομέα, που προτείνονται από τα αρμόδια όργανα κατόπιν αιτήσεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 17
Τα πολιτικά και διοικητικά δικαστήρια, όταν δικάζουν αγωγές, που στρέφονται κατά Ν.Π.Δ.Δ. και έχουν, από οποιονδήποτε γενεσιουργό λόγο, αξιώσεις, που συνδέονται με δαπάνες τους , οι οποίες υπόκεινται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 19 επομ. του π.δ/τος 774/1980), δεν εκδίδουν οριστική απόφαση, αν δεν προσάγεται για μεν την περίπτωση που έχει αποφανθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο, η οικεία πράξη του αρμοδίου τμήματός του, για δε την περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί ή εκκρεμεί στο τμήμα τέτοια υπόθεση, σχετική βεβαίωση του γραμματέα αυτού, διατάσσουν δε αυτεπαγγέλτως την προσαγωγή από το παριστάμενο Ν.Π.Δ.Δ. ή τον ενδιαφερόμενο ή εφόσον απολείπονται, την αποστολή από το Ελεγκτικό Συνέδριο της πράξεως του τμήματος ή βεβαιώσεως του γραμματέα του.

Άρθρο 18
Α`. Συνιστώνται στο Ελεγκτικό Συνέδριο οι εξής Κλάδοι και θέσεις προσωπικού:
1. Κλάδος ΠΕ Πληροφορικής
Περιλαμβάνει δύο (2) θέσεις που αντιστοιχούν στην ειδικότητα της επιστήμης των υπολογιστών.
2. Κλάδος ΠΕ Οικονομολόγων
Περιλαμβάνει δύο (2) θέσεις οικονομολόγων με εξειδίκευση στην κριτική ανάλυση και εκτίμηση οικονομικών καταστάσεων ή οικονομετρίας ή στατιστικής (ΕUROSTAT).
3. Κλάδος ΤΕ Πληροφορικής
Περιλαμβάνει δύο (2) θέσεις που αντιστοιχούν στις ειδικότητες:
α)Πληροφορικής β)Ηλεκτρολόγων Υπολογιστών Συστημάτων.
4. Κλάδος ΔΕ Προσωπικού Η/Υ
Περιλαμβάνει δεκατέσσερις (14) θέσεις που κατανέμονται κατά ειδικότητα ως εξής:
α) Προγραμματιστών Η/Υ ………………………….2
β) Αυτοματισμού Η/Υ …………………………….2
γ) Χειριστών διατρητικών μηχανών ………………..10
5. Για το διορισμό στον εισαγωγικό βαθμό των ανωτέρω Κλάδων και ειδικοτήτων απαιτούνται τα προσόντα που ορίζονται κάθε φορά για το διορισμό σε αντίστοιχες θέσεις των δημοσίων υπηρεσιών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 19
Πάρεδροι Ελεγκτικού Συνεδρίου

1. Η ισχύς της διατάξεως της παραγράφου 6 του άρθρου 70 του ν. 1756/1988, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 1968/1991 και αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 12 του ν. 1999/1991, παρατείνεται για μια τριετία από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

2. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 68 του ν. 1756/1988 προστίθεται εδάφιο που έχει ως ακολούθως:
“Κατ` εξαίρεση προσφυγή στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά της αποφάσεως του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου που αφορά αρχικό διορισμό παρέδρου έχει δικαίωμα να ασκήσει αυτός που κρίθηκε και παραλείφθηκε εφόσον έλαβε δύο τουλάχιστον ψήφους. Η προσφυγή κατατίθεται στη Γραμματεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε ημερών από τότε που γνωστοποιήθηκε εγγράφως το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας από το Γραμματέα του Συμβουλίου και διαβιβάζεται αμέσως στην Ολομέλεια διά του Υπουργού Δικαιοσύνης”.

3. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα των προηγουμένων παραγράφων καταργείται.

ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΥΠΟΘΗΚΟΦΥΛΑΚΕΙΑ-ΥΠΟΘΗΚΟΦΥΛΑΚΕΣ

Άρθρο 20

1. Με αποφάσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία της χώρας,πλην των Υποθηκοφυλακείων Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκης και των Κτηματολογικών Γραφείων Ρόδου και Κω – Λέρου, μπορούν να μετατρέπονται σε άμισθα. Με την απόφαση αυτήν ορίζεται και ο χρόνος κατά τον οποίο παύει να λειτουργεί ως έμμισθο το υποθηκοφυλακείο.

2. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης οι υποθηκοφύλακες, οι οποίοι υπηρετούνστα μετατρεπόμενα υποθηκοφυλακεία, μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση της αποφάσεως της προηγούμενης παραγράφου, να παραμείνουν στο ίδιο υποθηκοφυλακείο ως άμισθοι ή να επαναδιορισθούν δικηγόροι στο πρωτοδικείο, στο οποίο ήταν δικηγόροι πριν από τον διορισμό τους ως υποθηκοφύλακες ή να διορισθούν συμβολαιογράφοι ανεξαρτήτως ηλικίας, εφόσον έχουν τα προσόντα που προβλέπονται από τα άρθρα 18 και 19 του ν. 670/1977, σε κενή θέση, στην έδρα ειρηνοδικείου της περιφέρειας του εφετείου, όπου υπηρετούσαν. Επίσης μπορούν να μεταταγούν σε δικαστικέςυπηρεσίες ή άλλες υπηρεσίες αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, του ίδιου ή άλλου νόμου, σε προσωρινά συνιστώμενες θέσεις, της ίδιας κατηγορίας, βαθμού ή μισθολογικού κλιμακίου.

3. Το μόνιμο προσωπικό, καθώς και το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου των μετατρεπόμενων υποθηκοφυλακείων της παρ. 1 μετατάσσεται ή μεταφέρεται σε ομοιόβαθμες αντίστοιχες με τα τυπικά τους προσόντα κενές οργανικές ή προσωρινά συνιστώμενες θέσεις δικαστικών υπηρεσιών ή άλλης δημόσιας υπηρεσίας της έδρας του υποθηκοφυλακείου με αίτησή του, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης. Η μετάταξη ή μεταφορά θέσης γίνεται χωρίς προηγούμενη γνωμοδότηση υπηρεσιακών συμβουλίων, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ή κοινή απόφαση τω συναρμοδίων υπουργών στην περίπτωση που η αιτούμενη θέση υπάγεται σε άλλη δημόσια υπηρεσία.

4. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ο υποθηκοφύλακας και οι υπάλληλοι δύνανται να παραμείνουν στη θέση τους και όταν προσληφθεί το προσωπικό που θα τους αντικαταστήσει, όχι όμως πέραν του τριμήνου. Η πληρωμή τους βαρύνει τις υπηρεσίες, στις οποίες έχουν μεταταγεί. Ο χρόνος υπηρεσίας των υποθηκοφυλάκων και των υπαλλήλων των υποθηκοφυλακείων, ο οποίος μεσολαβεί από τη δημοσίευση της απόφασης μέχρι το νέο διορισμό τους, θεωρείται πραγματική δημόσια υπηρεσία στην υπηρεσία όπου μετατάσσονται.
Μέχρι να διορισθεί ο άμισθος υποθηκοφύλακας, το Δημόσιο εξακολουθεί να καταβάλλει τα έξοδα στεγάσεως και τις λοιπές λειτουργικές δαπάνες του υποθηκοφυλακείου.

5. Τα εισπραττόμενα αναλογικά δικαιώματα για ποσό άνω των είκοσι χιλιάδων (20.000) δρχ. των άρθρων3, 5 και 12 του ν. 325/1976 αυξάνονται κατά ένα τοις χιλίοις. Από το ποσοστό αυτό του ενός τοις χιλίοις, ο άμισθος υποθηκοφύλακας, πέραν των ήδη υπ`αυτού παρακρατουμένων, παρακρατεί επιπλέον το ένα τέταρτο (1/4) για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των συνθηκών λειτουργίας του υποθηκοφυλακείου, καθώς και για την εισαγωγή συστήματος πληροφορικής, η οποία θα γίνει με δαπάνη του. Ο χρόνος ενάρξεως του ως άνω συστήματος πληροφορικής κατά υποθηκοφυλακείο, η εφαρμογή ενιαίου συστήματος και τα στάδια μηχανοργανώσεως καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης, σε περίπτωση υπαίτιας καθυστερήσεως ενάρξεως ή περατώσεως των σταδίων της μηχανογραφήσεως, διακόπτεται εφεξής η παρακράτηση του εν λόγω ποσού υπέρ του υποθηκοφύλακα και αποδίδεται στο Δημόσιο, αφαιρουμένων των ποσών που απαιτούνται για τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας του υποθηκοφυλακείου.

6. Τα εισπραττόμενα αναλογικά δικαιώματα του άρθρου 5 του 325/1976, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα νόμο, εισπράττονται εφεξής και από τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία.

7. Το ποσοστό του ενός τοις χιλίοις των άρθρων 5 και 12 του ν. 325/1976, που εισπράττεται επιπλέον από τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία για ποσά άνω των είκοσι χιλιάδων (20.000) δρχ. αποδίδεται στ ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.. “Απότοποσοστόαυτόέωςτοέναόγδοο(1/8) διατίθεται για τηβελτίωση των συνθηκών λειτουργίας τωνέμμισθωνυποθηκοφυλακείωνκαικτηματολογικώνγραφείων.ΜεαπόφασητωνΥπουργών Δικαιοσύνης καιΟικονομικών, η οποία εκδίδεται εφάπαξ, καθορίζονταιοισυγκεκριμένεςανάγκες,γιατηνκάλυψητων οποίων διατίθεται το παραπάνω ποσόν, οτρόπος κατανομής και χορήγησης τουποσούαπόδοσηςτουλογαριασμού,καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 20 τουΝ.2298/1995 (Α 62)

8. Η περιφέρεια : α) του Δήμου Καισαριανής αποσπάται από το ειδικόάμισθο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών και υπάγεται στο ειδικό άμισθο Υποθηκοφυλακείο Ζωγράφου. β) τουΔήμου Μεταμόρφωσης Αττικής αποσπάται από το ειδικό άμισθο Υποθηκοφυλακείο Νέας Ιωνίας και υπάγεται στο ειδικό άμισθο Υποθηκοφυλακείο Νέας Φιλαδέλφειας και γ) του Δήμου Νέου Ψυχικού αποσπάται από το ειδικό έμμισθοΥποθηκοφυλακείο Χαλανδρίου και υπάγεται στο ειδικό άμισθοΥποθηκοφυλακείο Παπάγου. Οι αποστάσεις των περιφερειών αυτών και η υπαγωγή τους στα αντίστοιχα υποθηκοφυλακεία γίνονται χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 7 του κ.δ/τος της 19/23 Ιουλίου 1941 “περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των διατάξεων του α.ν. 434/1937, 1933/1939, 2182/1940 και 2532/1940 “περί Οργανισμού των Υποθηκοφυλακείων του Κράτους”.

9. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του ν. 3680/1957 προστίθεται εδάφιο μετά το πρώτο εδάφιο ως εξής:
“Την ίδια διαδικασία γίνεται και η απόσπαση περιφέρειας από υποθηκοφυλακείο και η υπαγωγή της σε άλλο”.

ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΚΑΙ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥΔΙΚΑΙΟΥ ΑΘΗΝΑΣ

Άρθρο 21

1. Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 1712/1939, όπως συμπληρώθηκε από το άρθρο 2 του ν.δ/τος της 11/11 Μαϊου 1946, που κυρώθηκε με το ν. 188/1946, προστίθεται περίπτωση (ε), η οποία έχει ως εξής:
“ε. Η παροχή νομικών πληροφοριών για το κοινοτικό δίκαιο”.

2. Στις παρ. 1 και 4 του άρθρου 3 του α.ν. 1712/1939 “Περί Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου” όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 924/1979, διαγράφεται η φράση “και μη συμπληρώσας το εβδομηκοστό (70ο) έτος της ηλικίας του”.

3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 3 του α.ν. 1712/1939, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 924/1979, αντικαθίσταται ως εξής:
“Στο διευθυντή και υποδιευθυντή του Ινστιτούτου καταβάλλεται μηνιαία αποζημίωση, καθοριζόμενη με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών”.

4. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του α.ν. 1712/1939, που προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.924/1979, αντικαθίσταται ως εξής:
“Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ελλείποντα, απόντα ή κωλυόμενα αναπληρώνονται από τους κατά νόμον, βάσει της κυρίας ιδιότητας τους, αναπληρωτές.
Το διευθυντή του Ινστιτούτου, ως εισηγητή του διοικητικού συμβουλίου, αναπληρώνει ο προϊστάμενος του τμήματος αλλοδαπών δικαίων”.

5. Στο άρθρο 4 του ν. 924/1979 προστίθενται παρ. 2 και 3 που έχουν ως εξής:
“2. Για την πρόσληψη εμμίσθων επιστημονικών συνεργατών και εμμίσθων επιστημονικών βοηθών, προς πλήρωση κενών οργανικών θέσεων του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, δεν υφίσταται περιορισμός από τις ισχύουσες διατάξεις ως προς το ανώτατο όριο ηλικίας, το οποίο πάντως δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτό που προβλέπεται από το νόμο για την απόλυσή τους από την Υπηρεσία.
3. Οι αποδοχές των προϊσταμένων επιστημονικών συνεργατών, των εμμίσθων επιστημονικών συνεργατών και των εμμίσθων επιστημονικών βοηθών καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών κατά παρέκκλιση των ισχυόντων περιορισμών”.

6. Η παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 924/1979 καταργείται.

7. Η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 924/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Για την πρόσληψη των εμμίσθων επιστημονικών βοηθών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 4 και 5 του προηγούμενου άρθρου”.

8. Το άρθρο 13 του ν. 924/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 13
Για την πραγμάτωση των σκοπών του Ινστιτούτου το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να αναθέτει σε Ν.Π.Δ.Δ. , Ν.Π.Ι.Δ. ή φυσικά πρόσωπα με σύμβαση μίσθωσης έργου τη διενέργεια ερευνών ή την εκπόνηση μελετών, ως και την εκτέλεση πάσης φύσεως επιστημονικού ή διοικητικού έργου.Στην περίπτωση αυτήν η αμοιβή καθορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο ανάλογα με τη σπουδαιότητα, τη δυσκολία και το χρόνο που απαιτείται για την εκτέλεση του έργου”.

9. Στις θέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 του π.δ. 117/1989 Οργανισμός του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου” (ΦΕΚ 53 Α`), προστίθενται οι εξής θέσεις:
α. Κλάδος ΠΕ Διοικητικός – Λογιστικός μία (1) θέση.
β. Κλάδος ΤΕ Διοικητικός – Λογιστικός μία (1) θέση.
γ. Κλάδος ΔΕ Δακτυλογράφων – Στενογράφων μία (1) θέση.

10. Συνίσταται κλάδος ΔΕ χειριστών Η/Υ με μία (1) θέση και προστίθεται υπό στοιχείο (ζ) στο άρθρο 3 του π.δ/τος 117/1989.

11. Οι προβλεπόμενες στο άρθρο 5 παρ. 3 και 4 του π.δ/τος 117/1989 Οργανισμός του Ελληνικού Ινστιτούτο Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, θέσεις επιστημονικών συνεργατών και επιστημονικών βοηθών αυξάνονται κατά δύο (2) και τέσσερις (4) αντιστοίχως. Επιπλέον προσόν διορισμού για τις θέσεις αυτές, πέραντων αναφερόμενων στις σχετικές διατάξεις ορίζεται και η εξειδίκευση στο Κοινοτικό Δίκαιο.

12. Στο τέλος του άρθρουτου παραπάνω προεδρικού διατάγματος προστίθενται δύο παράγραφοι με τους αριθμούς 3 και 4 ως εξής:
“3. Η πλήρωση της θέσεως του Κλάδου ΔΕ χειριστών Η/Υ μπορεί να γίνει και με μετάταξηυπαλλήλου του Κλάδου ΔΕ δακτυλογράφων – στενογράφων, κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου.
4. Το διοικητικό προσωπικό του Ινστιτούτου προσλαμβάνεταικατ` επιλογή, ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 4 και 5 του ν. 924/1979, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως “.

13. Η πρόσληψη του επιστημονικούκαι διοικητικού προσωπικού του Ινστιτούτου, καθώς και η σύναψη συμβάσεων έργου κατά το άρθρο 13 του ν. 924/1979, όπως ισχύει, γίνεται κατά παρέκκλιση όλων των διατάξεων που αφορούν τον περιορισμό ή την απαγόρευση πλήρωσης θέσεων για τα Ν.Π.Δ.Δ..

Άρθρο 22
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

1. Το στοιχείο α` της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.δ. 4561/1966 “Περί ιδρύσεως εν Θεσσαλονίκη Ινστιτούτο Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων”, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 του ν.δ. 32/1968, αντικαθίσταται ως εξής:
“α. α. Από τον Πρόεδρο Εφετών Θεσσαλονίκης, ως Πρόεδρο”.

2. Η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν.δ. 4561/1966 “Περίιδρύσεως εν Θεσσαλονίκη Ινστιτούτου Δημοσίου ΔιεθνούςΔικαίου και Διεθνών Σχέσεων”, όπωςαντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του ν. 924/1979, αντικαθίσταται ως εξής:
2. Διευθυντής του Ινστιτούτου προσλαμβάνεται με απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εξωτερικών, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου, με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου διάρκειας τριών ετών, διατελών ή διατελέσας καθηγητής νομικής σχολής ημεδαπού ή αλλοδαπού πανεπιστημίου, ο οποίος γνωρίζει πλήρως δύο τουλάχιστον ξένες ευρωπαϊκές γλώσσες από τις οποίες η μια αγγλική, γαλλική ή γερμανική.Στο διευθυντή καταβάλλεται μηνιαία αποζημίωση, η οποία καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών. Στην περίπτωση που ο διοριζόμενος κατέχει και άλλη έμμισθη θέση στο Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή λαμβάνει σύνταξη από τις ανωτέρω πηγές, για τον καθορισμό του ύψους της αποζημίωσης εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις για την κατοχή δεύτερης θέσης ή σύγχρονης λήψης σύνταξης και αποδοχών.

3. Για τις θέσεις των επιστημονικών συνεργατών και βοηθών του Ινστιτούτου Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων Θεσσαλονίκης απαιτείται πλήρης γνώση δύο ξένων γλωσσών,α) αγγλικής και β) γαλλικής ή γερμανικής.Για τη μια από τις θέσεις επιστημονικών βοηθών απαιτείται επιπροσθέτως η πλήρης γνώση δύο από τις βαλκανικές γλώσσες.Στην περίπτωση αυτήν δεν απαιτείται το προβλεπόμενο για τις άλλες θέσεις βοηθών μεταπτυχιακό δίπλωμα. Για τη θέση του βιβλιοθηκάριου απαιτείται: α) πλήρης γνώση της αγγλικής γλώσσας και καλή γνώση της γαλλικής ή γερμανικής, β) αντί των ειδικών διατάξεων του π.δ. 522/1988 ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ. 194/1988.

4. Η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν.δ. 4561/1966, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν.δ. 32/1968, καταργείται.

ΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

1. Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1017/1971, όπως ισχύει, προστίθενται οι εξής περιπτώσεις:
ζ) για τις κτιριακές μεταρρυθμίσεις, καθώς και την επισκευή και συντήρηση μισθωμένων κτιρίων, στα οποία στεγάζονται υπηρεσίες αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
η) για την κατάρτιση, επεξεργασία και ανάλυση προγραμμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης,
θ) για την πρόσληψη ειδικών επιστημόνων, φυσικών ή νομικών προσώπων σε θέματα οργανώσεως και πληροφορικής ή τεχνικών μελετών και εκτελέσεως έργων για τις ανάγκες του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Τ.Α.Χ.Δ.Ι.Κ. με σύμβαση έργου ιδιωτικού δικαίου.
ι) για αμοιβές μελών νομοπαρασκευαστικών και ειδικών επιτροπών, καθώς και ομάδων εργασίας, το συνολικό ύψος των οποίων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και δεν μπορεί να υπερβαίνει κατ` έτος το ποσό των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) δραχμών. Το ποσό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.”Στους προέδρους, τα μέλη και τους γραμματείς των πάσης φύσεως νομοπαρασκευαστικών και ειδικών επιτροπών, καθώς και ομάδων εργασίας αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, καταβάλλεται αποζημίωση που ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων18 του ν. 1505/1984 και 8 του ν.1810/1988″.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περ.α` της παρ.5 του άρθρου 6 του Ν.2207/1994 (ΦΕΚ Α 65).Έναρξηισχύος της παρ.5 την 1.11.1994.
ια) για τα έξοδα κινήσεως των άμισθων επικουρικών Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής.

2. Το εδάφιο α` του άρθρου 18 του ν. 1017/1971 αντικαθίσταται ως εξής:
Τα ακίνητα, που έχουν περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο στο ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ. ή ανήκουν στο Δημόσιο και χρησιμοποιούνται για καταστήματα κρατήσεως ή στεγάσεως δικαστικών υπηρεσιών, εφόσον δεν καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει το σκοπό τους, μπορούν να εκποιούνται ή να ανταλλάσσονται με άλλα κατόπιν κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών και το προϊόν της εκποιήσεως αποτελεί πόρο του ΤΑ.Χ.Ι.Κ..

3. Η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 1017/1971 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
2. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης μπορούν να υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος και οι μισθώσεις κατάλληλων κτιρίων για την επέκταση σε αυτά ειδικά οριζομένων υπηρεσιών, που ανήκουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

4. Η εκπόνηση μελετών καθώς και η εκτέλεση επισκευών, ανακαινίσεων ή διαρρυθμίσεων (περιλαμβανομένης και της κατασκευής ή επισκευής μηχανολογικών, ηλεκτρολογικών και κλιματιστικών εγκαταστάσεων) κτιρίων, που ανήκουν κατά κυριότητα ή χρήση ή είναι μισθωμένα από το ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ. για τη στέγαση υπηρεσιών αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, και έχουν κηρυχθεί διατηρητέα ή παρουσιάζουν πολιτιστικό ενδιαφέρον, μπορεί να πραγματοποιείται και από τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, ύστερα από σχετικό αίτημα των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Δικαιοσύνης, κατ` εξαίρεση της διατάξεως του εδ. α` της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 425/1976.

5. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 1816/1989 προστίθεται περίπτωση δ` με το ακόλουθο περιεχόμενο:
δ) για την προμήθεια νομικών βιβλίων στα δικαστήρια της Χώρας.

Άρθρο 24
Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 663/1977 όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής και προστίθενται παράγραφοι με αριθμούς 3, 4 και 5 και οι παράγραφοι 3 και 4 παίρνουν αντίστοιχα του αριθμούς 6 και 7:
1. Τα ποσά των επιβαλλομένων σε χρήμα ποινών, καθώς και τα ποσά που προκύπτουν από τη μετατροπή των στερητικών της ελευθερίας ποινών, προσαυξάνονται κατά την είσπραξη κατά ποσοστό 92%.
2. Από τα εισπραττόμενα κατά την προηγούμενη παράγραφο ποσά που προέρχονται από χρηματικές ποινές ή από μετατροπή σε χρήμα των στερητικών της ελευθερίας ποινών με τις επ` αυτών προσαυξήσεις, καθώς και από τα εισπραττόμενα ποσά εξόδων της ποινικής διαδικασίας, το Δημόσιο αποδίδει στους κατωτέρω τρίτους τα ακόλουθα ποσά:
α) Στο Ταμείο ΧρηματοδοτήσεωςΔικαστικών Κτιρίωνποσοστό25%
β) Στο Ταμείο Νομικών4,50%
γ) Στον Ο.Γ.Α.0,25%
δ) Στο Τ.Ε.Β.Ε.0,21%
ε) Στο Ταμείο Ασφαλίσεως Εμπόρων0,04%
στ) Στο Ταμείο Προνοίας ΔικηγόρωνΑθηνών0,85%
ζ) Στο Ταμείο Προνοίας ΔικηγόρωνΠειραιώς0,13%
η) Στο Ταμείο Προνοίας ΔικηγόρωνΘεσσαλονίκης0,13%
θ) Στο Ταμείο Υγείας ΔικηγόρωνΕπαρχιών0,36%
ι) Στο Ταμείο Προνοίας Δικαστικών Επιμελητών ποσοστό 0,25% για τη νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των δικαστικών επιμελητών του Κράτους.
ια) Στο Ελληνικό Ινστιτούτο Διεθνούς και Αλλοδαπούποσοστό0,35%
3. Τα αναφερόμενα στην παρ. 2 ποσοστά μπορούν να αυξομειώνονται με αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών.
4. Από τα εισπραττόμενα σύμφωνα με την παρ. 2 από το ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ. ποσά, ποσοστό 20% διατίθεται για τις ανάγκες της εύρυθμης λειτουργίας των γραμματειών των πολιτικών – ποινικών δικαστηρίων και εισαγγελιών και των διοικητικών δικαστηρίων της χώρας, καθώς και των υπηρεσιών του ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ.Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται εφάπαξ μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καθορίζονται το είδος των αναγκών, ο τρόπος κατανομής και χορηγήσεως των ποσών και αποδόσεως λογαριασμού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
Στις διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων υπάγονται και οι υπηρεσίες επιμελητών δικαστηρίων ανηλίκων.
5. Για τη δημιουργία υποδομής και την εξασφάλιση των προϋποθέσεων εφαρμογής των διατάξεων της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή `Ένωση και την επίτευξη των στόχων των σχετικών με τη συνεργασία στους τομείς της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων (τίτλος VI Άρθρο K) καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή της συμβάσεως Shengen, από τα εισπραττόμενα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου από το ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ. ποσά, ποσοστό 0,8% διατίθεται για την αντιμετώπιση των πρόσθετων αυτών αναγκών.
Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται εφάπαξ μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζονται το είδος των αναγκών, ο τρόπος κατανομής και χορηγήσεως των ποσών και αποδόσεως λογαριασμού, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

Άρθρο 25
Η παρ. 12α του άρθρου 3 του ν. 1653/1986 (ΦΕΚ 173 Α`). Τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα των Συμβολαιογράφων και άλλες διατάξεις, εκτός από το πρώτο εδάφιο αυτής, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
Ο διορισμός των φυλάκων ενεργείται από πίνακα επιτυχόντων που ισχύει για ένα έτος, ύστερα από διαγωνισμό, που γίνεται συγχρόνως για όλα τα καταστήματα (φυλακές) της χώρας, από τριμελή επιτροπή που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και αποτελείται από το Γενικό Διευθυντή Σωφρονιστικής Πολιτικής ως πρόεδρο, ένα διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και ένα διευθυντή φυλακών. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Προσωπικού.Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει την προφορική εξέταση των υποψηφίων, σε θέματα που αναφέρονται στον “Κώδικα βασικών κανόνων για τη μεταχείριση των κρατουμένων”(Σωφρονιστικός Κώδικας ν. 1851/1989).Η σειρά επιτυχίας των υποψηφίων καθορίζεται από τη βαθμολογία, που έλαβε ο υποψήφιος στην εξέταση.Η βαθμολογία κυμαίνεται από μηδέν μέχρι εκατό μονάδες.Ο τρόπος διεξαγωγής του διαγωνισμού, τα ειδικώτερα θέματα της εξεταστέας ύλης και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης.Για το διορισμό στον εισαγωγικό βαθμό απαιτείται απολυτήριο λυκείου ή εξατάξιου γυμνασίου.Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν αρτιμέλεια και ανάστημα, χωρίς υποδήματα, οι άνδρες 1,75 του μέτρου και οι γυναίκες 1,65 τουλάχιστον.Αυτά διαπιστώνονται με ιατρική εξέταση ιατρών των φυλακών.Οι διοριζόμενοι, σύμφωνα με την πιο πάνω διαδικασία, μονιμοποιούνται κατά τας διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, με την προϋπόθεση ότι θα έχουν αποφοιτήσει με επιτυχία από τη Σχολή Σωφρονιστικών Υπαλλήλων.Κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στην παρούσα, καθώς επίσης και η ισχύς του πίνακα επιτυχόντων του τελευταίου διαγωνισμού, καταργούνται.

Άρθρο 26

1. Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 294/1976 αντικαθίστανται ως εξής και η παρ. 3, όπως προστέθηκε με το άρθρο 8 παρ. 8 του ν. 1653/1988, λαμβάνει τον αριθμό 2:
“1. Ο διαγωνισμός που προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 3 ενεργείται χωριστά κατά κατηγορίες υπαλλήλων ως ακολούθως: α) στο Συμβούλιο Επικρατείας για τον κλάδο των υπαλλήλων του, β) στο Πολιτικό Εφετείο Αθηνών για τον κλάδο των υπαλλήλων των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων του Κράτους και των εισαγγελιών και γ) στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών για τον κλάδο των υπαλλήλων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων του Κράτους.Οι διαγωνιζόμενοι έχουν δικαίωμα να θέσουν υποψηφιότητα μόνο για μια θέση σε συγκεκριμένο πρωτοδικείο”.

2. Το άρθρο 11 του ν. 294/1976αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 11
1. Προκειμένου περί υπαλλήλων πτυχιούχων Α.Ε.Ι., στην εξεταστέα ύλη περιλαμβάνονται:α) έκθεση ιδεών, β) στοιχεία Αστικού Δικαίου, γ) Οργανισμός Δικαστηρίων,δ) Κώδικας Κατάστασης Δικαστικών Υπαλλήλων και ε) στοιχεία Συνταγματικού και Διοικητικού Δικαίου καθώς και Διοικητικής Δικονομίας για τους υποψηφίου του κλάδου των υπαλλήλων του Συμβουλίου Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων ή στ) στοιχεία Ποινικού Δικαίου, Πολιτικής και Ποινικής Δικονομίας για τους υποψηφίους του κλάδου των υπαλλήλων των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων και Εισαγγελιών.
2. Προκειμένου περί αποφοίτων λυκείου ή ισότιμων σχολών στην εξεταστέα ύλη περιλαμβάνονται:α) `Έκθεση ιδεών, β) Οργανισμός δικαστηρίων και γ) Κώδικας Κατάστασης Δικαστικών Υπαλλήλων.
3. Για τους υποψηφίους των ανωτέρω κλάδων η γνώση γραφομηχανής και στενογραφίας ή τυχογραφία αποτελεί πρόσθετο προσόν”.

3. Το άρθρο 24 του ν.δ. 1025/1971 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 24
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης καθορίζονται όλα τα θέματα που αφορούν την προκήρυξη του διαγωνισμού, τη δημοσίευση της προκηρύξεως, το έντυπο της αιτήσεως, την αρχή στην οποία θα υποβληθούν οι αιτήσεις και την προθεσμία για την υποβολή τους, τον έλεγχο των προσόντων των υποψηφίων, τη σύνθεση της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού, τον τρόπο εξετάσεως, τη βαθμολογία, την κατάρτιση των πινάκων επιτυχίας, τη δημοσιότητα αυτών, τον έλεγχο νομιμότητας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και την κύρωση των πινάκων, την εν γένει διεξαγωγή του διαγωνισμού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”.

Άρθρο 27

1. Συνιστώνται ειδικές επιτροπές για τη σύνταξη των ακόλουθων Κωδίκων:
α. Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
β. Κώδικα Δικαίου Ανηλίκων.
“γ. Ποινικού Κώδικα
δ. Κώδικα Πτωχευτικού Δικαίου
ε. Κώδικα Δικονομίας Ελεγκτικού Συνεδρίου
στ. Κώδικα Οργανισμού Ελεγκτικού Συνεδρίου”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.9 άρθρ.16 Ν.3472/2006,ΦΕΚ Α 135/4.7.2006.

2. Συνιστώνται ειδικές επιτροπές: α) για την αναθεώρηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και β) για την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού του οικογενειακού δικαίου.

3. Τα μέλη των ανωτέρω επιτροπών ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης από καθηγητές πανεπιστημίου, δικαστικούς λειτουργούς εν ενεργεία ή όχι, δικηγόρους και υπαλλήλους του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
“Καθήκοντα γραμματέων για καθεμία από τις επιτροπές ανατίθενται με την ίδιααπόφαση σε μέλη του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού ΑνωτάτωνΕκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, δικηγόρους ή υπαλλήλους του ΥπουργείουΔικαιοσύνης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.10 άρθρ.16Ν.3472/2006,ΦΕΚ Α 135/4.7.2006.

4. Οι επιτροπές πρέπει να περατώσουν το έργο τους μέσα στην προθεσμία που καθορίζει η υπουργική απόφαση για τη συγκρότησή τους.Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί.

5. Οι Κώδικες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κυρώνονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 76 παρ. 6 του Συντάγματος.

6. Σημ.: όπως η παρ.6 καταργήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 48 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚΑ 207)

Άρθρο 28
Σημ.: όπως το άρθρο 28 καταργήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 35 του Ν.2172/1993(ΦΕΚ Α 207)

Άρθρο 29

1. Οι πάσης φύσεως ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, καθώς και οι επιχειρήσεις ραδιοφώνου ή τηλεόρασης, εθνικής ή τοπικής εμβέλειας, υποχρεούνται να τηρούν επί υλικών φορέων ήχου ή ήχου και εικόνας πλήρη αντίγραφα του εκπεμπόμενου προγράμματος για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών από την ημέρα της εκπομπής. Κάθε πρόσωπο, που έχει έννομο συμφέρον, δικαιούται με απλή αίτηση και με δαπάνες του να λαμβάνει αντίγραφο της εκπομπής, η οποία τον θίγει στα έννομα συμφέροντά του.Σε περίπτωση άρνησης χορήγησης του αιτούμενου αντιγράφου εφαρμόζεται ανάλογαη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 4 εδ. β` του ν. 1756/1988, όπως ισχύει.Η μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις των προηγούμενων εδαφίων του παρόντος άρθρου τιμωρείται με χρηματική ποινή.

2. Απαγορεύεται στις εκπομπές ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών η ανάγνωση και τηλεοπτική προβολή αποσπασμάτων οποιασδήποτε έκτασης και εικόνων από τα περιεχόμενα εφημερίδων πριν από την ώρα της νόμιμης κυκλοφορίας τους.Στους παραβάτες των προηγούμενων εδαφίων επιβάλλεται πρόστιμο πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) έως δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) δραχμών.Η παράβαση βεβαιώνεται και το πρόστιμο επιβάλλεται από τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.Η οικεία επαγγελματική οργάνωση, με την οποία υπάγεται η εφημερίδα, που αφορά η παράβαση, υποχρεούται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως να υποβάλλει σε αυτόν τα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν την παράβαση.Σε περίπτωση ανυπαρξίας στοιχείων δεν ενεργείται οποιαδήποτε διαδικασία και η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με πράξη του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως.Δημόσιος υπάλληλος ή λειτουργός ο οποίος αποφεύγει ή καθυστερεί αναιτιολόγητα τη βεβαίωση ή είσπραξη του προστίμου της προηγούμενης παραγράφου ευθύνεται για παράβαση καθήκοντος. Τα έσοδα από την είσπραξη των προστίμων του εδαφίου 2 του παρόντος άρθρου εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως και διατίθενται για τις ανάγκες της λειτουργίας του, ιδίως δε για την ανάπτυξη ερευνητικού έργου στο χώρο των μέσων μαζικής επικοινωνίας.

Άρθρο 30

1.Στην παρ.3 του άρθρου 62τουν.δ.3026/1954,όπωςισχύει”Περί του Κώδικα των Δικηγόρων προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Δικηγόροι που έχουν εκλεγεί Βουλευτές ή Ευρωβουλευτέςτελούνκατάτηδιάρκειατηςθητείαςτουςσε μερική αναστολή του λειτουργήματόςτους, η οποία συνίσταται στην απαγόρευση παραστάσεώς τους για υποθέσειςναρκωτικών στην προδικασία και ενώπιον των δικαστηρίων.
Η ανωτέρω αναστολή δεν ισχύει, αν πρόκειται για υποθέσεις των ιδίων,των συζύγων τους ή συγγενών τους εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι καιτονβ` βαθμό. Δικηγόροι που απασχολούνται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας σταόργανατωνΕυρωπαϊκώνΚοινοτήτων,καθώςκαι σε όλους τους διεθνείςοργανισμούς, των οποίωνείναιμέλοςηΕλλάδα,τελούνσεαναστολήασκήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 47 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α207)

2. Η όλη ποινική διαδικασία κατά βουλευτών, των οποίων αίρεται η ασυλία με απόφαση της Βουλής, πρέπει να περατώνεται εντός ενός έτους από τη διαβίβαση της δικογραφίας από τη Βουλή στην οικεία εισαγγελία πλημμελειοδικών.Για το σκοπό αυτόν όλες οι αντίστοιχες διαδικαστικές πράξεις ενεργούνται από τα αρμόδια όργανα κατά προτίμηση.

Άρθρο 31

1. Στο άρθρο 1 παρ. 2 του β.δ. 6/1961″Περί Οργανισμού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους”,όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.δ. 736/1970 και επανήλθε σε ισχύ με το άρθρο 39 του ν. 1884/1990, διαγράφεται η πριν από το στοιχείο ε` λέξη:”και” και προστίθενται περιπτώσεις στ`, ζ` και η`,οι οποίες έχουν ως εξής:
“στ)Η διενέργεια όλων των δικαστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 της κυρωθείσας δια του ν.δ. 4421/1961Πολυμερούς Συμβάσεως”περί διεκδικήσεως διατροφής εις την αλλοδαπήν” και ανάγονται στα καθήκοντα του Υπουργείου Δικαιοσύνης,
ζ) Η διεξαγωγή όλων των δικαστικών πράξεων που προβλέπονται στις διεθνείς συμβάσεις δικαστικής αρωγής επί ποινικών, αστικών και εμπορικών υποθέσεων, στις οποίες η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος και συνιστούν καθήκοντα του Υπουργείου Δικαιοσύνης ως κεντρικής αρχής και
η) Η εν γένει υποστήριξη της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες”.
“θ. Η διεξαγωγή όλων των δικαστικών πράξεων που προβλέπονται στις διμερείς συμβάσεις δικαστικής αρωγής επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις περί αναγνωρίσεως και εκτελέσεως αλλοδαπών πολιτικών αποφάσεων”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.16 άρθρ.22 Ν.2521/1997ΦΕΚ Α 174/1-9-1997.

2. Το άρθρο 29 του ν. 1478/1984″Τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις”καταργείται.

3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, μπορούν να αυξάνονται μέχρι δύο (2) οι οργανικές θέσεις των Νομικών Συμβούλων, μέχρι δύο (2) οι οργανικές θέσεις των παρέδρων και μέχρι δύο (2) οι θέσεις των δικαστικών αντιπροσώπων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) για την κάλυψη των πρόσθετων αναγκών, που προκύπτουν από την ανάθεση αρμοδιοτήτων αυτού του άρθρου.

Άρθρο 32

1. Για το παραδεκτό της ασκήσεως ένδικων μέσων ενώπιον των δικαστηρίων μπορεί να ορίζεται με κοινές κάθε φορά αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ότι πρέπει να καταβάλλεται παράβολο. Το ύψος του παραβόλου αυτού καθορίζεται με κοινές επίσης αποφάσεις των ανωτέρω Υπουργείων και τα αντίστοιχα ποσά κατατίθενται υπέρ του ΤΑ.Χ.Δ.Ι.Κ..

2. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να αναπροσαρμόζονται κάθε φορά: α) τα δικαστικά έξοδα πάσης φύσεως των δικαστικών εγγράφων και όλων των εγγράφων που υποβάλλονται σε υπηρεσίες αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή εκδίδονται από αυτές και β) τα ποσά που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. ΤΠΟΗ/1912″περί δικαστικού ενσήμου”.

Άρθρο 33
Το προσωπικό πάσης φύσεως των συμβολαιογραφικών συλλόγων της χώρας προσλαμβάνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου συμβολαιογραφικού συλλόγου, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.

Άρθρο 34
Οι αρμοδιότητες οι σχετικές με το Ελληνικό Εθνικό Τμήμα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης που ιδρύθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4475/1965, μεταφέρονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο Υπουργείο Εξωτερικών.
`Όπου στο νόμο γίνεται λόγος περί Υπουργού ή Υπουργείου Δικαιοσύνης, η αναφορά θεωρείται ότι γίνεται στον Υπουργό ή το Υπουργείο Εξωτερικών.
Μέλη του Εθνικού Τμήματος μπορούν να γίνονται και ανώτατοι ή ανώτεροι υπάλληλοι του Υπουργείου Εσωτερικών.

Άρθρο 35

1. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 1816/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
β) Για την ίδρυση και λειτουργία εντευκτηρίων, κατασκηνώσεων και παιδικών σταθμών των δικαστικών υπαλλήλων”.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διαδικασία και οι ειδικότερες προϋποθέσεις για τη χορήγηση των παροχών της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1816/1988 και ασκείται εν γένει η διαχείριση του αντίστοιχου ειδικού λογαριασμού.

Άρθρο 36

1.Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεταιύστερα από πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, μπορεί να ιδρυθείυπηρεσία Δικαστικής Αστυνομίας στις εισαγγελίες πρωτοδικών της χώραςμε τον τίτλο “Δικαστική Αστυνομία”, που τελεί υπό την άμεσηδιεύθυνση του οικείου εισαγγελέα πρωτοδικών.

2.Σκοπόςτης Δικαστικής Αστυνομίας είναι η υποβοήθηση του εισαγγελέα πρωτοδικών στα καθήκοντατου με την διενέργεια:
α.Προανακριτικών πράξεων.
β.Προανακριτικών εξετάσεων.
γ.Συλλογής αναγκαίωναποδεικτικών στοιχείων για να βεβαιωθείη τέλεσηεγκλήματος και να ανακαλυφθείο δράστης.
δ.Εκτελέσεως ποινικών δικαστικών αποφάσεων, ενταλμάτων συλλήψεως, προσωρινής κρατήσεως και βίαιηςπροσαγωγής, καθώς καικάθε άλληςδιαδικαστικήςπράξεως της ποινικής διαδικασίαςκατά την κρίση του αρμόδιου εισαγγελέα.

3.Οι διατάξειςτης προηγούμενης παραγράφου δεν θίγουν τις ισχύουσες διατάξειςπου ορίζουντην αρμοδιότητατης Ελληνικής Αστυνομίαςκαι τη σχέση της με τις εισαγγελικές αρχές.

4.Με τον ίδιο προεδρικό διάταγμακαθορίζονται ο αριθμός των οργανικών θέσεων του προσωπικού της Δικαστικής Αστυνομίας, η προέλευση τα προσόντα, η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων, ο τρόπος και η διάρκειαεκπαίδευσης , η βαθμολογική κλίμακα, οι προϋποθέσεις, και η διαδικασίααξιολογήσεως και προαγωγών, το πειθαρχικό δίκαιο, ο τρόπος εξόδου από την υπηρεσία και κάθε άλλο συναφέςμε την κατάστασητου προσωπικού αυτού θέμα, το ωράριο εργασίας, το τρόποςεκτελέσεως των καθηκόντων το τύπος ειδικού δελτίου ταυτότητας και η δυνατότηταοπλοφορίας του προσωπικού αυτού, τα αναγκαίαυλικοτεχνικά μέσα για την εκπλήρωση της αποστολής της Δικαστικής Αστυνομίας ως και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

5.Μέχρις ότου ιδρυθεί υπηρεσία Δικαστικής Αστυνομίας με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, δύνανται να αποσπώνται στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, για την υποβοήθηση του Εισαγγελέα στα καθήκοντά του, αξιωματικοί μέχρι και του Αστυνόμου Β`, Ανθυπαστυνόμοι, Υπαξιωματικοί και Αστυφύλακες για χρονικό διάστημα δύο ετών.Ο συνολικός αριθμός αυτών δεν μπορείνα υπερβεί τους δεκαπέντε.Επίσης, με κοινή απόφαση του Υπουργούδύνανται να αποσπώνταικαι πολιτικοί είτε ως ειδικοί προανακριτικοί υπάλληλοι, εφόσον έχουν την ιδιότητα αυτήν, είτε ως πραγματογνώμονεςή τεχνικοί σύμβουλοι.
Οι αποσπώμενοιστην Εισαγγελία τελούν υπό την άμεση διεύθυνση του αρμόδιου εισαγγελέα και δεν επιτρέπεταινα ανατίθενται σε αυτούς καθήκοντα ξένα προς την αποστολή τους.
Η απόσπαση μπορεί να ανανεώνεται για δύο ακόμη χρόνια με τον ίδιο τρόπο, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου και σύμφωνη πρόταση του αρμόδιου εισαγγελέα.Ανάκληση της απόσπασης επιτρέπεται μόνο ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου εισαγγελέα.
Ο προϊστάμενος της εισαγγελίας συντάσσει εντός του πρώτου διμήνου κάθε έτους ιδιαίτερη έκθεσηγια τους αποσπασμένους υπαλλήλους στην εισαγγελία σχετικά με την ικανότητα και απόδοση τους κατά το προηγούμενο έτος.Οι εκθέσειςαυτές συντάσσονταιμε βάση τα κριτήρια και κατά τον τύπο που ισχύουν στην υπηρεσίατου αξιολογούμενου.
Αντίγραφο κάθε εκθέσεως υποβάλλεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης και στον κατά περίπτωση αρμόδιουπουργό, επιδίδεται δε και στον αξιολογούμενο με επιμέλεια της αρμόδιαςυπηρεσίας του υπουργείου, στο οποίο ανήκειοργανικώς.Ο αξιολογούμενοςεντός προθεσμίαςτριάντα (30) ημερών από της επιδόσεως σ` αυτόν της έκθεσης, έχει δικαίωμανα προσφύγει και να ζητήσει τη διόρθωση της ενώπιον του συμβουλίου εφετών, εφαρμοζομένων αναλόγωςκατά τα λοιπάτων διατάξεων του άρθρου 87 του “Κώδικα οργανισμού των δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών”.
Για την αξιολόγηση του αστυνομικού προσωπικού, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 9, 15, 28 και 39 του π.δ. 15/1986 (ΦΕΚ 8 Α`),όπως ισχύουνκάθε φορά.
Σε περίπτωσηκατά την οποία αυτοί που είχαν αποσπασθεί στην εισαγγελίαπαραβαίνουν τις υποχρεώσειςτους, εφαρμόζονταιαναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 1756/1988 “Κώδικας οργανισμού δικαστηρίων και δικαστικών λειτουργών”.

Άρθρο 37

1.Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 1868/1989 αντικαθίσται ως εξής:
Το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. τα ν.π.ι.δ.καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που απασχολούν δικηγόρους με έμμισθη εντολή ορισμένου ή αορίστου χρόνου, όπωςπροβλέπεται στις σχετικές διατάξεις του ν. 3026/1954 “περί του ΚώδικαΔικηγόρων” έχουν την υποχρέωση να καταβάλλουν στο Ταμείο Νομικών, το Ταμείο Πρόνοιας Δικηγόρων και τον Κ.Ε.Α.Δ. ποσοστό 2/3 της εκάστοτε ετήσιας ασφαλιστικής εισφοράς των απασχολούμενων σε αυτά δικηγόρων.
Η υποχρέωση καταβολής του ποσοστού αυτού ασφαλίστρων αρχίζει από 1.1.93 και ισχύειγια τους μέχρι31.12.92 ασφαλισμένους στους ανωτέρω φορείς δικηγόρους.
“Οι διατάξεις του ανωτέρω εδαφίου ισχύουν και για τους από 1.1.1993 καιεφεξής ασφαλισμένους δικηγόρους στους ανωτέρω φορείς.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρ.18Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.

2.Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν. 1868/1989 προστίθεταιπαράγραφος 4α που έχει ως εξής:
“4α.Ο εκτός υπηρεσίας χρόνος των δικηγόρων και νομικών συμβούλων οι οποίοι επανήλθαν στην υπηρεσία τους με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 1868/1989, αναγνωρίζεται από τα οικεία ασφαλιστικά ταμεία, κατόπιν αιτήσεως του ασφαλισμένου υποβαλλομένης εντός 6μήνου από της ισχύος του παρόντος.
Η εξαγοράτου αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται μετην καταβολή του συνόλου των εισφορώνασφαλισμένου και εργοδότη των κλάδωνκύριας και επικουρικής ασφάλισης και χορηγήσεως εφάπαξ παροχής (πρόνοιας) που ισχύουν κατά το χρόνοτης επανόδου στην υπηρεσία.
Οι εισφορές υπολογίζονται στις αποδοχές του χρόνου της επανόδου που υπόκεινται σε κράτηση και βαρύνουν τον εργοδότη.
Η εξόφληση του ποσού της εξαγοράς γίνεται εφάπαξ, μέσα σε 3 μήνες από την κοινοποίηση της πράξης αναγνώρισης.
Συντάξεις και εφάπαξ βοηθήματα που είχαν ληφθείαπό εν ενεργεία δικηγόρους συνταξιούχους κλαδικών ταμείων, οι οποίοι επανήλθανστην υπηρεσία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 1868/1989, δεν αναζητούνται.
Για τον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματοςκατά την οριστική έξοδό τους από το ταμείο, λαμβάνεται υπόψη όλος ο χρόνοςυπηρεσίας τους, συνυπολογιζόμενου και του εκτός υπηρεσίας χρόνου.
Για όσους εκ των ανωτέρω είχαν λάβει εφάπαξ βοήθημα κατά την απόλυση τους, από το ποσό του νέου βοηθήματος αφαιρείται το ποσό που αντιστοιχεί στο χρόνο που ελήφθη υπόψη κατά τον υπολογισμό του ληφθέντος εφάπαξ βοηθήματος, υπολογιζόμενου όμως με τις αποδοχές της οριστικής εξόδου τους από το ταμείο, βάσει των οποίων θα υπολογισθεί το νέο βοήθημα.
Η αναγνώριση του χρόνου για τον οποίο επιστράφηκαν ασφαλιστικές εισφορές στους δικηγόρους και νομικούς συμβούλους μετά την απόλυσή τους με τους νόμου 1232/1982 και 1400/1983 γίνεται με τις διατάξεις του άρθρο 13 του ν. 1405/1983.

3.Η παρ. 8 του άρθρου 10 του ν.δ. 4114/1960, που προστέθηκε με τις διατάξειςτου άρθρου 13 του ν. 1512/1985, όπως τροποποιήθηκεαπό τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 1759/1988 αντικαθίσταται ως εξής:
“8.Από τη συνολικήαμοιβή του δικηγόρου, που οφείλεταισύμφωναμε τις διατάξεις του άρθρου 161 του ν.δ. 3026/1954 (ΦΕΚ 235), όπως αυτές ισχύουνκάθε φορά, ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) περιέχεταιστο Ταμείο Νομικών, από το οποίο το επτά τοις εκατό (7%) δίδεται στον Κ.Ε.Α.Δ. Το ποσό αυτό αποδίδεται στο Ταμείο σύμφωναμε τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 1759/1988″.

Άρθρο 38

1. Οι, κατά το άρθρο 11 της Συμβάσεως της Βιέννης του 1988 (ν.1990/1991) των Ηνωμένων Εθνών, αιτήσεις αλλοδαπών κρατών, υποβάλλονται με κάθε μέσο μεταδόσεως, αλλά πάντως εγγράφως, απευθείας ή και μέσω της ΙΝΤΕΡΠΟΛ προς το Συντονιστικό Όργανο Δίωξης Ναρκωτικών (Σ.Ο.Δ.Ν.), το οποίο, αφού ελέγξει τη νόμιμη προέλευση και το νομότυπο της αιτήσεως, αναφέρει αμέσως στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών με εμπιστευτικό έγγραφό του, στο οποίο επισυνάπτει και αντίγραφο του τηλεγραφήματος ή τυχόν άλλου εγγράφου που περιέχει την αίτηση”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 του άρθρου 15 τουΝ.2331/1995 (Α 173).

2.Ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών, εφόσον οι παρεχόμενες από το αιτούν Κράτος εγγυήσεις διασφαλίζουν τον έλεγχο της μεταφοράς και τη σύλληψη των ενεχόμενωνστην υπόθεσηπροσώπων, ειδοποιεί αμέσως τους εισαγγελείςπλημμελειοδικών από τις περιφέρειες των οποίων προβλέπεται ότι θα γίνει η μεταφορά.Οι εισαγγελείςπλημμελειοδικών οφείλουν μετά την πιο πάνω ειδοποίηση να απόσχουναπό την άσκησηποινικής δίωξης και να ενεργήσουν ό,τι είναι αναγκαίο για να μη διακοπεί η μεταφορά.

3. Το Συντονιστικά Όργανο Δίωξης Ναρκωτικών (Σ.Ο.Δ.Ν.) έχει τον έλεγχο και την ευθύνη της πραγματοποιούμενης μεταφοράς καθόλη τη διάρκειά της, από την είσοδο μέχρι την έξοδο των ναρκωτικών από τη χώρα”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 15 τουΝ.2331/1995 (Α 173)

4.Αμέσως μετά την έξοδοτων ναρκωτικών από την χώρα και το αργότερο εντός 48 ωρών, η ανωτέρω υπηρεσία συντάσσει έκθεσηστην οποία αναγράφονταιλεπτομερώςόλα τα σχετικά με τη διενεργηθείσα υπό τον έλεγχο μεταφορά, και ιδίως η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος εισόδου και εξόδου των ναρκωτικών από τη χώρα.Αντίγραφο της έκθεσηςυποβάλλεται με εμπιστευτικό έγγραφο στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών.

5. Αιτήσεις ημεδαπών δικαστικών αρχών για τη διενέργεια μεταφοράς υπό έλεγχο, εκτός της ελληνικής επικράτειας, διαβιβάζονται μέσω του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών προς το Συντονιστικό Όργανο Δίωξης Ναρκωτικών. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή”.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρου 15 του Ν.2331/1995 (Α 173)

Άρθρο 39
Μετά την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του αν. 92/1967 προστίθεται παράγραφος 2 ως εξήςκαι οι παράγραφοι 2 και 3 λαμβάνουν τους αριθμούς3 και 4:
“3.Εμπορεύματα ή προϊόντα τα οποία εισάγονται στο ελληνικό έδαφος ή εξάγονται από αυτό ή με οποιονδήποτετρόπο μεταφέρονταιμέσω αυτού κατά παράβαση των ανωτέρω διαταγμάτων, καθώς και τα αντίστοιχα μεταφορικά μέσα, εφόσον οι ιδιοκτήτες τους τελούσανεν γνώσει της απαγορευόμενης μεταφοράς,κατάσχονται.Το αρμόδιο συμβούλιο των πλημμελειοδικών ύστερααπό πρόταση του Εισαγγελέα μπορεί να διατάξει αμέσως τη δήμευση των κατασχεθέντωνανεξάρτητααπό την άσκησηή μη ποινικής δίωξης αφούκαλέσει πριν από τρεις εργάσιμες μέρει τον κάτοχο των κατασχεθέντων ή τον παραβάτη.Εντός του χρόνου αυτού μπορεί να παρουσιαστείκαι να αναπτύξει τις αντιρρήσειςτου στο συμβούλιο ο κύριος των κατασχεθέντων αυτοπροσώπως ή με αντιπρόσωπο.Τα δημευθέντα αντικείμενα παραδίδονταιαμέσως στον Ο.Δ.ΔΥ. ο οποίοςτα εκποιεί ή τα διαθέτει σε άλλεςυπηρεσίεςχωρίς καθυστέρηση, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των σχετικών με τις διαδικασίες , εκποιήσεως ή διαθέσεως κατασχεθέντων από τον Ο.Δ.ΔΥ. διατάξεων.
Αν μετά την εκποίησηδιαταχθεί η διάθεση των κατασχεθέντων και η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεταισ` αυτόν ως αποζημίωση ποσό α) ίσο με το τίμημα που επιτεύχθηκε στη δημοπρασία, αν έχουν εκποιηθεί ή β) ποσό ίσο με την αξία των κατασχεθέντων κατά τον χρόνο της δήμευσης, όπως αυτή προσδιορίζεται σε έκθεση κοστολόγησης της αρμόδιας επιτροπής Ο.Δ.Δ.Υ. Κατά τα λοιπάεφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Άρθρο 40
Η παράγραφος 3 του άρθρου 8 του ν. 1647/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
“3.Οι φύλακες μεταγραφών και υποθηκών οφείλουν να αρνηθούντη μεταγραφή κάθε συμβολαίου, δικαστικής αποφάσεως, διοικητικής πράξεωςμε την οποίασυνίσταται, μετατίθεται, καταργείται ή αλλοιούται εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτων, εφόσον δεν φέρειβεβαίωση ενημέρωσης της Υπηρεσίας Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεως.
Η εφαρμογή της παραγράφου αυτής αρχίζει από το χρόνο που θα ορίσει η κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίαςκαι Δημόσιων `Έργων, η οποία προσδιορίζει και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Η έναρξη εφαρμογής μπορεί να γίνεται και κατά περιοχές της Χώρας”.

Άρθρο 41

1.Στο άρθρον 1 του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α`), ως ισχύει, προστίθενταιοι εξής ορισμοί:
“28.Σταθμός: `Ένας ή περισσότεροι πομποί ή δέκτεςή συνδυασμόςπομπών και δεκτών μετά των πρόσθετων συσκευών και κεραιών, που είναι αναγκαίοι σε ορισμένη θέση για τη διεξαγωγή (διενέργεια) συγκεκριμένης υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνίας ή για την υπηρεσία ραδιοαστρονομίας.Κάθε σταθμόςχαρακτηρίζεταιαπό το είδος της υπηρεσίας στην οποίασυμμετέχει και από το αν είναι μόνιμος ή προσωρινός.
29.Πάρκο κεραιών:Καθορισμένος χώρος, όπου επιτρέπεταιη εγκατάσταση πυλώνων, στους οποίους είναι τοποθετημένα συμπλέγματακεραιών εκπομπήςκαι λήψης ραδιοηλεκτρικών σωμάτων μετά των αναγκαίωνοικοδομικών κατασκευών”.

2.Μετά το άρθρο 24 του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α`) προστίθεται άρθρο24α, που έχει ως εξής:

” Άρθρον 24α
Εγκαταστάσειςκεραιών σταθμών στην ξηρά
1.`Εκτός από τις εγκαταστάσεις του Υπουργείου Εθνικής `Άμυνας, για την εγκατάστασηκεραίας σταθμού στην ξηρά, εξαιρουμένης της λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων που προσδιορίζονται για απευθείας λήψη από το ευρύ κοινό, απαιτείταιάδεια η οποία χορηγείταιαπό το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών.
2.Επιτρέπεται η εγκατάσταση δομικών κατασκευών επί των οποίων τοποθετούνται κεραίες εκπομπής ή λήψης, εντός δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεών, εφόσον δεν προκαλείται κίνδυνος πυρκαγιάς ή ζημιάς στο δάσος, κατόπιν άδειας του οικείου νομάρχη.
Η εν λόγω άδεια χορηγείται σε ραδιοφωνικούςκαι τηλεοπτικούς σταθμούς που έχουν άδειαιδρύσεως και λειτουργίας και τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις που έχουν ως αντικείμενο την ίδρυση,εγκατάσταση και λειτουργία δικτύων ραδιοεπικοινωνιών και φυσικά ή νομικάπρόσωπα που εγκαθιστούν ανεξάρτηταδίκτυα με άδειατου Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών ή της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών.

3.Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών εγκρίνονται οι θέσεις, ο τρόπος οργάνωσης και οι ειδικοί όροι δημιουργίας πάρκων κεραιών οίκοθεν ή ύστερααπό προτάσεις δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων που αφορούν τη δημιουργία, χρήση και λειτουργία πάρκων κεραιών.Με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών είναι δυνατό να ανατίθεται σε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέαη υλοποίηση του έργουτης δημιουργίας πάρκου κεραιών.

4.Στις κοινές αποφάσεις για τα πάρκα κεραιών σταθμών ραδιοφωνίας και τηλεόρασηςορίζονται οι μεταβατικές διατάξεις για την υποχρεωτική ένταξη των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών στα πάρκα κεραιών.

5. α.Επιτρέπεταιύστερα από σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών η κατασκευή οικίσκου στέγασης μηχανημάτων σταθμών ραδιοεπικοινωνίας πάνω από το μέγιστο ύψος της περιοχής και μέσα στο ιδεατό στερεό της παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 1577/1985 και δομικών κατασκευών (μεταλλικών πυλώνων, ιστών, δικτυωμάτων κ.λ.π.) για την τοποθέτηση κεραιών εκπομπής ή και λήψης ραδιοηλεκτρικών σημάτων πάνω από το μέγιστο ύψος και το ιδεατό στερεό, ως εξής:
(1) Για τις εντός σχεδίου περιοχές: Σε άρτια οικόπεδα, σε δώμα κτιρίου, στο πέραν του υποχρεωτικώς αφιεμένου τμήματος του ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου και εντός κτιρίου.
(2) Για τις εκτός σχεδίου περιοχές: Όπως στην περίπτωση (1) και σε γήπεδά ελάχιστου εμβαδού 500 τ.μ. και σε αποστάσεις από τα όρια των γηπέδων τουλάχιστον 5μ.
β. Το εμβαδόν του οικισμού, όταν αυτός τοποθετείται σε δώμα, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 25 τ.μ. και το ύψος του τα 2,40 μέτρα. Όταν αυτός τοποθετείται στο έδαφος, το εμβαδόν του δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 35 τ.μ. και το ύψος του τα 3.5 μέτρα.
γ. Όταν ο οικίσκος και η δομική κατασκευή τοποθετούνται στο δώμα δεν περιλαμβάνονται στο συντελεστή δόμησης και συντελεστή όγκου του οικοπέδου ή γηπέδου.
δ. Για την έγκριση τοποθέτησης των παραπάνω εγκαταστάσεων σε εντός ή εκτός σχεδίου περιοχής ειδικής προστασίας :(π.χ. περιοχές του άρθρου 28 του ν. 1577/1985 απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των κατά περίπτωση αρμοδίων υπηρεσιών ή και της Ε.Π.Α.Ε.
ε. Για την κατά τα ανωτέρω τοποθέτηση των εν λόγω εγκαταστάσεων δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, αλλά έγκριση που χορηγείται από την αρμόδιαπολεοδομική υπηρεσία ύστερα από έλεγχο των παρακάτω δικαιολογητικών:
1. Αίτηση ενδιαφερόμενου.
2. Δηλώσεις αναθέσεων και αναλήψεων των μελετών και επιβλέψεων του έργου.
3. Τοπογραφικό διάγραμμα συνοδευόμενο από σαφές οδοιπορικό, όπου απαιτείται και διάγραμμα κάλυψη.
4. Σχηματική τομή του κτιρίου με υψόμετρα, κλίμακα 1:200 και κάτοψη δώματος ή χώρου του κτιρίου σε κλίμακα 1:50 όπου απαιτείται.
5. Σχέδια του οικίσκου σε κλίμακα 1:50και πρόσφορη κατά περίπτωση κλίμακα της δομικής κατασκευής επί της οποίας τοποθετείται η κεραία, εγκεκριμένα από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου μεταφορών και Επικοινωνιών.
6. Στατική μελέτη του οικισμού και της δομικής κατασκευής επί της οποίας θα τοποθετηθούν οι κεραίες με δήλωση αντοχής δύο πολιτικών μηχανικών περιπτώσεις κατασκευής τους σε υφιστάμενομελέτη ενίσχυσής του όταν απαιτείται.
7. Φωτογραφία της κύριας όψης του υφιστάμενου κτιρίου.
8. Οι κατά το εδάφιο (δ) εγκρίσεις, όπου απαιτείται.
9. Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, ότιτα πάνω ή εντός του οποίου τοποθετούνται οιστάσεις υφίσταται νομίμως.
10. Προϋπολογισμό του έργου και σημειώματος πληρωμής φόρων, εισφορών και αμοιβών μηχανικών.
στ. Η σύνδεση των εγκαταστάσεων του εδαφίου (α) με τα δίκτυα των κοινωφελών οργανισμών επιτρέπεται ύστερα από βεβαίωση της πολεοδομικής υπηρεσίας ότι αυτές κατασκευάστηκαν σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη.
ζ. Στις δημιουργούμενες ως άνω εγκαταστάσεις λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης του κοινού που καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

6. Στον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (έργα – μελέτες Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών) εγγράφονται κάθε χρόνο πιστώσεως για την υλοποίηση των πάρκων κεραιών και των Κέντρων Ελέγχου Ραδιοεπικοινωνιών.

7. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου και να καθορίζονται οι εφαρμοζόμενοι τεχνικοί κανονισμοί και οι λεπτομέρειες της διαδικασίας έκδοσης των εγκρίσεων.

8. Το άρθρο 13 του ν. 1866/1989 (ΦΕΚ 222 Α`) καταργείται.

9. Στο άρθρο 25 του ν. 2075/1992 (FEK 129 A`) προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:

“4. Με φυλάκιση μέχρι δύο ετών τιμωρείται όποιος:
α) Εμποδίζει η παρενοχλεί τα αρμόδια όργανα να πραγματοποιήσουν έλεγχο των σταθμών και εγκαταστάσεων του πεδίου εφαρμογής αυτού του νόμου ήδεν παρέχει πληροφορίες που απαιτούνται ή παρέχει εσφαλμένες πληροφορίες εκ προθέσεως για την άσκηση του ελέγχου.
β) Εγκαθιστά χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής κεραία”.

10. Στο άρθρο26 του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α`) προστίθενται εδάφια τέταρτο, πέμπτο και έκτο που έχουν ως εξής:

“Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, ύστερα από έκθεση των αρμοδίων οργάνων του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, επιβάλλεται στους παραβάτες διοικητική ποινή προστίμου από πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών για την εγκατάσταση χωρίς άδεια κεραίας στην ξηρά.
Μετά από κοινοποίηση της ως άνω έκθεσης στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ή με πρωτοβουλία αυτής, διατάσσεται η κατεδάφιση της αυθαίρετης κατασκευής, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αυθαίρετων.
Η επιβολή της ως άνω ποινής χρηματικού προστίμου δεν υποκαθιστά τυχόν άλλες ποινές που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία και η είσπραξη της πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε..
Τυχόν άσκηση προβλεπόμενων διοικητικών ή ενδίκων μέσων δεν αναστέλλει την είσπραξη του προστίμου”.
Σχετικό: τα άρθρα 274,331,337 του κωδικοποιητικούδιατάγματος από 14.7.99 ΦΕΚ Δ 580/27.7.99.

Άρθρο 42
Σημ.: όπως το άρθρο 42 καταργήθηκε από το άρθρο 25 Ν.2300/1995 (Α 69).

Άρθρο 43
Σημ.: όπως το άρθρο 43 καταργήθηκε με την περ.α` του άρθρου 7 του Ν.2242/1994 (Α162)

Άρθρο 44

1. Το τμήμα του υπ` αριθ. ΒΚ 1500 ακινήτου του Δημοσίου που βρίσκεται στην Αθήνα και επί της οδού Ρηγίλης, το οποίον έχει παραχωρηθεί δωρεάν κατά κυριότητα, νομή και κατοχή στο Ίδρυμα “Βασιλείου και Ελίζας Γουλανδρή” με την υπ` αριθ. 125/23.9.1992 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (Α` 160):
α. Χαρακτηρίζεται ωςχώρος ανέγερσης κτιρίου για τη λειτουργία Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και σχετικών παραμφερών πολιτιστικών δραστηριοτήτων.
β. Καθορίζονται σ` αυτό για την εκπλήρωση του σκοπού της παρ. 1 ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης ως εξής:
– Μέγιστο συνολικό εμβαδόν κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων και των υπογείων χώρων οιασδήποτε χρήσης (βοηθητικής ή κύριας): είκοσι χιλιάδες (20.000) τ.μ.
– Μέγιστο Σ.Δ.των υπέργειων τμημάτων των κτιρίων οκτώ δέκατα (0,8).
– Μέγιστο ποσοστό κάλυψης 50% και για του υπόγειους χώρους 80%.
– Μέγιστο ύψος κτιρίων δεκαέξι (16) μ. με εξαίρεση τμήμα αυτών σε ποσοστό 5% της συνολικής καλυπτόμενης επιφάνειας για το οποίο ορίζεται μέγιστο ύψος είκοσι επτά (27) μ.
– Τα κτίρια δύνανται να τοποθετηθούν εν επαφή κατά το πρόσωπο του οικοπέδου επί της οδού Ρηγίλης και κατά το όριο προς τη Στρατιωτική Λέσχη (“Σαρόγλειο”), ενώ η απόσταση από τα λοιπά όρια του οικοπέδου ορίζεται σε ένα (1) μέτρο το ελάχιστο.
– Επιβάλλεται η δημιουργία υπογείου χώρου στάθμευσης δυναμικότητας είκοσι (20) θέσεων αυτοκινήτων επιβατικής χρήσης (Ι.Χ.) για την εξυπηρέτηση του προσωπικού των κτιρίων. Ουδεμία δε άλλη υποχρέωση απορρέουσα από τις διατάξεις του ν. 960/1979 υφίσταται.
– Επιβάλλεται η δημιουργία υπογείου χώρου στάθμευσης δυναμικότητας είκοσι (20) θέσεων αυτοκινήτων επιβατικής χρήσης (Ι.Χ.) για την εξυπηρέτηση του προσωπικού των κτιρίων. Ουδεμία δε άλλη υποχρέωση απορρέουσα από τις διατάξεις του ν. 960/1979 υφίσταται.
– Χώροι κύριας χρήσης δύνανται να λειτουργούν σε οποιαδήποτεστάθμη των κτιρίων με τεχνητό φωτισμό και αερισμό. Επίσης εντός του πλάτους των πλαγίων ακάλυπτων χώρων δύνανται να τοποθετούνται υπόγεια παραρτήματα μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αγωγών.

2. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, αντικείμενη στα ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται για το συγκεκριμένο ακίνητο.

Άρθρο 45

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 114 του ν. 1892/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Ηαπόφασηπερί κατεδαφίσεως εκδίδεται μετά από κλήτευση προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, του φερομένου ως κυρίου ή νομέα ή κατόχου ή του εργολάβου της οικοδομής, του κτίσματος ή της εγκαταστάσεως. Η κλήτευση αυτή ενεργείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Αν τα παραπάνω πρόσωπα είναι άγνωστα ή άγνωστηςδιαμονής, η κλήτευση τοιχοκολλάται στην είσοδο του κτίσματος.
Κατά της αποφάσεως του νομάρχη περί κατεδαφίσεως επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του προέδρου του διοικητικούπρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου, εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα ή από την τοιχοκόλλησή της στο κτίσμα.
Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της αποφάσεως του νομάρχη. Δύναται όμως ο ενδιαφερόμενος να ζητήσει, εντός της ίδιας πενθήμερης προθεσμίας, από το μονομελές διοικητικό πρωτοδικείοτην αναστολή της εκτελέσεως της αποφάσεως, εφόσον έχει ασκήσει προσφυγή.
Εντός της ίδιας πενθήμερης προθεσμίας, η προσφυγή και η αίτηση αναστολής επιδίδονται, μαζί με την πράξη ορισμού δικασίμου και με επιμέλεια του προσφέυγοντος, στον εκδόσαντα την απόφαση κατεδαφίσεως νομάρχη, άλλως τα ένδικα αυτά βοηθήματα απορρίπτονται ως απαράδεκτα.
Εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοση αυτή ο νομάρχης υποχρεούται να καταρτίσει και αποστέλλει στο δικαστήριο τον κατά το άρθρο 82 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας φάκελο. Στον φάκελο αυτόν περιλαμβάνεται υποχρεωτικά βεβαίωση της αρμόδιας δασικής αρχής περί του δασικούή αναδασωτέου χαρακτήρα της εκτάσεως, επί της οποίας έχει ενεργειθείτο κρίσμα και περί της καταστροφής της από πυρκαϊά.
Η προσφυγή και η αίτηση ανατολής είναι απαράδεκτες εάν ο ενδιαφερόμενος δεν καταθέσει, μέχρι την προτέραια της συζητήσεως της υποθέσεως, όλα τα αποδεικτικά έγγραφα. Δασικοί υπάλληλοι που προτείνονται από το Δημόσιο ως μάρτυρες εξετάζονται υποχρεωτικά.
Η αναστολή χορηγείται εφόσον πιθανολογείται το βάσιμο των λόγων της προσφυγής.
Η προσφυγή συζητείται υποχρεωτικά εντός εξήντα (60) ημερών από την κατάθεσή της και η οριστική απόφαση εκδίδεται εντός δεκαπέντε (15) ημερώναπό τη συζήτηση και σε κάθε περίπτωση εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την κατάθεση της προσφυγής. Η απόφαση κοινοποιείται με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου εντός δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση της στους διαδίκους, στον οικείο δασάρχη και στον Υπουργό Οικονομικών εφαρμοζόμενου αναλόγως και για την κοινοποίηση αυτήν του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.
Οι επί της αιτήσεως αναστολής και επί της προσφυγής αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ευθέως ή αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.

2. Η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Από της κλητεύσεως και μέχρι την κατεδάφιση ο κύριος, ο νομέας ή ο κάτοχος υποχρεούνται, εις ολόκληρον έκαστος, στην καταβολή ειδικής αποζημιώσεως που επιβάλλεται με πρωτόκολλα του οικείου δασάρχη, από τα οποία το πρώτο εκδίδεται και κοινοποιείται εφαρμοζόμενης αναλόγως και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, εντός δέκα (10)ημερών από την κοινοποίηση στο δασάρχη της δικαστικής αποφάσεως της παραγράφου 3. Της υποχρεώσεως αυτής απαλλάσσονται οι παραπάνω, προκειμένου περί οικοδομών, ή εκτάσεων της παραγράφου 1 του παρόντοςάρθρου,εφόσον αυτά παραδοθούν οικειοθελώς στο Δημόσιο προς κατεδάφιση με τη σύνταξη από το δασάρχη πρωτοκόλλου παραδόσεως και παραλαβής.
(Κατά των πρωτοκόλλων επιβολής αποζημιώσεως, τα οποία εκδίδονται ανά τρίμηνο μέχρι την κατεδάφιση, ήτην ως άνω οικειοθελή παράδοση, χωρεί προσφυγή εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίησή τους, ενώπιον του μονομελούς διοικητικού πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 45 του Ν. 2141993 (ΦΕΚ88Α), αντικαταστάθηκε  πάλι με την παρ.8 άρθρ.19 Ν.3208/2003 ως εξής: “Κατά των πρωτοκόλλων επιβολής αποζημίωσης, η οποία εκδίδονται ανά έτοςμέχρι την κατεδάφιση ή την ως άνω οικειοθελή παράδοση, χωρεί προσφυγή εντόςείκοσι (20) ημερών από την κοινοποίησή τους, ενώπιον του μονομελούςδιοικητικού πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου”.
Είναι απαράδεκτοι οι λόγοι προσφυγής κατά το μέρος που καλύπτονται από την απόφαση επί της προσφυγής κατά της πράξεως του νομάρχη περί κατεδαφίσεως, ως και εκείνη που δεν αποδεικνύονται αμέσως. Η απόφαση αυτή του δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
Το ποσά των αποζημιώσεωνπου καθίστανται οριστικά, είτε γιατί δεν ασκήθηκε προσφυγή, είτε γιατί η ασκηθείσα απορρίφθηκε εν όλω ή εν μέρει βεβαιώνονται στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356 1974) και αποδίδονται ως έσοδο στο Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών.
Το ύψος της αποζημιώσεως ανά τετραγωνικό μέτροκτίσματος και ανάημέρα διατηρήσεως αυτού ορίζεται ορίζεται σε διακόσιες (200) δραχμές. Με αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας μπορεί αν αναπροσαρμόζεται το ύψος της αποζημιώσεως και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής της παραγράφου αυτής.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ευθέως ή αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.
Η υποχρέωση προς καταβολή της παραπάνω ειδικήςαποζημιώσεως επί των πράξεων κατεδαφίσεως,που έχουν ήδη εκδοθεί αρχίζει μετά ένα μήνα από την δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος με αριθμό 8 ως εξής:
“8.Η απόφαση του νομάρχη περί κατεδαφίσεως και τα πρωτόκολλα του δασάρχη περί επιβολής ειδικής αποζημιώσεως και περί παραδόσεως και παραλαβής κοινοποιούνται εντός δύο (2) ημερών από την έκδοση τους στο αρμόδιο εισαγγελέα.
Η μη τήρηση των ως άνω υποχρεώσεων αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα και δεν επηρεάζει το κύρος της διαδικασίας.

Άρθρο 46

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 71 του ν. 998/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Εργολάβοι, υπεργολάβοι, κατασκευαστές, οι εντολείς τους και κάθε τρίτος που επιχειρεί, άνευ δικαιώματος ή καθ` υπέρβαση των υπό τουπαρόντος νόμου προβλεπόμενων εξαιρέσεων , την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος, οριστικής ή προσωρινής μορφής ή πραγματοποιεί οποιασδήποτε φύσεως εγκατάσταση, εντός δάσους ή δασικής εκτάσεως, δημόσιας ή ιδιωτικής, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) μέχρι πέντε εκατομμύριά (5.000.000) δραχμές.
Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται οι συμπράττοντες στην ανοικοδόμηση ή κατασκευή υπάλληλοι και εργάτες των προσώπων του προηγούμενου εδαφίου, οι συνεργάτεςαυτών και κάθε τρίτος που παρέχει άμεση ή έμμεση συνδρομή πριν ή κατά την ανέγερση του κτίσματος ή της κατασκευής.
Η έφεση δεν αναστέλλει την εκτέλεση των αποφάσεων των προηγούμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου”.

2. Η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Οποίος εκχερσώνει παράνομα δάσοςή δασική έκταση, όποιος καλλιεργεί έκταση που έχει εκχερσωθεί παράνομα ή παραβλάπτει καθ` οιονδήποτε τρόπο την κατά προορισμό χρήση δάσους ή δασικής εκτάσεως, καθώς και όποιος ενεργεί επίεκχερσωθείσης παράνομης εκτάσεως πράξεις διακατοχής τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται και εκείνοι κατ`εντολήν ή παρότρυνση ή οποιαδήποτε υποβοήθηση των οποίων τελέσθηκαν οι παραβάσεις αυτές.
Η έφεση δεν αναστέλλει την εκτέλεση των αποφάσεων των προηγούμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου.
Κατά των παραβατών επιβάλλεται υποχρεωτικά δήμευση των προϊόντων των αξιόποινων αυτών πράξεων καθώς και των αντικειμένων τα οποίαχρησίμευσαν προς την τέλεσή τους”.

3. Η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου καταργείται, οι δε παράγραφοι 5, 6 και 7 αναριθμούνται ως 4, 5 και 6 αντιστοίχως.

4. Στο άρθρο 35 του ίδιου νόμου προστίθενται παράγραφοι με τους αριθμούς 3 και 4 ως εξής:
“3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί προσυμφώνων μεταβίβασης ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων.
4. Συμβολαιογράφος που συντάσσει πράξη μεταβίβασης της κυριότητας επί δάσους ή δασικής έκτασης καθώς και προσύμφωνο με το αυτό αντικείμενο χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και οι δια του συμβολαίου ή προσυμφώνου συμβαλλόμενοι και οι ενεργούντες ως πληρεξούσιοί τους τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών, επιφυλασσόμενων και των διατάξεων περί πειθαρχικής ευθύνης του συμβολαιογράφου”.

Άρθρο 47

1. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 24 του α.ν. 1539/1938 “Περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων” όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και οι συναφείς με αυτέςυπέρ του Δημοσίου διατάξεις, εφαρμόζονται ανάλογα και στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων για την προστασία των κτημάτων του.

2. Όπου στις παραπάνω διατάξεις αναφέρεται:α) Δημόσιο, β) Διεύθυνση Δημοσίων Κτημάτων, γ) Υπουργός ή Υπουργείο Οικονομικών, δ) Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων και ε) Πρόεδροςτου Νομικού Συμβουλίου, ΟικονομικόςΈφορος ή Οικονομικός Υπάλληλος, νοείται αντίστοιχα: αα) το Διοικητικό Συμβούλιο του Πνευματικού Κέντρου Χανίων,ββ) η Οικονομική Υπηρεσία του Πνευματικού Κέντρου Χανίων,γγ) ο Υπουργός ή το Υπουργείο Πολιτισμού, δδ) το Διοικητικό Συμβούλιο του Πνευματικού Κέντρου Χανίων και εε) ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πνευματικού Κέντρου Χανίων.

Άρθρο 48
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 του ν. 736/1977 (ΦΕΚ 316 Α`),που έχει προστεθεί με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του ν. 1948/1991 (ΦΕΚ 83 Α`) προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:
“στ) στην καταβολή της ειδικής αποζημίωσης στο φυλακτικό προσωπικό του Μ.Ε.Λ.Τ. -μόνιμο, με σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου ή έργου-της οποίας το ύψος καθορίζεται απότις ισχύουσες διατάξεις για κάθε ημέρα απασχόλησης πλέον του πενθημέρου της εβδομάδα”.

Άρθρο 49
Οι υπάλληλοι του Υπουργείου Πολιτισμού που υπηρετούν στην νήσο Δήλο λαμβάνουν ως κίνητρο προσέλευσης επίδομα 50% επί των αποδοχών τους, το οποίο καταβάλλεται από το ΤΑΠΑ. Μετά τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών υπηρεσίας στη Δήλο δικαιούνται μετάθεσης εκεί όπου επιθυμούν και αποχωρούν από τη θέση τους όταν τοποθετηθεί ο αντικαταστάτης τους.

Άρθρο 50
Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 9 του με στοιχείο Β του άρθρου 69 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α`) εφαρμόζονται και στους υπηρετούντες, κατά τη δημοσίευση του παραπάνω νόμου και του κατ` εξουσιοδότηση αυτού, εκδοθέντος προεδρικού διατάγματος αριθ. 315/1992 (ΦΕΚ 160 Α`) μουσικούς, οι οποίοι κατέχουν δεύτερη θέση ή απασχόληση στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.

Άρθρο 51
Στις διευθύνσεις και τα τμήματα της Γενικής Διεύθυνσης Πολιτιστικής Ανάπτυξης του Υπουργείου Πολιτισμού δύνανται να προΐστανται και μόνιμοι υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Λαογράφοι.

Άρθρο 52

1. Στο εδάφιο 9 της παραγράφου 1 του άρθρου μόνου του π.δ. 26/1989 (ΦΕΚ 15 Α`)προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:
“θ. Ειδικό Βραβείο Μετάφρασης”.

2. Μετά το δέκατο πέμπτο στοιχείο της παραγράφου 1 του άρθρου μόνου του π.δ. 26/1989 (ΦΕΚ 15 Α`) προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Αγοράς και Βράβευσης Λογοτεχνικών Μεταφράσεων, δύναται να απονέμεται μια φορά το χρόνο ένα ειδικό βραβείο μετάφρασης για την καλύτερη μετάφραση έργου της Ελληνικής Γραμματείας, από την Ελληνική σε ξένη γλώσσα”.

Άρθρο 53

1. Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφουμπορεί να σχηματίζει ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό επενδύσεων από τα αδιανέμητα κέρδη, εφόσον μέρος από την ετήσια επιχορήγηση, που παρέχει σ` αυτό το Υπουργείο Πολιτισμού, δεν απορροφήθηκε στο χρονικό πλαίσιο της εταιρικής χρήσης για την οποία δόθηκε.

2. Το ύψος του παραπάνω αποθεματικού, το οποίο θα διατεθεί για νέεςπαραγωγικές επενδύσεις στην επόμενη διαχειριστική περίοδο αντιστοιχεί στο μέρος της επιχορήγησης που παραμένει αδιάθετο.

3. Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από το οικονομικό έτος 1992 (1/1/1992-31/12/1992).

Άρθρο 54
Σε δίκες κατά υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού, που διώκονται γιατί ενήργησαν για το συμφέρον της Υπηρεσίας, μπορεί,μετά από προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, να παρίσταται για την υπεράσπιση του ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων εκπρόσωπος του Γραφείου Νομικού Συμβουλίου στο Υπουργείο Πολιτισμού ή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Άρθρο 55

1. Η διάταξη του άρθρου 3, παράγραφος 2 του ν. 1189/1981 “Περί τακτοποιήσεως υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών” (ΦΕΚ 203 Α`), σύμφωνα με την οποία “στις ειδικότητες του άρθρου 82 του π.δ. 941/1977 προστίθενται οι προβλεπόμενες από τις συλλογικές συμβάσεις ειδικότητες α) αρχιτεχνιτών, β) ειδικευμένων τεχνιτών, γ) τεχνιτών, δ) βοηθών τεχνητών και ε) ειδικευμένων εργατών, οι οποίες εντάσσονται σε ενιαία ειδικότητα εργατοτεχνικού προσωπικού όπου το προσωπικό εξελίσσεται κατά τα οριζόμενα δια π.δ/τος”, έχει ανάλογη εφαρμογή και στο εργατοτεχνικό προσωπικό του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης (Μ.Ε.Λ.Τ.) που διορίστηκε σύμφωνα μετη διάταξη του άρθρου 6, παράγραφος 3 εδάφιο β, περίπτωση β`του ίδιου νόμου.

2. Στο παραπάνω προσωπικό του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης (Μ.Ε.Λ.Τ.) εφαρμόζονται ανάλογα και οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για την εξέλιξη του εργατοτεχνικού προσωπικού του Υπουργείου Πολιτισμού.

Άρθρο 56
Το Σωματείο με την επωνυμία “ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ”, που ιδρύθηκε το 1953 και εδρεύει στην Αθήνα, αναγνωρίζεται από της ιδρύσεώς του το μόνο το οποίο δικαιούται να χρησιμοποιεί την άνω επωνυμία με οποιονδήποτε τρόπο, εκτός εάν ο ΣΦΜ επιτρέψει τούτο με ειδική απόφαση των αρμοδίων οργάνων του, στην οποία περιέχονται οι προϋποθέσειςκαι οι όροι χρήσεως της επωνυμίας αυτής.

Άρθρο 57
Σωματεία, σύλλογοι, επαγγελματικές ενώσεις, ιδρύματα και αστικές εταιρείες, που σύμφωνα με το συστατικό τους έγγραφο επιδιώκουν και πολιτιστικούς σκοπούς, μπορούν να επιχορηγούνται ή να χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Πολιτισμού, εφόσον η συγκεκριμένη οικονομική ενίσχυση διατίθεται για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών, καθώς και την υλοποίηση προγραμμάτων που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από 1 Δεκεμβρίου 1990.

Άρθρο 58

1. Σε περίπτωση μη λειτουργίας σχολείων καταλήψεως παρατείνεται η διδασκαλία των μαθημάτων στα εν λόγω σχολεία για όσες ημέρες διήρκεσε η κατάληψη.

2. Εφόσον ο χρόνος της κατά τα ανωτέρω παράτασης, επεκτείνεται και πέραν την ημερομηνίας ενάρξεως των Γενικών Εξετάσεων, τα μαθήματα διακόπτονται στα συγκεκριμένα σχολεία, για μεν τις τάξεις ή τα τμήματα μαθητών που παρακολουθούν δέσμες μαθημάτων γενικής αξιολόγησης πέντε (5) ημέρες προ της ενάρξεως αυτών, για δε τις υπόλοιπες τάξεις ή τμήματα των σχολείωνκατά δύο (2) ημέρες πριν. Τα μαθήματα συνεχίζονται μετά το πέρας των Γενικών Εξετάσεων στα μαθήματα γενικής αξιολόγησης,μέχρι συμπληρώσεως του χρόνου παρατάσεως.

3. Οι μαθητές της τελευταίας τάξης του λυκείου της παραγράφου 2 αυτού του άρθρου μπορεί να λάβουν μέρος στις Γενικές Εξετάσειςη συμμετοχή τους όμως θεωρείται ως μη γενομένη και η βαθμολογία του ακυρώνεται εάν δεν καταθέσουν τον τίτλο απόλυσής τους το αργότερο μέχρι 10 Αυγούστου του ίδιου έτους.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορεί να ρυθμίζονταιτυχόν λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού.

5. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει από την 1η Φεβρουαρίου 1993. Κατ` εξαίρεση για το σχολικό έτος 1992-93 μπορούν να αφαιρεθούν από το συνολικό αριθμό των ημερών παράτασης μέχρι έξι (6) το πολύ ημέρες κατά σχολείο, εφόσον οι αντίστοιχες διδακτικές ώρες αναπληρωθούν αποδεδειγμένα στο πλαίσιο της λειτουργίας του σχολείου.

Άρθρο 59
Στο τέλος της παρ. 10 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α`) προστίθεται παρ. 11 ως εξής:
“11. α. Για τις παραβάσεις των όρων ασφαλείας που αναφέρονται στην 3015/32/1α329-4-85 (Β`241) Απόφαση του Υπουργού Δημοσίας Τάξης ή κάθε άλλης που θα τροποποιεί ή θα συμπληρώνει αυτήν ως προς τα ληπτέα μέτρα ασφαλείαςτων καταστημάτων που αναφέρονται στην παρ. 9 του παρόντος νόμου τιμωρούνται με πρόστιμο από δέκα έως ογδόντα εκατομμύρια δραχμές (10-80.000.000 δρχ.) που επιβάλλεται σε βάρος της περιουσίας της τράπεζας που ανήκει το κατάστημα στο οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση των μέτρων αφαίρεση της άδειας λειτουργίας του παραπάνω καταστήματος ή με οριστική αφαίρεση της ίδιας άδειας σε περίπτωση υποτροπής.
β. Οι παραπάνω κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του γενικού αστυνομικού διευθυντή, προκειμένου για τους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης, και του αστυνομικού διευθυντή του νομού, στην περιφέρεια των οποίων ευρίσκεται το κατάστημα.
γ. Κατά της αποφάσεως αυτής επιτρέπεταιπροσφυγή από το διοικητή της τράπεζας στην οποία ανήκει το κατάστημα, του οποίου αφαιρέθηκε η άδεια λειτουργίας και από τον Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας που προΐσταται του Κλάδου Αστυνομίας Ασφαλείας και Τάξης. Η παραπάνω προσφυγή κατατίθεται στη Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, επί ποινή απαραδέκτου εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, αρχόμενης από της κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως.
Επί της προσφυγής αποφαίνεται ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης εντός μηνός από της επομένης της καταθέσεως. Η άσκηση της προσφυγής αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως.
δ. Οι διοικητές των τραπεζών και οι διευθυντές των τραπεζικών καταστημάτων , που δεν τηρούν τους όρους ασφαλείας που έχουν καθοριστεί με την παραπάνω απόφαση ή με κάθε τροποποιητική ή συμπληρωματική αυτής, τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα.

Άρθρο 60
Για την επίσπευση του αρχικού συμβατικού χρόνου κατασκευής της σήραγγας Ευήνου-Μόρνου του έργου “Κατασκευή έργων για την ενίσχυση της ύδρευσης της Πρωτεύουσας από τον Εύηνο-Υδραγωγείο Ευήνου, κατά 8,5 μήνες, ώστε να πραγματοποιηθεί μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 1995, επιτρέπεται κατά παρέκκλιση από κάθε κείμενη διάταξη ή διά συμφωνίας των μερών καταβολή στον ανάδοχο του έργου (α) προσθέτουεργολαβικού ανταλλάγματος, επιπλέον του αρχικού συμβατικού, που αντιστοιχεί στην αρχική συμβατική αξία του έργου μετά των απροβλέπτων, ποσοστού εννέα και δεκαεννέα επί τοις εκατό (9,19%) και προκαταβολής επί του ποσού αυτού ποσοστού δέκα επί τοις εκατό (10%) και β) πρόσθετης προκαταβολής ποσοστού πέντε επί τοις εκατό (5%)επί του αρχικού συμβατικούεργολαβικού ανταλλάγματος, σύμφωνα με το από 23.2.1993 πρακτικό της Επιτροπής που συστήθηκε με την 1149/10-2-1993 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Η καταβολή των ανωτέρω ποσών θα γίνει υπό τους όρουςπου αναφέρονταιστο άνω πρακτικό. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή από την 24η Φεβρουαρίου 1993.

Άρθρο 61

1. Οι μέχρι 28.2.1993 καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μαζί με τα αυτοτελή πρόσθετα τέλη, τόκους και λοιπές επιβαρύνσεις της ίδιας ημερομηνίας κεφαλαιοποιούνται.

2. “Αναστέλλεται η καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών προς τους οργανισμούς της προηγούμενης παραγράφου περιόδουαπό1.3.1993 έως 31.12 1993.”Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής δεν υπολογίζονται πρόσθετα τέλη και άλλεςπροσαυξήσεις ως και πράξεις επιβολής προσθέτων επιβαρύνσεων οικοδομών (ΠΕΠΕΟ).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.18 τουάρθρου 22 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

3. Οι εισφορές των προηγούμενων παραγράφων εξοφλούνται σε 48 ισόποσες μηνιαίες δόσεις αρχής γενομένης από το μήνα Φεβρουάριο του 1994. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 10.000 δρχ.
Ειδικά για το Ταμείο Συντάξεως και Αυτασφαλείας Υγειονομικών και το Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων οι προαναφερόμενες οφειλές μπορεί να καταβληθούν σε οκτώ εξαμηνιαίεςδόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται το μήνα Φεβρουάριοτου 1994, ενώ οι επόμενες δόσεις θα καταβάλλονται στη συνέχεια μέσα στο πρώτο δίμηνο της κάθε εξαμηνίας.
“Αναστέλλεται η καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών προς τους οργανισμούς της προηγούμενης παραγράφου περιόδουαπό1.3.1993 έως 31.12 1993.”***Το εντός “”εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.18 του άρθρου 22του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

4. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή τριών δόσεων συνεπάγεται την αμετάκλητη απώλεια του παρεχόμενου με το άρθρο αυτό ευεργετήματος της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών και καθιστά άμεσα απαιτητό το σύνολο του οφειλόμενου ποσού από κύρια εισφορά με τα αναλογούντα σ` αυτήν κατά την ημέρα της εξόφλησης πρόσθετα τέλη και λοιπές προσαυξήσεις.
Για την καταβολή της κάθε δόσης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η προγενέστερη εξόφληση των απαιτητών τρεχουσών εισφορών.

5. Στη ρύθμιση του άρθρου αυτού υπάγονται όλες οι επιχειρήσεις που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση στις σεισμόπληκτες περιοχές του Ν. Ηλείας καθώς και οι λοιποί εργοδότες ή ασφαλισμένοι που ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα στις περιοχές αυτές.

6. Οι επιχειρήσεις που θα υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση, τόσο κατά το διάστημα της αναστολής όσο και κατά το διάστημα καταβολής των δόσεων και εφόσον τηρούν τους όρους του διακανονισμού, λαμβάνουν από το Ι.Κ.Α. βεβαιώσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992 και αναστέλλεται η διαδικασία λήψης αναγκαστικών μέτρων.
Κατ` εξαίρεση η συμμόρφωση με τους όρους του διακανονισμού δεν συνεπάγεται την άρση των κατασχέσεων και υποθηκών που έχουν επιβληθεί.
ΤοΙ.Κ.Α. και οι άλλοι ασφαλιστικοί οργανισμοί κύριας ασφάλισης μισθωτών χορηγούν βεβαίωση ενημερότητας για τη δανειοδότηση – χρηματοδότηση επιχειρήσεων από τράπεζες ή οποιοδήποτε άλλοπιστωτικό ίδρυμα, βάσει των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 1239/1982, εφόσον η επιχείρηση έχει υπαχθεί στο διακανονισμό και τηρεί τους όρους της ρύθμισης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.19 του άρθρου 22 τουΝ.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

7. Όπου από τις κείμενες διατάξεις απαιτείται ως προϋπόθεση για την απονομή σύνταξης από οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης η προηγούμενη εξόφληση των καθυστερούμενων οφειλών, λογίζεται ότι υπάρχει η προϋπόθεση αυτή στην περίπτωση υπαγωγής στο διακανονισμό του παρόντος άρθρου.
Η μη εμπρόθεσμη καταβολή τριών δόσεων συνεπάγεται την αναστολή της καταβολής της σύνταξης μέχρι το ποσό των δόσεων που υπολείπεται, προσαυξημένο με τα αναλογούντα σ` αυτές πρόσθετα τέλη.

8. Τα εκ της ασφαλίσεως δικαιώματα των εργαζομένων την περίοδο της αναστολής δεν επηρεάζονται από την μη καταβολή των εισφορών εκ μέρους των επιχειρήσεων με την προϋπόθεση ότι οι επιχειρήσεις αυτές θα αποδεχθούν τις σχετικές καταλογιστικές πράξεις.

Άρθρο 62
Σε όλους τους συνταξιούχους οργανισμών κύριας ασφάλισης Υπουργείου Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που διαμένουν μόνιμα σε περιοχές του Ν. Ηλείας, που επλήγησαν από τους σεισμούς κατά το μήνα Μάρτιο του 1993, χορηγείται έκτακτη οικονομική ενίσχυση για την αντιμετώπιση των άμεσα επειγουσών αναγκών τους.
Η παραπάνω οικονομική ενίσχυση χορηγείται από τους οικείους ασφαλιστικούς οργανισμούς, ανέρχεται στο ποσό μιας μηνιαίας σύνταξης και δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 80.000 δρχ.
Ειδικά για τους συνταξιούχους του Ο.Γ.Α. καταβάλλεται το ποσό των 20.000 δρχ.

Άρθρο 63
Το αγγελιόσημο που εισπράττεται από τους κρατικούς και μηραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς για λογαριασμό των αναφερομένων στην παρ. 1 του άρθρου14 του ν. 1989/1991 (ΦΕΚ 192 Α`) και στην παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 1866/1989 (ΦΕΚ 222 Α`) Ασφαλιστικών Οργανισμών και Ενώσεων, κατατίθεται στους οικείους τραπεζικούς λογαριασμούς εντός τριών μηνών από το τέλος του μήνα που εκδόθηκε το σχετικό τιμολόγιο.
Κάθε αντίθετη διάταξησχετικά με το θέμα αυτό καταργείται.
Η απόδοση του αγγελιοσήμου για τιμολόγια που εκδίδονται από 1-1-93 και μετά γίνεται σύμφωνα με τα παραπάνω.

Άρθρο 64
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 64 του π.δ. 774/1980, προστίθεται και εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:
“Ωςχρόνος υπηρεσίας Παρέδρου λογίζεται και ο διανυθείς στο βαθμό διευθυντή ή προϊσταμένου διευθύνσεως υπουργείων ή Ελεγκτικού Συνεδρίου, υπολογιζόμενος για τη μισθολογική προαγωγή”.

Άρθρο 65
Για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας του λεκανοπεδίου Αττικής, επιτρέπεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 1739/1987,”Διαχείριση των υδατικών πόρων και άλλες διατάξεις” η κατόπιν συμφωνίας της Εταιρείας Ύδρευσης και Αποχέτευσης Πρωτεύουσας (Ε.Υ.Δ.Α.Π.) και ιδιωτών, μεταφορά και προμήθεια από την Ε.Υ.Δ.Α.Π. νερού προς ενίσχυση των υδραγωγείων της.
α. 600.000 Μ3/ημέρα από τη λίμνη Τριχωνίδα στον Ταμιευτήρα του Μόρνου, με αντλιοστάσια και σωληνώσεις, για το χρονικόδιάστημα δύο έως πέντε, ετών.
β. 150.000 έως 200.000 Μ3/ημέρα από τον ποταμό Αχελώο, με σωληνώσεις και ΤΑΝΚΕRS στον υδάταγωγό του Μόρνου και για διάστημα μέχρι δύο (2) ετών.
Η μέτρηση των λαμβανόμενων ποσοτήτων νερού θα γίνεται τόσο στις πηγές λήψεως όσο και στα υδραγωγεία της Ε.Υ.Δ.Α.Π. Η διάθεση των λαμβανόμενων ποσοτήτων νερού για άλλη χρήση απαγορεύεται.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων υποχρεούται στην άμεση σύνταξη Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για τα άνω έργα, τα δε μέτρα που θα προκύψουν ότι επιβάλλονται για την προστασία της περιοχής των έργων και της ευρύτερης περιοχής που επηρεάζονται από αυτά θα εφαρμοσθούν αμέσως από την Ε.Υ.Δ.Α.Π.

Άρθρο 66

1. Οι αντιρρήσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 12 και 13 του ν. 248/1976 μπορούν να συμπληρωθούν και διευκρινιστούν σε οποιοδήποτε στάδιο μέχρι να υπάρξει τελεσίδικη κρίση επ`αυτών.
Τυχόν απορριφθείσες αντιρρήσεις εντός της τελευταίας διετίας πριν από τη δημοσίευση του παρόντος ως αόριστες, επανεισάγονται για νέα κρίση στο δικαστήριο που εξέδωσε την απορριπτική απόφαση με αίτηση του ενδιαφερομένου εντός 2 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

2. Το δικόγραφο της ανακοπής κατά Πρωτοκόλλου Διοικητικής Αποβολής μπορεί να συμπληρωθεί μέχρι της συζητήσεως της υποθέσεως.

Άρθρο 67

1. Ελληνικές τεχνικές εταιρείες και κοινοπραξίες αυτών, που εκτελούν στη Λιβύη τεχνικά έργα, ως ανάδοχοι του Λιβυκού Δημοσίου ή άλλων Λιβυκών Αρχών και έχουν τη δραστηριότητα τους αποκλειστικά στη χώρα αυτή, δεν κηρύσσονται σε κατάσταση πτωχεύσεως όσο διαρκεί το EMBARGO του Ο.Η.Ε. , που επιβλήθηκε στη Λιβύη με αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και έξι (6) μήνεςμετά τη λήξη του.

2. Αιτήσεις πτωχεύσεως εκκρεμείς σε κάθε βαθμό, κατά των εταιρειών αυτών, που ασκήθηκαν πριν από τη δημοσίευση του παρόντος, απορρίπτονταιεπίσης ως απαράδεκτες.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο αιτών την κήρυξη της πτωχεύσεως εργαζόμενος, που έχει την ιθαγένεια Κράτους – Μέλους της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης, έχει απαιτήσεις κατά των εταιριών προερχόμενες από σύμβαση εργασίας”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.14 εδάφ.α` άρθρ.5 Ν.2408/1996(Α 104).

4. Αναστέλλεται η αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της περιουσίας των τεχνικών εταιρειών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και των υπέρ αυτών εγγυηθέντων, όσο διαρκεί το EMBARGO του Ο.Η.Ε. και έξι (6) μήνες μετά την άρση του, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 και με τους περιορισμούς της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με την παρ.14εδάφ.β` άρθρ.5 Ν.2408/1996(Α 104).

Άρθρο 68
Σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτου μέχρι 31.7.1993 δεν απαιτείται η προσαγωγή στο συμβολαιογράφο της προβλεπόμενης από την παράγραφο 18 του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 βεβαίωσης, ότι δεν οφείλεται τέλος ακίνητης περιουσίας. Μετά την ανωτέρω ημερομηνία και εφόσον δεν έχουνολοκληρωθεί οι σχετικές διαδικασίες βεβαίωσης του τέλους, θα εκδίδεται βεβαίωση από τους Ο.Τ.Α. για την μετά την 31η Ιουλίου 1993 και εντεύθεν χρονική περίοδο.
Τυχόν συνταγέντα συμβόλαια χωρίς την ως άνω βεβαίωση μέχρι της εκδόσεως του παρόντος νόμου είναι ισχυρά.

Άρθρο 69
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός από τις διατάξεις α) του άρθρου 7 που ισχύει από 16 Σεπτεμβρίου 1993, β) της παρ. 5 του άρθρου 10 που ισχύει από 1 Ιουνίου 1993, γ) της παρ. 8 του άρθρου 20 που ισχύει από 1 Ιουλίου 1993 και δ) της παρ. 1 του άρθρου 30 από 1.1.1994 και όποιας άλλης διατάξεως ορίζει διαφορετικό χρόνο ενάρξεως ισχύος.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή τους ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 28 Μαΐου1993

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Σ Ω Τ.Κ Ο Υ Β Ε Λ Α ΣΓ.Κ Ε Φ Α Λ Ο Γ Ι Α Ν Ν Η Σ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ   ΓΕΩΡΓΙΑΣ

Σ Τ.Μ Α Ν Ο Σ     Χ Ρ. Κ Ο Σ Κ Ι Ν Α Σ

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΝΤΟΝ   ΥΠΟΥΡΓΟ ΥΓΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒ/ΣΗΣ  ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Σ Ω Τ.Κ Ο Υ Β Ε Λ Α ΣΑ Ν Ν Α Ψ Α Ρ Ο Υ Δ Α- Μ Π Ε Ν Ν Α Κ Η

ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ  ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Γ.Σ Ο Υ Φ Λ Ι Α Σ        Θ Ε Ο Δ.Μ Π Α Κ Ο Γ Ι Α Ν Ν Η

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

Ν.Γ Κ Ε Λ Ε Σ Τ Α Θ Η Σ      Α Χ.Κ Α Ρ Α Μ Α Ν Λ Η Σ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Β Α Σ.Κ Ο Ν Τ Ο Γ Ι Α Ν Ν Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ

Θεωρήθηκε και ετέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 28 Μαΐου 1993

Η ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΝΝΑ ΨΑΡΟΥΔΑ-ΜΠΕΝΑΚΗ