Νόμος 213 ΦΕΚ Α΄258/20.11.1975
Περί κυρώσεως της Διεθνούς Συμβάσεως των Παρισίων του 1883 ” περί προστασίας της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας “, ως αύτη ανεθεωρήθη εν Στοκχόλμη την 14ην Ιουλίου 1967.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε

Άρθρον πρώτον
Κυρούται και έχει ισχύν νόμου η υπογραφείσα εν Στοκχόλμη την 14 Ιουλίου 1967 Διεθνής Σύμβασις Παρισίων του έτους 1883 “περί προστασίας της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας”, ης το αναθεωρηθέν κείμενον έπεται εν πρωτοτύπω εις την Γαλλικήν και εν μεταφράσει εις την Ελληνικήν γλώσσαν:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ
Περί προστασίας της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας της 20ής Μαρτίου 1883
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΕΙΣΑ
Εν Βρυξέλαις τη 14η Δεκεμβρίου 1900, εν Ουασιγκτώνι τη 2α Ιουνίου 1911, εν Χάγη τη 6η Νοεμβρίου 1925, εν Λονδίνω της 2α Ιουνίου 1934, εν Λισσαβώνι τη 31η Οκτωβρίου 1958 και εν Στοκχόλμη τη 14η Ιουλίου 1967.
Άρθρον 1
1. Αι Χώραι, εφ` ων εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβασις συνιστώσιν `Ενωσιν προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας.
2. Η προστασία της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας έχει ως αντικείμενον τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα υποδείγματα χρησιμότητος, τα σχέδια ή βιομηχανικά υποδείγματα, τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα τα σήματα υπηρεσίας, την εμπορικήν επωνυμίαν και τας ενδείξεις προελεύσεως ή τοπονυμικάς τοιαύτας, ως επίσης και την καταστολήν του αθεμίτου ανταγωνισμού.
3. Η βιομηχανική ιδιοκτησία νοείται εν τη ευρυτάτη εννοία της και έχει εφαρμογήν, ου μόνον επί της βιομηχανίας και του εμπορίου κατά κυριολεξίαν, αλλ` επίσης και επί του πεδίου των γεωργικών και εξορυκτικών βιομηχανιών και επί όλων των κατειργασμένων ή φυσικών προϊόντων, ως οίνων, σπόρων, φύλλων καπνού, οπωρών, κτηνών, ορυκτών, μεταλλικών υδάτων, ζύθων, ανθέων, αλεύρων.
4. Μεταξύ των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας περιλαμβάνονται τα διάφορα είδη βιομηχανικών διπλωμάτων, άτινα εισί παραδεδεγμένα υπό των νομοθεσιών των χωρών της Ενώσεως, ως διπλώματα εισαγωγής, διπλώματα τελειοποιήσεως, διπλώματα και αποδεικτικά προσθήκης κλπ.
Άρθρον 2
1. Οι υπήκοοι εκάστης των Χωρών της Ενώσεως θα απολαύωσιν εν πάσαις ταις λοιπαίς Χώραις της Ενώσεως εις ότι αφορά την προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, των πλεονεκτημάτων εκείνων, άτινα οι σχετικοί νόμοι αναγνωρίζουσιν επί του παρόντος ή θέλουσιν αναγνωρίσει μεταγενεστέρως εις τους ημεδαπούς, μη θιγομένων των δικαιωμάτων των ειδικώς προβλεπομένων υπό της παρούσης Συμβάσεως. Κατά συνέπειαν θα τυγχάνωσιν της αυτής προστασίας, οίας και ούτοι και της αυτής νομίμου συνδρομής κατά πάσης προσβολής των δικαιώματων των, υπό την επιφύλαξιν της εκπληρώσεως των εις τους ημεδαπούς επιβαλλομένων όρων και διατυπώσεων.
2. Ουδεμία υποχρέωσις κατοικίας ή εγκαταστάσεως εν τη Χώρα όπου ζητείται η προστασία, δύναται να επιβληθή εις τους υπηκόους της Ενώσεως διά την απόλαυσιν οιουδήποτε δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
3. Ρητώς επιφυλάσσονται αι διατάξεις της νομοθεσίας εκάστης Χώρας της Ενώσεως εν σχέσει προς την δικαστικήν και διοικητικήν διαδικασίαν και την αρμοδιότητα, ως επίσης και τον διορισμόν αντικλήτου ή τον διορισμόν πληρεξουσίου, οίτινες απαιτούνται υπό των περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας νόμων.
Άρθρον 3
Εξομοιούνται προς τους υπηκόους των Χωρών της Ενώσεως οι υπήκοοι των Χωρών των μη προσχωρησασών εις την Ενωσιν, οίτινες κατοικούσιν ή έχουσι πραγματικάς και σοβαράς εμπορικάς ή βιομηχανικάς εγκαταστάσεις επί του εδάφους μιας των Χωρών της Ενώσεως.
Άρθρον 4
Α. 1. Ο κανονικώς ενεργήσας την κατάθεσιν αιτήσεως διπλώματος ευρεσιτεχνίας, υποδείγματος χρησιμότητος, βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος εις μίαν των Χωρών της Ενώσεως ή ο δικαιοδόχος αυτού, θα απολαύη προς ενέργειαν της καταθέσεως εις τας άλλας Χώρας του δικαιώματος προτεραιότητος κατά την διάρκειαν των κατωτέρω καθοριζομένων προθεσμιών.
2. Αναγνωρίζεται ως δημιουργούσα δικαίωμα προτεραιότητος πάσα κατάθεσις ισχύουσα ως κανονική εθνική τοιαύτη, συμφώνως προς την εσωτερικήν νομοθεσίαν εκάστης των Χωρών της Ενώσεως ή προς τας διμερείς ή πολυμερείς συμβάσεις τας συναφθείσας μεταξύ των Χωρών της Ενώσεως. 3. Ως κανονική εθνική κατάθεσις δέον να νοήται πάσα κατάθεσις η οποία αρκεί να συνιστά την χρονολογίαν, καθ` ην κατετέθη η αίτησις εις την εν λόγω Χώραν, οιαδήποτε και αν είναι η μεταγενεστέρα τύχη της τοιαύτης αιτήσεως.
Β. Κατά συνέπειαν η μεταγενεστέρως ανεργηθείσα κατάθεσις εις μίαν των λοιπών Χωρών της Ενώσεως, προ της εκπνοής των προθεσμιών τούτων δεν δύναται να ακυρωθή ένεκα γεγονότων λαβόντων χώραν εν τω μεταξύ, ήτοι ιδία ένεκα άλλης καταθέσεως ένεκα δημοσιεύσεως της εφευρέσεως ή της εκμεταλλεύσεώς της ένεκα προσφοράς προς πώλησιν αντιγράφων του σχεδίου ή του υποδείγματος, ένεκα της χρήσεως του σήματος, των γεγονότων τούτων μη δυναμένων να δημιουργήσωσι δικαίωμα υπέρ τρίτων, ούτε προσωπικήν τινα ιδιοκτησίαν. Τα υπό τρίτων κτηθέντα δικαιώματα προ της ημέρας της πρώτης αιτήσεως, ήτις χρησιμεύει ως βάσις του δικαιώματος προτεραιότητος διατηρούνται συμφώνως τη εσωτερική νομοθεσία εκάστης Χώρας της Ενώσεως.
Γ. 1. Αι προμνησθείσαι προθεσμίαι προτεραιότητος, έσονται δώδεκα μήνες διά τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα υποδείγματα χρησιμότητος και εξ μήνες διά τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα και τα βιομηχανικά ή εμπορικά σήματα.
2. Αι ανωτέρω προθεσμίαι άρχονται από της χρονολογίας καταθέσεως της πρώτης αιτήσεως. Η ημέρα της καταθέσεως δεν υπολογίζεται εις την προθεσμίαν.
3. Εάν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας τυγχάνη εξαιρετέα ή ημέρα καθ` ην το Γραφείον δεν είναι ανοικτόν προς κατάθεσιν αιτήσεων εις την χώραν ένθα ζητείται η προστασία, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι της επομένης εργασίμου ημέρας.
4. Δέον να θεωρείται ως πρώτη αίτησις, της οποίας η ημερομηνία καταθέσεως θα είναι το σημείον της ενάρξεως της προθεσμίας προτεραιότητος μία μεταγενεστέρα αίτησις έχουσα το αυτό αντικείμενον προς μίαν προηγουμένην πρώτην αίτησις, συμφώνως προς την ανωτέρω παράγραφον 2, κατατεθείσαν εις την αυτήν Χώραν της Ενώσεως, υπό τον όρον ότι η τοιαύτη προγενεστέρα αίτησις κατά την χρονολογίαν της καταθέσεως της μεταγενεστέρας αιτήσεως θα έχη αποσυρθή, εγκαταλειφθή ή απορριφθή χωρίς να έχη υποβληθή εις δημοσιότητα και χωρίς να έχη αφίσει υφιστάμενα δικαιώματα και ότι δεν θα έχη χρησιμεύσει ως βάσις διά την διεκδίκησιν του δικαιώματος προτεραιότητος. Η προγενεστέρα αίτησις δεν θα δύναται πλέον να χρησιμεύση ως βάσις διά την διεκδίκησιν του δικαιώματος προτεραιότητος.
Δ. 1. Πας θέλων να επωφεληθή της προτεραιότητος προγενεστέρας καταθέσεως, υποχρεούται να καταθέση δήλωσιν εμφαίνουσαν την ημερομηνίαν και Χώραν της τοιαύτης καταθέσεως. Εκάστη Χώρα θα ορίση πότε το βραδύτερον δύναται να κατατεθή η τοιαύτη δήλωσις.
2. Τα στοιχεία ταύτα θα μνημονεύωνται εις τα δημοσιεύματα της αρμοδίας Αρχής ιδίως ως προς τα διπλώματα και τας σχετικάς περιγραφάς αυτών.
3. Τα Κράτη της Ενώσεως δύνανται να απαιτώσι παρά του υποβάλλοντος δήλωσιν προτεραιότητος την προσαγωγήν αντιγράφου (περιγραφή, σχέδια κλπ.). Το αντίγραφον κεκυρωμένον παρά της αρμοδίας Αρχής εις ήν είχεν υποβληθή η δήλωσις θα απαλλάσηται πάσης επικυρώσεως και θα δύναται εν πάση περιπτώσει να κατατεθή ατελώς εντός τριών μηνών από της υποβολής της μεταγενεστέρας αιτήσεως. Δύναται να απαιτηθή όπως το αντίγραφον συνοδεύηται υπό πιστοποιητικού της Αρχής ταύτης περί της χρονολογίας της υποβολής της δηλώσεως και μεταφράσεως.
4. Ετεραι διατυπώσεις δεν δύνανται να απαιτηθώσιν διά την δήλωσιν προτεραιότητος κατά την στιγμήν της υποβολής της αιτήσεως. Εκάστη Χώρα της Ενώσεως θέλει καθορίσει τας συνεπείας της παραλείψεως των υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένων διατυπώσεων, υπό τον όρον ότι, αι συνέπειαι αύται δεν δύνανται να βαίνωσιν πέραν της απωλείας του δικαιώματος προτεραιότητος.
5. Ετερα δικαιολογητικά δύνανται να ζητηθώσι μεταγενεστέρως. Οστις διεκδικεί την προτεραιότητα προηγουμένης καταθέσεως, οφείλει να μνημονεύη τον αριθμόν της καταθέσεως ταύτης. Η ένδειξις αύτη δημοσιεύεται υπό τους όρους τους προβλεπομένους εις την ως άνω παράγραφον 2.
Ε. 1. Εν περιπτώσει καταθέσεως εις τινα Χώραν Σχεδίου ή βιομηχανικού υποδείγματος, ενεργουμένης δυνάμει δικαιώματος προτεραιότητος, βασιζομένης επί της καταθέσεως υποδείγματος χρησιμότητος η προθεσμία προτεραιότητος, έσεται μόνον η διά τα σχέδια ή βιομηχανικά υποδείγματα οριζομένη τοιαύτη.
2. Επιτρέπεται προς τούτοις η κατάθεσις εις τινα Χώραν υποδείγματος χρησιμότητος δυνάμει δικαιώματος προτεραιότητος βασιζομένου επί καταθέσεως αιτήσεως περί διπλώματος ευρεσιτεχνίας και τανάπαλιν.
ΣΤ. Ουδεμία Χώρα της Ενώσεως δύναται να απορρίψη προτεραιότητα ή αίτησιν διπλώματος διά τον λόγον ότι ο καταθέτης διεκδικεί πολλαπλάς προτεραιότητας, έστω και προερχομένας από διαφόρους Χώρας ή διά τον λόγον ότι μια αίτησις εν η διεκδικείται μία ή περισσότεραι προτεραιότητες περιέχει ένα ή περισσότερα στοιχεία, άτινα δεν περιλαμβάνονται εις την ή τας αιτήσεις των οποίων η προτεραιότης διεκδικείται, υπό τον όρον ότι και εις τας δύο περιπτώσεις υφίσταται ενότης εφευρέσεως κατά την έννοιαν του νόμου της Χώρας. Οσον αφορά τα μη περιλαμβανόμενα στοιχεία εις την ή τας αιτήσεις των οποίων η προτεραιότης διεκδικείται, η κατάθεσις της μεταγενεστέρας αιτήσεως δημιουργεί δικαίωμα προτεραιότητος υπό τους συνήθεις όρους.
Ζ. 1) Εάν εκ του ελέγχου διαπιστωθή ότι μία αίτησις διπλώματος ευρεσιτεχνίας είναι σύνθετος ο αιτών δύναται να διαιρέση την αίτησιν εις ωρισμένον αριθμόν τμηματικών αιτήσεων, διατηρών ως χρονολογίαν εκάστης, την χρονολογίαν της αρχικής αιτήσεως, συντρεχούσης δε περιπτώσεως και το πλεονέκτημα του δικαιώματος προτεραιότητος.
2) Ο αιτών δύναται επίσης, ιδία πρωτοβουλία, να διαιρέση την αίτησιν του διπλώματος διατηρών ως χρονολογίαν εκάστης υποδιαιρεθείσης αιτήσεως την χρονολογίαν της αρχικής αιτήσεως και εάν συντρέχη λόγος το ευεργέτημα του δικαιώματος προτεραιότητος. Εκάστη Χώρα της Ενώσεως έχει το δικαίωμα να καθορίση τους όρους υπό τους οποίους η διαίρεσις αύτη θα επιτραπή.
Η. Η προτεραιότης δεν δύναται να απορριφθή διά τον λόγον ότι ωρισμένα στοιχεία της εφευρέσεως διά τα οποία διεκδικείται η προτεραιότης δεν εμφαίνονται μεταξύ των διατυπουμένων διεκδικήσεων εν τη αιτήσει εις την Χώραν προελεύσεως εφ` όσον εκ του συνόλου των δικαιολογητικών εγγράφων της αιτήσεως προκύπτουσι κατά τρόπον σαφή τα ειρημένα στοιχεία.
Θ. 1) Αι αιτήσεις πιστοποιητικών δημιουργού εφευρέσεως κατατιθέμεναι εις ένα κράτος εις το οποίον οι καταθέται έχουσι το δικαίωμα να ζητήσουν κατ` εκλογήν ή δίπλωμα ή πιστοποιητικόν δημιουργού μιας εφευρέσεως δημιουργούν το δικαίωμα προτεραιότητος το καθιερούμενον υπό του παρόντος άρθρου, υπό τους αυτούς όρους και με τα αυτά αποτελέσματα των αιτήσεων διά διπλώματα.
2. Εις ένα κράτος εις το οποίον οι καταθέται έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν κατ` εκλογήν είτε ένα δίπλωμα, είτε ένα πιστοποιητικόν δημιουργού εφευρέσεως, ο αιτών ένα τοιούτον πιστοποιητικόν θα απολαύη, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου τας εφαρμοζομένας επί των αιτήσεων διπλωμάτων δικαιώματος προτεραιότητος βασιζομένου επί μιας αιτήσεως διπλώματος, υποδείγματος χρησιμότητος ή πιστοποιητικού δημιουργού εφευρέσεως.
Άρθρον 4 δίς.
1. Τα εις τας διαφόρους Χώρας της Ενώσεως αιτηθέντα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, παρ` υπηκόων της Ενώσεως είναι ανεξάρτητα των διπλωμάτων των απονεμηθέντων διά την αυτήν εφεύρεσιν εις τας λοιπάς χώρας, προσχωρησάσας ή μη εις την Ενωσιν.
2. Η διάταξις αύτη, δέον να νοηθή κατά τρόπον απόλυτον, εν τη εννοία ιδίως, ότι διπλώματα αιτηθέντα διαρκούσης της προθεσμίας της προτεραιότητος, εισίν ανεξάρτητα, τόσον ως προς τους λόγους ακυρότητος και εκπτώσεως, όσον και ως προς την κανονικήν διάρκειαν.
3. Εφαρμόζεται επί πάντων των διπλωμάτων των υφισταμένων κατά την έναρξιν της ισχύος της.
4. Το αυτό ισχύει εν περιπτώσει προσχωρήσεως νέων Χωρών, δια τα κατά τον χρόνον της προσχωρήσεως εκατέρωθεν υφιστάμενα διπλώματα.
5. Διπλώματα απονεμηθέντα μετά του ευεργετήματος της προτεραιότητος θα απαλαύωσιν εις τας διαφόρους Χώρας της Ενώσεως διαρκείας ίσης προς εκείνην, ης θα ετύγχανον εάν εζητούντο ή παρεχωρούντο άνευ του ευεργετήματος της προτεραιότητος.
Άρθρον 4 τρίς
Ο εφευρέτης έχει το δικαίωμα να μνημονεύηται ως τοιούτος επί του διπλώματος.
Άρθρον 4 τετράκις
Η απονομή ενός διπλώματος δεν δύναται να απορριφθή και εν δίπλωμα δεν δύναται να ακυρωθή διά τον λόγον ότι η πώλησις του προϊόντος του τυχόντος διπλώματος υπόκειται εις περιορισμούς προερχομένους εκ της εσωτερικής νομοθεσίας.
Άρθρον 5
Α` 1. Η παρά του διπλωματούχου εισαγωγή εις την Χώραν παρ` ης παρεχωρήθη το δίπλωμα, αντικειμένων παραχθέντων εν τινι των Χωρών της Ενώσεως δεν επιφέρει την έκπτωσιν.
2. Εκάστη Χώρα της Ενώσεως έχει το δικαίωμα να λαμβάνη νομοθετικά μέτρα προβλέποντα την υποχρεωτικήν παραχώρησιν αδείας εκμεταλλεύσεως προς πρόληψιν καταχρήσεων δυναμένων να λάβωσι χώραν εν τη ασκήσει του αποκλειστικού δικαιώματος εκ του απονεμηθέντος διπλώματος, ως επί παραδείγματι λόγω μη εκμεταλλεύσεως.
3. Η έκπτωσις του διπλώματος δεν δύναται να προβλέπηται ειμή δια την περίπτωσιν ένθα η παραχώρησις υποχρεωτικών αδειών εκμεταλλεύσεως δεν θα ήρκει δια την πρόληψιν των καταχρήσεων τούτων. Ουδεμία αγωγή εκπτώσεως ή ανακλήσεως ενός διπλώματος δύναται να εγερθή προς της εκπνοής δύο ετών από της παραχωρήσεως της πρώτης υποχρεωτικής αδείας εκμεταλλεύσεως.
4. Υποχρεωτική άδεια εκμεταλλεύσεως δεν θα δύναται να ζητηθή διά παράλειψιν ή ανεπάρκειαν εκμεταλλεύσεως προ της παρόδου προθεσμίας τεσσάρων ετών υπολογιζομένης από της καταθέσεως της αιτήσεως του διπλώματος ή τριών ετών υπολογιζομένης της προθεσμίας, ήτις εκπνέει βραδύτερον. Απορρίπτεται εάν ο διπλωματούχος δικαιολογή την αδράνειάν του προβάλλων ευλόγους αιτίας. Μια τοιαύτη υποχρεωτική άδεια δεν θα είναι αποκλειστική και δεν θα δύναται να μεταβιβασθή, ούτε υπό την μορφήν παραχωρήσεως υπό αδείας, ειμή μετά του τμήματος της επιχειρήσεως ή του εμπορικού καταστήματος του εκμεταλλευομένου την άδειαν ταύτην. 5. Αι προηγούμεναι διατάξεις εφαρμόζονται, υπό την επιφύλαξιν των αναγκαίων τροποποιήσεων και εις τα υποδείγματα χρησιμότητος. Β`. Η προστασία των σχεδίων και βιομηχανικών υποδειγμάτων δεν θα υπόκειται εις έκπτωσίν τινα είτε δι` έλλειψιν εκμεταλλεύσεως είτε λόγω εισαγωγής αντικειμένων ομοίων προς τα προστατευόμενα τοιαύτα.
Γ`. 1. Εάν εις τινα Χώραν η χρήσις του καταχωρηθέντος σήματος είναι υποχρεωτική, η καταχώρησις δεν δύναται να ακυρωθή προ της παρόδου ευλόγου προθεσμίας και εφ` όσον ο ενδιαφερόμενος δεν δικαιολογή την απραξίαν του.
2. Η χρήσις εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος παρά του δικαιούχου αυτού, υπό τύπον διαφέροντα κατά τινα στοιχεία, μη αλλοιούντα τον διακριτικόν χαρακτήρα του σήματος, υφ` οίαν μορφήν κατεχωρήθη εις μίαν των Χωρών της Ενώσεως δεν επάγεται την ακυρότητα της καταχωρήσεως ούτε μειώνει την προστασίαν, ης τυγχάνει το σήμα.
3. Η ταυτόχρονος χρήσις του αυτού σήματος επί των αυτών ή παρομοίων προϊόντων υπό βιομηχανικών ή εμπορικών επιχειρήσεων θεωρουμένων ως συνδικαιούχων του σήματος, κατά τας διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας της Χώρας εν η ζητείται η προστασία δεν εμποδίζει την καταχώρησιν ούτε οπωσδήποτε μειώνει την προστασίαν ήτις παρέχεται εις το μνησθέν σήμα, εις οιανδήποτε των Χωρών της Ενώσεως, εφ` όσον η ρηθείσα χρήσις δεν θα είχεν ως συνέπειαν την παραπλάνησιν του Κοινού και δεν θα ήτο αντίθετος προς το Δημόσιον συμφέρον.
Δ`. Ουδεμία ένδειξις ή μνεία του διπλώματος, του υποδείγματος χρησιμότητος της καταχωρήσεως του εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος ή της καταθέσεως του σχεδίου ή βιομηχανικού υποδείγματος θα απαιτήται επί του προϊόντος δια την αναγνώρισιν του δικαιώματος.
Άρθρον 5 δίς
1. Χαριστική προθεσμία εξ τουλάχιστον μηνών θέλει παρασχεθή δια την πληρωμήν των προς διατήρησιν των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας προβλεπομένων τελών δια της καταβολής προσθέτου τέλους, εάν η εσωτερική νομοθεσία απαιτή τούτο.
2. Αι χώραι της Ενώσεως έχουσι την ευχέρειαν να προβλέψωσι την αποκατάστασιν των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, άτινα εξέπεσαν λόγω μη καταβολής των ετησίων τελών.
Άρθρον 5 τρίς
Εις εκάστην των χωρών της Ενώσεως δεν θέλουσι θεωρηθή ως θίγοντα τα δικαιώματα του διπλωματούχου:
1. Η χρησιμοποίησις επί πλοίων των άλλων Χωρών της Ενώσεως, μέσων αποτελούντων το αντικείμενων του διπλώματός του επί του σώματος του πλοίου, των μηχανών, αρμένων, συσκευών και ετέρων εξαρτημάτων, όταν τα πλοία ταύτα ήθελεν εισέλθει προσωρινώς ή τυχαίος εις τα ύδατα της Χώρας, υπό την προϋπόθεσιν ότι τα μέσα ταύτα χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς διά τας ανάγκας του πλοίου.
2. Η χρησιμοποίησις των μέσων, των αποτελούντων το αντικείμενον του διπλώματος εν τη κατασκευή και λειτουργία των εναερίων και χερσαίων μέσων συγκοινωνίας των άλλων Χωρών της Ενώσεως ή των εξαρτημάτων αυτών, όταν ταύτα ήθελον εισέλθει προσωρινώς ή τυχαίως εν τη Χώρα ταύτη.
Άρθρον 5 τετράκις
Οταν εν προϊόν εισάγεται εις μίαν των Χωρών της Ενώσεως ένθα υπάρχει δίπλωμα προστατεύον μέθοδον παρασκευής του εν λόγω προϊόντος, ο διπλωματούχος θα έχη, ως προς το εισαγόμενον προϊόν όλα τα δικαιώματα τα οποία του παρέχει η νομοθεσία της Χώρας της εισαγωγής επί τη βάσει του διπλώματος μεθόδου, ως προς τα παρασκευαζόμενα προϊόντα εντός της χώρας ταύτης.
Άρθρον 5 πεντάκις
Τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα θα προστατεύωνται εις απάσας τας Χώρας της Ενώσεως.
Άρθρον 6
1. Οι όροι της καταθέσεως και καταχωρήσεως των εμπορικών και βιομηχανικών σημάτων θα καθορίζωνται εις εκάστην Χώραν της Ενώσεως υπό της εσωτερικής της νομοθεσίας.
2. Εν τούτοις εν σήμα κατατεθέν υπό υπηκόου μιας Χώρας της Ενώσεως εις οιανδήποτε Χώραν της Ενώσεως δεν θα δύναται να απορριφθή ή ακυρωθή διά τον λόγον ότι δεν κατετέθη, κατεχωρήθη ή ανανεώθη εις την Χώραν προελεύσεως.
3. Εν σήμα κανονικώς καταχωρηθέν εις μίαν των Χωρών της Ενώσεως θα θεωρήται ως ανεξάρτητον των σημάτων των καταχωρημένων εις τα άλλας Χώρας της Ενώσεως, συμπεριλαμβανομένης και της Χώρας προελεύσεως.
Άρθρον 6 δίς
1. Αι χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται είτε αυτεπαγγέλτως εφ` όσον η νομοθεσία της χώρας επιτρέπει τούτο είτε τη αιτήσει του ενδιαφερομένου να απορρίψωσιν ή ακυρώσωσι την καταχώρησιν και να απαγορεύσωσι την χρήσιν εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος, όπερ αποτελεί αναπαράστασιν, απομίμησιν ή παραποίησιν, δυναμένην να δημιουργήση σύγχυσιν, σήματος, όπερ η αρμοδία αρχή της χώρας καταχωρήσεως ή χρήσεως ήθελε κρίνει ότι είναι παγκοίνως γνωστόν εν αυτή ως ανήκον ήδη εις πρόσωπον, το οποίον απολαύει των πλεονεκτημάτων της παρούσης συμβάσεως και χρησιμοποιούμενον επί των αυτών ή παρομοίων προϊόντων. Αι διατάξεις αύται εφαρμόζονται και εν τη περιπτώσει, καθ` ην το ουσιώδες μέρος του σήματος αποτελεί αναπαράστασιν ενός τοιούτου παγκοίνως γνωστού σήματος ή απομίμησιν δυναμένην να δημιουργήση σύγχυσιν μετά τούτου.
2. Προθεσμία πέντε τουλάχιστον ετών από της χρονολογίας της καταχωρήσεως δέον να παρασχεθή διά την αίτησιν διαγραφής ενός τοιούτου σήματος. Αι χώραι της Ενώσεως έχουσι την ευχέρειαν να προβλέψωσι μίαν προθεσμίαν εντός της οποίας δύναται να ζητηθή η απαγόρευσις της χρήσεως ενός τοιούτου σήματος.
3. Ουδεμία προθεσμία θέλει ταχθή προκειμένου περί διαγραφής ή απαγορεύσεως της χρήσεως σημάτων κατατεθέντων ή χρησιμοποιουμένων κακή τη πίστει.
Άρθρον 6 τρίς.
1. α) Αι χώραι της Ενώσεως συμφωνούσιν, όπως απορρίπτωσιν ή ακυρώσι την καταχώρησιν και απαγορεύσωσι, διά καταλλήλων μέτρων την χρήσιν, άνευ αδείας των αρμοδίων Αρχών είτε ως σημάτων εμπορικών ή βιομηχανικών είτε ως στοιχείων των σημάτων τούτων, των θυρεών, σημαιών και λοιπών Κρατικών εμβλημάτων, των ανηκόντων εις μίαν των χωρών της Ενώσεως σημείων και επισημάτων ελέγχου και γνησιότητος, χρησιμοποιουμένων παρ` αυτών, ως και πάσαν απομίμησιν από εραλδικής.
β) Αι ανωτέρω υπό στοιχείον α` διατάξεις εφαρμόζονται ομοίως επί θυρεών, σημαιών και άλλων εμβλημάτων, αρχικών γραμμάτων ή ονομασιών διεθνών διακυβερνητικών οργανισμών, των οποίων μία ή περισσότεραι χώραι της Ενώσεως είναι μέλη, εξαιρέσει των θυρεών, σημαιών ή άλλων εμβλημάτων, αρχικών γραμμάτων ή ονομασιών, άτινα έχουσιν αποτελέσει αντικείμενον εν ισχύϊ διεθνών συμφωνιών αποσκοπουσών την εξασφάλισιν της προστασίας των.
γ) Ουδεμία χώρα της Ενώσεως υποχρεούται να εφαρμόση τας ανωτέρω υπό στοιχείον β` διατάξεις προς βλάβην των κατόχων δικαιωμάτων αποκτηθέντων καλή τη πίστει προ της ισχύος εν τη χώρα ταύτη της παρούσης Συμβάσεως. Αι χώραι της Ενώσεως δεν υποχρεούνται εις εφαρμογήν των ανωτέρω διατάξεων, εφ` όσον η προβλεπομένη ως ανωτέρω υπό στοιχείον α` χρήσις ή καταχώρησις δεν είναι τοιαύτης φύσεως, ώστε να δημιουργή εις το κοινόν την εντύπωσιν δεσμού μεταξύ του εν λόγω οργανισμού και των θυρεών, σημαιών, εμβλημάτων, αρχικών γραμμάτων και ονομασιών ή εάν η χρήσις ή καταχώρησις αύτη δεν είναι πράγματι τοιαύτης φύσεως, ώστε να εξαπατά το κοινόν περί της υπάρξεως δεσμού μεταξύ του χρηστού και του οργανισμού.
2. Η απαγόρευσις των σημείων και επισημάτων ελέγχου και γνησιότητος θα εφαρμόζηται μόνον, εις ας περιπτώσεις τα σήματα, τα περιέχοντα ταύτα, διακρίνουσιν ή χρησιμοποιούνται εις εμπορεύματα του αυτού ή παρομοίου είδους.
3. α) Διά την εφαρμογήν των διατάξεων τούτων, αι χώραι της Ενώσεως συμφωνούσιν, όπως κοινοποιήσωσιν αμοιβαίως μέσω του Διεθνούς Γραφείου κατάλογον των Κρατικών εμβλημάτων, σημείων και επισημάτων ελέγχου και γνησιότητος, τα οποία επιθυμούν ή θα επεθύμουν να θέσωσιν απολύτως ή υπό ωρισμένους όρους, υπό την προστασίαν του παρόντος άρθρου, ως και πάσαν, μεταγενεστέραν τροποποίησιν του καταλόγου τούτου. Εκάστη χώρα της Ενώσεως θα θέση εγκαίρως εις την διάθεσιν του κοινού τους κοινοποιηθέντας καταλόγους. Εν τούτοις η κοινοποίησις αύτη δεν είναι υποχρεωτική όσον αφορά τας σημαίας των Κρατών.
β) Αι ανωτέρω υπό στοιχείον β` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου διατάξεις δεν εφαρμόζονται ή μόνον εις τους θυρεούς, σημαίας και άλλα εμβλήματα, αρχικά γράμματα ή ονομασίας διεθνών διακυβερνητικών οργανισμών, τα οποία ούτοι εκοινοποίησαν εις τας χώρας της Ενώσεως μέσω του Διεθνούς Γραφείου.
4. Εκάστη χώρα της Ενώσεως δύναται εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών από της λήψεως της κοινοποιήσεως να διαβιβάση μέσω του Διεθνούς Γραφείου εις την ενδιαφερομένην χώραν ή διεθνή διακυβερνητικόν Οργανισμόν τας τυχόν παρατηρήσεις της.
5. Διά τας Κρατικάς σημαίας τα εν τη παραγράφω 1 ως ανωτέρω προβλεπόμενα μέτρα θέλουσιν εφαρμοσθή μόνον επί των μετά την 6ην Νοεμβρίου 1925 κατακεχωρημένων σημάτων.
6. Διά τα κρατικά εμβλήματα εκτός των σημαιών, διά τα σημεία και επισήματα των χωρών της Ενώσεως ως και διά τους θυρεούς, σημαίας και άλλα εμβλήματα, αρχικά γράμματα ή ονομασίας των διακυβερνητικών διεθνών οργανισμών, αι διατάξεις αύται θα έχωσιν εφαρμογήν μόνον επί των σημάτων των καταχωρηθέντων δύο μήνας μετά την λήψιν της υπό της ανωτέρω παραγράφου 3 προβλεπομένης κοινοποιήσεως.
7. Εν περιπτώσει κακής πίστεως, αι χώραι θα έχωσι την ευχέρειαν να προβώσι και εις την διαγραφήν ακόμη των σημάτων των καταχωρηθέντων προ της 6ης Νοεμβρίου 1925 και περιεχόντων Κρατικά εμβλήματα, σημεία και επισήματα.
8. Οι υπήκοοι εκάστης χώρας, εις ούς ήθελεν επιτραπή να χρησιμοποιήσωσι Κρατικά εμβλήματα σημεία και επισήματα των χωρών των, θα δύνανται να τα χρησιμοποιώσι και αν ακόμη ομοιάζωσι προς τοιαύτα ετέρας χώρας.
9. Αι χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται να απαγορεύωσι την άνευ εξουσιοδοτήσεως χρήσιν εν τω εμπορίω των Κρατικών θυρεών των ετέρων χωρών της Ενώσεως, οσάκις η χρήσις αύτη δύναται να αγάγη εις πλάνην ως προς την προέλευσιν των προϊόντων.
10.Αι προηγούμεναι διατάξεις δεν κωλύουσι τας χώρας να απορρίπτωσι να ακυρώσι κατ` εφαρμογήν του εδαφίου 3 του στοιχείου Β` του άρθρου 6 πεντάκις, τα σήματα τα περιέχοντα άνευ αδείας θυρεούς, σημαίας και άλλα Κρατικά εμβλήματα ή σημεία και δημόσια επισήματα χρησιμοποιούμενα υπό μιας των χωρών της Ενώσεως ως και διακριτικά σημεία των διεθνών διακυβερνητικών Οργανισμών των αναφερομένων εις την ανωτέρω παράγραφον 1.
Άρθρον 6 τετράκις.
1. Οσάκις συμφώνως προς την νομοθεσίαν χώρας τινός της Ενώσεως, η μεταβίβασις σήματος δεν είναι έγκυρος άνευ συγχρόνου μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως ή του εμπορικού καταστήματος, εις α ανήκει το σήμα αρκεί διά το έγκυρον της μεταβιβάσεως, όπως μεταβιβασθή εις τον εκδοχέα το μέρος της επιχειρήσεως ή του εμπορικού καταστήματος το ευρισκόμενον εν τη χώρα ταύτη μετά του αποκλειστικού δικαιώματος, κατασκευής ή πωλήσεως εν αυτή των προϊόντων των φερόντων το εκχωρηθέν σήμα.
2. Η διάταξις αύτη δεν επιβάλλει εις τας χώρας της Ενώσεως την υποχρέωσιν να θεωρήσωμεν ως ισχυράν την μεταβίβασιν παντός σήματος, ούτινος η χρήσις παρά του εκδοχέως θα ηδύνατο εν τη πραγματικότητι να αγάγη εις πλάνην το κοινόν, ιδία όσον αφορά την προέλευσιν, την φύσιν ή τας ουδιώδεις ιδιότητας των προϊόντων, εις α αφορά το σήμα.
Άρθρον 6 πεντάκις.
Α`. 1. Παν σήμα βιομηχανικόν ή εμπορικόν κανονικώς καταχωρηθέν εις την χώραν προελεύσεως είναι δεκτόν προς κατάθεσιν και θέλει προστατεύεσθαι απαράλλακτον εις τας άλλας χώρας της Ενώσεως υπό τας επιφυλάξεις του παρόντος άρθρου. Αι χώραι αύται δύνανται να απαιτώσιν, πριν ή προβώσιν εις την οριστικήν καταχώρησιν, την υποβολήν πιστοποιητικού καταθέσεως εις την χώραν Ουδεμία επικύρωσις δύναται να απαιτηθή διά το πιστοποιητικόν τούτο.
2. Θεωρείται χώρα προελεύσεως η χώρα της Ενώσεως ένθα ο καταθέτης έχει εγκατάστασιν βιομηχανικήν ή εμπορικήν, πραγματικήν και σοβαράν και εάν δεν έχη κατοικίαν εντός της Ενώσεως η χώρα της ιθαγενείας του, εν η περιπτώσει είναι υπήκοος μιας χώρας της Ενώσεως.
Β`. Τα εμπορικά και βιομηχανικά σήματα τα προβλεπόμενα υπό του παρόντος άρθρου δεν δύνανται να απορριφθώσι κατά την καταχώρησιν ή να ακυρωθώσιν ειμή μόνον εις τας κάτωθι περιπτώσεις:
1. Οταν είναι τοιαύτης φύσεως, ώστε να προσβάλλωσι δικαιώματα αποκτηθέντα παρά τρίτων εν τη χώρα εν η ζητείται η προστασία.
2. Οταν είναι εστερημένα παντός διακριτικού χαρακτήρος ή συνιστάμενα αποκλειστικώς εκ σημείων ή ενδείξεων δυναμένων να χρησιμεύσωσιν εις το εμπόριον προς δήλωσιν του είδους, της ποιότητος, της ποσότητος, του προορισμού, της αξίας, της προελεύσεως των προϊόντων ή της εποχής της παραγωγής ή καταστάντα συνήθη εις την τρέχουσαν γλώσσαν ή τα χρηστάς και σταθεράς εμπορικάς σχέσεις (Habitudes Locales et Gonstantes) της χώρας, ένθα ζητείται η προστασία.
3. Οταν αντιβαίνωσιν εις την ηθικήν ή την δημοσίαν τάξιν, ιδία εκείνα, άτινα είναι φύσεως τοιαύτης, ώστε να εξαπατώσι το κοινόν. Εννοείται ότι σήμα δεν δύναται να θεωρηθή ως αντιβαίνον εις την δημοσίαν τάξιν διά μόνον τον λόγον, ότι δεν είναι σύμφωνον προς διάταξίν τινα, της περί σημάτων νομοθεσίας, εκτός της περιπτώσεως, καθ` ην αυτή αύτη η διάταξις αφορά την δημοσίαν τάξιν. Εν τούτοις διαφυλάσσεται η εφαρμογή του άρθρου 10 δίς.
Γ`. 1. Κατά την εκτίμησιν εάν σήμα τι είναι επιδεκτικόν προστασίας δέον να λαμβάνωνται υπ` όψιν άπαντα τα πραγματικά περιστατικά, ιδία δε η διάρκεια της χρήσεως.
2. Δεν δύνανται να απορριφθώσιν εις τας λοιπάς χώρας της Ενώσεως Εμπορικά και Βιομηχανικά σήματα, διά μόνον τον λόγον, ότι διαφέρουσι των εν τη χώρα προελεύσεως κατά στοιχεία μη αλλοιούντα τον διακριτικόν χαρακτήρα και μη θίγοντα την ταυτότητα των σημάτων, υφ` ην μορφήν ταύτα κατεχωρήθησαν εις την ρηθείσαν χώραν προελεύσεως.
Δ`. Ουδείς δύναται να τύχη των ευεργετημάτων των διατάξεων του παρόντος άρθρου εάν το σήμα του οποίου διεκδικείται η προστασία δεν είναι καταχωρημένον εις την χώραν προελεύσεως.
Ε`. Εν τούτοις εν ουδεμία περιπτώσει η ανανέωσις ενός σήματος εν τη χώρα προελεύσεως θα συνεπάγηται την υποχρέωσιν ανανεώσεως και εις τας λοιπάς χώρας της Ενώσεως, ένθα το σήμα έχει καταχωρηθή.
ΣΤ`.Το ευεργέτημα της προτεραιότητος παραμένει κεκτημένον επί των καταθέσεων σημάτων, των γενομένων εντός της υπό του άρθρου 4 προθεσμίας και αν έτι η καταχώρησις εν τη χώρα προελεύσεως γίνη μετά την πάροδον της προθεσμίας ταύτης.
Άρθρον 6 εξάκις.
Αι χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται να προστατεύωσι τα σήματα υπηρεσιών. Δεν υποχρεούνται να προβλέψωσι την καταχώρησιν των σημάτων τούτων.
Άρθρον 6 επτάκις.
1. Εάν ο πράκτωρ ή ο αντιπρόσωπος του δικαιούχου ενός σήματος εις μίαν χώραν της Ενώσεως ζητήση, άνευ αδείας του δικαιούχου τούτου, την καταχώρησιν του σήματος τούτου, επ` ονόματί του εις μίαν ή περισσοτέρας των Χωρών της Ενώσεως, ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να εναντιωθή εις την αιτηθείσαν καταχώρησιν ή να ζητήση την διαγραφήν ή εάν ο νόμος της χώρας το επιτρέπη την μεταβίβασιν της καταχωρήσεως ταύτης προς οφελός του, εφ` όσον ο πράκτωρ ή ο αντιπρόσωπος ούτος δεν δικαιολογεί τας ενεργείας του.
2. Ο δικαιούχος του σήματος έχει, υπό τα επιφυλάξεις της ανωτέρω παραγράφου 1, το δικαίωμα να εναντιωθή εις την χρησιμοποίησιν του σήματός του υπό του πράκτορος ή αντιπροσώπου αυτού, εάν δεν έχη επιτρέψει την χρησιμοποίησιν ταύτην. 3. Αι εσωτερικαί νομοθεσίαι έχουσι την ευχέρειαν να προβλέψωσι μίαν εύλογον προθεσμίαν εντός της οποίας ο δικαιούχος του σήματος θα διεκδικήση τα δικαιώματα τα προβλεπόμενα υπό του παρόντος άρθρου.
Άρθρον 7
Η φύσις του προϊόντος επί του οποίου θα επιτίθηται το σήμα δεν δύναται εν ουδεμία περιπτώσει να αποτελέση εμπόδιον εις την καταχώρησιν του σήματος.
Άρθρον 7 δίς
1. Αι χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται να δέχωνται προς κατάθεσιν και να προστατεύωσι συλλογικά σήματα, ανήκοντα εις ομάδας, ων η ύπαρξις δεν αντιβαίνει εις τους νόμους της χώρας προελεύσεως και αν ακόμη αι ομάδες ταύται δεν κέκτηνται βιομηχανικήν ή εμπορικήν εγκατάστασιν.
2. Εκάστη χώρα θα κρίνη περί των ιδιαιτέρων όρων, υφ` ους συλλογικόν τι σήμα θα προστατεύηται και θα δύναται να αρνηθή την προστασίαν εάν το σήμα τούτο αντιτίθηται εις το Δημόσιον συμφέρον.
3. Εν τούτοις, δεν δύνανται να μη τυγχάνωσι προστασίας τα σήματα, τα ανήκοντα εις ομάδας ων η ύπαρξις δεν αντιβαίνει εις τους νόμους της χώρας προελεύσεως, επί τω λόγω ότι αύται δεν είναι εγκατεστημέναι εις την χώραν όπου ζητείται η προστασία ή δεν έχουσι συσταθή συμφώνως προς την νομοθεσίαν της χώρας ταύτης.
Άρθρον 8
Η εμπορική επωνυμία θα προστατεύηται εν πάση χώρα της Ενώσεως, άνευ υποχρεώσεως καταθέσεως ή καταχωρήσεως, είτε αποτελεί ή μη μέρος του βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος.
Άρθρον 9
1. Παν προϊόν φέρον παρανόμως βιομηχανικόν ή εμπορικόν σήμα ή εμπορικήν επωνυμίαν θα κατάσχηται κατά την εισαγωγήν εις εκείνας τας χώρας της Ενώσεως, εν αις το σήμα τούτο ή η εμπορική επωνυμία δικαιούνται νομίμου προστασίας.
2. Η κατάσχεσις θα ενεργήται τόσον εν τη χώρα εν η εμπραγματοποιήθη η παράνομος επίθεσις του σήματος όσον και εν τη χώρα εν η εισήχθη το προϊόν. 3. Η κατάσχεσις ενεργείται επί τη αιτήσει είτε του Εισαγγελέως, είτε πάσης άλλης αρμοδίας Αρχής, είτε ενδιαφερομένου φυσικού ή νομικού προσώπου συμφώνως προς την εσωτερικήν νομοθεσίαν εκάστης χώρας.
4. Αι Αρχαί δεν δύνανται να ενεργώσι την κατάσχεσιν εν περιπτώσει διαμετακομίσεως.
5. Εάν η νομοθεσία χώρας τινός δεν δέχεται την κατάσχεσιν κατά την εισαγωγήν, η κατάσχεσις αντικαθίσταται διά της απαγορεύσεως της εισαγωγής ή διά της κατασχέσεως εν τω εσωτερικώ.
6. Εάν η νομοθεσία Χώρας τινός δεν αποδέχεται ούτε την κατάσχεσιν κατά την εισαγωγήν ούτε την απαγόρευσιν της εισαγωγής ούτε την κατάσχεσιν εν τω εσωτερικώ και εν αναμονή της συμφώνου τροποποιήσεως της σχετικής νομοθεσίας τα μέτρα ταύτα θα αντικαθίστανται δι` ων μέσων ο νόμος της Χώρας ταύτης παρέχει εις παρομοίαν περίπτωσιν εις τους υπηκόους αυτής.
Άρθρον 10
1. Αι διατάξεις του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται εν περιπτώσει αμέσου ή εμμέσου χρήσεως ψευδούς ενδείξεως ως προς την προέλευσιν του προϊόντος ή ως προς την ταυτότητα του παραγωγού, εμπόρου ή βιομηχάνου.
2. Αναγνωρίζεται εν πάση περιπτώσει ως ενδιαφερόμενος πας παραγωγός βιομήχανος ή έμπορος, ασχολούμενος με την παραγωγήν, την βιομηχανίαν ή το εμπόριον του προϊόντος τούτου φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον, εγκατεστημένον είτε εις τον τόπον προελεύσεως είτε εις την περιφέρειαν όπου ο τόπος ούτος κείται είτε εις την Χώραν την ψευδώς ενδεικνυομένην είτε εις την Χώραν όπου η ψευδής ένδειξις χρησιμοποιείται.
Άρθρον 10 δις.
1. Αι Χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται να εξασφαλίζωσιν εις τους υπηκόους της Ενώσεως αποτελεσματικήν προστασίαν κατά του αθεμίτου ανταγωνισμού.
2. Συνιστά αθέμιτον ανταγωνισμόν πάσα πράξις ανταγωνισμού αντικειμένη εις τα χρηστά ήθη της Βιομηχανίας και του Εμπορίου.
3. Ειδικώς δέον ν` απαγορευθώσι:
1ον) Πάσαι αι πράξεις αίτινες δύνανται να δημιουργήσωσι καθ` οιονδήποτε τρόπον σύγχυσιν ως προς την επιχείρησιν, τα προϊόντα ή την βιομηχανικήν ή εμπορικήν δραστηριότητα ανταγωνισμού των.
2ον) Οι ψευδείς ισχυρισμοί εν τη ασκήσει του εμπορίου οίτινες δύνανται να δυσφημήσωσι την επιχείρησιν τα προϊόντα ή την βιομηχανικήν ή εμπορικήν δραστηριότητα ανταγωνιστού τινος.
3ον) Αι ενδείξεις ή οι ψευδείς ισχυρισμοί των οποίων η χρήσις εν τη ασκήσει του εμπορίου δύναται να παραπλανήση το κοινόν ως προς την φύσιν, την μέθοδον κατασκευής, τα χαρακτηριστικά, τον τρόπον χρήσεως ή την ποσότητα των εμπορευμάτων.
Άρθρον 10 τρις.
1. Αι Χώραι της Ενώσεως υποχρεούνται, όπως εξασφαλίσωσιν εις τους υπηκόους των λοιπών Χωρών της Ενώσεως τα κατάλληλα μέσα εννόμου προσφυγής προς αποτελεσματικήν καταστολήν των εν τοις άρθροις 9, 10 και 10 δίς, προβλεπομένων πράξεων.
2. Υποχρεούνται προσέτι όπως προβλέπωσι μέτρα επιτρέποντα εις τα Συνδικάτα και Ενώσεις, τα αντιπροσωπεύοντα τους ενδιαφερομένους βιομηχάνους, παραγωγούς και εμπόρους και των οποίων η ύπαρξις δεν αντιβαίνει εις τους νόμους των Χωρών των, να προσφύγωσιν εις τα δικαστήρια ή ενώπιον των Διοικητικών Αρχών, επί τω τέλει της καταστολής των εν τοις άρθροις 9, 10 και 10 δίς, προβλεπομένων πράξεων, εν ω μέτρω ο Νόμος της Χώρας, ένθα ζητείται η προστασία το προβλέπει διά τα Συνδικάτα και Ενώσεις της Χώρας ταύτης.
Άρθρον 11.
1. Αι Χώραι της Ενώσεως θα χορηγώσι, συμφώνως προς την εσωτερικήν των νομοθεσίαν, προσωρινήν προστασίαν εις τας επιδεκτικάς διπλώματος εφευρέσεις εις τα υποδείγματα χρησιμότητος, τα σχέδια και βιομηχανικά υποδείγματα, ως και εις τα εμπορικά και Βιομηχανικά σήματα, διά τα εκτιθέμενα προϊόντα εις τας Επισήμους Διεθνείς Εκθέσεις ή τας κατ` επίσημον αναγνώρισιν οργανωθείσας επί του εδάφους μιας τούτων.
2. Η προσωρινή αύτη προστασία δεν θα παρατείνη τας προθεσμίας του άρθρου 4. Εάν μεταγενεστέρως επικαλεσθή τις το δικαίωμα της προτεραιότητος, η Διοικητική Αρχή εκάστης Χώρας θα δύναται να υπολογίση την έναρξιν της προθεσμίας, από της χρονολογίας της εισαγωγής του προϊόντος εις την `Εκθεσιν.
3. Εκάστη Χώρα δύναται να απαιτήση προς απόδειξιν της ταυτότητος του εκτιθεμένου προϊόντος και της χρονολογίας της εισαγωγής αυτού, τα δικαιολογητικά στοιχεία, άτινα ήθελε κρίνει αναγκαία.
Άρθρον 12.
1. Εκάστη των Χωρών της Ενώσεως υποχρεούται να συστήση ειδικήν υπηρεσίαν Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας και Κεντρικόν Αρχείον δια τας προς το Κοινόν ανακοινώσεις των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, των υποδειγμάτων χρησιμότητος, των σχεδίων και βιομηχανικών υποδειγμάτων και των βιομηχανικών και εμπορικών σημάτων.
2. Η υπηρεσία αύτη θα δημοσιεύη επίσημον περιοδικόν, θα δημοσιεύη κανονικώς: α) τα ονόματα των δικαιούχων των απονεμηθέντων διπλωμάτων μετά συντόμου περιγραφής των εφευρέσεων.
β) τας αναπαραστάσεις των κατατεθέντων σημάτων.
Άρθρον 13
1. α) Η Ενωσις έχει μίαν Συνέλευσιν αποτελουμένην από τας χώρας της Ενώσεως συνδεδεμένας διά των άρθρων 13 έως 17.
β) Η Κυβέρνησις εκάστης Χώρας εκπροσωπείται: από ένα αντιπρόσωπον, ο οποίος δύναται να βοηθάται υπό αναπληρωτών, συμβούλων και εμπειρογνωμόνων. γ) τα έξοδα εκάστης αντιπροσωπείας επιβαρύνουν την Κυβέρνησιν, η οποία την υπέδειξε.
2. α) Η Συνέλευσις:
1. χειρίζεται όλα τα θέματα τα σχετικά με την συντήρησιν και την ανάπτυξιν της Ενώσεως και την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως.
2. δίδει εις το Διεθνές Γραφείον της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (κατωτέρω ονομαζόμενον “Διεθνές Γραφείον”) επικυρωθέν διά της Συμβάσεως της συνιστώσης την Παγκόσμιον Οργάνωσιν της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (κατωτέρω ονομαζομένην “Η Οργάνωσις”), οδηγίας σχετικώς με την προετοιμασίαν των διασκέψεων αναθεωρήσεως, λαμβανομένων βεβαίως υπ` όψιν των παρατηρήσεων των χωρών της Ενώσεως, αι οποίαι δεν συνδέονται διά των άρθρων 13 έως 17.
3. εξετάζει και εγκρίνει τας αναφοράς και δραστηριότητας του Γενικού Διευθυντού του Οργανισμού σχετικάς με την Ενωσιν και δίδει εις αυτόν πάσαν χρήσιμον οδηγίαν σχετικώς με θέματα της αρμοδιότητος της Ενώσεως.
4. εκλέγει τα Μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνελεύσεως.
5. εξετάζει και εγκρίνει τας αναφοράς και δραστηριότητας της Εκτελεστικής της Επιτροπής και δίδει οδηγίας εις αυτήν.
6. καταρτίζει το πρόγραμμα, επικυρώνει τον τριετή προϋπολογισμόν της Ενώσεως και εγκρίνει την εκκαθάρισιν.
7. επικυρώνει τον οικονομικόν κανονισμόν της Ενώσεως.
8. δημιουργεί τας επιτροπάς εμπειρογνωμόνων και ομάδας εργασίας, τας οποίας κρίνει χρησίμους διά την πραγματοποίησιν των αντικειμενικών σκοπών της Ενώσεως.
9. αποφασίζει ποίαι χώραι μη μέλη της Ενώσεως και ποίοι διακυβερνητικοί και διεθνείς μη κυβερνητικοί οργανισμοί, δύνανται να παρίστανται εις τας συνεδριάσεις της ως παρατηρηταί.
10. επικυρώνει τας τροποποιήσεις των άρθρων 13-17.
11. αναλαμβάνει πάσαν άλλην πράξιν κατάλληλον διά να επιτευχθούν οι αντικειμενικοί σκοποί της Ενώσεως.
12. εκπληροί οιονδήποτε έργον το οποίον επιβάλλει η παρούσα Σύμβασις.
13. εξασκεί, υπό την επιφύλαξιν της αποδοχής των δικαιωμάτων τα οποία της παραχωρούνται υπό της Συμβάσεως της συνιστώσης την Οργάνωσιν.
β) Επί των θεμάτων, τα οποία ενδιαφέρουν επίσης άλλας Ενώσεις διοικουμένας υπό της Οργανώσεως, η Συνέλευσις αποφασίζει, αφού λάβη γνώσιν της γνώμης της Συντονιστικής Επιτροπής της Οργανώσεως.
3. α) Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του εδαφίου “β” εις αντιπρόσωπος δεν δύναται να αντιπροσωπεύση παρά μόνον μίαν χώραν.
β) Χώραι της Ενώσεως, ενωθείσαι βάσει μιας ιδιαιτέρας συμφωνίας εις τους κόλπους μιας κοινής υπηρεσίας, η οποία έχει δι` εκάστην εκ τούτων τον χαρακτήρα της εθνικής ειδικής υπηρεσίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας της προβλεπομένης διά του άρθρου 12, δύνανται να αντιπροσωπεύωνται εις το σύνολόν των υπό μιας εκ τούτων κατά την διάρκειαν των συζητήσεων.
4. α) Εκάστη χώρα μέλος της Συνελεύσεως διαθέτει μίαν ψήφον.
β) το ήμισυ των χωρών μελών της Συνελεύσεως συνιστά την απαρτίαν.
γ) παρά τας διατάξεις του εδαφίου “β”, εάν, κατά την διάρκειαν μιάς συνεδριάσεως, ο αριθμός των αντιπροσωπευομένων χωρών είναι κατώτερος του ημίσεος, αλλά ίσος ή ανώτερος του τρίτου των χωρών μελών της Συνελεύσεως, αύτη δύναται να λάβη αποφάσεις. Εν τούτοις, αι αποφάσεις της Συνελεύσεως, εκτός εκείνων αι οποίαι αφορούν την διαδικασίαν, δεν γίνονται εκτελεσταί παρά μόνον όταν οι όροι οι κατωτέρω αναφερόμενοι εκπληρούνται. Το Διεθνές Γραφείον ανακοινώνει τας ως άνω αποφάσεις εις τας χώρας μέλη της Συνελεύσεως αι οποίαι δεν αντιπροσωπεύοντο και καλεί αυτάς όπως εκφράσουν γραπτώς, εντός προθεσμίας τριών μηνών από της ημερομηνίας της ανωτέρω ανακοινώσεως την ψήφον των ή την αποχήν των. Εάν μετά την λήψιν της προθεσμίας ταύτης, ο αριθμός των χωρών, αι οποίαι έχουν ούτως εκφράσει την ψήφον των ή την αποχήν των, είναι τουλάχιστον ίσος προς τον αριθμόν των χωρών, που υπελείπετο δια να επιτευχθή η απαρτία κατά την συνεδρίασιν, αι ανωτέρω αποφάσεις γίνονται εκτελεσταί, αρκεί συγχρόνως να επιτυγχάνεται η αναγκαία πλειοψηφία. δ) υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρου 17, 2 αι αποφάσεις της Συνελεύσεως λαμβάνονται με την πλειοψηφίαν των δύο τρίτων των εκφραζομένων ψήφων. ε) η αποχή δεν θεωρείται ψήφος.
5. α) υπό την επιφύλαξιν του εδαφίου
β), εις αντιπρόσωπος δεν δύναται να ψηφίση παρά μόνον εξ ονόματος μιας χώρας. β) αι χώραι της Ενώσεως αναφερθείσαι εις την παράγραφον
3)β) προσπαθούν, κατά γενικόν κανόνα, να εκπροσωπούνται εις τας συνεδριάσεις της Συνελεύσεως υπό της ιδίας των αντιπροσωπείας. Εν τούτοις, εάν, δι` εξαιρετικούς λόγους, μία εκ των ως άνω χωρών δεν δύναται να αντιπροσωπευθή υπό της ιδίας της αντιπροσωπείας, δύναται να δώση εις την αντιπροσωπείαν μιας άλλης εκ των χωρών τούτων το δικαίωμα να ψηφίση εξ ονόματός της, εξυπακούεται όμως ότι μια αντιπροσωπεία δεν δύναται να ψηφίση διά πληρεξουσιότητος παρά μόνον διά μίαν χώραν. Παν σχετικόν δικαίωμα πρέπει να αποτελή αντικείμενον μιας πράξεως υπογεγραμμένης υπό του αρχηγού του Κράτους ή υπό του αρμοδίου Υπουργού.
6. Αι χώραι της Ενώσεως, αι οποίαι δεν είναι μέλη της Συνελεύσεως, γίνονται αποδεκταί εις τας συνεδριάσεις της ως παρατηρηταί.
7. α) Η συνέλευσις συνέρχεται ανά τριετίαν εις κανονικήν συνεδρίασιν συγκαλουμένην υπό του Γενικού Διευθυντού και εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, κατά την ιδίαν περίοδον και εις τον ίδιον τόπον με την Γενικήν Συνέλευσιν της Οργανώσεως.
β) Η συνέλευσις συνέρχεται εις έκτακτον συνεδρίασιν συγκαλουμένην υπό του Γενικού Διευθυντού, τη αιτήσει της Εκτελεστικής Επιτροπής ή τη αιτήσει του ενός τετάρτου των χωρών μελών της Συνελεύσεως.
8. Η Συνέλευσις εγκρίνει τον εσωτερικόν της κανονισμόν.
Άρθρον 14
1. Η Συνέλευσις έχει μίαν εκτελεστικήν Επιτροπήν.
2. α) Η Εκτελεστική Επιτροπή αποτελείται εκ χωρών εκλεγεισών υπό της Συνελεύσεως μεταξύ των χωρών μελών ταύτης. Εξ άλλου, η χώρα εις την επικράτειαν της οποίας η Οργάνωσις έχει την έδραν της διαθέτει αυτεπαγγέλτως μίαν έδραν εις την Επιτροπήν, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρου 17.7)
β). β) Η Κυβέρνησις εκάστης χώρας μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής αντιπροσωπεύεται εξ ενός αντιπροσώπου, ο οποίος δύναται να έχη αναπληρωτάς συμβούλους και εμπειρογνώμονας. γ) τα έξοδα εκάστης αντιπροσωπείας επιβαρύνουν την Κυβέρνησιν η οποία την υπέδειξε.
3. Ο αριθμός των χωρών μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής αποτελεί το τέταρτον του αριθμού των χωρών μελών της Συνελεύσεως. Εις τον απολογισμόν των προβλεπομένων εδρών, το υφιστάμενον υπόλοιπον μετά την διαίρεσιν διά του τέσσαρα δεν λαμβάνεται υπ` όψιν.
4. Κατά την εκλογήν των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής, η Συνέλευσις λαμβάνει υπ` όψιν της μίαν δικαίαν γεωγραφικήν κατανομήν και την ανάγκην όπως όλαι αι χώραι μέλη ιδιαιτέρων συμφωνιών συναφθεισών εν σχέσει προς την Ενωσιν είναι μεταξύ των χωρών των συνιστωσών την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
5. α) Τα μέλη της εκτελεστικής Επιτροπής παραμένουν εν ενεργεία από της λήξεως της συνεδριάσεως της Συνελεύσεως κατά την διάρκειαν της οποίας εξελέγησαν, έως την επομένην κανονικήν συνεδρίασιν της Συνελεύσεως.
β) Τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής είναι επανεκλέξιμα μέχρι του ανωτάτου ορίου των δύο τρίτων μεταξύ τούτων.
γ) Η Συνέλευσις διακανονίζει τον τρόπον της εκλογής ή της πιθανής επανεκλογής των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής.
6. α) Η Εκτελεστική Επιτροπή:
1. προετοιμάζει το σχέδιον της ημερησίας διατάξεως της Συνελεύσεως.
2. υποβάλλει εις την Συνέλευσιν προτάσεις επί των σχεδίων του προγράμματος και του τριετούς προϋπολογισμού της Ενώσεως των προετοιμασθέντων υπό του Γενικού Λογιστηρίου.
3. αποφαίνεται, εντός των ορίων του προγράμματος και του τριετούς προϋπολογισμού, επί των προγραμμάτων και ετησίων προϋπολογισμών προετοιμαζομένων υπό του Γενικού Διευθυντού.
4. υποβάλλει εις την Συνέλευσιν καταλλήλως σχολιασμένας περιοδικάς εκθέσεις ελέγχου των λογαριασμών.
5. λαμβάνει όλα τα χρήσιμα μέτρα εν όψει της εκτελέσεως του προγράμματος της Ενώσεως υπό του Γενικού Διευθυντού, συμφώνως προς τας αποφάσεις της Συνελεύσεως και λαμβανομένων υπ` όψιν των περιπτώσεων αι οποίαι ανακύπτουν μεταξύ δύο κανονικών συνεδριάσεων της εν λόγω Συνελεύσεως.
6. εκπληροί παν άλλο έργον το οποίον ανατίθεται εις αυτήν εντός του πλαισίου της παρούσης συμβάσεως. Επί θεμάτων τα οποία ενδιαφέρουν επίσης άλλας Ενώσεις διοικουμένας υπό της Οργανώσεως, η Εκτελεστική Επιτροπή αποφασίζει, αφού λάβη γνώσιν της γνώμης της συντονιστικής Επιτροπής της Οργανώσεως.
7. α) Η Εκτελεστική Επιτροπή συνεδριάζει άπαξ κατ` έτος εις κανονικήν συνεδρίασιν κατόπιν συγκλήσεως υπό του Γενικού Διευθυντού όσον το δυνατόν κατά την ιδίαν περίοδον και εις τον ίδιον τόπον με την Συντονιστικήν Επιτροπήν της Οργανώσεως.
β) Η εκτελεστική Επιτροπή συνεδριάζει εις έκτακτον συνεδρίασιν κατόπιν συγκλήσεως υπό του Γενικού Διευθυντού, είτε τη πρωτοβουλία αυτού, είτε τη αιτήσει του Προέδρου ή του ενός τετάρτου των μελών αυτής.
8. α) Εκάστη χώρα μέλος της εκτελεστικής Επιτροπής διαθέτει μίαν ψήφον.
β) το ήμισυ των χωρών μελών της εκτελεστικής Επιτροπής συνιστά την απαρτίαν.
γ) αι αποφάσεις λαμβάνονται με την απλήν πλειοψηφίαν των εκφραζομένων ψήφων.
δ) η αποχή δεν θεωρείται ως ψήφος.
ε) εις αντιπρόσωπος δεν δύναται να αντιπροσωπεύση παρά μόνον μίαν χώραν και δεν δύναται να ψηφίση παρά μόνον εξ ονόματος ταύτης.
9. Αι χώραι της Ενώσεως αι οποίαι δεν είναι μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής γίνονται αποδεκταί εις τας συνεδριάσεις της ως παρατηρηταί.
10. Η εκτελεστική Επιτροπή εγκρίνει τον εσωτερικόν κανονισμόν της.
Άρθρον 15.
1. α) Αι διοικητικαί εργασίαι αι επιβαρύνουσαι την Ενωσιν διασφαλίζονται υπό του Διεθνούς Γραφείου, το οποίον διαδέχεται το Γραφείον της Ενώσεως, συγχωνευόμενον με το Γραφείον της Ενώσεως, το οποίον έχει ιδρυθή από την Διεθνή Σύμβασιν διά την προστασίαν των φιλολογικών και καλλιτεχνικών έργων.
β) Το Διεθνές Γραφείον εξασφαλίζει ειδικώτερον την Γραμματείαν των διαφόρων οργάνων της Ενώσεως.
γ) Ο Γενικός Διευθυντής της Οργανώσεως είναι ο ιεραρχικώς ανώτερος υπάλληλος της Ενώσεως και εκπροσωπεί ταύτην.
2. Το Διεθνές Γραφείον μεριμνά δια την συλλογήν και δημοσιεύσιν πληροφοριών αφορωσών εις την προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας. Εκάστη χώρα της Ενώσεως γνωστοποιεί εις το Διεθνές Γραφείον το ταχύτερον δυνατόν, το κείμενον παντός νέου Νόμου ως και τα επίσημα κείμενα τα αναφερόμενα εις την προστασίαν της Βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Αφ` ετέρου εφοδιάζει το Διεθνές Γραφείον δι` όλων των σχετικών με την Βιομηχανικήν ιδιοκτησίαν και την προστασίαν ταύτης δημοσιεύσεις αύται εκρίθησαν παρά του Διεθνούς Γραφείου ενδιαφέρουσαι δια την εργασίαν του.
3. Το Διεθνές Γραφείον, δημοσιεύει μηνιαίον περιοδικόν.
4. Το Διεθνές Γραφείον χορηγεί εις απάσας τας χώρας της Ενώσεως – τη αιτήσει των – πληροφορίας επί θεμάτων σχετικών με την προστασίαν της Βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
5. Το Διεθνές Γραφείον ασχολείται με μελέτας και παρέχει διαφόρους εξυπηρετήσεις προς διευκόλυνσιν της προστασίας Βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
6. Ο Γενικός Διευθυντής ως και παν μέλος του προσωπικού οριζόμενον υπ` αυτού, λαμβάνουν μέρος, άνευ δικαιώματος ψήφου εις όλας τας συνεδριάσεις της Συνελεύσεως της Εκτελεστικής Επιτροπής ως και οιασδήποτε άλλης Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων ή ομάδος εργασίας. Ο Γενικός Διευθυντής ή μέλος του προσωπικού, οριζόμενον υπ` αυτού, είναι αυτεπαγγέλτως Γραμματεύς των ανωτέρω οργάνων.
1) α)Το Διεθνές Γραφείον, συμφώνως προς τας οδηγίας της Συνελεύσεως και εν συνεργασία μετά της Εκτελεστικής Επιτροπής, προετοιμάζει τας συσκέψεις αναθεωρήσεως των διατάξεων της Συμβάσεως διαφόρων εκείνων των άρθρων 13-17.
β)Το Διεθνές Γραφείον δύναται εις τε τους Διακυβερνητικούς και τους Διεθνείς μη Κυβερνητικούς Οργανισμούς, να παρέχη τας συμβουλάς του ως προς την προετοιμασίαν των συσκέψεων αναθεωρήσεως.
γ)Ο Γενικός Διευθυντής ως και τα παρ` αυτού οριζόμενα πρόσωπα λαμβάνουν μέρος εις τας συζητήσεις της ανωτέρω διασκέψεως άνευ δικαιώματος ψήφου.
δ)Το Διεθνές Γραφείον εκτελεί οιανδήποτε άλλην εργασίαν ήτις ήθελε τω ανατεθή.
Άρθρον 16.
1. α) Η Ενωσις έχει προϋπολογισμόν.
β) Ο Προϋπολογισμός της Ενώσεως περιλαμβάνει τας καθαράς εισπράξεις και προσόδους της Ενώσεως, την συνεισφοράν της εις τον προϋπολογισμόν κοινών δαπανών των Ενώσεων ως και περιπτώσεως δοθείσης το ποσόν το τιθέμενον εις την διάθεσιν του προϋπολογισμού Διασκέψεως της Οργανώσεως.
γ) Κοιναί δαπάναι των Ενώσεων είναι αι δαπάναι αι οποίαι δεν αφορούν αποκλειστικώς εις την Ενωσιν αλλά και εις μίαν ή περισσοτέρας άλλας Ενώσεις διευθυνομένας υπό της Οργανώσεως. Το ποσόν συμμετοχής της Ενώσεως εις τας κοινάς δαπάνας είναι ανάλογον του ενδιαφέροντος το οποίον παρουσιάζουν δι` αυτήν αι τοιαύται δαπάναι.
2. Ο προϋπολογισμός της Ενώσεως καταρτίζεται, λαμβανομένων υπ` όψιν των απαιτήσεων συντονισμού μετά των προϋπολογισμών των λοιπών υπό της Οργανώσεως διευθυνομένων Ενώσεων.
3. Ο προϋπολογισμός της Ενώσεως χρηματοδοτείται εκ των κάτωθι πηγών:
1) Συνεισφορών των χωρών της Ενώσεως.
2) των τελών και οφειλομένων ποσών διά τας προσφερθείσας υπό του Διεθνούς Γραφείου εις την Ενωσιν υπηρεσίας.
3) του προϊόντος πωλήσεως των δημοσιεύσεων, του Διεθνούς Γραφείου, των αναφερομένων εις την `Ενωσιν ως και των δικαιωμάτων των απορρεόντων εκ των ανωτέρω δημοσιεύσεων.
4) των δωρεών, κληροδοτημάτων και επιδοτήσεων.
5) των ενοικίων, τόκων και λοιπών εσόδων.
4.α) Προς καθορισμόν της συνεισφοράς της εις τον προϋπολογισμόν, εκάστη χώρα της Ενώσεως έχει καταταγή εις ωρισμένην τάξιν και καταβάλλει τας ετησίας εισφοράς της επί τη βάσει ωρισμένου αριθμού μονάδων, ως κάτωθι:
Τάξις Ι 25 ” ΙΙ 20 ” ΙΙΙ 15 ” IV 10 ” V 5 ” VI 3 ” VII 1
β) Εφ` όσον τούτο δεν εγένετο προηγουμένως, εκάστη χώρα κατά τον χρόνον καταθέσεως της Πράξεως Κυρώσεως ή προσχωρήσεως υποδεικνύει την τάξιν εις την οποίαν επιθυμεί να καταταγή. Η τάξις δύναται ν` αλλάξη. Εάν η χώρα ήθελεν εκλέξει κατωτέραν τάξιν αύτη δέον να ανακοινώση τούτο εις την Συνέλευσιν κατά μίαν των τακτικών της συνεδριάσεων. Η τοιαύτη αλλαγή ισχύει από της ενάρξεως του πολιτικού έτους, όπερ έπεται της ως άνω συνεδριάσεως.
γ) Η ετησία συνεισφορά εκάστης χώρας είναι το ποσόν του οποίου η αναλογία, προς το γενικόν σύνολον, ετησίων εισφορών εις τον προϋπολογισμόν της Ενώσεως όλων των χωρών, είναι η ιδία προς την σχέσιν μεταξύ του αριθμού των μονάδων της τάξεως εις την οποίαν είχεν αύτη καταταγή και του συνολικού αριθμού μονάδων των χωρών.
δ) Αι εισφοραί καταβάλλονται την 1ην Ιανουαρίου εκάστου έτους.
ε) Χώρα καθυστερούσα την καταβολήν των εισφορών της δεν δύναται ν` ασκήση δικαίωμα ψήφου εις ουδέν των οργάνων της Ενώσεως της οποίας είναι μέλος εφ` όσον το ποσόν της καθυστερουμένης οφειλής είναι ίσον ή ανώτερον του ποσού των εισφορών τας οποίας οφείλει κατά τα δύο τελευταία έτη. Πλην όμως η ανωτέρω χώρα δύναται να εξουσιοδοτηθή να διατηρήση το δικαίωμα ψήφου εντός των ανωτέρω οργάνων και διά χρονικόν διάστημα κατά το οποίον το όργανον τούτο κρίνει ότι η καθυστέρησις οφείλεται εις εξαιρετικάς ή αναποφεύκτους περιστάσεις. Εις περίπτωσιν καθ` ην ο προϋπολογισμός δεν ενεκρίθη προ της ενάρξεως του νέου δικαιώματος, ο προϋπολογισμός του παρελθόντος έτους ανακαταρτίζεται συμφώνως προς τας προβλεφθείσαν υπό του οικονομικού διακανονισμού καταστάσεις.
5. Το ποσόν των οφειλομένων τελών εξ υπηρεσιών προσφερθεισών υπό του Διεθνούς Γραφείου προς την Ενωσιν καθορίζειται υπό του Γενικού Διευθυντού, όστις αναφέρει τούτο εις την Συνέλευσιν και εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
6.α) Η Ενωσις διαθέτει ένα αποθεματικόν κεφάλαιον εκ καταβολών εφ` άπαξ εκάστης χώρας. Εάν το κεφάλαιον καταστή ανεπαρκές, η Συνέλευσις αποφασίζει διά την αύξησίν του.
β) το αρχικόν ποσόν καταβολής εκάστης χώρας, προς σχηματισμόν του ανωτέρω κεφαλαίου ως και το ποσόν συμμετοχής εις την αύξησιν τούτου είναι ανάλογον προς την εισφοράν της χώρας ταύτης διά το έτος κατά το οποίον συνεστήθη το κεφάλαιον ή απεφασίσθη η αύξησις.
γ) Η αναλογία και ο τρόπος καταβολής αποφασίζονται υπό της συνελεύσεως τη προτάσει του Γενικού Διευθυντού και μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Συντονισμού της Οργανώσεως.
7. α) Η συμφωνία ως προς την έδραν συναφθείσα μετά της χώρας εις το έδαφος της οποίας η Οργάνωσις έχει την έδραν της προβλέπει ότι εάν το αποθεματικόν κεφάλαιον είναι ανεπαρκές, η χώρα αύτη χορηγεί προκαταβολάς. Το ποσόν των προκαταβολών τούτων και των προϋποθέσεων της χορηγήσεώς των ρυθμίζονται δι` ιδιαιτέρων συμφωνιών μεταξύ της εν λόγω χώρας και της οργανώσεως. Καθ` ον χρόνον κρίνεται η χορήγησις προκαταβολής η χώρα αύτη διαθέτει αυτεπαγγέλτως μίαν έδραν εις την Εκτελεστικήν Επιτροπήν.
β) Η αναφερομένη εις το εδάφιον α` χώρα και ο οργανισμός έχουν εκάτερος το δικαίωμα να καταγγέλλουν την υποχρέωσιν της χορηγήσεως προκαταβολών δι` εγγράφου κοινοποιήσεως. Η καταγγελία ισχύει 3 έτη μετά το τέλος του έτους κατά την διάρκειαν του οποίου γνωστοποιείται αύτη.
8. Ο έλεγχος και η επαλήθευσις των λογαριασμών εξασφαλίζεται κατά την διαδικασίαν την προβλεπομένην υπό οικονομικού κανονισμού υπό μιάς ή περισσοτέρων χωρών της Ενώσεως ή υπό εξωτερικών ελεγκτών οριζομένων υπό της Συνελεύσεως τη συναινέσει των.
Άρθρον 17.
1. Προτάσεις τροποποιήσεως των άρθρων 13, 14, 15 και 16 και του παρόντος άρθρου δύνανται να υποβληθώσι παρ` εκάστης χώρας μέλους της Συνελεύσεως, παρά της Εκτελεστικής Επιτροπής ή παρά του Γενικού Διευθυντού. Αι προτάσεις αύται γνωστοποιούνται παρά του τελευταίου τούτου εις τας χώρας μέλη της Συνελεύσεως τουλάχιστον 6 μήνας προ της υποβολής των προς εξέτασιν υπό της Συνελεύσεως.
2. Πάσα τροποποίησις των εις την παράγραφον 1 αναφερομένων άρθρων εγκρίνεται υπό της Συνελεύσεως. Η έγκρισις απαιτεί τα τρία τέταρτα των ψήφων. Πάντως κάθε τροποποίησις του άρθρου 13 και της παρούσης παραγράφου απαιτεί τα τέσσαρα πέμπτα των εκφραζομένων ψήφων.
3. Πάσα τροποποίησις των αναφερομένων εις την παράγραφον 1 άρθρων τίθεται εν ισχύϊ ένα μήνα από της λήψεως υπό του Γενικού Διευθυντού των γραπτών κοινοποιήσεων αποδοχής επιτευχθείσης συμφώνως προς τας σχετικάς διατάξεις του Καταστατικού εκ των τριών τετάρτων των χωρών αι οποίαι απετέλουν μέλη της Συνελεύσεως κατά τον χρόνον της εγκρίσεως της τροποποιήσεως. Πάσα τροποποίησις των ανωτέρω άρθρων γενομένη δεκτή ως ανωτέρω δεσμεύει όλας τας χώρας μέλη της Συνελεύσεως κατά τον χρόνον της ενάρξεως ισχύος της τροποποιήσεως ή τας χώρας αι οποίαι γίνονται μέλη εις μίαν μεταγενεστέραν ημερομηνίαν. Εν πάση περιπτώσει πάσα τροποποίησις δια της οποίας αυξάνονται αι οικονομικαί υποχρεώσεις των χωρών της Ενώσεως δεν δεσμεύει ει μη μόνον τα χώρας εκείνας αι οποίαι έχουσι γνωστοποιήσει την παραδοχήν της τοιαύτης τροποποιήσεως.
Άρθρον 18.
1. Η παρούσα σύμβασις υπόκειται εις αναθεωρήσεις με σκοπόν δια βελτιώσεων να τελειοποιηθή το σύστημα της Ενώσεως.
2. Προς τον σκοπόν τούτον συσκέψεις θα λαμβάνουν χώραν διαδοχικώς εις μίαν των χωρών της Ενώσεως μεταξύ των εκπροσώπων των ειρημένων χωρών.
3. Αι τροποποιήσεις των άρθρων 13-17 διέποντα των διατάξεων του άρθρου 17.
Άρθρον 19.
Οίκοθεν νοείται ότι αι χώραι της Ενώσεως επιφυλάσσονται του δικαιώματος να προβούν μεταξύ των εις ειδικάς συμφωνίας διά την προστασίαν της βιομηχανικής ιδιοκτησίας εφ` όσον αι συμφωνίαι αύται δεν αντίκεινται προς τας διατάξεις της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρον 20.
1. α) Εκάστη των χωρών της Ενώσεως υπογράφουσα την παρούσαν σύμβασιν δύναται να κυρώση ταύτην και εφ` όσον δεν προσυπέγραψε ταύτην να προσχωρήση εις ταύτην. Αι πράξεις κυρώσεως και προσχωρήσεως κατατίθενται εις τον Γενικόν Διευθυντήν.
β) εκάστη των χωρών της Ενώσεως δύναται να δηλώση, εις την πράξιν της κυρώσεως ή προσχωρήσεως ότι η κύρωσις ή η προσχώρησίς της δεν θα έχη εφαρμογήν (1) εις τα άρθρα 1-12 ή (2) εις τα άρθρα 13-17.
γ) εκάστη των χωρών της Ενώσεως η οποία, συμφώνως προς το εδάφιον (β), έχει αποκλείσει την εφαρμογήν της κυρώσεώς της ή της προσχωρήσεώς της μία εκ των δύο ομάδων των άρθρων των αναφερομένων εις το ρηθέν εδάφιον, δύναται ανά πάσαν στιγμήν μεταγενεστέρως να δηλώση ότι αύτη επεκτείνει την εφαρμογήν των συνεπειών της κυρώσεώς της ή της προσχωρήσεώς της εις την ομάδα ταύτην των άρθρων. Μία τοιαύτη δήλωσις κατατίθεται εις το Γενικόν Διευθυντήν.
2. α) Τα άρθρα 1-12 τίθενται εν ισχύι ως προς τας δέκα πρώτας χώρας της Ενώσεως αι οποίαι κατέθεσαν τα έγγραφα κυρώσεως ή προσχωρήσεως άνευ υποβολής δηλώσεως ως επιτρέπει τούτο η παράγραφος 1) β) 1) τρείς μήνας μετά την κατάθεσιν του δεκάτου εγγράφου κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως.
β) Τα άρθρα 13-17 τίθενται εν ισχύι ως προς τας δέκα πρώτας χώρας της Ενώσεως αι οποίαι έχουν καταθέσει έγγραφα κυρώσεως ή προσχωρήσεως άνευ υποβολής δηλώσεως ως επιτρέπει η παράγραφος 1) Β) 11) τρείς μήνας μετά την κατάθεσιν του δεκάτου εγγράφου κυρώσεως ή προσχωρήσεως.
γ) Υπό την επιφύλαξιν της αρχικής θέσεως εν ισχύϊ, συμφώνως προς τας διατάξεις των εδαφίων α) και β) εκάστης των δύο ομάδων άρθρων αναφερομένων εις την παράγραφον 1) β) 1) και 11), και υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παραγράφου 1) β), τα άρθρα 1-17 ισχύουν δι` εκάστην χώραν της Ενώσεως, εκτός των αναφερομένων εις τα εδάφια: α) και β) ήτις καταθέτει έγγραφον κυρώσεως ή προσχωρήσεως, καθώς και δι` εκάστην χώραν της Ενώσεως ήτις καταθέτει δήλωσιν κατ` εφαρμογήν της παραγράφου 1) γ), τρείς μήνας από της ημερομηνίας κοινοποιήσεως υπό του Γενικού Διευθυντού μιάς τοιαύτης καταθέσεως εκτός εάν υποδικνύεται εις την κατατεθείσαν σχετικήν πράξιν μεταγενεστέρα ημερομηνία. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν η παρούσα πράξις ισχύει διά την χώραν ταύτην από της ούτως αναφερομένης ημερομηνίας.
3. Δι` εκάστην χώραν της Ενώσεως ήτις καταθέτει πράξιν κυρώσεως ή προσχωρήσεως τα άρθρα 18-30 τίθενται εν ισχύι την πρώτην ημερομηνίαν κατά την οποίαν μία οιαδήποτε των ομάδων άρθρων των αναφερομένων εις την παράγραφον 1) β) τίθεται εν ισχύι διά την χώραν ταύτην συμφώνως προς την παράγραφον 2 α) ή γ).
Άρθρον 21
1. Εκάστη χώρα ξένη προς την Ενωσιν δύναται να προσχωρήση εις την παρούσαν Πράξιν και να καταστή εκ του γεγονότος τούτου, μέλος της Ενώσεως. Τα έγγραφα προσχωρήσεως κατατίθενται εις τον Γενικόν Διευθυντήν.
2. Προκειμένου περί χώρας ξένης προς την Ενωσιν ήτις κατέθεσε τα έγγραφα της προσχωρήσεως ένα μήνα ή περισσότερον προ της ημερομηνίας της θέσεως εν ισχύϊ των διατάξεων της παρούσης πράξεως η ανωτέρω πράξις θα τεθή εν ισχύϊ κατά ην ημερομηνίαν καθ` ην τίθενται εν ισχύϊ αι διατάξεις δια πρώτην φοράν κατ` εφαρμογήν του άρθρου 20 2) α) ή β) εκτός αν αναφέρεται εις την ανωτέρω πράξιν προσχωρήσεως μεταγενεστέρα ημερομηνία. Εν τούτοις:
Ι) εάν τα άρθρα 1-12 δεν τίθενται εν ισχύϊ κατ` αυτήν την ημερομηνίαν, μια τοιαύτη χώρα θα δεσμεύεται κατά την μεσολαβούσαν περίοδον προ της ισχύος των διατάξεων τούτων και εις αναπλήρωσιν τούτων υπό των άρθρων 1-12 της πράξεως (Συμβάσεως) της Λισσαβώνος.
ΙΙ) εάν τα άρθρα 13-17 δεν ετέθησαν εν ισχύϊ κατά την ημερομηνίαν ταύτην, μια τοιαύτη χώρα θα δεσμεύεται κατά την περίοδον προ της ισχύος των διατάξεων τούτων και εις αναπλήρωσιν τούτων, υπό των άρθρων 13 και 14 3), 4) και 5) της Πράξεως (Συμβάσεως) της Λισσαβώνος. Εάν μία χώρα υποδεικνύη μεταγενεστέραν ημερομηνίαν εις το έγγραφον προσχωρήσεώς της, η παρούσα πράξις ισχύει διά την χώραν ταύτην από της υποδεικνυομένης ούτως ημερομηνίας. β) προκειμένου περί χώρας ξένης προς την Ενωσιν ήτις κατέθεσε έγγραφον προσχωρήσεως εις μεταγενεστέραν ημερομηνίαν της ενάρξεως της ισχύος μιας μόνον ομάδος άρθρων της παρούσης Πράξεως ή εις ημερομηνίαν προγενεστέρας ταύτης τουλάχιστον ενός μηνός, η παρούσα πράξις τίθεται εν ισχύϊ υπό την επιφύλαξιν των προβλεπομένων εις το εδάφιον α) τρείς μήνας από της ημερομηνίας καθ` ην η προσχώρησίς της εκοινοποιήθη υπό του Γενικού Διευθυντού, εκτός αν υποδεικνύεται μία μεταγενεστέρα ημερομηνία εις το έγγραφον προσχωρήσεως. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν η παρούσα πράξις τίθεται εν ισχύι διά την χώραν ταύτην εις την ούτω υποδεικνυομένην ημερομηνίαν.
3. Προκειμένου περί χώρας ξένης εις την Ενωσιν, ήτις κατέθεσε έγγραφον προσχωρήσεως μετά την ημερομηνίαν θέσεων εν ισχύϊ της παρούσης πράξεως εν τω συνόλω της ή τουλάχιστον ένα μήνα προ της ημερομηνίας ταύτης η παρούσα τάξις (σύμβασις) ισχύει τρείς μήνες από της ημερομηνίας καθ` ην η προσχώρησις της εκοινοποιήθη υπό του Γενικού Διευθυντού, εκτός εάν υποδεικνύεται μεταγενεστέρα ημερομηνία εις το έγγραφον προσχωρήσεως. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν η παρούσα πράξις θα ισχύη διά την χώραν ταύτην κατά την ούτως υποδεικνυομένην ημερομηνίαν.
Άρθρον 22
Υπό την επιφύλαξιν των προβλεπομένων εξαιρέσεως των άρθρων 20-1) β) και 28-2), η κατακύρωσις ή προσχώρησις συνεπάγεται κατά πλήρες δικαίωμα την αποδοχήν όλων των όρων και την παραδοχήν όλων των υπό της παρούσης πράξεως καθοριζομένων πλεονεκτημάτων.
Άρθρον 23
Μετά την θέσιν εν ισχύι της παρούσης πράξεως εν τω συνόλω της μία χώρα δεν θα δύναται να προσχωρή εις πράξεις προγενεστέρας της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρον 24
1. Πάσα χώρα δύναται να δηλώση εις το έγγραφον κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως ή δύναται να πληροφορήση τον Γεν. Δ/ντήν εγγράφως ανά πάσαν μεταγενεστέραν στιγμήν ότι η παρούσα σύμβασις εφαρμόζεται εις ολόκληρον ή τμήμα της επικρατείας καθοριζόμενον εις την δήλωσιν ή την κοινοποίησιν (γνωστοποίησιν) διά την οποίαν αναλαμβάνει την ευθύνην των εξωτερικών σχέσεων.
2. Πάσα χώρα ήτις προέβη εις μίαν τοιαύτην δήλωσιν ή μίαν τοιαύτην γνωστοποίησιν δύναται ανά πάσαν στιγμήν να γνωρίση εις τον Γεν. Δ/ντήν ότι η παρούσα Σύμβασις παύει ισχύουσα εις ολόκληρον ή τμήμα της επικρατείας.
3. α) Πάσα δήλωσις γενομένη δυνάμει της παραγράφου 1 λαμβάνει ισχύν την ιδίαν ημερομηνίαν την αναφερομένην εις τα έγγραφα κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως και πάσα κοινοποίησις ενεργουμένη δυνάμει της παραγράφου ταύτης θα ισχύει τρείς μήνας από της κοινοποιήσεώς της υπό του Γεν. Δ/ντού.
β) Πάσα κοινοποίησις ενεργουμένη δυνάμει της παραγράφου 2 θα αρχίση να ισχύη μετά δώδεκα μήνας από της παραλαβής της υπό του Γεν. Δ/ντού.
Άρθρον 25
1. Πάσα χώρα μέλος της παρούσης Συμβάσεως, αναλαμβάνει την υποχρέωσιν, συμφώνως προς το Καταστατικόν, να εφαρμόση τα κατάλληλα μέτρα προς εξασφάλισιν της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως (2). Εξυπακούεται ότι όταν μία χώρα καταθέτη τα σχετικά έγγραφα κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως θα είναι εις θέσιν συμφώνως προς την εσωτερικήν νομοθεσίαν της να θέση εις εφαρμογήν τας διατάξεις της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρον 26
1. Η παρούσα Σύμβασις παραμένει εν ισχύϊ άνευ περιορισμού διαρκείας.
2. Πάσα χώρα δύναται να καταγγείλη την παρούσαν σύμβασιν δια κοινοποιήσεως προς τον Γεν. Δ/ντήν. Η καταγγελία αύτη συνεπάγεται επίσης και την καταγγελίαν όλων των προγενεστέρων πράξεων και δεν ισχύει ειμή μόνον επί της χώρας ήτις ενεργεί την τοιαύτην καταγγελίαν, της συμβάσεως παραμενούσης εν ισχύϊ διά τας λοιπάς χώρας της Ενώσεως.
3. Η καταγγελία θα αρχίση να ισχύη μετά εν έτος από της ημέρας της λήψεως της κοινοποιήσεως υπό του Γενικού Διευθυντού.
4. Το δικαίωμα της προβλεπομένης υπό του παρόντος άρθρου καταγγελίας δεν δύναται να ασκηθή παρά μιας χώρας πρό της λήξεως μιας προθεσμίας πέντε ετών από της ημερομηνίας καθ` ην κατέστη μέλος της Ενώσεως.
Άρθρον 27
1. Η παρούσα Σύμβασις αντικαθιστά, εις τας σχέσεις μεταξύ των χωρών εις τας οποίας εφαρμόζεται και εντός των ορίων εφαρμογής της, την Σύμβασιν των Παρισίων της 20ής Μαρτίου 1883 και τας μεταγενεστέρας πράξεις αναθεωρήσεως. 2. α) Προκειμένου περί χωρών εις τας οποίας η παρούσα Σύμβασις δεν εφαρμόζεται ή δεν εφαρμόζεται καθ` ολοκληρίαν αλλά εις τας οποίας εφαρμόζεται η πράξις της Λισσαβώνος της 31 Οκτωβρίου 1958, η τελευταία αύτη παραμένει εν ισχύϊ εν τω συνόλω της ή καθ` ο μέρος η παρούσα Σύμβασις δεν την αντικαθιστά δυνάμει της παραγράφου 1.
β) Ομοίως, προκειμένου περί χωρών εις τας οποίας δεν εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβασις ούτε μέρη αυτής ούτε η πράξις της Λισαββώνος της 31 Οκτωβρίου 1958 παραμένει εν ισχύϊ η πράξις του Λονδίνου της 2 Ιουνίου 1934 εν τω συνόλω της ή καθ` ο μέρος η παρούσα Σύμβασις δεν την αντικαθιστά δυνάμει της παραγράφου 1.
γ) Ομοίως προκειμένου περί χωρών εις τας οποίας δεν έχει εφαρμογήν η παρούσα πράξις ούτε μέρος αυτής ούτε η πράξις της Λισσαβώνος ούτε η πράξις του Λονδίνου, η πράξις της Χάγης της 6ης Νοεμβρίου 1925 παραμένει εν ισχύει εν τω συνόλω της ή καθ` ο μέρος η παρούσα πράξις δεν την αντικαθιστά δυνάμει της παραγράφου 1.
3. Χώραι ξέναι εις την Ενωσιν αίτινες γίνονται μέλη της παρούσας πράξεως εφαρμόζουν ταύτην εις τας σχέσεις των με πάσαν χώραν της Ενώσεως η οποία δεν είναι συμβαλλόμενον μέρος εις την εν λόγω Σύμβασιν ή η οποία αν και τυγχάνη συμβαλλόμενον μέρος, έχει προβή εις την δήλωσιν της προβλεπομένης εις το άρθρον 20.1) β) 1). Αι ειρημέναι χώραι δέχονται ότι η εν λόγω χώρα της Ενώσεως εφαρμόζει εις τας σχέσεις των με αυτάς τας διατάξεις της πλέον προσφάτου Συμβάσεως ης τυγχάνει συμβαλλόμενον μέρος.
Άρθρον 28
1. Πάσα διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων χωρών της Ενώσεως αφορώσα εις την ερμηνείαν ή την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως ήτις δεν θα ρυθμίζεται δια της οδού των διαπραγματεύσεων δύναται να φέρεται παρ` οιασδήποτε των χωρών προς εκδίκασιν ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου δι` αιτήσεως συμφώνως προς τον Κανονισμόν του δικαστηρίου, εκτός αι αι διάδικοι χώραι συμφωνούν προς διακανονισμόν κατ` άλλον τρόπον. Το Διεθνές Γραφείον θα ενημερώνεται παρά της αιτούσης την εκδίκασιν της διαφοράς χώρας και δι` αυτού θα λαμβάνουν γνώσιν ταύτης και αι άλλαι χώραι της Ενώσεως.
2. Πάσα χώρα δύναται κατά την υπογραφήν της παρούσης συμβάσεως ή της καταθέσεως των σχετικών εγγράφων κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως, να δηλώνη ότι δεν θεωρεί εαυτήν δεσμευμένην υπό των διατάξεων της παραγράφου 1. `Οσον αφορά τας διαφοράς μεταξύ μιας τοιαύτης χώρας και πάσης άλλης χώρας της Ενώσεως, αι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται.
3. Πάσα χώρα η οποία προβαίνει εις δήλωσιν συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου 2 δύναται ανά πάσαν στιγμήν να την ανακαλέση δια κοινοποιήσεως απευθυνομένης προς τον Γεν. Δ/ντήν.
Άρθρον 29
1. α) Η παρούσα πράξις υπεγράφη εις εν μόνον αντίγραφον εις την γαλλικήν γλώσσαν και κατετέθη παρά τη Κυβερνήσει της Σουηδίας.
β) Επίσημα κείμενα εκδίδονται υπό του Γεν. Δ/ντού κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων Κυβερνήσεων εις την γερμανικήν, αγγλικήν, ισπανικήν, ιταλικήν, πορτογαλικήν και ρωσσικήν και εις άλλας γλώσσας τας οποίας δυνατόν να υποδείξη η συνέλευσις.
γ) Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως επί της ερμηνείας των διαφόρων κειμένων επικρατέστερον θα είναι το γαλλικόν κείμενον.
2. Η παρούσα Σύμβασις θα παραμείνη ανοικτή προς υπογραφήν εις Στοκχόλμην μέχρι 13 Ιανουαρίου 1968. 3. Ο Γεν. Δ/ντής μεταβιβάζει δύο αντίγραφα κεκυρωμένα παρά της Κυβερνήσεως της Σουηδίας, του υπογραφέντος κειμένου της παρούσης πράξεως προς τας Κυβερνήσεις όλων των χωρών της Ενώσεως και τη αιτήσει προς την Κυβέρνησιν πάσης άλλης χώρας.
4. Ο Γεν. Δ/ντής καταθέτει την παρούσαν Σύμβασιν εις την Γραμματείαν του Ο.Η.Ε.
5. Ο Γεν. Δ/ντής κοινοποιεί εις τας Κυβερνήσεις όλων των χωρών της Ενώσεως τας υπογραφάς, τας καταθέσεις των σχετικών εγγράφων κατακυρώσεως ή προσχωρήσεως και τας δηλώσεις τας συμπεριλαμβανομένας εις τα έγγραφα ταύτα ή γενομένας κατ` εφαρμογήν του άρθρου 20.1) γ), την έναρξιν ισχύος όλων των διατάξεων της παρούσης πράξεως, τας σχετικάς κοινοποιήσεις καταγγελίας και τας σχετικάς κοινοποιήσεις τας γενομένας κατ` εφαρμογήν του άρθρου 24.
Άρθρον 30
1. Μέχρι της αναλήψεως των καθηκόντων του υπό του πρώτου Γεν. Δ/ ντού, αι διάφοροι εκθέσεις, δυνάμει της παρούσης πράξεως, προς το Διεθνές Γραφείον της Οργανώσεως ή προς το Γεν. Δ/ντήν θεωρούνται ως αναφερόμεναι αντιστοίχως προς το Γραφείον της Ενώσεως ή προς τον Διευθυντήν της.
2. Αι χώραι της Ενώσεως, αι οποίαι δεν δεσμεύονται υπό των άρθρων 13-17 δύνανται κατά την διάρκειαν περιόδου πέντε ετών από της ενάρξεως της ισχύος της Συμβάσεως της συνιστώσης τον οργανισμόν να ασκούν, εφ` όσον το επιθυμούν, τα προβλεπόμενα υπό των άρθρων 13-17 της παρούσης δικαιώματα ως εάν εδεσμεύοντο υπό των άρθρων τούτων. Κάθε χώρα επιθυμούσα να ασκήση τα ρηθέντα δικαιώματα καταθέτει προς τον σκοπόν τούτον εις τον Γεν. Δ/ντήν έγγραφον κοινοποίησιν ισχύουσαν από της ημερομηνίας της παραλαβής της. Αι εν λόγω χώραι θεωρούνται ως μέλη της Συνελεύσεως μέχρι της λήξεως της ανωτέρω περιόδου.
3. Εφ` όσον αι χώραι της Ενώσεως δεν έχουν γίνει μέλη της Οργανώσεως το Διεθνές Γραφείον της Οργανώσεως θα ενεργή εξ ίσου ως Γραφείον της Ενώσεως, ο δε Γενικός Δ/ντής ως Διευθυντής του Γραφείου τούτου.
4. Οταν όλαι αι χώραι της Ενώσεως γίνουν μέλη της Οργανώσεως τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και τα αγαθά του Γραφείου της Ενώσεως θα περιέρχωνται εις το Διεθνές Γραφείον της Οργανώσεως. Εφ` ω οι κάτωθι υπογεγραμμένοι δεόντως προς τούτο εξουσιοδοτηθέντες υπογράφουν την παρούσαν πράξιν.
Συνετάγη εις Στοκχόλμην 14 Ιουλίου 1967.

Άρθρον δεύτερον
Η ισχύς απασών των διατάξεων της διά του παρόντος κυρουμένης συμβάσεως άρχεται από του εν παραγράφω 2 εδάφιον γ` του άρθρου 20 αυτής, οριζομένου χρόνου.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 13 Νοεμβρίου 1975

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ