ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 2085 ΦΕΚ Α΄170/20.10.1992

Ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης, λειτουργίας και προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ- ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΩΝ

Άρθρο 1
Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 1 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

1. Οι θέσεις του προσωπικού, που διέπεται από τον Υπαλληλικό Κώδικα (Π.Δ. 611/1977), κατατάσσονται σε κλίμακα βαθμών, οι οποίοι κατανέμονται κατά κατηγορία, ως ακολούθως:Α. Κατηγορία Ειδικών Θέσεων (ΕΘ)
Βαθμός α
Βαθμός β
Β. Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ)
Γ ενικός Διευθυντής
Διευθυντής Α΄
Διευθυντής Β΄
Τμηματάρχης Α΄
Τμηματάρχης Β΄
Εισηγητής Α΄
Εισηγητής Β΄
Γραμματέας Α΄
Γραμματέας Β΄
Δόκιμος Γραμματέας
Γ. Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ)
Διευθυντής Α΄
Διευθυντής Β΄
Τμηματάρχης Α΄
Τμηματάρχης Β΄
Εισηγητής Α΄
Εισηγητής Β΄
Γραμματέας Α΄
Γραμματέας Β΄
Δόκιμος Γραμματέας
Δ. Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ)
Τμηματάρχης Α΄
Τμηματάρχης Β΄
Εισηγητής Α΄
Εισηγητής Β΄
Γραμματέας Α΄
Γραμματέας Β΄
Γραφέας Α΄
Γραφέας Β΄
Δόκιμος Γραφέας
Ε. Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (YE)
Επιμελητής Α
Επιμελητής Β΄
Επιμελητής Γ΄
Βοηθός Υπάλληλος Α΄
Βοηθός Υπάλληλος Β΄
Βοηθός Υπάλληλος Γ΄
Δόκιμος Βοηθός

2. Οι θέσεις της Κατηγορίας ΠΕ κατατάσσονται στους βαθμούς από του Δόκιμου Γραμματέα, που είναι ο εισαγωγικός, μέχρι και του Γενικού Διευθυντή, που είναι ο καταληκτικός.

3. Οι θέσεις της Κατηγορίας ΤΕ κατατάσσονται στους βαθμούς από του Δόκιμου Γραμματέα, που είναι ο εισαγωγικός, μέχρι και του Διευθυντή Α, που είναι ο καταληκτικός.

4. Οι θέσεις της Κατηγορίας ΔΕ κατατάσσονται στους βαθμούς από του Δόκιμου Γραφέα, που είναι ο εισαγωγικός μέχρι και του Τμηματάρχη Α΄, που είναι ο καταληκτικός.

5. Οι θέσεις της κατηγορίας ΥΕ κατατάσσονται στους βαθμούς από του Δόκιμου Βοηθού, που είναι ο εισαγωγικός μέχρι και του Επιμελητή Α΄, που είναι ο καταληκτικός.

6. Η κατάταξη των θέσεων στους κλάδους κάθε κατηγορίας μπορεί, ανάλογα με τις διαρθρωτικές και λειτουργικές ανάγκες των υπηρεσιών, να μην εξαντλεί τη βαθμολογική κλίμακα των προηγούμενων παραγράφων.

7. Οργανικώς ενιαίες είναι οι θέσεις των επόμενων βαθμών:α) Του Δόκιμου Βοηθού μέχρι και του Βοηθού Υπαλλήλου Α΄ της Κατηγορίας ΥΕ. β) του Επιμελητή Γ και Β΄ της Κατηγορίας ΥΕ, γ) του Δόκιμου Γραφέα μέχρι και τού Γραμματέα Α΄ της Κατηγορίας ΔΕ, δ) του Δόκιμου Γραμματέα μέχρι και του Γραμματέα Α΄ των Κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ, ε) του Εισηγητή Β΄ και Α΄ των Κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, στ) του Τμηματάρχη Β΄ και Α΄ των Κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ και ζ) του Διευθυντή Β΄ και Α΄ των Κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ.

8. Όπου στην οργανωτική διάρθρωση των υπηρεσιών προβλέπονται εκτός από Διευθύνσεις και Υποδιευθύνσεις, ως προϊστάμενοι των Διευθύνσεων και των Υποδιευθύνσεων τοποθετούνται Διευθυντές Β΄ ή Α, ανεξάρτητα από την αρχαιότητά τους. Δεν επιτρέπεται να τοποθετείται Διευθυντής Α΄ υπό Διευθυντή Β.. Όπου στην οργανωτική διάρθρωση των υπηρεσιών προβλέπονται εκτός από Τμήματα και Γραφεία, ως προϊστάμενοι των Τμημάτων και των Γραφείων τοποθετούνται Τμηματάρχες Α΄ ή Β, ανεξάρτητα από την αρχαιότητά τους. Δεν επιτρέπεται να τοποθετείται Τμηματάρχης Α΄ υπό Τμηματάρχη Β΄. Στους οργανισμούς των δημοσίων υπηρεσιών και των Ν.Π.Δ.Δ. μπορεί να ορίζονται ως προϊστάμενοι ανεξαρτήτων Τμημάτων ή Γραφείων, που δεν υπάγονται σε διευθύνσεις, Διευθυντές Α΄ ή Β΄.

9. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπονται οι βαθμοί 1ος ή 2ος της Κατηγορίας Ειδικών Θέσεων, νοούνται οι βαθμοί α ή β αντιστοίχως.

10. Εισαγωγικός βαθμός των αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ) είναι ο βαθμός του Εισηγητή Β΄. Όσοι αποφοιτούν της Ε.Σ.Δ.Δ. και έχουν ήδη την ιδιότητα του υπαλλήλου του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. διορίζονται με το βαθμό που έχουν, εφόσον είναι ανώτερος του Εισηγητή Β΄ και διατηρούν το χρόνο υπηρεσίας που έχουν στον κατεχόμενο βαθμό.

11. Ανώτερος εισαγωγικός βαθμός της Κατηγορίας ΠΕ ορίζεται:α) Ο βαθμός του Γραμματέα Β΄, για τους κατόχους βασικού τίτλου σπουδών Α.Ε.Ι. διάρκειας άνω των τεσσάρων ετών ή περισσοτέρων βασικών τίτλων σπουδών Α.Ε.Ι. ή βασικού τίτλου σπουδών A.E.Ι. και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών συνολικής διάρκειας άνω των τεσσάρων ετών.

β) Ο βαθμός του Γραμματέα Α΄, για τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών διάρκειας δύο τουλάχιστον ετών, εφόσον απαιτείται ως τυπικό προσόν στον κλάδο που διορίζονται. Επίσης, για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος.

γ) Ο βαθμός του Εισηγητή Β΄, για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος, εφόσον απαιτείται ως τυπικό προσόν στον κλάδο που διορίζονται.

Για τους μεταπτυχιακούς τίτλους και τα διδακτορικά διπλώματα ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του εξωτερικού, απαιτείται σχετική βεβαίωση αναγνώρισης από το ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α.. Αν κατ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής διορισθεί υπάλληλος σε βαθμό ανώτερο υπηρετούντος υπαλλήλου στον ίδιο κλάδο, με όμοια τυπικά προσόντα σπουδών, ο υπηρετών υπάλληλος κατατάσσεται αυτοδικαίως στον ίδιο με το νεοδιοριζόμενο βαθμό και τίθεται πριν από αυτόν στην σειρά αρχαιότητας.

Άρθρο 2
Τρόπος προαγωγής δημοσίων υπαλλήλων
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

1. Οι προαγωγές των δημοσίων υπαλλήλων όλων των κατηγοριών (ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ, ΥΕ) ενεργούνται: α) κατ΄ απόλυτη εκλογή, β) κατ΄ εκλογή και γ) κατ΄ αρχαιότητα.

2. Ως προακτέοι, κατ΄ απόλυτη εκλογή, χαρακτηρίζονται οι υπάλληλοι που έχουν σε άριστο επίπεδο τα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στο χαρακτήρα, τη συμπεριφορά, την αφοσίωση στο καθήκον, τη διοικητική ικανότητα, τη γνώση του αντικειμένου τους, την πρωτοβουλία, δημιουργικότητα και αποτελεσματικότητα, είναι πάντοτε έτοιμοι να αντιμετωπίζουν απόλυτα, με ταχύτητα και ευστοχία, κάθε υπηρεσιακό θέμα και ανταποκρίνονται απόλυτα, κατά συνεκτίμηση και των στοιχείων κρίσης του επόμενου άρθρου, στις απαιτήσεις της υπηρεσίας για την άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού.

3. Ως προακτέοι, κατ΄ εκλογή, χαρακτηρίζονται οι υπάλληλοι που έχουν σε πολύ καλό επίπεδο τα ουσιαστικά προσόντα, που αναφέρονται στο χαρακτήρα, τη συμπεριφορά, την αφοσίωση στο καθήκον, τη διοικητική ικανότητα, τη γνώση του αντικειμένου τους, την πρωτοβουλία, δημιουργικότητα και αποτελεσματικότητα, είναι πάντοτε έτοιμοι να αντιμετωπίζουν πλήρως, με ταχύτητα και ευστοχία, κάθε υπηρεσιακό θέμα και ανταποκρίνονται πλήρως, κατά συνεκτίμηση και των στοιχείων κρίσης του επόμενου άρθρου, στις απαιτήσεις της υπηρεσίας για την άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού.

4. Ως προακτέοι, κατ αρχαιότητα, χαρακτηρίζονται οι υπάλληλοι που έχουν σε καλό επίπεδο τα ουσιαστικά προσόντα, που αναφέρονται στο χαρακτήρα, τη συμπεριφορά. την αφοσίωση στο καθήκον, τη διοικητική ικανότητα, τη γνώση του αντικειμένου τους, την πρωτοβουλία, δημιουργικότητα και αποτελεσματικότητα. είναι πάντοτε έτοιμοι να αντιμετωπίζουν επαρκώς τα υπηρεσιακά θέματα και ανταποκρίνονται επαρκώς, κατά συνεκτίμηση και των στοιχείων κρίσης του επόμενου άρθρου, στις απαιτήσεις της υπηρεσίας για την άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού.

5. Οι υπάλληλοι, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, κρίνονται μη προακτέοι.

Άρθρο 3
Στοιχεία για το σχηματισμό κρίσης
Σημ.: όπως το άρθρο 3 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

1. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, προκειμένου να κρίνει, λαμβάνει υπόψη:α) Κατά κύριο λόγο, τη γενική βαθμολογία των εκθέσεων ουσιαστικών προσόντων, που συντάχθηκαν κατά την τελευταία πενταετία, καθώς και τα λοιπά στοιχεία του προσωπικού μητρώου του, μεταξύ των οποίων και την αρχαιότητα στο βαθμό, που προσδιορίζουν την ικανότητα για την άσκηση των καθηκόντων του ανώτερου βαθμού, και που εκτιμώνται ελευθέρως.

β) Τα στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου.

γ) Το χρόνο υπηρεσίας στις παραμεθόριες, νησιωτικές και προβληματικές περιοχές.

δ) Πιστοποιητικά επιτυχούς αποφοίτησης από εκπαιδευτικά προγράμματα υπαλλήλων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. στην ημεδαπή ή αλλοδαπή.

ε) Μεταπτυχιακούς τίτλους ή πιστοποιητικά σπουδών και διδακτορικά διπλώματα, που συνδέονται με τα αντικείμενα της υπηρεσίας.

στ) Την άριστη γνώση ξένων γλωσσών.

ζ) Την επιτυχή αποφοίτηση από πρόγραμμα προαγωγικής εκπαίδευσης του άρθρου 36 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α΄).

η) Κάθε άλλο κατά την κρίση του χρήσιμο στοιχείο ή έγγραφο.

2. Ο χρόνος απομάκρυνσης του υπαλλήλου από την υπηρεσία, λόγω αναρρωτικών αδειών, μπορεί κατ΄ ελεύθερη εκτίμηση του υπηρεσιακού συμβουλίου, να αποτελεί αρνητικό στοιχείο κρίσης, για την κατάταξη του κρινομένου στους πίνακες προακτέων.

3. Η παράγραφος 10 του άρθρου 36 του Ν. 1943/1991 καταργείται.

Άρθρο 4
Χρόνος προαγωγής
Για την προαγωγή των υπαλλήλων απαιτείται:α) Στους κλάδους της Κατηγορίας ΠΕ, από Δόκιμος Γραμματέας μέχρι και Εισηγητής Β΄, διετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό, από Εισηγητής Β΄ μέχρι και Διευθυντής Α, τριετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό.

β) Στους κλάδους της Κατηγορίας ΤΕ, από Δόκιμος Γραμματέας σε Γραμματέα Β΄, διετής υπηρεσία, από Γραμματέας Β΄ μέχρι και Εισηγητής Α΄, τριετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό, από Εισηγητής Α΄ μέχρι και Τμηματάρχης Α΄, τετραετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό, από Τμηματάρχης Α΄ μέχρι και Διευθυντής Α΄, τριετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό.

γ) Στους κλάδους της Κατηγορίας ΔΕ, από Δόκιμος Γραφέας σε Γραφέα Β΄, διετής υπηρεσία, από Γραφέας Β΄ μέχρι και Εισηγητής Β΄, τριετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό, από Εισηγητής Β΄ μέχρι και Τμηματάρχης Α, τετραετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό.

δ) Στους κλάδους της Κατηγορίας ΥΕ, από Δόκιμος Βοηθός σε Βοηθό Υπάλληλο Γ΄, διετής υπηρεσία, από Βοηθός Υπάλληλος Γ΄ σε Βοηθό Υπάλληλο Β΄, πενταετής υπηρεσία, από Βοηθός Υπάλληλος Β΄ μέχρι και Επιμελητής Γ΄, εξαετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό, από Επιμελητής Γ΄ μέχρι και Επιμελητής Α΄, τετραετής υπηρεσία σε κάθε βαθμό.

Σημ.: όπως το άρθρο 4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

Άρθρο 5
Σύστημα προαγωγών
Σημ.: όπως το άρθρο 5 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

1. Οι προαγωγές των υπαλλήλων κλάδων ΠΕ και ΤΕ μέχρι και του βαθμού του Εισηγητή Α΄, κλάδων ΔΕ μέχρι και του βαθμού του Γραμματέα Α΄ και κλάδων ΥΕ μέχρι και του βαθμού Βοηθού Υπαλλήλου Α΄ ενεργούνται, κατά σειρά προτεραιότητας: α) κατ΄ απόλυτη εκλογή, β) κατ΄ εκλογή, γ) κατ΄ αρχαιότητα. Οι κρινόμενοι ως μη προακτέοι παραλείπονται.

2. Οι προαγωγές των υπαλλήλων κλάδων ΠΕ και ΤΕ στους βαθμούς Τμηματάρχη Β΄ και Α΄ και Διευθυντή Β΄ και Α΄, κλάδων ΔΕ στους βαθμούς Εισηγητή Β΄ και Α΄ και Τμηματάρχη Β΄ και Α΄ και κλάδων ΥΕ στους βαθμούς Επιμελητή Γ΄, Β΄ και Α΄ ενεργούνται μόνο εφόσον υπάρχουν προακτέοι κατ΄ απόλυτη εκλογή ή κατ΄ εκλογή.

3. Για την εφαρμογή των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους, το υπηρεσιακό συμβούλιο από τον κατά το άρθρο 163 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977) πίνακα καταρτίζει πίνακα αρχαιότητας των υπαλλήλων, οι οποίοι μέχρι τέλους Απριλίου του επόμενου έτους συμπληρώνουν τον απαιτούμενο για προαγωγή χρόνο, εφόσον κατά τον Απρίλιο του έτους κατάρτισης των κατωτέρω πινάκων προακτέων έχουν τα απαιτούμενα λοιπά τυπικά προσόντα για προαγωγή.Με βάση τον πίνακα αυτόν, το υπηρεσιακό συμβούλιο με αυτοτελή κρίση για κάθε υπάλληλο καταρτίζει και τους ακόλουθους πίνακες:

α) Πίνακα προακτέων κατ΄ απόλυτη εκλογή.

β) Πίνακα προακτέων κατ΄ εκλογή.

γ) Πίνακα προακτέων κατ΄ αρχαιότητα.

δ) Πίνακα μη προακτέων.

Οι παραπάνω πέντε πίνακες καταρτίζονται, χωριστά κατά βαθμούς και κλάδους, εντός του μηνός Απριλίου κάθε έτους.

Η σειρά εγγραφής στους πίνακες των κατ΄ απόλυτη εκλογή, κατ΄ εκλογή και κατ΄ αρχαιότητα προακτέων γίνεται κατά φθίνουσα σειρά της γενικής βαθμολογίας των εκθέσεων αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων και ανεξάρτητα από σειρά αρχαιότητας. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, προηγείται στη σειρά εγγραφής ο αρχαιότερος. Η ύπαρξη πειθαρχικής ποινής επιτρέπει, κατ΄ εκτίμηση του υπηρεσιακού συμβουλίου, την εγγραφή του υπαλλήλου σε κατώτερη σειρά. Αν από τις οργανικές διατάξεις προβλέπεται να συντρέχουν για προαγωγή στην ίδια θέση υπάλληλοι περισσότερων κλάδων, οι ανωτέρω πίνακες α-γ περιλαμβάνουν τους υπαλλήλους των κλάδων αυτών.

4. Στο βαθμό του Γεν. Διευθυντή προάγεται Διευθυντής Α΄, με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, με απόφαση του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου της παρ. 7 του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), εφόσον, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 (παρ. 2) και 3 του παρόντος, με συνεκτίμηση και των στοιχείων της παρ. 6 του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990, κρίνεται προακτέος κατ΄ απόλυτη εκλογή. Η αρχαιότητα στο βαθμό του ΔΙευθυντή Α΄ δεν λαμβάνεται υπόψη ως στοιχείο κρίσης για την προαγωγή στο βαθμό του Γενικού Διευθυντή, ούτε καταρτίζονται πίνακες προακτέων, αλλά τηρείται η διαδικασία του τελευταίου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990

5. Επαναφέρονται σε ισχύ οι διατάξεις των άρθρων 159 (εκτός των παραγράφων 2 και 3), 163 και 173 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977). Όπου στο άρθρο 173 αναφέρονται τα άρθρα 165, 167 και 170 του Υπαλληλικού Κώδικα, νοείται το άρθρο 5 του παρόντος.

6. Οι πρώτοι, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, πίνακες προακτέων καταρτίζονται τον Απρίλιο του έτους 1993.

7. Οι διατάξεις των άρθρων 4, 5, 6, 7 παρ. 1 και 2, 8 και 9 του Ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37 Α΄) καταργούνται.

Άρθρο 6
Υπηρεσιακά συμβούλια – Αρχαιότητα – Προβάδισμα

1. Όπου προβλέπονται, ως μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων, υπάλληλοι με βαθμό Α΄, ορίζονται εφεξής υπάλληλοι με βαθμό Γενικού Διευθυντή ή Διευθυντή Α΄ ή Β΄.Ο κατά βαθμόν ανώτερος ή αρχαιότερος των υπαλλήλων του προηγουμένου εδαφίου ορίζεται δεύτερος αναπληρωτής του προέδρου. Όταν προεδρεύει ο δεύτερος αναπληρωτής, συμμετέχει ως μέλος ο αναπληρωτής του προεδρεύοντος.

Σημ.: όπως η παρ. 1 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

2. Το προβλεπόμενο από το άρθρο 6 παράγραφος 2 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977) υπηρεσιακό συμβούλιο καταργείται. Οι αρμοδιότητές του ασκούνται εφεξής από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο της παρ. 7 του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990, συγκροτούμενο κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής.

3. Επαναφέρονται σε ισχύ τα άρθρα 196, 197 και 294 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977). Όπου στο άρθρο 197 αναφέρονται κλάδοι ΑΤ, ΑΡ, ΜΕ και ΣΕ, νοούνται αντίστοιχα οι κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ. Η παραπομπή στο άρθρο 64 του Υπαλληλικού Κώδικα νοείται ως παραπομπή στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου.

4. Το κατά το άρθρο 197 του Υπαλληλικού Κώδικα προβάδισμα δεν εμποδίζει την τοποθέτηση υπαλλήλων προβαδίζουσας κατηγορίας μέχρι και του βαθμού του Εισηγητή Α΄ σε οργανική μονάδα, στην οποία προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας, η οποία έπεται κατά το προβάδισμα.

5. Οι υπάλληλοι υποχρεούνται να εκτελούν και συναφείς με την ειδικότητα ή τα καθήκοντά τους εργασίες ή εργασίες για τις οποίες έχουν, κατά την κρίση της υπηρεσίας, την απαιτούμενη εμπειρία ή ειδίκευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ – ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ – ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 7
Τοποθέτηση

1. Διοριζόμενος υπάλληλος όλων των Κατηγοριών (ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ, ΥΕ) δεν τοποθετείται στους νομούς Αττικής ή Θεσσαλονίκης ούτε στις πόλεις Πάτρα, Κόρινθο, Χαλκίδα, Λάρισα, Βόλο, Σέρρες, Καβάλα, Ιωάννινα και Ηράκλειο, εφόσον ο κλάδος στον οποίο διορίζεται έχει κενές θέσεις κατανεμημένες εκτός των νομών και των πόλεων αυτών. Ο διοριζόμενος τοποθετείται υποχρεωτικά στη θέση για την οποία συμμετέσχε με δήλωσή του στη διαδικασία πρόσληψης. Η έλλειψη δήλωσης αποκλείει το διορισμό.

2. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο τοποθετούμενοι υποχρεούνται να υπηρετήσουν για μια, τουλάχιστον, πενταετία στη θέση που τοποθετήθηκαν. Απαγορεύεται μετάθεση, μετάταξη ή απόσπαση, με εξαίρεση την απόσπαση για φοίτηση στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, καθώς και η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας, κατά τη διάρκεια της πενταετίας. Η παρακολούθηση προγραμμάτων των άρθρων 32, 33, 34 και 35 του Ν. 1943/1991 επιτρέπεται.

3. Ο υπάλληλος υποχρεούται να μην εκτελέσει διαταγή, η οποία παραβιάζει τις διατάξεις της παρ. 2 του παρόντος, άλλως παραπέμπεται υποχρεωτικά στο υπηρεσιακό συμβούλιο με το ερώτημα της απόλυσης. Η καταβολή αποδοχών στο υπηρεσιακό όργανο, που εξέδωσε τη διαταγή ή συνέπραξε στην έκδοσή της, διακόπτεται από την ημέρα έκδοσης μέχρι την ημέρα ανάκλησης αυτής.

4. Ως πόλη, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, νοείται η περιοχή σε ακτίνα τριάντα (30) χιλιομέτρων από το κέντρο αυτής.

5. Το πρώτο εδάφιο της παράγραφος 2 και η παράγραφος 3 του άρθρου 132 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977) καταργούνται.

6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται για τους διοριζομένους σύμφωνα με το άρθρο 91 του Ν. 1943/1991

Άρθρο 8
Μεταθέσεις
Α. Κατηγορίες μεταθέσεων.1. Οι μεταθέσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που υπάγονται στον Υπαλληλικό Κώδικα ενεργούνται:

α) με αίτηση του υπαλλήλου,

β) χωρίς αίτηση του υπαλλήλου,

γ) για εξαιρετικούς λόγους, με αίτηση ή χωρίς αίτηση του υπαλλήλου.

2. Η μετάθεση με αίτηση του υπαλλήλου προηγείται της μετάθεσης χωρίς αίτηση και η μετάθεση για εξαιρετικούς λόγους των δύο άλλων κατηγοριών μεταθέσεων.

Β. Μετάθεση από περιφερειακή υπηρεσία στο νομό Αττικής ή Θεσσαλονίκης ή σε άλλα αστικά κέντρα.

1. Δεν επιτρέπεται μετάθεση υπαλλήλου σε υπηρεσία του νομού Αττικής ή Θεσσαλονίκης ή των πόλεων Πάτρας, Κορίνθου, Χαλκίδας, Λάρισας, Βόλου, Σερρών, Καβάλας, Ιωαννίνων και Hρακλείου, αν δεν έχει υπηρετήσει πέντε (5) τουλάχιστον έτη εκτός των νομών και των πόλεων αυτών, από τα οποία τρία τουλάχιστο συνεχή έτη στο νομό που υπηρετεί.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, η νήσος των Κυθήρων θεωρείται ότι δεν ανήκει στο νομό Αττικής.

3. Για την κάλυψη με μετάθεση κενών θέσεων υπηρεσιών των νομών και των πόλεων της παρ. 1, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

α. Η εκτός των ανωτέρω νομών και πόλεων υπηρεσία του υπαλλήλου, η οποία εκτιμάται με τους ακόλουθους συντελεστές:

1. Έξι (6), για κάθε έτος υπηρεσίας σε παραμεθόρια και προβληματική Α΄ κατηγορίας περιοχή.

2. Πέντε και 1/2 (5,5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε παραμεθόρια και προβληματική Β΄ κατηγορίας περιοχή.

3. Πέντε (5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε παραμεθόρια περιοχή εκτός της έδρας του νομού.

4. Τέσσερα και 1/2 (4,5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε παραμεθόρια περιοχή στην έδρα του νομού.

5. Τέσσερα (4), για κάθε έτος υπηρεσίας σε νησιωτική και προβληματική Α΄ κατηγορίας περιοχή.

6. Τρία και 1/2 (3,5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε νησιωτική και προβληματική Β΄ κατηγορίας περιοχή.

7. Τρία (3), για κάθε έτος υπηρεσίας σε νησιωτική περιοχή εκτός της έδρας του νομού.

8. Δύο και 1/2 (2,5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε νησιωτική περιοχή στην έδρα του νομού.

9. Δύο (2), για κάθε έτος υπηρεσίας σε προβληματική Α΄ κατηγορίας περιοχή.

10. Ένα και 1/2 (1,5), για κάθε έτος υπηρεσίας σε προβληματική Β΄ κατηγορίας περιοχή.

11. Ένα (1), για κάθε έτος υπηρεσίας εκτός της έδρας του νομού.

12. Μισό (0,5), για κάθε έτος υπηρεσίας στην έδρα του νομού.

Για τον υπάλληλο, που συντρέχουν περισσότερες από μία των ανωτέρω περιπτώσεων, λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση, που έχει το μεγαλύτερο Συντελεστή.

β. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας, που υπολογίζεται για τη συμπλήρωση τριακονταπενταετίας, ο οποίος εκτιμάται με συντελεστή 0,75 για κάθε έτος υπηρεσίας.

γ. Η οικογενειακή κατάσταση, η οποία εκτιμάται με συντελεστή τρία (3) για το σύζυγο, τρία (3) για το πρώτο και πέντε (5) για κάθε επόμενο ανήλικο τέκνο ή τέκνο που σπουδάζει σε σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εφόσον δεν έχει συμπληρώσει το 25 ο έτος της ηλικίας του.

δ. Η συνυπηρέτηση ή συγκατοίκηση, η οποία εκτιμάται με συντελεστή δεκαπέντε (15) και λαμβάνεται υπόψη, αν ο άλλος σύζυγος υπηρετεί στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. ή άλλο φορέα του δημόσιου τομέα ή κατά την τελευταία διετία εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα ή είναι επαγγελματίας. Η ιδιότητα, ως υπαλλήλου του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., ή άλλου φορέα του δημόσιου τομέα αποδεικνύεται με βεβαίωση της υπηρεσίας, ενώ η ιδιότητα ως εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα ή ως επαγγελματία, με βεβαίωση του οικείου ασφαλιστικού φορέα ή επιμελητηρίου.

Η απαιτούμενη διετία πρέπει να έχει συμπληρωθεί την 31 η Ιανουαρίου του έτους, που καταρτίζονται οι πίνακες της παραγράφου ΣΤ΄ του παρόντος.

ε. Η ηλικία των ετών 50, 51-55 και 56-60, η οποία εκτιμάται με τους συντελεστές ένα (1), δύο (2) και τρία (3) αντιστοίχως.

Για τον υπολογισμό της ηλικίας στις περιπτώσεις γ΄ και ε΄, ως ημέρα γέννησης θεωρείται η 31η Ιανουαρίου.

4. Ως παραμεθόριες περιοχές, νοούνται οι καθοριζόμενες από το Ν. 287/1976 (ΦΕΚ 78 Α΄). Ως προβληματικές Α΄ ή Β΄ κατηγορίας περιοχές, νοούνται οι καθοριζόμενες σύμφωνα με το άρθρο 64 του Ν. 1943/1991, όπως αυτό αντικαθίσταται με το άρθρο 9 του παρόντος. Ως υπηρεσία εκτός έδρας του νομού, νοείται η υπηρεσία που παρασχέθηκε σε υπηρεσιακή μονάδα που απέχει πέραν των τριάντα (30) χιλιομέτρων από την έδρα του νομού,

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η περιοχή των νήσων Αίγινας, Σαλαμίνας, Εύβοιας και Λευκάδας δεν θεωρείται νησιωτική.

Χρόνος μικρότερος των έξι (6) μηνών θεωρείται ως έξι (6) μήνες και εκτιμάται με το μισό του οικείου συντελεστή. Χρόνος μεγαλύτερος των έξι (6) μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. Ο υπολογισμός του χρόνου γίνεται με βάση την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους.

5. Ο υπάλληλος, που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο άθροισμα, σύμφωνα με τα παραπάνω κριτήρια και τους συντελεστές, προηγείται των λοιπών υπαλλήλων που ζητούν, μετάθεση στο νομό Αττικής ή Θεσσαλονίκης ή στις πόλεις της παρ. Β1. Στις μεταθέσεις χωρίς αίτηση, ο υπάλληλος που συγκεντρώνει το μικρότερο άθροισμα προηγείται των λοιπών υπαλλήλων.

6. Οι διατάξεις των παραγράφων Β 1-5 εφαρμόζονται και για μετάθεση μεταξύ των νομών Αττικής, Θεσσαλονίκης και των πόλεων της παραγράφου Β1, ως και μεταξύ των πόλεων αυτών. Η υπηρεσία στην έδρα των νομαρχιών του νομού Αττικής, στην πόλη της Θεσσαλονίκης και στις πόλεις της παραγράφου Β1 συνυπολογίζεται με συντελεστή 0.1.

7. Με το συντελεστή της προηγούμενης παραγράφου υπολογίζεται και η προϋπηρεσία του υπαλλήλου στην έδρα των νομαρχιών του νομού Αττικής, στην πόλη της Θεσσαλονίκης ή στις πόλεις της παραγράφου Β1 για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων Β3 και Γ2.

8. Ως πόλη για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 8, νοείται η περιοχή σε ακτίνα τριάντα (30) χιλιομέτρων από το κέντρο αυτής.

Γ. Μετάθεση σε υπηρεσία εκτός νομού Αττικής, Θεσσαλονίκης και των πόλεων της παρ.Β1.

1. Δεν επιτρέπεται μετάθεση υπαλλήλου σε υπηρεσία άλλου νομού, αν δεν έχει συμπληρώσει τριετή, τουλάχιστο, συνεχή υπηρεσία στο νομό που υπηρετεί ή την απαιτούμενη κατά την παρ. 2 του άρθρου 7 του παρόντος πενταετή υπηρεσία.

2. Για την κάλυψη με μετάθεση κενών θέσεων υπηρεσιών εκτός των νομών Αττικής, Θεσσαλονίκης και των πόλεων της παρ. Β1, λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια α-ε της παρ. Β3 με τους αντίστοιχους συντελεστές και οι συντελεστές των παραγράφων Β6 και Β7, καθώς και το κριτήριο της εντοπιότητας, με τις ακόλουθες διακρίσεις:

α) Στη μετάθεση με αίτηση του υπαλλήλου, το κριτήριο της εντοπιότητας εκτιμάται με συντελεστή πέντε (5). Ως εντοπιότητα νοείται η καταγωγή του υπαλλήλου από περιοχή του νομού στον οποίο ζητεί να μετατεθεί ή η εγγραφή του στο Δημοτολόγιο δήμου ή κοινότητας του νομού αυτού. Ο υπάλληλος, που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο άθροισμα, προηγείται των λοιπών για μετάθεση στο νομό που επιθυμεί.

β) Στη μετάθεση χωρίς αίτηση του υπαλλήλου, το κριτήριο της εντοπιότητας εκτιμάται με συντελεστή έξι (6). Ως εντοπιότητα νοείται η καταγωγή του υπαλλήλου από περιοχή του νομού στον οποίο υπηρετεί ή η εγγραφή του στο Δημοτολόγιο δήμου ή κοινότητας του νομού αυτού. Ο υπάλληλος, που συγκεντρώνει το μικρότερο άθροισμα, προηγείται των λοιπών για μετάθεση.

3. Η εντοπιότητα δεν λαμβάνεται υπόψη στις περιπτώσεις που αποτελεί κώλυμα μετάθεσης στο συγκεκριμένο τόπο. Η εγγραφή στο Δημοτολόγιο ως αποδεικτικό στοιχείο της εντοπιότητας πρέπει να έχει γίνει προ πενταετίας τουλάχιστον, υπολογιζόμενης την 31η Ιανουαρίου του έτους που καταρτίζονται οι πίνακες της παραγράφου ΣΤ΄ του παρόντος.

Δ. Μετάθεση ή μετακίνηση μέσα στον ίδιο νομό.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 7 του παρόντος, μετάθεση υπαλλήλου εντός του νομού που υπηρετεί, με αίτησή του ή για ανάγκες της υπηρεσίας, γίνεται οποτεδήποτε, κατ΄ εκτίμηση των κριτηρίων των παρ. Β3, Β6 και Β7 του παρόντος.

Για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 143 του Υπαλληλικού Κώδικα, η νομαρχία αποτελεί ενιαία δημόσια αρχή. Για μετακίνηση υπαλλήλου προς τις πόλεις της παρ. Β1, προερχομένου από υπηρεσία του ίδιου νομού, απαιτείται σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.

Ε. Μετάθεση για εξαιρετικούς λόγους.

1. Υπάλληλος, που ο ίδιος ή σύζυγος ή άγαμο τέκνο του πάσχει από νόσο, η οποία απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή αιμοκάθαρση, μετατίθεται υποχρεωτικώς, μετά από αίτησή του, εφόσον υπάρχει κενή θέση, στον τόπο που επιθυμεί, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Απαιτείται βεβαίωση της οικείας πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, ότι στο νομό που υπηρετεί ο υπάλληλος δεν υπάρχει κατάλληλη μονάδα νοσοκομείου κρατικού ή Ν.Π.Δ.Δ. για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής. Η προτεραιότητα ικανοποίησης περισσότερων αιτήσεων καθορίζεται από τη χρονολογία υποβολής τους.

2. Με σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου μπορεί, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και για σοβαρή υπηρεσιακή αιτία, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση της υπηρεσίας, να γίνεται άμεση μετάθεση ή να μη γίνεται μετάθεση υπαλλήλου, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Η κατά το προηγούμενο εδάφιο διενέργεια ή μη μετάθεσης κατά παρέκκλιση δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 5 του συνόλου του προσωπικού του οικείου κλάδου.

ΣΤ. Διαδικασία μεταθέσεων.

1. Για τη διενέργεια των μεταθέσεων, πλην των μεταθέσεων των παρ. Δ΄ και Ε΄ του παρόντος άρθρου, καταρτίζονται οι ακόλουθοι πίνακες:

α) Πίνακες κενών θέσεων κάθε κλάδου κατά ενιαίους βαθμούς: αα) στο νομό Αττικής, ββ) στο νομό Θεσσαλονίκης, γγ) σε κάθε πόλη της παρ. Β1.

β) Πίνακες κατά ενιαίους βαθμούς των υπαλλήλων κάθε κλάδου που ζητούν μετάθεση: αα) στο νομό Αττικής, ββ) στο νομό Θεσσαλονίκης, γγ) σε πόλη της παραγρ. Β1, με τα κριτήρια που συντρέχουν κατά περίπτωση και τους αντίστοιχους συντελεστές.

γ) Πίνακες κατά ενιαίους βαθμούς κάθε κλάδου των υπαλλήλων του κλάδου, που την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους συμπληρώνουν τον απαιτούμενο χρόνο παραμονής στον τόπο, που υπηρετούν και μπορεί να μετατεθούν χωρίς αίτησή τους.

δ) Πίνακες κενών θέσεων κατά ενιαίους βαθμούς κάθε κλάδου για κάθε νομό, πλην των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης ,και των πόλεων της παρ. Β1.

ε) Πίνακες κατά ενιαίους βαθμούς κάθε κλάδου των υπαλλήλων, για κάθε νομό που ζητούν να μετατεθούν, με τα κριτήρια που συντρέχουν κατά περίπτωση και τους αντίστοιχους συντελεστές, με εξαίρεση εκείνων που περιλαμβάνονται στους πίνακες της περίπτωσης β΄.

2. Οι ανωτέρω πίνακες συντάσσονται εντός του μηνός Ιανουαρίου κάθε έτους. Για την κατάρτιση των πινάκων των περιπτώσεων β΄ και ε΄, λαμβάνονται υπόψη οι αιτήσεις υπαλλήλων, που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους.

Οι ονομαστικοί πίνακες ανακοινώνονται στους υπαλλήλους μέχρι την 15η Μαρτίου. Ο περιλαμβανόμενος στους πίνακες έχει δικαίωμα ένστασης, εντός δέκα (10) ημερών από την ανακοίνωση, για οποιαδήποτε πλημμέλεια των πινάκων που τον αφορά. Οι ενστάσεις εξετάζονται από το υπηρεσιακό συμβούλιο εντός δέκα (10) ημερών, ενημερώνεται ο υπάλληλος για το αποτέλεσμα της ένστασης και οι πίνακες οριστικοποιούνται την 30ή Απριλίου. Μεταβολή των ονομαστικών πινάκων, μετά την οριστικοποίησή τους, επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση προαγωγής ή υποβιβασμού ή μετάταξης υπαλλήλου. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται αναλόγως. Στους πίνακες των κενών θέσεων προστίθενται και οι θέσεις που κενώνονται μετά την κατάρτιση τους και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

3. Οι κενές θέσεις, που θα καλύπτονται με μεταθέσεις, καθορίζονται κάθε φορά με ερώτημα προς το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο, που υποβάλλεται μέχρι 5 Μαΐου. Το υπηρεσιακό συμβούλιο πρέπει να έχει γνωμοδοτήσει μέχρι 30 Μαΐου. Η ανακοίνωση των μεταθέσεων στους μετατιθέμενους υπαλλήλους γίνεται μέχρι 20 Ιουνίου και η ανάληψη υπηρεσίας στη νέα θέση τους μέχρι 5 Ιουλίου. Η κάλυψη και άλλων κενών θέσεων με μεταθέσεις σε μεταγενέστερο χρόνο επιτρέπεται. Οι κενές θέσεις υπηρεσιών παραμεθόριων, νησιωτικών και προβληματικών περιοχών περιλαμβάνονται όλες υποχρεωτικώς στο σχετικό ερώτημα, με εξαίρεση εκείνες, για τις οποίες έχει κινηθεί η διαδικασία κάλυψης με διορισμό. Οι μεταθέσεις σε κενές θέσεις παραμεθόριων, νησιωτικών και προβληματικών περιοχών προηγούνται υποχρεωτικώς των μεταθέσεων σε άλλες περιοχές.

4. Για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, οι θέσεις των βαθμών Δόκιμου Γραμματέα έως και Εισηγητή Α΄ των Κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ, Δόκιμου Γραφέα έως και Εισηγητή Α΄ της Κατηγορίας ΔΕ και Δόκιμου Βοηθού έως και Επιμελητή Α΄ της Κατηγορίας ΥΕ θεωρούνται, κατά κατηγορία, ως ένας βαθμός.

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, ρυθμίζονται λεπτομερειακά και διαδικαστικά θέματα των μεταθέσεων. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, και του οικείου υπουργού, μπορεί κατά υπουργείο ή αυτοτελή δημόσια υπηρεσία ή Ν.Π.Δ.Δ. ή κλάδος προσωπικού αυτών, να προστίθενται κριτήρια μεταθέσεων και να προσδιορίζονται οι συντελεστές τους, καθώς και να μεταβάλλονται οι συντελεστές των κριτηρίων. Τα παραπάνω προεδρικά διατάγματα εκδίδονται ύστερα από γνώμη της οικείας δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και, αν δεν υπάρχει, ύστερα από γνώμη των οικείων πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων. Αν η σχετική γνώμη δεν παρασχεθεί εντός δεκαπέντε ημερών, από τότε που θα ζητηθεί, τα διατάγματα αυτά εκδίδονται χωρίς τη γνώμη συνδικαλιστικής οργάνωσης. Τα εν λόγω προεδρικά διατάγματα ισχύουν για μεταθέσεις βάσει πινάκων, οι οποίοι οριστικοποιούνται μετά την έναρξη ισχύος αυτών.

Ζ. Μισθοδοσία μετατιθέμενων υπαλλήλων – Παρέλκυση εκτέλεσης μεταθέσεων.

1. Η μισθοδοσία υπαλλήλου, από την υπηρεσία από την οποία μετατίθεται, διακόπτεται την προηγουμένη της ημέρας, η οποία ορίζεται για την εμφάνιση του στην υπηρεσία που μετατίθεται. Η μισθοδοσία από τη νέα υπηρεσία αρχίζει από την ημέρα ανάληψης καθηκόντων.

2. Παρέλκυση από τον υπάλληλο εκτέλεσης της μετάθεσης αποτελεί δυσμενές στοιχείο, που εκτιμάται από το υπηρεσιακό συμβούλιο κατά την κρίση του για προαγωγή.

Η. Εξαιρέσεις από μεταθέσεις – Προσωρινή αναστολή.

1. Δεν επιτρέπεται να μετατεθούν:

α) Υπάλληλοι που δεν συμπλήρωσαν στον τόπο που υπηρετούν το χρόνο, που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 7 και τις παρ. Β1 και Γ1 του παρόντος άρθρου ή σε άλλες ειδικές διατάξεις. Εξαίρεση επιτρέπεται σύμφωνα με τις παρ. Δ΄ και Ε΄ του παρόντος άρθρου.

β) Μέλη διοικήσεων των συνδικαλιστικών οργανώσεων της παρ. 5 του άρθρου 30 του Ν. 1264/1982 (ΦΕΚ 79 Α΄), χωρίς αίτησή τους. Μετάθεση μελών διοικήσεων των ανωτέρω συνδικαλιστικών οργανώσεων από μια αρχή σε άλλη εντός της περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης ή εντός της αυτής πόλης επιτρέπεται.

γ) Υπάλληλοι, που οι ίδιοι ή σύζυγος ή άγαμο τέκνο τους πάσχει από νόσο, η οποία απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή αιμοκάθαρση, χωρίς αίτησή τους.

δ) Υπάλληλοι, που οι ίδιοι ή σύζυγος ή τέκνο τους έχουν σωματική αναπηρία 67% και άνω, χωρίς αίτησή τους.

2. Αναστέλλεται, προσωρινά, η εκτέλεση της μετάθεσης:

α) Για γυναίκες υπαλλήλους, κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας και για τέσσερις μήνες μετά.

β) Για υπαλλήλους που έχουν λάβει εκπαιδευτική άδεια ή παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης ή μετεκπαίδευσης και για όσο χρόνο διαρκεί η άδεια ή το πρόγραμμα.

Θ. Τελικές – μεταβατικές – καταργητικές διατάξεις.

1. Τα υπουργεία ή τα Ν.Π.Δ.Δ., υποχρεούνται να διενεργούν τις αναγκαίες μεταθέσεις, ώστε το ποσοστό κάλυψης των θέσεων κάθε κλάδου στις περιφερειακές τους υπηρεσίες, υπολογιζόμενων συνολικά κατά νομό, να μην είναι κατώτερο του μέσου όρου κάλυψης των θέσεων του κλάδου συνολικά.

2. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η οριστικοποίηση των πινάκων της παραγράφου ΣΤ1 γίνεται την 31η Μαΐου 1993. Μέχρι τότε, οι μεταθέσεις πραγματοποιούνται με τις ισχύουσες διατάξεις. Αποφάσεις μεταθέσεων που θα έχουν εκδοθεί μέχρι και 31η Μαΐου 1993 εκτελούνται.

3. Από την 1η Αυγούστου 1993, καταργούνται:

α) τα άρθρα 135, 136, 137, 138, 139 και 142 του Υπαλληλικού Κώδικα, (Π.Δ. 611/1977), όπως ισχύουν.

β) Η παρ. 14 του άρθρου 5 και η παρ. 12 του άρθρου 23 του Ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α΄).

γ) Η παρ. 12 του άρθρου 34 του Ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α΄).

δ) Οι παρ.5 και 6 του άρθρου 13 του Υπαλληλικού Κώδικα, που προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 57 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α΄).

ε) Το άρθρο 10 του Ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37 Α΄),

4. Οι διατάξεις του Ν. 287/1976 και οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 12 του Ν. 1400/1983 (ΦΕΚ 156 Α΄), όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 57 του Ν. 1943/1991, δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Σημ.: όπως το άρθρο 8 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28)

Άρθρο 9
Κίνητρα για υπαλλήλους προβληματικών περιοχών
Το άρθρο 64 του Ν. 1943/1991 αντικαθίσταται ως εξής:΄Άρθρο 64 Κίνητρα για υπαλλήλους που υπηρετούν ή μετατίθενται σε προβληματικές περιοχές.

1. Με απόφαση των Υπ. Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος περιοχές της χώρας ως προβληματικές, λόγω ιδιαιτεροτήτων από άποψη, ιδίως, συνθηκών διαβίωσης, επικοινωνίας ή στέγασης. Οι προβληματικές περιοχές διακρίνονται σε κατηγορία Α΄ ή Β΄, ανάλογα με το βαθμό προβληματικότητάς τους.

2. Ο χρόνος υπηρεσίας, μέχρι μια τριετία, των τακτικών και των με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οργανικές θέσεις υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που υπηρετούν σε υπηρεσίες προβληματικών περιοχών, υπολογίζεται στο διπλάσιο για την εξέλιξη σε μισθολογικό κλιμάκιο και τη λήψη επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.

3. Στους υπαλλήλους της παραγράφου 2, που μετατίθενται σε υπηρεσία προβληματικής περιοχής, παρέχεται και εφάπαξ χρηματικό ποσό ίσο με το τριπλάσιο έως και δεκαπλάσιο του βασικού τους μισθού. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζεται το εφάπαξ ποσό, ανάλογα με τις συνθήκες προβληματικότητας κάθε περιοχής, την οικογενειακή κατάσταση και το βαθμό του υπαλλήλου. Αν η μετάθεση γίνεται με αίτηση του υπαλλήλου, το εφάπαξ ποσό προσαυξάνεται κατά 30%. Οι μετατιθέμενοι σε υπηρεσίες προβληματικών περιοχών με αίτησή τους λαμβάνουν και τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία έξοδα και αποζημιώσεις.

4. Σε υπαλλήλους, που τοποθετούνται ή μετατίθενται σε υπηρεσία προβληματικής περιοχής, εφόσον μετά πενταετή παραμονή δηλώσουν ότι επιθυμούν να παραμείνουν στην ίδια περιοχή για μια ακόμη δεκαετία και προβούν στην αγορά κατοικίας στην περιοχή αυτήν, καταβάλλεται το 40% της αξίας, όπως καθορίζεται από την αρμόδια φορολογική αρχή. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, λαμβάνεται υπόψη το μέρος της αξίας της κατοικίας μέχρι εμβαδού 50 τ.μ. για τον άγαμο και 70 τ.μ. για τον έγγαμο, προστιθεμένων 20 τ.μ. για κάθε ανήλικο τέκνο.

5. Τα κίνητρα του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν για υπαλλήλους νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, η έδρα των οποίων είναι στην προβληματική περιοχή.

6. Το προβλεπόμενο από την παρ. 3 εφάπαξ χρηματικό ποσό δεν υπόκειται σε φόρο, τέλος ή κράτηση υπέρ οποιουδήποτε.

7. Η εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 2 έως 4 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης της παρ.1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 10
Μετατάξεις

1. Με απόφαση επιτροπής, που προεδρεύεται από Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και στην οποία μετέχουν οι Υπουργοί Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και ο αρμόδιος κατά περίπτωση υπουργός, καθορίζεται εφάπαξ για κάθε υπηρεσία ο αριθμός των μόνιμων ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων των υπουργείων, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, κατά κλάδο ή ειδικότητα, που πλεονάζουν και μετατάσσονται ή μεταφέρονται σε άλλα υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες ή Ν.Π.Δ.Δ. της επιτροπής, αν δεν υπάρχει αντιπρόεδρος, απουσιάζει ή κωλύεται, προεδρεύει ο Υπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης.

2. Η μετάταξη γίνεται σε κενή θέση, με κοινή απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του υπουργού στην αρμοδιότητα ή εποπτεία του οποίου υπάγεται η υπηρεσία στην οποία ο υπάλληλος μετατάσσεται. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, η μετάταξη γίνεται με μεταφορά της θέσης που κατέχει ο μετατασσόμενος. Η θέση μεταφέρεται αυτοδικαίως με την απόφαση της μετάταξης και εντάσσεται στις θέσεις του οικείου κλάδου ή σε συνιστώμενο κλάδο. Οι μετατασσόμενοι πρέπει να κατέχουν τα προσόντα του κλάδου στον οποίο μετατάσσονται.Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 31Ν.2470/1997 (Α 40).

3. Με όμοια απόφαση γίνεται η μεταφορά υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε κενές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, εφόσον ο μεταφερόμενος έχει τα προσόντα, που προβλέπονται για τις θέσεις αυτές. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η κατάταξη των μεταφερόμενων υπαλλήλων γίνεται σε θέσεις με την ίδια εργασιακή σχέση αντίστοιχης εκπαιδευτικής βαθμίδας ή σε θέσεις αντίστοιχες των τυπικών τους προσόντων, που συνιστώνται αυτοδικαίως με την απόφαση μεταφοράς κατά ειδικότητα.Σημ.: όπως η παρ.3 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ από 1.1.1997 με τηνπαρ.2 άρθρ.20 Ν.2606/1998 Α 89

4. Με την έκδοση της απόφασης των παραγράφων 2 και 3, καταργούνται οι θέσεις, που κατέχονται από τους μετατασσόμενους ή μεταφερόμενους υπαλλήλους, εφόσον αυτές δεν μεταφέρονται, καθώς και οι προβλεπόμενες από τον οικείο οργανισμό κενές θέσεις του ίδιου κλάδου ή ειδικότητας, και εκδίδονται οι αντίστοιχες διαπιστωτικές πράξεις.

5. Ο ονομαστικός καθορισμός, κατά κλάδο ή ειδικότητα, των υπαλλήλων, που μετατάσσονται ή μεταφέρονται, γίνεται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο, με κριτήριο τη δήλωση επιθυμίας του υπαλλήλου για μετάταξη ή μεταφορά, άλλως με τη σειρά διορισμού ή πρόσληψης στην υπηρεσία, προηγουμένων των νεοτέρων. Σε περίπτωση ίδιας ημερομηνίας διορισμού ή πρόσληψης, μετατάσσονται ή μεταφέρονται κατά σειρά οι άγαμοι έναντι των εγγάμων, οι έγγαμοι μη έχοντες τέκνα έναντι των εχόντων και μεταξύ εγγάμων, που έχουν τέκνα, αυτοί που έχουν μικρότερο αριθμό τέκνων.Σημ.: όπως η παρ.5 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 31Ν.2470/1997 (Α 40).

6. Για τους μετατασσομένους εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 7 και των δύο πρώτων εδαφίων της παρ. 9 του άρθρου 20 του Ν. 1735/1987, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 2042/1992 (ΦΕΚ 75 Α΄). Για τους μεταφερομένους εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παρ. 14, 16 και 17 του άρθρου 20 του Ν. 1735/1987.Σημ.: όπως η παρ.6 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ από 1.1.1997 με τηνπαρ.2 άρθρ.20 Ν.2606/1998 Α 89

7. Στους μετατασσόμενους ή μεταφερόμενους με τις παραπάνω διατάξεις ή με τις διατάξεις του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 υπαλλήλους, σε νομούς παραμεθόριων περιοχών (άρθρο 1 Ν. 287/1976), καταβάλλονται όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία για μεταθέσεις έξοδα και αποζημιώσεις, καθώς και εφάπαξ οικονομική ενίσχυση, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών. Η δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό εξόδων της υπηρεσίας, στην οποία μετατάσσονται ή μεταφέρονται οι υπάλληλοι.

8. Επιτρέπεται η κάλυψη κενών θέσεων της Δ.Ε.Η., του Ο.Τ.Ε. και της Ολυμπιακής Αεροπορίας με μεταφορά προσωπικού, καθώς και κενών θέσεων Ο.Τ.Α., εφόσον οι Ο.Τ.Α το ζητήσουν από το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης, με μετάταξη ή μεταφορά προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του άρθρου 56 παρ. 1 του Ν. 1943/1991.

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 καταργούνται.

Άρθρο 11
Ειδικές ρυθμίσεις

1. Για τη μετάταξη ή μεταφορά σε κλάδο ΥΕ ή ειδικότητα εκπαιδευτικής βαθμίδας ΥΕ των υπαγομένων στις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου ή του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991, αρκούν τα προσόντα, που προβλέπονται στο άρθρο 22 του Π.Δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α΄). Η κατά την παρ. 2 του άρθρου 22 του Π.Δ. 194/1988 τριετής προθεσμία παρατείνεται, από την ισχύ του Ν. 1943/1991, για μια ακόμη τριετία.

2. Για τους μετατασσόμενους ή μεταφερόμενους με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου ή του άρθρου 56 παρ. 1 του Ν. 1943/1991 υπαλλήλους κλάδων ΔΕ ή ειδικότητας εκπαιδευτικής βαθμίδας ΔΕ, που δεν κατέχουν ομώνυμο ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών του κλάδου ή της ειδικότητας, στην οποία μετατάσσονται ή μεταφέρονται, επιτρέπεται η μετάταξη ή μεταφορά σε συναφή ή παρεμφερή κλάδο ή ειδικότητα της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με βάση την εμπειρία τους.

3. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, που μεταφέρεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991, επιτρέπεται να κατατάσσεται και σε κενές ή συνιστώμενες αυτοδικαίως με την απόφαση μεταφοράς του θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αντίστοιχης εκπαιδευτικής βαθμίδας και ειδικότητας με τα τυπικά προσόντα, που κατέχει κατά το χρόνο της μεταφοράς του. Η διάταξη αυτή ισχύει αναδρομικά από την έναρξη ισχύος του Ν. 1943/1991.

Άρθρο 12
Μετακίνηση – Μετάταξη προσωπικού μεταξύ υπουργείων και γενικών γραμματειών

1. Ο οικείος υπουργός μπορεί με απόφασή του, να μετακινεί τακτικούς υπαλλήλους ή υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από γενική γραμματεία του υπουργείου σε υπηρεσίες του υπουργείου και αντιστρόφως, καθώς και μεταξύ γενικών γραμματειών του υπουργείου, για κάλυψη αναγκών της υπηρεσίας ή παραγωγικότερη αξιοποίηση των υπαλλήλων. Η μετακίνηση προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιτρέπεται μόνο σε θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας αντίστοιχου επιπέδου.

2. Με τους όρους των άρθρων 154 και 156 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα επιτρέπεται η μετάταξη τακτικού υπαλλήλου ή η μεταφορά υπαλλήλου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από γενική γραμματεία ή αυτοτελή υπηρεσία του υπουργείου στο υπουργείο και αντιστρόφως, καθώς και από γενική γραμματεία σε αυτοτελή υπηρεσία του υπουργείου και αντιστρόφως, με μεταφορά της θέσης που κατέχει, εφόσον δεν υπάρχει κενή θέση. Η θέση που κενώνεται με τη μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλου καταργείται αυτοδικαίως και εκδίδεται αντίστοιχη διαπιστωτική πράξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΚΑΝΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΡΡΩΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ

Άρθρο 13
Χορήγηση κανονικών αδειών

1. Κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο κάθε έτους, καθώς και κατά την εργάσιμη ημέρα, που προηγείται και έπεται αργίας, ο αριθμός των υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που απουσιάζουν με κανονική άδεια δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 50% του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων κάθε οργανικής μονάδας. Υπέρβαση του ποσοστού επιτρέπεται, εφόσον τοποθετηθεί προσωρινά, σε αντικατάσταση του απουσιάζοντος, υπάλληλος άλλης οργανικής μονάδας του ίδιου ή συναφούς κλάδου ή ειδικότητας. Για τους προϊσταμένους οργανικών μονάδων, ο υπολογισμός του 50% γίνεται με βάση τον αριθμό των προϊσταμένων που υπάγονται στον υπερκείμενο προϊστάμενο.Με απόφαση του οικείου υπουργού μπορεί να χορηγείται κανονική άδεια, ταυτοχρόνως, στους υπαλλήλους υπηρεσίας. Κατά το διάστημα αυτό παραμένει στην υπηρεσία μόνο το αναγκαίο προσωπικό για τη στοιχειώδη λειτουργία της.

2. Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργού, οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να επεκτείνονται και στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς ή άλλα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.

3. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 101 του Υπαλληλικού Κώδικα δεν εφαρμόζεται, όταν οι υπηρεσίες παρουσιάζουν αιχμή εργασίας κατά τους θερινούς μήνες.

4. Η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 102 του Υπαλληλικού Κώδικα δυνατότητα μεταφοράς της κανονικής άδειας στο επόμενο έτος καταργείται.Ειδικά για τις ημέρες κανονικής άδειας του έτους 1992, που δεν έχουν χορηγηθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, παρέχεται η δυνατότητα χορηγήσεώς τους το αργότερο μέχρι 31-3-1993. Η μηχορήγηση μέχρι τέλους του έτους ολόκληρης της κανονικής άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 102 του Υπαλληλικού Κώδικα, στους υπαλλήλους από του βαθμού του Τμηματάρχη Α` και κατωτέρου και η εκ της αιτίας αυτής καταβολή αποζημίωσης στον υπάλληλο συνεπάγεται τον καταλογισμό κατά ίσο μέρος του αντίστοιχου της αποζημίωσης ποσού σε βάρος των οργάνων που είναι αρμόδια καθώς και αυτών που συμπράττουν για τη χορήγηση της κανονικής άδειας.Στις νομαρχιακές και περιφερειακές υπηρεσίες του Δημοσίου και των αποκεντρωμένων υπηρεσιών των Ν.Π.Δ.Δ., ο καταλογισμός γίνεται σε βάρος του οργάνου που είναι αρμόδιο για τη χορήγηση της κανονικής άδειας και του αμέσου προϊσταμένου του υπαλλήλου.

Για τη μη χορήγηση κανονικής άδειας σε Γενικό Διευθυντή ή Διευθυντή και την εκ της αιτίας αυτής καταβολή αποζημίωσης, απαιτείται ειδική αιτιολόγηση, που παρατίθεται στο έντυπο της αίτησης από το αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας όργανο. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν θίγουν δικαιώματα των υπαλλήλων, που αφορούν μη χορηγηθείσες κανονικές άδειες έτους 1991 και προγενέστερων ετών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.7 του άρθρου 13 τουΝ.2116/1993 (ΦΕΚ Α 18)

5. Στις μητέρες υπαλλήλους του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που έχουν τέκνο ηλικίας κάτω των έξι ετών, επιτρέπεται να χορηγείται, ύστερα από αίτησή τους και γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, άδεια χωρίς αποδοχές μέχρι δύο έτη συνολικά και μέχρι ένα έτος για κάθε επιπλέον τέκνο. Ο χρόνος της άδειας χωρίς αποδοχές δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας.

Άρθρο 14
Συνδικαλιστικές άδειες

1. Οι συνδικαλιστικές άδειες, που προβλέπονται στο άρθρο 17 του Ν. 1264/1982, προκειμένου για πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις των υπαλλήλων που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 30 του ανωτέρω νόμου, ορίζονται ως ακολούθως:α. Για τον πρόεδρο και το γενικό γραμματέα των δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, έξι ημέρες κατά μήνα, και τρεις για τα λοιπά μέλη του διοικητικού τους συμβουλίου, εφόσον οι υπαγόμενες σ΄ αυτές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν συνολικά άνω των 30.000 μελών, τέσσερις και δύο ημέρες κατά μήνα αντιστοίχως, αν έχουν άνω των 10.000 μελών, δύο και μία ημέρα κατά μήνα αντιστοίχως, αν έχουν άνω των 2.000 μελών, μία ημέρα κατά μήνα για τον πρόεδρο, αντιπρόεδρο, γενικό γραμματέα και ταμία, αν έχουν άνω των 500 μελών και μία ημέρα κατά δίμηνο, αν έχουν μέχρι 500 μέλη.

β. Για τον πρόεδρο, αντιπρόεδρο και γενικό γραμματέα πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, δύο ημέρες κατά μήνα, εφόσον έχουν άνω των 1.000 μελών, μία ημέρα κατά μήνα, εφόσον έχουν άνω των 500 μελών και μία ημέρα κατά δίμηνο, αν έχουν μέχρι 500 μέλη.

2. Στα μέλη των διοικήσεων των συνδικαλιστικών οργανώσεων των υπαλλήλων, που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 30 του Ν. 1264/1982, προκειμένου να συμμετάσχουν σε συνδικαλιστικά συνέδρια, που οργανώνονται στο εσωτερικό ή το εξωτερικό, χορηγείται, πέραν των αδειών της προηγούμενης παραγράφου, άδεια προσωρινής απουσίας με αποδοχές, που δεν μπορεί να υπερβεί κατ΄ έτος τις πέντε ημέρες.

3. Στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρ. 1 επιτρέπεται και η χορήγηση άδειας, χωρίς αποδοχές, μέχρι του τετραπλασίου του κατά περίπτωση ορίου που αναφέρεται σ΄ αυτές.

Άρθρο 15
Άδεια κυοφορίας

1. Σε κυοφορούσες υπαλλήλους του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που έχουν ανάγκη ειδικής κατ΄ οίκον θεραπείας, πέραν του ορίου αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, σύμφωνα με τα άρθρα 108 και 112 του Υπαλληλικού Κώδικα, χορηγείται κανονική άδεια κυοφορίας, με μισές αποδοχές, μετά από βεβαίωση θεράποντος ιατρού και διευθυντή γυναικολογικής ή μαιευτικής κλινικής ή τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος. Περαιτέρω, χορηγείται και η προβλεπόμενη κανονική άδεια κύησης και λοχείας.

2. Η παρ. 2 του άρθρου 105 του Υπαλληλικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η άδεια αυτή παρατείνεται επί δύο μήνες μετά τον τοκετό».

Άρθρο 16
Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες

1. Η παρ. 1 του άρθρου 110 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως επαναφέρθηκε σε ισχύ και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 59 του Ν. 1943/1991, αντικαθίσταται, ως εξής:1. Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες απουσίας, με αποδοχές, χορηγούνται, ως εξής:

α. Μέχρι τρεις ημέρες, με γνωμάτευση του θεράποντος ιατρού.

β. Μέχρι τρεις περαιτέρω ημέρες, με γνωμάτευση του υπηρεσιακού ιατρού.

γ. Μέχρι τέσσερις περαιτέρω ημέρες ή δέκα απευθείας, με κοινή γνωμάτευση του διευθυντή και ενός επιμελητή της οικείας κλινικής η τμήματος δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος ή νοσηλευτικού ιδρύματος Ν.Π.Δ.Δ..

Το ανώτατο όριο χορήγησης βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών, χωρίς γνωμάτευση υγειονομικής επιτροπής, είναι συνολικά δέκα ημέρες για κάθε έτος.

2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 110 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως επαναφέρθηκε σε ισχύ και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 59 του Ν. 1943/1991, αντικαθίσταται ως εξής: ΄5. Για τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας πάνω από το, κατά περίπτωση, όριο των εδαφίων α – γ της παρ. 1, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του επομένου κάθε φορά εδαφίου, απαιτείται γνωμάτευση της οικείας πρωτοβάθμιας ή ειδικής υγειονομικής επιτροπής.”

3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 60 του Ν. 1943/1991 αντικαθίσταται, ως εξής:”Τα Υπουργεία Εθνικής `Αμυνας και Δημόσιας Τάξης μπορεί να αναθέτουν τον ανωτέρω έλεγχο και σε στρατιωτικό ιατρό ή ιατρό που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία ή υγειονομικό αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, αντίστοιχα. Για τον έλεγχο ασθενείας τακτικών υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., οι οποίοι υπάγονται στον κλάδο ασθενείας του Ι.Κ.Α., υπηρεσιακός ιατρός νοείται και ο οικείος ελεγκτής ιατρός του I.K.Α.”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Άρθρο 17
Εκπαίδευση προσωπικού Δημόσιας Διοίκησης

1. Στο άρθρο 47 του Ν. 1943/1991 προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 που έχουν ως εξής:4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και για τα εκπαιδευτικά προγράμματα των υπουργείων, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών και Ν.Π.Δ.Δ. Στην περίπτωση αυτήν, όπου προβλέπεται αρμοδιότητα του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης. (Ε.Κ.Δ.Δ.), αυτή ασκείται από τον οικείο υπουργό. Οι δαπάνες βαρύνουν το οικείο υπουργείο ή την αυτοτελή δημόσια υπηρεσία ή το νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου και η κατά την παρ. 2 σύμβαση καταρτίζεται μεταξύ του αρμόδιου υπουργού και των οικείων εκπαιδευτικών φορέων ή προσώπων.

5. Στους υπαλλήλους που, επιτυχώς, αποφοιτούν από τα παραπάνω εκπαιδευτικά προγράμματα χορηγείται σχετικό πιστοποιητικό.

2. Οι διατάξεις των παρ. 4 και 5 του άρθρου 26 του Ν. 1388/1983 (ΦΕΚ 113 Α΄), όπως αυτό συμπληρώθηκε με το άρθρο 23 περ. ι΄ του Ν. 1586/1986, που ισχύουν για τους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμετέχουν σε προγράμματα του Ινστιτούτου Διαρκούς Επιμόρφωσης (Ι.Δ.Ε.), εφαρμόζονται και για τους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμετέχουν σε προγράμματα του Ινστιτούτου Εισαγωγικής Διοικητικής Εκπαίδευσης (Ι.Ε.Δ.Ε.) ή των περιφερειακών ινστιτούτων, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 49 του Ν. 1943/1991 ή σε προγράμματα των άρθρων 34, 35, 37, 38 και 47 του Ν. 1943/1991, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, πλην των προγραμμάτων που εκτελούνται στο εξωτερικό και των προγραμμάτων διδασκαλίας ξένων γλωσσών. Στους υπαλλήλους που χορηγείται εκπαιδευτική άδεια για μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή εκπαίδευση στην ημεδαπή, μπορεί, μετά σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, να παρέχονται αποδοχές αυξημένες μέχρι 75%, με κριτήριο την οικογενειακή και οικονομική κατάσταση του υπαλλήλου, την απόσταση του εκπαιδευτικού φορέα από την υπηρεσία του και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο.

3. Για την καταβολή ημερήσιου επιδόματος για εκπαίδευση εκτός ωραρίου εργασίας, εξόδων μετάβασης και επιστροφής, ημερήσιας εκτός έδρας αποζημίωσης μέχρι τέσσερις ημέρες και για την εξασφάλιση διανυκτέρευσης και διατροφής ή ειδικής αποζημίωσης στους πολιτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., οι οποίοι συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα της Σχολής Πολιτικής Σχεδιάσεως Εκτάκτου Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.) του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους υπαλλήλους του Δημοσίου, οι οποίοι παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 34 του Ν. 1943/1991. Οι σχετικές δαπάνες καταβάλλονται από τις υπηρεσίες στις οποίες οι υπάλληλοι ανήκουν οργανικά.

4. Στην παρ. 8 του άρθρου 33 του Ν. 1943/1991 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:”Τα προγράμματα εισαγωγικής εκπαίδευσης υποχρεούνται να παρακολουθήσουν, επίσης, οι υπάλληλοι που διορίστηκαν από 1-1-1989 μέχρι και 31-12-1990. Στους υπαλλήλους αυτούς δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 7 και του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου”.

Άρθρο 18
Θέματα Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης

1. Τα προγράμματα των άρθρων 34 παρ. 2 και 35 παρ. 2 του Ν. 1943/1991, μπορεί να παρακολουθούν και αλλοδαποί δημόσιοι υπάλληλοι, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εξωτερικών.

2. Οι δαπάνες των προγραμμάτων των άρθρων 33, 34 και 35 του Ν. 1943/1991, που εκτελούνται από τις μονάδες εκπαίδευσης των υπουργείων, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., καθώς και των προγραμμάτων ξένων γλωσσών, που εκτελούνται με φροντίδα των νομαρχιών, μπορεί να εντάσσονται στον προϋπολογισμό του Ε.Κ.Δ.Δ. με απόφαση του Διοικητικού συμβουλίου.

3. Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, μετά γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ., μπορεί να συγκροτούνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας από δημόσιους λειτουργούς ή υπαλλήλους του δημόσιου τομέα ή ιδιώτες, οι οποίοι, λόγω ειδικών γνώσεων, επιστημονικής ή τεχνικής κατάρτισης και πείρας, μπορούν να συμβάλλουν στην αποδοτικότερη διεξαγωγή του έργου του Ε.Κ.Δ.Δ. με την κατάρτιση μελετών ή διεξαγωγή ερευνών για τις ανάγκες των υπηρεσιακών μονάδων του Κέντρου ή προγραμμάτων, που επιδοτούνται από την Ε.Ο.Κ.. Στα μέλη των επιτροπών ή ομάδων εργασιών μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά παρέκκλιση των διατάξεων των Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α΄) και Ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α΄), με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών. Η παρ. 5 του άρθρου 24 του Ν. 1735/1987 καταργείται.

4. Στο τέλος της παρ. 8 του άρθρου 16 του Ν. 1388/1983 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:Στην επιτροπή επιλογής θεμάτων του εισαγωγικού διαγωνισμού της Ε.Σ.Δ.Δ. παρέχεται αποζημίωση, που καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των Ν. 1256/1982 και 1505/1984.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και οικονομικών συνιστάται στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ) Ειδικός Λογαριασμός για την εκτέλεση ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, την πραγματοποίηση ημερίδων, συνεδρίων, συμποσίων, συνεργασιών με ημεδαπά και αλλοδαπά ιδρύματα ή κέντρα ερευνών ή εκπαίδευσης και άλλων δραστηριοτήτων που απαιτούνται για την εκπλήρωση των σκοπών του Ε.Κ.Δ.Δ., καθώς και δραστηριοτήτων τεχνικής υποστήριξης εκπαιδευτικών προγραμμάτων, μελετών και έργων που χρηματοδοτούνται από το Π.Δ.Ε ή την Ε.Ο.Κ. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α΄).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Άρθρο 19
Κλάδοι και ειδικότητες

1. Οι θέσεις κάθε κατηγορίας κατατάσσονται σε κλάδους, οι οποίοι μπορεί να διακρίνονται σε περισσότερες ειδικότητες. Η διάκριση των κλάδων σε ειδικότητες γίνεται σε σχέση με την επιδιωκόμενη εξειδίκευση των υπαλλήλων, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.

2. Η κατάταξη των θέσεων κάθε κλάδου σε ειδικότητες και ο καθορισμός των τυπικών προσόντων, κατά ειδικότητα, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του οικείου κατά περίπτωση υπουργού ή με τις οργανικές διατάξεις κάθε υπηρεσίας. Με την ίδια διαδικασία μπορεί να ενοποιούνται ή να καταργούνται ειδικότητες. Οι οργανικές θέσεις ειδικότητας που καταργείται παραμένουν στον οικείο κλάδο.

3. Με τη διαδικασία της παρ. 2 καθορίζονται οι ειδικότητες από τις οποίες προέρχονται οι προϊστάμενοι των οικείων οργανικών μονάδων.

4. Σε υπαλλήλους κλάδων ή ειδικοτήτων μπορεί να ανατίθενται και καθήκοντα άλλων κλάδων ή ειδικοτήτων της ίδιας κατηγορίας. Η ανάθεση γίνεται με την προϋπόθεση ότι ο υπάλληλος μπορεί να ανταποκριθεί στο ανατιθέμενο έργο.

Άρθρο 20
Διυπουργικοί κλάδοι

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, επιτρέπεται συναφείς κλάδοι της ίδιας κατηγορίας περισσότερων υπουργείων να συγχωνεύονται σε διυπουργικό κλάδο ή θέσεις της ίδιας κατηγορίας διάφορων κλάδων υπουργείων να συγκροτούν ενιαίο διυπουργικό κλάδο.

2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των οικείων κατά περίπτωση υπουργών, καθορίζονται η διάρθρωση των θέσεων, τα προσόντα διορισμού στον εισαγωγικό βαθμό, η κατά την πρώτη εφαρμογή στελέχωση και ο αρμόδιος για τη διοίκηση του διυπουργικού κλάδου υπουργός, τα θέματα επικουρικής ασφάλισης και κάθε συναφές με την οργάνωση και λειτουργία του κλάδου θέμα.Η πλήρωση κενών θέσεων των διυπουργικών κλάδων μπορεί να γίνεται και με μετάταξη από μόνιμους υπαλλήλους δημόσιων υπηρεσιών, που έχουν τα προσόντα διορισμού στον οικείο διυπουργικό κλάδο. Με τα παραπάνω διατάγματα καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της μετάταξης. Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται και στους διυπουργικούς κλάδους.

3. Για κάθε διυπουργικό κλάδο συνιστάται υπηρεσιακό συμβούλιο. Για περισσότερους διυπουργικούς κλάδους, ανεξάρτητα από κατηγορία, μπορεί να συνιστάται κοινό υπηρεσιακό συμβούλιο. Τα από υπαλλήλους μέλη των συμβουλίων προέρχονται από κλάδους τους οποίους εξυπηρετείτο υπηρεσιακό συμβούλιο. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, πέρα από τις αρμοδιότητες που έχει από τις κείμενες διατάξεις, εισηγείται στον αρμόδιο υπουργό για την κατανομή των θέσεων στις υπηρεσίες, που εξυπηρετούνται από υπαλλήλους των διυπουργικών κλάδων, την εκπαίδευση και κάθε άλλο θέμα, που έχει σχέση με την άσκηση καθηκόντων των υπαλλήλων.

4. Η κατανομή των θέσεων διυπουργικών κλάδων στις υπηρεσίες, που εξυπηρετούνται από αυτούς, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του αρμόδιου για τη διοίκηση του διυπουργικού κλάδου υπουργού. Οι πιστώσεις για τις δαπάνες του προσωπικού των διυπουργικών κλάδων εγγράφονται στους Προϋπολογισμούς δαπανών των υπηρεσιών, ανάλογα με την κατανομή των θέσεων.

5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των σχετικών με τις αρμοδιότητες του οικείου για τη διοίκηση του διυπουργικού κλάδου υπουργού, οι υπηρεσίες, που στελεχώνονται από υπαλλήλους των διυπουργικών κλάδων, αποτελούν μονάδες των οικείων υπουργείων και γενικών γραμματειών. Οι εκθέσεις υπηρεσιακής ικανότητας των υπαλλήλων των διυπουργικών κλάδων καταρτίζονται από τους προϊσταμένους των υπηρεσιών, στις οποίες υπηρετούν.

6. Οι υπηρετούντες κατά τη δημοσίευση του παρόντος, σε θέσεις υπουργικών κλάδων, που μεταφέρονται και συγκροτούν διυπουργικούς κλάδους, εφόσον το υπουργείο στο οποίο οργανικά ανήκουν δεν έχει περιφερειακές υπηρεσίες ή περιφερειακές υπηρεσιακές μονάδες, που στελεχώνονται από υπαλλήλους αντίστοιχων καθηκόντων και ειδικοτήτων και με την προϋπόθεση ότι έχουν συμπληρώσει δεκαετή συνολική δημόσια υπηρεσία, δεν τοποθετούνται ούτε μετακινούνται, χωρίς αίτησή τους, σε περιφερειακές υπηρεσίες.

7. Από τη δημοσίευση του παρόντος, συγχωνεύονται και συγκροτούν, αντιστοίχως ενιαίους διυπουργικούς κλάδους οι ακόλουθοι κλάδοι υπουργείων:α. Κλάδοι ΠΕ Επιθεωρητών, με αρμόδιο για τη διοίκησή του τον Υπουργό Εσωτερικών. Εξαιρούνται οι κλάδοι επιθεωρητών του Υπουργείου Οικονομικών.

β. Κλάδοι ΠΕ Πληροφορικής (που περιλαμβάνουν τις ειδικότητες επιστήμης των υπολογιστών και μηχανικών Η/Υ), ΤΕ Πληροφορικής και ΔΕ Προσωπικού Η/Υ, με οποιαδήποτε ειδικότερη ονομασία, με αρμόδιο για τη διοίκησή τους τον Υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης.

γ. Κλάδοι ΠΕ Μηχανικών (κατά ειδικότητα), με αρμόδιο για τη διοίκησή τους τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.

δ. Κλάδοι ΠΕ και ΤΕ Βιβλιοθηκονόμων και ΔΕ Βιβλιοθηκονόμων/ Βιβλιοθηκάριων, με αρμόδιο για τη διοίκησή τους τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Με τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 2, που εκδίδονται στην προκειμένη περίπτωση με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του οικείου για τη διοίκηση του διυπουργικού κλάδου υπουργού, ρυθμίζονται τα λοιπά θέματα, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Μέχρι την έκδοση των διαταγμάτων, η διοίκηση των επί μέρους ως άνω κλάδων εξακολουθεί να ανήκει στους μέχρι σήμερα αρμόδιους υπουργούς.

8. Οι κατά την παρ. 5 του άρθρου 79 του Ν. 1892/1990 διυπουργικοί κλάδοι διοικητικής οργάνωσης και διαδικασιών, συγκροτούμενοι από θέσεις της ίδιας κατηγορίας κλάδων των υπουργείων και γενικών γραμματειών, συνιστώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, με αρμόδιο για τη διοίκησή τους τον Υπουργό Προεδρίας της Κυβέρνησης.

9. Οι παραπάνω διατάξεις, εκτός από τις παραγράφους 5, 6, 7 και 8, εφαρμόζονται αναλόγως: α) για τη συγκρότηση νομαρχιακών διυπουργικών κλάδων (Ν. 1586/1986, άρθρο 24 παρ. 5, 6 και 7) και β) για την ένταξη προσωπικού σε διυπουργικούς κλάδους (Ν. 1735/1987, άρθρο 4 παρ. 4 και επόμενες και Ν. 1943/1991, άρθρο 26 παρ. 1 και 2).

10. Οι διατάξεις των παρ. 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 24 του Ν. 1586/1986 και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 26 του Ν. 1943/1991 καταργούνται.

Άρθρο 21
Κατάργηση – Κατανομή οργανικών θέσεων

1. Μετά τρίμηνο από τη δημοσίευση του παρόντος, καταργούνται όλες οι κενές οργανικές θέσεις μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού των κεντρικών υπηρεσιών υπουργείων και γενικών γραμματειών υπουργείων, με εξαίρεση τις θέσεις που έχουν προκηρυχθεί μέχρι τη λήξη του τριμήνου. Εξαιρούνται τα Υπουργεία Εξωτερικών, Μακεδονίας-Θράκης και Αιγαίου. Για τις πιο πάνω καταργούμενες κενές θέσεις εκδίδεται, κατά περίπτωση, διαπιστωτική πράξη. Μέσα στο παραπάνω τρίμηνο, ποσοστό μέχρι 20% των υπό κατάργηση κενών θέσεων, προσδιοριζόμενο αριθμητικά, μπορεί να διατηρηθεί και ανακατανέμεται μεταξύ των Υπουργείων με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Με απόφαση του οικείου υπουργού, οι κατανεμόμενες σε κάθε υπουργείο θέσεις προσδιορίζονται κατά κατηγορία και κλάδο ή ειδικότητα.

2. Με τους οργανισμούς των υπουργείων, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών και Ν.Π.Δ.Δ., πλην οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, κατανέμονται συνολικά, κατά κλάδο ή ειδικότητα, οι οργανικές θέσεις του μόνιμου και με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού στην κεντρική και τις περιφερειακές υπηρεσίες.

3. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του οικείου κατά περίπτωση υπουργού, οι οργανικές θέσεις μόνιμου και με οποιαδήποτε σχέση, προσωπικού, που έχουν κατανεμηθεί, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, μπορεί να μεταφέρονται από τις κεντρικές στις περιφερειακές υπηρεσίες, όχι όμως και αντιστρόφως.

4. Η κατανομή ειδικότερα των οργανικών θέσεων στις επί μέρους οργανικές μονάδες σε επίπεδο περιφέρειας, νομού ή επαρχίας, με βάση τη γενικότερη κατανομή τους στην κεντρική και τις περιφερειακές υπηρεσίες, ενεργείται με απόφαση του αρμόδιου υπουργού.

5. Κατά την πρώτη εφαρμογή και μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση των προεδρικών διαταγμάτων των παρ. 1 και 4 του άρθρου 1 του Ν. 2026/1992 (ΦΕΚ 43 Α΄), τα υπουργεία, που έχουν περιφερειακές υπηρεσίες, κατανέμουν τις οργανικές θέσεις του μόνιμου και με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού τους, κατά κλάδο ή ειδικότητα, στις επί μέρους περιφερειακές υπηρεσιακές τους μονάδες, με αποφάσεις του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του οικείου κατά περίπτωση υπουργού, προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της οργανικής σύνθεσης των περιφερειακών υπηρεσιών σε θέσεις και προσωπικό.

6. Οι διατάξεις: α) του άρθρου 28 παρ. 1 του Ν. 1199/1981 (ΦΕΚ 237 Α΄) και β) του άρθρου 70 του Ν. 1943/1991 καταργούνται.Η παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν. 51/1975 (ΦΕΚ 125 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Η εσωτερική διάρθρωση οργανικών μονάδων επιπέδου τμήματος σε γραφεία, όπου απαιτείται, ενεργείται με αποφάσεις του οικείου υπουργού ή του εξουσιοδοτουμένου από αυτόν οργάνου, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

Άρθρο 22
Κατάργηση – Συγχώνευση – Μετατροπή νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων υπουργών, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα μπορεί να καταργούνται, συγχωνεύονται και αποκεντρώνονται χωροταξικά, καθώς και να μεταφέρονται αρμοδιότητές τους σε άλλους φορείς, να μεταβάλλεται η νομική μορφή τους και να καθορίζονται κανόνες διοικητικής και οικονομικής λειτουργίας και διαχείρισης.

2. Με τα ίδια προεδρικά διατάγματα ρυθμίζονται θέματα, που ανάγονται στην οργάνωση, λειτουργία, διάρθρωση των υπηρεσιών και θέσεων προσωπικού, τακτοποίηση του υπηρετούντος προσωπικού σε κενές ή μεταφερόμενες θέσεις ή σε προσωρινές θέσεις, που συνιστώνται για το λόγο αυτόν ή μετάταξή του, ως πλεονάζοντος, σε δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ανάλογα με τα τυπικά του προσόντα, την τύχη των περιουσιακών στοιχείων του καταργούμενου, συγχωνευόμενου ή μετατρεπόμενου νομικού προσώπου, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.Στα προεδρικά διατάγματα, που ρυθμίζουν θέματα επικουρικής ασφάλισης, συμπράττει και ο Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

3. Οι παραπάνω διατάξεις δεν εφαρμόζονται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα των τομέων υγείας, πρόνοιας και κοινωνικής ασφάλισης του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και στα νομικά πρόσωπα του τομέα εκπαίδευσης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Άρθρο 23
Ειδικές διατάξεις συλλογικών οργάνων – Βράβευση προτάσεων

1. Στο άρθρο 5 του Ν. 2026/1992, από τότε που ίσχυσε, προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:”3. Ειδικές διατάξεις νόμου ή προεδρικού διατάγματος ή υπουργικής απόφασης, που εκδίδονται κατόπιν ειδικής εξουσιοδότησης νόμου, με τις οποίες μπορεί να συνιστώνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας, ευκαιριακού ή προσωρινού χαρακτήρα, σε υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, διατηρούνται σε ισχύ”.

2. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 83 του Ν. 1892/1990 και του τέταρτου και πέμπτου εδαφίου της παρ. 4 της αριθ. ΔΙΣΚΠΟ/Φ.17/33663/4-10-1990 Διαγωνισμός για τη βράβευση μελετών και προτάσεων (ΦΕΚ 637 Β΄) απόφασης του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης παύουν να ισχύουν για διαγωνισμούς που προκηρύσσονται, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 83 του Ν. 1892/1990, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΤΕΛΙΚΕΣ – ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24
Σύσταση θέσεων κατά βαθμούς

1. Συνιστώνται, αυτοδικαίως, θέσεις βαθμού Γενικού Διευθυντή σε αριθμό ίσο με τις γενικές διευθύνσεις που έχουν συσταθεί με τις διατάξεις των άρθρων 78 και 79 του Ν. 1892/1990. Η θέση βαθμού Γενικού Διευθυντή συνιστάται στον κλάδο στον οποίο ανήκει ο οικείος γενικός διευθυντής. Αν δεν υπηρετεί γενικός διευθυντής και προβλέπεται να προέρχεται από περισσότερους κλάδους, η θέση συνιστάται στον κλάδο που αναφέρεται πρώτος στις οικείες οργανικές διατάξεις, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα των υπαλλήλων των λοιπών κλάδων να κρίνονται για γενικοί διευθυντές.

2. Συνιστώνται, αυτοδικαίως, θέσεις βαθμού Διευθυντή Β΄- Α΄ και βαθμού Τμηματάρχη Β΄ – Α΄, σε αριθμό, ίσο με τις υφιστάμενες διευθύνσεις και τμήματα ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικές μονάδες, στον κλάδο και την κατηγορία που ανήκει ο υπάλληλος, ο οποίος κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετεί ως προϊστάμενος στις παραπάνω οργανικές μονάδες, Αν ο υπάλληλος ανήκει σε προσωρινό κλάδο, η θέση συνιστάται σε άλλο κλάδο, υπάλληλοι του οποίου κρίνονται, σύμφωνα με τις οικείες οργανικές διατάξεις, για προϊστάμενοι της συγκεκριμένης οργανικής μονάδας.

3. Αν σε ορισμένες οργανικές μονάδες δεν υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος προϊστάμενος, η αντίστοιχη θέση ιδρύεται στην κατηγορία και τον κλάδο από τον οποίο προβλέπεται, κατά τις οικείες οργανικές διατάξεις, να προέρχεται ο προϊστάμενος. Αν στην αμέσως προηγούμενη περίπτωση ο προϊστάμενος προέρχεται από περισσότερες κατηγορίες ή κλάδους, η θέση ιδρύεται στην κατηγορία και τον κλάδο που αναφέρεται πρώτος στον οργανισμό της υπηρεσίας, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα των υπαλλήλων των λοιπών κλάδων της ίδιας κατηγορίας να κρίνονται για διευθυντές και τμηματάρχες.

4. Οι θέσεις που κατέχουν οι υπάλληλοι, οι οποίοι κατατάσσονται στις συνιστώμενες θέσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου Α του επόμενου άρθρου 25, καταργούνται αυτοδικαίως. Για τις θέσεις που καταργούνται εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις.

5. Στον αριθμό των διευθύνσεων συνυπολογίζονται και οι υφιστάμενες υποδιευθύνσεις και στον αριθμό των τμημάτων και τα υφιστάμενα αυτοτελή γραφεία.

6. Αν ως προϊστάμενος διεύθυνσης υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπάλληλος της Κατηγορίας ΔΕ, στην οποία δεν προβλέπεται βαθμός Διευθυντή, κατά το άρθρο 1 του παρόντος, η θέση του βαθμού Διευθυντή Β΄ – Α΄ συνιστάται στον κλάδο της Κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ, σύμφωνα με την παρ. 3, που εφαρμόζεται αναλόγως. Ο προϊστάμενος που υπηρετεί συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι τη λήξη της θητείας του.

7. Με τα προεδρικά διατάγματα του άρθρου 78 του Ν. 1892/1990 για τη σύσταση γενικών διευθύνσεων συνιστώνται και αντίστοιχες θέσεις βαθμού Γενικού Διευθυντή.

Άρθρο 25
Κατάταξη υπηρετούντων υπαλλήλων
Οι υπάλληλοι, που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος, κατατάσσονται σε θέσεις των βαθμών του άρθρου 1 του παρόντος, ως ακολούθως:Α. Κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ.

α. Στο βαθμό του Γενικού Διευθυντή Κατηγορίας ΠΕ, αυτοδικαίως, οι υπηρετούντες Γενικοί Διευθυντές, που έχουν επιλεγεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 78 και 79 του Ν. 1892/1990.

β. Στο βαθμό του Διευθυντή Α΄ ή Β΄:

Αυτοδικαίως, οι υπάλληλοι Κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ. οι οποίοι την 31η Μαρτίου 1986 κατείχαν το 2ο ή 3ο βαθμό του Υπαλληλικού Κώδικα.

Οι υπάλληλοι αυτοί κατατάσσονται στο βαθμό του Διευθυντή Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που κατέλαβαν το 2ο βαθμό ή από τότε που θα συμπλήρωναν τριετή υπηρεσία στον 3ο βαθμό, αντιστοίχως έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος. Αν ο αριθμός των υπαλλήλων αυτών είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των θέσεων, συνιστώνται αυτοδικαίως με τον παρόντα νόμο αντίστοιχου αριθμού θέσεις βαθμού Διευθυντή Β΄ – Α΄.

γ. Στο βαθμό του Τμηματάρχη Α΄ ή Β΄:

Αυτοδικαίως, οι υπάλληλοι Κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ, οι οποίοι την 31η Μαρτίου 1986 κατείχαν τον 4ο ή 5ο βαθμό του Υπαλληλικού Κώδικα. Οι υπάλληλοι αυτοί κατατάσσονται στο βαθμό του Τμηματάρχη Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που κατέλαβαν τον 4ο βαθμό ή από τότε που θα συμπλήρωναν τριετία για την Κατηγορία ΠΕ ή ΤΕ και τετραετία για την Κατηγορία ΔΕ στον 5ο βαθμό, αντιστοίχως, έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος. Η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου Αβ εφαρμόζεται αναλόγως.

δ. Στους λοιπούς βαθμούς:

Οι κατεχόμενες από τους λοιπούς υπαλλήλους της Κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ θέσεις διαβαθμίζονται, αυτοδικαίως, σε θέσεις ενιαίων βαθμών Δόκιμου Γραμματέα για τις κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ και Δόκιμου Γραφέα για την κατηγορία ΔΕ έως και Εισηγητή Α΄, ειδικώς για την κατάταξη και μόνο των υπηρετούντων υπαλλήλων.

Οι υπηρετούντες υπάλληλοι, που δεν υπάγονται στις προηγούμενες περιπτώσεις, κατατάσσονται αυτοδικαίως σε βαθμούς, ως ακολούθως:

1. Οι υπάλληλοι βαθμού Α΄, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει ένα έτος υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Εισηγητή Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που συμπλήρωσαν ένα έτος υπηρεσίας στο βαθμό Α΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

2. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Α΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Εισηγητή Β΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που κατέχουν το βαθμό Α΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος, προστιθεμένων ακόμη δύο ετών για υπαλλήλους Κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ και τριών ετών για υπαλλήλους Κατηγορίας ΔΕ.

3. Οι υπάλληλοι βαθμού Β΄, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει στο βαθμό αυτόν διετή υπηρεσία για την Κατηγορία ΠΕ, ενός έτους υπηρεσία για την Κατηγορία ΤΕ και διετή υπηρεσία για την Κατηγορία ΔΕ, κατατάσσονται στο βαθμό του Γραμματέα Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που συμπλήρωσαν διετία, ένα έτος ή διετία, αντιστοίχως κατά κατηγορία, στο βαθμό Β΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

4. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Β΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Γραμματέα Β΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που κατέλαβαν το βαθμό Β έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος, προστιθεμένων ακόμη δύο ετών για υπαλλήλους Κατηγορίας ΤΕ και ενός έτους για υπαλλήλους Κατηγορίας ΔΕ.

5. Οι υπάλληλοι βαθμού Γ΄ της Κατηγορίας ΠΕ κατατάσσονται στο βαθμό του Δόκιμου Γραμματέα και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Γ΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

6. Οι υπάλληλοι βαθμού Γ΄ της Κατηγορίας ΤΕ, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει διετή υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Γραμματέα Β΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Γ΄ από τότε που συμπλήρωσαν διετία στο βαθμό αυτόν έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Γ΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Δόκιμου Γραμματέα και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Γ΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

7. Οι υπάλληλοι βαθμού Γ΄ της Κατηγορίας ΔΕ, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει πενταετή υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Γραφέα Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που συμπλήρωσαν πενταετή υπηρεσία στο βαθμό Γ΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος. Οι υπάλληλοι βαθμού Γ΄, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει διετή υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Γραφέα Β΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Γ΄ από τότε που συμπλήρωσαν διετία στο βαθμό αυτόν έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Γ΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Δόκιμου Γραφέα και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Γ΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Β. Κατηγορία ΥΕ:

1. Οι κατεχόμενες από τους υπαλλήλους της Κατηγορίας ΥΕ θέσεις διαβαθμίζονται αυτοδικαίως, ειδικώς για την κατάταξη και μόνο των υπηρετούντων υπαλλήλων, σε θέσεις ενιαίων βαθμών Δόκιμου Βοηθού έως και Επιμελητή Α΄.

2. Οι υπάλληλοι βαθμού Γ΄, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν συμπληρώσει δεκαπενταετή ή ενδεκαετή ή επταετή ή ενός έτους υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Επιμελητή Α΄ ή Β΄ ή Γ ή του Βοηθού Υπαλλήλου Α΄, αντιστοίχως, και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που συμπλήρωσαν δεκαπενταετή ή ενδεκαετή ή επταετή ή ενός έτους υπηρεσία στο βαθμό Γ΄, αντιστοίχως, έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

3. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Γ΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Βοηθού Υπαλλήλου Β΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που κατέλαβαν το βαθμό Γ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος, προστιθεμένων πέντε ακόμη ετών.

4. Οι υπάλληλοι βαθμού Δ΄, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, επταετή ή διετή υπηρεσία στο βαθμό αυτόν, κατατάσσονται στο βαθμό του Βοηθού Υπαλλήλου Β΄ ή Γ΄, αντιστοίχως και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχει διανυθεί από τότε που συμπλήρωσαν επταετή ή διετή υπηρεσία στο βαθμό Δ΄, αντιστοίχως, έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

5. Οι λοιποί υπάλληλοι βαθμού Δ΄ κατατάσσονται στο βαθμό του Δόκιμου Βοηθού και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει στο βαθμό Δ΄ έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Γ. Ειδικές ρυθμίσεις:

1. Για την κατά το παρόν άρθρο αυτοδίκαιη κατάταξη των υπαλλήλων εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις. Η σειρά αρχαιότητας υπαλλήλων του αυτού κλάδου, που κατατάσσονται στον ίδιο βαθμό, καθορίζεται σύμφωνα με τη σειρά αρχαιότητας που είχαν κατά την 31η Μαρτίου 1986, ανεξάρτητα από το χρόνο υπηρεσίας που υπολογίζεται στο βαθμό κατάταξής τους. Αν την 31η Μαρτίου 1986 οι υπάλληλοι ανήκαν σε διαφορετικούς κλάδους, η σειρά αρχαιότητας υπολογίζεται με βάση το χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό κατάταξής τους.

2. Οι κατατασσόμενοι στο βαθμό του Διευθυντή Β΄ ή Α΄ ή Τμηματάρχη Β΄ ή Α΄, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τοποθετούνται ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, χωρίς δέσμευση από την ιδιότητα αυτών που είναι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων κατά τη δημοσίευση του παρόντος.

3. Οι διατάξεις του άρθρου 24 και του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση, που με ειδικές διατάξεις έχουν συσταθεί θέσεις αναπληρωτή προϊσταμένου διεύθυνσης ή υποδιευθυντή.

4. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετούντες ειδικοί εισηγητές του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης, εφόσον με τις διατάξεις του παρόντος δεν κατατάσσονται σε ανώτερο βαθμό, κατατάσσονται αυτοδικαίως στο βαθμό του Διευθυντή Α΄ και θεωρούνται ότι έχουν χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν, το χρόνο που έχουν διανύσει ως προϊστάμενοι διεύθυνσης.

Άρθρο 26
Ρύθμιση ειδικών θεμάτων

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των κατά περίπτωση αρμόδιων υπουργών, επιτρέπεται η προσαρμογή διατάξεων προς τις ρυθμίσεις του νόμου αυτού, εφόσον επιβάλλεται λόγω της μεταβολής του βαθμολογικού συστήματος. Η ισχύς των προεδρικών διαταγμάτων μπορεί να ανατρέχει στην έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.

2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, που εκδίδεται εφάπαξ, γίνεται η κατανομή των θέσεων κάθε κλάδου της οικείας υπηρεσίας στους βαθμούς του άρθρου 1 του νόμου αυτού. Οι θέσεις του βαθμού Διευθυντή Β – Α μπορεί να υπερβαίνουν τον αριθμό των αντίστοιχων οργανικών μονάδων μέχρι ποσοστό 20%.

3. Οι πέραν του αριθμού των οργανικών μονάδων διευθυντές, εφόσον δεν τοποθετούνται ως προϊστάμενοι διεύθυνσης, ασκούν, με απόφαση του οργάνου που είναι αρμόδιο για την τοποθέτησή τους, καθήκοντα, όπως ιδίως συμβούλου, επιθεωρητή, συντονιστή εργασιών, προϊσταμένου τμήματος ή αυτοτελούς γραφείου.

4. Η τοποθέτηση των διευθυντών στις οργανικές μονάδες των οποίων θα προΐστανται και η ανάθεση καθηκόντων στους λοιπούς διευθυντές γίνεται ελεύθερα από το αρμόδιο όργανο και μπορεί να μεταβάλλεται οποτεδήποτε.

5. Οι υπάλληλοι, που έχουν καταταγεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου στους βαθμούς του άρθρου 1, δεν θίγονται από την κατανομή της παραγράφου 2. Η εξισορρόπηση της πυραμίδας των θέσεων, όπως αυτή διαμορφώνεται με την απόφαση της παραγράφου 2, γίνεται, όπου απαιτηθεί, με μεταφορά θέσεων ανώτερου βαθμού προς κατώτερο ή αντιστρόφως, μόλις οι κατεχόμενες θέσεις κενώνονται για οποιονδήποτε λόγο. Η μεταφορά των θέσεων γίνεται με απόφαση του οικείου υπουργού ή του Δ.Σ. του νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου.

6. Οι υπάλληλοι, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος προΐστανται οργανικών μονάδων, εφόσον δεν κατατάσσονται με το άρθρο 25 στον αντίστοιχο της θέσης που προΐστανται βαθμό, εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και φέρουν το βαθμό της θέσης που προΐστανται ή ασκούν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 καθήκοντα και εξακολουθούν να λαμβάνουν το επίδομα προϊσταμένου, μέχρι τη λήξη της θητείας τους και πάντως όχι πέραν της 31.12.1993.

7. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετούντες απόφοιτοι της Ε.Σ.Δ.Δ. κρίνονται για προαγωγή στο βαθμό του Τμηματάρχη Β΄, στο χρόνο που προβλέπεται από τις μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος διατάξεις για την επιλογή τους ως προϊσταμένων τμημάτων.

8. Ο χρόνος υπηρεσίας, που πλεονάζει στο βαθμό κατάταξης του υπαλλήλου, μεταφέρεται στον επόμενο βαθμό και θεωρείται χρόνος υπηρεσίας στο βαθμό αυτόν.

9. Οι διατάξεις του άρθρου 18 του Ν. 1858/1989 και των άρθρων 39 και 40 του Ν. 1959/1991 δεν θίγονται από τις ρυθμίσεις του παρόντος.

10. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών ή Δικαιοσύνης, αντιστοίχως, οι διατάξεις των άρθρων 1-5, των παρ. 3-5 του άρθρου 6 και των άρθρων 24 και 25 του παρόντος επεκτείνονται και στους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α., των εμμίσθων υποθηκοφυλακείων και κτηματολογικών γραφείων και των γραμματειών των δικαστηρίων και εισαγγελιών. Με τα ίδια προεδρικά διατάγματα μπορεί να γίνεται προσαρμογή των επεκτεινομένων διατάξεων προς το νομικό καθεστώς που διέπει τους ανωτέρω υπαλλήλους.

11. Διατάξεις που καταργούνται με τον παρόντα νόμο εξακολουθούν να εφαρμόζονται για τους υπαλλήλους της προηγούμενης παραγράφου, μέχρι να εκδοθούν τα προβλεπόμενα από την παράγραφο αυτήν προεδρικά διατάγματα.

12. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, οι υπάλληλοι υποχρεούνται να συμπληρώνουν απογραφικό δελτία μηχανογραφικώς επεξεργάσιμα. Ο υπάλληλος υποχρεούται να συμπληρώνει τα δελτία με ακριβή και αληθή στοιχεία. Η άρνηση συμπλήρωσης ή η παράθεση αναληθών στοιχείων συνεπάγεται υποχρεωτικώς την πειθαρχική δίωξη του υπαλλήλου.

13. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 1104/1980 (ΦΕΚ 298 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 87 του Ν. 1892/1990, ο δημόσιος τομέας νοείται όπως είχε οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 1104/1980, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 87 του Ν. 1892/1990 και συμπληρώνεται με το προηγούμενο εδάφιο, εφαρμόζονται και για απόσπαση μέχρι δύο υπαλλήλων στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δημόσιας Διοίκησης που εδρεύει στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας.Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 1104/1980, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 87 του Ν. 1892/1990, η φράση οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται με τη φράση οι διατάξεις της τρίτης, τέταρτης και πέμπτης περιόδου του πρώτου εδαφίου και οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου αυτής.

14. Οι λέξεις “σε συνάρτηση με τους καθορισμένους στόχους και δείκτες” στην δεύτερη περίοδο του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 128 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό επαναφέρθηκε σε ισχύ με το άρθρο 54 του Ν. 1943/1991, αντικαθίστανται με τις λέξεις “σε συνάρτηση με καθοριζόμενους, όπου κρίνεται εφικτό, στόχους και δείκτες”.

15. Η πρόσληψη αλλοδαπών μουσικών, ομογενών ή μη, σε ελληνικές ορχήστρες κλασικής μουσικής γίνεται μετά από έγκριση της σχετικής αίτησης του εργοδότη από το Υπουργείο Πολιτισμού, χωρίς να απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων και η τήρηση των διαδικασιών των άρθρων 13, 17 παρ. 4, 21, 22 και 23 του Ν. 1975/1991 (ΦΕΚ 184 Α΄). Η εγκριτική απόφαση κοινοποιείται στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Οι προσλαμβανόμενοι μουσικοί επιτρέπεται, μετά από έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού, να μεταφέρουν την κατά την παρ. 2 του άρθρου 14 του Ν. 1975/1991 οικογένειά τους χωρίς εφαρμογή της διατάξεως της παρ. 1 του ανωτέρου άρθρου και νόμου.

16. Οι διατάξεις της παρ. 13 εδαφ. γ΄ του άρθρου 5 του Ν. 1943/1991 εφαρμόζονται και για τους συμμετέχοντες στις ειδικές τριμελείς επιτροπές δευτεροβάθμιας κρίσης των άρθρων 12 του Ν. 1232/1982 και 18 του Ν. 1476/1984.

17. Στους υπαλλήλους που κατετάγησαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, στο βαθμό του εισηγητή Α`, όταν προαχθούν στο βαθμό του Τμηματάρχη Α`, αναγνωρίζεται ως πλεονάζων χρόνος υπηρεσίας στο βαθμό του Τμηματάρχη Α` χρόνος ίσος με τη διαφορά που προκύπτει, εάν αφαιρεθεί από το συνολικό χρόνο υπηρεσίας που έχει διανυθεί με τα προσόντα της κατηγορίας τους, ο χρόνος που απαιτείται για την προαγωγή μέχρι το βαθμό αυτόν σύμφωνα με το άρθρο 4.Ο κατά τα ανωτέρω πλεονάζων χρόνος υπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη και για την αναμόρφωση των πινάκων προακτέων στο βαθμό του διευθυντή Β` έτους 1993, προκειμένου να καλυφθούν οι μετά την 31η Αυγούστου 1993 κενούμενες θέσεις βαθμού διευθυντή.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 27 τουΝ.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

18. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον μετά τη διενέργεια των προαγωγών του έτους 1993 παραμένουν κενές θέσεις διευθυντών, ισχύουν και για τους :α) Μονιμοποιηθέντες μετά την 1η Απριλίου 1986 υπαλλήλους των νοσοκομείων που υπήχθησαν στις διατάξεις του ν.δ. 2592/1953 και τους υπαλλήλους των ιδίων νοσοκομείων, που μετετάγησαν σε δημόσια νοσοκομεία ή άλλα Ν.Π.Δ.Δ. και

β) Υπαλλήλους των Οργανισμών Κεντρικής Αγοράς Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

Για την εφαρμογή της διατάξεως του ανωτέρω εδαφίου καταρτίζονται συμπληρωματικοί πίνακες προακτέων έτους1993.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 27 τουΝ.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

19. Από τις προβλεπόμενες θέσεις διευθυντών της κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ δύναται να καλύπτεται ποσοστό πέντε τοις εκατό (5 %) κάθε κλάδου από υπαλλήλους αντίστοιχων κλάδων κατηγορίας ΔΕ, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τριετή υπηρεσία στο βαθμό του Τμηματάρχη Α`. Η αντιστοιχία των κλάδων καθορίζεται με απόφαση του οικείου υπουργού ή του Δ.Σ. του οικείου Ν.Π.Δ.Δ..Ο αριθμός των θέσεων διευθυντών ΠΕ που μπορεί να καλυφθεί από υπαλλήλους κατηγορίας ΔΕ δεν επιτρέπεται να είναι ανώτερος του αριθμού των θέσεων διευθυντών των αντίστοιχων κλάδων κατηγορίας ΤΕ.

Το υπηρεσιακό συμβούλιο καταρτίζει τους πίνακες προακτέων κατηγορίας ΔΕ στο βαθμό του Διευθυντή Β`, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 3 και 5 του παρόντος νόμου για τόσους υπαλλήλους όσοι αναλογούν στο, κατά τα ανωτέρω εδάφια, καθοριζόμενο ποσοστό.

Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο κριθέντες προακτέοι υπάλληλοι κατηγορίας δε εγγράφονται στους πίνακες προακτέων αντίστοιχων κλάδων της κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ για το βαθμό του Διευθυντή Β`. Η κατά τα άνω εγγραφή στους πίνακες ως και η σειρά εγγραφής σ` αυτούς καθορίζεται από το υπηρεσιακό συμβούλιο κατά συνεκτίμηση των στοιχείων κρίσεως του άρθρου 3 του παρόντος νόμου. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τους γίνει μέχρι την αναμόρφωση των πινάκων προακτέων δεν θίγονται.

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών ή Δικαιοσύνης αντίστοιχα, δύναται να επεκτείνονται οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου και στους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α., των έμμισθων υποθηκοφυλακείων και κτηματολογικών γραφείων και των γραμματειών των δικαστηρίων και εισαγγελιών. Με τα ίδια προεδρικά διατάγματα μπορεί να γίνεται προσαρμογή των επεκτεινόμενων διατάξεων προς το νομικό καθεστώς, που διέπει τους ανωτέρω υπαλλήλους.”

Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.2 του άρθρου 27 τουΝ.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

Άρθρο 27
Παραμονή πέραν της 35ετίας
Σημ.: όπως το άρθρο 27 καταργήθηκε με την παρ.13 του άρθρου 32 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28),

1. Οι υπαγόμενοι στις διατάξεις των άρθρων 264 και 265 του Υπαλληλικού Κώδικα και του άρθρου 1 του Ν. 1232/1982 (ΦΕΚ 22 Α΄), όπως συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν με τα άρθρα 16 παρ. 4 του Ν. 1505/1984 και 8 παρ. 2 του Ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α΄), μπορεί με αίτησή τους και μετά σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, να παραμένουν στην υπηρεσία και μετά τη συμπλήρωση τριακονταπενταετούς υπηρεσίας και πάντως όχι πέραν του 65ου έτους της ηλικίας τους. Με πράξη του αρμόδιου υπουργού ή του διοικητικού συμβουλίου του οικείου νομικού προσώπου, αποφασίζεται η παραμονή του υπαλλήλου. Με την ίδια πράξη συνιστάται αυτοδικαίως προσωρινή θέση, αντίστοιχη με το βαθμό του παραμένοντος υπαλλήλου, η οποία καταργείται με την αποχώρησή του. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 264 του Υπαλληλικού Κώδικα διατηρούνται σε ισχύ.

2. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, για το σχηματισμό της κατά τα ανωτέρω κρίσης του, λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος νόμου.

3. Για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά πρόταση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, καθορίζει κατ΄ έτος, ανάλογα με τις υφιστάμενες υπηρεσιακές ανάγκες, ποσοστό ή αριθμό υπαλλήλων, που μπορεί να διατηρούνται στην υπηρεσία.

4. Στους παραμένοντες με τους παραπάνω όρους στην υπηρεσία και μέχρι την αποχώρησή τους καταβάλλεται επίδομα παραμονής, οριζόμενο σε ποσοστό 5% επί του συνόλου των τακτικών αποδοχών τους.

5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στους φορείς, οι οποίοι ανήκαν στο δημόσιο τομέα σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982.

Άρθρο 28
Αποσπάσεις και λοιπά θέματα

1.Αίρονται,αυτοδικαίως, μετά πάροδο δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, οι αποσπάσειςστοΔημόσιοήσεΝ.Π.Δ.Δ.υπαλλήλων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών ή άλλων κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικούδικαίουήτραπεζών.Εξαιρούνται οι αποσπάσεις σε γραφεία μελών της κυβέρνησης, σε κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλήκαισε βουλευτές ή Έλληνες βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οαριθμόςτωνυπαλλήλωνπουμπορείνα αποσπώνται, εφεξής, όπου επιτρέπεται, από καθένα των ανωτέρω φορέων στο Δημόσιο ή σεΝ.Π.Δ.Δ., δενεπιτρέπεταιναυπερβαίνει το ποσοστό 5%ο, υπολογιζόμενο επί του συνόλου του υπηρετούντος με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίουαορίστου χρόνουπροσωπικού.Για την εφαρμογή της παρούσας δεν υπολογίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων που αποσπώνται για τηγραμματειακήεξυπηρέτηση των βουλευτών ή Ελλήνων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.”Υπέρβαση του ποσοστού πέντε τοις χιλίοις (5%ο) μπορεί να γίνεται με σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του οικείου φορέα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.17 του άρθρου 32 του Ν.2190/1994 (ΦΕΚ Α 28)

2. Για τους φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός είχε οριοθετηθεί με την παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982, πέραν των συνδικαλιστικών αδειών άνευ αποδοχών, που προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις, επιτρέπονται και άδειες μετ΄ αποδοχών.Οι μετ΄ αποδοχών συνδικαλιστικές άδειες δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες στο άρθρο 14, παρ. 1 και 2 του παρόντος.

Οι άδειες των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργανώσεως είναι μετ΄ αποδοχών.

Οποιεσδήποτε ρυθμίσεις για χορήγηση συνδικαλιστικών αδειών μετ΄ αποδοχών πέραν των ανωτέρω ορίων, καθ΄ οιονδήποτε τρόπο ορισθείσες, δεν ισχύουν.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.2 του άρθρου 6 του Ν.2224/1994 (Α 112).

3. Ορίζεται αποσβεστική προθεσμία έξι μηνών από την έκδοση της απόφασης του αρμόδιου περί προαγωγής οργάνου. για την άσκηση αξιώσεων υπαλλήλων ή συνταξιούχων των τραπεζών, οι οποίοι παραλείφθηκαν από τις προαγωγές.Οποιαδήποτε αγωγή αυτών, με αίτημα την αναγνώριση του δικαιώματος προαγωγής τους ή οποιαδήποτε αξίωση από την παράλειψη προαγωγής τους, είναι απαράδεκτη, αν δεν στρέφεται από κοινού κατά της τράπεζας και κατά των προαχθέντων υπαλλήλων, έναντι των οποίων ο ενάγων επικαλείται ότι έπρεπε να είχε προαχθεί.

Αν η αγωγή γίνει τελεσιδίκως δεκτή, η προαγωγή του παραλειφθέντος υπαλλήλου, για κάθε βαθμολογική και μισθολογική συνέπεια, ανατρέχει στο χρόνο που έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί.

Το δικαστήριο καθορίζει, υποχρεωτικώς, τον προαχθέντα υπάλληλο, έναντι του οποίου έπρεπε να είχε προαχθεί ο ενάγων και του οποίου η προαγωγή ανακαλείται.

Οι συνέπειες των προηγούμενων εδαφίων ανατρέπονται, αν η παραπάνω δικαστική απόφαση εξαφανισθεί.

Σημ.: όπως η παρ.3 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  από την παρ.1 του άρθρου10 του Ν. 2224/1994 (Α 112),

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 692 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που προστέθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 1941/1991, αντικαθίσταται ως εξής:6. Ασφαλιστικά μέτρα δεν επιτρέπεται να διαταχθούν για αποδοχή από τον εργοδότη των υπηρεσιών του εργαζομένου ή για τον καθορισμό του τόπου παροχής, καθώς και του είδους και της φύσεως των υπηρεσιών αυτού ή για την ανάθεση άσκησης καθηκόντων ή για την ανάκληση της ανάθεσης.

Σημ.: όπως η παρ.4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  από την παρ.1 του άρθρου10 του Ν. 2224/1994 (Α 112),

Άρθρο 29
Συμμετοχή γυναικών σε υπηρεσιακά συμβούλια
Σε κάθε υπηρεσιακό συμβούλιο που προβλέπεται από το νόμο συμμετέχει υποχρεωτικά για τη νόμιμη συγκρότησή του μία (1) τουλάχιστο γυναίκα που έχει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.Σημ.: όπως Το άρθρο 29 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 του άρθρου 38 του Ν.2190/1994(ΦΕΚ Α 28),

Άρθρο 30
Θέματα ορχήστρας Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Στην παράγραφο Δ4 του άρθρου 69 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α΄) προστίθεται περίπτωση ε που έχει ως εξής: «Οι υφιστάμενες οργανικές θέσεις στην Ε.Λ.Σ. ογδόντα (80) Μουσικών και μιας Διευθυντή Ορχήστρας μετατρέπονται σε μόνιμες.Με το ίδιο πιο πάνω προεδρικό διάταγμα. οι θέσεις αυτές διαρθρώνονται και κατανέμονται σε πέντε κατηγορίες αντίστοιχες με τις προβλεπόμενες για τις κρατικές ορχήστρες και ύστερα από κρίση ειδικής τριμελούς επιτροπής μονιμοποιείται και εντάσσεται στις μόνιμες αυτές θέσείς το προσωπικό που υπηρετεί στην Ορχήστρα της Ε.Λ.Σ. κατά τη δημοσίευση του παρόντος, με βάση τα καθήκοντα που ασκεί αυτό στις μετατρεπόμενες θέσεις του και τα Κριτήρια, καθώς και τη διαδικασία που θα καθοριστούν στο ίδιο διάταγμα».

Άρθρο 31
Κατάργηση διατάξεων
Οι διατάξεις που αντίκεινται στον παρόντα νόμο ή αφορούν θέματα που ρυθμίζονται από αυτόν καταργούνται.

Άρθρο 32
Ισχύς
Η ισχύς του παρόντος εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του, αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 15 Οκτωβρίου 1992

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ