ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 2065 ΦΕΚ 113/30.6.1992
Αναμόρφωση της άμεσης φορολογίας και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Α-Β. Εισόδημα από ακίνητα.
Γ. Εισόδημα από κινητές αξίες.
Δ. Εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις.
Ε. Εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις.
ΣΤ. Εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες.
Ζ. Εισόδημα από υπηρεσίες ελευθέριων επαγγελμάτων και από κάθε άλλη πηγή.”
α) Οι συντάκτες οι οποίοι είναι μέλη της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης, της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Πελοποννήσου – Ηπείρου – Νήσων, της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας -Εύβοιας και της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου, καθώς και οι δημοσιογράφοι που έχουν ασφαλιστική κάλυψη ως δημοσιογράφοι στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία για πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή έτη και ο χρόνος ασφάλισης βεβαιώνεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, οι οποίοι εργάζονται στις εφημερίδες και στα περιοδικά, στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στη Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών και στα γραφεία τύπου των κρατικών υπηρεσιών και δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου δημόσιου υπαλλήλου και
β) οι εικονολήπτες επικαίρων τηλεόρασης, μειώνεται κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) στο ποσό του καθαρού εισοδήματος αυτού, για την αντιμετώπιση ειδικών δαπανών του επαγγέλματος.
4. Το ποσό της κύριας σύνταξης που καταβάλλεται στα πρόσωπα που αναφέρονται στην περίπτωση α΄ της προηγούμενης παραγράφου, τα οποία συνταξιοδοτήθηκαν λόγω της ιδιότητάς τους ως διευθυντών σύνταξης, αρχισυντακτών, συντακτών της ύλης κ.λπ. και μόνο για τη σύνταξη που τους καταβάλλεται από αυτήν την αιτία, μειώνεται κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) στο καθαρό ποσό αυτής.”
Φορολογήσιμοι ίπποι αυτοκινήτου | Ετήσια τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης σε δραχμές |
μέχρι 7 | 1.000.000 |
8 | 1.200.000 |
9 | 1.500.000 |
10 | 1.800.000 |
11 | 2.200.000 |
12 | 2.600.000 |
13 | 3.100.000 |
14 | 3.700.000 |
15 | 4.500.000 |
16 | 5.500.000 |
17 | 6.500.000 |
18 | 7.500.000 |
19 | 9.000.000 |
20 | 10.500.000 |
21 | 12.500.000 |
22 και πάνω | 15.000.000 |
ι. Ομόρρυθμων ή απλών εκτός των ετερόρρυθμων εταίρων, φυσικών προσώπων, μεριζόμενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρία προκειμένου περί ομόρρυθμων ή ετερόρρυθμων ή αστικών εταιριών.
ιι. Των φυσικών προσώπων, μελών της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, μεριζόμενη μεταξύ αυτών, κατά το ποσοστό συμμετοχής του καθενός στην εταιρία περιορισμένης ευθύνης, όταν οι διαχειριστές αυτής δεν είναι εταίροι της.
ιιι. Των διαχειριστών της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης που είναι και εταίροι της, μεριζόμενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην Ε.Π.Ε..
ιιιι. Των εντεταλμένων συμβούλων, διοικητών ανώνυμων εταιριών και προέδρων των διοικητικών συμβουλίων τους, μεριζόμενη ισομερώς μεταξύ τους.
Η τεκμαρτή αυτή δαπάνη βαρύνει καθένα από τα φυσικά πρόσωπα που ορίζονται από τις διατάξεις αυτής της παραγράφου, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής ή κατοικίας
τους και δεν μπορεί για καθένα από αυτά τα πρόσωπα και για κάθε εταιρία να είναι ανώτερη από τη μεγαλύτερη τεκμαρτή δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της εταιρίας.
“μήκος σκάφους
| Ετήσια τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης σε δραχμές
|
μέχρι 8 μέτρα
| 2.000.000
|
9 και 10 μέτρα
| 3.700.000
|
11 και 12 μέτρα
| 4.800.000
|
13 και 14 μέτρα
| 6.100.000
|
15 και 16 μέτρα
| 8.000.000
|
17 και 18 μέτρα
| 10.100.000
|
19 και 20 μέτρα
| 12.800.000
|
21 και 22 μέτρα
| 16.000.000
|
23 και 24 μέτρα
| 20.000.000
|
25 και 26 μέτρα
| 24.000.000
|
27 και πάνω μέτρα
| 29.500.000
|
Η τεκμαρτή δαπάνη από κάθε σκάφος μειώνεται ανάλογα με την παλαιότητά του κατά ποσοστό: ι) δέκα τοις εκατό (10%), αν έχει περάσει χρονικό διάστημα πάνω από πέντε (5)”έτη και μέχρι δέκα (10) έτη από το έτος που νηολογήθηκε για πρώτη φορά και ιι) είκοσι τοις εκατό (20%) αν έχει περάσει χρονικό διάστημα πάνω από δέκα (10) έτη.”
ββ) Για αεροσκάφη αεριοπροωθούμενα (JΕΤ) στο ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) δραχμών για κάθε λίμπρα ώθησης.
γγ) Για ανεμόπτερα στο ποσό του 1.000.000 (ενός εκατομμυρίου) δραχμών.”
β) Αγορά επιχειρήσεων ή τη σύσταση ή την αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατομικώς ή με τη μορφή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης ή περιορισμένης ευθύνης εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή την αγορά εταιρικών μερίδων και χρεογράφων γενικώς. Εξαιρείται η αγορά ομολόγων του Δημοσίου ή τίτλων εταιριών στις οποίες μετέχει το Δημόσιο κατά ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%), καθώς και η αγορά μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο ή μετοχών που έχει εγκριθεί η εισαγωγή τους σε αυτό, ύστερα από έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και κάθε αλλού τίτλου που είναι διαπραγματεύσιμος στο Χρηματιστήριο.
γ) Αγορά ή χρονομεριστική ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων ή ανέγερση οικοδομών. Εξαιρείται η δαπάνη για την αγορά από ενήλικο, με δικαίωμα πλήρους κυριότητας, καθώς και η ανέγερση από αυτόν οικοδομής, ως πρώτης κατοικίας, εφόσον η επιφάνειά της δεν υπερβαίνει τα εκατόν είκοσι (120) τετραγωνικά μέτρα. Αν η επιφάνεια της οικοδομής υπερβαίνει τα εκατόν είκοσι (120) τετραγωνικά μέτρα, λαμβάνεται υπόψη η δαπάνη που αντιστοιχεί στην επιφάνεια πάνω από τα εκατόν είκοσι (120) τετραγωνικά μέτρα. Επίσης, εξαιρείται η δαπάνη για ανέγερση οικοδομής από επιχείρηση που αναλαμβάνει κατά κύριο επάγγελμα την ανέγερση οικοδομών.”
αα) που κατοικούν μονίμως στο εξωτερικό,
ββ) που είχαν διαμείνει τουλάχιστον επί τρία (3) έτη στην αλλοδαπή και η δαπάνη για την απόκτηση του περιουσιακού στοιχείου γίνεται μέσα σε πέντε (5) χρόνια από τη μόνιμη μετοικεσία τους στην Ελλάδα”.
Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση τις παραγράφους 2 έως 4 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από το 1.000.000 (ένα εκατομμύριο) δραχμές, το ποσό που πρέπει να εκπεσθεί αντί αυτών προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και των αποδειγμένων δαπανών διαβίωσής τους και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών.
Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση αυτών των εσόδων τα μειώνει, προκειμένου αυτά να ληφθούν υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού.”
θ. Τα ειδικά επιδόματα επικίνδυνης εργασίας: ναρκαλιείας, πτητικό, καταδυτικό, δυτών, αλεξιπτωτιστών και υποβρύχιων καταστροφών, που καταβάλλονται σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, της πυροσβεστικής υπηρεσίας και του λιμενικού σώματος, καθώς και το επίδομα ναρκαλιείας που καταβάλλεται σε ιδιώτες οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες ναρκαλιείας με οποιαδήποτε σχέση στα Υπουργεία Εθνικής `Αμυνας, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας. Επίσης, τα επιδόματα επικίνδυνης εργασίας που καταβάλλονται στους δικαιούχους με βάση την παράγραφο 5 του άρθρου 14 του Ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α΄), καθώς και την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 1711/1987 (ΦΕΚ 109 Α΄).
Το ποσό αυτής της δαπάνης δεν μπορεί να υπερβείτοποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) του συνολικού οικογενειακού εισοδήματος, που δηλώνεται με την αρχική εμπρόθεσμη δήλωση του υπόχρεου, μέχρι το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, αθροιστικώς υπολογιζόμενο και για τους δύο συζύγους.”
αα) στεγαστικά δάνεια που έχουν χορηγηθεί στο φορολογούμενο με υποθήκη ή με προσημείωση από τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, τα ταχυδρομικά ταμιευτήρια και λοιπούς πιστωτικούς οργανισμούς, εφόσον οφείλονται από αυτόν και η υποθήκη ή προσημείωση έχει εγγραφεί σε ακίνητό του ή του άλλου συζύγου ή των τέκνων τους που τους βαρύνουν,
ββ) χρέη προς το Δημόσιο από φόρο κληρονομιάς, δωρεάς και γονικής παροχής, που οφείλονται απ αυτόν,
γγ) προκαταβολές που χορηγούνται από τα Ταμεία Αλληλοβοήθειας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 18 του Ν.Δ. 398/1974 (ΦΕΚ 116 Α΄) για απόκτηση στέγης από τους βοηθηματούχους.
Το αφαιρούμενο συνολικό ποσό για τους τόκους, που καταβάλλονται από το φορολογούμενο, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι ανώτερο από το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνολικού οικογενειακού εισοδήματος, που δηλώνεται με την εμπρόθεσμη αρχική δήλωση του υπόχρεου. Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει για τόκους δανείων για απόκτηση πρώτης κατοικίας. Το ποσό αυτής της δαπάνης δεν πρέπει να εκπεσθεί με βάση άλλη διάταξη του παρόντος”.
10. Όταν ο ένας από τους συζύγους δεν έχει εισόδημα φορολογούμενο ή αυτό που έχει είναι κατώτερο από τα ποσά των δαπανών της περίπτωσης ιβ΄ της παραγράφου 6 και της παραγράφου 7, που αφορούν αυτόν προσωπικά και τα πρόσωπα που τον βαρύνουν, τότε ολόκληρο το ποσό των δαπανών ή η διαφορά προστίθεται στις δαπάνες του άλλου συζύγου. Όταν το σύνολο των δαπανών του ενός συζύγου είναι ανώτερο από το φορολογούμενο εισόδημά του, τότε η διαφορά, που προκύπτει και μέχρι το άθροισμα των δαπανών της περίπτωσης ιβ΄ της παραγράφου 6 και της παραγράφου 7, προστίθεται στις δαπάνες του άλλου συζύγου.
11. Οι δαπάνες για έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο αυτό τα οποία συνοικούν με το φορολογούμενο και παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα εφτά τοις εκατό (67%) και πάνω, από νοητική καθυστέρηση, φυσική αναπηρία ή ψυχική πάθηση, με βάση τη γνωμάτευση της οικείας πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, που εδρεύει σε κάθε νομό ή είναι τυφλοί που είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών, που τηρείται στην οικεία νομαρχία, στην περίπτωση κατά την οποία έχουν αποκτήσει ετήσιο εισόδημα πάνω από εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές, κατά το ποσό που τα έξοδα αυτά υπερβαίνουν το πραγματικό φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο ετήσιο καθαρό εισόδημα των προσώπων αυτών, προστίθεται σης δαπάνες του φορολογούμενου τον οποίο βαρύνουν. Αν αυτός δεν έχει εισόδημα ή το εισόδημα του είναι κατώτερο από το άθροισμα των δαπανών των παραγράφων 6 και 7, το ποσό αυτό προστίθεται στις δαπάνες του άλλου συζύγου.
12. Όσοι κατοικούν στην αλλοδαπή και αποκτούν εισόδημα από πηγή που βρίσκεται στην Ελλάδα δε δικαιούνται τις εκπτώσεις των παρ. 6 και 7. Αν προκύπτει εισόδημα, σε περιπτώσεις σχολάζουσας κληρονομιάς, επιδικίας ή μεσεγγύησης, δεν υπολογίζονται εκπτώσεις”.
Κλιμάκιο εισοδήματος | Φορολογικός συντελεστής | Φόρος κλιμακίου | Σύνολο εισοδήματος | Σύνολο φόρου |
1.000.000 | 0 | 0 | 1.000.000 | 0 |
1.500.000 | 5 | 75.000 | 2.500.000 | 75.000 |
1.500.000 | 15 | 225.000 | 4.000.000 | 300.000 |
3.000.000 | 30 | 900.000 | 7.000.000 | 1.200.000 |
Υπερβάλλον | 40 |
2. Για το φορολογούμενο που αποκτά εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και τον βαρύνουν τέκνα το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση την πιο πάνω κλίμακα σε αυτό το εισόδημα μειώνεται ως εξής:
α) για το φορολογούμενο που είναι έγγαμος ή άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος στον οποίο έχει ανατεθεί επιμέλεια τέκνων, με τα ακόλουθα ποσά:
αα) είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές για καθένατέκνοτου, όταν έχει μέχρι δύο τέκνα που τον βαρύνουν.
ββ) τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές για καθένα τέκνο του όταν έχει τρία τέκνα που τον βαρύνουν.
γγ) σαράντα χιλιάδες (40.000) δραχμές για καθένα τέκνο του, ότανέχει τέσσερα τέκνα και πάνω που τον βαρύνουν.
Αν ο φορολογούμενος αποκτά εισοδήματα και από άλλες κατηγορίες, τα πιο πάνω ποσά μείωσης του φόρου υπολογίζονται μόνο στο ποσό του φόρου που αντιστοιχεί επιμεριστικώς στο ποσό του καθαρού εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες.
Για το φορολογούμενο που αποκτά εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εφόσον αυτός προσφέρει υπηρεσίες ή κατοικεί για εννέα (9) τουλάχιστον μήνες μέσα στο έτος που απέκτησε το εισόδημα αυτό στους νομούς Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου και Δωδεκανήσου, καθώς και σε περιοχή των νομών Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Φλώρινας, Πέλλης, Κιλκίς, Σερρών και Δράμας, η οποία περιλαμβάνεται σε ζώνη βάθους 20 (είκοσι) χιλιομέτρων από τη μεθοριακή γραμμή τα ως άνω ποσά μειώσεως του φόρου προσαυξάνονται με δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές για κάθε τέκνο που βαρύνει το φορολογούμενο.
Αν από την αφαίρεση αυτών των ποσών προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο, αυτό δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται με την οφειλή από τυχόν άλλα εισοδήματα του υπόχρεου ούτε μεταφέρεται για να συμψηφιστεί με την οφειλή που προκύπτει στα εισοδήματα του άλλου συζύγου.
Το ποσό που απομένει ύστερα από τις ανωτέρω μειώσεις, αποτελεί το φόρο που αναλογεί στο συνολικό καθαρό εισόδημα του φορολογουμένου”.
αα) το άρθρο 1 του β.δ.16/18 Ιουλίου 1920 (ΦΕΚ 158 Α΄),
ββ) το ν.2112/1920 (ΦΕΚ 67 Α·),
γγ) το άρθρο 94 του Ν.Δ. 3026/1954 (ΦΕΚ 235 Α΄).
Ο φόρος υπολογίζεται με βάση την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 9, στο καθαρό ποσό της αποζημίωσης και παρακρατείται κατά την πληρωμή της στο δικαιούχο.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσηςγ΄αυτής της παραγράφου, οι διατάξεις αυτής της περίπτωσης εφαρμόζονται αναλόγως και για κάθε εφάπαξ αποζημίωση που παρέχεται από οποιονδήποτε φορέα και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσης η οποία συνδέει το φορέα με το δικαιούχο της αποζημίωσης. Αν το ποσό που καταβάλλεται στο δικαιούχο της αποζημίωσης υπερβαίνει εκείνο που θα έπρεπε να του καταβληθεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, το συνολικό ποσό της αποζημίωσης που του καταβάλλεται φορολογείται με την πιο πάνω κλίμακα.”
η) Όσοι λαμβάνουν επιχορηγήσεις ή επιδοτήσεις επί της παραγωγής, ποσού πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές εφόσον ασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα με την παραγωγή φυτικών ή ζωικών προϊόντων ή ποσού πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές, στις λοιπές περιπτώσεις. Επίσης, όσοι λαμβάνουν καλλιεργητικά δάνεια πάνω από δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές, ή όταν το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού τους αυτής της κατηγορίας στην τράπεζα την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές.
θ) Όσοι έχουν άδεια της αρμόδιας αρχής να πωλούν αγαθά πλανοδίως ή στις λαϊκές αγορές.
ι) Όσοι κατέχουν ή καλλιεργούν ορισμένη έκταση γεωργικής γης, καθώς και όσοι εισπράττουν επιστρεφόμενο φόρο προστιθέμενης αξίας. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η ελάχιστη έκταση, σε σχέση με το είδος της καλλιέργειας, το ύψος του επιστρεφόμενου φόρου προστιθέμενης αξίας και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
ία) Οποιοσδήποτε, εφόσον προσκληθεί γι΄ αυτό εγγράφως από τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας. Στην περίπτωση αυτήν ο καλούμενος υποχρεούται να υποβάλει τις οικείες δηλώσεις μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης ο΄ αυτόν της οικείας πρόσκλησης.”
α) των κερδών τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται αυτοτελώς,
β) των κερδών τα οποία προέρχονται από μερίσματα ημεδαπών ανώνυμων εταιριών ή συνεταιρισμών ή κερδών αμοιβαίων κεφαλαίων ή κερδών από μερίδια εταιρίας περιορισμένης ευθύνης ή από τη συμμετοχή σε υπόχρεους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 3,
γ) ειδικώς, προκειμένου για τις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες από τα κέρδη που απομένουν ύστερα από την εφαρμογή των διατάξεων των ως άνω περιπτώσεων α΄ και β΄·, αφαιρείται επιχειρηματική αμοιβή, για μέχρι τρεις ομορρύθμους εταίρους φυσικά πρόσωπα με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής. Σε περίπτωση περισσοτέρων με 16α ποσοστά συμμετοχής, οι δικαιούχοι επιχειρηματικής αμοιβής καθορίζονται από την εταιρεία και δηλώνονται με την οικεία αρχική ετήσια εμπρόθεσμη δήλωσή τους. Τα ποσοστά αυτά δεν ισχύουν για τις εταιρίες του άρθρου 13 του Ν. 718/1977 (ΦΕΚ 304 Α΄) και της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του Ν. 1963/1991 (ΦΕΚ 138 Α΄). Η επιχειρηματική αμοιβή προσδιορίζεται με την εφαρμογή του ποσοστού συμμετοχής αυτού του εταίρου στο πενήντα τοις εκατό (50%) αυτών των κερδών της εταιρίας, που δηλώθηκαν με την αρχική εμπρόθεσμη δήλωση. Σε περίπτωση συμμετοχής του υπόχρεου φυσικού προσώπου, ως ομόρρυθμου εταίρου ή διαχειριστή εταίρου εταιρίας περιορισμένης ευθύνης σε περισσότερες εταιρίες, αυτός δικαιούται επιχειρηματική αμοιβή, από μία από αυτές, κατ΄ επιλογήν του. Η επιλογή αυτή δηλώνεται με την οικεία αρχική εμπρόθεσμη δήλωση της εταιρίας και δεν ανακαλείται.
Με την επιβολή αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση, επί των κερδών αυτών, των προσώπων που συμμετέχουν σε αυτούς τους υπόχρεους.
2. Αν στο συνολικό εισόδημα περιλαμβάνεται και εισόδημα από ακίνητα, το ακαθάριστο ποσό αυτού, υποβάλλεται και σε συμπληρωματικό φόρο ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή τρία τοις εκατό (3%). Το ποσό του συμπληρωματικού φόρου αυτής της παραγράφου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το ποσό του φόρου που αναλογεί στο συνολικό εισόδημα του υπόχρεου, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
3. Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν:
α) Ο φόρος που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 29, 37α και 48 στο εισόδημα που υπόκειται σε φόρο με βάση αυτό το άρθρο.
β) Ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν και υπόκειται σε φόρο. Ο φόρος αυτός σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερος από το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα.
4. Όταν το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από το ποσό του φόρου που αναλογεί, τούτο συμψηφίζεται στο τυχόν υπόλοιπο ποσό που προκύπτει για βεβαίωση.
5. Για την εξεύρεση του συνολικού καθαρού φορολογητέου εισοδήματος των υπόχρεων της παραγράφου 3 του άρθρου 3, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 4.
6. Οι υπόχρεοι, που υπόκεινται σε φορολογία σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου υποβάλλουν δήλωση φόρου εισοδήματος στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ως εξής:
α) Μέχρι τις 2 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους αν η εταιρία ή η κοινοπραξία ή η κοινωνία τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
β) Μέχρι τις 15 Απριλίου του οικείου οικονομικού έτους, αν η εταιρία έχει ως αντικείμενο εργασιών την αντιπροσώπευση ή πρακτόρευση ασφαλιστικών εταιριών ή τη μεσιτεία ασφαλειών, καθώς και την πρακτόρευση ή αντιπροσώπευση τραπεζών ή αν αυτή συμμετέχει σε εταιρία ή κοινοπραξία που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και εφόσον η διαχειριστική περίοδός τους λήγει μέσα στους μήνες Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.
γ) Μέσα σε τρεισήμισι (3,5) μήνες από την ημερομηνία λήξης της διαχειριστικής περιόδου, αν η εταιρία ή η κοινοπραξία ή η κοινωνία τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
δ) Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία λύσης, μετατροπής ή συγχώνευσης της εταιρίας ή κοινοπραξίας, κατά περίπτωση και εφόσον η εταιρία ή η κοινοπραξία τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και η διαχειριστική περίοδός της λήγει μέχρι τις 30 Νοεμβρίου του οικείου οικονομικού έτους.
ε) Στην περίπτωση που κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 31 και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 33 η διαχειριστική περίοδος είναι υπερδωδεκάμηνη, υποβάλλονται δύο δηλώσεις, μια για τη δωδεκάμηνη περίοδο και μια για τη μικρότερη περίοδο, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται για τη δήλωση της δωδεκάμηνης περιόδου. Στην περίπτωση αυτήν η κατανομή των αποτελεσμάτων γίνεται με βάση τα ακαθάριστα έσοδα καθεμιάς περιόδου.
Η δήλωση επιδίδεται από το νόμιμο εκπρόσωπο ή το πρόσωπο που έχει ορισθεί γι΄ αυτό, στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.
7. Αρμόδιος για την παραλαβή των δηλώσεων και τον έλεγχο τους, την εξεύρεση του εισοδήματος αυτών που δεν έχουν επιδώσει δηλώσεις και γενικά για την επιβολή του φόρου είναι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 3 κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.
8. Τα ποσά του φόρου, της προκαταβολής και των τυχόν τελών ή εισφορών που οφείλονται με βάση τη δήλωση αυτού του άρθρου καταβάλλονται σε 5 (πέντε) ίσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, η δεύτερη μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από την υποβολή της δήλωσης μήνα και καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων μηνών. Σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης καταβάλλονται μαζί με αυτήν οι ληξιπρόθεσμες δόσεις και οι πρόσθετοι φόροι που ορίζονται στο άρθρο 67″.
10. Τα οικονομικά αποτελέσματα που προσδιορίζονται με βάση την οριστική απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου ή το πρακτικό διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, καθώς και αυτά που οριστικοποιούνται λόγω μη άσκησης προσφυγής, δεν μπορεί να αμφισβητηθούν από τους εταίρους ή τα μέλη της κοινωνίας ή κοινοπραξίας.
11. Οι διατάξεις των άρθρων 15, εκτός από τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 αυτού 16, 29, 31 παράγραφοι 4 και 5, 37α, 49 έως και 74, εφαρμόζονται αναλόγως.
12. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 αυτού του άρθρου δεν εφαρμόζονται για κοινωνίες αστικού δικαίου που εκμεταλλεύονται επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης.”
Το ποσό του φόρου που αναλογεί αποδίδεται από το διαχειριστή της πολυκατοικίας με δήλωση, η οποία υποβάλλεται μέχρι την τελευταία, εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μήνα Δεκεμβρίου του οικείου έτους, στη δημόσια οικονομική υπηρεσία στην περιφέρεια της οποίας βρίσκεται το εκμισθούμενο ακίνητο. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται σε τρία αντίτυπα από τα οποία το πρώτο κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή και τα άλλα δύο, αφού θεωρηθούν, παραδίδονται στον υπόχρεο. Τα αντίτυπα αυτά αντικαθιστούν τα πιστοποιητικά που απαιτούνται από οποιαδήποτε αρχή ή ενδιαφερόμενο, για την απόδειξη της εκπλήρωσης της φορολογικής υποχρέωσης. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης αυτού του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτής της παραγράφου.”
Τα ποσοστά του προηγούμενου εδαφίου περιορίζονταισεπέντε τοις εκατό (5%) και πέντε τοις εκατό (5%) αντιστοίχως, για το εισόδημα που προκύπτει από οικοδομές που χρησιμοποιούνται για άλλες χρήσεις. Όταν πρόκειται για εισόδημα που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄ και θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 18, όπως επίσης και για το εισόδημα που προκύπτει από τη διαφορά του μισθώματος και του υπομισθώματος ακινήτων που εκμισθώνονται για οποιαδήποτε χρήση, τα ποσοστά του πρώτου εδαφίου περιορίζονται σε πέντε τοις εκατό (5%) συνολικώς.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση του δικαιώματος διενέργειας των εκπτώσεων, των δαπανών, που ορίζονται στην περίπτωση αυτήν, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή αυτού του άρθρου.”
3. Κάθε δάνειο που συνομολογείται μεταξύ ιδιωτών ή παρέχεται από εταιρία προς τα μέλη της ή τρίτους, λογίζεται ότι συνάπτεται με ελάχιστο επιτόκιο αυτό που ισχύει για τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας, κατά το χρόνο σύναψης του δανείου.
4. Οι τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές, οι τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων και οι προκύπτοντες τόκοι υπερημερίας λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος δεν λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες, αλλά ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, με την προϋπόθεση ότι, αυτός που αποκτά το εισόδημα αυτό ασκεί εμπορική γενικά επιχείρηση στην Ελλάδα ή, προκειμένου για αλλοδαπό, ότι αυτός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και οι τόκοι προέρχονται από εργασίες της μόνιμης αυτής εγκατάστασης.
Ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λογίζονται και οι τόκοι της παραγράφου αυτής που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση.
5. Παροχές σε χρήμα ή σε είδος και γενικά παροχές χρηματικής αποτιμήσεως, που γίνονται από ημεδαπή ανώνυμη εταιρία χωρίς νόμιμη ή συμβατική, για το σκοπό αυτόν, υποχρέωση προς διευθύνοντες ή προέδρους ή εντεταλμένους συμβούλους ή μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή διευθυντές και γενικά προς πρόσωπα τα οποία εκπροσωπούν νόμιμα αυτή, λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες των ανωτέρω προσώπων, με την προϋπόθεση ότι έχουν βαρύνει τα αποτελέσματα χρήσεως της οικείας διαχειριστικής χρήσης.”
1. Για τα κέρδη που διανέμονται από τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες με τη μορφή μερισμάτων, προμερισμάτων, αμοιβών και ποσοστών στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, αμοιβών και ποσοστών, εκτός μισθού, σε διευθυντές και αμοιβών στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό τους, ο χρόνος έγκρισης αυτών από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
2. Για τους τόκους που προέρχονται από ιδρυτικούς τίτλους και προνομιούχες μετοχές, ο χρόνος έγκρισής τους από τη γενική συνέλευση των μετόχων και προκειμένου για τοκομερίδια, ο χρόνος που έχει ορισθεί για την εξαργύρωσή τους.
3. Για τα εισοδήματα της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, ο. χρόνος εξαργύρωσης ή είσπραξης των μερισμάτων και τόκων.
4. Για τους τόκους του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, ο χρόνος κατά τον οποίο αυτοί καθίστανται ληξιπρόθεσμοι και απαιτητοί, ενώ για τους τόκους του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, ο χρόνος καταβολής ή πίστωσης των τόκων.
Σε περίπτωση κατά την οποία εξοφλείται το κεφάλαιο δανείου ή απαίτηση γενικά ή παρέχεται συναίνεση, με ιδιωτική βούληση ή με βάση δικαστική απόφαση, για την εξάλειψη υποθήκης ή προσημείωσης, που είχε εγγραφεί προς ασφάλεια του δανείου ή γενικά απαίτηση, θεωρείται, μη επιτρεπομένης ανταποδείξεως, ότι εξοφλούνται ταυτόχρονα, καθιστάμενοι απαιτητοί και οι μέχρι του χρόνου εξόφλησης του δανείου ή εξάλειψης της υποθήκης ή της προσημειώσεως αναλογούντες τόκοι, οι οποίοι δεν εδηλώθησαν από τον υπόχρεο, ούτε έχουν υπαχθεί διαφορετικός σε φορολογία μέχρι της χρονολογίας αυτής.
Οι τόκοι αυτοί, προκειμένου να υπαχθούν σε φορολογία, μπορούν να κατανεμηθούν, μετά από αίτηση του φορολογουμένου, στο έτος εξόφλησης και στα δύο προηγούμενα έτη και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν από το έτος της συνομολόγησης του δανείου ή της δημιουργίας της απαίτησης.
5. Για τα κέρδη, που προέρχονται από ημεδαπά αμοιβαία κεφάλαια, ο χρόνος έγκρισής τους από την “Α.Ε. Διαχειρίσεως” και προκειμένου για κέρδη που προέρχονται από αμοιβαία κεφάλαια αλλοδαπής, ο χρόνος είσπραξης αυτών.
6. Για τα εισοδήματα που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρ. 26, ο χρόνος έγκρισής τους από την γενική συνέλευση των μετόχων.
7. Για τα εισοδήματα που αναφέρονται στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, στην παράγραφο 5 του άρθρου 26, καθώς και για τις αμοιβές μελών διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας, που δεν προέρχονται από τη διάθεση των καθαρών κερδών της, ο χρόνος της καταβολής ή πίστωσης αυτών στο όνομα των δικαιούχων.”
2. Στα εισοδήματα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25 ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εξαντλουμένης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για τα εισοδήματα αυτά.
3. Στο λοιπά εισοδήματα των άρθρων 25 και 26 ενεργείται παρακράτηση, έναντι του φόρου που αναλογεί, με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), επιφυλλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 21 του Ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α΄).
Εξαιρετικά, για αμοιβές μελών διοικητικού συμβουλίου και τόκους από ιδρυτικούς τίτλους και προνομιούχες μετοχές, που εκπίπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958, από τα ακαθάριστα έσοδα, καθώς και για τα εισοδήματα των παραγράφων 2 και 5 του άρθρου 26, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), εξαντλουμένης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για τα εισοδήματα αυτά.
4. Η παρακράτηση φόρου ενεργείται:
α) Για εισοδήματα από αμοιβές μελών διοικητικού συμβουλίου, τόκους από ιδρυτικούς τίτλους και προνομιούχες μετοχές, που εκπίπτονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄και γ της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 3843/1958, από τα ακαθάριστα έσοδα, καθώς και για τα εισοδήματα της παραγράφου 5 του άρθρου 26, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου.
β) Για τα εισοδήματα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου ή της εγγραφής αυτών στον οικείο λογαριασμό των βιβλίων της ασφαλιστικής εταιρίας.
γ) Για τα εισοδήματα της παρ. 2 του άρθρ. 26, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου και το αργότερο, μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
δ) Για εισοδήματα από ομολογίες και χρεόγραφα των ημεδαπών νομικών προσώπων δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και από κινητές αξίες γενικά αλλοδαπής προέλευσης, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων ή της εισπράξεως των μερισμάτων από το δικαιούχο.
ε) Για τόκους, από την καταβολή τους ή την εγγραφή τους στα βιβλία του οφειλέτη σε πίστωση του δανειστή.
5. Υπόχρεος σε παρακράτηση φόρου ορίζεται:
α) Για τα εισοδήματα των περιπτώσεων α΄, β΄,και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, η ημεδαπή ανώνυμη εταιρία που τα καταβάλλει.
β) Για τα εισοδήματα της περίπτωσης δ΄ της προηγούμενης παραγράφου, αυτός που ενεργεί στηνΕλλάδα την εξαργύρωση ή την καταβολή τους.
γ) Για τα εισοδήματα της περίπτωσης ε΄ της προηγούμενης παραγράφου, ο χρεώστης που καταβάλλει τους τόκους.
6. Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν εφάπαξ, με την υποβολή δήλωσης στη δημόσια οικονομική υπηρεσία, στην περιφέρεια της οποίας έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος, εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου από την παρακράτηση του φόρου μήνα, με εξαίρεση, τον παρακρατηθέντα φόρο επί των εισοδημάτων της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25, ο οποίος αποδίδεται εφάπαξ εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων για το κλείσιμο του ισολογισμού.”
στ) Ο μισθός που καταβάλλεται από ανώνυμη εταιρία στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της, για τις υπηρεσίες που παρέχουν βάσει ειδικής σύμβασης μίσθωσης εργασίας ή εντολής, εφόσον για τις υπηρεσίες αυτές τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι ασφαλισμένα σε οποιονδήποτε, εκτός του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ασφαλιστικό οργανισμό ή ταμείο”.
Η διενέργεια των τακτικών αποσβέσεων είναι προαιρετική για ισολογισμούς που κλείνουν οι επιχειρήσεις μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1992. Πάγια στοιχεία, των οποίων η αξία κτήσης εκάστου είναι μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές, δύνανται να αποσβένονται εξ ολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία αυτά χρησιμοποιήθηκαν ή τέθηκαν σε λειτουργία. Οι αποσβέσεις διενεργούνται με τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης επί της αξίας κτήσης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων, προσαυξημένης με τις δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων, με εξαίρεση τα καινούργια μηχανήματα και το λοιπό μηχανολογικό ή τεχνικό εξοπλισμό παραγωγής που αποκτώνται από την 1η – 1 – 1993 και μετά, για τα οποία οι αποσβέσεις διενεργούνται με τη φθίνουσα μέθοδο απόσβεσης.
Τα ανώτατα όρια των ποσοστών αποσβέσεων, που δύνανται να πραγματοποιήσουν οι επιχειρήσεις, καθορίζονται από τις διατάξεις προεδρικού διατάγματος, όπως τούτο ισχύει κάθε φορά.
Εξαιρετικά, οι βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές και οι μικτές επιχειρήσεις αυτών και μόνο κατά τις δύο συνεχείς χρήσεις που λήγουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1992, δύνανται να ενεργήσουν συνολικά αποσβέσεις στα μηχανήματα και το λοιπό μηχανολογικό ή τεχνικό εξοπλισμό παραγωγής που έχουν αποκτήσει μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992, με οποιονδήποτε συντελεστή απόσβεσης προκρίνουν, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο των αποσβέσεων αυτών των πάγιων στοιχείων, δεν δύναται να υπερβεί το είκοσι τοις εκατό (20%) των καθαρών κερδών του μεταποιητικού κλάδου σε κάθε χρήση, όπως αυτά προκύπτουν πριν από τον υπολογισμό των αποσβέσεων αυτών.”
Ειδικά, η αναπόσβεστη αξία κατεδαφισθέντων κτιρίων της επιχείρησης δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής.
θ) Τα ποσάτων προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων. Το ποσό της πρόβλεψης αυτής υπολογίζεται σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί της αναγραφόμενης στα τιμολόγια πώλησης ή παροχής υπηρεσιών αξίας, μετά την αφαίρεση των επιστροφών ή εκπτώσεων, βάσει των τηρουμένων βιβλίων. Το ποσό αυτό για κάθε διαχειριστική χρήση δεν μπορεί να υπερβεί το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνολικού χρεωστικού υπολοίπου του λογαριασμού “πελάται”, όπως αυτό εμφανίζεται στην απογραφή τέλους χρήσης.
Στον υπολογισμό του ποσοστού 1% δεν περιλαμβάνεται η αξία των πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Η έκπτωση της δαπάνης αυτής εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης σε ειδικό λογαριασμό “Προβλέψεις για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων”.
Πέραν της πιο πάνω σχηματιζόμενης πρόβλεψης, ουδέν άλλο ποσό αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων.
ι) Τα δικαιώματα ή αποζημιώσεις που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων, πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων συναφών δικαιωμάτων.
Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής εφαρμόζονται για τα δικαιώματα ή αποζημιώσεις που αφορούν διαχειριστικές χρήσεις που λήγουν μετά την 30ή Δεκεμβρίου 1992.”
ιγ) Οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης που πραγματοποιούνται σε μισθούμενα ακίνητα, κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους. Τα ποσά των δαπανών βελτιώσεων και προσθηκών σε μισθούμενα ακίνητα εκπίπτονται ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν των πέντε ετών.
ιδ) Τα ποσά των δαπανών διαφημίσεων που βαρύνουν την επιχείρηση, κατά το έτος της έκδοσης του προβλεπόμενου φορολογικού στοιχείου.
ιέ) Τα ποσά των προβλέψεων για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία, που σχηματίζονται στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης και καλύπτουν τις αποζημιώσεις προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης του κατά το επόμενο έτος.”
Σε ακαθάριστα έσοδα μέχρι δύο (2) δισεκατομμύρια δραχμές, ποσοστό έκπτωσης τρία τοις εκατό (3%), σε ακαθάριστα έσοδα από δύο (2) δισεκατομμύρια και μέχρι πέντε (5) δισεκατομμύρια δραχμές, ποσοστό έκπτωσης δύο τοις εκατό (2%) και σε ακαθάριστα έσοδα άνω των πέντε (5) δισεκατομμυρίων δραχμών, ποσοστό έκπτωσης ένα τοις εκατό (1%).
Ως ακαθάριστα έσοδα επί των οποίων υπολογίζεται η έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά, λαμβάνονται τα εξής:
α. Για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, τα ακαθάριστα έσοδα αυτών που προέρχονται από εξαγωγές κάθε είδους προϊόντων.
β. Για τις επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες και εργασίες στην αλλοδαπή, στα ακαθάριστα έσοδά τους από τις υπηρεσίες και εργασίες αυτές, από τις οποίες εισάγεται συνάλλαγμα.
γ. Για τις επιχειρήσεις έκδοσης ημερήσιων, εβδομαδιαίων, δεκαπενθήμερων, μηνιαίων πολιτικών, αθλητικών και οικονομικών εφημερίδων και περιοδικών γενικά, τα ακαθάριστα έσοδα αυτών από την πώληση των εντύπων και από καταχωρήσεις γενικά σε αυτά.
δ. Για τις επιχειρήσεις ραδιοφωνίας – τηλεόρασης,ταπροερχόμενα μόνο από διαφημίσεις ακαθάριστα έσοδα.
ε. Για τις ημεδαπές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και κατασκηνωτικά κέντρα, τα προερχόμενα από αλλοδαπούς πελάτες έσοδά τους, στα οποία, εκτός των εσόδων από διανυκτερεύσεις, περιλαμβάνονται και αυτά του κυλικείου και εστιατορίου από αλλοδαπούς πελάτες.
στ. Για τα γραφεία γενικού τουρισμού του Ν. 393/1976 (ΦΕΚ 199 Α΄), τα προερχόμενα από αλλοδαπούς πελάτες έσοδα.
Εξαιρετικά, για τις επιχειρήσεις εξαγωγής πετρελαιοειδών προϊόντων και για τις μεταφορικές επιχειρήσεις, διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών του Ν. 383/1976 (ΦΕΚ 182 Α΄), αναγνωρίζεται έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά, που υπολογίζεται σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) στα έσοδά τους από εξαγωγές πετρελαιοειδών προϊόντων και από τη διενέργεια διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών, αντίστοιχα.
3. Επί μικτών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων με παρεπόμενα έσοδα, η ζημία που τυχόν προκύπτει μετά τη διενέργεια της έκπτωσης, που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος, δεν συμψηφίζεται με τα κέρδη άλλων κλάδων της επιχείρησης ή τα εισοδήματα αυτής από άλλες πηγές. Η ζημία αυτή μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα κέρδη του ίδιου κλάδου στις επόμενες πέντε συνεχείς χρήσεις, με την προϋπόθεση ότι και στις χρήσεις αυτές η επιχείρηση τηρεί επαρκή και ακριβή βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Σε περίπτωση αδυναμίας λογιστικού διαχωρισμού των καθαρών κερδών που προκύπτουν από κάθε κλάδο, τα κέρδη αυτά υπολογίζονται με επιμερισμό του συνόλου των καθαρών κερδών της επιχείρησης με βάση τα ακαθάριστα έσοδα κάθε κλάδου”.
α) Ποσό των χρεωστικών τόκων που εξευρίσκεται με επιμερισμό των τόκων αυτών μεταξύ των υποκείμενων στη φορολογία ακαθάριστων εσόδων και αυτών που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) των εσόδων που απαλλάσσονται της φορολογίας ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης ή των εσόδων από μερίσματα και κέρδη από συμμετοχή σε άλλες ημεδαπές επιχειρήσεις, ως λοιπές δαπάνες. Το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 20% (είκοσι τοις εκατό) των πάσης φύσεως δαπανών της επιχείρησης.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται για τραπεζικές, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και αμοιβαία κεφάλαια.
7. Οι εκπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων ενεργούνται με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτών έχουν αναγραφεί στα βιβλία της επιχείρησης.
8. Το απόμεναν, μετά τις εκπτώσεις του παρόντος άρθρου, ποσό αποτελεί το καθαρό εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις.”
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και σε περίπτωση που τμήμα του έργου ή εργασίας εκτελείται από κοινοπραξία ή εταιρεία στην οποία συμμετέχουν μόνο μέλη της αρχικής αναδόχου κοινοπραξίας ή εταιρείας.
Για τις επιχειρήσεις που δεν τηρούν τα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται για αυτές από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή στις οποίες διαπιστώθηκε:
α) Η έκδοση πλαστών ή εικονικών τιμολογίων.
β) Η τήρηση ανεπίσημων βιβλίων παράλληλα προς τα υποχρεωτικώς τηρούμενα επίσημα.
γ) Η μη έκδοση φορολογικού στοιχείου ή η έκδοση ανακριβούς, για την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.
δ) Η χωρίς άδεια της αρμόδιας φορολογικής αρχής άσκηση επαγγέλματος ή επιχείρησης ή άσκησησε διεύθυνση πουδεν δηλώθηκε.
ε) Η αλλοίωση των δεδομένων της φορολογικής ταμειακής μηχανής. Ο συντελεστής καθαρού κέρδους που εφαρμόζεται προσαυξάνεται κατά εκατό τοις εκατό (100%).
Στις λοιπές περιπτώσεις που τα βιβλία και στοιχεία κρίνονται ανακριβή ο συντελεστής καθαρού κέρδους προσαυξάνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%).”
δ. Στην επιχειρηματική αμοιβή, που θεωρείται ότι καταβάλλεται στους διαχειριστές εταίρους των εταιριών περιορισμένης ευθύνης κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 3843/1958, με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) πλέον τελών χαρτοσήμου και εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. (1,20%). Η παρακράτηση των πιο πάνω ποσών, από την εταιρία περιορισμένης ευθύνης ενεργείται κατά το χρόνο έγκρισής του ισολογισμού της και σε περίπτωση μη έγκρισής του, εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη της διαχειριστικής χρήσης, κατά το χρόνο που λήγει το τρίμηνο αυτό.”
6. Οι διατάξεις των παραγράφων 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 του άρθρου 29 εφαρμόζονται αναλόγως.”
Προκειμένου για αποζημιώσεις υπαλλήλων του Δημοσίου, που παρέχονται με διάταξη νόμου κατ΄ αποκοπή για κάλυψη δαπανών ειδικής υπηρεσίας, που τους έχει ανατεθεί, εξαιρείται της φορολογίας ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), εκτός εάν ο δικαιούχος αποδεικνύει δαπάνες μεγαλύτερου ποσού με βάση στοιχεία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων”.
αα) Με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) αν το καθαρό ποσό της παροχής υπερβαίνει τις 600.000 (εξακόσιες χιλιάδες) δραχμές ετησίως.
ββ) Με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) αν το καθαρό ποσό της παροχής υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες (1.400.000) δραχμές ετησίως.
γγ) Με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) αν το καθαρό ποσό της παροχής δεν υπερβαίνει τις εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές ετησίως, εφόσον πρόκειται για παροχή που καταβάλλεται σε δικαιούχο, ο οποίος λαμβάνει παροχές μέχρι αυτό το ποσό από το δεύτερο και καθένα μετά το δεύτερο από τους πιο πάνω φορείς.
β. Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%), όταν το συνολικό ετήσιο ποσό αυτών είναι από πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές και πάνω.
Εξαιρούνται της παρακράτησης αυτής οι επιχορηγήσεις ή επιδοτήσεις που χορηγούνται επί της παραγωγής ορεινών ή μειονεκτικών περιοχών.
Αν δικαιούχοι επιδοτήσεων ή επιχορηγήσεων δεν ασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα με την παραγωγή φυτικών ή ζωικών προϊόντων, ο φόρος παρακρατείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον το συνολικό ετήσιο ποσό αυτών υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές.
2. Προκειμένου για υπόχρεους σε παρακράτηση φόρων, το παραπάνω ποσοστό αυξάνεται σε τέσσερα τοις εκατό (4%).
Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο επίρριψη αυτής της προσαύξησης από τον υπόχρεο σε παρακράτηση στο φορολογούμενο, που βαρύνεται πραγματικώς με το φόρο.
3. Τα ποσοστά προσαύξησης, που ορίζονται σης προηγούμενες παραγράφους, υπολογίζονται σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης επί του οφειλόμενου φόρου, για κάθε μήνα που μεσολαβεί από την υποβολή της δήλωσης μέχρι την οριστικοποίηση της οικείας καταλογιστικής πράξης, με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή με αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Στις περιπτώσεις αυτές η διαφορά του πρόσθετου φόρου καταλογίζεται με συμπληρωματική πράξη του προϊστάμενου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.”
2. Κατ΄ εξαίρεση, η βεβαίωση του φόρου μπορεί να γίνει και μετά την πάροδο πενταετίας αν η εγγραφή στο όνομα της ομόρρυθμης, ετερόρρυθμης εταιρίας, κοινοπραξίας, κοινωνίας και αστικής εταιρίας, σύμφωνα με το άρθρο 16α, έγινε οριστική μετά την πάροδο αυτής, όχι όμως και πέρα από έξι (6) μήνες από την κοινοποίηση στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου ή από την οριστικοποίηση της εγγραφής με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής.
3. Εξαιρετικώς, επίσης, δύναται να κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου και μετά την πάροδο της πενταετίας:
α) Αν το φύλλο ελέγχου που κοινοποιήθηκε εντός της πενταετίας ακυρωθεί μετά την πάροδο αυτής,γιατί ο φορολογούμενος δεν έλαβε γνώση αυτού.
β) Αν εντός της πενταετίας κοινοποιήθηκε το φύλλο ελέγχου σε πρόσωπο, που δεν έχει φορολογική υποχρέωση, συνολικά ή μερικά.
γ) Αν η έκδοση του φύλλου ελέγχου έγινε από αναρμόδια Δ.Ο.Υ. ή έγινε για οικονομικό έτος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο υπάγεται το φορολογητέο εισόδημα.
δ) Αν το φύλλο ελέγχου που εκδόθηκε εμπρόθεσμα ακυρωθεί μετά την πάροδο αυτής.”
Οι διατάξεις των παραγράφων 2,3 και 4 αυτού τουάρθρουεφαρμόζονται σευποθέσεις τωνοικονομικών ετών 1996 και μετά, γιατις οποίεςηπροθεσμίαυποβολής δηλώσεων αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1996 και μετά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τηνπαρ.1 άρθρ.35 Ν.2648/1998 Α 238/22.10.1998.
γ) Στους συνεταιρισμούς που έχουν συσταθεί νόμιμα και στις ενώσεις αυτών, στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προκύπτει στην ημεδαπή ή αλλοδαπή, πριν από την αφαίρεση των χορηγούμενων εκπτώσεων στα μέλη τους. Τα διανεμόμενα κέρδη και οι χορηγούμενες εκπτώσεις στα μέλη λαμβάνονται από το υπόλοιπο των κερδών, που απομένει μετά την αφαίρεση του αναλογούντος φόρου εισοδήματος.”
Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής δεν λαμβάνονται υπόψη οι χορηγούμενες επί των τιμολογίων πωλήσεως εκπτώσεις σε διατιμημένα είδη και μέχρι των επιτρεπόμενων από τις εκάστοτε ισχύουσες αγορανομικές διατάξεις ποσοστών.
α. Τα ποσά που καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρία για την εξαγορά ιδρυτικών τίτλων αυτής, καθώς και οι τόκοι που καταβάλλει στους κατόχους ιδρυτικών τίτλων της, εφόσον οι τόκοι αυτοί δεν προέρχονται από τα κέρδη της.
β. Οι τόκοι που καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρία στους κατόχους προνομιούχων μετοχών αυτής, εφόσον οι τόκοι δεν προέρχονται από τα κέρδη της.
γ. Οι αμοιβές και αποζημιώσεις μελών του διοικητικού συμβουλίου που βαρύνουν την ίδια την ανώνυμη εταιρία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 24 του Κ.Ν. 2190/1920.
Άρθρο8α ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
1. Όταν μεταξύ των εισοδημάτων των νομικών προσώπων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος, συμπεριλαμβάνονται και μερίσματα ή κέρδη από συμμετοχή σε άλλες εταιρίες, των οποίων τα κέρδη έχουν φορολογηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, ή του άρθρου 16α του Ν.Δ. 3323/1955 τα εισοδήματα αυτά αφαιρούνται από τα συνολικά καθαρά κέρδη προκειμένου υπολογισμού των φορολογητέων κερδών του νομικού προσώπου.
Σε περίπτωση όμως, που στα καθαρά κέρδη ημεδαπής ανώνυμης εταιρίας, εταιρίας περιορισμένης ευθύνης και συνεταιρισμού, συμπεριλαμβάνονται, εκτός από τα μερίσματα και τα κέρδη από συμμετοχή σε άλλες εταιρίες που αναφέρονται πιο πάνω, και εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης ή αφορολόγητα έσοδα και περαιτέρω λαμβάνει χώρα διανομή κερδών, για τον προσδιορισμό των διανεμόμενων κερδών που αναλογούν στα εισοδήματα που προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται τα συνολικά καθαρά κέρδη, που προκύπτουν από τους ισολογισμούς των νομικών αυτών προσώπων.
2. Αν στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς συνεταιρισμών, εταιριών περιορισμένης ευθύνης και ημεδαπών ανώνυμων εταιριών, πλην τραπεζικών και ασφαλιστικών, συμπεριλαμβάνονται και έσοδα αφορολόγητα, για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών του νομικού προσώπου προστίθεταισε αυτά το μέρος των αφορολόγητων εσόδων, που αναλογεί στα διανεμόμενα κέρδη με οποιαδήποτε μορφή, μετά την αναγωγή του εξευρισκόμενου αυτού ποσού σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος σε αυτό φόρου.
3. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και επί διανομής κερδών από εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, πλην τραπεζικών και ασφαλιστικών, και από συνεταιρισμούς, στα κέρδη των οποίων περιλαμβάνονται και κέρδη προσδιορισθέντα ή φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο επ΄ ονόματί τους.
4. Αφορολόγητα αποθεματικά ανώνυμων εταιριών, εταιριών περιορισμένης ευθύνης ή συνεταιρισμών, ανεξάρτητα του χρόνου σχηματισμού τους, διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα οποτεδήποτε, προστίθενται στα φορολογητέα κέρδη του νομικού προσώπου κατά το χρόνο διανομής ή κεφαλαιοποίησης και φορολογούνται με βάση τις διατάξεις του παρόντος, με εξαίρεση τα αφορολόγητα αποθεματικά, για την κεφαλαιοποίηση των οποίων ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄) και του άρθρου 101 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄).
Τα ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών που έχουν σχηματίσει, μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος οι εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, με εξαίρεση τα σχηματισθέντα, βάσει αναπτυξιακών νόμων αποθεματικά.
5. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και επί διανομής ή κεφαλαιοποίησης αποθεματικών, προερχόμενων από εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης. Στην περίπτωση αυτή, ο παρακρατηθείς στα ανωτέρω εισοδήματα φόρος συμψηφίζεται με αυτόν που αναλογεί στο νομικό πρόσωπο για τα ίδια εισοδήματα. Εξαιρετικά, κατά την κεφαλαιοποίηση ή διανομή αποθεματικών που έχουν σχηματισθεί μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος από μερίσματα, προερχόμενα από συμμετοχή σε άλλες ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, αυτά δεν υπόκεινται σε φορολογία και ούτε επιστρέφεται ο παρακρατηθείς φόρος μερισμάτων.
6. Σε περίπτωση διαλύσεως ημεδαπής ανώνυμης εταιρίας θεωρείται ως κέρδος, φορολογούμενο στο όνομα του νομικού προσώπου, το ποσό που λαμβάνουν οι μέτοχοι πέραν του πράγματι καταβληθέντος και μη επιστραφέντος σε αυτούς μετοχικού κεφαλαίου και των κερδών που έχουν υπαχθεί σε φορολογία με βάση τις διατάξεις του παρόντος.
Ως πράγματι καταβληθέν από τους μετόχους ποσό θεωρείται το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, προσαυξημένο κατά τα αποθεματικά τα σχηματισθέντα από καταβολή των μετόχων κατά την τυχόν υπέρ το άρτιον έκδοση των μετοχών.
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, έχουν ανάλογη εφαρμογή και σε περίπτωση διαλύσεως εταιρίας περιορισμένης ευθύνης.
7. Σε περίπτωση εξαγοράς ή με οποιονδήποτε τρόπο απόκτησης από ημεδαπή ανώνυμη εταιρία ιδίων αυτής μετοχών με σκοπό την απόσβεση ή μείωση του κεφαλαίου της, το ποσό που καταβάλλεται στους μετόχους πέραν του πράγματι καταβληθέντος από αυτούς αντίτιμου μετοχών και μη επιστραφέντος σε αυτούς, προέρχεται από το υπόλοιπο των κερδών που προκύπτει μετά την αφαίρεση του αναλογούντος, με βάση το άρθρο 10 του παρόντος, φόρου, από τα συνολικά κέρδη.
Ως πράγματι καταβληθέν από τους μετόχους ποσό θεωρείται το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, προσαυξημένο κατά τα αποθεματικά τα σχηματισθέντα από την τυχόν υπέρ το άρτιον έκδοση των μετοχών.
Το ανωτέρω ποσό που λαμβάνουν οι μέτοχοι δεν υπόκειται σε φορολογία εφόσον το νομικό πρόσωπο δεν έχει, μέσα στη διαχειριστική χρήση που λαμβάνει χώρα η απόσβεση ή μείωση του κεφαλαίου, εισοδήματα απαλλασσόμενα της φορολογίας ή προσδιοριζόμενα ή φορολογούμενα κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
Σε περίπτωση ύπαρξης των πιο πάνω εισοδημάτων, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών θα καθοριστούν η λογιστική εμφάνιση και ο τρόπος παρακολούθησης των αποθεματικών που σχηματίζουν οι επιχειρήσεις από τα κέρδη κάθε χρήσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.”
2. Ειδικά για εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, ο συντελεστής της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται στα καθαρά κέρδη που απομένουν μετά την αφαίρεση, από τα συνολικά καθαρά κέρδη, επιχειρηματικής αμοιβής για φυσικά πρόσωπα διαχειριστές εταίρους, και μέχρι τρεις, οι οποίοι συμμετέχουν στην εταιρία με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής.
Σε περίπτωση περισσότερων διαχειριστών εταίρων με ίσα ποσοστά συμμετοχής, οι δικαιούχοι επιχειρηματικής αμοιβής καθορίζονται από την εταιρία και δηλώνονται με την οικεία αρχική ετήσια εμπρόθεσμη δήλωσή της. Ως ποσοστά λαμβάνονται εκείνα που υφίστανται κατά το χρόνο έγκρισής του ισολογισμού της.
Αν αυτός δεν εγκριθεί μέσα σε χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, λαμβάνονται υπόψη τα ποσοστά που έχουν αυτοί κατά την τελευταία ημέρα του τριμήνου.
Η ανωτέρω επιχειρηματική αμοιβή θεωρείται ως λαμβανόμενη, από το ήμισυ των συνολικών καθαρών κερδών της εταιρίας, που δηλώνονται με την αρχική εμπρόθεσμη δήλωση και κατά το ποσοστό συμμετοχής των διαχειριστών.
Όταν ο διαχειριστής συμμετέχει σε περισσότερες της μιας εταιρίες περιορισμένης ευθύνης ή σε άλλες προσωπικές εταιρίες ως ομόρρυθμος εταίρος, αυτός δικαιούται επιχειρηματικής αμοιβής από μία από αυτές, κατ΄ επιλογή του. Η επιλογή αυτή δηλώνεται με την οικεία αρχική εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος της εταιρίας και δεν ανακαλείται.
3. Επιπλέον του οριζόμενου στις προηγούμενες παραγράφους φόρου, επιβάλλεται και συμπληρωματικός φόρος στο εισόδημα από ακίνητα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται με συντελεστή τρία τοις εκατό (3%) στο συνολικό ακαθάριστο εισόδημα που προέρχεται από ακίνητα, μη δυνάμενος να υπερβεί το ποσό του φόρου εισοδήματος των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Ο φόρος της παραγράφου αυτής δεν επιβάλλεται στα εισοδήματα από ακίνητα των νομικών προσώπων, τα οποία απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος, του φόρου εισοδήματος για τα εισοδήματα αυτά.
4. Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν:
α) Ο φόρος που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 του παρόντος νόμου, καθώς και του άρθρου 37α του Ν.Δ. 3323/1955 στο εισόδημα που υπόκειται σε φόρο.
β) Ο φόρος που αναλογεί στο μέρος των φορολογηθέντων κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης εισοδημάτων που διανέμονται και με τα οποία έχουν προσαυξηθεί τα υποκείμενα σε φορολογία κέρδη του νομικού προσώπου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 8α του παρόντος.
Ειδικά για τις τραπεζικές και ασφαλιστικές ανώνυμες εταιρίες εκπίπτει από το συνολικό φόρο του νομικού προσώπου, ολόκληρο το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε για εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
γ) Ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν και υπόκειται σε φόρο. Ο φόρος αυτός σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερος από το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα.
5. Όταν το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από το φόρο που αναλογεί, η επί πλέον διαφορά συμψηφίζεται στο υπόλοιπο ποσό που προκύπτει για βεβαίωση.
β) Τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 3, μέχρι τις δύο (2) Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους για τα εισοδήματα που απέκτησαν μέσα στο αμέσως προηγούμενο έτος, ανεξάρτητα αν τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται ή όχι σε φορολογία.
Η υποβαλλόμενη δήλωση συνοδεύεται υποχρεωτικά με αναλυτική κατάσταση εσόδων και εξόδων”.
Σε περίπτωση μεταγενέστερης, αλλά εντός της ιδίας διαχειριστικής χρήσης, μερικής ή ολικής έγκρισης της διανομής, εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 8α του παρόντος. Προς τούτο, υποβάλλεται συμπληρωματική δήλωση εντός τριάντα (30) ημερών από το χρόνο έγκρισης από τη γενική συνέλευση και ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.”
α) Από τα νομικά πρόσωπα που υποβάλλουν δήλωση σύμφωνα υε τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του παρόντος, σε πέντε (5) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες, η μεν πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, οι δε υπόλοιπες τέσσερις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των τεσσάρων επόμενων, από τη υποβολή της δήλωσης, μηνών.
β) Από τα νομικά πρόσωπα που υποβάλλουν δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του παρόντος, εφάπαξ με την υποβολή της εμπρόθεσμης προσωρινής ή οριστικής δήλωσης.
2. Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την καταβολή των αναφερόμενων στην προηγουμένη παράγραφο ποσών, θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα. Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της συνολικής οφειλής, δεν παρέχεται καμία έκπτωση.”
3. Τα ποσά του φόρου που εισπράττονται στην πηγή με παρακράτηση, εφόσον συντρέχει περίπτωση, εκπίπτουν από το ποσό που πρέπει να βεβαιωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού. Δεν εκπίπτουν τα ποσά του φόρου που έχουν παρακρατηθεί σε εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στα διανεμόμενα, από εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, κέρδη. Με την καταβολή του οριζόμενου, από το άρθρο 10 του παρόντος, φόρου εισοδήματος, επέρχεται εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης για τα διανεμόμενα κέρδη της παραγράφου αυτής.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 29 του Ν.Δ. 3323/1955 εφαρμόζονται ανάλογα και όταν ο καταβάλλων το εισόδημα ή δικαιούχος αυτού είναι νομικό πρόσωπο ή επιχείρηση από τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 του παρόντος. Εξαιρετικά, αν ο δικαιούχος του εισοδήματος από κινητές αξίες, εκτός μερισμάτων και τόκων από μετοχές και ιδρυτικούς τίτλους, που προέρχονται από τα διανεμόμενα κέρδη ημεδαπής ανώνυμης εταιρίας, είναι πρόσωπο από τα αναφερόμενα στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3, το οποίο όμως δεν έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, το ποσοστό του παρακρατούμενου φόρου ορίζεται σε 35% (τριάντα πέντε τοις εκατό) στο εισόδημα αυτό και ο αλλοδαπός δικαιούχος δεν υποχρεούται στην υποβολή της ετήσιας φορολογικής δήλωσης για το πιο πάνω εισόδημα.
3. Στις αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή σε φυσικά πρόσωπα κατοίκους αλλοδαπής που δεν ασκούν επάγγελμα ή επιχείρηση στην Ελλάδα,
α) για τη χρήση ή παραχώρηση της χρήσης τεχνικών μεθόδων παραγωγής, τεχνικής ή τεχνολογικής βοήθειας, δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, σημάτων και προνομίων, σχεδίων ή προτύπων γενικά, αποτελεσμάτων ερευνών, κινηματογραφικών και τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές, αναπαραγωγής βιντεοκασετών, πνευματικής ιδιοκτησίας, αναδημοσίευσης άρθρων και μελετών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων,
β) για την εκμίσθωση μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και γενικά κινητών πραγμάτων, την επισκευή και συντήρηση μηχανημάτων και λοιπού εξοπλισμού, την οργάνωση επιχειρήσεων, την εκπαίδευση προσωπικού και για την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας και κάθε είδους συμβουλών στην Ελλάδα, καθώς και στις αμοιβές, που καταβάλλονται σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες κατοίκους ξένων χωρών για τη συμμετοχή τους σε διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, ενεργείται από τον υπόχρεο για την καταβολή, παρακράτηση φόρου εισοδήματος που βαρύνει το δικαιούχο της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής.
Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στο ακαθάριστο ποσό της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής, ανεξάρτητα αν για την καταβολή αυτήν απαιτείται ή όχι απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρ. 7 του Ν. 4171/1961 (ΦΕΚ 93 Α΄), όπως ισχύει, με συντελεστή:
α) Δέκα τοις εκατό, (10%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα για τη χρήση ή παραχώρηση χρήσης στην Ελλάδα κινηματογραφικών ή τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές και για την αναπαραγωγή βιντεοκασετών.
β) Είκοσι τοις εκατό (20%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα ή αμοιβές των λοιπών περιπτώσεων της παραγράφου αυτής.
Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου από το φόρο εισοδήματος για τα εισοδήματά του αυτά.
Σε όλες τις περιπτώσεις, στον αλλοδαπό δικαιούχο καταβάλλεται η διαφορά μεταξύ του ποσού της αποζημίωσης, δικαιώματος ή αμοιβής, που δικαιούται να λάβει και του παρακρατούμενου φόρου που αναλογεί στο ποσό αυτής.
Η παρακράτηση του φόρου που οφείλεται ενεργείται κατά την πίστωση ή την καταβολή της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής στο δικαιούχο και η απόδοσή του γίνεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.
Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος, που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό των αποζημιώσεων, δικαιωμάτων και αμοιβών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σε αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά.
4. Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που αναλαμβάνουν στην Ελλάδα κατάρτιση μελετών και σχεδίων ή τη διεξαγωγή ερευνών τεχνικής, οικονομικής ή επιστημονικής γενικά φύσεως, ανεξάρτητα αν αυτές εκπονούνται στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή ή την επίβλεψη και συντονισμό εκτέλεσης τεχνικών έργων που πραγματοποιούνται από τρίτους στην Ελλάδα ή την παροχή επιστημονικής φύσεως συμβουλών προς τον κύριο του εκτελούμενου στην Ελλάδα τεχνικού έργου, επιβάλλεται, για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές, φόρος εισοδήματος με συντελεστή 17,50% (δεκαεπτά και μισό τοις εκατό), ο οποίος υπολογίζεται στη συνολική ακαθάριστη αμοιβή τους. Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αμοιβής στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία το βραδύτερο εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.
Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές.
Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό εισοδημάτων, που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σ΄ αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά.
5. Στις αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμούς που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα επιβάλλεται φόρος εισοδήματος για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή που ορίζεται:
α) Τρία και μισό τοις εκατό (3,50%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου γενικά, ανεξάρτητο αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη ή όχι.
β) Τέσσερα και είκοσι τοις εκατό (4,20%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των ιδιωτικών έργων, γενικά.
γ) Οκτώ και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (8,75%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων χωρίς την αξία των υλικών για έργα που αναφέρονται στην πιο πάνω περίπτωση β΄, για τα οποία ο εργολήπτης δεν χρησιμοποιεί δικά του υλικά.
Ο παραπάνω τρόπος φορολογίας εφαρμόζεται στις αλλοδαπές εργοληπτικές εταιρίες και οργανισμούς, που συμβάλλονται απευθείας με το Δημόσιο και τα λοιπά πρόσωπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.
Ο φόρος που επιβάλλεται στις πιο πάνω περιπτώσεις παρακρατείται από τον, υπόχρεο για την καταβολή, εργοδότη κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αξίας του έργου στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.
Με την παρακράτηση του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών εταιριών και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμούς που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, επιφυλασσόμενων των διατάξεων του άρθρου 12 του νόμου 542/1977 (ΦΕΚ 41 Α΄).
Ακίνητα που αποτελούν αντικείμενο σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης εξαιρούνται της αναπροσαρμογής της αξίας τους, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η σύμβαση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.27Ν.2682/1999, ΦΕΚ Α 16.Ισχύς από 16.11.1999 και με το άρθρο 20 παρ.3του Ν.3756/2009,ΦΕΚ Α 53/31.3.2009.Εφαρμογή για αναπροσαρμογές της αξίας των ακινήτων που πραγματοποιούνται από 31 Δεκεμβρίου 2008 και μετά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.19Ν. 3296/2004,ΦΕΚ Α 253/14.12.2004 και με τη παρ.5 του άρθρου 33 τουΝ.4223/2013(ΦΕΚ Α 287/31.12.2013)
β) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1ης Ιανουαρίου 1988 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1990 με συντελεστή 1,60 προκειμένου για γήπεδα και 1,40 προκειμένου για κτίρια.
γ) Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1ης Ιανουαρίου 1991 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1991 με συντελεστή 1,25 προκειμένου για γήπεδα και 1,10 προκειμένου για κτίρια.
Η αξία των ακινήτων που αποκτήθηκαν από 1ης Ιανουαρίου 1992 και μετά δεν υπόκειται σε αναπροσαρμογή.
β. Η αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων θα γίνει με πολλαπλασιασμό της αξίας αυτών με τους κάτωθι συντελεστές:
αα. Για τα ακίνητα της βιομηχανικής περιοχής Θεσσαλονίκης με συντελεστή είκοσι (20).
ββ. Για τα ακίνητα των βιομηχανικών περιοχών Βόλου, Λάρισας και Πρέβεζας με συντελεστή πέντε (5).
γγ. Για τα ακίνητα των λοιπών βιομηχανικών περιοχών με συντελεστή 2,50 (δύο και μισό).
γ. Η αναπροσαρμοσμένη αξία που θα προκύψει με τη χρησιμοποίηση των πιο πάνω συντελεστών δεν μπορεί να υπερβεί την αγοραία αξία αυτών που έχουν κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής.
β) Οι προσωπικές εταιρίες θα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου τους, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος.
γ) Οι συνεταιρισμοίθα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου αυτών, υποχρεωτικά με αύξηση του ύψους της συνεταιριστικής μερίδας αυτών, με τροποποίηση του καταστατικού τους, από τη γενική συνέλευση των συνεταίρων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος.
δ. Οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης θα κάνουν αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου με έκδοση νέων εταιρικών μεριδίων, τα οποία διανέμονται δωρεάν στους παλαιούς εταίρους, κατ` αναλογία των μεριδίων τους.
Σημ.: όπως η περ.δ αντικαταστάθηκε με την παρ.5 άρθρ.20Ν.2443/1996 (Α 265)
ε) Οι ανώνυμες εταιρίες, ανεξάρτητα αν οι μετοχές αυτών είναι εισηγμένες ή όχι στο χρηματιστήριο, θα κάνουν αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου είτε με την έκδοση νέων μετοχών, είτε με την αύξηση της ονομαστικής αξίας, είτε και με τους δύο τρόπους.
Οι διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 876/1979 (ΦΕΚ 48 Α΄) δεν εφαρμόζονται στις νέες μετοχές, που θα εκδοθούν κατά την κεφαλαιοποίηση της υπεραξίας ακινήτων, που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος.
Οι νέες μετοχές που θα εκδοθούν διανέμονται δωρεάν στους μετόχους, κατά την αναλογία των μετοχών που κατέχουν αυτοί κατά το χρόνο της κεφαλαιοποίησης της υπεραξίας.
Για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις κάμπινγκ δεν υπόκειται σε φορολογία το πενήντα τοις εκατό (50%) της υπεραξίας που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας ολοκλήρου του γηπέδου επί του οποίου υφίσταται κτίσματα ή άλλες εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τις ανάγκες του ξενοδοχείου ή του κάμπινγκ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.20Ν.2443/1996 (Α 265)
α)Απότοφυσικόπρόσωποήτονόμιμοαντιπρόσωπό του και σεπερίπτωση θανάτου του υποχρέου από τους κληρονόμους αυτού.
β) Από το νόμιμο εκπρόσωπο για τα νομικά πρόσωπα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.11 Ν.2948/2001,ΦΕΚ Α 242/19.10.2001.Ισχύς από 1.1.2002.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε:
α) Σύζυγο του κληρονομουμένου, β) κατιόντες πρώτου βαθμού (τέκνα από νόμιμο γάμο, τέκνα χωρίς γάμο έναντι της μητέρας, αναγνωρισθέντα εκουσίως ή δικαστικώς έναντι του πατέρα, νομιμοποιηθέντα με επιγενόμενο γάμο ή δικαστικώς έναντι και των δύο γονέων), γ) ανιόντες πρώτου βαθμού.
Κλιμάκια
| Συντ/στής κλιμακίου
| Φόρος κλιμακίου
| Φορολογητέα περιουσία
| Αναλογών Φόρος
|
1.500.000
| –
| –
| 1.500.000
| –
|
3.500.000
| 5
| 175.000
| 5.000.000
| 175.000
|
15.000.000
| 15
| 2.250.000
| 20.000.000
| 2.425.000
|
Υπερβάλλον
| 25
| –
| –
|
Ειδικά, σε περίπτωση κτήσης περιουσίας με κληρονομιά ή κληροδοσία, που οι δικαιούχοι της είναι ανήλικα τέκνα του κληρονομουμένου, εφόσον η αξία της κληρονομικής μερίδας είναι: α) μέχρι και 5.000.000 δραχμές, ο αναλογών φόρος μειώνεται κατά 60% και β) από 5.000.001 έως και 20.000.000 δρχ., ο αναλογών φόρος μειώνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%).
Οι πιο πάνω διατάξεις, που προβλέπουν μείωση του φόρου για τα ανήλικο παιδιά του κληρονομουμένου, δεν εφαρμόζονται σε κτήσεις δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου (ή προίκας), καθώς και στις περιουσιακές παροχές των γονέων προς τα τέκνα τους κατά το άρθρο 1509 Α.Κ..
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε:
α) Κατιόντες δευτέρου και επόμενων βαθμών, β) ανιόντες δευτέρου και επόμενων βαθμών, γ) εκουσίως ή δικαστικώς αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε, δ) κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού, ε) αδερφούς (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς) και στ) συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου.
Κλιμάκια
| Συντ/στής κλιμακίου
| Φόρος κλιμακίου
| Φορολογητέα περιουσία
| Αναλογών Φόρος
|
1.100.000
| –
| –
| 1.100.000
| –
|
Υπερβάλλον
| 35
| –
| –
|
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε:
α) Πατριούς και μητριές, β) τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, γ) τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπρούς – νύφες).
Κλιμάκια
| Συντ/στής κλιμακίου
| Φόρος κλιμακίου
| Φορολογητέα περιουσία
| Αναλογών Φόρος
|
500.000
| –
| –
| 500.000
| –
|
4.500.000
| 20
| 900.000
| 5.000.000
| 900.000
|
15.000.000
| 35
| 5.250.000
| 20.000.000
| 6.150.000
|
Υπερβάλλον
| 50
| –
| –
|
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Δ΄
Για κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία που περιέρχεται σε: οποιονδήποτε άλλο εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενή του κληρονομουμένου ή εξωτικό:
Κλιμάκια
| Συντ/στής κλιμακίου
| Φόρος κλιμακίου
| Φορολογητέα περιουσία
| Αναλογών Φόρος
|
300.000
| –
| –
| 300.000
| –
|
4.700.000
| 35
| 1.645.000
| 5.000.000
| 1.645.000
|
15.000.000
| 50
| 7.500.000
| 20.000.000
| 9.180.000
|
Υπερβάλλον
| 65
| –
| –
|
Κατά τη διάρκεια του καταπιστεύματος, εάν ο βεβαρημένος μεταβιβάσει, με συναίνεση του καταπιστευματοδόχου, σε τρίτο το καταπιστευτέο αντικείμενο φορολογείται για την κατά το χρόνο μεταβίβασης αξία της πλήρους κυριότητας τούτου με συμψηφισμό του φόρου επικαρπίας.
Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση μονομερούς ή συμβατικής παραίτησης του καταπιστευματοδόχου από το δικαίωμα του προσδοκίας, υπέρ του βεβαρημένου.
Συμβατική παραίτηση, διαρκούντος του καταπιστεύματος, του βεβαρημένου από την ενάσκηση του κληρονομικού του δικαιώματος υπέρ του καταπιστευματοδόχου, λογίζεται ως μεταβίβαση προς αυτόν της επικαρπίας για το χρόνο διάρκειας του καταπιστεύματος.”
Αν στη νομοθεσία του αλλοδαπού κράτους δεν προβλέπεται πλήρης απαλλαγή, αλλά υπαγωγή σε ελαφρότερη φορολογία με τον όρο της αμοιβαιότητας, η φορολογητέα στην Ελλάδα κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία φυσικού ή νομικού προσώπου, που έχει την ιθαγένεια του ξένου τούτου κράτους, υπόκειται σε ελαφρύτερο φόρο αντίστοιχο προς εκείνο που επιβάλλεται από το ξένο τούτο κράτος.”
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από την έναρξη ισχύος του νόμου 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α΄).
Στα ως άνω ποσά συνυπολογίζονται και τυχόν προγενέστερες δωρεές ή γονικές παροχές των γονέων προς τα τέκνα τους.”
Ειδικώς, εάν ο δικαιούχος της γονικής παροχής παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% η απαλλαγή ανέρχεται στο μισό της φορολογητέας αξίας του ακινήτου, μη δυνάμενη να υπερβεί τα δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές”
Σε περιοχές όπου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄), εφαρμόζεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, συντάσσεται συμβόλαιο με βάση το αντίγραφο της δήλωσης που κατατέθηκε και πέρα από την προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον, μέχρι τη σύνταξη του συμβολαίου, δεν έχει δημοσιευθεί απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, που να τροποποιεί το αντικειμενικό σύστημα στη συγκεκριμένη περιοχή.”
Η απαλλαγή είναι αυτή του εγγάμου κατά την διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, ανεξαρτήτως του ότι η αγορά γίνεται από όλους εξ αδιαιρέτου.
Ωσαύτως, της απαλλαγής των αγάμων τυγχάνουν και τα ανήλικα τέκνα, τα οποία στερούνται και τους δύο γονείς τους και τελούν υπό επιτροπεία ή υπό την επιμέλεια τρίτου προσώπου, που ορίστηκε με δικαστική απόφαση, είτε αγοράζουν ένα ακίνητο εξ αδιαιρέτου είτε αυτοτελώς χωριστό ακίνητο το καθένα”.
α. Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από άγαμο μέχρι 35 τ.μ. και για τη μέχρι 7.000.000 δραχμές αξία τους.
β. Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από έγγαμο μέχρι 70 μ2 και για τη μέχρι 14.000.000 δραχμές αξία τους.
Η απαλλαγή που δικαιούται ο έγγαμος προσαυξάνεται κατά 15 τ.μ. και για τη μέχρι 3.000.000 δραχμές αξία τους, για καθένα από τα παιδιά του.
γ. Για αγορά οικοπέδου από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 4.000.000 δραχμές, ενώ από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 8.000.000 δραχμές.
Η αξία αυτή για τον έγγαμο προσαυξάνεται κατά 1.000.000 δραχμές για καθένα από τα παιδιά του. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών μπορούν να αυξάνονται τα ως άνω απαλλασσόμενα ποσά.”
β) Στη φορολογητέα αξία των ακινήτων κατά το χρόνο της πρώτης εφαρμογής του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού στην περιοχή που βρίσκονται τα ακίνητα, μειωμένης κατά ποσοστό 5% για κάθε προγενέστερο και μέχρι το χρόνο κατάρτισης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, αν δεν ίσχυε στην περιοχή των ακινήτων το σύστημα τούτο. Χρονικό διάστημα μέχρις 6 (έξι) μηνών δεν υπολογίζεται, ενώ μεγαλύτερο τούτου λογίζεται ως έτος.
γ) Στην αξία του χρόνου σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, προκειμένου για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, δεν έχει εφαρμοσθεί το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, προσαυξημένης κατά ποσοστό 10% για κάθε έτος και μέχρι 50%, κατά ανώτατο όριο, από την υπογραφή του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου μέχρι το χρόνο υπογραφής του οριστικού συμβολαίου. Χρονικό διάστημα μέχρις έξι (6) μηνών δεν υπολογίζεται, ενώ μεγαλύτερο λογίζεται ως έτος.
4. Η προσαύξηση 50% της εισφοράς της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, επιβάλλεται και στις οικίες της κοινότητας Παλαιάς Πεντέλης”.
3. Οι υφιστάμενες ανώνυμες εταιρίες, που έχουν εταιρικό κεφάλαιο μικρότερο του οριζόμενου στην προηγούμενη παράγραφο ορίου, υποχρεούνται εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, να αυξήσουν το κεφάλαιο τους μέχρι του ορίου αυτού, διαφορετικά ανακαλείται η άδεια σύστασης τους.”
Οι υφιστάμενες εταιρίες περιορισμένης ευθύνης που έχουν κεφάλαιο κατώτερο των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών υποχρεούνται, εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, να αυξήσουν αυτό μέχρι του ως άνω κατώτατου ορίου.”
β. Των τραπεζών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 3 τουΝ.2129/1993 (ΦΕΚ Α 57)
β.τηνεπιβολήκυρώσεωνστουςπροέδρους,διοικητές ή γενικούςδιευθυντές των ανωτέρω οργανισμών και επιχειρήσεων.
Οι ανωτέρω κυρώσεις συνίστανται:
α. στην άμεση λύση τηςθητείας,συμβάσεωςήοποιασδήποτεάλληςμορφής σχέσεως, που τους συνδέει με τον αντίστοιχο φορέα, αδαπάνως γιατο Δημόσιο και το φορέα, και
β. στην καταβολή προστίμου ύψους μέχρι 12 μηνιαίων αποδοχών τους.
Χρέος στο οποίο υπολογίζεται το παράβολο, σύμφωνα με τα ανωτέρω, θεωρείται η αρχικά βεβαιωμένη οφειλή, όπως έχει διαμορφωθεί ύστερα από τυχόν νόμιμη μείωση ή μερική καταβολή.
Από την υποχρέωση της κατάθεσης του ανωτέρω παραβόλου εξαιρούνται μόνο τα αιτήματα που αφορούν:
αα. τη διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, που ζητείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως ισχύει κάθε φορά.
ββ. την άρση του μέτρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, όταν προβάλλεται ως αιτιολογία η ανάγκη της άμεσης και χωρίς αναβολή αναχώρησης στο εξωτερικό για λόγους υγείας και εφόσον υποβάλλονται σχετικά δικαιολογητικά.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε μετην παρ. 16 άρθρ.41 Ν.2648/1998 Α 238/22.10.1998.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν δύο μήνες μετά τηνέκδοση της παραπάνω απόφασης, οπότε παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου2του ν. 1239/1982 (ΦΕΚ 35 Α`), καθώς και η διάταξη του άρθρου 16 τουν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α`).
Ειδικότερα, στις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα,καθώςκαιτιςθυγατρικέςτους που έχουν εκκαθορισμένες απαιτήσεις από τηνεκτέλεση συμβάσεων για τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεωντηςχώρας,μπορεί να χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας με απόφαση τηςαρμόδιαςεπιτροπήςαναστολώντουΙ.Κ.Α.,εφόσον παρακρατείται για λογαριασμό του Ι.Κ.Α., μέρος των κάθε φορά απαιτήσεών τους,τοοποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 10%,υπό την προϋπόθεση τηςκαταβολής των τρεχουσών εισφορών.
Απαλλάσσονται από την υποχρέωση προσκόμισης βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας οι παραγωγοί φυτικών ή ζωικών προϊόντων για την είσπραξη επιδοτήσεων ή επιχορηγήσεων επί της παραγωγής, που καταβάλλονται από τον Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.) δυνάμει καθεστώτων στήριξης και οι οποίες βαρύνουν τον Ειδικό Λογαριασμό Εγγυήσεων Γεωργικών προϊόντων (Ε.Λ.Ε.ΓΕ.Π.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 του Ν. 2109/1992 (Α`205) και ισχύει από 1.11.1992.και με την παρ.8άρθρ.15 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
Κάθε άλλη αντίθετη διάταξη καταργείται.
Σε περίπτωση αλλαγών στις δύο ανωτέρω δασμολογικές κλάσεις, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επαναπροσδιορίζονται οι νέες, στις οποίες υπάγεται το ανωτέρω εξαιρούμενο χαρτί.
Η αξία στην οποία υπολογίζεται η ανωτέρω εισφορά καθορίζεται ως εξής:
1. Για τα εισαγόμενα από το εξωτερικό προϊόντα από την τιμολογιακή αξία CIF.
2. Για τα εγχώρια προϊόντα από την τιμή πώλησης από τον παραγωγό, κατασκευαστή ή διασκευαστή αυτών.
Από την υποκείμενη στην εισφορά αξία εκπίπτει η αξία του προϊόντος που παρήχθη σε προηγούμενο στάδιο, εφόσον υποβλήθηκε σε εισφορά στο εσωτερικό ή κατά την εισαγωγή του από το εξωτερικό.
Η εισφορά αποδίδεται στο Ταμείο Ασφαλίσεως Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών από τους παραγωγούς, κατασκευαστές ή διασκευαστές, καθώς και από τους εισαγωγείς κατά περίπτωση. Η απόδοση της εισφοράς για τα εγχωρίως παραγόμενα πραγματοποιείται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα εκείνου κατά τον οποίο έγιναν οι πωλήσεις. Για τα εισαγόμενα προϊόντα η απόδοση της εισφοράς γίνεται κατά τον εκτελωνισμό του προϊόντος με την προσκόμιση αντίστοιχου γραμματίου κατάθεσης στον οικείο λογαριασμό του Ταμείου στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.
Απαλλάσσονται από την εισφορά τα εγχώρια προϊόντα που εξάγονται στο εξωτερικό απευθείας από τον παραγωγό, κατασκευαστή ή διασκευαστή ή από τρίτο, ο οποίος τα αγόρασε αποδεδειγμένα από αυτόν”.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζεται η διαδικασία επιστροφής από το Δημόσιο στους δικαιούχους αχρεωστήτως εισπραχθέντων εσόδων του Ε.Ο.Φ. καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
β) “Λογαριασμός επιδοτήσεων επιτοκίου” Κ.Α. 611451 δύναται να μεταφέρεται σε πίστωση του λογαριασμού Νο 200-1 “Ε.Δ. Συγκέντρωση εισπράξεων – πληρωμών” και να εισάγεται στο Γενικό Κρατικό Προϋπολογισμό σαν έσοδο αυτού.
ββ) ΠΡΟΤΟ.-Ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) ως κέρδος των συμμετοχόντων στοαριθμολαχείο.Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) παρακρατείταιαπότονΟΠΑΠγιατους ίδιους, όπως προηγουμένως, λόγους.Ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%) στο Υπουργείο Πολιτισμού για τονίδιο, όπως προηγουμένως, λόγο.Ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού.-Ποσοστόδεκατρίατοιςεκατό(13%) με επιμέλεια του ΟΠΑΠ στοΕλληνικό Δημόσιο.
β. Τα έσοδα του ΕλληνικούΔημοσίουκατατίθενται,μετάαπόκάθεκλήρωση στη Δ.Ο.Υ. Γενικών Εσόδων ως έσοδα του τακτικού προϋπολογισμούκαι στον οικείο κωδικό εσόδου.
γ.ΠαρέχεταιστονΟ.Π.Α.Π.τοδικαίωμα της διενέργειας, μέχρισαράντα (40) ετησίως, πρόσθετων διαγωνισμών ΛΟΤΤΟ και ΠΡΟΤΟ,ταέσοδατωνοποίων,μετάτηναφαίρεση των δικαιωμάτων των πρακτόρων, διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6, περ. α`,εδάφιααα`καιββ`τουν.2065/1992, πλην του ποσοστού είκοσι τρία τοις εκατό(23%) για το ΛΟΤΤΟ και δεκατρία τοις εκατό(13%)γιατοΠΡΟΤΟ,πουπεριέρχονταιαντίτου Ελληνικού Δημοσίου (Υπουργείου Οικονομικών) στηΓενική Γραμματεία Αθλητισμού, με επιμέλεια του Ο.Π.Α.Π..Ηπαραχώρησηαυτήισχύειμέχριτουποσούτωντεσσάρωνδισεκατομμυρίων (4 δις)ετησίως, μετά τη συμπλήρωση τωνοποίωνισχύειπάλιηκατανομήτωνεσόδων σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις αυτές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρου 39 Ν.2168/1993.
δ.Κάθεάλληδιάταξηπουαντίκειταιστο περιεχόμενο αυτής τηςπαραγράφου καταργείται.
β) για το διάστημα μετά την 1η Νοεμβρίου 2024 και εφεξής, επιβάλλεται τέλος που ανέρχεται σε τρία (3) ευρώ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.52 Ν.4465/2017.
β) οι επιβάτες σε πτήση διαμετακόμισης δηλαδή ίδιος αριθμός πτήσης αφιχθέντος και αναχωρούντος αεροσκάφους,
γ) οι αεροπορικώς διερχόμενοι επιβάτες, οι οποίοι συνεχίζουν το ταξίδι τους με την ίδια ή άλλη αεροπορική εταιρεία, κάνοντας χρήση όλων των εξυπηρετήσεων που παρέχονται σε έναν αερολιμένα (transfer επιβάτες), εφόσον συνεχίζουν το ταξίδι τους εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, το οποίο θα αποδεικνύεται είτε με την προσκόμιση ενιαίου εισιτηρίου, είτε με το απόκομμα του εισιτηρίου της προηγούμενης διαδρομής. Οι εν λόγω επιβάτες καταβάλλουν στο αεροδρόμιο αναχώρησης εφάπαξ το εν λόγω τέλος,
δ) οι επιβάτες πτήσεων κρατικών αεροσκαφών που μεταφέρουν προσωπικότητες για τις οποίες γίνεται επίσημη υποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση, οι επιβάτες ελληνικών κρατικών αεροσκαφών χρησιμοποιούμενων για στρατιωτικούς, τελωνειακούς, αστυνομικούς και γενικά κρατικούς σκοπούς, καθώς και οι επιβάτες αλλοδαπών κρατικών αεροσκαφών για κράτη με τα οποία υπάρχει αμοιβαιότητα,
ε) τα μέλη του πληρώματος των αεροσκαφών, καθώς και μέλη του πληρώματος που επιβιβάζονται για ανάληψη υπηρεσίας σε άλλο σταθμό, για αντικατάσταση των εν υπηρεσία πληρωμάτων,
στ) οι επιβάτες που φθάνουν σε αεροδρόμιο λόγω έκτακτης ανάγκης, βλάβης, κακών καιρικών συνθηκών ή άλλου γεγονότος ανωτέρας βίας, ανεξαρτήτως αν εξέλθουν από τον τελωνειακά ελεγχόμενο χώρο ή συνεχίσουν το ταξίδι τους με άλλο αεροσκάφος την ίδια
ή άλλη μέρα, καθώς και επιβάτες πτήσεων έρευνας και διάσωσης,
ζ) οι επιβαίνοντες σε αεροσκάφη που συμμετέχουν σε επίσημα οργανωμένες αεραθλητικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε ελληνικούς αερολιμένες.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορούν να τροποποιούνται οι διατάξεις του παρόντος που ρυθμίζουν τις κατηγορίες απαλλαγών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 παρ.8Ν.3333/2005,ΦΕΚ Α 91/12.4.2005,με το άρθρ.31 Ν.3710/2008,ΦΕΚ Α 216/23.10.2008 και με την παρ.1 άρθρ.52 Ν.4465/2017.
α) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» κατατίθενται στο λογαριασμό με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων» (Τ.Α.Α.Σ.) και διατίθενται κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), σύμφωνα με την υπογραφείσα Σύμβαση Ανάπτυξης του Διεθνούς Αεροδρομίου της Αθήνας στα Σπάτα, που κυρώθηκε με το ν. 2338/1995 (Α΄ 202). Ο λογαριασμός «Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων (Τ.Α.Α.Σ.)» χρεώνεται με ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των καταθέσεων την επόμενη ημέρα της κατάθεσης με πίστωση του ειδικού λογαριασμού «ποσοστά Τ.Α.Α.Σ. και Τ.Α.Ε.Α. υπέρ Υ.Π.Α.» με αξία την ημερομηνία κατάθεσης. Τα πιστούμενα στον ανωτέρω λογαριασμό ποσά διατίθενται στην Υ.Π.Α. και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α΄ και Β΄ του ν. 4427/2016 (Α΄ 13) στην Α.Π.Α., για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών αναπροσαρμόζονται τα ως άνω ποσοστά και ο τρόπος διάθεσής τους.
β) Από την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης των αερολιμένων Ακτίου, Ζακύνθου, Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Κέρκυρας, Κεφαλονιάς, Κω, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Ρόδου, Σάμου, Σαντορίνης, Σκιάθου και Χανίων, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 6.2.2. των Συμβάσεων Παραχώρησης των ως άνω αερολιμένων, τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες των εν λόγω αερολιμένων κατατίθενται σε δεκατέσσερις (14) ειδικούς λογαριασμούς με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα» που συμπληρώνονται με το όνομα του αντίστοιχου αερολιμένα, οι οποίοι τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος και διατίθενται κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) στους αντίστοιχους Παραχωρησιούχους των Συμβάσεων Παραχώρησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 217 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), στις, κατ’ εξουσιοδότηση των παραπάνω διατάξεων, κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών, καθώς και στο άρθρο 28.10 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, οι οποίες έχουν κυρωθεί με τα άρθρα 215 και 216 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94).
γ) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες για τους λοιπούς κρατικούς αερολιμένες της χώρας, εξαιρουμένων του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 9 και των περιφερειακών αεροδρομίων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 9, κατατίθενται σε λογαριασμό με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα……. (Τ.Α.Ε.Α.)», που συμπληρώνεται με το όνομα του αερολιμένα. Τα ως άνω ποσά διατίθενται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) για τη χρηματοδότηση έργων και εξοπλισμού στους αερολιμένες αυτούς, καθώς και την εν γένει κάλυψη του λειτουργικού και επενδυτικού τους κόστους. Τα ανωτέρω ποσά δύναται να χρησιμοποιούνται, επίσης, για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του αερολιμένα και ζώνης πέριξ του χώρου του εκάστοτε αεροδρομίου, η έκταση της οποίας προσδιορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, στον οποίο αφορούν, ή και για κάθε άλλο αερολιμένα ή για τη μελέτη, κατασκευή και λειτουργία κάθε νέου αερολιμένα, εφόσον αυτός υπόκειται στη διαχείριση του ίδιου φορέα, καθώς και για την επιδότηση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις της επιδότησης. Οι λογαριασμοί «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα…… (Τ.Α.Ε.Α.)» χρεώνονται με το υπόλοιπο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων την επόμενη ημέρα της κατάθεσης με πίστωση του ειδικού λογαριασμού «ποσοστά Τ.Α.Α.Σ. και Τ.Α.Ε.Α. υπέρ Υ.Π.Α.» με αξία την ημερομηνία κατάθεσης. Τα πιστούμενα στον ανωτέρω λογαριασμό ποσά διατίθενται στην Υ.Π.Α., και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α΄ και Β΄ του ν. 4427/2016
(A΄ 13) στην Α.Π.Α., για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών αναπροσαρμόζονται τα ως άνω ποσοστά και ο τρόπος διάθεσής τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ. 46 Ν.2963/2001,ΦΕΚ Α 268/23.11.2001 και με την παρ.1 άρθρ.52 Ν.4465/2017.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.52 Ν.4465/2017.
Άρθρο18
Εθνικότητα αεροσκαφών
1. Ως ελληνικά αεροσκάφη αναγνωρίζονται τα αεροσκάφη, τα οποία ανήκουν και συνεχίζουν να ανήκουν σε υπηκόους κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ε.Ο.Κ.) κατά ποσοστό μεγαλύτερο από πενήντα στα εκατό (50%).
2. Ως ελληνικά αεροσκάφη αναγνωρίζονται και τα αεροσκάφη τα οποία ανήκουν και συνεχίζουν να ανήκουν σε ελληνικά νομικά πρόσωπα κατά ποσοστό μεγαλύτερο από πενήντα στα εκατό (50%), εφόσον:
α. στις ομόρρυθμες εταιρείες όλοι οι εταίροι είναι υπήκοοι κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ.,
β. στις ετερόρρυθμες εταιρείες, όλοι οι ομόρρυθμοι εταίροι είναι υπήκοοι κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ. και το εταιρικό κεφάλαιο έχει καταβληθεί κατά τα δύο τρίτα (2/3) από υπηκόους κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ.,
γ. στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, οι διαχειριστές και τα τρία τέταρτα (3/4) των εταίρων είναι υπήκοοι κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ. και τα τρία τέταρτα (3/4) των εταιρικών μεριδίων ανήκουν σε υπηκόους κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ.,
δ. στις ανώνυμες εταιρείες όλες οι μετοχές είναι ονομαστικές και ανήκουν κατά απόλυτη πλειοψηφία σε υπηκόους κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ. ή και σε κράτη – μέλη και τα δύο τρίτα (2/3) των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρός του, ο Γενικός Διευθυντής και οι τυχόν εντεταλμένοι ή διευθύνοντες σύμβουλοι είναι υπήκοοι κρατών
– μελών της Ε.Ο.Κ.,
ε. στους συνεταιρισμούς ή σωματεία τα 2/3 (δύο τρίτα) των μελών, καθώς και όλα τα μέλη του Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου είναι υπήκοοι κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ. και κατοικούν σε χώρα μέλος της Ε.Ο.Κ.”
Άρθρο23
Μητρώο αεροσκαφών αλλοδαπής ιδιοκτησίας
1. Αεροσκάφη, τα οποία ανήκουν σε αλλοδαπούς και μισθώνονται από υπηκόους κρατών – μελών της Ε.Ο.Κ. ή νομικά πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 2 εγγράφονται στο μητρώο αεροσκαφών αλλοδαπής ιδιοκτησίας.
2. Τα αεροσκάφη της προηγούμενης παραγράφου αποκτούν την ελληνική εθνικότητα από την εγγραφή τους στο μητρώο αυτό”.
3. Με βάση την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας προβαίνει σε νέα εκκαθάριση και ενεργεί συμπληρωματική βεβαίωση του επιπλέον φόρου που τυχόν οφείλεται ή έκπτωση του επιπλέον ποσού φόρου που βεβαιώθηκε”.
Στους δικαιούχους των πιο πάνω μερισμάτων παρέχεται αφορολόγητο ποσό πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών για κάθε μέτοχο για τα μερίσματα που εισπράττει από την ίδια ανώνυμη εταιρία. Το αφορολόγητο ποσό για κάθε μέτοχο δεν μπορεί να ξεπεράσει συνολικά τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές, όταν τα μερίσματα προέρχονται από περισσότερες ανώνυμες εταιρίες.
Για τον υπολογισμό του παρακρατούμενου φόρου, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η έκπτωση του αφορολόγητου ποσού για μερίσματα που προέρχονται από μετοχές ονομαστικές ή ανώνυμες γίνεται από την ανώνυμη εταιρία κατά την καταβολή ή πίστωση των μερισμάτων στους μετόχους, εφόσον ο μέτοχος που εισπράττει το μέρισμα δηλώσει με υπεύθυνη δήλωσή του στην εταιρία ότι δεν έχει απαλλαγεί από την προείσπραξη του φόρου με βάση τη διάταξη αυτήν, κατά την είσπραξη μερισμάτων από άλλες ανώνυμες εταιρίες που αναφέρονται στη χρήση αυτή για ποσό μερισμάτων μεγαλύτερο από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές, στο οποίο περιλαμβάνεται και το αφορολόγητο ποσό που ζητάει ο μέτοχος με τη δήλωσή του αυτή.
β. Στα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, παρακρατείται φόρος, χωρίς καμιά έκπτωση αφορολόγητου ποσού, με συντελεστή σαράντα επτά τοις εκατό (47%), αν τα μερίσματα προέρχονται από μετοχές οι οποίες έγιναν ονομαστικές πριν από τη λήξη της χρήσης και πενήντα τοις εκατό (50%), αν προέρχονται από ανώνυμες μετοχές, χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση.
γ. Τα μερίσματα που θα εισπραχθούν από τους μετόχους μιας ή περισσότερων εταιριών επενδύσεων – χαρτοφυλακίου μέχρι του συνολικού ποσού των 200.000 (διακοσίων χιλιάδων) δραχμών, απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος. Κατά τον υπολογισμό του απαλλασσόμενου συνολικού ποσού μερισμάτων συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά των μερισμάτων τα απαλλαγέντα από το φόρο με βάση τις διατάξεις της πιο πάνω περίπτωσης α΄. Η απαλλαγή αφορά το μέρισμα ολόκληρης της χρήσης, εφόσον οι μετοχές ήταν εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον εκατόν είκοσι (120) ημερών. Σε διαφορετική περίπτωση, το μέρισμα φορολογείται ολόκληρο. Για τον υπολογισμό του παρακρατούμενου φόρου στα καταβαλλόμενα αυτά μερίσματα, η έκπτωση του πιο πάνω απαλλασσόμενου ποσού θα ενεργείται, για τα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές ονομαστικές ή ανώνυμες, από την καταβάλλουσα εταιρία επενδύσεων – χαρτοφυλακίου, κατόπιν υποβολής από το μέτοχο υπεύθυνης δήλωσης για το αφορολόγητο ποσό που τυχόν δικαιώθηκε κατά την είσπραξη μερισμάτων μετοχών από άλλες ανώνυμες εταιρίες.
δ. Πέρα από την απαλλαγή αυτήν, το μέρισμα που θα διανεμηθεί από εταιρίες επενδύσεων – χαρτοφυλακίου απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, μέχρι του ποσοστού κατά το οποίο το μέρισμα αυτό προέρχεται από πώληση χρεογράφων ή μετοχών σε τιμή ανώτερη από την τιμή κτήσης αυτών ή από χρεόγραφα, μετοχές ή καταθέσεις, των οποίων το εισόδημα απαλλάσσεται από το φόρο ή φορολογείται κατά ειδικό τρόπο.
Ο φόρος αυτός βαρύνει την εταιρία και δεν εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδά της κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών, ούτε συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος που οφείλεται από την εταιρία.
Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος της εταιρίας και των δικαιούχων για τα κέρδη που κεφαλαιοποιήθηκαν ή διανεμήθηκαν στους δικαιούχους.
Οι διατάξεις του άρθρου 16 του Ν.Δ. 3843/1958 και του Ν. 4125/1960 (ΦΕΚ 202 Α΄) εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.3 άρθρ.7 Ν.2744/1999,ΦΕΚ Α 222/25.10.1999.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 τουάρθρου 33 του Ν.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)
β) Επί αλλοδαπών πάσης μορφής επιχειρήσεων, οι ορισθέντες ως εκπρόσωποι τους στην Ελλάδα.
β) ο επίτροπος, ο κηδεμών και ο διοικητής αλλοτρίων, κατά τις οικείες διατάξεις του αστικού δικαίου, για τις πράξεις ή παραλείψεις αυτών κατά την εκτέλεση του λειτουργήματός τους ή ως εκ της ιδιότητάς τους αυτής,
γ) ο λογιστής της επιχείρησης συνέταξε ανακριβή δήλωση ή παρέλειψε να συντάξει ή συνέταξε και δεν την παρέδωσε στον υπόχρεο επιτηδευματία για την καταβολή των παρακρατούμενων φόρων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου32 του Ν.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)
β) την απώλεια του δικαιώματος λήψης πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας για χρονικό διάστημα ενός έτους,
γ) την απαγόρευση για περίοδο τριών (3) ετών της σύναψης συμβάσεων με το κράτος ή άλλους δημόσιους οργανισμούς ή φορείς,
δ) την απώλεια του δικαιώματος για περίοδο 3 (τριών) ετών λήψης δανείων με την εγγύηση του Δημοσίου ή δημόσιων επιχορηγήσεων ή κρατικών πιστώσεων.
α) Η αίτηση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.γιαταπαραπάνωχρέη εκδικάζεται από τον πρόεδρο του οικείου διοικητικού πρωτοδικείου,σύμφωναμετηδιαδικασία”περί ασφαλιστικών μέτρων” (άρθρα 686 καιεπόμενα του Κ. Πολ.Δ.).”Η προθεσμία προς άσκηση έφεσης, καθώς και η άσκηση αυτής δεναναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 3 τουΝ.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)
β) Εντός δέκα πέντε (15) ημερών από την καταχώρηση καθαρογραμμένης της απόφασης στο οικείο βιβλίο της γραμματείας του Δικαστηρίου, η απόφαση διαβιβάζεται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας ή διαμονής του οφειλέτη προς εκτέλεση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 33 τουΝ. 2214/1994 (ΦΕΚ Α` 75).
γ)Ταάρθρα2παράγραφοι1και3, 3 παράγραφοι 3, 4 και 5, 4παράγραφος 1 περιπτώσεις γ`, θ` και ι`, 5 παράγραφοι 1και2εδάφιοπρώτο,7 παράγραφος 1 περίπτωση γ`,9 και 12 του ν. 1867/1989 δενεφαρμόζονται για οφειλές πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές.
δ. Η προσωπική κράτηση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις διατάσσεται για συνολικές οφειλές μαζί με τις προσαυξήσεις που αναλογούν σε αυτές,προς το Δημόσιο και τρίτους πλην ιδιωτών,”πάνω από εννέα χιλιάδες (9.000) ευρώ ή πάνω από τρεις χιλιάδες(3.000) ευρώ” προκειμένου για παρακρατούμενους, επιρριπτόμενους φόρους και για δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, που εισπράττονται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ή τα τελωνεία. Προκειμένου για χρέη προς το Δημόσιο και τρίτους πλην ιδιωτών που εισπράττονται επιμελεία αυτού κατά τις διατάξεις του ν.δ/τος 356/1974 την αίτηση για την επιβολή της προσωπικής κράτησης υπογράφει κοι καταθέτει στο δικαστήριο ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή του τελωνείου, που είναι βεβαιωμένα τα χρέη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.33 Ν.2214/1994 αντικαταστάθηκε πάλι την παρ.5 άρθρ.22 Ν.2523/1997
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.19 Ν.2948/2001,ΦΕΚ Α 242/19.10.2001Ισχύς από 1.1.2002.
γ) Τα άρθρα 2 παράγραφοι 1 και 3, 3 παράγραφοι 3, 4 και 5, 4 παράγραφος 1 περιπτώσεις γ΄, θ΄ και ι΄, 5 παράγραφοι 1 και 2 εδάφιο πρώτο, 7 παράγραφος 1 περίπτωση γ΄, 9 και 12 του Ν. 1867/1989 δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω.
δ) Τα ως άνω προβλεπόμενα εφαρμόζονται για οφειλές πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 33 τουΝ.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)
β. τήρηση ανεπίσημων βιβλίων και στοιχείων,
γ. μη έκδοση του φορολογικού στοιχείου, για την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών,
δ. η χωρίς άδεια της αρμόδιας φορολογικής αρχής άσκηση επαγγέλματος, η άσκηση επαγγέλματος σε διεύθυνση που δε δηλώθηκε ή σε διαφορετική από αυτή που δηλώθηκε.
β. έναν εφέτη διοικητικών δικαστηρίων,
“γ. Το γενικό διευθυντή Φορολογίας και Δημόσιας Περιουσίας τουΥπουργείου Οικονομικών, με αναπληρωτή τον προϊστάμενο της ΔιεύθυνσηςΦορολογίας Εισοδήματος του ίδιου Υπουργείου.
δ. Το γενικό διευθυντή Επιθεώρησης και Ελέγχων του ΥπουργείουΟικονομικών, με αναπληρωτή τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ελέγχων τουίδιου Υπουργείου.
ε. `Εναν ορκωτό ελεγκτή, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τονΥπουργό Οικονομικών.”
Τα υπό στοιχεία α` και β` μέλη διορίζονται με τους αναπληρωτές τους,σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. “Στην επιτροπή μετέχει ως εισηγητής,χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Βιβλίων και Στοιχείωντου Υπουργείου Οικονομικών ή ο νόμιμος αναπληρωτής του”.Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλοςτης Διεύθυνσης Βιβλίων και Στοιχείων του Υπουργείου Οικονομικών.Η Επιτροπή συνεδριάζει εφόσον μετέχει ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του καιτουλάχιστοδύο μέλη. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής αυτής εκδίδεται μετάπροηγούμενηκλήση,απότηΔιεύθυνσηΕλέγχωντουΥπουργείουΟικονομικών,τουπαραβάτηπροςδιατύπωσητωναπόψεών του επί τωνπαραβάσεων που διαπιστώθηκαν σε βάροςτου.Η κλήση επιδίδεταιαπό επιμελητή οποιασδήποτε υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του Ν.2214/1994(ΦΕΚ Α 75)
Σε περίπτωση τεκμαρτού ή εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών του οφειλέτη, εάν δεν τηρηθεί η διαδικασία αυτή, το ποσό της αποζημίωσης ή αμοιβής, προστίθεται ολόκληρο στα τεκμαρτά ή εξωλογιστικά προσδιοριζόμενα καθαρά κέρδη.
Σε περίπτωση τεκμαρτού ή εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών του οφειλέτη, εάν δεν τηρηθεί η διαδικασία αυτή, το ποσό της αποζημίωσης ή αμοιβής, προστίθεται ολόκληρο στα τεκμαρτά ή εξωλογιστικά προσδιοριζόμενα καθαρά κέρδη.
Ο πιο πάνω έλεγχος ενεργείται υποχρεωτικά και η σχετική έκθεση διαβιβάζεται στην αρμόδια δικαστική αρχή μέσα σε ένα χρόνο το αργότερο από τότε που θα περιέλθει η μηνυτήρια αναφορά στο Υπουργείο Οικονομικών. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων έχουν εφαρμογή και στις κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος εκκρεμείς σε οποιοδήποτε βαθμό ή στάδιο ποινικές διώξεις, κατά μελών των ανωτέρω επιτροπών, οι οποίες παύουν αυτοδικαίως και συνεχίζονται μόνο με βάση το πόρισμα του ειδικού ελέγχου, εφόσον καταλογίζεται δόλος ή πρόθεση στο διωκόμενο. Κατά τη διάρκεια της προσωρινής αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται και η παραγραφή του ποινικού αδικήματος.
Σε περίπτωση κατάργησης, ενοποίησης, διάσπασης ή μεταβολής της χωρικής αρμοδιότητας Δημόσιων οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) ή άλλων φορολογικών αρχών, οι έλεγχοι οποιωνδήποτε φορολογικών αντικειμένων που δεν έχουν ολοκληρωθεί μπορεί να συνεχίζονται από τους ίδιους υπαλλήλους στους οποίους είχαν ανατεθεί, ανεξάρτητα αν οι υπάλληλοι αυτοί υπηρετούν πλέον σε υπηρεσία που δεν έχει σχετική αρμοδιότητα. Κατά το χρόνο ολοκλήρωσης των ελέγχων, οι υπάλληλοι, θεωρείται ότι υπηρετούν στις φορολογικές αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια των ελέγχων αυτών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.8Ν.2386/1996 (Α 43) και με την παρ.1 άρθρ.6Ν.2526/1996 (Α 205).
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία του ελέγχου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
“2. Κατ΄ εξαίρεση επιτρέπεται να ασκηθεί έφεση, ανεξάρτητα από το ποσό: α) για υπέρβαση καθηκόντων ή αναρμοδιότητα του τακτικού διοικητικού δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, β) για κακή σύνθεσή του, γ) στις περιπτώσεις που αντικείμενο της έφεσης είναι η αναγνώριση ζημίας, η οποία δεν καλύπτεται με συμψηφισμό του συνολικού εισοδήματος που προσδιορίστηκε με την πρωτόδικη απόφαση, αλλά είναι εκπεστέα από το συνολικό εισόδημα, συμφώνα με όσα ορίζει το άρθρο 4 παρ.1 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως ισχύει, αν το ποσό της εκπεστέας ζημίας υπερβαίνει τις 800.000 (οκτακόσιες χιλιάδες) δραχμές.”
β) Για αμοιβές που προέρχονται από παραστάσεις δικηγόρων ενώπιον συμβολαιογράφων.
γ) Για τις περιπτώσεις του άρθρου 48 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 4 του Ν. 1882/1990.
δ) Για τους έμμισθους δικηγόρους σε περίπτωση παραστάσεώς τους για τους εντολείς τους.
ε) Για τις περιπτώσεις, στις οποίες η αμοιβή που αναφέρεται στην απόδειξη παροχής υπηρεσιών καλύπτει το ποσοστό της προσαύξησης.
Μετά την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος και των λοιπών κρατήσεων, που προβλέπει ο Δικηγορικός Κώδικας, το υπόλοιπο της αμοιβής αποδίδεται στο δικαιούχο δικηγόρο, ο οποίος υποχρεούται να καταχωρήσει ως έσοδο στο βιβλίο εσόδων – εξόδων το ακαθάριστο ποσό, που αναγράφεται στο γραμμάτιο του δικηγορικού συλλόγου. Για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των δικηγόρων από πράξεις ή υπηρεσίες για τις οποίες δεν προβλέπεται ελάχιστη αμοιβή εφαρμόζονται οι εκάστοτε κείμενες διατάξεις.
β. Της με αριθμό Α2-1218 της 12.11.1977 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου και Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΦΕΚ 1178 Β΄).
γ. Του άρθρου 7 του Α.Ν. 80/1967 (ΦΕΚ 131 Α΄). Επίσης καταργείται κάθε διάταξη που αντίκειται στο παρόν άρθρ. 6. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
β. Στο απαραίτητο, πέραν από την πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, απασχολούμενο κατά Σάββατο, Κυριακή ή εξαιρέσιμες ημέρες μόνιμο προσωπικό των Ο.Λ.Π. και Ο.Λ.Θ. καταβάλλεται ειδική αμοιβή ίση με το 1/15 (ένα δέκατο πέμπτο) των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ή χορηγείται μία (1) ημέρα ανάπαυσης μέσα στην επόμενη εβδομάδα.
Οι εκπαιδευόμενοι στην ανωτέρω σχολή δύνανται να μεταταχθούν στην ειδικότητα που απέκτησαν από τη φοίτησή τους σ΄ αυτή, μετά από αίτησή τους και απόφαση του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ο.Λ.Θ., εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν.
Το προσωπικό των Λιμενικών Ταμείων και τα μέλη των Σωματείων Φορτοεκφορτωτών Λιμένας (λιμενεργατών) της Χώρας συμμετέχουν στα προγράμματα καταρτίσεως και εξειδικεύσεως προσωπικού Ο.Λ.Π. και Ο.Λ.Θ. με αποφάσεις του Δ.Σ. Ο.Λ.Π. και Ο.Λ.Θ. μετά από υποβολή σχετικού προς τούτο αιτήματος.
Οι δαπάνες συμμετοχής στα εν λόγω προγράμματα και εκτός έδρας αποζημιώσεις του ανωτέρω προσωπικού βαρύνουν τα οικεία Λιμενικά Ταμεία και Σωματεία Φορτοεκφορτωτών Λιμένας αντίστοιχα.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται τα της συγκροτήσεως, οργανώσεως και λειτουργίας της ως άνω σχολής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος.
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εμπορικής Ναυτιλίας ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των σταθμών, η σύνθεση, τα προσόντα και η υπηρεσιακή σχέση του προσωπικού τους, η αναλογία προσωπικού και παιδιών, η ηλικία των παιδιών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας.
Επιφυλασσομένων των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου στους βρεφονηπιακούς σταθμούς των Οργανισμών Λιμένων Περαιώς και Θεσσαλονίκης οι υπάρχουσες εκάστοτε κενές θέσεις δύναται να συμπληρωθούν από τέκνα, οι γονείς των οποίων υπηρετούν σε κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας. Με αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων των Οργανισμών Λιμένων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι δαπάνες που θα βαρύνουν τους γονείς των παιδιών αυτών.
Τα καθοριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο έχουν εφαρμογή και για το αντίστοιχο προσωπικό των Λιμενικών Ταμείων που δεν επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, κατόπιν αποφάσεως της οικείας Λιμενικής Επιτροπής που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας.
α) Η αναδιάρθρωση των υφιστάμενων κλάδων και κατηγοριών ΤΕ και ΠΕ διευθυντών ορχήστρας, εξαρχόντων βιολιστών, κορυφαίων και μουσικών σε πέντε κατηγορίες (1η κατηγορία 2 αρχιμουσικοί, 2η κατηγορία 2 εξάρχοντες, 3η κατηγορία 28 κορυφαίοι Α΄, 4η κατηγορία 26 κορυφαίοι Β΄, 5η κατηγορία 68 μουσικοί) και η κατανομή σ΄αυτές των υφιστάμενων οργανικών θέσεων.
β) Η κατάταξη στις νέες κατηγορίες του μόνιμου καλλιτεχνικού ποοσωπικού που υπηρετεί κατά την έκδοση του προεδρικού διατάγματος.
γ) Η μονιμοποίηση και ένταξη στις νέες κατηγορίες του προσωπικού που υπηρετεί κατά την έκδοση του προεδρικού διατάγματος με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
δ) Η ρύθμιση κάθε θέματος μετά την κατάταξη, μονιμοποίηση και ένταξη σε οργανικές θέσεις, που προκύπτει από την τυχόν ύπαρξη πλεοναζόντων και από την ένταξη των
υπηρετούντων με σχέση ιδιωτικού δικαίου μουσικών των οικογενειών των οργάνων, στις οποίες υπηρετούν μουσικοί ισάριθμοι με τις οργανικές θέσεις, επιτρεπόμενης και της προβλέψεως εσωτερικού διαγωνισμού μεταξύ τους.
3. Όσοι δεν ενταχθούν κατά τη διαδικασία που προβλέπεται από το προεδρικό διάταγμα της προηγούμενης παραγράφου, απολύονται και λαμβάνουν τη νόμιμη αποζημίωση.
4. Με όμοιο προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται (εφάπαξ) καθορίζονται:
α) Η διαδικασία της πληρώσεως των κενών οργανικών θέσεων του καλλιτεχνικού προσωπικού με διαγωνισμό, όπως η συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής, η διαδικασία επιλογής των μουσικών, η εξεταστέα ύλη και τα προσόντα διορισμού, τα θέματα που ανάγονται στη δοκιμαστική υπηρεσία και στη μονιμοποίηση των επιτυχόντων.
β) Οι υποχρεώσεις των μουσικών σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων τους, οι υπηρεσίες οι οποίες ανέρχονται σε 28 (είκοσι οκτώ) ανά τέσσερις εβδομάδες τακτικές και μέχρι δώδεκα (12) επί πλέον ανά καλλιτεχνική περίοδο έκτακτες, ο αριθμός των συναυλιών ανά καλλιτεχνική περίοδο, ο οποίος δεν μπορεί να είναι κατώτερος από τις τριάντα νέες συναυλίες, τα της χορηγήσεως κανονικών και εκπαιδευτικών αδειών.
3. Δεν υπόκειται στους περιορισμούς του εδ. 2 της παρ. 2 του άρθρου αυτού η έκτακτη απασχόληση του απαιτούμενου καλλιτεχνικού προσωπικού της ορχήστρας μετά από σύμφωνη γνώμη του διευθυντή και της καλλιτεχνικής επιτροπής σε μεμονωμένες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις της ορχήστρας, που διοργανώνονται από άλλους φορείς του δημόσιου τομέα, περιλαμβάνονται όμως στους σκοπούς της ορχήστρας και δεν κωλύουν το κύριό της έργο.
4. Ιδιωτική απασχόληση του καλλιτεχνικού προσωπικού της ορχήστρας απαγορεύεται επ΄αμοιβή, επιτρέπεται δε μόνο όταν συνίσταται σε άσκηση διδακτικού έργου σε ωδεία και εφόσον δεν υπάρχει παράλληλη απασχόληση σε κρατικά ωδεία κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου αυτού και σε συμμετοχή σε συγκροτήματα μουσικής δωματίου μέχρι δώδεκα ατόμων.
5. Για την άσκηση του παραπάνω ιδιωτικού έργου χορηγείται άδεια από τον Υπουργό Πολιτισμού ύστερα από γνώμη της καλλιτεχνικής επιτροπής, η οποία αποφασίζει κατόπιν εισηγήσεως του διευθυντή της ορχήστρας. Η άδεια χορηγείται υπό τον όρο ότι δεν κωλύεται το έργο της ορχήστρας και ότι η απασχόληση αυτή δεν συμπίπτει με τακτικές ή έκτακτες υπηρεσίες της ορχήστρας και δεν υπερβαίνει τις 8 (οκτώ) ώρεςτην εβδομάδα. Η άδεια ασκήσεως ιδιωτικού έργου παρέχεται για ορισμένο χρόνο και αφορά συγκεκριμένο έργο. Ο Υπουργός Πολιτισμού μπορεί να ανακαλέσει οποτεδήποτε τη χορηγηθείσα άδεια μετά από εισήγηση του διευθυντή της ορχήστρας, εάν παύει να συντρέχει ένας από τους τεθέντες στην παρ. 2 εδ. 2 του άρθρου αυτού όρους.
6. Προκειμένου για την επιτρεπόμενη ιδιωτική απασχόληση του καλλιτεχνικού προσωπικού, που παρέχεται χωρίς αμοιβή, αλλά και για την έκτακτη συμμετοχή του σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις της ορχήστρας που διοργανώνονται από τρίτους, πλην όμως εντάσσονται στους σκοπούς της ορχήστρας, δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια του Υπουργού Πολιτισμού.
7. Κατ΄ εξαίρεση επιτρέπεται μετά από γνώμη της καλλιτεχνικής επιτροπής, στην οποία εισηγείται ο διευθυντής της ορχήστρας, η χορήγηση από τον Υπουργό Πολιτισμού άδειας στους αρχιμουσικούς της ορχήστρας προκειμένου να διευθύνουν έκτακτες συναυλίες ορχηστρών ή παραστάσεις όπερας στην ημεδαπή και την αλλοδαπή ή τις αντίστοιχες ηχογραφήσεις τους και μόνο για τη διεύθυνση της συγκεκριμένης εκδηλώσεως.
8. `Αδεια του Υπουργού Πολιτισμού απαιτείται σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου αυτού και μετά από εισήγηση του διευθυντή της ορχήστρας για την έκτακτη συμμετοχή του μουσικού ως σολίστ ή αρχιμουσικού σε άλλη ορχήστρα είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή και μόνο για τη συγκεκριμένη εκδήλωση.
9. Η άδεια του Υπουργού Πολιτισμού κατά τις παρ. 7 και 8 του άρθρου αυτού χορηγείται υπό τον όρο ότι δεν κωλύονται τα κύρια καθήκοντα του αρχιμουσικού και μουσικού και το κύριο έργο του συνόλου της ορχήστρας.
3. Ο μηνιαίος βασικός μισθός για την τρίτη κατηγορία του καλλιτεχνικού προσωπικού του άρθρου Ι του νόμου αυτού ανέρχεται στις εκατόν σαράντα χιλιάδες (140.000) δραχμές.
4. Ο μηνιαίος βασικός μισθός για την τέταρτη κατηγορία του καλλιτεχνικού προσωπικού του άρθρου Ι του νόμου αυτού ανέρχεται στις εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) δραχμές.
5. Ο μηνιαίος βασικός μισθός για την πέμπτη κατηγορία του καλλιτεχνικού προσωπικού του άρθρου Ι του νόμου αυτού ανέρχεται στις 700.000 (εβδομήντα χιλιάδες) δραχμές.
6. Στους βασικούς μισθούς των ανωτέρω κατηγοριών χορηγείται μισθολογική προαγωγή ανά πενταετία προϋπηρεσίας ίση με το ένα έκτο (1/6) της διαφοράς της επόμενης κατηγορίας. Ειδικά για την κατηγορία των αρχιμουσικών και εξαρχόντων ίση με το ένα έκτο (1/6) της διαφοράς της προηγούμενης κατηγορίας, ήτοι της τρίτης κατηγορίας.
7. Εκτός από το μηνιαίο βασικό μισθό της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού παρέχονται στο καλλιτεχνικό προσωπικό της ορχήστρας και το ειδικό μουσικό επίδομα, το επίδομα χρόνου υπηρεσίας, το επίδομα οικογενειακών βαρών, το επίδομα οργάνου καθώς επίσης και η Α.Τ.Α..
8. Το επίδομα χρόνου υπηρεσίας ορίζεται στο ποσοστό που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις γιατους δημόσιους υπαλλήλους και υπολογίζεται στο βασικό μισθό. Για τον υπολογισμό του λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της προϋπηρεσίας του μουσικού με την επαγγελματική του αυτή ιδιότητα στις κρατικές ορχήστρες, στις ορχήστρες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (Ε.Λ.Σ.), της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (Ε.ΡΑ), των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ο.τ.α.), καθώς και οποιαδήποτε άλλη προϋπηρεσία αναγνωρίζεται από το Δημόσιο. Αποκλείεται η προσμέτρηση προϋπηρεσίας, η οποία έχει προσφερθεί με παράλληλη απασχόλησηστους ανωτέρω φορείς.
9. Το επίδομα οικογενειακών βαρών ορίζεται σύμφωνα με όσα ισχύουν κάθε φορά για τους μόνιμους δημόσιους διοικητικούς υπαλλήλους.
10. Στα μέλη του καλλιτεχνικού προσωπικού όλων των κατηγοριών του άρθρου Ι του νόμου αυτού χορηγείται λόγω της ειδικής, ενίοτε έκτακτης, νυκτερινής και κατά τη διάρκεια αργιών απασχολήσεώς τους, αλλά και της συνεχούς ασκήσεως και σε χρόνο εκτός υπηρεσίας, ειδικό μουσικό επίδομα το οποίο ορίζεται για όλες τις κατηγορίες σε ποσοστό ογδόντα επτά τοις εκατό (87%) επί του βασικού μισθού του εξάρχοντος με 30 (τριάντα) έτη υπηρεσίας.
11. Προς διευκόλυνση της αγοράς, συντηρήσεως και επισκευής του οργάνου χορηγείται στους μουσικούς, οι οποίοι για την εκτέλεση της υπηρεσίας τους υποχρεούνται να χρησιμοποιούν μουσικό όργανο της ιδιοκτησίας τους, ειδικό επίδομα οργάνου. Για τον καθορισμό του ύψους του επιδόματος αυτού εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 106 του Ν. 1892/1990.
12. Για την ανανέωση και το συνεχή εμπλουτισμό των συναυλιών της ορχήστρας χορηγείται στους αρχιμουσικούς αντί του επιδόματος μουσικών οργάνων ισόποσο, ως επίδομα βιβλιοθήκης.
13. Στο καλλιτεχνικό προσωπικό όλων των κατηγοριών χορηγούνται επιδόματα εορτών, Χριστουγέννων και Πάσχα ως και επίδομα αδείας σύμφωνα με όσα ισχύουν κάθε φορά για τους μόνιμους δημόσιους διοικητικούς υπαλλήλους, ήτοι επί του βασικού μισθού, του χρονοεπιδόματος, του μουσικού επιδόματος και της Α.Τ.Α..
14. Οι μηνιαίες αποδοχές των διευθυντών των Κρατικών Ορχηστρών Αθηνών και Θεσσαλονίκης ορίζονται ίσες με το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του εξάρχοντος με τριάντα (30) έτη υπηρεσίας.
15. Ο μουσικός, που, λόγω των αναγκών του συγκεκριμένου έργου κάθε φορά, παίζει ένα σπάνιο όργανο λαμβάνει πρόσθετη αμοιβή από το Ε.Τ.Ο.Σ.. Η αμοιβή αυτή ορίζεται σε ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) επί του ενός 25ου του μηνιαίου μισθού του για κάθε υπηρεσία της μορφής αυτής.
16. Πρόσθετη αμοιβή λαμβάνει από το Ε.Τ.Ο.Σ. και ο μουσικός, ο οποίος προκειμένου να αντιμετωπισθούν έκτακτες ανάγκες της ορχήστρας και εφόσον έχει τη σχετική δυνατότητα, δέχεται να εκτελεί καθήκοντα ανώτερα της θέσης που κατέχει. Η αμοιβή αυτή ορίζεται σε ποσοστό 25% (είκοσι πέντε τοις εκατό) επί του ενός 25ου του μηνιαίου μισθού του για κάθε υπηρεσία αντικαταστάσεως.
17. Ο μουσικός, ο οποίος με σύμφωνη γνώμη του διευθυντή και της καλλιτεχνικής επιτροπής συμμετέχει στην ορχήστρα ως αρχιμουσικός ή σολίστ, λαμβάνει πρόσθετες αποδοχές από το Ε.Τ.Ο.Σ. ίσες με το 1/2 του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του μουσικού για κάθε τέτοια συμμετοχή του.
18. Οι κάθε είδους πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές των ανωτέρω υπόκεινται στους περιορισμούς της παραγράφου 2 του άρθρου 104 του Συντάγματος.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 82 του νόμου 1958/1991 ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος και για τις Κρατικές Ορχήστρες Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Πολιτισμού:
α) επεκτείνεται στους μουσικούς της Ορχήστρας της Λυρικής Σκηνής η απαγόρευση υπό όρους διορισμού ή προσλήψεως σε δεύτερη θέση ή απασχόληση στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα,
β) ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά το υπηρεσιακό καθεστώς των μουσικών αυτών,
γ) καθορίζονται οι υποχρεώσεις των εν λόγω μουσικών σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων τους, και
δ) επεκτείνεται στους ανωτέρω μουσικούς εν όλω ή εν μέρει το μισθολογικό καθεστώς που διέπει τους μουσικούς των κρατικών ορχηστρών.
ε) Οι υφιστάμενες οργανικές θέσεις στην Ε.Λ.Σ. ογδόντα (80) Μουσικώνκαι μιας Διευθυντή Ορχήστρας μετατρέπονται σε μόνιμες.Μετοίδιοπιοπάνωπροεδρικόδιάταγμα,οιθέσειςαυτέςδιαρθρώνονταικαι κατανέμονται σε πέντε κατηγορίες αντίστοιχες με τιςπροβλεπόμενες για τις κρατικές ορχήστρες και ύστερα από κρίσηειδικήςτριμελούςεπιτροπήςμονιμοποιείται και εντάσσεται στις μόνιμες αυτέςθέσεις το προσωπικό που υπηρετεί στηνΟρχήστρατηςΕ.Λ.Σ.κατάτηδημοσίευσητουπαρόντος,μεβάση τα καθήκοντα που ασκεί αυτό στιςμετατρεπόμενες θέσεις του και τα κριτήρια, καθώς και τη διαδικασία πουθα καθοριστούν στο ίδιο διάταγμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 του Ν.2085/1992 (ΦΕΚ Α 170)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.26 του άρθρου δεύτερουτου Ν.2257/1994 (Α 197).
Οι πάσης φύσεως δαπάνες, που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντοςάρθρου, επιβαρύνουν τον Τακτικό Προϋπολογισμό, ή τον προϋπολογισμό τουφορέα.Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από 9 Ιουνίου 1992″.”Η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποίησης (Δ.Ε.Α.) μπορεί να συγκροτεί επιτροπές παρακολούθησης, παραλαβής και εγκρίσεως πληρωμών για το έργο συμβούλων εξυγίανσης, αναδιάρθρωσης και αποκρατικοποίησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 2 τουΝ.2302/1995 (Α 74)
“Άρθρο15Α
1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, που με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να παραταθεί για άλλους έξι μήνες, μπορεί να καταργηθούν όλες ή μερικές από τις ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που περιορίζουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό, καθώς και εκείνες που προβλέπουν όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της άδειας σκοπιμότητας, για την ίδρυση, επέκταση, βελτίωση και γενικά μεταβολή ή λειτουργία οποιασδήποτε επιχείρησης παραγωγής ή εμπορίας κάθε είδους αγαθών ή παροχής υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο, με εξαίρεση τις διατάξεις που κρίνονται απόλυτα αναγκαίες και σχετίζονται με θέματα δημόσιας υγείας και ασφάλειας, πολεοδομίας, φορολογίας, προστασίας του περιβάλλοντος, αρχαιολογίας, βιομηχανίας, μηχανολογικών εγκαταστάσεων εν γένει ή προβλέπουν ότι οι ασκούντες ορισμένη δραστηριότητα, από αυτές, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, πρέπει να έχουν συγκεκριμένα προσόντα και ιδίως τίτλους σπουδών ή επαγγελματικής ικανότητας.
2. Τα διατάγματα της προηγούμενης παραγράφου εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων, η οποία επιλαμβάνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση είτε μετά από εισήγηση του αρμόδιου υπουργού είτε μετά από εισήγηση ενός από τα μέλη της”.
Ως ακάλυπτοι χώροι νοούνται τα μη δομημένα οικόπεδα και τα υπαίθρια θέατρα, οι υπαίθριοι κινηματογράφοι και οι υπαίθριοι χώροι σταθμεύσεως αυτοκινήτων. Στους χώρους, οι οποίοι καλύπτονται κατά ποσοστό μέχρι 30% (τριάντα τοις εκατό) της συνολικής τους εκτάσεως από κτίσματα σε συνολική επιφάνεια ισογείου και ορόφων, τα μεν κτίσματα υπολογίζονται με συντελεστή απόδοσης 6%, ο δε ακάλυπτος χώρος που προκύπτει από την αφαίρεση της συνολικής επιφάνειας των κτισμάτων από τη συνολική επιφάνεια του οικοπέδου με συντελεστή 4%. Στις περιπτώσεις που το κτίσμα καλύπτει συνολική επιφάνεια μεγαλύτερη από το 30% της επιφάνειας του οικοπέδου και αναφέρεται στο συμβόλαιο και χρήση ακάλυπτου χώρου ή πυλωτής ή δώματος από το μισθωτή, εφαρμόζεται μειωτικός συντελεστής 0,15 επί της επιφάνειας του ακάλυπτου χώρου. Ο συντελεστής απόδοσης και στην περίπτωση αυτή για το μεν κτίσμα καθορίζεται 6%, για δε τον ακάλυπτο χώρο 4%”.
“Άρθρο8.
1. Για τον προσδιορισμό της αξίας των μισθίων ακινήτων τα οποία υπάγονται στις διατάξεις του Ν. 813/1978, λαμβάνονται υπόψη η Τιμή Ζώνης (Τ.Ζ.), ο Συντελεστής Αξιοποίησης Οικοπέδου (Σ.Α.Ο.), ο Συντελεστής Εμπορικότητας (Σ.Ε.), ο Συντελεστής Οικοπέδου (Σ.Ο.), ο Συντελεστής Συμμετοχής Οικοπέδου (Σ.Σ.Ο.) και ο Συντελεστής Εκμετάλευσης Ισογείου (Κ), όπως καθορίζονται από τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που εξεδόθησαν βάσει του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 1473/1984. Ειδικά ο συντελεστής εμπορικότητας λαμβάνεται υπόψη μόνο για το ισόγειο. Επίσης λαμβάνονται υπόψη οι συντελεστές θέσης, παλαιότητας και ορόφου, οι οποίοι καθορίζονται ως εξής:
α) Ο συντελεστής θέσης (Σ.θ) λαμβάνεται υπόψη όταν το ακίνητο έχει προσόψεις σε δύο ή περισσότερες οδούς ή πρόσοψη σε πλατεία και καθορίζεται σε 1,08 για όλα τα ακίνητα και τους ακάλυπτους χώρους.
β) Ο συντελεστής παλαιότητας (Σ.παλ.) για μίσθια παλαιότητας μέχρι και πέντε ετών σε 1, από πέντε μέχρι και δέκα ετών σε 0,90 και από δέκα ετών και άνω σε 0,80. Η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται μετά δύο έτη από την έκδοση της οικοδομικής άδειας ή από την τελευταία αναθεώρησή της ή από την έκδοση πράξης νομιμοποίησης για αυθαίρετα κτίσματα.
γ) Ο συντελεστής ορόφου (Σ.ορ) καθορίζεται:
Α΄) Υπόγειο:
αα) Όταν έχει είσοδο σε οδό, ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου ή σε αίθριο σε:
0,60 όταν ο Σ.Ε. είναι ίσος με 1,0
0,80 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 1,0 και μικρότερος ή ίσος του 2,0
1,0 όταν ο Σ.Ε, είναι μεγαλύτερος του 2,0 και μικρότερος ή ίσος του 3,0
1,20 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 3,0 και μικρότερος ή ίσος του 4,0
1,50 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 4,0
ββ) Όταν έχει είσοδο από τον ισόγειο χώρο του μισθίου σε:
0,40 όταν ο Σ.Ε. είναι ίσος με 1,0
0,60 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 1,0 και μικρότερος ή ίσος του 2,0
0,80 όταν ο Σ.Ε. Είναι μεγαλύτερος του 2,0 και μικρότερος ή ίσος του 3,0
1,0 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 3,0 και μικρότερος ή ίσος του 4,0
1,20 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 4,0
γγ) Όταν έχει είσοδο αποκλειστικά από κλειστό κλιμακοστάσιο σε 0,40 για όλες τις περιπτώσεις.
Β΄) Ισόγειο:
Ο συντελεστής ορόφου για το ισόγειο καθορίζεται σε 1,0
Γ΄) Α΄ όροφος:
0,90 όταν ο Σ.Ε. είναι ίσος με 1,0
1,20 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 1,0 και μικρότερος ή ίσος του 2,0
1,40 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 2,0 και μικρότερος ή ίσος του 3.0
1,50 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 3,0 και μικρότερος ή ίσος του 4,0
1,60 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 4.0
Δ΄) Λοιποί όροφοι:
0,80 όταν ο Σ.Ε. είναι ίσος με 1,0
1,00 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 1,0 και μικρότερος ή ίσος του 2,0
1,10 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 2,0 και μικρότερος ή ίσος του 3,0
1,20 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 3,0 και μικρότερος ή ίσος του 4,0
1,30 όταν ο Σ.Ε. είναι μεγαλύτερος του 4,0
Ειδικά: 1) για ακίνητα τα οποία ανηγέρθησαν με σκοπό να λειτουργήσουν μόνο ως καταστήματα (εμπορικά κέντρα) και 2) για κτίρια γραφείων των οποίων η οικοδομική άδεια έχει εκδοθεί από το έτος 1985 και μετά, εφόσον, και στις δύο περιπτώσεις, τα κτίρια βρίσκοναι σε οικόπεδο με Σ.Ε. μεγαλύτερο του 2,0 τότε ο συντελεστής ορόφου για όλους τους υπέρ το ισόγειο ορόφους ορίζεται σε 1,80 και γιατο υπόγειο σε 1,50.
2. Υπόγειο, κατά την έννοια των προηγούμενων διατάξεων θεωρείται ο όροφος ή τμήμα ορόφου που έχει χαρακτηρισθεί ως υπόγειο στη σχετική άδεια της πολεοδομίας.
3. Για τον υπολογισμό της αξίας ισογείου με εσωτερικό ανοιχτό εξώστη (πατάρι) η επιφάνεια του τελευταίου προστίθεται στην επιφάνεια του ισογείου, πολλαπλασιασμένη με το 0,15.
4. Ο υπολογισμός της αξίας των κτιρίων γίνεται με τον ακόλουθο τύπο:
α) Αξία ισογείου -Τ.Ζ. Χ Σ.Ε. Χ Σ.θ Χ Σ.ορχ Σ.παλ Χ [Επιφάνεια ισογείου + (0.15 Χ Επιφ. Παταριού)]
β) Αξία υπογείου Τ.Ζ. Χ Σ.ορ Χ Σ.παλ Χ Επιφάνεια υπογείου.
γ) Αξία υπέρ το ισόγειο ορόφων – Τ.Ζ. Χ Σ.θ Χ Σ.ορ Χ Σ.παλ. Χ Επιφάνεια ορόφου.
5. Ο υπολογισμός της αξίας ακάλυπτου χώρου γίνεται με τον ακόλουθο τύπο:
Σ.Ο. Χ Τ.Ζ. Χ Σ.θ Χ [Σ.Α.Ο. Χ Σ.Σ.Ο. + Κ(Σ.Ε. – 1)] Χ Επιφάνεια οικοπέδου, όπου η επιφάνεια οικοπέδου λαμβάνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5 σε τετραγωνικά μέτρα.
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 7 έχουν εφαρμογή και επί εκκρεμών δικών.
9. Συμβάσεις των παραγράφων 7 και 8, οι οποίες έχουν συναφθεί προ της ισχύος του παρόντος νόμου, είναι εξ υπαρχής έγκυρες”.
Αν εντός μηνός από της υποβολής της παραιτήσεώς του ο υπάλληλος επανέλθει με δεύτερη αίτηση εμμένοντας στην παραίτησή του, αυτή γίνεται αυτοδικαίως αποδεκτή και λύεται η υπαλληλική σχέση από την ημέρα υποβολής της δεύτερης αιτήσεως.
Μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της πρώτης παραιτήσεως, η υπηρεσία μπορεί να κάνει αποδεκτή την παραίτηση οποτεδήποτε.
Όσοι υπάλληλοι δεν κάνουν χρήση του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου μπορούν να ανακαλέσουν την παραίτησή τους οποτεδήποτε εντός της εξάμηνης προθεσμίας του πρώτου εδαφίου αυτής, εφόσονδεν έχει γίνει αποδεκτή”.
β) του άρθρου 7 για διαχειρίσεις που κλείνουν από την 1η/1/1992 και μετά,
γ) της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του Ν.Δ. 3323/1955, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 αυτού του νόμου, από 1-1-1992,
δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 43 από 1ης Ιανουαρίου 1992 για τα εισοδήματα από ακίνητα που αποκτώνται από την ημερομηνία αυτήν και μετά,
ε) των διατάξεων του παρόντος, που προβλέπουν την επιβολή φόρου στο συνολικό καθαρό κέρδος των νομικών προσώπων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3843/1958, στα κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εξής. Για τα νομικά πρόσωπα τα μη υπόχρεα σε σύνταξη ισολογισμού, καθώς και για αυτά που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 3843/1958, οι πιο πάνω διατάξεις ισχύουν από το οικονομικό έτος 1993 και μετά για τα εισοδήματα, που αποκτώνται από 1ης Ιανουαρίου 1992 και στο εξής:
στ) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.