ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 2040 ΦΕΚ 70/23.4.1992

Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Γεωργίας και νομικών προσώπων εποπτείας του και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Γεωργίας.

Άρθρο 1
Γεωργικοί Σύμβουλοι και Γεωργικοί Ακόλουθοι

1. Στο άρθρο 24 του ν. 992/1979 (ΦΕΚ 280 Α`) προστίθενται παράγραφοι   5-7 ως εξής:

“5. Οι Γεωργικοί Σύμβουλοι και Γεωργικοί Ακόλουθοι είναι  επικεφαλής   των  Γραφείων Γεωργικών Συμβούλων και Γεωργικών Ακολούθων, αντίστοιχα,   ανήκουν δε στην αντίστοιχη με την έδρα τους διπλωματική αρχή και  μέσω   αυτής  αναγνωρίζονται από τις αρχές των χωρών αρμοδιότητάς τους. Εχουν   τη διπλωματική ιδιότητα, εφοδιάζονται με  διπλωματικά  διαβατήρια  και   απολαύουν των προνομίων και ευργετημάτων που παρέχονται στα αντίστοιχα   μέλη  του διπλωματικού προσωπικού των πρεσβειών, όπως καθορίζονται από   νόμους,  έθιμα  και  διεθνείς  συμβάσεις.  Στο  λοιπό  προσωπικό   των   Γραφείων Γεωργικών Συμβούλων και Γεωργικών Ακολούθων χορηγείται ειδικό   υπηρεσιακό διαβατήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 150, παρ. 3,   περίπτωση η` του ν.  419/1976  (ΦΕΚ  221  Α`). Οι Γεωργικοί  Σύμβουλοι    εξομοιώνονται  πλήρως προς τις αποδοχές και τις προσαυξήσεις τους προς   τους Συμβούλους Πρεσβείας Α` και  οι  Γεωργικοί  Ακόλουθοι  προς  τους   Γραμματείς Πρεσβείας Α`.

Οι  Γεωργικοί Σύμβουλοι και οι Γεωργικοί Ακόλουθοι τοποθετούμενοι σε   υπηρεσίες  εξωτερικού  παραμένουν  στην  ίδια  θέση  για  μια   διετία   τουλάχιστον   και   όχι  περισσότερο  της  τετραετίας,  εκτός  αν  για   αποχρώντες λόγους κριθεί από τον Υπουργό Γεωργίας,  ύστερα  από  γνώμη   του  υπηρεσιακού συμβουλίου, ως αναγκαία η κατά περίπτωση μεταβολή των   χρονικών αυτών  ορίων.  Το  λοιπό  προσωπικό  των  Γραφείων  Γεωργικών   Συμβούλων  και  Γεωργικών  Ακολούθων  τοποθετούμενο  στα  Γραφεία αυτά   παραμένει στην ίδια θέση για  χρονικό  διάστημα  από  τρία  μέχρι  έξι   χρόνια.   Σε  εξαιρετικές  περιπτώσεις  μετά  από  σύμφωνη  γνώμη  του   υπηρεσιακού συμβουλίου, μπορεί να γίνει μετάθεση του προσωπικού αυτού,   ανεξάρτημα από  τα  χρονικά  όρια  ή  αν  ειδικές  ανάγκες  της  θέσης   δικαιολογούν την παραμονή αυτών για μακρότερο χρόνο.

6.  Για τα οδοιπορικά έξοδα, τις ημερήσιες εκτός έδρας αποζημιώσεις,   τις μετακινήσεις στην περιφέρεια αρμοδιότητας του Γραφείου ή και εκτός   αυτής,  τα  κάθε  φύσης  έξοδα   μετάθεσης,   απόσπασης   και   πρώτης   εγκατάστασης,  καθώς  και  τις λοιπές απολαβές των Γεωργικών Συμβούλων   και Γεωργικών Ακολούθων εφαρμόζονται οι σχετικές αντίστοιχες διατάξεις   που αφορούν τους Συμβούλους Πρεσβείας Α` και τους Γραμματείς Πρεσβείας   Α` του ν. 419/1976, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν.

7. Γεωργικοί  Σύμβουλοι  και  Γεωργικοί  Ακόλουθοι,  που  υπηρέτησαν   ευδόκιμα  για  μια  τουλάχιστον  τριετία  στις  αντίστοιχες θέσεις του   εξωτερικού και μετατίθενται στο εσωτερικό,  τοποθετούνται  υποχρεωτικά   για  μια  τουλάχιστον  τριετία  στη  Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και   Τεκμηρίωσης ή σε άλλη διεύθυνση της κεντρικής υπηρεσίας  για  εκτέλεση   ανάλογης, με την εμπειρία που απόκτησαν υπηρεσίας”.

2.  Στο  άρθρο  4  του  ν.  1697/1987  (ΦΕΚ  57  Α`)  η παράγραφος 2   καταργείται.

3. Στο άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 419/1976 προστίθεται  περίπτωση  θ`  ως   εξής:

“θ)  Γεωργικοί  Σύμβουλοι  και  Γεωργικοί Ακόλουθοι από το Υπουργείο   Γεωργίας”.

Άρθρο 2
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1564/1985 (ΦΕΚ 164 Α΄)

1. Το άρθρο 4 του ν. 1564/1985 αντικαθίστανται ως εξής:

“Αρθρο 4

Προϋποθέσεις παραγωγής πολλαπλασιαστικού υλικού

1. Επιτρέπεται η παραγωγή για εμπορία πολλαπλασιαστικού  υλικού  από   φυσικό ή νομικό πρόσωπο εφόσον:

α)   Εχει   άδεια   λειτουργίας   σποροπαραγωγικής   ή   φυτωριακής   επιχείρησης.

β) Εχει υποβάλει δήλωση για τον έλεγχο και την πιστοποίηση του  υπό   αναπαραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού.       2.   Οταν   η   προς   αναπαραγωγή  ποικιλία  ανήκει  σε  είδος  που   συμπεριλαμβάνεται στους τεχνικούς κανονισμούς ελέγχου και πιστοποίησης   του  άρθρου  7  παρ.   3,   η   χρησιμοποίηση   αυτής   για   παραγωγή   πολλαπλασιαστικού υλικού με σκοπό την εμπορία επιτρέπεται εφόσον:

α)  έχει  εγγραφεί  στον  εθνικό κατάλογο ποικιλιών καλλιεργούμενων   φυτικών ειδών ή

β) εμπίπτει σε μια από τις παρακάτω περιπτώσεις με  την  προϋπόθεση   ότι υπάρχει έγκριση από την αρμόδια κεντρική υπηρεσία:

αα) έχει υποβληθεί αίτηση εγγραφής της στον εθνικό κατάλογο,

ββ)  έχει   εγγραφεί   στους  κοινούς  καταλόγους  ποικιλιών  των   Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

γγ)  έχει  εγγραφεί  στον εθνικό κατάλογο άλλου κράτουs-μέλουs των  Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

δδ)  έχει εγγραφεί στον εθνικό κατάλογο τρίτου κράτους.

Με  απόφαση  του  Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα   της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και κάθε άλλη διαδικασία   και λεπτομέρεια που είναι απαραίτητη  για  τη  χορήγηση  της  παραπάνω   έγκρισης”.

2.  Στο  άρθρο  5 παρ. 1 του ν. 1564/1985 προστίθενται δύο εδάφια ως   εξής:

“Αδεια λειτουργίας φυτωριακής επιχείρησης  δεν  απαιτείται  για  τις   επιχειρήσεις  που  παράγουν  πολλαπλασιαστικό  υλικό  των  ανθοκομικών   ειδών, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού  Γεωργίας,  εφόσον  το   υλικό   αυτό   δεν  διατίθενται  σε  άλλες  ομοειδείς  επιχειρήσεις  ή   παραγωγούς.

Με όμοια απόφαση καθορίζεται και κάθε λεπτομέρεια αναγκαία  για  την   εφαρμογή  της  διάταξης  αυτής.  Οι αποφάσεις αυτές δημοσιεύονται στην   Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.

3. Στο άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 1564/1985 προστίθενται περίπτωση δ`  ως   εξής:

“δ)  Διαπιστωθεί  ότι  η σποροπαραγωγική ή φυτωριακή επιχείρηση δεν   τηρεί τα οριζόμενα από τις  υπουργικές  αποφάσεις,  που  ρυθμίζουν  τα   θέματα  τα  σχετικά  με  τη  λειτουργία των επιχειρήσεων αυτών και την   παραγωγή  και  εμπορία  πολλαπλασιαστικού  υλικού,  που  παράγουν  και   εμπορεύονται”.

4.  Στις  περιπτώσεις  που  απαριθμούνται  στο άρθρο 5 παρ. 3 του ν.   1564/1985, για τις οποίες χωρεί προσφυγή  του  δικαιούχου  της  άδειας   ενώπιον  του  Υπουργού  Γεωργίας,  προστίθενται και η περίπτωση δ` του   άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 1564/1985.

5.  Το άρθρο 7 του ν. 1564/1985 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παρ. 1 στο πρώτο εδάφιο,  στίχος  δεύτερος,  διαγράφεται  η   λέξη “περιφερειακές”.

β) Η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:

“2.  Για  τη  διενέργεια ελέγχου και πιστοποίησης πολλαπλασιαστικού   υλικού απαιτείται η υποβολή  από τους ενδιαφερομένους της δήλωσης  του   άρθρου  4,  παρ. 1, περίπτωση β` στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς   της προηγούμενης παραγράφου”.

6. Στο άρθρο 8 του Ν. 1564/1985 προστίθενται παρ. 12 ως εξής:

“12. Σε δημόσια υπηρεσία  ή  νομικό  πρόσωπο  δημόσιου  ή  ιδιωτικού   δικαίου,  που  έχουν  δημιουργήσει  ή έχουν με οποιονδήποτε τρόπο στην   κυριότητά τους ποικιλίες φυτικών  ειδών,  των  οποίων  έχει  τεθεί  σε   εμπορία  πολλαπλασιαστικό  υλικό  μέχρι  την  έναρξη ισχύος του άρθρου   αυτού,  μπορεί  να  χορηγείται  από  τον  Υπουργό  Γεωργίας,  για  την   προστασία των ποικιλιών αυτών, πιστοποιητικό φυτικής δημιουργίας, κατά   παρέκκλιση των διατάξεων των παρ. 4 και 5 του άρθρου αυτού.

Για  τη  χορήγηση των πιστοποιητικών της παραγράφου αυτής απαιτείται   αίτηση του δημιουργού ή του διαδόχου του, που υποβάλλεται στην αρμόδια   διεύθυνση του Υπουργού Γεωργίας μέσα  σε  ένα  χρόνο  από  την  έναρξη   ισχύος  του  άρθρου  αυτού και σχετική εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας   προς τον Υπουργό Γεωργίας”.

7. Το άρθρο 10 του ν. 1564/1985 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Διατηρητής ποικιλίας είναι δημόσια  υπηρεσία,  φυσικό  ή  νομικό   πρόσωπο, που διατηρεί κάτω από τον έλεγχο του Υπουργείου Γεωργίας, την   ποικιλία  με  τα  χαρακτηριστικά,  με τα οποία έχει γραφεί στον εθνικό   κατάλογο του άρθρου 6 και παράγει υλικό καλλιτερευτού”.

β) Η παρ. 4 καταργείται.

8. Στο άρθρο 11 του ν. 1564/1985 η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3.  Με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας,  που  δημοσιεύεται   στην   Εφημερίδα  της  Κυβερνήσεως,  καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις   της παρ. 2 οι οποίοι υποχρεωτικά περιλαμβάνονται στη σύμβαση.  Με  την   ίδια  απόφαση  καθορίζονται οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες για την   εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου”.

9. Το άρθρο 15 του ν. 1564/1985 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 4 αντικαθίστανται ως εξής:

“4. Στους κατόχους άδειας λειτουργίας σποροπαραγωγικής ή  φυτωριακής   επιχείρησης  χορηγείται  από τον Υπουργό Γεωργίας ή κατ` εξουσιοδότησή   του από το νομάρχη στην περιφέρεια του οποίου  εδρεύει  η  επιχείρηση,   άδεια  επιχείρησης  εμπορίας  για  το πολλαπλασιαστικό υλικό της δικής   τους παραγωγής στην ημεδαπή ή αλλοδαπή. Με την άδεια αυτή  οι  κάτοχοι   μπορεί   να   εισάγουν  από  το  εξωτερικό  το  απαραίτητο  υλικό  της   επιχείρησής τους. Σε κάθε άλλη περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις των   παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου”.

β) Στην παρ. 5 προστίθεται περίπτωση δ` ως εξής:      “δ) Διαπιστωθεί ότι η επιχείρηση εμπορίας πολλλαπλασιαστικού  υλικού   καθ` υποτροπή δεν τηρεί τα οριζόμενα απο τις υπουργικές αποφάσεις, που   ρυθμίζουν  τα  σχετικά με τη λειτουργία των επιχειρήσεων αυτών και την   εμπορία του πολλαπλασιαστικού υλικού, που εμπορεύονται”.

γ) Στις περιπτώσεις, που απαριθμούνται στην παρ. 6, για τις  οποίες   χωρεί   προσφυγή  του  δικαιούχου  της  άδειας  ενώπιον  του  Υπουργού   Γεωργίας, προστίθεται και η περίπτωση δ` της παρ. 5.

10. Το άρθρο 16 του ν. 1564/1985 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 1 αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Το πολλαπλασιαστικό υλικό είναι εμπορεύσιμο μέσα στη χώρα εφόσον   πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις που  κατά  περίπτωση  ορίζονται   από  τους τεχνικούς κανονισμούς της παρ. 3 του άρθρου 7 και της παρ. 6   του παρόντος άρθρου”.

β) Η παρ. 8 αντικαθίστανται ως εξής:

“8. Σε εξαιρετικές  περιπτώσεις  και  ιδίως  επί  δυσμενών  καιρικών   συνθηκών  και  για  είδη  πολλαπλασιαστικού  υλικού,  για  τα οποία οι   ανάλογες περιπτώσεις δεν  ρυθμίζονται  δεσμευτικά  κατά  το  κοινοτικό   δίκαιο,  με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας,  που  δημοσιεύεται στην   Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,  μπορεί  να  διακινηθεί  και  διατεθεί  στο   εμπόριο   πολλαπλασιαστικό   υλικό   με  μειωμένες  προδιαγραφές  κατά   παρέκκλιση των τεχνικών κανονισμών του  άρθρου  7.  Με  όμοια  απόφαση   καθορίζονται  τα  είδη,  οι  ποικιλίες,  οι  κατηγορίες,  οι ποιοτικές   προδιαγραφές, οι ποσότητες του πολλαπλασιαστικού υλικού των  μειωμένων   προδιαγραφών  καθώς  και  η  χρονική  διάρκεια της ισχύος της απόφασης   αυτής”.

γ) Προστίθεται παρ. 10 ως εξής:

“10. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για τους ελέγχους, που  προβλέπονται  στο   άρθρο 7 και στο παρόν άρθρο υποχρεούνται να εφοδιάζουν τους υπαλλήλους   που    ασκούν   τους   ελέγχους,   με   ειδικές   ταυτότητες   ελεγκτή   πολλαπλασιαστικού υλικού.

Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας καθορίζεται ο τύπος της  ταυτότητος   και οι προϋποθέσεις για τη χορήγησή της”.

11. Το άρθρο 17 του Ν. 1564/1985 καταργείται.

12. Το άρθρο 19 του ν. 1564/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 19

Μέτρα προστασίας της παραγωγής

1.  Αν  κατά  τον έλεγχο των υπηρεσιών ή φορέων του άρθρου 7 παρ. 1,   κατά  τη  διάρκεια  εμπορίας  οποιουδήποτε  πολλαπλασιαστικού  υλικού,   διαπιστωθεί ότι πολλαπλασιαστικό υλικό συγκεκριμένης μερίδας ή μερίδων   δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 16, με απόφαση των   υπηρεσιών ή των φορέων αυτών, απαγορεύεται η εμπορία του υλικού αυτού.   Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα  της   Κυβερνήσεως καθορίζονται οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια   για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

2.  Αν σε περίπτωση μετελέγχων του Ινστιτούτου του άρθρου 22 παρ. 5,   σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. Α1- 3αα (8) του  π.δ.   915/1981  (ΦΕΚ  232 Α` και ΦΕΚ 257 Α`) διαπιστωθεί κατ` επανάληψην ότι   πολλαπλασιαστικό υλικό διάφορων μερίδων της ίδιας ποικιλίας δεν πληροί   της προϋποθέσεις των  τεχνικών  κανονισμών  του  παρόντος  νόμου,  που   αποτελούν  αντικείμενο του μετελέγχου με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας   διατάσσεται ο αποχαρακτηρισμός και η απαγόρευση της εμπορίας όλων  των   μερίδων του πολλαπλασιαστικού υλικού της ποικιλίας αυτής.

Με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας  συγκροτείται τριμελής επιτροπή   αποτελούμενη από εκπρόσωπο  του  Υπουργείου  Γεωργίας,  εκπρόσωπο  του   Γεωργικού   Πανεπιστημίου   Αθηνών   ή   του  Τμήματος  Γεωπονίας  του   Αριστοτελείου  Πανεπιστημίου  Θεσ/νίκης  και  εκπρόσωπο  του   Εθνικού   Ιδρύματος  Αγροτικής  Ερευνας  (ΕΘ.Ι.ΑΓ.  Ε.).  Με  την  ίδια  απόφαση   ορίζονται και οι αναπληρωτές τους. Εργο της επιτροπής είναι ο  έλεγχος   των   παραπάνω   διαπιστώσεων   και   ο   προσδιορισμός   της   αιτίας   ακαταλληλότητας του πολλαπλασιαστικού υλικού.

3.  Με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας,  ύστερα  από  πόρισμα  της   επιτροπής  της  παρ. 2, και σύμφωνη γνώμη της επιτροπής του άρθρου 20,   διατάσσεται:

α)  Η  αφαίρεση  της  άδειας  λειτουργίας  της  σποροπαραγωγικής  ή   φυτωριακής  επιχείρησης,  εφόσον  διαπιστωθεί  υπαιτιότητά της για την   καταλληλότητα του πολλαπλασιαστικού υλικού.

β) Η αλλαγή του διατηρητή της ποικιλίας, εφόσον διαπιστωθεί  ότι  η   ακαταλληλότητα οφείλεται στο υλικό καλλιτερευτού.

γ)  Η διαγραφή της ποικιλίας από τον εθνικό κατάλογο του άρθρου 6 ή   η απαγόρευση εισαγωγής πολλαπλασιαστικού υλικού, εφόσον πρόκειται  για   ποικιλία   εξωτερικού,   σε   περίπτωση   που   η  ακαταλληλότητα  του   πολλαπλασιαστικού υλικού οφείλεται στην  ποιλικία.  Η  απαγόρευση  της   εισαγωγής  πολλαπλασιαστικού  υλικού ποικιλιών που είναι εγγεγραμμένες   στους κοινοτικούς καταλόγους, ενεργοποιείται, μετά  τη  λήψη  σχετικής   απόφασης από το αρμόδιο κοινοτικό όργανο.

4.  Η επανεγγραφή στον εθνικό κατάλογο ποικιλίας φυτικού είδους, που   διαγράφηκε με  την απόφαση της παρ. 3,  επιτρέπεται,  σύμφωνα  με  τις   διατάξεις του άρθρου 6, εφόσον διαπιστωθεί από τους σχετικούς ελέγχους   ότι  έπαυσαν να υπάρχουν οι λόγοι διαγραφής της. Η υποβολή της αίτησης   επανεγγραφής  ποικιλίας  δεν  αναστέλλει  την  εφαρμογή  της  απόφασης   διαγραφής της.

5. Αν κατά τον έλεγχο των υπηρεσιών ή φορέων της παρ. 1 του άρθρου 7   του  παρόντος νόμου διαπιστωθεί ότι έχει παραχθεί και τεθεί σε εμπορία   πολλαπλασιαστικό υλικό κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου,   με απόφαση των υπηρεσιών ή των φορέων αυτών επιβάλλεται στον  παραβάτη   πρόστιμο  από  διακόσιες  χιλιάδες μέχρι δύο εκατομμύρια δραχμές. Κατά   της  απόφασης  αυτής  ο  ενδιαφερόμενος  μπορεί,  μέσα  σε   προθεσμία   δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίησή της με απόδειξη σε αυτόν, να   ασκήσει  ενδικοφανή  προσφυγή  στην  οικεία  διεύθυνση  γεωργίας.  Την   προσφυγή κρίνει τριμελής επιτροπή που συγκροτείται από υπαλλήλους, που   ορίζονται με απόφαση του Υπουργού  Γεωργίας.  Κατά  της  απόφασης  της   τριμελούς επιτροπής επιτρέπεται προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο.

Σε   περίπτωση   που   ο  ανωτέρω  παραβάτης  είναι  κάτοχος  άδειας   επιχείρησης παραγωγής ή εμπορίας πολλαπλασιαστικού υλικού των άρθρων 5   και 15, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας ή  του κατ` εξουσιοδότησή του   οικείου νομάρχη ανακαλείται οριστικά η άδεια αυτή.

6. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα   της  Κυβερνήσεως  καθορίζονται  οι  διαδικασίες, τα πρόσθετα μέτρα και   κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1, 2   και 5 του παρόντος.

7. Η άσκηση των  ενδίκων  μέσων  δεν  αναστέλλει  την  εκτέλεση  των   παραπάνω αποφάσεων.

8.  Με  προεδρικό  διάταγμα,  που  εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού   Γεωργίας,  επιτρέπεται  να  αυξάνονται  τα  όρια  του  προστίμου,  που   προβλέπεται στο άρθρο αυτό, μέχρι το διπλάσιο”.

13. Στο άρθρο 20 του ν. 1564/1985 η παρ. 2 τροποποιείται ως εξής:

α) Η περίπτωση γ` αντικαθίσταται ως εξής:

“γ) Εναν εκπρόσωπο:

αα) από κάθε αρμόδιο για φυτικό είδος ινστιτούτο έρευνας,

ββ) από το ινστιτούτο ελέγχου ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτών και   πολλαπλασιαστικού υλικού φυτών μεγάλης καλλιέργειας και

γγ) από το αρμόδιο κατά περίπτωση ν.π.δ.δ. αρμοδιότητος Υπουργείου   Γεωργίας”.

β) Οι περιπτώσεις δ`- ε` καταργούνται και οι  περιπτώσεις  στ`-  ι`   αναριθμούνται σε περιπτώσεις δ`- η` αντίστοιχα.

γ) Προστίθεται περίπτωση θ` ως εξής:

“θ)  Εκπρόσωπο των συνεταιριστικών οργανώσεων παραγωγής και εμπορίας   πολλαπλαστιαστικού υλικού”.

14. Το Ινστιτούτο του άρθρου 22 παρ. 5  του  ν.  1564/1985  υπάγεται   εφεξής στη Διεύθυνση Εισροών Φυτικής Παραγωγής της κεντρικής υπηρεσίας   χωρίς  να  εφαρμόζονται για το Ινστιτούτο αυτό οι διατάξεις του άρθρου   33 του π.δ. 402/1988 (ΦΕΚ 187 Α`).

15. Καταργείται στο άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 1564/1985 η περίπτωση α`.

Άρθρο 3
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1822/1988 (ΦΕΚ 272 Α΄)

1. Στο άρθρο δέκατο το ν. 1822/1988 η παρ. 6 αντικαθίσταται ως εξής:

“6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών,  Γεωργίας   και   Βιομηχανίας,  Ενέργειας  και  Τεχνολογίας,  η  χρήση  (διοίκηση,   διαχείριση και εκμετάλλευση) αλυκών κατάλληλων για  υδατοκαλλιέργειες,   που  δεν  χρησιμοποιούνται  πλέον  για  την  παραγωγή  άλατος  και δεν   υπάρχουν οι προϋποθέσεις παραχώρησής τους κατά τις διατάξεις των  παρ.   1, 2 και 4 του παρόντος άρθρου, περιέρχεται στο Υπουργείο Γεωργίας. Με   απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας,  μετά από αιτιολογημένη εισήγηση της   αρμόδιας διεύθυνσης, η χρήση των  αλυκών  μπορεί  να  επανέρχεται  στο   Υπουργείο Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.

Με  όμοια  απόφαση  ή  χρήση  των  αλυκών ή τμήματος αυτών μπορεί να   παραχωρείται σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα  ή  ερευνητικά  ιδρύματα   για  τη  διεξαγωγή  έρευνας  με σκοπό, είτε τη βελτίωση  της παραγωγής   άλατος, είτε την  ανάπτυξη  των  υδατοκαλλιεργειών  της  χώρας  με  τη   δημιουργία των απαραίτητων εγκαταστάσεων”.

2.  Στο άρθρο δέκατο του ν. 1822/1988 προστίθενται παράγραφοι 7 – 11   ως εξής:

“7. Οι περιερχόμενες, σύμφωνα με την παρ. 6 στο  Υπουργείο  Γεωργίας   εκτάσεις αλυκών, χαρακτηρίζονται  δημόσια υδάτινα-ιχθυοτρόφα ύδατα και   μισθώνονται  με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας, κατά παρέκκλιση των   διατάξεων περί διοικητικής  αποκέντρωσης,  εφαρμοζομένων  ανάλογα  των   σχετικών,  με  την  εκμίσθωση υδάτινων – ιχθυοτρόφων υδάτων, διατάξεων   της αλιευτικής νομοθεσίας, όπως ισχύουν κάθε φορά.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας μπορεί  να   αποδίδονται  στους  οργανισμούς  τοπικής  αυτοδιοίκησης,  στα όρια των   οποίων βρίσκονται οι αλυκές, ποσοστά από τα έσοδα  των  μισθώσεων  της   προηγούμενης παραγράφου.

9.  Τα  έργα,  οι  εγκαταστάσεις  και  τα  κτίρια των περιερχόμενων,   σύμφωνα με την παρ.  6,  στο  Υπουργείο  Γεωργίας  αλυκών  περιέχονται   σ`αυτό,  ο  δε  μηχανολογικός  εξοπλισμός  τους  ανήκει στο  Υπουργείο   Βιομηχανίας,   Ενέργειας   και   Τεχνολογίας   και   παραχωρείται   σε   λειτουργούσες  αλυκές  ή  στην  εταιρία  “ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ  ΑΛΥΚΕΣ  Α.Ε.”  με   απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας. Η  πώληση   ποσοτήτων  άλατος  αποθηκευμένου  στο  χώρο  των αλυκών, ανάγεται στην   αρμοδιότητα του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας  και   πραγματοποιείται  μέσα  σε  εύλογο χρονικό διάστημα από την έκδοση της   απόφασης παραχώρησης.

10. Με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας, και  Τεχνολογίας   το  προσωπικό  των  αλυκών,  των  οποίων,  η  χρήση έχει περιέλθει στο   Υπουργείο Γεωργίας, μπορεί, με αίτηση του  και  εισήγηση  του  οικείου   νομάρχη,  να  αποσπάται σε άλλες νομαρχιακές υπηρεσίες κατά παρέκκλιση   των κειμένων διατάξεων.

11.  Η  με  αριθμ.  213174/15-2-1989  κοινή  απόφαση  των   Υπουργών   Εσωτερικών,   Γεωργίας  και  Βιομηχανίας,  Ενέργειας  και  Τεχνολογίας   “Παραχώρηση  αλυκών  κατάλληλων  για  υδατοκαλλιέργεις  στο  Υπουργείο   Γεωργίας”  (ΦΕΚ  215Β)  με  την οποία περιήλθαν στο Υπουργείο Γεωργίας   εκτάσεις τεσσάρων (4) αλυκών, σε εφαρμογή  των διατάξεων  της  παρ.  6   του  άρθρου  δέκατου εξακολουθεί να ισχύει. Οι περιελθούσες σύμφωνα με   την ανωτέρω  απόφαση,  στο  Υπουργείο  Γεωργίας  εκτάσεις  μισθώνονται   σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του παρόντος”.

3.  Από  την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου αποφάσεις του Υπουργού   Γεωργίας, με τις οποίες παραχωρήθηκαν εκτάσεις αλυκών  για  την ίδρυση   και  λειτουργία  μονάδων  υδατοκαλλιέργειας,  παύουν να ισχύουν, οι δε   εκτάσεις των αλυκών αυτών εκμισθώνονται σύμφωνα με τις  διατάξεις  της   παρ. 7 του άρθρου δέκατου του ν. 1822/1988.

Άρθρο 4
Σύντμηση προθεσμιών
Από  τη δημοσίευση του παρόντος νόμου συντέμνονται οι προθεσμίες που   προβλέπονται από τις διατάξεις:

α) Του άρθρου 72 παρ. 5 του Αγροτικού Κώδικα για έκδοση της απόφασης   επιτροπής  απαλλοτριώσεων,  καθώς  και  η  δυνατότητα  παράτασης   της   προθεσμίας αυτής από τρεις (3) μήνες σε ένα (1) μήνα.

β)  Του  άρθρου  13 του ν.δ. 2185/1952 (ΦΕΚ 217 Α`) για διόρθωση των   αποφάσεων των επιτροπών απαλλοτριώσεων, που εκδίδονται σύμφωνα με  τις   διατάξεις  του  άρθρου 74 του Αγροτικού Κώδικα, από τρεις (3) μήνες σε   ένα (1) μήνα.

Οι αποφάσεις των Επιτροπών Απαλλοτριώσεων είναι εκτελεστές μετά  την   παρέλευση  της  προθεσμίας  του  ανωτέρω  άρθρου,  άλλως, σε περίπτωση   υποβολής  ενστάσεως,  από  της  δημοσιεύσεως   της,   κατόπιν   αυτής,   εκδιδομένης αποφάσεως μετά της οποίας ενσωματούται αυτή.

γ)  Του  άρθρου  4  παρ.  5  του  ν.δ. 1189/1972 (ΦΕΚ 99 Α`) για την   ανάρτηση του πίνακα κληρούχων στο κοινοτικό κατάστημα από είκοσι  (20)   ημέρες σε δέκα (10) ημέρες.

δ)  Του  άρθρου  4 παρ. 5 του ν.δ. 1189/1972 για την άσκηση ένστασης   κατά του πίνακα κληρούχων από σαράντα πέντε (45) ημέρες  σε  δεκαπέντε   (15) ημέρες.

Άρθρο 5
Αποσπάσεις
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το     άρθρ.13 ν.2325/1995,άρθρ.32 ν.2945/2001 και το άρθρ 25 ν.3147/2003,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρ.20 παρ.29 Ν.3399/2005,     ΦΕΚ Α 255/17.10.2005.

1. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επιτρέπεται η  απόσπαση υπαλλήλων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των  νομικών προσώπων εποπτείας του, σε εποπτευόμενα από αυτό νομικά πρόσωπα,  καθώς και η απόσπαση στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων υπαλλήλων  νομικών προσώπων εποπτείας του, ύστερα από γνώμη των οικείων υπηρεσιακών  συμβουλίων, για την αντιμετώπιση υπηρεσιακών αναγκών.

2. Η χρονική διάρκεια της απόσπασης ορίζεται σε τρία έτη και μπορεί να  παραταθεί για ίσο χρονικό διάστημα.

3. Με την απόφαση της απόσπασης καθορίζεται η υπηρεσία η οποία επιβαρύνεται  με τη μισθοδοσία του αποσπασμένου υπαλλήλου.” 30. α) Με απόφαση του Υπουργού  Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού, μπορεί  να παρατείνεται για δύο (2) ακόμη έτη από τη λήξη της η απόσπαση των  υπαλλήλων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή Οργανισμών και  Ιδρυμάτων που εποπτεύονται από αυτό, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων,  υπηρεσιών των Περιφερειών και των συνεταιριστικών οργανώσεων ή συνδέσμων  αυτών που αποσπάσθηκαν στον Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών  Ενισχύσεων, Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.) σύμφωνα με τις  διατάξεις των περιπτώσεων α`, β` και γ` της παραγράφου 5 του άρθρου 24 του ν.  2637/1998 (ΦΕΚ 200 Α`), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις  παραγράφους 39 και 40 του άρθρου 24 του ν. 2945/2001 (ΦΕΚ 223 Α`) και την  παράγραφο 5 του άρθρου 29 του ν. 3147/2003 (ΦΕΚ 135 Α`) και υπηρετούν στον  παραπάνω Οργανισμό κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Η παράταση της  απόσπασης επιτρέπεται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου και  σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της οικείας συνεταιριστικής  οργάνωσης ή του οικείου συνδέσμου συνεταιριστικών οργανώσεων προκειμένου για  παράταση απόσπασης του προσωπικού που αναφέρεται στην περίπτωση γ` της  παραγράφου 5 του άρθρου 24 του ν. 2637/1998.

β) Οι αποσπάσεις του παραπάνω προσωπικού μπορεί να ανακληθούν οποτεδήποτε  πριν από τη λήξη τους, λόγω υπηρεσιακών αναγκών ή ύστερα από αίτηση του  ενδιαφερόμενου υπαλλήλου. Η ανάκληση της απόσπασης ενεργείται με απόφαση του  Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού  που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.. Μετά την ανάκληση της  απόσπασης ο υπάλληλος επανέρχεται στην υπηρεσία από την οποία ενεργήθηκε η  απόσπασή του.

4. Οι δικηγόροι που υπηρετούν με έμμισθη εντολή σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού  δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,  με απόφαση του Υπουργού, μπορεί να παρέχουν τις υπηρεσίες τους, εφόσον  συναινούν, σε οποιοδήποτε από τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου  εφόσον υπάρχει κενή οργανική θέση. Κατά το χρόνο αυτόν παύει η καταβολή των  αποδοχών από την οργανική θέση που κατείχαν και το σύνολό τους βαρύνει το  νομικό πρόσωπο, στο οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες του.

Σημ.: όπως h  παρ.4 προστέθηκε  με το άρθρο 6  Ν.3508/2006,ΦΕΚ Α 249/16.11.2006.

Άρθρο 6
Τακτοποίηση χρηματικών ενταλμάτων
Οι  χρηματοδοτήσεις  στους οργανισμούς αποθεματοποίησης σταφίδων και   σύκων, που έγιναν από το προϊόν των χρηματικών ενταλμάτων  προπληρωμής   του  Υπουργείου  Γεωργίας  με  αριθμούς 5229/1938, 5809/1984 και 5819/  1984, θεωρούνται ότι έγιναν καλώς.

Άρθρο 7
Ψήφοι μελών Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (Τ.Ο.Ε.Β.)
Οι ψήφοι των μελών των τοπικών Οργανισμών Εγνείων Βελτιώσεων (Τ.Ο.Ε.Β.) στην τοπική συνέλευση καθορίζονται με βάση τη συνολικά κατεχόμενη από κάθε μέλος έκταση που βρίσκεται στην περιοχή δικαιοδοσίας κάθε Οργανισμού και εξυπηρετείται από τα εγγειοβελτιωτικά έργα με την ακόλουθη κλίμακα:

Από 5 στρέμματα μέχρι 20 στρέμματα

1 ψήφος   Πάνω από 20 στρέμματα    μέχρι και 50 στρέμματα                                   2 ψήφοι   πάνω από 50 στρέμματα                                    3 ψήφοι

Ομάδα μελών που κατέχει συνολικά έκταση μέχρι 5 στρέμματα δικαιούται 1 ψήφο και ορίζει τον εκπρόσωπό της στην τοπική συνέλευση.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 60 του Ν.        2538/1997 (Α 242)

Άρθρο 8
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1740/1984 (ΦΕΚ 221 Α΄)

1. Στο άρθρο 1 του ν. 1740/1987 η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Η συλλογή κοραλλιών, που προέρχονται από τις θαλάσσιες περιοχές   της  παρ.  1, επιτρέπεται, ύστερα απο ειδική άδεια, που χορηγείται από   τον Υπουργό Γεωργίας σε αλιευτικούς συνεταιρισμούς και φυσικά ή νομικά   πρόσωπα, που απασχολούνται ή πρόκειται να  ασχοληθούν  με  τη  συλλογή   κοραλλιών.  Η  άδεια αυτή εκδίδεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου   για χρονικό  διάστημα  ενός  έτους  έναντι  τέλους  ενός  εκατομμυρίου   (1.000.000) δραχμών”.

2.  Η  παράγραφος  1 του άρθρου 2 του ν. 1740/1987 αντικαθίσταται ως   εξής:

“1. Οποιος, χωρίς άδεια κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 1, φέρει  σε   πλωτό  ή άλλο μέσο ειδικά εργαλεία ή εξοπλισμό για συλλογή κοραλλιών ή   συλλέγει  κοράλλια  ή  μεταφέρει  με  οποιονδήποτε  τρόπο  κοράλλια  ή   μεταφέρει  ή επεξεργάζεται ή  εμπορεύεται κοράλλια που έχουν συλλεχθεί   χωρίς άδεια, τιμωρείται, με φυλάκιση τουλάχιστον τριών  μηνών  και  με   χρηματική  ποινή  τουλάχιστον  πεντακοσίων  χιλιάδων δραχμών και μέχρι   δεκαπέντε εκατομμύρια δραχμές”.

3. Η φράση “διακοσίων χιλιάδων δραχμών και  μέχρι  δέκα  εκατομμύρια   δραχμές”  της  παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 1740/1987 αντικαθίστανται με   τη φράση “πεντακοσίων χιλιάδων δραχμών και μέχρι δεκαπέντε εκατομμύρια   δραχμές”.

Άρθρο 9
Τροποποίηση διατάξεων του Ν.Δ. 420/1970 (ΦΕΚ 27 Α΄)

1. Στο άρθρο 10 του ν.δ. 420/1970 η παρ. 6, όπως  προστέθηκε  με  το   άρθρο 3 του ν. 1740/1987 αντικαθίστανται ως εξής:

“6.  Τα  ειδικα  ή  πρόσθετα  περιοριστικά  της  αλιείας  μέτρα, που   αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο μπορεί να επιβάλλονται για τους   ίδιους λόγους με αποφάσεις του  νομάρχη,  που  εκδίδονται  ύστερα  από   γνώμη   του   νομαρχιακού   συμβουλίου,   για   ποτάμιους,  λιμναίους,   λιμνοθαλάσσιους και άλλους υδάτινους εσωτερικούς χώρους του νομού”.

2. Το άρθρο 11 του ν.δ. 420/1970, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3   παρ. 3 του ν.1740/1987, αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 11

Κυρώσεις.

1. Οι παραβάτες των διατάξεων  των  διαταγμάτων  και  αποφάσεων  που   εκδίδονται,  σύμφωνα  με  τις  παρ.  1,2,4,5  και  6  του  άρθρου  10,   τιμωρούνται με τις εξής διοικητικές ποινές:

α)  Οι  παραβάτες  των  διατάξεων  που   καθορίζουν   το   ελάχιστο   επιτρεπόμενο  να  αλιευθεί  μέγεθος (διαστάσεις, βάρος κλπ) ψαριών και   άλλων υδρόβιων  οργανισμών,  τιμωρούνται  με  πρόστιμο  από  διακόσιες   χιλιάδες  μέχρι  ένα εκατομμύριο δραχμές, και με αφαίρεση της ατομικής   άδειας αλιείας του κυβερνήτη, καθώς και της άδειας αλιείας του σκάφους   με  το  οποίο πραγματοποιήθηκε η παράβαση από τριάντα ημέρες μέχρι ένα   χρόνο.

Σε περίπτωση υποτροπής μέσα σε μια διετία, ο  χρόνος  αφαίρεσης  της   άδειας αλιείας του σκάφους με το οποίο πραγματοποιήθηκε η παράβαση και   τα  όρια  του  προστίμου διπλασιάζονται. Επίσης ο χρόνος αφαίρεσης της   ατομικής άδειας αλιείας του κυβερνήτη, εφόσον πρόκειται  για  το  ίδιο   πρόσωπο, διπλασιάζεται.

β)  Οι  παραβάτες των διατάξεων, που καθορίζουν τους τύπους και τις   προδιαγραφές των σκαφών και  γενικά  των  πλωτών  μέσων  με  τα  οποία   επιτρέπεται η αλιεία, τιμωρούνται με πρόστιμο από εκατό χιλιάδες μέχρι   πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές και προσωρινή αφαίρεση της άδειας αλιείας   του  σκάφους  που  δεν  τηρεί  τους  τύπους και της προδιαγραφές, όπως   αυτές, καθορίζονται απο τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

Η έναρξη της ποινής της προσωρινής αφαίρεσης της άδειας αλιείας  του   σκάφους  αρχίζει  με  την  πιστοποίηση  του γεγονότος από τις αρμόδιες   αρχές της παρ. 2 και λήγει με την πιστοποίηση από τις ίδιες αρχές  της   συμμόρφωσης  των  προδιαγραφών  του σκάφους προς τα εκάστοτε ισχύοντα.    Εφόσον παρέλθει χρονικό διάστημα ενός έτους από  την  πιστοποίηση  του   γεγονότος,   χωρίς   ο   πλοιοκτήτης   να  προβεί  σε  συμμόρφωση  των   χαρακτηριστικών  του  σκάφους  προς  τις  ισχύουσες  προδιαγραφές  και   τύπους,  παρέχεται  εξάμηνη  ανατρεπτική  προθεσμία  μετά το τέλος της   οποίας η προσωρινή  αφαίρεση  της  άδειας  μετατρέπεται  σε  οριστική,   εφόσον δεν έχει συμμορφωθεί ο ενδιαφερόμενος.

γ)  Οι  παραβάτες  των  άλλων διατάξεων τιμωρούνται με αφαίρεση της   ατομικής άδειας αλιείας του κυβερνήτη καθώς και της άδειας αλιείας του   σκάφους, με το οποίο πραγματοποιήθηκε  η  παράβαση,  από  δέκα  ημέρες   μέχρι  δύο  μήνες και με πρόστιμο από εκατό χιλιάδες μέχρι πεντακόσιες   χιλιάδες δραχμές,  με  εξαίρεση  τα  σκάφη  μηχανότρατες,  γριγρί  και   τράτες,  για τα οποία το πρόστιμο ορίζεται από διακόσιες χιλιάδες μέχρι   ένα εκατομμύριο δραχμές.

Σε περίπτωση υποτροπής μέσα σε μια διετία, ο  χρόνος  αφαίρεσης  της   άδειας του σκάφους με το οποίο πραγματοποιήθηκε η παράβαση και τα όρια   του  προστίμου  διπλασιάζονται. Επίσης ο χρόνος αφαίρεσης της ατομικής   άδειας αλιείας του κυβερνήτη, εφόσον πρόκειται για  το  ίδιο  πρόσωπο,   διπλασιάζεται.

Η  αφαίρεση,  σύμφωνα  με  τις  διατάξεις  της παραγράφου αυτής, της   άδειας αλιείας του σκάφους με το  οποίο  διαπράχθηκε  η  παράβαση  δεν   αίρεται  με  τη μετονομασία ή με τη μετανηολόγησή του ή την αλλαγή του   ιδιοκτήτη ή του κυβερνήτη του.

2. Οι πιο πάνω ποινές επιβάλλοναι με αποφάσεις των προϊσταμένων  των   οικείων:

α)  κεντρικών  λιμεναρχείων,  λιμεναρχείων  και  υπολιμεναρχείων αν   πρόκειται για παραβάσεις σε θαλάσσιες περιοχές και λιμνοθάλασσες,         β) δασικών υπηρεσιών, αν πρόκειται για παραβάσεις σε ορεινά  ρέοντα   ύδατα,

γ) αστυνομικών αρχών αν πρόκειται για παραβάσεις σε εσωτερικά ύδατα   (λίμνες, ποτάμια και άλλα υδάτινα συστήματα).

Οι  αποφάσεις  πρέπει να είναι αιτιολογημένες και εκδίδονται μετά τη   λήψη της απολογίας του παραβάτη ή αφού περάσει άπρακτη ή προθεσμία που   του ορίστηκε με έγγραφη πρόσκληση για  να  απολογηθεί.  Η  έκτιση  της   ποινής  αφαίρεσης των αδειών αλιείας (ατομικής – σκάφους) αρχίζει αφού   περάσει άπρακτη η προθεσμία άσκησης προσφυγής στο Συμβούλιο  Εκδίκασης   Αλιευτικών  Προσφυγών  και σε περίπτωση που ασκήθηκε προσφυγή μετά την   κοινοποίηση της απόρριψής της  .  Η  άσκηση  προσφυγής  στο  Συμβούλιο   Εκδίκασης   Αλιευτικών  Προσφυγών  δεν  αναστέλλει  την  καταβολή  του   προστίμου.

Στην  περίπτωση  που  η  κοινοποίηση  της  απόρριψης  της  προσφυγής   συμπίπτει  με  χρονικούς  περιορισμούς  απαγόρευσης  του συγκεκριμένου   αλιευτικού εργαλείου με το οποίο πραγματοποιήθηκε η παράβαση, η έκτιση   της  ποινής  των  αδειών αλιείας (ατομικής – σκάφους) μεταφέρεται στην   έναρξη της επόμενης αλιευτικής περιόδου.

3. Εκτός από τις προβλεπόμενες από  την  παρ.  1  του  άρθρου  αυτού   ποινές, οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν:

α) Στην κατάσχεση και εκποίηση του προϊόντος που αλιεύθηκε.

β)  Στην  κατάσχεση  και καταστροφή των μη επιτρεπομένων αλιευτικών   εργαλείων και συσκευών που χρησιμοποιήθηκαν  στην  παράνομη  αλιεία  ή   βρίσκονται πάνω στο σκάφος.

Ως  μη  επιτρεπόμενα νοούνται τα αλιευτικά εργαλεία και συσκευές των   οποίων από τις κείμενες διατάξεις απαγορεύεται η χρησιμοποίησή τους σ`   όλη τη χώρα. Ειδικότερα  στις  περιπτώσεις  των  συρόμενων  αλιευτικών   εργαλείων  (τράτα,  αργαλειός,  γκαγκάβα κλπ) και των κυκλικών διχτύων   (γριγρί, ζαργανόδιχτο κλπ) σε καταστροφή υπόκεινται το  τμήμα  εκείνο,   που δεν πληροί τις καθορισμένες προδιαγραφές.

γ)  Στην  κατάσχεση  και  εκποίηση  των  αλιευτικών  εργαλείων  και   συσκευών που χρησιμοποιήθηκαν ή βρίσκονται πάνω στο σκάφος χωρίς άδεια   κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων και αποφάσεων και ειδικότερα όταν   από τις διατάξεις αυτές και αποφάσεις:

αα)  Απαγορεύεται  η  χρήση  τους  σε  μισθωμένους  ή  μη   χώρους   λιμνοθαλασσών και λιμνών του Δημοσίου και ν.π.δ.δ. ή παραχωρημένους σε   ο.τ.α.

ββ) Είναι περισσότερα από τα επιτρεπόμενα.

γγ)   Δεν   προβλέπεται  η  χρησιμοποίησή  τους  στη  συγκεκριμένη   κατηγορία άδειας αλιείας σκάφους.

Τα κατασχεθέντα αλιευτικά εργαλεία και συσκευές φυλάσσονται από  την   αρμόδια  για την επιβολή της ποινής αρχή μέχρις ότου εκπνεύσει άπρακτη   η  προθεσμία  άσκησης  προσφυγής  ενώπιον  του  Συμβουλίου   Εκδίκασης   Αλιευτικών  Προσφυγών,  οπότε  και  εκποιούνται.  Σε περίπτωση άσκησης   προσφυγής, η φύλαξη γίνεται μέχρις ότου εκδοθεί η σχετική  απόφαση του   Συμβουλίου Εκδίκασης Αλιευτικών Προσφυγών, η οποία αναφέρεται και στην   εκποίηση ή επιστροφή τους.

Σε  περίπτωση  που  η  αρμόδια  για  την επιβολή της ποινής αρχή δεν   διαθέτει χώρους για  την  ασφαλή  φύλαξη,  τα  κατασχεθέντα  αλιευτικά   εργαλεία και συσκευές παραδίδονται για φύλαξη στις υπηρεσίες αλιείας ή   τελωνείου. Η εκποίηση των αλιευτικών εργαλείων και συσκευών γίνεται με   πρόχειρο   πλειοδοτικό   διαγωνισμό   από  επιτροπή  αποτελούμενη  από   εκπροσώπους της  αρμόδιας  για  την  επιβολή  της  ποινής  αρχής,  της   υπηρεσίας  αλιείας  του  νομού  και  της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής   υπηρεσίας.

Αν υπάρξουν  τρεις  άγονοι  διαγωνισμοί,  που  πραγματοποιούνται  το   αργότερο  εντός  τριών  μηνών  από  την  εκπνοή της προθεσμίας άσκησης   προσφυγής ή την κοινοποίηση της  απόφασης  του  Συμβουλίου  Εκδίκαστης   Αλιευτικών  Προσφυγών, που διατάσσει την εκποίηση για λόγους δυσχερούς   φύλαξης  ή  φθοράς,  τα  ως  άνω  αλιευτικά  εργαλεία   και   συσκευές   καταστρέφονται. Για τα χρηματικά ποσά που προέρχονται από την εκποίηση   εφαρμόζεται η διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 13.

4. Κατά της απόφασης της επιβολής των κυρώσεων, που προβλέπονται από   τις  προηγούμενες  παραγράφους,  επιτρέπεται  η  άσκηση  προσφυγής στο   Συμβούλιο Εκδίκασης Αλιευτικών Προσφυγών μέσα σε δεκαπέντε ημέρες  από   την επίδοση της. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 14.

5.  Οι  αρμόδιες,  σύμφωνα  με  την  παρ.  2,  αρχές προβαίνουν στην   κατάσχεση των αλιευμάτων,  καθώς  και  των  αλιευτικών  εργαλείων  και   συσκευών  τα οποία ανευρίσκονται σε περιοχές αλιείας, που απαγορεύεται   η χρήση τους και δεν εξακριβώνεται η ταυτότητα του παράβατη ιδιοκτήτη,   εφαρμόζοντας ανάλογα τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου αυτού.

6. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με  πρόταση  των  Υπουργών   Γεωργίας,   Δικαιοσύνης   και   Εμπορικής  Ναυτιλίας,  επιτρέπεται  να   αυξάνονται  τα  προβλεπόμενα  από  το  άρθρο  αυτό  πρόστιμα  έως   το   διπλάσιο”.

3. Το άρθρο 17 του ν.δ. 420/1970, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3   παρ. 4 του ν. 1740/1987 αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 17

Παράνομη αλιεία σε εκμεταλλεύσεις ιχθυτρόφων                υδάτων και υδατοκαλλιεργειών – Ιχθυοκλοπή

1.  Οποιος  αλιεύει σε ιχθυοτροφεία, λιμνοθάλασσες, λίμνες, θυννεία,   ιχθυοτρόφους  ποταμούς,  μονάδες  υδατοκαλλιέργειας   και  γενικά   σε   ιχθυοτρόφα  ύδατα,  καθώς  και  στην  προστατευτική  τους  ζώνη εφόσον   ορίζεται, τα οποία ανήκουν στο Δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα  δημόσιου  ή   ιδιωτικού  δικαίου ή έχουν παραχωρηθεί σε ο.τ.α ή σε ιδιώτες, χωρίς τη   συναίνεση αυτού που έχει το δικαίωμα της  αλιευτικής  εκμετάλλευσης  ή   χωρίς  τη  ειδική  άδεια  ελεύθερης  αλιείας  της αρμόδιας αρχής, στις   περιπτώσεις που επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις  η  διενέργεια  ελεύθερης   αλιείας  στους χώρους αυτούς, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών   μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον  πεντακοσίων  χιλιάδων  δραχμών,   καθώς και με αφαίρεση της άδειας αλιείας σκάφους και κυβερνήτη από ένα   μέχρι τρεις μήνες. Η ποινική διώξη ασκείται ύστερα από έγκληση εκείνου   που  έχει  το  δικαίωμα της αλιευτικής εκμετάλλευσης και αυτεπαγγέλτως   εφόσον την εκμετάλλευση έχει το Δημόσιο.

2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται ο μισθωτής ή ο έχων τη χρήση  και   εκμετάλλευση  των  χώρων  της  προηγούμενης  παραγράφου,  καθώς και οι   ελεύθεροι αλιείς, στις περιπτώσεις που επιτρέπεται  από  τις  κείμενες   διατάξεις  ή αποφάσεις η διενέργεια ελεύθερης αλιείας υπό προϋποθέσεις   στους χώρους αυτούς με τη συγκατάθεση ή μη του έχοντος το δικαίωμα της   εκμετάλλευσης,  που  αλιεύουν  με  αλιευτικά  εργαλεία  και   συσκευές   φθοροποιά   ή   μη   επιτρεπόμενα   ή   με   καλυμμένα   ή  αλλοιωμένα   χαρακτηριστικά. Τα μη επιτρεπόμενα ή φθοροποιά εργαλεία  και  συσκευές   στις  προαναφερόμενες  εκμεταλλεύσεις  – χώρους ορίζονται είτε από τις   κείμενες διατάξεις είτε  από  ειδικές  αποφάσεις  είτε  από  συμβάσεις   μίσθωσης.

3.  Τα  χρησιμοποιούμενα  αλιευτικά  εργαλεία  και  συσκευές για τις   παραβάσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού δημεύονται κατά  το   άρθρο 76 του Ποινικού Κώδικα.

4.Οποιος προξενεί υπαίτια ασθένειες, θανάτους ή απώλεια μέρους ή του   συνόλου  του  εκτρεφομένου  ζωϊκού  κεφαλαίου  των παραπάνω μονάδων με   οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και   χρηματική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων δραχμών.

5. Με τις ποινές των άρθρων 1,2 και 3 του ν. 1300/1982 (ΦΕΚ 129  Α`)   τιμωρείται  η  κλοπή  υδρόβιων  ζώων από κλουβιά ή δεξαμενές εντατικών   υδατοκαλλιεργειών (ιχθυοκλοπή)”.

4.  Στο άρθρο  51  του  ν.δ.   420/1970  οι  παρ.   1  και  2,  όπως   αντικαταστάθηκαν   με   το   άρθρο   3  παρ.   6  του  ν.   1740/1987,   αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Το ετήσιο μίσθωμα για την εκμίσθωση δημόσιων ιχθυοτρόφων  υδάτων   σε αλιευτικούς συνεταιρισμούς συνίσταται σε ποσοστό:

α)  στα  αλιεύματα του μισθωμένου ιχθυοτρόφου ύδατος που αλιεύονται   καθημερινά από το μισθωτή αλιευτικό συνεταιρισμό και

β) στις αποδόσεις των ελευθέρων αλιέων προς  το  μισθωτή  αλιευτικό   συνεταιρισμό όταν επιτρέπεται ελεύθερη αλιεία στο μίσθιο.

Τα ποσοστά αυτά ορίζονται στη σύμβαση μίσθωσης και είναι τουλάχιστον   δέκα  στα εκατό (10%) της καθημερινής παραγωγής αλιευμάτων του μισθωτή   αλιευτικού συνεταιρισμού και δέκα τα εκατό (10%) των  αποδόσεων  (αξία   αλιευμάτων)  των  ελεύθερων  αλιέων  προς  το μισθωτή συνεταιρισμό. Οι   αποδόσεις των ελεύθερων αλιέων δεν μπορεί να είναι κατώτερες του  δέκα   στα εκατό (10%) της αξίας της παραγωγής που αλιεύεται από αυτούς.

2.  Στη  σύμβαση  μίσθωσης  των  ιχθυοτρόφων υδάτων, εκτός των άλλων   ορίζονται:        α)  Κατώτατη  ετήσια  ποσότητα  αλιευμάτων  και  αξία  αυτής,   που   υπολογίζεται με βάση της παραγωγή του μισθίου των προηγουμένων ετών.

β)  Υποχρέωση  του  μισθωτή για καταβολή υπέρ του Δημοσίου ποσοστού   πέντε τα εκατό (5%) της αξίας της καθημερινά αλιευομένης παραγωγής του   μισθίου. Το ποσοστό αυτό προορίζεται αποκλειστικά και  μόνο,  για  την   κατασκευή μόνιμων έργων και εξοπλισμού των ιχθυοτροφείων του Δημοσίου.   Η  κατώτατη  αξία  της ετήσιας αλιευόμενης ποσότητας αυξομειώνεται στο   τέλος κάθε ιχθυοτροφικού έτους, εφόσον συντρέχουν οι αναφερόμενοι  στο   άρθρο 45 λόγοι”.

5.  Με  προεδρικό  διάταγμα,  που  εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών   Προεδρίας  της  Κυβέρνησης,  Οικονομικών  και   Γεωργίας   μπορεί   να   συνιστώνται   τριμελή   Συμβούλια   Εκδίκασης   Αλιευτικών   Προσφυγών   (Σ.Ε.Α.Π.). Με το διάταγμα αυτό ορίζεται  ο  αριθμός,  η  έδρα  και  η   περιφέρεια των Συμβουλίων αυτών.

Τα  Σ.Ε.Α.Π. έχουν ως έργο την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των προσφυγών   κατά  αποφάσεων  που  επιβάλλουν  χρηματικές  ποινές  για   αλιευτικές   παραβάσεις του ν.δ. 420/1970 και του ν. 1740/1987.

Τα Σ.Ε.Α.Π. αποτελούνται από:

α) έναν εφέτη ή πρωτοδίκη, ως πρόεδρο,

β) το λιμενάρχη της οικείας περιφέρειας,

γ)  τον  αρμόδιο  υπάλληλο  της  Υπηρεσίας  Αλιείας  της  έδρας του   Συμβουλίου, με τους νόμιμους αναπληρωτές τους.       Τα Σ.Ε.Α.Π. συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού  Γεωργίας  με  την   οποία   ορίζεται   και  ο  εισηγητής  των  υποθέσεων.  Η  γραμματειακή   υποστήριξη των Συμβουλίων αυτών εξασφαλίζεται από την Εποπτεία Αλιείας   της έδρας του Συμβουλίου.

Κατά των αποφάσεων των Σ.Ε.Α.Π.  ο  ενδιαφερόμενος  μπορεί  μέσα  σε   τριάντα  ημέρες  απο  την  επίδοσή  της σ`αυτόν, να ασκήσει ενδικοφανή   προσφυγή στο Συμβούλιο Αλιείας, εφόσον επιβάλλεται πρόστιμο,  σε  όλες   τις  προβλεπόμενες περιπτώσεις, μεγαλύτερο του πενήντα στα εκατό (50%)   του προβλεπόμενου ανώτατου όριου προστίμου ή εφόσον επιβάλλεται  ποινή   αφαίρεσης της άδειας για τριάντα ημέρες σε περιπτώσεις που προβλέπεται   αφαίρεση  της  άδειας μέχρι εξήντα ημέρες ή τουλάχιστο για τρεις μήνες   σε περιπτώσεις που προβλέπεται αφαίρεση της άδειας μέχρι δώδεκα μήνες.   Κατά των αποφάσεων των Σ.Ε.Α.Π. και του Συμβουλίου Αλιείας επιτρέπεται   ουσιαστική προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο. Η  τυχόν  αποδοχή  της   προσφυγής  δεν  συνεπάγεται έννομο συμφέρον για τη διεκδίκηση αξιώσεων   επί  των  αλιευτικών  εργαλείων  και  συσκευών  που  καταστρέφονται  ή   εκποιούνται.

Μέχρι τη σύσταση και συγκρότηση των Σ.Ε.Α.Π. οι αλιευτικές προσφυγές   ασκούνται ενώπιον του Συμβουλίου Αλιείας και εξετάζονται από αυτό.

6. Προσφυγές που εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στο   Συμβούλιο  Αλιείας και όσες άλλες υποβληθούν μέχρι την έκδοση του π.δ/  τος που προβλέπεται στην παρ. 5  εκδικάζονται  από  τριμελείς  ειδικές   επιτροπές,  που  συνιστώνται  με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας και   αποτελούνται από:

α) ένα  πάρεδρο  του  γραφείου  νομικού  συμβούλου  του  Υπουργείου   Γεωργίας, ως πρόεδρο.

β)  έναν  εκπρόσωπο  της  Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του Υπουργείου   Γεωργίας,

γ) έναν εκπρόσωπο  του  Υπουργείου  Εμπορικής  Ναυτιλίας,  με  τους   αναπληρωτές τους, που προτείνονται από τον αρμόδιο υπουργό.

Με  την  ίδια  απόφαση  ορίζεται  ο  αριθμός  των  επιτροπών και οι   εισηγητές των υποθέσεων.

Η γραμματειακή υποστήριξη των επιτροπών αυτών εξασφαλίζεται  από  τη   Δ/νση Θαλάσσιας Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας.

Άρθρο 10
`Αδειες αλιείας αλιευτικών σκαφών υπολειπόμενων διαστάσεων

1.   Αλιευτικά   σκάφη   μηχανοτρατών,  τα  οποία  δεν  πληρούν  τις   προϋποθέσεις των άρθρων 10 και 12 του β.δ. 666/1966 (ΦΕΚ 160  Α`)  και   των  οποίων η άδεια έπαυσε να ισχύει από 1 Ιανουαρίου 1987, σύμφωνα με   τις διατάξεις του άρθρου μόνου του π.δ. 346/1982 (ΦΕΚ 61 Α`) μπορεί να   εργαστούν μέχρι 31 Μαίου 1995.

2. Σκάφη κυκλικών  διχτύων  (γριγρί)  υπολειπομένων  διαστάσεων,  τα   οποία  έχουν  αλλάξει  περισσότερες από μία φορές τη μηχανή τους, κατά   παράβαση των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 3 του β.δ. 666/1966,  μπορεί   να εργαστούν για μία τριετία από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου,   μετά τη λήξη της οποίας παύει να ισχύει η άδειά τους.

3.  Από 1 Ιουνίου 1995 για τα σκάφη μηχανοτρατών και μετά την πάροδο   της τριετίας για τα γριγρί παύει οριστικά ή άδεια αλιείας  των  σκαφών   αυτών,  τα οποία μπορεί να εξακολουθήσουν να εργάζονται μόνο με δίχτυα   και παραγάδια ύστερα από σχετική άδεια, που παρέχεται, μετά από αίτηση   του πλοιοκτήτη τους.

4. Στα χρονικά διαστήματα, που τίθενται αντίστοιχα από τις διατάξεις   των προηγουμένων παραγράφων για τα σκάφη μηχανοτρατών και  γριγρί,  οι   πλοιοκτήτες  των  σκαφών  αυτών  μπορούν,  μετά από έγκριση της Δ/νσης   Θαλάσσιας Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας, να τα αντικαταστήσουν ή  να   τα  ανακατασκευάσουν προκειμένου μόνο οι υπολειπόμενες διαστάσεις τους   να  αυξηθούν  μέχρι  το  ελάχιστο  μέγεθος  που  προβλέπεται  από  τις   διατάξεις του άρθρου 10 του β.δ. 666/1966.

Στα  ίδια χρονικά διαστήματα τα σκάφη των ανωτέρω κατηγοριών μπορούν   να ανακαταμετρηθούν και εφόσον οι  διαστάσεις  τους  δεν  υπολείπονται   εκείνων  που  προβλέπονται  από  το  άρθρο  10  του β.δ. 666/1966 τους   χορηγείται άδεια αλιείας  μηχανότρατας  ή  γριγρί  κατά  τις  κείμενες   διατάξεις.

Σε  όλες  τις  περιπτώσεις  των  προηγουμένων εδαφίων της παραγράφου   αυτής η  προωστήρια  μηχανή  του  σκάφους  δεν  μπορεί  να  έχει  ισχύ   μεγαλύτερη  της  νόμιμα  τοποθετημένης, εκτός αν υπολείπεται των 80 ΗΡ   για μηχανότρατες και των 40 ΗΡ για κυκλικά δίχτυα (γριγρί).

Άρθρο 11
Προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων ελαιολάδου

1. Με τον όρο ονομασία προέλευσης  νοείται  η  ονομασία  (τοπωνύμιο)   μιας  περιοχής  ή  ενός συγκεκριμένου τόπου, η οποία χρησιμεύει για να   χαρακτηρίσει το “εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο” ,οξύτητας  μέχρις  ενός   (1)  βαθμού  κατ`  ανώτατο  όριο, που προέρχεται από την περιοχή ή τον   τόπο αυτόν και του οποίου η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά  οφείλονται   κυρίως  ή  αποκλειστικά  στο γεωγραφικό περιβάλλον στο οποίο παράγεται   και  περιλαμβάνει  φυσικούς  και  ανθρώπινους  παράγοντες   (ποικιλία,   οικολογικό  περιβάλλον,  καλλιεργητική  τεχνική,  συνθήκες μεταποιήσης   κ.λπ).

2. Με τον όρο γεωγραφική ένδειξη νοείται η ονομασία (τοπωνύμιο) μιας   περιοχής ή  ενός  συγκεκριμένου  τόπου,  η  οποία  χρησιμεύει  για  να   χαρακτηρίσει  το  “εξαιρετικό  παρθένο ελαιόλαδο” οξύτητας μέχρις ενός   (1) βαθμού κατ` ανώτατο όριο  και  το  “παρθένο  ελαιόλαδο”,  οξύτητας   μεγαλύτερης  του  ενός (1) και μέχρι δύο (2) βαθμών κατ` ανώτατο όριο,   που προέρχεται από την περιοχή ή τον  τόπο  αυτόν  και  του  οποίου  η   ποιότητα και η φήμη μπορούν να αποδοθούν στο γεωγραφικό περιβάλλον στο   οποίο  παράγεται  και περιλαμβάνει φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες   (ποικιλία,  οικολογικό  περιβάλλον,  καλλιεργητική  τεχνική,  συνθήκες   μεταποίησης κ.λπ.).

3.  Τα  ελαιόλαδα  μιας  δεδομένης  περιοχής  ή τόπου δικαιούνται να   φέρουν ως ονομασία προέλευσης ή ως γεωγραφική ένδειξη το τοπωνύμιο της   περιοχής ή του τόπου αυτού, εφόσον πληρούν τους όρους  των  παραγράφων   5-8 του παρόντος.

4.  Απαγορεύεται  η  χρησιμοποίηση  της  ονομασίας  (τοπωνύμιο) μιας   περιοχής ή τόπου για ελαιόλαδα  άλλης  προέλευσης  έστω  και  εάν  του   τοπωνυμίου  προηγούνται  καθοριστικές εκφράσεις όπως “είδος”, “τύπος”,   και άλλα.

5. Με προεδρικό διάταγμα, που  εκδίδεται  με  πρόταση  του  Υπουργού   Γεωργίας,  καθορίζονται  οι  προϋποθέσεις  και η διαδικασία καθιέρωσης   προστατευόμενων   ονομασιών   προέλευσης   για   “εξαιρετικό   παρθένο   ελαιόλαδο”   οξύτητας   μέχρις  ενός  (1)  βαθμού  κατ`  ανώτατο  όριο   παραγόμενο και τυποιούμενο μέσα σε συγκεκριμένο και σαφώς οριοθετημένο   γεωγραφικό χώρο, που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος της επαρχίας.

6. Με προεδρικό διάταγμα, που  εκδίδεται  με  πρόταση  του  Υπουργού   Γεωργίας,  καθορίζονται  οι  προϋποθέσεις  και η διαδικασία καθιέρωσης   προστατευόμενης   γεωγραφικής   ένδειξης   για   “εξαιρετικό   παρθένο   ελαιόλαδο” οξύτητας μέχρις ενός (1) βαθμού και για “παρθένο ελαιόλαδο”   οξύτητας μεγαλύτερης του ενός (1) βαθμού και μέχρι δύο (2) βαθμών κατ`   ανώτατο  όριο  παραγόμενο  και  τυποποιούμενο μέσα σε συγκεκριμένο και   σαφώς  οριοθετημένο  γεωγραφικό  χώρο,  που  δεν   μπορεί   να   είναι   μεγαλύτερος του νομού.

7.  Σε  κάθε νομό είναι δυνατό να καθιερώνονται περισσότερες από μια   προστατευόμενες   ονομασίες   προέλευσης    ελαιολάδου,    αλλά    και   προστατευόμενες  γεωγραφικές  ενδείξεις  ελαιολάδου, με την προϋπόθεση   της μη επικάλυψής τους.

8. Το τοπωνύμιο το οποίο αναγνωρίζεται  ως  προστατευόμενη  ονομασία   προέλευσης   απαγορεύεται   να   χρησιμοποιείται   συγχρόνως   και  ως   προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη.

9. Τα εμπορικά σήματα ελαιολάδων, που έχουν κατατεθεί  μέχρι  σήμερα   και  αναφέρονται  με  οποιονδήποτε  τρόπο  σε  τοπωνύμια ή γεωγραφικές   περιοχές, ισχύουν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992. Μετά την ημερομηνία  αυτήν   τα  εμπορικά σήματα ισχύουν εφόσον πληρούνται οι όροι και προϋποθέσεις   που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

10.  Τα   ελαιόλαδα   προστατευόμενης   ονομασίας   προέλευσης   και   γεωγραφικής   ένδειξης  επιτρέπεται  να  κυκλοφορούν  μόνο  σε  δοχεία   χωρητικότητας  μέχρι  πέντε  (5)  λίτρων.  Με  απόφαση  του   Υπουργού   Γεωργίας,  που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται   κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

11.  Τα  ελαιουργεία,  και  οι  κάθε   είδους   μονάδες   παραγωγής,   επεξεργασίας και τυποποίησης ελαιολάδου υπόκεινται στον έλεγχο και την   εποπτεία του Υπουργείου Γεωργίας.

12. Οι παραβάτες του παρόντος άρθρου τιμωρούνται ποινικώς μεν με τις   προβλεπόμενες   από   το   άρθρο   458  του  Ποινικού  Κώδικα  ποινές,   διοικητικώς  δε με  χρηματική ποινή,  τουλάχιστον  τριών  εκατομμυρίων   δραχμών  και  με  απαγόρευση  λειτουργίας των μονάδων τους για χρονική   περίοδο από τρεις (3) έως δώδεκα (12) μήνες. Σε περίπτωση υποτροπής  η   άδεια  λειτουργίας των ανωτέρω μονάδων αφαιρείται οριστικά. Με απόφαση   του  Υπουργού  Γεωργίας,   που   δημοσιεύεται   στην   Εφημερίδα   της   Κυβερνήσεως,  μπορεί  να αναπροσαρμόζονται τα προβλεπόμενα ως άνω όρια   των διοικητικών ποινών.

13. Η δίωξη των  παραβάσεων  που  παρόντος  άρθρου  κινείται  με  τη   σύνταξη  πρωτοκόλλου  παράβασης  από τους αρμόδιους για τον έλεγχο του   ελαιολάδου υπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργίας.

Με  προεδρικό  διάταγμα,  που  εκδίδεται  με  πρόταση  του  Υπουργού   Γεωργίας,  καθορίζεται η διαδικασία δίωξης των παραβατών, η διαδικασία   για τα είδη που κατάσχονται και τα είδη που  υπόκεινται  σε κατάσχεση,   καθώς και άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

14.  Ελαιόλαδα,  τα οποία διαπιστώνεται ότι δεν ανταποκρίνονται στην   ονομασία  προέλευσης  ή  τη  γεωγραφική  ένδειξη  που   χρησιμοποιούν,   ανασυσκευάζονται  υποχρεωτικά  από τους παραβάτες μέσα σε ένα (1) μήνα   και σημαίνονται κανονικά, προκειμένου να  διατεθούν  στην  κατανάλωση,   αλλιώς κατάσχονται.

15.  Με  προεδρικό  διάταγμα,  που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού   Γεωργίας, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι όροι και η  διαδικασία  για   την καθιέρωση προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων   γεωγραφικών ενδείξεων και για άλλα γεωργικά προϊόντα. Οι παραβάτες της   παρούσας παραγράφου τιμωρούνται με τις προβλεπόμενες ποινές του άρθρου   458  του  Ποινικού  Κώδικα.  Με  όμοιο  προεδρικό  διάταγμα  μπορεί να   καθορίζονται και διοικητικές ποινές για τους  παραβάτες  της  παρούσας   παραγράφου.  Η  δίωξη  του  ανωτέρω  παραβάσεων κινείται με τη σύνταξη   πρωτοκόλλου παράβασης από τους αρμόδιους για τον έλεγχο  των  σχετικών   γεωργικών προϊόντων υπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργίας.  “Οι υπουργικές αποφάσεις, που εχουν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του π.δ. 81/1993 “Προϋποθέσεις όροι και διαδικασία καθιέρωσης ονομασιών προέλευσης γεωργικών προϊόντων” (ΦΕΚ 36 Α`) μπορεί να ρυθμίζουν κατά διάφορο τρόπο θέματα που εχουν σχέση και αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 3 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, καθώς και θέματα που εχουν σχέση με τα αρχικά γράμματα των στοιχειων ελέγχου που αναφέρονται στην περίπτωση στ` της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 6 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α      10)

Άρθρο 12
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α΄)

1. Στο άρθρο 58 του ν. 998/1979 η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η εκτέλεση μικρών δημόσιων ή δημοτικών και κοινοτικών έργων όπως   μετεωρολογικών  σταθμών,  τηλεπικοινωνιακών  δικτύων  ή  εγκαταστάσεων   έργων  ύδρευσης  και  αποχέτευσης  έργων  συλλογής,  αποθήκευσης   και   μεταφοράς  υδάτων  (εξωποτάμιες  και  εσωποτάμιες λιμνοδεξαμενές με τη   βοήθεια μικρών φραγμάτων και ταμιευτήρες φραγμάτων) για αρδευτικούς  ή   υδρευτικούς σκοπούς και αντλιοστασίων εντός δασών και δασικών εκτάσεων   είναι  επιτρεπτή ύστερα από άδεια του οικείου νομάρχη μετά από πρόταση   της αρμόδιας αρχής.

Η εκτέλεση των παραπάνω έργων μπορεί κατά περίπτωση να  συνδυάζεται   με  την  εκτέλεση  και χρησιμοποιήση των δασοτεχνικών έργων του άρθρου   16”.

2. Στο άρθρο 70 του ν. 998/1979 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

“3.Η μη έκδοση της απόφασης του οικείου νομάρχη για κήρυξη  εκτάσεων   ως αναδασωτέων, που προβλέπεται να εκδίδεται εντός τριών μηνών από την   καταστολή  της  πυρκαϊάς ή τη διαπίστωση ότι η καταστροφή του δάσους ή   της δασικής έκτασης προήλθε από άλλη αιτία, σύμφωνα με  τις  διατάξεις   του  άρθρου  41  εκδίδεται εντός δύο μηνών και συνιστά ποινινό αδίκημα   και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός μήνα.”

Άρθρο 13
Ειδική αποζημίωση σε γεωπόνους ελεγκτές
Με προεδρικά διατάγματα, που  εκδίδονται  με  πρόταση  των  Υπουργών   Οικονομικών  και  Γεωργίας,  καθορίζονται  οι όροι και οι προϋποθέσεις   χορήγησης   ειδικής   αποζημίωσης,   που   καταβάλλεται    από    τους   ενδιαφερόμενους ιδιώτες στους γεωπόνους που ασχολούνται:

α)   Με   τον   ποιοτικό   έλεγχο  των  νωπών,  επεξεργασμένων  και   μεταποιημένων προϊόντων φυτικής προέλευσης και

β) Με το φυτοϋγειονομικό έλεγχο των φυτών,  φυτικών  προϊόντων  και   άλλων  αντικειμένων που πιθανόν να είναι φορείς επικίνδυνων εχθρών και   ασθενειών των καλλιεργειών και της φυτικής παραγωγής της χώρας.       Η αποζημίωση αυτή χορηγείται για εργασία πέραν του κανονικού ωραρίου   λειτουργίας  των  δημοσίων  υπηρεσιών,  καθώς  και  τις   αργίες   και   εξαιρέσιμες  ημέρες  για  την  ακώλυτη διακίνηση των ανωτέρω προϊόντων   κατά την εισαγωγή, εξαγωγή και διακίνησή τους στο εσωτερικό της χώρας.

Άρθρο 14
Γενικοί Οικονομικοί Επιθεωρητές

1. Οι αρμοδιότητες της περίmωσης α` του άρθρου 2 του Π.Δ. 505/1989 (ΦΕΚ 216  Α) ασκούνται από οκτώ (8) Γενικούς Οικονομικούς Επιθεωρητές υπαλλήλους του  κλάδου ΠΕ10 Οικονομικού, τους Περιφερειακούς Οικονομικούς Επιθεωρητές του  άρθρου 151 του Π.Δ. 433/1977 (ΦΕΚ 133 Α), καθώς και από τους υπαλλήλους του  κλάδου ΠΕ10 Οικονομικού με βαθμό Α`, που υπηρετούν στη Διεύθυνση Ελέγχου και  οικονομικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Γεωργίας και στις Περιφερειακές  Οικονομικές Επιθεωρήσεις.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.14 άρθρ.19     Ν.3208/2003,ΦΕΚ Α 303/24.12.2003.

2. Γενικοί Οικονομικοί Επιθεωρητές  τοποθετούνται,  με  απόφαση  του   Υπουργού  Γεωργίας  υπάλληλοι  του Κλάδου ΠΕ10 Οικονομικού με βαθμό Α`   και εικοσαετή  τουλάχιστον  υπηρεσία  ύστερα  από  σύμφωνη  γνώμη  του   υπηρεσιακού συμβουλίου.

3.  Στους Γενικούς Οικονομικούς Επιθεωρητές, και για όσο χρόνο ασκούν   τα καθήκοντά τους  καταβάλλεται το προβλεπόμενο από τις  διατάξεις  του   άρθρου  12  παρ.  1 του  ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37 Α`), επίδομα προϊσταμένου   διεύθυνσης.

Άρθρο 15
Απαγόρευση παρασκευής και εξαγωγής ελιών μαυρισμένων με οξείδωση σε αλκαλικό περιβάλλον (CONFITES)

1. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου απαγορεύεται η παρασκευή και   διάθεση, καθώς και εξαγωγή στο εξωτερικό ελιών μαυρισμένων με οξείδωση   σε αλκαλικό περιβάλλον (CONFITES).

2. Η παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 1845/1989 (ΦΕΚ 102 Α`) καταργείται.

Άρθρο 16
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1734/1987 (ΦΕΚ 189 Α΄)
Στο άρθρο 13 του ν. 1734/1987 στην παρ. 2Β μεταξύ του  προτελευταίου   και του τελευταίου εδαφίου, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Κατ`  εξαίρεση και για εθνικούς λόγους επιτρέπεται να παραχωρούνται   κατά κυριότητα ή  κατά  χρήση  για  ορισμένο  χρόνο,  σύμφωνα  με  τις   διατάξεις  της  παρ.  3, δημόσιες δασικές ή χορτολιβαδικές εκτάσεις σε   νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου,  που  χαρακτηρίζονται  ως  κοινωφελή   ιδρύματα  κατά  την  έννοια  του Αστικού Κώδικα, τα οποία υφίστανται ή   συνιστώνται από  τα  πρεσβυγενή  Ελληνορθόδοξα  (Ελληνόφωνα  ορθόδοξα)   Πατριαρχεία της Ανατολής ή την αυτοδιοίκητη Ιερά Μονή και Αρχιεπισκοπή   του  Ορους  Σινά  και  εξυπηρετούν  τους  πνευματικούς, πολιτιστικούς,   φιλανθρωπικούς, επιστημονικούς και  λοιπούς  κοινωφελείς  σκοπούς  των   ανωτέρω θρησκευτικών καθιδρυμάτων”.

Άρθρο 17
Τροποποίηση – συμπλήρωση του Ν. 1565/1985 (ΦΕΚ 164 Α΄)

1. Το άρθρο 4 του ν. 1565/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 4

Ελεγχος Λιπασμάτων

1. Η κυκλοφορία λιπάσματος με την ένδειξη “Λίπασμα Ε.Ο.Κ.” ελέγχεται   επισήμως   για   την   πιστοποίηση   ότι  εφαρμόζονται  οι  όροι,  που   προδιαγράφονται στις κοινοτικές διατάξεις, που  αφορούν  την  ποιότητα   και τη σύνθεση των λιπασμάτων.

2.  Κατά  την  εισαγωγή  λιπασμάτων  προέλευσης  τρίτων χωρών ως και   λιπασμάτων από χώρες Ε.Ο.Κ.,  που  δεν  φέρουν  την  ένδειξη  “Λίπασμα   Ε.Ο.Κ”,   το   Υπουργείο  Γεωργίας  διενεργεί  προληπτικό  έλεγχο  των   παραστατικών εγγράφων,  που  αφορούν  τη  σύνθεση  του  προϊόντος  και   δειγματοληψία,  η  οποία  διενεργείται  από  κοινού  με  το συναρμόδιο   Υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με την κείμενη  νομοθεσία,  προκειμένου   να χορηγήσει άδεια κυκλοφορίας στον ενδιαφερόμενο. Προληπτικός έλεγχος   διενεργείται   και   στα  εγχωρίως  παραγόμενα  λιπάσματα  στις  έδρες   παραγωγής τους.

3. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα   της Κυβερνήσεως καθορίζεται η διαδικασία του προληπτικού  ελέγχου,  τα   απαιτούμενα  δικαιολογητικά  και  κάθε  αναγκαία  λεπτομέρεια  για την   υλοποίηση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

4. Ημεδαποί ή αλλοδαποί, που ασχολούνται με  οποιονδήποτε  τρόπο  με   την   παραγωγή,  εισαγωγή,  συσκευασία  και  εμπορία  των  λιπασμάτων,   οφείλουν να παρέχουν στα αρμόδια κρατικά όργανα όλες τις  πληροφορίες,   που  έχουν  σχέση  με τα τεχνικά στοιχεία του άρθρου 2 και τα στοιχεία   κόστους των λιπασμάτων”.

2. Μετά το άρθρο 13 του ν. 1565/1985 προστίθεται άρθρο 13α ως εξής:

“Αρθρο 13α

Θέματα, που προκύπτουν από την εφαρμογή της από 31-7-1984  Σύμβασης,   που  συνάφθηκε  μεταξύ  του Ελληνικού Δημοσίου και της Συνεταιριστικής   Εταιρίας Λιπασμάτων Α.Ε. (ΣΥΝΕΛ Α.Ε.) και κυρώθηκε με το άρθρο  8  του   ν.   1565/1985,  εξακολουθούν να διέπονται και μετά την ημερομηνία της   μονομερούς λύσης της Σύμβασης από τις διατάξεις της Σύμβασης αυτής.

Τυχόν αποθέματα, που παραμένουν στη ΣΥΝΕΛ Α.Ε. κατά  την  ημερομηνία   της  μονομερούς  λύσης  της Σύμβασης, καθώς και κάθε άλλη εκκρεμότητα,   που ήθελε προκύψει από τη λύση της Σύμβασης,  ρυθμίζονται  με  απόφαση   των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Γεωργίας”.

Άρθρο 18
Πρόσληψη ωρομίσθιου προσωπικού από τα Ταμεία Προστασίας Ελαιοπαραγωγής
Τα   Ταμεία   Προστασίας   Ελαιοπαραγωγής  μπορεί  να  προσλαμβάνουν   ωρομίσθιο προσωπικό για  τις  εργασίες  καταπολέμησης  του  δάκου  της   ελιάς, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παρ. 3, 4 περίπτ. α` έως δ` 5   και  6  του  άρθρου  29  του  ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α`), όπως κάθε φορά   ισχύουν.

Το προσωπικό αυτό θα προσλαμβάνεται με επιλογή  από  τα  όργανα  του   άρθρου 10 του ν.δ. 2413/1953 (ΦΕΚ 125Α`).

Κατώτατο  όριο  ηλικίας  για  την  πρόσληψη του παραπάνω προσωπικού,   ορίζεται το 18ο έτος συμπληρωμένο και ανώτατο το  65ο  έτος.  Κατά  τα   λοιπά το προσωπικό αυτό υπάγεται στις διατάξεις του ν. 1943/1991.

Άρθρο 19
Κατάργηση της υπέρ Α.Σ.Ο. εισφοράς επί της κορινθιακής σταφίδας
Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις:

α)  Του  άρθρου  58  παρ.  1  του  από  26-9/30-11-1955  β.δ. “περί   κωδικοποιήσεως των  περί  προστασίας  κορινθιακής  σταφίδας  και  περί   Αυτονόμου Σταφιδιακού Οργανισμού διατάξεων” (ΦΕΚ 326 Α`)

β) Του άρθρου 11 του ν. 553/1977 (ΦΕΚ 73 Α`)

γ) Του π.δ. 535/1989 (ΦΕΚ 224 Α`).

Άρθρο 20
Συμμετοχή δικαστικών σε επιτροπές του Υπουργείου Γεωργίας
Σε  επιτροπές  και  ομάδες εργασίας του Υπουργείου Γεωργίας μείζονος   οικονομικού  ενδιαφέροντος  μπορεί   να   συμμετέχουν   και   ανώτατοι   δικαστικοί  λειτουργοί,  οι  οποίοι  ορίζονται  με τον αναπληρωτή τους   ύστερα από πρόταση του οικείου προέδρου των ανώτατων δικαστηρίων, κατά   περίπτωση. Ο Υπουργός Γεωργίας  απευθύνει  σχετικό  έγγραφο  προς  τον   Υπουργό   Δικαιοσύνης,   ο   οποίος   απευθύνεται   προς  επιλογή  στο   προσφορότερο, κατά την κρίση του για το συγκεκριμένο σκοπό δικαστήριο.   Ο  Υπουργός  Γεωργίας  μπορεί  να  ορίζει  και   επίτιμους   ανώτατους   δικαστικούς λειτουργούς.

Άρθρο 21
Κατοχύρωση επαγγέλματος γεωτεχνικών

1. Το επάγγελμα των γεωτεχνικών εξασκείται κατ` αποκλειστικότητα από   γεωτεχνικούς,  όπως αυτοί ορίζονται από την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.   1474/1984 (ΦΕΚ 128 Α`)

Με  προεδρικό  διάταγμα,  που  εκδίδεται  με  απόφαση  του  Υπουργού   Γεωργίας,  μέσα  σε  έξι  μήνες  από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου,   καθορίζονται  οι  επαγγελματικές  δραστηριότητες  και  η   υποχρεωτική   απασχόληση  κατά κλάδο, καθώς και κάθε άλλη διαδικασία και λεπτομέρεια   σχετική με την κατοχύρωση του επαγγέλματος των γεωτεχνικών.

2.  Οι  παραβάτες  των  διατάξεων  της  παρ.  1  του  άρθρου   αυτού   τιμωρούνται  με τις προβλεπόμενες από το άρθρο 458 του Ποινικού Κώδικα   ποινές.

Άρθρο 22
Συμπληρωματικά μέτρα για την εκτέλεση του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) 1096/88

1. Για την εκτέλεση του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) 1096/88  του  Συμβουλίου   της  25-4-1988 “σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την   ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής  δραστηριότητας”  (EE  L  110)  οι   ακόλουθοι όροι έχουν την εξής έννοια:

α) Γεωργία

Είναι   ο   τομέας   της   οικονομίας,  ο  οποίος  περιλαμβάνει  τις   δραστηριότητες των κλάδων  οι  οποίοι  αποσκοπούν  στην  παραγωγή  των   γεωργικών  προϊόντων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 22 του ν. 992/1979   “Περί οργανώσεως  των  διοικητικών  υπηρεσιών  δια  την  εφαρμογή  της   Συνθήκης προσχωρήσεως κλπ” πλην των τοιούτων της θαλάσσιας αλιείας και   των δασών.

β) Γεωργική εκμετάλλευση.

Είναι  η  οικομική  μονάδα παραγωγής προς πώληση ενός ή περισσότερων   προϊόντων των κλάδων γεωργίας με ενιαία διοίκηση και διαχείριση.  Στις   δραστηριότητες της γεωργικής εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται παράλληλα με   την  παραγωγή  των  προϊόντων  και  η διακίνηση, μεταφορά, τυποποιήση,   συσκευασία, αποθήκευση, τοποθέτηση μέχρι  του  σταδίου  της  χονδρικής   πώλησης  αποκλειστικά  των  προϊόντων  που  παράγει  η  ίδια  γεωργική   εκμετάλλευση, καθώς και η πρώτη χωρική μεταποίησή τους.

γ) Γεωργός κατά κύρια απασχόληση.

Το φυσικό πρόσωπο,  το  οποίο  λαμβάνει  τουλάχιστον  το  (50%)  του   συνολικού   του  εισοδήματος  από  την  απασχόλησή  του  στη  γεωργική   εκμετάλλευση και απασχολείται σ`αυτήν αυτοπροσώπως  και  επαγγελματικά   τουλάχιστον κατά το 50% του συνολικού χρόνου απασχόλησής του.

δ) Απασχόληση στη Γεωργία.

Η  προσωπική  εργασία,  που  προσφέρεται,  συστηματικά από το φυσικό   πρόσωπο στην ιδιόκτητη ή μη ιδιόκτητη γεωργική εκμετάλλευση  με  σκοπό   την επίτευξη οικονομικού αποτελέσματος.

ε) Αρχηγός γεωργικής εκμετάλλευσης.

αα)  Αρχηγός  γεωργικής εκμετάλλευσης θεωρείται το φυσικό πρόσωπο,   που είναι οικονομικά και νομικά υπεύθυνο για τη γεωργική  εκμετάλλευση   και συμμετέχει ενεργά στην κανονική λειτουργία της.

ββ) Για την ίδια οικογενειακή εκμετάλλευση δεν μπορεί να θεωρηθούν   αρχηγοί περισσότερα από ένα άτομα με κοινή οικονομία.

γγ)  Στα  πλαίσια  της  οικογένειας  η γεωργική εκμετάλλευση είναι   ενιαία και αδιαίρετη ανεξάρτητα από το πραγματικό γεγονός,  ποιός  από   τους συζύγους είναι ο αρχηγός της.

δδ)  Σε  περίπτωση  συνιδιοκτησίας  (περιουσία  εξ αδιαιρέτου) από   συνιδιοκτήτες, που δεν ανήκουν στην ίδια οικογένεια, εφόσον  προκύπτει   από  στοιχεία  της  Α.Τ.Ε. ή από βεβαίωση του δήμου ή της κοινότητας ή   άλλο αποδεικτικό στοιχείο ότι παρά  το  αδιαίρετο  της  περιουσίας  οι   συνιδιοκτήτες ασκούν την εκμετάλλευσή  τους χωριστά, τότε είναι δυνατό   η   αδιαίρετη   ιδιοκτησία   να   θεωρηθεί  ως  περισσότερες  από  μία   εκμεταλλεύσεις με διαφορετικούς αρχηγούς.

στ)  Κάτοχος  γεωργικής  εκμετάλλευσης  δικαιούχος   της   ετήσιας   αποζημίωσης θεωρείται:

αα) Ο ιδιοκτήτης γεωργικής εκμετάλλευσης

ββ)  Τα  μέλη  της ίδιας οικογένειας, που έχουν εξουσιοδοτηθεί με   ειδικό πληρεξούσιο για να διαχειρίζονται την εκμετάλλευση.

Σε περίπτωση, που δεν υπάρχουν τίτλοι κυριότητας  λόγω  των  ειδικών   συνθηκών,  που υπάρχουν ακόμα στη χώρα μας, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να   αποδείξει με κάθε νόμιμο τρόπο ότι νέμεται  και  κατέχει  τη  γεωργική   εκμετάλλευση.

ζ) Βεβαία χρονολογία.

Ενα ιδιωτικό έγγραφο λαμβάνει βεβαία χρονολογία ως προς τρίτους μόνο   με  θεώρηση  από  συμβολαιογράφο  ή  άλλο  αρμόδιο  κατά  νόμο δημόσιο   υπάλληλο.

2. α) Δικαιούχοι της αποζημίωσης είναι γεωργοί, που έχουν  τις  εξής   προϋποθέσεις:

αα)  Εχουν  ηλικία 55-65 ετών. Εντάσσονται δε στο καθεστώς το 1989   όσοι έχουν γεννηθεί ανεξάρτητα ημερομηνίας τα έτη 1925 ως και 1934.

ββ) Είναι κατά κύρια απασχόληση γεωργοί.

γγ) Είναι κάτοχοι και αρχηγοί γεωργικής εκμετάλλευσης.

δδ) Δέχονται να σταματήσουν τη γεωργική τους δραστηριότητα και  να   παραχωρήσουν  τη  γεωργική τους εκμετάλλευση σε τρίτους, που διαθέτουν   ήδη γεωργική εκμετάλλευση και που είναι ή θα γίνουν  αμέσως  μετά  την   παραχώρηση κατά κύρια απασχόληση γεωργοί.

β) Δεν μπορεί να ενταχθούν στους δικαιούχους της περίπτωσης α` οι:

αα)  Εμμισθοι υπάλληλοι, μόνιμοι ή με σύμβαση (Δημοσίου, ν.π.δ.δ.,   ν.π.ι.δ., στρατιωτικοί, ιδιωτικοί κ.λπ.).

ββ) Χαρακτηριστικές κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών  (εργολάβοι   διάφορων έργων, βιοτέχνες, γιατροί, δικηγόροι, επιχειρηματίες κ.λπ).

γγ) Αυτοί που λαμβάνουν σύνταξη από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο   εσωτερικού ή εξωτερικού.

γ)  Οι  σύζυγοι  (άνδρες  ή  γυναίκες)  των  παραπάνω  εξαιρούμενων   κατηγοριών της περίπτωσης β`, εφόσον είναι αρχηγοί  της  εκμετάλλευσης   και πληρούν τους γενικούς όρους, μπορεί να ενταχθούν στο μέτρο.

δ)  (ι) Παύση γεωργικής δραστηριότητας είναι η διακοπή οποιασδήποτε   γεωργικής δραστηριότητας του δικαιούχου από τη στιγμή ένταξής του  στο   καθεστώς  του  Κανονισμού  (Ε.Ο.Κ.)  1096/88.  Κατ`εξαίρεση  μπορεί να   συνεχίζει να ασκεί γεωργική δραστηριότητα σε ποσοστό  10%  κατ`ανώτατο   όριο  της  έκτασης της εκμετάλλευσης που όμως δεν μπορεί να υπερβαίνει   τα δέκα (10) στρέμματα  υπό  τον  όρο  ότι  παύει  κάθε  παραγωγή  για   εμπορικούς σκοπούς.

(ιι) Η παραχώρηση της γεωργικής εκμετάλλευσης μπορεί να είναι είτε   οριστική  (γονική  παροχή,  δωρεά,  πώληση  κ.λπ.)  είτε  προσωρινή με   ενοικίαση. Οταν η παραχώρηση είναι οριστική πρέπει να  περιβληθεί  τον   τύπο  συμβολαιογραφικού  εγγράφου  νόμιμα μεταγεγραμμένου. Η προσωρινή   παραχώρηση μπορεί να γίνει με σύμβαση αγρομίσθωσης,  που  καταρτίζεται   με  ιδιωτικό  συμφωνητικό  βεβαίας  χρονολογίας.  Ο  συμβατικός χρόνος   διάρκειάς της ορίζεται τουλάχιστον όσο  και  η  χρονική  παραμονή  του   δικαιούχου στο μέτρο.

(ιιι)   Ο   νέος   κάτοχος  στον  οποίο  παραχωρείται  η  γεωργική   εκμετάλλευση από το δικαιούχο αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην αυξήσει   την παραγωγή των πλεονασματικών προϊόντων στο σύνολο της  έκτασης  της   εκμετάλλευσής  του  μετά  την  επέκτασή της. Ως πλεονασματικά προϊόντα   θεωρούνται τα προϊόντα τα οποία δεν έχουν κατά  τρόπο  συστηματικό  σε   κοινοτικό επίπεδο, κανονικές μη επιδοτούμενες διεξόδους αγοράς.

ε) Η διάρκεια παραμονής του δικαιούχου στο καθεστώς της ενθάρρυνσης   της  παύσης  της  γεωργικής  δραστηριότητας  ορίζεται  σε δέκα το πολύ   χρόνια και μέχρι το 70ό έτος της ηλικίας του.

στ) Το ύψος της ετήσιας αποζημίωσης ορίζεται σε 360.000 δραχμές και   καταβάλλεται σε 12 ισόποσες μηνιαίες  δόσεις  των  30.000  δραχμών.  Η   καταβολή  των  μηνιαίων  αυτών  δόσεων  αρχίζει  από την ανακήρυξη των   δικαιούχων από τον οικείο νομάρχη.

3. α) Φορέας εφαρμογής του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.)  1096/88  ορίζεται  η   Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας Α.Ε., η οποία ενεργεί κατ` εντολή και για   λογαριασμό του Δημοσίου.

β) Οι ενδιαφερόμενοι που έχουν τις προϋποθέσεις, που ορίζονται στην   παρ. 2 του παρόντος άρθρου, εφόσον επιθυμούν να ενταχθούν στο καθεστώς   αυτό,  υποβάλλουν  αίτηση  –  δήλωση στην υπηρεσιακή μονάδα της Α.Τ.Ε.   Α.Ε.  στη  δικαιοδοσία  της   οποίας   βρίσκεται   η   γεωργική   τους   εκμετάλλευση,  που  πρέπει  να  συνοδεύεται  με  τα  οριζόμενα από την   παρούσα  παράγραφο  δικαιολογητικά.   Τα  υποβαλλόμενα  δικαιολογητικά   είναι:

αα) Αίτηση – δήλωση στην οποία πρέπει να αναφέρεται:

1) ότι είναι κατά κύρια απασχόληση γεωργός,

2)  ότι  είναι  κάτοχος και αρχηγός γεωργικής εκμετάλλευσης με τα   συγκεκριμένα στοιχεία αυτής.

3) ότι παραχωρεί τη γεωργική του  εκμετάλλευση  σε  νέο  ή  νέους   κατόχουs,  οι  οποίοι μετά την επέκταση της εκμετάλλευσής τους είναι ή   γίνονται γεωργοί κατά κύρια απασχόληση,

4)  ότι  διατηρεί  έκταση  (παρ.  2,  περιπτ.  δ`  εδ.`  ι`)  για   αυτοκατανάλωση και όχι για εμπορικούς σκοπούς.

ββ)   Βεβαίωση   του   προέδρου  της  κοινότητας  ή  του  δημάρχου   προκειμένου περί δήμων, ή του προέδρου του γεωργικού συνεταιρισμού του   οποίου μέλος είναι ο ενδιαφερόμενος από την  οποία  να  προκύπτει  ότι   είναι κατά κύρια απασχόληση γεωργός.

γγ)  Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α`) του   νέου κατόχου επικυρωμένη (θεωρημένη από δημόσια αρχή)  στην  οποία  να   δηλώνει:

1)  ότι  είναι  κατά  κύρια  απασχόληση  γεωργός  ή  σε  αντίθετη   περίπτωση  που  δεν  είναι,  δηλώνει,  ότι  θα  ασκήσει  τη   γεωργική   δραστηριότητα  ως  κύρια  απασχόληση καθ` όλη τη χρονική διάρκεια, που   καταβάλλεται  αποζημίωση  στο  δικαιούχο   μετά   την   επέκταση   της   εκμετάλλευσης.

2)  ότι  δεν θα αυξήσει την παραγωγή των πλεονασματικών προϊόντων   στο σύνολο της εκμετάλλευσής του μετά την επέκτασή της.

3) τα στοιχεία  της  εκμετάλλευσής  του  κατά  τοποθεσία,  αριθμό   στρεμμάτων  –  δένδρων,  είδος  καλλιέργειας,  συνολική  παραγωγή κατ`   είδος.

δδ) Αντίγραφο συμβολαιογραφικού  εγγράφου  νόμιμα  μεταγεγραμμένου   από   το   οποίο   να   προκύπτει  η  μεταβίβαση  της  κυριότητας  των   παραχωρούμενων εκτάσεων. Σε  περίπτωση  που  η  γεωργική  εκμετάλλευση   ενοικιάζεται,   θα  υποβάλλεται,  αντίγραφο  συμβολαιογραφικής  πράξης   νόμιμα μεταγεγραμμένης  ή  φωτοαντίγραφο  του  ιδιωτικού  συμφωνητικού   βεβαίας χρονολογίας (θεωρημένο από δημόσια αρχή).

εε)   Συμπληρωματικά   υποβάλλονται   από   τους  δικαιούχους  της   κατηγορίας της παρ. 2, περιπτ. γ` τα εξής δικαιολογητικά:

1) εκκαθαριστικά σημειώματα δήλωσης φόρου εισοδήματος,

2)  βεβαίωση  του  ασφαλιστικού  φορέα  για  το   εισόδημα,   που   αποκτήθηκε την προηγούμενη χρονιά.

Σε πρώτη φάση οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν στις υπηρεσιακές μονάδες   της Α.Τ.Ε. Α.Ε. της περιοχής τους όλα τα δικαιολογητικά πλην αυτών που   αναφέρονται  στις  υποπεριπτώσεις  γγ` και δδ` της παρούσας περίπτωσης   β`.

γ) Ανακήρυξη δικαιούχου

αα)  Οι  υπηρεσιακές  μονάδες  της  Α.Τ.Ε.  Α.Ε.   προβαίνουν   σε   συγκέντρωση  και  έλεγχο  των σχετικών δικαιολογητικών και σχηματίζουν   φάκελο  για  κάθε  αίτηση  που  υποβάλλεται.  Μετά  τον   έλεγχο   των   δικαιολογητικών  και  εφόσον  πληρούνται  οι  προϋποθέσεις, καλείται ο   ενδιαφερόμενος   να   υποβάλλει   τα   αποδεικτικά   παραχώρησης   της   εκμετάλλευσης  των  υποπεριπτώσεων γγ` και δδ`, της περίπτωσης β`, της   παρούσας παραγράφου.

ββ)  Ο  Προϊστάμενος  της  υπηρεσιακής  μονάδας  της  Α.Τ.Ε.  Α.Ε.   συντάσσει  πίνακες  δικαιούχων  και  μη δικαιούχων, ύστερα από σχετικό   έλεγχο των δικαιολογητικών και  εισηγείται  στον  οικείο  νομάρχη  την   ανακήρυξη των δικαιούχων και την κύρωση των υποβληθέντων πινάκων.

γγ) Οι πίνακες, που επικυρώθηκαν από το νομάρχη επιστρέφονται στην   υπηρεσιακή  μονάδα  της  Α.Τ.Ε. Α.Ε.. Αντίγραφά τους αποστέλλονται στο   δήμο  ή  την  κοινότητα  των  ενδιαφερομένων  με  την  παραγγελία   να   δημοσιευτούν   με   ανάρτηση  σε  μέρος  του  δημοτικού  ή  κοινοτικού   καταστήματος, που προορίζεται για το  σκοπό  αυτόν  και  στη  συνέχεια   συντάσσεται   αποδεικτικό   δημοσίευσης   ενώπιον   δύο  μαρτύρων.  Το   αποδεικτικό αυτό αποστέλλεται αμέσως στην υπηρεσιακή μονάδα της Α.Τ.Ε.   Α.Ε., που έχει καταρτίσει τους πίνακες.

δδ) Κατά του  κύρους  της  απόφασης  του  νομάρχη,  με  την  οποία   απορρίφθηκε  η  αίτηση  του  ενδιαφερομένου, ο αιτών μπορεί να ασκήσει   προσφυγή μέσα σε τριάντα (30) ημέρες  από  τη  δημοσίευση  του  πίνακα   σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 3200/1955 (ΦΕΚ 97 Α`).

εε) Σε κάθε υπηρεσιακή μονάδα της Α.Τ.Ε. Α.Ε., όπου φυλάσσονται οι   ατομικοί   φάκελοι   με   όλα  τα  στοιχεία  των  δικαιούχων  και  της   εκμετάλλευσης,  δημιουργείται  αρχείο  και   μητρώο   δικαιούχων   και   εκμεταλλεύσεων.

στστ)  Με  τα  στοιχεία  των  παραπάνω  στοιχείων  η  Α.Τ.Ε.  Α.Ε.   δημιουργεί μηχανογραφικό αρχείο και ενεργεί  τις  περιοδικές  πληρωμές   κατά  μήνα. Το μηχανογραφικό αυτό αρχείο ενημερώνεται με τις μεταβολές   που παρουσιάζονται κατά μήνα.

ζζ) Η Α.Τ.Ε. Α.Ε. παρακολουθεί το αρχείο δικαιούχων  και  έξι  (6)   μήνες  πριν  από  τη  συμπλήρωση  του  65ου  έτους  της  ηλικίας  τους   ενημερώνει τους δικαιούχους με ταυτόχρονη κοινοποίηση στον Ο.Γ.Α. ώστε   να υποβάλλουν την αίτησή τους για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος από τον   Ο.Γ.Α..

δ) Δειγματοληπτικοί έλεγχοι – Κυρώσεις.

αα)  Δειγματοληπτικοί  έλεγχοι,  επιτόπιοι,  και  λογιστικοί,   σε   ποσοστό  10% τουλάχιστον επί του συνόλου των δικαιούχων, διενεργούνται   κάθε χρόνο από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Τ.Ε. Α.Ε..

ββ) Σε περίπτωση που ο δικαιούχος της αποζημίωσης  δεν  τηρεί  τις   συμβατικές  του  υποχρεώσεις  ή παραπλάνησε τις αρμόδιες αρχές ως προς   τις προϋποθέσεις ένταξής του στους δικαιούχους:          1) διακόπτεται κάθε περαιτέρω καταβολή αποζημίωσης.

2) τυχόν καταβληθέντα ποσά αποζημίωσης εισπράττονται  έντοκα  και   με τη διαδικασία του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α`).

γγ)  Σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων από τους νέους κατόχους   οι παραβάτες αποκλείονται από όλες τις ενισχύσεις και  τα  προγράμματα   του Υπουργείου Γεωργίας για μια δεκαετία.

4.  α)  Η  αποζημίωση,  που  χορηγείται  στα  πλαίσια  εφαρμογής του   Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) 1096/88, καθώς και το ύψος αυτής ορίζεται, σύμφωνα   με τα αναφερόμενα στο ν.δ. 131/1974 (ΦΕΚ 320 Α`),  όπως  τροποποιήθηκε   με  το  ν.  1409/1983  (ΦΕΚ 199 Α`), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του   άρθρου 6 του ν. 1558/1985 (ΦΕΚ 137 Α`).

β)  Ο  τρόπος  πληρωμής  της  ανωτέρω  αποζημίωσης,  καθώς  και  τα   απαιτούμενα  δικαιολογητικά  απόδοσης  λογαριασμού των επ` ονόματι της   Α.Τ.Ε. Α.Ε. εκδιδόμενων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, ορίζεται με   απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών.

5. α) Η χορήγηση της αποζημίωσης σε καμιά  περίπτωση  δεν  λογίζεται   συνταξιοδοτική  παροχή  ή  άλλης  μορφής  παροχή.  Η  παροχή  αυτή δεν   αποτελεί λόγο στέρησης των προϋποθέσεων  κτήσης  δικαιώματος  σύνταξης   στον  αγρότη  από  τον  Ο.Γ.Α. εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες   προϋποθέσεις συνταξιοδότησής του από τον ανωτέρω Οργανισμό.

β) Η  καταβαλλόμενη  μηνιαία  αποζημίωση  στους  εντασσομένους  στο   καθεστώς  για  την  ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας   μειώνεται αφ` ότου συμπληρωθεί το νόμιμο όριο ηλικίας (65ο  έτος)  για   συνταξιοδότησή  τους από τον Ο.Γ.Α. κατά το ποσό της χορηγούμενης κάθε   φορά κατώτερης σύνταξης, γήρατος, η οποία για το έτος  1990  ανέρχεται   σε 10.000 δραχμές το μήνα και από 1-1-1991 σε 12.000 δραχμές το μήνα.

Η  ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από 1-7-1990.

γ)  Κατά  τη  διάρκεια  εφαρμογής του μέτρου οι εντασσόμενοι σ`αυτό   αγρότες και μέχρι συμπλήρωσης του 65ου έτους της ηλικίας λογίζονται ως   ενεργοί αγρότες για όλα τα ασφαλιστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις παρά   το γεγονός ότι έχουν παύσει τη γεωργική δραστηριότητα.

6. α) Σε περίπτωση που ο δικαιούχος της  αποζημίωσης  δεν  τηρεί  τις   συμβατικές  του  υποχρεώσεις, που ορίζονται από τον Κανονισμό (Ε.Ο.Κ.)   1096/88 και από το παρόν άρθρο ή παραπλάνησε την υπηρεσία ως προς  τις   προϋποθέσεις ένταξής του, στους δικαιούχους:

αα) διακόπτεται κάθε περαιτέρω καταβολή της αποζημίωσης,

ββ)   τυχόν   καταβληθέντα  ποσά  αποζημίωσης,  που  έχουν  ληφθεί   εισπράττονται έντοκα και με τη διαδικασία των διατάξεων του ν.δ.  356/  1974.

β)  Αναστέλλεται  η  χορήγηση  της  αποζημίωσης του παρόντος άρθρου   μέχρι  την  έκδοση   αμετάκλητων   δικαστικών   αποφάσεων   σε   όσους   παραπέμπονται  στη  δικαιοσύνη  για εξαπάτηση του Δημοσίου. Με απόφαση   του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται διοικητικές κυρώσεις  σε  περίπτωση   αθέτησης υποχρεώσεων των νέων κατόχων.

7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και των καθ` ύλην αρμόδιων   υπουργών   είναι   δυνατή  η  τροποποίηση  ή  αντικατάσταση  όρων  και   προϋποθέσεων,  καθώς  και  κάθε  άλλη  αναγκαία  λεπτομέρεια  για  την   εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

8.  α)  Η πραγματοποιούμενη με το παρόν άρθρο δαπάνη βαρύνει τις για   το σκοπό αυτόν γραφόμενες στον προϋπολογισμό του  Υπουργείου  Γεωργίας   πιστώσεις,  Φ.  29/110 και ΚΑ 5322, που εγκρίθηκαν με την αριθ. 1081α/  4-4-1989 απόφαση της Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων.

Οι απαιτούμενες για την πληρωμή  των  δικαιολογητικών  πιστώσεις  θα   διαβιβάζονται  στην Α.Τ.Ε. με εντάλματα προπληρωμής, που θα εκδίδονται   από τη Διεύθυνση Εντελλομένων Εξόδων του Υπουργείου Γεωργίας στο όνομα   της Α.Τ.Ε. (Κεντρικό Κατάστημα),  κατόπιν  προτάσεως  της  Οικονομικής   Διεύθυνσης σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Γεωργικών   Διαρθώσεων και την αρμόδια Διεύθυνση της Α.Τ.Ε.

Η  πληρωμή  των  δικαιούχων,  που  θα  εντάσσονται  στο πρόγραμμα με   αποφάσεις του οικείου νομάρχη, θα γίνεται με καταστάσεις πληρωμής, που   συντάσσονται από τα αρμόδια υποκαταστήματα της Α.Τ.Ε. κάθε μήνα.

Η Α.Τ.Ε. μεριμνά για την πληρωμή της  αποζημίωσης,  είτε  απευθείας,   στους  δικαιούχους  που αναφέρονται στις καταστάσεις πληρωμής, είτε με   πίστωση υπάρχοντος ή ανοιγησομένου λογαριασμού Ταμιευτηρίου στο  όνομα   των   δικαιούχων   για  όσους  δεν  παρουσιάζονται  να  εισπράξουν  τα   δικαιούμενα ποσά.

Στις αρχές κάθε  έτους  η  Α.Τ.Ε.  θέτει  υπόψη  της  Επιτροπής  που   συστάθηκε  με  την αριθ. 60104/11624/2-9-81 κοινή απόφαση των Υπουργών   Οικονομικών   και   Γεωργίας,   τα   στοιχεία   των    πληρωμών    που   πραγματοποιήθηκαν από αυτή μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου.

Η Επιτροπή μετά από προσεκτικό έλεγχο των δικαιολογητικών καταρτίζει   πρακτικά διαπίστωσης πληρωμών των από την αριθ. 1081α/4-4-1989 απόφαση   της  Επιτροπής  Τιμών  και Εισοδημάτων προβλεπόμενων αποζημιώσεων, που   πραγματοποιήθηκαν από τα υποκαταστήματα της Α.Τ.Ε.

Από τα ανωτέρω πρακτικά δύο  αντίγραφα  αποστέλλονται  στο  Κεντρικό   Κατάστημα  της  Α.Τ.Ε.  με  τα  παραστατικά  απόδοσης  των υπέρ τρίτων   κρατήσεων και το τρίτο φυλάσσεται στο οικείο υποκατάστημα.

Η Α.Τ.Ε υποχρεούται να τηρεί το αρχείο  των  δικαιούχων  με  όλα  τα   παραστατικά  της  ένταξής τους, σε φακέλλους, που θα φέρουν τον κωδικό   αριθμό τους.

Υποχρεούται δε να φυλάττει το αρχείο αυτό για  5  επί  πλέον  χρόνια   μετά την έξοδο του δικαιούχου από το μέτρο.

β)   Δικαιολογητικά   απόδοσης   λογαριασμών  των  από  την  Α.Τ.Ε.   διαχειριζόμενων για το σκοπό του παρόντος άρθρου χρηματικών ενταλμάτων   προπληρωμής είναι:

αα) Συγκεντρωτική κατάσταση δαπανών  που  θα  συντάσσεται  και  θα   υπογράφεται  από  το  διευθυντή  του Κεντρικού Καταστήματος της Α.Τ.Ε.   βάσει των ανωτέρω πρακτικών της Επιτροπής, που συγκροτείται με απόφαση   του νομάρχη, σύμφωνα με την αριθμ.  60104/11624/2-9-81  κοινή  απόφαση   των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας και που περιέρχονται σε αυτό από   τα υποκαταστήματά της.

ββ) Τα παραστατικά αποδόσεως των υπέρ τρίτων κρατήσεων:

1)  Αποδεικτικά  Δημόσιου  Ταμείου  για  την  είσπραξη  των τελών   χαρτοσήμου.

2) Αποδεικτικά είσπραξης του ποσού υπέρ Μ.Τ.Π.Υ.  που  επιβαρύνει   την προμήθεια της Α.Τ.Ε..

γγ)   Πρακτικά   επιτροπών  της  αριθ.  60104/11624/2-9-81  κοινής   υπουργικής αποφάσεως.

δδ) Αποδεικτικό της Α.Τ.Ε. για την είσπραξη της προμήθειας από την   παροχή εργασιών.

γ) Η παραπάνω αποζημίωση υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου 1,5%  +  ΟΓΑ   το  οποίο αποδίδεται στο Δημόσιο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παρ. 1   του Κ.Φ.Σ..

δ) Η Α.Τ.Ε. υποχρεούται τον Ιανουάριο κάθε  έτους  να  στέλνει  στη   Διεύθυνση  Οικονομική,  Τμήμα  Δαπανών  Προσανατολισμού,  τα  στοιχεία   πληρωμών που  πραγματοποίησε  μέχρι  31  Δεκεμβρίου  του  προηγούμενου   έτους,  συμπληρωμένα  στο  υπόδειγμα  της  απόφασης  της Επιτροπής των   Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Τα εν λόγω στοιχεία θα χρησιμεύουν, για σύνταξη αίτησης απόδοσης της   συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσανατολισμού και  Εγγυήσεων  στις   δαπάνες που πραγματοποιούνται κάθε έτος από τη χώρα μας.

ε)  Σε  περίπτωση  αθέτησης των όρων, βάσει των οποίων παρέχεται η   αποζημίωση  ή  διαπίστωση   ότι   τα   στοιχεία   των   αιτήσεων   των   ενδιαφερομένων είναι ψευδή, τότε πέραν των άλλων νόμιμων κυρώσεων:

αα) Διακόπτεται η παραπέρα συνέχιση καταβολής της αποζημίωσης.

ββ)   Επανεισπράττονται   έντοκα   τα   τυχόν  καταβληθέντα  ποσά   αποζημίωσης με τη διαδικασία των διατάξεων του ν.δ. 356/1974.

Η  διαδικαία  επανείσπραξης  των  αχρεωστήτως  καταβληθέντων   ποσών   διενεργείται από την αρχή που ανακηρύσσει τους δικαιούχους.

9.  α) Συνιστώνται τριμελείς, κατά νομό, επιτροπές, που απαρτίζονται   από τους:

αα) Διευθυντή Γεωργίας ή προϊστάμενο του Τμήματος Προγράμματος της   Διεύθυνσης Γεωργίας, ως πρόεδρο, αναπληρούμενος από  τους  αναπληρωτές   τους.

ββ)   Υπάλληλο   της   Διεύθυνσης   Γεωργίας  εκ  των  κλάδων  ΠΕ9   διοικητικός, ΠΕ 10 οικονομικός, ΤΕ 6  διοικητικός – λογιστικός,  ΔΕ  4   διοικητικός  –  λογιστικός  με  αναπληρωτή του υπάλληλο εκ των ανωτέρω   κλάδων.

γγ) Γεωτεχνικό / Επιθεωρητή Α.Τ.Ε. του νομού, αναπληρούμενο από το   νόμιμο αναπληρωτή του.

Χρέη γραμματέα  της  επιτροπής  εκτελεί  υπάλληλος  της  Διεύθυνσης   Γεωργίας.

β)  Η  συγκρότηση  των  ανωτέρω  επιτροπών  γίνεται  με απόφαση του   οικείου νομάρχη.

γ) Εργο των επιτροπών είναι ο έλεγχος των στοιχείων των φακέλων των   μέχρι σήμερα ενταχθέντων στο καθεστώς του Καν.  (Ε.Ο.Κ.)  1096/88  για   την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας και ο επιτόπιος   έλεγχος, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Οι  επιτροπές  εντός  προθεσμίας  3  μηνών  από της συγκρότησής τους   υποχρεούνται να ολοκληρώσουν το έργο τους.  Με  απόφαση  του  Υπουργού   Γεωργίας  μπορεί  να  παρέχεται νέα προθεσμία με αναδρομική ισχύ μέχρι   περάτωσης του έργου.

Στο τέλος κάθε μήνα υποβάλλεται στον οικείο νομάρχη  με  κοινοποίηση   στα  αρμόδια  καταστήματα της Α.Τ.Ε. πρακτικό των διεξαχθέντων ελέγχων   στο οποίο εμφαίνεται:

αα) Ο αριθμός των ελεχθέντων φακέλων δικαιούχων.

ββ) Ονομαστική κατάσταση των κρινομένων ως καλώς  ενταχθέντων  στο   καθεστώς.

γγ)  Ονομαστική  κατάσταση,  με  λεπτομερή αιτιολόγηση, εκείνων οι   οποίοι εντάχθηκαν στο  καθεστώς,  χωρίς  να  πληρούν  τους  όρους  και   προϋποθέσεις  ένταξής  τους,  σύμφωνα με τις Πράξεις, που εκδόθηκαν σε   εκτέλεση του Καν. (Ε.Ο.Κ.) 1096/88.

δ) Ο νομάρχης, βάσει του ανωτέρω πρακτικού για όσους εντάχθηκαν στο   καθεστώς χωρίς να πληρούν τους προβλεπόμενους όρους και  προϋποθέσεις,   αποφασίζει:

αα) Την άρση της ανακήρυξής τους, ως δικαιούχων.

ββ) Τη διαγραφή τους από το σχετικό πίνακα δικαιούχων της Α.Τ.Ε..

γγ)   Την  επιστροφή  των  εισπραχθέντων  ποσών  αποζημίωσης,  ως   αχρεωστήτως καταβληθέντων.

ε) Τα οδοιπορικά έξοδα και οι εκτός  έδρας  ημερήσιες  αποζημιώσεις   των  μελών  της  Επιτροπής και της Γραμματείας θα βαρύνουν τις δαπάνες   οδοιπορικών εξόδων των Ταμείων Γεωργίας  Κτηνοτροφίας  και  Δασών  των   Διευθύνσεων Γεωργίας.

10.  Η  ισχύς  των  διατάξεων  των παρ. 1 έως 9 του παρόντος άρθρου   αρχίζουν από 3 Απριλίου 1989.

11. α) Από 14.3.1991 διακόπτεται το  καθεστώς  της  ενθάρρυνσης  της   παύσης  της  γεωργικής  δραστηριότητας  του Καν. (ΕΟΚ) 1096/88 σε ό,τι   αφορά την παραλαβή αιτήσεων από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος  Α.Ε.   (Α.Τ.Ε.  Α.Ε.) για την ένταξη των ενδιαφερομένων στο ανωτέρω καθεστώς,   καθώς και για τις εκκρεμείς αιτήσεις που υποβλήθηκαν στην Α.Τ.Ε.  Α.Ε.   πριν από την ανωτέρω ημερομηνία.

β)  Με  απόφαση της Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων, όπως κάθε φορά   ισχύουν οι αντίστοιχες με την Επιτροπή διατάξεις ύστερα  από  εισήγηση   του  Υπουργού  Γεωργίας  μπορεί,  με  βάση  τις διατάξεις του παρόντος   άρθρου, οι δικαιούχοι, που εντάχθηκαν  στο  καθεστώς  του  Καν.  (ΕΟΚ)   1096/88  να  απεντάσσονται από αυτό και να εντάσσονται σε άλλο θεσμικό   κοινοτικό καθεστώς.

γ) Για την  εξέταση  των  προσφυγών  που  εκκρεμούν  στο  Υπουργείο   Γεωργίας και αφορούν το κύρος των αποφάσεων των νομαρχών για μη ένταξη   στο  καθεστώς  της ενθάρρυνσης της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας   παρέχεται δίμηνη  προθεσμία  από  την  ημερομηνία  υποβολής  τους  στο   Υπουργείο  Γεωργίας,  πέραν  της  προβλεπόμενης  από το άρθρο 8 του ν.   3200/1955.

Άρθρο 23
Νομιμοποίηση δαπανών
Οι δαπάνες  για  την  παροχή  έκτακτης  επισιτιστικής  βοήθειας  στη   Βουλγαρία,   ύψους   τριακοσίων   πέντε   εκατομμυρίων   δραχμών,  που   πραγματοποιήθηκαν από το Υπουργείο Γεωργίας και  αφορούν  τη  χορήγηση   και  μεταφορά  δύο  χιλιάδων  (2.000) τόννων πορτοκαλιών, δύο χιλιάδων   (2.000) τόννων μαλακού σίτου και χιλίων (1.000)  τόννων  ζάχαρης  κατά   παρέκκλιση της κείμενης νομοθεσίας για τις προμήθειες, δικαιολογημένης   της  απευθείας  ανάθεσης  στην  Κ.Υ.Δ.Ε.Π. και την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ   ΖΑΧΑΡΗΣ  Α.Ε.  αντίστοιχα,  λόγω  του  κατεπείγοντος  αλλά   και   της   συμφέρουσας  τιμής  αγοράς,  θεωρούνται  νόμιμες, τα δε δικαιολογητικά   νομιμοποίησης των ανωτέρω δαπανών καθορίζονται με  κοινή  απόφαση  των   Υπουργών  Οικονομικών  και  Γεωργίας.  Οι ανωτέρω δαπάνες βαρύνουν τις   πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Γεωργίας.

Άρθρο 24
Σύσταση Γραμματείας Επιτροπής Τιμών και Εισοδήματος και Ομάδας Εργασίας

1. Συνιστάται γραμματεία της  Επιτροπής  Τιμών  και  Εισοδημάτων,  η   οποία  λειτουργεί  στο  Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και έχει σκοπό τη   γραμματειακή εξυπηρέτηση αυτής.

2.Της γραμματείας προϊσταται υπάλληλος της κατηγορίας ειδικών θέσεων   ή υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ Οικονομικού με βαθμό  Α`,  που  ορίζεται   από  τον  πρόεδρο  της Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων, ο οποίος ασκεί   και τα καθήκοντα του γραμματέα. Η γραμματεία της Επιτροπής  Τιμών  και   Εισοδημάτων   στελεχώνεται   από  υπαλλήλους  του  Υπουργείου  Εθνικής   Οικονομίας  ή  άλλων  οργανισμών,  που  εποπτεύονται  από   αυτό   και   τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.

3.  Στη  γραμματεία  της  Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων συνιστάται   Ομάδα Εργασίας, η οποία συγκροτείται με απόφασή  της  από  εκπροσώπους   των  Υπουργών  –  Μελών της Επιτροπής Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών,   Γεωργίας,  Εργασίας,  Βιομηχανίας,  Ενέργειας  και   Τεχνολογίας   και   Εμπορίου.

4.  Εργο  της  Ομάδας Εργασίας είναι η επεξεργασία των προτάσεων των   Υπουργείων και η υποβολή σχετικών εισηγήσεων προς την  Επιτροπή  Τιμών   και Εισοδημάτων.

5.  Συντονιστής  της  Ομάδας  Εργασίας  ορίζεται  ο  γραμματέας  της   Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων, ο οποίος προετοιμάζει τα θέματα,  που   εισάγονται  για συζήτηση στην Επιτροπή. Ο συντονιστής επικουρείται στο   έργο του από υπαλλήλους της κατηγορίας ΠΕ  Οικονομικού,  ειδικευμένους   σε   θέματα  Τιμών  και  Εισοδημάτων,  καθώς  και  πολιτικής  επί  της   πρωτογενούς παραγωγής.

6. Καθήκοντα γραμματέα της  Ομάδας  Εργασίας  ασκεί  υπάλληλος,  που   υπηρετεί  στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, οριζόμενος από τον πρόεδρο   της Επιτροπής.

7. Καθορίζεται το ύψος της μηνιαίας αποζημίωσης  του  συντονιστή  σε   50.000  δραχμές  και  των  μελών, εισηγητών και γραμμματέων της Ομάδας   Εργασίας της γραμματείας της Επιτροπής Τιμών και Εισοδημάτων στο  ποσό   των 30.000 δραχμών το μήνα.

8.  Η δαπάνη βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου   Γεωργίας (Κωδικός Αριθμός 5322).

9.  Οι  δικαιούχοι  της  αποζημίωσης,  η αναπροσαρμογή του ύψους της   αποζημιώσης, η  διαδικασία  και  κάθε  αναγκαία  λεπτομέρεια  για  την   εφαρμογή  του  παρόντος  άρθρου  καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής   Τιμών και Εισοδημάτων.

10. Η ισχύς των  διατάξεων  του  παρόντος  άρθρου  αρχίζει  από  1ης   Αυγούστου 1989.

Άρθρο 25
Σε  κτήματα,  στα  οποία  εχώρησε  αποκατάσταση  κατά το άρθρο 9 του   Αγροτικού  Κώδικα,  η  βοσκήσιμη  έκταση  περιέρχεται  κατά   διαιρετό   δικαίωμα   κυριότητας  στους  δικαιούχους,  που  καθόρισε  η  Επιτροπή   Απαλλοτριώσεων ή τους νόμιμους κληρονόμους τους,  εφόσον  αυτοί  είναι   μόνιμοι  κάτοικοι της κοινότητας στην οποία κείται το κτήμα και ασκούν   το επάγγελμα του γεωργού. Δεν υπόκεινται σε διανομή  οι  εκτάσεις  της   μορφής  του  άρθρου  3 παρ. 1 και 2 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α`). Στις   εκτάσεις αυτές οι ανωτέρω δικαιούχοι αποκτούν εξ  αδιαιρέτου  δικαίωμα   νομής,  της  κυριότητας παραμένουσας στο Δημόσιο. Τυχόν εναπομείναντες   κλήροι λόγω μη συνδρομής προϋποθέσεων στο πρόσωπο των  δικαιούχων  του   πρώτου   εδαφίου   χαρακτηρίζονται   διαθέσιμοι  και  διατίθενται  για   αποκατάσταση άλλων ακτημόνων. Επί των ανωτέρω αποφαίνεται  η  Επιτροπή   Απαλλοτριώσεων.  Η  παράγραφος  10  του  άρθρου  75  του  ν.  998/1979   καταργείται.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 37 παρ.1 Ν.4061/2012, ΦΕΚ Α 66/22.3.2012.

Άρθρο 26
Σε κτήματα που έγινε απαλλοτρίωση  για  την  αποκατάσταση  ακτημόνων   κτηνοτρόφων,  με  βάση  τις  διατάξεις  της  αγροτικής  νομοθεσίας, οι  εξαιρεθείσες υπέρ των  ιδιοκτητών εκτάσεις βάσει του άρθρου 29 του ν.δ.  2185/1952, που εμπίπτουν “στην κατηγορία  των εδαφών του άρθρου 3 παρ. 2, καθώς και των εδαφών με τη μορφή της περίπτωσης α` της  παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, όπως ισχύει”, «και στην κατηγορία των υπεράνω  των δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπών κορυφών ή αλπικών ζωνών των ορέων της παρ. 3 του  ανωτέρω άρθρου 3 του ν. 998/1979» θεωρούνται ιδιωτικές, εφόσον έχει εκδοθεί  η  σχετική   απόφαση  των  δικαστηρίων  για  την αναγνώριση των δικαιούχων  αποζημίωσης.   Της   εφαρμογής  του  προηγούμενου  εδαφίου  εξαιρούνται  κτήματα,  που  έχουν χαρακτηριστεί ως  ανταλλάξιμα και διεκδικούνται ως  τοιαύτα.

Οι παράγραφοι 6, 7 και 8 του άρθρου 75 του ν. 998/1979 καταργούνται.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.4  του άρθρου 51 του Ν. 4280/2014 (ΦΕΚ Α 159/08/08/2014)

Άρθρο 27
Σε κτήματα στα οποία έγινε αποκατάσταση κτηνοτρόφων, σύμφωνα με  τις   διατάξεις  του  Κώδικα   Αποκατάστασης  Κτηνοτρόφων,  επιτρέπεται στην   οικεία Επιτροπή Απαλλοτριώσεων μετά από  αίτηση  του  αποκατασταθέντος   κτηνοτρόφου   να   μετατρέπει  μέρος  του  εξ  αδιαιρέτου  δικαιώματος   διηνεκούς νομής, σε διαιρετό δικαίωμα,  πλήρους  κυριότητος,  επί  των   εκτάσεων του κτήματος:

α) Για την ανέγερση οικήματος και ποιμνιοστασίων μέχρι 4 στρέμματα.

β)  Για  την  καλλιέργεια  κτηνοτροφικών  φυτών  μέχρι  του 1/5 του   δικαιώματος. Η παραχώρηση του δικαιώματος αυτού είναι δυνατή  εάν  από   τη  σχετική  μελέτη  του  γεωπόνου  της  υπηρεσίας  προκύπτει, ότι δεν   δημιουργείται πρόβλημα στην κτηνοτροφική εκμετάλλευση του  απομένοντος   βοσκοτόπου  και η διαχωριζόμενη έκταση δεν έχει αποκτήσει οικοπεδική ή   τουριστική αξία. Ο διαχωρισμός ενεργείται  από  τοπογραφικό  συνεργείο   της  τοπογραφικής  υπηρεσίας, βάσει της μελέτης του γεωπόνου. Με πράξη   του οικείου νομάρχη επέρχεται μεταβολή  των  κτηματολογικών  στοιχείων   και  τροποποιείται  ο  υπέρ  ΣΑΑΜΚ  εκδοθείς τίτλος. Τυχόν έκπτωση του   κτηνοτρόφου για  τους  προβλεπόμενους  από  τον  Κώδικα  Αποκατάστασης   Κτηνοτρόφων  λόγους  επιφέρει  έκπτωση  και  εκ  του, κατά τα ανωτέρω,   δικαιώματος, κυριότητας εντός  20ετίας  από  του  διαχωρισμού.  Εάν  ο   διαγραφείς   κτηνοτρόφος  έχει  ανεγείρει  κτίσματα  σημαντικής  αξίας   δύναται να ζητήσει από την οικεία Επιτροπή Απαλλοτριώσεων την  εξαγορά   της  έκτασης  επί  της οποίας κείνται, με τίμημα ίσο προς την τρέχουσα   αξία της έκτασης.  Σε  περίπτωση  μη  υποβολής  αιτήματος  τα  ακίνητα   περιέρχονται  στο  Δημόσιο,  μη  υποχρεουμένου, σε αποζημίωση. Επί των   κατά  τα  ανωτέρω  παραχωρούμενων  εκτάσεων,  επιτρέπεται  η   εγγραφή   υποθήκης  εκ  του  νόμου ή δικαστικής αποφάσεως ή εγγραφή προσημείωσης   υποθήκης,  καθώς  και  η  παραχώρηση  συμβατικής   υποθήκης   εκ   του   δικαιούχου,  μόνο,  υπέρ  πιστωτικών ιδρυμάτων, που αναγνωρίζονται από   την Τράπεζα της Ελλάδος  και  μόνο  για  την  ασφάλεια  των  υπ`αυτών,   χορηγούμενων  δανείων ή άλλων εγγυήσεων, που προορίζονται αποκλειστικά   για την ανέγερση των κτισμάτων, ή τη  δημιουργία  βελτιώσεων  επί  της   εκτάσεως.  Με  απόφαση του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται η διαδικασία   και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή  του  παρόντος  άρθρου,   καθώς και των προηγούμενων άρθρων 25 και 26.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.10 Ν.3147/2003,    ΦΕΚ Α 135/5.6.2003 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 37 παρ.1 Ν.4061/2012, ΦΕΚ Α 66/22.3.2012.

Άρθρο 28
Τροποποίηση διατάξεων του Ν.Δ. 86/1969
Τροποποίση διατάξεων του ν.δ. 86/1969  Το άρθρο 110 του ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 110

Απαγόρευση αιγοβοσκής σε δάση ελάτης

1.  Η βοσκή των αιγών μέσα σε δάση, δημόσια ή όχι, είτε αμιγή ελάτης   είτε μικτά με λαρικοειδή πεύκη, ή οξυά στα οποία το ποσοστό μίξης  της   ελάτης  υπερβαίνει  το  0,5  απογορεύεται  επ`  αόριστο  με αστυνομική   διάταξη του δασάρχη, που ορίζει την απαγορευμένη έκταση  και  τα  όριά   της  , καθώς και τις τυχόν ελεύθερες μέσα σ` αυτή ζώνες διέλευσης προς   ποτισμό των αιγοποιμνίων.

2.  Με  όμοια  αστυνομική  διάταξη  του   δασάρχη   απαγορεύεται   η   εγκατάσταση,  διατήρηση  και  βοσκή  αιγών  σε όλα τα δάση και δασικές   εκτάσεις δημόσια ή μη, του Νομού Αττικής.  Το  μέτρο  αυτό  μπορεί  να   εφαρμόζεται  και  σε άλλες περιοχές της Χώρας, με απόφαση του Υπουργού   Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3.  Στους  παραβάτες  των  διατάξεων  της  προηγουμένης   παραγράφου   επιβάλλεται,  εκτός  από  τις  προβλεπόμενες  από  την  κείμενη δασική   νομοθεσία ποινές,  από  μεν  τον  οικείο  διευθυντή  δασών  ή  δασάρχη   πρόστιμο  πενήντα  έως πεντακοσίων χιλιάδων δραχμών, από δε τον οικείο   διευθυντή  γεωργίας  στέρηση  κάθε  μορφής  οικονομικής  ενίσχυσης   ή   επιδότησης.”.

Άρθρο 29
Τροποποίηση του Ν. 177/1975 (ΦΕΚ 205 Α΄)
Τροποποιήση του ν. 177/1975 (ΦΕΚ 205 Α`)            Η παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 177/1975 αντικαθίσταται ως εξής:

“9. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη   του  Τεχνικού  Συμβουλίου Δασών, μπορεί να χαρακτηρίζονται ως συνεχείς   ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές εκτάσεις ανεξαρτήτως ιδιοκτησίας, όχι   μικρότερες των πέντε χιλιάδων (5.000) στρεμμάτων εντός του  χώρου  της   ηπειρωτικής  Ελλάδας  και πεντακοσίων (500) τουλάχιστον στρεμμάτων στη   νησιωτική Ελλάδα. Πριν από την έκδοση της απόφασης  αυτής  συντάσσεται   πλήρης  μελέτη   των  απαιτούμενων  τεχνικών  έργων  και βελτίωσης του   φυσικού περιβάλλοντος του βιότοπου.”

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας νομικών προσώπων εποπτείας Υπουργείου Γεωργίας.

Άρθρο 30
Αναπροσαρμογή πόρων του Οργανισμού Βάμβακος

1.  Από  τη  δημοσίευση  του   παρόντος   νόμου   επιβάλλεται   στις   εκκοκκιστικές  επιχειρήσεις  ανταποδοτική  εισφορά υπέρ του Οργανισμού   Βάμβακος, ίση με  το  ένα  στα  εκατό  (1%)  στην  καταβαλλόμενη  στον   παραγωγό  τιμή  κατά  χιλιόγραμμο  σύσπορου  βαμβακιού.  Το  ποσό  της   εισφοράς αυτής κατατίθεται από τις υπόχρεες επιχειρήσεις στην Αγροτική   Τράπεζα της Ελλάδος σε λογαρισμό του Οργανισμού Βάμβακος.

2. Ειδικές διατάξεις, που ισχύουν για την  είσπραξη  των  απαιτήσεων   του  Οργανισμού  Βάμβακος,  εφαρμόζονται  και  για  την  είσπραξη  της   ανταποδοτικής αυτής εισφοράς, σε περίπτωση καθυστέρησης της  κατάθεσής   της .

3.  Στο  άρθρο  10 παρ.1 του ν.δ. 3853/1958 (ΦΕΚ 160 Α`) η περίπτωση   α`, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 675/1977  (ΦΕΚ  251   Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“α)  Ο  κατά  τις  κείμενες  διατάξεις υπέρ αυτού ειδικός φόρος στο   εισαγόμενο για βιομηχανοποίηση από το  εξωτερικό  βαμβάκι,  καθώς  και   στις  εισαγόμενες  από  το  εξωτερικό κάθε φύσης τεχνητές ή συνθετικές   υφαντικές μη συνεχείς  ίνες  (τεχνητό  βαμβάκι)  μέχρι  και  τρια  (3)   ντενιέ, ορίζεται σε ένα στα εκατό (1%) επί της αξίας του.

Ο  καταβαλλόμενος  ειδικός φόρος στο βιομηχανοποιημένο στο εσωτερικό   εγχώριο βαμβάκι καταργείται”.

4. Ο ειδικός  φόρος  της  παρ.  3  κατατίθεται  από  τους  υπόχρεους   εισαγωγείς  στην  Αγροτική  Τράπεζα  της  Ελλάδος  σε  λογαριασμό  του   Οργανισμού Βάμβακος και το  αποδεικτικό  κατάθεσης  αποτελεί  αναγκαίο   παραστατικό για τον εκτελωνισμό των εισαγόμενων προϊόντων.

Άρθρο 31
Τροποποίηση διατάξεων τoυ Ν. 1790/1988 (ΦΕΚ 134 Α΄)

1. Στο άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 1790/1988 η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Τα έσοδα από την ειδική ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 5α του παρόντος νόμου».

2. Μετά το άρθρο 5 του Ν. 1790/1988 προστίθεται άρθρο 5α ως εξής:

«Άρθρο 5α Ειδική ασφαλιστική εισφορά υπέρ ΕΛ.Γ.Α.

1. Στην ειδική ασφαλιστική εισφορά υπέρ του ΕΛ.Γ.Α. υπόκεινται τα εξής εγχωρίως παραγόμενα αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα:

α) Φυτικής, ζωικής, αλιευτικής και υδατοκαλλιεργητικής προέλευσης. Από τα προϊόντα και υποπροϊόντα φυτικής προέλευσης δεν υπόκεινται στην εισφορά αυτήν τα δασικά προϊόντα, πλην των δενδρυλλίων των φυτωριακών επιχειρήσεων.

β) Φυτικής, ζωικής, αλιευτικής και υδατοκαλλιεργητικής προέλευσης, που προέρχονται από την αμοιβή σε είδος των απασχολουμένων στη γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία και στα δάση κατά κύριο επάγγελμα με μισθό ή ημερομίσθιο.

γ) Φυτικής προέλευσης, που προέρχονται από αλωνιστικά, εκθλιπτικά και λοιπά συναφή σε είδος δικαιώματα των εκμεταλλευόμενων αλωνιστικών συγκροτημάτων, ελαιοτριβείων και άλλων.

δ) Τα προερχόμενα από τη βιομηχανική ή βιοτεχνική επεξεργασία των αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων των περιπτώσεων α΄, β΄, και γ΄, η οποία ενεργείται από τους παραγωγούς ή τρίτους για λογαριασμό των παραγωγών.

Δεν υπόκεινται στην ειδική ασφαλιστική εισφορά τα αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που παράγονται στην περιοχή του Αγίου Όρους, ανεξάρτητα αν αυτά ανήκουν στις Ιερές Μονές ή σε τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

2. Στην ειδική ασφαλιστική εισφορά υπόκεινται επίσης και:

α) Τα αγροτικά προϊόντα, τα οποία παραδίδονται κατ΄ εφαρμογή κανονισμών της Ε.Ο.Κ. στη αγοραστική παρέμβαση ή στην απόσυρση και για τα οποία δεν προηγήθηκε πράξη αγοράς τους.

β) Τα καπνά σε φύλλα, που αγοράζονται από το ελεύθερο εμπόριο.

γ) Η ενίσχυση στην παραγωγή του ελαιολάδου, που χορηγείται από την Ε.Ο.Κ. στους ελαιοπαραγωγούς.

3. Η ειδική ασφαλιστική εισφορά ορίζεται σε ποσοστό δύο στα εκατό (2%) για τα προϊόντα φυτικής προέλευσης και σε ποσοστό μισό στα εκατό (0,5%) για τα προϊόντα ζωικής, αλιευτικής και υδατοκαλλιεργητικής προέλευσης. Τα ποσοστά αυτά υπολογίζονται επί της αξίας των προϊόντων τούτων, όπως αυτή καθορίζεται στην επόμενη παράγραφο 4.

Τα ανωτέρω ποσοστά μπορεί να αναπροσαρμόζονται για όλα τα παραπάνω προϊόντα ή για μια κατηγορία προϊόντων ή για ένα μόνο είδος προϊόντων με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας.

4. α) Η αξία των αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων, επί της οποίας επιβάλλεται η ειδική ασφαλιστική εισφορά, υπολογίζεται με βάση:

αα) Την τιμή της χονδρικής πώλησης αυτών, όταν πρόκειται για τα αυτούσια αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται χονδρικά στην ημεδαπή από τους παράγωγούς ή εξάγονται απευθείας από αυτούς στην αλλοδαπή.

ββ) Την τιμή της πώλησης αυτών, όταν πρόκειται για τα αυτούσια αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται χονδρικά ή λιανικά ή χονδρικά και λιανικά στην ημεδαπή από τρίτους, με προμήθεια για λογαριασμό των παραγωγών ή εξάγονται από αυτούς στην αλλοδαπή, επίσης για λογαριασμό των παραγωγών, αφού αφαιρεθούν από τη συνολική αξία η προμήθεια ή η αμοιβή του τρίτου και οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από αυτόν για λογαριασμό του παραγωγού.

γγ) Τη μέση τιμή της χονδρικής πώλησης:

(1) των σε φυσική κατάσταση αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων κατά το χρόνο της συγκομιδής τους στον τόπο της παραγωγής προκειμένου:

ι) Για τα μετά προηγούμενη βιομηχανική ή βιοτεχνική επεξεργασία αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται χονδρικά στην ημεδαπή από τους παραγωγούς ή εξάγονται απευθείας από αυτούς στην αλλοδαπή.

ιι) Για τα μετά προηγούμενη βιομηχανική ή βιοτεχνική επεξεργασία αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται χονδρικά ή λιανικά ή χονδρικά και λιανικά στην ημεδαπή ή εξάγονται στην αλλοδαπή από τρίτους με προμήθεια για λογαριασμό των παραγωγών, αφαιρουμένων από την αξία της προμήθειας ή της αμοιβής του τρίτου και των δαπανών, που πραγματοποιήθηκαν από αυτόν για λογαριασμό του παραγωγού.

ιιι) Για τα αυτούσια ή μετά προηγούμενη βιομηχανική ή βιοτεχνική επεξεργασία αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται λιανικά από τους παραγωγούς από δικό τους κατάστημα ή πρατήριο, με εξαίρεση αυτά που πωλούνται στις κατά τόπους λαϊκές αγορές.

(2) Των σε φυσική κατάσταση αγροτικών προϊόντων, τα οποία προέρχονται από αλωνιστικά, εκθλιπτικά και λοιπά συναφή σε είδος δικαιώματα κατά το χρόνο αλωνισμού των σιτηρών, της έκθλιψης των ελαιών και άλλων προϊόντων, προκειμένου για τα μετά προηγούμενη βιομηχανική ή βιοτεχνική επεξεργασία αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που πωλούνται χονδρικά ή λιανικά από τους εκμεταλλευόμενους τα αλωνιστικά συγκροτήματα, ελαιοτριβεία και λοιπά.

β) Ειδικά η αξία, επί της οποίας επιβάλλεται η ειδική ασφαλιστική εισφορά, στις περιπτώσεις:

αα) Της λιανικής πώλησης αυτούσιων αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων στις κατά τόπους λαϊκές αγορές από τους παραγωγούς, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, είναι η αξία των προϊόντων αυτών, η οποία προσδιορίζεται από τις διευθύνσεις ή τα τμήματα εμπορίου των νομαρχιών ή από το Ταμείο Λαϊκών Αγορών, όπως κάθε φορά ισχύει η αντίστοιχη με το ταμείο διάταξη, κατά την έκδοση ή αναθεώρηση των παραγωγικών αδειών εμπορίας των αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές με βάση την ποσότητα του αγροτικού προϊόντος που εγκρίνεται από την αρμόδια υπηρεσία για πώληση και την τιμή αποζημίωσης, που καθορίζεται από τον ΕΛ.Γ.Α. κατά την αντίστοιχη καλλιεργητική περίοδο του προηγούμενου έτους.

ββ) Των αγροτικών προϊόντων, τα οποία παραδίδονται κατ΄ εφαρμογή κανονισμών της Ε.Ο.Κ. στην αγοραστική παρέμβαση ή στην απόσυρση και για τα οποία δεν προηγήθηκε πράξη αγοράς τους, είναι η αξία των προϊόντων αυτών, που υπολογίζεται με βάση την τιμή παρέμβασης ή απόσυρσης των εν λόγω προϊόντων.

γγ) Των καπνών σε φύλλα, που αγοράζονται από το ελεύθερο εμπόριο, είναι η αξία των καπνών αυτών.

δδ) Της ενίσχυσης στην παραγωγή του ελαιολάδου, που χορηγείται από την Ε.Ο.Κ. στους ελαιοπαραγωγούς, είναι το ποσό της ενίσχυσης αυτής.

εε) Της πώλησης εκτρεφομένων ζώων από επιχειρήσεις εκτροφής τους, είναι η αξία, που προκύπτει μετά την αφαίρεση από τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, που προέρχονται από την πώληση των εκτρεφόμενων ζώων, της αξίας των αγορασθέντων στο εσωτερικό για πάχυνση ζώων, εφόσον στην αξία των ζώων αυτών έχει επιβληθεί αποδεδειγμένα η εισφορά αυτή.

5. Αγροτικά προϊόντα και υποπροϊόντα, που βρίσκονται στα καταστήματα, αποθήκες ή άλλους χώρους επιτηδευματία ή που πωλήθηκαν από αυτόν και των οποίων η προέλευση δεν αποδεικνύεται με τιμολόγια ή άλλα στοιχεία του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, θεωρούνται για την επιβολή της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς, κατ΄ αμάχητο τεκμήριο, ως αγορασθέντα από παραγωγό και οφείλεται, στην αξία της αγοράς των προϊόντων αυτών, η κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά.

6. Η ειδική ασφαλιστική εισφορά, βαρύνει πάντοτε τον πωλητή των αγροτικών προϊόντων ή υποπροϊόντων παραγωγό, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου. Παραγωγός, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, θεωρείται και:

α) Ο απασχολούμενος κατά κύριο επάγγελμα στη γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία και δάση με μισθό ή ημερομίσθιο, που λαμβάνει την αμοιβή του σε είδος.

β) Ο εκμεταλλευόμενος αλωνιστικά συγκροτήματα, ελαιοτριβεία και άλλα, που λαμβάνει την αμοιβή του σε είδος αλωνιστικού, εκθλιπτικού και συναφούς δικαιώματος, που προέρχεται από προϊόντα και υποπροϊόντα φυτικής προέλευσης.

7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου αυτού, η ειδική ασφαλιστική εισφορά αποδίδεται στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία από τους κατά νόμο υπόχρεους για την καταβολή της εισφοράς αυτής, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 30 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων (Π.Δ. 99/1977) και κατά την οριζόμενη σ΄ αυτόν διαδικασία, ανάλογα εφαρμοζόμενη.

8. Υπόχρεοι για την απόδοση της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία είναι, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου αυτού, εκείνοι, οι οποίοι, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, υποχρεούνται σε έκδοση τιμολογίων αγοράς ή πώλησης αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων ή εκκαθαρίσεων επί πωλήσεως των προϊόντων αυτών για λογαριασμό των παραγωγών.

Επίσης, υπόχρεοι για απόδοση της ως άνω εισφοράς στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες είναι και οι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων και υποπροϊόντων, που πωλούν λιανικά τα προϊόντα αυτά σε δικά τους καταστήματα, πρατήρια άλλους χώρους, ακόμη και όταν δεν υποχρεούνται σε έκδοση δελτίων λιανικής πώλησης, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.

9. Αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία για την είσπραξη της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς είναι εκείνη, που είναι αρμόδια για την παραλαβή των φορολογικών στοιχείων (τιμολογίων, εκκαθαρίσεων ή άλλων εγγράφων), που εκδίδονται ή υποβάλλονται, κατά περίπτωση, από τους κατά τα ανωτέρω υπόχρεους.

Ως προς τη διαδικασία της είσπραξης της ως άνω εισφοράς εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 65 του Π.Δ. 16/1989 (ΦEK 6 A΄).

10. Σε περίπτωση που ο υπόχρεος στην απόδοση της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς παραλείψει να αποδώσει αυτή στη δημόσια οικονομική υπηρεσία ή αποδίδει αυτήν εκπρόθεσμα ή ελλειπώς, καταλογίζονται σε βάρος του, πλην της εισφοράς και οι προσαυξήσεις και τα πρόστιμα που ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 67 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά. Ο καταλογισμός ενεργείται με πράξη του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, κατά της οποίας επιτρέπονται τα ένδικα μέσα και βοηθήματα, που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας, εφαρμοζόμενων επίσης ανάλογα και των διατάξεων του άρθρου 65 του ως άνω νομοθετικού διατάγματος.

11. Οι διατάξεις του Ν.Δ. 3323/1955, όπως ισχύουν κάθε φορά, οι οποίες αφορούν την παραγραφή, τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και τη λοιπή εν γένει διαδικασία, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 18 του Ν.Δ. 4242/1962 (ΦΕΚ 135 Α΄), εφαρμόζονται ανάλογα και στην ως άνω ειδική ασφαλιστική εισφορά.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης καταβολής της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς και της πράξης καταλογισμού της εισφοράς αυτής, καθώς και κάθε άλλη σχετική αναγκαία λεπτομέρεια.

12. Η ειδική ασφαλιστική εισφορά στην υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 4 του άρθρου αυτού καταβάλλεται εφάπαξ από τους παραγωγούς σε οποιαδήποτε δημόσια οικονομική υπηρεσία πριν από την έκδοση ή αναθεώρηση της σχετικής άδειας, εισπράττεται δε από την υπηρεσία αυτήν ως οίκοθεν έσοδο, κατά τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του Π.Δ. 16/1989.

Η ως άνω εισφορά μπορεί να καταβάλλεται και στα κατά τόπους καταστήματα της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου καθορίζεται η διαδικασία είσπραξης της εισφοράς και απόδοσης αυτής στον ΕΛ.Γ.Α., καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

13. Σε περίπτωση αγοράς αγροτικών προϊόντων απευθείας από παραγωγό και καταβολές της αξίας τους σε αυτόν με εντολή πληρωμής από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ή άλλη Τράπεζα, η ειδική ασφαλιστική εισφορά παρακρατείται από την τράπεζα και αποδίδεται στον ΕΛ.Γ.Α..

Επίσης παρακρατείται από την τράπεζα και αποδίδεται στον ΕΛ.Γ.Α. η ειδική ασφαλιστική εισφορά και στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και δδ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.

Με αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας και των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου κατά περίπτωση, καθορίζονται ο τρόπος παρακράτησης της εισφοράς στις ανωτέρω περιπτώσεις, η διαδικασία απόδοσης αυτής στον ΕΛ.Γ.Α. και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Επίσης, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται οι φορείς, η διαδικασία είσπραξης της εισφοράς και απόδοσης αυτής στον ΕΛ.Γ.Α. καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια στην υποπερίπτωση γγ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.

14. Τα έσοδα του ΕΛ.Γ.Α. από την ειδική ασφαλιστική εισφορά, που εισπράττονται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, εισάγονται στον κρατικό προϋπολογισμό ως έσοδα του Δημοσίου και εμφανίζονται με ίδιο κωδικό αριθμό εσόδου. Τα έσοδα αυτά αποδίδονται στον ΕΛ.Γ.Α. μέσω του προϋπολογισμού του Υπουργείου Γεωργίας με την εγγραφή κατ΄ έτος ισόποσης πίστωσης, ύστερα από πρόταση του ΕΛ.Γ.Α. προς το Υπουργείο αυτό.

Από τα ανωτέρω ποσά της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς που εισπράττονται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες υπέρ του ΕΛ.Γ.Α., παρακρατείται υπέρ του Δημοσίου ποσοστό τρία στα εκατό (3%) ως ποσοστό είσπραξης.

Επίσης, από τα ποσά αυτά, που εισπράττονται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες με βάση τις δηλώσεις απόδοσης από τους υπόχρεους της ως άνω εισφοράς και τους λοιπούς τίτλους είσπραξης, παρακρατείται υπέρ του Δημοσίου ποσοστό πέντε στα εκατό (5%) ως ποσοστό βεβαίωσης.

Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών & Γεωργίας τα ανωτέρω ποσοστά μπορεί να αναπροσαρμόζονται και να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου αυτής.

15. Η ειδική ασφαλιστική εισφορά, που εισπράττεται υπέρ του ΕΛ.Γ.Α. απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου και κάθε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου.

16. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού τίθενται σε εφαρμογή την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με εξαίρεση την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στα προϊόντα και υποπροϊόντα αλιευτικής και υδατοκαλλιεργητικής προέλευσης, των οποίων η ημερομηνία έναρξης ισχύος ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας.

3. Το άρθρο 7 του Ν. 1790/1988 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 3 η περίπτωση δ΄ αντικαθίσταται ως εξής:

«δ) Ένας (1) εκπρόσωπος των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, υποδεικνυόμενος με τον αναπληρωτή του από την Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.)»

β) Στην παρ.3 προστίθεται περίπτωση η΄ ως εξής:

«η) Ένας (1) εκπρόσωπος των αγροτικών συνδικαλιστικών οργανώσεων υποδεικνυόμενος με τον αναπληρωτή του από τη Συνομοσπονδία Δημοκρατικών Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδας (ΣΥ.Δ.Α.Σ.Ε.).»

γ) Η παρ.6 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Για τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του λαμβάνουν αποζημίωση, που καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας μετά από πρόταση του Δ.Σ.»

4. Στο άρθρο 9 του Ν. 1790/1988 η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Τα θέματα εισάγει στο Δ.Σ. ο πρόεδρος του. Χρέη εισηγητή χωρίς ψήφο μπορεί να εκτελεί ο. αρμόδιος κατά περίπτωση για το συζητούμενο θέμα διευθυντής του ΕΛ.Γ.Α., αναπληρούμενος σε περίπτωση κωλύματος του, από το νόμιμο αναπληρωτή του».

5. Στο άρθρο 10 παρ.8 του Ν. 1790/1988 η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Μηνιαία αντιμισθία, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας».

6. Το άρθρο 14 του Ν. 1790/1938 τροποποιείται ως εξής:

α) Στο τέλος της παραγράφου 12 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Κατά παρέκκλιση οποιασδήποτε γενικής ή ειδικής διάταξης, σε περιπτώσεις εξαιρετικών καιρικών φαινομένων, φυσικών κινδύνων ή άλλων εξαιρετικών αναγκών, όταν το γεωτεχνικό προσωπικό του ΕΛ.Γ.Α. δεν επαρκεί, μπορεί με απόφαση του διοικητή του ΕΛ.ΓΑ, να ανατίθεται σε γεωτεχνικούς ιδιώτες η διενέργεια, υπό την εποπτεία του ΕΛ.Γ.Α., πραγματογνωμοσυνών των ζημιών, η παρακολούθηση της εξέλιξης της πορείας των καλλιεργειών και παρόμοιες αρμοδιότητες για όσο χρόνο διαρκεί η ανάγκη.

Οι γεωτεχνικοί αυτοί για όσο χρόνο παρέχουν τις υπηρεσίες τους στον Οργανισμό συνδέονται μ΄ αυτόν με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας και υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. για όλους τους κλάδους, εφαρμοζόμενης ανάλογα της διάταξης του άρθρου 23 του Ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α΄) και των λοιπών διατάξεων της νομοθεσίας του Ι.K.A..

β) Μετά την παρ. 15 προστίθεται παράγραφος με αριθμό 16 ως εξής:

“16. Οι τακτικοί υπάλληλοι του Ο.Γ.Α. που μετατάχθηκαν αυτοδίκαια ή πρόκειται να μεταταγούν στον ΕΛ.Γ.Α., εξακολουθούν να δικαιούνται από τον Ο.Γ.Α. και μετά την ένταξη τους τις παροχές, οι οποίες αναφέρονται στις παρ. 6, 8 και 13. Ο χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων αυτών στον ΕΛ.Γ.Α. λογίζεται ότι διανύθηκε στον Ο.Γ.Α.. Οι νόμιμες εισφορές των υπαλλήλων αυτών για τις ανωτέρω παροχές παρακρατούνται από τον ΕΛ.Γ.Α. και αποδίδονται στον Ο.Γ.A.

7. Στο άρθρο 21 του Ν. 1790/1988 η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. α) Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δασών, μπορεί να καθιερώνεται εισιτήριο εισόδου επίσκεψης σε “προστατευόμενες περιοχές”, που έχουν χαρακτηριστεί ως Εθνικοί Δρυμοί, Αισθητικά Δάση, Διατηρητέα Μνημεία της φύσης και άλλα των οποίων η προστασία-διαχείρισή τους ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Γεωργίας. Το προϊόν του εισιτηρίου αποτελεί έσοδο του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών και διατίθεται για την κάλυψη δαπανών για την προστασία, οργάνωση και λειτουργία των “προστατευόμενων περιοχών” της χώρας.

Η τιμή του εισιτηρίου, οι κατηγορίες προσώπων που απαλλάσσονται ή καταβάλλουν μειωμένο εισιτήριο, οι ημέρες ελεύθερης επίσκεψης του κοινού, ο καθορισμός του τύπου του εισιτηρίου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών.

β) Ποσοστό μέχρι τριάντα στα εκατό (30%) από το προϊόν του εισιτηρίου αποδίδεται κάθε χρόνο στους δήμους και τις κοινότητες στα διοικητικά όρια των οποίων βρίσκεται η “προστατευόμενη περιοχή” στις οποίες μπορεί να συμπεριλαμβάνονται και όμορες κοινότητες με αυτές στις οποίες βρίσκεται η “προστατευόμενη περιοχή”.

Οι κοινότητες στις οποίες αποδίδεται το παραπάνω προϊόν και τα επιμέρους ποσά, καθορίζονται κάθε χρόνο με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, μετά από πρόταση του οικείου νομάρχη στο νομό του οποίου βρίσκεται η προστατευόμενη περιοχή.

Ειδικά η Κοινότητα Λάκκων του Νομού Χανίων από το ποσοστό των τριάντα στα εκατό (30%) λαμβάνει το δέκα στα εκατό (10%).

γ) Εισιτήριο εισόδου επίσκεψης μπορεί να καθιερώνεται και σε δάση ή χώρους υπαίθριας αναψυχής αρμοδιότητας Υπουργείου Γεωργίας, καθώς και σε Μουσεία-Κέντρα Πληροφόρησης Επισκεπτών, που δημιουργούνται σε σχέση με χώρους υπαίθριας αναψυχής ή με προστατευόμενες περιοχές, που τις διαχειρίζεται το Υπουργείο Γεωργίας. Οι λεπτομέρειες για τον τρόπο, τη διαδικασία, την τιμή και τη διάθεση του προϊόντος του εισιτηρίου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.

δ) Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη δημιουργία χώρων διημέρευσης (πικ-νικ) και γενικά χώρων υπαίθριας αναψυχής στα δάση και τις δασικές εκτάσεις της χώρας και καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εκμίσθωση ή παραχώρηση της χρήσης των έργων-ευκολιών αναψυχής σε δημόσια δάση και δασικές εκτάσεις, στους οικείους ο.τ.α. ή άλλα νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, που αναλαμβάνουν την καθαριότητα και λειτουργία τους.

ε) Δραστηριότητες υπαίθριας αναψυχής (ερασιτεχνική αλιεία, βαρκάδες, υδάτινα σπορ κ.λπ.) μπορεί να οργανώνονται και σε φυσικές ή τεχνητές λίμνες ιδιαίτερα στην ορεινή ζώνη της χώρας. Η επίβλεψη και η μέριμνα των δραστηριοτήτων αυτών ασκείται από τη Γενική Γραμματεία Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος, στα πλαίσια της γενικότερης ανάπτυξης του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας.

Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, και τα της συνεργασίας της δασικής υπηρεσίας με άλλους φορείς για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Άρθρο 32
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 1845/1989 (ΦΕΚ 102 Α΄)

1. Η παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 1845/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των  Υπουργών   Προεδρίας   της  Κυβέρνησης  και  Γεωργίας  ύστερα  από  εισήγηση  του   διοικητικού συμβουλίου του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. μπορεί να συνιστώνται οργανισμοί   ή εταιρείες ιδιωτικού δικαίου,  στις  οποίες  μπορεί  να  μετέχουν  το   Δημόσιο, καθώς και άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα. Τα συνιστώμενα νομικά   πρόσωπα  λειτουργούν  κατά  τους  κανόνες  της ιδιωτικής οικονομίας με   σκοπό την εφαρμογή και  αξιοποίηση  των  αποτελεσμάτων  της  αγροτικής   έρευνας και τεχνολογίας”.

2. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1845/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Οι πόροι και τα έσοδα του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. από οποιαδήποτε πηγή και αν   προέρχονται,  κατατίθενται  σε  λογαριασμό  της Αγροτικής Τράπεζας της   Ελλάδος  Α.Ε.,  ο  οποίος  διακινείται   με   γραπτές   εντολές,   που   υπογράφονται  από  το γενικό διευθυντή του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. και το διευθυντή   της Διεύθυνσης Οικονομικού της Κεντρικής Υπηρεσίας  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  ή   από τον νόμιμο αναπληρωτή του.

3. Το άρθρο 7 του ν. 1845/1989 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 1  αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από ένδεκα μέλη:

α)  Τον  πρόεδρο,  που  επιλέγεται  από  τον  Υπουργό  Γεωργίας από   επιστήμονες με κύρος, γνώσεις και διοικητική εμπειρία.

β) το γενικό διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης  Γεωργικών  Εφαρμογών   και  Ερευνας  του Υπουργείου Γεωργίας ως αντιπρόεδρο που αναπληρώνεται   από το διευθυντή Ερευνας του ίδιου Υπουργείου.

γ) Το γενικό διευθυντή του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε..

δ)  δύο  καθηγητές  ανώνατων  εκπαδευτικών  ιδρυμάτων   γεωτεχνικής   ειδικότητας,  που να έχουν συμβάλει σημαντικά στην αγροτική έρευνα, οι   οποίοι ορίζονται  με  τους  αναπληρωτές  τους  με  κοινή  απόφαση  των   Υπουργών Γεωργίας και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

ε)  το  διευθυντή  της  Διεύθυνσης  Προγραμματισμού  και  Γεωργικών   Διαρθρώσεων του Υπουργείου Γεωργίας με τον αναπληρωτή του.

στ) έναν επιστήμονα κύρους, που προτείνεται με τον  αναπληρωτή  του   από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος,

ζ) έναν εκπρόσσωπο του λοιπού επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού   του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  μαζί με τον αναπληρωτή του, που εκλέγονται με μυστική   ψηφοφορία από το σύνολο του προσωπικού αυτού,

θ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων  Γεωργικών   Συνεταιρισμών, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το διοικητικό   συμβούλιό της.

ι) έναν εκπρόσωπο των  γεωργικών  βιομηχανιών  ή  των  επιχειρήσεων   γεωργικής  έρευνας  παραγωγής  ή διακίνησης πολλαπλασιαστικού υλικού ή   γεωργικών φαρμάκων, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό   Γεωργίας.

Μέχρι να ολοκληρωθούν οι  κρίσεις  του  ερευνητικού  προσωπικού  του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας ορίζονται τα μέλη των   περιπτώσεων ζ` και η`.

Χρέη  γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.”.

β) Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η διάρκεια της θητείας των μελών του  Δ.Σ.  είναι  τριετής  και   μπορεί να ανανεώνεται.

Τα  μέλη δεν  αντικαθίστανται  κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Σε   περίπτωση που εκλείψει ή παραιτηθεί  μέλος  του  Δ.Σ.  διορίζεται  νέο   μέλος για το υπόλοιπο της θητείας, που εκλέγεται ή ορίζεται ανάλογα με   την περίπτωση”.

4. Το άρθρο 8 του ν. 1845/1989 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παρ. 1 η περίπτωση γ` αντικαθίσταται ως εξής:

“γ)  Με εισήγηση του γενικού διευθυντή καταρτίζει και υποβάλλει στον   Υπουργό Γεωργίας για έγκριση τον ετήσιο προϋπολογισμό, ισολογισμό  και   απολογισμό, καθώς και τις απαραίτητες τροποποιήσεις, που γίνονται στον   προϋπολογισμό κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρήσης του”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την περίπτ.ιε του άρθρου 35 του  Ν. 3147/2003 (ΦΕΚ Α΄135/5.6.2003).

γ) Στην παρ. 1, η περίπτωση κα` αντικαθίσταται ως εξής:

“κα)  Συγκροτεί  τα  επιστημονικά  συμβούλια  των  Ινστιτούτων   του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. και τις επιτροπές αξιολόγησης και διορισμού ή πρόσληψης του   ερευνητικού  προσωπικού  των  Ινστιτούτων αυτών μετά απο σύμφωνη γνώμη   του επιστημονικού συμβουλίου του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  Για  τη  συγκρότηση  των   επιτροπών  αξιολόγησης  και  διορισμού  ή πρόσληψης του μη ερευνητικού   προσωπικού των Ινστιτούτων αποφασίζει ο Υπουργός Γεωργίας  ύστερα  από   γνώμη του Δ.Σ. του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.”

δ) Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3.  Το Δ.Σ. έχει απαρτία όταν είναι παρόντες τουλάχιστον έξι (6) από   τα μέλη του, μεταξύ δε αυτών ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος και ο γενικός   διευθυντής του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε”.

5. Το άρθρο 9 του ν. 1845/1989 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Ο γενικός διευθυντής του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. διορίζεται με τριετή  θητεία   με  απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της   Κυβερνήσεως. Ο γενικός διευθυντής έχει προσόντα  ερευνητικού  βαθμίδας   Α` του νόμου αυτού για την ύπαρξη των οποίων ο Υπουργός Γεωργίας ζητεί   τη  γνώμη  του  επιστημονικού  συμβουλίου  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  καθώς  και   επαρκείς διοικητικές ικανότητες”.

β) Η παρ. 5 αντικαθίσταται ως εξής:

“5. Η θέση του γενικού διευθυντή  είναι  πλήρους  και  αποκλειστικής   απασχόλησης.  Εφόσον  αυτός  είναι  δημόσιος  υπάλληλος  αποσπάται στο   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. για όσο  χρονικό  διάστημα  διαρκεί  η  θητεία  του  και  η   μισθοδοσία του βαρύνει εξ ολοκλήρου το ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε”.

γ) Στην παρ. 6, η περίπτωση α` αντικαθίσταται ως εξής:

“α)  μηνιαία αντιμισθία, το ύψος της οποίας ορίζεται στις μηνιαίες   αποδοχές του ερευνητή βαθμίδας Α`, προσαυξάνεται  κατά  δεκαπέντε  στα   εκατό (15%)”.

δ) Η παρ. 8 αντικαθίσταται ως εξής:

“8.  Ο  γενικός  διευθυντής,  εάν  δεν  προέρχεται από το ερευνητικό   προσωπικό του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. μετά από τη λήξη της θητείας του,  μπορεί  να   ζητήσει  με  αίτησή  του  την  ένταξη  στο  ερευνητικό  προσωπικό  του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. και καταλαμβάνει προσωπαγή θέση του ερευνητικού βαθμίδος Α`   και τοποθετείται σε αντίστοιχο με την ειδικότητα  του  Ινστιτούτο.  Σε   περίπτωση   που   επιλέγεται  γενικός  διευθυντής  από  το  ερευνητικό   προσωπικό του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε μετά  τη  λήξη  της  θητείας  του  επανέρχεται   αυτοδίκαια  στη θέση που κατείχε πριν από την επιλογή του και ο χρόνος   που διανύθηκε στη θέση του  γενικού  διευθυντού  λογίζεται  ως  χρόνος   πραγματικής υπηρεσίας στη βαθμίδα Α`”.

6. Το άρθρο 10 του ν. 1845/1989 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Το Ε.Σ. είναι επταμελές και αποτελείται από:        α) Το γενικό διευθυντή του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.

β)   Τέσσερις   επιστήμονες  αναγνωρισμένου  κύρους,  με  προσόντα   τουλάχιστον  ερευνητή  βαθμίδας  Α`,  με   αξιόλογο   ερευνητικό   και   συγγραφικό  έργο στην αγροτική έρευνα και τεχνολογία που ορίζονται από   τον Υπουργό Γεωργίας από τους ερευνητές βαθμίδας Α` του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  ή   από καθηγητές ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

γ)   Δύο  ερευνητές  βαθμίδας  Α`  που  εκλέγονται  μαζί  με  τους   αναπληρωτές τους με  μυστική ψηφοφορία από το σύνολο  του  ερευνητικού   προσωπικού του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.

Πρόεδρος  του  Ε.Σ.  ορίζεται από τον Υπουργό Γεωργίας ένας από τους   επιστήμονες των περίπτωσεων α`, β` ,και γ`

β) Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η θητεία των  μελών  του  Ε.Σ.  είναι  τριετής  και  μπορεί  να   ανανεώνεται”.

γ) Στην παρ. 7 η περίπτωση δ` αντικαθίσταται ως εξής:

“δ) Εισηγείται στο Δ.Σ. το διορισμό των διευθυντών των Ινστιτούτων   του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. ή την ανανέωση της θητείας τους”.

δ) Στο τέλος της παρ. 7 προστίθεται περίπτωση στ` ως εξής:

“στ)   Γνωμοδοτεί  για  την  ύπαρξη  των  απαραίτητων  επιστημονικών   προσόντων κατά τη διαδικασία του διορισμού του γενικού διευθυντή”.

ε) Η παρ. 8 αντικαθίσταται ως εξής:

“8. Για την υποβοήθηση του έργου του Ε.Σ.  συνιστώνται,  με  απόφαση   του  Δ.Σ.  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  και  μετά  από  σύμφωνη γνώμη του Ε.Σ. του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. επιτροπές κρίσης ερευνητικών προγραμμάτων και αποτελεσμάτων   των  προγραμμάτων  έρευνας  κατά  ειδικότητα,  καθώς   και   επιτροπές   αξιολόγησης  για  διορισμό,  πρόσληψη  και  προαγωγή  του  ερευνητικού   προσωπικού. Με  την  ίδια  απόφαση  καθορίζονται  το αντικείμενο  κάθε   επιτροπής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”.

7. Το άρθρο 12 του ν. 1845/1989 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:

“2.  Ο  διευθυντής  του  Ινστιτούτου  πρέπει να έχει τα προσόντα του   ερευνητή βαθμίδας Α` ή  Β`,  αναγνωρισμένη  προσφορά  σε  ερευνητικούς   τομείς  συναφείς με δραστηριότητα του Ινστιτούτου , εμπειρία μεταφοράς   τεχνογνωσίας  και  αποτελεσμάτων  έρευνας  στην   πράξη,   καθώς   και   αποδεδειγμένη διοικητική ικανότητα”.

β) Οι παρ. 5 και 6 αντικαθίστανται ως εξής:

“5.  Η  θητεία του διευθυντή Ινστιτούτου είναι τριετής και μπορεί να   ανανεώνεται  μετά  από  γνώμη  του  Ε.Σ.  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.   Διευθυντής   Ινστιτούτου  μετά από τριετή θητεία μπορεί αν ζητήσει να κριθεί από το   Ε.Σ. του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε για ένταξη στη βαθμίδα για  την  οποία  εκρίθη  ότι   είχε  τα προσόντα κατά την πρόσληψη του. Διευθυντής Ινστιτούτου ύστερα   από εξαετή συνεχή θητεία εντάσσεται  με  αίτησή  του  αυτοδικαίως  στη   βαθμίδα αυτή.

6.  Οι αποδοχές του διευθυντή Ινστιτούτου είναι ίσες με τις αποδοχές   του ερευνητή βαθμίδας Α` προσαυξημένες κατά δέκα τοις εκατό (10%)”.

8. Στο άρθρο 13 του ν. 1845/1989 η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. α) Το Ε.Σ.Ι. είναι τριμελές.

β) Τα μέλη του Ε.Σ.Ι. επιλέγονται από το Ε.Σ. του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. μεταξύ   των ερευνητών των βαθμίδων Α` και Β` του αντίστοιχου Ινστιτούτου ή και   επιστημόνων που δεν υπηρετούν σ`αυτό και έχουν τα ανάλογα επιστημονικά   προσόντα  και ερευνητική δραστηριότητα σχετική με τη δραστηριότητα του   Ινστιτούτου. Στην τελευταία περίπτωση εφαρμόζονται  οι  διατάξεις  του   άρθρου 22 του παρόντος νόμου.

γ)Το Ε.Σ.Ι. συγκροτείται με απόφαση του Δ.Σ. και η θητεία του είναι   τριετής.  Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο πρόεδρος του”.

9. Το άρθρο 14 του ν. 1845/1989 αντικαθίσταται ως εξής:

“Αρθρο 14

Επιτροπές αξιολόγησης.

1.  Με  απόφαση  του  Δ.Σ.  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. που εκδίδεται ύστερα από   σύμφωνη  γνώμη  του  Ε.Σ.   του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.   συνιστώνται   επιτροπές   αξιολόγησης του ερευνητικού προσωπικού του Ινστιτούτου.

2.  Με  απόφαση  του Υπουργού Γεωργίας ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.   διορίζονται   επιτροπές   αξιολόγησης  και  διορισμού   ή   πρόσληψης του μη ερευνητικού προσωπικού του Ινστιτούτου.

3.  Με  τις  ίδιες  αποφάσεις καθορίζονται τα ειδικότερα αντικείμενα   κάθε επιτροπής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια”.

10. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέσα σε  προθεσμία  έξι   (6) μηνών οι κριθέντες με βάση τις διατάξεις του άρθρου 26, παρ. 8 του   ν. 1845/1989 μπορεί με αίτησή τους να επανακριθούν από το επιστημονικό   συμβούλιο  του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν.   1845/1989.

11.  Στο  άρθρο  25  παρ.  2  του  ν.  1845/1989  το  πρώτο   εδάφιο   αντικαθίσταται ως εξής:

“2.   Με   κοινή  απόφαση  των  Υπουργών  Οικονομικών  και  Γεωργίας   μεταβιβάζεται κατά νομή και κατοχή στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. η ακίνητη περιουσία,   που κατά χρήση ανήκει στις πιο πάνω  περιφερειακές  υπηρεσίες  έρευνας   και  στα  περιφερειακά  εργαστήρια  γεωργικών  εφαρμογών  και ανάλυσης   λιπασμάτων”.

12. Η παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 1845/1989 καταργείται.

13. Στο άρθρο 26 του ν. 1845/1989 οι παρ. 9, 10 και 15  καταργούνται   από  τότε  που ίσχυσαν  και  οι  παρ. 11-14 αναριθμούνται σε παρ. 9-12   αντίστοιχα.

14.Επιστήμονες, χωρίς μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, με συνεχή υπηρεσία   σε ερευνητικά ιδρύματα του  Υπουργείου  Γεωργίας  και  σε  Ινστιτούτα,   Κέντρα  και  Σταθμούς και ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. τουλάχιστον πέντε ετών, μπορεί αν   κριθούν απο την ειδική επιτροπή κρίσης της παραγράφου 8 του άρθρου  26   του  ν.  1845/1989  για  ένταξή τους σε ερευνητικές βαθμίδες με αίτηση   τους εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση  του  παρόντος  νόμου.  Κατά  τα   λοιπά εφαρμόζεται η παράγραφος 6 του άρθρου 26 του ν. 1845/1989.

15.  Το προσωπικό το αναφερόμενο στις παρ. 1, 9 και 10 του άρθρου 26   του ν. 1845/1989 όπως τροποποιείται  με  τον  παρόντα  νόμο,μπορεί  αν   ασκήσει  τα  σχετικά  δικαίωματά  του  εντός  έξι  (6)  μηνών  από  τη   δημοσίευση του παρόντος νόμου.

16. Το  προσωπικό  που  εντάσσεται  στο  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε  σύμφωνα  με  τις   διατάξεις  των παραγράφων 1, 2, 3, 5, 6, 7, 9 και 10 του άρθρου 26 του   ν. 1845/1989, όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο,  εξακολουθεί  να   διατηρεί το ίδιο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς που έχει.

17.  Το  πάσης  φύσεως προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του   παρόντος  νόμου  σε  υπηρεσίες  του  ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.  ή  σε  υπηρεσίες  του   Υπουργείου   Γεωργίας,  που  μεταφέρονται  με  τον  παρόντα  νόμο  στο   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. παραμένει προσφέρον  τις   υπηρεσίες  του,  ως  αποσπασμένο   προσωπικό  του Υπουργείου Γεωργίας, στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. κατά παρέκκλιση των   κειμένων διατάξεων, ως προς το χρόνο απόσπασης.  “Η ανάκληση των ανωτέρω αποσπάσεων ενεργείται κατά περίπτωση με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, αφού εκτιμηθούν οι υπηρεσιακές ανάγκες του Υπουργείου Γεωργίας και του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 29 του        Ν.2538/1997 (Α 242)

17α. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογή για το προσωπικό του Υπουργείου Γεωργίας που υπηρετεί στα Περιφερειακά Εργαστήρια Γεωργικών Εφαρμογών και Αναλύσεως Λιπασμάτων (Π.Ε.Γ.Ε.Α.Λ.), τα οποία επανέρχονται στο Υπουργείο Γεωργίας. Οι οργανικές θέσεις τις οποίες κατέχει το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις ή τις Περιφέρειες μεταφέρονται με τον παρόντα νόμο στα Περιφερειακά Εργαστήρια Γεωργικών Εφαρμογών και Αναλύσεως Λιπασμάτων (Π.Ε.Γ.Ε.Α.Λ.).”

Σημ.: όπως η παρ.17α προστέθηκε με την παρ.2 του άρθρου 29 του Ν.2538/97       (Α 242)

18. Το τεχνικό βοηθητικό προσωπικό, που υπηρετεί κατά τη  δημοσίευση   του παρόντος νόμου στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε, μπορεί να ενταχθεί ύστερα από αίτησή   του, στο τεχνικό προσωπικό της περίπτωσης γ` της παρ. 3 του άρθρου  20   του  ν.  1845/1989.  Η  ένταξη  ενεργείται  με  απόφαση  του  Δ.Σ. του   ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.

19.α) Τα Κέντρα Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών και Θεσσαλονίκης μετά των τμημάτων και γραφείων τους, καθώς και τα υπαγόμενα σε αυτά Ινστιτούτα μετά των τμημάτων και γραφείων τους, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 3 του π.δ/τος 455/1990 (ΦΕΚ 174 Α`), επανέρχονται στο Υπουργείο Γεωρίας.

β) Η ακίνητη περιουσία των παραπάνω Κέντρων, που είχε παραχωρηθεί κατά νομή και κατοχή στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., επανέρχεται στο Υπουργείο Γεωργίας, έχοντας υπόψη και τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στα στοιχεία ή και θ`του παρόντος άρθρου.

γ) Η κινητή περιουσία των παραπάνω Κέντρων, που είχε παραχωρηθεί κατά κυριότητα στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., επανέρχεται στο Υπουργείο Γεωργίας, εκτός από ένα μέρος της, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, που θα εκδοθεί εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και το οποίο θα παραμείνει κατά κυριότητα στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. για την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών των Ινστιτούτων Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, όπως αυτά προβλέπονται στο στοιχείο ε`του παρόντος άρθρου.

Με την ίδια απόφαση καθορίζονται τα όργανα παράδοσης και παραλαβής της περιουσίας που επανέρχεται στο Υπουργείο Γεωργίας, σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο τύπος και το περιεχόμενο του σχετικού πρωτοκόλλου, οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις επαναφοράς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

δ) Το επιστημομικό και τεχνικό προσωπικό που υπηρετεί στα Κέντρα Κτηνιατρικών ιδρυμάτων Αθηνών και Θεσσαλονίκης και δεν έχει ενταχθεί στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως παραμένει στα Κέντρα αυτά. Οι οργανικές θέσεις τις οποίες κατέχει το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις ή τις Περιφέρειες μεταφέρονται με τον παρόντα νόμο στα εν λόγω Κέντρα.

ε) Ιδρύεται Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Θεσσαλονίκης, το οποίο θα λειτουργεί στα πλαίσια του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. με τα ίδια ακριβώς αντικείμενα και αρμοδιότητες που προβλέπονται και για το Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών, το οποίο έχει συσταθεί με το π.δ.402/1988 και έχει μεταφερθεί στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. με την υπ`αριθ.288611/21.8.1990 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας και Γεωργίας.

στ) Η στελέχωση με ερευνητικό προσωπικό των Ινστιτούτων Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών και Θεσσαλονίκης θα γίνει κατά προτεραιότητα από τους ερευνητές του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. που υπηρετούν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στα Κέντρα Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

ζ) Η στέγαση, ο εξοπλισμός και η στελέχωση με το αναγκαίο ερευνητικό και τεχνικό προσωπικό, καθώς και η κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των Ινστιτούτων Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών και Θεσσαλονίκης ανήκει στην αρμοδιότητα του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., έχοντας υπόψη και τα προβλεπόμενα στα στοιχεία γ`, η` και Θ`του παρόντος άρθρου.

η) Για την κάλυψη των αναγκών στέγασης και λειτουργίας του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών προβλέπεται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: 1) η στέγασή του στο ανεξάρτητο  κτίριο, στο οποίο στεγάζονται τα Τμήματα Μικροβιολογίας, Παθολογίας Μαστού και Βρουκελλώσεων του Ινστιτούτου  Λοιμωδών και Παρασιτικώνβ Νοσημάτων Αθηνών στην Αγία Παρασκευή Αττικής, 2) ο εξοπλισμός του με μέρος της κινητής περιουσίας του Κέντρου Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο στοιχείο γ`.

θ) Το Ινστιτούτο Αναπαραγωγής και Τεχνητής Σπερματέγχυσης Θασσαλονίκης του Κέντρου Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Θεσσαλονίκης παραμένει στις εγκαταστάσεις της Νέας Ιωνίας – Διαβατών Θεσσαλονίκης. Οι ερευνητικές και μη εργασίες τεχνητής σπερματέγχυσης και καταπολέμησης νοσημάτων αναπαραγωγής θα διεξάγονται στους χώρους των κτιριακών εγκαταστάσεων του εν λόγω Ινστιτούτου.

Η ίδια ρύθμιση ισχύει και για το Ινστιτούτο Αναπαραγωγής και Τεχνιτής Σπερματέγχυσης Αθηνών, το οποίο στεγάζεται στο Βοτανικό Αττικής”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 του άρθρου 29 του        Ν.2538/1997 (Α 242)

20. Στην παρ. 2 του άρθρου 18 του  ν.  721/1977  (ΦΕΚ  898  Α`),  οι   περίπτωσεις  η`, θ` και ι` όπως προστέθηκαν με το άρθρο 28 παρ. 4α του   ν. 1845/1989 καταργούνται.

Άρθρο 33

1. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που εκδίδεται ύστερα από  εισήγηση της Διεύθυνσης Τοπογραφικής, μπορεί να ανατίθενται, με την  επιφύλαξη των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, κάθε είδους εργασίες  και μελέτες ή επί μέρους φάσεις αυτών, σύνταξης μητρώων, χαρτών χρήσεως  γης, διανομών και λοιπές τοπογραφικές, γεωδαιτικές και κτηματολογικές  μελέτες και εργασίες ή επί μέρους φάσεις αυτών, σε ιδιωτικά, τεχνικά ή  άλλα μελετητικά γραφεία ή εταιρείες ή φορείς, σύμφωνα με τις διατάξεις  του Ν. 716/1977 (ΦΕΚ 295 Α), των εκτελεστικών αυτού διαταγμάτων και του  κανονισμού τοπογραφικών εργασιών της Διεύθυνσης Τοπογραφικής. Η  πρόσκληση για εκδήλωση ενδιαφέροντος και η ανάθεση εργασιών γίνεται με  απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, η δε αξιολόγηση των προσφορών, η  επίβλεψη και ο έλεγχος γίνεται από τη Διεύθυνση Τοπογραφικής, Η  παραλαβή γίνεται από Τριμελή Επιτροπή η οποία συγκροτείται με απόφαση  του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Γεωργίας ένα μέλος της οποίας  μπορεί να ορίζεται υπάλληλος της Διεύθυνσης Τοπογραφικής,

Με απόφαση του οικείου Νομάρχη, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της  τοπογραφικής υπηρεσίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (Ν,Α.),  ανατίθενται κάθε είδους εργασίες και μελέτες αναδασμού ή επί μέρους  φάσεις αυτών σε ιδιωτικά, τεχνικά ή άλλα μελετητικά γραφεία ή εταιρείες  ή φορείς, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί μελετών. Αν δεν  υπάρχει τοπογραφική υπηρεσία, η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου  εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της διεύθυνσης ή του τμήματος εγγείων  βελτιώσεων της ίδιας Ν.Α.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  από την παρ.2 του        άρθρου 30 του Ν.2945/2001 (Α` 223).

“Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, επιτρέπεται με απόφαση του  Νομάρχη, ύστερα από εισήγηση των Υπηρεσιών Γεωργίας και Τοπογραφικής της  οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, η συγκρότηση από ιδιώτες Επιτροπών: α)  Εκτιμήσεως και β) Κτηματολογίου.

Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται ο αριθμός, η ιδιότητα και η  ειδικότητα των μελών που θα αποτελούν τις ανωτέρω Επιτροπές, καθώς και κάθε  άλλο σχετικό θέμα.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.6 άρθρ.15 Ν.3147/2003,     ΦΕΚ Α 135/5.6.2003.

2. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας παρέχεται η δυνατότητα  μίσθωσης   προηγμένου τεχνικού εξοπλισμού ,  προγραμμάτων ηλεκτρονικών συστημάτων   και  εκτέλεσης  έργων  από  φυσικά  ή  νομικά  πρόσωπα  της ημεδαπής ή   αλλοδαπής για την κάλυψη των αναγκών της προηγούμενης  παραγράφου  και   ρυθμίζονται θέματα γενικότερων και ειδικότερων προδιαγραφών, καθώς και   τα  όρια  αμοιβών  που  δεν  προβλέπονται  από  το  ν.  716/1977  ή τα   εκτελεστικά αυτού διατάγματα.

3. Σε περίπτωση ανάθεσης μελέτης  και  εκτέλεσης  σύνθετου  έργου  ή   τμημάτων  αυτού,  με  απόφαση  του  Υπουργού  Γεωργίας καθορίζονται οι   αρμόδιες διευθύνσεις του Υπουργείου για  την  πρόσκληση  για  εκδήλωση   ενδιαφέροντος, την ανάθεση, την αξιολόγηση των προσφορών, τη επίβλεψη,   τον έλεγχο και την παραλαβή αυτών.

Άρθρο 34
Μετά   το   άρθρο   18   του   ν.δ.   797/1971   “περί  αναγκαστικών   απαλλοτριώσεων”, προστίθεται άρθρο 18Α που έχει ως ακολούθως:

“Αρθρο 18Α

Απαλλοτριώσεις κατεπείγουσες

1.  Απαλλοτρίωση  κατεπείγουσα  είναι   εκείνη   που   αιτιολογημένα   εξυπηρετεί  το  δημόσιο  συμφέρον και χαρακτηρίζεται ως τέτοια από την   ίδια περί απαλλοτριώσεως πράξη ή με συμπληρωματική πράξη του  αρμόδιου   οργάνου που εξέδωκε την περί απαλλοτριώσεως πράξη.

2. Ο προσωρινός προσδιορισμός της αποζημιώσεως, που αφορά την ως άνω   απαλλοτρίωση,  γίνεται  από  το  μονομελές πρωτοδικείο, σύμφωνα με τις   διατάξεις του άρθρου 18 του  παρόντος  νομοθετικού  διατάγματος,  όπως   ισχύει   ήδη,   που  εφαρμόζονται  αναλόγως.  Οι  αναφερόμενες  σ`αυτό   προθεσμίες συντέμνονται στο  ήμισυ.  Για  το  παραδεκτό  της  σχετικής   αιτήσεως   ενώπιον   του  μονομελούς  πρωτοδικείου  δεν  απαιτείται  η   προσαγωγή  των  στοιχείων  της  προδικασίας,  που   αναφέρονται   στην   παράγραφο  2 του άρθρου 16 του παρόντος νομοθετικού διατάγματος. Αρκεί   μόνο η προσαγωγή:

α) απλού διαγράμματος οριζοντογραφίας, που εικονίζει το  είδος  και   την έκταση του απαλλοτριούμενου χώρου,

β) πρόχειρου κτηματολογικού πίνακα, ώστε με βάση αυτόν να γίνει, με   επιμέλεια του επισπεύδοντος, η κλήτευση των ενδιαφερομένων,

γ)   βεβαιώσεως  του  αρμόδιου  φύλακα  μεταγραφών  ότι  υποβλήθηκε   σ`αυτόν, προς καταχώρηση στην οικεία μερίδα, αντίγραφο  της  αποφάσεως   κηρύξεως  της  αναγκαστικής  απαλλοτριώσεως  μετά  του σχετικού ως άνω   διαγράμματος και  των  χρήσιμων  προς  ανεύρεση  της  οικείας  μερίδας   στοιχείων του απαλλοτριουμένου και του ιδιοκτήτη αυτού, και

δ)   εκτιμήσεως   του   οικονομικού  εφόρου,  της  περιφέρειας  του   απαλλοτριουμένου για την αξία του τελευταίου.

3. Η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου, που εκδίδεται με βάση  τις   διατάξεις  της  αποφάσεως  του  άρθρου  18  του  παρόντος  νομοθετικού   διατάγματος, όσον  αφορά  τη  συντέλεση  της  απαλλοτριώσεως  και  δεν   εμποδίζει  τον οριστικό, από το εφετείο, προσδιορισμό της αποζημιώσεως   κατά το άρθρο 19 του παρόντος νομοθετικού διατάγματος.

Άρθρο 35
Εναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος  νόμου  αρχίζει  από  τη  δημοσίευσή  του  στην   Εφημερίδα της  Κυβερνήσεως,  εκτός  αν  ορίζεται  διαφορετικά στις επί   μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε  τη  δημοσίευση  του  παρόντος   στην   Εφημερίδα   της   Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 17 Απριλίου 1992

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

ΣΩΤ. ΚΟΥΒΕΛΑΣ                       Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΣΤ. ΜΑΝΟΣ                        ΙΩ. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ  ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ                           Γ. ΣΟΥΡΛΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ             ΝΙΚ. ΓΚΕΛΕΣΤΑΘΗΣ

ΟΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ

ΑΡ. ΤΣΙΠΛΑΚΟΣ                     ΧΡ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Β. ΜΑΝΤΖΙΩΡΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η  Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 17 Απριλίου 1992

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ