ΝΟΜΟΣ 2019  ΦΕΚ 34/28.2.1992

Παρακράτηση φόρου  και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Άρθρο 1
Παρακράτηση φόρου

1. Στο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ο φόρος παρακρατείται από  εκείνον, που απασχολεί κατά σύστημα έμμισθο ή ημερομίσθιο προσωπικό  είτε καταβάλλει συντάξεις, επιχορηγήσεις και κάθε άλλη παροχή. Η  παρακράτηση ενεργείται κατά την καταβολή και ο φόρος υπολογίζεται ως  εξής:

α) Στους αμειβομένους μη μηνιαίο μισθό, τους συνταξιούχους και τους  αμειβομένους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες με σχέση  μίσθωσης εργασίας πάνω από ένα έτος στον ίδιο εργοδότη ή με σχέση  μίσθωσης εργασίας αορίστου χρόνου, μετά από προηγούμενη αναγωγή μισθού  ή της σύνταξης ή του ημερομισθίου ή της αμοιβής, που ορίζεται με άλλη  βάση, σε ετήσιο καθαρό εισόδημα, με συντελεστή στο καθαρό μηνιαίο  ποσό, ως εξής:

————————————————————- Ετήσιο καθαρό εισόδημα Συντελεστής (σε δραχμές) φόρου % ————————————————————- Μέχρι 1.600.000 0% Από 1.600.001 – 2.000.000 2% Από 2.000.001 – 2.500.000 3% Από 2.500.001 – 3.000.000 4,5% Από 3.000.001 – 3.500.000 6% Από 3.500.001 – 4.500.000 8% Από 4.500.001 – 5.500.000 12% Από 5.500.001 – 7.000.000 16% Από 7.000.001 – 10.000.000 20% Από 10.000.001 – 15.000.000 24% Από 15.000.001 – και πάνω 30% ————————————————————–

Το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τους πιο πάνω συντελεστές  μειώνεται ως εξής:

αα) για το σύζυγο με ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον δεν τον  βαρύνουν παιδιά,

ββ) για το φορολογούμενο που είναι έγγαμος ή άγαμος ή χήρος ή  διαζευγμένος στον οποίο έχει ανατεθεί επιμέλεια τέκνων, με τα ακόλουθα  ποσοστά:

– δεκαπέντε τοις εκατό (15%) όταν βαρύνεται με ένα παιδί,

– είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) όταν βαρύνεται με δύο παιδιά,

– σαράντα τοις εκατό (40%) όταν βαρύνεται με τρία παιδιά,

– πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) όταν βαρύνεται με τέσσερα παιδιά  και πάνω,

γγ) για τη σύζυγο που αποκτά εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, με  ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%). Αν ο σύζυγος δεν αποκτά καθόλου  εισόδημα ή αν η σύζυγος βαρύνεται με παιδιά από προηγούμενο γάμο, τα  ποσοστά που αναφέρονται στην προηγούμενη υποπερίπτωση ββ`, μειώνουν το  φόρο που προκύπτει στο εισόδημα της συζύγου που είναι μισθωτός ή  συνταξιούχος.

β) Στους αμειβομένους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες  ορισμένου χρόνου αλλά διάρκειας μικρότερης από ένα έτος, με συντελεστή  στο ακαθάριστο ποσό του ημερομισθίου, ο οποίος ορίζεται σε τρία τοις  εκατό (3%) για ημερομίσθιο πάνω από έξι χιλιάδες (6.000) δραχμές.

γ) Στις καθαρές αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις,  επιδόματα, αποζημιώσεις και σε κάθε άλλου είδους πρόσθετες αμοιβές ή  παροχές, οι οποίες καταβάλλονται τακτικά ή έκτακτα, και δεν  συνεντέλλονται με τις τακτικές αποδοχές, με συντελεστή ο οποίος  ορίζεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

δ) Στα εισοδήματα, που καταβάλλονται αναδρομικά, όπως αυτά  αναφέρονται στο άρθρο 41, καθώς και στα χρηματικά ποσά της παραγράφου  5 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α`), με συντελεστή  δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο καταβαλλόμενο ποσό, ανεξάρτητα από το  έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν τα εισοδήματα αυτά.

“ε. Στο καθαρό ποσό των συντάξεων ή άλλων παροχών παρόμοιας φύσης,  που καταβάλλονται από ταμεία επικουρικά, μετοχικά, αρωγής ή  αλληλοβοήθειας, και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της περίπτωσης α`, ο  φόρος υπολογίζεται ως εξής:

αα) Με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) αν το καθαρό ποσό της  παροχής υπερβαίνει τις εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές ετησίως.

ββ) Με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) αν το καθαρό ποσό της  παροχής υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες (1.400.000)  δραχμές ετησίως.

γγ) Με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) αν το καθαρό ποσό της  παροχής δεν υπερβαίνει τις εξακόσιες χιλιάδες (600.000) δραχμές  ετησίως, εφόσον πρόκειται για παροχή που καταβάλλεται σε δικαιούχο, ο  οποίος λαμβάνει παροχές μέχρι αυτό το ποσό από το δεύτερο και καθένα  μετά το δεύτερο από τους πιο πάνω φορείς”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ 11 παρ. 2 του Ν. 2065/1992 (Α 113).

2. Έναντι του φόρου, που αναλογεί στις αμοιβές και τα ποσοστά των  διοικητικών συμβούλων, των εκτός μισθού αμοιβών και ποσοστών των  διευθυντών ανώνυμων εταιριών, καθώς και στα κέρδη ανώνυμων εταιριών,  που διανέμονται με τη μορφή μετρητών στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό  τους, παρακρατείται φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο  καταβαλλόμενο ποσό.

3. Για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων ισχύουν, κατά περίπτωση  και οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8,10 και 19 του  άρθρου 29, 2, 3 και 5 του άρθρου 43, καθώς και του άρθρου 44 του ν.δ.  3323/1955.

4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις της  παραγράφου 1, εκτός από το πρώτο εδάφιο της περιπτώσεως στ`, του  άρθρου 43 του ν.δ. 3323/1955, καθώς και σε άλλη διάταξη, που ορίζει  διαφορετικά για τα θέματα, που ρυθμίζονται με το άρθρο 43 του ν.δ.  3323/1955.

5. Ο φόρος που παρακρατείται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του ν.δ. 3323/1955, μειώνεται κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) κατά την παρακράτησή του”.

Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.5 του άρθρου 14 του Ν.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)

6. Η ισχύς των διατάξεων αυτού του άρθρου αρχίζει από 1η Μαρτίου  1992 για τα πιο πάνω εισοδήματα, που καταβάλλονται στους δικαιούχους  από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 14 του Ν.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Άρθρο 2
Επιβολή έκτακτης εφάπαξ εισφοράς Υποκείμενο – Αντικείμενο

1. Επιβάλλεται ειδική έκτακτη εφάπαξ εισφορά, που βαρύνει φυσικά και  νομικά πρόσωπα, που είναι κύριοι ή επικαρπωτές ακινήτου.

2. Η εισφορά επιβάλλεται με βάση τη φωτιζόμενη επιφάνεια του  ακινήτου, όπως αυτή εμφανίζεται στους λογαριασμούς της Δημόσιας  Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.).

Άρθρο 3
Υπολογισμός εισφοράς

1. Για το υπολογισμό της εισφοράς λαμβάνονται υπόψη το κατά το  προηγούμενο άρθρο τετραγωνικά μέτρα της οικοδομής, κατά τις ακόλουθες  κλίμακες:

———————————————– ΚΛΙΜΑΚΑ Α` οικίες (τιμολόγιο Γ1) ———————————————– Μ2 Φόρος ανά Μ2 ———————————————— Μέχρι και 50 0 Από 51 μέχρι και 100 200 Από 101 μέχρι και 150 300 Από 151 μέχρι και 200 500 Από 201 μέχρι και 300 800 Υπερβάλλον 1.200 ———————————————– ———————————————– ΚΛΙΜΑΚΑ Β` Επαγγελματική Χρήση (Τιμολόγιο Γ21 & Μέση Τάση εκτός εξαιρουμένων) ———————————————— Μ2 Φόρος ανά Μ2 ———————————————— Μέχρι και 50 300 Από 51 μέχρι και 200 400 Από 201 και άνω 500 ————————————————

2. Για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές δήμων και κοινοτήτων ή  οικισμών ο πληθυσμός των οποίων, κατά την τελευταία απογραφή, είναι  801 μέχρι και 10.000 κάτοικοι, η αναλογούσα έκτακτη εισφορά  περιορίζεται στο μισό.

3. Η κατά τα άνω εισφορά της Α` κλίμακας προσαυξάνεται κατά 50%,  όταν πρόκειται για οικίες των ακόλουθων δήμων και κοινοτήτων  ανεξάρτητα από τον πληθυσμό τους: Αγ. Παρασκευής, Κηφισιάς, Ν.  Ερυθραίας, Ν. Ψυχικού, Παπάγου, Φιλοθέης, Χαλανδρίου, Χολαργού,  Ψυχικού, Δροσιάς, Εκάλης, Ν. Πεντέλης, Βραυρώνας, Βαρυμπόμπης,  Διονύσου, Σχοινιά, Ν. Μάκρης, Αγ. Στεφάνου, Ροδόπολης, Σαρωνίδας,  Σταμάτας, Θρακομακεδόνων, Αλίμου, Βάρης, Βούλας, Βουλιαγμένης,  Γλυφάδας, Ελληνικού, Π.Φαλήρου Νομού Αττικής και Κοινότητα Πανοράματος  Νομού Θεσ/νίκης.

4. Η προσαύξηση 50% της εισφοράς της παραγράφου 3 του παρόντος  άρθρου, επιβάλλεται και στις οικίες της κοινότητας Παλαιάς Πεντέλης”.

Σημ.: όπως ηπαράγραφος 4 προστέθηκε στο άρθρο 3, διά του άρθρου 36 παρ. 4 του Ν. 2065/1992 (Α 113).

Άρθρο 4
Απαλλαγές – Εξαιρέσεις

1. Απαλλάσσονται από την έκτακτη εισφορά τα ακίνητα, που βρίσκονται  σε περιοχές δήμων και κοινοτήτων ή οικισμών, ο πληθυσμός των οποίων,  κατά την τελευταία απογραφή είναι 800 και λιγότεροι κάτοικοι, εκτός  εάν βρίσκονται στις περιοχές, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του  προηγούμενου άρθρου.

2. Ακίνητα των οποίων η έκταση είναι 201 μ2 και άνω, ανεξαρτήτως της  περιοχής στην οποία βρίσκονται, υπόκεινται σε ολόκληρη την εισφορά.

3. Εξαιρούνται από την εισφορά οι:

α) Βιομηχανίες – βιοτεχνίες, μεταλλεία – λατομεία,

β) Ιεροί ναοί,

γ) Ιερές Μονές,

δ) Τεμένη και τόποι λατρείας αναγνωρισμένων θρησκειών,

ε) σχολεία και εκπαιδευτήρια πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και  τριτοβάθμιας εκπαίδευσης,

στ) νοσοκομεία και κλινικές γενικώς,

ζ) ξενοδοχεία,

η) αγροτικές εκμεταλλεύσεις και

θ) η πρώτη κατοικία των, κατά τα στοιχεία των οικείων Δ.Ο.Υ.  πολυτέκνων με τέσσερα (4) παιδιά και πάνω.

Σε περίπτωση επιβολής εισφοράς σε ακίνητο από τα εξαιρούμενα, ο  σχετικός λογαριασμός προσκομίζεται στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας του  εισοδήματος του υποχρέου, η οποία διαγράφει την εισφορά.

4. Ομοίως εξαιρούνται από την εισφορά τα ιδρύματα και κοινωφελή  νομικά πρόσωπα του α.ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α`), καθώς και λοιπά μη  κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα, που αποδεδειγμένα επιδιώκουν,  κοινωφελείς γενικώς σκοπούς και εφόσον συνεπεία τούτου, έτυχαν, ως  δικαιοδόχοι, απαλλαγής από φόρο και έλαβαν το οικείο πιστοποιητικό  μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1991.

Σημ.: όπως ηπαράγραφος 4 προστέθηκε στο άρθρο 4, διά του άρθρου 36 παρ. 4 του Ν. 2065/1992 (Α 113).

Άρθρο 5
Καταβολή εισφοράς

1. Η έκτακτη εισφορά είναι καταβλητέα σε δύο ισόποσες δόσεις, από τις  οποίες η πρώτη από το μήνα Μάιο 1992 και μετά και η δεύτερη από το  μήνα Σεπτέμβριο 1992 και μετά”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 36 παρ. 5 του Ν. 2065/1992 (Α 113).

2. Για το ύψος της εισφοράς θα κοινοποιηθούν ειδικά σημειώματα, που  η ημερομηνία λήξης τους εμπίπτει, για την πρώτη δόση, στο χρονικό  διάστημα του Μαΐου και για τη δεύτερη στο χρονικό διάστημα του  Νοεμβρίου 1992.

3. Σε περίπτωση που δεν εξοφληθεί κατά τα ανωτέρω η έκτακτη εισφορά,  διακόπτεται η παροχή του ρεύματος με όλες τις εξ αυτής συνέπειες.

4. Σε όσες περιπτώσεις στους λογαριασμούς της Δ.Ε.Η. δεν  αναγράφονται τετραγωνικά μέτρα φωτιζόμενης επιφάνειας, ο καταλογισμός  της έκτακτης εισφοράς θα γίνει από την οικεία Δ.Ο.Υ..

5. Υπόχρεος σε καταβολή της εισφοράς είναι ο καταναλωτής ηλεκτρικού  ρεύματος.

Σε περίπτωση καταβολής της εισφοράς από μισθωτή ακινήτου ή άλλον, το  ποσό αυτής είναι αμέσως απαιτητό από τους βαρυνομένους με την εισφορά.

6. Το ποσό της έκτακτης εισφοράς δεν αποτελεί εκπεστέα δαπάνη για  τους βαρυνομένους, για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος.

7. Τυχόν άσκηση προσφυγής κατά του σημειώματος υπολογισμού της  έκτακτης εισφοράς δεν αναστέλλει την καταβολή της και τη διακοπή  παροχής ρεύματος.

Άρθρο 6
1.Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευόμενες στην  Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο του  ειδικού σημειώματος υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς, η διαδικασία  βεβαίωσης και καταβολής αυτής, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, που  είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του κεφαλαίου.

#####

2. Η επιστροφή έκτακτης εισφοράς, η οποία καταβλήθηκε τυχόν αχρεώστητα, γίνεται με την έκδοση, από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. στην οποία υποβλήθηκαν ή θα υποβληθούν τα δικαιολογητικά για νέο υπολογισμό της εισφοράς, ατομικού φύλλου έκπτωσης (Α.Φ.Ε.Κ.).

Για την έκδοση τοι Α.Φ.Ε.Κ. απαιτείται:

α) Πράξη του προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ. για το νέο υπολογισμό της εισφοράς.

β) Αποδεικτικό καταβολής της εισφοράς, ανεξαρτήτως υπηρεσίας στην οποία καταβλήθηκε.

γ) Σε περίπτωση που την εισφορά κατέβαλε άλλος από εκείνον του οποίου τα στοιχεία αναγράφονται στο αποδεικτικό, ο καταβάλλων, προσκομίζοντας το αποδεικτικό καταβολής, υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α`) ότι η καταβολή έγινε από τον ίδιο και εκδίδεται το σχετικό Α.Φ.ΕΚ., χωρίς περαιτέρω έλεγχο.

Σημ.: όπως ηπαρ.2 προστέθηκε με την παρ.6 του άρθρου 20 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Άρθρο 7
Ειδική αποζημίωση

1. Η ειδική αποζημίωση για πρόσθετη εργασία, που έχει χορηγηθεί  στους υπαλλήλους ορισμένων κλάδων του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. (ν. 1858/ 1989 ΦΕΚ 148 Α`, ν. 1859/1989 ΦΕΚ 153 Α` και ν. 1881/1990 ΦΕΚ 42 Α`)  χορηγείται από 1η Ιανουαρίου 1992 για τον ίδιο σκοπό (πρόσθετη  εργασία) και με τις ίδιες διακρίσεις, και στους άλλους υπαλλήλους του  Δημοσίου, των ο.τ.α. και των άλλων ν.π.δ.δ., που αμείβονται σύμφωνα με  το ν. 1505/1984 “Αναδιάρθρωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας  Διοίκησης κ.λ.π.” (ΦΕΚ 194 Α`) ή το ν. 1876/1990 “Ελεύθερες συλλογικές  διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 27 Α`), με εξαίρεση τους  ωρομισθίους.

Το ποσό της αποζημίωσης αυτής καταβάλλεται κατά το ήμισυ μεν από  1.1.1992, στο ακέραιο δε από 1.1.1993. Απαιτήσεις προηγούμενων ετών  για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις μέχρι τη  δημοσίευση του παρόντος νόμου παραγράφονται.

2. Με απόφαση του οικείου υπουργού καθορίζονται οι όροι και οι  προϋποθέσεις καταβολής της αποζημίωσης αυτής είτε ενιαίως για το  σύνολο των υπαλλήλων του υπουργείου είτε ιδιαιτέρως για κάθε κλάδο. Το  ίδιο ισχύει και για του υπαλλήλους των ο.τ.α. και των άλλων ν.π.δ.δ..

3. Η ειδική αυτή αποζημίωση καταβάλλεται με ξεχωριστή κατάσταση και  σε καμιά περίπτωση δεν περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών  αποδοχών του υπαλλήλου.

4. Η καταβολή της ειδικής αποζημίωσης για πρόσθετη εργασία είναι  ανεξάρτητη από τυχόν δικαιούμενη αποζημίωση για υπερωριακή εργασία.

Άρθρο 8
Ημερήσια αποζημίωση εκτός έδρας.

1. Καθορίζουμε την ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση των  μετακινούμενων για εκτέλεση υπηρεσίας δικαστικών λειτουργών, πολιτικών  υπαλλήλων και στρατιωτικών εν γένει, καθώς και των υπαλλήλων των  ο.τ.α. και των άλλων ν.π.δ.δ. ως εξής:

α) για όσους από τους ανωτέρω προσκομίζουν δελτίο παροχής υπηρεσιών  αποκλειστικά και μόνο του ξενοδοχείου σε δρχ. οκτώ χιλιάδες (8.000),

β) για όσους προσκομίζουν αποδείξεις ενοικιαζόμενων δωματίων,  ξενώνων, κ.λ.π., που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον κώδικα φορολογικών  στοιχείων σε δραχ. έξι χιλιάδες (6.000).

γ) για τους λοιπούς σε δρχ. τέσσερις χιλιάδες (4.000).

Η κατά τ` ανωτέρω ημερήσια εκτός έδρας αποζημίωση δύναται να  αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι αρ. 28243/845/18.4.1984, 95015/2615/ 20.8.1984 και 3011/55/12.1.1987 κοινές υπουργικές αποφάσεις, που  κυρώθηκαν με το άρθρο 20 του ν. 1505/1984 και το άρθρο 124 του ν.  1684/1987.

2. Οι διατάξεις, που ισχύουν για τον αριθμό των ημερών που  επιτρέπεται να μετακινούνται εκτός έδρας οι μόνιμοι υπάλληλοι  εφαρμόζονται και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.

3. Ειδικές ρυθμίσεις για την εκτός έδρας αποζημίωση εξακολουθούν να  ισχύουν.

Άρθρο 9

1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν. 1249/1982  (ΦΕΚ 43 Α`), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Μετά τον υπολογισμό των παραπάνω αφορολόγητων ορίων, το υπόλοιπο  υποβάλλεται σε φόρο:

α) Για τα νομικά πρόσωπα με πάγιο συντελεστή 1,5%.

β) Για τα φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:

————————————————————– Κλιμάκιο Συν/τής Ποσό φόρου Σύνολο φορο- Σύνολο κλιμακίου κατά κλιμάκιο λογητέας φόρου αξίας ————————————————————–

40.000.000 0,3 120.000 40.000.000 120.000 40.000.000 0,6 240.000 80.000.000 360.000 40.000.000 0,9 360.000 120.000.000 720.000 Υπερβάλον 1,2 – – – ————————————————————–

2. Η ισχύς της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού αρχίζει  από την 1η Ιανουαρίου 1992.

3. Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ  43 Α`), για την υποβολή των δηλώσεων φόρου ακίνητης περιουσίας για το  έτος 1992, παρατείνεται μέχρι και 23 Μαρτίου 1992.

Άρθρο 10
Δήλωση περιουσιακών στοιχείων

1. Εξαιρετικώς, για το οικονομικό έτος 1992, όσοι σύμφωνα με το  άρθρο 11 του ν.δ. 3323/1955 έχουν υποχρέωση να υποβάλουν δήλωση  φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων δύνανται να υποβάλουν μαζί με  την οικεία δήλωση αυτού του έτους και δήλωση των κινητών περιουσιακών  τους στοιχείων, τα οποία είχαν στην κυριότητά τους την 1η Ιανουαρίου  1991.

2. Η ως άνω δήλωση είναι προαιρετική και γίνεται υποχρεωτικώς δεκτή  από τον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, χωρίς  να αναζητηθεί από αυτόν η προέλευση ή ο τρόπος και ο χρόνος απόκτησης  των περιουσιακών στοιχείων, που αναφέρονται σε αυτήν, όσον αφορά την  εφαρμογή των διατάξεων της περίπτ. ζ` της παραγράφου 8 του άρθρου 5  του ν.δ. 3323/1955.

3. Η δήλωση περιουσιακών στοιχείων, η οποία υποβάλλεται εκπροθέσμως  δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 11 του ν.δ. 3323/ 1955 δεν έχουν εφαρμογή στις δηλώσεις αυτού του άρθρου.

5. Υπόχρεοι, που δεν υποβάλλουν τη δήλωση αυτού του άρθρου δεν  μπορεί να επικαλεστούν χρηματικά ποσά, που προήλθαν από εκποίηση  περιουσιακών στοιχείων, που είχαν στην κυριότητά τους την 1η  Ιανουαρίου 1991, για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς δαπάνης  της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν.δ. 3323/1955. Στην περίπτωση αυτήν  εφαρμόζονται όσα ορίζονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 5 αυτού του  νομοθετήματος.

Άρθρο 11
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1992, εκτός αν  ορίζεται διαφορετικά στα κατ` ιδίαν άρθρα.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της  Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 28 Φεβρουαρίου 1992

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

 

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΥΘ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΙΩ. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΑΡ. ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΟΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 28 Φεβρουαρίου 1992

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Μ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ