NOMOΣ 2008 ΦΕΚ Α’ 16/11.2.1992

Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων του Ν. 1571/1985 “Ρύθμιση θεμάτων πετρελαϊκής πολιτικής και εμπορίας πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις”. Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και συναρμοδίων Υπουργείων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Άρθρο 1
Διάθεση πετρελαιοειδών στην ελληνική αγορά
Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 6 του ν. 1571/1985 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“1. Οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, που λειτουργού, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου, έχουν υποχρέωση να εφοδιάζουν ομαλά και σταθερά την ελληνική αγορά με έτοιμα προϊόντα.

2. Οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών προμηθεύονται έτοιμα προϊόντα είτε από τα διυλιστήρια της χώρας, είτε με εισαγωγές, που πραγματοποιούνται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

3. Οι ανάγκες σε πετρελαιοειδή των ενόπλων δυνάμεων και των επιχειρήσεων ενέργειας είναι δυνατό να καλύπτονται με απευθείας εισαγωγή έτοιμων προϊόντων ή με απευθείας αγορά από τα διυλιστήρια της χώρας.”

Άρθρο 2
Εισαγωγή πετρελαιοειδών

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του ν. 1571/1985 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“1. Η εισαγωγή αργού πετρελαίου και υποπροϊόντων του για περαιτέρω κατεργασία, καθώς και οι εισαγωγές έτοιμων προϊόντων πραγματοποιούνται ελεύθερα από οποιαδήποτε χώρα, χωρίς να απαιτείται άδεια για το σκοπό αυτόν. Οι εισαγωγές αυτές διέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία.”

2. Οι εισαγωγές πετρελαιοειδών από χώρες εκτός Ε.Ο.Κ. γίνονται με βάση τους σχετικούς κοινοτικούς κανόνες, λαμβανομένης υπόψη της ελληνικής κατανάλωσης στο σύνολο της κατανάλωσης στην Ε.Ο.Κ..

Με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας ορίζεται η διαδικασία ελέγχου και παρακολουθήσεως της εφαρμογής της άνω παραγράφου.

Άρθρο 3
Αποθέματα ασφάλειας πετρελαιοειδών
Οι παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 10 του ν. 1571/1985, όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παράγραφο 3 του τρίτου άρθρου του ν. 1769/ 1988, αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“2. Υπόχρεοι για την τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας και για πωλήσεις των στην εσωτερική αγορά προϊόντων, που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες που ορίζουν οι σχετικές κοινοτικές οδηγίες, είναι οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, που λειτουργούν στη χώρα βάσει των διατάξεων του ν. 1571/1985, όπως έχει τροποποιηθεί με το ν. 1769/1988. 3. Οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών έχουν υποχρέωση τηρήσεως αποθεμάτων ασφαλείας 90 ημερών, με βάση τις παραδόσεις τους στην εσωτερική αγορά κατά τον προηγούμενο ημερολογιακό χρόνο, όπως προβλέπεται από τις σχετικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Τα αποθέματα του προηγούμενου εδαφίου μπορούν να αυξομειώνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου.

Τα αποθέματα ασφαλείας τηρούνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών τις ίδιες εγκαταστάσεις των ή σε εγκαταστάσεις τρίτων ή εγκαταστάσεις διυλιστηρίων δυνάμει εννόμου σχέσεως που συνδέει τον υπόχρεο με τους τρίτους ή με τα διυλιστήρια, οπωσδήποτε όμως εντός του εθνικού χώρου.

Η υποχρέωση για τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας 90 ημερών, που έχουν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, μεταφέρεται κατ` επιλογή τους αναλογικά στα διυλιστήρια, που λειτουργούν στη χώρα, εφόσον οι εταιρείες εμπορίας έχουν συνάψει συμβάσεις προμήθειας τουλάχιστο διετούς διάρκειας με τα διυλιστήρια αυτά, στο ποσοστό που αντιστοιχεί στις ποσότητες των πετρελαιοειδών προϊόντων, που συμφωνούν να προμηθεύονται από αυτά.

Τις αυτές υποχρεώσεις τηρήσεως αποθεμάτων ασφαλείας και υπό τους αυτούς όρους έχουν και όσοι απευθείας προμηθεύονται προϊόντα πετρελαίου προς ιδιοκατανάλωση είτε από τακτικά διυλιστήρια είτε με εισαγωγές, όπως προβλέπεται στο άρθρο 1 παρ. 3 πλην ενόπλων δυνάμεων.

4. Το κόστος τηρήσεως των αποθεματικών ασφαλείας από τους υποχρέους επιρρίπτεται στους καταναλωτές και προσδιορίζεται ανά ημερολογιακό εξάμηνο.

5. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, ορίζεται η υπηρεσία του φορέα του Δημοσίου στην οποία ανατίθεται ο έλεγχος και η παρακολούθηση των αποθεμάτων ασφαλείας, οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες των ελέγχων αυτών, το ανώτατο επιτρεπόμενο τίμημα σε δραχμές ανά Μ3 ή ΜΤ για την τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας, ο τρόπος επιρρίψεώς του στην κατανάλωση, η καταβολή του στους δικαιούχους, καθώς επίσης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια”.

Άρθρο 4
Διαμόρφωση τιμών πετρελαιοειδών
Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1571/1985, όπως αντικαταστάθηκαν από την παράγραφο 1 του τέταρτου άρθρου του ν. 1769/ 1988, καθώς και η παράγραφος 4 του άρθρου 11 του ν. 1571/1985 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“1. Από 1.3.1992 οι τιμές των πετρελαιοειδών προϊόντων, που διατίθενται στην εσωτερική αγορά με εξαίρεση τις βενζίνες αυτοκινήτων και το πετρέλαιο ντήζελ, διαμορφώνονται ελεύθερα από τους ακούντες την εμπορία των προϊόντων αυτών.

2. Από 1.3.1992 καθορίζονται ανώτατες τιμές πωλήσεως στον καταναλωτή για όλους τους τύπους των βενζινών αυτοκινήτων και πετρελαίου ντήζελ, που διατίθενται στην εσωτερική αγορά.

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται έπειτα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, ορίζονται οι παράγοντες διαμόρφωσης της Ανώτατης Τιμής Καταναλωτή, ο τρόπος και ο βαθμός συμμετοχής τους στη διαμόρφωση αυτή, για κάθε τύπο βενζινών και ντήζελ.

Οι παράγοντες αυτοί ενδεικτικώς αναφέρονται σε μέσες σταθμικές τιμές καταναλωτή, χωρίς δασμούς και φόρους στις χώρες Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, όπως αυτές αναφέρονται στο Δελτίο Πετρελαίου, που εκδίδει κάθε εβδομάδα, η Γενική Διεύθυνση Ενέργειας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο κόστος τηρήσεως των αποθεμάτων ασφαλείας, στους φόρους στο ειδικό κόστος εφοδιασμού προβληματικών περιοχών, ως και κατά περίπτωση σε συνεκτίμηση και άλλων συντελεστών.

3. Από τη δημοσίευση του αρχικού προεδρικού διατάγματος της προηγούμενης παραγράφου, με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, που εκδίδεται την ημέρα Τετάρτη κάθε εβδομάδα και ισχύει από την επόμενη ημέρα (Πέμπτη) μέχρι την ημέρα Τετάρτη της επόμενης εβδομάδας, προσδιορίζεται η Ανώτατη Τιμή Καταναλωτή των βενζινών και ντήζελ, που προκύπτει με βάση το προεδρικό διάταγμα της προηγούμενης παραγράφου.

Κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης της Ανώτατης Τιμής Καταναλωτή, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού, οικονομικά μεγέθη συντελούντα στη διαμόρφωση, που εκφράζονται διεθνώς σε δολάρια Η.Π.Α., μετατρέπονται σε δραχμές, σύμφωνα με την τιμή πώλησης του δολαρίου Η.Π.Α. από την Τράπεζα της Ελλάδος κατά την προηγούμενη της ημερομηνίας καθορισμού της Ανώτατης Τιμής Καταναλωτή.

Η Ανώτατη Τιμή Καταναλωτή μπορεί να διαφέρει κατά γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας.”

“4. Μετά την 1.8.1992 και εφόσον η εμπορία των βενζινών αυτοκινήτων και του πετρελαίου ντήζελ στη χώρα διενεργείται κάτω από κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού, είναι δυνατό, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, οι τιμές καταναλωτή όλων ή μερικών από τα προϊόντα αυτά να διαμορφώνονται ελεύθερα από τους ασκούντες την εμπορία τους.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου είναι δυνατή σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για την αντιμετώπιση δυσμενών επιπτώσεων, που μπορεί να προκληθούν στη δημόσια ασφάλεια, την εθνική άμυνα και την οικονομία της χώρας, ή και για λόγους αδικαιολόγητης αύξησης των τιμών να επανεπιβληθεί γενικά ή τοπικά για όσο χρόνο υφίστανται αυτές, ο καθορισμός Ανώτατης Τιμής Πώλησης στον καταναλωτή προϊόντων, των οποίων έχει επιτραπεί η ελεύθερη διαμόρφωση τιμών καταναλωτή”.

Άρθρο 5
Εξαγωγές πετρελαιοειδών
Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του ν. 1571/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Οι εξαγωγές αργού πετρελαίου ή έτοιμων πετρελαιοειδών προϊόντων πραγματοποιούνται ελεύθερα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, χωρίς υποχρέωση προηγούμενης σχετικής άδειας.”

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για όσο χρόνο ισχύουν αυτές, είναι δυνατόν με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου να επιβληθεί έλεγχος στις εξαγωγές αργού πετρελαίου και προϊόντων.”

Άρθρο 6
Άδεια εμπορίας
Το εδάφιο ε` της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 1571/1985, καθώς και η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου, αντικαθίστανται ως εξής:

“ε) Άδεια εμπορίας καυσίμων πλοίων και αεροσκαφών, που υπάγονται σε ιδιαίτερη φορολογική μεταχείριση για όλη τη χώρα, καθώς επίσης και άδεια εξυπηρετήσεως εταιρειών για τη διάθεση απ` αυτές των παραπάνω καυσίμων.”

“4. Επιτρέπεται η χορήγηση αδειών λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίμων σε εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών αναγνωρισμένες με το ν. 1571/1985, όπως αυτός ισχύει σήμερα ή σε εταιρείες, που οι παραπάνω μετέχουν κατά ποσοστό 50% τουλάχιστον, εφόσον τα πρατήρια αυτά αποτελούν ιδιοκτησία τους ή έχουν ανεγερθεί από τις εταιρείες σε μισθωμένους από αυτές χώρους, υπό τον όρο ότι ο συνολικός αριθμός των παραπάνω αδειών δεν υπερβαίνει το 10% του συνολικού αριθμού των πρατηρίων, που λειτουργούν με το εμπορικό τους σήμα.”

Άρθρο 7
Εφοδιασμός-Ειδικός λογαριασμός
Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 1571/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας συνίσταται ειδικός λογαριασμός στην Τράπεζα της Ελλάδος και θεσπίζεται ειδική εισφορά σε ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5 0/00) στην προ εισφορών και φόρων αξία των προϊόντων για την εξασφάλιση συνθηκών απρόσκοπτου εφοδιασμού προβληματικών περιοχών της χώρας.

Η εισφορά αυτή, που υπολογίζεται και εισπράττεται κατά τη διαδικασία εκτελωνισμού των πετρελαιοειδών προϊόντων, αποτελεί πόρο του ειδικού λογαριασμού, με τον οποίο επιδοτούνται εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, που καλύπτουν τις ανάγκες προβληματικών περιοχών. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται και κάθε θέμα, που αφορά το αναλόγως των δυσκολιών ύψος επιδότησης κατά περιοχή και προϊόν, τον τρόπο είσπραξης της εισφοράς, τη διαδικασία χορήγησης της επιδότησης, καθώς και το διοικητικό και οικονομικό έλεγχο και τις σχετικές κυρώσεις για τη σωστή διαχείριση των πόρων. Τα στοιχεία του λογαριασμού δημοσιεύονται ανά εξάμηνο”.

Άρθρο 8
Ειδικό καθεστώς φορολογίας πετρελαιοειδών
Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 37 του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`) αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Κατά τον τελωνισμό έτοιμων πετρελαιοειδών προϊόντων είτε αυτά παράγονται υπό των εγχώριων διυλιστηρίων, είτε εισάγονται από τα εξωτερικό, ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας υπολογίζεται στη φορολογητέα αξίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με το άρθρο 16 του παρόντος νόμου.

2. Ως έτοιμα πετρελαιοειδή προϊόντα για την εφαρμογή του παρόντος θεωρούνται τα οριζόμενα στο άρθρο 1 του π.δ. 27/1989.”

“Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 5 Μαρτίου 1992”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του Ν. 2074/1992, ΦΕΚ Α 128.

Άρθρο 9
Αρμοδιότητες του Γενικού Χημείου του Κράτους στον τομέα των πετρελαιοειδών
Στο ν. 1571/1985 μετά το άρθρο 20 προστίθεται άρθρο 20 α, που έχει ως εξής:

“Άρθρο 20 α Αρμοδιότητες Γενικού Χημείου του Κράτους στον τομέα των πετρελαιοειδών

1. Οι αρμοδιότητες του Γ.Χ.Κ. στον τομέα των πετρελαιοειδών ορίζονται ως εξής:

(α) Φυσικοχημικός έλεγχος των πετρελαιοειδών σε όλα τα στάδια της εισαγωγής, διακινήσεως, αποθηκεύσεως, διανομής και εμπορίας.

(β) Σύμπραξη με συναρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλων υπουργείων στις μετρήσεις των πετρελαιοειδών.

Στις μετρήσεις περιλαμβάνονται και οι ογκομετρήσεις των δεξαμενών των υγρών καυσίμων και των υγραερίων, καθώς και οι έλεγχοι ακριβείας των ογκομετρητών μεγάλης παροχής υγρών καυσίμων.

(γ) Σύμπραξη με συναρμόδιες υπηρεσίες άλλων υπουργείων, για τη σύνταξη προδιαγραφών των πετρελαιοειδών, καθώς και για την εναρμόνιση της εθνικής με την κοινοτική νομοθεσία.

2. Οι διατάξεις:

(α) άρθρα 4 και 8 του β. δ/τος της 14.7.37 (ΦΕΚ 282 Α`/27.7.37)

(β) άρθρα 2, παράγρ. 1 και 4 >> 4, >> 3 >> 5, >> 2 >> 7, >> 2, 3 και 4 και >> 8. >> 2

της Κ.Υ.Α. αριθμ. Χ. 3268/19.2.59 (ΦΕΚ 84 Β`/4.3.59) των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών, κατά το μέρος, που αφορούν και τις αρμοδιότητες του Γ.Χ.Κ. καταργούνται.”

Άρθρο 10
Καταργούμενες διατάξεις Από την ισχύ του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 4, 5, 7 παρ. 2 και 3, 9 παρ. 3, 4 και 5, 10 παρ. 7, 11 παρ. 5 και 9, 12 παρ. 2, 20 παρ. 1, 21 του ν. 1571/1985, όπως έχει τροποποιηθεί με το ν. 1769/1988.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11
Φορολογική μεταχείριση συμπαραγώγων των λιπαντικών ελαίων προϊόντων
Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 57 του ν. 12/1975 (ΦΕΚ 34 Α`) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

Ομοίως στις προβλεπόμενες, κατά περίπτωση, φορολογικές επιβαρύνσεις εισαγωγής υπόκεινται και τα υπό των ιδίων μονάδων συμπαραγώμενα των λιπαντικών ελαίων, προϊόντα και υποπροϊόντα αυτών”.

Άρθρο 12
Τακτοποίηση ειδών οικοσκευής και επιβατικών αυτοκινήτων, που κατέχουν με το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής οι Κύπριοι πρόσφυγες και οι εργαζόμενοι στις Αμερικανικές Βάσεις που καταργήθηκαν

1. α. Τα είδη οικοσκευής, που κατέχουν οι Κύπριοι πρόσφυγες με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής (ελεύθερης χρήσης), σύμφωνα με την παράγραφο 1 της αριθμ. Δ. 1023/130/8.9.1982 απόφασης Υπουργού Οικονομικών, τίθενται σε ανάλωση με απαλλαγή από τους οφειλόμενους κατά την εισαγωγή εισαγωγικούς δασμούς, Φ.Π.Α. και λοιπούς φόρους.

Η τακτοποίηση των παραστατικών προσωρινής εισαγωγής με τα οποία έχουν παραδοθεί τα ανωτέρω είδη, γίνεται με πράξη της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής περί θέσης των ειδών οικοσκευής σε ανάλωση, ατελώς.

β. Η αόριστη διάρκεια παραμονής στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής (ελεύθερης χρήσης) των ιδιωτικής χρήσης επιβατικών αυτοκινήτων, που κατέχουν οι Κύπριοι πρόσφυγες, σύμφωνα με την παράγραφο 1 της αριθμ. Δ. 1023/130/8.9.1982 απόφασης Υπουργού Οικονομικών περιορίζεται μέχρι 31.12.2.000. Μέχρι την ημερομηνία αυτήν τα ανωτέρω αυτοκίνητα πρέπει να τακτοποιηθούν, με την τήρηση των προβλεπόμενων κατά περίπτωση προϋποθέσεων και διατυπώσεων:

– δι` επανεξαγωγής,

– δια μεταβιβάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 9 της Δ.247/88 Α.Υ.Ο., που κυρώθηκε με το ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α`),

– δια της περιελεύσεως αυτών στην κυριότητα του Δημοσίου, σύμφωνα με το ν.δ. 1382/1972 (ΦΕΚ 166 Α`), όπως ισχύει,

– δια της θέσεως αυτών σε ανάλωση με την καταβολή των οφειλόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.

2. α. Επιτρέπεται, στους αλλοδαπούς υπηκόους, που εργάζονταν ως μέλη ή πολιτικό προσωπικό στην 7206 Αμερικανική Αεροπορική Βάση Ελληνικού και στον Αμερικανικό Σταθμό Ναυτικών Τηλεπικοινωνιών Νέας Μάκρης να θέσουν σε ανάλωση χωρίς να καταβάλουν τους οφειλόμενους κατά την εισαγωγή εισαγωγικούς δασμούς, Φ.Π.Α. και λοιπούς φόρους, το ιδιωτικής χρήσης επιβατικό τους αυτοκίνητο και τα είδη οικοσκευής, που έχουν στην κυριότητά τους και κατέχουν με το ειδικό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής, που ισχύει γι` αυτούς, εφόσον εξαιτίας της κατάργησης των ανωτέρω Αμερικανικών Βάσεων, τα πρόσωπα αυτά απολύθηκαν, συνταξιοδοτήθηκαν ή παραιτήθηκαν και εγκαθίστανται μόνιμα στην Ελλάδα, όπου δημιουργούν πλέον τη συνήθη κατοικία τους.

β. Η ανωτέρω απαλλαγή, παρέχεται, εφόσον το αυτοκίνητο και τα είδη οικοσκευής τεθούν σε ανάλωση εντός ενός (1) έτους από την, για τους ανωτέρω λόγους, λήξη της ιδιότητας του μέλους ή του πολιτικού προσωπικού των ανωτέρω Αμερικανικών Βάσεων, παρατεινόμενης αναλόγως της διάρκειας του καθεστώτος προσωρινής εισαγωγής.

γ. Για τη χορήγηση της απαλλαγής από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στην περίπτωση θέσης σε ανάλωση του αυτοκινήτου, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α`).

δ. Για το αυτοκίνητο, που τίθενται σε ανάλωση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, εφαρμόζονται ανάλογα οι περιορισμοί και οι διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 9 της Δ. 245/88 απόφασης Υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με το ν. 1839/1989 και του άρθρου ν. 18 του ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α`).

ε. Τα πρόσωπα, που θα τύχουν των απαλλαγών του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται να τύχουν των απαλλαγών του Κεφαλαίου Β` της Δ. 245/88 Α.Υ.Ο. και αντίστροφα.

στ. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της απαλλαγής και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 13
Παράταση της διάρκειας παραμονής στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής επιβατικών οχημάτων ιδιωτικής χρήσης
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 της Δ.247/88 απόφασης Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 195/Β/88), που κυρώθηκε με το ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α`), προστίθεται τέταρτο εδάφιο, ως ακολούθως:

“Η προβλεπόμενη από την παράγραφο αυτή δυνατότητα τελωνειακής ακινητοποίησης επιβατικού οχήματος για διάστημα έξι (6) έως είκοσι ένα (21) μηνών και στη συνέχεια κυκλοφορίας για δεκαπέντε (15) μήνες, μπορεί να παρασχεθεί για μία ακόμη φορά με τη λήξη του δεύτερου 15μηνου κυκλοφορίας, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις.”

Άρθρο 14
Ειδικές ρυθμίσεις στο φόρο προστιθέμενης αξίας

1. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

“4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α` της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τα ακίνητα, η άδεια κατασκευής των οποίων εκδίδεται από 1 Ιανουαρίου 1993”.

2. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 56 του ν. 1642/1986, όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

“8. Στο φόρο προστιθέμενης αξίας υπάγονται και τα εργολαβικά προσύμφωνα ανέγερσης οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής, τα οποία συντάχθηκαν μετά την 21.8.1986 και η σχετική άδεια θα εκδοθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 1993″.

3. Το άρθρο 37 του ν. 1954/24.6.91 (ΦΕΚ 97 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 37

Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 του ν. 1884/16.6.1990 (ΦΕΚ 81 Α`) ισχύει από 16.1.1991.

Τυχόν ποσά, που καταβλήθηκαν με ακέραιο συντελεστή δεν συμψηφίζονται ούτε επιστρέφονται”.

4. Η διάταξη της παραγράφου 3 ισχύει από 24.6.91.

5. Απαλλάσσονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, που πραγματοποιούνται προς το Σωματείο “ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ”, καθώς και η εισαγωγή αγαθών που ενεργούνται από αυτό ή από εργολάβο, που ενεργεί για λογαριασμό του, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για την ανέγερση των κτιριακών εγκαταστάσεων ή για τον πάγιο εξοπλισμό του Κέντρου Ιατρικής και Επαγγελματικής Αποκατάστασης περιοχής Παλαιάς Πεντέλης.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περ.3 άρθ.3 Ν.2459/1997 Έναρξη ισχύος από 1ης Ιανουαρίου 1997.

6. Για τη χορήγηση της απαλλαγής της προηγούμενης παραγράφου 5 εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 3 έως 7 της αριθ. Π. 1497/629/ΠΟΛ.98/19.2.1988 (ΦΕΚ 149 Β`) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περ.3 άρθ.3 Ν.2459/1997 Έναρξη ισχύος από 1ης Ιανουαρίου 1997.

Άρθρο 15
Κάλυψη ορισμένων διαδικαστικών ενεργειών Α` Τελωνείου Θεσ/κης αρμοδιότητας άλλων τελωνείων. Ρύθμιση περιπτώσεων επιστροφής ειδικού φόρου καταναλώσεως αντιρρυπαντικών αυτοκινήτων

1. Εμπορεύματα για τα οποία κατατέθηκαν είτε δηλωτικά εισαγωγής, είτε τελωνειακά έγγραφα θέσης αυτών υπό οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς, είτε εκδόθηκαν ή συντάχθηκαν σχετικά έγγραφα, στα λοιπά, πλην του Α`, Τελωνεία Ευζώνων, Ειδομένης, Προμαχώνα κ.λπ. και για τα οποία εμπορεύματα τηρήθηκαν μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 1990 από το Α` Τελωνείο Θεσσαλονίκης οι διαδικασίες των, περί αζήτητων εμπορευμάτων, διατάξεις των άρθρων 31, 32, 39 μέχρι 45 του ν. 1165/1918 “περί τελωνειακού κώδικα”, όπως ισχύει σήμερα, του ν.δ. 1238/1972 και της αρ. Τ. 4334/269/3.10.71 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (κήρυξη αζήτητων, εκποίηση, περιέλευση στην κυριότητα του Δημοσίου, διάθεση κ.λπ. των εμπορευμάτων αυτών), θεωρούνται ως καλώς τηρηθείσες από το Τελωνείο αυτό.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 20 του ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α`) εφαρμόζονται και όταν το συμβατικής τεχνολογίας μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, που αποσύρθηκε της κυκλοφορίας από 12 Νοεμβρίου 1990 μέχρι και 30 Απριλίου 1991 ανήκε κατά κυριότητα σ` ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα και το καινούργες επιβατικό αυτοκίνητο αντιρρυπαντικής τεχνολογίας αγοράσθηκε εντός των ανωτέρω προθεσμιών, από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα, έστω και αν τα πρόσωπα αυτά διαφοροποιούνται των κυρίων του αποσυρθέντος αυτοκινήτου και το αντίστροφο, υπό την προϋπόθεση όμως ότι τα πρόσωπα αυτά είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και 2ου βαθμού ή τουλάχιστον το ένα από αυτά είναι κύριος έστω και επί ιδανικού μεριδίου του αυτοκινήτου, που αποσύρθηκε.

3. Οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 1921/1991 (ΦΕΚ 12 Α`) εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις, που μετά την οριστική απόσυρση της κυκλοφορίας μεταχειρισμένου συμβατικής τεχνολογίας αυτοκινήτου ο κύριος αυτού απεβίωσε η δε αγορά του καινουργούς επιβατικού αυτοκινήτου αντιρρυπαντικής κυκλοφορίας γίνεται από τον ή τους κληρονόμους αυτού.

Άρθρο 16
Κατάργηση μείωσης τελών κυκλοφορίας αυτοκινήτων λόγω παλαιότητας
Η μείωση των τελών κυκλοφορίας των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, που προβλέπονται από τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 2367/1953 (ΦΕΚ 82 Α`), όπως ισχύει, καταργείται.

Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1992.

Άρθρο 17
Απαλλαγή από τα τέλη χαρτοσήμου των κερδών των ναυτιλιακών εταιρειών και κοινοπραξιών και από τον Ε.Φ.Τ.Ε. ορισμένων πιστώσεων

1. Οι διατάξεις του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της περίπτωσης γ` της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του π. δ/τος της 28ης Ιουλίου 1931 (ΦΕΚ 239 Α`), όπως ισχύει, δεν εφαρμόζονται, από το ημερολογιακό έτος 1991 και μετά, στα καθαρά κέρδη των κάθε μορφής ναυτιλιακών εταιρειών και ναυτιλιακών κοινοπραξιών.

Τέλη χαρτοσήμου, που οφείλονται στα καθαρά κέρδη των ανωτέρω εταιρειών και κοινοπραξιών, που πραγματοποιήθηκαν μέχρι και το ημερολογιακό έτος 1990, δεν αναζητούνται, τα τυχόν δε καταβληθέντα δεν επιστρέφονται.

2. Οι συμβάσεις των πιστώσεων, που προβλέπονται από τη διάταξη της περ. α` του άρθρου 7 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α`), απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών κατά το ποσό όμοιων πιστώσεων, που κλείνουν ή κατά το ποσό της μείωσης αυτών, κατά περίπτωση, σε άλλη τράπεζα. Η απαλλαγή αυτή παρέχεται εφόσον οι νέες συμβάσεις καταρτισθούν εντός δύο μηνών από το κλείσιμο ή τη μείωση των παλαιών.

Η συνδρομή της προϋπόθεσης του κλεισίματος ή της μείωσης των πιστώσεων αποδεικνύεται με βεβαίωση, που χορηγείται από την τράπεζα στον πιστούχο, από την οποία προκύπτουν τα στοιχεία της πίστωσης και ειδικότερα ο αριθμός αυτής, ο ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του πιστούχου, το ύχος της πίστωσης και του ποσού κατά το οποίο έγινε η μείωση, καθώς και ο χρόνος του κλεισίματος ή της μείωσης. Η βεβαίωση αυτή προσκομίζεται στη νέα τράπεζα.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής καταλαμβάνουν συμβάσεις πιστώσεων, που καταρτίζονται από 1.1.1992 ύστερα από κλείσιμο ή μείωση του ποσού πιστώσεων σε άλλη Τράπεζα, που πραγματοποιείται από την ημερομηνία αυτή.

3. Οι χορηγούμενες, με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, ή του Οργανισμού Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων, πιστώσεις από ημεδαπές τράπεζες ή αλλοδαπές τραπεζικές εταιρείες, που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα και τα έσοδα, που προκύπτουν από τις πιστώσεις αυτές, απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών, εφόσον χορηγούνται στα πλαίσια των διευκολύνσεων, που παρέχει η Ελλάδα σε άλλες χώρες εκτός Ε.Ο.Κ. για εξαγωγή ελληνικών προϊόντων, ύστερα από σχετικές διακρατικές συμφωνίες.

Άρθρο 18
Ειδικός τρόπος φορολόγησης πολύτεκντων μητέρων

1. Στην περίπτωση Ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/ 1955 προστίθεται υποπερίπτωση ιβ`, που έχει ως εξής:

“ιβ) Η σύνταξη, που καταβάλλεται, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`)”.

2. Στο άρθρο 40 του ν.δ. 3323/1955 προστίθεται παράγραφος 8, που έχει ως εξής:

“8. Τα επιδόματα, που καταβάλλονται στις δικαιούχους, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 6 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`), λογίζονται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, το οποίο αποκτάται κατά την καταβολή του.

Τα επιδόματα αυτά φορολογούνται αυτοτελώς, με συντελεστή φόρου δέκα τοις εκατό (10%).

Το ποσό του φόρου, που προκύπτει, παρακρατείται κατά την καταβολή των επιδομάτων από τον υπόχρεο για την καταβολή τους.

Οι δικαιούχοι μπορούν να περιλάβουν το συνολικό ποσό αυτών των επιδομάτων στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους, για να φορολογηθούν με βάση την κλίμακα του άρθρου 9. Στην περίπτωση αυτή, για τον συμψηφισμό του φόρου που παρακρατήθηκε, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ίδιου άρθρου”.

3. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 44 του ν.δ. 3323/1955 προστίθενται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Ο κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 40 ενεργών παρακράτηση φόρου υποχρεούται να αποδώσει αυτόν στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας, που βρίσκεται η έδρα του, με την υποβολή σχετικής δήλωσης μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο κάθε μηνός, η οποία περιλαμβάνει τα κατά τον προηγούμενο μήνα καταβληθέντα επιδόματα και τον παρακρατηθέντα φόρο”.

4. Για τα ποσά των επιδομάτων των παραγράφων 1, 2, 3 και 6 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, που καταβλήθηκαν στους δικαιούχους μέχρι την 1η Νοεμβρίου 1991, δεν αναζητούνται ποσά φόρου, που τυχόν δεν παρακρατήθηκαν και δεν επιβάλλονται κυρώσεις. Τα παραπάνω ποσά αυτών των επιδομάτων και εφόσον οι δικαιούχοι δεν επιθυμούν την εφαρμογή της διάταξης του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955, όπως προστίθεται με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, δηλώνονται, για να φορολογηθούν, με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους. Η βεβαίωση του φόρου, που προκύπτει, σύμφωνα με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955, όπως προστίθεται με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, γίνεται με βάση την παραπάνω δήλωση. Το ποσό αυτό του φόρου καταβάλλεται στην πρώτη από τις τέσσερις (4) ίσες δίμηνες δόσεις, που ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του ν.δ. 3323/1955, μη εφαρμοζόμενων των διατάξεων της παραγράφου 8 του ίδιου άρθρου αυτού του νομοθετικού διατάγματος.

5. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού και του πρώτου, δεύτερου και τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955, όπως προστίθενται με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, αρχίζει από τότε, που άρχισε η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 1892/1991, για τα επιδόματα και τις συντάξεις, που καταβάλλονται από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

6. Η ισχύς των διατάξεων του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955, όπως προστίθεται με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου και της παραγράφου 3 αυτού του άρθρου αρχίζει από την 1η Νοεμβρίου 1991, για τα επιδόματα που καταβάλλονται από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

7. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 4 αυτού του άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

8. Στο άρθρο 12 της υπ` αριθ. Γ1α/440/1991 (ΦΕΚ 90 Β`) κοινής υπουργικής αποφάσεως, προστίθεται παράγραφος με τον αριθμό 6, ως εξής:

“6. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας τα αναδρομικά καταβάλλονται από 1ης Ιανουαρίου 1991, εφόσον η σχετική αίτηση υποβληθεί το αργότερο μέχρι 30 Ιουνίου 1992.”

9. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η αριθ. Γ1α/440/1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 90 Β`), από τότε που ίσχυσε, η οποία αναφέρεται στον καθορισμό λεπτομερειών της διαδικασίας χορήγησης των επιδομάτων και της ισόβιας σύνταξης στην πολύτεκνη μητέρα, που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 1892/1990.

Άρθρο 19
Με υπαγωγή στα τεκμήρια κτήσης περιουσιακών στοιχείων της δαπάνης αγοράς κτηματικών ομολόγων και δημοσίων κτημάτων
Στην παράγραφο 6 του άρθρου 5 του ν.δ. 3323/1955 προστίθεται νέα περίπτωση στ` και η περίπτωση στ` αυτού αναριθμείται σε ζ` ως εξής:

“στ. Προκειμένου για τη δαπάνη, που καταβάλλεται για την αγορά κτηματικών ομολόγων του Δημοσίου, για την αγορά δημόσιων κτημάτων εφόσον αυτά εκποιούνται σε δημόσιο πλειστηριασμό από την Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου, καθώς και για την αγορά δημόσιων εκτάσεων κατά τις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α`)”.

Άρθρο 20
Υπαγωγή της Τράπεζας της Ελλάδος στις απαλλακτικές διατάξεις του ν. 4171/1961
Το πρώτο εδάφιο της περ. α` της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 4171/1961, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 23 του ν. 1262/1982, αντικαθίσταται ως εξής:

“1α. Οι συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων, παρεχόμενων από ελληνικές ή ξένες τράπεζες ή υποκαταστήματα ξένων τραπέζων στην Ελλάδα, ή από ξένους οίκους, προς ημεδαπά ειδικά πιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς αναπτυξιακού και κοινωνικού χαρακτήρα και ειδικότερα Τράπεζα της Ελλάδος. Α.Τ.Ε., Ε.Τ.Β.Α., Ε.Τ.Ε.Β.Α., Τράπεζα Επενδύσεων, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Ταμεία Παρακαταθηκών και Δανείων, Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος Ελληνικές Εξαγωγικές Α.Ε., Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. και δημόσιους οργανισμούς ή δημόσιες επιχειρήσεις εν γένει, η εξόφληση των δανείων αυτών, καθώς και οι τόκοι τους απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαιώματα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων

Άρθρο 21
Μη απόδοση στους ο.τ.α. ποσοστού 20% επί παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος στους τόκους καταθέσεων. Κατάθεση σε λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου του εισπραττόμενου μέσω Δ.Ε.Η. ανταποδοτικού τέλους υπέρ της Ε.Ρ.Τ.-Α.Ε.

1. Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.5α του άρθρου 9 του Ν.2503/1997 (Α 107)

2. Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ν από το εδάφιο γ` της παρ. 23 του άρθρου 14 του Ν. 2328/1995 (ΦΕΚ Α`159) (ΙΣΧΥΣ ΑΠΟ 1.9.95).

3. Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ν από το εδάφιο γ` της παρ. 23 του άρθρου 14 του Ν. 2328/1995 (ΦΕΚ Α`159) (ΙΣΧΥΣ ΑΠΟ 1.9.95).

4. Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ν από το εδάφιο γ` της παρ. 23 του άρθρου 14 του Ν. 2328/1995 (ΦΕΚ Α`159) (ΙΣΧΥΣ ΑΠΟ 1.9.95).

Άρθρο 22
Παροχή μηχανογραφικών υπηρεσιών του ΚΕ.Π.Υ.Ο. σε τρίτους

1. Το ΚΕ.Π.Υ.Ο. δύναται, εφόσον αυτό δεν παρακωλύει τη διεξαγωγή των κανονικών εργασιών του, να παρέχει κατόπιν αιτήσεως μηχανογραφικές υπηρεσίες και στοιχεία για επιβολή προστίμων, στατιστικές και άλλες μελέτες σε ιδιώτες, ν.π.δ.δ., ν.π.ι.δ., ο.τ.α., τράπεζες και λοιπούς δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, με την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζεται το φορολογικό απόρρητο βάσει των σχετικών κειμένων διατάξεων, με αποζημίωση, που θα κανονίζεται με υπουργική απόφαση.

2. Το ΚΕ.Π.Υ.Ο. απαγορεύεται να παρέχει στους αιτούντες, τα προγράμματα, τους αλγορίθμους, κ.λπ., που χρησιμοποιεί για την παραγωγή των στοιχείων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Οι παραλαμβάνοντες τα, κατά την παράγραφο 1, στοιχεία, υποχρεώνονται να χρησιμοποιήσουν αυτά, μόνο για το λόγο, που αναφέρεται στην αίτηση χορήγησής τους αποκλειόμενης κάθε άλλης χρήσης και τους απαγορεύεται με χρηματική ποινή, που θα καθορίζεται από υπουργική απόφαση να διαθέτουν αυτά σε άλλους.

4. Οι σχετικές αποφάσεις, οι απαραίτητες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εκδίδονται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Άρθρο 23
Αποζημίωση για πρόσθετη απασχόληση των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 31 Ν.2470/1997 (Α 40).

Άρθρο 24
Έκδοση μεταλλικών κερμάτων των εκατό δραχμών

1. Το άρθρο 3 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που κυρώθηκε με το ν. 3424/1927 τροποποιείται ως ακολούθως:

“Το Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση σ` όλη τη διάρκεια του προνομίου, που παρέχεται στην Τράπεζα να μην εκδίδει ούτε επανεκδίδει άλλα νομίσματα οποιασδήποτε φύσεως εκτός από κέρματα κυκλοφορίας, που η ονομαστική τους αξία να μην είναι ανώτερη των εκατό δραχμών και αυτά μόνο μέσω της Τράπεζας και με αίτηση αυτής ή σύμφωνα με το νόμο.

2. Όλες οι αναγκαίες δαπάνες για την έκδοση και κυκλοφορία των μεταλλικών κερμάτων των εκατό δραχμών βαρύνουν τον Προϋπολογισμό Εξόδων του Υπουργείου Οικονομικών στον οποίο αναγράφονται οι σχετικές πιστώσεις.

Κάθε λεπτομέρεια, που αφορά την έκδοση και κυκλοφορία των κερμάτων τούτων ρυθμίζεται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών.

Άρθρο 25
Κράτηση 2 0/00 επί καταβαλλόμενων επιχορηγήσεων για την κάλυψη αποζημιώσεων γνωμοδοτικών επιτροπών εν γένει
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ. 7 άρθρ.14 Ν.2601/1998 Α 81.

1. Τμήμα που αντιστοιχεί σε ποσοστό 2% των καταβαλλόμενων από την ισχύ του παρόντος νόμου βάσει των διατάξεων των νόμων 1116/1981, 1262/1982. 1682/1987 και 1892/1990 επιχορηγήσεων επενδύσεων παρακρατείται από τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες εκταμίευσης για την κάλυψη δαπανών των πάσης φύσεως αποζημιώσεων των γνωμοδοτικών επιτροπών και οργάνων ελέγχου, κεντρικών και νομαρχιακών, που προβλέπονται στους ανωτέρω νόμους. Προς το σκοπό αυτόν εγγράφεται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ειδικό έργο με πίστωση που αντιστοιχεί στο 2 0/00 των πιστώσεων, που χορηγούνται κατ` έτος από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων για την κάλυψη των επιχορηγήσεων επενδύσεων των σχετικών νόμων.

2. Η παρακράτηση της προηγούμενης παραγράφου γίνεται αναλογικά με την εκάστοτε εκταμίευση των δόσεων της επιχορήγησης του Δημοσίου.

3. Το κόστος της παραγωγικής επένδυσης κατά το τμήμα της, που αντιστοιχεί στο παρακρατούμενο, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ποσό, θα αποτελεί ίδια συμμετοχή του επενδυτή.

4. Η ρύθμιση του παρόντος άρθρου καταλαμβάνει και τις επενδύσεις, που έχουν ήδη υπαχθεί στους παραπάνω νόμους και για τα πόσα, που καταβάλλονται από την έναρξη ισχύος του και εφεξής.

5. Παρακρατείται ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5ο/οο) στο σύνολο του προϋπολογισμού εκάστου έτους των επιχορηγήσεων επενδύσεων των νόμων 1116/1981, 1262/1982, 1682/1987, 1892/1990 και 2234/1994 και των εκάστοτε αναπτυξιακών νόμων, το οποίο διατίθεται ως κίνητρο παραγωγικότητας στους μόνιμους και ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλους του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, καθώς και στους αποσπασμένους σ` αυτό υπαλλήλους.

Σημ.: όπως προστέθηκε  από το άρθρο 57 Ν.2324/1995 (Α 146).

6. Το τυχόν αδιάθετο ποσό του δύο τοις χιλίοις (2ο/οο) της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 2008/1992 διατίθεται σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος.

Προς το σκοπό αυτόν εγγράφεται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ειδικό έργο που αντιστοιχεί στα ποσά των παραγράφων 5 και 6.

Η διοίκηση, διάθεση και κατανομή των πόρων του ανωτέρω ποσού καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών”.

Σημ.: όπως προστέθηκε  από το άρθρο 57 Ν.2324/1995 (Α 146).

Άρθρο 26

1. Ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.) αναλαμβάνει έναντι της Γ.Σ.Ε.Ε. τη δαπάνη χρηματοδότησης των εργασιών επέκτασης, ανακατασκευής, αναπαλαίωσης και προσθήκης ορόφου του επί της οδού 28ης Οκτωβρίου 69 παραδοσιακού κτιρίου της Γ.Σ.Ε.Ε., ως και του εξοπλισμού και της συντήρησης του κτιρίου.

2. Η διάθεση των χρηματικών ποσών για την εκτέλεση των εργασιών θα γίνεται με αποφάσεις του Δ.Σ. του Οργανισμού Εργατικής Εστίας, μετά από έγκριση του Υπουργού Εργασίας, τμηματικά, αναλόγως της προόδου των εργασιών.

Άρθρο 27
Ρυθμίσεις για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
Στο άρθρο 80 του ν. 1969/1991 Εταιρίες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, Αμοιβαία Κεφάλαια και λοιπές διατάξεις εκσυγχρονισμού και εξυγίανσης της Κεφαλαιαγοράς το ήδη υπάρχον κείμενο ορίζεται, ως παράγραφος 1 και προστίθεται παράγραφος 2 με εδάφια α` και β`, η οποία ορίζει τα εξής:

“2. α) Μέχρι τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξακολουθεί να λειτουργεί με τη μορφή, που καθορίζει το άρθρο 12 του α.ν. 148/1967, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 του ν. 1806/1988.

Κατά το χρονικό αυτό διάστημα οι αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ασκούνται με βάση τις διατάξεις και τις διαδικασίες του ν. 1969/1991.

β) Μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πράξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που εκδόθηκαν με βάση της προϊσχύουσα νομοθεσία, έχουν την αυτή νομική ισχύ με τις πράξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, του ισχύοντος νομοθετικού καθεστώτος (ν. 1969/1991).

Άρθρο 28
Διακανονισμός οφειλών Δ.Ε.Κ.Ο. από προμήθειες πετρελαιοειδών

1. Το κεφάλαιο των οφειλών προς το Δημόσιο, της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.), του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.) και της Ολυμπιακής Αεροπορίας (Ο.Α.) από προμήθεια έτοιμων πετρελαιοειδών προϊόντων, όπως θα διαμορφωθεί αυτό στις 31/12/1991, εκτοκιζόμενο με επιτόκιο 12% κεφαλαιοποιείται και το ποσό που προκύπτει μετά την κεφαλαιοποίηση εξοφλείται σε διάστημα δέκα (10) ετών, με περίοδο χάριτος ενός (1) έτους, σε εννέα (9) ίσες ετήσιες τοκοχρεολυτικές δόσεις της πρώτης καταβλητέας στις 31/12/1992 και με επιτόκιο 12%.

2. Η μη εμπρόθεσμη εξόφληση δύο εκ των κατά την προηγούμενη παράγραφο τοκοχρεολυτικών δόσεων, συνεπάγεται την επαναφορά της οφειλής στην κατάσταση, που ευρίσκετο η οφειλή πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας Εμπορίου και Μεταφορών και Επικοινωνιών.

Άρθρο 29
Τρόπος φορολογήσεως ανθοπωλών
Για την επιβολή των φορολογιών, η αξία παραγγελιών λουλουδιών, η οποία διακανονίζεται με τη μεσολάβηση επιτηδευμάτων ή άλλων προσώπων μειωμένη κατά τα ποσά προμηθειών, συνιστά πώληση αγαθών για τον ανθοπώλη που εκτελεί την παραγγελία. Οι μηνιαίες εκκαθαρίσεις, που εκδίδονται, αποτελούν τα νόμιμα παραστατικά για την εντός του επόμενου μήνα εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων των φυσικών και νομικών προσώπων, που αποκτούν έσοδα κατά τη διαδικασία αυτή.

Άρθρο 30
Διαδικασίες εκποιήσεως από τον Ο.Δ.Δ.Υ. κατασχεθέντων αυτοκινήτων
Το άρθρο 126α του ν. 1165/1918 (Τελωνειακός Κώδιξ), που προστέθηκε με το ν. 739/1977, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

Άρθρο 126α

1. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχονται χερσαία, πλωτά ή εναέρια μεταφορικά μέσα, σαν αντικείμενα λαθρεμπορίας, ή σαν μεταγωγικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας, το υπηρεσιακό όργανο το οποίο επέβαλε την κατάσχεση, ή η υπηρεσία, που υπηρετεί αυτό, τα παραδίδει μαζί με αντίγραφο της εκθέσεως κατασχέσεως στην Τελωνειακή Αρχή, στης οποίας την περιφέρεια διαπράχθηκε η λαθρεμπορία, συντασσόμενης εκθέσεως παραδόσεως και παραλαβής.

Το ίδιο ως άνω όργανο ή η Υπηρεσία του επισυνάπτει τα πρωτότυπα της εκθέσεως κατασχέσεως και της εκθέσεως παράδοσης και παραλαβής εις την υποβαλλόμενη προς τον αρμόδιο εισαγγελέα προανάκριση και κοινοποιεί υποχρεωτικά προς την Τελωνειακή Αρχή και τον Οργανισμό Διαχειρίσεως Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.) αντίγραφο του διαβιβαστικού εγγράφου της προανάκρισης.

2. Η Τελωνειακή Αρχή, στην οποία παρεδόθησαν τα αναφερόμενα στην παρ. 1 αντικείμενα ή μεταγωγικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας, συντάσσει την κατά περίπτωση έκθεση επαλήθευσης με την οποία προσδιορίζει τους δασμούς, φόρους, τέλη, εισφορές και λοιπά δικαιώματα που αναλογούν για την εισαγωγή των και αποστέλλει στον αρμόδιο εισαγγελέα ένα αντίγραφο αυτής της έκθεσης.

3. Εντός δέκα (10) ημερών από της αποστολής της έκθεσης της προηγούμενης παραγράφου στον αρμόδιο Εισαγγελέα η Τελωνειακή Αρχή υποχρεούται να παραδώσει τα κατασχεθέντα δαπάναις και με μέσα του Ο.Δ.Δ.Υ. μαζί με αντίγραφα της έκθεσης κατάσχεσής τους, της έκθεσης παράδοσης και παραλαβής τους και της έκθεσης επαλήθευσης, εις την πλησιέστερη υπηρεσία του Ο.Δ.Δ.Υ. προς φύλαξη, συντασσόμενου σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής, του οποίου αντίγραφο αποστέλλεται από την Τελωνειακή Αρχή στον αρμόδιο Εισαγγελέα και εφόσον είναι δυνατόν κοινοποιείται στον καθ` ου η κατάσχεση.

4. Ο Ο.Δ.Δ.Υ. αμέσως, μόλις παραλάβει τα, εις την προηγούμενη παράγραφο αντικείμενα, συντάσσει, με την σύμπραξη τελωνειακού υπαλλήλου, για την αξία που έχουν στο εσωτερικό, έκθεση κοστολόγησης, στην οποία αναφέρονται με κάθε λεπτομέρεια τα στοιχεία της ταυτότητάς τους και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται και στέλνει αντίγραφο αυτής της έκθεσης στη Τελωνειακή Αρχή και στον Εισαγγελέα.

5. Το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών, αν κατά την κρίση του συντρέχει η αναφερόμενη στην παρ. 4 του άρθρου 107 περίπτωση μη δημεύσεως των κατασχεμένων, μπορεί μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει με αμετάκλητη απόφασή του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη. Η δικαιοδοσία αυτή του Συμβουλίου υπάρχει μόνον αν, η μεν υπόθεση δεν εισηχθή ακόμη στο ακροατήριο του αρμόδιου πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, το δε αντικείμενο ή μεταγωγικό μέσο λαθρεμπορίου δεν εκποιήθηκε ούτε διατέθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 αυτού του άρθρου.

Το δικαστήριο, χωρίς να δεσμεύεται από το βούλευμα, αποφασίζει με την οριστική του απόφαση, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1-3 και στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 107.

Σε κάθε περίπτωση η εκτέλεση του βουλεύματος ή της απόφασης προϋποθέτει την καταβολή των μη καταβληθέντων εισαγωγικών δασμών και λοιπών φορών.

6. Το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών μπορεί επίσης, μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει με αμετάκλητη απόφασή του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοση των κατεσχεμένων στον ιδιοκτήτη, εφόσον αυτά δεν έχουν εκποιηθεί ή διατεθεί και υπό τον όρο κατάθεσης χρηματικής εγγύησης ισόποσης με την αξία, που έχουν στο εσωτερικό, προκειμένου η εγγύηση αυτή να επέχει θέση αξίας του κατασχεμένου και υπόκειται στη δήμευση, που προβλέπεται από το άρθρο 107.

7. Κάθε βούλευμα ή απόφαση σχετικά με άρση της κατάσχεσης και απόδοσης των μεταφορικών μέσων, που αναφέρονται στην παρ. 1 στον ιδιοκτήτη, καθώς και κάθε απόφαση για δήμευσή τους, κοινοποιείται αμελλητί από τον Εισαγγελέα στην Τελωνειακή Αρχή και στον Ο.Δ.Δ.Υ. μαζί με βεβαίωση, που συνοδεύει τα στοιχεία αυτά ή και αυτοτελή από την οποία φαίνεται η ημερομηνία του αμετάκλητου αυτών. Αν μέσα σε ένα (1) χρόνο από την ημερομηνία που επιβλήθηκε η κατάσχεση δεν έχει εκδοθεί ή δεν έγινε αμετάκλητο τέτοιο βούλευμα ή απόφαση, ο Εισαγγελέας είναι υποχρεωμένος να ανακοινώσει αμελλητί το στοιχείο αυτό στις πιο πάνω υπηρεσίες. Την αυτήν κοινοποίηση ή γνωστοποίηση δικαιούται να ενεργήσει και πας ενδιαφερόμενος και με τις ίδιες συνέπειες.

Ο Ο.Δ.Δ.Υ. εάν μετά την παρέλευση ενός έτους δεν έχει λάβει την πιο πάνω έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση προβαίνει εις την εκποίηση ή διάθεση των πραγμάτων αυτών.

Όμοια εκποίηση η διάθεση από τον Ο.Δ.Δ.Υ. γίνεται αν περάσουν έξι (6) μήνες, από τότε που έγιναν αμετάκλητα η απόφαση ή το βούλευμα για άρση της κατάσχεσης των μεταφορικών μέσων σαν αντικειμένων του λαθρεμπορίου ή σαν μεταγωγικών μέσων λαθρεμπορευμάτων και απόδοσής τους στον ιδιοκτήτη και δεν έχουν παραληφθεί από τον ιδιοκτήτη εξ αποκλειστικής αυτού υπαιτιότητος και το οποιοδήποτε αντάλλαγμά τους εισάγεται σαν δημόσιο έσοδο, αποκλειόμενου του δικαιώματος αποζημίωσης.

Η προαναφερόμενη εκποίηση ή διάθεση γίνεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, για την από τον Ο.Δ.Δ.Υ. εκποίηση ή διάθεση ειδών, που ανήκουν στο Δημόσιο και οι οποίες εφαρμόζονται σ` αυτές τις περιπτώσεις ανάλογα.

8. Αν, μετά την εκποίηση ή διάθεση των κατασχεμένων, διατάχθηκε αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σ` αυτόν από τον Ο.Δ.Δ.Υ. ως αποζημίωση:

α. Εφόσον είχαν οπωσδήποτε και από οποιονδήποτε νόμω υπόχρεω καταβληθεί οι προσήκοντες φόροι, δασμοί, εισφορές και τυχόν άλλες επιβαρύνσεις:

α.α. Ποσό ίσο με την αναφερόμενη στην έκθεση κοστολόγησης αξία, αν τα κατασχεμένα έχουν παραχωρηθεί και

β.β. Ποσό ίσο με το τίμημα που επιτεύχθηκε στη δημοπρασία, αν έχουν εκποιηθεί.

β. Αν δεν είχαν καταβληθεί οι αναφερόμενοι στο προηγούμενο εδάφιο, φόροι, δασμοί και λοιπές επιβαρύνσεις, ποσό ίσο με την εργοστασιακή αξία των κατασχεθέντων σε δραχμές κατά την ημερομηνία κατάσχεσης, όπως αυτή προσδιορίζεται στην έκθεση επαλήθευσης της Τελωνειακής Αρχής ανάλογα λόγω παλαιότητας και τυχόν ελλείψεων ή ζημιών.

Οι πιο πάνω αποζημιώσεις καταβάλλονται έντοκα από την ημερομηνία που ο Ο.Δ.Δ.Υ. έλαβε γνώση της υποχρεώσεώς του προς απόδοση, μέχρι της ημερομηνίας εκδόσεως του σχετικού χρηματικού εντάλματος πληρωμής. Προϋπόθεση της άνω καταβολής είναι η προηγούμενη καταβολή των μη καταβληθέντων εισαγωγικών δασμών και λοιπών φόρων ή η τυχόν δυνάμενη να γίνει, συμψηφιστική καταβολή τούτων.

Μετά την κατά τα άνω καταβολή της πιο πάνω αποζημίωσης εξαντλείται κάθε ευθύνη του Δημοσίου και του Ο.Δ.Δ.Υ..

9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται ειδικότερες λεπτομέρειες για την αναφερόμενη στις παρ. 7 και 8 αυτού του άρθρου εκποίηση ή διάθεση και τον τρόπο καταβολής της αποζημίωσης.

Στα αντικείμενα λαθρεμπορίου και μεταγωγικά τους μέσα που αναφέρονται σ` αυτό το άρθρο, εφαρμόζονται κατά τα λοιπά οι διατάξεις του ν. 1165/1918 όπως εκάστοτε ισχύει.

10. Κατασχεμένα μεταφορικά μέσα της παρ. 1 πριν από την ισχύ του παρόντος, αν έχει περάσει ένα (1) έτος από την ημερομηνία της κατάσχεσής τους και δεν έχει εκδοθεί ή δεν έχει γνωστοποιηθεί στον Ο.Δ.Δ.Υ. καθ` οιονδήποτε τρόπο αμετάκλητο βούλευμα ή απόφαση για την απόδοσή τους, εκποιούνται ή διαθέτονται μετά πάροδο δύο (2) μηνών από την ισχύ του παρόντος, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί Ο.Δ.Δ.Υ. διατάξεις.

Στις παραπάνω περιπτώσεις, αν δεν έχουν συνταχθεί εκθέσεις επαλήθευσης ή κοστολόγησης, αυτές συντάσσονται μέσα σ` ένα μήνα από την ισχύ του παρόντος, με τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους, που προβλέπεται απ` αυτό το άρθρο.

11. Η εφαρμογή του παρόντος τελεί υπό την προϋπόθεση ότι τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο μεταφορικά μέσα δεν προορίζονται για τις ανάγκες των Τελωνειακών Αρχών σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 1567/1985 (ΦΕΚ 171 Α`) δι` αποφάσεως της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, υπό τον όρο της μεταγενέστερης δήμευσης.

Στην περίπτωση αυτήν το Δημόσιο ουδεμία ευθύνη φέρει για τυχηρά γεγονότα ουδέ υποχρεούται σε άλλες δαπάνες έξοδα ή αποζημιώσεις έναντι παντός”.

Άρθρο 31
Παροχή κινήτρων του ν. 1892/1990 για επενδύσεις στις παραμεθόριες περιοχές

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 1892/1990 προστίθεται περίπτωση (ιη) ως εξής:

“ιη. Η αγορά και εγκατάσταση μεταχειρισμένου μηχανολογικού εξοπλισμού και η αγορά ή η εισφορά σε συσταθησόμενο νομικό πρόσωπο ημιτελών ή αποπερατωθεισών βιομηχανικών ή βιοτεχνικών κτιριακών εγκαταστάσεων, μόνο για τους σκοπούς εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 2”.

2. Στο άρθρο 2 του ν. 1892/1990 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

“4. Οι διατάξεις αυτού του νόμου όσον αφορά μόνο στην επιχορήγηση, εφαρμόζονται ανάλογα για νομικά πρόσωπα, που ιδρύονται στην αλλοδαπή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα και ασκούν την επιχειρηματικές δραστηριότητες των περιπτώσεων (α), (β), και (ιβ) της παρ. 1 του παρόντος άρθρου”.

3. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 6 του ν. 1892/1990 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Με αποφάσεις του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας καθορίζονται οι χώρες και οι συγκεκριμένες περιοχές αυτών για τις οποίες έχει εφαρμογή η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2, καθώς και το κατά περίπτωση ανώτατο ύψος παραγωγικών επενδύσεων ή τμήματός τους για το οποίο παρέχεται επιχορήγηση, κατά παρέκκλιση του προβλεπόμενου στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 ύψους. Με ίδιες αποφάσεις καθορίζεται επίσης και το σύνολο ποσό των επιχορηγήσεων, που εγκρίνεται ετησίως για κάθε χώρα”.

4. Στο άρθρο 9 του ν. 1892/1990 προστίθενται παράγραφοι 10 και 11 ως εξής:

“10. Στις επενδύσεις των επιχειρήσεων της παρ. 4 του άρθρου 2 παρέχεται το ποσοστό επιχορήγησης της περιοχής Δ.

Προκειμένου για μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων της περίπτωσης (α) της παρ. 1 του άρθρου 2 στις περιοχές που καθορίζονται με τις αποφάσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 6, κατ` εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 2, έχει εφαρμογή η διάταξη της περίπτωσης α` της παρ. 4 του άρθρου 9, χωρίς τον περιορισμό της περιοχής από την οποία μετεγκαθίστανται και ως περιοχή μετεγκατάστασης θεωρείται η περιοχής Γ.

11. Για την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος νόμου επιχειρήσεων της παρ. 4 του άρθρου 2 που πραγματοποιούν παραγωγικές επενδύσεις, η απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 7, εκδίδεται μετά από γνώμη ειδικής πενταμελούς επιτροπής, που προεδρεύεται από το Γενικό Γραμματέα του Υπ.ΕΘ.Ο. και η οποία συνιστάται και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Η υπαγωγή κατά τα ανωτέρω μπορεί να γίνει εφόσον οι προτεινόμενες για κάθε εξεταστική περίοδο επενδύσεις πληρούν τα κριτήρια βιωσιμότητας της παρ. 2 του άρθρου 7 και, επί πλέον, εφόσον συμβάλλουν, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, στη διεύρυνση των παραγωγικών δραστηριοτήτων παραμεθόριων περιοχών και τη συγκράτηση πληθυσμών των περιοχών αυτών στον τόπο διαμονής τους”.

Άρθρο 32
Ρύθμιση χρεών της Κ.Υ.Δ.Ε.Π. προς την Α.Τ.Ε.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.4 του άρθρου 19 του Ν.2198/1994 (ΦΕΚ Α 43)

Άρθρο 33
Ρύθμιση χρεών θυγατρικών της Α.Τ.Ε. εταιρειών
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.4 του άρθρου 19 του Ν.2198/1994 (ΦΕΚ Α 43)

Άρθρο 34
Προϋποθέσεις καταγγελίας συμβάσεων, άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 1571/1985, ως ισχύει
Οι συμβάσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ν. 1571/1985, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο τρίτο του ν. 1769/1988 παύουν να ισχύουν τρεις μήνες μετά την επίδοση δήλωσης καταγγελίας από οποιονδήποτε από τους συμβαλλομένους.

Άρθρο 35
Προϋποθέσεις χορηγήσεως αδειών Α` σε εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών παραμεθόριων περιοχών
Στο τέλος του άρθρου 15 του ν. 1571/1985 προστίθεται παράγραφος 7, η οποία έχει ως εξής:

“7. Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, που έχουν τις εγκαταστάσεις τους σε παραμεθόριες περιοχές και έχουν συσταθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου ή προήλθαν οποτεδήποτε από εταιρείες της προηγούμενης μορφής, από διαχωρισμό ή εξ αγοράς, μπορούν να αποκτήσουν, εκτός από την άδεια ΣΤ` και άδεια Α`, ανεξάρτητα αν συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις, που τίθενται από το άρθρο αυτό και αφορούν στο ελάχιστο καταβεβλημένο κεφάλαιο και τους απαιτούμενους αποθηκευτικούς χώρους”.

Άρθρο 36
Φορολογικές απαλλαγές ιδρυμάτων
Στην παράγραφο 6 του άρθρου 33 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α`), προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που ορίζει τα εξής:

“Στα κοινωφελή ιδρύματα “ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ” και “ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΛΕΤΩΝ ΛΑΜΠΡΑΚΗ” εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παρ. 1 και 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α`), που αναφέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ”.

Άρθρο 37
Έκπτωση δωρεών ιατρικών μηχανημάτων και ασθενοφόρων σε κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα. Απαλλαγή από φόρο εισοδήματος καταβαλλόμενων αμοιβών από το Σύλλογο “Οι φίλοι της Μουσικής”

1. Στην περίπτωση δ` της παραγράφου 7 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/ 1955 προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο ως εξής:

“Η αξία των ιατρικών μηχανημάτων και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό”.

2. Στην υποπερίπτωση γγ` της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του ν.δ. 3323/1955 προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο ως εξής:

“Η αξία των ιατρικών μηχανημάτων και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό”.

3. Η περίπτωση ΣΤ` της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“ΣΤ. Οι αμοιβές, που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, καθώς και το σύλλογο “Οι φίλοι της Μουσικής” σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα η μεμονωμένους καλλιτέχνες ξένων χωρών, για τη συμμετοχή τους σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις”.

4. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1991 και της παραγράφου 3 από την 1 Ιανουαρίου 1992.

Άρθρο 38
Ρύθμιση οικονομικών και άλλων θεμάτων προσωπικού ασφαλιστικών οργανισμών

1. Το προβλεπόμενο από το άρθρο 12 του ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37 Α`) επίδομα θέσης, χορηγείται και στους γιατρούς του Ι.Κ.Α. και των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προϊσταμένους διευθύνσεων, τμημάτων και αυτοτελών γραφείων ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων, με τις προϋποθέσεις του ν. 1586/1986.

2. Στους μόνιμους γιατρούς και οδοντριάτρους του Ι.Κ.Α. και των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων παρέχεται λόγω των ειδικών συνθηκών του επαγγέλματος και για την ετοιμότητα αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών, επίδομα ετοιμότητας σε ποσοστό 25% υπολογιζόμενο στο βασικό μισθό του 28ου μισθολογικού κλιμακίου των μόνιμων πολιτικών υπαλλήλων.

3. Τα έξοδα κίνησης για τους γιατρούς και οδοντριάτρους του Ι.Κ.Α., που μετακινούνται είτε για κατ` οίκον περίθαλψη ασθενών ασφαλισμένων είτε για έλεγχο ιατρείων, φαρμακείων, εργαστηρίων και θεραπευτηρίων πάσης φύσεως, που χορηγούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 904/ 1978 και των νόμων 1505/1984 και 1759/1988, διαμορφώνονται σε ποσοστό 35% επί του βασικού μισθού του 20ού μισθολογικού κλιμακίου.

Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μετά παραπάνω έξοδα κίνησης και το επίδομα ετοιμότητας και στους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ιατρούς και οδοντιάτρους του Ι.Κ.Α.

Με όμοια απόφαση μπορεί να χορηγούνται τα παραπάνω έξοδα κίνησης και στους γιατρούς των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών ασφαλίσεων.

4. Στους μόνιμους με ειδικότητα γιατρούς του Ι.Κ.Α. και των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων χορηγείται ποσόν ειδικότητας 2.500 δραχμές το μήνα.

5. Δαπάνες που έχουν γίνει για την πλήρωση στο ιατρικό προσωπικό του Ι.Κ.Α. εξόδων κίνησης και ποσού ειδικότητας μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού θεωρούνται νόμιμες.

6. Το επίδομα ιατρείου, που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 904/1978, των νόμων 1505/1984 και 1759/1988 και την Φ21/ οικ.3828/1988 Κ.Υ.Α. στους μόνιμους και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου γιατρούς και οδοντιάτρους του Ι.Κ.Α. διαμορφώνεται σε ποσοστό 60% επί του βασικού μισθού του 1ου μισθολογικού κλιμακίου.

7. Στους υπαλλήλους του Ι.Κ.Α. που απασχολούνται σε εξωτερική υπηρεσία ελέγχου εσόδων και Επιθεώρησης των μονάδων του Ι.Κ.Α., καθώς και στους τεχνικούς υπαλλήλους, στους φυσικοθεραπευτές, επισκέπτριες υγείας και στους παρασκευαστές, που μετακινούνται για εκτέλεση υπηρεσίας καταβάλλονται για όλο το μήνα έξοδα κίνησης, που ορίζονται σε είκοσι χιλιάδες (20.000) δρχ. το μήνα.

Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναπροσαρμόζεται το ποσό εξόδων κίνησης κάθε φορά, που αυξάνονται τα εισιτήρια των μαζικών μέσων μεταφοράς, ανάλογα με το ποσοστό αύξησής τους.

Για απασχόληση μικρότερη του μήνα καταβάλλεται ανάλογο τμήμα.

Η απασχόληση των ανωτέρω υπαλλήλων σε εξωτερική εργασία θα βεβαιώνεται από τον προϊστάμενό τους.

Από της ισχύος της διάταξης αυτής δεν εφαρμόζονται για τους πιο πάνω υπαλλήλους οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 2 του π.δ. 904/1978, της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του ν. 1810/1988 και της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του ν. 1882/1990.

8. Η χορήγηση του επιδόματος βιβλιοθήκης, που προβλέπεται από το άρθρο 61 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α`) για τους γιατρούς του Ι.Κ.Α. επεκτείνεται και στους ελεγκτές γιατρούς του Τ.Ε.Β.Ε., καθώς και στους μόνιμους γιατρούς και οδοντιάτρους των λοιπών ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

9. Τα ληφθέντα ποσά ως προκαταβολή του υπερωριακού επιδόματος του ν. 754/1978 και του ν. 1041/1980 από τους υπαλλήλους του Τ.Ε.Β.Ε. προ της εφαρμογής του ν. 1810/1988 αναζητούνται.

“Τα ανωτέρω ποσά δεν χρήζουν περαιτέρω εκκαθάρισης, εκπίπτουν από τα σχηματισθέντα κεφάλαια και απαλλάσσονται κάθε υποχρέωσης προς τρίτους.”

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρ.19 Ν.2556/1997 ΦΕΚ Α 270/24.12.1997.

10. Για την τακτοποίηση των εκκρεμών υποθέσεων χορήγησης συντάξεων, επιδομάτων και λοιπών παροχών των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δύναται ο οικείος Υπουργός, με τις αποφάσεις του, που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α`) και του άρθρου 7 του ν. 1810/1988 (ΦΕΚ 223 Α`) να καθορίζει, για το μέχρι 31-12-1992 χρονικό διάστημα, τον τόπο και τις συγκεκριμένες ανά ώρα εργασίες, που θα εκτελούνται από κάθε υπάλληλο, πέρα από το κανονικό ωράριο, καθώς και τον τρόπο παρακολούθησης και βεβαίωσης εκτέλεσης των εργασιών αυτών.

Σχετικό:  άρθρου 10 του Ν.2129/1993 (ΦΕΚ Α 57)

11. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων χορηγείται στους γιατρούς του Ι.Κ.Α. για συγκεκριμένο μετακπαιδευτικό σκοπό, εκπαιδευτική άδεια με αποδοχές μέχρι ένα (1) έτος και χωρίς αποδοχές μέχρι δύο (2) έτη, ύστερα από σχετική εισήγηση της Διοίκησης του Ι.Κ.Α.

12. Η προβλεπόμενη από το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 44 του ν. 1759/1988 προθεσμία παρατείνεται μέχρι 30-6-1992 για όλους τους γιατρούς του δημοσίου τομέα, με εξαίρεση τους γιατρούς, που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 1397/1983 (ΦΕΚ 143 Α`).

Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να παρατείνεται η θητεία των γιατρών αυτών για ένα (1) έτος κάθε φορά, εφόσον υφίστανται υπηρεσιακές ανάγκες.

Άρθρο 39
Τέλη και εισφορές υπέρ Δημοσίου, Ν.Α.Τ. και του Μουσείου Εμπορικής Ναυτιλίας

1. Εισιτήρια επιβατών ή άλλα εκπαιδευτικά στοιχεία μεταφοράς επιβατών ή οχημάτων, εκδιδόμενα από τις επιχειρήσεις, που εκμεταλλεύονται πλοία και μεταφέρουν επιβάτες και κάθε είδους οχήματα, ή από τους πράκτορες των επιχειρήσεων αυτών, δεν θεωρούνται από τις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες αν η σχετική αίτηση για θεώρηση δεν συνοδεύεται από βεβαίωση του Ν.Α.Τ. ή υπολόγου του Ν.Α.Τ. ή του οικείου Λιμεναρχείου, από την οποία να προκύπτει ότι έγινε χρέωση ή εξόφληση των τελών και ασφαλίσεων υπέρ του Ν.Α.Τ., που ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 77 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`), το άρθρο 24 του ν. 1957/1991 (ΦΕΚ 114 Α`) και του π.δ. 320/1991 (ΦΕΚ 117 Α`) και αφορούν εις τα προς θεώρηση φορολογικά στοιχεία.

2. α. Για την κατά τις ισχύουσες διατάξεις έκδοση αδειών ρυμουλκικών εργασιών σε ρυμουλκά πλοία από τις λιμενικές αρχές καταβάλλεται παράβολο υπέρ του Δημοσίου ύψους πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δρχ. για κάθε ρυμουλκό και εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ. ύψους πεντακοσίων δρχ. ανά ίππο ισχύος μηχανής.

β. Ειδικότερα για τις άδειες που χορηγούν οι Λιμενικές Αρχές Πειραιώς, Ελευσίνας και Θεσσαλονίκης το καταβαλλόμενο παράβολο υπέρ του Δημοσίου ανέρχεται στο ύψος του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δρχ. για κάθε ρυμουλκό και η εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ. στο ύψος των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) δρχ. ανά ίππο ισχύος μηχανής.

γ. Ο τρόπος καταβολής του ως άνω παραβόλου και της εισφοράς ρυθμίζεται από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς Λιμένος περί χορηγήσεως αδειών ρυμουλκικών εργασιών σε ρυμουλκά πλοία.

δ. Σε περίπτωση αντικατάστασης της μηχανής από άλλη μεγαλύτερης ιπποδύναμης καταβάλλεται η αναλογούσα στην προβλεπόμενη στα εδάφια α` και β` της παρούσας παραγράφου εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ. για τη διαφορά από την αύξηση της ιπποδύναμης του ρυμουλκού πλοίου.

ε. Σε περίπτωση αντικατάστασης ρυμουλκού πλοίου με άλλο μικρότερης ή ίσης ιπποδύναμης τα προβλεπόμενα στα εδάφια α` και β` της παρούσας παραγράφου παράβολο υπέρ Δημοσίου και εισφορά υπέρ Ν.Α.Τ. καταβάλλονται στο ήμισυ (1/2).

στ. Εάν το νέο ρυμουλκό πλοίο είναι μεγαλύτερης ιπποδύναμης από το αντικαθιστάμενο καταβάλλεται εκτός του ημίσεως του υπέρ Δημοσίου παραβόλου και εισφοράς υπέρ του Ν.Α.Τ. και πρόσθετη εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ. για την επί πλέον αύξηση ιπποδύναμης του ρυμουλκού πλοίου αναλογούσας στην προβλεπόμενη από τα εδάφια α` και β` της παρούσας παραγράφου.

[ζ. Εκτός των παραπάνω, παραβόλου υπέρ του Δημοσίου και εισφοράς υπέρ του Ν.Α.Τ. που καταβάλλονται εφάπαξ κατά την έκδοση της άδειας ρυμουλκού, καταβάλλεται στο Ν.Α.Τ. επί πλέον εισφορά ανερχόμενη σε ποσοστό 2% επί των ρυμουλκικών δικαιωμάτων όπως εκάστοτε καθορίζονται στους οικείους Κανονισμούς Λιμένος. Ο τρόπος εισπράξεως και αποδόσεως στο Ν.Α.Τ. καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας].

η. Τα εφάπαξ ποσά του παραβόλου υπέρ του Δημοσίου και η εφάπαξ εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ., καθώς επίσης και η επί πλέον εισφορά υπέρ του Ν.Α.Τ. επί των ρυμουλκικών δικαιωμάτων, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου μπορούν να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας.

3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 83 του κ.ν. 792/1978 (ΦΕΚ 220 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“Το αντίτιμον των διατιμημένων εντύπων, οριζόμενον εκάστοτε δι` αποφάσεως του Δ.Σ. εγκρινομένης υπό του Υπουργού.

Επί του ανωτέρω αντιτίμου των διατιμημένων εντύπων των πάσης κατηγορίας πλοίων, επιβάλλεται επί πλέον εισφορά εκ δέκα επί τοις εκατό (10%), της οποίας ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%) θα αποδίδεται υπέρ του εδρεύοντος εις τον Πειραιά “Μουσείου Εμπορικής Ναυτιλίας” (Μ.Ε.Ν.), το οποίο ιδρύθηκε με το άρθρο 9 του ν. 1940/1991 και ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), θα αποδίδεται εις την “Εταιρεία Ναυτικού Μουσείου και Περισυλλογής Κειμηλίων των κατά θάλασσα αγώνων του “Έθνους”.

Άρθρο 40
Μισθώσεις ακινήτων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Στο άρθρο 3 του ν. 813/1978 “περί εμπορικών μισθώσεων” προστίθεται εδάφιο ε` ως εξής:

“Οι μισθώσεις ακινήτων, τα οποία αποκτώνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα όργανά της για τη στέγαση των υπηρεσιών της, ή των υπηρεσιών των οργάνων της, ανεξαρτήτως του χρόνου συνάψεως των μισθώσεων αυτών”.

Άρθρο 41
Κύρωση αποφάσεων
1. Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου, από τότε που ίσχυσαν, οι 1026721/354/Α0012 από 13 Μαρτίου 1991 (ΦΕΚ 190/Β/28.3.91), 1049667/ 10246/Β0012 από 30 Μαΐου 1991 (ΦΕΚ 450/Β/24.6.91), Ε. 2814/528/ΑΟΟ34 από 6 Αυγούστου 1991 (ΦΕΚ 672/Β/7.8.91) και 1068417/655/ΑΟΟ13 από 30 Σεπτεμβρίου 1991 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες έχουν ως εξής:

“α) Αριθ. πρωτ. 1026721/354/ΑΟΟ12 Αθήνα 13 Μαρτίου 1991

ΘΕΜΑ: “Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων ελευθέρων επαγγελματιών άρθρου 45 ν.δ. 3323/1955 και άλλων επιτηδευμάτων και επιχειρήσεων”.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την ανάγκη περαίωσης των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φόρου εισοδήματος και συναφών φορολογικών αντικείμενων, ελευθέρων επαγγελματιών άρθρου 45 ν.δ. 3323/1955 και λοιπών επιτηδευματιών και επιχειρήσεων οι υποθέσεις των οποίων δεν περιλήφθησαν για ρύθμιση σε προηγούμενες αποφάσεις.

2. Την ανάγκη για την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου και για να μπορέσουν οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) να ανταποκριθούν πληρέστερα στο έργο της συστηματική παρακολούθησης και του ελέγχου της εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας.

3. Την ανάγκη περιορισμού των φορολογικών υποθέσεων, οι οποίες εκκρεμούν στα Διοικητικά Δικαστήρια, χωρίς να ζημιώνεται το Δημόσιο.

4. Την ανάγκη εφαρμογής στην πράξη της αρχής ότι οι υποβαλλόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τα αριθμητικά δεδομένα που δηλώνονται με αυτές είναι ειλικρινείς εφόσον δεν έχουν διαπιστωθεί φορολογικές παραβάσεις, προκειμένου να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των φορολογουμένων προς την Πολιτεία.

5. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων, χωρίς την επιβολή κυρώσεων.

6. Τα υποβληθέντα σχετικά αιτήματα και προτάσεις από εκπροσώπους συλλόγων ελευθέρων επαγγελματιών, εκπροσώπους παραγωγικών τάξεων και μεμονωμένους φορολογουμένους πολίτες και επιχειρήσεις.

7. Την ανάγκη επαναφοράς του χρόνου παραγραφής στην πενταετία.

8. Την παροχή δυνατότητας συστηματικότερου ελέγχου των σοβαροτέρων επιχειρήσεων με την αποδέσμευση προσωπικού.

Αποφασίζουμε

Καθορίζουμε προαιρετική ρύθμιση για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών συναφών φορολογικών αντικειμένων των ελευθέρων επαγγελματιών άρθρου 45 ν.δ. 3323/1955 και λοιπών επιχειρήσεων, όπως ακολούθως:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α`

ΠΕΡΑΙΩΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση

1. Στη ρύθμιση της απόφαση αυτής υπάγονται οι υποθέσεις των ακολούθων επαγγελμάτων και επιχειρήσεων:

α) ελευθέρων επαγγελματιών όπως αναφέρεται περιοριστικά στο άρθρο 45 ν.δ. 3323/1955,

β) επιχειρήσεις άρθρου 18 ν. 1642/1986 που έχουν δικαίωμα επιστροφής ή έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας των εισροών τους,

γ) επιχειρήσεις άρθρου 18 ν. 1642/1986 που έχουν και κλάδο υπαγόμενο σε Φ.Π.Α.,

δ) επιχειρήσεις φορολογούμενες κατά τις διατάξεις άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955,

ε) κτηματικές επιχειρήσεις με έσοδα από εκμίσθωση ακινήτων ή επιχειρήσεις με έσοδα από πώληση ακινήτων (παγίων) που το κέρδος φορολογείται κατά τις γενικές διατάξεις ν.δ. 3323/1955,

στ) επιχειρήσεις οι οποίες κατά τις πρώτες χρήσεις σύστασης ή έναρξης εργασιών τους δεν είχαν έσοδα ή σε ενδιάμεση διαχειριστική χρήση λόγω αδρανείας επίσης δεν είχαν έσοδα,

ζ) τραπεζικές επιχειρήσεις.

2. Στη ρύθμιση υπάγονται οι παραπάνω περιπτώσεις εφόσον κατά τις ανέλεγκτες χρήσεις: α) τηρήθηκαν βιβλία και στοιχεία Β` ή Γ` ή Δ` κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων και

β) είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. να τηρήσουν και δεν τήρησαν βιβλία της προσήκουσας κατηγορίας.

3. Στη ρύθμιση υπάγονται οι ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων ως ακολούθως:

α) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των ελευθέρων επαγγελματιών που οι εκροές τους απαλλάσσονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας (άρθρο 18 παράγραφος 1 περιπτώσεις ε`, ζ`, ιβ` και ιδ` ν. 1642/1986),

β) των χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων των λοιπών ελευθέρων επαγγελματιών,

γ) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιχειρήσεων της περίπτωσης β` της προηγούμενης παραγράφου 1 (επιχειρήσεις της περίπτωσης λα` της παραγράφου 1 του άρθρου 18 ν. 1642/1986),

δ) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιχειρήσεων της περίπτωσης γ` της προηγούμενης παραγράφου 1 με την προϋπόθεση ότι τα ακαθάριστα έσοδα του κλάδου που υπάγεται στο Φ.Π.Α. δεν υπερβαίνουν ποσοστό 3% του συνόλου των απαλλασσομένων και υπαγομένων σε Φ.Π.Α. ακαθαρίστων εσόδων της επιχείρησης,

ε) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των επιχειρήσεων άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955 που ασχολούνται με την ανέγερση και πώληση οικοδομών (παράγραφος 1 άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955),

ζ) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των κτηματικών επιχειρήσεων με έσοδα από εκμίσθωση ακινήτων ή των επιχειρήσεων που έχουν έσοδα από πωλήσεις ακινήτων που φορολογούνται κατά τις διατάξεις άρθρου 32 ν.δ. 3323/1955,

η) των χρήσεων 1986 και παλαιοτέρων των επιτηδευματιών και επιχειρήσεων που οι πρώτες διαχειριστικές χρήσεις από τη σύστασή τους ή την έναρξη των εργασιών τους δεν είχαν ακαθάριστα έσοδα ή σε ενδιάμεση χρήση των εργασιών τους επίσης δεν είχαν έσοδα,

θ) των χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των Τραπεζικών επιχειρήσεων.

Καθόσον αφορά επιχειρήσεις με βιβλία Γ` ή Δ` κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. που έκλεισαν διαχείριση στις 30 Ιουνίου 1986 ή στις 30 Ιουνίου 1989 ανάλογα, στη ρύθμιση υπάγονται οι υποθέσεις των χρήσεων μέχρι τις ημερομηνίες αυτές και παλαιοτέρων.

4. Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις των ως άνω περιπτώσεων, ανεξάρτητα αν έχουν διαπιστωθεί σε βάρος τους οποιουδήποτε είδους παραβάσεις του Κ.Φ.Σ. ή εάν έχουν υπαχθεί σε δειγματοληπτικό έλεγχο βάσει των αποφάσεων που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 ν. 1563/1985 και ανεξάρτητα με τον τρόπο περαίωσης της τελευταίας ελεγμένης χρήσης καθώς και οι δηλώσεις υπό επιφύλαξη εφόσον δι` αυτών δεν αμφισβητείται το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων και καθαρών κερδών.

5. Στη ρύθμιση της απόφασης αυτής υπάγονται και υποθέσεις των παραπάνω περιπτώσεων για τις οποίες έχουν υποβληθεί δηλώσεις:

α) σύμφωνα με την αριθ. 670/ΠΟΛ. 17/20.1.1988 απόφασή μας και για τις οποίες λόγω μη συμπτώσεως των απόψεων Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. και υποχρέου έχουν ασκηθεί από τον τελευταίο προσφυγές οι οποίες εκκρεμούν στα Διοικητικά Πρωτοδικεία,

β) υποθέσεις οι οποίες εκκρεμούν στην Επιτροπή την προβλεπόμενη από το άρθρο 8 της με αριθμό 1105134/9050/0009/3.10.1989/ΠΟΛ. 1227 απόφασή μας, και

γ) υποθέσεις οι οποίες έχουν εξαιρεθεί των ρυθμίσεων των προηγούμενων αποφάσεων των περιπτώσεων α` και β` λόγω μη συμπτώσεως των απόψεων Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. και υποχρέου η οποία θα διαπιστωθεί μέχρι την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας ισχύος της παρούσας.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις εφόσον ο υπόχρεος επιθυμεί να υπαχθεί στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση ν. 1599/1986 με την οποία δηλώνει ότι παραιτείται της προσφυγής ή ότι δεν επιθυμεί την εξέταση της υπόθεσης από την Επιτροπή.

Οι υπεύθυνες δηλώσεις αυτές διαβιβάζονται αμέσως με την υποβολή τους στο Διοικητικό Πρωτοδικείο ή στην Επιτροπή για την παύση της εξέτασης της υπόθεσης.

Άρθρο 2

Εξαιρέσεις

Από τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής εξαιρούνται:

1. Υποθέσεις επιτηδευματιών για τις οποίες έχουν εκδοθεί φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων και δεν έχουν κοινοποιηθεί ή έχουν κοινοποιηθεί και εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών Αρχών ή των Διοικητικών Δικαστηρίων, εκτός των υποθέσεων των περίπτωσης θ` της παραγράφου 3 του άρθρου 1 της παρούσας.

2. Υποθέσεις για τις οποίες έχουν κατασχεθεί ανεπίσημα βιβλία και στοιχεία και δεν έχει αρχίσει η επεξεργασία τους ή δεν έχει ολοκληρωθεί ή έχει ολοκληρωθεί και έχει διαπιστωθεί φοροδιαφυγή.

3. Αν κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας, υποβληθεί τροποποιητική ή ανακλητική δήλωση για οποιοδήποτε φορολογικό αντικείμενο.

4. Υποθέσεις για τις οποίες κατά την έκδοση της απόφασης έχει γίνει έναρξη τακτικού ελέγχου που συνεχίζεται κατά την ημέρα ενάρξεως ισχύος της παρούσης.

Δεν θωρείται έναρξη ελέγχου όταν έχει γίνει θεώρηση των βιβλίων και δεν έχουν γίνει άλλες ελεγκτικές επαληθεύσεις.

5. Υποθέσεις στις οποίες σε κάποιο ανέλεγκτο ή ελεγμένο έτος δηλώθηκε απώλεια ή καταστροφή όλων των βιβλίων και στοιχείων ή μερικών εκ των οποίων η έλλειψη καθιστά ανέφικτες τις λογιστικές επαληθεύσεις ή σε τακτικό ή προσωρινό έλεγχο δεν επιδείχθησαν.

6. Υποθέσεις των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα υπερβαίνουν κατά χρήση το ποσό των τριών δισεκατομμυρίων δραχμών.

Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει προκειμένου για Τραπεζικές επιχειρήσεις.

7. Υποθέσεις καλλιτεχνών κέντρων διασκεδάσεως και συναφών.

8. Υποθέσεις για τις οποίες έχουν υποβληθεί συμπληρωματικές δηλώσεις με τις υπ` αριθ. 670/1988 και 1105134/9050/0009 αποφάσεις μας και δεν έχουν εκκαθαριστεί λόγω φόρτου εργασίας των φοροτεχνικών υπηρεσιών.

Άρθρο 3

Περαίωση Υποθέσεων Ελευθέρων Επαγγελματιών άρθρου 45 ν.δ. 3323/55

Ι) Χρήσεις 1989 και παλαιότερες

Α) ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ

1. Ο προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματός τους από προσφορά υπηρεσιών σε ΕΛΕΥΘΕΡΗ άσκηση δικηγορίας προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενεργείται ανάλογα με τα χρόνια άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου με τη χρήση συντελεστού καθαρού κέρδους στις ακαθάριστες εισπράξεις από τη δραστηριότητα αυτή ως εξής:

Δικηγόροι με δικηγορία έως και πέντε (5) έτη Σ.Κ.Κ. 52%.

Δικηγόροι με δικηγορία από έξι (6) μέχρι δεκαπέντε (15) έτη Σ.Κ.Κ. 56%.

Δικηγόροι με δικηγορία από δεκαέξι (16) μέχρι τριάντα (30) έτη Σ.Κ.Κ. 60%.

Δικηγόροι με δικηγορία άνω των τριάντα (30) ετών Σ.Κ.Κ. 56%.

2. Ο χρόνος δικηγορίας αρχίζει από την ημέρα λήψεως της άδειας δικηγόρου και θα διαπιστούται από σχετική βεβαίωση του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Τα έτη θεωρούνται συμπληρωμένα την 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους μέσα στο οποίο συμπληρώνεται ο αντίστοιχος χρόνος άσκησης δικηγορίας.

3. Ως ακαθάριστες εισπράξεις λογίζονται οι πάσης φύσεως εισπράξεις από την άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου όπως αναγράφονται στα συμπληρωματικά στοιχεία της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, και η τυχόν πάγια αντιμισθία δικηγόρου.

4. Για την εξεύρεση του καθαρού εισοδήματος πολλαπλασιάζονται οι ακαθάριστες εισπράξεις στις οποίες περιλαμβάνεται και η τυχόν πάγια αντιμισθία με τον οικείο συντελεστή καθαρού κέρδους. Το γινόμενο αυτό αποτελεί το καθαρό εισόδημα κάθε περαιούμενης χρήσης.

5. Προϋπόθεση για την με τον τρόπο αυτό περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων είναι η παραίτηση από τυχόν ασκηθέντα ένδικα μέσα κατά εκκαθαριστικών σημειωμάτων υπολογισμού φόρου βάσει αρχικής δηλώσεως εισοδήματος, τα οποία εκκρεμούν προς εκδίκαση ή επί των οποίων έχουν εκδοθεί οριστικές αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων και η αποδοχή της εκκαθάρισης φόρου βάσει δηλώσεως.

6. Όταν με την αρχική δήλωση ή με τις διατάξεις άρθρου 47α ν.δ. 3323/1955 έχει υπαχθεί σε φορολογία από την άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου εισόδημα μεγαλύτερο από το προσδιοριζόμενο ως άνω η δήλωση κρίνεται ειλικρινής.

Β) ΙΑΤΡΟΙ

1. Η περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων των ιατρών ενεργείται με την καταβολή ποσού φόρου ανάλογα με το ύψος των ακαθαρίστων εισπράξεών τους και τον κλάδο στον οποίο κατατάσσονται.

2. Ως κλάδοι ορίζονται οι ακόλουθοι:

α) Οδοντίατροι

β) Εργαστηριακοί (ακτινολόγοι-μικροβιολόγοι)

γ) Λοιποί ιατροί

3. Η περαίωση των υποθέσεων των ιατρών γίνεται με την καταβολή φόρου εισοδήματος για κάθε χρήση, επί πλέον του καταβληθέντος με την δήλωση που υποβλήθηκε, ο οποίος υπολογίσθηκε ανάλογα με τον κλάδο που ανήκει ο ιατρός και το ύψος των ακαθαρίστων εισπράξεών του κάθε χρήσης και κατά εκατομμύριο είσπραξης.

Το ποσό του φόρου θα καταβάλλεται με βάση τον ακόλουθο πίνακα:

ΑΚΑΘ. ΕΙΣΠΡΑΞΕΙΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟΙ ΛΟΙΠ. ΙΑΤΡΟΙ 1. Ακαθάριστες εισπράξεις μέχρι 2.000.000 για 10.000 12.000 15.000

κάθε εκατομμύριο 2. Ακαθάριστες εισπράξεις μέχρι 5.000.000 για 12.000 15.000 20.000 κάθε εκατομμύριο.

3. Ακαθάριστες εισπράξεις που υπερβαίνουν τα 5.000.000 για 15.000 20.000 25.000 κάθε εκατομμύριο.

Σε περίπτωση κλάσματος εκατομμυρίου τα ως άνω ποσά φόρου διαιρούνται δια δέκα και υπολογίζονται ανά στρογγυλοποιούμενο κλιμάκιο ακαθαρίστων εισπράξεων εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.

4. Ως ακαθάριστες εισπράξεις λαμβάνεται το σύνολο των πάσης φύσεως εισπράξεων από την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος ανεξάρτητα αν φορολογούνται στην Ε` (πλην συντάξεων) ή ΣΤ` πηγή εισοδήματος.

5. Οι ακαθάριστες εισπράξεις λαμβάνονται όπως έχουν δηλωθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και στα συνοδεύοντα αυτές έντυπα συμπληρωματικών στοιχείων και λοιπές βεβαιώσεις.

6. Και στην περαίωση των υποθέσεων των ιατρών ισχύουν όσα αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 της περαίωσης των δικηγόρων.

7. Με την κατ` αυτόν τον τρόπο και την καταβολή του φόρου περαίωση των υποθέσεων δεν επέρχεται μεταβολή στο καθαρό εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα ιατρού που έχει δηλωθεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

8. Στις περαιούμενες με τον ως άνω τρόπο χρήσεις παύει κάθε έρευνα από την έκδοση αθεώρητων συνταγών.

Γ) ΑΛΛΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ

(Συμβολαιογράφοι-άμισθοι υποθηκοφύλακες – δικαστικοί επιμελητές – μαίες – Φυσικοθεραπευτές – Κτηνίατροι – Συγγραφείς- Καλλιτέχνες και ερμηνευτές έργων τέχνης- καθηγητών ή δασκάλων).

1. Το καθαρό εισόδημα ή κέρδος κάθε ανέλεγκτης χρήσης των παραπάνω επαγγελματιών προσδιορίζεται με πολλαπλασιασμό των συνολικών ακαθαρίστων αμοιβών ή εσόδων που δηλώθηκαν με το μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους του επαγγέλματος όπως αυτός ισχύει σήμερα.

2. Και στην περαίωση των υποθέσεων αυτών ισχύουν όσα αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 της περαίωσης των δικηγόρων.

ΙΙ. Χρήσεις 1986 και παλαιότερες

ΛΟΙΠΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ

Η περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων ενεργείται κατά τον ίδιο τρόπο που προβλέπεται για τους άλλους ελεύθερους επαγγελματίες και περιγράφεται παραπάνω στην περίπτωση Γ` του υποκεφαλαίου Ι του άρθρου 3.

Άρθρο 4

Περαίωση υποθέσεων επιτηδευματιών (περιπτώσεις γ` και δ` της παραγράφου 3 του άρθρου 1 της παρούσας)

Α) Επιχειρήσεις της περιπτώσεως λα` της παραγράφου 1 του άρθρου 18 ν. 1642/1986.

1. Επιχειρήσεις με βιβλία Β`, Γ` ή Δ` κατηγορίας Κ.Φ.Σ.

Η περαίωση των ανωτέρω υποθέσεων γίνεται με την καταβολή φόρου εισοδήματος για κάθε ανέλεγκτη χρήση, επί πλέον του καταβληθέντος με την δήλωση που υποβλήθηκε, ανάλογα με το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων βάσει του ακόλουθού πίνακα:

ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΑ ΕΣΟΔΑ ΔΡΧ. ΦΟΡΟΣ ΔΡΧ.

Ακαθάριστα έσοδα μέχρι 5.000.000 50.000

” ” από 5-10.000.000 70.000

” ” 10-20.000.000 120.000

” ” 20-40.000.000 200.000

” ” 40-60.000.000 300.000

” ” 60-80.000.000 400.000

” ” 80-100.000.000 500.000 ” ” άνω των 100.000.000 600.000

Β) Επιχειρήσεις άρθρου 18 ν. 1642/1986 που έχουν και κλάδο υπαγόμενο σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.

1. Επιχειρήσεις με βιβλία Β` κατηγορίας Κ.Φ.Σ.

Η περαίωση των ανωτέρω υποθέσεων γίνεται με την καταβολή φόρου εισοδήματος για κάθε ανέλεγκτη χρήση, επί πλέον του καταβληθέντος με την δήλωση που υποβλήθηκε, ανάλογα με το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων βάσει του πίνακα της προηγούμενης περιπτώσεως Α.

2. Επιχειρήσεις με βιβλία Γ` ή Δ` κατηγορίας Κ.Φ.Σ.

Για την περαίωση των υποθέσεων αυτών τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται με την προσθήκη λογιστικών διαφορών στα καθαρά κέρδη που δηλώθηκαν.

Οι λογιστικές διαφορές υπολογίζονται με τη χρήση συντελεστή επί τοις εκατό (%) στα ακαθάριστα έσοδα που δηλώθηκαν, το ύψος του οποίου ορίζεται με βάση το μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους του επαγγέλματος ως ακολούθως:

Μοναδικός Συντελεστής Ποσοστό Λογιστικών καθαρού κέρδους διαφορών

1-10 1%

11-20 3%

21-30 5%

31 και άνω 7%

Οι μοναδικοί συντελεστές λαμβάνονται όπως ισχύουν κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης.

Εάν δεν προβλέπεται συγκεκριμένος ή παρεμφερής συντελεστής καθαρού κέρδους λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της κατηγορίας επαγγελμάτων στην οποία μπορεί να καταταγεί το επάγγελμα.

Γ) Κοινά θέματα των επιχειρήσεων του άρθρου αυτού.

1. Στις επιχειρήσεις που σε ορισμένες ή σε όλες τις ανέλεγκτες χρήσεις δήλωσαν ζημιές, οι οποίες προκύπτουν από τη δραστηριότητά τους στις χρήσεις αυτές, ο προσδιορισμός των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους.

Στην περίπτωση περαίωσης της καταβολής ποσού φόρου, η δηλωθείσα ζημιά μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα έτη κατά τις κείμενες διατάξεις.

Το ίδιο ισχύει και αν μετά την προσθήκη των λογιστικών διαφορών στη ζημία που δηλώθηκε προκύπτει πάλι ζημία.

Η μεταφορά της ζημιάς γίνεται έστω και αν τα βιβλία και στοιχεία των περαιουμένων ανέλεγκτων χρήσεων κριθούν ανεπαρκή ή ανακριβή.

2. Σαν ακαθάριστα έσοδα για τον υπολογισμό των κλιμακίων φόρου ή των ποσοστών λογιστικών διαφορών, λαμβάνεται το σύνολο των εσόδων της επιχείρησης από όλους τους κλάδους δραστηριότητας, από πάσης φύσεως λοιπά έσοδα και από έσοδα από συμμετοχές σε άλλες επιχειρήσεις.

3. Προϋπόθεση για την περαίωση των υποθέσεων του παρόντος άρθρου είναι η παραίτηση των επιχειρήσεων από κάθε απαίτηση επιστροφής ή έκπτωσης φόρου προστιθέμενης αξίας επί των εισροών τους, για όλες τις ανέλεγκτες χρήσεις.

Προς τούτο και για κάθε χρήση θα υποβληθεί συμπληρωματική Εκκαθαριστική Δήλωση Φ.Π.Α., με την οποία θα μηδενίζεται το πιστωτικό υπόλοιπο φόρου. Επίσης θα υποβληθεί και μία υπεύθυνη δήλωση ν. 1599/ 1986 για όλες τις χρήσεις με την οποία θα δηλώνεται η παραίτηση από επιστροφή ή συμψηφισμό τους Φ.Π.Α.

Σε περίπτωση που έχει ήδη επιστραφεί ποσό Φ.Π.Α. για την περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων, το ποσό αυτό πρέπει να επιστραφεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. με έκτακτη προσωρινή δήλωση Φ.Π.Α., χωρίς πρόσθετο φόρο, πρόστιμο ή άλλη κύρωση.

Στις παραπάνω περιπτώσεις ο Φ.Π.Α. μπορεί να καταχωρηθεί σαν δαπάνη στα έξοδα χρήσεως 1991.

4. Σε περιπτώσεις που περαιώθηκαν υποθέσεις επιχειρήσεων του παρόντος άρθρου σύμφωνα με την 1082131/1488/Α0012/ΠΟΛ. 1232/14.11.1990 Απόφαση και μέχρι την έκδοση της Απόφασης, ενεργείται νέος υπολογισμός βάσει των όσων προβλέπονται από τον παρόν άρθρο και υποβάλλονται τροποποιητικές των αρχικών δηλώσεις για την περαίωση των σε εκκρεμότητα ανέλεγκτων χρήσεων και δηλώσεων της προηγουμένης παραγράφου 3.

Άρθρο 5

Περαίωση υποθέσεων επιχειρήσεων άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955 Κτηματικών Επιχειρήσεων- Λοιπών Επιχειρήσεων

Ι. Χρήσεις 1989 και παλαιότερες

Α) Οικοδομικές Επιχειρήσεις παραγράφου 1 άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955

1. Για την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων της περιπτώσεως αυτής, ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας προσκομίζει τα οριστικά στοιχεία της φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων από τα οποία προκύπτουν τα ακαθάριστα έσοδα.

Σαν ακαθάριστα έσοδα θα ληφθούν υπόψη οι δηλωθείσες αντικειμενικές αξίες ακινήτων στις περιοχές που υπάρχει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας μεταβίβασης ή οι προσωρινές αξίες που καθορίστηκαν από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. κατά την υποβολή των σχετικών δηλώσεων φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων. Στην δεύτερη περίπτωση αυτή οι προσωρινές αξίες θα ληφθούν μειωμένες κατά 10%.

Επί των ακαθαρίστων τούτων εσόδων θα εφαρμοστεί ο συντελεστής καθαρού κέρδους 15%.

2. Τα ακαθάριστα έσοδα θα προκύπτουν από αναλυτική κατάσταση κατά περαιούμενη χρήση που θα υποβάλλεται, θεωρημένη από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Κεφαλαίου ή Τμήμα Κεφαλαίου Δ.Ο.Υ. για την ακρίβεια των αξιών.

3. Με την περαίωση της φορολογίας εισοδήματος θα περαιώνονται και οι λοιπές φορολογίες ως ακολούθως:

α) Εργολαβικό προσύμφωνο αντιπαροχής

Η χαρτοσήμανσή του θα ενεργείται επί της αξίας του οικοπέδου που μεταβιβάζεται εξευρισκομένης με το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων κατά το χρόνο συντάξεως του εργολαβικού. Σε περίπτωση που εφαρμόστηκε μεταγενέστερα και πέραν του έτους το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, θα λαμβάνονται αυτές οι αξίες μειωμένες κατά 20%.

Στις περιοχές που δεν εφαρμόσθηκε ακόμα το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού θα λαμβάνεται η αξία του οικοπέδου βάσει συγκριτικών στοιχείων της φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων.

β) Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών.

Επί των ακαθαρίστων εσόδων κάθε ανέλεγκτης χρήσης θα υπολογίζονται αμοιβές προς εργατικό προσωπικό κατασκευής της οικοδομής, το ύψος των οποίων καθορίζεται σε ποσοστό 20% επί των ακαθαρίστων εσόδων.

Επί των ούτω εξευρισκομένων αμοιβών θα υπολογίζεται φόρος μισθωτών υπηρεσιών προς 6% και χαρτόσημα.

γ) Αμοιβές σε υπεργολάβους

Κατά τον ίδιο τρόπο θα υπολογίζονται αμοιβές σε υπεργολάβους το ύψος των οποίων θα ανέρχεται σε ποσοστό 20% επί των ακαθαρίστων εσόδων και επί των οποίων θα υπολογίζεται ο φόρος.

δ) Εάν τα επί μέρους ποσά των προηγουμένων περιπτώσεων α`, β` και γ`, όπως θα υπολογισθούν είναι μικρότερα από τις υποβληθείσες δηλώσεις, οι δηλώσεις αυτές κρίνονται ειλικρινείς.

Β) Κτηματικές Επιχειρήσεις-Λοιπές Επιχειρήσεις

Στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης υπάγονται και οι επιχειρήσεις που τα ακαθάριστα έσοδά τους προέρχονται από εκμίσθωση ακινήτων ή από πωλήσεις ακινήτων που δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 36α παράγραφος 1 ν.δ. 3323/1955.

1. Κτηματικές επιχειρήσεις.

Για την περαίωση των υποθέσεων αυτών τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται με την προσθήκη λογιστικών διαφορών στα καθαρά κέρδη ή έσοδα που δηλώθηκαν.

Οι λογιστικές διαφορές υπολογίζονται με τη χρήση συντελεστή 8% επί των ακαθαρίστων μισθωμάτων που δηλώθηκαν και στην περίπτωση αυτή επί της διαφοράς των μισθωμάτων υπολογίζονται και τέλη χαρτοσήμου, εισφορά ΟΓΑ, χαρτοσήμου και τέλος υδρεύσεως ή αποχετεύσεως εάν προβλέπεται.

2. Σε περίπτωση πωλήσεως ακινήτου από επιχείρηση που το εκμίσθωνε, η περαίωση των υποθέσεων αυτών γίνεται με την προσθήκη λογιστικών διαφορών στα καθαρά κέρδη που δηλώθηκαν.

Οι λογιστικές διαφορές υπολογίζονται με συντελεστή 3% επί της οριστικής αξίας πωλήσεως του ακινήτου.

ΙΙ) Χρήσεις 1986 και παλαιότερες

Α) Επιχειρήσεις εργοληπτικές κατασκευής έργων της παραγράφου 2 του άρθρου 36α ν.δ. 3323/1955.

1. Για την περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων των υποθέσεων αυτών τα καθαρά κέρδη υπολογίζονται με την εφαρμογή των συντελεστών καθαρού κέρδους που προβλέπονται από το ως άνω άρθρο επί της αξίας των πιστοποιήσεων των έργων που εκδίδονται κατά το έτος για δημόσια τεχνικά έργα ή της αξίας των εκτελεσθέντων λοιπών έργων βάσει των εκδοθέντων τιμολογίων.

2. Προς τούτο πρέπει να υποβληθεί αναλυτική κατάσταση κατά έργο με την αξία της πιστοποιήσεως και τον αριθμό, ημερομηνία και αξία του εκδοθέντος τιμολογίου και όμοια κατάσταση για ιδιωτικά έργα.

Η κατάσταση αυτή υποχρεωτικά θεωρείται για την ακρίβεια της από τον κύριο του έργου.

3. Με την περαίωση της φορολογίας εισοδήματος θα περαιώνονται και οι λοιπές φορολογίες ως ακολούθως:

α) Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών

Επί των ακαθαρίστων εσόδων από

πιστοποιήσεις ή άλλα έσοδα κάθε ανέλεγκτης χρήσης θα υπολογίζονται αμοιβές προς εργατικό προσωπικό κατασκευής των έργων το ύψος των οποίων καθορίζεται σε ποσοστό 20% επί των εσόδων.

Επί του ποσού αυτού θα υπολογίζεται φόρος μισθωτών υπηρεσιών προς 4% και χαρτόσημο.

β) Αμοιβή σε υπεργολάβους

Κατά τον ίδιο τρόπο θα υπολογίζονται αμοιβές σε υπεργολάβους το ύψος των οποίων καθορίζεται σε ποσοστό 20% επί των εσόδων και επί των οποίων θα υπολογισθεί ο φόρος.

γ) Σε περίπτωση εκτελέσεως έργου άνευ υλικών τα άνω ποσοστά αυξάνοντα κατά 10% το καθένα.

δ) Εάν τα επί μέρους ποσά των προηγουμένων περιπτώσεων α`, β` και γ` όπως θα υπολογισθούν είναι μικρότερα από τις υποβληθείσες δηλώσεις, οι δηλώσεις αυτές κρίνονται ειλικρινείς.

Β) ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Επιχειρήσεις που στις πρώτες χρήσεις συστάσεώς τους δεν έχουν ακαθάριστα έσοδα.

1. Επιχειρήσεις με βιβλία Β` κατηγορίας Εμπορικές-Μεταποιητικές.

Η περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων των επιχειρήσεων αυτών θα ενεργηθεί από τη χρήση κατά την οποία το πρώτον έχουν ακαθάριστα έσοδα.

Τυχόν δηλωθείσα ζημία κατά τις πρώτες χρήσεις που δεν είχαν ακαθάριστα έσοδα διαγράφεται.

Η περαίωση των υπολοίπων χρήσεων ενεργείται κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 4 και 6 της με αριθμό 1082131/1486/ΑΟΟ12/ΠΟΛ. 1232/14.11.90 Απόφασης.

2. Επιχειρήσεις με βιβλία Β` κατηγορίας Παροχής Υπηρεσιών και με βιβλία Γ` ή Δ` κατηγορίας Κ.Φ.Σ.

α) Κατά τις πρώτες χρήσεις που δεν είχαν ακαθάριστα έσοδα θα ενεργηθεί προσωρινός έλεγχος των σχετικών λογαριασμών ώστε οι τυχόν διαφορές να ληφθούν υπόψη κατά τις επόμενες χρήσεις με ακαθάριστα έσοδα.

Η τυχόν δηλωθείσα ζημία διαγράφεται.

β) Για την περαίωση των επομένων χρήσεων που υπάρχουν ακαθάριστα έσοδα ή περαίωση θα γίνει κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 4, 5 και 6 της με αριθμό 1082131/1486/ΑΟΟ12/ΠΟΛ. 1232/14.11.90 Απόφασης.

3. Επιχειρήσεις με χρήσεις σε αδράνεια.

Σε όλες τις ως άνω περιπτώσεις επιχειρήσεων των προηγουμένων παραγράφων 1 και 2 θα διαγράφεται η τυχόν δηλωθείσα ζημία και θα καταβάλλεται ο φόρος του πρώτου κλιμακίου της πρώτης στήλης των βιβλίων Β` κατηγορίας της με αριθ. 1082131/1486/ΑΟΟ12/ΠΟΛ. 1232/ 14.11.90 Α.Υ.Ο.

Οι επόμενες χρήσεις θα περαιώνονται κατά τα οριζόμενα στην ως άνω Απόφαση.

Άρθρο 6

Περαίωση υποθέσεων τραπεζικών επιχειρήσεων

1. Στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού υπάγονται οι ανέλεγκτες υποθέσεις διαχειριστικών χρήσεων 1989 και παλαιοτέρων των τραπεζικών επιχειρήσεων.

Για την περαίωση των υποθέσεων αυτών τα καθαρά κέρδη κάθε διαχειριστικής χρήσης στην οποία τηρήθηκαν επαρκή και ακριβή βιβλία του Κ.Φ.Σ. προσδιορίζονται με την προσθήκη, λογιστικών διαφορών στο αποτέλεσμα που δηλώθηκε από την τραπεζική επιχείρηση.

Ως λογιστικές διαφορές που προστίθενται στο δηλωθέν αποτέλεσμα λαμβάνονται τα κάτωθι ποσά:

α) Οι δαπάνες που αναλογούν στα απαλλασσόμενα της φορολογίας έσοδα.

Ο προσδιορισμός των δαπανών αυτών γίνεται σε κάθε περίπτωση με επιμερισμό του συνολικού ύψους των δαπανών που πραγματοποίησε σε κάθε ανέλεγκτη διαχειριστική χρήση η τραπεζική επιχείρηση, αφού αφαιρεθούν προηγούμενα από αυτές οι πιο κάτω αναφερόμενες δαπάνες, μεταξύ των ακαθαρίστων εσόδων που απαλλάσσονται από την φορολογία και των λοιπών ακαθαρίστων εσόδων.

Οι δαπάνες που μειώνουν το συνολικό ύψος των δαπανών των τραπεζών είναι οι κατωτέρω:

αα) Η πρόβλεψη για την απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων που προβλέπει το άρθρο μόνον του α.ν. 396/1968.

ββ) Η εισφορά υπέρ εξαγωγικών επιχειρήσεων που προβλέπεται από την απόφαση ΝΕ 1265/1962 και η εισφορά Ν. 128/1975.

γγ) Οι αποσβέσεις των εκμισθουμένων ακινήτων.

δδ) Το πέντε τοις εκατό (5%) των χρεωστικών τόκων.

Σε περίπτωση που η τραπεζική επιχείρηση συμπεριέλαβε στην υποβληθείσα δήλωση φορολογίας εισοδήματος δαπάνες που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα, υπολογίζουσα αυτές κατά διάφορο τρόπο, ως λογιστική διαφορά λαμβάνεται το ποσό των δαπανών που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα το οποίο προσδιορίσθηκε κατά τον πιο πάνω τρόπο, μετά την αφαίρεση όμως των δαπανών αυτών που δηλώθηκαν από την επιχείρηση.

Αν το ποσό που δηλώθηκε από την επιχείρηση για δαπάνες που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα είναι μεγαλύτερο του ποσού των δαπανών που προκύπτει με τον πιο πάνω προσδιοριζόμενο τρόπο υπολογισμού, δεν προστίθενται στο δηλωθέν αποτέλεσμα από την τραπεζική επιχείρηση δαπάνες που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα.

β) Ποσοστό ένα και μισό τοις εκατό (1,5%) του ποσού των εσόδων που δεν απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος.

Για τον υπολογισμό του ποσού αυτού λαμβάνεται το συνολικό ποσό των εσόδων που πραγματοποίησε η επιχείρηση μετά την αφαίρεση των εσόδων που απαλλάσσονται της φορολογίας κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Επί του υπολοίπου ποσού που προκύπτει θα γίνει ο υπολογισμός του ποσοστού 1,5%.

2. Αν η τραπεζική επιχείρηση έχει υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη όσον αφορά τις δαπάνες που αναλογούν στα απαλλασσόμενα έσοδα, προϋπόθεση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, είναι η αμετάκλητη παραίτηση από τη γενόμενη επιφύλαξη.

3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις υποθέσεις για τις οποίες μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης έχουν εκδοθεί φύλλα τακτικού ή προσωρινού ελέγχου και δεν έχουν κοινοποιηθεί ή έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου και δεν έχουν ασκηθεί ακόμα προσφυγές ή έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμες προσφυγές και παραμένουν στην Δ.Ο.Υ. ή έχουν διαβιβασθεί για εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και δεν έχουν συζητηθεί, εφόσον η τραπεζική επιχείρηση με δήλωσή της προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ., η οποία πρέπει να υποβληθεί μέχρι 31 Μαΐου 1991, αποδεχθεί την προσθήκη στο αποτέλεσμα που δήλωσε των λογιστικών διαφορών που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.

Η παραπάνω δήλωση είναι υποχρεωτικά δεκτή από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. και προκειμένου για υποθέσεις που εκκρεμούν στα Διοικητικά Πρωτοδικεία, πρέπει απαραίτητα να περιέχει και παραίτηση της επιχείρησης από την εκκρεμή προσφυγή της.

Από το χρόνο της υποβολής της πιο πάνω δήλωσης στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., η εκκρεμής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου σχετική φορολογική δίκη καταργείται.

4. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και σε υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί προδικαστικές (μη οριστικές) αποφάσεις και δεν έχουν επανασυζητηθεί.

Για την επέλευση του αποτελέσματος αυτού αρκεί η προσαγωγή στο Δικαστήριο προ ή κατά την δικάσιμο της εκκρεμούς προσφυγής αντιγράφου της πιο πάνω δήλωσης είτε από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., είτε από την επιχείρηση.

5. Αν μετά την προσθήκη των λογιστικών διαφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στο δηλωθέν αποτέλεσμα της προς περαίωση διαχειριστικής χρήσης προκύψει ζημία, το ποσό αυτής δεν μεταφέρεται προς συμψηφισμό στις επόμενες χρήσεις.

Αντίθετα, η ζημία η προκύπτουσα εκ των βιβλίων της τραπεζικής επιχείρησης και εμφανιζόμενη στον ισολογισμό της προς περαίωση διαχειριστικής χρήσης μεταφέρεται της προς περαίωση διαχειριστικής χρήσης μεταφέρεται προς συμψηφισμό στις επόμενες χρήσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις φορολογίας εισοδήματος. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνεται προς συμψηφισμό το ποσό της ζημίας που προκύπτει μετά την αφαίρεση των τυχόν λογιστικών διαφορών που δηλώθηκαν από την επιχείρηση και των λογιστικών διαφορών που δηλώθηκαν από την επιχείρηση και των λογιστικών διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή του ποσοστού 1,5% επί των φορολογουμένων εσόδων που ορίζεται στην περίπτωση β` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, χωρίς να μεταβάλλεται το ύψος αυτής από τα πραγματοποιηθέντα αφορολόγητα έσοδα και τις δαπάνες που αφορούν αυτά.

Άρθρο 7

Περαίωση υποθέσεων επιτηδευματιών με παραβάσεις του Κ.Φ.Σ.

1. Οι υποθέσεις των επιτηδευματιών σε βάρος των οποίων έχουν διαπιστωθεί παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Φ.Σ., που καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Κώδικα αυτού, περαιώνονται ως εξής:

α) Ο φόρος των κλιμακίων των επιτηδευματιών που προβλέπονται από τα άρθρα 3 και 4 της παρούσας προσαυξάνεται κατά ποσοστό 15% για βιβλία ανεπαρκή και 30% για βιβλία ανακριβή.

β) Στις περιπτώσεις που ο προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματος γίνεται με την εφαρμογή συντελεστού καθαρού κέρδους, προσαυξάνεται ο συντελεστής αυτός κατά ποσοστό 15% για βιβλία ανεπαρκή και 30% για βιβλία ανακριβή.

γ) Προκειμένου για βιβλία Τρίτης ή Τετάρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. οι λογιστικές διαφορές που προβλέπονται κατά περίπτωση από τα άρθρα 4, 5 και 6 της παρούσας για τους επιτηδευματίες με βιβλία Τρίτης ή Τετάρτης κατηγορίας του Κ.Φ.Σ. προσαυξάνονται κατά ποσοστό 15%, για βιβλία ανεπαρκή και κατά ποσοστό 30% για βιβλία ανακριβή.

2. Για την εφαρμογή και μόνο των διατάξεων του άρθρου τούτου θεωρούνται τα βιβλία:

α) Ανακριβή, όταν υπάρχουν παραβάσεις του Κ.Φ.Σ. από τις οποίες προκύπτουν αποκρύψεις αγορών, αποκρύψεις πωλήσεων, αποκρύψεις εσόδων δηλαδή:

αα- μη έκδοση και μη λήψη τιμολογίου αγοράς

ββ- μη έκδοση τιμολογίου πωλήσεως

γγ- μή έκδοση αποδείξεως λιανικής πωλήσεως

δδ- μή έκδοση τιμολογίου παροχής υπηρεσιών

εε- μη έκδοση αποδείξεως παροχής υπηρεσιών

β) Ανεπαρκή, σε όλες τις υπόλοιπες παραβάσεις του Κ.Φ.Σ.

3. Κατά τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών των υποθέσεων των περιπτώσεων β` και γ` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον υπάρχουν ποσά που προκύπτουν από τις παραβάσεις της περίπτωσης α` της προηγουμένης παραγράφου 2, προστίθενται ολόκληρα στις λογιστικές διαφορές ή στα προσδιοριζόμενα κέρδη με τη χρήση συντελεστού καθαρού κέρδους, θεωρούμενα παράλληλα και σαν ακαθάριστα έσοδα προστιθέμενα στα δηλωθέντα τοιαύτα.

4. Η περαίωση των υποθέσεων επιτηδευματιών που είχαν υποχρέωση από τον Κ.Φ.Σ. να τηρήσουν και δεν τήρησαν βιβλία της προσήκουσας κατηγορίας, θα γίνει κατά τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό και ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων Κ.Φ.Σ που έπρεπε να τηρούν σύμφωνα με το δηλούμενο ύψος ακαθαρίστων εσόδων.

Άρθρο 8

Ειδικές ρυθμίσεις

1. Υποθέσεις που περαιώνονται κατά τη διαδικασία της παρούσας απόφασης με το χαρακτηρισμό των βιβλίων και στοιχείων σαν ανεπαρκών ή ανακριβών έχουν όλες τις συνέπειες της ανεπάρκειας και ανακρίβειας των βιβλίων και στοιχείων που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία εκτός των συνεπειών του Κ.Φ.Σ. και των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται για τις περιπτώσεις αυτές από τις κείμενες διατάξεις.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας, ο χαρακτηρισμός των βιβλίων και στοιχείων σαν ανεπαρκών ή ανακριβών, καθώς και τα αποτελέσματα κάθε ανέλεγκτης διαχείρισης κρίνονται χωριστά.

Κατ` εξαίρεση, παραβάσεις μιας ανέλεγκτης χρήσης λαμβάνονται υπόψη για την επόμενη ανέλεγκτη χρήση, αν αυτές θίγουν το κύρος των βιβλίων και στοιχείων της επόμενης διαχειριστικής περιόδου.

3. Η περαίωση των υποθέσεων γίνεται χωρίς να προηγηθεί έλεγχος στα βιβλία και στοιχεία του επιτηδευματία ή στα στοιχεία του Κ.Ε.Π.Υ.Ο.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 51 του ν.δ. 3323/1955 εφαρμόζονται ανάλογα για τις υποθέσεις που περαιώνονται με τις πιο πάνω διαδικασίες.

Νέα στοιχεία αποτελούν και όσα δεν είχαν περιέλθει σε γνώση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. κατά την περαίωση της υποθέσεως και αφορούν τα περαιωμένα με την παρούσα απόφαση έτη.

5. Για τις υποθέσεις μέχρι και του έτους 1986 που περαιώνονται με την απόφαση αυτή οι επιτηδευματίες δεν έχουν υποχρέωση να διαφυλάττουν τα φορολογικά στοιχεία παρά μόνο τα υπό του Κ.Φ.Σ. προβλεπόμενα βιβλία.

6. Στους επιτηδευματίες που δεν υποβάλουν ειδικές δηλώσεις για την περίπτωση των υποθέσεων με την παρούσα απόφαση θα ενεργηθεί φορολογικός έλεγχος.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις Επιτηδευματιών

1. Με βάση τα αναφερθέντα στα προηγούμενα άρθρα της απόφασης αυτής, ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία ή κοινωνία του Αστικού Δικαίου, που επιθυμεί να υπαχθεί στις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής, πρέπει να υποβάλει στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. μέχρι 31 Μαΐου 1991 ειδική δήλωση για την εφαρμογή της απόφασης αυτής, που θα παρέχεται από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.).

Με την ανωτέρω ειδική δήλωση, οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να υποβάλουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

α) Οι δικηγόροι, βεβαίωση του οικείου δικηγορικού συλλόγου, με την οποία θα βεβαιώνεται η ημερομηνία λήψεως της αδείας ασκήσεως δικηγορίας του ενδιαφερομένου.

β) Οι οικοδομικές επιχειρήσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36α του ν.δ. 3323/1955, αναλυτική κατάσταση των οικοδομών που μεταβιβάστηκαν κατά περιοχή με τις αντικειμενικές ή προσωρινές, κατά περίπτωση, αξίες θεωρημένη από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Κεφαλαίου ή το Τμήμα φόρου μεταβίβασης ακινήτων της Δ.Ο.Υ.

γ) Οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή τεχνικών έργων του δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημοσίων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου, αναλυτική κατάσταση πιστοποιήσεων, κατά έργο, η οποία θα περιλαμβάνει την αξία της πιστοποιήσεως, τα στοιχεία του εκδοθέντος τιμολογίου (αριθμός, ημερομηνία, αξία) και θα είναι θεωρημένη από τον εργοδότη.

δ) Οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή ιδιωτικών τεχνικών έργων κατάσταση για κάθε ένα εκτελεσθέν έργο, στην οποία θα αναγράφονται τα στοιχεία του εκδοθέντος τιμολογίου (αριθμός, ημερομηνία, αξία) και θα υπάρχει βεβαίωση του εργοδότη, σχετικά με την ορθότητα των αναγραφομένων σε αυτή στοιχείων.

ε) Οι αναφερόμενες στο άρθρο 18 του ν. 1642/1986 επιχειρήσεις, τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 3 του κεφ. Γ` του άρθρου 4 της παρούσας, δικαιολογητικά.

Ειδικά οι τραπεζικές επιχειρήσεις θα υποβάλλουν για κάθε διαχειριστική χρήση, εκτός από την ειδική δήλωση στην οποία θα αναγράφεται το ποσό των λογιστικών διαφορών που προορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 της παρούσας μετά την αφαίρεση των δαπανών που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα που δηλώθηκαν ή προσδιορίσθηκαν από το φορολογικό έλεγχο και αναλυτική κατάσταση στην οποία θα εμφανίζεται ο προσδιορισμός του ύψους των λογιστικών αυτών διαφορών.

Αν τα αναγραφόμενα στοιχεία στην κατάσταση αυτή (π.χ. αποσβέσεις εκμισθωμένων ακινήτων, χρεωστικοί τόκοι κ.τ.λ.) δεν προκύπτουν από την υποβληθείσα δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή από τον υποβληθέντα ισολογισμό, θα γίνει επαλήθευση των στοιχείων αυτών από τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης. Προς τούτο ο φορολογικός έλεγχος θα περιοριστεί μόνο στην επαλήθευση των στοιχείων αυτών και θα συντάξει συνοπτική έκθεση ελέγχου εισοδήματος ή από τον υποβληθέντα ισολογισμό, θα γίνει επαλήθευση των στοιχείων αυτών από τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης. Προς τούτο ο φορολογικός έλεγχος θα περιοριστεί μόνο στην επαλήθευση των στοιχείων αυτών από τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης. Προς τούτο ο φορολογικός έλεγχος θα περιοριστεί μόνο στην επαλήθευση των στοιχείων αυτών και θα συντάξει συνοπτική έκθεση ελέγχου για το θέμα αυτό.

2. Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. παραλαμβάνει την ανωτέρω δήλωση αφού προηγουμένως διαπιστώσει ότι μεταξύ των στοιχείων της και εκείνων της αρχικής δεν υπάρχουν ασυμφωνίες αριθμητικών ή άλλων δεδομένων, και ότι τα δεδομένα της δήλωσης αυτής είναι σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

Σε αντίθετη περίπτωση επιστρέφει τη δήλωση με τις αναγκαίες υποδείξεις για την ορθή συμπλήρωσή της.

3. Η δήλωση υποβάλλεται από τον ίδιο το φορολογούμενο ή από νόμιμα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο και πάντως αποκλείεται η αποστολή της δια της ταχυδρομικής οδού. Η δήλωση δεν ανακαλείται.

4. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος εμμένει στην υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης μη ορθά συμπληρωμένης, τότε ο αρμόδιος Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. εξαίρει την αντίστοιχη υπόθεση από τη ρύθμιση και επί του σώματος της αναγράφει την ένδειξη “Εξαιρείται από τη ρύθμιση” και διατυπώνει σύντομη αιτιολογία.

5. Ο επιτηδευματίας, εφόσον αποδεχθεί τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής, μπορεί να περαιώσει όλες ή ορισμένες από τις ανέλεγκτες συνεχείς χρήσεις, κατά σειρά από την πρώτη ανέλεγκτη χρήση, που έχουν τις προϋποθέσεις και μπορούν να περαιωθούν με την απόφαση αυτή.

6. Για την περαίωση των υποθέσεων σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις της παρούσας, οι επιτηδευματίες υποχρεούνται να δηλώσουν, με υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, την κατηγορία των βιβλίων που τήρησαν κατά τις ανέλεγκτες χρήσεις ή είχαν υποχρέωση και δεν τήρησαν βιβλία.

Στην ίδια δήλωση πρέπει να δηλώσουν ότι τα δεδομένα των βιβλίων και στοιχείων μεταφέρθηκαν επακριβώς στα υποβληθέντα κατά έτος έντυπα συμπληρωματικών στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β`

ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ

Άρθρο 10

1. Με την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, περαιώνονται υποχρεωτικά και οι υποθέσεις των λοιπών φορολογιών.

2. Για την περαίωση των λοιπών φορολογιών εξακριβώνεται αν έχουν οι σχετικές δηλώσεις υποβληθεί βάσει των δεδομένων της αρχικής δήλωσης, και των επισυναπτομένων σ` αυτήν συμπληρωματικών στοιχείων. Σε περίπτωση που δεν διαπιστωθούν διαφορές οι υποβληθείσες δηλώσεις περαιώνονται ως ειλικρινείς.

3. Όταν διαπιστωθεί ότι δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις για την καταβολή των λοιπών φορολογιών ή έχουν υποβληθεί ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις με βάση τα δεδομένα των αρχικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και των συμπληρωματικών στοιχείων, αναζητούνται οι οφειλόμενοι φόροι, τέλη κ.τ.λ..

4. Τα ακαθάριστα έσοδα που δηλώθηκαν λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες.

5. Όπου στις λοιπές φορολογίες συντρέχει περίπτωση έκπτωσης αξίας πρώτων υλών κ.τ.λ. λαμβάνεται υπόψη η αξία που προκύπτει από τις υποβληθείσες δηλώσεις αυτών των φορολογιών.

Αν δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις για τις λοιπές φορολογίες ή αν από τις υποβληθείσες, δεν προκύπτει η αξία των πρώτων υλών κ.λπ. που εκπέσθηκαν, στις περιπτώσεις αυτές γίνεται έλεγχος των σχετικών δικαιολογητικών.

6. Κατά την καταβολή των λοιπών φόρων με την παραπάνω διαδικασία, ο υπόχρεος απαλλάσσεται από πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή άλλη κύρωση.

7. Ο καταλογισμός των φόρων, τελών ή εισφορών που οφείλονται, θα γίνεται με πράξη ή φύλλο ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., που θα τροποποιείται κατάλληλα.

Στην πράξη ή στο φύλλο ελέγχου θα σημειώνεται συνοπτικά η φορολογητέα ύλη που υπάγεται στις λοιπές φορολογίες και που προκύπτει από την αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, που υπέβαλε ο υπόχρεος και δεν αμφισβητείται.

Η σημείωση αυτή στην οποία, εκτός από την φορολογητέα ύλη θα αναγράφονται και οι σχετικές διατάξεις που υπάγονται τα ακαθάριστα έσοδα στις λοιπές φορολογίες με υπογραφή του υπαλλήλου και του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., επέχει θέση έκθεσης ελέγχου. Με τις πράξεις ή φύλλα ελέγχου που θα εκδοθούν καταλογίζονται νόμιμες προσαυξήσεις ή πρόστιμα, τα οποία σε περίπτωση συμβιβασμού διαγράφονται.

8. Στις υποθέσεις που περαιώθηκαν με οποιαδήποτε απόφασή μας αναζητούνται και οι λοιποί φόροι, τέλη, εισφορές κ.λπ. με βάση τα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίστηκαν. Ο καταλογισμός των λοιπών φορολογιών που οφείλονται γίνεται με πράξη ή φύλλο ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.. Με τις πράξεις ή φύλλα ελέγχου καταλογίζονται οι νόμιμες προσαυξήσεις ή πρόστιμα τα οποία σε περίπτωση συμβιβασμού διαγράφονται.

9. Ειδικά κατά την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων τραπεζικών επιχειρήσεων χρήσεων 1987 έως και 1989 θα ενεργηθεί τακτικός έλεγχος στον Ειδικό Φόρο Τραπεζικών Εργασιών (Ε.Φ.Τ.Ε.). ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ` ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ Άρθρο 11 Διαδικασία παραλαβής και εκκαθάρισης των δηλώσεων

1. Οι δηλώσεις που θα υποβληθούν από τους επιτηδευματίες, παραλαμβάνονται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) και καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο χωριστά κατά κατηγορία υποθέσεων, όπως αυτές ειδικά ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της παρούσας.

Στο βιβλίο αναγράφονται τα βασικά στοιχεία κάθε υπόθεσης, αύξ. αριθμός, ονοματεπώνυμο ή τίτλος επιχείρησης, διεύθυνση και επάγγελμα και ο αριθμός των ανέλεγκτων χρήσεων για τις οποίες υποβάλλονται συμπληρωματικές δηλώσεις.

2. Μετά την καταχώρηση στο βιβλίο, οι δηλώσεις παραδίδονται στους υπαλλήλους κατά σειρά καταχωρήσεως οι οποίοι θα υπογράφουν σε ειδική στήλη του βιβλίου και θα προβαίνουν στις παρακάτω ενέργειες:

α) Θα συσχετιστούν τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν με τις αρχικές των ανέλεγκτων χρήσεων.

β) Θα ελέγξουν εάν οι δηλώσεις που υποβλήθηκαν έχουν συμπληρωθεί σωστά με τα στοιχεία των αρχικών δηλώσεων καθώς και τα στοιχεία των ακαθαρίστων εσόδων και των λοιπών άλλων στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών και των λοιπών φορολογιών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας και σε περίπτωση διαπίστωσης λάθους θα αναγράψουν στην ειδική δήλωση τα πραγματικά στοιχεία.

γ) Θα προβούν με δική των ευθύνη σε προσεκτικό έλεγχο σε όλα τα αρχεία της Δ.Ο.Υ., εάν υπάρχουν παραβάσεις στις ανέλεγκτες χρήσεις για τις οποίες υποβλήθηκαν ειδικές δηλώσεις. Σε περίπτωση που υπάρχουν παραβάσεις, πάνω στο έντυπο της ειδικής δήλωσης θα γραφεί η ένδειξη “υπάρχουν παραβάσεις Κ.Φ.Σ.” οι οποίες καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή σύμφωνα με τα οριζόμενα ανωτέρω στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας.

Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν παραβάσεις θα γραφεί η ένδειξη “Δεν υπάρχουν παραβάσεις Κ.Φ.Σ. με ημερομηνία, υπογραφή και ατομική σφραγίδα του υπαλλήλου.

Φωτοτυπία της απόφασης επιβολής προστίμου θα τοποθετείται στον φάκελο της χρήσης που αφορά.

δ) Θα προβούν σε εκκαθάριση της ειδικής δήλωσης και στον υπολογισμό του φόρου, και των λοιπών φορολογιών που ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης αυτής.

ε) Η βεβαίωση των φόρων θα γίνεται με ειδική σειρά καταλόγων με την ένδειξη βεβαίωση φόρων περαίωσης εκκρεμών υποθέσεων αναγράφοντας τον αριθμό πρωτοκόλλου της απόφασης αυτής.

3. Παραβάσεις που προκύπτουν από εκθέσεις ελέγχου της ίδιας Δ.Ο.Υ. ή εκθέσεις ελέγχου ή δελτία πληροφοριών άλλων Δ.Ο.Υ. ή ΥΠ.Ε.Δ.Α. ή άλλης Αρχής, και δεν έχει κινηθεί η διαδικασία επιβολής προστίμου, λαμβάνονται υπόψη για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων που ρυθμίζονται με την απόφαση αυτή.

4. Οι παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, που προκύπτουν από εκθέσεις ελέγχου ή δελτία πληροφοριών και για τις οποίες δεν έχει κινηθεί οποιαδήποτε διαδικασία καταλογισμού προστίμων, περαιώνονται όπως πιο κάτω, στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία αποδεχτεί την υπαγωγή της φορολογικής του υπόθεσης στις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης.

Επί του σώματος των εκθέσεων ελέγχου ή των δελτίων πληροφοριών αναγράφεται το είδος των παραβάσεων, το ποσό του προστίμου, το οποίο επιβάλλεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, καθώς και αν οι παραβάσεις αυτές καθιστούν τα βιβλία ανεπαρκή ή ανακριβή. Το ποσό του προστίμου που επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές περιορίζεται στο 1/3 και συντάσσεται σχετική πράξη διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, η οποία υπογράφεται από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας και τον φορολογούμενο.

Αν ο επιτηδευματίας δεν αποδεχθεί τα όσα ορίζονται παραπάνω για την επίλυση της διαφοράς αυτής τότε εκδίδεται απόφαση επιβολής προστίμου σύμφωνα με την διαδικασία του Κ.Φ.Σ. και η υπόθεση για την χρήση αυτή δεν περαιώνεται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής αλλά παραμένει εκκρεμής για έλεγχο.

Άρθρο 12

Περαίωση εκκρεμών αποφάσεων επιβολής προστίμων Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 11 της παρούσας απόφασης, εφαρμόζονται ανάλογα και για τις πράξεις με τις οποίες έχουν επιβληθεί αυτοτελή πρόστιμα του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων.

Στις περιπτώσεις αυτές τα πρόστιμα που αναφέρονται σε παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Φ.Σ. και αφορούν υποθέσεις που περαιώνονται με την απόφαση αυτή, περιορίζονται στο 1/3 αυτών, εφόσον ο υπόχρεος υποβάλει δηλώσεις με βάση τις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης για την περαίωση των χρήσεων στις οποίες αναφέρονται οι παραβάσεις αυτές. Η μείωση στο 1/3 αφορά όλες τις περιπτώσεις προστίμων Κ.Φ.Σ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΩΝ

Άρθρο 13

Βεβαίωση και καταβολή των φόρων

1. Οι οφειλόμενοι, με βάση την απόφαση αυτή, φόροι βεβαιώνονται χωρίς πρόσθετο φόρο, προσαύξηση, πρόστιμο ή οποιαδήποτε άλλη κύρωση.

2. Οι φόροι της προηγούμενης παραγράφου, καταβάλλονται σε δέκα (10) ίσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση ότι καθεμία από αυτές δεν θα είναι μικρότερη των σαράντα χιλιάδων (40.000) δραχμών και περαιτέρω, σε περίπτωση που δεν απαιτείται εκκαθάριση για τον υπολογισμό του φόρου, η πρώτη δόση θα καταβληθεί ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης, ενώ οι υπόλοιπες, μέχρι την εικοστή ενάτη ημέρα των επομένων μηνών.

3. Η βεβαίωση του οφειλόμενου, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του κεφ. Γ` του άρθρου 4 της απόφασης αυτής, φόρου προστιθέμενης αξίας θα γίνει σε πέντε (5) ίσες μηνιαίες δόσεις.

4. Στις υποθέσεις που περαιώνονται με την διαδικασία του άρθρου 11 της παρούσας απόφασης και για τις οποίες έχει βεβαιωθεί ποσοστό 20% ή 25% του αμφισβητούμενου φόρου κ.λπ., λόγω άσκησης προσφυγής, το ποσό που βεβαιώθηκε αφαιρείται από το συνολικό ποσό που βεβαιώθηκε αφαιρείται από το συνολικό ποσό του φόρου, που προκύπτει σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο αυτό, το δε υπόλοιπο βεβαιώνεται και καταβάλλεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους.

5. Οι φόροι που βεβαιώνονται με βάση την απόφαση αυτή δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε ρύθμιση των αρμοδίων οργάνων σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής των δόσεων.

Άρθρο 14

Τελικές Διατάξεις

1. Προϋπόθεση για την εφαρμογή της απόφασης αυτής αποτελεί η ανεπιφύλακτη αποδοχή όσων ορίζονται σε αυτή.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 814/1978 δεν εφαρμόζονται στις υποθέσεις των οποίων η περαίωση ρυθμίζεται με την απόφαση αυτή.

3. Η απόφαση αυτή, που ισχύει από την έκδοσή της, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

Β) Αριθμ. Πρωτ. 1049667/10246/Β0012 Αθήνα, 30 Μαΐου 1991

Θέμα: “Παράταση της προθεσμίας που προβλέπεται από την ισχύουσα απόφαση για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων”.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την απόφαση 1026721/354/Α0012/ΠΟΛ 1059/13-3-1991 για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων ελευθέρων επαγγελματιών άρθρου 45 ν.δ. 3323/1955 και άλλων επιτηδευματιών και επιχειρήσεων.

2. Το γεγονός ότι το χρονικό διάστημα που ισχύει η παραπάνω απόφαση δεν επαρκεί για να υποβληθούν οι σχετικές δηλώσεις από τους υποχρέους και να παραληφθούν αυτές από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., λόγω του μεγάλου αριθμού των ανέλεγκτων αυτών υποθέσεων.

3. Τα υποβληθέντα σχετικά αιτήματα από εκπροσώπους παραγωγικών τάξεων.

4. Την ανάγκη παράτασης της προθεσμίας που προβλέπεται από την παραπάνω απόφαση.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Παρατείνουμε μέχρι 11 Ιουνίου 1991 την προθεσμία που προβλέπεται από την 1026721/354/Α0012/ΠΟΛ. 1059/13-3-1991 απόφαση η οποία λήγει στις 31 Μαΐου 1991.

2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

γ) Αριθμ. Πρωτ.: Ε.2814/528/Α0034

Αθήνα, 6 Αυγούστου 1991

ΘΕΜΑ: “Φορολογική μεταχείριση μετασκευασθέντων αυτοκινήτων που επαναφέρονται στην αρχική τους μορφή”.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1) Τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 1947/91 “Απλούστευση φορολογικών διαδικασιών και άλλες ρυθμίσεις” όπως αντικατέστησε τα άρθρο 12 του ν. 1914/90.

2) Την αριθ. Ε. 1056/219/Β0034 Α.Υ.Ο. που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 211/ Β/9-4-1991.

3) Το γεγονός ότι εκκρεμεί η τακτοποίηση πολλών φορτηγών τύπου τζιπ αυτοκινήτων που μετασκευάσθηκαν σε επιβατικά ή μικτής μεταφοράς χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του πρόσθετου ειδικού τέλους που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του ν. 1573/85 και του άρθρου 3 του ν. 363/76.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Την παράταση της προβλεπόμενης τρίμηνης προθεσμίας του άρθρου 12 του ν. 1914/90 όπως αντικατεστάθη με το άρθρο 54 του ν. 1947/91 που ίσχυε μέχρι 30-6-91 για τρεις ακόμη μήνες δηλ. μέχρι 30-9-91.

2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και να κυρωθεί με νόμο.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

δ) Αριθμ. Πρωτ. 1068417/655/Α0013

Αθήνα, 20 Σεπτεμβρίου 1991

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την από 4-10-1990 αναφορά της Δ.Ο.Υ. Α` Περιστερίου.

2. Τη δήλωση φόρου κληρονομίας, από 17-10-1990, των κληρονόμων του κατά την 31-3-1986 αποβιώσαντος Αθανασίου Κιτσάκη:

α) Παντελή Αθ. Κιτσάκη,

β) Στεφάνου Αθ. Κιτσάκη,

γ) Αμαλίας Αθ. Καψάλη και

δ) Σοφίας Αθ. Ζούμα.

3. Τη δήλωση φόρου κληρονομίας από 29-1-1991 της Βιργινίας χήρας Παύλου Κατσούλα, κληρονόμου του κατά την 3-3-1988 αποβιώσαντος Παύλου Δημ. Κατσούλα.

4. Το γεγονός ότι οι κληρονόμοι αυτοί, ως μόνιμοι κάτοικοι Αλβανίας, λόγω του εκεί ισχύοντος πολιτικού καθεστώτος, ήταν αδύνατο να εξέλθουν της χώρας αυτής.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Θεωρούμε

α) τη δήλωση φόρου κληρονομίας των: Σοφίας Αθαν. Ζούμα, Παντελή Αθαν. Κιτσάκη, Στεφάνου Αθαν. Κιτσάκη και Αμαλίας Αθαν. Καψάλη, που υπέβαλαν στις 17-10-1990 ως εκ διαθήκης κληρονόμοι του Αθανασίου Στεφ. Κιτσάκη, που απεβίωσε στις 31-3-1986 και

β) Τη δήλωση φόρου κληρονομίας της Βιργινίας Χας Παύλ. Κατσού.λα, που υπέβαλε στις 29-1-1991 ως εκ διαθήκης κληρονόμος, του Παύλου Δημ. Κατσούλα, που απεβίωσε στις 3-3- 1988, ως εμπροθέσμως υποβληθείσες.

Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

2. Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου, από τότε που ίσχυσαν, οι 1042705/460/0013 από 13 Μαϊου 1991 (ΦΕΚ 391/Β/11-6-1991), 1061183/ 733/Α0013 από 8 Ιουλίου 1991 (ΦΕΚ 499/Β/10-7-91) και 1099476/962/Γ0013 από 5 Νοεμβρίου 1991 (ΦΕΚ 911/Β/7-11-91) αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, οι οποίες έχουν ως εξής:

“α) Αριθ. Πρωτ. 1042705/460/0013

Αθήνα, 13 Μαΐου 1991

ΘΕΜΑ “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Κυπαρισίας.

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων ακινήτων, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Κυπαρισίας, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων, με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος.

2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας) του πιο πάνω δήμου, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα.

3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Για υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας), που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Κυπαρισίας, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά την 20η Μαΐου 1991, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε από 1-1-1991 μέχρι και 19-5-1991, και μειωμένη κατά ποσοστό:

α) 5%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1990.

β) 10%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1989.

γ) 15%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1988 και

δ) 20%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31-12-1987.

Για την αποδοχή της φορολογητέας αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο, στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από 20 Μαΐου 1991 και λήγεις τις 31-7-1991, την οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων.

2. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή.

Σε περίπτωση που, από τον έλεγχο του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 νόμου 1249/1982, όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 41 του νόμου 1473/1984.

3. Αν η αξία καθενός ακινήτου, που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη εκείνης, που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις, για τις οποίες, μέχρι και την 20ή Μαΐου 1991, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω κι αν για αυτές έχει εκδοθεί προδικαστική απόφαση. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί.

Ο Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ., μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

5. Οι υπόχρεοι, που θα υποβάλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης. Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών, η καταβολή γίνεται σε δόσεις, όπως ορίζεται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 1473/1984, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων.

Άρθρο 2

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

β) Αριθμ. Πρωτ. 1061183/733/Α0013

Αθήνα, 8 Ιουλίου 1991

ΘΕΜΑ: “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας, φόρου μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο Δήμο Πύργου”.

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων ακινήτων, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο Δήμο Πύργου, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων, με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτικών προς το Κράτος.

2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας) του πιο πάνω Δήμου, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα.

3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογούμενους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Για υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.), μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία (Φ.Μ.Α.) ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας), που βρίσκονται εντός σχεδίου στο Δήμο Πύργου, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά την 15 Ιουλίου 1991, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε από 1-1-1991 μέχρι και 14-7-1991, και μειωμένη κατά ποσοστό:

α) 5%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1990,

β) 10%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1989,

γ) 15%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1988 και

δ) 20%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31-12-1987.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και σε υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.).

Στις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει με την εφαρμογή του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης αυτής, μειωμένη κατά ποσοστό 9% εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε κατά το έτος έναρξης ισχύος. Το ποσοστό μείωσης 9% προσαυξάνεται κατά 9% για κάθε έτος και μέχρι 45% κατ` ανώτατο όριο, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε σε προγενέστερο της έναρξης ισχύος της απόφασης έτος.

3. Για την αποδοχή της φορολογητέας αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο, στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από την 15 Ιουλίου 1991 και λήγει στις 30 Αυγούστου 1991, την οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων, που προβλέπονται από το αντικειμενικό σύστημα.

4. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή.

Σε περίπτωση που, από τον έλεγχο του Προϊστάμενου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 ν. 1249/1982, (ΦΕΚ 43 Α`), όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α`).

5. Αν η αξία καθενός ακινήτου, που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη από αυτή, που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις, για τις οποίες, μέχρι και την 14η Ιουλίου 1991 έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω κι αν γι` αυτές έχει εκδοθεί προδικαστική απόφαση. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή δεν μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί.

Ο προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο διοικητικό πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

7. Οι υπόχρεοι, που θα υποβάλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.) και ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων (Φ.Μ.Α.), που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης.

Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών, η καταβολή γίνεται με δόσεις κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 82 του ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α`) όπως ισχύουν, από τις οποίες, η πρώτη με την υποβολή της δήλωσης, με εφαρμογή κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων που ισχύουν.

Άρθρο 2

Αν ο φόρος που θα προκύψει με τη δήλωση της παραγράφου 3 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, καταβληθεί εξ ολοκλήρου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας της επόμενης, μετά την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, μηνιαίας ή εξαμηνιαίας δόσης, εκπίπτεται ποσοστό 15%.

Άρθρο 3

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ

γ) Αριθμ. Πρωτ. 1099476/962/Γ0013

Αθήνα, 5 Νοεμβρίου 1991

ΘΕΜΑ: “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας, φόρου μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Ναυπάκτου”.

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων ακινήτων, που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Ναυπάκτου, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων, με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος.

2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας) του πιο πάνω δήμου, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα.

3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογούμενους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Για τις υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.) μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία (Φ.Μ.Α.) ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής (ή προίκας), που βρίσκονται εντός σχεδίου στο δήμο Ναυπάκτου, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά την 11-11-1991, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε από 1-1-1991 μέχρι και 10-11-1991 και μειωμένη κατά ποσοστό:

α) 5%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1990,

β) 10%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1989,

γ) 15%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1988 και

δ) 20%, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31-12-1987.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται ανάλογα και σε υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.).

Στις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν, ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει με την εφαρμογή του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης αυτής, μειωμένη κατά ποσοστό 9% εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε κατά το έτος έναρξης ισχύος. Το ποσοστό μείωσης 9% προσαυξάνεται κατά 9% για κάθε έτος και μέχρι 45% κατ` ανώτατο όριο, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε σε προγενέστερο της έναρξης ισχύος της απόφασης έτος.

3. Για την αποδοχή της φορολογητέας αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο, στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από την 11-11-1991 και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 1991, την οικεία φορολογική δήλωση στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων, που προβλέπονται από το αντικειμενικό σύστημα.

4. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή.

Σε περίπτωση που, από τον έλεγχο του Προϊστάμενου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 νόμου 1249/1982, (ΦΕΚ Α` 43), όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 νόμου 1473/1984 (ΦΕΚ Α` 127).

5. Αν η αξία καθενός ακινήτου, που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη από αυτή, που προκύπτει με τη δήλωση, είναι μεγαλύτερη από αυτή, που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις, για τις οποίες, μέχρι και την 10η Νοεμβρίου 1991 έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω κι αν γι` αυτές έχει εκδοθεί προδικαστική απόφαση.

Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγράφει και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί.

Ο Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ., μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

7. Οι υπόχρεοι, που θα υποβάλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, περιλαμβανομένου και του εκπρόθεσμου προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας (Φ.Α.Π.) και ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων (Φ.Μ.Α.), που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης.

Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών, η καταβολή γίνεται σε δόσεις κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 82 του ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ Α` 202) όπως ισχύουν, από τις οποίες, η πρώτη με την υποβολή της δήλωσης, με εφαρμογή κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων που ισχύουν.

Άρθρο 2

Αν ο φόρος που θα προκύψει με τη δήλωση της παραγράφου 3 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, καταβληθεί εξ ολοκλήρου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας της επόμενης, μετά την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, μηνιαίας ή εξαμηνιαίας δόσης, εκπίπτεται ποσοστό 15%.

Άρθρο 3

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΙΩΑΝ. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ”

3. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου από την έκδοσή της η απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων 2062315/ 5506/0022/25-9-1991 (ΦΕΚ 854/Β/17-10-91), η οποία έχει ως εξής:

“Αριθμ. Πρωτ. 2062315/5506/0022

Αθήνα, 25 Σεπτεμβρίου 1991

ΘΕΜΑ: Καθορισμός του ποσού που μπορεί να διατίθεται για τους εκπαιδευτικούς Π.Ε. και Δ.Ε.

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 1810/88 (ΦΕΚ 223/88 τ.Α`) με τις οποίες καθορίστηκε η δυνατότητα προμήθειας από κάθε εκπαιδευτικό της Δευτεροβάθμιας Εκπ/σης βιλίων, αξίας είκοσι χιλιάδων (20.000) δρχ. από το οικονομικό έτος 1989, αναγκαίων για το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο του.

2. Τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 35 του ν. 1824/88 (ΦΕΚ 296/88 τ.Α`) και της παρ. 2 του άρθρου 7 τουν. 1865/89 (ΦΕΚ 210/89 τ.Α`) σύμφωνα με τις οποίες καθορίστηκε η δυνατότητα προμήθειας, από κάθε εκπαιδευτικό της Πρωτοβάθμιας Εκπ/σης, βιβλίων αξίας είκοσι χιλιάδων (20.000) δρχ. από το έτος 1989.

3. Την ανάγκη αναπροσαρμογής του χορηγούμενου, κατά εκπαιδευτικό της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ποσού για τον προαναφερόμενο σκοπό.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Καθορίζουμε σε τριάντα πέντε χιλιάδες (35.000) δρχ. από το οικονομικό έτος 1991 και στο εξής το ποσό που μπορεί να διατίθεται για κάθε εκπαιδευτικό της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για την προμήθεια των αναγκαίων βιβλίων για το παιδαγωγικό και διδακτικό του έργο.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί νόμο.

Αθήνα, 25 Σεπτεμβρίου 1991

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Ι. Παλαιοκρασσάς Γεώργιος Σουφλιάς”

4. Η κυρούμενη ως άνω απόφαση ως άνω απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ισχύει επίσης:

α) για τους εκπαιδευτικούς της δημόσιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και

β) για τους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ιδιωτική εκπαίδευση. Οι σχετικές δαπάνες για την προμήθεια των αναγκαίων βιβλίων εκ μέρους των ιδιωτικών εκπαιδευτικών βαρύνουν τα ιδιωτικά σχολεία ή το Λογαριασμό Γενικής Ιδιωτικής Εκπαίδευσης για όσους μισθοδοτούνται από το λογαριασμό αυτόν.

 

5. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου, από τότε που δημοσιεύτηκε, η παραπάνω απόφαση αριθ. 2064824/8-10-91.

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Θέμα: “Καταλογισμός δαπανών μεταφερομένων υπηρεσιών”

1. Έχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις του Ν.Δ. 321/69 “Περί Δημοσίου Λογιστικού”

β) Τις διατάξεις του Π.Δ. αριθ. 181/18-9-91 (ΦΕΚ 139/24-9-91 τ.Α`) με τις οποίες μεταφέρονται η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς και Λαϊκής Επιμόρφωσης από το Υπουργείο Πολιτισμού στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

γ) Τις διατάξεις του Π.Δ. αριθ. 405/91 (ΦΕΚ 145 τ.Α`) με τις οποίες μεταφέρονται οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εξωτερικού Εμπορίου καθώς και τμήμα Εσωτερικής Αγοράς της Γενικής Δ/νσης Εσωτερικού Εμπορίου από το Υπουργείο Εμπορίου στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.

δ) Την ανάγκη καταλογισμού των δαπανών των παραπάνω φορέων στους προϋπολογισμούς του Υπουργείου που ήταν ενταγμένες, μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους 1991.

Αποφασίζουμε

2. Εγκρίνουμε μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους 1991 οι δαπάνες των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, Γενικής Γραμματείας Λαϊκής Επιμόρφωσης και των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου που μεταφέρονται με τα πιο πάνω Προεδρικά Διατάγματα σε άλλα Υπουργεία να πληρώνονται σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου στο οποίο ήταν ενταγμένες.

3. Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και να κυρωθεί με νόμο.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ”

Άρθρο 42
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις αυτού.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 1992

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Σ. ΚΟΥΒΕΛΑΣ ΕΥΘ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΑΣ

ΙΩ. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΑΡ. ΚΑΛΑΝΤΑΖΑΚΟΣ ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Γ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ ΑΡ. ΠΑΥΛΙΔΗΣ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΑΝ. ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚ. ΓΚΕΛΕΣΤΑΘΗΣ

ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΔΗΜ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 6 Φεβρουαρίου 1992

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΜΙΧ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ