Νόμος 1990 ΦΕΚ Α΄ 193/16.12.1991

Κύρωση Σύμβασης Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και  ψυχοτρόπων ουσιών.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδουμε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή

Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, που υπογράφηκε στη Βιέννη στις 20/12/1988, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

(Ακολουθούν τα κείμενα)

Σύμβαση Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών

Εγκριθείσα από τη Διάσκεψη κατά την 6η σε ολομέλεια συνεδρίασή της.

Τα Μέρη που έλαβαν μέρος στη Σύμβαση αυτή: Ανησυχώντας σε μεγάλο βαθμό για το μέγεθος και την αυξανόμενη τάση παράνομης παραγωγής, ζήτησης και διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, που αποτελούν σοβαρή απειλή για την υγεία και ευημερία των ανθρώπων και επηρεάζουν αρνητικά τα οικονομικά, πολιτιστικά και πολιτικά θεμέλια της κοινωνίας.

Ανησυχώντας επίσης σε μεγάλο βαθμό για τη σταθερά αυξανόμενη διείσδυση σε διάφορες κοινωνικές ομάδες της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών και ιδιαίτερα για το γεγονός ότι, σε πολλά μέρη του κόσμου τα παιδιά γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης ως καταναλωτές παράνομων φαρμάκων και χρησιμοποιούνται για σκοπούς παράνομης παραγωγής, διανομής και εμπορίας ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, γεγονός που αποτελεί κίνδυνο ανυπολόγιστης σοβαρότητας, Αναγνωρίζοντας τους δεσμούς που υπάρχουν μεταξύ παράνομης διακίνησης και άλλων σχετικών με αυτήν οργανωμένων εγκλημάτων δραστηριοτήτων, που υπονομεύουν τις νόμιμες οικονομικές δραστηριότητες και απειλούν τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την κυριαρχία των Κρατών, Αναγνωρίζοντας επίσης ότι η παράνομη διακίνηση αποτελεί διεθνή εγκληματική δραστηριότητα, η καταστολή της οποίας απαιτεί άμεση προσοχή και απόλυτη προτεραιότητα,

Έχοντας επίγνωση του ότι η παράνομη διακίνηση αποφέρει μεγάλα οικονομικά κέρδη και πλούτο, που παρέχουν τη δυνατότητα στις διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις να διεισδύουν, μολύνουν και διαφθείρουν τις κυβερνητικές δομές, τις νόμιμες εμπορικές και οικονομικές επιχειρήσεις και την κοινωνία σε όλα της τα επίπεδα, Αποφασισμένα να στερήσουν τα πρόσωπα που ασχολούνται με την παράνομη διακίνηση των εσόδων από τις εγκληματικές τους δραστηριότητες και έτσι να εξαλείψουν το κύριο κίνητρό τους γι` αυτές,

Επιθυμώντας να εξαλείψουν τα βαθύτερα αίτια του προβλήματος της κατάχρησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, περιλαμβανομένης της παράνομης ζήτησης τέτοιων ναρκωτικών φαρμάκων και ουσιών και των τεράστιων κερδών που αποφέρει η παράνομη διακίνηση,

Θεωρώντας ότι είναι αναγκαία η λήψη μέτρων για την παρακολούθηση ορισμένων ουσιών, περιλαμβανομένων πρώτων υλών, χημικών και διαλυμάτων, που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, η μεγάλη ευχέρεια προμήθειας των οποίων έχει οδηγήσει στην αύξηση της λαθραίας παρασκευής τέτοιων φαρμάκων και ουσιών,

Αποφασισμένοι να βελτιώσουν τη διεθνή συνεργασία στην καταστολή της παράνομης διακίνησης μέσω θαλάσσης,

Αναγνωρίζοντας ότι η εξάλειψη της παράνομης διακίνησης είναι η συλλογική ευθύνη όλων των Κρατών και ότι, για το σκοπό αυτόν, είναι αναγκαία η συντονισμένη δράση, στα πλαίσια της διεθνούς συνεργασίας.

Αναγνωρίζοντας την αρμοδιότητα των Ηνωμένων Εθνών στο πεδίο ελέγχου των ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, και επιθυμώντας τα διεθνή όργανα που ασχολούνται με τέτοιους ελέγχους να ασκούν τη δραστηριότητά τους στα πλαίσια αυτού του Οργανισμού,

Επιβεβαιώνοντας και πάλι τις κατευθυντήριες αρχές των υφιστάμενων συνθηκών στο πεδίο των ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών και το συστήματος ελέγχου που έχουν καθιερώσει,

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη να ενισχύσουν και να συμπληρώσουν τα μέτρα που προβλέπονται στην ενιαία Σύμβαση του 1961 για τα ναρκωτικά φάρμακα, όπως αυτή τροποποιήθηκε το 1972 με το πρωτόκολλο τροποποίησης της Ενιαίας Σύμβασης του 1961 για τα ναρκωτικά φάρμακα και στη Σύμβαση του 1971, για τις ψυχότροπες ουσίες, με σκοπό να καταπολεμήσουν. Το μέγεθος και την έκταση της παράνομης διακίνησης και τις βλαβερές συνέπειές της, Αναγνωρίζοντας επίσης τη σπουδαιότητα της ενδυνάμωσης και αύξησης των αποτελεσματικών νομικών μέσων διεθνούς συνεργασίας σε ποινικά θέματα για την καταστολή των διεθνών εγκληματικών δραστηριοτήτων της παράνομης διακίνησης, Επιθυμώντας να καταλήξουν στη σύναψη μιας ευρείας, αποτελεσματικής και εφαρμόσιμης διεθνούς σύμβασης, που θα αποβλέπει ειδικά στην καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και η οποία θα αντιμετωπίζει τις ποικίλες πλευρές του προβλήματος στο σύνολό του, ιδιαίτερα εκείνες που δεν προβλέφθηκαν στις υπάρχουσες συνθήκες, στο πεδίο των ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών,

Για τους λόγους αυτούς συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Στην παρούσα Σύμβαση ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί, εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά ή όπου επιβάλλεται διαφορετικά από τα συμφραζόμενα:

(α) ” Όργανο” σημαίνει το Διεθνές `Όργανο Ελέγχου Ναρκωτικών, που ιδρύθηκε από την Ενιαία Σύμβαση του 1961 για τα ναρκωτικά, όπως αυτή τροποποιήθηκε το 1972 με το Πρωτόκολλο τροποποίησης της Ενιαίας Σύμβασης του 1961 για τα ναρκωτικά.

(β) “Φυτό Καννάβεως” σημαίνει οποιοδήποτε φυτό του γένους της Καννάβεως.

(γ) “Θάμνος της κόκα” σημαίνει κάθε φυτό του γένους ερυθρόξυλου.

(δ) “Εμπορικός μεταφορέας” σημαίνει κάθε πρόσωπο ή κάθε δημόσια, ιδιωτική ή άλλη μονάδα που ασχολείται με τη μεταφορά προσώπων, αγαθών ή αλληλογραφίας με αμοιβή, μίσθωμα ή οποιοδήποτε άλλο όφελος.

(ε) “Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή για τις ναρκωτικές ουσίες του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών.

(στ) “Δήμευση”, η οποία περιλαμβάνει και την απαλλοτρίωση όπου μπορεί να επιβληθεί σημαίνει τη διαρκή στέρηση περιουσίας με διαταγή δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής.

(ζ) “Ελεγχόμενη παράδοση” σημαίνει την τεχνική σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά παράνομων ή ύποπτων αποστολών εμπορευμάτων, ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών, ουσιών που αναφέρονται στον πίνακα Ι και τον πίνακα ΙΙ που είναι προσαρτημένοι σ` αυτήν τη Σύμβαση ή υποκατάστατων ουσιών τους, δια ή μέσα στην περιοχή μιας ή περισσότερων χωρών, εν γνώσει και υπό την επίβλεψη των αρμόδιων αρχών τους, με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας προσώπων, αναμεμειγμένων στη διάπραξη εγκλημάτων που θεσπίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 αυτής της Σύμβασης.

(η) “Σύμβαση του 1961” σημαίνει την ενιαία Σύμβαση για τα ναρκωτικά φάρμακα του 1961.

(θ) “Σύμβαση του 1961 όπως τροποποιήθηκε” σημαίνει την ενιαία σύμβαση για τα ναρκωτικά φάρμακα του 1961, όπως τροποποιήθηκε το 1972 με το Πρωτόκολλο τροποποίησης της Ενιαίας Σύμβασης του 1961 για τα ναρκωτικά φάρμακα.

(ι) “Σύμβαση του 1971” σημαίνει τη Σύμβαση του 1971, για τις ψυχότροπες ουσίες.

(ια) “Συμβούλιο” σημαίνει το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών.

(ιβ) “Δέσμευση” ή “κατάσχεση” σημαίνει την προσωρινή απαγόρευση της μεταβίβασης, μετατροπής, διάθεσης ή μετακίνησης περιουσίας ή την προσωρινή ανάληψη της φύλαξης ή του ελέγχου περιουσίας, σύμφωνα με διαταγή που εκδόθηκε από δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή.

(ιγ) “Παράνομη διακίνηση” σημαίνει τα εγκλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 αυτής της Σύμβασης.

(ιδ) “Ναρκωτικό φάρμακο” σημαίνει οποιαδήποτε από τις ουσίες, φυσικές ή συνθετικές που αναφέρονται στα Κεφάλαια Ι και ΙΙ της Ενιαίας Σύμβασης του 1961 για τα ναρκωτικά φάρμακα και της ίδιας Σύμβασης, όπως αυτή τροποποιήθηκε το 1972 με το Πρωτόκολλο τροποποίησης της Ενιαίας Σύμβασης του 1961 για τα ναρκωτικά φάρμακα.

(ιε) “Παπαρούνα οπίου” σημαίνει το φυτό του είδους PAPAVER SOMNIFERUM (μήκων η υπνοφόρος).

(ιστ) ” Έσοδα” σημαίνει κάθε περιουσία που προέρχεται ή αποκτάται, αμέσως ή εμμέσως, από τη διάταξη εγκλήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

(ιζ) “Περιουσία” σημαίνει περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, ενσώματα ή ασώματα, κινητά ή ακίνητα, απτά ή μη απτά και νομικά έγγραφα ή στοιχεία που αποδεικνύουν τίτλο ιδιοκτησίας ή συμφέρον προς απόκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων.

(ιη) “ψυχότροπες ουσίες” σημαίνει κάθε ουσία, φυσική ή συνθετική, ή οποιαδήποτε φυσική ύλη, που αναφέρεται στα κεφάλαια Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV της Σύμβασης του 1971 για τις ψυχότροπες ουσίες.

(ιθ) “Γενικός Γραμματέας” σημαίνει το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

(κ) “Πίνακας Ι και Πίνακας ΙΙ” σημαίνει τους αντίστοιχα αριθμημένους καταλόγους ουσιών, που είναι συνημμένοι σ` αυτήν τη Σύμβαση όπως κατά καιρούς τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 12.

(κα) “Κράτος διαμετακόμισης” σημαίνει κάθε Κράτος, μέσω του εδάφους του οποίου διακινούνται απαγορευμένα ναρκωτικά φάρμακα, ψυχότροπες ουσίες, και ουσίες που αναφέρονται στον Πίνακα Ι και στον Πίνακα ΙΙ, και το οποίο δεν είναι ούτε τόπος προέλευσης, ούτε τόπος τελικού προορισμού των ουσιών αυτών.

Άρθρο 2

Έκταση εφαρμογής της Σύμβασης

1. Ο σκοπός της Σύμβασης αυτής είναι η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των Μερών, ώστε τα Μέρη να μπορέσουν να στραφούν πιο αποτελεσματικά κατά των διάφορων μορφών παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, η οποία έχει λάβει διεθνείς διαστάσεις.

Για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τη Σύμβαση, τα Μέρη θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων νομοθετικών και διοικητικών, τηρώντας τις θεμελιώδεις διατάξεις των αντίστοιχων εσωτερικών νομοθετικών συστημάτων τους.

2. Τα Μέρη θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την παρούσα Σύμβαση, σύμφωνα με τις αρχές της κυριαρχικής ισότητας και εδαφικής ακεραιότητας των Κρατών και της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων Κρατών.

3. Κανένα Μέρος δεν θα επιχειρήσει στο έδαφος άλλου Μέρους, την άσκηση δικαιοδοσίας και την εκτέλεση λειτουργιών, οι οποίες επιφυλάσσονται αποκλειστικά στις αρχές του άλλου Μέρους βάσει της εσωτερικής του νομοθεσίας.

Άρθρο 3

Εγκλήματα και κυρώσεις

1. Κάθε Μέρος θα υιοθετήσει εκείνα τα μέτρα, που είναι αναγκαία για να καταστήσει αξιόποινες πράξεις, κατά την εσωτερική του νομοθεσία, όταν τελούνται με πρόθεση: (α) (Ι). την παραγωγή, κατασκευή, εκχείλιση, παρασκευή, προσφορά, προσφορά προς πώληση, διανομή, πώληση, παράδοση υπό οποιαδήποτε μορφή μεσιτεία, αποστολή, αποστολή τράνζιτ, μεταφορά, εισαγωγή ή εξαγωγή κάθε ναρκωτικού φαρμάκου ή κάθε ψυχότροπης ουσίας, κατά παράβαση των διατάξεων της Σύμβασης του 1961, της Σύμβασης του 1961 όπως τροποποιήθηκε ή της Σύμβασης του 1971.

(ΙΙ). Την καλλιέργεια της παρούνας οπίου, θάμνου κόκας ή φυτού καννάβεως για την παραγωγή ναρκωτικών φαρμάκων, κατά παράβαση των διατάξεων της Σύμβασης του 1961 και της Σύμβασης του 1961 όπως τροποποιήθηκε.

(ΙΙΙ). Την κατοχή ή αγορά κάθε ναρκωτικού φαρμάκου ή ψυχότροπης ουσίας, με σκοπό οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παραπάνω εδάφιο (Ι). (ΙV). Την κατασκευή, μεταφορά ή διανομή εξοπλισμού, υλικών ή ουσιών, που περιλαμβάνονται στον πίνακα Ι και Πίνακα ΙΙ, εν γνώσει ότι αυτά πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στην παράνομη καλλιέργεια, παραγωγή, κατασκευή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών.

(V) Την οργάνωση, διαχείριση ή χρηματοδότηση, οποιουδήποτε από τα εγκλήματα που απαριθμούνται στα παραπάνω εδάφια, Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV.

(β) (Ι). Τη μετατροπή ή τη μεταβίβαση περιουσίας, εν γνώσει ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από οποιοδήποτε έγκλημα ή εγκλήματα από εκείνα που θεσπίζονται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) αυτής της παραγράφου, ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιο έγκλημα ή εγκλήματα, με σκοπό την απόκρυψη ή συγκάλυψη της παράνομης προέλευσης της περιουσίας ή την υποβοήθηση οποιουδήποτε προσώπου που είναι αναμεμειγμένο στη διάπραξη ενός τέτοιου εγκλήματος ή εγκλημάτων να αποφύγει τις έννομες συνέπειες των πράξεών του. (ΙΙ). Την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της πραγματικής φύσης, πηγής, του τόπου όπου βρίσκεται, της διάθεσης, της διακίνησης δικαιωμάτων επί περιουσίας ή κυριότητας περιουσίας, εν γνώσει ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από έγκλημα ή εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) αυτής της παραγράφου ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιο ή τέτοια εγκλήματα. (γ) Με την επιφύλαξη των συνταγματικών αρχών και των βασικών εννοιών του νομικού του συστήματος:

(Ι) Την απόκτηση, κατοχή ή χρήση περιουσίας, εν γνώσει κατά το χρόνο της κτήσης ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από έγκλημα ή εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) αυτής της παραγράφου ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιο έγκλημα ή εγκλήματα.

(ΙΙ) Την κατοχή εξοπλισμού ή υλικών ή ουσιών, που περιλαμβάνονται στους Πίνακες Ι και ΙΙ, εν γνώσει ότι χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στην παράνομη καλλιέργεια, παραγωγή ή κατασκευή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών.

(ΙΙΙ) Την με οποιαδήποτε μέσα δημόσια υποκίνηση ή προτροπή τρίτων να τελέσουν οποιαδήποτε από τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτό το άρθρο ή να κάνουν παράνομη χρήση ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών.

(ΙV) Τη συμμετοχή, σύσταση οργανώσεως η ενώσεως για τη διάπραξη, την απόπειρα διάπραξης και την υποβοήθηση, υποκίνηση, διευκόλυνση και παροχή συμβουλών για τη διάπραξη οιουδήποτε από τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτό το άρθρο.

2. Με την επιφύλαξη των συνταγματικών αρχών και των βασικών αρχών του νομικού του συστήματος, κάθε Μέρος θα υιοθετήσει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να καταστήσει εγκλήματα κατά την εσωτερική του νομοθεσία, εφ όσον διαπράττονται με πρόθεση, την κατοχή, αγορά ή καλλιέργεια ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών για προσωπική χρήση κατά παράβαση των διατάξεων της Σύμβασης του 1961, της Σύμβασης του 1961 όπως τροποποιήθηκε ή της Σύμβασης του 1971. 3. Η γνώση, η πρόθεση ή ο σκοπός, που απαιτείται ως στοιχείο των εγκλημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, μπορεί να συνάγεται από τις πραγματικές περιστάσεις.

4. (α) Κάθε Μέρος θα πρέπει να επιβάλλει για τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, κυρώσεις ανάλογες με τη βαριά φύση των εγκλημάτων αυτών, όπως φυλάκιση ή άλλες μορφές στέρησης της ελευθερίας, χρηματικές κυρώσεις και δήμευση.

(β) Τα Μέρη μπορεί επί πλέον να προβλέψουν εκτός από την καταδίκη ή την τιμωρία για οποιοδήποτε έγκλημα από αυτά που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, ότι σε βάρος του δράστη θα επιβάλλονται μέτρα, όπως θεραπεία, εκπαίδευση, περίθαλψη, αποκατασταση ή κοινωνική επανένταξη.

(γ) Παρά τις προηγούμενες υποπαραγράφους, σε ανάλογες υποθέσεις μικρότερης σημασίας, τα Μέρη μπορεί να προβλέψουν αντί της καταδίκης ή τιμωρίας, άλλα μέτρα όπως εκπαίδευση, αποκατάσταση ή κοινωνική επανένταξη, καθώς και, όταν ο δράστης του εγκλήματος είναι χρήστης ναρκωτικών, θεραπεία και περίθαλψη.

(δ) Τα Μέρη μπορεί να προβλέψουν είτε ως υποκατάστατο της καταδίκης ή της τιμωρίας, είτε πρόσθετα προς την καταδίκη ή τιμωρία ενός εγκλήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, τη λήψη μέτρων για τη θεραπεία, εκπαίδευση, περίθαλψη, αποκατάσταση ή κοινωνική επανένταξη του δράστη.

5. Τα Μέρη θα διασφαλίσουν ότι τα δικαστήριά τους και οι άλλες αρμόδιες αρχές, που έχουν δικαιοδοσία, μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις πραγματικές περιστάσεις, οι οποίες καθιστούν την τέλεση των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, ιδιαίτερα σοβαρή, όπως:

(α) Την ανάμιξη στο έγκλημα μιας οργανωμένης εγκληματικής ομάδας, στην οποία ανήκει ο δράστης.

(β) Την ανάμιξη του δράστη σε άλλες οργανωμένες διεθνείς εγκληματικές δραστηριότητες.

(γ) Την ανάμιξη του δράστη σε άλλες παράνομες δραστηριότητες, που διευκολύνονται από την τέλεση του εγκλήματος.

(δ) Τη χρήση βίας ή όπλων από το δράστη. (ε) Το γεγονός ότι ο δράστης κατέχει δημόσια θέση και το έγκλημα συνδέεται με την εν λόγω θέση.

(στ) Την πρόκληση θυμάτων μεταξύ ανηλίκων ή τη χρησιμοποίηση ανηλίκων.

(ζ) Το γεγονός ότι το έγκλημα διαπράχθηκε σε σωφρονιστικό κατάστημα ή σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή σε εγκαταστάσεις κοινωνικών υπηρεσιών ή σε αμέσως γειτονικά μέρη ή σε άλλους χώρους, όπου συγκεντρώνονται μαθητές και σπουδαστές για εκπαιδευτικές, αθλητικές και κοινωνικές δραστηριότητες.

(η) Προηγούμενη καταδίκη, είτε στο εξωτερικό είτε στο εσωτερικό, ιδίως για παρόμοια εγκλήματα, στην έκταση που επιτρέπεται από την εσωτερική νομοθεσία του μέρους.

6. Τα Μέρη θα προσπαθήσουν να διασφαλίσουν ότι, οποιεσδήποτε νόμιμες διακριτικές εξουσίες, σύμφωνα με την εσωτερική τους νομοθεσία, οι οποίες αφορούν τη δίωξη προσώπων για εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτό το άρθρο, θα ασκούνται για να επαυξήσουν την αποτελεσματικότητα των μέτρων επιβολής του νόμου αναφορικά με τα παραπάνω εγκλήματα, λαμβάνοντας υπόψη, με την οφειλόμενη προσοχή, την ανάγκη να αποτραπεί η τέλεση τέτοιων εγκλημάτων.

7. Τα Μέρη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι, τα δικαστήριά τους ή άλλες αρμόδιες αρχές, θα λαμβάνουν υπόψη τη βαριά φύση των εγκλημάτων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου και τις περιστάσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 5 αυτού του άρθρου, όταν εξετάζουν το ενδεχόμενο πρόωρης απόλυσης ή απόλυσης υφ’ όρον των προσώπων που έχουν καταδικαστεί για τέτοια εγκλήματα.

8. Κάθε Μέρος θα πρέπει, όπου επιβάλλεται, να θεσπίσει κατά την εθνική του νομοθεσία ένα μεγάλο χρονικό διάστημα για την παραγραφή, μέσα στο οποίο θα αρχίζουν οι διαδικασίες για οποιοδήποτε έγκλημα που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του Άρθρου, και ακόμη μία μακρότερη περίοδο παραγραφής, όταν ο φερόμενος ως δράστης του εγκλήματος διαφεύγει της δικαιοσύνης.

9. Κάθε Μέρος θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με το νομικό του σύστημα, για να διασφαλίσει ότι ένα πρόσωπο, που βρέθηκε στο έδαφός του, σε βάρος του οποίου έχει απαγγελθεί κατηγορία ή το οποίο έχει καταδικασθεί για έγκλημα που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του Άρθρου, θα παρίσταται στις αναγκαίες ποινικές διαδικασίες.

10. Για το σκοπό της συνεργασίας μεταξύ των Μερών, σύμφωνα με αυτήν τη Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης ειδικά και της συνεργασίας σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6, 7 και 9, τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτό το άρθρο δεν θα θεωρούνται ως εγκλήματα οικονομικού ή πολιτικού χαρακτήρα ή δεν θα θεωρούνται ως εγκλήματα με πολιτικά κίνητρα, χωρίς να θίγονται οι συνταγματικοί περιορισμοί και η θεμελιώδης εσωτερική νομοθεσία των Μερών.

11. Καμιά διάταξη που περιλαμβάνεται σ` αυτό το άρθρο δεν θα επηρεάζει την αρχή, ότι η περιγραφή των εγκλημάτων στα οποία αναφέρεται και η νομική υπεράσπιση σ` αυτά επιφυλάσσεται στην εθνική νομοθεσία του Μέρους και ότι τέτοια εγκλήματα θα πρέπει να διώκονται και να τιμωρούνται σύμφωνα με αυτήν τη νομοθεσία.

Άρθρο 4

Δικαιοδοσία

1. Κάθε Μέρος:

(α) Θα λάβει εκείνα τα μέτρα που θεωρούνται αναγκαία για την ίδρυση δικαιοδοσίας του για τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, όταν:

(Ι). Το έγκλημα τελέστηκε στο έδαφός του.

(ΙΙ). Το έγκλημα τελέστηκε επί πλοίου που φέρει τη σημαία του ή επί αεροσκάφους, που είναι εγγεγραμμένο στα μητρώα του, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, κατά το χρόνο τέλεσης του εγκλήματος.

(β) Μπορεί να λάβει εκείνα τα μέτρα που ενδεχομένως είναι απαραίτητα για να ιδρύσει δικαιοδοσία του, επί των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, όταν:

(Ι) Το έγκλημα τελέστηκε από υπήκοό του, ή από πρόσωπο που έχει το συνήθη τόπο διαμονής του στο έδαφός του.

(ΙΙ) Το έγκλημα τελέστηκε επί πλοίου, αναφορικά με το οποίο το Μέρος έχει την εξουσία να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, σύμφωνα με Το άρθρο 17, υπό τον όρο ότι η δικαιοδοσία του αυτή θα ασκείται μόνον επί τη βάσει των συμφωνιών ή ρυθμίσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 9 του άρθρου εκείνου.

(ΙΙΙ). Το έγκλημα είναι ένα από εκείνα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, υποπαράγραφος (γ) (ΙV) και τελέσθηκε εκτός του εδάφους του με την προοπτική της τέλεσης εντός του εδάφους του κάποιου από τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1

2. Κάθε Μέρος: (α) Θα λάβει ακόμη εκείνα τα μέτρα που ενδεχομένως είναι απαραίτητα για να ιδρύσει δικαιοδοσία του επί των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, όταν ο φερόμενος ως δράστης βρίσκεται στο έδαφός του και δεν τον εκδίδει σε άλλο Μέρος για το λόγο

(ι) Ότι το έγκλημα τελέστηκε στο έδαφός του ή επί πλοίου που φέρει τη σημασία του ή επί αεροσκάφους που ήταν καταχωρισμένο στα μητρώα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κατά το χρόνο τέλεσης του εγκλήματος, ή

(ιι) ότι το έγκλημα τελέστηκε από υπήκοό του.

(β) Μπορεί επίσης να κάνει εκείνα τα μέτρα που ενδεχομένως είναι απαραίτητα για να ιδρύσει δικαιοδοσία του επί των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, όταν ο φερόμενος ως δράστης βρίσκεται στο έδαφός του και δεν τον εκδίδει σε άλλο Μέρος.

3. Η Σύμβαση αυτή δεν αποκλείει την άσκηση οποιασδήποτε ποινικής δικαιοδοσίας που έχει θεσπισθεί από ένα Μέρος σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.

Άρθρο 5

Δήμευση

1. Κάθε Μέρος θα λάβει εκείνα τα μέτρα που ενδεχομένως είναι απαραίτητα για να καταστεί δυνατή η δήμευση:

(α) Εσόδων προερχομένων από εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, ή περιουσίας, η αξία της οποίας αντιστοιχεί με αυτήν των πιο πάνω εσόδων.

(β) Ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, υλών και εξοπλισμού ή άλλων μέσων, που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν με οποιονδήποτε τρόπο, για τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το Άρθρο 3 παράγραφος 1.

2. Κάθε Μέρος θα υιοθετήσει εκείνα τα μέτρα που ενδεχομένως είναι απαραίτητα, για να δώσει τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές του να εξακριβώσουν, να ανακαλύψουν και να δεσμεύσουν ή να κατάσχουν έσοδα, περιουσία, μέσα ή οποιαδήποτε άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του Άρθρου, με σκοπό την ενδεχόμενη δήμευση.

3. Προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα που αναφέρονται σ αυτό το άρθρο, κάθε Μέρος θα παρέχει εξουσία στα δικαστήρια ή τις άλλες αρμόδιες αρχές του να διατάσσουν να τεθούν στη διάθεση τους ή να κατασχεθούν τραπεζικά, χρηματικά ή εμπορικά στοιχεία. Το Μέρος δεν θα αρνείται να ενεργήσει σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της παραγράφου με το αιτιολογικό του τραπεζικού απορρήτου.

4. (α) Μετά από αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με αυτό το άρθρο από άλλο Μέρος το οποίο έχει δικαιοδοσία για κάποιο από τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, το Μέρος, στο έδαφος του οποίου βρίσκονται έσοδα, περιουσία, μέσα ή άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, θα:

(Ι) Διαβιβάζει την αίτηση στις αρμόδιες αρχές του, με σκοπό την έκδοση διαταγής δήμευσης και, αν έχει εκδοθεί τέτοια διαταγή θα την εκτελεί ή

(ΙΙ) Διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του με σκοπό να εκτελεστεί, κατά το μέτρο που ζητείται με την αίτηση, τη διαταγή δήμευσης που έχει εκδοθεί από το Μέρος που υποβάλλει την αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, εφ όσον αφορά έσοδα, περιουσία, μέσα ή οποιαδήποτε άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και βρίσκονται στο έδαφος του Μέρους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

(β) Μετά από αίτηση που έγινε σύμφωνα με το άρθρο αυτό από ένα άλλο Μέρος που έχει τη δικαιοδοσία για ένα έγκλημα που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, το μέρος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση θα λάβει μέτρα για να εξακριβώσει την ταυτότητα, να ανακαλύψει και να δεσμεύσει ή να κατάσχει έσοδα, περιουσία, μέσα ή οποιαδήποτε άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του Άρθρου, με σκοπό την ενδεχόμενη δήμευση, που θα διαταχθεί είτε από το Μέρος το οποίο υποβάλλει την αίτηση ή, σύμφωνα με αίτηση που υποβάλλεται κατά την υποπαράγραφο (α) αυτής της παραγράφου, από το Μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση.

(γ) Οι αποφάσεις ή ενέργειες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (α) και (β) αυτής της παραγράφου, θα λαμβάνονται από το Μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της εσωτερικής του νομοθεσίας και τους δικονομικούς του κανόνες ή σύμφωνα με οποιαδήποτε διμερή ή πολυμερή Συνθήκη, συμφωνία ή ρύθμιση, από την οποία ενδεχομένως να δεσμεύεται έναντι του Μέρους που υποβάλλει την αίτηση.

(δ) Οι διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 6 μέχρι 19 εφαρμόζονται αναλόγως. Πέραν των στοιχείων που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 10, οι αιτήσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, θα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

(Ι) Επι αιτήσεως αναφερομένης στις υποπαραγράφους (α) (Ι) της παραγράφου αυτής, περιγραφή της περιουσίας που πρόκειται να δημευθεί και αναφορά των γεγονότων στα οποία βασίζεται το αιτούν Μέρος, που αρκούν να δώσουν τη δυνατότητα στο Μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση να επιδιώξει την έκδοση διαταγής δήμευσης σύμφωνα με την εσωτερική του νομοθεσία.

(ΙΙ) Επί αιτήσεως αναφερομένης στην υποπαράγραφο (α) (ΙΙ), ένα νομικώς παραδεκτό αντίγραφο, εκδοθέν από το αιτούν μέρος, της διαταγής δήμευσης, στην οποία βασίζεται η αίτηση, περιγραφή των γεγονότων και πληροφορίες ως προς την έκταση στην οποία ζητείται η εκτέλεση της διαταγής.

(ΙΙΙ) Επί αιτήσεως αναφερομένης στην υποπαράγραφο (β), έκθεση των γεγονότων στα οποία βασίζεται το αιτούν μέρος και περιγραφή των ζητουμένων ενεργειών. (ε) Κάθε Μέρος θα διαβιβάζει στο Γενικό Γραμματέα το κείμενο κάθε νόμου και κανονισμού του, που ενεργοποιούν αυτήν την παράγραφο και το κείμενο οιωνδήποτε μεταγενεστέρων μεταβολών στους εν λόγω νόμους και κανονισμούς.

(στ) Εάν ένα Μέρος επιλέξει να εξαρτήσει την εφαρμογή των μέτρων, που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (α) και (β) αυτής της παραγράφου, από την ύπαρξη σχετικής συνθήκης, το Μέρος αυτό θα πρέπει να θεωρήσει την παρούσα Σύμβαση ως την απαραίτητη και επαρκή βάση για τη συνθήκη.

(ζ) Τα Μέρη θα επιδιώξουν να συνάψουν διμερείς και πολυμερείς συνθήκες, συμφωνίες ή ρυθμίσεις, προκειμένου να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα της διεθνούς συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

5. (α) Τα έσοδα ή περιουσία που δημεύθηκαν από ένα Μέρος, σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή την παράγραφο 4 αυτού του άρθρου, θα διατίθενται από το Μέρος αυτό σύμφωνα με την εσωτερική του νομοθεσία και τις διοικητικές του διαδικασίες.

(β) ` Όταν ένα Μέρος ενεργεί ύστερα από αίτηση άλλου Μέρους, σύμφωνα με αυτό το άρθρο, θα πρέπει να καταβάλει ιδιαίτερη μέριμνα για τη σύναψη συμφωνιών σχετικών με:

(ι) Την εισφορά της αξίας αυτών των εσόδων και περιουσίας ή χρημάτων που προέρχονται από την πώληση αυτών των εσόδων ή περιουσίας ή σημαντικού μέρους αυτών, σε διακυβερνητικούς φορείς, που ειδικεύονται στην καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και κατάχρησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών.

(ΙΙ) Τη διανομή με άλλα μέρη, σε σταθερή βάση ή κατά περίπτωση, αυτών των εσόδων ή περιουσίας ή χρημάτων που προέρχονται από την πώληση αυτών των εσόδων ή περιουσίας, σύμφωνα με τον εσωτερικό του νόμο, τις εσωτερικές διοικητικές διαδικασίες ή τις διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί για το σκοπό αυτόν.

6. (α) Αν τα έσοδα από την πώληση έχουν μετασχηματισθεί ή μετατραπεί σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, αυτά τα περιουσιακά στοιχεία θα υπόκεινται στα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, αντί των εσόδων.

(β) Αν έσοδα έχουν αναμιχθεί με περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκτηθεί από νόμιμες πηγές, τα περιουσιακά αυτά στοιχεία θα μπορούν να δημευθούν μέχρι της εκτιμηθείσας αξίας των αναμιχθέντων εσόδων, χωρίς να θίγονται οι εξουσίες που σχετίζονται με την κατάσχεση ή τη δήμευση.

(γ) Εισοδήματα ή άλλα ωφελήματα αποκτηθέντα από:

(Ι) Έσοδα

(ΙΙ) Περιουσιακά στοιχεία στα οποία έχουν μετασχηματισθεί ή μετατραπεί τα έσοδα.

(ΙΙΙ) Περιουσιακά στοιχεία με τα οποία έχουν αναμιχθεί έσοδα, θα υπόκεινται επίσης στα μέτρα που αναφέρονται σ’ αυτό το άρθρο κατά τον αυτόν τρόπο και στην ίδια έκταση όπως τα έσοδα.

7. Κάθε Μέρος πρέπει να εξετάσει τη δυνατότητα αντιστροφής του βάρους αποδείξεως, σχετικά με τη νόμιμη προέλευση των φερομένων ως εσόδων ή άλλης περιουσίας που υπόκεινται σε δήμευση, κατά το μέτρο που μια τέτοια ενέργεια είναι σύμφωνη προς τις αρχές του εσωτερικού του δικαίου και τη φύση των δικαστικών και άλλων διαδικασιών.

8. Οι διατάξεις αυτού του άρθρου δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται έτσι ώστε να προξενείται βλάβη στα δικαιώματα των καλής πίστεως τρίτων.

9. Καμιά διάταξη του άρθρου αυτού δεν θα επηρεάζει την αρχή ότι τα μέτρα, στα οποία αναφέρεται, θα προσδιορίζονται και θα εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας του Μέρους, και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων αυτών.

Άρθρο 6

Έκδοση

1. Αυτό το άρθρο θα εφαρμόζεται στα εγκλήματα που έχουν θεσπισθεί από τα Μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

2. Κάθε έγκλημα στο οποίο εφαρμόζεται αυτό ο άρθρο θα θεωρείται ότι περιλαμβάνεται ως έγκλημα για το οποίο επιτρέπεται η έκδοση σε κάθε συνθήκη έκδοσης που έχει συναφθεί μεταξύ των Μερών. Τα Μέρη δεσμεύονται να περιαβούν σε κάθε συνθήκη έκδοσης που θα συναφθεί μεταξύ τους αυτά τα εγκλήματα, ως εγκλήματα για τα οποία επιτρέπεται η έκδοση.

3. Αν ένα Μέρος, το οποίο εξαρτά την έκδοση από την ύπαρξη συνθήκης, λάβει αίτηση εκδόσεως από άλλο Μέρος, με το οποίο δεν έχει συνάψει συνθήκη έκδοσης, μπορεί να θεωρήσει την παρούσα Σύμβαση ως τη νομική βάση για την δόση σε σχέση με οποιοδήποτε έγκλημα στο οποίο εφαρμόζεται αυτό το άρθρο.

Τα Μέρη που απαιτούν λεπτομερειακή νομοθεσία για να χρησιμοποιήσουν αυτήν τη Σύμβαση ως νομική βάση για την έκδοση θα μεριμνήσουν για τη θέσπιση μιας τέτοιας νομοθεσίας στο βαθμό που η τελευταία είναι απαραίτητη.

4. Τα Μέρη, τα οποία δεν εξαρτούν, την έκδοση από την ύπαρξη συνθήκης, θα αναγνωρίζουν μεταξύ τους τα εγκλήματα στα οποία εφαρμόζεται αυτό το άρθρο, ως εγκλήματα για τα οποία επιτρέπεται η έκδοση.

5. Η έκδοση θα υπόκειται στους όρους που προβλέπονται από το δίκαιο του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση ή από εφαρμοστέες συνθήκες έκδοσης, συμπεριλαμβανομένων και των λόγων για τους οποίους το Μέρος, στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, μπορεί να αρνηθεί την έκδοση.

6. Κατά την εξέταση αιτήσεων, που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με αυτό το άρθρο, το Κράτος στο οποίο υποβλήθηκαν μπορεί να αρνηθεί να τις ικανοποιήσει όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι, οι οποίοι οδηγούν τις δικαστικές ή τις άλλες αρμόδιες αρχές του στο να πιστέψουν ότι η ικανοποίηση θα διευκόλυνε τη δίωξη ή τιμωρία οποιουδήποτε προσώπου, λόγω φυλετικής καταγωγής, θρησκείας, εθνικότητας ή πολιτικών πεποιθήσεών του, ή θα προκαλούσε βλάβη για οποιονδήποτε από τους παραπάνω λόγους, σε οποιοδήποτε πρόσωπο που επηρεάζεται από την αίτηση.

7. Τα Μέρη θα προσπαθούν να επισπεύδουν τις διαδικασίες της έκδοσης και να απλοποιούν τα απαιτούμενα γι’ αυτήν αποδεικτικά στοιχεία, σχετικά με κάθε έγκλημα στο οποίο εφαρμόζεται το άρθρο αυτό.

8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου του και των συνθηκών εκδόσεως που έχει συνάψει, το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, εφ` όσον εκτιμά ότι οι περιστάσεις το δικαιολογούν και είναι επείγουσες, μετά από αίτηση του Μέρους που ζητά την έκδοση, μπορεί να θέσει υπό κράτηση τον εκζητούμενο, εφ` όσον βρίσκεται στο έδαφός του, ή να λάβει άλλα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την παρουσία του κατά τη διαδικασία της έκδοσης.

9. Χωρίς να θίγεται η άσκηση οποιασδήποτε ποινικής δικαιοδοσίας που προβλέπεται από το εσωτερικό του δίκαιο το Μέρος, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο φερόμενος ως δράστης του εγκλήματος, πρέπει:

(α) Αν δεν τον εκδώσει για κάποιο έγκλημα που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 υποπαράγραφος (α), να υποβάλει την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές του με σκοπό να ασκηθεί δίωξη, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά με το Μέρος το οποίο υπέβαλε την αίτηση.

(β) Αν δεν τον εκδώσει για ένα τέτοιο έγκλημα και έχει θεσπίσει δικαιοδοσία του αναφορικά με το έγκλημα αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 υποπαράγραφος (β), να υποβάλει την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές του, με σκοπό να ασκηθεί δίωξη, εκτός αν ζητείται διαφορετικά από το Μέρος το οποίο υπέβαλε την αίτηση με σκοπό τη διαφύλαξη της νόμιμης δικαιοδοσίας του.

10. Αν η έκδοση, που ζητήθηκε με σκοπό την εκτέλεση Ποινής απορριφθεί, επειδή ο εκζητούμενος έχει την ιθαγένεια του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, το μέρος αυτό θα πρέπει, εάν το επιτρέπει η νομοθεσία του και κατ` εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, ύστερα από αίτηση του Μέρους που ζήτησε την έκδοση, να ερευνήσει εάν μπορεί να προβεί στην εκτέλεση της ποινής που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του Μέρους που ζητεί την έκδοση ή του υπολοίπου της.

11. Τα Μέρη θα επιδιώκουν τη σύναψη διμερών και πολυμερών συμφωνιών για να φέρουν σε πέρας ή να εντείνουν την αποτελεσματικότητα της έκδοσης.

12. Τα Μέρη μπορούν να επιδιώκουν τη σύναψη διμερών ή πολυμερών συμφωνιών, είτε επί ειδικών θεμάτων είτε γενικώς, για τη μεταφορά στη χώρα τους των προσώπων που καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης ή σε άλλες μορφές στέρησης της ελευθερίας για εγκλήματα στα οποία εφαρμόζεται αυτό το άρθρο, προκειμένου τα πρόσωπα αυτά να μπορέσουν να εκτίσουν εκεί το υπόλοιπο των ποινών τους.

Άρθρο 7

Αμοιβαία δικαστική συνδρομή

1. Τα Μέρη θα παρέχουν το ένα στο άλλο, σύμφωνα με αυτό το άρθρο, την ευρύτερη δυνατή αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε έρευνες, διώξεις και δικαστικές διαδικασίες, αναφορικά με τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

2. Αμοιβαία δικαστική συνδρομή, που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, μπορεί να ζητείται για οποιονδήποτε από τους παρακάτω σκοπούς:

(α) Για τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων ή καταθέσεων από πρόσωπα.

(β) Για την επίδοση δικαστικών εγγράφων. (γ) Για τη διενέργεια ερευνών και κατασχέσεων.

(δ) Για την εξέταση αντικειμένων και τόπων.

(ε) Για την παροχή πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων.

(στ) Για την παροχή πρωτοτύπων ή επικυρωμένων αντιγράφων από σχετικά έγγραφα και φακέλους, συμπεριλαμβανομένων τραπεζικών, οικονομικών, εταιρικών ή επιχειρηματικών στοιχείων.

(ζ) Για τον εντοπισμό ή την ανακάλυψη εσόδων, περιουσίας, στοιχείων, μέσων ή άλλων πραγμάτων με σκοπό την ανεύρεση αποδεικτικών στοιχείων.

3. Τα Μέρη πρέπει να παρέχουν το ένα στο άλλο οποιαδήποτε άλλη μορφή αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, που επιτρέπεται από την εσωτερική νομοθεσία του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

4. Μετά από αίτηση, τα Μέρη θα διευκολύνουν ή θα ενθαρρύνουν, στο μέτρο που επιτρέπεται από την εσωτερική τους νομοθεσία και πρακτική, την παρουσία προσώπων ή την πρόσβαση σε πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και προσώπων που βρίσκονται υπό κράτηση, τα οποία συναινούν να βοηθήσουν στις έρευνες ή να λάβουν μέρος στις διαδικασίες.

5. Το Μέρος δεν Θα αρνείται την παροχή αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, σύμφωνα με αυτό το άρθρο, επικαλούμενο το τραπεζικό απόρρητο.

6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν επηρεάζουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από οποιαδήποτε άλλη συνθήκη, διμερή ή πολυμερή, που ρυθμίζει ή που θα ρυθμίσει εν όλω ή εν μέρει την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικά θέματα.

7. Οι παράγραφοι 8 μέχρι 19 του άρθρου αυτού θα εφαρμόζονται σε αιτήσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, αν τα ενδιαφερόμενα Μέρη δεν δεσμεύονται με συνθήκη αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

Αν τα Μέρη αυτά δεσμεύονται με μια τέτοια συνθήκη, θα εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της συνθήκης αυτής, εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν να εφαρμοστούν αντ` αυτών οι παράγραφοι 8 μέχρι 19 του παρόντος άρθρου.

8. Τα μέρη θα ορίσουν την αρχή ή, όπου είναι αναγκαίο, τις αρχές, οι οποίες θα έχουν την ευθύνη και την εξουσία να εκτελούν αιτήσεις για αμοιβαία δικαστική συνδρομή ή να τις διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές για εκτέλεση. Η αρχή ή οι αρχές, που έχουν ορισθεί γι’ αυτόν το σκοπό, θα γνωστοποιούνται στο Γενικό Γραμματέα. Η διαβίβαση αιτήσεων για αμοιβαία δικαστική συνδρομή και κάθε σχετική ανακοίνωση θα γίνεται μεταξύ των αρχών που έχουν ορισθεί από τα Μέρη, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα ενός Μέρους να απαιτεί την υποβολή των εν λόγω αιτήσεων και ανακοινώσεων σ` αυτό, μέσω της διπλωματικής οδού και, σε επείγουσες περιπτώσεις όταν τα Μέρη συμφωνούν, μέσω της Διεθνούς Οργανώσεως Εγκληματολογικής Αστυνομίας (ΙΝΤΕΡΠΟΛ) όπου είναι δυνατό.

9. Οι αιτήσεις θα υποβάλλονται εγγράφως σε γλώσσα αποδεκτή από το Μέρος στο οποίο απευθύνονται. Η γλώσσα ή οι γλώσσες που είναι αποδεκτές από κάθε Μέρος θα ανακοινώνονται στο Γενικό Γραμματέα. Σε επείγουσες περιπτώσεις και εφ` όσον τα Μέρη έχουν συμφωνήσει, οι αιτήσεις είναι δυνατό να γίνονται προφορικά, αλλά θα επιβεβαιώνονται αμέσως μετά εγγράφως.

10. Η αίτηση για αμοιβαία δικαστική συνδρομή θα περιέχει:

(α) Την αρχή που υποβάλλει την αίτηση, (β) Το αντικείμενο και τη φύση της έρευνας, δίωξης ή διαδικασίας, στα οποία αναφέρεται η αίτηση και την ονομασία και τα καθήκοντα της αρχής, που διεξάγει μια τέτοια έρευνα, δίωξη ή διαδικασία.

(γ) Περίληψη των κρίσιμων γεγονότων, εκτός επί αιτήσεων που αφορούν επιδόσεις δικογράφων.

(δ) Περιγραφή της ζητούμενης συνδρομής και λεπτομέρειες για οποιαδήποτε ειδικότερη διαδικασία που το αιτούν μέρος επιθυμεί να ακολουθηθεί.

(ε) Όπου είναι δυνατό, την ταυτότητα, τη διεύθυνση και την ιθαγένεια κάθε προσώπου που αφορά.

(στ) Το σκοπό για τον οποίο ζητούνται τα στοιχεία, οι πληροφορίες ή οι ενέργειες.

11. Το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, όταν θεωρήσει ότι αυτό είναι αναγκαίο, για την εκτέλεση της αίτησης σύμφωνα με την εσωτερική του νομοθεσία, ή όταν αυτό μπορεί να διευκολύνει την εκτέλεση.

12. Η αίτηση θα πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία του Μέρους στο οποίο απευθύνεται και στην έκταση που δεν αντιτίθεται στη νομοθεσία αυτήν και, όταν είναι δυνατό, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προσδιορίζονται στην αίτηση.

13. Το Μέρος που υποβάλλει την αίτηση δεν θα διαβιβάζει ούτε θα κάνει χρήση πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων, που παρεσχέθηκαν από το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, για έρευνες, διώξεις η διαδικασίες άλλες από εκείνες που αναφέρονται στην αίτηση, χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του Μέρους, στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

14. Το Μέρος που υποβάλλει την αίτηση μπορεί να απαιτήσει από το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση να τηρήσει απόρρητα την υποβολή και το περιεχόμενο της αίτησης, εκτός από το μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο για την εκτέλεσή της. Αν το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση δεν μπορεί να συμμορφωθεί με την απαίτηση τήρησης του απορρήτου, θα πρέπει να ενημερώσει άμεσα το Μέρος που υπέβαλε την αίτηση.

15. Η αμοιβαία δικαστική συνδρομή μπορεί να μη παρασχεθεί:

(α) Αν η αίτηση δεν έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

(β) Αν το Μέρος, στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, θεωρεί ότι η εκτέλεσή της είναι πιθανό να βλάψει την κυριαρχία, ασφάλεια, δημόσια τάξη ή άλλα ουσιώδη συμφέροντά του.

(γ) Αν η εσωτερική νομοθεσία του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, δεν θα επέτρεπε στις αρχές του να προβούν στις ενέργειες που ζητούνται, αναφορικά με οποιοδήποτε παρόμοιο έγκλημα, εφ όσον γι’ αυτό διεξαγόταν έρευνα, δίωξη ή άλλες διαδικασίες, στα πλαίσια της δικής τους δικαιοδοσίας.

(δ) Αν η ικανοποίηση της αιτήσεως παροχής αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής θα ήταν αντίθετη με το νομικό σύστημα του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

16. Κάθε άρνηση παροχής αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής πρέπει να είναι αιτιολογημένη. 17. Η παροχή της αμοιβαία δικαστικής συνδρομής είναι δυνατόν να αναβληθεί από το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση για το λόγο ότι παρεμβαίνει σε διεξαγόμενη έρευνα, ποινική δίωξη ή διαδικασία. Στην περίπτωση αυτήν, το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση θα έλθει σε διαβουλεύσεις με το Μέρος που υπέβαλε την αίτηση, να αποφασίσουν αν η συνδρομή μπορεί παρ` όλα αυτά να δοθεί με τους όρους και τις προϋποθέσεις που το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση θεωρεί απαραίτητες.

18. Μάρτυρας, εμπειρογνώμονας ή άλλο πρόσωπο, που δέχεται να καταθέσει κατά τη διάρκεια διαδικασίας ή να βοηθήσει σε έρευνα, ποινική ή δικαστική διαδικασία στο έδαφος του Μέρους που υπέβαλε την αίτηση, δεν είναι δυνατόν να διωχθεί, κρατηθεί, τιμωρηθεί ή να υποστεί οποιοδήποτε άλλο περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας, στο έδαφος του μέρους αυτού, για πράξεις παραλείψεις ή καταδίκες προγενέστερες της αναχώρησής του από το έδαφος του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Το ακαταδίωκτο αυτό παύει όταν ο μάρτυρας, εμπειρογνώμονας ή το άλλο πρόσωπο, αν και είχε τη δυνατότητα αναχώρησης για χρονική περίοδο δεκαπέντε συνεχών ημερών, ή για οποιανδήποτε άλλη χρονική περίοδο που έχει συμφωνηθεί από τα Μέρη, από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε επίσημα ότι η παρουσία του δεν ήταν πια απαραίτητη στις δικαστικές αρχές, εντούτοις παρέμεινε με τη θέλησή του στο έδαφος ή επανήλθε σ αυτό με τη θέλησή του αφού το εγκατέλειψε.

19. Τα συνήθη έξοδα εκτέλεσης μιας αίτησης θα βαρύνουν το Μέρος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά από τα ενδιαφερόμενα Μέρη.

Αν για την εκτέλεση της αίτησης απαιτούνται ή πρόκειται να απαιτηθούν σημαντικές ή έκτακτες δαπάνες, τα Μέρη θα έλθουν σε διαβουλεύσεις για να καθορίσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες θα εκτελεσθεί η αίτηση, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο θα καταλογισθούν τα έξοδα.

20. Τα Μέρη θα εξετάσουν εφ` όσον είναι αναγκαίο, τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων που θα εξυπηρετούν τους σκοπούς, την πρακτική εφαρμογή ή την ενίσχυση των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 8

Μεταβίβαση διαδικασιών

Τα Μέρη θα εξετάσουν τη δυνατότητα της μεταξύ τους μεταβίβασης των διαδικασιών ποινικής δίωξης για τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, σε περιπτώσεις που μια τέτοια μεταβίβαση θεωρείται ότι είναι προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.

Άρθρο 9

Άλλες μορφές συνεργασίας και εκπαίδευσης

1. Τα Μέρη θα συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, τηρώντας τα αντίστοιχα εσωτερικά νομοθετικά και διοικητικά τους συστήματα, με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της επιβολής των νόμων για την ανακάλυψη και καταστολή των εγκλημάτων, που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

Ιδιαίτερα επι τη βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων θα πρέπει:

(α) Να ιδρύσουν και διατηρήσουν οδούς επικοινωνίας μεταξύ των αρμόδιων φορέων και υπηρεσιών τους, για να διευκολύνουν την ασφαλή και ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλες τις πλευρές των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένης αν τα ενδιαφερόμενα Μέρη το θεωρούν ενδεδειγμένο, και της σύνδεσής τους με άλλες εγκληματικές δραστηριότητες.

(β) Να συνεργάζονται μεταξύ τους στην διεξαγωγή ερευνών, αναφορικά με τα εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, οι οποίες έχουν διεθνή χαρακτήρα και αφορούν:

(Ι) Την ταυτότητα, τον τόπο διαμονής και τις δραστηριότητες προσώπων υπόπτων για ανάμιξη σε εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

(ΙΙ) Τη διακίνηση εσόδων ή περιουσίας που προέρχονται από την τέλεση τέτοιων εγκλημάτων.

(ΙΙΙ) Τη διακίνηση ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών, ουσιών του Πίνακα 1 και του Πίνακα ΙΙ αυτής της Σύμβασης και μέσων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την τέλεση τέτοιων εγκλημάτων.

(γ) Σε κατάλληλες περιπτώσεις και εφ` όσον δεν αντιβαίνει στην εσωτερική τους νομοθεσία να συστήσουν μικτές ομάδες, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη προστασίας της ασφάλειας προσώπων ή επιχειρήσεων, για να εφαρμόσουν τις διατάξεις αυτής της παραγράφου. Αξιωματούχοι οποιουδήποτε Μέρους που μετέχουν σε τέτοιες ομάδες θα συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις των αρμόδιων αρχών του Μέρους, στο έδαφος του οποίου πρόκειται να λάβει χώρα η επιχείρηση. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα ενδιαφερόμενα Μέρη θα διασφαλίζουν ώστε να γίνεται πλήρως σεβαστή η κυριαρχία του Μέρους στο έδαφος του οποίου θα λάβει χώρα η επιχείρηση. (δ) Να χορηγούν, όπου θεωρείται ενδεδειγμένο, τις αναγκαίες ποσότητες ουσιών για σκοπούς ανάλυσης και έρευνας.

(ε) Να διευκολύνουν τον αποτελεσματικό συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων φορέων και υπηρεσιών τους και να ενθαρρύνουν την ανταλλαγή προσωπικού και άλλων εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένης και της τοποθέτησης υπαλλήλων – συνδέσμων.

2. Κάθε Μέρος θα πρέπει να θεσπίσει, να αναπτύξει ή να βελτιώσει, στην έκταση που είναι απαραίτητο, προγράμματα ειδικής εκπαίδευσης για τα όργανα επιβολής του νόμους και για άλλο προσωπικό, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού των τελωνείων, που είναι επιφορτισμένο με την καταστολή των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1. Τα προγράμματα αυτά θα αφορούν ειδικότερα τα ακόλουθα:

(α) Μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την ανακάλυψη και καταστολή εγκλημάτων, που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

(β) Τα δρομολόγια που ακολουθούν και τις τεχνικές που εφαρμόζουν πρόσωπα ύποπτα για ανάμιξη σε εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, ιδιαίτερα σε Κράτη διαμετακόμισης, και τη λήψη κατάλληλων αντιμέτρων.

(γ) Την παρακολούθηση των εισαγωγών και εξαγωγών ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών και ουσιών του Πίνακα 1 και του Πίνακα ΙΙ. (δ) Την ανακάλυψη και την παρακολούθηση της κίνησης εσόδων και περιουσίας που προέρχονται από αυτά, ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών και ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ και μέσων που χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την τέλεση των εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

(ε) Τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την μεταφορά, απόκρυψη ή μετατροπή τέτοιων εσόδων, περιουσίας και μέσων.

(στ) Τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων. (ζ) Τις τεχνικές ελέγχου στις ζώνες ελεύθερου εμπορίου και στα ελεύθερα λιμάνια.

(η) Τις σύγχρονες τεχνικές επιβολής του νόμου.

3. Τα Μέρη θα βοηθιούνται μεταξύ τους να σχεδιάζουν και εφαρμόζουν προγράμματα έρευνας και εκπαίδευσης που αποσκοπούν στην ανταλλαγή εμπειριών στους τομείς που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2 αυτού του Άρθρου και για το σκοπό αυτόν, εφ` όσον κριθεί σκόπιμο, θα διοργανώνουν περιφερειακές και διεθνείς διασκέψεις και σεμινάρια για να προωθούν τη συνεργασία και να παρακινούν σε συζητήσεις για προβλήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος, περιλαμβανομένων των ειδικών προβλημάτων και αναγκών των Κρατών διαμετακόμισης.

Άρθρο 10

Διεθνής συνεργασία και βοήθεια για Κράτη διαμετακόμισης

1. Τα Μέρη θα συνεργάζονται απευθείας ή μέσω αρμόδιων διεθνών ή περιφερειακών οργανισμών για να βοηθούν και υποστηρίζουν στο μέτρο του δυνατού, χώρες διαμετακόμισης και ιδίως αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν ανάγκη τέτοιας βοήθειας και υποστήριξης μέσω προγραμμάτων τεχνικής συνεργασίας, που θα αποσκοπούν στην απαγόρευση της παράνομης εισαγωγής και διαμετακόμισης και άλλων συναφών δραστηριοτήτων.

2. Τα Μέρη είναι δυνατόν να αναλάβουν απευθείας ή μέσω αρμόδιων διεθνών ή περιφερειακών οργανώσεων, να παρέχουν χρηματική βοήθεια σε τέτοια Κράτη διαμετακόμισης με σκοπό την αύξηση και ενίσχυση της απαιτούμενης βασικής υποδομής για τον αποτελεσματικό έλεγχο και την πρόληψη παράνομης διακίνησης.

3. Τα Μέρη είναι δυνατόν να συνάψουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις για να ενισχύουν την αποτελεσματικότητα της διεθνούς συνεργασίας σύμφωνα με αυτό το άρθρο και να συνάψουν τους αναγκαίους οικονομικούς διακανονισμούς.

Άρθρο 11

Ελεγχόμενη παράδοση

1. Αν επιτρέπεται από τις βασικές αρχές των αντίστοιχων εσωτερικών νομοθετικών συστημάτων τους, τα Μέρη θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα, στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους, για να επιτρέψουν την κατάλληλη χρήση της ελεγχόμενης παράδοσης σε διεθνές επίπεδο, βάσει συμφωνιών ή ρυθμίσεων που έχουν αμοιβαία συνάψει με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας προσώπων αναμεμειγμένων σε εγκλήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, και να κινήσουν τη νόμιμη διαδικασία εναντίον τους.

2. Αποφάσεις για τη χρήση της ελεγχόμενης παράδοσης θα εκδίδονται κατά περίπτωση και μπορεί όπου κρίνεται αναγκαίο, να λαμβάνονται υπόψη οικονομικές ρυθμίσεις και συνεννοήσεις αναφορικά με την άσκηση δικαιοδοσίας από τα ενδιαφερόμενα Μέρη.

3. Παράνομες αποστολές για τις οποίες έχει συμφωνηθεί η ελεγχόμενη παράδοση μπορεί, με τη συναίνεση των ενδιαφερομένων Μερών, να διακοπούν και να επιτραπεί να συνεχισθούν με άθικτα τα ναρκωτικά φάρμακα και τις ψυχότροπες ουσίες ή αφού αφαιρεθούν ή αντικατασταθούν εν όλω ή εν μέρει.

Άρθρο 12

Ουσίες που χρησιμοποιούνται συχνά στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών

1. Τα Μέρη πρέπει να λάβουν τα μέτρα που κρίνουν κατάλληλα για να παρεμποδίσουν την μετατροπή ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ, που χρησιμοποιούνται για σκοπούς παράνομης παρασκευής ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών και πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για το σκοπό αυτόν. 2. Αν ένα Μέρος ή το Όργανο έχει πληροφορίες, που κατά την εκτίμησή του ενδέχεται να απαιτούν να συμπεριληφθεί μια ουσία στον Πίνακα Ι ή στον Πίνακα ΙΙ θα το γνωστοποιεί στο Γενικό Γραμματέα και θα του παρέχει συγχρόνως τις πληροφορίες που υποστηρίζουν τη γνωστοποίηση αυτή. Η διαδικασία που περιγράφεται στις παραγράφους 2 έως 7 του άρθρου αυτού θα εφαρμόζεται επίσης όταν ένα Μέρος ή το όργανο έχει πληροφορίες που δικαιολογούν τη διαγραφή κάποιας ουσίας από τον πίνακα Ι ή τον πίνακα ΙΙ, ή την μεταφορά μιας ουσίας από τον ένα Πίνακα στον άλλο.

3. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάζει τη γνωστοποίηση αυτή και κάθε πληροφορία που θεωρεί σχετική στα Μέρη, στην Ευρώπη και, όταν η γνωστοποίηση έγινε από κάποιο Μέρος, στο Όργανο. Τα Μέρη θα ανακοινώνουν τις παρατηρήσεις τους αναφορικά με τη γνωστοποίηση στο Γενικό Γραμματέα μαζί με όλες τις συμπληρωματικές πληροφορίες που δυνατόν να βοηθήσουν το Όργανο να κάνει μια εκτίμηση και την Επιτροπή να λάβει μια απόφαση.

4. Αν το όργανο, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση, τη σημασία και την ποικιλία των θεμιτών χρήσεων της ουσίας, καθώς και τη δυνατότητα και ευχέρεια χρήσης υποκατάστατων ουσιών, τόσο για θεμιτούς σκοπούς όσο και για την παράνομη παραγωγή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών, διαπιστώνει:

(α) ότι η ουσία χρησιμοποιείται συχνά στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικού φαρμάκου ή ψυχότροπης ουσίας,

(β) ότι η ποσότητα και η έκταση της παράνομης παραγωγής ενός ναρκωτικού φαρμάκου ή ψυχότροπης ουσίας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη δημόσια υγεία ή κοινωνικά προβλήματα, ώστε να δικαιολογείται η ανάληψη ενεργειών σε διεθνές επίπεδο, θα ανακοινώνει στην επιτροπή μια εκτίμηση για την ουσία, συμπεριλαμβανομένων και των πιθανών αποτελεσμάτων της προσθήκης της ουσίας είτε στον πίνακα Ι είτε στον πίνακα ΙΙ, τόσο για θεμιτή χρήση όσο και για παράνομη παραγωγή, μαζί με συστάσεις για τυχόν λήψη μέτρων παρακολούθησης που θα θεωρηθούν κατάλληλα υπό το πρίσμα της εκτίμησης που έγινε. 5. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώνονται από τα Μέρη και τις παρατηρήσεις και τις συστάσεις του Οργάνου του οποίου η εκτίμηση θα είναι αποφασιστική ως προς τα επιστημονικά θέματα και λαμβάνοντας επίσης καταλλήλως υπόψη οποιουσδήποτε άλλους σχετικούς παράγοντες, μπορεί να αποφασίσει, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της, να προσθέσει μια ουσία στον πίνακα Ι ή στον Πίνακα ΙΙ

6. Οποιαδήποτε απόφαση της Επιτροπής, που έχει ληφθεί σύμφωνα με το Άρθρο αυτό, θα ανακοινώνεται από το Γενικό Γραμματέα προς όλα τα Κράτη και άλλους οργανισμούς, που είναι ή εχουν το δικαίωμα να γίνουν Μέρη στη Σύμβαση αυτή, και προς το Όργανο. Η απόφαση αυτή θα αποκτήσει πλήρη ισχύ αναφορικά με κάθε Μέρος, 180 ημέρες μετά από την ημερομηνία της ανακοίνωσης αυτής.

7. (α) οι αποφάσεις της επιτροπής, που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο αυτό, θα υπόκεινται σε αναθεώρηση από το Συμβούλιο ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε Μέρους, η οποία θα υποβάλλεται μέσα σε 18 ημέρες από την ημερομηνία ανακοίνωσης της απόφασης. Η αίτηση για αναθεώρηση θα αποστέλλεται στο Γενικό Γραμματέα μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, επί των οποίων βασίζεται η αίτηση για αναθεώρηση.

(β) ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάζει αντίγραφα της αίτησης για αναθεώρηση και τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή, στο `Όργανο και σε όλα τα Μέρη, καλώντας τα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μέσα σε 9Ο ημέρες. Όλες οι παρατηρήσεις που θα ληφθούν θα υποβληθούν για εξέταση στο Συμβούλιο.

(γ) Το Συμβούλιο μπορεί να εγκρίνει ή να ανατρέψει την απόφαση της Επιτροπής.

Η απόφαση του Συμβουλίου θα γνωστοποιείται προς όλα τα Κράτη και τους άλλους οργανισμούς που είναι ή έχουν το δικαίωμα να γίνουν μέρη στη Σύμβαση, στην Επιτροπή και στο Όργανο.

8. (α) Χωρίς να θίγεται η γενικότητα των διατάξεων που περιλαμβάνονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και των διατάξεων της Συνθήκης του 1961, της Συνθήκης του 1961 όπως τροποποιήθηκε και της Συνθήκης του 1971, τα Μέρη θα λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνουν κατάλληλα για να παρακολουθούν την παρασκευή και διανομή ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ, που γίνονται μέσα στο έδαφός τους.

(β) Προς τον σκοπόν αυτόν τα Μέρη μπορούν:

(Ι) Να ελέγχουν όλα τα πρόσωπα και τις επιχειρήσεις, που ασχολούνται με την παραγωγή και διανομή των εν λόγω ουσιών.

(ΙΙ) Να υποβάλουν σε καθεστώς χορηγήσεως άδειας, την ίδρυση επιχειρήσεων και χώρων όπου μπορεί να γίνεται τέτοια παραγωγή ή διανομή.

(ΙΙΙ) Να απαιτούν από τους κατόχους αδειών να παίρνουν ειδική άδεια για να διεξαγάγουν τις πιο πάνω εργασίες.

(ΙV) Να παρεμποδίζουν τη συσσώρευση των ουσιών αυτών στην κατοχή παρασκευαστών και διανομέων, καθ` υπέρβαση των ποσοτήτων που απαιτούνται για την κανονική λειτουργία της επιχείρησης και τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς.

9. Κάθε Μέρος, αναφορικά με τις ουσίες του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ, θα λάβει τα ακόλουθα μέτρα

(α) Θα θεσπίσει και θα διατηρήσει ένα σύστημα για την παρακολούθηση του διεθνούς εμπορίου των ουσιών που καθορίζονται στον Πίνακα Ι και στον Πίνακα ΙΙ με σκοπό να διευκολύνει τη διαπίστωση ύποπτων συναλλαγών. Τέτοια συστήματα παρακολούθησης θα εφαρμόζονται σε στενή συνεργασία με τους παραγωγούς, εισαγωγείς, εξαγωγείς χονδρεμπόρους και λιανοπωλητές, οι οποίοι θα ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για ύποπτες παραγγελίες και συναλλαγές.

(β) Θα προβλέψει την κατάσχεση οποιασδήποτε ουσίας του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ, εφ όσον υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι η ουσία αυτή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών.

(γ) Θα ενημερώνει το ταχύτερο δυνατό τις αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες των ενδφιαφερομένων Μερών, αν υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η εισαγωγή, εξαγωγή ή διαμετακόμιση μιας ουσίας του Πίνακα Ι ή του Πίνακα ΙΙ προορίζεται για την παράνομη παραγωγή ναρκωτικών φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών, συμπεριλαμβανομένων ιδιαίτερα πληροφοριών για τα μέσα πληρωμής και για οποιαδήποτε άλλα ουσιώδη στοιχεία που οδηγούν στο σχηματισμό της πεποίθησης αυτής. (δ) Θα απαιτεί να φέρουν τα εισαγόμενα και εξαγόμενα εμπορεύματα τις ακριβείς επιγραφές και να συνοδεύονται μετά απαραίτητα έγγραφα. Εμπορικά έγγραφα όπως τιμολόγια, δηλωτικά φορτίου, τελωνειακά, μεταφορικά και άλλα ναυλωτικά έγγραφα, θα περιλαμβάνουν τις ονομασίες, όπως αναφέρονται στον Πίνακα Ι ή στον Πίνακα ΙΙ, των ουσιών που εισάγονται ή εξάγονται, την εισαγόμενη ή εξαγόμενη ποσότητα και το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα και εφ` όσον είναι γνωστό του παραλήπτη. (ε) Θα εξασφαλίζει ώστε τα έγγραφα που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (δ) της παραγράφου αυτής, να διατηρούνται για μία περίοδο τουλάχιστον δύο ετών και να είναι στη διάθεση των αρμόδιων αρχών για έλεγχο.

10. (α) Επιπλέον από τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 9 και ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου Μέρους, που θα διαβιβάζεται στο Γενικό Γραμματέα, κάθε Μέρος, από το έδαφος του οποίου πρόκειται να εξαχθεί μια ουσία του Πίνακα Ι, θα διασφαλίζει ότι πριν πραγματοποιηθεί η εξαγωγή, οι αρμόδιες αρχές του θα δίνουν τις ακόλουθες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές της χώρας, στην οποία γίνεται η εισαγωγή.

(Ι) Το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα και του εισαγωγέα και, όπου είναι γνωστό του παραλήπτη.

(ΙΙ) Την ονομασία της ουσίας στον Πίνακα Ι (ΙΙΙ) Την ποσότητα της ουσίας που πρόκειται να εξαχθεί.

ΙV) Το προβλεπόμενο σημείο εισόδου στη χώρα εισαγωγής και την προβλεπόμενη ημερομηνία αποστολής.

(V) Οποιαδήποτε άλλη πληροφορία που έχει αμοιβαία συμφωνηθεί από τα Μέρη.

(β) Κάθε μέρος μπορεί να υιοθετήσει αυστηρότερα ή εντονότερα μέτρα ελέγχου από αυτά που προβλέπει η παράγραφος αυτή, αν κατά τη γνώμη του θεωρεί αναγκαία τέτοια μέτρα.

11. Όταν ένα Μέρος παρέχει πληροφορίες σε άλλο Μέρος, σύμφωνα με τις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου αυτού, το Μέρος που παρέχει τέτοιες πληροφορίες μπορεί να απαιτήσει από το Μέρος που τις λαμβάνει, να τηρήσει απόρρητο κάθε οικονομικό, επιχειρηματικό, εμπορικό ή επαγγελματικό μυστικό ή εμπορική διαδικασία που δυνατόν να περιέχεται σ αυτές.

12. Κάθε Μέρος θα παρέχει ετησίως στο Όργανο με τη μορφή και τον τρόπο που προβλέπονται απ` αυτό και χρησιμοποιώντας τα έντυπα που θα του διαθέτει το Όργανο πληροφορίες για:

(α) τις ποσότητες των ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ που κατασχέθηκαν και την προέλευσή τους, εφ`όσον είναι γνωστή.

(β) Κάθε ουσία, που δεν περιλαμβάνεται στον Πίνακα Ι ή στον Πίνακα ΙΙ, η οποία διαπιστώθηκε ότι έχει χρησιμοποιηθεί σε παράνομη παρασκευή ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών και η οποία κρίνεται από το Μέρος ότι έχει τόση σημασία, ώστε να επισύρει την προσοχή του Οργάνου.

(γ) μεθόδους διαφοροποίησης και παράνομης παρασκευής.

13. Το Όργανο θα υποβάλει ετησίως έκθεση στην Επιτροπή για την εφαρμογή του Άρθρου αυτού και η Επιτροπή θα προβαίνει περιοδικά σε επισκόπηση της επάρκειας και της καταλληλότητας του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ.

14. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν θα εφαρμόζονται σε φαρμακευτικά παρασκευάσματα ούτε σε άλλα παρασκευάσματα που περιέχουν ουσίες του Πίνακα Ι ή του Πίνακα ΙΙ, η σύνθεση των οποίων είναι τέτοια, ώστε οι ουσίες αυτές να μη μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα ή να ανακτηθούν με ευκόλως χρησιμοποιούμενα μέσα.

Άρθρο 13

Ύλες και εξοπλισμός.

Τα Μέρη θα λαμβάνουν εκείνα τα μέτρα που θεωρούν κατάλληλα για να παρεμποδίσουν το εμπόδιο και τη διαφοροποίηση υλών και εξοπλισμού για παράνομη παραγωγή ή παρασκευή ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών και θα συνεργάζονται για το σκοπό αυτόν.

Άρθρο 14

Μέτρα για τον τερματισμό της παράνομης καλλιέργειας ναρκωτικών φυτών και για την εξάλειψη της παράνομης ζήτησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών

1. Οποιαδήποτε μέτρα, που λαμβάνονται σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτήν από τα Μέρη, δεν θα είναι λιγότερο αυστηρά από τις διατάξεις που εφαρμόζονται για τον τερματισμό της παράνομης καλλιέργειας φυτών που περιέχουν ναρκωτικές και ψυχότροπες ουσίες και για την εξάλειψη της παράνομης ζήτησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, βάσει των διατάξεων της Σύμβασης του 1961, της Σύμβασης του 1961, όπως τροποποιήθηκε και της Σύμβασης του 1971.

2. Κάθε Μέρος θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να παρεμποδίσει την παράνομη καλλιέργεια και να εκριζώσει φυτά, που περιέχουν ναρκωτικές και ψυχότροπες ουσίες, όπως παπαρούνα οπίου, θάμνος της κόκας και φυτά καννάβεως, τα οποία καλλιεργούνται παράνομα στο έδαφός του. Τα υιοθετούμενα μέτρα θα σέβονται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και θα δίνουν τη δέουσα προσοχή στις παραδοσιακές θεμιτές χρήσεις, όπου υπάρχει ιστορική απόδειξη μιας τέτοιας χρήσης, καθώς και στην προστασία του περιβάλλοντος.

3. (α) Τα Μέρη μπορεί να συνεργάζονται για να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα των προσπαθειών για τον τερματισμό της παράνομης καλλιέργειας. Μια τέτοια συνεργασία μπορεί, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει την υποστήριξη όπου είναι ενδεδειγμένη για ολοκληρωμένη αγροτική ανάπτυξη που θα οδηγήσει σε οικονομικά βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις έναντι της παράνομης καλλιέργειας. Παράγοντες, όπως η πρόσβαση σε αγορές, η ύπαρξη διαθέσιμων πόρων και οι κρατούσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν εφαρμοσθούν τέτοια προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης. Τα Μέρη είναι δυνατό να συμφωνήσουν για οποιαδήποτε άλλα κατάλληλα μέσα συνεργασίας. (β) τα Μέρη θα διευκολύνουν επίσης την ανταλλαγή επιστημονικών και τεχνικών πληροφοριών και τη διεξαγωγή έρευνας αναφορικά με τον τερματισμό της παράνομης καλλιέργειας.

(γ) τα Μέρη που έχουν κοινά σύνορα θα επιδιώξουν να συνεργασθούν σε προγράμματα τερματισμού της παράνομης καλλιέργειας στις αντίστοιχες περιοχές τους κατά μήκος αυτών των συνόρων.

4. Τα Μέρη θα υιοθετήσουν κατάλληλα μέτρα, που θα αποσκοπούν στην εξάλειψη ή στη μείωση της παράνομης ζήτησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, με σκοπό τη μείωση των ανθρώπινων δεινών και την εξουδετέρωση των οικονομικών κινήτρων για την παράνομη διακίνηση. Τα μέτρα αυτά μπορεί να βασίζονται, μεταξύ άλλων, στις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών, ειδικευμένων οργανισμών των Ηνωμένων Εθνών, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και άλλοι αρμόδιοι διεθνείς οργανισμοί και στο Διεπιστημονικό Γενικό Σχέδιο, που εγκρίθηκε, από τη Διεθνή Διάσκεψη επί της καταχρήσεως ναρκωτικών ουσιών και παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, που έγινε το 1987, στο μέτρο που αναφέρεται σε κυβερνητικές και μη κυβερνητικές υπηρεσίες και σε ιδιωτικές προσπάθειες στους τομείς πρόληψης, μεταχείρισης και επανένταξης εγκληματιών. Τα Μέρη μπορούν να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη ή μείωση της παράνομης ζήτησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών.

5. Τα Μέρη μπορούν επίσης να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για ταχεία καταστροφή ή νόμιμη διάθεση ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών και ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ, που έχουν κατασχεθεί ή δημευθεί και για να γίνουν αποδεκτές ως αποδεικτικά στοιχεία οι απαραίτητες ποσότητες από αυτές τις ουσίες που έχουν δεόντως βεβαιωθεί.

Άρθρο 15

Εμπορικοί μεταφορείς

1. Τα Μέρη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλισθεί ότι τα μέσα μεταφοράς, τα οποία εκμεταλλεύονται οι εμπορικοί μεταφορείς, δεν θα χρησιμοποιούνται στην τέλεση εγκλημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

Τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να περιλαμβάνουν ειδικές ρυθμίσεις με εμπορικούς μεταφορείς. 2. Κάθε Μέρος θα απαιτεί από τους εμπορικούς μεταφορείς να λαμβάνουν λογικές προφυλάξεις, ώστε να παρεμποδίζεται η χρήση των δικών τους μέσων μεταφοράς για την τέλεση εγκλημάτων, που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

Οι προφυλάξεις αυτές είναι δυνατό να περιλαμβάνουν:

(α) αν ο κύριος τόπος διεξαγωγής της επιχειρήσεως ενός εμπορικού μεταφορέα είναι μέσα στο έδαφος του Μέρους:

(Ι) Την εκπαίδευση προσωπικού για να εξακριβώνει ύποπτες αποστολές εμπορευμάτων ή ύποπτα πρόσωπα.

(ΙΙ) Την προαγωγή της ακεραιότητας του προσωπικού.

(β) Αν ένας εμπορικός μεταφορέας ασκεί τις δραστηριότητές του μέσα στο έδαφος του Μέρους.

(Ι) Την υποβολή εκ των προτέρων δηλωτικών φορτίου, όπου είναι δυνατόν.

(ΙΙ) τη χρήση στα εμπορευματοκιβώτια ανεξίτηλων σφραγίδων δεκτικών αυτοτελούς ελέγχου.

(ΙΙΙ) Την αναφορά στις αρμόδιες αρχές, με την πρώτη ευκαιρία, όλων των ύποπτων περιστατικών, τα οποία είναι δυνατό να συνδέονται με την τέλεση εγκλημάτων, που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

3. Κάθε Μέρος θα προσπαθεί να εξασφαλίσει ώστε οι εμπορικοί μεταφορείς να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές στα σημεία εισόδου και εξόδου και στις άλλες περιοχές τελωνειακού ελέγχου με το σκοπό να παρεμποδίζεται η χωρίς άδεια πρόσβαση στα μέσα μεταφοράς και στα φορτία και να εφαρμόζονται τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας.

Άρθρο 16

Εμπορικά έγγραφα και επιγραφές εξαγωγών

1. Κάθε Μέρος θα απαιτεί να συνοδεύονται με τα σωστά έγγραφα οι νόμιμες εξαγωγές ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών. Επιπλέον των απαιτήσεων για έγγραφη τεκμηρίωση σύμφωνα με το άρθρο 31 της Σύμβασης του 1961, του άρθρου 31 της Σύμβασης του 1961, όπως τροποποιήθηκε, και του άρθρου 12 της Σύμβασης του 1971, εμπορικά έγγραφα, όπως τιμολόγια, δηλωτικά φορτίου, τελωνειακά, μεταφορικά και άλλα ναυλωτικά έγγραφα, θα περιλαμβάνουν τις ονομασίες των ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών που εξάγονται, όπως αυτές καθορίζονται στους αντίστοιχους καταλόγους της Σύμβασης του 1967 και της Σύμβασης του 1961, όπως τροποποιήθηκε και της Σύμβασης του 1971, την ποσότητα που εξάγεται και το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα και του παραλήπτη, όταν είναι γνωστός.

2. Κάθε Μέρος θα απαιτεί να μη φέρουν ψευδείς επιγραφές οι αποστολές ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών που εξάγονται.

Άρθρο 17

Παράνομη μεταφορά μέσω θαλάσσης

1. Τα Μέρη θα συνεργάζονται στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση για να καταστείλουν την παράνομη διακίνηση μέσω θαλάσσης, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.

2. Ένα Μέρος που έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι ένα πλοίο, που φέρει τη σημαία του ή δεν επιδεικνύει σημαία ή διακριτικά νηολογίου, είναι αναμεμειγμένο σε παράνομη διακίνηση, μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια άλλων Μερών για να παύσει αυτή η χρησιμοποίησή του. Τα Μέρη, στα οποία υποβλήθηκε αυτή η αίτηση, θα προσφέρουν τη βοήθεια αυτή στα όρια των μέσων που διαθέτουν.

3. Ένα Μέρος που έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι πλοίο, που ασκεί δικαίωμα ελευθεροπλοϊας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και φέρει τη σημασία ή επιδεικνύει διακριτικά νηολογίου άλλου Μέρους, είναι αναμεμειγμένο σε παράνομη διακίνηση, μπορεί να ειδοποιήσει σχετικώς το Κράτος της σημασίας, να ζητήσει επιβεβαίωση του νηολογίου και, αν επιβεβαιωθεί, να ζητήσει εξουσιοδότηση από το Κράτος της σημασίας για να λάβει τα κατάλληλα μέτρα ως προς το πλοίο αυτό.

4. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή σύμφωνα με συνθήκες που ισχύουν μεταξύ τους ή σύμφωνα με οποιαδήποτε συμφωνία ή ρύθμιση που έχουν γίνει κατ’ άλλο τρόπο μεταξύ αυτών των Μερών, το Κράτος της σημασίας του πλοίου μπορεί να εξουσιοδοτήσει το Κράτος που υπέβαλε την αίτηση μεταξύ άλλων.

(α) Να επιβιβάσει εκπροσώπους των αρχών του.

(β) Να ερευνήσει το πλοίο.

(γ) Αν βρεθούν αποδείξεις ανάμιξης σε παράνομη διακίνηση, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα ως προς το πλοίο, τα πρόσωπα και το φορτίο που βρίσκονται στο πλοίο.

5. ` Όπου έγιναν ενέργειες σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα ενδιαφερόμενα Μέρη θα λάβουν σοβαρά υπόψη τους την ανάγκη να μην διακινδυνεύσει η ασφάλεια της ζωής ανθρώπων στη θάλασσα, η ασφάλεια του πλοίου και του φορτίου και να μη θιγούν τα εμπορικά και νομικά συμφέροντα του Κράτους της σημασίας του πλοίου ή οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου Κράτους.

6. Το Κράτος της σημαίας του πλοίου μπορεί, συμμορφούμενο με τις υποχρεώσεις του από την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, να υποβάλει την εξουσιοδότηση του σε όρους που θα συμφωνηθούν αμοιβαία μεταξύ αυτού και του αιτούντος Μέρους, συμπεριλαμβανομένων όρων που σχετίζονται με την ευθύνη.

7. Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού, κάθε Μέρος θα ανταποκρίνεται χωρίς καθυστέρηση σε αίτηση άλλου Μέρους προκειμένου να αποφασίσει αν ένα πλοίο, που φέρει τη σημαία του, έχει το δικαίωμα να τη φέρει, καθώς και σε αιτήσεις για εξουσιοδότηση που έγιναν σύμφωνα με την παράγραφο 3. Κατά το χρόνο που καθίσταται μέλος της Σύμβασης αυτής κάθε Μέρος θα ορίζει μια αρχή ή, όταν είναι αναγκαίο, αρχές για να παραλαμβάνουν τέτοιες αιτήσεις και να ενεργούν καταλλήλως βάσει αυτών. Ο προσδιορισμός αυτός θα γνωστοποιείται μέσω του Γενικού Γραμματέα σε όλα τα άλλα Μέρη, μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία προσδιορισμού.

8. Το Μέρος, το οποίο έχει προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό, θα ενημερώνει αμέσως το ενδιαφερόμενο Κράτος 715 σημασίας του πλοίου για τα αποτελέσματα αυτής της ενέργειας.

9. Τα Μέρη θα εξετάσουν τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή περιφερειακών συμφωνιών ή ρυθμίσεων για να φέρουν σε πέρας ή να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των διατάξεων του άρθρου αυτού.

10. Ενέργειες κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού διεξάγονται μόνο από πολεμικά πλοία ή στρατιωτικά αεροσκάφη ή άλλα πλοία ή αεροσκάφη που θα φέρουν καθαρά διακριτικά σήματα και θα μπορούν να αναγνωρισθούν ότι εκτελούν κρατική υπηρεσία και είναι εξουσιοδοτημένα για το σκοπό αυτόν.

11. Κατά τη διεξαγωγή οποιασδήποτε ενέργειας, που γίνεται σύμφωνα με το παρόν Άρθρο, θα καταβάλλεται η δέουσα προσοχή για να μην παραβιάζονται ή επηρεάζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις και η άσκηση δικαιοδοσίας των παρακτίων Κρατών, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.

Άρθρο 18

Ζώνες ελεύθερου εμπορίου και ελεύθερα λιμάνια

1. Τα Μέρη θα εφαρμόζουν μέτρα για την καταστολή της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών και ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου και σε ελεύθερα λιμάνια, τα οποία δεν θα είναι λιγότερο αυστηρά από εκείνα που εφαρμόζονται σε άλλα μέρη της επικρατείας τους.

2. Τα Μέρη θα επιδιώκουν:

(α) Να παρακολουθούν τη διακίνηση εμπορευμάτων και προσώπων σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου και σε ελεύθερα λιμάνια και προς το σκοπό αυτόν θα εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να ερευνούν φορτία και πλοία, εισερχόμενα και εξερχόμενα, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών αναψυχής και των αλιευτικών, καθώς επίσης και αεροσκάφη και οχήματα και, όταν χρειάζεται, να ερευνούν τα μέλη του πληρώματος, τους επιβάτες και τις αποσκευές τους.

(β) Να καθιερώσουν και διατηρήσουν ένα σύστημα για να ανακαλύπτουν τις αποστολές που είναι ύποπτες ότι περιέχουν ναρκωτικά φάρμακα, ψυχότροπες ουσίες και ουσίες του Πίνακα Ι και Πίνακα ΙΙ, οι οποίες εισέρχονται ή εξέρχονται από ζώνες ελεύθερου εμπορίου και ελεύθερα λιμάνια.

(γ) Να καθιερώσουν και διατηρήσουν συστήματα επιτήρησης σε λιμάνια, αποβάθρες και αεροδρόμια και σε σημεία ελέγχου των συνόρων, σε ζώνες ελεύθερου εμπορίου και ελεύθερα λιμάνια.

Άρθρο 19

Η χρησιμοποίηση των ταχυδρομικών υπηρεσιών

1. Σε συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις τους, από τις Συμβάσεις της Παγκόσμιας Ένωσης Ταχυδρομείων και σύμφωνα με τις βασικές αρχές των εσωτερικών νομικών συστημάτων τους, τα Μέρη θα υιοθετήσουν μέτρα για να καταστείλουν τη χρησιμοποίηση των ταχυδρομείων για παράνομη διακίνηση και θα συνεργάζονται μεταξύ τους για το σκοπό αυτόν.

2. Τα αναφερόμενα μέτρα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα περιλαμβάνουν ιδιαίτερα:

(α) Συντονισμένη δράση για την πρόληψη και καταστολή της χρήσης ταχυδρομείων για παράνομη κυκλοφορία.

(β) Εισαγωγή και διατήρηση από εξουσιοδοτημένο προσωπικό επιβολής των νόμων, τεχνικών μεθόδων έρευνας και ελέγχου, για την ανακάλυψη αποστολών ναρκωτικών φαρμάκων, ψυχοτρόπων ουσιών και ουσιών του Πίνακα Ι και του Πίνακα ΙΙ μέσα στις ταχυδρομικές αποστολές.

(γ) Νομοθετικά μέτρα που θα καταστήσουν δυνατή τη χρήση κατάλληλων μέσων για τη διασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων, απαιτούμενων για δικαστικές διαδικασίες.

Άρθρο 20

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τα Μέρη

1. Τα Μέρη θα παρέχουν, μέσω του Γενικού Γραμματέα, πληροφορίες στην Επιτροπή για την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης στο έδαφός τους και ιδιαίτερα:

(α) Το κείμενο νόμων και κανονισμών που δημοσιεύθηκαν για να εφαρμοσθεί η Σύμβαση.

(β) Τα στοιχεία υποθέσεων παράνομης διακίνησης μέσα στη δικαιοδοσία τους, τις οποίες θεωρούν σημαντικές επειδή αποκαλύπτουν νέες τάσεις, τις ποσότητες για τις οποίες πρόκειται, τις πηγές από τις οποίες αποκτήθηκαν οι ουσίες αυτές ή τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν από τα πρόσωπα που είναι αναμεμειγμένα στην παράνομη διακίνηση.

2. Τα Μέρη θα παρέχουν κάθε πληροφορία για τον τρόπο και τις ημερομηνίες που ενδέχεται να ζητήσει η Επιτροπή.

Άρθρο 21

Καθήκοντα της Επιτροπής

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εξετάζει όλα τα θέματα, που αναφέρονται στους σκοπούς της Σύμβασης αυτής και ιδιαίτερα: (α) Η Επιτροπή, βάσει πληροφοριών που της υποβάλλονται από τα Μέρη σύμφωνα με το άρθρο 20, θα παρακολουθεί την εφαρμογή της Σύμβασης αυτής.

(β) Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε προτάσεις και γενικές συστάσεις που θα βασίζονται στην εξέταση των πληροφοριών που λήφθηκαν από τα Μέρη. (γ) Η Επιτροπή μπορεί να εφιστά την προσοχή του Οργάνου σε όλα τα θέματα τα οποία ενδέχεται να σχετίζονται με τα καθήκοντά του. (δ) Η Επιτροπή θα λαμβάνει εκείνα τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για κάθε ζήτημα που έχει αναφερθεί σ αυτήν από το Όργανο, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. (β).

(ε) Η Επιτροπή μπορεί, συμμορφούμενη με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο άρθρο 12, να τροποποιεί τους Πίνακες Ι και ΙΙ.

(στ) Η Επιτροπή μπορεί να επισύρει την προσοχή των Κρατών που δεν είναι μέρη της Συμβάσεως αυτής, σε αποφάσεις και προτάσεις που υιοθετεί σύμφωνα με τη Σύμβαση, με σκοπό να εξετάσουν και αυτά τη λήψη ανάλογων μέτρων.

Άρθρο 22

Καθήκοντα του Οργάνου

1. Χωρίς να θίγονται οι εξουσίες της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 21 και οι εξουσίες του Οργάνου και της Επιτροπής, σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1961, τη Σύμβαση του 1961, όπως αυτή τροποποιήθηκε και τη Σύμβαση του 1971:

(α) Αν το Όργανο ύστερα από εξέταση πληροφοριών, που έχει στη διάθεσή του το ίδιο ή ο Γενικός Γραμματέας ή η Επιτροπή, ή πληροφοριών που ανακοινώθηκαν από όργανα των Ηνωμένων Εθνών, έχει λόγους να πιστεύει ότι οι σκοποί της Σύμβασης αυτής σε θέματα αναφερόμενα στην αρμοδιότητά του δεν επιτεύχθηκαν, μπορεί να καλέσει ένα Μέρος ή Μέρη να παράσχουν οποιαδήποτε σχετική πληροφορία.

(β) Σε σχέση με τα άρθρα 12, 13 και 16:

(Ι) Αφού προβεί σε ενέργειες σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) του Άρθρου αυτού, το Όργανο, αν έχει πεισθεί ότι είναι αναγκαίο να ενεργήσει κατ` αυτόν τον τρόπο, μπορεί να καλέσει το ενδιαφερόμενο Μέρος να υιοθετήσει εκείνα τα μέτρα θεραπείας, που θεωρούνται σύμφωνα με τις περιστάσεις αναγκαία για την εκτέλεση των διατάξεων των άρθρων 12, 13 και 16.

(ΙΙ) Πριν ενεργήσει σύμφωνα με την κατωτέρω παράγραφο (ΙΙΙ) το Όργανο θα χειρίζεται ως απόρρητες τις ανακοινώσεις που έχει ανταλλάξει με το ενδιαφερόμενο Μέρος σύμφωνα με τις προηγούμενες υποπαραγράφους.

(ΙΙΙ) Αν το Όργανο διαπιστώσει ότι το ενδιαφερόμενο Μέρος δεν έχει λάβει τα μέτρα θεραπείας, που το Όργανο του είχε ζητήσει να λάβει, σύμφωνα με την υποπαράγραφο αυτή, μπορεί να επιστήσει την προσοχή των Μερών, του Συμβουλίου και της Επιτροπής επί του θέματος. Κάθε έκθεση που δημοσιεύεται από το Όργανο, σύμφωνα με την υποπαράγραφο αυτή, θα περιέχει επίσης τις απόψεις του ενδιαφερόμενου Μέρους, αν το τελευταίο το ζητήσει.

2. Κάθε Μέρος θα προσκαλείται να αντιπροσωπευθεί σε συνεδρίαση του Οργάνου, στην οποία πρόκειται να εξετασθεί ένα θέμα που το ενδιαφέρει άμεσα, σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

3. Στην περίπτωση που μια απόφαση του Οργάνου, λαμβανόμενη σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δεν είναι ομόφωνη, θα παρατίθενται σ αυτήν οι απόψεις της μειοψηφίας.

4. Αποφάσεις του Οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, θα λαμβάνονται με πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών του οργάνου.

5. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, σύμφωνα με την υποπαράγραφο 1 (α) του παρόντος άρθρου, το Όργανο θα διασφαλίζει το απόρρητο όλων των πληροφοριών που ενδέχεται να περιέλθουν στην κατοχή του.

6. Η αρμοδιότητα του Οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δεν θα εκτείνεται στην εφαρμογή συνθηκών ή συμφωνιών, που συνάπτονται μεταξύ Μερών σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης αυτής.

7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν θα εφαρμόζονται σε διαφορές μεταξύ Μερών, που υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 32.

Άρθρο 23

Εκθέσεις του Οργάνου

1. Το Όργανο θα συντάσσει ετήσια έκθεση για τις εργασίες του, που περιλαμβάνει ανάλυση των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του και σε κατάλληλες περιπτώσεις αναφορά των εξηγήσεων, εφ` όσον υπάρχουν, που ζήτησε να δοθούν ή που δόθηκαν από τα Μέρη μαζί με οποιεσδήποτε παρατηρήσεις και συστάσεις που επιθυμεί να κάνει το ` Όργανο.

Το Όργανο μπορεί να συντάσσει πρόσθετες εκθέσεις, αν το κρίνει αναγκαίο. Οι εκθέσεις θα υποβάλλονται στο Συμβούλιο μέσω της Επιτροπής, η οποία μπορεί να προβαίνει στις παρατηρήσεις που θεωρεί ενδεδειγμένες.

2. Οι εκθέσεις του Οργάνου θα ανακοινώνονται στα Μέρη και ακολούθως θα δημοσιεύονται από το Γενικό Γραμματέα.

Τα Μέρη θα επιτρέπουν τη διανομή τους χωρίς περιορισμούς.

Άρθρο 24

Εφαρμογή αυστηρότερων μέτρων από εκείνα που απαιτούνται από τη Σύμβαση αυτή

Το Μέρος μπορεί να υιοθετεί πιο αυστηρά ή πιο δραστικά μέτρα από εκείνα που προβλέπονται από τη Σύμβαση αυτή αν, κατά τη γνώμη του, τα μέτρα αυτά είναι επιθυμητά ή αναγκαία για την πρόληψη ή την καταστολή της παράνομης κυκλοφορίας.

Άρθρο 25

Διατήρηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων προηγούμενων Συνθηκών

Οι διατάξεις της Σύμβασης αυτής δεν θίγουν κανένα δικαίωμα ή υποχρέωση που η Σύμβαση του 1961, η Σύμβαση του 1961 όπως τροποποιήθηκε ή η Σύμβαση του 1971 αναγνωρίζουν ή επιβάλλουν στα Μέρη της παρούσας Σύμβασης.

Άρθρο 26

Υπογραφή

Η παρούσα Σύμβαση θα είναι ανοικτή για υπογραφή στα Γραφεία των Ηνωμένων Εθνών στη Βιέννη από την 20ή Δεκεμβρίου 1988 μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 1989 και μετά στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη μέχρι την 20η Δεκεμβρίου 1989, από:

(α) Όλα τα Κράτη.

(β) Τη Ναμίμπια, που εκπροσωπείται από το Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών για τη Ναμίμπια. (γ) Περιφερειακούς οργανισμούς οικονομικής ολοκλήρωσης που έχουν αρμοδιότητα για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων, τη σύναψη και την εφαρμογή διεθνών συμφωνιών σε θέματα που καλύπτονται από τη Σύμβαση αυτήν. Αναφορές σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση σε Μέρη, Κράτη ή εθνικές υπηρεσίες εφαρμόζονται και στους οργανισμούς αυτούς στα πλαίσια της αρμοδιότητάς τους.

Άρθρο 27

Επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή πράξη επίσημης αναγνώρισης

1. Η Σύμβαση αυτή υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση από Κράτη και από τη Ναμίμπια, που εκπροσωπείται από το Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών για τη Ναμίμπια και σε πράξεις επίσημης αναγνώρισης από περιφερειακούς οργανισμούς οικονομικής ολοκλήρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 26 υποπαράγραφος (γ), τα έγγραφα της επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης και τα έγγραφα τα σχετικά με πράξεις επίσημης αναγνώρισης θα κατατεθούν στο Γενικό Γραμματέα.

2. Στα έγγραφα της επίσημης αναγνώρισης οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης θα δηλώνουν την έκταση των αρμοδιοτήτων τους αναφορικά με τα θέματα που ρυθμίζονται από την Σύμβαση αυτήν. Αυτοί οι οργανισμοί θα πληροφορούν επίσης το Γενικό Γραμματέα για κάθε τροποποίηση όσον αφορά την έκταση της αρμοδιότητάς τους σχετικά με τα θέματα που ρυθμίζονται από αυτήν τη Σύμβαση.

Άρθρο 28

Προσχώρηση

1. Η Σύμβαση αυτή θα παραμείνει ανοικτή για προσχώρηση οποιουδήποτε Κράτους, της Ναμίμπια, που εκπροσωπείται από το Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών για τη Ναμίμπια και περιφερειακών οργανισμών οικονομικής ολοκλήρωσης, που αναφέρονται στο άρθρο 26, υποπαράγραφος (γ). Η προσχώρηση θα πραγματοποιείται με την κατάθεση του εγγράφου της προσχώρησης στο Γενικό Γραμματέα.

2. Στα έγγραφά τους περί προσχωρήσεως οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης θα δηλώνουν την έκταση της αρμοδιότητάς τους αναφορικά με τα θέματα που ρυθμίζονται από τη Σύμβαση αυτή.

Οι οργανισμοί αυτοί θα ενημερώνουν επίσης το Γενικό Γραμματέα για κάθε τροποποίηση όσον αφορά την έκταση της αρμοδιότητάς τους σχετικά με τα θέματα που ρυθμίζονται από την Σύμβαση αυτή.

Άρθρο 29

Έναρξη ισχύος

1. Η Σύμβαση αυτή θα τεθεί σε ισχύ την ενενηκοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατάθεσης στο Γενικό Γραμματέα του εικοστού εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής έγκρισης ή επίσημης αναγνώρισης από Κράτη ή από τη Ναμίμπια, που εκπροσωπείται από το Συμβούλιο για τη Ναμίμπια.

2. Για κάθε Κράτος ή για τη Ναμίμπια, που εκπροσωπείται από το Συμβούλιο για τη Ναμίμπια, που θα επικυρώσει, αποδεχθεί, εγκρίνει ή προσχωρήσει στη Σύμβαση αυτή, μετά από την κατάθεση του εικοστού εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, ή προσχώρησης, η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την ενενηκοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης του Κράτους αυτού περί αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.

3. Για κάθε περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης που αναφέρεται στο άρθρο 26, υποπαράγραφος (γ), ο οποίος καταθέτει ένα έγγραφο σχετικό με πράξη επίσημης αναγνώρισης ή ένα έγγραφο προσχώρησης, η Σύμβαση αυτή θα τεθεί σε ισχύ την ενενηκοστή ημέρα μετά από την κατάθεση αυτήν ή κατά την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ η Σύμβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Άρθρου αυτού, όποια από τις ημερομηνίες αυτές είναι μεταγενέστερη.

Άρθρο 30

Καταγγελία

1. Κάθε Μέρος μπορεί να καταγγείλει τη Σύμβαση αυτήν οποτεδήποτε, με έγγραφη γνωστοποίηση, που θα απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα.

2. Η καταγγελία αυτή θα ισχύσει για το ενδιαφερόμενο Μέρος ένα χρόνο μετά από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.

Άρθρο 31

Τροποποιήσεις

1. Οποιοδήποτε μέρος μπορεί να προτείνει τροποποίηση στη Σύμβαση αυτή. Το κείμενο οποιασδήποτε τέτοιας τροποποίησης και οι λόγοι για τους οποίους προτείνεται θα ανακοινώνονται από το Μέρος αυτό στο Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα την ανακοινώσει στα άλλα Μέρη και θα ερωτά αν δέχονται την προτεινόμενη τροποποίηση.

Αν μια προταθείσα τροποποίηση, που ανακοινώθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν απορρίφθηκε από οποιοδήποτε Μέρος εντός 24 μηνών από τότε που ανακοινώθηκε, θα θεωρηθεί ότι έγινε αποδεκτή και θα τεθεί σε ισχύ, αναφορικά με ένα Μέρος, ενενήντα ημέρες μετά την κατάθεση στο Γενικό Γραμματέα από το Μέρος αυτό εγγράφου, με το οποίο εκφράζει τη συναίνεσή του να δεσμευθεί από την τροποποίηση αυτή.

2. Αν μια προταθείσα τροποποίηση απορρίφθηκε από οποιοδήποτε Μέρος, ο Γενικός Γραμματέας θα συνεννοηθεί με τα Μέρη και, αν το ζητήσει η πλειοψηφία, ο Γενικός Γραμματέας θα φέρει το θέμα μαζί με οποιεσδήποτε παρατηρήσεις των Μερών ενώπιον του Συμβουλίου, το οποίο μπορεί να αποφασίσει να συγκαλέσει διάσκεψη σύμφωνα με το άρθρο 62, παράγραφος 4, του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Κάθε τροποποίηση, που θα είναι αποτέλεσμα μιας τέτοιας Διάσκεψης, θα ενσωματώνεται σε ένα Πρωτόκολλο Τροποποίησης.

Η συναίνεση για δέσμευση με το Πρωτόκολλο αυτό απαιτείται να δηλωθεί ρητά στο Γενικό Γραμματέα.

Άρθρο 32

Διευθέτηση διαφορών

1. Αν ήθελε μεταξύ δύο ή περισσότερων Μερών ανακύψει διαφωνία, που αναφέρεται στην ερμηνεία ή στην εφαρμογή της Σύμβασης αυτής, τα Μέρη θα διαβουλεύονται από κοινού με σκοπό τη διευθέτηση της διαφοράς μέσω διαπραγματεύσεων, έρευνας, μεσολάβησης, συνδιαλλαγής διαιτησίας, προσφυγής σε περιφερειακούς οργανισμούς, δικαστικών διαδικασιών ή άλλων ειρηνικών μέσων της εκλογής τους.

2. Οποιαδήποτε διαφορά, που δεν μπορεί να διευθετηθεί κατά τον τρόπο που αναγράφεται στην παράγραφο 1 του Άρθρου αυτού, θα υποβάλλεται, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε από τα Κράτη Μέρη μεταξύ των οποίων ανέκυψε, στο Διεθνές Δικαστήριο για έκδοση απόφασης.

3. Αν ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης, που αναφέρεται στο άρθρο 26 υποπαράγραφος (γ), είναι Μέρος σε μια διαφορά, που δεν μπορεί να διευθετηθεί κατά τον τρόπο που περιεγράφηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, μπορεί μέσω ενός Κράτους – Μέλους των Ηνωμένων Εθνών, να ζητήσει από το Συμβούλιο να προκαλέσει συμβουλευτική γνώμη του Διεθνούς Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 65 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, η οποία συμβουλευτική γνώμη θα θεωρείται αποφασιστική.

4. Κάθε Κράτος, κατά το χρόνο της υπογραφής ή της επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης της Σύμβασης αυτής ή προσχώρησης σ αυτήν ή κάθε περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης κατά το χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης μιας πράξης επίσημης αναγνώρισης ή προσχώρησης, μπορεί να δηλώσει ότι δε θεωρεί αυτό δεσμευμένο από τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού. Τα άλλα Μέρη δεν θα δεσμεύονται από τις παραγράφους 2 και 3 αναφορικά με το Μέρος που έχει προβεί σε μία τέτοια δήλωση.

5. Κάθε Μέρος που έχει κάνει μία τέτοια δήλωση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του Άρθρου αυτού, μπορεί οποτεδήποτε να αποσύρει τη δήλωση του αυτή με γνωστοποίηση στο Γενικό Γραμματέα.

Άρθρο 33

Αυθεντικά κείμενα

Τα αραβικά, κινεζικά, γαλλικά, ρωσικά και ισπανικά κείμενα της Σύμβασης αυτής είναι εξ ίσου αυθεντικά.

Άρθρο 34

Θεματοφύλακας

Ο Γενικός Γραμματέας θα είναι ο θεματοφύλακας της παρούσας Σύμβασης. Σε μαρτυρία των ανωτέρω οι κατωτέρω υπογράφοντες, νόμιμα γι’ αυτό εξουσιοδοτημένοι, έθεσαν την υπογραφή τους στη Σύμβαση αυτή. Έγινε στη Βιέννη, σε ένα πρωτότυπο την εικοστή ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του έτους χίλια εννιακόσια ογδόντα οκτώ.

Παράρτημα

Πίνακας Ι Πίνακας ΙΙ

Εφεδρίνη Οξικός ανυδρίτης Εργομετρίνη Ακετόνη

Εργοταμίνη Ανθρανιλικό Οξύ Λυσεργινικό οξύ Διαθηλαιθήρ

1 φαίνυλο 2 προπάνονη φαινυλοξικό οξυ Ψευδοεφεδρίνη Πιπεριδίνη

Τα άλατα των ουσιών που Τα άλατα των ουσιών που αναγράφονται αναγράφονται στον ανωτέρω στον ανωτέρω πίνακα εφ`όσον είναι πίνακα εφ`όσον είναι δυνατή δυνατή η ύπαρξη τέτοιων αλάτων. η ύπαρξη τέτοιων αλάτων

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρουμένης Σύμβασης από την ολοκλήρωση ων προϋποθέσεων, που καθορίζονται στο άρθρο 29 αυτής.